ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΜΠ. Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών: ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ



Σχετικά έγγραφα
τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

Ε.Μ.Π. ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 6 ΤΟΜΕΑΣ 1 ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

Συνδυασμένα Συστήματα Μεταφορών στον Τουρισμό

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Γ Υ Μ Ν Α Σ Ι Ο

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος

Β. ΓΙΑΤΗΧΑΛΚΙΔΑ. γενικά: πρωτεύουσα ν.ευβοίας 80 χλμ από την Αθήνα κάτοικοι επίσημα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 9. "Χαλκίδα - Ιστορική Εξέλιξη και Σύγχρονα Ζητήματα Σχεδιασμού"

ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΟΜΗΜΕΝΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΑ ΖΑΓΟΡΟΧΩΡΙΑ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΒΙΤΣΑΣ

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Τι είναι ο κατακόρυφος διαμελισμός;

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

Το Φρούριο της Καντάρας. Κατεχόμενη Κύπρος

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

Νέοι τόποι Περιπέτεια Φύση Παράδοση Ιστορία. Πολιτισμός Ζωή Μνημεία Ασφάλεια Χαρά

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311. Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις.

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για μη εμπορικούς σκοπούς με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή (Παρατηρητήριο ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.).

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Τίρυνθας

Πίνακας 1. Δημογραφικά χαρακτηριστικά της Περιφερειακής Ενότητας Φλώρινας.

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ

Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΕΥΣΙΝΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΙΙ: ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ Ε.Μ.Π. ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

ο εκτοπισμός της κατοικίας από το Γκαζοχώρι

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET10: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ

VIVIANNA A METALLINOU Architect, Environmental Historian YPERIA 2013, AMORGOS

Karystos Beach Front - Εύβοια. οικολογικό συγκρότημα

Συντάχθηκε απο τον/την Διαχειριστή Τετάρτη, 20 Ιανουάριος :17 - Τελευταία Ενημέρωση Τετάρτη, 20 Ιανουάριος :08

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ)

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET11: ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ

ΕΜΠ / ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ / ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ / ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2008

Οικονομία. Η οικονομία του νομού Ιωαννίνων βασίζεται στην κτηνοτροφία, κυρίως μικρών ζώων, στη γεωργία και στα δάση. Η συμβολή της βιομηχανίας και

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ»

Η ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣΗΜΟ

ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ «Το φαινόμενο της αστικοποίησης στο Δήμο Ζωγράφου»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : Κείμενο του ενημερωτικού εντύπου

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα

Δημοκρατία της νότιας Ευρώπης. Επιφάνεια: τ.χμ Πληθυσμός: κατ. Πρωτεύουσα: Ρώμη. Γλώσσα: επίσημη η ιταλική.

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ )

Τα πέντε θεματικά πάρκα εκτείνονται σε μήκος 1500 μ. από το Μέγαρο Μουσικής έως τους Ναυτικούς Ομίλους και περιλαμβάνουν:

Το νησάκι της Δοκού απέχει 7 ναυτικά μίλια από το

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ

Η Ναύπακτος από την αρχαιότητα ως σήμερα

Περπατώντας στην ªÂÛ ÈˆÓÈÎ fiïë

ΤΟ ΡΕΜΑ ΤΟΥ ΚΗΦΙΣΟΥ. Περίληψη. Ε.Θ.ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΑΣ 7 ο ΕΞΑΜΗΝΟ ΥΠ.ΚΑΘ. :Τ. ΚΟΣΜΑΚΗ. ΠΟΛΥΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΠΟΥ.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET01: ΩΦΕΛΟΥΜΕΝΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ

ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

Α.3.3 Χωροταξική Διάρθρωση Περιοχής Μελέτης Χρήσεις Γης

Βάση της διάλεξης είναι η ερευνητική εργασία με τίτλο «Οικολογικές γειτονιές σε χώρες της Ευρώπης» των Κατεργιανάκη Ευγενία, Μουσταφατζή Βασιλική,

Πάσχα στα «πόδια» της Χαλκιδικής Άγιον Όρος, 5 μέρες Απριλίου 2014

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΡΑΞΗΣ-ΕΡΓΟΥ. Εντοπισμός της περιοχής μελέτης.

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET08: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΟΙ ΤΟΠΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ Π. Σ. Θ.

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET01: ΩΦΕΛΟΥΜΕΝΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ

Η ΓΑΛΛΙΑ ERASMUS + ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET01: ΩΦΕΛΟΥΜΕΝΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

ΘΕΜΑ: «Προτάσεις για την Τουριστική Ανάπτυξη και προβολή της Τοπικής Κοινότητας Στράτου» Κύρια πύλη δευτερεύουσα πύλη πύλη Ακρόπολης Παραποτάμια πύλη

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET07: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΕΣ ΒΙ.ΠΕ. ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ

Οδηγίες για Λήμματα Τοπωνυμίων

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 : ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

Το Τραγούδι της Γης του Στράτη Μυριβήλη

Transcript:

ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΜΠ Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών: «ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ» Πολεοδομία - Χωροταξία ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ Αλεξάνδρα Ν. Παπασπύρου Επιβλέπων Καθηγητής Γεώργιος Μ. Σαρηγιάννης Αθήνα. 2009

Περιεχόμενα Περιεχόμενα... 1 Εισαγωγή... 3 Α Κεφάλαιο... 8 1. Ιστορική Αναδρομή... 8 1.1. Χωροταξική θεώρηση περιφέρειας της Παλαιάς Ηπείρου... 8 1.2. Γεωφυσικά χαρακτηριστικά της Ηπείρου... 9 1.3. Φυσικές διαβάσεις... 10 1.4. Φυσικοί οικονομικοί πόροι... 11 1.5. Ιστορικές χωροταξικές δομές Παλαιάς Ηπείρου... 12 1.6. Γεωγραφική θέση της πόλης των Ιωαννίνων... 17 1.7. Εθνολογική ταυτότητα του πληθυσμού... 18 2. Ιστορική εξέλιξη της πόλης.... 19 2.1. Η πόλη κατά τη βυζαντινή περίοδο (6ος -17ος αι.)... 19 2.2. Ο ρόλος των τειχών στη Μεσαιωνική πόλη... 22 2.3. Κοινωνικό οικονομικό σύστημα της ευρύτερης περιοχής... 23 2.4. Χωρική οργάνωση του οικισμού (17ος 19ος αιώνας)... 25 2.5. Τα Ιωάννινα στον 20 ο αιώνα... 26 Β Κεφάλαιο... 29 1. Σημερινή θέση του Δήμου Ιωαννιτών στο ευρύτερο χωροταξικό πλαίσιο 29 2. Πολεοδομική οργάνωση... 35 2.1. Οικισμοί και λειτουργική δομή... 35 2.2. Κεντρικές Λειτουργίες Πόλης - Πολεοδομικό Κέντρο... 38 2.3. Θεσμικό πλαίσιο: όροι δόμησης και άλλες ρυθμίσεις... 42 2.4. Αξιολόγηση αναπτυξιακών δυνατοτήτων και προοπτικών... 46 2.5. Αξιολόγηση χωροταξικών δεδομένων... 48 Γ Κεφάλαιο... 53 1. Πολεοδομικές παρεμβάσεις... 53 1.1. Ανάδειξη του ρόλου του κάστρου.... 54 1.2. Ανάδειξη ιστορικού κέντρου... 59 1.3. Πολεοδομικό κέντρο Ιωαννίνων... 66 Συμπεράσματα... 75 Βιβλιογραφία - Πηγές... 78 Αλεξάνδρα Παπασπύρου 2 2

Εισαγωγή Από τα μέσα της δεκαετίας του 70 είχε εντοπιστεί το ενδιαφέρον της σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας στα θέματα της οθωμανικής επικυριαρχίας στα Βαλκάνια και ειδικότερα στο νότιο τμήμα τους, περιοχή ανάπτυξης της ελληνικής εθνότητας. Ειδικότερα, η περίοδος του 19 ου αι., όταν καταρρέει το οθωμανικό σύστημα και εμφανίζεται η νεοελληνική πόλη, αποτέλεσε αντικείμενο κεντρικού ενδιαφέροντος της πρόσφατης ιστορικής πολεοδομικής βιβλιογραφίας, γιατί τότε τίθενται τα θεμέλια ίδρυσης του νεοελληνικού αστικού χώρου. Η παρούσα εργασία, στοχεύει στη διερεύνηση των κοινωνικών, οικονομικών, δημογραφικών και χωρικών φαινομένων που οφείλονται στην ανάπτυξη της πόλης των Ιωαννίνων στη διάρκεια των αιώνων. Η εργασία δεν ανακαλύπτει νέο πρωτογενές υλικό, αλλά συνθέτει το ήδη δημοσιοποιημένο, από τη νεότερη και πρόσφατη βιβλιογραφία. Από την επεξεργασία του προκύπτει με σαφή τρόπο η διαδικασία παραγωγής του πολεοδομικού ιστού της πόλης των Ιωαννίνων τον 21 ο αιώνα. Το βασικό αντικείμενο της μελέτης, προσεγγίζεται μέσα από την εκτενής ιστορική παρουσίαση της διαδικασίας διαμόρφωσης της πόλης, αλλά του ρόλου που διαδραματίζει στις διάφορες φάσεις της, για να καταλήξει στην σημερινή της εικόνα, και στις επεμβάσεις που γίνονται στον ιστορικό και μη ιστό της. Έτσι, και σύμφωνα με αυτά που σχολιάσαμε παραπάνω, ακολουθεί λεπτομερειακά η παρουσίαση της πορείας που ακολουθήθηκε, με σκοπό τη διεξαγωγή συμπερασμάτων και την κριτική προσέγγιση της ανάπτυξης της πόλης των Ιωαννίνων. Ειδικότερα η εργασία αποτελείται από τρία Κεφάλαια: Ιστορική αναδρομή, Σημερινή κατάσταση Επιμέρους πολεοδομικές παρεμβάσεις Το πρώτο κεφάλαιο χωρίζεται σε δύο ενότητες. Στην πρώτη ενότητα, καταγράφονται οι μορφές και οι μεταβολές των μορφών της χωροταξικής δομής της Παλαιάς Ηπείρου νοούμενης ως χωροταξικής περιφέρειας, και στοιχειοθετείται ο ρόλος που διαδραματίζει η πόλη στις συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. Εξετάζονται επίσης οι βασικές χωροταξικές παράμετροι, όπως το ευρύτερο Αλεξάνδρα Παπασπύρου 3 3

πολιτικό περιβάλλον, το οικιστικό σύστημα, τον οδικό ιστό κλπ, ανά περίοδο. Η Παλαιά Ήπειρος παρουσιάζει σαν περιφέρεια ιδιαιτερότητα ως προς τη γεωγραφική σύνθεσή της, δηλαδή απομονώνει αυστηρά τον Ηπειρωτικό χώρο από τις άλλες περιφέρειες, γεγονός που την υποχρεώνει, ως χωροταξική περιφέρεια, να λειτουργεί, κάτω από όρους αυτοδύναμης ανάπτυξης. Το φαινόμενο αυτό της μόνωσης, όντας οργανική συνθήκη του χώρου, λειτούργησε ιστορικά και λειτουργεί μέχρι σήμερα ως καταλύτης στη μόρφωση του Ηπειρωτικού "γίγνεσθαι". Για την καταγραφή των μορφών και συνακόλουθα και των μεταβολών των μορφών της χωροταξικής δομής της Παλαιάς Ηπείρου νοούμενης ως χωροταξικής περιφέρειας, επελέγησαν οι ιστορικές περίοδοι, οι οποίες εκφράζουν συνθήκες που ως "καθεστώς" διαφέρουν διακριτά. Οι ιστορικές αυτές περίοδοι, έχουν ορισθεί όχι όπως ιστορικά έχουν θεσμοθετηθεί, αλλά σχηματικά στις εξής περιόδους: 1. Αρχαιοελληνική, ως την καταστροφή της, το 168 π.χ. 2. Ρωμαϊκή, από το 168 π.χ. μέχρι τον 10 μ.χ. αι. 3. Βυζαντινή, από τον 11ο ως και τον 18ο αι. μ.χ. 4. Τουρκοκρατία, τον 19ο αι. μ.χ. 5. Νεότερη. Στη δεύτερη ενότητα, αναλύεται η ίδρυση της πόλης. Η περιγραφή ξεκινά από τον πρώτο οικισμό, το Κάστρο, τον πρώτο δηλαδή πυρήνα της, και αναλύονται οι ανάγκες οχύρωσης του πρώτου οικισμού. Αναλύεται επίσης το εσωτερικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα, και οι επιρροές που δέχτηκε η πόλη. Η πόλη των Ιωαννίνων αποκτά πολεοδομική συγκρότηση οθωμανικού οικισμού κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα. Στο τέλος του 18ου αι. έχει διαμορφωθεί οριστικά ο χαρακτήρας της οθωμανικής πόλης, που από τη μια έχει έναν επίσημο χαρακτήρα στρατιωτικό-διοικητικού κέντρου με δημόσια και άλλα κτίρια, και από την άλλη την οικονομική διάσταση της πόλης που σχηματίζεται γύρω από την αγορά-παζάρι. Στις αρχές του 19ου αιώνα στην Ήπειρο, ο αστικός τρόπος ζωής και η αστική αρχιτεκτονική φτάνουν σε πλήρη ωριμότητα. Παράλληλα την ίδια εποχή εμφανίζεται η κατοικία, με αυτοτέλεια των επιμέρους στοιχείων της. Ειδικότερα τα Γιάννενα, κρατήθηκαν μακριά από τα μεγάλα κοινωνικά, ιδεολογικά, και καλλιτεχνικά ρεύματα που αναδιαρθρώνουν τη Δύση στο διάστημα 1500-1900, και χαρακτηρίζονται από παραδοσιακή διάρθρωση και δομή. Τα Γιάννενα υπέστησαν επίσης περιορισμένα τις κρατικές εκσυγχρονιστικές τάσεις της τελευταίας οθωμανικής περιόδου, Αλεξάνδρα Παπασπύρου 4 4

ιδίως μετά από πυρκαγιές ή διανοίξεις οδών κτλ. Τέλος καταγράφονται οι ιστορικοί παράγοντες και τα γεγονότα του 20 ου αιώνα που επηρέασαν και απέδωσαν τη σημερινή μορφή της πόλης. Τα Γιάννενα απελευθερώνονται το 1913 (Νέες Χώρες), και ξεκινά, η προσπάθεια για την αναμόρφωση του οικιστικού πλέγματος του Ηπειρωτικού χώρου. Η πόλη των Ιωαννίνων μετά την προσάρτησή της, αποτελεί πόλη μεσαίου μεγέθους (άνω των 20.000 κατοίκων). Η νέα εικόνα της πόλης που προτείνεται κρατά βέβαια υπάρχοντα χαρακτηριστικά φυσικά στοιχεία, χαράξεις δρόμων, σχήματα πλατειών. Στη συνέχεια του 20 ου αιώνα, τα Γιάννενα αντιμετωπίζουν, το φαινόμενο της ανταλλαγής πληθυσμών και της εισροής προσφύγων και μετέπειτα, τα αποτελέσματα του Β παγκοσμίου πολέμου και του Εμφυλίου. Το 1960, μετά απ όλες τις περιπέτειες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την περιπέτεια του Εμφυλίου, τα Γιάννενα, όπως και όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα δέχονται το μεγάλο κύμα της εσωτερικής μετανάστευσης, με συνέπεια τη μεγάλη συσσώρευση πληθυσμού και την ανάγκη για στέγαση, που επιχειρήθηκε να λυθεί χωρίς ιδιαίτερο πολεοδομικό και νομικό πλαίσιο με πρακτικές όπως αυτή της άναρχης και αυθαίρετης δόμησης και της αντιπαροχής. Συνέπειες των παραπάνω καταγράφονται μέχρι σήμερα στην εικόνα της πόλης και οι παραπάνω πρακτικές συνεχίζουν να διαμορφώνουν τον αστικό ιστό της. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύεται διεξοδικά η θέση του Δήμου στο ευρύτερο χωροταξικό πλαίσιο. Τα Ιωάννινα χαρακτηρίζονται από το Περιφερειακό Πλαίσιο ως κέντρο 1ου επιπέδου, καθώς αποτελούν το κυρίαρχο κέντρο της Περιφέρειας Ηπείρου με εμβέλεια διαπεριφερειακή και διακρατική (Αλβανία). Αποτελούν τον κύριο πόλο έλξης της εσωτερικής μετανάστευσης της περιφέρειας παρουσιάζοντας σημαντική πληθυσμιακή αύξηση και με κυρίαρχο τομέα απασχόλησης τον τριτογενή και κατά δεύτερο λόγο τον δευτερογενή τομέα. Ο Δήμος αναμένεται να αναβαθμίσει τον ήδη δυναμικό ρόλο του ως κέντρου μεταφορών, τουρισμού, υπηρεσιών εκπαίδευσης και μεταφοράς νέων τεχνολογιών σε διαπεριφερειακό και διακρατικό επίπεδο. Στη συνέχεια δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις κεντρικές λειτουργίες της πόλης και την ανάδειξη του πολεοδομικού κέντρου της και αναλύονται οι προοπτικές αλλά και οι αδυναμίες και τα επιμέρους χωρικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η πόλη. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 5 5

Η προηγούμενη ιστορική περιγραφή, κρίθηκε αναγκαία για την αξιολόγηση του σημερινού πολεοδομικού γίγνεσθαι της πόλης των Ιωαννίνων. Η παράθεση στοιχείων από τα αρχαία χρόνια (Παλαιά Ήπειρος κοκ.), στόχο είχε να αναδείξει στους αιώνες, τον κυριαρχικό ρόλο (θρησκευτικό-πολιτικό-οικονομικό κλπ), της περιοχής όπου σήμερα βρίσκονται τα Γιάννενα. Η ιστορική προσέγγιση, δύναται να διευκολύνει τη σύγκριση ανάμεσα σ' αυτό που προϋπήρχε, με αυτό που υπάρχει ήδη διαμορφωμένο και με αυτό που πρόκειται να συμβεί. Στο τρίτο κεφάλαιο, η εργασία εξειδικεύεται σε συγκεκριμένες πολεοδομικές παρεμβάσεις που αφορούν στις περιοχές του Κάστρου, τον εμπορικό δρόμο έξω από αυτό και το πολεοδομικό κέντρο. Τα έργα που παρουσιάζονται είναι: - Η ανάδειξη των Τειχών του Κάστρου. - Η ανάδειξη του ιστορικού κέντρου (πεζοδρομήσεις και διαμορφώσεις δρόμων). - Η μετατροπή της Κεντρικής Πλατείας (Πλ. Πύρρου), και η κατασκευή υπόγειου χώρου στάθμευσης. - Η κατεδάφιση του παλιού Ξενία και η κατασκευή νέου ξενοδοχείου. - Η πρόταση κατασκευής του νέου Δημαρχιακού Μεγάρου στη θέση της παλιάς στεγασμένης Λαϊκής Αγοράς. Στα παραπάνω έργα γίνεται επιμέρους αξιολόγηση και κριτική προσέγγιση τόσο της χωροθέτησής τους όσο και της λειτουργίας τους. Τέλος, επιχειρείται η σύνοψη των βασικών συμπερασμάτων της εργασίας, που αποτελούν αφετηρία και αφορμή για παραπέρα εμβάθυνση. Για την υλοποίηση της παρούσας εργασίας, θα ήθελα να ευχαριστήσω καταρχάς τον καθηγητή κ. Γιώργο Σαρηγιάννη, επιβλέποντα της διπλωματικής εργασίας, ο οποίος δέχτηκε, παρακολούθησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εργασία μου σε όλη τη διάρκεια της εκπόνησής της. Για την παροχή χρήσιμων συμβουλών, διορθώσεων και αποσαφηνίσεων, καθώς και την παροχή των απαραίτητων στοιχείων για να υλοποιηθεί η συγκεκριμένη εργασία, όσο και ηθικά με την ενθάρρυνση που μου έδωσε και τη συμπαράσταση του από την αρχή. Τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους φίλους μου που με βοήθησαν μέσω της παροχής χρήσιμων συμβουλών, αλλά κυρίως θα ήθελα να ευχαριστήσω τους γονείς μου για την ηθική και υλική βοήθεια που μου προσέφεραν τόσο κατά την εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας, όσο και καθ όλη τη διάρκεια των μέχρι τώρα σπουδών μου. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 6 6

Κεφάλαιο Α Αλεξάνδρα Παπασπύρου 7 7

Α Κεφάλαιο 1. Ιστορική Αναδρομή 1.1. Χωροταξική θεώρηση περιφέρειας της Παλαιάς Ηπείρου 1 O Ηπειρωτικός χώρος, όπως ιστορικά έχει προσδιοριστεί ως "Παλαιά 'Ήπειρος" περιλαμβάνει ευρύτερη έκταση, ιδίως προς τα Νότια, από τη σημερινή Ήπειρο. Ειδικότερα: στα ανατολικά, ορίζεται από την Πίνδο, στα δυτικά από το Ιόνιο πέλαγος, στα Νότια από τον Αμβρακικό κόλπο και στα βόρεια από τα ορεινά μέρη της περιοχής του Αργυρόκαστρου. Έτσι, λοιπόν, ο Ηπειρωτικός χώρος, όπως είναι αυστηρά οροθετημένος, αποτελεί μία ορισμένη και διακεκριμένη χωροταξική περιφέρεια. Ο χαρακτήρας των στοιχείων, τα οποία ως "τείχη" απροσπέλαστα τον ορίζουν, δεν επιτρέπουν εύκολη επικοινωνία με τις όμορες περιφέρειες του, δηλαδή, στα νότια την Αιτωλοακαρνανία, στα ανατολικά τη Θεσσαλία, στα ΒΑ τη Μακεδονία και στα βόρεια τη Νέα Ήπειρο. Η ιδιαιτερότητα της παραπάνω γεωγραφικής συνθήκης, δηλαδή το να απομονώνει αυστηρά τον Ηπειρωτικό χώρο από άλλες περιφέρειες, την υποχρεώνει, ως χωροταξική περιφέρεια, να λειτουργεί, κάτω από όρους αυτοδύναμης ανάπτυξης. Το φαινόμενο αυτό της μόνωσης, όντας οργανική συνθήκη του χώρου, λειτούργησε ιστορικά και λειτουργεί μέχρι σήμερα ως καταλύτης στη μόρφωση του Ηπειρωτικού "γίγνεσθαι". Ειδικότερα, η παραπάνω ιδιότητα της απομόνωσης, μαζί με τη "στέρηση" από την έλλειψη πλουσίων φυσικών οικονομικών πόρων προσέδωσε στο χώρο το χαρακτήρα της λιτής αυστηρότητας. Και ακόμα, ο αισθητικά δραματικός χαρακτήρας του τόπου, που εμφαίνεται ως διαλεκτική σύνθεση ανάμεσα στα πανύψηλα και κακοτράχαλα βουνά, τις ήπιες λυρικές ακτές και τους ήμερους κάμπους της ενδοχώρας, προσέδωσε στο χώρο το χαρακτήρα της απέριττης ομορφιάς. Αυτή δε η ιδιοτυπία της λιτής της αυστηρότητας και της απέριττης ομορφιάς του φυσικού Ηπειρωτικού χώρου, με την έννοια του περιβαλλοντικά ίδιου χαρακτήρα, επεβλήθη στην ηπειρωτική κοινωνία ως τάξη ευλογίας και συνακόλουθα ιστορικά εκφράστηκε από αυτήν ως δράση Συλλόγων ευποιίας αλλά και έργο ευεργεσίας. 1 Τα στοιχεία του κεφαλαίου προέρχονται από το βιβλίο: Ίδρυση Χωροταξικός ρόλος Μορφή της Πρωτοβυζαντινής πόλεως, Β. Χαρίσης. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 8 8

1.2. Γεωφυσικά χαρακτηριστικά της Ηπείρου Ο χώρος της Ηπείρου, σχεδόν στο σύνολο του, αποτελείται από ψηλά βουνά. Το κυριότερο ορεινό συγκρότημα είναι η οροσειρά της Πίνδου, που αποτελεί τον πιο σημαντικό ορεινό όγκο στα ανατολικά όρια του χώρου της Ηπείρου. Η οροσειρά αυτή έχει κατεύθυνση από βορρά προς νότο, λόγω δε του όγκου της, των μεγάλων υψομέτρων και το "δυσχείμερον" του κλίματος, όπως ήδη έχει σημειωθεί, χωρίζει τον Ηπειρωτικό χώρο από το Θεσσαλικό ως τείχος απροσπέλαστο. Μία άλλη σημαντική, αλλά μικρότερης σημασίας οροσειρά, είναι αυτή που σχηματίζουν η Ολύτσικα -Τόμαρος, τα βουνά του Αμαντάλωτε, της Μουργκάνας, της Νεμέρτσικας, τα Κενταύρια και άλλα. Η οροσειρά αυτή αναπτύσσεται σχεδόν παράλληλα με την οροσειρά της Πίνδου με διεύθυνση από βορρά προς νότο, σε θέση ανάμεσα στο Ιόνιο και την ενδοχώρα της περιφέρειας των Ιωαννίνων. Η ιδιότυπη διάταξη των οροσειρών που αναφέρθηκε παραπάνω, όπως είναι φυσικό, διαμόρφωσε και τον προσανατολισμό της φοράς της κοίτης των κυριοτέρων ποταμών της περιοχής. Τα κύρια ποτάμια που διασχίζουν την "Παλαιά Ήπειρο" είναι ένας κλάδος του Αώου που κινείται προς τα δυτικά, ο Καλαμάς και ο Αχέρων που κατευθύνονται επίσης στα δυτικά και ο Λούρος με τον Άραχθο που εκβάλουν στα νότια. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι, κατά την αρχαιότητα, ο Καλαμάς, ο Αχέρων, ο Λούρος και ο Άραχθος κατά ένα ικανό τμήμα της κοίτης τους ήταν πλωτοί. Ο τρόπος με τον οποίο αναπτύσσονται οι κύριοι ορεινοί όγκοι, με κατεύθυνση Β-Ν και παράλληλα, στο ανατολικό άκρο και στο μέσον του Ηπειρωτικού χώρου, συμβάλλει στο να διαχωρίζεται εμφαντικά η έκταση της Περιφέρειας της Ηπείρου σε δύο τμήματα: Το ένα στα δυτικά, που μπορεί να χαρακτηριστεί ως "παραλιακό", και το άλλο στα ανατολικά, το οποίο αποτελεί την ενδοχώρα και καταλαμβάνει το μεγαλύτερο τμήμα της Παλαιάς Ηπείρου. Τα ανοίγματα που αφήνουν οι παραπάνω οροσειρές, σε συνδυασμό με τις κοίτες των ποταμών και οριοθετούνται πότε απόλυτα και πότε ελαστικά, διαμορφώνουν τις μικρότερες περιοχές ως φυσικές χωροταξικές υποπεριφέρειες. Οι πιο σημαντικές δε από αυτές είναι: στην ενδοχώρα, η άλλοτε υποπεριφέρεια των Μολοσσών και σήμερα περίπου του νομού Ιωαννίνων, η άλλοτε υποπεριφέρεια της Αμβρακίας και σήμερα του νομού Άρτας, η υποπεριφέρεια της Κασσωπαίας και σήμερα της Πρεβέζης, και τέλος η υποπεριφέρεια της Θεσπρωτίας και σήμερα του ομώνυμου νομού. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 9 9

1.3. Φυσικές διαβάσεις Οι φυσικές δίοδοι, που διαμορφώνονται κατά μήκος της κοίτης των ποταμών και μέσω των αυχένων των οροσειρών, σε όλους τους ιστορικούς χρόνους και σχεδόν ως σήμερα, όπου τα μέσα επικοινωνίας έχουν εντελώς διαφοροποιηθεί, αποτελούσαν και αποτελούν τους σταθερούς συγκοινωνιακούς άξονες του χώρου της Παλαιάς Ηπείρου, μέσω των οποίων γινόταν η επικοινωνία με τις όμορες περιφέρειες, αλλά και τις υποπεριφέρειές της. Τα βασικότερα "ανοίγματα" που λειτουργούν ως συγκοινωνιακοί διάδρομοι, κατά την έννοια της χωροταξικής κλίμακας που επιβάλλει η θεώρηση αυτή, είναι τα παρακάτω: Οδικοί άξονες Β Ν. α. Τεπελένι (Νέα Ήπειρος) Αργυρόκαστρο Γιάννενα Άρτα Αμφιλοχία (Αιτωλοακαρνανία) Νότια Ελλάδα. Ο άξονας αυτός περνάει στα δυτικά της Πίνδου και αποτελεί τον εσωτερικό άξονα του χώρου. β. Αυλώνα Χιμάρα Σαγιάδα Ηγουμενίτσα Μαργαρίτι Πρέβεζα Άρτα - Αμφιλοχία. Ο άξονας αυτός περνάει στα ανατολικά της ακτής του Ιονίου και είναι "παράλληλος" του προηγουμένου. Οδικοί άξονες Δ Α. α. Ηγουμενίτσα Γιάννενα Μέτσοβο Θεσσαλία (Τρίκαλα, Λάρισα κλπ.). β. Ηγουμενίτσα Καλπάκι Κόνιτσα Νεάπολη Δυτική Μακεδονία (Κοζάνη, Καστοριά κλπ.), που περνάει μέσα από την κοιλάδα του Σαρανταπόρου. γ. Πρέβεζα Άρτα Θεσσαλία και παλαιότερα Κασσώπη Αμβρακία Λάρισα, ο οποίος περνάει μέσω των Αθαμανικών βουνών. Οι παραπάνω βασικές φυσικές διαβάσεις Β-Ν και Δ-Α, σε συνάρτηση και με τα εσωτερικής κλίμακα περάσματα και μονοπάτια, συνιστούν το συνολικό δίκτυο φυσικών αξόνων και κόμβων. Επισημαίνεται δε ότι για τους άξονες αυτούς οι πιο σημαντικοί κόμβοι είναι της Άρτας, της Παραμυθιάς, του Καλπακίου, της Φοινίκης-Αργυροκάστρου και ο Αλεξάνδρα Παπασπύρου 10 10

πλέον σημαντικός και καίριος για την ενδοχώρα κόμβος είναι ο κεντροβαρικός ευρύτερος χώρος του λεκανοπεδίου των Ιωαννίνων και της κοιλάδας της Δωδώνης. Οι κύριες φυσικές θέσεις ελλιμενισμού σκαφών στις ακτές τις Παλαιάς Ηπείρου είναι αρκετές. Πολλές δε από αυτές, ανάλογα με τον τύπο των σκαφών και των απαιτήσεων της ενδοχώρας, λειτούργησαν κατά καιρούς ως λιμάνια, όπως π.χ. ο "Γλυκύς λιμήν" στις εκβολές του Αχέροντα κ.α. Όμως, ως θέσεις σημαντικών φυσικών λιμανιών μπορούν να μνημονευθούν τα λιμάνια του Αμβρακικού στις θέσεις του Άμβρακος, της Σαλαώρας και της Νικοπόλεως, αλλά και το λιμάνι του Βουθρωτού. Εικ. 1: Όρια και Κύρια οικιστικά κέντρα της ευρύτερης περιοχής της Ηπείρου 1.4. Φυσικοί οικονομικοί πόροι Οι πλουτοπαραγωγικές πηγές του χώρου της Παλαιάς Ηπείρου ανήκουν αποκλειστικά στον πρωτογενή τομέα και ειδικότερα ατή γεωργία, κτηνοτροφία, υλοτομία και στην αλιεία. Σε ιστορικές πηγές αναφέρεται ακόμα εξόρυξη και επεξεργασία αργυρού και πως η πηγή αυτή βρισκόταν στο χώρο της Νέας Ηπείρου. Συγκεκριμένα οι πεδινές εκτάσεις στην Παλαιά Ήπειρο δεν είναι πολλές. Ο χώρος που συγκεντρώνει, κατά κύριο λόγο, την κτηνοτροφία είναι η Πίνδος, η οποία πέραν της Αλεξάνδρα Παπασπύρου 11 11

κτηνοτροφίας, διέθετε πλούσια δάση και αποτελούσε, όπως και σήμερα, σημαντικό πόλο υλοτομίας. Ιστορικά, οικονομικό πόρο αποτελούσαν οι κόλποι, όπως του Αμβρακικού, του Βουθρωτού κλπ. αλλά και οι λίμνες. Είναι δε γνωστό πως λίμνες άξιες λόγου στο χώρο της Παλαιάς Ηπείρου, μέχρι πριν λίγα χρόνια, ήταν δύο η λίμνη της Αχερουσίας, η οποία αποξηράνθηκε στη δεκαετία του 1950 και σήμερα η έκταση της διασχίζεται από τα δύο ποτάμια και καλλιεργείται εντατικά και η λίμνη της Παμβώτιδας στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων. Το αν η λίμνη αυτή υπήρχε στην αρχαιότητα, δεν είναι γνωστό. 1.5. Ιστορικές χωροταξικές δομές Παλαιάς Ηπείρου Για την καταγραφή των μορφών και συνακόλουθα και των μεταβολών των μορφών της χωροταξικής δομής της Παλαιάς Ηπείρου νοούμενης ως χωροταξικής περιφέρειας, επελέγησαν οι ιστορικές περίοδοι, οι οποίες εκφράζουν συνθήκες που ως "καθεστώς" διαφέρουν διακριτά. Οι ιστορικές αυτές περίοδοι, έχουν ορισθεί όχι όπως ιστορικά έχουν θεσμοθετηθεί, αλλά σχηματικά στις εξής περιόδους: 1. Αρχαιοελληνική, ως την καταστροφή της, το 168 π.χ. 2. Ρωμαϊκή, από το 168 π.χ. μέχρι τον 10 μ.χ. αι. 3. Βυζαντινή, από τον 11ο ως και τον 18ο αι. μ.χ. 4. Τουρκοκρατία, τον 19ο αι. μ.χ. 5. Νεότερη. Εξετάζοντας τις βασικές χωροταξικές παραμέτρους, όπως το ευρύτερο πολιτικό περιβάλλον, το οικιστικό σύστημα, τον οδικό ιστό κλπ, ανά περίοδο, διαπιστώνονται τα παρακάτω: 1. Αρχαιοελληνική. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 12 12

Στην προϊστορική περίοδο, δηλαδή μέχρι τον 4ο αι. π.χ., 2 ο χώρος της Παλαιάς Ηπείρου δε λειτουργούσε ως μία ενιαία χωροταξική ενότητα αλλά ως διακεκριμένες μικρές περιφέρειες, όπου διάφορα φύλα κατοικούσαν σε διάσπαρτους μικρούς οικισμούς, και συνολικά συγκροτούσαν υποενότητες με ένα δικό τους οικιστικό κέντρο. Εικ. 2: Μορφή δομής Παλαιάς Ηπείρου κατά τον 4ο αι. π.χ.: 1. Πασσαρών, 2. Αμβρακία, 3. Κασσιώπη, 4. Τιτάνη-Γιτάνη, 5. Φοινίκη. Την περίοδο αυτή η Παλαιά Ήπειρος εμφανίζεται με τάσεις σύγκλισης προς το γεωγραφικό κέντρο βάρους της Παλαιάς Ηπείρου, όπου βρίσκεται το ιερό της Δωδώνης και το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων. Στα τέλη του 4ου αι. π.χ., η παραπάνω οικιστική δομή, χωρίς να αλλάξει μορφή, με τη θέσπιση ενός "ομοσπονδιακού" συστήματος ως "Κοινό των Ηπειρωτών" αρχίζει να λειτουργεί και να αποτελεί την πρώτη μορφή οργάνωσης της Παλαιάς Ηπείρου ως χωροταξικής περιφέρειας. 2 Κατά την παραπάνω διάκριση των ιστορικών περιόδων δεν αναλύεται η περίοδος από τον 6 ο 11 ο μ.χ. αι. γιατί λείπουν κρίσιμα οικιστικά στοιχεία. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 13 13

Στις αρχές του 3ου αι. π.χ., με την άνοδο του Πυρρού στο θρόνο, όπου η Ήπειρος "ανοίγεται" προς όλες τις κατευθύνσεις, λόγω της επικυριαρχίας και των καλών σχέσεων με τις όμορες περιφέρειες, αλλά και των βλέψεων για κατακτήσεις στη Δύση, η χωροταξική δομική εικόνα της περιφέρειας της Παλαιάς Ηπείρου ανατρέπεται. Τότε, πανηπειρωτικό πολιτικό κέντρο γίνεται η Αμβρακία, ενώ ως μείζον θρησκευτικό κέντρο, και μάλιστα περίλαμπρο, παραμένει η Δωδώνη. 2. Ρωμαϊκή Στην εποχή της Ρωμαιοκρατίας και ειδικότερα μετά την πλήρη καταστροφή των πόλεων της ενδοχώρας και τον "εξανδραποδισμό" του πληθυσμού της η παραδοσιακή χωροταξική δομή της Παλαιάς Ηπείρου διαλύεται. Η ενδοχώρα, συμπεριλαμβανομένου και του ιερού της Δωδώνης, νεκρώνει, με συνέπεια να λειτουργεί μόνο το δυτικό διαμέρισμα της περιφέρειας της. Με την ίδρυση της Νικόπολης το 31 π.χ. και τον εποικισμό της από Αμβρακιώτες, Κασσωπαίους και άλλους κατοίκους της γύρω περιοχής, η μορφή της χωροταξικής δομής της Παλαιάς Ηπείρου της προηγούμενης περιόδου, ουσιαστικά, δεν αλλάζει. Την πρώιμη βυζαντινή περίοδο και προ του τέλους του 5ου αι. μ.χ., η προηγούμενη μορφή της χωροταξικής της δομής αλλοιώνεται σοβαρά με την κατάργηση του άλλοτε πανηπειρωτικού ρόλου της Δωδώνης και την αντικατάσταση του με το ρόλο της επισκοπής Δωδώνης. Βέβαια, «τις αρχές του 6ου αι. η παραπάνω κατάσταση επηρεάστηκε σοβαρά από την γνωστή επέμβαση του Ιουστινιανού στην Παλαιά Ήπειρο, με την ίδρυση νέων πόλεων, την ανανέωση κωμοπόλεων κλπ. Και αυτό γιατί, ασφαλώς, οι νέες αυτές χωροταξικές συνθήκες, τις οποίες επέβαλε ο νέος οικιστικός ιστός και η δυναμική του, διαμόρφωσαν μία διαφορετική δομή. 3. Βυζαντινή Στα μέσα του 11ου αι. μ.χ., η Νικόπολη φαίνεται πως έχει πάψει να υπάρχει, οπότε ιδρύεται η πόλη της Πρέβεζας, ενώ η Άρτα είχε ήδη αναπτυχθεί ως πόλη. Και ακόμα, στις αρχές του 13ου αι., με την κατάλυση του Βυζαντινού Κράτους από τους Σταυροφόρους και ειδικότερα το 1205, ο Κομνηνοδούκας Μιχαήλ δημιούργησε το Αλεξάνδρα Παπασπύρου 14 14

"Δεσποτάτο των Ιωαννίνων", στο κέντρο της "κλειστής" τότε και απομονωμένης Ηπείρου, τα Ιωάννινα. Και λίγο αργότερα, λειτούργησε ως "Δεσποτάτο της Ηπείρου", με κέντρο την Άρτα. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως: αν όχι από τον 11ο αι., τουλάχιστον από τις αρχές του 13ου ως και τον 15ο αι., τα παράλια υποβαθμίζονται, η ενδοχώρα εντατικοποιείται και η πόλη των Ιωαννίνων φέρεται να ασκεί πολύ σημαντικό χωροταξικό ρόλο ως οικιστικό και συγκοινωνιακό κέντρο της Παλαιάς Ηπείρου. 4. Τουρκοκρατία Στις αρχές 19ου αι. και ιδιαίτερα την εποχή του Αλή πασά όπου, όπως είναι γνωστό, η Παλαιά Ήπειρος λειτουργεί ως χωροταξική περιφέρεια και ασκεί κυριαρχικό ρόλο και στις όμορες περιφέρειες, παρατηρείται ότι τα Ιωάννινα συνιστούν το πανηπειρωτικό κέντρο, παρά το γεγονός ότι έχουν αναπτυχθεί ως πόλεις η Άρτα, η Πρέβεζα ως κομβικό εμπορικό σημείο και η Ηγουμενίτσα. Παρατηρείται ακόμα, πως την ίδια αυτή περίοδο ως κυρίαρχοι άξονες Β-Ν και Δ-Α εμφανίζονται οι άξονες Αργυρόκαστρο-Ιωάννινα-Άρτα και Παραμυθιά-Ιωάννινα-Μέτσοβο, που τέμνονται στο λεκανοπέδιο, και διαμορφώνουν, όπως και κατά την αρχαιότητα, τον πλέον σημαντικό οδικό κόμβο της Παλαιάς Ηπείρου. Συμπερασματικά, επομένως, προκύπτει πως στην περίοδο των αρχών του 19ου αι. μ.χ., που αποτελεί και την περίοδο της πλέον μεγάλης ανάπτυξης η περιφέρεια της Παλαιάς Ηπείρου αυτή ήταν "ανοιχτή" με δομή μονοπολική, ενώ ως κύριο χωροταξικό κέντρο είχε το λεκανοπέδιο της Παμβώτιδας με την πόλη των Ιωαννίνων. 5. Νεότερη περίοδος Στα νεότερα χρόνια, από την απελευθέρωση της πόλης των Ιωαννίνων (1913) μέχρι σήμερα, η μορφή της χωροταξικής δομής της Παλαιάς Ηπείρου δεν άλλαξε, αλλά διατηρήθηκε όμοια με αυτή των χρόνων της όψιμης Τουρκοκρατίας. Ειδικότερα δε σήμερα και πολύ περισσότερο στο άμεσο μέλλον, είναι βέβαιο ότι θα εξακολουθεί να αποτελεί μία περιφέρεια "ανοιχτή", οργανωμένη με τους τέσσερις νομούς της (Ιωαννίνων, Άρτας, Πρέβεζας και Θεσπρωτίας), οι οποίοι στην ουσία καταλαμβάνουν τους ίδιους χώρους που καταλάμβαναν οι παραδοσιακές υποενότητες της κατά την αρχαιότητα. Ακόμα, είναι, Αλεξάνδρα Παπασπύρου 15 15

επίσης βέβαιο ότι οι κυρίαρχοι σήμερα άξονες Β-Ν και Δ-Α, που είναι οι παραδοσιακοί άξονες Ιωάννινα-Άρτα και Ιωάννινα-Μέτσοβο και τέμνονται στο λεκανοπέδιο, δεν πρόκειται να αλλάξουν και να πάψουν να συνιστούν στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων τον πλέον σημαντικό οδικό κόμβο της Ηπείρου. Εικ. 3: Μορφή Δομής Παλαιάς Ηπείρου τον 20ο αι. μ.χ. : 1. Ιωάννινα, 2. Άρτα, 3. Πρέβεζα, 4. Ηγουμενίτσα, 5. Αργυρόκαστρο, 6. Τεπελένι Αλεξάνδρα Παπασπύρου 16 16

1.6. Γεωγραφική θέση της πόλης των Ιωαννίνων. Τα Ιωάννινα (Γιάννινα), πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού, ήταν η διοικητική πρωτεύουσα της τοπαρχίας των Ιωαννίνων, στην ομώνυμη κοιλάδα, που έχει μήκος 37 χιλιόμετρα, μέγιστο πλάτος 13, βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο της Ηπείρου, περικλείεται από ψηλά βουνά και έχει υψόμετρο από την επιφάνεια της θάλασσας 484 μέτρα. Κατά μήκος της κοιλάδας, υπάρχει μια χαμηλή σειρά λόφων από το χωριό Κάτω Λαψίστα ως τη νοτιοδυτική πλευρά της πόλης που χωρίζει την κοιλάδα σε δύο μέρη: στο δυτικό και στο ανατολικό, την κυρίως πεδιάδα των Ιωαννίνων, που περιλαμβάνει την πόλη με τα διάφορα χωριά γύρω, λόφους και βουνά και δύο λίμνες, την Παμβώτιδα (Λίμνη Ιωαννίνων) και τη λίμνη της Λαψίστας. Το μεταξύ των λιμνών τμήμα είναι μια ελώδης πεδιάδα, που αρχίζει από το χωριό Πέραμα και εκτείνεται εκατέρωθεν της πόλης, κυρίως προς τη βορεινή πλευρά της. Βορειοανατολικά, υψώνεται η τριπλή σειρά της Πίνδου, παραφυάδα της οποίας, αποτελεί το βουνό Μιτσικέλι. Προεκτάσεις του Μιτσικελιού διαχωρίζουν την πεδιάδα από την κοιλάδα του Αράχθου ποταμού. Νοτιοδυτικά, η κοιλάδα των Ιωαννίνων, χωρίζεται από το λεκανοπέδιο της Τσιαρκοβίστας, με μια βραχώδη συστάδα υψωμάτων, που εκτείνονται ως το βορεινό άκρο του Μιτσικελιού. Εκτός των χαμηλών λόφων, στην κυρίως πεδιάδα των Ιωαννίνων παρατηρούνται και οι παρακάτω εδαφικές εξάρσεις: (α) Ένας ακατοίκητος λόφος κοντά στο Πέραμα, (β) Το βουνό της Καστρίτσας, (γ) Το λεγόμενο Νησί των Ιωαννίνων, ΒΑ της πόλης, απέναντι από το φρούριο και σε 1.850 περίπου μέτρα απόσταση και (δ) Η περιοχή του σημερινού φρουρίου, που σε μορφή χερσονήσου εισχωρεί ΒΑ μέσα στη λίμνη, καταλήγοντας σε δύο βραχώδη υψώματα, όπου και οι δύο Ακροπόλεις του κάστρου Ιωαννίνων, η βορειοδυτική και η νοτιοανατολική. Το μήκος της χερσονήσου από τη λίμνη μέχρι την πύλη του φρουρίου είναι 450 μέτρα, ενώ το πλάτος της από την ανατολική μέχρι τη βόρεια πλευρά της 540 μέτρα. Υψομετρικά, το φρούριο των Ιωαννίνων στη θέση του νότιου ακρωτηρίου, όπου και η Ακρόπολη ΙΤΣ-ΚΑΛΕ, βρίσκεται 18 μέτρα περίπου πάνω από την επιφάνεια της λίμνης, ενώ το βορειοδυτικό, όπου σήμερα είναι το Δημοτικό Μουσείο Τζαμί Ασλάν Πασά, 23 μέτρα. Η ονομασία Παμβώτις της λίμνης των Ιωαννίνων σημαίνει την τροφοδότρια, αυτήν που τα πάντα τρέφει, τη γη, που με την πλούσια βλάστησή της, αποτελεί τόπο τροφής των βοδιών. Ως πλούσιο λιβαδότοπο περιγράφουν οι αρχαίοι Έλληνες όλο το λεκανοπέδιο, τον σημερινό κάμπο των Ιωαννίνων. Στα ιστορικά και εδαφολογικά στοιχεία της λίμνης πρέπει ακόμη να αναφερθεί ότι Αλεξάνδρα Παπασπύρου 17 17

το μήκος της λίμνης είναι περίπου 7,5 χιλιόμετρα και το πλάτος κυμαίνεται από 1,5 χιλιόμετρο στο στενότερο σημείο έως 5 χιλιόμετρα το πλατύτερο. Το μέσο βάθος είναι 4-5 μέτρα και το μέγιστο μεταξύ νησιού και Μιτσικελιού 11 μέτρα. Η έκτασή της φτάνει τα 23 τετραγωνικά χιλιόμετρα και το υψόμετρο της σε σχέση με τη θάλασσα είναι 470 μέτρα. 1.7. Εθνολογική ταυτότητα του πληθυσμού. Ο ηπειρωτικός χώρος παρουσίαζε τους αιώνες της τουρκοκρατίας μια ανάμειξη εθνοτήτων. Ο διαχωρισμός των διάφορων εθνοτήτων έγκειται στη διαφορετικότητα της γλώσσας. Έτσι, στο βόρειο τμήμα κατοικούν οι Γκέγκηδες, ενώ στο νότιο τμήμα οι Τόσκηδες (όριο τους είναι ο ποταμός Σκούμπι). Νοτιότερα έχουμε άλλες δύο εθνικές ομάδες. Τους Λιάπηδες (περιοχή Αργυροκάστρου-Αδριατικής) και τους Τσάμηδες (στη βορειοδυτική Ήπειρο, περιοχή Τσαμουριά). Τα όρη της Πίνδου κατοικήθηκαν από λαό λατινογενούς προέλευσης, τους Βλάχους, οι οποίοι επεκτάθηκαν με την πάροδο των χρόνων μέχρι τις πεδιάδες. Μία ακόμη αξιοσημείωτη εγκατάσταση είναι αυτή των Σλάβων στην περιοχή του Ζαγορίου. 3 Οι Τούρκοι της Ηπείρου διακρίνονται στους απλούς Τούρκους που ως αγρότες εγκαταστάθηκαν στον γενικότερο Ελληνικό χώρο, και στην ιθύνουσα τάξη. Τελειώνοντας θα πρέπει να αναφερθεί η κοινότητα των Εβραίων, η οποία είναι εγκατεστημένη στην πόλη των Ιωαννίνων ήδη από το 1319. Σε όλη την παλαιά Ήπειρο μιλιέται η ελληνική γλώσσα και σε πολλά μέρη διδάσκονται τα ελληνικά γράμματα. Εκτός από τους ελληνόφωνους χριστιανούς στην Ήπειρο υπήρχε και μεγάλος αριθμός αλβανοφώνων. Ως σύνορο, που χωρίζει τις δύο χριστιανικές ομάδες θεωρείται η λεγόμενη «γραμμή της Σούχας» 4. Στα βόρεια της γραμμής αυτής ο πληθυσμός ήταν αλβανόφωνος. 3 Στην Ήπειρο σε αντίθεση με τη Μακεδονίας, που οι πεδιάδες της ήταν ανοιχτές προς το Βορρά και επέτρεπαν την επικοινωνία με τον κύριο σλαβικό όγκο (Σέρβοι-Βούλγαροι), η Πίνδος και τα φύλα των Βλάχων απομόνωσαν τα όποια σλαβικά φύλα κατέβηκαν ως τον Ηπειρωτικό χώρο, διευκολύνοντας έτσι την ολοκληρωτική αφομοίωσή τους από το ελληνικό κυρίως στοιχείο. 4 Αρχίζει από το ακρωτήριο απέναντι από το νησί Σάσων και ακολουθεί τη γραμμή: Χωριά της Χιμάρας, ΒΔ του Αργυρόκαστρου, Άνω Λάμποβο, Σούχα Λεσκοβίκι Βούρμπιανη ως την Κορυτσά. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 18 18

2. Ιστορική εξέλιξη της πόλης. 2.1. Η πόλη κατά τη βυζαντινή περίοδο (6ος -17ος αι.) Με βάση τις υπάρχουσες λιγοστές ιστορικές μαρτυρίες, ο πρώτος οχυρωμένος οικισμός τοποθετείται από ιστορικούς, στη νοτιοανατολική ακρόπολη του Κάστρου, το Ίτς Καλέ (έσω κάστρο) 5. Για την εποχή που ιδρύθηκε η πόλη, για τον πρώτο πυρήνα της και την ανάπτυξη της δεν υπάρχουν ακριβείς μαρτυρίες. Πότε οχυρώθηκαν αυτοί οι βράχοι και πότε άρχισε να σχηματίζεται ο πρώτος οικισμός σ αυτή την ακρόπολη, δεν είναι γνωστό. Το πιθανότερο είναι, η ΝΑ. ακρόπολη, λόγω έκτασης και μορφολογίας εδάφους, να ήταν ο αρχικός πυρήνας του Κάστρου. Στη Β.Δ. ακρόπολη ήταν η κατοικία των Δεσποτών επί «Δεσποτάτου της Ηπείρου», ενώ γύρω από την ΝΑ., άρχισε τον 10ο αιώνα να σχηματίζεται μια πολιτεία, που στα τέλη του 10ου αιώνα είναι η έδρα της Επισκοπής των Ιωαννίνων και ο Ιταλονορμανδός Βοημούνδος (το 1080) την βρίσκει να έχει υπολογίσιμο Κάστρο. Εικ. 4: Χάρτης του Κάστρου 5 Πιθανόν στον χώρο που ορίζεται από τον οχυρωματικό πύργο και τα τμήματα του τείχους (που ήταν εμφανή) καθώς και το δεύτερο πύργο (η θεμελίωση του οποίου αποκαλύφθηκε μετά την πρόσφατη ανασκαφή της 8ης Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων) και από πολλούς μελετητές αποδίδονται στο Βοημούνδο (1082) (παρ ότι είναι γνωστό ότι παρέμεινε μικρό χρονικό διάστημα στην περιοχή) (βλ. και Κ. Τσιούρη, «Η βυζαντινή οχύρωση των Ιωαννίνων», Ηπειρωτικά Χρονικά, τομ. 25, Ιωάννινα 1983, 133-157). Μια άλλη άποψη εκφράζει ο Β. Χαρίσης, βλ. «Γιάννενα, ιχνογραφία του πρώτου βυζαντινού σχεδίου πόλης», Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, Ιωάννινα 1984, 273-304. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 19 19

Ο κομνηδούκας Μιχαήλ ο Α (1205-1215) ανακατασκεύασε το Κάστρο, «το ανείγειρεν εις μόρφωσιν κάστρου» γι αυτό και ονομάζεται «πολιστής πολιούχος». Το 1367-1384 ο Δεσπότης Κομνηνός Θωμάς ο Πρελούμπος, γιος Σέρβου και κάποιας Κομνηνής, επισκεύασε τείχη, Πύργο κλπ. Το 1384 δολοφονήθηκε και ανέλαβε το θρόνο ο Ιζάου-Ιζάουλος από τους Μπουοντελμόντι της Φλωρεντίας. (1385-1411). Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, πολύ πριν από την κατάκτηση (1430) 6, πρέπει να είχε αναπτυχθεί ο οικισμός κατά μήκος και κοντά στη λίμνη, στο τμήμα της πεδιάδας που εκτείνεται νοτιοδυτικά του φρουρίου και μεταξύ αυτού και των χαμηλών λοφοσειρών της Περιβλέπτου, του Βελισσαρίου, των Ζευγαριών και του Αγ. Γεωργίου. Τα Γιάννενα κατά τη βυζαντινή περίοδο αποτελούσαν στρατιωτικοπολιτικό κέντρο μιας ευρείας περιοχής της δυτικής Βαλκανικής που προστατευόταν με μια σειρά οχυρών θέσεων. Σε τουρκικό φορολογικό κατάστιχο του έτους 1564, τα Γιάννινα καταγράφονται ως πόλη με 1300 «σπίτια» (=οικογενειακές εστίες), που υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν σε πληθυσμό (1300 x 5=) 6.500 κατοίκων. Από τα 1300 σπίτια, τα 50 ανήκουν σε μουσουλμάνους (250 άτομα) και τα υπόλοιπα σε χριστιανούς. Το 1564 υπήρχαν στα Γιάννινα 35 μαχαλάδες (=συνοικίες ή ενορίες) χριστιανών και ένας μαχαλάς μουσουλμάνων. Μετά το 1611 και τη σταδιακή εκδίωξη των χριστιανών από το Κάστρο, μπορούμε να θεωρήσουμε με σιγουριά και την αγορά των Γιαννίνων αναπτυγμένη έξω από το Κάστρο. Από τους διωγμένους Καστρινούς οι φτωχότεροι εγκαταστάθηκαν στις παραλίμνιες φτωχογειτονιές των βυρσοδεψών Σιαράβα και Λειβαδιώτη, ενώ οι ευπορότεροι προτίμησαν τις βορειοδυτικές περιοχές (όπου οικοδόμησαν σε μεγάλα οικόπεδα παλιότερα κτήματα- τις κατοικίες τους) και τότε πιθανότατα δημιουργήθηκαν οι συνοικίες Τσιγαρά, πλάτανος, Σεράγι, Λιάμ μετζήτι, Αρχιμανδρειό. Το 1670 έχουμε πληροφορίες σημαντικές για το Κάστρο από τον Τούρκο περιηγητή Evliya Celebi. Κατά την επίσκεψή του ο Τούρκος περιηγητής, βρήκε τα Γιάννινα πόλη σε μεγάλη ακμή. Έχουν, γραφεί, 4000 σπίτια (άρα 4.000 x 5 = 20.000!). Στο κάστρο τους κατοικούν μόνο μουσουλμάνοι (χωρισμένοι σε 4 συνοικίες) και οι αρχές της πόλης και του Σαντζακίου (= του Νομού). Έχουν σπίτια καλοφτιαγμένα με ανώγεια. Ανάμεσά 6 Ως τότε τουλάχιστον το εμπόριο πρέπει να διεξαγόταν μέσα στο Κάστρο και κοντά στην κεντρική πύλη του. Επίσης τότε άρχισαν να δημιουργούνται συνοικίες έξω από το Κάστρο, όπως το Τουρκοπάλουκο (αρχικά στρατόπεδο των Τούρκων) και αργότερα (1480) γύρω από το τουρκικό νεκροταφείο και μετέπειτα μετζήτι (=είδος ναού) Ναματζάι, καθώς και στην Καλούτσιανη (Δ. Σαλαμάγκας, Γιαννιώτικα σύμμεικτα, Άπαντα, τομ. 2, 93). Αλεξάνδρα Παπασπύρου 20 20

τους ξεχωρίζει και μνημονεύει ο Ελβιά τρία «σαράγια», μεγάλα αρχοντικά Τούρκων αξιωματούχων. Αξιοθαύμαστα θεωρεί τα δύο τζαμιά, το Φετιχέ στη μία ακρόπολη και του Ασλάν πασά στην άλλη. Το κάστρο, προσθέτει, στον καιρό των «απίστων», δηλαδή πριν από τον Οθωμανική κατάκτηση, ήταν νησί. Η πόλη, γράφει, έχει 37 συνοικίες: 18 μουσουλμανικές, 14 χριστιανικές, 4 συνοικίες Εβραίων και μια συνοικία Γύφτων. Από τις τουρκικές αναφέρει ονομαστικά τις συνοικίες Σεράι, Ναμαζγκιάχ, Σιαπσιαδίν και Λιθαρίτσια (ή του Ωρολογίου, γιατί εκεί υπήρχε, καθώς γράφει, ωραίο ωρολόγι). Από τις συνοικίες των χριστιανών αναφέρει: Πλινθοποιείο, Τουρκοπάλουκο, Καλούτσιανη. Τα σπίτια, μικρά και μεγάλα, είναι λιθόκτιστα και σκεπασμένα με κεραμίδια. Μερικά είναι από τη μέση και πάνω με τσιατμά. Υπάρχουν και μεγάλα αρχοντόσπιτα με μεγάλες (εσωτερικές) αυλές με κληματαριές. Γύρω από την αυλή ενός τέτοιου αρχοντόσπιτου υπάρχουν 400 δωμάτια και βοηθητικοί χώροι (αποθήκες, αχούρια, στάβλοι, μαγειρεία, λουτρώνες κτλ., κατοικίες για φρουρούς και επιστάτες κ.α.) Υπάρχουν, γράφει, χάνια και δημόσιοι λουτρώνες (χαμάμια). Τα ιδιωτικά λουτρά των σπιτιών τα υπολογίζει σε 845. Η αγορά έχει 1900 μαγαζιά, ωραία τα πιο πολλά. Αναφέρει ιδιαίτερα τα ραφεία και τα χρυσοχοεία. Τακτικά, λέει, έρχονται στα Γιάννινα επισκέπτες από τις παράλιες πόλεις του Ιονίου και της Αδριατικής, κυρίως έμποροι μεταξωτών και άλλων εμπορευμάτων. Στο κέντρο της αγοράς υπάρχει πολύ μεγάλο καφενείο με ζωγραφική διακόσμηση που χωράει «χιλιάδες ανθρώπους». Εντύπωση του έκανε η μεγάλη έκταση της πόλης, που οφείλεται, λέει στο ότι κάθε σπίτι καταλάμβανε μεγάλη περιοχή. Υπάρχουν επίσης πολλοί ανοιχτοί χώροι: πλατείες, σταυροδρόμια με δημόσια πηγάδια, τζαμιά με ευρύ περίβολο, εκτεταμένα νεκροταφεία κτλ. Οι δρόμοι δεν έχουν λάσπες και σε πολλούς υπάρχουν κληματαριές και άλλα δένδρα. Τα Γιάννινα του 1670 του Εβλιά Τσελεμπή δε φαίνεται να υστερούν από τα Γιάννινα που περιέγραψαν, 100 και 150 χρόνια αργότερα, οι Ευρωπαίοι περιηγητές της εποχής του Αλή πασά. Την ίδια εποχή, στο περιηγητικό βιβλίο των Spon και Wheeler (1967), τα Γιάννινα αναφέρονται ως πόλη πολυάνθρωπη και αξιόλογο εμπορικό κέντρο. Γάλλος προξενικός πράκτορας επισκέφτηκε στα 1702 τα Γιάννινα και γράφει ότι είναι μία πόλη «τόσο μεγάλη όσο σχεδόν και η Μασσαλία». Οι κάτοικοι της είναι κατά τα ¾ Έλληνες και πολύ καλοί έμποροι. Από το 1670 μέχρι το 1788, που στο Πασαλίκι των Ιωαννίνων ανέβηκε ο Αλή Πασάς, δεν υπάρχουν πληροφορίες για ενέργειες που να δείχνουν ότι το Κάστρο υπέστη παρεμβάσεις και ο Αλή Πασάς άρχισε το 1815 την ριζική επισκευή-αναμόρφωσή του. Οι Αλεξάνδρα Παπασπύρου 21 21

εργασίες άρχισαν το 1815 και ολόκληρα τα εξωτερικά τείχη του είναι δικά του κατασκευάσματα. Το Κάστρο παρ όλο ότι έχουν περάσει 250 χρόνια από την κατάκτηση, έχει μείνει όπως το άφησαν οι δεσπότες της Ηπείρου (Βυζαντινοί και Φράγκοι). (Τα τείχη ήταν μαύρα και ραγισμένα). 2.2. Ο ρόλος των τειχών στη Μεσαιωνική πόλη Η πολιτική αστάθεια στην Ευρώπη κατά τους χρόνους του Μεσαίωνα κατέστησε τα τείχη τελείως απαραίτητα για την ασφαλή ανάπτυξη των πόλεων. Δεν υπήρχε πόλη χωρίς τείχη. Εξαίρεση αποτελούν κάποιες πόλεις της Αγγλίας στις οποίες, λόγω μακροχρόνιων περιόδων ειρήνης, τα τείχη έχασαν τον κυρίαρχο αμυντικό τους ρόλο, απέκτησαν συμβολική σημασία και χρησίμευαν περισσότερο ως όριο για τον τελωνειακό δασμό των προϊόντων. Εκτός της αμυντικής λειτουργίας, τα τείχη έπαιζαν πολλαπλό ρόλο στη ζωή και την ανάπτυξη της Μεσαιωνικής πόλης: α. Αποτελούσαν το φυσικό όριο της πόλης. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Mumford, με τη δύση του ήλιου τα τείχη έκλειναν και σφράγιζαν την πόλη διαχωρίζοντας τον έξω από το μέσα κόσμο. Οι πύλες των τειχών ήσαν τα σημεία συνάντησης του μέσα και του έξω κόσμου και αποτελούσαν χώρο κοινωνικών επαφών αλλά και οικονομικών δραστηριοτήτων. Ο Zucker επισημαίνει ότι συχνά αγρότες των γειτονικών χωριών αλλά και οι έμποροι που έφθαναν στην πόλη, περνούσαν τις πύλες, σταματούσαν τις άμαξες, και πωλούσαν εκεί τα προϊόντα τους. Διότι αφενός, οι δρόμοι της Μεσαιωνικής πόλης δεν προσφερόταν για την κίνηση άμαξας και αφετέρου, οι πύλες ήταν χώρος διέλευσης και συγκέντρωσης πολλών ατόμων. β. Ο περίπατος πάνω στα τείχη ήταν δημοφιλής ψυχαγωγία. Το σχετικά μεγάλο ύψος των τειχών και η περιμετρική τους διάταξη γύρω από την πόλη δημιουργούσε μια πανοραμική θέα προς την πόλη και την περιβάλλουσα ύπαιθρο. γ. Επειδή η ανέγερση τειχών ήταν χρονοβόρα και πολυδάπανη εργασία, τα τείχη αποτελούσαν καθοριστικό όριο για την επέκταση της πόλης. Η οριζόντια επέκταση του ιστού δεν ήταν μια συνεχής διαδικασία αλλά μια διαδικασία κατά φάσεις, ώστε η επέκταση του ιστού να συμβαδίζει με την οικονομική δυνατότητα ανέγερσης νέων τειχών. Η χωροθέτηση των νέων τειχών δεν έπαιρνε υπόψη μόνον τις ανάγκες της συγκεκριμένης Αλεξάνδρα Παπασπύρου 22 22

χρονικής περιόδου αλλά προέβλεπε και τις μελλοντικές ανάγκες επέκτασης της πόλης. Η Φλωρεντία αποτελεί τυπικό παράδειγμα επέκταση πόλης κατά ομόκεντρους κύκλους με δύο Μεσαιωνικά περιτειχίσματα το 12ο και το 14ο αιώνα αντιστοίχως. Στην περίπτωση της πόλης των Ιωαννίνων τα τείχη δημιουργήθηκαν από την ανάγκη προστασίας μια απομακρυσμένης επαρχίας της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η φυσική ιδιομορφία του χώρου (βραχώδης χερσόνησος στη λίμνη) προσφέρεται για τέτοιου είδους ανάγκη. Το κάστρο είναι χτισμένο επάνω σε μια χερσόνησο που εισχωρεί στη λίμνη Παμβώτιδα και έχει έκταση γύρω στα 190.000 μ2. Το έδαφός της είναι σχεδόν ομαλό και στο επίπεδο της λίμνης. Η χερσόνησος εξελίσσεται σε δύο βραχώδη υψώματα τις Β.Δ. και Ν.Α. Ακροπόλεις. 2.3. Κοινωνικό οικονομικό σύστημα της ευρύτερης περιοχής Η ευρύτερη περιοχή των Ιωαννίνων αποκαλείται «Βιλαέτι», το οποίο κατά μία γενική εκτίμηση καταλαμβάνει γεωγραφική έκταση που είναι λίγο μεγαλύτερη από τη λεγόμενη «Παλαιά» Ήπειρο, όπως αποκαλούνταν το τμήμα της Χιμάρας (Ακροκεραύνια όρη). Αντίθετα, το τμήμα βόρια της Χιμάρας ονομαζόταν «Νέα» 7 Ήπειρος. Η έντονη οικολογική ομοιογένεια της «Νέας» και «Παλαιάς» Ηπείρου συντέλεσε ώστε η διαχωριστική γραμμή της Αλβανίας και της Ηπείρου, κατά το τέλος του 18 ου αι., να μην είναι σαφής. Η δυσκολία αυξανόταν μια και ο όρος Αλβανία για τις γεωγραφικές αντιλήψεις του δεύτερου μισού του 18 ου αι. ήταν συγκεχυμένος. Κατά το 18 ο και 19 ο αιώνα, στην περιοχή του Βιλαετίου διακρίνουμε τις επιρροές ενός εσωτερικού και ενός εξωτερικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Το πρώτο, αποτελεί από τη μια η οθωμανική αυτοκρατορία (δευτερεύον υποσύστημα) και από την άλλη οι κοινωνικές και εθνικές ενότητες που δρουν σ αυτόν τον γεωγραφικό χώρο της δυτικής Βαλκανικής (κύριο υποσύστημα). Σ αυτό το εσωτερικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα, που αποτελεί έναν κοινωνικό σχηματισμό, κυριαρχεί η φεουδαρχία οθωμανικού τύπου, ενώ οι βασικές αμφίδρομες σχέσεις που συνδέουν το δευτερεύον με το κύριο σύστημα, είναι η φορολογία και η άσκηση εξουσίας, που και αυτές ποικίλλουν κατά τη διάρκεια του 19 ου αι. 7 Κατά την περίοδο του Διοκλητιανού ιδρύθηκε η επαρχία της «Νέας Ηπείρου» (Epirus Nova), που περιλάμβανε τη νότια του Δρίλωνα Ιλλυρία με πρωτεύουσα το Δυρράχιο. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 23 23

Το δεύτερο ή εξωτερικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα το αποτελούν από τη μια οι ξένες ευρωπαϊκές δυνάμεις που δρουν στην περιοχή, κυρίως Γαλλία, Αγγλία, Αυστρία και Ιταλία, με διαφορετική εμβέλεια κατά τη διάρκεια του αιώνα, και από την άλλη το νεοσύστατο μικρό ελληνικό κράτος (1832), που συνεχώς επεκτείνεται σε έκταση και επιρροή στη διάρκεια του 19 ου αι. Εσωτερικό και εξωτερικό σύστημα συνδέονται με πολύπλοκες αμφίδρομες ή όχι, σχέσεις, που και αυτές διαφοροποιούνται όσο εξελίσσεται ο αιώνας. Ως βασικές όμως διακρίνουμε τις εμπορικές εισαγωγές- εξαγωγές προϊόντων και πρώτων υλών, τη διάδοση ιδεολογιών και εκσυγχρονισμού, τη μετανάστευση εργατικού δυναμικού, τη ροή κεφαλαίων, την παροχή προνομίων κτλ.. Το γεωγραφικό πεδίο της γεωπολιτικής και κοινωνικής δράσης στο Βιλαέτι Ιωαννίνων δεν αποτελεί σταθερή έκταση. Στο πλαίσιο των διοικητικών αλλαγών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έχουμε συχνά κατά το 19ο αιώνα προσαρτήσεις ή αφαιρέσεις μεγάλων γεωγραφικών τμημάτων από τα Βιλαέτια, που ήταν οι μεγαλύτερες οθωμανικές διοικητικές περιφέρειες. Ιδιαίτερα το Βιλαέτι Ιωαννίνων περιλαμβάνει μεγάλο τμήμα της Αλβανίας και της Ηπείρου, ή ακόμη κατά διαστήματα και άλλες περιοχές (π.χ. Καζά Λάρισας). Σ' αυτό οφείλεται η αναφορά μας στις εσωτερικές συνθήκες (Αλβανία, Ήπειρο) ή στις εξωτερικές συνθήκες (Οθωμ. Αυτοκρατορία, Ελλάδα κτλ.) του Βιλαετίου. Κατά τη διάρκεια του 19ου αι. στο Βιλαέτι Ιωαννίνων επικρατεί η φεουδαρχία οθωμανικού τύπου, ενώ στο γύρισμα του μέσου του αιώνα εμφανίζεται μια έντονη διαφοροποίηση από το πρώτο μισό σχετικά με κοινωνικούς, οικονομικούς, θεσμικούς και άλλους παράγοντες. Επίσης συμβαίνουν σημαντικά οικονομικά φαινόμενα, με άμεση συνέπεια στην οργάνωση του αστικού χώρου, όπως είναι το φαινόμενο των συντεχνιών. Ενώ στην περίοδο του Αλή-Πασά αυτές φτάνουν στο απόγειο της οικονομικής και κοινωνικής προσφοράς τους, μετά το πρώτο μισό του αι. ακολουθεί η συρρίκνωση τους, ενώ στο δεύτερο μισό του αι. η αποσύνθεση τους, με άμεσες επιπτώσεις στην κοινωνική και χωρική οργάνωση της πόλης. Στη διάρκεια του 1ου μισού του 19ου αι. κυριαρχεί στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο του Βιλαετίου το δευτερεύον κοινωνικό υποσύστημα και ειδικότερα η οθωμανική κοινωνική υποδομή. Κατά τη δεύτερη φάση (1858/69-1881/1913) ο κοινωνικός σχηματισμός στρέφεται πλησιέστερα προς έναν καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Παρόλο που εμφανίζεται προς Αλεξάνδρα Παπασπύρου 24 24

το τέλος της περιόδου η μισθωτή εργασία και ένα ολιγάριθμο στρώμα εργατών με παράλληλη αποσύνθεση της συντεχνιακής οργάνωσης εργασίας, δεν ακολουθούν γενικότερα κοινωνικοοικονομικά φαινόμενα για την αλλαγή του τρόπου παραγωγής. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίζεται ως πλησίασμα για μια μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Στο διάστημα αυτό γίνονται κάποιες προσπάθειες εκσυγχρονισμού του κοινωνικού σχηματισμού που ήδη θεσμικά είχαν καθιερωθεί στο 1ο μισό του αιώνα. Τα σοβαρά όμως εσωτερικά προβλήματα δημιουργούν μια αδράνεια της κοινωνίας στην αποδοχή αυτών των τάσεων εκσυγχρονισμού. Σ' αυτό το διάστημα αποδεικνύεται ότι κυριαρχεί οικονομικά η ελληνική κοινωνική υποδομή στο βασικό πόλο των Ιωαννίνων. Παράλληλα, γίνονται φανερές οι επιρροές από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, αλλά και τη δυτική Ευρώπη γενικότερα, στο πλαίσιο της βιομηχανικής επανάστασης. 2.4. Χωρική οργάνωση του οικισμού (17ος 19ος αιώνας) Η πόλη των Ιωαννίνων αποκτά πολεοδομική συγκρότηση οθωμανικού οικισμού κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα, η οποία εκφράζεται με τις υπαίθριες και σκεπαστές αγορές, όπως τα Μπεζεστένια. Η αστική ανάπτυξη της πόλης έξω από τα όρια της αγοράς οργανώνεται με βάση τις συνοικίες ή τους μαχαλάδες. Ο κύριος άξονας ανάπτυξης του οικισμού συμπίπτει με τη βασική οδική αρτηρία (ΒΔ-ΝΑ κατεύθυνσης), που διέρχεται από το κέντρο του παζαριού. Στις δύο κύριες εισόδους της πόλης (βόρια, νότια) αρχίζουν ίσως να χωροθετούνται δραστηριότητες που απευθύνονται στους κατοίκους της υπαίθρου (π.χ. Αλογοπάζαρα, πώληση ξύλων κτλ.). Βασικής σημασίας λειτουργίας της πόλης, είναι τα νεκροταφεία που βρίσκονται διάσπαρτα στον αστικό ιστό, αλλά και τα διάφορα κτίρια όπως στρατώνες, νοσοκομεία, κτίρια κοινωνικών υπηρεσιών κτλ. Η μετέπειτα εξέλιξη της οθωμανικής πόλης απεικονίζεται στον αριθμό των τζαμιών που φέρει. Ίδρυση ενός τζαμιού σημαίνει εστία ανάπτυξης για την γύρω περιοχή του, γιατί εκεί εκτελείται η θρησκευτικό-πολιτική, αλλά και πολιτιστική δραστηριότητα του μαχαλά. Στα τέλη του 17ου αι., αναφέρονται συνοικίες που έχουν αναπτυχθεί γύρω από έντεκα τζαμιά. Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, στο τέλος του 18ου αι. έχει διαμορφωθεί οριστικά ο χαρακτήρας της οθωμανικής πόλης, που από τη μια έχει έναν επίσημο Αλεξάνδρα Παπασπύρου 25 25

χαρακτήρα στρατιωτικό-διοικητικού κέντρου με δημόσια και άλλα κτίρια, και από την άλλη την οικονομική διάσταση της πόλης που σχηματίζεται γύρω από την αγορά-παζάρι. Στις αρχές του 19ου αιώνα στην Ήπειρο, ο αστικός τρόπος ζωής και η αστική αρχιτεκτονική φτάνουν σε πλήρη ωριμότητα. Οι αρχιτεκτονικές μορφές των κελυφών έχουν συγγένεια με πρωταρχικές μορφές που αναπτύχθηκαν στον ελλαδικό χώρο κατά την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο και την Οθωμανική περίοδο. Παράλληλα την ίδια εποχή εμφανίζεται η κατοικία, με αυτοτέλεια των επιμέρους στοιχείων της. Ειδικότερα τα Γιάννενα, που εμφανίζουν τοπική σημασία, κρατήθηκαν μακριά από τα μεγάλα κοινωνικά, ιδεολογικά, και καλλιτεχνικά ρεύματα που αναδιαρθρώνουν τη Δύση στο διάστημα 1500-1900, και χαρακτηρίζονται από παραδοσιακή διάρθρωση και δομή. Τα Γιάννενα υπέστησαν επίσης περιορισμένα τις κρατικές εκσυγχρονιστικές τάσεις της τελευταίας οθωμανικής περιόδου, ιδίως μετά από πυρκαγιές ή διανοίξεις οδών κτλ. Η αμυντική όμως λειτουργία του αστικού χώρου και η οργάνωση σε κλειστή εσωτερική διάταξη δε χάνεται τελείως. Εφόσον η σύνθεση του πληθυσμού είναι πολυεθνική (Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι κ.α.), οι εθνικοθρησκευτικές ομάδες του αστικού χώρου διατηρούν την αυτόνομη κοινωνική οργάνωση, δηλαδή τις ενότητες συνοικίες (μαχαλάδες). Στο κεντρικό τμήμα του οικισμού, οι λειτουργίες οργανώνονται κατά ομοειδείς δραστηριότητες, πράγμα που αντανακλά τις νησίδες επαγγελματιών (συντεχνίες). Έτσι ο κατασκευασμένος χώρος αποκτά μια οργανικότητα με ποικιλία στη σχέση: δρόμων, δημόσιων και ιδιωτικών χώρων και κτιρίων. Τελικά, εμφανίζεται ένα ενοποιημένο αστικό τοπίο, όπου τα επί μέρους στοιχεία του υποτάσσονται αρμονικά στο γενικό ιστό του οικισμού. 2.5. Τα Ιωάννινα στον 20 ο αιώνα. Η πρώτη εικοσαετία του 20 ου αιώνα αποτελεί για τις ελληνικές πόλεις μια κρίσιμη περίοδο αλλαγών και ανακατατάξεων. Υπό διαφορετική κυριαρχία σε Νότο και Βορρά, οι πόλεις βιώνουν τις συνέπειες των «εκσυγχρονιστικών» προγραμμάτων που υιοθέτησαν το νεοελληνικό κράτος και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην προσπάθειά τους ν ανταποκριθούν στις ευρύτερες, όσο και διαφορετικές για κάθε κρατική οντότητα, απαιτήσεις των καιρών. Σε διάστημα είκοσι χρόνων επέρχεται αυτό που από ορισμένους μελετητές Αλεξάνδρα Παπασπύρου 26 26

ονομάστηκε το «ήρεμο τέλος μια παλαιότερης εποχής» για τις πόλεις της Παλαιάς Ελλάδας και ταυτόχρονα το βίαιο τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας για της πόλεις της Βόρειας Ελλάδας. Παράλληλα, και ως απόρροια των πολιτικών ζυμώσεων των χρόνων 1909-1912, ένας έντονος προβληματισμός εκδηλώνεται μεταξύ διανοουμένων, τεχνοκρατών και πολιτικών, που γεννά, από το 1914 και μετά, νέους θεσμούς για την οργάνωση και τη διαχείριση του χώρου. Τα Γιάννενα απελευθερώνονται το 1913 (Νέες Χώρες), από τον ελληνικό στρατό και σχεδόν ταυτόχρονα εγκαθίστανται προσωρινές γενικές διοικήσεις και ξεκινά, η προσπάθεια για την αναμόρφωση του οικιστικού πλέγματος του Ηπειρωτικού χώρου. Η πόλη των Ιωαννίνων μετά την προσάρτησή της, αποτελεί πόλη μεσαίου μεγέθους (άνω των 20.000 κατοίκων). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ενώ το 1913 τα Γιάννενα έχουν πληθυσμό 16.804, το 1920 ο πληθυσμός τους ανέρχεται σε 20.765. Η νέα εικόνα της πόλης που προτείνεται κρατά βέβαια υπάρχοντα χαρακτηριστικά φυσικά στοιχεία, χαράξεις δρόμων, σχήματα πλατειών. Προς την περιφέρεια και τις επεκτάσεις, το σχέδιο αποκτά την «κανονική» ορθογωνική μορφή, ενώ τα κτίσματα που αναπτύσσονται ελεύθερα στο χώρο εντάσσονται τώρα σε οικοδομικά τετράγωνα. Καθορίζονται ακόμη οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι. Επίσης στα Γιάννενα διανοίγονται μεγάλες διαμπερείς λεωφόροι, μέσα από τις δαιδαλώδεις γειτονιές. Στη συνέχεια του 20 ου αιώνα, τα Γιάννενα αντιμετωπίζουν, το φαινόμενο της ανταλλαγής πληθυσμών και της εισροής προσφύγων και μετέπειτα, τα αποτελέσματα του Β παγκοσμίου πολέμου και του Εμφυλίου. Το 1960, μετά απ όλες τις περιπέτειες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την περιπέτεια του Εμφυλίου, τα Γιάννενα, όπως και όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα δέχονται το μεγάλο κύμα της εσωτερικής μετανάστευσης, με συνέπεια τη μεγάλη συσσώρευση πληθυσμού και την ανάγκη για στέγαση, που επιχειρήθηκε να λυθεί χωρίς ιδιαίτερο πολεοδομικό και νομικό πλαίσιο με πρακτικές όπως αυτή της άναρχης και αυθαίρετης δόμησης και της αντιπαροχής. Συνέπειες των παραπάνω καταγράφονται μέχρι σήμερα στην εικόνα της πόλης και οι παραπάνω πρακτικές συνεχίζουν να διαμορφώνουν τον αστικό ιστό της. Αλεξάνδρα Παπασπύρου 27 27

Κεφάλαιο Β Αλεξάνδρα Παπασπύρου 28 28

Β Κεφάλαιο 1. Σημερινή θέση του Δήμου Ιωαννιτών στο ευρύτερο χωροταξικό πλαίσιο Ο Δήμος Ιωαννιτών καταλαμβάνει μικρό μέρος στο κεντρικό τμήμα του Νομού Ιωαννίνων. Η συνολική έκταση του Δήμου ανέρχεται σε 49.800 στρέμματα και αντιπροσωπεύει το 1% της συνολικής έκτασης του Νομού Ιωαννίνων. Πρόκειται για μια περιοχή πεδινή κατά το μεγαλύτερο μέρος της. Με βάση την απογραφή του 2001, ο πληθυσμός του Δήμου ανέρχεται σε 70.203 κατοίκους, που αντιπροσωπεύει το 66% του πληθυσμού του Λεκανοπεδίου, 41,2% του Νομού και 19,8% της Περιφέρειας. Ο Δήμος κατέχει την πρώτη θέση όσον αφορά στο πληθυσμιακό μέγεθος ανάμεσα στους 28 Δήμους και τις 13 κοινότητες του Νομού. Η μικτή πυκνότητα του Δήμου Ιωαννιτών είναι εντυπωσιακά υψηλότερη της αντίστοιχης της Περιφέρειας Ηπείρου, με ακόμα υψηλότερη τη μικτή πυκνότητα του Δ.Δ. Ιωαννιτών. Πίνακας 1. Μικτή πυκνότητα του Δήμου Ιωαννιτών, του Νομού Ιωαννίνων και της Περιοχή Περιφέρειας Ηπείρου Πληθυσμός 2001 Έκσταση (τ.χλμ.) 1991 Πυκνότητα (BRUTTO) (ατ./τ.χλμ.) Δ.Δ. Ιωαννιτών 61629 17 3625 Λοιπά Δ.Δ. Δήμου Ιωαννιτών 8574 32.8 261 Δήμος Ιωαννιτών 70203 49.8 1410 Νομός Ιωαννίνων 170239 4990.4 34 Ήπειρος 353820 9203.2 38 Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 2001 & ΕΣΥΕ, Κατανομή της εκτάσεως της Ελλάδας κατά βασικές κατηγορίες χρήσεως, Απογραφή 1991, Αθήνα 1996 Περίπου το 40% της έκτασης του Δήμου καταλαμβάνουν οι βοσκότοποι, ενώ το 1/4 καλύπτεται από τους οικισμούς. Τα αντίστοιχα ποσοστά για το Νομό είναι 55,1% και 3,5%. Τα δάση καλύπτουν 7,6% της έκτασης του Δήμου, ποσοστό που ανέρχεται στο 29,5% για το σύνολο του Νομού. Το ποσοστό που καταλαμβάνουν οι καλλιεργούμενες Αλεξάνδρα Παπασπύρου 29 29