ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΖΩΪΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΙΧΘΥΟΛΟΓΙΑΣ, ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Πρακτικός οδηγός βιολογικής κτηνοτροφίας: χοιροτροφία

την γαλακτοπαραγωγική ικανότητα των µηρυκαστικών»

sep4u.gr Δείκτες εκροών στην εκπαίδευση

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Ελληνική Δημοκρατία Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου. Χοιροτροφία. Ενότητα 1η: Εισαγωγή. Σκούφος Ιωάννης

Protecure και Endosan. Protecure. Endosan

Παγκόσμια αποτελέσματα από L03 και την νέα Camborough. Διαφοροποίηση της Camborough στην αποδοτικότητα της τροφής

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2018

Πειραιάς, 31 Ιουλίου 2018 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2017

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Η αύξηση της γαλακτοπαραγωγής Η μείωση του κόστους παραγωγής Η αύξηση της κερδοφορίας. Κατάλληλο ζωϊκό κεφάλαιο

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Πρεσβεία της Ελλάδος στο Παρίσι Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων. Γαλλική Αγορά Κοτόπουλου

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑΣ ΣΤΟ ΝΈΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ, ΕΤΟΥΣ 2005

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Νοέμβριο 2012 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27) και της Ευρωζώνης (17) - Στοιχεία της Eurostat

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Μέσος αριθμός ξένων γλωσσών που κατέχονται ανά μαθητή

Στατιστικά στοιχεία αγοράς βιοθέρμανσης & pellets στην Ευρώπη από τον Ευρωπαϊκό Σύνδεσμο Βιομάζας

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Ι. ΜΠΑΛΙΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Α.Π.Θ.

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για τον μήνα Ιούλιο Πηγή Eurostat -

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Ιανουάριο 2014 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) και της Ευρωζώνης (18) - Στοιχεία της Eurostat

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Φεβρουάριο Πηγή Eurostat -

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Έτος 2017 (Οριστικά στοιχεία)

Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Ιανουάριο Πηγή Eurostat -

ΘΕΜΑ: Δεύτερες εκτιμήσεις για την εξέλιξη του Ακαθάριστου

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Έτος 2016

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Οκτώβριο Πηγή Eurostat -

Οδικα οχήματα. Μονάδα : Χιλιάδες. Drill Down to Area. Μηχανοκίνητο όχημα για μεταφορά προϊόντων. Μοτοσικλέτες (>50cm3)

Βιολογική προβατοτροφία

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για τον μήνα Σεπτέμβριο Πηγή Eurostat -

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Σεπτέμβριο 2014 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) και της Ευρωζώνης (18) - Στοιχεία της Eurostat

Η ΑΙΓΟΤΡΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Υγιεινή. Πρωτεΐνες. Λεοτσινίδης Μιχάλης Καθηγητής Υγιεινής Ιατρική Σχολή Πανεπιστήμιο Πατρών

Ελληνική Δημοκρατία Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου. Χοιροτροφία. Ενότητα 4η: Φυλές χοίρων. Σκούφος Ιωάννης

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Ιούλιο 2011.

τουριστικής περιόδου σε σχέση µε τα αντίστοιχα στοιχεία προηγούµενων ετών.

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Διαχείριση αναπαραγωγής σε βουβαλοτροφικές εκµεταλλεύσεις

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Νοέμβριο 2015 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) και της Ευρωζώνης (19) - Στοιχεία της Eurostat

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Ιούλιο 2012 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27) και της Ευρωζώνης (17) - Στοιχεία της Eurostat

ΙΝ.ΕΜ.Υ - Ε.Σ.Ε.Ε. Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟ ΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: ΕΤΟΥΣ 2013 ( ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ)

Πίνακας αποτελεσμάτων της Ένωσης για την Καινοτομία το Σύνοψη Γλωσσική έκδοση ΕL

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: ΕΤΟΥΣ 2009 (οριστικά στοιχεία)

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Σεπτέμβριο Πηγή Eurostat -

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΤΗΣ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Μείωση του κόστους διατροφής με τη χρήση υποπροϊόντων. Διατροφολόγος χοίρων, Τεχνικός διευθυντής της Vitfoss Jacob Dall, M.Sc.,

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Α έ ρσενικ ς γραμμές

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΞΕΝΟ ΟΧΕΙΑΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ ΕΤΟΥΣ 2007

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ A ΤΡΙΜΗΝΟ 2011

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Β ΤΡΙΜΗΝΟ 2008

: «Ιδιαίτερα» κλάσματα βιομάζας Δυναμικό

Βιολογικά Προϊόντα: Η εξέλιξή τους στην Ελλάδα Δρ Πολυμάχη Συμεωνίδου

Διατροφή γαλακτοπαραγωγών προβάτων

Ποια η χρησιμότητα των πρωτεϊνών;

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟ ΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: ΕΤΟΥΣ 2013 (προσωρινά στοιχεία)

Παραγωγή και κατανομή της τροφής. Β ΜΕΡΟΣ: Κτηνοτροφία Αλιεία

Αξιοποίηση της βλάστησης των ορεινών βοσκοτόπων

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ ΚΡΑΤΙΝΟΥ ΑΘΗΝΑ FAX: site:

ΤΟ ΠΡΟΒΑΤΟ ΦΥΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΩΝ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ ΦΥΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ «Ο ΣΤΡΥΜΩΝ»

Δελτίο Τύπου. ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ για τις έγκυες γυναίκες και τα νεογνά στην Ευρώπη το έτος 2015

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Δ ΤΡΙΜΗΝΟ 2008

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Γενικές πληροφορίες σχετικά με τον συμμετέχοντα στη διαβούλευση

Τριμηνιαία ενημέρωση για την απασχόληση, τις συνθήκες διαβίωσης και την οικονομία Βασικά μεγέθη & συγκριτικοί δείκτες

Στατιστικά απασχόλησης στην ΕΕ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

Ελληνική Δημοκρατία Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου. Χοιροτροφία. Ενότητα 3η: Αναπαραγωγή-γενετική βελτίωση χοίρων - Β μέρος Σκούφος Ιωάννης

ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΤΡΟΦΙΜΑ βιολογικά τρόφιμα Ως προς τη θρεπτική αξία των τροφίμων

Ποσοστό ανεργίας πολύ μακράς διάρκειας

Η επιρροή των κοινωνικό-οικονομικών και συγκοινωνιακών συνθηκών στην οδική ασφάλεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΧΟΙΡΟΤΡΟΦΙΑΣ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥΣ

ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΝΥΧΙΩΝ ΣΕ ΧΟΙΡΟΜΗΤΕΡΕΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ ΣΤΑΒΛΙΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΑ Η ΟΜΑΔΙΚΑ ΚΕΛΙΑ

Τριµηνιαία ενηµέρωση για την απασχόληση και την οικονοµία Βασικά µεγέθη & συγκριτικοί δείκτες

Βελτίωση των προβάτων της φυλής Χίου Σχεδιασμός του βελτιωτικού στόχου

ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΗΜΕΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Γ ΤΡΙΜΗΝΟ 2011

ΚΛΙΜΑΤΙΚH ΑΛΛΑΓH Μέρος Γ : Αντιμετώπιση

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Γ ΤΡΙΜΗΝΟ 2008

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2013

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Εφαρμοσμένη διατροφή των κουνελιών. Πασχάλης Δ. Φορτομάρης Κτηνιατρική Σχολή, Α.Π.Θ.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Liprovit. Βιώσιμη κτηνοτροφία

Οικονομικοί και συγκοινωνιακοί δείκτες επιρροής της οδικής ασφάλειας πριν και μετά την περίοδο της κρίσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΘΕΜΑ: Ύψος Φορολογικών συντελεστών στα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. (27) -Πηγή Eurostat -

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΖΩΪΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΙΧΘΥΟΛΟΓΙΑΣ, ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΖΩΟΤΕΧΝΙΑΣ Διερεύνηση της επίδρασης προμείγματος πρόσθετων υλών σε αναπαραγωγικές παραμέτρους των συών, μετά από προσθήκη του στο σιτηρέσιο της γαλουχίας ΚΡΟΥΣΤΑΛΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΩΤΙΟΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΣ Α.Π.Θ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2013

«Η έγκριση της παρούσας διπλωματικής μεταπτυχιακής εργασίας από την Κτηνιατρική Σχολή του Α.Π.Θ. δεν υποδηλώνει αποδοχή των γνωμών του συγγραφέα». (Ν. 5343/1932, άρθρο 202, παρ.2) 1

Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή: Π.Φορτομάρης, Επικ.καθηγητής: Επιβλέπων Γ.Αρσένος, Αναπ.καθηγητής: Μέλος Ε.Τζήκα, Επίκ.καθηγήτρια : Μέλος 2

Αφιερωμένο στα παιδιά μου Γιώργο και Σταύρο-Ιωάννη 3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 6 Β. ΕΙΣΑΓΩΓΗ....9 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Α. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ.11 1. Εξημέρωση του αγριόχοιρου 11 2. Εμφάνιση των καθαρόαιμων φυλών.. 12 3. Σύγχρονη χοιροτροφία...... 12 Β. ΧΟΙΡΟΤΡΟΦΙΑ ΔΙΕΘΝΩΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ..14 1. Παγκόσμιο χοιρινό κεφάλαιο και παραγωγή..14 2. Η χοιροτροφία στην Ευρωπαϊκή Ένωση..15 3. Η χοιροτροφία στην Ελλάδα...16 ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ Α. ΕΚΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΥΩΝ...24 1. Η συς (χοιρομητέρα), το βασικό δομικό στοιχείο της εκτροφής 24 2. Επιλογή των συών.25 2.1 Περίοδος ανάθρεψης μέχρι την γονιμοποίηση και τον πρώτο τοκετό..26 2.2 Περίοδος πρώτης γαλουχίας..26 3. Γαλακτοπαραγωγική ικανότητα συών..27 4. Κατανάλωση τροφής των συών κατά την περίοδο της γαλουχίας.27 4

Β. ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΣΥΩΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΓΑΛΟΥΧΙΑΣ 31 1. Ανάγκες σε ενέργεια και πρωτεΐνες.31 2. Ανάγκες σε αμινοξέα.. 34 ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Α. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ.39 1. Ζωικό κεφάλαιο.40 2. Κτιριακή υποδομή 40 3. Διατροφή και διαχείριση 45 4. Μετρήσεις.50 5. Στατιστική επεξεργασία 51 Β. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ.. 52 1. Χαρακτηριστικά συών 52 2. Χαρακτηριστικά τοκετοομάδων. 55 Γ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ.....58 Δ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ. 63 ΠΕΡΙΛΗΨΗ 64 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 66 5

Α. ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η εκτροφή των χοίρων, αρχικά γινόταν οικόσιτα σε πρόχειρα καταλύματα κοντά στις κατοικίες των ανθρώπων. Η διατροφή των οικόσιτα εκτρεφόμενων χοίρων, βασιζόταν σε δημητριακούς καρπούς, υπολείμματα από την ανθρώπινη διατροφή και υποπροϊόντα γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Συχνά και όπου υπήρχε δυνατότητα, η παραπάνω διατροφή τους συμπληρώνονταν και με ελεύθερη βόσκηση σε παρακείμενους αγρούς και δάση. Με την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων, την αύξηση του πληθυσμού και τις αυξημένες ανάγκες σε κρέας που προέκυψαν, η εκμετάλλευση των χοίρων άλλαξε μορφή. Σημαντική ήταν η πρόοδος τον 18 ο και 19 ο αιώνα με την βελτίωση του γενετικού υλικού, που είχε σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση φυλών χοίρων με σταθεροποιημένα παραγωγικά και αναπαραγωγικά χαρακτηριστικά και σημαντικά υψηλότερες αποδόσεις από τον άγριο και ημιάγριο πρόγονο τους. Την ίδια χρονική περίοδο, γίνονται οι πρώτες προσπάθειες μαζικής εκτροφής σε κλειστού τύπου σταβλικές εγκαταστάσεις, με δυνατότητα εκτροφής μεγάλου αριθμού ζώων σε περιορισμένο και ελεγχόμενο χώρο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να γίνει δυνατή η εκτροφή των χοίρων ανεξάρτητα από τις κλιματικές και εδαφικές συνθήκες. Με αυτόν τον τρόπο, έγινε εφικτή η εκμετάλλευση εδαφών που ήταν ακατάλληλα για οποιαδήποτε καλλιέργεια. Η εξέλιξη αυτή είχε σαν αποτέλεσμα και την αναθεώρηση των αρχών διατροφής, με στόχο την κάλυψη των αναγκών των πλέον αποδοτικών αλλά και περισσότερο απαιτητικών σε θρεπτικές ουσίες ζώων. Η εξέλιξη των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων τα τελευταία πενήντα χρόνια, χαρακτηρίζεται από πλήρη εκσυγχρονισμό σε επίπεδο σταβλικών εγκαταστάσεων και από συνεχή προσπάθεια για τη βελτίωση του γενετικού δυναμικού και της παραγωγικότητας των συών. Η επιλογή των συών, γίνεται με στόχο την αύξηση της ανθεκτικότητας και την βελτίωση των αναπαραγωγικών χαρακτηριστικών τους. Ταυτόχρονα, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, συντελεί στο να επιτευχθούν υψηλά επίπεδα υγείας και ευζωίας των ζώων αυτών, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η αύξηση των αποδόσεων και η πλήρης εκδήλωση του γενετικού δυναμικού τους. Σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια αύξησης των επιπέδων παραγωγής παίζει και η διατροφή, ενώ και η επιλογή αυστηρών προδιαγραφών των σιτηρεσίων, βρίσκεται υπό 6

συνεχή αναθεώρηση, καθώς η βελτίωση του γενετικού δυναμικού των συών, έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση των αναγκών τους σε συγκεκριμένες θρεπτικές ουσίες. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να διερευνηθεί η επίδραση της προσθήκης μείγματος συνθετικών αμινοξέων, στο σιτηρέσιο γαλουχίας των συών στα παραγωγικά χαρακτηριστικά και τις αποδόσεις τους κατά την περίοδο γαλουχίας. Η παρούσα μελέτη εκπονήθηκε στα πλαίσια της μεταπτυχιακής διατριβής του υποψηφίου, για το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών της Κτηνιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ με τίτλο «Εκτροφή και Παθολογία Παραγωγικών Ζώων». Η εφαρμογή του πειραματικού μέρους έλαβε χώρα στην χοιροτροφική μονάδα του κ.θωμά Τάπκου στα Εσώβαλτα Πέλλας και διήρκησε τρείς μήνες. Στο σημείο αυτό αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τον επίκουρο καθηγητή κ. Πασχάλη Φορτομάρη για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε για την εκκίνηση της έρευνας, καθώς και για την αμέριστη συμπαράσταση και πολύτιμη καθοδήγηση του, κατά την εκπόνησή της. Ευχαριστώ θερμά επίσης τον αναπληρωτή καθηγητή κ. Γεώργιο Αρσένο για την βοήθεια που μου παρείχε στην στατιστική επεξεργασία και την εκτίμηση των αποτελεσμάτων, όπως και την επίκουρη καθηγήτρια κ. Ελένη Τζήκα για την συμβολή της στην ολοκλήρωση της διατριβής. Θα ήταν παράλειψη να μην ευχαριστήσω τον συνάδελφο κ. Δημήτρη Παπαϊωάννου, για την πολύτιμη βοήθεια του στον σχεδιασμό του πειραματισμού και την στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων, καθώς και τη συνεργάτιδά μου κ. Αναστασία Καραγιάννη που συμμετείχε καθοριστικά στην τελική διαμόρφωση της εμφάνισης, των κειμένων και των πινάκων της διατριβής. Ευχαριστίες οφείλω στον κ. Τάπκο Θωμά για την απρόσκοπτη πρόσβαση που μου παρείχε στην χρήση των εγκαταστάσεων του χοιροστασίου του, την διάθεση του προσωπικού όποτε ήταν αναγκαίο και απαραίτητο (το οποίο επίσης ευχαριστώ) και τις πολύτιμες πληροφορίες του σχετικά με την εκτροφή των χοίρων. 7

Τέλος ένα μεγάλο ευχαριστώ θα ήθελα να απευθύνω προς τους γονείς μου Γεώργιο και Κυριακή Κρουσταλλά και τη σύζυγο μου Ελισάβετ, για την πολύτιμη ηθική συμπαράσταση που μου παρείχαν, καθώς και την υπομονή και κατανόηση που έδειξαν, κατά την διάρκεια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών και της εκπόνησης της διατριβής. 8

Β. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι προσπάθειες για την ανάπτυξη της χοιροτροφίας τα τελευταία πενήντα χρόνια, είχαν σαν κύριο στόχο την βελτίωση των παραγωγικών χαρακτηριστικών των συών. Στο επίκεντρο των προσπαθειών αυτών βρίσκεται η γενετική βελτίωση των συών, σε ότι αφορά στην αναπαραγωγική ικανότητα για την παραγωγή υψηλής ποιότητας σφαγίου, (μικρότερο ποσοστό λιπώδους ιστού και μεγαλύτερα μυϊκού ιστού), βάση των σύγχρονων καταναλωτικών απαιτήσεων. Ο δείκτης πολυδυμίας και η μέση ημερήσια αύξηση των χοιριδίων βελτιώθηκαν, με ταυτόχρονη μείωση του δείκτη μετατρεψιμότητας της τροφής. Τέλος, ο εκσυγχρονισμός των σταβλικών εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού των χοιροστασίων, εξασφαλίζουν την τήρηση των βασικών αρχών ευζωίας των ζώων, ενώ η ταυτόχρονη βελτίωση των επιπέδων διατροφής επιτυγχάνει την κάλυψη των αναγκών για την μεγιστοποίηση των αποδόσεών τους. Η διατροφή των χοίρων από την εξημέρωσή τους μέχρι σήμερα, ακολούθησε τις μεταβολές του γενετικού υλικού, των διαχειριστικών πρακτικών και των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων. Έτσι από οικόσιτο ζώο που κατανάλωνε προϊόντα φτωχά σε θρεπτικά συστατικά και βοσκούσε σε δάση καστανιάς, βελανιδιάς και γενικά θαμνωδών άγονων εδαφών, ο χοίρος εξελίχθηκε ουσιαστικά σε έναν παμφάγο διατροφικό ανταγωνιστή του ανθρώπου. Η διατροφή των χοίρων, βασίζεται πλέον στους δημητριακούς καρπούς και την σόγια, προϊόντα απαραίτητα και για τον άνθρωπο, καθώς και σε υποπροϊόντα της γαλακτοβιομηχανίας, και της επεξεργασίας γεωργικών προϊόντων. Η βελτίωση του γενετικού υλικού των χοίρων σε σύντομο χρονικό διάστημα, επέβαλλε την χρήση πρόσθετων υλών σε μορφή μιγμάτων, ανόργανων συστατικών, βιταμινών-ιχνοστοιχείων και αμινοξέων για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών τους. Η ενέργεια και οι πρωτεΐνες αποτελούν τα βασικά θρεπτικά συστατικά των σιτηρεσίων, ενώ σημαντική είναι και η συμβολή των συνθετικών αμινοξέων στην κάλυψη των υψηλότερων προδιαγραφών σιτηρεσίων. Τα επίπεδα αμινοξέων στα σιτηρέσια των χοίρων, βρίσκονται υπό συνεχή αναθεώρηση και εξέλιξη, καθώς ακολουθούν την εξελικτική πορεία του γενετικού δυναμικού των ζώων. 9

Η παρούσα μελέτη είχε σαν στόχο την διερεύνηση των επιδράσεων της προσθήκης συνθετικών αμινοξέων στο σιτηρέσιο των συών κατά την περίοδο της γαλουχίας, στα παραγωγικά χαρακτηριστικά τους και τις αποδόσεις των θηλαζόντων χοιριδίων. Η καινοτομία της έρευνας αφορά τόσο την ποιοτική, όσο και την ποσοτική προσθήκη των αμινοξέων στο σιτηρέσιο. Έτσι, έγινε προσθήκη μίγματος συνθετικών αμινοξέων που περιέχει λυσίνη, θρεονίνη και μεθειονίνη, αντί των κλασικών περιοριστικών αμινοξέων (λυσίνη, θρεονίνη, τρυπτοφάνη), σε ποσότητες που αντίστοιχες δεν διαπιστώθηκε από τη διαθέσιμη βιβλιογραφία να έχουν διερευνηθεί. Η διατριβή αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο, γίνεται αναφορά στην ιστορική εξέλιξη της χοιροτροφίας και παρουσίαση της παγκόσμιας, ευρωπαϊκής και της ελληνικής κατάστασης. Στο δεύτερο μέρος, παρουσιάζονται βασικές αρχές γενετικής επιλογής, διατροφικών προτύπων και μελετών, που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των αναγκών και των προδιαγραφών των σιτηρεσίων των ζώων, με έμφαση στην σπουδαιότητα των αμινοξέων ως βασικών θρεπτικών συστατικών. Το τρίτο και τελευταίο μέρος αποτελεί την παρουσίαση του πειραματικού μέρους της διατριβής, όπου περιγράφονται ο σχεδιασμός, τα υλικά και μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν. Το μέρος αυτό περιλαμβάνει επίσης τη στατιστική επεξεργασία και το σχολιασμό των αποτελεσμάτων μας και ολοκληρώνεται με τη σχετική συζήτηση και συμπεράσματα. 10

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Α. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ 1. Εξημέρωση του αγριόχοιρου Η εξέλιξη στον κλάδο της χοιροτροφίας, από την εξημέρωση του άγριου χοίρου μέχρι σήμερα, έχει διέλθει από τρείς βασικούς σταθμούς. Ο πρώτος είναι η εξημέρωση του αγριόχοιρου από τον άνθρωπο, περίπου το 7.000 π.χ.. Ο αγριόχοιρος εκτρέφονταν αρχικά εκτατικά, χωρίς να γίνονται προσπάθειες γενετικής βελτίωσης, με τα παραγωγικά χαρακτηριστικά των εξημερωμένων ζώων να μην διαφέρουν πολύ από αυτά των άγριων, καθώς οι εκτροφείς φρόντιζαν τα εξημερωμένα ζώα να έρχονται σε επαφή με τα άγρια. Τα πρώτα ζώα εξημερώθηκαν στην Ασία, ενώ στην Ευρώπη δεν έγινε εισαγωγή εξημερωμένων ζώων, αλλά μεθόδων εξημέρωσης και εκτροφής από τους Έλληνες και τους κατοίκους της Μικράς Ασίας. Το μεγάλο αυτό διάστημα από τον 7 ο π.χ. αιώνα έως τον 18 ο αιώνα, που αποτελεί τον πρώτο σταθμό της χοιροτροφίας, δημιουργήθηκαν δύο μεγάλα χοιροτροφικά κέντρα, ένα στην Κίνα και την Νοτιοανατολική Ασία και ένα δεύτερο, αρκετά αργότερα, στην Βαλτική, από όπου επεκτάθηκε στην συνέχεια στις Βόρειες Βαλκανικές χώρες και τη Δυτική Ευρώπη. Τελευταίο εμφανίστηκε το χοιροτροφικό κέντρο στις Η.Π.Α από ευρωπαίους μετανάστες, παράλληλα με τις καλλιέργειες καλαμποκιού και τη γαλακτοπαραγωγό βοοτροφία στις Ανατολικές Πολιτείες. Η χοιροτροφία ωστόσο, δεν είχε παγκοσμίως ομοιόμορφη εξέλιξη, για λόγους κλιματολογικούς, που επηρέαζαν την αγροτική παραγωγή και τις καλλιέργειες, αλλά και για πολιτιστικούς και κυρίως θρησκευτικούς λόγους. Έτσι, μεγάλες περιοχές του πλανήτη που κατοικούνται από πληθυσμούς που θρησκευτικά δεν αποδέχονται την κατανάλωση χοιρινού κρέατος (Ινδουιστές, Μουσουλμάνοι), δεν παρουσιάζουν μεγάλη ανάπτυξη της χοιροτροφίας (Κατσαούνης και Σπαής 1998). Κατά την αρχική περίοδο, οι χοίροι εκτρέφονται κοντά στις κατοικίες των ανθρώπων, σε πρόχειρα καταλύματα και με δυνατότητα βόσκησης στον γύρω χώρο. Τα αλεσμένα δημητριακά, τα απορρίμματα της κουζίνας και τα υπολείμματα αγροτικών καλλιεργειών αποτελούν τα βασικά συστατικά της διατροφής τους. 11

2. Εμφάνιση των καθαρόαιμων φυλών Ο δεύτερος σταθμός στην εξέλιξη της χοιροτροφίας, είναι η περίοδος από το τέλος του 18 ου αιώνα έως και το τέλος του 19 ου αιώνα. Την περίοδο αυτή, γίνονται οι πρώτες προσπάθειες γενετικής βελτίωσης, με στόχο την αύξηση της παραγωγής και τη σταθεροποίηση των χαρακτηριστικών των εξημερωμένων χοίρων. Πρωτοπόροι στις προσπάθειες αυτές είναι οι Άγγλοι και τους ακολουθούν οι Δανοί και οι Ολλανδοί. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία σταθεροποιημένων και υψηλής παραγωγικότητας φυλών χοίρων. Έτσι, στο τέλος του 19 ου αιώνα εμφανίζονται η Δανέζικη Landrace και η Αγγλική Large White, που αποτελούν ουσιαστικά και τη βάση για την ανάπτυξη της σύγχρονης χοιροτροφίας στις ζωοτεχνικά ανεπτυγμένες χώρες. Με τις σταθεροποιημένες γενετικά, υψηλών παραγωγικών επιδόσεων φυλές, ο χοίρος εξελίχθηκε από την ημιάγρια κατάσταση στην περισσότερο παραγωγική μορφή του. Οι φυλές αυτές διαφέρουν σημαντικά από τους αγριόχοιρους τόσο στα μορφολογικά, όσο και στα παραγωγικά χαρακτηριστικά τους. Τα βελτιωμένα γενετικά ζώα είναι περισσότερο μεγαλόσωμα, με κοντύτερα αναλογικά άκρα και μεγάλη ανάπτυξη των μυϊκών μαζών των μηρών και της ωμοπλάτης. Αποδίδουν παχύτερα σφάγια με μεγαλύτερο σωματικό βάρος, σε συντομότερο χρονικό διάστημα εκτροφής και με υποδόριο λίπος που διαμορφώνεται ουσιαστικά από τις ανάγκες για ενέργεια στη διατροφή των ανθρώπων. Οι σύες είναι περισσότερο πολύτοκες, καθώς γεννούν 8-10 χοιρίδια και έχουν μεγαλύτερη γαλακτοπαραγωγή. Η διατροφή τους εξελίσσεται και διαμορφώνεται ανάλογα με τις συνθήκες στις περιοχές εκτροφής τους. Έτσι για τους Δανούς και Ολλανδούς τα υποπροϊόντα τυροκομίας αποτελούν την βάση της διατροφής, ενώ για τους Αμερικάνους, με τις μεγάλες εκτάσεις καλλιέργειας καλαμποκιού, βάση της διατροφής είναι το καλαμπόκι και τα υποπροϊόντα του. 3. Σύγχρονη χοιροτροφία Ο τρίτος και τελευταίος σταθμός εξέλιξης της χοιροτροφίας, περιλαμβάνει την περίοδο από το τέλος της δεκαετίας του 50 μέχρι σήμερα, όπου πλήθος παραγόντων επιτάχυναν τις εξελίξεις στη χοιροτροφική παραγωγή. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η άνοδος του 12

βιοτικού επιπέδου στις οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες και η αύξηση του πληθυσμού, καθώς δημιούργησαν ανάγκες για περισσότερο κρέας, που δεν μπορούσαν εύκολα να καλυφθούν από άλλο ζωικό είδος. Επίσης, η προτίμηση των καταναλωτών για λεπτόϊνα και περισσότερο νόστιμα κρέατα, ανέβασαν το χοιρινό στην πρώτη θέση των καταναλωτικών προτιμήσεων. Τέλος, το χοιρινό κρέας μπορεί να μαγειρευτεί και να διατεθεί στη αγορά με διάφορους τρόπους και μορφές που δεν μπορούν άλλα κρέατα. Οι χοίροι είναι πολύτοκα ζώα με γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης και υψηλές αποδόσεις. Μία συς ηλικίας 19-20 μηνών, έχει αποδώσει στο σύντομο αυτό διάστημα της ζωής της, μέσω των παραγώγων της, περίπου 600 κιλά κρέας. Αντίθετα μία μοσχίδα ίδιας ηλικίας έχει μόλις γονιμοποιηθεί, ενώ η αντίστοιχη απόδοση κρέατος μίας προβατίνας είναι περίπου 20-25 κιλά. Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της χοιροτροφίας έπαιξε και το γεγονός ότι οι χοίροι μπορούν να εκτραφούν σε κλειστούς, περιορισμένους χώρους ανεξάρτητα από εδαφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες. Αυτό βοήθησε ώστε να αξιοποιηθούν εδάφη και περιοχές ακατάλληλες για οποιαδήποτε καλλιέργεια, ενώ οι παράγοντες κλίμα και έδαφος δεν αποτελούν πλέον εμπόδιο στην ανάπτυξη της χοιροτροφίας. Επίσης οι χοίροι έχουν υψηλό δείκτη μετατρεψιμότητας τροφής, συγκριτικά με τα μηρυκαστικά. Επομένως, το κόστος παραγωγής του χοιρινού κρέατος είναι χαμηλότερο, σχεδόν το μισό από αυτό των μηρυκαστικών, καθιστώντας τη χοιροτροφική εκμετάλλευση μια αποδοτική επένδυση(κατσαούνης και Σπαής 1998). 13

Β. ΧΟΙΡΟΤΡΟΦΙΑ ΔΙΕΘΝΩΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1. Παγκόσμιο χοιρινό κεφάλαιο και παραγωγή Σε παγκόσμιο επίπεδο, η παραγωγή του χοιρινού κρέατος συγκεντρώνεται ουσιαστικά σε δέκα παραγωγικούς πυρήνες, σύμφωνα με τα στοιχεία του F.A.O (Food and Agriculture Organization), που αντιπροσωπεύουν το 80% περίπου του συνόλου των εκτρεφόμενων χοιρινών παγκοσμίως. Από αυτές, η Κίνα κατέχει την πρώτη θέση με σημαντική διαφορά από τις υπόλοιπες, διατηρώντας το 47% του συνόλου. Στον πίνακα 1 παρουσιάζονται σχετικά στοιχεία των ετών 1997 και 2007. Πίνακας 1. Παγκόσμιο χοιρινό κεφάλαιο κατά τα έτη 1997 και 2007 Χώρα Εκτρεφόμενοι χοίροι 1997 Εκτρεφόμενοι χοίροι 2007 Κίνα 424.681.000 425.715.000 Ε.Ε 15 117.503.000 128.527.000 Η.Π.Α 59.990.000 60.650.000 Βραζιλία 35.350.000 35.945.000 Ρωσία 24.859.000 1 15.920.000 2 Πολωνία 20.418.000 18.113.000 Καναδάς 11.673.000 14.675.000 Ιαπωνία 10.250.000 9.760.000 Ρουμανία 7.750.000 6.590.000 Ουγγαρία 4.356.000 4.060.000 ΣΥΝΟΛΟ 716.830.000 719.955.000 1 Αφορά την πρώην Σοβιετική Ένωση 2 Αφορά μόνη την Ρωσία ΠΗΓΗ: F.A.O. 1997, 2007 14

2. Η χοιροτροφία στην Ευρωπαϊκή Ένωση Στον πίνακα 2 που ακολουθεί δίνονται τα στοιχεία για τη χοιροτροφική παραγωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αποτελεί μετά την Κίνα το δεύτερο χοιροτροφικό πυρήνα παγκοσμίως για τα έτη 2000 έως 2011. Πίνακας 2. Το χοιρινό κεφάλαιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα έτη 2000-2011 1 ΧΩΡΕΣ 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 ΒΕΛΓΙΟ 7.266 6.775 6.600 6.366 6.319 6.253 6.304 6.200 6.208 6.228 6.176 6.328 ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ 831 789 997 1.032 943 933 1.013 889 784 730 664 608 ΤΣΕΧΙΑ 3.594 3.441 3.429 3.309 2.915 2.719 2.741 2.662 2.135 1.914 1.846 1.487 ΔΑΝΙΑ 12.642 12.975 12.879 12.969 13.407 12.604 13.613 13.170 12.195 12.873 12.293 12.348 ΓΕΡΜΑΝΙΑ 25.767 25.958 26.252 26.495 26.335 26.989 26.821 27.113 26.719 26.841 26.901 27.403 ΕΣΘΟΝΙΑ 300 345 341 345 354 352 341 375 365 365 372 366 ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1.732 1.778 1.797 1.731 1.754 1.671 1.620 1.501 1.511 1.502 1.500 1.553 ΕΛΛΑΔΑ 936 861 1.027 993 994 952 1.033 1.038 1.061 1.112 1.087 1.109 ΙΣΠΑΝΙΑ 22.149 23.858 23.518 24.098 24.895 24.889 26.219 26.061 26.290 25.343 25.704 25.635 ΓΑΛΛΙΑ 15.168 15.275 15.378 15.265 15.150 15.123 15.009 14.960 14.810 14.552 14.279 13.967 ΙΤΑΛΙΑ 8.646 8.766 9.166 9.157 8.972 9.200 9.281 9.273 9.252 9.157 9.321 9.351 ΚΥΠΡΟΣ 414 451 491 488 471 430 453 467 465 463 464 439 ΛΕΤΟΝΙΑ 394 429 453 444 436 428 417 414 384 377 390 375 ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ 868 1.011 1.061 1.057 1.073 1.115 1.127 923 897 928 929 790 ΛΟΥΞ/ΡΓΟ 83 76 77 76 77 77 87 86 78 89 89 91 ΟΥΓΓΑΡΙΑ 4.834 4.822 5.082 4.913 4.059 3.853 3.987 3.871 3.383 3.247 3.169 3.025 ΜΑΛΤΑ : 81 78 73 77 73 74 77 66 66 69 46 ΟΛΛΑΝΔΙΑ 12.822 11.514 11.154 10.766 11.140 11.000 11.220 11.710 11.735 12.108 12.206 12.103 ΑΥΣΤΡΙΑ 3.348 3.440 3.305 3.255 3.125 3.170 3.139 3.286 3.064 3.137 3.134 3.005 ΠΟΛΩΝΙΑ 16.992 17.494 18.997 18.439 17.396 18.711 18.813 17.621 14.242 14.253 14.776 13.056 ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2.338 2.389 2.344 2.249 2.348 2.344 2.296 2.374 2.340 1.945 1.917 1.985 ΡΟΥΜΑΝΙΑ 4.797 4.447 5.058 5.145 6.495 6.604 6.815 6.565 6.174 5.793 5.428 5.364 ΣΛΟΒΕΝΙΑ 604 600 656 621 534 547 575 543 432 415 396 347 ΣΛΟΒΑΚΙΑ 1.488 1.517 1.554 1.443 1.149 1.108 1.105 952 749 741 687 580 ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 1.456 1.454 1.423 1.394 1.435 1.440 1.435 1.427 1.400 1.353 1.340 1.290 ΣΟΥΗΔΙΑ 1.896 1.920 1.982 2.004 1.920 1.797 1.662 1.728 1.703 1.616 1.607 1.568 ΜΕΓ.ΒΡΕΤΑΝΙ 5.948 5.687 5.330 4.843 4.787 4.726 4.731 4.671 4.550 4.423 4.385 4.326 EΕ (27 157.31 158.15 160.42 158.97 158.55 159.10 161.92 159.965 152.98 151.56 151.13 148.54 ΠΗΓΗ: Εurostat 2012. Σε χιλιάδες ζώων 15

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί, πως σύμφωνα με στοιχεία του F.A.O για το 1996, στην Ε.Ε το χοιρινό κρέας αντιπροσώπευε το 47,59% της συνολικής παραγωγής κρέατος, παρέχοντας αυτάρκεια 107% περίπου, αποτελώντας την 1 η παγκοσμίως εξαγωγική δύναμη σε χοιρινό κρέας, με τη Δανία να είναι η 1 η χώρα της Ε.Ε. σε εξαγωγές καλύπτοντας το 65-70% του συνόλου των εξαγωγών της ΕΕ προς τρίτες χώρες. 3. Η χοιροτροφία στην Ελλάδα Στην χώρα μας δεν υπάρχει χοιροτροφική παράδοση. Κατά τους ομηρικούς χρόνους κυριαρχούσε η αγελαία χοιροτροφία, η οποία στη συνέχεια παρουσίασε μείωση, φτάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδό της, ποιοτικά και ποσοτικά, την περίοδο της τουρκοκρατίας, καθώς τότε επιτρεπόταν η εισαγωγή χοίρων μόνο για ορισμένες ημέρες του Δεκεμβρίου και του Ιανουαρίου. Αλλά και μετά την απελευθέρωση, η χοιροτροφία δεν ακολούθησε την πρόοδο των άλλων τομέων της ζωικής παραγωγής, με αποτέλεσμα έως το 1940 να μην υπάρχει στην χώρα μας εγχώρια εθνική φυλή. Η εκτροφή των χαμηλών αποδόσεων εγχώριων ζώων, σε αγελαία κυρίως μορφή, περιλάμβανε μόλις 465.000 χοίρους το 1937, με συμμετοχή μόνο 3,1% στην τότε εθνική ζωική παραγωγή (Κατσαούνης και Σπαής 1998). Στα μέσα της δεκαετίας του 50 γίνεται μία προσπάθεια δημιουργίας μικρών, οικογενειακού τύπου, εκτροφών 2-3 συών, με την παράλληλη εμφάνιση και μεγαλύτερων εκμεταλλεύσεων των 10-30 συών. Οι συνθήκες εκτροφής των ζώων την περίοδο αυτή είναι άθλιες, με υποτυπώδη καταλύματα για τα ζώα, τη διατροφή τους να βασίζεται στα υπολείμματα διατροφής νοσοκομείων, στρατώνων, οικοτροφείων κλπ. ενώ «βοσκοτόπους» αγελαίων εκμεταλλεύσεων συχνά αποτελούσαν οι σκουπιδότοποι των αστικών κέντρων. Παρά την απαράδεκτη κατάσταση της χοιροτροφικής παραγωγής, αυτή σημείωσε άνοδο, σε σχέση με το παρελθόν, με αποτέλεσμα το 1965 να εκτρέφονται 650.000 χοίροι οι οποίοι αποτελούν το 4% της συνολικής ζωικής παραγωγής της εποχής, με παραγωγή 40.000 τόνων χοιρινού κρέατος. 16

Στο τέλος της δεκαετίας του 60 γίνεται ίσως η μεγαλύτερη και σοβαρότερη προσπάθεια για την ανάπτυξη της ελληνικής χοιροτροφίας. Με τον νόμο 1162/1968 επιχειρείται η δημιουργία νέων σύγχρονων χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων δυναμικότητας 120-500 συών με δανειοδότηση των ενδιαφερομένων (Κατσαούνης και Σπαής 1998). Παρόλη την σχετική αποτυχία του εγχειρήματος, ενδεχομένως λόγω της λανθασμένης επιλογής ανθρώπων, με αποτέλεσμα οι περισσότερες από τις μονάδες που δημιουργήθηκαν τότε να διαλυθούν γρήγορα, αυτές που τελικά επιβίωσαν, αποτέλεσαν τη βάση και τον πυρήνα για τη σύγχρονη ελληνική χοιροτροφία. Σύμφωνα με στοιχεία της Ε.Ε. (Ευρωπαϊκής Ένωσης) για το έτος 1996 στη χώρα μας, εκτρέφονταν 917.000 χοίροι σε 51.000 χοιροτροφικές μονάδες, με την κατανομή που παρουσιάζεται στον πίνακα 3, όπου το 1,4% των εκμεταλλεύσεων, εξέτρεφε το 77,5% των συνολικά εκτρεφόμενων χοίρων. Πίνακας 3. Κατανομή των εκτρεφόμενων χοίρων στις ελληνικές εκμεταλλεύσεις Μέγεθος Μονάδος Χοίροι % των εκτρεφόμενων Μονάδες % του συνόλου 1-2 4,3 77,9 3-9 2,1 9,9 10-19 3,4 5,4 20-49 4,9 3,4 50-99 4,2 1,4 100-199 3,5 0,6 200-399 6,6 0,5 400-999 15,6 0,5 1000-55,3 0,4 ΠΗΓΗ: Ε.Ε. 1997 Χοιροτροφικά κέντρα δημιουργήθηκαν στους νομούς Ευβοίας, Πρέβεζας, Τρικάλων, Αιτωλοακαρνανίας και Λάρισας όπου εκτρέφεται το 38% των συών αναπαραγωγής. Αναφορικά με το μέγεθος των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων, λόγω προβλημάτων στη διάθεση των αποβλήτων τους, στη χώρα μας έχει θεσπιστεί ανώτατο όριο μεγέθους που είναι οι 500 σύες. 17

Με βάση στοιχεία του Υπ. Γεωργίας για το έτος 1997, στη χώρα μας υπάρχουν 920 χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις με πάνω από 20 σύες. Η κατανομή των μονάδων αυτών στο σύνολο της επικράτειας παρουσιάζει έντονη ανομοιομορφία. Έτσι στον νομό Αττικής, ενώ υπάρχει μόνο το 0,6% των χοιροστασίων, εκτρέφεται το 6,1% των συών, όπως και στην Στερεά Ελλάδα που διαθέτει το 10% των εκμεταλλεύσεων και το 22% των εκτρεφόμενων χοίρων (αποτέλεσμα συγκέντρωσης μεγάλων χοιροτροφικών μονάδων). Στα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου υπάρχουν ελάχιστες μονάδες δυναμικότητας 20 συών (σε Λέσβο, Χίο και Σάμο δεν υπάρχει καμία μονάδα άνω των 20 συών), ενώ το 60-70% των εκμεταλλεύσεων στα νησιά διαθέτουν 3-5 σύες. Στον πίνακα 4, παρουσιάζεται η κατανομή των χοιροτροφικών μονάδων στους δέκα πρώτους, με βάση το ζωικό κεφάλαιο, νομούς. Πίνακας 4. Κατανομή χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων στους 10 πρώτους νομούς α/α Νομός Αριθμός Εκτροφών 1 Τρικάλων 110 2 Ευβοίας 58 3 Λάρισας 50 4 Πρέβεζας 45 5 Θεσσαλονίκης 44 6 Άρτας 42 7 Αιτωλοακαρνανίας 41 8 Σερρών 39 9 Αττικής 33 10 Πιερίας 28 ΣΥΝΟΛΟ 490 ΠΗΓΗ: Υπ. Γεωργίας, Γεν. Διεύθυνση Ζωικής Παραγωγής, 1997. Παρόμοια είναι η εικόνα που παρουσιάζει η Ελληνική Χοιροτροφία και σε πρόσφατες αποτιμήσεις, σύμφωνα τόσο με στοιχεία του Υπουργείου Γεωργίας, όσο και των εμπλεκόμενων ιδιωτών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο (Φορτομάρης, 2012). 18

Το έτος 1995, μελέτη της Γενικής Διεύθυνσης Ζωικής Παραγωγής (Υπουργείο Γεωργίας, Νοέμβριος 1995) έδειξε ότι η ελληνική συστηματική χοιροτροφία αφορούσε σε 94.920 εκμεταλλεύσεις, με δυναμικότητα 142.430 σύες, αριθμός μάλλον υπερβολικός για την περιγραφή του όρου συστηματική χοιροτροφία. Από αυτές μόλις οι 920 εκμεταλλεύσεις εξέτρεφαν το 88,7% των συών, από τις οποίες οι 463 είχαν ιδρυθεί πριν το 1979, οι 394 τη δεκαετία του 1980 και οι 29 την περίοδο 1991-1995. Στις μονάδες αυτές ο εκσυγχρονισμός, τα συστήματα διαχείρισης αποβλήτων και γενικά οι επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό ήταν στοιχεία σχεδόν ανύπαρκτα. Τα στοιχεία της απογραφής που πραγματοποιήθηκε τα έτη 1999, 2005 και 2007 (ΕΣΥΕ, 2012) δείχνουν τη διακύμανση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων από 36.521 (969.852 χοίροι) το 1999, σε 44.302 το 2005 (1.110.109 χοίροι) και 33.308 (1.111.542 χοίροι) το 2007. Οι μικρές διαφορές που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων και στον αριθμό των ζώων που εκτρέφονται, υποδεικνύουν την απουσία της ανάπτυξης του κλάδου. Επίσης, η μείωση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων από τις 94.000 σε 40.000 μόλις σε λίγα χρόνια σημαίνει εγκατάλειψη της οικιακής-οικόσιτης εκτροφής. Στο επίπεδο επενδύσεων κατά την περίοδο 1996-2007 παρατηρήθηκαν τα ίδια φαινόμενα των προηγούμενων ετών. Οι μικρές προσπάθειες ανάπτυξης της συστηματικής χοιροτροφίας αφορούσαν λίγες μόνο εκμεταλλεύσεις. Τα γεωγραφικά διαμερίσματα με το μεγαλύτερο πληθυσμό εκτρεφόμενων χοίρων και με φθίνουσα σειρά είναι η Θεσσαλία, η Δυτική Ελλάδα, η Ήπειρος, η Κεντρική Μακεδονία και η Στερεά Ελλάδα. Σύμφωνα με στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της χοιροτροφίας, το 2012 υπήρχαν λίγο περισσότερες από 220 εκμεταλλεύσεις που συνολικά εξέτρεφαν περίπου 70.000 σύες. Αυτό σημαίνει ότι πρακτικά ο συνολικός αριθμός των εκτρεφόμενων χοίρων στη χώρα μας δεν υπερβαίνει τις 800.000 χοίρους συνολικά, στις οργανωμένες εκμεταλλεύσεις με δυναμικότητα άνω των 100 συών. Επιπλέον, υπολογίζεται ότι o συνολικός αριθμός των εκτρεφόμενων συών, συμπεριλαμβανομένων των εκμεταλλεύσεων μικρού μεγέθους (50-100 συών), δεν υπερβαίνει τις 90.000 ζώα. 19

Ωστόσο, τα αντίστοιχα στοιχεία από τους επίσημους φορείς αναφέρουν περίπου 110.000 σύες. Ο μεγαλύτερος αριθμός χοίρων εκτρέφεται στην Αιτωλοακαρνανία, την Πρέβεζα και τη Λάρισα, όπως φαίνεται στο διάγραμμα 1. 12000 10000 Αριθμός Ζώων 8000 6000 4000 2000 0 Διάγραμμα 1. Αριθμός συών που εκτρέφονται σε εκμεταλλεύσεις δυναμικότητας 100 ζώων και άνω στην Ελλάδα, το έτος 2012, κατά νομό. 20

Ο μεγαλύτερος αριθμός εκμεταλλεύσεων καταγράφεται στους νομούς Λάρισας, Πρέβεζας και Τρικάλων όπως φαίνεται στο διάγραμμα 2. 35 30 25 20 15 10 Εκμεταλλεύσεις 5 0 Διάγραμμα 2. Αριθμός εκμεταλλεύσεων δυναμικότητας άνω των 100 συών στην Ελλάδα, το έτος 2012, κατά νομό. 21

Σύμφωνα με εκτιμήσεις των εμπλεκομένων στη χοιροτροφία φορέων, ο αριθμός των συών αναμένεται να μειωθεί ακόμα περισσότερο εξαιτίας των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος. Η παραγωγή του χοίρειου κρέατος στην Ελλάδα το έτος 2011 ήταν περίπου 120.000 τόνοι από περίπου 1.880.000 σφάγια, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής & Τεκμηρίωσης). Αν και είναι επισφαλές, όλα τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν σχετικά χαμηλή παραγωγικότητα των ελληνικών εκμεταλλεύσεων ακόμα και στην οργανωμένη τους μορφή. Στον πίνακα 5, παρουσιάζεται η κατανομή των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων με βάση την πραγματική και την ονομαστική τους δυναμικότητα σε θέσεις συών. Πίνακας 5. Κατανομή χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων με βάση την πραγματική και την ονομαστική τους δυναμικότητα σε θέσεις συών. Μέγεθος Ονομαστική Δυναμικότητα Πραγματική Δυναμικότητα Αρ.Χοιρομητέρων Αρ.Μονάδων % Συνόλου Αρ.Μονάδων % Συνόλου 20-49 170 18,5 239 26,0 50-99 283 30,7 294 32,0 100-199 264 28,7 218 23,6 200-399 127 13,8 105 11,4 400-999 66 7,2 55 6,0 1000-10 1,1 9 1,0 ΣΥΝΟΛΟ 920 100 920 100 ΠΗΓΗ: Υπ. Γεωργίας, Γεν. Διεύθυνση Ζωικής Παραγωγής, 1997. Σε ότι αφορά τη δομή, τη λειτουργία και τις αποδόσεις των σύγχρονων ελληνικών χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων, αξίζει να αναφερθούν ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία. Οι σταβλικές εγκαταστάσεις των περισσοτέρων μονάδων είναι ικανοποιητικού επιπέδου, όχι όμως και ο μηχανολογικός εξοπλισμός τους, με αποτέλεσμα τα ζώα να μην μπορούν να εκδηλώσουν, στο μέγιστο, το γενετικό δυναμικό τους, και να μην τηρούνται οι απαιτήσεις περί ευζωίας των ζώων. 22

Μόνο το 17,5% περίπου των μονάδων διαθέτουν συστήματα επεξεργασίας αποβλήτων, που συχνά λόγω υψηλού κόστους λειτουργίας δεν χρησιμοποιούν. Σφαγεία διαθέτει το 5% των μεγάλων κυρίως χοιροστασίων, εργαστήρια τεμαχισμού κρέατος το 1,5%, και μόλις το 0,9% διαθέτει μονάδα αλλαντοποιίας σε πλήρως καθετοποιημένη μορφή. Το γενετικό υλικό των χοιροστασίων, αποτελείται από ζώα των φυλών Landrace και Large White κατά 40%, ενώ το υπόλοιπο 60% είναι πολυμιγάδες και προϊόντα διασταύρωσης εντός των χοιροστασίων. Η διατροφή, που αντιπροσωπεύει το 70% του κόστους παραγωγής, δεν είναι πάντοτε η ενδεδειγμένη για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών των ζώων (Κατσαούνης και Σπαής, 1998). Απόρροια του χαμηλού γενετικού δυναμικού και της ανεπαρκούς διατροφής είναι οι μειωμένες αποδόσεις των ζώων, καθιστώντας ουσιαστικά την χώρα μας ουραγό στην κατάταξη αποδόσεων των Ευρωπαϊκών κρατών (Φορτομάρης, 2012). 23

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Α. ΕΚΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΥΩΝ 1. Συς (χοιρομητέρα), το βασικό δομικό στοιχείο της εκτροφής. Οι σύες αποτελούν τη βάση της χοιροτροφικής επιχείρησης, με καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή. Παρόλο που οι σύες αντιπροσωπεύουν ένα σχετικά πολύ μικρό ποσοστό (περίπου το 5%) του ζωικού πληθυσμού της εκτροφής και καταναλώνουν μόνο το 20% της συνολικής τροφής, εντούτοις η αναπαραγωγική ικανότητα και το γενετικό δυναμικό τους συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση του τελικού κόστους του παραγόμενου προϊόντος (Ball et al., 2008). Συγκεκριμένα, τα παραγωγικά χαρακτηριστικά των συών, όπως ο αριθμός των απογαλακτισμένων χοιριδίων ανά έτος και σε όλη την διάρκεια της αναπαραγωγικής τους ζωής, το διάστημα απογαλακτισμού-οχείας, που καθορίζει σημαντικά τον αριθμό των τοκετών ανά έτος και το μέγεθος και βάρος της τοκετοομάδας στον απογαλακτισμό, διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό την απόδοση της παραγωγής (Gajewczyk et al., 2010). Η βελτίωση του γενετικού δυναμικού, της διατροφής, των σταβλικών εγκαταστάσεων και της διαχείρισης τα τελευταία τριάντα χρόνια, είχε σαν αποτέλεσμα τη βελτίωση των παραγωγικών χαρακτηριστικών, της σωματικής διάπλασης και της γαλακτοπαραγωγής των συών (Yang et al., 2008). Είναι χαρακτηριστικό ότι οι σύες μπορούν και παράγουν σήμερα μέχρι και 10-12 κιλά γάλα την ημέρα (Aherne and Williams, 1992), ποσότητα που ανά κιλό σωματικού βάρους ξεπερνάει και αυτή των γαλακτοπαραγωγών αγελάδων (0,06 έναντι 0,05 kg γάλα/kg σωματικού βάρους). Η ποσότητα αυτή του παραγόμενου γάλακτος είναι ικανή να αποδώσει 3 έως 4 κιλά, ημερήσια αύξηση σωματικού βάρους της τοκετοομάδας (Whittemore and Morgan, 1990). Η επιλογή των συών γίνεται με στόχο την βελτίωση των παραγωγικών και αναπαραγωγικών χαρακτηριστικών τους (Whittemore, 1996). Τα παραγωγικά χαρακτηριστικά που βελτιώθηκαν σημαντικά, είναι ο ρυθμός ανάπτυξης, η μείωση του υποδόριου λίπους και ο δείκτης μετατρεψιμότητας τροφής (Vangen and Kolstad, 1986). Οι μεταβολές του γενετικού υλικού των συών, έχουν σαν αποτέλεσμα τη μείωση του υποδόριου και ενδομυϊκού λίπους των συών από τις γραμμές αυτές, τόσο την περίοδο ανάπτυξης τους, 24

όσο και στον επερχόμενο τοκετό και απογαλακτισμό τους (Whittemore, 1996). Επιπλέον, οι ανάγκες συντήρησης του μεγαλύτερου σωματικού βάρους ζώων στην ενηλικίωση είναι αυξημένες, λόγω και του λιγότερου λίπους στο σώμα (Campell and Taverner, 1988). Στόχο γενετικής βελτίωσης αποτέλεσαν επίσης το μέγεθος της τοκετοομάδας (Knap et al., 1993), ο αριθμός των απογαλακτισμένων χοιριδίων ανά σύ κατά έτος (Knap, 1990) και η γαλακτοπαραγωγή (Whittemore, 1996 Mackenzie and Ravell, 1998). Σήμερα, οι βελτιωμένες σύες γεννούν περισσότερα και βαρύτερα χοιρίδια, που παρουσιάζουν μεγαλύτερη σωματική ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της γαλουχίας, που πλέον είναι συντομότερη και τα παράγωγά τους είναι περισσότερο αποδοτικά από ότι μερικά χρόνια πριν (Ball et al., 2008). Έτσι, ενώ τα 22 χοιρίδια στον απογαλακτισμό, αποτελούσαν πριν μερικά χρόνια επίτευγμα μόνο για το κορυφαίο ένα τρίτο των χοιροτροφικών επιχειρήσεων, σήμερα τα 30 χοιρίδια στον απογαλακτισμό αποτελούν έναν ρεαλιστικό στόχο (Miller, 1992). Η γενετική βελτίωση του αναπαραγωγικού πληθυσμού, στοχεύει στην επιλογή συών υψηλής γαλακτοπαραγωγικής ικανότητας, με δυνατότητα γέννησης περισσότερων χοιριδίων (Κnap et al., 1993), υψηλής κρεατοπαραγωγικής ικανότητας (Kim, 1999) και ταχύτερης ανάπτυξης. Ενδεικτικό της επιλογής αυτής είναι ότι το βάρος των εμβρύων σήμερα είναι μέχρι και 40% μεγαλύτερο από ότι ήταν πριν 40 χρόνια (Ullrey et al., 1965 Knight et al., 1977 McPherson et al., 2004). 2. Επιλογή των συών Η αναπαραγωγική ζωή των συών, από την επιλογή τους για γεννήτορες, μέχρι την απομάκρυνσή τους από την παραγωγή, αποτελείται από περιόδους με εντελώς διαφορετικές απαιτήσεις σε επίπεδο διαχείρισης και διατροφής. Τα πλέον σημαντικά στάδια της εκτροφής τους, αποτελούν το διάστημα ανάπτυξης έως και τον πρώτο τοκετό, η πρώτη περίοδος γαλουχίας και η περίοδος μετά τον πρώτο απογαλακτισμό τους (Boyd et al., 2000). Για την πλέον αποδοτική γενετική επιλογή και βελτίωση, είναι απαραίτητο να τεθούν στόχοι, σε ότι αφορά τη θρεπτική κατάσταση και τη σωματική διάπλαση των συών, ώστε να επιλεγούν και τα κατάλληλα σχήματα διατροφής και διαχείρισης (Boyd et al., 2000). 25

2.1 Περίοδος ανάθρεψης μέχρι την γονιμοποίηση και τον πρώτο τοκετό Η διατροφή των συών, πριν και κατά την διάρκεια της πρώτης κυοφορίας, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τόσο τις αποδόσεις, όσο και την εμφάνιση του οίστρου μετά τον απογαλακτισμό των χοιριδίων τους (Williams and Mullan, 1989). Έτσι, ο στόχος των 150 κιλών σωματικού βάρους, σε ηλικία 180-200 ημερών, με επαρκή ανάπτυξη των μυϊκών μαζών και των οστών ήταν ικανοποιητικός (Whittemore, 1996 Rozeboom, 1999). Ωστόσο με βάση πιο σύγχρονα δεδομένα, οι στόχοι αυτοί πλέον έχουν μεταβληθεί. Η οχεία προτείνεται να γίνεται στο δεύτερο ή τρίτο εμφανιζόμενο οίστρο, σε ηλικία 210-230 ημερών, με σωματικό βάρος 125-145 κιλών και πάχος υποδόριου λίπους 16-20 χιλιοστών (Close et al., 1985). Τα οστά των νεαρών ζώων είναι ελαφρύτερα και λιγότερο ανθεκτικά από αυτά των ενηλίκων (Geissemann et al., 1998) και θα πρέπει τόσο στον πρώτο, όσο και στους επόμενους δύο αναπαραγωγικούς κύκλους, να λαμβάνεται μέριμνα για την αύξηση του βάρους και της αντοχής τους (Boyd et al., 2000). Σημαντικό είναι επίσης την περίοδο αυτή η αποφυγή δημιουργίας παχύσαρκων ή ισχνών συών. Η υπερβολική παροχή ενέργειας τη περίοδο αυτή έχει σαν αποτέλεσμα την παχυσαρκία, που οδηγεί σε μειωμένη λήψη τροφής στην επερχόμενη γαλουχία και στην υπερβολική απώλεια βάρους κατά την διάρκειά της (Lodge et al., 1966 Sinclair et al., 1998). Αντίθετα, οι υπερβολικά ισχνές σύες αντιμετωπίζουν προβλήματα στον τοκετό και έχουν μειωμένη γαλακτοπαραγωγή, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις ίδιες και τα νεογέννητά τους (Baker et al., 1969). 2.2 Περίοδος πρώτης γαλουχίας Την πλέον σημαντική φάση του αναπαραγωγικού κύκλου της συός, αποτελεί η περίοδος της γαλουχίας των χοιριδίων, ιδιαίτερα για τις πρωτότοκες. Η διάρκεια της περιόδου γαλουχίας, η μεταβολή του σωματικού βάρους των συών και ο ρυθμός αύξησης, καθορίζουν τις αντίστοιχες διατροφικές ανάγκες των συών (NRC, 1998,2012). Την περίοδο της γαλουχίας, γίνεται σε μεγάλο βαθμό καταβολισμός των σωματικών αποθεμάτων της συός, προκειμένου να καλυφθούν οι αυξημένες διατροφικές ανάγκες της (Scams et al., 1999). 26

Οι ορμονικές μεταβολές της συός την περίοδο αυτή (FSH,LH, ινσουλίνη), σε συνδυασμό με το οξειδωτικό στρες που υφίσταται ο οργανισμός (Berchieri et al., 2010), την καθιστούν πρότυπο καταβολικής καταστάσεως (Barracos, 2006 Prunier and Quesnel, 2000). Κατά τη διάρκεια της γαλουχίας, οι σύες πρέπει να καλύψουν τις ανάγκες για την συντήρηση και τη σωματική τους ανάπτυξη (Cole, 1990), την ανάπτυξη του μαστού (Kim et al., 1999) και την γαλακτοπαραγωγή (Revell et al., 1998b Jones and Stahly, 1999). Η μειωμένη λήψη τροφής δυσχεραίνει την κάλυψη των αναγκών αυτών εκθέτοντας τα ζώα σε αρνητικό ενεργειακό και πρωτεϊνικό ισοζύγιο (Williams, and Mullan, 1989). To καταβολικό αυτό προφίλ των ζώων επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο λόγω και διαφόρων εξωγενών δυσμενών καταστάσεων και παραγόντων καταπόνησης, όπως ακατάλληλη θερμοκρασία περιβάλλοντος (Berchieri et al., 2010). 3. Γαλακτοπαραγωγική ικανότητα των συών Η γαλακτοπαραγωγική ικανότητα των συών, καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από το γενετικό δυναμικό και τη διατροφή τους (Tri-State Swine Nutrition Guide, 1998). Ωστόσο και άλλοι παράγοντες που σχετίζονται τόσο με τη σύ, όσο και εξωγενείς, επηρεάζουν την πορεία της γαλακτοπαραγωγής και θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Το περιβάλλον διαβίωσης (θερμοκρασία, υγρασία, μέθοδος σταβλισμού, ενοχλήσεις, εξοπλισμός, κλπ.), η ποιότητα και η ποσότητα του καταναλισκόμενου νερού, η σωματική διάπλαση της συός (Pluske et al., 1998), το μέγεθος της τοκετοομάδας (King et al., 1989 Sauber et al., 1994), η απώλεια σωματικού βάρους της συός κατά τη διάρκεια της γαλουχίας (Ball et.al., 2008), ο αριθμός του τοκετού (Aherne and Williams, 1992), η φυλή (Ball et.al., 2008), αλλά και η κατάσταση υγείας της συός είναι μερικοί από τους παράγοντες αυτούς. 4. Κατανάλωση τροφής των συών κατά την περίοδο της γαλουχίας Από τα προαναφερθέντα σχετικά με τον προσδιορισμό των αναγκών σε ενέργεια, πρωτεΐνες και αμινοξέα, είναι φανερό ότι με τις συνήθεις συνθέσεις των σιτηρεσίων και ανάλογα με το ενεργειακό και πρωτεϊνικό περιεχόμενο τους, η ποσότητα της καταναλισκόμενης τροφής είναι αυτή που καθορίζει τον βαθμό κάλυψης των αναγκών των 27

συών. Οι παράγοντες που επιδρούν στην ποσότητα της τροφής που καταναλώνεται από τις σύες, μπορούν να ταξινομηθούν σε τρείς κύριες κατηγορίες, που αφορούν την σύ (σωματικό βάρος και σύσταση του, μέγεθος τοκετοομάδας, αριθμός τοκετού, γενότυπος), το περιβάλλον διαβίωσης και τη διαχείριση (θερμοκρασία, ποιότητα αέρα, διάρκεια γαλουχίας, πυκνότητα πληθυσμού, κατάσταση υγιεινής, διαθεσιμότητα νερού, συχνότητα ταϊσμάτων) και τέλος το σιτηρέσιο (πεπτικότητα, σύνθεση, ενεργειακή πυκνότητα, ισορροπία πρωτεϊνών και αμινοξέων) (Revell and Williams, 1993). Αμέσως μετά τον τοκετό, η ποσότητα της τροφής που μπορεί να καταναλώσει η συς είναι εξαιρετικά μειωμένη, ιδιαίτερα στα βελτιωμένα και υψηλών αποδόσεων ζώα (Whittemore, 1996). Στη συνέχεια η ποσότητα αυξάνεται μέχρι να φτάσει στο μέγιστο τη δεύτερη ή τρίτη εβδομάδα μετά τον τοκετό (Koketsu et al., 1996). Σε μελέτες κατανάλωσης τροφής αναφέρεται ότι το μέγιστο της κατανάλωσης παρατηρείται την 4 η εβδομάδα, ενώ τις προηγούμενες, η κατανάλωση τροφής αντιστοιχεί στο 65%, 85% και 95% του μέγιστου (Pettigrew et al., 1986), με τις πρωτότοκες σύες να καταναλώνουν έως 15% λιγότερη τροφή (NRC, 1998). Επιπλέον συνίσταται ο περιορισμός της χορηγούμενης ποσότητας τροφής τις πρώτες ημέρες μετά τον τοκετό για την καλύτερη προσαρμογή του πεπτικού συστήματος στο νέο σιτηρέσιο (Dourmad, 1991) και την αποφυγή του συνδρόμου μαστίτιδας-μητρίτιδας αγαλαξίας (Neil, 1996 Noblet et al., 1998). Η αύξηση της κατανάλωσης τροφής την περίοδο της γαλουχίας ακολουθεί την πορεία της γαλακτοπαραγωγής, αφού το 70% των ενεργειακών αναγκών που απαιτείται για την κάλυψη της γαλακτοπαραγωγής καλύπτεται από την τροφή (Aherne and Williams, 1992). Κατά τις πρώτες τουλάχιστον δύο εβδομάδες της γαλουχίας οι ενεργειακές ανάγκες καλύπτονται και από την κινητοποίηση των σωματικών αποθεμάτων. Η συς χάνει βάρος, το οποίο όμως μερικώς αναπληρώνει στην συνέχεια των επόμενων συνήθως δύο, των συνολικά τεσσάρων συνήθως εβδομάδων γαλουχίας (Revell and Williams, 1993). Η διατροφή κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, επιδρά στο σωματικό βάρος και τη σύνθεση του σώματος των συών, που καθορίζουν την κατανάλωση της τροφής κατά την περίοδο της γαλουχίας. Υψηλά επίπεδα διατροφής κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, προκαλούν στην επερχόμενη περίοδο γαλουχίας, χαμηλότερη κατανάλωση τροφής και μεγαλύτερη κινητοποίηση σωματικών αποθεμάτων για την κάλυψη των αναγκών γαλακτοπαραγωγής (Mullan and Williams, 1989 Yang et al., 1989 Dourmad, 1991 Weldon 28

et al., 1994 Xue et al., 1997 Revell et al., 1998). Επίσης, η αρνητική επίδραση του αυξημένου σωματικού βάρους κατά την εγκυμοσύνη στη λήψη τροφής (O Grady et al., 1985 Williams and Smits, 1991 Weldon et al., 1994) είναι μικρότερη από αυτή που έχει το αυξημένο υποδόριο λίπος της συός (Dourmad, 1991 Williams and Smits, 1991 Revell et al., 1998). Το μέγεθος της τοκετοομάδας, επιδρά στην κατανάλωση τροφής έμμεσα, μέσω της αυξημένης γαλακτοπαραγωγής που παρατηρείται στα ζώα με μεγαλύτερες τοκετοομάδας (Auldist and King, 1995 Toner et al., 1996 Auldist et al., 1998 Revell et al., 1998). To μέγεθος της τοκετοομάδας για το οποίο παρατηρείται μέγιστη κατανάλωση τροφής από την σύ προσδιορίστηκε στα 14 χοιρίδια (Ο Grady et al., 1985). Ωστόσο, άλλοι ερευνητές δεν διαπίστωσαν συσχετισμό του μεγέθους της τοκετοομάδας και της κατανάλωσης τροφής, σε μελέτες συών με 6, 8, 10, 12 και 14 χοιρίδια με περιορισμό όμως της μέγιστης κατανάλωσης τροφής στα 5 κιλά την ημέρα (Auldist et al., 1998). Οι Eissen et al.,(2000), θεωρούν ότι σε σύες με σχετικά μικρού μεγέθους τοκετοομάδες, η αύξηση των χοιριδίων οδηγεί τελικά σε μεγαλύτερη αύξηση στην κατανάλωση τροφής. Η ποσότητα της τροφής που καταναλώνουν οι σύες κατά την περίοδο της γαλουχίας συσχετίζεται άμεσα με τον αριθμό του τοκετού, καθώς αυτή αυξάνεται όσο περισσότερους τοκετούς έχει το ζώο στο ενεργητικό του, σε ποσότητες από 0,73 kg την ημέρα για κάθε τοκετό, από τον πρώτο έως τον έβδομο, κατά τους O Grady et al., (1985), έως 0,81 kg την ημέρα από τον πρώτο έως τον ένατο τοκετό σύμφωνα με τον Mahan, (1998). Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, τόσο στην αύξηση του αριθμού των χοιριδίων με την αύξηση των τοκετών, όσο και στην αύξηση των ενεργειακών αναγκών συντήρησης της συός, εξαιτίας της αύξησης του σωματικού της βάρους με την πάροδο της ηλικίας (O Grady et al., 1985 Koketsu et al., 1996). Ο γενότυπος επίσης των ζώων φαίνεται πως επιδρά στην κατανάλωση τροφής και καθώς η κληρονομικότητα αυτού του χαρακτηριστικού είναι 0,19 (Van Erp et al., 1998), η γενετική επιλογή μπορεί να την επηρεάσει. Έτσι, ζώα επιλεγμένα για χαμηλή κατανάλωση τροφής κατά την φάση της ανάθρεψης, σε σχέση με άλλα υψηλής κατανάλωσης την ίδια περίοδο, κατανάλωναν σημαντικά λιγότερη τροφή στην περίοδο της γαλακτοπαραγωγής τους (Kerr and Cameron, 1996). Αναφορικά με τις φυλές των χοίρων έχουν παρατηρηθεί 29

διαφορές στην κατανάλωση τροφής. Οι σύες της φυλής Meishan καταναλώνουν περισσότερη τροφή από αυτές των Large White και Landrace (Sinclair et al., 1998), ενώ οι σύες της φυλής Hamshire περισσότερη από αυτές της Yorkshire (Grandhi, 1997). H επίδραση της θερμοκρασίας στην κατανάλωση της τροφής την περίοδο αυτή, είναι σημαντική, εξ αιτίας και των ιδιαίτερων συνθηκών στους θαλάμους τοκετούγαλουχίας. Συγκεκριμένα, ενώ για τη σύ το ανώτατο κρίσιμο θερμοκρασιακό όριο είναι 22 0 C, τα χοιρίδια έχουν ανάγκη θερμοκρασίας μεγαλύτερης των 30 0 C (Black et al., 1993). Έτσι, εάν η θερμοκρασία των θαλάμων αυξηθεί πάνω από το ανώτατο όριο για τη σύ, ο μόνος τρόπος να κρατήσει σταθερή τη θερμοκρασία του σώματος της, είναι να αυξήσει την αποβολή θερμότητας και να μειώσει την παραγωγή της, μειώνοντας την κατανάλωση τροφής (Williams, 1998). Έχει παρατηρηθεί μείωση της κατανάλωσης τροφής έως 40% σε αύξηση της θερμοκρασίας από 18 σε 28 0 C και έως 43% σε αύξηση από 20 σε 30 0 C (Black et al., 1993 Messias de Braganca et al.,1998).tαυτόχρονα, παρατηρείται μείωση της γαλακτοπαραγωγής, λόγω της μείωσης της ροής του αίματος προς το μαστό και τα άλλα όργανα, προκειμένου να αυξηθεί η κυκλοφορία στο δέρμα για τη μεγαλύτερη αποβολή θερμότητας (Black et al., 1993). 30

Β. ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΣΥΩΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΓΑΛΟΥΧΙΑΣ 1. Ανάγκες σε ενέργεια και πρωτεΐνες Σημαντικό ρόλο στην γαλακτοπαραγωγή αλλά και γενικότερα των αποδόσεων των συών, παίζει το μοντέλο διατροφής που εφαρμόζεται στην εκτροφή και πιο συγκεκριμένα η ποσότητα, η ποιότητα και η μορφή της χορηγούμενης τροφής, καθώς και η σύνθεση του σιτηρεσίου. Για την κατάρτιση των σιτηρεσίων γαλουχίας, λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των ζώων, καθώς και το γεγονός ότι η ποσότητα της τροφής που καταναλώνεται είναι γενικά ανεπαρκής για την κάλυψη των αναγκών την περίοδο αυτή (Noblet et al., 1990). Η κατάρτιση των κατάλληλων σιτηρεσίων πρέπει να στηρίζεται στον υπολογισμό των αναγκών των ζώων σε βασικά θρεπτικά συστατικά, ενέργεια, πρωτεΐνες και αμινοξέα. Αυτό δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο να επιτευχθεί, καθώς η ποσότητα του παραγόμενου γάλακτος, η ποσότητα της καταναλισκόμενης τροφής, η απώλεια του σωματικού βάρους και η περιεκτικότητά αυτού σε λίπος και πρωτεΐνες, αλλά και η αύξηση του βάρους της τοκετοομάδας, αποτελούν ατομικά χαρακτηριστικά που μεταβάλλονται συνεχώς (Ball et al., 2008). Η ενέργεια που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών των συών την περίοδο αυτή, προσδιορίζεται από τις ανάγκες συντήρησης των ζώων σε θερμοουδέτερο περιβάλλον, καθώς και από τις ανάγκες σε θερμοκρασίες ανώτερες ή κατώτερες της θερμοουδέτερης ζώνης, από τις ανάγκες για γαλακτοπαραγωγή, αλλά και από αυτές που απαιτούνται για την ανάπτυξη του σώματος και του μαστού (Pattience, 1996). Σε θερμοκρασίες κάτω από την κρίσιμη κατώτερη θερμοκρασία, οι ανάγκες μεταβάλλονται. Συγκεκριμένα, η κατώτερη κρίσιμη θερμοκρασία προσδιορίζεται στους 16 ο C για ομαδικό σταβλισμό και 20 ο C για ατομικό (Verstegen et al., 1985). Τα θερμοκρασιακά αυτά μεγέθη έχουν ιδιαίτερη σημασία, με δεδομένο ότι για κάθε μεταβολή θερμοκρασίας κατά 1 0 C κάτω από την κατώτερη κρίσιμη θερμοκρασία, απαιτούνται επιπλέον 4-5 Kcal DE/Kg ΣΒ 0,75 την ημέρα (Verstegen et al., 1973 ARC, 1981). Οι προσδιοριζόμενες ανάγκες συντήρησης στο στάδιο αυτό διαφέρουν στις διάφορες πειραματικές μελέτες, παρουσιάζοντας ένα μεγάλο εύρος τιμών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ARC (1981), αυτές ανέρχονται σε 109 Kcal ME/Kg ΣΒ 0,75 την ημέρα (ή 458 Kj ME/Kg ΣΒ 0.75 ). 31

Αν και σε μεταγενέστερες μελέτες των Close et al. (1985), Williams et al. (1985) και Yang et al., (1989), σε γενικές γραμμές τα στοιχεία αυτά συμφωνούν, οι Noblet et al. (1990) αναφέρουν διαφορές της τάξεως έως και 5%. Τα στοιχεία του NRC (1998) προσδιορίζουν τις ανάγκες σε 106 Kcal ME/Kg ΣΒ 0.75, περίπου ίσες με αυτά του ARC (1981). Κατά άλλους μελετητές, οι ανάγκες συντήρησης είναι 110 Kcal ME/Kg ΣΒ 0.75 (Noblet and Etienne, 1987). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι τα στοιχεία αυτά, βασίστηκαν σε μελέτες όπου διέφεραν το φυσιολογικό στάδιο των ζώων των πειραματισμών, ο αριθμός του τοκετού, η προσλαμβανόμενη ενέργεια, οι συνθήκες σταβλισμού, καθώς και ο έλεγχος της θερμοκρασίας περιβάλλοντος, παράγοντες ικανοί να επηρεάσουν τα σχετικά αποτελέσματα (Ball et al., 2008). Σύμφωνα τέλος με πρόσφατες μελέτες σε ζώα υψηλών αποδόσεων και ρυθμού ανάπτυξης (Samuel et al., 2007c), στα οποία χορηγήθηκαν σιτηρέσια με επίπεδα ενέργειας περίπου όσο οι ανάγκες συντήρησής τους ή και διπλάσια από αυτές, οι ανάγκες συντήρησης υπολογίστηκαν σε 515 και 495 Kj ME/Kg ΣΒ 0.75 αντίστοιχα. Με το δεδομένο ότι οι γενετικά βελτιωμένες σύες εμφανίζουν μεγαλύτερα ποσοστά μυϊκού ιστού και μικρότερα λίπους, πολλοί μελετητές ισχυρίζονται ότι ο εκθέτης 0,75 θα πρέπει να αναθεωρηθεί προς τα κάτω, στο 0,6116 (Samuel et al., 2007d), αφού απαιτείται περισσότερη ενέργεια για την παραγωγή ενός κιλού μυϊκού ιστού από όση για ένα κιλό λίπος (Rivera-Ferre et al., 2006). Η τιμή αυτή πλησιάζει κατά πολύ το 0,60 που χρησιμοποιείται στους παχυνόμενους χοίρους (Noblet et al., 1991). Με βάση τα δεδομένα αυτά, οι ανάγκες είναι περίπου 14% μεγαλύτερες από αυτές που προτείνει το NRC (1998). Για τον προσδιορισμό των ενεργειακών αναγκών γαλακτοπαραγωγής, επίσης λαμβάνεται υπόψη ότι το ενεργειακό περιεχόμενο του γάλακτος είναι 2.000 Kcal DE/Kg (Verstegen and Den Hartog, 1989) και ότι για κάθε κιλό αύξησης σωματικού βάρους της τοκετοομάδας απαιτούνται 4 κιλά γάλακτος (Whittemore and Morgan, 1990). Η ακρίβεια αυτής της μεθόδου, με βάση την αύξηση του σωματικού βάρους της τοκετοομάδας, για την εκτίμηση της γαλακτοπαραγωγής και τον προσδιορισμό των ενεργειακών αναγκών της συός είναι μικρή (R 2 =0,50) (Lewis et al., 1978). Η ακρίβεια ωστόσο αυξάνεται, όταν η αύξηση βάρους της τοκετοομάδας, συσχετιστεί κυρίως με τη συνολικά παραγόμενη πρωτεΐνη στο γάλα και την περιεχόμενη σε αυτό ενέργεια, παρά με την ποσότητά του (Noblet and Etienne, 1989). 32

Η αύξηση του βάρους της τοκετοομάδας δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένη σε όλη την διάρκεια της περιόδου γαλουχίας, με αποτέλεσμα οι ενεργειακές ανάγκες γαλακτοπαραγωγής της συός να μεταβάλλονται. Έτσι την πρώτη εβδομάδα πραγματοποιείται το 18% της συνολικής αύξησης βάρους της τοκετοομάδας, τη δεύτερη το 24%, την τρίτη το 30% και την τέταρτη το 28% (Mullan et al., 1993). Επομένως, αν με βάση τα στοιχεία αυτά, μία τοκετοομάδα των δέκα χοιριδίων έχει αύξηση βάρους 130, 190, 260, 275 gr/χοιρίδιο/ημέρα την 1 η, 2 η, 3 η και 4 η εβδομάδα αντίστοιχα, τότε το παραγόμενο γάλα για τις αντίστοιχες εβδομάδες γαλουχίας θα πρέπει να υπολογιστεί σε 5,2, 7,6, 10,4, 11,0 kg/συ/ημέρα (Whittemore and Morgan, 1990). Από τα παραπάνω, καθώς και από το γεγονός ότι η γενετική βελτίωση οδηγεί σε μεγαλύτερες τοκετοομάδες, ταχύτατα αναπτυσσόμενων χοιριδίων, γίνεται εύκολα αντιληπτή η σπουδαιότητα της ενέργειας της τροφής στην εξέλιξη της γαλακτοπαραγωγής. Οι ανάγκες σε πρωτεΐνες για την συντήρηση των συών στη φάση αυτή, εξαρτώνται από το ποσοστό των πρωτεϊνών επί του συνόλου του σωματικού βάρους, που κυμαίνεται μεταξύ 14-17% του Σ.Β και κατά μέσο όρο 15% (Patience, 1996). Οι ανάγκες σε πρωτεΐνες για συντήρηση, έχουν υπολογιστεί από 55 έως 133 gr/ημέρα, λαμβάνοντας υπόψη την ποσότητα πρωτεϊνών του σώματος σε ζώα με 1 έως 5 τοκετούς, που υπολογίζεται σε 16,6, 27,7, 35,5, 40,1, και 42,5 κιλά αντίστοιχα. Οι τιμές αυτές εξαρτώνται βέβαια και από τον γενότυπο, το συνολικό βάρος και άλλους ατομικούς παράγοντες των ζώων (Yang et al., 1989), θεωρώντας παράλληλα ότι δεν υπάρχει κινητοποίηση σωματικών αποθεμάτων για την κάλυψη αναγκών γαλακτοπαραγωγής. Έτσι αναφέρονται ανάγκες 2,38 gr πεπτής πρωτεΐνης/kg ΣΒ 0.75 την ημέρα ( Mullan et al., 1993) έως και 0,64 gr πεπτής πρωτεΐνης /Kg ΣΒ 0,75 την ημέρα (ARC, 1981). Για τις ανάγκες σε πρωτεΐνες που απαιτούνται για την παραγωγή του γάλακτος των συών κατά την περίοδο της γαλουχίας, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το γάλα έχει 5,7% πρωτεΐνες και ότι η απόδοση μετατροπής της πεπτής πρωτεΐνης τροφής σε πρωτεΐνη γάλακτος δεν υπερβαίνει το 70% (Patience, 1996). Έτσι οι ανάγκες σε πρωτεΐνη για την παραγωγή του γάλακτος, θεωρητικά, μπορούν να υπολογιστούν σε 81 gr πεπτών πρωτεϊνών ή σε 100 gr ολικών πρωτεϊνών τροφής, για κάθε κιλό παραγόμενου γάλακτος. 33