Κ. Σμπόνιας Ι. Τζαχίλη Δ. Μουλλού ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ: ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Σχετικά έγγραφα
Κ. Σμπόνιας Ι. Τζαχίλη Δ. Μουλλού ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ: ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Ι Ο Ν Ι Ο Σ Λ Ο Γ Ο Σ Protoselida.indd 1 17/03/ :42:43

θηρασία I μια διαχρονική διαδρομή

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Ο Οικισμός Σκάρκος της Ίου

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

θηρασία I μια διαχρονική διαδρομή

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΕΡΓΙΝΑΣ

Η Θήρα κατά την 3η Χιλιετία

1. Επεμβάσεις συντήρησης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π.

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ

MIA ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

Ακολούθησέ με... στον οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Ενότητα 6. Η Βυζαντινή Ανασκαφή 2 Γιάννης Βαραλής

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

Κώστας Ζάµπας Πολιτικός Μηχανικός ρ ΕΜΠ. Σκιάθου Αθήνα. Τηλέφωνο: Φαξ: Ηλεκτρονική διεύθυνση:

ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ SYMPOSIUM NEW TECHNOLOGIES IN SERVICE TO OUR KNOWLEDGE OF ANTIQUITY

Ανάγνωση - Περιγραφή Μνημείου: Ναός του Ηφαίστου

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Μινωικοί ιεροί χώροι

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

ΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΤΗΣ ΣΚΥΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων,

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

θηρασία I μια διαχρονική διαδρομή

VIVIANNA A METALLINOU Architect, Environmental Historian YPERIA 2013, AMORGOS

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Δραπετσώνας & Τροιζήνας Μεθάνων. Λόφος Μουσών. Φύλλα εργασίας

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ

Ε.Μ.Π. ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 6 ΤΟΜΕΑΣ 1 ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

Το νησάκι της Δοκού απέχει 7 ναυτικά μίλια από το

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας. - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3

Β ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων

Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ

To Ιερό Κορυφής του ΒρυςΙνα (II) η μαρτυρια των ευρηματων Συστηματική ανασκαφή

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 6 ΣΕΛΙΔΕΣ

1. Επεμβάσεις συντήρησης

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

Ανοικτή Πρόσβαση και αρχαιολογικά Δεδομένα.

ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου.

Καθηγήτρια Τζελίνα Χαρλαύτη, Διευθύντρια Δρ Μαρίνος Σαρηγιάννης, Αναπλ. Διευθυντής

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ ΜΕΙΟΔΟΤΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

Μία νέα οπτική στο τοπίο και στην οικιστική οργάνωση της Νεολιθικής Θεσσαλίας μέσα από τη συνεισφορά των γεωφυσικών διασκοπήσεων.

ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΣΕΙΣ ΜΕ ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ Σάββατο 4 Απριλίου 2015 Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης - Θεσσαλονίκη

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2013) Donald C. Haggis, The University of North Carolina at Chapel Hill

ΑΔΑ: ΒΕΔΙ7Λ1-02Ο ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

Οργάνωση Σεμιναρίου: Μαρίζα Μαρθάρη The seminar is organized by Marisa Marthari

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Τέχνη Χώρος Όψεις Ανάπτυξης

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Πυραμίδες στην Ελλάδα

Αρχαιολογία του τοπίου: θεωρητικές και ερμηνευτικές προσεγγίσεις

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ.

Η Μάθηση και η Διδασκαλία με Χάρτες

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ (Για υποβολή πρότασης σύναψης σύμβασης μίσθωσης έργου ιδιωτικού δικαίου)

ΘΗΡΑΣΙΑ Ι μια διαχρονική διαδρομή

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος

ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού

ΒΥΡΩΝ Γ. ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ. Βουλευτής Β Αθηνών Νέας Δημοκρατίας ΕΡΩΤΗΣΗ. Προς τον ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΙ ΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΣΤΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ

Άλλοι χάρτες λαμβάνουν υπόψη και το υψόμετρο του αντικειμένου σε σχέση με ένα επίπεδο αναφοράς

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

Εισηγητής: Καραγιώργος Θωμάς, MSc, PhD candidate in Sport Management & Recreation ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΙΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΑΡΙΣΤOΤΕΛΕΙΟ

Transcript:

Κ. Σμπόνιας Ι. Τζαχίλη Δ. Μουλλού ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ: ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ Ηηφαιστειακή έκρηξη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, που εκδηλώθηκε στην περιοχή της Σαντορίνης στο δεύτερο μισό του 17ου αι. π.χ., 1 άλλαξε δραστικά τη μορφή του ενιαίου συμπλέγματος της νήσου Θήρας-Θηρασίας. Η Θηρασία αποκόπηκε από τον ηφαιστειακό κώνο της Σαντορίνης μέσω της βύθισης του στενού της Οίας, ενώ με την απόθεση των προϊόντων της έκρηξης το ανάγλυφο και η ακτογραμμή της νήσου άλλαξαν δραστικά. Η νέα μορφή της Θηρασίας αποτέλεσε το τοπίο των ιστορικών χρόνων, όπου αναπτύχθηκε η οικιστική ιστορία του νησιού στη διάρκεια της αρχαιότητας, στους μεσαιωνικούς και μεταμεσαιωνικούς χρόνους. Ιδιαίτερο στοιχείο αυτού του τοπίου, πέρα από τη διαμόρφωση του νησιωτικού του χαρακτήρα, ήταν η κάλυψη του προεκρηξιακού αναγλύφου κάτω από βαθιά στρώματα ελαφρόπετρας και ηφαιστειακής στάχτης, πάχους δεκάδων μέτρων, που διαμόρφωσαν τις επίπεδες επιφάνειες του νησιού αλλά και στη συνέχεια, μέσω της διάβρωσης, την εικόνα των χαρακτηριστικών βαθιών φαραγγιών που τέμνουν σήμερα το τοπίο. Η έρευνα της νήσου στο πλαίσιο του προγράμματος «Διαχρονικοί νησιωτικοί πολιτισμοί: η περίπτωση της Θηρασίας», 2 εκκινώντας από ένα άγνωστο ουσιαστικά τοπίο, αποσκοπούσε σε μια συνολική ιστορία της Θηρασίας. 3 Στην 1. Στο 1520-1500 π.χ. σύμφωνα με την παραδοσιακή χαμηλή χρονολογία, στο β μισό του 17ου αι. π.χ. στη βάση μεθόδων των θετικών επιστημών. Βλ. Friedrich 2009, 99-121 για μια σύνοψη. 2. Η έρευνα της Θηρασίας εντάσσεται σε πρόγραμμα «Θαλής» του ΑΠΘ (Κ. Παλυβού) σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κρήτης (Ι. Τζαχίλη), το Ιόνιο Πανεπιστήμιο (Κ. Σμπόνιας) και το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών (Α. Σαρρής). Το αρχαιολογικό σκέλος της έρευνας επιφανείας έγινε σε συνεργασία του Πανεπιστημίου Κρήτης με την ΚΑ ΕΠΚΑ (Μ. Μαρθάρη, Μ. Ευσταθίου) και τη 2η ΕΒΑ. Η ανασκαφή σε επιλεγμένες προϊστορικές θέσεις της νήσου, υπό τη διεύθυνση των Ι. Τζαχίλη και Κ. Σμπόνια, αποτελεί πρόγραμμα συνεργασίας του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου με το Πανεπιστήμιο Κρήτης και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων (Μ. Ευσταθίου). 3. Για την προηγούμενη έρευνα στη Θηρασία βλ. Ross 1840, 88 και 101, Fouqué 1998 [1879], Sperling 1973, 40-41, Σμπόνιας, Farinetti, Κορδατζάκη, υπό έκδοση. 53

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Εικ. 1: Περιοχές της αρχαιολογικής έρευνας επιφανείας και πυκνότητες κεραμεικής στην επιφάνεια του εδάφους. έρευνα επιφανείας, που αποτέλεσε τον πυρήνα της αρχαιολογικής έρευνας στο διάστημα 2007-2011, προστέθηκε, στο πλαίσιο του προγράμματος «Θαλής», η γεωφυσική έρευνα από το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών, και από το 2014 η ανασκαφή του Ιονίου Πανεπιστημίου, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κρήτης και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, σε επιλεγμένες προϊστορικές θέσεις της νήσου. Η αρχαιολογική έρευνα επιφανείας προσδιόρισε μέσα από μια διαχρονική 54

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ οπτική τους βασικούς άξονες της οικιστικής ιστορίας της Θηρασίας (εικ. 1). 4 Στα νέα στοιχεία της έρευνας περιλαμβάνεται ο εντοπισμός προϊστορικού οικισμού στη θέση Μονής Κοίμησης, στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού, η διερεύνηση του αρχαίου κέντρου κατοίκησης στον λόφο του Προφήτη Ηλία, στο φρύδι της καλδέρας, στο νοτιοανατολικό τμήμα της Θηρασίας, η καταγραφή της διασποράς αγροικιών και νεκροταφείων από τα αρχαϊκά χρόνια έως και τον 6ο αι. μ.χ., ο εντοπισμός ελληνιστικού πύργου στη θέση Χριστός, στη δυτική πεδινή ζώνη, καθώς και η διερεύνηση του σχήματος κατοίκησης στα Πρωτοβυζαντινά χρόνια, με τον εντοπισμό οικισμού του 7ου-9ου αι. μ.χ. στη θέση Κάστρο, στις απόκρημνες πλαγιές της καλδέρας, στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού (εικ. 1). 5 Μελετήθηκε, επίσης, η διασπορά υλικού των Μεσοβυζαντινών χρόνων, που υποδηλώνει την ανάκαμψη της υπαίθρου την περίοδο αυτή. Στους Νεότερους χρόνους επικρατεί ένα διάσπαρτο σχήμα υπόσκαφων μικροοικισμών, πριν τη συγκέντρωση εκ νέου σε πυρηνικούς οικισμούς κατά τον 20ό αι. Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στους Προϊστορικούς χρόνους και αποτελεί προκαταρκτική έκθεση των στοιχείων που προέκυψαν από την πρόσφατη αρχαιολογική έρευνα. Στοιχεία για το προϊστορικό τοπίο της Θηρασίας: η γεωμορφολογική εικόνα του νησιού Για την κατανόηση του προϊστορικού τοπίου της Θηρασίας, σημαντική είναι πρωταρχικά η κατανόηση της γεωμορφολογίας του νησιού. Είναι γενικά αποδεκτό πως, πριν τη μινωική έκρηξη και την καταβύθιση τους στενού της Οίας, η Θηρασία αποτελούσε τμήμα του ενιαίου ηφαιστειακού κώνου της Σαντορίνης. Πολλές μελέτες αναφέρονται στη γεωλογική εξέλιξη του νησιού και 4. Τα πρώτα αποτελέσματα του προγράμματος αυτού παρουσιάστηκαν στην επιστημονική συνάντηση «Διαχρονικοί νησιωτικοί πολιτισμοί: Η περίπτωση της Θηρασίας», που διοργανώθηκε από την Ι. Τζαχίλη και την Κ. Παλυβού στις 23-24 Σεπτεμβρίου 2011 στη Θήρα. Η δημοσίευση των Πρακτικών βρίσκεται στο τελικό στάδιο. 5. Για μια πρώτη παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας επιφανείας βλ. Σμπόνιας, Farinetti, Κορδατζάκη, υπό έκδοση, Φαρινέττι, Αθανασίου, Σαρρής, Σμπόνιας 2013. Τη μελέτη της κεραμεικής έχουν αναλάβει οι Ι. Τζαχίλη και Μ. Μαρθάρη (Προϊστορία), Μ. Ευσταθίου (Αρχαιότητα), Μ. Βόγκλη (Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή περίοδος), Γ. Κορδατζάκη (πετρογραφική ανάλυση). Η Ε. Farinetti είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση της βάσης δεδομένων και την εφαρμογή των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, καθώς και για τη δημιουργία των χαρτών που παρουσιάζονται στην παρούσα μελέτη. Οι αρχιτεκτονικές αποτυπώσεις αρχαίων καταλοίπων υποστηρίζονται από ευρεία ομάδα αρχιτεκτόνων, υπό τη διεύθυνση της Κ. Παλυβού. 55

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ επιχειρούν να αποκαταστήσουν τη μορφή του συμπλέγματος στην Εποχή του Χαλκού, στη διάρκεια της οποίας το νησί ήταν ενιαίο και εκτεινόταν από τον Φάρο έως το Ασπρονήσι. 6 Η κεντρική καλδέρα υπήρχε, καθώς μια μικρή δίοδος μεταξύ Φάρου και Ασπρονησίου επέτρεπε στη θάλασσα να εισέρχεται στο εσωτερικό, διαμορφώνοντας ένα ρηχό τμήμα στα βόρεια και πιθανώς ένα βαθύτερο τμήμα στα νότια, πρόσφορο ως ασφαλές λιμάνι (εικ. 2). 7 Η μελέτη της ακτογραμμής της Θηρασίας, πριν την έκρηξη, είναι σε εξέλιξη από τον Γ. Βουγιουκαλάκη στο πλαίσιο του προγράμματος της Θηρασίας. Για την έρευνα και αξιολόγηση των προϊστορικών καταλοίπων στη Θηρασία, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ακόλουθοι παράγοντες που άλλαξαν τη γεωμορφολογική εικόνα του νησιού. Πρώτα-πρώτα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, τμήματα του προϊστορικού τοπίου έχουν χαθεί λόγω της καταβύθισης του στενού της Οίας και του τμήματος νότια του ακρωτηρίου της Κοίμησης. Επίσης, η σημερινή ακτογραμμή είναι διαφορετική σε σχέση με αυτή της Εποχής του Χαλκού λόγω της απόθεσης στρωμάτων τέφρας στη θάλασσα, που δημιούργησαν το μεγαλύτερο πεδινό δυτικό τμήμα της σημερινής Θηρασίας. Η προϊστορική ακτογραμμή στα δυτικά θα μπορούσε να αποκατασταθεί στις παρυφές του κάμπου μεταξύ της ισοϋψούς των 40 και 60 μ., όπου αρχίζει η ζώνη των ενδιάμεσων πλαγιών, περίπου 600 μ. ανατολικότερα από τη σημερινή ακτογραμμή (εικ. 2). Η καλδέρα στα ανατολικά, που κατακρημνίστηκε στη διάρκεια της μινωικής έκρηξης, αν και πρέπει να εκτεινόταν ανατολικότερα των σημερινών ορίων, δεν θα πρέπει να ήταν ριζικά διαφορετική σε σχέση με σήμερα, διαμορφώνοντας το ανατολικό όριο του νησιού (εικ. 2). Η κατακρήμνιση είναι ορατή σε χαμηλότερο επίπεδο, σε σχέση με το σημερινό φρύδι της καλδέρας, ενώ, αντίθετα, λόγω της καταβύθισης του κατώτερου τμήματος, η ύπαρξη ενδεχομένως όρμων κατά μήκος του καλδερικού βυθίσματος, αντίστοιχων των σημερινών όρμων του Κόρφου ή του Αγίου Νικολάου, δεν μπορεί να αξιολογηθεί. Βασικές αλλαγές σχετίζονται επίσης με το ανάγλυφο του νησιού. Η γεωλογία της Θηρασίας χαρακτηρίζεται από την εναλλαγή στρωμάτων ηφαιστειακής λάβας και τέφρας, τα οποία δημιουργήθηκαν στη διάρκεια των πολλαπλών 6. Aston. Hardy 1990, Friedrich κ.ά. 2000, Friedrich 2009, 33-49, Βουγιουκαλάκης 2001, 2006. 7. Βλ. Βουγιουκαλάκης 2001, 41 και Βουγιουκαλάκης, υπό έκδοση. Στον χάρτη του ενιαίου συμπλέγματος της Θήρας-Θηρασίας κατά Βουγιουκαλάκη σημειώνονται θέσεις της Εποχής του Χαλκού, που έχει φέρει στο φως η αρχαιολογική έρευνα (βλ. Παπαγιαννοπούλου 1992, Μαρθάρη 2001, Ντούμας κ.ά. 2009, Σωτηρακοπούλου 1999, Sotirakopoulou 2008, Παπαδόπουλος 2008). 56

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ Εικ. 2: Απεικόνιση, κατά Βουγιουκαλάκη, του ηφαιστειακού κώνου της Σαντορίνης πριν τη μινωική έκρηξη. Στον χάρτη σημειώνονται θέσεις της Εποχής του Χαλκού, που έχει φέρει στο φως η αρχαιολογική έρευνα. εκρήξεων στην ιστορία του συμπλέγματος της Σαντορίνης. 8 Ο ανώτερος ορίζοντας τέφρας, που καλύπτει σήμερα το νησί, είναι αποτέλεσμα της μινωικής έκρηξης, απόθεση που άλλαξε δραστικά το μινωικό ανάγλυφο δημιουργώντας όλες τις επίπεδες επιφάνειες αλλά και υποκρύπτοντας ενδεχομένως τοπογραφικά χαρακτηριστικά μικρής κλίμακας του προϊστορικού τοπίου, όπως μικρές κοιλάδες ή λόφους, 9 διαμορφώνοντας ένα περισσότερο επίπεδο ανάγλυφο. Αντίθετα, στις περιοχές με μεγαλύτερη κλίση, στα απότομα πρανή του νησιού, τα στρώματα της ηφαιστειακής τέφρας είναι περισσότερο λεπτά. Όπως σημειώνει ο Friedrich, η τοπογραφία επέδρασε στη σημερινή κατανομή των 8. Βουγιουκαλάκης 2001, 40, εικ. 2 και 2006, 47-49, Druitt κ.ά., 1999, 45, Friedrich 2009, 90-94. 9. Vassilopoulos, Evelpidou, Chartidou 2010, 10-11 (για Σαντορίνη). 57

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ στρωμάτων της τέφρας, καθώς η απόθεσή της ήταν μικρότερη στα μεγαλύτερα υψόμετρα, ενώ στα απότομα πρανή απομακρύνθηκε λόγω της διάβρωσης. 10 Στο νότιο τμήμα του νησιού η μεταβολή που επέφερε η μινωική έκρηξη, ήταν σημαντική λόγω της κατακρήμνισης του τμήματος του νησιού, που εκτείνονταν μεταξύ της σημερινής νότιας ακτογραμμής και της νησίδας Ασπρονήσι. Τα απότομα πρανή της σημερινής νότιας πλευράς της Θηρασίας δεν αποδίδουν την εικόνα του νησιού πριν τη μινωική έκρηξη, αντίθετα, το ανάγλυφο συνέχιζε ομαλά προς τον νότο, στο τμήμα του νησιού το οποίο σήμερα έχει καταβυθιστεί (εικ. 2). Η υψομετρική διαφορά μεταξύ της Μονής Κοίμησης στο νοτιοανατολικό άκρο της Θηρασίας (196 μ.) και του Ασπρονησίου νοτιότερα (75 μ.) αντανακλά, αφαιρώντας τα στρώματα της μινωικής έκρηξης, τον τρόπο με τον οποίο το ανάγλυφο συνέχιζε προς νότο και έσβηνε ομαλά προς το Ασπρονήσι, διαμορφώνοντας μια πεδινή έκταση κοντά στη θαλάσσια δίοδο εισόδου προς την καλδέρα. Όπως σημειώνει ο Βουγιουκαλάκης, αυτό το νότιο τμήμα του νησιού ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκό για κατοίκηση, τόσο γιατί ήταν προστατευμένο από τους βόρειους ανέμους όσο και γιατί βρισκόταν στις παρυφές της πεδινής περιοχής και κοντά στη θαλάσσια είσοδο της καλδέρας. 11 Είναι ενδιαφέρον, λοιπόν, ότι τόσο οι πρώτες έρευνες στο νησί, στα ορυχεία Αλαφούζου στη διάρκεια του 19ου αι., όσο και τα αποτελέσματα της πρόσφατης αρχαιολογικής έρευνας επιφανείας της Θηρασίας (εικ. 3), εντόπισαν κατά μήκος της σημερινής νότιας πλευράς του νησιού τις κύριες προϊστορι κές εγκαταστάσεις, αναδεικνύοντας τη σπουδαιότητα της περιοχής αυτής για την προϊστορική έρευνα. Παρά την καταβύθιση τμημάτων νοτιότερα της σημερινής ακτογραμμής, το ανώτερο τμήμα των πλαγιών και τα πλατώματα που κατεβαίνουν προς τη θάλασσα, δεν έχουν υποστεί κατακρήμνιση, καθώς η καλδέρα βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο. Αποδίδουν, έτσι, την προεκρηξιακή εικόνα του νησιού, δηλαδή τις πλαγιές λόφων που πριν τη μινωική έκρηξη βρίσκονταν στην ενδοχώρα της Θηρασίας, στις παρυφές του σήμερα καταβυθισμένου πεδινού τμήματος και κοντά στη θαλάσσια είσοδο στην καλδέρα. 12 Τα πρώτα προϊστορικά ευρήματα στο νησί, στα ορυχεία Αλαφούζου Οι πρώτες ανασκαφές στη Θηρασία, τον 19ο αι., προέκυψαν μέσα από εξορυκτική δραστηριότητα και εντάχθηκαν, στη συνέχεια, στο επιστημονικό ενδια- 10. Friedrich 2009, 90-91. 11. Βουγιουκαλάκης, υπό έκδοση. 12. Στο ίδιο. 58

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ Εικ. 3: Κατανομή προϊστορικής κεραμεικής στο νότιο τμήμα της Θηρασίας, με βάση την αρχαιολογική έρευνα επιφανείας. φέρον της εποχής για την ιστορία των ηφαιστειακών εκρήξεων της Σαντορίνης. 13 Στην περιοχή Κιμινά, στο νότιο τμήμα της Θηρασίας (εικ. 4), η εξόρυξη θη ραϊκής γης στο ορυχείο του Σ. Αλαφούζου και στις γειτονικές ιδιοκτη σίες εί χαν φέρει στο φως ίχνη διάσπαρτων κτισμάτων ενός οικισμού της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, εκ των οποίων ένα κτήριο ανασκάφηκε στο σύνολό του αρχικά από τους Αλαφούζο και Νομικό το 1866 και στη συνέχεια από τον 13. Για τη νέα δημοσίευση των ερευνών του 19ου αι. στη Θηρασία και την ένταξή τους στο ιστορικό και επιστημολογικό πλαίσιο της εποχής βλ. Τζαχίλη 2006, 63-66 και 111-145. 59

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Εικ. 4: Άποψη των ορυχείων στο νότιο τμήμα της Θηρασίας. Φουκέ το 1867. 14 Το ιστορικό των ανασκαφών αυτών και τα ευρήματά τους δημοσίευσε πρόσφατα η Ι. Τζαχίλη στο βιβλίο της Οι αρχές της αιγαιακής Προϊστορίας. Οι ανασκαφές στη Θήρα και τη Θηρασία τον 19ο αι. Οι ανασκαφές των αρχαίων καταλοίπων που διακρίνονταν στο ορυχείο Αλαφούζου στο κατώτερο σημείο των στρωμάτων της άσπας (ηφαιστειογενές εκρηξιακό υλικό), άρχισαν από τους Αλαφούζο και Νομικό το 1866 και έφεραν στο φως ένα εγκιβωτισμένο στην άσπα οικοδόμημα που εδραζόταν στα προεκρηξιακά στρώματα. 15 Την ίδια χρονιά, η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας συγκέντρωσε μεγάλο διεθνές ενδιαφέρον και οδήγησε, μεταξύ άλλων, στην αποστολή από τη Γαλλική Ακαδημία κλιμακίου γεωλόγων για τη μελέτη των εκρήξεων του ηφαιστείου, που κατέληξε αργότερα στη δημοσίευση από τον Φουκέ του έργου Santorin et ses éruptions. 16 Στο πλαίσιο αυτό των γεωλογικών ερευνών στη Σαντορίνη του 19ου αι. εντάσσονται τα πρώτα βήματα της προϊστορικής αρχαιολογίας του Αιγαίου και ειδικότερα οι πρώτες ανασκαφικές έρευνες στη Θηρασία. Ο Φουκέ θα συνεχίσει την ανασκαφή του προϊ- 14. Fouqué 1879. 15. Για την ιστορία των ανασκαφών βλ. Τζαχίλη 2006, 63-68. 16. Fouqué 1879. 60

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ στορικού κτηρίου στα ορυχεία Αλαφούζου το 1867, με στόχο να εξακριβώσει τα γεωλογικά στρώματα στα οποία εδραζόταν το κτήριο, και να συσχετίσει χρονολογικά την κατοίκηση με τη μεγάλη έκρηξη. Καθαρίζει την εξωτερική πλευρά των τοίχων του κτηρίου αποκαλύπτοντας τα παράθυρα, μελετά τη γεωλογική στρωματογραφία σε σχέση με τα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία και καταγράφει, και παρουσιάζει σε εκθέσεις και στην τελική δημοσίευση τα βασικά συμπεράσματα των αρχαιολογικών του ερευνών. 17 Το αυτοτελές οικοδόμημα που ανασκάφηκε, είχε διαστάσεις 11x12 μ. και περιελάμβανε ένα ισόγειο διαιρεμένο σε έξι δωμάτια και περιφραγμένη αυλή γύρω από το κτίσμα. Ωστόσο, δεν πρόκειται για μεμονωμένη οικία της υπαίθρου, καθώς αναφέρεται πως υπήρχαν και άλλα κτίσματα στις γειτονικές ιδιοκτησίες, και ο Φουκέ σε τομή και όψη της νότιας ακτής της Θηρασίας απεικονίζει μια σειρά έξι σπιτιών στα άνδηρα των ορυχείων. 18 Το κτίσμα που ανασκάφηκε περιείχε Υστεροκυκλαδική (ΥΚ) κεραμεική, αντίστοιχη του Ακρωτηρίου, λίθινα σκεύη και εργαλεία, που τεκμηριώθηκαν στην τελική δημοσίευση, αν και σήμερα τα ευρήματα αυτά έχουν χαθεί. Το ίδιο το κτήριο κατεδαφίστηκε στην πρόοδο των εργασιών του ορυχείου, ξεχάστηκε, και η θέση του εντοπίστηκε εκ νέου από την Ίριδα Τζαχίλη το 2001. 19 Η έρευνα επιφανείας Η έρευνα επιφανείας, που άρχισε το 2007 με στόχο τη συστηματική αρχαιολογική έρευνα του νησιού, επικεντρώθηκε δειγματοληπτικά σε δύο κύριες ζώνες του νησιού: τον κάμπο, στα δυτικά, και την ορεινή ζώνη στην ενδοχώρα, στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, και συμπεριέλαβε επίσης την περιοχή των ορυχείων στον νότο (εικ. 1). 20 Αναφερθήκαμε παραπάνω στους γεωμορφολογικούς παράγοντες και στα προβλήματα εντοπισμού προϊστορικού υλικού στην επιφάνεια. Προϊστορικά ευρήματα θα μπορούσαν να αναμένονται στα ανατολικά όρια του δυτικού κάμπου, κοντά στην αρχαία ακτογραμμή, καθώς και στα απότομα πρανή του νησιού, που δεν καλύφθηκαν από παχιά στρώματα τέφρας. Η απομάκρυνση επίσης των στρωμάτων τέφρας λόγω της διάβρωσης (π.χ. στα φαράγγια του νησιού ή στις πλαγιές με μεγάλη κλίση) ή λόγω της εξορυκτικής δραστηριότητας, όπως είναι η περίπτωση της αποκάλυψης του 17. Τζαχίλη 2006, 87-92 και 124-145, για την περιγραφή του κτηρίου και των ευρημάτων. 18. Τζαχίλη 2006, 116-117, 121 εικ. 43. 19. Τζαχίλη 2006, 112-123, 126 εικ. 49-51. 20. Σμπόνιας, Farinetti, Κορδατζάκη, υπό έκδοση. 61

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Εικ. 5: Προϊστορικός οικισμός στη θέση Μονή Κοίμησης. Απεικονίζεται ο κάνναβος περισυλλογής υλικού νοτιοανατολικά της Μονής καθώς και η συνολική πυκνότητα κεραμεικής στην επιφάνεια. ΥΚ κτηρίου στα ορυχεία Αλαφούζου τον 19ο αι., θα μπορούσαν επίσης να επιτρέψουν τον εντοπισμό προϊστορικής κεραμεικής στην επιφάνεια. Η εικόνα 3 αποτυπώνει κεραμεική προϊστορικών χρόνων, και συγκεκριμένα της Εποχής του Χαλκού, που εντοπίστηκε στη διάρκεια της έρευνας επιφανείας στο νότιο τμήμα της Θηρασίας. Παρατηρείται γενικά μια εικόνα διασποράς μεμονωμένων προϊστορικών οστράκων των πρώιμων περιόδων της Εποχής του Χαλκού (ένα ώς δύο όστρακα), που τείνουν να εμφανίζονται λόγω της διάβρωσης κοντά στις παρυφές των χαραδρών. Προϊστορικά ευρήματα εντοπίστηκαν επίσης στην περιοχή των ορυχείων του Κιμινά καθώς και στην περιοχή των Βολιών, σε μια πυκνότητα της τάξης των 10-20 οστράκων σε 62

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ Εικ. 6: Άποψη του νοτιοανατολικού άκρου της Θηρασίας. Με λευκό διακρίνεται ο ανώτερος ορίζοντας τέφρας της μινωικής έκρηξης. τετράγωνα περισυλλογής 40x40 μ. Αντίθετα, μεγαλύτερες πυκνότητες προϊστορικής κεραμεικής εντοπίστηκαν στη Μονή Κοίμησης, στο νοτιοανατολικό άκρο της Θηρασίας, όπου η διάβρωση στην πλαγιά έχει φέρει στην επιφάνεια μεγάλες ποσότητες υλικού (εικ. 5). Για να εκτιμήσουμε την αξιοπιστία των προϊστορικών ευρημάτων στην επιφάνεια, σημαντική είναι η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η ηφαιστειακή τέφρα έπεσε στο νησί και κάλυψε το νότιο τμήμα της Θηρασίας. Στην εικόνα 6 είναι ορατή η τομή της καλδέρας κατά μήκος της νότιας ακτής της Θηρασίας, από τη Μονή Κοίμησης στα ανατολικά προς την περιοχή των ορυχείων δυτικότερα. Όπως μπορεί να παρατηρήσει κανείς, τα στρώματα της θηραϊκής γης κάλυψαν σε διαφορετικό βαθμό την έκταση μεταξύ της κορυφής του λόφου στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού και των προεκρηξιακών πλαγιών δυτικότερα, γεμίζοντας ουσιαστικά το κενό που δημιουργούσε η υψομετρική διαφορά. Διαμορφώθηκε, έτσι, μετά την έκρηξη ένα περισσότερο ήπιο ανάγλυφο με βαθιά στρώματα τέφρας στις δυτικές ομαλότερες πλαγιές του προεκρηξιακού αναγλύφου και λεπτότερα στρώματα στην κορυφή, όπου σήμερα βρίσκεται η Μονή της Κοίμησης. Είναι αυτή η απουσία στρωμάτων τέφρας στα πρανή του λόφου της Κοίμησης που επέτρεψε τον εντοπισμό του προϊστορικού οικισμού στη διάρκεια της έρευνας επιφανείας. Αντίθετα, δυτι- 63

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ κότερα, στην περιοχή των ορυχείων, ήταν η αφαίρεση των στρωμάτων τέφρας τον 19ο αι., μέσω της εξορυκτικής δραστηριότητας, που αποκάλυψε τα προεκρηξιακά στρώματα και έφερε στο φως τα προϊστορικά κατάλοιπα. Ο προϊστορικός οικισμός στη θέση Μονή Κοίμησης: στοιχεία από την έρευνα επιφανείας Στην περιοχή της Μονής της Κοίμησης, όπου τα στρώματα της τέφρας είναι εξαιρετικά λεπτά, η έρευνα επιφανείας εντόπισε έναν φύσει οχυρό οικισμό της Πρώιμης και Μέσης Εποχής του Χαλκού. Οι εργασίες συμπεριέλαβαν συστηματική διερεύνηση και αποτύπωση των επιφανειακών καταλοίπων (εικ. 7) καθώς και γεωφυσική έρευνα. Το υλικό απλώνεται στις αναβαθμίδες της απότομης πλαγιάς και περιλαμβάνει κεραμεική που εκ πρώτης όψεως εκτείνεται σε δύο περιόδους, την Πρωτοκυκλαδική (ΠΚ) και την Ύστερη Μεσοκυκλαδική (ΜΚ), τέχνεργα από οψιανό, καθώς και κονίαμα με χρώμα. Τα άνδηρα βρίσκο νται σε προεκρηξιακά στρώματα και δίνουν την εικόνα του αναγλύφου που υπήρχε στην Εποχή του Χαλκού, με τη θέση του οικισμού στην κορυφή ενός λόφου που κατέβαινε με πλατώματα. Στη συνέχεια είναι ασαφές πώς συνέχιζε το ανάγλυφο στο τμήμα που έχει καταπέσει προς τη θάλασσα και προς το Ασπρο νήσι. Από τον αρχικό οικισμό σώζεται μέρος της εγκατάστασης στην κορυ φή του υψώματος και στα ανώτερα άνδηρα της καλδέρας, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του έχει κατακρημνιστεί κατά την έκρηξη. Η γεωφυσική έρευνα εξωτερικά της Μονής εντόπισε επίσης διάφορα γραμμικά χαρακτηριστικά που φαίνεται να σχετίζονται με συνέχειες των επιφανειακών αρχιτεκτονικών δομών που εξαπλώνονται προς τις κρημνώδεις πλαγιές του λόφου κυρίως ανατολικά και νότια της Μονής. Η εικόνα 7 αποτυπώνει την κατανομή της προϊστορικής κεραμεικής στην επιφάνεια, κεραμεική που φαίνεται πως προέρχεται από τα προεκρηξιακά επίπεδα και βγαίνει στην επιφάνεια λόγω της διάβρωσης. Οι μεγαλύτερες διασπορές συγκεντρώνονται στα πρανή του λόφου και στις φυσικές αναβαθμίδες νοτιοανατολικά της Μονής, όπου τα προεκρηξιακά εδάφη είναι ορατά στην επιφάνεια ή καλύπτονται από το σαθρό επίστρωμα άσπας που έχει καταπέσει από την κορυφή του λόφου. Ωστόσο, μικρές διασπορές προϊστορικής κεραμεικής βορειοανατολικά της Μονής, στην ανατολική παρειά του επίπεδου πλατώματος της κορυφής καθώς και στα πρανή ανατολικά, υποδεικνύουν την ύπαρξη προϊστορικών καταλοίπων και στο σημείο αυτό, τα οποία έχουν καλυφθεί από το παχύτερο στρώμα τέφρας που καλύπτει το πλάτωμα της Μονής. Τα όστρακα προέρχονται από αγγεία διάφορων μεγεθών και σχημάτων (φιά- 64

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ Εικ. 7: Κατανομή της προϊστορικής κεραμεικής από την έρευνα επιφανείας στη θέση Μονή Κοίμησης. λες, ανοιχτά αγγεία, αποθηκευτικά), είναι αβαφή ή με επίχρισμα στη μία ή και στις δύο επιφάνειές τους, που συχνά είναι λειασμένες ή στιλβωμένες (εικ. 9). Η διακόσμηση σε ένα μικρό ποσοστό των οστράκων είναι γραπτή (αμαυρόχρωμη ή δίχρωμη) ή και εγχάρακτη (εικ. 9). Τη μελέτη των τεχνολογικών χαρακτηριστικών της κεραμεικής και την πετρογραφική ανάλυση έχει αναλάβει η Γ. Κορδατζάκη, η οποία ταξινόμησε τις κεραμεικές ύλες και μελέτησε τα χαρακτηριστικά τους (εικ. 8). 21 Στην εικόνα 8 αποτυπώνεται η διασπορά των οστράκων, ταξινομημένων κατά κεραμεική ύλη στον κάνναβο περισυλλογής της έρευνας επιφανείας. Με βάση μια πρώτη χρονολόγηση των κεραμεικών υλών από τη Γεωργία Κορδατζάκη, μπορούν να γίνουν μερικές προκαταρκτικές παρατηρήσεις για τη χρονολόγηση και την έκταση του οικισμού. Η χαμηλά ασβεστιούχος κεραμεική που συσχετίζεται με την Πρωτοκυκλαδική περίοδο 21. Βλ. Σμπόνιας, Farinetti, Κορδατζάκη, υπό έκδοση, για τη λεπτομερή περιγραφή των κεραμεικών υλών και των τεχνολογικών χαρακτηριστικών τους. 65

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Εικ. 8: Κατανομή της προϊστορικής κεραμεικής από την έρευνα επιφανείας στη θέση Μονή Κοίμησης με βάση την κεραμεική ύλη (fabric). Εικ. 9: Μονή Κοίμησης: ενδεικτική κεραμεική από την επιφάνεια. 66

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ (κεραμεική ύλη Α, Δ και κεραμεική ύλη Ε με τάλκη 22 ), αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό του υλικού στην επιφάνεια, σε αντίθεση με την κεραμεική ύλη Β, από την οποία παρασκευάστηκε η γραπτή ΜΚ κεραμεική της Θηρασίας (με δίχρωμη ή αμαυρή διακόσμηση), η παρουσία της οποίας είναι περιορισμένη. Η ανασκαφική έρευνα και η μελέτη των στρωματογραφικών δεδομένων θα επιτρέψει την αξιολόγηση της περισσότερο εκτεταμένης, εκ πρώτης όψεως, ΠΚ κατοίκησης σε σχέση με τη ΜΚ και θα προσδιορίσει μέσω και της τυπολογικής μελέτης της κεραμεικής τις επί μέρους χρονολογικές φάσεις. Η έρευνα επιφανείας στα ορυχεία του Κιμινά Η έρευνα επιφανείας στην περιοχή των ορυχείων του Κιμινά έδωσε περιορισμένα αποτελέσματα, καθώς ο εντοπισμός προϊστορικής κεραμεικής είναι δυνατός μόνο χαμηλότερα στην πλαγιά της καλδέρας, στο σημείο διεπαφής της άσπας με το προεκρηξιακό στρώμα, όπου η διάβρωση φέρνει στην επιφάνεια προϊστορικά όστρακα (εικ. 3, 4). Ο Φουκέ αναφέρει αρχιτεκτονικά κατάλοιπα σε διάφορα ορυχεία και όχι μόνο στα ορυχεία του Αλαφούζου, όπου έγιναν οι ανασκαφές. Σήμερα, ωστόσο, τίποτα δεν είναι ορατό στην επιφάνεια. Το πλάτωμα των ορυχείων του Αλαφούζου έχει διαμορφωθεί στην τωρινή του μορφή από τις εργασίες των ορυχείων του 19ου αι. Η επιφάνεια αποτελείται από ηφαιστειογενές εκρηξιακό υλικό (άσπα), ενώ στην παρυφή του πλατώματος προς τον νότο και στην πλαγιά διακρίνεται το προεκρηξιακό επίπεδο (σε βάθος 0,50-0,80 εκ. από την επιφάνεια πλατώματος). Στη διάβρωση της πλαγιάς είναι ορατή λιγοστή προϊστορική κεραμεική. Λιγοστή κεραμική της Εποχής του Χαλκού εντοπίστηκε επίσης σε δεύτερο πλάτωμα, ανατολικότερα, υποδηλώνοντας πιθανότατα τη θέση μιας άλλης οικίας (εικόνα 3: θέση 7). Όπως αναφέραμε παραπάνω, η επιφανειακή προϊστορική κεραμική στα σημεία αυτά είναι της τάξης των 10-20 οστράκων σε τετράγωνα περισυλλογής 40x40 μ., σε αντίθεση με τις πολύ μεγάλες πυκνότητες στον προϊστορικό οικισμό της Κοίμησης, όπου η διάβρωση στην πλαγιά έχει φέρει στην επιφάνεια μεγάλες ποσότητες υλικού (καταμετρήθηκαν έως 280 όστρακα σε τετράγωνα διαστάσεων 10x10 μ.). Πρόσθετα στοιχεία έδωσε η γεωφυσική έρευνα του πλατώματος της ΥΚ οικίας Φουκέ στα ορυχεία Αλαφούζου από το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών (Α. Σαρρής) 23 (εικ. 10). Τόσο οι μετρήσεις της κατακόρυφης βαθμίδας του 22. Σμπόνιας, Farinetti, Κορδατζάκη, υπό έκδοση. 23. Φαρινέττι, Αθανασίου, Σαρρής, Σμπόνιας, 2013, 162-163 εικ. 18α-β. 67

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Εικ. 10: Σύνθεση αποτελεσμάτων των γεωμαγνητικών διασκοπήσεων και του γεωραντάρ από την περιοχή των ορυχείων Αλαφούζου. (Πηγή: Φαρινέττι, Αθανασίου, Σαρρής, Σμπόνιας 2013, εικ. 18β.) μαγνητικού πεδίου όσο και οι μετρήσεις του γεωραντάρ ήταν αποκαλυπτικές και έδωσαν σαφείς ενδείξεις της παρουσίας αρχιτεκτονικών κατασκευών. Η εικόνα αυτή επιβεβαιώθηκε στις εργασίες καθαρισμού το 2013, που αποκάλυψαν σχεδόν στην επιφάνεια στο νοτιοανατολικό τμήμα του πλατώματος άνω τμήμα αρχαίου τοίχου. Στόχος της νέας ανασκαφικής έρευνας στα ορυχεία Αλαφούζου, στο πλάτωμα της ΥΚ οικίας, που ανασκάφηκε τον 19ο αι., είναι η αποκάλυψη των αρχιτεκτονικών καταλοίπων που έγιναν ορατά στη γεωφυσική έρευνα και πιθανότατα αποτελούν τμήματα των θεμελίων της 68

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ προϊ στορικής οικίας. Οι ανασκαφικές τομές που έχουν προγραμματιστεί στη θέση αυτή, αποσκοπούν στην εξακρίβωση της κάτοψης του κτηρίου και του προσανατολισμού των σχεδίων του 1867, στην αποκάλυψη πιθανώς λειψάνων της προϊστορικής οικίας αλλά και στην προσέγγιση μέσω της νέας ανασκαφής της ιστορίας των αρχών της προϊστορικής αρχαιολογίας του Αιγαίου. Η ανασκαφική έρευνα στον προϊστορικό οικισμό στη θέση Μονή Κοίμησης 24 Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η θέση της Μονής Κοίμησης, στην κορυφή του υψώματος στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού, χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο με πρανή απότομης κλίσης στα νότια (κρημνοί), που σχηματίστηκαν κατά τη γεωλογική απόσπαση της νήσου Θηρασίας από το Ασπρονήσι, ως αποτέλεσμα της μεγάλης μινωικής ηφαιστειακής έκρηξης. Στα πρανή της νοτιοανατολικής και ανατολικής πλευράς του λόφου είναι ορατά στην επιφάνεια τμήματα του προεκρηξιακού αναγλύφου, όπου διαμορφώνονται μικροί αναβαθμοί (φυσικά πλατώματα/άνδηρα) (εικ. 11). Το γεωλογικό υπόβαθρο (σιδηρόπετρα, κατά την τοπική ορολογία) αναδύεται πρακτικά σε όλη την επιφάνεια του αναγλύφου. Η σημερινή στάθμη του εδάφους στα άνδηρα αυτά της πλαγιάς φτάνει στα όρια του προεκρηξιακού επιπέδου. Για τον λόγο αυτό θεωρήθηκε ότι τα κατάλοιπα προεκρηξιακών χρόνων βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια. Ακόμη, μεγάλοι βράχοι σε σειρά και ανά «κανονικά» διαστήματα ομοιάζουν να έχουν χρησιμοποιηθεί για την οριοθέτηση ανθρωπογενών κατασκευών. Στην αίτηση αδείας της ανασκαφής κατά το 2014 προτάθηκε και εγκρίθηκε η διάνοιξη τομών σε δύο άνδηρα στη νοτιοανατολική και νότια κλιτύ. Από τον καθαρισμό του 2013 και από την επιφανειακή έρευνα (2007-2011) είχε διαφανεί ότι στη θέση υπάρχουν μαρτυρίες πρωτοκυκλαδικών και μεσοκυκλαδικών αποθέσεων. Το ενδιαφέρον είναι ότι, όταν έγινε η μεγάλη καταστροφή του 17ου αι. π.χ., οι εγκαταστάσεις αυτές ήταν ήδη εγκαταλελειμμένες και ερειπωμένες. Προς το παρόν δεν υπάρχουν μαρτυρίες υστεροκυκλαδικού ορίζοντα, αντίστοιχες της υστεροκυκλαδικής οικίας που ανασκάφθηκε τον 19ο αιώνα στα ορυχεία Αλαφούζου. 24. Στην ανασκαφική περίοδο 2014 στην έρευνα συμμετείχαν οι αρχαιολόγοι Ι. Τζαχίλη, Κ. Σμπόνιας, Μ. Ευσταθίου, Δ. Μουλλού, Ε. Farinetti και οι εργατοτεχνίτες Γ. Δρουδάκης και Γ. Πλατυρράχης. Επικεφαλής της ομάδας αρχιτεκτόνων και τοπογράφων της ανασκαφής είναι η Κ. Παλυβού με τη συνεργασία, στην περίοδο 2014, των αρχιτεκτόνων Κ. Αθανασίου και Α. Ζαχαράτου. 69

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Εικ. 11: Μονή Κοίμησης: άποψη των φυσικών αναβαθμίδων στην πλαγιά, ΝΑ της Μονής. Ο βασικός στόχος της πρώτης ανασκαφικής περιόδου το 2014 ήταν η διερεύνηση της εικαζόμενης ως ανθρωπογενούς διαμόρφωσης (αν δηλαδή οι ορατοί βράχοι σχετίζονται ή οριοθετούν ανθρώπινες κατασκευές) και ο εντοπισμός τυχόν καταλοίπων. Η ανασκαφή έγινε με τη μέθοδο της οριζόντιας στρωματογραφίας, με τομές στον ήδη υπάρχοντα κάνναβο της επιφανειακής έρευνας. Πραγματοποιήθηκε διάκριση των στρωμάτων ανά τομή (αύξων αριθ μός στρώματος σε κάθε τομή), αλλά και της στρωματογραφικής ομάδας (δια κεκριμένα υποσύνολα του στρώματος) με βάση το περιεχόμενο (context based), οι οποίες καταχωρίζονταν σε ξεχωριστό δελτίο καταγραφής (βασισμένο στο διάγραμμα του Harris 25 ). Όλα τα χώματα από τις τομές κοσκινίζονταν, ενώ κρατήθηκαν δείγματα χώματος για επίπλευση και περαιτέρω αναλύσεις. Οι διερευνήσεις κατ ανάγκη περιορίστηκαν στις περιοχές των ανώτερων τριών φυσικών αναβαθμών, δεδομένης της εξαιρετικά απότομης κλίσης μεταξύ των υπολοίπων. Σημειωτέον ότι η πρόσβαση ακόμη και στους ανώτερους 25. Harris Matrix, Harris 1975, 109-121. 70

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ Εικ. 12: Ανασκαφικές τομές Μ, Η1 και Η2 στο χαμηλότερο άνδηρο. αναβαθμούς γινόταν με δυσκολία και απαιτούσε συστηματική προσοχή. Επιπλέον, το μικρό πλάτος των πλατωμάτων (από 4-7 μ.) περιόρισε (και προσδιόρισε) την έκταση των ανασκαφικών τομών, τον προσανατολισμό τους αλλά και την ανασκαφική διαδικασία (πλήθος συμμετοχής αρχαιολόγων, αρχιτεκτόνων και εργατοτεχνιτών, τον τρόπο και τη θέση κοσκινίσματος, την απόρριψη χωμάτων ανασκαφής). Στην ανασκαφική περίοδο του 2014 ανοίχτηκαν πέντε τομές σε δύο επίπεδα: τρείς (Μ, Η1, Η2) στο χαμηλότερο, στα κράσπεδα του γκρεμού, άνδηρο σε ύψος 185 μ. από το επίπεδο της θάλασσας, και δύο τομές στο υψηλότερο άνδηρο, αμέσως κάτω από το πλάτωμα του μοναστηριού (τομή ΙΚ και η προς νότο επέκτασή της Θ). Α. Το χαμηλότερο άνδηρο (τρίτο άνδηρο) Οι τομές στο τρίτο, από το πλάτωμα της κορυφής προς τα κάτω, άνδηρο είχαν διαστάσεις 3x3 μ. (με εξαίρεση τη βόρεια παρειά της τομής Μ, όπου λόγω φυσικών εξαρμάτων βράχου περιορίστηκε στα 2,80 μ.) και τυπικό προσανατολισμό βορράς-νότος (εικ. 12). Και στις τρεις τομές, μετά την αφαίρεση του 71

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ επιφανειακού στρώματος (περί τα 15-30 εκ.), εντοπίστηκε το προεκρηξιακό στρώμα, το οποίο περιείχε μόνο όστρακα προϊστορικών χρόνων κυρίως χρηστικά Πρώιμης Εποχής Χαλκού (ΠΕΧ) και λιγότερα Μέσης Εποχής Χαλκού (ΜΕΧ). Και στις τρεις τομές βρέθηκαν σφονδύλια, πολλοί οψιανοί (κυρίως λεπίδες και πυρήνες) και άλλα λίθινα εργαλεία (κυρίως τριπτήρες). Από τα κινητά ευρήματα ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν λίθινα αντικείμενα, ωοειδούς σχήματος, που συλλέχθηκαν στην τομή Η2. Ένα εξ αυτών εικάζεται ότι μπορεί να έχει δεχθεί επεξεργασία για να λάβει εικονική μορφή. Μοιάζει με αδρή απόδοση ανθρώπινης κεφαλής από σκούρο τεφρό βότσαλο. Τα μάτια αποδίδονται με βάθυνση και παρατηρείται ανασήκωμα της κεφαλής. Ως προς τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, στις τομές Η1 και Η2 με την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος εμφανίστηκε λιθοσωρός αποτελούμενος από αργούς ηφαιστειακούς λίθους (κυρίως μεσαίου μεγέθους) και σχιστόπλακες, ατάκτως ερριμένα, που δίνουν την εικόνα ενός στρώματος καταστροφής/ εγκατάλειψης κάποιας ανθρωπογενούς κατασκευής. Στην παρούσα φάση της ανασκαφής δεν αναγνωρίστηκε οικοδομικό σχέδιο. Στην τομή Η1 ο τρόπος εύρεσης του λιθοσωρού δίνει την εικόνα κατάρρευσης δύο κάθετων μεταξύ τους τοίχων, ο ένας με προσανατολισμό βορρά-νότο και ο άλλος με προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά, οι οποίοι γωνιάζουν στο μέσον περίπου της δυτικής παρειάς της τομής. Ειδικά ο τοίχος με προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά μοιάζει να αποτελείται από τρίστρωτη τοιχοποιία. Στην τομή Η2 ο λιθοσωρός, ο οποίος καλύπτει το δυτικό και το βόρειο τμήμα της τομής, φαίνεται να αποτελεί συνέχεια του στρώματος κατάρρευσης της τομής Η1, με προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά. Ένας ακόμη εγκάρσιος (με προσανατολισμό βορρά-νότο) λιθοσωρός (ή λιθοκατασκευή) καλύπτει το δυτικό ήμισυ της τομής και εφάπτεται με τον προαναφερθέντα λιθοσωρό στο βόρειο πέρας του. Ένα χαμηλό βραχώδες έξαρμα (το οποίο δεν είναι ορατό κατά την αρχή της ανασκαφής) ορίζει το ανατολικό πέρας της τομής. Κατά τον καθαρισμό του βραχώδους εξάρματος, στο εσωτερικό πτύχωσης βρέθηκε σφηνωμένο τμήμα πυρήνα οψιανού. Ενδεχομένως ο βράχος αυτός να χρησιμοποιήθηκε ως αντιστήριγμα κατά την κατασκευή λεπίδων οψιανού. Το κενό, το οποίο δημιουργείται από τους δύο λιθοσωρούς και τον βράχο, καλύπτεται από μικρούς αργούς λίθους που δίνουν την εικόνα λιθόστρωτου (δαπέδου;). Η τομή Μ καλύπτεται στο μεγαλύτερο μέρος της από το φυσικό γεωλογικό υπόβαθρο, το οποίο αναδύεται στην επιφάνεια. Μόνο στο βορειοδυτικό τέταρτο της τομής ο φυσικός βράχος βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα (περί το 1 μ. από την επιφάνεια). Το νοτιοδυτικό τέταρτο καλύπτεται από μια κοίλανση του εδάφους, γεμάτη με τεφρή αποσαθρωμένη ελαφρόπετρα. Σε αυτή 72

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ τη φάση δεν κατέστη εφικτό να διαπιστωθεί αν η κοίλανση είναι τεχνητή ή φυ σική. Ελήφθη δείγμα του τεφρού υλικού, προκειμένου να διαπιστωθεί η προ έλευσή του. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το βόρειο πέρας της κοί λανσης αυτής υποστηρίζεται (;) από ένα τεχνητό τοιχάριο (προσανατολισμού ανατολικά-δυτικά) κατασκευασμένο από μικρούς αργούς λίθους. Στις τρεις τομές προέκυψε άφθονη κεραμεική χονδροειδής, χειροποίητη, ερυθροβαφής ή μελανή, συνήθως από μεγάλα ανοιχτά αγγεία με στιλβωμένη πολύ συχνά την εσωτερική επιφάνεια. Στην τομή Η1 και Η2 υπήρχε και ισχυρή μεσοκυκλαδική συγκέντρωση κεραμεικής στα ανώτερα στρώματα. Η χρονολόγηση βάσει κεραμεικής υποδεικνύει διάφορες φάσεις της Πρωτοκυκλαδικής περιόδου (κυρίως ΠΚΙΙ) και της Μεσοκυκλαδικής με αντιστοιχίες προς την καλύτερα γνωστή κεραμεική του Ακρωτηρίου. Σχετικά λίγα ήταν τα ευρήματα από οργανικά υλικά, κυρίως οστά και όστρεα. Β. Το ανώτερο άνδηρο (δεύτερο άνδηρο) Η τομή στο ύψος του μοναστηριού, που χαρακτηρίστηκε ως ΙΚ (3x3), και η προς νότο κατά 1 μ. επέκτασή της τομή Θ (3x1) έχουν ελαφρώς διαφοροποιημένο προσανατολισμό (βορειοδυτικά-νοτιοανατολικά), προκειμένου να συμπεριληφθούν τα ορατά σε σειρά τεμάχια βράχου. Και σε αυτό το άνδηρο, μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος (20-40 εκ.), απαντήθηκε το στρώμα των Προϊστορικών χρόνων. Από την τομή συλλέχθηκε αρκετή κεραμική (κυρίως ΠΕΧ και λιγότερο ΜΕΧ), πήλινα σφονδύλια, τεμάχια οψιανού και άλλα λίθινα εργαλεία (κυρίως τριπτήρες). Σε σχέση με τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, ήδη από την αφαίρεση του πρώτου στρώματος κατέστη σαφές ότι οι ορατοί στην επιφάνεια λίθοι σε σειρά σχηματίζουν ισχυρή κατασκευή, με προσανατολισμό ανατολικά-δυτικά. Νότια του τοίχου αυτού εντοπίστηκε σημαντικός αριθμός συνανηκόντων οστράκων, προερχόμενων από μεγάλου μεγέθους (αποθηκευτικά;) αγγεία. Ένας ακόμη εγκάρσιος τοίχος, προσανατολισμού βορρά-νότου, χτισμένος με μικρότερους λίθους, τέμνει τον ισχυρό τοίχο περίπου στο μέσον του και αποτελεί πιθανότατα αναλημματικό τοίχο, ενδεχομένως μεταξύ δύο ανδήρων. Η συμβολή του Γ. Βουγιουκαλάκη, γεωλόγου του προγράμματος, ήταν καίρια στην αναγνώριση των ηφαιστειακών συμβάντων που καθόρισαν τη στρωματογραφία και το τοπίο στην ανασκαφή, όπως επίσης και τα υλικά της κατασκευής των εργαλείων. 73

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Προκαταρκτικά συμπεράσματα Η νέα αρχαιολογική έρευνα της Θηρασίας επιβεβαιώνει πρώτα-πρώτα τη σημασία του νότιου τμήματος του νησιού για την προϊστορική κατοίκηση, με τον εντοπισμό ενός σημαντικού οικισμού της Πρώιμης και Μέσης Εποχής του Χαλκού στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού. Παράλληλα, διαπιστώθηκε μια ευρύτερη διασπορά μεμονωμένων προϊστορικών οστράκων στο νότιο τμήμα του νησιού, τα οποία χρήζουν περαιτέρω μελέτης, υποδηλώνουν όμως ενδεχομένως ένα περισσότερο διάσπαρτο σχήμα σε σχέση με αυτό της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, η παρουσία της οποίας με εξαίρεση την ΥΚ οικία στα ορυχεία Αλαφούζου είναι περιορισμένη. Ως προς την ανασκαφή στη Μονή Κοίμησης, στη διάρκεια της πρώτης ανασκαφικής περιόδου εντοπίστηκε σε μικρό βάθος από την επιφάνεια του εδάφους «καθαρό» στρώμα Προϊστορικών χρόνων με χρηστική κυρίως κεραμική, εργαλεία και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που παραπέμπουν σε οικιστική εγκατάσταση της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Η κεραμεική της Μέσης Εποχής του Χαλκού, που εντοπίστηκε κυρίως στο ανώτερο στρώμα, μοιάζει εκ πρώτης όψεως να αποτελεί προϊόν διάβρωσης. Καθώς δεν πραγματοποιήθηκε αφαίρεση των λιθοσωρών και καθορισμός των λιθοκατασκευών, τόσο στο δεύτερο όσο και στο τρίτο άνδηρο, δεν μπορούν να εξαχθούν τελικά συμπεράσματα. Ωστόσο, είναι σαφές ότι οι φυσικές εξάρσεις του βράχου χρησιμοποιήθηκαν, επικουρικά, για την οριοθέτηση ανθρώπινων κατασκευών, κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, διαπίστωση που διευκολύνει την ανάγνωση του ανθρωπογενούς τοπίου της θέσης. Με τη συνέχιση της ανασκαφής και τη μελέτη των ευρημάτων απώτερος στόχος είναι να αναδειχθούν οι σχέσεις του οικισμού με την υπόλοιπη Θήρα και το Ακρωτήρι, 26 και να ενταχθεί η Θηρασία στο δίκτυο των οχυρών οικισμών των Κυκλάδων. Επίσης, λόγω της θέσης του οικισμού στο νότιο άκρο της Θηρασίας, απέναντι από το Ασπρονήσι και τον Φάρο Ακρωτηρίου, η γεωλογική έρευνα θα φωτίσει την εικόνα της εκρηξιακής βύθισης αλλά και τη δημιουργία και τα όρια της καλδέρας. 26. Βλ. Μαρθάρη 2001, 114-115 για το σχήμα εγκατάλειψης οικισμών στη Θήρα στην ΠΚ ΙΙ περίοδο και την ίδρυση νέων οικισμών στην ΠΚ ΙΙΙ στα δυτικά, στην περιοχή της καλδέρας (Φτέλλος, Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων), παράλληλα με την κατοίκηση στα νότια, στην περιοχή του Ακρωτηρίου. Η Μαρθάρη επισημαίνει επίσης την αλλαγή του οικιστικού σχήματος στην Ύστερη ΜΚ με την εγκατάλειψη των θέσεων της καλδέρας, την ακμή ενός νέου οικισμού στο Μεγαλοχώρι και την περαιτέρω ανάδειξη του Ακρωτηρίου ως κύριου οικιστικού κέντρου του νησιού. 74

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣΙΑΣ Ελληνόγλωσση ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Βουγιουκαλάκης, Γ. Ε., 2001. «Σύντομη ιστορία των ηφαιστείων της Σαντορίνης», στο: Ι. Μ. Δανέζης (επιμ.), Σαντορίνη, Θήρα, Θηρασία, Ασπρονήσι, Ηφαιστεία, Αθήνα: Εκδόσεις ΑΔΑΜ, σ. 37-49. Βουγιουκαλάκης, Γ., 2006. «Η Μινωική έκρηξη και ο κόσμος του Αιγαίου», Αλς 4, σ. 20-55. Βουγιουκαλάκης, Γ. (υπό έκδοση). «Η δημιουργία της Θηρασίας και η μορφολογία της την Ύστερη Εποχή του Χαλκού», Πρακτικά Συνεδρίου «Διαχρονικοί Νησιωτικοί Πολιτισμοί: Η περίπτωση της Θηρασίας», Θήρα 23-24.9.2011. Μαρθάρη, Μ., 2001. «Η Θήρα από την Πρώιμη στη Μέση Εποχή του Χαλκού. Τα αποτελέσματα των ανασκαφών στον Φτέλλο και τον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα», στο: Ι. Μ. Δανέζης (επιμ.), Σαντορίνη, Θήρα, Θηρασία, Ασπρονήσι, Ηφαιστεία, Αθήνα: Εκ δόσεις ΑΔΑΜ, σ. 105-120. Ντούμας, Χ., Μαρθάρη, Μ., Τελεβάντου, Χ., 2009 3. Μουσείο Προϊστορικής Θήρας: συνοπτικός οδηγός, Αθήνα: ΤΑΠ. Παπαγιαννοπούλου, Α., 1992. «Το Μεσοκυκλαδικό Ακρωτήρι», στο: Χρ. Ντούμας (επιμ.), Ακρωτήρι Θήρας 1967-1987. Είκοσι χρόνια έρευνας: συμπεράσματα προβλήματα προοπτικές, Αθήνα: ΒΑΕ, αρ. 116, σ. 173-184. Παπαδόπουλος, Α., 2008. «Αρχάγγελος. Μία σημαντική θέση στη νοτιοδυτική Θήρα», Αλς 6, σ. 89-94. Σμπόνιας, Κ., Farinetti, E., Κορδατζάκη, K. (υπό έκδοση). «Εξερευνώντας ένα ηφαιστειογενές τοπίο: η αρχαιολογική έρευνα επιφανείας στη Θηρασία (2007-2011) και τα πρώτα αποτελέσματα», Πρακτικά Συνεδρίου «Διαχρονικοί Νησιωτικοί Πολιτισμοί: Η περίπτωση της Θηρασίας», Θήρα 23-24.9.2011. Σωτηρακοπούλου, Π., 1999. Ακρωτήρι Θήρας. Η Νεολιθική και η Πρώιμη Εποχή του Χαλκού επί τη βάσει της κεραμεικής, Αθήνα: Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αρ. 191. Τζαχίλη, Ι., 2006. Οι αρχές της αιγαιακής Προϊστορίας. Οι ανασκαφές στη Θήρα και τη Θηρασία τον 19ο αι., Αθήνα: Η Καθημερινή. Φαρινέττι, Ε., Αθανασίου, Κ., Σαρρής, Α., Σμπόνιας, Κ., 2013. «Νέες τεχνολογίες στην τεκμηρίωση και μελέτη του ιστορικού τοπίου: Η περίπτωση της Θηρασίας», στο: Πρακτικά Συμποσίου «Νέες Τεχνολογίες στην Υπηρεσία της Αρχαιογνωστικής Έρευνας», Θεσσαλονίκη, 14.12.2013, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, σ. 153-164 (ηλεκτρονική δημοσίευση Πρακτικών στο www.academy.edu.gr). Ξενόγλωσση Aston, M. A., Hardy, P. G., 1990. «The Pre-Minoan Landscape of Thera: A Preliminary Statement», στο: D. A. Hardy, C. G. Doumas, J. A. Sakellarakis, P. M. Warren (επιμ.), 75

Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ Ι. ΤΖΑΧΙΛΗ Δ. ΜΟΥΛΛΟΥ Thera and the Aegean World III, τ. 2, Archaeology. Proceedings of the Third International Congress, Santorini, Greece, London: The Thera Foundation, σ. 348-361. Druitt, T. H., Edwards, L., Mellors, R. M., Pyle, D. M., Sparks, R. S. J., Lanphere, M., Da vies, M., Barreirio, B., 1999. Santorini Volcano, Geological Society Memoir, αρ. 19, London: Geological Society. Fouqué, F. A., 1879. Santorin et ses éruptions, Paris. Fouqué, F. A., 1998 [1879]. Santorini and its Eruptions, μτφρ. A. R. McBirney, Baltimore and Londοn: The John Hopkins University Press. Friedrich, W. L., 2009. Santorini. Volcano, Natural History, Mythology, Aarhus: Aarhus University Press. Friedrich, W. L., Seidenkrantz, M.-S., Nielsen, O. B., 2000. «Santorini (Greece) before the Minoan eruption: a reconstruction of the ring-island, natural resources and clay de posits from the Akrotiri excavation», στο: W. G. McGuire, D. R. Griffiths, P. L. Han cock, I. S. Stewart (επιμ.), The Archaeology of Geological Catastrophes, London: Geological Society, σ. 71-80. Friedrich, W. L. 2009. Santorini. Volcano, Natural History, Mythology, Aarhus: Aarhus University Press. Harris, E., 1975. «The Stratigraphic Sequence: A Question of Time», World Archaeology τ. 7, αρ. 1, σ. 109-121. Ross, L., 1840. Reisen auf den griechischen Inseln des ägäischen Meeres, τ. 1, Stuttgart, Tübingen: Cotta. Sotirakopoulou, P., 2008. «Akrotiri, Thera: the Late Neolithic and Early Bronze Age Pha ses in Light of Recent Excavations at the Site», στο: N. Brodie, J. Doole, G. Gavalas, C. Renfrew (επιμ.), Horizon. A Colloquium on the prehistory of the Cyclades, Cambridge: McDonald Institute Monographs, σ. 121-134. Sperling, J. W., 1973. Thera and Therasia, Ancient Greek Cities 22, Athens: Athens Technological Organization, Athens Center of Ekistics. Vassilopoulos, A., Evelpidou, N., Chartidou, K., 2010. «Geomorphological Evolution of Santorini», στο: Ν. Evelpidou, T. de Figueiredo, F. Mauro, V. Tecim, A. Vassilopoulos (επιμ.), Natural Heritage from East to West, Berlin: Springer Verlag, σ. 1-14. 76

θηρασία I μια διαχρονική διαδρομή 1

2

ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΦΟΡΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ ΘΗΡΑΣΙΑ Ι μια διαχρονική διαδρομή Επιστημονική Επιμέλεια Κλαίρη Παλυβού & Ίρις Τζαχίλη ΑΘΗΝΑ 2015 3

ΘΗΡΑΣΙΑ Ι. Μια διαχρονική διαδρομή THERASIA I. A timeless route Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης Τμήμα Αρχιτεκτόνων Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων Επιστημονική επιμέλεια: Κλαίρη Παλυβού & Ίρις Τζαχίλη 2015 Τα Πράγματα Εκδόσεις Ρωμυλίας 17, 14671 Αθήνα www.ta-pragmata.com Επιμέλεια τόμου: Ελπίδα Συγγελάκη Ηλεκτρονική σελιδοποίηση Σχεδιασμός εξωφύλλου: Σταύρος Χατζηδάκης Φωτογραφία εξωφύλλου: Κώστας Σμπόνιας ISBN: 978-960-98261-3-6 4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κατάλογος Συγγραφέων...7 Κατάλογος Συντομογραφιών...9 Κλαίρη Παλυβού & Ίρις Τζαχίλη Εισαγωγή...11 Jack L. Davis Εναρκτήρια Ομιλία Last Man Standing Intensive surface survey in Greece, Santorini and Therasia...13 1. ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Γιώργης Βουγιουκαλάκης Η δημιουργία της Θηρασίας και η μορφολογία της την Ύστερη Εποχή του Χαλκού...20 Kώστας Σμπόνιας, Εmeri Farinetti & Γεωργία Κορδατζάκη Εξερευνώντας ένα ηφαιστειογενές τοπίο: η αρχαιολογική έρευνα επιφανείας στη Θηρασία (2007-2011) και τα πρώτα αποτελέσματα...32 Γεωργία Κορδατζάκη Θηραϊκή και εισηγμένη κεραμική στην προϊστορική Θέση 3 της Θηρασίας: προκαταρκτικά αποτελέσματα...58 Μάγια Ευσταθίου Η Θηρασία κατά τους αρχαίους χρόνους...72 Μαρίνα Βόγκλη Προκαταρκτική παρουσίαση της κεραμικής από τον 5ο μέχρι τον 7ο αιώνα στη θέση της Ρίβας...92 2. ΙΣΤΟΡΙΑ Ίρις Τζαχίλη Η μακρά διάρκεια στη Θηρασία, η αρχαιολογική επιφανειακή έρευνα και η σιωπή των πηγών...114 Κλαίρη Παλυβού Φανερή και κρυμμένη οίκηση στη Θήρα και τη Θηρασία...124 5

Ελευθερία Ζέη Οι Κυκλάδες (17ος 18ος αι.): όψεις, απόψεις και ιστοριογραφικά ζητήματα του νησιωτισμού...142 Άγγελος Μπούφαλης Η τοπωνυμική έρευνα στη Θηρασία...154 3. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Άλκηστη Δανιήλ & Ανδρέας Ζαχαράτος Η αρχιτεκτονική μιας τυπικής οικιστικής μονάδας στην Αγριλιά...170 Βασιλική Γκουλιοπούλου, Όλγα Μολίδα & Μαριάννα Νάση Οι εκκλησίες της Θηρασίας: Ο ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου στην Αγριλιά...178 Κώστας Αθανασίου Ξερολιθιές και πεζούλες στη Θηρασία...194 Κατερίνα Ριτζούλη H διαχείριση των υδάτων στο νησί της Θηρασίας...204 Έλενα Ρεϊζίδου Τα ορυχεία θηραϊκής γης στη νότια Θηρασία...218 Mαρία Αρακαδάκη Η Κρήτη στη Θηρασία: πρώτες εικόνες...228 4. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ Αλεξάνδρα Μπακαλάκη Κάτι περισσότερο και κάτι λιγότερο από «ένα νησάκι δίπλα στη Σαντορίνη»...240 Κωνσταντίνος Καλαντζής Η Θηρασία ως τόπος: εισαγωγικές σκέψεις για μια εθνογραφία στη σύγχρονη Θηρασία...254 Dimitra Douskos The dispossession from menace: notes on the population of Therasia in relation to volcanic and seismic threats...274 6

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Davis Jack L. Professor of Greek Archaeology University of Cincinnati Former Director of the American School of Classical Studies at Athens jack.davis@uc.edu Βουγιουκαλάκης Γιώργης Ε. Ηφαιστειολόγος Ινστιτούτο Γεωλογίας & Μεταλλευτικών Ερευνών gvoug@igme.gr Douskos Dimitra Κλινική Ψυχολόγος dimitra.douskos@wanadoo.fr Farinetti Emeri Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Leiden Ερευνήτρια Προγράμματος «ΘΑΛΗΣ», ΑΠΘ emerif@tin.it Γκουλιοπούλου Βασιλική Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός MSc Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού (ΔΠΜΣ ΑΠΘ) vanessa_gko@hotmail.com Δανιήλ Άλκηστη Αρχιτέκτων Μηχανικός Υποψήφια Διδάκτωρ ΑΠΘ alkistid@hotmail.com Αθανασίου Κωνσταντίνος Μεταδιδάκτορας Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνική Σχολή, ΑΠΘ athanasioukon@gmail.com Αρακαδάκη Μαρία Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΑΠΘ mararak@arch.auth.gr Βόγκλη Μαρίνα Αρχαιολόγος Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων marinavogkli@gmail.com Ευσταθίου Μάγια Aρχαιολόγος Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων maja@otenet.gr Ζαχαράτος Ανδρέας Αρχιτέκτων Μηχανικός ΕΜΠ Μεταπτυχιακός Φοιτητής, RWTH Aachen (MSc Architektur) andreaszacharatos@gmail.com Ζέη Ελευθερία Επίκουρη Καθηγήτρια Νεότερης Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης elezei@hotmail.com 7

Καλαντζής Κωνσταντίνος Κοινωνικός Ανθρωπολόγος Διδάκτορας Πανεπιστημιακού Κολλεγίου Λονδίνου (UCL) kkalantzis@gmail.com Κορδατζάκη Γεωργία Αρχαιολόγος - Πετρογράφος κεραμικής Εξωτερικός Συνεργάτης Εργαστηρίου Fitch, Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών gkordat@gmail.com Παλυβού Κλαίρη Ομότιμη Καθηγήτρια Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΑΠΘ cpalyvou@arch.auth.gr Ρεϊζίδου Έλενα Πολιτικός Μηχανικός MSc Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού (ΔΠΜΣ ΑΠΘ) ereizidou@hotmail.com Μπακαλάκη Αλεξάνδρα Επίκουρη Καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, ΑΠΘ abak@hist.auth.gr Μολίδα Όλγα Πολιτικός Μηχανικός MSc Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού (ΔΠΜΣ ΑΠΘ) olmolida@gmail.com Μπούφαλης Άγγελος Αρχαιολόγος Υποψήφιος Διδάκτορας, Τομέας Κλασικών Σπουδών Τμήμα Φιλολογίας, ΑΠΘ angelosboufalis@yahoo.com Νάση Μαριάννα Αρχιτέκτων Μηχανικός MSc Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού (ΔΠΜΣ ΑΠΘ) nasi_marianna@hotmail.com Ριτζούλη Κατερίνα Αρχιτέκτων Μηχανικός MSc Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού (ΔΠΜΣ ΑΠΘ) Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων & Τεχνικών Έργων Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης ΥΠΠΟΤ katerinaritzouli@yahoo.gr Σμπόνιας Κώστας Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου sbonias@ionio.gr Τζαχίλη Ίρις Ομότιμη Καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης tzachili@uoc.gr 8

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ Αλς: Περιοδική Έκδοση της Εταιρείας Στήριξης Σπουδών Προϊστορικής Θήρας ΚΝΕ-ΕΙΕ: Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών ΠΚ, ΜΚ, ΥΚ: Πρωτοκυκλαδική, Μεσοκυκλαδική, Υστεροκυκλαδική Περίοδος AJA: American Journal of Archaeology BSA: Annual of the British School at Athens Bull Volcanol: Bulletin of Volcanology EOS Trans Am Geophys Union: Transactions, American Geophysical Union IG: Inscriptiones Graecae J Geol Soc Lond: Journal of Geological Society (London) J Geophys Res: Journal of Geophysical Research JMA: Journal of Mediterranean Archaeology JRS: Journal of Roman Studies J Volcanol Geotherm Res: Journal of Volcanology and Geothermal Research LGPN: Lexicon of Greek Personal Names, Oxford University Phys Chem Earth: Physics and Chemistry of the Earth Seg: Supplementum Epigraphicum Graecum 9

10

Εισαγωγή Πριν αρχίσουμε την έρευνα το 2007 σκεπτόμασταν πόσο λίγο είναι γνωστή η Θηρασία από αρχαιολογικής και ιστορικής πλευράς, μολονότι στο έδαφός της ξεκίνησε η έρευνα για την αρχαιολογία του Αιγαίου! Τεράστια αντίθεση με την κοντινή και τόσο διάσημη Θήρα, με τις μεγάλες αρχαιολογικές έρευνες (Ακρωτήρι, αρχαία Θήρα), με αρχεία, με επισκέπτες, με βιβλία για την ιδιότυπη αρχιτεκτονική της. Όταν ξεκινήσαμε και ακόμη ως σήμερα είχαμε την αίσθηση ότι μας περίμεναν στα αμπέλια και στις χαράδρες ίχνη από άγνωστα, μη διαβρωμένα πρότυπα τρόπων ζωής και τοπίων, πόλεις αρχαίες και χωριά μεσαιωνικά, σοφή χωροταξία και τεχνολογικές κορυφώσεις του 19ου αιώνα στα μεγάλα ορυχεία Ακόμη την έχουμε. Η έρευνα που σχεδιάσαμε είχε δύο τομείς: την επιφανειακή αρχαιολογική έρευνα και τη διαχρονική διερεύνηση των χωροταξικών και αρχιτεκτονικών επιλογών. Οι φορείς που πλαισίωσαν αυτές τις πρώτες έρευνες ήταν το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, το Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στην «Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού» του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων. Η επιφανειακή έρευνα προχώρησε και συμπληρώθηκε σε πέντε χρόνια. Πρόκειται για την έρευνα που μελετά τα υλικά ίχνη του παρελθόντος στο σύγχρονο τοπίο, δίνοντας δειγματοληπτικά μία αξιόλογη εικόνα της κατάληψης του χώρου στο σύνολο του νησιού. Παράλληλα, προχώρησε η αναγνώριση και καταγραφή των μορφών οίκησης κατά τους μέσους και νεότερους χρόνους και του τρόπου διαχείρισης της υπαίθρου. Το Σεπτέμβριο του 2011 ανακοινώθηκαν τα πρώτα συμπεράσματα σε διημερίδα στα Φηρά με την υποστήριξη του δημάρχου Θήρας, Ν. Ζώρζου. Τα κείμενα του παρόντος τόμου στηρίζονται σε εκείνες τις ανακοινώσεις. Τα πορίσματα της πρώτης αυτής περιόδου έρευνας αποτέλεσαν τη βάση και το εφαλτήριο για μια πιο ολοκληρωμένη έρευνα πεδίου, σε συνδυασμό με έρευνα των πηγών και θεωρητική διερεύνηση της έννοιας του νησιωτισμού. Η δεύτερη αυτή περίοδος ξεκίνησε το 2012, υπό διευρυμένη σύνθεση, με συγχρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) Ερευνητικό Χρηματοδοτούμενο Έργο: «Θαλής. Επένδυση στην κοινωνία της γνώσης μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου». Τα ανά χείρας κείμενα χωρίζονται σε τέσσερα μέρη. Τον τόμο προλογίζει ο Jack Davis δίνοντας το ιστορικό πλαίσιο των επιφανειακών ερευνών στην Ελλάδα, ιδίως στη Μήλο, που μας ενδιαφέρει λόγω γειτνίασης γεωγραφικής και πολιτιστικής, και την ιστορική τους διαδρομή. Ακολουθεί το πρώτο μέρος, Γεωλογία και Αρχαιολογία, που ξεκινά με τον Γιώργη Βουγιουκαλάκη και τη γεωμορφολογία του νησιού. Αυτό δίνει στον Κώστα Σμπόνια το σκαλοπάτι εκκίνησης της παρουσίασής του. Ο Κ. Σμπόνιας είναι ο κυρίως υπεύθυνος της διεξαγωγής της επιφανειακής έρευνας και εδώ παρουσιάζεται η πρώτη πλήρης έκθεση της έρευνας της Θηρασίας. Έτσι, έχουμε μία πρώτη αντιπροσωπευτική εικόνα της διασποράς των οικισμών και όσο γίνεται της φύσης τους (Κώστας Σμπόνιας, Εmeri Farinetti, Γεωργία Κορδατζάκη). Ουσιαστικά είναι μία καταγραφή τόσο των εξαιρετικών δυνατοτήτων, όσο και της Αριστερή σελίδα: Συνομιλώντας με το τοπίο στο φρύδι της καλντέρας, Μανωλάς Θηρασίας (Φωτ.: Δήμητρα Ντούσκου, 2014). 11

αποτελεσματικότητας της επιφανειακής έρευνας. Το ενδιαφέρον είναι ότι εντοπίστηκε σε μερικές περιπτώσεις η θέση προϊστορικών οικισμών στο φρύδι των πρανών προς τη θάλασσα. Η Γεωργία Κορδατζάκη, αναλύοντας τους πηλούς των προϊστορικών οστράκων από αυτές τις θέσεις, καταλήγει σε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τις θαλάσσιες επικοινωνίες της ενιαίας τότε Θήρας-Θηρασίας, καταδεικνύοντας τις πυκνές νησιωτικές ανταλλαγές. Μία ανάλυση της κεραμικής των ρωμαϊκών χρόνων και του τέλους της αρχαιότητας παρουσιάζεται, σε πρώτη μορφή, στο άρθρο της Μαρίνας Βόγκλη. Και πάλι, η διασπορά της προέλευσης είναι εντυπωσιακή. Βόρεια Αφρική, Κρήτη, Μικρά Ασία είναι ένα πολύχρωμο μωσαϊκό διαδρομών με πλούσια προϊόντα. Στο ίδιο τμήμα περιλαμβάνεται το άρθρο της Μάγιας Ευσταθίου για τις αρχαιολογικές μαρτυρίες και τα ευρήματα της κλασικής περιόδου. Από όλα τα άρθρα προκύπτουν οι ομοιότητες με τον ισχυρό γείτονα, τη Θήρα, αλλά και οι διαφορές της ιστορικής διαδρομής. Κυρίως προκύπτει η διαφορά στο επίπεδο των γραπτών πηγών: για τη Θηρασία είναι σε μεγάλο βαθμό απούσες, μολονότι υπάρχουν αρχαιολογικά τεκμήρια. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μολονότι τα άρθρα του μέρους αυτού αγγίζουν διαφορετικά θέματα, συμβάλλουν στην οικοδόμηση της αρχαιολογίας και της ιστορίας του νησιού, προβάλλοντας τα ειδικά του χαρακτηριστικά. Στο δεύτερο τμήμα, το κατεξοχήν ιστορικό, περιλαμβάνονται οι μελέτες της Ίριδας Τζαχίλη σχετικά με την εξέλιξη των τοπίων και της Ελευθερίας Ζέη για την έννοια του νησιωτισμού και την παρουσία της στην ιστοριογραφία των Κυκλάδων, του κατεξοχήν Αρχιπελάγους του Αιγαίου. Η μελέτη της Κλαίρης Παλυβού αφορά τη χωροταξία των οικισμών με την εναλλαγή των οικιστικών τύπων και θέσεων, κάτι γνωστό και από τη Θήρα. Όλες αναφέρονται στις ιδιομορφίες της ιστορικής παρουσίας της Θηρασίας, στη χωρική της διαμόρφωση από την αρχαιότητα έως πρόσφατα. Τα ονόματα, η χρονικά καθορισμένη ονοματοθεσία, αποτελούν το κέντρο ενδιαφέροντος του άρθρου του Άγγελου Μπούφαλη που εντοπίζει τα τοπωνύμια του νησιού και δίνει μία ερμηνεία, όπου είναι δυνατόν. Η χωροταξία και η αρχιτεκτονική περιλαμβάνει έξι συμμετοχές που καλύπτουν θέματα οικιστικής οργάνωσης (Άλκηστη Δανιήλ, Ανδρέας Ζαχαράτος) και ειδικών κατασκευών, όπως η ναοδομία (Βασιλική Γκουλιοπούλου, Όλγα Μολίδα, Μαριάννα Νάση), αλλά και τα πολύ σημαντικά για το νησί ζητήματα της διαχείρισης της υπαίθρου και των υδάτων (Κώστας Αθανασίου, Κατερίνα Ριτζούλη). Η Έλενα Ρεϊζίδου παρουσιάζει τα πρώτα αποτελέσματα της έρευνας για την ιστορία και την οργάνωση των ορυχείων θηραϊκής γης στη Θηρασία και η Μαρία Αρακαδάκη επιχειρεί ένα συγκριτικό σχολιασμό μεταξύ Κρήτης και Θηρασίας. Το τέταρτο και τελευταίο μέρος του τόμου είναι αφιερωμένο στον άνθρωπο και στο σήμερα, στο πλαίσιο μιας προσέγγισης από τη σκοπιά της κοινωνικής ανθρωπολογίας. Η Αλεξάνδρα Μπακαλάκη επιχειρεί μια πρώτη συσχέτιση Θήρας και Θηρασίας, ενώ ο Κωστής Καλαντζής καταθέτει τις σκέψεις του από την πλευρά της εθνολογίας. Τέλος, η Δήμητρα Ντούσκου κλείνει τον τόμο με ένα θέμα που αναπόφευκτα κυριαρχεί στη ζωή των κατοίκων της Θήρας και της Θηρασίας: η απειλή και οι κίνδυνοι που συνεπάγονται οι σεισμοί και οι εκρήξεις του ηφαιστείου. Ο ανά χείρας τόμος είναι ο πρώτος μίας σειράς, που θα περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των ερευνών από το 2012 έως το 2015. 12 Κλαίρη Παλυβού & Ίρις Τζαχίλη

58

Θηραϊκή και εισηγμένη κεραμική στην προϊστορική Θέση 3 της Θηρασίας: προκαταρκτικά αποτελέσματα Γεωργία Κορδατζάκη Στο παρόν άρθρο παρουσιάζονται τα βασικά ορυκτολογικά τεχνολογικά χαρακτηριστικά της προϊστορικής κεραμικής που συλλέχθηκε στη Θέση 3 της Θηρασίας (περιοχή της Μονής της Κοίμησης), στο πλαίσιο της έρευνας επιφανείας. Για τον ορυκτολογικό και τεχνολογικό χαρακτηρισμό πραγματοποιείται συστηματική μακροσκοπική εξέταση και ομαδοποίηση της κεραμικής με βάση τα χαρακτηριστικά του ψημένου πηλού και ακολούθως πετρογραφική ανάλυση λεπτών τομών στο πολωτικό μικροσκόπιο σε αντιπροσωπευτικά όστρακα. Γίνονται υποθέσεις για την προέλευση της κεραμικής και σχετικά σχόλια για τις θηραϊκές παραγωγές και τα εισηγμένα αγγεία. Στόχος του άρθρου δεν είναι η εξαντλητική περιγραφή των ορυκτολογικών τεχνολογικών δεδομένων, αλλά η συνοπτική παρουσίασή τους. Επισημαίνεται ότι έως την παρούσα δεν έχει γίνει συστηματική τυπολογική μελέτη της κεραμικής και επομένως τα δεδομένα για τη χρονολόγηση των οστράκων αφορούν σε αρχικές εκτιμήσεις. Για τις υποθέσεις προέλευσης λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία που αποτυπώνονται στους γεωλογικούς χάρτες του Ι.Γ.Μ.Ε. Τα πετρογραφικά παράλληλα που παρουσιάζονται προέρχονται από σχετικές αναφορές που υπάρχουν στη βιβλιογραφία και τη συγκριτική εξέταση των λεπτών τομών των δειγμάτων της Θηρασίας με λεπτές τομές κεραμικών από νησιά των Κυκλάδων που βρίσκονται στη συλλογή αναφοράς λεπτών τομών κεραμικών του εργαστηρίου Fitch 1. Η Θέση 3 της Θηρασίας βρίσκεται σήμερα στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού, στο Ακρωτήρι της Τρυπητής (Σμπόνιας, Farinetti & Κορδατζάκη στον παρόντα τόμο). Στο σημείο αυτό διατηρούνται επιχώσεις που αποτυπώνουν την τοπογραφία της περιοχής πριν από τη μινωική έκρηξη. Ο προεκρηξιακός οικισμός στη Θέση 3 βρισκόταν στην ορεινή ενδοχώρα και αναπτυσσόταν σε επάλληλα άνδηρα. Η κατακρήμνιση του νότιου τμήματος της Θηρασίας δεν επιτρέπει την πλήρη αποκατάσταση της ανάπτυξης του οικισμού. Πριν από την έκρηξη η Θήρα με τη Θηρασία αποτελούσαν ένα νησί και είναι προφανές ότι η τοπογραφία και η ακτογραμμή του νησιωτικού συμπλέγματος της Σαντορίνης (Θήρα Θηρασία) έχουν αλλάξει δραματικά μετά τη μινωική έκρηξη (Aston & Hardy 1990, Friedrich, Seidenkrantz & Nielsen 2000, 76-79, Heiken, McCoy & Sheridan 1990, Druitt & Francaviglia 1990). Η Θηρασία επεκτείνονταν ακόμη νοτιότερα και έφτανε έως το Ασπρονήσι (Aston & Hardy 1990, 357). Με δεδομένη τη γενικότερη τοπογραφική γεωλογική ανακατάταξη και μεταβολή, είναι προφανές ότι οι πληθυσμοί της ΠΚ και ΜΚ περιόδου έβλεπαν ένα τελείως διαφορετικό τοπίο από αυτό που βλέπουμε σήμερα. Μεταξύ άλλων είχαν στη διάθεσή τους πρώτες ύλες και αποθέσεις που σήμερα είτε έχουν καλυφθεί τελείως από την κίσσηρη, τις λάβες και τα πυροκλαστικά υλικά, είτε έχουν κατακρημνισθεί, ή/και εμφανίζονται σε περισσότερο Αριστερή σελίδα: Ζώνες διαφορετικών πετρωμάτων στα πρανή της καλντέρας της Θηρασίας (Φωτ.: Μαριάννα Νάση 2014). 1 Ευχαριστώ θερμά τη διευθύντρια του εργαστηρίου Fitch της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, Δρ. Ε. Κυριατζή, για τη δυνατότητα χρήσης του εξοπλισμού του εργαστηρίου και την πρόσβαση στη συλλογή αναφοράς των λεπτών τομών. 59

περιορισμένη έκταση σε σχέση με αυτήν που κάλυπταν πριν από την έκρηξη (Aston & Hardy 1990, 355). Το γεγονός ότι δεν έχουν εντοπιστεί άργιλοι σε ποσότητες που να επιτρέπουν τη συστηματική παραγωγή κεραμικών είναι πιθανό να οφείλεται στις δραματικές αλλαγές που υπέστη το τοπίο και η γεωλογία του νησιωτικού συμπλέγματος. Περιορισμένες, ωστόσο, εμφανίσεις αργιλικών ιζημάτων στη Θήρα είναι ενθαρρυντικές της ύπαρξης παρόμοιων αποθέσεων περισσότερο εκτεταμένων πριν από την έκρηξη (Einfalt 1978, 459 και 461, Friedrich, Seidenkrantz & Nielsen 2000, 76-79, Vaughan 1990, 482-483, Hilditch 2008, 192). Η Θηρασία συνίσταται αποκλειστικά σε ηφαιστειακά πετρώματα (Pichler, Günther & Kussmaul 1980). Συγκεκριμένα, κίσσηρη, ηφαιστειακά πυροκλαστικά υλικά και χαλαζιακές-λατιανδεσιτικές λάβες/σκωρίες καλύπτουν την επιφάνεια του νησιού. Η Θήρα συνίσταται σε ηφαιστειακά και προηφαιστειακά πετρώματα (Pichler, Günther & Kussmaul 1980). Αναλυτικότερα, το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού καλύπτεται από κίσσηρη, λάβες (ανδεσιτικές/λατιανδεσιτικές, δακιτικές, ρυοδακιτικές), σκωρίες, τόφφους και διάφορα ηφαιστειακά πυροκλαστικά υλικά. Τα προηφαιστειακά πετρώματα της Θήρας συνίστανται σε: Α) Ένα σύστημα που αποτελείται από ημιμεταμορφωμένα πετρώματα που έχουν προέλθει από πηλιτικά, ψαμμιτικά, πυριτολιθικά, ανθρακικά, κροκαλοπαγή και ηφαιστειακά πετρώματα (Pichler, Günther & Kussmaul 1980, Skarpelis & Liati 1990, 172). Το σύστημα αυτό σήμερα αναπτύσσεται στην περιοχή του Αθηνιού έως τα Θερμιά και σε μεμονωμένους θύλακες στους κρυσταλλικούς ασβεστόλιθους μεταξύ Μεγαλοχωρίου και Μέσα Βουνού. Ωστόσο, πριν από τη μινωική έκρηξη φαίνεται ότι ο προηφαιστειακός σχηματισμός αναπτυσσόταν σε μεγαλύτερη έκταση (Einfalt 1978, 461 και 466, Vaughan & Wilson 1993, 180). Β) Κρυσταλλικούς ασβεστόλιθους. Εμφανίζονται μεταξύ Μεγαλοχωρίου-Μέσα Βουνού και μεταξύ Εμπορείου και Ακρωτηρίου Εξωμύτη. Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ 3 Το 20% περίπου της κεραμικής που συλλέχθηκε στη Θέση 3 είναι όστρακα που χρονολογούνται στους ιστορικούς και νεότερους χρόνους. Τα υπόλοιπα, με βάση την τυπολογία των διαγνωστικών οστράκων, την επεξεργασία της επιφάνειάς τους και τα χαρακτηριστικά του ψημένου πηλού (τύπος εγκλείσματος, κοκκομετρία, χρώμα οστράκων ως αντανάκλαση της περιεκτικότητας των αργίλων σε ασβέστιο και των συνθηκών όπτησης), όπως αυτά προσδιορίζονται στο πλαίσιο της συστηματικής μακροσκοπικής εξέτασης, χρονολογούνται στην Προϊστορική περίοδο. Με βάση τις αρχικές εκτιμήσεις αναγνωρίζονται δύο κύριες φάσεις χρήσης της θέσης. Η πρώτη φάση σχετίστηκε με την ΠΚ περίοδο, ενώ η δεύτερη με τη ΜΚ περίοδο. Η κεραμική περιλαμβάνει αγγεία διαφόρων μεγεθών και σχημάτων, όπως ρηχά (φιάλες) και βαθιά ανοιχτά (καδοειδή), μεγαλύτερα αποθηκευτικά (πίθοι και πιθαμφορείς) και κλειστά με λαιμό. Το 39% των οστράκων διατηρούν επίχρισμα στη μία ή στις δύο επιφάνειές τους (μονόχρωμα), ενώ τα υπόλοιπα είναι αβαφή. Οι επιφάνειες είναι εξομαλυσμένες, λειασμένες ή στιλβωμένες και λιγότερο συχνά αδρές. Το 1% των οστράκων διατηρεί γραπτή διακόσμηση (αμαυρόχρωμη ή δίχρωμη), ενώ σε μεμονωμένες περιπτώσεις διατηρείται εγχάρακτη διακόσμηση. Με βάση τα χαρακτηριστικά του ψημένου πηλού, όπως καταγράφονται μακροσκοπικά, η κεραμική ομαδοποιείται σε 14 διαφορετικές ομάδες. Από αυτές 60

οι τέσσερις αφορούν σε ανοιχτόχρωμη μετά την όπτηση κεραμική με χρώματα που κυμαίνονται από υπόλευκο έως ανοιχτό καστανό. Τα τέσσερα αυτά υποσύνολα είναι εμφανώς πολύ συγγενή μεταξύ τους. Το στοιχείο που οδηγεί στη διάκρισή τους σε υποσύνολα είναι η διαφορετική κοκκομετρία (μέτρια λεπτά έως αδρόκοκκα) και το χρώμα των οστράκων (πολύ ανοιχτόχρωμα έως περισσότερο καστανά). Επισημαίνεται ότι κατά την πετρογραφική εξέταση των λεπτών τομών της ανοιχτόχρωμης κεραμικής τα τέσσερα υποσύνολα ενοποιούνται και αποτελούν την κεραμική ύλη Β της Θηρασίας (βλ. παρακάτω). Οι υπόλοιπες δέκα ομάδες αφορούν σε σκοτεινόχρωμα μετά την όπτηση όστρακα. Το χρώμα κυμαίνεται από πορτοκαλί, ερυθρό, καφέ έως γκρι σκούρο και μαύρο. Συχνά, η τομή των οστράκων έχει διάφορο χρώμα από αυτό της επιφάνειας ή/και η ίδια η τομή εμφανίζει διαφοροποιημένο χρώμα ανάμεσα στα περιθώρια και τον πυρήνα. Οι δέκα αυτές ομάδες αποτελούν τις βασικές εφτά χαμηλά ασβεστιούχες κεραμικές ύλες (βλ. παρακάτω, κεραμικές ύλες Α, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η και Θ), όπως αυτές προσδιορίζονται στο πολωτικό μικροσκόπιο. Ορισμένες από τις κύριες πετρογραφικά προσδιορισμένες χαμηλά ασβεστιούχες κεραμικές ύλες εμφανίζουν υποσύνολα με βάση τα ιδιαίτερα ορυκτολογικά τους χαρακτηριστικά. Με βάση την παραπάνω ομαδοποίηση επιλέγονται αντιπροσωπευτικά δείγματα της κάθε ομάδας προκειμένου να εξεταστούν πετρογραφικά. Συνολικά, επιλέγονται 32 δείγματα κεραμικής από τα οποία παρασκευάζονται λεπτές τομές και ακολουθεί ο ορυκτολογικός χαρακτηρισμός τους με την εξέτασή τους σε πολωτικό μικροσκόπιο. ΤΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΟΡΥΚΤΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΕΡΑΜΙΚΗΣ Κεραμική ύλη Α: χαμηλά ασβεστιούχος κεραμική ύλη με θραύσματα ηφαιστειακών και μεταμορφωμένων πετρωμάτων (εικ. 1) Οι επιφάνειες των οστράκων έχουν χρώμα από πορτοκαλί, καστανό-καφέ (7.5YR6/4) έως γκρι σκούρο ή ανοιχτό (7.5YR5/1-7/1). Συνήθως, η τομή έχει διαφορετικό χρώμα από αυτό της επιφάνειας, ενώ πολύ συχνά σχηματίζεται πυρήνας σκοτεινόχρωμος. Αναγνωρίζονται δύο επιμέρους ομάδες με βάση την παρουσία απουσία λευκών εγκλεισμάτων. Τα όστρακα σχετίζονται κυρίως με μεσαία και μεγάλα αγγεία (κυρίως φιάλες και αγγεία αποθήκευσης, αλλά και μεγάλα κλειστά σκεύη), είτε μονόχρωμα, είτε αβαφή. Σε μία περίπτωση διατηρείται αμαυρή, γραπτή διακόσμηση (Σκοτεινή σε Ανοιχτό). Οι επιφάνειες είναι άλλοτε λειασμένες και άλλοτε στιλβωμένες. Όλα τα διαγνωστικά όστρακα χρονολογούνται στην ΠΚ περίοδο με εξαίρεση όστρακο που φέρει διακόσμηση και χρονολογείται στη ΜΚ περίοδο. Με βάση την οπτική εξέταση των οστράκων στο πολωτικό μικροσκόπιο η ομάδα αφορά σε αδρόκοκκη, χαμηλά ασβεστιούχο κεραμική ύλη 2 (σκούρα ερυθρή έως χρυσαφή-ερυθρή μετά την όπτηση), στο αδρό κλάσμα της οποίας κυριαρχούν τα θραύσματα ηφαιστειακών πετρωμάτων και τα συστατικά ορυκτά τους. Σπάνια έως καθόλου εμφανίζονται θραύσματα μεταμορφωμένων πετρωμάτων. Τα ηφαιστειακά υλικά συνίστανται σε λάβες (ανδεσιτικές έως ρυολιθικές), ηφαιστειακό γυαλί (συχνά 2 Η διάκριση σε χαμηλά ασβεστιούχες και ασβεστιούχο κεραμική ύλη βασίζεται στο χρώμα των οστράκων, όπως καταγράφεται κατά τη μακροσκοπική εξέταση της κεραμικής, και στο χρώμα που έχει η λεπτόμαζα των λεπτών τομών των κεραμικών στο πολωτικό μικροσκόπιο. 61

με περλιτική υφή), τόφφους, καθώς και τα συστατικά ορυκτά της αποσάθρωσης των λαβών. Χαρακτηριστική είναι η υψηλή περιεκτικότητα σε πλαγιόκλαστα και αυγίτες με απλές/πολυσυνθετικές διδυμίες και ζωνώσεις. Οι τόφφοι απουσιάζουν από τα μισά δείγματα. Τα μεταμορφωμένα πετρώματα συνίστανται σε χαλαζίτες, σχιστόλιθους (συσσωματώματα χαλαζία+βιοτίτη) και μετα-γραουβάκες. Παρόμοια κεραμική ύλη υπάρχει στο ΠΚ κεραμικό υλικό από το Ακρωτήρι (various pink-red fabric: Vaughan 1990, 479-481), ενώ η συγκεκριμένη ύλη απουσιάζει από τη ΜΚ κεραμική της ίδιας θέσης (Hilditch 2008). Κεραμική ύλη Β: ασβεστιούχος κεραμική ύλη με μικροαπολιθώματα και θραύσματα ηφαιστειακών και μεταμορφωμένων πετρωμάτων (εικ. 2) Η κεραμική είναι ανοιχτόχρωμη, μέτρια λεπτόκοκκη έως αδρόκοκκη, με επιφάνειες και τομή από υπόλευκο (10YR8/1) έως ροδοκάστανο (7.5YR7/4) και ανοιχτό καστανό (10YR8/3). Τα όστρακα σχετίζονται με αγγεία όλων των μεγεθών, μεταξύ αυτών και πιθαριών. Τα όστρακα είναι τόσο αβαφή όσο και μονόχρωμα, ορισμένα από τα οποία με χαρακτηριστικά παχύ επίχρισμα, και χρώμα από ερυθρό, πορτοκαλέρυθρο έως καφέ. Η γραπτή κεραμική της Θηρασίας (δίχρωμη ή αμαυρή διακόσμηση) παρασκευάζεται σχεδόν αποκλειστικά από αυτήν την κεραμική ύλη. Η προτεινόμενη χρονολόγηση των οστράκων με βάση τη διακόσμησή τους είναι η ΜΚ περίοδος. Με βάση την εξέταση των λεπτών τομών των δειγμάτων στο πολωτικό μικροσκόπιο η ομάδα αφορά σε μέτρια λεπτόκοκκη έως αδρόκοκκη ασβεστιούχο κεραμική ύλη, χρυσαφή-καστανή έως ερυθρή και γκρι σκούρα μετά την όπτηση. Χαρακτηριστική είναι η παρουσία μικρίτη-βιομικρίτη, σπαρίτη-βιοσπαρίτη και μικροαπολιθωμάτων με διακύμανση στην περιεκτικότητα ανάλογα με το δείγμα. Στο αδρό κλάσμα κυριαρχούν τα θραύσματα ηφαιστειακών πετρωμάτων, ενώ εμφανίζονται πολύ λίγα έως σπάνια θραύσματα μεταμορφωμένων πετρωμάτων και πολύ σπάνια έως καθόλου ιζηματογενή πετρώματα. Τα ηφαιστειακά υλικά είναι παρόμοια με αυτά της κεραμικής ύλης Α. Τα μεταμορφωμένα πετρώματα συνίστανται σε χαλαζίτες, φυλλίτες-σχιστόλιθους (συσσωματώματα χαλαζία+μίκα), ενώ τα ιζηματογενή σε ψαμμίτη, πυριτόλιθο (επιπλέον ραδιολαριτικό) και κρυσταλλικό ασβεστόλιθο. Παρόμοια κεραμική ύλη έχει καταγραφεί στο ΠΚ Ακρωτήρι (fabric A: Vaughan 1990, 471-472), στο ΜΚ Ακρωτήρι (fabric A: Hilditch 2008, 196-210), στο ΥΚ Ακρωτήρι (groups 1, 2: Williams 1978, 508-509), σε τοπική θηραϊκή κεραμική που εξέτασε ο Einfalt (1978, 465), σε ύστερη ΜΚ κεραμική από την Αγία Ειρήνη της Κέας (group B: Davis & Williams 1981, 296-297), σε ΠΚ-ΜΚ κεραμική από τη Φυλακωπή της Μήλου (Vaughan & Williams 2007), σε ΜΚ-ΥΚ ανοιχτόχρωμα κεραμικά από τη Μικρή Βίγλα της Νάξου (Vaughan 1989, 154-158 και 1990, 472-473). Κεραμική ύλη Γ: χαμηλά ασβεστιούχος κεραμική ύλη με θραύσματα μεταμορφωμένων πετρωμάτων που έχουν προέλθει από όξινα πλουτώνια (εικ. 3) Τα όστρακα έχουν επιφάνειες χρώματος πορτοκαλί (2.5YR5/6), ερυθρού (10R4/6) έως καφέ (5YR5/4) ή μαύρου. Συνήθως, η επιφάνεια έχει χρώμα διάφορο από αυτό της τομής, ενώ συχνά σχηματίζεται πυρήνας μελανού ή γκρι χρώματος. Τα σκεύη είναι μεσαία, αλλά κυρίως μεγάλα έως πολύ μεγάλα. Μεταξύ άλλων, προσδιορίζονται κωνικές φιάλες και αγγεία προφίλ S. Οι επιφάνειες είναι λειασμένες, στιλπνές ή στιλβωμένες και μονόχρωμες (ερυθρό, καφέ-μελανό επίχρισμα) ή αβαφείς, ενώ σε μία περίπτωση 62

Εικ. 1: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Α, χαμηλά ασβεστιούχος με θραύσματα ηφαιστειακών και μεταμορφωμένων πετρωμάτων (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). Εικ. 2: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Β, ασβεστιούχος με μικροαπολιθώματα και θραύσματα ηφαιστειακών και μεταμορφωμένων πετρωμάτων (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). Εικ. 3: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Γ, χαμηλά ασβεστιούχος με θραύσματα μεταμορφωμένων πετρωμάτων που έχουν προέλθει από όξινα πλουτώνια (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). Εικ. 4: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Δ, χαμηλά ασβεστιούχος με τόφφους (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). διατηρείται εγχάρακτη διακόσμηση. Μεταξύ των οστράκων ορισμένα αναγνωρίζονται ως ΠΚ. Με βάση τα οπτικά χαρακτηριστικά των λεπτών τομών των δειγμάτων στο πολωτικό μικροσκόπιο η κεραμική ύλη είναι αδρόκοκκη, χαμηλά ασβεστιούχος, πορτοκαλή-ερυθρή έως σκούρα ερυθρή μετά την όπτηση. Το αδρό κλάσμα συνίσταται σε θραύσματα όξινων πλουτώνιων πετρωμάτων που έχουν υποστεί διάφορο βαθμό μεταμόρφωσης. Το αδρό κλάσμα συνίσταται επιπλέον στα αποσαθρωμένα συστατικά ορυκτά των παραπάνω πετρωμάτων (χαλαζίες, αλκαλικοί άστριοι/πλαγιόκλαστα [σερικιτιωμένα/αλλοιωμένα], βιοτίτες, κεροστίλβη). Με βάση την ιδιαίτερη ορυκτολογία των δειγμάτων, όπως η παρουσία θραυσμάτων ηφαιστειακών πετρωμάτων, θραυσμάτων μεταμορφωμένων πετρωμάτων που προέρχονται από πηλιτικά πετρώματα, καθώς και ορυκτών, όπως χλωρίτη, βιοτίτη, κεροστίλβης, αναγνωρίζονται επιμέρους σύνολα. Παρόμοια κεραμική ύλη έχει καταγραφεί στη ΜΚ Μικρή Βίγλα Νάξου (Vaughan 1989, 151-154 και 157-158), στο ΠΚ Σπήλαιο Ζα και Γκρόττα στη Νάξο (Hilditch 2008, 233), στο ΠΚ Ακρωτήρι (Vaughan 1990, 476-477), στο ΜΚ Ακρωτήρι (Hilditch 2008, 228-234 και 345), στο ΥΚ Ακρωτήρι (Williams 1978, 509), και στην Κέρο (Hilditch 2007, 240-241). 63

Κεραμική ύλη Δ: χαμηλά ασβεστιούχος κεραμική ύλη με τόφφους (εικ. 4) Οι επιφάνειες των οστράκων είναι καστανές (7.5YR6/3) με ομοιόχρωμη έως περισσότερο ροδοκάστανη (5YR7/4) τομή. Η ομάδα συσχετίζεται με μεσαία και μεγάλα αγγεία, αβαφή και μονόχρωμα, ορισμένα από τα οποία χρονολογούνται στην ΠΚ περίοδο. Με βάση την οπτική μικροσκοπία η κεραμική ύλη είναι αδρόκοκκη, ερυθρή έως χρυσαφή μετά την όπτηση, με χαρακτηριστική την παρουσία στρογγυλεμένων τόφφων. Ανάλογα με την περιεκτικότητα σε θραύσματα ηφαιστειακών πετρωμάτων (λάβες, ηφαιστειακό γυαλί), αναγνωρίζονται δύο επιμέρους σύνολα. Σε κάθε περίπτωση, η παρουσία θραυσμάτων μεταμορφωμένων πετρωμάτων (χαλαζίτες, σχιστόλιθοι ως συσσωματώματα χαλαζία+βιοτίτη) είναι σπάνια. Κεραμική ύλη Ε: χαμηλά ασβεστιούχος κεραμική ύλη με τάλκη (εικ. 5) Τα όστρακα έχουν επιφάνειες ερυθρές (10R5/6) έως σκούρες ερυθρές (10R5/2) και τομή ομοιόχρωμη, ενώ κατά περίπτωση σχηματίζεται πυρήνας μελανού χρώματος. Οι επιφάνειες έχουν χαρακτηριστική σαπουνοειδή υφή 3 και εγκλείσματα γκριγκριζογάλαζα ή ροδαλά με σχισμό. Τα όστρακα προέρχονται από μεσαία και μεγάλα, αβαφή αγγεία. Με βάση την τυπολογία ορισμένα όστρακα χρονολογούνται στην ΠΚ περίοδο. Με βάση την οπτική εξέταση των λεπτών τομών, η κεραμική ύλη είναι αδρόκοκκη έως πολύ αδρόκοκκη, (σκούρα) ερυθρή έως μελανή μετά την όπτηση, που χαρακτηρίζεται κυρίως από ταλκικούς σχιστόλιθους (συσσωματώματα αποκλειστικά από τάλκη). Πολύ λίγοι σχιστόλιθοι συνίστανται σε χαλαζία+βιοτίτη±μοσχοβίτη±λευκή μίκα±τάλκη±επίδοτο. Επιπλέον, υπάρχουν συσσωματώματα βιοτίτη και μοσχοβίτη και πολύ σπάνια έως καθόλου χαλαζίτης. Το λεπτό κλάσμα συνίσταται κυρίως σε τάλκη, μίκα και χαλαζία/αστρίους. Παρόμοια κεραμική ύλη έχει καταγραφεί σε ΠΚ όστρακα από την Αγία Ειρήνη Κέας (Vaughan & Wilson 1993, 170-171, Vaughan 1990, 478), το Ακρωτήρι (Vaughan 1990, 478, Vaughan & Wilson 1993, 173, Σωτηρακοπούλου 1999, 71 και 499), τη Φυλακωπή της Μήλου (Vaughan & Williams 2007, 118-119, Vaughan & Wilson 1993, 173), την Κέρο (Broodbank 2007, 126-127, Hilditch 2007, 241 και 258, Vaughan & Wilson 1993, 173, Vaughan 1990, 478), το Σπήλαιο Ζα στη Νάξο (Vaughan & Wilson 1993, 174), τη Σκύρο (Vaughan & Wilson 1993, 174), τη Σίφνο (Vaughan & Wilson 1993, 172-173), το Θορικό της Αττικής (Vaughan & Wilson 1993, 174). Κεραμική ύλη Ζ: χαμηλά ασβεστιούχος κεραμική ύλη με γωνιώδη θραύσματα ηφαιστειακού γυαλιού (εικ. 6) Τα όστρακα έχουν χρώμα καφέ τόσο στην επιφάνεια, όσο και στην τομή τους (7.5YR5/3). Η κεραμική ύλη συσχετίζεται με την παραγωγή κυρίως μεσαίων αγγείων ή ακόμη και μεγάλων αποθηκευτικών σκευών, με επιφάνειες που είναι κατά βάση μονόχρωμες. Με βάση τα οπτικά χαρακτηριστικά των δειγμάτων στο πολωτικό μικροσκόπιο, η κεραμική ύλη είναι αδρόκοκκη, πορτοκαλή-χρυσαφή έως σκούρα ερυθρή μετά την όπτηση, στα δύο κλάσματα της οποίας κυριαρχούν οι γωνιώδεις κρύσταλλοι ηφαιστειακού γυαλιού (πολύ συχνά με περλιτική και κυστοειδή υφή). Πολύ συχνά 3 Η σαπουνοειδής υφή των οστράκων είναι πολύ χαρακτηριστική της κεραμικής που περιέχει τάλκη, όπως επισημαίνεται και σε άλλες μελέτες (Broodbank 2007, 126, Wilson 1999, 69). 64

Εικ. 5: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Ε, χαμηλά ασβεστιούχος με τάλκη (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). Εικ. 6: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Ζ, χαμηλά ασβεστιούχος με γωνιώδη θραύσματα ηφαιστειακού γυαλιού (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). Εικ. 7: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Η, χαμηλά ασβεστιούχος πλούσια σε μοσχοβίτη, με χαλαζίτη, σχιστόλιθους και μικρή ποσότητα έντονα αλλοιωμένου ηφαιστειακού γυαλιού (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). Εικ. 8: Φωτογραφία λεπτής τομής κεραμικής ύλης Θ, χαμηλά ασβεστιούχος κεραμική ύλη με θραύσματα φυλλιτών και σχιστοπηλών (25x, XP, εύρος πεδίου 5.5mm). εμφανίζονται φαινοκρύσταλλοι πλαγιοκλάστων με χαρακτηριστικές διδυμίες και ζωνώσεις σε ισότροπη μάζα. Και στα δύο κλάσματα εμφανίζονται πολύ συχνά πλαγιόκλαστα, ενώ η περιεκτικότητα σε κατά βάση αλλοιωμένες ανδεσιτικές-ρυολιθικές λάβες είναι μικρή. Τα δείγματα αυτά της Θηρασίας έχουν ομοιότητες με ορισμένα από το ΠΚ Ακρωτήρι (fabric B: Vaughan 1990, 473) και από την ΠΚ Μήλο (ignimbrite thin sections: Vaughan & Williams 2007, 115-116). Κεραμική ύλη Η: χαμηλά ασβεστιούχος κεραμική ύλη πλούσια σε μοσχοβίτη, με χαλαζίτη, σχιστόλιθους και μικρή ποσότητα έντονα αλλοιωμένου ηφαιστειακού γυαλιού (εικ. 7) Οι επιφάνειες των οστράκων είναι σκούρες καστανές, σκούρες γκρι (10YR5/1) έως μελανές. Η κεραμική ύλη είναι μεσόκοκκη και αδρόκοκκη, ενώ χαρακτηριστική είναι η υψηλή περιεκτικότητα σε ασημί μίκα. Τα αγγεία είναι μικρά έως μεσαία, τα περισσότερα από τα οποία είναι ανοιχτά (φιάλες, ρηχά ανοιχτά σκεύη). Τα όστρακα άλλοτε είναι μονόχρωμα και άλλοτε δεν διατηρούν επίχρισμα. Δεν υπάρχουν διαγνωστικά όστρακα 65