ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 25.01.2005 COM(2005)10 τελικό ΛΕΥΚΟ ΒΙΒΛΙΟ σχετικά µε την ανταλλαγή πληροφοριών για τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις και τα αποτελέσµατα που παράγουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση {SEC(2005)63} (υποβληθέν από την Επιτροπή) EL EL
ΛΕΥΚΟ ΒΙΒΛΙΟ σχετικά µε την ανταλλαγή πληροφοριών για τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις και τα αποτελέσµατα που παράγουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Η εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης προϋποθέτει την οµαλή κυκλοφορία πληροφοριών µεταξύ των αρµοδίων αρχών των κρατών µελών, σχετικά µε τις καταδικαστικές αποφάσεις και τις εκπτώσεις από δικαιώµατα που αφορούν πρόσωπα, κοινοτικούς ή µη υπηκόους, τα οποία διαµένουν στο έδαφος των κρατών µελών, καθώς και τη δυνατότητα να επέλθουν συνέπειες εκτός του εδάφους του κράτους µέλους που τις εξέδωσε. 2. Ο προβληµατισµός αυτός προέκυψε επανειληµµένα στο πλαίσιο των εργασιών της Ένωσης, τόσο όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών για τις καταδικαστικές αποφάσεις όσο και τις επιπτώσεις που συνεπάγονται. Τα µέτρα 2, 3, 4, 14, 20, 22 και 23 του προγράµµατος µέτρων για την εφαρµογή της αρχής της αµοιβαίας αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων 1, αναφέρονται στα θέµατα αυτά. Η βελτίωση της ποιότητας της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά µε τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις κρίθηκε ως θέµα προτεραιότητας από το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο της 25ης και 26ης Μαρτίου 2004 στη δήλωσή του σχετικά µε την καταπολέµηση της τροµοκρατίας, το οποίο επιβεβαιώθηκε στο πλαίσιο του Συµβουλίου ικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 19ης Ιουλίου 2004. Με το πρόγραµµα της Χάγης η Επιτροπή κλήθηκε να υποβάλει προτάσεις «ώστε να ενταθεί η ανταλλαγή πληροφοριών που προέρχονται από τα εθνικά µητρώα ποινικών καταδικών και εκπτώσεων, ιδίως εκείνων που αφορούν σεξουαλικά εγκλήµατα, ώστε το Συµβούλιο να µπορέσει να τις υιοθετήσει µέχρι τα τέλη του 2005». Η παρούσα Λευκή Βίβλος στοχεύει στο να ανταποκριθεί στο αίτηµα αυτό. 3. Γίνεται µια καταγραφή των συνθηκών κυκλοφορίας των πληροφοριών σχετικά µε τις καταδίκες και τις εκπτώσεις από δικαιώµατα στο έδαφος της Ένωσης και προτείνεται ένα φιλόδοξο πρόγραµµα δράσης που στοχεύει στη δηµιουργία ενός ηλεκτρονικού συστήµατος ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά µε τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις µεταξύ των κρατών µελών. Από την άλλη πλευρά, στόχος είναι να ξεκινήσει ένας προβληµατισµός σχετικά µε τις διάφορες πλευρές της αναγνώρισης εκ µέρους των κρατών µελών των καταδικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν από τα άλλα κράτη µέλη. Το ζήτηµα αυτό θα πρέπει να αποτελέσει αντικείµενο πολυάριθµων συµπληρωµατικών εργασιών που θα διεξαχθούν κατά τα προσεχή έτη και η παρούσα Λευκή Βίβλος δεν αποτελεί σχετικά µε το θέµα αυτό παρά µια πρώτη προσέγγιση του θέµατος των επιπτώσεων που έχουν οι ποινικές καταδίκες στο έδαφος της Ένωσης. 1 ΕΕ C 12 της 15.01.2001, σ.10. EL 2 EL
2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ 2.1. Ανοµοιογένεια των εθνικών συστηµάτων καταχώρισης των ποινικών αποφάσεων 4. Οι συνηµµένοι πίνακες παρουσιάζουν την οργάνωση των εθνικών ποινικών µητρώων όπως απορρέει από τις απαντήσεις στα ερωτηµατολόγια που στάλθηκαν από την Επιτροπή στα κράτη µέλη. Αποδεικνύουν την µεγάλη ανοµοιογένεια των εθνικών συστηµάτων καταχώρισης των καταδικών (παράρτηµα 1). 5. Η κεντρική διαχείριση και η ευρεία µηχανοργάνωση των εθνικών µητρώων : τα εθνικά µητρώα έχουν κεντρική διαχείριση στο σύνολο σχεδόν των κρατών µελών. Η αρχή από την οποία γίνεται η κεντρική διαχείριση των δεδοµένων ποικίλλει (Υπουργείο ικαιοσύνης, Υπουργείο Εσωτερικών, Αστυνοµία). Τα περισσότερα µητρώα είναι µηχανογραφηµένα και στην περίπτωση που αυτό δεν ισχύει φαίνεται ότι υπάρχουν σχέδια για τη µηχανοργάνωσή τους. 6. Το περιεχόµενο: οι πληροφορίες που εισάγονται στα εθνικά µητρώα δεν είναι ταυτόσηµες. Ορισµένα περιλαµβάνουν όλες τις ποινικές αποφάσεις και άλλα περιορίζονται στις σοβαρότερες παραβάσεις. Σε ορισµένα µητρώα αναγράφονται οι καταδικαστικές αποφάσεις κατά νοµικών προσώπων, ενώ σε άλλα όχι. Ορισµένα περιορίζονται στις αποφάσεις µε ισχύ δεδικασµένου («res judicata»), ενώ σε άλλα αναγράφονται, τουλάχιστον προσωρινά, αποφάσεις κατά των οποίων δύνανται να ασκηθούν ένδικα µέσα. Ορισµένα µητρώα περιέχουν επίσης τµήµα αφιερωµένο στις τρέχουσες διώξεις καθώς και ορισµένες αποφάσεις αθώωσης ή αποφυλάκισης, ιδίως λόγω ανικανότητας καταλογισµού. Σε ορισµένα κράτη µέλη, οι καταχωρισθείσες αποφάσεις προέρχονται αποκλειστικά από ποινικά δικαστήρια. Σε άλλες περιπτώσεις, περιλαµβάνονται επίσης στο ποινικό µητρώο αποφάσεις διοικητικών αρχών ή εµποροδικείων που επιβάλλουν, για παράδειγµα, πειθαρχικές κυρώσεις ή απαγορεύσεις άσκησης ορισµένων επαγγελµάτων. Οι πληροφορίες σχετικά µε τα µέτρα εκτέλεσης των ποινών ποικίλλουν επίσης. 7. Η πρόσβαση στα εθνικά µητρώα : οι εθνικές νοµοθεσίες δεν είναι οµοιογενείς ως προς τις αρχές που έχουν πρόσβαση στο ποινικό µητρώο. Σε ορισµένες περιπτώσεις, πρόσβαση στο σύνολο των δεδοµένων έχουν αποκλειστικά και µόνον οι δικαστικές αρχές ή µόνον οι αστυνοµικές αρχές. Η πρόσβαση αυτή µπορεί να είναι άµεση ή έµµεση. Αλλού, προβλέπεται επίσης πρόσβαση για τις διοικητικές αρχές, όταν η εν λόγω πρόσβαση είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση της αποστολής τους. Η πρόσβαση µπορεί να είναι πλήρης ή για επιµέρους θέµατα. Σε πολύ περιορισµένο αριθµό κρατών µελών, το ποινικό µητρώο είναι προσβάσιµο σε τρίτους (επαγγελµατικές ενώσεις, ιδιώτες εργοδότες, ιδιώτες ερευνητές, κλπ). Τέλος, οι περισσότερες νοµοθεσίες επιτρέπουν την πρόσβαση των ενδιαφεροµένων προσώπων στα δεδοµένα που καταχωρίστηκαν µε βάση το όνοµά τους. Πάντως, η πρόσβαση αυτή µπορεί να περιορίζεται σε µια προφορική πληροφορία ή στην παραλαβή αποσπάσµατος που δεν περιέχει όλες τις πληροφορίες. 8. Η προθεσµία διαγραφής των πληροφοριών που βρίσκονται στο µητρώο ποικίλλει σε µεγάλο βαθµό. Ορισµένα κράτη µέλη δεν προβλέπουν σύστηµα διαγραφής, ενώ άλλα προβλέπουν αυτόµατη ή κατόπιν αιτήσεως διαγραφή. EL 3 EL
2.2. Η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά µε τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις 9. Οι πληροφορίες σχετικά µε τις καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν στα άλλα κράτη µέλη διέπονται επί του παρόντος από τα άρθρα 13 και 22 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης αµοιβαίας συνδροµής σε ποινικές υποθέσεις του 1959 2 (στο εξής «η Σύµβαση του 1959») που συµπληρώθηκαν από το άρθρο 4 του πρόσθετου πρωτοκόλλου στην εν λόγω Σύµβαση, της 17ης Μαρτίου 1978. 10. Οι διατάξεις αυτές διέπουν, από τη µια πλευρά, τους όρους κοινοποίησης των αποσπασµάτων ποινικού µητρώου µεταξύ των µερών της Σύµβασης και από την άλλη πλευρά, θεσπίζουν υποχρέωση διαβίβασης, µια φορά το χρόνο, των καταδικαστικών αποφάσεων που αφορούν υπηκόους τους. 11. Ενώ η Σύµβαση του 1959 αποτελεί το ισχύον πλαίσιο των ανταλλαγών, ωστόσο οι µηχανισµοί που προβλέπει είναι περιορισµένης εµβέλειας. Από την εκπόνηση διαφόρων µελετών 3 και τις πληροφορίες τις οποίες διαθέτει η Επιτροπή προκύπτει ότι η κυκλοφορία των πληροφοριών δεν είναι οµαλή. Οι δυσλειτουργίες είναι τρεις: δυσχέρεια γρήγορου προσδιορισµού των κρατών µελών στα οποία έχουν εκδοθεί καταδικαστικές αποφάσεις για ένα πρόσωπο δυσχέρεια γρήγορης διαβίβασης των πληροφοριών και µε απλή διαδικασία δυσχέρεια κατανόησης των πληροφοριών που ενδεχοµένως διαβιβάστηκαν. 12. Η δυσχέρεια γρήγορου προσδιορισµού των κρατών µελών στα οποία έχουν εκδοθεί καταδικαστικές αποφάσεις για ένα πρόσωπο : στην πράξη είναι δύσκολο για ένα κράτος µέλος να πληροφορηθεί γρήγορα, διεξοδικά και αξιόπιστα εάν ένα πρόσωπο απετέλεσε αντικείµενο ποινικής καταδικαστικής απόφασης σε άλλο κράτος µέλος. ιακρίνουµε τρία είδη καταστάσεων: Για τους υπηκόους κρατών που δεν έχουν υπογράψει τη Σύµβαση του 1959, ο µηχανισµός κεντρικής διαχείρισης των πληροφοριών στο κράτος της ιθαγένειας, που προβλέπεται στο άρθρο 22 της Σύµβασης, δεν λειτουργεί. Στην περίπτωση αυτή δεν είναι δυνατόν να γνωστοποιηθεί η ύπαρξη προγενέστερης καταδίκης στο έδαφος της Ένωσης, εκτός και αν τεθεί το ερώτηµα σε όλα τα κράτη µέλη. Ο µηχανισµός κεντρικής διαχείρισης των καταδικαστικών αποφάσεων στο κράτος µέλος της ιθαγένειας θα έπρεπε κατ αρχήν να εφαρµόζεται στους αλλοδαπούς που είναι πολίτες κρατών µελών της Σύµβασης του 1959. Πάντως, ενώ η Σύµβαση υποχρεώνει τα συµβαλλόµενα µέρη να διαβιβάζουν τις καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν έναντι αλλοδαπών υπηκόων, δεν επιβάλει στα κράτη της ιθαγένειάς τους να εγγράφουν τις καταδικαστικές αυτές αποφάσεις στα εθνικά τους µητρώα. Πράγµατι, πολλά συµβαλλόµενα κράτη δεν προβαίνουν στην εν λόγω εγγραφή ή προβαίνουν σε περιορισµένη βάση. Άλλα προβαίνουν µόνο στην 2 3 Συµβούλιο της Ευρώπης, σειρά ευρωπαϊκών συνθηκών αριθ. 30. Βλ. µελέτη του 2000 η οποία εκπονήθηκε από το Institute of Advanced Legal Studies (ISLA) στο πλαίσιο του προγράµµατος Falcone (2000/FAL/168). Μελέτη του 2001 που εκπονήθηκε από το Institute for International Research on Criminal Policy (IRCP) στο πλαίσιο του προγράµµατος Grotius (2001/GRP/024) EL 4 EL
εγγραφή των καταδικαστικών αποφάσεων και των ποινών που αντιστοιχούν σε καταστάσεις γνωστές στο σύστηµά τους, ούτως ώστε το ποινικό µητρώο του κράτους της ιθαγένειας συχνά δεν είναι πλήρες. Κατά συνέπεια, εάν ένα άλλο κράτος απευθύνεται στο κράτος της ιθαγένειας για να πληροφορηθεί το ποινικό παρελθόν ενός προσώπου, δεν θα επιτύχει παρά µερική ενηµέρωση. Εξάλλου, το κράτος της ιθαγένειας αναµφίβολα θα εφαρµόζει τις καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν από τα άλλα κράτη στη δική του νοµοθεσία όσον αφορά τις εγγραφές ή τις διαγραφές. Ως εκ τούτου, η ίδια καταδικαστική απόφαση θα µπορεί να ακολουθήσει δύο διαφορετικά νοµικά καθεστώτα στο κράτος της καταδίκης και σε εκείνο της ιθαγένειας, πράγµα που προκαλεί κάποια σύγχυση. Όσον αφορά τους ηµεδαπούς, η ενηµέρωση για τις καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν στα άλλα κράτη µέρη της Σύµβασης, θα έπρεπε να ήταν καλύτερη λόγω της υποχρέωσης διαβίβασης που προβλέπεται στη Σύµβαση του 1959. Πάντως, η ενηµέρωση αυτή είναι αποσπασµατική, για λόγους νοµικούς και πρακτικούς. Η διαβίβαση πληροφοριών ορισµένες φορές περιορίζεται από νοµική άποψη λόγω των επιφυλάξεων έναντι της Σύµβασης. Εξάλλου, ορισµένες καταστάσεις δεν έχουν ρυθµιστεί ικανοποιητικά (για παράδειγµα, η περίπτωση των εχόντων διπλή ιθαγένεια). Επίσης διαπιστώθηκε ότι ορισµένα κράτη µέλη δεν εγγράφουν στο εθνικό τους µητρώο τις καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν από άλλα κράτη. Τέλος, στην πράξη, η διαβίβαση αυτή ορισµένες φορές παρουσιάζει κενά (π.χ. όταν τα εθνικά µητρώα αγνοούν την ιθαγένεια των καταδικασθέντων προσώπων) ή απλούστατα παραλείπεται. 13. Η δυσχέρεια γρήγορης διαβίβασης πληροφοριών και µε απλή διαδικασία : Όταν οι εθνικές αρχές επιθυµούν να πληροφορηθούν το ποινικό παρελθόν αλλοδαπών, µπορούν να υποβάλουν το αίτηµα αυτό στο πλαίσιο µιας αίτησης αµοιβαίας συνδροµής (άρθρο 13 της Σύµβασης του 1959). Στην πράξη, ο µηχανισµός αυτός δυσλειτουργεί και τα εθνικά δικαστήρια θεωρούν συχνά ότι η διαδικασία λήψης στοιχείων σχετικά µε το ποινικό παρελθόν σε ένα άλλο κράτος µέλος είναι εξαιρετικά επαχθής, δεν υπάρχει εξοικείωση µε αυτήν και είναι ασυµβίβαστη προς το ρυθµό της εθνικής διαδικασίας. Στην πράξη, συχνά απαγγέλλουν ποινές κατά υπηκόων άλλων κρατών µελών αποκλειστικά βάσει του αποσπάσµατος του ποινικού τους µητρώου και µε πλήρη άγνοια των καταδικαστικών αποφάσεων που ενδεχοµένως απαγγέλθηκαν σε άλλα κράτη µέλη, ιδίως στο κράτος µέλος της ιθαγένειας ή της κατοικίας. 14. Η δυσχέρεια κατανόησης της διαβιβασθείσας ενηµέρωσης : οι πληροφορίες που προέρχονται από άλλα κράτη µέλη, και οι οποίες κοινοποιούνται στις δικαστικές αρχές, δεν είναι πάντα κατανοητές. Οι δυσχέρειες µετάφρασης εξηγούν εν µέρει αυτή την έλλειψη κατανόησης, αλλά οι νοµικές δυσχέρειες είναι ακόµη µεγαλύτερες. Πράγµατι, υπάρχει πολύ µεγάλη ανοµοιογένεια στις πληροφορίες που περιλαµβάνονται στα εθνικά ποινικά µητρώα. Οι πληροφορίες αυτές αντικατοπτρίζουν τα εθνικά συστήµατα και το περιεχόµενό τους, ιδίως όσον αφορά τις ποινές, ορισµένες φορές προκαλεί σύγχυση στις αρχές που τις λαµβάνουν. 15. Στις 13 Οκτωβρίου 2004, η Επιτροπή ενέκρινε µια πρόταση απόφασης του Συµβουλίου για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά µε το ποινικό µητρώο 4. Η 4 COM(2004 664 τελικό. EL 5 EL
πρόταση αυτή στοχεύει στο να βελτιώσει βραχυπρόθεσµα τους υπάρχοντες µηχανισµούς ανταλλαγής πληροφοριών µεταξύ των κρατών µελών. εν τους τροποποιεί ουσιαστικά και δεν προσφέρει παρά µερική αντιµετώπιση των δυσλειτουργιών που εντοπίστηκαν παραπάνω, τις οποίες θα πρέπει να θεραπεύσει οποιοδήποτε µελλοντικό σχέδιο βελτίωσης του συστήµατος. 2.3. Ο προβληµατισµός σχετικά µε τις εκπτώσεις από δικαιώµατα 16. Οι εκπτώσεις από δικαιώµατα αποτελούν µια ειδική κατηγορία κυρώσεων που θέτουν ειδικά προβλήµατα στον τοµέα της διαθεσιµότητας και ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς και των αποτελεσµάτων τους. εν εξετάζονται εδώ παρά εκείνες που δύνανται να συνδεθούν µε µια ποινική καταδικαστική απόφαση. Μπορούν να απαγγελθούν ειδικά από τον ποινικό δικαστή στο πλαίσιο της καταδικαστικής απόφασης ή απορρεύουν αυτόµατα από την ίδια την απόφαση. Μπορούν επίσης να απαγγελθούν στο πλαίσιο πολιτικών ή διοικητικών δικών ή πειθαρχικών διαδικασιών, που έπονται µιας καταδικαστικής απόφασης. Λόγω των διαφορών αυτών, οι πληροφορίες σχετικά µε τις εκπτώσεις από δικαιώµατα δεν περιλαµβάνονται πάντα στα εθνικά ποινικά µητρώα και κυκλοφορούν κατά τρόπο µη προβλέψιµο. Εξάλλου, όταν η πληροφορία αυτή είναι διαθέσιµη, δεν µπορεί πάντα να χρησιµοποιηθεί, διότι η έλλειψη εναρµόνισης αποτελεί έναν πραγµατικό φραγµό στην αµοιβαία αναγνώριση. Η Επιτροπή θα υποβάλει το 2005 σχετική ανακοίνωση. Θεωρείται σκόπιµη µία επιµέρους προσέγγιση ανά είδος ποινικού αδικήµατος. Ήδη, το Νοέµβριο του 2004, το Βέλγιο παρουσίασε µία πρωτοβουλία σχετικά µε την αµοιβαία αναγνώριση της έκπτωσης από το δικαίωµα εργασίας ως παιδαγωγού, µετά από καταδίκη για αδίκηµα παιδοπορνογραφίας, που αποτελεί ένα πρώτο βήµα στον τοµέα αυτό. 3. ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΜΕ ΤΗ ΘΕΠΣΙΣΗ ΕΝΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 17. Στόχος : Κάθε σύστηµα ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά µε τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις πρέπει να επιτρέπει στον τελικό χρήστη να αποκτήσει, µέσω του εθνικού του ποινικού µητρώου, σε πολύ σύντοµες προθεσµίες, µε ηλεκτρονικό και ασφαλή τρόπο, λεπτοµερείς πληροφορίες και εύκολα κατανοητές σχετικά µε τις ποινικές καταδίκες ορισµένου προσώπου στο έδαφος της Ένωσης. 3.1. Οι πιθανές λύσεις 18. Το πρόγραµµα αµοιβαίας αναγνώρισης προέβλεπε (µέτρο 4) τρεις εναλλακτικές λύσεις για τη βελτίωση της κυκλοφορίας πληροφοριών σχετικά µε τις καταδικαστικές αποφάσεις µεταξύ των κρατών µελών: (i) τη διευκόλυνση των διµερών συναλλαγών, (ii) τη δικτύωση των εθνικών µητρώων και (iii) τη δηµιουργία ενός πραγµατικού ευρωπαϊκού µητρώου. 19. Τα πλεονεκτήµατα που παρουσιάζουν οι δύο πρώτες λύσειςι είναι η διατήρηση των πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο, η τήρηση των εθνικών κανόνων διαχείρισης και πρόσβασης στις ευαίσθητες αυτές πληροφορίες, καθώς και η αποφυγή της διπλής εφαρµογής τους. Αντίθετα έχουν τρία βασικά µειονεκτήµατα: EL 6 EL
Για να επιτευχθεί διεξοδική ενηµέρωση σχετικά µε τις εκδοθείσες καταδικαστικές αποφάσεις αυτό συνεπάγεται συστηµατική αναζήτηση πληροφοριών από όλα τα εθνικά µητρώα, πράγµα που θα έχει ως συνέπεια την αισθητή αύξηση του αριθµού των ερωτήσεων οι οποίες υποβάλλονται στα εθνικά συστήµατα. Προϋποθέτουν αντίστοιχα την οργάνωση 25 X 24 = 600 διαύλων ή τη διευθέτηση αντίστοιχων δυνατοτήτων πρόσβασης από διαφορετικά συστήµατα. εν επιτρέπουν την παροχή στις αιτούσες αρχές κατανοητών και άµεσης χρηστικότητας πληροφοριών. 20. Η τρίτη δυνατότητα επιτρέπει τη θεραπεία των δυσχερειών αυτών και βασίζεται στη δηµιουργία ενός τυποποιηµένου µορφότυπου ανταλλαγών, σύµφωνα µε το οποίο οι πληροφορίες θα αποθηκεύονται σε κεντρικό επίπεδο. Πάντως, αυτό είναι δυσανάλογο σε σχέση µε τους επιδιωκόµενους στόχους. Πράγµατι θα συνεπαγόταν ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στα εθνικά µητρώα θα διπλασιάζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Προϋπόθεση θα ήταν επίσης η δηµιουργία ενός συστήµατος "ad hoc" συντήρησης και πρόσβασης, καθώς και ο καθορισµός ενός νοµικού καθεστώτος για τις πληροφορίες αυτές. 3.2. Η προτεινόµενη λύση 21. Για την επίτευξη, εντός εύλογης προθεσµίας, της θέσπισης ενός αποτελεσµατικού µηχανισµού ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά µε τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις, πρέπει να προβλεφθεί µια "µικτή" λύση µεταξύ της δηµιουργίας ενός ευρωπαϊκού µητρώου και της δικτύωσης των εθνικών µητρώων. Πρέπει να έχει ως στόχο τη θεραπεία των τριών σηµαντικότατων δυσλειτουργιών που αναφέρονται παραπάνω. Η εφαρµογή του θα συνεπαγόταν µια προσέγγιση σε δύο φάσεις: Σε µια πρώτη φάση, θέσπιση ενός συστήµατος προσδιορισµού των κρατών µελών στα οποία ένα πρόσωπο έχει ποινικό παρελθόν και δηµιουργία µιας τεχνικής και ηλεκτρονικής υποδοµής που θα επιτρέπει τη γρήγορη και ασφαλή ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά µε τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις σε µια δεύτερη φάση, εκπόνηση ενός "τυποποιηµένου ευρωπαϊκού µορφότυπου" ανταλλαγών που θα επιτρέπει στον τελικό χρήστη να επιτυγχάνει µια κατανοητή και εύχρηστη πληροφορία. 22. Η πρώτη φάση θα επιτρέψει τον γρήγορο προσδιορισµό του κράτους ή των κρατών µελών στα οποία το πρόσωπο έχει ήδη καταδικαστεί. Η έρευνα του ποινικού παρελθόντος ενός προσώπου γίνεται σήµερα µε βάση το ποινικό µητρώο του κράτους της ιθαγένειάς του, αλλά διαπιστώθηκε ότι τα επιτευχθέντα αποτελέσµατα δεν είναι απολύτως αξιόπιστα. 23. Συνεπάγεται τη δηµιουργία ενός ευρωπαϊκού ευρετηρίου προσώπων που αποτέλεσαν αντικείµενο καταδικαστικών αποφάσεων. Το ευρετήριο αυτό θα περιλάµβανε αποκλειστικά τα στοιχεία που επιτρέπουν τον προσδιορισµό του προσώπου (επώνυµο, όνοµα, τόπος και ηµεροµηνία γεννήσεως, ιθαγένεια κλπ.) και το κράτος µέλος στο οποίο έχει ήδη καταδικαστεί. εν θα περιλαµβάνει καµία πληροφορία σχετικά µε το περιεχόµενο και τη µορφή της καταδίκης, και θα τηρούνται οι εθνικές νοµοθεσίες και το ευρωπαϊκό δίκαιο σχετικά µε την προστασία EL 7 EL
της ιδιωτικής ζωής. Ανατρέχοντας στο ευρετήριο, ένα κράτος µέλος θα γνωρίζει αµέσως σε ποιο άλλο κράτος µέλος υπάρχει ήδη καταδικαστική απόφαση, την οποία µπορεί να ζητήσει απευθυνόµενο απευθείας στο εν λόγω κράτος (βλ. σχεδιάγραµµα στο παράρτηµα 2). 24. Η δηµιουργία του ευρετηρίου αυτού περιλαµβάνει επίσης τη θέσπιση σε επίπεδο Ένωσης ενός κοινού ορισµού της έννοιας της ποινικής καταδίκης. Πράγµατι, σύµφωνα µε τα κράτη µέλη, τα ποινικά µητρώα µπορούν να περιλαµβάνουν µια σειρά από αποφάσεις, ιδίως προδικαστικές, που λαµβάνονται στη φάση που προηγείται της δίκης (βλ. παραπάνω σηµείο 6). Η ποιότητα της ανταλλαγής πληροφοριών και η αξιοπιστία του ευρετηρίου το οποίο προτείνεται να συσταθεί, προϋποθέτουν ότι θα υπάρξει συµφωνία σχετικά µε το είδος των αποφάσεων που θα οδηγούν στην εγγραφή ενός προσώπου στο ευρετήριο. Έπ ευκαιρία της πρότασης απόφασης σχετικά µε την ανταλλαγή πληροφοριών, µε βάση το ποινικό µητρώο, η Επιτροπή είχε προτείνει έναν ορισµό της έννοιας της καταδικαστικής απόφασης. Ο ορισµός αυτός, που σκοπίµως περιοριζόταν µόνο στις τελεσίδικες αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων που διαπιστώνουν την ενοχή του προσώπου, περιλαµβανοµένων ορισµένων µικτών αποφάσεων (διοικητικών/ποινικών) που συνήθως εµπίπτουν στο πεδίο της δικαστικής συνεργασίας, θα µπορούσε να εφαρµοστεί και στην παρούσα περίπτωση. 25. Το σύστηµα πρέπει να λειτουργεί µεταξύ κεντρικών εθνικών αρχών. Θα πρέπει η καθεµία από τις αρχές αυτές, σύµφωνα µε το εθνικό δίκαιο, κατ αρχάς να βεβαιωθεί ότι η αιτούσα αρχή ή το αιτούν πρόσωπο έχει δικαίωµα πρόσβασης στην αιτηθείσα πληροφορία και στη συνέχεια να του δίνουν µια πλήρη απάντηση, η οποία θα περιλαµβάνει, πέραν των διαθέσιµων πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο, όλες τις υπάρχουσες πληροφορίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο. 26. Από τεχνική άποψη, η λύση αυτή αντιστοιχεί σε γνωστούς και εγκεκριµένους µηχανισµούς στο πλαίσιο άλλων ευρωπαϊκών συστηµάτων ενηµέρωσης, όπως το SIS ή το Eurodac. Οι υπάρχουσες υποδοµές στο πλαίσιο των δύο αυτών συστηµάτων θα µπορούσαν εξάλλου να ξαναχρησιµοποιηθούν, πράγµα που θα επέτρεπε να γίνουν σηµαντικές οικονοµίες κλίµακας, διαφυλάσσοντας, συγχρόνως, πλήρως την αυτονοµία καθενός από τα συστήµατα, εφόσον η επαναχρησιµοποίηση των υποδοµών δεν προϋποθέτει καµία ανταλλαγή δεδοµένων. 27. Η πρόταση αυτή περιλαµβάνει επίσης τη δηµιουργία της απαραίτητης τεχνικής υποδοµής για µια ασφαλή και γρήγορη ανταλλαγή πληροφοριών µεταξύ εθνικών µητρώων. Ήδη από την πρώτη φάση, τα αιτήµατα και οι απαντήσεις θα µπορούν, κατά συνέπεια, να διαβιβάζονται µε γρήγορο και ασφαλή τρόπο µεταξύ εθνικών αρχών µέσω ηλεκτρονικού ταχυδροµείου (ηλεκτρονική διαβίβαση σαρωθέντων εγγράφων). 28. Η δηµιουργία του συστήµατος που περιγράφεται παραπάνω θα επιτρέψει τη µερική αντιµετώπιση των διαπιστωθεισών δυσχερειών, αλλά όχι τη διαβίβαση πληροφοριών άµεσα κατανοητών και εύχρηστων, ελλείψει τυποποίησης στην ανταλλαγή πληροφοριών. 29. Αυτό θα είναι το αντικείµενο της δεύτερης φάσης που θα επιτρέψει µεγαλύτερη επιτάχυνση της κυκλοφορίας των πληροφοριών. Οι πληροφορίες που περιέχονται σήµερα στα εθνικά µητρώα είναι εξαιρετικά ετερογενείς. Η δηµιουργία ενός EL 8 EL
ηλεκτρονικού συστήµατος ανταλλαγής πληροφοριών προϋποθέτει τον καθορισµό ενός "τυποποιηµένου ευρωπαϊκού µορφοτύπου", αναγνωρισµένου από όλα τα κράτη µέλη και το οποίο θα πρέπει να επιτρέπει τη διαβίβαση των πληροφοριών κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να µεταφράζονται εύκολα και να είναι από νοµική άποψη κατανοητές από όλους. 30. Το µορφότυπο αυτό θα πρέπει ιδίως να επιτρέπει την καταχώριση πληροφοριών σχετικά µε το πρόσωπο που αποτελεί αντικείµενο της απόφασης (επώνυµο, ονόµατα, ηµεροµηνία γεννήσεως, τόπος γεννήσεως, ψευδώνυµο ή αντίστοιχο ενδεχοµένως, φύλο, εθνικότητα, νοµική µορφή, εταιρική έδρα για τα νοµικά πρόσωπα ) πληροφοριών σχετικά µε τη µορφή της απόφασης (ηµεροµηνία και τόπος, ονοµασία και είδος της αρχής που έλαβε την απόφαση, είδος της απόφασης: τελεσίδικη απόφαση, απόφαση του εισαγγελέα κατά της οποίας δεν µπορούν να ασκηθούν ένδικα µέσα ) πληροφοριών σχετικά µε πραγµατικά περιστατικά τα οποία οδήγησαν στην έκδοση απόφασης (ηµεροµηνία, τόπος, φύση, νοµικός χαρακτηρισµός, νοµική διάταξη ) πληροφοριών σχετικά µε το περιεχόµενο της απόφασης (απαγγελθέν µέτρο, ποινή, ενδεχόµενες παρεπόµενες ποινές, µέτρα ασφάλειας, διάρκεια της ποινής ή του µέτρου, στοιχεία µεταγενέστερα σχετικά µε την εκτέλεση της ποινής, ενδεχόµενη έκπτωση από δικαιώµατα...). 31. Για να διευκολυνθεί η διαβίβαση πληροφοριών, κάθε ένα από τα δεδοµένα αυτά θα πρέπει να αποτελέσει αντικείµενο ενός συγκεκριµένου ορισµού και εφόσον είναι δυνατό να κωδικοποιηθεί ώστε να διευκολυνθεί η µετάφραση. Όταν θεσπιστεί αυτό το "ευρωπαϊκό τυποποιηµένο µορφότυπο" η αιτούσα αρχή θα λάβει, σε πολύ σύντοµη προθεσµία, πληροφορίες στη γλώσσα της. Για να υπερβληθούν οι δυσχέρειες που συνδέονται µε τις διαφορές µεταξύ των χρησιµοποιούµενων νοµικών εννοιών, ο µηχανισµός θα µπορούσε να συνδυαστεί µε ένα "λεξικό" που θα εξηγεί τη φύση και το νόηµα των διαφόρων εννοιών. Ο µηχανισµός αυτός, χωρίς να ρυθµίζει τις δυσχέρειες που συνδέονται µε τις διαφορές στο είδος των ποινών, τουλάχιστον θα µπορούσε να διασφαλίζει επαρκή διαφάνεια και ένα αποδεκτό επίπεδο αµοιβαίας κατανόησης για τους τελικούς χρήστες. 3.3. Πρόγραµµα εργασίας 32. Μετά από µια πρώτη µελέτη τεχνικής σκοπιµότητας, η Επιτροπή θα καταθέσει, την άνοιξη του 2005, µια πρόταση απόφασης σχετικά µε τη θέσπιση ενός ευρωπαϊκού ηλεκτρονικού µηχανισµού ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά µε τις καταδικαστικές αποφάσεις, που θα αντιστοιχεί στη φάση 1 που εξετάστηκε παραπάνω. Επίσης το 2005, τα στοιχεία σχετικά µε το "ευρωπαϊκό τυποποιηµένο µορφότυπο" θα αποτελέσουν αντικείµενο µιας δεύτερης µελέτης σκοπιµότητας που θα αφορά συγχρόνως τις νοµικές και τις τεχνικές πλευρές και θα στοχεύει στην προετοιµασία της φάσης 2 του σχεδίου. Ήδη από το 2006 θα µπορούσε να γίνει η έναρξη της υλοποίησης της φάσης 1. EL 9 EL
4. Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΚΑΤΑ ΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΚ ΟΘΗΚΑΝ ΣΤΑ ΛΟΙΠΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ 33. Η βελτίωση της ποιότητας της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά µε τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις δεν έχει νόηµα παρά στο µέτρο που οι πληροφορίες αυτές µπορούν να χρησιµοποιηθούν. Ο αντίκτυπος µιας καταδικαστικής απόφασης στην έννοµη τάξη των λοιπών κρατών µελών µπορεί να έχει πολλές µορφές. 34. Μια από τις πρώτες επιπτώσεις είναι η απαγόρευση νέας δίωξης για τα ίδια πραγµατικά περιστατικά σε άλλο κράτος µέλος (ne bis in idem). Η αρχή αυτή διατυπώνεται στο Χάρτη θεµελιωδών δικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνδέεται στενά µε το ζήτηµα της δικαιοδοσίας. Το ζήτηµα αυτό θα αποτελέσει αντικείµενο ενός Πράσινου Βιβλίου κατά το πρώτο εξάµηνο του 2005. Πάντως, πρέπει να σηµειωθεί ότι ο σχεδιαζόµενος µηχανισµός ενηµέρωσης σχετικά µε τις καταδικαστικές αποφάσεις δεν θα επαρκεί για τη διασφάλιση µιας οµαλής κυκλοφορίας των πληροφοριών µε βάση την αρχή " ne bis in idem". Πράγµατι, οι απαλλακτικές αποφάσεις (αποφυλάκισης ή αθώωσης) συνήθως δεν καταγράφονται στα εθνικά ποινικά µητρώα, αλλά πρέπει να λαµβάνονται υπόψη σύµφωνα µε την αρχή "ne bis in idem". 35. Μια καταδικαστική απόφαση που εκδόθηκε σε ένα κράτος µέλος µπορεί επίσης να παράγει αποτελέσµατα σε άλλο κράτος µέλος, εφόσον αυτό το τελευταίο είναι το κράτος εκτέλεσης. Στο σηµείο αυτό πρόκειται για διαφορετικό προβληµατισµό όπου το ζήτηµα της ενηµέρωσης σχετικά µε την καταδικαστική απόφαση είναι δευτερεύον, εφόσον η εκτέλεση µιας καταδικαστικής απόφασης προϋποθέτει ένα ενεργό διάβηµα είτε του κράτους µέλους της καταδίκης είτε του κράτους µέλους το οποίο επιθυµεί να την εκτελέσει (για παράδειγµα, για την άρνηση της εκτέλεσης ενός ευρωπαϊκού εντάλµατος συλλήψεως). Τα ζητήµατα αυτά πρέπει να αποτελέσουν αντικείµενο χωριστών εργασιών. Αναλήφθηκε πρόσφατα µια αυστριακή πρωτοβουλία σχετικά µε το θέµα αυτό. 36. Κατά συνέπεια, η Λευκή Βίβλος περιορίζεται στον προβληµατισµό σχετικά µε τις συνέπειες που έχουν οι πληροφορίες που λαµβάνονται µέσω του προαναφερθέντος µηχανισµού ανταλλαγής πληροφοριών έπ ευκαιρία µιας νέας δίωξης σε άλλο κράτος µέλος για διαφορετικά πραγµατικά περιστατικά. 37. Η Σύµβαση του 1959 σιωπά για τις έννοµες συνέπειες που συνδέονται µε αλλοδαπές καταδικαστικές αποφάσεις. Η Σύµβαση της 28ης Μαΐου 1970 σχετικά µε τη διεθνή ισχύ των ποινικών αποφάσεων 5 προέβλεπε µέτρα για τον τοµέα αυτό, αλλά δεν επικυρώθηκε παρά από πολύ λίγα κράτη µέλη. Σε επίπεδο Ένωσης, ένα µόνο κείµενο σχετικά µε την προστασία του ευρώ αναφέρεται στην υποτροπή 6. 38. Επί του παρόντος, επαφίεται στις εθνικές νοµοθεσίες η δυνατότητα αναγνώρισης συνεπειιών για τις αλλοδαπές καταδικαστικές αποφάσεις. Η δυνατότητα αυτή συχνά είναι περιορισµένη. 5 6 Série des traités n 070. Η σύµβαση αυτή επικυρώθηκε από 9 κράτη µέλη στις 19 Οκτωβρίου 2004. ΕΕ L 329/3, 14/12/2001, σ. 3. EL 10 EL
39. Σε ένα εθνικό νοµικό πλαίσιο, οι συνέπειες των προγενέστερων ποινικών καταδικαστικών αποφάσεων µπορούν να έχουν πολλές µορφές. Μπορούν να επηρεάσουν: Τους νοµικούς κανόνες που διέπουν την ίδια τη δίωξη (για παράδειγµα, είδος εφαρµοστέας διαδικασίας, κανόνες προσωρινής κράτησης) το είδος της εφαρµοστέας διαδικασίας κατά την εκδίκαση της υπόθεσης (για παράδειγµα, επιλογή του αρµοδίου δικαστηρίου), για τον χαρακτηρισµό της αξιόποινης πράξης και την επιλογή της ποινής (για παράδειγµα, αδυναµία επιβολής ποινής µε αναστολή όταν έχει ήδη υπάρξει προηγούµενη καταδίκη του προσώπου) το καθεστώς εκτέλεσης της ποινής (τα µέτρα πρόωρης απόλυσης ή µείωσης της ποινής µπορούν να εφαρµοστούν µε διαφορετικούς όρους για τα πρόσωπα που ήδη έχουν καταδικαστεί) και για τη δυνατότητα "συγχώνευσης" των ποινών. 40. Ανάλογα µε τα κράτη µέλη, οι συνέπειες προγενέστερων ποινικών καταδικαστικών αποφάσεων προβλέπονται από το νόµο ή επαφίενται στην απλή διακριτική ευχέρεια του δικαστή. Και στις δύο περιπτώσεις, η δυνατότητα να ληφθούν υπόψη καταδικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί στα άλλα κράτη µέλη συχνά είναι περιορισµένη. Για τη θεραπεία των δυσλειτουργιών αυτών, η Επιτροπή θα υποβάλει ένα σχέδιο απόφασης πλαισίου για να λαµβάνονται υπόψη οι καταδικαστικές αποφάσεις, που θα επιτρέψει την υλοποίηση των στόχων οι οποίοι προβλέπονται στο µέτρο 2 του προγράµµατος αµοιβαίας αναγνώρισης. EL 11 EL