ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 343 Αναπαράσταση των ηχοτοπίων της Θεσσαλονίκης του 1912 Δάφνη Ψαρρά 1,a, Χρήστος Γούσιος 1,b & Αιμιλία Καραποστόλη 2,c 1 Τμήμα Κινηματογράφου, Α.Π.Θ. 2 Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Α.Π.Θ. a Dafni.psarra@gmail.com, b cgoussios@hotmail.com, c emiliearch@gmail.com ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στη παρούσα εργασία γίνεται μια λεπτομερής ανάλυση και ένας εκτενής σχολιασμός των επιμέρους ζητημάτων, αλλά και των προκλήσεων που δημιουργούνται από την προσπάθεια αναπαράστασης των ηχοτοπίων της Θεσσαλονίκης του 1912. Η ανασύνθεση παρελθοντικών ηχοτοπίων, αλλά και αρχιτεκτονικών περιβαλλόντων γενικότερα, είναι ένα θέμα που απασχολεί ευρέως το σύγχρονο κινηματογράφο αλλά και την ίδια την τέχνη. Η αναβίωση της εμπειρίας μιας πόλης που έχει πια χαθεί μέσα στο χρόνο δημιουργεί όχι μόνο πληθώρα τεχνικών δυσκολιών, αλλά και αφθονία θεμάτων επικοινωνίας που έχουν να κάνουν με τη θέση και το ρόλο του σύγχρονου θεατή/ακροατή ενός κινηματογραφικού έργου και του δημιουργού του. Τρεις διαφορετικές περιοχές της Θεσσαλονίκης γίνονται τα πεδία πειραματισμού και μελέτης έχοντας ως στόχο την κινηματογραφική ανάγνωση μιας πόλης που δεν υπάρχει πια. Recreation of Thessaloniki s 1912 soundscapes ABSTRACT This paper is consisted of a detailed analysis and a thorough discussion of various issues and numerous challenges created by the recreation of the old soundscapes of Thessaloniki in 1912. Recreation of past soundscapes, and architectural environments in general, is a widespread issue in contemporary cinema and art in general. The revival of the experience of a city that has been lost in time creates not only a vast amount of technical difficulties, but also communication issues that have to do with the place and the role of the contemporary viewer/listener of a film and its creator. Three different areas of Thessaloniki have become the fields of experimentation and study in order to read cinematically a city that no longer exists.
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 344 1. Εισαγωγή Στο πλαίσιο της πτυχιακής εργασίας που εκπονήθηκε to 2012 στο τμήμα Κινηματογράφου Α.Π.Θ. με θέμα «Ο ήχος της πόλης Σχεδιασμός ηχοτοπίων της Θεσσαλονίκης 100 χρόνια πριν»[1], πραγματοποιήθηκε απόπειρα αναπαράστασης των ηχοτοπίων ορισμένων από τις πιο ιστορικές γειτονιές, ή αλλιώς τοπόσημα, της Θεσσαλονίκης που μεσουρανούσαν έναν αιώνα πριν, δηλαδή την περίοδο της ενσωμάτωσής της πόλης στο ελληνικό κράτος. Οι περιοχές αυτές ήταν το λιμάνι, η Άνω πόλη και η οδός Βενιζέλου, που αποτελούσε τη βασική αγορά της πόλης. Σκοπός είναι να παρουσιαστεί, αρχικά, η ερευνά που πραγματοποιήθηκε για την ανασυγκρότηση των χαμένων αυτών ηχοτοπίων. Η πρώτη προσέγγιση αφορούσε τις καθημερινές πρακτικές των κατοίκων σε κάθε μία συγκεκριμένη περιοχή της πόλης, έχοντας πάντοτε ως σημείο αναφοράς τον ήχο. Σε αυτή την έρευνα πρωταγωνίστησαν κυρίως βιβλιογραφικές και φωτογραφικές πηγές για την επικείμενη δημιουργία επιμέρους τεχνητών ηχητικών αντικειμένων [2], με στόχο τη συνολική ανασύνθεση των αντίστοιχων ιστορικών ηχοτοπίων. Ο σκοπός της πτυχιακής εργασίας ήταν η χρήση των τεχνητών αυτών ιστορικών ηχοτοπίων στο κινηματογραφικό αφήγημα στην κινηματογραφική αφήγηση. Στο συγκεκριμένο άρθρο πραγματοποιείται μια αξιολόγηση της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε και ένας σχολιασμός των συμπερασμάτων και της προβληματικής τους που απασχολούν πληθώρα επιστημονικών και καλλιτεχνικών πεδίων, καθώς και διαφορετικές προοπτικές και πεδία εφαρμογής. 2. Αναπαράσταση των ηχοτοπίων του παρελθόντος Η ιστορικότητα του ηχητικού περιβάλλοντος, αποτελεί έναν μεγάλο τομέα στην επιστημονική έρευνα. Η ιστορία των αναπαραστάσεων του χώρου και του συλλογικού φαντασιακού δεν μπορεί πλέον να παραμελεί την ηχητική αντίληψη [3]. Τα ιστορικά ηχοτοπία δημιουργούν πολλά ενδιαφέροντα ζητήματα που αφορούν όχι μόνο τον θεατή και ακροατή ενός κινηματογραφικού έργου, αλλά κυρίως τη μετάφραση και τη μελέτη τους από το σύγχρονο μελετητή [4]. Όπως γίνεται κατανοητό είναι εξ ορισμού αδύνατον ο εκάστοτε ακροατής να διακατέχεται από την ίδια κουλτούρα ακρόασης διαχρονικά και να έχει παρόμοιο πολιτισμικό υπόβαθρο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό της πρακτικής της προσπάθειας ανασύστασης των ηχοτοπίων του παρελθόντος στο σήμερα, με τη χρήση λεπτομερούς σύνθεσης. Στην παρούσα εργασία υποστηρίζεται πως η αναπαράσταση των ιστορικών ηχοτοπίων, με σκοπό τη χρήση τους στην κινηματογραφική αφήγηση, είναι μια καλλιτεχνική κατά βάση διαδικασία που διέπεται από ιστορικές αλήθειες γεγονότα, ντοκουμέντα, αναπαραστάσεις και ιστορική πραγματικότητα, αλλά επί το πλείστον απευθύνεται στο σύγχρονο παρατηρητή και σκοπό έχει να επικοινωνήσει συγκεκριμένα στοιχεία με γνώμονα όχι τη ρεαλιστική ιστορική μεταφορά, αλλά την προσωπική μετάφραση του κινηματογραφιστή.
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 345 3. Μεθοδολογία Όντας στις αρχές του εικοστού αιώνα και συγκεκριμένα το 1912, όπου ο νέος ηλικιακά σιωπηλός κινηματογράφος ήταν γεμάτος με κινούμενες εικόνες, αλλά χωρίς ήχο [5], υπήρξε έντονη η σκέψη πως θα είχε ενδιαφέρον εάν ο θεατής/ακροατής μιας κινηματογραφικής ταινίας, εκτός από το να δει, θα είχε την ευκαιρία και να ακροαστεί τη Θεσσαλονίκη με τους κατοίκους της [6], τα αστικά της περιβάλλοντα, αλλά και τα κτίριά της. Ποικίλες γλώσσες, θρησκείες και πολιτισμοί συνομιλούσαν και διασταυρώνονταν στη συγκεκριμένη πόλη [7],[8]. Οι άνθρωποι που συνυπάρχουν στον ίδιο τόπο, πολλές φορές συν-δημιουργούν χωρίς συγκρούσεις, αλλά αρκετές είναι και οι φορές που κυριαρχεί η καχυποψία και οι εντάσεις [9]. Τα κτίρια ήταν κατασκευασμένα με διαφορετικό τρόπο από το σημερινό, με άλλα υλικά, διαφορετική αρχιτεκτονική και άλλο πολεοδομικό σχεδιασμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συντελέσουν και αυτά με τη σειρά τους στη σύνθεση μιας άλλης ακουστικής και ενός ηχοτοπίου αρκετά διαφορετικού από το σύγχρονο. 3.1. Αρχικό στάδιο της έρευνας Για την αναδημιουργία των ηχοτοπίων πραγματοποιήθηκε αρχικά βιβλιογραφική έρευνα ιστορικών, κοινωνιολογικών, γλωσσικών στοιχείων με τη βοήθεια φωτογραφιών της εποχής και μαρτυριών, στοχευμένη κυρίως στην εύρεση ηχητικών στοιχείων που να μπορούν να αναπαραχθούν σήμερα και να χρησιμοποιηθούν στην τελική σύνθεση. Τα αποτελέσματα του πρώτου μέρους της έρευνας ήταν καθοριστικά για την πραγματοποίηση των αρχικών ηχογραφήσεων πεδίου, σε πραγματικούς χώρους, και τη μετέπειτα σύνθεσή τους. 3.2. Δεύτερο στάδιο της έρευνας Ακολούθησε εξωτερική ηχογράφηση μεγάλης διάρκειας σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και του εξωτερικού, όπως η Βουλγαρία και η Τουρκία. Ο εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε ήταν ένα καταγραφικό χειρός. Σύμφωνα με το «δόγμα του 95» [10], προτιμήθηκαν φυσικές πηγές ήχου, στον αντίστοιχο τόπο εκφοράς τους, όπως η λαϊκή αγορά της Ξάνθης με σκοπό να καταγραφούν τα πομάκικα και η ελληνική γλώσσα όπως εκφέρονταν από άτομα μεγάλης ηλικίας στον αντίστοιχο αρχιτεκτονικό χώρο χαμηλής δόμησης και χαμηλού επιτρεπόμενου ύψους κτιρίων. Αρκετές ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν στο πομακοχώρι «Ωραίο» της Ξάνθης, με σκοπό την ηχητική αποτύπωση οικόσιτων ζώων, όπως μικρά γαϊδούρια και κοκόρια, του καλέσματος σε προσευχή από το μουεζίνη, καθώς όμως και την καταγραφή του συνολικού αγροτικού, υψηλής πιστότητας (hi fi) ηχοτοπίου [11]. Στα αγροτικά ηχοτοπία παρατηρείται πιστότητα ήχων, χαμηλός περιβαλλοντικός θόρυβος και απουσία πολλών μηχανών, το οποίο είναι και το ζητούμενο για τη σύνθεση παρελθοντικών ηχητικών περιβαλλόντων. Επιπλέον, ηχογραφήσεις έγιναν στο Σαντάνσκι της Βουλγαρίας, για την καταγραφή αυθεντικών βουλγάρικων ομιλιών, και στο λιμάνι της Καβάλας, για την ηχογράφηση πλοίων. Το λιμάνι της Καβάλας επιλέχθηκε λόγω της ιδιαίτερης ακουστικής του, δηλαδή της αμφιθεατρικής διάταξης του οικοδομικού ιστού γύρω από το λιμάνι σε συνδυασμό με τη συνήθη απουσία ανέμων.
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 346 Το λιμάνι της Καβάλας έχει την πλεονεκτική θέση να βρίσκεται σε έναν φυσικο όρμο ο οποίος σχηματίζεται στις δυτικές ακτές της χερσονήσου και βλέπει προς τα ανατολικά, σε μία πλαγιά της πόλης όπου τα σπίτια είναι χαμηλά και αμφιθεατρικά χτισμένα, ενώ από την δυτική πλευρά ο όρμος έχει αρκετό ύψος ώστε να αποτρέπει το σχηματισμό έντονων ανέμων. Το λιμάνι διαθέτει μια μεγάλη αποβάθρα με μικρούς και μεγάλους μόλους που με όλα τα παραπάνω στοιχεία συντελούν στην δημιουργία ενός μοναδικού ηχοτοπίου, που με φυσικό τρόπο αποφεύγει τους έντονους θορύβους και δημιουργεί ιδιαίτερες ακουστικές συνθήκες, κυρίως αναφορικά με την επίδρασή τους στους ήχους που παράγονται στο λιμάνι, όπως λ.χ. τις κόρνες των πλοίων [12]. 3.3. Τελικό στάδιο της έρευνας Στο τελικό στάδιο της έρευνας έγινε η επεξεργασία των ηχογραφήσεων και η τελική σύνθεση με σκοπό την τελική ανασύνθεση των ηχοτοπίων των τριών διαφορετικών περιοχών της Θεσσαλονίκης: Α. Βενιζέλου/Αγορά, Β. Άνω πόλη και Γ. Λιμάνι. Η επεξεργασία των ηχητικών τεκμηρίων πραγματοποιήθηκε στην πλατφόρμα «adobe premiere» και «adobe audition» [13] και η ηχητική σύνθεση περιελάμβανε τρία κανάλια ήχου: ανθρώπινη ομιλία, ατμόσφαιρα και μεμονωμένες λεπτομέρειες. Η περαιτέρω επεξεργασία των ηχητικών γραφημάτων είναι πολύ μικρή, χωρίς προσθήκη ειδικών εφέ και φίλτρων, εκτός από τα καθιερωμένα cross-fade, fade in και fade out. Το αποτέλεσμα της παραπάνω διαδικασίας ήταν η δημιουργία τριών ηχοτοπίων διάρκειας πέντε έως επτά λεπτών. Η αναπαραγωγή τους πραγματοποιήθηκε με τη συνοδεία εικόνων της εποχής, χωρίς να υπάρχει πλήρης αντιστοίχηση ήχου και εικόνας, με σκοπό την ανασύσταση του ηχητικού περιβάλλοντος αλλά συγχρόνως και την καλλιτεχνική απόδοσή τους. 4. Παρουσίαση αποτελεσμάτων της έρευνας Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας έγινε με την αναπαραγωγή των τριών ηχοτοπίων σε συνδυασμό με την προβολή, σε συνεχή ροή, μιας σύνθεσης εικόνων, οι οποίες και επιλέχθηκαν από την σχετική βιβλιογραφία. Τα τρία ηχοτοπία αναπαράχθηκαν ταυτόχρονα και σε επανάληψη μέσω υπολογιστών και οι εικόνες προβλήθηκαν στους τρεις τοίχους ενός άδειου σκοτεινού δωματίου. Έτσι, ο θεατής/ακροατής μπορούσε να περιφερθεί στο χώρο του δωματίου, να αφουγκραστεί τους ήχους αλλά και να παρατηρήσει λεπτομερειακά τις παλιές φωτογραφίες, κάνοντας μια εικονική περιήγηση στο παρελθόν. Σε κάθε περιοχή υπήρχε η έννοια της αυτοτέλειας, αλλά επιπλέον πραγματοποιήθηκε η προσπάθεια παρουσίασης της πόλης ως σύνολο: Τα ηχοτοπία των τριών περιοχών αναπαράγονταν ανεξάρτητα, αλλά συγχρόνως συνυπήρχαν ως σύνολο, ως στοιχεία των πολλαπλών ταυτοτήτων της Θεσσαλονίκης του 1912. 5. Συμπεράσματα Κάποια από τα ποικίλα συμπεράσματα που προέκυψαν από την παραπάνω έρευνα είναι και τα ακόλουθα:
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 347 1. Στη Θεσσαλονίκη, σημαντικό αστικό κέντρο και το 1912, ο αστικός θόρυβος έκανε αισθητή την παρουσία του διαχρονικά.[14] Ωστόσο το τι θεωρείται θόρυβος μεταβάλλεται ανάλογα με την εποχή και τον τόπο αναπαραγωγής του, και ορίζεται τις περισσότερες φορές ως ο ανεπιθύμητος ήχος. Η υποκειμενικότητα του τι ορίζεται επιθυμητός και το τι ανεπιθύμητος ήχος ανήκει σχεδόν εξ ολοκλήρου στο υποκείμενο. Στην καθημερινότητα βέβαια, συντάσσονται νομοθεσίες που ορίζουν συγκεκριμένους ήχους με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ως θόρυβο, κυρίως για τις αρνητικές επιδράσεις του στον άνθρωπο. Oι διαφορετικές κουλτούρες της ακρόασης και ο τρόπος με τον οποίο το εκάστοτε κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο του ακροατή ερμηνεύει ένα ηχοτοπίο είναι αδύνατο να ελεγχθούν και ανασυσταθούν. Οπότε η ακριβής ιστορικά ανασύσταση ενός ηχοτοπίου που έχει πια χαθεί είναι εξ ορισμού ανέφικτη. 2. Το όλο εγχείρημα της αναβίωσης του παρελθοντικού ηχητικού περιβάλλοντος είναι μια υποκειμενική μετάφραση με σκοπό την καλλιτεχνική δημιουργία. Η γενίκευση που πραγματοποιήθηκε, αφού ήταν αδύνατο να υπάρξει ρεαλιστική μεταφορά της εποχής, ήταν αναπόφευκτη διότι αυτό που ενδιέφερε ήταν να επικοινωνήσει στοιχεία του προηγούμενου αιώνα σύμφωνα με το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο και την κουλτούρα ακρόασης του σύγχρονου θεατή. 3. Η θεωρία της ακουστικής οικολογίας αναγνωρίζει δύο ειδών ηχοτοπία: τα υψηλής πιστότητας (hi fi) ηχοτοπία, που κυρίως συναντώνται στις περιοχές εκτός πόλης και στα οποία οι ήχοι είναι πιο αναγνωρίσιμοι λόγω της πιστότητας του ηχητικού σήματος, και στα χαμηλής πιστότητας (low fi) ηχοτοπία, που βιώνονται καθημερινά στις μεγάλες πόλεις και όπου η αναγνωσιμότητα του ηχητικού σήματος, λόγω της υψηλής στάθμης του περιβαλλοντικού θορύβου, είναι σχεδόν αδύνατη [11]. Οι επιστημονικές μελέτες συμφωνούν πως ο αυξημένος περιβαλλοντικός θόρυβος είναι υπεύθυνος για πολλά ιατρικά και ψυχολογικά νοσήματα. Η παρούσα μελέτη φιλοδοξεί να αποτυπώσει στην πράξη τη μεταβατική πορεία της πόλης από μία αγροτική ουσιαστικά περιοχή με ένα υψηλής πιστότητας (hi fi) ηχοτοπίο στη σύγχρονη μορφή της με το αντίστοιχο χαμηλής πιστότητας (low fi) ηχοτοπίο. Ο θόρυβος του παρελθόντος γίνεται, στην πράξη, η μουσική του παρόντος, μέσω της κινηματογραφικής αναπαράστασης. 4. Η προτεινόμενη μεθοδολογία της αναπαράστασης ηχοτοπίων που έχουν πια χαθεί, και αφορά κυρίως τη χρήση υπαρχόντων ηχοτοπίων αλλά και ηχογραφήσεων πεδίου, έχει ως στόχο την ευρεία εφαρμογή της στη δημιουργία αντίστοιχων ταινιών τεκμηρίωσης ή μυθοπλασίας, που αφορούν επί το πλείστον το κοντινό παρελθόν. 6. Μελλοντικές εργασίες και εφαρμογές Η εδραίωση της προηγούμενης διαδικασίας θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη χρήση περαιτέρω ειδικού εξοπλισμού ηχογραφήσεων, με σκοπό την εκτενή και λεπτομερή αποτύπωση των συγκεκριμένων ηχητικών φαινομένων και τεκμηρίων. Οι ηχογραφήσεις θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν σε μια πληθώρα άλλων τόπων εκτός Ελλάδας, όπως η δυτική Τουρκία, χωριά της Βουλγαρίας, Πορτογαλία και Ισραήλ, όπου υπάρχουν επιπλέον ηχητικές ομοιότητες με αυτές που προσπαθούν να αναπαρασταθούν στην εν λόγω εργασία. Γενικότερα, η εκτεταμένη ερευνά σε αυτούς τους τόπους, που με την αντίστοιχη ιστορία θα δίνονταν έμφαση στα ηχητικά σήματα και τα ηχητικά φαινόμενα, θα είχε ως αποτέλεσμα τη ζητούμενη αντιστοίχηση. Είναι θεμιτό να σημειωθεί πως η προτεινόμενη έρευνα δεν
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 348 περιορίζεται μόνο σε φωτογραφικά τεκμήρια αλλά σε λογοτεχνικά και ιστορικά κείμενα, καθώς και σε άυλα τεκμήρια όπως οι συνεντεύξεις και οι ηχογραφήσεις, που με τη βοήθεια ειδικών επιστημόνων είναι δυνατόν να γίνουν κατανοητά και να χρησιμοποιηθούν για την αναπαράσταση των παρελθοντικών ηχοτοπίων. Η παραπάνω μεθοδολογία είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο στην κινηματογραφική διαδικασία αλλά και στο ηχητικό περιβάλλον των μουσείων, των χώρων τέχνης αλλά και συγκεκριμένων μνημείων και αρχαιολογικών χώρων. Η χρήση του ήχου ως μέσο ενδυνάμωσης της εμπειρίας αλλά και της εκπαιδευτικής μεθόδου έχει έρθει στο προσκήνιο και διεκδικεί δυναμικά τη θέση που της αναλογεί. Η διαδεδομένη δημιουργία καλλιτεχνικών, αρχιτεκτονικών αλλά και εκπαιδευτικών περιβαλλόντων φέρνει το ανεκμετάλλευτο ηχητικό περιβάλλον στο προσκήνιο. 6. Αναφορές [1] Ψαρρά Δ., «Ο ήχος της πόλης Σχεδιασμός ηχοτοπίων της Θεσσαλονίκης 100 χρόνια πριν», Πτυχιακή εργασία, Τμήμα Κινηματογράφου, Σ.Κ.Τ., Α.Π.Θ., Ιούνιος 2011 [2] Wikipedia (on line), http://en.wikipedia.org/wiki/sound_object (επίσκεψη 15 Σεπτεμβρίου 2014). [3] Corbin Α., Village Bells. Sound and meaning in the Nineteenth century French Countryside, Columbia University Press, London (1998). [4] Bull Μ. & Les Back, «Histories of Sound» στο The Auditory culture Reader, Berg, Oxford, σελ. 115-116 (2003). [5] Βαλούκος Στ., Ιστορία του Κινηματογράφου, Α Τόμος, Αιγόκερως, Αθήνα, σ.173 (2003). [6] Βαφόπουλος Γ. Θ., Το παραμύθι της Θεσσαλονίκης, εκδόσεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, σ.47 (1992). [7] Αναστασιάδου Μ., Θεσσαλονίκη 1830 1912 Μία μητρόπολη την εποχή των Οθωμανικών μεταρρυθμίσεων, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, σ. 403 (2008). [8] Κουζινόπουλος Σπ., Το μεγάλο άλμα. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, Καστανιώτης, Αθήνα, σ. 32 (1997). [9] Τομανάς Κ., Δρόμοι και γειτονιές της Θεσσαλονίκης, εκδόσεις Νησίδες, Σκόπελος σ. 112,114,122,123 (1997). [10] Wikipedia (on line), http://en.wikipedia.org/wiki/dogme_95, (Επίσκεψη 15 Σεπτεμβρίου 2014). [11] Schafer R.M., The Soundscape. Our sonic environment and the tuning of the world, Destiny Books, Βερμόντ (1977,1994). [12] Jean Francois Augoyard & Henry Torgue, Sonic experience. A guide to everyday sounds, McGill-Queen s University Press, Κεμπέκ σελ.99-123 (2005). [13] Διαδικτυακός τόπος της εταιρίας Adobe http://www.adobe.com/eeurope/products/premiere.html, (Επίσκεψη 15 Σεπτεμβρίου 2014). [14] Μαζάουερ Μ., Τα Βαλκάνια, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2002.