ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ 1 KEΦΑΛΑΙΟ 1 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ 1.1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις Η Οικονομία (οίκος + νόμος), η Πολιτική Οικονομία (οικονομία των πολιτών) ή η Διεθνής Πολιτική Οικονομία (οικονομία των διεθνών οικονομικών συλλογικοτήτων) αποτελούν το σύνολο των δράσεων, οι οποίες αποσκοπούν στην προγραμματισμένη και σχεδιασμένη κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών και επιθυμιών με χρήση πόρων που βρίσκονται σε στενότητα. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται δράσεις όπως η παραγωγή, η κατανάλωση, η διακίνηση και η κατανομή πόρων, αγαθών και υπηρεσιών. Συνεπώς η Οικονομία αποτελεί χώρο κοινωνικής δράσης, καθότι κάθε κοινωνική πραγματικότητα και συλλογικότητα έχει και μια οικονομική διάσταση (ανάλογα με το πώς ορίζει ο καθένας τις ανθρώπινες «ανάγκες» και «επιθυμίες»). Οικονομία είναι η επιστήμη που ασχολείται με το συντονισμό των δράσεων των οικονομικών υποκειμένων (άτομα νοικοκυριά και επιχειρήσεις), όσον αφορά τη συμπεριφορά τους με τους (περιορισμένος) πόρους. Ή διαφορετικά: Την κατανομή περιορισμένων πόρων σε εναλλακτικές δυνατότητες χρήσης τους. Η Μικροοικονομία αποτελεί τμήμα της Πολιτικής Οικονομία, η Πολιτική Οικονομία είναι τμήμα των Οικονομικών Επιστημών. Οι Οικονομικές Επιστήμες είναι τομέας των Κοινωνικών Επιστημών, στις οποίες ανήκουν εκτός των άλλων και η Ψυχολογία, η Ανθρωπολογία καθώς και η Ιστορία, η Κοινωνιολογία κλπ. Σημείο αναφοράς στη Μικροοικονομία είναι τα επιμέρους οικονομικά υποκείμενα, τα οποία λαμβάνουν πολλές και διάφορες (οικονομικές) αποφάσεις. Με την εξήγηση αυτών των ατομικών αποφάσεων προσπαθεί η Μικροοικονομία να ερμηνεύσει το συνολικό οικονομικό γίγνεσθαι.
2 KEΦΑΛΑΙΟ 1 Οι κοινωνικές επιστήμες ασχολούνται με τον άνθρωπο και με την κοινωνική ζωή του. Ερωτήματα όπως π.χ. γιατί εξερράγη ο μικρασιατικός πόλεμος, ο πρώτος και δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, γιατί η δημοκρατία υπερισχύει της δικτατορίας, γιατί ο προϋπολογισμός της χώρας μας παρουσιάζει τεράστιο έλλειμμα στο ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών και πολλά άλλα, αποτελούν αντικείμενο έρευνας των κοινωνικών επιστημών. Στις οικονομικές επιστήμες η ανάλυση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε σχέση με την παραγωγή, τη διανομή και την κατανάλωση των αγαθών και υπηρεσιών, ευρίσκεται στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Έτσι διαφοροποιούνται από τις άλλες κοινωνικές επιστήμες. Η μικροοικονομική προσέγγιση ασχολείται κύρια με τα ερωτήματα που άπτονται της συμπεριφοράς του κάθε ατόμου, του νοικοκυριού και της επιχείρησης και του ρόλου τους ως καταναλωτών, παραγωγών, προσφερόντων εργασία κτλ. Η οικονομική επιστήμη καθώς και η Μικροοικονομία δεν είναι δυνατόν να οριοθετηθεί επακριβώς από τις άλλες κοινωνικές επιστήμες. Το γεγονός ότι ο άνθρωπος καταναλώνει σήμερα περισσότερο αλκοόλ και τσιγάρα απ ότι προηγούμενα, δεν αποτελεί μόνο ένα οικονομικό πρόβλημα, διότι μια τέτοια συμπεριφορά μπορεί να λάβει και δραματικές κοινωνικές διαστάσεις (π.χ. με την έκρηξη των δαπανών περίθαλψης και τη χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης). Στη Μικροοικονομία διατυπώνονται και αναλύονται μέθοδοι και κανόνες που αφορούν την οικονομικότητα της συμπεριφοράς του ανθρώπου. Τι θα κάνει ένας άνθρωπος, αν έρθει σε επαφή με μια σχετικά νέα οικονομική πραγματικότητα και διαφοροποιημένες οικονομικές συνθήκες; Πώς θα αντιδράσει το άτομο σε μια αύξηση της τιμής ενός αγαθού ή μιας υπηρεσίας; Πως θα συμπεριφερθεί ο παραγωγός ενός αγαθού, αν του προταθεί μια καλύτερη και αποδοτικότερη παραγωγική διαδικασία; Η απάντηση σε τέτοια και παρόμοιου τύπου ερωτήματα εμπεριέχουν τη λογική του τύπο «ΕΑΝ ΤΟΤΕ». Ένα σύστημα λειτουργίας και προσέγγισης του τύπου «ΕΑΝ ΤΟΤΕ» σε μικροοικονομικές υποθέσεις, χαρακτηρίζεται ως μικροοικονομική θεωρία. Στο βαθμό που η θεωρία αυτή ασχολείται με θέματα οικονομικής πραγματικότητας δεν επιτρέπεται να ανακύπτουν αντιπαραθέσεις μεταξύ θεωρίας και πραγματικότητας. Σε αντίθετη περίπτωση πρέπει η θε-
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ 3 ωρία να διαφοροποιηθεί ή και να απορριφθεί, ως μη ανταποκρινόμενη στην πραγματικότητα. Δεν είναι πάντα άμεσα αντιληπτό, ποια από όλες τις ανταγωνιστικές θεωρίες είναι η πιο κατάλληλη για την ανάλυση μιας συμπεριφοράς. Διαφορετικές θέσεις και θεωρίες είναι δυνατόν να συνυπάρχουν για μεγάλα διαστήματα η μια δίπλα στην άλλη. Στη Μακροοικονομία υ- πάρχουν τουλάχιστον δύο θέσεις, οι οποίες αξίζουν ιδιαίτερης επισήμανσης. Η μια αναφέρεται στην υπόθεση της ικανοποίησης ή χρησιμότητας (Utility) και η άλλη στην υπόθεση της μεγιστοποίησης (maximum) ή κατά πολλούς συγγραφείς της αριστοποίησης (optimum). Κατά την υπόθεση της ικανοποίησης ή χρησιμότητας, ο άνθρωπος προσπαθεί με τις αποφάσεις του και με βάση την υπάρχουσα στενότητα των αγαθών, να πετύχει ένα συγκεκριμένο επίπεδο ατομικής ι- κανοποίησης. Αυτό μπορεί να χαρακτηριστεί και ως επίπεδο απαίτησης. Αν το πραγματοποιήσει, δε συντρέχει κανένας λόγος να διαφοροποιήσει τις αποφάσεις του. Σε περίπτωση που θα κλιθεί να επαναλάβει τη διαδικασία αποφάσεων, θα λειτουργούσε κατά τον ίδιο τρόπο. Αν προκύψει μια νέα δυνατότητα συμπεριφοράς ή απόφασης στο οπτικό του πεδίο, δεν είναι σίγουρο ότι θα την ακολουθήσει ακόμη και αν θα φαινόταν καλύτερη από την προηγούμενη. Οι αιτίες διαφοροποίησης της συμπεριφοράς των οικονομικών υποκειμένων απαιτούν την ύπαρξη κινήτρων συγκεκριμένης έντασης. Κατά την υπόθεση της μεγιστοποίησης ή αριστοποίησης, ο άνθρωπος «αρκείται» σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο ικανοποίησης. Για την επίτευξη της μέγιστης ικανοποίησης απαιτείται, όπως θα παρουσιάσουμε παρακάτω και η επίτευξη της μέγιστης χρησιμότητας. Αυτό σημαίνει ότι, αν ένα άτομο πρέπει να αποφασίσει μεταξύ πολλών ε- ναλλακτικών λύσεων Α, Β, Γ, θα επιλέξει εκείνη, η οποία του αποφέρει τη μεγαλύτερη συνολική χρησιμότητα. Εάν προκύψει μια καλύτερη δυνατότητα ή εναλλακτική λύση, η οποία θα αυξήσει τη συνολική του χρησιμότητα, τότε θα υλοποιήσει εκείνη. Θεωρούμε δηλ. ότι το άτομο λειτουργεί ορθολογιστικά, δηλ. υποκινητικός παράγοντας της συμπεριφοράς του είναι η μεγιστοποίηση ή αριστοποίηση του ατομικού ορθολογισμού του.
4 KEΦΑΛΑΙΟ 1 1.2 Αντικείμενο και τρόπος προσέγγισης των γεγονότων 1.2.1 Η Στενότητα Οι άνθρωποι έχουν ανάγκες και επιθυμίες (needs and wands). Για την ικανοποίησή τους απαιτείται η παραγωγή συγκεκριμένων αγαθών και υπηρεσιών. Ως αγαθά από οικονομική άποψη χαρακτηρίζονται όλα τα μέσα, οι πόροι και οι αποδόσεις, που άμεσα ή έμμεσα αποσκοπούν στην κάλυψη των αναγκών και επιθυμιών των καταναλωτών (νοικοκυριών). Αυτά μπορεί να είναι υλικά αγαθά (νερό, ψωμί), υπηρεσίες (θέατρο, διακοπές), άυλα αγαθά (γνώση) ή ακόμη και δικαιώματα χρήσης (ενοίκιο, δικαιοχρησία). Ο πεινασμένος χρειάζεται ψωμί, τυρί ή και τα δύο για να καλύψει την πείνα του. Ο διψασμένος χρειάζεται νερό ή γάλα για να ξεδιψάσει. Οι πολιτιστικές ανάγκες ικανοποιούνται με βιβλία, επίσκεψη στο θέατρο, εκθέσεις ζωγραφικής κ.α. Οι πολιτικές αναζητήσεις ικανοποιούνται με την ενασχόληση με τα κοινά, αφιέρωση χρόνου και προσπάθειας για επίλυση του ζητήματος της μόλυνσης του περιβάλλοντος κλπ. Για την ικανοποίηση των αναγκών και επιθυμιών διαθέτουμε περιορισμένα μέσα. Με το περιορισμένο του εισόδημα, ο άνθρωπος μπορεί να αγοράσει μόνο έναν περιορισμένο αριθμό αγαθών ή υπηρεσιών. Ο μισθός (η σύνταξη, το χαρτζιλίκι, η υποτροφία ή το επιχειρηματικό κέρδος), είναι κατά κανόνα περιορισμένα. Γι αυτό θα πρέπει να αποφασισθεί από τους κατόχους εισοδήματος ποια ποσά θα δαπανηθούν και για ποια αγαθά. Όλα τα μικροοικονομικά υποκείμενα (νοικοκυριά ή επιχειρήσεις) κατά τις οικονομικές τους αποφάσεις λειτουργούν α- πόλυτα ορθολογιστικά, δηλ. αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση (μεγιστοποίηση ή ελαχιστοποίηση) των τιθέμενων στόχων τους. Έτσι: Τα νοικοκυριά ζητούν από την αγορά αγαθά (κατανάλωση) και προσφέρουν συντελεστές (παραγωγής), εργασία και κεφάλαιο. Στόχος τους είναι η μεγιστοποίηση της χρησιμότητάς τους. Οι επιχειρήσεις προσφέρουν στην αγορά αγαθά και ζητούν προϊόντα (για παραγωγικούς σκοπούς), καθώς και συντελεστές παραγωγής (εργασία και κεφάλαιο). Στόχος τους είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους τους (οφέλους).
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ 5 Στο μοντέλο της οικονομίας της αγοράς (ελεύθερος ανταγωνισμός) ως αγορά χαρακτηρίζεται ο χώρος, στον οποίο συναντάται ελεύθερα η προσφορά και η ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών, εργασίας και κεφαλαίου (διάγραμμα 1.1). Στην αγορά αγαθών, τα αγαθά και οι υπηρεσίες διαπραγματεύονται σε μια συγκεκριμένη τιμή, ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτησή τους. Τα αγαθά προσφέρουν οι επιχειρήσεις και τα ζητούν τα νοικοκυριά. Στην αγορά εργασίας, ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση για εργασία προσδιορίζεται ένας συγκεκριμένος μισθός. Την εργασία προσφέρουν τα νοικοκυριά και με το μισθό που απολαμβάνουν ζητούν αγαθά και υπηρεσίες. Διάγραμμα 1.1: Το μοντέλο της οικονομίας της αγοράς Τα αγαθά δεν είναι βέβαια περιορισμένα επειδή υπάρχει στενότητα χρήματος. Αν ίσχυε αυτό, θα μπορούσε σίγουρα η εκδοτική τράπεζα να ξεπεράσει αυτή τη στενότητα με την έκδοση περισσότερων χαρτονομισμάτων. Εδώ συμβαίνει όμως ακριβώς το αντίθετο: Το χρήμα είναι περιορισμένο, επειδή ακριβώς τα αγαθά είναι περιορισμένα. Ο Robinson Crusoe (μπορεί) να είχε χρήματα στο νησί που ζούσε, όμως αυτό δεν το βοήθησε σε τίποτε για να καλύψει τις ανάγκες του. Τα α- γαθά ευρίσκονται για άλλους λόγους σε στενότητα και όχι λόγω έλλειψης χρημάτων. Ευρίσκονται σε στενότητα, λόγω του ότι τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας για την παραγωγή τους είναι και αυτά περιορισμένα. Τα μέσα αυτά για τον Robinson Crusoe ήταν μόνο η ερ-
6 KEΦΑΛΑΙΟ 1 γατική του δύναμη, η γη, η θάλασσα και τα εργαλεία που έφερε μαζί του ή μπορούσε να χρησιμοποιήσει ή να δημιουργήσει. Εμείς βέβαια δε ζούμε σε ένα νησί απομονωμένοι, αλλά σε μια κοινωνία και ένα κόσμο με καταμερισμένη την εργασία. Ο καταμερισμός της εργασίας περιόρισε τη στενότητα διάθεσης των πόρων. Ο καθένας μας μπορεί με τον τρόπο αυτό να εξειδικευθεί και να παράγει περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες με τα ίδια μέσα. Βέβαια και η αυξανόμενη τεχνική γνώση συμβάλλει στην επίτευξη αυτού του στόχου. Η στενότητα για ορισμένα αγαθά μετατρέπεται σε πλεονασμό για μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή και σε στενότητα για μια άλλη (π.χ. υ- πάρχουν «λίμνες» από γάλα και «βουνά» από γαλακτοκομικά προϊόντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έλλειψη τροφίμων και πείνα στην Αφρική). Συνεχώς εμφανίζονται όμως καινούργιες στενότητες. Ξαφνικά η καθαρή ατμόσφαιρα και το καθαρό περιβάλλον αποτελούν αγαθά που βρίσκονται σε στενότητα, και απειλούν τα δάση, τους ανθρώπους και τα ζώα με αφανισμό. Έτσι γίνεται απαραίτητη η τοποθέτηση νέων πόρων ή η αλλαγή προσανατολισμού της τοποθέτησης των πόρων, δηλ. της παραγωγής. Βλέποντάς τα από αυτή την οπτική γωνία, τα παραπάνω ζητήματα αποτελούν αντικείμενο της μικροοικονομικής θεωρίας. Εάν τα αγαθά ευρίσκονται σε στενότητα, σε σχέση με τις ανάγκες, πρέπει να γίνει λογική χρήση των διαθέσιμων πόρων, με τους οποίους αυτά θα παραχθούν. Ο συνταξιούχος π.χ. θα πρέπει να κάνει πλάνα για το πού θα δαπανήσει τη σύνταξή του και πού όχι. Ο Crusoe έπρεπε να αποφασίσει, Που, και για την παραγωγή Ποιων αγαθών θα έπρεπε να τοποθετήσει την περιορισμένη εργασία του και το χρόνο του, Πόση ποσότητα πρέπει να παράγει για το κάθε προϊόν και Πως θα το παράγει. Με το πρόβλημα της στενότητας δε συνδέεται ο άνθρωπος μόνο με την ιδιότητα του καταναλωτή, αλλά και του παραγωγού. Επειδή οι συντελεστές παραγωγής, δηλ. τα μέσα για την παραγωγή των αγαθών, είναι περιορισμένοι και κοστίζουν χρήμα, πρέπει να τοποθετηθούν κατά τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο. Πρέπει να επιλεγεί η αποτελεσματικότερη παραγωγική διαδικασία. Πρέπει να υπολογιστεί η ποσότητα, η αποτελεσματικότητα, ο χρόνος λειτουργίας και ο βαθμός συμμετοχής των πόρων. Πρέπει να ευρεθούν νέες αγορές προϊόντων και να διασφαλισθούν οι παλιές. Αποφάσεις αυτού του τύπου αποτε-
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ 7 λούν αντικείμενο της Μικροοικονομίας. Μπορεί κανείς να διατυπώσει ότι: Η Μικροοικονομία ασχολείται με τις ανθρώπινες αποφάσεις όσον αφορά τη χρήση αυτών των περιορισμένων μέσων (πόρων) και την αλληλοεπίδραση αυτών των αποφάσεων. 1.2.2 Το βασικό υπόδειγμα λήψης απόφασης για τους πόρους που ευρίσκονται σε στενότητα Για την περιγραφή και εξήγηση τέτοιων αποφάσεων χρησιμοποιείται τυπικά μια συγκεκριμένη μορφή μοντέλου ατόμων που αποφασίζουν, καθώς και των καταστάσεων, για τις οποίες πρέπει να ληφθεί απόφαση. Τα μοντέλα αποτελούν αφαιρετική αποτύπωση της (οικονομικής) πραγματικότητας. Α- φαιρετική υπό την έννοια, ότι δεν μπορούν να ενταχθούν σε αυτό όλες οι παράμετροι που διαμορφώνουν την πραγματικότητα. Όπως ανέφερε και η αγγλίδα οικονομολόγος Joan Robinson (1903 1983) ένα μοντέλο, που θα συμπεριλάμβανε το σύνολο των συνιστωσών της πραγματικότητας, δε θα ήταν χρησιμότερο από ένα χάρτη με κλίμακα 1:1. Βασική αρχή της (νεοκλασικής) οικονομικής σκέψης είναι, ότι στόχος και σκοπός των οικονομικών προσπαθειών και επιδιώξεων των οικονομικών υποκειμένων αποτελεί η αύξηση της ατομικής χρησιμότητας. Το άτομο δηλ. λειτουργεί με βάση την αρχή του μεθοδολογικού ή ορθολογικού ατομικισμού. Ο μεθοδολογικός α- τομικισμός εμπεριέχει δυο συνιστώσες: 1. Τον ανθρωποκεντρισμό, με βάση τον οποίο η αξία ενός αντικειμένου (υπηρεσίας, ενός κανονισμού) συνίσταται μόνο από το μέγεθος της χρησιμότητας που προσφέρει στο κάθε υποκείμενο. 2. Τη φιλελεύθερη πρόταση, η οποία αναφέρει ότι μόνο τα άτομα είναι φορείς λήψης αποφάσεων και παίκτες του συστήματος. Οι συνολικές συλλογικές αποφάσεις εξαρτώνται μόνο και αποκλειστικά από τις ατομικές αποφάσεις (και το κίνητρο της εξεύρεσης απόφασης).
8 KEΦΑΛΑΙΟ 1 Τα στοιχεία του αυτού του μοντέλου γίνονται εμφανή στο παρακάτω παράδειγμα: Ο Γιάννης κάνει διακοπές στη Χαλκιδική και απολαμβάνει τον ήλιο. Βέβαια η παραμονή του για πολλές ώρες στον καυτό ήλιο, του δημιούργησε το έντονο αίσθημα της πείνας και της δίψας. Δυστυχώς ό- μως έχει στην τσέπη του μόνο 10, η προέλευση των οποίων δεν μας ενδιαφέρει στο σημείο αυτό. Με τα χρήματα αυτά μπορεί να αγοράσει 10 μπουκάλια νερό που στοιχίζει 1 το ένα, ή 10 ψωμιά, που επίσης στοιχίζει 1 το ένα, ή 4 μπύρες προς 2,5 τη μια, ή 5 φραπέ προς 2 κτλ. Μπορεί δηλ. να κάνει συνδυασμούς όπως: 1 μπουκάλια νερό, 2 φραπέ, 2 μπύρες. Μπορούσε φυσικά να κάνει και άλλους συνδυασμούς αγοράς προϊόντων, οι οποίοι πρέπει να έχουν όμως έναν περιορισμό: Δηλ. η συνολική τους αξία να είναι 10. Δεν μπορεί δηλ. να πετύχει κανένα συνδυασμό, του οποίου η αξία θα είναι > 10. Επειδή κανείς δεν του δανείζει χρήματα εκεί που βρίσκεται, η επιθυμία του για 4 μπύρες και 3 φραπέ δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Ο κύριος Γιάννης διαπιστώνει ότι ευρίσκεται σε σημείο, που δεν μπορεί να κάνει αυθαίρετη επιλογή οποιουδήποτε συνδυασμού αγαθών, αλλά λειτουργεί κάτω από εισοδηματικό περιορισμό. Θα μπορούσε φυσικά να πετύχει μεγαλύτερη ποσότητα δυνατών συνδυασμών ή περισσότερων προϊόντων, αν η τιμή της μπύρας έπεφτε στα 2, ή μειωνόταν οι τιμές των άλλων αγαθών, όμως κάτι τέτοιο όπως διαπίστωσε είναι αδύνατο να γίνει. Για τη λύση του προβλήματος της λήψης απόφασης, δεν αρκεί να ξέρει μόνο το ότι δεν μπορεί να πετύχει οποιοδήποτε συνδυασμό Μπύρας Φραπέ. Στα πλαίσια του παραπάνω περιορισμού ο κ. Γιάννης θα πρέπει να κατατάξει τις επιθυμίες του με βάση ένα βαθμό προτεραιότητας. Δεν μπορεί να υποκύψει στην επιθυμία του και την πεποίθησή του που λέει: «Όσο ποιο πολλά, τόσο ποιο καλά». Έτσι είναι αναγκασμένος να κατατάξει όλους τους δυνατούς συνδυασμούς σε μια αξιοκρατική σειρά και από αυτούς να επιλέξει εκείνον, που του προσφέρει τη μεγαλύτερη δυνατή ατομική χρησιμότητα. Χρειάζεται δηλ. μια κατάταξη ατομικής προτίμησης, με βάση τις εναλλακτικές εφικτές δυνατότητές του. Θα πρέπει λοιπόν να έχει ίδια αντίληψη και άποψη για τις χρησιμότητες των διαφόρων εναλλακτικών δυνατοτήτων που έχει. Ποιος συνδυασμός κατανάλωσης του προσφέρει μεγαλύτερη χρησιμό-