Συµβουλίου της Επικρατείας: 1078/2003, Τµήµα Α Πηγή: Ε..Κ.Α ΜΕ/03 σελ. 434



Σχετικά έγγραφα
Συµβούλιο της Επικρατείας: 4003/1992 (τµ. Α ) Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΕ' 1993, σ. 244

Συµβούλιο της Επικρατείας: 5847/1995 (Τµ.Α') Πηγή: Ε.Ε.. 55/96, σ. 883,.Ε.Ν. 53/97,σ. 1410, Νο.Β. 45/97, σ. 1063

Συµβουλίου της Επικρατείας: 2663/1992 (τµ. Α') Πηγή: Ε ΚΑ ΛΕ' 1993, σελ. 102

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Χανίων 185/1989 Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΑ' 1989, σ. 705

Απόφαση ικαστηρίου. Πρόεδρος: κ. Α ΑΜ. ΦΑΡΜΑΚΗΣ Εισηγητής: κ. Θ. ΠΑΠΑΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ικηγόροι: κ.κ. Βικ. Χαριτάτος - Τυπάλδος, Χρ.

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Θεσ/νίκης 1779/85 Πηγή: Ε..Κ.Α. ΚΗ' 1986, σ. 319

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ Α 1-ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ

Άρειος Πάγος: 1486/1995 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 4 (1996) σελ. 415, Ε.Ε..56/97, σ.325,.ε.ν. 52/96, σ. 238

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Ιωαννίνων: 151/1994 Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΣΤ' 1994, σ. 752

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/427-1/

ΣτΕ 851/2016 [ Υπολογισμός αξίας ακινήτου για επιβολή εισφοράς σε χρήμα]

Απόφαση ικαστηρίου. Πρόεδρος: κ. ΠΑΝ. ΧΑΜΑΚΟΣ Εισηγητής: κ. ΕΛ. ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥ ικηγόροι: κ.κ. Παν. Παπαδόπουλος, Χαράλαµπος Μπρισκόλας

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7081/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 63/2012

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. Η Επιτροπή Αναστολών του Συµβουλίου της Επικρατείας. (άρθρο 52 του π.δ/τος 18/1989, όπως αντικαταστάθηκε µε

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4906/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

ΣτΕ 2456/2012. των: α)... και β)..., κατοίκων..., οι οποίοι παρέστησαν με το δικηγόρο Σ. Σδούκο (Α.Μ. 9900), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Αριθμός 2180/2013 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Α Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Δεκεμβρίου 2012, με την εξής σύνθεση: Ν.

993/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Α

ΠΟΡΙΣΜΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ. Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη: Δ.Ν. Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου Ειδικοί Επιστήμονες: Γιάννης Κωστής, Έλενα Σταμπουλή, Τασούλα Τοπαλίδου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2012

ΣτΕ 687/2016 Απαλλαγή Φ.Π.Α. στην παράδοση αγαθών. Ευθύνη αγορ

-2- σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

ΣτΕ 2323/2012 [Μη αόριστη προσφυγή κατά σιωπηρής άρνησης της Διοίκησης να άρει ρυμοτομική απαλλοτρίωση]

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΣτΕ 2138/2016 [Αποκατάσταση ΧΑΔΑ στις Σπέτσες]

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

ΣτΕ 1865/2002. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κ. Μπουρνόζο (Α.Μ. 151), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

248/2017 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β'

Π ρ ο σ ή λ θ ε [...] γ ι α να δικάσει την από 8 Φεβρουαρίου 2019 [...] αίτηση αναστολής,

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2015

ΣΤΕ 2693/2018 [ΝΟΜΙΜΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ Α.Ε.Π.Ο. ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΑΘΗΝΩΝ]

αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου του Συμβούλου που

Κοινωνική ασφάλιση - Επιλογή Οργανισµού Ασφάλισης ασθένειας - Εξαίρεση από την ασφάλιση του Κλάδου Υγείας του ΟΑΕΕ -.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2999-1/

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

ΣτΕ 2302/2011. κατά του..., κατοίκου Βάρης Αττικής (...), ο οποίος δεν παρέστη.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 48/2012

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

ΣτΕ 2309/2016 [Μεταβίβαση δημόσιας έκτασης]

ΣτΕ /06/ Επιβολή προστίμου για μη έκδοση ΑΠΥ.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3073-4/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 92 /2014

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7500/

ΣτΕ 2511/ Επειδή, για την κρινόμενη αίτηση κατεβλήθη το παράβολο (υπ` αριθμ. Α /2003 ειδικό γραμμάτιο παραβόλου).

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Φ. Ντζίμα.

ΣτΕ 2294/1991 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ'

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2011

ΣτΕ 3427/2017. του..., κατοίκου Αραχώβης, ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Δέσποινα Μεταξά (Α.Μ.16728), που τη διόρισε στο ακροατήριο,

μειωμένους δασμούς κ.λπ. λόγω μετοικεσίας με τις διατάξεις του ν. 2579/1998

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ

Newsletter 12/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Φορολογικό 3-7 [ 2 ]

ΣτΕ 2292/1991 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ'.

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Εικονικά τιμολόγια. Η εφορία πρέπει να αποδείξει την εικονικότητα

Με βάση τον ορισμό του «εργατικού ατυχήματος» όπως προκύπτει από το άρθρο 1 του Ν. 551/15, όπως έχει κωδικοποιηθεί και τροποποιηθεί μέχρι και σήμερα,

Συμβούλιο της Επικρατείας Τμήμα Β Αριθμός απόφασης 1944/2012

ΣτΕ 1922/2017 [Νόμιμος καθορισμός αιγιαλού, παραλίας, παλαιού αιγιαλού]

Α Π Ο Φ Α Σ Η 59 /2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38//2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 143/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ. Καλλιθέα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Α Π Ο Φ Α Σ Η 108/2017

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

ΣτΕ 931/2017 [Κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών εντός δάσους]

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

ΘΕΜΑ: "Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας των θυμάτων τρομοκρατικών ενεργειών και σε περίπτωση θανάτου των μελών της οικογενείας

Συνεδρίασε δηµόσια στο ακροατήριό του στις 13 Μαΐου 2008,

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2012

υπάρχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα για την επιστροφή ΦΠΑ.

ΣτΕ 1178/2010 [«Σφράγιση» αυθαίρετης χρήσης σε αδόμητο οικόπεδο στην Κηφισιά]

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2012

ΣτΕ 150/2018 [Παράνομη απόρριψη αίτησης για έγκριση κατά παρέκκλιση χρήσης τουριστικού καταλύματος στο παραδοσιακό τμήμα του Ναυπλίου]

Α Π Ο Φ Α Σ Η 180/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Published on TaxExperts (

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2717/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1566-1/

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/610/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 16/2012

Transcript:

Συµβουλίου της Επικρατείας: 1078/2003, Τµήµα Α Πηγή: Ε..Κ.Α ΜΕ/03 σελ. 434 Σύνταξη ανικανότητας από το ΝΑΤ λόγω ναυτικού ατυχήµατος που επήλθε κατά την εκτέλεση ή εξαφορµής της ναυτικής εργασίας. Ως ναυτικό ατύχηµα κατά την εκτέλεση ή εξαφορµής της ναυτικής εργασίας θεωρείται και η νόσος που προκλήθηκε ή αν προϋπήρχε εκδηλώθηκε ή επιδεινώθηκε συνεπεία βιαίου συµβάντος ή λόγω της εκτέλεσης της ναυτικής εργασίας υπό συνθήκες µη κανονικές και εξαιρετικές, οι οποίες υπήρξαν η κύρια αφορµή για την εκδήλωση ή επιδείνωση της νόσου. Τέτοιες συνθήκες υφίστανται και στην περίπτωση κατά την οποία δεν παρασχέθηκε στον ναυτικό που ασθένησε κατά τον πλου, η δυνατότητα πλήρους περίθαλψης, τόσο από την άποψη της έγκαιρης και επακριβούς διάγνωσης της νόσου, όσο και από την άποψη της άµεσης έναρξης της προσήκουσας θεραπευτικής αγωγής, εξακολούθησε δε αυτός να εργάζεται µε αποτέλεσµα την επιδείνωση της υγείας του ή το θάνατο. Αποκλειστική αρµοδιότητα υγειονοµικών επιτροπών του ηµοσίου ή του Ι.Κ.Α. να αποφαίνονται περί της ικανότητας για εργασία και της υπάρξεως αιτιώδους συνάφειας µεταξύ της διαπιστωθείσας ανικανότητας και του ατυχήµατος. Οι γνωµατεύσεις, των Υγειον. Επιτροπών δεσµεύουν τα δικαστήρια, εφόσον είναι πλήρως αιτιολογηµένες. Όταν τα ιοικ. ικαστήρια υποχρεώνουν µε προδικαστική απόφαση τις Υγειον. Επιτροπές να αποφανθούν, αυτές όµως παραλείπουν την υποχρέωση αυτή, εµµένοντας στην προηγούµενη ελλιπώς αιτιολογηµένη γνωµάτευση, τα ιοικ. ικαστήρια έχουν τη δυνατότητα να εκφέρουν κρίση επί των ιατρικής φύσεως θεµάτων, χρησιµοποιώντας κάθε πρόσφορο αποδεικτικό µέσο. εν υπερέβει την εξουσία του το δικάσαν ιοικ. Εφετείο κρίνοντας ότι υπάρχει αιτιώδης συνάφεια µεταξύ της εκδήλωσης της πάθησης του ασφαλισµένου και των εξαιρετικά δυσµενών συνθηκών εργασίας, δεδοµένου ότι η ευτεροβάθµια Υγειονοµική Επιτροπή, παρά την προδικαστική απόφαση, δεν έδωσε µε την δεύτερη γνωµάτευσή της αιτιολογηµένη, απάντηση, αναφορικά µε το ερώτηµα που της τέθηκε µε την απόφαση αυτή, αλλά επέµεινε στην κριθείσα ως αναιτιολόγητη αρχική γνωµάτευσή της. Πρόεδρος: Γ. ΑΝΕΜΟΓΙΑΝΝΗΣ Εισηγήτρια: ΕΙΡ. ΣΑΡΠ ικηγόρος: Γ. Κατσαντώνης 1. Επειδή, µε την κρινόµενη αίτηση, η οποία ασκείται, κατά το νόµο, ατελώς και άνευ καταβολής παραβόλου, ζητείται η αναίρεση της 1667/2001 αποφάσεως του ιοικητικού Εφετείου Πειραιώς, µε την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος Ναυτικού Αποµαχικού Ταµείου (Ν.Α.Τ.), κατά της 1225/2000 αποφάσεως του ιοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς. Με την τελευταία αυτή απόφαση έγινε δεκτή προσφυγή του αναιρεσιβλήτου, ασφαλισµένου του ανωτέρω Ταµείου, ακυρώθηκε η 2214/1998 απόφαση του ιευθυντή Παροχών του εν λόγω Ταµείου και κρίθηκε ότι ο αναιρεσίβλητος έχει καταστεί ανίκανος συνεπεία ναυτικού ατυχήµατος και, ως εκ τούτου, δικαιούται συντάξεως. 2. Επειδή, µε το άρθρο µόνο του π.δ/τος 913/1978 (ΦΕΚ Α` 220) κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείµενο νόµου, µε αριθµό 792/1978, οι διατάξεις περί του αναιρεσείοντος Ταµείου Ν.Α.Τ.). Ο κωδικοποιηµένος αυτός νόµος ορίζει στο άρθρο 1 ότι, κατά την έννοια των διατάξεων αυτού, απολύτως ανίκανος είναι «ο ισοβίως ανίκανος προς άσκησιν οιουδήποτε επαγγέλµατος» και σχετικώς ανίκανος είναι «ο ισοβίως ανίκανος προς άσκησιν µόνον του ναυτικού επαγγέλµατος» και στο άρθρο 14 παρ. 4 ότι «Χορηγείται σύνταξις ατυχήµατος: Α) Εις ναυτικόν καθιστάµενον απολύτως ή σχετικώς ανίκανον συνεπεία ατυχήµατος επελθόντος εν τη ναυτική εργασία ή προκληθέντος εξ αφορµής ταύτης...». Περαιτέρω, το άρθρο 27 του εν λόγω νοµοθετήµατος, όπως αντικαταστάθηκε µε την παρ. 6 του άρθρου 2 του Ν. 1711/1987 (ΦΕΚ Α 109), προβλέπει ότι: «Για την ανικανότητα του ασφαλισµένου ή µέλους της οικογενείας του γνωµατεύουν οι πρωτοβάθµιες υγειονοµικές επιτροπές του ηµοσίου ή του Ι.Κ.Α.. Για κάθε αµφισβήτηση που αφορά γνωµάτευση πρωτοβάθµιας υγειονοµικής επιτροπής επιτρέπεται προσφυγή από τον ενδιαφερόµενο και το ΝΑΤ στην οικεία

δευτεροβάθµια υγειονοµική επιτροπή µέσα σε 30 ηµέρες από την επίδοσή της σε αυτόν...». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, χορηγείται σύνταξη σε ναυτικό που καθίσταται απολύτως ή σχετικώς ανίκανος συνεπεία ατυχήµατος το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση ή εξ αφορµής της ναυτικής εργασίας. Ως τέτοιο ατύχηµα θεωρείται και η νόσος που προκλήθηκε ή, αν προϋπήρχε, εκδηλώθηκε ή επιδεινώθηκε συνεπεία βιαίου συµβάντος ή λόγω της εκτελέσεως της ναυτικής εργασίας υπό συνθήκες µη κανονικές και εξαιρετικές, οι οποίες υπήρξαν η κύρια αφορµή για την εκδήλωση ή ανάπτυξη της νόσου ή την επιδείνωσή της. Τέτοιες δε συνθήκες υφίστανται και στην περίπτωση κατά την οποία δεν παρασχέθηκε στον ασθενήσαντα κατά τον πλου ναυτικό η δυνατότητα πλήρους περιθάλψεως, τόσο από την άποψη της έγκαιρης και επακριβούς διαγνώσεως της νόσου, όσο και από την άποψη της άµεσης ενάρξεως της προσήκουσας θεραπευτικής αγωγής, εξακολούθησε δε αυτός να εργάζεται, µε αποτέλεσµα την επιδείνωση της καταστάσεως της υγείας του ή το θάνατό του. Εξάλλου, οι προαναφερθείσες υγειονοµικές επιτροπές είναι αποκλειστικώς αρµόδιες να αποφαίνονται από ιατρική άποψη περί της ικανότητας του ασφαλισµένου να εργασθεί, καθώς και περί της υπάρξεως ή µη αιτιώδους συνδέσµου µεταξύ της ανικανότητας που διαπιστώθηκε και του ατυχήµατος υπό την ανωτέρω έννοια. Ειδικότερα, οι επιτροπές αυτές αποφαίνονται περί του αν εκδηλώθηκε ή επιδεινώθηκε προϋπάρχουσα νόσος συνεπεία του βιαίου συµβάντος ή των συνθηκών της ναυτικής εργασίας, οι οποίες κρίθηκαν στη συγκεκριµένη περίπτωση ως ασυνήθεις ή εξαιρετικές από τα ασφαλιστικά όργανα του Ταµείου ή τα επιλαµβανόµενα της υποθέσεως, µετά την άσκηση προσφυγής, τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Οι γνωµατεύσεις των εν λόγω επιτροπών, εφόσον είναι πλήρως αιτιολογηµένες, δεσµεύουν τα αρµόδια για την απονοµή της συντάξεως ασφαλιστικά όργανα του Ν.Α.Τ., καθώς και τα ως άνω δικαστήρια. Τέλος, αν τα δικαστήρια αυτά κρίνουν ότι η κρίση των υγειονοµικών επιτροπών, ως προς τα προαναφερθέντα ιατρικής φύσεως ζητήµατα, είναι πληµµελής, ασαφής ή ελλιπής, έχουν τη δυνατότητα είτε να ακυρώσουν τη σχετική απόφαση του αρµόδιου ασφαλιστικού οργάνου του Ν.Α.Τ., έτσι ώστε η υπόθεση να καταστεί εκ νέου εκκρεµής ενώπιόν του, είτε να ζητήσουν την έκδοση νέας αιτιολογηµένης γνωµατεύσεως από την αρµόδια υγειονοµική επιτροπή, αναπέµποντας την υπόθεση σ` αυτήν (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4406/2001, 3823/2000, 5025/1997 κ.ά.). Ειδικώς, όταν τα διοικητικά δικαστήρια, επιλαµβανόµενα αιτήµατος συνταξιοδοτήσεως λόγω ανικανότητος, υποχρεώνουν µε προδικαστική απόφαση τα υγειονοµικά όργανα να αποφανθούν επί των ανωτέρω ιατρικής φύσεως ζητηµάτων, τα τελευταία όµως παραλείπουν την υποχρέωση αυτή εµµένοντας στη προηγούµενη ελλιπώς αιτιολογηµένη γνωµάτευση, τα ως άνω δικαστήρια έχουν τη δυνατότητα είτε να αναπέµψουν για µια ακόµη φορά την υπόθεση ενώπιον των αρµοδίων υγειονοµικών οργάνων, είτε να κρίνουν επί του αιτήµατος του ενδιαφεροµένου, αφού προηγουµένως εκφέρουν κρίση επί των ως άνω ιατρικής φύσεως θεµάτων, χρησιµοποιώντας τα πρόσφορα προς τούτο αποδεικτικά µέσα. Και τούτο, διότι η παράλειψη των αρµοδίων υγειονοµικών επιτροπών να γνωµατεύσουν, κατόπιν µάλιστα εκδόσεως σχετικής προδικαστικής αποφάσεως από το δικαστήριο της ουσίας, δεν είναι δυνατό να αποβεί τελικώς εις βάρος του ασφαλισµένου ή συνταξιούχου (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1594/1994, 3823/2000, 3833/2001). 3. Επειδή, στην κρινόµενη υπόθεση µε την προσβαλλόµενη απόφαση έγιναν δεκτά τα εξής : Ο αναιρεσίβλητος, ο οποίος γεννήθηκε το 1952, απεγράφη ως ναυτικός την 8.6.1987 και είναι κάτοχος πτυχίου ικανότητος πλοιάρχου Α, προσελήφθητον Μάρτιο του 1995 από την εταιρία... ως επιθεωρητής πλοίαρχος του υπό κατασκευήν πλοίου «.Λ.Κ.», το οποίο παρέµεινε στο ναυπηγείο µέχρι τις 14.9.1995. Κατά το διάστηµα τούτο ο αναιρεσίβλητος επέβλεψε, µεταξύ άλλων, την εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία των ηλεκτρονικών οργάνων του πλοίου (ραντάρ, πυξίδες, SATELLITE), καθώς και τις εργασίες στις δεξαµενές του πλοίου (σφυροκοπανισµούς, χρωµατισµούς, κλπ.). Μετά το πέρας των εργασιών τούτων το πλοίο εξετέλεσε τουριστικούς πλόες στα νησιά του Αιγαίου και λιµένες της Τουρκίας. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο πλοίο ο αναιρεσίβλητος ασθένησε από λευχαιµία τριχωτών κυττάρων και στις 25.11.1995 απελύθη από την ανωτέρω ναυτιλιακή εταιρεία, έλαβε δε σύνταξη λόγω αναπηρίας (µε ποσοστό 67%) από το αναιρεσείον Ν.Α.Τ. για το χρονικό διάστηµα από 1.1.1996 έως 31.12.1997. Στις 11.12.1997 ο αναιρεσίβλητος ζήτησε να

συνταξιοδοτηθεί από το εν λόγω Ταµείο λόγω εργατικού ατυχήµατος, ισχυριζόµενος ότι η ασθένειά του ήταν απότοκος της εργασίας του. Ειδικώτερα ο αναιρεσίβλητος ισχυρίσθηκε ότι κατά τη διάρκεια των εργασιών ανακατασκευής του πλοίου δεν ελήφθησαν από την πλοιοκτήτρια εταιρία τα θεµελιώδη µέτρα προστασίας που ορίζονται από τους διεθνείς κανόνες α) κατά την εγκατάσταση των δύο ισχυρότατων ραντάρ, µε αποτέλεσµα να εκτεθεί απροστάτευτος σε ακτινοβολία Χ, και β) κατά τους χρωµατισµούς στη δεξαµενή του πλοίου µε ψεκασµό, µε αποτέλεσµα να εκτεθεί στις διαλυτικές ουσίες που χρησιµοποιούνται για το χρωµατισµό. Ισχυρίσθηκε επίσης ότι, κατά την εκτέλεση των πλόων, αναγκάσθηκε να εργάζεται σε άσχηµες καιρικές και εργασιακές συνθήκες επί 20-22 ώρες το εικοσιτετράωρο κάτω από αφόρητη ψυχολογική πίεση, προκειµένου να πραγµατοποιηθούν τα προγραµµατισµένα τουριστικά δροµολόγια. Η ευτεροβάθµια Υγειονοµική Επιτροπή Επαγγελµατικών Νοσηµάτων, µε την 22/1998 γνωµάτευσή της, απεφάνθη ότι δεν τεκµηριώνεται αιτιώδης συνάφεια µεταξύ της παθήσεως του αναιρεσιβλήτου (λευχαιµία των τριχωτών κυττάρων) και της εργασίας του στο πλοίο, δεδοµένου ότι δεν εξετέθη για ικανό χρονικό διάστηµα (τουλάχιστον δύο έτη) στους βλαπτικούς παράγοντες, που, κατά τα διεθνή επιστηµονικά δεδοµένα, µπορούν να προκαλέσουν τη συγκεκριµένη νόσο (βενζόλιο, ηλεκτροµαγνητική ακτινοβολία). Επί τη βάσει της γνωµατεύσεως αυτής ο ιευθυντής Παροχών του αναιρεσείοντος Ν.Α.Τ. απέρριψε, µε την 2214/1998 απόφασή του, το περί συνταξιοδοτήσεως, συνεπεία εργατικού ατυχήµατος, αίτηµα του αναιρεσιβλήτου. Κατά της αποφάσεως αυτής ο αναιρεσίβλητος άσκησε προσφυγή ενώπιον του ιοικητικού Πρωτοδικείου. Το δικαστήριο αυτό έλαβε υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία που είχαν προσκοµισθεί και συγκεκριµένα τις 2973 και 2974/20.10.1998 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον συµβολαιογράφου Ι.Γ. εργάτη) και Ε.Θ. ναύκληρου) και την από 20.11.1997 µαρτυρική κατάθεση του α Μηχανικού Γ.Κ. ενώπιον του συντάξαντος την από 2.12.1997 πορισµατική έκθεση ένορκης προανακρίσεως του πλοιάρχου του Λιµενικού Σώµατος Κ.Κ. από τις οποίες προέκυπτε, όπως αναφέρεται στην προσβαλλόµενη απόφαση, ότι ο αναιρεσίβλητος αναγκάσθηκε να καταβάλει υπέρµετρη προσπάθεια, προκειµένου να ανταποκριθεί σε ασυνήθεις όρους εργασίας και επί ορισµένο χρόνο υπό εξαιρετικά δυσµενείς συνθήκες, όπως η παντελής έλλειψη προστατευτικών µέτρων κατά την εγκατάσταση, επισκευή και λειτουργία των δύο ραντάρ του πλοίου, η έκθεσή του στα διαλυτικά των χρωµάτων, που χρησιµοποιήθηκαν κατά τον ψεκασµό των δεξαµενών του πλοίου και εξαιτίας των οποίων έµεινε µια φορά αναίσθητος επί µισή ώρα στις αρχές Σεπτεµβρίου 1995 (και όχι του έτους 1999, όπως, προφανώς από παραδροµή, αναφέρεται στην προσβαλλόµενη απόφαση), και η ψυχολογική πίεση να εργάζεται επί πολλές ώρες, είκοσι ώρες το εικοσιτετράωρο, υπό δυσµενείς καιρικές συνθήκες, προκειµένου να µη χαθεί ο ναύλος, διότι το πλοίο ήταν χρονοναυλωµένο σε τουρίστες. Το πρωτοβάθµιο δικαστήριο έλαβε επίσης υπόψη τα αναγραφόµενα στα ιατρικά βιβλία «Αιµατολογία - Βασικές αρχές» των ειδικών γιατρών R.H., E.B. S.S., H.C., και F.S., σχετικά µε την αιτιολογία και την παθογένεση της νόσου, και τον «Ιατρικό Οδηγό πρώτων βοηθειών» της Παγκόσµιας Οργάνωσης Υγείας, ιεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισµού και ιεθνούς Οργανισµού Εργασίας, σε συνδυασµό και προς το 472/16.1.1998 πιστοποιητικό του ιευθυντή του Αιµατολογικού Τµήµατος του Γενικού Περιφερειακού Αντικαρκινικού Νοσοκοµείου Πειραιώς «ΜΕΤΑΞΑ» επίκουρου καθηγητή Β.Σ.. Με βάση τα στοιχεία αυτά, µε την 2074/1999 προδικαστική απόφαση, το πρωτοβάθµιο δικαστήριο ανέπεµψε την υπόθεση στην ευτεροβάθµια Υγειονοµική Επιτροπή, προκειµένου αυτή να διευκρινίσει εάν εξαιτίας των εξαιρετικά δυσµενών συνθηκών, υπό τις οποίες αναγκάσθηκε να εργασθεί ο αναιρεσίβλητος, πιθανολογείται ότι προκλήθηκε ή εκδηλώθηκε ή επιδεινώθηκε ή ευνοήθηκε η τυχόν προδιάθεση του οργανισµού του να εκδηλώσει την ασθένεια αυτή, παρά τον βραχύ χρόνο εκθέσεώς του στους ανωτέρω βλαπτικούς παράγοντες. Σε εκτέλεση της προδικαστικής αυτής αποφάσεως εκδόθηκε η 67/1999 απόφαση της ευτεροβάθµιας Υγειονοµικής Επιτροπής. Το ιοικητικό Πρωτοδικείο, µε την 1225/2000 οριστική απόφασή του, δέχθηκε ότι µε την ανωτέρω γνωµάτευση η Υγειονοµική Επιτροπή επαναλαµβάνει ό,τι και στην αρχική γνωµάτευσή της, χωρίς να αποφαίνεται επί των τεθέντων µε την προδικαστική απόφαση ερωτηµάτων και χωρίς να συνεκτιµώνται οι εξαιρετικά δυσµενείς και ασυνήθεις συνθήκες, υπό τις οποίες ο αναιρεσίβλητος αναγκάσθηκε να παρέχει τη ναυτική εργασία του. Κατόπιν τούτου, το πρωτοβάθµιο δικαστήριο έκρινε αναιτιολόγητη

την ανωτέρω γνωµάτευση και έλαβε υπόψη το 2976/23.2.2000 πιστοποιητικό του ιευθυντή του Αιµατολογικού Τµήµατος του Γενικού Περιφερειακού Αντικαρκινικού Νοσοκοµείου Πειραιώς «ΜΕΤΑΞΑ», στο οποίο αναφέρεται ότι : «Η αιτιολογία της νόσου παραµένει όχι απολύτως ευκρινής. Ενοχοποιούνται κατά την άποψη των ερευνητών η ιονίζουσα ακτινοβολία και διάφορα χηµικά αντιδραστήρια. Στο ερώτηµα αν και κατά πόσο µπορεί να επηρεασθεί δυσµενώς η υγεία ενός ασθενούς που πάσχει από το νόσηµα αυτό - το οποίο όµως δεν έχει διαγνωσθεί - και εξακολουθεί να εργάζεται ως ναυτικός έστω για µικρό χρονικό διάστηµα, η απάντηση είναι καταφατική». Με τα δεδοµένα αυτά, το διοικητικό πρωτοδικείο έκρινε ότι η νόσος του αναιρεσιβλήτου, έστω και αν δεν προκλήθηκε, πάντως µετά βεβαιότητος εκδηλώθηκε και επιδεινώθηκε εξ αιτίας της υπέρµετρης προσπάθειας που κατέβαλε υπό εξαιρετικά δυσµενείς και ασυνήθεις συνθήκες παροχής της ναυτικής εργασίας του στο πλοίο «Λ.Κ.» και ότι, ως εκ τούτου, ενόψει και του ποσοστού αναπηρίας του 67%, δικαιούται συντάξεως λόγω ναυτικού ατυχήµατος. Κατά της πρωτόδικης αποφάσεως άσκησε έφεση το αναιρεσείον Ταµείο, η οποία απερρίφθη µε την προσβαλλόµενη απόφαση. 4. Επειδή, µε την απόφαση αυτή το ιοικητικό Εφετείο έκρινε ότι, εφόσον µε την εκδοθείσα µετά την προδικαστική απόφαση του πρωτοβαθµίου δικαστηρίου γνωµάτευση της ευτεροβάθµιας Υγειονοµικής Επιτροπής δεν δόθηκε απάντηση στο τεθέν µε την απόφαση αυτή ερώτηµα, η γνωµάτευση αυτή ήταν αναιτιολόγητη και, ως εκ τούτου, µη δεσµευτική. Συνεπώς, έκρινε περαιτέρω το διοικητικό εφετείο, νοµίµως το πρωτοβάθµιο δικαστήριο εξέφερε την ανωτέρω κρίση του επί τη βάσει των λοιπών πρόσφορων αποδεικτικών στοιχείων, µεταξύ των οποίων περιλαµβάνεται και το προαναφερθέν 2976/23.2.2000 πιστοποιητικό του ιευθυντή του Αιµατολογικού Τµήµατος του Γενικού Περιφερειακού Αντικαρκινικού Νοσοκοµείου Πειραιώς - του οποίου η γνώµη, λόγω της ειδικότητός του ως αιµατολόγου, του επιστηµονικού του επιπέδου ως επίκουρου καθηγητή και της ιδιότητός του ως ιευθυντή του ειδικού για την ασθένεια του αναιρεσιβλήτου τµήµατος κρατικού νοσοκοµείου, στο οποίο µάλιστα ο αναιρεσίβλητος νοσηλεύθηκε, παρίσταται έγκυρη, συνάδει δε και προς τα αναφερόµενα στα µνηµονευόµενα στην πρωτόδικη απόφαση ιατρικά βιβλία σχετικά µε την παθογένεση της επίµαχης νόσου. Κατόπιν τούτου, το διοικητικό εφετείο, συνεκτιµώντας και αυτό τα ίδια στοιχεία, έκρινε τελικώς ότι η υπέρµετρη προσπάθεια που κατέβαλε ο αναιρεσίβλητος, υπό τις προεκτεθείσες εξαιρετικά δυσµενείς και ασυνήθεις συνθήκες παροχής της ναυτικής εργασίας κατά το χρονικό διάστηµα από 15.3.1995 έως 25.11.1995, «µετά βεβαιότητος συνέβαλε στην εκδήλωση τον Οκτώβριο του έτους 1995 της ασθενείας του, η οποία είτε προϋπήρχε, χωρίς να έχει διαγνωσθεί, είτε ευνοήθηκε λόγω της σχετικής προδιάθεσης του οργανισµού του». Περαιτέρω, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιµο τον ισχυρισµό του αναιρεσείοντος Ταµείου ότι κανένας άλλος εκ των εργασθέντων κατά το ίδιο χρονικό διάστηµα στο πλοίο δεν ασθένησε, µε τη σκέψη ότι στηρίζεται στην αναπόδεικτη προϋπόθεση ότι οι λοιποί εργασθέντες κατέβαλαν την ίδια µε τον αναιρεσίβλητο υπέρµετρη προσπάθεια και είχαν ακριβώς την ίδια γενετική προδιάθεση στην επίµαχη ασθένεια. 5. Επειδή, η ανωτέρω κρίση του ιοικητικού Εφετείου, σύµφωνα µε την οποία η υπέρµετρη προσπάθεια που κατέβαλε ο αναιρεσίβλητος κατά την εκτέλεση της ναυτικής εργασίας του υπό εξαιρετικά δυσµενείς και ασυνήθεις συνθήκες συνέβαλε στην εκδήλωση της ασθενείας του, συναχθείσα κατ εκτίµηση των προαναφερθέντων στοιχείων, είναι κατ αρχήν νοµίµως και επαρκώς αιτιολογηµένη. Κρίνοντας δε επί του θέµατος αυτού, το οποίο είναι ιατρικής φύσεως και ανήκει, κατ` αρχήν, στην αποκλειστική αρµοδιότητα των υγειονοµικών επιτροπών, το δικάσαν Εφετείο δεν υπερέβη την εξουσία του, εφόσον η ευτεροβάθµια Υγειονοµική Επιτροπή παρά την προδικαστική απόφαση του ιοικητικού Πρωτοδικείου, δεν έδωσε µε την δεύτερη γνωµάτευσή της, όπως όφειλε, αιτιολογηµένη απάντηση στο τεθέν µε την απόφαση αυτή ερώτηµα, αλλά επέµεινε στην κριθείσα ως αναιτιολόγητη αρχική γνωµάτευσή της ότι η διαπιστωθείσα υπ αυτής πάθηση του αναιρεσιβλήτου δεν έχει σχέση µε τις συνθήκες εργασίας του. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόµενα µε την κρινόµενη αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιµα. Εξάλλου, ο λόγος αναιρέσεως, µε τον οποίο αµφισβητείται η ουσιαστική εκτίµηση από το ιοικητικό Εφετείο των προαναφερθέντων αποδεικτικών στοιχείων, καθώς και η αποδεικτική δύναµη αυτών είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Περαιτέρω, ο λόγος αναιρέσεως, µε τον οποίο προβάλλεται ότι µη νοµίµως το

ιοικητικό Εφετείο έλαβε υπόψη πιστοποιητικά ιδιωτών ιατρών και ιδιωτικών κλινικών, είναι απορριπτέος ως ερειδόµενος επί εσφαλµένης προϋποθέσεως, διότι το δικάσαν δικαστήριο έλαβε υπόψη, κατά τα προεκτεθέντα, µόνο το πιστοποιητικό του ιευθυντή του Αιµατολογικού Τµήµατος του Γενικού Περιφερειακού Αντικαρκινικού Νοσοκοµείου Πειραιώς «ΜΕΤΑΞΑ». Απορριπτέος επίσης ως ερειδόµενος επί εσφαλµένης προϋποθέσεως είναι και ο λόγος αναιρέσεως ότι το δικάσαν δικαστήριο έλαβε υπόψη ενόρκους βεβαιώσεις, διότι τέτοιες βεβαιώσεις έλαβε υπόψη το ιοικητικό Πρωτοδικείο για να καταλήξει στην κρίση του ότι ο αναιρεσίβλητος παρέσχε την εργασία του υπό συνθήκες εξαιρετικά δυσµενείς, ζήτηµα, ως προς το οποίο δεν προεβλήθη ειδικός λόγος µε την έφεση του αναιρεσείοντος Ταµείου και περί του οποίου, ως εκ τούτου, δεν έκρινε και το δευτεροβάθµιο δικαστήριο. Ο λόγος αναιρέσεως ότι το δικάσαν δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τα δηµόσια έγγραφα που προσκόµισε το αναιρεσείον Ταµείο είναι απορριπτέος ως αόριστος, διότι ούτε τα έγγραφα αυτά προσδιορίζονται ούτε το δικόγραφο µε το οποίο ετέθησαν υπόψη του εν λόγω δικαστηρίου. Τέλος, ο λόγος αναιρέσεως ότι η προσβαλλόµενη απόφαση µη νοµίµως έλαβε υπόψη γνωµάτευση της ευτεροβάθµιας Υγειονοµικής Επιτροπής, η οποία είναι πλέον αναρµόδια, είναι απορριπτέος προεχόντως διότι προβάλλεται το πρώτον κατ αναίρεση, εφόσον το αναιρεσείον Ταµείο µε την έφεσή του είχε παραπονεθεί για τη µη λήψη υπόψη από το πρωτοβάθµιο δικαστήριο των γνωµατεύσεων της εν λόγω Επιτροπής. 6. Επειδή, οι λόγοι αναιρέσεως, οι οποίοι στρέφονται κατά της πρωτόδικης αποφάσεως και της ενσωµατωθείσης σ αυτήν προδικαστικής και µε τους οποίους προβάλλεται ότι µη νοµίµως αναπέµφθηκε η υπόθεση µε την προδικαστική απόφαση του ιοικητικού Πρωτοδικείου στην ευτεροβάθµια Υγειονοµική Επιτροπή και ότι το εν λόγω δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τους διατυπωθέντες µε τις 73637/3837/2.10.1998 και 45978/ 23.2.2000 εκθέσεις των απόψεων του αναιρεσείοντος Ταµείου ισχυρισµούς και τα προσκοµισθέντα υπ αυτού στοιχεία, ενώ έλαβε υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόµισε ο αναιρεσίβλητος, είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι. 7. Επειδή, σύµφωνα µε όσα έχουν εκτεθεί, η κρινόµενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί. ΣΧΟΛΙΟ Κατά πάγια νοµολογία, νατυικό εργατικό ατύχηµα θεωρείται και η νόσος που προκλήθηκε ή,α αν προϋπήρχει εκδηλώθηκε ή επιδεινώθηκε συνεπεία βιαίου συµβάντος ή λόγω της εκτέλεσης της ναυτικής εργασίας υπό συνθήκες µη κανονικές και εξαιρετικές, οι οποίες υπήρξαν η κύρια αφορµή για την εκδήλωση ή ανάπτυξη της νόσου ή την επιδείνωσή της (βλ. Σ.τ.Ε. 5025/97, Ε..Κ.Α. 2000, 274, Σ.τ.Ε. 292/1996 Ε..Κ.Α. 1997, 553). «Μη κανονικές και εξαιρετικές» συνθήκες έχει κριθεί ότι υφίστανται και στις περιπτώσεις: α) µη παροχής στον ασθενήσαντα κατά τον πλου ναυτικό δυνατότητας πλήρους περίθα.ψης, τόσο από την άποψη της έγκαιρης και επακριβούς διάγνωσης της νόσου, όσο και από την άποψη της άµεσης έναρξης της προσήκουσας θεραπευτικής αγωγής, και ειδικότερα είτε αυτός εξακολούθησε να εργάζεται, µε αποτέλεσµα την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του ή το θάνατό του (βλ. σχολιαζόµενη απόφαση) είτε εγκαταλείφθηκε σε λιµάνι της αλλοδαπής χωρίς την παροχή της παραπάνω βοήθειας (βλ. Σ.τ.Ε. 400/92 Ε..Κ.Α. 1993, 244) β) σφοδρής θαλασσοταραχής (τυφώνα), συνεπεία της οποίας το πλοίο κινδύνευσε να βυθιστεί και ο νατυικός υπέστη ισχυρό κλονισµό, που επιτάχυνε την εκδήλωση της σχιζοφρένειάς του (Σ.τ.Ε. 292/1996 ό.π.). αντίθετα έχει κριθεί ότι η υγρασία, τα ξενύχτια κλπ. δεν αποτελούν «µη κανονικές και εξαιρετικές», αλλά «συνήθεις δυσµενείς» συνθήκες παροχής του ναυτικού επαγγέλµατος, που δεν αρκούν για τη σοιχειοθέτηση του εργαστικού ατυχήµατος (Σ.τ.Ε. 5025/97, ό.π.). Περί του ότι η παράλειψη των υγειονοµικών οργάνων να γνωµατεύσει κατόπιν έκδοσης σχετικής προδικαστικής απόφασης δεν είναι δυνατόν να αποβεί σε βάρος του ασφαλισµένου ή συνταξιούχου και τα.. έχουν τη δυνατότητα είτε αναποµπής της υπόθεσης σ αυτήν είτε κρίσης επί του αιτήµατος του ενδιαφεροµένου µε χρήση των πρόσφορων αποδεικτικών µέσων, βλ. Σ.Ε. 2161/01 Ε..Κ.Α. 2001, 824, Σ.Ε. 544/95 Ε..Κ.Α. 1996, 618, Σ.Ε. 1594 (7µελ.) Ε..Κ.Α. 1995, 18, Σ.Ε. 1773/93 Ε..Κ.Α. 1994, 28,.Ε.ΑΘ. 1411/01, Ε. Κ.Α. 2002, 510, Τ..Π.Πειρ. 443/93 Ε..Κ.Α. 1993, 747, Τ..Π.Πατρ. 840/91, Ε..Κ.Α. 1992, 331

Τ..Π.Μυτ. 183/86 Ε..Κ.Α. 1987, 296 και µελέτη Όλγας Ζήκου, Ο δικαστικός έλεγχος γνωµοδοτήσεων των Υγειον. Επιτροπών Ο.Κ.Α., Ε..Κ.Α. 1994, 10.