ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΕΝΟΤΗΤΑ Α

Σχετικά έγγραφα
Σχήµα 1: Τυπική δοµή µοντέλου επικοινωνίας γενικής φύσεως

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ Γ ΤΑΞΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

Ερώτηση 1 η μεταγωγής κυκλώματος? : Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της. Ερώτηση 2 η : Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της μεταγωγής μηνύματος?

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ Τµήµα Πληροφορικής ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Αθανάσιος Ι.

Η Σημασία της Επικοινωνίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΣΤΟ CLOUD COMPUTING ΜΑΘΗΣΙΑΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΗ ΛΕΚΤΙΚΗ. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: 3. Δημιουργία και Βελτίωση Κοινωνικού Εαυτού

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

ΔΙΚΤΥΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ Ι. Σημειώσεις Θεωρίας

Κεφάλαιο 3 Πολυπλεξία

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

ΜΕΘΟΔΟΙ & ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΑΚΡΟΑΣΗΣ ΙΙ «ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: ΣΧΕΣΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗ ΘΕΡΑΠΕΥΟΜΕΝΟΥ»

Ένα αναλογικό σήμα περιέχει άπειρες πιθανές τιμές. Για παράδειγμα ένας απλός ήχος αν τον βλέπαμε σε ένα παλμογράφο θα έμοιαζε με το παρακάτω:

Β1. Στο σχολικό βιβλίο Αρχές Οργάνωσης και διοίκησης επιχειρήσεων και υπηρεσιών σελ

Μάθημα 5: To Μοντέλο Αναφοράς O.S.I.

ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΠΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ / ΙΟΥΝΙΟΥ 2014

Σέργια Σεργίδου, Φιλόλογος Εκπαιδεύτρια Ενηλίκων 28 Μαρτίου 2015

Σχήμα 1:Άμεση επικοινωνία. Σχήμα 2: Μοντέλο έμμεσης επικοινωνίας

Κεφάλαιο 1 Ε Π Α Ν Α Λ Η Ψ Η. Αρχές Δικτύων Επικοινωνιών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Τα είδη των Δικτύων Εισαγωγή

Δείκτες Επικοινωνιακής Επάρκειας Κατανόησης και Παραγωγής Γραπτού και Προφορικού Λόγου Γ1

A μέρος Σεμιναρίου. Λευκωσία Οκτωβρίου 2008 Μαρία Παναγή- Καραγιάννη

Διασύνδεση τοπικών δικτύων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο. Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων ΚΑΖΑΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ, ΠΕ09 ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής Ι

Παρουσιάσεις με Αντίκτυπο (High Impact Presentations) Χαρίκλεια Τσαλαπάτα 19/10/2015

Δύο ορισμοί της επικοινωνίας που μπορεί να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικοί είναι οι παρακάτω:

Βιολογική εξήγηση των δυσκολιών στην ανθρώπινη επικοινωνία - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγ

Μοντέλο Επικοινωνίας Δεδομένων. Επικοινωνίες Δεδομένων Μάθημα 6 ο

Κεφάλαιο 3: Ερωτήσεις - Ασκήσεις. 1. Σε ποιες κατηγορίες διακρίνουμε τα μέσα μετάδοσης; 2. Ποια είναι τα ενσύρματα μέσα μετάδοσης:

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

Έννοια/ διακρύςεισ εμποδύων Παρουςύαςη διαπροςωπικών εμποδύων Παρουςύαςη οργανωςιακών εμποδύων Παρϊγοντεσ για την επιτυχημϋνη εφαρμογό ςτην

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ (ΘΥΜΟΣ) ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗΣ

Κείμενο Ο διάλογος και οι ομαδικές δραστηριότητες στην τάξη (5538)

Επικοινωνία προπονητή-αθλητών

Βασίλειος Κοντογιάννης ΠΕ19

Συνοπτική Μεθοδολογία Ασκήσεων Κεφαλαίου 7. Ασκήσεις στο IP Fragmentation

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΞΥΛΟΥ & ΕΠΙΠΛΟΥ

Αυτό είναι το πέμπτο έντυπο της σειράς που αφορά θέματα σχετικά με τη ακοή από την εταιρία Widex.

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

Μη λεκτική επικοινωνία (ως στοιχείο του μαθησιακού περιβάλλοντος)

Η Συνδικαλιστική Οργάνωση ΙΙΙ

Εργασία Τεχνολογίας Α Γυμνασίου: ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ. Αβανίδης Βασίλης

«Γκρρρ,» αναφωνεί η Ζέτα «δεν το πιστεύω ότι οι άνθρωποι μπορούν να συμπεριφέρονται έτσι μεταξύ τους!»

Reading/Writing (Κατανόηση και Παραγωγή Γραπτού Λόγου): 1 ώρα και 10 λεπτά

Κεφάλαιο Ένα Επίπεδο 1 Στόχοι και Περιεχόμενο

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ: Βασικε ς πληροφορι ες

Μπορώ να συνεργάζομαι και να επικοινωνώ αποτελεσματικά; Ένα εργαστήρι βιωματικών ασκήσεων αυτο-αξιολόγησης Φαίη Ορφανού - Σοφία Μακρή

Παρουσιάσεις με Αντίκτυπο (High Impact Presentations) Χαρίκλεια Τσαλαπάτα 11/10/2017

Αρχές Δικτύων Επικοινωνιών. Επικοινωνίες Δεδομένων Μάθημα 4 ο

«Επικοινωνίες δεδομένων»

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Χ. ΖΙΟΥΛΑΣ

«Φυσική Αγωγή στο δημοτικό σχολείο. Πως βλέπουν το μάθημα οι μαθητές του σχολείου.»

Φύλλο εργασίας. Ερωτήσεις ανασκόπησης του μαθήματος

2. Δεξιότητες επικοινωνίας ενηλίκων εκπαιδευομένων. Επιμόρφωση εκπαιδευτών/τριών Επιμορφωτικών Κέντρων Λευκωσία

Οι γλώσσες αλλάζουν (5540)

Ανακτήθηκε από την ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ (

Κεφάλαιο 1 Ε Π Α Ν Α Λ Η Ψ Η

ΙΚΤΥΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Ασκήσεις για το φυσικό στρώμα. λ από τον ρυθμό μετάδοσής της. Υποθέτοντας ότι ο κόμβος A

Ο διάλογος στην εκπαίδευση. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 23 Οκτωβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Συνεργατική μάθηση]

Βιωματική Δράση Α Γυμνασίου. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Α. Γεωργατζά

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΟΠΤΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ

Δίκτυα Τηλεπικοινωνιών. και Μετάδοσης

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ

Δεύτερη διδακτική πρόταση Έλεγχος επίδοσης στο σχολείο. 1 φωτοτυπία ανά μαθητή με τον έλεγχο παραγωγή προφορικού λόγου, παραγωγή γραπτού λόγου

Τα ηλεκτρονικά σήματα πληροφορίας διακρίνονται ανάλογα με τη μορφή τους σε δύο κατηγορίες : Αναλογικά σήματα Ψηφιακά σήματα

Άδειες Χρήσης. Μοντέλο προαγωγής προγραμμάτων αγωγής υγείας μέσω της φυσικής αγωγής. Χρηματοδότηση. Σκοποί ενότητας. Οι παρακάτω θεωρίες

ΟΡΓΑΝΩΣΙΑΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

Επικοινωνία. Δρ. Βασιλική Καζάνα

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ INTERNET

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 (ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ)

Η ενίσχυση της αυτο-εκτίμησης και της αυτοπεποίθησης. Κιζιρίδου Γεωργία, Εξελικτική Σχολική Ψυχολόγος, MSc, Α.Π.Θ.,

Ενότητα εκπαίδευσης και κατάρτισης για τις δεξιότητες ηγεσίας

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΊΑ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΊΗΣΗ ΠΕΛΑΤΏΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Μέρος Β - Δίκτυα. Ασκήσεις I. Ποιος ο ρόλος του πομπού και του δέκτη στο μοντέλο επικοινωνίας που α- πεικονίζεται στο σχήμα που ακολουθεί; Μ Δεδομένα

Οι συζητήσεις Δρ Δημήτριος Γκότζος

Επικοινωνία και Προώθηση. Η Επικοινωνία θα οδηγήσει σε ένα επιτυχημένο Συνέδριο

Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ

άλλα. Καταλήγουν στην τεχνική της συγγραφής περιγραφής προσώπου «ΕΧΕΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΕΙ»

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΚΦΡΑΣΗ

Τίτλος μαθήματος: ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΤΑΞΗ. Ενότητα 3 Η ΕΡΩΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

Ασκήσεις φυσικής και Δυσλεξία

Περιεχόµενα. Επικοινωνίες εδοµένων: Τρόποι Μετάδοσης και Πρωτόκολλα. Εισαγωγή

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ. Ιωάννης Βρεττός

ΑN-NAJAH NATIONALUNIVERSITY NABLUS

Στρατηγικές και τεχνικές διαχείρισης τάξεων

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΟΥΝΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

Τι κρύβουν οι λέξεις που χρησιμοποιείς για τον εαυτό σου;

Περικλέους Σταύρου Χαλκίδα Τ: & F: W:

Πρόγραμμα εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης E-Learning. Συναισθηματική - Διαπροσωπική Νοημοσύνη. E-learning. Οδηγός Σπουδών

ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥΣ

Ο ρόλος του νοσηλευτή ως σύμβουλος στις μεθόδους αφαίρεσης. Γεωργία Γερογιάννη Λέκτορας Εφαρμογών Τμήμα Νοσηλευτικής Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής

ΔΙΚΤΥΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Ασκήσεις για το φυσικό στρώμα

Οργανωσιακή Συμπεριφορά Ενότητα 8: Επικοινωνία στην οργάνωση

Γεώργιος Φίλιππας 23/8/2015

Ψυχωτικές διαταραχές και θεραπευτική αντιμετώπιση - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Σάββατο, 10 Ιούλιος :29

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Κείμενο 1 [Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση]

Transcript:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΕΝΟΤΗΤΑ Α Το αντικείμενο της 1 ης ενότητας είναι η παρουσίαση των βασικών αρχών που διέπουν τη διαπροσωπική επικοινωνία από την πλευρά τόσο του ομιλητή όσο και του ακροατή ενώ ταυτόχρονα θίγονται και ζητήματα που αφορούν τη συγκρότηση ομάδων ατόμων και τη συνεργατική δραστηριότητα.

2 ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς που προσδίδει στον άνθρωπο μια ξεχωριστή θέση σε σχέση με τα υπόλοιπα έμβια όντα, είναι η ομιλία, δηλαδή η δυνατότητα διατύπωσης και ανταλλαγής πληροφοριών δια της χρήσεως κάποιας φυσικής γλώσσας που περιγράφεται από κάποιο αλφάβητο και κάποιο συντακτικό. Αυτό ασφαλώς είναι συνέπεια της νοημοσύνης που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος και η οποία με τη σειρά της αποδίδεται στον αρκετά εξελιγμένο εγκέφαλο που διαθέτει. Ας σημειωθεί ωστόσο πως όλα σχεδόν τα έμβια όντα έχουν την ικανότητα να επικοινωνούν μεταξύ τους, καθώς αυτό είναι απαραίτητο για την επιβίωσή τους. Αυτή η επικοινωνία είναι δυνατή είτε δια μέσου φωνητικών ήχων και κραυγών (όπως συμβαίνει για παράδειγμα στα ζώα της ζούγκλας και στα πουλιά) είτε με τη χρήση κάποιας νοηματικής γλώσσας (που χαρακτηρίζει, για παράδειγμα, τον τρόπο ζωής των πιθήκων). Ωστόσο σε όλες τις περιπτώσεις αυτές οι διαφορετικές μορφές επικοινωνίας έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: τη μετάδοση κάποιου μηνύματος από μια πηγή προς ένα προορισμό, ή ισοδύναμα, από ένα αποστολέα προς ένα παραλήπτη. Είναι προφανές πως ο ορισμός της έννοιας της επικοινωνίας δεν είναι εύκολο να δοθεί καθώς εξαρτάται από το σύστημα στο οποίο αναφερόμαστε. Μιλήσαμε προηγουμένως για επικοινωνία ανάμεσα σε ανθρώπους και ζώα, αλλά ένα παρόμοιο όρο θα χρησιμοποιήσουμε για να περιγράψουμε την ανταλλαγή δεδομένων ανάμεσα σε δύο υπολογιστές. Ένας βιολόγος θα μπορούσε να ορίσει την επικοινωνία ως ένα ιδιαίτερο τύπο αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε δύο κύτταρα (π.χ. ανάμεσα στους νευρώνες του εγκεφάλου), ενώ ένας κοινωνιολόγος ή ψυχολόγος θα χρησιμοποιούσε αυτόν τον όρο για να περιγράψει την αλληλεπίδραση που υφίσταται ανάμεσα σε δύο κοινωνικές ομάδες ή ανάμεσα σε κάποιο άτομο και στο περιβάλλον του. Διαπιστώνουμε λοιπόν πως ένας καθολικός και γενικός ορισμός της επικοινωνίας δεν είναι δυνατό να δοθεί και κάθε φορά θα χρησιμοποιούμε αυτόν που περιγράφει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αλληλεπίδραση των οντοτήτων του συστήματος που μελετούμε. Η μαθηματική και ποσοτική περιγραφή της έννοιας της επικοινωνίας (γνωστή και ως θεωρία πληροφορίας) διατυπώθηκε από τον Claude Shannon των εργαστηρίων Bell το 1948 ο οποίος έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη μιας θεωρίας που θα ήταν ικανή να περιγράψει τόσο την επικοινωνία ανάμεσα σε έμβια όντα όσο και την επικοινωνία ανάμεσα σε μηχανές. Περιοριζόμενοι σε επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων, η θεωρία του Shannon προσπαθεί να μοντελοποιήσει όχι μόνο τη φωνητική επικοινωνία δια μέσου της ανθρώπινης ομιλίας αλλά και κάθε άλλο τύπο επικοινωνίας ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο αυτή εκδηλώνεται (π.χ. επικοινωνία με νεύματα, νοήματα ή ακόμη και με χορευτικές κινήσεις). Το μοντέλο επικοινωνίας του Shannon είναι εξαιρετικά απλό, θεωρείται μοντέλο γενικής χρήσεως και παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα. Η διαδικασία που περιγράφει είναι η μετάδοση ενός μηνύματος ανάμεσα σε ένα αποστολέα και σε ένα παραλήπτη οι οποίοι και βρίσκονται στα δύο άκρα του συστήματος. Η αποστολή του μηνύματος γίνεται από ένα πομπό και η παραλαβή του από κάποιο δέκτη. Εκτός από τις διαδικασίες της αποστολής και της παραλαβής ο πομπός και ο δέκτης πραγματοποιούν και πρόσθετες λειτουργίες επί των διακινούμενων δεδομένων (εάν φυσικά κάτι τέτοιο κριθεί αναγκαίο), όπως είναι η κωδικοποίηση και η συμπίεση από τον πομπό και η αποκωδικοποίηση και αποσυμπίεση από το δέκτη. Όσον αφορά τη μετάδοση του μηνύματος αυτή δύναται να πραγματοποιηθεί δια της χρήσεως κάποιου μέσου μετάδοσης το οποίο μπορεί να είναι τόσο ενσύρματο όσο και ασύρματο. Σε όλες

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 3 σχεδόν τις περιπτώσεις το μήνυμα δεν μεταδίδεται αναλλοίωτο αλλά με παρουσία θορύβου ο οποίος μπορεί να είναι είτε εσωτερικός να αποτελεί δηλαδή εγγενές χαρακτηριστικό του συστήματος επικοινωνίας είτε εξωτερικός να προέρχεται δηλαδή από πηγές του περιβάλλοντος που δεν ανήκουν στο σύστημα. Αυτή η παρουσία θορύβου επιβάλει κατά την παραλαβή του μηνύματος την πραγματοποίηση πρόσθετων διαδικασιών απομάκρυνσης του θορύβου ενώ ανάλογα με την περίπτωση, το σύστημα πιθανόν να προχωρήσει και σε διαδικασίες ανίχνευσης και διόρθωσης σφαλμάτων. Η βασική δομή του μοντέλου επικοινωνίας του Shannon παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα. Σχήμα 1: Τυπική δομή μοντέλου επικοινωνίας γενικής φύσεως Το παραπάνω σχήμα επιδέχεται πολλές ερμηνείες ανάλογα με το σύστημα στο οποίο αναφερόμαστε. Οι δύο πιο κλασσικές περιπτώσεις εφαρμογής αυτού του μοντέλου είναι η ανθρώπινη ομιλία και η μετάδοση δεδομένων. Στην πρώτη περίπτωση ο αποστολέας και ο παραλήπτης (δηλαδή η πηγή και ο προορισμός του σχήματος) είναι οι δύο άνθρωποι που συνομιλούν. Ως πηγή της ομιλίας νοείται ο ανθρώπινος εγκέφαλος ο οποίος δημιουργεί και τις ιδέες προς μετάδοση, ενώ το σύστημα εκπομπής είναι το φωνητικό σύστημα (δηλαδή οι φωνητικές χορδές, η στοματική και ρινική κοιλότητα και η γλώσσα). Το μέσο μετάδοσης είναι ο αέρας καθώς από τη φυσική είναι γνωστό πως ο ήχος δεν μεταδίδεται στο κενό ενώ η πηγή θορύβου είναι το ανθρώπινο περιβάλλον (π.χ. ομιλίες άλλων ανθρώπων που βρίσκονται κοντά στους ομιλητές καθώς και θόρυβοι πάσης φύσεως που προέρχονται από κόρνες αυτοκινήτων, διερχόμενα αεροπλάνα καθώς και συναγερμούς). Όσον αφορά το σύστημα παραλαβής των ηχητικών φωνητικών σημάτων (ο δέκτης στο παραπάνω σχήμα) αυτό είναι το ακουστικό σύστημα του έτερου συνομιλητή δηλαδή τα αυτιά του που μετά την παραλαβή του μηνύματος το προωθεί στον εγκέφαλό του για την αναγκαία αποκωδικοποίηση. Από την άλλη πλευρά, στη μετάδοση δεδομένων ο αποστολέας και ο παραλήπτης της διακινούμενης πληροφορίας είναι υπολογιστικά συστήματα και ηλεκτρονικές διατάξεις κάθε είδους. Τυπικά παραδείγματα επικοινωνίας αυτής της μορφής είναι η ανταλλαγή μηνυμάτων δια της χρήσεως κινητών τηλεφώνων, η μετάδοση πληροφορίας από δορυφόρο σε επίγειο δέκτη και φυσικά η ανταλλαγή δεδομένων ανάμεσα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Προκειμένου να κατανοήσουμε τις παραμέτρους επικοινωνίας σε αυτή την περίπτωση, ας θεωρήσουμε την επικοινωνία υπολογιστών που είναι πιο γνωστή σε όλους μας. Στην περίπτωση αυτή, τα δύο άκρα του

4 επικοινωνιακού συστήματος δηλαδή η πηγή και ο προορισμός ή ισοδύναμα ο αποστολέας και ο παραλήπτης είναι συνήθως κάποιες εφαρμογές των χρηστών ή του συστήματος, όπως είναι για παράδειγμα κάποιο πρόγραμμα διαχείρισης ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. Θεωρώντας τυπική πρόσβαση στο Internet δια μέσου τηλεφωνικών γραμμών, οι διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα όταν ο χρήστης αποστείλει ένα κείμενο από ένα υπολογιστή σε κάποιο άλλο, είναι οι ακόλουθες: (α) το μήνυμα κωδικοποιείται στο δυαδικό σύστημα που είναι το αριθμητικό σύστημα λειτουργίας των υπολογιστών (β) Το ψηφιακό σήμα του υπολογιστή διαμορφώνεται με τον κατάλληλο τρόπο και μετατρέπεται σε αναλογικό προκειμένου να είναι δυνατή η μετάδοσή του δια μέσου των αναλογικών τηλεφωνικών γραμμών (γ) το αναλογικό σήμα αποστέλλεται στον προορισμό του με τη βοήθεια των πληροφοριών που έχουν καθοριστεί από τα δικτυακά πρωτόκολλα, όπως είναι τα πρωτόκολλα TCP και IP (δ) το σήμα παραλαμβάνεται από τον υπολογιστή παραλήπτη και αποδιαμορφώνεται, υφιστάμενο την αντίστροφη διαδικασία της διαμόρφωσης (ε) το αποδιαμορφωμένο σήμα αποκωδικοποιείται έτσι ώστε να είναι δυνατή η ανάγνωσή του από τον παραλήπτη. Αν και η παραπάνω περιγραφή είναι αρκετά απλοϊκή και ανακριβής υπό κάποια έννοια, εν τούτοις κρίνεται επαρκής για την κατανόηση του τρόπου επικοινωνίας που λαμβάνει χώρα σε διαδικασίες ανταλλαγής δεδομένων ανάμεσα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Η παραπάνω διαδικασία αναπαρίσταται με διαγραμματικό τρόπο στο επόμενο σχήμα. Σχήμα 2: Επικοινωνία ηλεκτρονικών υπολογιστών με τη χρήση ενδιάμεσου δικτύου Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στις προηγούμενες παραγράφους αναλύει με εντελώς γενικό και επιγραμματικό τρόπο τη δομή και λειτουργία ενός επικοινωνιακού συστήματος. Ωστόσο μια λεπτομερέστερη περιγραφή των συνιστωσών, διαδικασιών και παραμέτρων που εμπλέκονται στην όλη διαδικασία επικοινωνίας, κρίνεται αναγκαία. Αυτή η περιγραφή παρουσιάζεται στην επόμενη ενότητα. ΤΑ ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Σύμφωνα με την περιγραφή που παρουσιάστηκε στην προηγούμενη ενότητα, το βασικό μοντέλο του συστήματος επικοινωνίας αποτελείται από ένα σύνολο συνιστωσών κάθε μία από τις οποίες διαθέτει τα δικά της χαρακτηριστικά και παίζει το δικό της ξεχωριστό ρόλο στη συνολική διαδικασία της επικοινωνίας ανάμεσα σε ένα αποστολέα και σε ένα παραλήπτη. Στην περιγραφή που ακολουθεί θα εστιάσουμε την προσοχή μας στην επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων που είναι πιο άμεση και απλή ενώ οι διαδικασίες επικοινωνίας ανάμεσα σε υπολογιστικά συστήματα κάθε μορφής θα αναλυθούν συνοπτικά στην επόμενη ενότητα. Σε μια πιο αναλυτική περιγραφή, οι

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 5 συνιστώσες ενός συστήματος που επιτρέπει την ανθρώπινη επικοινωνία είναι οι ακόλουθες: Αποστολέας και παραλήπτης Σε μια συνομιλία μεταξύ δύο ανθρώπων, ο αποστολέας νοείται ως ο πομπός της πληροφορίας και αναφέρεται πάντοτε στον εκάστοτε ομιλητή ενώ ο παραλήπτης είναι το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται ο αποστολέας. Στα πλαίσια μιας διάλεξης που δίδεται μπροστά σε κοινό, ως αποστολέας θεωρείται ο κεντρικός ομιλητής και ως παραλήπτες οι ακροατές στους οποίους απευθύνεται η ομιλία. Αντίθετα, μέσα στη σχολική αίθουσα ως πομπός της πληροφορίας νοείται ο εκπαιδευτικός που παρουσιάζει την ύλη του μαθήματος και ως παραλήπτες οι μαθητές που παρακολουθούν το μάθημα. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων είναι διαλογικής φύσεως οι ρόλοι που αποστολέα και του παραλήπτη εναλλάσσονται. Για παράδειγμα, κατά την υποβολή μιας ερώτησης από τον εκπαιδευτικό προς κάποιο μαθητή, ως αποστολέας νοείται ο εκπαιδευτικός και ως παραλήπτης ο μαθητής που καλείται να απαντήσει. Αντίθετα, κατά την απάντηση του μαθητή, ο αποστολέας πλέον είναι ο μαθητής που απαντά στην ερώτηση, ενώ ο παραλήπτης είναι ο εκπαιδευτικός που δέχεται την απάντηση. Κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση Η διαδικασία της κωδικοποίησης αναφέρεται στο μετασχηματισμό του μηνύματος με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατή η κατανόησή του από τον παραλήπτη. Στην περίπτωση της επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων, ως κωδικοποίηση θεωρείται η μετατροπή των σκέψεων και των ιδεών που εκπορεύονται από τον εγκέφαλο σε ακολουθία λέξεων και φράσεων που προφέρονται από τον ομιλητή δια της χρήσεως του φωνητικού του συστήματος. Η καθημερινή πρακτική έχει δείξει πως η ποιότητα της εκπεμπόμενης ομιλίας συσχετίζεται άμεσα με την καλή γνώση της εκάστοτε φυσικής γλώσσας και με το μορφωτικό επίπεδο του ομιλητή και υπό αυτή την έννοια θεωρείται ως επίκτητο χαρακτηριστικό. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που ένα τέτοιο χάρισμα είναι κληροδοτούμενο με κλασσικό παράδειγμα την περίπτωση των ρητόρων οι οποίοι χαρακτηρίζονται από ευφράδεια και εξαιρετική ικανότητα χειρισμού του προφορικού λόγου. Σε ορισμένες περιπτώσεις και εφόσον κάτι τέτοιο κριθεί αναγκαίο η κωδικοποίηση περιλαμβάνει εκτός από λεκτικά και μη λεκτικά χαρακτηριστικά όπως είναι για παράδειγμα οι κινήσεις του σώματος. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων δεν γίνεται πρόσωπο με πρόσωπο αλλά με τη βοήθεια ενδιάμεσων μέσων όπως είναι για παράδειγμα οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και ο δικτυακός εξοπλισμός σε εφαρμογές τηλεδιάσκεψης η κωδικοποίηση περιλαμβάνει εκτός των άλλων και τον κατάλληλο μετασχηματισμό του μηνύματος έτσι ώστε να μπορέσει διερχόμενο από το μέσο μετάδοσης να φτάσει τελικά στον παραλήπτη. Αυτός ο μετασχηματισμός αναφέρεται στην ψηφιοποίηση του φωνητικού μηνύματος και του σήματος εικόνας που καταγράφονται από το μικρόφωνο και την κάμερα, και στη συμπίεση και την κωδικοποίηση που συνήθως εφαρμόζονται για τη μετατροπή του στην κατάλληλη μορφή έτσι ώστε να είναι δυνατή η αποστολή του στο άλλο άκρο του συστήματος δια της χρήσεως του κατάλληλου συστήματος επικοινωνίας. Μετά την παραλαβή του μηνύματος από τον παραλήπτη λαμβάνει χώρα η διαδικασία της αποκωδικοποίησης η οποία εφαρμόζει επί του μηνύματος τους αντίστροφους μετασχηματισμούς που υπέστη κατά την κωδικοποίησή του έτσι αυτό να

6 επανέλθει στην αρχική του μορφή. Στην περίπτωση μετάδοσης δεδομένων σε δίκτυα υπολογιστών, η αποκωδικοποίηση μπορεί να είναι πάρα πολύ σύνθετη διαδικασία και να περιλαμβάνει διεργασίες όπως η αποσυμπίεση και η αποκρυπτογράφηση εφόσον το μήνυμα παραλαμβάνεται συμπιεσμένο και κρυπτογραφημένο. Μήνυμα Σε διαδικασία επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων ως μήνυμα ορίζεται το περιεχόμενο της συνομιλίας τους που προφανώς είναι λεκτικής φύσεως αν και σχεδόν πάντα περιλαμβάνει και μη λεκτικά χαρακτηριστικά. Αντίθετα, εάν η επικοινωνία γίνεται δια μέσου ψηφιακού εξοπλισμού ως μήνυμα νοείται το ψηφιακό ισοδύναμό του που μεταδίδεται μέσα από το επικοινωνιακό σύστημα. Μέσο μετάδοσης Το πιο κλασσικό μέσο ανταλλαγής μηνυμάτων σε διαδικασίες συνομιλίας μεταξύ ανθρώπων είναι ο αέρας που αποτελεί και το μέσο μετάδοσης των φωνητικών σημάτων. Στην περίπτωση αυτή η ταχύτητα μετάδοσης του σήματος δεν είναι άλλη από την ταχύτητα του ήχου που είναι ίση με 340 μέτρα το δευτερόλεπτο. Από την άλλη πλευρά σε περιπτώσεις έμμεσης επικοινωνίας δια της χρήσεως ενδιάμεσου επικοινωνιακού εξοπλισμού, υπάρχουν πολλές δυνατότητες όσον αφορά την επιλογή του μέσου μετάδοσης το οποίο μπορεί να είναι τόσο ενσύρματο όσο και ασύρματο. Τυπικά παραδείγματα ενσύρματων μέσων είναι τα καλώδια του τηλεφωνικού συστήματος και του συστήματος υποδομής που χρησιμοποιείται (δηλαδή τα ομοαξονικά και τα συνεστραμμένα καλώδια καθώς επίσης και οι οπτικές ίνες που μεταδίδουν το σήμα με την ταχύτητα του φωτός) ενώ στην περίπτωση της ασύρματης επικοινωνίας η μετάδοση στηρίζεται στη χρήση συστημάτων που απαιτούν την αποκατάσταση οπτικής επαφής ή ακόμη και δορυφόρων. Στενά συνδεδεμένοι με την επιλογή του μέσου μετάδοσης είναι οι περιορισμοί που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία τους όπως είναι για παράδειγμα το εύρος ζώνης του και η χωρητικότητά του. Η επιλογή του κατάλληλου σε κάθε περίπτωση μέσου είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων όπως είναι το υφιστάμενο τηλεπικοινωνιακό σύστημα, οι απαιτήσεις λειτουργίας του συστήματος και φυσικά η οικονομική δυνατότητα. Περισσότερα στοιχεία για τα χαρακτηριστικά και τον τρόπο λειτουργίας των προαναφερόμενων μέσων μετάδοσης μπορούν να βρεθούν στη βιβλιογραφία. Θόρυβος Στη θεωρία της επικοινωνίας ως θόρυβος νοείται οποιοσδήποτε παράγοντας παρεμβάλλεται στη μετάδοση του μηνύματος προκαλώντας έτσι την παραμόρφωσή του. Σε διαδικασίες συνομιλίας και προφορικής επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων η φύση του θορύβου είναι αποκλειστικά ηχητική για παράδειγμα, φωνές άλλων ανθρώπων, κόρνες αυτοκινήτων και συναγερμοί και το αποτέλεσμά του είναι η αλλοίωση ή ακόμη και η πλήρης παραμόρφωση του μηνύματος που μεταφέρεται από τον ομιλητή στον ακροατή. Ωστόσο ο εξαιρετικά εξελιγμένος ανθρώπινος εγκέφαλος αντιλαμβάνεται σχεδόν στιγμιαία πως το σήμα που παρέλαβε είναι παραμορφωμένο. Στην περίπτωση αυτή ο ακροατής θα ζητήσει από τον ομιλητή να επαναλάβει αυτό που είπε. Από την άλλη πλευρά, σε διαδικασίες μετάδοσης μηνυμάτων δια μέσου του κατάλληλου εξοπλισμού, ο θόρυβος είναι συνάρτηση του μέσου που χρησιμοποιείται

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 7 σε κάθε περίπτωση. Σε μια πιο αναλυτική περιγραφή, τα ενσύρματα μέσα χαρακτηρίζονται από δύο κατηγορίες θορύβου: (α) εσωτερικός θόρυβος που οφείλεται στην κίνηση των ηλεκτρονίων του χαλκού και επομένως αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό του μέσου που δεν δύναται να απαλειφθεί και (β) εξωτερικός θόρυβος που οφείλεται σε ατέλειες του υλικού και στη χρήση ελαττωματικών μέσων. Από την άλλη πλευρά στις ασύρματες επικοινωνίες, οι παράγοντες που οδηγούν σε παραμόρφωση του σήματος έχουν να κάνουν με την παρεμβολή εμποδίων σε συστήματα που απαιτούν οπτική επαφή και με ακατάλληλες καιρικές συνθήκες στην περίπτωση των δορυφόρων. Προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα επικοινωνίας που οφείλονται στην ύπαρξη θορύβου, τα δικτυακά πρωτόκολλα είναι εξοπλισμένα με αλγορίθμους και τεχνικές ανίχνευσης και διόρθωσης σφαλμάτων που είτε προσπαθούν να αποκαταστήσουν το πρόβλημα είτε ζητούν από τον αποστολέα να ξαναστείλει το τμήμα του μηνύματος που έχει παραμορφωθεί. Ανάδραση Η ανάδραση ως διαδικασία συναντάται συνήθως σε εφαρμογές μετάδοσης δεδομένων σε δίκτυα υπολογιστών και συνίσταται στην ενημέρωση του αποστολέα από τον παραλήπτη για το εάν η παραλαβή του μηνύματος ήταν επιτυχής ή όχι. Αυτή η ενημέρωση γίνεται με την αποστολή ενός μηνύματος επιβεβαίωσης από τον παραλήπτη προς τον αποστολέα ο οποίος όταν το παραλάβει γνωρίζει πως το μήνυμα που απέστειλε παρελήφθη με επιτυχία. Τα δικτυακά πρωτόκολλα παρέχουν αρκετούς μηχανισμούς διαχείρισης των πλαισίων επιβεβαίωσης όπως χαρακτηριστικά ονομάζονται αυτά τα πακέτα δεδομένων καθώς και των προβληματικών καταστάσεων σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτά διακινούνται με εσφαλμένο τρόπο. Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το θέμα αυτό μπορούν να βρεθούν στη βιβλιογραφία. ΤΥΠΟΙ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το βασικό χαρακτηριστικό της επικοινωνίας ανάμεσα σε ανθρώπους είναι η αμφίδρομη φύση της που χαρακτηρίζει κυρίως τη διεξαγωγή συζητήσεων και διαλόγων. Στην περίπτωση αυτή το κάθε άτομο ανάλογα με το εάν ομιλεί ή όχι μπορεί να είναι τόσο ομιλητής όσο και ακροατής, ρόλοι οι οποίοι εναλλάσσονται συνεχώς κατά την πρόοδο της συζήτησης. Ο κάθε ακροατής μπορεί να ακούει ταυτόχρονα δύο ή και περισσότερους ομιλητές και ο εγκέφαλός του έχει γενικά τη δυνατότητα να ξεχωρίζει τα λεγόμενα του κάθε ομιλητή και να αποκωδικοποιεί το περιεχόμενό τους. Από την άλλη πλευρά ο κάθε ομιλητής γνωρίζει πως αυτά που λέει τα ακούνε όλοι οι ακροατές ταυτόχρονα. Εάν επιθυμεί να απευθυνθεί συγκεκριμένα σε κάποιον από αυτούς μπορεί να το πράξει, αναφερόμενος σε αυτόν με το όνομά του. Η δυνατότητα του ομιλητή να απευθύνεται ταυτόχρονα σε όλους τους διαθέσιμους ακροατές του συσχετίζεται με την εκπομπή της πληροφορίας με τον ίδιο τρόπο που αυτή γίνεται από ένα ραδιοφωνικό σταθμό: η πληροφορία εκπέμπεται σε κάποια συγκεκριμένη συχνότητα, είναι προσιτή σε όλους και οποιοσδήποτε διαθέτει μια κεραία μπορεί να τη συλλάβει και να τη χρησιμοποιήσει κατά βούληση. Στην περίπτωση βέβαια των ανθρώπων δεν είναι αναγκαία η αγορά κάποιας κεραίας καθώς η σύλληψη της πληροφορίας γίνεται από το ακουστικό σύστημα του ανθρώπου που είναι διαθέσιμο σε όλους (από τον κανόνα αυτό βέβαια εξαιρούνται οι κωφάλαλοι οι οποίοι μην έχοντας τη δυνατότητα να ακούσουν το συνομιλητή τους επικοινωνούν μαζί τους χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τη νοηματική γλώσσα). Εάν ο ομιλητής επι-

8 θυμεί να μεταφέρει κάποιο μήνυμα σε κάποιο ακροατή χωρίς ωστόσο αυτό να ακουστεί στους υπόλοιπους ακροατές ο μόνος τρόπος για να το πράξει είναι να τον πλησιάσει σε πολύ μικρή απόσταση και να του μιλήσει ψιθυριστά στο αυτί. Από την άλλη πλευρά τα δίκτυα επικοινωνίας δεδομένων υποστηρίζουν τρία διαφορετικά είδη επικοινωνίας τα οποία σε γενικές γραμμές είναι τα ακόλουθα: Μονόδρομη επικοινωνία Η επικοινωνία ανάμεσα σε δύο συστήματα Α και Β γίνεται μόνο κατά τη μία φορά ενώ δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση μηνυμάτων κατά την αντίθετη φορά. Αυτό σημαίνει πως το σύστημα Α μπορεί να στείλει δεδομένα στο σύστημα Β, αλλά το σύστημα Β δεν έχει τη δυνατότητα να απαντήσει αποστέλλοντας το κατάλληλο πακέτο δεδομένων στο σύστημα Α. Αυτό σημαίνει πως το καθήκον της επεξεργασίας του σήματος που έχει παραληφθεί θα γίνει αποκλειστικά από το σύστημα Β αφού αυτό δεν έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με το σύστημα Α με κανένα τρόπο. Τυπικό παράδειγμα συστήματος που λειτουργεί με μονόδρομη επικοινωνία είναι η δορυφορική τηλεόραση. Σε αυτό το σύστημα, μόνο ο δορυφόρος μπορεί να στείλει το τηλεοπτικό σήμα στον κατάλληλο δέκτη ενώ η τηλεόραση δεν έχει τη δυνατότητα να στείλει κάποιο σήμα στο δορυφόρο προκειμένου να του γνωστοποιήσει πως αυτό που έχει σταλεί έχει παραληφθεί σωστά ή όχι. Απλή αμφίδρομη επικοινωνία Σε αυτόν τον τύπο της επικοινωνίας η ανταλλαγή δεδομένων μπορεί να γίνει και προς τις δύο κατευθύνσεις αλλά όχι ταυτόχρονα. Με άλλα λόγια η πληροφορία μπορεί να αποσταλεί και από το σύστημα Α προς το σύστημα Β και από το σύστημα Β προς το σύστημα Α αλλά όχι την ίδια χρονική στιγμή. Τυπικό παράδειγμα συστήματος που λειτουργεί με τον τρόπο αυτό είναι οι συσκευές walkie talkie οι χρήστες των οποίων επικοινωνούν μεταξύ τους μιλώντας πότε ο ένας και πότε ο άλλος αλλά ποτέ και οι δύο ταυτόχρονα. Διπλή αμφίδρομη επικοινωνία Αποτελεί τον πιο γενικό τύπο επικοινωνίας αφού επιτρέπει την ταυτόχρονη αποστολή και παραλαβή δεδομένων ανάμεσα σε ένα αποστολέα και ένα παραλήπτη. Τυπικό παράδειγμα συστήματος που λειτουργεί με τον τρόπο αυτό είναι ένα οποιοδήποτε δίκτυο υπολογιστών οι κόμβοι του οποίου μπορούν να επικοινωνήσουν με οποιοδήποτε άλλο κόμβο αποστέλλοντας και παραλαμβάνοντας δεδομένα την ίδια χρονική στιγμή. Παραδείγματα συστημάτων που λειτουργούν με τους τρεις παραπάνω τρόπους επικοινωνίας παρουσιάζονται στο επόμενο σχήμα.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 9 Σχήμα 3: Simplex, half duplex & full duplex communication Ένας δεύτερος τρόπος ομαδοποίησης των διαδικασιών επικοινωνίας που βρίσκει μεγάλη εφαρμογή στα δίκτυα επικοινωνίας δεδομένων έχει να κάνει με το πλήθος των σταθμών εργασίας στους οποίους αποστέλλεται το διακινούμενο μήνυμα. Υπάρχουν και εδώ τρεις διαφορετικές κατηγορίες τέτοιων διαδικασιών οι οποίες σε γενικές γραμμές είναι οι ακόλουθες: Επικοινωνία από σημείο σε σημείο Σε αυτό το μοντέλο επικοινωνίας η ανταλλαγή της πληροφορίας γίνεται ανάμεσα σε δύο συγκεκριμένους σταθμούς εργασίας. Όσον αφορά τους υπόλοιπους σταθμούς αυτοί όχι μόνο δεν συμμετέχουν στην επικοινωνία των παραπάνω σταθμών αλλά αγνοούν παντελώς πως τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή πραγματοποιείται διαδικασία επικοινωνίας ανάμεσα σε δύο σταθμούς. Το ισοδύναμο μοντέλο αυτού του τύπου επικοινωνίας για την περίπτωση των ανθρώπων είναι η ανταλλαγή πληροφορίας ψιθυριστά και από πολύ μικρή απόσταση για την περίπτωση της λεκτικής επικοινωνίας ή η ανταλλαγή κάποιου νεύματος ή κίνησης που να μη γίνει αντιληπτή από τους άλλους για την περίπτωση της μη λεκτικής επικοινωνίας. Αντίθετα για την περίπτωση της επικοινωνίας που στηρίζεται στο γραπτό λόγο η επικοινωνία από σημείο σε σημείο πραγματοποιείται πολύ εύκολα με τη διανομή του μηνύματος στον εκάστοτε παραλήπτη σε έντυπη μορφή έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η προεπισκόπηση του περιεχομένου του από τους άλλους παρευρισκόμενους.

10 Επικοινωνία εκπομπής Το βασικό χαρακτηριστικό αυτού του τύπου επικοινωνίας είναι πως το μήνυμα που αποστέλλεται από τον αποστολέα παραλαμβάνεται από όλους τους διαθέσιμους παραλήπτες. Η κατάσταση αυτή χαρακτηρίζει τη διαδικασία πραγματοποίησης μιας διάλεξης όπου τα λόγια του ομιλητή γίνονται αντιληπτά από όλους τους ακροατές. Αυτός ο τύπος της επικοινωνίας χαρακτηρίζει τη λειτουργία ενός μεγάλου πλήθους δικτυακών τοπολογιών στις οποίες το μήνυμα από το σταθμό εργασίας γίνεται αντιληπτό από όλους τους σταθμούς αλλά λαμβάνεται υπ όψιν μόνο από το σταθμό στον οποίο απευθύνεται. Ο καθορισμός του κατάλληλου σε κάθε περίπτωση παραλήπτη γίνεται χρησιμοποιώντας ως διεύθυνση προορισμού ένα μέγεθος που είναι μοναδικό για κάθε σταθμό και τον προσδιορίζει πλήρως ανάμεσα στους υπόλοιπους σταθμούς. Η κατάσταση αυτή είναι εντελώς ανάλογη με εκείνη που χαρακτηρίζει την υποβολή ερωτήσεων ανάμεσα σε ένα πλήθος συνομιλητών: αν και όλοι οι συνομιλητές ακούνε την ερώτηση, εν τούτοις, απαντά μόνο αυτός στον οποίο απευθύνεται. Ωστόσο οι άνθρωποι δεν χαρακτηρίζονται από πληροφορίες που τους ταυτοποιούν πλήρως ανάμεσα στους συνομιλητές τους ή τουλάχιστον, τέτοιες πληροφορίες δεν χρησιμοποιούνται. Έτσι εάν η ερώτηση υποβληθεί σε κάποιο ακροατή ο οποίος προσδιορίζεται μόνο με το μικρό του όνομα, είναι πολύ πιθανόν να ανταποκριθούν όλοι οι ακροατές που έχουν το ίδιο όνομα. Επικοινωνία πολλαπλών σημείων Σε αυτό τον τύπο της επικοινωνίας, το μήνυμα δεν απευθύνεται στο σύνολο των διαθέσιμων ακροατών αλλά μόνο σε ορισμένους από αυτούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας περίπτωσης στα δίκτυα επικοινωνίας δεδομένων είναι τα συστήματα καλωδιακής τηλεόρασης όπου το σήμα στέλνεται σε πολλαπλούς αλλά συγκεκριμένους παραλήπτες οι οποίοι έχουν καταβάλει την αναγκαία συνδρομή. Για αυτόν τον τύπο της επικοινωνίας είναι δύσκολο να βρεθεί κάποιο ισοδύναμο για τη συνομιλία μεταξύ ανθρώπων καθώς τα λεγόμενα του ομιλητή τα ακούν όλοι και δεν είναι δυνατή η επιλογή ορισμένων από αυτούς. Ίσως το πιο κατάλληλο παράδειγμα για αυτόν τον τύπο επικοινωνίας είναι η διανομή μιας διάλεξης σε ακροατές που μιλούν διαφορετικές γλώσσες. Στην περίπτωση αυτή το μήνυμα θα παραληφθεί από όλους τους ακροατές εφ όσον όλοι ακούνε τα λόγια του ομιλητή αλλά θα κατανοηθεί μόνο από εκείνους που μιλούν την ίδια γλώσσα με αυτόν. Τυπικά παραδείγματα των τριών παραπάνω τύπων επικοινωνίας για την περίπτωση δικτύων επικοινωνίας δεδομένων, παρουσιάζονται στο επόμενο σχήμα.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 11 Σχήμα 4: Point to point, multicasting & broadcasting ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΜΕΣΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το μήνυμα που έχει μεταδοθεί από τον αποστολέα προσεγγίσει τον παραλήπτη χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου ενδιάμεσου ομιλητή, η επικοινωνία ανάμεσα στα δύο άκρα χαρακτηρίζεται ως άμεση. Αντίθετα εάν ανάμεσα στους δύο συνομιλητές παρεμβάλλεται κάποιο τρίτο πρόσωπο ο οποίος λειτουργεί ως μεσάζοντας και ο ρόλος του είναι η παραλαβή του μηνύματος από τον αποστολέα και η προώθησή του στον παραλήπτη, τότε η επικοινωνία χαρακτηρίζεται ως έμμεση. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία της επικοινωνίας δύναται να εμπλουτιστεί με το χαρακτηριστικό της ανατροφοδότησης πληροφορίας εάν κάτι τέτοιο κριθεί αναγκαίο. Οι δύο αυτοί τύποι επικοινωνίας παρουσιάζονται με διαγραμματικό τρόπο στο επόμενο σχήμα.

12 Σχήμα 5: Άμεση και έμμεση επικοινωνία Η πιο κλασσική εφαρμογή του έμμεσου τύπου επικοινωνίας εμφανίζεται σε διαδικασίες συνομιλίας ανάμεσα σε δύο πρόσωπα που μιλούν διαφορετικές φυσικές γλώσσες. Στην περίπτωση αυτή είναι αναγκαία η ύπαρξη ενός διερμηνέα ο οποίος αναλαμβάνει να παραλάβει (δηλαδή να ακούσει) το μήνυμα από τον ομιλητή αποστολέα, να το μεταφράσει στη φυσική γλώσσα του ακροατή παραλήπτη και στη συνέχεια να το μεταδώσει (δηλαδή να το προφέρει) σε αυτόν. Στην περίπτωση αυτή η ύπαρξη του ενδιάμεσου ατόμου οφείλεται στην έλλειψη της δυνατότητας επικοινωνίας ανάμεσα στα δύο πρόσωπα καθώς αυτά δεν μιλούν την ίδια γλώσσα. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις στις οποίες οι δύο ομιλητές ομιλούν την ίδια γλώσσα αλλά η ύπαρξη ενός ενδιάμεσου υπαγορεύεται από οργανωτικούς λόγους. Για παράδειγμα, σε διαδικασίες αγοραπωλησίας ή ενοικίασης ακινήτων η άμεση επικοινωνία ανάμεσα στον πωλητή και τον αγοραστή είναι πολύ σπάνια και η όλη διαδικασία γίνεται με τη συνεργασία του αγοραστή με κάποιο μεσιτικό γραφείο. Με εντελώς ανάλογο τρόπο σε μια αντιδικία εντός της δικαστικής αίθουσας είναι πολύ συνηθισμένη η έμμεση επικοινωνία των δύο πλευρών δια μέσου των δικηγόρων τους. Είναι προφανές πως το μορφωτικό επίπεδο και γενικότερα ο ρόλος του ενδιάμεσου φορέα ασκούν ουσιαστική επίδραση στη διαδικασία της επικοινωνίας στο σύνολό της. Για παράδειγμα ένας δικηγόρος που συνήθως χαρακτηρίζεται από ευφράδεια λόγου τόσο προφορικού όσο και γραπτού επιτυγχάνει πολύ καλύτερα αποτελέσματα από εκείνα που θα επιτύγχανε το πελάτης του εάν ο ίδιος εκπροσωπούσε τον εαυτό του. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, είναι πολύ πιθανό η χρήση ενδιάμεσου συ-

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 13 νομιλητή να προκαλέσει την αλλοίωση του μηνύματος που μεταδίδεται, είτε ακούσια, είτε εκ προθέσεως. Όσοι αναγνώστες έχουν διαβάσει το βιβλίο του Αλέξανδρου Δουμά «Ο Κόμης Μοντεχρήστος» θα ενθυμούνται ασφαλώς την περίπτωση στην οποία κάποιος από τους ενδιάμεσους αναμεταδότες δωροδοκήθηκε και μετέφερε ψευδώς την είδηση πως ο πόλεμος μεταξύ Γαλλίας και Ισπανίας είχε ξεκινήσει με αποτέλεσμα την οικονομική καταστροφή ενός εκ των αντιπάλων του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος. Στην περίπτωση του παραπάνω παραδείγματος το τηλεπικοινωνιακό σύστημα αποτελούντο από ένα σύνολο ενδιάμεσων σταθμών οι χειριστές των οποίων παρελάμβαναν το μήνυμα από τον προηγούμενο σταθμό και το προωθούσαν στον επόμενο μέχρι τελικά αυτό να φτάσει στον παραλήπτη. Ανάλογη είναι και η κατάσταση που χαρακτηρίζει τη μετάδοση δεδομένων στα δίκτυα υπολογιστών. Στην περίπτωση των δικτύων η επικοινωνία των κόμβων τους είναι άμεση μόνο όταν οι δύο υπολογιστές συνδέονται απευθείας με αντεστραμμένο καλώδιο. Εάν η επικοινωνία τους γίνεται μέσα από κάποιο στοιχείο μεταγωγής τότε δεν είναι άμεση αλλά έμμεση αφού ο μεταγωγός παραλαμβάνει το μήνυμα από τον ένα υπολογιστή και τον προωθεί στον επόμενο. Η κατάσταση αυτή γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκη σε περιπτώσεις μεγάλων δικτύων υπολογιστών στα οποία το μήνυμα που ανταλλάσσεται ανάμεσα σε ένα αποστολέα και σε ένα παραλήπτη διέρχεται μέσα από ένα πλήθος ενδιάμεσων δρομολογητών οι οποίοι το προωθούν στον επόμενο τροποποιώντας παράλληλα και ορισμένα από τα πεδία του έτσι ώστε να είναι εύκολη η διαχείρισή του. Από την παραπάνω συζήτηση καθίσταται προφανές πως η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους μπορεί να είναι είτε άμεση είτε έμμεση σε αντίθεση με την περίπτωση των υπολογιστών οι οποίοι χαρακτηρίζονται σχεδόν πάντα από έμμεσο τύπο επικοινωνίας. ΛΕΚΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ Η λεκτική επικοινωνία ορίζεται ως εκείνος ο τύπος της επικοινωνίας στην οποία το μήνυμα από τον αποστολέα προς τον παραλήπτη μεταδίδεται με τη μορφή λέξεων και φράσεων που εκπέμπονται από το φωνητικό σύστημα του ομιλητή και συλλαμβάνονται από το ακουστικό σύστημα του ακροατή. Στην πραγματικότητα βέβαια αυτό αφορά την προφορική επικοινωνία αφού ως λεκτική επικοινωνία θεωρείται και εκείνη που στηρίζεται στη χρήση του γραπτού λόγου. Η λεκτική επικοινωνία είναι ο πιο πολύπλοκος τύπος επικοινωνίας καθώς τα μηνύματα δημιουργούνται και εκπορεύονται από τον εγκέφαλο ενώ η μετάδοσή τους στηρίζεται στη χρήση κάποιας φυσικής γλώσσας. Η λεκτική επικοινωνία συσχετίζεται άμεσα με την γενικότερη διαδικασία αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με τον περιβάλλοντα χώρο του και το αποτέλεσμά της δεν είναι απλά η ανταλλαγή λέξεων και φράσεων ανάμεσα στους δύο συνομιλητές αλλά η επεξεργασία των μηνυμάτων που παραλαμβάνονται και η ανταπόκριση σε αυτά με θετικό ή αρνητικό τρόπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ύπαρξη δύο ακροατών οι οποίοι δέχονται το ίδιο ακριβώς μήνυμα και ανταποκρίνονται σε αυτό εντελώς διαφορετικά ο ένας από τον άλλο. Μιλώντας γενικά, η απόκριση ενός ανθρώπου στα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον του είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων όπως είναι το μορφωτικό του υπόβαθρο, τα βιώματα και η συμπεριφορά του, οι αντιλήψεις του και τα πιστεύω του καθώς και οι χρονικές και περιβαλλοντικές συγκυρίες που χαρακτηρίζουν την εποχή του. Αυτός ο τρόπος ανταπόκρισης ενός ατόμου στα ερεθίσματα που δέχεται παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα.

14 Σχήμα 6: Απόκριση του ατόμου στα εξωτερικά ερεθίσματα Υπάρχουν δύο διαφορετικοί τύποι λεκτικής επικοινωνίας, η προφορική επικοινωνία που στηρίζεται στη χρήση της ομιλίας και η γραπτή επικοινωνία που στηρίζεται στη χρήση του γραπτού λόγου. Μιλώντας γενικά, τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των δύο τύπων λεκτικής επικοινωνίας είναι τα ακόλουθα: Η προφορική επικοινωνία πραγματοποιείται πάρα πολύ γρήγορα καθώς η ταχύτητα ομιλίας είναι πολύ μεγαλύτερη από την ταχύτητα συγγραφής λέξεων στο χαρτί ή στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η προφορική ομιλία είναι πιο ευέλικτη καθώς φέρει τον ομιλητή και τον ακροατή σε άμεση προσωπική επαφή, δύναται να πραγματοποιηθεί και προς τις δύο κατευθύνσεις και ανά πάσα στιγμή μπορεί να τροποποιηθεί έτσι ώστε να προσαρμοσθεί στις ανάγκες των ακροατών. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η προφορική επικοινωνία χαρακτηρίζεται από οπτική επαφή του ομιλητή με τους ακροατές και δεν πραγματοποιείται για παράδειγμα μέσω τηλεφώνου, δύναται να συμπληρωθεί με μη λεκτικά μηνύματα έτσι ώστε η μεταφορά των μηνυμάτων στους ακροατές και η κατανόησή τους από αυτούς να γίνει πολύ πιο εύκολα. Το βασικό μειονέκτημα της προφορικής επικοινωνίας είναι πως δεν διαρκεί στο χρόνο παρά μόνο εάν η συνομιλία του ομιλητή με τους ακροατές καταγραφεί με τη βοήθεια κάποιας συσκευής όπως είναι για παράδειγμα κάποια κάμερα ή κάποιο μαγνητόφωνο. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση αυτή, η απομαγνητοφώνηση και αρχειοθέτηση των συζητήσεων είναι αρκετά πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία. Από την άλλη πλευρά, το βασικό πλεονέκτημα της γραπτής επικοινωνίας είναι η δυνατότητα προετοιμασίας της πριν τη μεταβίβαση του μηνύματος. Η εκπομπή της πληροφορίας δεν είναι άμεση όπως στην προφορική επικοινωνία όπου ο χρήστης

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 15 είναι υποχρεωμένος να σκεφτεί επί τόπου την απάντηση που θα δώσει ή ακόμη και να αυτοσχεδιάσει καθώς ο συντάκτης του κειμένου έχει όλο το χρόνο να προετοιμαστεί, να ανατρέξει στις πηγές του και να οργανώσει τις ιδέες του. Το περιεχόμενο του μηνύματος δεν χάνεται αλλά διατηρείται στο χρόνο επιτρέποντας έτσι την εύκολη αρχειοθέτησή του ενώ είναι δυνατή η προεπισκόπηση και η ενδεχόμενη τροποποίησή του πριν τη διαδικασία της μετάδοσής του. Η χρήση της γραπτής επικοινωνίας οδηγεί στη μετάδοση σαφών και περιεκτικών μηνυμάτων και προσδίδει στην επικοινωνία επισημότητα και υψηλό κύρος, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις χρήσης της κατάλληλης γλώσσας. Το βασικό μειονέκτημα της γραπτής επικοινωνίας είναι η εξαιρετικά μικρή ταχύτητά της και η ετεροχρονισμένη έως και ανύπαρκτη αναπληροφόρηση του αποστολέα. Η χρήση μη λεκτικών μηνυμάτων δεν είναι πλέον δυνατή αν και υποστηρίζεται η χρήση εικόνων και σχημάτων για την παραστατική περιγραφή κάποιου θέματος ενώ παράλληλα χαρακτηρίζεται από υψηλό κόστος. Αν και δεν υπάρχει απάντηση στο ερώτημα ποιος από τους δύο παραπάνω τύπους επικοινωνίας είναι ο πιο αποδοτικός καθώς ο καθένας έχει τα δικά του πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, εν τούτοις η καθημερινή πρακτική έχει δείξει πως η συνδυασμένη χρήση αυτών των δύο τύπων επικοινωνίας και μέσα από πολλαπλά κανάλια μετάδοσης δύναται να οδηγήσει σε εξαιρετικά αποτελέσματα και σε εγγυημένη μετάδοση των μηνυμάτων μας με το σωστό τρόπο. ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΩΣΤΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ Από τη συζήτηση που έλαβε χώρα στην προηγούμενη ενότητα δεν είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό πως το βασικό χαρακτηριστικό της λεκτικής επικοινωνίας τόσο της προφορικής όσο και της γραπτής είναι η διατύπωση μηνυμάτων και η προώθησή τους στον παραλήπτη (ακροατή ή αναγνώστη). Είναι προφανές πως αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία αυτής της επικοινωνίας είναι η χρήση σωστής έκφρασης από την πλευρά του ομιλητή και γενικότερα η διατύπωση των μηνυμάτων με σαφή και κατανοητό τρόπο. Σε αυτή την ενότητα θα παρουσιάσουμε τους πιο σημαντικούς από τους κανόνες που θα πρέπει να εφαρμόσουμε προκειμένου η επικοινωνία με το συνομιλητή μας να γίνει όσο το δυνατόν πιο επιτυχής. Ας ξεκινήσουμε την παρουσίαση αυτού του θέματος με την παράθεση των τεσσάρων δυνατών μορφών εκφράσεων που χαρακτηρίζουν την προφορική ή γραπτή επικοινωνία ανάμεσα σε δύο πρόσωπα. Αυτές οι διαφορετικές μορφές είναι η έκφραση παρατηρήσεων, η έκφραση σκέψεων, η έκφραση συναισθημάτων και η έκφραση αναγκών. Η κάθε μια από αυτές τις κατηγορίες απαιτεί το δικό της τρόπο έκφρασης ή ακόμη και το δικό της λεξιλόγιο. Έκφραση παρατηρήσεων Αποτελεί τη γλώσσα του επιστήμονα, του αστυνομικού και του δημοσιογράφου οι οποίοι το μόνο που κάνουν είναι να παραθέτουν απλά αυτό που υπέπεσε στην αντίληψή τους με σαφή, κατηγορηματικό και αντικειμενικό τρόπο και χωρίς να κάνουν υποθέσεις, εικασίες, ή να προχωρούν στην εξαγωγή συμπερασμάτων. Τυπικά παραδείγματα εκφράσεων που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία είναι τα ακόλουθα: 1. «Σήμερα διάβασα πως σε 500 χρόνια θα ξεκινήσει νέα εποχή παγετώνων». 2. «Το πείραμα έδειξε πως η ταχύτητα του αντικειμένου είναι 300 Km / ώρα». 3. «Ο ύποπτος μπήκε στο Bar και ήπιε ένα Whisky».

16 Έκφραση σκέψεων Χρησιμοποιείται σε διαδικασίες διατύπωσης σκέψεων και συμπερασμάτων που έχουν προκύψει με βάση τα βιώματα του ομιλητή και μέσα από διαδικασίες ανάγνωσης, ακρόασης ή παρατήρησης. Αυτές οι σκέψεις μπορούν να θεωρηθούν ως προσπάθειες σύνθεσης ιδεών από τον ομιλητή έτσι ώστε να καταλάβει τι συμβαίνει στον περιβάλλοντα χώρο του καθώς επίσης το πώς και το γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι η ανάπτυξη κριτικών αποτελεσμάτων και ο χαρακτηρισμός προσώπων, ενεργειών και καταστάσεων ως καλών, κακών, ορθών ή εσφαλμένων. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν μορφές έκφρασης που συσχετίζονται με τη διατύπωση προσωπικών απόψεων και αντιλήψεων ή ακόμη και με την ανάπτυξη θεωριών. Τυπικά παραδείγματα εκφράσεων που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία είναι τα ακόλουθα: 1. «Πιστεύω πως το σύμπαν δημιουργήθηκε μέσα από μια μεγάλη έκρηξη» 2. «Όχι, θα ήταν λάθος κατά τη γνώμη μου να εγκαταλείψεις τώρα» 3. «Η έλλειψη εγωισμού είναι αναγκαία προϋπόθεση για ένα επιτυχημένο γάμο» Έκφραση συναισθημάτων Θεωρείται ίσως η πιο δύσκολη και επίπονη συνιστώσα της διαδικασίας επικοινωνίας καθώς αρκετοί ακροατές δεν επιθυμούν και δεν ενδιαφέρονται να ακούσουν κάποιον να τους εκμυστηρεύεται τα συναισθήματά του, ή όταν το κάνουν έρχονται πάρα πολύ συχνά σε δύσκολη θέση, ιδιαίτερα όταν τα όσα λέγονται μεταφέρουν θυμό ή μελαγχολία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πάρα πολύ άνθρωποι δεν εξωτερικεύουν αυτά που νιώθουν πως πρέπει να πουν. Εάν ωστόσο το πράξουν, τότε επειδή γενικά το κάθε συναίσθημα θεωρείται προσωπικό και ανεκτίμητο στοιχείο του καθενός, το πρόσωπο στο οποίο το εκμυστηρεύονται καθίσταται αυτόματα αγαπητό και εξαιρετικά οικείο προς τον ομιλητή. Τυπικά παραδείγματα εκφράσεων που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία είναι τα ακόλουθα: 1. «Νομίζω πως σε απογοήτευσα και αυτό με κάνει να αισθάνομαι πολύ άσχημα» 2. «Μου λείπει πολύ η Μαρία από τότε που έφυγε για σπουδές στην Αγγλία» 3. «Αισθάνομαι πολύ όμορφα κάθε φορά που σε βλέπω» Έκφραση αναγκών Χρησιμοποιείται για τη μετάδοση στον ομιλητή μηνυμάτων που αφορούν κάποιες ανάγκες μας που έχουν να κάνουν είτε με συναισθήματα είτε με ζητήματα που αφορούν την προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική μας ζωή. Οι αποδέκτες αυτών των μηνυμάτων μπορεί να είναι πρόσωπα από το οικογενειακό και κοινωνικό μας περιβάλλον, ενώ ο χρόνος και ο τρόπος διατύπωσής τους θεωρούνται εξαιρετικά σημαντικοί παράγοντες για την ικανοποίηση ή όχι των αιτημάτων μας. Τυπικά παραδείγματα εκφράσεων που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία είναι τα ακόλουθα: 1. «Μπορείς να γυρίσεις πιο νωρίς σήμερα γιατί έχω ραντεβού στις επτά;» 2. «Είναι εύκολο να βγάλεις εσύ βόλτα το σκύλο γιατί είμαι πολύ κουρασμένος;» 3. «Μπορείς να με καλύψεις για δέκα λεπτά;»

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 17 Μετά την παρουσίαση των τεσσάρων διαφορετικών τεχνικών έκφρασης ας δούμε τώρα ποιοι κανόνες θα πρέπει να πληρούν να μεταδιδόμενα μηνύματα προκειμένου ο παραλήπτης τους να αντιλαμβάνεται με το σωστό τρόπο το περιεχόμενο που μεταφέρεται από αυτά. Σε μια συνοπτική περιγραφή, αυτοί οι κανόνες είναι οι ακόλουθοι: (1) Το μήνυμα θα πρέπει να είναι άμεσο και ξεκάθαρο: εάν κάποιος νιώθει την ανάγκη να αλλάξει κάποια πράγματα ή αισθάνεται θυμωμένος ή πληγωμένος για κάποιο πρόσωπο ή κατάσταση, τότε όσο πιο πολύ καθυστερεί να επικοινωνήσει με το κατάλληλο πρόσωπο προκειμένου να του γνωστοποιήσει το πρόβλημά του, τόσο περισσότερο είναι πιθανή η επιδείνωση της κατάστασης με απρόβλεπτες συνέπειες. Συναισθήματα που δεν εκφράζονται αλλά αποκρύπτονται και καταπνίγονται αποτελούν πολλές φορές το έναυσμα για την εκδήλωση ανεπιθύμητων ενεργειών και τρόπων συμπεριφοράς ακόμη και μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα όπου το όλο ζήτημα θεωρείται πως έχει λήξει. Σε περιπτώσεις αυτού του τύπου, ή άμεση επικοινωνία με το πρόσωπο που εμπλέκεται στη διαδικασία κρίνεται ευεργετική καθώς οδηγεί στην επίλυση του προβλήματος εν τη γένεσή του και στην αποκατάσταση μιας υγιούς και ειλικρινούς σχέσης ανάμεσα στα δύο άτομα. Από την άλλη πλευρά, το μήνυμα προς μετάδοση θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο υπό την έννοια πως ο ομιλητής θα πρέπει να γνωρίζει τι πρέπει να πει καθώς και τη χρονική στιγμή κατά την οποία αυτό θα πρέπει να λεχθεί. Ο ομιλητής σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρεί δεδομένο πως ο συνομιλητής του γνωρίζει εκ των προτέρων τι επιθυμεί καθώς και το τι σκέφτεται. Η καθημερινή πρακτική έχει δείξει πως η έλλειψη επικοινωνίας αυτού του είδους χαρακτηρίζεται πάρα πολλές φορές από μεγάλο συναισθηματικό κόστος. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ένα ζευγάρι οδηγείται στο διαζύγιο ακόμη και μετά από συμβίωση αρκετών δεκαετιών καθώς οι δύο πλευρές διαπιστώνουν έστω και μετά από τόσα χρόνια πως απουσιάζουν από τη ζωή τους στοιχεία την ύπαρξη των οποίων δεν αναζήτησαν ποτέ καθώς τη θεωρούσαν δεδομένη. Επομένως ο ομιλητής θα πρέπει πριν τη διαδικασία της μεταφοράς του μηνύματος στον παραλήπτη να διασφαλίσει πως αυτό είναι δομημένο με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε ο παραλήπτης να καταλάβει το περιεχόμενο που μεταφέρεται. (2) Το μήνυμα θα πρέπει να είναι διατυπωμένο με τέτοιο τρόπο ώστε το περιεχόμενό του να μην επιδέχεται παρερμηνείες. Αυτό δυστυχώς είναι κάτι που πολλές φορές δεν συμβαίνει καθώς ο ομιλητής είτε φοβάται είτε δεν επιθυμεί να εκφράσει αυτό που εννοεί στην πραγματικότητα, καταφεύγοντας έτσι σε υπαινιγμούς και αοριστολογίες, παραλείποντας εσκεμμένα στοιχεία σημαντικά για την κατανόηση του μηνύματος και χρησιμοποιώντας αφηρημένο και αλληγορικό τρόπο έκφρασης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση ενός μαθητή που λόγω σωματικής διάπλασης έχει φτωχές επιδόσεις στη γυμναστική και αποτελεί αντικείμενο ειρωνείας και χλευασμού από τους συμμαθητές του. Για το λόγο αυτό, κάθε φορά που έχει γυμναστική προφασίζεται ασθένεια έτσι ώστε να απουσιάσει από το μάθημα. Με τον τρόπο αυτό οι γονείς του δεν ενημερώνονται για το πρόβλημα που υφίσταται και για το πραγματικό αίτιο της απουσίας του μαθητή από το σχολείο. Η σωστή διατύπωση του μηνύματος έτσι ώστε να εκμηδενιστεί ή έστω να ελαττωθεί σημαντικά η πιθανότητα παρερμηνείας του περιεχομένου του μπορεί να γίνει εφαρμόζοντας τις ακόλουθες αρχές: (i) Δεν θα πρέπει να υποβάλλουμε ερωτήσεις προς τον συνομιλητή μας σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το μόνο που θέλουμε είναι να καταθέσουμε κάποια άποψη ή να παραθέσουμε κάποια δήλωση. Εάν το πράξουμε, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να αποκρύψουμε αυτό που πραγματικά θέλουμε να πούμε οδηγώντας έτσι το συνομι-

18 λητή μας στην παρερμηνεία του λόγου μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η ερώτηση ενός άνδρα προς τη σύζυγό του η οποία επιθυμεί να ξαναρχίσει το σχολείο και να ολοκληρώσει τη βασική της εκπαίδευση «Γιατί πρέπει να ξαναρχίσεις το σχολείο;». Το μήνυμα που στην πραγματικότητα θέλει να της μεταφέρει μέσα από αυτή την ερώτηση είναι το «αν επιστρέψεις στο σχολείο θα λείπεις όλα τα πρωινά και θα αισθάνομαι μοναξιά ενώ μετά την αποφοίτησή σου δεν θα εξαρτάσαι πια πόσο πολύ από μένα αφού θα έχεις πτυχίο και φοβάμαι μήπως αυτό επηρεάσει τη σχέση μας». Η σύζυγός του βέβαια το πιο πιθανό είναι πως δεν θα καταλάβει το πραγματικό νόημα που κρύβεται πίσω από την ερώτηση και θα ανταποκριθεί σε αυτό με εντελώς εσφαλμένο τρόπο. (ii) Το περιεχόμενο του μηνύματος θα πρέπει να συμβαδίζει με τον τόνο της φωνής, τη γλώσσα του σώματος και γενικότερα την αντίδραση του συνομιλητή μας. Για παράδειγμα, εάν συγχαρούμε κάποιο συνάδελφό μας για την προαγωγή του ή την αύξηση στο μισθό του, η αντίδραση που αναμένουμε από αυτόν είναι ένα χαμόγελο, μια ευχαριστία και γενικότερα μία εκδήλωση ευαρέσκειας προς το άτομό μας. Αντίθετα εάν ο συνομιλητής μας αντιδράσει με τρόπο που παραπέμπει σε ενόχληση ή εκνευρισμό αυτό σημαίνει πως το μήνυμά μας δεν διατυπώθηκε σωστά με αποτέλεσμα την παρερμηνεία του από εκείνον. (iii) Να αποφεύγεται η χρήση μηνυμάτων που περιέχουν αντικρουόμενες απόψεις. Για παράδειγμα, εάν ανταποκριθούμε στην πρόσκληση ενός συνεργάτη μας να βγούμε για καφέ με τη φράση «θέλω πολύ να βγούμε αλλά είμαι πολύ βαρετός και πολύ φοβάμαι πως θα πλήξεις μαζί μου», τότε ενώ επιφανειακά δηλώνουμε την επιθυμία μας να ανταποκριθούμε θετικά στο αίτημά του, εν τούτοις ουσιαστικά αρνούμαστε την πρόσκλησή του, δημιουργώντας έτσι στο συνομιλητή μας ο οποίος φυσικά θα καταλάβει το ύφος μας ένα αίσθημα απόρριψης. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις αντί για αίσθημα απόρριψης ο συνομιλητής μπορεί να αναπτύξει αίσθημα αμφιβολίας και σύγχυσης. Ας θεωρήσουμε για παράδειγμα ένα πατέρα ο οποίος φωνάζει το γιο του και του λέει «Καλή διασκέδαση στην εκδρομή. Με την ευκαιρία είδα τον έλεγχό σου και οι βαθμοί σου είναι χάλια. Τι σκοπεύεις να κάνεις για αυτό;». Στην περίπτωση αυτή το αίσθημα που αναπτύσσεται δεν είναι η απόρριψη ή η άρνηση αλλά η σύγχυση καθώς ο γιος αδυνατεί να προσδιορίσει τη θέση του πατέρα του απέναντί του: ο πατέρας αναφέρεται μέσα στην ίδια φράση σε δύο άσχετα μεταξύ τους πράγματα και ο γιος δεν δύναται να αντιληφθεί σε πιο από τα δύο θα πρέπει να δώσει τη μεγαλύτερη σημασία. Για το λόγο αυτό ο ομιλητής θα πρέπει να αποφεύγει τη χρήση αντικρουόμενων απόψεων στο ίδιο μήνυμα και να προσδίδει σε αυτό ένα ξεκάθαρο νόημα του τύπου «Ναι, θα συναντηθούμε σήμερα» ή «Όχι, δεν θα συναντηθούμε σήμερα». (iv) Ο ομιλητής θα πρέπει να είναι ξεκάθαρος με τις προθέσεις του και τα συναισθήματά του: αν και η χρήση υπαινιγμών μεταφέρει ίσως στον ομιλητή ένα συναίσθημα ασφάλειας υπό την έννοια πως δεν αποκαλύπτεται πλήρως εν τούτοις είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε σύγχυση και παραπληροφόρηση τον ακροατή. Ας θεωρήσουμε για παράδειγμα μια μητέρα που λέει στην κόρη της: «Θα πας το Σάββατο να δεις τη γιαγιά σου έτσι δεν είναι?». Αν και το μήνυμα αυτό φαίνεται να είναι τελείως ξεκάθαρο, εν τούτοις η πραγματικότητα που κρύβεται πίσω από αυτό είναι οι ενοχές που ενδεχομένως νιώθει η μητέρα που δεν έχει τη δυνατότητα να φιλοξενήσει τη μητέρα της στο σπίτι αναγκάζοντάς την να ζει ολομόναχη καθώς και οι όποιοι φόβοι της και ανησυχίες της όσον αφορά την κατάσταση της υγείας της. Ωστόσο ποτέ δεν αποκαλύπτει αυτά τα συναισθήματα στην κόρη της υποχρεώνοντάς την με διάφορες προφάσεις να πραγματοποιεί συνεχείς επισκέψεις στη γιαγιά της.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 19 (v) Θα πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση και διαχωρισμός ανάμεσα στην παρατήρηση και στην προσωπική άποψη και γνώμη. Αυτός ο διαχωρισμός αποτελεί απαράβατο και θεμελιώδη κανόνα που χαρακτηρίζει τη διεξαγωγή μιας δίκης όπου ο μάρτυρας που καλείται να καταθέσει εξιστορεί έπ ακριβώς τα όσα έχουν υποπέσει στην αντίληψή του χωρίς να έχει το δικαίωμα να προβεί σε σχολιασμούς ή να καταθέσει τις δικές του απόψεις και εκτιμήσεις επί της εκδικαζόμενης υπόθεσης (vi). Ο ομιλητής θα πρέπει να εστιάζει σε ένα συγκεκριμένο θέμα κάθε φορά και να μην μεταπηδά ανάμεσα σε διαφορετικά και άσχετα μεταξύ τους θέματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προς αποφυγή είναι ένας πατέρας που συζητά με τη σύζυγό του τις φτωχές επιδόσεις του γιου του στο σχολείο και εντελώς ξαφνικά αρχίζει να μιλάει για τον ποδοσφαιρικό αγώνα της Κυριακής ή για το κυνήγι που θα πάει με τους φίλους του. (3) Το μήνυμα θα πρέπει να είναι ειλικρινές κάτι που συμβαίνει όταν το περιεχόμενό του αντικατοπτρίζει πλήρως τον πραγματικό λόγο για τον οποίο πραγματοποιείται η διαδικασία της επικοινωνίας. Προκειμένου να αποφασίσει εάν το μήνυμά του είναι ειλικρινές, ο ομιλητής θα πρέπει να υποβάλει στον εαυτό του τα επόμενα ερωτήματα: (1) γιατί το λέω αυτό στο συνομιλητή μου; και (2) θέλω ο συνομιλητής μου να ακούσει πραγματικά αυτό, ή μήπως θέλω να ακούσει και να καταλάβει κάτι άλλο; Μιλώντας γενικά η διεξαγωγή συζητήσεων πολύ σπάνια χαρακτηρίζεται από απόλυτη ειλικρίνεια και στις πιο πολλές περιπτώσεις οι ομιλητές διατηρούν κρυμμένους άσους που τους αποκαλύπτουν είτε όταν αισθάνονται πολύ δυνατοί προκειμένου να επιβληθούν πλήρως, είτε όταν αισθάνονται αδύναμοι και απροστάτευτοι προκειμένου να επιβιώσουν. (4) Το μήνυμα θα πρέπει να διατυπωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρήσει την προσοχή του ακροατή και να μην τον αναγκάσει να παρακολουθήσει τη συζήτηση με απροθυμία ή ακόμη να αποχωρήσει από αυτή. Υπάρχουν πολλές τεχνικές διατήρησης της προσοχής του ακροατή οι πιο σημαντικές από τις οποίες είναι οι ακόλουθες: Το θέμα που έχει επιλεγεί θα πρέπει να ενδιαφέρει τον ακροατή Η επικοινωνία με τον ακροατή θα πρέπει να είναι ευγενική και να μην οδηγεί σε προσβολή της προσωπικότητάς του. Θα πρέπει να αποφεύγουμε τη χρήση σαρκαστικού ύφους καθώς αυτό συνήθως παραπέμπει σε συναισθήματα θυμού και εκνευρισμού που είναι σίγουρο πως θα απωθήσουν τον ακροατή. Δεν θα πρέπει να καταφεύγουμε σε αρνητικές συγκρίσεις π.χ. να απευθύνουμε σε κάποιο μαθητή φράσεις του τύπου «ο αδερφός σου τα καταφέρνει πολύ καλύτερα από σένα». Η γλώσσα μας θα πρέπει να είναι σύντομη και περιεκτική Θα πρέπει να απευθυνόμαστε στον ακροατή στο δεύτερο ενικό πρόσωπο και με το μικρό του όνομα έτσι ώστε να κερδίσουμε τη συμπάθειά του. Αυτό βέβαια μπορεί να γίνει μόνο σε συνομιλίες με λίγους και γνωστούς ακροατές ενώ προφανώς δεν μπορεί να εφαρμοσθεί σε διαλέξεις που δίδονται ενώπιον κοινού ή σε ομιλίες που πραγματοποιούνται στα πλαίσια προεκλογικών συγκεντρώσεων. Η υποβολή ερωτήσεων από τον ακροατή προς τον ομιλητή είναι κάτι που θα πρέπει να ενθαρρύνεται ιδιαίτερα. Υπάρχουν ωστόσο και περιπτώσεις κατά τις οποίες η σωστή πραγματοποίηση της επικοινωνίας είναι αδύνατη καθώς υπάρχουν εμπόδια τόσο από την πλευρά του ομι-

20 λητή όσο και από την πλευρά του ακροατή που δεν δύνανται να ξεπεραστούν ή να εξομαλυνθούν. Τα πιο σημαντικά από αυτά τα εμπόδια είναι η διαφορετικότητά αντιλήψεων ανάμεσα στα δύο άκρα της επικοινωνίας, η φτωχή χρήση της φυσικής γλώσσας και η έλλειψη λεξιλογίου που εμποδίζουν στον ομιλητή ή στον ακροατή να επικοινωνήσουν σωστά καθώς επίσης η υπερβολική πολυπλοκότητα των διακινούμενων μηνυμάτων που προκαλούν σύγχυση στο συνομιλητή και συμβάλλουν με καταλυτικό τρόπο σε ενδεχόμενη παρερμηνεία τους. Τα πιο σημαντικά από τα εμπόδια που εμφανίζονται σε διαδικασίες ακρόασης του περιεχομένου μηνυμάτων παρουσιάζονται σε επόμενη ενότητα. Ακρόαση και ψευδο-ακρόαση Η ακροαματική διαδικασία θεωρείται ουσιαστικός παράγοντας για την αποκατάσταση και διατήρηση διαπροσωπικών σχέσεων. Αν και ως όρος παραπέμπει συνήθως σε δικαστικές αίθουσες εν τούτοις γενικά αναφέρεται σε οποιαδήποτε διαδικασία περιλαμβάνει ακρόαση των όσων λέγονται από κάποιο ομιλητή. Εάν κάποιος είναι καλός ακροατής επισυνάπτει πάρα πολύ εύκολα γνωριμίες και κοινωνικές σχέσεις και γίνεται πολύ γρήγορα αποδέκτης πολλών αιτήσεων συμμετοχής σε συνομιλίες προκειμένου να εκφέρει τη γνώμη του ή να προσφέρει τη συμβουλή του για κάποιο θέμα. Αντίθετα οι άνθρωποι που δεν έχουν την υπομονή να ακούσουν το συνομιλητή τους, θεωρούνται βαρετοί, αντικοινωνικοί, ακατάλληλοι για παρέα και απομονώνονται γρήγορα από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Μιλώντας γενικά, η απροθυμία ή αδυναμία καλής ακρόασης θεωρείται σοβαρό μειονέκτημα για κάποιο πρόσωπο αφού του στερεί τη δυνατότητα να αποκτήσει σημαντικές πληροφορίες και να προβλέψει ή ακόμη και να αποτρέψει την έλευση επερχόμενων προβλημάτων. Αντίθετα οι άνθρωποι με ανεπτυγμένες ακροαματικές ικανότητες γίνονται γρήγορα αγαπητοί στο χώρο τους καθώς εκδηλώνουν έμπρακτα το ενδιαφέρον να ακούσουν το πρόβλημα κάποιου και να συμβάλλουν στην επίλυσή του. Είναι προφανές πως η φυσική παρουσία κάποιου προσώπου στο χώρο διεξαγωγής κάποιας συνομιλίας ή διάλεξης και η τήρηση της απαιτούμενης ησυχίας και σεβασμού του χώρου, δεν παραπέμπει υποχρεωτικά σε ακρόαση: η πραγματική ακρόαση συνίσταται στην ενεργό συμμετοχή του ατόμου στην πραγματοποιούμενη ομιλία προκειμένου να κατανοήσει τα λεγόμενα του ομιλητή, να αποκομίσει γνώσεις από αυτόν, να του προσφέρει τη βοήθειά του εφ όσον χρειαστεί και γενικά να απολαύσει την όλη διαδικασία. Αντίθετα η απρόθυμη συμμετοχή κάποιου προσώπου σε κάποια ομιλία επειδή απλά έχει υποχρεωθεί να το πράξει όπως είναι για παράδειγμα η υποχρεωτική συμμετοχή των μαθητών ενός σχολείου στην ομιλία του διευθυντή που πραγματοποιείται στα πλαίσια του εορτασμού κάποιας επετείου ή εθνικής εορτής δεν θεωρείται ακρόαση και για το λόγο αυτό περιγράφεται από τον όρο ψευδο-ακρόαση. Αυτό το ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό είναι κάτι που εμφανίζεται σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις και εκδηλώνεται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους οι πιο χαρακτηριστικοί από τους οποίους είναι οι ακόλουθοι: Ο ψευδο-ακροατής προσποιείται πως ακούει, μόνο και μόνο για να γίνει συμπαθής στον ομιλητή και στους υπόλοιπους παρευρισκόμενους. Ο ψευδο-ακροατής εστιάζει την προσοχή του μόνο σε συγκεκριμένα σημεία της ομιλίας αγνοώντας όλα τα υπόλοιπα.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 21 Ο ψευδο-ακροατής αφιερώνει πάρα πολύ χρόνο προκειμένου να προετοιμάσει κάποια ερώτηση την οποία θα υποβάλει στον ομιλητή όταν και αν του ζητηθεί κάτι τέτοιο. Ο ψευδο-ακροατής προσπαθεί να εντοπίσει αδυναμίες στους άλλους ομιλητές έτσι ώστε να αποκτήσει πλεονέκτημα απέναντί τους εφόσον τεθεί θέμα ανταγωνισμού. Ο ψευδο-ακροατής προσπαθεί να εντοπίσει αδυναμίες στα επιχειρήματα που προβάλλονται ούτως ώστε να επικεντρωθεί σε αυτές εάν του ζητηθεί να εκφέρει τη γνώμη του, προσπαθώντας έτσι να κάνει καλή εντύπωση. Ο ψευδο-ακροατής παρατηρεί προσεκτικά τις αντιδράσεις των συνομιλητών του προσπαθώντας να προσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνουν την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία τους έτσι ώστε να αντιδρά και αυτός με τον ίδιο τρόπο σε ανάλογες περιπτώσεις. Ο ψευδο-ακροατής συμμετέχει περιστασιακά στη συνομιλία είτε για να μην χαρακτηριστεί αγενής σε περιπτώσεις που κάποιος του απευθύνει το λόγο είτε προκειμένου να πείσει τους συνομιλητές του πως συμμετέχει στη διαδικασία, άσχετα εάν αυτό δεν είναι η πραγματική του πρόθεση. ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΑΣΗ Είναι προφανές πως μια διαδικασία ακρόασης ποτέ δεν είναι τέλεια καθώς ο κάθε ακροατής διαθέτει τη δική του προσωπικότητα, τις δικές του ιδέες και αντιλήψεις και το δικό του τρόπο αντίδρασης στα ερεθίσματα που δέχεται. Αυτό βεβαίως σημαίνει πως ο κάθε ακροατής αντιδρά σε αυτά που ακούει από τον ομιλητή με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο. Συστηματικές έρευνες που έχουν γίνει επί του θέματος έχουν αναδείξει δώδεκα προβληματικούς τρόπους αντίδρασης του ακροαματικού κοινού στα λεγόμενα των ομιλητών, οι οποίοι είτε παρεμποδίζουν τη συνομιλία είτε αποτρέπουν τον ακροατή από το να συμμετάσχει πραγματικά στην ακρόαση και να κατανοήσει το περιεχόμενό της. Σε μια πιο αναλυτική περιγραφή αυτά τα δώδεκα εμπόδια είναι σε γενικές γραμμές τα ακόλουθα: Πραγματοποίηση συγκρίσεων Για κάθε μία από τις ρήσεις και τις περιγραφές του ομιλητή, ο ακροατής προβαίνει συνεχώς σε συγκρίσεις των επιδόσεων του ομιλητή με αντίστοιχες δικές του δυνητικές ή πραγματικές επιδόσεις. Για παράδειγμα εάν ο ομιλητής περιγράφει τη διαδικασία πραγματοποίησης κάποιας ενέργειας ο ακροατής προχωρεί συνεχώς σε συγκρίσεις του τύπου «θα μπορούσα και εγώ να το κάνω με τον ίδιο τρόπο;» ή «το έχω κάνει κι εγώ και μάλιστα καλύτερα από αυτόν». Η πραγματοποίηση αυτών των συγκρίσεων καθιστά την ακρόαση μια δύσκολη και επίπονη διαδικασία καθώς ο ακροατής είναι συνεχώς απασχολημένος με αυτές και χάνει το μεγαλύτερο μέρος της διάλεξης του ομιλητή. Προσπάθεια ταυτοποίησης της ψυχοσύνθεσης του ομιλητή Η αντίδραση αυτή χαρακτηρίζει ακροατές που είναι πάντα δύσπιστοι στα λεγόμενα των ομιλητών και προσπαθούν να διαβάσουν τη σκέψη τους έτσι ώστε να μάθουν αυτό που πραγματικά πιστεύουν. Για να το πράξουν αυτό δεν δίνουν σχεδόν καμιά σημασία στα λόγια των ομιλητών αλλά προσπαθούν να μαντέψουν τις προθέ-

22 σεις τους ανιχνεύοντας διακυμάνσεις στον τόνο και στην ένταση της φωνής ή ψάχνοντας για ανεπαίσθητα μη λεκτικά μηνύματα όπως είναι οι κινήσεις των ματιών ή των χεριών και η στάση του σώματος. Οι ακροατές αυτού του τύπου ισχυρίζονται πως έχουν την ικανότητα να καταλάβουν εάν ο ομιλητής λέει την αλήθεια ή όχι μελετώντας απλά τον τρόπο με τον οποίο ομιλεί και κινείται. Πραγματοποίηση δοκιμών Η αντίδραση αυτή χαρακτηρίζει ακροατές οι οποίοι γνωρίζουν πως θα λάβουν το λόγο μετά από κάποιο χρονικό διάστημα και το μόνο που κάνουν μέχρι την έλευση εκείνης της στιγμής είναι η συνεχής εσωτερική πρόβα και δοκιμή των λεγόμενών τους είτε γιατί δεν κατέχουν καλά το αντικείμενο είτε γιατί νιώθουν αδυναμία και ανασφάλεια. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πάρα πολύ έντονα στις προφορικές εξετάσεις στις οποίες ο μαθητής μέχρι να έρθει η ώρα του να εξεταστεί επαναλαμβάνει συνεχώς το μάθημα από μέσα του και ειδικότερα εάν δεν το έχει κατανοήσει αλλά απλά το έχει απομνημονεύσει. Είναι προφανές πως σε αυτή την περίπτωση ο ακροατής είναι ουσιαστικά απών από τη συζήτηση αφού δεν συμμετέχει καθόλου σε αυτή κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό εάν ερωτηθεί για κάτι στο οποίο προφανώς δεν θα είναι δυνατόν να απαντήσει. Επιλεκτική ακρόαση και φιλτράρισμα μηνυμάτων Η αντίδραση αυτή παρατηρείται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ακροατής εστιάζει επιλεκτικά την προσοχή του σε ορισμένα σημεία της ομιλίας και αγνοεί επιδεκτικά όλα τα υπόλοιπα είτε γιατί δεν τον ενδιαφέρουν είτε γιατί δεν τον συμφέρει να τα ακούσει. Η κατάσταση αυτή συμβαίνει για παράδειγμα όταν κάποιος ζητά από ένα φίλο του να συναντηθούνε έχοντας σκοπό να του ζητήσει κάποια εξυπηρέτηση, όπως για παράδειγμα να του δανείσει κάποιο χρηματικό ποσό. Εάν η αντίδραση του άλλου ατόμου είναι αρνητική, τότε η συζήτηση που ακολουθεί από εκεί και πέρα δεν έχει καμιά σημασία για τον ακροατή ο οποίος προσποιείται πως συμμετέχει σε αυτή, ενώ στην πραγματικότητα δεν τρέφει πλέον για αυτή κανένα ενδιαφέρον. Αυτή η αντίδραση εμφανίζεται επίσης και σε ακροατές οι οποίοι δεν δέχονται την αρνητική κριτική και επομένως λαμβάνουν υπ όψιν μόνο τις θετικές για αυτούς κρίσεις και αξιολογήσεις αγνοώντας όλες τις υπόλοιπες. Αποδοχή ή άρνηση βασισμένη σε προκατάληψη Η θετική ή αρνητική προκατάληψη για κάποιον από τους συνομιλητές μας επηρεάζει με δραματικό τρόπο την έκβαση της ακρόασης. Εάν ο ακροατής τρέφει βαθιά εκτίμηση και σεβασμό για κάποιον από τους ομιλητές τότε σχεδόν πάντοτε αποδέχεται ενδόμυχα όλα όσα λέει, ενώ στην αντίθετη περίπτωση απορρίπτει οτιδήποτε λέγεται από αυτόν. Ένας από τους βασικούς κανόνες της καλής ακρόασης είναι να μην είμαστε εμπαθείς απέναντι στον ομιλητή και να τον κρίνουμε μόνο μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας του. Δυστυχώς όμως, λόγω της ανθρώπινης φύσης, ο κανόνας αυτός ποτέ σχεδόν δεν εφαρμόζεται. Απώλεια εστίασης προσοχής βασισμένη στο συναίσθημα Σε πολλές περιπτώσεις είναι αρκετά συνηθισμένο μια φράση ή ενέργεια του ομιλητή να ξυπνήσει στον ακροατή παλιές αναμνήσεις ευχάριστες ή δυσάρεστες. Στην

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 23 περίπτωση αυτή ο ακροατής εγκαταλείπει τελείως την ομιλία και βυθίζεται μέσα στις σκέψεις του ονειροπολώντας και ταξιδεύοντας στο παρελθόν ενθυμούμενος τα βιώματα που έζησε, ειδικότερα εάν αυτά συσχετίζονται με έντονα συναισθήματα όπως είναι ο έρωτας και η αγάπη. Η γνωστή φράση «που ταξιδεύεις πάλι;» που απευθύνουμε σε κάποιο ακροατή όταν τον βλέπουμε τελείως βυθισμένο στις σκέψεις του, αναφέρεται ακριβώς σε αυτή την περίπτωση. Αναδρομή στο παρελθόν Η αντίδραση αυτή χαρακτηρίζει ακροατές οι οποίοι προσπαθούν να συσχετίσουν οτιδήποτε ακούνε από τον ομιλητή με βιώματα που έζησαν στο παρελθόν και με συναισθήματα που ένιωσαν ή πράξεις που έκαναν. Αν και η αντίδραση αυτή φαίνεται να είναι παρόμοια με την προηγούμενη εν τούτοις είναι εντελώς διαφορετική. Πράγματι, οι ακροατές αυτής της κατηγορίας προσπαθούν εσκεμμένα και καθ όλη τη διάρκεια της συζήτησης να δημιουργήσουν τέτοιου είδους συσχετίσεις με προηγούμενα βιώματά τους, ενώ η αναδρομή στο παρελθόν που παρουσιάσαμε προηγουμένως γίνεται τυχαία και μόνο όταν η φράση του ομιλητή ξυπνήσει στον ακροατή περασμένες αναμνήσεις. Άμεση προσπάθεια εύρεσης λύσης Η αντίδραση αυτή χαρακτηρίζει ακροατές που συμμετέχουν σε συζητήσεις που γίνονται με σκοπό την εύρεση λύσεως για κάποιο πρόβλημα. Στην περίπτωση αυτή ο ακροατής δεν έχει την υπομονή να ακούσει την πλήρη ανάπτυξη του προβλήματος από τον ομιλητή αλλά μετά την ακρόαση των λίγων πρώτων φράσεων «εγκαταλείπει» την ακρόαση και προσπαθεί να βρει άμεσες λύσεις για το υφιστάμενο πρόβλημα. Το πιο πιθανό βέβαια είναι να καταλήξει σε λύσεις που είναι εξωπραγματικές και μη εφαρμόσιμες καθώς είναι σχεδόν σίγουρο πως η «αποχώρηση» από την ακρόαση του στέρησε τη δυνατότητα να συλλέξει και άλλες πληροφορίες ουσιαστικές για το πρόβλημα και τις οποίες δεν έλαβε υπ όψιν κατά τη σχεδίαση της λύσης που προτείνει. Πλήρης άρνηση και απόρριψη Η αντίδραση αυτή χαρακτηρίζει κακόβουλους ακροατές που συμμετέχουν σε μια συζήτηση με αποκλειστικό σκοπό να την παρακωλύσουν είτε ανιδιοτελώς (γιατί απλά τρέφουν αρνητική προκατάληψη για το θέμα) είτε ιδιοτελώς (για να εξυπηρετήσουν δικά τους συμφέροντα ή γιατί έχουν παρακινηθεί από άλλους να το πράξουν έναντι κάποιας αμοιβής). Οι ακροατές αυτού του τύπου αμέσως με την έναρξη της συζήτησης προσπαθούν να οικοδομήσουν επιχειρήματα που να αντικρούουν τα λεγόμενα των έτερων ομιλητών όποια και εάν είναι αυτά αυτή η αντίκρουση των επιχειρημάτων γίνεται πολλές φορές τόσο γρήγορα ώστε οι ομιλητές να αναπτύσσουν το συναίσθημα πως δεν πρόλαβαν καν να εισακουστούν. Με τον τρόπο αυτό ο χρόνος της συνομιλίας αναλώνεται στην αντιπαράθεση ανάμεσα στους ομιλητές χωρίς τελικά να αναλύεται το ζήτημα για το οποίο αυτή προγραμματίστηκε να πραγματοποιηθεί. Ισχυρογνωμοσύνη και αμετάκλητη στάση Η κατάσταση αυτή είναι παρόμοια με την προηγούμενη με τη διαφορά πως τα κίνητρα του ομιλητή δεν είναι κακόβουλα. Απλά, η συμπεριφορά του είναι απόλυτη, πιστεύει πως έχει δίκιο σε όλα όσα λέει, αρνείται την παραμικρή απόκλιση από τις

24 αντιλήψεις του και τα πιστεύω του και προσπαθεί να επιβάλλει σε όλους την άποψή του. Το φαινόμενο αυτό χαρακτηρίζει τις συζητήσεις των πολιτικών στα τηλεοπτικά παράθυρα των δελτίων ειδήσεων οι οποίοι είναι αμετακίνητοι στις απόψεις τους και αρνούνται να υιοθετήσουν οτιδήποτε ακούγεται από την άλλη πλευρά. Με τον τρόπο αυτό βέβαια το μόνο που κάνουν είναι να συμβάλλουν στη διεξαγωγή ατέλειωτων συζητήσεων που δεν προσφέρουν τίποτε ουσιαστικό και απλά αναλώνουν τον τηλεοπτικό χρόνο των καναλιών που ίσως τελικά να είναι και ο λόγος για τον οποίο γίνονται. Προσπάθεια αποπροσανατολισμού του θέματος Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ακροατές οι οποίοι προσπαθούν συνεχώς να αποπροσανατολίσουν τη συζήτηση αλλάζοντας συνέχεια θέμα και δημιουργώντας σύγχυση στους παρευρισκόμενους. Αυτό γίνεται συνήθως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτοί οι ακροατές έρχονται σε δύσκολη θέση είτε γιατί αποκαλύπτεται ο ύποπτος ρόλος τους σε κάποιες δραστηριότητες είτε γιατί έχουν έλθει απροετοίμαστοι στη συζήτηση και δεν μπορούν να απαντήσουν στις ερωτήσεις που τους υποβάλλονται από τους συνομιλητές τους. Πλήρης αποδοχή του λόγου των ομιλητών Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ακροατές οι οποίοι συμφωνούν σε όλα όσα λέγονται από τους ομιλητές απαντώντας με φράσεις του τύπου «ναι», «πολύ σωστά», «συμφωνώ απόλυτα», κ.λ.π. Αυτός ο τρόπος αντίδρασης χαρακτηρίζει ακροατές που είτε δεν έχουν ισχυρή προσωπικότητα για να προβάλουν αντιρρήσεις στους συνομιλητές τους, είτε γιατί θέλουν να γίνουν αρεστοί σε όλους, είτε γιατί απλά έχουν βαρεθεί και θέλουν να τερματίσουν τη συζήτηση συμφωνώντας σε όλα όσα λέει ο ομιλητής έτσι ώστε να τελειώσει γρήγορα. ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΛΗΣ ΑΚΡΟΑΣΗΣ Μετά την παράθεση των εμποδίων που χαρακτηρίζουν τη συμμετοχή ενός προσώπου σε μια ακροαματική διαδικασία ας περιγράψουμε τώρα τους κανόνες και τις τεχνικές που θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε προκειμένου να καταστήσουμε αυτή τη διαδικασία όσο το δυνατόν πιο αποδοτική. Αυτοί οι κανόνες και οι τεχνικές σε γενικές γραμμές είναι οι εξής: Ενεργός συμμετοχή Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η πραγματική ακρόαση απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του ακροατή στη συνομιλία προκειμένου να γίνει πλήρως κατανοητό το περιεχόμενό της. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι ενεργού συμμετοχής οι πιο σημαντικοί από τους οποίους είναι οι εξής: (α) Παράφραση: η παράφραση ορίζεται ως η επαναδιατύπωση μιας πρότασης του ομιλητή από τον ακροατή χρησιμοποιώντας τα δικά του λόγια και το δικό του τρόπο έκφρασης. Η παράφραση συμβάλλει στην κατανόηση και την εμπέδωση του περιεχομένου της συνομιλίας από τον ακροατή αφού τον κρατά συνεχώς απασχολημένο, ενώ παράλληλα ελαττώνει και την πιθανότητα εμφάνισης κάποιων από τα δώδεκα εμπόδια στην ακρόαση που παρουσιάσαμε στην προηγούμενη ενότητα. Συνηθισμένοι τύποι παράφρασης είναι προτάσεις που ξεκινούν με τη φράση «Με άλλα λόγια.» ή

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 25 «Ουσιαστικά εκείνο που εννοείς είναι ότι.», κ.λ.π. Είναι προφανές πως η παράφραση όλων των προτάσεων του ομιλητή είναι κάτι που δεν έχει νόημα και για το λόγο αυτό η διαδικασία αυτή θα περιορίζεται μόνο σε όσα θεωρούμε πως μας ενδιαφέρουν ή είναι σημαντικά για την κατανόηση του περιεχομένου της συνομιλίας. Τα πιο σημαντικά από τα πλεονεκτήματα της παράφρασης είναι τα ακόλουθα: Ο ομιλητής αισθάνεται όμορφα καθώς νιώθει πως τον παρακολουθούν Η παράφραση συμβάλλει στην εκτόνωση κρίσεων της συνομιλίας και στην εξάλειψη των συναισθημάτων του θυμού και του εκνευρισμού όταν αυτά εμφανίζονται. Η παράφραση απομακρύνει κάθε πιθανότητα παρερμηνείας καθώς οι οποίες εσφαλμένες υποθέσεις εμφανίζονται, αίρονται εν τη γεννέση τους. Η παράφραση βοηθά τον ακροατή να θυμάται όσα γενικά έχουν ειπωθεί. Η παράφραση απομακρύνει τον κίνδυνο εμφάνισης ενός ή περισσοτέρων από τα δώδεκα εμπόδια που παρουσιάσαμε στην προηγούμενη ενότητα. (β) Αποσαφήνιση: η αποσαφήνιση πολύ συχνά συμβαδίζει με την παράφραση και συνίσταται στην υποβολή ερωτήσεων προς τον ομιλητή έτσι ώστε να κατανοήσουμε πλήρως τα λεγόμενά του. Η αποσαφήνιση βοηθά τον ακροατή να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στα σημεία που εκείνος θεωρεί σημαντικά ενώ ταυτόχρονα δείχνει στους συνομιλητές του πως πράγματι ενδιαφέρεται για τη συζήτηση που γίνεται έτσι ώστε να τύχει και αυτός της ανάλογης προσοχής. (γ) Ανάδραση: η ανάδραση αποτελεί αναπόσπαστο χαρακτηριστικό της ενεργούς ακρόασης και η επιτυχής πραγματοποίησή της προϋποθέτει την πλήρη κατανόηση του αντικειμένου της συζήτησης από τον ακροατή δια της εφαρμογής των διαδικασιών της παράφρασης και της αποσαφήνισης. Η ανάδραση επιτρέπει στον ακροατή να γνωστοποιήσει τις αντιδράσεις του σχετικά με τα όσα έχει δει ή έχει ακούσει και να διαμοιραστεί με τους συνομιλητές του τις σκέψεις του, τις απόψεις του και τα συναισθήματά του. Τυπική πρόταση που χρησιμοποιείται στα πλαίσια εφαρμογής της ανάδρασης είναι η «Άκουσα με προσοχή τα όσα λες και αναρωτιέμαι αν..». Είναι προφανές πως ενδεχόμενη ανάδραση στα λεγόμενα του ομιλητή δεν παραπέμπει υποχρεωτικά σε επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία τους αλλά στοχεύει στον ενδελεχή σχολιασμό τους προκειμένου να αποκομίσουμε από αυτά το μέγιστο δυνατό όφελος. Ας σημειωθεί πως η ανάδραση είναι ευεργετική και για τον ίδιο τον ομιλητή καθώς του χορηγεί τη δυνατότητα να ελέγξει εάν τα όσα έχουν λεχθεί έχουν γίνει αντιληπτά με το σωστό τρόπο και να προχωρήσει στην άρση των υφιστάμενων παρερμηνειών στην αντίθετη περίπτωση. Υπάρχουν τρεις σημαντικοί κανόνες που υπαγορεύουν τον ορθό τρόπο πραγματοποίησης της ανάδρασης και οι οποίοι χαρακτηρίζουν ως σωστή ανάδραση εκείνη που είναι άμεση, ειλικρινής και ευγενική. Η ανάδραση θα πρέπει να είναι άμεση, δηλαδή να εκδηλώνεται αμέσως μόλις ο ακροατής συλλάβει κάποιο μήνυμα που θεωρεί πως χρίζει σχολιασμού. Αντίθετα εάν η ανάδραση σε αυτό το μήνυμα πραγματοποιηθεί μετά από αρκετά λεπτά ή αρκετές ώρες τότε έχει απολέσει το μεγαλύτερο ποσοστό της αξίας της και ουσιαστικά δεν χρησιμεύει σε τίποτε. Η ανάδραση θα πρέπει να είναι ειλικρινής και ευγενική: η απότομη διακοπή του ομιλητή από τον ακροατή και μάλιστα σε έντονο ύφος είναι κάτι που δεν συνίσταται καθώς συμβάλει στη διακοπή της ροής του λόγου και στην άρση της αυτοσυγκέντρωσης των συνακροατών ενώ δημιουργεί και στον ίδιο τον ομιλητή συναισθήματα άγχους και εκνευρισμού. Τέλος σε περιπτώσεις κατά της οποίες ο λόγος της ανάδρασης είναι η έκφραση της διαφωνίας

26 του ακροατή σε κάτι που λέγεται από τον ομιλητή αυτή θα πρέπει να γίνεται με κόσμιο τρόπο και χωρίς τη χρήση χαρακτηρισμών που προσβάλουν τον ομιλητή και οδηγούν σε μείωση της προσωπικότητάς του. Ακρόαση με κατανόηση Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ακροατής έρχεται σε επαφή με ιδέες και σκέψεις που δεν τον εκφράζουν, δεν είναι υποχρεωτικό να προχωρήσει στην αποδοκιμασία τους και μπορεί απλά να μείνει ανέκφραστος και αμέτοχος στη συζήτηση προσπαθώντας να κατανοήσει τη θέση του συνομιλητή του. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ένας συνομιλητής δεν συμφωνεί στην πραγματικότητα με τα όσα λέει αλλά υποχρεώνεται να το πράξει πιεζόμενος από πρόσωπα ή καταστάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση ενός υπαλλήλου μιας εταιρείας ο οποίος ενώ διαφωνεί με αρκετά από τα όσα συμβαίνουν στο χώρο του, εν τούτοις μπροστά στο διευθυντή του εκθειάζει τις καταστάσεις που στην πραγματικότητα λοιδωρεί φοβούμενος ενδεχόμενη απόλυσή του. Η ακρόαση με κατανόηση παραπέμπει σε ένα διάλογο του ακροατή με τον εαυτό του και με φράσεις του τύπου «διαφωνώ με όσα λέει, αλλά τι να κάνει και αυτός, δεν έχει άλλη επιλογή» και επιτρέπει την αντιμετώπιση με συμπάθεια κάποιου που βρίσκεται σε έντονη συναισθηματική φόρτιση. Ακρόαση με ειλικρίνεια και έλλειψη προκατάληψης Η ειλικρίνεια είναι ένας παράγοντας που θεωρείται αναγκαίος για την επίτευξη καλής ακρόασης: εάν ο ακροατής τρέφει συναισθήματα εμπάθειας ή είναι αρνητικά προκατειλημμένος απέναντι στο συνομιλητή του, θεωρεί εκ των προτέρων πως όλα όσα θα ακούσει από αυτόν είναι εσφαλμένα και τα απορρίπτει χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια να επικοινωνήσει μαζί του. Αν και αυτός ο τρόπος αντίδρασης εκ πρώτης όψεως φαίνεται βολικός καθώς βγάζει τον ακροατή από δύσκολες συναισθηματικές καταστάσεις για παράδειγμα πιθανή έντονη διαφωνία ή ακόμη και καυγά με τον ομιλητή εν τούτοις δύναται να εξελιχθεί σε σημαντικότατο ανασταλτικό παράγοντα καθώς: εάν τελικά η αντίληψη του ακροατή είναι εσφαλμένη αυτός θα είναι ο τελευταίος που θα το μάθει η ενδεχόμενη επιλεκτική ακρόαση μόνο εκείνων που ήδη γνωρίζει και με τα οποία συμφωνεί δεν θα αυξήσει σε τίποτε το βαθμό της γνώσης του για το θέμα που συζητείται. οι συνακροατές του απομακρύνονται από αυτόν καθώς τον χαρακτηρίζουν ως δύστροπο και αντικοινωνικό δεν έχει τη δυνατότητα παραλαβής χρήσιμης και καινούριας πληροφορίας Ας σημειωθεί ωστόσο πως η ακρόαση με ειλικρίνεια είναι κάτι που δύσκολα επιτυγχάνεται στην πράξη καθώς όλοι σχεδόν οι άνθρωποι έχουν βιώσει γεγονότα, καταστάσεις και συναισθήματα για τα οποία ποτέ δεν θέλουν να ακούσουν τίποτε. Αυτό επίσης είναι κάτι που συμβαίνει πάρα πολύ συχνά σε περιπτώσεις άσκησης αρνητικής κριτικής η οποία αν και αρκετές φορές είναι καλοπροαίρετη εν τούτοις δεν γίνεται δεκτή από τον ακροατή για λόγους εγωισμού ή ισχυρογνωμοσύνης.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 27 Ακρόαση με επίγνωση Σε μια ακροαματική διαδικασία, η έννοια της επίγνωσης αναφέρεται στην προσπάθεια σύγκρισης από τον ακροατή όλων όσων ακούει με προσωπικά του βιώματα, εμπειρίες και γνώσεις προκειμένου να αποφανθεί για το βαθμό της ορθότητάς τους. Για παράδειγμα σε μια συζήτηση που διαπραγματεύεται την ανάλυση κάποιου ιστορικού συμβάντος π.χ. την εξέγερση του Πολυτεχνείου ο ακροατής προσπαθεί να ανακαλέσει από τη μνήμη του όλα όσα έχει ακούσει ή βιώσει γύρω από αυτό το θέμα έτσι ώστε να τα συγκρίνει με τα όσα λέγονται και είτε να εκφράσει τη συμφωνία του ή τη διαφωνία του είτε να προσθέσει νέα στοιχεία που δεν έχουν λεχθεί. Αυτή η διαδικασία σύγκρισης δεν περιορίζεται μόνο στα όσα λέγονται αλλά επεκτείνεται και στη συμπεριφορά του ίδιου του ομιλητή. Όπως έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούμενη ενότητα, το περιεχόμενο του λόγου του ομιλητή θα πρέπει να συμβαδίζει με τον ύφος και τον τόνο της φωνής του, τις εκφράσεις του προσώπου του και τις κινήσεις των χεριών του. Αντίθετα, ενδεχόμενη ασυμφωνία του λόγου και του ύφους του ομιλητή σημαίνει πιθανόν πως ο ομιλητής δεν συμφωνεί με όσα λέει αλλά ψεύδεται εσκεμμένα προσπαθώντας να αποπροσανατολίσει τους συνομιλητές του και να καταστρέψει τη συζήτηση. Εφόσον κάποιος ακροατής αντιληφθεί μια τέτοια πρόθεση είναι υποχρεωμένος να το επισημάνει στους συνομιλητές του καθώς στην αντίθετη περίπτωση θα συμβάλλει σε μια προβληματική επικοινωνία έστω και με έμμεσο τρόπο. ΠΑΡΑΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΥΝΗΜΑΤΑ Η παραγλώσσα ορίζεται ως η φωνητική συνιστώσα της ομιλίας που μελετάται ανεξάρτητα από το περιεχόμενου του προφορικού λόγου που μεταφέρεται από το μήνυμα. Συσχετίζεται με μια πληθώρα χαρακτηριστικών που περιλαμβάνουν μεταξύ των άλλων τον τόνο, το συντονισμό, την άρθρωση, την ταχύτητα, την ένταση και το ρυθμό. Αυτά τα χαρακτηριστικά της ομιλίας δύνανται να αποκαλύψουν σε ένα έμπειρο ακροατή το πραγματικό περιεχόμενο που κρύβεται πίσω από τα λεγόμενα του ομιλητή έτσι ώστε να προχωρήσει στην εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τις σκέψεις του, τις προθέσεις του και τα συναισθήματά του. Η εσκεμμένη αλλοίωση του τόνου και του ύφους της φωνής επιτρέπουν τη μετάδοση μηνυμάτων ειδικού τύπου που είναι γνωστά ως μεταμηνύματα και τα οποία προσδίδουν διαφορετική έννοια ή ερμηνεία σε κάποια ρήση. Τα μεταμηνύματα συνήθως μεταφέρουν περιεχόμενο που είτε φοβόμαστε είτε δεν επιθυμούμε να διατυπώσουμε με άμεσο τρόπο και το οποίο ωστόσο γίνεται αντιληπτό από τον ακροατή χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η ακρόαση κάποιας φράσης που διαισθανόμαστε πως κρύβει φόβο, αγωνία ή απειλή. Σε μια πιο αναλυτική περιγραφή, αυτές οι συνιστώσες της παραγλώσσας περιγράφονται από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: Τόνος: ο τόνος της φωνής συσχετίζεται με την τάση των φωνητικών χορδών και επηρεάζεται άμεσα από το συναίσθημα. Έντονα συναισθήματα όπως είναι εκείνα της χαράς, του θυμού και του φόβου αυξάνουν την τάση των φωνητικών χορδών συμβάλλοντας έτσι και στην αύξηση του τόνου της φωνής. Αντίθετα, συναισθήματα όπως η κατάθλιψη, η κούραση και η γαλήνη χαλαρώνουν τους μύες των φωνητικών χορδών και προκαλούν την ελάττωση του τόνου της φωνής. Συντονισμός: το φαινόμενο του συντονισμού είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το σχήμα του στέρνου και των φωνητικών χορδών και καθορίζει το βάθος της φωνής: ένας άνδρας με χονδρές φωνητικές χορδές και μεγάλο στέρνο διαθέτει περιεκτική και βαθιά φωνή σε αντίθεση με μία γυναίκα με λεπτές φωνητικές χορδές και μικρό στέρνο που διαθέτει λεπτή και ρηχή φωνή. Ας σημειωθεί πως τόσο ο τόνος όσο και

28 το βάθος της φωνής είναι παράγοντες που μπορούν να ελεγχθούν και να τροποποιηθούν κατάλληλα μετά από συνεχή εξάσκηση κάτι που χαρακτηρίζει επαγγέλματα όπως είναι αυτό του τραγουδιστή και του δημόσιου ομιλητή. Άρθρωση: το χαρακτηριστικό της άρθρωσης συσχετίζεται με τον τρόπο της ομιλίας όσον αφορά τη διατύπωση των λέξεων και των φράσεων που προφέρονται από τον ομιλητή. Ανάλογα με τη συναισθηματική κατάσταση στην οποία αυτός βρίσκεται, οι λέξεις μιας πρότασης μπορεί να προφέρονται όλες μαζί ή να προφέρονται χωριστά η μία μετά την άλλη δίδοντας έμφαση σε κάποιες από αυτές. Η χρήση της σωστής άρθρωσης είναι καθοριστικός παράγοντας για την επιτυχία της επικοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, σε ένα ήρεμο, οικείο και φιλικό περιβάλλον δεν υπάρχει πρόβλημα εάν οι λέξεις δεν ακούγονται και πολύ καθαρά αφού γενικά γίνονται αντιληπτές από όλους. Αντίθετα σε ένα θορυβώδες και έντονο περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από μεγάλη αναστάτωση και συνωστισμό επιβάλλεται η καθαρή προφορά των λέξεων έτσι ώστε να είναι δυνατή η ακρόασή τους από το κοινό. Ταχύτητα: η ταχύτητα με την οποία προφέρονται οι λέξεις μιας πρότασης είναι αντιπροσωπευτική των συναισθημάτων και της γενικότερης κατάστασης του ομιλητή. Μια εξαιρετικά γρήγορη ομιλία υποδηλώνει υπερδιέγερση και ενθουσιασμό του ομιλητή και μπορεί να χαρακτηρίζεται από μεγάλη εκφραστικότητα και πειθώ. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, η μεγάλη ταχύτητα της ομιλίας πιθανόν να επιφέρει εκνευρισμό σε κάποιους από τους ακροατές οι οποίοι θα διαγνώσουν στον ομιλητή συναισθήματα αδυναμίας και ανασφάλειας. Παρόμοια είναι και η κατάσταση που χαρακτηρίζει την αργή ταχύτητα της ομιλίας: ορισμένοι από τους ακροατές θα τη συσχετίσουν με εκδηλώσεις ειλικρίνειας, ενδιαφέροντος και ευγένειας ενώ κάποιοι άλλοι πιθανόν να την ερμηνεύσουν ως τεμπελιά ή αδιαφορία. Για το λόγο αυτό, στη γενική περίπτωση η ταχύτητα της ομιλίας μας δεν θα πρέπει να είναι ούτε πολύ αργή, ούτε πολύ γρήγορη αλλά να διατηρείται σε μία μέση τιμή αποδεκτή από τον καθένα. Ένταση: η ένταση της φωνής μπορεί να ερμηνευθεί τόσο με θετικό όσο και με αρνητικό τρόπο ανάλογα με τα βιώματα και τις αντιλήψεις των ακροατών. Για ορισμένους ακροατές, υψηλή ένταση φωνής υποδηλώνει ενθουσιασμό και εμπιστοσύνη, ενώ για κάποιους άλλους μπορεί να παραπέμψει σε εκδήλωση επιθετικότητας και σε προσπάθεια επιβολής της άποψης του ομιλητή στο κοινό. Από την άλλη πλευρά, η χαμηλή ένταση φωνής συνήθως παραπέμπει σε εμπιστοσύνη, φροντίδα και κατανόηση. Αυτή η προσέγγιση αφορά τις μέσες τιμές έντασης του φωνητικού σήματος ενώ για εξαιρετικά χαμηλές τιμές που συσχετίζονται με ψίθυρο, το κυρίαρχο συναίσθημα είναι αυτό της οικειότητας όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις που κάποιος μας ψιθυρίζει κάτι εμπιστευτικά στο αυτί λέγοντας μας ταυτόχρονα πως «αυτό θα μείνει μεταξύ μας» αν και μπορεί να αναφέρεται και σε συναισθήματα λύπης, φόβου ή δέους. Ρυθμός: ο ρυθμός της φωνής μας καθορίζει το ποιες από τις λέξεις επιθυμούμε να τονίσουμε μέσα σε μία πρόταση αλλιώς θα αναφωνήσουμε με ευχαρίστηση «Είμαι ευτυχισμένος!» όπου η έμφαση θα δοθεί στη λέξη «ευτυχισμένος» και αλλιώς θα αναρωτηθούμε φωναχτά «Είμαι ευτυχισμένος;» όπου η έμφαση θα δοθεί στη λέξη «είμαι». Ο προσδιορισμός του σωστού ρυθμού μιας έκφρασης είναι καθοριστικός παράγοντας επιτυχίας όσον αφορά την αποκωδικοποίηση του μηνύματος που μεταφέρει και η διάγνωση εσφαλμένου ρυθμού θα οδηγήσει σε εγγυημένη παρερμηνεία του περιεχομένου της. Από την παραπάνω συζήτηση προκύπτει το συμπέρασμα πως η χρήση της παραγλώσσας στην ομιλία μας συμβάλλει στην αύξηση της εκφραστικότητάς μας: ένας ομιλητής που δεν εμπλουτίζει την ομιλία του με τα χαρακτηριστικά που την περιγράφουν, συχνά χαρακτηρίζεται ως μονότονος, βαρετός και κουραστικός. Η τροπο-

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 29 ποίηση των στοιχείων της παραγλώσσας είναι γενικά δυνατή και στηρίζεται στην καταγραφή της φωνής μας με ένα μαγνητόφωνο και στη μεταγενέστερη ακρόασή της συνήθως όχι αμέσως αλλά μετά από 24 ώρες προκειμένου να αποφανθούμε για το εάν ο τόνος, η ταχύτητα, η ένταση και ο ρυθμός της φωνής μας συμβαδίζουν με το περιεχόμενο του μηνύματος. Εάν κατά την εξέταση αυτή εντοπίσουμε μη επιθυμητά στοιχεία μπορούμε να επανεγγράψουμε τη φωνή μας και να πειραματιστούμε ξανά και ξανά μέχρι τελικά να επιτύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. ΜΗ ΛΕΚΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Σε αντίθεση με τη λεκτική επικοινωνία η οποία στηρίζεται στη χρήση λέξεων και φράσεων που μεταδίδονται είτε ως φωνητικό σήμα είτε με τη μορφή γραπτού κειμένου, η μη λεκτική επικοινωνία γνωστή και ως γλώσσα του σώματος στηρίζεται στην εκούσια ή ακούσια μετάδοση μηνυμάτων που εκπορεύονται από το ίδιο το σώμα του ομιλητή δια μέσου διαδικασιών όπως είναι οι κινήσεις των ματιών ή των χεριών του ή ακόμη το βάδισμα και η στάση του. Συστηματικές έρευνες που έχουν γίνει επί του θέματος έχουν αποκαλύψει πως η επίδραση του μηνύματος ενός ομιλητή προς τους ακροατές προέρχεται κατά 55% από τις κινήσεις του σώματός του (κυρίως από τις εκφράσεις του προσώπου του), κατά 38% από τη φωνή του και μόνο κατά 7% από το περιεχόμενο του προφορικού του λόγου. Το συμπέρασμα αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό καθώς αναδεικνύει τη μεγάλη σημασία που έχει η εστίαση της προσοχής του ακροατή στη γλώσσα του σώματος του ομιλητή για την αποκατάσταση σωστής και αποδοτικής επικοινωνίας ανάμεσά τους. Η καθημερινή εμπειρία έχει δείξει πως τα μηνύματα που μεταδίδονται δια της χρήσεως της γλώσσας του σώματος συνήθως είναι πολύ πιο αξιόπιστα σε σχέση με εκείνα που προέρχονται από την ομιλία. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας ομιλητής ψεύδεται εσκεμμένα για κάποιο θέμα. Στην περίπτωση αυτή αν και γενικά καταφέρνει να ελέγξει τον τόνο, το ρυθμό και το ύφος της φωνής του έτσι ώστε να μην προδίδουν πως ο ομιλητής πιστεύει άλλα πράγματα από εκείνα που λέει, στην πράξη ένας έμπειρος ακροατής μπορεί να ανακαλύψει την απάτη παρατηρώντας προσεκτικά τις κινήσεις των ματιών του και τις εκφράσεις του προσώπου του. Ο ακροατής μπορεί να καταλάβει πάρα πολύ εύκολα πως ο συνομιλητής του ψεύδεται, καθώς δεν εντοπίζει συμφωνία ανάμεσα στο μήνυμα που μεταδίδει και σε εκείνο που πηγάζει αυθόρμητα από τη γλώσσα του σώματός του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ασυμφωνίας είναι εκείνο στο οποίο ο συνομιλητής πλησιάζει τον ακροατή με εξαιρετικά μεγάλη οικειότητα και του σφίγγει εγκάρδια το χέρι χαμογελώντας του αλλά αποφεύγοντας να τον κοιτάξει στα μάτια το τελευταίο γεγονός αποκαλύπτει με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο πως όλη αυτή η εγκαρδιότητα και η οικειότητα είναι στην πραγματικότητα προσποιητή. Μιλώντας γενικά, η ταυτοποίηση ασυμφωνίας ανάμεσα στα λεκτικά και στα μη λεκτικά μηνύματα μπορεί να οδηγήσουν σε πολύ αξιόλογες επικοινωνιακές επιδόσεις. Είναι προφανές πως οι κινήσεις του σώματος δεν είναι επίκτητες αλλά κληρονομικές υπό την έννοια πως μεταφέρονται από τη μία γενεά στην επόμενη χωρίς κάποια ιδιαίτερη διαδικασία εκπαίδευσης: τα παιδιά πραγματοποιούν σχεδόν πάντα τις ίδιες κινήσεις με τους γονείς τους με το περιεχόμενο αυτών των κινήσεων να συναρτάται άμεσα από το πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον που χαρακτηρίζει το χώρο καταγωγής του ατόμου. Ωστόσο ακόμα και μέσα στο ίδιο το περιβάλλον είναι δυνατόν να υπάρξουν αποκλίσεις ανάμεσα στις κινήσεις του σώματος και το νόημα που μεταφέρονται από αυτές καθώς εξαρτώνται εκτός των άλλων και από το βιωτικό και μορφωτικό επίπεδο του ατόμου που συνομιλεί.

30 Οι κινήσεις του σώματος εξυπηρετούν πολλούς και διαφορετικούς σκοπούς επικοινωνίας. Εκτός από την αποκάλυψη των συναισθημάτων και την κατάδειξη του τρόπου συμπεριφοράς του ομιλητή, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακόμη και για τη μεταφορά επεξηγήσεων ή αποφάσεων. Για παράδειγμα, η κίνηση του κεφαλιού αρχικά προς τα πάνω και έπειτα προς τα κάτω υποδηλώνει κατάφαση ή επιδοκιμασία, ενώ αντίθετα η κίνηση αρχικά προς τα αριστερά και έπειτα προς τα δεξιά παραπέμπει σε άρνηση ή αποδοκιμασία. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις, ο ομιλητής μπορεί να γίνει περισσότερο επεξηγηματικός σχεδιάζοντας στον αέρα με τα χέρια του σχήματα και εικόνες προκειμένου να περιγράψει με παραστατικό τρόπο αυτό που θέλει να πει. Εκφράσεις του προσώπου Όπως είναι σε όλους μας γνωστό, το πρόσωπο είναι το πιο εκφραστικό μέρος του ανθρώπινου σώματος. Προκειμένου να επαληθεύσουμε στην πράξη αυτόν τον ισχυρισμό, μπορούμε να διαλέξουμε μια φωτογραφία ενός ατόμου σε κάποιο περιοδικό, να αντλήσουμε το σύνολο της διαθέσιμης πληροφορίας που πηγάζει από αυτή και στη συνέχεια να καλύψουμε με ένα χαρτί όλο το σώμα του ατόμου αφήνοντας ακάλυπτο μόνο το πρόσωπό του. Εάν κοιτάξουμε ξανά τη φωτογραφία, θα διαπιστώνουμε πως η πληροφορία που έχει απωλεσθεί είναι ελάχιστη, καθώς το σύνολό της προέρχεται ουσιαστικά μόνο από το πρόσωπο της φωτογραφίας. Πράγματι εάν αφήσουμε ακάλυπτο όλο το υπόλοιπο σώμα καλύπτοντας μόνο το πρόσωπο, θα διαπιστώσουμε πως η πληροφορία που εκπέμπεται είναι πλέον ελάχιστη και στερείται ουσίας και περιεχομένου. Με τον τρόπο αυτό διαπιστώνουμε στην πράξη την εξαιρετική συνεισφορά των εκφράσεων του προσώπου στην αποκατάσταση εποικοδομητικής μη λεκτικής επικοινωνίας. Στο επόμενο στάδιο του πειράματος μπορούμε να περιοριστούμε μόνο στο τμήμα του προσώπου και να αντλήσουμε την πληροφορία που εκπέμπεται καλύπτοντας κάθε φορά και διαφορετικό τμήμα του. Στην περίπτωση αυτή θα διαπιστώσουμε πως άλλα συναισθήματα και πληροφορίες θα προκύψουν από τα μάτια και άλλα από τα χείλη και το στόμα του προσώπου της φωτογραφίας. Αυτές οι δύο περιοχές του προσώπου είναι και εκείνες που προσφέρουν και τις περισσότερες πληροφορίες για τα συναισθήματα του ατόμου που προσπαθούμε να ψυχογραφήσουμε. Σε κάθε περίπτωση, όσο πιο μεγάλο τμήμα του προσώπου είναι καλυμμένο, τόσο μικρότερο είναι και το ποσοστό των πληροφοριών που αντλούμε από αυτό. Τυπική έκφραση του προσώπου που παρατηρούμε σχεδόν πάντα στους συνομιλητές μας είναι η κίνηση του βλέμματος. Ένα χαμηλό βλέμμα συνήθως παραπέμπει σε συνεσταλμένο άτομο ή σε κάποιον που κρύβει κάποιο μυστικό ή αισθάνεται αισθήματα ενοχής για κάτι που έχει πει ή έχει κάνει. Παρόμοια συμπεράσματα μπορούν να προκύψουν εάν το μέτωπο του ατόμου είναι ζαρωμένο ή επίπεδο ή εάν το πηγούνι του είναι τεντωμένο ή πλαδαρό. Σημαντικές πληροφορίες μπορούν επίσης να προκύψουν και από τη μελέτη του χρώματος του προσώπου: ένα κατακόκκινο πρόσωπο παραπέμπει σε άτομο που βρίσκεται σε έξαψη και υπερδιέγερση ή μεταφέρει εντονότατα συναισθήματα όπως είναι το αίσθημα της ντροπής, ενώ ένα χλωμό και ωχρό πρόσωπο πιθανόν να εκφράσει συναισθήματα τρόμου, αγωνίας ή ανασφάλειας

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 31 Νεύματα και χειρονομίες Οι κινήσεις των χεριών αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της μη λεκτικής επικοινωνίας και προσδίδουν στον ομιλητή υψηλό βαθμό εκφραστικότητας. Οι πιο πολλοί από τους ανθρώπους ξύνουν τα χέρια τους σε καταστάσεις σύγχυσης ή απορίας, αγγίζουν τη μύτη τους όταν έχουν αμφιβολίες για κάτι που άκουσαν, τρίβουν τον αυχένα τους όταν νιώθουν θυμό ή απογοήτευση, τραβούν τα αυτιά τους όταν θέλουν να διακόψουν κάποιον, και τρίβουν τα χέρια τους όταν τρέφουν συναισθήματα προσδοκίας για κάποιο πρόσωπο ή κάποια κατάσταση. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις τοποθετούν τα χέρια τους πάνω στα γόνατά τους για να δηλώσουν ετοιμότητα, πάνω στα χείλη τους για να δηλώσουν ανυπομονησία, κρύβουν τα χέρια τους πίσω από την πλάτη τους για να εκφράσουν αυτοέλεγχο και αυτοπεποίθηση ή πίσω από τον αυχένα τους για να εκφράσουν ανωτερότητα και κυριαρχία ή σφίγγουν τις γροθιές τους για να δείξουν θυμό ή συναίσθημα έντασης. Η τάση των χεριών προς τον ακροατή κρύβει συναισθήματα οικειότητας και εγκαρδιότητας ενώ το ανασήκωμα των ώμων υποδηλώνει απροθυμία ή αμφιβολία. Το ίδιο σημαντικές με τις κινήσεις των χεριών είναι και οι κινήσεις των ποδιών οι οποίες μεταφέρουν πληροφορίες διαφορετικού τύπου. Εάν ο ακροατής κάθεται άνετα στην καρέκλα του και με τα πόδια του σταυρωμένα εκφράζει συναισθήματα άνεσης και οικειότητας προς το περιβάλλον του ενώ εάν η στάση του είναι άκαμπτη και τα πόδια του κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο υποδηλώνει συναισθήματα αμηχανίας και ανασφάλειας. Εάν κάθεται ανάποδα στην καρέκλα με τα πόδια του ανοιχτά και ακουμπώντας τα χέρια του πάνω στη ράχη της καρέκλας εκδηλώνει προσπάθεια επιβολής προς το συνομιλητή του, ενώ άκομψη στάση με το πόδι του περασμένο πάνω από το μπράτσο της καρέκλας εκφράζει αγένεια και αδιαφορία. Η επόμενη εικόνα παρουσιάζει ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα εκπομπής μηνυμάτων δια της χρήσεως της γλώσσας του σώματος. Για κάθε μία από τις φωτογραφίες της εικόνας προσπαθήστε να αποκωδικοποιήσετε τη στάση του ατόμου και να ταυτοποιήσετε το μήνυμα που εκπέμπεται από αυτό. Σχήμα 7 Τυπικά παραδείγματα μη λεκτικών μηνυμάτων που εκπέμπονται από τη γλώσσα του σώματος.

32 Στάση και αναπνοή Η εικόνα ενός προσώπου με άτονη και βαριεστημένη στάση παραπέμπει σε συναισθήματα κόπωσης, απογοήτευσης και εξάντλησης ή εκφράζει την επιθυμία του ατόμου να περάσει απαρατήρητο. Για παράδειγμα, ορισμένοι υπερβολικά υψηλοί άνθρωποι προσπαθούν έστω και ασυναίσθητα να χαμηλώσουν το ανάστημά τους κατά το βάδισμά τους έτσι ώστε να μην ξεχωρίζουν τόσο έντονα ανάμεσα στο πλήθος. Από την άλλη πλευρά, όρθια και στητή στάση χαρακτηρίζει άτομα με ισχυρή προσωπικότητα, μεγάλη αυτοπεποίθηση και εύκολη δυνατότητα προσέγγισης από τους συνομιλητές τους. Η κλίση προς τα εμπρός παραπέμπει σε έντονο ενδιαφέρουν ενώ η κλίση προς τα πίσω εκφράζει έλλειψη ενδιαφέροντος και καταδεικνύει αμυντική στάση. Σημαντικός παράγοντας που χαρακτηρίζει τη μετάδοση μη λεκτικών μηνυμάτων είναι και ο ρυθμός της αναπνοής. Αναπνοή που είναι εξαιρετικά γρήγορη παραπέμπει σε συναισθήματα έξαψης και υπερδιέγερσης, φόβου, εκνευρισμού, υπερβολικής χαράς ή αδημονίας. Ανεπαίσθητη αναπνοή με το πάνω μέρος του στέρνου δείχνει άνθρωπο που δεν έχει συναισθήματα ή που δεν τα εξωτερικεύει και τα κρατά για τον εαυτό του. Αντίθετα, έντονη αναπνοή που στέλνει το αέρα βαθιά μέσα στους πνεύμονες παραπέμπει σε άτομο που είναι δραστήριο και εξαιρετικά συναισθηματικό. Τήρηση απόστασης ανάμεσα στους συνομιλητές Η ποσότητα της μη λεκτικής πληροφορίας που ανταλλάσσεται ανάμεσα τους συνομιλητές επηρεάζεται δραστικά από την απόσταση που υφίσταται ανάμεσά τους καθώς επίσης και από τη διευθέτηση του χώρου στον οποίο πραγματοποιείται η συνομιλία. Συστηματικές έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί επί του θέματος από τον ανθρωπολόγο Edward T. Hall τη δεκαετία του 1950 έχουν αναδείξει την ύπαρξη τεσσάρων διαφορετικών ζωνών εντός των οποίων ευρίσκονται οι παρευρισκόμενοι του ατόμου ανάλογα με τη φύση τους και τη σχέση τους μαζί του. Στη διεθνή βιβλιογραφία, αυτές οι τέσσερις ζώνες περιγράφονται από τα ονόματα οικεία ζώνη, προσωπική ζώνη, κοινωνική ζώνη και δημόσια ζώνη. Τα μήκη αυτών των ζωνών και ο τρόπος με τον οποίο ορίζονται γύρω από το χώρο στον οποίο στέκεται ο ομιλητής, παρουσιάζονται στο επόμενο σχήμα. Σχήμα 8: Οι τέσσερις ζώνες της κοινωνικής συνεύρεσης

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 33 Η οικεία ζώνη ορίζει μια απόσταση με μέγιστη τιμή τα 45 εκατοστά από τον ομιλητή και μέσα σε αυτή επιτρέπεται να εισχωρήσουν πολύ οικεία και αγαπητά σε αυτόν πρόσωπα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ατόμων που ευρίσκονται εντός αυτής της ζώνης είναι ένα ζευγάρι ή μια μητέρα που αγκαλιάζει το παιδί της. Αντίθετα, τα άτομα που δεν είναι οικεία ως προς τον ομιλητή νιώθουν προσβεβλημένα ή απειλούμενα όταν οι υφιστάμενες συνθήκες και καταστάσεις τους υποχρεώσουν να εισέλθουν εντός αυτής της ζώνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η μεγάλη συσσώρευση ατόμων στο θάλαμο ενός ανελκυστήρα ο περιορισμένος χώρος του οποίου τους υποχρεώνει να έλθουν πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Στην περίπτωση αυτή αποφεύγουν επιμελώς να αγγίξουν ή να κοιτάξουν τους έτερους παρευρισκόμενους στα μάτια προκειμένου να μην προσβάλουν ή προσβληθούν οι ίδιοι, ενώ εάν αναγκαστούν να το πράξουν ανταποκρίνονται με ένα χαμόγελο που και οι δύο πλευρές γνωρίζουν πως είναι ψεύτικο και προσποιητό. Από την άλλη πλευρά, η προσωπική ζώνη ορίζει μία απόσταση από τα 45 έως τα 120 εκατοστά που θεωρείται επαρκής χώρος για τη συνεύρεση δύο ανθρώπων που συνομιλούν στα πλαίσια μιας εκδήλωσης. Αυτή η απόσταση επιτρέπει στο κάθε πρόσωπο να αγγίξει το συνομιλητή του και να ανταλλάξει μαζί του εμπιστευτικές απόψεις που δεν θα ακουστούν από άλλους. Στις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις η απόσταση δύο ατόμων που ανήκουν στην προσωπική ζώνη είναι ίση με το τυπικό μήκος του ανθρώπινου βραχίονα. Συνεχίζουμε την περιγραφή των τεσσάρων ζωνών της κοινωνικής συνεύρεσης με την κοινωνική ζώνη η απόσταση της οποίας κυμαίνεται από τα 120 εκατοστά έως τα τρεισήμισι περίπου μέτρα. Σε αυτή τη ζώνη βρίσκονται συνομιλητές που συνεργάζονται στα πλαίσια κοινωνικών ή επαγγελματικών υποχρεώσεων καθώς επίσης και τα γραφεία των υπαλλήλων που εργάζονται στον ίδιο χώρο έτσι ώστε να μην συνομιλούν ή να παρεμποδίζουν ο ένας την εργασία του άλλου. Σε παρόμοια απόσταση κάθονται επίσης οι δύο σύζυγοι στο σπίτι για να πάρουν το πρωινό τους, να διαβάσουν το περιοδικό ή την εφημερίδα τους στο σαλόνι ή για να παρακολουθήσουν τηλεόραση. Τέλος, η δημόσια ζώνη ορίζει ένα μήκος από τα τρεισήμισι έως τα έξι περίπου μέτρα που χαρακτηρίζει την απόσταση ανάμεσα σε ένα δάσκαλο από τους μαθητές του στη σχολική αίθουσα ή ανάμεσα σε ένα διευθυντή και στα στελέχη μιας εταιρείας που συνευρίσκονται στα πλαίσια κάποιας προγραμματισμένης συνάντησης. Αυτή η απόσταση μπορεί για λόγους ασφαλείας να είναι ακόμη μεγαλύτερη όταν ο ομιλητής είναι κάποιο πολιτικό πρόσωπο ή ένας διάσημος αθλητής ή καλλιτέχνης. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε στο σημείο αυτό πως τα μεγέθη αυτών των τεσσάρων ζωνών δεν είναι παντού τα ίδια καθώς εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες όπως είναι οι κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες που επικρατούν στις διάφορες χώρες αυτή η διαφοροποίηση αρκετές φορές δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή και δύναται να αποτελέσει πηγή παρερμηνειών συμπεριφοράς και παρεξηγήσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Από την άλλη πλευρά, η ευκολία με την οποία κάποιος άνθρωπος εισέρχεται σε κάποια από τις ζώνες κάποιου άλλου ανθρώπου εξαρτάται και από προσωπικούς παράγοντες όπως είναι για παράδειγμα το φύλο του. Μια γυναίκα θα εισέλθει πιο εύκολα στη ζώνη κάποιου άνδρα παρά κάποιας άλλης γυναίκας καθώς η έλξη που υφίσταται ανάμεσα στα δύο φύλα θα ασκήσει καταλυτικό ρόλο. Εάν όμως λάβει χώρα η είσοδος ενός άνδρα στη ζώνη κάποιας γυναίκας αυτό πιθανόν να ερμηνευθεί από την πλευρά της ως απόπειρα σεξουαλικής παρενόχλησης ή μείωσης της προσωπικότητάς της. Το ίδιο συναίσθημα πηγάζει και από την είσοδο ενός κακού εργοδότη στην οικεία ή προσωπική ζώνη κάποιου εργαζόμενου σε μια εκδήλωση επίδειξης της εξουσίας που νομίζει πως ασκεί επί αυτού.

34 Υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις κατά τις οποίες η είσοδος κάποιου ατόμου στην οικεία ζώνη κάποιου άλλου να είναι αναγκαία διότι κάτι τέτοιο επιβάλλεται από τις συνθήκες και τις περιστάσεις. Στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος δεν αντιμετωπίζεται ως έμβιο ον που φέρει συναισθήματα και βιώματα παρά ως ένα απλό αντικείμενο. Θετικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η εισαγωγή ενός ιατρού στην οικεία ζώνη ενός ασθενούς προκειμένου να τον εξετάσει και η διεξαγωγή συζητήσεων με το νοσηλευτικό προσωπικό σχετικά με την αγωγή που θα του χορηγηθεί αδιαφορώντας παντελώς για τη φυσική παρουσία του ασθενούς. Αρνητικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η ανταλλαγή ανεκδότων ρατσιστικού περιεχομένου μπροστά σε πρόσωπα που κατάγονται από χώρες του Τρίτου Κόσμου ή σεξουαλικού περιεχομένου παρουσία γυναικών που πιθανόν να είναι εντελώς άγνωστες. Αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης χαρακτηρίζει επίσης και την κατάσταση κατά την οποία κάποιος κοιτάζει επίμονα και προκλητικά κάποιον άλλο αδιαφορώντας για την αντίδρασή του ή αγνοεί επιδεκτικά κάποιο συνομιλητή του παρά το γεγονός πως ο τελευταίος συμμετέχει στη συζήτηση με ενεργό και ουσιαστικό τρόπο. Σύγκριση λεκτικής και μη λεκτικής επικοινωνίας Από τα όσα αναφέρθηκαν στις προηγούμενες ενότητες είναι προφανές πως η μη λεκτική επικοινωνία χρησιμοποιείται μαζί με τη λεκτική προκειμένου να συμβάλλει στη μετάδοση μηνυμάτων και πληροφοριών που δεν μεταδίδονται από την τελευταία. Ωστόσο δεν μπορεί να την υποκαταστήσει πλήρως καθώς είναι γενικά αδύνατο για κάποιον άνθρωπο να εκφράσει το σύνολο των όσων θέλει να μεταδώσει χρησιμοποιώντας μόνο τις κινήσεις των χεριών και των ματιών και γενικότερα τη γλώσσα του σώματος. Εξαίρεση αποτελεί η νοηματική γλώσσα των κωφαλάλων η οποία όμως ας σημειωθεί πως μεταφέρει μηνύματα με εντελώς συγκεκριμένο τρόπο και επομένως η χρήση της απαιτεί και την κατάλληλη εκπαίδευση του χρήστη. Η μη λεκτική επικοινωνία είναι πιο άμεση από τη λεκτική υπό την έννοια πως ένα νεύμα ή μια κίνηση του χεριού μπορεί να μεταφέρει πολύ πιο γρήγορα κάποιο μήνυμα σε σχέση με την προφορική διατύπωσή του. Από την άλλη πλευρά ωστόσο παρουσιάζει πολύ μεγαλύτερη ασάφεια σε σχέση με τη λεκτική: ένα νεύμα ή κίνηση του ματιού ή του χεριού μπορεί να ερμηνευθεί με εσφαλμένο τρόπο κάτι που σαφώς δεν συμβαίνει στη λεκτική επικοινωνία όπου ο ακροατής καταλαβαίνει το σύνολο των όσων λέγονται από τον ομιλητή εκτός βέβαια αν δεν γνωρίζει τόσο καλά τη φυσική γλώσσα που χρησιμοποιείται ή δεν αντιλαμβάνεται το νόημα κάποιας λέξης.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 35 ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ Η συνεργατική δραστηριότητα ασκεί καταλυτικό αλλά και ανασταλτικό ρόλο στο βαθμό επιτυχίας της διαδικασίας εκτέλεσης κάποιου έργου. Η οργάνωση του ανθρώπινου δυναμικού σε ομάδες και η ανάθεση συγκεκριμένου έργου σε κάθε μία από αυτές δύνανται να συμβάλλουν στην επιτάχυνση της διαδικασίας ολοκλήρωσης του έργου αλλά και να οδηγήσουν σε καταστροφικά αποτελέσματα εάν η κατανομή του προσωπικού σε ομάδες και η ανάθεση έργου σε αυτές δεν γίνει με το σωστό τρόπο. Αν και το κάθε ένα από τα μέλη της ομάδας έχει τη δική του απόλυτα επιτυχημένη προσωπική ζωή και συνυπάρχει αρμονικά με τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας του καθώς και με εκείνα που ανήκουν στο οικείο του περιβάλλον, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά στον επαγγελματικό χώρο όπου η διαφορετικότητα αντιλήψεων και τεχνικών όσον αφορά το στρατηγικό σχέδιο δράσης και ανάπτυξης μιας εταιρείας μπορεί να οδηγήσει σε αδιέξοδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης αναφέρθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο όπου είδαμε πως η διεξαγωγή συζητήσεων ανάμεσα σε άτομα με εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις είναι μια ανούσια διαδικασία που δεν οδηγεί πουθενά. Ας σημειωθεί πως αυτό είναι κάτι που δεν αφορά μόνο τον επαγγελματικό χώρο, αλλά δύναται να επεκταθεί σε οποιαδήποτε μορφή συνεργασίας υφίσταται ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα άτομα, όπως είναι για παράδειγμα η εκπόνηση μιας κοινής γραπτής εργασίας από μια ομάδα τριών μαθητών. Είναι προφανές πως η κατάσταση αυτή περιγράφει συνεργασία ατόμων που έχουν την ίδια εξουσία ή είναι ισότιμα μεταξύ τους ενώ δεν εμφανίζεται σε περιπτώσεις στις οποίες η σχέση ανάμεσα στα μέλη της ομάδας είναι σχέση προϊστάμενου υφιστάμενου: στην τελευταία περίπτωση ο υφιστάμενος θα εκτελέσει τις εντολές και τις οδηγίες που έλαβε από τον προϊστάμενο επειδή απλά είναι υποχρεωμένος να το πράξει. Η εμφάνιση διαφωνιών και προβλημάτων συνεργασίας ανάμεσα στα μέλη μιας ομάδας εμφανίζεται μόνο στις ομάδες που συγκροτούνται με στόχο την επίλυση κάποιου προβλήματος ή την υλοποίηση κάποιου έργου και δεν εμφανίζεται σε ομάδες ατόμων η συνεύρεση των οποίων στοχεύει στην ενημέρωση ή απλά στη διασκέδασή τους όπως είναι το ακροαματικό κοινό μιας διάλεξης ή μια φιλική παρέα που πραγματοποιεί κάποια εκδρομή. Τα μέλη αυτών των ομάδων δεν έχουν κάποια αντικρουόμενα συμφέροντα η προσβολή των οποίων θα οδηγήσει στην εμφάνιση διαφωνιών. Τέτοιες διαφωνίες θα εμφανιστούν για παράδειγμα σε γενικές συνελεύσεις των ενοίκων μιας πολυκατοικίας όπου η πρόταση καταβολής χρημάτων για τη θέρμανση με κριτήριο το εμβαδόν του κάθε διαμερίσματος θα εγείρει διαφωνίες από τους ενοίκους που έχουν πολύ μεγάλα διαμερίσματα καθώς αυτοί θα κληθούν να πληρώσουν τα περισσότερα χρήματα. Παρόμοιες διαφωνίες θα εμφανιστούν και κατά τη διάρκεια της συνέλευσης του συλλόγου καθηγητών ενός σχολείου με στόχο την κατανομή των ωρών διδασκαλίας και την κατάρτιση του ωρολογίου προγράμματος από εκείνους τους εκπαιδευτικούς που θα πάρουν πολλές πρωινές ώρες. Ο λόγος της διαφωνίας και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις είναι ο ίδιος: το συμφέρον του προσώπου που διαφωνεί είναι αντικρουόμενο με το κοινό συμφέρον, δηλαδή με εκείνο που εξυπηρετεί και διευκολύνει την ομάδα στο σύνολό της. Στην πρώτη περίπτωση, η κατανομή των κοινοχρήστων της θέρμανσης ανάλογα με το εμβαδόν του κάθε διαμερίσματος είναι η πιο δίκαιη και αντικειμενική λύση. Ωστόσο ορισμένοι ένοικοι θίγονται από αυτή τη λύση και για το λόγο αυτό εκφέρουν τη διαφωνία τους και εκφράζουν την αντίθεσή τους. Παρόμοια είναι και η κατάσταση με το ωρολόγιο πρόγραμμα όπου ενώ έχει βρεθεί μια λύση που γενικά εξυπηρετεί το σύλλογο των καθηγητών στο σύνολό της, εν τούτοις υπάρχουν κάποιοι εκπαιδευτικοί που διαφωνούν καθώς θίγονται από αυτή.

36 Από την παραπάνω συζήτηση προκύπτει το συμπέρασμα πως οι διαφωνίες που εκφέρονται στα πλαίσια της συνεργασίας των μελών μιας ομάδας αφορούν μόνο ομάδες που δημιουργούνται για να επιλύσουν κάποιο πρόβλημα ή να υλοποιήσουν κάποιο έργο και διατυπώνονται μόνο από μέλη που τοποθετούν το δικό τους προσωπικό συμφέρον υπεράνω του κοινού συμφέροντος που εξυπηρετεί την ομάδα, στο σύνολό της. Η αναγκαιότητα της ομαδικής εργασίας Αν και ο κάθε άνθρωπος χαρακτηρίζεται από τις δικές του ιδέες και απόψεις, το δικό του τρόπο σκέψης και δράσης και τους δικούς του ρυθμούς εργασίας, στην πράξη, η συνεργατική δραστηριότητα, δηλαδή η ομαδοποίηση των εργαζόμενων σε ομάδες και η ανάθεση σε αυτούς συγκεκριμένου έργου, έχει αποδειχθεί πως είναι πιο αποτελεσματική, εφόσον βέβαια πραγματοποιηθεί με το σωστό τρόπο. Η εργασία σε μια ομάδα μπορεί να δώσει στο κάθε άτομο ευκαιρίες που πιθανόν να μην έχει όταν εργάζεται μόνο του ενώ ταυτόχρονα έχει τη δυνατότητα να αλληλεπιδράσει με άλλα άτομα αποκομίζοντας γνώσεις και εμπειρίες και ανταλλάσσοντας απόψεις και επιχειρήματα. Μιλώντας γενικά, τα πλεονεκτήματα που ανακύπτουν από την προσέγγιση της ομαδικής εργασίας, σε γενικές γραμμές είναι τα ακόλουθα: εφ όσον ο εργαζόμενος συναντήσει κάποιο πρόβλημα λόγω έλλειψης γνώσεως ή εμπειρίας μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια κάποιου από τα άλλα μέλη της ομάδας. ο υγιής ανταγωνισμός και η αίσθηση ευθύνης επιδρούν καταλυτικά και συμβάλλουν στην αύξηση της αποδοτικότητας της ομάδας. η ομαδική εργασία επιτρέπει τη διάσπαση ενός σύνθετου προβλήματος σε πολλά απλά προβλήματα ανεξάρτητα μεταξύ τους και την ανάθεση του κάθε στοιχειώδους προβλήματος σε έναν ή περισσότερους εργαζόμενους. η ανταλλαγή απόψεων ανάμεσα στα μέλη της ομάδας αυξάνει τη γνώση και την εμπειρία του κάθε ατόμου ξεχωριστά και συμβάλλει καταλυτικά στην ταυτοποίηση της βέλτιστης λύσης για το πρόβλημα που διαπραγματευόμαστε. Τα παραπάνω πλεονεκτήματα χαρακτηρίζουν την εφαρμογή της ομαδικής εργασίας στη γενική περίπτωση επίλυσης προβλημάτων ή υλοποίησης έργων, ενώ από εκεί και πέρα και ανάλογα με τη φύση του προβλήματος μπορούμε να εντοπίσουμε και άλλα πλεονεκτήματα που έχουν να κάνουν με τον επιμέρους χαρακτήρα του προβλήματος προς επίλυση. Η χρήση πολλών ατόμων σε μια ομάδα επιτρέπει επίσης τη λήψη αντικειμενικών αποφάσεων αφού ακούγονται περισσότερες γνώμες και διασφαλίζει σε αρκετά μεγάλο βαθμό την επιτυχή έκβαση του έργου. Θεωρώντας την περίπτωση μιας εταιρείας πληροφορικής που δραστηριοποιείται στο χώρο της ανάπτυξης εφαρμογών, η επιτυχής συνεργασία των μελών της ομάδας δύναται να συμβάλλει στον καθορισμό παραγόντων που συσχετίζονται με τη φύση του προϊόντος που θα αναπτυχθεί, τα κριτήρια που θα χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγησή του, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου κα τις μεθοδολογίες που θα χρησιμοποιηθούν για την ανάλυση και το σχεδιασμό του στα ζητήματα αυτά θα αναφερθούμε σε επόμενες ενότητες. Αντίθετα, η συνεύρεση των μελών της επικοινωνιακής ομάδας κάποιου υποψήφιου βουλευτή θα επικεντρωθεί σε θέματα που αφορούν το περιεχόμενο των λόγων που θα εκφωνήσει στις προεκλογικές συγκεντρώσεις, τον κατάλογο των προσώπων με τα οποία θα συναντηθεί και το λειτουργικό κόστος της προεκλογικής εκστρατείας. Εξίσου σημαντικά με τα παραπάνω ερωτήματα είναι και εκείνα που αναφέρονται στον τρόπο κατανομής του φόρτου εργασίας στα μέλη της ομάδας, στην

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 37 ανάμειξη ή όχι των ρόλων μέσα στην ομάδα και στη γενικότερη διαδικασία διαχείρισης της ομάδας από το κατάλληλο σε κάθε περίπτωση πρόσωπο. Ο ρόλος του συντονιστή της ομάδας Από τη συζήτηση που πραγματοποιήσαμε σε προηγούμενη ενότητα είναι προφανές πως ένα πρόσωπο που διαπιστώνει σύγκρουση του προσωπικού του συμφέροντος με το κοινό ομαδικό συμφέρον αντιδρά στη λύση που προτείνεται εκδηλώνοντας συναισθήματα θυμού, εκνευρισμού και αγανάκτησης. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πολλές συζητήσεις και συνεργασίες ανάμεσα σε πρόσωπα οδηγούν σε μακρόχρονες συζητήσεις που διεξάγονται μέσα σε κλίμα διαξιφισμών, έντασης και φιλονικίας. Από την άλλη πλευρά, ακόμη και εάν το κλίμα της συνεργασίας είναι εξαιρετικό, η συνομιλία ανάμεσα στα πρόσωπα δεν είναι ελεύθερη και ανοργάνωτη όπως συμβαίνει σε μία φιλική παρέα όπου ο κάθε ένας μπορεί να πάρει το λόγο όταν θέλει και να μιλήσει για οτιδήποτε επιθυμεί εκφράζοντας σκέψεις, ιδέες και συναισθήματα. Για παράδειγμα, σε μια σύσκεψη που λαμβάνει χώρα στα πλαίσια του καθορισμού της διαφημιστικής εκστρατείας μιας εταιρείας, το αντικείμενο της συζήτησης είναι εντελώς συγκεκριμένο ενώ ο τρόπος με τον οποίο ομιλούν οι παρευρισκόμενοι ο ένας μετά τον άλλο, υπαγορεύεται από κάποιο πρωτόκολλο, παρόμοιο με εκείνο που χαρακτηρίζει τη λειτουργία της αίθουσας του κοινοβουλίου ή ενός δικαστηρίου: ο κάθε ομιλητής θα μιλήσει σε εντελώς καθορισμένο χρόνο, για συγκεκριμένη σε αρκετές περιπτώσεις χρονική διάρκεια και θα εκφέρει την άποψή του με αντικειμενικότητα και χωρίς συναισθηματισμούς δεχόμενος παράλληλα να ακούσει και την αντίθετη άποψη εφ όσον αυτή υφίσταται. Η τήρηση όλων αυτών των κανόνων δεν είναι προφανής και αυτονόητη. Για το λόγο αυτό κάποιο από τα μέλη της ομάδας που είτε εκλέγεται από τα υπόλοιπα μέλη είτε επιλέγεται με κριτήριο την ηλικία του ή την εμπειρία του αναλαμβάνει το συντονισμό της διαδικασίας, την απρόσκοπτη ολοκλήρωσή της και τη διασφάλιση της αγαστής συνεργασίας ανάμεσα στα μέλη της ομάδας. Μιλώντας γενικά, ο ρόλος του συντονιστή που πολλές φορές νοείται και ως ο ηγήτορας της ομάδας, μπορεί ανάλογα με τις περιστάσεις να είναι κάποιος ή κάποιοι από τους ακόλουθους: εκτελεστικός, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα καθήκοντά του περιλαμβάνουν την οριοθέτηση των κανόνων συμμετοχής στην ομάδα, τον καθορισμό των θεμάτων προς συζήτηση και των προβλημάτων προς επίλυση και τον προσδιορισμό του τόπου και του χρόνου της συνάντησης. Τυπικό παράδειγμα συντονιστή που ασκεί εκτελεστικό ρόλο είναι ο διαχειριστής μιας πολυκατοικίας. σχεδιαστικός, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η σχεδίαση του τρόπου της συνεργασίας και των γενικότερων παραμέτρων διεξαγωγής της εμπίπτει στις δικές του αρμοδιότητες. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτει ο προϊστάμενος ενός τμήματος κάποιας εταιρείας. συμβουλευτικός, εφόσον δίνει λύσεις και απαντήσεις στα προβλήματα και στα ερωτήματα που ανακύπτουν κατά τη συνεργασία της ομάδας στηριζόμενος σε προηγούμενα βιώματα και εμπειρίες. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτει ο δάσκαλος της σχολικής τάξης ή ο προπονητής κάποιας αθλητικής ομάδας. αντιπροσωπευτικός, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες εκπροσωπεί την ομάδα του σε συναντήσεις και σε συνεργασίες μεγαλύτερης κλίμακας. Στην κατηγορία αυτή ανήκει ο διευθυντής του σχολείου που εκπροσωπεί το σχολείο του σε μια συνάντηση διευθυντών στο χώρο της οικείας Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. ελεγκτικός σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ορίζει τη σύνθεση της ομάδας προσθέτοντας ή απομακρύνοντας μέλη και προχωρώντας σε προαγωγές ή υποβιβασμούς

38 των μελών στην υφιστάμενη ιεραρχία. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτει ο Πρωθυπουργός της χώρας ο οποίος αποφασίζει για τη σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου και προχωρεί σε περιοδικούς ανασχηματισμούς με τα μέλη της τρέχουσας σύνθεσης να παραμένουν, να προάγονται, να απομακρύνονται ή να υποβιβάζονται ανάλογα με το βαθμό επιτυχίας τους στο κυβερνητικό θώκο. καθοδηγητικός, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες προχωρεί στην απονομή επαίνων ή στην επιβολή κυρώσεων και στη θετική ή αρνητική αξιολόγηση των επιδόσεων των μελών της ομάδας. Στην κατηγορία αυτή ανήκει ο εκπαιδευτικός μιας σχολικής τάξης. διαιτητικός, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες επιλύει διαφωνίες ανάμεσα στα μέλη της ομάδας. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτει το επάγγελμα του δικαστικού λειτουργού και του διαιτητή μιας ποδοσφαιρικής αναμέτρησης. υποδειγματικός, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες γίνεται ο ίδιος με τη στάση του και τη γενικότερη εικόνα του παράδειγμα προς μίμηση για τα άλλα μέλη της ομάδας. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν άνθρωποι οποιασδήποτε ειδικότητας οι οποίοι έχουν καταξιωθεί και θεωρούνται αυθεντίες στο χώρο τους. συμβολικός και ιδεολογικός, εφόσον αποτελεί ζωντανό σύμβολο υλοποίησης και εφαρμογής ιδεών που είτε έχουν δημιουργηθεί από τον ίδιο είτε έχουν κληροδοτηθεί σε αυτόν από τον προκάτοχό του. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ηγέτες ιδεολογικών ή θρησκευτικών κινημάτων. πατρικός, εφόσον ο ρόλος του δεν περιορίζεται μόνο στον έλεγχο των μελών της ομάδας αλλά επεκτείνεται στην προστασία τους και στην καθοδήγησή τους. Στην κατηγορία αυτή ανήκει το λειτούργημα του ιερέα. Ένας δεύτερος τρόπος χαρακτηρισμού του συντονιστή μιας ομάδας συσχετίζεται με την επίδραση και την εξουσία που ασκεί επί των μελών της και με το είδος και τη φύση των πρωτοβουλιών που τους επιτρέπει να λάβουν. Υπό αυτή την έννοια, ένας συντονιστής μπορεί να είναι: απολυταρχικός, όταν βρίσκεται στην κορυφή της ομάδας, έχει την απόλυτη εξουσία επί των μελών της και το μόνο που κάνει είναι να απευθύνει διαταγές τις οποίες τα μέλη είναι υποχρεωμένα να πραγματοποιήσουν. Αυτός ο τύπος συντονιστή περιγράφει το διοικητή μιας στρατιωτικής μονάδας. δημοκρατικός, όταν δέχεται προτάσεις και υποδείξεις από τα μέλη της ομάδας, συμμετέχει σε συζητήσεις ανταλλαγής απόψεων και λαμβάνει αποφάσεις μέσα από διαδικασίες ψηφοφορίας. Αυτός ο τύπος συντονιστή περιγράφει το διαχειριστή μιας πολυκατοικίας. αφανής, όταν η θέση του μέσα στην ομάδα δεν είναι σαφής και ξεκάθαρη, η ομάδα λειτουργεί ουσιαστικά χωρίς συντονιστή ο οποίος πιθανόν να μην έχει καν το δικαίωμα άσκησης αρνησικυρίας (βέτο). Αυτή η περίπτωση αναφέρεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ρόλος του συντονιστή είναι ουσιαστικά ανύπαρκτος είτε γιατί δεν είναι αναγκαίος είτε γιατί οι συνθήκες και οι περιστάσεις δεν του επιτρέπουν να ασκήσει τα καθήκοντά του με το σωστό τρόπο. Μετά την περιγραφή του ρόλου και του τύπου του συντονιστή μιας ομάδας ας δούμε τώρα ποια είναι τα πιο σημαντικά από τα καθήκοντα που αναλαμβάνει να επιτελέσει στα πλαίσια της λειτουργίας της ομάδας και τα οποία παρουσιάζονται στις επόμενες παραγράφους: 1) Να δηλώνει στα μέλη της ομάδας το σκοπό της δημιουργίας της: το καθήκον αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί αν τα μέλη μιας ομάδας δεν γνωρίζουν επ ακριβώς το λόγο για τον οποίο αυτή δημιουργήθηκε, μπορούν κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους να αναλωθούν σε άσκοπες και ανούσιες συζητήσεις και τελικά να βγουν εκτός θέματος. Η διατύπωση του σκοπού δημιουργίας της ομάδας γίνεται με φράσεις

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 39 του τύπου «Μαζευτήκαμε εδώ σήμερα για να..» ή «Ο στόχος της σημερινής συνάντησης είναι...». Ας σημειωθεί η δήλωση του λόγου σύγκλισης της ομάδας δεν θα πρέπει να γίνεται μόνο κατά την έναρξη της συνεργασίας αλλά και κατά τη διάρκειά της εφόσον ο συντονιστής βλέπει πως η συζήτηση που λαμβάνει χώρα έχει απομακρυνθεί από το στόχο για τον οποίο πραγματοποιείται. 2) Να δίνει στους παρευρισκόμενους ερεθίσματα για συμμετοχή: σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η σύνθεση της ομάδας περιέχει πολύ λίγους εισηγητές και πάρα πολλούς ακροατές, η επιτυχής λειτουργία της στηρίζεται στην παρότρυνση των μελών της ομάδας να ανταποκριθούν στη συζήτηση εκφέροντας τις δικές τους απόψεις και σχόλια για τα όσα λέγονται. Ένας από τους πιο απλούς τρόπους για να γίνει κάτι τέτοιο είναι ο περιορισμός της συζήτησης από το συντονιστή στο πιο προσιτό και εύκολο τμήμα του προβλήματος προς επίλυση και η προτροπή των ακροατών να εκφέρουν τη γνώμη τους σχετικά με οτιδήποτε συσχετίζεται με αυτό το τμήμα με άμεσο ή έμμεσο τρόπο. Στο στάδιο αυτό δεν ασκείται κριτική και αξιολόγηση των όσων λέγονται και το μόνο που γίνεται είναι η συλλογή μεγάλης ποσότητας πληροφορίας η οποία και καταγράφεται για περαιτέρω επεξεργασία. Στο επόμενο βήμα της διαδικασίας αυτή η πληροφορία αξιολογείται ποιοτικά και επιλέγεται εκείνη που θεωρείται πιο ουσιαστική για τη λύση του προβλήματος. Εάν η συμπεριφορά των μελών της ομάδας χαρακτηρίζεται από μεγάλη απειθαρχία όπως συμβαίνει για παράδειγμα σε πολυπληθείς τάξεις μαθητών μικρής ηλικίας η παραπάνω διαδικασία μπορεί να εφαρμοσθεί δύο ή περισσότερες φορές έτσι ώστε να σχηματιστεί ένα αρκετά μεγάλο πλήθος από ενδιαφέρουσες και ξένες μεταξύ τους προτάσεις. Ο συντονιστής θα πρέπει να καταγράψει όλες αυτές τις προτάσεις και στη συνέχεια να ζητήσει από τα μέλη της ομάδας να τις αξιολογήσουν μία προς μία, απορρίπτοντας εκείνες που είναι ανεφάρμοστες και τροποποιώντας ενδεχομένως κάποιες άλλες έτσι ώστε να γίνουν ρεαλιστικές και πρακτικά εφαρμόσιμες. Μια εναλλακτική προσέγγιση που μπορεί να εφαρμοσθεί, είναι η επεξεργασία της κάθε πρότασης ξεχωριστά κατά τη στιγμή της υποβολής της. Με τον τρόπο αυτό η εμπειρία των μελών αυξάνεται σταδιακά και όταν οι αντιδράσεις ή οι εκφράσεις κάποιων από αυτούς δώσει στο συντονιστή τη εντύπωση πως έχει καταλάβει το νόημα της συζήτησης, απευθύνεται προσωπικά σε αυτόν με ερωτήσεις της μορφής «Λοιπόν, τι λες για όλα αυτά;» Μετά την απάντηση που θα λάβει από το μέλος που έχει ερωτηθεί, αυτή σχολιάζεται από όλα τα μέλη της ομάδας, διαδικασία που οδηγεί τελικά σε ένα θετικό και εποικοδομητικό κλίμα επικοινωνίας. Εάν κατά την εφαρμογή της παραπάνω διαδικασίας διαπιστωθεί πως κάποια μέλη έχουν αντίθετη γνώμη από τα όσα λέγονται κάτι που φαίνεται από τις κινήσεις των χεριών τους ή τις εκφράσεις του προσώπου τους αυτά δεν θα πρέπει να απομονωθούν από τη συζήτηση αλλά απεναντίας να γίνουν το επίκεντρο της συζήτησης, προτρέποντάς τους να εκφέρουν τη γνώμη τους ενώπιον της ομάδας. Στο επόμενο βήμα της διαδικασίας η ομάδα αναλύει τη γνώμη αυτών των μελών και στο τέλος της συζήτησης γίνεται ανασκόπηση των όσων έχουν λεχθεί και επανάληψη των κύριων σημείων της. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συζήτηση αφορά τη χάραξη κάποιας πολιτικής για κάποιο θέμα για παράδειγμα, τη διαφημιστική εκστρατεία μιας εταιρείας είναι πολύ πιθανή η διεξαγωγή ψηφοφορίας στην οποία τα μέλη της ομάδας θα συμμετάσχουν με θετική ή αρνητική ψήφο ανάλογα με τη γνώμη που έχουν σχηματίσει για το θέμα. Τέλος, εάν η συζήτηση δεν καταλήξει σε κανένα συμπέρασμα θα πρέπει να επαναληφθεί εκ νέου σε ημερομηνία και ώρα που θα καθοριστεί από κοινού από τα μέλη της ομάδας.

40 3) Διατήρηση τάξης: σε μια συζήτηση που πραγματοποιείται ανάμεσα σε πολλά άτομα, η εμφάνιση διαφωνιών και διενέξεων είναι προφανώς αναπόφευκτη και μπορεί να εμφανιστεί ακόμη και στις πιο αποδοτικές και αρμονικά συνεργαζόμενες ομάδες. Η ταυτοποίηση αυτών των διαφωνιών και η επαρκής αντιμετώπισή τους αποτελεί ένα από τα καθήκοντα του συντονιστή της ομάδας. Η πιο κλασσική περίπτωση ομάδας η λειτουργία της οποίας χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση των παραπάνω διενέξεων είναι εκείνη στην οποία υπάρχουν πολλοί εισηγητές οι οποίοι θέλουν όλοι να ακουστούν χωρίς όμως στην πραγματικότητα να επιθυμεί κανείς να τους ακούσει. Αυτό ασφαλώς είναι κάτι αρκετά συνηθισμένο, το πρόβλημα όμως δημιουργείται όταν αυτές οι διενέξεις προκαλούν τον αποπροσανατολισμό της συζήτησης και την απομάκρυνσή της από τη λύση του προβλήματος. Εκείνο που γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η διατύπωση και η εφαρμογή κανόνων που να αποτρέπουν, για παράδειγμα, σε κάποιον να πάρει το λόγο χωρίς να τον ζητήσει, να απαγορεύουν την απότομη διακοπή του λόγου του ομιλητή και να επιβάλλουν τη λήψη αποφάσεων μέσα από ψηφοφορία. Ένας εναλλακτικός τρόπος τήρησης της τάξης, είναι η εστίαση της προσοχής του συντονιστή όχι στο περιεχόμενο της συζήτησης αυτό κάθε αυτό, αλλά στον τρόπο με τον οποίο αυτή πραγματοποιείται. Για παράδειγμα, μπορεί να απευθύνει στην ομάδα τη φράση «Αντιλαμβάνομαι πως όλοι έχετε προτάσεις και ιδέες που μπορούν να λύσουν το πρόβλημα αλλά δεν είναι δυνατή η εφαρμογή τους γιατί μιλάτε όλοι μαζί». Ο παραπάνω τρόπος αντίδρασης συνήθως είναι αποτελεσματικός και εκτονώνει την ένταση που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στα μέλη της ομάδας. Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι πως ως αιτία για τη δημιουργία αυτής της έντασης είναι απλά η κακή συμπεριφορά των μελών της ομάδας και όχι οι ιδέες και οι λύσεις που προτείνουν οι οποίες δεν θίγονται και υποβαθμίζονται σε καμιά περίπτωση. Είναι προφανές πως οι μέθοδοι τήρησης της τάξης που παρουσιάστηκαν στις προηγούμενες παραγράφους αφορούν τη γενική περίπτωση ενώ από εκεί και πέρα ενδεχομένως να χρειαστεί να καταφύγουμε και σε παραλλαγές αυτών των μεθόδων ανάλογα με το χαρακτήρα και στην προσωπικότητα του κάθε μέλους. Όπως θα δούμε αναλυτικά στην επόμενη ενότητα, ανεπιθύμητοι τύποι χαρακτήρων που στις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις παρακωλύουν την ομαλή λειτουργία της ομάδας, είναι οι επιθετικοί και οι αμυντικοί χαρακτήρες, οι χαρακτήρες βεντέτες και οι αδιάφοροι χαρακτήρες. Στην περίπτωση επιθετικών και εριστικών χαρακτήρων η πιο εύκολη και ανώδυνη λύση είναι η αποβολή τους από την ομάδα. Πριν όμως καταφύγουμε σε αυτό τον ακραίο τρόπο αντίδρασης θα είναι καλό να προσπαθήσουμε να επικοινωνήσουμε μαζί τους προσπαθώντας να κατανοήσουμε το πιθανό αίτιο αυτού του επιθετικού τρόπου αντίδρασης. Αυτή η προσέγγιση πιθανόν να δημιουργήσει στο προβληματικό μέλος την εντύπωση πως όλη αυτή η εχθρική στάση κατευθύνεται προσωπικά προς το συντονιστή οδηγώντας έτσι στην εξομάλυνση του προβλήματος ο επιτιθέμενος θα αναγκαστεί να ρίξει τους τόνους γιατί συνήθως δεν έχει προσωπικό πρόβλημα με τον εκάστοτε συντονιστή αλλά με κάποιο άλλο πρόσωπο ή κατάσταση. Από την άλλη πλευρά, εάν το μέλος της ομάδας είναι υπερβολικά απαισιόδοξο και τηρεί μοιρολατρική στάση μπορούμε είτε να προσπαθήσουμε να τον πείσουμε πως το πρόβλημα έχει λύση κάτι που ασφαλώς μπορεί να αποδειχθεί αρκετά χρονοβόρο ή να τον αφήσουμε να εκφέρει την άποψή του και μετά ευγενικά να την αγνοήσουμε, γνωρίζοντας όμως πως σε μια ενδεχόμενη διαδικασία ψηφοφορίας αυτό το μέλος θα συμβάλλει σίγουρα με αρνητική ψήφο. Εάν υπάρχουν μέλη βεντέτες που έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και θέλουν συνεχώς να βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής κάτι που το κάνουν εις βάρος της πραγματοποιούμενης συνεργασίας, μπορούμε να τους αναθέσουμε κάτι που εκ πρώτης όψεως φαίνεται σημαντικό και ου-

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 41 σιαστικό έτσι ώστε να τους κρατούμε συνεχώς σιωπηλούς και απασχολημένους, ενώ τα αδιάφορα μέλη μπορούν προσωρινά να αποκλειστούν από τις εργασίες της ομάδας έως ότου εκδηλώσουν έμπρακτα και αποδεδειγμένα κάποιο ενδιαφέρον. 4) Διατήρηση του ηθικού της ομάδας: σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το έργο προς εκπόνηση δεν έχει την πορεία που επιθυμούμε, το ηθικό της ομάδας πέφτει κατακόρυφα και οι επιδόσεις των μελών της είναι αρκετά μειωμένες. Στην περίπτωση αυτή η διατήρηση του ηθικού και της αποδοτικότητας της ομάδας σε υψηλά επίπεδα είναι καθήκον του συντονιστή της ομάδας ο οποίος θα πρέπει να ενθαρρύνει τα μέλη της να συνεχίσουν στον ίδιο ρυθμό χωρίς να ασκήσει αρνητική κριτική στο έργο τους, ή αν χρειαστεί να το πράξει, να το κάνει με ειλικρινή και καλοπροαίρετο τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, ο συντονιστής της ομάδας θα πρέπει να είναι σε θέση να πείσει τα μέλη της ομάδας πως η συμμετοχή τους σε αυτή είναι ουσιαστική για την επίτευξη του τελικού στόχου, πως οι προτάσεις και οι παρατηρήσεις τους θα εισακουστούν και θα ληφθούν υπ όψιν και πως η προσπάθειά τους θα βρει ανταπόκριση και ανταμοιβή από το σύνολο της ομάδας. Εμπόδια καλής συνεργασίας Από τα όσα έχουν αναφερθεί στις προηγούμενες ενότητες δεν είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό πως τα μέλη μιας ομάδας μπορούν να διαχωριστούν σε δύο κατηγορίες: σε εκείνα που ξεκινούν κάποια διαδικασία συνομιλίας και ανταλλαγής απόψεων και σε εκείνα που ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα συμμετέχουν σε αυτή. Αυτή η τελευταία κατηγορία των μελών παρακολουθεί με προσοχή τις εισηγήσεις των ομιλητών και στη συνέχεια προχωρεί στην ανάλυση και αξιολόγησή τους προτείνοντας παράλληλα τις δικές τους εκδοχές και απόψεις. Είναι προφανές πως η επιτυχής διεξαγωγή μιας συζήτησης ανάμεσα σε μια ομάδα ομιλητών απαιτεί μια ισορροπία όσον αφορά το πλήθος των μελών που εισηγούνται και το πλήθος των μελών που ακροάζονται. Πράγματι, εάν υπάρχουν πάρα πολλοί εισηγητές, η συζήτηση διεξάγεται σε ένα άτακτο και άναρχο περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από διαξιφισμούς και φιλονικίες ανάμεσα στα μέλη του. Από την άλλη πλευρά, εάν υπάρχουν πάρα πολλοί ακροατές τότε το κλίμα της συζήτησης μπορεί να είναι μεν ήρεμο και ευγενικό αλλά πιθανόν να είναι πάρα πολύ βαρετό καθιστώντας αναποτελεσματική τη λειτουργία της ομάδας στο σύνολό της. Από την παραπάνω συζήτηση προκύπτει το συμπέρασμα πως μια ομάδα προκειμένου να λειτουργήσει σωστά δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει ούτε πάρα πολλά αλλά ούτε και πάρα πολύ λίγα μέλη. Η σύνθεση και το πλήθος των μελών μιας ομάδας είναι συνάρτηση του μεγέθους του προβλήματος και του τρόπου με τον οποίο ο φόρτος εργασίας προς εκπόνηση κατανέμεται στα μέλη της ομάδας. Παραδείγματα μικρής, μεσαίας και μεγάλης ομάδας παρουσιάζονται στις επόμενες εικόνες.

42 Σχήμα 9: Παράδειγμα μικρής, μεσαίας και μεγάλης ομάδας Από την άλλη πλευρά, η απρόσκοπτη και αποτελεσματική λειτουργία μιας ομάδας είναι συνάρτηση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του κάθε ενός από τα μέλη της. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες η ύπαρξη έστω και ενός προβληματικού μέλους δημιουργεί πρόβλημα σε όλη την ομάδα αφού αποσυντονίζει και απορυθμίζει τη συνεργασία των υπολοίπων μελών και προτάσσει συνεχώς εμπόδια στη λειτουργία της. Υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί τύποι προβληματικών χαρακτήρων οι οποίοι είναι εντελώς ακατάλληλοι για τη συμμετοχή τους σε συνεργατικές δραστηριότητες και οι πιο χαρακτηριστικοί από αυτούς είναι οι εξής: Επιθετικός χαρακτήρας: στην κατηγορία αυτή ανήκουν χαρακτήρες οι οποίοι προκειμένου να αναδειχθούν οι ίδιοι και η ομάδα που προΐστανται δεν διστάζουν να επιτεθούν σε άλλες ομάδες υπονομεύοντας το έργο τους και εκμεταλλευόμενοι τις όποιες αδυναμίες έχουν εντοπίσει στη λειτουργία τους, όπως είναι για παράδειγμα χαμένες προθεσμίες. Για παράδειγμα, ο προϊστάμενος του παραρτήματος μιας εταιρείας στη Βόρεια Ελλάδα ασκεί αρνητική κριτική στις επιδόσεις του παραρτήματος της εταιρείας στη Νότια Ελλάδα σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί το δικό του παράρτημα έναντι του άλλου αποκομίζοντας έτσι ίδιο όφελος (π.χ. κάποια εύφημο μνεία, κάποια αύξηση στο μισθό του, κάποια προαγωγή ή κάποια καλύτερη μετάθεση). Στην περίπτωση αυτή ο εργαζόμενος τοποθετεί το δικό του συμφέρον πιο πάνω από το συμφέρον της εταιρείας του που είναι η απρόσκοπτη λειτουργία και συνεργασία των δύο τμημάτων με απώτερο στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους της.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 43 Αμυντικός και απαισιόδοξος χαρακτήρας: στην κατηγορία αυτή ανήκουν χαρακτήρες που θεωρούν πως το πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν είναι ανυπέρβλητο και δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα επίλυσής του. Για το λόγο αυτό εγκαταλείπουν εξ αρχής κάθε προσπάθεια συνεργασίας με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας αντιμετωπίζοντας τα πάντα με μοιρολατρεία και αντιδρώντας σε κάθε κάλεσμα για συνεργασία με εκφράσεις του τύπου «και τι νομίζεις πως θα πετύχεις με αυτή τη μέθοδο;» ή «μα καλά, δεν βλέπετε πως το πρόβλημα δεν έχει λύση;». Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις είναι τόσο πεπεισμένος για την αρνητική έκβαση της προσπάθειας που σαμποτάρει συνειδητά κάθε ενέργεια της ομάδας του συμβάλλοντας έτσι στην αποτυχία του έργου της. Χαρακτήρας βεντέτα: στην κατηγορία αυτή ανήκουν χαρακτήρες που θεωρούν τον εαυτό τους ακαταμάχητο και αυθεντία στο χώρο τους που μπορεί βέβαια και να είναι και παρακωλύουν την εξέλιξη της συνομιλίας για να καυχηθούν για προσωπικά τους επιτεύγματα και να εκθειάσουν τις δικές τους μεθόδους και τεχνικές για την επίτευξη λύσης σε παρόμοια προβλήματα. Με άλλα λόγια αυτοί οι εργαζόμενοι τοποθετούν την προσωπική τους προβολή σε επίπεδο υψηλότερο από εκείνο στο οποίο βρίσκεται το συμφέρον της ομάδας. Αδιάφορος χαρακτήρας: στην κατηγορία αυτή ανήκουν χαρακτήρες οι οποίοι αδιαφορούν για την επιτυχία της συνεργασίας και αναλώνουν το χρόνο της συνομιλίας σε δραστηριότητες άσχετες με το θέμα της συνάντησης, Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι δύο μέλη μιας ομάδας που συζητούν για τον αγώνα της Κυριακής τη στιγμή που τα υπόλοιπα μέλη προσπαθούν να καταρτίσουν το πρόγραμμα δραστηριοτήτων της επόμενης εβδομάδας. Παρόμοια συμπεριφορά χαρακτηρίζει επίσης και τα μέλη εκείνα που υποχρεώθηκαν να μπουν στην ομάδα παρά τη θέλησή τους όπως συμβαίνει για παράδειγμα σε εκπόνηση σχολικής εργασίας από ομάδα μαθητών που έχει ορισθεί από τον εκπαιδευτικό. Στην τελευταία περίπτωση αυτή η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος συνήθως συνοδεύεται από εριστική και σαρκαστική συμπεριφορά η οποία ασκεί αρνητική επίδραση στα υπόλοιπα μέρη της ομάδας και συμβάλλει σε μείωση της αποδοτικότητάς της. Δεσποτικός χαρακτήρας: στην κατηγορία αυτή ανήκουν χαρακτήρες που έχουν μεγάλη εξουσία στο χώρο τους και υποχρεώνουν τα μέλη της ομάδας να αναλωθούν σε δραστηριότητες που δεν συσχετίζονται με το στόχο της ομάδας μόνο και μόνο γιατί κατά τη γνώμη τους είναι αναγκαίες. Παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η υποχρεωτική συμμετοχή των μελών της ομάδας σε ανούσιες και μακρόχρονες συζητήσεις που όχι μόνο δεν έχουν να κάνουν σε τίποτε με τις δραστηριότητες των μελών αλλά προκαλούν και καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του έργου. Ωστόσο αυτές οι συναντήσεις πραγματοποιούνται ανελλιπώς γιατί ο προϊστάμενος της ομάδας θεωρεί πως είναι αναγκαίες και ουσιαστικές χωρίς ωστόσο στην πραγματικότητα να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Κανόνες και τεχνικές καλής αποδοτικότητας Η διασφάλιση συνεχούς και απρόσκοπτης λειτουργίας μιας ομάδας και η διατήρηση της αποδοτικότητάς της σε υψηλά επίπεδα, προϋποθέτουν την υιοθέτηση και εφαρμογή ενός πλήθους κανόνων, οι οποίοι σε γενικές γραμμές είναι οι ακόλουθοι: Σαφής προσδιορισμός του στόχου της ομάδας: αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχή λειτουργία μιας ομάδας είναι ο ξεκάθαρος προσδιορισμός του λόγου που έχει οδηγήσει στη δημιουργία της. Είναι προφανές πως η ιδιαίτερη φύση του προβλήματος, θα επηρεάσει με ουσιαστικό τρόπο τόσο τη σύνθεση της ομάδας όσο και το επίπεδο γνώσεων και εμπειριών του κάθε ενός από τα μέλη της. Η καθημερινή εμπειρία

44 έχει δείξει πως αν μια ομάδα συγκροτηθεί και αρχίσει να λειτουργεί πριν τον σαφή προσδιορισμό του στόχου της τότε ένα αρκετά μεγάλο μέρος του χρόνου αφιερώνεται στον ορισμό του προβλήματος και στον προσδιορισμό των ενεργειών που θα πρέπει να πραγματοποιηθούν. Προσδιορισμός της θέσης του κάθε μέλους της ομάδας επί του προβλήματος προς επίλυση: σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα πρόσωπο κληθεί να συμμετάσχει στη σύνθεση μιας ομάδας θα πρέπει πριν αποφασίσει να το πράξει εκτός αν η συμμετοχή του είναι υποχρεωτική να δώσει σαφείς απαντήσεις στα επόμενα δύο ερωτήματα: (α) «ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα που η ομάδα καλείται να επιλύσει;» και (β) «ποια είναι η δική μου προσωπική θέση πάνω σε αυτό το πρόβλημα;». Εάν στα δύο αυτά ερωτήματα δοθούν οι σωστές απαντήσεις, τότε το υποψήφιο μέλος μπορεί να καταλήξει σε μια θετική ή αρνητική απόφαση όσον αφορά τη συμμετοχή του στην ομάδα και αν τελικά αποφασίσει να συμμετάσχει να γνωρίζει εκ των προτέρων πως η συμβολή του στην επίλυση του προβλήματος θα είναι καίρια και ουσιαστική. Προσεκτική και αντικειμενική ακρόαση των εισηγήσεων των μελών της ομάδας: μετά τον ορισμό του προβλήματος προς επίλυση και της σύνθεσης της ομάδας, θα λάβει χώρα η συγκρότησή της και η έναρξη της λειτουργίας της η οποία θα στηρίζεται στη διεξαγωγή κάποιων συναντήσεων ανάμεσα στους συνομιλητές. Σε αυτό το στάδιο επιβάλλεται η προσεκτική και αντικειμενική ακρόαση των απόψεων που εκφέρονται από τα άλλα μέλη της ομάδας προκειμένου να προσδιορίσουμε τη θέση τους και τις απόψεις τους επί του θέματος. Υπάρχουν μέλη της ομάδας που έχουν την ίδια άποψη για το ίδιο θέμα; Εάν υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις, αυτές μπορούν να ευθυγραμμιστούν έτσι ώστε η συζήτηση που πραγματοποιείται να είναι χρήσιμη και εποικοδομητική; Είναι προφανές πως αυτή η στάση θα πρέπει να τηρείται από όλα τα μέλη της ομάδας, καθώς όπως είδαμε σε προηγούμενη ενότητα η ύπαρξη έστω και ενός προβληματικού μέλους μπορεί να δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα στη λειτουργία της και να μειώσει την αποδοτικότητά της. Συνεισφορά επί του θέματος: η συνεισφορά ενός μέλους της ομάδας στην επίλυση του προβλήματος που αντιμετωπίζεται είναι και αυτή που καθιστά ουσιαστική τη συμμετοχή του στη διαδικασία, καθώς αν το μόνο που κάνει είναι να ακούει τις απόψεις των συνομιλητών του χωρίς να εκφέρει τη δική του άποψη, δεν προσφέρει απολύτως τίποτε. Αυτή η συνεισφορά μπορεί να είναι είτε η διατύπωση απόψεων και συμπερασμάτων που έχει σχηματίσει με βάση τα όσα έχει ακούσει, ή η παράθεση των δικών του μεθόδων, τεχνικών και προσεγγίσεων που δεν έχουν ακουστεί μέχρι τώρα. Αυτή η παρουσίαση θα πρέπει να γίνει με απλό και κατανοητό τρόπο ενώ αν υπάρχουν μέλη που εκφέρουν αντιρρήσεις στα όσα προτείνονται, θα πρέπει να λαμβάνονται υπ όψιν έτσι ώστε τελικά να καταλήξουμε στη βέλτιστη δυνατή λύση. Διατήρηση ήρεμου κλίματος: είναι προφανές πως η ψυχοσύνθεση και ο χαρακτήρας των μελών μιας ομάδας είναι τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους. Κάποιοι χαρακτήρες είναι ερειστικοί και αμετακίνητοι στις θέσεις τους ενώ κάποιοι άλλοι είναι απίστευτα βαρετοί και αδιάφοροι επί του θέματος. Σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια αντιμετώπισης όλων αυτών των διαφορετικών χαρακτήρων με τον κατάλληλο τρόπο όπως είδαμε σε προηγούμενη ενότητα έτσι ώστε το κλίμα συνεργασίας ανάμεσα στα μέλη της ομάδας να γίνει όσο το δυνατόν περισσότερο φιλικό και εποικοδομητικό.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 45 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΕΝΟΤΗΤΑ Β Το αντικείμενο της 2 ς ενότητας είναι η ανάλυση εννοιών που άπτονται του πεδίου της συγγραφής και αξιολόγησης ερευνητικών εργασιών και τεχνικών αναφορών ενώ επιπλέον θίγονται ζητήματα που αφορούν τη σχεδίαση, υλοποίηση, διαχείριση και οργάνωση ψηφιακών βιβλιοθηκών.

46 ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ Σε αντίθεση με μια ερευνητική εργασία το κείμενο της οποίας περιορίζεται σε ένα μικρό σχετικά πλήθος σελίδων, μία τεχνική αναφορά δεν υφίσταται συνήθως τέτοιους περιορισμούς. Ωστόσο χαρακτηρίζεται και αυτή από κάποια δομή και οργάνωση η οποία σε γενικές γραμμές έχει ως εξής: 1) Εξώφυλλο (Cover Page): περιέχει τον τίτλο της αναφοράς, τα ονόματα και τις διευθύνσεις των συγγραφέων καθώς και το μήνα και το έτος συγγραφής. Η αναγραφή του μήνα είναι προαιρετική και καταχωρείται αν και όταν ζητείται. Η σειρά με την οποία αναγράφονται τα ονόματα των συγγραφέων είναι σημαντική και υπακούει στους ακόλουθους κανόνες: Εάν οι συγγραφείς έχουν συνεισφέρει στη σύνταξη της αναφοράς κατά διαφορετικό ποσοστό, ως πρώτο όνομα τοποθετείται το όνομα του συγγραφέα με τη μεγαλύτερη συνεισφορά και ακολουθούν τα υπόλοιπα με φθίνουσα ταξινόμηση ως προς το βαθμός συνεισφοράς. Αντίθετα, εάν οι συγγραφείς έχουν συνεισφέρει το ίδιο, τα ονόματά τους τοποθετούνται κατά αλφαβητική σειρά. Άλλα στοιχεία που ενδεχομένως εμφανίζονται στο εξώφυλλο είναι ο κωδικός της αναφοράς, το όνομα του ιδρύματος ή της εταιρείας για λογαριασμό της οποίας εκπονήθηκε καθώς και κάποιο λογότυπο, εικόνα, ή σχήμα προκειμένου να βελτιωθεί η εμφάνισή του. 2) Περίληψη (Abstract): συνοπτικό κείμενο που περιγράφει το περιεχόμενο της αναφοράς έτσι ώστε ο αναγνώστης διαβάζοντάς το να αποφασίσει εάν το κείμενο που ακολουθεί τον ενδιαφέρει ή όχι. Αυτή η περίληψη θα πρέπει υποχρεωτικά να αναφέρεται (α) στο πρόβλημα προς επίλυση, (β) στις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για την αντιμετώπισή του και (γ) στα αποτελέσματα που προέκυψαν, και στις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τη μία σελίδα. Η υφή του κειμένου θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε η έμφαση να δίνεται στην έκβαση της διαδικασίας παρά στον τρόπο με τον οποίο αυτή έλαβε χώρα. Θεωρώντας για παράδειγμα μια τεχνική αναφορά που περιγράφει ερευνητική δραστηριότητα συσχετιζόμενη με το πεδίο της παράλληλης επεξεργασίας, δεν θα πρέπει να γράψουμε «.ερευνήθηκε ο τρόπος με τον οποίο το πλήθος των επεξεργαστών επηρεάζει την απόδοση της εφαρμογής», αλλά «το πείραμα έδειξε πως η απόδοση της εφαρμογής αυξάνεται ανάλογα με το πλήθος των επεξεργαστών μέχρι κάποιο όριο, ενώ στη συνέχεια παραμένει σταθερή ή ακόμη και μπορεί και να μειώνεται». 3) Πρόλογος (Preface): η ύπαρξη προλόγου σε μία τεχνική αναφορά είναι προαιρετική και εφόσον χρησιμοποιηθεί θα πρέπει να αναφέρεται στο υπόβαθρο του έργου. Τυπικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον πρόλογο, είναι ο λόγος για τον οποίο συνετάχθη η αναφορά, η τοποθεσία ή το ίδρυμα στο οποίο πραγματοποιήθηκαν οι αναγκαίες διαδικασίες καθώς και ευχαριστίες προς άτομα ή οργανισμούς που βοήθησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην ολοκλήρωση της αναφοράς. Για παράδειγμα, εάν η αναφορά αποτελεί μέρος ερευνητικού προγράμματος που έχει χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να αναγραφεί το όνομα του προγράμματος καθώς και το ποσοστό χρηματοδότησής του έργου από αυτό. Στον πρόλογο μπορεί επίσης να υπάρχουν υποδείξεις ή οδηγίες για την καλύτερη ανάγνωση του κειμένου, π.χ. «..εάν ο αναγνώστης γνωρίζει τις βασικές αρχές του παράλληλου προγραμματισμού μπορεί να παρακάμψει το πρώτο κεφάλαιο και να αρχίσει την ανάγνωση από το δεύτερο», ενώ αντίθετα δεν συνίσταται η τοποθέτηση σε αυτόν τεχνικών λεπτομερειών που συσχετίζονται με το έργο. 4) Πίνακας Περιεχομένων (Table of Contents): ο πίνακας περιεχομένων απαριθμεί τις ενότητες και τις υποενότητες του κυρίως κειμένου της αναφοράς μαζί

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 47 με τον αριθμό σελίδας από τον οποίο αυτές ξεκινούν. Αντίθετα οι σελίδες που προηγούνται του πίνακα περιεχομένων όπως είναι το εξώφυλλο, η περίληψη και ο πρόλογος δεν εμφανίζονται σε αυτόν. 5) Κυρίως κείμενο (Report Text): σηματοδοτεί ουσιαστικά την έναρξη της αναφοράς και θα πρέπει να είναι οργανωμένο σε μια ιεραρχία ενοτήτων και υποενοτήτων. Στις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις οι ενότητες απαριθμούνται ως 1, 2, ενώ οι υποενότητες ως 1.1, 1.2, κλπ. Εάν αυτή η οργάνωση του κειμένου επεκτείνεται και σε περισσότερα επίπεδα, ακολουθείται ο ίδιος τρόπος γραφής, π.χ. 1.2.1, 1.2.1.1, κ.ο.κ. Ωστόσο, είναι επιθυμητή η διατήρηση του δέντρου αυτών των ενοτήτων σε κάποια ισορροπία. Τυπικό παράδειγμα επιθυμητής και μη επιθυμητής οργάνωσης ενοτήτων παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα. Σχήμα 10: Δέντρο ενοτήτων τεχνικής αναφοράς Από το παραπάνω σχήμα διαπιστώνουμε πως το δέντρο των ενοτήτων δεν είναι σωστά δομημένο καθώς η πρώτη και η τρίτη ενότητα δεν περιέχουν υποενότητες ενώ αντίθετα η δεύτερη ενότητα αποτελείται από πάρα πολλές υποενότητες οι οποίες μάλιστα εκτείνονται και σε τρία επίπεδα του δέντρου. Ένας καλύτερος τρόπος οργάνωσης θα ήταν να υιοθετήσουμε για όλο το κείμενο τη δομή του δέντρου της δεύτερης ενότητας το οποίο είναι σαφώς πιο ισοζυγισμένο. Για να το κάνουμε αυτό θα πρέπει να χωρίσουμε το κείμενο της πρώτης και της τρίτης ενότητας σε περισσότερες υποενότητες, συγχωνεύοντας ενδεχομένως κάποιες υποενότητες που βρίσκονται στο τελευταίο επίπεδο του δέντρου της δεύτερης ενότητας. Η πρώτη από τις ενότητες του κυρίως κειμένου φέρει συνήθως το όνομα ΕΙ- ΣΑΓΩΓΗ (INTRODUCTION) και παρουσιάζει στον αναγνώστη ένα σύνολο εισαγωγικών εννοιών που αφορούν το επιστημονικό πεδίο της αναφοράς, το πρόβλημα προς επίλυση καθώς και το αναγκαίο θεωρητικό υπόβαθρο που απαιτείται για την κατανόηση του κειμένου. Στις πιο πολλές περιπτώσεις η εισαγωγή περιέχει μια συνοπτική περιγραφή των ερευνητικών δραστηριοτήτων που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα για την επίλυση του προβλήματος (review of previous work) ας σημειωθεί ως αυτή η περιγραφή επιβάλλεται για ερευνητικές εργασίες που έχουν σταλεί για αξιολόγηση και δημοσίευση σε επιστημονικά περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων. Για κάθε μία από τις ερευνητικές δραστηριότητες που περιγράφονται γίνεται και παραπο-

48 μπή προς τη βιβλιογραφική πηγή που την περιέχει, με τη σύνταξη που χρησιμοποιείται να υπαγορεύεται από τους κανόνες σημειογραφίας που έχουν καθοριστεί σε κάθε περίπτωση. Έτσι μια γραφή της μορφής [4] παραπέμπει στην τέταρτη βιβλιογραφική πηγή της αναφοράς (ο κατάλογος των βιβλιογραφικών πηγών αναγράφεται στο τέλος της αναφοράς και θα μελετηθεί στη συνέχεια), ενώ εάν γράψουμε (Shannon, 1948) ή [Shannon, 1948] αναφερόμαστε σε εργασία του ερευνητή Shannon η οποία δημοσιεύθηκε το 1948. Εάν σε κάποιο σημείο επιθυμούμε να ορίσουμε περισσότερες παραπομπές, μπορούμε να το κάνουμε γράφοντας π.χ. [7],[12], για μη συνεχόμενες παραπομπές, ή π.χ. [3-9] για βιβλιογραφικές πηγές που καταλαμβάνουν διαδοχικές θέσεις στη λίστα των παραπομπών της αναφοράς. Μετά την πρώτη εισαγωγική ενότητα ακολουθούν οι επόμενες ενότητες οι οποίες και περιέχουν το κυρίως κείμενο του έργου. Εδώ περιγράφουμε αναλυτικά το πρόβλημα και τις μεθόδους επίλυσής του και αναφέρουμε όλες τις απαραίτητες τεχνικές λεπτομέρειες αλλά με τρόπο κατανοητό και σαφή έτσι ώστε ο αναγνώστης να μπορέσει να κατανοήσει τους στόχους του έργου και τον τρόπο με τον οποίο προέκυψαν τα αποτελέσματα που παραθέτουμε. Ας σημειωθεί πως αυτή η περιγραφή θα πρέπει να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε ο αναγνώστης να είναι σε θέση να αναπαράγει τα αποτελέσματα της αναφοράς και να μπορέσει ενδεχομένως να τη χρησιμοποιήσει ως ένα σημείο εκκίνησης για κάποια δική του ερευνητική δραστηριότητα. Εάν στο κείμενο υπάρχουν εξισώσεις, πίνακες και εικόνες αυτά απαριθμούνται με διαδοχική αρίθμηση και διαμορφώνονται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για τις ερευνητικές δημοσιεύσεις. Έτσι στα σχήματα η λεζάντα προηγείται της εικόνας ενώ στους πίνακες αναγράφεται κάτω από αυτούς. Τα σχήματα και οι πίνακες μαζί με τις λεζάντες είναι συνήθως κεντραρισμένα ως προς την αριστερή και τη δεξιά πλευρά της σελίδας ενώ συνήθως συνίσταται η τοποθέτησή τους στην αρχή ή στο τέλος της σελίδας και ποτέ στο μέσον της. Τέλος, οι εξισώσεις απαριθμούνται με συνεχόμενη αρίθμηση και κεντράρονται στο μέσο της σελίδας ενώ ο αριθμός που την περιγράφει κεντράρεται ως προς τη δεξιά πλευρά της. Ας σημειωθεί πως τόσο οι πίνακες και τα σχήματα όσο και οι εξισώσεις θα πρέπει υποχρεωτικά να αναφέρονται μέσα στο κυρίως κείμενο. Η τελευταία ενότητα της αναφοράς συνήθως ονομάζεται ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ (CONCLUSIONS) ή ΣΥΖΗΤΗΣΗ (DISCUSSION), είναι σχετικά μικρή και δεν περιέχει υποενότητες. Στο σημείο αυτό λαμβάνει χώρα η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που έχουν προκύψει, ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύονται και τα συμπεράσματα στα οποία οδηγούν, ενώ επιπλέον προτείνονται ενέργειες και δραστηριότητες που μπορούν να πραγματοποιηθούν στο μέλλον (future work). Η πρώτη σελίδα του κυρίως κειμένου της αναφοράς φέρει τον αριθμό σελίδας 1 ενώ οι υπόλοιπες σελίδες χαρακτηρίζονται από συνεχόμενη αρίθμηση. Αντίθετα, η περίληψη, ο πρόλογος και ο πίνακας περιεχομένων είτε δεν φέρουν καθόλου αριθμούς σελίδας είτε απαριθμούνται με μικρά γράμματα και ακολουθώντας το Ρωμαϊκό σύστημα αρίθμησης (δηλαδή i, ii, iii, iv, v,..). 6) Αναφορές (References): η γνωστοποίηση των βιβλιογραφικών πηγών για τα όσα αναγράφονται στο κείμενο μιας αναφοράς είναι υποχρεωτική. Η απόκρυψη αυτών των πηγών και η οικειοποίηση της εργασίας άλλων ερευνητών δεν συνάδει με τους ηθικούς κανόνες που χαρακτηρίζουν την επιστήμη και την έρευνα, συνιστά κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και εφόσον εντοπιστεί τιμωρείται αυστηρά (για παράδειγμα μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην απόρριψη κάποιας πτυχιακής εργασίας). Ο συγγραφέας υποχρεούται να γνωστοποιήσει το δημιουργό του αντικειμένου στο οποίο αναφέρεται, κάτι που δεν περιορίζεται μόνο για τα κείμενα αλλά επεκτείνεται ακόμη στους πίνακες και στις εικόνες. Μιλώντας γενικά, οτιδήποτε αναγράφε-

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 49 ται σε μια αναφορά και γενικότερα σε εργασία κάθε μορφής θεωρείται πνευματικό δημιούργημα του συγγραφέα εκτός εάν ρητώς δηλώνεται κάποια άλλη πηγή. Αν και η απευθείας προσθήκη κειμένου κάποιας άλλης εργασίας μέσα στη δική μας είναι επιτρεπτή στην περίπτωση αυτή το κείμενο αναγράφεται κεκλεισμένο εντός εισαγωγικών για να ξεχωρίζει από το δικό μας εν τούτοις αυτό είναι κάτι που δεν συνίσταται. Αντίθετα εκείνο που γίνεται είναι να αναγράφονται όλες οι αναφορές στο τέλος του κειμένου και να σηματοδοτούνται μέσα στο κείμενο με τον τρόπο που παρουσιάσαμε προηγουμένως. Η ενότητα του κειμένου που περιέχει τη λίστα των αναφορών φέρει το όνομα ΑΝΑΦΟΡΕΣ (REFERENCES). Αυτές οι αναφορές μπορούν να καταχωρηθούν είτε αλφαβητικά ως το όνομα του πρώτου συγγραφέα είτε με τη σειρά με την οποία εμφανίζονται μέσα στο κείμενο. Για κάθε αναφορά αναγράφουμε τα ονόματα των συγγραφέων, τον τίτλο της εργασίας, το όνομα, τον τόμο και το τεύχος του περιοδικού στο οποίο έχει δημοσιευθεί, τις σελίδες στις οποίες εμφανίζεται και το έτος. Εάν η βιβλιογραφική πηγή είναι κάποιο βιβλίο ή πρακτικά συνεδρίων θα πρέπει να γράφουμε το όνομα του συγγραφέα ή του εκδότη ακολουθούμενο από τις πληροφορίες που αναφέραμε προηγουμένως. Όσον αφορά τα επιμέρους χαρακτηριστικά που συσχετίζονται με την εμφάνιση του κειμένου αυτά καθορίζονται από το φορέα υπό την αιγίδα του οποίου συντάσσουμε την αναφορά. 7) Παραρτήματα (Appendices): στο τελευταίο μέρος της αναφοράς μας μπορούμε να προσθέσουμε προαιρετικά κάποια παραρτήματα που περιέχουν υλικό δευτερεύουσας σημασίας όπως είναι πίνακες αριθμητικών αποτελεσμάτων, πηγαίος κώδικας, κ.λ.π. Τα παραρτήματα απαριθμούνται διαδοχικά με τα σύμβολα Α, Β, κ.λ.π. ενώ εάν περιέχουν υποενότητες αυτές απαριθμούνται ως Α.1, Α.2, κ.λ.π. ΣΗΜΕΙΩΣΗ: είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κάποιο καθολικώς αποδεκτό πρότυπο που να ορίζει τη δομή και τον τρόπο σύνταξης μιας τεχνικής αναφοράς. Για παράδειγμα, ο φορέας υπό την αιγίδα του οποίου συντάσσουμε την αναφορά, ενδέχεται να μας ζητήσει να χρησιμοποιήσουμε κάποιους άλλους κανόνες σχετικά με την τοποθέτηση των εικόνων ή τη θέση της περίληψης και του προλόγου. Οι παραπάνω κανόνες αφορούν τις συνήθεις οδηγίες σύνταξης μιας αναφοράς που θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε εάν δεν μας ζητηθεί κάτι διαφορετικό. Πηγή: Erik Agrell: «The Structure of a Technical Report», διαθέσιμο από τη διεύθυνση www.s2.chalmers.se/~agrell/reportstructure.pdf

50 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ Μία από τις πιο σημαντικές διαδικασίες που χαρακτηρίζουν τη συγγραφή και δημοσίευση μιας ερευνητικής εργασίας, είναι η αξιολόγησή της από έμπειρους επιστήμονες του χώρου που κατέχουν την αναγκαία τεχνογνωσία για να κατανοήσουν και να αξιολογήσουν το περιεχόμενο κάποιας αναφοράς. Το κάθε επιστημονικό περιοδικό διαθέτει την δική του ομάδα αξιολογητών (γνωστών ως referees) οι οποίοι επιλέγονται είτε γιατί είναι γνωστοί στους εκδότες του περιοδικού καθώς έχουν δημοσιεύσει πολλές εργασίες σε αυτό και θεωρούνται γνώστες του χώρου είτε γιατί είναι παγκοσμίως καταξιωμένοι και θεωρούνται αυθεντίες στο πεδίο στο οποίο δραστηριοποιούνται. Στις πιο πολλές περιπτώσεις η αξιολόγηση της εργασίας γίνεται από περιττό αριθμό αξιολογητών έτσι ώστε να υπάρχει πάντα κάποιο αποτέλεσμα καθώς σε περίπτωση άρτιου αριθμού είναι πιθανή η έκβαση της ισοβαθμίας. Αν και ο κάθε αξιολογητής έχει το δικό του τρόπο και χαρακτήρα αξιολόγησης μπορεί για παράδειγμα να είναι πιο αυστηρός σε σχέση με κάποιον άλλο εν τούτοις, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις η αξιολόγηση γίνεται με τη βοήθεια κάποιων χαρακτηριστικών που θα παρουσιαστούν στη συνέχεια. Μετά την παραλαβή της εργασίας από τον εκδότη του περιοδικού αυτός την αποστέλλει σε ένα σύνολο αξιολογητών τα ονόματα των οποίων δεν κοινοποιούνται στο συγγραφέα για προφανείς λόγους οι οποίοι παραλαμβάνουν την εργασία και προχωρούν στην αξιολόγησή της. Όσον αφορά τη χρονική διάρκεια αυτής της αξιολόγησης αυτή εξαρτάται από το φόρτο εργασίας των αξιολογητών είναι προφανές πως εάν έστω και ένας αργήσει να απαντήσει αυτό θα καθυστερήσει τη διαδικασία της αξιολόγησης στο σύνολό της και το βαθμό δυσκολίας του θέματος και μπορεί να κυμαίνεται από μερικούς μήνες έως και πάνω από ένα χρόνο. Υπάρχουν πολλές και διαφορετικές παράμετροι που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όσον αφορά το χαρακτήρα της διαδικασίας αξιολόγησης. Αυτές οι παράμετροι μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρία διαφορετικά σύνολα εκ των οποίων το πρώτο αφορά την κατανόηση του κειμένου, το δεύτερο την ταυτοποίηση και εκτίμηση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών και το τρίτο την εξέταση της δυνατότητας σύνθεσης νέων ιδεών και συμπερασμάτων ως αποτέλεσμα της δημοσίευσης της τρέχουσας εργασίας. Σε μια πιο αναλυτική περιγραφή, αυτά τα τρία στάδια που χαρακτηρίζουν την αξιολόγηση μιας εργασίας είναι τα ακόλουθα: Α) Κατανόηση του κειμένου: σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας, ο αξιολογητής καλείται να απαντήσει στα ακόλουθα ερωτήματα (τα όσα αναφέρονται στην παρούσα εργασία αφορούν αξιολόγηση εργασιών σχετικών με το χώρο της πληροφορικής): 1. Ποιο είναι το θέμα που διαπραγματεύεται η εργασία; 2. Ποιο είναι το κίνητρο για την εκπόνησή της 3. Ποια είναι η συνεισφορά της εργασίας στην επιστημονική γνώση; Αυτή μπορεί να είναι κάποια από τις ακόλουθες: Εισαγωγή νέων ερωτημάτων και ζητημάτων Εισαγωγή νέων τρόπων αντιμετώπισης κάποιου προβλήματος Εισαγωγή νέων μεθοδολογιών επίλυσης προβλημάτων Δημιουργία νέων εργαλείων λογισμικού Υλοποίηση νέων τεχνικών και αλγορίθμων 4. Με ποιο τρόπο οι συγγραφείς εκθέτουν τα επιχειρήματά τους; Στις πιο πολλές περιπτώσεις αυτό γίνεται δια της χρήσεως των ακόλουθων μεθόδων: Διατύπωση θεωρημάτων

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 51 Διεξαγωγή πειραμάτων και ανακοίνωσης αποτελεσμάτων Πραγματοποίηση διαδικασιών προσομοίωσης Χρήση τεχνικών ανάλυσης δεδομένων Εκπόνηση Case Studies 5. Ποια είναι τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την εργασία; Με ποιο τρόπο αυτά ενδεχομένως να επηρεάσουν τον τρέχοντα τρόπο σκέψης όσον αφορά την αντιμετώπιση παρόμοιων ζητημάτων; Είναι δυνατή η γενίκευση αυτών των συμπερασμάτων έτσι ώστε να μπορέσουν να επεκταθούν και σε συγγενικά θεματικά πεδία; Ποια προβλήματα παραμένουν ανοικτά προς επίλυση; Β) Αξιολόγηση του κειμένου: μετά την κατανόηση της δομής και του τρόπου εκπόνησης της εργασίας, ακολουθεί η πραγματική διαδικασία αξιολόγησης η οποία εξετάζει την ποιότητα και το επίπεδο της ερευνητικής εργασίας από την τεχνική πλευρά του θέματος. Είναι προφανές πως αυτό το στάδιο είναι και το πιο δύσκολο από όλα καθώς απαιτεί βαθιά και εμπεριστατωμένη γνώση του αντικειμένου για το λόγο αυτό, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο από καταξιωμένους επιστήμονες του χώρου. Σε αυτό το στάδιο της αξιολόγησης, η εργασία κρίνεται με βάση τα ακόλουθα χαρακτηριστικά. Είναι σημαντικό το πρόβλημα προς επίλυση ή χρονικά ξεπερασμένο και τετριμμένο; Λαμβάνοντας υπόψη τις ταχύτατες εξελίξεις που χαρακτηρίζουν το χώρο της Πληροφορικής, είναι προφανές πως αν μια εργασία υποβληθεί αρκετούς μήνες μετά της συγγραφή της, ενδέχεται να χάσει μέρος της αξίας της ή και όλη την αξία της καθώς ενδεχομένως θα έχει ξεπεραστεί από κάποια άλλη. Μήπως το πρόβλημα που διαπραγματεύεται η εργασία δεν είναι πραγματικό αλλά πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί από το συγγραφέα με τεχνητό τρόπο προκειμένου να βρει κάποιο έναυσμα για την εκπόνηση της εργασίας; Είναι η εργασία πρωτότυπη και με σημαντική συνεισφορά στο επιστημονικό πεδίο ή μήπως είναι τετριμμένη, χρονικώς ξεπερασμένη και θίγει ζητήματα που είναι ήδη γνωστά στην επιστημονική κοινότητα; Εξαίρεση στον κανόνα αυτό αποτελούν τα white papers και τα review papers. Τα white papers παρουσιάζουν τη βασική θεωρία που συσχετίζεται με κάποιο θέμα με απλό και σαφή τρόπο έτσι ώστε να γίνουν κατανοητά από κάποιον που έχει μικρή και επιφανειακή γνώση του θέματος. Από την άλλη πλευρά τα review papers δεν παρουσιάζουν νέες τεχνικές και ιδέες αλλά καταγράφουν το σύνολο των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την επίλυση κάποιου συγκεκριμένου προβλήματος και προχωρούν συνήθως και σε συγκρίσεις ανάμεσά τους. Είναι ο συγγραφέας γνώστης της σύγχρονης βιβλιογραφίας ή αγνοεί σημαντικές εξελίξεις στο χώρο οι οποίες έχουν ενισχύσει, τροποποιήσει ή καταργήσει κάποιο θεώρημα, μεθοδολογία ή αλγόριθμο; Είναι έγκυρα τα επιχειρήματα που τίθενται; Γίνεται η απόδειξη των θεωρημάτων με το σωστό τρόπο; Είναι σωστή η εγκατάσταση και χρήση των πειραματικών διατάξεων που έχουν χρησιμοποιηθεί; Είναι οι μετρήσεις που έχουν γίνει, σωστές και ρεαλιστικές, ή μήπως είναι τεχνητά κατασκευασμένες; (ας σημειωθεί πως αυτό είναι κάτι που ελέγχεται πάντα, καθώς υπάρχουν περιπτώσεις ανήθικων ερευνητών που έχουν «μαγειρέψει» τα αποτελέσματα για να δείξουν αυτό που θέλουν. Για το λόγο αυτό θα πρέπει η περιγραφή της διαδικασίας να είναι τέτοια ώστε να έχει τη δυνατότητα ο αξιολογητής να επαναλάβει τις μετρήσεις και να αναπαράγει τα αποτελέσματα). Έχει εφαρμοσθεί η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε με το σωστό τρόπο;

52 Γ) Σύνθεση: στο στάδιο της σύνθεσης εξετάζεται κατά πόσον η εργασία προς αξιολόγηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τη μελλοντική παραγωγή νέας γνώσης. Τα ερωτήματα που καλούνται να απαντήσουν οι ερευνητές σε αυτό το στάδιο, είναι σε γενικές γραμμές τα ακόλουθα: Ποια είναι η ουσία του προβλήματος που διαπραγματεύεται η εργασία; Υπάρχουν εναλλακτικές προσεγγίσεις που μπορούν να επιλύσουν το πρόβλημα; Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να αξιολογήσουμε την ορθότητα των επιχειρημάτων των συγγραφέων; Είναι δυνατή η βελτίωση των αποτελεσμάτων που έχουν προκύψει; Είναι δυνατή η επέκταση και γενίκευση των αποτελεσμάτων έτσι ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή τους και σε συναφείς ερευνητικές περιοχές; Ποια είναι τα ανοικτά προβλήματα που έχουν ανακύψει από την εργασία; Άλλα σημαντικά και επιθυμητά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει μία σωστά δομημένη εργασία, είναι ο συνοπτικός τρόπος γραφής και η αυτονομία. Μιλώντας γενικά, μια εργασία χάνει μέρος της αξίας της όταν οι συγγραφείς μακρηγορούν και αναλώνουν πλήθος σελίδων σε ανούσιες συζητήσεις περιγράφοντας τετριμμένες μεθόδους και τεχνικές που είναι γνωστές στους αξιολογητές της αναφοράς. Για παράδειγμα εάν σε κάποιο αλγόριθμο λάβει χώρα η χρήση της αριθμητικής μεθόδου εύρεσης ριζών εξισώσεων του Newton, δεν υπάρχει λόγος να προστεθεί στο κείμενο και η περιγραφή αυτής της μεθόδου, γιατί αυτή προφανώς είναι γνωστή στον αξιολογητή αλλά ακόμη και εάν δεν είναι γνωστή μπορεί να ενημερωθεί για τη διαδικασία που εφαρμόζει ανατρέχοντας σε ένα εισαγωγικό βιβλίο αριθμητικής ανάλυσης. Από την άλλη πλευρά, η αυτονομία είναι ένα εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό: η εργασία θα πρέπει να είναι όσο το δυνατό αυτοδύναμη επιτρέποντας την κατανόησή της από άτομα που δεν θεωρούνται καλοί γνώστες του αντικειμένου. Σημαντική επίσης είναι η αναφορά των συγγραφέων σε εργασίες που έχουν θέσει τα θεμέλια του επιστημονικού χώρου στον οποίο δραστηριοποιούνται έτσι ώστε οι ενδιαφερόμενοι αναγνώστες να ανατρέξουν σε αυτές προκειμένου να λάβουν καλύτερη και πιο εμπεριστατωμένη ενημέρωση. Αποτελέσματα αξιολόγησης Το αποτέλεσμα της διαδικασίας αξιολόγησης μιας εργασίας αποστέλλεται στον εκδότη του περιοδικού ή στο διοργανωτή του Συνεδρίου στο οποίο αυτή έχει υποβληθεί, ο οποίος με τη σειρά του συλλέγει τις αναφορές των αξιολογητών και χαρακτηρίζει την εργασία ως εγκεκριμένη για δημοσίευση ή απορριπτέα ανάλογα με το αποτέλεσμα της διαδικασίας αξιολόγησης. Σε ορισμένες περιπτώσεις μια εργασία κρίνεται ως κατάλληλη για δημοσίευση αλλά αφού προηγουμένως ο συγγραφέας προχωρήσει σε ένα σύνολο διορθώσεων και βελτιώσεων που έχουν προταθεί από τον αξιολογητή. Μιλώντας γενικά, στις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις, το αποτέλεσμα των αξιολογητών μπορεί να είναι κάποιο από τα ακόλουθα: 1) Η εργασία είναι εκτός θέματος: αυτό συμβαίνει όταν ο συγγραφέας στείλει μια εργασία σε ένα περιοδικό που ανήκει σε άλλο επιστημονικό πεδίο από αυτό που διαπραγματεύεται η εργασία (τυπικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η αποστολή μιας εργασίας που διαπραγματεύεται τεχνικές πρόσβασης σε βάση δεδομένων σε ένα περιοδικό που δημοσιεύει εργασίες πάνω σε πολυμέσα). Στην περίπτωση αυτή η εργασία δεν θα φτάσει καν στον αξιολογητή: ο εκδότης του περιοδικού που θα πα-

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 53 ραλάβει την εργασία θα τη χαρακτηρίσει ο ίδιος ως εκτός θέματος και θα την επιστρέψει στο συγγραφέα χωρίς καν να τη διαβάσει. 2) Η εργασία απορρίπτεται γιατί τα αποτελέσματά της έχουν δημοσιευθεί σε άλλο περιοδικό ή τόμων πρακτικών συνεδρίου: είναι προφανές πως για να τύχει δημοσίευσης μια εργασία σε κάποιο περιοδικό ή τόμο πρακτικών συνεδρίου θα πρέπει τα αποτελέσματα της να είναι πρωτότυπα και να μην έχουν δημοσιευθεί πουθενά. Για το λόγο αυτό άλλωστε αναγκαία προϋπόθεση για τη δημοσίευση της εργασίας είναι η αποστολή από το συγγραφέα προς τον εκδότη του περιοδικού μιας υπογεγραμμένης έντυπης δήλωσης (copyright transfer form) στην οποία να αναφέρεται ρητώς πως (α) η εργασία είναι πρωτότυπη και δεν έχει δημοσιευθεί πουθενά και (β) τα πνευματικά δικαιώματα της εργασίας όσον αφορά τη δημοσίευσή της μεταφέρονται πλήρως στον εκδότη του περιοδικού ή των πρακτικών του συνεδρίου ο οποίος διατηρεί (ή δεν διατηρεί ανάλογα με την περίπτωση) το δικαίωμα να προχωρήσει σε τροποποιήσεις και βελτιώσεις του κειμένου εάν κάτι τέτοιο κριθεί αναγκαίο. Τυπικό παράδειγμα δήλωσης αυτού του τύπου παρουσιάζεται στη συνέχεια. Σχήμα 11: Copyright Transfer Form

54 3) Η εργασία απορρίπτεται γιατί τα αποτελέσματά της μπορούν να προκύψουν πάρα πολύ εύκολα γεγονός που δεν δικαιολογεί τη δημοσίευσή της θα μπορούσαν για παράδειγμα αυτά τα αποτελέσματα να προκύψουν ως αποτέλεσμα της πτυχιακής εργασίας κάποιου φοιτητή. Είναι προφανές πως η δημοσίευση μιας εργασίας απαιτεί και το χαρακτηρισμό της ως εργασία κάποιου αρκετά υψηλού επιπέδου. Ας σημειωθεί ωστόσο πως αυτό είναι συνάρτηση και του περιοδικού στο οποίο αποστέλλεται για δημοσίευση: μια εργασία που έχει απορριφθεί από κάποιο περιοδικό μπορεί χωρίς την παραμικρή βελτίωση ή τροποποίηση να γίνει δεκτή για δημοσίευση σε κάποιο άλλο περιοδικό. 4) Η εργασία απορρίπτεται γιατί τα αποτελέσματά της είναι ανούσια, δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον και δεν προσφέρουν απολύτως τίποτε. Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα, με μια εργασία που απλά περιγράφει τον τρόπο χρήσης κάποιου πακέτου λογισμικού πληροφορία που ούτως ή άλλως μπορεί να βρεθεί στο εγχειρίδιο χρήσης και όχι τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τη χρήση του. 5) Η εργασία περιέχει σημαντικά σφάλματα και θα πρέπει να επιστραφεί στο συγγραφέα για αναθεώρηση. Αυτό συμβαίνει όταν κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης διαπιστωθεί πως κάποια διαδικασία ή αλγόριθμος έχει χρησιμοποιηθεί με εσφαλμένο τρόπο και επομένως τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτή δεν είναι σωστά. Ας σημειωθεί πως η διόρθωση αυτών των σφαλμάτων δεν είναι προφανώς καθήκον του αξιολογητή, αλλά του συγγραφέα στον οποίο η εργασία επιστρέφεται για αναθεώρηση. Παρόμοιο πόρισμα μπορεί να προκύψει και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο χρήστης παρουσιάζει περιγραφικά κάποιο αλγόριθμο, χωρίς όμως να τον υλοποιεί έτσι ώστε να παραθέσει και τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει από αυτόν. Μια τέτοια εργασία συνήθως θεωρείται ανεπαρκής και είτε απορρίπτεται είτε επιστρέφεται στο συγγραφέα για αναθεώρηση του κειμένου. 6) Η εργασία απορρίπτεται γιατί η παρουσίαση των αποτελεσμάτων είναι φτωχή. Αυτό το πόρισμα της αξιολόγησης αναφέρεται κυρίως σε εργασίες στις οποίες τα αποτελέσματα δεν έχουν παρουσιαστεί με σαφή και περιγραφικό τρόπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι η παράθεση πολλών πινάκων με μεγάλη ποσότητα ανούσιων αριθμητικών δεδομένων που δεν πρόκειται να διαβάσει κανένας ενώ η ίδια πληροφορία θα μπορούσε να παρουσιαστεί πολύ πιο απλά παραθέτοντας κάποιες γραφικές παραστάσεις. Άλλες περιπτώσεις που οδηγούν σε αυτό το πόρισμα είναι εργασίες στις οποίες τα μοντέλα που χρησιμοποιούνται παρατίθενται χωρίς επαρκή τεκμηρίωση ενώ χρησιμοποιούνται συμβολισμοί που είτε διαφέρουν από αυτούς που έχουν καθιερωθεί π.χ. η χρήση του συμβόλου J για το μέγεθος της δύναμης ενώ η σύμβαση απαιτεί τη χρήση του συμβόλου F είτε χρησιμοποιούνται χωρίς ο συγγραφέας να εξηγεί σε τι ακριβώς αναφέρονται και πιο μέγεθος ή σύμβολο περιγράφουν. 7) Η εργασία είναι κατάλληλη για δημοσίευση εφόσον γίνουν κάποιες διορθώσεις. Ένα πόρισμα αυτής της μορφής σημαίνει πως οι αξιολογητές θεωρούν πως η εργασία είναι καταλλήλου επιπέδου για να δημοσιευθεί στο περιοδικό στο οποίο έχει σταλεί, αλλά εφόσον οι συγγραφείς προχωρήσουν σε κάποιες διορθώσεις, οι οποίες ωστόσο δεν είναι πολύ σημαντικές αλλά αφορούν συμπληρωματικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα κάποια ανασκόπηση των προσπαθειών που έχουν γίνει μέχρι σήμερα για την επίλυση του ίδιου προβλήματος από άλλους ερευνητές (review of previous work) ή κάποια συγκριτική μελέτη. Διορθώσεις επίσης μπορούν να ζητηθούν και από το ίδιο το περιοδικό σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο συγγραφέας χρησιμοποιεί στο κείμενο διαφορετικά σύμβολα και συμβάσεις από εκείνα που χρησιμοποιεί το περιοδικό. Σε κάθε περίπτωση ο εκδότης θα στείλει στο συγγραφέα δύο έντυπα εκ των

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 55 οποίων το πρώτο θα περιέχει μία λίστα με τις διορθώσεις που πρέπει να γίνουν στο κείμενο και το δεύτερο ένα κατάλογο με τα σύμβολα που χρησιμοποιεί η εκδοτική υπηρεσία για να υποδείξει κάποιο συγκεκριμένο τύπο διόρθωσης. Τυπικό παράδειγμα τέτοιων εντύπων που χρησιμοποιούνται από τον εκδοτικό οίκο Taylor and Francis Group και για το περιοδικό International Journal of Computer Mathematics παρουσιάζονται στη συνέχεια. Σχήμα 12: Παράδειγμα εντύπου που περιέχει κατάλογο με σημεία προς διόρθωση Από τα έντυπα αυτά, το πρώτο έντυπο περιέχει το όνομα του περιοδικού και τον κωδικό της εργασίας που έχει αποδοθεί σε αυτή από τον εκδότη για διαχειριστικούς σκοπούς καθώς και μία λίστα από ερωτήματα που απευθύνονται προς το συγγραφέα και αφορούν ασάφειες και παραλείψεις μέσα στο κείμενο καθώς και παρόμοια προβλήματα πάσης φύσεως. Σε περίπτωση κατά την οποία η εργασία έχει γραφεί από πολλούς συγγραφείς, τα παραπάνω ερωτήματα απευθύνονται στο συγγραφέα που έχει αναλάβει τη διαδικασία της επικοινωνίας με το περιοδικό (corresponding author) αυτός ο συγγραφέας καθορίζεται από την ομάδα συγγραφής της εργασίας και αναγράφεται πάνω σε αυτή κατά την αποστολή της στον εκδότη.

56 Στο παράδειγμα του προηγούμενου σχήματος δεν υπάρχει καμία ασάφεια στο κείμενο και για το λόγο αυτό η λίστα των ερωτήσεων είναι κενή. Στην αντίθετη περίπτωση το παραπάνω έντυπο θα περιέχει το σύνολο των σημείων επί του κειμένου που θα πρέπει να τροποποιηθούν για να αποσαφηνιστεί το νόημά τους ή για να έλθουν σε μορφή συμβατή με τη σημειογραφία του περιοδικού. Στην τελευταία περίπτωση οι συμβολισμοί που χρησιμοποιούνται από τον εκδότη για να δείξουν στο συγγραφέα τις διορθώσεις που θα πρέπει να κάνει, περιλαμβάνονται στο δεύτερο από τα παραπάνω έντυπα που αποστέλλονται στο χρήστη και το οποίο έχει μορφή παρόμοια με την ακόλουθη: Σχήμα 13: Κατάλογος συμβόλων που χρησιμοποιούνται από τον εκδότη για τη διόρθωση του κειμένου

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 57 8) Η εργασία είναι κατάλληλη για δημοσίευση χωρίς καμία διόρθωση. Πρόκειται ασφαλώς για τη βέλτιστη των περιπτώσεων κατά την οποία η εργασία είναι άψογη από κάθε άποψη και μπορεί να δημοσιευθεί ως έχει και χωρίς την παραμικρή τροποποίηση. Η περίπτωση αυτή είναι σπάνια αλλά όχι απίθανη και αναφέρεται σε εμπεριστατωμένες εργασίες οι οποίες ανοίγουν νέους δρόμους αναζήτησης γνώσης ενώ επιπλέον καλύπτουν επακριβώς τις απαιτήσεις που έχουν τεθεί από τον εκδότη. ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ Μία από τις πιο σημαντικές εφαρμογές της επιστήμης της Πληροφορικής που έχει γνωρίσει ευρεία ανάπτυξη και εφαρμογή λόγω της μεγάλης διάδοσης του διαδικτύου είναι οι ψηφιακές βιβλιοθήκες (digital libraries) που επιτρέπουν την εύκολη και ταχύτατη πρόσβαση σε πηγές πληροφοριών οι οποίες είναι αποθηκευμένες σε ψηφιακή μορφή. Η έννοια της ψηφιακής βιβλιοθήκης εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1945 στο έργο του Vannenar Bush ο οποίος επινόησε το Memex. Αυτό δεν ήταν παρά μία μηχανική συσκευή βασισμένη στην τεχνολογία των microfilms που χρησιμοποιούσε την έννοια του υπερκειμένου και των συστημάτων ανάκτησης πληροφοριών. Ωστόσο οι πρώτες πραγματικές εφαρμογές των ηλεκτρονικών υπολογιστών σε διαδικασίες διαχείρισης βιβλιοθηκών, ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1950 από την IBM η οποία υλοποίησε συστήματα διάτρητων καρτών για τη διαχείριση του πληροφοριακού υλικού που ήταν αποθηκευμένο σε βιβλιοθήκες. Η πιο σημαντική από αυτές τις προσπάθειες ήταν η δημιουργία του MARC (Machine Readable Cataloging) ενός προτύπου που επέτρεπε την ψηφιοποίηση του καταλόγου πληροφοριών της βιβλιοθήκης. Από την άλλη πλευρά, η καθιέρωση του όρου «ψηφιακή βιβλιοθήκη» πέρασε και αυτή από πολλά στάδια. Το 1965 ο J. C. R. Licklider χρησιμοποίησε τον όρο βιβλιοθήκη του μέλλοντος (library of the future) για να περιγράψει ένα ειδικό τύπο βιβλιοθήκης βασισμένο εξ ολοκλήρου σε ηλεκτρονικό υπολογιστή ενώ δέκα χρόνια αργότερα ο F. W. Lancaster αναφέρθηκε στη βιβλιοθήκη χωρίς χαρτί (paperless library). Την ίδια περίπου εποχή, ο Ted Nelson επινόησε τις έννοιες του υπερκειμένου και του υπερχώρου και ανέλυσε αρκετές από τις παραμέτρους που θα χαρακτήριζαν τη λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος αν και ο ίδιος ποτέ δεν υλοποίησε κάτι τέτοιο. Άλλοι όροι που χρησιμοποιήθηκαν για να περιγράψουν αυτό το νέο τύπο βιβλιοθήκης, είναι οι όροι εικονική βιβλιοθήκη (virtual library), ηλεκτρονική βιβλιοθήκη (electronic library) και βιβλιοθήκη χωρίς τοίχους (library without walls). Όσον αφορά τον όρο ψηφιακή βιβλιοθήκη που τελικά καθιερώθηκε και χρησιμοποιείται στις μέρες μας, αυτός έχει επινοηθεί από τον οργανισμό Digital Libraries Initiative ο οποίος το 1994 χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό ίδρυμα Ερευνών των Ηνωμένων Πολιτειών, το Ινστιτούτο ARPA (Advanced Research Project Agency) και τη NASA με 24.4 εκατομμύρια δολάρια για να διερευνήσει τη σκοπιμότητα της δημιουργίας και χρήσης ψηφιακών βιβλιοθηκών καθώς και τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά τους. Αν και ο όρος ψηφιακή βιβλιοθήκη έχει σήμερα καθιερωθεί και χρησιμοποιείται από το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας, εν τούτοις η ερμηνεία που επιδέχεται δεν είναι μία και μοναδική αλλά εξαρτάται από την οπτική γωνία από την οποία την αντιλαμβάνεται ο καθένας. Έτσι από την πλευρά της διαδικασίας ανάκτησης πληροφορίας η ψηφιακή βιβλιοθήκη παραπέμπει σε μία μεγάλη βάση δεδομένων που περιέχει την πληροφορία που αναζητούμε, ενώ για τους ανθρώπους εκείνους που εργάζονται σε εφαρμογές υπερκειμένου η ψηφιακή βιβλιοθήκη δεν είναι παρά μια

58 εφαρμογή τέτοιων μεθόδων. Τυπικά παραδείγματα ερμηνειών και εφαρμογών της έννοιας της ψηφιακής βιβλιοθήκης είναι τα ακόλουθα: Για ένα επιστήμονα του χώρου της πληροφορικής ή ένα προγραμματιστή, η ψηφιακή βιβλιοθήκη είναι μία συλλογή εφαρμογών ή αλγορίθμων. Για ένα προμηθευτή βάσεων δεδομένων ή κάποιο παροχέα επιστημονικών εγγράφων, η ψηφιακή βιβλιοθήκη είναι το σύνολο των δεδομένων της βάσης ή των εγγράφων που είναι αποθηκευμένα σε ψηφιακή μορφή. Για μία μεγάλη επιχείρηση ή οργανισμό η ψηφιακή βιβλιοθήκη είναι το σύστημα διαχείρισης των εγγράφων τους που επιτρέπει τη διαχείριση των δεδομένων τους τα οποία είναι αποθηκευμένα σε ψηφιακή μορφή. Για ένα εκδότη, η ψηφιακή βιβλιοθήκη είναι το σύνολο των βιβλιογραφικών πηγών που βρίσκονται δημοσιευμένες στο παγκόσμιο διαδίκτυο σε ψηφιακή μορφή ή κατάλογοι πάσης φύσεως. Μιλώντας γενικά, ο όρος ψηφιακή βιβλιοθήκη περιγράφει ένα κατανεμημένο υπολογιστικό περιβάλλον που απλοποιεί σημαντικά τις λειτουργίες της δημιουργίας, αποθήκευσης, διαχείρισης και επαναχρησιμοποίησης του ψηφιακού υλικού που περιέχει και επιτρέπει την πραγματοποίηση προηγμένων διαδικασιών όπως είναι η αναζήτηση σε πολυμεσικές βάσεις δεδομένων και η ανάκτηση πληροφορίας και η εξόρυξη γνώσης από δεδομένα μέσα από το περιβάλλον του ιστού του παγκόσμιου διαδικτύου. Η βασική της δομή περιλαμβάνει τον απαραίτητο ηλεκτρονικό εξοπλισμό για τη δημιουργία, αποθήκευση και προσπέλαση του ψηφιακού υλικού μαζί με το αναγκαίο σε κάθε περίπτωση λογισμικό για τη διαχείριση και οργάνωση του υλικού, τη δημιουργία ευρετηρίων και καταλόγων και την αναζήτηση πληροφοριών σε αυτό. Ας σημειωθεί πως αυτές οι λειτουργίες αφορούν τη γενική περίπτωση μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης ενώ από εκεί και πέρα υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με το εάν η βιβλιοθήκη είναι προσωπική, δημόσια, εμπορική ή εκπαιδευτική. Ωστόσο σε όλες τις περιπτώσεις η λειτουργία της στηρίζεται σε τεχνικές και μεθόδους που συναντώνται στο χώρο των βάσεων δεδομένων με την έμφαση να δίδεται στην ακεραιότητα και προστασία του αποθηκευμένου ψηφιακού υλικού. Αν και θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί πως ο παγκόσμιος ιστός συνιστά τη μεγαλύτερη ψηφιακή βιβλιοθήκη που είναι δυνατό να βρεθεί, εν τούτοις αυτό δεν είναι σωστό. Πράγματι, αν και η διαδικασία αναζήτησης στον παγκόσμιο ιστό μπορεί να οδηγήσει στην ανάκτηση χιλιάδων εγγράφων σε ψηφιακή μορφή (κυρίως αρχεία τύπου DOC, PS και PDF), ο τρόπος με τον οποίο αυτή πραγματοποιείται δεν γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες που έχουν τεθεί για τις ανάλογες διαδικασίες των ψηφιακών βιβλιοθηκών αλλά χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα προβλήματα: Η διαδικασία αναζήτησης είναι άναρχη και διαφοροποιημένη Η οργάνωση της πληροφορίας ανά θεματική ενότητα δεν είναι δυνατή Ο παγκόσμιος ιστός δεν υποστηρίζει τη σύνθετη αναζήτηση δια του καθορισμού τιμών πεδίων και υπο-πεδίων ή συνδυασμούς αυτών, ενώ επιπλέον η διαδικασία της αναζήτησης δεν είναι ακριβής και πολλές φορές οδηγεί σε εσφαλμένα αποτελέσματα. Η έννοια του συγγραφέα δεν είναι σαφής αφού ο καθένας μπορεί να δημοσιεύσει οτιδήποτε και ανώνυμα και επομένως η τήρηση των πνευματικών δικαιωμάτων δεν διασφαλίζεται. Τα ψηφιακά αντικείμενα του παγκόσμιου ιστού μπορεί να απομακρυνθούν από τις σελίδες στις οποίες βρίσκονται ανά πάσα χρονική στιγμή και χωρίς ο χρήστης να ενημερωθεί ποτέ και από κανένα για αυτή τη μεταβολή.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 59 Η πιστοποίηση της ορθότητας, αξιοπιστίας και ακεραιότητας του ψηφιακού υλικού που βρίσκεται στο παγκόσμιο διαδίκτυο δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί με κανένα τρόπο. Για όλους τους παραπάνω λόγους ο παγκόσμιος ιστός δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί ως ψηφιακή βιβλιοθήκη ας σημειωθεί ωστόσο πως η δομή και η οργάνωση του παγκόσμιου ιστού μαζί με την ποιότητα του ψηφιακού υλικού που δημοσιεύεται σε αυτόν βελτιώνονται με την πάροδο του χρόνου, οπότε είναι πολύ πιθανό ορισμένα από αυτά τα προβλήματα να πάψουν να υφίστανται στο μέλλον. Σύγκριση των παραδοσιακών και των ψηφιακών βιβλιοθηκών Προκειμένου να κατανοήσουμε τη χρησιμότητα και την αναγκαιότητα κατασκευής των ψηφιακών βιβλιοθηκών ας απαριθμήσουμε τα χαρακτηριστικά που περιγράφουν τις συμβατικές παραδοσιακές βιβλιοθήκες και ας δούμε με ποιο τρόπο μια ψηφιακή βιβλιοθήκη μπορεί να επιλύσει τα προβλήματα που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης, υλοποιώντας ταυτόχρονα και νέες δυνατότητες πρόσβασης και αναζήτησης στο ψηφιακό υλικό. Μιλώντας γενικά, τα βασικά χαρακτηριστικά που περιγράφουν τη λειτουργία μιας συμβατικής παραδοσιακής βιβλιοθήκης είναι τα ακόλουθα: Η βιβλιοθήκη βρίσκεται σε μία φυσική τοποθεσία που εντοπίζεται στο εσωτερικό κάποιου κτιρίου. Τα πιο πολλά από τα αντικείμενά της είναι πηγές πληροφοριών πάσης φύσεως Οι πηγές πληροφοριών της βιβλιοθήκες οργανώνονται σε ομάδες και ταξινομούνται σε θεματικούς καταλόγους και ευρετήρια από το προσωπικό της βιβλιοθήκης. Η διαδικασία ελέγχου της αυθεντικότητας των βιβλιογραφικών πηγών (ονόματα συγγραφέων και αριθμοί εκδόσεων του έντυπου υλικού) είναι πλήρης. Η διαδικασία αναζήτησης του υλικού της βιβλιοθήκης υποβοηθείται από τη δημιουργία και χρήση υποκατάστατων όπως είναι οι κατάλογοι και τα ευρετήρια. Η ανάκτηση μιας εγγραφής που χαρακτηρίζεται από κάποια κριτήρια αναζήτησης οδηγεί απευθείας στο έντυπο υλικό το οποίο στη συνέχεια μπορεί να ανακτηθεί άμεσα από το χρήστη. Τα αντικείμενα μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης δεν υφίστανται μεταβολές και κάθε φορά που κάτι τέτοιο συμβαίνει π.χ. κυκλοφορία μιας καινούριας έκδοσης κάποιου βιβλίου αυτή η μεταβολή γίνεται γνωστή στο χρήστη. Τα αντικείμενα μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης είναι μόνιμα και δεν εξαφανίζονται όπως συμβαίνει για παράδειγμα με κάποιο αρχείο μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης που μπορεί να διαγραφεί από τη βάση. Η διαδικασία της αναζήτησης υλικού σε μία παραδοσιακή βιβλιοθήκη μπορεί να υποβοηθηθεί από το προσωπικό που εργάζεται σε αυτή. Οι παραδοσιακές βιβλιοθήκες μπορεί να επιτρέπουν την πρόσβαση σε εξειδικευμένο, διαβαθμισμένο ή σπάνιο και ιστορικής αξίας υλικό (π.χ. πολύ παλιά βιβλία ή έντυπα για τα οποία υπάρχει ένα και μοναδικό αντίγραφο) μόνο σε ορισμένες ομάδες χρηστών (π.χ. σε ερευνητικές ομάδες ή σε μέλη της Πανεπιστημιακής κοινότητας). Από την άλλη πλευρά, τα βασικά χαρακτηριστικά των ψηφιακών βιβλιοθηκών είναι τα ακόλουθα: Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες αποτελούν την ψηφιακή έκδοση των παραδοσιακών βιβλιοθηκών που περιλαμβάνουν συλλογές πληροφοριών οι οποίες είναι διαθέσιμες τόσο σε έντυπη όσο και σε ψηφιακή μορφή.

60 Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες θα περιέχουν επιπλέον και ψηφιακή πληροφορία η οποία βρίσκεται έξω από τα φυσικά και τα διαχειριστικά όρια του συμβατικού πληροφοριακού υλικού. Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες θα πρέπει να περιέχουν όλες τις διεργασίες και τις υπηρεσίες που συνιστούν τον κεντρικό διαχειριστικό κορμό μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης. Ωστόσο όλες αυτές οι διαδικασίες θα πρέπει να αναθεωρηθούν και να ενισχυθούν έτσι ώστε να είναι σε θέση να διαχειρισθούν τις μεγάλες διαφορές που υφίστανται ανάμεσα στις παραδοσιακές και στις αντίστοιχες ψηφιακές βιβλιογραφικές πηγές. Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες θα πρέπει να είναι σε θέση να παράσχουν μία συνεκτική άποψη όλων των πληροφοριών που βρίσκονται αποθηκευμένες σε μία βιβλιοθήκη ανεξάρτητα από τη μορφή τους ή το είδος της διαμόρφωσης που χαρακτηρίζει την αποθήκευσή τους. Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες θα πρέπει να είναι σε θέση να καλύψουν τις πάσης φύσεως βιβλιογραφικές και ερευνητικές ανάγκες των διαφόρων επιστημονικών κοινοτήτων όπως οι παραδοσιακές βιβλιοθήκες ακόμη και εάν αυτές οι ομάδες είναι απομακρυσμένες και βρίσκονται σε διαφορετικές φυσικές τοποθεσίες (δηλαδή σε διαφορετικές πόλεις, χώρες ή ακόμη και ηπείρους). Στην περίπτωση αυτή η απομακρυσμένη πρόσβαση στο υλικό της βιβλιοθήκης θα μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω δικτύου. Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των ψηφιακών βιβλιοθηκών Τα πιο σημαντικά από τα πλεονεκτήματα που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης, σε γενικές γραμμές είναι τα ακόλουθα: Ο χρήστης μπορεί να προσπελάσει το υλικό της βιβλιοθήκης από οποιοδήποτε σημείο διαθέτει ένα ηλεκτρονικό υπολογιστή και πρόσβαση στο δίκτυο σε αντίθεση με τις παραδοσιακές βιβλιοθήκες που απαιτούν τη φυσική του παρουσία στο χώρο της βιβλιοθήκης. Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες παρέχουν τη δυνατότητα αναζήτησης στο σύνολο του κειμένου των βιβλιογραφικών πηγών, διαδικασία που είναι πάρα πολύ δύσκολη με τα συμβατικά συγγράμματα σε έντυπη μορφή. Αυτή η διαδικασία αναζήτησης έχει βελτιωθεί πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια δια της ενσωματώσεως της τεχνολογίας των υπερσυνδέσμων. Η πρόσβαση, η αναπαραγωγή και η κοινή χρήση του ηλεκτρονικού υλικού μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης είναι πάρα πολύ εύκολη σε αντίθεση με τις παραδοσιακές βιβλιοθήκες στις οποίες η διαδικασία αναπαραγωγής (δια μέσου φωτοτυπικών μηχανημάτων) είναι αρκετά δαπανηρή ενώ είναι πολύ πιθανή η μη διαθεσιμότητα κάποιου περιοδικού ή βιβλίου καθώς όλα τα διαθέσιμα αντίτυπα έχουν δανεισθεί στους αναγνώστες της βιβλιοθήκης. Η ενημέρωση και ανανέωση του υλικού μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης γίνεται πολύ πιο εύκολα σε σχέση με τις αντίστοιχες διαδικασίες μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης έντυπου και αναλογικού υλικού. Η πληροφορία είναι πάντα διαθέσιμη στο χρήστη σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή οποιουδήποτε και εάν βρίσκεται εκτός βέβαια αν καταρρεύσει το υπολογιστικό σύστημα που ελέγχει τη λειτουργία της και δεν υφίστανται οι χωρικοί και χρονικοί περιορισμοί που χαρακτηρίζουν την πρόσβαση στο υλικό μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης. Για παράδειγμα μπορεί κάποιος χρήστης που μένει στην Ελλάδα να αποκτήσει κάποιο ηλεκτρονικό αρχείο της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου του Cam-

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 61 bridge στις 11 το βράδυ του Σαββάτου, διαδικασία που είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί με κάποιο έντυπο της αντίστοιχης παραδοσιακής βιβλιοθήκης. Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες επιτρέπουν την αποθήκευση, προσπέλαση και χρήση πολυμεσικού υλικού για παράδειγμα την εκτέλεση κάποιου ψηφιακού αρχείου σε μορφή MP3 ή την παρακολούθηση μιας διάλεξης σε μορφή RM (Real Player format) κάτι που είναι αδύνατο να συμβεί με μία συμβατική παραδοσιακή βιβλιοθήκη. Ας σημειωθεί πως οι παραδοσιακές βιβλιοθήκες διατηρούν τέτοιο υλικό σε αναλογική μορφή (π.χ. κασέτες και ταινίες κινηματογράφου) αλλά αυτές προφανώς πρέπει να αναπαραχθούν και να σταλούν στο χρήστη. Αντίθετα στις ψηφιακές βιβλιοθήκες ο χρήστης μπορεί πάρα πολύ εύκολα να προμηθευτεί το αντίστοιχο ψηφιακό αρχείο δια μέσου του παγκόσμιου διαδικτύου. Οι ψηφιακές βιβλιοθήκες επιτρέπουν την προσπέλαση του ίδιου ψηφιακού αρχείου από πολλούς χρήστες ταυτόχρονα κάτι που δεν υποστηρίζεται από τις παραδοσιακές βιβλιοθήκες. Αντίθετα σε αυτές, ο κάθε χρήστης δανείζεται ένα ξεχωριστό αντίγραφο του υλικού που τον ενδιαφέρει και μόνο εφόσον υπάρχουν διαθέσιμα αντίγραφά προς δανεισμό. Από την άλλη πλευρά, στις ψηφιακές βιβλιοθήκες ο κίνδυνος εξάντλησης των διαθέσιμων αντιτύπων δεν υφίσταται, καθώς το σύστημα δεν χορηγεί στο χρήστη το αυθεντικό ψηφιακό αρχείο, αλλά ένα αντίγραφό του. Με τον τρόπο αυτό, το ίδιο υλικό μπορεί να διατεθεί απεριόριστα σε όσους χρήστες το ζητήσουν. Η χρήση των ψηφιακών βιβλιοθηκών επιτρέπει μεταξύ των άλλων και τη συνεργασία ανάμεσα στους χρήστες καθώς μπορεί να συνδυαστεί με υπηρεσίες τηλεδιάσκεψης και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Η δημιουργία των ψηφιακών βιβλιοθηκών απαιτεί πολύ μικρότερο κόστος σε σχέση με τις παραδοσιακές βιβλιοθήκες καθώς οι απαιτήσεις κτιριακής υποδομής και εξειδικευμένου προσωπικού δεν υφίστανται πλέον. Από την άλλη πλευρά η χρήση των ψηφιακών βιβλιοθηκών χαρακτηρίζεται και από ορισμένα μειονεκτήματα και περιορισμούς που έχουν να κάνουν κυρίως με θέματα τεχνικής και νομικής φύσεως όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας της. Αυτοί οι περιορισμοί αναφέρονται μεταξύ των άλλων στα ακόλουθα ζητήματα. Βαθμιαία αχρηστία υλικού και λογισμικού: το βασικό χαρακτηριστικό που περιγράφει τη χρήση των αποθηκευτικών μέσων σε μία ψηφιακή βιβλιοθήκη είναι πως ο μέσος χρόνος ζωής των οπτικών και μαγνητο-οπτικών μέσων αποθήκευσης είναι αρκετές δεκαετίες σε αντίθεση με το μέσο χρόνο ζωής των συσκευών ανάγνωσης αυτών των μέσων που είναι μόλις μια δεκαετία. Με εντελώς ανάλογο τρόπο, οι διαφορετικές μορφές αποθήκευσης ενός αρχείου υπερβαίνουν κατά πολύ το αντίστοιχο πλήθος των διατάξεων που χρησιμοποιούνται για τη διαχείρισή τους. Εκείνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ανανεώνουμε συχνά τον εξοπλισμό του συστήματος και ταυτόχρονα να χρησιμοποιούμε πρότυπα λογισμικού που έχουν καθιερωθεί στην αγορά και εκτιμάται πως θα χρησιμοποιηθούν για πάρα πολύ καιρό ακόμα, όπως είναι τα πρότυπα MARC (Machine Readable Cataloging) και SGML (Standard Generalized Markup Language). Υψηλό κόστος ανανέωσης του ψηφιακού περιεχομένου: η διατήρηση και ανανέωση του ψηφιακού υλικού της βιβλιοθήκης είναι μία σχετικά δαπανηρή διαδικασία τουλάχιστον όταν αυτή γίνεται για πρώτη φορά. Ωστόσο η συνεχής μείωση του κόστους αγοράς των διατάξεων ψηφιοποίησης σε συνδυασμό με το μικρότερο όγκο του ψηφιακού υλικού που θα συντηρηθεί την επόμενη φορά αναμένεται να οδηγήσουν σε σημαντική μείωση των δαπανών της όλης διαδικασίας έτσι ώστε αυτός ο περιορισμός να μην θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός σε σχέση με τους υπόλοιπους.

62 Διαχείριση πνευματικών δικαιωμάτων: η εύκολη αναπαραγωγή και διανομή του ψηφιακού υλικού της βιβλιοθήκης στους χρήστες του συστήματος απαιτεί την αναθεώρηση του καθεστώτος διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών το οποίο θα πρέπει να διατυπωθεί εκ νέου έτσι ώστε να καλύπτει και αυτές τις περιπτώσεις. Διασύνδεση ψηφιακών βιβλιοθηκών: το μεγάλο πλήθος των ψηφιακών βιβλιοθηκών που υπάρχουν σήμερα σε όλο τον κόσμο καθιστά σχεδόν αδύνατη την πλήρη δια-δικτύωσή τους έτσι ώστε να μπορέσουν να θεωρηθούν ως μία ενιαία κατανεμημένη ηλεκτρονική βιβλιοθήκη. Το γεγονός αυτό καθιστά αναγκαία την ανάπτυξη μεθόδων αναζήτησης ενός αντικειμένου σε πολλές ψηφιακές βιβλιοθήκες ταυτόχρονα και την παρουσίαση των αποτελεσμάτων αναζήτησης στο χρήστη με τη μορφή ενός ενιαίου καταλόγου. Εύρος ζώνης δικτυακού εξοπλισμού: ο συνεχώς αυξανόμενος όγκος του ψηφιακού υλικού σε συνδυασμό με τη μεγάλη αύξηση που παρατηρείται στο πλήθος των συνδεδεμένων χρηστών οδηγεί σε συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις όσον αφορά το εύρος ζώνης του δικτύου έτσι ώστε η απόδοση του συστήματος να κυμαίνεται σε αποδεκτά επίπεδα. Υποδομή για δημιουργία ψηφιακών βιβλιοθηκών Η διαδικασία δημιουργίας μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης απαιτεί την προμήθεια υλικοτεχνικής υποδομής υψηλού κόστους καθώς και τη λήψη μιας σειράς αποφάσεων σχετικά με τις υπηρεσίες που θα προσφέρονται από αυτή. Αυτές οι αποφάσεις συνήθως στηρίζονται στη διατύπωση ενός συνόλου ερωτημάτων προς απάντηση τα πιο σημαντικά από τα οποία είναι τα ακόλουθα: Με ποιο τρόπο θα διασφαλισθεί η αποκατάσταση και ο έλεγχος λειτουργιών όπως είναι η ακεραιότητα και η ακρίβεια ως προς την ενημέρωση των πηγών δεδομένων; Με ποιο τρόπο θα είναι δυνατή η διάκριση διαφορετικών εκδόσεων της ίδιας πληροφορίας η οποία συνήθως καθίσταται διαθέσιμη από διαφορετικές πηγές; Με ποιο τρόπο θα χρησιμοποιούνται τα υποκατάστατα δεδομένα, τα μεταδεδομένα και τα εργαλεία αναζήτησης έτσι ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός των αναγκαίων σε κάθε περίπτωση πληροφοριών; Με ποιο τρόπο θα αντιμετωπίζεται το πρόβλημα των παροδικών πηγών πληροφοριών; Με ποιο τρόπο θα διασφαλίζεται η συγγραφική ιδιότητα και τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών του ψηφιακού υλικού; Με ποιο τρόπο θα αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της διαθεσιμότητας επιλεγμένου ψηφιακού υλικού σε μερικές μόνο και συγκεκριμένες ομάδες χρηστών; Τι είδους υπηρεσίες θα προσφέρονται από την ψηφιακή βιβλιοθήκη; Θα ληφθεί μέριμνα για την ενσωμάτωση της ψηφιακής βιβλιοθήκης σε μια συμβατική βιβλιοθήκη; Εάν ναι, με πιο τρόπο θα γίνει κάτι τέτοιο; Απαιτείται η χρήση βιβλιοθηκάριου για τη λειτουργία της ψηφιακής βιβλιοθήκης; Εάν ναι, ποιος θα είναι ο ρόλος του και ποια η φύση των λειτουργιών που θα επιτελεί; Ποιες και πόσες κατηγορίες χρηστών θα έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες της βιβλιοθήκης και ποιο θα είναι το κόστος χρήσης αυτών των υπηρεσιών;

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 63 Από την άλλη πλευρά, το πιο σημαντικό από τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διέπουν τη δομή και οργάνωση κάθε ψηφιακής βιβλιοθήκης είναι η δικτυακή υποδομή η οποία και θα επιτρέπει την απομακρυσμένη πρόσβαση των χρηστών στο υλικό της βιβλιοθήκης. Αυτή η υποδομή μεταξύ των άλλων θα πρέπει να περιλαμβάνει: Τοπικά δίκτυα υψηλής ταχύτητας και γρήγορες συνδέσεις στο παγκόσμιο διαδίκτυο. Σχεσιακές βάσεις δεδομένων που θα υποστηρίζουν μία μεγάλη ποικιλία ψηφιακών τρόπων αποθήκευσης. Προηγμένες μηχανές αναζήτησης στο σύνολο του κειμένου κάποιας βιβλιογραφικής πηγής οι οποίες θα παρέχουν επιπλέον υπηρεσίες δεικτοδότησης και πρόσβασης στο μέσο. Διακομιστές των αναγκαίων σε κάθε περίπτωση δικτυακών υπηρεσιών όπως είναι Web Servers και FTP Servers. Συναρτήσεις διαχείρισης του ηλεκτρονικού υλικού που θα υποβοηθούν στη διαχείριση των ηλεκτρονικών πηγών. Ένα άλλο στοιχείο που θα πρέπει να ληφθεί υπ όψιν, είναι το γεγονός πως οι ψηφιακές βιβλιοθήκες χαρακτηρίζονται από μία αρθρωτή δομή, δηλαδή από ένα σύνολο υποσυστημάτων που λειτουργούν επικουρικά συμπληρώνοντας το ένα τη λειτουργία του άλλου. Αυτά τα υποσυστήματα στη γενική περίπτωση δεν είναι υποχρεωτικό να βρίσκονται στον ίδιο υπολογιστή αλλά μπορεί να έχουν εγκατασταθεί σε απομακρυσμένα μεταξύ τους υπολογιστικά συστήματα τα οποία θα επικοινωνούν δια μέσου δικτυακής υποδομής. Η λειτουργία τους δε και η προσπέλασή τους από το χρήστη θα πρέπει να γίνεται μέσα από ένα ενιαίο περιβάλλον διεπαφής και χωρίς ο χρήστης να αντιλαμβάνεται αυτή τη χωρική απόστασή τους. Αυτά τα υποσυστήματα μεταξύ των άλλων περιλαμβάνουν: Βιβλιογραφικές βάσεις δεδομένων που παραπέμπουν τόσο σε έντυπη όσο και σε ψηφιακή βιβλιογραφία Εργαλεία αναζήτησης και εργαλεία δημιουργίας ευρετηρίων Συλλογές αναφορών προς επιλεγμένους δικτυακούς τόπους Καταλόγους πληροφοριών πάσης φύσεως Υλικό τεκμηρίωσης σε πολλές και διαφορετικές ψηφιακές μορφές Φωτογραφίες Σύνολα αριθμητικών δεδομένων Ηλεκτρονικά περιοδικά Οι παραπάνω πηγές πληροφοριών μπορεί να βρίσκονται αποθηκευμένες στο ίδιο ή σε διαφορετικά υπολογιστικά συστήματα. Ωστόσο στην τελευταία περίπτωση η προσπέλασή τους από το χρήστη θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε αυτός να έχει την εντύπωση πως η αποθήκευση των παραπάνω πληροφοριών γίνεται σε ένα και μοναδικό υπολογιστή.

64 Προβλήματα διαχείρισης ψηφιακών βιβλιοθηκών Τα βασικά προβλήματα που συσχετίζονται με τις ψηφιακές βιβλιοθήκες είναι η δημιουργία συλλογών βιβλιογραφικών πηγών σε ψηφιακή μορφή. Υπάρχουν τρεις τρόποι με τους οποίους μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Ψηφιοποίηση βιβλιογραφικών πηγών που αρχικά βρίσκονται σε έντυπη μορφή. Προμήθεια του ψηφιακού υλικού απευθείας από τον εκδότη (ηλεκτρονικά βιβλία, περιοδικά και σύνολα δεδομένων) Δυνατότητα πρόσβασης σε απομακρυσμένες πηγές ηλεκτρονικού υλικού χρησιμοποιώντας υπερσυνδέσμους προς τους δικτυακούς τόπους άλλων ψηφιακών βιβλιοθηκών ή εκδοτικών οίκων. Αν και αυτή η διαδικασία δεν συμβάλει στην αύξηση του όγκου του ψηφιακού υλικού που βρίσκεται τοπικά αποθηκευμένο, εν τούτοις είναι πολύ χρήσιμη γιατί αυξάνει τον όγκο του συνόλου της πληροφορίας που είναι προσπελάσιμη από το χρήστη. Είναι προφανές πως η διαδικασία της ψηφιοποίησης του παλαιού έντυπου υλικού σε ηλεκτρονική μορφή απαιτεί την καταβολή πολύ υψηλών χρηματικών ποσών και η πραγματοποίησή της από ένα μεμονωμένο εκπαιδευτικό ή ερευνητικό οργανισμό είναι οικονομικά ασύμφορη. Για το λόγο αυτό είναι κοινή πρακτική η συνεργασία ανάμεσα σε ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα που έχουν κοινούς στόχους και κοινά ενδιαφέροντα. Με τον τρόπο αυτό μειώνεται σημαντικά το κόστος της αγοράς και ψηφιοποίησης του υλικού, ενώ παράλληλα η μεταφορά κάποιας συγκεκριμένης πηγής σε ηλεκτρονική μορφή γίνεται μόνο μία φορά και όχι κάθε φορά που αυτή ζητείται από τους χρήστες. Ο όρος ψηφιοποίηση υλικού χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία μετατροπής έντυπου ή αναλογικού υλικού (βιβλία, άρθρα, εικόνες και φωτογραφίες, απλές κασέτες και βιντεοκασέτες) σε ψηφιακή μορφή δια της εφαρμογής τεχνικών και μεθόδων όπως είναι η δειγματοληψία, η καταγραφή και η σάρωση. Η ψηφιοποίηση απαιτεί πολύ χρόνο και πολύ υψηλό κόστος και η επιλογή του τμήματος του διαθέσιμου υλικού θα επιλέξουμε να ψηφιοποιήσουμε εξαρτάται από τις ανάγκες και την πολιτική του φορέα που πραγματοποιεί τη διαδικασία. Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις: Ψηφιοποίηση του συνόλου της διαθέσιμης βιβλιογραφίας. Αυτή η περίπτωση αντιστοιχεί στη δημιουργίας μιας τεράστιας ηλεκτρονικής εγκυκλοπαίδειας που περιέχει το σύνολο των διαθέσιμων λημμάτων με το πρώτο γράμμα να καλύπτει όλη την περιοχή του αλφαβήτου Α Ω. Πρόκειται ασφαλώς για την ιδανική περίπτωση η οποία ας σημειωθεί πως δεν εφαρμόζεται σχεδόν ποτέ καθώς χαρακτηρίζεται από πάρα πολύ μεγάλο κόστος ενώ στην όλη διαδικασία εμπλέκονται εκτός των άλλων και νομικά ζητήματα όσον αφορά τα πνευματικά δικαιώματα και τους όρους χρήσης του ψηφιοποιημένου υλικού. Ψηφιοποίηση επιλεγμένου τμήματος της πλήρους συλλογής. Στην περίπτωση αυτή λαμβάνει χώρα η ψηφιοποίηση ενός μόνου τμήματος του διαθέσιμου έντυπου υλικού το οποίο χαρακτηρίζεται σημαντικό για το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας που το χρησιμοποιεί. Η επιλογή του έντυπου και αναλογικού υλικού που θα επιλεγεί για ψηφιοποίηση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και μπορεί να αφορά (α) υλικό που ανήκει σε κάποια συγκεκριμένη θεματική ενότητα (β) επιλεγμένα κομμάτια υλικού που ανήκουν σε διαφορετικές και μη συσχετιζόμενες μεταξύ τους θεματικές ενότητες και (γ) υλικό που η στατιστική μελέτη έχει αναδείξει ως το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο από τα μέλη της επιστημονικής κοινότητας που το χρειάζονται. Σε κάθε περίπτωση βέβαια μπορούμε να

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 65 ψηφιοποιούμε κάθε υλικό που έχει ζητηθεί από τους χρήστες έστω και μία φορά, αν και αυτή η προσέγγιση είναι αρκετά ριψοκίνδυνη γιατί εμπεριέχει το χαρακτηριστικό της τυχαιότητας. Πράγματι είναι πιθανό κάποιος τύπος ή κατηγορία υλικού να ψηφιοποιηθεί επειδή έχει ζητηθεί από κάποιο χρήστη, αλλά να είναι τόσο εξειδικευμένο ώστε να μην ζητηθεί ποτέ ξανά στο μέλλον. Ψηφιακά αντικείμενα, ιδιότητες και μεταδεδομένα Η βασική δομική μονάδα που χαρακτηρίζει το περιεχόμενο μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης είναι το ψηφιακό αντικείμενο (digital object). Αυτό ορίζεται ως ένα σύνολο πληροφοριών που έχει υποστεί τη διαδικασία της ψηφιοποίησης, έχει αποθηκευθεί με κάποια συγκεκριμένη μορφή (π.χ. με τη μορφή εικόνας, ήχου, κειμένου ή video) και χαρακτηρίζεται από κάποιες ιδιότητες οι οποίες περιγράφονται με τη βοήθεια μεταδεδομένων. Στενά συνδεδεμένο με κάθε ψηφιακό αντικείμενο είναι ένα σύνολο διαδικασιών που επιτρέπουν τη διαχείρισή του όπως είναι η δημιουργία του, η περιγραφή του με μοναδικό τρόπο, η αναζήτησή του μέσα στη βάση δεδομένων του ψηφιακού υλικού και η διανομή του στους τελικούς χρήστες. Η δομή ενός ψηφιακού αντικειμένου όπως αυτή περιγράφτηκε προηγουμένως, παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα. Σχήμα 14: Η δομή ενός ψηφιακού αντικειμένου μιας ηλεκτρονικής βιβλιοθήκης Τα ψηφιακά αντικείμενα μπορούν να ομαδοποιηθούν σε δύο κατηγορίες με κριτήριο το εάν υφίσταται ή όχι το φυσικό ή αναλογικό ισοδύναμό τους. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνα τα αντικείμενα τα οποία έχουν προκύψει από την ψηφιοποίηση κάποιας πληροφορίας που αρχικά βρισκόταν σε αναλογική μορφή όπως είναι εικόνες, κασέτες, μουσική, χάρτες και έντυπο υλικό πάσης φύσεως. Αντίθετα στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν αντικείμενα που έχουν δημιουργηθεί απευθείας σε ψηφιακή μορφή όπως είναι προγράμματα εφαρμογών, ηλεκτρονικές εκδόσεις, φύλλα και βάσεις δεδομένων, καθώς και σύνολα δεδομένων που έχουν προκύψει ως αποτέλεσμα της πραγματοποίησης κάποιας διαδικασίας καταγραφής. Ανεξάρτητα από την κατηγορία στην οποία ανήκουν τα ψηφιακά αντικείμενα και από τη διαδικασία που

66 τα δημιούργησε, η αποθήκευσή τους στη βάση της ψηφιακής βιβλιοθήκης στηρίζεται στη χρήση αρχείων συγκεκριμένου τύπου και διαμόρφωσης τα οποία ταυτοποιούνται πλήρως από την κατάληξή τους, η οποία προσδιορίζει εκτός των άλλων και την εφαρμογή που θα χρησιμοποιηθεί για την προεπισκόπηση του περιεχομένου τους. Στο λειτουργικό σύστημα των Windows η διαχείριση των καταλήξεων των αρχείων του συστήματος και η συσχέτισή τους με κάποια από τις εφαρμογές του χρήστη πραγματοποιείται από τη σελίδα File Types του πλαισίου διαλόγου Folder Options που ενεργοποιείται από το menu Tools του Windows Explorer αυτό το πλαίσιο διαλόγου παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα. Σχήμα 15: Καθορισμός του τύπου των αρχείων μέσα από το περιβάλλον των Microsoft Windows Από το παραπάνω πλαίσιο διαλόγου διαπιστώνουμε πως η κατάληξη PCX αντιστοιχεί σε αρχείο εικόνας, η κατάληξη PDF αντιστοιχεί σε αρχεία εγγράφων που δημιουργούνται και διαβάζονται από την εφαρμογή Adobe Acrobat, κ.ο.κ. Προκειμένου να συσχετίσουμε αυτή την κατάληξη με κάποια εφαρμογή δηλαδή να καθορίσουμε με ποια εφαρμογή θα ανοίγουμε τα αρχεία που χαρακτηρίζονται από αυτή την κατάληξη, μπορούμε να επιλέξουμε τον τύπο του αρχείου που μας ενδιαφέρει και να ορίσουμε την εφαρμογή που θα τα διαχειρίζεται χρησιμοποιώντας το πλαίσιο διαλόγου της επόμενης εικόνας. Αυτό το πλαίσιο διαλόγου εμφανίζεται όταν στο προηγούμενο πλαίσιο επιλέξουμε τον τύπο αρχείου που μας ενδιαφέρει και στη συνέχεια πατήσουμε το κουμπί που φέρει τον τίτλο Change

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 67 Σχήμα 16: Συσχέτιση τύπου αρχείου με την εφαρμογή που θα το διαχειρίζεται Είναι προφανές πως η προεπισκόπηση και η επεξεργασία κάποιου αρχείου συγκεκριμένου τύπου από κάποια εφαρμογή δεν έχει να κάνει μόνο με την κατάληξή του. Αυτή το μόνο που κάνει είναι να επιτρέπει τη συσχέτιση αυτού του τύπου αρχείου με κάποια εφαρμογή αλλά δεν διασφαλίζει και την εγκυρότητά του. Εάν για παράδειγμα το αρχείο sample.doc μετονομαστεί σε sample.pdf το λειτουργικό σύστημα θα προσπαθήσει να το ανοίξει με την εφαρμογή Adobe Acrobat, διαδικασία που βέβαια θα αποτύχει καθώς η εν λόγω εφαρμογή δεν μπορεί να διαβάσει το περιεχόμενο του αρχείου. Στην περίπτωση αυτή θα λάβει χώρα η εμφάνιση του επόμενου μηνύματος σφάλματος. Σχήμα 17: Μήνυμα σφάλματος που εμφανίζεται λόγω ασυμβατότητας τύπου αρχείου με εφαρμογή Υπάρχουν πολλοί τύποι αρχείων που μπορούν να αποθηκευτούν σε μια ψηφιακή βιβλιοθήκη με τη διαδικασία καθορισμού τους να στηρίζεται στη χρήση του προτύπου MIME (Multipurpose Internet Mail Exchange). Αυτό το πρότυπο αρχικά δημιουργήθηκε προκειμένου να εμπλουτίσει τη λειτουργικότητα των προγραμμάτων

68 διαχείρισης ηλεκτρονικής αλληλογραφίας με τη δυνατότητα αποστολής συνημμένων αρχείων πάσης φύσεως. Το βασικό χαρακτηριστικό του προτύπου MIME είναι η περιγραφή του κάθε τύπου αρχείου με τη βοήθεια μίας ετικέτας η οποία αποτελείται από δύο τμήματα που συντάσσονται ως part1/part2. Από τα τμήματα αυτά το πρώτο (part1) καθορίζει το βασικό τύπο του αρχείου ενώ το δεύτερο την κατηγορία που συσχετίζεται με αυτό το βασικό τύπο. Έτσι για παράδειγμα η ετικέτα text/plain υποδηλώνει πως το αρχείο περιέχει απλό κείμενο χωρίς κάποιο συγκεκριμένο τύπο διαμόρφωσης ενώ η ετικέτα text/html περιγράφει ένα αρχείο κειμένου που περιέχει κώδικα σε γλώσσα HTML Σε ορισμένες περιπτώσεις και εφόσον κάτι τέτοιο είναι επιθυμητό μπορούμε να ορίσουμε και τιμές παραμέτρων για τον κάθε τύπο αντικειμένων. Έτσι μια ετικέτα της μορφής tex/plain; charset=iso-8859-1 περιγράφει τον τύπο του τρέχοντα αρχείου ως απλό κείμενο που όμως έχει κωδικοποιηθεί σύμφωνα με το σύνολο χαρακτήρων ISO-8859-1. Οι πιο σημαντικές από τις ετικέτες που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των τύπων αρχείων είναι οι text, image, audio και application που παραπέμπουν σε αρχεία κειμένου, εικόνας, ήχου καθώς και σε αρχεία που ανήκουν σε κάποια συγκεκριμένη εφαρμογή στην τελευταία περίπτωση θα πρέπει να καθορίσουμε και το όνομα αυτής της εφαρμογής. Είναι προφανές πως επειδή η προσπέλαση του υλικού μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης γίνεται μέσα από τον παγκόσμιο ιστό, η παραπάνω πληροφορία θα πρέπει να καθορισθεί στο αρχείο διαμόρφωσης του Web Server που διαχειρίζεται το δικτυακό τόπο που περιέχει τα αρχεία της βιβλιοθήκης. Στην περίπτωση του Apache Web Server αυτό το αρχείο διαμόρφωσης φέρει το όνομα httpd.conf και βρίσκεται στον υποκατάλογο conf του δέντρου καταλόγων του Apache. Ο κάθε τύπος αρχείου περιγράφεται από κάποιες ιδιότητες η τήρηση των οποίων με την πάροδο του χρόνου δεν είναι δυνατό να διασφαλισθεί σε όλες τις περιπτώσεις. Για παράδειγμα μια ετικέτα της μορφής application/postscript παραπέμπει σε ένα αρχείο τύπου PS ενώ μια ετικέτα της μορφής image/gif παραπέμπει σε μία εικόνα τύπου GIF. Αυτή ωστόσο η περιγραφή δεν είναι όμως σίγουρο πως θα καταστήσει δυνατή την προσπέλαση του αρχείου. Αυτό συμβαίνει γιατί κατά την πρώτη τους έκδοση οι τύποι postscript και GIF εμφανιζόταν μόνο σε μία έκδοση ενώ αργότερα δημιουργήθηκαν δύο τύποι αρχείων PS και δύο τύποι αρχείων GIF θα πρέπει επομένως να καθορίσουμε σε ποιον από τους δύο αναφερόμαστε. Το άλλο πρόβλημα που ανακύπτει όσον αφορά τη διαχείριση των αρχείων διαφορετικού τύπου είναι η διασφάλιση της δυνατότητας προσπέλασής τους για πάντα, όσος χρόνος και εάν περάσει. Κανείς όμως δεν μπορεί να μας εγγυηθεί πως η εφαρμογή Adobe Acrobat που επιτρέπει την ανάγνωση αρχείων τύπου PDF θα συνεχίσει να υφίσταται μετά από 10, 20, 50 ή και 100 χρόνια. Όλα αυτά τα ζητήματα είναι προφανές πως θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη διαδικασία σχεδίασης της δομής και οργάνωσης μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης. Μεταδεδομένα: η περιγραφή του περιεχομένου και των ιδιοτήτων των αντικειμένων μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης στηρίζεται στη χρήση ειδικού τύπου δεδομένων που είναι γνωστά ως μεταδεδομένα. Αυτά μπορεί να θεωρηθεί πως υπάρχουν και σε μία παραδοσιακή βιβλιοθήκη, καθώς δεν είναι τίποτε άλλο από τους καταλόγους και τα ευρετήρια που δημιουργούνται και ενημερώνονται από τους βιβλιοθηκάριους προκειμένου να διευκολύνουν τον εντοπισμό των βιβλιογραφικών πηγών από τους χρήστες. Μιλώντας γενικά, υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι μεταδεδομένων, τα περιγραφικά, διαχειριστικά και δομικά μεταδεδομένα. Σε μια πιο αναλυτική περιγραφή, τα διαχειριστικά μεταδεδομένα χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση και τη διασφάλιση

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 69 της διατήρησης του ψηφιακού υλικού της βιβλιοθήκης, τα περιγραφικά δεδομένα χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση και ταυτοποίηση των εγγράφων της βάσης ενώ τα δομικά μεταδεδομένα επιτρέπουν την αναπαράσταση της δομής των δεδομένων και την αποθήκευσή τους στις αποθηκευτικές διατάξεις του συστήματος. Ο τρόπος ορισμού, οργάνωσης και χρήσης των μεταδεδομένων είναι διαφορετικός για τις διάφορες ψηφιακές βιβλιοθήκες που είναι διαθέσιμες και εξαρτάται από τον όγκο και την πολυπλοκότητα της οργάνωσης των δεδομένων καθώς και από τις υφιστάμενες σε κάθε περίπτωση απαιτήσεις. Η επόμενη οθόνη παρουσιάζει τη διαδικασία καθορισμού μεταδεδομένων μέσα από το περιβάλλον εκπαίδευσης από απόσταση Blackboard Learning System. Από την οθόνη αυτή διαπιστώνουμε πως τα μεταδεδομένα κάποιου ψηφιακού αντικειμένου συσχετίζονται με χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με τη γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο, τον κύκλο της ζωής του, τον τύπο του (σε μορφή MIME) και το καθεστώς που διέπει το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων της χρήσης του. Σχήμα 18: Καθορισμός τιμών μεταδεδομένων μέσα από το περιβάλλον του Blackboard Ονοματολογία: Το τελευταίο σημαντικό χαρακτηριστικό που συσχετίζεται με τη χρήση των ψηφιακών αντικειμένων της βιβλιοθήκης είναι το σχήμα που περιγράφει την ονοματολογία τους, δηλαδή τον τρόπο καθορισμού των ονομάτων που τα περιγράφουν. Αυτά τα ονόματα δεν είναι τίποτε άλλο από συμβολοσειρές που ταυτοποιούν τα ψηφιακά αντικείμενα με μοναδικό τρόπο και αποτελούν τμήμα των μεταδεδομένων του ψηφιακού αντικειμένου. Η σημασία των ονομάτων των ψηφιακών αντικειμένων είναι παρόμοια με εκείνη των κωδικών ISBN (International Standard Book Number) και ISSN (International Standard Serial Number) που ταυτοποιούν πλήρως ένα βιβλίο ή ηλεκτρονικό περιοδικό μιας παραδοσιακής βιβλιοθήκης. Όσον αφορά τη χρήση τους, αυτή συνίσταται στην ταυτοποίηση των ψηφιακών αντικειμένων με μοναδικό τρόπο έτσι ώστε να είναι δυνατή (α) η βιβλιογραφική παραπομπή σε

70 αυτά, (β) η ανάκτηση των πληροφοριών που τα περιγράφουν (γ) η δημιουργία υπερσυνδέσμων ανάμεσα στα αντικείμενα της βιβλιοθήκης και (δ) η δυνατότητα διαχείρισής τους όσον αφορά το πολύ σημαντικό ζήτημα της διατήρησης των πνευματικών τους δικαιωμάτων. Αυτά τα ονόματα θα πρέπει να σχεδιαστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μεταβάλλονται ποτέ και να περιγράφουν πάντα το ίδιο αντικείμενο όσος καιρός και αν περάσει και όσες μεταβολές και εάν γίνουν στη δομή και στην οργάνωση των δεδομένων της βάσης. Για παράδειγμα, δεν είναι καλή πρακτική η περιγραφή ενός ψηφιακού αντικειμένου χρησιμοποιώντας μια διεύθυνση URL πράγματι, εάν το αντικείμενο μετακινηθεί από τη θέση του, υποστεί μετονομασία ή ακόμη και διαγραφεί από το δικτυακό τόπο που το περιέχει, τότε η διεύθυνση URL που δείχνει σε αυτό, δεν θα είναι πλέον έγκυρη. Υπάρχουν τρία διαφορετικά σχήματα ονοματολογίας που μπορούν να χρησιμοποιηθούν με τα αντικείμενα μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης και τα οποία σε γενικές γραμμές είναι τα ακόλουθα: PURLS (Persistent URLs) : το σχήμα αυτό προτάθηκε από τον οργανισμό OCLC (Online Computer Library Server) σε μια προσπάθεια να διαχωριστεί το όνομα του αντικειμένου από την τοποθεσία στην οποία βρίσκεται αποθηκευμένο έτσι ώστε να είναι πάντα εύκολο να βρεθεί. Εκείνο που γίνεται είναι η απεικόνιση ενός μόνιμου URL που δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ σε μια πραγματική διεύθυνση URL. Αυτό σημαίνει πως αν κάποια στιγμή το αντικείμενο μετακινηθεί, θα αλλάξει μόνο το πραγματικό URL αλλά η διεύθυνση PURL θα παραμείνει η ίδια. Εάν τώρα ο χρήστης ζητήσει κάποιο έγγραφο, ο διακομιστής PURL θα αντιστοιχήσει τη διεύθυνση PURL στην πραγματική διεύθυνση URL η οποία και θα επιστραφεί στο χρήστη προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για την προσπέλαση του αντικειμένου. URN (Uniform Resource Name): αυτό το σχήμα δημιουργήθηκε από την οργάνωση IETF (Internet Engineering Task Force) και στην πραγματικότητα δεν είναι σχήμα ονοματολογίας με την έννοια που δώσαμε προηγουμένως αλλά ένα framework μέσα από το οποίο είναι δυνατός ο ορισμός ονομάτων αντικειμένων. Σε πλήρη αναλογία με το προηγούμενο σχήμα, το URN θα πρέπει να απεικονιστεί σε πραγματικές διευθύνσεις URL με διαδικασίες αναζήτησης σε βάσεις δεδομένων παρόμοιες με αυτές που περιγράψαμε προηγουμένως. Ωστόσο σε αντίθεση με το σχήμα PURLS στο οποίο η κάθε μόνιμη διεύθυνση URL αντιστοιχεί σε μια και μοναδική πραγματική διεύθυνση URL, σε ένα URN είναι δυνατόν να αντιστοιχούν περισσότερα από ένα πραγματικά URLs, για παράδειγμα ένα URL για κάθε διαφορετική μορφή αποθήκευσης του αντικειμένου. DOI (Digital Object Identifier): είναι μια προσπάθεια που ξεκίνησε από την Αμερικανική Ένωση Εκδοτικών Οίκων που έχει ως στόχο να παράσχει μία μέθοδο με την οποία τα αντικείμενα της ψηφιακής βιβλιοθήκης θα μπορούν να ταυτοποιηθούν και να προσπελαστούν με αξιόπιστο τρόπο. Το σχήμα του DOI στηρίζεται σε ένα σύστημα που απεικονίζει ένα ψηφιακό προσδιοριστή σε ένα σύνολο πληροφοριών που απαιτούνται για τον εντοπισμό της θέσης του αντικειμένου μέσα στην ψηφιακή συλλογή και την ανάκτηση και προσπέλασή του από το χρήστη. Διαχείριση πνευματικών δικαιωμάτων Η διαχείριση των πνευματικών δικαιωμάτων του πληροφοριακού υλικού μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης συνιστά μία πολύ σημαντική παράμετρο της σχεδίασης και

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 71 λειτουργίας της, η οποία, ας σημειωθεί, χαρακτηρίζεται από πάρα πολύ μεγάλη διαφοροποίηση συγκρινόμενη με την αντίστοιχη λειτουργία των παραδοσιακών βιβλιοθηκών. Πράγματι, τα αποθηκευμένα ψηφιακά αντικείμενα δεν χαρακτηρίζονται πλέον από σταθερότητα ως προς το χώρο στον οποίο εντοπίζονται, ενώ επιπλέον αντιγράφονται πάρα πολύ εύκολα και μπορούν να προσπελαστούν από απομακρυσμένες τοποθεσίες και από πολλούς χρήστες ταυτόχρονα. Ένα άλλο πρόβλημα που συσχετίζεται με αυτό τον τύπο διαχείρισης είναι πως οι ψηφιακές βιβλιοθήκες δεν κατέχουν τα πνευματικά δικαιώματα του υλικού που προσφέρουν σε ψηφιακή μορφή καθώς αυτά τα δικαιώματα ανήκουν στους δημιουργούς των ψηφιακών μέσων. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να αναπτύξουμε μηχανισμούς που να διασφαλίζουν την τήρηση των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών, κάτι που γίνεται χρησιμοποιώντας κάποια από τις ακόλουθες μεθόδους: Τήρηση αρχείων καταγραφής σχετικά με τις δραστηριότητες των χρηστών. Ταυτοποίηση των χρηστών που συνδέονται στο σύστημα και πιστοποίηση της αυθεντικότητάς τους. Κοινοποίηση στους χρήστες των όρων χρήσεως του ψηφιακού υλικού για το κάθε ψηφιακό αντικείμενο της βάσης ή το καθεστώς χρέωσης που επιβάλλεται για την προσπέλασή του. Διαχείριση των κινήσεων των χρηστών χορηγώντας σε αυτούς το πλήθος των επιτρεπτών σε κάθε περίπτωση αντιγράφων, χρεώνοντάς τους το κάθε αντίγραφο, ή εναλλακτικά, διαβιβάζοντας τα αιτήματά τους στο δημιουργό του ψηφιακού αντικείμενου. Τυπική δομή των ψηφιακών βιβλιοθηκών Το βασικό και επιθυμητό χαρακτηριστικό που θα πρέπει να διαθέτει μία ιδανική ψηφιακή βιβλιοθήκη είναι η παροχή στους χρήστες μιας μεγάλης ποικιλίας λειτουργιών και υποσυστημάτων από τα οποία ο χρήστης θα επιλέγει και θα εγκαθιστά μόνο εκείνα που τον ενδιαφέρουν. Αυτό ασφαλώς είναι κάτι που απαιτεί τη χρήση ενός κατανεμημένου υπολογιστικού συστήματος το οποίο σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις θα πρέπει να περιέχει μία εφαρμογή διαχείρισης πόρων (resource manager) καθώς και ένα υποσύστημα ενεργοποίησης των επιθυμητών σε κάθε περίπτωση υπηρεσιών (application enabler). Από τις παραπάνω εφαρμογές, ο διαχειριστής πόρων κατέχει κεντρική θέση στη λειτουργία του συστήματος της ψηφιακής βιβλιοθήκης καθώς είναι αυτός που αναλαμβάνει την αποστολή των αιτήσεων εξυπηρέτησης προς το λειτουργικό σύστημα καθώς και τη διεκπεραίωση όλων των αιτήσεων επικοινωνίας που προέρχονται από τους χρήστες. Η τυπική δομή μας εφαρμογής διαχείρισης πόρων παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα.

72 Σχήμα 19: Τυπική δομή του υποσυστήματος διαχείρισης πόρων ψηφιακής βιβλιοθήκης Από το παραπάνω σχήμα διαπιστώνουμε πως ο διαχειριστής πόρων μπορεί να θεωρηθεί ως μία υπηρεσία που συνδυάζει λειτουργίες προσπέλασης σε συλλογές ψηφιακών δεδομένων και διαδικασίες ορισμού της σημασιολογίας που συσχετίζεται με τη χρήση τους. Η πιο σημαντική από αυτές τις διαδικασίες είναι η ακεραιότητα των δεδομένων, καθώς στη γενική περίπτωση η εφαρμογή επιτρέπει την ταυτόχρονη πρόσβαση σε αυτά από ομάδες απομακρυσμένων χρηστών. Μιλώντας γενικά, τα βασικά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει ένας σωστά σχεδιασμένος διαχειριστής πόρων είναι τα ακόλουθα: Η εφαρμογή διαχείρισης πόρων θα πρέπει να είναι η μοναδική δίοδος πρόσβασης προς τα αποθηκευμένα δεδομένα αυτό σημαίνει πως ο χρήστης δεν θα έχει τη δυνατότητα να τα προσπελάσει χρησιμοποιώντας εναλλακτικές μεθόδους. Ας σημειωθεί ωστόσο πως στην πράξη τα μοντέρνα συστήματα επιτρέπουν την προσπέλαση των δεδομένων παρακάμπτοντας το διαχειριστή πόρων για διαδικασίες τήρησης αντιγράφων ασφαλείας και αποκατάστασης δεδομένων. Τα αποθηκευμένα ψηφιακά δεδομένα θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό οργάνωσης η οποία επιτυγχάνεται με τη χρήση των κατάλληλων σε κάθε περίπτωση δομών δεδομένων. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις η κάθε αποθηκευμένη εγγραφή αποτελείται από συλλογές απλούστερων και μικρότερων σε μέγεθος πεδίων τα οποία ονομάζονται αντικείμενα. Η εφαρμογή διαχείρισης πόρων θα πρέπει να χορηγεί τη δυνατότητα της κατανεμημένης πρόσβασης γεγονός που απαιτεί τη χρήση μιας αρχιτεκτονικής πελάτη

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 73 εξυπηρετητή οι οποίοι θα αλληλεπιδρούν δια της χρήσεως ενός κατάλληλου πρωτοκόλλου επικοινωνίας. Η λειτουργία του διαχειριστή πόρων θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από την παροχή στο χρήστη μόνο των τελείως αναγκαίων λειτουργιών χωρίς να χρειάζεται να επαναλαμβάνει συνεχώς διαδικασίες οι οποίες μπορούν να χορηγηθούν σε αυτόν από άλλες εφαρμογές διαχείρισης πόρων. Ο διαχειριστής πόρων θα πρέπει να παρέχει όλες τις αναγκαίες λειτουργίες επί των δεδομένων (έλεγχος ταυτόχρονης πρόσβασης, συνέπεια και ακεραιότητα δεδομένων, αποθήκευση και ανάκτηση δεδομένων) ενώ η λειτουργία του μπορεί να εμπλουτιστεί από ένα υποσύστημα ελέγχου των παραμέτρων λειτουργίας του καθώς και από ένα υποσύστημα δημιουργίας και διαχείρισης αρχείων καταγραφής που διατηρούν τα στοιχεία των χρηστών που χρησιμοποίησαν το σύστημα, για περαιτέρω επεξεργασία. Η άλλη γενική κατηγορία υπηρεσιών που μπορούν να συμβάλλουν στην ευκολότερη δημιουργία και διαχείριση του πληροφοριακού υλικού μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης, είναι οι υπηρεσίες ενεργοποίησης εφαρμογών (application enablers). Ο στόχος αυτών των υπηρεσιών είναι να καταστήσουν τη διαδικασία του προγραμματισμού όσον αφορά την ανάπτυξη μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης εξαιρετικά απλή ή ακόμη και να την καταργήσουν τελείως. Το επόμενο σχήμα παρουσιάζει τη θέση των υπηρεσιών αυτής της κατηγορίας στην πολυ-επίπεδη δομή που χαρακτηρίζει την οργάνωση μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης. Αυτή η δομή περιέχει εκτός των άλλων υποσυστήματα ελέγχου της αυθεντικότητας των συνδεδεμένων χρηστών, διακομιστές αρχείων εκτυπωτών και βάσεων δεδομένων εφαρμογές επεξεργασίας κειμένου, αποστολής και παραλαβής ηλεκτρονικής αλληλογραφίας καθώς και υπηρεσίες απομακρυσμένης πρόσβασης μέσω δικτύου (π.χ. δικτυακά πρωτόκολλα του επιπέδου μεταφοράς και του επιπέδου σύνδεσης δεδομένων). Σχήμα 20: Η πολυεπίπεδη οργάνωση μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης

74 Από όλα τα υποσυστήματα που περιλαμβάνονται στη δομή του παραπάνω σχήματος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει εκείνο που υλοποιεί τις διαδικασίες αποθήκευσης και ανάκτησης των ψηφιακών δεδομένων και η δομή του οποίου παρουσιάζεται αναλυτικά στο επόμενο σχήμα. Από το σχήμα αυτό παρατηρούμε πως το εν λόγω υποσύστημα χαρακτηρίζεται από μία δομή δύο επιπέδων. Από τα επίπεδα αυτά, το χαμηλότερο επίπεδο πραγματοποιεί τις προαναφερόμενες διαδικασίες αποθήκευσης και ανάκτησης εγγράφων, ενώ επιπλέον παρέχει δυνατότητες αναζήτησης και ενημέρωσης δεδομένων και δημιουργία καταλόγων και ευρετηρίων. Η υλοποίησή των λειτουργιών που προσφέρονται από αυτό στηρίζεται στη χρήση μεθόδων που ανήκουν σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες: (α) μέθοδοι υποβολής ερωτημάτων στη βάση δεδομένων που προσδιορίζουν τα επιθυμητά χαρακτηριστικά των ψηφιακών εγγράφων που επιθυμούμε να ανακτήσουμε, (β) μέθοδοι ανάκτησης και αποστολής στο χρήστη των εγγράφων που επιστρέφονται από το παραπάνω ερώτημα (γ) μέθοδοι ενημέρωσης του περιεχομένου της βιβλιοθήκης με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρείται η ακεραιότητα και η ποιότητα των δεδομένων που περιλαμβάνονται σε αυτή. Ο τρόπος υλοποίησης και λειτουργίας των παραπάνω μεθόδων εξαρτάται από πολλές παραμέτρους με κυριότερη όλων τις ανάγκες που υφίστανται σε κάθε περίπτωση. Για παράδειγμα, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις το πληροφοριακό σύστημα της ψηφιακής βιβλιοθήκης αποστέλλει στο χρήστη αντίγραφα των εγγράφων που βρίσκονται αποθηκευμένα σε αυτή. Εάν η συνδρομή του χρήστη στη βιβλιοθήκη προβλέπει την αλληλεπίδρασή του με το σύστημα εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος είναι προφανές πως ένας χρήστης με υψηλό ποσό συνδρομής θα πρέπει να εξυπηρετείται πιο γρήγορα σε σχέση με κάποιον άλλο που έχει πληρώσει λιγότερα χρήματα τότε η αποστολή των δεδομένων σε αυτόν θα πρέπει να τηρεί τους παραπάνω κανόνες. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις ο χρήστης μπορεί να ζητήσει μόνο κάποιο τμήμα ενός εγγράφου και όχι ολόκληρο το έγγραφο, ενώ ακόμη είναι πιθανό να ζητηθεί η επέκταση της διαδικασίας αναζήτησης και σε βιβλιογραφικές πηγές που βρίσκονται σε απομακρυσμένες ψηφιακές βιβλιοθήκες. Το υποσύστημα αποθήκευσης και ανάκτησης εγγράφων θα πρέπει να είναι σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σε θέση να καλύψει όλες αυτές τις απαιτήσεις. Μιλώντας γενικά, αυτό το υποσύστημα παρέχει υπηρεσίες οι οποίες είναι ανεξάρτητες από την αναπαράσταση των ψηφιακών αντικειμένων ενώ η αρχιτεκτονική του ακολουθεί πάντοτε το μοντέλο του πελάτη εξυπηρετητή.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 75 Σχήμα 21: Υποσύστημα διαχείρισης εγγράφων ψηφιακής βιβλιοθήκης Σε αντίθεση με το υποσύστημα διαχείρισης ανάκτησης εγγράφων που υφίσταται μόνο μία φορά και η φυσική του θέση εντοπίζεται στο χώρο που διατηρείται η ψηφιακή βιβλιοθήκη, το ανώτερο επίπεδο συναντάται σε πολλά στιγμιότυπα (ένα για κάθε χρήστη που συνδέεται στη βάση) που είναι γνωστά ως διαχειριστές εγγράφων (document managers). Η φυσική θέση αυτού του επιπέδου εντοπίζεται στο χώρο εργασίας του χρήστη ενώ οι λειτουργίες που προσφέρει σε αυτόν αφορούν διαδικασίες διαχείρισης των εγγράφων που έχουν ανακτηθεί καθώς και παρουσίασης του περιεχομένου τους στην οθόνη του υπολογιστή του. Η βασική λειτουργία των διαχειριστών εγγράφων είναι η παροχή στο χρήστη ενός συνόλου πρωτογενών λειτουργιών οι οποίες αν και θα έπρεπε να προσφέρονται από το χαμηλότερο επίπεδο εν τούτοις αυτό δεν γίνεται γιατί κάτι τέτοιο θα προσέδιδε στον προγραμματισμό των εφαρμογών αυτού του είδους πολύ μεγάλο βαθμό πολυπλοκότητας. Αυτές οι λειτουργίες αφορούν κυρίως ευρέως χρησιμοποιούμενες διαδικασίες πρόσβασης σε πληροφοριακό υλικό όπως είναι η προσπέλαση υλικού διαφορετικού τύπου το οποίο απαιτεί διαφορετικό τρόπο διαχείρισης και αναπαράστασης καθώς επίσης η επεξεργασία, μετατροπή και παρουσίαση αυτού του υλικού. Μετά τη συνοπτική περιγραφή της βασικής δομής, αρχιτεκτονικής και οργάνωσης μιας τυπικής ψηφιακής βιβλιοθήκης, ας περάσουμε τώρα στην απαρίθμηση των βασικών κλάσεων που θα πρέπει να διαθέτει ένα λογισμικό ανάπτυξης και διαχείρισης βιβλιοθηκών αυτού του τύπου. Αυτές οι κλάσεις επιτρέπουν την υλοποίηση όλων σχεδόν των υποσυστημάτων που χαρακτηρίζουν τη δομή μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης και σε γενικές γραμμές είναι οι ακόλουθες: Υποσύστημα διαχείρισης εγγράφων που επιτρέπει την υλοποίηση όλων των λειτουργιών αποθήκευσης, ανάκτησης, προστασίας, αναζήτησης και αποστολής εγ-

76 γράφων με τρόπο ανεξάρτητο από την εσωτερική τους αναπαράσταση. Αυτό το υποσύστημα κατέχει ενδιάμεση θέση ανάμεσα στο υλικό και στο λογισμικό του χρησιμοποιούμενου υπολογιστικού συστήματος (middleware) και παρέχει τις υπηρεσίες μιας μεγάλης ποικιλίας διαχειριστών πόρων όπως είναι οι διαχειριστές βάσεων δεδομένων, οι διαχειριστές κρυφής μνήμης και οι διαχειριστές αρχείων. Διακομιστές υπηρεσιών ασφάλειας και καταλόγων δικτύων που επιτρέπουν την πρόσβαση των χρηστών στο πληροφοριακό υλικό της βιβλιοθήκης διατηρώντας ταυτόχρονα τα δικαιώματα πρόσβασης που έχουν τεθεί για τον κάθε έναν από αυτούς. Στενά συνδεδεμένοι με αυτό το υποσύστημα είναι οι μηχανισμοί ελέγχου πρόσβασης και πιστοποίησης της ταυτότητας των συνδεδεμένων χρηστών (authentication). Υποσύστημα κοστολόγησης των υπηρεσιών της βιβλιοθήκης που αναλαμβάνει την καταγραφή των εγγράφων που έχουν προσπελαστεί από το χρήστη και την καταμέτρηση των πόρων που έχουν καταναλωθεί (όπως είναι για παράδειγμα το μέγεθος σε Mbytes των αρχείων που έχει κατεβάσει) έτσι ώστε να υπολογίσει και το ποσό της συνδρομής του στις υπηρεσίες που έχει εγγραφεί. Μηχανή αναζήτησης πληροφοριακού υλικού που επιτρέπει τη διατύπωση ερωτημάτων από το χρήση και την εμφάνιση των αποτελεσμάτων που επιστρέφονται από αυτά. Αυτή η μηχανή μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο στην απλή όσο και στην σύνθετη μορφή της, με την τελευταία να υποστηρίζει προηγμένες διαδικασίες αναζήτησης όπως είναι η βελτιστοποίηση ερωτημάτων και η απομάκρυνση των διπλοεγγραφών που επιστρέφονται από την αναζήτηση σε πολλούς θεματικούς καταλόγους. Υπηρεσίες δημιουργίας και εφαρμογής φίλτρων επί των διακινούμενων δεδομένων που συσχετίζονται με μετασχηματισμούς που εφαρμόζονται επί αυτών και με διαδικασίες όπως η κρυπτογράφηση και η συμπίεση δεδομένων. Μηχανισμούς διαχείρισης των πολυμεσικών αρχείων που προσδιορίζουν τον τύπο του κάθε εγγράφου και στη συνέχεια καλούν την κατάλληλη εφαρμογή για την προεπισκόπησή του (π.χ. την εφαρμογή Adobe Acrobat Reader για αρχεία τύπου PDF, την εφαρμογή Microsoft Powerpoint για αρχεία τύπου PPT, κ.λ.π.). Εφαρμογές προεπισκόπησης περιεχομένου και δημιουργίας μικρογραφιών (thumbnails) για τα αντικείμενα της βιβλιοθήκης που δημιουργούνται δυναμικά από την εφαρμογή και συνδέονται με κάποιο έγγραφο έτσι ώστε να μπορεί να προσπελαστεί δια της χρήσεως της μικρογραφίας που το περιγράφει. Εφαρμογές συγγραφής και επεξεργασίας εγγράφων, περιήγησης στο περιεχόμενο της βιβλιοθήκης, ανάλυσης δεδομένων και δημιουργίας ευρετηρίων που επιτρέπουν στο χρήστη να διαχειρισθεί με αποτελεσματικό τρόπο τα έγγραφα που τον ενδιαφέρουν.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 77 ΑΣΚΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ Το υλικό της άσκησης πράξης περιλαμβάνει 60 ερωτήσεις ομαδοποιημένες σε 6 μαθήματα που αντιστοιχούν στα 6 πρώτα εργαστήρια του μαθήματος. Ορισμένες από τις ερωτήσεις είναι καθαρά θεωρητικές ενώ η επίλυση κάποιων άλλων απαιτεί τη χρήση του υπολογιστή και την πρόσβαση στο παγκόσμιο διαδίκτυο. Οι φοιτητές ενθαρρύνονται στα πλαίσια του μαθήματος να ασχοληθούν με αυτό το υλικό προκειμένου να αποκομίσουν πρόσθετες γνώσεις και εμπειρίες και να έλθουν σε επαφή με έννοιες που λόγω έλλειψης χρόνου είναι αδύνατο να καλυφθούν τόσο θεωρητικώς όσο και εργαστηριακώς.

78 ΜΑΘΗΜΑ 1 Ο Ποιες εφαρμογές σύνταξης και επεξεργασίας κειμένου γνωρίζετε που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία ερευνητικών εργασιών; 1. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες για το περιβάλλον συγγραφής ερευνητικών εργασιών του LaTEX. 2. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες σχετικά με τους κωδικούς βιβλίων και περιοδικών ISBN και ISSN αντίστοιχα. Για ποιο λόγο δημιουργήθηκαν και τι είδους ανάγκες σχεδιάστηκαν να καλύψουν; 3. Χρησιμοποιώντας την εμπειρία που αποκομίσατε από τη διεξαγωγή του πρώτου εργαστηρίου, να συντάξετε μια συνοπτική αναφορά που να μην περιέχει περισσότερες από 200 λέξεις η οποία να περιγράφει τη βασική δομή μιας τυπικής ερευνητικής εργασίας. 4. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε τις προδιαγραφές διαμόρφωσης που θα πρέπει να ικανοποιεί μια ερευνητική εργασία προκειμένου να τύχει δημοσίευσης - εφόσον βέβαια χαρακτηριστεί ως καταλλήλου επιπέδου - στο περιοδικό International Journal of Computer Mathematics. 5. Χρησιμοποιώντας το αρχείο προς διαμόρφωση του πρώτου εργαστηρίου και την εφαρμογή Microsoft Word να οργανώσετε το περιεχόμενο του αρχείου σε τρεις στήλες ίσου πλάτους και να τοποθετήσετε διαφορετικές κεφαλίδες στις μονές και στις ζυγές σελίδες. Το κείμενο της κεφαλίδας των μονών σελίδων θα είναι η φράση "" ενώ το κείμενο της κεφαλίδας των ζυγών σελίδων θα είναι το ονοματεπώνυμό σας. Στο τελευταίο στάδιο της διαδικασίας να τοποθετήσετε στο κείμενο αρίθμηση σελίδων που θα ξεκινά από τη σελίδα 259 με τους αριθμούς σελίδας να εμφανίζονται στο μέσο του υποσέλιδου της κάθε σελίδας. 6. Χρησιμοποιώντας το αρχείο προς διαμόρφωση του πρώτου εργαστηρίου και την εφαρμογή Microsoft Word να μορφοποιήσετε το σύνολο του κειμένου έτσι ώστε να περιγράφεται από γραμματοσειρά Times New Roman με μέγεθος γραμματοσειράς ίσο με 10. Στη συνέχεια να οργανώσετε το περιεχόμενο του αρχείου έτσι ώστε να είναι διατεταγμένο σε μία, δύο, τρεις και τέσσερις στήλες αντίστοιχα. Για την κάθε διαφορετική μορφή διάταξης, να καταγράψετε το πλήθος των σελίδων του τελικού αρχείου που προκύπτει. Τι παρατηρείτε; 7. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε τις προδιαγραφές διαμόρφωσης που θα πρέπει να ικανοποιεί μια ερευνητική εργασία προκειμένου να τύχει δημοσίευσης - εφόσον βέβαια χαρακτηριστεί ως καταλλήλου επιπέδου - στο περιοδικό IEEE Transactions on Signal Processing. 8. Να αναζητήσετε στο παγκόσμιο διαδίκτυο πληροφορίες σχετικά με τον όρο Impact Factor. Τι αντιπροσωπεύει και με ποιο τρόπο επηρεάζει την αξία ενός περιοδικού καθώς και των εργασιών που δημοσιεύονται σε αυτό; 9. Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει μια ερευνητική εργασία προκειμένου να θεωρηθεί πως συνεισφέρει με ουσιαστικό τρόπο στην προαγωγή της επιστήμης και της έρευνας καθώς και στη διαδικασία οικοδόμησης νέας γνώσης;

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 79 ΜΑΘΗΜΑ 2 Ο 1. Χρησιμοποιώντας τον εξυπηρετητή τεχνικών αναφορών της NASA (Nasa Technical Reports Server) που βρίσκεται στη διεύθυνση http://ntrs.nasa.gov/ να εντοπίσετε τουλάχιστον πέντε τεχνικές αναφορές σε μορφή PDF που συσχετίζονται με την καταστροφή του διαστημικού λεωφορείου Challenger στις 28-01-1986 και να τις αποθηκεύσετε στον υπολογιστή σας. 2. Μελετώντας το περιεχόμενο των παραπάνω αναφορών να συντάξετε μια συνοπτική έκθεση που να περιέχει το πολύ 300 λέξεις και να περιγράφει όσο το δυνατόν πιο πιστά τα χαρακτηριστικά μορφοποίησης του περιεχομένου αυτών των αναφορών. 3. Ποιες είναι οι πιο σημαντικές διαφορές που υφίστανται ανάμεσα σε μια ερευνητική εργασία και σε μια τεχνική αναφορά? Τι είδους ανάγκες καλύπτουν αυτοί οι δύο τύποι εργασιών και σε τι είδους κοινό απευθύνονται (ΥΠΟΔΕΙΞΗ: απαντήστε στο ερώτημα με τη βοήθεια πληροφοριών που θα αντλήσετε από το παγκόσμιο διαδίκτυο μετά από κατάλληλη διαδικασία αναζήτησης). 4. Χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του Microsoft Office, τις οδηγίες σύνταξης τεχνικής αναφοράς και τα δύο υποδείγματα τεχνικών αναφορών που δίδονται, να κατασκευάσετε υπόδειγμα εξωφύλλου που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως η πρώτη σελίδα τεχνικών αναφορών φοιτητών του Τμήματος Πληροφορικής του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης. 5. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο, να αναζητήσετε πληροφορίες σχετικά με τη χρησιμότητα και τον τρόπο χρήσης των προτύπων του Microsoft Word (Word templates) για τη γρήγορη μορφοποίηση του περιεχομένου μιας ερευνητικής εργασίας ή μιας τεχνικής αναφοράς. Σε ποιες περιπτώσεις πιστεύετε πως είναι ιδιαίτερα χρήσιμη η χρήση αυτών των προτύπων? 6. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να εντοπίσετε και να κατεβάσετε στον υπολογιστή σας δέκα τεχνικές αναφορές οποιουδήποτε συγγραφέα από οποιοδήποτε φορέα ή οργανισμό που να διαπραγματεύονται οποιοδήποτε αντικείμενο. Στη συνέχεια να μελετήσετε τη μορφοποίηση που χαρακτηρίζει την παράθεση της επιστημονικής βιβλιογραφίας που βρίσκεται στο τέλος της κάθε αναφοράς και να καταγράψετε τους διαφορετικούς τρόπους μορφοποίησης που εντοπίσατε. 7. Ειδική κατηγορία τεχνικών αναφορών είναι οι πτυχιακές εργασίες που εκπονούνται από τους φοιτητές των ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Επισκεπτόμενοι τις σελίδες αυτών των ιδρυμάτων - η λίστα των οποίων υπάρχει στη διεύθυνση http://www.gunet.gr/index.pl?iid=2609 - να εντοπίσετε εκείνα που απαιτούν τη διαμόρφωση του περιεχομένου των πτυχιακών εργασιών με συγκεκριμένο τρόπο και να καταγράψετε τα χαρακτηριστικά αυτής της μορφοποίησης. 8. Να αξιολογήσετε τα δύο δείγματα τεχνικών αναφορών που σας έχουν δοθεί ως προς το κατά πόσο πληρούν τις οδηγίες σύνταξης τεχνικής αναφοράς και να αποδώσετε σε αυτές ένα βαθμό μεταξύ 5 και 10. 9. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε 10 τεχνικές αναφορές που να διαπραγματεύονται το δικτυακό πρωτόκολλο TCP/IP 10. Πιστεύευε πως η έκδοση μιας τεχνικής αναφοράς από ένα εκδοτικό οίκο και η κυκλοφορία της στο εμπόριο θα είχε εμπορική επιτυχία? Αιτιολογείστε την απάντησή σας.

80 ΜΑΘΗΜΑ 3 Ο 1. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο και το σύστημα βοηθείας της εφαρμογής Microsoft Powerpoint να περιγράψετε τη λειτουργία του προτύπου διαφανειών της εφαρμογής. Ποια πιστεύετε πως είναι τα πιο σημαντικά από τα πλεονεκτήματά της? 2. Να κατασκευάσετε πρότυπο διαφανειών για τις παρουσιάσεις των φοιτητών του Τμήματος Πληροφορικής του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης και για το εργαστήριο του μαθήματος Δεξιότητες Επικοινωνίας 3. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να καταγράψετε τις εφαρμογές δημιουργίας παρουσιάσεων που είναι διαθέσιμες για τα λειτουργικά συστήματα Linux και Microsoft Windows και να προχωρήσετε σε συγκριτική αξιολόγησή τους παραθέτοντας τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα για την κάθε μια από αυτές. 4. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε και να αποθηκεύσετε στον υπολογιστή σας δέκα παρουσιάσεις με θέμα την περιγραφή του δικτυακου πρωτοκόλλου TCP/IP. Στη συνέχεια να τις ανοίξετε μία προς μια να μελετήσετε τα χαρακτηριστικά εμφάνισής τους και να εξαγάγετε συμπεράσματα σχετικά με τα χαρακτηριστικά που περιγράφουν μία τυπική παρουσίαση. 5. Ποια κατά τη γνώμη σας είναι τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει μια παρουσίαση προκειμένου να θεωρηθεί περιεκτική και ουσιαστική? 6. Χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα της πτυχιακής εργασίας με τίτλο "Ψηφιακές Βιβλιοθήκες και Συστήματα Ανάκτησης Πληροφορίας" να κατασκευάσετε παρουσίαση Powerpoint που να διαπραγματεύεται το αντικείμενο της πτυχιακής και να περιέχει ακριβώς 20 σελίδες. 7. Έστω πως καλείστε να ετοιμάσετε παρουσίαση 15 σελίδων για το κείμενο μιας εργασίας γραμμένης σε Microsoft Word η οποία έχει μέγεθος 400 σελίδες. Είναι προφανές πως δεν είναι δυνατή η παρουσίαση όλου αυτού του υλικού μέσα στις λίγες σελίδες που θα πρέπει να ετοιμάσετε και επομένως ένα αρκετά μεγάλο μέρους του υλικού δεν θα συμπεριληφθεί στο αρχείο της παρουσίασης. Περιγράψετε τη μεθοδολογία με την οποία θα εργαστείτε, το κριτήριο επιλογής του υλικού που τελικά θα παρουσιαστεί και τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα εμφανιστεί στις διαφάνειες της παρουσίασης. 8. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες για τα αρχεία τύπου PPS να περιγράψετε τον τρόπο δημιουργίας και χρήσης τους. Στη συνέχεια να μετατρέψετε σε αρχεία τύπου PPS που είτε έχετε ετοιμάσει είτε έχετε βρεί έτοιμα από το Internet. Ποιο είναι το πλεονέκτημα της χρήσης των αρχείων αυτού του τύπου? 9. Με ποιους διαφορετικούς τρόπους είναι δυνατή η εκτύπωση των διαφανειών μιας παρουσίασης? 10. Η δημιουργία παρουσιάσεων σε Powerpoint δεν είναι παρα μία από τις πολλές μεθόδους που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε προκειμένου να παρουσιάσουμε κάποιο θέμα στη σχολική αίθουσα ή στο χώρο των παρουσιάσεων ενός συνεδρίου. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε όλους τους δυνατούς τρόπους με τους οποίους μπορεί να πραγματοποιηθεί αυτή η διαδικασία.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 81 ΜΑΘΗΜΑ 4 Ο 1. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο και τη μηχανή αναζήτησης του Google να βρείτε 10 αρχεία παρουσιάσεων Powerpoint γραμμένα στη Γαλλική γλώσσα που να περιέχουν στο κείμενό τους τη φράση "computer networks". 2. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο και τη μηχανή αναζήτησης του Google να βρείτε 10 αρχεία τύπου PDF γραμμένα στην Ελληνική γλώσσα που να περιέχουν στον τίτλο τους τη λέξη Linux. 3. Μια ιδιαίτερα χρήσιμη διεύθυνση είναι η http://citeseer.ist.psu.edu/ η οποία περιέχει αναρίθμητο πλήθος ερευνητικών εργασιών που αφορούν κυρίως θέματα πληροφορικής και βρίσκονται αποθηκευμένες σε πολλές διαφορετικές μορφές (π.χ. PS, PDF, κ.λ.π.). Χρησιμοποιώντας το περιβάλλον του Citeseer να εντοπίσετε και να κατεβάσετε στον υπολογιστή σας δέκα ερευνητικές εργασίες του συγγραφέα Andrew Tanenbaum. 4. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες για τον δικτυακό τόπο του Citeseer κυρίως όσον αφορά το λόγο για τον οποίο δημιουργήθηκε καθώς και τις ανάγκες που δύναται να καλύψει. 5. Μια δεύτερη πολύ ενδιαφέρουσα διεύθυνση που περιέχει αναρίθμητο πλήθος ερευνητικών εργασιών πάνω σε θέματα Φυσικής, Μαθηματικών, Πληροφορικής και Βιολογίας, είναι η http://www.arxiv.org/. Χρησιμοποιώντας το περιβάλλον του Arxiv να αναζητήσετε δέκα εργασίες που περιέχουν στον τίτλο τους τη λέξη QED (η οποία προκύπτει από τη φράση Quantum Electrodynamics) και είναι αποθηκευμένες σε μορφή PS. 6. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες για τον δικτυακό τόπο του Arxiv κυρίως όσον αφορά το λόγο για τον οποίο δημιουργήθηκε καθώς και τις ανάγκες που δύναται να καλύψει. 7. Στο δικτυακό τρόπο του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (http://www.ekt.gr) υπάρχουν συνδέσεις προς ένα μεγάλο πλήθος βιβλιοθηκών που περιέχουν υλικό πάσης φύσεως σε ψηφιακή μορφή. Να συνδεθείτε στο Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών και να αναζητήσετε Διατριβές που αφορούν ζητήματα (α) ασφάλειας δικτύων υπολογιστών και (β) κρυπτογράφησης πληροφορίας. 8. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες που να διαπραγματεύονται τη δομή του παγκόσμιου ιστού και την τοπολογία των δικτυακών τόπων που τον δημιουργούν. 9. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αρχεία τύπου PDF που διαπραγματεύονται ζητήματα που είτε είναι εμπιστευτικά είτε χρήζουν εμπορικής εκμετάλλευσης, διαθέτουν μηχανισμούς προστασίας από διαδικασίες προεπισκόπησης και εκτύπωσης του περιεχομένου τους. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τον τρόπο υλοποίησης αυτών των διαδικασιών προστασίας. 10. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες σχετικά με τους διαφορετικούς τύπους αρχείων αποθηκευμένων σε ψηφιακή μορφή καθώς και για τα χαρακτηριστικά της γλώσσας Postscript που επιτρέπει τη δημιουργία αρχείων τύπου PS.

82 ΜΑΘΗΜΑ 5 Ο 1. Στην ακαδημαϊκή κοινότητα χρησιμοποιείται ο όρος "Γκρίζα Βιβλιογραφία" για να περιγράψει το σύνολο του επιστημονικού έργου των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων που δεν δημοσιεύεται όπως είναι οι πτυχιακές εργασίες, οι διδακτορικές διατριβές, οι τεχνικές αναφορές και οι διδακτικές σημειώσεις. Χρησιμοποιώντας το περιβάλλον της ΑΡΤΕΜΙΣ (http://artemis.cslab.ntua.gr/) να αναζητήσετε πηγές γκρίζας βιβλιογραφίας που να αναφέρονται σε θέματα κρυπτογραφίας. 2. Χρησιμοποιώντας το περιβάλλον του Heal Link να εμφανίσετε στην οθόνη του υπολογιστή σας τα περιεχόμενα του τεύχους 4 του τόμου 42 του περιοδικού IEEE Transactions on Signal Processing που κυκλοφόρησε το έτος 1994. 3. Χρησιμοποιώντας το περιβάλλον του Heal Link να εντοπίσετε και να κατεβάσετε στον υπολογιστή σας την εργασία Hongwei Lin, Ligang Liu and Guojin Wang: "Boundary evaluation for interval Bézier curve", Computer Aided Design, Volume 34, Issue 9, pages 637-646, 2002. Στη συνέχεια να ανοίξετε το αρχείο, να καταγράψετε τις πέντε πρώτες βιβλιογραφικές αναφορές που υπάρχουν στο τέλος της εργασίας και εφαρμόζοντας την ίδια διαδικασία να τις εντοπίσετε και να τις αποθηκεύσετε και αυτές στον υπολογιστή σας. 4. Αν και η βάση δεδομένων του Heal Link καθώς και όλων των συναφών δικτυακών τόπων επιτρέπουν την πρόσβαση σε εκατοντάδες χιλιάδες επιστημονικές εργασίες που είναι δημοσιευμένες σε χιλιάδες περιοδικά, εν τούτοις υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες η εύρεση μιας εργασίας δεν είναι δυνατή. Ποιες κατά τη γνώμη σας είναι αυτές οι περιπτώσεις και πως αντιμετωπίζονται? 5. Να συντάξετε παρουσίαση Powerpoint 15 σελίδων που να διαπραγματεύεται το ζήτημα της πνευματικής ιδιοκτησίας όπως αυτό διατυπώνεται στο ΦΕΚ Α'25/4-3- 1993 (Νόμος υπ αριθμόν 2121) που βρίσκεται στη διεύθυνση http://www.culture.gr/6/64/law2121_gr.html. 6. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα ανάκτησης πληροφορίας (information retrieval systems) και να συντάξετε μία τεχνική αναφορά μεγέθους 8 σελίδων. 7. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες σχετικά με το εργο δημιουργίας της βιβλιοθήκης του Heal Link, τις ανάγκες που κάλυψε και τις μελλοντικές προσδοκίες που αναμένονται από αυτό (εφ' όσον υπάρχουν). 8. Χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες αναζήτησης του δικτυακού τόπου http://prola.aps.org/ να εντοπίσετε και να αποθηκεύσετε στον υπολογιστή σας όλες τις διαθέσιμες εργασίες του Albert Einstein. 9. Είναι προφανές πως το ψηφιακό υλικό των ηλεκτρονικών βιβλιοθηκών δεν είναι ελεύθερο προς χρήση αλλά απαιτεί την καταβολή χρηματικού ποσού συνδρομής. Ωστόσο η πρόσβαση σε αυτό από τα ΤΕΙ και τα Πανεπιστήμια είναι ελεύθερη - καθώς αυτά τα ιδρύματα είναι συνδρομητές σε αυτές - με την πιστοποίηση της αυθεντικότητας να στηρίζεται στην καταγραφή της διεύθυνσης IP του υπολογιστή του χρήστη που συνδέεται στη βάση δεδομένων. Να γίνει βιβλιογραφική έρευνα και να βρεθούν πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία αυτής της πιστοποίησης. 10. Να συνδεθείτε στο δικτυακό τόπο του γνωστού εκδοτικού οίκου Springer Verlag και να καταγράψετε τις βασικές λειτουργίες που προσφέρονται από αυτόν όσον αφορά την προσπέλαση και χρήση του δημοσιευμένου ψηφιακού υλικού.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 83 ΜΑΘΗΜΑ 6 Ο 1. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να ανακτήσετε τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει μια ερευνητική εργασία προκειμένου να κριθεί κατάλληλη για δημοσίευση στο περιοδικό "Computing and Visualization in Science". 2. Εκτός από τις συνήθεις πρωτότυπες ερευνητικές εργασίες, τα επιστημονικά περιοδικά και τα πρακτικά συνεδρίων δέχονται για δημοσίευση ειδικές μορφές εργασιών που είναι γνωστές ως survey papers. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτών των εργασιών και ποιος είναι ο σκοπός της δημοσίευσής τους? 3. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες για την ειδική κατηγορία εργασιών που είναι γνωστές ως white papers. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτών των εργασιών και ποιος είναι ο σκοπός της δημοσίευσής τους? 4. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε survey papers σε μορφή PDF που να διαπραγματεύονται ζητήματα ασφαλείας σχετικά με τη χρήση του παγκοσμίου διαδικτύου. 5. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά μιας ερευνητικής εργασίας που την καθιστούν ακατάλληλη για δημοσίευση? 6. Στηριζόμενοι στη θεωρία που διαπραγματεύεται τις βασικές αρχές αξιολόγησης μιας ερευνητικής εργασίας, να αξιολογήσετε το "υπόδειγμα εργασίας προς αξιολόγηση" που περιλαμβάνεται στα αρχεία του εργαστηρίου, συμπληρώνοντας το επισυναπτόμενο ερωτηματολόγιο. 7. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε δέκα white papers σε μορφή PDF που να διαπραγματεύονται θέματα και ζητήματα σχετικά με την τεχνολογία DSL. 8. Αναγκαία προϋπόθεση για τη δημοσίευση μιας εργασίας σε ένα περιοδικό είναι η μη δημοσίευσή της σε κάποιο άλλο περιοδικό. Με ποιους τρόπους κατά τη γνώμη σας μπορεί ο εκδότης του περιοδικού να ελέγξει εάν μια εργασία προς δημοσίευση στο περιοδικό του έχει δημοσιευθεί σε άλλο περιοδικό? 9. Χρησιμοποιώντας το παγκόσμιο διαδίκτυο να αναζητήσετε πληροφορίες σχετικά με τον όρο "citation" και τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζει την αξία μιας δημοσιευμένης ερευνητικής εργασίας. 10. Τι γνωρίζετε για το καθεστώς που διέπει το θέμα της διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων μιας ερευνητικής εργασίας που δημοσιεύεται σε ένα επιστημονικό περιοδικό?

84 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ Μία από τις πιο σημαντικές υπηρεσίες που προσφέρει το διαδίκτυο στην επιστημονική κοινότητα είναι η απομακρυσμένη πρόσβαση των χρηστών σε ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του εσωτερικού και του εξωτερικού και η ανάκτηση ερευνητικών εργασιών και τεχνικών αναφορών οι οποίες στις πιο πολλές περιπτώσεις είναι αποθηκευμένες σε αρχεία τύπου PDF. Αυτή η πρόσβαση συνήθως δεν είναι ελεύθερη και ο χρήστης πρέπει να καταβάλλει κάποιο κόστος χρήσης αυτών των υπηρεσιών. Ωστόσο όλα σχεδόν τα Πανεπιστήμια είναι εγγεγραμμένα σε αυτές τις υπηρεσίες και κάποιος χρήστης που συνδέεται στο δίκτυο μέσω των πόρων του Πανεπιστημίου μπορεί να τις χρησιμοποιήσει με μηδενικό κόστος. Προκειμένου να γίνει δυνατός αυτός ο τύπος ελεύθερης πρόσβασης, το λογισμικό του ιδρύματος που παρέχει την ηλεκτρονική βιβλιοθήκη, ελέγχει τη διεύθυνση IP του χρήστη που έχει συνδεθεί σε αυτή. Εάν αυτή η διεύθυνση ανήκει στο σύνολο των διευθύνσεων IP που έχουν χορηγηθεί στο Πανεπιστήμιο, η εφαρμογή επιτρέπει την ανάκτηση ηλεκτρονικών άρθρων σε ψηφιακή μορφή, ενώ στην αντίθετη περίπτωση ο χρήστης θα πρέπει να συνδεθεί με κάποιο όνομα και κάποιο κωδικό πρόσβασης. Προκειμένου να δούμε τον τρόπο χρήσης των ψηφιακών βιβλιοθηκών και τη διαδικασία ανάκτησης άρθρων από αυτές ας συνδεθούμε στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας η διεύθυνση της οποίας είναι η http://www.lib.uom.gr. Στην περίπτωση αυτή θα εμφανιστεί στην οθόνη του υπολογιστή μας η επόμενη εικόνα: Σχήμα 1: Η κεντρική οθόνη της σελίδας της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 85 Στο επόμενο βήμα της διαδικασίας επιλέξουμε την Αγγλική έκδοση του κειμένου (English, Text Version) η οποία μας μεταφέρει στην επόμενη σελίδα του δικτυακού τόπου. Αυτή η σελίδα περιέχει συνδέσμους προς τις πιο γνωστές από τις επιστημονικές βιβλιοθήκες του εξωτερικού (IEEE, ACM, ScienceDirect) καθώς και προς ένα σύνολο εκδοτικών οίκων (Springer Verlag, Kluwer, Wiley Interscience). Επιλέγοντας κάποιους από αυτούς τους συνδέσμους μπορούμε να μεταφερθούμε στις αντίστοιχες ηλεκτρονικές σελίδες οι οποίες παρέχουν προηγμένους μηχανισμούς αναζήτησης εργασιών και περιήγησης μέσα στο διαθέσιμο ηλεκτρονικό υλικό. Ωστόσο εμείς δεν θα ασχοληθούμε για την ώρα με αυτούς τους δικτυακούς τόπους αλλά θα επιλέξουμε το σύνδεσμο για το Heal Link που αντιστοιχεί στη διεύθυνση http://www.heal-link.gr/. Για να το κάνουμε αυτό επιλέγουμε το σύνδεσμο που υποδεικνύεται με το βέλος στο επόμενο σχήμα. Σχήμα 2: Μετάβαση στο σύνδεσμο του Heal-Link Το περιβάλλον του Heal Link είναι σχετικά απλό και η βασική του λειτουργία είναι η εύκολη αναζήτηση περιοδικών και ερευνητικών εργασιών μέσα σε αυτό. Για λόγους συντομίας δεν θα περιγράψουμε το σύνολο των δυνατοτήτων που προσφέρονται από την εφαρμογή αλλά μόνο τις τελείως αναγκαίες διαδικασίες που επιτρέπουν την ανάκτηση πληροφοριών. Εκείνο λοιπόν που θα κάνουμε θα είναι να μεταφερθούμε στην επόμενη οθόνη ακολουθώντας τον παραπάνω σύνδεσμο και στη συνέχεια από την ομάδα επιλογών «Χρήστες» να επιλέξουμε τις «Ηλεκτρονικές Πηγές» προκειμένου να μεταβούμε στη κεντρική σελίδα πρόσβασης και αναζήτησης αυτών των πηγών που δεν είναι τίποτε άλλο από τα επιστημονικά περιοδικά διαθέσιμα σε ηλεκτρονική μορφή.

86 Σχήμα 3: Η κεντρική σελίδα του περιβάλλοντος του Heal Link Στην περίπτωση αυτή θα εμφανιστεί στην οθόνη του υπολογιστή μας η επόμενη σελίδα. Σχήμα 4: Η κεντρική σελίδα των ηλεκτρονικών πηγών του Heal Link

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 87 Η σελίδα αυτή μας προσφέρει δύο δυνατότητες: (α) να περιηγηθούμε μέσα στα ηλεκτρονικά περιοδικά και (β) να αναζητήσουμε πληροφορίες στη βάση δεδομένων της εφαρμογής. Η πρώτη δυνατότητα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιπτώσεις κατά τις οποίες γνωρίζουμε τι είναι αυτό που θέλουμε να βρούμε, ενώ η δεύτερη δυνατότητα χρησιμοποιείται προφανώς όταν θέλουμε να αναζητήσουμε ερευνητικές εργασίες που αφορούν κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο ή θέμα προς έρευνα Προκειμένου να κατανοήσουμε την πρώτη εκ των δύο δυνατοτήτων ας υποθέσουμε πως επιθυμούμε να ανακτήσουμε την εργασία του Albert Einstein με τίτλο «A Generalized Theory of Gravitation» που είναι δημοσιευμένη στο περιοδικό Reviews of Modern Physics (Ιανουάριος 1948, Τεύχος 1, Τόμος 20) και περιέχει μία περιγραφή της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας από τον ίδιο το δημιουργό της. Στην περίπτωση αυτή, η διαδικασία αναζήτησης θα λάβει χώρα χρησιμοποιώντας την επονομαζόμενη προσέγγιση «από πάνω προς τα κάτω». Αυτό σημαίνει πως αρχικά θα αναζητήσουμε το περιοδικό που περιέχει την εργασία, στη συνέχεια θα μεταβούμε στον κατάλληλο τόμο του περιοδικού και τέλος στο τεύχος αυτού του τόμου. Εκείνο λοιπόν που θα πρέπει να κάνουμε, είναι να μεταβούμε στην επιλογή «Αλφαβητικός Κατάλογος» που υποδεικνύεται από το βέλος του προηγούμενου σχήματος και η οποία θα μας μεταφέρει στην επόμενη οθόνη. Σχήμα 5: Αλφαβητικός κατάλογος των περιοδικών της βάσης δεδομένων του Heal Link Αυτή η οθόνη μας επιτρέπει να μεταβούμε στο κατάλληλο σε κάθε περίπτωση περιοδικό επιλέγοντας το γράμμα που εμφανίζεται πρώτο στον τίτλο του. Στην προκειμένη περίπτωση το όνομα του περιοδικού είναι «Reviews of Modern Physics», γεγονός που σημαίνει πως από την παραπάνω οθόνη θα επιλέξουμε το σύνδεσμο που αντιστοιχεί στο γράμμα R. Στην περίπτωση αυτή θα εμφανιστεί στην οθόνη μας ο κατάλογος των περιοδικών το όνομα των οποίων ξεκινά με το γράμμα R. Τα περιοδικά εμφανίζονται ταξινομημένα με βάση το όνομά τους και επομένως ο εντοπισμός του περιοδικού που μας ενδιαφέρει είναι πάρα πολύ εύκολος. Το επόμενο σχήμα παρουσιάζει το περιοδικό «Reviews of Modern Physics» έτσι όπως εμφανίζεται στη λίστα των ονομάτων των περιοδικών που ξεκινούν από το παραπάνω γράμμα του αλφαβήτου.

88 Σχήμα 6: Τμήμα αλφαβητικού καταλόγου περιοδικών το όνομα των οποίων ξεκινά με το γράμμα R Η παραπάνω οθόνη εκτός από το όνομα του περιοδικού εμφανίζει τον εκδοτικό οίκο ή την εταιρεία που το εκδίδει (το εν λόγω περιοδικό εκδίδεται από τον οργανισμό American Institute of Physics) καθώς και το χρονικό διάστημα για το οποίο το Πανεπιστήμιο στη βάση του οποίου έχουμε συνδεθεί υπήρξε συνδρομητής για αυτό το περιοδικό. Αυτό το χρονικό διάστημα συνδρομής είναι πολύ σημαντικό γιατί καθορίζει και το σύνολο των ερευνητικών εργασιών το περιεχόμενο των οποίων μπορούμε να ανακτήσουμε. Για να κατανοήσουμε αυτό το χαρακτηριστικό της συνδρομής ας θεωρήσουμε το περιοδικό «Reviews in Medical Microbiology». Σύμφωνα με την παραπάνω οθόνη, η συνδρομή σε αυτό το περιοδικό αφορούσε το χρονικό διάστημα 2001 2003. Αυτό σημαίνει πως έχουμε δικαίωμα να κατεβάσουμε μόνο τις εργασίες που έχουν δημοσιευθεί στο εν λόγω περιοδικό από τον Ιανουάριο του 2001 έως το Δεκέμβριο του 2003, ενώ η πρόσβαση σε εργασίες που έχουν δημοσιευθεί πριν τον Ιανουάριο του 2001 ή μετά το Δεκέμβριο του 2003 δεν είναι επιτρεπτή. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε πάρα πολύ εύκολα να διαπιστώνουμε εάν η εργασία που αναζητούμε είναι διαθέσιμη υπό την παραπάνω έννοια. Στην περίπτωση της εργασίας του Einstein, αυτή δημοσιεύθηκε το 1948 και επομένως είναι διαθέσιμη (αφού σύμφωνα με την παραπάνω οθόνη ο χρήστης επιτρέπεται να κατεβάσει εργασίες που έχουν δημοσιευθεί από το 1929 και μετά στην πραγματικότητα αυτό είναι και το έτος δημιουργίας του περιοδικού και επομένως ο χρήστης έχει πρόσβαση σε όλα τα τεύχη του). Για το λόγο αυτό, επιλέγουμε το όνομα του περιοδικού «Reviews of Modern Physics» από τον παραπάνω κατάλογο. Στην περίπτωση αυτή θα εμφανιστεί στην οθόνη του υπολογιστή μας το επόμενο πλαίσιο διαλόγου.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 89 Σχήμα 7: Ενημερωτικό πλαίσιο διαλόγου που μνημονεύει τους όρους χρήσης του ψηφιακού υλικού Το μήνυμα αυτού του πλαισίου διαλόγου μας γνωστοποιεί πως ναι μεν έχουμε το δικαίωμα να ανακτήσουμε ερευνητικές εργασίες σε ηλεκτρονική μορφή από τη δικτυακή τοποθεσία στην οποία έχουμε συνδεθεί, αλλά αυτή η διαδικασία θα πρέπει να γίνεται με μέτρο, ανακτώντας σε κάθε περίπτωση μόνο το σύνολο των εργασιών που μας ενδιαφέρουν (εάν για παράδειγμα το λογισμικό του δικτυακού τόπου του περιοδικού ανιχνεύσει διαδικασία αποθήκευσης ολόκληρων τευχών ή τόμων κάποιου περιοδικού αυτό πιθανόν να σημαίνει πως ο χρήστης δεν κατεβάζει τις εργασίες για επιστημονικούς αλλά για προσωπικούς σκοπούς μπορεί να σχεδιάζει για παράδειγμα να τις πουλήσει σε κάποιον άλλο). Πατώντας το κουμπί OK με το αριστερό πλήκτρο του ποντικιού δηλώνουμε πως αποδεχόμαστε τους όρους χρήσης των εργασιών που έχουν τεθεί από τον εκδότη και μεταβαίνουμε στη σελίδα του περιοδικού η οποία στην προκειμένη περίπτωση έχει τη μορφή που παρουσιάζεται στη συνέχεια. Σχήμα 8: Η κεντρική σελίδα του περιοδικού «Reviews of Modern Physics»

90 Αυτή η σελίδα αφορά μόνο το περιοδικό Reviews of Modern Phyics αλλά παρόμοια είναι η εικόνα των σελίδων και για τα υπόλοιπα περιοδικά της βιβλιοθήκης. Από την παραπάνω εικόνα διαπιστώνουμε πως ο πιο πρόσφατος τόμος που έχει εκδοθεί είναι ο τόμος 77 ενώ το πιο πρόσφατο τεύχος αυτού του τόμου είναι το τεύχος No. 4 που περιέχει τις σελίδες 1083 1171 (μέχρι τώρα). Για κάθε τόμο η αρίθμηση των σελίδων ξεκινά από το 1 και συνεχίζεται διαδοχικά στα τεύχη αυτού του τόμου. Συνήθως εκδίδεται ένας τόμος ανά έτος ενώ το πλήθος των τευχών ανά τόμο εξαρτάται από το περιοδικό. Στο παράδειγμα του περιοδικού Reviews of Modern Physics η παραπάνω οθόνη μας οδηγεί εύκολα στο συμπέρασμα πως ο κάθε τόμος περιλαμβάνει τέσσερα τεύχη που εκδίδονται κάθε Ιανουάριο, Απρίλιο, Ιούλιο και Οκτώβριο του κάθε έτους. Σε άλλα περιοδικά, τα τεύχη μπορεί να εκδίδονται κάθε μήνα ή κάθε δύο μήνες ανάλογα με την πολιτική του οίκου που τα εκδίδει. Από την παραπάνω οθόνη διαπιστώνουμε πως ο τόμος που μας ενδιαφέρει (Τόμος 20) δεν περιλαμβάνεται στη λίστα των τόμων που εμφανίζονται σε αυτή τη σελίδα. Για το λόγο αυτό επιλέγουμε το σύνδεσμο Early Volumes (PROLA) αυτός μας μεταφέρει στη σελίδα της επόμενης εικόνας από όπου μπορούμε να μεταφερθούμε σε οποιοδήποτε τεύχος και τόμο και για οποιοδήποτε περιοδικό που εκδίδεται από την Αμερικανική Φυσική Εταιρεία (American Physical Society, APS). Σχήμα 9: Η κεντρική σελίδα της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων του οργανισμού APS Από την παραπάνω σελίδα, η οποία περιέχει ένα πλήθος συνδέσμων για το κάθε περιοδικό που εκδίδεται, εντοπίζουμε το περιοδικό Reviews of Modern Physics και επιλέγουμε τον πρώτο σύνδεσμο που οδηγεί στους τόμους 1 έως 21 που έχουν εκδοθεί από το 1929 έως το 1949. Ο κατάλογος αυτών των τόμων παρουσιάζεται στην επόμενη οθόνη.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 91 Σχήμα 10: Περιήγηση στα περιεχόμενα της ηλεκτρονικής έκδοσης του περιοδικού Reviews of Modern Physics Στο επόμενο βήμα επιλέγουμε τον τόμο που μας ενδιαφέρει (Τόμος 20) και μεταφερόμαστε στην οθόνη που περιέχει τα τεύχη αυτού του τόμου. Επειδή η εργασία του Einstein βρίσκεται στο πρώτο τεύχος του τόμου 20 επιλέγουμε με τη σειρά το σύνδεσμο Issue Number 1. Στην περίπτωση αυτή, όπως αναμένουμε, θα εμφανιστεί στην οθόνη μας ο κατάλογος των ερευνητικών εργασιών που περιλαμβάνονται σε αυτό το τεύχος.

92 Σχήμα 11: Επιλογή του άρθρου που επιθυμούμε να ανακτήσουμε από την ηλεκτρονική βιβλιοθήκη Αν και η παραπάνω εικόνα περιέχει για κάθε άρθρο ένα σύνδεσμο με όνομα PDF από το οποίο μπορούμε να κατεβάσουμε το άρθρο (αμέσως μετά τη λέξη PDF ακολουθεί εντός παρενθέσεων το μέγεθος του αρχείου σε KB), εν τούτοις, ας χρησιμοποιήσουμε τον παραπάνω σύνδεσμο επιλέγοντάς τον με το ποντίκι. Στην περίπτωση αυτή θα μεταφερθούμε στην επόμενη οθόνη η οποία περιέχει το όνομα του άρθρου και τον τίτλο του συγγραφέα καθώς και το σύνδεσμο PDF που μας επιτρέπει να ανακτήσουμε το άρθρο. Εάν έχουμε δικαίωμα πρόσβασης με την έννοια που περιγράψαμε προηγουμένως η εφαρμογή θα μας επιτρέψει να κατεβάσουμε το άρθρο και θα εμφανίσει το γνωστό πλαίσιο διαλόγου Save As για να καθορίσουμε το όνομά του και τον κατάλογο αποθήκευσής του, ενώ στην αντίθετη περίπτωση θα εμφανίσει το πλαίσιο διαλόγου της επόμενης εικόνας και θα μας ζητήσει να καταχωρήσουμε κάποιο όνομα και κάποιο κωδικό σύνδεσης προκειμένου να μας επιτρέψει την αποθήκευση του αρχείου. Αυτό σημαίνει πως γενικά είναι δύσκολο να κατεβάζουμε εργασίες από υπολογιστές που βρίσκονται έξω από το χώρο του Πανεπιστημίου, εκτός αν συνδεόμαστε στο Internet δια μέσου του Dialup Server του Πανεπιστημίου οπότε η διεύθυνση που θα πάρουμε είναι εγγεγραμμένη και γνωστή στην εφαρμογή. Σχήμα 12: Αποθήκευση του αρχείου της εργασίας με κωδικό ή χωρίς κωδικό ανάλογα με τον υπολογιστή από τον οποίο συνδεόμαστε στην ηλεκτρονική βιβλιοθήκη. Στο τελευταίο βήμα της διαδικασίας αποθηκεύουμε το άρθρο στον υπολογιστή μας προκειμένου να το ανοίξουμε τοπικά και να διαβάσουμε το περιεχόμενό του ή να το εκτυπώσουμε. Η πρώτη σελίδα από το άρθρο του Einstein που έχουμε κατεβάσει παρουσιάζεται στην επόμενη εικόνα.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 93 Σχήμα 13: Προεπισκόπηση του άρθρου που έχουμε κατεβάσει από την ηλεκτρονική βιβλιοθήκη

94 Η δεύτερη δυνατότητα που μας παρέχει η βιβλιοθήκη του Heal Link είναι η αναζήτηση περιοδικών με βάση το όνομά τους (η βάση περιέχει χιλιάδες περιοδικά και η προεπισκόπησή τους ένα προς ένα είναι ουσιαστικά αδύνατη). Οι επόμενες δύο εικόνες παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της αναζήτησης περιοδικών το όνομα των οποίων περιέχει τη λέξη Programming. Στην πρώτη εικόνα εμφανίζονται τα ονόματα των θεματικών όρων που έχουν εντοπιστεί οι θεματικοί όροι δεν είναι τίποτε άλλο από ομάδες περιοδικών που αναφέρονται σε κάποιο κοινό θέμα, π.χ. λογικός προγραμματισμός ενώ στη δεύτερη εικόνα παρουσιάζεται ένας κατάλογος με τα ονόματα των περιοδικών που έχουν εντοπιστεί. Στη συνέχεια ο χρήστης μπορεί να προσπελάσει το περιεχόμενο κάποιου συγκεκριμένου περιοδικού χρησιμοποιώντας το σύνδεσμο που φέρει το όνομα του περιοδικού που έχει επιστραφεί από τη διαδικασία αναζήτησης. Σχήμα 14: Θεματικοί όροι που έχουν επιστραφεί από τη διαδικασία αναζήτησης

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 95 Σχήμα 15: Ονόματα περιοδικών που έχουν επιστραφεί από τη διαδικασία αναζήτησης Από την άλλη πλευρά, η εφαρμογή του Heal Link επιτρέπει τη σύνθετη αναζήτηση καθορίζοντας μία ή δύο λέξεις κλειδιά καθώς και το σύνολο των ηλεκτρονικών βιβλιοθηκών στις οποίες θα αναζητηθεί η επιθυμητή σε κάθε περίπτωση πληροφορία. Τυπικό παράδειγμα αυτής της διαδικασίας εμφανίζεται στην επόμενη οθόνη εδώ αναζητείται σε όλα τις διαθέσιμες ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες οποιαδήποτε πληροφορία συσχετίζεται με τον ερευνητή Andrew Tanenbaum.

96 Σχήμα 16: Σύνθετη διαδικασία αναζήτησης Πατώντας το κουμπί «Αναζήτηση», η εφαρμογή επικοινωνεί με κάθε μία από τις βιβλιοθήκες που έχει επιλέξει ο χρήστης προκειμένου να αναζητήσει σε αυτή πληροφορία που συσχετίζεται με το κριτήριο αναζήτησης. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει από μερικά δευτερόλεπτα μέχρι και λίγα λεπτά ανάλογα με το φόρτο εργασίας της κάθε μιας από τις παραπάνω βιβλιοθήκες. Στη συνέχεια, η εφαρμογή θα εκτυπώσει στην οθόνη του χρήστη τα αποτελέσματα που έχουν βρεθεί, εμφανίζοντας μια οθόνη παρόμοια με την ακόλουθη.

ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Τμήμα Πληροφορικής 97 Σχήμα 16: Αποτελέσματα σύνθετης διαδικασίας αναζήτησης Προκειμένου ο χρήστης να κατεβάσει το άρθρο που τον ενδιαφέρει, θα πρέπει να επιλέξει με το ποντίκι το σύνδεσμο Full Text. Στην περίπτωση αυτή θα λάβει χώρα η διαδικασία που περιγράψαμε προηγουμένως. Δηλαδή, ο χρήστης θα μεταφερθεί στη σελίδα της εργασίας που έχει δημιουργηθεί από τον εκδότη και εάν έχει δικαίωμα πρόσβασης θα την κατεβάσει χωρίς πρόβλημα, διαφορετικά θα πρέπει να καταχωρήσει όνομα και κωδικό πρόσβασης. Αυτή η διαδικασία παρουσιάζεται στις επόμενες δύο εικόνες και αφορά την πρόσβαση του πρώτου άρθρου της παραπάνω εικόνας που φέρει τον τίτλο Network Protocols. Σχήμα 17: Πρόσβαση στη σελίδα της εργασίας που έχει βρεθεί από τη σύνθεση αναζήτηση