ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ. ΔΙΔΑΣΚΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Δρ. Λιωνής Νικόλαος ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ :



Σχετικά έγγραφα
ΑΠΟΦΑΣΗ. «Λήψη απόφασης επί του αιτήματος του ΟΤΕ για τροποποίηση των υπεραστικών τιμολογίων του»

Εξελίξεις στο ρυθμιστικό περιβάλλον των τηλεπικοινωνιών σε μία «υπό εποπτεία» ελληνική αγορά Ο ρόλος του Ρυθμιστή

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

(δ) την Oδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου,

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

(δ) την Oδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου,

Ρυθμιστικές προκλήσεις & προοπτικές στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Καθηγητής Δημ. Τσαμάκης Πρόεδρος ΕΕΤΤ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Βρυξέλλες, C(2017) 3486 final

ΣΧΟΛΙΑ - ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ της WIND Ελλάς Τηλεπικοινωνίες A.E.B.E.

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Θέµα: Υποθέσεις EL/2006/ : πρόσβαση στο δηµόσιο τηλεφωνικό δίκτυο από σταθερή θέση για οικιακούς και µη οικιακούς-χρήστες

Παρατηρήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/EK

Αναφορικά µε την επιβολή ρυθµιστικών υποχρεώσεων όσον αφορά την «Αγορά τερµατισµού κλήσεων σε κινητά δίκτυα»

Υπόθεση EL/2006/0493: Προέλευση (εκκίνηση) κλήσεων στο δηµόσιο τηλεφωνικό δίκτυο που παρέχεται σε σταθερή θέση

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ)

Α.Δ.Π. 596/2015 Ε.Ε. 4684, 25/09/2015 Παράρτημα Τρίτο Μέρος ΙΙ

Θέµα: Κοινοποίηση EL/2004/0078: Αγορά Τερµατισµού φωνητικών κλήσεων σε κινητά δίκτυα

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΕΙΩΝ

«Ρυθμιστικές προκλήσεις για NGA» Καθηγητής Δημ. Τσαμάκης Πρόεδρος ΕΕΤΤ

Υπόθεση EL/2006/0492: Πρόσβαση και εκκίνηση κλήσεων σε δηµόσια δίκτυα κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα

ΣΧΟΛΙΑ - ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ της WIND Ελλάς Τηλεπικοινωνίες A.E.B.E.

- Αθήνα, 13 Απριλίου

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),

Κινητή ευρυζωνικότητα: Αγορά, πόροι & εφαρμογές. Ιωάννα Αλεξοπούλου Προϊσταμένη Τμ. Δημοσίων Σχέσεων

Τηλεπικοινωνιακά Ψηφιακά Δίκτυα Ενότητα 10: Απελευθέρωση Τηλεπικοινωνιακής Αγοράς και Τηλεπικοινωνιακές Πολιτικές

Η ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ & ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΕΤΤ

Υπόθεση CY/2006/0475: ιαβιβαστικές υπηρεσίες στο δηµόσιο σταθερό τηλεφωνικό δίκτυο που παρέχονται σε σταθερή θέση στην Κύπρο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ε Θ Ν Ι Κ Η Ε Π Ι Τ Ρ Ο Π Η ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΕΙΩΝ

(ΑΓΟΡΑ 7 ΣΥΣΤΑΣΗΣ Ευρωπαϊκής Επιτροπής) 4 Αυγούστου 2008

Κ..Π. 564 /2003 Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ιάταγµα δυνάµει του άρθρου 19

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΤΗ ΗΜΟΣΙΑ ΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΕΤΤ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΙΛΟΓΗΣ ΦΟΡΕΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

ΕΕΤΤ: Συνέντευξη Τύπου Καθηγητής Νικήτας Αλεξανδρίδης Πρόεδρος Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΕΓΓΡΑΦΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ. αναφορικά με. τον Ορισμό Σχετικής Αγοράς, την αξιολόγηση της ανάγκης ex ante ρύθμισης,

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Παρατηρήσεις κατ εφαρμογήν του άρθρου 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/EK

E.E. Παρ. ΙΙΙ (Ι) Αρ Κ.Δ.Π. 200/2009 Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Παρατηρήσεις της Forthnet Α.Ε. στη Δημόσια Διαβούλευση αναφορικά με τη χορήγηση Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων στη ζώνη των 2,6 GHz

Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ. αναφορικά με. τον Ορισμό Σχετικής Αγοράς, την αξιολόγηση της ανάγκης ex ante ρύθμισης,

Πίνακας Περιεχομένων Κοινοποίησης

Θέµα: Κοινοποίηση CY/2006/0482: Χονδρική αγορά τερµατικών τµηµάτων. Κοινοποίηση CY/2006/0483: Χονδρική αγορά ζευκτικών τµηµάτων

Φεβρουάριος, 2006 Μαρούσι

Σχόλια σύµφωνα µε το άρθρο 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ 1

Παρατηρήσεις της Vodafone-Πάναφον στη Δημόσια Διαβούλευση της ΕΕΤΤ αναφορικά με τη διερεύνηση χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στη ζώνη

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ HΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του άρθρου 20 (ια)

Καθηγητής Νικήτας Αλεξανδρίδης Πρόεδρος EETT

Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (εφεξής «ο Επίτροπος») λαμβάνοντας υπόψη:

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της 11/02/2003

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Άρθρο 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ: Ουδεμία παρατήρηση

ΕΓΓΡΑΦΟ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ. αναφορικά με. τον Ορισμό Σχετικής Αγοράς, την αξιολόγηση της ανάγκης ex ante ρύθμισης,

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ

Αύγουστος 2006 Μαρούσι

Δεκέμβριος 2006 Μαρούσι

Διεξαγωγή Εθνικής Δημόσιας Διαβούλευσης της ΕΕΤΤ αναφορικά με την τροποποίηση του Κανονισμού Γενικών Αδειών σε σχέση με τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες

Κοινοποίηση προς την Ε.Ε. και τις Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές (Ε.Ρ.Α.) άλλων Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης του Σχεδίου Μέτρων της ΕΕΤΤ αναφορικά

ΑΠΟΦΑΣΗ. Μαρούσι, ΑΡΙΘ. ΑΠ.: 428/38

Συνέντευξη για το ΙnBusinessNews

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων Ε.Ε.Τ.Τ.),

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),

Πίνακας Περιεχοµένων

Δημόσια Διαβούλευση 18/2015. Εισηγητικό Έγγραφο

1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΑΓΟΡΑΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ...7

Θέµα: Κοινοποίηση EL/2006/0392: Αγορά σε επίπεδο χονδρικής τερµατισµού κλήσεων σε µεµονωµένα κινητά δίκτυα

10788/2/15 REV 2 ADD 1 ΘΚ/ακι 1 DPG

15 ΙΟΥΝΙΟΥ 2006 ΜΑΡΟΥΣΙ, ΑΘΗΝΑ

Αξιολόγηση των παρατηρήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον Ορισµό και την Εξέταση της Χονδρικής Αγοράς Ζευκτικών Τμημάτων Μισθωμένων Γραμμών

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Ομάδα Εργασίας ΣΤ 1. Εισαγωγές Παρατηρήσεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Παρατηρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),

11/03/2016 ΑΔΠ 156/2016

«Οικονομικό Έτος» σημαίνει την περίοδο που αρχίζει την 1 η Ιανουαρίου και λήγει την 31 η Δεκεμβρίου του ίδιου ημερολογιακού έτους

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),

Υπόθεση CY/2006/0331: Χονδρική παροχή αδεσµοποιηµένης πρόσβασης. (συµπεριλαµβανοµένης της από κοινού µεριζόµενης πρόσβασης) στους µεταλλικούς

Νοέµβριος, 2005 Μαρούσι

Forum Ομάδα Εργασίας ΣΤ1

ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ της TIM Hellas A.E.B.E.

/2012 [ΦΕΚ 82/Α/ ])

ΑΠΟΦΑΣΗ. H Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), Μαρούσι, 16 /12/ 2010 ΑΡΙΘ. ΑΠ.: 588/21

«Σχετικό έτος» σημαίνει το κάθε ημερολογιακό έτος,

Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (εφεξής «ο Επίτροπος») λαμβάνοντας υπόψη:

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδροµείων (ΕΕΤΤ),

Ε.Ε. Παρ.ΙΙΙ(Ι) Κ.Δ.Π. 70/2014 Αρ. 5760, 21/02/2014 Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΑΠΟΦΑΣΗ. Υποβολή Εισήγησης προς τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών σχετικά με τα Κριτήρια Επιλογής Παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας

Ξεπέρασαν τις οι Χρήστες Υπηρεσιών Αδεσμοποίητου Τοπικού Βρόχου (ΑΠΤΒ)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στο Σχέδιο Νόμου

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Ολομέλεια της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ)

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.)

Κοινοποίηση προς την ΕΕ Σχεδίου Μέτρων αναφορικά µε την Αγορά Τερµατισµού Κλήσεων σε Κινητά ίκτυα σύµφωνα µε το Άρθρο 7 της Οδηγίας 2002/21/ΕΚ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ιάταγµα δυνάµει του άρθρου 19(ξ)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ ΜΑΘΗΜΑ: Θεωρία και Πολιτική του Ανταγωνισμού και της Εποπτείας των Δικτύων ΔΙΔΑΣΚΩΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Δρ. Λιωνής Νικόλαος ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : «H ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΕΤΤ ΩΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΟΝΔΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΛΗΣΕΩΝ ΣΕ ΚΙΝΗΤΑ ΔΙΚΤΥΑ» GEBREMICHAEL MICHAEL - ΜΟΠ444 ΓΚΟΝΗ Ηλιάνα - ΜΟΠ447 ΚΑΤΣΙΑΛΑΚΗΣ Γεώργιος - ΜΟΠ457 10/06/2015

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή 2. Η ΕΕΤΤ και ο ρόλος της 3. Τέλη τερματισμού 4. Παρέμβαση της ΕΕΤΤ 4.1 Ιστορική Αναδρομή 4.2 Φύση της αποτυχίας της αγοράς (market failure) 4.3 Αναζήτηση της καλύτερης δυνατής λύσης 5. Τι ισχύει μετά το 2003 Χρονική περίοδος 2003-2008 5.1 Δομή Αγοράς 5.2 Υποχρεώσεις που επιβάλλει η ΕΕΤΤ 6. Χρονική περίοδος 2009-Σήμερα 6.1 Χρονική περίοδος 2009-2011 6.2 2012-σημερα 7. Συμπεράσματα 8. Βιβλιογραφία

1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι τηλεπικοινωνίες στην Ελλάδα αποτελούσαν μονοπώλιο του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (ΟΤΕ), της κρατικής εταιρίας τηλεπικοινωνιών. H 1η Ιανουαρίου 2001, όμως, αποτέλεσε το ορόσημο της πλήρους απελευθέρωσης της τηλεπικοινωνιακής αγοράς στην Ελλάδα μετά από την τριετή αναβολή που είχε λάβει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει της 97/607/ΕΚ απόφασής της (OJ L 245/6/9.9.97) για την κατάργηση των αποκλειστικών δικαιωμάτων που είχαν χορηγηθεί στον Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (ΟΤΕ). Από αυτή την ιστορική στιγμή για την Ελληνική αγορά των Tηλεπικοινωνιών, η παροχή υπηρεσιών φωνητικής τηλεφωνίας και η εγκατάσταση και παροχή δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δικτύων έπαψε πλέον να είναι προνόμιο του πρώην μονοπωλιακού καθεστώτος του ΟΤΕ. Μετά την απελευθέρωση της αγοράς, παρατηρήθηκε ότι τα τέλη τερματισμού ήταν αυτά που έδειχναν να κρατούν σε υψηλά επίπεδα τα τιμολόγια χρεώσεων των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας. Για τον λόγο αυτό ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες για τη ρύθμιση της αγοράς, οι οποίες βεβαία έχουν εντατικοποιηθεί μέχρι σήμερα με σημαντικά αποτελέσματα. Το ρόλο αυτόν τον έχει αναλάβει στην Ελλάδα η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ). Στην παρούσα εργασία περιγράφεται αρχικά ο γενικότερος ρόλος της ΕΕΤΤ και ορίζονται τα τέλη τερματισμού φωνητικών κλήσεων. Εν συνεχεία, γίνεται αναλυτική αναφορά στην παρέμβαση της ΕΕΤΤ στην Ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών. Η παρέμβαση αυτή εξετάζεται ανά χρονικές περιόδους, για την καλύτερη δυνατή ανάλυση, η οποια βέβαια εξαρτάται από τις υποχρεώσεις που επιβάλει κάθε φορά η ΕΕΤΤ στους παρόχους δικτύων κινητής τηλεφωνίας, αλλά και από το μοντέλο που εφαρμόζεται για τον υπολογισμό των τελών τερματισμού. Τέλος, εξάγονται κάποια συμπεράσματα, που αποσκοπούν στην κατανόηση των θεμάτων για την παρούσα αλλά και τη μελλοντική παρέμβαση της ΕΕΤΤ.

2. Η ΕΕΤΤ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ Η ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων), είναι η Ανεξάρτητη Αρχή η οποία αποτελεί τον Εθνικό Ρυθμιστή που ελέγχει, ρυθμίζει και εποπτεύει την αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στην οποία δραστηριοποιούνται οι εταιρείες σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, ασύρματων επικοινωνιών και διαδικτύου και την ταχυδρομική αγορά, στην οποία δραστηριοποιούνται οι εταιρείες παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών και υπηρεσιών ταχυμεταφοράς. Επιπλέον, η ΕΕΤΤ ασκεί τις αρμοδιότητες Επιτροπής Ανταγωνισμού στις εν λόγω αγορές. Ιδρύθηκε το 1992 με τον Ν.2075 με την επωνυμία Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών (ΕΕΤΤ) και οι αρμοδιότητές της επικεντρώνονταν στην εποπτεία της απελευθερωμένης αγοράς των τηλεπικοινωνιών. Η λειτουργία της όμως ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1995. Με την ψήφιση του Ν.2668/98 ο οποίος καθόριζε τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών, ανατέθηκε στην ΕΕΤΤ και η ευθύνη για την εποπτεία και ρύθμιση της αγοράς των ταχυδρομικών υπηρεσιών και μετονομάστηκε σε Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ). Με τον Ν.2867/2000 ενισχύθηκε ο εποπτικός, ελεγκτικός και ρυθμιστικός ρόλος της ΕΕΤΤ ενώ με τον ισχύοντα Ν. 4070/2012 περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθορίζεται το πλαίσιο παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφών ευκολιών εντός της Ελληνικής Επικράτειας σύμφωνα με το ισχύον κοινοτικό δίκαιο και προσδιορίζονται οι αρμοδιότητές της. Ειδικότερα, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που τη διέπει, η ΕΕΤΤ, μεταξύ άλλων: Ρυθμίζει τα θέματα που αφορούν τον α) καθορισμό σχετικών αγορών, προϊόντων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Ελληνική Επικράτεια, β) τον ορισμό και τις υποχρεώσεις Παρόχων με ΣΙΑ στις ανωτέρω σχετικές αγορές (ΣΙΑ) σύμφωνα με την εθνική και κοινοτική νομοθεσία. Εποπτεύει και ελέγχει τους παρόχους δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, επιβάλλει τις σχετικές κυρώσεις, τηρεί και διαχειρίζεται το Μητρώο Παρόχων Δικτύων και Υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών. Εκδίδει Κώδικες Δεοντολογίας για την παροχή δικτύων και υπηρεσιών των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Μεριμνά για την τήρηση της νομοθεσίας περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εφαρμόζει τις διατάξεις του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, και επιβάλει σχετικές κυρώσεις. Συνεργάζεται με τις Ρυθμιστικές Αρχές των λοιπών κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτων κρατών, καθώς και με κοινοτικούς ή διεθνείς φορείς σε θέματα αρμοδιότητάς της. Ρυθμίζει τα θέματα που αφορούν στις Γενικές Άδειες. Διαχειρίζεται το Εθνικό Σχέδιο Αριθμοδότησης (Ε.Σ.Α.). Ρυθμίζει τα θέματα φορητότητας αριθμών, της επιλογής ή/ και προεπιλογής φορέα και ελέγχει την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων. Χορηγεί τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή/ και αριθμών. Ρυθμίζει τα θέματα ονομάτων χώρου στο Διαδίκτυο με κατάληξη ".gr" και είναι αρμόδια για θέματα ονομάτων χώρου με κατάληξη ".eu". Ρυθμίζει τα θέματα της ηλεκτρονικής υπογραφής. Ρυθμίζει τα θέματα πρόσβασης και διασύνδεσης. Ασκεί αρμοδιότητες σχετικές με την παροχή Καθολικής Υπηρεσίας. Ρυθμίζει θέματα προστασίας του καταναλωτή στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και στον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών. Ρυθμίζει και εποπτεύει την αγορά παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών. Διαχειρίζεται το εμπορικό φάσμα ραδιοσυχνοτήτων με την εξαίρεση της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης. Στο πλαίσιο αυτό, o o o o o o Καθορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνται δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Χορηγεί τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Καθορίζει τα τέλη χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Εποπτεύει και ελέγχει την χρήση του φάσματος επιβάλλοντας σχετικές κυρώσεις. Τηρεί το εθνικό μητρώο ραδιοσυχνοτήτων. Χορηγεί τις άδειες κατασκευών κεραιών στην ξηρά.

Είναι ο αρμόδιος φορέας για τα θέματα διάθεσης και χρήσης του τερματικού τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού και του ραδιοεξοπλισμού. Στην αποστολή της όπως αυτή ορίζεται από το θεσμικό πλαίσιο που τη διέπει περιλαμβάνεται: Η παρακολούθηση των εξελίξεων σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και η προαγωγή των στόχων του Ευρωπαϊκού Ψηφιακού Θεματολογίου 2020 (Digital Agenda 2020). Η διαρκή συνεργασία με την Ελληνική Πολιτεία, (Κυβέρνηση, Βουλή, Δικαιοσύνη, άλλες ανεξάρτητες Αρχές) ώστε να συμβάλλει στην χάραξη πολιτικών και στρατηγικής για τις αγορές που εποπτεύει. Συμμετέχει στη χάραξη μακροχρόνιων πολιτικών και σχεδίων επενδύσεων ευρυζωνικότητας. Καταγράφει, μετραει, κοστολογεί, ρυθμίζει και εποπτεύει αποτελεσματικά και με πλήρη διαφάνεια τις αγορές φάσματος, τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων, ώστε να υπάρχει υγιής ανταγωνισμός σε επίπεδο τιμών και ποιότητας παρεχομένων υπηρεσιών, αλλά και ορθή χρήση των διατιθέμενων εθνικών πόρων. Συμβάλλει στην δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος (φιλικού προς επενδύσεις) για την ανάπτυξη προηγμένων ευρυζωνικών υποδομών νέας γενιάς, δικτύων και καινοτόμων υπηρεσιών επικοινωνιών και ταχυδρομείων, από Παρόχους που συμμετέχουν στην ανάπτυξη και παροχή τέτοιων υπηρεσιών. Προάγει και Διασφαλίζει την αξιοποίηση σπάνιων εθνικών πόρων, όπως είναι το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων, οι αριθμοδοτικοί πόροι, τα ονόματα χώρου. Ενισχύει την εμπιστοσύνη του κοινού (Καταναλωτές, Επιχειρήσεις, Πολίτες) στις προσφερόμενες υπηρεσίες επικοινωνιών, ενημερώνοντάς το και διευκολύνοντας την ισότιμη πρόσβασή του στην ΕΕΤΤ. Συμμετέχει στο έργο του εκσυγχρονισμού της Δημόσιας Διοίκησης, υιοθετώντας καινοτόμες πρακτικές ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Μετράει την πρόοδο σε εθνικό επίπεδο ώστε να βελτιώνεται η θέση της Χώρας ως μιας κοινωνίας της Γνώσης. Μετράει την εξάλειψη του ψηφιακού χάσματος ανάμεσα σε ευνοημένες και λιγότερο ευνοημένες ομάδες του πληθυσμού, γεωγραφικά, ηλικιακά, εισοδηματικά, κλπ.

3.ΤΕΛΗ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟΥ Τα τέλη τερματισμού φωνητικών κλήσεων είναι οι τιμές χονδρικής που εφαρμόζονται από την εταιρεία πελάτη, ο οποίος λαμβάνει τηλεφωνική κλήση στην εταιρεία του δικτύου του καλούντος. Οι τιμές αυτές, που περιλαμβάνονται στον τηλεφωνικό λογαριασμό καθενός, και προφανώς πληρώνονται από τον καταναλωτή, καθορίζονται με την παρέμβαση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών για τις τηλεπικοινωνίες. Το τέλος τερματισμού, δηλαδή, χρεώνεται ο πελάτης ο οποίος πραγματοποιεί την φωνητική κλήση από συνδρομητή άλλου δικτύου και όχι αυτός που δέχεται την κλήση. Ο τερματισμός κλήσεων σε κινητά στην Ελλάδα πραγματοποιείται και χρεώνεται σε επίπεδο χονδρικής από τον πάροχο του δικτύου κινητής του καλούμενου στο δίκτυο από το οποίο εκκινεί η κλήση. Το τέλος τερματισμού πληρώνεται από τον πάροχο που εκκινεί την κλήση και μεταφέρεται στον καλούντα (σε διαφορετικό βαθμό κάθε φορά που εξαρτάται από τις ειδικές συνθήκες της αγοράς) στην τιμή λιανικής την οποία ο καλών πληρώνει για την κλήση. Οι χρεώσεις της κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα για πολλά χρόνια ήταν ιδιαίτερα αυξημένες και αυτό οφειλόταν στο γεγονός του υψηλού κόστους κτήσεως των αδειών και φυσικά του μεγάλου κόστους επενδύσεων προκειμένου να στηθεί το πανελλαδικό δίκτυο των νεοσύστατων τότε δικτύων κινητής τηλεφωνίας. Το πρόβλημα όμως αρκετά χρόνια μετά συνέχιζε να υφίσταται παρά τις μειώσεις που έγιναν μέχρι το 2000, όπου το κόστος επικοινωνίας με κινητό τηλέφωνο παρέμενε πολλαπλάσιο της χρέωσης επικοινωνίας μεταξύ σταθερών δικτύων. Οι χρεώσεις που επέβαλλαν τα δίκτυα αν και αρκετά μειωμένες σε σχέση με τα πρώτα χρόνια λειτουργίας δεν ήταν αντίστοιχες πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Στις περισσότερες μετρήσεις η Ελλάδα καταλάμβανε μία από τις υψηλότερες θέσεις στους δείκτες που μετρούσαν το πόσο ακριβή είναι η χρήση του κινητού τηλεφώνου στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για πολλά χρόνια και σήμερα ακόμα, το τέλος τερματισμού στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας ήταν πολλαπλάσιο του τέλους τερματισμού στα δίκτυα σταθερής. Δηλαδή, για μια κλήση που τερμάτιζε σε ένα δίκτυο κινητής, ο καταναλωτής πλήρωνε πολύ περισσότερα χρήματα από ότι μια κλήση που τερμάτιζε σε κάποιο δίκτυο σταθερής τηλεφωνίας. Οι διαφορές ακόμα και σήμερα συνεχίζουν να είναι πολύ μεγάλες αλλά στο παρελθόν ήταν ακόμη μεγαλύτερες, καθώς τα τέλη τερματισμού στα δίκτυα κινητής ανέρχονταν σε περισσότερο από 0,25 το λεπτό το 2001 για παράδειγμα, ενώ όταν ξεκίνησε η κινητή τηλεφωνία στην Ελλάδα το 1993 κόστιζε 120 δρχ./λεπτό (0,35 ). Στους πρώτους ισολογισμούς των εταιρειών που δραστηριοποιούνταν στον κλάδο της κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα, μέσα στις μεγάλες ζημιές που παρουσίαζαν τα πρώτα χρόνια ανάπτυξης των δικτύων τους, εξαιτίας του υψηλού κόστους των επενδύσεων, εύκολα μπορούσε κάποιος να διακρίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους προέρχονταν από τα τέλη τερματισμού. Γι

αυτό το λόγο υπήρχε κάποια ανοχή από τις κυβερνήσεις και τις ρυθμιστικές αρχές και δεν έγινε εξ αρχής καμία προσπάθεια περιορισμού αυτού του κόστους. Οι κυβερνήσεις προσπάθησαν να βοηθήσουν τα δίκτυα να προχωρήσουν γρήγορα στις επενδύσεις τους, να πετύχουν τους στόχους που είχαν θέσει και να περάσουν σε φάσεις κερδοφορίας αναπτύσσοντας παράλληλα ολοκληρωμένα δίκτυα σε κάθε κράτος και κάνοντας την κινητή τηλεφωνία προσιτή σε κάθε καταναλωτή, κάτι που επετεύχθη σχετικά γρήγορα και πέρα από κάθε πρόβλεψη. Ειδικά, μέχρι και τα τέλη του 2001 τα τέλη τερματισμού ανάμεσα στα ίδια τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας με συμφωνίες μεταξύ των παρόχων δεν υπήρχαν. Ίσχυαν μόνο στις περιπτώσεις που καλούσε κάποιος από σταθερό δίκτυο και τερμάτιζε σε δίκτυο παρόχου κινητής τηλεφωνίας, δηλαδή τα δίκτυα δε χρέωναν τέλη τερματισμού για κλήσεις που είχαν ως δίκτυο εκκίνησης άλλο πάροχο κινητής τηλεφωνίας, μιας και τα πρώτα χρόνια, όπως αναφέρθηκε, οι κλήσεις ήταν περιορισμένες μεταξύ των δικτύων και δε συνέφερε τους παρόχους να περάσουν σε ένα είδος ανταγωνισμού και σε αυτό το επίπεδο. Στις αρχές του 2002, τα δίκτυα, σταματώντας ουσιαστικά αυτή την άτυπη περίοδο μη χρέωσης τελών τερματισμού, ξεκίνησαν τη χρέωση και μεταξύ τους, με αποτέλεσμα μέσα σε ένα χρόνο τα τέλη που έθεσαν να αυξηθούν μέχρι και 100%. Ωστόσο, και αφού πλέον οι εταιρείες κινητής είχαν καταστεί ισχυροί παίκτες της αγοράς, είχαν περάσει σε κερδοφορία και είχαν αποσβέσει το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων με την ανοχή των κρατών, θα έπρεπε οι χρεώσεις να μειώνονταν σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, κάτι το οποίο κανένας πάροχος δεν έπαιρνε το ρίσκο να κάνει. Έτσι έπρεπε, μέσω κρατικών αποφάσεων, να ξεκινήσει μια διαδικασία ρύθμισης της αγοράς κινητής τηλεφωνίας και πιο συγκεκριμένα της αγοράς που αφορούσε τα τέλη τερματισμού που αποτελούσαν τροχοπέδη στη μείωση των χρεώσεων. Η αλήθεια είναι ότι πλέον, μετά τη μακροχρόνια περίοδο ενίσχυσης της κινητής τηλεφωνίας, οι φωνές που έκαναν λόγο για εξίσωση των τελών τερματισμού μεταξύ δικτύων σταθερής και κινητής τηλεφωνίας ενισχύονταν. Με βάση τα δεδομένα αυτά, η αρχή που επιφορτίστηκε με το δύσκολο ρόλο ρύθμισης της αγοράς ήταν η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ).

4.ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΕΤΤ 4.1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ Η ΕΕΤΤ πραγματοποίησε δηµόσια διαβούλευση τον Ιανουάριο του 2002 σχετικά µε το επίπεδο ανταγωνισμού στην αγορά τερματισμού κλήσεων σε κινητά δίκτυα. Η δηµόσια διαβούλευση έλαβε υπόψη την Έβδοµη Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά µε την Εφαρμογή (υλοποίηση) του Κανονιστικού Πακέτου των Τηλεπικοινωνιών, η οποία είχε επισημαίνει ότι τα τέλη τερματισμού για κλήσεις από σταθερό σε κινητό στην Ελλάδα ήταν από τα υψηλότερα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκείνο το χρονικό διάστηµα. Στη ανωτέρω δηµόσια διαβούλευση συμμετείχαν 12 τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι και µία οργάνωση καταναλωτών και ένα από τα κύρια συμπεράσματα ήταν ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα να αναπτυχθούν ανταγωνιστικές πιέσεις στα τέλη τερματισμού εξαιτίας κυρίως της αρχής «ο καλών πληρώνει». Όσοι συμμετείχαν στη δηµόσια διαβούλευση ζήτησαν την παρέμβαση της ΕΕΤΤ για να εµποδίσει τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και να προστατέψει τον καταναλωτή. Με την Απόφασή της 248/68 της 15ης Μαρτίου 2002, η ΕΕΤΤ έκρινε ότι δύο πάροχοι κινητής (η Vodafone και η COSMOTE) κατέχουν Σηµαντική Ισχύ (ΣΙΑ) στην αγορά των δηµόσιων δικτύων και δηµόσιων υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας (η «αγορά κινητής»). Η ΕΕΤΤ προέβη στις ενέργειες αυτές βάσει των εξουσιών που της παρέχονται από την Οδηγία για τη ιασύνδεση, όπως ενσωµατώθηκε στο Ελληνικό δίκαιο µε το π.δ.165/99. Περίπου έξι μήνες αφού ορίστηκαν ως οργανισµοί µε Σηµαντική Ισχύ στην αγορά κινητής, ζητήθηκε από τη Vodafone και την COSMOTE να παράσχουν στοιχεία σχετικά µε τη συµµόρφωσή τους µε τις υποχρεώσεις τους. Μετά την πραγματοποίηση ακροάσεων και την υποβολή σχετικών στοιχείων, η ΕΕΤΤ απεφάνθη ότι αµφότεροι οι πάροχοι δεν είχαν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους ως οργανισµοί µε ΣΙΑ στην αγορά κινητής και επέβαλε πρόστιµο 300.000 στον καθένα. Με την Απόφασή της 275/72Β της 7ης Φεβρουαρίου 2003, η ΕΕΤΤ όρισε ότι ο ΟΤΕ, η Vodafone και η COSMOTE είναι οργανισμοί µε ΣΙΑ στην εθνική αγορά της διασύνδεσης. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι ο ΟΤΕ κατέχει μερίδιο αγοράς 27.5%,1 η Vodafone 28.5% και η COSMOTE 26.1%. Εκτός του µεριδίου αγοράς των παρόχων αυτών, στην Απόφαση της ΕΕΤΤ ελήφθησαν υπόψη και άλλοι παράγοντες. Στην Απόφασή της, η ΕΕΤΤ όρισε ότι οι οργανισμοί που έχουν ορισθεί ως έχοντες Σηµαντική Ισχύ στην εθνική αγορά διασύνδεσης θα πρέπει να εκπληρώσουν όλες τις σχετικές υποχρεώσεις που προβλέπονται από την κείµενη Εθνική και Ευρωπαϊκή νουθεσία.

Με την Απόφασή της 278/65 της 14ης Μαρτίου 2003, η ΕΕΤΤ όρισε την TIM ως έχουσα ΣΙΑ στην αγορά κινητής, επιβάλλοντας έτσι στην TIM τις ίδιες υποχρεώσεις που είχαν ήδη επιβληθεί στη Vodafone και την COSMOTE. Παρόλο που οι εταιρείες Vodafone και Cosmote έχουν υποχρέωση µε βάση τις ανωτέρω αποφάσεις να προσφέρουν κοστοστρεφή πρόσβαση στο δίκτυό τους και η εταιρεία TIM πρόσβαση σε εύλογη τιµή, καµία από τις εταιρείες δεν έχει συµµορφωθεί µε τις ανωτέρω υποχρεώσεις ούτε έχει προσκοµίσει στην ΕΕΤΤ τα απαραίτητα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι τα τέλη τους είναι σύµφωνα µε τις υποχρεώσεις που τους έχουν επιβληθεί. Σηµειώνεται επίσης ότι οι ως άνω εταιρείες έχουν ασκήσει αίτηση αναστολής εκτέλεσης καθώς και αίτηση ακυρώσεως κατά των ανωτέρω Αποφάσεων της ΕΕΤΤ στο Συµβούλιο της Επικρατείας. Επιπλέον επειδή η αίτηση ακύρωσης µιας πράξης της διοίκησης ενώπιον του Συµβουλίου της Επικρατείας δεν έχει ανασταλτικό χαρακτήρα για την εφαρµογή της διοικητικής πράξης µέχρι την εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης, η Cosmote άσκησε και αίτηση αναστολής της σχετικής Απόφασης της ΕΕΤΤ. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε από το Συµβούλιο της Επικρατείας. Ανάλογο αίτηµα ακύρωσης χωρίς όµως και αίτηση αναστολής άσκησε και η TIM στην Απόφαση της ΕΕΤΤ που αφορούσε αυτήν. Με την κοινοποίηση της παρούσας στην Ε.Ε., την 1η Ιουλίου 2004, η ΕΕΤΤ έλαβε σχόλια σύμφωνα με το άρθρο 7(3) της Οδηγίας 2002/21/ΕΚ. H EETT λαμβάνοντας υπόψη στο μέγιστο βαθμό τις παρατηρήσεις της ΕΕ προχωρά ως οφείλει στις απαραίτητες τροποποιήσεις στο προτεινόμενο Σχέδιο Μέτρου το οποίο προτίθεται να υιοθετήσει σχετικά με τον Ορισμό, την Ανάλυση του επιπέδου του ανταγωνισμού και την Επιβολή Ρυθμιστικών Υποχρεώσεων στην αγορά τερματισμού φωνητικών κλήσεων σε μεμονωμένα κινητά δίκτυα. Οι Ελληνικοί παροχοι δικτύων κινητής τηλεφωνίας άρχισαν να μειώνουν τα τέλη τερματισμού τους για κλήσεις από σταθερό σε κινητά τα τελευταία χρόνια, όπως και οι περισσότεροι αντίστοιχοι Ευρωπαϊκοί πάροχοι. Όπως διαφαίνεται και στο διάγραμμα υπάρχει πτωτική τάση των τελών τερματισμού από σταθερό σε κινητό της COSMOTE, της Vodafone και της TIM από το 2000 μέχρι το 2003. Συγκεκριμένα, η COSMOTE και η Vodafone, οι οποίες έχουν κριθεί ότι έχουν ΣΙΑ στην εθνική αγορά διασύνδεσης, είχαν μειώσει τα τέλη τους από 23 Ευρωλεπτά και 27 Ευρωλεπτά αντίστοιχα στο πρώτο εξάμηνο του 2002 σε 18 και 19 Ευρωλεπτά ανά λεπτό. Η TIM, αν και δεν είχε οριστεί ως έχουσα ΣΙΑ στην εθνική αγορά διασύνδεσης μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2003, επίσης μείωσε τις χρεώσεις της κατά την περίοδο αυτή, από 25 σε 23 Ευρωλεπτά, ενώ προχώρησε σε νέα μείωση τον Ιούλιο του 2003 με αποτέλεσμα τα νέα τέλη διασύνδεσης για κλήσεις από σταθερά σε κινητά να διαμορφωθούν σε 21 Ευρωλεπτά. Εντούτοις, η μείωση κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2002 συνοδεύτηκε από τη θέσπιση ελάχιστης χρέωσης για κλήσεις με διάρκεια λιγότερη από ένα λεπτό. Επομένως, συμπεραίνεται ότι οι Ελληνικοί παροχοι έχουν μειώσει τα τέλη τερματισμού τους από σταθερό σε κινητό

μόνο λόγω της πίεσης που ασκήθηκε από την ΕΕΤΤ και επιπλέον επεδίωξαν να μεγιστοποιήσουν αυτά τα έσοδα μέσω μιας χρέωσης ελάχιστης διάρκειας. Ιστορική τάση τελών τερματισμού από σταθερό σε κινητό της COSMOTE, της Vodafone και της TIM [Πηγή: πληροφορίες εταιρειών, 2003] Τα τέλη τερματισμού για κλήσεις από κινητό σε κινητό αντανακλούν την αντίθετη τάση από τα τέλη τερματισμού από σταθερό σε κινητό. Έως το τέλος του 2001, οι πάροχοι δεν χρέωναν για τερματισμό κλήσεων από κινητό σε κινητό (χρησιμοποιώντας το μοντέλο bill and keep). Από το 2002, τα τέλη τερματισμού από κινητό σε κινητό παρουσιάζουν μια αυξανόμενη τάση (όπως φαίνεται στον Πίνακα που ακολουθεί), φτάνοντας τα 18 Ευρωλεπτά στο τέλος του 2002. Ιστορική τάση τελών τερματισμού από κινητό σε κινητό της COSMOTE, της Vodafone και της TIM [Πηγή: πληροφορίες εταιρειών, 2003]

Η ανάλυση των τελών τερματισμού από κινητό σε κινητό καταδεικνύει κυρίως ότι: Τα τέλη τερματισμού από κινητό σε κινητό ορίζονται πάντα στην Ελληνική αγορά βάσει αμοιβαίων συμφωνιών μεταξύ των παρόχων. Οι συμφωνίες αυτές μπορεί να οδηγούν σε πιο αποδοτικό αποτέλεσμα από το μονομερή καθορισμό τιμών, αλλά μπορεί επίσης να αποτελέσουν ένα μέσο συντονισμού (εναρμονισμένων πρακτικών), επιτρέποντας σε δύο μεγάλους παρόχους, παραδείγματος χάριν, να θέτουν υψηλά τέλη έναντι ενός μικρότερου ανταγωνιστή βάσει του όγκου της εισερχόμενης κίνησης, σε σχέση με την εξερχόμενη κίνηση. Επίσης, η εισαγωγή τελών τερματισμού από κινητό σε κινητό λειτουργεί προς όφελος των παρόχων που έχουν υψηλό ποσοστό εισερχόμενης κίνησης εκτός δικτύου (συγκριτικά με την εξερχόμενη κίνηση εκτός δικτύου). Μετά, λοιπόν, από την πρώτη απόπειρα για να ρυθμίσει την αγορά των τελών τερματισμού, η ΕΕΤΤ διαπίστωσε ότι λίγο πολύ δεν επήλθαν τα αποτελέσματα που περίμενε. Η λογική που είχε τότε ήταν αυτή της ενιαίας αγοράς διασύνδεσης, ορίζοντας τους παρόχους με ΣΙΑ σε αυτήν. Κατάλαβε ότι αυτή δεν ήταν σωστή προσέγγιση και έτσι, στην επόμενη φάση υιοθέτησε την πρόταση που διατυπώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην οδηγία πλαίσιο που εκδόθηκε το Μάρτιο του 2002. Τα τέλη, όπως φαίνεται και στον πίνακα παρακάτω, σημείωσαν κάποια μείωση, η οποία φαίνεται σημαντική. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα συνέχισε να συγκαταλέγεται στις χώρες με τα ακριβότερα τιμολόγια στην Ευρώπη. Παρουσιάζεται παρακάτω ενδεικτικά η σύγκριση τελών τερματισμού σταθερό προς κινητό σε ώρες αιχμής εγκατεστημένων παρόχων σε ένα σύνολο χωρών της ΕΕ το δεύτερο εξάμηνο του 2002 (Πηγή: Όγδοη Έκθεση της ΕΕ,, 2002). Όπως φαίνεται τα τέλη τερματισμού από σταθερό σε κινητό των Ελληνικών

παρόχων για το 2002 ήταν συνεχώς πάνω από το μέσο όρο των άλλων παρόχων στις χώρες των Ε.Ε. 4.2 Φύση της αποτυχίας της αγοράς (market failure) Παρά το γεγονός ότι ο τερματισμός κλήσεων σε κινητά δίκτυα περιλαμβάνεται ρητώς στη λίστα της Σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Σχετικές Αγορές ως μια αγορά υποψήφια για επιβολή ex ante ρυθμίσεων, εξακολουθεί να είναι χρήσιμο να εξεταστεί το ζήτημα του κατά πόσον η επιβολή ex ante ρυθμίσεων είναι κατάλληλη για να αντιμετωπιστεί η αποτυχία του ανταγωνισμού που εντοπίζεται στις αγορές τερματισμού κλήσεων σε κινητά δίκτυα στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας (principle of subsidiarity) και την υποχρέωση της ΕΕΤΤ να εκπληρώσει την ανάλυση αγορών που περιλαμβάνονται στην Σύσταση υπό το πρίσμα των συγκεκριμένων εθνικών συνθηκών, στα πλαίσια κάθε ανάλυσης πρέπει να αξιολογείται η συγκεκριμένη φύση της «αποτυχίας της αγοράς» που εντοπίζεται στην Ελλάδα στη σχετική αγορά προϊόντων. Εξετάζοντας τις κατάλληλες υποχρεώσεις που μπορούν να επιβληθούν, είναι σημαντικό να προσδιορισθεί η αποτυχία της αγοράς που καθιστά απαραίτητη την επιβολή τους. Στη συνέχεια, οι υποχρεώσεις μπορούν να εστιάσουν στην πηγή της αποτυχίας της αγοράς. Κατά τη διαπραγμάτευση του τερματισμού με ένα σταθερό πάροχο, ο κινητός πάροχος βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση εάν τα τέλη τερματισμού του δε ρυθμίζονται. Αυτό προκύπτει επειδή τα σταθερά τέλη διασύνδεσης και τερματισμού, του δεσπόζοντος φορέα στη σταθερή τηλεφωνία, του ΟΤΕ, ρυθμίζονται βάσει ενός κοστοστρεφούς μοντέλου. Έτσι, οι πάροχοι μπορούν να ορίσουν τα δικά τους τέλη τερματισμού για κλήσεις από σταθερό σε κινητά με τρόπο που να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους. Η καμπύλη ζήτησης από την πλευρά των σταθερών παρόχων για τερματισμό σε κινητά (που προέρχεται από τη ζήτηση

των πελατών τους για κλήσεις από σταθερό σε κινητό) είναι ανελαστική. Ως εκ τούτου, ένας πάροχος κινητής μεγιστοποιεί τα κέρδη του από τον τερματισμό ορίζοντας τέλη σημαντικά ανώτερα από το επίπεδο του οριακού κόστους. Η πρακτική αυτή οδηγεί στο να είναι υπερβολικά υψηλές οι τιμές για κλήσεις από σταθερά σε κινητά και να φέρουν το βάρος αυτοί που αγοράζουν αυτές τις κλήσεις. Η κατάσταση διαφέρει από πολλές απόψεις όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις μεταξύ κινητών για τερματισμό κλήσεων σε κινητά. Πρώτον, δύο πάροχοι κινητής, σε αντίθεση με ένα σταθερό και ένα κινητό πάροχο, ανταγωνίζονται στην ίδια αγορά λιανικής. Συνεπώς, τα τέλη τερματισμού έχουν μεγαλύτερη επίδραση στην ανταγωνιστική διαδικασία αυτών από ότι στην περίπτωση τερματισμού από σταθερό σε κινητό. Παραδείγματος χάριν, δύο πάροχοι κινητής μπορεί να επιβάλουν υψηλά τέλη τερματισμού σε ένα τρίτο (κινητό) πάροχο, ενώ συμφωνούν χαμηλά τέλη μεταξύ τους, αυξάνοντας έτσι το κόστος του ανταγωνιστή τους. Εναλλακτικά, οι πάροχοι κινητής θα μπορούσαν να συμφωνήσουν υψηλά τέλη τερματισμού, τα οποία μπορεί να τους δεσμεύσουν με υψηλές χρεώσεις για κλήσεις εκτός δικτύου. Το τελευταίο παράδειγμα δείχνει τη συμμετρική διαπραγματευτική θέση των δύο κινητών παρόχων, όταν τα τέλη τερματισμού δε ρυθμίζονται, σε αντίθεση με τις ασύμμετρες θέσεις του σταθερού παρόχου (με ρυθμισμένο τέλος τερματισμού) και του (μη ρυθμισμένου) κινητού παρόχου. Στην περίπτωση κινητού προς κινητό, είναι πιθανό οι πάροχοι: (i) να επιλέξουν να ορίσουν τα τέλη τους μονομερώς, αγνοώντας την αντίστοιχη απόφαση που έχει ληφθεί από άλλους κινητούς παρόχους. Αυτό θα οδηγήσει σε υψηλό τέλος τερματισμού, ή (ii) να διαπραγματευθούν αμοιβαία για ένα πιο αποδοτικό τέλος το οποίο θα λαμβάνει υπόψη την αμοιβαία φύση της υπηρεσίας καθορισμού. Η τελευταία αυτή προσέγγιση θα απέφευγε τουλάχιστον εν μέρει τα υψηλά τέλη τερματισμού τα οποία θα προέκυπταν από την προηγούμενη προσέγγιση, βάσει των οποίων κάθε πάροχος μεγιστοποιεί τα δικά του κέρδη τερματισμού χωρίς να εξετάζει πώς αυτό επηρεάζει τα τέλη τερματισμού που πρέπει να πληρώνει. Η ανάλυση αυτή δείχνει την ανάγκη εξέτασης υποχρεώσεων οι οποίες: θα αναγνωρίζουν τη διαφορά στη διαπραγματευτική δύναμη μεταξύ σταθερών και κινητών παρόχων αφενός, και μεταξύ κινητών παρόχων αφετέρου θα έχει λάβει υπόψη την αποτυχία αγοράς στην περίπτωση τερματισμού από σταθερό σε κινητό και τη δυνατότητα αποτυχίας της αγοράς στην περίπτωση τερματισμού από κινητό σε κινητό (εάν οι πάροχοι δεν μπορέσουν να βρουν μια αποτελεσματική αμοιβαία λύση με βάση το κόστος).

4.3 Αναζήτηση της καλύτερης δυνατής λύσης Η γενική αρχή της αποδοτικής τιμολόγησης των εισροών (όπως ο τερματισμός κινητών) που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσίας λιανικής είναι ότι οι τιμές θα πρέπει να βασίζονται στο κόστος. Συγκεκριμένα κατέληξε ότι εφαρμόζεται καλύτερα με αναφορά σε ένα μοντέλο μακροπρόθεσμου επαυξητικού κόστους (LRIC). Το LRIC ενσωματώνει την αρχή της αιτιολόγησης του κόστους, με την έννοια ότι η τιμή LRIC για οποιαδήποτε υπηρεσία αντανακλά μόνο τα κόστη που μπορούν αιτιωδώς να αποδοθούν στην παραγωγή του. Αυτό αφήνει ανοικτό το ζήτημα της ανάκτησης των κοινών κοστών (common costs), τα οποία δεν είναι (εξ ορισμού) αιτιωδώς αποδοτέα σε μια συγκεκριμένη υπηρεσία. Τα κόστη αυτά μπορούν να ανακτηθούν μέσω μια αύξησης ενός ίσου ποσοστού γνωστού ως ισοαναλογική αύξηση επί του κόστους [equiproportional mark-up] (EPMU) σε ένα αιτιωδώς αποδιδόμενο επαυξητικό κόστος. Εναλλακτικά, μπορούν να ανακτηθούν με εναλλακτικές αυξήσεις επί του κόστους (mark-ups), όπως στις τιμές Ramsey που εξετάζονται κατωτέρω. Τουλάχιστον τρία επιπλέον ζητήματα είναι σχετικά με τα τέλη τερματισμού από σταθερό σε κινητό: Υπερβολικό περιθώριο λιανικής: Εάν τα περιθώρια λιανικής για κλήσεις σε κινητά είναι υπερβολικά, υπάρχει εκ πρώτης όψεως ζήτημα ορισμού των τελών τερματισμού σε χαμηλότερα επίπεδα, προκειμένου οι μειώσεις αυτές των τιμών στο επίπεδο χονδρικής να μεταφερθούν με την πάροδο του χρόνου και στο επίπεδο λιανικής. Τιμές Ramsey: Εάν τα κοινά κόστη ενός παρόχου κινητής πρέπει να ανακτηθούν με τον τερματισμό κινητών και με άλλες υπηρεσίες, υποστηρίζεται ότι η ανάκτηση θα πρέπει να βασιστεί στις αρχές τιμολόγησης του Ramsey. Σύμφωνα με την τιμολόγηση Ramsey, οι αυξήσεις επί του κόστους (mark-ups) θα πρέπει να είναι υψηλότερες όπου η ελαστικότητα ζήτησης είναι χαμηλότερη (π.χ. στον τερματισμό κλήσεων) από ό,τι σε υπηρεσίες με σχετικά υψηλότερη ελαστικότητα ζήτησης (π.χ. υπηρεσίες εκκίνησης κλήσεων). Η προσέγγιση αυτή αποφεύγει επίσης την ιδιαίτερα δύσκολη και πιθανόν αδύνατη να αντιμετωπισθεί, υποχρέωση καθορισμού του ιδιαίτερα περίπλοκου πίνακα / μήτρας ελαστικοτήτων, ίδιας τιμής και σταυροειδούς ελαστικότητας, για διαφορετική πρόσβαση και υπηρεσίες κλήσεων που απαιτούνται για την εφαρμογή της τιμολόγησης Ramsey. Επιπλέον, καθώς άλλες τιμές κινητών (συγκεκριμένα οι τιμές λιανικής) δεν ρυθμίζονται, δε θα ήταν δυνατό να διασφαλισθεί ότι όλες οι τιμές έχουν οριστεί στο επίπεδο Ramsey. Εξωτερικές οικονομίες δικτύου (externalities): Υποστηρίζεται από τους παρόχους κινητής ότι μια επιπλέον χρέωση (επιβάρυνση) για τερματισμό από σταθερό σε κινητό δικαιολογείται από την ανάγκη των κινητών παρόχων να συγκεντρώσουν κεφάλαια προκειμένου, μεταξύ άλλων, να επιδοτούν τις συσκευές και τις

εξερχόμενες κλήσεις. Αυτό θα προσελκύσει περισσότερους συνδρομητές στα δίκτυα και θα δημιουργήσει μία εξωτερική οικονομία δικτύου (network externality) για τους υπάρχοντες σταθερούς και κινητούς συνδρομητές που θα μπορούν να επικοινωνήσουν με το νέο συνδρομητή. Κατά την άποψη της ΕΕΤΤ, θα μπορούσε να υπάρχει δικαιολόγηση για την υιοθέτηση μιας τέτοιας πολιτικής σε προηγούμενες φάσεις της ανάπτυξης της κινητής τηλεφωνίας, αλλά δεν είναι αποδοτικό να συνεχίζεται τεχνητά (μέσω των υψηλών τελών τερματισμού) η προώθηση της αύξησης των νέων συνδρομητών των δικτύων κινητής όταν τα ποσοστά διείσδυσης στην Ελλάδα έχουν ήδη φτάσει σε υψηλά επίπεδα. Σε μια τέτοια περίπτωση, το βάρος των μη αποδοτικών τιμών για όλες τις κλήσεις (από σταθερό σε κινητό που προκύπτουν) γίνεται δυσανάλογο σε σχέση με το πλεονέκτημα της προσέλκυσης νέων συνδρομητών. Σχετικά με τις χρεώσεις τερματισμού σε κινητά, η ΕΕΤΤ καταλήγει ότι η τιμολόγηση βάσει του κόστους είναι πιθανότατα η καλύτερη προσέγγιση. Συγκεκριμένα, τα επιχειρήματα που αναφέρονται ανωτέρω υπέρ της τιμολόγησης Ramsey και η προσέγγιση των εξωτερικών οικονομιών (externalities approach) δεν εξισορροπούν τα πλεονεκτήματα της υιοθέτησης ενός κοστοστρεφούς μοντέλου τιμολόγησης για τα τέλη τερματισμού από σταθερά σε κινητά, επί τη βάσει της προτεινόμενης από την ΕΕΤΤ μεθοδολογίας.

5. ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΜΕΤΑ ΤΟ 2003 ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2003-2008 Μετά το 2003 μπαίνοντας σε μια δεύτερη περίοδο ρύθμισης, αρχίζουν να μπαίνουν σε εφαρμογή οι αποφάσεις της ΕΕΤΤ. Πλέον η ΕΕΤΤ επιβάλλει την εφαρμογή συγκεκριμένου κοστολογικού μοντέλου, βάση του οποίου θα υπολογίζονταν τα τέλη τερματισμού. Διενήργησε, λοιπόν, εθνική διαβούλευση τον Φεβρουάριο του 2004, όπου παρουσιάστηκε το σχέδιο μέτρων της ΕΕΤΤ αναφορικά με την αγορά τερματισμού κλήσεων σε κινητά δίκτυα. Σύµφωνα µε το νέο κανονιστικό πλαίσιο ηλεκτρονικών επικοινωνιών η ΕΕΤΤ καλείται να ορίσει σχετικές αγορές στον τοµέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών λαµβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, ιδίως να ορίσει τις σχετικές γεωγραφικές αγορές στην Ελληνική Επικράτεια, ακολουθώντας τη διαδικασία ορισµού αγορών όπως αυτή τίθεται στην Οδηγία 2002/21/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε κοινό κανονιστικό πλαίσιο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ( Οδηγία Πλαίσιο ). Σύµφωνα µε την Οδηγία Πλαίσιο, η ΕΕΤΤ καλείται να ορίσει τις σχετικές αγορές στον τοµέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το συντοµότερο δυνατό µετά την υιοθέτηση, ή την οποιαδήποτε µετέπειτα αναθεώρηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της Σύστασης για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών (η Σύσταση, λαµβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την ανωτέρω Σύσταση καθώς και τις Κατευθυντήριες Γραµµές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ανάλυση της Αγοράς και την Εκτίµηση Σηµαντικής Ισχύος (οι Κατευθυντήριες Γραµµές ). Η ΕΕΤΤ προέβη σε εξέταση των συνθηκών που επικρατούν στην Ελληνική αγορά ευρυζωνικής πρόσβασης, εντοπίζοντας τις διάφορες τεχνολογίες που χρησιµοποιούνται επί του παρόντος ως µέσα για την παροχή ευρυζωνικής πρόσβασης ήτοι, χάλκινοι τοπικοί βρόχοι (αναβαθµισµένοι µε τεχνολογία DSL), σταθερή ασύρµατη πρόσβαση και οπτικές ίνες. Στην συνέχεια, η ΕΕΤΤ εξέτασε την υποκαταστασιµότητα από πλευράς ζήτησης των δύο υπηρεσιών χονδρικής που δύνανται επί του παρόντος να παρέχουν τα απαραίτητα «µέσα» για την παροχή λιανικών ευρυζωνικών υπηρεσιών, ήτοι την υποκαταστασιµότητα της υπηρεσίας χονδρικής παροχής ευρυζωνικής πρόσβασης µέσω του DSL δικτύου του ΟΤΕ (Bitstream) και της υπηρεσίας χονδρικής παροχής ευρυζωνικής πρόσβασης µέσω αδεσµοποίητης πρόσβασης στον τοπικό βρόχο. Το Άρθρο 8 της Οδηγίας Πλαίσιο θέτει ως στόχους πολιτικής που διέπουν την δράση της ΕΕΤΤ κατά την άσκηση των καθηκόντων της στον τοµέα παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών: 1. την προώθηση του ανταγωνισµού 2. τη συµβολή στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και

3. την προώθηση των συµφερόντων των χρηστών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, η ΕΕΤΤ καλείται να διεξάγει ανάλυση των σχετικών αγορών προκειµένου να εκτιµήσει κατά πόσον υφίσταται ή όχι σε αυτές αποτελεσματικός ανταγωνισµός. Εφόσον διαπιστώσει ότι η σχετική αγορά δεν είναι επαρκώς ανταγωνιστική (δηλαδή εφόσον µια ή περισσότερες επιχειρήσεις διαθέτουν ΣΙΑ στην εν λόγω αγορά, η ΕΕΤΤ οφείλει σύµφωνα µε την Οδηγία Πλαίσιο να καθορίσει τις επιχειρήσεις µε Σημαντικη Ικανότητα στην αγορά αυτή και να επιβάλει σε αυτές τις κατά περίπτωση ενδεδειγμένες ειδικές ρυθµιστικές υποχρεώσεις. Στην περίπτωση όπου διαπιστώνει ότι η σχετική αγορά είναι επαρκώς ανταγωνιστική, µε βάση την Οδηγία Πλαίσιο η ΕΕΤΤ δεν επιβάλει νέες ρυθµιστικές υποχρεώσεις σε κάποια επιχείρηση στην αγορά αυτή, ενώ σε περίπτωση που έχει επιβάλει στο παρελθόν ρυθµιστικές υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις στη σχετική αυτή αγορά, αίρει αυτές. Σύµφωνα µε την Οδηγία Πλαίσιο, η διαδικασία ανάλυσης της αγοράς σύµφωνα µε το Άρθρο 16 πρέπει να ακολουθεί χρονικά τον ορισµό της σχετικής αγοράς, ο οποίος λαµβάνει χώρα το συντοµότερο δυνατό µετά την υιοθέτηση, ή τη µεταγενέστερη αναθεώρηση της Σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Σχετικές Αγορές. Κατά τον ορισµό των σχετικών αγορών και τη διεξαγωγή της ανάλυσης του ανταγωνισµού επί αυτών, η ΕΕΤΤ καλείται να λάβει υπόψη στο µέγιστο δυνατό βαθµό τη Σύσταση για τις Σχετικές Αγορές καθώς και τις Κατευθυντήριες Γραµµές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Κατ εφαρμογή των οριζομένων στο άρθρο 16 (1) της Οδηγίας Πλαίσιο (ως άνω) σε συνδυασμό με το σημείο 21 του Προοιμίου της Σύστασης 11ης Φεβρουαρίου 2003, εξεδόθη η Σύσταση της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2007, για τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που επιδέχονται εκ των προτέρων ρύθμιση σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και την σχετική Αιτιολογική Έκθεση αυτής, (Ε(2007)5406), (εφεξής Νέα Σύσταση). Σύμφωνα με το άρθρο 1 της Νέας Σύστασης: Η διαδικασία ορισμού αγορών στοχεύει στο να προσδιορίσει με συστηματικό τρόπο τις ανταγωνιστικές πιέσεις που υφίστανται οι πάροχοι δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για την αποτελεσματική ανάλυση της αγοράς. Μια «σχετική αγορά προϊόντων» αποτελείται από το σύνολο των προϊόντων ή υπηρεσιών που είναι επαρκώς εναλλάξιμα ή υποκατάστατα, όχι μόνο από την άποψη των αντικειμενικών χαρακτηριστικών τους, της τιμής ή της επιδιωκόμενης χρήσης τους, αλλά και τις συνθήκες ανταγωνισμού ή/και τη διάρθρωση της προσφοράς και της ζήτησης στην εν λόγω αγορά. Η Νέα Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Σχετικές Αγορές ορίζει ότι οι ΕΡΑ θα πρέπει να αναλύσουν την χονδρική αγορά τερματισμού φωνητικών κλήσεων σε μεμονωμένα κινητά δίκτυα. Ο τερματισμός κλήσεων σε κινητά δίκτυα

αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση κλήσεων που εκκινούν στο ίδιο δίκτυο κινητών (on-net κίνηση), σε άλλο δίκτυο κινητών ή σε σταθερά δίκτυα (offnet). Η ιδιαιτερότητα της εν λόγω αγοράς προκύπτει από την αρχή «ο καλών πληρώνει» (Calling Party Pays- CPP), βάσει της οποίας ο συνδρομητής που χρεώνεται για την πραγματοποίηση της κλήσης δεν μπορεί να επηρεάσει τα τέλη τερματισμού, αφού η χονδρική χρέωση καθορίζεται από τον Πάροχο δικτύου στον οποίο τερματίζει η κλήση (το οποίο έχει επιλέξει ο καλούμενος συνδρομητής). Συνεπώς, ο καλών συνδρομητής, ο οποίος τελικά πληρώνει για τη πραγματοποίηση της συγκεκριμένης κλήσης, πληρώνει για πρόσβαση και υπηρεσία χωρίς να μπορεί να αντιληφθεί άμεσα την τιμή χονδρικού τερματισμού, ενώ ο καλούμενος συνδρομητής δεν πληρώνει για τις κλήσεις που δέχεται, οπότε δεν περιορίζει τον Πάροχο που τερματίζει την κλήση. Συμπερασματικά, με βάση τη συγκεκριμένη αρχή, οι Πάροχοι Δικτύων Κινητής (ΠΔΚ) έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τις τιμές για τερματισμό στο δίκτυό τους χωρίς να παρεμποδίζονται από κανένα από τα μέρη που μετέχουν στη κλήση. Ένας άλλος πιθανός περιοριστικός παράγοντας στη δυνατότητα των παρόχων δικτύων να θέτουν υψηλά τέλη τερματισμού είναι η αγοραστική δύναμη σε επίπεδο λιανικής, η οποία είναι δυνατό να εμφανιστεί είτε αν η τιμή των εισερχόμενων κλήσεων αποτελεί σημαντικό παράγοντα επιλογής δικτύου κινητής από τους λιανικούς χρήστες, είτε μέσω κλειστών ομάδων χρηστών. Σχετικά με την πρώτη περίπτωση, λόγω της αρχής «ο καλών πληρώνει», οι χρήστες έχουν επιδείξει πολύ λίγη ευαισθησία σχετικά με τη χρέωση των χρηστών που τους καλούν. Η δεύτερη περίπτωση μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά από τους παρόχους δικτύων μέσω διάκρισης τιμών μεταξύ συγκεκριμένων κατηγοριών/ομάδων χρηστών, καθορίζοντας πολύ χαμηλές χρεώσεις για on-net κλήσεις σε κλειστές ομάδες. Ο ορισμός αγοράς τερματισμού κλήσεων σε κάθε δίκτυο υπονοεί ότι σε κάθε οριζόμενη αγορά ο πάροχος του συγκεκριμένου δικτύου είναι ο μοναδικός πάροχος υπηρεσιών τερματισμού στην αγορά. Τελικά όμως η δεσπόζουσα θέση κάθε παρόχου στο δίκτυό του εξαρτάται από την ύπαρξη αντισταθμιστικής αγοραστικής ισχύος, η οποία θα μπορούσε να καταστήσει μία μικρή αλλά μη παροδική αύξηση των τελών τερματισμού μη επικερδή. 5.1 Δομή Αγοράς Ως αποτέλεσμα της συγκέντρωσης της TIM HELLAS και της Q TELECOMΜUNICATIONS (με εξαγορά), τον Ιανουάριο του 2006, υπάρχουν ουσιαστικά τρεις ΠΔΚ στην αγορά κινητής στην Ελλάδα από τον Ιούλιο του 2006, συγκεκριμένα: η WIND (όπως μετονομάστηκε η TIM HELLAS) η οποία ξεκίνησε το 1992, η VODAFONE, η οποία ξεκίνησε το 1993 και η COSMOTE, η οποία

ξεκίνησε το 1998. Μέχρι την συγκέντρωση της TIM HELLAS και της Q TELECOM, η τελευταία λειτουργούσε από το 2002. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ΑΠ ΕΕΤΤ 433/22/3-05-2007, η ΕΕΤΤ ενέκρινε τη συγχώνευση της Εταιρείας «TIM HELLAS Τηλεπικοινωνίες ΑΕΒΕ» με την «Q- Telecommunications AE Tηλεπικοινωνιών» με απορρόφηση της της τελευταίας από την πρώτη. Όλοι οι σημερινοί Πάροχοι Δικτύων Κινητής (ΠΔΚ) έχουν λάβει άδειες 3G το 2001, και έχουν ξεκινήσει την παροχή υπηρεσιών 3G, ήδη από τον Ιανουάριο του 2004 (WIND), το Μάιο του 2004 (COSMOTE) και τον Αύγουστο του 2004 (VODAFONE). Η διαχρονική εξέλιξη των μεριδίων των παρόχων δικτύων στην Ελλάδα με βάση τους συνολικούς συνδρομητές, παρουσιάζεται στον κάτωθι πίνακα: Σε σχέση με την υπό εξέταση αγορά, ο παρακάτω πίνακας δίνει την εξέλιξη της κίνησης που τερματίζει συνολικά σε όλα τα δίκτυα κινητής (οι τιμές που αναφέρονται στον πίνακα είναι σε εκατομμύρια λεπτά κίνησης). Επιπλέον, αναφερόμενοι στην αντισταθμιστική αγοραστική ισχύς, ένας πάροχος που επιθυμεί να ασκήσει αντισταθμιστική αγοραστική ισχύ προς ένα πάροχο δικτύου κινητής τηλεφωνίας (που παρέχει υπηρεσία τερματισμού κινητής) έχει διάφορες δυνατότητες συμπεριφοράς στη διάθεσή του, όπως π.χ. άρνηση να παράσχει στον πάροχο δικτύου πρόσβαση στο δίκτυό του, παρεμπόδιση της διαπραγμάτευσης των τελών τερματισμού κινητής, στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης άλλων θεμάτων που ενδιαφέρουν τον πάροχο δικτύου, άρνηση πληρωμής μέρους ή του συνόλου των τελών τερματισμού που ζητά ο πάροχος δικτύου, χρήση tromboning για την «αποφυγή» πληρωμής τελών τερματισμού απευθείας στον πάροχο δικτύου, αύξηση των τελών τερματισμού που πρέπει να

πληρώσει ο πάροχος δικτύου για τον τερματισμό κίνησης στο δίκτυο του εν λόγω παρόχου, αύξηση τιμών λιανικής για κλήσεις προς τον πάροχο δικτύου. Οι εν λόγω συμπεριφορές έχουν περιορισμένες πιθανότητες να εμφανισθούν και ακόμα και εάν παρατηρηθούν κατά την εκτίμηση της ΕΕΤΤ δεν θα επιτύχουν να περιορίσουν την ελευθερία του παρόχου δικτύου να ορίσει υπερβολικά τέλη τερματισμού. Συγκεκριμένα: Οι υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί σε άλλους παρόχους σχετικά με την παροχή πρόσβασης για τις υπηρεσίες που εμπίπτουν σε αγορές στις οποίες έχουν κριθεί ως ΣΙΑ καθιστούν αδύνατη την άρνηση από μέρους τους να παράσχουν σε κάποιο πάροχο δικτύου πρόσβαση στο δίκτυό τους. Η δυνατότητα παρεμπόδισης της διαπραγμάτευσης των τελών τερματισμού κινητής, στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης άλλων θεμάτων που ενδιαφέρουν έναν πάροχο δικτύου εξαρτάται από το μέγεθος του παρόχου που προτίθεται να προβεί σε τέτοιου είδους συμπεριφορά Η άρνηση πληρωμής μέρους ή του συνόλου των τελών τερματισμού που ζητά ο ΠΔΚ, εκκινεί νομικές διαδικασίες και επομένως τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι απίθανο να περιορίσουν το τέλος τερματισμού που εφαρμόζει ένας πάροχος δικτύου. Όπως έχει αναφερθεί και στον ορισμό το tromboning δεν αποτελεί παρά μια βραχυπρόθεσμη ευκαιρία και επομένως είναι απίθανο να περιορίσει το τέλος που εφαρμόζει ένας ΠΔΚ. Δεδομένου ότι οι άλλοι πάροχοι υπόκεινται σε έλεγχο τιμών αναφορικά με τα τέλη τερματισμού τους, η αύξηση των τελών τερματισμού που πρέπει να πληρώσει ένας ΠΔΚ για τον τερματισμό κίνησης στο δίκτυο κάποιου άλλου παρόχου θεωρείται αδύνατη. Σύμφωνα με την εμπειρία, η αύξηση των τιμών λιανικής για κλήσεις προς τον πάροχο δικτύου που μπορεί να εφαρμοστεί από κάποιο πάροχο προκειμένου να καλυφθεί το ύψος του τέλους τερματισμού δεν περιορίζει τους παρόχους δικτών, δεδομένης της αρχής «ο καλών πληρώνει» που καθιστά τους τελικούς χρήστες «αδιάφορους» ως προς το ύψος των τιμών που πληρώνουν αυτοί που τους καλούν. Συμπερασματικά λοιπόν θα λέγαμε οτι κάθε ΠΔΚ στη Ελλάδα, συγκεκριμένα η COSMOTE, η Vodafone και η WIND, θα πρέπει να ορισθούν ως έχουσες ΣΙΑ στη σχετική αγορά για τον τερματισμό φωνητικών κλήσεων στα δικά τους δίκτυα. Επίσης, μεσοπρόθεσμα, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφαινόμενες τεχνολογικές εξελίξεις και την αναμενόμενη συμπεριφορά των καταναλωτών, τίποτα δεν υποδεικνύει ότι η ΣΙΑ των παρόχων Δικτύων αναφορικά με τον

τερματισμό κλήσεων στο δίκτυό τους θα εξασθενίσει με κάποιον ουσιαστικό τρόπο εν απουσία των κατάλληλων και αναλογικών ex ante κανονιστικών ρυθμίσεων (μέτρων). Το συμπέρασμα αυτό τίθεται με την επιφύλαξη των συγκεκριμένων υποχρεώσεων που μπορεί να επιβληθούν από την ΕΕΤΤ σε κάθε πάροχο δικτύου που ορίζεται ως έχων ΣΙΑ στη σχετική αγορά προϊόντων. Τέλος, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει οποιαδήποτε αντισταθμιστική αγοραστική ισχύς η οποία να ασκήσει κάποια ανταγωνιστική πίεση στους παρόχους προκειμένου να προβούν σε μείωση των τελών τερματισμού τους. 5.2 Υποχρεώσεις που επιβάλλει η ΕΕΤΤ Η τελική επιλογή της ΕΕΤΤ σχετικά με τις ex ante υποχρεώσεις λαμβάνει υπόψη μια σειρά παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων: Υποχρέωση αναλογικότητας και μη διακριτικής μεταχείρισης: η υποχρέωση θα πρέπει να είναι κατάλληλη, βάσει της φύσης του προβλήματος που εντοπίζεται, αναλογική και αιτιολογημένη υπό το πρίσμα των βασικών στόχων που τίθενται στο Νόμο 3431/2006 και την Οδηγία Πλαίσιο. Συγκεκριμένα, η ΕΕΤΤ θα πρέπει να διασφαλίσει ότι σε παρόμοιες περιστάσεις δεν θα υπάρχει διακριτική μεταχείριση στην αντιμετώπιση των επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η διακριτική ευχέρεια και το πεδίο των ρυθμιστικών επιλογών: το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο παρέχει στην ΕΕΤΤ ένα σημαντικό βαθμό διακριτικής ευχέρειας κατά την επιλογή των επιβαλλομένων υποχρεώσεων. Κυρίως, το εύρος των πιθανών ρυθμιστικών υποχρεώσεων σχετικά με τις αγορές χονδρικής ορίζεται στα άρθρα 43, 44 και 45 του Ν. 3431/2006 και τα άρθρα 9 έως 13 της Οδηγίας για την Πρόσβαση, συγκεκριμένα, διαφάνεια, μη διακριτική μεταχείριση (αμεροληψία), λογιστικός διαχωρισμός, υποχρεώσεις πρόσβασης και χρήσης ειδικών ευκολιών δικτύου, έλεγχος τιμών και υποχρεώσεις κοστολόγησης. Επιπλέον, η ΕΕΤΤ δύναται να επιβάλει άλλες υποχρεώσεις σε «εξαιρετικές περιστάσεις» (άρθρο 42 παράγραφος 5 του Ν. 3431/2006 και Άρθρο 8(3) της Οδηγίας για την Πρόσβαση). Συνεπώς, τόσο η ποικιλία των υποχρεώσεων που μπορεί να επιβάλει η ΕΕΤΤ για να αντιμετωπίσει τα ζητήματα τερματισμού σε κινητά όσο και η διακριτική ευχέρεια στην επιβολή τους είναι ευρύτατες, επιτρέποντας έτσι στην ΕΕΤΤ να λάβει υπόψη τα ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά της αγοράς του τερματισμού κλήσεων σε κινητά δίκτυα. Συναίνεση σχετικά με τις υποχρεώσεις και τις βέλτιστες πρακτικές σε επίπεδο ERG(Ομάδα Ευρωπαίων ρυθμιστών): Η ΕΕΤΤ υποχρεούται να διασφαλίζει την ανάπτυξη μια συνεπούς κανονιστικής πρακτικής, με τις ΕΡΑ των άλλων Κρατών Μελών της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλισθεί η εναρμονισμένη εφαρμογή του κοινοτικού πλαισίου ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. ε, περίπτωση δδ) του Ν. 3431/2006. Για το σκοπό αυτό, η ΕΕΤΤ δικαιούται να λαμβάνει υπόψη τις βέλτιστες πρακτικές

προκειμένου να θέσει τα κατάλληλα benchmarks για να ενεργήσει, και δύναται επίσης να λάβει ευρύτερα υπόψη τις εγκρίσεις που έχουν δοθεί σε άλλα κράτη της Ε.Ε., μέσω της συμμετοχής της ΕΕΤΤ στο ERG. Η ΕΕΤΤ, έχει επίσης την υποχρέωση να διασφαλίσει επαρκή πρόσβαση, διασύνδεση και διαλειτουργικότητα υπηρεσιών με την επιφύλαξη οποιωνδήποτε άλλων υποχρεώσεων που μπορούν να επιβληθούν σε επιχειρήσεις που ορίζονται ως πάροχοι με ΣΙΑ σύμφωνα με τα Άρθρα 9-13 της Οδηγίας για την Πρόσβαση και τα άρθρα 43, 44 και 45 του Ν. 3431/2006. Οι υποχρεώσεις αυτές, είναι οι εξής: 1.Διαφάνεια (Άρθρο 9 Οδηγίας Πρόσβασης, άρθρο 43 περίπτωση α Ν. 3431/2006). Η ΕΕΤΤ, έχει ήδη επιβάλει στους παρόχους δικτύων που κατέχουν ΣΙΑ στην αγορά τερματισμού φωνητικών κλήσεων στο δίκτυό τους, την υποχρέωση διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης δημοσίευσης Προσφοράς Αναφοράς Διασύνδεσης. Η ΕΕΤΤ θεωρεί ότι είναι εύλογο και αναλογικό να επιβάλλει κανονιστικά τη διατήρηση των ως άνω υποχρεώσεων δεδομένου ότι εξακολουθούν να συντρέχουν πλήρως οι ίδιοι δικαιολογητικοί λόγοι επιβολής τους. Η υποχρέωση της διαφάνειας κρίνεται ως μια πλήρως αιτιολογημένη ρυθμιστική υποχρέωση δεδομένου ότι συντελεί στην προώθηση του ανταγωνισμού, εξασφαλίζοντας ότι δεν υφίσταται στρέβλωση ούτε περιορισμός του ανταγωνισμού στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ειδικότερα, η δημοσιοποίηση (α) των τροποποιήσεων των χρεώσεων για πρόσβαση στο δίκτυο πριν την εφαρμογή τους από τον πάροχο που διαθέτει ΣΙΑ στην αγορά δίνει την δυνατότητα στους λοιπούς παρόχους όπως προσαρμόσουν έγκαιρα τις τιμές τους και επιτρέπει στην ΕΕΤΤ την παρακολούθηση πιθανής αντι-ανταγωνιστικής τιμολογιακής συμπεριφοράς των παρόχων ενώ (β) η υποβολή πληροφοριών κίνησης, επιτρέπει στην ΕΕΤΤ την παρακολούθηση εφαρμογής άλλων κανονιστικών υποχρεώσεων καθώς και τη διαπίστωση άλλων πιθανών αντι-ανταγωνιστικών συμπεριφορών των παρόχων. 2.Αμεροληψία (Μη Διακριτική Μεταχείριση) (Άρθρο 10 Οδηγίας Πρόσβασης, άρθρο 43 περίπτωση β Ν. 3431/2006) Η απαγόρευση της διακριτικής μεταχείρισης, καλύπτει οποιαδήποτε μορφή άνισης μεταχείρισης των πελατών μιας εταιρείας εις βάρος αυτών των ανταγωνιστών της. Μπορεί να εφαρμοστεί σε μια κατάσταση όπου ένας πάροχος κινητής (κατέχων δεσπόζουσα θέση στην παροχή υπηρεσιών τερματισμού στο δικό του δίκτυο) παρέχει χαμηλότερου επιπέδου υπηρεσίες σε καλούντες εκτός δικτύου από άλλα δίκτυα κινητής από ό,τι σε αυτούς που καλούν εντός δικτύου, με αποτέλεσμα να ενθαρρύνει τους πελάτες λιανικής να έρθουν στο δικό του δίκτυο. Η υποχρέωση μη διακριτικής μεταχείρισης κρίνεται ως μια κατάλληλη, αναλογική και αιτιολογημένη ρυθμιστική υποχρέωση, βάσει της φύσης της αποτυχίας της αγοράς τερματισμού κλήσεων σε κινητά δίκτυα. Ιδίως συντελεί στην προώθηση και δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού καθώς και στη μεγιστοποίηση του οφέλους του καταναλωτή, διασφαλίζοντας ότι δεν γίνονται

διακρίσεις (τόσο προς τους παρόχους, όσο και τους καταναλωτές) από ένα πάροχο που διαθέτει ΣΙΑ στην αγορά. Στα πλαίσια αυτά διασφαλίζεται ότι ο πάροχος που κατέχει ΣΙΑ στην συγκεκριμένη αγορά παρέχει πληροφορίες και υπηρεσίες σε τρίτους υπό τους ίδιους όρους και της ίδιας ποιότητας με τις παρεχόμενες για τις δικές του υπηρεσίες ή τις υπηρεσίες των θυγατρικών του ή των εταιριών τους. Τέλος, η ως άνω υποχρέωση συμμορφώνεται με την αρχή της αναλογικότητας δεδομένου ότι επί τη βάσει της διαπιστωθείσης φύσης της αγοράς αποτελεί ένα από τα ελάχιστα απαραίτητα μέτρα για την εδραίωση συνθηκών ανταγωνισμού. 3.Λογιστικός διαχωρισμός (Άρθρο 11 Οδηγίας Πρόσβασης, άρθρο 43 περίπτωση γ Ν. 3431/2006) Η ΕΕΤΤ προτίθεται να επιβάλλει το μέτρο του λογιστικού διαχωρισμού για τις δραστηριότητες κάθε παρόχου δικτύου που σχετίζονται με τις υπηρεσίες τερματισμού φωνητικών κλήσεων στο δίκτυο του. Σκοπός της επιβολής της άνω υποχρέωσης είναι η παροχή λεπτομερέστερων πληροφοριών, συγκριτικά με πληροφορίες που είναι δυνατό να αντληθούν από τις υποχρεωτικές από το νόμο οικονομικές καταστάσεις των παρόχων δικτύου, οι οποίες θα απεικονίζουν με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια τις επιδόσεις των εν λόγω εταιριών αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών τερματισμού φωνητικών κλήσεων, ως αυτές να υλοποιούντο από ξεχωριστή επιχειρηματική μονάδα. Η ως άνω υποχρέωση απαιτείται προκειμένου να εμποδίζεται ή να αποτρέπεται κάθε πάροχος δικτύου από το να διακρίνει προς όφελος των δικών του υπηρεσιών λιανικής, ή αυτών των θυγατρικών του ή συνδεδεμένων με αυτόν επιχειρήσεων και από το να προβαίνει σε μη δίκαιη σταυροειδή επιδότηση. 4.Πρόσβαση και χρήση ειδικών ευκολιών δικτύου (Άρθρο 12 Οδηγίας Πρόσβασης, άρθρο 44 Ν. 3431/2006)) Η ΕΕΤΤ προέβη σε ανάλυση της αγοράς, τερματισμού κλήσεων σε κινητά δίκτυα προκειμένου να προσδιορίσει εάν θα διατηρήσει, θα τροποποιήσει ή θα άρει τις ρυθμιστικές υποχρεώσεις που είχαν επιβληθεί στους παρόχους δικτύου έχοντες ΣΙΑ στις ορισθείσες σχετικές αγορές. Η ΕΕΤΤ θεωρεί ότι η υποχρέωση παροχής πρόσβασης η οποία συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών, ειδικών ευκολιών και συμφωνιών οι οποίες είναι απαραίτητες για τον τερματισμό φωνητικών κλήσεων σε κινητά δίκτυα κρίνεται ως μια πλήρως αιτιολογημένη ρυθμιστική υποχρέωση δεδομένου ότι εξυπηρετεί τους στόχους του άρθρου 8 της οδηγίας πλαίσιο. Ειδικότερα, συντελεί στην προώθηση του ανταγωνισμού και την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς, εξασφαλίζοντας και διασφαλίζοντας ότι οι άλλοι πάροχοι δημοσίων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών είναι σε θέση να διεκπεραιώνουν κλήσεις προς συνδρομητές των ανωτέρω παρόχων υπό δίκαιους και εύλογους όρους. Ελλείψει της υποχρέωσης παροχής πρόσβασης, ένας πάροχος δικτύου δύναται να αρνηθεί σε μικρούς παρόχους την πρόσβαση στο δίκτυό του, ή να την

ανακαλέσει σε περιπτώσεις που την είχε χορηγήσει στο παρελθόν. Αν και μια τέτοιου είδους συμπεριφορά θεωρείται απίθανη μεταξύ παρόχων δικτύων (δεδομένου ότι έχουν αμοιβαίο συμφέρον προς διασύνδεση) ενδέχεται να αποτελεί συχνό φαινόμενο στις συνδιαλλαγές μεταξύ παρόχων και μικρών σταθερών παρόχων. Οι όροι υποχρέωσης παροχής πρόσβασης και χρήσης ειδικών ευκολιών δικτύου είναι οι εξής: Κάθε πάροχος από τους ανωτέρω υποχρεούται να παρέχει πρόσβαση στο δίκτυό του (συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ειδικών ευκολιών δικτύου) και να ανταποκρίνεται σε κάθε γραπτό αίτημα που υποβάλλεται από πρόσωπα που παρέχουν δημόσια δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Κάθε πάροχος από τους ανωτέρω υποχρεούται να διαπραγματεύεται με καλή πίστη με κάθε πάροχο που αιτείται υπηρεσίες τερματισμού κλήσεων. Κάθε πάροχος από τους ανωτέρω υποχρεούται όπως μην ανακαλεί την ήδη χορηγηθείσα πρόσβαση/διασύνδεση Η παροχή πρόσβασης θα πρέπει να λαμβάνει χώρα το συντομότερο δυνατό και θα παρέχεται επί τη βάση δίκαιων και εύλογων όρων, προϋποθέσεων και τελών που δύναται εκάστοτε να ορίζονται από την ΕΕΤΤ. 5.Έλεγχος τιμών και κοστολόγησης (Άρθρο 13 Οδηγίας Πρόσβασης, άρθρο 45 Ν. 3431/2006). Ο λογιστικός διαχωρισμός και η υποχρεωτική πρόσβαση, είτε χωριστά είτε συνδυαστικά, είναι απίθανο να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την αποτυχία στην αγορά που εντοπίστηκε, ειδικά αναφορικά με τον τερματισμό από σταθερό σε κινητό και πιθανόν και τον τερματισμό από κινητό σε κινητό. Έτσι, η ΕΕΤΤ, επέβαλε σε κάθε πάροχο δικτύου ο οποίος είχε ορισθεί ότι κατέχει ΣΙΑ στην σχετική αγορά χονδρικής για τον τερματισμό φωνητικών κλήσεων στο δίκτυό του (Cosmote, Vodafone, και ΤΙΜ-Hellas/Q-Telecom), Υποχρέωση Ελέγχου τιμών και Κοστολόγησης με τη μορφή υποχρέωσης κοστοστρεφούς πρόσβασης. Στα πλαίσια αυτά επιβλήθηκε η σταδιακή μείωση των τελών τερματισμού έως το επίπεδο του κόστους. Στα πλαίσια αυτά επιβλήθηκε η σταδιακή μείωση των τελών τερματισμού έως το επίπεδο του κόστους. Συγκεκριμένα: Σε κάθε έναν από τους οριζόμενους ως έχοντες ΣΙΑ στην σχετική αγορά χονδρικής για τον τερματισμό φωνητικών κλήσεων στο δίκτυό του ΠΔΚ(Cosmote, Vodafone, και ΤΙΜ Hellas/Q Telecom), επιβάλλεται η υποχρέωση μείωσης των τελών τερματισμού (effective rates) στο δίκτυό του σύμφωνα με μια σταδιακή πορεία (glide path).

Για κάθε έναν ΠΔΚ έχει τεθεί μια τιμή στόχος (C), η οποία αντιστοιχεί στο κόστος του. Η τιμή στόχου προσδιορίσθηκε με την χρήση ενός μοντέλου μακροπρόθεσμου επαυξητικού κόστους (ΜΕΚ «LRIC») και επί τη βάσει ενός bottom up υπολογισμού. Η σταδιακή μείωση θα διαρκέσει δέκα μήνες, αρχής γενομένης από την 1.8.2006 και θα περιλαμβάνει δύο περιόδους διάρκειας πέντε (5) μηνών η κάθε μία (A και Β περίοδος). Ξεκινώντας από την ημερομηνία εκκίνησης, σε κάθε μία από τις δύο περιόδους προσδιορίζεται ένα συγκεκριμένο «ελεγχόμενο τέλος», R1 για την πρώτη περίοδο (Α) και R2 για την δεύτερη περίοδο (Β). Το «ελεγχόμενο τέλος» οριοθετεί ένα επίπεδο (μία οροφή) με το οποίο θα πρέπει να συμμορφωθεί ο μέσος όρος των εσόδων τερματισμού του παρόχου ανά λεπτό από τον τερματισμό σε κινητά (να είναι ίσος ή μικρότερος, ανά λεπτό) στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Τα «ελεγχόμενα τέλη» για τις δύο συνεχείς περιόδους είναι προσδιορισμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να δίδεται η δυνατότητα στους παρόχους να προσαρμόσουν τα τέλη τερματισμού μέσα στην περίοδο, με τέτοιο τρόπο ώστε στο τέλος της περιόδου Β τα τέλη να έχουν φτάσει στο επίπεδο του κόστους (τιμή στόχου C). Η ΕΕΤΤ θα εξετάζει την πρόοδο των παρόχων στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους στο διάστημα αυτό ιδίως κατά την τελευταία χρονική περίοδο_, καθώς και στο μεταγενέστερο διάστημα όπου οι ΠΔΚ θα εξακολουθούν να έχουν υποχρέωση κοστοστρέφειας. Η ΕΕΤΤ θα ρυθμίζει μόνο το μέσο τέλος (που εκφράζεται ως ένα «out turn ratio» ο λόγος των εσόδων τερματισμού προς την κίνηση τερματισμού) αξιολογώντας τη συμμόρφωση που έχουν αναλάβει οι πάροχοι για τις δύο υπό εξέταση περιόδους. Η αξιολόγηση αυτή της συμμόρφωσης θα γίνει συγκρίνοντας τη μέση χρέωση διασύνδεσης της περιόδου εκείνης με τα «ελεγχόμενα τέλη» Ο υπολογισμός των «ελεγχόμενων τελών» θα βασίζεται στα εξής: -R0 = το μέσο έσοδο ανά λεπτό που προκύπτει από τον τερματισμό κατά τη διάρκεια των έξι μηνών πριν την ημερομηνία εκκίνησης, υπολογιζόμενο χωριστά για κάθε πάροχο. Στις υπολογιζόμενες κλήσεις θα συμπεριλαμβάνονται οι κλήσεις προερχόμενες από κινητό και σταθερό δίκτυο. -C = το κόστος τερματισμού στο χρονικό σημείο ακριβώς δέκα μήνες μετά την ημερομηνία εκκίνησης του glidepath. -R1, R2 = το μέσο (μεσοσταθμισμένο) τέλος για τις δύο υπό εξέταση περιόδους (διάρκειας πέντε μηνών), βάσει της ευθείας γραμμής μεταξύ του R0 και του C.

Ο κάτωθι πίνακας περιέχει, για κάθε πάροχο δικτύου κινητής ο οποίος έχει ορισθεί ότι κατέχει ΣΙΑ στην υπό εξέταση αγορά, τις τιμές στόχου (C), καθώς επίσης και τα μέσα (μεσοσταθμισμένα) τέλη για τις περιόδους Α και Β (R1, R2). Στον υπολογισμό των τιμών έχει ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός καθώς επίσης και οι εξωτερικές οικονομίες δικτύου. Η ΕΕΤΤ θεωρεί ότι είναι εύλογο και αναλογικό να επιβάλλει κανονιστικά τη διατήρηση της υποχρέωσης ελέγχου τιμών. Ειδικότερα, η ΕΕΤΤ θεωρεί ότι, μια μέθοδος τιμολόγησης η οποία λαμβάνει υπόψη το κόστος είναι η καταλληλότερη υποχρέωση που μπορεί να επιβληθεί στον τερματισμό κλήσεων σε κινητά στην Ελλάδα. Για τον προσδιορισμό της συμμετρικής τιμής στόχος, η ΕΕΤΤ επικαιροποίησε το κοστολογικό μοντέλο bottom up, το οποίο αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του πρώτου γύρου ανάλυσης της σχετικής αγοράς, σύμφωνα με τις επικρατούσες συνθήκες στην αγορά. Η ΕΕΤΤ, κατά τον προσδιορισμό της τιμής στόχος, έλαβε υπόψη τις κατευθυντήριες αρχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με τις οποίες, η τιμή στόχος πρέπει να είναι συμμετρική, εκτός εάν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στο κόστος που δεν ελέγχονται από τους παρόχους και δικαιολογούν τη διατήρηση της ασυμμετρίας. Ειδικότερα, η Ομάδα Ευρωπαίων Ρυθμιστών (ERG), στην κοινή θέση, την οποία διατύπωσε αναφορικά με τη συμμετρία των τελών τερματισμού σε κινητά δίκτυα, υιοθετεί αυτή την αρχή δηλώνοντας ότι «τα τέλη τερματισμού θα πρέπει υπό κανονικές συνθήκες να είναι συμμετρικά και η ασυμμετρία, η οποία μπορεί να είναι αποδεκτή σε ορισμένες περιπτώσεις, απαιτεί κατάλληλη αιτιολόγηση». Το κοστολογικό μοντέλο που αναπτύχθηκε από την ΕΕΤΤ το 2003 επικαιροποιήθηκε κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους 2008 προκειμένου να λαμβάνει υπόψη και να απεικονίζει τις κάτωθι βασικές αλλαγές: Από το 2004 μέχρι σήμερα επήλθαν σημαντικές εξελίξεις στην ελληνική αγορά: καταρχάς, η εξαγορά της εταιρείας Q Telecom από την εταιρεία Wind (πρώην TIM Hellas) στις αρχές του έτους 2006, η οποία οδήγησε σε περιορισμό του αριθμού των παρόχων στην αγορά. Δεύτερον, το ποσό της κίνησης που προκαλείται

από συνδρομητές κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα ξεπέρασε σημαντικά τις προβλέψεις που είχαν γίνει το έτος 2004. Και τρίτον, η γεωγραφική κάλυψη που παρέχουν και οι τρεις πάροχοι δικτύου εξελίχθηκε με αποτέλεσμα να είναι πλέον σε μεγάλο βαθμό παρόμοια. Ήδη και οι τρεις (3) πάροχοι δικτύου λειτουργούν κινητά δίκτυα τρίτης γενιάς τα οποία βασίζονται στην τεχνολογία UMTS και περίπου ποσοστό της τάξεως του 10% των συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας χρησιμοποιούν συσκευές τρίτης γενιάς (3G), ενώ το ποσοστό αυτό αυξάνεται ακολουθώντας αντίστοιχη πορεία με αυτή που παρατηρείται στα υπόλοιπα Κράτη Μέλη της Ευρώπης. Στα πλαίσια αυτά ένα μοντέλο που στηρίζεται σε μελλοντικές προβλέψεις πρέπει να λάβει ρητά υπόψη την τεχνολογία 3G, δεδομένου ότι αυτή έχει άμεση επίδραση στο κόστος τερματισμού φωνητικών κλήσεων στην Ελλάδα.

6. ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2009-ΣΗΜΕΡΑ 6.1 Χρονική Περίοδος 2009-2011 Σύμφωνα με την έκθεση πεπραγμένων της ΕΕΤΤ το 2009, η ΕΕΤΤ στο πλαίσιο της αγοράς τερματισμού κλήσεων σε κινητά δίκτυα είχε επιβάλει σταδιακή μείωση των τελών τερματισμού, με στόχο τη μείωσή τους κατά μέσο όρο από τα 10,03 ευρωλεπτά ανά λεπτό το 2008 στα 4,95 ευρωλεπτά ανά λεπτό την 1η Ιανουαρίου 2011, δηλαδή σε λιγότερο από το μισό. Η σταδιακή πορεία μείωσης των τελών τερματισμού αποτελείται από τα ακόλουθα τρία βήματα, τα οποία περιλαμβάνουν τις κατάλληλες προσαρμογές στη ρυθμιζόμενη τιμή οροφής και πρέπει να υλοποιηθούν από τους τρεις παρόχους δικτύων κινητής τηλεφωνίας (COSMOTE, VODAFONE, WIND): Ήδη κατά το πρώτο στάδιο αυτής της σταδιακής μείωσης, στις αρχές του 2009, τα τέλη τερματισμού μειώθηκαν στα 7,86 ευρωλεπτά ανά λεπτό. Η ΕΕΤΤ θεωρεί ότι είναι εύλογο και αναλογικό να επιβάλλει κανονιστικά τη διατήρηση της υποχρέωσης ελέγχου τιμών με μια μέθοδο τιμολόγησης η οποία να είναι σύμφωνη με τα οριζόμενα στη σχετική Σύσταση της ΕΕ. Ειδικότερα, η ΕΕΤΤ θεωρεί ότι τα τέλη τερματισμού πρέπει να καθορίζονται με βάση τις δαπάνες ενός αποδοτικού φορέα εκμετάλλευσης και να είναι συμμετρικά. Η ΕΕΤΤ συμφωνεί με τη θέση της ΕΕ ότι η αξιολόγηση των αποδοτικών δαπανών πρέπει να βασίζεται σε τρέχον κόστος και στη χρήση προσέγγισης από τα κάτω προς τα επάνω με μοντέλα μακροπρόθεσμου οριακού κόστους (LRIC) ως σχετική μέθοδο κόστους. Για το λόγο αυτό η ΕΕΤΤ έχει ήδη ξεκινήσει σχετικό έργο, στόχος του οποίου είναι η επικαιροποίηση του υφιστάμενου μοντέλου σύμφωνα με τη Σύσταση της ΕΕ και με την ανάλογη συνδρομή εξωτερικού συμβούλου. Συγκεκριμένα, ο εν λόγω σύμβουλος θα προτείνει την τροποποίηση ή τη δημιουργία νέου κοστολογικού μοντέλου κατά το οποίο θα ορίζονται συμμετρικά τέλη τερματισμού που θα βασίζονται στο κόστος ενός ενιαίου, αποτελεσματικού παρόχου, με σκοπό το υπολογισμό του «καθαρά επαυξητικού» κόστους τερματισμού φωνητικών κλήσεων εξαιρώντας τα κοινά κόστη (π.χ. εμπορικές κοινές δαπάνες, κτλ), και θα εξετάζεται η δυνατότητα συμμετρικής μείωσης των τελών τερματισμού προτείνοντας