ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ
ΑΙΤΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ Tα λιβάδια είναι πολύπλοκα φυσικά οικοσυστήματα ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο καθώς, με το άφθονο οξυγόνο που παράγουν, τις πολύπλοκες αλυσίδες τροφών που συντηρούν και τη μεγάλη ποικιλότητα χλωρίδας και πανίδας που διαθέτουν, τα λιβάδια αποτελούν παράγοντα περιβαλλοντικής ισορροπίας και απαραίτητη προϋπόθεση διατήρησης της ζωής στον πλανήτη μας.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ Οι κύριοι παράγοντες διαταραχών στα λιβαδικά οικοσυστήματα είναι οι εξής: Αλλαγή χρήσης γης Γεωργοποίηση Άλλες αλλαγές χρήσης Αλόγιστη βόσκηση Υπερβόσκηση Υποβόσκηση Πυρκαγιές Μεταβολές στην ατμόσφαιρα (climate change)
Γεωργοποίηση Κατά την δεκαετία του 1950 επήλθε στη χώρα μια αναδιάρθρωση στον αγροτικό τομέα η οποία προήλθε κυρίως από την εισαγωγή των μηχανικών μέσων. Αυτή η αναδιάρθρωση επέβαλε την αύξηση των γεωργικών εκτάσεων σε βάρος των λιβαδικών. Οι λιβαδικές εκτάσεις που επλήγησαν κυρίως από τη γεωργοποίηση ήταν οι πεδινές, που χρησιμοποιούνταν ως χειμερινά λιβάδια. Έτσι, τα περισσότερα από τα πεδινά λιβάδια έχουν σήμερα μετατραπεί σε χωράφια, με αποτέλεσμα αφ ενός τα κτηνοτροφικά ζώα να στερούνται βοσκήσιμης ύλης κατά τη χειμερινή περίοδο και αφ ετέρου όσες πεδινές εκτάσεις έχουν απομείνει να υπερβόσκονται. Αυτός είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο Tο πρόβλημα της υπερβόσκησης παρατηρείται στα πεδινά της χώρας.
Τα τελευταία χρόνια, η γεωργοποίηση έχει επεκταθεί στα ημιορεινά και ορεινά λιβάδια, αυτά δηλαδή που βρίσκονται σε υψόμετρα μεγαλύτερα των 600m και 800m αντίστοιχα. Το χαρακτηριστικό στις ζώνες αυτές είναι ότι μετατρέπονται σε χωράφια θέσεις με βαθύ έδαφος, οπότε μένουν ως λιβαδικά μόνο τα αβαθή εδάφη. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι να υποβαθμίζεται η παραγωγικότητα των λιβαδιών και να διασπάται η συνέχεια τους. Επειδή όμως οι περισσότερες από αυτές τις λιβαδικές εκτάσεις που μετατρέπονται σε γεωργικές είναι οριακής παραγωγής, αναμένεται ότι σε σύντομο χρόνο θα εγκαταλειφθούν ως μη αποδοτικές.
Άλλες αλλαγές χρήσης Ενώ η γεωργοποίηση αποτελεί στις περισσότερες των περιπτώσεων μια προσωρινή μετατροπή χρήσης των λιβαδικών εκτάσεων, άλλες αλλαγές είναι μονιμότερες με αποτέλεσμα να προκαλούν σοβαρές και μη αντιστρεπτές μεταβολές. Μια τέτοια αλλαγή είναι η άναρχη οικοπεδοποίηση, που συμβαίνει σε αρκετές περιοχές της χώρας.
Άλλη σοβαρή διαταραχή αποτελούν τα μεταλλεία και τα λατομεία και ενώ η εξόρυξη αποτελεί μια από τις πολλαπλές χρήσεις των λιβαδιών, όταν γίνεται αλόγιστα είναι δυνατό να προκαλέσει ανεπανόρθωτες ζημιές στο οικοσύστημα. Είναι σημαντικό να υπάρχουν μελέτες αποκατάστασης διαταραγμένων περιοχών, οι οποίες θα προβλέπουν την αποκατάσταση της βλάστησης μετά την χρήση της εκτάσεις ο λατομείο-μεταλλείο. Σε αυτό τον τομέα έχει αναπτυχθεί ειδική επιστήμη η οποία ονομάζεται οικολογία αναβλάστησης.
Εγκατάλειψη Είναι σημαντικό όμως, να τονίσουμε σε αυτό το σημείο ότι με νεότερες έρευνες, την τελευταία δεκαετία παρατηρείται αύξηση των λιβαδικών εκτάσεων. Αυτό οφείλεται σε κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες όπως η έντονη αστυφιλία που οδήγησαν σε μείωση του πληθυσμού της υπαίθρου και σε μείωση της κτηνοτροφίας (επιπλέον η κτηνοτροφία που απέμεινε μετατράπηκε σε ενσταβλισμένη).
Έτσι συχνά συναντάμε εγκαταλειμμένες γεωργικές εκτάσεις κυρίως σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές κοντά στα δασοόρια όπου έχει πλέον κυριαρχήσει η λιβαδική βλάστηση και χωρίς τους κατάλληλους χειρισμούς θα ακολουθηθεί η διαδοχή.
Αλόγιστη βόσκηση Η απογύμνωση και αποβράχωση πολλών λιβαδικών εκτάσεων της χώρας μας, αλλά και της Μεσογείου γενικότερα, αποδίδεται στην υπερβόσκηση από κτηνοτροφικά ζώα και ιδιαίτερα από γίδια. Με τον όρο υπερβόσκηση νοείται η βόσκηση από υπεράριθμα ζώα, δηλαδή περισσότερα ζώα από εκείνα που αντιστοιχούν στην βοσκοϊκανότητα του λιβαδιού.
Βέβαια, η υποβάθμιση του Λιβαδιού δεν προκαλείται μόνο από τα υπεράριθμα ζώα, αλλά και από τη βόσκηση ακατάλληλου είδους ζώου, καθώς και από το ακατάλληλο σύστημα βόσκησης, δηλαδή την ακατάλληλη εποχή και διάρκεια βόσκησης δηλ. από την ακατάλληλη διαχείριση που ασκείται.
Οι επιπτώσεις της υπερβόσκησης στα λιβάδια είναι βαθμιαίες και αλυσιδωτές. I. Στην αρχή επέρχεται μια αλλοίωση στη σύνθεση της βλάστησης II. III. IV. Η οποία καταλήγει στον περιορισμό ή στην εξαφάνιση των επιθυμητών, από τα βόσκοντα είδη, φυτών (ελαττούμενα) Έπειτα εξαφανίζονται και τα λιγότερο επιθυμητά (αυξάνοντα) Για να γεμίσει το λιβάδι με νέα είδη που είναι συνήθως ζιζάνια (εισβάλλοντα)
Η εξέλιξη αυτή σημαίνει, ότι η αρχική φυτοκοινότητα που αποτελείτο από πολυετή φυτά, μετατρέπεται σε μια φυτοκοινότητα με ετήσια και εφήμερα είδη. Συνέχιση της υπερβόσκησης έχει ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση ακόμα και των ζιζανίων. Παράλληλα το έδαφος συμπιέζεται, απογυμνώνεται και αρχίζει η διάβρωση, η οποία στην αρχή είναι επιφανειακή, ενώ αργότερα μετατρέπεται σε επιταχυνόμενη χαραδρωτική. Με αποτέλεσμα στο μέλλον το λιβάδι να αποβραχώνεται και να σκελετοποιείται. Όπως είναι προφανές με την τροποποίηση και τη δραστική μείωση του φυτοκαλύματος, αναρίθμητοι βιότοποι καταστρέφονται πράγμα που οδηγεί ακόμα και στην εξαφάνιση ειδών της άγριας πανίδας.
Οικολογικός ρόλος της βόσκησης Για την αποτροπή της υποβάθμισης και την προστασία των λιβαδιών συχνά προτείνεται η πλήρης απαγόρευση της βόσκησης. Η άποψη αυτή είναι ακραία και εσφαλμένη και στερείται ιστορικής και επιστημονικής βάσης.
Ενώ η υπερβόσκηση συνιστά υπέρβαση του φορτίου που αντέχει ένα λιβάδι και, συνεπώς είναι καταστρεπτική και παρά φύση επέμβαση, η κανονική βόσκηση, δηλαδή η βόσκηση που γίνεται από τον κατάλληλο αριθμό και είδος ζώων και με το κατάλληλο σύστημα, είναι φυσική και ευεργετική διαδικασία. Τα φυτοφάγα ζώα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των φυσικών οικοσυστημάτων, διότι μετατρέπουν την πρωτογενή παραγωγή σε δευτερογενή και έτσι διατηρούνται οι αλυσίδες τροφών και η οικολογική ισορροπία. Η βλάστηση έχει εξελιχθεί δια μέσου του χρόνου με την παρουσία αυτών των ζώων. Απόδειξη αποτελούν οι διάφοροι μηχανισμοί αντίστασης στη βόσκηση των φυτών.
Είναι κοινός αποδεκτό σήμερα ότι κάποιος βαθμός βόσκησης είναι ευνοϊκός για τα φυτά και ευεργετικός για το οικοσύστημα. Αυτό συμβαίνει επειδή τα φυτά αντιδρούν στην αρχή και ενισχύουν την αύξηση τους με την αύξηση της έντασης της βόσκησης. Αυτό συνεχίζεται μέχρις ενός ορισμένου σημείου, στο οποίο η αύξηση αριστοποιείται. Από εκεί και πέρα η αύξηση μειώνεται με την αύξηση της έντασης της βόσκησης και το φυτό καταλήγει στο θάνατο.
Υποβόσκηση Έχει, από έρευνες, διαπιστωθεί ότι τα μεσογειακά ποολίβαδα της Μακεδονίας είναι πολύ ανθεκτικά στη βόσκηση προβάτων και βοοειδών, επειδή αποτελούνται από μεγάλο αριθμό ειδών με διάφορες μορφολογικές και φυσιολογικές προσαρμογές, η απουσία βόσκησης στα ποολίβαδα αυτά οδηγεί στη συσσώρευση βιομάζας και στην υποβάθμιση του παραγωγικού τους δυναμικού.
Η κανονική βόσκηση είναι ευεργετική αντίθετα επειδή, επειδή ρυθμίζει ευνοϊκά τη δομή και την παραγωγικότητα αυτών των ποολιβαδικών οικοσυστημάτων. Απειλή για τα λιβάδια αποτελεί όχι μόνο η υπερβόσκηση αλλά και η υποβόσκηση
Επιπτώσεις των πυρκαγιών Οι πυρκαγιές αποτελούν σοβαρή απειλή για τα λιβάδια και αυτό επειδή, άμεση επίπτωση των πυρκαγιών είναι η αποτέφρωση της υπέργειας βλάστησης. Με την απογύμνωση του εδάφους αρχίζει η διάβρωση, μόλις πέσουν οι πρώτες φθινοπωρινές βροχές. Αρχικά απομακρύνεται η τέφρα και στη συνέχεια το επιφανειακό έδαφος. Αν και η καμένη λιβαδική βλάστηση επανέρχεται μετά την πυρκαγιά με την διαδικασία της δευτερογενούς διαδοχής, εντούτοις δεν προλαβαίνει να καλύψει και να προστατεύσει το έδαφος, γιατί αυτό απαιτεί κάποιο χρόνο, ο οποίος κυμαίνεται ανάλογα με τον τόπο του λιβαδιού από 1-10 έτη. Έτσι Το λιβαδικό οικοσύστημα υποβαθμίζεται.
Το 10% των πυρκαγιών στα λιβάδια προκαλείται από τους ίδιους τους κτηνοτρόφους, οι οποίοι προσπαθούν να καταστρέψουν τα ανεπιθύμητα λιβαδικά φυτά και να ευνοήσουν τα επιθυμητά, ειδικότερα τα ποώδη ψυχανθή, τα οποία εγκαθίστανται αθρόα μετά την πυρκαγιά. Η πρακτική αυτή εφαρμόζεται σε όλους τους τύπους των λιβαδιών. Πιο συνηθισμένη όμως είναι στα φρυγανολίβαδα, όπου επιδιώκεται η καταστροφή των ανεπιθύμητων φρυγανικών ειδών. Και στα θαμνολίβαδα, όπου επιδιώκεται η αύξηση της διαθέσιμης βοσκήσιμης ύλης, στις περιπτώσεις που οι θάμνοι έχουν υπεραυξηθεί σε ύψος ή έχουν πυκνώσει σε βαθμό ώστε να μην είναι προσεγγίσιμοι από τα ζώα.
Όταν την πυρκαγιά ακολουθήσει η υπερβόσκηση, τότε το πρόβλημα της διαταραχής των λιβαδιών επιτείνεται. Αυτό διότι με την υπερβόσκηση των ποωδών φυτών, μειώνεται ο ανταγωνισμός, που αυτά ασκούν στα νεόφυτα των φρυγάνων, οπότε τα τελευταία αυξάνουν ανεμπόδιστα. Έτσι, μετά από 3-4 χρόνια τα φρύγανα έχουν επανεγκατασταθεί πλήρως και μάλιστα σε πυκνότερη κατάσταση σε σχέση με την αρχική, πράγμα που αναγκάζει τους κτηνοτρόφους να επαναλάβουν την πυρκαγιά και οδηγεί σε φαύλο κύκλο.
Η φωτιά παίζει ανάλογο ρόλο με τη βόσκηση των ζώων στο λιβαδικό οικοσύστημα, αλλά η διαδικασία είναι διαφορετική. Συγκεκριμένα διασπά (αποτεφρώνει) την οργανική ουσία των οργανισμών παραγωγής και ελευθερώνει τα χημικά στοιχεία (στη στάχτη) χωρίς να μεσολαβήσουν οι οργανισμοί κατανάλωσης και αποσύνθεσης. Έτσι, τα χημικά στοιχεία μπορούν εύκολα να προσληφθούν από τα φυτά και να εισέλθουν πάλι στη λειτουργία του οικοσυστήματος, ειδικά στις περιοχές όπου οι κλιματεδαφικοί παράγοντες δεν είναι ευνοϊκοί για την δράση των μηχανισμών αποσύνθεσης.
Το φαινόμενο του θερμοκηπίου Τα συστατικά της ατμόσφαιρας, τα οποία απορροφούν την ακτινοβολία που εκπέμπεται από τη γη, είναι τα πολυατομικά αέρια, όπως υδρατμοί, CO 2, CH 4, O 3, N 2 O και CFC. Όσο η παρουσία αυτών των συστατικών στην ατμόσφαιρα ήταν σε κανονικά επίπεδα διατηρείται σταθερή η θερμοκρασία στην επιφάνεια του. Με την αύξηση όμως των εκπομπών αερίων εξαιτίας των ανθρώπινων δραστηριοτήτων κατά τις τελευταίες δεκαετίες, προκλήθηκαν κλιματικές αλλαγές
Υπάρχει η πρόβλεψη ότι στη Μεσογειακή περιοχή, η θερμοκρασία θα ανέλθει κατά 3 ο C μέχρι τα μέσα του 21 ου αιώνα. Αυτό σημαίνει: αύξηση της ετήσιας εξατμισοδιαπνοής. Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας αύξησης θα είναι σοβαρές σε περιοχές όπου οι κλιματικές και εδαφικές συνθήκες είναι οριακές για ορισμένους τύπους λιβαδικής βλάστησης. θα προκληθεί μετατόπιση των ζωνών βλάστησης λόγω αύξησης της ξηρασίας και πιθανή επέκταση της ερήμωσης ερήμων της Μέσης Ανατολής. πολλές περιοχές θα αποκτήσουν ηπιότερους χειμώνες και θα μετατοπιστεί προς βορρά η καλλιέργεια ευαίσθητων στο ψύχος φυτών.
Το κλίμα της χώρας μας θα γίνει ξηρότερο. Στα λιβάδια ειδικά, θα υπάρξει μείωση της παραγωγής και ιδιαίτερα μεγέθυνση του προβλήματος της ανισομερούς εποχιακής διαθεσιμότητας της βοσκήσιμης ύλης μέσα στο έτος, μια και η θερινή περίοδος θα γίνει μακρότερη, θερμότερη και ξηρότερη. Έτσι, θα ασκηθεί μεγάλη πίεση για την κάλυψη των αναγκών των ζώων, με τελικό αποτέλεσμα την υποβάθμιση και την ερημοποίηση των λιβαδικών εκτάσεων.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ Εν όψει αυτών των απειλών, είναι αναγκαία μια αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων και των σκοπών της Λιβαδοπονίας στη χώρα μας. Αντί της επικέντρωσης του ενδιαφέροντος μόνο στην αξιοποίηση των προϊόντων που προέρχονται από τα λιβάδια και ιδιαίτερα της βοσκήσιμης ύλης για την παραγωγή ζωικών προϊόντων, όπως γινόταν στο παρελθόν, σήμερα θα πρέπει να δοθεί έμφαση και προτεραιότητα στην προστασία και διαχείριση των οικοσυστημάτων αυτών από την επαπειλούμενη υποβάθμιση.
Βέβαια, προστασία των λιβαδιών δεν σημαίνει διακοπή της αξιοποίησης τους για την παραγωγή υλογενών προϊόντων. Αντίθετα, η παραγωγή ζωικών προϊόντων και άλλων αγαθών θα πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί βασικό σκοπό της Λιβαδοπονίας, αλλά πάντοτε στα πλαίσια μιας διαχείρισης που στηρίζεται στις οικολογικές αρχές.
ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΣΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ