Π.Π.Σ.Π.Α. Εργασία Γεωλογίας & Δ.Φ.Π. Παναγόπουλος Δημήτριος Δ2 Σκουλούδης Δημήτρης Δ2 Σχ. Έτος 2013-2014 Υπεύθυνος Καθηγητής: Δημήτριος Μανωλάς 1
Εργασία Γεωλογίας & ΔΦΠ Ερώτηση 5 η : Από ποιους παράγοντες εξαρτάται η κατανομή και η εξάπλωση των φυτικών ειδών φυτικής σημασίας; Αναφέρετε τουλάχιστον τρεις παράγοντες. Τι είναι η χλωρίδα των πεδινών εκτάσεων; Ερώτηση 14 η : Αναπτύξτε τις απόψεις σας για το πώς η ζοφερή κατάσταση που έχει δημιουργηθεί για τους φυσικούς πόρους μπορεί να αναστραφεί. Ποια είναι η διαφορά μεταξύ ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης ενός φυσικού πόρου; Ερώτηση 5 η : Χλωρίδα πεδινών εκτάσεων ή Πεδινή χλωρίδα : Είναι η χλωρίδα των μεγάλων πεδινών εκτάσεων η οποία χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη ποικιλομορφία των ειδών που ευνοούνται από το μεγάλο εύρος των κλιματολογικών συνθηκών, καθώς επίσης και από τις ευνοϊκές συνθήκες του εδάφους. Με την πάροδο του χρόνου γίνονται μεταβολές στη δομή και λειτουργία της χλωρίδας. Αυτές οι αλλαγές επηρεάζουν σημαντικά πολλούς τομείς και μπορούν να προκαλέσουν μεγάλες οικονομικές επιπτώσεις. Οι μεταβολές του κλίματος, η επίδραση εξωτερικών παραγόντων (φωτιά, ρύπανση),η αύξηση του πληθυσμού και εξέλιξη που οφείλεται στην ίδια τη φύση ως οικολογική διαδοχή είναι οι κυριότεροι παράγοντες που προκαλούν αυτές τις μεταβολές. Η πεδινή χλωρίδα μπορεί εύκολα να διαιρεθεί με κριτήριο το γεωγραφικό πλάτος σε μεγάλες ζώνες ανάπτυξης και καλλιέργειας φυτών που έχουν οικονομική ωφέλεια. Η κατανομή και εξάπλωση των φυτικών ειδών οικονομικής σημασίας εξαρτάται κυρίως από τους εξής παράγοντες: καλλιεργητική παράδοση, παραγωγικότητα, καταναλωτικές συνήθειες, βαθμό εκμηχάνισης, εγκαταστάσεις επεξεργασίας και μεταποίησης, οργάνωση εμπορίας και διανομής και επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισης των ατόμων παραγωγή. που ασχολούνται με την Οι πλουτοπαραγωγικές ιδιότητες της χλωρίδας των πεδινών εκτάσεων πάντα καθόριζαν την ανάπτυξη αστικών, βιομηχανικών και πολιτιστικών κέντρων και αποτελούσαν σημείο διένεξης και αιτία εχθρότητας μεταξύ των λαών. 2
3
Ερώτηση 7 η : Η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη, που σημειώθηκε τον τελευταίον ενάμιση αιώνα, προκάλεσε υπερεκμετάλλευση ορισμένων φυσικών πόρων, όπως για παράδειγμα του πετρελαίου ή του ορυκτού πλούτου. Οι ίδιοι οι επιστήμονες, ωστόσο, προειδοποιούν ότι το μέλλον θα είναι ζοφερό αν δεν αναζητηθούν έγκαιρα άλλες μορφές ενέργειας, που προέρχονται από ανανεώσιμες πηγές. Η παραπάνω προειδοποίηση θα πρέπει, πρώταπρώτα, να κινητοποιήσει τους κρατικούς οργανισμούς και τους περιβαλλοντικούς φορείς σε όλον τον κόσμο, ώστε να δημιουργηθούν τεχνολογίες, για να εκμεταλλευτούν τον ήλιο, τον αέρα, το νερό, το δάσος και το έδαφος, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, που διαθέτουν εύκρατο μεσογειακό κλίμα τούς περισσότερους μήνες του χρόνου, με ήπιους χειμώνες και ζεστά, ξηρά καλοκαίρια, καθώς και ισχυρούς ανέμους, σε πολλά σημεία τόσο της ηπειρωτικής, όσο και της νησιωτικής χώρας. Είναι παράλογο, λοιπόν, να επιλέγουμε αποκλειστικά τη χρήση πετρελαίου, η οποία όχι μόνο επιβαρύνει το περιβάλλον, αλλά επιδεινώνει και την εγχώρια οικονομία. Για παράδειγμα, η ηλιακή ενέργεια θα μπορούσε να έχει ευρεία εφαρμογή στη γεωργία, με τα θερμοκήπια, στα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα, τα οποία θα απάλασαν σταδιακά τις πόλεις από τη ρυπογόνο δράση των καυσίμων, σε θερμοσυσωρευτές, που θα μπορούσαν να διασφαλίσουν τη θέρμανση ολόκληρων κτιρίων, ακόμα και τους χειμωνιάτικους μήνες, καθώς και σε φωτοβολταϊκά συστήματα, τα οποία μετατρέπουν την ηλιακή ακτινοβολία σε ηλεκτρική ενέργεια. Στην ίδια κατεύθυνση θα μπορούσε να κινηθεί και η εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας, μέσω ανεμογεννητριών, που εκμεταλλεύονται τη δύναμη των ανέμων και παράγουν ηλεκτρική ενέργεια. Επιπρόσθετα, η γεωθερμία, δηλαδή η φυσική θερμική ενέργεια της γης, θα μπορούσε να είχε σημαντική χρησιμότητα σε πολλούς τομείς. Λόγου χάριν, ανάλογα με τις θερμοκρασία που επικρατεί στα γεωθερμικά ρευστά, μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, εφόσον αυτή είναι άνω των 150 C, για τη θέρμανση χώρων, όταν κυμαίνεται από 25-80 C, σε θερμοκήπια ακόμη και σε ιχθυοκαλλιέργειες. Τέλος, τα τελευταία χρόνια εξαπλώνεται ολοένα και περισσότερο η χρήση βιομάζας, δηλαδή ενός κράματος υλικών, που παράγονται από ζωντανούς και φυτικού οργανισμούς, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο. Εκτός όμως από τους παραπάνω τρόπους, οι οποίοι απαιτούν κρατικό προγραμματισμό, κονδύλια και υψηλή τεχνογνωσία, υπάρχουν και δύο απλούστερες μέθοδοι που μπορούν να εφαρμοστούν σε ατομικό επίπεδο. Η ανακύκλωση και η επανάχρηση φυσικών πόρων. Με τον όρο ανακύκλωση περιγράφουμε μονολεκτικώς τη διαδικασία με την οποία επαναχρησιμοποιείται εν μέρει ή ολικά, ό,τι αποτελεί έμμεσα ή άμεσα αποτέλεσμα ανθρώπινης δραστηριότητας και το οποίο, στη μορφή που είναι, δεν αποτελεί αγαθό για τον άνθρωπο. Τα αντικείμενα της ανακύκλωσης, συνήθως, μετατρέπονται σε πρώτες ύλες, από τις οποίες παράγονται νέα αγαθά. Μέρος της διαδικασίας της ανακύκλωσης είναι και η μετατροπή βλαβερών υλικών σε λιγότερο, αν όχι και καθόλου, βλαβερά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απόφαση των μαθητών του 1ου γυμνασίου Νεάπολης Συκεών Θεσσαλονίκης, οι οποίοι συνέλεξαν 750 λίτρα τηγανόλαδου και τα μετέφεραν στο Τ.Ε.Ι. Δυτικής Μακεδονίας, για να μετατραπούν σε βιοκαύσιμο, που θα χρησιμοποιηθεί για τη θέρμανση σχολικού συγκροτήματος του δήμου. Η πρωτοβουλία αυτή πάρθηκε στο πλαίσιο της συνεργασίας του Δήμου Νεάπολης Συκεών Θεσσαλονίκης με το Τ.Ε.Ι. Δυτικής Μακεδονίας. Μια τέτοια κίνηση αποτελεί μια ολοκληρωμένη διαχείριση πόρων, αφού το ήδη χρησιμοποιημένο 4
λάδι μετατρέπεται σε καύσιμο/ενέργεια, που α) δεν εναποθέτεται στη θάλλασσα, μολύνοντάς την, και β) δεν κρίνεται αναγκαία η χρήση πετρελαίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον (όπως μόλυνση, μείωση αποθεμάτων κλπ.). Αντίθετα, ο όρος επανάχρηση, αναφέρεται στη χρήση του ίδιου αντικειμένου, ύστερα από την πρώτη του χρήση. Δεν θα ήταν καλή ιδέα να δώσουμε στα βιβλία που έχουμε ήδη διαβάσει μια δεύτερη ζωή στα χέρια ενός άλλου αναγνώστη και ως αντάλλαγμα να παίρναμε ένα βιβλίο που δεν έχουμε διαβάσει; Δημιουργοί της ανταλλακτικής βιβλιοθήκης ήταν οι αρχιτέκτονες Ειρήνη-Εμιλία Ιωαννίδου και Ελευθέριος Αμπαντζής. Οι παραπάνω τοποθετούν κατασκευές παραγωγής τους σε διάφορα σημεία της πόλης, όπου όποιος επιθυμεί μπορεί να αφήσει το βιβλίο που δε χρειάζεται και να πάρει κάποιο άλλο, χωρίς περιορισμούς για τον αριθμό των βιβλίων που αφήνονται ή παίρνονται. Με την ενέργεια αυτή, θα μπορούν αφενός οι άνθρωποι να σκέφτονται με οικολογική συνείδηση και αφετέρου θα σημειωθεί σημαντική οικονομία σε φυσικούς πόρους που απαιτούνται για να φθάσει ένα νεοτυπωμένο βιβλίο στον αναγνώστη, όπως δέντρα, ενέργεια, μεταφορές κ.ά. Επομένως, η ανακύκλωση διαφέρει από την επανάχρηση, επειδή η πρώτη μετατρέπει το αγαθό σε πρώτες ύλες, οι οποίες χρησιμοποιούνται για την παρασκευή νέων αγαθών, όταν η δεύτερη προϋποθέτει επανάχρηση του ίδιου αντικειμένου, αυτούσια ή με μετατροπές. Η ανθρωποκεντρική και αποσπασματική αντίληψη του κόσμου, που τοποθετεί τον άνθρωπο κυρίαρχο των φυσικών συστημάτων και αγνοεί την αλληλεξάρτηση και τις αλληλεπιδράσεις που υπάρχουν μεταξύ τους, οδήγησε στην υπερεκμετάλλευση της φύσης και των φυσικών πόρων, που θεωρήθηκαν ως ανεξάντλητα καταναλωτικά αγαθά, στην αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος και γενικότερα στη γένεση σοβαρών περιβαλλοντικών προβλημάτων. Επομένως, όλες οι παραπάνω προτάσεις αποτελούν μονόδρομο σε έναν πλανήτη που ριμάζεται από οικολογική καταστροφή, επειδή βασίζονται σε υπάρχοντες φυσικούς πόρους, που δεν εξαντλούνται, αλλά συνεχώς ανανεώνονται. 5