Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις



Σχετικά έγγραφα
1.1 Εισαγωγή. 1.2 Ορισμός συναλλαγματικής ισοτιμίας

3.2 Ισοζύγιο πληρωµών

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Κανόνας Χρυσού. Διεθνής Μακροοικονομική Πολιτική (κεφ.18) Σύστημα κανόνα χρυσού: σε ποια χρονική περίοδο αναφέρεται; Λειτουργία του κανόνα χρυσού

Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των παραγωγικών δυνάμεων του κόσμου.

Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα

Εξετάσεις Θεωρίας και Πολιτικής Διεθνούς Εμπορίου Ιούλιος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των παραγωγικών δυνάμεων του κόσμου.

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ


Πρόλογος Εισαγωγή... 13

Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις

Η Θεωρία των Διεθνών Νομισματικών Σχέσεων

Η Θεωρία της Εμπορικής Πολιτικής

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική.! Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson


(1 ) (1 ) S ) 1,0816 ΘΕΜΑ 1 Ο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ

Οι Διεθνείς Χρηματαγορές και οι Συναλλαγματικές Ισοτιμίες. Η Διεθνής Αγορά Συναλλάγματος και η Ακάλυπτη Ισοδυναμία των Επιτοκίων

Συναλλαγματικές ισοτιμίες και επιτόκια

ΕΚΠΑ-ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Χειμερινό Εξάμηνο Διεθνής Οικονομική Ενότητα 8. Συναλλαγματική Ισοτιμία και Αγορά Συναλλάγματος

Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΩΝ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Ερώτηση Α.1 (α) (β)

Συναλλαγματικές ισοτιμίες και αγορά συναλλάγματος

21 Δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε α- νοικτή οικονομία

Πολιτική Οικονομία Ενότητα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Κεφάλαιο 5 Πόροι και διεθνές εμπόριο: Το υπόδειγμα Heckscher- Ohlin

2. Συναλλαγματικές Ισοτιμίες και Αγορά Συναλλάγματος

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Ερωτήσεις

Τα μέσα της εμπορικής πολιτικής

5 Ο προσδιορισμός του εισοδήματος: Εξαγωγές και εισαγωγές

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Εισαγωγή... 13

Το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα. Από το Διμεταλλισμό στο Ευρώ

Ισοζύγιο Πληρωμών και Εισόδημα

Συναθροιστική Zήτηση στην Aνοικτή Οικονομία

Κεφάλαιο 5. Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία


ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Πρότυπο Ανταγωνιστικό Υπόδειγμα Διεθνούς Εμπορίου

1 Αγορά συναλλάγµατος 1.1 Εισαγωγή

Αγορές Συναλλάγματος (Foreign exchange markets) Συντάκτης :Σιώπη Ευαγγελία

Κεφάλαιο 6 Το πρότυπο υπόδειγμα του εμπορίου

Ανοικτή και κλειστή οικονομία


ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

Πρότυπο Ανταγωνιστικό Υπόδειγµα Διεθνούς Εµπορίου

Αλληλεξάρτηση και τα Οφέλη του Εμπορίου

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Η Ανοιχτή Οικονομία και η Αγορά Συναλλάγματος

Πρότυπο Ανταγωνιστικό Υπόδειγμα Διεθνούς Εμπορίου

5. Tο προϊόν και η συναλλαγματική ισοτιμία βραχυχρόνια

7. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα: Μια ιστορική ανασκόπηση

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Ισοζύγιο Πληρωμών & Συναλλαγματική ισοτιμία. 2 Ο εξάμηνο Χημικών Μηχανικών

Εξετάσεις Θεωρίας και Πολιτικής Διεθνούς Εμπορίου Σεπτέμβριος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

Κεφάλαιο 3 Οι Διεθνείς Χρηµαταγορές

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Μάθημα: Διεθνείς Οικονομικοί Οργανισμοί

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη ΙΙ. 14 Η Μακροοικονομική της Ανοικτής Οικονομίας

Μάθημα: Διεθνείς Οικονομικοί Οργανισμοί

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ

Πόροι και Διεθνές Εμπόριο. Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III

Διεθνές εµπόριο-1 P 1 P 2

«ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ. ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ» (σελ )

Κεφ. 6. Το πρότυπο υπόδειγμα του διεθνούς εμπορίου

Το Πρότυπο Ανταγωνιστικό Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου με Συναρτήσεις Παραγωγής και Χρησιμότητας Cobb Douglas. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Αγορά συναλλάγματος. Αγορά συναλλάγματος

Πόροι και Διεθνές Εμπόριο. Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin

Το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα. Από το Διμεταλλισμό στο Ευρώ. Καθ. Γ. Αλογοσκούφης, Διεθνής Οικονομική,

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5. Τόμος Α - Μικροοικονομική

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... 9

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΔΕΟ 41 ΤΟΜΟΣ A

4. Τιμές και συναλλαγματική ισοτιμία μακροχρόνια

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ-ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Δ. Κ. ΜΑΡΟΥΛΗΣ Διευθυντής Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών Alpha Bank. H Ελληνική Εμπειρία ως Οδηγός για την Κύπρο

Διεθνής Οικονομική. Paul Krugman Maurice Obsfeld

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΔΕΟ34 Μακροοικονομική Θεωρία

Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων. Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς:

20 Ισορροπία στον εξωτερικό τομέα

Επανάληψη ΕΣΔΔΑ με ασκήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Στην Οικονομική επιστήμη ως οικονομικό πρόβλημα χαρακτηρίζουμε:

Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Τα μέσα εμπορικής πολιτικής 1. δασμός

Transcript:

Σημειώσεις στις Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις Αθήνα, 2014

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Πρόλογος Οι σημειώσεις στο μάθημα Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις συντάχθηκαν εν τάχει (σε διάστημα ολίγων ημερών) προκειμένου να αποτελέσουν βοήθημα για τους προπτυχιακούς φοιτητές του τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής και σε καμιά περίπτωση δεν υποκαθιστούν τα διανεμόμενα συγγράμματα. Αποτελούν μια πρώτη προσέγγιση στο θέμα, αφού στο επόμενο εξάμηνο θα έχουν εμπλουτισθεί και βελτιωθεί. Δεκέμβριος 2014

Πίνακας Περιεχομένων 1. Εισαγωγή Ορισμοί 4 2 Ισοζύγιο Πληρωμών 5 3. Διεθνείς Συναλλαγές: ιστορική εξέλιξη 5 4 Απόλυτο και συγκριτικό πλεονέκτημα 7 4.1 Απόλυτο πλεονέκτημα 7 4.2 Συγκριτικό πλεονέκτημα 7 5. Το θεώρημα των Heckscher-Ohlin 8 6. Όροι εμπορίου 9 7. Πολλαπλασιαστής διεθνούς εμπορίου 11 8. Συνθήκες Ισορροπίας 11 8.1. Περίπτωση κλειστής οικονομίας χωρίς δημόσιο τομέα 11 8.2. Περίπτωση κλειστής οικονομίας με δημόσιο τομέα 12 8.3. Περίπτωση ανοικτής οικονομίας με δημόσιο τομέα 13 9. Δασμοί 14 10. Προστατευτικές και μη δασμολογικές Δράσεις 15 11. Συνάλλαγμα: Προσδιορισμός τιμής συναλλάγματος 18 11.1 Συνάλλαγμα 18 11.2 Προσδιορισμός τιμής συναλλάγματος στην αγορά 19 12. Διεθνή Νομισματικά Συστήματα 21 12.1 Χρυσούς κανόνας (1870-1914) 21 12.2 Η περίοδος μεταξύ των πολέμων (1918-1944) 21 12.3 Η συνθήκη Bretton Woods (ή κανόνας ανταλλαγής χρυσού 22 12.4. Η περίοδος 1971 και εντεύθεν 23 13. Προστατευτισμός εναντίον ελεύθερου εμπορίου 23 14. Διεθνείς Οργανισμοί 24 15. Παράρτημα: Εισαγωγές-Εξαγωγέςστην Ελλάδα (2000-2013) 43 3

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ 1. Εισαγωγή Ορισμοί Ως εξωτερικό (διεθνές) εμπόριο ορίζεται η ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ των κρατών 1. Η αξία των εξαγωγών - πωλούμενα αγαθά και υπηρεσίες υπό των μονίμων κατοίκων της χώρας εις το εξωτερικό - εκτιμάται συνήθως σε τιμές F.O.B 2., δηλαδή σε τιμές οι οποίες περιλαμβάνουν και τα έξοδα από τον τόπο παραγωγής μέχρι τα εθνικά σύνορα. Η αξία των εισαγωγών - αγορές αγαθών και υπηρεσιών των μονίμων κατοίκων της χώρας τα οποία παράγονται στο εξωτερικό - εκτιμάται σε τιμές C.I.F. (περιλαμβάνουν τα έξοδα δι ασφάλιστρα και μεταφορικά από τα σύνορα της χώρας προέλευσης μέχρι τα αντίστοιχα εθνικά). Σημειώνεται ότι το μεν αγαθό θεωρείται ότι εισήχθη κατά τη στιγμή που διέρχεται το τελωνείο, η δε υπηρεσία τη στιγμή που καταβάλλεται η αμοιβή της μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος. Η συνάρτηση της συνολικής ζήτησης είναι: Y=C+I+G+X, όπου Υ = εισόδημα, C, I, G και X κατανάλωση, επένδυση, δημόσιες δαπάνες και εξαγωγές αντίστοιχα. Το εισόδημα θεωρούμενο από πλευράς διαθέσεως ισούται με C+S+T+M όπου, C, S, T και M είναι η κατανάλωση, η αποταμίευση, οι φόροι και οι εισαγωγές. Αν δε ληφθεί υπ όψιν ο δημόσιος τομέας (ή αν θεωρηθεί ότι ο προϋπολογισμός είναι ισοσκελισμένος) τότε το επίπεδο ισορροπίας επιτυγχάνεται όταν Y=C+I+G+X=C+S+T+M ή I+X=S+M ή S-I =X-M. 1 Η τάση για συναλλαγές κρίνεται από τα άτομα, αλλά και τα σύνολα ως μία άκρως ωφέλιμη δραστηριότητα τόσο που εμφανίζεται πλέον ως φυσική ενέργεια. Γρήγορα όμως ήδη από την Αρχαιότητα, πραγματοποιούνταν συναλλαγές όχι μόνο των αγαθών που έλλειπαν ή ευρίσκονταν σε περιορισμένες ποσότητες, αλλά και αυτών που ήδη παράγονταν. 2 Οι Διεθνείς Εμπορικοί Όροι (International commercial Terms) ή Incoterms διαμορφώθηκαν ως κωδικοποίηση της μακρόχρονης εμπειρίας. Ομαδοποιούνται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες με βάση το πρώτο αρχικό. 1. Κατηγορία C CFR= Cost and Freight (κόστος και ναύλος) CIF=Cost, Insurance and Freight (κόστος, ασφάλεια και ναύλος). Ο κλασικός τρόπος τιμολόγησης των εισαγομένων CPT= Carriage Paid To (μεταφορά πληρωμένη μέχρι). CIP= Carriage and Insurance Paid to (μεταφορά και ασφάλεια πληρωμένη μέχρι). 2. Κατηγορία D DAF= Delivered At Frontier (παραδοτέο στα σύνορα) DES= Delivered Ex Ship (παραδοτέο εκ του πλοίου). DEQ= Delivered Ex Quay (Duty Paid) (παραδοτέο εκ της προκυμαίας. Στην περίπτωση αυτή έχει πληρωθεί ο δασμός DDU= Delivered Duty Unpaid (παραδοτέο χωρίς να έχει πληρωθεί ο δασμός) DDP= Delivered Duty Paid (παραδοτέο, δασμός πληρωμένος) 3. Κατηγορία Ε EXW= ex works. Το προϊόν είναι έτοιμο προς παράδοση σε συγκεκριμένη τιμή έξω από τον χώρο παραγωγής (δεν περιλαμβάνονται μεταφορικά, ασφάλιστρα κλπ). 4. κατηγορία F FCA= Free Carrier (ελεύθερο στον μεταφορέα). FAS= Free Alongside Ship (ελεύθερο παράπλευρα του πλοίου). FOB=Free On Board (ελεύθερο επί του πλοίου). Ο κλασικός τρόπος τιμολόγησης των εξαγομένων. Δεν περιλαμβάνονται ασφάλιστρα και μεταφορικά.

Αυτό σημαίνει ότι το κενό της αποταμίευσης (διαφορά μεταξύ εγχωρίου αποταμιεύσεως και επενδύσεων) ισούται με τη διαφορά του εμπορικού ισοζυγίου. 2. Ισοζύγιο Πληρωμών Η διαφορά μεταξύ των εξαγωγών και των εισαγωγών στα προϊόντα αποτελεί το εμπορικό ισοζύγιο. Το ισοζύγιο των αδήλων πόρων είναι η διαφορά μεταξύ αδήλων εισπράξεων και αδήλων πληρωμών (αφορά στις υπηρεσίες). Οι κυριότερες άδηλες εισπράξεις είναι: Τα μεταναστευτικά εμβάσματα Το τουριστικό συνάλλαγμα Το ναυτιλιακό συνάλλαγμα Οι εισροές από την Ε.Ε., Λέγεται άδηλη είσπραξη διότι το εισόδημα αυτό δημιουργείται στο εξωτερικό αλλά καταναλώνεται στην ημεδαπή. Έτσι ο μετανάστης εργάζεται και αμείβεται με ένα εισόδημα, τμήμα του οποίου στέλνεται στην οικογένειά του (στην πατρίδα του). Ο τουρίστας καταναλώνει μέρος του εισοδήματός του σε τόπο άλλο, από αυτόν στον οποίο το απέκτησε. Ανάλογα, άδηλη δαπάνη είναι η εκροή του εισοδήματος, όπως: Φοιτητικό συνάλλαγμα Τουριστικό συνάλλαγμα Το ναυτιλιακό συνάλλαγμα Πληρωμές στην Ε.Ε, κλπ. Το αλγεβρικό άθροισμα των αδήλων πόρων (υπηρεσιών) και του εμπορικού ισοζυγίου (προϊόντων) συνθέτει το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών. Ως ισοζύγιο κίνησης κεφαλαίων εννοούνται τα επιχειρηματικά και επενδυτικά κεφάλαια που έρχονται (εισροή) και φεύγουν (εκροή) από τη χώρα. Η δημιουργία μιας νέας επιχείρησης με αλλοδαπά κεφάλαια αποτελεί εισροή κεφαλαίου. Η μεταφορά μέρους ή όλων των κερδών της θυγατρικής στη μητρική εταιρεία αποτελεί την εκροή του κεφαλαίου. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και το ισοζύγιο κεφαλαίου συνθέτουν το ισοζύγιο πληρωμών 3. 3. Διεθνείς Συναλλαγές: Ιστορική εξέλιξη Με εξαίρεση συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους το εμπόριο μεταξύ των κρατών απετέλεσε, ανέκαθεν, ένα σύνηθες γεγονός, μια ανάγκη η οποία προήρχετο είτε από την έλλειψη (και των προσπαθειών απόκτησης) των αναγκαίων πρώτων υλών, είτε από τη δημιουργία πλεονασμάτων ή την εν γένει προσπάθεια διεύρυνσης των αγορών. Αναλόγως της χρονικής περιόδου και του είδους του καθεστώτος που επικρατούσε, η οικονομική ανταλλαγή πραγματοποιείτο από συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού. 3 Στο Παράρτημα παρατίθενται προς διασάφηση στοιχεία που αφορούν στην Ελλάδα (1950-2014) 5

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Το πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του εμπορίου συνάγεται από το αν εξετασθεί σε ποια κατάσταση ήταν αυτό στην αρχή και στο τέλος του Μεσαίωνος στη Δύση. Στις αρχές του αυτό είχε εξαφανισθεί, ενώ στο τέλος του η εμπορική δραστηριότητα είχε κορυφωθεί. Το Laissez passer των φυσιοκρατών, που έκαναν λάβαρό τους (μαζί με το Laissez faire) οι φιλελεύθεροι και οι αστοί εν γένει, κυριάρχησε παρά τις σημαντικές αντιδράσεις (ιδιαίτερα από την Γερμανική Ιστορική Σχολή). Σήμερα φαίνεται ότι καταρρέουν συνεχώς τα υπολείμματα από τα τείχη, που παρέμεναν στις διεθνείς συναλλαγές 4. Με την άνοδο της οικονομικής ισχύος των πόλεων (εμπορικός καπιταλισμός) το εμπόριο διευρύνθηκε (ανεφάνη διαλεκτική σχέση: η επέκταση του εμπορίου είχε ως επακόλουθο την ενίσχυση των πόλεων και τ αντίθετο). Παρ όλα αυτά η εμφάνιση του εθνικού κράτους μείωσε τους περιορισμούς εντός των ορίων του 5 αλλά όχι μεταξύ των χωρών. Οι ανακαλύψεις του 15ου αιώνα και οι νέοι εμπορικοί οδοί δημιούργησαν την επονομασθείσα εμποροκρατία (μερκαντιλισμός) σύνολο δηλαδή απόψεων μέσω των οποίων επρεσβεύετο ότι η συσσώρευση πολυτίμων μετάλλων (χρυσού και αργύρου) δημιουργούσαν τον ισχυρό ηγεμόνα, ή διαφορετικά: το θετικό εμπορικό ισοζύγιο αντανακλάτο στο πλεόνασμα του χρυσού. Συνεπώς, το κάθε εθνικό κράτος 6 επέβαλε υψηλούς δασμούς σε προϊόντα, τα οποία θεωρούσε υψίστης σημασίας για τη δυνατότητα παραγωγής των εγχωρίων, ενώ συχνά απαγόρευε τις εξαγωγές πρώτων υλών (υπολόγιζε δηλαδή ότι θα έπρεπε να εμφανίζει ένα πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του) 7. Σταδιακά άρχισε να διαφαίνεται το υπερβολικό των θέσεων αυτών και ήδη στον αιώνα των Φώτων οι Φυσιοκράτες υπεστήριξαν μετά πάθους το laissez passer. Ο A. Smith θα εμφανισθεί σφοδρός πολέμιος των εμποροκρατικών αντιλήψεων. Μολονότι, η επιτυχία των απόψεών του ήταν καθολική, εντούτοις οι εμποροκρατικές αντιλήψεις παρέμεναν τόσο ισχυρές, που παρέλυαν τη δυνατότητα αντίδρασης. Ο D. Ricardo το 1817 με το κλασικό του έργο 8 απέδειξε και θεωρητικώς μάλλον συστηματοποίησε τις απόψεις των φιλελευθέρων με ποιο τρόπο, λόγω του συγκριτικού πλεονεκτήματος, το εμπόριο αποβαίνει προς όφελος και των δύο ανταλλασσομένων μερών. Παρ όλα αυτά το κύρος του Ricardo ήταν τεράστιο τα κεκτημένα συμφέροντα των γαιοκτημόνων, που κυριαρχούσαν στην Βουλή, προέβαλαν πεισματική αντίδραση. Έμενε στον sir Robert Peel (Πηλ), έναν συντηρητικό άνδρα, από τους σπουδαιότερους Βρετανούς πολιτικούς του 19ου αιώνα να επιβάλλει τις νέες απόψεις (την φιλελεύθερη αντίληψη) με τους νόμους περί σιτηρών το 1846. Ο Peel, ωστόσο, παρά την υψηλή δημοτικότητα, που διέθετε, κατεποντίσθη έκτοτε από την βρετανική πολιτική σκηνή. 4 Συνήθως ορισμένα αυταρχικά καθεστώτα επέβαλαν αυτάρκεια η τάση αυτή ήταν γενικότερη αφού οτιδήποτε το ξένο έφερνε πάντα το φόβο και τον σπόρο της ανατροπής. 5 Υπό την έννοια ότι παλαιότερα η διέλευση ενός εμπορεύματος μεταξύ των διαφόρων φέουδων επιβάρυνε το προϊόν υπέρογκα. 6 Έκανε την εμφάνισή του σε γενικευμένη κλίμακα μετά τον 150 αιώνα. Η Ισπανία και προηγουμένως η Αγγλία και μετέπειτα η Γαλλία ήταν οι πιο ενδεικτικές περιπτώσεις στη Δύση. 7 Υπενθυμίζεται ότι ο φόρος επί του τεϊου απετέλεσε τη θρυαλλίδα της αμερικανικής ανεξαρτησίας έναντι της βρετανικής κυριαρχίας. 8 Principles of Political Economy and Taxation 1817 (Αρχές Πολιτικής, Οικονομίας και Φορολογίας), Γκοβόστης 1938.

4. Απόλυτο και συγκριτικό πλεονέκτημα 4.1. Απόλυτο πλεονέκτημα (αποδίδεται στον A. Smith) Έστω δύο χώρες, οι οποίες παράγουν δύο μόνον αγαθά: λάδι και σιτάρι. Υποτίθεται για χάριν ευκολίας σύγκρισης ότι οι συναρτήσεις παραγωγής είναι οι ίδιες για την παραγωγή των δύο εμπορευμάτων και στις δύο χώρες. Στον πίνακα 1 αποτυπώνεται η παραγωγή για το κάθε προϊόν. Πίνακας 1 Απόλυτο Πλεονέκτημα Είδος Χώρα Χ Χώρα Ψ Έλαιον 10 6 Σίτος 7 8 Συνάγεται ότι η χώρα Χ έχει απόλυτο πλεονέκτημα στην παραγωγή ελαίου σε σχέση με τη χώρα Ψ (10 μονάδες έναντι 6). Αντιθέτως η χώρα Ψ διαθέτει πλεονέκτημα στην παραγωγή σίτου εν συγκρίσει προς την χώρα Χ (8 μονάδες προς 7). Τεκμαίρεται ότι κάθε χώρα θα ειδικευθεί στην παραγωγή του προϊόντος στο οποίο παρουσιάζει απόλυτο πλεονέκτημα και μέσω του διεθνούς εμπορίου η τελική παραγωγή θα αυξηθεί. Η χώρα Ψ θα εισάγει έλαιο, ενώ η χώρα Χ σίτο. 4.2. Συγκριτικό πλεονέκτημα (συνδέθηκε με το όνομα του D. Ricardo) Στις πλείστες των περιπτώσεων η πραγματική κατάσταση διαφέρει ουσιωδώς. Η χώρα Χ έχει απόλυτο πλεονέκτημα κατά την παραγωγή και των δύο αγαθών. Ο πίνακας 2 αποσαφηνίζει τα δεδομένα. Πίνακας 2 Συγκριτικό Πλεονέκτημα Είδος Χώρα Χ Χώρα Ψ Έλαιον 15 6 Σίτος 10 8 Προκύπτει ότι η χώρα Χ πλεονεκτεί απόλυτα ως προς την χώρα Ψ τόσο στην παραγωγή ελαίου (15 έναντι 6 μονάδων), όσο και προς την παραγωγή του σίτου (10 έναντι 8). Ωστόσο από τη σύγκριση των στοιχείων φαίνεται ότι το πλεονέκτημα της χώρας Χ είναι μεγαλύτερο στην παραγωγή του ελαίου (15 προς 6) έναντι του σίτου (10 προς 8). Συμφώνως προς τον Ricardo, σε αυτήν την περίπτωση κάθε χώρα θα έδει να εντείνει τις προσπάθειές της εκεί που διαθέτει μεγαλύτερο συγκριτικό πλεονέκτημα. Επί του προκειμένου στην περίπτωση του ελαίου, το κόστος ευκαιρίας του προϊόντος αυτού σε σχέση με τον σίτο για τη χώρα Χ είναι 10:15=0,67, ενώ για την χώρα Ψ 1,33. Ομοίως το κόστος του σίτου σε σχέση με 7

ποσότης σίτου ποσότης σίτου ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ το έλαιο στη χώρα Χ είναι 15:10=1,5 9, ενώ στη χώρα Ψ 0,75 10. Συνεπώς φαίνεται ότι η χώρα Χ αν μειώσει την παραγωγή του σίτου κατά 1 μονάδα θα αυξηθεί η παραγωγή ελαίου κατά 1,5 ενώ στη χώρα Ψ μείωση της τιμής του ελαίου κατά 1 μονάδα επιφέρει αύξηση του σίτου κατά 1,33 δηλαδή η χώρα Χ έχει συγκριτικό πλεονέκτημα στην παραγωγή του ελαίου ενώ η χώρα Ψ στην παραγωγή σίτου. 5. Το θεώρημα των Heckscher-Ohlin Ο Σουηδός οικονομολόγος Ohlin 11 αναπτύσσοντας τις ιδέες του συμπατριώτη του Heckscher υπεστήριξε ότι ο βαθμός σπανιότητας των παραγωγικών συντελεστών μεταξύ των διαφόρων χωρών είναι αυτός ο οποίος ευνοεί τις ανταλλαγές. Εφ όσον ο συντελεστής εργασίας είναι πλέον ευθηνός στην χώρα Χ σημαίνει ότι αυτή θα εμφανίσε τάση προς παραγωγή αγαθών εντάσεως εργασίας ενώ εφ όσον ο συντελεστής κεφαλαίου ευρίσκεται σε μεγαλύτερη αφθονία στη χώρα Ψ θα ειδικευθεί στην προσφορά εμπορευμάτων εντάσεως κεφαλαίου 12. Κατ ουσίαν δηλαδή θεωρώντας ότι δεν υφίστανται δυνατότητα μετακίνησης 9 Κόστος ευκαιρίας Είδος Χώρα Χ Χώρα Ψ Έλαιον 0,67 1,33 Σίτος 1,5 0,75 10 Το παράδειγμα του πίνακα 2 δύναται να αποτυπωθεί διαγραμματικώς με τη χρήση των καμπυλών αδιαφορίας και παραγωγικών δυνατοτήτων. Εάν προς χάριν απλότητας- και οι δύο χώρες Χ και Ψ διαθέτουν τις ίδιες καμπύλες αδιαφορίας, αλλά διαφόρους καμπύλες παραγωγικών δυνατοτήτων. Α Γ μ ν 0 Χώρα Χ ποσότης ελαίου Β 0 ποσότης ελαίου Χώρα Ψ Δ Η χώρα Χ διαθέτουσα την καμπύλη μετασχηματισμού ΑΒ βρίσκεται σε ισορροπία προ των συναλλαγών στο σημείο μ, ενώ η χώρα Ψ στο σημείο ν (εκεί δηλαδή που εφάπτονται οι καμπύλες ΑΒ και ΓΔ των υψηλοτέρων δυνατών καμπυλών αδιαφορίας). 11 Bertil Ohlin (1899 1979) Βλέπε το κλασικό βιβλίο του: Interregional and International Trade, 1933, το οποίο ανάμεσα στα άλλα του χάρισε το Νόμπελ το 1977. 12 Το θεώρημα αυτό αμφισβητήθηκε από τον Wassily Leontief (1906-1999), ο οποίος υπεστήριξε το 1954 ότι οι εξαγωγές των ΗΠΑ σε σχέση με τις εισαγωγές τους περιλαμβάνουν περισσότερο εργασία (παράδοξο του Leontief), δηλαδή ότι οι ΗΠΑ εξάγουν προϊόντα περισσότερο εντάσεως εργασίας και εισάγουν εντάσεως κεφαλαίου. Η δικαιολόγηση που δόθηκε είναι ότι η εργασία δεν είναι ομοειδής. Αυτή που εμπεριέχεται στα αμερικανικά προϊόντα ήταν πιο ειδικευμένη σε σχέση με την αντίστοιχη

του συντελεστή εργασίας και εδάφους- υποστηρίζεται ότι μέσω του διεθνούς εμπορίου γεννάται τάση προς εξίσωση των τιμών των παραγωγικών συντελεστών (υποθέτοντας ότι ο συντελεστής που απαντάται σε μεγάλη αφθονία είναι και μικρότερης τιμής σε σχέση με αυτόν που ευρίσκεται σε σπανιότητα). Το θεώρημα αυτό συμπληρώνει το αντίστοιχο του συγκριτικού πλεονεκτήματος. 6. Όροι εμπορίου Οι όροι εμπορίου είναι ο λόγος μεταξύ τιμών των εξαγομένων προς αυτών των εισαγομένων (P x /P m ), (1). Συχνά χρησιμοποιείται η σχέση μεταξύ όγκου εισαγομένου προς τον όγκο εξαγομένων (Q m /Q x ) (2). Εφ όσον υπάρξει ισότητα μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών (το εμπορικό ισοζύγιο είναι ισοσκελισμένο) έπεται ότι P m Q m =P x Q x (3). Από την (3) διαιρώντας και τα δύο μέλη της με P m Q x προκύπτουν οι ισότητες (1) και (2), δηλαδή: P x /P m =Q m /Q x (4). Επί των όρων εμπορίου ανεπτύχθη ευρύτατη συζήτηση στη δεκαετία 1960 και έλαβε νέα τροπή κατά την επόμενη δεκαετία. Μετά το 1980 όμως αυτή ατόνησε, ενώ ύστερα από την κατάρρευση του ανατολικού συνασπισμού και την παγκοσμιοποίηση των αγορών φαίνεται να έκλεισε. Ο Prebish 13 το κύρος που διέθετε στα Ηνωμένα Έθνη έκανε σεβαστή τη διαφωνία του υποστήριξε ότι μακροχρονίως οι όροι εμπορίου επιδεινώνονται για τις ολιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές συνεπώς το διεθνές εμπόριο λειτουργεί ως ένας ανισσοροποιητικός μηχανισμός διευρύνοντας την ανισότητα. Κατ ουσίαν η αντιπαράθεση επαναλάμβανε τη συζήτηση για τη σχέση γεωργίας βιομηχανίας. Οι υποανάπτυκτες περιοχές εξήγαγαν πρώτες ύλες και αγροτικά προϊόντα, ενώ οι ανεπτυγμένες βιομηχανικά. Όπως ακριβώς οι σχέσεις μακροχρονίως αποβαίνουν σε βάρος των αγροτών, τοιουτοτρόπως και μέσω του διεθνούς εμπορίου οι κάτοικοι των φτωχών περιοχών βρίσκονται ολιγότερο ευνοημένοι από αυτήν των πλουσίων 14. Το 1969 ο Α. Εμμανουήλ 15 προσπάθησε μέσω των μαρξικών σχημάτων αναπαραγωγής να αποδείξει τη μεταφορά πλούτου από τον φτωχό Νότο στον πλούσιο Βορρά. Κάτω από την των εισαγομένων. Βλέπε: Leontief, W. (1954) Domestic Production and Foreign Trade - The American Capital Position Reexamined, Economia Internazionale, (VII): p. 1. 13 Raúl Prebisch (1901-86) Διευθυντής στην ECLA (Economic Commission for Latin America), επιτροπή του ΟΗΕ. Υπεστήριξε ότι η Αργεντινή εξήγαγε στη Βρετανία αγροτικά προϊόντα, ενώ εκείνη στην Αργεντινή βιομηχανικά. Μακροχρονίως οι τιμές των βιομηχανικών ανήλθαν με ταχύτερο ρυθμό από αυτές των αγροτικών. Η Σχολή της Εξάρτησης (Dependency Theory) στηρίχθηκε αρχικά στις απόψεις αυτές. Βλέπε: R. Prebisch, Commercial Policy in the Underdeveloped Countries, American Economic Review 49 (May 1959): 251 273 14 Η θεματολογία αυτή είναι παράλληλος εν πολλοίς της διαμάχης περί προστατευτικών δασμών. Ήδη από τον 19ο αιώνα ο List είχε επιχειρηματολογήσει δοκίμως περί προστατευτικού πλέγματος της βιομηχανίας, που ευρίσκετο σε νηπιακό στάδιο, αποκτώντας ισχυρή απήχηση. 15 Αργύρης Εμμανουήλ (1969) «L échange inégal: Essais sur les antagonismes dans les rapports économiques internationaux. Paris: Fr. Maspero. (Η άνιση ανταλλαγή), ελληνική μετάφραση 1978, Παπαζήσης. 9

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ επίδραση του βιβλίου αυτού και εκείνου του P. Baran 16 ανεπτύχθη τεράστια βιβλιογραφία, η κορύφωση της οποίας ήταν η δημιουργία της σχολής της εξάρτησης (A. G. Frank, S. Amin, Cardoso κ.λπ.). Η συζήτηση έλαβε έντονες πολιτικές διαστάσεις και φάνηκε να νεκρώνεται όταν κατέρρευσε ο «δεύτερος» κόσμος. Πάντως τα κύρια ερωτήματα που έχουν τεθεί από παλαιά παραμένουν επίκαιρα 1. Διευρύνει το διεθνές εμπόριο τις εισοδηματικές ανισότητες εντός των ανεπτυγμένων χωρών και εντός των αναπτυσσομένων; και 2. Συγκλίνουν οι μισθοί μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών; Έχει παρατηρηθεί 17 ότι το διεθνές εμπόριο δεν αυξάνει το εισόδημα μιας χώρας ομοιόμορφα 18. Αυτό είναι σχετικό με τη θεωρία ότι τα οφέλη από την ανάπτυξη δεν διαχέονται, τουλάχιστον βραχυχρόνια και μεσοχρόνια, ομοιόμορφα. Έτσι το διεθνές εμπόριο διευρύνει για ένα σημαντικό διάστημα, τις εισοδηματικές ανισότητες. Μία κλασική περίπτωση αποτελούν οι απολαβές των στελεχών των πολυεθνικών επιχειρήσεων ή πλέον πρόσφατα των υπαλλήλων των μεγάλων χρηματιστηριακών ομίλων. Το γεγονός αυτό ερμηνεύεται από την ύπαρξη μονοπωλιακών ή ολιγοπωλιακών θέσεων. Η χώρα η οποία πωλεί αεροσκάφη έναντι υφάσματος (από την ολιγότερο ανεπτυγμένη) βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση. Οι παραγωγοί και οι πωλητές αεροσκαφών ή υποβρυχίων κλπ (εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας) δύνανται να επιβάλλουν υψηλότερες τιμές, αφού είναι ελάχιστοι 19. Περαιτέρω, λόγω πολιτικών παρεμβάσεων 20 έχουν τη 16 P. Baran(1957) The political economy of growth, New York: Monthly Review Press, Η πολιτική οικονομία της Ανάπτυξης, Κάλβος 17 Ο πλούτος που συγκεντρώνετο από τους Αθηναίους εμπόρους, λόγου χάριν, κατά την Αρχαιότητα είχε ως απόρροια να αποκτήσουν τέτοια ισχύ, ώστε να ανατρέψουν τους ευγενείς (γαιοκτήμονες) Από την αριστοκρατία προήλθε η πλουτοκρατία και ο μετέπειτα εκδημοκρατισμός. Κατά τον ίδιο τρόπο στους νέους χρόνους σημαντικό μέρος του πλούτου, που εισήχθη από τον Νέο Κόσμο, οδηγήθηκε στην τάξη των εμπόρων (και γενικότερα στην αστική τάξη) διαφεύγοντας από τους ευγενείς, οι οποίοι απώλεσαν μετέπειτα και την εξουσία. 18 Σύνηθες παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της κατάργησης των δασμών επί των δημητριακών (corn law) στην Αγγλία το 1846. Στη Βρετανία, λόγω του ηπειρωτικού αποκλεισμού (1809-1814), που είχε επιβάλλει η ναπολεόντειος πολιτική, η τιμή των σιτηρών ήταν υψηλή. Μετά το τέλος του πολέμου οι υψηλοί δασμοί που επέβαλαν οι γαιοκτήμονες, οι οποίοι έλεγχαν τη Βουλή, είχε ως απόρροια τη διατήρηση της τιμής σε υψηλά επίπεδα. Αυτό με τη σειρά του συγκρατούσε τα κέρδη των βιομηχάνων σε χαμηλά όρια, αφού οι τελευταίοι, προκειμένου να διεισδύουν στις ευρωπαϊκές αγορές, ήταν υποχρεωμένοι να τείνουν να μειώσουν τις τιμές των εμπορευμάτων τους λόγω του ανταγωνισμού μάλλον παρά να τις αυξάνουν. Ταυτοχρόνως, η αγοραστική δύναμη των εργατών παρέμεινε ανεπαρκής, αφού το μεγαλύτερο μερίδιο του μισθού τους κατευθύνετο στις αγορές των τροφίμων. Άρα, με εξαίρεση τους γαιοκτήμονες, οι οποίοι απολάμβαναν υψηλή έγγειο πρόσοδο (καθαρό πλεόνασμα), οι άλλες κοινωνικές τάξεις (εργάτες, κεφαλαιούχοι) παρέμειναν σφοδρά αντίθετοι στην πολιτική αυτή (της δασμολογικής προστασίας των σιτηρών). Στο απλό αυτό σχήμα ο Ricardo διέβλεπε, λόγω των ενδογενών αντιθέσεων, τη στασιμότητα του καπιταλιστικού συστήματος. Τοιουτοτρόπως, η κατάργηση των δασμών επιδείνωσε τη θέση των γαιοκτημόνων (αφού κατέρρευσαν τα κέρδη τους), ευνοώντας (ασύμμετρα) τις άλλες δύο τάξεις. Υπ αυτήν την έννοια το διεθνές εμπόριο δεν βελτίωσε την οικονομική θέση όλων των κοινωνικών τάξεων 19 Συνεπώς, ενώ θα έπρεπε να ανταλλάσσεται σύμφωνα με το κόστος παραγωγής ένα πυροβόλο έναντι 1.000 μέτρων υφάσματος λόγου χάριν, εξαιτίας της πλεονεκτικότερης θέσης στην οποία ευρίσκεται η ανεπτυγμένη χώρας η σχέση γίνεται 1:1.500 ή πλέον 20 Συχνά κατηγορούνται οι ισχυρές χώρες για αύξηση των περιφερειακών εντάσεων προκειμένου να διευρύνουν τις πωλήσεις τους σε πολεμικό υλικό. Ακόμη έχει ασκηθεί συχνά κριτική και στον τρόπο χορήγησης της διεθνούς βοήθειας. Έτσι, προκειμένου χώρες του Τρίτου Κόσμου να λάβουν δάνεια ή ενισχύσεις από μεγάλους οργανισμούς (Παγκόσμια Τράπεζα κλπ) «υποχρεούνται» να στρέψουν τις εισαγωγές τους σε προϊόντα που πωλούν χώρες, οι οποίες ελέγχουν ή ορθότερα επηρεάζουν την πολιτική των Οργανισμών αυτών

δυνατότητα να αυξάνουν τον όγκο των πωλήσεων τους και τις τιμές των προϊόντων τους. Η διεθνής διαπλοκή και διαφθορά εντοπίζεται σε υπηρεσίες και εμπορεύματα που διακινούν τα ισχυρά ολιγοπωλιακά συγκροτήματα. Αντιθέτως, η πώληση υφάσματος ή αγροτικών προϊόντων (καφέ, ζάχαρη, έλαιο κλπ) δεν διαθέτει αναλόγως ούτε την οικονομική, ούτε την ίδια πολιτική ισχύ για να επιβάλλει υψηλότερες τιμές ή μεγαλύτερες πωλήσεις. Οι μεγάλες εταιρείες λόγω του μεγέθους τους είναι σε θέση μέσω της διαφήμισης να προσδιορίζουν το καταναλωτικό πρότυπο που επιθυμούν. Συνεπώς, το Διεθνές Εμπόριο είναι στενά συνδεδεμένο με τις διεθνείς Οικονομικές και Πολιτικές Σχέσεις 7. Πολλαπλασιαστής διεθνούς εμπορίου Το πλήρες μακροοικονομικό υπόδειγμα περιλαμβάνει το εξωτερικό εμπόριο. Οι εξαγωγές (Χ) αποτελούν τμήμα της ενεργού ζήτησης και το επίπεδο ισορροπίας μετατοπίζεται στη θέση Y x από αυτή της Y 21 G. Η μεταβολή αυτή προσδιορίζεται από τον 1 πολλαπλασιαστή ο οποίος είναι: Y I (υπό την προϋπόθεση ότι οι επενδύσεις 1 b x είναι αυτόνομες). 8. Συνθήκες Ισορροπίας: Ο πολλαπλασιαστής 8.1. Περίπτωση κλειστής οικονομίας χωρίς δημόσιο τομέα Όπως έχει ήδη λεχθεί ισχύουν: Υ (1) εφ όσον γίνεται δεκτή η κεϋνσιανή άποψη περί συνάρτησης κατανάλωσης 21 C+I+G+X C+I+G C+I C=a+bY 45 o 0 Υ G Υ X 11

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ C (2), οι επενδύσεις θεωρούνται ως αυτόνομες (τουτέστιν αποτελούν εξωγενή μεταβλητή) Ι=Ι ο (3) Αντικαθιστώντας την (2) στην (1) συνάγεται: Υ= α+ by + I (4) ή = (5) 8.2. Περίπτωση κλειστής οικονομίας με δημόσιο τομέα Διακρίνονται δυο υποπεριπτώσεις: α. Στην περίπτωση που οι δημόσιες δαπάνες είναι αυτόνομοι και το ύψος της φορολογίας εξαρτάται από το εισόδημα η ισορροπία επιτυγχάνεται όταν (6) (7) (8) (9) (10) (11) Δεν λαμβάνονται υπ όψιν κατά τον προσδιορισμό του διαθέσιμου εισοδήματος (Υd) οι μεταβιβαστικές πληρωμές. Στην συνάρτηση T= d+ty οι φόροι d δηλώνουν επίπεδο φόρου χωρίς αυτοί να συσχετίζονται με το εισόδημα (φόροι ακίνητης περιουσίας, κληρονομιάς κλπ). Ο συντελεστής t υποτίθεται για λόγους απλότητας ότι είναι αναλογικός φόρος (δεν διαβαθμίζεται σε σχέση με το ύψος του εισοδήματος). Λαμβάνοντας υπ όψιν τις συναρτήσεις (9), (10) και (11) η (6) γράφεται: (12) ή 22 (13) Στην περίπτωση αυτή ο πολλαπλασιαστής υπολογίζεται σε (14), ενώ ο πολλαπλασιαστής φορολογίας Εφ όσον συμπεριληφθούν και οι μεταβιβαστικές πληρωμές η (10) γράφεται, όπου F οι μεταβιβαστικές πληρωμές. (α) Σε αυτήν την περίπτωση η (13) γράφεται: 22 Συχνά η (13) με παραγοντοποίηση του παρανομαστή γράφεται:

(13 ) και ο πολλαπλασιαστής μεταβιβαστικών πληρωμών είναι Ο πολλαπλασιαστής αυτός είναι ίσος, αλλά έχει αντίθετο πρόσημο από τον πολλαπλασιαστή φορολογίας (β) Όταν η φορολογία δεν εξαρτάται από το εισόδημα (ορίζεται εξωγενώς) τότε η ισορροπία επιτυγχάνεται όταν: (15) (16) (17) (18) (19) (20) Κατόπιν αντικατάστασης της (16) και (17) στην (15) προκύπτει: (21) ή (22) Ο πολλαπλασιαστής δημοσίων επενδύσεων είναι (23) και φορολογίας (24) 8.3. Περίπτωση ανοικτής οικονομίας με δημόσιο τομέα Η ισορροπία επιτυγχάνεται όταν: (25) (26) (27) (28) (29) Υποτίθεται ότι τόσο οι φόροι (T), όσο και οι εισαγωγές (Μ) είναι συνάρτηση του εισοδήματος. Γίνεται δεκτό ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις, οι δημόσιες δαπάνες και οι εξαγωγές είναι αυτόνομες. Αντικαθιστώντας στην (25) τις υπόλοιπες σχέσεις βρίσκεται: (28) ή (29), 13

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ή παραγοντίζοντας τον παρανομαστή (30) Στην περίπτωση αυτή ο πολλαπλασιαστής τόσο των δημοσίων επενδύσεων, όσο και των ιδιωτικών ισούται με: 9. Δασμοί Εισαγωγή: Μία γενική εικόνα Η έννοια του δασμού 23 δεν σχετίζεται μόνο με την προστασία των εγχωρίως παραγομένων, έναντι των εξαγομένων, αλλά μέχρι πρόσφατα (από την αρχαιότητα) περιλάμβανε ή ενίοτε και εταυτίζετο με τα πάσης φύσεως τέλη. Η θεωρητική συζήτηση με τα πιθανά οφέλη ή τις βλάβες που επιφέρει η εισαγωγή δασμών έλαβε μεγάλη έκταση στην προεπαναστατική Γαλλία και κυρίως στην εποχή του Colbert (επί Louis XIV). Τότε, κατά μία άποψη, προκειμένου να ελαττωθεί ο εναγκαλισμός του κράτους με τη ρύθμιση των τιμών (πολιτική με παρελθόν δεκάδων αιώνων) ελέχθη το Laissez passer (και το προηγούμενο αυτού Laissez faire). Το σύνθημα αυτό κατέστη το λάβαρο της Φυσιοκρατικής Σχολής απέναντι στην εμποροκρατία 24 και το οποίο απεδείχθη Adam Smith έκτοτε πέριξ αυτού συγκροτήθηκε το φιλελεύθερο δόγμα (αίτημα). Η ανερχόμενη βιομηχανική τάξη το απεδέχθη. Το αποκορύφωμα ήταν ο αγώνας κατά του νόμου περί σιτηρών (corn law), μέσω του οποίου οι γαιοκτήμονες αποσπούσαν πλεόνασμα απομυζώντας τις υπόλοιπες τάξεις. Η θεωρία του Ricardo περί συγκριτικού πλεονεκτήματος απετέλεσε τη ναυαρχίδα των επιχειρημάτων κατά της κατάργησης τής προστατευτικής πολιτικής. Ωστόσο, ήδη από τις αρχές του 19 ου αιώνα είχαν συγκροτηθεί σοβαρές αμφιβολίες, για το βαθμό αποτελεσματικότητας του Laissez passer. Ο Carey στις ΗΠΑ επιχειρηματολόγησε για τις θετικές συνέπειες του παρεμβατισμού, ενώ ο F. List, που είχε διαμείνει στις ΗΠΑ, δημιούργησε ευρύτατη επιχειρηματολογία υπέρ των δασμών. Οι πλείστοι των οικονομολόγων ιδιαίτερα στην Ηπειρωτική Ευρώπη, φανερά ή σιωπηρά αποδέχθηκαν τόσο την καταλυτική κριτική του List όσο και τις θέσεις του για την νηπιακή 25 ευρισκόμενη βιομηχανία 26. 23 Η λέξη δασμός προέρχεται από το δατέομαι, δηλαδή διαμοιράζω 24 Η εμποροκρατία (Mercantilism) οικονομική σχολή (στην πραγματικότητα αντίληψη ή δόγμα) κυριάρχησε μεταξύ 16 ο και 18 ου αιώνα στη Δύση και πρέσβευε θετικό εμπορικό ισοζύγιο, κυβερνητική ρύθμιση των τιμών και της οικονομίας εν γένει. Αντίπαλοι ήταν οι μετέπειτα Φυσιοκράτες (Quesnay, Turgot, κλπ) του 18 ου αιώνα με το σύνθημα του laissez faire, laissez passer (ελευθερία στο επιχειρείν),το οποίο η φιλελεύθερη κλασική σχολή με τον Smith το έκανε προμετωπίδα της οικονομικής πολιτικής. 25 Υπεστήριξε ότι η βιομηχανία στα πρώτα στάδια ανάπτυξής της (ευρισκόμενη τρόπο τινά σε νηπιακό στάδιο) χρήζει υποστήριξης έναντι των εξωτερικών ανταγωνιστών, οι οποίοι είναι πλέον προηγμένοι, παράγουν σε μαζική κλίμακα έχουν χαμηλότερο κόστος, κλπ. Οι δασμοί σε αυτήν την περίπτωση έχουν παιδευτικό ρόλο. Μόλις «ενηλικιωθεί» η βιομηχανία τότε το προστατευτικό πέπλο αποσύρεται. 26 Οι δασμοί, εκτός του ταμιευτικού χαρακτήρα, αφού αποσκοπούν στην αύξηση των εσόδων του δημοσίου, εφαρμόζονται είτε για μείωση της εγχώριας κατανάλωσης και βελτίωση του εμπορικού

10. Προστατευτικές και μη δασμολογικές Δράσεις Ανέκαθεν οι χώρες προσπαθούσαν να προστατεύσουν την παραγωγή τους. Έθεταν λοιπόν περιορισμούς στην κίνηση των εμπορευμάτων. Η πολιτική αυτή επιτυγχάνετο είτε με διάφορους ελέγχους επί του εμπορίου, οι οποίοι είναι ένα μάλλον σύνηθες σύγχρονο φαινόμενο, είτε μέσω των δασμών που αποτελεί μια μακραίωνη πρακτική. Οι δασμοί, οι οποίοι συνιστούν είδος φόρου, στις πλείστες των περιπτώσεων επιβάλλονται στις εισαγωγές. Δεν είναι απίθανη η περίπτωση να τίθενται και δασμοί στις εξαγωγές. Ωστόσο, η τεχνική αυτή τείνει πλέον τις τελευταίες δεκαετίες να μειωθεί. Αντιθέτως, τα κράτη συχνά, αντί της περιοριστικής πολιτικής επί των εξαγωγών, χρησιμοποιούν επιθετικά μέτρα, ήτοι ενίσχυσής των μέσω επιδοτήσεων. Οι δασμοί μπορεί να διακριθούν σε: 1. Δασμός επί της αξίας του εμπορεύματος (δασμοί ad valorem). Ο δασμός αυτός λειτουργεί ως ένας αναλογικός φόρος επί της αξίας του προϊόντος 27 (10%, 12% κλπ) 28 2. Δασμός ειδικός. Οι ειδικοί δασμοί ορίζονται ως ένα ποσό που επιβαρύνει το κάθε εμπόρευμα ξεχωριστά (κατ αποκοπήν φόρος, που έχει καθορισθεί για κάθε μονάδα προϊόντος) 3. Ο μικτός δασμός, ο οποίος έχει χαρακτηριστικά και του ειδικού δασμού και εκείνου επί της αξίας 29 ισοζυγίου, είτε για προστασία της εθνικής παραγωγής. Κάθε είδος δασμού εμφανίζει και διαφορετικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Τα κύρια πλεονεκτήματα των δασμών ταμειακού χαρακτήρα εντοπίζονται στην αύξηση των δημόσιων εσόδων και στις μικρότερες κοινωνικές αντιδράσεις που εγείρονται απέναντί τους. Είναι προφανές ότι όσο τα έσοδα διευρύνονται από την επιβολή δασμών είναι δυνατόν να μειώνονται ή να παραμένουν σταθερά οι άλλοι άμεσοι και έμμεσοι φόροι. Περαιτέρω, για κοινωνίες με νηπιακό φορολογικό σύστημα ή με αδυναμία είσπραξης τής υπολογιζόμενης φορολογητέας ύλης οι ταμιευτικού χαρακτήρα δασμοί αποτελούν τη δεύτερη καλύτερη λύση. Τα μειονεκτήματα εντοπίζονται στην υπερβολική επιβάρυνση των εισαγομένων, μερικά εκ των οποίων είναι αγαθά πρώτης ανάγκης και συνεπώς στον πλουτισμό ομάδας παραγωγών που προσφέρουν τα ίδια ή υποκατάστατα προϊόντα. Ενώ οι δασμοί που έχουν ταμιευτικό σκοπό είναι τόσο παλαιοί όσο και το εμπόριο, οι αντίστοιχοι που σχετίζονται με την προστασία της εθνικής οικονομίας, αν και όχι άγνωστοι κατά την αρχαιότητα, άρχισαν να εμφανίζονται σε εντεινόμενο ρυθμό κυρίως μετά τον 11 ο αιώνα, τόσο στις ιταλικές πόλεις (Βενετία, Γένοβα κλπ) όσο και στα βασίλεια και ηγεμονίες της Δύσης. Σταδιακά με το τέλος του Μεσαίωνα και την επικράτηση του εμπορικού καπιταλισμού η τάση της γενίκευσης των συναλλαγών, ενώ αρχικά έδειχνε να μειώνεται ο ρόλος τους, εντούτοις γρήγορα ενισχύθηκε. Κατέστη γρήγορα κατανοητό ότι η εγχώρια βιοτεχνία και οικόσιτη παραγωγή δεν θα αναπτύσσετο εφ όσον δεν ενισχύετο. Τοιουτοτρόπως, σταδιακά υπήρξε μετατόπιση του ενδιαφέροντος από το εμπόριο στην εγχώρια παραγωγή. Η βιομηχανική επανάσταση θα ενισχύσει τις τάσεις ιδιαίτερα στην ηπειρωτική Ευρώπη, που ήταν ολιγότερο αναπτυγμένη σε σχέση με τη Βρετανία. Το βασικό μειονέκτημα από τους προστατευτικούς δασμούς είναι η άνοδος των τιμών των παραγόμενων σε μία χώρα με συνέπεια, αν υπάρξει κατάχρηση, να σημειωθεί εκτεταμένος πλουτισμός συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων και αφαίρεση της καταναλωτικής δυνατότητας μεγάλου μέρους του πληθυσμού 27 Η βάση υπολογισμού επί της οποίας επιβάλλεται ο δασμός συνήθως αναφέρεται σε τιμή cif, χωρίς όμως να αποκλείεται ή να είναι ασύνηθης και η περίπτωση επί τιμής fob 28 Το μειονέκτημα του δασμού αυτού έγκειται στη σύνδεσή του με την τιμή του προϊόντος. Εάν αυτή μειωθεί (η διεθνής τιμή, λόγου χάριν, πέσει λόγω ανταγωνισμού), τότε θα ελαττωθούν και τα υπολογιζόμενα έσοδα, ενώ εάν ο δασμός είχε προστατευτικό χαρακτήρα, τότε χάνει μέρος της αποτελεσματικότητάς του 15

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Η λογική που στηρίζει την ύπαρξη των δασμών εδράζεται σε ποικίλες αιτίες. Κατά κανόνα συνιστά μια αμυντική πολιτική, η οποία έχει τουλάχιστον δυο εμφανείς στόχους: Πρώτον, την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής και άρα τη στήριξη συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων. Δεύτερον, στην αύξηση των εσόδων του δημοσίου. Στόχοι όπως η ελάττωση της εξαγωγής συναλλάγματος, η ενίσχυση (ή διατήρηση) συγκεκριμένου καταναλωτικού προτύπου συμπεριλαμβάνονται στην οικονομική πολιτική. Βεβαίως, πλην των δασμών, που αποτελεί το κλασικό μέτρο αποτροπής της διείσδυσης των εισαγόμενων προϊόντων, έχουν ασκηθεί και ασκούνται ποικίλα μέτρα. Τέτοια είναι: 1. Απαγόρευση εισαγωγών. Αν και το βασικό αίτιο είναι κατά τεκμήριο πολιτικής φύσεως και επιβάλλεται όταν υφίσταται διακοπή των σχέσεων μεταξύ διαφόρων χωρών, εν τούτοις και για οικονομικούς λόγους (embargo) είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί παρόμοια πολιτική. Επειδή όλες σχεδόν οι χώρες έχουν υπογράψει διεθνείς συμβάσεις, είναι σπάνια πλέον η επιβολή της απαγόρευσης των εισαγωγών για οικονομικούς λόγους 30. Η δικαιολόγηση για οικονομικούς λόγους του μέτρου αυτού σχετίζεται με την «στεγανοποίηση» της εσωτερικής αγοράς και την πλήρη απομάκρυνση του διεθνούς ανταγωνισμού. Εξυπακούεται πως το μέτρο αυτό χρησιμοποιείται, κατά τεκμήριο, για ειδικούς σκοπούς στήριξη συγκεκριμένων προϊόντων της εγχώριας αγοράς 2. Ποσοστώσεις. Οι ποσοστώσεις εμφανίζονται υπό διττή μορφή: είτε περιορισμοί στην ποσότητα του εισαγόμενου (που είναι και το σύνηθες) είτε (και) περιορισμοί στην αξία των εισαγόμενων. Οι ποσοστώσεις μπορεί να επιβληθούν και επί των εξαγομένων, τόσο για λόγους οικονομικούς όσο και για πολιτικούς. Το μέτρο αυτό (quotas) έγινε πολύ γνωστό με τους περιορισμούς που επέβαλε το κογκρέσο των ΗΠΑ στην μετανάστευση από τις αρχές του 20 ου αιώνα 3. Επιδοτήσεις. Οι επενδύσεις επί των εξαγωγών λειτουργούν ως ένα είδος αρνητικού δασμού. Προκειμένου να είναι ανταγωνιστικότερη η παραγωγή μιας χώρας, ενισχύονται οι εξαγωγές μέσω πολιτικής επιδοτήσεων. Τα ίδια αποτελέσματα περισσότερο αφανώς προκύπτουν με τις επιδοτήσεις των παραγωγών 31. Η σύγκρουση στις διαπραγματεύσεις της 29 Φόρος x% επί της αξίας και y χρηματικές μονάδες κατά κομμάτι. Κατά τεκμήριο επιβάλλεται σε προϊόντα μετρήσιμα, που εμφανίζουν υψηλή ζήτηση. Τα έσοδα σε αυτήν την περίπτωση είναι λιγότερο ευάλωτα στις διακυμάνσεις από εκείνα που προέρχονται από τον δασμό επί της αξίας 30 Το 2014 ήρθησαν παρόμοιες πολιτικές εκ μέρους των ΗΠΑ, που είχαν επιβληθεί στην Κούβα. Αντίθετα λόγω των γεγονότων της Ουκρανίας ετέθησαν περιορισμοί στις συναλλαγές των ΗΠΑ και της ΕΕ με τη Ρωσία. 31 Η ΕΕ έχει δημιουργήσει, με βάση τη μακροχρόνια εμπειρία, που διαθέτουν τόσο τα κράτη μέλη όσο και η γραφειοκρατία που έχει συστήσει, ένα σύνθετο προστατευτικό δίκτυο. Έτσι το δασμολόγιο της ΕΕ περιλαμβάνει εκτός των άλλων δασμούς αντισταθμιστικούς και δασμούς anti-dumping. Οι αντισταθμιστικοί δασμοί επιβάλλονται σε προϊόντα χώρας (ή και επιχείρησης), τα οποία αποδεδειγμένα (ή κατά πληροφορίες) έχουν επιδοτηθεί. Αντίστοιχα, λειτουργούν οι δασμοί anti-dumping. Πρόκειται για μέτρο που λαμβάνεται ως προστασία από την επιθετική πολιτική συγκεκριμένων χωρών ή εταιρειών, οι οποίες ενεργούν με dumping, δηλαδή πωλούν το προϊόν σε τιμή πέριξ ή και κάτω του κόστους, ασκούν δηλαδή πολιτική διακριτικών τιμών (προσφέρουν τουτέστιν το προϊόν σε διαφορετικές τιμές ανά χώρα, συχνά επιδοτούμενες, ώστε να υποσκάψουν τους εγχώριους ανταγωνιστές). Κατά τεκμήριο, τόσο οι αντισταθμιστικοί δασμοί, όσο και οι anti-dumping εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τους κανονικούς δασμούς και μάλιστα μπορεί να συνυπάρχουν και οι τρεις. Στην περίπτωση που δεν έχουν οριστικοποιηθεί οι πληροφορίες για την άσκηση επιθετικής εξαγωγικής πολιτικής από τις τρίτες χώρες (πολιτική dumping, επιδότηση εξαγωγών κλπ) είναι δυνατόν οι ειδικοί αυτοί οι δασμοί (antidumping και αντισταθμιστικοί) να έχουν προσωρινό χαρακτήρα διάρκειας μικρότερο του έτους. Αλλιώς ή καταργούνται ή οριστικοποιούνται.

GATT, ή αργότερα του ΠΟΕ (WTO), κατά ένα μεγάλο μέρος εντοπίζεται ακριβώς στη διαστρέβλωση τών τιμών που επιτυγχάνεται μέσω των επιδοτήσεων, κυρίως των αγροτικών προϊόντων. Κατ ουσίαν δηλαδή ο προϋπολογισμός συμμετέχει στο κόστος παραγωγής, με συνέπεια το τελικό κόστος παραγωγής (που προσδιορίζει την τιμή) λόγω των επιδοτήσεων να είναι χαμηλότερο. 4. Επιβολή συναλλαγματικών περιορισμών. Με έμμεσο τρόπο, χωρίς δηλαδή να επιβληθεί δασμολόγιο, οι νομισματικές αρχές (σε συνεννόηση φυσικά με τις κρατικές) επιβάλλουν περιορισμούς στον όγκο των εισαγόμενων (στην πραγματικότητα επιβάλλεται οροφή στο εξαγόμενο συνάλλαγμα) χωρίς να καταφεύγουν στις ποσοστώσεις (quota), στις απαγορεύσεις εισαγωγών ή στους δασμούς. Η πολιτική αυτή συμπληρώνεται μερικές φορές με τον καθορισμό της τιμής του συναλλάγματος σε συγκεκριμένο ύψος (μολονότι τα όρια της τελευταίας λύσεις είναι μικρά) 5. Διάφοροι άλλοι περιορισμοί. Η χρήση της φορολογίας ιδιαίτερα η έμμεση λειτουργεί ως πολιτική διακριτών τιμών. Άρα, δύναται να επιβάλλονται εμμέσως δασμοί σε συγκεκριμένα προϊόντα, συγκεκριμένων χωρών. Αντίστοιχα, πληθώρα διασαφήσεων τελωνειακής πολιτικής, ορθώνουν προσκόμματα στις εισαγωγές Η λειτουργία του δασμού Η τιμή στη εγχώρια αγορά ενός αγαθού είναι η P 0 και οι ποσότητες που καταναλώνονται είναι Q 0 (το σημείο Ε είναι το σημείο ισορροπίας μεταξύ της ζήτησης (D) των καταναλωτών και της προσφοράς (S) των εγχώριων παραγωγών. Εάν οι διεθνείς τιμές είναι P 1, τότε, εφ όσον υπάρχει ελευθερία μετακίνησης (Laissez passer), η ζήτηση θα ανέλθει σε OQ 1. Στην τιμή αυτή οι παραγωγοί της χώρας προσφέρουν ποσότητα OQ 1. Τουτέστιν, η ποσότητα Q 1Q 1 εισάγεται. Άρα, οι μεν καταναλωτές της χώρας απολαμβάνουν μεγαλύτερες ποσότητες (Q 0 Q 1 ), η δε εγχώρια παραγωγή ελαττώνεται κατά Q 1Q 0. Μακροχρονίως αυτό θα έχει επιπτώσεις στην απασχόληση, αφού θα μειωθεί ο όγκος των εγχωρίως παραγόμενων, ενώ θα χειροτερεύσει το εμπορικό ισοζύγιο. Πίνακας 1: Η λειτουργία του δασμού P S P 0 E P 2 H Θ P 1 K I D Ο Q 1 Q 2 Q 0 Q 2 Q 1 Q Εφόσον το κράτος επιβάλει δασμό ύψους P 1 P 2, τότε η τιμή θα διαμορφωθεί στο επίπεδο P 2 και οι ζητούμενες ποσότητες εκ μέρους των καταναλωτών θα καμθούν στα επίπεδα ΟQ 2, ενώ 17

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ οι προσφερόμενες ποσότητες από την εγχώριο αγορά θα γίνουν οι OQ 2. Συνεπώς, με την επιβολή του δασμού παρατηρούνται: 1. Μείωση των εισαγόμενων κατά Q 2 Q 1 και Q 1Q 2 και αύξηση της εγχώριας παραγωγής κατά Q 1Q 2 2. Ο καταναλωτής προφανώς είναι ικανοποιημένος από την πολιτική αυτή, έστω και με την εισαγωγή του δασμού, διότι εάν απαγορεύονταν οι εισαγωγές η τιμή θα ήταν ΟP 0 και η ποσότητα ΟQ 0 (καθεστώς κλειστής οικονομίας) 3. Ταυτοχρόνως, το κράτος έχει έσοδα από δασμούς ίσο με το εμβαδό ΗΚΙΘ, δηλαδή εισαγόμενη ποσότητα Q 2Q 2 (=KI) επί το ύψος του δασμού P 1 P 2 (=HK) 4. Εάν υπήρχε πλήρης προστατευτισμός, τουτέστιν απαγόρευση των εισαγωγών, τότε ο δασμός θα διαμορφώνεται στο επίπεδο P 0 ήτοι σε ύψος P 1 P 0 και οι εισαγωγές από το εξωτερικό θα εξαφανίζονταν, με αποκλειστικά ωφελημένους τους παραγωγούς της χώρας και ζημιωμένους τους καταναλωτές. Αντίστοιχα, δεν θα εμφανίζονταν δημόσια έσοδα Συνεπώς, ο δασμός στην τελευταία αυτή περίπτωση (όπως με τους νόμους περί σιτηρών στην Αγγλία) θα λειτουργούσε ως επιδότηση της εγχώριας παραγωγής, άρα των συμφερόντων συγκεκριμένου κοινωνικού στρώματος 11. Συνάλλαγμα: Προσδιορισμός τιμής συναλλάγματος 11.1 Συνάλλαγμα Το χρήμα εισήχθη στην οικονομία προκειμένου να διευκολύνει τις συναλλαγές. Στα πλαίσια μιας πόλης ή ενός κράτους καθορίζετο κατά συνθήκη η τιμή του νομίσματος (η λέξη προέρχεται από το νομίζω). Στην Αρχαιότητα το νόμισμα των ισχυρών, κυρίως, πόλεων εγένετο αποδεκτό σε συναλλαγές εκτός των ορίων τους. Η σταθερή ποσότητα σε άργυρο ή σε χρυσό που εμφάνιζαν τα έκαναν αξιόπιστα. Για παράδειγμα το βυζαντινό υπέρπυρον ήταν ένα αποδεκτό νόμισμα στη Δύση για 700 περίπου έτη. Οι αλλεπάλληλες υποτιμήσεις, ιδιαίτερα επί Κομνηνών μετά το 1081 (οι οποίες επιτυγχάνονταν με τη διαρκή νόθευση του νομίσματος), το κατέστησαν μετέπειτα αφερέγγυο. Τα ευγενή μέταλλα (χρυσός, άργυρος) λειτουργούσαν ως μέτρο των αξιών. Στη σημερινή εποχή οι διεθνείς πληρωμές πραγματοποιούνται μέσω συναλλάγματος (αποδεκτά νομίσματα διαφόρων χωρών, τίτλοι σε νομίσματα κλπ). Το συνάλλαγμα, μέσω κυρίως τραπεζών (κεντρικών ή εμπορικών) και άλλων ιδρυμάτων, τυγχάνει, ως εμπόρευμα, αγοραπωλησίας 32. Η τιμή του συναλλαγματική ισοτιμία είναι η ποσότητα του νομίσματος μίας χώρας Χ που αντιστοιχεί σε μία μονάδα νομίσματος χώρας Ψ 33. 32 Με την πρακτική του arbitrage (πώληση επί διαρκούς βάσεως νομίσματος στην ακριβή αγορά και αγορά του στην φθηνότερη), όπως και άλλων τεχνικών, επιτυγχάνεται εξισορρόπηση της τιμής του συναλλάγματος σε όλες τις αγορές κύρια χρηματαγορές της υφηλίου. Τα κερδοσκοπικά κεφάλαια κερδίζουν από τη σταυροειδή ισοτιμία (cross rate), δηλαδή από την ισοτιμία δύο νομισμάτων μέσω της αξίας ενός τρίτου (π.χ: Δολάριο προς γιεν, γιεν προς ευρώ, άρα δολάριο προς ευρώ). 33 Αυτό σημαίνει ότι η συναλλαγματική ισοτιμία ενός νομίσματος, π.χ του Ευρώ, είναι διαφορετική έναντι του αμερικανικού, του ελβετικού, του κινέζικου κλπ., σε κάθε αγορά. Οι ισοτιμίες αυτές

Εάν δεν υπάρχει παρέμβαση η τιμή του συναλλάγματος διαμορφώνεται ελεύθερα στις παγκόσμιες αγορές. Γενικά η συναλλαγματική ισοτιμία αντανακλά την οικονομική δυναμική της χώρας. Συνεπώς, οι συναλλαγματικές ισοτιμίες συσχετίζουν τα επίπεδα των τιμών των προϊόντων και υπηρεσιών μεταξύ των διαφόρων χωρών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τιμή του συναλλάγματος αποτελεί τον μέσο όρο μεταξύ τιμής πώλησης (από τις τράπεζες λόγου χάριν), που είναι υψηλότερη και της τιμής αγοράς, που είναι η χαμηλότερη. Η διαφορά μεταξύ των δύο τιμών καλείται περιθώριο (spread). Το περιθώριο, όπως είναι σχετικά αναμενόμενο, είναι μεγαλύτερο για τα νομίσματα που δεν συναλλάσσονται σε μεγάλες ποσότητες επίσης διευρύνεται όταν ο κίνδυνος για την αξία ενός νομίσματος αξιολογείται ως σημαντικός λόγω οικονομικού προβλήματος της χώρας, πολιτικής αστάθειας κλπ). Εκτός όμως από την τρέχουσα τιμή συναλλάγματος ή ισοτιμία όψεως (spot market) 34 υπάρχουν: Η προθεσμιακή τιμή (forward rate) η οποία αναφέρεται σε αγορά ή πώληση συναλλάγματος σε εκτιμώμενη μελλοντική τιμή (π.χ αγοράζουμε συνάλλαγμα σήμερα, το οποίο όμως θα μας δοθεί μετά από συγκεκριμένο χρόνο (π.χ. δύο μήνες) 35 Τα συμβόλαια μελλοντικής πραγματοποίησης (future) αφορούν σε αγοραπωλησία νομισμάτων στο μέλλον. Πρόκειται για αγορά τυποποιημένων συμβολαίων, συγκεκριμένων νομισμάτων, που εκδίδονται από συγκεκριμένους φορείς 36. Τα δικαιώματα προαίρεσης για πώληση (put options) ή αγορά (call options) συναλλάγματος αποτελούν συμβόλαια, τα οποία δίνουν το δικαίωμα πώλησης ή αγοράς ενός συγκεκριμένου όγκου συναλλάγματος σε καθορισμένη ισοτιμία κατά την ημερομηνία που λήγουν. Η τιμή στην οποία πραγματοποιείται η συναλλαγή καλείται τιμή άσκησης (exercise price) Οι ανταλλαγές νομισμάτων (swaps), δηλαδή συμφωνία ανταλλαγής νομισμάτων σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και αντιστροφή της συναλλαγής σε μελλοντική περίοδο. Επειδή η συναλλαγή αυτή ενέχει κίνδυνο 37 αναπτύχθηκαν τεχνικές (προϊόντα) αντιστάθμισης κινδύνων 11.2 Προσδιορισμός τιμής συναλλάγματος στην αγορά Στο Διάγραμμα 2 εμφανίζεται η διαμόρφωση της τιμής του συναλλάγματος, όταν δεν υπάρχει παρέμβαση από την Κεντρική Τράπεζα ή άλλους φορείς. Η καμπύλη ζήτησης προσδιορίζεται κατά βάση από τις εισαγωγές εμπορευμάτων όπως και από την εκροή του κεφαλαίου (είτε για αποκλίνουν στις διάφορες χρηματαγορές εξ ου και η καθημερινή αγοραπωλησία των μέσω χρηματιστηρίων ή άλλων τρόπων 34 Η τρέχουσα αγορά (spot market) συναλλάγματος αφορά την αγοραπωλησία που ολοκληρώνεται εντός δύο ημερών 35 Είναι προφανές ότι εισέρχεται η έννοια της κερδοσκοπίας. Προπληρώνουμε σήμερα ποσότητα π.χ. ιαπωνικού νομίσματος σε πιθανή μελλοντική τιμή (forward exchange) δύο μηνών. Αν η τιμή μετά από δύο μήνες αποδειχθεί χαμηλότερη από εκείνη που το αγοράσαμε υπάρχει ζημιά, ενώ το αντίθετο κέρδος. Εφ όσον η προθεσμιακή (μελλοντική τιμή) είναι υψηλότερη της τρέχουσας (spot rate), τότε αναφερόμαστε σε forward premium (προθεσμιακό πριμ), ενώ όταν είναι χαμηλότερη σε προθεσμιακή προεξόφληση (forward discount). Αν δεν υπάρχει διαφορά δηλαδή η τιμή η μελλοντική παραμένει ίδια με τη σημερινή τότε το νόμισμα είναι flat 36 Συνήθως η αγοραπωλησία αφορά δολάρια, γιεν, στερλίνες, ευρώ, φράγκο Ελβετίας. 37 Γενικότερα σε όλες τις μελλοντικές συναλλαγές επειδή ελλοχεύει εξ ορισμού ο κίνδυνος υπάρχουν τα προϊόντα αντιστάθμισης (hedging) κινδύνου. Έτσι στα ομόλογα υπάρχουν τα CDS (credit default swap) δηλαδή τα ασφάλιστρα κινδύνου 19

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ στις ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ καταναλωτικούς σκοπούς, είτε για επενδυτικούς, είτε ως κέρδη θυγατρικής εταιρείας πολυεθνικής που εδρεύει στην αλλοδαπή). Η προσφορά σχετίζεται με τις εξαγωγές εμπορευμάτων, κλπ. P Διάγραμμα 2 Τιμή συναλλάγματος στην αγορά D D S P 1 Λ K P 0 O Q 0 Q 1 Q 2 Q Εφ όσον η ζήτηση αυξηθεί (μετατόπιση στη θέση D ) τότε το νέο σημείο ισορροπίας μετατοπίζεται από το σημείο Κ στο Λ και η τιμή συναλλάγματος στο επίπεδο P 1 από P 0, πρόκειται δηλαδή περί ανατιμήσεως. Στην περίπτωση που υποτιμάται η αξία του νομίσματος μίας χώρας σε σχέση με τις αξίες των νομισμάτων των συναλλασσομένων χωρών, τότε υπό ορισμένες προϋποθέσεις 38, οι εισαγωγές καθίστανται πλέον ακριβές, ενώ αντιθέτως καθίστανται φθηνότερες οι εξαγωγές. Το αντίθετο συμβαίνει με την ανατίμηση 39. 38 Σύμφωνα με τη συνθήκη Marshall-Lerner η υποτίμηση βελτιώνει το εμπορικό ισοζύγιο και η αγορά συναλλάγματος παραμένει σταθερή, εάν η ελαστικότητα της ζήτησης των εισαγωγών συν την ελαστικότητα ζήτησης των εξαγωγών είναι μεγαλύτερο της μονάδος. Αντιθέτως, εάν το άθροισμα είναι μικρότερο της μονάδος,, τότε η υποτίμηση θα προκαλέσει χειροτέρευση του εμπορικού ισοζυγίου και διαταραχή στην ισοτιμία συναλλάγματος. Σε περίπτωση που το άθροισμα είναι ίσο με τη μονάδα, τότε το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει αμετάβλητο. 39 Στην Ελλάδα η πλέον αποδοτικότερη συναλλαγματική παρέμβαση στο διάστημα 1950-2014 ήταν αυτή της υποτίμησης του Απριλίου 1953. Ενώ ένα (1) δολάριο ($) αντιστοιχούσε σε 15 δραχμές και μία λίρα Αγγλίας σε 150, με την υποτίμηση το δολάριο αντιστοιχούσε σε 30 δραχμές και η λίρα στις 300. Αντίστροφη εξέλιξη πραγματοποιήθηκε με την ένταξη της Ελλάδος στο ευρώ. Ενώ αρχικώς η ισοτιμία Ευρώ - Δολαρίου ήταν 1:1 αργότερα έφθασε 1 ευρώ να αντιστοιχεί σε 1,4 δολάρια ή και πλέον (βλέπε στο επόμενο διάγραμμα). Αυτό σημαίνει ότι οι ελληνικές εξαγωγές έγιναν 40% ακριβότερες (αντιστοίχως η χώρα κατέστη ακριβότερη για τους τουρίστες τους προερχόμενους εκτός ΕΕ)