Απόφαση 3216/2003 Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας Υπόθεση άδειας μητρότητας σε δικαστικούς λειτουργούς

Σχετικά έγγραφα
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

3216/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Άρθρο 1. Μορφή του πολιτεύματος * Άρθρο 2. Πρωταρχικές υποχρεώσεις της Πολιτείας ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

-Να καταργεί διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα

ΠΡΟΣ. Την Εκτελεστική Επιτροπή της «Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών. Γιατρών Ελλάδας» (ΟΕΝΓΕ)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Νομολογία 527/2003 ΣτΕ

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Η κατοχύρωση της αρχής της ισότητας στην ελληνική έννομη τάξη. i) Το γενικό συνταγματικό πλαίσιο της αρχής της ισότητας

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΒΟΥΛΗΣ Αριθμ. Πρωτ.:. S L Q J... Ημερομ. \ z q a 5 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών Δημοσίου Δικαίου Μάθημα: Συνταγματικό Δίκαιο

Νομολογία 261/2003 Μονομελές Πρωτοδικείο

Σελίδα 1 από 5. Τ

Αθήνα, ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

Τα μέλη του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης στη Χώρα μας

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΘΕΜΑ: «Διευκρινήσεις σχετικά με το ωράριο των εκπαιδευτικών»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

"Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα στο Σύνταγμα του Μαυροβουνίου"

Συνεχίζεται στη Βουλή η συζήτηση για το άρθρο 3

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4520,

Αριθμός 73(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΕΝΩΣΗ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΕΣΔΔ & ΕΣΤΑ

ΣτΕ 1865/2002. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κ. Μπουρνόζο (Α.Μ. 151), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Άρθρο 6 Νόμος αντίθετος στο Σύνταγμα παραμένει ανίσχυρος. Υπεροχή του Συντάγματος.

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Προς: τις Ομοσπονδίες Μέλη της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3610, 7/6/2002

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Σχέδιο Νόµου. «Επιλογή δικαστικών λειτουργών στις κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης. και επαναφορά της αρχής του αυτοδιοίκητου των δικαστηρίων» Άρθρο 1

... ΕΝΣΤΑΣΗ ΚΑΤΑ *****

ΣτΕ 3427/2017. του..., κατοίκου Αραχώβης, ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Δέσποινα Μεταξά (Α.Μ.16728), που τη διόρισε στο ακροατήριο,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3807, 6/2/2004 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

γ Να συγκαλεί το Συμβούλιο πολιτικών Αρχηγών δ. Να προκηρύσσει δημοψήφισμα για. ε. Να απευθύνει διαγγέλματα

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΕΤΟΥΣ 1987)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

συνδυασμό των συνταγματικών αυτών διατάξεων συνάγεται, ότι σε περίπτωση παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, ο κοινός νομοθέτης δύναται να θεσπίσει

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 8 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΣτΕ 3323/2003. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Νικ. Αντωνιάδη (Α.Μ Δ.Σ. Θεσ/κης), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 10 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Προς τους κκ. στρατιωτικούς ε.α.,ενημέρωση επί θεμάτων της απασχόλησης των συνταξιούχων

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Πολιτική και Δίκαιο Γραπτή Δοκιμασία Α Τετραμήνου

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Αθήνα, 17 Ιουλίου 2006 Αρ. Πρωτ. 4409/ (σχετ. και υπ` αριθμ. πρωτ. 6343/2006 αναφορά) Πληροφορίες:

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

της επαγγελματικής ελευθερίας και της προστασίας του ανταγωνισμού. Διατάξεις πο υ

Συνταγματικό Δίκαιο Ασκήσεις

Ι. ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΚΛΑΔΩΝ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΤΑΚΕ - ΑΝΑΛΗΨΗ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ

Σ80/1/16692/2019 Συμπληρωματικές οδηγίες για. 4554/2018 σχετικά με την έναρξη και τη λήξη του δικαιώματος συνταξιοδότησης από τον ΕΦΚΑ

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5η : ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ- ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΜΕΛΙΩ ΟΥΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Α. Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ ΓΕΝΙΚΑ

<~ προηγούμενη σελίδα ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. ***Οι σωστές απαντήσεις είναι σημειωμένες με κόκκινο χρώμα. 1. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται :

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Αριθμός 3762/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ &ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΣτΕ 3353/2004. του..., κατοίκου..., οδός..., ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Δημ. Μητρόπουλο (Α.Μ ) που τον διόρισε με πληρεξούσιο

Αριθµός 111/2013 ΤΟ ΠΕΝΤΑΜΕΛΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

1. Αναθεώρηση του Συντάγματος

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΕ ΨΗΦΟΥΣ ΑΝΑ ΔΙΑΤΑΞΗ ΣΤΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ 14 Ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΔΙΑΤΑΞΗ ΝΑΙ ΟΧΙ ΠΑΡΩΝ ΣΥΝΟΛΟ. (κατάργηση παραγράφου)

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ υπ αριθμ. 253/2013 ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ Τμήματος ΣΤ Συνεδρίαση της 25 ης Ιουνίου 2013

«Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων

Άρθρο 1. Άρθρο 2. Άρθρο 3. Άρθρο 4. Επίσημα κείμενα και διδακτικό υλικό. Ορισμός του παιδιού. Παιδί θεωρείται ένα άτομο κάτω των 18 ετών.

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Transcript:

Απόφαση 3216/2003 Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας Υπόθεση άδειας μητρότητας σε δικαστικούς λειτουργούς Ιστορικό Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας συνεδρίασε για να δικάσει μετά από παραπομπή από το Γ Τμήμα λόγω μείζονος σπουδαιότητας την αίτηση ακύρωσης δικαστικής λειτουργού του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της σιωπηρής άρνησης του Υπουργού Δικαιοσύνης να της χορηγήσει 9μηνη άδεια με αποδοχές για την ανατροφή τέκνου, που παρέχεται στις μητέρες δημοσίους υπαλλήλους σύμφωνα με το άρθρο 53 2εδ.β του Υπαλληλικού Κώδικα. Νομικό ζήτημα Οι διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων παραπέμπουν στις διατάξεις περί αδειών μητρότητας του Υπαλληλικού Κώδικα συνολικώς ή μόνο στη συγκεκριμένη άδεια μητρότητας δύο μήνες πριν και τρεις μήνες μετά τον τοκετό; Γενικό μέρος Το άρθρο 44 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών ορίζει ότι «η δικαστική λειτουργός που κυοφορεί έχει δικαίωμα άδειας πριν και μετά τον τοκετό, κατά τις διατάξεις που ισχύουν για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους του κράτους». Στον Υπαλληλικό Κώδικα και στο άρθρο 52 1 προβλέπεται η χορήγηση άδειας μητρότητας με πλήρεις αποδοχές δύο μήνες πριν και τρεις μετά τον τοκετό. Στο άρθρο 53 2 ορίζεται ότι «στις μητέρες υπαλλήλους ο χρόνος εργασίας μειώνεται κατά δυο ώρες ημερησίως, εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας έως δύο ετών και κατά μία ώρα, εφόσον έχουν τέκνα ηλικίας από δύο έως τεσσάρων ετών. Η μητέρα υπάλληλος δικαιούται εννέα μήνες άδεια με αποδοχές για ανατροφή παιδιού εφόσον δεν κάνει χρήση του κατά το προηγούμενο εδάφιο μειωμένου ωραρίου». Στο άρθρο 21 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι «η οικογένεια ως θεμέλιο συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους» και στην 5 ορίζεται ότι «ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους.

Ειδικό μέρος Η διάταξη του άρθρου 44 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων ερμηνευμένη με βάση το άρθρο 21 του Συντάγματος έχει την έννοια ότι παραπέμπει σε όλες τις διατάξεις περί αδειών του Υπαλληλικού Κώδικα που αποβλέπουν στην προστασία της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας. Η ερμηνεία αυτή επιβάλλεται και από το γεγονός ότι ο νομοθέτης δεν έχει θεσπίσει ειδικές διατάξεις για την ανατροφή των τέκνων δικαστικών λειτουργών. Εξάλλου και το κοινοτικό δίκαιο με την Οδηγία 97/75/ΕΚ προβλέπει τη χορήγηση γονικής άδειας σε όλους τους εργαζομένους εφαρμόζοντας την αρχή της συμφιλιώσεως της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής. Συνεπώς, και οι μητέρες δικαστικοί λειτουργοί έχουν δικαίωμα 9μηνης άδειας με αποδοχές για ανατροφή τέκνου. Μειοψηφία 1) Η παραπομπή που γίνεται από το άρθρο 44 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων αναφέρεται μόνο στην διάταξη του άρθρου 52 1 του Υπαλληλικού Κώδικα, που προβλέπει τη χορήγηση άδειας μητρότητας δύο μήνες πριν και τρεις μήνες μετά τον τοκετό και δεν καταλαμβάνει την 2 του άρθρου 53, που αφορά τη χορήγηση ειδικής 9μηνης άδειας ανατροφής του τέκνου, διότι αυτή απαιτεί την ύπαρξη θεσμοθετημένου ωραρίου εργασίας, το οποίο δεν είναι υποχρεωμένοι να τηρούν οι δικαστές. 2) Η παράλειψη του νομοθέτη να θεσπίσει άδειες μητρότητας για τις δικαστικού λειτουργούς, τη στιγμή που έχει ρυθμίσει το θέμα για το σύνολο των εργαζόμενων μητέρων του δημοσίου τομέα, συνιστά παραβίαση του άρθρου 4 του Συντάγματος. Από την άλλη πλευρά η ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικα στις δικαστικούς λειτουργούς δεν είναι δυνατή, διότι δεν υπάρχει αναλογία συνθηκών εργασίας και ωραρίου. Σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 21 του Συντάγματος είναι υποχρεωτική η χορήγηση άδειας ανατροφής τέκνου στις μητέρες δικαστικές λειτουργούς για εύλογο χρόνο ανάλογα με τις συνθήκες εργασίας τους και τα καθήκοντά τους.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας προέβη σε διασταλτική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 44 20 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων κρίνοντας ότι παραπέμπει και στις διατάξεις εκείνες του Υπαλληλικού Κώδικα που αφορούν τη χορήγηση ειδικής άδειας ανατροφής. Πρόκειται για σύμφωνη με τα κοινωνικά δικαιώματα ερμηνεία της νομοθεσίας. Εν προκειμένου όμως φαίνεται ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κενό του νόμου που μόνο ο νομοθέτης μπορεί να καλύψει με τη θέσπιση ειδικής ρύθμισης και όχι το Δικαστήριο με σύμφωνη προς το Σύνταγμα ερμηνεία. Απόφαση 3767/2002 Συμβουλίου της Επικρατείας, Τμήμα Γ Υπόθεση εκλογής Αρχιεπισκόπου Ιστορικό Το Τμήμα Γ συνεδρίασε για να δικάσει αίτηση ακύρωσης κατά της απόφασης της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, με την οποία εξελέγη Αρχιεπίσκοπος ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Χριστόδουλος και κατά του Π. Δ. 99/98, με το οποίο αναγνωρίστηκε η κατάσταση αυτού ως Αρχιεπισκόπου. Ως λόγος ακύρωσης προβάλλεται ότι στην ψηφοφορία μετείχαν Επίσκοποι αμφιβόλου ηθικής και αυτοί δεν θα έπρεπε να έχουν δικαίωμα ψήφου. Νομικό ζήτημα Η προσαγόρευση του Μητροπολίτη Αθηνών ως «Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος», όπως ορίζει ο ν. 590/77, αντίκειται στο άρθρο 3 του Συντάγματος και στον Πατριαρχικό Τόμο του 1850; Γενικό μέρος Στο άρθρο 3 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι «Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού.. Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της κθ Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4 ης Σεπτεμβρίου 1928».

Στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι στις άλλες περιοχές του Κράτους εξακολουθεί να ισχύει το υφιστάμενο διαφορετικό εκκλησιαστικό καθεστώς Ειδικό μέρος Με την διάταξη αυτή του Συντάγματος (3 1)κατοχυρώνονται όχι όλες οι διατάξεις του Πατριαρχικού Τόμου και της Συνοδικής Πράξης αλλά μόνο οι διατάξεις εκείνες, που αναφέρονται στον τρόπο συγκροτήσεως της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Συνεπώς, δεν κατοχυρώνεται συνταγματικώς η προσαγόρευση του Προέδρου της Ιεράς Συνόδου ως «Μητροπολίτη Αθηνών» και κατ ακολουθίαν ο νόμος 590/77 «περί καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος», που προσαγορεύει τον Μητροπολίτη Αθηνών «Αρχιεπίσκοπο» δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα. Η εδαφική περιφέρεια της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι αυτή που ορίζει το Σύνταγμα στις παραγράφους 1 και 2. Το γεγονός ότι ο νόμος 590/77 προσαγορεύει τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών ως «και πάσης Ελλάδος» δε σημαίνει ότι απονέμει σ αυτόν αρμοδιότητες που εκτείνονται σε άλλες Μητροπόλεις πέραν της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Η προσαγόρευση αυτή είναι τιμητική και αφορά την προεδρία του Αρχιεπισκόπου στα συλλογικά όργανα της Εκκλησίας, όπως στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο, στην Ιερά Σύνοδο, στην Συνοδική Επιτροπή επί των οικονομικών κτλ. Η προσαγόρευση αυτή από μακρού χρόνου αποδίδεται στον Αρχιεπίσκοπο και δεν αντίκειται στο άρθρο 3 του Συντάγματος. Εξάλλου, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, το Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει την προσαγόρευση, που περιλαμβάνεται στον Πατριαρχικό Τόμο, άρα ο νομοθέτης έχει την δυνατότητα να τη μεταβάλλει. Συνεπώς οι διατάξεις του ν. 590/77 δεν αντίκεινται στον Πατριαρχικό Τόμο του 1850 ούτε στο Σύνταγμα. Απόφαση 23/2001 Α. Ε. Δ. Υπόθεση σχετική με την υποβολή δήλωσης επιλογής του βουλευτικού αξιώματος Ιστορικό Ο αιτών άσκησε ένσταση ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου για να προσβάλει την εκλογή του καθού ως βουλευτού Γρεβενών. Ο καθού ορκίστηκε βουλευτής στις 20-4-2000 και την επομένη 21-4-2000 με γραπτή δήλωσή του στον

Πρόεδρο της Βουλής επέλεξε το βουλευτικό αξίωμα και δεν διατήρησε τη θέση του Διευθυντή στην εταιρεία «Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε.», δημόσια επιχείρηση που απολαμβάνει ειδικά προνόμια και επιχορηγείται τακτικά από το Κράτος. Επίσης κατά της εκλογής του είχε ασκηθεί ένσταση, που απορρίφθηκε με την από 25-10-2000 υπ αριθμόν 41/2000 απόφαση του ΑΕΔ. Νομικό ζήτημα Σε περίπτωση που υποβληθεί δήλωση επιλογής του βουλευτικού αξιώματος, πριν οριστικοποιηθεί η εκλογή, αυτή είναι παραδεκτή και νόμιμη ή απαιτείται και νέα δήλωση εντός 8 ημερών από την οριστικοποίηση; Γενικό μέρος Σύμφωνα με το άρθρο 100 1γ του Συντάγματος το Α.Ε.Δ. αποφαίνεται για τα ασυμβίβαστα ή την έκπτωση βουλευτή κατά τα άρθρα 55 2 και 57 του Συντάγματος. Για να επέλθει συνεπώς έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα απαιτείται απόφαση του ΑΕΔ. Η έκπτωση επέρχεται υποχρεωτικά και αναδρομικά από το χρόνο, κατά τον οποίο συνέτρεξε ο λόγος της έκπτωσης. Σύμφωνα με το άρθρο 57 2 του Συντάγματος ο βουλευτής, που δεν υποβάλλει σε 8ημερη προθεσμία από την οριστικοποίηση της εκλογής του δήλωση επιλογής του βουλευτικού αξιώματος, εκπίπτει αυτοδικαίως από αυτό. Το άρθρο 25 1 α του Ν. 345/76 προβλέπει την άσκηση ένστασης κατά της εκλογής βουλευτή μέσα σε 15 μέρες από την απόφαση για την ανακήρυξη του βουλευτή. Η εκλογή γίνεται οριστική εφόσον απορριφθεί εμπρόθεσμη ένσταση ή εφόσον δεν υποβληθεί καθόλου ένσταση μέσα σε 15 μέρες. Τη βουλευτική έδρα αυτού που τυχόν εκπέσει, αναλαμβάνει ο πρώτος αναπληρωματικός του ιδίου κόμματος στην ίδια εκλογική περιφέρεια. Η ύπαρξη λόγων έκπτωση κρίνεται από την ημέρα δόσης του βουλευτικού όρκου και εφεξής. Ωστόσο ο βουλευτής δικαιούται να υποβάλλει την δήλωση επιλογής, πριν την οριστικοποίηση της εκλογής του. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται να επαναλάβει την δήλωση μετά την οριστικοποίηση της εκλογής του. Ειδικό μέρος Εν προκειμένω ο βουλευτής προέβη στη σχετική δήλωση την επομένη της δόσης του όρκου. Δε χρειαζόταν να επαναλάβει την δήλωση αυτή μετά την οριστικοποίηση της εκλογής του με την απόφαση 41/2000 ΑΕΔ, που απέρριψε

ένσταση εκλογέα. Από τη στιγμή που έκανε την δήλωση, επέλεξε το βουλευτικό αξίωμα και έπαψε να κατέχει τη θέση του Διευθυντή στην ανωτέρω εταιρεία. Η δήλωσή του ήταν νόμιμη και παραδεκτή και συνεπώς απορρίπτεται η ένταση. Απόφαση 3947/2002 Συμβουλίου της Επικρατείας, Τμήμα Δ (το πρώτο μέρος μόνο) Υπόθεση ίδρυσης φροντιστηρίων και διδασκαλία ξένων γλωσσών από κοινοτικούς αλλοδαπούς. Ιστορικό Το Δ Τμήμα συνεδρίασε για να δικάσει την αίτηση ακύρωσης κατά των 1, 2 του Π. Δ 394/97, όσον αφορά την ίδρυση, διεύθυνση φροντιστηρίων ξένων γλωσσών και διδασκαλία ξένων γλωσσών από κοινοτικούς αλλοδαπούς. Με απόφαση του ΔΕΚ C 147/86 κρίθηκε ότι η Ελλάδα, απαγορεύοντας την ίδρυση και λειτουργία φροντιστηρίων ή την παράδοση κατ οίκον μαθημάτων από κοινοτικούς αλλοδαπούς, παραβίαζε τα άρθρα 48, 52, 59 της Συνθήκης. Στην συνέχεια με άλλη απόφαση του ΔΕΚ C- 328/90 καταδικάσθηκε η Ελλάδα, διότι δεν συμμορφώθηκε με την προηγούμενη απόφαση. Εκδόθηκε το Π. Δ 211/94, που όριζε ότι κοινοτικοί αλλοδαποί μπορούν να ιδρύουν φροντιστήρια και ξένων γλωσσών- ή να εργάζονται σε φροντιστήρια ή να παραδίδουν κατ οίκον μαθήματα, εφόσον διέθεταν βεβαίωση πλήρους γνώσεως της ελληνικής γλώσσας και ελληνικής ιστορίας, κατόπιν εξετάσεων. Η Επιτροπή με αιτιολογημένη γνώμη της επισήμανε ότι οι ανωτέρω διατάξεις συνιστούν έμμεση διακριτική μεταχείριση των κοινοτικών αλλοδαπών. Στη συνέχεια εκδόθηκε το προσβαλλόμενο Π.Δ. 394/97, που ορίζει ότι απαιτείται βεβαίωση απλής γνώσης (και όχι πλήρους) της ελληνικής γλώσσας (και όχι πλέον της ελληνικής ιστορίας) και μόνο για όσους διδάσκουν σε φροντιστήρια και όχι για όσους παραδίδουν κατ οίκον μαθήματα ή ιδρύουν φροντιστήριο ξένων γλωσσών. Νομικό ζήτημα Οι διατάξεις του Π.Δ.394/97, που αίρουν την προϋπόθεση πλήρους γνώσης της ελληνικής γλώσσας και ιστορίας για την ίδρυση φροντιστηρίων και την διδασκαλία ξένων γλωσσών αντίκεινται στο άρθρο 16 2 του Συντάγματος; Γενικό μέρος

Το άρθρο 16 2 του Συντάγματος ορίζει ότι «η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.» Ειδικό μέρος Η διδασκαλία ξένων γλωσσών σε φροντιστήρια ή κατ οίκον δεν εμπίπτει στην αποστολή του Κράτους σύμφωνα με το άρθρο 16 2 του Συντάγματος. Η εκμάθηση ξένης γλώσσας είναι άσχετη με την εθνική εκπαιδευτική πολιτική και την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης, που αποτελούν σκοπό της παιδείας κατά το Σύνταγμα. Συνεπώς οι προσβαλλόμενες ρυθμίσεις δεν καθιστούν αδύνατη την επίτευξη του σκοπού της παιδείας ούτε αλλοιώνουν την εκπαιδευτική δραστηριότητα με την άρση των προϋποθέσεων για πλήρη γνώση της ελληνικής γλώσσας και ιστορίας εκ μέρους των κοινοτικών αλλοδαπών. Εξάλλου στο άρθρο 5 1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται η επαγγελματική ελευθερία. Επίσης, στο άρθρο 39 της Συνθήκης Ε.Κ. κατοχυρώνεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εντός της Κοινότητας, που συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διάκρισης λόγω ιθαγένειας όσον αφορά την απασχόληση και στο άρθρο 43 η ελευθερία εγκαταστάσεως. Το Δικαστήριο εν προκειμένω εφήρμοσε τη μέθοδο της θεσμικής προσαρμογής για να κρίνει αν οι ανωτέρω διατάξεις προσβάλλουν το θεσμό της παιδείας. Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή διαπιστώθηκε ότι δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στο δικαίωμα της επαγγελματικής ελευθερίας, όπως εξειδικεύεται με την ίδρυση φροντιστηρίων και την διδασκαλία ξένων γλωσσών, (όπως το καθορίζει το Π.Δ. 394/97 και το κοινοτικό δίκαιο) και το θεσμό της παιδείας,( όπως τον κατοχυρώνει το Σύνταγμα στο άρθρο 16 2). Συνεπώς το ισχύον νομοθετικό καθεστώς του Π.Δ.394/97 είναι πλήρως σύμφωνο με το Σύνταγμα και κάθε περιορισμός θα ήταν αθέμιτος. Απόφαση 2857/2003 Ολομέλεια Σ.τ.Ε Υπόθεση μισθολογικής κατάστασης στρατιωτικών δικαστών

Ιστορικό H Oλομέλεια του Σ.τ.Ε συνεδρίασε, προκειμένου να δικάσει την αναίρεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου, που απέρριψε την έφεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά της πρωτόδικης απόφασης του Διοικ. Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση έγινε δεκτή η αγωγή δικαστικού λειτουργού των ενόπλων δυνάμεων, με την οποία ζητούσε να του καταβληθεί από το Δημόσιο χρηματικό ποσό, ώστε ο μισθός του να καταστεί ανάλογος με αυτόν του Αεροπαγίτη, (σύμφωνα με το Ν. 2521/97) λόγω του ότι κατείχε τον βαθμό του Αναθεωρητή Β, που εξομοιούται με τον βαθμό του Αεροπαγίτη. Η αιτιολογία της πρωτόδικης απόφασης συνίστατο στο ότι η εξαίρεση των δικαστικών λειτουργών από το ειδικό μισθολόγιο του Ν 2521/97 συνιστά αδικαιολόγητη δυσμενή μεταχείρισή τους και προσβάλλει την αρχή της ισότητας. Η έφεση αντιστοίχως του Ελληνικού Δημοσίου απερρίφθη με την αιτιολογία ότι η ως άνω εξαίρεση συνιστά παραβίαση των άρθρων Σ 1, Σ26 3, Σ 87 1 και 88 2. Νομικό ερώτημα Οι δικαστικοί λειτουργοί των ενόπλων δυνάμεων εντάσσονται στο μισθολογικό καθεστώς του Ν. 2521/97 περί ειδικού μισθολογίου δικαστικών λειτουργών; Γενικό μέρος Σύμφωνα με τα άρθρα 26 3, 87 1, 88 2, 93 1, 96 4,5 τα στρατοδικεία, ναυτοδικεία και αεροδικεία αποτελούν ειδικά ποινικά δικαστήρια συγκροτούμενα κατά πλειοψηφία από δικαστικούς λειτουργούς, που απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Ειδικό μέρος Ωστόσο οι δικαστικοί λειτουργοί των ειδικών αυτών ποινικών δικαστηρίων έχουν διττή ιδιότητα: είναι δικαστικοί λειτουργοί και συγχρόνως αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων. Σύμφωνα με το άρθρο 96 5 του Συντάγματος ο εκτελεστικός νόμος θα ρυθμίσει τα σχετικά με την υπηρεσιακή κατάσταση των στρατιωτικών λειτουργών, αφού συνεκτιμήσει και τις δυο ιδιότητές τους χωρίς όμως να θίγεται η

προσωπική και λειτουργική τους ανεξαρτησία. Ειδικότερα, όσον αφορά το μισθολογικό τους καθεστώς, αυτό θα καθορισθεί είτε με εξομοίωση προς τους τακτικούς ποινικούς δικαστές είτε με αντιστοιχία προς τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων. Ο νομοθέτης έχει δηλαδή ευχέρεια να καθορίσει την μισθολογική κατάσταση των εν λόγω λειτουργών, ενώ δεν συντρέχει περίπτωση ευθείας εφαρμογής του ειδικού μισθολογικού καθεστώτος των δικαστικών λειτουργών, καθώς το άρθρο 96 5 δεν παραπέμπει στο 88 2 αλλά στο 87 1 του Συντάγματος. Συνεπώς η απόφαση του Εφετείου θα πρέπει να αναιρεθεί, διότι δεν είναι σωστή η κρίση της, καθόσον η εξαίρεση των στρατιωτικών δικαστικών λειτουργών από το καθεστώς του Ν. 2521/97 περί ειδικού μισθολογίου των δικαστικών λειτουργών δεν προσκρούει στην αρχή της ισότητας ούτε αντίκειται στα άρθρα 26 3, 87 1, 88 2 του Συντάγματος. Μειοψηφία Σύμφωνα με την αρχή του κράτους δικαίου, που διέπει όλη την έννομη τάξη, οι δικαστικοί λειτουργοί θα πρέπει να περιβάλλονται από πλήρεις εγγυήσεις ανεξαρτησίας. Δε νοείται ο πολίτης να αναμένει την δικαστική προστασία του από δικαστήριο συγκροτούμενο από δικαστές με μειωμένη προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία. Η παραπομπή στο άρθρο 87 1 αρκεί για να διασφαλίσει την ανεξαρτησία των δικαστών και δεν απαιτείται ρητή παραπομπή στα επόμενα άρθρα (88επ.), που εξειδικεύουν τη γενική ρήτρα του 87 1. Εν συνεχεία, η μισθολογική κατάσταση των δικαστικών λειτουργών ως συμπλήρωμα και αυτονόητη προϋπόθεση της προσωπικής και λειτουργικής τους ανεξαρτησίας, αφορά όλους όσους έχουν την ιδιότητα του τακτικού δικαστή. Οι στρατιωτικοί δικαστικοί λειτουργοί είναι τακτικοί δικαστές σύμφωνα με το 96 5 και 87 1 του Συντάγματος και υπάγονται και αυτοί στο πεδίο εφαρμογής του Ν.2521/97. Το Συμβούλιο της Επικρατείας εμμένει σε στενή γραμματολογική ερμηνεία, αφού επιμένει στην εξαίρεση των στρατιωτικών δικαστικών λειτουργών από το ειδικό μισθολογικό καθεστώς των δικαστών λόγω του ότι η παράγραφος 5 του άρθρου 96 παραπέμπει μόνο στο 87 1 και όχι στο 88 2. Ωστόσο, όπως υποστηρίζει και η μειοψηφία στην ανωτέρω απόφαση, θα έπρεπε να αντιμετωπισθεί το ζήτημα μέσω της συστηματικής ερμηνείας, καθώς είναι προφανές από τις σχετικές συνταγματικές διατάξεις ότι οι δικαστές των ενόπλων δυνάμεων αποτελούν όργανα

της δικαστικής λειτουργίας, απονέμουν δικαιοσύνη στο όνομα του Ελληνικού Λαού και απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Άλλωστε, όταν υπάρχει η δυνατότητα επιλογής μεταξύ περισσοτέρων ερμηνειών, θα πρέπει να προτιμάται αυτή που προστατεύει περισσότερο την ανθρώπινη αξία και εν προκειμένω, οι στρατιωτικοί δικαστές, όσον αφορά στο θέμα της μισθολογικής τους κατάστασης, θα πρέπει να εξομοιούνται με τους λοιπούς τακτικούς δικαστές, ώστε να εξασφαλίζεται για τους πολίτες ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο. Απόφαση 527/2003 Ολομελείας Συμβουλίου της Επικρατείας Υπόθεση ορίου ηλικίας και απαγόρευσης μετάθεσης δικηγόρων Ιστορικό H Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας συνεδρίασε μετά από παραπομπή από το Γ Τμήμα, προκειμένου να κριθεί η συνταγματικότητα ή όχι συγκεκριμένης διάταξης, ήτοι του άρθρου 24 5 του Ν.1868/89. Ο αιτών, δικηγόρος διορισμένος στο Πρωτοδικείο Χίου, ζητεί την ακύρωση της άρνησης του Υπουργού Δικαιοσύνης να τον μεταθέσει στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών επικαλούμενος την διάταξη του άρθρου 24 5 του Ν. 1868/89, που απαγορεύει τη μετάθεση. Το άρθρο 3 3 του Κώδικα Δικηγόρων έθετε ως όριο ηλικίας για την είσοδο στο επάγγελμα του δικηγόρου το 35 ο έτος. Εν συνεχεία ο Ν.1868/89 με το άρθρο 24 5 όρισε κατ εξαίρεση τον διορισμό δικηγόρων άνω του 35 ου έτους ηλικίας, που είχαν αποκτήσει πτυχίο μέχρι τις 30-6-1989,σε δικηγορικούς συλλόγους του ανατολικού Αιγαίου και προέβλεπε την δυνατότητα μετάθεσής τους μετά από 2 έτη. Ωστόσο για τους δικηγορικούς συλλόγους Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης απαγόρευε οποιαδήποτε μετάθεση (κατ εξαίρεση των διατάξεων των άρθρων 21 1 και 23 του Κώδικα Δικηγόρων που παρέχει το δικαίωμα στους δικηγόρους να μεταθέτονται σε οποιοδήποτε Δικηγορικό Σύλλογο). Ο αιτών διορίσθηκε στον Δικηγορικό Σύλλογο Χίου το 1993 και σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων ζήτησε τη μετάθεσή του στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών το 2000. Η αίτησή του απορρίφθηκε από τον Υπουργό Δικαιοσύνης.

Αρχικώς η διάταξη αυτή του Κώδικα Δικηγόρων, που επέβαλε όριο ηλικίας εισόδου στο επάγγελμα κρίθηκε συνταγματική με την απόφαση 727/85 της Ολομελείας του ΣτΕ. Έτσι, το άρθρο 24 5 του Ν. 1868/89 θεωρήθηκε ευεργετική διάταξη, προς ενίσχυση μάλιστα της ανάπτυξης των παραμεθόριων περιοχών Σ106 1, η οποία δεν προσβάλλει την επαγγελματική ελευθερία ούτε την ανθρώπινη αξία. Νομικό ερώτημα Οι ανωτέρω διατάξεις προσβάλουν την αρχή της ισότητας και το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της επαγγελματικής ανάπτυξης; Γενικό μέρος Το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής και άσκησης του επαγγέλματος μπορεί να περιορίζεται, εφόσον οι περιορισμοί αυτοί θεσπίζονται ρητώς, είναι σχετικοί με το συγκεκριμένο επάγγελμα επιβάλλονται για λόγους δημοσίου συμφέροντος ή προστασίας ενός άλλου εννόμου αγαθού. Όσον αφορά τους περιορισμούς στην αρχή της ισότητας, επίσης επιτρέπονται, εφόσον αυτοί βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια και όχι τυχαία, σε κριτήρια που είναι σχετικά με την έννομη σχέση και όχι άσχετα, και τέλος που σκοπό έχουν την προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Ειδικό μέρος Εν προκειμένω, το όριο ηλικίας, που είχε τεθεί, είναι αντισυνταγματικό και έτσι κρίθηκε με την υπ αριθμόν 413/1993 απόφαση Ολομελείας ΣτΕ, διότι το όριο αυτό δεν θεσπίστηκε με κριτήρια που ανάγονται στις επιστημονικές και διανοητικές ικανότητες του ενδιαφερομένου. Η άσκηση ενός ελεύθερου επαγγέλματος, όπως του δικηγόρου, δε μπορεί να περιορισθεί με τη θέσπιση ορίου ηλικίας, τη στιγμή που ο ενδιαφερόμενος έχει τα απαιτούμενα από το νόμο προσόντα, πτυχίο ΑΕΙ και πρακτική άσκηση. Μια τέτοια ρύθμιση προσβάλλει την ελευθερία άσκησης του επαγγέλματος, Σ5 1. Όσον αφορά την απαγόρευση μετάθεσης που ορίζει το άρθρο 24 5 του Ν.1868/89 αυτή πλέον, μετά την κρίση περί αντισυνταγματικότητας του ορίου ηλικίας, δε μπορεί να θεωρείται ευεργετική, δεδομένου ότι το όριο ηλικίας δεν εμποδίζει την ελεύθερη είσοδο στο επάγγελμα. Αντιθέτως η διάταξη αυτή προσβάλλει την αρχή της ισότητας Σ4 1, διότι συνιστά αδικαιολόγητη διάκριση, που

δε βασίζεται σε αντικειμενικά ή σχετικά με την έννομη σχέση κριτήρια ούτε αποσκοπεί στην προστασία δημοσίου συμφέροντος. Απόφαση 2523/2004, Δ Τμήμα Συμβουλίου της Επικρατείας Υπόθεση παροχής εκπαίδευσης σε άτομα με ειδικές ανάγκες από ιδιωτικούς φορείς Νομικό ερώτημα Η παροχή ειδικής εκπαίδευσης από ιδιωτικούς φορείς και όχι από το Κράτος συνάδει προς το Σύνταγμα; Γενικό μέρος Σύμφωνα με το άρθρο 16 7 «η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Κράτος..». Σύμφωνα με την 8 του ιδίου άρθρου οι προϋποθέσεις και όροι ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων καθορίζονται με νόμο. Στο άρθρο 21 2 ορίζεται ότι «.. καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος» και στην 3 ορίζεται ότι «το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων». Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι το Κράτος υποχρεούται να διασφαλίζει την παροχή επαρκούς και υψηλής ποιότητας ειδικής εκπαιδεύσεως στα άτομα με ειδικές ανάγκες. Ειδικό μέρος Ο νόμος 1566/1985 δεν προβλέπει ρητώς την παροχή ειδικής αγωγής και ειδικής επαγγελματικής εκπαίδευσης από ιδιωτικούς φορείς. Οι διατάξεις του αφορούν τη λειτουργία των ήδη υφισταμένων ιδιωτικών σχολείων και προβλέπουν τη λήψη άδειας λειτουργίας και την προσαρμογή τους στα προγράμματα διδασκαλίας και προσόντων προσωπικού. Επίσης προβλέπει την δυνατότητα μετατροπής των ιδιωτικών αυτών φορέων σε δημόσια πρόσωπα με εξαγορά ή με απαλλοτρίωση. Δεν προκύπτει από τις σχετικές διατάξεις ότι απαγορεύει την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικού σχολείου το πρώτον μετά την ισχύ του. Εφόσον το Κράτος δεν παρέχει την υψηλής και επαρκούς ποιότητας ειδική εκπαίδευση σε δημόσιες σχολικές μονάδες,

τότε είναι δυνατή η παροχή ειδικής εκπαίδευσης από ιδιωτικούς φορείς, την οποία άλλωστε δεν απαγορεύει ρητώς ο ν. 1566/85. Μειοψηφία Σκοπός του ν.1566/85 είναι να διασφαλίσει την παροχή ειδικής εκπαίδευσης από δημόσιους φορείς. Ανέχεται την διατήρηση ιδιωτικών φορέων που ήδη είχαν λάβει άδεια λειτουργίας πριν την ισχύ του. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι επιτρέπει την παροχή της ειδικής εκπαίδευσης από ιδιωτικούς φορείς. Οι διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου αφορούν μόνο δημόσια εκπαιδευτήρια και όχι ιδιωτικά, συνεπώς δεν τίθεται θέμα συμφώνου ερμηνείας προς το Σύνταγμα των εν λόγω διατάξεων. Ο νόμος αυτός προβλέπει την παροχή ειδικής αγωγής σε άτομα με ειδικές ανάγκες από δημόσιους φορείς και οι σχετικές με τους ιδιωτικούς φορείς διατάξεις αφορούν τους ήδη υπάρχοντες ιδιωτικούς φορείς. Η επιβαλλόμενη με το νόμο αυτό απαγόρευση ιδρύσεως και λειτουργίας ιδιωτικών ειδικών εκπαιδευτηρίων είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, καθώς το άρθρο 16 8 δεν κατοχυρώνει ατομικό δικαίωμα. Το Συμβούλιο της Επικρατείας προέβη σε σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία του ανωτέρω νόμου και έκρινε ότι η απαγόρευση χορήγησης άδειας σε ιδιωτικούς φορείς θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή μόνο στην περίπτωση που το κράτος εξασφάλιζε πασιφανώς την παροχή επαρκούς και υψηλής ποιότητας εκπαίδευση σε δημόσιες σχολικές μονάδες. Το Δικαστήριο έκρινε a contrario ότι εφόσον το κράτος δεν εξασφαλίζει σήμερα τέτοιου είδους εκπαίδευση, δεν είναι δυνατή η απαγόρευση ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικών φορέων. Πρόκειται για σημαντική απόφαση που εφαρμόζει τα κοινωνικά δικαιώματα και την αρχή του κοινωνικού κράτους, τα οποία κατοχυρώνει το ίδιο το Σύνταγμα.