ΟΥΣΙΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΓΟΝΟ ΚΑΙ ΟΥΣΙΕΣ ΜΕ ΑΝΤΙΚΑΡΚΙΝΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΣΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ Ένα από τα περισσότερο αμφιλεγόμενα επιστημονικά θέματα αποτελεί η σχέση μεταξύ καρκίνου και διατροφής. Όταν αναφέρεται ότι κάποιο τρόφιμο μειώνει τον κίνδυνο για καρκίνο, δεν υπονοείται ότι αυτό προστατεύει και από τον καρκίνο. Συνεπώς είναι ορθότερο να αναφερόμαστε σε τρόφιμα που αυξάνουν ή μειώνουν τον κίνδυνο για καρκίνο. Τα συμπεράσματα αυτά εξάγονται συνήθως από στατιστικές παρατηρήσεις και επιδημιολογικές μελέτες πολλές από τις οποίες διεξάγονται σε πειραματόζωα.
Σήμερα θεωρείται ότι από τους παράγοντες στους οποίους αποδίδεται ο καρκίνος, η διατροφή αποτελεί το 35%, ενώ το κάπνισμα 30%, το οινόπνευμα 3% και τα πρόσθετα τροφίμων 0,5%. Δηλαδή, κατάλληλη τροποποίηση στις διατροφικές συνήθειες του ανθρώπου μπορούν να τον προστατεύσουν, ώστε να αποφευχθεί ένας μεγάλος αριθμός καρκίνων. Αν και είναι ακαθόριστη ακόμα η ακριβής αιτιολογία των καρκίνων, σήμερα είναι παραδεκτό ότι υπάρχουν τρεις κατηγορίες ογκογόνων παραγόντων. Οι χημικές ουσίες, η ακτινοβολία και οι ιοί.
Από τις τρεις αυτές κατηγορίες θα εξετασθούν εδώ οι δύο πρώτες στη σχέση καρκίνου και διατροφής. Η τροφή περιέχει καρκινογόνες ουσίες οι οποίες είναι είτε φυσικά προϊόντα της τροφής, είτε πρόσθετα τροφίμων, είτε υπολείμματα φυτοφαρμάκων κ.λπ., είτε τέλος κατάλοιπα που εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα. Στα φυτά έχουν αναφερθεί αρκετά φυσικά καρκινογόνα όπως το σικιμικό οξύ στη φτέρη, η σαφρόλη σ ένα είδος δάφνης, η κερκετίνη στα εξωτερικά στρώματα και στη φλούδα φρούτων, βολβών και ριζών, η υδραζίνη στα φύλλα του καπνού, οι νιτροζαμίνες και τα νιτροζαμίδια που είναι συστατικά των λαχανικών αλλά και πολλές άλλες ενώσεις, οι οποίες δεν έχουν ενοχοποιηθεί
Στα τρόφιμα υπάρχουν επίσης και φυσικά καρκινογόνα που προέρχονται από μύκητες και βακτήρια. Από τους μύκητες προέρχονται οι μυκοτοξίνες (π.χ. αφλατοξίνες) που μπορεί να βρεθούν σε τρόφιμα τα οποία προσβάλλονται από αυτούς, όπως ξηροί καρποί, γάλα, τυρί, αυγά, αλλά και σε υπερώριμα φρούτα. Ορισμένα βακτήρια επίσης παράγουν μεταβολίτες ύποπτους για καρκινογένεση ή ανάγουν τα νιτρικά άλατα των τροφίμων (κυρίως λαχανικών) σε νιτρώδη, τα οποία όπως θα αναφερθεί στη συνέχεια παράγουν τις ισχυρά καρκινογόνες νιτροζαμίνες.
Καρκινογόνες ενώσεις μπορούν να σχηματισθούν και κατά το μαγείρεμα των τροφίμων, από τις χημικές αντιδράσεις μεταξύ φυσικών συστατικών ή προσθέτων, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών. Έτσι από πολυακόρεστα λιπαρά σχηματίζεται μηλονική αλδεΰδη ή κατά το τηγάνισμα διάφορα προϊόντα οξείδωσης και πολυμερισμού. Στα καμένα μέρη των τροφών υπάρχουν πολυπυρηνικοί υδρογονάνθρακες, καθώς επίσης και στα προϊόντα πυρόλυσης απλών σακχάρων ή και πολυσακχαριτών (π.χ. καραμέλα ή σακχαρόχρωμα).
Γενικά, το μαγείρεμα με λίγο νερό ευνοεί το σχηματισμό μεταλλαξιογόνων παραγόντων, οπότε και το χρώμα μετατρέπεται σε καστανό σκουρόχρωμο, λόγω αντιδράσεων σακχάρων αμινών (γνωστών σαν αντίδραση Maillard). Για καρκινογένεση ενοχοποιούνται και πολλά από τα πρόσθετα των τροφίμων. Αυτά αποτελούν, ως γνωστόν, ουσίες που δεν είναι συστατικά των τροφίμων, αλλά προστίθενται εκτων υστέρων κατά την παραγωγή, τις βιομηχανικές επεξεργασίες, την αποθήκευση ή την συσκευασία με σκοπό την βελτίωση της διατροφικής αξίας, της γεύσης, της οσμής, της υφής, της εμφάνισης ή για να διατηρούνται αναλλοίωτα μεγαλύτερο διάστημα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια της ενοποίησης των νόμων των χωρών μελών της, έχει καταρτίσει κατάλογο των προσθέτων (όπου κάθ ένα χαρακτηρίζεται με ένα αριθμό μετά το Ε). Αυτό έγινε μετά από μελέτη και αξιολόγηση όλων των επιστημονικών δεδομένων, ώστε να μην είναι επιβλαβή στις αναλογίες που περιέχονται στο τρόφιμο. Παρ όλο που ο κατάλογος αυτός τροποποιείται κατάλληλα αν προκύψουν επιστημονικά δεδομένα που να ενοχοποιούν κάποιο πρόσθετο, δεν θεωρείται ότι είναι εντελώς ακίνδυνος.
Για παράδειγμα τα νιτρώδη και τα νιτρικά άλατα, που χρησιμοποιούνται σαν συντηρητικά κατά της ανάπτυξης παθογόνων μικροοργανισμών ή για την ανάπτυξη επιθυμητού χρώματος και αρώματος, μπορεί να αντιδράσουν με αμίνες και αμίδια και να σχηματισθούν οι ισχυρά καρκινογόνες Ν-νιτρωδοενώσεις (νιτροζαμίνες και νιτροζαμίδια). Το 80 % όμως των αλάτων αυτών στην διατροφή μας προέρχονται από τα λαχανικά και μόλις τα 2% προέρχονται από τα συντηρητικά των τροφίμων. Τα άλατα αυτά παράγονται και μέσα στο γαστρεντερικό σωλήνα από βακτήρια ήστη μικροβιακή χλωρίδα του στόματος. Τέλος, τα άλατα αυτά λαμβάνονται και από το νερό ή από διάφορα ποτά (π.χ. μπύρα).
Ένα άλλο αμφιλεγόμενο πρόσθετο είναι και η τεχνητή γλυκαντική ύλη σακχαρίνη, η οποία πολλές φορές απομακρύνθηκε από την κυκλοφορία και επανήλθε προς χρήση. Σήμερα, λόγω των στατιστικά μικρών κινδύνων σε σχέση με την μεγάλη ωφέλειά της σε εκατομμύρια διαβητικούς και παχύσαρκους επιτρέπεται η χρήση της. Άλλη πηγή καρκινογόνων συστατικών στα τρόφιμα αποτελούν και τα φυτοφάρμακα, αν δεν απομακρυνθούν καλά με πλύσιμο ή όταν ο χρόνος μεταξύ τελευταίας επέμβασης και συγκομιδής δεν είναι ο σωστός.
Δεν πρέπει να αγνοηθούν και τα ραδιενεργά κατάλοιπα που όταν εισέλθουν στην τροφική αλυσίδα, με την ακτινοβολία τους προκαλούν καρκινογένεση, με αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα το ραδιενεργό στρόντιο. Η καρκινογόνος δράση των ορμονών στον άνθρωπο, αν και δεν έχει αποδειχθεί, από επιδημιολογικές μελέτες φαίνεται ότι οι ορμόνες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνων και κυρίως μάλιστα οι συνθετικές. Αυτό έχει σημασία στη χρησιμοποίηση φυσικών ή συνθετικών ορμονών για την αύξηση του βάρους των ζώων στην κτηνοτροφία.
Η αλκοόλη δεν έχει αποδειχθεί ότι διαθέτει καρκινογόνο δράση, αλλά επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι μερικά αλκοολούχα ποτά, λόγω διαφόρων συστατικών που περιέχουν, παρουσιάζουν κάποια συμμετοχή στην πρόκληση του καρκίνου, δρώντας είτε μόνα τους, είτε συνεργιστικά με άλλους παράγοντες, όπως το κάπνισμα. Τέλος, ένα ευφραντικό που κατά καιρούς έχει ενοχοποιηθεί για πιθανή καρκινογόνο δράση είναι και ο καφές.
Στα τρόφιμα όμως δεν υπάρχουν μόνο ενώσεις με καρκινογόνο δράση, αλλά και ενώσεις που περιορίζουν την καρκινογόνο δράση των παραπάνω ενώσεων. Μια τέτοια κατηγορία ενώσεων είναι τα φυσικά, αλλά και τα συνθετικά αντιοξειδωτικά. Οι ενώσεις αυτές, πλην των άλλων, μειώνοντας τα επίπεδα των ελευθέρων ριζών, μειώνουν τις φθορές των κυττάρων από τις οξειδώσεις που τα κάνουν πιο ευάλωτα στην ανάπτυξη καρκίνου.
Άλλη κατηγορία ενώσεων είναι εκείνες που αυξάνουν την δραστικότητα του ενζυμικού συστήματος των μονοοξυγονασών (ή οξειδασών μικτής λειτουργίας) και το οποίο, εκτός των άλλων υδροξυλιώσεων, υδροξυλιώνει τοξικές ουσίες που εισέρχονται στον οργανισμό και τις μετατρέπει σε λιγότερο ή μη τοξικές. Τέτοιες ουσίες βρίσκονται στα λαχανικά, τα φρούτα κ.λπ. Όπως είναι γνωστό, τα καρκινικά κύτταρα περνούν από μια λανθάνουσα καρκινική μορφή (προκαρκινικό στάδιο) σε ένα τελικό στάδιο, όπου σχηματίζονται κλώνοι κακοήθων κυττάρων, οι οποίοι εισβάλλουν σε γειτονικούς ιστούς (διηθητός καρκίνος).
Κατά την χημειοθεραπεία γίνεται προσπάθεια να θανατωθούν τα καρκινικά κύτταρα του τελικού σταδίου με την βοήθεια δραστικών κυτταροτοξικών φαρμάκων, τα οποία παρεμποδίζουν κάποιους μεταβολικούς κύκλους αυτών. Είναι όμως δυνατόν να αντιστραφεί η μετατροπή ενός κυττάρου από προκαρκινικό σε κακόηθες με μηχανισμούς φυσιολογικούς και μη κυτταροτοξικούς. Η διεργασία αυτή λέγεται χημειοπρόληψη. Στην τροφή υπάρχουν συστατικά που προκαλούν χημειοπρόληψη, όπως η βιταμίνη Α και η ρεσβερατρόλη (στακρασιάκυρίωςτακόκκινα).
Προστατευτικό ρόλο στην καρκινογένεση παίζουν και άλλες βιταμίνες, όπως η C και η Ε. Πιστεύεται ότι δρουν σαν αντιοξειδωτικά μειώνοντας τα επίπεδα των ελευθέρων ριζών και τον σχηματισμό τοξικών ενώσεων από τα νιτρώδη άλατα. Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι η λήψη των βιταμινών αυτών σχετίζεται με μικρότερη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου, καθώς επίσης ότι η ποσότητα της βιταμίνης C σε ιστούς καρκινοπαθών είναι μειωμένη.
Ο κατάλογος των ενώσεων που υπάρχουν στα τρόφιμα, με προστατευτική ή αντικαρκινική δράση συνεχώς αυξάνει. Άλλες από αυτές έχουν απομονωθεί και μελετώνται σε βάθος, ενώ άλλες, αν και έχει διαπιστωθεί η παρουσία τους σ ένα τρόφιμο, δεν έχουν ακόμα απομονωθεί και μελετηθεί, όπως για παράδειγμα το λάδι όπου από διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι αυτό έχει ευνοϊκά αποτελέσματα στην παρεμπόδιση της ανάπτυξης όγκων, χωρίς όμως να έχει διαπιστωθεί σε ποια ή ποιες ενώσεις οφείλεται αυτό. Άλλωστε είναι γνωστό ότι πολλές από τις ενώσεις που έχουν απομονωθεί στη φύση έχουν χρησιμοποιηθεί και σαν φάρμακα κατά του καρκίνου.
Πέρα όμως από τα συστατικά των τροφίμων που ήδη αναφέρθηκαν, υπάρχουν δεδομένα που συσχετίζουν την πιθανότητα του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνων και με τις τρεις κύριες τάξεις των θρεπτικών υλών, δηλαδή τις λιπαρές ύλες, τις πρωτεΐνες και τους υδατάνθρακες. Από επιδημιολογικές μελέτες φαίνεται ότι υψηλή λήψη λιπαρών υλών σχετίζεται με καρκίνο του στήθους, του ορθού και του προστάτη. Η εξήγηση που επικρατεί σήμερα είναι διαφορετική για κάθε μια, αλλά γενικά θεωρείται ότι η υψηλή λήψη λιπαρών μειώνει την ικανότητα του ανοσοποιητικού συστήματος για καταπολέμηση των αναπτυσσόμενων καρκινικών κυττάρων.
Για τον καρκίνο του στήθους ενοχοποιούνται διάφορες ορμόνες (π.χ. προλακτίνη), τωνοποίωντα επίπεδα αυξάνουν με τη λήψη μεγάλων ποσοτήτων λιπαρών. Υψηλή λήψη λιπαρών προκαλεί και υψηλή έκκριση στο λεπτό έντερο χολικών οξέων (που είναι απαραίτητα για την πέψη απορρόφηση των λιπαρών). Τότε όμως κάποια ποσότητα χολικών μπορεί να περάσει και στο παχύ έντερο και στο ορθό, όπου διασπάται από βακτήρια σε διάφορα προϊόντα, κάποια από τα οποία ενοχοποιούνται για πρόκληση καρκίνου στο ορθό. Τέλος, υψηλή λήψη λιπαρών σχετίζεται με υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης που θεωρείται ότι ευνοεί την ανάπτυξη του καρκίνου του προστάτη.
Σε αντίθεση με τα ανωτέρω, στις Μεσογειακές χώρες, παρόλο που η λήψη λιπαρών είναι υψηλή, ο αριθμός των καρκίνων είναι πολύ χαμηλός, γεγονός που αποδίδεται στο ελαιόλαδο. Για τις πρωτεΐνες και τους υδατάνθρακες δεν υπάρχουν ασφαλή στοιχεία που να τα ενοχοποιούν για πρόκληση καρκίνων, αν και δεν είναι λίγοι αυτοί που τα συσχετίζουν με διάφορα είδη καρκίνου. Περισσότερο όμως πιστεύουν ότι οι καρκίνοι αυτοί ευνοούνται από την υψηλή λήψη πρωτεϊνών και κυρίως υδατανθράκων, χωρίς όμως να είναι γνωστή η εξήγηση.
Στους υδατάνθρακες ανήκουν και οι φυτικές κυτταρινούχες ίνες που δεν πέπτονται από τον οργανισμό μας. Οι ίνες αυτές, που από επιδημιολογικές μελέτες φαίνεται να παρουσιάζουν προστατευτική δράση, δεν έχει αποδειχθεί ότι ασκούν αυτή τη προστατευτική δράση με άμεσο τρόπο, αλλά με διάφορους έμμεσους τρόπους. Για παράδειγμα, μειώνουν το χρόνο παραμονής της τροφής στο έντερο, μειώνουν τις φλεγμονές και τα έλκη σ αυτό, καθώς επίσης και την επίδραση τυχόν τοξικών συστατικών της τροφής στο έντερο.
Μια άλλη προσέγγιση στην καταπολέμηση του καρκίνου ξεκίνησε από την παρατήρηση ότι τα καρκινικά κύτταρα περιέχουν υψηλά επίπεδα γλυκεριναιθερικών λιποειδών. Το σημαντικότερο γλυκεριναιθερικό λιποειδές είναι ο Παράγοντας Ενεργοποίησης των Αιμοπεταλίων (Platelet Activating Factor, PAF), ο ισχυρότερος γνωστός φλεγμονώδης παράγοντας, που εμπλέκεται στις αλλεργίες και σε πάρα πολλές ασθένειες. Κατά την μελέτη αυτού του παράγοντα για αναζήτηση αναστολέων της δράσης του, διαπιστώθηκε ότι πολλοί αναστολείς του PAF είχαν και ισχυρότατες αντινεοπλασματικές ιδιότητες σε πειραματικές και κλινικές μελέτες.
Τα παραπάνω αποτελέσματα, υπήρξαν η αφορμή να πραγματοποιούνται σήμερα μελέτες σ αυτό το θέμα, προς την κατεύθυνση ανεύρεσης νέων ουσιών λιγότερο τοξικών και με περισσότερα θεραπευτικά αποτελέσματα. Σήμερα υπάρχουν πολλές επιστημονικές εργασίες που σχετίζουν τον PAF και τον καρκίνο (μετάσταση νεοαγγειογένεση, αλλά και θανάτωση των καρκινικών κυττάρων), θέμα που μελετάται και από εμάς. Τα αποτελέσματα των ερευνών μας τα τελευταία χρόνια στο Εργαστήριο Βιοχημείας, μας οδήγησαν στην πρόταση ενός μηχανισμού, σύμφωνα με το οποίον ο PAF αποτελεί την γενεσιουργό αιτία του σχηματισμού των αθηρωματικών πλακών στα αγγεία.
Θέλοντας στη συνέχεια να εξηγήσουμε την γνωστή προστατευτική επίδραση στη δημιουργία αθηρωματικών πλακών και γενικά στα καρδιαγγειακά νοσήματα που ασκεί η Μεσογειακή Δίαιτα, αναζητήσαμε αναστολείς του PAF στα μεσογειακά τρόφιμα. Πράγματι απομονώσαμε και μελετήσαμε τη δομή και τη βιολογική δράση πολλών ενώσεων που είναι αναστολείς του PAF και υπάρχουν στα Μεσογειακά τρόφιμα, όπως λάδι, κρασί, μέλι, ψάρια, γιαούρτι κ.λπ.
Συγχρόνως όμως διαπιστώσαμε ότι αφ ενός μεν πολλοί από τους φυσικούς αυτούς αναστολείς του PAF που μελετήσαμε είχε δειχθεί από άλλους ότι παρουσίαζαν και αντικαρκινική δράση, αφ ετέρου δε ότι πολλά από τα φυσικά αντικαρκινικά (π.χ. η βιταμίνη Ε και η ρεσβερατρόλη) διαπιστώσαμε ότι είναι και ισχυροί αναστολείς του PAF. Τα αποτελέσματα αυτά ενισχύουν την άποψη ότι ο μικρός αριθμός καρκίνων που δείχνουν οι επιδημιολογικές μελέτες στις Μεσογειακές χώρες πιθανόν να οφείλεται στις φυσικές αντικαρκινικές ύλες που περιέχονται στη Μεσογειακή Δίαιτα.
Από όλα όσα έχουν αναφερθεί μέχρι τώρα, φαίνεται ότι στα τρόφιμα περιέχονται τόσο ενώσεις με καρκινογόνο δράση, όσο και ενώσεις που προστατεύουν από αυτή. Κατά συνέπεια μια ισορροπημένη διατροφή, χωρίς υπερβολική λήψη κάποιων τροφίμων ή αποκλεισμό κάποιων άλλων, θα έχει τα βέλτιστα αποτελέσματα στην προσπάθεια πρόληψης του καρκίνου που σχετίζεται με την διατροφή.
Τελειώνοντας, αξίζει να σημειώσουμε ότι θα πρέπει να αισθανόμαστε ευτυχείς που ζούμε σ αυτή τη χώρα και να αξιοποιούμε στο μέγιστο την δυνατότητα που μας παρέχεται να τρώμε σύμφωνα με την Μεσογειακή Δίαιτα, γιατί αυτή σήμερα θεωρείται παγκοσμίως η καλύτερη διατροφή, που προστατεύει όχι μόνο από τις καρδιοπάθειες, αλλά και από πολλές άλλες ασθένειες, όπως τους καρκίνους, τα πεπτικά έλκη, τις πεπτικές αλλεργίες κ.λπ.