e- \..I) ~, r=,, j ',.. .,... = ... '9 i... =.if ",<~ ~ ,... - ' ~ i' ~ r.g , '~ ./.: " " ", ;, ,.Jr , 0 ~ e; "e} ~... '\p ..,...~ ~ Ul r /',.



Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγή. Ειρήνη Σταματούδη, LL.M., Ph.D. Διευθύντρια Ο.Π.Ι.

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΤΟΥ JOSTEIN GAARDER

η φιλοσοφία Gestalt, η προσέγγιση PSP, το Playback Θέατρο: τοπία αυτοσχεδιασμού

Γιώργος Δ. Λεμπέσης: «Σαν να μεταφέρω νιτρογλυκερίνη σε βαγονέτο του 19ου αιώνα» Τα βιβλία του δεν διαβάζονται από επιβολή αλλά από αγάπη

2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

Η συγγραφέας μίλησε για το νέο της μυθιστόρημα με τίτλο "Πώς υφαίνεται ο χρόνος"

Κατανόηση προφορικού λόγου

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Κεφάλαιο: Ονοματεπώνυμο Μαθητή: Ημερομηνία: 20/11/2017 Επιδιωκόμενος Στόχος: 70/100. Ι. Μη λογοτεχνικό κείμενο

Γιώτα Γουβέλη: Ως προς την ιστορική έρευνα, Η νύφη της Μασσαλίας ήταν το πιο απαιτητικό από όλα μου τα βιβλία

Το μυστήριο της ανάγνωσης

Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου Το κορίτσι με τα πορτοκάλια Του Γιοστέιν Γκάαρντερ Λογοτεχνικό ανάγνωσμα Χριστουγέννων

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ

Ιστορία Γυμνασίου. Γυμνάσιο Βεργίνα,

Νίκος Σιδέρης. Μιλώ για την κρίση με το παιδί. Εμπιστευτική επιστολή σε μεγάλους που σκέφτονται ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΤΙΤΥΠΑ

σα μας είπε από κοντά η αγαπημένη ψυχολόγος Θέκλα Πετρίδου!

Το κορίτσι με τα πορτοκάλια. Εργασία Χριστουγέννων στο μάθημα της Λογοτεχνίας. [Σεμίραμις Αμπατζόγλου] [Γ'1 Γυμνασίου]

ISSP 1998 Religion II. - Questionnaire - Cyprus

ένας τρόπος να μιλήσουμε στα παιδιά για αξίες και συναισθήματα»

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Όταν φεύγουν τα σύννεφα μένει το καθαρό

ΣΟΡΕΝ ΚΙΡΚΕΓΚΩΡ

Μαρίνα Γιώτη, συγγραφέας-εικονογράφος «Τα παραμύθια είναι ένας τρόπος να μιλήσουμε στα παιδιά για αξίες και συναισθήματα»

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Για αυτό τον μήνα έχουμε συνέντευξη από μία αγαπημένη και πολυγραφότατη συγγραφέα που την αγαπήσαμε μέσα από τα βιβλία της!

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Πότε πήρατε την απόφαση να γράψετε το πρώτο σας μυθιστόρημα; Ήταν εξαρχής στα σχέδιά σας να πορευθείτε από κοινού ή ήταν κάτι που προέκυψε τυχαία;

Κατανόηση γραπτού λόγου

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα Περιόδου Χριστουγέννων

«Παγκοσμιοποίηση και Ταυτότητες»

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Ποιητικές καταθέσεις ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ. ποιήματα. CaptainBook.gr

Διαβάζουμε βιβλία και περιοδικά, που έχουν χρησιμότητα για τις πληροφορίες που μας δίνουν. Τα διαβάζουμε για να μαθαίνουμε τι ειπώθηκε, τι συνέβη,

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΒΒΑΔΙΑ Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

Κεφάλαιο 14: Συμβουλές προς έναν νέο προγραμματιστή

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Γιατί μελετούμε την Αγία Γραφή;

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΜΑΡΙΝΑ ΓΙΩΤΗ: «Η επιτυχία της Στιγμούλας, μου δίνει δύναμη να συνεχίσω και να σπρώχνω τα όριά μου κάθε φορά ακόμα παραπέρα»

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

Ιόλη. Πως σας ήρθε η ιδέα;

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ

Η συγγραφέας Γιώτα Γουβέλη και «Η πρώτη κυρία» Σάββατο, 12 Δεκεμβρίου :21

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (Οι απαντήσεις θεωρούνται ενδεικτικές) A1.

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Γιώργος Πολίτης: «Τα καταφέραμε σε πιο δύσκολες εποχές, θα τα καταφέρουμε και τώρα»

Eκπαιδευτικό υλικό. Για το βιβλίο της Κατερίνας Ζωντανού. Σημαία στον ορίζοντα

Samuel Bjork: «Πιστεύω ότι είναι εντελώς περιττό να περιγράφεις ωμή βία. Θεωρώ ότι ευτελίζει το τελικό αποτέλεσμα»

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΦΑΣΗ 1 η )

Κριτική για το βιβλίο της Άννας Γαλανού Όταν φεύγουν τα σύννεφα εκδ. Διόπτρα, από τη Βιργινία Αυγερινού

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΜΑΡΜΑΡΑ Καθηγητή του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου ΟΜΙΛΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

4. Η τέχνη στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του Χέγκελ για την ιστορία

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

Μεταξία Κράλλη! Ένα όνομα που γνωρίζουν όλοι οι αναγνώστες της ελληνικής λογοτεχνίας, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει ποια

Συνέντευξη του Νικόλα Σμυρνάκη στην Εφημερίδα Ρεπόρτερ και στην Άντρη Κούννου

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Στέφανος Λίβος: «Η συγγραφή δεν είναι καθημερινή ανάγκη για μένα. Η έκφραση όμως είναι!»

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

Ελισάβετ Μουτζά(ν) Μαρτινέγκου «Αυτοβιογραφία»

[Συνέντευξη-Διαγωνισμός] Η Μεταξία Κράλλη και το βιβλίο της «Κάποτε στη Σαλονίκη»

ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. 22/5/2012 INTERNATIONAL SCHOOL OF ATHENS Κεφαλληνού Λουκία

Ηέκδοση, για πρώτη φορά στα ελληνικά, του έργου του

Co-funded by the European Union Quest. Quest

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

Θεοφανία Ανδρονίκου Βασιλάκη: "Θέλω κάποια στιγμή να γράψω ένα μυθιστόρημα που να έχει όλα τα είδη"

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Ο Πατέρας Αβραάμ Μάθημα Ένα Η ζωή του Αβραάμ: Δομή και Περιεχόμενο. Οδηγός μελέτης

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

Πένυ Παπαδάκη: «Οι άνθρωποι που αγαπούν το βιβλίο δεν επηρεάζονται από την κρίση» ΘΑΝΑΣΗΣ ΞΑΝΘΟΣ 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

επιστήμεσ ελισάβετ άρσενιου Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ Η αξία της ποίησης

Εισαγωγικό σημείωμα της μεταφράστριας 9

Θεός και Σύμπαν. Source URL:

Καλλιτεχνικό και πολιτιστικό βοσκοτόπι με αφετηρία τη Δυτική Μακεδονία

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Ο Δημήτρης Στεφανάκης στο CretePlus.gr: «Ο χρόνος είναι το επιτραπέζιο παιχνίδι της μνήμης στο οποίο χάνουμε συνεχώς» (pics)

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΛΥΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Jordi Alsina Iglesias. Υποψήφιος διδάκτορας. Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης

Κάπως έτσι ονειρεύτηκα την Γραμμική Αρμονική Ταλάντωση!!! Μπορεί όμως και να ήταν.

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

Συνέντευξη με τη Μαίρη Παπαπαύλου, συγγραφέα του βιβλίου Κάθε ηλιοβασίλεμα

Από ξύλο και ασήμι φτιαγμένο το νέο βιβλίο της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Στέφανος Δάνδολος: «Φαίνεται πως η Ελλάδα είναι ένας τόπος όπου η ιστορία διαρκώς επαναλαμβάνεται.»

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΦΙΛΑΝΑΓΝΩΣΙΑΣ

Transcript:

~ - r.',,,.' /"... ", ~ /',"',r,'. "./ ~' ",rj' - -'--! J '.-' f. L- " ;..--/ --'..i,.../.'.... ", ' " ~....,- " ", ;, J " \..I),'" r',... /, =.if, /' I"J -,'... -" / k.. F " i... e- \..I) ~, r=,, j ',...J' r= ~ Ul "_=I 0 c:5 -= /.-'..., 0 ~ e; "e}.,.... = J... '9 ~ i' _f,, "...r ; J...P ', \Jl Vl ~ e-... I J, '~ ~ r.g QJ\ ' " ~ I,.---'"',/'..- ~r,.jr, r /',.,-r' " 1 =- ",,.,' " --..' :J ~... '\p =- QI,..... - ' ~./.: " w X,.J ~.,/ ' 0 '.' ",<~ ~.I " J -- r,. '..,...~......, "., -.. (,.,~ \

WALTER ΒΕΝΙΑΜΙΝ Δοκίμια φιλοσοφίας της γλώσσας Μετάφραση, Εισαγωγή, Επιμέλεια Φώτης Τερζάκης νήσος ΑΘΗΝΑ 1999

1999 Εταιρεία Μελέτης των Επιστημών του Ανθρώπου, ~ αστική μη κερδοσκοπική - εκδόσεις νήσος, Ομονοίας 12, 104 31 Αθήνα, τηλ.!fax 321.66.45 Εξώφυλλο: Barbara Kouzelis ". Σελιδοποίηση: Σοφία Πατσιά Θεώρηση κειμένou: Γεώργιος Χριστόπouλος Φιλμ: Ντψης Καρράς Εκτύπωση: Ι. Ψαρρός - Λ. Μαναίλογλου ο.ε., Τηλ.: 24.02.869 ISBN 960-7111-23-8

.,t,/?,.,, ';ι! ~' ;ι{ < ~?,~" ><;,,,' '.1 $... -f'~~jk,

Ι(,~."O j.. '.r;..~ =1). ~*fl ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ '>-':.~~..~~ Εισαγωγή...9 Βιβλιογραφικό σημείωμα...33 1. Για τη γλώσσα εν γένει και για τη γλώσσα του ανθρώπου...35 2. Το έργο του μεταφραστή....59 3. Για τη μιμητική ικανότητα...79 4. Η γένεση της αλληγορίας...85 5. Ο αφηγητής...95 Ερμηνευτικά σχόλια... 131 Επίμετρο: «Μπωντλαίρ», ή το τελευταίο γραπτό...209

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΜΙΑ ΠΡΑΞΗ ανθρώπινη δεν συμπυκνώνει τόσο χαρακτηριστικά μέσα της το νόημα μιας ζωής όσο ο θάνατος. Η στιγμή του θανάτου, που συμπυκνώνει σε μιαν ακίνητη κουκίδα του χρόνου όσα μια βιογραφία πασχίζει να χωρέσει, φιλοτεχνεί την πιο πιστή προσωπογραφία ενός ανθρώπου - την για πρώτη φορά τελειωμένη προσωπογραφία, της οποίας μια ανοιχτή και ανολοκλήρωτη ερμηνεία είναι τα πεπραγμένα του. Και απ' όλες τις μορφές θανάτου η αυτοκτονία είναι εκείνη που σημαδεύει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την πιο ασυνθηκολόγητη ρήξη του με τον κόσμο: έναν κόσμο ο οποίος δεν είναι στα μέτρα του ανθρώπου - και γι' αυτό είναι η πιο τραγική. Αν η σκέψη είναι, όπως έλεγε ο Χέγκελ, η άρνηση αυτού που βρίσκεται άμεσα ενώπιόν μας, η αυτοκτονία -συμβολική ή πραγματική- είναι αυτή που καθιερώνει τον ανεξάρτητο διανοούμενο ως τον αδιαμφισβήτητο τραγικό ήρωα της εποχής μας. Και στην περίπτωση του Βάλτερ Μπένγιαμιν η αυτοκτονία ήταν πραγματική. Ξημερώνοντας η 27η Σεπτεμβρίου του 1940 κι ενώ οι Ναζί, έχοντας καταβάλει την ισχνή γαλλική αντίσταση, ολοκλήρωναν την κατάληψη της χώρας, στον μεθο

10 WALTER BENJAMIN ριακό οικισμό του Port-Bou, ανάμεσα στα γαλλικά Πυρηναία και στα ισπανικά σύνορα, τα οποία δεν άνοιξαν για να δεχτούν τη μικρή ομάδα που βάδισε όλον αυτό τον ατελείωτο δρόμο με,την ανάσα του διώκτη να ασθμαίνει πίσω της, το κουράγιο και η αντοχή ενός πρόσφυγα τελείωσαν για πάντα: με δεκαπέντε ταμπλέτες μορφίνης που είχε στην τσάντα του, μαζί με τα λίγα τελευταία χειρόγραφα που εμπιστεύθηκε στους σρνοδοιπόρους του, ο Μπένγιαμιν έδωσε τέλος στη ζωή του έχοντας μόλις κλείσει τα σαράντα οκτώ του χρόνια. Συγκινημένοι από τον θάνατό του, οι Ισπανοί φρουροί άνοιξαν την άλλη μέρα τα σύνορα για να περάσουν οι υπόλοιποι σ' εκείνο που φάνταζε ως η ίδια η ελευθερία: ένα πλοίο από το λιμάνι της Βαρκελώνης για την Αμερική. Σήμερα κανείς δεν γνωρίζει πού είναι το μνήμα του Βάλτερ Μπένγιαμιν, και συχνά, όταν έρχονται επισκέπτες, οι φύλακες του μικρού κοιμητηρίου τούς δείχνουν ένα μέρος που λένε ότι είναι θαμμένος, δεχόμενοι ευγενικά το φιλοδώρημα, Συγκινημένος ο φίλος του Μπέρτολτ Μπρεχτ, τον αι-τοχαιρέτησε με αυτούς τους στίχους: Μου είπαν 6τι σήκωσες το χέρι σου εναντίον σου ΠρολαβαίΥΟΥτας τον σφαγέα. Οχτώ χρόνια εξ6ριστος αντικριστά σ' εχθρού ανάβαση Κι εντέλει, μπροστά σε σύυορο απαράβατο, Πέρασες, λένε, ένα πιο βατ6, Αυτοκρατορίες γκρεμιζονται. λήσταρχοι Βαδίζουν κορδωμέυοι σαν ηγεμ6νες. λαοί Πλέον δεν διακρίυονται κάτω απ6 τ6σον οπλισμ6. Έτσι είναι το μέλλον οκοτειν6 και οι δυνάμεις του δικαίου Αδύναμες. Σου ήταν 6λα φως φανάρι 'Οταν κατέστρεψες ένα κορμί πριν το βασαυισμ6,

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 11 ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ δεκαετίας του '50 οι δύο άλλοι φίλοι του Βάλτερ Μπένγιαμιν από τα χρόνια του Μεσοπολέμου, ο Gershom Scholem (ο άνθρωπος που τον μύησε στο μυστικό περιεχόμενο του Ιουδα'ίσμού και, αργότερα, εξέχων ερευνητής της καββαλιστικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ) και ο Τέοντορ Β, Αντόρνο (ο νεαρός φιλόσοφος, μέλος από τότε του στενού κύκλου του μεταμαρξιστικού Ινστιτούτου της Φρανκφούρτης, ο πρώτος και μοναδικός «μαθητής» του Μπένγιαμιν), συνέλεξαν με κόπο τα σκόρπια γραπτά και τις επιστολές του και παρουσίασαν μια πρώτη εικόνα του έργου του στη Γερμανία. Το 1968 η Χάνα Άρεντ επιμελήθηκε στη Νέα Υόρκη μιαν αγγλική μετάφραση ορισμένων από τα πιο κρίσιμα κείμ'e~ά του, φέρνοντας σε επαφή αυτή τη σκέψη μ' ένα ενθουσι(ί)δες αγγλόφωνο ακροατήριο, Η φήμη που συνόδεψε τον Βάλτερ Μπένγιαμιν μετά το θάνατό του δεν ήταν βέβαια αδικαιολόγητη. Ακόμη και αν την ημέρα του θανάτου του ελάχιστοι είχαν ακούσει τ' όνομά του, όσοι είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν προσωπικά δεν είχαν καμία αμφιβολία ότι επρόκειτο για ένα σπάνιο και χαρισματικό είδος ανθρώπου - και για έναν μοναδικό στυλίστα του γραπτού ύφους. Αν κάθε ιδιοφυία κλείνει μέσα της κάτι τι δαιμονιακό, αυτό για τον Μπένγιαμιν αλήθευε απολύτως προπάντων στη μορφή ορισμένων εξαιρετικών αντιφάσεων: μια σκέψη βαθύτατα διορατική που προδιέγραφε όλες σχεδόν τις μελλοντικές τροχιές του μοντερνιστικού πνεύματος και, ωστόσο, ένας άνθρωπος που ως ύφος, ως ομιλία, ως τρόποι συμπεριφοράς και ως κίνηση ανήκε εξ ολοκλήρου στον δέκατο ένατο αιώνα' μια τόλμη των θεωρητικών συλλήψεων που ακόμη τρομάζει τον συμβατικά καλλιεργημένο αναγνώστη, και όμως μια παράξενη αδυναμία που εκφραζόταν σαν αναποφασιστικότητα και παραίτηση, η οποία θα αποδεικνυόταν εντέλει αυτόν μοιραία' μια οξύτατη κρίση η οποία -όπως θα έγραφε γι'

12 WALTER BENJAMIN το 1967 ο Αντόρνο- «συνελάμβανε το ουσιαστικό τη στιγμή που ολόκληρα τείχη γεγονότων σφράγιζαν μέσα τους απατηλές ουσίες», και την ίδια στιγμή μια αφοπλιστική έλλειψη συνειδητοποίησης του πραγματικού κινδύνου... Προπάντων όμως η ίδια η πνευματική του δημιουργία έχει κάτι το τόσο ιδιαίτερο, τόσο μοναδικά και μη αναγώγιμα προσωπικό, που είναι αδύνατον ακόμα και να ορίσει κανείς τη φυσιογνωμία του έργου του. Η Χάνα Άρεντ έγραφε γι' αυτό: «Η καλλιέργειά του ήταν τεράστια, αλλά δεν ήταν ο συνηθισμένος λόγιος το υλικό του περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο κείμενα και την ερμηνεία τους, αλλά δεν ήταν φιλόλογος του ασκούσε μεγάλη έλξη όχι η θρησκεία αλλά η θεολογία και ο θεολογικός τύπος ερμηνείας για τον οποίον το κείμενο είναι ιερό, αλλά δεν ήταν θεολόγος και δεν είχε κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Βίβλο' ήταν γεννημένος συγγραφέας, αλλά η μεγαλύτερη φιλοδοξία του ήταν να φτιάξει:' ένα έργο που θα συνίσταται αποκλειστικά από παραθέματα' ήταν ο πρώτος Γερμανός που μετέφρασε Προυστ, Saint-John Perse, και πριν απ' αυτούς το Tableau Parisien του Μπωντλαίρ, αλλά δεν ήταν μεταφραστής έγραψε κριτικές βιβλίων και μεγάλο αριθμό δοκιμίων πάνω σε ζωντανούς και νεκρούς συγγραφείς, αλλά δεν ήταν κριτικός της λογοτεχνίας έγραψε ένα βιβλίο για το γερμανικό μπαρόκ και άφησε πίσω του μια τεράστια, ανολοκλήρωτη μελέτη για τον γαλλικό δέκατο ένατο αιώνα, αλλά δεν ήταν ιστορικός, της λογοτεχνίας ή οποιουδήποτε άλλου τομέα' και θα προσπαθήσω να δείξω ότι σκεφτόταν ποιητικά, παρ' όλο που δεν ήταν ακριβώς ούτε ποιητής ούτε φιλόσοφος» (σ. 4 της Εισαγωγής της στον τόμο IJluminations), Αν υπάρχει όμως ένα στοιχείο που θα μπορούσε κατεξοχήν να ονομαστεί δαιμονικό στη ζωή του Μπένγιαμιν, αυτό είναι η σκανδαλώδης κακοτυχία που μοιάζει να έχει στοιχειώσει από την αρχή μέχρι το τέλος της αυτή τη ζωή. Πράγματι, ολόκληρη

ΕΙΣΑΓΩΓΉ 13 η βιογραφία του μπορεί ν' ανασυσταθεί μέσ' από τις στιγμές και τις όψεις της κακοτυχίας, Γεννημένος στο Βερολίνο (16 Ιουλίου 1892) από μια εύπορη οικογένεια αφομοιωμένων Εβραίων, πρώτο από τα τρία παιδιά ενός ευκατάστατου παλαιοπώλη και εμπόρου αντικειμένων τέχνης, γνώρισε προστατευμένα και άνετα παιδικά χρόνια. Η ενήλικη ζωή του ωστόσο θα σημαδευόταν από μιαν αναπάντεχη και διαρκή οικονομική στέρηση: αποτυγχάνοντας να ακολουθήσει μιαν ακαδημα'ίκή σταδιοδρομία (αφού η διατριβή του επ' υφηγεσία, την οποία υπέβαλε το 1925, απορρίφθηκε ως σκοτεινή και δυσνόητη), η σχέση του με τον πατέρα του επιδεινώθηκε ραγδαία και έχασε τη μοναδική πηγή οικονομικής στήριξης (ενώ είχε ήδη γυναίκα κι ένα μικρό-?ιο - με την οποία Ε.ι-τρόκειτο να πάρει τελικώς διαζύγιο το 1930, χρόνο που, συμπτωματικά, πέθαναν και οι δύο γονείς του). Μοναδικός -πενιχρός- βιοπορισμός του έκτοτε ήταν κάποιες μεταφράσεις και τα λίγα αμοιβόμενα άρθρα που μπορούσε να δημοσιεύει σε εφημερίδες και μερικά περιοδικά, Τα τελευταία οκτώ χρόνια της ζωής του, αυτοεξόριστος στο Παρίσι μετά την άνοδο των Ναζί στη Γερμανία, η επιβίωσή του θα ήταν αδύνατη δίχως το μικρό μισθό που του εξασφάλισαν από την Αμερική, όπου είχαν ήδη καταφύγει τα μέλη του Ινστιτούτου της Φρανκφούρτης υπολογίζοντάς τον πάντα ως συνεργάτη τους. Η ίδια η απόρριψη της διατριβής του ήταν μοιραία συνέπεια αρκετών παραγόντων: κατ' αρχάς της εξαιρετικής ιδιοτυπίας της σκέψης του, η οποία απείχε τόσο από τους κλασικούς μέσους όρους που είναι συμπαθείς στο πανεπιστημιακό κατεστημένο' δεύτερον, των αντιπαθειών που προκάλεσε στους ακαδημα'ίκούς κύκλους με το χαρισματικό νεανικό του δοκίμιο πάνω στις Εκλεκτικές ΣvyyΈVΕιες του Γκαίτε, στο οποίο επέκρινε πρόσωπα με πολιτική και ακαδημα'ίκή επιρροή από τον κύκλο του Stefan George' τρίτον, -και καθόλου αμελητέο- το ότι ο Μπένγιαμιν, πνεύμα κοσμοπολίτικο που

14 WALTER BENJAMIN αγαπούσε τα ταξίδια με πάθος όμοιο μ' εκείνο που έτρεφε για τα βιβλία -και που, άλλωστε, μεγάλα διαστήματα της ζωής του, ήδη από τα χρόνια των σπουδών του στη Βέρνη, έλειπε από τη Γερμανία-, λάτρης της Γαλλίας και ειδικά του Παρισιού ο οποίος έβρισκε στον τύπο του μποέμ παρισινού διανοουμένου του δέκατου ένατου αιώνα (του περίφημου f7aneui) το πιο συγγενικό του πρότυπο, είχε απομονωθεί κάπως από τα γερμανικά πράγματα και είχε από νωρίς διαμορφώσει μιαν προσωπικότητα πολύ λίγο γερμανική και οπωσδήποτε στον αντίποδα του ακαδημα'ίκού που συνήθιζε να εκτρέφει το γερμανικό πανεπιστήμιο. Ο έρωτας του, από την άλλη, για τη Λεττονή ηθοποιό του πολιτικού θεάτρου Aja Lacis, παρ' όλο που τον έφερε σε στενή επαφή με τον Μπρεχτ και στάθηκε η αφορμή να γνωρίσει από κοντά τη Ρωσία λίγα χρόνια μετά την Επανάσταση, δεν είχε αίσιο τέλος, και όταν ο Μπρεχτ και η Lacis του πρότειναν να' έρθει μαζί τους στη Δανία όπου είχαν ζητήσει καταφύγιο από τη ναζιστική Γερμανία, εκείνος αρνήθηκε και προτίμησε τον μοιραίο δρόμο του για το Παρίσι' και η ίδια η επαφή του με τον Μπρεχτ, παρότι για τον ίδιον ήταν ένα από τα πιο ευτυχή συμβάντα στη ζωή του, του κόστισε την απομάκρυνση των δύο άλλων στενών του φίλων, του Scholem και του Αντόρνο, οι οποίοι, από διαφορετική σκοπιά και για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, ανησυχούσαν για την καταστροφική επιρροή που ασκούσε ο Μπρεχτ στη σκέψη του φίλου τους: ο Scholem επειδή η κομμουνιστική στράτευση ήταν ο μεγάλος ανταγωνιστής του σιωνιστικού ρεύματος μέσα στους κύκλους των ανήσυχων Εβραίων διανooιjμένων, ο Αντόρνο επειδή ο χοντροειδής υλισμός του Μπρεχτ ερχόταν σε αντίθεση με τον λεπτό αισθητισμό του κύκλου της Φρ~φoύρτης, με τον οποίον ο Μπένγιαμιν είχε αναμφίβολα την πιο στενή πνευματική συγγένεια, Με τα πρόσωπα του Scholem και του Αντόρνο (κατά τρόπο σχεδόν συμβολικό) ήταν συνδεδεμένες οι

ΕΙΣΑΙΏΓΗ 15 δύο άλλες μεγάλες ευκαιρίες που δόθηκαν στον Μπένγιαμιν να δραπετεύσει από μια πολιορκημένη Ευρώπη: η πρώτη στην Ιερουσαλήμ, ακολουθώντας το μεγάλο σιωνιστικό ρεύμα, η δεύτερη στην Αμερική, όπου κατέφυγε εγκαίρως ένα μεγάλο μέρος της γερμανικής ιντελιγκέντσιας του μεσοπολέμου. Αρνήθηκε την πρώτη γιατί δεν πείστηκε ποτέ από το κοινωνικό όραμα του Σιωνισμού, και ολιγώρησε δραματικά όσον αφορά τη δεύτερη: παγιδεύτηκε στο Παρίσι, όπου η κυβέρνηση του Βισύ τον σννέλαβε μαζί με άλλους πρόσφυγες, αντιμετωπίζοντας το ενιίεχόμενο να παραδοθεί στην Γκεστάπο. Και όταν τελικά κατάφερε να δραπετεύσει έχοντας, χάρη στις εντατικές ενέργειες των φίλων του από τη Νέα γόρκη, εξασφαλίσει μιαν αμερικανική βίζα, ήδη σοβαρά καταβεβλημένος από μια καρδιακή προοβολή, ο δρόμος του έμελλε να κοπεί εκείνα τα χαράματα της 27ης Σεπτεμβρίου στα Πυρηναία. Στο αυτοβιογραφικό του δοκίμιο που τιτλοφορείται «Η παιδική ηλικία του Βερολίνου» (ο Μπένγιαμιν αγάπησε με πά Ωος τις πόλεις, και μερικά μικρά αριστουργήματά του ειναι ταξιδιωτικά δοκίμια: «Μόσχα», «Νάπολη», «Μασσαλία», και να μη μιλήσουμε βέβαια για το Παρίσι), ο Μπένγιαμιν αναφέ ΡΗ ένα παιδικό τραγουδάκι που μιλάει για τον «bucklicht Mannlein» (τον «μικρό καμπούρη»), μια φιγούρα από τη φημιιιμ('νη συλλογή των γερμανικών παραμυθιών Des Knaben Wunderhorn, Κάθε που κατεβαίνω κάτω Στο κελάρι να βάλω κρασί Μου αρπάζει απ' το χέρι την κανάτα 'Ενας μικρός καμπούρης που κρύβετ' εκεί Οταν πάω στην κουζίνα Τη σούπα μου να φτιάξω

16 W ALTER BENJAMIN 'Ενας μικρός καμπούρης που κρύβετ' Μου σπάει το πιάτο, εκεί Ο «μικρός καμπούρης», τον οποίον η μητέρα του δεν δίσταζε να επικαλεστεί κάθε που το παιδί έκανε ζημιά, στοίχειωνε μερικούς από τους παιδικούς του φόβους, Είναι τραγική ειρωνεία το ότι, σε όποια στιγμή της ζωής του Μπένγιαμιν κι αν κοιτάξουμε, θα δούμε καθαρά την παρουσία τού «μικρού καμπούρη», Ο δαίμονας της κακοτυχίας που τον βασάνιζε ήταν ένα αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού του, και αυτό, όσο μακριά κι αν το αναζητήσει κανείς, ποτέ δεν θα βρεθεί ανεξάρτητο από τη σχέση του με τον πατέρα του - πάντα προβληματική και γεμάτη συγκρούσεις, Τέτοιου ίδους φορτισμένες σχέσεις ανάμεσα σε πατεράδες και γιους ήταν βέβαια χαρακτηριστικές μέσα στις εβρα'ίκές οικογένειες, όπου αυτή η σύγκρουση έτεινε να πάρει ορισμένες τυπικές μορφές, Πάρα πολύ ωραία το περιγράφει η Χάνα Άρεντ: «Οπωσδήποτε", [το οικονομικό πρόβλημά του] ήταν τυπικό για μια ολόκληρη γενιά Γερμανοεβραίων διανοουμένων, μονολότι καταφανώς κανείς δεν το χειρίστηκε τόσο άσχημα όσο αυτός, Στη βάση του βρισκόταν μια νοοτροπία των πατεράδων-επιτυχημένων επιχειρηματιών, οι οποίοι δεν είχαν και τόσο μεγάλη εκτίμηση για τα επιτεύγματά τους και οι οποίοι θεωρούσαν ότι οι γιοι τους ήταν προορισμένοι για ανώτερα πράγματα, 'Ηταν η εκκοσμικευμένη εκδοχή της παλαιάς ιοοοα'ίκής πίστης ότι εκείνοι που «μαθαίνουν» -την Τορά ή το Ταλμούδ, δηλαδή το Νόμο του θεού- είναι η αληθινή ελίτ του λαού και δεν θα έπρεπε ν' αποσπώνται από τόσο χυδαίες ασχολίες όπως το να βγάζουν χρήματα ή να δουλεύουν γι' αυτά. Αυτό δεν σημαίνει ότι σε αυτή τη γενιά δεν υπήρχαν συγκρούσεις μεταξύ πατεράδων και γιων' το αντίθετο, η φιλολογία τηςεπαχής βρίθει απ' αυτές, και αν ο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 17 Φρόυντ είχε ζήσει και διεξαγάγει τις έρευνες του σε μια χώρα και γλώσσα άλλη από το γερμανοεβρα'ίκό περιβάλλον το οποίο του προμήθευε τους ασθενείς του, μπορεί ποτέ να μην είχαμε ακούσει για κάποιο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα, Αλλά κατά κανόνα αυτές οι συγκρούσεις επιλύονταν μέσ' από την προσπάθεια των γιων να γίνουν μεγαλοφυίες, ή, στην περίπτωση πολυάριθμων κομμουνιστών από ευκατάστατες οικογένειες, να αφιερώσουν τον εαυτό τους στο καλό της ανθρωπότητας -σε κάθε περίπτωση, με το ν' αποβλέψουν σε πράγματα υψηλότερα από το κέρδος, Και οι πατεράδες ήταν κάτι παραπάνω από πρόθυμοι να το δεχτούν αυτό σαν μια έγκυρη δικαιολογία για το ότι δεν κατάφεραν να κερδίσουν τη ζωή τους. Όταν τοιες προσπάθείες δεν γίνονταν ή δεν αναγνωρίζονταν, η καταστροφή καιροφυλακτούσε στη γωνία, Ο Μπένγιαμιν ήταν μια τέτοια περίπτωση: ο πατέρας του ποτέ δεν αναγνώρισε τις επιδιώξεις του...» (ο.π., σ. 26). το ΕΡΓΟ ΠΟΥ ΜΑΣ άφησε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν δεν είναι μεγάλο σε όγκο (τα Άπαντα του συνοψίζονται σε λίγους τόμους, που περιλαμβάνουν λογοτεχνικές κριτικές, μερικές κρές μονογραφίες, δοκίμια αισθητικά, γλωσσοφιλοσοφικά, ψυχολογικά και πολιτικοθεολογικά, ταξιδιωτικές περιγραφές και ατελείωτα σχεδιάσματα), η βαρύτητά του όμως είναι τεράστια για τη σκέψη, και ειδικά για τη φιλολογική κριτική του ιικοστού αιώνα, Γενικά μιλώντας, η σκέψη του μπορεί να διαιρεθεί σε δύο φάσεις: μια πρώτη που θα την ονομάζαμε ιδεαλιστική-ρομαντική, η οποία ολοκληρώνεται το 1925 περίπου με την Καταγωγή του Γερμανικού Δράματος, και μια δεύτερη την οποία μπορούμε να ονομάσουμε μαρξιστική, που διαρκεί 6λη την υπόλοιπη ζωή του. Οι ορισμοί αυτοί βασίζονται στη χρήση ορισμένων καθοριστικών εννοιών τις οποίες τείνει ο Μπένγιαμιν να χρησιμοποιεί κατά τις αντίστοιχες περιόδους

18 W ATTFR BENJAMIN της γραφής του, όμως επιδέχονται πολλούς μετριασμούς: πρώτον, παρά τη διαφορά της ορολογίας, πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι ορισμένες βασικές ενοράσεις οι οποίες διαποτίζουν το έργο του παραμένουν αναλλοίωτες από την αρχή μέχρι το τέλος του - και δεν είναι λίγες αυτές δεύτερον, παρά τον λεγόμενο «μαρξισμό» του Μπένγιαμιν της τελευταίας περιόδου -ο οποίος μάλιστα ορισμένες φορές φαινόταν «χυδαίος» ακόμη και στα μάτια των φίλων του από το Ινστιτούτο της Φρανκφούρτης, παρ' όλο που αυτοί πρώτοι τον στο μαρξισμό- οι πραγματικές του πολιτικές έμειναν προσκολλημένες σε έναν αναρχισμό που τον γοήτευε από τα φοιτητικά του χρόνια, και μάλιστα των αποχρώσεων του Sorel. Αν η φιλία του με τον Scholem και με τον Μπρεχτ σηματοδοτεί τις δύο οριακές επιρροές στη ζωή του (που ήταν, όπως είπαμε, οι μεγ<!λες εναλλακτικές επιλογές για τους ανήσυχους Γερμανοεβραίους διανοουμένους του Μεσοπολέμου: Ιερουσαλήμ ή Μόσχα), η πραγματική του συγγένεια -θεωρητική, υφολογική, ιδιοσυγκρασιακ'ή- ήταν στην πραγματικότητα με τη μικρή εκείνη ομάδα των Γερμανοεβραίων διανοουμένων που επικράτησε, χάριν συντομίας, να ονομάζουμε Σχολή της Φρανκφούρτης: όχι μόνο διδάχθηκε από αυτούς και περιστασιακάσυνεργάστηκε μαζί τους (μια συνεργασία για την οποία πάντα διακήρυττε ότι επιθυμία του ήταν να γίνει πιο μόνιμη, αλλά δεν JtρQλαβε), αλλά και τους επηρέασε βαθύτατα, σε βαθμό ώστε ένα ωι:6 τα έργα του μελλοντικού κριτικού (και αυτής εδώ της ερμηνευτικής εργασίας επίσης) να είναι ακριβώς η επισήμανση του ποιες από τις ιδέες που ορίζουν σήμερα τη φιλοσοφική ταυτότητα της Σχολής της Φρανκφούρτης είναι συστηματικές αναπτύξεις ορισμένων πυρηνικών ενοράσεων του Βάλτερ Μπένγιαμιν, Υπάρχουν όμως και διαφορές, τις οποίες έστω και με σχηματικό τρόπο αξίζει να έχει κανείς εκ των προτέρων υπόψιν

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 19 του, Οι πρωτεργάτες του Ινστιτούτου της Φρανκφούρτης, κυριότερα οι Μαξ Χορκχάιμερ και Τέοντορ Αντόρνο, εκφράζουν έναν μαρξισμό διαθλασμένο μέσα από το πρίσμα πολλαπλών μορφωτικών παραδόσεων, ανεξάρτητων εν πολλοίς ή και αντιφατικών προς ό,τι εθεωρείτο ως παραδοσιακός μαρξισμός: τον γερμανικό ιδεαλισμό ειδικά στις εκδοχές του Καντ και του Χέγκελ, την πεσιμιστική κοινωνιολογία της νεοτερικότητας του Μαξ Βέμπερ και, προπαντός, τη φροϋδική ψυχανάλυση, Η ριζοσπαστική κριτική της αναπτυγμένης αστικής κοινωνίας την επιχειρούν ερείδεται πάντοτε σε ένα υψηλό αστικό στο, προσκολλημένο επίμονα σε ορισμένες ιδέες και αισθητικά κριτήρια του κλασικού αστικού πολιτισμού, του οποίου μία προέκταση διαβλέπουν βεβαίως στις ερμητικές μορφές της μοντέρνας τέχνης, Κατά συνέπεια ο μοντερνισμός τους αρνείται να κάνει την παραμικρή παραχώρηση απέναντι τόσο στις προαστικές μορφές, τις οποίες αισθάνονται ως προσβλητική για το πνεύμα υπαναχώρηση σε έναν αρχα'ίσμό τον οποίον υποψιάζονται πάντοτε ως βαρβαρικό, όσο και -προπάντων- στις μορφές της λεγόμενης «μαζικής κουλτούρας», τα πολιτιστικά προ'ίόντα δηλαδή της μαζικής κοινωνίας, στα οποία βλέπουν, αδιακρίτως, την ανελέητη υλοποίηση μιας επιτελικά σχεδιασμένης πρόθεσης χειραγώγησης των ανθρώπινων συμπεριφορών σε μαζική κλίμακα, Έτσι λοιπόν, παρότι είναι υποχρεωμένοι να διατηρούν ένα κομμουνιστικό όραμα ως υπόρρητη κανονιστική αρχή της σκέψης τους, τείνουν υπερβολικά να περιχαρακωθούν σε μιαν αμυντική έννοια της ατομικότητας και να χρεώνουν κάθε μορφή συλλογικότητας (εκτός από την ουτοπική εκείνη η οποία μόνο θεωρητικά!1ι"tορεί να συλληφθεί) στην πλευρά του καταναγκασμού και της βίας, Η στάση τους είναι Ι1έβαια δικαιωμένη, όσο είναι δικαιωμένη, από τις συγκεκριμένες ιστορικές πραγματικότητες μέσα στις οποίες -και ενάντια στις οποίες- έζησαν και στοχάστηκαν, Ο Μπένγιαμιν όμως

20 W ALTER BENJAMIN ρέπει (εξ ιδιοσυγκρασίας, θα έλεγε κανείς) σε ένα λα'ίκότερο αισθητήριο, Επειδή γι' αυτόν η νοσταλγία παίζει μεγαλύτερο ρόλο ως κίνητρο απ' ό,τι η επαναστατική ελπίδα, ο μοντερνισμός του είναι στραμμένος -όπως εκείνος ο άγγελος του Κlee, για τον οποίογ μιλάει σε μία από τις Θέσεις του για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας- αποφασιστικά προς τα πίσω: θέλει να διασώσει εκείνο που η ανάπτυξη και η πρόοδος καταπάτησαν μέσα στον ορυμαγδό των σιδερένιων ερπυστριών τους, και το επαναστατικό όραμα έχει γι' αυτόν περισσότερο απ' ό,τι για τους άλλους τη θεολογική χροιά της λύτρωσης, Σε ένα επίπεδο, αυτό σημαίνει μια παραδείσια εικόνα της συμφιλιωμένης ανθρωπότητας μέσα σ' έναν ειρηνευμένο κόσμο, ένα όραμα εκπλήρωσης του οποίου η καταγωγή δεν μπορεί να συγκαλυφθεί ότι είναι η παραδοσιακή λα'ίκή κοινότητα. Ο «χυδαίος μαρξισμός» του Μπένγιαμιν, αν υπάρχει, είναι στην πραγματικότητα ένας ρομαντικός κοινοτισμός. Δεν είναι συμπτωματικό λοιπόν ότι ο Μπένγιαμιν αφενός αποτιμά θετικότερα την προαστική παράδοση (κι ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι αυτό που εκφράζεται στο δοκίμιο Ο Αφηγητής), αφετέρου μπόρεσε να διαβλέψει μέσα από ορισμένες μορφές της ίδιας της μαζικής κουλτούρας (παραδείγματος χάριν, ο κινηματογράφος και θα μπορούσαμε σήμερα να προσθέσουμε: η τζαζ και η ροκ μουσική, κ.λπ.) κάποιες κρυφές απελευθερωσιακές δυνατότητες που μπορούσε αυτή, ως λα'ίκή με τη σύγχρονη έννοια του όρου δημιουργία, ν' αποδεσμεύει, Αντίστοιχα λοιπόν το φιλοσοφικό μάτι σ,,~λαμβάνει διαφορετικούς ιριδισμούς του ίδιου φαινομένου: εκείπ()'\λρι Χορκχάιμερ και Αντόρνο αισθάνονται υποχρεωμένοι να υπερασπιστούν μια κάπως παραδοσιακη για τον γερμανικό ιδεαλισμό έννοια της υποκειμενικότητας (μια ιδέα που κατάγεται από τον Καντ, η μόνη ουσιαστικη διάνοιξη στην οποία την υποβάλλουν είναι αυτη που προέρχεται από την

ΕIΣΑΓΩl'Η 21 ψυχαναλυτική θεωρία των ενορμησεων), αυτός διαβλέπει (με την όραση του μυστικού, και χωρίς να το δηλώνει με αυτά ακριβώς τα λόγια) ένα κρυφό ανθρωποκοσμικό περιεχόμενο που η απελευθέρωσή του χρειάζεται την αποδόμηση της ουμανιστικά εννοημένης ταυτότητας όπου εκείνοι αναδιw"tλώνονται σε μια -σε τελευταία ανάλυση- υπεράσπιση της φιλοσοφικής έννοιας (εξίσου παραδοσιακή για την ευρωπα'ίκή φιλοσοφία, καταγόμενη ειδικά από τον Χέγκελ), αυτός λύνει τα εννοιακά κρυσταλλώματα σε μιαν αρχέγονη ζωική και μιμητική διαδρομή της σημασίας, μέσ' από την οποία οδηγούμαστε σε μιαν αντίλη'ψη της γλώσσας ως μη αποκλειστικά ανθρώπινου μέσου αλλά ως θεμελιώδους έκφρασης όλων των μορφών της φύσης, στις οοοίες ενσωματώνεται (οικοσυστημικά, θα λέγαμε σήμερα) και ο άνθρωπος. ΑΥΤΗ Η ΙΔΙΟΣΥΓΚΡΑΣΙΑΚΗ οπτικη βασίζεται σε μια ευγενώς διαφορετικη σχέση με τη γλώσσα, και με το γραπτό κείμενο. Ο Μπένγιαμιν ποτέ δεν θεώρησε τον εαυτό του φιλόσοφο, αλλά συγγραφέα, και παρ' όλο που συχνά μέσα στα κείμενά του θα συναντήσουμε γνήσια φιλοσοφικές διατυπώσεις -βρί (}ουν,' θα έλεγε κανείς, από τέτοιες διατυπώσεις-, έτεινε, ρητορικά τουλάχιστον, να περιφρονεί τη φιλοσοφική γλώσσα αποκαλώντας την «ιδίωμα των μαστροπών». Με αυτό ήθελε να πει \)τι ο φιλοσοφικός λόγος, υπερβολικά εμποτισμένος από την πρόθεση να νομοθετήσει ή να κυριαρχήσει πάνω στα πράγματα, ξεχνούσε τη θεμελιώδη ανάγκη του να τα συναισθανθεί (θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε, να τα συμπονέσει), κι έτσι τα οδηγούσε στην εκπόρνευση, τα υποχρέωνε δηλαδή να σημάνουν κάτι το οποίο από μόνα τους δεν σημαίνουν (με αυτόν τον τρ6πο ερμηνεύει άλλωστε, όπως θα δούμε, και την ίδια την αλληγορία). Θα έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε πόσο έμμονη είναι αυτή η ιδέα σε όλη τη γλωσσοφιλοσοφία του Μπέν

22 WAιTER BENJAMIN γιαμιν. Η διαφορά η οποία υποκρύπτεται στον τρόπο που αντιλαμβάνονται αυτό ακριβώς το σημείο συνιστά τον πραγματικό πυρήνα των διαφωνιών ανάμεσα στον Μπένγιαμιν και τόσο τον Χορκχάιμερ όσο και τον Αντόρνο, όπως μας φανερώνεται μέσ' από την αλληλογραφία τους. Τα κείμενα του Μπένγιαμιν ξεχειλίζουν από τον έρωτα των πραγμάτων. Εκείνο που σε κάθε περίπτωση δίνει τη μοναδική της ποιότητα στη γραφή του είναι ό,τι θα μπορούσαμε ν' αποκαλέσουμε η χάρις των ίδιων των πραγμάτων: πραγμάτων τα οποία δίνονται όχι ως αναπαραστάσεις και έννοιες, αλλά με ολόκληρο θα έλεγε κανείς το είναι τους, σε μια γλώσσα η οποία τους έχει αφιερωθεί με όλες της τις δυνάμεις. Μία πλευρά της προσωπικότητας του Μπένγιαμιν ήταν αυτή του συλλέκτη (ένα πάθος που κληρονόμησε από τον πατέρα του)' η ανάγκη του να εργάζεται με παραθέματα, πολλές φορές μάλιστα να τα βλέπει ω.ς το πραγματικό περιεχόμενο των δικών του γραπτών, είναι ενδεικτική αυτής της ανιδιοτελούς του αγάπης και του θαυμασμού προς το εντελές, κάτι που η δική του παρέμβαση θα έπρεπε μόλις που ν' αγγίζει για να μην το καταστρέψει. Αγαπούσε με πάθος τα μικροαντικείμενα' όσο πιο μικρό ήταν ένα πράγμα, τόσο πιο ακέραιες και πιο ισχνρές του φαινόταν ότι διατηρούσε τις σπερματικές του δυνάμεις - και φύλακας αυτών των δυνάμεων ήθελε να γίνει η δική του γλώσσα. Έγραψε κάποτε (σ' ένα από τα κείμενά του για το χασίς) την εκπληκτική πρόταση: κάτι που να βγαίνει «Θέλω να γράψω από τα πράγματα όπως το κρασί από τα σταφύλια». Στο χασίς, που το συνάντησε στα ταξίδια του στη Μασσαλία (και οπωσδήποτε και στη φανταστική γεωγραφία της συνάντησή ς του με τον Μπωντλαίρ), ο Μπένγιαμιν ξαναβρήκε εκείνο το προνομιακό είδος συνείδησης -που ορισμένοι χαρισματικοί άνθρωποι, όπως ο ίδιος, ίσως δεν έχουν χάσει ποτέ- κάτω από την επιπολιτισμένη συνείδηση, συνείδηση

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 23 που μοιάζει με αυτή του μικρού παιδιού ή του ζώου, όπου οι βαθύτεροι στοχασμοί αναπηδούν αβίαστα από τα πιο αρχέγονα στρώματα, μέσ' από το ελεύθερο παιχνίδι της ταύτισης και του αποχωρισμού με τα πράγματα, με τα πλάσματα, με τις μορφές: συνείδηση η οποία συνιστά την πίσω όψη του στοχασμού, εκεί που η συναναστροφή με τα πράγματα, η ζωώδης κληρονομιά και η ανθρώπινη σοφία μας κάνουν ένα. Από την αρχή μέχρι το τέλος του έργου του, ο Μπένγιαμιν συνομιλεί προπάντων με ποιητές, όχι με φιλοσόφους. Ανδρώθηκε πνευματικά μέσα στην ιδεαλιστική-ρομαντική ατμόσφαιρα πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και οι πρώτεςκαι ανεκρίζωτες έκτοτε- επιρροές του είναι από τους Γερμανούς Ρομαντικρύς. Καθοριστική ανάμεσα σε αυτές τις επιρροές είναι βεβαίως εκείνη του Γκαίτε (στον οποίον θα αφιερώσει, αργότερα, ένα από τα πρώτα σημαντικά του δοκίμια). Εν συνεχεία θα γνωριστεί με τους Γάλλους Συμβολιστές, των οποίων η κρυπτική, σχεδόν ιερατική προσέγγιση στη γλώσσα (του Mallanne, για παράδειγμα, τον οποίον παραθέτει συχνά) συγγενεύει εκλεκτικά με τη δική του αντίληψη για τη γλώσσα, όχι τόσο ως όργανο της ανθρώπινης επικοινωνίας υπόλογο στους κοινωνικούς κώδικες, όσο ως μέσο εσωτερικής καταβύ Οισης (ή ανόδου) σε διαφορετικά επίπεδα του είναι' και είναι γνωστή βέβαια η <,τον έμμονη ενασχόλησή του με τον Μπωντλαίρ, οποίον είναι αφιερωμένα τα τελευταία του σχεδιάσματα ενός μεγάλου έργου με πραγματικό θέμα το Παρίσι του δέκατου ένατου αιώνα. Αργότερα θα γνωριστεί με τον Σουρρεαλιομό και θα συνάψει θερμές προσωπικές σχέσεις με μερικούς από τους εκπροσώπους του. Όμως οι συγγραφείς με τους οποίους αισθάνεται την πιο μεγάλη συγγένεια είναι ο Προυστ και ο Κάφκα. Συχνά θα τον απασχολήσουν είτε ως μεταφρα Ητή είτε ως δοκιμιογράφο, καθώς μέσ' από το έργο τους δια Ι-\λέπει βαθιές προσωπικές ομοιότητες με αυτόν τον ίδιον.

24 WALTER ΒΕΝΙΑΜΙΝ 'Ηδη πολί! νέος ήρθε σε ε.ίταφή με την εβρα'ίκή πνευματικότητα (μέσω της φιλίας του με τον Geτshom Scholem, όπως είδαμε, και μέσω της πρώτης του συζύγου, της Ντόρας, θυγατέρας του φημισμένου ραββίνου Leon Kellneτ), Ο Scholem προσεγγίζει ωστόσο τον Ιουδα'ίσμό όχι μέσω της καθιερωμένης ταλμουδικής παράδοσης, αλλά μέσω του μυστικού ρεύματος (που δεν έχαιρε καθόλου καλής φήμης στους ραββινικούς κύκλους) της Καββάλα, Γεννημένη από τα συγκριτικά θεοσοφικά ρεύματα στους κόλπους του [ουδα'ίσμού μετά την καταστροφή του Δεύτερου Ναού κι έχοντας επωαστεί επί μακρόν μέσα στους κύκλους της Διασποράς, η καββαλιστική παράδοση συγκροτείται ως ένα μεσαιωνικό ρε1jμα που διατηρεί βαθιές συγγένειες με αντίστοιχες μορφές μυστικισμού μέσα στα πλαίσια του Χριστιανισμού και του Ισλάμ, Το κοσμολογικό όραμα που διαφαίνεται στο βάθος αυτής της διδασκαλίας, πάντως, μικρή σχέση έχει με την πατριαρχική θρησκεία του Νόμου στην οποία εξελίχθηκε ο ορθόδοξος Ιουδα'ίσμός, και απηχεί μάλλον πανθε'ίστική σύλληψη του κόσμου ως πολλαπλών οντολογικό)ν επιπέδων, που αποτελοί>ν τις αντίστοιχες ακτίνες εκπόρευσης ενός πρωταρχικού θείου φωτός, Αυτό ταιριαζει πολύ με την αρχέγονη νοσταλγία του αδιαφοροποίητου Ενός που, όπως είδαμε, διακατείχε από νωρίς τη σκέψη του Μπένγιαμιν, και στο βαθμό που αυτά τα οντολογικά επίπεδα εμφανίζονται ταυτόχρονα ως πολλαπλές στιβάδες νοήματος προς ερμηνεία, ο Μπένγιαμιν θα ενσωματώσει κατά φυσικό τρόπο, και ενθουσιωδώς, το μυστικό όραμα της Καββάλα στη γλωσσοθεωρία του, Από το σημείο αυτό (στο οποίο έφτασε αρκετά νωρίς στη ζωή του, ήδη τα πρώτα χρόνια μετά τον πόπρέπει να θεωρείται διαμορφωμένη η βασική γλωσσοφιλοσοφία του Βάλτερ Μπένγιαμιν, Όταν αργότερα, μετά τη γνωριμία του (μέσω της εβρα'ίκής παρέας του Ερνστ Μπλοχ και του Λούκατς) με τον κύκλο της Φρανκφούρτης, θα βρεθεί

εω:αγωγη 25 στην ανάγκη να μεταφράσει σε μια μαρξιστική γλώσσα τις βασικές του ενοράσεις, τίποτε από αυτό το βαθύτερο όραμά του της πραγματικότητας δεν πρόκειται ουσιαστικά ν' αλλάξει, ΕΙΝΑΙ ΕΜΦΑΝΕΣ, ΠΙΣΤΕΥΩ, απ' όσα προσπαθήσαμε να ποί,με ήδη μέχρις εδώ, το γιατί η γλωσσοφιλοσοφία του Βάλτερ Μπένγιαμιν πρέπει να θεωρείται ως η προνομιακή οδός κατανόησης της σκέψης αυτού του τόσο σημαντικού για την αυτοσυνειδησία της σύγχρονης εποχής στοχαστή, Μιλώντας αυστηρά, αν θα πρέπει' να καταμετρήσουμε τις ουσιώδεις φιλοσοφίες της γλώσσας που έχει να επιδείξει ο εικοστός αιώνας, δεν θα βρούμε πάνω από τρεις: Βάλτερ Μπένγιαμιν, Μιχαήλ Μπαχτίν, Jacques Deπida, Δεν θα συμπεριλάβουμε σε αιπές τον λόγίκό θετικισμό (τύπου Wittgenstein) ούτε τη φορμαλιστική γλωσσολογία (τύπου Saussuτe), γιατί η ίδια η επιιjτημoνίζoυσα προσέγγισή τους φέρει τη σφραγίδα εκείνης της ιιηαλειακότητας η οποία αφήνει αδιερώτητα τα αληθινά φιλο 0\ lφικά προβλήματα: προβλήματα που αφορούν τη σημασία, το νόημα και την ιστορική γένεση των πρώτων εννοιών με τις οποίες αυτές ενεργούν, Αν η γλωσσοφιλοσοφία του Βάλτερ ΜπΙνγιαμιν κομίζει κάτι πραγματικά νέο -όπως πιστεύt ιιιμε- στον φιλοσοφικό ορίζοντα του εικοστού αιώνα, κάτι fo" οποίου οι απώτατες θεωρητικές συνεπαγωγές δεν έχουν Ηκι'ιμη έλθει όλες στο φως, τότε και το έργο μιας συστηματι ΚΤΙΙ; παρουσίασής της δικαιώνεται, τουλάχιστον στο επίπεδο Των προθέσεων του, Μια παρουσίαση αυτής της γλωσσοθεωρίας σε γλώσσα άλλη από εκείνη στην οποία έγραψε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν σημω,να μετάφραση, και κανείς δεν είχε οξύτερη επίγνωση απ' ι),τι (Ι ίδιος του βαθμού στον οποίον κάθε μετάφραση είναι ~" ινμηνεία, δηλαδή, με τα δικά του λόγια, «μετά θάνατον tioii» του αρχικού έργου, Το καθήκον μιας τέτοιας μετάφρα

26 WALTER BENJAMIN σης ήταν ήδη τρομακτικό, αν σκεφτεί κανείς ότι η πολύπλοκα υφασμένη σκέψη του Μπένγιαμιν, οι ακτινωτά εκπεμπόμενες από κάθε λεξιλογική ή προτασιακή μονάδα σημασίες, το διαρκές κύλισμα των μεταφορών και των αναλογικών του εικόνων -όλα στοιχεία που συμπυκν<ονουν σε κάθε μορφική μονάδα ολόκληρο το περιεχόμενο της γλωσσοθεωρίας του- καθιστούν αυτό το κείμενο δυσπρόσβαστο, ακόμα και για τον μέσο καλλιεργημένο αναγνώστη, ήδη στη δική του γλώσσα. Πέραν αυτού, μια μεταγραφή του στα ελληνικά θα είχε ένα επιπλέον πρόβλημα να αντιμετωπίσει: η γερμανική στην οποία γράφει ο Μπένγιαμιν είναι μια γλώσσα φιλολογική που ήδη στην εποχή της είχε κάποιους αρχαίζοντες τονισμούς, καθώς ανήκε οργανικά μάλλον στον δέκατο ένατο αιώνα, και μάλιστα στην πιο λόγια και φιλοσοφική του παράδοση, που στο αυτί ενός σημερινού Γερμανού ηχεί εντελώς ανοίκεια και αρχα ίκή. Αν αυτή η αναλογία ετηρείτο στα ελληνικά, το αποτέλεσμα θα ήταν καταστροφικό: ένα έργα παρωχημένης λογιοσύνης που δεν θα διαβαζόταν από κανέναν. Και αυτό επειδή στη γερμανική υπάρχει ήδη μια τεράστια φιλοσοφική φιλολογία γραμμένη σε τέτοιο ύφος, γεγονός που καθιστά και το ίδιο αυτό ύφος, παρά την απόσπασή του από την καθημερινή γλώσσα, κάπως εύλογο για τον φιλοσοφικά πεπαιδευμένο αναγνώστη. Στα ελληνικά δεν υπάρχει λόγια φιλοσοφική παράδοση (εκτός βέβαια κάποιων μεμονωμένων εξαιρέσεων), και τέτοιου είδους γλωσσικές εκζητήσεις θα ήταν ακροβασία δίχως περιεχόμενο που μόνο περιπαικτικές συνέπειες θα μπορούσαν να έχουν για το κείμενο. Ο μόνος δρόμος ήταν η χρήση της απλής καθομιλούμενης γλώσσας, στο ίδιο πνεύμα που έχουν γίνει και οι (υποδειγματικές) αγγλικές μεταφράσεις του Μπένγιαμιν. Η νοηματική και υφολογική πιστότητα (που συχνά εμφανίζονται ως αντιστρόφως ανάλογες) ήταν μια διαρκής δοκιμασία για τον μεταφραστή - την οποία ανταπεξήλθε όπως ανταπεξήλθε. Ο

ΕΙΣΑΓΩΓΉ 27 τελικός κριτής, ο αναγνώστης, οφείλει να είναι μαζί του αυστηρός όσο τουλάχιστον είναι απαιτητικά απέναντι στον ίδιον αυτόν αναγν<οοτη τα κείμενα του Μπένγιαμιν. Τα κείμενα που επιλέξαμε εδώ να μεταφράσουμε είναι πέντε: τέσσερα από αυτά είναι αυτοτελή δοκίμια, κι ένα (το τέταρτο) είναι απόσπασμα απο ένα μεγαλύτερο έργο. αυστηρά, η γλωσσοφιλοσοφία του Μιλώντας Βάλτερ Μπένγιαμιν περιέχεται (και ολοκληρώνεται) σε τρία κρίσιμα δοκίμια (τα τρία πρώτα αυτής της συλλογής): «Για τη γλώσσα εν γένει και για τη γλώσσα του ανθρώπου» (1916), «Το έργο του μεταφραστή» (1923), «Για τη μιμητική ικανότητα» (1933). Όπως βλέπουμε, τα δύο πρώτα ανήκουν στην πρώιμη, την «ιδεαλιστική» περίοδο της σκέψη~ του Μπένγιαμιν, ενώ το τελευταίο ανήκει στη λεγόμενη μαρξιστική του περίοδο. Η βαθύτερη ενότητα της προβληματικής τους ελπίζουμε ότι θα διαφανεί καθαρά. Αξιοσημείωτο είναι, πάντως, το γεγονός ότι δύο από τα τρία αυτά,/ τόσο θεμελιώδη για τη σκέψη του συγγραφέα τους κείμενα\ παρέμειναν αδημοσίευτα ενόσω αυτός ζούσε. Τα δύο κείμενα που προσθέσαμε σε αυτή τη συλλογή, «Η γένεση της αλληγορίας» (από την Καταγωγή του γερμανικού Δράματος, 1925) και «ο Αφηγητής» (1936), μοιράζονται επίσης κατά τις δύο περιόδους της σκέψης του Μπένγιαμιν. Δεν μπορούν να θεωρηθούν αμιγώς γλωσσοφιλοσοφικά κείμενα, με τα αυστηρά κριτήρια των τριών πρώτων, αφού εκπροσωπούν μάλλον ιστορικές μελέτες πάνω σε ύφη και γλωσσικούς σχηματισμούς (όπως η αλληγορία και η προφορική αφήγηση). Όμως αυτός ο ιστορικός (και κατά κάποιον τρόπο, επίσης, κοινωνιολογικός) φωτισμός ορισμένων μοτίβων που τα συναντήσαμε ήδη επεξεργασμένα από φιλοσοφική άποψη στα προηγούμενα δοκίμια, μας φάνηκε απαραίτητος προκειμένου να αναδειχθεί σε όλη την πολυπρισματική της ανάπτυξη μια σύνθετη θεωρία της γλώσσας, η οποία μάλιστα αρθρώνεται στο πλαίσιο μιας σκέψης που θέλει

28 WALTER BENJAMIN να είναι η ίδια ιστορική και που η ίδια αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως την αυθεντική μαρτυρία μιας ορισμένης κοινωνικο'ίστορικής εποχής. Εν πάση περιπτώσει, η συμπληρωματική τους σημασία για την κατανόηση της γλωσσοφιλοσοφίας του Μπένγιαμιν κάνει απαραίτητη τη συμπερίληψή τους εδώ, και η ιδεώδης συμίτύκνωση του θέματός τους είναι εκείνη που μας έκανε να τα επιλέξουμε από δεκάδες άλλα δοκίμια που μέσα στην πλοκή τους, μεταξύ άλλων, αστράφτουν στιγμιαίες γλωσσοφιλοσοφικές ενοράσεις του Μπένγιαμιν. Όλες οι βασικές, πάντως, πιστεύουμε ότι περιέχονται εδώ. Παραλείψαμε, αντίθετα, ένα κείμενο που ο Μπένγιαμιν δημοσίευσε στο Zeitschrίft, το Δελτίο του Ινστιτούτου της Φρανκφούρτης, το 1935 με τίτλο «Προβλήματα της κοινωνιολογίας της γλ(ί)σσας» (<<Probleme der Sprachsoziologie», Zeitschrίft Γύτ Sozia1forschung, 1935), γιατί δεν μας φάνηκε ότι προσθέτει τίποτε απολύτως στη γλωσ:σοφιλοσοφία του. Πρόκειται για μια διδακτική, εξαιρετικά χρήσιμη ενδεχομένως αλλά καθόλου προσωπική (κάτι το οποίο, πρέπει να πούμε, σπάνια συνήθιζε ο Μπένγιαμιν), έκθεση των θεωριών γύρω από τη γλώσσα που σημαδεύουν το πέρασμα από τον δέκατο ένατο στον εικοστό αιώνα: ξεκινάει από τον Herder και την ονοματοποιητική του θεωρία και φτάνει μέχρι τις σύγχρονές του απόψεις των ψυχολόγων της γλώσσας, περνώντας από τον Karl BUhler, τον Levy-Bruhl, τον Husserl και τον Max Scheller, τον Rudolf Carnap, τον Ernst Cassirer, τον Jean Piaget, τον Wigotski Κ.ά. Παρ' όλη την αξία που έχει αυτό το κείμενο, από την άποψη ότι φωτίζει ορισμένες από τις πηγές του Μπένγιαμιν, ισχύει γι' αυτό εκείνο που ο ίδιος ο Μπένγιαμιν δηλώνει: εκεί που τελειώνει αυτή η επισκόπηση, αρχίζει η δική του γλωσσοθεωρία. ΤΟ ΝΑ ΣΥΝΟΔΕΨΟΥΜΕ Α ΥΤΗ τη μεταφραστική απόπειρα με εκτενή εξηγητικά σχόλια -εκτενέστερα κάπως από τα ίδια

ιω:λγωγη 29 τα κείμενα- είναι ένα εγχείρημα που μας εκθέτει ίσως σε ακόμη σοβαρότερους κινδύνους. Ο κίνδυνος που κυρίως ελλοχεύει σε κάθε βήμα είναι αυτός της αστοχίας, της εσφαλμένης ή της μη νόμιμης ερμηνείας: και μη νόμιμη ερμηνεία δεν θα ήταν, ενδεχομένως, το να εξαγάγει κανείς από ένα έργο περιεχόμενα τα ποτέ δεν εσκόπευσε συνειδητά ο δημιουργός του, αφού μπορεί να δεχτεί ότι αυτά απορρέουν, ή ότι βρίσκονταν ανέκα Θεν εκεί, μέσα στην ίδια τη δομή του έργου' μη νόμιμη ερμηνεία Οα ήταν να «υπαγορεύσει» κάποιος στο κείμενο τα περιεχόμενά του απ' έξω, να του επιβάλει νοήματα τα οποία βρίσκονται μόνο στη δική του ανάγνωση κατά συνέπεια να το παραμορφ(οοει κάνοντάς το να υπηρετήσει τις δικές του προθέσεις. Και βέβαια ασφαλές κριτήριο δεν υπάρχει, τέτοιο που να προφυλάσσει τον ερμηνευτή από αθέμιτα ολισθήματα, προσφέροντας στον αναγνώστη ένα βέβαιο μέτρο για να κρίνει. Η πράξη. της ερμηνείας είναι ένα συνεχές βάδισμα σε κινούμενη. ί>που κάποιο ποσοστό καλής τύχης είναι απαραίτητο για να\ οιασώσει εντέλει την πιο ακραία περίσκεψη και προσοχή. Ήταν ωστόσο απαραίτητη, για τους λόγους που είπαμε κιόλας. Το έργο του Μπένγιαμιν είναι κρυπτικό και δυσπρόσβατο, κι εντέλει απρόσιτο για όποιον δεν έχει ακολουθήσει κοπιαστικά τη διαδρομή που έκανε και ο ίδιος. Μόνο αν Κ<Lϊοιος γνωριστεί προσωπικά με τις παραδόσεις που -περισσότερο ή λιγότερο φανερά, περισσότερο ή λιγότερο δηλωμένα- τον επηρέασαν τόσο αποφασιστικά, και έχει βέβαια μια ορισμένη εποπτεία της ολότητας του έργου του, όντας επιπλέον σε θέση να ανασυνθέτει τόσο τον στενότερο φιλοσοφικό και πνευματικό, όσο και τον ευρύτερο ιστορικό και κοινωνικό ορίζοντα στον οποίον έδρασε αυτή η σκέψη, τότε και μόνο τότε ίσως το έργο αυτό αρχίσει να του παραδίδει τα κλειδιά του. Σε αυτή, όπως και σε όλες τις περιπτώσεις, το έργο της ερμηνείας συνίσταται στη διαρκή και υπομονετική προσπάθεια να τιθασευτεί

30 WALTER ΒΕΝΙΑΜΙΝ η ανοικονόμητη στασης των ορθών συγκειμενικών σχέσεων - θέτοντας ακούραστα, δηλαδή, τις ερμητικές cιι-τoφάνσεις του μέσα στα κατάλληλα συμφραζόμενα. Οι δρόμοι που μπορεί να ακολουθήσει και η πιο συνετή ερμηνεία είναι πολλοί. Ο τελευταίος κίνδυνος που διατρέχει η ερμηνεία, ακόμα και όταν έχει σημαντικές ενδείξεις ότι βρίσκεται σε καλό δρόμο, είναι να αποκλείσει παρ' ολ' αυτά άλλες ερμηνευτικές εκδοχές που ανοίγονται αν εστιάσει κανείς σε διαφορετικά σημεία του ίδιου κειμένου. Το αν θα δούμε ένα κείμενο μέσα σε φιλολογικά συμφραζόμενα, ή σε φιλοσοφικά, ή σε κοινωνικοπολιτικά κ.λπ. μας οδηγεί ολοφάνερα σε διαφορετικές πραγματικότητες αναφοράς, και ως εκ τούτου -σε κάποιο βαθμό σε διαφορετικά κείμενα. Εδώ ο ερμηνευτής πρέπει εκ των προτέρων να αποδεχτεί τα όριά του, που είναι ανθρωπίνως πεπερασμένα, και να προχωρήσει κάνοντας συνειδητά την επιλογή του και γνωρίζοντας ότι, περισσότερο απ' ό,τι το ίδιο το κείμενο, εκείνο που ερμηνεύεται μέσα στην ερμηνεία του είναι αυτός ο ίδιος. Αν το πλαίσιο της ερμηνείας που επιλέξαμε να αποκαταστήσουμε εδώ είναι κατεξοχήν το ιστορικοφιλοσοφικό, αυτούς τους όρους μάς φαίνεται ότι μπορούν να έλθουν στην επιφάνεια οι πιο γόνιμες σημασίες για το δικό μας ιστορικό παρόν' και δεν έχουμε βέβαια την αυταπάτη ότι εξαντλήσαμε ερμηνευτικά αυτό που έχουμε μπροστά μας, ούτε προπαντός ότι δεν υπάρχει εκείνο το οποίο από την τωρινή μας θέση δεν μπορούμε ακόμη να διανοηθούμε. Με τον τρόπο που διατάξαμε αυτά τα ερμηνευτικά σχόλια, μια δεύτερη φωνή μοιάζει να έρχεται να προστεθεί σ' εκείνη τη συγγραφέα, σε κρίσιμους κόμβους για τη διαδρομή του τος. Μου αρέσει καμιά φορά να το σκέφτομαι αυτό σαν μουσική πολυφωνία, όπου δύο διαφορετικές φωνές ξετυλίγονται ελεύθερα στις δικές του δαιδαλώδεις διαδρομές, ξεχωριστές για

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 31 την καθεμία, αλλά συναντιούνται πάντα στα δεσμευτικά τονικά κέντρα, για να χωρίσουν και πάλι. Αυτά τα κρίσιμα τονικά ντρα είναι ακριβώς τα σημεία που έχουμε σημάνει με την αρίθμηση μέσα στο κείμενο' ή πάλι, μπορώ να το σκεφτώ μέσ' από την εικόνα ενός οδηγού, που εμφανίζεται στις δύσκολες στιγμές για να πάρει cιι-τό το χέρι τον απελπισμένο οδοιπόρο κάθε που το λαβυρινθώδες μονοπάτι το οποίο ακολουθεί χάνεται μέσα στις ανωμαλίες του εδάφους και στο σκοτάδι, και ύστερα εξαφανίζεται και πάλι. Όσες ευτυχείς αναπαραστάσεις αυτού του είδους κι αν μας επιτρέψει η φαντασία μας, πάντως, ο κίνδυνος δεν έχει εξορκιστεί: πάντα υπάρχει ο κίνδυνος ΟΙ φωνές να μη συναντηθούν στο σωστό σημείο και να ακουστεί μια ανατριχιαστική κακοφωνία, πάντα ενδέχεται ο οδηγός να μην εμφανιστεί την κατάλληλη στιγμή, ή να οδηγήσει στο πιο απ~ιστικό αδιέξοδο, όπου κανένας δρόμος δεν είναι πια δυνατός. \ ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ οποίες πήραμε τα κείμενα αυτής της μετάφρασης θα φανούν αμέσως πιο κάτω, στο βιβλιογραφικό σημείωμα, μαζί με ορισμένα επιλεγμένα βοηθήματα για τον αναγνώστη. Οι μεταφράσεις όλες έγιναν με συνεχείς αμοιβαίες μεταβάσεις ανάμεσα στο γερμανικό κείμενο του Βάλτερ Μπένγιακαι τις αντίστοιχες έγκυρες αγγλικές μεταφράσεις. Σε σμένες περιπτώσεις, όπου το μέγεθος των κειμένων το επέτρεπε (και ιδεωδώς στο «Για τη μιμητική ικανότητα»), δουλέψαμε όπως στην ποιητική μετάφραση: έγινε πρώτα μια κατά λέξη μετάφραση από το πρωτότυπο κι εν συνεχεία αλλεπάλληλα υφολογικά και νοηματικά σμιλέματα, λαμβάνοντας υπόψιν παράλληλα και τις λύσεις του Αμερικανού μεταφραστή. Για τη βοήθεια στη διερεύνηση του γερμανικού πρωτοτύπου η εργασία οφείλει πολλά σε ορισμένους φίλους, όπως η Γεωργία Μπότσιου και ο Γιώργος Σαγκριώτης η συμβολή ειδικά του τελευταίου είναι τέτοια ώστε σε ορισμένα σημεία ~""i'i-~. ""nn,,,,n_

32 WAιTER BENJAMIN τικά τα όρια της συμμετάφρασης. Είναι περιττό να τονίσω, βέβαια, ότι τα ενδεχόμενα λάθη και οι αστοχίες βαρύνουν αποκλειστικά το ιιεταωοαστή και ερμηνευτή. Αθήνα, 12 Νοεμβρίου 1996 Φώτης Τερζάκης ~., ~~~~ '~D~~ ~ ;:. '&.~,.. "1. ~~.!~ " ~...,... :t;f. ','

ΙΙ:Ι:ΛΓΩΙΉ 33 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Τα πρωτότυπα έργα του Βάλτερ Μπένγιαμιν βρίσκονται σήμερα υτην ακόλουθη έκδοση: Walter Beniamin. GesammeJte Schriften, επιμ. Rolf Tiedemann και Hermann επί του 1974-89. Ι. Abhandlungen. ΙΙ. Aufsatze, νortrage. πι Kritiken und Rezenzίonen. ιν. Kleine Prosa, Baudelaire-Ubertragungen. ν. Das Passagen-Werk. νι Fragmente vermischten Inhalts, Autobiografische Schriftei'i. νπ. Nachtrage. / ι Η σημαντική αλληλογραφία του βρίσκετ~, συγκεντρωμένη σε ι')ί,ο μικρούς τόμους: " Walter Benjamin, Briel"e, επιμ. Theodor W. Adorno και Gershom Scholem, Suhrkamp, Φρανκφούρτη επί του Μάιν, 1966. T.W. Adorno W. Benjamin, Briel"wechseJ 1928-1940, επιμ. νοn Hen!i ΙοnίΙΖ, Suhrkamp, Φρανκφούρτη επί του Μάιν, 1994. Ακόμα και ο γερμανόφωνος αναγνώστης οφείλει να λάβει υπόψιν του τις δύο σημαντικές συλλογές κειμένων του που κυκλοφόρησαν στην Αμερική (η πρώτη είναι η γνωστή συλλογή της Hanna Arendt): Walter Benjamin, I11uminations, μετάφραση Harry Zohn, επιμ. και ισαγωγή της Hannah Arendt, Schocken Books, Νέα Υόρκη, 1969. Walter Benjamin, Ref1ections, μετάφραση Edmund Jephcott, επιμ. και εισαγωγή του Peter Dametz, Schocken Books, Νέα 1978.

34 WAL'TER BENJAMIN αυτού του τόμου, μπορεί να ανατρέξει στις ακόλουθες δημοσιεύσεις μας: «Η πρόοδος ως θυσία και οι έννοιες της μίμησης και του οργίου στη σύγχρονη θεωρία», περ. Σημειώσεις, 30, Νοέμβριος 1987. «Η φύση ως γραφή: θάνατος και παρουσία μέσα στη γλώσσα», περ. Σημειώσεις, 44, Δεκέμβριος 1994. «Μια σύντομη απάντηση για τη γραφή και τη γλώσσα», περ. Πλαν6διον, 20, Ιούνιος 1994. «Η πολυσημία και ο Ένας θεός», περ. Πλανόδιον, 21, Δεκέμβριος 1994. «Απηχήσεις του ιερού στην αισθητική του Βάλτερ Μπένγιαμιν», περ. Πλαν6διον, 23, Ιούνιος 1996. «Από τη γλωσσοφιλοσοφία του Βάλτερ Μπένγιαμιν στη μυστική Καββάλα», στον συλλογικό τόμο Ο Σύγχρονος Ιουδαϊσμός, επιμ. Στέφανου Ροζάνη (Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1995). «Το Σ(ομα της Γλώσσας: ο Marcel Jousse και η παράδοση της οργανικής γλώσσας» (βιβ.λιοκρισία), περ. Μανδραγόρας, 12-13, Μάιος Σεπτέμβριος 1996. «Έπος και Μυθιστόρημα» (βιβλιοκρισία), εφημ. Καθημερινη, 30/1/1996. «ο Rousseau και η γλώσσα: μια διορατική προαναγγελία του σύγχρονου» (βιβλιοκρισία), εφημ. Ελευθεροτυπία, 30/4/1999.

ΓΙΑ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥΙ Κάθε έκφραση της ανθρώπινης πνευματικής ζωής μπορεί να κατανοηθεί ως ένα είδος γλώσσας, και μια τέτοια κατανόηση εγείρει παντού, με τον τρόπο μιας αληθινής μεθόδου, νέα ερωτήματα. Μπορεί κάποιος να μιλήσει για γλώσσα της μουσικής ή της γλυπτικής, ή ακόμα για γλώσσα της δικαιοσύνης, που δεν έχει τίποτα να κάνει άμεσα με τις γλώσσες στις οποίες είναι συνtεταγμένες οι γερμανικές ή αγγλικές δικαστικές αποφάσεις, για γλώσσα της τεχνικής που είναι κάτι περισσότερο από την εξειδικευμένη γλ(όσσα των τεχνικ({ιν. Γλώσσα σε αυτά τα πλαίσια σημαίνει την εγγενή αρχή που ωθεί προς κοινοποίηση πνευματικών περιεχομένων στoυς~~κριμένoυς τομείς: στην τεχνική, στην τέχνη, στο δίκαιο ή στη) θρησκεία. Με μία λέξη, κάθε κοινοποίηση πνευματικ(ί)ν περιεχομένων είναι γλώσσα, και η διά της λέξεως κοινοποίηση είναι μόνο μια ει ()ική περίπτωση, αυτή της ανθρώπινης γλώσσας - καθώς και οποιασδήποτε έχει οικοδομηθεί πάνω της (όπως η δικαιοσljνη, η ποίηση) ή βρίσκεται στα θεμέλιά της. Η ύπαρξη της γλ({ισσας, ωστόσο, δεν περιορίζεται αποκλειστικά στο σί,νολο των

36 WAI:fER BENJAMIN τομέων της ανθρώπινης πνευματικής έκφρασης στην οποία πάντοτε ενοικεί κατά κάποια έννοια η γλώσσα, αλλά εκτείνεται στα πάντα. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως συμβάν ή πράγμα, είτε στην έμψυχη είτε στην άψυχη φύση, που να μη μετέχει κατά κάποιον τρόπο στη γλώσσα, γιατί είναι στη φύση όλων των πραγμάτων να κοινοποιούν το πνευματικό τους περιεχόμενο.ζ Αυτή η χρήση της λέξης «γλώσσα» δεν είναι διόλου μεταφορική. Διότι αποτελεί ουσιώδη γνώση το ότι δεν μπορούμε να φανταστούμε τίποτα που να μην κοινοποιεί μέσα στην έκφραση την πνευματική του φύση' ο μεγαλύτερος ή μικρότερος βαθμός συνείδησης με τον οποίον φαινομενικά (ή στην πραγματικότητα) είναι συνδεδεμένη μια τέτοια κοινοποίηση δεν μπορεί να αλλάξει σε τίποτα το γεγονός ότι είναι αδύνατο να φανταστούμε μια ολική απουσία γλώσσας σε κάτι. Μια ύπαρξη εντελώς στερημένη από την παραμικρή σχέση με τη γλώσσα είναι μια Ιδέα, αλλά αυτή η Ιδέα δεν μπορεί να καρποφορήσει ούτε καν στην περιοχή των Ιδεών, η περιφέρεια των οποίων ορίζει την ιδέα του Θεού. 3 Εκείνο ακριβώς που προσπαθεί να δηλώσει αυτή η ορολογία είναι ότι κάθε έκφραση, στο βαθμό που αποτελεί κοινοποίηση πνευματικού περιεχομένου, πρέπει να συγκαταλέγεται στη γλώσσα. 4 Και αναμφίβολα, η έκφραση στην πλήρη και εσώτατη ουσία της μόνον ως γλώσσα είναι κατανοητή- από την άλλη πλευρά, για να κατανοήσει κανείς μια γλωσσική ουσία, πρέπει πάντα να ρωτά ποιας πνευματικής ουσίας αποτελεί την άμεση έκφραση. Αυτό σημαίνει: η γερμανική γλώσσα, για παράδειγμα, δεν είναι με κανέναν τρόπο η έκφραση του οτιδήποτε μπορούμε θεωρητικά να εκφράσουμε μέσω αυτής, αλλά είναι η άμεση έκφραση εκείνου που κοινοποιεί τον εαυτ6 του μέσα σε αυτήν. Αυτός ο «εαυτός» είναι μια πνευματική ουσία. Είναι λοιπόν αυτονόητο κατ' αρχήν ότι η πνευματική ουσία που κοινοποιείται μέσα στη γλώσσα δεν εί

!ΊΑ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΚΑΙ ΠΑ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ 37 ναι η ίδια η γλώσσα αλλά κάτι διακριτό από αυτήν. Η άποψη ότι η πνευματική ουσία ενός πράγματος έγκειται ακριβώς στη γλώσσα του αυτή η άποψη, εκλαμβανόμενη ως υπόθεση, είναι η μεγάλη άβυσσος στην οποία κινδυνεύει να πέσει κάθε θεωρία περί γλώσσας,* και καθήκον της είναι ακριβώς το να διασωθεί αιωρούμενη πάνω απ' αυτήν.5 Η διάκριση ανάμεσα σε μια πνευματική ουσία και τη γλωσσική ουσία στην οποίαν αυτή κοινοποιείται είναι η πρωταρχικότερη για κάθε γλωσσοθεωρητική έρευνα, και αυτή η διάκριση φαίνεται τόσο αναμφισβήτητη ώστε είναι μάλλον η συχνά υποστηριζόμενη ταυτότητα μεταξύ πνευματικής και γλωσσικής ουσίας εκείνη που συνιστά βαθύ και ασύλληπτο παράδοξο, την έκφραση του οποίου συναντάμε στη διπλή σημασία της λέξεως λ6γος. Μολαταύτα, αυτό- το παράδοξο έχει τη θέση του ως λύση στο ίδιο το κέντρο της γλωσσοθεωρίας παραμένει όμως ένα παράδοξο, ένα παράδοξο άλυτο, όταν τίθεται εκεί, στην αρχή. Τι κοινοποιεί η γλώσσα; Κοινοποιεί την αντίστοιχη σε αυτήν πνευματική ουσία. Είναι θεμελιώδες να ξέρουμε ότι αυτή η πνευματική ουσία κοινοποιείται εντ6ς της γλώσσας και όχι διαμέσου της γλώσσας. Οι γλώσσες ως εκ τούτου δεν {χουν Ο,μιλητή, αν με αυτό εννοούμε εκείνον ο οποίος κοινοποιεί τον εαυτό του διαμέσου αυτών των γλωσσών. Η πνευματική ουσία κοινοποιείται εντός, και όχι διαμέσου μιας γλώσσας με τη γλωσσική ουσία. 6 πράγμα που σημαίνει: δεν είναι εξωτερικά όμοια Η πνευματική ουσία είναι ταυτόσημη με το γλωσσικό είναι μόνο εφ6σον είναι κοινοποιήσιμη. Ό,ΤΙ Ι'ίναι κοινοποιήσιμο από μια πνευματική ουσία, είναι η γλωσσική της ουσία. Έτσι η γλώσσα κοινοποιεί την εκάστοτε γλωσσική ουσία των πραγμάτων, αλλ/j. μόνο την πνευματική / '1,1 μήπως είναι ακριβώς α πειρασμός'το'ίi/~α θέσαυμε ως αρχή μία υπόθεοη η απαία συνιστά μιαν άβυσσο' για αλόκληρη τη φιλασοφία;

38 W ALTER BENJAMIN τους ουσία, στο βαθμό που αυτή είναι εγκλεισμένη άμεσα στη γλωσσική, καθόσον είναι κοινοποιήσιμη. Η γλώσσα κοινοποιεί τη γλωσσική ουσία των πραγμάτων. Η σαφέστερη εμφάνιση αυτής της ουσίας όμως είναι η ίδια η γλώσσα. Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα «Τι κοινοποιεί η γλώσσα;» είναι «Η γλώσσα αυτοκοινοποιείται». Η γλώσσα αυτής της λάμπας, για παράδειγμα, δεν κοινοποιεί τη λάμπα (γιατί η πνευματική ουσία της λάμ,'1ας, στο βαθμό που είναι κοινοποιήσιμη, δεν είναι κατά κανένα τρόπο η ίδια η λάμπα) αλλά τη γλωσσική λάμπα, τη λάμπα κατά την κοινοποίηση, τη λάμπα κατά την έκφραση. Διότι με τη γλώσσα συμβαίνει το εξής: η γλωσσική ουσία όλων των πραγμάτων είναι η γλώσσα τους. Η κατανόηση της γλωσσοθεωρίας εξαρτάται από τη διασάφηση αυτής της πρότασης, διασάφηση η οποία εξαλείφει μέσα της ακόμα και κάθε υποψία ταυτολογίας. Αυτή η πρόταση είναι μη ταυτολογική, γιατί σημαίνει: εκείνο που είναι κοινοποιήσιμο σε μια πνευματική ουσία, είναι η γλώσσα της. Σε αυτό το «είναι» (που ισοδυναμεί με «είναι άμεσα») στηρίζονται τα πάντα. Όχι με την έννοια ότι εκείνο που είναι κο ι νοποιήσιμο από μια πνευματική ουσία εμφανίζεται σαφέστατα στη γλώσσα της όπως ειπώθηκε προηγουμένως, αλλά με την έννοια ότι αυτό το κοινοποιήσιμο είναι άμεσα η ίδια η γλώσσα. Ή: η γλώσσα μιας πνευματικής ουσίας είναι άμεσα εκείνο το οποίο είναι κοινοποιήσιμο από αυτήν. Η πνευματική ουσία αυτοκοινοποιείται μέσα σ' εκείνο που είναιr κοινοποιήσιμο από αυτήν. Πράγμα που σημαίνει: κάθε γλώσσα αυτοκοινοποιείται' ή ακριβέστερα: κάθε γλώσσα κοινοποιείται μέσα στον εαυτό της, είναι κυριολεκτικά το «μέσον» της κοινοποίησης. Ο χαρακτήρας του μέσου που είναι η αμεσότητα κάθε πνευματικής κοινοποίησης, είναι το βασικό πρόβλημα της γλωσσοθεωρίας, και αν κάποιος θελήσει να ονομάσει αυτή την αμεσότητα μαγική, τότε το θεμελιώδες πρόβλημα της