Θανάσης Παπαχρίστου Εισαγωγικές παρατηρήσεις στα άρθρα 1-13 του ν. 3719/2008 Αιτιολογική Έκθεση Η συμβίωση προσώπων διαφορετικού φύλου χωρίς γάμο εμφανίζεται στις σημερινές κοινωνίες με μεγαλύτερη συχνότητα από ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν. Ο λόγος που οδηγεί στην «ελεύθερη συμβίωση» είναι κυρίως η επιλογή πολλών ζευγαριών, που επιθυμούν μεν τη μόνιμη συμβίωση, αλλά σε πιο χαλαρή μορφή από αυτήν που γεννά ο γάμος. Παλαιότερα, τόσο η κοινωνική συνείδηση όσο και ο νόμος, αποδοκίμαζαν την εξώγαμη συμβίωση. Αντίθετα, στις σημερινές κοινωνίες της ανεκτικότητας και του σεβασμού στις ελεύθερες επιλογές, η εξώγαμη συμβίωση αναγνωρίζεται ως διαφορετική, πιο χαλαρή μορφή κοινής ζωής. Έτσι, στην Ελλάδα υπολογίζεται (σύμφωνα με έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών) ότι το ποσοστό των γυναικών, οι οποίες επιλέγουν να συμβιώσουν εκτός γάμου, έστω και μία φορά, στην ηλικιακή ομάδα 18-24 ετών έχει τριπλασιαστεί τα τελευταία τριάντα χρόνια. Ο γάμος, πάντως, αποτελεί όλο και συχνότερα την κατάληξη ενός προϋπάρχοντος μακροχρόνιου δεσμού, που έχει τη μορφή ελεύθερης συμβίωσης. Η ελεύθερη συμβίωση, χωρίς καμία νομική υποχρέωση, αποτελεί και στην Ελλάδα πλέον μια πραγματικότητα. Περίπου το 5% των παιδιών σήμερα στην Ελλάδα, με αυξητικές τάσεις, υπολογίζεται (Eurostat 2004) ότι προέρχονται από αυτές τις ελεύθερες συμβιώσεις, χωρίς κανενός είδους γάμου θρησκευτικό ή πολιτικό. Στις άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, το ποσοστό των παιδιών εκτός γάμου ανέρχεται στο 10%, ενώ στις Σκανδιναβικές χώρες φθάνει στο 50%.
Σύμφωνα με υπεύθυνους υπολογισμούς, τα παιδιά που γεννήθηκαν εκτός γάμου τα τελευταία έτη ξεπερνούν τα 120.000, ενώ μείζονα προβλήματα, που χρήζουν νομοθετικής αντιμετώπισης, αποτελούν πλέον οι απροστάτευτες γυναίκες, μετά από χρόνια ελεύθερης συμβίωσης, και γενικά οι μονογονεϊκές οικογένειες, οι οποίες φθάνουν σε αρκετές χιλιάδες και συνεχώς αυξάνονται. Ασφαλώς η αξία του θρησκευτικού γάμου είναι και παραμένει μεγάλη και ασύγκριτη και μαζί με τον πολιτικό γάμο αποτελούν την καλύτερη επιλογή για τα ζευγάρια που θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια με όλες τις νομικές, οικονομικές και κοινωνικές εγγυήσεις και προστασίες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εξάλλου, αξίζει να σημειωθεί ότι το Ευρωπαϊκό ικαστήριο των Ανθρωπίνων ικαιωμάτων (Ε Α ), εφαρμόζοντας το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣ Α), το οποίο προστατεύει την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, υπάγει στο προστατευτικό πεδίο της διάταξης και την εξώγαμη συμβίωση (υπόθεση Johnston 18.12.1986, υπόθεση Saucedo Gomez 26.1.1999). Η βαθμιαία, λοιπόν, μεταστροφή και εξέλιξη των κοινωνικών ηθών και των αντίστοιχων αντιλήψεων στο πεδίο της εξώγαμης συμβίωσης γέννησε την ανάγκη για νομοθετική αναγνώριση και ρύθμιση αυτής της πραγματικής κατάστασης, και οδήγησε τις περισσότερες ευρωπαϊκές νομοθεσίες στη θέσπιση σχετικών νόμων. Οι νόμοι αυτοί αφορούν είτε στην αναγνωρισμένη εξώγαμη συμβίωση ετερόφυλων ή/και ομόφυλων προσώπων (Γαλλία, Pacte Civil de Solidarité, ανία, Νορβηγία, Σουηδία και Γερμανία), είτε στη θέσπιση της δυνατότητας σύναψης γάμου για ομόφυλα ζεύγη (Βέλγιο, Ισπανία, Μεγ. Βρετανία, Ολλανδία). Πρέπει να σημειωθεί ότι και το ελληνικό δίκαιο, από την πλευρά του, δεν έμεινε αδιάφορο μέχρι σήμερα απέναντι στην «ελεύθερη ένωση». Είχε ήδη από το 1983 (ν. 1329/1983) αναφερθεί στο φαινόμενο αυτό, έστω με έμμεσο τρόπο, αλλά με αποδοχή ορισμένων συνεπειών που επέσυρε η ύπαρξή του στη διατροφή διαζευγ- 2 Θανάσης Παπαχρίστου
μένων συζύγων (άρθρο 1444 παρ. 2 ΑΚ). Στη συνέχεια, ο νεότερος νομοθέτης του ν. 3089/2002, με τη διάταξη του άρθρου 1456 παρ. 1 ΑΚ προχώρησε ακόμη περισσότερο παρέχοντας στους ετερόφυλους συντρόφους, που ζουν ως άγαμο ζεύγος σε ελεύθερη ένωση, το δικαίωμα απόκτησης τέκνου με μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Την ίδια θέση απέναντι στην εξώγαμη συμβίωση επανέλαβε ο ν. 3305/2005, για την εφαρμογή των μεθόδων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (π.χ. άρθρο 7 παράγραφοι 6 και 7, άρθρο 8 παρ. 2). Το προκείμενο σχέδιο νόμου αφορά αποκλειστικά στην ελεύθερη συμβίωση προσώπων διαφορετικού φύλου. Σκοπός των διατάξεών του είναι να θέσει ένα νομικό πλαίσιο και να ρυθμίσει συστηματικά αυτή τη μορφή συμβίωσης, οριοθετώντας με τρόπο σαφή τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις των συμβιούντων προσώπων. Οι ρυθμίσεις του έχουν ως αφετηρία την αρχή ότι στην ελεύθερη συμβίωση επικρατεί η ελευθερία της βούλησης των προσώπων και όχι ο θεσμικός χαρακτήρας, όπως συμβαίνει στο γάμο. Άμεση συνέπεια της παραδοχής αυτής είναι ο αμιγώς συμβατικός τύπος που απαιτείται για την κατάρτιση του «συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης», η δυνατότητα που αναγνωρίζεται στα μέρη να ρυθμίσουν συμβατικά τις περιουσιακές τους σχέσεις και το ελευθέρως διαλυτό του συμφώνου. Ταυτόχρονα, όμως, το σχέδιο νόμου κατοχυρώνει την προστασία των τέκνων που γεννώνται από το ζεύγος των συντρόφων (πατρότητα, επώνυμο, γονική μέριμνα) και το κληρονομικό δικαίωμα του επιζώντος συντρόφου, εισάγοντας έτσι τις μόνες ρυθμίσεις υποχρεωτικού χαρακτήρα, που κείνται εκτός της πρωτοβουλίας των συμβιούντων προσώπων. Από την προτεινόμενη νομοθετική αντιμετώπιση της ελεύθερης συμβίωσης προκύπτει με σαφήνεια ότι αυτή αποτελεί ένα καθεστώς διαφορετικό από το γάμο: πρόκειται για μία εναλλακτική μορφή μόνιμης συμβίωσης και όχι για μία μορφή «χαλαρού» γάμου. Αυτό σημαίνει ότι δεν θίγεται, ούτε κλονίζεται στο ελάχιστο η Θανάσης Παπαχρίστου 3
αξία του γάμου ως θεσμού, του οποίου η σύναψη, οι έννομες συνέπειες και η λύση υπάγονται σε τελείως διαφορετικούς κανόνες αναγκαστικού δικαίου και ο οποίος εξακολουθεί να ενδιαφέρει το ίδιο σοβαρά την πολιτεία και το κοινωνικό σύνολο. 1. Η νομοθετική αναγνώριση της εκτός γάμου συμβίωσης αποτελεί σημαντική καινοτομία. Αρκεί να αναλογισθεί κανείς ότι μόλις πριν από τρία χρόνια ο ΑΠ αρνήθηκε να εντάξει στην οικογένεια του θύματος το πρόσωπο που συζούσε μαζί του σε ελεύθερη ένωση και απέρριψε την αξίωσή του για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Κατά τον ΑΠ, η αποδοχή της αξίωσης θα «ήταν ανατρεπτική του και συνταγματικά κατοχυρωμένου θεσμού του γάμου» 1. Και μόνο η απόφαση αυτή, που απηχούσε μια νεοσυντηρητική τάση του ΑΠ, θα αρκούσε για να δικαιολογήσει τη νομοθετική αναγνώριση της εκτός γάμου συμβίωσης 2. 2. Ο νόμος αναγνωρίζει τη συμβίωση αυτή μόνο μεταξύ ετερόφυλων προσώπων. Η νομοθετική αυτή επιλογή κατακρίθηκε, με κύριο επιχείρημα ότι αποκλείονται από το σύμφωνο συμβίωσης τα πρόσωπα εκείνα που κατεξοχήν το έχουν ανάγκη, αφού αδυνατούν να συνάψουν γάμο. Για τους επικριτές της νομοθετικής λύσης, ο νόμος διαπνέεται από «ομοφοβικό σύνδρομο». Ωστόσο η νομοθετική επιλογή μπορεί να εξηγηθεί από τη διαφορετικότητα των καταστάσεων που οδηγεί σε διαφορετικού τύπου νομοθετική ρύθμιση. De lege ferenda, πάντως, επιβάλλεται η καθιέρωση αντίστοιχου συμφώνου και για τα ομόφυλα ζεύγη. 1. ΑΠ 1735/2006 ΧρΙ 2007, 131. 2. Τα πρώτα στατιστικά στοιχεία, που συγκεντρώθηκαν ύστερα από έρευνα του υποψήφιου διδάκτορα Παντελή Ραβδά, φαίνεται να συνηγορούν για την αναγκαιότητα του μορφώματος. Σύμφωνα με αυτά έχουν καταχωρηθεί: Στην Αθήνα 14 σύμφωνα (μέχρι 15.5.2009). Στη Θεσσαλονίκη 12 σύμφωνα (μέχρι 12.6.2009). Στο Ηράκλειο Κρήτης 2 σύμφωνα (μέχρι 12.6.2009). 4 Θανάσης Παπαχρίστου
Θα πρέπει, ακόμη, να σημειωθεί ότι από τη στιγμή κατά την οποία το ελληνικό δίκαιο αναγνωρίζει και ρυθμίζει πλέον τις εξώγαμες συμβιώσεις των ετερόφυλων προσώπων, η άρνηση για αντίστοιχη αντιμετώπιση και των ομόφυλων συμβιώσεων καταλήγει στη, με βάση το σεξουαλικό προσανατολισμό των συμβιούντων προσώπων, δυσμενή μεταχείρισή τους, αφού τους στερεί το δικαίωμα στην αναγνωρισμένη οικογενειακή ζωή. Υπό το πρίσμα αυτό υπάρχει παράβαση του άρθρου 14 της ΕΣ Α, που, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, μπορεί να οδηγήσει σε παραδοχή ενδεχόμενης προσφυγής. 3. Ο αποκλεισμός της δυνατότητας υιοθεσίας από ετερόφυλα ζεύγη, που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης σε αντίθεση με ό,τι προέβλεπε το αρχικό Σχέδιο 3, όχι μόνο συνιστά κατάφωρη παραβίαση του δικαιώματός τους για ολοκλήρωση της οικογενειακής τους ζωής, αλλά, κυρίως, υποθάλπει την ιδέα ότι οι συμβιώσεις εκτός γάμου, ακόμη και αν είναι θεσμικά αναγνωρισμένες, είναι «κατώτερες» του γάμου. Ειδικά για την υιοθεσία, το επιχείρημα ότι οι συμβιώσεις αυτές δεν προφέρουν την εγγύηση ενός ασφαλούς οικογενειακού περιβάλλοντος για το θετό τέκνο, γιατί η λύση τους είναι πολύ ευχερής, δεν ευσταθεί. Κατά πρώτο λόγο, και ο γάμος λύνεται εύκολα, είτε με συναινετικό διαζύγιο είτε και μονομερώς, με τη συμπλήρωση δύο πλέον ετών διάστασης. κατά δεύτερο λόγο, γιατί ο ΑΚ επιτρέπει την υιοθεσία ανηλίκου και σε ένα μόνο πρόσωπο, γυναίκα ή άνδρα, έγγαμο ή άγαμο, και κατά τρίτο λόγο, στα ετερόφυλα ζεύγη που συμβιώνουν σε «ελεύθερη ένωση» άρα και ακόμη και σε εκείνα που συμβιώνουν, χωρίς να έχουν καταρτίσει «σύμφωνο συμβίωσης» επιτρέπεται η προσφυγή σε ιατρική υποβοήθη- 3. Άρθρο 11. Υιοθεσία. 1. Επιτρέπεται η ταυτόχρονη ή διαδοχική υιοθεσία από πρόσωπα που έχουν καταρτίσει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης. 2. Η ακυρότητα ή η ακύρωση του συμφώνου δεν επηρεάζει το κύρος της υιοθεσίας. Θανάσης Παπαχρίστου 5
ση προκειμένου να αποκτήσουν τέκνα. Και σε τελική ανάλυση, το αν η εξώγαμη συμβίωση προσφέρει το κατάλληλο περιβάλλον στο παιδί, ώστε η υιοθεσία να εξυπηρετεί το συμφέρον του, κρίνεται κάθε φορά από το δικαστήριο. Ο αποκλεισμός της υιοθεσίας στα ζεύγη που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης είναι ακόμη πιο παράλογος μετά την αναθεωρημένη Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την υιοθεσία ανηλίκων (2009), που ρητά επιτρέπει την υιοθεσία σε ετερόφυλα άγαμα ζεύγη με καταγεγραμμένη συμβίωση. 4. Στο νόμο δεν περιλαμβάνεται η διάταξη του σχεδίου της Επιτροπής, η οποία προέβλεπε την ανάλογη 4 εφαρμογή (κατά παραπομπή εφαρμογή) όλων των διατάξεων (μισθολογικών, ασφαλιστικών, φορολογικών, κ.λπ.) που αναφέρονται σε συζύγους και στα συμβαλλόμενα με το σύμφωνο πρόσωπα 5. Η απάλειψη της διάταξης αυτής καταλήγει σε προφανή δυσμενή μεταχείριση των οικογενειών που δημιουργούνται με τη σύναψη του συμφώνου, χωρίς να υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος που να τη δικαιολογεί. Ενδεχόμενη άρνηση εφαρμογής των ευνοϊκών διατάξεων, που ισχύουν για τα έγγαμα ζεύγη και στα ζεύγη που θα έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης θα προσκρούει στην ΕΣ- Α (άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 14). Ακόμη και αν γίνει 4. Για τη διάκριση μεταξύ «ανάλογης» (που προϋποθέτει παραπομπή του νόμου) και «αναλόγου» εφαρμογής (που συνδέεται με την ύπαρξη «κενού») βλ. Λαδά, Γενικές Αρχές Αστικού ικαίου Ι (2007), σ. 152-153. Πρβλ. και ωρή, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο, τ. Αã, σ. 148. 5. Άρθρο 13. Ανάλογη εφαρμογή. 1. ιατάξεις δημοσιοϋπαλληλικού, εργατικού, ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού δικαίου, που αναφέρονται σε συζύγους, εφαρμόζονται αναλόγως και στα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης. 2. Όπου σε οποιοδήποτε άλλο νόμο γίνεται λόγος για συζύγους, οι σχετικές διατάξεις ισχύουν αναλόγως και στα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, εφόσον δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στο νόμο αυτό ή δεν αντίκεινται στις διατάξεις του. 6 Θανάσης Παπαχρίστου
δεκτό ότι η συνταγματική προστασία του γάμου αλλά και της οικογένειας, έννοιας προφανώς ευρύτερης της έγγαμης σχέσης δεν επιτρέπει την πλήρη εξομοίωση των δύο μορφωμάτων, η αρχική πρόβλεψη για ανάλογο εφαρμογή, καθιστούσε δυνατή τη μη εφαρμογή κάποιας διάταξης περί γάμου, που δεν θα προσιδίαζε στη φυσιογνωμία του συμφώνου 6. 5. Η μη πρόβλεψη για ανάλογη (στην κυριολεξία, κατά παραπομπή νόμου) εφαρμογή και στο σύμφωνο συμβίωσης διατάξεων που αναφέρονται στο γάμο, δημιουργεί σοβαρά ερμηνευτικά προβλήματα, όσον αφορά τη σύσταση και λειτουργία του. Ο ερμηνευτής, που διαπιστώνει την έλλειψη ρύθμισης σε κρίσιμα ζητήματα, διστάζει να αποδεχθεί την ύπαρξη «κενού», αφού η απάλειψη της αρχικής διάταξης για την ανάλογη εφαρμογή σε συνδυασμό με τη ρητή παραπομπή του νόμου στην εφαρμογή ορισμένων διατάξεων (π.χ. αναστολή παραγραφής, ανατροπή τεκμηρίου πατρότητας) φαίνεται να συνηγορούν υπέρ του αποκλεισμού ακούσιου νομοθετικού κενού. Εύλογα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι η «σιωπή» του νόμου σημαίνει ότι τα ανακύπτοντα ζητήματα, αν και παρόμοια με εκείνα που αναφύονται στο γάμο και ρυθμίζονται από το νόμο, στο σύμφωνο συμβίωσης έχουν αφεθεί στη βούληση των μερών. Το συμπέρασμα αυτό είναι καταρχήν λογικό. Ωστόσο, ο νομοθετικός σχεδιασμός του συμφώνου βασίζεται στην παραδοχή ότι οι συμβιώσεις που υπάγονται σε αυτό, αν και παύουν να κινούνται σε ένα «χώρο ελεύθερου δικαίου» 7, υποβάλλονται σε ένα ελάχιστο νομοθετικό πλαίσιο. κατά το σχέδιο αυτό, τα μη ρυθμιζόμενα ζητήματα υπόκεινται καταρχήν στη βούληση των μερών, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες κρίθηκε αναγκαία η ρητή πρόβλεψη του νόμου για κατά παρα- 6. Βλ. Παπαχρίστου, Κριτικές παρατηρήσεις στο νόμο 3719/2008, ΕφΑ 1/2008, 1018. 7. Βλ. Σταμάτη, Η θεμελίωση των νομικών κρίσεων 3 (1997), σ. 323. Θανάσης Παπαχρίστου 7
πομπή (ανάλογη) εφαρμογή ορισμένων διατάξεων περί γάμου και, ακόμη, περιπτώσεις, στις οποίες η γενική ρήτρα περί αναλόγου εφαρμογής επέτρεπε την αναλογία εκεί που κατά την κρίση του εφαρμοστή θα ήταν επιβεβλημένη. Η απάλειψη της ρήτρας αντιφάσκει στο νομοθετικό σχεδιασμό με συνέπεια να ανακύπτουν ρυθμιστικά κενά. Για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα με κάποια συστηματικότητα, μπορεί να γίνει δεκτό, ως κατευθυντήρια γραμμή, ότι στις περιπτώσεις που τα μέρη έχουν την ελευθερία να ρυθμίζουν συμβατικά τα ανακύπτοντα ζητήματα, δεν συντρέχει λόγος για ανάλογο εφαρμογή στο σύμφωνο των σχετικών διατάξεων για το γάμο και την έγγαμη συμβίωση (π.χ. η δυνατότητα να συμφωνηθεί η απαλλαγή από ευθύνη για ελαφρά αμέλεια κατά την εκπλήρωση υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμβίωση αποκλείει την ανάλογο εφαρμογή της ΑΚ 1396). Αντίθετα, όταν το ζήτημα εκφεύγει της ιδιωτικής αυτονομίας, όπως ιδίως όταν αφορά τρίτα πρόσωπα (τέκνα, δανειστές), η αναλογία θα είναι αναγκαία (π.χ. τεκμήρια κινητών υπέρ των δανειστών, ΑΚ 1398). 6. Αν ένα ζεύγος, που έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, προσφύγει σε ιατρική υποβοήθηση για να αποκτήσει τέκνα, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι σχετικές συναινέσεις δεν χρειάζεται να περιβληθούν τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου. Η ΑΚ 1456 1 εδ. βã απαιτεί συμβολαιογραφική συναίνεση, όταν η υποβοήθηση αφορά «άγαμη» γυναίκα, γιατί με τις συναινέσεις αυτές υπάρχει «αυτόματη» εκούσια αναγνώριση του παιδιού που θα γεννηθεί (ΑΚ 1475 2). Στην περίπτωση, όμως, του συμφώνου, το παιδί που θα γεννηθεί καλύπτεται από το τεκμήριο πατρότητας του άρθρου 8, με συνέπεια να μην τίθεται ζήτημα εκούσιας αναγνώρισης. Εκλείπει, επομένως, ο δικαιολογητικός λόγος της ΑΚ 1456 1 εδ. βã για συμβολαιογραφική συναίνεση, γεγονός που επιβάλλει την τελολογική συστολή της διάταξης, ώστε η αναφορά σε «άγαμη» γυναίκα να αφορά μόνο τη γυναίκα, 8 Θανάσης Παπαχρίστου
που είτε ζει μόνη είτε συζεί, εκτός γάμου και συμφώνου συμβίωσης, με άνδρα 8. 7. Κύριο χαρακτηριστικό του συμφώνου συμβίωσης είναι ο αυξημένος, σε σχέση με το γάμο, ρόλος της ιδιωτικής αυτονομίας. Τούτο προσιδιάζει στη συμβατική και όχι θεσμική του φύση. Από το άλλο, όμως, μέρος, στο πλαίσιο του συμφώνου διαμορφώνονται και αναπτύσσονται γνήσιες οικογενειακές σχέσεις, με συνέπεια οι σχετικές συμφωνίες να μην μπορούν να αντιμετωπισθούν πάντοτε σαν αμιγώς ενοχικές. Η ιδιομορφία αυτή προκαλεί επίσης ερμηνευτικά προβλήματα. 8. Βλ. και πιο κάτω Κουμουτζή, άρθρ. 8 αρ. 12. Θανάσης Παπαχρίστου 9