ΠΡΟΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΑΡΘΡΟ ΠΡΩΤΟ Το κεφάλαιο ΣΤ του µέρους του Υ αλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, 26 Α) αντικαθίσταται ως εξής: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΑΡΓΙΑ-ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΑΣΚΗΣΗΣ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ Άρθρο 103 Αυτοδίκαιη θέση σε αργία ε ί ιδιαιτέρως σοβαρών οινικών αδικηµάτων και ειθαρχικών οινών για δηµοσίους υ αλλήλους 1. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία ο υ άλληλος ο ο οίος στερήθηκε την ροσω ική του ελευθερία, ύστερα α ό ρωτοβάθµια α όφαση οινικού δικαστηρίου ή ένταλµα ροσωρινής κράτησης. Υ άλληλος ου αρα έµφθηκε αµετακλήτως στο ακροατήριο ροκείµενου να δικαστεί για τα αδικήµατα της δωροδοκίας, της υ εξαίρεσης ερί την υ ηρεσία, της κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια, της ασέλγειας µε κατάχρηση εξουσίας ή της ορνογραφίας ανηλίκων, τίθεται αυτοδίκαια σε αργία, µέχρι να εκδοθεί αµετάκλητη δικαστική α όφαση. Ο υ άλληλος ε ανέρχεται στην υ ηρεσία µόνο αν αθωωθεί µε αµετάκλητη δικαστική α όφαση. 2. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία ο υ άλληλος στον ο οίο ε ιβλήθηκε η ειθαρχική οινή της οριστικής αύσης ή της ροσωρινής αύσης άνω των έξι (6) µηνών. Η αργία αρχίζει α ό την κοινο οίηση της ειθαρχικής α όφασης στον υ άλληλο και λήγει είτε την τελευταία ηµέρα της ροθεσµίας άσκησης ροσφυγής ενώ ιον του Συµβουλίου της Ε ικρατείας ή του αρµόδιου διοικητικού εφετείου είτε εφόσον έχει ασκηθεί ροσφυγή, την ηµέρα της δηµοσίευσης της α όφασης του Συµβουλίου της Ε ικρατείας ή του διοικητικού εφετείου. 3. Ο υ άλληλος ε ανέρχεται αυτοδίκαια στα καθήκοντά του, εάν εκλείψει ο λόγος για τον ο οίο έχει τεθεί σε αργία. 4. Η δια ιστωτική ράξη θέσης σε αργία εκδίδεται α ό το αρµόδιο για το διορισµό όργανο. Η ράξη ε ανόδου του υ αλλήλου στην υ ηρεσία εκδίδεται α ό το ίδιο όργανο, µετά α ό α αλλακτική α όφαση του Συµβούλιου της Ε ικρατείας ή του αρµόδιου διοικητικού εφετείου ή τη σχετική βεβαίωση του ροέδρου του οικείου δικαστικού σχηµατισµού αυτού. Πράξη ε ανόδου του υ αλλήλου στην υ ηρεσία εκδίδεται ε ίσης και µετά α ό α αλλακτική α όφαση του ευτεροβάθµιου Πειθαρχικού Συµβουλίου ή σχετική βεβαίωση του Προέδρου αυτού. 5. Ο υ άλληλος τίθεται σε αργία ή ε ανέρχεται στην υ ηρεσία του α ό την κοινο οίηση σ αυτόν της αντίστοιχης δια ιστωτικής ράξης. Άρθρο 104 υνητική θέση σε αργία - Αναστολή άσκησης καθηκόντων 1
1. Αν συντρέχουν λόγοι δηµόσιου συµφέροντος ή υ ηρεσιακοί λόγοι µ ορεί να τεθεί σε αργία ο υ άλληλος κατά του ο οίου : α) έχει ασκηθεί οινική δίωξη για αδίκηµα, το ο οίο µ ορεί να ε ισύρει την έκ τωση α ό την υ ηρεσία µε την ε ιφύλαξη των οριζοµένων στο δεύτερο εδάφιο της αρ. 1 του άρθρου 103 και ροκειµένου για το αδίκηµα της αράβασης καθήκοντος, εφόσον έχει αρα εµφθεί στο ακροατήριο, β) έχει ασκηθεί ειθαρχική δίωξη, γ) υ άρχουν ε αρκείς ενδείξεις για άτακτη διαχείριση, η ο οία στηρίζεται σε έκθεση της ροϊσταµένης αρχής ή του αρµόδιου ε ιθεωρητή και δ) εκδόθηκε ένταλµα ροσωρινής κράτησης και α ολύθηκε µε εγγύηση ή εριοριστικούς όρους. 2. Σε κατε είγουσες ερι τώσεις, όταν διακυβεύεται το συµφέρον της υ ηρεσίας και ριν α οφανθεί το ειθαρχικό συµβούλιο, µ ορεί να ε ιβληθεί στον υ άλληλο, α ό τον ροϊστάµενο της αρχής στην ο οία υ ηρετεί, το µέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του. Στην ερί τωση αράλειψης του ροϊσταµένου της αρχής, το µέτρο αυτό µ ορεί να ε ιβληθεί α ό κάθε ειθαρχικό ροϊστάµενο ανώτερο α ό αυτόν. Η αράλειψη του ροϊσταµένου της αρχής να ε ιβάλει το ως άνω µέτρο ελέγχεται ειθαρχικά α ό κάθε ειθαρχικό του ροϊστάµενο. Μέσα σε τριάντα (30) ηµέρες, α ό τη λήψη του µέτρου, το ειθαρχικό συµβούλιο συνέρχεται και α οφασίζει για τη θέση του υ αλλήλου σε αργία. Κατά τη διάρκεια της αναστολής άσκησης καθηκόντων ο υ άλληλος δεν ροσέρχεται στην υ ηρεσία. Η αναστολή άσκησης καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν το ειθαρχικό συµβούλιο δεν ε ιληφθεί για τη θέση του υ αλλήλου σε αργία εντός της αρα άνω ροθεσµίας, χωρίς αυτό να κωλύεται να ε ιληφθεί και µετά την άροδο της ανωτέρω ροθεσµίας. 3. Η ράξη, µε την ο οία ο υ άλληλος τίθεται σε δυνητική αργία ή ε αναφέρεται στα καθήκοντά του, εκδίδεται µετά α ό ροηγούµενη α όφαση του ειθαρχικού συµβουλίου. Για τη θέση του υ άλληλου σε αργία α αιτείται ροηγούµενη ακρόαση αυτού α ό το ειθαρχικό συµβούλιο. Αρµόδιο όργανο για την έκδοση της ράξης αυτής είναι ο υ ουργός ή το ανώτατο µονοµελές όργανο διοίκησης των νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου ή, αν δεν υ άρχει, ο ρόεδρος του συλλογικού οργάνου διοίκησης των νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου. 4. Μετά την άροδο ενός έτους α ό τη θέση του υ αλλήλου σε αργία και κάθε έτος το ειθαρχικό συµβούλιο υ οχρεούται να α οφαίνεται αιτιολογηµένα για τη συνέχιση ή µη της αργίας. 5. Η αργία αρχίζει α ό την κοινο οίηση της σχετικής ράξης. Ο υ άλληλος ε ανέρχεται στα καθήκοντά του α ό την κοινο οίηση της ράξης του ειθαρχικού συµβουλίου για τη µη συνέχιση της αργίας ή αυτοδίκαια α ό την τελεσιδικία της οινικής α όφασης ου δεν συνε άγεται έκ τωση, ή της ειθαρχικής α όφασης, η ο οία δεν ε ιβάλλει την οινή της ροσωρινής αύσης άνω των έξι (6) µηνών ή της οριστικής αύσης. 2
Άρθρο 105 Συνέ ειες αργίας αναστολής άσκησης καθηκόντων 1. Ο υ άλληλος ο ο οίος τελεί σε κατάσταση αργίας, α έχει α ό την άσκηση των κύριων και αρε όµενων καθηκόντων του. 2. Στον υ άλληλο ου τελεί σε κατάσταση αργίας ή σε αναστολή άσκησης καθηκόντων καταβάλλεται το ένα τρίτο (1/3) των α οδοχών του µε εξαίρεση την ερί τωση του δεύτερου εδαφίου της αρ.1 του άρθρου 103, κατά την ο οία καταβάλλεται το ¼ των α οδοχών του. Το υ όλοι ο των α οδοχών του ή µέρος αυτού µ ορεί να α οδοθεί στον υ άλληλο, µετά α ό αιτιολογηµένη α όφαση του ειθαρχικού συµβουλίου, εφόσον δεν τεθεί σε αργία σύµφωνα µε το τελευταίο εδάφιο της αρ.2 του άρθρου 104 ή α αλλαγεί µε τελεσίδικη δικαστική α όφαση. 3. Ο υ άλληλος, στον ο οίο ε ιβλήθηκε ο οιαδή οτε ειθαρχική οινή για το αρά τωµα της αδικαιολόγητης α οχής α ό την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν δικαιούται α οδοχές αργίας. 4. Οι διατάξεις των άρθρων 31-35 του αρόντος Κώδικα εφαρµόζονται και κατά τη διάρκεια της αργίας». ΑΡΘΡΟ ΕΥΤΕΡΟ Το µέρος Ε του Υ αλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, 26 Α) αντικαθίσταται ως εξής: «Μ Ε Ρ Ο Σ Ε Π Ε Ι Θ Α Ρ Χ Ι Κ Ο Ι Κ Α Ι Ο ΤΜΗΜΑ Α ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΕΣ Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ Άρθρο 106 Πειθαρχικό αρά τωµα Το ειθαρχικό αρά τωµα συντελείται µε υ αίτια ράξη ή αράλειψη του υ αλλήλου ου µ ορεί να του καταλογισθεί. Άρθρο 107 Α αρίθµηση ειθαρχικών αρα τωµάτων 1. Πειθαρχικά αρα τώµατα είναι: α) ράξεις µε τις ο οίες εκδηλώνεται άρνηση αναγνώρισης του Συντάγµατος ή έλλειψη αφοσίωσης στην Πατρίδα και τη ηµοκρατία, 3
β) κάθε αράβαση υ αλληλικού καθήκοντος ου ροσδιορίζεται α ό τις υ οχρεώσεις ου ε ιβάλλουν στον υ άλληλο οι κείµενες διατάξεις, εντολές και οδηγίες. Το υ αλληλικό καθήκον σε καµία ερί τωση δεν ε ιβάλλει στον υ άλληλο ράξη ή αράλειψη ου να αντίκειται ρος τις διατάξεις του Συντάγµατος και των νόµων, υ ό τις ροϋ οθέσεις του άρθρου 25 του αρόντος. γ) η αράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς οινικούς νόµους, δ) η α όκτηση οικονοµικού οφέλους ή ανταλλάγµατος ρος όφελος του ιδίου του υ αλλήλου ή τρίτου ροσώ ου, κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορµής αυτών, ε) η αναξιο ρε ής ή ανάρµοστη ή ανάξια για υ άλληλο συµ εριφορά εντός ή εκτός υ ηρεσίας, στ) η αράβαση της αρχής της αµεροληψίας, ζ) η αραβίαση της αρχής της ισότητας των ίσων ευκαιριών και της ίσης µεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέµατα εργασίας και α ασχόλησης σύµφωνα µε την κείµενη νοµοθεσία ου ενσωµάτωσε την οδηγία 2006/54/ΕΚ στην ελληνική έννοµη τάξη, η) η αράβαση της υ οχρέωσης εχεµύθειας, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 26 του αρόντος, θ) η σοβαρή α είθεια, ι) η αδικαιολόγητη α οχή α ό την εκτέλεση των καθηκόντων, ια) η αραβίαση των υ οχρεώσεων του άρθρου 27 του αρόντος, καθώς και η αδικαιολόγητη ροτίµηση νεότερων υ οθέσεων µε αραµέληση αλαιότερων, ιβ) η άρνηση αροχής ληροφόρησης στους ολίτες και τις αρχές, ιγ) η µη έγκαιρη α άντηση σε αναφορές ολιτών σύµφωνα µε τις κείµενες διατάξεις, ιδ) η χρησιµο οίηση της δηµοσιοϋ αλληλικής ιδιότητας ή ληροφοριών ου κατέχει ο υ άλληλος λόγω της υ ηρεσίας ή της θέσης του, για εξυ ηρέτηση ιδιωτικών συµφερόντων του ίδιου ή τρίτων ροσώ ων, ιε) η αδικαιολόγητη άρνηση ροσέλευσης για ιατρική εξέταση, ιστ) η άµεση ή µέσω τρίτου ροσώ ου συµµετοχή σε δηµο ρασία την ο οία διενεργεί ε ιτρο ή, µέλος της ο οίας είναι ο υ άλληλος ή όταν η ε ιτρο ή αυτή υ άγεται στην αρχή στην ο οία ο υ άλληλος υ ηρετεί, ιζ) η άσκηση κριτικής των ράξεων της ροϊσταµένης αρχής ου γίνεται δηµοσίως, γρα τώς ή ροφορικώς, µε σκό ιµη χρήση εν γνώσει εκδήλως ανακριβών στοιχείων ή µε χαρακτηριστικά α ρε είς εκφράσεις, ιη) η άρνηση σύµ ραξης, συνεργασίας, χορήγησης στοιχείων ή εγγράφων κατά τη διεξαγωγή έρευνας, ε ιθεώρησης ή ελέγχου α ό Ανεξάρτητες ιοικητικές Αρχές, τον Γενικό Ε ιθεωρητή ηµόσιας ιοίκησης και τα ιδιαίτερα Σώµατα και Υ ηρεσίες Ε ιθεώρησης και Ελέγχου, ιθ) η αδικαιολόγητα µη έγκαιρη σύνταξη ή η σύνταξη µερολη τικής έκθεσης αξιολόγησης, ή η σύνταξη έκθεσης µε κρίσεις ή χαρακτηρισµούς ου δεν εξειδικεύονται µε αναφορά συγκεκριµένων στοιχείων, 4
κ) η άρνηση ή αρέλκυση εκτέλεσης υ ηρεσίας, κα) η χρησιµο οίηση τρίτων ροσώ ων για την α όκτηση υ ηρεσιακής εύνοιας ή την ρόκληση ή µαταίωση εντολής της υ ηρεσίας, κβ) η σύναψη στενών κοινωνικών σχέσεων µε ρόσω α, µε αφορµή τον χειρισµό θεµάτων αρµοδιότητας του υ αλλήλου α ό την αντιµετώ ιση των ο οίων εξαρτώνται ουσιώδη συµφέροντα των ροσώ ων αυτών. κγ) η φθορά λόγω ασυνήθιστης χρήσης, η εγκατάλειψη ή η αράνοµη χρήση ράγµατος το ο οίο ανήκει στην υ ηρεσία, κδ) η αράλειψη δίωξης και τιµωρίας ειθαρχικού αρα τώµατος, µε την ε ιφύλαξη των διατάξεων της αρ. 2 του άρθρου 110 του αρόντος, κε) η άσκηση εργασίας ή έργου µε αµοιβή χωρίς ροηγούµενη άδεια της υ ηρεσίας κστ) η α λή α είθεια κζ) η µη τήρηση του ωραρίου α ό τον υ άλληλο και η αράλειψη του ροϊσταµένου να ελέγχει την τήρησή του. κη) η µη ανάρτηση ή µη έγκαιρη ανάρτηση όλων των ράξεων της διοίκησης ου αναφέρονται στο νόµο για το «Πρόγραµµα ιαύγεια», ό ως αυτός εκάστοτε ισχύει κθ) η αράβαση των διατάξεων ερί ροσλήψεων στο δηµόσιο τοµέα, ό ως εκάστοτε ισχύει 2. ιατάξεις ου ορίζουν ειδικά ειθαρχικά αρα τώµατα διατηρούνται σε ισχύ. Άρθρο 108 Εφαρµογή αρχών και κανόνων του οινικού δικαίου 1. Αρχές και κανόνες του οινικού δικαίου και της οινικής δικονοµίας εφαρµόζονται αναλόγως και στο ειθαρχικό δίκαιο, εφόσον δεν αντίκεινται στις ρυθµίσεις του αρόντος νόµου και συνάδουν µε τη φύση και τον σκο ό της ειθαρχικής διαδικασίας. 2. Εφαρµόζονται ιδίως οι αρχές και οι κανόνες ου αφορούν : α) Τους λόγους α οκλεισµού της υ αιτιότητας και της ικανότητας ρος καταλογισµό. β) Τις ελαφρυντικές ή ε ιβαρυντικές εριστάσεις για την ε ιµέτρηση της ειθαρχικής οινής. γ) Την έµ ρακτη µετάνοια. δ) Το δικαίωµα σιγής του ειθαρχικώς διωκοµένου. ε) Την ραγµατική και νοµική λάνη. στ) Το τεκµήριο της αθωότητας του ειθαρχικώς διωκοµένου. ζ) Την ροστασία των δικαιολογηµένων συµφερόντων του ειθαρχικώς διωκοµένου ή της υ ηρεσίας για τη διατύ ωση δυσµενών κρίσεων και εκφράσεων ή τη διενέργεια εκδηλώσεων εκ µέρους του εν λόγω υ αλλήλου εφόσον δεν στοιχειοθετείται το ειθαρχικό αρά τωµα της αναξιο ρε ούς ή ανάρµοστης ή ανάξιας για υ άλληλο συµ εριφοράς. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β 5
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ Άρθρο 109 Πειθαρχικές οινές 1. Οι ειθαρχικές οινές ου ε ιβάλλονται στους υ αλλήλους είναι: α) η έγγραφη ε ί ληξη, β) το ρόστιµο έως τις α οδοχές δώδεκα (12) µηνών, γ) η στέρηση του δικαιώµατος για ροαγωγή α ό ένα (1) έως έντε (5) έτη. δ) η στέρηση του δικαιώµατος συµµετοχής σε διαδικασία ε ιλογής ροϊσταµένου οργανικής µονάδας ο οιουδή οτε ε ι έδου α ό ένα (1) έως έντε (5) έτη. ε) η αφαίρεση της άσκησης των καθηκόντων ροϊσταµένου οργανικής µονάδας ο οιουδή οτε ε ι έδου. στ) ο υ οβιβασµός έως δύο (2) βαθµούς. ζ) η ροσωρινή αύση α ό τρεις (3) έως δώδεκα (12) µήνες µε λήρη στέρηση των α οδοχών και η) η οριστική αύση. 2. Για την ε ιβολή ειθαρχικής οινής σε υ άλληλο συνεκτιµώνται οι ιδιαιτέρες συνθήκες τέλεσης του αρα τώµατος, η εν γένει ροσω ικότητα του υ αλλήλου, καθώς και η υ ηρεσιακή του εικόνα ό ως ροκύ τει α ό το ροσω ικό του µητρώο και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. 3. Όταν ε ιβάλλονται οι ειθαρχικές οινές των ερι τώσεων γ έως ζ της αραγράφου 1 και συντρέχουν ε ιβαρυντικές εριστάσεις, το ειθαρχικό συµβούλιο µ ορεί να ε ιβάλλει ε ι λέον διοικητική κύρωση α ό 3.000 έως 30.000. Όταν ε ιβάλλεται η ειθαρχική οινή της οριστικής αύσης και ρόκειται για ειθαρχικά αρα τώµατα των ερι τώσεων δ και ε της αρ. 1 του άρθρου 107 του αρόντος ου σχετίζονται µε οικονοµικό αντικείµενο, το ειθαρχικό συµβούλιο µ ορεί να ε ιβάλλει ε ι λέον διοικητική κύρωση α ό 10.000 έως 100.000. 4. Η ειθαρχική οινή της οριστικής αύσης µ ορεί να ε ιβληθεί στον υ άλληλο αν: α) κατά την ροηγούµενη της διά ραξης του αρα τώµατος ενταετία είχαν ε ιβληθεί σ αυτόν τρεις (3) τουλάχιστον ειθαρχικές οινές ανώτερες του ροστίµου α οδοχών ενός (1) µηνός ή β) κατά την ροηγούµενη της διά ραξής του αρα τώµατος τριετία είχε τιµωρηθεί για το ίδιο αρά τωµα µε οινή ανώτερη του ροστίµου α οδοχών ενός (1) µηνός. 5. α. Για τα αρα τώµατα των ερι τώσεων α, γ, δ, θ, κθ της αρ. 1 του άρθρου 107 δεν µ ορεί να ε ιβληθεί οινή κατώτερη του υ οβιβασµού. Για το αρά τωµα της ερί τωσης ι της αραγράφου 1 του άρθρου 107 δεν µ ορεί να ε ιβληθεί οινή κατώτερη του υ οβιβασµού εφόσον η αδικαιολόγητη α οχή α ό την εκτέλεση των υ ηρεσιακών καθηκόντων υ ερβαίνει τις είκοσι δύο (22) εργάσιµες ηµέρες συνεχώς ή τις τριάντα (30) εργάσιµες ηµέρες σε διάστηµα ενός (1) έτους. β. Για τα αρα τώµατα των ερι τώσεων ιδ, ιε, ιστ, ιη, ιθ, κα, κβ, κδ της αρ. 1 του άρθρου 107 δεν µ ορεί να ε ιβληθεί οινή κατώτερη του ροστίµου. γ. Για τα λοι ά αρα τώµατα µ ορεί να ε ιβληθεί ο οιαδή οτε ειθαρχική οινή. 6
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο Γ ΙΩΞΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΩΝ Άρθρο 110 ίωξη ειθαρχικών αρα τωµάτων 1. Η δίωξη και η τιµωρία ειθαρχικών αρα τωµάτων α οτελεί καθήκον των ειθαρχικών οργάνων. 2. Κατ εξαίρεση, για αρα τώµατα ου θα ε έσυραν την οινή της έγγραφης ε ί ληξης, η δίωξη α όκειται στη διακριτική εξουσία των ειθαρχικών οργάνων, τα ο οία λαµβάνουν υ όψη αφενός το συµφέρον της υ ηρεσίας και αφετέρου τις συνθήκες διά ραξής τους και την υ ηρεσιακή γενικώς διαγωγή του υ αλλήλου. Αν το ειθαρχικό όργανο α οφασίσει να µην ασκήσει δίωξη, υ οχρεούται να ενηµερώσει, µε αιτιολογηµένη έκθεσή του, τον αµέσως ανώτερο ειθαρχικό ροϊστάµενο. Αντίγραφο της έκθεσης χορηγείται στον υ άλληλο και τίθεται στο ροσω ικό του µητρώο. 3. εν ε ιτρέ εται δεύτερη δίωξη για το ίδιο ειθαρχικό αρά τωµα. 4. H βαθµολογική ή η µισθολογική εξέλιξη του υ αλλήλου δεν αίρει το ειθαρχικώς κολάσιµο αρα τώµατος ου δια ράχτηκε ριν α ό την εξέλιξη αυτή. 5. Πράξεις ου έχουν τελεστεί α ό υ άλληλο κατά τη διάρκεια ρογενέστερης υ ηρεσίας του σε δηµόσια υ ηρεσία, οργανισµό το ικής αυτοδιοίκησης ή άλλο νοµικό ρόσω ο του δηµόσιου τοµέα τιµωρούνται ειθαρχικά, εάν δεν έχει αρέλθει ο χρόνος αραγραφής τους. Άρθρο 111 Σχέση ειθαρχικού αρα τώµατος και οινής 1. Σε ερί τωση ου ο υ άλληλος διέ ραξε ερισσότερα ειθαρχικά αρα τώµατα, κατά την ε ιµέτρηση της οινής, λαµβάνεται υ όψη α ό το ειθαρχικό όργανο η βαρύτητα όλων των ειθαρχικών αρα τωµάτων. 2. Κατά την ε ιµέτρηση των ειθαρχικών οινών λαµβάνονται υ όψη οι αρχές και οι κανόνες των ερι τώσεων β, γ, ε και ζ της αρ. 2 του άρθρου 108. Η υ οτρο ή α οτελεί ιδιαιτέρως ε ιβαρυντική ερί τωση για την ε ιµέτρηση της οινής. Άρθρο 112 Παραγραφή ειθαρχικών αρα τωµάτων 1. Τα ειθαρχικά αρα τώµατα αραγράφονται µετά έντε (5) έτη α ό την ηµέρα ου δια ράχτηκαν. Τα ειθαρχικά αρα τώµατα των ερι τώσεων α, γ, δ, θ και ι της αρ. 1 του άρθρου 107 του αρόντος αραγράφονται µετά ε τά (7) έτη. Κατ 7
εξαίρεση για το ειθαρχικό αρά τωµα της ερί τωσης δ της αρ. 1 του άρθρου 107, η αραγραφή αρχίζει α ό την ηµεροµηνία ου η υ ηρεσία έλαβε γνώση της τέλεσης της ράξης. 2. Πειθαρχικό αρά τωµα το ο οίο α οτελεί και οινικό αδίκηµα, δεν αραγράφεται ριν αραγραφεί το οινικό αδίκηµα. Για τα αρα τώµατα αυτά οι ράξεις της οινικής διαδικασίας διακό τουν την αραγραφή του ειθαρχικού αρα τώµατος. 3. Η κλήση σε α ολογία ή η αρα οµ ή στο υ ηρεσιακό συµβούλιο διακό τουν την αραγραφή. Στις ερι τώσεις αυτές ο συνολικός χρόνος αραγραφής ως την έκδοση της ρωτοβάθµιας ειθαρχικής α όφασης δεν µ ορεί να υ ερβεί τα ε τά (7) έτη και ροκειµένου για τα αρα τώµατα των ερι τώσεων α, γ, δ, θ και ι της αρ. 1 του άρθρου 107 του αρόντος, τα δέκα (10) έτη. 4. Η αραγραφή του ειθαρχικού αρα τώµατος διακό τεται ε ίσης α ό την τέλεση νέου ειθαρχικού αρα τώµατος, το ο οίο α οσκο εί στην α όκρυψη ή την αρεµ όδιση της ειθαρχικής δίωξης του ρώτου. Στην ερί τωση αυτή το ρώτο αρά τωµα αραγράφεται όταν αραγραφεί το δεύτερο, εφόσον η αραγραφή του δεύτερου συντελείται σε χρόνο µεταγενέστερο της αραγραφής του ρώτου. 5. εν αραγράφεται το ειθαρχικό αρά τωµα για το ο οίο εκδόθηκε ειθαρχική α όφαση ου ε ιβάλλει ειθαρχική οινή σε ρώτο βαθµό. Άρθρο 113 Λήξη ειθαρχικής ευθύνης 1. 1. Ο υ άλληλος ο ο οίος α ώλεσε την υ αλληλική ιδιότητα µε ο οιονδή οτε τρό ο δεν διώκεται ειθαρχικώς, η ειθαρχική όµως διαδικασία η ο οία τυχόν έχει αρχίσει, συνεχίζεται και µετά τη λύση της υ αλληλικής σχέσης µε εξαίρεση την ερί τωση του θανάτου. 2. Όταν συντρέχει η ερί τωση της ροηγούµενης αραγράφου, το ειθαρχικό συµβούλιο µ ορεί να ε ιβάλει ο οιαδή οτε α ό τις ροβλε όµενες ειθαρχικές οινές. Σε ερί τωση ου η ε ιβλητέα ειθαρχική οινή είναι ανώτερη του ροστίµου, το ειθαρχικό συµβούλιο την µετατρέ ει ανάλογα µε την βαρύτητα του αρα τώµατος σε οινή ροστίµου α οδοχών έως δώδεκα (12) µηνών, µε δυνατότητα ε ιβολής και διοικητικής κύρωσης σύµφωνα µε τα ροβλε όµενα στην αρ.3 του άρθρου 109. Άρθρο 114 Σχέση της ειθαρχικής διαδικασίας µε την οινική δίκη 1. Η ειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη α ό την οινική ή άλλη δίκη. 2. Η οινική δίκη δεν αναστέλλει την ειθαρχική διαδικασία. Το ειθαρχικό όργανο όµως µ ορεί µε α όφασή του, η ο οία είναι ελευθέρως ανακλητή, να διατάξει, για εξαιρετικούς λόγους, την αναστολή της ειθαρχικής 8
διαδικασίας, η ο οία δεν ρέ ει να υ ερβαίνει το ένα (1) έτος. Αναστολή δεν ε ιτρέ εται σε ερί τωση ου το ειθαρχικό αρά τωµα ροκάλεσε δηµόσιο σκάνδαλο ή θίγει σοβαρά το κύρος της υ ηρεσίας. 3. Το ειθαρχικό όργανο δεσµεύεται α ό την κρίση ου εριέχεται σε αµετάκλητη α όφαση οινικού δικαστηρίου, ή σε αµετάκλητο α αλλακτικό βούλευµα, µόνο ως ρος την ύ αρξη ή την ανυ αρξία ραγµατικών εριστατικών ου στοιχειοθετούν την αντικειµενική υ όσταση ειθαρχικού αρα τώµατος. 4. Αν µετά την έκδοση ειθαρχικής α όφασης µε την ο οία α αλλάσσεται ο υ άλληλος ή ε ιβάλλεται οινή κατώτερη α ό την οριστική αύση, εκδοθεί αµετάκλητη καταδικαστική α όφαση οινικού δικαστηρίου µε την ο οία δια ιστώνονται ραγµατικά εριστατικά ου συνιστούν την αντικειµενική υ όσταση αρα τώµατος της ερ. α της αρ. 5 του άρθρου 109 του αρόντος, η ειθαρχική διαδικασία ε αναλαµβάνεται µε τη διαδικασία του άρθρου 143. Ε ίσης ε αναλαµβάνεται η ειθαρχική διαδικασία, αν µετά την έκδοση καταδικαστικής ειθαρχικής α όφασης, µε την ο οία ε ιβάλλεται ο οιαδή οτε οινή, εκδοθεί αµετάκλητη αθωωτική οινική α όφαση ή αµετάκλητο α αλλακτικό βούλευµα για την ράξη ή την αράλειψη, για την ο οία διώχθηκε ειθαρχικά ο υ άλληλος. 5. Η ε ανάληψη της ειθαρχικής διαδικασίας ε ιτρέ εται και όταν έχει εκδοθεί καταδικαστική ειθαρχική α όφαση, χωρίς να έχει λάβει υ όψη καταδικαστική οινική α όφαση ου ροηγήθηκε. 6. Ο Εισαγγελέας Πληµµελειοδικών έχει υ οχρέωση να ανακοινώνει αµέσως στην ροϊσταµένη αρχή του υ αλλήλου κάθε οινική δίωξη ου ασκείται κατ αυτού. Στην ίδια αρχή ανακοινώνεται ε ίσης α ό τον αρµόδιο εισαγγελέα η α όφαση ή το βούλευµα µε το ο οίο τερµατίζεται η δίωξη. Σε ερί τωση εγκλεισµού σε σωφρονιστικό κατάστηµα, ο διευθυντής φυλακών γνωστο οιεί τούτο, χωρίς καθυστέρηση, στην ροϊσταµένη αρχή του υ αλλήλου. Άρθρο 115 Αυτοτέλεια κολασίµου του ειθαρχικού αρα τώµατος Σε ερί τωση α οκατάστασης, α ονοµής χάριτος ή άρσης µε ο οιονδή οτε άλλο τρό ο του κολασίµου ή µεταβολής των συνε ειών της οινικής καταδίκης, δεν αίρεται το ειθαρχικώς κολάσιµο της ράξης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ` ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ Άρθρο 116 Πειθαρχικά όργανα Πειθαρχική εξουσία στους υ αλλήλους ασκούν: α) οι ειθαρχικοί ροϊστάµενοι τους, β) το διοικητικό συµβούλιο νοµικού ροσώ ου δηµοσίου δικαίου για τους υ αλλήλους του νοµικού ροσώ ου, 9
γ) το ειθαρχικό συµβούλιο του οικείου φορέα, δ) το ειθαρχικό συµβούλιο του Υ ουργείου Εσωτερικών, Α οκέντρωσης και Ηλεκτρονικής ιακυβέρνησης για τις ερι τώσεις της αρ. 4 του άρθρου 117 του αρόντος, ε) το ευτεροβάθµιο Πειθαρχικό Συµβούλιο, στ) ο Γενικός Ε ιθεωρητής ηµόσιας ιοίκησης, ζ), το αρµόδιο διοικητικό εφετείο και η) το Συµβούλιο της Ε ικρατείας Άρθρο 117 Πειθαρχικοί ροϊστάµενοι 1. Πειθαρχικοί ροϊστάµενοι των υ αλλήλων των κεντρικών και εριφερειακών υ ηρεσιών ου ανήκουν στην αρµοδιότητά τους είναι: α) ο Υ ουργός, β) ο Γενικός Γραµµατέας Υ ουργείου ή Γενικής Γραµµατείας, γ) ο Γενικός Γραµµατέας αυτοτελούς υ ηρεσίας, δ) ο Γενικός Γραµµατέας Α οκεντρωµένης ιοίκησης, ε) ο Ειδικός Γραµµατέας, στ) ο Ελεγκτής Νοµιµότητας, ζ) ο ροϊστάµενος γενικής διεύθυνσης, η) ο ροϊστάµενος διεύθυνσης. 2. Ε ίσης ειθαρχικοί ροϊστάµενοι είναι: α) Ο αρχηγός των ενό λων δυνάµεων και οι αρχηγοί του στρατού, του ναυτικού και της αερο ορίας, των σωµάτων ασφαλείας και του λιµενικού σώµατος για τους ολιτικούς υ αλλήλους ου υ άγονται σε αυτούς. β) Οι διοικητές µονάδων και σχολών των ενό λων δυνάµεων, των σωµάτων ασφαλείας και του λιµενικού σώµατος για τους ολιτικούς υ αλλήλους ου υ άγονται σε αυτούς. γ) Οι διευθυντές καταστηµάτων ή οι ροϊστάµενοι υ ηρεσιών εφόσον είναι ανώτατοι ή ανώτεροι αξιωµατικοί, για τους ολιτικούς υ αλλήλους ου υ άγονται σε αυτούς. δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους για όλους τους ολιτικούς υ αλλήλους ου υ άγονται στην αρµοδιότητά του. ε) Ο ρόεδρος ή ο ε ικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής για τους υ αλλήλους της. 3. Πειθαρχικοί ροϊστάµενοι για τους υ αλλήλους νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου είναι: α) Ο διοικητής ή ο ρόεδρος του συλλογικού οργάνου, ο ο οίος ασκεί διοίκηση, ο υ οδιοικητής, ο γενικός γραµµατέας ή ο ανα ληρωτής γενικός γραµµατέας, για όλους τους υ αλλήλους του νοµικού ροσώ ου. β) Ο ρόεδρος της Ακαδηµίας Αθηνών για τους υ αλλήλους της. γ) Ο ρύτανης Πανε ιστηµίου για όλους τους υ αλλήλους αυτού, ο κοσµήτορας σχολής, ο ρόεδρος τµήµατος και ο διευθυντής τοµέα για τους υ αλλήλους ου υ άγονται σε αυτούς. δ) Ο ρόεδρος και ο αντι ρόεδρος Τ.Ε.Ι., για όλους τους υ αλλήλους του Ιδρύµατος, ο διευθυντής αραρτήµατος Τ.Ε.Ι. για όλους τους υ αλλήλους του αραρτήµατος, ο 10
διευθυντής σχολής και ο ροϊστάµενος τµήµατος για τους υ αλλήλους ου υ άγονται σε αυτούς. ε) Ο ροϊστάµενος γενικής διεύθυνσης ή ο ροϊστάµενος διεύθυνσης για τους υ αλλήλους ου υ άγονται σε αυτούς. 4. Πειθαρχική εξουσία µ ορεί να ασκεί και ο Υ ουργός Εσωτερικών, Α οκέντρωσης και Ηλεκτρονικής ιακυβέρνησης: α) στους υ αλλήλους του δηµοσίου και των νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου για ανάρµοστη συµ εριφορά ρος τους ολίτες, αδικαιολόγητη µη εξυ ηρέτησή τους, µη έγκαιρη διεκ εραίωση των υ οθέσεών τους, άρνηση συνεργασίας µε τα Κέντρα Εξυ ηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) και µη εφαρµογή των ερί α λούστευσης των διαδικασιών και κατα ολέµησης της γραφειοκρατίας διατάξεων. β) στους υ αλλήλους των Κ.Ε.Π. για ο οιοδή οτε ειθαρχικό αρά τωµα. Ειδικά για τους υ αλλήλους των Κ.Ε.Π. ου ανήκουν στους ΟΤΑ ο Υ ουργός Εσωτερικών, Α οκέντρωσης και Ηλεκτρονικής ιακυβέρνησης µ ορεί να ασκεί ειθαρχική δίωξη ενώ ιον του αρµοδίου οργάνου κατά την κείµενη νοµοθεσία. Άρθρο 118 Αρµοδιότητα ειθαρχικών ροϊσταµένων 1. Όλοι οι ειθαρχικοί ροϊστάµενοι µ ορούν να ε ιβάλλουν την οινή της έγγραφης ε ί ληξης. Την οινή του ροστίµου µ ορούν να ε ιβάλλουν οι εξής µε τις ιο κάτω διακρίσεις: α) Ο Υ ουργός έως και τις α οδοχές τριών (3) µηνών. β) Ο Γενικός Γραµµατέας Υ ουργείου ή Γενικής Γραµµατείας ή αυτοτελούς υ ηρεσίας, ο Γενικός Γραµµατέας Α οκεντρωµένης ιοίκησης, ο Ειδικός Γραµµατέας, ο Ελεγκτής Νοµιµότητας, ο αρχηγός των ενό λων δυνάµεων και οι αρχηγοί του στρατού ξηράς, του ναυτικού και της αερο ορίας, των σωµάτων ασφαλείας και του λιµενικού σώµατος έως και τις α οδοχές δύο (2) µηνών. γ) Οι διοικητές µονάδων και σχολών των ενό λων δυνάµεων, των σωµάτων ασφαλείας και του λιµενικού σώµατος, οι διευθυντές καταστηµάτων και οι ροϊστάµενοι στρατιωτικών υ ηρεσιών ή υ ηρεσιών των σωµάτων ασφαλείας ή του λιµενικού σώµατος αν είναι ανώτατοι αξιωµατικοί έως και τις α οδοχές ενός (1) µηνός και αν είναι ανώτεροι έως και το ένα δεύτερο των µηνιαίων α οδοχών. δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους, ο ρόεδρος ή ο ε ικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, ο διοικητής ή ο ρόεδρος συλλογικού οργάνου, ο ο οίος ασκεί διοίκηση, ο υ οδιοικητής, ο γενικός γραµµατέας ή ο ανα ληρωτής γενικός γραµµατέας νοµικού ροσώ ου έως και τις α οδοχές ενός (1) µηνός. ε) Ο ρύτανης Πανε ιστηµίου και ο ρόεδρος Τ.Ε.Ι. έως και τις α οδοχές ενός (1) µηνός. Ο κοσµήτορας σχολής, ο ρόεδρος τµήµατος και ο διευθυντής τοµέα Πανε ιστηµίου, ο αντι ρόεδρος Τ.Ε.Ι., ο διευθυντής αραρτήµατος Τ.Ε.Ι., έως και τα δύο τρίτα των µηνιαίων α οδοχών, ο διευθυντής σχολής Τ.Ε.Ι. και ο ροϊστάµενος τµήµατος Τ.Ε.Ι. έως και το ένα δεύτερο των µηνιαίων α οδοχών. στ) Ο ροϊστάµενος γενικής διεύθυνσης έως και τα δύο τρίτα των µηνιαίων α οδοχών. ζ) Ο ροϊστάµενος διεύθυνσης έως και το ένα τέταρτο των µηνιαίων α οδοχών. 11
2. Η αρµοδιότητα των ειθαρχικών ροϊσταµένων είναι αµεταβίβαστη, εκτός εάν α ό διάταξη νόµου ροβλέ εται διαφορετικά. 3. Αρµόδιος ειθαρχικός ροϊστάµενος είναι εκείνος στον ο οίο υ άγεται οργανικά ο υ άλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του αρα τώµατος, µε την ε ιφύλαξη των διατάξεων της αρ. 4 του άρθρου 117. Αν ο υ άλληλος υ ηρετεί σε άλλη υ ηρεσία α ό αυτή της οργανικής του θέσης, αρµόδιος ειθαρχικός ροϊστάµενος είναι ο ροϊστάµενος της υ ηρεσίας στην ο οία υ ηρετεί ο υ άλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του ειθαρχικού αρα τώµατος. 4. Οι ειθαρχικοί ροϊστάµενοι και το διοικητικό συµβούλιο νοµικού ροσώ ου δηµοσίου δικαίου ε ιλαµβάνονται αυτε αγγέλτως. 5. Αν έχουν ε ιληφθεί αρµοδίως ερισσότεροι ειθαρχικοί ροϊστάµενοι, η ειθαρχική διαδικασία συνεχίζεται µόνο α ό εκείνον ου κάλεσε ρώτος σε α ολογία τον υ άλληλο. Ο ανώτερος ειθαρχικός ροϊστάµενος ή το διοικητικό συµβούλιο νοµικού ροσώ ου έχουν, σε κάθε ερί τωση, δικαίωµα να ζητήσουν την αρα οµ ή σε αυτούς της ειθαρχικής υ όθεσης, εφόσον δεν έχει εκδοθεί ειθαρχική α όφαση. Για την εφαρµογή των διατάξεων της αρ. 4 του άρθρου 117 του αρόντος ο Υ ουργός Εσωτερικών, Α οκέντρωσης και Ηλεκτρονικής ιακυβέρνησης νοείται ως ανώτερος ειθαρχικός ροϊστάµενος. 6. Αν ο ειθαρχικός ροϊστάµενος, ο ο οίος έχει ε ιληφθεί, κρίνει ότι το αρά τωµα ε ισύρει οινή ανώτερη της αρµοδιότητάς του, αρα έµ ει την υ όθεση σε ο οιονδή οτε ανώτερο αυτού ειθαρχικό ροϊστάµενο µέχρι και τον Υ ουργό ή και το διοικητικό συµβούλιο του νοµικού ροσώ ου δηµοσίου δικαίου, αν ρόκειται για υ άλληλο του νοµικού ροσώ ου. Αν και ο Υ ουργός ή το διοικητικό συµβούλιο νοµικού ροσώ ου δηµοσίου δικαίου κρίνει ότι η ροσήκουσα οινή είναι ανώτερη και της δικής του αρµοδιότητας, αρα έµ ει το θέµα στο ειθαρχικό συµβούλιο. Στην ερί τωση της αρ. 4 του άρθρου 117 του αρόντος η αρα οµ ή γίνεται στο ειθαρχικό συµβούλιο του Υ ουργείου Εσωτερικών, Α οκέντρωσης και Ηλεκτρονικής ιακυβέρνησης. Άρθρο 119 Αρµοδιότητα διοικητικών συµβουλίων νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου Τα διοικητικά συµβούλια νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου δύνανται να ε ιβάλλουν τις οινές της έγγραφης ε ί ληξης και του ροστίµου έως και τις α οδοχές τριών (3) µηνών. Άρθρο 120 Αρµοδιότητα ειθαρχικών συµβουλίων 1. Τα ειθαρχικά συµβούλια δύνανται να ε ιβάλλουν ο οιαδή οτε ειθαρχική οινή. Τα ειθαρχικά συµβούλια κρίνουν σε ρώτο βαθµό µετά α ό αρα οµ ή της υ όθεσης σε αυτά και σε δεύτερο βαθµό µετά α ό άσκηση ένστασης κατά α οφάσεων ειθαρχικών ροϊσταµένων. 12
Το ευτεροβάθµιο Πειθαρχικό Συµβούλιο α οφαίνεται σε δεύτερο βαθµό ύστερα α ό ένσταση κατά α οφάσεων των ειθαρχικών συµβουλίων και σε ρώτο βαθµό για την εκδίκαση του αρα τώµατος της αρ. 2 του άρθρου 122 του αρόντος. Το ευτεροβάθµιο Πειθαρχικό Συµβούλιο είναι το αρµόδιο ειθαρχικό όργανο των ανωτάτων υ αλλήλων του δηµοσίου και των ΝΠ, το ο οίο κρίνει σε ρώτο και δεύτερο βαθµό. 2. Αρµόδιο ειθαρχικό συµβούλιο είναι το συµβούλιο της υ ηρεσίας στην ο οία υ άγεται οργανικά ο υ άλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του αρα τώµατος, µε την ε ιφύλαξη των διατάξεων της αρ. 4 του άρθρου 117 του αρόντος. Προκειµένου για υ άλληλο ο ο οίος κατά το χρόνο τέλεσης του αρα τώµατος υ ηρετεί µε ο οιαδή οτε υ ηρεσιακή σχέση ή κατάσταση σε άλλη υ ηρεσία, αρµόδιο ειθαρχικό συµβούλιο είναι το συµβούλιο της υ ηρεσίας στην ο οία υ ηρετεί εφόσον το ειθαρχικό αρά τωµα σχετίζεται µε την άσκηση των καθηκόντων του στην υ ηρεσία αυτή. 3. Συγκρούσεις αρµοδιότητας µεταξύ ερισσότερων ειθαρχικών συµβουλίων για την κρίση του ίδιου αρα τώµατος αίρονται α ό τον ρόεδρο του Νοµικού Συµβουλίου του Κράτους. Οι καταφατικές συγκρούσεις αίρονται, εφόσον δεν έχει εκδοθεί οριστική α όφαση ενός τουλάχιστον α ό τα συµβούλια ου έχουν ε ιληφθεί. Οι α οφατικές συγκρούσεις αίρονται, εφόσον οι α οφάσεις δύο τουλάχιστον συµβουλίων ου έχουν κηρυχθεί αναρµόδια, είναι τελεσίδικες. Για την άρση α αιτείται αίτηση της υ ηρεσίας ή του υ αλλήλου. Αν ρόκειται για καταφατική σύγκρουση, την άρση µ ορεί να τη ζητήσει και ο ρόεδρος ενός α ό τα ειθαρχικά συµβούλια ου έχουν ε ιληφθεί. Άρθρο 121 Ενιαία κρίση ειθαρχικών αρα τωµάτων 1. Περισσότερα του ενός ειθαρχικά αρα τώµατα του ίδιου υ αλλήλου είναι δυνατόν, κατά την κρίση του ειθαρχικού οργάνου, να κρίνονται ενιαίως, εφόσον σχετίζονται µε καθήκοντα υ ηρεσιών του ίδιου υ ουργείου ή νοµικού ροσώ ου δηµοσίου δικαίου. 2. Περισσότεροι υ άλληλοι ου διώκονται για το ίδιο ή για συναφή ειθαρχικά αρα τώµατα, είναι δυνατόν να κρίνονται ενιαίως, εφόσον συντρέχει η ροϋ όθεση της ροηγούµενης αραγράφου. 3. Αν στις ερι τώσεις των αραγράφων 1 και 2 του αρόντος άρθρου τα ειθαρχικά όργανα ου είναι αρµόδια να ε ιληφθούν είναι διαφορετικά, αρµόδιο για την κρίση όργανο είναι: α) µεταξύ ερισσότερων ειθαρχικών ροϊσταµένων ο ιεραρχικώς ανώτερος, και σε ερί τωση ροϊσταµένων του αυτού ιεραρχικού ε ι έδου, εκείνος ου έχει ε ιληφθεί ρώτος, β) µεταξύ ερισσότερων ειθαρχικών συµβουλίων, εκείνο ου έχει ε ιληφθεί ρώτο και γ) µεταξύ ειθαρχικού ροϊσταµένου, διοικητικού συµβουλίου των νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου και ειθαρχικού συµβουλίου, το τελευταίο. 13
ΤΜΗΜΑ Β` ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α` ΑΣΚΗΣΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΙΩΞΗΣ Άρθρο 122 Άσκηση ειθαρχικής δίωξης 1. Η ειθαρχική δίωξη αρχίζει είτε µε την κλήση του υ αλλήλου σε α ολογία α ό το µονοµελές ειθαρχικό όργανο είτε µε την αρα οµ ή του στο ειθαρχικό συµβούλιο. Η ειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται εντός µηνός α ό την κλήση σε α ολογία είτε µε την έκδοση ειθαρχικής α όφασης µονοµελούς οργάνου είτε µε αρα οµ ή ενώ ιον ειθαρχικού συµβουλίου. Σε ερί τωση αρα οµ ής ενώ ιον του ειθαρχικού συµβουλίου, η ειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται εντός τριµήνου α ό την αρα οµ ή. 2. Η υ αίτια αράβαση της διάταξης του τελευταίου εδαφίου της ροηγούµενης αραγράφου α οτελεί ειθαρχικό αρά τωµα. Το αρά τωµα αυτό, για τα µέλη του ειθαρχικού συµβουλίου, εκδικάζεται µετά α ό αρα οµ ή ενώ ιον του ευτεροβάθµιου Πειθαρχικού Συµβουλίου. Άρθρο 123 Παρα οµ ή στο ειθαρχικό συµβούλιο 1. Αν ο Υ ουργός κρίνει ότι το ειθαρχικό αρά τωµα τιµωρείται µε οινή µεγαλύτερη της αρµοδιότητας του, αρα έµ ει την υ όθεση στο ειθαρχικό συµβούλιο. Για τους υ αλλήλους νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου η ειθαρχική υ όθεση αρα έµ εται για τον ίδιο λόγο στο ειθαρχικό συµβούλιο α ό το διοικητικό συµβούλιο του νοµικού ροσώ ου. Η αρα οµ ή είναι υ οχρεωτική όταν υ άρχει αιτιολογηµένη ρόταση αρµόδιας υ ηρεσίας. 2. Ο Υ ουργός ή ο Γενικός Γραµµατέας Α οκεντρωµένης ιοίκησης όταν λάβει γνώση ειθαρχικού αρα τώµατος ου τελέσθηκε α ό υ άλληλο νοµικού ροσώ ου δηµοσίου δικαίου, το ο οίο ε ο τεύεται α ό αυτόν, αρα έµ ει την υ όθεση ενώ ιον του οικείου ειθαρχικού συµβουλίου για την άσκηση του ειθαρχικού ελέγχου. 3. εν ε ιτρέ εται αρα οµ ή στο ειθαρχικό συµβούλιο µετά την έκδοση οριστικής α όφασης για το ίδιο αρά τωµα α ό ο οιοδή οτε ειθαρχικό όργανο. Άρθρο 124 ιαδικασία και συνέ ειες αρα οµ ής 1. Στο έγγραφο, µε το ο οίο η υ όθεση αρα έµ εται στο ειθαρχικό συµβούλιο σύµφωνα µε το άρθρο 123 του αρόντος, ρέ ει να ροσδιορίζονται 14
ε ακριβώς κατά τό ο και χρόνο τα ραγµατικά εριστατικά ου συνιστούν το ειθαρχικό αρά τωµα και ο διωκόµενος υ άλληλος. 2. Το αρα εµ τήριο έγγραφο γνωστο οιείται στον διωκόµενο υ άλληλο µε κάθε ρόσφορο τρό ο και α οστέλλεται µε το φάκελο της υ όθεσης στο ειθαρχικό συµβούλιο. Αν κατά τη διαδικασία ανακύψουν ευθύνες και για άλλους υ αλλήλους ου δεν εριλαµβάνονται στο αρα εµ τήριο έγγραφο, το συµβούλιο τους καλεί σε α ολογία και συνεχίζει την εραιτέρω διαδικασία χωρίς γνωστο οίηση του αρα εµ τηρίου. Στην ερί τωση αυτή µ ορεί να α οφασίζει τη συνεκδίκαση των αρα τωµάτων αυτών µε τα αρα τώµατα των εριλαµβανοµένων στο αρα εµ τήριο. 3. Η έκδοση του αρα εµ τηρίου εγγράφου καταργεί την εκκρεµή ειθαρχική διαδικασία ενώ ιον άλλου ειθαρχικού οργάνου. 4. Το αρα εµ τήριο έγγραφο δεν ανακαλείται. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β` ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ- ΕΝΟΡΚΗ ΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ Άρθρο 125 Προκαταρκτική εξέταση 1. Προκαταρκτική εξέταση είναι η άτυ η συλλογή και καταγραφή στοιχείων για να δια ιστωθεί η τέλεση ειθαρχικού αρα τώµατος και οι συνθήκες τέλεσης του. 2. Προκαταρκτική εξέταση µ ορεί να ενεργήσει ή να διατάξει κάθε ειθαρχικός ροϊστάµενος του υ αλλήλου. Η ροκαταρκτική εξέταση ερατώνεται εντός µηνός α ό την ηµεροµηνία κατά την ο οία ο ειθαρχικός ροϊστάµενος έλαβε γνώση των εριστατικών, ου ιθανόν συνιστούν ειθαρχικό αρά τωµα ή, αν η ροκαταρκτική εξέταση διεξάγεται α ό υ άλληλο µετά α ό εντολή του ειθαρχικού ροϊσταµένου, α ό την ηµεροµηνία ου κοινο οιήθηκε στον υ άλληλο η α όφαση της ανάθεσής της. 3. Αν αυτός ου ενεργεί ροκαταρκτική εξέταση κρίνει, µε βάση τα στοιχεία ου έχουν συγκεντρωθεί, ότι δεν συντρέχει ερί τωση ειθαρχικής δίωξης, ερατώνει την εξέταση µε αιτιολογηµένη έκθεσή του. Στην ερί τωση αυτή δεν α οκλείεται η ενέργεια ροκαταρκτικής εξέτασης α ό ανώτερο ειθαρχικό ροϊστάµενο. Αν, αντιθέτως, αυτός ου ενεργεί ροκαταρκτική εξέταση κρίνει ότι έχει δια ραχθεί ειθαρχικό αρά τωµα, το ο οίο τιµωρείται µε οινή της αρµοδιότητάς του, καλεί τον υ άλληλο σε α ολογία σύµφωνα µε το άρθρο 134 του αρόντος. Αν κρίνει, είτε ριν α ό την κλήση του υ αλλήλου σε α ολογία είτε µετά την α ολογία του, ότι δικαιολογείται η ε ιβολή βαρύτερης οινής, ενεργεί σύµφωνα µε όσα ορίζονται στην αρ. 6 του άρθρου 118 του αρόντος. Αν, τέλος, κρίνει ότι το ειθαρχικό αρά τωµα χρειάζεται εραιτέρω διερεύνηση, διατάσσει την ενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης. 15
Άρθρο 126 Ένορκη διοικητική εξέταση 1. Ένορκη διοικητική εξέταση (Ε..Ε.) ενεργείται κάθε φορά ου η υ ηρεσία έχει σοβαρές υ όνοιες ή σαφείς ενδείξεις για τη διά ραξη ειθαρχικού αρα τώµατος. Η εξέταση αυτή α οσκο εί στη συλλογή στοιχείων για τη δια ίστωση της τέλεσης ειθαρχικού αρα τώµατος και τον ροσδιορισµό των ροσώ ων ου τυχόν ευθύνονται, καθώς και στη διερεύνηση των συνθηκών κάτω α ό τις ο οίες αυτό έχει τελεστεί. Η ένορκη διοικητική εξέταση δεν συνιστά έναρξη ειθαρχικής δίωξης. 2. Η ένορκη διοικητική εξέταση διατάσσεται α ό ο οιονδή οτε ειθαρχικό ροϊστάµενο και ενεργείται α ό µόνιµο υ άλληλο µε βαθµό τουλάχιστον Α` του ίδιου Υ ουργείου ή νοµικού ροσώ ου δηµοσίου δικαίου και σε καµία ερί τωση κατώτερου βαθµού εκείνου στον ο οίο α οδίδεται η ράξη. Η ενέργεια της ένορκης διοικητικής εξέτασης µ ορεί να ανατίθεται και σε µόνιµο δηµόσιο υ άλληλο τουλάχιστον µε βαθµό Α` άλλου Υ ουργείου ή, ροκειµένου για νοµικό ρόσω ο δηµοσίου δικαίου, του Υ ουργείου ου το ε ο τεύει. Η ένορκη διοικητική εξέταση ερατώνεται εντός δύο (2) µηνών α ό την ηµεροµηνία ου κοινο οιήθηκε στον υ άλληλο η α όφαση ανάθεσης διεξαγωγής της. Ο υ άλληλος, ο ο οίος διεξάγει την ένορκη διοικητική εξέταση µ ορεί να ζητήσει, µετά α ό λήρως αιτιολογηµένη αίτησή του, αράταση της ροθεσµίας αυτής έως ένα µήνα. Αν ο υ άλληλος, στον ο οίο α οδίδεται η διά ραξη του ειθαρχικού αρα τώµατος, είναι ροϊστάµενος οργανικής µονάδας ο οιουδή οτε ε ι έδου, η εντολή για διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης ανατίθεται σε ροϊστάµενο τουλάχιστον ίδιου ε ι έδου οργανικής µονάδας. 3. Κατά την εξέταση του υ αλλήλου, στον ο οίο α οδίδεται η διά ραξη ειθαρχικού αρα τώµατος, εφαρµόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 130 αρ. 3 και 132 του αρόντος. 4. Η ένορκη διοικητική εξέταση ολοκληρώνεται µε την υ οβολή αιτιολογηµένης έκθεσης του υ αλλήλου ου την ενεργεί. Η έκθεση αυτή υ οβάλλεται, µε όλα τα στοιχεία ου συγκεντρώθηκαν, στον ειθαρχικό ροϊστάµενο ο ο οίος διέταξε τη διενέργεια της εξέτασης. Εφόσον µε την έκθεση δια ιστώνεται η διά ραξη ειθαρχικού αρα τώµατος α ό συγκεκριµένο υ άλληλο, ο ειθαρχικός ροϊστάµενος υ οχρεούται να ασκήσει ειθαρχική δίωξη. 5. ιατάξεις ου ροβλέ ουν τη διενέργεια ένορκων διοικητικών εξετάσεων ο οιασδή οτε µορφής α ό ειδικά όργανα δεν θίγονται. 6. Οι διατάξεις των αραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 127, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 129 και 131 του αρόντος, εφαρµόζονται αναλόγως. Άρθρο 127 Πειθαρχική ανάκριση 1. Πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται υ οχρεωτικά κατά τη διαδικασία ενώ ιον του ειθαρχικού συµβουλίου. Κατ` εξαίρεση δεν είναι υ οχρεωτική η ανάκριση στις ακόλουθες ερι τώσεις: 16
α) όταν τα ραγµατικά εριστατικά ου συνιστούν την αντικειµενική υ όσταση του ειθαρχικού αρα τώµατος ροκύ τουν α ό το φάκελο κατά τρό ο αναµφισβήτητο, β) όταν ο υ άλληλος οµολογεί µε την α ολογία του κατά τρό ο µη ε ιδεχόµενο αµφισβήτηση ότι διέ ραξε το ειθαρχικό αρά τωµα, γ) όταν ο υ άλληλος συλλαµβάνεται ε αυτοφώρω κατά τη διά ραξη οινικού αδικήµατος ου α οτελεί συγχρόνως και ειθαρχικό αρά τωµα, δ) όταν έχει ροηγηθεί ανάκριση ή ροανάκριση συµφώνως µε τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής ικονοµίας για οινικό αδίκηµα ου α οτελεί και ειθαρχικό αρά τωµα, ε) όταν έχει διενεργηθεί, ριν την έκδοση του αρα εµ τηρίου εγγράφου, Ε..Ε. ή άλλη ένορκη εξέταση κατά την ο οία δια ιστώθηκε διά ραξη ειθαρχικού αρα τώµατος α ό συγκεκριµένο υ άλληλο. Το ίδιο ισχύει όταν η διά ραξη ειθαρχικού αρα τώµατος ροκύ τει α ό έκθεση δικαστικού οργάνου ή άλλου ελεγκτικού οργάνου της διοίκησης. 2. Η ειθαρχική ανάκριση διεξάγεται α ό υ άλληλο τουλάχιστον οµοιόβαθµο του διωκοµένου ου µ ορεί να είναι και µέλος του ειθαρχικού συµβουλίου. Αν σε νοµικό ρόσω ο δηµοσίου δικαίου δεν υ άρχει ε αρκής αριθµός υ αλλήλων ου να ληρεί την ανωτέρω ροϋ όθεση, η διεξαγωγή της ειθαρχικής ανάκρισης ανατίθεται σε υ άλληλο του ε ο τεύοντος Υ ουργείου. 3. εν ενεργούν ειθαρχική ανάκριση: α) τα ρόσω α στα ο οία α οδίδεται το ειθαρχικό αρά τωµα, β) οι ειθαρχικοί ροϊστάµενοι ου έχουν εκδώσει την ειθαρχική α όφαση η ο οία κρίνεται κατ` ένσταση, γ) τα ρόσω α ου έχουν ενεργήσει ένορκη διοικητική εξέταση και δ) τα ρόσω α ου έχουν ασκήσει την ειθαρχική δίωξη. Ο εγκαλούµενος µ ορεί να ζητήσει µε έγγραφη αίτηση µέσα σε τρεις (3) ηµέρες α ό την κλήση του για εξέταση την εξαίρεση εκείνου ου διεξάγει την ανάκριση. Στην αίτηση ρέ ει να εκτίθενται κατά τρό ο σαφή και συγκεκριµένο οι λόγοι της εξαίρεσης και να αναφέρονται τα στοιχεία στα ο οία θεµελιώνονται οι ροβαλλόµενοι ισχυρισµοί. Για την αίτηση εξαίρεσης α οφασίζει το ειθαρχικό συµβούλιο χωρίς τη συµµετοχή εκείνου, του ο οίου ζητείται η εξαίρεση, ου ανα ληρώνεται νοµίµως. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, οι ανακριτικές ράξεις ου στο µεταξύ ενεργήθηκαν, είναι άκυρες και ε αναλαµβάνονται εξαρχής. 4. Ό οιος διεξάγει ανάκριση δικαιούται να ενεργήσει ανακριτικές ράξεις και εκτός της έδρας του. Ε ίσης, δικαιούται να ζητήσει την ενέργεια ανακριτικών ράξεων και εκτός της έδρας του α ό ο οιαδή οτε διοικητική αρχή. 5. Η ειθαρχική ανάκριση είναι µυστική. 6. Η ειθαρχική ανάκριση ερατώνεται εντός µηνός α ό την ηµεροµηνία κοινο οίησης της σχετικής α όφασης του ειθαρχικού συµβουλίου στον υ άλληλο, ου θα την διενεργήσει, ο ο οίος µ ορεί να ζητήσει µε λήρως αιτιολογηµένη αίτησή του, αράταση της ροθεσµίας αυτής. Η αράταση αυτή δεν υ ερβαίνει τον ένα (1) µήνα. 7. Η ειθαρχική ανάκριση µ ορεί να ε εκταθεί στην έρευνα και άλλων αρα τωµάτων του ίδιου υ αλλήλου εφόσον ροκύ τουν ε αρκή στοιχεία. 17
8. Καθήκοντα γραµµατέα εκτελεί υ άλληλος ο ο οίος ορίζεται α ό τον ενεργούντα την ανάκριση. Άρθρο 128 Ανακριτικές ράξεις 1. Ανακριτικές ράξεις είναι: α) η αυτοψία, β) η εξέταση µαρτύρων, γ) η ραγµατογνωµοσύνη, δ) η εξέταση του διωκοµένου. 2. εν µ ορεί να α οτελέσει αντικείµενο ανακριτικής ράξης θέµα ου κατά το νόµο καλύ τεται: α) α ό το α όρρητο της υ ηρεσίας, εκτός αν συµφωνεί η αρµόδια αρχή ή β) α ό το κατά νόµο ε αγγελµατικό ή άλλο α όρρητο. 3. Για την ανακριτική ράξη συντάσσεται έκθεση ου υ ογράφεται α ό όσους συνέ ραξαν. Αν κά οιος α ό τους µάρτυρες είναι αναλφάβητος ή αρνείται να υ ογράψει ή βρίσκεται σε φυσική αδυναµία να υ ογράψει, γίνεται σχετική µνεία στην έκθεση. Άρθρο 129 Αυτοψία 1. Με την ε ιφύλαξη όσων ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο της αρ. 5 του άρθρου 127 του αρόντος, η αυτοψία διενεργείται αυτο ροσώ ως α ό εκείνον ου διεξάγει την ειθαρχική ανάκριση µε την αρουσία γραµµατέα. 2. Η αυτοψία δηµόσιων εγγράφων ή εγγράφων ιδιωτικών ου έχουν κατατεθεί σε δηµόσια αρχή, διενεργείται στο γραφείο ό ου φυλάσσονται. 3. Έγγραφα ου κατέχονται α ό ιδιώτη, αραδίδονται στον ανακριτή και ε ιστρέφονται υ οχρεωτικώς µετά το τέλος της ειθαρχικής διαδικασίας. Ο ανακριτής, ύστερα α ό αίτηση του ιδιώτη, υ οχρεούται να χορηγεί ατελώς α όδειξη αραλαβής και ε ίσηµο αντίγραφο των εγγράφων ου αραλήφθηκαν. Κατ εξαίρεση η αυτοψία ιδιωτικών εγγράφων, τα ο οία είναι α ολύτως αναγκαία για τη διεκ εραίωση τρέχουσας υ όθεσης του κατόχου τους ή άλλου ροσώ ου, διενεργείται α ό τον ανακριτή στον τό ο ό ου βρίσκονται. Άρθρο 130 Μάρτυρες 1. Οι µάρτυρες εξετάζονται ενόρκως σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής ικονοµίας. 18
2. Η µη εµφάνιση ή η άρνηση κατάθεσης του µάρτυρα χωρίς εύλογη αιτία α οτελεί ληµµέληµα και αν είναι υ άλληλος και ειθαρχικό αρά τωµα. Εύλογη αιτία θεωρείται και η συγγένεια του διωκοµένου µε το µάρτυρα σε ευθεία γραµµή ή έως και το δεύτερο βαθµό σε λάγια γραµµή. 3. Ο διωκόµενος δικαιούται κατά τη διάρκεια της ειθαρχικής ανάκρισης και της ένορκης διοικητικής εξέτασης και µέχρι το τέλος της εξέτασής του να ζητήσει εγγράφως την εξέταση µαρτύρων. Ο ανακριτής υ οχρεούται να εξετάσει έντε τουλάχιστον α ό τους ροτεινόµενους µάρτυρες. 4. Σε ερί τωση κατά την ο οία η ένορκη διοικητική εξέταση δεν στρεφόταν κατά συγκεκριµένου ροσώ ου, το ειθαρχικό συµβούλιο υ οχρεούται να διενεργήσει συµ ληρωµατική ανάκριση, ροκειµένου να αρασχεθεί η δυνατότητα στο διωκόµενο να εξετασθεί ανωµοτί ή να ροτείνει την εξέταση µαρτύρων, εκτός εάν αυτός δηλώσει ενώ ιον του συµβουλίου ότι δεν ε ιθυµεί να εξετασθεί ανωµοτί ή να ροτείνει την εξέταση µαρτύρων. Άρθρο 131 Πραγµατογνώµονες Ως ραγµατογνώµονες ορίζονται δηµόσιοι υ άλληλοι, υ άλληλοι νοµικών ροσώ ων δηµοσίου δικαίου και Ο.Τ.Α., καθώς και αξιωµατικοί των ενό λων δυνάµεων, των σωµάτων ασφαλείας και του λιµενικού σώµατος. Οι ραγµατογνώµονες, ριν α ό τη διενέργεια της ραγµατογνωµοσύνης, ορκίζονται σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής ικονοµίας. Άρθρο 132 Εξέταση διωκοµένου Κατά την ειθαρχική ανάκριση καλείται ο ωσδή οτε για εξέταση ο διωκόµενος υ άλληλος. Ο υ άλληλος εξετάζεται ανωµοτί και µ ορεί να αρίσταται µετά δικηγόρου. Η µη ροσέλευση του διωκοµένου ή η άρνησή του να εξετασθεί, δεν εµ οδίζει την ρόοδο της ανάκρισης. Άρθρο 133 Ενέργειες µετά την ανάκριση 1. Ο ρόεδρος του ειθαρχικού συµβουλίου, όταν λάβει το αρα εµ τήριο έγγραφο, ορίζει ως εισηγητή της ειθαρχικής υ όθεσης ένα α ό τα µέλη του συµβουλίου, στο ο οίο και αραδίδεται ο φάκελος. 19
2. Ο ρόεδρος του ειθαρχικού συµβουλίου, όταν διαβιβαστεί σε αυτόν το όρισµα της ειθαρχικής ανάκρισης ή, σε ερί τωση µη διενέργειας ανάκρισης κατά το άρθρο 127 αρ. 1 του αρόντος, όταν κρίνει ότι η υ όθεση είναι ώριµη για συζήτηση, την εισάγει στο ειθαρχικό συµβούλιο για να α οφασίσει την κλήση σε α ολογία του διωκόµενου υ αλλήλου ή την α αλλαγή του χωρίς αυτή. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΑΠΟΛΟΓΙΑ Άρθρο 134 Κλήση σε α ολογία 1. Πειθαρχική οινή δεν ε ιβάλλεται, εάν ο υ άλληλος δεν κληθεί ροηγουµένως σε α ολογία. Η εξέταση του διωκοµένου κατά το στάδιο της ένορκης διοικητικής εξέτασης ή της ειθαρχικής ανάκρισης δεν ανα ληρώνει την κλήση σε α ολογία. 2. Στην κλήση σε α ολογία καθορίζεται σαφώς το α οδιδόµενο ειθαρχικό αρά τωµα και τάσσεται εύλογη ροθεσµία για α ολογία. Η ροθεσµία αυτή δεν µ ορεί να είναι βραχύτερη α ό δύο (2) ηµέρες, όταν ο υ άλληλος καλείται σε α ολογία α ό τον ειθαρχικό ροϊστάµενο και α ό τρεις (3) ηµέρες όταν αυτός καλείται α ό συµβούλιο. Η ροθεσµία για α ολογία µ ορεί να αραταθεί µία µόνο φορά και έως το τρι λάσιο της αρχικής ροθεσµίας µετά α ό αιτιολογηµένη έγγραφη αίτηση του διωκοµένου. Εκ ρόθεσµη α ολογία λαµβάνεται υ οχρεωτικώς υ όψη, εφόσον υ οβάλλεται ριν α ό την έκδοση της α όφασης. Η αράλειψη της κλήσης σε α ολογία καλύ τεται α ό την υ οβολή έγγραφης α ολογίας. 3. Όταν µετά την κλήση του διωκοµένου σε α ολογία ακολουθεί αρα οµ ή σύµφωνα µε την αρ. 6 του άρθρου 118 του αρόντος σε ανώτερο ειθαρχικό ροϊστάµενο ή στο υ ηρεσιακό συµβούλιο ή στα όργανα του άρθρου 119 του αρόντος, δεν α αιτείται νέα κλήση σε α ολογία. 4. Μετά την κλήση σε α ολογία η υ όθεση ερατούται µε την έκδοση α όφασης. Άρθρο 135 Α ολογία 1. Η α ολογία υ οβάλλεται εγγράφως. Ενώ ιον συλλογικού ειθαρχικού οργάνου ε ιτρέ εται στο διωκόµενο και η ροφορική συµ ληρωµατική α ολογία. 2. Η α ολογία αραδίδεται µε α όδειξη στο όργανο το ο οίο καλεί σε α ολογία. Μ ορεί όµως και να α οσταλεί ταχυδροµικώς µε συστηµένη ε ιστολή. Στην ερί τωση του ροηγούµενου εδαφίου το εµ ρόθεσµο της υ οβολής της κρίνεται α ό το χρόνο της ταχυδρόµησης. 3. Πριν α ό την α ολογία ο διωκόµενος έχει δικαίωµα να λάβει γνώση του φακέλου της ειθαρχικής υ όθεσης. Το γεγονός ότι έλαβε γνώση α οδεικνύεται µε ράξη η 20
ο οία υ ογράφεται α ό τον υ άλληλο, ο ο οίος τηρεί το φάκελο και τον διωκόµενο ή µόνο α ό τον ρώτο, αν ο δεύτερος αρνηθεί να υ ογράψει. Αν ο διωκόµενος υ άλληλος δεν υ ηρετεί στην έδρα του οργάνου ου τον καλεί σε α ολογία, του χορηγείται σχετική άδεια. 4. Με την α ολογία του ο υ άλληλος έχει δικαίωµα να ζητήσει εύλογη ροθεσµία για να υ οβάλει έγγραφα στοιχεία. Η αροχή της ροθεσµίας και η διάρκειά της ενα όκειται στην κρίση του οργάνου το ο οίο τον καλεί σε α ολογία. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ` ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Άρθρο 136 Προσδιορισµός ηµέρας συνεδρίασης - Παράσταση διωκοµένου 1. Μετά την υ οβολή της α ολογίας ή την αρέλευση της ροθεσµίας υ οβολής της ο ρόεδρος του ειθαρχικού συµβουλίου ροσδιορίζει µε ράξη του την ηµέρα κατά την ο οία θα συζητηθεί η υ όθεση. Η ηµέρα, η ώρα και ο τό ος της συνεδρίασης ανακοινώνονται εγγράφως στο διωκόµενο ριν α ό τέσσερις (4) τουλάχιστον λήρεις ηµέρες. 2. Ο διωκόµενος υ άλληλος έχει δικαίωµα να αραστεί είτε αυτο ροσώ ως είτε δια ή µετά ληρεξουσίου δικηγόρου ενώ ιον των ειθαρχικών συµβουλίων και των διοικητικών συµβουλίων των Ν.Π.... Η µη ροσέλευση του διωκοµένου δεν εµ οδίζει την ρόοδο της διαδικασίας. 3. Αν το ειθαρχικό συµβούλιο κρίνει ανε αρκή τα α οδεικτικά στοιχεία, αναβάλλει την κρίση της υ όθεσης και διατάσσει συµ ληρωµατική ανάκριση. 4. Η υ ηρεσία του διωκοµένου υ οχρεούται να του χορηγεί ανάλογη άδεια για να ροσέλθει ενώ ιον συλλογικού ειθαρχικού οργάνου κατά την κρίση της υ όθεσής του. Άρθρο 137 Κωλύµατα και εξαίρεση µελών ειθαρχικού συµβουλίου 1. Μέλη του ειθαρχικού συµβουλίου, ου δεν δικαιούνται να διεξάγουν ανάκριση σύµφωνα µε τη διάταξη της αρ. 3 του άρθρου 127 του αρόντος ή έχουν διενεργήσει ειθαρχική ανάκριση στην κρινόµενη υ όθεση, κωλύονται να µετάσχουν στη σύνθεσή του κατά την κρίση της υ όθεσης αυτής. 2. Ο διωκόµενος µ ορεί µε έγγραφη αίτησή του να ζητήσει την εξαίρεση µελών του ειθαρχικού συµβουλίου µε την ροϋ όθεση ότι µε τα υ όλοι α µέλη, τακτικά και ανα ληρωµατικά, υ άρχει α αρτία. Η αίτηση αυτή ου υ οβάλλεται δύο (2) τουλάχιστον ηµέρες ριν α ό τη συζήτηση της υ όθεσης, ρέ ει να εριέχει κατά τρό ο σαφή και συγκεκριµένο τους λόγους της εξαίρεσης και να συνοδεύεται α ό τα στοιχεία µε τα ο οία αυτοί α οδεικνύονται. Για την αίτηση εξαίρεσης το ειθαρχικό συµβούλιο α οφασίζει αιτιολογηµένα µε συµµετοχή των νόµιµων ανα ληρωτών των 21
µελών των ο οίων ζητείται η εξαίρεση. Τα µέλη ου εξαιρούνται αντικαθίστανται α ό τα ανα ληρωµατικά τους. Αν εξαιρεθεί το τακτικό και το ανα ληρωµατικό του µέλος, το συµβούλιο συνεδριάζει µε τα υ όλοι α µέλη του εφόσον έχει α αρτία. Η εξαίρεση ανα ληρωµατικού µέλους µ ορεί να ζητηθεί και την ηµέρα της συνεδρίασης. Στην ερί τωση αυτή το συµβούλιο α οφασίζει αµέσως ε ί της αιτήσεως εξαιρέσεως µε τα υ όλοι α µέλη του. 3. Στην ερί τωση της αρ. 4 του άρθρου 114 του αρόντος α οκλείεται να µετάσχει στο ειθαρχικό συµβούλιο ο ανακριτής ή αυτός ου συµµετείχε στο ειθαρχικό συµβούλιο κατά την ρώτη κρίση. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε` ΓΕΝΙΚΕΣ ΙΑ ΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 138 Κοινο οιήσεις στον διωκόµενο Η κλήση σε α ολογία και κάθε ρόσκληση ή ειδο οίηση του διωκοµένου ε ιδίδονται µε δικαστικό ε ιµελητή ή άλλο δηµόσιο όργανο στον ίδιο ροσω ικά ή στην κατοικία, ου έχει δηλώσει στην υ ηρεσία του, σε ρόσω ο µε το ο οίο συνοικεί. Για την ε ίδοση αυτή συντάσσεται α οδεικτικό. Εάν δεν καταστεί δυνατή η ε ίδοση για ο οιοδή οτε λόγο, το έγγραφο της κλήσης σε α ολογία τοιχοκολλάται στο κατάστηµα της υ ηρεσίας του υ αλλήλου και συντάσσεται ρωτόκολλο ου υ ογράφεται α ό ένα µάρτυρα. Για την ε ίδοση αυτή συντάσσεται α οδεικτικό. Σε ερί τωση άρνησης αραλαβής, αυτός ου διενεργεί την ε ίδοση συντάσσει ράξη στην ο οία βεβαιώνεται η άρνηση. Άρθρο 139 Εκτίµηση α οδείξεων 1. Το ειθαρχικό όργανο εκτιµά ελευθέρως τις α οδείξεις. Για να µορφώσει την κρίση του, µ ορεί να λάβει υ όψη του και α οδεικτικά στοιχεία ου δεν ροκύ τουν α ό την ειθαρχική διαδικασία αλλά α ό άλλη νόµιµη διαδικασία, εφόσον έλαβε γνώση τους ο διωκόµενος. 2. Συναφή ειθαρχικά αρα τώµατα, τα ο οία δια ιστώνονται κατά την εκτίµηση των α οδείξεων, µ ορούν να α οτελέσουν αντικείµενο της ίδιας ειθαρχικής κρίσης µόνον εφόσον ο διωκόµενος κληθεί σε α ολογία και γι αυτά. 3. Η κρίση ρέ ει να στηρίζεται σε α οδεδειγµένα ραγµατικά γεγονότα και να είναι ειδικώς αιτιολογηµένη. Άρθρο 140 Πειθαρχική α όφαση 22
1. Η ειθαρχική α όφαση διατυ ώνεται εγγράφως. 2. Στην α όφαση µνηµονεύονται: α) ο τό ος και ο χρόνος έκδοσής της, β) το ονοµατε ώνυµο, η ιδιότητα και ο βαθµός του µονοµελούς ειθαρχικού οργάνου ή των µελών του συλλογικού ειθαρχικού οργάνου, γ) το ονοµατε ώνυµο, η ιδιότητα και ο βαθµός του κρινόµενου, δ) τα ραγµατικά εριστατικά και στοιχεία ου συνιστούν την αντικειµενική και υ οκειµενική υ όσταση του ειθαρχικού αρα τώµατος, ροσδιορισµένα κατά τό ο και χρόνο, ε) η υ οβολή ή όχι α ολογίας, στ) η αιτιολογία της α όφασης, ζ) η γνώµη των µελών του συλλογικού οργάνου ου µειοψήφησαν και η) η α αλλαγή του κρινόµενου ή η οινή ου του ε ιβάλλεται. Αν η ειθαρχική α όφαση ερί της ενοχής του διωκοµένου λαµβάνεται κατά λειοψηφία όλα τα µέλη του ειθαρχικού συµβουλίου ψηφίζουν για την ε ιβλητέα οινή. Λευκή ψήφος ή α οχή α ό την ψηφοφορία δεν ε ιτρέ εται. Η αράλειψη των στοιχείων ου αναφέρονται στα εδάφια α`, β` και γ`, εκτός του ονοµατε ώνυµου, δεν συνε άγεται ακυρότητα της α όφασης, εφόσον αυτά ροκύ τουν α ό το φάκελο της υ όθεσης. 3. Η ειθαρχική α όφαση υ ογράφεται α ό το όργανο ου την εκδίδει. Όταν αυτή εκδίδεται α ό συλλογικό όργανο, υ ογράφεται α ό τον ρόεδρο και τον γραµµατέα. 4. Η ειθαρχική α όφαση κοινο οιείται σε αντίγραφο µε τη φροντίδα της υ ηρεσίας στον υ άλληλο και γνωστο οιείται στα όργανα ου δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση. Η κοινο οίηση της α όφασης στον υ άλληλο ενεργείται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 138 του αρόντος. Στον υ άλληλο γνωστο οιείται ε ίσης η τυχόν δυνατότητα ασκήσεως ενστάσεως ή ροσφυγής, κατά ερί τωση, ενώ ιον του αρµοδίου οργάνου και η σχετική ροθεσµία ασκήσεώς της. 5. Η ειθαρχική α όφαση δεν ανακαλείται. Ανάκληση της ειθαρχικής α όφασης ε ιτρέ εται κατ` εξαίρεση σε ερί τωση ρόδηλης αρανοµίας. Ανάκληση ειθαρχικής α όφασης µονοµελούς οργάνου γίνεται ύστερα α ό σύµφωνη γνώµη του ειθαρχικού συµβουλίου. Πειθαρχική α όφαση ου υ όκειται σε ένσταση δεν ανακαλείται. Η αίτηση για ανάκληση της ειθαρχικής α όφασης υ οβάλλεται µέσα σε α οκλειστική ροθεσµία εξήντα (60) ηµερών α ό την κοινο οίησή της στον υ άλληλο. Αν η ανάκληση δεν γίνει εντός τριµήνου, λογίζεται ότι το αίτηµα της ανάκλησης έχει α ορριφθεί. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ` ΕΝΣΤΑΣΗ - ΠΡΟΣΦΥΓΗ - ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑΣ Άρθρο 141 Ένσταση 23