ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ» ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Σχετικά έγγραφα
& Xρόνια. Nοσήματα: Το Μεταβολικό Σύνδρομο. Τρόπος Zωής. Νένη Περβανίδου Παιδίατρος Ιατρείο Παιδικής-Εφηβικής

Μεταβολικό Σύνδρομο και Άσκηση στην παιδική ηλικία: Ο Ρόλος των Αδικοπινών. Θανάσης Τζιαμούρτας ΤΕΦΑΑ Παν. Θεσσαλίας

Σακχαρώδης Διαβήτης. Είναι η πιο συχνή μεταβολική νόσος στον άνθρωπο. Γανωτάκης Εμμανουήλ Καθηγητής Παθολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης

Παχυσαρκία και Σακχαρώδης Διαβήτης

Π. Σταφυλάς, Π. Σαραφίδης, Σ. Γουσόπουλος, Π. Γεωργιανός, Ο. Σαμόγλου, Α.Κανάκη, Λ. Χατζηϊωαννίδης, Χ. Καλίτσης, Π. Ζεμπεκάκης, Α. Λαζαρίδης.

Προδιαβήτης και µεταβολικό σύνδροµο

ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟΥ ΣΥΝ ΡΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΤΗ ΝΕΑΡΗ ΗΛΙΚΙΑ

ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΑΣ 2019 ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΩΝ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ. ΡΟΥΜΤΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ Νοσηλεύτρια CPN, MSc Α Παιδιατρικής κλινικής ΑΠΘ

ιστοσελίδα GENDER: 2 Female Mean of TV mother's educational background 5,5 5,0 4,5 4,0 3,5 3,0 2,5 2,0

Π Α Π Α Γ Ι Α Ν Ν Η Ο.

ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Μαρία Καράντζα- Χαρώνη, MD, FAAP Διευθύντρια Ενδοκρινολογικής Κλινικής- Ιατρείου Ελέγχου Βάρους «Παίδων Μητέρα»

«Κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες που επηρεάζουν την παχυσαρκία στην προσχολική ηλικία»

Σακχαρώδης Διαβήτης. Ένας σύγχρονος ύπουλος εχθρός

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Μ. ΧΑΝΤΑΝΗΣ Διευθυντής Καρδιολογίας Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιάς

ΟΞΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

Ιωάννα Χρανιώτη 1, Νικόλαος Κατζηλάκης 2, Δημήτριος Σαμωνάκης 2, Γρηγόριος Χλουβεράκης 1, Ιωάννης Μουζάς 1, 2, Ευτυχία Στειακάκη 1, 2

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Σοφία Παυλίδου. 13 ο Μετεκπαιδευτικό Σεμινάριο Έδεσσα, Κυριακή, 12 Φεβρουαρίου 2012

Υγεία και Άσκηση Ειδικών Πληθυσμών ΜΚ0958

Γράφει: Δημήτριος Π. Χιώτης, Διευθυντής Ενδοκρινολογικού Τμήματος και Κέντρου Παιδικής Παχυσαρκίας Ευρωκλινικής Παίδων

Επιδηµιολογική Έρευνα για τη ιαπίστωση της Συχνότητας του Μεταβολικού Συνδρόµου και των Συνιστωσών του στον Ενήλικα Πληθυσµό της Ελεύθερης Κύπρου

ΤΟΥ ΣΑΚΧΑΡΩ Η ΙΑΒΗΤΗ. ρ. Μυλωνάκη Θεοχαρούλα. Υπεύθυνη ιαβητολογικού Ιατρείου

Διαστάσεις & επιπτώσεις της παχυσαρκίας στο περιβάλλον της ιδιωτικής ασφάλισης. Γιάννης Βασαλάκης Chief Underwriter Ζωής & Υγείας Interamerican

Δείκτες υγείας αντιπροσωπευτικού δείγματος του πληθυσμού στην Ελλάδα

Σύσταση 1. Συστήνεται στους γενικούς ιατρούς και στους άλλους ιατρούς στην ΠΦΥ να θέτουν διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ) όταν στο φλεβικό αίμα: η

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ

Βάρος και µήκος ανάλογα µε ηλικία Αγόρια 0-2 ετών

Αδραμερινά Άλκηστις Ειδικευόμενη Ιατρός Παιδιατρικής Κλινικής ΓΝ Δράμας

Ο Διαβήτης στα παιδιά και στους εφήβους

Μεταβολικό Σύνδροµο (NCEP) -2ος ορισµός

Χρήστος Γαλανάκης, Μάρκος Δασκαλάκης, Ιωάννης Μελισσάς

Στέργιος Ι. Τραπότσης Χειρουργός Ορθοπαιδικός Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ Διδάσκων ΤΕΦAΑ-ΠΘ

Πηγή: Πρόγραμμα ΥΔΡΙΑ (MIS ) 5/10/2015

ΠΑΓΚΌΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΝΕΦΡΟΥ 2017 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΕΦΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Οι διατροφικές συνήθειες υπέρβαρων και παχύσαρκων ατόμων με Σ τύπου 2

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΔΙΑΒΗΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΑΠ ΑΥΤΟΝ ΑΤΟΜΩΝ ΝΕΑΡΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

Από τον Κώστα κουραβανα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Πρόληψη στα καρδιαγγειακά νοσήματα

Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2 σε παιδιά και εφήβους

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΙΑΤΡΟΦΗΣ

ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ. Νικολούδη Μαρία. Ειδικ. Παθολόγος, Γ.Ν.Θ.Π. «Η Παμμακάριστος»

ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΚΟΥΜΠΟΥΡΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ. Συνεργάτης ΤΕΙ ΛΑΡΙΣΑΣ. Τμήμα Νοσηλευτικής

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΣΤΙΣ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΕΣ

MESODA. Διαβητολογικό Κέντρο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά «Τζάνειο»

Eίναι τελικά ο διαβήτης ισοδύναμο στεφανιαίας νόσου; Η αλήθεια για τον πραγματικό καρδιαγγειακό κίνδυνο στον ΣΔ τύπου 2

ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ Π.Ε., ΜΔΕ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ& ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ.

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΑΠΛΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΒΗΤΟ-ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ (DIABESITY) Α. Γαλλή-Τσινοπούλου

ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΟΥ ΟΥΡΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ. Εισαγωγή. Σκοπός

Πηγή: Πρόγραμμα ΥΔΡΙΑ (MIS ) 6/10/2015. Δείκτες υγείας αντιπροσωπευτικού δείγματος του πληθυσμού στην Ελλάδα

Παιδική παχυσαρκία στα ηµοτικά Σχολεία Βροντούς, Αγίου Σπυρίδωνα και ίου - Προτάσεις για αντιµετώπιση της επιδηµίας

ΑΛΛΑΓΗ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ ΠΟΥ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΠΟΥ ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Στον απόηχο της Παγκόσμιας Ημέρας για το Διαβήτη. Αφιέρωμα σταν παιδικό Διαβήτη. ΧΓ Αντωνακούδης, ΓΧ Αντωνακούδης, ΙΠ Λεβαντάκης.

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΡΑΚΤΙΚΗ ΑΠΝΟΙΑ ΣΤΟΝ ΥΠΝΟ. Φώτης Καψιμάλης Αν. Δ/ντής Πνευμονολογικής Κλινικής Νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ.

Ο ΟΔΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Συντάχθηκε απο τον/την Παναγιώτης Θεoδωρόπουλος Δευτέρα, 31 Αύγουστος :22 - Τελευταία Ενημέρωση Παρασκευή, 13 Ιούνιος :48

Η υπέρταση στα παιδιά και στους εφήβους είναι συχνότερο φαινόμενο από ότι πιστεύουν οι περισσότεροι

ΚΕΝΤΡΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ

Η παιδική παχυσαρκία στην Ελλάδα/ Συµπεράσµατα συνεδρίου

ΣΤΕΦΟΣ Θ.

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΓΙΑ ΕΦΗΒΟΥΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΛΕΩΝΙΔΑ ΑΝΤΩΝΑΚΗ ΜΑΡΙΑΣ ΒΟΥΛΔΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΛΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΑΜΑΤΙΑΣ ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΥ

Συνοπτικά τα αποτελέσματα της μελέτης κατέγραψαν:

Αρχικά θα πρέπει να προσδιορίσουμε τι είναι η παχυσαρκία.

Επιπολασμός παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακή νοσηρότητα μεταξύ των κατοίκων κλειστού αγροτικού νησιωτικού πληθυσμού

Σύγκριση Λιποκινών μεταξύ παιδιών και εφήβων με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 με παχυσαρκία και φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος

Ε. Πασχαλίδου¹, Ι. Ευθυμιάδης¹, Σ. Παυλίδου¹, Κ. Μακέδου², Φ. Ντογραματζή³, Α. Χίτογλου- Μακέδου², Απ. Ευθυμιάδης¹

Παράγοντες Καρδιαγγειακού Κινδύνου. Ενημέρωση & Πρόληψη

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ ΣΕ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΎΠΟΥ 2.

ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΙΔΗΜΙΑ

Δυσλιπιδαιμίες αντιμετώπιση. Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Λέκτορας Παθολογίας ΑΠΘ Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

24/1/ ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΩΡΑΙΟΚΑΣΤΡΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Ερευνητικό Πρόγραμμα Δια.Μ.Αντ.Ι

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΗΣ hs-crp ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΉ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΝΙΝΗΣ ΣΕ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΜΗ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΞΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΩΝ & ΔΙΑΤΡΟΦΟΛΟΓΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

ΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΡΔΙΟΜΕΤΑΒΟΛΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ

Ομιλήτρια - Εισηγήτρια : Κουτσή Αγορίτσα ιατροφολόγος - ιαιτολόγος

Θ. Λάππα 1, Α. Τσαγκάρη 1, Μ. Σταματοπούλου 1, Ν. Καραλιά 1, Δ. Στεφανή 2,, Κ. Κυρέ 2, Α. Δρόσος 2, Ι. Κυριαζής 3

Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

Ν. Κατσίκη[1], Α. Γκοτζαμάνη-Ψαρράκου[2], Φ. Ηλιάδης[1], Τρ. Διδάγγελος[1], Ι. Γιώβος[3], Δ. Καραμήτσος[1]

ΚΡΟΥΣΜΑΤΑ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟΥ/ΠΑΡΑΤΥΦΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΑ ΜΕ ΤΑΞΙΔΙ ΣΕ ΕΝΔΗΜΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ, ΕΛΛΑΔΑ,

ΔΙΑΤΡΟΦΗ & ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ

«Θεραπευτικός αλγόριθµος ADA/EASD 2012»

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας- Διατροφής, Σχολή Επιστημών Υγείας και Αγωγής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα,

Ο ρόλος της δίαιτας στην πρόληψη και την αντιμετώπιση της NAFLD.

Υπέρταση. Τι Είναι η Υπέρταση; Από Τι Προκαλείται η Υπέρταση; Ποιοι Είναι Οι Παράγοντες Κινδύνου Για Την Υπέρταση;

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Γράφει: Ελένη Αναστασίου, Υπεύθυνη Διαβητολογικού Κέντρου Κύησης του Α' Ενδοκρινολογικού Τμήματος» του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα»

Μεσογειακή Διατροφή Τι γνωρίζουμε για αυτή;

Θετική επίδραση της ιβαμπραδίνης στη συμπαθητική υπερδραστηριότητα και την αρτηριακή σκληρότητα σε υπερτασικούς ασθενείς με μεταβολικό σύνδρομο

Γράφει: Θάνος Παπαθανασίου, Μαιευτήρας - Γυναικολόγος. Νεότερες απόψεις και θεραπείες

Κορίτσι 8 ετών με LDL-χοληστερόλη 150mg/dL

Κατανάλωση καφέ και 10-ετης επίπτωση του Διαβήτη ( ): μελέτη ΑΤΤΙΚΗ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ

Η Αξία της Αυτομέτρησης στο Σακχαρώδη Διαβήτη

ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥΣ

Γράφει: Ευθυμία Πετράτου, Ειδική Παθολόγος, Υπεύθυνη Ιατρείου Διαταραχής Λιπιδίων, Ιατρικού Π. Φαλήρου

Transcript:

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ» ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΕ ΥΠΕΡΒΑΡΑ ΚΑΙ ΠΑΧΥΣΑΡΚΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΘΗΝΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2017 1

2

Περίληψη Σκοπός: Στην παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε μια ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά με τον επιπολασμό του Μεταβολικού Συνδρόμου (ΜΣ) σε υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά και εφήβους μέχρι 18 ετών. Στόχος ήταν να παρουσιαστούν τα διαθέσιμα στοιχεία για τον επιπολασμό του παιδιατρικού ΜΣ σε σχέση με την παχυσαρκία. Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση της βιβλιογραφίας. Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 35 μελέτες οι οποίες παρουσίαζαν στοιχεία του επιπολασμού του ΜΣ σε παχύσαρκα (ΔΜΣ> =95 ου τεταρτημόριου) ή υπέρβαρα (ΔΜΣ μεταξύ του 85 ου και 95 ου τεταρτημόριου) άτομα <=18 ετών, με έτος δημοσίευσης μετά το 2000. Αποτελέσματα: Υψηλότερος επιπολασμός του ΜΣ παρατηρήθηκε στην υποομάδα των παχύσαρκων σε σχέση με την υποομάδα των υπέρβαρων παιδιών. Σε άτομα με φυσιολογικό βάρος οι εκτιμήσεις του ΜΣ κυμαίνονταν από 0% έως 4.7%. Σε 25 μελέτες που παρουσιάζαν δεδομένα για τον επιπολασμό του ΜΣ σε παχύσαρκα παιδιά, ο επιπολασμός του ΜΣ κυμαίνονταν από 10.3% έως 59.3% με εξαίρεση μια μελέτη που αναφέρει επιπολασμό του ΜΣ στα παχύσαρκα παιδιά κάτω του 5%. Αναφορικά με τα στοιχεία για υπέρβαρα παιδιά ο επιπολασμός του ΜΣ κυμαίνεται από 4% έως 27.9%. Τέλος, σε 9 μελέτες όπου δίνεται εκτίμηση του επιπολασμού του ΜΣ σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά, χωρίς να παρουσιάζονται ξεχωριστά οι εκτιμήσεις για τις δύο ομάδες, ο επιπολασμός κυμαίνονταν από 20.7% έως 52.8%. Οι περισσότερες μελέτες ανέφεραν υψηλότερο επιπολασμό στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια. Συζήτηση: Τα υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά αποτελούν ομάδες υψηλού κινδύνου για εμφάνιση του ΜΣ. Η έγκαιρη αναγνώριση αυτών των ομάδων και η λήψη κατάλληλων προληπτικών μέτρων μπορούν να συμβάλουν στην πρόληψη και στην μείωση της επίπτωσης του παιδικού ΜΣ και κατά συνέπεια του μελλοντικού καρδιαγγειακού κινδύνου. 3

Abstract Aim: A review of the literature regarding the prevalence of metabolic syndrome (MS) in overweight and obese children and adolescents <= 18 years was conducted. The aim of the present study was to present the available data on the prevalence of pediatric MS in relation to obesity. Method: A review of the English literature was conducted. In total 35 studies were included in the current review, presenting data on the prevalence of MS in obese (BMI> 95th quartile) or overweight (BMI between the 85th and 95th quartiles) subjects of age <= 18 years, all published after the year 2000. Results: Higher prevalence of MS was observed in the subgroup of obese compared to the subgroup of overweight children. For children with normal BMI, MS estimates range from 0% to 4.7%. In 25 studies presenting data on prevalence of MS in obese children, the prevalence of MS ranged from 10.3% to 59.3% except for one study reporting a prevalence of MS of less than 5%. Regarding data on overweight children, the prevalence of MS ranged from 4% to 27.9%. Finally, in 9 studies assessing the prevalence of MS in overweight or obese children, with no separate estimates for the two groups, the prevalence of MS ranged from 20.7% to 52.8%. Most studies reported a higher prevalence among boys than girls. Discussion: Overweight and obese children are high-risk groups of presenting pediatric MS. Early identification of these groups and implementation of appropriate preventive measures can contribute to the prevention of MS and the reduction of its incidence, and hence reduce cardiovascular risk in the future. 4

Συντομογραφίες ΔΜΣ, Δείκτης Μάζας Σώματος ΜΣ, Μεταβολικό Σύνδρομο ΣΔ2, Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2 WHO, World Health Organization, Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας 5

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Καθηγητή κύριο Γεώργιο Χρούσο για την ευκαιρία που μου έδωσε να εμπλουτίσω την εκπαίδευση μου και να εμβαθύνω στην Παιδιατρική Έρευνα μέσω αυτού του μεταπτυχιακού προγράμματος. Θα ήθελα να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στην Καθηγήτρια κυρία Ευαγγελία Χαρμανδάρη που με την συμβολή της πραγματοποιήθηκε αυτή η πτυχιακή εργασία. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην οικογένειά μου για την συνεχή στήριξη που μου παρέχει. 6

Κατάλογος Πινάκων Πίνακας 1. Σημαντικές επιπλοκές υγείας που εμφανίζονται στην παιδική και εφηβική παχυσαρκία. Πηγή: Steinbeck (2005)... 14 Πίνακας 2. Κριτήρια Μεταβολικού Συνδρόμου.... 18 Πίνακας 3. Κριτήρια Μεταβολικού Συνδρόμου σε παιδιά και εφήβους.... 19 Πίνακας 4. Συστάσεις του IDF για την αντιμετώπιση των επιμέρους στοιχείων του μεταβολικού συνδρόμου... 21 Πίνακας 5. Συγγραφέας, έτος δημοσίευσης και χώρα των 35 μελετών που συμπεριληφθήκαν στην ανασκόπηση.... 24 Πίνακας 6. Αριθμός μελετών ανά χώρα.... 26 Πίνακας 7. Περιγραφή του δείγματος των 35 μελετών που συμπεριληφθήκαν στην ανασκόπηση.... 27 Πίνακας 8. Κριτήρια Διάγνωσης του ΜΣ σε κάθε μελέτη.... 30 Πίνακας 9. Επιπολασμός του Μεταβολικού Συνδρόμου.... 35 7

Κατάλογος Διαγραμμάτων Διάγραμμα 1. Παράδειγμα για το πώς ερμηνεύεται ο ΔΜΣ για ένα αγόρι 10 ετών. Πηγή: Grundy et al. (2005)... 13 Διάγραμμα 2. Έτος δημοσίευσης των 35 μελετών που συμπεριληφθήκαν στην ανασκόπηση.... 27 Διάγραμμα 3. Κατανομή των μελετών ανάλογα με το είδος δείγματος.... 30 8

Περιεχόμενα Περίληψη... 3 Abstract... 4 Συντομογραφίες... 5 Ευχαριστίες... 6 Εισαγωγή... 10 1.1 Παχυσαρκία... 11 1.1.1 Παιδική & εφηβική παχυσαρκία... 12 1.1.2 Επιπτώσεις της παιδικής παχυσαρκίας στην υγεία... 14 1.1.2.1 Παχυσαρκία και μεταβολικές διαταραχές... 14 1.1.3 Επιδημιολογικά στοιχεία παιδικής παχυσαρκίας... 15 1.2 Μεταβολικό Σύνδρομο... 17 1.2.1 Ορισμος του μεταβολικού συνδρόμου... 17 1.2.2 Παράγοντες κινδύνου κατά την παιδική ηλικία... 19 1.2.3 Πρόληψη & Αντιμετώπιση... 20 Κεφάλαιο 2ο - Ανασκόπηση... 23 2.1 Σκοπός... 23 2.2 Μέθοδος... 23 2.3 Κριτήρια εισαγωγής... 23 2.4 Αποτελέσματα... 24 Συζήτηση... 39 Αναφορές... 43 9

Εισαγωγή Τις τελευταίες δεκαετίες, τα ποσοστά υπερβολικού βάρους/ παχυσαρκίας έχουν αυξηθεί. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις του WHO (World Health Organization) το 39% των ατόμων άνω των 18 ετών είναι υπέρβαρα και το 13% παχύσαρκα, παγκοσμίως (2014). Η αύξηση της παχυσαρκίας στους ενήλικες αντικατοπτρίζεται και στα παιδιά. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του WHO, περίπου 41 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα το 2014. Στο παρελθόν η παιδική παχυσαρκία θεωρούνταν ένα φαινόμενο που εντοπίζονταν σε χώρες με υψηλό εισόδημα, ενώ πλέον το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία βρίσκονται σε άνοδο και σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, ιδιαίτερα σε αστικές περιοχές. Στην Ελλάδα, μελέτες επιπολασμού (cross-sectional studies) αναφέρουν ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας από 4% έως 11%. Πληθώρα επιδημιολογικών μελετών έχουν ως κοινό παρονομαστή τη συσχέτιση της παχυσαρκίας με πολλές μεταβολικές διαταραχές, με τα παχύσαρκα άτομα να εμφανίζουν συχνά το Μεταβολικό Σύνδρομο. Με τον όρο Μεταβολικό Σύνδρομο (ΜΣ) περιγράφεται η κλινική συνύπαρξη ενός πλήθους παθολογικών διαταραχών που μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα στην ανάπτυξη καρδιοαγγειακής νόσου και διαβήτη. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται σε ανησυχητικό βαθμό εκδηλώσεις του ΜΣ (π.χ. αντίσταση στην ινσουλίνη, αρτηριακή υπέρταση, διαταραχές των λιπιδίων) σε παιδιά και εφήβους. Μάλιστα, εκτιμάται ότι το 30-40% των σημερινών παιδιών μπορεί τελικά να αναπτύξουν ΣΔ2 και να έχουν μειωμένο προσδόκιμο ζωής. Σήμερα, πολλές ομάδες εμπειρογνωμόνων έχουν θεσπίσει διαφορετικά για τη διάγνωση του ΜΣ σε ενήλικες, ενώ τα που υπάρχουν δεν είναι σαφώς καθορισμένα σε παιδιά και εφήβους. Γίνεται προσπάθεια ώστε να οριστεί ένα παιδιατρικό ισοδύναμο του ΜΣ για τον εντοπισμό των παιδιών με τον υψηλότερο κίνδυνο μελλοντικής εμφάνισης διαβήτη και καρδιαγγειακών παθήσεων. Στόχος της παρούσας έρευνας είναι μέσα από την ανασκόπησης της βιβλιογραφίας να παρουσιαστούν τα νεότερα δεδομένα της έρευνας σχετικά με τον επιπολασμό του παιδιατρικού ΜΣ σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά. 10

Κεφάλαιο 1 ο 1.1 Παχυσαρκία Σύμφωνα με τον WHO ως υπερβολικό βάρος (overweight) ή παχυσαρκία (obesity) ορίζεται η μη φυσιολογική ή υπερβολική συσσώρευση λίπους, σε σημείο τέτοιο, ώστε να αποτελεί κίνδυνο για την υγεία (World Health Organization (WHO), 2016). Παρατηρείται σημαντική αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας τις τελευταίες δεκαετίες, τόσο στις αναπτυσσόμενες, όσο και στις αναπτυγμένες χώρες (Bhurosy and Jeewon, 2014), καθιστώντας την ένα παγκόσμιο, μείζονος σημασίας, πρόβλημα δημόσιας υγείας (Williams et al., 2015, Bhurosy and Jeewon, 2014). Η παχυσαρκία συνδέεται με χρόνια νοσήματα, όπως η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 (ΣΔ2) και η δυσλιπιδαιμία, με αποτέλεσμα να αποτελεί σημαντικό παράγοντα νοσηρότητας και θνησιμότητας (Kopelman, 2007). Ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) είναι ένας απλός δείκτης βάρους-ύψους που χρησιμοποιείται συνήθως για την ταξινόμηση του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας σε ενήλικες. Ορίζεται ως βάρος ενός ατόμου σε κιλά διαιρούμενο με το τετράγωνο του ύψους του σε μέτρα (kg /m 2 ). Για τους ενήλικες, ο WHO ορίζει το υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία ως εξής (World Health Organization (WHO), 2016): υπερβολικό βάρος: ΔΜΣ μεγαλύτερος ή ίσος με 25. παχυσαρκία: ΔΜΣ μεγαλύτερος ή ίσος με 30. Επιπλέον, η παχυσαρκία κατηγοριοποιείται περαιτέρω ως : κλάση I (ΔΜΣ 30 και <35), κλάση II (ΔΜΣ 35 και <40), και κλάση III (ΔΜΣ 40) Ο ΔΜΣ αποτελεί το πιο χρήσιμο πληθυσμιακό μέτρο για το υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία, καθώς είναι κοινός για τα δύο φύλα και για όλες τις ηλικιακές ομάδες των ενηλίκων (Williams et al., 2015). Η ευκολία υπολογισμού του ΔΜΣ, καθώς και η συνέπεια μεταξύ των ευρημάτων διαφορετικών ερευνών αναφορικά με την επίδρασή του ως πιθανός παράγοντας κινδύνου, έχει ως αποτέλεσμα να 11

χρησιμοποιείται συχνά, τόσο στην έρευνα, όσο και την κλινική πρακτική. Βέβαια, ο ΔΜΣ αποτυγχάνει στο να λάβει υπόψη του πολλούς σημαντικούς παράγοντες όπως, π.χ. τη μυϊκή μάζα (υψηλή σε αθλητές ή χαμηλή στους ηλικιωμένους), τις διαφορετικές θέσεις συσσώρευσης λίπους καθώς και τις διαφορές μεταξύ των δύο φύλων. 1.1.1 Παιδική & εφηβική παχυσαρκία Η παιδική και εφηβική παχυσαρκία, δηλαδή η παχυσαρκία σε ανήλικα άτομα κάτω των 18 ετών, αποτελεί μία από τις συχνότερες διατροφικές παθήσεις, με αυξανόμενη συχνότητα εμφάνισης τόσο σε αναπτυγμένες όσο και σε αναπτυσσόμενες χώρες (Martorell et al., 2000, De Onis et al., 2010). Υπάρχουν ενδείξεις ότι η παχυσαρκία στην παιδική ηλικία και την εφηβεία συνδέεται με την παχυσαρκία κατά την ενήλικη ζωή (Guo and Chumlea, 1999, Dehghan et al., 2005, Parsons et al., 1999). Η αξιολόγηση της παιδικής παχυσαρκίας γίνεται με τον ΔΜΣ. Σε αντίθεση όμως με τον ΔΜΣ για τους ενήλικες, στα παιδιά υπολογίζεται ανάλογα με την ηλικία και το φύλο (Centers for Disease Control and Prevention (CDC), 2016). Η αξιολόγηση του ΔΜΣ γίνεται με βάση τις καμπύλες ανάπτυξης για κάθε φύλο και ηλικία, όπου φαίνεται η εκατοστιαία θέση του παιδιού ως προς το ΔΜΣ του (Εικόνα 1). Αυτό γίνεται επειδή η σύσταση του σώματος των παιδιών ποικίλλει καθώς μεγαλώνουν, ενώ διαφοροποιείται και μεταξύ αγοριών και κοριτσιών. Επομένως, τα επίπεδα του ΔΜΣ μεταξύ των παιδιών και των εφήβων πρέπει να εκφράζονται σε σχέση με άλλα παιδιά της ίδιας ηλικίας και φύλου. Ειδικότερα, ο προσδιορισμός του ΔΜΣ για παιδιά 2 έως 18 ετών γίνεται ως εξής: Ελλιποβαρές: <5 η εκατοστιαία θέση, για παιδιά ίδιας ηλικίας και φύλου. Φυσιολογικό: 5 η και <85 η εκατοστιαία θέση, για παιδιά ίδιας ηλικίας και φύλου. Υπέρβαρο: 85 η εκατοστιαία θέση και < 95 η εκατοστιαία θέση, για παιδιά ίδιας ηλικίας και φύλου. 12

Παχύσαρκο: 95 η εκατοστιαία θέση, για παιδιά ίδιας ηλικίας και φύλου. Διάγραμμα 1. Παράδειγμα για το πώς ερμηνεύεται ο ΔΜΣ για ένα αγόρι 10 ετών. Πηγή: Grundy et al. (2005) Μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει συμφωνία για την ταξινόμηση της παχυσαρκίας στα παιδιά και στους εφήβους, όπως έχει επιτευχθεί για τους ενήλικες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η κατάσταση του βάρους στα παιδιά και τους εφήβους δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί λόγω συνεχών μεταβολών στο ύψος και τη σύσταση του σώματος (Must and Anderson, 2005). Μάλιστα, οι μεταβολές αυτές πραγματοποιούνται με διαφορετικό ρυθμό στους διάφορους πληθυσμούς, καθιστώντας ακόμα πιο δύσκολη την ταξινόμησή της. 13

1.1.2 Επιπτώσεις της παιδικής παχυσαρκίας στην υγεία Η παιδική παχυσαρκία συνδέεται με ένα πλήθος βιολογικών και ψυχοκοινωνικών νοσηροτήτων. Ενδεικτικά, τα υπέρβαρα/παχύσαρκα παιδιά είναι πιο πιθανό να παραμείνουν παχύσαρκα και ως ενήλικες, να ανήκουν σε οικογένεια με παχύσαρκα μέλη και να έχουν αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας ως ενήλικες (Steinbeck, 2005). Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται οι σημαντικότερες επιπλοκές της παιδικής παχυσαρκίας. Πίνακας 1. Σημαντικές επιπλοκές υγείας που εμφανίζονται στην παιδική και εφηβική παχυσαρκία. Πηγή: Steinbeck (2005) Επιπλοκές Καρδιαγγειακές Υπέρταση Διαταραχές των καρδιακών μυών Μη φυσιολογική δομή και λειτουργία των αιμοφόρων αγγείων Αυξημένη μεταβλητότητα καρδιακού ρυθμού Αναπνευστικό Σύστημα Υπνική άπνοια Σύνδρομο Pick-wick Άσθμα Ενδοκρινικό Σύστημα Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2 Πρώιμη έναρξη ήβης Πολυκυστικές ωοθήκες Ορθοπεδικές Κατάγματα Νόσος Blount (tibia vara) Επιφυσιολίσθηση κεφαλής μηριαίου οστού Γαστρεντερικό Ηπατική στεάτωση Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση Χολολιθίαση Νευρολογικές Ιδιοπαθής ενδοκράνια υπέρταση 1.1.2.1 Παχυσαρκία και μεταβολικές διαταραχές Η παχυσαρκία συνδέεται με ένα πλήθος μεταβολικών διαταραχών όπως είναι ο ΣΔ2 και η υπερινσουλιναιμία (Jung and Choi, 2014). Ο ΣΔ2 στα παιδιά αποτελεί άλλη μια 14

σχετικά νέα εξέλιξη στην επιδημιολογία της νόσου (Steinbeck, 2005). Παρόλο που ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος των περιστατικών διαβήτη σε νεαρά άτομα, η συχνότητα εμφάνισης της διαταραχής της ανοχής στη γλυκόζη και του ΣΔ2 αυξάνεται σταθερά μεταξύ των παιδιών και των εφήβων (Alberti and Zimmet, 1998). Αυτή η τάση αποδίδεται στην ανησυχητική αύξηση της παιδικής παχυσαρκίας, παγκοσμίως. Η υπερινσουλιναιμία είναι ένας ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις σε ενήλικες και η αντίσταση στην ινσουλίνη αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα για τον μελλοντικό κίνδυνο ανάπτυξης ΣΔ2 σε ενήλικες. Η υπερινσουλιναιμία στην παιδική ηλικία έχει εντοπιστεί σε διάφορους πληθυσμούς που είναι γνωστό ότι έχουν αυξημένο κίνδυνο για ΣΔ2 (McCance et al., 1994). Η υπερινσουλιναιμία είναι ένα κοινό εύρημα στην παιδική και εφηβική παχυσαρκία και μπορεί να αποτελεί την αρχική ένδειξη του ΜΣ. Επιπλέον, σε παιδιά και εφήβους σχετίζεται με ανεπιθύμητα επίπεδα λιπιδίων και λιποπρωτεϊνών, και αυτή η σχέση είναι ανεξάρτητη της παχυσαρκίας, της ηλικίας ή των συγκεντρώσεων γλυκόζης (Jiang et al., 1995). Η ανάπτυξη του ΜΣ σε ενήλικες σχετίζεται με τον ΔΜΣ, καθώς και με τις συγκεντρώσεις ινσουλίνης κατά τη παιδική τους ηλικία (Srinivasan et al., 2002). Η σχέση μεταξύ του ΔΜΣ και των συγκεντρώσεων ινσουλίνης φαίνεται να είναι μη γραμμική, με μια απότομη αύξηση στις συγκεντρώσεις ινσουλίνης να παρατηρείται περίπου στο 95 ο εκατοστημόριο του ΔΜΣ. 1.1.3 Επιδημιολογικά στοιχεία παιδικής παχυσαρκίας Η αύξηση του επιπολασμού του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας έχει διερευνηθεί και εντοπιστεί σε αρκετές χώρες (Stevens et al., 2012, Finucane et al., 2011, De Onis et al., 2010, Wang and Beydoun, 2007, Rennie and Jebb, 2005) και πλέον συχνά χαρακτηρίζεται ως πανδημία (Roth et al., 2004, Popkin et al., 2012, Swinburn et al., 2011). Το 2010 εκτιμήθηκε ότι το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία προκάλεσαν 3,4 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως (Lim et al., 2013). Σε παγκόσμιο επίπεδο, το ποσοστό των ενηλίκων με ΔΜΣ μεγαλύτερο ή ίσο του 25 kg/m 2 αυξήθηκε από 28,8% το 1980 σε 36,9% το 2013 για τους άνδρες και από 29,8% στο 38,0% (37,5-38,5) για τις γυναίκες (Ng et al., 2014). Η αύξηση στο 15

ποσοστό ατόμων με ΔΜΣ > 25 kg/m 2 παρατηρήθηκε τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες (Ng et al., 2014). O επιπολασμός του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας αυξάνεται επίσης μεταξύ των παιδιών και των εφήβων στις ανεπτυγμένες χώρες με τα ποσοστά των παιδιών που είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα το 2013 να εκτιμώνται στο 12,9% στα αγόρια και 13,4% στα κορίτσια (Ng et al., 2014). Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του WHO, το 2014, περίπου 41 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα (World Health Organization (WHO), 2016). Στις ΗΠΑ, μεταξύ 1976 και 1980, το ποσοστό παχυσαρκίας (obesity) των παιδιών ηλικίας μεταξύ 6 και 17 ετών ήταν 5,5% (5.4% στα αγόρια και 5.5% στα κορίτσια), ενώ σύμφωνα με το CDC το ποσοστό αυτό τριπλασιάστηκε στο 17,2% για τα αγόρια και το 17,1% για τα κορίτσια το 2013-2014 (Fryar et al., 2016). Επιπλέον, ένα ποσοστό 16.2% είναι υπέρβαρα (overweight). Σήμερα, εκτιμάται ότι ένα στα πέντε παιδιά ηλικίας 6-19 είναι παχύσαρκο (Ogden et al., 2016). Στην Ελλάδα, τα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Σύμφωνα με σχετικά πρόσφατη εθνική, cross-sectional, επιδημιολογική μελέτη (Tzotzas et al., 2011), σε παιδιά ηλικίας 6 έως 12 ετών o συνολικός επιπολασμός του υπερβολικού βάρους/παχυσαρκίας εκτιμάται στο 31,2% για τα αγόρια και στο 26,5% για τα κορίτσια, ενώ ο επιπολασμός της παχυσαρκίας ήταν 9,4% και 6,4%, αντιστοίχως. Μάλιστα, βρέθηκε ότι τα ποσοστά αυτά ήταν σημαντικά μεγαλύτερα στους Έλληνες σε σχέση με τους μετανάστες. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του WHO (World Health Organization, 2013) για την χώρα μας, ο επιπολασμός του υπέρβαρου και της παχυσαρκίας στους εφήβους (10-19 ετών) ανέρχεται έως και στο 41% για τα αγόρια και στο 24% για τα κορίτσια ηλικίας 11 ετών, σύμφωνα με στοιχεία από την έρευνα Health Behaviour in School-aged Children (HBSC) (2009/2010) (Currie et al., 2009). Ανάμεσα στα παιδιά 13 ετών, τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 34% για τα αγόρια και 19% για τα κορίτσια, ενώ ανάμεσα στους εφήβους 15 ετών, τα ποσοστά είναι 32% και 14%, αντίστοιχα. Δεν υπάρχουν ακόμα διαθέσιμα στοιχεία από την WHO European Childhood Obesity Surveillance για παιδιά ηλικίας 0-9 ετών. 16

1.2 Μεταβολικό Σύνδρομο Το μεταβολικό σύνδρομο (ΜΣ) είναι μια πολύπλοκη διαταραχή με υψηλό κοινωνικο-οικονομικό κόστος που πλέον θεωρείται πανδημία (Kassi et al., 2011). Κύριες συνιστώσες του είναι η δυσλιπιδαιμία (αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων και λιποπρωτεϊνών που περιέχουν απολιποπρωτεΐνη Β (apob) και μειωμένα επίπεδα HDL χοληστερόλης), η αύξηση της αρτηριακής πίεσης και η διαταραγμένη ομοιόσταση γλυκόζης. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην κοιλιακή παχυσαρκία και/ή στην αντίσταση στην ινσουλίνη ως βασικές εκδηλώσεις του συνδρόμου (Kassi et al., 2011). 1.2.1 Ορισμος του μεταβολικού συνδρόμου Ο Reaven (1988) χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο σύνδρομο Χ, για να περιγράψει μια συνύπαρξη καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της αντίστασης στην ινσουλίνη, της υπεργλυκαιμίας, της υπέρτασης, των χαμηλών τιμών HDL χοληστερόλης και των αυξημένων τριγλυκεριδίων (Reaven, 1988). Από τότε έχουν προταθεί αρκετά ονόματα, με τον όρο «Μεταβολικό Σύνδρομο» να είναι ο πιο ευρέως χρησιμοποιούμενος. Παρόλο που η παχυσαρκία δεν συμπεριλήφθηκε στην αρχική περιγραφή από τον Reaven, είναι γνωστό ότι εμφανίζει έντονη συσχέτιση με τα μεμονωμένα χαρακτηριστικά του ΜΣ. Πολλές ομάδες εμπειρογνωμόνων, όπως ο WHO (Alberti and Zimmet, 1998), η Διεθνής Ομοσπονδία Διαβήτη (Alberti et al., 2005) και η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία (Grundy et al., 2005) έχουν αναπτύξει διαγνωστικά για τον καθορισμό του ΜΣ (Πίνακας 2). 17

Πίνακας 2. Κριτήρια Μεταβολικού Συνδρόμου. Παράγοντας κινδύνου Παχυσαρκία WHO (1998) AHA a (2005) IDF a (2005) Λόγος περιφέρειας μέσης προς ισχύου >0.90 (Α) >0.85 (Γ) ή ΔΜΣ >30 ΠΜ >102cm (Α) >88 cm (Γ) Για τους Asian American: 90 (Α) 80 (Γ) Ειδική κατά φυλή ΠΜ ή ΔΜΣ>30 Υπεργλυκαιμία IFG, IGT, ή ΣΔ2 ή άλλη ένδειξη αντίστασης στην ινσουλίνη 100 mg/dl a 100 mg/dl ή διαγνωσμένος ΣΔ2 Δυσλιπιδαιμία (mg/dl) Δυσλιπιδαιμία (δεύτερο, ξεχωριστό κριτήριο) HDL-C (mg/dl) Τριγλυκερίδια ορού 150 mg/dl ή HDL-C <35(Α) <39 (Γ) Τριγλυκερίδια ορού 150 mg/dl a <40 (Α) <50 (Γ) a Τριγλυκερίδια ορού 150 mg/dl a <40 (Α) <50 (Γ) a Υπέρταση ΑΠ >140/90 mm Hg ΑΠ >130/85 a mm Hg ΑΠ >130/85 a mm Hg Άλλο Κριτήρια Μικροαλβουμινουρία αντίσταση στην ινσουλίνη + συνύπαρξη 2 από τους υπόλοιπους 4 παράγοντες κινδύνου Συνύπαρξη 3 από τους 5 παράγοντες κινδύνου παχυσαρκία + συνύπαρξη 2 από τους υπόλοιπους 4 παράγοντες κινδύνου Συντμήσεις: Α, άνδρες, Γ, γυναίκες, ΠΜ, περιφέρεια μέσης, ΑΠ, αρτηριακή πίεση, IFG, Διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας, IGT, Διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη, a ή θεραπεία με φάρμακα για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου παράγοντα κινδύνου. Για τα παιδιά, η Διεθνής Ομοσπονδία για τον Διαβήτη (IDF), έχει καθορίσει τα του ΜΣ σε σχέση με τις ηλικιακές διαφορές των παιδιών και των εφήβων (6 10 ετών, 10 16 ετών, 16 και άνω) (Zimmet et al., 2007). Η ηλικία 18

κάτω των έξι ετών δεν συμπεριλαμβάνεται λόγω ανεπαρκών στοιχείων. Τα αυτά παρουσιάζονται στον Πίνακα 3. Σύμφωνα με το IDF το ΜΣ δεν θα πρέπει να διαγιγνώσκεται σε παιδιά μικρότερα των 10 ετών, αλλά θα πρέπει να δίνονται οδηγίες στους γονείς για μείωση του βάρους, κυρίως σε περιπτώσεις κοιλιακής παχυσαρκίας. Για παιδιά ηλικίας 10 ετών και άνω, το ΜΣ μπορεί να διαγνωστεί αν υπάρχει κοιλιακή παχυσαρκία και ταυτόχρονη παρουσία δύο ή περισσότερων από τα υπόλοιπα κλινικά χαρακτηριστικά (δηλ. αυξημένα τριγλυκερίδια, χαμηλή HDLχοληστερόλη, υψηλή αρτηριακή πίεση, αυξημένη γλυκόζη στο πλάσμα). Για παιδιά άνω των 16 ετών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους ενήλικες. Να σημειωθεί ότι το IDF τονίζει ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για τον προσδιορισμό των βέλτιστων κριτηρίων για τον ορισμό του συνδρόμου στα παιδιά. Πίνακας 3. Κριτήρια Μεταβολικού Συνδρόμου σε παιδιά και εφήβους. Ηλικιακή ομάδα (έτη) Παχυσαρκία Τριγλυκερίδια HDL-C Αρτηριακή Πίεση 6 έως <10 ΠΜ>90 ου εκατοστημόριου * 10 έως <16 ΠΜ>90 ου 150 mg/dl <40 >130/85 εκατοστημόριου mg/dl mmhg Γλυκόζη νηστείας >100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες * Το μεταβολικό σύνδρομο δεν μπορεί να διαγνωστεί, αλλά περαιτέρω μετρήσεις θα πρέπει να πραγματοποιούνται εάν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό μεταβολικού συνδρόμου, ΣΔ2, δυσλιπιδαιμία, καρδιαγγειακή ασθένεια, υπέρταση και/ή παχυσαρκία. 1.2.2 Παράγοντες κινδύνου κατά την παιδική ηλικία Ο έγκαιρος εντοπισμός των παιδιών με κίνδυνο εμφάνισης του ΜΣ, και συνεπώς με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ΣΔ2 και καρδιαγγειακών παθήσεων στην μετέπειτα ζωή τους, είναι μείζονος σημασίας. Υπάρχουν χαρακτηριστικά τα οποία μπορεί να προδιαθέσουν ένα παιδί σε καταστάσεις όπως η παχυσαρκία ή οι διαταραχές μεταβολισμού της γλυκόζης. Η παρουσία διαβήτη κύησης (Pettitt et al., 1993), το χαμηλό βάρος γέννησης (Wei et al., 2003), οι διατροφικές πρακτικές των βρεφών (Pettitt et al., 1997), η πρώιμη ανάκαμψη της παχυσαρκίας (early adiposity rebound) (Eriksson et al., 2003), καθώς και γενετικοί παράγοντες μπορούν να συμβάλουν στον 19

μελλοντικό κίνδυνο ανάπτυξης ΜΣ (Zimmet et al., 2007). Επίσης, ιδιαίτερα σημαντική είναι και η επιρροή κοινωνικοοικονομικών παραγόντων (Sayeed et al., 1997), με την αύξηση του βάρους να σχετίζεται θετικά με την ευημερία στις αναπτυσσόμενες χώρες. Επιπλέον, το οικογενειακό περιβάλλον επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τόσο τις διατροφικές συνήθειες του παιδιού, όσο και τη φυσική του κατάσταση (Ρεκλείτη and Κυριαζής, 2015). Η πρώιμη έκθεση των παιδιών σε τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ενέργεια, ζάχαρη και λίπος έχει ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση προτιμήσεων απέναντι σε αυτά τα τρόφιμα. Ως αποτέλεσμα τα παιδιά μαθαίνουν να προτιμούν τροφές υψηλής ενεργειακής πυκνότητας σε σχέση με τροφές μικρότερης θερμιδικής αξίας (Kyriazis et al., 2009). Συνεπώς, τα πρότυπα που καλλιεργούν οι γονείς στο σπίτι επηρεάζουν πολύ τις διατροφικές και αθλητικές συνήθειες των παιδιών και συνεπώς την πιθανότητα εμφάνισης παχυσαρκίας κατά τη παιδική ηλικία (Ρεκλείτη and Κυριαζής, 2015). Ως αποτέλεσμα, η κακή διατροφή και η μειωμένη άσκηση διαμορφώνουν ένα περιβάλλον που ευνοεί την ανάπτυξη του ΜΣ (Μελιδώνης, 2010). 1.2.3 Πρόληψη & Αντιμετώπιση Η IDF συνιστά ως πρωταρχική διαχείριση του μεταβολικού συνδρόμου (πρωτογενής πρόληψη) την υιοθέτηση υγιών συμπεριφορών για την αποφυγή εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων στο μέλλον (Alberti et al., 2005). Τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι οι παρακάτω: μέτριο περιορισμό θερμίδων (με στόχο την απώλεια 5% με 10% του σωματικού βάρους το πρώτο χρόνο) και μείωση του ΔΜΣ κάτω από του ορίου των 25kg/m 2. μέτρια αύξηση της φυσικής δραστηριότητας: 30 λεπτά την ημέρα μέτριας έντασης άσκησης τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας αλλαγή στη σύνθεση της δίαιτας Σε άτομα τα οποία θεωρείται ότι διατρέχουν υψηλό κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων και η αλλαγή των συνηθειών δεν επαρκεί, πιθανόν να 20

απαιτείται φαρμακευτική θεραπεία για την αντιμετώπιση του μεταβολικού συνδρόμου. Η θεραπεία στοχεύει στην αντιμετώπιση των επιμέρους στοιχείων που συνθέτουν το σύνδρομο ώστε να μειωθεί ο συνολικός κίνδυνος για καρδιαγγειακές παθήσεις και διαβήτη (βλ. Πίνακα 4). Πίνακας 4. Συστάσεις του IDF για την αντιμετώπιση των επιμέρους στοιχείων του μεταβολικού συνδρόμου Δυσλιπιδαιμία Μείωση της συγκέντρωσης των τριγλυκεριδίων Αύξηση των επιπέδων HDL Μείωση των επιπέδων LDL Αυξημένη αρτηριακή πίεση Άτομα με αυξημένη αρτηριακή πίεση πρέπει να λαμβάνουν αντι-υπερτασική θεραπεία Σε διαβητικούς ασθενείς, η αντι-υπερτασική θεραπεία πρέπει να εφαρμόζεται σε τιμές αρτηριακής πίεσης 130/ 80 mm Hg Αντίσταση στην ινσουλίνη και υπεργλυκαιμία Υπάρχει σημαντικό ερευνητικό ενδιαφέρον για το εαν τα φάρμακα που μειώνουν την αντίσταση στην ινσουλίνη καθυστερούν την έναρξη του ΣΔ2 και μειώνουν τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή πάθηση σε άτομα με ΜΣ. Αν και έχουν πραγματοποιηθεί κλινικές μελέτες για την αποτελεσματικότητα φαρμάκων όπως η μετφορμίνη ή η θειαζολιδινεδιόνη όσον αφορά στην πρόληψη του ΣΔ2, δεν υπάρχουν δεδομένα για το αν αυτές οι ουσίες μειώνουν τον κίνδυνο για καρδιαγγειακές παθήσεις σε άτομα με ΜΣ. Η απόκτηση υγιών συνηθειών, όσον αφορά στη διατροφή και τη φυσική δραστηριότητα, επιβάλλεται να γίνεται από την πρώτη παιδική ηλικία, αφού οι μελέτες δείχνουν αυξημένα ποσοστά παχύσαρκων και με αντίσταση στην ινσουλίνη παιδιών (Brage et al., 2004, Manios et al., 2005). Συνεπώς, η διαχείριση του ΜΣ περιλαμβάνει κυρίως την υιοθέτηση πρωτογενών προληπτικών μέτρων και υγιών 21

συμπεριφορών κατά την παιδική ηλικία με στόχο την αποφυγή των καρδιαγγειακών νοσημάτων στο μέλλον. Οι γονείς είναι οι κύριοι προμηθευτές της τροφής των παιδιών τους και οι ίδιοι με τη διατροφική τους συμπεριφορά και τις αθλητικές τους συνήθειες αποτελούν πρότυπα τα οποία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του παιδιού (Hyman, 2001). Συνεπώς, είναι αυτοί που αναλαμβάνουν την ευθύνη στο να τροποποιήσουν τις διατροφικές επιλογές του παιδιού προς την κατεύθυνση ενός υγιεινού και θρεπτικά ισορροπημένου διαιτολογίου. Επιπλέον, είναι υπεύθυνοι στο να διαμορφώσουν ένα κατάλληλο περιβάλλον που ευνοεί το περπάτημα, το ποδήλατο και άλλες μορφές φυσικής δραστηριότητας και αποτρέπει τη χρήση αυτοκινήτου, με στόχο την προώθηση της φυσικής δραστηριότητας (Sallis and Glanz, 2006, Wakefield, 2004). 22

Κεφάλαιο 2ο - Ανασκόπηση 2.1 Σκοπός Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση του επιπολασμού του μεταβολικού συνδρόμου σε παχύσαρκα παιδιά. 2.2 Μέθοδος Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση της σχετικά πρόσφατης βιβλιογραφίας (από το 2000 και μετά) πάνω στο θέμα, ώστε να εντοπιστούν μελέτες οι οποίες έχουν ως θέμα την εκτίμηση του επιπολασμού του ΜΣ σε παιδιά και εφήβους. Η αναζήτηση πραγματοποιήθηκε μέσω του Google Scholar και στη βάση δεδομένων PUBMED. Ενδεικτικά, χρησιμοποιήθηκαν οι παρακάτω λέξεις κλειδιά: Metabolic syndrome AND children AND Obesity Metabolic syndrome AND children AND overweight Metabolic syndrome AND prevalence AND children Mets AND prevalence AND children 2.3 Κριτήρια εισαγωγής Στην ανασκόπηση συμπεριλήφθηκαν όσες μελέτες πληρούσαν τα παρακάτω : έτος δημοσίευσης από το 2000 και μετά το δείγμα της μελέτης αποτελούνταν από άτομα 18 ετών συμμετείχαν στην έρευνα υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά η έρευνα περιείχε πρωτογενή δεδομένα (δεν ήταν ανασκόπηση) αναφέρονταν στα αποτελέσματα της μελέτης στοιχεία για τον επιπολασμό του ΜΣ στην υποομάδα των υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών 23

2.4 Αποτελέσματα Συνολικά, στη μελέτη συμπεριελήφθησαν 35 άρθρα. Στον Πίνακα 5, παρουσιάζονται ο συγγραφέας, το έτος δημοσίευσης και η χώρα των άρθρων τα οποία συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Πίνακας 5. Συγγραφέας, έτος δημοσίευσης και χώρα των 35 μελετών που συμπεριληφθήκαν στην ανασκόπηση. Α/Α Συγγραφέας (έτος δημοσίευσης) Χώρα 1 Cruz and Goran (2004) ΗΠΑ 2 de Ferranti et al. (2004) ΗΠΑ 3 Agirbasli et al. (2006) Τουρκία 4 Fu et al. (2007) Κίνα 5 Burrows et al. (2007) Χιλή 6 Ferreira et al. (2007) Βραζιλία 6 Castillo et al. (2007) Μεξικό 8 Hirschler et al. (2007) Αργεντινή 9 Kranz et al. (2007) ΗΠΑ 10 Sartorio et al. (2007) Ιταλία 11 Tapia et al. (2007) Ισπανία 12 Caceres et al. (2008) Βολιβία 13 Calcaterra et al. (2008) Ιταλία 14 Druet et al. (2008) Γαλλία 15 Guimarães et al. (2008) Βραζιλία 16 Messiah et al. (2008) ΗΠΑ 17 Mimoun et al. (2008) Γαλλία 18 Moayeri et al. (2008) Ιράν 19 Pirkola et al. (2008) Φιλανδία 20 Shaibi and Goran (2008) ΗΠΑ 21 Strufaldi et al. (2008) Βραζιλία 22 Ventura et al. (2008) ΗΠΑ 24

23 Lone et al. (2009) Πακιστάν 24 Bustos et al. (2010) Χιλή 25 Liu et al. (2010) Κίνα 26 Lafortuna et al. (2010) Ιταλία/ Γερμανία 27 Sangun et al. (2011) Τουρκία 28 Chen et al. (2012) Κίνα 29 Xu et al. (2012) Κίνα 30 Rizzo et al. (2013) Βραζιλία 31 Singh et al. (2013) Ινδία 32 Inanc (2014) Τουρκία 33 Kim and So (2016) Κορεά 34 Šimunović et al. (2016) Κροατία 35 Chedjou-Nono et al. (2017) Αφρική Η κατανομή των μελετών ανάλογα με τη χώρα στην οποία πραγματοποιήθηκαν παρουσιάζεται στον Πίνακα 6. Παρατηρούμε ότι οι περισσότερες μελέτες πραγματοποιήθηκαν στις ΗΠΑ (17%), στην Βραζιλία (11.4%) και στην Κίνα (11.4%). Ένα σημαντικό ποσοστό της τάξης του 8.6% πραγματοποιήθηκε στην Τουρκία, ενώ δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε κάποια έρευνα σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά που να έγινε στην Ελλάδα. 25

Πίνακας 6. Αριθμός μελετών ανά χώρα. Χώρα Ν % ΗΠΑ 6 17.14% Βραζιλία 4 11.43% Κίνα 4 11.43% Τουρκία 3 8.57% Χιλή 2 5.71% Γαλλία 2 5.71% Ιταλία 2 5.71% Αφρική 1 2.86% Αργεντινή 1 2.86% Βολιβία 1 2.86% Κροατία 1 2.86% Φιλανδία 1 2.86% Ινδία 1 2.86% Ιράν 1 2.86% Ιταλία/ Γερμανία 1 2.86% Κορέα 1 2.86% Μεξικό 1 2.86% Πακιστάν 1 2.86% Ισπανία 1 2.86% Στο Διάγραμμα 1 παρουσιάζεται η κατανομή του έτους δημοσίευσης των μελετών. Παρατηρούμε ότι η πλειοψηφία των μελετών δημοσιεύτηκε τα έτη 2007-2008 (Ν=18 μελέτες, 51.4%). 26

Διάγραμμα 2. Έτος δημοσίευσης των 35 μελετών που συμπεριληφθήκαν στην ανασκόπηση. Έτος δημοσίευσης 12 11 10 8 7 6 4 3 2 2 2 1 1 2 2 1 2 1 0 2004 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 2016 2017 Στον Πίνακα 7 παρουσιάζεται η περιγραφή του δείγματος κάθε μελέτης. Περίπου το 31.4% (Ν=11) των μελετών πραγματοποιήθηκαν σε δείγμα παχύσαρκων παιδιών (ΔΜΣ 95 ου τεταρτημόριου), ενώ σε ένα 20% (Ν=7) το δείγμα αποτελούνταν και από υπέρβαρα (ΔΜΣ μεταξύ 85 ου και 95 ου τεταρτημόριου) και από παχύσαρκα παιδιά (ΔΜΣ 95 ου τεταρτημόριου). Ανάμεσα στις 18 μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά, σε μια μελέτη δεν αναφέρεται το cut-off που χρησιμοποιήθηκε για τον ΔΜΣ (Ventura et al., 2008), ενώ σε δυο μελέτες (Pirkola et al., 2008, Druet et al., 2008) χρησιμοποιήθηκε ως cut-off για τον ΔΜΣ το 25, σύμφωνα με τον ορισμό από την Διεθνή Ειδική Ομάδα για την Παχυσαρκία (International Obesity Task Force, IOTF) (Cole et al., 2000). Πίνακας 7. Περιγραφή του δείγματος των 35 μελετών που συμπεριληφθήκαν στην ανασκόπηση. Μελέτη Cruz and Goran (2004) de Ferranti et al. (2004) Προέλευση δείγματος Δείγμα από προοπτική μελέτη NHANES III survey study Είδος δείγματος Μέγεθος δείγματος Ηλικία Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα 126 8-13 ετών 1960 12 ετών 27

Agirbasli et al. (2006) Fu et al. (2007) Burrows et al. (2007) Ferreira et al. (2007) Castillo et al. (2007) Προερχόμενο από την κοινότητα (Community-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Δείγμα από τον πληθυσμό (population-based) Δείγμα από προοπτική μελέτη Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα 1385 10-17 ετών Μόνο παχύσαρκα 348 7-16 ετών Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα 489 6-16 ετών Μόνο παχύσαρκα 52 7-10 ετών Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Hirschler et al. (2007) Δείγμα από 5 σχολεία Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Kranz et al. (2007) NHANES (1999 2002) Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Sartorio et al. (2007) Tapia et al. (2007) Caceres et al. (2008) Calcaterra et al. (2008) Druet et al. (2008) Guimarães et al. (2008) Messiah et al. (2008) Mimoun et al. (2008) Moayeri et al. (2008) Pirkola et al. (2008) Shaibi and Goran (2008) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κοινότητα (Community-based) Αντιπροσωπευτικό δείγμα από την NHANES 1999 2002 Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κοινότητα (Community-based) Εθνικώς αντιπροσωπευτικό δείγμα ηλικίας 16 ετών που ελήφθη από Northern Finland Birth Cohort 1986 Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) 1366 7-24 ετών 620 5-13 ετών 1705 12-18 ετών Μόνο παχύσαρκα 439 8-18 ετών Μόνο παχύσαρκα 97 6-14 ετών Μόνο παχύσαρκα 61 4-18 ετών Μόνο παχύσαρκα 191 7-14 ετών Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα 159 7-18 ετών 314 Μέση ηλικία: 13.8 (SD 1.97) 1698 8-14 ετών Μόνο παχύσαρκα 384 2.5-18 ετών Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα 554 11-17 ετών 5665 16 ετών 218 8-13 ετών Strufaldi et al. (2008) Παιδιά από δημόσια Παιδιά με φυσιολογικό 929 6-10 ετών 28

Ventura et al. (2008) Lone et al. (2009) Bustos et al. (2010) σχολεία της περιοχής Embu Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κοινότητα (Community-based) Liu et al. (2010) Μαθητές από 6 σχολεία Lafortuna et al. (2010) Sangun et al. (2011) Chen et al. (2012) Xu et al. (2012) Rizzo et al. (2013) Singh et al. (2013) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κοινότητα (Community-based) Τυχαία επιλεγμένο δείγμα από 6 πόλεις της Κίνας Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Συμμετέχοντες από συγχρονική μελέτη (cross-sectional study) βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα 113 8-13 ετών Μόνο παχύσαρκα 262 4-16 ετών Μόνο παχύσαρκα 461 10-18 ετών Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα 1844 7-14 ετών Μόνο παχύσαρκα 665 12-18 ετών Μόνο παχύσαρκα 635 7-18 ετών Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Inanc (2014) Δείγμα από 3 σχολεία Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Kim and So (2016) Šimunović et al. (2016) Chedjou-Nono et al. (2017) Δεδομένα από την έρευνα 2010 2012 Korea National Health and Nutrition Examination Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Προερχόμενο από την κλινική (Clinic-based) Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα 3814 10-18 ετών 8764 7-11 ετών 321 10-16 ετών 1160 10-18 ετών 3460 6-15 ετών 2330 10 18 ετών 201 6-18 ετών 76 3-17 ετών 29

Διάγραμμα 3. Κατανομή των μελετών ανάλογα με το είδος δείγματος. Είδος δείγματος Μόνο παχύσαρκα παιδιά 17 11 Μόνο Υπέρβαρα/παχύσαρκα παιδιά 7 Παιδιά με φυσιολογικό βάρος & υπέρβαρα/παχύσαρκα Αναφορικά με τα για τη διάγνωση του ΜΣ στον Πίνακα 8 παρουσιάζονται αναλυτικά τα που χρησιμοποιήθηκαν σε κάθε μελέτη. Παρατηρούμε ότι σε όλες τις μελέτες η διάγνωση του ΜΣ βασίζονταν στους ίδιους παράγοντες κινδύνου: την παχυσαρκία (είτε χρησιμοποιώντας το ΔΜΣ, είτε την περίμετρο μέσης), τις συγκεντρώσεις γλυκόζης/ μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη, τις συγκεντρώσεις τριγλυκεριδίων, την HDL και την αρτηριακή πίεση. Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν μικρές διακυμάνσεις ανάμεσα στα cut-offs που χρησιμοποιεί η κάθε μελέτη. Πέντε μελέτες χρησιμοποίησαν άνω του ενός κριτήριου για τη διάγνωση του ΜΣ με στόχο τη σύγκριση των εκτιμήσεων ανάμεσα στα διαφορετικά (Liu et al., 2010, Lone et al., 2009, Kim and So, 2016, Sangun et al., 2011, Shaibi and Goran, 2008). Πίνακας 8. Κριτήρια Διάγνωσης του ΜΣ σε κάθε μελέτη. Μελέτη Cut-offs για τους παράγοντες κινδύνου του ΜΣ Διάγνωση του ΜΣ Cruz and Goran (2004) de Ferranti et al. (2004) 1) Περίμετρος μέσης 90 ου εκατοστημορίου κατά φύλο και ηλικία, 2) Τριγλυκερίδια 90 ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία, 3) HDL 10 ου τεταρτημόριου, 4) SBP ή DBP 90 ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο, 5) Μειωμένη ανοχή στην γλυκόζη 1) Τριγλυκερίδια 1.1 mmol/l, 2) HDL < 1.3 mmol/l (για αγόρια 15 19 ετών, 1.17 mmol/l), 3) γλυκόζη νηστείας 6.1 mmol/l, 4) Περίμετρος μέσης > 75ου εκατοστημορίου, 5) SBP ή DBP >90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος. 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 30

Agirbasli et al. (2006) Fu et al. (2007) Burrows et al. (2007) Ferreira et al. (2007) Castillo et al. (2007) Hirschler et al. (2007) Kranz et al. (2007) Sartorio et al. (2007) Tapia et al. (2007) Caceres et al. (2008) Calcaterra et al. (2008) Druet et al. (2008) Guimarães et al. (2008) Messiah et al. (2008) 1) ΔΜΣ cut-offs κατά ηλικία και φύλο από προηγούμενες έρευνες Cole et al. (2000), Katzmarzyk et al. (2003), 2) SBP ή DBP 95 ου εκατοστημόριο κατά ηλικία και φύλο, 3) Τριγλυκερίδια 90 ου εκατοστημόριου, 4) HDL 10 ου εκατοστημόριου, 5) γλυκόζη νηστείας >100mg/dL 1) Κεντρική παχυσαρκία (δεν προσδιορίζεται το cut-off), 2) IGT 2 ωρών 7.8 mmol/l αλλά <11.1 mmol/l ή ΣΔ2, 3) τριγλυκερίδια 1.7 mmol/l, 4) HDL 1,03 mmol/l, 5) SBP ή DBP 95 ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο 1) 90 ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία 2) τριγλυκερίδια 110 mg/dl, 3) 40 mg/dl HDL-C, 4) Γλυκόζη νηστείας >100 mg/dl, 5) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία 1) ΔΜΣ> 95 ου εκατοστημορίου, 2) 100-126 mg/dl γλυκόζη νηστείας, 3) Τριγλυκερίδια > =110 mg/dl, 4) HDL 38 mg/dl, 5) SBP ή DBP 95 ου εκατοστημόριο κατά ηλικία και φύλο 1) Περίμετρος μέσης 75 ου εκατοστημορίου, 2) 110mg/dL γλυκόζη νηστείας, 3)TG 100 mg/dl, 4) HDL 45mg/dL για τους άνδρες, <50mg/dL για τις γυναίκες, 5) SBP ή DBP 90 ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο 1) Περίμετρος μέσης 75ου εκατοστημορίου, 2) 100mg/dL γλυκόζη νηστείας, 3) Τριγλυκερίδια >95ου τεταρτημόριου, 4) HDL<5 ου τεταρτημόριου, 5) SBP ή DBP 90ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία, 2) γλυκόζη νηστείας 100 mg/dl, 3) τριγλυκερίδια 110 mg/dl,4) HDL-C 45 mg/dl για τα αγόρια και 50 για τα κορίτσια, 5) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία 2) SBP ή DBP 95ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος, 3) γλυκόζη νηστείας 110 mg/dl, 4) HDL-C<40 mg/dl, 5) τριγλυκερίδια 110 mg/dl 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία 2) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος, 3) γλυκόζη νηστείας 100-125 mg/dl, 4) HDL-C<40 mg/dl, 5) τριγλυκερίδια 110 mg/dl 1)> 95ου εκατοστημορίου ΒΜΙ, 2) Μειωμένη ανοχή στην γλυκόζη, 3) Τριγλυκερίδια > 95ου εκατοστημόριου, 4) HDL <5ου εκατοστημόριου, 5) SBP ή DBP >95ου εκατοστημόριο κατά ηλικία και φύλο 1) ΔΜΣ >97ου εκατοστημορίου, 2) Εξασθενημένη ανοχή στην γλυκόζη (>7.8mmol/L,ή < 11.1mmol/L στις 2 ώρες, 3) Τριγλυκερίδια >95ου εκατοστημόριου, 4) HDL <5ου εκατοστημόριου, 5) SBP ή DBP >95ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο 1) ΔΜΣ >97ου εκατοστημορίου, 2) 6.1 mmol/l γλυκόζη νηστείας 3) Τριγλυκερίδια 90ου εκατοστημόριου, 4) HDL 1.03 mmol/l, 5) SBP ή DBP 90ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο 1) Περίμετρος μέσης 75ου εκατοστημορίου, 2) 100mg/dL γλυκόζη νηστείας, 3)Τριγλυκερίδια 100 mg/dl, 4) 50mg/dL HDL ( 45mg/dL για αγόρια 15 19 ετών), 5) SBP ή DBP 90ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία, 2) γλυκόζη νηστείας 100 mg/dl, 3) τριγλυκερίδια 110 mg/dl,4) HDL-C 40 mg/dl 5) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα Παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα Παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα Παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα Mimoun et al. 1) ΔΜΣ >97ου εκατοστημορίου, 2) Διαβήτης ή δυσανεξία στη γλυκόζη 3) Παχυσαρκία + 2 31

(2008) Τριγλυκερίδια >95ου εκατοστημόριου, 4) HDL <5ου τεταρτημόριου, 5) SBP ή DBP >95ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο Moayeri et al. (2008) Pirkola et al. (2008) Shaibi and Goran (2008) 1) ΔΜΣ> 95ου εκατοστημορίου, 2) 110 mg/dl γλυκόζη νηστείας, 3) Τριγλυκερίδια > =110 mg/dl, 4) HDL 40 mg/dl, 5) SBP ή DBP 90ου εκατοστημόριο κατά ηλικία και φύλο 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία, 2) γλυκόζη νηστείας 100 mg/dl, 3) τριγλυκερίδια 150 mg/dl,4) HDL-C 40 mg/dl 5) SBP 130 mmhg ή DBP 85 mmhg Κριτήρια Cook: 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία, 2) γλυκόζη νηστείας 100 mg/dl (IGF), 3) τριγλυκερίδια 110 mg/dl,4) HDL-C 40 mg/dl 5) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικια και ύψος Κριτήρια Cruz: 1) Περίμετρος μέσης 90 ου εκατοστημορίου κατά φύλο και ηλικία, 2) Τριγλυκερίδια 90 ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία, 3) HDL 10 ου τεταρτημόριου, 4) SBP ή DBP 90 ου εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο, 5) Μειωμένη ανοχή στην γλυκόζη (IGT) από τα υπόλοιπα 3 ή περισσότερα Παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα 3 ή περισσότερα Strufaldi et al. (2008) Ventura et al. (2008) Lone et al. (2009) Bustos et al. (2010) Κριτήρια Weiss: 1) ΔΜΣ z-score>=2, 2) Τριγλυκερίδια 95 ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία, 3) HDL 5 ου τεταρτημόριου για φύλο, ηλικία και ύψος, 4) SBP ή DBP 95 υ εκατοστημόριου κατά ηλικία και φύλο, 5) Μειωμένη ανοχή στην γλυκόζη (IGT) 1) ΔΜΣ> 95ου εκατοστημορίου, 2) 110 mg/dl γλυκόζη νηστείας, 3) Τριγλυκερίδια > =130 mg/dl, 4) HDL 40 mg/dl, 5) SBP ή DBP 95oυ εκατοστημορίου κατά ηλικία και φύλο 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία 2) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος, 3) Διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη 4) HDL-C 10ου τεταρτημόριου για φύλο και ηλικία, 5) τριγλυκερίδια 90ου τεταρτημόριου για φύλο και ηλικία De Ferranti: 1) Τριγλυκερίδια > =1.1 mmol/l, 2) HDL > 1.3 mmol/l (για αγόρια 15 19 ετών, 1.17 mmol/l), 3) γλυκόζη νηστείας 6.1 mmol/l, 4) Περίμετρος μέσης 75ου εκατοστημορίου, 5) SBP ή DBP >90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος. Lambert's: 1) ΔΜΣ >85ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία 2) SBP ή DBP >90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία, 3) γλυκόζη νηστείας >110 mg/dl, 4) HDL <25ου τεταρτημόριου, 5) τριγλυκερίδια >75ου τεταρτημόριου 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία 2) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία, 3) γλυκόζη νηστείας 100 mg/dl, 4) HDL-C<40 mg/dl, 5) τριγλυκερίδια 110 mg/dl Liu et al. (2010) De Ferranti: 1) Τριγλυκερίδια > =1.1 mmol/l (100 mg/dl), 2) HDL > 1.2 mmol/l (45 mg/dl) για αγόρια, 1.3 mmol/l (50 mg/dl) για τα κορίτσια, 3) γλυκόζη νηστείας 6.1 mmol/l (110 mg/dl), 4) Περίμετρος μέσης 75ου εκατοστημορίου κατά φύλο και ηλικία, 5) SBP ή DBP >90ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία. IDF: Κριτήρια IDF για παιδιά 10 ετών και άνω. Lafortuna et al. (2010) IDF : 6 έως <10 ετών: ΠΜ>90ου εκατοστημόριου 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα 3 ή περισσότερα Για παιδιά 10-16 ετών: παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα 32

Sangun et al. (2011) Chen et al. (2012) Xu et al. (2012) Rizzo et al. (2013) Singh et al. (2013) Inanc (2014) Kim and So (2016) WHO-based : 1) Παχυσαρκία: ΔΜΣ >95ου τεταρτημόριου κατά φύλο και ηλικία, 2) Μη φυσιολογική ομοιόσταση γλυκόζης: οποιοδήποτε από τα παρακάτω (α) υπερινσουλιναιμία νηστείας, (β) αυξημένη γλυκόζη νηστείας, (γ) μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη, 3) Υπέρταση: SBP >95ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος, 4) Δυσλιπιδαιμία: Οποιοδήποτε από τα ακόλουθα- (A) τριγλυκερίδια [> 105 mg / dl για παιδιά <10 ετών και> 136 mg / dl για παιδιά ηλικίας 10 ετών]. (Β) Χαμηλή HDL-χοληστερόλη [<35 mg / dl (C) υψηλή συνολική χοληστερόλη (> 95ου εκατοστημόριου). Cook s : 1) Τριγλυκερίδια >110 mg/dl, 2) HDL <40 mg/dl, 3) γλυκόζη νηστείας >110 mg/dl, 4) Περίμετρος μέσης >90ου εκατοστημορίου κατά φύλο και ηλικία, 5) SBP ή DBP >90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος. IDF : 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες IDF : 6 έως <10 ετών: ΠΜ>90ου εκατοστημόριου 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες IDF : 6 έως <10 ετών: ΠΜ>90ου εκατοστημόριου 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες IDF : 6 έως <10 ετών: ΠΜ>90ου εκατοστημόριου 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία 2) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος, 3) γλυκόζη νηστείας 110 mg/dl, 4) HDL-C<40 mg/dl, 5) τριγλυκερίδια 110 mg/dl IDF : 6 έως <10 ετών: ΠΜ>90ου εκατοστημόριου 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες Τροποποιημένα NCEP-ATP III : 1) 90ου τεταρτημόριου περίμετρος μέσης κατά φύλο και ηλικία 2) SBP ή DBP 90ου τεταρτημόριου κατά φύλο, ηλικία και ύψος, 3) γλυκόζη νηστείας 110 mg/dl, 4) HDL-C<40 mg/dl, 5) τριγλυκερίδια 110 mg/dl 3 ή περισσότερα για τα WHO-based & Cook s, Παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα για τα IDF Για παιδιά 10-16 ετών: παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα Για παιδιά 10-16 ετών: παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα Για παιδιά 10-16 ετών: παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα 3 ή περισσότερα Για παιδιά 10-16 ετών: παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα 3 ή περισσότερα για τα του NCEPT-ATP III, παχυσαρκία + 33

Šimunović et al. (2016) Chedjou-Nono et al. (2017) IDF : 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες IDF : 6 έως <10 ετών: ΠΜ>90ου εκατοστημόριου 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες IDF : 6 έως <10 ετών: ΠΜ>90ου εκατοστημόριου 10 έως <16 : 1) ΠΜ>90ου εκατοστημόριου, 2) Τριγλυκερίδια 150 mg/dl, 3) HDL-C<40 mg/dl, 4) SBP/DBP>130/85 mmhg, 5) γλυκόζη νηστείας>100 mg/dl ή ΣΔ2 16+ : Χρησιμοποιούνται τα υπάρχοντα του IDF για ενήλικες 2 από τα υπόλοιπα για τα του IDF Για παιδιά 10-16 ετών: παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα Για παιδιά 10-16 ετών: παχυσαρκία + 2 από τα υπόλοιπα Τέλος, στον Πίνακα 9 παρουσιάζονται οι εκτιμήσεις του επιπολασμού του ΜΣ από κάθε μελέτη. Στις 13 μελέτες που δίνουν στοιχεία για τον επιπολασμό του ΜΣ σε άτομα με φυσιολογικό βάρος οι εκτιμήσεις κυμαίνονται από 0% (Pirkola et al., 2008, Chedjou-Nono et al., 2017) έως 4.7% (Castillo et al., 2007). Στις 25 μελέτες που παρουσιάζουν δεδομένα για τον επιπολασμό τους ΜΣ σε παχύσαρκα παιδιά, ο επιπολασμός του ΜΣ κυμαίνεται από 10.3% (Fu et al., 2007) έως 59.3% (Guimarães et al., 2008), με εξαίρεση την μελέτη των Mimoun et al. (2008) που αναφέρουν επιπολασμό του ΜΣ στα παχύσαρκα παιδιά κάτω του 5%. Αναφορικά με τα στοιχεία για υπέρβαρα παιδιά (ΔΜΣ μεταξύ του 85 ου και 95 ου τεταρτημόριου) οι χαμηλότερες εκτιμήσεις εντοπίστηκαν στην έρευνα των Messiah et al. (2008) όπου ο επιπολασμός του ΜΣ ήταν 0.2% για παιδιά 8 11 ετών και 3% για παιδιά 12-14 ετών και στην έρευνα των Xu et al. (2012) με επιπολασμό 0.90% για παιδιά 10 ετών και 0.4% για παιδιά <10ετών. Στις υπόλοιπες 9 μελέτες ο επιπολασμός του ΜΣ κυμαίνεται από 4% (Burrows et al., 2007) έως 27.9% (Guimarães et al., 2008). Τέλος, σε 9 μελέτες δίνεται εκτίμηση του επιπολασμού του ΜΣ σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά, χωρίς να παρουσιάζονται ξεχωριστά οι εκτιμήσεις για τις δύο ομάδες (Cruz and Goran, 2004, de Ferranti et al., 2004, Agirbasli et al., 2006, Castillo et al., 2007, Kranz et al., 2007, Druet et al., 2008, 34

Moayeri et al., 2008, Shaibi and Goran, 2008, Ventura et al., 2008). Σε αυτές τις μελέτες οι εκτιμήσεις του επιπολασμού του ΜΣ κυμαίνονται από 20.7% (Druet et al., 2008) έως 52.8% (Castillo et al., 2007). Αναφορικά με τη διαφορά στον επιπολασμό τους ΜΣ ανάμεσα στα δύο φύλα οι περισσότερες μελέτες αναφέρουν υψηλότερο επιπολασμό στα αγόρια σε σχέση με κορίτσια, με εξαίρεση τις μελέτες των Ferreira και συν. (2007) και Rizzo και συν. (2013). Στις μελέτες που χρησιμοποίησαν πάνω από ένα ορισμό για τη διάγνωση του ΜΣ (Liu et al., 2010, Lone et al., 2009, Kim and So, 2016, Sangun et al., 2011, Shaibi and Goran, 2008) ο επιπολασμός του ΜΣ χρησιμοποιώντας τα του IDF είναι χαμηλότερος σε σχέση με τους υπόλοιπους ορισμούς. Ενδεικτικά, χρησιμοποιώντας τον IDF ορισμό ο επιπολασμός του ΜΣ ήταν ίσος με 2.5% στα παχύσαρκα παιδιά στην Κίνα (Liu et al., 2010), έναντι 37.5% χρησιμοποιώντας των ορισμό του de Ferranti, ενώ στην Τουρκία ο επιπολασμός χρησιμοποιώντας τα IDF ήταν σημαντικά χαμηλότερος και ίσος με 33%, έναντι 39% χρησιμοποιώντας τα του WHO και 34% χρησιμοποιώντας τα του Cook (Sangun et al., 2011). Πίνακας 9. Επιπολασμός του Μεταβολικού Συνδρόμου. ΜΣ σε παιδιά με φυσιολογικό Μελέτη βάρος (ΔΜΣ<85 ου τεταρτημόριου) ΜΣ σε υπέρβαρα παιδιά (ΔΜΣ μεταξύ 85 ου και 95 ου τεταρτημόριου) ΜΣ σε παχύσαρκα παιδιά (ΔΜΣ>=95 ου τεταρτημόριου) ΜΣ στο σύνολο του δείγματος ΜΣ ανά φύλο Cruz and Goran (2004) - 30% - - de Ferranti et al. (2004) - 31.2% 9.20% - Agirbasli et al. (2006) - 21% 2.20% - Fu et al. (2007) - - 10.30% - - Burrows et al. (2007) - 4% 30% 26.80% - Ferreira et al. (2007) - - 17.30% - 10.7% στα 35