Η µελέτη αυτή παρουσιάστηκε αρχικά στο 3 ο Συνέδριο της Επιστηµονικής Εταιρείας Πολιτικής Οικονοµίας (ΕΕΠΟ) «Η ελληνική οικονοµία και η πολιτική των Μνηµονίων: Κατάσταση και προοπτικές» που έλαβε χώρα στην Πάτρα 14-15 Ιανουαρίου 2014. Με τα σχόλια και τις συζητήσεις από το συνέδριο ετοίµασα µια βελτιωµένη εκδοχή της µελέτης η οποία υποβλήθηκε το φθινόπωρο (20 Οκτωβρίου µε 21 εκεµβρίου) 2014 στο διαδικτυακό συνέδριο της Παγκόσµιας Ένωσης Οικονοµικής Επιστήµης (World Economics Association») «Ελλάδα και πολιτικές λιτότητας: τι έπεται για την οικονοµία και την κοινωνία της;». Το κείµενο που ακολουθεί είναι η µετάφραση της µελέτης που υποβλήθηκε το φθινόπωρο 2014. Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστική πατριαρχίας και η επιλογή της δυστοπίας Ειρήνη Σωτηροπούλου irene.sotiropoulou@gmail.com Θα υπάρξει ανανεωµένη εκδοχή µετά το Συνέδριο, παρακαλώ επικοινωνήστε µε τη συγγραφέα πριν κάθε παραποµπή στο κείµενο Σεπτέµβριος 2014
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 2 Περίληψη Η µελέτη χρησιµοποιεί φεµινιστική θεωρία για να αναλύσει το πολιτικό οικονοµικό φαινόµενο, που έχει ονοµαστεί "κρίση" από το φθινόπωρο του 2008 και µετά. Ο σκοπός της εργασίας είναι να διερευνηθεί εάν και πώς η "κρίση" είναι µια απάντηση σε συνειδητές και οργανωµένες (ή µερικές φορές συλλογικά ανοργάνωτες, αλλά ποτέ χωρίς ηµερήσια διάταξη) προσπάθειες των παραγωγών, ανδρών και γυναικών, για να αντιµετωπίσουν αποτελεσµατικά τις εκµεταλλευτικές και ιεραρχικές δοµές που τους επιβάλλονται από το πολιτικό οικονοµικό σύστηµα στο οποίο ζουν. Εποµένως, η έννοια της καπιταλιστικής πατριαρχίας συνδέεται µε την έννοια της κοινωνικής αναπαραγωγής, η οποία τις τελευταίες δεκαετίες βρίσκεται σε κίνδυνο, εξαιτίας της υποβάθµισης του περιβάλλοντος και των κοινωνικών µεταβολών που έχουν τοποθετήσει βασικές εργασίες που είναι απαραίτητες για την επιβίωση της κοινωνίας στη χαµηλότερη αξιακή θέση. Αυτό, βέβαια, δεν επηρεάζει µόνο τις συνθήκες διαβίωσης, την κοινωνική θέση και πολιτικές διεκδικήσεις των ανθρώπων που αναλαµβάνουν τις εργασίες αυτές, αλλά και την επιβίωση της κοινωνίας στο σύνολό της. Στη µελέτη, η ελληνική οικονοµία είναι ένα παράδειγµα, όπου οι απαιτήσεις της καπιταλιστικής πατριαρχίας, αν και φαίνονταν µέχρι ένα συγκεκριµένο ιστορικό σηµείο ότι ικανοποιήθηκαν, ξαφνικά αποδείχθηκαν εξαντληµένες και όχι εγγυηµένες. Έτσι, η «κρίση» δεν είναι το πρόβληµα και το αποτέλεσµα, αλλά η συνειδητή επιλογή συγκεκριµένων κοινωνικών οµάδων να επιβάλλουν όρους διαβίωσης και πολιτικές συνθήκες µε τέτοια συγκεκριµένη χροιά ώστε η αντίσταση να καταλήξει να είναι αδιανόητη σε αντίθεση µε την αντίσταση που κατέστη δυνατή µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο κατά τις προηγούµενες δεκαετίες. Το ερώτηµα, βέβαια, είναι αν η δυστοπία, η οποία δεν ξέσπασε ξαφνικά, αλλά έχει σχεδιαστεί έτσι, περιέχει στοιχεία ή «υποσχέσεις» που ευρείες οµάδες του πληθυσµού έχουν επιλέξει ή µπορούν να επιλέξουν, σε µια προσπάθεια να διατηρήσουν ένα πολιτικό οικονοµικό σύστηµα που τους έδωσε κάποια προνόµια και τώρα υπόσχεται ή παρέχει άµεσα, τα ίδια και/ή άλλα προνόµια. ηλαδή, αν η καπιταλιστική πατριαρχία είναι ένα σύνθετο ιεραρχικό σύστηµα ανθρώπων και σχέσεων παραγωγής, κοιτάµε σε ποιό σηµείο και σε ποιό βαθµό οι κοινωνικές οµάδες που δεν επικροτούν αυτό το σύστηµα έχουν επιτύχει αλλαγές που αµφισβητούν αυτό το ίδιο το σύστηµα. Και µετά διερευνούµε εάν και µε ποιους µηχανισµούς η καπιταλιστική πατριαρχία προσπαθεί να εξασφαλίσει την επιβίωσή της, σε βάρος ποιών κοινωνικών οµάδων και µε τη σύναψη ποιών συµµαχιών ή συµβιβασµών. Λέξεις κλειδιά: Ελλάδα, καπιταλιστική πατριαρχία, κοινωνική αναπαραγωγή.
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 3 Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας και η επιλογή της δυστοπίας 1. Εισαγωγή Η µελέτη είναι µια περιγραφή ενός ερευνητικού ερωτήµατος που προέκυψε από την ανάλυση της οικονοµικής κατάστασης στην Ελλάδα, όπως έχει διαµορφωθεί τα τελευταία πέντε (5) χρόνια, από τον Οκτώβριο του 2008 και µετά, αλλά κυρίως από τον Μάιο του 2010, όταν η Ελλάδα εισήλθε στο λεγόµενο Μηχανισµό Στήριξης 1. Το ερώτηµα που αντιµετωπίζουµε είναι αν η έννοια της κρίσης είναι µια περιγραφή του προβλήµατος ή µιας συγκεκριµένης πολιτικής επιλογής, και αν είναι το δεύτερο, τίνων είναι η επιλογή αυτή και ποιοί είναι οι στόχοι της. Εστιάζω την ανάλυσή µου στην Ελλάδα, διότι όχι µόνο έχω καλύτερη πληροφόρηση σχετικά µε τις συνθήκες εδώ από ό,τι σε άλλες χώρες, αλλά και επειδή ο ελληνικός χώρος περιγράφεται σήµερα ως ο πιο προβληµατικός σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Αν µια οικονοµία είναι προβληµατική, δεν χρειάζεται να αναλύσουµε αυτή την έννοια του «προβληµατικού», όπως ορίζεται από διάφορους πολιτικούς οικονοµικούς άξονες, για παράδειγµα, από την οικονοµική και κοινωνική ταξική δοµή; Για την ανάλυση µου, χρησιµοποίησα ιδέες από τη φεµινιστική και µετα-αποικιακή θεωρία. Σε αυτή τη βάση, εξετάζω εάν και πώς η "κρίση" είναι ταξική εκ των άνω απάντηση στις προσπάθειες των παραγωγών, ανδρών και γυναικών, να αντιµετωπίσουν αποτελεσµατικά τις εκµεταλλευτικές και ιεραρχικές δοµές που τους επιβάλλονται από το πολιτικό οικονοµικό σύστηµα στο οποίο ζουν. Με άλλα λόγια, αναλύω την οικονοµική κατάσταση στην Ελλάδα ως µια οργανωµένη επίθεση του κυρίαρχου πολιτικού και οικονοµικού συστήµατος και φυσικά των κοινωνικών οµάδων που ελέγχουν το σύστηµα αυτό κατά του µεγαλύτερου µέρους του πληθυσµού. Η περίπτωση της Ελλάδας, συνεπώς, δεν είναι µοναδική ούτε διαχωρίζεται από άλλες καπιταλιστικές πολιτικές που έχουν επιβληθεί σε άλλες χώρες, κυρίως εκτός Ευρώπης. Η κεντρική ιδέα της ανάλυσής µου είναι η κοινωνική αναπαραγωγή, την οποία αντιλαµβάνοµαι ως τις ατοµικές και συλλογικές δράσεις και ιδέες που κάθε µέρα δηµιουργούν εκ νέου την κοινωνία καθ αυτή. Φαίνεται ότι οι πολιτικές και οικονοµικές επιλογές των τελευταίων ετών δεν είναι µόνο αδιάφορες προς αλλά χτυπούν ευθέως την κοινωνία στο σύνολό της και την ικανότητά της να διατηρήσει την επιβίωση και την κοινωνική συµβίωση των µελών της σε αξιοπρεπή επίπεδα. Τι κάνει το πολιτικό-οικονοµικό σύστηµα να προτιµά να θέσει σε κίνδυνο την αναπαραγωγή της κοινωνίας, την οποία αποµυζεί αντί να αλλάξει πολιτικές; 1 Μηχανισµός Στήριξης είναι ο όρος που χρησιµοποιείται στον δηµόσιο λόγο στην Ελλάδα και αναφέρεται στο σύνολο των Μνηµονίων, ανειακών Συµβάσεων και Προγραµµάτων Προσαρµογής που υιοθετήθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση http://www.minfin.gr/portal/en/resource/contentobject/contenttypes/genericcontentresourceobject,fil eresourceobject,arrayoffileresourcetypeobject/topicnames/economicpolicyprogram/resourcerepr esentationtemplate/contentobjectlistalternativetemplate
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 4 Για τους σκοπούς της παρούσας εργασίας, θεωρώ ότι είναι γνωστές οι κυριότερες συνθήκες σήµερα στην Ελλάδα. Τα ποσοστά ανεργίας είναι τα υψηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (27% και ανάλογα µε το µήνα θα µπορούσε να είναι λίγο πάνω από το ποσοστό αυτό) (Eurostat 2014). Η φτώχεια έχει αυξηθεί κατακόρυφα µε περισσότερο από το ήµισυ του πληθυσµού της χώρας να ζει κάτω ή γύρω από το όριο της φτώχειας (Zηκάκου 2014). Το εισόδηµα στην Ελλάδα έχει µειωθεί περίπου 23% τα τελευταία έξι χρόνια (Ινστιτούτο Εργασίας 2014: 63), η οποία µείωση είναι πρωτοφανής για χώρα σε καιρό ειρήνης. Ο σκοπός της µελέτης είναι να παρουσιάσει µια υπόθεση εργασίας µε πιθανές δυνατότητες εξήγησης όσον αφορά την κατάσταση στην Ελλάδα, η οποία χρειάζεται να ερευνηθεί και να εξεταστεί λεπτοµερώς στο µέλλον. Στην επόµενη ενότητα (2) παρουσιάζω τα θεωρητικά επιχειρήµατά µου, που χρησιµοποιώ για να κατανοήσω την οικονοµική κατάσταση στην Ελλάδα. Η τρίτη (3) ενότητα παρουσιάζει τις επιτυχίες και αποτυχίες της καπιταλιστικής πατριαρχίας στις διάφορες κοινότητες στη χώρα και η τέταρτη (4) ενότητα είναι η παρουσίαση των πρόσφατων νεοφιλελεύθερων πολιτικών ως δυστοπικών πολιτικών, οι οποίες αποτελούν µια συνειδητή επιλογή από τις άρχουσες τάξεις σε βάρος των παραγωγών. Η ενότητα πέντε (5) είναι µια σύντοµη παρουσίαση των πολιτικών όρων της δυστοπίας και η τελευταία ενότητα (6) περιέχει τα συµπεράσµατα της όλης συζήτησης. 2. Θεωρητικές προσεγγίσεις 2.1 Φεµινιστική θεωρία Σε αντίθεση µε την κυρίαρχη ανάλυση για την παραγωγική εργασία στην αγορά, δηλαδή τον οικονοµικό χώρο όπου οι συναλλαγές και εργασίες αποτιµώνται σε χρήµα και η αξία τους προσδιορίζεται από το αν είναι ενσωµατωµένες σε µια νοµισµατική σχέση ή όχι, η φεµινιστική θεωρία στα οικονοµικά, παρ όλο που προέρχεται από τη µαρξιστική σχολή, ξεκινά την ανάλυσή της µε επίκεντρο την εργασία που γίνεται από τις γυναίκες. Ειδικότερα, η εργασία που κάνουν οι γυναίκες στα νοικοκυριά και δεν πληρώνεται σε χρήµα (και για την κυρίαρχη θεωρία είναι «εξω-οικονοµική» παραγωγή), θεωρείται η βάση των παραγωγικών σχέσεων (Federici 2013, Fraser 2013, Dallacosta & Τζέιµς 1975): Πρώτον, επειδή αυτή η εργασία είναι βασική για την βιολογική και κοινωνική επιβίωση και την αναπαραγωγή των µελών του νοικοκυριού, του νοικοκυριού ως παραγωγικής µονάδας και, εν τέλει, της κοινωνίας, εκλαµβάνεται τόσο ως οικονοµικός χώρος όσο και ως πολιτισµική κατασκευή. Χωρίς την απλήρωτη εργασία των γυναικών µέσα στα νοικοκυριά σε µια πατριαρχική κοινωνία, η υπόλοιπη οικονοµία, πόσο µάλλον ο καπιταλισµός, δεν µπορεί να λειτουργήσει. Ως εκ τούτου, αν και δεν εµφανίζεται στα στατιστικά στοιχεία του ΑΕΠ ή σε οικονοµικές αναλύσεις της ανεργίας ή της παραγωγικότητας, είναι η υλική βάση της παραγωγής. εύτερον, διότι οι εν λόγω βασικές αναπαραγωγικές δραστηριότητες έχουν επιβληθεί στις γυναίκες µέσα από ένα ιεραρχικό σύστηµα αξιών που βασίζεται στη σεξιστική, πατριαρχική, ετεροκανονιστική ιδεολογία. Με άλλα λόγια, οι ιεραρχικά ανώτεροι, οι άνδρες, και οι αστοί άνδρες και γυναίκες, βλέπουν και καθορίζουν τη διεξαγωγή των εργασιών αυτών ως µειωτικές για τον εαυτό τους. Πολύ συχνά φέρνουν το εξαιρετικά καπιταλιστικό επιχείρηµα «αν θα µπορούσα να χρησιµοποιήσω το χρόνο µου πιο παραγωγικά γιατί να κάνω
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 5 µια δουλειά που µπορεί να κάνει µια γυναίκα που δεν έχει την εκπαίδευσή µου, τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητές µου;». Στην πραγµατικότητα, η γυναίκα που κάνει τις δουλειές του σπιτιού, ακόµα και για ένα µισθό, δεν είναι κατ ανάγκη λιγότερο µορφωµένη, µε λιγότερα ενδιαφέροντα και ικανότητες. Έχει απλώς λιγότερα χρήµατα και σίγουρα κατώτερη κοινωνική θέση - µια κατάσταση που την υποχρεώνει να αναλάβει την εργασία που αµείβεται λιγότερο και δεν θέλει να κάνει κανείς άλλος µε περισσότερη οικονοµική ισχύ. Τρίτον, διότι αυτές οι εργασίες είναι απολύτως απαραίτητες για οποιαδήποτε άλλη εργασία που πρόκειται να πραγµατοποιηθεί, ανεξάρτητα από το πόσο παραγωγική (δηλαδή κερδοφόρα σε ένα καπιταλιστικό πλαίσιο) αυτή η άλλη εργασία θα µπορούσε να είναι. Ακόµη και αν καθ αυτές οι αναπαραγωγικές εργασίες είναι τόσο απαραίτητες, υπάρχει το παράδοξο της υποτίµησης των εργασιών και των εργαζοµένων που χρειάζονται µια κοινωνία και µια οικονοµία για να επιβιώσουν και στη συνέχεια να είναι σε θέση να ασχοληθούν µε τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου όλων. Κατά συνέπεια, µιλάµε για µια αντιστροφή των εννοιών της παραγωγής και αξίας, δεδοµένου ότι αυτό που παράγει κατά κύριο λόγο την αξία και ενισχύει την παραγωγή αποτιµάται ως το λιγότερο. Και οι άνθρωποι που παρέχουν αυτήν την εργασία δεν είναι µόνο υποτιµηµένοι, αλλά είναι υποχρεωµένοι είτε συστηµικά/οικονοµικά είτε µε άµεση βία, να παρέχουν την εργασία τους, συχνά δωρεάν ή υπό κακές εργασιακές συνθήκες. Κατά συνέπεια, σε µια πατριαρχική οικονοµία το έργο της βιολογικής αναπαραγωγής της κοινωνίας, όπως η τεκνοποίηση, η παραγωγή τροφίµων, η καθαριότητα και υγιεινή, η ανατροφή των παιδιών, η εκπαίδευση και η συνεχιζόµενη κοινωνικοποίηση των νέων και των ενηλίκων, η θεραπεία των ασθενών, η φροντίδα των ηλικιωµένων, είναι οι πιο περιφρονηµένοι τοµείς της οικονοµίας, και σε οικονοµικό και πολιτικό επίπεδο ανήκουν στα δευτερεύοντα θέµατα του πολιτικού διαλόγου. Επιπλέον, δεδοµένου ότι το σύνολο της πολιτικής οικονοµίας αγνοεί αυτή την εργασία, ιδιαίτερα την εργασία που επιτελείται µέσα στα νοικοκυριά, οι ίδιοι τοµείς που είναι απαραίτητοι για την επιβίωση της κοινωνίας, καθίστανται επίσης προνοµιακές περιοχές του καπιταλισµού για την αρπαγή της οικονοµικής αξίας και υπεραξίας σε πρώτο επίπεδο, και από διαφορετικές οµάδες της κοινωνικής ιεραρχίας, ακόµη και αν τα µέλη τους µπορεί να ανήκουν σε αυτό που θα µπορούσε να ονοµαστεί εργατική τάξη. Έτσι, η αρπαγή που γίνεται σε βάρος των γυναικών, ή των ανδρών, που εκτελούν οικιακές εργασίες, καταλήγει κρυµµένη από τις ίδιες οικονοµικές αναλύσεις που ασχολούνται µόνο µε την εργασία και τον πλούτο που (φαίνεται να) παράγεται πίσω από τις χρηµατικές ροές της οικονοµίας. Εν συντοµία, ο καπιταλισµός δεν γίνεται αντιληπτός ως ένα ξεχωριστό σύστηµα από την πατριαρχία. Ο καπιταλισµός όχι µόνο δεν θα µπορούσε να υπάρξει χωρίς την πατριαρχία, αλλά είναι µια µορφή πολύ τεταµένης πατριαρχίας, τόσο όσον αφορά στην εκµετάλλευση των γυναικών όσο και στην πολιτική της έκφανση, µε αδιαφάνεια στα πολιτικά συστήµατα και βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων. 2.2. Μετα-αποικιακές προσεγγίσεις Μολονότι η Ελλάδα ως κράτος από το 1830 δεν έχει βρεθεί κάτω από τυπικό αποικιακό καθεστώς (ακόµη και αν θεωρήσουµε την Κατοχή από τη ναζιστική Γερµανία το 1941 µε 1944 ως αποικιακή), είναι ένα παράδειγµα εσωτερικού αποικισµού, τόσο
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 6 οικονοµικού όσο και πολιτικού και πολιτισµικού. Η κατασκευή έθνους-κράτους είναι επίσης ένα εργαλείο της καπιταλιστικής πατριαρχίας που έχει χρησιµοποιηθεί στη υτική Ευρώπη και στη συνέχεια σε άλλες περιοχές του πλανήτη, και υιοθέτησε αποικιακές πολιτικές και τακτικές κατά του ίδιου του πληθυσµού του, που είναι το «έθνος» για χάρη του οποίου έχει δηµιουργηθεί το κράτος. Ιδιαίτερη έµφαση δόθηκε στην καταστροφή ή ακόµα και την εγκατάλειψη και περιφρόνηση όλων αδιακρίτως των πρακτικών που δεν συνάδουν µε την καπιταλιστική ηµερησία διάταξη, στο πλαίσιο µιας ιδεολογίας εθνικής οικονοµίας. Σύµφωνα µε αυτή την ιδεολογία, όλοι οι πολίτες θα επωφεληθούν από την εθνική οικονοµία, εάν αυτή δεν βρει τελικά κανένα εµπόδιο εξαιτίας των παλαιών µη παραγωγικών πρακτικών και του συντηρητισµού που αποδίδεται από την προπαγάνδα σε όποιον δεν θέλει ή δεν µπορεί να συµµετάσχει σε µια κεφαλαιοποιηµένη οικονοµία. Με αυτόν τον τρόπο οι κοινότητες και οι πολιτικο-οικονοµικές δοµές τους που δεν υποστηρίζουν τον καπιταλισµό, στοχοποιήθηκαν. Ακόµη περισσότερο στοχοποιήθηκαν ή απεκρύβησαν ή καλύφθηκαν από το επίσηµο πατριαρχικό και δυτικοευρωπαϊκής προέλευσης νοµοθετικό πλαίσιο οι κοινοτικές πρακτικές που δεν ανήκουν στο πατριαρχικό αξιακό σύστηµα. Με µια γενική κατηγορία σκοταδισµού και εκµετάλλευσης, οποιαδήποτε κοινοτική πρακτική για αναδιανοµή, για εξοµάλυνση ανισοτήτων ή για χειραφέτηση των γυναικών, θεωρήθηκε εξίσου καταστροφική για την εθνική οικονοµία µε τις φεουδαρχικές πρακτικές και τις πρακτικές για την εκµετάλλευση των φτωχών. Η Ελλάδα υπήρξε ένα παράδειγµα αυτής της διαίρεσης και της προτεραιότητας του προοδευτικού συγκεντρωτικού κράτους επί των «πρωτόγονων» περιοχών (Hechter 1974, Peckham 2004). Σε αυτό το πλαίσιο εσωτερικού αποικισµού, οι παραγωγοί, άνδρες και γυναίκες, δεν θεωρούνται ότι είναι παθητικά όντα. Μάλλον, είναι άνθρωποι που έχουν ατοµικά και συλλογικά τη δική τους ηµερησία διάταξη, αλλά και ιδέες και εµπειρία τις οποίες προσπαθούν να διατηρήσουν, να αναπτύξουν και να επεκτείνουν, ανεξάρτητα από το τί θέλει να πετύχει η πολιτική του αποικισµού (Eduards 1994). Σε αντίθεση µε την κλασσική επαναστατική θεωρία, οι µετα-αποικιακές προσεγγίσεις εξετάζουν την αντίσταση όχι µόνο µέσα από την οργανωµένη δράση ανθρώπων και κοινοτήτων. έχονται επίσης ότι µπορεί να υπάρξει αντίσταση χωρίς επίσηµη οργάνωση είτε µε οριζόντιες δράσεις, προσαρµοσµένες στις συνθήκες ζωής αλλά και στις συνθήκες αποικιακής καταπίεσης. Ή µε τη διάδοση και υιοθέτηση πρακτικών που αποσκοπούν στην επίτευξη των απαιτήσεων των ανθρώπων που πλήττονται από τις εθνικές ή διακρατικές αποικιακές πολιτικές (Bayat 2000). Ως εκ τούτου, η ανάλυσή µου δεν αναζητά έναν επαναστατικό υποκείµενο το οποίο έχει οπωσδήποτε επίγνωση του εαυτού του και επίσης αυτο-παρουσιάζεται ως επαναστατικό. Επιδιώκει αντιπατριαρχικές και αντικαπιταλιστικές πρακτικές που τηρούν το βασικό κανόνα της αντίστασης, που είναι η αποτροπή της κοινωνικής διαµάχης µεταξύ των παραγωγών, είτε προχωρούν σε άµεσες και σαφείς πράξεις αντίστασης είτε σε καθηµερινές πρακτικές που διευκολύνουν ή αυξάνουν τις πιθανότητες επιβίωσης των κοινωνικών οµάδων που τίθενται στο κοινωνικό περιθώριο ή κάτω από την καπιταλιστική εκβιαστική πολιτική της φτώχειας. Αυτό ακριβώς είναι το εργαλείο για να κρίνουµε τί είναι αντίσταση και τί δεν είναι, επειδή αποτρέπει σίγουρα τους παραγωγούς από το να στρέφονται οι φτωχοί ο ένας εναντίον του άλλου και επειδή δεν αποδέχεται ιεραρχικές και εκµεταλλευτικές πρακτικές µεταξύ της εργατικής τάξης (π.χ. οι γυναίκες εργαζόµενες να δουλεύουν διπλά βάρδιες στο εργοστάσιο και στο σπίτι και αυτό να θεωρείται δίκαιη διευθέτηση για τους συζύγους τους που δεν εργάζονται στο σπίτι). Επίσης, είναι η αφετηρία για τη διεκδίκηση δηµόσιων πόρων που απαλλοτριώθηκαν από το έθνος-κράτος προς όφελος των καπιταλιστικών παραγόντων,
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 7 δηλαδή τους ισχυρούς του πολιτικού-οικονοµικού συστήµατος. Η διεκδίκηση αυτή µπορεί να µην είναι δυνατόν να γίνει ευθέως, αλλά στην πραγµατικότητα, ακόµη και η επανασύνδεση ηλεκτρικών γραµµών ή η κολλεκτιβοποίηση εγκαταλελειµµένης δηµόσιας γης για να γίνουν παιδικές χαρές είναι σοβαρή αντίσταση και διεκδικήσεις που επιτρέπουν και την κοινωνική επιβίωση και την µετατόπιση της κοινωνικής πάλης εναντίον των πραγµατικών υπαιτίων (Bayat 2000). Αυτή η αντίληψη των ανθρώπων που αντιστέκονται µε πολλού τρόπους είναι ακριβώς το αντίθετο προς τον µη ευέλικτο τύπο ανθρώπου, όπως παρουσιάζεται από την αποικιακή καπιταλιστική πατριαρχία, που δεν µπορεί παρά να είναι άντρας, λευκός, ευρωπαϊκής καταγωγής, µεσαίας τάξης, χωρίς κοινωνικές διασυνδέσεις και σίγουρα ιδιοκτήτης γης (Agathangelou & Ling 2006, Bhandar 2011, Richardson 2010). Θα συζητήσουµε αυτόν τον τύπο ανθρώπου πάλι στην ενότητα 3.1. 2.3. Η κοινωνική αναπαραγωγή ως ήσσων προτεραιότητα του συστήµατος (φεµινιστική θεωρία ξανά!) Πρόκειται για θεµελιώδες χαρακτηριστικό κάθε εκµεταλλευτικού συστήµατος να επιδιώκει µε κάθε τρόπο την αναπαραγωγή του. Ωστόσο, µιλώντας για την πατριαρχία γενικά και ειδικότερα για την καπιταλιστική πατριαρχία, είναι σαφές ότι η επέκταση αυτού του πολιτικο-οικονοµικού συστήµατος είναι εγγενώς σε σύγκρουση µε την αναπαραγωγή της κοινωνίας ως βιώσιµης δοµής, όπου όλα τα µέλη της µπορούν να επιβιώνουν ελεύθερα, να αναπτύσσουν την προσωπικότητά τους και να βελτιώνουν τη ζωή τους για τον εαυτό τους και τις κοινότητές τους. Η επέκταση της πατριαρχίας µέσα από την ατοµική ιδιοκτησία στα σώµατα (γυναικών, παιδιών, σκλάβων, δουλοπαροίκων, εργαζοµένων, πολιτών, διαδηλωτών κλπ) και τη γη (ιδιωτικοποίηση των κοινών, περιφράξεις, κατακερµατισµός οικοσυστηµάτων, υποβάθµιση του περιβάλλοντος, κ.λπ.) έδειξαν από την αρχή ότι η αναπαραγωγή της κοινωνίας ενδιαφέρει µόνο σε δεύτερο πλάνο, και στο βαθµό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για την επιβίωση του πατριαρχικού συστήµατος. Οποιαδήποτε άλλη αξίωση που θα φέρει την ισορροπία ανάµεσα στη φύση και την ανθρώπινη κοινωνία κρίνεται όχι µόνο παράξενη, παράλογη, ανύπαρκτη ή αµαρτωλή, ενάντια στη θέληση του θεού που έδωσε τη γη (ή τις γυναίκες) για να την εκµεταλλευόµαστε - αλλά και σε πλήρη αντίθεση µε την ανάγκη της πατριαρχίας να στερήσει από τους σκλάβους τα µέσα παραγωγής ώστε να µπορεί να τους εκβιάζει να παράγουν για το σύστηµα υπό τους όρους που η πατριαρχία θέλει. Όπως προαναφέρθηκε, η πατριαρχία και ακόµη περισσότερο ο καπιταλισµός υποτιµούν τα πάντα που σχετίζονται µε την αναπαραγωγή της κοινωνίας, σε σηµείο που να αρνούνται την αξία που παράγεται από την µη αµειβόµενη εργασία και να επιβάλλουν πολύ χαµηλούς µισθούς και άθλιες συνθήκες εργασίας σε όσους εργάζονται για την αναπαραγωγή της κοινωνίας. Την ίδια στιγµή, η πατριαρχία υπερτιµά ό,τι έχει σχέση µε την αναπαραγωγή του κυρίαρχου πολιτικο-οικονοµικού συστήµατος. Έτσι, η συσσώρευση του πλούτου σε ένα παλάτι ή σε µια υπεράκτια εταιρεία θεωρείται καλή, παραγωγική και ενισχύεται από τα θεσµικά όργανα, είτε ευθέως, µέσω νοµοθετικής εγγύησης, είτε εµµέσως, µη εφαρµόζοντας δήθεν αυστηρούς νόµους ή από τη γενική αδιαφορία για την εκµετάλλευση που κρύβεται κάτω µια συγκεκριµένη συσσώρευση.
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 8 Αυτό που καθιστά τον καπιταλισµό µια ιστορικά πολύ ειδική περίπτωση είναι ότι σε σύγκριση µε άλλες µορφές πατριαρχίας, ο καπιταλισµός είναι η πρώτη περίπτωση που δεν έχει οικονοµικά και πολιτισµικά όρια στην καταστροφή της φύσης και την καταστροφή των ανθρώπων και των κοινοτήτων. Αυτό δεν σηµαίνει ότι σε προηγούµενες ιστορικές περιόδους δεν υπήρχαν ισχυροί άνθρωποι που αποφάσισαν να καταστρέψουν ένα δάσος ή να σφάξουν ολόκληρα χωριά και πόλεις. Εντούτοις, αυτό δεν ήταν ποτέ η κυρίαρχη πρακτική ή ιδεολογία που καλύπτεται µε ηθικά χαρακτηριστικά όπως ανάπτυξη (ή παραγωγικές δυνατότητες), µεγέθυνση οικονοµίας (προς όφελος του συνόλου) και «εκπολιτισµός» εγχώριων και ξένων παραγωγών, είτε εντός των καθ αυτών ευρωπαϊκών χωρών, ή των επίσηµων αποικιών εκτός Ευρώπης. Η επεκτατική πρακτική του καπιταλισµού, συνεπώς, ήταν άνευ προηγουµένου και η γεωµετρική πρόοδος µεγέθυνσης που είναι εγγενής σε αυτό το πολιτικό οικονοµικό σύστηµα έχει ήδη οδηγήσει σε αδιέξοδα. Το περιβαλλοντικό αδιέξοδο έχει γίνει αδιαµφισβήτητο πρόβληµα, ακόµη και για τους θιασώτες της σύγχρονης µεθόδου οικονοµικής διαχείρισης. Τώρα, βιώνουµε αναµφίβολα την πλήρη ανάπτυξη της κρίσης κοινωνικής αναπαραγωγής (Peterson 1997, 2010). 3. Οι ελληνικές κοινωνίες και η καπιταλιστική πατριαρχία Χρησιµοποιώ τον όρο «κοινωνίες» αντί του ενικού της λέξης, γιατί η ελληνική κοινωνία είναι µάλλον µια γενίκευση η οποία δεν αντιπροσωπεύει τις διαφορετικές κοινωνικές και οικονοµικές δοµές µεταξύ των κοινοτήτων και των περιφερειών της χώρας. Η Ελλάδα µπορεί να είναι πιο οµογενοποιηµένη τώρα από ό,τι πριν από 150 χρόνια, αλλά αυτό δεν κάνει την οµογενοποίηση τελειωτική και τέλεια, ακριβώς το αντίθετο. εν επιχειρώ να αναλύσω τον καπιταλισµό στην Ελλάδα ως ένα οικονοµικό σύστηµα που έχει εισαχθεί µόνο από το ελληνικό κράτος. Ο ελληνικός λαός είχε µια αρκετά καλή εικόνα του καπιταλισµού, ακόµη και του πρώιµου καπιταλισµού, υπό την Ενετική και στη συνέχεια υπό την Οθωµανική κυριαρχία. Ωστόσο, για τους σκοπούς της παρούσας µελέτης, η ανάλυσή µου θα επικεντρωθεί στις αλλαγές και τις πολιτικές που έχουν υιοθετηθεί µετά το 1830, όταν το ελληνικό κράτος έχει συσταθεί και άρχισε να επεκτείνεται σε γεωγραφικό, αλλά κυρίως σε θεσµικό και πολιτικό επίπεδο. 3.1. Καπιταλιστικές πατριαρχικές επιτυχίες στην Ελλάδα εδοµένου ότι η Ελλάδα είναι µια περιοχή όπου ως επί το πλείστον επικρατούν πατριαρχικές δοµές, η καπιταλιστική πατριαρχία βρήκε πεδία εφαρµογής που ήταν ήδη διαθέσιµα σε διάφορες κοινότητες και τα ενίσχυσε. Οι πατριαρχικές δοµές των τοπικών κοινωνιών ήταν πολύ χρήσιµες για να πειθαρχούν τον πληθυσµό στο νέο καθεστώς που φιλοδοξούσε να κεφαλαιοποιήσει την οικονοµία, επειδή δεν ήταν µόνο οι γυναίκες και τα παιδιά που ήταν «αντικείµενα» του συστήµατος, αλλά και όλοι οι άνδρες οι οποίοι για οποιονδήποτε λόγο (για παράδειγµα, έχουν γεννηθεί µετά το πρωτότοκο αγόρι της οικογένειας) δεν ήταν αυτάρκεις ή δεν είχαν κανένα µέσο για να παράγουν για τον εαυτό τους. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτές οι πατριαρχικές δοµές συνδυάστηκαν επίσης µε τις τοπικές φεουδαρχικές και πελατειακές σχέσεις, που εκτός από το να είναι πατριαρχικές,
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 9 εκµεταλλευτικές και κατασταλτικές, έδωσαν στο ισχυρό της κάθε κοινότητας τα πρώτα (συσσωρευτικά) εργαλεία για να προσαρµοστεί στην καπιταλιστική εντατικοποίηση. Τα θεσµικά και οικονοµικά εργαλεία για να µετατρέψουν την κοινωνία σε µια κεφαλαιοποιηµένη οικονοµία είναι κάτι περισσότερο από ευκρινή και είναι αδύνατο να τα αγνοήσουµε. Το νοµικό σύστηµα της Ελλάδας είναι αντίγραφο των δυτικών και κεντροευρωπαϊκών νοµικών συστηµάτων, τα οποία ήταν ήδη σε προχωρηµένη φάση βιοµηχανικού καπιταλισµού. εν είναι τυχαίο ότι ο σύγχρονος ελληνικός Αστικός Κώδικας εισήχθη το 1946, στην πραγµατικότητα σε καιρό αδήλωτου εµφυλίου πολέµου. Η εισαγωγή του σύγχρονου Αστικού Κώδικα περιελάµβανε την απάλειψη όλων των παλαιών µορφών ατοµικής ιδιοκτησίας, ιδίως όσον αφορά στα γεωργικά εδάφη, οι οποίες επέτρεπαν πιο ισορροπηµένη κατανοµή της χρήσης γης µεταξύ των ανθρώπων από την απόλυτη αντίληψη της σύγχρονης ατοµικής ιδιοκτησίας, ή τουλάχιστον επέτρεπαν κάποιο χώρο αµφισβήτησης πάνω στο ακίνητο. Η εισαγωγή νέων διαδικασιών παραγωγής αποτελεί προτεραιότητα του ελληνικού κράτους, αν και δεν κατέστη πολύ επιτυχηµένη µέχρι τις τελευταίες δεκαετίες και φυσικά µετά το εύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο, ιδιαίτερα µετά τον εµφύλιο πόλεµο (1949). Εκτός από την εξωτερική και την εσωτερική µετανάστευση και την προλεταριοποίηση του πληθυσµού, ως συνέπεια αυτών των δύο πολέµων (1940-44, 1947-1949), δεν έχουµε καµία σαφή εικόνα σχετικά µε τις επιπτώσεις τους όσον αφορά στους τρόπους παραγωγής (Σακελλαρόπουλος 2010). Ακόµα χειρότερα, δεν έχουµε καµία πληροφόρηση σχετικά µε τις επιπτώσεις των πολέµων και πώς έδωσαν αυτοί στο ελληνικό κράτος περισσότερα εργαλεία µε την κατεστραµµένη ύπαιθρο, την απώλεια πληθυσµών, τη φτώχεια και την αύξηση του διεθνούς χρέους, για την επιβολή νέων τρόπων παραγωγής που δεν είχαν υιοθετηθεί σε προηγούµενες εποχές. υστυχώς, η περιφρόνηση για τους αγροτικούς τρόπους παραγωγής ήταν επίσης µέρος της µαρξιστικής παράδοσης (Hammen 1972: 700, Szporluk 1988: 45, 65, 190, Todorova 1994: 470) και είχε αρνητικά αποτελέσµατα για την κατανόηση των καθηµερινών αντιστάσεων των αγροτών ή για τη διεξαγωγή της έρευνας σε αυτό το πεδίο. Ένας άλλος πυλώνας της επίθεσης κατά των κοινοτήτων στην Ελλάδα υπήρξε το εκπαιδευτικό σύστηµα. Φυσικά, κανείς δεν λέει ότι το να έχουµε έναν πληθυσµό που είναι ως επί το πλείστον αναλφάβητος είναι ένα καλό πράγµα. Εντούτοις, η προώθηση του πώς οι άνθρωποι αντιλαµβάνονται τη γλώσσα, την τέχνη, τον πολιτισµό, την επιστήµη, και ακόµη και τη σχέση τους µε το κράτος και τους καπιταλιστές µε τους οποίους θα έρχονταν αντιµέτωποι, επρόκειτο να κατασκευαστεί µέσω του εκπαιδευτικού συστήµατος. Οι γυναίκες, για παράδειγµα, εκπαιδεύονταν κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι δεκτικές στον νέο εθνικό τους ρόλο, ως τροφοί και εργαζόµενες (Μαδυτινός ). Ένα άλλο παράδειγµα είναι η καταστολή των τοπικών διαλέκτων και ακόµη και άλλων γλωσσών που υπήρχαν (και υπάρχουν ακόµα) στον ελληνικό χώρο, ως µη αρµόζουσες στο σχέδιο για µια εθνική γλώσσα 1. Ο σηµαντικότερος άξονας, όµως, όσον αφορά στην κεφαλαιοποίηση της ελληνικής οικονοµίας, ήταν η αξιολόγηση της εργασίας και των επιµέρους εργασιών που πριν το 1830 1 Μια γλώσσα και µια διάλεκτος, περιέχουν, εκτός από πολλά άλλα πράγµατα, πολιτικές και οικονοµικές γνώσεις και ιστορία που αναπτύσσεται και µεταδίδεται µέσω της χρήσης της γλώσσας παράλληλα και µερικές φορές σε αντίθεση προς πολλές επίσηµες πηγές γνώσης.
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 10 πραγµατοποιούντο µέσα σε ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο. Η υποτίµηση του εγχώριου εργατικού δυναµικού και όλης της εργασίας που παρέχεται άνευ αποδοχών για άλλα µέλη του νοικοκυριού και για την κοινότητα, ήταν επιζήµια για όσους/όσες την πραγµατοποιούσαν. Η οικιακή εργασία θεωρήθηκε γυναικεία ακόµη περισσότερο, ενώ ακόµα και γενιές 70 ή 100 χρόνια πριν, θεωρούσαν φυσιολογικό ότι ένας άντρας φρόντιζε τα παιδιά, τα εκπαίδευε, ή φρόντιζε τον εαυτό του και την οικογένειά του, τουλάχιστον σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, και ήταν έτοιµος, δηλαδή είχε εκπαιδευτεί, να το κάνει αυτό (Dunaway 2001, Kalantaridis κ.ά. 1999). Προς την κατεύθυνση αυτή, σηµαντική συµβολή (ή καταστροφή) έφερε η αποικιακή ιδεολογία, όπως µεταφράστηκε µέσω της εθνικής ιδέας στην περίπτωση της Ελλάδας. Ακριβώς όπως και στον αποικισµένο κόσµο, το µοντέλο του ανθρώπινου πλάσµατος δεν έχει πολλαπλές εκφράσεις ή παραδείγµατα, ούτε τουλάχιστον περιλαµβάνει διάφορους τύπους ανθρώπου. Αντίθετα, εξυπηρετεί την καπιταλιστική πατριαρχική ηµερήσια διάταξη: ο άνθρωπος είναι άντρας, λευκός, µεσαίας τάξης, είναι σε θέση να κάνει τα πράγµατα και τους ανθρώπους γύρω του να είναι παραγωγικοί για τους δικούς του σκοπούς, δεν έχει καµία κοινωνική δέσµευση, ούτε υποχρεώσεις, αλλά είναι ιδιώτης περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, αρκετά παρόµοιος µε το υποκείµενο στην επικρατούσα οικονοµική θεωρία, γνωστό και ως οικονοµικός άνδρας - homo oeconomicus (Agathangelou & Ling 2006, Bhandar 2011, Mayes 2003, Pateman 1988, Richardson 2010). Επιπλέον, το πρότυπο αυτό ενισχύθηκε στην Ελλάδα και προωθήθηκε πολύ από τη δεκαετία του 1970 και εξής, που ήταν µια δεκαετία που συµπίπτει µε µια δικτατορία και µε την πάκτωση της καπιταλιστικής δηµοκρατίας στη χώρα και τη σταθεροποίηση των οικονοµικών σχέσεων µε τη δυτικοευρωπαϊκή οικονοµία. Η καπιταλιστική πατριαρχία και οι µισογυνικοί ετεροκανονιστικοί της άξονές έχουν ενισχυθεί τις τελευταίες δεκαετίες, παρά την αλλαγή του οικογενειακού δικαίου το 1983. Το µοντέλο του αδίστακτου άνδρα που επιδιώκει το κέρδος µε κάθε κόστος έχει υποστηριχθεί θεσµικά και συστηµατικά και από την ελίτ και από τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης, ως το µοντέλο προσωπικής καταξίωσης και επιτυχίας. 3.2. Καπιταλιστικές πατριαρχικές αποτυχίες στην Ελλάδα Παρά τη θλιβερή εικόνα, οι άνθρωποι που ζούσαν στη χώρα δεν ήταν παθητικοί δέκτες όλων αυτών των πολιτικών, µολονότι η θεωρία, ακόµη και τα κινήµατα, δεν έχουν αναγνωρίσει αντιστάσεις που διεξήχθησαν εναντίον της κεφαλαιοποίησης της οικονοµίας και της ενίσχυσης της πατριαρχίας. Πρώτα απ 'όλα, οι γυναίκες εκµεταλλεύθηκαν τις εσωτερικές αντιφάσεις της καπιταλιστικής πατριαρχίας προσπαθώντας να νικήσουν µε τους κανόνες του το σύστηµα όσο πιο καλά µπορούσαν. Αυτό ήταν αρκετά ευκολότερο για τις γυναίκες της µεσαίας τάξης που κατά περίπτωση µπορεί να έχουν περισσότερες πιθανότητες να έχουν πρόσβαση σε γη, κεφάλαιο και εκπαίδευση. Παρ όλα αυτά, όλες οι γυναίκες µείωσαν την αναπαραγωγική εργασία η οποία υποτιµάται στην καπιταλιστική πατριαρχία µειώνοντας τον αριθµό των παιδιών και αναβάλλοντας το γάµο (ΤΕΙ Αθήνας, Left.gr 2014). Επιπλέον, οι γυναίκες θα στραφούν στην εκπαίδευση όσο το δυνατόν περισσότερο, η οποία είναι µια εντελώς λογική επιλογή από ανθρώπους που αναζητούν κάποιον τίτλο ιδιοκτησίας και δεν έχουν κανένα κεφάλαιο, συνεπώς, η πιο εύκολη για αυτές επένδυση είναι η εκπαίδευση. Εδώ η ιδιοκτησία δεν έχει κυριολεκτική έννοια, αλλά µόνο την έννοια των «επαγγελµατικών δικαιωµάτων» που νοούνται ως δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε µια καλύτερα αµειβόµενη εργασία και
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 11 καλύτερες συνθήκες διαβίωσης αξιοποιώντας το πτυχίο τριτοβάθµιας εκπαίδευσης. Παρά το γεγονός ότι οι µισθοί των γυναικών είναι χαµηλότεροι από των ανδρών, όσο λιγότερη εκπαίδευση έχει µια γυναίκα, τόσο αυξάνει το µισθολογικό χάσµα µε τους άνδρες (αλλά και µε τις µορφωµένες γυναίκες) (OECD 2013, 2014a, 2014b: 57, 61, 67). Η εκβιοµηχάνιση της παραγωγής τροφίµων δεν έχει ολοκληρωθεί. Πρώτα απ 'όλα, η µικρή ιδιοκτησία και οι µικρές γαίες, όπου ήταν διαθέσιµες ή προσβάσιµες, χρησιµοποιήθηκαν για την παραγωγή τροφίµων, τουλάχιστον «για τα παιδιά». Αυτό σηµαίνει ότι ακόµη και οι αγρότες που ξεκίνησαν βιοµηχανική γεωργία για εµπόριο, διατήρησαν και αυτοί τις προηγούµενες µεθόδους παραγωγής, ιδιαίτερα αν ήθελαν να παρέχουν καλής ποιότητας φαγητό στα παιδιά της οικογένειας. εύτερον, η βιοµηχανική γεωργία απαιτεί κεφάλαια προκειµένου να πραγµατοποιηθεί και αυτά δεν ήταν διαθέσιµα ή διαθέσιµα µε λογικούς όρους για τους φτωχούς εργάτες της υπαίθρου. Πολλά παραδοσιακά φυτά για γεωργία, καλλιεργητικές µέθοδοι και παραδοσιακή τεχνογνωσία έχουν διατηρηθεί επειδή οι φτωχοί άνθρωποι διατήρησαν τους παλιούς τρόπους καλλιέργειας καθώς οι νέοι τρόποι ήταν πάρα πολύ ακριβοί για να τους αντέξουν οικονοµικά. Τρίτον, οι άνθρωποι έχουν επίγνωση της υποβάθµισης του περιβάλλοντος που φέρνει η βιοµηχανική γεωργία, και για αυτό προσπάθησαν να διατηρήσουν τους παλιούς τρόπους καλλιέργειας όσο µπορούσαν. Η γεωγραφία της χώρας, η διασπορά των µικρών ιδιοκτησιών και η µικρο-κλιµατική ποικιλία πιθανότατα βοήθησε ώστε η βιοµηχανική γεωργία, η οποία χρειάζεται πολύ µεγάλες εκτάσεις, να µην είναι πραγµατικά εύκολο να εφαρµοστεί, δηλαδή διευκόλυνε την αντίσταση (Chatzikiriakou et al. 2011). εν έχει γίνει στην Ελλάδα καµία έρευνα µε εκείνη που πραγµατοποιήθηκε από τον Taussig (2010) στη Λατινική Αµερική, σχετικά µε το πώς αυτοί οι µη καπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής πραγµατικά λειτουργούν µέσα στην οικονοµία. Η µικρή ιδιοκτησία, ειδικότερα, δεν ήταν ένας θεσµός που υποστήριξε την κεφαλαιοποίηση µόνο της οικονοµίας. Στην πραγµατικότητα, η µικρή ιδιοκτησία στην Ελλάδα έχει λειτουργήσει µε πολλούς τρόπους, ανάλογα µε την κοινότητα στην οποία υπάρχει. Για παράδειγµα, κοινότητες στην Ελλάδα όπου η κοινωνική θέση των γυναικών είναι καλύτερη, έχουν διαφορετική κατανοµή της ιδιοκτησίας γης και διαχείρισης γαιών από τις κοινότητες όπου η θέση των γυναικών είναι καταπιεσµένη. Η µικρή ιδιοκτησία σε γενικές γραµµές, είναι πολύ συνηθισµένη στην Ελλάδα και αυτό έχει επικριθεί από αυτούς που ανήκουν στη λεγόµενη εκσυγχρονιστική ή νεοφιλελεύθερη πλευρά ως ένα πολύ κακό χαρακτηριστικό της οικονοµίας, που δεν επέτρεψε τη δηµιουργία προλετάριων που θα µπορούσαν να στηρίξουν την καπιταλιστική ανάπτυξη ( οξιάδης 2010). Παρά το ότι η ατοµική ιδιοκτησία είναι βασικός πατριαρχικός θεσµός, εντός ορισµένων πλαισίων δεν επιδείνωσε την προλεταριοποίηση του πληθυσµού, αλλά αντιθέτως, λειτούργησε ως µέσο αντίστασης στην προλεταριοποίηση καθ αυτή. Βέβαια, αυτό δεν συνέβη χωρίς συνεχή προσπάθεια από τις καθηµερινές πρακτικές των αγροτών, αλλά και από τα κινήµατα που είχαν να αντιµετωπίσουν την ίδια στιγµή, την τάση συγκέντρωσης της γης από τους πλούσιους, τους εθνικούς και διεθνείς όρους εµπορίου και τις πολιτικές του ελληνικού κράτους που ήθελε εκβιοµηχάνιση της οικονοµίας (Chatzikiriakou et al. 2011, Σεφεριάδης 1999). Επιπλέον, σε πολλές κοινότητες στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στα νησιά, τα δικαιώµατα ατοµικής ιδιοκτησίας είναι απόλυτα εναντίον του κράτους, αλλά µεταξύ των µελών της κοινότητας υπάρχουν άλλοι κανόνες για την κοινή χρήση αυτού που έχει καταχωρηθεί ως ιδιωτική περιουσία, για την κοινή καλλιέργεια και την διανοµή της σοδειάς. Τέλος, η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στην Ευρώπη, δεν είχε κυνήγι µαγισσών καθόλου, πόσο µάλλον ότι ακόµη και σήµερα θεωρείται φυσιολογικό οι γυναίκες να ξέρουν, να εκπαιδεύουν η µια την άλλη και να χρησιµοποιούν την παραδοσιακή ιατρική,
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 12 αν και φυσικά η συµβατική ιατρική επικρατεί και παρέχεται στις περισσότερες περιπτώσεις ως η κατάλληλη µέθοδος θεραπείας. Ακόµα και η ιατρική στην Ελλάδα έχει µια διαφορετική νοοτροπία µε τους γιατρούς των δύο φύλων να διάκεινται κατά κάποιον τρόπο µε σεβασµό στην παραδοσιακή ιατρική. Αν προσθέσουµε σε αυτό τα διάφορα συστήµατα ιδιοκτησίας που υπήρχαν στην Ελλάδα µέχρι πολύ πρόσφατα (ας πούµε τουλάχιστον µέχρι το Β Παγκόσµιο Πόλεµο) και τις διάφορες ιδιοκτησιακές πρακτικές σε αρκετές κοινότητες που υπερβαίνουν ή αντιτίθενται στο επίσηµο νοµικό σύστηµα, έχουµε µια οικονοµία και κοινωνία η οποία δεν µπορεί να εύκολα να τεµαχιστεί στο πειθαρχηµένο προλεταριάτο που θα ήλπιζε κανείς να έχει για µια τυπική καπιταλιστική οικονοµία. 4. Η επιλογή της δυστοπίας Οι συνθήκες στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ καλές από την άποψη της οικονοµίας και του χρήµατος, τόσο σε επίπεδο δηµόσιας διοίκησης όσο και στο επίπεδο των συνθηκών διαβίωσης για την πλειοψηφία. Μέσα από την έρευνα πεδίου έχω συναντήσει πολλούς ανθρώπους που διηγήθηκαν σκοτεινές συνθήκες εργασίας, ακόµη και σε δεκαετίες, όπως αυτή του 1980 οι οποίες περιγράφονται ως ευηµερούσες στην επικρατούσα πολιτική αφήγηση για την Ελλάδα. εν έχει γίνει ιστορική έρευνα σχετικά µε την απορρύθµιση της εργατικής νοµοθεσίας, αλλά από τις δικές µου διαπιστώσεις, φαίνεται ότι αυτή έχει αρχίσει αρκετά νωρίτερα από το 2008 ή το 2000 (στην πραγµατικότητα, στις αρχές της δεκαετίας του 1980) και ήταν πάρα πολύ έµφυλη για να γίνει αντιληπτή από τον κυρίαρχο ανδροκεντρικό πολιτικό λόγο, είτε αυτός ήταν νεοφιλελεύθερος είτε αντικαπιταλιστικός. 4.1. υστοπικές πολιτικές πριν το 2010 Ωστόσο, ακόµη και αν κοιτάξουµε την Ελλάδα, για παράδειγµα, τις τελευταίες δεκαετίες, βρίσκουµε το ίδιο µοτίβο: απορρύθµιση των εργασιακών σχέσεων σε βάρος των γυναικών, των οποίων οι χαµηλοί µισθοί και οι επισφαλείς θέσεις εργασίας εξυπηρέτησαν το πατριαρχικό νοικοκυριό µε δύο τρόπους. Πρώτον, οι γυναίκες έφερναν χρηµατικό εισόδηµα στο νοικοκυριό, αλλά χωρίς να ανατραπεί πραγµατικά η ιεραρχία του άντρα κουβαλητή. εύτερον, παρείχαν µη αµειβόµενη οικιακή εργασία που βοηθούσε το νοικοκυριό και τους άνδρες εργαζόµενους να τα βγάλουν πέρα χωρίς αύξηση του µισθού ή κατά τη διάρκεια µισθολογικών περικοπών. Οι χαµηλά αµειβόµενες και επισφαλείς θέσεις εργασίας για τις γυναίκες τες ανάγκασε επίσης είτε να επιλέξουν µια δουλειά µόνο αν αυτό ήταν απολύτως αναγκαίο ή να αποδεχθούν θέσεις µερικής απασχόλησης, δεδοµένου ότι ήταν ήδη καταπονηµένες στο σπίτι. Έτσι, η καπιταλιστική πατριαρχία πλήρωνε τις γυναίκες όσο το δυνατόν λιγότερο διατηρώντας τους µισθούς των γυναικών χαµηλότερους από εκείνους των ανδρών, ιδίως αν οι γυναίκες δεν είχαν τριτοβάθµια εκπαίδευση, και διατηρούσε τους άνδρες εργαζοµένους ευχαριστηµένους ότι θα έχουν εξασφαλισµένη δωρεάν εργάτρια στο σπίτι αφού δεν θα µπορεί να βρει µια καλύτερη θέση εργασίας πλήρους απασχόλησης µακριά από το νοικοκυριό (Kalantaridis et al. 1999, OECD 2013, 2014a).
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 13 Σε αυτήν την απορρύθµιση χρειάζεται κανείς να προσθέσει τη µετανάστευση και το δουλεµπόριο, διότι η Ελλάδα υπήρξε χώρα υποδοχής µεταναστών ή λειτουργεί ως ενδιάµεσο σταθµό στην προσπάθειά τους να φτάσουν στις χώρες της υτικής Ευρώπης. Με άλλα λόγια, η καπιταλιστική πατριαρχία χρειάζεται οι παραγωγοί να είναι οι φτωχοί και όσο το δυνατόν πιο αποσυνδεδεµένοι από τις κοινότητές τους. Οι τοπικοί παραγωγοί στην Ελλάδα δεν θα µπορούσαν να υποβληθούν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας τόσο εύκολα όσο χρειάζεται, λόγω των δοµών που περιγράφονται στην προηγούµενη ενότητα. Έτσι, η καπιταλιστική πατριαρχία "εισάγει" παραγωγούς, άνδρες και γυναίκες, προκειµένου να ασκήσει σε αυτούς πιέσεις που δεν µπορούν να ασκηθούν στον ντόπιο πληθυσµό, και να επιτύχει τα αντίστοιχα κέρδη και τη µεταφορά του πλούτου υπέρ των λίγων πλουσίων. Η σχεδόν θανατηφόρα επίθεση µε οξύ στην Κωνσταντίνα Κούνεβα, καθαρίστρια στο σταθµό του µετρό της Αθήνας και συνδικαλίστρια τον εκέµβριο του 2008 (Walsh 2013) σηµάδεψε όλες αυτές τις πολιτικές σε βάρος της εργατικής τάξης και έδειξε µε πολύ σαφή τρόπο ποιός είναι ο σκοπός του καπιταλιστικού συστήµατος: η αναπαραγωγική εργασία πρέπει να είναι πολύ φθηνή και οι γυναίκες εργαζόµενες πρέπει να την κάνουν αλλιώς η ζωή τους είναι σε κίνδυνο. υστυχώς, οι πατριαρχικές νοοτροπίες εντός των κινηµάτων δεν επέτρεψαν (µε κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις) την ανάλυση των εξαιρετικά έµφυλων νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην Ελλάδα ως κεντρικών για την επίθεση στην τάξη των παραγωγών εν γένει, Στο πλαίσιο αυτό, οι παραγωγοί είναι εµφανής εργατική τάξη όπως είναι οι εργάτες σε εργοστάσιο, ή συγκεκαλυµµένη εργατική τάξη, όπως µικροί επαγγελµατίες και ελεύθεροι επαγγελµατίες που εξαρτώνται από την εργασία τους χωρίς να έχουν υπαλλήλους για την παραγωγή του καθηµερινού τους εισοδήµατος. 4.2. υστοπικές πολιτικές µετά το 2010 Τα παραπάνω ήταν ένα µείζον πολιτικό και στρατηγικό λάθος εκ µέρους των παραγωγών, των κινηµάτων, ακόµη και των ακτιβιστών και των θεωρητικών του αντικαπιταλιστικού αγώνα. Η υιοθέτηση των πολιτικών λιτότητας οδήγησε στην πλήρη απορρύθµιση των εργασιακών σχέσεων για όλη την εργατική τάξη και στην «εκθήλυνση/feminisation» της εργασίας ακριβώς επειδή η καθιερωµένη κατώτερη θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας λειτούργησε και λειτουργεί σε βάρος των συνθηκών εργασίας όλων (Barker & Feiner 2010). Κρατάω τον όρο «εκθήλυνση» εδώ, γιατί ανεξάρτητα του πόσο θα ήθελα να µην είναι οι γυναίκες το τµήµα της εργατικής τάξης όπου οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές έχουν κατά προτεραιότητα επιβληθεί, δεν µπορώ να αγνοώ τις έµφυλες επιλογές του νεοφιλελευθερισµού για να επιτεθεί πρώτα στο πιο ευάλωτο τµήµα των παραγωγών. Και οι γυναίκες είναι ευάλωτες συνεχώς, επειδή η πατριαρχία τους αναθέτει ορισµένες εργασίες και στη συνέχεια υποτιµά τόσο τις εργασίες όσο και τις γυναίκες. Με πρακτικούς όρους, η καπιταλιστική πατριαρχία καθιστά τις συνθήκες εργασίας των γυναικών γενικό πρότυπο για όλους τους εργαζόµενους, ανεξαρτήτως φύλου. Οι συνθήκες υπό τις οποίες πραγµατοποιούνται η µετανάστευση και το δουλεµπόριο έχουν επιδεινωθεί ακόµη περισσότερο. Η ανεργία στην Ελλάδα και µια εξαπλούµενη εθνικιστική νοοτροπία, προωθούµενη περαιτέρω από ένα ναζιστικό κόµµα που επιτίθεται σε µετανάστες ακόµη και µέρα µεσηµέρι, έφεραν τους περισσότερους µετανάστες σε πολύ κακή κατάσταση. Επιπλέον, αν δεν έχουν ένα ορισµένο ποσό εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ανά έτος, χάνουν την άδεια εργασίας τους, έτσι πολλοί µετανάστες εργάζονται δωρεάν µόνο για να λάβουν τα ένσηµα που τους εξασφαλίζουν την ελευθερία τους. Πολλοί έχουν
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 14 εγκαταλείψει τη χώρα και πολλοί άλλοι βρίσκονται σε καθεστώς δουλείας, µερικές φορές και επίσηµα. Τα στρατόπεδα κράτησης για τους µετανάστες είναι ακριβώς τα µέρη όπου οι µετανάστες που συνελήφθησαν χωρίς άδεια παραµονής φυλακίζονται για αόριστο χρονικό διάστηµα χωρίς πρόσβαση σε επαρκή τροφή ή υγειονοµική περίθαλψη. Σε τελική ανάλυση, τα στρατόπεδα κράτησης, που ονοµάζονται ανεπίσηµα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» στην Ελλάδα, είναι χώροι φυλάκισης ανέργων (Smith 2014). Προς το παρόν, οι άνεργοι είναι πολίτες από την Ασία και την Αφρική, δηλαδή οι πολίτες του παγκόσµιου Νότου και η κράτησή τους σηµατοδοτεί την εγγενή αποικιακή πτυχή του νεοφιλελευθερισµού. Υπάρχει σηµαντική αύξηση της βίας κατά των γυναικών όλων των τάξεων (ThePressProject 2013). Η βία στο σπίτι συνδυάζεται µε συστηµική βία κατά των γυναικών. Ένα παράδειγµα είναι οι διάφορες επιπτώσεις στην υγεία των γυναικών, λόγω της γενικής µείωσης στην παροχή υγειονοµικής περίθαλψης από τις δηµόσιες υπηρεσίες. Η στέρηση κάλυψης ιατροφαρµακευτικής περίθαλψης ακόµη και για σοβαρές ασθένειες όπως ο καρκίνος ή οι καρδιακές παθήσεις και για πολλές προληπτικές ιατρικές εξετάσεις και η µείωση της έκτασης και της ποιότητας των κοινωνικών υπηρεσιών επηρεάζει τις γυναίκες µε διάφορους τρόπους, κυρίως επειδή η υγεία τους αντιµετωπίζει σοβαρούς κινδύνους λόγω της αναπαραγωγικής τους δραστηριότητας (Βενιζέλος 2014). Η επίθεση την άνοιξη του 2012 στις φτωχές γυναίκες που ήταν θετικές στον ιό HIVκαι παρουσιάστηκαν ως "υγειονοµική βόµβα στα θεµέλια της ελληνικής οικογένειας" και έχουν ψευδώς κατηγορηθεί για παράνοµη πορνεία και µετάδοση του ιού HIV στους πελάτες τους, σηµατοδοτεί την εντατικοποίηση των πολιτικών ενάντια στην εργατική τάξη. Οι γυναίκες αθωώθηκαν, καθώς έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι πόρνες και ότι δεν υπέπεσαν σε παράνοµη πράξη, εκτός από το να βρίσκονται σε άσχηµες συνθήκες διαβίωσης µε µια σοβαρή ασθένεια. Παρ όλα αυτά, η ιστορία τους (υποβλήθηκαν σε υποχρεωτικές ιατρικές εξετάσεις, οι φωτογραφίες τους, τα ονόµατα, οι διευθύνσεις και τα στοιχεία των οικογενειών τους είχαν µεταδοθεί διαδικτυακά) λειτούργησε ως τροµοκράτηση των φτωχών ανθρώπων οι οποίοι θα µπορούσαν να είναι άρρωστοι ή θα µπορούσαν να εργάζονται πραγµατικά στη βιοµηχανία του σεξ και τώρα δεν µπορούν να ζητήσουν ιατρική περίθαλψη επειδή, φοβούνται ότι θα υποβληθούν στην ίδια ποινικοποιητική και ταπεινωτική διαδικασία (EnetEnglish 2014). Σε όλα αυτά χρειάζεται να προστεθεί και το βαρύ πρόγραµµα ιδιωτικοποιήσεων που αποτελεί βασικό άξονα του Μηχανισµού Στήριξης. Φυσικοί πόροι και δηµόσιες υποδοµές ιδιωτικοποιούνται µε ταχύ ρυθµό, συνήθως σε πολύ χαµηλές τιµές, έτσι ώστε το δηµόσιο να φαίνεται ότι έχει κάποιο εισόδηµα. Οι ιδιωτικοποιήσεις φυσικά στερούν από όλους τους ανθρώπους, αλλά κυρίως τους φτωχότερους µεταξύ του πληθυσµού από τα έσχατα για αυτούς µέσα (ανα)παραγωγής, που είναι τα κοινά (Baland & Francois 2005). Τέλος, η απότοµη µείωση των δηµοσίων δαπανών οδήγησε στη µείωση των κοινωνικών υπηρεσιών και των παροχών που κάλυπταν µεγάλο µέρος της αναπαραγωγικής εργασίας που απαιτείται ώστε να επιβιώνουν τα νοικοκυριά και η κοινωνία. Η συρρίκνωση των δηµόσιων υπηρεσιών υποχρεώνει τους παραγωγούς (κυρίως τις γυναίκες σε µια πατριαρχική κοινωνία, καθώς θεωρούνται αυτές που «από φύση» κάνουν τις οικιακές εργασίες) να παράγουν οι ίδιοι ό,τι η υποχώρηση του κράτους πρόνοιας δεν παρέχει πια. Η φτώχεια έχει αυξηθεί κατακόρυφα, πράγµα που σηµαίνει ότι τα µέλη του νοικοκυριού πρέπει να εργάζονται περισσότερο και να ικανοποιούν τις ανάγκες τους µε λιγότερα µέσα, ενώ λαµβάνουν πολύ λιγότερα έσοδα από ό,τι ελάµβαναν πριν από πέντε χρόνια. Με άλλα λόγια, η αναπαραγωγή της κοινωνίας έχει µεταφερθεί σε µεγαλύτερο βαθµό στους ώµους των
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 15 φτωχότερων, ιδίως των γυναικών, και η αναπαραγωγή των ίδιων των ανθρώπων γίνεται µε πολύ λιγότερα έξοδα εκ µέρους των καπιταλιστών και του κράτους. 5. Η δυστοπία είναι επιλογή. Και τώρα τι; Σαν να µην έφταναν ήδη οι συνθήκες που περιγράφονται στις προηγούµενες ενότητες, οι δυστοπικές πολιτικές πρέπει να αυτό-ενισχύονται προκειµένου να εξασφαλιστεί ότι δεν υπάρχει αποτελεσµατική αντίσταση ή ακόµα και αν υπάρχει κάποια, αυτή δεν είναι σε θέση να υποκαταστήσει βασικούς άξονες σκέψης και δράσης στη θέση του υπάρχοντος πολιτικού οικονοµικού συστήµατος. Η Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ φεµινιστικός αντι-εθνικιστικός παράδεισος, αλλά κατά τη διάρκεια της τελευταίας τετραετίας ο σεξισµός, η πατριαρχία και ο εθνικισµός έχουν προωθηθεί ως κυρίαρχη και πιο ευνοούµενη ιδεολογία από τις ελίτ, την κυβέρνηση και τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης. Στην πραγµατικότητα, ο σεξισµός, η πατριαρχία και ο εθνικισµός δεν είναι µόνο συνυφασµένα αλλά είναι και η εύκολη λύση για τη διατήρηση της καπιταλιστικής ιεραρχίας και εκµετάλλευσης, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε οργανωµένη αντίσταση που µπορεί να προκύψει στο µέλλον. Έχουµε ήδη επισηµάνει ότι οι πατριαρχικές και σεξιστικές συµπεριφορές εµπόδισαν τη θεωρητική και πρακτική αντίσταση ενάντια στην απορρύθµιση των συνθηκών εργασίας των γυναικών και αυτό οδήγησε στην εύκολη απορρύθµιση των συνθηκών εργασίας όλων. Οι ίδιες νοοτροπίες δίνουν θεωρητικά και πρακτικά εργαλεία σε όποιον ή οποιαδήποτε οµάδα θέλει να αναπαραγάγει το σύστηµα, να το κατορθώσουν αποκτώντας προνόµια, τουλάχιστον το προνόµιο να µεταφέρουν τη δική τους αποστέρηση πολιτικής ισχύος σε έναν άνθρωπο ευρισκόµενο σε πιο µειονεκτική θέση από τους ίδιους. Η αναδιάρθρωση της οικονοµίας µε τρόπο που να επιτίθεται στην πλειοψηφία και να µεταφέρει πλούτο από αυτήν στους λίγους, δεν µπορεί να συµβεί χωρίς µια θεσµική και πολιτική µετατόπιση όπου τα θεσµικά όργανα και η πολιτική ζωή απλώς µετατρέπονται να υπηρετούν τη νεοφιλελεύθερη ηµερησία διάταξη και µόνο αυτή. Υπάρχουν συνεχείς συνταγµατικές παραβιάσεις από την αντι-συνταγµατική νοµοθεσία που εγκρίθηκε µε µησυνταγµατικούς τρόπους. Στην ελληνική νοµική ορολογία, αυτό ονοµάζεται παρασύνταγµα. Αυτός είναι ένας όρος που χρησιµοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τη µη συνταγµατική νοµοθεσία που εγκρίθηκε από το ελληνικό κράτος σε ταραχώδεις, συνήθως µη δηµοκρατικές εποχές, όπου οι κοµµουνιστές και αριστεροί διώκονταν και οι καπιταλιστές χρειάζονταν περισσότερες εγγυήσεις για τη διασφάλιση των κερδών τους (.Μ. 2014). Με άλλα λόγια, η πολιτική καταπίεση έχει γίνει η νέα επίσηµη οµαλότητα. Η στέρηση του πληθυσµού από βασικά αγαθά, όπως η ενέργεια, το νερό, τα τρόφιµα, η θέρµανση, η υγειονοµική περίθαλψη, η εκπαίδευση, είναι επίσης ένα εργαλείο που από µόνο του επιτρέπει να εφαρµοστούν περισσότερες νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Οι άνθρωποι πρέπει να µένουν απασχοληµένοι µε την κάλυψη των βασικών αναγκών και δεν έχουν το χρόνο, τα µέσα και την αντοχή να σκεφτούν µε ένα σφαιρικό τρόπο ή να οργανώσουν αντιστασιακές πρακτικές. Η πλειοψηφία είναι παγιδευµένη σε αυτή τη βασική άµυνα ακριβώς διότι χωρίς αυτήν δεν µπορεί να επιβιώσει. Έτσι, η πολιτική συνίσταται στο να τους κρατά απασχοληµένους µε την καθηµερινή επιβίωση - µια πρακτική που ήταν αρκετά αποτελεσµατική σε ολόκληρη τη µετα-αποικιακή εποχή.
Σωτηροπούλου Ειρήνη (2014) Η ελληνική οικονοµία ως αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας 16 Παρ όλα αυτά, άλλες επιλογές δεν υπάρχουν; εν είµαι σε θέση να διατυπώσω ενδεχόµενες λύσεις, καθώς αυτό είναι και πρέπει να είναι ένα συλλογικό έργο. Ωστόσο, από τα παραπάνω είναι προφανές ότι υπάρχει ανάγκη να επανεξετάσουµε τη θεωρία, ιδίως τα ζητήµατα που σχετίζονται µε το ποιός παράγει τί, είτε εµφανίζεται στο ΑΕΠ είτε όχι, και να αναγνωρίσουµε αντιστάσεις ή δηµιουργικές πρακτικές που έκαναν την καπιταλιστική επίθεση να είναι πιο επιθετική εδώ από ό,τι στην άλλα µέρη της Ευρώπης. Χρειάζεται επίσης να συζητηθεί η πολιτική στάση των κινηµάτων που δεν ασχολούνται µε την διασύνδεση πατριαρχικών και καπιταλιστικών δοµών και πώς ο καπιταλισµός χρησιµοποίησε αυτήν την αδιαφορία για τα γυναικεία δίκαια ενάντια στην εργατική τάξη στο σύνολό της. Η επανεξέταση της θεωρίας θα ήταν πρακτική από την άποψη αυτή, και θα ήταν ακόµη πιο αποτελεσµατική, εάν επανεξετάζαµε το ρατσιστικό στοιχείο της καπιταλιστικής πατριαρχίας που συνήθως λησµονείται (Peterson 2012). Τέλος, υπάρχει ανάγκη να επαναξιολογήσουµε τις µη καπιταλιστικές γνώσεις και δοµές που επιβιώνουν ή προκύπτουν µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο στη χώρα και να δούµε ποιές από αυτές και υπό ποιές προϋποθέσεις µπορούν να υιοθετηθούν, τροποποιηθούν ή βελτιωθούν προκειµένου να κατασκευαστούν τυχόν εναλλακτικές λύσεις. Ακόµη και κατά τη διάρκεια της διδακτορικής µου έρευνας έπρεπε να αντιµετωπίσω δεδοµένα που αποκάλυπταν ότι υπάρχουν οικονοµικές πρακτικές ή δοµές που γίνονται αντιληπτές ως στερεότυπα ή δεν λαµβάνονται υπ όψη ώστε να διευκολύνεται η καπιταλιστική προέλαση. Ανακάλυψα επίσης µε την ευκαιρία της έρευνάς µου για τους µη κυρίαρχους τρόπους συναλλαγής ότι αγνοούµε µεγάλο µέρος οικονοµικής και κοινωνικής γνώσης ακριβώς επειδή είµαστε εκπαιδευµένοι να βλέπουµε και να κατανοούµε µόνο ό,τι επιτρέπεται να κατανοούµε, εκτός και εάν ένα ταρακούνηµα, όπως η λεγόµενη κρίση, κάνει τους ανθρώπους, ακόµη και ακαδηµαϊκούς, να επανεξετάσουν τις απόψεις τους (Sotiropoulou 2012). Κινήµατα και ανατρεπτικές καθηµερινές συλλογικές πρακτικές, παρά τις αδυναµίες τους, είναι το µόνο που έχουµε να αντεπιτεθούµε, αλλά και να µάθουµε πέρα από την παρεχόµενη κυρίαρχη γνώση (Icaza & Vazquez 2013). 6. Επίλογος Πέρα από το πολιτικό οικονοµικό ερώτηµα, η συζήτηση της υπόθεσης εργασίας άν οι οικονοµικές συνθήκες στην Ελλάδα είναι µια συνειδητή επιλογή εναντίον των παραγωγών οι οποίοι ήδη αντιστέκονταν στην καπιταλιστική πατριαρχία, έχει διάφορες συνέπειες από την άποψη της θεωρίας και της έρευνας. Πρώτον, είδαµε ότι δεν µπορούµε να αγνοούµε πλέον την έµφυλη δοµή του καπιταλισµού. Αν η ανάλυση πρέπει να είναι αντικαπιταλιστική, θα πρέπει επίσης να είναι αντισεξιστική και αντιπατριαρχική. Και αυτό σηµαίνει ότι δεν µπορούµε να αγνοούµε πλέον την εµπειρία όλων των κοινωνικών οµάδων που ακόµα και στα αντικαπιταλιστικά κινήµατα εργάζονται σκληρά, αλλά η φωνή τους δεν ακούγεται ή αποσιωπάται ωσάν να «κατακερµατίζουν το κίνηµα»: οι γυναίκες, οι οµοφυλόφιλοι, οι µετανάστες, τα παιδιά, οι ηλικιωµένοι, οι άνθρωποι µε ειδικές ανάγκες.