Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2012

Σχετικά έγγραφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η 85/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 39/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 161/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 154/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 63/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 42/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 89/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 150/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 143/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 116/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 09/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5525-1/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2950-1//

Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 160/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 64/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7049-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 156/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 62/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 65/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 174/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 115/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 152/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/4478-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5792-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2011

Αθήνα, $$202$$ Αριθ. Πρωτ.: $$201$$

Α Π Ο Φ Α Σ Η 69/ 2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1343-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 113 /2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/65-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 35/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 16/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 123/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 52/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 157/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 48/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 22 /2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4266/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5067-1/

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1284-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3004/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 52/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2015

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/595-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2111-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 82/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 121 / 2012

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 05/2015

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1242-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 144/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2011

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2656-1/

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2107/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4268/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1052-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38//2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1566-1/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1210/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24 /2012

Transcript:

ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 31-05-2012 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/898-2/31-05-2012 Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2012 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στην έδρα της την 29.05.2012 και ώρα 10:00 µετά από πρόσκληση του Προέδρου της, προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρέστησαν οι Γεώργιος Μπατζαλέξης, Αναπληρωτής Πρόεδρος, κωλυοµένου του Προέδρου της Αρχής Πέτρου Χριστόφορου, και τα αναπληρωµατικά µέλη της Αρχής Πέτρος Τσαντίλας, ως εισηγητής και Γρηγόρης Λαζαράκος, αναπληρωµατικά µέλη σε αντικατάσταση των τακτικών µελών Αναστάσιου Πράσσου και Αναστάσιου Ιωάννη Μεταξά. εν παρέστησαν λόγω κωλύµατος, αν και εκλήθησαν νοµίµως εγγράφως, οι ηµήτριος Μπριόλας, τακτικό µέλος και Χαράλαµπος Ανθόπουλος, αναπληρωµατικό µέλος. Παρούσα χωρίς δικαίωµα ψήφου ήταν η Χαρίκλεια Λάτσιου, νοµικός ελεγκτής - δικηγόρος, ως βοηθός εισηγήτρια και η Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του τµήµατος διοικητικών και οικονοµικών υποθέσεων, ως γραµµατέας. Η Αρχή έλαβε υπόψη της τα παρακάτω: Με το υπ αρ. πρωτ. ΠΣ/369/2012 από 27.01.2012 (ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/898/07.02.2012) έγγραφο του το ΙΚΑ Αµαρουσίου διαβιβάζει στην Αρχή, δια του υπ αρ. πρωτ.../...12.2011 εγγράφου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, την αίτηση του Α και ερωτά την Αρχή σχετικά µε τη νοµιµότητα ικανοποίησης του συγκεκριµένου αιτήµατος. Με την προαναφερόµενη αίτησή του ο Α ζητεί να λάβει από το ΙΚΑ Αµαρουσίου βεβαίωση από την οποία να προκύπτει ότι η αδερφή του, Β κρίθηκε από την Πρωτοβάθµια Υγειονοµική Επιτροπή διανοητικά ανάπηρη. Τη 1

χορήγηση της βεβαίωσης αυτής ζητεί ο Α προκειµένου να την χρησιµοποιήσει ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για να αντικρούσει την αγωγή διανοµής που έχει καταθέσει µεταξύ άλλων και η αδερφή του (αρ. κατάθεσης δικογράφου../ /2011) και η οποία στρέφεται µεταξύ άλλων και κατά του Α, ως πλησιεστέρου συγγενούς και εξ αδιαθέτου συγκληρονόµου του µητέρας του Γ, η οποία απεβίωσε την...08.2009. Στην προαναφερόµενη αίτησή του ο Α αµφισβητεί την δικαιοπρακτική ικανότητα της Β, καθώς γνωρίζει από προφορικές συζητήσεις ότι η τελευταία λαµβάνει από το ΙΚΑ σύνταξη λόγω διανοητικής αναπηρίας σε ποσοστό 67%. Η Αρχή µε το υπ αρ. πρωτ. Γ/ΕΞ/898-1/10.02.2012 έγγραφο ζήτησε από το ΙΚΑ Αµαρουσίου να παράσχει διευκρινίσεις αναφορικά µε τα αιτούµενα στοιχεία. Σε απάντηση του ανωτέρω εγγράφου το ΙΚΑ Αµαρουσίου απέστειλε το υπ αρ. πρωτ. ΠΣ /2012 από 12.03.2012 (ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/2277/27.03.2012) έγγραφο. Η προαναφερόµενη αγωγή διανοµής συζητείται ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών στις 16.10.2012. Η Αρχή, µετά από εξέταση των στοιχείων του φακέλου, αφού άκουσε τον εισηγητή και την βοηθό εισηγήτρια, η τελευταία στη συνέχεια αποχώρησε και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης, ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1. Επειδή, το άρθρο 2 στοιχ. β του ν.2472/1997 ορίζει ότι για τους σκοπούς του νόµου αυτού νοούνται ως «ευαίσθητα δεδοµένα», τα δεδοµένα που αφορούν, µεταξύ άλλων, στην υγεία. 2 Επειδή, η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 2472/1997, εναρµονιζόµενη, ιδίως, µε τις διατάξεις των άρθρων 9Α, 25 παρ. 1 και 28 του Συν/τος, 8 και 7 του Χάρτη Θεµελιωδών ικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 6 της Οδηγίας 95/46/ΕΕ, ορίζει ότι: «Τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόµιµης επεξεργασίας πρέπει: α) Να συλλέγονται κατά τρόπο θεµιτό και νόµιµο για καθορισµένους, σαφείς και νόµιµους σκοπούς και να υφίστανται θεµιτή και νόµιµη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών. β) Να είναι συναφή, πρόσφορα, και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. ( )». 3. Επειδή, από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 5 και 7 του ν. 2472/1997 προκύπτει ότι η συλλογή και κάθε περαιτέρω επεξεργασία απλών και 2

ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται, καταρχήν, εφόσον το υποκείµενο των δεδοµένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του. Ωστόσο, η συλλογή και κάθε περαιτέρω επεξεργασία τόσο των απλών όσο και των ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται, κατ εξαίρεση, και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειµένου τους, στις περιπτώσεις που περιοριστικά προβλέπει ο νόµος. Ειδικότερα, επιτρέπεται, για τα µεν απλά δεδοµένα, ιδίως, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 παρ. 2 στοιχ. ε και για τα ευαίσθητα δεδοµένα, ιδίως, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 7 παρ. 2 στοιχ. γ του ν. 2472/1997. Συγκεκριµένα επιτρέπεται, στην πρώτη περίπτωση όταν: «η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννοµου συµφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδοµένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωµάτων και συµφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδοµένα και δεν θίγονται οι θεµελιώδεις ελευθερίες αυτών», στην δε δεύτερη, που περιλαµβάνει και τα δεδοµένα που αφορούν την υγεία, όταν: «η επεξεργασία αφορά δεδοµένα που δηµοσιοποιεί το ίδιο το υποκείµενο ή είναι αναγκαία για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώµατος ενώπιον δικαστηρίου ή πειθαρχικού οργάνου». 4. Επειδή µε τις διατάξεις αυτές καθιερώνονται ως θεµελιώδεις προϋποθέσεις για τη νοµιµότητα κάθε επεξεργασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για τη νοµιµότητα της σύστασης και λειτουργίας κάθε αρχείου, οι αρχές του σκοπού της επεξεργασίας και της αναλογικότητας των δεδοµένων σε σχέση πάντα µε το σκοπό επεξεργασίας. Συνεπώς, κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων, που γίνεται πέραν του επιδιωκόµενου σκοπού η οποία δεν είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξή του, δεν είναι νόµιµη. Συνακόλουθα, τόσο για τα απλά όσο και για τα ευαίσθητα δεδοµένα, πρέπει ο σκοπός επεξεργασίας να είναι νόµιµος, σαφής και καθορισµένος, και τα δεδοµένα να µην υπερβαίνουν το σκοπό της επεξεργασίας. Ειδικότερα δε για τα ευαίσθητα προσωπικά δεδοµένα, όπως και εκείνα που αφορούν την υγεία, η επεξεργασία επιτρέπεται, όπως λέχθηκε ανωτέρω, όταν πρόκειται να χρησιµοποιηθούν για άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώµατος ενώπιον δικαστηρίου ή πειθαρχικού οργάνου. Η προϋπόθεση αυτή ισχύει, όπως έχει κρίνει η Αρχή, κατά µείζονα λόγο και για τα απλά δεδοµένα (βλ. µεταξύ άλλων ιδίως, τις αποφάσεις της Αρχής 27/2001, 75/2001 και πρόσφατες 92/2011 και 111/2011). 5. Επειδή, στην κρινόµενη υπόθεση, ο Α ζητεί µε την ιδιότητα του τρίτου (άρθρο 2 στοιχ. θ του ν.2472/1997) να του χορηγηθούν ευαίσθητα προσωπικά 3

δεδοµένα που αφορούν στη Β, ως υποκείµενο των δεδοµένων (άρθρο 2 στοιχ. γ του ν.2472/1997) και τηρούνται στα αρχεία του ΙΚΑ Αµαρουσίου, ως υπεύθυνου επεξεργασίας (άρθρο 2 στοιχ. ζ του ν.2472/1997). Από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης προκύπτει ότι ο σκοπός επεξεργασίας συνίσταται στην αντίκρουση της αγωγής διανοµής που έχει καταθέσει ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η αδερφή του Α, Β και η οποία στρέφεται µεταξύ άλλων και κατά του ιδίου, ως εξ αδιαθέτου συγκληρονόµου της και συγκυρίου εξ αδιαιρέτου του προς διανοµή ακινήτου. εν καθορίζει όµως ο αιτών κατά ποιο τρόπο τα ευαίσθητα προσωπικά δεδοµένα της αδελφής θα συµβάλλουν στην αντίκρουση της µε το ανωτέρω περιεχόµενο αγωγής, για να κριθεί αν τηρείται η αρχή της προσφορότητας. Ο προβαλλόµενος αυτός σκοπός επεξεργασίας δεν συνάδει µε τη προαναφερόµενη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 στοιχ. γ του ν.2472/1997, ούτε προκύπτει ότι πληρούται η αρχή της αναλογικότητας των δεδοµένων σε σχέση µε την σκοπούµενη επεξεργασία, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 στοιχ. β του ν.2472/1997. Ειδικότερα, δεν προκύπτει οποιαδήποτε σχέση της άσκησης της αγωγής διανοµής και της ικανότητας να παραστεί κατά την συζήτηση αυτής της αδελφής του αιτούντος µε την αναγνώρισή της, µε απόφαση της αρµόδιας Επιτροπής του ΙΚΑ, ως ανάπηρης κατά ποσοστό 67%, κάτι βέβαια το οποίο δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου. Ούτε επικαλείται ο αιτών, ούτε βεβαιώθηκε από τα στοιχεία του φακέλου, ότι η αδελφή του, για κάποιο συγκεκριµένο λόγο πνευµατικής ή ψυχικής υγείας, δεν µπορεί να είναι διάδικος ή δεν έχει ικανότητα παραστάσεως στο ικαστήριο. Ο ισχυρισµός ότι τυγχάνει διανοητικώς ανάπηρη δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, το ότι δε, όπως επικαλείται, κρίθηκε δικαιούχος σύνταξης αναπηρίας, δεν την καθιστά άνευ ετέρου ανίκανη για άσκηση και παράσταση ή εκπροσώπησή της προς συζήτηση της µε το ανωτέρω αντικείµενο αγωγής. Κατ ακολουθία τούτων, ενόψει του ότι δεν προκύπτει η προσφορότητα και αναλογικότητα της αιτούµενης επεξεργασίας των ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων της αδελφής του αιτούντος µε τον επιδιωκόµενο σκοπό της αντικρούσεως της αγωγής διανοµής που αυτή έχει ασκήσει και κατά του αδελφού της-αιτούντος, σύµφωνα µε αυτά που εκτέθηκαν ανωτέρω, αυτή (επεξεργασία) δεν τυγχάνει νόµιµη και συνακόλουθα το ΙΚΑ δεν έχει υποχρέωση να χορηγήσει την αιτούµενη βεβαίωση. Η Αρχή ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 4

δεν παρέχει την άδεια στο ΙΚΑ Αµαρουσίου, ως υπεύθυνο επεξεργασίας, να χορηγήσει στον Α την αιτούµενη βεβαίωση που αφορά στην αδελφή του, Β, την οποία αυτός θέλει να χρησιµοποιήσει στο πλαίσιο της µεταξύ τους ως άνω ένδικης διαφοράς και δη προς αντίκρουση της αναφερόµενης στο σκεπτικό αγωγής διανοµής που έχει ασκήσει και κατ αυτού. Ο Αναπληρωτής Πρόεδρος Η Γραµµατέας Γεώργιος Μπατζαλέξης Ειρήνη Παραγεωργοπούλου 5