Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ

Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Ανδρέας Αρματάς Γιώργος Σγουρός

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

Ο Φώτης και η Φωτεινή

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΕΝΑ ΜΠΙΠ ΝΑ ΣΟΥ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΗ ΖΩΗ!

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 6-8 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Το παραμύθι της αγάπης

Ελίζα. ή πώς ένα κορίτσι με τρεις φίλους και έναν παπαγάλο ναυλώνει ένα καράβι για να βρει τον καλό της

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Β - Γ Δημοτικού

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

25 μαγικές ιστορίες για μικρά παιδιά

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Συγγραφή: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ: A1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ. ΑΠΟ:

Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου Το κορίτσι με τα πορτοκάλια Του Γιοστέιν Γκάαρντερ Λογοτεχνικό ανάγνωσμα Χριστουγέννων

Κατανόηση προφορικού λόγου

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Μαμά, τι χρώμα έχει το μυαλό μου;

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Πάνος Τσίρος Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

Η. Διαδικασία διαμεσολάβησης

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Προσπάθησα να τον τραβήξω, να παίξουμε στην άμμο με τα κουβαδάκια μου αλλά αρνήθηκε. Πιθανόν και να μην κατάλαβε τι του ζητούσα.

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΟΥΛΙΤΣ Α ΡΑ Φ 6 ΕΤ. Παναγιώτα Πλησή ΣΙΑ ΓΝΩ ΑΝΑ ΦΙΛ ΖΩΝΗ. Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός ΟΥ Θ ΓΙΑ ΜΑ. την οικογένεια

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Το σχολείο του μέλλοντος

ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ FRANCO VOLPI ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΥΡΤΩ ΚΑΛΟΦΩΛΙΑ

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΤΗΣΙΩΝ

Η ΕΠΙΜΟΝΗ ΑΦΗΓΗΣΗ A993 Kotoula films.indd 3 11/5/2017 5:35:54 µµ

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Η δικη μου μαργαριτα 1

σόκ. Σιώπησε και έφυγε μετανιωμένος χωρίς να πει τίποτα, ούτε μια λέξη.» Σίμος Κάρμιος Λύκειο Λειβαδιών Σεπτέμβριος 2013

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Naoki HigasHida. Γιατί χοροπηδώ. Ένα αγόρι σπάει τη σιωπή του αυτισμού. david MiTCHELL. Εισαγωγή:

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Σοφία Παράσχου. «Το χάνουμε!»

Ελένη Μπράχου, κτηνίατρος στο ΑΠΘ

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

Eκπαιδευτικό υλικό. Για το βιβλίο της Κατερίνας Ζωντανού. Σημαία στον ορίζοντα

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 9-12 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Ενότητα 7. πίνακας του Γιώργου Ιακωβίδη

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

«Γκρρρ,» αναφωνεί η Ζέτα «δεν το πιστεύω ότι οι άνθρωποι μπορούν να συμπεριφέρονται έτσι μεταξύ τους!»

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ: Ταξίδι στον κόσμο των παραμυθιών μέσα από την εικονογράφηση και επεξεργασία (σελίδα-σελίδα) ενός βιβλίου

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Αντώνης Πασχαλία Στέλλα Α.

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Μια φορά κι έναν καιρό

ΓΙΑ ΕΦΗΒΟΥΣ ΚΑΙ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Ποια είναι η ερώτηση αν η απάντηση είναι: Τι έχει τέσσερις τοίχους;

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

4ο Δημοτικό Σχολείο Βέροιας ΣΧΟΛΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ. για ένα ευχάριστο και ασφαλές περιβάλλον

Transcript:

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ 1

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ 2

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΤΑΣΗ 3

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΉΜΑΤΑ Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα, Εκδόσεις Πατάκη, 1998 Τοξικές ενώσεις αρσενικού, Eκδόσεις Πατάκη, 2000 Εσύ, γλυκιά μου εξουσία, Εκδόσεις Πατάκη, 2004 Μακάριοι οι πενθούντες, Εκδόσεις Πατάκη, 2006 Mamma Santissima, Εκδόσεις Πατάκη, 2014 ΠΑΙΔΙΚΆ Τι κι αν είμαι ασβός;, Εκδόσεις Πατάκη, 2001 Έχω ράμματα για τη γούνα σου, Εκδόσεις Πατάκη, 2002 ΣΥΛΛΟΓΙΚΆ ΈΡΓΑ Σου γράφω ένα γράμμα, Εμπειρία Εκδοτική, 2008 Το βιβλίο της προδοσίας, Εκδόσεις Πατάκη, 2010 Είσοδος κινδύνου, Μεταίχμιο, 2011 4

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ ΜΑΪΡΑ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ η ιεραποστολική στάση μ υ θ ι σ τ ό ρ η μ α 5

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ Θέση υπογραφής δικαιούχου/ων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας εφόσον η υπογραφή προβλέπεται από τη σύμβαση. Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως άνευ γραπτής αδείας του εκδότη η κατά οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου. Εκδόσεις Πατάκη Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία Πεζογραφία 408 Μάιρα Παπαθανασοπούλου, Η ιεραποστολική στάση Υπεύθυνος έκδοσης: Κώστας Γιαννόπουλος Σελιδοποίηση: Παναγιώτης Βογιατζάκης Φιλμ, μοντάζ: Αναγραφή Copyright Σ. Πατάκης ΑΕΕΔΕ (Εκδόσεις Πατάκη) και Μάιρα Παπαθανασοπούλου, 2017 Πρώτη έκδοση από τις Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, Απρίλιος 2017 ΚΕΤ Α614 ΚΕΠ 237/17 ISBN 978-960-16-6906-9 ΠΑΝΑΓΗ ΤΣΑΛΔΑΡΗ (ΠΡΩΗΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ) 38, 104 37 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 210.36.50.000, 210.52.05.600, 801.100.2665, ΦΑΞ: 210.36.50.069 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΕΜΜ. ΜΠΕΝΑΚΗ 16, 106 78 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 210.38.31.078 ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ: ΚΟΡΥΤΣΑΣ (ΤΕΡΜΑ ΠΟΝΤΟΥ ΠΕΡΙΟΧΗ Β ΚΤΕΟ), 570 09 ΚΑΛΟΧΩΡΙ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, ΤΗΛ.: 2310.70.63.54, 2310.70.67.15, ΦΑΞ: 2310.70.63.55 Web site: http://www.patakis.gr e-mail: info@patakis.gr, sales@patakis.gr 6

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ Στα αγόρια μου Ευάγγελο και Θοδωρή 7

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ 8

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ Η νυχτερινή σύλληψη έχει κι ένα άλλο πλεονέκτημα. Ούτε οι ένοικοι των γειτονικών σπιτιών ούτε οι διαβάτες στους δρόμους βλέπουν πόσους έπιασαν τη νύχτα. Οι συλλήψεις τρομοκρατούν μόνο τους πιο κοντινούς γείτονες, ενώ για τους πιο μακρινούς το γεγονός δεν έχει μεγάλη σημασία. Στην ίδια κορδέλα της ασφάλτου όπου τη νύχτα πηγαινοέρχονται οι κλούβες, περνούν τη μέρα παρελάσεις της νεολαίας με σημαίες, λουλούδια και χαρούμενα τραγούδια. Από το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ του Αλεξάντρ Σολζενίτσιν Οι εκμεταλλευτές έγκλημα τον ονοματίζουν. Αλλά εμείς ξέρουμε: Είναι το τέλος κάθε εγκλήματος. Δεν είναι παραφροσύνη, μα το τέλος της παραφροσύνης. Από το Εγκώμιο στον κομμουνισμό του Μπέρτολτ Μπρεχτ Το Τείχος έπεσε από την Ανατολή, όχι από τη Δύση. Η Δύση είχε βολευτεί από τη διαίρεση της Γερμανίας. Η Δύση ζούσε σ έναν βαθμό υπό την προστασία του Τείχους, διότι αυτός που κτίζει ένα τείχος για να μην του φύγουν οι άνθρωποι δεν θέλει να επιτεθεί. Από αυτήν την άποψη μπορεί να πει κανείς ότι το μικρότερο και πιο περιορισμένο κομμάτι των Γερμανών ήθελε πραγματικά την επανένωση. Και οι Δυτικογερμανοί κοίταζαν τη Δύση, και οι Ανατολικογερμανοί. Αλλά οι ματιές τους δε διασταυρώθηκαν ποτέ. Έγκον Μπαρ, σοσιαλδημοκράτης πολιτικός και εμπνευστής της Οστ-πολιτίκ 9

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ 10

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ Τ α πρώτα μου φιλιά στο δημοτικό, ανάξια μνείας, ήταν το προανάκρουσμα των ερωτικών αποτυχιών που με περίμεναν στα χρόνια της εφηβείας. Κάθε φορά που ερχόταν η σειρά μου να στρίψω την μπουκάλα στα πάρτι των συμμαθητών μου, το στόμιο σταματούσε με σαδιστική επιμονή στον μυξιάρη ή σε εκείνον που είχε σιδεράκια. Ποτέ σε αυτόν που μου άρεσε. Η ατυχία με ακολουθούσε σαν πιστό σκυλί σε κάθε ομαδικό παιχνίδι. Στο «Βρες τον δολοφόνο» διάλεγα από το μπολ μονίμως το διπλωμένο χαρτάκι που έγραφε «θύμα». Σ ένα αποκριάτικο πάρτι που είχε κάνει η διπλανή μου στη δευτέρα γυμνασίου και στο οποίο είχα εναποθέσει όλες μου τις ελπίδες να τα φτιάξω με τον συμμαθητή που μου άρεσε, υπήρξα άτυχη για ακόμη μία φορά. Τον παρατηρούσα καθώς περιέφερε το βλέμμα του στον κύκλο, αργά και με σιγουριά. Χρονοτριβούσε μελετώντας αντιδράσεις και σπάζοντας τα νεύρα όσων τον κοιτούσαμε κατάματα τρέμοντας για την τύχη μας. Μετά είχε αρχίσει να εκτελεί. Πρώτα όλους τους αδιάφορους. 11

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ Έπειτα τον καλύτερό του φίλο, ο οποίος τον εμπιστευόταν και δεν το περίμενε. Για το τέλος είχε αφήσει το θύμα της γοητείας του. Τον πραγματικό στόχο του. Αυτόν που είχε επιλέξει από την αρχή. Είχε καρφώσει το βλέμμα στην πιο όμορφη της τάξης χωρίς να κάνει την αποφασιστική κίνηση. Τον παρακολουθούσε καθηλωμένη, περιμένοντας να τη ρίξει μ ένα κλείσιμο του ματιού. Τα έφτιαξαν σ εκείνο το πάρτι και τα χάλασαν στις αρχές της πρώτης λυκείου. Χάρηκα όταν χώρισαν, αλλά και πάλι δεν είχα ελπίδες γιατί εγώ ανήκα στους αναλώσιμους. Για την ακρίβεια, ήμουν η πρώτη στην οποία είχε κλείσει το μάτι. Αν έπαιζα σε ταινία του Χόλλυγουντ, θα ήμουν ο μαύρος που σκοτώνεται στα δύο πρώτα λεπτά. Τη μοναδική φορά που τράβηξα το διπλωμένο χαρτάκι που έγραφε «δολοφόνος», τα πράγματα δεν έγιναν όπως ονειρευόμουν. Από το άγχος ότι θα πρωταγωνιστούσα, με έπιασε τικ και ανοιγόκλεινα τα μάτια ασταμάτητα. Λες και τους θέριζα με πολυβόλο. Εκείνο το παιχνίδι με έκανε να συνειδητοποιήσω από νωρίς ότι στη ζωή δε μου ταιριάζει ο πρωταγωνιστικός ρόλος. Είμαι κομπάρσος με ελάχιστες ατάκες και καμία δυνατότητα αυτοσχεδιασμού. Το σενάριο έχει γραφτεί από άλλους κι εγώ πρέπει να το ακολουθώ κατά γράμμα. Γι αυτό άλλωστε φεύγω αύριο για σπουδές οδοντιατρικής στο Ανατολικό Βερολίνο. Αν ήμουν η πρωταγωνίστρια, τώρα θα φοιτούσα στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα. * * * Στην τρυφερή ηλικία διαπράττονται εις βάρος μας εγκλήματα, κυρίως από τον στενό περίγυρο. Μας βάζουν τε- 12

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ χνητά διλήμματα για την αγάπη των γονιών μας, και εμείς δείχνουμε από νωρίς πόσο διπλωματικοί ή ανάλγητοι μπορούμε να γίνουμε. Η απάντηση του ξαδέρφου μου στην ερώτηση «Ποιον αγαπάς πιο πολύ, τον μπαμπά ή τη μαμά;» όταν ήταν έξι ετών στοιχειώνει ακόμη τον Φίλιππο, που θεωρεί ότι ευθύνεται για το διαζύγιο των γονιών του την ίδια χρονιά. «Τη μαμά» είχε πει με αφοπλιστική ειλικρίνεια, και μερικούς μήνες αργότερα ο πατέρας του τα μάζεψε και έφυγε από το σπίτι. Ο Φίλιππος ακόμη πιστεύει ότι, αν είχε απαντήσει διαφορετικά, θα είχε σώσει τον γάμο των γονιών του. Μου είχαν κάνει κι εμένα αυτή την ερώτηση σε κάποιο χριστουγεννιάτικο δείπνο με συγγενείς και φίλους, αλλά, γνωρίζοντας τι είχε συμβεί στο σπίτι του ξαδέρφου μου, ήμουν προετοιμασμένη. «Τον Κόκοτα. Αυτόν αγαπώ περισσότερο». Θυμάμαι σαν τώρα την αρχική έκπληξη και τα τρανταχτά γέλια που ακολούθησαν. «Γιατί τον Κόκοτα;» είχαν θελήσει να μάθουν οι μεγάλοι. «Γιατί ο μπαμπάς μου με νανουρίζει με τα τραγούδια του» είχα απαντήσει, υπονοώντας ότι, αν με ζόριζαν σε εκ βαθέων εξομολόγηση, θα έλεγα ότι περισσότερο αγαπώ τον πατέρα μου. Όμως ευτυχώς δεν είχαν επιμείνει, και έτσι δεν υπήρξε άλλο διαζύγιο στην οικογένεια. Εκείνη η απάντηση οδήγησε στη γενική εντύπωση ότι, μεγαλώνοντας, θα υπηρετούσα το τραγούδι. Μάλιστα το όνομά μου ενίσχυε τη συγκεκριμένη πεποίθηση, μιας και οι γονείς μου είχαν αποφασίσει να με βαφτίσουν Ζαΐρα, όπως το ομώνυμο τραγούδι που έπαιζε το τζουκ μποξ στο παραλιακό κέντρο που είχαν δώσει το πρώτο τους 13

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ραντεβού. Αφού και το όνομά της είναι τίτλος τραγουδιού, τι περιμένατε ότι θα γίνει; Οδοντίατρος σαν τον πατέρα της; Η μοίρα της είναι προδιαγεγραμμένη. Αυτό ήταν αλήθεια. Οι δικοί μου είχαν αποφασίσει για το επαγγελματικό μου μέλλον ενόσω ακόμα μπουσούλαγα. Δε θα κρατούσα μικρόφωνο, αλλά οδοντιατρική λαβίδα, επειδή θα γινόμουν μια λαμπρή οδοντίατρος, άξια διάδοχος του πατέρα μου, που τον εμπιστεύονταν οι περισσότεροι Κουκακιώτες, αλλά και αρκετοί των περιοχών πέριξ του Φιλοπάππου. Οι γονείς μου έβαζαν χρήματα στην άκρη θέλοντας να μου δώσουν όλα εκείνα τα εφόδια για να δημιουργήσω μια πληρέστερη εκδοχή της δικής τους ζωής, αλλά όχι ιδιαίτερα διαφορετική. Εγώ μέχρι τα επτά μου χρόνια δεν είχα εκφέρει άποψη, επειδή, όταν είσαι μικρός, οι επαγγελματικοί δρόμοι διακλαδίζονται ατελείωτα και τη μια μέρα ξυπνάς αποφασισμένος να γίνεις αστροφυσικός, την άλλη δασκάλα, την τρίτη πριγκίπισσα και πάει λέγοντας. Κι όσο μεγαλώνεις, διαπιστώνεις με έκπληξη ότι μπροστά σου υπάρχει μονόδρομος και ότι οι ανεξάντλητες επιλογές της παιδικής ηλικίας έχουν χαθεί τελεσίδικα την ημέρα που συμπληρώνεις το μηχανογραφικό σου στην τρίτη λυκείου. Η επίσκεψή μου στην Εθνική Πινακοθήκη, κάπου μέσα στο 1974 νομίζω, υπήρξε ο καταλύτης στην απόφασή μου να αφιερωθώ στην ευγενή τέχνη της ζωγραφικής. Εκείνη τη βροχερή Κυριακή η θεία Μιμίκα είχε τη φαεινή ιδέα να ενσταλάξει λίγο πολιτισμό στην παιδική ψυχή μας. Το ταξί μάς άφησε στο πεζοδρόμιο του λιτού αλλά ολοκαίνουργου κτιρίου, και ο Φίλιππος όρμησε στα σκαλιά της εισόδου πριν προλάβει η θεία μου να τον γραπώσει από το χέρι. Τον βρήκαμε να παίρνει φόρα και να προσπαθεί 14

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ να γλιστρήσει σαν σκιέρ πάνω στα ολόλευκα, καλογυαλισμένα μάρμαρα. Η μάνα του τον σβέρκωσε, και από εκείνη τη στιγμή μέχρι που φύγαμε ο μικρός διάολος έδωσε μια καλή δικαιολογία στα νεαρά ζευγάρια που βρίσκονταν στην ίδια αίθουσα να σκεφτούν με ψυχραιμία το θέμα της τεκνοποίησης. Όσο βαριόταν εκείνος μπροστά στους υπέροχους πίνακες, τόσο εκστασιαζόμουν εγώ. Θυμάμαι ότι στεκόμουν για ώρα μπροστά σε έναν πίνακα του Νικηφόρου Λύτρα με τίτλο «Το φίλημα». Μια λυγερόκορμη κοπέλα με λευκό φόρεμα τεντωνόταν για να φιλήσει ένα αγόρι, το κεφάλι του οποίου πρόβαλλε μέσα από ένα ψηλό παραθύρι στον ασβεστωμένο τοίχο κάποιας εσωτερικής αυλής. Είχα νιώσει τη λαχτάρα τους να ενώσουν τα χείλη τους, αλλά και τον ένοχο φόβο που φώλιαζε στην καρδιά τους επειδή ήξεραν ότι έκαναν κάτι παράτολμο. Μπορεί η κοπέλα να είναι λογοδοσμένη σε κάποιον χοντρό γαιοκτήμονα και να περιμένει κρυφά το φτωχόπαιδο με το οποίο είναι τρελά ερωτευμένη, αφουγκραζόμουν την ιστορία που αφηγούνταν ο πίνακας. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι κι εγώ ήθελα διακαώς να ζωγραφίζω ιστορίες σε τεράστιους καμβάδες. Η σφοδρή μου επιθυμία να γίνω ζωγράφος είχε έναν απροσδόκητο σύμμαχο. Από νωρίς φάνηκε το ταλέντο μου. Χειριζόμουν τα πινέλα με τη δεξιοτεχνία του Σικελού μαφιόζου που στρίβει το πιρούνι σ ένα πιάτο με λινγκουίνι. Ζωγράφιζα ακατάπαυστα, διάβαζα βιβλία για τη ζωή διάσημων καλλιτεχνών, επισκεπτόμουν τακτικά εκθέσεις μαζί με τη θεία μου, που δεν ξανάκανε το λάθος να πάρει μαζί τον γιο της. Εκείνον τον έπαιρναν οι δικοί μου γονείς και τον πήγαιναν στο τσίρκο ή στο 15

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ σινεμά. Αυτή η αντιστροφή ρόλων έπρεπε να με έχει προϊδεάσει από νωρίς. Οι δικοί μου προσπαθούσαν μάλλον ασυνείδητα να μου δείξουν ότι δε συμμερίζονταν το πάθος μου για τη ζωγραφική. Αυτή η εμμονή μου να εκμεταλλεύομαι κάθε γιορτή και σχόλη για να ξεροσταλιάζω μπροστά σε πίνακες, κρατώντας σημειώσεις για τα χρώματα και ξοδεύοντας το χαρτζιλίκι μου σε καρτποστάλ με τα εκθέματα, ήταν κάτι που ερμήνευαν ως υπερενθουσιώδες χόμπι που θα παρατούσα όταν θα αναλάμβανα το οδοντιατρείο. Ωστόσο ο πατέρας μου έδειχνε υπερήφανος στους πελάτες του τα κορνιζαρισμένα σχέδιά μου στην αίθουσα αναμονής, και κάποιες φορές είχα ακούσει τη μητέρα μου να λέει στις φίλες της ότι, όταν θα ξέκλεβα χρόνο από τα οδοντιατρικά ραντεβού, θα χαλάρωνα ζωγραφίζοντας. Αν κάποιος από τον περίγυρο τους έλεγε πως η κόρη τους θα γινόταν σπουδαία ζωγράφος, φρόντιζαν να τον επαναφέρουν στην τάξη με ένα χλιαρό μειδίαμα: «Η Ζαΐρα θα γίνει οδοντίατρος». * * * Μία εβδομάδα πριν από την αναχώρησή μου για σπουδές οδοντιατρικής, συναντήθηκα με έναν γνωστό του πατέρα μου που εργάζεται στην πρεσβεία μας στο Ανατολικό Βερολίνο. Από τα λόγια του κατάλαβα ότι η ζωή εκεί έχει κάτι από Παλαιά Διαθήκη πολλούς κανόνες και καθόλου έλεος. «Δε θα λες ποτέ Ανατολική Γερμανία. Αυτό το γνωρίζουν όλοι οι ξένοι. Από τους φοιτητές μέχρι τους αρχηγούς κρατών. Μία φορά το είχε πει έτσι κατά λάθος ο Τίτο της Γιουγκοσλαβίας, και αμέσως το είχε διορθώσει 16

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ σε Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Επίσης δεν υπάρχει Ανατολικό Βερολίνο. Από τη στιγμή που θα προσγειωθείς στο Σαίνεφελντ, θα πάψεις να το αποκαλείς όπως το έχουμε μάθει στη Δύση. Σκέτα Βερολίνο, η πανέμορφη πρωτεύουσα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Θα μιλάς με τα καλύτερα για τον τόπο τους. Να θυμάσαι ότι δε σε κάλεσαν αυτοί στη χώρα τους, εσύ έκανες αίτηση να πας. Θα είναι ευγενικοί οικοδεσπότες αν εσύ είσαι ευγενική επισκέπτρια. Σου εύχομαι καλό ταξίδι και καλή δύναμη». Κλείνω τα μάτια καθώς το σώμα μου δέχεται τους κραδασμούς της προσγείωσης. Το αεροπλάνο τροχοδρομεί στον διάδρομο, που φωτίζεται από τεράστιους προβολείς. Αναδύονται μέσα από την πηχτή ομίχλη σαν ψηλόλιγνοι λαιμοί δεινοσαύρων. Τα φώτα στην καμπίνα ανάβουν, δίνοντας σήμα στον κόσμο να σηκωθεί. Κάποιοι τεντώνονται, άλλοι σφίγγουν τη χαλαρωμένη ζώνη του παντελονιού τους, στρώνουν τα μαλλιά τους, βγάζουν από τον χώρο φύλαξης τις χειραποσκευές τους. Στον στενό διάδρομο αρχίζει να σχηματίζεται ουρά. Σηκώνομαι κι εγώ με βαριά καρδιά και στοιχίζομαι πίσω από τους άλλους επιβάτες. Ένα απόκοσμο πορτοκαλί φως που μαρτυρά ότι το σούρουπο σύντομα θα χαθεί στο σκοτάδι με τυλίγει καθώς βγαίνω στην τροχήλατη σκάλα. Η αεροσυνοδός της Ίντερφλουγκ μου εύχεται ευχάριστη παραμονή στο Βερολίνο. Την ακούω να το επαναλαμβάνει ακούραστα έως ότου εμφανιστεί και ο τελευταίος. Το ψιλόβροχο έχει μουσκέψει τα ρούχα μου μέχρι να κατέβω τα απότομα σκαλιά και να περπατήσω ως το λεωφορείο, το οποίο περιμένει με αναμμένη μηχανή να μεταφέρει τους επιβάτες στο κτίριο αφίξεων. Με την άκρη 17

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ του ματιού μου πιάνω τις απειλητικές κινήσεις των γερμανικών λυκόσκυλων σε μικρή απόσταση, που με το ζόρι κρατιούνται να μην ξαμοληθούν καταπάνω μας. Στρατιώτες βαστούν γερά τις αλυσίδες των ζώων, φωνάζοντας κοφτά παραγγέλματα στη ρωσική γλώσσα. Από την τρομάρα μου παύω να αντιλαμβάνομαι τους θορύβους του αεροδρομίου, λες και εκπέμπουν σε συχνότητες που δε συλλαμβάνουν τ αυτιά μου. Τα τριχωτά τέρατα γαβγίζουν άηχα, οι στρατιώτες κουνούν τα χείλη σε μια μίμηση ομιλίας, τα οχήματα κινούνται στον σιωπηλό βυθό της θάλασσας. Ανεβαίνω στο λεωφορείο με ταχυκαρδία και σωριάζομαι στην πρώτη θέση που βρίσκω ελεύθερη. Μέχρι να κλείσουν οι πόρτες και να βάλει μπροστά ο οδηγός, τρέμω στη σκέψη ότι θα ορμήσουν μέσα οι σκύλοι και θα μας κατασπαράξουν. Ακολουθώ τα βέλη της ταμπέλας «Καλώς ήρθατε Έλεγχος διαβατηρίων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας» και στέκομαι πειθήνια στην ουρά που έχει ήδη σχηματιστεί. Υπάλληλοι με στολές που φέρουν διάφορα διακριτικά κυκλοφορούν με αυστηρό ύφος γύρω μας. Ο φωτισμός φθορίου κάνει τα πρόσωπά τους ακόμα πιο γραφειοκρατικά. Σπρώχνω το διαβατήριό μου στη σχισμή της θυρίδας και ο τύπος το παίρνει χωρίς να μου ρίξει ματιά. Ξεφυλλίζει το βιβλιαράκι, στέκεται στη φωτογραφία που μαρτυρά έλλειψη φωτογένειας και καρφώνει το βλέμμα του επάνω μου. Μου φαίνεται ότι περνά μια αιωνιότητα έτσι όπως με μελετά με παγερή βλοσυρότητα, λες και είμαι έντομο κάτω από τον μεγεθυντικό φακό. Με μια κοφτή, απότομη κίνηση πατά τη σφραγίδα εισόδου στο διαβατήριό μου και το σπρώχνει προς το μέρος μου χωρίς κουβέντα. Αν καθυστερούσε λίγο ακό- 18

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ μα, θα σήκωνα ψηλά τα χέρια και θα φώναζα «Παραδίνομαι». Ο έλεγχος αποσκευών είναι η άλλη ονομασία της φράσης «Προκαλώ ελεγχόμενη έκρηξη στο εσωτερικό της βαλίτσας». Παρατηρώ δυο υπαλλήλους να χώνουν τα χέρια τους ανάμεσα στα ρούχα μου και να τα ξεψαχνίζουν μέχρι τον πάτο. Σηκώνουν τα βιβλία που έχω πάρει για συντροφιά τα πρώτα μοναχικά βράδια στην πανεπιστημιακή εστία και τα τινάζουν ένα ένα. Τα ρίχνουν πρόχειρα στη βαλίτσα και τη σπρώχνουν για να κάνουν χώρο. Σειρά έχει το μεγάλο σακ βουαγιάζ. Ο ένας τους ψαρεύει τις κασέτες που μου έχει γράψει ο Ντίνο στη Σόλωνος και τις στοιβάζει πρόχειρα στον πάγκο ελέγχου. Από πάνω ρίχνει μια κασέτα των Κινκς, μία του Μπόουι και τη διπλή κασέτα με τη συλλογή τραγουδιών από το πρόγραμμα της «Αυτοκίνησης». Με λούζει κρύος ιδρώτας καθώς βλέπω τον υπάλληλο να κλείνει το φερμουάρ και να ρίχνει τις κασέτες σε ένα πλαστικό τάπερ. Ο άλλος το παίρνει και απομακρύνεται. «Είστε έτοιμη» απαντά ο πρώτος. «Περάστε στην έξοδο». «Οι κασέτες μου;» ρωτώ σχεδόν βουρκωμένη. Πάει το «Life is life», πάει το «Footsteps», πάνε όλα τα τραγούδια που χόρευα μερικούς μήνες νωρίτερα στους ναούς της διασκέδασης. «Κατάσχονται. Δεν επιτρέπεται η εισαγωγή δυτικής μουσικής στη χώρα μας». Η παγερή αίσθηση της αδικίας διατρέχει τη ραχοκοκαλιά μου. Νιώθω ότι μόλις έπεσα θύμα ληστείας, απλώς δεν κινδύνευσε η σωματική μου ακεραιότητα. Ή τουλάχιστον δε θα τεθεί σε κίνδυνο αν σκύψω το κεφάλι και 19

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ υπακούσω στη διαταγή του υπαλλήλου. Επειδή είμαι καλοπροαίρετη και κυρίως εξαιρετικά δειλή, μαζεύω όπως όπως τα πράγματά μου και απομακρύνομαι πριν μου ζητήσει και το γουόκμαν που έχω στην πάνινη τσάντα με τη φιγούρα του Μίκυ Μάους. Ευτυχώς έχει ξεθωριάσει από τα πλυσίματα και δε θυμίζει έντονα το ποντίκι του άκρατου ιμπεριαλισμού. Οι συρόμενες πόρτες κλείνουν πίσω μου. Με πλησιάζει μια γυναίκα γύρω στα πενήντα, κρατώντας ένα λευκό χαρτόνι που γράφει το ονοματεπώνυμό μου στα γερμανικά, με τα τελευταία γράμματα αρκετά μικρότερα, στριμωγμένα σχεδόν το ένα πάνω στο άλλο για να χωράνε στη χάρτινη επιφάνεια. Της γνέφω με ανακούφιση κι εκείνη χαμογελά εγκάρδια. Είναι το πρώτο χαμόγελο που δέχομαι σ αυτή την πόλη. Το όνομά της είναι Χίλντε και το επώνυμό της ένας χείμαρρος από σύμφωνα. Ζητά να δει τα χαρτιά μου και, όταν ολοκληρώνει τον έλεγχο, δίνει εντολή στον οδηγό να φορτώσει τις αποσκευές μου στο λευκό βαν που είναι σταθμευμένο μερικά μέτρα πιο πέρα με τα αλάρμ αναμμένα. Μέσα κάθονται ήδη κάποιοι. Αναγνωρίζω δυο νεαρούς με τους οποίους συνταξίδευα. Σηκώνουν σαν συνεννοημένοι το χέρι, και εγώ ανταποδίδω τον χαιρετισμό. Τουλάχιστον δεν είμαι μόνη σε μια ξένη χώρα. Είμαστε ήδη τρεις Έλληνες εδώ μέσα. Το βαν ξεκινά μουγκρίζοντας. Μεριάζω το βρόμικο κουρτινάκι που κρύβει το παράθυρο. Η πρώτη μου διαδρομή στο σοσιαλιστικό Βερολίνο κυλά σε απόλυτη σιωπή και συναισθηματική διέγερση. Όλοι οι επιβάτες, φοιτητές σαν εμένα, είναι βυθισμένοι στις σκέψεις τους. Ποιον αφήνουν πίσω τους, τι θα βρουν εκεί που πηγαίνουν Κοντεύει εννιά. Η μητέρα μου θα κάθεται συντροφιά 20

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ με τη θεία Μιμίκα στον καναπέ του σαλονιού μας και θα βλέπουν ειδήσεις για αεροπλάνα που ευτυχώς δεν έπεσαν. Ο Παπαληγούρας θα μπαινοβγαίνει στο δωμάτιό μου με την ουρά του ορθωμένη νευρικά. Θα με καλεί νιαουρίζοντας και θα τεντώνει τα τεράστια αυτιά του μπας και πιάσει τον γνώριμο ήχο των βημάτων μου. Αντί γι αυτά θα ακούσει το κροτάλισμα της ξηράς τροφής στο μπολ του. Θα τρέξει να φάει και μετά θα κουβαριαστεί στα γόνατα του Φίλιππου γλείφοντας τα μουστάκια του και αναζητώντας υποκατάστατο της τρυφερότητας που έχει χάσει εδώ και λίγες ώρες. Είναι η πρώτη φορά που φεύγω για καιρό από το σπίτι μου και είμαι βέβαιη πως, όταν περάσει το αρχικό σοκ του αποχωρισμού, θα κλάψω γοερά. Κινούμαστε στους βρεγμένους δρόμους του Ανατολικού Βερολίνου. Κάθε τόσο σκουπίζω με το μανίκι το νοτισμένο παράθυρο που θολώνει από τις ανάσες μας και το μόνο που βλέπω είναι καταθλιπτικές προσόψεις κτιρίων, ένα λάιτ μοτίφ που επαναλαμβάνεται σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο. Δεν υπάρχουν φωτεινές πινακίδες σε καταστήματα, μόνο κατεβασμένα ρολά. Κόσμος δεν κυκλοφορεί στα πεζοδρόμια, παρόλο που η ώρα δεν είναι τόσο περασμένη. Όμως κατά διαστήματα το μάτι μου πιάνει φευγαλέα κάποια ανθρώπινη σκιά που σβήνει μέσα στο σκοτάδι ενός στενοσόκακου. Το μέρος αποπνέει αδιαφορία και μιζέρια. Ακριβώς την ίδια εντύπωση μου είχε αφήσει και όταν το είχα επισκεφθεί το 1980, αλλά τότε δε με ένοιαζε γιατί το πρωινό ήταν ηλιόλουστο, με κρατούσε από το χέρι ο μπαμπάς μου και έβλεπα την καλλίγραμμη φιγούρα της μαμάς μου που προπορευόταν γιατί δε χασομερούσε όπως εμείς. 21

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ Τώρα είναι βράδυ, το πρώτο από τα αμέτρητα που θα περάσω σ αυτή την πόλη χωρίς να έχω κάποιον δικό μου να μου κρατά το χέρι. Η μητέρα μου θα πέσει για ύπνο στο διπλό κρεβάτι, που πλέον φαντάζει τεράστιο δίχως τον πατέρα μου, ο οποίος εδώ και ενάμιση χρόνο κοιμάται αιωνίως στο νεκροταφείο της γενέτειράς του. Το βαν διασχίζει μια φαρδιά λεωφόρο που ονομάζεται Φράνκφουρτερ-αλλέε και μετά στρίβει και ξαναστρίβει σε παράλληλους και κάθετους δρόμους, μέχρι που φρενάρει απροειδοποίητα μπροστά από ένα κτίριο με κυψελοειδή πρόσοψη από γύψο ή κάποιο παρεμφερές δομικό υλικό. Η Χίλντε μας ενημερώνει ότι βρισκόμαστε στην οδό Κόπιστράσσε στην περιοχή Λίχτενμπεργκ. Το κτίριο, που θυμίζει ξενοδοχείο στην Κινέττα, σαν αυτά που χτίζονταν επί Χούντας, είναι η φοιτητική εστία του Πανεπιστημίου Χούμπολντ. Ετοιμάζομαι να σηκωθώ ακολουθώντας το παράδειγμα των υπολοίπων, αλλά, μόλις με βλέπει η Χίλντε, μου κάνει νόημα να παραμείνω στη θέση μου. Με λούζει κρύος ιδρώτας και τα χέρια μου τρέμουν ανεξέλεγκτα. «Είσαι καλά, συντρόφισσα;» με ρωτά ο ένας από τους δύο Έλληνες που στέκεται σκυφτός από πάνω μου. «Μου είπε να μην κατέβω εδώ. Δεν ξέρω για ποιο λόγο». «Δεν είσαι με κομματική υποτροφία;» Κουνώ αρνητικά το κεφάλι. «Είμαι ιδιωτική φοιτήτρια». «Σοβαρά;» κάνει έκπληκτος ο άλλος νεαρός, που έχει κρεμασμένη στον ώμο μια υφασμάτινη χακί τσάντα στη ράχη της οποίας έχει γράψει με στιλό επαναστατικά συνθήματα, τόσο τετριμμένα που έχουν χάσει το εμπρηστικό τους νόημα και φανερώνουν μονάχα αυταρέσκεια. 22

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ «Ε, ναι. Δε γινόταν αλλιώς» απαντώ χλιαρά. «Δηλαδή οι δικοί σου πληρώνουν για να σπουδάσεις εδώ!» «Και πού είναι το πρόβλημα, σύντροφε;» τον διακόπτει ο φίλος του, ενοχλημένος από την έκπληξη που διέκρινε στο βλέμμα του. «Πού θα έπρεπε να σπουδάσει; Στα σάπια καπιταλιστικά πανεπιστήμια;» Γυρνά με εγκαρδιότητα προς το μέρος μου. «Καλή αρχή, συντρόφισσα. Να μη χαθούμε». Οι δυο τους προχωρούν βιαστικά μέχρι την πόρτα του βαν. Κατεβαίνουν ο ένας πίσω από τον άλλο τα δυο σκαλιά και η Χίλντε νεύει. Βλέπω από το παράθυρο την ομάδα με τα μπαγκάζια της ξεφορτωμένα στο πεζοδρόμιο. Οι Έλληνες συζητούν μεταξύ τους χειρονομώντας και δείχνοντάς με. Σηκώνω το χέρι σε θλιμμένο χαιρετισμό. Φαίνονται καλά παιδιά, με έντονο το αίσθημα της συντροφικότητας. Δυο γυναίκες με μπλε στολές, σαν τις ρόμπες που φορούν στις ελληνικές ταινίες οι κορδελιάστρες στα εργοστάσια, χαιρετούν τους καινούριους φοιτητές και τους καλούν να τις ακολουθήσουν. Το βαν ξεκινά με ένα μουγκρητό. Νιώθω αφόρητα μόνη κοιτώντας τις άδειες θέσεις γύρω μου. Σηκώνομαι δειλά και πλησιάζω τη Χίλντε στην πρώτη σειρά των καθισμάτων. Γλιστρώ δίπλα της. Μου χαμογελά ενθαρρυντικά, σαν να μου λέει ότι σύντομα θα τελειώσουν τα βάσανά μου. «Είναι η πρώτη φορά που έρχεσαι στο Βερολίνο;» «Είχα έρθει και όταν ήμουν δεκατριών». «Το θυμάσαι καθόλου;» Θέλω να της απαντήσω ότι είχα πάει με τους γονείς 23

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ μου το 1980 στο Δυτικό Βερολίνο και θυμάμαι πολύ καλά τη μονοήμερη εκδρομή στην άλλη πλευρά του Τείχους. Τότε τους είχα πει πως, αν έβλεπα ξανά αυτό το μέρος πριν από το 2080, θα ήταν εκατό χρόνια νωρίτερα απ ό,τι θα πρεπε. Από καταδρομή της τύχης βρίσκομαι εδώ μόλις πέντε χρόνια μετά τη δήλωσή μου. «Ελάχιστα. Ήμουν μικρή» επιλέγω την πιο ουδέτερη απάντηση που μπορώ να δώσω προκειμένου να μην ξεκινήσω άσχημα τη φοιτητική χρονιά. Τα λόγια του υπαλλήλου της πρεσβείας ηχούν σαν συναγερμός στ αυτιά μου και με προειδοποιούν για τυχόν προσβλητική συμπεριφορά. Ξεροκαταπίνω αμήχανα. Η Χίλντε με χτυπά καθησυχαστικά στο γόνατο και με διαβεβαιώνει ότι όλα θα πάνε καλά, θα μου αρέσει πολύ εδώ πέρα, θα κάνω φίλους αμέσως. Τη ρωτώ γιατί δεν κατέβηκα με τους άλλους. «Οι φοιτητές που πληρώνουν δίδακτρα ανήκουν σε άλλη εστία. Στη Στόρκοβερ-στράσσε. Στο Λίχτενμπεργκ είναι και αυτή, αλλά οι συγκοινωνίες βολεύουν περισσότερο. Θα παίρνεις το λεωφορείο και θα κατεβαίνεις στο Σαριτέ* χωρίς να αλλάζεις μεταφορικό μέσο». Κουνώ καταφατικά το κεφάλι. Είναι παρήγορο να σκέφτομαι ότι σε μια ξένη πόλη δε θα χρειάζεται να κάνω παραπάνω διαδρομές από τις απαραίτητες. Είναι πολύ νωρίς ακόμα για εξερευνήσεις. Το μόνο που θέλω είναι να βγαίνω από την εστία, να παίρνω το λεωφορείο, να κατεβαίνω στη στάση κοντά στο Σαριτέ. Μετά να τελειώνω το μάθημα, να επιβιβάζομαι στο λεωφορείο και να κατεβαίνω στη στάση έξω από την εστία. * Το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Βερολίνου. 24

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ «Είδα στον φάκελό σου ότι είσαι από την Ελλάδα. Δεν έχετε καλή οδοντιατρική σχολή εκεί;» Ανασηκώνω αδιάφορα τους ώμους. «Δεν ξέρω. Έγραψα χάλια και δεν πέρασα. Επειδή όμως τελείωσα το γερμανικό σχολείο, είχα τη δυνατότητα να σπουδάσω στο εξωτερικό». Δεν αποκαλύπτω στη Χίλντε ότι εγώ πέρυσι έχασα την ευκαιρία να δώσω αμπιτούρ* επειδή εκείνη τη μέρα κηδευόταν ο πατέρας μου. Και πως στις πανελλήνιες πάτωσα γιατί είχαμε τα σαράντα και δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στο γραπτό μου. Σε κανένα από τα μαθήματα της δέσμης. «Και γιατί επέλεξες τη χώρα μας και όχι κάποια της Δύσης;» «Επειδή έχετε ένα από τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα και οι σπουδές σε κάποιο από τα πανεπιστήμιά σας θα μου προσφέρουν πολλά εφόδια» παπαγαλίζω την απάντηση που είχε προνοήσει να μου πει ο γνωστός του πατέρα μου, χωρίς να αλλάξω ούτε σύνδεσμο. Η αληθινή απάντηση είναι ότι, αφού απέτυχα παταγωδώς να σπουδάσω στην Ελλάδα ή στη Δυτική Γερμανία, το αμέσως καλύτερο σενάριο ήταν να φοιτήσω στη μοναδική χώρα του Ανατολικού Μπλοκ που θύμιζε κάπως Ευρώπη, δεδομένου ότι περιείχε και τη λέξη «Γερμανία» στον τίτλο της. Μου χαρίζει ένα διάπλατο χαμόγελο ικανοποίησης. Καταλαβαίνω ότι ο οδηγός κατεβάζει ταχύτητα και στρίβει σ έναν σχετικά φωτεινό δρόμο με πανύψηλα κτίρια. * Γερμανικό απολυτήριο με το οποίο έχει κανείς πρόσβαση στα γερμανικά πανεπιστήμια για όλους τους κλάδους σπουδών. 25

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ «Εδώ είμαστε. Ετοιμάσου» μου λέει η Χίλντε. Κρατώ σφιχτά στο στήθος την πάνινη τσάντα με τον Μίκυ και κατεβαίνω προσεκτικά τα σκαλιά. Οι αποσκευές μου βρίσκονται ήδη στο νοτισμένο πεζοδρόμιο. Μου δείχνει μια νέα γυναίκα που περιμένει στο στέγαστρο της εισόδου κρατώντας έναν φάκελο. «Τώρα θα σε αναλάβει η γκενόσιν* της εστίας. Καλή διαμονή και καλές σπουδές» μου λέει και, πριν προλάβω να την ευχαριστήσω, κλείνει την πόρτα και κάνει νόημα στον οδηγό να ξεκινήσει. Η εξάτμιση στέλνει την τοξική ανάσα της επάνω μου και το βαν απομακρύνεται και χάνεται στην πρώτη στροφή της Στόρκοβερ-στράσσε. Σηκώνω με κόπο τα πράγματά μου και πλησιάζω την κυρία με την μπλε στολή, που στέκεται ακίνητη. «Καλώς ήρθες στην εστία Φέρντιναντ Τόμας. Είμαι η Κατρίν Λόττε και εσύ πρέπει να είσαι η Ζαΐρα Παπα» προσπαθεί να συλλαβίσει το ατελείωτο επώνυμό μου και με ένα επιφώνημα παραίτησης σταματά. «Παπαδημητροπούλου» συμπληρώνω. «Τι γλωσσοδέτης!» Κυρτώνει τη γραμμή των χειλιών της σε χλιαρό χαμόγελο. «Το δωμάτιό σου είναι στον δεύτερο όροφο. Δυστυχώς το ασανσέρ χάλασε πριν από λίγες ώρες, αλλά θα σε βοηθήσω εγώ με τα πράγματά σου. Αύριο πιστεύω να το έχουν επισκευάσει». Χωρίς να περιμένει, βουτά τη βαλίτσα και αρχίζει να ανεβαίνει τις σκάλες με τη σβελτάδα αλπινιστή. Έχει ήδη ξεκλειδώσει την πόρτα του δωματίου μου όταν φτάνω λαχανιάζοντας. Μπαίνω σ ένα λιτά επιπλωμένο δωμάτιο χωρίς την παραμικρή σφραγίδα προσωπικού γούστου. * Συντρόφισσα. 26

Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ Σ ΤΑΣΗ Άδειοι τοίχοι βαμμένοι σε μπεζ χρώμα, ένα κρεβάτι στρωμένο μόνο με λευκό κατωσέντονο, μια δίφυλλη ξύλινη ντουλάπα από καπλαμά, ένα γραφείο φτιαγμένο μάλλον από το περισσευούμενο φύλλο της ντουλάπας, μια καρέκλα. Τουλάχιστον έχω δικό μου μπάνιο, όπως πιάνω με την άκρη του ματιού μου. Η Κατρίν μου δίνει έναν φάκελο. «Έχει το χαρτζιλίκι σου, τον χάρτη της πόλης, μερικές πληροφορίες για την εστία και τα ωράρια». Ανοίγει την ντουλάπα. Οι άδειες κρεμάστρες κροταλίζουν πένθιμα στη ράγα. Μου δείχνει ένα τυλιγμένο πάπλωμα και δυο μαξιλάρια. «Στο υπόγειο έχουμε τα πλυντήρια. Στην αίθουσα ψυχαγωγίας υπάρχει μεγάλη τηλεόραση. Και πινγκ πονγκ. Θα τα μάθεις σιγά σιγά όλα». Κουνώ σαν χαμένη το κεφάλι. Νιώθω ότι θέλω να τη ρωτήσω διακόσια πράγματα, αλλά δε βγαίνει κουβέντα από το ξεραμένο μου στόμα. Το μόνο που επιθυμώ είναι να ξαπλώσω και να πνίξω τα δάκρυά μου στο μαξιλάρι. Αφήνει το κλειδί στο γραφείο και προτού με καληνυχτίσει με ενημερώνει ότι η μένζα* ανοίγει στις έξι και τέταρτο. Με συμβουλεύει να πάρω γερό πρωινό για να έχω δυνάμεις. Μένω καθισμένη στο κρεβάτι αρκετή ώρα αφότου έχει κλείσει η πόρτα. Είμαι μια άψυχη κούκλα, σαν εκείνες τις απαίσιες Σπανιόλες σε μέγεθος δίχρονου κοριτσιού που είχε στολισμένες στο μπαουλοντίβανο μια μακρινή μου θεία στη Λαμία. Δεν έχω ενέργεια, δεν έχω ύπνο, δεν έχω κουράγιο ούτε να γδυθώ. Παίρνω το μαξιλάρι και το * Καφετέρια-εστιατόριο σε φοιτητικές εστίες και πανεπιστημιακούς χώρους. 27

Μ ΑΪΡΑ Π ΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ πάπλωμα και τα ρίχνω όπως όπως στο κρεβάτι. Μόνο τα παπούτσια βγάζω. Ξαπλώνω και σκεπάζομαι μέχρι τ αυτιά. Είναι περασμένες δώδεκα όταν νιώθω τα μάτια μου να βαραίνουν. Παραδόξως δεν έχω χύσει ούτε δάκρυ. Η τελευταία μου σκέψη πριν βυθιστώ σε ταραγμένο ύπνο είναι ότι πήρα το αεροπλάνο από την Αθήνα το μεσημέρι της 14ης Σεπτεμβρίου 1985 νομίζοντας ότι τρεις ώρες αργότερα θα προσγειωνόμουν στο Ανατολικό Βερολίνο. Κανείς δε με προειδοποίησε ότι θα έφτανα είκοσι χρόνια νωρίτερα. Το μέρος φαίνεται παγιδευμένο στο 1965. Δεν είχα καν γεννηθεί. * * * Από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου δε θυμάμαι πολλά. Οι αναμνήσεις μου είναι θολές, και προφανώς όταν τις ανακαλώ αποκτούν μια νέα βεβαιότητα. Μου είπαν ότι γεννήθηκα το 1967 και, παρότι ήταν Ιανουάριος, ο κόσμος κυκλοφορούσε με το κοντομάνικο. «Γεννήθηκες και έφερες ξανά το καλοκαίρι» μου έλεγαν για χρόνια οι δικοί μου. Στην ασπρόμαυρη φωτογραφία που έβγαλε κάποιος συγγενής τον πατέρα μου να με κρατά φασκιωμένη στην αγκαλιά του στον θάλαμο του μαιευτηρίου Έλενα, φαίνεται ξεκάθαρα ότι έσκαγε ο τζίτζικας μέσα στο καταχείμωνο. Εκείνος φορούσε ένα ριγέ ναυτικό μπλουζάκι, το οποίο έχω φυλάξει στο συρτάρι του κομοδίνου μου. Είναι το μόνο ρούχο του που σώθηκε από την επιχείρησησκούπα της μητέρας μου. Δεν ήθελε να ανοίγει τις ντουλάπες της κρεβατοκάμαρας και να βλέπει άδεια πουκάμισα που διατηρούσαν παραδόξως έστω και ανεπαίσθητα τη μυρωδιά του. 28