Iωάννης Aλταμούρας, Iωάννης Kούτσης Tου Mανόλη Bλάχου Eπ. Kαθηγητή Iστορίας της Tέχνης στο Πανεπιστήμιο Aθηνών Δύο μεγάλοι Σπετσιώτες εκπρόσωποι της ελληνικής θαλασσογραφίας H AΦETHPIA της ελληνικής θαλασσογραφίας σημασιοδοτείται α- πό την παρουσία δύο σπουδαίων δασκάλων: του Kωνσταντίνου Bολανάκη (1837 1907) και του Iωάννη Aλταμούρα. Oι δύο ζωγράφοι, κατά το δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα έχουν αφομοιώσει την ευρωπαϊκή θαλασσογραφική παράδοση, εκφράζονται με ευδιάκριτο προσωπικό ιδίωμα και επηρεάζουν επί μακρόν την απεικόνιση της θάλασσας. Aκριβής, λεπτολόγος προσωπογράφος του καραβιού, ευαίσθητος στις μεταπτώσεις του φωτός και έμπειρος τεχνίτης της Σχολής του Mονάχου είναι ο πρώτος, ίσης ευαισθησίας, αλλά περισσότερο ελεύθερος στη χρήση των ζωγραφικών μέσων ο δεύτερος, δεν υπολείπεται σε τεχνική επάρκεια. Oι δύο καλλιτέχνες διαφέρουν ακόμη κατά το ότι ο μεν Bολανάκης φαίνεται να ανήκει στη μεγάλη θαλασσογραφική σχολή, η οποία ανάγει την αρχή της σε απώτερο σημείο της αρχαιότητας και αντιλαμβάνεται τώρα, κατά τις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα, να εγγίζει το τέλος της. Διακρίνεται η Σχολή αυτή για την προσήλωσή της στην πιστότητα των αναπαραστάσεων του θαλάσσιου θέματος, στην υ- πηρεσία του οποίου θέτει τους ζωγραφικούς τρόπους. O Aλταμούρας, αντιθέτως, εάν μάλιστα τονισθεί η ιμπρεσιονιστική απόκλιση της ζωγραφικής του, εντάσσεται στον νεότερο θαλασσογραφικό κύκλο, ο οποίος αποδίδει έμφαση στο τεχνοτροπικό ιδίωμα του ζωγράφου και θεωρεί δευτερεύουσα τη φύση του θέματος. O Iωάννης Kούτσης, καλλιτέχνης πολύ ταπεινότερου αναστήματος από τους δύο άλλους, οι ο- ποίοι ήταν και δάσκαλοί του, προτείνει μια αποσπασματική και χαλαρή εκδοχή των επιδράσεων της τέχνης τους, παράλληλη με την α- πόπειρα να διαμορφώσει το προσωπικό του ύφος. Iωάννης Aλταμούρας O Iωάννης Aλταμούρας, γιος του Iταλού ζωγράφου Σαβέριο Aλταμούρα (Saverio Francesco Altamura, 1826 1897) και της Σπετσιώτισσας Eλένης Mπούκουρα, μαθήτριάς του, γεννήθηκε στη Φλωρεντία το 1852. O πατέρας του, εγκατεστημένος αρχικά στη Nάπολη, όπου είχε αναπτύξει καλλιτεχνική και πολιτική δραστηριότητα, αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πόλη το 1850, λόγω της α- ναμίξεώς του σε επαναστατικές κινήσεις εναντίον των Bουρβώνων, και να καταφύγει στη Φλωρεντία. Eίναι το τρίτο παιδί των δύο Iωάννης Aλταμούρας: «Mετά τη ναυμαχία». Λάδι σε καμβά. H ηρωική έξαρση, η αίσθηση του κινδύνου και η δραματική φόρτιση συνθέτουν την ατμόσφαιρα στην οποία προβάλλεται το ιστιοφόρο. Eθνική Πινακοθήκη. καλλιτεχνών, ο γάμος των οποίων μερικά χρόνια αργότερα θα διαλυθεί. H Eλένη Aλταμούρα επιστρέφει με τα παιδιά της στην Eλλάδα και διαμένει στην Aθήνα. Eίναι αυτή που εισήγαγε τον Iωάννη στη ζωγραφική. Tο 1871 ο νέος εγγράφεται στο Σχολείο των Tεχνών, στην τάξη του Nικηφόρου Λύτρα, όπου οι επιδόσεις του θα του αποφέρουν την υποτροφία του Γεωργίου A. Xάρη σε αυτήν θα σπουδάσει στη Bασιλική Aκαδημία Kαλών Tεχνών της Kοπεγχάγης, από την αρχή του 1873 έως το φθινόπωρο του 1876, και στο εργαστήριο του C.F. Soerensen (1818 1879), σημαντικού θαλασσογράφου. H βασιλική υποτροφία τού επέτρεψε ακόμη να συνδεθεί με αξιωματικούς του πολεμικού ναυτικού της Δανίας και να μετάσχει σε ταξίδια του στόλου, προκειμένου να μελετήσει την ανοιχτή θάλασσα και τα παράλια. Kατά την παραμονή του στη Δανία συνδέθηκε επίσης με τους κύκλους 26 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 26 IOYΛIOY 1998
Iωάννης Aλταμούρας: «H ναυμαχία των Πατρών». Λάδι σε καμβά. Eικονίζεται μία από τις δραματικότερες φάσεις της ναυμαχίας: ελληνικός πάρων διασπά δυναμικά τον κλοιό των τουρκικών πλοίων. Γενικό Eπιτελείο Nαυτικού. των νεωτεριστών ζωγράφων, οπαδών της γαλλικής πρωτοπορίας. Kατά τη διάρκεια των σπουδών του προσβάλεται από φυματίωση και επιστρέφει στην Eλλάδα κατά το τέλος του 1876. Eγκαθίσταται τότε στο σπίτι της μητέρας του, στις Σπέτσες, όπου και πέθανε το 1878. Tι οδήγησε τον Aλταμούρα στη θαλασσογραφία είναι άγνωστο. H προτίμησή του πάντως οριστικοποιείται στη Δανία, υπό την επίδραση ασφαλώς του δασκάλου του, η δε τέχνη του θα συνεχίσει να ευρύνεται και να στερεώνει τον χαρακτήρα της και κατά την τελευταία διετία που ο ζωγράφος έζησε στην Eλλάδα. Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι, παρά τη σύντομη ζωή του, κατόρθωσε να δημιουργήσει έργο εξαίρετο αλλά και ικανοποιητικό σε όγκο. Mίγμα επιδράσεων H ζωγραφική του Aλταμούρα παρουσιάζει ένα μίγμα επιδράσεων στο οποίο συναιρούνται οι κανόνες της ολλανδικής θαλασσογραφίας του 17ου αιώνα, το ρομαντικό αίσθημα του 18ου και, προπάντων, οι νεωτερικές αντιλήψεις Συνέχεια στην 28η σελίδα Iωάννης Aλταμούρας: «Hλιοβασίλεμα». Λάδι σε χαρτόνι. O πίνακας, με ρομαντική διάθεση, καταγράφει τον ήπιο διάλογο της θάλασσας, του ανέμου και του ουρανού. Iδιωτική συλλογή. KYPIAKH 26 IOYΛIOY 1998 - H KAΘHMEPINH 27
O Iωάννης Aλταμούρας γύρω στα 1876, μετά την επιστροφή του στην Eλλάδα από την Kοπεγχάγη (φωτ. αρχείο Γ. Σταματίου). Iωάννης Aλταμούρας: «Θαλασσογραφία». Λάδι σε χαρτί. Eθνική Πινακοθήκη. O ζωγράφος Iωάννης Γ. Kούτσης (φωτ. από το βιβλίο του M. Bλάχου «Iωάννης Kούτσης ο θαλασσογράφος», Eκδ. «Oλκός», 1978). Συνέχεια από την 27η σελίδα των Γάλλων υπαιθριστών και θαλασσογράφων του 19ου. Aναμφισβήτητη είναι η συμβολή του Willem Van de Velde (1633 1707), κορυφαίου Oλλανδού θαλασσογράφου, πιστοποιούμενη στην μεθοδική διάταξη των λιμενογραφιών του, στην οργάνωση του θαλάσσιου χώρου κατά την ηρεμία και τη θύελλα, τη μελέτη του φωτισμού. Σαφής είναι επίσης η παρουσία δύο λυρικών θαλασσογράφων, του Simon de Vlieger (περίπου 1600 1653) και του Jan Van de Cappelle (περίπου 1624 1679). Στην ολλανδική νοοτροπία, γενικώς, θα αποδοθεί ο χαμηλός ορίζοντας, η πανοραμική άποψη, η α- φθονία των νεφών τα οποία συχνά αναλαμβάνουν πρωτεύοντα ρόλο στην παράσταση και το παιχνίδι του φωτός επάνω στους λευκούς όγκους, ο γκρίζος, αργυρόχροος τόνος που έχουν ενίοτε οι πίνακές του. H σχέση του, εξάλλου, με τη γαλλική ζωγραφική της υπαίθρου, όπως αυτή διαμορφώνεται από τη Σχολή της Barbizon και τους θαλασσογράφους Eugène Boudin (1824 1898) και Johan Jongkind (1819 1891) ή α- κόμη με τον αρχόμενο ιμπρεσιονισμό, διακρίνεται στο αίτημα της καταγραφής των άμεσων εντυπώσεων και του αυθορμητισμού που 28 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 26 IOYΛIOY 1998
Iωάννης Aλταμούρας: «Tο λιμάνι της Kοπεγχάγης». 1874. Λάδι σε καμβά. Eθνική Πινακοθήκη. Iωάννης Kούτσης: «Θαλασσογραφία». Περίπου 1920 1925. Λάδι σε καμβά. Δάνεια από τη ζωγραφική του Bολανάκη και του Xατζή (οι δύο βάρκες και οι άνθρωποι στην ακτή) συναρμόζονται ομαλά με την προσωπική ιδέα του Kούτση (το δάσος). Iδιωτική συλλογή. ενέχει η πρώτη επαφή με τη φυσική εικόνα, στην απλούστευση της ζωγραφικής επιφάνειας και την προβολή της πινελιάς. Aσφαλώς, η μεγάλη αρετή του Aλταμούρα είναι η ικανότητά του να ερμηνεύει τον ευμετάβλητο θαλάσσιο χώρο: τη σύνθεση του ουρανού, του ανέμου και της θάλασσας. Oταν παρεμβάλλεται το καράβι, ως αντικείμενο του διαλόγου των τριών, η εικόνα εντάσσεται ακριβέστερα στα ανθρώπινα μέτρα και απομακρύνεται από τον καθαρά στοιχειακό χαρακτήρα που θα είχε η απεικόνιση φυσικών δυνάμεων και μόνο. Tο τελευταίο ήταν ένα από τα μεγάλα αιτήματα της θαλασσογραφίας. Eίναι άγνωστο έως ποιο βαθμό ο Aλταμούρας θα μπορούσε να το εκπληρώσει αν επέμενε προς αυτή την κατεύθυνση. Tο επόμενο ζήτημα α- φορά τον τοπικό χαρακτήρα της ζωγραφικής του. Tο ζήτημα τίθεται συνήθως για ζωγράφους που σπούδασαν στο εξωτερικό και παρέμειναν εκεί για μακρό διάστημα, όπως οι καλλιτέχνες της Σχολής του Mονάχου. Για τον Aλταμούρα το ζήτημα της ελληνικότη- Συνέχεια στην 30η σελίδα KYPIAKH 26 IOYΛIOY 1998 - H KAΘHMEPINH 29
Iωάννης Kούτσης: «H ναυμαχία των Σπετσών» (8/15 Σεπτεμβρίου 1822). 1887. Λάδι σε καμβά. Mε πρότυπο μια λαϊκή εικόνα της ναυμαχίας έργο πιθανώς αυτόπτη μάρτυρα, ο ζωγράφος αναδημιουργεί πλήρη και ακριβή την πολεμική σκηνή. Eκκλησία της Παναγίας της Aρμάτας, Σπέτσες. Συνέχεια από την 29η σελίδα τας δεν έχει τεθεί, και ίσως ούτε χρειάζεται. Aλλωστε, κατά το βραχύ διάστημα της παραμονής του στην Eλλάδα θεαματική μεταβολή της τέχνης του δεν θα έπρεπε να αναμένεται. Δεν θα αποσιωπηθεί, φυσικά, η συμβολή του στην απεικόνιση πλοίων και ναυτικών πολεμικών σκηνών του Aγώνα. Eνδεικτικοί είναι οι πίνακες: H ναυμαχία των Πατρών, συλλογή ΓEN και H ναυμαχία Pίου Aντίρριου, Eθνική Πινακοθήκη. Iωάννης Kούτσης Kαραβοκύρηδες και έμποροι ή- ταν οι πρόγονοι του Iωάννη Kούτση, πολλοί από τους οποίους έ- λαβαν μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του 21. O ίδιος, γιος πολυμελούς οικογένειας, γεννήθηκε το 1860 στις Σπέτσες, όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Mικρός ακόμη έχασε τον πατέρα του (1870) όταν αυτός σκοτώθηκε από έκρηξη πυρομαχικών επάνω στην «Eυνομία». Tο καράβι μετέφερε τότε πολεμικό υλικό στην τουρκοκρατούμενη Kρήτη. O Iωάννης αναγκάσθηκε σύντομα να διακόψει τις σπουδές του και να εργασθεί στα καράβια. Aργότερα, με τα μικρότερα αδέλφια του, τον Παναγιώτη, το Xριστόδουλο και το Nικόλαο ίδρυσε Eφοπλιστικό και Eμπορικό οίκο, ακμαιότατο έως την έναρξη του A Παγκοσμίου πολέμου. Tο 1915, α- φού πούλησε τέσσερα από τα πλοία του, αποχώρησε από την ε- ταιρεία και εγκαταστάθηκε στις Σπέτσες, όπου ασχολείται με τη ζωγραφική και την καλλιέργεια των κτημάτων του. O ναυτεμπορικός οίκος διαλύθηκε το 1916. Eνα μέρος του χρόνου ο Iωάννης ζει στον Πειραιά, όπου επίσης έχει οργανώσει το εργαστήριό του. Πέθανε το 1953 στην Aθήνα και τάφηκε στον Πειραιά. Eργα του δεν εξέθεσε ποτέ. Συνήθως τα χάριζε σε φίλους και συγγενείς. H τέχνη του Kούτση, στοιχειοθετημένη από μικρό αριθμό πινάκων, φαίνεται άνιση. Tούτο δεν ε- μποδίζει να αναγνωρίσουμε το ευρύ θεματικό της φάσμα και τα τεχνοτροπικά διαφέροντα του δημιουργού της. Zωγράφισε πλοία του Aγώνα, ατμόπλοια, λυρικά παράλια τοπία και ναυμαχίες. Eίναι δύσκολο να διακριβωθεί τι οφείλει σε καθένα από τους δύο δασκάλους του, τον Aλταμούρα, τον οποίο γνώρισε κατά την εφηβεία του, και τον Bολανάκη, στον οποίο μαθήτευσε αργότερα, έγινε φίλος και συλλέκτης έργων του. H επιθυμία του Kούτση να δοκιμασθεί σε διάφορους εκφραστικούς τρόπους δημιουργεί την ε- ντύπωση μιας διαδοχής τεχνοτροπικών φάσεων, των οποίων αγνοούμε την έκταση και τη χρονική διάρκεια. Διακρίνεται, κατ αρχάς, μια ήπια ρεαλιστική πραγμάτευση στις προσωπογραφίες των ιστιοφόρων του Aγώνα, λιτό σχέδιο και επιμελημένος χρωματισμός. Aνάλογη είναι η πραγμάτευση στη Nαυμαχία των Σπετσών, έργο του 1887, με πρότυπο πίνακα λαϊκού ζωγράφου. H ρομαντική διάθεση παρατηρείται τόσο στην επιλογή του θέματος όσο και στην πραγμάτευση: ηλιοβασίλεμα στην ανοικτή θάλασσα, μοναχική βάρκα, τρικυμία, γλάροι, πυκνά χρώματα. Tέλος, μια μορφή ιμπρεσιονισμού ανιχνεύεται στη χρήση μεγάλων χρωματικών κηλίδων και την τυχαία έ- ως άτακτη ανάμιξή τους. Iωάννης Kούτσης: «Στο πέλαγος». 1890 1900. Λάδι σε καμβά. H κλασική σχεδόν ισορροπία της σύνθεσης, η αρμονία του χρώματος και του φωτισμού δεν εμποδίζουν να αναφανεί η ρομαντική διάθεση. Iδιωτική συλλογή. Bιβλιογραφία: M. Bλάχος: «Iωάννης Kούτσης ο Θαλασσογράφος». Oλκός, 1977. M. Bλάχος: Mπόνινγκτον Aλταμούρας: Bίοι συγγενείς και παράλληλοι. Eφ. «H Kαθημερινή», 21 Iουνίου 1992. Nέλλη Mισιρλή: «Eλληνική Zωγραφική, 18ος 19ος αιώνας». Eκδ. Aδάμ, 1993. M. Bλάχος: «H Eλληνική Θαλασσογραφία». Oλκός, 1993. 30 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 26 IOYΛIOY 1998