ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΔΑΝΔΟΛΟΣ ΓΡΑΦΩ ΜΟΝΟ ΓΙΑΤΙ ΕΧΩ ΚΑΤΙ ΝΑ ΠΩ «ίσως η απαρχή της συγγραφικής μου πορείας να ήταν ένα αντίβαρο στην αγχωτική όψη της δημοσιογραφίας» Ένας από τους σπουδαιότερους συγγραφείς της γενιάς του, ο Στέφανος Δάνδολος καταφέρνει με αριστοτεχνικό τρόπο να ταξιδέψει τον αναγνώστη ανάμεσα σε δυο αιώνες. Με τη γλαφυρή του πένα δίνει φως σε σκοτεινά γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας, μέσα από ένα ερωτικό μυθιστόρημα. Με το ανάγλυφο ύφος της γραφής του, προσφέρει στον αναγνώστη ένα καλαίσθητο έργο, δημιουργώντας ψυχαγωγία υψηλού επιπέδου, δίχως να παραλείπει την ουσία που αφορά το ταξίδι της ζωής του ανθρώπου. Εξυμνεί τον έρωτα, ενώ τον παρουσιάζει ξεκάθαρα ως κινητήριο δύναμη της ζωής μαζί με το υπέρτατο αγαθό που δεν είναι άλλο από την αγάπη.
Η χορεύτρια του Διαβόλου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Μέσα λοιπόν από αυτόν τον χορό ξετυλίγεται ένα ερωτικό θρίλερ, που ως σκηνικό έχει τα μεγαλύτερα γεγονότα του περασμένου αιώνα, περιπλέκοντας μια συνταρακτική ιστορία πάθους. Συνέντευξη στον ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΗ Πόσο εύκολο είναι να τιθασεύει κανείς τις σκέψεις του ώστε να δημιουργήσει ένα λογοτεχνικό βιβλίο; Εξαρτάται από το βιβλίο. Νομίζω ότι οποιοσδήποτε θα μπορούσε να γράψει ένα βιβλίο. Η εποχή μας παρέχει ένα σωρό εύκαιρες παραστάσεις οπότε η έμπνευση ξεπατικώνεται μάλλον εύκολα. Το ζητούμενο είναι να βάλεις κόπο και δουλειά, να ξεφύγεις από την πεπατημένη των κλισέ και της μανιέρας. Υπάρχουν εκείνοι που προσπαθούν να γράψουν κάτι αξιόλογο και υπάρχουν κι οι συγγραφείς του βολέματος, αυτοί δηλαδή που βολεύονται με το πρώτο πράγμα που θα σκεφτούν. Και μάλλον οι δεύτεροι είναι η πλειοψηφία. Ποια ήταν η πηγή της έμπνευσης για τη «Χορεύτρια του διαβόλου»; Η ανάγκη μου να ταξιδέψω τον αναγνώστη σε μια εποχή μεγάλων γεγονότων και να τον ψυχαγωγήσω μέσα από μια ιστορία μυστηρίου που θα συνδυάζει την μοίρα δύο ανθρώπων με την πολιτική και κοινωνική τοιχογραφία των καιρών. Η περίοδος στην οποία διαδραματίζεται -από τις αρχές του αιώνα μέχρι λίγους μήνες μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο- επιλέχτηκε σκόπιμα, διότι φέρει εκπληκτικές ομοιότητες με την εποχή μας, με την Ευρώπη σε μια μόνιμη τροχιά αναδιάρθρωσης. Η αλήθεια είναι ότι ήθελα να αποπνέει τον αέρα της παλιάς δαντέλας, να παραπέμπει στα αναγνώσματα εκείνης της περιόδου. Και το υλικό μου έδωσε τη δυνατότητα να παραθέσω μια πιο υπόγεια ανάγνωση της επίσημης Ιστορίας, ζωντανεύοντας χαρακτήρες όπως ο Χίτλερ και βάζοντας τους δικούς μου μυθοπλαστικούς ήρωες να διαδραματίζουν καίριο ρόλο σε γεγονότα τα οποία γνωρίζουμε.
Στο βιβλίο κάνετε μια ιστορική αναδρομή πολλών ετών, περιπλέκοντας πολιτικά ζητήματα συνδέοντάς τα με την κοσμοπολίτικη ζωή της κάθε δεκαετίας. Δεν παραλείπετε όμως το πάθος. Τελικά αυτό είναι που μας πάει παρακάτω ή μας φρενάρει λόγω της έντασης που δημιουργεί; Το πάθος είναι ζωτικό, αλλά μπορεί να μας καταστρέψει, όπως μπορεί και να μας ανυψώσει. Και στην πλοκή του βιβλίου παίζει καθοριστική σημασία, δεν υπάρχει σελίδα που να μην διαπνέεται από την βαθιά πληγή του αφηγητή, αν και αναδύεται στην επιφάνεια σταδιακά, η έντασή του είναι βαθμιαία και στο τέλος τα κατακλύζει όλα. Σπάνια το πάθος μάς πάει παρακάτω όμως. Συνήθως μας φρενάρει. Κάνετε ιδιαίτερη μνεία στον έρωτα. Μπορεί ο έρωτας να φέρει τη δικαίωση, να γιατρέψει πληγές; Φυσικά και μπορεί. Χρειάζονται όμως καθαρά βλέμματα, όχι τυφλωμένα. Χρειάζεται κατανόηση. Από μας εξαρτάται αν ο έρωτας είναι σαρκοβόρος και μας σκοτώνει σιγά-σιγά, ή αν μπορεί να μας γεμίσει και να μας χαρίσει την ευτυχία. Όλη η μοίρα του Γκίμπονς στο βιβλίο σημαδεύτηκε από τις πληγές του πάθους που τον τύφλωσαν. Ως δημοσιογράφος, έχετε την ευκαιρία να είστε πιο κοντά στην σύγχρονη πνευματική ελίτ. Ποιες οι διαφορές του τότε με το σήμερα; Καταρχάς δε βλέπω καμιά πνευματική ελίτ στην Ελλάδα σήμερα. Ο πνευματικός κόσμος είναι είτε διαβρωμένος από την ανάγκη της προβολής είτε αυτάρεσκος σε τέτοιο βαθμό ώστε να είναι απομονωμένος στη δική του γυάλα. Οι ακαδημαϊκοί δεν έχουν πρόσβαση στο κοινό, οι μυθιστοριογράφοι δε διαβάζουν καν (ή σπάνια το κάνουν) βιβλία συναδέλφων τους, οι κριτικοί έχουν εκλείψει, οι ποιητές δεν βρίσκουν καν εκδότη για να δημοσιεύσουν. Οπότε ας μην κοροϊδευόμαστε, η πνευματική ελίτ στη χώρα μας είναι κάτι το ανύπαρκτο. Παλαιότερα ο πνευματικός κόσμος είχε βάθος και ποιότητα, μπορούσε να προβεί σε ανατροπές και ίσως να εμπνεύσει, επειδή και το ίδιο το ακροατήριό του είχε το ανάλογο υπόβαθρο. Σήμερα ζούμε σε μια χώρα δημαγωγική, θορυβώδη, βαθιά
διχασμένη, η οποία δεν έχει τη παραμικρή σχέση με οτιδήποτε πνευματικό. Μοιραία και οι πνευματικοί άνθρωποι διανύουν τη δική τους κρίση ταυτότητας. Έχετε λάβει αρκετές τιμητικές διακρίσεις ενώ έχετε γράψει εννέα μυθιστορήματα. Ποια αίσθηση σας έχει αφήσει αυτό το πνευματικό ταξίδι; Αισθάνομαι πλήρης γιατί έχω γράψει αυτά ακριβώς που ήθελα να γράψω χωρίς να ξεμυαλιστώ από την ανάγκη της δημοσίευσης. Και όσο περνούν τα χρόνια γίνομαι πιο αυστηρός με τον εαυτό μου και κάθε βιβλίο περνάει από περισσότερα κύματα μέχρι να ολοκληρωθεί. Δεν αισθάνομαι ότι πρέπει να γράψω για να βρίσκομαι στα πράγματα, γράφω μόνο γιατί έχω κάτι να πω. Όταν δεν θα έχω τίποτα να πω, τότε θα σταματήσω να γράφω. Σας βοηθάει η συγγραφή να κρατάτε τις ισορροπίες, καθώς ασκείτε ένα επάγγελμα αρκετά αγχωτικό; Ναι, ίσως η απαρχή της συγγραφικής μου πορείας να ήταν ένα αντίβαρο στην αγχωτική όψη της δημοσιογραφίας. Αλλά με τη πάροδο του χρόνου διαπίστωσα ότι και η ίδια η ενασχόληση με τη λογοτεχνία κρύβει το δικό της άγχος. Σίγουρα πάντως είναι δύο αντίθετα πράγματα, που έχουν κάποιες κοινές συνισταμένες και μια αναμφισβήτητη αφετηρία: την υποχρέωση να σέβεσαι το κοινό σου. Οι δικές μου ισορροπίες θα έλεγα ότι κρατήθηκαν περισσότερο μέσα από την επίγνωση ότι σεβόμουν πάντα το κοινό στο οποίο απευθυνόμουν είτε μέσω των εφημερίδων είτε μέσω της λογοτεχνίας. Ο αναγνώστης δεν είναι τόσο ηλίθιος όσο νομίζουν ορισμένοι. Ακόμα κι αν υπόκειται μια ασύλληπτη χαύνωση από παντού, κατά βάθος ξέρει τι του αξίζει και τι όχι. Κι αυτό ισχύει σε όλους τους τομείς. Για έναν δημοσιογράφο είναι εύκολο να χάσει το χαμόγελό του, μιας και έρχεται αντιμέτωπος με γεγονότα που ίσως να μην τα συναντούσε ποτέ στη ζωή του, αν έκανε ένα άλλο επάγγελμα. Σε μια εποχή που οι δημοσιογράφοι δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, σε τι βαθμό μπορεί να επηρεαστεί η προσωπική ζωή; Ο Νόρμαν Μέιλερ έγραψε κάποτε ότι η σπουδαιότερη προϋπόθεση για να γίνει κανείς καλός δημοσιογράφος και να μην χάσει τον εαυτό του, είναι να έχει γερό στομάχι. Ισχύει και στις μέρες μας. Σε ποιά κατάσταση βρίσκεται ο πολιτισμός μας σήμερα και ποιος ο ρόλος της ενημέρωσης; Ο πολιτισμός μας σήμερα βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας και πολύ φοβάμαι ότι έχει να επιδείξει πολλά σε ελάχιστους. Το έχω ξαναπεί και θα το λέω συνέχεια ότι η κρίση που βιώνει αυτή η χώρα είναι πρωτίστως πολιτισμική. Ο ρόλος της ενημέρωσης θα είχε κάποια αξία αν η ίδια ενημέρωση είχε ρόλο. Γιατί με τα social media σε τέτοια άνθηση και τις τόσες πηγές αμφιβόλου αξίας στο ίντερνετ και την τηλεόραση η δημοσιογραφία σε γενικές γραμμές δοκιμάζεται περισσότερο από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν. Τι αισθήματα σας προκαλεί όλο αυτό που βιώνουμε σήμερα; Μια αίσθηση αποστροφής προς το νεοελληνικό ιδεώδες. Νιώθω ξένος στον τόπο μου. Ελάχιστα με συνδέουν με την τροπή που έχει πάρει η αισθητική αυτής της χώρας.
Μια αγαπημένη σας ασχολία; Η ανάγνωση. Η μουσική. Και εσχάτως οι ώρες που περνάω συντροφιά με τον νεογέννητο γιο μου. Η ελπίδα που αντλώ από το βλέμμα του με γεμίζει δύναμη και αισιοδοξία.