της 21ης της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του με δικαστηρίου αιτούντος Βελγικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Δικαιοσύνης,

Σχετικά έγγραφα
THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation του Βελγίου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία το

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

της 3ης Απριλίου 1968*

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 31ης Δικαστήριο, Οκτωβρίου 1974 εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, καθώς και

REGINA ΚΑΤΑ THOMPSON κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 54 παράγραφοι 2 και 3,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

της 19ης Νοεμβρίου 1975 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

της 25ης Οκτωβρίου 1979 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παράπέμποντος

της 30ής Ιουνίου 1966<appnote>*</appnote>

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαρτίου 1980 *

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τους νομικούς

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

Υπόθεση C-309/99. J. C. J. Wouters κ.λπ. κατά Algemene Raad van die Nederlandse Orde van Advocaten

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

της 17ης Δεκεμβρίου 1970<appnote>*</appnote>

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 9, παράγραφος 1, 12, 13, παράγραφος 2, 92, 93 και 95 της Συνθήκης ΕΟΚ,

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από το νομικό της

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*)

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

Συνθήκης ΕΟΚ, Δικαστήριο, της 8ης. Στην υπόθεση 43/75, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 148/78 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

INTERNATIONAL FRUIT COMPANY ΚΑΤΑ PRODUKTSCHAP VOOR GROENTEN EN FRUIT ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Δεκεμβρίου 1980 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

της 31ης Μαρτίου 1971<appnote>*</appnote>

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 165/2000 (ΦΕΚ 149/τ. Α / )

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr)

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

Οικονομικής Κοινότητας, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

θεσπίσεως κοινής πολιτικής δομών στον τομέα της αλιείας και κοινής οργανώσεως Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 3/76, 4/76 και 6/76, 6/76) αντιστοίχως,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 7ης Μαΐου 1991 *

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 18ηςΜαρτίου 1970<appnote>*</appnote>

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Μαΐου 1980 *

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Σεπτεμβρίου 1980 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 21ης Απριλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) 27 Νοεμβρίου 1985 *

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 13 Φεβρουαρίου 1985 '

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ HENRI MAYRAS. * της 28ης Μαΐου σχέσεων, δηλαδή η αύξηση και η διαφοροποίηση. των υπηρεσιών των οποίων έχουν

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 34/79 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΆΡΘΡΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ. (άρθρο 1 και άρθρο 12 της οδηγίας)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Transcript:

κατ' REYNERS ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Ιουνίου 1974 * Στην υπόθεση 2/74, το Δικαστή που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Conseil d'état του Βελγίου προς ριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του με αιτούντος δικαστηρίου ταξύ Jean Reyners, διδάκτορος Νομικής, διαχειριστή επιχειρήσεων, Saint Lambert (Βρυξέλλες), κατοίκου Woluwé- και Βελγικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, παρεμβαίνων: Orde national des Avocats de Belgique, η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 52 και 55 της ΕΟΚ, σε συνδυασμό με το βασιλικό διάταγμα της 24ης Αυγούστου 1970, με το οποίο θεσπίστηκε απόκλιση από την προϋπόθεση ιθαγένειας που προβλέπεται στο άρθρο 428 του δικαστικού κώδικα για την άσκηση του επαγγέλματος του δικηγόρου, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, συγκείμενο από τους R. Lecourt, Πρόεδρο, Α. Μ. Donner και Μ. Sørensen, προέδρους τμήματος, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars, P. Pescatore (εισηγητή), Η. Kutscher, C. O'Dálaigh και A. M. Mackenzie Stuart, δικαστές, * Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλιxή. 319

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 21.6.1974 2/74 γενικός εισαγγελέας: Μ. Η. Mayras γραμματέας: Μ. Α. Van Houtte εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση (το μέρος που περιέχει τα περιστατικά παραλείπεται) Σκεπτικό γραμματεία του Δικα 1 Με απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 1973, που περιήλθε στη στηρίου στις 9 Ιανουαρίου 1974, το Conseil d'état του Βελγίου υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, δύο ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 52 και 55 της Συνθήκης ΕΟΚ περί δικαιώματος εγκαταστάσεως, σε σχέση με την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος. 2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο προσφυγής που άσκησε ολλανδός υπήκοος, κάτοχος του διπλώματος που κατά νόμο παρέχει το δικαίωμα στο Βέλγιο για την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος, ο οποίος αποκλείστηκε από το επάγγελμα αυτό, λόγω της ιθαγενείας του, βάσει του Βασιλικού Διατάγματος της 24ης Αυγούστου 1970, περί του τίτλου του δικηγόρου και της ασκήσεως του δικηγορικού επαγγέλματος (Moniteur Belge, 1970, σ. 9060). Επί της ερμηνείας του άρθρου 52 της Συνθήκης ΕΟΚ 3 To Conseil d'état ερωτά αν το άρθρο 52 της Συνθήκης ΕΟΚ είναι μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, «διάταξη που ισχύει άμεσα», παρά την έλλειψη των προβλεπομένων από τα άρθρα 54, παράγραφος 2, και 57, παράγραφος 1 της Συνθήκης οδηγιών. 4 Οι Κυβερνήσεις του Βελγίου και της Ιρλανδίας, ισχυρίζονται, για λόγους που συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό, ότι δεν μπορεί να αναγνωριστεί τέτοιο αποτέλεσμα στο άρθρο 52. 5 Αν ερευνηθεί μέσα στο όλο πλαίσιο του κεφαλαίου περί δικαιώματος εγκαταστάσεως, στο οποίο παραπέμπει ρητώς με τη φράση «στο πλαίσιο των κατωτέ- 320

κατ' επιβεβαιώνουν γι' κατ' REYNERS ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ ρω διατάξεων», το άρθρο αυτό, λόγω του περιπλόκου του σχετικού θέματος, διακηρύσσει μια απλή αρχή, η εφαρμογή της οποίας εξαρτάται αναγκαστικά από το σύνολο των συμπληρωματικών διατάξεων, κοινοτικών ή εθνικών, που προβλέπουν τα άρθρα 54 και 57. κατάρτιση ενός «γενικού προγράμματος», που με τη σειρά του θα εκτελεστεί με την 6 Ο τύπος που προβλέπει η Συνθήκη αυτές τις πράξεις εκτελέσεως έκδοση ενός συνόλου οδηγιών την έλλειψη αποτελέ αμέσου σματος του άρθρου 52. 7 Ο κοινοτικός δικαστής δεν μπορεί να ασκήσει εξουσία εκτιμήσεως, η οποία έχει επιφυλαχθεί υπέρ των νομοθετικών οργάνων της Κοινότητας και των κρατών μελών. 8 Τα επιχειρήματα αυτά συμμερίζονται, ουσία, και οι Κυβερνήσεις Βρετανίας και Λουξεμβούργου, καθώς και ο Ordre National des Avocats de Belgique (Εθνικός Δικηγορικός Σύλλογος Βελγίου), παρεμβαίνων στην κύρια δίκη. 9 Ο προσφεύγων στην κύρια δίκη παρατηρεί ότι, στην περίπτωσή του, πρόκειται για δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγένειας, καθόσον του επιβάλλονται προϋποθέσεις εισόδου στο δικηγορικό επάγγελμα που δεν εφαρμόζονται στους βέλγους υπήκοους. 10 Από την άποψη αυτή, το άρθρο 52 αποτελεί διάταξη σαφή και πλήρη να παράγει άμεσο αποτέλεσμα. που μπορεί 11 Η Κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, υποστηριζόμενη, ουσία, από την Κυβέρνηση των Κάτω Χωρών, επικαλούμενη την απόφαση του Δικαστηρίου, της 16ης Ιουνίου 1966, στην υπόθεση 57/65, Lütticke (Rec. 1966, σ. 293), θεωρεί ότι οι διατάξεις που επιβάλλουν στα κράτη μέλη υποχρέωση προς την οποία οφείλουν να συμμορφωθούν εντός τακτικής προθεσμίας, ισχύουν άμεσα όταν, κατά τη λήξη της προθεσμίας αυτής, η υποχρέωση δεν έχει εκπληρωθεί. 12 Συνεπώς, μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, τα κράτη μέλη δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να διατηρούν σε ισχύ περιορισμούς της ελευθερίας εγκαταστάσεως, καθόσον το άρθρο 52, από το χρονικό αυτό σημείο, απέκτησε το χαρακτήρα διατάξεως καθαυτής πλήρους και νομικώς τέλειας. 321

σ' ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 21.6.1974 2/74 13 Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, το «γενικό πρόγραμμα» και οι οδηγίες που προβλέπει το άρθρο 54 δεν έχουν σημασία παρά μόνο για τη μεταβατική περίοδο, καθόσον η ελευθερία εγκαταστάσεως ισχύει πλήρως από το τέλος της περιόδου αυτής. 14 Η Επιτροπή, παρά τις αμφιβολίες που έχει ως προς το άμεσο αποτέλεσμα της διατάξεως της οποίας ζητείται η ερμηνεία αφενός μεν, επειδή η συνθήκη παραπέμπει στο «γενικό πρόγραμμα» και στις οδηγίες εφαρμογής και, αφετέρου, λόγω του περιεχομένου ορισμένων οδηγιών ελευθερώσεως που έχουν ήδη ληφθεί, οι οποίες δεν επιτυγχάνουν όλα τα σημεία απολύτως ίση μεταχείριση θεωρεί ότι το άρθρο 52 αναπτύσσει, τουλάχιστον, μερικό άμεσο αποτέλεσμα, καθόσον απαγορεύει ειδικώς τις διακρίσεις λόγω ιθαγένειας. 15 Το άρθρο 7 της Συνθήκης, το οποίο αποτελεί μέρος των «αρχών» της Κοινότητας, ορίζει ότι, εντός του πεδίου εφαρμογής της Συνθήκης και με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεών της, «απαγορεύεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγενείας». 16 Το άρθρο 52 διασφαλίζει την εφαρμογή της γενικής αυτής διατάξεως στον ειδικό τομέα του δικαιώματος εγκαταστάσεως. 17 Η φράση «στο κεφάλαιο των κατωτέρω διατάξεων» παραπέμπει στο σύνολο του κεφαλαίου περί δικαιώματος εγκαταστάσεως και, συνεπώς, πρέπει να ερμηνευτεί μέσα στο γενικό αυτό πλαίσιο. 18 Το άρθρο 52 ορίζει καταρχάς ότι «οι περιορισμοί της ελευθερίας εγκαταστάσεως των υπηκόων ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους καταργούνται προοδευτικώς κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου» και κατόπιν διατυπώνει την αρχή που διαπνέει όλο τον εν λόγω τομέα ορίζοντας ότι η ελευθερία εγκαταστάσεως περιλαμβάνει την ανάληψη και την άσκηση μη μισθωτών δραστηριοτήτων «σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται από τη νομοθεσία της χώρας εγκαταστάσεως για τους δικούς της υπηκόους». 19 Για την προοδευτική επίτευξη του στόχου αυτού, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, το άρθρο 54 προβλέπει την εκ κατάρτι μέρους του Συμβουλίου ση ενός «γενικού προγράμματος» και, για την εφαρμογή του προγράμματος αυτού, τη θέσπιση οδηγιών που αποβλέπουν στην υλοποίηση της ελευθερίας εγκαταστάσεως στις διάφορες επί μέρους δραστηριότητες. 20 Εκτός από τα μέτρα αυτά ελευθερώσεως, το άρθρο 57 προβλέπει τη θέσπιση οδηγιών που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της αμοιβαίας αναγνώρισης διπλω- 322

REYNERS ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ νο μάτων, πιστοποιητικών και λοιπών τίτλων και, γενικώς, το συντονισμό των μοθεσιών που ρυθμίζουν την εγκατάσταση και την άσκηση μη μισθωτών δραστηριοτήτων. 21 Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι κατά το σύστημα του κεφαλαίου περί δικαιώματος εγκαταστάσεως, το «γενικό πρόγραμμα» και οι οδηγίες που προβλέπει η Συνθήκη επιτελούν δύο λειτουργίες από τις οποίες η πρώτη είναι η άρση, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, των εμποδίων που παρεμβάλλονται στην υλοποίηση της ελευθερίας εγκαταστάσεως και η δεύτερη είναι η θέσπιση, πραγμτική άσκηση της εν λόγω ελευθερίας, με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής στη νομοθεσία των κρατών μελών, διατάξεων που να διευκολύνουν την και κοινωνικής αλληλοδιείσδυσης στο εσωτερικό της Κοινότητας, σε ό,τι αφορά τον τομέα των μη μισθωτών δραστηριοτήτων. 22 Στην υλοποίηση του δεύτερου αυτού στόχου αποβλέπουν, αφενός, μεν, ορισμένες από τις διατάξεις του άρθρου 54, παράγραφος 3, που αφορούν ιδίως τη συ διοικητικών διαδικασιών και πρακτικών και, αφετέρου, το σύνολο των διατάξεων του νεργασία μεταξύ των αρμοδίων εθνικών αρχών και την προσαρμογή των άρθρου 57. 23 Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος πρέπει να προσδιοριστεί η διατάξεων του άρθρου 52. ενέργεια των 24 Ο κανόνας της ίσης με τους ημεδαπούς μεταχειρίσεως αποτελεί έναν από τους θεμελιώδεις νομικούς κανόνες της Κοινότητας. 25 Καθόσον παραπέμπει σε σύνολο νομοθετικών διατάξεων τις οποίες η χώρα εγκαταστάσεως εφαρμόζει πράγματι επί των υπηκόων της, τον κανόνα αυτό, λόγω της ίδιας του υπήκοοι όλων των κρατών της φύσεως, μπορούν να τον επικαλεστούν άμεσα οι μελών. 26 Ορίζοντας ότι η ελευθερία εγκαταστάσεως πρέπει να έχει επιτευχθεί μέχρι το τέλος της μεταβατικής περιόδου, το άρθρο 52 επιβάλλει υποχρέωση επιτεύξεως ακριβώς καθορισμένου αποτελέσματος, η εκτέλεση της οποίας διευκολύνεται αλλά δεν εξαρτάται, από την εφαρμογή προγράμματος προοδευτικών μέτρων. 27 Το γεγονός ότι δεν ακολουθήθηκε η προοδευτική αυτή εφαρμογή αφήνει άθικτη την ίδια την υποχρέωση, μετά από την προθεσμία που είχε προβλεφθεί για την εκπλήρωσή της. 323

σ' ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 21.6.1974 2/74 28 Η ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη προς το άρθρο 8, παράγραφος 7 της Συνθήκης, σύμφωνα με το οποίο η λήξη της μεταβατικής περιόδου αποτελεί το έσχατο χρονικό σημείο για να τεθούν σε ισχύ οι κανόνες που προβλέπει η Συνθήκη και για την εφαρμογή όλων των μέτρων που προϋποθέτει η εγκαθίδρυση της κοινής αγοράς. 29 Κατά της απευθείας αυτής εφαρμογής δεν μπορεί να προβληθεί το γεγονός ότι το Συμβούλιο παρέλειψε να εκδώσει τις οδηγίες που προβλέπουν τα άρθρα 54 και 57, ή το γεγονός ότι ορισμένες από τις οδηγίες που πράγματι εκδόθηκαν δεν υλοποιούν πλήρως το στόχο της άρσεως των διακρίσεων που τάσσει το άρθρο 52. 30 Πράγματι, μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, οι οδηγίες που προβλέπει το κεφάλαιο περί δικαιώματος εκγαταστάσεως έχουν καταστεί περιττές για την εφαρμογή του κανόνα της ίσης με τους ημεδαπούς μεταχειρίσεως, καθόσον ο κανόνας αυτός επιβάλλεται πλέον από την ίδια αποτέλε τη Συνθήκη με άμεσο σμα. 31 Οι οδηγίες αυτές, ωστόσο, δεν στερούνται εντελώς σημασίας, διότι εξακολουθούν να έχουν ένα σημαντικό πεδίο εφαρμογής στον τομέα των μέτρων που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της πραγματικής ασκήσεως του δικαιώματος ελεύθερης εγκαταστάσεως. 32 Πρέπει, συνεπώς, να δοθεί ως απάντηση στο ερώτημα που υποβλήθηκε ότι από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, το άρθρο 52 της Συνθήκης αποτελεί διάταξη που ισχύει άμεσα, παρά την ενδεχόμενη έλλειψη, σε ορισμένο τομέα, των οδηγιών που προβλέπουν τα άρθρα 54, παράγραφος 2, και 57, παράγραφος 1 της Συνθήκης. Επί της ερμηνείας του άρθρου 55, εδάφιο 1 της Συνθήκης ΕΟΚ 33 To Conseil d'état ζητεί, επίσης, να διευκρινιστεί η έννοια των «δραστηριοτήτων που συνδέονται σε ένα κράτος μέλος, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση δημοσίας εξουσίας» που αναφέρεται στο άρθρο 55, εδάφιο 1. 34 Ειδικότερα, ερωτάται εάν ένα επάγγελμα όπως του δικηγόρου εξαιρούνται από την εφαρμογή του κεφαλαίου περί ελεύθερης εγκαταστάσεως εκείνες μόνο οι συμφυείς με το επάγγελμα αυτό δραστηριότητες άσκηση δημοσίας εξουσίας ή που συνδέονται με την αν το επάγγελμα αυτό εξαιρείται στο σύνολό του επειδή περιλαμβάνει δραστηριότητες που συνδέονται με την άσκηση της εξουσίας αυτής. 324

σ' REYNERS ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ 35 Η Κυβέρνηση του Λουξεμβούργου και ο Εθνικός Δικηγορικός Σύλλογος του Βελγίου θεωρούν ότι το δικηγορικό επάγγελμα εξαιρείται, στο σύνολό του, από τους κανόνες της Συνθήκης περί δικαιώματος εγκαταστάσεως επειδή μετέχει οργανικά στη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας απονομής της δικαιοσύνης. 36 Η κατάσταση αυτή προκύπτει τόσο από την οργάνωση του Δικηγορικού Συλλόγου, που ρυθμίζεται από το νόμο και περιλαμβάνει σύνολο αυστηρών προϋποθέσεων εισόδου και πειθαρχίας και από το λειτούργημα που εκπληρώνει ο δικηγόρος, στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, όπου η συμμετοχή του είναι, κατά μέγα μέρος, υποχρεωτική. 37 Οι δραστηριότητες αυτές, που καθιστούν το δικηγόρο απαραίτητο επίκουρο στην απονομή της δικαιοσύνης, αποτελούν ενιαίο σύνολο, τα διάφορα στοιχεία του οποίου δεν είναι δυνατόν να αποχωριστούν. 38 Ο προσφεύγων στην κύρια δίκη υποστηρίζει ότι οπωσδήποτε ορισμένες δραστηριότητες του δικηγορικού επαγγέλματος συνδέονται με την άσκηση δημοσίας εξουσίας και, ότι, κατά συνέπεια, μόνο αυτές εμπίπτουν στην εξαίρεση που προβλέπει το άρθρο 55 από την αρχή της ελεύθερης εγκαταστάσεως. 39 Για τις Κυβερνήσεις της Γερμανίας, του Βελγίου, της Μεγάλης Βρετανίας, της Ιρλανδίας και της Ολλανδίας, καθώς και την Επιτροπή, η εξαίρεση του άρθρου 55 περιορίζεται εκείνες μόνο τις δραστηριότητες των διαφόρων επαγγελμάτων που συνδέονται πράγματι με την άσκηση δημόσιας εξουσίας υπό τον του επαγ όρο ότι αυτές μπορούν να αποχωριστούν από την κανονική άσκηση γέλματος. 40 Μεταξύ των προαναφερθεισών κυβερνήσεων υφίστανται, ωστόσο, διαφορές ως προς την φύση των δραστηριοτήτων που εξαιρούνται από την αρχή της ελευθερίας εγκαταστάσεως, δεδομένης της διαφορετικής οργανώσεως του δικηγορικού επαγγέλματος στα διάφορα κράτη μέλη. 41 Ειδικότερα, η Γερμανική Κυβέρνηση θεωρεί ότι λόγω συμμετοχής των δικηγόρων σε ορισμένες δικαστικές διαδικασίες, ιδίως στον τομέα της υποχρεωτικής του ποινικού και του δημοσίου δικαίου, υπάρχουν τόσο στενές σχέσεις μεταξύ του δικηγορικού επαγγέλματος και της ασκήσεως της δικαστικής εξουσίας ώστε να πρέπει να εξαιρεθούν από την ελευθέρωση τουλάχιστον μεγάλοι τομείς του επαγγέλματος αυτού. 325

σ' ΥΠΟΘΕΣΗ σ' ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 21.6.1974 2/74 42 Κατά το άρθρο 55, εδάφιο 1, εξαιρούνται από την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου περί δικαιώματος εγκαταστάσεως «όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, οι δραστηριότητες που συνδέονται στο κράτος αυτό, περιστασιακά, με την άσκηση δημοσίας εξουσίας». έστω και 43 Λόγω του θεμελιώδους χαρακτήρα που έχει, μέσα στο όλο σύστημα της Συνθήκης, η ελευθερία εγκαταστάσεως και ο κανόνας της ίσης με τους ημεδαπούς μεταχειρίσεως, οι αποκλίσεις που δέχεται το άρθρο 55, εδάφιο 1, δεν πρέπει να προσλάβουν τέτοια έκταση που να υπερβαίνει το σκοπό για τον οποίο περιελήφθη η ρήτρα αυτή εξαιρέσεως. 44 Σκοπός του άρθρου 55, εδάφιο 1 είναι να παράσχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα, σε περίπτωση κατά την οποία ορισμένα καθήκοντα που συνεπάγονται την άσκηση δημόσιας εξουσίας συνδέονται με μία από τις μη μισθωτές δραστηριότητες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 52, να αποκλείσουν την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών από αλλοδαπούς. 45 Η ανάγκη αυτή ικανοποιείται πλήρως αν ο αποκλεισμός αυτής της κατηγορίας υπηκόων περιορίζεται εκείνες μόνο τις δραστηριότητες οι οποίες συνιστούν, αυτές καθαυτές, άμεση και ειδική συμμετοχή στην άσκηση δημοσίας εξουσίας. 46 Επέκταση της εξαιρέσεως που προβλέπει το άρθρο 55 σε ολόκληρο το επάγγελμα, μπορεί να γίνει δεκτή μόνο στην εί περίπτωση κατά την οποία αυτού του δους οι δραστηριότητες συνδέονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η ελευθέρωση της εγκαταστάσεως να έχει ως αποτέλεσμα να επιβάλει ένα κράτος μέλος την υποχρέωση να δεχθεί, έστω και ευκαιριακώς, την άσκηση εκ μέρους αλλοδαπών καθηκόντων που εμπίπτουν στην άσκηση της δημόσιας εξουσίας. 47 Αντιθέτως, η επέκταση αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή όταν, στο πλαίσιο ενός ανεξαρτήτου επαγγέλματος, οι δραστηριότητες που συνδέονται ενδεχομένως με την άσκηση δημοσίας εξουσίας αποτελούν στοιχείο που μπορεί να αποσπαστεί από το σύνολο της οικείας επαγγελματικής δραστηριότητας. 48 Εφόσον δεν έχει θεσπιστεί καμία οδηγία, δυνάμει του άρθρου 57, για την εναρμόνιση των εθνικών νομοθετικών διατάξεων που αφορούν, ειδικότερα, το δικηγορικό επάγγελμα, η άσκηση του επαγγέλματος αυτού εξακολουθεί να ρυθμίζεται από τη νομοθεσία των διαφόρων κρατών μελών. 326

σ' REYNERS ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ 49 Συνεπώς, η ενδεχόμενη εφαρμογή των περιορισμών της ελευθερίας εγκαταστάσεως που προβλέπει το άρθρο 55, εδάφιο 1 κράτος μέλος σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές διατάξεις οργάνωση και την άσκηση του εν λόγω επαγγέλματος. πρέπει να κρίνεται χωριστά για κάθε που αφορούν την 50 Κατά την εκτίμηση αυτή πρέπει, ωστόσο, να λαμβάνεται υπόψη ο κοινοτικός χαρακτήρας των ορίων που θέτει το άρθρο 55 στις επιτρεπόμενες εξαιρέσεις από την εξουδετέρω αρχή της ελευθερίας εγκαταστάσεως ώστε να αποφευχθεί ση της πρακτικής αποτελεσματικότητας της Συνθήκης από τις μονομερείς νομοθετικές διατάξεις των κρατών μελών. 51 Επαγγελματικές παροχές υπηρεσιών που συνεπάγονται επαφή με τα δικαστήρια, έστω και αν αυτή είναι κανονική και οργανική, ή ακόμα συνδρομή, έστω και υποχρεωτική, στη λειτουργία τους δεν αποτελούν, αυτές καθαυτές, συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας. 52 Ειδικότερα, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως συμμετοχή στη δημόσια εξουσία οι πιο χαρακτηριστικές δραστηριότητες του δικηγορικού επαγγέλματος, όπως η παροχή νομικών συμβουλών και νομικής αρωγής ή επίσης η εκπροσώπηση και υπεράσπιση των διαδίκων ενώπιον των δικαστηρίων, ακόμα και όταν η παρεμβολή ή η αρωγή δικηγόρου είναι υποχρεωτική ή όταν το καθήκον αυτό ανατίθεται αποκλειστικά, βάσει του νόμου, στους δικηγόρους. 53 Πράγματι, η άσκηση των δραστηριοτήτων αυτών δεν επηρεάζει την κρίση της δικαστικής αρχής και την ελεύθερη άσκηση της δικαστικής εξουσίας. 54 Πρέπει, συνεπώς, να δοθεί ως απάντηση στο ερώτημα που υποβλήθηκε ότι η εξαίρεση από την ελευθερία εγκαταστάσεως που προβλέπει το άρθρο εδά 55, φιο 1, πρέπει να περιορίζεται εκείνες μόνο τις δραστηριότητες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 52, οι οποίες συνεπάγονται, αυτές καθαυτές, άμεση και ειδική συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας. 55 Σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί να προσδοθεί ο χαρακτηρισμός αυτός, στο πλαίσιο ελευθερίου επαγγέλματος, όπως το δικηγορικό, σε δραστηριότητες όπως η παροχή νομικών συμβουλών και νομικής αρωγής ή η εκπροσώπηση και υπεράσπιση των διαδίκων ενώπιον των δικαστηρίων, ακόμα και όταν η εκπλήρωση των δραστηριοτήτων αυτών είναι υποχρεωτική ή αποκλειστική βάσει του νόμου. 327

εξουσίας ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 21.6.1974 2/74 Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε το Conseil d'état του Βελγίου, Section d'administration, τρίτο τμήμα, με απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 1973, αποφαίνεται: 1) Από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, το άρθρο 52 της Συνθήκης ΕΟΚ αποτελεί διάταξη που ισχύει άμεσα, παρά την ενδεχόμενη έλλειψη, σε ορισμένο τομέα, των οδηγιών που προβλέπουν τα άρθρα 54, παράγραφος 2, και 57, παράγραφος 1 της Συνθήκης. 2) Η εξαίρεση από την ελευθερία εγκαταστάσεως που προβλέπει το άρθρο 55, σ' εδάφιο 1 της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να περιορίζεται εκείνες μόνο τις δραστηριότητες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 52, οι οποίες συνεπάγονται, αυτές καθαυτές, άμεση και ειδική συμμετοχή στην άσκηση της δημόσιας ο χαρακτηρισμός αυτός δεν μπορεί να προσδοθεί, στο πλαίσιο ελευθερίου επαγγέλματος, όπως το δικηγορικό, σε δραστηριότητες όπως η παροχή νομικών συμβουλών και νομικής αρωγής ή η εκπροσώπιση και υπεράσπιση των διαδίκων ενώπιον των δικαστηρίων, ακόμα και όταν η εκπλήρωση των δραστηριοτήτων αυτών είναι υποχρεωτική ή αποκλειστική, βάσει του νόμου. Lecourt Donner Sørensen Monaco Mertens de Wilmans Pescatore Kutscher O'Dálaigh Mackenzie Stuart Δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 21 Ιουνίου 1974. Ο γραμματέας Α. van Houtte Ο πρόεδρος R. Lecourt 328