ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης

Σχετικά έγγραφα
ΟΔΗΓΙΕΣ. (4) Τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. (5) Για να διασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία, η φορολόγηση

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

7272/19 ΜΙΠ/γπ 1 ECOMP.2.B

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Νόμος 2960/2001 όπως τροποποιήθηκε κατ άρθρο Αλφαβητικό ευρετήριο ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας όσον αφορά το ειδικό καθεστώς μικρών επιχειρήσεων. Πρόταση οδηγίας (COM(2018)0021 C8-0022/ /0006(CNS))

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

12848/1/18 REV 1 GA/ag ECOMP.2.B. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 26 Νοεμβρίου 2018 (OR. en) 12848/1/18 REV 1

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2018 (OR. en)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Εκσυγχρονισμός του ΦΠΑ για το διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο B2C. Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 11 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

14481/17 ΔΑ/μκρ 1 DG G 2B

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

C /12 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Βρυξέλλες, COM(2012) 172 final 2012/0085 (COD) Πρόταση

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. που τροποποιεί

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 22 Ιουλίου 2016 (OR. en)

σχετικά με απλουστευμένο συνοδευτικό έγγραφο για την ενδοκοινοτική κυκλοφορία προϊόντων

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2014) 653 final.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

8741/16 GA/ag,alf DGG 2B

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2017 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Ιουνίου 2015 (OR. en)

Υποχρεώσεις που απορρέουν από τον φόρο προστιθέμενης αξίας για παροχές υπηρεσιών και πωλήσεις αγαθών εξ αποστάσεως

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2016) 645 final.

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Ιουνίου 2017 (OR. en)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 328 final.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 4 Σεπτεμβρίου 2007 (05.09) (OR. fr) 12585/07 Διοργανικός φάκελος: 2007/0177 (CNS) AGRI 260 AGRISTR 12

10044/17 ΘΛ/σα 1 DG G 2B

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2016) 598 final.

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

EL EL EL

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 14.2.2008 COM(2008) 78 τελικό 2008/0035 (CNS) Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης (υποβληθείσα από την Επιτροπή) EL EL

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1) ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης Οι διατάξεις της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25 ης Φεβρουαρίου 1992 σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης 1 πρέπει να αναθεωρηθούν για να ληφθεί υπόψη η καθιέρωση του συστήματος παρακολούθησης της διακίνησης των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (εφεξής: «EMCS»). Το EMCS δημιουργήθηκε με βάση την απόφαση αριθ. 1152/2003/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16 ης Ιουνίου 2003 για την εισαγωγή της πληροφορικής στη διακίνηση και στους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης 2. Ως εκ τούτου πρέπει, κυρίως, να προσαρμοστούν οι διατάξεις που αφορούν τις μετακινήσεις υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ώστε οι μετακινήσεις αυτές να μπορούν να καλύπτονται από τις διαδικασίες που προβλέπονται από το νέο σύστημα. Οι αλλαγές για το σκοπό αυτό θα παράσχουν ένα απλουστευμένο και χωρίς έντυπα περιβάλλον για το εμπόριο, και συγχρόνως θα επιτρέψουν στις αρχές που είναι υπεύθυνες για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης να εφαρμόζουν μεθόδους ελέγχου πιο ολοκληρωμένες, ταχύτερες και βασισμένες στον κίνδυνο (πρβλ. τρίτη και τέταρτη αιτιολογική σκέψη της απόφασης 1152/2003/ΕΚ). Εκτός από τις νέες αυτές διατάξεις, κρίνονται αναγκαίες και άλλες τροποποιήσεις των κανόνων που καθορίζονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ, όπως: η ενημέρωση της διατύπωσης της οδηγίας, με βάση τα νέα νομοθετικά πρότυπα, η ανασύνταξη του κειμένου για να ενισχυθεί η λογική διάρθρωση και να ληφθούν υπόψη οι διατάξεις που έχασαν το νόημά τους με το χρόνο, να ληφθούν υπόψη η εξέλιξη της νομοθεσίας και οι νέες νομικές έννοιες, η απλούστευση και ο εκσυγχρονισμός των διαδικασιών για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ούτως ώστε να μειωθούν οι σχετικές με τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης υποχρεώσεις των επαγγελματιών, και ιδίως όσων ασκούν διασυνοριακές επιχειρηματικές δραστηριότητες, χωρίς να θίγονται οι έλεγχοι στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Λαμβανομένης υπόψη της φύσης και της έκτασης αυτών των αλλαγών, η οδηγία 92/12/ΕΟΚ πρέπει να αντικατασταθεί εξ ολοκλήρου. 1 2 ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/106/ΕΚ (ΕΕ L 359 της 4.12.2004, σ. 30). ΕΕ L 162 της 1.7.2003, σ. 5. EL 2 EL

Το νέο κείμενο που προτείνεται περιλαμβάνει επίσης το βασικό μέρος μιας προηγούμενης πρότασης, η οποία υποβλήθηκε για την τροποποίηση των άρθρων 7 έως 10 της εν λόγω οδηγίας και η οποία περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2004)227 3. Γενικό πλαίσιο Η οδηγία 92/12/ΕΟΚ διασφαλίζει την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τα γενικά θέματα που συνδέονται με την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Η αναθεώρηση αυτής της νομοθεσίας θα αυξήσει την ασφάλεια δικαίου για τους επαγγελματίες και θα τους επιτρέπει, καθώς και στις διοικήσεις, να επωφελούνται περισσότερο από τις δυνατότητες που παρέχουν οι διαδικασίες ΤΠ. Οι συζητήσεις στο πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για τροποποίηση των άρθρων 7 έως 10 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM/2004/227) διακόπηκαν τον Ιανουάριο του 2005, εν αναμονή περισσότερων νομοθετικών εξελίξεων, καθώς και πρωτοβουλιών για την αναθεώρηση και την επικαιροποίηση της οδηγίας. Η εν λόγω πρόταση ενσωματώνεται τώρα στο κεφάλαιο V του νέου κειμένου που υποβάλλεται. Έγιναν ορισμένες τροποποιήσεις για να βελτιωθεί η διατύπωση και η διάρθρωση του κειμένου, και για να εναρμονιστούν οι διατάξεις αυτές με τις άλλες αλλαγές που αφορούν την κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής. Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα της πρότασης Το κείμενο που υποβάλλεται θα αντικαταστήσει την οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25 ης Φεβρουαρίου 1992 σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Συνάφεια με τις άλλες πολιτικές και τους στόχους της Ένωσης Η παρούσα πρόταση είναι σύμφωνη με τις κυριότερες πολιτικές και τους στόχους τη Ένωσης. Επιδιώκει τη βελτίωση των ισχυόντων κανόνων και την προσαρμογή τους στις σημερινές συνθήκες. Σκοπός της είναι η απλούστευση των διαδικασιών και η αύξηση της διαφάνειας του ενδοκοινοτικού εμπορίου, κυρίως με μία διαδικασία στην οποία η κυκλοφορία των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής πραγματοποιείται στο πλαίσιο του EMCS. Η νέα αυτή διαδικασία διευκολύνει επίσης την εφαρμογή από τις εθνικές διοικήσεις των διαδικασιών παρακολούθησης με βάση τον κίνδυνο. 2) ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Διαβουλεύσεις των ενδιαφερόμενων μερών 3 ΕΕ C 122 της 30.4.2004, σ. 44. EL 3 EL

Στις 20 Ιανουαρίου 2006, η Επιτροπή άρχισε διαβουλεύσεις σε απευθείας σύνδεση στο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης. Η περίοδος των διαβουλεύσεων έληξε στις 30 Απριλίου 2006. Οι διαβουλεύσεις βασίζονταν σε έγγραφο το οποίο περιείχε πληροφορίες σχετικά με το ισχύον νομικό πλαίσιο και διάφορες πτυχές της προσεχούς μεταρρύθμισης. Κατά τις διαβουλεύσεις τονίστηκε η ανάγκη να αναθεωρηθεί η κοινοτική νομοθεσία για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ώστε να παράσχει την απαραίτητη νομική βάση για το EMCS. Το έγγραφο περιείχε επίσης μια επισκόπηση των λοιπών τροποποιήσεων που θα μπορούσαν να εξεταστούν στο πλαίσιο της διαδικασίας αναθεώρησης. Ελήφθησαν συνολικά 73 συνεισφορές. Από αυτές, 20 προέρχονταν από εθνικές και ευρωπαϊκές ομοσπονδίες ή ενώσεις, 52 από επιχειρήσεις και μία από ημικυβερνητική οργάνωση λιανικής. Οι περισσότεροι από αυτούς που απάντησαν ήταν της γνώμης ότι οι ισχύουσες διατάξεις πρέπει να αναθεωρηθούν και να επικαιροποιηθούν και, κυρίως, ότι η λειτουργία του EMCS πρέπει να ενταχθεί στους εφαρμοστέους κανόνες. Συγκέντρωση και χρησιμοποίηση των εκτιμήσεων εμπειρογνωμόνων Η πρόταση καταρτίστηκε σε στενή συνεργασία με ομάδα εργασίας ειδικών υπό την αιγίδα της επιτροπής ειδικών φόρων κατανάλωσης (η οποία συγκροτήθηκε δυνάμει της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ). Οι υπηρεσίες της Επιτροπής διεξήγαγαν ορισμένες διμερείς συζητήσεις με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη για να προωθήσουν την εξέταση της πρότασης. Εκτίμηση των επιπτώσεων Από τα νέα στοιχεία που περιλαμβάνει η πρόταση αυτή το βασικότερο είναι οι νομικοί κανόνες που διασφαλίζουν την εφαρμογή του EMCS. Οι απορρέουσες επιπτώσεις πρέπει να αποδοθούν κυρίως όχι στο προτεινόμενο εδώ κείμενο, αλλά στην απόφαση αριθ. 1152/2003/ΕΚ, βάσει της οποίας αποφασίστηκε η δημιουργία του EMCS. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, το νέο σύστημα απλουστεύει, κυρίως, την κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής και διευκολύνει τους ενδεδειγμένους ελέγχους εκ μέρους των κρατών μελών. Στο μέτρο που η παρούσα πρόταση ενσωματώνει τις αλλαγές που προτάθηκαν στο έγγραφο COM(2004)227, στο εν λόγω έγγραφο υπάρχει ήδη λεπτομερής ανάλυση αυτών των τροποποιήσεων. 3) ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης Να εισαχθεί η νομική βάση για τη χρήση του EMCS μαζί με ορισμένες ακόμη τροποποιήσεις που αποσκοπούν στη μεγαλύτερη διαφάνεια της φορολογίας των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Η πρόταση περιλαμβάνει την προηγούμενη πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση των άρθρων 7-10 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (COM/2004/227). EL 4 EL

Νομική βάση Άρθρο 93 της Συνθήκης. Αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας εφαρμόζεται εφόσον η πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Σκοπός της πρότασης είναι να αντικαταστήσει την οδηγία 92/12/ΕΟΚ από διατάξεις που επιτελούν την ίδια λειτουργία, δηλαδή να διασφαλίσει την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον ιδιαίτερο τομέα των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Η αρχή της επικουρικότητας τηρείται, δεδομένου ότι αυτός ο στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς με ενέργειες των κρατών μελών και μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας για τον ακόλουθο λόγο. Η οδηγία που προτείνεται πρόκειται να αντικαταστήσει την οδηγία 92/12/ΕΟΚ, θεσπίζοντας διατάξεις που επιδιώκουν τον ίδιο στόχο, λαμβανομένου υπόψη του τρέχοντος τεχνικού και νομικού πλαισίου. Όπως η οδηγία 92/12/ΕΟΚ, δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς στον ιδιαίτερο τομέα των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Επιλογή των μέσων Προτεινόμενα μέσα: οδηγία. Η πρόταση συνίσταται στην αντικατάσταση της ισχύουσας οδηγίας 92/12/ΕΟΚ από οδηγία η οποία εκπληρώνει την ίδια λειτουργία. Στην περίπτωση αυτή δεν ενδείκνυται άλλο μέσο από την οδηγία. 4. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ Η έγκριση της πρότασης δεν θα έχει κανένα αντίκτυπο στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Οποιαδήποτε σχετική επίπτωση, όσον αφορά την εφαρμογή του EMCS, απορρέει από την απόφαση 1152/2003/ΕΚ. 5. ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ Κατάργηση της ισχύουσας νομοθεσίας Με την έγκριση της πρότασης θα καταργηθεί η ισχύουσα νομοθεσία, δηλαδή η οδηγία 92/12/ΕΟΚ. Προβλέπεται μεταβατική περίοδος κατά την οποία τα κράτη EL 5 EL

μέλη μπορούν να επιτρέπουν ακόμη την κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής με βάση συνοδευτικά έγγραφα σε έντυπη μορφή, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία. Λεπτομερής εξήγηση της πρότασης Η παρακάτω λεπτομερής εξήγηση κάθε άρθρου ξεχωριστά εστιάζεται στις διατάξεις που είναι νέες ή που άλλαξαν ουσιαστικά σε σύγκριση με τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Οι πίνακες αντιστοιχίας που είναι προσαρτημένοι στην πρόταση νέας οδηγίας πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την αντιστοιχία των νέων διατάξεων με τις ισχύουσες διατάξεις της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Κεφάλαιο I: Γενικές διατάξεις Το άρθρο 1 αναφέρεται στη φύση του ειδικού φόρου κατανάλωσης ως φόρου επί της κατανάλωσης προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Σε ειδικές οδηγίες θα περιληφθούν ο ορισμός των διαφόρων προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (ο οποίος είναι απαραίτητος για τον ακριβή προσδιορισμό των προϊόντων που διέπονται από τις διατάξεις αυτής της οδηγίας), η δομή του ειδικού φόρου κατανάλωσης που πρέπει να εφαρμόζεται (π.χ. ανά εκατόλιτρο, ανά βαθμό αλκοόλης, ανά 1000 τεμάχια, κλπ.), το πεδίο εφαρμογής των ενδεχόμενων εξαιρέσεων, καθώς και οι ελάχιστοι συντελεστές δασμού που πρέπει να τηρούν τα κράτη μέλη. Το άρθρο 2 παράγραφος 1 αντιστοιχεί στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Ωστόσο, στο στοιχείο α) προστέθηκε η λέξη «εξόρυξη» για να αποσαφηνιστεί ότι η άμεση εξόρυξη από το έδαφος καλύπτεται επίσης από τη λέξη «παραγωγή», όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27 ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας 4. Τα άρθρα 3 παράγραφος 1 και 3 παράγραφος 2 ορίζουν ότι οι διατυπώσεις για την εισαγωγή ή την εξαγωγή που καθορίζονται από τις ισχύουσες κοινοτικές τελωνειακές διατάξεις εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών στην εισαγωγή από τα εδάφη που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 τα οποία αποτελούν τμήμα του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας, αλλά δεν εμπίπτουν στο εδαφικό πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Οι διατυπώσεις αυτές εφαρμόζονται ήδη στα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης δυνάμει των άρθρων 275 και 279 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας 5. Ωστόσο, για να είναι σαφείς αυτές οι καταστάσεις, θα ήταν σκόπιμο να περιληφθούν και αυτές οι διατάξεις στην παρούσα οδηγία. Για να αποτραπεί η επανάληψη των διαδικασιών, το άρθρο 3 παράγραφος 3 ορίζει ότι για τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο πλαίσιο διαδικασίας ή καθεστώτος αναστολής, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με την παραγωγή, τη μεταποίηση και την κατοχή, καθώς και τη μεταφορά υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης δεν ισχύουν. 4 5 ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/75/ΕΚ (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 100). ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1. EL 6 EL

Το άρθρο 4 προβλέπει ορισμένους νέους ή κατά πολύ τροποποιημένους ορισμούς και διατηρεί ορισμένους από τους παλιούς. Οι ορισμοί που περιέχουν κανονιστικές διατάξεις, όπως η υποχρέωση κατοχής άδειας, μεταφέρθηκαν στα αντίστοιχα κανονιστικά τμήματα. Τα άρθρα 5 και 6 προβλέπουν πότε εφαρμόζονται η παρούσα οδηγία και οι ειδικές οδηγίες για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Για να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια, η διάρθρωση αυτών των διατάξεων ευθυγραμμίστηκε με τη διάρθρωση που χρησιμοποιείται στα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα ΦΠΑ. Σε σύγκριση με την οδηγία 92/12/ΕΟΚ, το Γιβραλτάρ προστέθηκε στον κατάλογο των εδαφών στο άρθρο 5 παράγραφος 3 (εδάφη που δεν αποτελούν τμήμα του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας στο οποίο δεν εφαρμόζονται η παρούσα οδηγία και οι ειδικές οδηγίες για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης), για να εκλείψει οποιαδήποτε αμφιβολία σχετικά με το εάν, με βάση την πράξη προσχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου, οι κοινοτικές διατάξεις για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης εφαρμόζονται και στο Γιβραλτάρ. Επιπλέον, στο άρθρο 5 παράγραφος 4 που αφορά τις Καναρίους Νήσους προστέθηκε η φράση «με την επιφύλαξη της λήψης μέτρων προσαρμογής λόγω της άκρως περιφερειακής τους θέσης», για να εναρμονιστεί η παράγραφος αυτή με το άρθρο 5 παράγραφος 5 σχετικά με τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα. Κεφάλαιο II: Γένεση της οφειλής ειδικού φόρου κατανάλωσης Στο άρθρο 7 παράγραφος 1, το οποίο αντικαθιστά το πρώτο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, διαγράφηκε η αναφορά στα ελλείμματα, δεδομένου ότι η ύπαρξη ελλειμμάτων στο πλαίσιο καθεστώτος αναστολής δασμού συνιστά αυτομάτως θέση σε ανάλωση όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2. Στο άρθρο 7 παράγραφος 2, το οποίο αντικαθιστά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, οι αναφορές σε «αντικανονικές» ενέργειες που συνιστούν θέση σε ανάλωση διαγράφηκαν, δεδομένου ότι οι ενέργειες που συνιστούν θέση σε ανάλωση θα πρέπει να καλύπτουν και τις κανονικές και τις αντικανονικές ενέργειες. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 2 περιλαμβάνει ελαφρώς τροποποιημένο ορισμό της εισαγωγής προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ο οποίος επί του παρόντος ευρίσκεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Το άρθρο 7 παράγραφος 4 προβλέπει ότι τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης δεν θεωρείται ότι έχουν τεθεί σε ανάλωση σε περίπτωση ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας, περιλαμβανομένης της απώλειας που εξαρτάται από τη φύση των προϊόντων. Η διάταξη αυτή αντικαθιστά και απλουστεύει το άρθρο 14 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Σύμφωνα με τη φύση του ειδικού φόρου κατανάλωσης ως φόρου επί της κατανάλωσης προϊόντων που υπόκεινται σ αυτούς τους φόρους, προϋπόθεση για την εφαρμογή του προτεινόμενου κανόνα αποτελεί το εάν τα προϊόντα που υπάγονται σε καθεστώς αναστολής καταστράφηκαν και/ή μπορούν ακόμη να χρησιμοποιηθούν και, επομένως, τέθηκαν πράγματι σε ανάλωση και είναι διαθέσιμα. Σε σύγκριση με την ισχύουσα νομοθεσία, οι αρμόδιες αρχές δεν θα πρέπει πλέον να αιτιολογήσουν την ύπαρξη ελλειμμάτων, σε EL 7 EL

περίπτωση τυχαίων περιστατικών ή ανωτέρας βίας. Μία ακόμη σημαντική διαφορά με το άρθρο 14 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ είναι ότι, σε περίπτωση ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας υπό καθεστώς αναστολής, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 4 αποφασίζει το κράτος μέλος όπου λαμβάνει χώρα η καταστροφή ή η απώλεια των προϊόντων και όχι το κράτος μέλος προορισμού. Το άρθρο 8 δεύτερο εδάφιο διευκρινίζει ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να καθορίσουν επίσης τις διαδικασίες επιστροφής και διαγραφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Η παρούσα διάταξη (άρθρο 16 παράγραφος 2 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ) αναφέρεται μόνο στις διατάξεις για την επιβολή και την είσπραξη των φόρων. Το άρθρο 9 αντικαθιστά και απλουστεύει το άρθρο 20 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, προβλέποντας κανόνες για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο για την είσπραξη των ειδικών φόρων κατανάλωσης σε περίπτωση παρατυπιών που σημειώνονται κατά την κυκλοφορία προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής. Το άρθρο 9 παράγραφος 3 ορίζει τον όρο «παρατυπία» ως την περίπτωση στην οποία η κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης δεν λήγει σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2. Αυτό σημαίνει ότι το σύνολο ή μέρος των σχετικών προϊόντων δεν διέπονται από την τελευταία αυτή διάταξη. Επιπλέον, ο όρος «παράβαση» αφαιρέθηκε, δεδομένου ότι ο όρος «παρατυπία» καλύπτει και τις παραβάσεις. Η αρχή που θεσπίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης οφείλεται στο κράτος μέλος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία καλύπτεται ήδη από το νέο άρθρο 8 και δεν πρέπει να επαναληφθεί εδώ. Επομένως, το άρθρο 9 παράγραφος 1 αναφέρεται μόνο στην περίπτωση στην οποία δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί ο τόπος στον οποίο διαπράχθηκε η παρατυπία και διατυπώνει ως γενικό κανόνα ότι σ αυτή την περίπτωση η θέση των προϊόντων σε ανάλωση λογίζεται ότι πραγματοποιείται στο κράτος μέλος αποστολής. Η περίπτωση αυτή περιλαμβάνει και την περίπτωση στην οποία η παρατυπία διαπιστώνεται σε άλλο κράτος μέλος από το κράτος μέλος αποστολής, η οποία σήμερα καλύπτεται από το άρθρο 20 παράγραφος 2 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Επίσης περιλαμβάνει την περίπτωση στην οποία τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης δεν φθάνουν στον προορισμό τους, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Το άρθρο 10 ορίζει τους όρους επιστροφής ή διαγραφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εκτός από αυτούς που διευκρινίζονται στις περιπτώσεις των άρθρων 31 παράγραφος 4 και 34 παράγραφος 7, και αντικαθιστά το άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Σε σύγκριση με τις τελευταίες διατάξεις, οι οποίες καλύπτουν μόνο μία ειδική περίπτωση, η πρόταση διατυπώνει ως γενική αρχή ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να καθορίσουν τις περιπτώσεις και τις προϋποθέσεις έγκρισης της επιστροφής ή διαγραφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Η επιστροφή ή διαγραφή δεν θα πρέπει, ωστόσο, να είναι δυνατή στις περιπτώσεις που αυτό θα επέτρεπε την ανάλωση με απαλλαγή προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης άλλων από αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 11. Η πολύπλοκη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 2 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ μπορεί να καταργηθεί, δεδομένου ότι καθίσταται άνευ αντικειμένου όταν θα αρχίσει να εφαρμόζεται το σύστημα EMCS. EL 8 EL

Τα άρθρα 11 και 12 περιλαμβάνουν τις διατάξεις σχετικά με τις απαλλαγές που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 και 1α της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Η διαδικασία του άρθρου 23 παράγραφος 2 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ δεν περιλαμβάνεται στην πρόταση. Δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ και μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτεται από το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της πρότασης. Το άρθρο 13 προβλέπει ένα καθεστώς για τα καταστήματα αφορολόγητων, το οποίο επιτρέπει σ αυτά τα καταστήματα που ευρίσκονται σε αεροδρόμιο ή θαλάσσιο λιμάνι να πωλούν προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής σε ταξιδιώτες που ταξιδεύουν αεροπορικώς ή με πλοίο με προορισμό τρίτο έδαφος ή τρίτη χώρα. Καταρχήν, δεν υπάρχουν περιορισμοί όσον αφορά την ποσότητα ή την αξία των προϊόντων που μπορούν να αγοραστούν, αλλά τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν αυτές τις ποσότητες, για να αποτρέπεται κάθε ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή ή κατάχρηση. Κεφάλαιο III: Παραγωγή, μεταποίηση και κατοχή Τα άρθρα 14 και 15 αντιστοιχούν στα άρθρα 11 έως 13 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Κεφάλαιο IV: Κυκλοφορία των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής Το κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνει τις βασικές διατάξεις και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στην κυκλοφορία των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής βάσει του EMCS. Το άρθρο 16 προβλέπει τη δυνατότητα κυκλοφορίας των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής και απαριθμεί τους διάφορους προορισμούς κυκλοφορίας και τα διάφορα σενάρια κυκλοφορίας. Η παράγραφος 1 στοιχείο β) προβλέπει τη δυνατότητα έναρξης της κυκλοφορίας στον τόπο εισαγωγής υπό την ευθύνη εγγεγραμμένου αποστολέα. Η παράγραφος 2 προβλέπει ότι μπορεί να συνεχιστεί η μεταφορά σε τόπο άμεσης παράδοσης, ο οποίος αναφέρεται υπό την ευθύνη του αποθηκευτή φόρου ή του εγγεγραμμένου παραλήπτη. Το άρθρο 17 περιέχει τις διατάξεις σχετικά με την εγγύηση που πρέπει να παρέχεται για την κάλυψη του κινδύνου της κυκλοφορίας των προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής. Σε σύγκριση με το άρθρο 15 παράγραφος 3 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, η παράγραφος 1 προβλέπει ένα πολύ ευρύτερο κύκλο προσώπων στα οποία επιτρέπεται να ενεργούν ως εγγυητές, ώστε να μπορούν οι επιχειρήσεις να εναρμονίζουν καλύτερα τη φορολογική ευθύνη με την εμπορική ευθύνη της κυκλοφορίας. Το άρθρο 18, το οποίο αντικαθιστά το άρθρο 16 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, περιέχει τις ειδικές διατάξεις σχετικά με τις μεταφορές που προορίζονται για εγγεγραμμένο παραλήπτη ή προσωρινό εγγεγραμμένο παραλήπτη (ο οποίος καλείται αντίστοιχα «εγγεγραμμένος επαγγελματίας» και «μη εγγεγραμμένος επαγγελματίας» στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ). Οι διατάξεις σχετικά με το απαιτητό και την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης αφαιρέθηκαν από το άρθρο αυτό και περιλήφθηκαν στο EL 9 EL

άρθρο 7. Οι διατάξεις σχετικά με τους προσωρινούς εγγεγραμμένους παραλήπτες προσαρμόστηκαν ώστε να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, στο πλαίσιο του EMCS, οι άδειες των επιχειρήσεων αυτών θα περιληφθούν στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 του Συμβουλίου της 16 ης Νοεμβρίου 2004 για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης 6. Το άρθρο 19 καθορίζει πότε θεωρείται ότι αρχίζει η κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης και πότε περατώνεται. Αυτό είναι απαραίτητο για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής των διαφόρων κανόνων που αφορούν την κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής. Επίσης προβλέπει τον ακριβή χρόνο κατά τον οποίο η ευθύνη για τα προϊόντα μεταφέρεται προς και από τον υπεύθυνο για την κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής. Το άρθρο 20 παράγραφος 1 προβλέπει ότι η κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα υπό καθεστώς αναστολής μόνο εάν πραγματοποιείται βάσει ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου (εφεξής «e-ad»). Η παράγραφος 2 προβλέπει ότι το e-ad υποβάλλεται από τον αποστολέα που χρησιμοποιεί το μηχανοργανωμένο σύστημα που αναπτύχθηκε σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1152/2003/ΕΚ (εφεξής «μηχανοργανωμένη διαδικασία»). Το e-ad αντικαθιστά το τρέχον έγγραφο που συνοδεύει το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Οι παράγραφοι 3 έως 6 περιγράφουν τα διάφορα στάδια από τα οποία πρέπει να περάσει το e-ad και προβλέπουν, ιδίως, την απόδοση ενός ενιαίου Διοικητικού Κώδικα Αναφοράς (ΔΚΑ) ο οποίος πρέπει να είναι διαθέσιμος καθόλη τη διάρκεια της κυκλοφορίας. Οι παράγραφοι 7 και 8 θεσπίζουν αντίστοιχα ειδικές διατάξεις σχετικά με τη δυνατότητα ακύρωσης ενός e-ad πριν από την έναρξη της κυκλοφορίας και αλλαγής του προορισμού της κυκλοφορίας. Το άρθρο 21 επιτρέπει να συμπληρώνονται σε μεταγενέστερο στάδιο τα στοιχεία για το υποβαλλόμενο e-ad (μόνο για τα ενεργειακά προϊόντα). Το άρθρο 22 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στον αποστολέα να κατανέμει την κυκλοφορία ενεργειακών προϊόντων. Τα άρθρα 23 και 24 προβλέπουν τη χρήση ηλεκτρονικής «απόδειξης παραλαβής» ή «δήλωσης εξαγωγής», ώστε να αποδεικνύεται ότι η κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης περατώθηκε δεόντως, και περιγράφουν τα διάφορα στάδια από τα οποία πρέπει να περάσει. Οι εκθέσεις αυτές αντικαθιστούν το έντυπο του συνοδευτικού εγγράφου που πρέπει να επιστρέφεται στον αποστολέα για την εκκαθάριση, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 19 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Το άρθρο 25 παράγραφος 2 ορίζει ότι, εάν δεν υπάρχουν οι ηλεκτρονικές αποδείξεις που αναφέρονται στα προηγούμενα άρθρα, μπορεί να παρέχεται άλλη απόδειξη ότι η κυκλοφορία περατώθηκε δεόντως. Η απόδειξη αυτή είναι επί του παρόντος ήδη 6 ΕΕ L 359 της 4.12.2004, σ. 1. EL 10 EL

αποδεκτή από τα κράτη μέλη με βάση τη συμφωνία που επήλθε στην Επιτροπή Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης. Για να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου, η δυνατότητα αυτή πρέπει να περιληφθεί στην οδηγία. Το άρθρο 26 θεσπίζει τις διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται όταν το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο. Η παράγραφος 1 αφορά την υποβολή του e-ad και η παράγραφος 2 τη δήλωση που πρέπει να υποβάλει ο αποστολέας σε περίπτωση αλλαγής του προορισμού και κατανομής της κυκλοφορίας. Το άρθρο 27 ανταποκρίνεται στην ανάγκη να προβλεφθεί μεγαλύτερη εναρμόνιση των διαδικασιών, σε σύγκριση με την ισχύουσα νομοθεσία, ούτως ώστε το EMCS να εκπληρώνει ορθά τη λειτουργία του. Προτείνεται να θεσπίσει η νέα οδηγία τα βασικά στοιχεία της διαδικασίας, αλλά ορισμένες τεχνικές λεπτομέρειες να προβλέπονται στις διατάξεις εφαρμογής. Το άρθρο 28 επιτρέπει στα κράτη μέλη να απλουστεύσουν τις διαδικασίες για την κυκλοφορία προϊόντων που πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου στο έδαφός τους. Το άρθρο 29 επιτρέπει την απλούστευση των διατυπώσεων για την κυκλοφορία προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων κρατών μελών όσον αφορά τις συχνές και τακτικές μετακινήσεις μεταξύ ορισμένων οικονομικών φορέων. Η διάταξη αυτή αντικαθιστά το άρθρο 19 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, το οποίο αναφέρεται μόνο στη διαδικασία εκκαθάρισης του συνοδευτικού εγγράφου. Το άρθρο 29 επεκτείνει τη δυνατότητα απλούστευσης των διατυπώσεων στην υποβολή του e-ad δεδομένου ότι μόνο η απλούστευση της εκκαθάρισης δεν έχει νόημα στο πλαίσιο του EMCS. Το άρθρο 29 παράγραφος 3 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να απλουστεύσουν τις διαδικασίες για την κυκλοφορία μέσω σταθερών αγωγών, οι οποίες επί του παρόντος περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2719/92 της Επιτροπής της 11 ης Σεπτεμβρίου 1992 περί συνοδευτικού διοικητικού εγγράφου για την κυκλοφορία, βάσει καθεστώτος αναστολής προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης 7. Κεφάλαιο V: Κυκλοφορία και φορολογία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης μετά τη θέση σε ανάλωση Το παρόν κεφάλαιο αντικαθιστά τα άρθρα 7 έως 10 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ και επαναλαμβάνει την παλαιότερη πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση των άρθρων αυτών, η οποία περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2004)227 της 2 ας Απριλίου 2004. Λεπτομερής ανάλυση του παρόντος κεφαλαίου υπάρχει στην αιτιολογική έκθεση του εγγράφου COM(2004)227. Το κεφάλαιο V προβλέπει τρεις διαφορετικές περιπτώσεις όσον αφορά τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία κατέχονται και/ή κυκλοφορούν μεταξύ κρατών μελών μετά τη θέση σε ανάλωση. 7 ΕΕ L 276 της 19.9.1992, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1792/2006 (ΕΕ L 362 της 20.12.2006, σ. 1). EL 11 EL

Το άρθρο 30 αφορά την κυκλοφορία προϊόντων που αποκτούν ιδιώτες. Το άρθρο αυτό αντικαθιστά τα άρθρα 8 και 9 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ και αντιστοιχεί στα σημεία 2 και 3 του άρθρου 1 της πρότασης που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2004)227. Τα άρθρα 31 έως 33 αφορούν προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε κράτος μέλος και βρίσκονται στην κατοχή προσώπου για εμπορικούς σκοπούς σε άλλο κράτος μέλος. Τα άρθρα αυτά αντικαθιστούν το άρθρο 7 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ και αντιστοιχούν στο άρθρο 1 σημείο 1 της πρότασης που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2004)227. Το άρθρο 34 προβλέπει τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στις πωλήσεις που πραγματοποιούνται από επαγγελματία ο οποίος αναλαμβάνει την ευθύνη, άμεσα ή έμμεσα, για τη μεταφορά των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης σε ιδιώτη εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος (τις λεγόμενες «πωλήσεις εξ αποστάσεως»). Το άρθρο αυτό αντικαθιστά το άρθρο 10 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ και αντιστοιχεί στο άρθρο 1 σημείο 4 της πρότασης που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2004)227. Το άρθρο 35 προβλέπει παρόμοια μεταχείριση της καταστροφής ή απώλειας προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία μεταφέρονται μεταξύ κρατών μελών μετά τη θέση σε ανάλωση, καθώς και για την καταστροφή ή απώλεια που επέρχεται κατά την κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής. Το άρθρο 36 προβλέπει τα ίδια όσον αφορά την αντιμετώπιση των παρατυπιών. Οι διατάξεις αυτές αντιστοιχούν στο άρθρο 1 σημείο 5 της πρότασης που περιλαμβάνεται στο έγγραφο COM(2004)/227. Κεφάλαιο VI: Διάφορα Το άρθρο 37 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιβάλλουν στο έδαφός τους τη χρησιμοποίηση φορολογικών επισημάτων. Σε σχέση με το άρθρο 21 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, η πρώτη παράγραφος συμπληρώθηκε προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι τα φορολογικά επισήματα ή τα αναγνωριστικά σήματα μπορεί να είναι αναγκαία επίσης όταν προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης μεταφέρονται σε κράτος μέλος εκτός καθεστώτος αναστολής, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 31 και 34 της πρότασης. Επιπλέον το άρθρο 37 περιέχει ορισμένα στοιχεία τα οποία διευκρινίζουν, λαμβανομένης υπόψη της απόφασης του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση C-374/06, BATIG, ότι τα επισήματα αυτά δεν πρέπει να προκαλούν διπλή φορολογική επιβάρυνση, άμεσα ή έμμεσα. Η τελευταία παράγραφος του άρθρου 21 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ δεν έχει περιληφθεί στην πρόταση, διότι η χρήση του e-ad υπονοείται από την αναφορά στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 34. Το άρθρο 38 επιτρέπει στα κράτη μέλη να απαλλάσσουν τους μικρούς οινοπαραγωγούς από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια III και IV. Το άρθρο 39 αντιστοιχεί στο άρθρο 23 παράγραφος 5 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου. EL 12 EL

Κεφάλαιο VII: Τελικές διατάξεις Το άρθρο 40 αφορά την επιτροπή ειδικών φόρων κατανάλωσης η οποία ορίζεται ως ρυθμιστική επιτροπή δυνάμει των διατάξεων της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28 ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων αύξησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή 8. Το άρθρο 41 προβλέπει ότι η εν λόγω επιτροπή εξετάζει, επίσης, όλα τα θέματα που θέτει ο πρόεδρός της για τη συζήτηση της εφαρμογής των κοινοτικών διατάξεων περί ειδικού φόρου κατανάλωσης. Το άρθρο 42 ορίζει ότι η ισχύουσα οδηγία 92/12/ΕΟΚ καταργείται από την 1 η Απριλίου 2009, ημερομηνία που προβλέπεται για την έναρξη εφαρμογής του μηχανοργανωμένου συστήματος. Το άρθρο 43 προβλέπει ότι για μεταβατική περίοδο, η οποία λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2009, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη συνέχιση εφαρμογής ορισμένων από τις διατάξεις που αφορούν την εφαρμογή διαδικασίας που βασίζεται στη χρήση χαρτιού για την παρακολούθηση της κυκλοφορίας των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής δυνάμει της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ. Οι μεταφορές που άρχισαν δυνάμει των διατάξεων της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ πρέπει να χρησιμοποιούν τις διατυπώσεις για την εκκαθάριση της κυκλοφορίας, όπως προβλέπεται στην εν λόγω οδηγία. 8 ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11). EL 13 EL

2008/0035 (CNS) Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93, την πρόταση της Επιτροπής 9, τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 10, τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 11, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Η οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25 ης Φεβρουαρίου 1992 σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης 12 τροποποιήθηκε ουσιαστικά αρκετές φορές. Δεδομένου ότι πρέπει να γίνουν και άλλες τροποποιήσεις, θα πρέπει, για λόγους σαφήνειας, να αντικατασταθεί. (2) Οι όροι επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα προϊόντα που καλύπτει η οδηγία 92/12/ΕΟΚ, εφεξής «προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης», πρέπει να είναι εναρμονισμένοι ώστε να διασφαλίζεται η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. (3) Πρέπει να διευκρινιστούν τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα οποία εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία και να γίνεται αναφορά για το σκοπό αυτό στην οδηγία 92/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19 ης Οκτωβρίου 1992 για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά 13, στην οδηγία 92/84/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19 ης Οκτωβρίου 1992 για την προσέγγιση των συντελεστών των 9 10 11 12 13 ΕΕ C της, σ.. ΕΕ C της, σ.. ΕΕ C της, σ.. ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/106/ΕΚ (ΕΕ L 359 της 4.12.2004, σ. 30). ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 21. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την πράξη προσχώρησης του 2005. EL 14 EL

ειδικών φόρων κατανάλωσης για τα αλκοολούχα ποτά και την αλκοόλη 14, στην οδηγία 95/59/ΕΚ του Συμβουλίου της 27 ης Νοεμβρίου 1995 περί των φόρων, πλην των φόρων κύκλου εργασιών, οι οποίοι επιβαρύνουν την κατανάλωση των επεξεργασμένων καπνών 15, στην οδηγία 92/79/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19 ης Οκτωβρίου 1992 για την προσέγγιση των φόρων στα τσιγάρα 16, στην οδηγία 92/80/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19 ης Οκτωβρίου 1992 για την προσέγγιση των φόρων στα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων 17 και στην οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27 ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας 18. (4) Τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης είναι να δυνατόν να υπόκεινται σε άλλους έμμεσους φόρους για ειδικούς σκοπούς. Σ αυτή την περίπτωση, ωστόσο, και για να μην διακυβευθεί η χρησιμότητα των κοινοτικών κανόνων που αφορούν τους έμμεσους φόρους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμμορφωθούν με ορισμένα βασικά στοιχεία αυτών των κανόνων. (5) Για να διασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία, η φορολογία των προϊόντων εκτός αυτών που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης δεν θα πρέπει να προκαλεί διατυπώσεις κατά τη διέλευση των συνόρων. (6) Είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η εφαρμογή των διατυπώσεων όταν τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης μεταφέρονται από τα εδάφη τα οποία καθορίζονται ως τμήμα του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας, αλλά εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, σε εδάφη τα οποία ορίζονται επίσης κατά τον ίδιο τρόπο, αλλά στα οποία εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία. (7) Δεδομένου ότι τα καθεστώτα αναστολής δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου της 12 ης Οκτωβρίου 1992 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα 19 προβλέπουν κατάλληλα μέτρα παρακολούθησης, ενώ τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης διέπονται από τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού, δεν είναι απαραίτητη η χωριστή εφαρμογή ενός συστήματος παρακολούθησης των ειδικών φόρων κατανάλωσης για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης υπάγονται σε κοινοτικό τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή σχετική ρύθμιση. (8) Δεδομένου ότι, για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η έννοια και οι προϋποθέσεις σχετικά με το απαιτητό του ειδικού φόρου κατανάλωσης πρέπει να ταυτίζονται σε όλα τα κράτη μέλη, είναι απαραίτητο να καταστεί σαφές σε κοινοτικό επίπεδο πότε τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τίθενται σε ανάλωση. 14 15 16 17 18 19 ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 29. ΕΕ L 291 της 6.12.1995, σ. 40. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2002/10/ΕΚ (ΕΕ L 46 της 16.2.2002, σ. 26). ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 8. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/117/ΕΚ (ΕΕ L 333 της 20.12.2003, σ. 49). ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/117/ΕΚ. ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/75/ΕΚ (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 100). ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1). EL 15 EL

(9) Δεδομένου ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης αποτελεί φόρο επί της κατανάλωσης ορισμένων προϊόντων, δεν θα πρέπει να βαρύνει τα υποκείμενα σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης προϊόντα τα οποία έχουν καταστραφεί ή έχουν υποστεί ανεπανόρθωτη απώλεια, ανεξάρτητα από τις περιστάσεις της καταστροφής ή της απώλειας. (10) Τα καθεστώτα είσπραξης και επιστροφής του φόρου έχουν επίπτωση στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και, επομένως, θα πρέπει να ακολουθούν κριτήρια που δεν δημιουργούν διακρίσεις. (11) Σε περίπτωση παρατυπίας, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης πρέπει να οφείλεται στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαπράχθηκε η παρατυπία η οποία οδήγησε στη θέση σε ανάλωση. Όταν δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί πού πραγματοποιήθηκε η θέση σε ανάλωση, πρέπει να καθοριστεί ένας τόπος στον οποίο θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε η θέση σε ανάλωση. Για λόγους ασφάλειας δικαίου και για να αποφεύγεται η διπλή φορολογία, θα πρέπει να καθορίζεται ένα μόνο κράτος μέλος για το σκοπό αυτό. (12) Εκτός από τις περιπτώσεις επιστροφής που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν, εφόσον το επιτρέπουν οι σκοποί της παρούσας οδηγίας, να επιστρέφουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για προϊόντα που υπόκεινται σε αυτόν το φόρο τα οποία τέθηκαν σε ανάλωση. (13) Οι κανόνες και οι όροι που ισχύουν για τις παραδόσεις που απαλλάσσονται από την καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης πρέπει να παραμείνουν εναρμονισμένοι. Για τις απαλλασσόμενες παραδόσεις σε οργανισμούς που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη, πρέπει να χρησιμοποιείται πιστοποιητικό απαλλαγής. (14) Πρέπει να καθοριστούν σαφώς οι περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπονται οι πωλήσεις αφορολόγητων ειδών σε ταξιδιώτες που αναχωρούν από το έδαφος της Κοινότητας. (15) Δεδομένου ότι πρέπει να πραγματοποιούνται έλεγχοι στις μονάδες παραγωγής και αποθήκευσης, ώστε να διασφαλίζεται η είσπραξη της φορολογικής οφειλής, είναι απαραίτητο να διατηρηθεί ένα καθεστώς αποταμίευσης, που υπόκειται σε έγκριση εκ μέρους των αρμόδιων αρχών, προκειμένου να διευκολύνονται οι έλεγχοι αυτοί. (16) Πρέπει να καθοριστούν οι υποχρεώσεις προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές και επαγγελματίες που δεν έχουν την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή. (17) Τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης θα πρέπει να είναι δυνατόν, προτού τεθούν σε ανάλωση, να κυκλοφορούν μέσα στην Κοινότητα υπό καθεστώς αναστολής, και η κυκλοφορία αυτή θα πρέπει να επιτρέπεται από μία φορολογική αποθήκη προς διάφορους προορισμούς, ιδίως προς άλλη φορολογική αποθήκη, αλλά και προς τόπους ισοδύναμους για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. (18) Επίσης πρέπει να επιτρέπεται η κυκλοφορία προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής από τον τόπο εισαγωγής τους προς αυτούς τους προορισμούς και, επομένως, θα πρέπει να υπάρχει διάταξη σχετικά με την ιδιότητα του προσώπου που αποστέλλει τα προϊόντα από αυτόν τον τόπο εισαγωγής. EL 16 EL

(19) Για να διασφαλίζεται η πληρωμή του ειδικού φόρου κατανάλωσης σε περίπτωση μη εκκαθάρισης της κυκλοφορίας προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τα κράτη μέλη πρέπει να απαιτούν εγγύηση, η οποία μπορεί να παρέχεται από οποιονδήποτε από τους βασικούς παράγοντες που εμπλέκονται στην κυκλοφορία, υπό τους όρους που καθορίζουν τα κράτη μέλη. (20) Για να διασφαλιστεί η είσπραξη των φόρων με τους συντελεστές που ορίζονται από τα κράτη μέλη, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν την κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και επομένως πρέπει να προβλεφθεί ένα σύστημα παρακολούθησης αυτών των προϊόντων. (21) Για το σκοπό αυτό, πρέπει να χρησιμοποιείται το μηχανοργανωμένο σύστημα που θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 1152/2003/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16 ης Ιουνίου 2003 για την εισαγωγή της πληροφορικής στη διακίνηση και στους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης 20. Η εφαρμογή αυτού του συστήματος, σε αντίθεση με το σύστημα που βασίζεται στη χρήση χαρτιού, επιταχύνει τις αναγκαίες διατυπώσεις και διευκολύνει την παρακολούθηση της κυκλοφορίας των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής. (22) Πρέπει να θεσπιστεί η διαδικασία με την οποία οι επαγγελματίες ενημερώνουν τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών σχετικά με τα φορτία προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία αποστέλλονται ή παραλαμβάνονται. Πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η κατάσταση ορισμένων παραληπτών που δεν είναι συνδεδεμένοι με το μηχανοργανωμένο σύστημα, αλλά οι οποίοι μπορούν να παραλαμβάνουν προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία κυκλοφορούν υπό καθεστώς αναστολής. (23) Για να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των κανόνων σχετικά με την κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής, πρέπει να διευκρινιστούν οι όροι έναρξης και λήξης της κυκλοφορίας, καθώς και ο τρόπος εκτέλεσης των καθηκόντων. (24) Πρέπει να καθοριστούν οι διαδικασίες που πρέπει να χρησιμοποιούνται όταν το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο. (25) Πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να προβλέπουν ειδικό καθεστώς όταν η κυκλοφορία προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής διεξάγεται πλήρως στο έδαφός τους, ή να συνάπτουν διμερείς συμφωνίες με άλλα κράτη μέλη οι οποίες να επιτρέπουν την απλούστευση. (26) Η αύξηση του όγκου των εμπορικών συναλλαγών που πραγματοποιούνται μέσω του Διαδικτύου καθώς και η κατάργηση των πωλήσεων αφορολόγητων ειδών σε πρόσωπα που ταξιδεύουν μέσα στην Κοινότητα είχαν ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη χρήση των διατάξεων της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ σχετικά με τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις, τόσο τις εμπορικές όσο και τις ιδιωτικές, προϊόντων για τα οποία ο ειδικός φόρος κατανάλωσης είχε ήδη καταβληθεί σε ένα κράτος μέλος. Πρέπει να αποσαφηνιστούν 20 ΕΕ L 162 της 1.7.2003, σ. 5. EL 17 EL

οι φορολογικοί και διαδικαστικοί κανόνες σχετικά με την κυκλοφορία των προϊόντων για τα οποία ο ειδικός φόρος κατανάλωσης έχει ήδη καταβληθεί σε ένα κράτος μέλος. (27) Δυνάμει της αρχής που διέπει την ενιαία αγορά, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης πρέπει να καταβάλλεται στο κράτος μέλος στο οποίο αποκτώνται τα προϊόντα που υπόκεινται σ αυτό το φόρο, εφόσον αποκτώνται από ιδιώτες για δικές τους ανάγκες και μεταφέρονται από τους ίδιους. Η αρχή αυτή πρέπει να εφαρμόζεται επίσης σχετικά με τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης για την προσωπική χρήση ενός ιδιώτη τα οποία μεταφέρονται από τρίτο μέρος για λογαριασμό του ιδιώτη, εφόσον οι συναλλαγές αυτές είναι καθαρά ιδιωτικές. Για λόγους προστασίας της υγείας, η αρχή αυτή δεν πρέπει, ωστόσο, να επεκταθεί και να καλύπτει τα βιομηχανοποιημένα καπνά που μεταφέρονται για λογαριασμό ιδιώτη. (28) Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η αρχή φορολόγησης στο κράτος μέλος απόκτησης εφαρμόζεται επίσης στα προϊόντα που αποστέλλονται από έναν ιδιώτη σε άλλον χωρίς άμεση ή έμμεση καταβολή αντιτίμου. (29) Εάν, μετά τη θέση τους σε ανάλωση σε ένα κράτος μέλος, τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης παραμένουν σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να καθοριστεί εάν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης οφείλεται στο δεύτερο κράτος μέλος. Για τους σκοπούς αυτούς, πρέπει, συγκεκριμένα, να διευκρινιστεί η έννοια «εμπορικοί λόγοι». (30) Τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία αγοράζονται από πρόσωπα τα οποία δεν είναι εγκεκριμένοι αποθηκευτές, και τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται άμεσα ή έμμεσα από τον πωλητή ή για λογαριασμό του, πρέπει να υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο κράτος μέλος προορισμού και θα πρέπει να προβλεφθεί μια διαδικασία την οποία θα πρέπει να ακολουθεί ο πωλητής. (31) Για να αποφεύγονται οι συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ κρατών μελών και η διπλή φορολογία σε περιπτώσεις στις οποίες προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε ένα κράτος μέλος κυκλοφορούν στο εσωτερικό της Κοινότητας, πρέπει να προβλεφθούν οι περιπτώσεις στις οποίες προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, μετά τη θέση τους σε ανάλωση, αποτελούν το αντικείμενο παρατυπιών. (32) Ελλείψει ενός κοινού συστήματος είσπραξης των φόρων, τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν να προβλέπουν ότι τα προϊόντα που τίθενται σε ανάλωση φέρουν φορολογικά ή εθνικά αναγνωριστικά επισήματα. Ωστόσο, η χρήση αυτών των επισημάτων δεν πρέπει να προκαλεί εμπόδια στο ενδοκοινοτικό εμπόριο. Δεδομένου ότι η χρήση αυτών των επισημάτων δεν πρέπει να προκαλεί διπλή φορολογική επιβάρυνση, άμεσα ή έμμεσα, πρέπει να καταστεί σαφές ότι το ποσό που καταβάλλεται ή αποτελεί αντικείμενο εγγύησης για την απόκτηση αυτών των επισημάτων πρέπει να επιστρέφεται, να διαγράφεται ή να αποδεσμεύεται από το κράτος μέλος το οποίο εκδίδει τα επισήματα, εφόσον ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός και εισπράττεται σε άλλο κράτος μέλος. (33) Η εφαρμογή των συνήθων απαιτήσεων σχετικά με την κυκλοφορία και την παρακολούθηση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης θα μπορούσε να προκαλέσει δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση στους μικρούς EL 18 EL

οινοπαραγωγούς. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν να απαλλάσσουν αυτούς τους παραγωγούς από ορισμένες υποχρεώσεις. (34) Πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, όσον αφορά τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία χρησιμοποιούνται για τον ανεφοδιασμό των πλοίων και αεροσκαφών, δεν έχει βρεθεί ακόμη κοινή ικανοποιητική λύση. (35) Τα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28 ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή 21. (36) Για να μπορέσουν να προσαρμοστούν στο ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου για την κυκλοφορία των προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τύχουν μεταβατικής περιόδου κατά την οποία η κυκλοφορία αυτή μπορεί να συνεχίσει να πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των διατυπώσεων που προβλέπονται από την οδηγία 92/12/ΕΟΚ. (37) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η διασφάλιση κοινού καθεστώτος σχετικά με ορισμένες πτυχές των ειδικών φόρων κατανάλωσης, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και, κατά συνέπεια, λόγω των διαστάσεών του και των επιπτώσεων, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ I Γενικές διατάξεις Άρθρο 1 Η παρούσα οδηγία θεσπίζει το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης που εισπράττονται άμεσα ή έμμεσα στην κατανάλωση των κάτωθι προϊόντων, εφεξής «προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης»: (1) ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια που καλύπτονται από την οδηγία 2003/96/ΕΚ, (2) αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά που καλύπτονται από τις οδηγίες 92/83/ΕΟΚ και 92/84/ΕΟΚ, 21 ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11). EL 19 EL

(3) βιομηχανοποιημένα καπνά που καλύπτονται από τις οδηγίες 95/59/ΕΚ, 92/79/ΕΟΚ και 92/80/ΕΟΚ. Άρθρο 2 1. Σε ειδικό φόρο κατανάλωσης υπόκεινται: α) η παραγωγή, περιλαμβανομένης της εξόρυξης, προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο έδαφος της Κοινότητας, β) η εισαγωγή προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο έδαφος της Κοινότητας. 2. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν άλλους φόρους στα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης για ειδικούς σκοπούς, υπό τον όρο ότι οι φόροι αυτοί τηρούν τους κοινοτικούς κανόνες φορολόγησης που ισχύουν για τις ανάγκες των ειδικών φόρων κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας όσον αφορά τον καθορισμό της φορολογικής βάσης, τον υπολογισμό, το απαιτητό και τον έλεγχο του φόρου. 3. Τα κράτη μέλη διατηρούν τη δυνατότητα να επιβάλλουν: α) φόρους σε προϊόντα άλλα από τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, β) φόρους στις παροχές υπηρεσιών που δεν έχουν χαρακτήρα φόρου επί του κύκλου εργασιών, περιλαμβανομένων εκείνων που έχουν σχέση με προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Ωστόσο, η είσπραξη αυτών των φόρων, δεν μπορεί, κατά τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών, να συνεπάγεται διατυπώσεις που συνδέονται με τη διέλευση συνόρων. Άρθρο 3 1. Οι διατυπώσεις που θεσπίζονται από τις κοινοτικές τελωνειακές διατάξεις για την εισαγωγή προϊόντων στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας ισχύουν κατ αναλογία κατά την είσοδο των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στην Κοινότητα από έδαφος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2. 2. Οι διατυπώσεις που θεσπίζονται από τις κοινοτικές τελωνειακές διατάξεις για την εξαγωγή προϊόντων από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας εφαρμόζονται κατ αναλογία κατά την εξαγωγή προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης από την Κοινότητα σε έδαφος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2. 3. Τα κεφάλαια III και IV δεν ισχύουν για τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο πλαίσιο τελωνειακής διαδικασίας ή καθεστώτος αναστολής. EL 20 EL

Άρθρο 4 Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και των διατάξεων εφαρμογής της, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί: (1) «καθεστώς αναστολής», φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία δεν καλύπτονται από τελωνειακή διαδικασία ή καθεστώς αναστολής, με αναστολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, (2) «τελωνειακή διαδικασία ή καθεστώς αναστολής», οποιοδήποτε από τα καθεστώτα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 σχετικά με την τελωνειακή επιτήρηση στην οποία υπόκεινται τα μη κοινοτικά προϊόντα κατά την είσοδό τους στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, την προσωρινή εναπόθεση, τις ελεύθερες ζώνες ή ελεύθερες αποθήκες, καθώς και οποιοδήποτε από τα καθεστώτα που αναφέρονται στο άρθρο 84 παράγραφος 1 στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού, (3) «κράτος μέλος» και «έδαφος κράτους μέλους», το έδαφος κάθε κράτους μέλους της Κοινότητας στο οποίο εφαρμόζεται η Συνθήκη, σύμφωνα με το άρθρο 299 της Συνθήκης, με εξαίρεση τα εδάφη που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 ή 3, (4) «Κοινότητα» και «έδαφος της Κοινότητας», τα εδάφη των κρατών μελών όπως ορίζονται στο σημείο (3). Άρθρο 5 1. Η παρούσα οδηγία και οι οδηγίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 ισχύουν στο έδαφος της Κοινότητας. 2. Η παρούσα οδηγία και οι οδηγίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 δεν ισχύουν στα κάτωθι εδάφη που αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας: α) Κανάριοι Νήσοι, β) γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα, γ) Νήσοι Άαλαντ, δ) Αγγλονορμαδικές Νήσοι. 3. Η παρούσα οδηγία και οι οδηγίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 δεν ισχύουν στα κάτωθι εδάφη τα οποία δεν αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας: α) Νήσος Ελιγολάνδη, β) έδαφος του Μπίζινγκεν, EL 21 EL