ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ 1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ Garamat 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΗ ΟΥΣΙΑ: Κάθε ml στείρου ωτικού-οφθαλμικού διαλύματος Garamat περιέχει θειική γενταμικίνη ισοδύναμη με 3 mg γενταμικίνης και 1 mg νατριούχο φωσφορική βηταμεθαζόνη. 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ: Διάλυμα ωτικό-οφθαλμικό 4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις: Το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat ενδείκνυται στην αγωγή των οφθαλμικών φλεγμονών όταν κρίνεται αναγκαία η παράλληλη χρήση ενός αντιμικροβιακού παράγοντα. Το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για την αγωγή αλλοιώσεως του έξω ακουστικού πόρου, όπως στην οξεία και χρόνια εξωτερική ωτίτιδα, την εκζεματοειδή δερματίτιδα, την σμηγματορροϊκή δερματίτιδα και τη δερματίτιδα εξ επαφής που έχουν μολυνθεί δευτεροπαθώς από ευαίσθητους μικροοργανισμούς. 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Μάτια: Η δοσολογία πρέπει να ρυθμίζεται ανάλογα με τις συγκεκριμένες ανάγκες κάθε ασθενή. Η συνηθισμένη δόση του ωτικού-οφθαλμικού διαλύματος Garamat είναι μία με δύο σταγόνες μέσα στο σάκκο του επιπεφυκότα του προσβεβλημένου ματιού, τρεις με τέσσερις φορές την ημέρα. Στην οξεία φάση, η συχνότητα χορηγήσεως μπορεί να αυξηθεί σε δύο σταγόνες ανά μία ως δύο ώρες. Κατόπιν, καθώς η διαταραχή τίθεται υπό έλεγχο, η συχνότητα χορηγήσεως πρέπει να μειωθεί. Η διάρκεια της τοπικής αγωγής θα ποικίλει ανάλογα με τον τύπο και τη σοβαρότητα της οφθαλμικής νόσου. Αυτιά: Καθαρίστε προσεκτικά τον ακουστικό πόρο από την κυψελίδα και τις σκόνες. Η συνιστώμενη αρχική δοσολογία του ωτικού-οφθαλμικού διαλύματος Garamat είναι τρεις με τέσσερις σταγόνες, δύο ως τέσσερις φορές την ημέρα. Ο ασθενής θα πρέπει να ξαπλώσει με το προσβεβλημένο αυτί προς τα πάνω, ενσταλάζετε το διάλυμα και ο ασθενής θα πρέπει να παραμείνει σε αυτή τη στάση επί αρκετά λεπτά για να εξασφαλιστεί η είσοδος του φαρμάκου στον ακουστικό πόρο. Αφού επιτευχθεί ικανοποιητική ανταπόκριση, μειώστε σταδιακά τη δοσολογία και διακόψτε την μόλις επιτευχθεί η θεραπεία.
Εάν προτιμάται, μπορεί επίσης να εισαχθεί στον ακουστικό πόρο ένα τολύπιο από βαμβάκι και μετά το βαμβάκι να εμποτιστεί με το διάλυμα. Το τολύπιο αυτό θα πρέπει να διατηρείται υγρό με την προσθήκη και άλλου διαλύματος ανά τετράωρο. Το τολύπιο θα πρέπει να αντικαθίσταται τουλάχιστον μία φορά το 24ωρο. Στις χρόνιες οφθαλμικές ή ωτικές παθήσεις, η διακοπή της θεραπείας θα πρέπει να γίνεται με σταδιακή μείωση της συχνότητας εφαρμογής. 4.3 Αντενδείξεις: Η δενδριτική ερπητική κερατίτις, η δαμαλίτιδα, η ανεμοβλογιά και οι ιογενείς λοιμώξεις του κεροτοειδούς και του επιπεφυκότα, οι λοιμώξεις των ματιών ή των αυτιών από μυκοβακτηρίδια ή μύκητες, το τρίχωμα ή η υπερευαισθησία προς οποιοδήποτε από τα συστατικά αυτού του σκευάσματος αποτελούν αντενδείξεις στη χρήση του ωτικού-οφθαλμικού διαλύματος Garamat. Η χρήση συνδυασμών κορτικοστεροειδών/αντιβιοτικών αντενδείκνυται μετά την απομάκρυνση ενός ξένου σώματος από τον κερατοειδή. Το προϊόν αντενδείκνυται επίσης σε αρρώστους που δεν έχουν τυμπανική μεμβράνη ή όταν η τυμπανική τους μεμβράνη εμφανίζει διάτρηση. Όπως με όλα τα προϊόντα οφθαλμικής χρήσης, που περιέχουν χλωριούχο βενζαλκόνιο, οι ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται να μην χρησιμοποιούν φακούς επαφής κατά τη διάρκεια της θεραπείας με ωτικό-αφθαλμικό διάλυμα Garamat. 4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση: Το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat προορίζεται μόνο για τοπική εφαρμογή. Ποτέ δεν πρέπει να ενίεται υπό τον επιπεφυκότα, ούτε θα πρέπει να εισάγεται απευθείας στον πρόσθιο θάλαμο του ματιού. Αν δεν επιτευχθεί γρήγορα κλινική ανταπόκριση στο ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat συνιστάται η περαιτέρω εξέταση του ασθενούς. Καλλιέργειες από βλέφαρα καθώς και δοκιμασίες για τον προσδιορισμό της ευαισθησίας των υπεύθυνων λοιμογόνων μικροοργανισμών μπορεί να ενδείκνυνται εάν τα σημεία/συμπτώματα επιμένουν ή υποτροπιάζουν παρά τη συσταθείσα αγωγή με αυτό το προϊόν. Όταν το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat εφαρμόζεται στα μάτια επί 10 ή περισσότερες μέρες θα πρέπει να γίνεται έλεγχος της ενδοφθάλμιας πίεσης. Συνιστάται τονομέτρηση και εξέταση με σχισμοειδή λυχνία. Στους ασθενείς που έχουν προδιάθεση για αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης μετά από θεραπεία με τοπικά κορτικοστεροειδή περιλαμβάνονται ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος ανοικτής γωνίας, με υψηλού βαθμού μυωπία και ασθενείς με διαβήτη. Σε παθήσεις που προκαλούν λέπτυνση του κερατοειδούς ή του σκληρού χιτώνα είναι γνωστό ότι μπορεί να προκύψει διάτρηση μετά από χρήση τοπικών κορτικοστεροειδών. Ανάλογα δε συνιστάται η θεραπεία μικροβιακών ελκών του κερατοειδούς που μπορεί να προκληθούν από Pseudomonas aeruginosa με ένα προϊόν που περιέχει συνδυασμό αντιβιοτικού/αντιφλεγμονώδους κατά την έναρξη της θεραπείας. Φρόνιμο είναι να χρησιμοποιηθεί αρχικά ένα σκέτο αντιβιοτικό. Αν η λοίμωξη ανταποκριθεί στη θεραπεία με το αντιβιοτικό, συνιστάται μετά η προσθήκη ενός αντιφλεγμονώδους παράγοντα για να ελαχιστοποιηθεί η ινώδης αντίδραση και η ουλοποίηση του κερατοειδούς.
Στις οξείες πυώδεις παθήσεις, τα κορτικοστεροειδή μπορεί να συγκαλύψουν τη λοίμωξη ή να επιτείνουν την υπάρχουσα λοίμωξη. Η χρήση σκευασμάτων που περιέχουν κορτικοστεροειδή στη θεραπεία του οφθαλμικού απλού έρπητα θα πρέπει να γίνεται με εξαιρετική προσοχή. Όταν ένα αμινογλυκοσιδικό αντιβιοτικό χρησιμοποιείται τοπικά στο αυτί θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η δυνητικότητα τοξικότητας στο όγδοο εγκεφαλικό νεύρο. Πειράματα σε ζώα έχουν δείξει ότι η γενταμικίνη, όταν εφαρμόζεται τοπικά στον έξω ακουστικό πόρο, μπορεί να απορροφηθεί συστηματικά, μια και το φάρμακο ανιχνεύθηκε στον ορό και στα ούρα μετά από αυτό τον τρόπο τοπικής εφαρμογής του. Η παρατεταμένη χρήση τοπικών αντιβιοτικών ή κορτικοστεροειδών μπορεί να προκαλέσει την υπερανάπτυξη μη ευαίσθητων μικροοργανισμών και μυκήτων. Αν συμβεί αυτό, ή αν παρουσιαστεί ερεθισμός ή υπερευαισθησία στο ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat, διακόψτε τη χρήση αυτού του σκευάσματος και αρχίστε κατάλληλη θεραπεία. Έχει δειχτεί διασταυρούμενη δυνατότητα για πρόκληση αλλεργίας μεταξύ των αμινογλυκοσιδών καθώς και μεταξύ των κορτικοστεροειδών. Για να αποφευχθεί η μόλυνση ή η διασταυρούμενη διασπορά λοιμώξεων, αποφύγετε τη χρησιμοποίηση του ιδίου φιαλιδίου για την αγωγή λοιμώξεων των ματιών και των αυτιών. Το διάλυμα μπορεί να μολυνθεί αν η άκρη του σταγονόμετρου αγγίξει οποιαδήποτε επιφάνεια. Η χρήση του ίδιου σταγονομετρικού φιαλιδίου από περισσότερα από ένα άτομα μπορεί να αποτελέσει αιτία διασποράς μιας λοίμωξης σε άλλους. Το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat περιέχει θειώδη (sulfites) τα οποία είναι γνωστό ότι μπορούν να προκαλέσουν αλλεργικού τύπο αντιδράσεις, περιλαμβανομένων και αναφυλακτικών συμπτωμάτων καθώς και απειλητικών για τη ζωή ή λιγότερο βαρειών ασθματικών επεισοδίων σε ευαίσθητα άτομα. Παιδιατρική χρήση: Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του ωτικού-οφθαλμικού διαλύματος σε παιδιά μικρότερα των οκτώ ετών δεν έχει επιβεβαιωθεί. 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης: 4.6 Κύηση και γαλουχία: Το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat δε θα πρέπει να χορηγείται σε εγκύους, εκτός αν τα δυνητικά οφέλη από τη θεραπεία αντισταθμίζουν τους δυνητικούς κινδύνους για το έμβρυο. Δεν είναι γνωστό, αν τα συστατικά του ωτικού-οφθαλμικού διαλύματος Garamat απεκκρίνονται στο ανθρώπινο γάλα. Θα πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια για τη διακοπή του θηλασμού κατά την περίοδο που χρησιμοποιείται το προϊόν. Η χορήγηση του ωτικού-οφθαλμικού διαλύματος Garamat σε μία γυναίκα που θηλάζει θα πρέπει να γίνεται με πολύ προσοχή.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών: 4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες: Τα οφθαλμικά/ωτικά σκευάσματα μπορεί να τσούζουν για λίγο αμέσως μετά την εφαρμογή τους ή να προκαλέσουν τοπικό ερεθισμό. Στις ανεπιθύμητες ενέργειες που προκαλούνται από τα οφθαλμικά κορτικοστεροειδή περιλαμβάνονται: αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, γλαύκωμα, σπάνια βλάβη του οπτικού νεύρου, βλάβες της οπτικής οξύτητας και των οπτικών πεδίων, δημιουργία οπισθίου υποπεριφακικού καταρράκτου, επιβράδυνση της επουλώσεως τραυμάτων, παραμονή διηθητικού συριγγίου διηθούντος υπό τον επιπεφυκότα μετά από εγχείρηση καταρράκτου, δευτεροπαθής λοίμωξη του οφθαλμού από διάφορα παθογόνα περιλαμβανομένου και του ιού του απλού έρπητος. Οφθαλμικά σκευάσματα που περιέχουν κορτικοστεροειδή μπορούν επίσης να προκαλέσουν οξεία προσθία ραγοειδίτιδα ή διάτρηση του βολβού. Μετά από τοπική θεραπεία με κορτικοστεροειδή, έχει περιστασιακά παρατηρηθεί μυδρίαση, απώλεια της προσαρμογής και πτώση του άνω βλεφάρου. Με τα οφθαλμικά αντιβιοτικά μπορεί να παρουσιαστεί αλλεργική ευαισθητοποίηση. Έχει αναφερθεί παροδικός ερεθισμός των ματιών μετά από την οφθαλμική χρήση της θειικής γενταμικίνης. 4.9 Υπερδοσολογία: ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Η υπερβολική/παρατεταμένη χρήση τοπικών κορτικοστεροειδών μπορεί να καταστείλει τη λειτουργία υποφύσεως-φλοιού επινεφριδίων με αποτέλεσμα δευτεροπαθή φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια. Μία μόνο υπερβολική δόση γενταμικίνης δεν αναμένεται να προκαλέσει συμπτώματα. ΑΓΩΓΗ: Για την υπερδοσολογία με κορτικοστεροειδή ενδείκνυται η κατάλληλη συμπτωματική θεραπεία. Τα οξέα υπερκορτικοειδικά συμπτώματα είναι ουσιαστικά ανατάξιμα. Εάν χρειαστεί αντιμετωπίστε τη διαταραχή της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών. Σε περιπτώσεις χρόνιας τοξικότητας συνιστάται η αργή, σταδιακή διακοπή των κορτικοστεροειδών. Αν και με μία μόνο υπερβολική δόση δεν αναμένεται να απαιτηθεί αγωγή, η γενταμικίνη μπορεί να απομακρυνθεί από το αίμα με αιμοδιάλυση (αιμοκάθαρση) ή με περιτοναϊκή διάλυση. Κατά τη διάρκεια μιας αιμοδιαλύσεως 12 ωρών απομακρύνεται από το κυκλοφορικό σύστημα το 80% έως το 90% περίπου της γενταμικίνης. Η περιτοναϊκή διάλυση φαίνεται ότι είναι λιγότερο αποτελεσματική. 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ: Το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat συνδυάζει την ισχυρή αντιφλεγμονώδη και αντιαλλεργική δράση της νατριούχου φωσφορικής βηταμεθαζόνης με την ευρέως φάσματος μικροβιοκτόνο δραστικότητα της θειικής γενταμικίνης.
Η βηταμεθαζόνη, ένα δραστικό παράγωγο της πρεδνιζολόνης, παρέχει έναντι των άλλων κορτικοστεροειδών το πλεονέκτημα ενός ισχυρότερου αντιφλεγμονώδους αποτελέσματος με τη χορήγηση χαμηλότερων δόσεων. Η νατριούχος φωσφορική βηταμεθαζόνη ασκεί την τοπική αντιφλεγμονώδη δράση της στον οφθαλμό καταστέλλοντας την κυτταρική και την εξιδρωματική φλεγμονώδη αντίδραση και αποκαθιστώντας στο φυσιολογικό την αυξημένη διαπερατότητα των φλεγμαινόντων τριχοειδών. Είδη σταφυλόκοκκων ανταποκρίθηκαν in vivo ικανοποιητικά στο ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat. In vitro, η θειική γενταμικίνη είναι δραστική σε μεγάλη ποικιλία παθογόνων Gram-αρνητικών και ορισμένων Gram-θετικών μικροβίων όπως: σταφυλόκοκκοι κοαγκουλάση θετικοί και αρνητικοί, περιλαμβανομένων και ορισμένων στελεχών ανθεκτικών στην πενικιλίνη, Eschericia coli, είδη Proteus (θετικά και αρνητικά στην ινδόλη), Pseudomonas aeruginosa, είδη της ομάδας Klebsiella-Enterobacter-Serratia, Hemophilus influenza, είδη Citrobacter, Salmonella, Shigella, Moraxella, Serratia και Neisseria, ιδιαίτερα ο γονόκοκκος. 6. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ: 6.1 Κατάλογος εκδόχων: Sodium citrate dihydrate, sodium phosphate monobasic monohydrate, sodium phosphate dibasic anhydrous, sodium borate, edetate disodium, benzalkonium chloride, sodium metabisulfite, sodium chloride και purified water. 6.2 Ασυμβατότητες: 6.3 Διάρκεια ζωής: 36 μήνες 6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος: Το ωτικό-οφθαλμικό διάλυμα Garamat πρέπει να φυλάσσεται σε θερμοκρασία περιβάλλοντος 2 ο έως 25 ο C. 6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη: Κουτί περιέχον πλαστικό σταγονομετρικό φιαλίδιο των 5 ml. 6.6 Κάτοχος αδείας κυκλοφορίας: MSD Α.Φ.Β.Ε.Ε. Αγ. Δημητρίου 63 174 56 Άλιμος 7. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 14823/10-5-90 8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 30 Σεπτεμβρίου 2010