ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ. Ανθρώπινες Επιδράσεις στο Αβιοτικό Περιβάλλον και τη Βλάστηση του Κάτω Μέρους του Εύηνου Ποταµού

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ. Ανθρώπινες Επιδράσεις στο Αβιοτικό Περιβάλλον και τη Βλάστηση του Κάτω Μέρους του Εύηνου Ποταµού"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ιατµηµατικό Πρόγραµµα Μεταπτυχιακών Σπουδών στις Περιβαλλοντικές Επιστήµες Σχολή Θετικών Επιστηµών Τµήµα Βιολογίας Ανθρώπινες Επιδράσεις στο Αβιοτικό Περιβάλλον και τη Βλάστηση του Κάτω Μέρους του Εύηνου Ποταµού Ανδριόπουλος Γεώργιος Γεωλόγος ιατριβή Μεταπτυχιακού ιπλώµατος Ειδίκευσης ΠΑΤΡΑ 2005

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο...3 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ Γενικά Ο Εύηνος ποταµός Στόχος-Σηµασία-Αναγκαιότητα της µελέτης...7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο...9 ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Γεωγραφική θέση-τοπογραφία-μορφολογία Θεσµικό Καθεστώς Αβιοτικό Περιβάλλον Κλίµα Βροχοπτώσεις: Γεωλογία α Αλπικοί σχηµατισµοί β Μεταλπικοί σχηµατισµοί Τεκτονική-Σεισµικότητα Εδάφη Υδρολιθολογία Υδρολογία Υδροφορία Στερεοπαροχή Βιοτικό περιβάλλον Χερσαία οικοσυστήµατα Υδατικά οικοσυστήµατα ιαβαθµιζόµενοι Οικότοποι (µεταξύ ύδατος-χέρσου) α Αµµοθίνες (λουρονησίδες η αµµολουρίδες) β Γλυκόβαλτοι, καλαµιώνες και ψαθοτόπια γ Αλµυρόβαλτοι δ Αποξηραµένοι βάλτοι µεταξύ υγροτόπων και καλλιεργειών ε Ρηχές ακτές-λασποτόπια Ενδιαφέροντα φυτικά είδη Πανίδα Ανθρωπογενές Περιβάλλον ιοικητικά- ηµογραφικά στοιχεία Κοινωνικά-Οικονοµικά στοιχεία α ιάρθρωση-εκπαίδευση πληθυσµού β Απασχόληση-Χρήσεις Γης Ιστορικά-Πολιτιστικά στοιχεία Τεχνικές Υποδοµές...80

3 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο...85 ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΕΠΙ ΡΑΣΕΙΣ Ανθρώπινες Επεµβάσεις Επεµβάσεις Οικιστικές Επεµβάσεις Παραγωγής Εκτίµηση-Αξιολόγηση Επιδράσεων Αβιοτικό Περιβάλλον α Νερά β Μορφολογία γ Έδαφος δ Γεωλογία Βλάστηση Λοιπές επιδράσεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Συµπεράσµατα Προτάσεις αντιµετώπισης των δυσµενών επιδράσεων και ορθολογικής διαχείρισης των φυσικών πόρων της περιοχής ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ 1.1 Γενικά Το µοντέλο ανάπτυξης από τη γένεση των πρώτων πολιτισµών, µε τη µορφή που εννοούµε µέχρι σήµερα (Μεσοποταµία, Αίγυπτος, Κοιλάδα Ινδού), στηρίχτηκε στην ύπαρξη ποταµών και στις ανθρώπινες επεµβάσεις µε σκοπό τη διαχείριση τους. Ο έλεγχος των πληµµυρών, η εκτροπή µέρους των νερών, η επέκταση των καλλιεργειών, υπήρξαν όπως και τώρα κυρίαρχες ανθρώπινες επιδιώξεις, η εντατική και χρόνια επίδραση των οποίων συντέλεσε στην υποβάθµισή τους, µε αποτέλεσµα την παρακµή των πολιτισµών αυτών. Σήµερα το ποτάµι έπαψε να είναι θεός, οι ανάγκες για νερό είναι συνεχώς αυξανόµενες και υπάρχουν πλέον τεχνικά αρτιότερα προς παρέµβαση µέσα. Αν και διεθνώς αναγνωρίζεται η ζωτική σηµασία και η οικολογική αξία των ποτάµιων συστηµάτων, το φυσικό τους τοπίο συνεχώς υποβαθµίζεται, µειώνεται η παροχή και η ποιότητα των νερών και διαταράσσεται το ισοζύγιο των φερτών υλικών τους. Οι βιότοποι ρυπαίνονται και περιορίζονται, µε αντίκτυπο στη βιοποικιλότητα και την αισθητική του χώρου, κατά την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη που ξεκίνησε µε τη βιοµηχανική επανάσταση και κορυφώθηκε µετά τον Β Παγκόσµιο πόλεµο του 20 ου αιώνα. Καθίσταται λοιπών αναγκαίος ο επαναπροσδιορισµός της σχέσης ποταµού κι ανθρώπου µε στόχο την κατανόηση, την προστασία και την ορθότερη εκµετάλλευση του πολύπλοκου αυτού συστήµατος, στα πλαίσια της αρχής της αειφορίας. Για την επίτευξη αυτού δε, είναι αναγκαία η συλλογή στοιχείων, η καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης και η συνεχής παρακολούθηση του ποτάµιου 3

5 περιβάλλοντος, όπου η σύγχρονη τεχνολογία µπορεί να συµβάλει θετικά, ώστε να αντιστραφεί η πορεία της διαρκούς υποβάθµισης και αλλοίωσής του. 1.2 Ο Εύηνος ποταµός Ο ποταµός Εύηνος ή Φίδαρης (λόγω της µαιανδρικής στο κάτω τµήµα ροής του), πηγάζει από τα Βαρδούσια όρη της Eυρυτανίας και την περιοχή Αρτοτίνα Φωκίδας, και διατρέχοντας το Νοµό Αιτωλοακαρνανίας µε διεύθυνση ΒΒΑ-ΝΝ, εκβάλει στον Πατραϊκό κόλπο απέναντι από την Πάτρα, διανύοντας συνολικά 113 km ( Στην πορεία του (φωτογραφία 1.1) δέχεται νερά πλήθους χειµάρρων και παραπόταµων όπως οι Κότσαλος, Πόριαρης, Φιδάκια, Γιδοµαντρίτης κ.λπ.. Φωτογραφία 1.1 ορυφορική φωτογραφία της ευρύτερης περιοχής µελέτης 4

6 Ο χαρακτήρας του ποταµού εναλλάσσεται από τον άνω ρου προς τα κατώτερα τµήµατα. Αρχικά η ροή του είναι ορµητική, ενώ στο κάτω τµήµα της περιοχής µελέτης ο ρυθµός ροής του αρχίζει να πέφτει, αποθέτοντας φερτά υλικά έως τις εκβολές µε τις προσχώσεις και το εκτεταµένο δέλτα, που συνιστούν εύφορη προς καλλιέργεια γη. Η ορεινή φύση της λεκάνης απορροής του, σε συνδυασµό µε τις απότοµες µορφολογικές κλίσεις και τη γεωλογική δοµή των στρωµάτων που διατρέχει ο Εύηνος ποταµός, έχουν σαν αποτέλεσµα την έντονη διαβρωτική δράση του και την άφθονη στερεοπαροχή. Με τις φερτές του ύλες, ο Εύηνος ενισχύει το προσχωµατικό έργο του Αχελώου στο σχηµατισµό των λιµνοθαλασσών, και διαµορφώνει την εκβολή του. Αν και δεν αποτελεί εφήµερο ποταµό, η παροχή του νερού έχει περιοδικές διακυµάνσεις µε µειωµένη ροή τους καλοκαιρινούς µήνες, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Γάλλος περιηγητής Φραγκίσκος Πουκεβίλ (1820), στο "Ταξίδι στην Ελλάδα": "Την εποχή των βροχών είναι φοβερός και θυελλώδης, όπως διαπίστωσα από τις καταστροφές που προκαλεί και τους ογκόλιθους που κατεβάζει, αλλά εκείνη τη στιγµή που τον έβλεπα ο ανώµαλος βυθός του καλύπτονταν µόνο από εξήντα εκατοστά νερού." Το φαινόµενο αυτό εντάθηκε µε την κατασκευή του φράγµατος στον Άγιο ηµήτριο, όπου τα νερά των Βαρδουσίων συγκεντρώνονται σε τεχνητή λίµνη 3.3 km 2 στην ορεινή κοιλάδα του Αγ. ηµητρίου. Μέρος αυτών (25%) µεταφέρεται µέσω σήραγγας µήκους 3.1 km και διαµέτρου 3.5 m στο Μόρνο για την υδροδότηση του νοµού Αττικής. Η οικολογική ισορροπία και η ζωή στον ποταµό διασφαλίζονται µε τον αγωγό θερινής παροχής που κατασκευάσθηκε και αποδίδει στην κοίτη του Ευήνου 1 m 3 /sec (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992). Η παραποτάµια βλάστηση αποτελείται κυρίως από έλατα, καστανιές, κέδρους, πουρνάρια, ιτιές και πλατάνια, ενώ κοντά στις εκβολές του η παρόχθια βλάστηση γίνεται αραιότερη. Σηµαντικές είναι επίσης και οι θαµνώδεις εκτάσεις κατά µήκος της κοίτης του ποταµού από αείφυλλα πλατύφυλλα είδη, πρινώνες και κεδρώνες καθώς και περιορισµένες ποώδεις λιβαδικές εκτάσεις. 5

7 Στα νερά του αφθονούν τα ψάρια του γλυκού νερού (πέστροφες, χέλια, µπριάνια, δροµίτσες) οι βάτραχοι, τα νερόφιδα και η βίδρα. Στις εκβολές του σχηµατίζονται εποχικά έλη (λασποτόπια), ιλυώδεις τόποι µε ελάχιστη βλάστηση, που πληµµυρίζουν περιοδικά από νερά είτε της θάλασσας είτε της λιµνοθάλασσας Κλείσοβας. Αυτές οι εκτάσεις, ξερές το καλοκαίρι, αναζωογονούνται το φθινόπωρο µε τους νοτιάδες και τις πληµµύρες και γεµίζουν µε σµήνη από τρύγγες, σκαλίδρες, τουρλίδες και ερωδιούς, που τρέφονται µε µικρούς οργανισµούς που βρίσκουν στη λάσπη ( Το όνοµά του οφείλεται στο βασιλιά των Aιτωλών Eύηνο, που πνίγηκε στα νερά του και είναι γνωστός από την Μυθολογία λόγω του Ηρακλή, που µετά το γάµο του µε τη ηιάνειρα, έµεινε για ένα χρονικό διάστηµα στην Καλυδώνα, η οποία ήταν κοντά στον Εύηνο ποταµό. Κατά την παραµονή του εκεί βοήθησε τους Καλυδώνιους στην εκστρατεία τους κατά των Θεσπρωτών. Στην αρχαιότητα ο Εύηνος µαζί µε τους παραπόταµούς του (Κότσαλος, Πόριαρης κά) ήταν ο µοναδικός δρόµος επικοινωνίας των Αιτωλικών φύλων. Η κοινωνική και οικονοµική αξία του Ευήνου ποταµού είχε σαν αποτέλεσµα την κατοίκηση της ευρύτερης περιοχής του από διάφορα φύλα, όπως οι Αποδοτοί, οι Ευρυτάνες οι Αιτωλοί και οι Οφιονείς. Στην περιοχή της κοίτης του αναπτύχθηκε µεγάλος πολιτισµός, όπως πιστοποιείται από αρχαιολογικά ευρήµατα (Πελασγικοί και Μυκηναϊκοί οικισµοί), κτερίσµατα της κλασσικής περιόδου και άλλα στοιχεία, που δείχνουν την αξιοποίηση της περιοχής από τον άνθρωπο τα τελευταία 4500 χρόνια. Στον Εύηνο και τους παραπόταµους του σώζονται αρκετά πέτρινα γεφύρια, όπως της ορβιτσάς, του Πόριαρη, του Κάκαβου, της Αρτοτίβας (το µεγαλύτερο µονότοξο γεφύρι της υτικής Ελλάδας), της Στριγανιάς, της Κλεπάς, της Μελίγκοβας κ.λ.π. Το παλαιότερο και µεγαλύτερο είναι η καµάρα της Αρτοτίβας µε 25 m άνοιγµα και ύψος 12.5 m (χτισµένη -ίσως σε αρχαιότερα θεµέλια- περίπου το 1450µ.Χ. επί ενετοκρατίας της Ναυπάκτου), ενώ τα υπόλοιπα είναι νεότερα, τα περισσότερα χτισµένα µετά το 1830µ.Χ. Οι τύποι των γεφυριών που συναντάµε στον Εύηνο είναι πέτρινα γεφύρια, µεταλλικές γέφυρες, τσιµεντένιες γέφυρες και κρεµαστές πεζογέφυρες, διάσπαρτα στην κοίτη του, σηµατοδοτούν τους παλιούς δρόµους, τα περάσµατα και τις µετακινήσεις των ανθρώπων άλλων εποχών. Αρχαία, Βυζαντινά 6

8 αλλά κυρίως νεότερα µνηµεία (νεροτριβές, µύλοι, γεφύρια κλπ.) είναι στοιχεία ιστορικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος που πρέπει να αξιοποιηθούν και να αναδειχτούν. Πολλά ξωκλήσια και µοναστήρια (Αγ. Πέτρος Βαράσοβας, Μονή Καταφυγίου, Μονή Προδρόµου Ανάληψης, Αγ. Παρασκευή Μάνδρας Θέρµου, Μονή Αµπελακιώτισσας, αλλά και Παλαιοχριστιανικά (Παναγία Τριµητού), Βυζαντινά (Αγ. ηµήτριος Βαράσοβας, Παναξιώτισσα Γαυρολίµνης), και µετά-βυζαντινά (Αγ. Γεώργιος Αργυρού Πηγαδιού), µνηµεία και σπήλαια-ασκηταριά (Αγ. Νικόλαος Ν. Βαράσοβας, Άγιοι Πατέρες Βαράσοβας) βρίσκονται στις περιοχές γύρω από τον Εύηνο και τους παραποτάµους του 1.3 Στόχος-Σηµασία-Αναγκαιότητα της µελέτης Το κάτω µέρος του ποταµού Εύηνου αποτελεί ένα ευαίσθητο σύστηµα, δεδοµένου ότι στην περιοχή συνυπάρχουν πλήθος υποπεριβάλλοντα: αβιοτικό (ποτάµιο, δελταϊκό, παραλιακό), βιοτικό (παρόχθιο, ελών, υγροτοπικό), ανθρωπογενές (δοµηµένο, ιστορικό, πολιτιστικό, κοινωνικοοικονοµικό, γεωργικό) που συχνά λειτουργούν ανταγωνιστικά µεταξύ τους. Ο ποταµός Εύηνος λόγω της παροχής υδάτων και ιζηµάτων συντελεί στην επιβολή ισορροπιών µεταξύ τους και στη διαµόρφωση της εκβολής του. Τις τελευταίες δεκαετίες όµως, η παρουσία του ανθρώπου ασκεί έντονη πίεση στα επιµέρους περιβάλλοντα (φράγµα, διευθέτηση κοίτης, αµµοχαλικοληψίες, επέκταση καλλιεργειών σε βάρος των οικοτόπων κ.λπ.) Η παρούσα διπλωµατική εργασία έχει ως στόχο την καταγραφή και την ερµηνεία των επιπτώσεων των ανθρώπινων επιδράσεων στο αβιοτικό περιβάλλον και τη βλάστηση του κάτω µέρους του Εύηνου ποταµού και την εξαγωγή συµπερασµάτων για τη διατάραξη της φυσιολογικής του ισορροπίας, µε σκοπό την βέλτιστη διαχείρισή του στο µέλλον. Τέλος, στοχεύει στη δηµιουργία ενός οικολογικού µοντέλου λειτουργίας του ποταµού. 7

9 Στα πλαίσια της εκπόνησης αυτής της διπλωµατικής προβλέπονται τα ακόλουθα στάδια εργασίας και έρευνας: 1. Συγκέντρωση και ανασκόπηση της βιβλιογραφίας. Επισκέψεις στην περιοχή µελέτης και στις αρµόδιες αρχές. Φωτογραφική τεκµηρίωση. Προµήθεια χαρτών, αεροφωτογραφιών, κ.λπ. 2. Συγκέντρωση στοιχείων σε ότι αφορά την υφιστάµενη κατάσταση της περιοχής (κοινωνικά, ιστορικά, δηµογραφικά χαρακτηριστικά). 3. Καταγραφή των κυρίαρχων µορφολογικών και κλιµατικών χαρακτηριστικών της περιοχής. 4. Γεωλογική επισκόπηση της περιοχής και προσδιορισµός των τεκτονικών, εδαφολογικών, υδρολογικών κ.λπ. χαρακτηριστικών της. 5. Προσδιορισµός των κύριων µονάδων βλάστησης και των επί µέρους χαρακτηριστικών φυτικών taxa. 6. Σύγκριση των µονάδων βλάστησης µεταξύ τους και αξιολόγηση τους, καθώς και η συσχέτισή τους µε τους αβιοτικούς παράγοντες της περιοχής. 7. Χαρτογράφηση της βλάστησης για κάθε οικότοπο, µε τη βοήθεια του Γεωγραφικού Συστήµατος Πληροφοριών (G.I.S.) 8. Καταγραφή των ανθρώπινων δραστηριοτήτων µε έµφαση στα έργα υποδοµών, εγγείων βελτιώσεων και τις καλλιέργειες. 9. Προσδιορισµός κι αξιολόγηση των ανθρώπινων επιδράσεων τόσο σε ένταση όσο και σε διάρκεια. 10. Εξαγωγή συµπερασµάτων ως προς την αλλοίωση των χαρακτηριστικών της περιοχής και τη µελλοντική διαχείριση της. 8

10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ 2.1 Γεωγραφική θέση-τοπογραφία-μορφολογία Η περιοχή του κάτω ρου του Εύηνου ποταµού βρίσκεται στο νοτιανατολικό τµήµα. του νοµού Αιτωλοακαρνανίας και υπάγεται διοικητικά στους δήµους Μακρυνείας (βόρεια), Μεσολογγίου (νοτιοδυτικά) και Χάλκειας (νοτιοανατολικά). Εκτείνεται από την τελευταία ορεινή διάβαση (στο ύψος του Τρίκορφου) µεταξύ των ορέων Καλιακούδα ανατολικά, και Στρογγυλοβούνι δυτικά, (38 o ο 37 ), (Παράρτηµα) µέχρι τις εκβολές του στον Πατραϊκό κόλπο (38 o ο 30 ), ανατολικά της λιµνοθάλασσας της Κλείσοβας (σχήµα 2.1). Σχήµα 2.1 Ψηφιακή απεικόνιση του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού (Chalkias &Karymbalis). Το τµήµα αυτό περιλαµβάνει την αλλουβιακή πεδιάδα που σχηµατίζεται από την έξοδο του ποταµού από την ορεινή ζώνη και τη δελταϊκή πλατφόρµα που συνθέτουν η ευρύτερη περιοχή των εκβολών µε τη λιµνοθάλασσα της Κλείσοβας. Αντιπροσωπεύει περίπου το 10% του συνολικού ρου του ποταµού και δεν ξεπερνά σε µήκος τα 10km (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992). 9

11 Κατάντη του Τρίκορφου ακολουθεί η περιοχή του Περιθωρίου, όπου ο ποταµός παρουσιάζει ήπια κλίση και η κοίτη του µεγάλο πλάτος (στάδιο ωριµότητας). Είναι ουσιαστικά η πρώτη µεγάλη πεδινή ζώνη που συναντά στη ροή του και αποθέτει ένα µεγάλο µέρος των φερτών υλικών του οριοθετώντας το ανάντη όριο της αλλουβιακής πεδιάδας. Συνεχίζοντας, το ποτάµι συναντά ανατολικά τον πέτρινο όγκο της Βαράσοβας ύψους 982 m, γνωστή στην αρχαιότητα µε το όνοµα «Χαλκίς». Στο νότιο τµήµα του είναι χαρακτηριστικές οι εκτεταµένες απότοµες πλαγιές που φτάνουν µε µεγάλες κλίσεις µέχρι και την ακτή, όπως για παράδειγµα κοντά στα χωριά Κάτω Βασιλική και Κρυονέρι. Πάνω από τη θέση «Πάγκαλη» διατηρούνται τα τείχη της ακρόπολης της οµώνυµης πόλης. Στα φαράγγια του υπήρχαν κατά την παράδοση 72 εκκλησίες και ασκητήρια. Τα σπουδαιότερα σωζόµενα µνηµεία είναι ο Άγιος ηµήτριος. (10ος- 11ος αιώνας) και η Παναξιώτισσα. Σε οχυρωµένο από τους ιστορικούς χρόνους λοφίσκο ανατολικά του όρους, σώζονται τα ερείπια παλαιοχριστιανικής Βασιλικής. υτικά του Εύηνου, µέχρι και το ύψος της γέφυρας της εθνικής οδού, βρίσκεται το όρος Αράκυνθος (ή Ζυγός) µε µέγιστο υψόµετρο 984 m. Το κύριο τµήµα του καλύπτεται από δάση καστανιάς. Το νότιο τµήµα του είναι απότοµο και βραχώδες, ενώ το βόρειο καλύπτεται από θάµνους και ελαιόδεντρα. Στο ύψος του Ευηνοχωρίου, το ποτάµι τέµνεται από τη γέφυρα της εθνικής οδού Αντιρρίου-Ιωαννίνων, που αποτελεί και το τεχνητό όριο της λοφώδους ζώνης. Κατάντη της γέφυρας, η κοίτη του ποταµού διευρύνεται και οριοθετείται από πλευρικά, τεχνητά αναχώµατα, για την προστασία των καλλιεργειών της πεδινής περιοχής του Ευηνοχωρίου δυτικά και του Γαλατά αριστερά, από τις πληµµύρες. Το Ευηνοχώρι (παλιό όνοµα Μποχώρι), σήµερα αποτελεί δηµοτικό διαµέρισµα του δήµου Μεσολογγίου, η οικονοµία του οποίου στηρίζεται στη γεωργία, που ασκεί εδώ και αιώνες στις πλούσιες εκτάσεις του δέλτα και της αλλουβιακής πεδιάδας του Εύηνου. Χαρακτηριστικά της πεδιάδας του Ευηνοχωρίου είναι τα πολυάριθµα τεχνητά αρδευτικά κανάλια, µεγάλο µέρος των οποίων βρίσκεται σε αποξηραµένους 10

12 βάλτους πλευρικά του ποταµού Σε µικρή απόσταση δυτικά του, βρίσκονται τα ερείπια των τειχών της αρχαίας Καλυδώνας. Στην ανατολική πλευρά της πεδιάδας του Εύηνου, βρίσκεται το χωριό Γαλατάς και νοτιότερα στους πρόποδες της Βαράσοβας, το Κρυονέρι. Στην παράκτια ζώνη της πλευράς του Κρυονερίου, σχηµατίζεται µικρός υγρότοπος από µέτωπο πηγών γλυκού νερού(φωτογραφία 2.1). Ο υγρότοπος αυτός καταλάµβανε παλαιότερα µεγαλύτερη έκταση, από τη σηµερινή. Φωτογραφία 2.1 Τµήµα του υγρότοπου Κρυονερίου Το δέλτα του Εύηνου (φωτογραφία 2.2) είναι Ολοκαινικής ηλικίας, τοξοειδούςλοβοειδούς τύπου (Ψιλοβίκος & αχαµίδου, 1987) και το σύνολο των ιζηµάτων του συντίθεται από λεπτόκοκκα υλικά (άµµοι, πηλοί, άργιλοι), όπως και ψηφίδες και κροκάλες (κερατολιθικές και ασβεστολιθικές), καλού έως άσχηµου βαθµού ταξιθέτησης (Κοντόπουλος & Πανάγος, 1979). Προοδευτικά υπάρχει µείωση του κοκκοµετρικού µεγέθους των ιζηµάτων προς τις εκβολές ενώ στη γέφυρα και έως 1km κατάντη αυτής, επικρατέστερα είναι το αµµοχάλικο και οι κροκάλες. 11

13 Φωτογραφία 2.2 Αεροφωτογραφία τµήµατος του δέλτα του Εύηνου µε το ενεργό κανάλι µεταφοράς (Αερολέσχη Μεσολογγίου, 2003) Το υπάρχον ενεργό κανάλι µεταφοράς του Εύηνου, µαζί µε τα απονεκρωµένα κανάλια του Ευηνοχωρίου, της Τουρλίδας και του Γαλατά, συνέθεταν το δίκτυο αποστράγγισης της δελταϊκής πλατφόρµας του ποταµού που είχε µία εξέλιξη προς το κέντρο της (Μπούζος et al., 1994). Τα κανάλια αυτά (Ευηνοχωρίου-Τουρλίδας) στο κατώτερο προς τη θάλασσα τµήµα τους επηρεάστηκαν από το παλιρροϊκό καθεστώς και έχουν σχεδόν ισοπεδωθεί, µε µικρή µόνο διατήρηση κατά θέσεις, τµηµάτων της παλιάς τους κοίτης. Το απονεκρωµένο κανάλι του Γαλατά διαβρώθηκε έντονα στο κατώτερο τµήµα του, ενώ το ανώτερό του σκεπάστηκε µάλλον από υλικά πληµµύρας του κύριου καναλιού µεταφοράς. Το σηµερινό ενεργό κανάλι του Εύηνου µετατρέπεται στο κάτω τµήµα του σε µαιανδρικό εξ αιτίας της διάβρωσης και της επαναδιευθέτησης της κοίτης του δικτυωτού ποτάµιου συστήµατος το1959 σε µια µικρής κλίσης περιοχή (Μπούζος et al., 1994). Οι γεωµορφές που παρατηρούνται στο δέλτα (έλη-τέλµατα, κανάλια διάρρηξης, φυσικά αναχώµατα και στοµατικοί φραγµοί) είναι χαρακτηριστικές ποτάµιας 12

14 επικράτησης, όσο και παλιρροϊκής (µέσο/έπι-παλιρροϊκά πεδία και κανάλια, καθώς και αµµούχες, παράκτιες ράχες), έναντι του κυµατισµού (Μπούζος et al., 1994). Η λιµνοθάλασσα της Κλείσοβας αν και αναπτύχθηκε σε περιοχή βύθισης (Piper & Panagos, 1981), παρουσιάζει σταθερότητα στη διαµόρφωση κι εξέλιξή της, µε σύγχρονη ανάπτυξη φραγµατικών αµµούχων παραλίων και νησιών, στα όριά τους µε τη θάλασσα, και ευρέων παλιρροϊκών πεδίων στα εσωτερικά τους κράσπεδα. 2.2 Θεσµικό Καθεστώς Η περιοχή µελέτης περιλαµβάνεται µέσα στο σύµπλεγµα υγροτόπων του Μεσολογγίου το οποίο αποτελεί περιοχή έντονου ενδιαφέροντος λόγω των άγριων πτηνών που διαβιούν εντός τους (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1999). Η Ελλάδα έχει κοινοποιήσει στην Ε.Ε, ότι ένα τµήµα έκτασης στρεµµάτων του υγροβιότοπου Μεσολογγίου καθορίζεται ως περιοχή ειδικής προστασίας, συµφωνά µε την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ, για την προστασία των αγρίων πτηνών. Η ευρύτερη περιοχή είναι επίσης ένας υγρότοπος διεθνούς σηµασίας σύµφωνα µε την συνθήκη Ramsar (τµήµα της κοίτης του Ευήνου όπου πραγµατοποιούνται αµµοχαλικοληψίες και η Βαράσοβα βρίσκονται εντός της ζώνης Ramsar. Το σύµπλεγµα των υγροτόπων περιλαµβάνει στην περιοχή ειδικής προστασίας τις λιµνοθάλασσες Αιτωλικού, Μεσολογγίου, Κλείσοβας καθώς και τις εκβολές των ποταµών Αχελώου και Ευήνου. Η ευρύτερη περιοχή υπόκειται σε θεσµικό καθεστώς προστασίας, που υπαγορεύεται τόσο από τη γνωστή ιεθνή Σύµβαση της Ramsar (1971) και Οδηγίες της Ε.Ο.Κ., όσο και από την Κ.Υ.Α. 1319/93, η οποία εκδόθηκε σε εφαρµογή της σύµβασης Ramsar. Αξίζει να σηµειωθεί, ότι τα Γ.Π.Σ. Μεσολογγίου και Αιτωλικού προβλέπουν επίσης ως κατευθύνσεις την προστασία, τόσο της λιµνοθάλασσας του Μεσολογγίου, όσο και του Αιτωλικού. Συγκεκριµένα,. στην Υ.Α /5438 Γ.Π.Σ. Μεσολογγίου (Φ.Ε.Κ. 1336/ / ) αναφέρεται: 1) Ζώνη περιοχής περιβαλλοντικής εξυγίανσης αναβάθµισης στις ακτές της λιµνοθάλασσας Μεσολογγίου. 13

15 2) Προστασία χερσαίων οικοσυστηµάτων ειδικού ενδιαφέροντος. 3) Περιοχή από εκβολές Αχελώου-Λούρου-Νήσου Τουρλίδας λιµνοθάλασσας Μεσολογγίου Κλείσοβας και εκβολών Εύηνου ποταµού. 4) Προστασία των υδατίνων οικοσυστηµάτων ειδικού ενδιαφέροντος. Εκτός από την σύµβαση Ramsar (1971) για την προστασία των υγροτόπων και της υδρόβιας και παρυδάτιας ορνιθοπανίδας, η Ελλάδα έχει προσυπογράψει τρεις ακόµη διεθνείς συµβάσεις: 1) Την σύµβαση της Βέρνης (1979), για την προστασία της Ευρωπαϊκής πανίδας και χλωρίδας και των φυσικών πόρων. 2) Την σύµβαση της Βόννης (1979), που αφορά την προώθηση της προστασίας µεταναστευτικών πτηνών που δεν προστατεύονται από άλλες συµβάσεις ή εθνικές νοµοθεσίες. 3) Την σύµβαση της Ουάσιγκτον (1973), που απαγορεύει την εµπορία αγρίων πουλιών. Για την ευρύτερη περιοχή συντάχθηκε µελέτη µε τίτλο "Ολοκληρωµένη ιαχείριση Συµπλέγµατος Υγροτόπων Αιτωλικού-Μεσολογγίου" που εκπονήθηκε από το Ε.Μ.Π. τo1993 για το Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε και την CEC/DG 11. Με βάση αυτή τη µελέτη και για το σύµπλεγµα των υγροτόπων της περιοχής Μεσολογγίου, εκδόθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση 1319 (ΦΕΚ 755/ ), που οριοθετεί επιµέρους υγροτοπικές ζώνες, καθώς και ζώνες στην άµεση γειτονία του υγροτόπου και καθορίζει τις χρήσεις και δραστηριότητες που µπορούν να λαµβάνουν χώρα σε αυτές. Η ισχύς αυτής της απόφασης µε βάση το άρθρο 26 παρ. 6 του Ν. 1650/86 ήταν διετής (λήξη την ), αλλά είχε ήδη προβλεφθεί η παράταση της για ένα ακόµη έτος, όπως σύµφωνα µε το ίδιο άρθρο του Ν. 1650/86 προβλέπεται παράταση µόνον για ένα έτος, αν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι. Πρέπει όµως να σηµειωθεί, ότι έχει συνταχθεί προσχέδιο Προεδρικού ιατάγµατος, το οποίο θα αντικαταστήσει την Κ.Υ.Α. Μέχρι 14

16 όµως τη έκδοση αυτού του Π., ισχύει η ως άνω ΚΥΑ σύµφωνα µε υπάρχον δεδικασµένο. Από την Κ.Υ.Α καθορίζεται ως ευρύτερη ζώνη ελέγχου δραστηριοτήτων µια περιοχή, η οποία περιλαµβάνει το τµήµα του Εύηνου ποταµού ανάντη της γέφυρας της εθνικής οδού. Στη ζώνη αυτή επιτρέπονται όλες οι προβλεπόµενες δραστηριότητες από τη γενικότερη νοµοθεσία και τις οικείες διατάξεις, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων, θα εξετάζονται οι επιπτώσεις στην προστατευόµενη από την Κ.Υ.Α περιοχή. Το υπόλοιπο τµήµα της περιοχής µελέτης ατάντη της γέφυρας ως τις εκβολές του ποταµού, περιέχεται στην προστατευόµενη από την Κ.Υ.Α περιοχή (υποζώνη 1α). 2.3 Αβιοτικό Περιβάλλον Κλίµα Σύµφωνα µε σχετική µελέτη του Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε (1984) και στοιχεία της Ε.Μ.Υ της περιόδου που συνεκτιµήθηκαν (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε 1999), το κλίµα της ευρύτερης περιοχής της λεκάνης του Εύηνου είναι εύκρατο µε ύψος βροχής σχετικά υψηλό σε ολόκληρο το νοµό ( mm). Η µέση σχετική υγρασία του αέρα (Μεσολόγγι) είναι 68.5%, ενώ οι ελάχιστες σχετικές κυµαίνονται από 54% (Αύγουστος) µέχρι 75% ( εκέµβριος) και οι µέγιστες από 71% (Αύγουστος) µέχρι 89% (Μάρτιος). Ο ετήσιος αριθµός ωρών ηλιοφάνειας είναι Το χιόνι είναι σπάνιο στα πεδινά και συχνό στις ορεινές περιοχές, ενώ το χαλάζι αποτελεί σπάνιο φαινόµενο. Επικρατέστεροι άνεµοι είναι οι δυτικοί (32%) και ακολουθούν οι βορειοδυτικοί (26%) και οι νοτιοδυτικοί. Το χειµώνα επικρατούν οι ΒΑ άνεµοι µε δεύτερους τους Β ενώ το καλοκαίρι οι Β. Η ετήσια συχνότητα, διεύθυνση και ένταση του ανέµου του σταθµού του Μεσολογγίου φαίνεται στο σχήµα 2.2. Το ποσοστό νηνεµίας είναι 15

17 σχετικά χαµηλό (2%). Οι πνέοντες άνεµοι έχουν εν γένει µικρή ένταση, µε το 89.6% αυτών, µικρότερη η ίση µε 3 beaufort. Σχήµα 2.2 Ετήσια συχνότητα, διεύθυνση και ένταση ανέµου (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε., 1999) Στην πεδινή κοίτη του Εύηνου και την περιοχή του δέλτα, επικρατεί τυπικό Μεσογειακό κλίµα, µε κύριο χαρακτηριστικό τις εναλλαγές της υγρής και ξηρής εποχής στο έτος. Η ψυχρή εποχή είναι σχετικά ήπια, µε περιορισµένη νέφωση και ηλιοφάνεια µεγάλης διάρκειας. Το ετήσιο θερµοµετρικό εύρος κυµαίνεται γύρω στους 18 C. Θερµοί µήνες, κατά τους οποίους η µέση µηνιαία θερµοκρασία είναι µεγαλύτερη από 20 C, θεωρούνται ο Μάιος, ο Ιούνιος, ο Ιούλιος, ο Αύγουστος, ο Σεπτέµβριος και ο Οκτώβριος (Υπουργείο Γεωργίας, /νση Τεχνικών Μελετών, 1983). Επικρατέστεροι άνεµοι στην περιοχή του δέλτα, σε όλη τη διάρκεια του έτους, είναι οι ΒΑ, που είναι σχετικά µεγάλης έντασης και συνοδεύονται το καλοκαίρι από υψηλές θερµοκρασίες. 16

18 2.3.2 Βροχοπτώσεις: Τα βροχοµετρικά και µετεωρολογικά στοιχεία για τη λεκάνη απορροής του Ευήνου προέρχονται από τους σταθµούς που δίδονται στον πίνακα 2.1. Πίνακας 2.1 Βροχοµετρικά Λεκάνης Ευήνου ΣΤΑΘΜΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΠΕΡΙΟ ΟΣ ΑΝΑΛΗΨΗ ΥΠΕΧΩ Ε ΑΡΑΧΩΒΑ ΕΗ ΓΡΑΜΜ. ΟΞΥΑ ΥΠΕΧΩ Ε ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΥΠΕΧΩ Ε ΡΥΜΩΝΑΣ ΕΗ ΠΛΑΤΑΝΟΣ ΥΠΕΧΩ Ε ΠΟΡΟΣ ΡΗΓΑΝΙΟΥ ΥΠΕΧΩ Ε Από την επεξεργασία των στοιχείων των σταθµών αυτών, στα πλαίσια της µελέτης εκτίµησης και διαχείρισης υδατικών πόρων Στερεάς Ελλάδας (ΕΜΠ, 1992) προέκυψαν οι ακόλουθες τιµές των µέσων µηνιαίων βροχοπτώσεων που δίνονται στους πίνακες 2.2α και 2.2β. Στον πίνακα 2.2β παρουσιάζεται επίσης η µέση µηνιαία επιφανειακή βροχόπτωση ανάντη του σταθµού Πόρου Ρηγανίου συνολικής επιφάνειας 870 km 2 και µε µέσο υψόµετρο 990 m. Σύµφωνα µε τα υπάρχοντα δεδοµένα, το µέσο υπερετήσιο ύψος επιφανειακής βροχής στη λεκάνη του ποταµού Ευήνου ανέρχεται σε 1500 mm περίπου. Βροχερότεροι µήνες είναι ο Νοέµβριος, εκέµβριος και Ιανουάριος, κατά τη διάρκεια των οποίων παρατηρείται το 47% περίπου του συνολικού ύψους βροχής. Οι φτωχότεροι σε βροχές µήνες είναι ο Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος και Σεπτέµβριος, όπου το σύνολο των βροχών φτάνει το 10% περίπου του συνόλου. 17

19 Πίνακας 2.2α.Μέσες µηνιαίες τιµές βροχόπτωσης ΜΗΝΑΣ ΑΝΑΛΗΨΗ (mm) ΑΡΑΧΟΒΑ (mm) ΓΡΑΜ. ΟΞΥΑ (mm) ΓΡΗΓΟΡΙΟ (mm) ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ ΜΑΙΟΣ ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΣΥΝΟΛΟ ΕΤΟΥΣ Πίνακας 2.2β.Μέσες µηνιαίες τιµές βροχόπτωσης ΜΗΝΑΣ ΡΥΜΩΝΑΣ (mm) ΠΛΑΤΑΝΟΣ (mm) ΠΟΡΟΣ ΡΗΓ (mm). Επιφ. Βροχ (mm). ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ ΜΑΙΟΣ ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΣΥΝΟΛΟ ΕΤΟΥΣ

20 Στον πίνακα 2.3 παρουσιάζεται ο συντελεστής απορροής σε ετήσια βάση για τον σταθµό Πόρου Ρηγανίου, βάση του οποίου ο µέσος συντελεστής απορροής στη λεκάνη του Ευήνου είναι Υ Ρ. ΕΤΟΣ Πίνακας 2.3 Συντελεστής απορροής ΑΠΟΡΡΟΗ ΕΠIΦ ΒΡΟΧΗΣ. (mm) (mm) ΣΥΝΤ.ΑΠΟΡΡΟΗΣ

21 2.3.3 Γεωλογία Η λεκάνη απορροής του Εύηνου ποταµού ανήκει στις Εξωτερικές Ελληνίδες και δοµείται από ένα µεγάλο αριθµό γεωλογικών σχηµατισµών (σχήµα 2.3). Σχήµα 2.3 Γεωτεκτονικός χάρτης της περιοχής µελέτης (Sotiropoulos et al., 2003) Οι σχηµατισµοί αυτοί µπορούν να διακριθούν σε δύο µεγάλες κατηγορίες, τους Αλπικούς και τους Μεταλπικούς που υπέρκεινται των πρώτων, καλύπτοντάς τους ασύµφωνα. Οι Αλπικοί σχηµατισµοί ανήκουν σε τρεις ενότητες, σύµφωνα µε τους Sotiropoulos et al και το γεωλογικό χάρτη του ΙΓΜΕ (1:50000): στην ενότητα Πίνδου, στην ενότητα Γαβρόβου και στην Ιόνια ενότητα. Οι Μεταλπικοί σχηµατισµοί παρουσιάζουν µια αρκετά σηµαντική πολυπλοκότητα ως προς την ανάπτυξή τους, τόσο ως προς την οριζόντια όσο και προς την κατακόρυφη έννοια. Κυρίαρχο ρόλο στην πολυπλοκότητα αυτή, έπαιξε η νεοτεκτονική παραµόρφωση που εκφράζεται µε την εκδήλωση πολλών και µεγάλων ρηγµάτων, τόσο κατά τη διάρκεια της απόθεσής τους, όσο και µετά την απόθεσή τους (Λέκκας et al., 1997). 20

22 Οι Αλπικοί σχηµατισµοί εµφανίζονται σε ένα µεγάλο τµήµα της έκτασης της υδρολογικής λεκάνης του Εύηνου και κυρίως στις µορφολογικές εξάρσεις της Πίνδου, της Βαράσοβας, των Ακαρνανικών Ορέων, κλπ. Αντίθετα, οι Μεταλπικοί σχηµατισµοί καταλαµβάνουν χαµηλότερες µορφολογικές περιοχές, που αντιστοιχούν κυρίως σε περιοχές τεκτονικών βυθισµάτων, όπως οι εκβολές του Εύηνου ποταµού. Η αναλυτική περιγραφή του συνόλου των σχηµατισµών που µετέχουν στην ευρύτερη περιοχή της λεκάνης απορροής του Εύηνου, κρίνεται σκόπιµη δεδοµένου ότι από κοινού, όλοι οι σχηµατισµοί, επιδρούν στη διαµόρφωση της κοίτης και των εκβολών, του τύπου και των χαρακτηριστικών τους (φωτογραφία 2.3). Φωτογραφία 2.3 Φερτά υλικά κερατολιθικού, ασβεστολιθικού και ψαµµιτικού χαρακτήρα στην κοίτη του Εύηνου ποταµού. 21

23 2.3.3.α Αλπικοί σχηµατισµοί Ζώνη Πίνδου Η ζώνη αυτή αποτελούσε κατά τη διάρκεια του Μεσοζωικού τη βαθύτερη αύλακα των Εξωτερικών Ελληνίδων και στο δυτικό τµήµα της το οποίο και διατρέχει η ορεινή κοίτη του Εύηνου, είναι επωθηµένη πάνω στη ζώνη Γαβρόβου-Τριπόλεως, σχηµατίζοντας ένα µεγάλο τεκτονικό κάλυµµα (Μουντράκης, 1985). Λόγω µεγάλης πλαστικότητας των αρχικών σχηµατισµών της είναι έντονα πτυχωµένη και λεπιωµένη µε αποτέλεσµα τις συνεχείς επαναλήψεις των στρωµατογραφικών ενοτήτων της. Η γενική διεύθυνση όλων αυτών των τεκτονικών φαινοµένων ακολουθεί τη διεύθυνση επώθησης της Πίνδου, ΒΒ -ΝΝΑ. Κατά περιοχές η διάταξη αυτή διακόπτεται από εγκάρσιες ρηξιγενείς ζώνες, οι οποίες ταυτόχρονα µεταθέτουν συνήθως οριζόντια, τις εµφανίσεις των σχηµατισµών. Πρόσθετα σε ορισµένες άλλες θέσεις, ρήγµατα ίδιας διεύθυνσης παρουσιάζουν και σηµαντική κατακόρυφη µετακίνηση, µε αποτέλεσµα να δηµιουργούνται τάφροι αντίστοιχης διεύθυνσης. Επίσης εµφανίζονται πολλά µικρότερα ρήγµατα εφίππευσης µε την ίδια διεύθυνση, ενώ ένας αριθµός εγκαρσίων ρηγµάτων (µε διεύθυνση ΒΑ-Ν ) επηρεάζει το σύστηµα των εφιππευµένων στρωµάτων και έχει προκαλέσει κατά τόπους διακοπή στη συνέχεια των ζωνών και πετρωµάτων, καθώς επίσης και των ρηγµάτων εφίππευσης. Τα ρήγµατα αυτά είναι κατακόρυφα. Χαρακτηρίζεται από πελαγικές φάσεις παρόµοιες µ εκείνες της ζώνης Γαβρόβου- Τριπόλεως, που αποτέθηκαν κατά τη διάρκεια του Κρητιδικού. Η στρωµατογραφική σειρά από τους κατώτερους προς τους ανώτερους ορίζοντες που εµφανίζονται στην υδρολογική λεκάνη του Εύηνου και τµήµα του όρους Αράκυνθος είναι η εξής (Λέκκας et al., 1997): 22

24 Ανθρακικοί σχηµατισµοί: Ασβεστόλιθοι µικριτικοί έως βιοµικριτικοί, λεπτοστρωµατώδεις έως µεσοστρωµατώδεις, µε πάχος στρωµάτων cm, χρώµατος τεφρού, µε κονδύλους και λεπτές ενστρώσεις πυριτολίθων και µαργαϊκών υλικών. Στα ανώτερα µέλη τους εµφανίζονται παρεµβολές µικρολατυποπαγών ασβεστολίθων µε πλούσια µικροπανίδα. Στα κατώτερα µέλη εµφανίζονται παρεµβολές λατυποπαγών ασβεστολίθων. Η ηλικία τους είναι Καµπάνιο Μαιστρίχτιο. Ασβεστόλιθοι µικριτικοί, µεσοστρωµατώδεις έως παχυστρωµατώδεις, χρώµατος λευκού έως φαιού, µε κονδύλους ή διαστρώσεις πυριτολίθων, που εναλάσσονται µε ψαµµίτες λεπτόκοκκους έως χονδρόκοκκους, χρώµατος υποπράσινου, αργιλικούς σχιστόλιθους, κερατόλιθους και κροκαλολατυποπαγή. Τα κλαστικά ιζήµατα αναπτύσσονται κυρίως στα κατώτερα µέρη µε µικρές παρεµβολές πελαγικών ασβεστολίθων, ενώ στα ανώτερα µέλη επικρατούν οι ασβεστόλιθοι. Η ηλικία τους είναι Μέσο-Ανώτερο Τριαδικό-Κατώτερο Ιουρασικό. Πυριτικοί σχηµατισµοί: Πρόκειται για πυριτιόλιθους, ραδιολαρίτες και κερατόλιθους χρώµατος ερυθρού, πράσινου και φαιού, λεπτοστρωµατώδεις πάχους έως 15cm. Συχνά σε διάφορες στρωµατογραφικές θέσεις παρεµβάλλονται πηλίτες, µάργες, αργιλικοί σχιστόλιθοι, ψαµµίτες και σπανιότερα λατυποπαγείς ασβεστόλιθοι µε κονδύλους πυριτιολίθων. Η ηλικία του σχηµατισµού είναι Ιουρασικό-Κατώτερο Κρητιδικό. Φλύσχης: Αποτελείται από ψαµµίτες µεσόκοκκους και χονδρόκοκκους, σε στρώµατα πάχους από 0.5 έως 2 m, κατά θέσεις άστρωτους, υποπράσινου χρώµατος που εναλλάσσονται µε πηλίτες και µάργες. Κατά τόπους παρεµβάλλονται κροκαλοπαγή µικρού πάχους, κυρίως από ασβεστολιθικές και κερατολιθικές κροκάλες. Επίσης στα ανώτερα µέλη του απαντούν οφιολιθικά σώµατα, υπό µορφή ολισθολίθων, κυρίως περιδοτίτες. Τα 23

25 κατώτερα µέλη συνίστανται κυρίως από αργιλικούς σχιστολίθους µε παρεµβολές λεπτοστρωµατωδών έως µεσοστρωµατωδών ψαµµιτών και µαργαϊκών ασβεστολίθων. Στην επαφή του φλύσχη µε τους υποκείµενους ασβεστόλιθους εµφανίζονται µεταβατικά στρώµατα από εναλλαγές µαργαϊκών ασβεστολίθων, κλαστικών ασβεστολίθων, ψαµµιτών, µαργών και αργιλικών σχιστολίθων. Τα ανθρακικά ιζήµατα ελαττώνονται προοδευτικά από τη βάση προς τα άνω, µε ταυτόχρονη αύξηση του κλαστικού υλικού, το οποίο και επικρατεί πλήρως στα ανώτατα µέλη. Η ηλικία του φλύσχη είναι Παλαιόκαινο-Ηώκαινο, ενώ η ηλικία των µεταβατικών στρωµάτων είναι Μαιστρίχτιο-Παλαιόκαινο. Ζώνη Γαβρόβου-Τριπόλεως Η ζώνη Γαβρόβου-Τριπόλεως, βρίσκεται δυτικά της ζώνης της Πίνδου και χωρίζεται απ αυτή µε µία από τις µεγαλύτερες επωθήσεις του Ελληνικού χώρου, την Επώθηση της Πίνδου κατά µήκος της οποίας το Πινδικό κάλυµµα έχει µεταφερθεί προς τα δυτικά πλέον των 100km (Μουντράκης, 1985). Εµφανίζεται στα όρια µεταξύ Γραµµατικούς και Μακρινούς µε κατεύθυνση προς νότο (Γαλατάς-Ναύπακτος) όπου βυθίζεται στον Πατραϊκό κόλπο. Η επώθηση της ζώνης Γαβρόβου πάνω στην Ιόνιο, καλύπτεται από τις σύγχρονες αποθέσεις στην πεδιάδα του Γαλατά. Πρέπει να σηµειωθεί ότι οι κλαστικοί σχηµατισµοί της ενότητας Γαβρόβου δεν µπορούν να διαχωριστούν σαφώς, από τους αντίστοιχους σχηµατισµούς της Ιονίου ενότητας µε µεγάλη και ορατή τεκτονική επαφή, γεγονός που δηµιουργεί την εντύπωση κοινού φλύσχη των δύο ενοτήτων, ο οποίος σχηµατίζει ένα σύγκλινο γενικής διεύθυνσης ΒΒ -ΝΝΑ. Στο σύγκλινο αυτό, το πυθµιαίο έχει πληρωθεί από τους κλαστικούς σχηµατισµούς της λεγόµενης φλυσχοµολασσικής φάσης, ενώ στις εκατέρωθεν µορφολογικές εξάρσεις εµφανίζονται, στα µεν ανατολικά οι ανθρακικοί σχηµατισµοί της ενότητας Γαβρόβου, στα δε δυτικά οι ανθρακικοί σχηµατισµοί της Ιονίου ενότητας. Τέλος σηµειώνεται ότι και στην περιοχή εµφάνισης των σχηµατισµών του Γαβρόβου παρατηρούνται ρήγµατα γενικής διεύθυνσης Α- που τέµνουν τους σχηµατισµούς τους οποίους και µεταθέτουν κυρίως ως προς την οριζόντια έννοια. Και στα ρήγµατα αυτά κατά θέσεις παρατηρείται σηµαντική 24

26 κατακόρυφη µετακίνηση µε πλέον χαρακτηριστική στην περιοχή της Βαράσοβας (Λέκκας et al., 1997). Οι σχηµατισµοί της ζώνης είναι πτυχωµένοι, µε ανοικτά ασύµµετρα αντίκλινα αξονικής διεύθυνσης Β-Ν και ροπή προς τα δυτικά όπως αυτό της Βαράσοβας. Οι δοµές αυτές προέκυψαν κατά την τελική φάση πτυχώσεων µιας συµπιεστικής τεκτονικής του Ολιγο-Μειοκαίνου. Ακολούθως, κατά τη διάρκεια του πλειοτεταρτογενούς σε µια φάση εφελκυσµού, αναπτύχθηκαν οµάδες ρηγµάτων µε διεύθυνση Β-Ν, οι οποίες τεµάχισαν τα στρώµατα της ζώνης αυτής (Παναγιώτου 2000). Θεωρείται σχετικά αυτόχθονη ζώνη και ο χώρος στον οποίο αποτέθηκαν τα ιζήµατα της ζώνης αυτής αποτελούσε ένα µεγάλο υποθαλάσσιο ύβωµα ανάµεσα στις θαλάσσιες αύλακες της Ιόνιας και Πινδικής ζώνης. Η ιζηµατογένεση περιλαµβάνει κατά κύριο λόγο νηριτικές και υφαλώδεις και αποτελείται από τους ακόλουθους σχηµατισµούς (Λέκκας et al., 1997): Ανθρακικοί σχηµατισµοί: Ασβεστόλιθοι, τοπικά δολοµιτιωµένοι. Στα κατώτερα στρώµατα (Ιουρασικό- Κρητιδικό), οι ασβεστόλιθοι είναι παχυστρωµατώδεις έως µεσοστρωµατώδεις, βιτουµενιούχοι, βιοµικριτικοί µε τεφρό σκοτεινότεφρο έως µελανό χρώµα. Προς τα άνω (Παλαιόκαινο-Ηώκαινο), είναι νηριτικοί, παχυστρωµατώδεις έως µεσοστρωµατώδεις χρώµατος σκούρου και σκοτεινότεφρου, συχνά βιτουµενιούχοι µε βωξιτικές εµφανίσεις. Η ανθρακική σειρά εµφανίζεται επιφανειακά στο όρος Βαράσοβα (Άλβιο-Καµπάνιο), που αντιστοιχεί σ ένα µεγάλο αντίκλινο µε τον άξονά του να συµπίπτει µε την κορυφογραµµή. Η ασυµφωνία που παρατηρείται µεταξύ της ανθρακικής σειράς και της ζώνης του φλύσχη αποδίδεται σε µικρής διάρκειας χέρσευση της περιοχής, που συνοδεύτηκε από ρηγµατογόνο τεκτονισµό και καρστικοποίηση της πριν από την έναρξη της απόθεσης του φλύσχη (Κατσικάτσος, 1989). 25

27 Φλύσχης: Πρόκειται για ένα σύνολο λιθολογικών τύπων των οποίων το χρώµα ποικίλει από καστανό, τεφρό, φαιό, υποπράσινο. Αποτελούνται από: Λεπτοστρωµατώδεις-µεσοστρωµατώδεις ψαµµίτες που εναλλάσσονται µε λεπτόκοκκους, χονδρόκοκκους, συνεκτικούς ψαµµίτες και λεπτές ενστρώσεις αργιλικών σχιστολίθων και κροκαλοπαγών. Συνεκτικά κροκαλοπαγή µε κροκάλες ποικίλου µεγέθους καλά αποστρογγυλωµένες, που εναλλάσσονται µε λεπτές ενστρώσεις ή φακούς από ψαµµίτες και αργιλικούς σχιστόλιθους. Αργιλικούς σχιστόλιθους γκρι έως υποπράσινου χρώµατος, µε εναλασσόµενες ενστρώσεις πηλιτών, µαργαϊκών ιλυολίθων, ιλυολιθικών ψαµµιτών και λεπτόκοκκων ψαµµιτών. Η µετάβαση προς το φλύσχη από τους υποκείµενους ασβεστόλιθους του Ηωκαίνου γίνεται είτε µε µαργαϊκό υλικό υπόλευκου χρώµατος, είτε µε παρουσία οριζόντων συµπύκνωσης σε παλαιοεπιφάνειες. Η ηλικία του είναι Ανώτερο Ηώκαινο- Ολιγόκαινο. Ο φλύσχης είναι κι ο κύριος αλπικός σχηµατισµός µέσα από τον οποίο διέρχεται ο Εύηνος στον κάτω ρου του πριν την έξοδο στην πεδιάδα του Περιθωρίου. Ιόνια Ζώνη Η Αδριατικοϊόνια ή Ιόνια ζώνη αποτελούσε µια υποθαλάσσια αύλακα ανάµεσα στα υποθαλάσσια υβώµατα της Απούλιας ζώνης δυτικά και της ζώνης Γαβρόβου- Τριπόλεως ανατολικά. Θεωρείται σχετικά αυτόχθονη ζώνη, πάνω στην οποία επωθήθηκαν οι δυτικότερες ζώνες Γαβρόβου και Πίνδου υπό µορφή καλυµµάτων. Η ιζηµατογένεση στο χώρο της από το Τριαδικό µέχρι και την απόθεση του φλύσχη (Ανώτερο Ηώκαινο-Κατώτερο Μειόκαινο) ήταν συνεχής µε εξαίρεση ένα µικρό 26

28 διάστηµα διακοπής κατά τη χέρσευσή της το Ανώτερο Ιουρασικό (Κατσικάτσος, 1989). Η στρωµατογραφική διάρθρωση των σχηµατισµών από τις κατώτερες προς τις ανώτερες σειρές είναι η εξής(λέκκας et al., 1997): Σχηµατισµός Εβαποριτών-Λατυποπαγών. Πρόκειται κυρίως για γύψους µε µικροκρυσταλλική υφή, λευκοί και κατά θέσεις σκουρόχρωµοι. Τα λατυποπαγή είναι µαύρα άστρωτα ανθρακικά, εβαποριτικά και κλαστικά µε κυψελώδη υφή και µε συνδετικό υλικό κλαστικό ή εβαποριτικό. Ανθρακικοί σχηµατισµοί: Ασβεστόλιθοι υπόλευκοι και κατά θέσεις πολύχρωµοι, πλακώδεις και σπανίως µεσοστρωµατώδεις, συχνά µικρολατυποπαγείς µε θραύσµατα ασβεστολίθων και απολιθωµάτων ηλικίας Παλαιοκαίνου-Ηωκαίνου. Ασβεστόλιθοι χρώµατος λευκού έως λευκοκίτρινου, λατυποπαγείς µε θραύσµατα από ρουδιστές και µε λατύπες από τα υποκείµενα πετρώµατα, παχυστρωµατώδεις. Κατά θέσεις συναντώνται µικρού πάχους λεπτοστρωµατώδεις µικριτικοί ασβεστόλιθοι µε λεπτές πυριτικές στρώσεις. Στα παχυστρωµατώδη µικρολατυποπαγή απαντούν σποραδικά κόνδυλοι πυριτιολίθων. Ηλικία Καµπάνιο Μαιστρίχτιο. Πυριτιόλιθοι λεπτοστρωµατώδεις µε χρώµα ερυθρό, καστανό, µαύρο και σταχτί. Μέσα σε αυτούς παρεµβάλλονται αργιλικοί σχιστόλιθοι, µάργες και ασβεστόλιθοι. Στα µεσαία στρώµατα οι κερατόλιθοι έχουν χρώµα ερυθρό και εναλλάσσονται µε λεπτοστρωµατώδεις λευκούς ασβεστόλιθους. Τα ανώτερα στρώµατα έχουν πάχος 20 m περίπου, αποτελούνται από παχυστρωµατώδεις ασβεστολίθους, µικρολατυποπαγείς έως λατυποπαγείς µε άφθονες λατύπες κερατολίθων (Ανώτερο Αλβιο- Τουρώνιο). Ασβεστόλιθοι µε Ακτινόζωα. Πλακώδεις, λευκοί, υπολιθογραφικοί και κατά τόπους παχυστρωµατώδεις, λατυποπαγείς, κιτρινωποί µε λίγους κονδύλους κερατολίθων. Οι 27

29 πλακώδεις ασβεστόλιθοι εναλλάσσονται µε λεπτά στρώµατα πολύχρωµων σχιστοποιηµένων µαργών και αργιλοπηλιτών καθώς επίσης και λεπτοστρωµατώδεις κερατολίθους. Η ηλικία είναι Ανώτερο Τιθώνιο-Κατώτερο Βερριάσιο. Κερατόλιθοι, Αργιλικοί Σχιστόλιθοι µε Ποσειδώνιες. Λεπτοστρωµατώδεις, καστανοί και µαύροι κερατόλιθοι οι οποίοι εναλλάσσονται µε λεπτά στρώµατα κιτρινωπών αργιλικών σχιστολίθων. Κατά θέσεις παρεµβάλλονται λεπτοστρωµατώδεις ασβεστόλιθοι και µαργαϊκοί ασβεστόλιθοι µε χρώµα υποκίτρινο καθώς και λεπτά στρώµατα πυριτικών αργίλων ( ογγέριο). Ammonitico Rosso. Ασβεστόλιθοι στρωµατώδεις και κονδυλώδεις. Στα κατώτερα µέλη είναι µέσοστρωµατώδεις-παχυστρωµατώδεις µε χρώµα λευκό µέχρι κιτρινωπό, στα δε ανώτερα λεπτοστρωµατώδεις, µαργαϊκοί, χρώµατος ερυθρού και µε άφθονους αµµωνίτες. Οι κόνδυλοι παρουσιάζουν σύνθλιψη παράλληλα προς τη στρώση, οι δε αµµωνίτες λόγω της διάβρωσης, ξεχωρίζουν στις επιφάνειες των στρωµάτων. Αξιοσηµείωτη είναι η πλευρική διαφοροποίηση του σχηµατισµού αυτού (Ανώτερο Λιάσιο). Ασβεστόλιθοι Παντοκράτορα. Παχυστρωµατώδεις έως άστρωτοι και συµπαγείς ασβεστόλιθοι µε χρώµα λευκό, υπόλευκο και σταχτί ανοιχτό. Κατά θέσεις απαντούν λεπτοί ορίζοντες στρωµατολίθων. Οι ασβεστόλιθοι παρουσιάζουν ψευδοωολιθική δοµή. Στην οροφή του σχηµατισµού οι ασβεστόλιθοι είναι µεσοστρωµατώδεις, µικρόκοκκοι µέχρι µεσόκοκκοι µε λίγους κονδύλους και λεπτά στρώµατα κερατολίθων (Κατώτερο-Μέσο Λιάσιο). Φλύσχης: Εναλλαγές ψαµµιτικών και πηλιτικών στρωµάτων χρώµατος τεφρού, φαιού, καστανού, πράσινου έως και κυανού. Ενίοτε στη βάση των ψαµµιτικών στρωµάτων εµφανίζονται µικρολατυποπαγή. Το κλαστικό υλικό αποτελείται από λιθοκλάστες ασβεστολίθων, πυριτιολίθων και σπανιώτερα υπερβασικών πετρωµάτων. Μέσα στο φλύσχη εµφανίζονται ποικίλες ιζηµατοδοµές καθώς και ιχνοαπολιθώµατα. Η ηλικία του είναι Ανώτερο Ηώκαινο-Ολιγόκαινο και το συνολικό τους πάχος υπερβαίνει τα 2000 m. ιακρίνονται οι ακόλουθες λιθοφασικές ενότητες από τα κάτω προς τα άνω: 28

30 Μάργες, χρώµατος κυανού έως πρασίνου, µε κογχώδη θραυσµό µικρού πάχους, ανθρακικοί και ψαµµιτικοί τουρβιδίτες. Αποτελούν την κατώτερη ενότητα του φλύσχη και υπέρκεινται των ασβεστολίθων του Ηωκαίνου. Στα ανώτερα απαντάται στρώµα τουρβιδιτικού ασβεσταρενίτη, πάχους 4-5 m. Πηλιτο-ψαµµιτική. Εναλλαγές λεπτόκοκκων και λεπτοστρωµατωδών ψαµµιτικών και πηλιτικών στρωµάτων. Το πηλιτικό υλικό υπερισχύει του ψαµµιτικού. Κατά διαστήµατα εµφανίζονται ψαµµιτικά τουρβιδιτικά στρώµατα πάχους πάνω από 30 cm καθώς και αλλεπάλληλα ψαµµιτικά στρώµατα. Ψαµµιτο-πηλιτική. Εναλλαγές λεπτόκοκκων έως µεσόκοκκων ψαµµιτικών στρωµάτων και πηλιτικών πάχους cm. Κατά θέσεις απαντώνται µικρού πάχους πηλιτο-ψαµµιτικές εναλλαγές. Ψαµµιτο-κροκαλοπαγή. Μεσόκοκκα έως αδρόκοκκα ψαµµιτικά στρώµατα και πολυγενή κροκαλοπαγή. Στη βάση παρατηρείται µεγαλύτερη αναλογία των αδρόκοκκων υλικών ενώ προς τα πάνω επικρατούν σταδιακά οι ψαµµίτες. Τα κροκαλοπαγή αποτελούνται κυρίως από καλά αποστρογγυλωµένες κροκάλες ασβεστολίθων µέσα σε ψαµµιτική κύρια µάζα. Χαοτικές αποθέσεις, από άργιλο και αµµώδες υλικό που περικλείουν κροκάλες ολισθηµένα αργιλοψαµµιτικά στρώµατα καθώς και διαφόρων διαστάσεων ολισθολίθους. Ψαµµιτικοί. Μεσόκοκκοι έως αδρόκοκκοι ψαµµίτες, πάχους cm. Παρουσιάζουν στην οροφή µικρού πάχους πηλιτικό υλικό, το οποίο κατά θέσεις ελαττώνεται όποτε και παρατηρείται συγχώνευση διαδοχικών ψαµµιτικών στρωµάτων. Σε αυτούς τους ψαµµίτες κατά θέσεις απαντώνται ψαµµιτοπηλιτικοί πάγκοι µικρού πάχους και πηλιτικο-ψαµµιτικά λεπτά στρώµατα. Ψαµµιτο-πηλιτική. Εναλλαγές λεπτόκοκκων ψαµµιτικών και πηλιτικών στρωµάτων. Το πάχος των ψαµµιτικών στρωµάτων είναι 5-10 cm και σπάνια φθάνει τα 20 cm. 29

31 Στην περιοχή µελέτης από το σύνολο των πετρωµάτων της Ιόνιας ζώνης, στο όρος Αράκυνθος εµφανίζονται τα παρακάτω: Aσβεστόλιθοι του Άνω Κρητιδικού, λευκοί έως υποκίτρινοι, λατυποπαγείς, µε θραύσµατα ρουδιστών, τοπικά λεπτοστρωµατώδεις, µικριτικοί µε λεπτές πυριτικές ενδιαστρώσεις Ασβεστόλιθοι Παλαιόκαινου-Ηώκαινου, λευκοί έως ερυθροί, µικριτικοί µικρολατυποπαγείς, λεπτο-µεσοστρωµατώδεις µε κονδύλους και διαστρώσεις πυριτολίθων, καθώς και εναλλαγές ασβεστιτικών και µαργαικών στρωµάτων µικρού πάχους στους ανώτερους ορίζοντες. Φλύσχης, που αποτελεί και το µεγαλύτερο τµήµα του όρους και συντελεί στην έντονη επιφανειακή απορροή των νερών της βροχής. Τα πετρώµατά της ζώνης πτυχώθηκαν κατά τη διάρκεια του Κ. Μειοκαίνου και υπέστησαν έντονη λεπίωση στην οποία τα στρώµατα των εβαποριτών λειτούργησανως ζώνη αποκόλλησης των Μεσοζωικών σχηµατισµών από το υπόβαθρο. Συχνά δε οι εβαπορίτες διείσδυσαν κατά µήκος των επωθήσεων δηµιουργώντας µια εικόνα δυσαρµονικής τεκτονικής (Μουντράκης, 1985). Τα µεγάλα Β διεύθυνσης αντίκλινα κι οι επωθήσεις της περιοχής διακόπτονται από ΒΑ διεύθυνσης εγκάρσια ρήγµατα τα οποία διαχωρίζουν περιοχές µε διαφορετικό βαθµό συστολής. Αποτέλεσµα του τεµαχισµού αυτού και της κατακόρυφης κίνησης των τεµαχών ήταν ο σχηµατισµός των µεγάλων βυθισµάτων (Βυθίσµατα Αγρινίου, Μεσολογγίου, Πατραϊκός κόλπος) (Παναγιώτου, 2000). 30

32 2.3.3.β Μεταλπικοί σχηµατισµοί Περιλαµβάνει όλους τους σχηµατισµούς που αποτέθηκαν µετά την τελική πτύχωση και υπεργενετική ανύψωση των Αλπικών σχηµατισµών. Τα υλικά τους προέρχονται κυρίως από τη διάβρωση των παρακείµενων Αλπικών σχηµατισµών, ενώ η απόθεση τους στις κοντινές µορφολογικά ταπεινωµένες περιοχές έγινε κυρίως µε τη δράση του νερού και της βαρύτητας (Λέκκας et al., 1997). Αποτελούνται από κλαστικά ιζήµατα θαλάσσιας, λιµναίας ή χερσαίας φάσης που βρίσκονται πάντα ασύµφωνα πάνω στους πτυχωµένους αλπικούς σχηµατισµούς, ενώ η παρουσία τους σε ορισµένες περιπτώσεις ελέγχεται από την ρηξιγενή παραµόρφωση. Η απόθεσή τους γίνεται συνήθως σε τεκτονικές τάφρους που σχηµατίστηκαν κατά το ρηξιγενή τεκτονισµό των Αλπικών οροσειρών. Τα ρήµατα αυτά, κανονικά στο σύνολό τους, κατακερµάτισαν τις αλπικές δοµές δηµιουργώντας τεκτονικά κέρατα και τάφρους. Η έκθεση των κεράτων, όπως το όρος του Αράκυνθου, σε τοπογραφικά ψηλότερες περιοχές έχει σαν αποτέλεσµα την τροφοδοσία λόγω διάβρωσης µε κλαστικό υλικό των τάφρων (Κατσικάτσος, 1989). Στην περιοχή του κάτω ρου του Ευήνου οι Μεταλπικοί σχηµατισµοί αντιπροσωπεύονται από τεταρτογενείς αποθέσεις των πεδινών τµηµάτων, των κορήµατα των κλιτύων καθώς και από τις ποτάµιες αποθέσεις του Ευήνου (σύγχρονες και παλαιότερες). Οι τεταρτογενείς αυτοί σχηµατισµοί που εµφανίζονται άλλοτε συνεκτικοί και άλλοτε χαλαροί, περιέχουν ένα πολύ µεγάλο φάσµα εδαφικών σχηµατισµών, µε πλέον αδροµερείς αυτούς των πλευρικών κορηµάτων, κυρίως φλυσχικής προέλευσης, µέχρι τις λεπτόκοκκες ιλυώδεις αποθέσεις των δελταϊκών παραλιµνοθαλάσσιων και βαλτωδών περιοχών. Πηλοί, ιλύες, άργιλοι, χάλικες, άµµοι, λατύπες, κροκάλες είναι τα βασικά συστατικά των σχηµατισµών αυτών που εναλλάσσονται στις διαφορές θέσεις των πεδινών και λοφωδών εκτάσεων (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε 1999). Πιο συγκεκριµένα, στην περιοχή του κάτω ρου του Εύηνου σύµφωνα µε το χάρτη του ΙΓΜΕ (1994), οι Μεταλπικοί σχηµατισµοί αντιπροσωπεύονται από τις παρακάτω ενότητες: 31

33 Ολόκαινο Κατολισθήσεις και ερπυσµοί: απαντούν κατά τόπους στις ενότητες του φλύσχη. Αδροµερή υλικά: από άµµους και κροκαλολατύπες στην κοίτη του Εύηνου Αποθέσεις του σύγχρονου έλτα του ποταµού Εύηνου που σχηµατίζει τενάγη και τέλµατα µε υφάλµυρα νερά: από λεπτόκοκκους άµµους, πηλούς, αργιλούχους πηλούς και αργίλους. Το χρώµα των αποθέσεων αυτών είναι τεφρόµαυρο εξ αιτίας της οργανικής ύλης που περιέχουν. Εµφανίζονται στις εκβολές του ποταµού και στη περιοχή του υγρότοπου του Κρυονερίου. Ποτάµιες αναβαθµίδες: από αδροµερή υλικά, άµµους και κροκαλολατύπες. Το πάχος των αναβαθµίδων φθάνει µέχρι 4 m από την κοίτη του ποταµού. Υλικά ελουβιακού µανδύα: απαντούν στη Γυµνοράχη, Β του ποταµού Προσχωσιγενείς αποθέσεις: ασύνδετα υλικά από κροκαλολατύπες, άµµους και λεπτοµερή πηλοαµµώδη και αργιλοαµµώδη υλικά. Το πάχος των αποθέσεων αυτών φθάνει τα 70 m και καλύπτει το κυρίως τµήµα της πεδινής έκτασης Ευηνοχωρίου-Γαλατά. Κώνοι κορηµάτων και πλευρικά κορήµατα: ασύνδετα υλικά που αναπτύσσονται στις εξόδους των χειµάρρων και στις πλαγιές των λόφων. Οι αποθέσεις του κώνου αποτελούνται από αποστρογγυλωµένες κροκάλες, κυρίως ανθρακικές και άµµους µικρής συνεκτικότητας και απαντούν κυρίως στις νότιες πλαγιές του όρους Αράκυνθος. Πλειστόκαινο Κώνοι κορηµάτων και πλευρικά κυρήµατα: οι αποθέσεις αυτές καλύπτουν κυρίως τις πλευρές της Βάρασοβας και αποτελούνται από: Λατύπες διατεταγµένες σε λεπτές στρώσεις ελαφρώς συγκολληµένες στα ανώτερα 32

34 µέλη και ισχυρά στα κατώτερα. Το συνδετικό υλικό είναι κύρια ασβεστιτικό. Ηλικία: πιθανότατα Βούρµιος. Πάχος: 10 m περίπου. Ασβεστολιθικά τεµάχη και λατύπες ισχυρά συγκολληµένες. Μέσα στις αποθέσεις αυτές απαντούν µεγάλα τεµάχη ασβεστόλιθων. Το συνδετικό υλικό είναι ασβεστιτικό και αργιλοµαργαϊκό. Ηλικία: πιθανότατα Ρίσσιος. Πάχος: m. Ολισθόλιθοι ασβεστόλιθων που καλύπτουν µεγάλη έκταση Β της Βαράσοβας. Καστανόχρωµες ποταµοχερσαίες αποθέσεις: από κροκαλοπαγή, τροχµαλοπαγή του φλύσχη µη συνεκτικά και λεπτοµερή καστανόχρωµα υλικά που αναπτύσσονται κοντά στο φλυσχικό υπόβαθρο. Το µέγεθος κροκαλών-τροχµαλών φθάνει το 1 m. Εµφανίζονταί κυρίως στην περιοχή του Αγ. Γεωργίου, βόρεια του Ευηνοχωρίου, καθώς και στην περιοχή Αγοραστού, βόρεια του Περιθωρίου Τεκτονική-Σεισµικότητα Στα πλαίσια της Αλπικής ορογένεσης σχηµατίστηκαν στην ευρύτερη περιοχή της λεκάνης του Εύηνου µεγάλες πτυχώσεις (αντικλινικές και συγκλινικές δοµές) µε αξονική διεύθυνση ΒΒ -ΝΝΑ, διαµορφώνοντας µε τη συµβολή των παραγόντων διάβρωσης ένα ανάγλυφο µε πολλές εναλλαγές κορυφών και κοιλάδων στους ορεινούς όγκους των Εξωτερικών Ελληνίδων. Τα κυριότερα τεκτονικά γεγονότα της περιόδου αυτής που έλαβαν χώρα στην περιοχή µελέτης είναι ο σχηµατισµός του βυθίσµατος (τάφρου) των εκβολών του Εύηνου και Αχελώου, που αποτελούν συνέχεια προς βορρά του βυθίσµατος του Πατραϊκού, και ο σχηµατισµός του τεκτονικού κέρατος του Αράκυνθου (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε 1999). Από τη γενική ανάλυση των στοιχείων του αναγλύφου διαπιστώνονται (i) γραµµικές ιδιαιτερότητες στην ανάπτυξη του υδρογραφικού δικτύου, είτε λόγω της δράσης ρηγµάτων, είτε συνολικά λόγω της διαφορικής κίνησης των ρηξιτεµαχών, (ii) παρουσία µορφολογικών ασυνεχειών κατά µήκος µεγάλων ρηξιγενών ζωνών, (iii) 33

35 κατά βάθος διάβρωση σε ρηξιτεµάχη που ανυψώνονται, (iv) παρουσία επιφανειών επιπέδωσης σε τεκτονικά βυθίσµατα, κ.λπ. Τα ρήγµατα που αναπτύσσονται στην περιοχή, έχουν παίξει και παίζουν κυρίαρχο ρόλο στη γεωλογική δοµή και εξέλιξή της. Πρόκειται για µια µεγάλη ποικιλία ρηγµάτων µε άλµα από µερικά µέτρα έως µερικές εκατοντάδες µέτρα και µε ολίσθηση τόσο µε κατακόρυφη συνιστώσα όσο και µε οριζόντια. Τα ρήγµατα που αναγνωρίστηκαν (σχήµα 2.4) και χαρτογραφήθηκαν στην περιοχή της έρευνας κατατάσσονται σε ένα σηµαντικό ποσοστό στα κανονικά ρήγµατα. Πρόσθετα όµως παρατηρήθηκαν ρήγµατα µε οριζόντιο και ανάστροφο χαρακτήρα µετατόπισης των εκατέρωθεν ρηξιτεµαχών (Λέκκας et al., 1997). Οι ρηξιγενείς αυτές ζώνες-ρήγµατα είναι δυνατό να φιλοξενήσουν εστίες σεισµών ή να ακολουθήσουν ενεργητικά δραστηριοποιήσεις άλλων γειτονικών ενεργών ρηγµάτων, διαµορφώνοντας και ενισχύοντας ταυτόχρονα τα σεισµικά κύµατα. Σχήµα 2.4 Νεοτεκτονικός χάρτης του Νοµού Αιτωλοακαρνανίας (Λέκκας et al., 1997,) 34

36 Με τη δυναµική ανάλυση των ρηγµάτων είναι δυνατός ο προσδιορισµός του. εντατικού καθεστώτος, το οποίο υφίσταται στην ευρύτερη περιοχή µελέτης., ενώ από τα γεωµετρικά και κινηµατικά στοιχεία των ρηγµάτων και από την επεξεργασία τους είναι δυνατό να σηµειωθούν τα ακόλουθα: Στην περιοχή της έρευνας µε βάση τα γεωµετρικά και κινηµατικά χαρακτηριστικά των ρηγµάτων διαπιστώνεται ότι επικρατεί καταρχήν ένα γενικό πεδίο εφελκυσµού γενικής διεύθυνσης Β-Ν κατά το Πλειόκαινο-Ολόκαινο, µε ιδιαίτερα όµως κατά θέσεις χαρακτηριστικά και ιδιοµορφίες, κυρίως σε ότι αφορά στον νοτιότερο τοµέα που συµπίπτει µε τη θαλάσσια περιοχή του Πατραϊκού κόλπου. Όλοι οι γεωλογικοί σχηµατισµοί της ευρύτερης περιοχής χαρακτηρίζονται από την παρουσία τριών κυρίως συστηµάτων διακλάσεων πράγµα που διευκολύνει την κατείσδυση των οµβρίων υδάτων (Παναγιώτου, 2000). Η ευρύτερη περιοχή µελέτης έχει ένα σηµαντικό σεισµικό ιστορικό και θεωρείται αρκετά επιβαρηµένη σεισµικά περιοχή, καθώς αρκετά ρήγµατα της περιοχής είναι σεισµικώς ενεργά. Κατά την περίοδο έχουν καταγραφεί 7 ισχυρές δονήσεις µεγέθους µεγαλύτερου των 6 βαθµών της κλίµακας Richter, στην ευρύτερη περιοχή (Παπαζάχος, 1989). Σύµφωνα µε το χάρτη ζωνών σεισµικής επικινδυνότητας (ΟΑΣΠ, 1995), η περιοχή βρίσκεται στη ζώνη II (µέτρια σεισµική επικινδυνότητα) πολύ κοντά στα όρια όµως µε τη ζώνη III (µεγάλη σεισµική επικινδυνότητα) που περιλαµβάνει όλη τη θαλάσσια περιοχή του Πατραϊκού κόλπου. Στην πρώτη περίπτωση η προβλεπόµενη σεισµική επιτάχυνση του εδάφους είναι A=0.15g και στην δεύτερη Α=0.23g. Στην προκειµένη περίπτωση θεωρούµε, ότι σαν συντελεστής εφαρµογής θα πρέπει να ληφθεί µια τιµή σεισµικής επιτάχυνσης 35

37 2.3.5 Εδάφη Τα εδάφη της ευρύτερης περιοχής του ποταµού διακρίνονται συνοπτικά στις παρακάτω τέσσερις κατηγορίες (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1999): Ι) Βαθιά, βαριάς έως ελαφριάς µηχανικής σύστασης, µε υψηλή στάθµη του υπεδάφιου νερού. Oι κύριοι εδαφικοί τύποι που απαντώνται είναι άργιλοι (C) και αµµώδεις πηλοί (SL). Τα εδάφη αυτά έχουν αλκαλική δράση, µικρή διηθητικότητα και ενδείκνυνται για καλλιέργεια αφού βελτιωθούν µε προσθήκη γύψου(από 1500 µέχρι 4000 kg ανά στρέµµα). ΙΙ) Βαθιά, µε µέση µηχανική σύσταση, µέτρια έως καλά στραγγιζόµενα. Οι κύριοι εδαφικοί τύποι είναι οι πηλοί (L) και οι άργιλοι (C). Έχουν αλκαλική αντίδραση και µικρή διηθητικότητα. III) Βαθιά, µε µέση προς βαριά µηχανική σύσταση, καλώς στραγγιζόµενα που περιλαµβάνουν τους εδαφικούς τύπους: αργιλοπηλοί (CL), αµµώδεις αργιλοπηλοί (SCL) και ιλυώδεις αργιλοπηλοί (SiCL). Τα εδάφη αυτά είναι αλκαλικής αντίδρασης και µέσης διηθητικότητας. IV) Βαριάς µηχανικής σύστασης, που ανήκουν στους εδαφικούς τύπους αργίλου (C) και αργιλοπηλού (CL). Είναι αλκαλικής αντίδρασης µε µέτρια διηθητικότητα. Πιο συγκεκριµένα στην περιοχή του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού συµπεριλαµβανοµένου και του δέλτα, επικρατέστερα είναι τα αλλουβιακά εδάφη που ταξινοµούνται σύµφωνα µε εδαφολογική µελέτη του Υπουργείο Γεωργίας (ΥΕΒ, 1972) στις παρακάτω εδαφοσειρές: - Εδαφοσειρά (2) ερυθρορφυών, αβαθών οξίνων εδαφών, καλής στράγγισης, µικρού βάθους και παραγωγικότητας σχετικά χαµηλής. 36

38 - Εδαφοσειρά (4) κιτρινοορφυών, ορφυοκίτρινων και ωχροκίτρινων, µεγάλου βάθους, ελαφρά αλκαλικά ως αλκαλικά, ασβεστοµιγή και κανονικής περατότητας. - Εδάφοσειρά (8) ορφυών, πρασινορφυών και ορφυοφαιών εδαφών, µεγάλου βάθους, ικανοποιητικής έως µέτριας περατότητας, µε υψηλή στάθµη υπεδάφιου νερού. Βρίσκονται στο Ν τµήµα της περιοχής Γαλατά, στερoύνται υδατοδιαλυτών αλάτων και είναι επιδεκτικά βελτίωσης και αξιοποίησης. - Εδαφοσειρά (9) κιτρινορφυών, ωχρορφυών και ορφυοκίτρινων αλκαλικών εδαφών, µεγάλου βάθους, χωρίς περίσσεια υδατοδιαλυτών αλάτων, κανονικής περατότητας, επιδεκτικά βελτίωσης και αξιοποίησης. - Εδαφοσειρά (13) αλµυρωδών διαπερατών εδαφών. Περιέχουν σηµαντικά ποσά υδατοδιαλυτών αλάτων και χαρακτηρίζονται ως αλµυροαλκαλιωµένα ασβεστοµιγή ελώδη ή λιµναία. Βρίσκονται κοντά στον συνοικισµό Γαλατά και κατά µήκος του Εύηνου στην περιοχή Ευηνοχωρίου, χρήζουν απόπλυσης και βελτίωσης. - Εδαφοσειρά (14) αλµυροαλκαλιωµένων διαπερατών εδαφών. Περιέχουν υψηλή ποσότητα υδατοδιαλυτών αλάτων και έχουν υψηλό βαθµό αλκαλίωσης, είναι καλής περατότητας και χρήζουν απόπλυση ς και βελτίωσης. - Εδαφοσειρά (17), περιλαµβάνει σκελετικούς σχηµατισµούς σε περιοχές µε σηµαντικές κλίσεις, µε πέτρες, χαλίκια και είναι µικρού βάθους. - Εδαφοσειρά (18) θινών και χονδροαµµωδών αποθεµάτων. Εµφανίζονται σε όλο το µήκος της κοίτης του ποταµού Εύηνου. Περιέχουν, σε µεγάλα ποσοστά αδροµερή υλικά (άµµο- χαλίκια- πέτρες), έχουν µεγάλη περατότητα και ελάχιστη έως µηδαµινή γονιµότητα. 37

39 2.3.6 Υδρολιθολογία Σύµφωνα µε το γεωλογικό χάρτη της περιοχής (Ι.Γ.Μ.Ε, 1991) και επιτόπιες παρατηρήσεις, η έκταση του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού δοµείται από τα παρακάτω κυρίως πετρώµατα µε τους αντίστοιχους υδρολιθολογικούς χαρακτήρες: Αδιαπέρατοι έως µικρής διαπερατότητας σχηµατισµοί: Οι σχηµατισµοί του φλύσχη συγκαταλέγονται στους αδιαπέρατους έως µικρής διαπερατότητας σχηµατισµούς και καταλαµβάνουν το µεγαλύτερο τµήµα της υδρολογικής λεκάνης του Εύηνου ποταµού, ευνοώντας την επιφανειακή απορροή. Η κατά περίπτωση διακίνηση νερού στη µάζα του, οφείλεται σε φαινόµενα αποσάθρωσης. Συχνά λειτουργούν ως στεγανό υπόβαθρο στη βάση υδροπερατών πετρωµάτων, µε αποτέλεσµα το σχηµατισµό πηγών επαφής. Στο κάτω τµήµα του Ευήνου, όπου ο φλυσχικός µανδύας έχει αποσαθρωθεί τοπικά, περιορισµένοι υδροφόροι ορίζοντες εκφορτίζονται µέσω µικρών πηγών (Q= 2-3m 3 /h) (Παναγιώτου, 2000) µε περιοδική λειτουργία. Τέτοιες πηγές είναι συνηθισµένες, στα νότια τµήµατα της λεκάνης του Ευήνου, όπου επικρατούν τα φλυσχικά ιζήµατα και οι περιοχές αυτές χαρακτηρίζονται κυρίως από επιφανειακή απορροή. Ο συντελεστής περατότητας των σχηµατισµών του φλύσχη είναι της τάξης του cm/sec, ενώ ο συντελεστής κατείσδυσης κυµαίνεται από 5-15%. Η διακύµανση αυτή οφείλεται στην παρουσία των αδροµερών µελών της σειράς, όπως οι ψαµµίτες και τα κροκαλοπαγή (Παναγιώτου, 2000). Ηµιπερατοί (µικροδιαπερατοί) σχηµατισµοί: Πρόκειται για Tεταρτογενείς αποθέσεις (ιζήµατα πεδιάδας) κυµαινόµενης υδροπερατότητας, µε υψηλό ενεργό πορώδες, ανάλογα µε το ποσοστό συµµετοχής αδρόκοκκου-λεπτόκοκκου υλικού, που αναπτύσσονται στη µεγαλύτερη έκταση της αλλουβιακής πεδιάδας του Εύηνου. 38

40 Η λειτουργία τους ως ηµιπερατοί φραγµοί των καρστικών συστηµάτων προκαλεί ανύψωση της στάθµης του καρστικού υδροφορέα και την εκδήλωση πηγών υπερχείλισης. Υδροπερατοί (µακροδιαπερατοί)σχηµατισµοί: Περιλαµβάνει το σύνολο των ανθρακικών πετρωµάτων (ασβεστόλιθοι).οι ισχυρές τεκτονικές τάσεις που υπέστη η περιοχή, είχαν ως αποτέλεσµα τον έντονο κατακερµατισµό τους λόγω µικρής πλαστικότητας, στον οποίο και οφείλεται η υδροπερατότητά τους (δευτερογενές πορώδες). Χαρακτηρίζονται από πυκνό δίκτυο διαρρήξεων διαφόρων διευθύνσεων και πρωτογενείς ασυνέχειες µεταξύ των στρωµάτων, που διευρύνθηκαν µε την κυκλοφορία του νερού, η εκλεκτική κυκλοφορία του οποίου έχει σαν συνέπεια τη δηµιουργία τοπικά καρστικών εγκοίλων και αγωγών. Για το λόγο αυτό τα ανθρακικά πετρώµατα λειτουργούν ως δεξαµενές νερού και παράλληλα επιτρέπουν την υπόγεια υδραυλική επικοινωνία µεταξύ διάφορων γεωλογικών ενοτήτων. Το φαινόµενο αυτό παρατηρείται στους καρστικούς ασβεστόλιθους της Βαράσοβας, που επικοινωνούν υπογείως µε τα νερά του Εύηνου (Tiniakos et al. 1996), γεγονός που πιστοποιείται από την εµφάνιση πηγής µε µεγάλη παροχή (πηγή Κρυονερίου), της τάξης των 1200 m 3 /h, σύµφωνα µε το δελτίο απογραφής του Ι.Γ.Μ.Ε (1997), (Παράρτηµα) Υδρολογία Ο Εύηνος πηγάζει από τα δυτικά Βαρδούσια όρη (κορυφές Κόρακα και Τσεκούρι) του Νοµού Φωκίδας και τα υψώµατα του Κρίκελου του Νοµού της Ευρυτανίας και εκβάλλει στον Πατραϊκό Κόλπο δυτικά της Βαράσοβας. Η ορεινή κοίτη του είναι δικτυωτού τύπου και µετατρέπεται σε µαιανδρικού στη χαµηλότερα τοπογραφικά περιοχή του δέλτα (Piper&Panagos, 1980). Έχει µήκος 113 km και πλούσια επιφανειακή υδροφορία που παρουσιάζει έντονες εποχιακές διακυµάνσεις, µε µέση ετήσια παροχή ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου 30 m 3 /sec, που µειώνεται σε 3 m 3 /sec περίπου την περίοδο Αύγουστου-Σεπτεµβρίου. (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992). 39

41 Σχήµα 2.5 Υδρολογική λεκάνη Εύηνου ποταµού ( Η λεκάνη απορροής του (σχήµα 2.5) οροθετείται βόρεια και βορειοδυτικά από το Παναιτωλικό όρος, βορειοανατολικά και ανατολικά από τα Βαρδούσια όρη, νοτιοανατολικά από τα όρη της Ναυπακτίας και δυτικά από το όρος του Αράκυνθου. Συνορεύει ΒΑ µε τη λεκάνη του Σπερχειού, ανατολικά µε του Μόρνου, βόρεια µε τη λεκάνη του Καρπενησιώτη (παραποτάµου Αχελώου) και τη λεκάνη της λίµνης Τριχωνίδας και άλλες υπολεκάνες του Αχελώου προς τα δυτικά. Έχει έκταση 1129 km 2 και µέσο υψόµετρο 856 m. Σε ένα µεγάλο µέρος της αποτελείται από σχηµατισµούς του φλύσχη της ζώνης Γαβρόβου-Τρίπολης, γεγονός που συµβάλλει στη έντονη επιφανειακή απορροή, καθώς και ασβεστόλιθους της ζώνης Πίνδου. Είναι ορεινής φύσης µε έντονο τοπογραφικό ανάγλυφο και µεγάλη ταχύτητα ροής. Ο κάτω ρους του ποταµού που οριοθετείται από την ορεινή διάβαση µεταξύ των ορεινών όγκων Καλιακούδα και Στρογγυλοβούνι, αντιστοιχεί στο 1/10 του συνολικού ρου και το µήκος του δεν ξεπερνά τα 10 km. Χαρακτηρίζεται από ηπιότερες κλίσεις της τάξης του 5% και οµαλότερο ανάγλυφο (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992). 40

42 Γενικότερα στην έκταση της υδρολογικής λεκάνης του Εύηνου εκτός από τον ποταµό αναπτύσσεται ένα πολυσύνθετο υδρογραφικό δίκτυο τόσο από φυσικά όσο και από τεχνητά στοιχεία. Φυσικά στοιχεία αποτελούν οι παραπόταµοι (µε µεγαλύτερους τους Κότσαλο και Ποριάρη), ρυακοχείµαροι και η λιµνοθάλασσα της Κλείσοβας (σχήµα 2.6). Σχήµα 2.6 Χάρτης επιφανειακής απορροής στην υδρολογική λεκάνη του Εύηνου ( Στα τεχνητά στοιχεία συγκαταλέγονται: (i) η Ευηνολίµνη, τεχνητή λίµνη 3.5 χιλιάδων στρεµµάτων, που προέκυψε από το φράγµα του Αγίου ηµητρίου για την υδροδότηση της Αττικής και (ii) τα αποστραγγιστικά κανάλια, που κατασκευάστηκαν στις πεδινές εκτάσεις κυρίως κατάντη της γέφυρας της εθνικής οδού και οδηγούν τα αποστραγγιζόµενα νερά σε αντλιοστάσιο που βρίσκεται στο δίαυλο Κλείσοβας. (iii) Το αρδευτικό δίκτυο αγωγών µε το οποίο αρδεύονται οι κάµποι του Ευηνοχωρίου και Γαλατά. (iv) Το κεντρικό αρδευτικό κανάλι το οποίο φθάνει µέχρι τον ποταµό Εύηνο όπου και έχει υπερχειλιστή. Τους θερινούς µήνες, εφ όσον η άρδευση δεν υπερβαίνει την παροχετευτικότητα αυτού του καναλιού, το νερό υπερχειλίζει και χύνεται σε 41

43 µεγάλες ποσότητες στον Εύηνο, σε σηµείο που βρίσκεται περίπου στο µέσον της απόστασης γέφυρας εθνικής οδού - εκβολών Υδροφορία Επιφανειακή υδροφορία Η λεκάνη απορροής του Εύηνου χαρακτηρίζεται από πλούσια επιφανειακή και υπόγεια υδροφορία. Η επιφανειακή υδροφορία του ποταµού παρουσιάζει σηµαντικές εποχιακές διακυµάνσεις. Σύµφωνα µε τις υπάρχουσες µετρήσεις (Υδροµετρικοί σταθµοί Αγ. ηµητρίου και Πόρου Ρηγανίου) που παρατίθενται στον πίνακα 2.4, η µέση ετήσια παροχή του ποταµού στον άνω ρου (θέση Αγ. ηµητρίου) είναι της τάξης των 10 m 3 /sec και στον µέσο ρου (θέση Πόρου Ρηγανίου σε απόσταση 42km από την εκβολή) της τάξης των 25 m 3 /sec. Οι αντίστοιχες µέσες µηνιαίες παροχές, κατά την περίοδο Αύγουστος-Σεπτέµβριος, είναι περίπου 1 m 3 /sec και 3 m 3 /sec αντίστοιχα. ΜΗΝΑΣ Πίνακας 2.4 Μέσες µηνιαίες παροχές ΠΟΡΟΣ ΡΗΓΑΝΙΟΥ m 3 /sec ΑΓΙΟΣ ΗΜΗΤΡΙΟΣ m 3 /sec ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ ΜΑΙΟΣ ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΕΤΟΣ

44 Στην περιοχή του κάτω ρου του Εύηνου δεν υπάρχουν αξιόπιστες µετρήσεις. Παρόλα αυτά η µέση ετήσια ροή ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου, εκτιµάται ότι είναι της τάξης των 29 m 3 /sec, µε µέσες µηνιαίες παροχές την περίοδο Αύγουστος-Σεπτέµβριος της τάξης των 3 m 3 /sec, σύµφωνα µε υπολογισµούς της ΜΠΕ του φράγµατος του Αγ. ηµητρίου (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992) Κατάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου, σύµφωνα µε πληροφορίες της ΥΕΒ Αγρινίου, πριν την κατασκευή του αρδευτικού του Γαλατά, γινόταν πλήρης εκτροπή του ποταµού κατά την αρδευτική περίοδο, από Μάιο έως και Σεπτέµβριο, για την άρδευση των καλλιεργούµενων εκτάσεων στο Γαλατά, µε αποτέλεσµα τη µηδενική παροχή του ποταµού µέχρι τη συµβολή της προσαγωγού διώρυγας 28, που τροφοδοτείται από τα νερά της Λυσιµαχείας. Η 28 συµβάλει στον Εύηνο σε απόσταση 3.5 km περίπου από την εκβολή του ποταµού στη θάλασσα και έχει το καλοκαίρι παροχή, της τάξης των 7 m 3 /sec. Ποιοτικά χαρακτηριστικά επιφανειακών νερών Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των επιφανειακών νερών στην περιοχή της γέφυρας Ευηνοχωρίου παρατίθενται λόγω της µεγάλης τους έκτασης στο Παράρτηµα. Στον πίνακα 2.5. φαίνονται τα αποτελέσµατα των µετρήσεων που έγιναν στον Εύηνο το Μάρτιο του 1991στις θέσεις γέφυρα Αγ. ηµητρίου και γέφυρα Βάλτσας (πάνω στο δρόµο Αχλαδόκαστρου-Χρυσοβίτσας). Οι φυσικοχηµικές παράµετροι που παρουσιάζουν τα νερά του άνω ρου του Εύηνου φαίνεται να καθορίζονται, κατά κύριο λόγο, από τα γεωχηµικά χαρακτηριστικά της λεκάνης απορροής του ενώ επιπλέον είναι άριστα οξυγονωµένα (υπερκορεσµένα σε οξυγόνο) και δεν ανιχνεύθηκε διοξείδιο του άνθρακα εν διαλύσει στο νερό. 43

45 Πίνακας 2.5 Φυσικοχηµικές παράµετροι νερών στον Εύηνο ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ Αγ. ηµήτριος Βάλτσα Θερµοκρασία νερού ( C) Ηλεκτραγωγιµότητα (µs/cm) Ρh Ιόντα Χλωρίου (mg /l) Ρ.Ρ0 4 (µg/1) Ν.Ν0 3 (µg/1) Ν.Ν0 3 (µg/1) Ν.ΝΗ 4 (µg/1) Β0D5 mg/1) <1 <1 Στον πίνακα 2.6, παρουσιάζονται οι κυριώτερες παράµετροι ποιότητας νερού του Εύηνου στην περιοχή Γαλατά για ορισµένες περιόδους δειγµατοληψιών (Υπ.Γεωργίας/ΎΕΒ,1990). Σύµφωνα µε τα στοιχεία αυτά, τα νερά του ποταµού είναι ασβεστούχα, διττανθρακικά, πολύ µικρής περιεκτικότητας σε άλατα, µε πολύ καλή οξυγόνωση και ιδιαίτερα κατάλληλα για αρδευτική χρήση. Πίνακας 2.6 Φυσικοχηµικές παράµετροι του νερού του Εύνου στην περιοχή Γαλατά Ηµεροµ. ειγµατοληψίας Ηλεκτραγωγιµότητα (µs/cm) pη Ολική Σκληρότητα. (mg/1) Σκληρότητα Ασβεστίου (mg/1) Χλωριόντα (mg/1) Θειικά Ιόντα (mg/1) CaCO 3 CaCO 3 6/ / / / Υπόγεια υδροφορία Μεγάλος αριθµός πηγών, µε παροχή καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, χαρακτηρίζει την ευρύτερη λεκάνη του Εύηνου. Στα ανάντη ορεινά σηµεία µάλιστα, όλες οι κοινότητες της λεκάνης υδρεύονται από φυσικές πηγές. Πλούσια υπόγεια υδροφορία εµφανίζεται και στην περιοχή του δέλτα όπου σύµφωνα µε υπάρχουσες µετρήσεις το πάχος του προσχωσιγενούς υδροφόρου στρώµατος κυµαίνεται από m. 44

46 Στην περιοχή µελέτης, στους πρόποδες της Βαράσοβας, εκρέει η πηγή του Κρυονερίου, κατά µήκος ενός µετώπου 150 m. Η ποιότητα του νερού της πηγής Κρυονερίου αλλά και η ποσότητα υποδεικνύουν την υδραυλική επικοινωνία της πηγής µε τον αλλουβιακό υδροφορέα του ποταµού Εύηνου (Tiniakos et al., 1996), µέσω καρστικών αγωγών µεταξύ Περιθωρίου και Κρυονερίου (σχήµα 2.7). Παράλληλα, η ποσότητα εκροής δεν δικαιολογείται από τη βροχόπτωση που δέχεται η Βαράσοβα, η οποία δεν επικοινωνεί υδρογεωλογικά µε άλλα καρστικά συστήµατα της περιοχής, λόγω της παρεµβολής µεγάλου πάχους σχηµατισµών του φλύσχη. Σχήµα 2.7 Γεωλογικός χάρτης και γεωλογικές τοµές στην περιοχή της Βαράσοβας (Ι.Γ.Μ.Ε, φύλλο Ευηνοχώριον, κατά Tiniakos et al. 1996) Από τις µετρήσεις της παροχής του ποταµού κατά θέσεις και τη συσχέτισή τους µε το µέγεθος των εκάστοτε υπολεκανών µε το προσδιοριστικό µοντέλο Bemermhn (µηνιαία εναλλαγή του µοντέλου Bemer), για την περίοδο , προέκυψε ότι ο µέσος ρους του ποταµού ανάντη του Πόρου Ρηγανίου τροφοδοτεί τον υπόγειο 45

47 υδροφόρο ορίζοντα σε ετήσια βάση, κατά ποσοστό που είναι της τάξης του 25% της επιφανειακής απορροής της. Οι µέσες ετήσιες επιφανειακές απορροές στον Πόρο Ρηγανίου, που µπορούν να θεωρηθούν χαρακτηριστικές για την τροφοδοσία του υπόγειου ορίζοντα, είναι όπως προαναφέρθηκε της τάξης των 25 m 3 /sec, µε µέσες µηνιαίες παροχές τον Αύγουστο-Σεπτέµβριο της τάξης των 3 m 3 /sec (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1992). Αντίθετα, στην άµεση περιοχή µελέτης του κάτω ρου του Εύηνου ποταµού, ουδεµία υδραυλική επικοινωνία παρατηρείται του προσχωσιγενούς υδροφόρου µε τους ασβεστόλιθους της ζώνης Πίνδου Η τεκτονική των λεπίων και των εφιππεύσεων έχει παίξει καθοριστικά ρόλο στην ανάπτυξη των καρστικών υδροφόρων οριζόντων στην λεκάνη του Εύηνου. Εκτιµάται ότι οι µεγάλες αυτές τεκτονικές γραµµές καθορίζουν σε ένα µεγάλο ποσοστό και τις γραµµές ροής των καρστικών υδροφορέων. Με βάση τις γεωλογικές συνθήκες της περιοχής (λιθολογία, τεκτονική) θα µπορούσαν να προσδιορισθούν, µε αρκετές επιφυλάξεις, οι οριακές συνθήκες που επικρατούν στην λεκάνη του ποταµού Εύηνου Στερεοπαροχή Τα στοιχεία για τη στερεοπαροχή του Εύνου ποταµού προέρχονται από µετρήσεις της ΕΗ κατά την περίοδο στις θέσεις του πίνακα 2.7, πριν από την κατασκευή και λειτουργία του φράγµατος του Αγ. ηµητρίου. Στους πίνακες 2.8 έως 2.11 παρουσιάζονται οι στερεοπαροχές κατά θέση για την αντίστοιχη παροχή νερού (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε (1991). Πίνακας 2.7 Θέσεις µέτρησης στερεοπαροχής Θέση Έκταση λεκάνης ανάντη (km 2 ) Γέφυρα Μπανιά 906 Πόρος Ριγανίου 884 Αχλαδόκαστρο 641 Γέφυρα Νεοχωρίου

48 Πίνακας 2.8 Μετρήσεις παροχών στη Γέφυρα Μπανιά Ηµεροµηνία Παροχή Q (m 3 /sec) Στερεοπαροχή Q s (m 3 /sec) 3/2/ /2/ /3/ /5/ /7/ /6/ /12/ /2/ /2/ /5/ /2/ /3/ /3/ /3/ /3/ /12/ /3/ /4/ /2/ /1/ /11/ /12/ /1/ /2/ /2/ /3/ /4/ /4/ /12/ /1/ /3/

49 Πίνακας 2.9 Μετρήσεις παροχών στον Πόρο Ρηγανίου Ηµεροµηνία Παροχή Q ΣτερεοπαροχήQ (m 3 /sec) (m 3 /sec) 10/12/ /12/ /1/ /1/ /2/ /2/ /2/ /3/ /5/ /6/ /4/ /5/ /11/ /12/ /3/ /3/ /4/ /11/ /4/75 22; /2/ /3/ /4/ /4/ /12/ /1/ /2/ /3/ /2/ /1/ /1/ /3/ /3/ /4/ /5/ /12/ Πίνακας 2.10 Μετρήσεις παροχών στη Γέφυρα Νεοχωρίου Ηµεροµηνία Παροχή Q ΣτερεοπαροχήQ s (m 3 /sec) (m 3 /sec) 2/2/ /5/ /5/ /4/

50 Πίνακας 2.11 Μετρήσεις παροχών στη Γέφυρα Αχλαδοκάστρου Ηµεροµηνία Παροχή Q Στερεοπαροχή Q s (m 3 /sec) (m 3 /sec) 15/12/ /1/ /2/ /2/ /3/ /3/ /4/ Η στερεοπαροχή στο δέλτα (για συνολική λεκάνη απορροής 1129 km 2 ) πριν από την κατασκευή και λειτουργία του φράγµατος Αγίου ηµητρίου σύµφωνα µε τη Μ.Π.Ε του Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε (1992), εκτιµάται ότι ανέρχεται σε 1.5 έως 2 εκ. τόνους ετησίως και η συµµετοχή της λεκάνης του Αγ. ηµητρίου στη συνολική στερεοπαροχή του ποταµού, της τάξης του 25-30%. Στοιχεία για την στερεοπαροχή µετά τη λειτουργία του φράγµατος δεν υπάρχουν. Η ελάττωσή της όµως θεωρείται δεδοµένη, αφού ένα µέρους των φερτών υλικών κατακρατείται στον ταµιευτήρα, κι ένα άλλο παρασύρεται προς το Μόρνο µέσω της σήραγγας Εύηνου-Μόρνου, επιτρέποντας µόνο στο 57% να διέλθει (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε 1991). Λαµβάνοντας δε υπόψη µας και τη µείωση της παροχής σε νερό (παραµένουσα ροή 1 m 3 /sec), άρα και την ελάττωση της διαβρωτικής του ικανότητας, η απώλεια φερτών υλικών µεγαλώνει. Βάση λοιπόν τα παραπάνω εκτιµήθηκε ότι το ποσοστό µείωσης της στερεοπαροχής στο έλτα λόγω της κατασκευής του φράγµατος του Ευήνου θα είναι της τάξης του 10%. Εποµένως, σύµφωνα µε τα στοιχεία της παραπάνω µελέτης εκτιµήθηκε ότι η συνολική ετήσια στερεοπαροχή στο έλτα του ποταµού θα είναι της τάξης του 1 εκ. m 3 ετησίως µετά την κατασκευή του φράγµατος Αγ. ηµητρίου. Σύµφωνα µε συντηρητικότερες εκτιµήσεις του Κοτρωνάρου (από Παναγιώτου, 2000), υπολογίζεται ότι η στερεοπαροχή είναι της τάξης των m 3 ετησίως 49

51 2.4 Βιοτικό περιβάλλον Οικότοποι Βλάστηση Η περιοχή του κάτω τµήµατος του ποταµού Εύηνου συνιστά ένα πολύπλοκο οικοσύστηµα µε µεγάλη οικολογική αξία, παρά τις έντονες ανθρώπινες παρεµβάσεις, καθώς περιλαµβάνει διαφόρων ειδών περιβάλλοντα µε τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά τους. Στο γεγονός αυτό, οφείλεται και η επισταµένη µελέτη της περιοχής στα πλαίσια προγραµµάτων όπως το NATURA 2000 (Dafis et al., 1997) και η συµπερίληψή της στην Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη Συµπλέγµατος Υγροτόπων Μεσολογγίου- Αιτωλικού (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999), από όπου και αντλήθηκαν τα περισσότερα στοιχεία που παρατίθενται πιο κάτω Χερσαία οικοσυστήµατα Τα χερσαία οικοσυστήµατα διακρίνονται σε αυτά της ορεινής και της πεδινής ζώνης. Η πρώτη ζώνη περιλαµβάνει τµήµατα του ορεινού όγκου του Αρακύνθου και της Βαράσοβας. Ο Αράκυνθος ή Ζυγός είναι ένα σχετικά χαµηλό βουνό (ύψος 982 m) µε αρκετά πυκνή βλάστηση στο δυτικό του τµήµα. Σε ό,τι αφορά τις ζώνες βλάστησης, συναντώνται κυρίως αείφυλλα πλατύφυλλα (µακκία και υποβαθµισµένη µακκία), ενώ στις πιο υποβαθµισµένες, από πυρκαγιές και βόσκηση ζώνες, των τοπογραφικώς χαµηλότερων περιοχών, επικρατούν Ασφάκες (Phlomis fruticosa), Ασπάλαθοι (Calycotome villossa) και Σπάρτο (Spartium junceum). Η βλάστηση αυτή σε συνδιασµό µε χαµηλούς θάµνους Θυµαριού (Thymus capitatus) και Λαδανιάς (Cistus sp) εποικούν το κύριο Ν του τµήµα. Σε µέσο υψόµετρο απαντούν µεγαλύτεροι θάµνοι και στο νότιο τυπική µακκία από αριές (Querius ilex), σχοίνα (Pistacia lentisus), ρείκια (Frica sp.) και κουµαριές 50

52 (Arbutus unedo), ενώ στο βόρειο επικρατούν πευκοδάση, µάλλον τεχνητής φύτευσης. Στο µέσο και µεγαλύτερο υψόµετρο, κυρίως προς τα ανατολικά, συναντώνται δάση ήµερης βελανιδιάς (Querqus macrolepis). Επίσης, στα χαµηλότερα υψόµετρα υπάρχουν διάσπαρτες καλλιέργειες (κυρίως δεντροκαλλιέργειες). Το όρος Βαράσοβα οριοθετεί το ΝΑ τµήµα της περιοχής µελέτης, ανατολικά των εκβολών του ποταµού Εύηνου. Στο νότιο, νοτιοδυτικό και νοτιοανατολικό τµήµα του οι πλαγιές του είναι απότοµες, µε αραιή χασµοφυτική βλάστηση και κατεβαίνουν απότοµα µέχρι την ακτή κοντά στο χωριό Κρυονέρι. Στα χαµηλότερα υψόµετρα των ανατολικών, βορειοανατολικών και βόρειων πλευρών επικρατεί θαµνώδης βλάστηση αποτελούµενη κυρίως από Quercus coccifera, Q. ilex, Pistacia lentiscus, Olea europaea, Arbutus unedo, Erica arborea, Juniperus phoenicea κ.λπ. (φωτογραφία 2.4). Φωτογραφία 2.4 Βόρειο τµήµα του όρους Βαράσοβα Η βλάστηση σε αρκετά τµήµατα της περιοχής έχει διατηρηθεί σε ικανοποιητικό επίπεδο, ενώ σε ορισµένα άλλα είναι υποβαθµισµένη λόγω υπερβόσκησης και πυρκαγιών. Τα υψηλότερα τµήµατα της περιοχής είναι σχεδόν γυµνά, µε πολύ αραιή χασµοφυτική βλάστηση ή σπανιότερα µε αραιά δάση αποτελούµενα από Quercus 51

53 ilex, Olea europea, Juniperus phoenicea. Αυτός ο τύπος οικοτόπου είναι κοινός στα όρη της Στερεάς Ελλάδας. Το κατώτερο τµήµα της δυτικής πλευράς του όρους καλύπτεται από φρύγανα, ενώ το υψηλότερο χαρακτηρίζεται από απότοµες πλαγιές, µε αραιή χασµοφυτική βλάστηση. Στους πρόποδες του νότιου τµήµατός του, µεταξύ δύο κάθετων πλαγιών, σχηµατίζεται κατά τη διάρκεια του χειµώνα ένα µικρό έλος. Εκεί κυριαρχούν τα βούρλα (Juncus maritimus, J. Acutus). Στις πλαγιές πάνω από αυτό το έλος αναπτύσσεται θαµνώδης βλάστηση, που αποτελείται κυρίως από Pistacia lentiscus. Επίσης, στην περιοχή αυτή απαντούν λιθώνες. Στους ανατολικούς πρόποδες του όρους εκτείνονται ελαιώνες, ενώ στους δυτικούς υπάρχουν µεγάλες εκτάσεις καλλιεργούµενων αγρών και λιβαδιών (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999). Η πεδινή ζώνη των καλλιεργειών περιλαµβάνει τις καλλιεργήσιµες εκτάσεις του Ευηνοχωρίου Γαλατά, και διακρίνεται σε εδάφη επίπεδα ή µε πολύ µικρή κλίση που απαντώνται στις προσχωσιγενείς πεδιάδες εκατέρωθεν του Ευήνου καθώς και εδάφη µε µεγαλύτερη κλίση στους πρόποδες του Αρακύνθου και της Βαράσοβας (φωτογραφία 2.5). Φωτογραφία 2.5 Καλλιεργούµενες εκτάσεις, σε επίπεδα εδάφη στην περιοχή Γαλατά 52

54 Η πρώτη κατηγορία εδαφών έχει καλλιεργηθεί εντατικά και σε σηµαντικό βαθµό κυρίως µε βαµβάκι, καλαµπόκι και µηδική (τριφύλλι). Μεταξύ των καλλιεργειών παρεµβάλλονται αρκετοί θαµνοφράχτες η άλλες µικρές ζώνες φυσικής βλάστησης που αποτελούνται κυρίως από αγριοκάλαµα (Phragmites australis), Αρµυρίκια (Tamarix sp), Βούρλα (Juncus sp.) κ.α. Η δεύτερη περίπτωση είναι των καλλιεργούµενων εδαφών σε πρόποδες λόφων η σε µικρά τµήµατα επικλινών εδαφών πάνω σε βουνό και αφορά βασικά δεντροκαλλιέργειες. Τέτοιοι χώροι δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο οικολογικό ενδιαφέρον, εκτός και αν γειτνιάζουν µε φυσική βλάστηση, οπότε περιλαµβάνουν και µια ενδιαφέρουσα πανίδα Υδατικά οικοσυστήµατα Υγροτοπική ζώνη Στο ποτάµιο οικοσύστηµα του Ευήνου η υδάτινη ροή είναι περιοδικά έντονη η βραδεία. Στα σταθερότερα λασπώδη ή µικτών ιζηµάτων υποστρώµατα αναπτύσσεται υποβρύχια βλάστηση από διαφορά υδροχαρή φυτά όπως τον Βουτιµο (Butomus ubellatus), το Νούφαρο (Nymphea alba), οι Νεραγκούλες (Ranunculus sp) και η Νεροκοτσίδα (Chara sp.).οι παραποτάµιοι οικότοποι της περιοχής, αν και πλέον πολύ συρρικνωµένοι, εντούτοις φιλοξενούν ακόµη ενδιαφέρουσα πανίδα και χλωρίδα. Είναι αξιοσηµείωτο ότι η παρόχθια βλάστηση του Εύηνου εµφανίζει αξιόλογες διαφορές από αυτήν του Αχελώου. Αυτό συµβαίνει διότι ο Εύηνος δεν έχει συνεχή ροή καθόλη τη διάρκεια του έτους. Έτσι στον Εύηνο οι δενδροσυστάδες µε Ιτιές (Salix sp.) και Φράξους (Fraxus sp.) είναι αρκετά σπάνιες όπως κι οι ζώνες µε αγριοκάλαµα (Phragmites australis). Αντιθέτως µεγάλη ανάπτυξη παρουσιάζει η Πικροδάφνη (Nericum oleander). Γενικά στην ποτάµια ζώνη αναπτύσσονται παρόχθιες συστάδες δέντρων, κι όχι εκτεταµένα δάση, από τα εξής είδη: Ιτιά (Salix alba) το επικρατέστερο, Λεύκα (Populus alba και Populus nigra), Φτελιά (Ulmus sp), Πλάτανος (Platanus 53

55 orientalis), Καραγάτσι (Alnus glutinosa), Φράξος (Fraxinus sp) στις ανατολικές όχθες και σπάνια. Επίσης αναπτύσσονται θάµνοι και πόες, κυρίως από τα είδη : Πικροδάφνη (Nerium oleander), Λυγαριά (Vitex agnus castus), Sambucus, Verbena officinalis, Plantago lagopus, Imperaia cylindrica, Anagallis aquatica, Ranunculus sp., Centaurea aetolica, Petrorhagia ssp., Portulaca sp. Οι συστάδες αυτές σε ορισµένες θέσεις µπορεί να είναι αρκετά συµπαγείς και µε µεγάλη ποικιλία ειδών. Όµως στη µεγαλύτερη έκταση έχουν µειωθεί και αποµείνει ως στενές γραµµικές συστάδες παράλληλες προς την κοίτη (φωτογραφία 2.6). Οι λυγαριές και οι πικροδάφνες έχουν αξιόλογη εξάπλωση κατά τόπους και µέσα στην κοίτη, ιδιαίτερα εκεί που το ποτάµι δεν φθάνει µε έντονη ροή (Περγαντής, 2000). Φωτογραφία 2.6 Χαρακτηριστική εµφάνιση παρόχθιας συστάδας δέντρων στην κοίτη του Εύηνου ποταµού. Η βλάστηση αειθαλών και φυλλοβόλων κατά µήκος του κάτω ρου του ποταµού, συνίσταται από τα εξής κυρίως είδη: Nerium oleander, Clematis vitalba, Cercis siliquastrum, Calicotome villosa (αειθαλή), Celtis australis (φυλλοβόλο). 54

56 Επιπλέον απαντούν και άλλα είδη όπως: Sorghum halapense, Pimpinella saxifraga, Alyssum ssp., Papaver somniferum, Onopordon illyricum, Scolymus hispanicus, Beta vulgaris, Notobasis syriaca, Verbascum sinuatum, Spartium junceum, Calystegia sepium, Inula viscosa, Daucus carota, Geranium molle, Geranium brutium, Medicago polymorpha, Sherardia arvensis, Saponaria calabrica, Anchusa cretica, Arabidopsis thaliana, Bromus hordeaceus, Trifolium resupinatum, Symphytum bulbosum, Linum ssp., Ophrys ssp., Aristolochia rotunda, Bellis perennis, Petrorhagia velutina, Parentucelia latifolia, Centaurea aetolica. Παραποτάµιες περιοχές περιοδικής κάλυψης από νερά του ποταµού δεν απαντώνται πλέον, καθώς τα τεχνητά αναχώµατα εµποδίζουν την υπερχείλιση του ποταµού. Έτσι χαρακτηριστικές µορφές βλάστησης και φυτοκοινωνίες όπως τα υγρολίβαδα µε υδρόφιλη και υδροχαρή βλάστηση έχουν εκλείψει. Τοπικά κατά µήκος του ποταµού παρεµβάλλονται µεταξύ των καλλιεργειών καλαµώνες, αφηµένοι ίσως και ως όρια µεταξύ ιδιοκτησιών. Η παράκτια ζώνη των εκβολών του Ευήνου εµφανίζει µια µικρή ανάπτυξη αµµόφιλης βλάστησης, περιορισµένη λόγω των επιχωµατώσεων που έχουν γίνει. Είδη όπως τα Agropyron repens, Eryngium maritimum, Euphorbia paralias, Chrithmum maritimum, Cakile maritima, Inula crithmoides, Inula viscosa, Imperata cylindrica, εντοπίστηκαν στη ζώνη αυτή. Στις λουρονησίδες που βρίσκονται στη υτική πλευρά του ποταµού απαντούν είδη όπως Cakile maritima, Eryngium maritimum, Inula viscosa, Euphorbia paralias, αλλά και "ruderal" βλάστηση όπως Senecio ssp. Επίσης J. acutus καθώς και νιτρόφιλα είδη όπως Carex ssp. Μέσα στη θάλασσα εµφανίζεται το είδος Zostera noltii, καθώς και τα γένη Acetabularia, Posidonia και Ulva. Στην περιοχή του Κρυονερίου ανατολικά των εκβολών του Εύηνου κυριαρχούν οι ελοφυτικές διαπλάσεις µε Phragmites australis σε µεγάλη αφθονία ενώ απαντούν και συστάδες µε Cladium mariscus και Arundo donax. Σε ενδιάµεσες θέσεις, εµφανίζονται τα Iris pseudacorus, Nasturtium officinale, Calystegia sepium. Στην περιφέρεια αυτών των διαπλάσεων, εντοπίζονται αραιές συστάδες µε Juncus, 55

57 Erianthus ravenae, Lythrum και Cyperus, καθώς και δενδρώδεις διαπλάσεις µε Salix και Populus. Στους υπερκείµενους βράχους που βρίσκονται σε άµεση επαφή µε τον υγρότοπο, εντοπίζεται χασµοφυτική βλάστηση µε είδη των γενών Centaurea, Campanula, Capparis, Ptilostemon, Sideritis, Euphorbia. Στην υπερκείµενη και σε επαφή µε τον υγρότοπο πλαγιά, εντοπίζονται επίσης φρυγανικές διαπλάσεις µε Phlomis και Coridothymus. Τέλος, στην παραλιακή ζώνη εµφανίζεται ο αντιπρόσωπος της αλόφιλης βλάστησης Matthiola tricuspidata και εκβρασµένα από τα κύµατα άτοµα της Posidonia oceanica. υτικά των εκβολών του Ευήνου βρίσκεται η λιµνοθάλασσα της ανατολικής Κλείσοβας που χωρίζεται από την δυτική Κλείσοβα από υψηλό τεχνητό ανάχωµα. Νοτιότερα υπάρχει ένας καλά διαµορφωµένος λούρος (νησίδα φυσικής προσχωµατικής προέλευσης) που χωρίζει τα νερά της λιµνοθάλασσας από τον Πατραϊκό (φωτογραφία 2.7). Η επικοινωνία γίνεται από τρία στόµια πλάτους περί τα 15 m στα οποία έχουν ενσωµατωθεί µόνιµες ιχθυοσυλληπτικές εγκαταστάσεις. Το σύστηµα των λιµνοθαλασσών σχηµατίστηκε κατά την Ολόκαινο περίοδο. Φωτογραφία 2.7 Λουρονησίδα στο ΝΑ τµήµα της Κλείσοβας, που χωρίζει τα νερά της λιµνοθάλασσας από τα νερά του Πατραϊκού κόλπου. 56

58 Στην παραλιακή ζώνη που εκτείνεται από την ανατολική ακτή της Κλείσοβας µέχρι τα δυτικά του στοµίου του Εύηνου, το έδαφος είναι χαµηλότερο από το επίπεδο της θάλασσας και η στράγγισή του εµποδίζεται µε αποτέλεσµα να πληµµυρίζει εξαιτίας των βροχοπτώσεων. Σ' αυτήν την περιοχή αναπτύσσεται ένα εκτεταµένο αλµυρό έλος µε διαδοχική φυσική βλάστηση (Tamaricetum, Juncetum, Arthrocnemetum, Salicornietum) (Dafis et al., 2001). Οι εκβολές του ποταµού αποτελούν ένα από τα πιο σηµαντικά οικοσυστήµατα και οι φυτοκοινωνίες στην περιοχή βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Η παραλιακή ζώνη µεταξύ Κλείσοβας και Εύηνου, που είναι σε καλή φυσική κατάσταση επίσης, αποτελούν το µεγαλύτερο ενιαίο τµήµα φυσικού αλµυρού έλους στην περιοχή (φωτογραφία 2.8). Μεγάλο οικολογικό ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η αµµόφιλη βλάστηση, που αναπτύσσεται κυρίως στις νησίδες της λιµνοθάλασσας. Η χλωρίδα περιλαµβάνει πολλά ενδιαφέροντα, ενδηµικά, σπάνια ή απειλούµενα είδη. Η πανίδα της περιοχής εµφανίζει επίσης µεγάλη ποικιλότητα (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999). Φωτογραφία 2.8 Τµήµα του φυσικού αλµυρού έλους στην περιοχή µεταξύ Κλείσοβας και Εύηνου µε αλοφυτική βλάστηση και Tamarix περιφερειακά. 57

59 Στην περιοχή της δυτικής Κλείσοβας τα νερά σε όλη την έκταση παρουσιάζουν µικρό βάθος και λασπώδη βυθό µε ανάπτυξη του υδρόβιου σπερµατόφυτου Ruppia maritima. Είδη των διατόµων Navicula, Licmophora, Achnanthes, Synendra, Coconeis, Mastoglia κ.α. είναι τυπικά σε νερά σαν αυτά της λιµνοθάλασσας. Ανώτερα φύκη αναπτύσσονται στα πετρώδη αναχώµατα και αποτελούν το υπόστρωµα για την ανάπτυξη µικροφυκών, κυρίως ιατόµων. Το βόρειο τµήµα της λιµνοθάλασσας παρουσιάζει ανάπτυξη από Αγριοκάλαµα (Phragmites communis) και Ψαθιά (Typha angustifolia) που αποτελούν βιότοπο για το φώλιασµα πολλών πουλιών. Γενικά στη ευρύτερη περιοχή των εκβολών του Εύηνου και της λιµνοθάλασσας κυριαρχούν όπως φαίνεται και στο xάρτη του σχήµατος 2.8, οι παρακάτω τύποι οικοτόπων: Σχήµα 2.8 Χάρτης οικοτόπων εκβολών Εύηνου (Παν/µιο Πατρών, Dafis et al., 2001) 58

60 Μεσογειακές και θερµοατλαντικές αλόφιλες λόχµες (Arthrocnemetalia-fruticosi, κωδικός NATURA 2000:1420), στη δυτική πλευρά των εκβολών και την Κλείσοβά, µε µια µικρή εµφάνιση ανάµεσά τους από Θέρµο-Μεσογειακές παραποτάµιες στοές (Nerio-Tamaricetea, κωδικός NATURA 2000: 92D0). Καλαµώνες στο βόρειο τµήµα της Κλείσοβας και µονοετής βλάστηση µε Salicornia στο κεντρικό της τµήµα ιαβαθµιζόµενοι Οικότοποι (µεταξύ ύδατος-χέρσου) 2.4.3α Αµµοθίνες (λουρονησίδες η αµµολουρίδες) Στη νότια ακτή της Κλείσοβας εµφανίζεται µία τέτοια επιµήκης νησίδα. Ολόκληρος ο σχηµατισµός καταλήγει εσωτερικά σε µια αρκετά εκτεταµένη ζώνη από Juncetum maritimi ενώ όπισθεν της αµµοθίνης, στο σηµείο που υπάρχει η λιµνοθάλασσα, η βλάστηση συνεχίζεται µε Arthrocnemetea fruticosi. Τα µονά φυτά που είναι προσαρµοσµ στις δυσµενείς συνθήκες ανάπτυξης που δηµιουργεί η σκίαση της φυτοκοινωνίας Juncetum maritimi είναι τα είδη Inula crithmoides, Artrocnemum fruticosum και είδη Tamarix sp. (Περγαντής, 2000) β Γλυκόβαλτοι, καλαµιώνες και ψαθοτόπια Η µορφή και ο χαρακτήρας αυτών των βιοτόπων οφείλεται στην έντονη επικράτηση του Αγριοκάλαµου (Phragmites australis) και της Ψάθας (Typha latifolia). Απαντούν σε περιοχές που υπάρχουν ή εισρέουν γλυκά νερά, όπως η Β και ΒΑ ακτή της Κλείσοβας, µέσα στα περισσότερα αποστραγγιστικά κανάλια και τάφρους και τις ακτές του Γαλατά, δυτικά της τοποθεσίας Σπηλαίικα. Λόγω της αλοανθεκτικότητάς του, το αγριοκάλαµο φύεται ακόµα και σε ακτές που βρίσκονται κοντά σε αλµυρά νερά, αν έστω και περιοδικά υπάρχουν εισροές γλυκών νερών, όπως οι νότιες ακτές της Κλείσοβας. 59

61 Οι καλαµιώνες και τα ψαθοτόπια αποτελούν σηµαντικές φυτοκοινωνίες (ή επί µέρους οικότοπους) του υδροβιοτόπου, λόγω του ενεργού τους ρολού στη δέσµευση και ανακύκλωση θρεπτικών συστατικών και την παραγωγή βιοµάζας, καθώς και λόγω της κάλυψης και του καταφυγίου που παρέχουν στην άγρια ζωή. Επιπλέον δρουν ως παγίδες ιζηµάτων κατά τη διάρκεια των πληµµυρικών ροών του ποταµού, συµβάλλοντας στην επέκταση της χέρσου και την προστασία του δέλτα από τη διάβρωση. Σε περιοχές που υπάρχουν διαβαθµίσεις τέτοιων γλυκόβαλτων προς αλµυρόβαλτους, όπως σε ορισµένες θέσεις ΒΑ της λιµνοθάλασσας της Κλείσοβας, η βλάστηση χαρακτηρίζεται από την επικράτηση φυτών του γένους Scirpus sp. (S. maritimus, S. tabernaemontani) γ Αλµυρόβαλτοι. Υπάρχουν εκτεταµένα εδάφη στην περιοχή των εκβολών του Ευήνου, µεταξύ αυτού και της Κλείσοβας, που κατακλύζονται περιοδικά από τα νερά κατά την πληµµυρίδα ή που γειτνιάζουν απλώς µε αυτές που παρουσιάζουν σηµαντική περιεκτικότητα σε αλάτι (NaCl). Στα εδάφη αυτά απαντάται χαρακτηριστική βλάστηση από αλοανθεκτικά είδη φυτών που κυρίως ανήκουν στα γένη Arthrocnemum, Halocnemum, Salicornia, Juncus και Tamarix. Κατά θέσεις παρατηρείται διαδοχή στα είδη αυτών των φυτών λόγω διαβαθµίσεων κάποιων αβιοτικών παραµέτρων όπως η έκταση και η επίδραση της παλίρροιας, η κλίση και το υψόµετρο του εδάφους, η χηµική εδαφική σύσταση, καθώς και η ικανότητα του να συγκρατεί βρόχινα η άλλης προέλευσης νερά. Συνδυασµοί των παραπάνω παραγόντων έχουν ως αποτέλεσµα τη διαµόρφωση ενός µωσαϊκού από φυτοκοινωνίες αλοφύτων που παρουσιάζεται µε τη µορφή ζωνών βλάστησης από συγκεκριµένα αλόφυτα. Σύµφωνα λοιπόν µε τα αβιοτικά χαρακτηριστικά τους, οι αλµυρόβαλτοι διακρίνονται στους εξής δύο τύπους: 60

62 1) Αλµυρόβαλτοι που χαρακτηρίζονται από µικρή ανύψωση του λασπώδους εδάφους, µε έντονα φαινόµενα περιοδικής κάλυψης και αποκάλυψης τους από το νερό. Τους καλοκαιρινούς µήνες, συχνά τα επιφανειακά στρώµατα ξεραίνονται τελείως. Λόγω των απότοµων και ακραίων αυτών αλλαγών των κλιµατολογικών συνθηκών, οι κυριαρχούσες φυτοκοινωνίες στον βιότοπο έχουν χαρακτήρα πρωτοπόρας βλάστησης, και είναι µονοετείς. Σε αυτό τον τύπο αλµυρόβαλτου αναπτύσσεται µονοετής αλοφυτική βλάστηση µε κυρίαρχο είδος τη Salicornia europaea. Την διάπλαση αυτή διαδέχεται προς το εσωτερικό της ξηράς πυκνή ανάπτυξη του Arthrocnemum perenne (Salicornia radicans), ενώ προς την πλευρά της λιµνοθάλασσας απαντάται η καλά διαµορφωµένη φυτοκοινωνία Ruppietum spiralis. Η έντονη ξήρανση την περίοδο του καλοκαιριού έχει µεγάλη επίδραση στην ανάπτυξη αυτών των φυτών, αφού τους στερεί το σηµαντικότερο στοιχείο για την διατήρηση τους, το αλµυρό νερό. Λόγω των εντόνων και συχνά απότοµων αλλαγών του αβιοτικού τους περιβάλλοντος, οι φυτοκοινωνίες αυτές έχουν χαρακτήρα πρωτοπόρος βλάστησης ιδιαίτερα σηµαντικής για την παραπέρα εξέλιξη της διατήρησης του οικοσυστήµατος (Szijj, 1983). 2) Αλµυρόβαλτοι που χαρακτηρίζονται από αρκετά ανυψωµένο, του µέσου ύψους, υδάτινο ορίζοντα, µε σχετικά συνεχώς διαβρεχοµενο έδαφος, και κατά τόπους υπερκείµενο λεπτό στρώµα νερού. Παροδική ξήρανση της επιφανείας του εδάφους είναι πιθανή κατά το καλοκαίρι, αλλά όχι σε βάθος µεγαλύτερο από λίγα cm. Στους παραπάνω τύπους αλµυρόβαλτων αναπτύσσεται εξειδικευµένη χλωρίδα, ικανή να αντεπεξέλθει στις σηµαντικές, και συχνά απότοµες αλλαγές του περιβάλλοντος. Η χλωρίδα αυτή διακρίνεται σε µονοετή και πολυετή, µε ένα τύπο φυτοκοινωνίας ή συνδυασµό των τύπων Salicornietum europaeae, Salicornietum fruticosae, Salicornietum radicantis, Salicornia-Halocnemetum strobilacei, Arthrocnemum glaucum-halocnemum strobilaceum-association (Szijj, 1983). Στο δεύτερο τύπο αλµυρόβαλτου, η ύπαρξη υψηλότερου και σχεδόν πάντα καλά διαβρεγµένου υποστρώµατος, δηµιουργεί κατάλληλες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη πολυετούς και καλά διαµορφωµένης αλοφυτικής βλάστησης. Από την 61

63 πλευρά της λιµνοθάλασσας προς το εσωτερικό οι ζώνες βλάστησης παρουσιάζουν την φυσική διαδοχή που ακολουθεί: Την πρώτη ζώνη καταλαµβάνει η φυτοκοινωνία Salicornietum fruticosae µε κυρίαρχο είδος τη Salicornia fruticosa και ως συνοδά τα είδη Limonium vulgarae subsp. serotinum, Parapholis strigosa, Halimione portulacoides. To υγρό έδαφος καλύπτεται κατά τόπους από στρώµατα Κυανοφυκών και µάλιστα είδη των γενών Oscillatoria, Lyngbya, Phormidium, κλπ. (Szijj 1983). Προς το εσωτερικό, αµέσως µετά την προηγουµένη, απαντάται η φυτοκοινωνία Salicornietum radicantis που αποτελείται από τα είδη Salicornia radicans, Hordeum marinum, Parapholis striqosa, Juncus acutus, Salicornia europaea. To έδαφος δεν καλύπτεται καθόλου µε νερό, είναι όµως ικανοποιητικά διαβρεγµένο µερικά εκατοστά κάτω από την επιφάνεια ( Szijj, 1983). υο ακόµα σηµαντικές ζώνες παρατηρούνται προς την ξηρά. Στην πρώτη αναπτύσσεται συνδυασµός από Halocnemum strobilaceum και Salicornia europaea, που αποτελούν σχεδόν τα µοναδικά φυτικά είδη της ζώνης αυτής, µε εξαίρεση λίγα διασκορπισµένα άτοµα των ειδών Plantago coronopus, Spergularia salina, Parapholis incurva κ.α. To έδαφος είναι επιφανειακά ξηρό, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς µήνες, αλλά σε βάθος περίπου 20 cm απαντάται ο υδάτινος ορίζοντας. Η αλατότητα του υποστρώµατος παρουσιάζει διαβάθµιση ανάλογα µε το βάθος. Αρχικά κυµαίνεται µεταξύ ο/οο. στην επιφάνεια, ενώ προς το βάθος µειώνεται µέχρι 7 ο/οο (Szijj, 1983). Στην δεύτερη ζώνη, η δεσπόζουσα φυτοκοινωνία είναι συνδυασµός των Arthrocnemum glaucum και Halcocnemum strobilaceum. Η ζώνη αυτή συναντάται στα υψηλότερα σηµεία του εδάφους της περιοχής στην περιφέρεια του υδροβιοτόπου της λιµνοθάλασσας. Η στενή γειτνίαση µε την προηγουµένη ζώνη, καθώς επίσης και η µορφολογική οµοιότητα των φυτών που τις αποτελούν, κάνει την διάκριση των δυο αυτών ζωνών δύσκολη έως σχεδόν αδύνατη. Υπάρχουν τέλος διασκορπισµένες σε ολόκληρη την περιοχή, φυτοκοινωνίες από είδη Juncus sp, Carex sp και Tamarix sp τα οποία απαντώνται συνήθως σε υγρά εδάφη µε παροδική ή µόνιµη κάλυψη µε νερό. Πολύ χαρακτηριστική είναι η υποστήριξη της ανάπτυξης των Αρµυρικιών (Tamarix parvifora και Tamarix smyrnensis), κατά µήκος 62

64 αποστραγγιστικών καναλιών η µικρών τάφρων, όπου υπάρχει αφθονότερο νερό και για σηµαντικά µεγάλη περίοδο στη διάρκεια του χρόνου δ Αποξηραµένοι βάλτοι µεταξύ υγροτόπων και καλλιεργειών Εµφανίζονται ως αλµυρόβαλτοι µεταξύ των εκβολών του Εύηνου και του δίαυλου Κλείσοβας που είχαν στο παρελθών αποξηρανθεί και παρόλο που έγιναν απόπειρες καλλιέργειας, απέτυχαν γιατί το έδαφος παρουσιάζει υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι. Σήµερα στα εδάφη αυτά που δε συγκρατούν νερά ή υγρασία για αξιόλογο χρονικό διάστηµα της ξηράς περιόδου, έχει αναπτυχθεί ξανά φυσική βλάστηση, αποτελούµενη κυρίως από χαµηλά αλόφυτα των γενών Halocnemum, Salicornia και Arthrocnemum. Μεγάλη είναι η οικολογική τους αξία, καθώς φιλοξενούν αξιόλογη ορνιθοπανίδα, µε ορισµένα µάλιστα είδη από αυτά που απειλούνται, όπως η Νεροχελιδόνα (Glareola pratincola) και η Πετροτριλίδα (Burhinus oedicnemus) ε Ρηχές ακτές-λασποτόπια Τα λασποτόπια είναι ιλυώδεις περιοχές µε ελάχιστη, ή καθόλου βλάστηση, που διαβρέχονται περιοδικά από νερά της λιµνοθάλασσας ή της θάλασσας. Τα εδάφη αυτά εντοπίζονται στο νοτιότερο τµήµα των αποξηραµένων εδαφών µεταξύ των εκβολών του Ευήνου και του ίαυλου Κλείσοβας Αν και παρουσιάζονται ως περιοχές χωρίς βιοτικό περιεχόµενο και ιδιαίτερα όταν ξεραίνονται κατά τους καλοκαιρινούς µήνες, οι ρηχές αυτές ακτές είναι πλούσιες σε εδαφόβιους και υδρόβιους οργανισµούς (βενθικούς), όπως και σε διαφορά µικρά ελασµατοβράγχια του γένους Cardium καθώς και από είδη πολυχαιτών σκωληκίων. Τα λασποτόπια, κατά τα χρονικά διαστήµατα που διαβρέχονται και καθίστανται µαλακά αποτελούν κατεξοχήν χώρους διατροφής και συγκέντρωσης µεγάλων πληθυσµών παρυδάτιων πουλιών. 63

65 2.4.4 Ενδιαφέροντα φυτικά είδη Για την καταγραφή της χλωρίδας της περιοχής µελέτης χρησιµοποιήθηκαν έρευνες από παλαιότερους βοτανικούς, των οποίων οι αναφορές εµπεριέχονται στο σύγγραµµα του Halacsy (1901, 1902, 1904). Σύµφωνα λοιπών µε τα καταγεγραµµένα στοιχεία (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999), εντοπίστηκαν τα εξής ενδηµικά Ελληνικά (Ελ), ενδηµικά µικρότερων και µεγαλυτέρων περιοχών (Ε) ή σπάνια στην περιοχή είδη. Τα ενδηµικά της δυτικής Ελλάδας σηµειώνονται µε Εδ και της νότιας µε Εν: (Ε) Alkanna orientalis (Ν. Ελλάδα και Ν Ασία). Βρίσκεται στη Βαράσοβα. (Εν) Campanula drabifolia (Ν. και Α. Ελλάδα). Βρίσκεται στους πρόποδες της Βαράσοβας. (Εδ) Centaurea alba subsp. heldreichii (. Ελλάδα). Βρίσκεται σε ασβεστολιθικούς βράχους της Βαράσοβας κοντά στη θάλασσα (Κρυονέρι). (Ε) Galium intricatum (Ελλάδα και Ν. Αλβανία). Σε φρύγανα και ανοιχτά πετρώδη µέρη της Βαράσοβας. (Εν) Ptilostemon gnaphaloides (Ν. Ελλάδα και Κρήτη). Σε βράχια της Βαράσοβας. (Ελ) Reseda tymphaea ( υτική κυρίως Ελλάδα). Σπάνια σε χαλικώδη και βραχώδη τµήµατα της Βαράσοβας. (Ελ) Smyrnium orphanidis (Ελλάδα, Αιγαίο) Σπάνιο σε χαλικώδη και βραχώδη µέρη της Βαράσοβας. (Εδ) Stachys parolinii (. Ελλάδα). Στα ανατολικά τµήµατα της Βαράσοβας. (Εδ) Teucrium halacsyanum (. Ελλάδα). Σε βράχια της Βαράσοβας. (Ε) Crocus sieberi (Ν. Βαλκανική, Αιγαίο). Σε ανοιχτά µέρη και φρύγανα της Βαράσοβας. 64

66 2.4.5 Πανίδα Η πανίδα του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού, όπως και του ευρύτερου συµπλέγµατος υγροτόπων (Μεσολογγίου-Αιτωλικού) λόγω της ικανότητας µετακίνησης, χαρακτηρίζεται από µεγάλη ποικιλία τόσο σε σπονδυλωτά (θηλαστικά, πουλιά, ερπετά, αµφίβια, ψάρια), όσο και σε ασπόνδυλα (αρθρόποδα, έντοµα). Τούτο αποδίδεται στα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής, τη µορφολογία του εδάφους, το ποτάµιο και λιµνοθαλάσσιο σύστηµα, το κλίµα κ.λπ., που ευνοούν την ανάπτυξη της βλάστησης και κατ επέκταση της πανίδας στην περιοχή. Η εκτενής ανάπτυξη υγροτόπων, όπως οι εκβολές των ποταµών Aχελώου και Eύηνου, οι λιµνοθάλασσες Mεσολογγίου, Aιτωλικού, Kλείσοβας, η παρουσία λιµνών, ελών, παρόχθιων δασών κι η γειτνίασή τους µε ορεινούς όγκους όπως της Βαράσοβας, συνιστούν ιδανικά περιβάλλοντα στήριξης µεγάλης ποικιλίας ζωικών ειδών, πολλά εκ των οποίων ανήκουν στα απειλούµενα µε εξαφάνιση και προστατεύονται από τη νοµοθεσία. Χαρακτηριστικότερα των ζωικών ειδών που εντοπίζονται στην περιοχή κατά οµάδα, είναι τα ακόλουθα (Y.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999): Θηλαστικά: Ασβός (Meles meles), Κουνάβι (Martes foina), Αλεπού (Vulpes vulpes), Νυφίτσα (Mustela rivalis ), σε λόφους και καλλιέργειες. Ο σκαντζόχοιρος (Erinaceus concolor) είναι παρά πολύ κοινός στους χώρους των καλλιεργειών. Ο λαγός (Lepus capencis), κυρίως στον Αράκυνθο. Η νυχτερίδα (Pipistrelus pipistrelus), κοινή είναι στους οικισµούς και η Myotis mystacinus στα βράχια και τις σπηλιές του Αράκυνθου. Η βίδρα(lutra-lutra), σε τµήµατα του ποταµού και κανάλια, µε ικανοποιητική ροή και πυκνή φυτοκάλυψη. 65

67 Ορνιθοπανίδα: Βασιλαετός (Aquila heliaca), Μαυρογύπας (Aegypius monachus), Ψαλιδιάρης (Milus milus), είναι µερικά από τα αρπακτικά που απαντώνται στον υδροβιότοπο του Μεσολογγίου. Ερωδιοί, όπως ο Αργυροτσικνιάς (Egretta alba), του οποίου ο πληθυσµός έχει µειωθεί έντονα τα τελευταία χρονιά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και παρουσιάζει µεγάλη ανάπτυξη στην περιοχή. Βουτηχτάρια που συνιστούν µια οµάδα πουλιών µε ευρύτατα ζωικό διαιτολόγιο στο οποίο το µέγιστο ποσό συνιστούν πολλά υδρόβια ασπόνδυλα και µικρά σπονδυλωτά, ιδιαίτερα µικρά ψαριά. Τέλος στην περιοχή διαβιούν πλήθος γλάρων διαφόρων ειδών. Άλλα σπανία και απειλούµενα είδη που απαντώνται στη περιοχή κατά την χειµερινή περίοδο είναι: ο Αργυροπελεκάνος (Pelecanus crispus), η Xoυλιαρoµύτα (Platalea leucordia), ο Φοινικόπτερος (Phoenicopterus ruber) κι η Αλκυόνη (Alcedo atthis). Ερπετά: Σύµφωνα µε παρατηρήσεις του Φ. Περγαντή από το 1984 αλλά και άλλα δεδοµένα (Szijj, 1983), το καναλόφιδο (Natrix tesselata) εξαπλώνεται σ ολόκληρο το αποστραγγιστικό δίκτυο των καλλιεργειών οπού διατηρείται ικανή στάθµη νερών, αλλά εντοπίζεται και σε πολλά σηµεία των λιµνοθαλασσών οπού εισρέουν γλυκά νερά. Από τις χελώνες αφθονεί το είδος Testulo marginata που κατανέµεται στους λόφους της περιοχής, ενώ το είδος Testudo hermanni, απαντάται στον υγροτοπο και στη γύρω από αυτόν πεδινή ζώνη. Τέλος η θαλάσσια χελώνα Caretta caretta, παρατηρείται συχνά στη µεταβατική ζώνη υγροτόπου-θάλασσας. Αµφίβια: Ο Πρασινοβάτραχος (Rana ridibunda ) και ο Πρασινοφρύνος (Bufo viridis) που εντοπίζεται περισσότερο στο χώρο των καλλιεργειών που υπάρχει αρκετή υγρασία, απαντούν σε µεγάλη αφθονία. εδοµένης της εξάπλωσης των εντόµων στην περιοχή συνιστούν σηµαντικό "κρίκο" στο τροφικό σύµπλεγµα του τοπικού οικοσυστήµατος και τον στον πληθυσµιακό έλεγχο πολλών ειδών εντόµων. 66

68 Ψάρια: Το χαρακτηριστικότερο είδος ψαριού της λιµνοθάλασσας είναι ο Γοβιος (Gobius gobius), του οποίου η κατανοµή συµπίπτει µε αυτή της λιµνοθάλασσας και γενικότερα των υφάλµυρων νερών της περιοχής. Πολλά είδη γλυκόψαρων κατανέµονται στα ποταµιά, ρυάκια, αρδευτικά και αποστραγγιστικά κανάλια της περιοχής. Τέτοια είδη είναι η ροσίνα (Leucisus svallize), το Γλανίδι (Silurus aristotelis), η Τσερούκλα (Scardinius acarnanicus), κ.α. Το χέλι (Anquila anguila) απαντάται στη περιοχή και στις δύο µορφές, του δηλαδή ως Σουβλοµυτάρι (Ασηµόχελο) και ως Καβάτσα. Αρθρόποδα και έντοµα Με βάση υπολογισµούς, δειγµατοληψίες και παρατηρήσεις µέχρι το 1990 ( ροσόπουλος, αδηµοσίευτα στοιχεία), τα έντοµα της ευρύτερης περιοχής πρέπει να αριθµούν πάνω από 1000 είδη, πολλά από τα οποία µπορούν να χρησιµοποιηθούν σαν βιοδείκτες της ποιοτικής κατάστασης των βιοτόπων (π.χ. Hebrus sp). Επίσης µερικά χαρακτηριστικά είδη βρέθηκαν σε πολύ µικρές πληθυσµιακές πυκνότητες µονό στην ανατολική πλευρά της λιµνοθάλασσας της Κλείσοβας σε φυτοκοινωνίας του Phragmites communis (π.χ. Delphax meridionalis) που είναι ενδηµικό της υτικής Ελλάδας, το Aglena ornata, σπάνιο είδος που έχει βρεθεί ως τώρα µόνο στην ΒΑ Ελλάδα, το Calamotettix sp., και το Paramesus paludosus σπάνιο είδος της υτικής Ελλάδας) Άλλοι βιοδείκτες βρέθηκαν σε µεγάλη πυκνότητα πληθυσµών µέσα ή κοντά σε καλλιέργειες, που δείχνουν ότι υπάρχει έντονη καλλιεργητική δραστηριότητα (π.χ. Cicadella viridis). Τέτοιες περιοχές εκτείνονται κατά µήκος του Ευήνου ποταµού. 67

69 2.5 Ανθρωπογενές Περιβάλλον ιοικητικά- ηµογραφικά στοιχεία Ο Εύηνος ποταµός βρίσκεται στο ανατολικό τµήµα του νοµού Aιτωλοακαρνανίας που αποτελεί τον µεγαλύτερο νοµό της Ελλάδας µε έκταση km² (σχήµα 2.9). Η έκτασή του έρχεται σε αντίθεση µε τον πληθυσµό του που είναι σχετικά χαµηλός µε σύνολο κατοίκους (απογραφή 1991), που αντιστοιχεί σε 42 κατοίκους περίπου ανά km². Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι είναι κατά βάση ορεινός νοµός, αφού οι ορεινές εκτάσεις καλύπτουν km², οι ηµιορεινές km² και οι πεδινές km². Σχήµα 2.9 Χάρτης Νοµού Αιτωλοακαρνανίας Το κατώτερο τµήµα του ποταµού που αποτελεί και το αντικείµενο της παρούσας µελέτης, υπάγεται κατά το δυτικό του τµήµα στο ήµο Μεσολογγίου και κατά το ανατολικό στο ήµο Χάλκειας. Η περιοχή δε, της κοίτης του πόταµου µέχρι και 30 m πέραν της ζώνης πληµµυρών που ορίζεται από τα αντιπληµµυρικά αναχώµατα, 68

70 αποτελεί δηµόσια ιδιοκτησία των παραπάνω. Στην περιοχή ανάντη του Περιθωρίου, που δεν υφίστανται αντιπληµµυρικά αναχώµατα, τα όρια ιδιωτικών εκτάσεων και ιδιοκτησίας του δηµοσίου είναι ασαφή. Οι κοινότητες του Αγ. Γεωργίου Β, Ευηνοχωρίου Ν και Περιθωρίου ΒΑ, Γαλατά ΝΑ, που βρίσκονται εντός της περιοχής µελέτης ανήκουν στους ήµους Μεσολογγίου και Χάλκειας αντίστοιχα. Οι κοινότητες αυτές περιλαµβάνουν τους παρακάτω οικισµούς µε τους αντίστοιχους πληθυσµούς (σύµφωνα πάντα µε στοιχεία της απογραφής του1991): -Κοινότητα Ευηνοχωρίου: οικισµοί Ευηνοχωρίου (1978), Νέας Καλυδώνας (34) -Κοινότητα Αγ. Γεωργίου: οικισµοί Αγ. Γεωργίου(475), Κοκώρη (219), Κουτσοχέρι (146), Ξηραίικα (101) -Κοινότητα Περιθωρίου: µε τον οµώνυµο οικισµό (271) -Κοινότητα Γαλατά: οικισµοί Γαλατά (1184), Κρυονερίου (87) Στους Πίνακες 2.12 και 2.13, που ακολουθούν δίνεται η εξέλιξη του πληθυσµού της περιοχής ανά ΟΤΑ για τη χρονική περίοδο µε βάση τα στοιχεία των απογραφών της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος (ΕΣΥΕ) καθώς επίσης και η ποσοστιαία µεταβολή του. Πίνακας 2.12 Εξέλιξη πληθυσµού (κάτοικοι/έτος) σε επίπεδο συνόλου χώρας, Νοµού Αιτωλοακαρνανίας και Κοινοτήτων της περιοχής. OTA Έτος απογραφής , Κοιν. Γαλατά Κοιν. Περιθωρίου Κοιν. Ευηνοχωρίου Κοιν. Αγ. Γεωργίου Νοµός Αιτωλοακαρνανίας Σύνολο χώρας

71 Πίνακας 2.13 Εξέλιξη της µεταβολής του πληθυσµού ανά δεκαετία (%) σε επίπεδο συνόλου χώρας, Νοµού Αιτωλοακαρνανίας και Κοινοτήτων της περιοχής. OTA Μεταβολές δεκαετίας (%) Κοιν. Γαλατά Κοιν. Περιθωρίου Κοιν. Ευηνοχωρίου Κοιν. Αγ. Γεωργίου Νοµός Αιτωλοακαρνανίας Σύνολο χώρας Όπως προκύπτει από τους παραπάνω πίνακες, στην εικοσαετία ο πληθυσµός των κοινοτήτων της περιοχής, πλην του Αγ. Γεωργίου, παρουσίασε σηµαντική µείωση, ενώ άρχισε ν ανακάµπτει µετά το Όπως ολόκληρος ο Νοµός Αιτωλοακαρνανίας, έτσι και οι κοινότητες αυτές αποτελούν πληθυσµιακά ευαίσθητες περιοχές που χρήζουν ιδιαίτερης µεταχείρισης από το κράτος. Συσχετίζοντας τον πληθυσµό µε την έκταση της περιοχής προέκυψαν τα αποτελέσµατα πυκνότητας που δίνονται στον πίνακα 2.14 που ακολουθεί και ενισχύουν τα παραπάνω. Πίνακας 2.14 Εξέλιξη της πυκνότητας πληθυσµού (κάτοικοι/ Km 2 ) σε επίπεδο χώρας, Νοµού Αιτωλοακαρνανίας και Κοινοτήτων της περιοχής. ΟΤΑ Έτος απογραφής Κοιν. Γαλατά Κοιν. Περιθωρίου Κοιν. Ευηνοχωρίόυ Κοιν. Αγ. Γεωργίου Νοµός Αιτωλοακαρνανίας Σύνολο χώρας

72 2.5.2 Κοινωνικά-Οικονοµικά στοιχεία α ιάρθρωση-εκπαίδευση πληθυσµού Ελλείψει στατιστικών στοιχείων για τη σύνθεση και την εκπαίδευση του πληθυσµού στην περιοχή µελέτης σε επίπεδο κοινότητας, παραθέτονται ενδεικτικά στους πίνακες 2.15, 2.16 τα αντίστοιχα της επαρχίας Μεσολογγίου, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία των απογραφών του 1981 και Πίνακας 2.15 Ποσοστά σύνθεσης % του πληθυσµού της επαρχίας Μεσολογγίου κατά οµάδες ηλικιών. Οµάδες ηλικιών Έτος απογραφής και άνω Σύνολο Πίνακας 2.16 Επίπεδο εκπαίδευσης του πληθυσµού (ηλικίας 10 ετών και άνω) %στην επαρχία Μεσολογγίου Επίπεδο Εκπαίδευσης Πτυχιούχοι Ανωτάτων Σχολών Πτυχιούχοι Ανωτέρων Σχολών Φοιτητές Ανωτατ.-Ανωτερ. Σχολών Απόφοιτοι Μέσης Εκπαίδευσης Τελείωσαν τη Γ τάξη Μέσης Εκπ Απόφοιτοι Στοιχειώδους Εκπαίδευσης εν τελείωσαν Τη Στοιχειώδη Εκπ Αγράµµατοι Σύνολο

73 Σύµφωνα µε τα στοιχεία των παραπάνω πινάκων, στην Επαρχία Μεσολογγίου το 50% του πληθυσµού είναι ηλικίας µεταξύ και αντιπροσωπεύει την παραγωγική ηλικία. Το ίδιο ποσοστό περίπου αντιπροσωπεύει και τους απόφοιτους στοιχειώδους εκπαίδευσης, 20% είναι απόφοιτοι γυµνασίου και µέσης εκπαίδευσης ενώ 25% περίπου είναι το ποσοστό αγραµµάτων και αυτών που δεν τελείωσαν τη στοιχειώδη εκπαίδευση β Απασχόληση-Χρήσεις Γης Στον πίνακα 2.17 που ακολουθεί φαίνεται ότι το ποσοστό ανεργίας στην επαρχία Μεσολογγίου από 4% που ήταν µε την απογραφή του 1981 αυξήθηκε σε 10% σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα της απογραφής του Το µεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων (50%), όπως προκύπτει από τον πίνακα 2.18, απασχολείται στον πρωτογενή τοµέα της γεωργίας, αλιείας, κτηνοτροφίας. Μόνο το 15% από τον απασχολούµενο πληθυσµό εµπλέκεται στον δευτερογενή τοµέα παρόλο που η περιοχή µε το διαθέσιµο υδάτινο δυναµικό, µε προϊόντα πρωτογενούς τοµέα και ορυκτό πλούτο (τµήµα του οποίου µπορεί να θεωρηθούν τα αδρανή της κοίτης του Ευήνου), πληρεί όλες τις προϋποθέσεις για µια δυναµική ανάπτυξη στο χώρο της βιοµηχανίας-βιοτεχνίας και του εµπορίου. Γενικά στην περιοχή εµφανίζεται συρρίκνωση και υπολειτουργία µεγάλου αριθµού βιοτεχνικών µονάδων ή και διακοπή ακόµη της λειτουργίας τους. Η απασχόληση στον τριτογενή τοµέα παρουσιάζει την τελευταία δεκαετία µία σηµαντική αύξηση σε βάρος κυρίως του πρωτογενή τοµέα. Πίνακας 2.17 Οικονοµικώς ενεργός και µη ενεργός πληθυσµός στην επαρχία Μεσολογγίου Απογραφή Οικονοµικώς ενεργοί Οικονοµικώς Σύνολο Απασχολούµενοι Άνεργοι µη ενεργοί (96%) Σύνολο 722 (4%) Νέοι 561 (3%) (89.7%) 1790 (10.3%) 936/0 (5.4%)

74 Πίνακας 2.18 Απασχολούµενοι στην επαρχία Μεσολογγίου ανά τοµέα. Απογραφή Πρωτογενής τοµέας ευτερογενής τοµέας Τριτογενής τοµέας % 15.6% 22.4% % 13.9% 36.6% Τέλος στον πίνακα 2.19, παρουσιάζεται η κατανοµή των εκτάσεων κατά κατηγορίες χρήσεων γης στις κοινότητες Γαλατά, Περιθωρίου, Ευηνοχωρίου και Αγ. Γεωργίου, που είναι ενδεικτικός για την απασχόληση των κατοίκων στην περιοχή. Πίνακας 2.19 Κατανοµή εκτάσεων (σε χιλιάδες στρέµµατα) κατά κατηγορίες χρήσεων γης στις κοινότητες Γαλατά, Περιθωρίου, Ευηνοχωρίου και Αγ. Γεωργίου Έτος Σύνολο Γεωργική γη Βοσκότοποι άση Νερά Οικισµοί Κοινότητα Γαλατά Σύνολο Κοινόχρηστοι Κοινότητα Περιθωρίου Κοινότητα Αγ. Γεωργίου Στη συνέχεια γίνεται µία εκτενέστερη αναφορά στους τοµείς απασχόλησης ανά κατηγορία µε την κάλυψη γης που αυτοί συνεπάγονται 73

75 Πρωτογενής τοµέας Στην περιοχή του κάτω ρου του Ευήνου, όπως και στην ευρύτερη περιοχή της λεκάνης απορροής του, η κύρια δραστηριότητα των κατοίκων είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία, που ασκείται στις γεωργικές εκτάσεις και τους βοσκότοπους της περιοχής. Οι κυριότερες καλλιέργειες που απαντώνται είναι τα κτηνοτροφικά φυτά (τριφύλλια, βίκος-βρώµη, σανό και χορτολιβαδικές) που προορίζονται να καλύψουν τις απαιτήσεις των εκτρεφόµενων ζώων. ενδρώδεις καλλιέργειες απαντώνται επίσης σε διάσπαρτη µορφή. Γεωργία Στην περιοχή του δέλτα του Εύηνου, καλλιεργούνται σήµερα στρέµµατα. Οι καλλιεργούµενες εκτάσεις χωρίζονται σε δύο ανεξάρτητες περιοχές: την ανατολική περιοχή του Γαλατά και τη δυτική περιοχή Ευηνοχωρίου, µε φυσικό µεταξύ τους όριο τον ποταµό Εύηνο. Το µεγαλύτερο µέρος των καλλιεργούµενων εκτάσεων στην περιοχή του δέλτα (περίπου το 90%) καταλαµβάνουν οι αροτραίες καλλιέργειες (σιτάρι, µηδική, καλαµπόκι, κλπ.) και µόνο 10% περίπου καταλαµβάνουν οι µόνιµες φυτείες ελιάς και εσπεριδοειδών. Με βάση το προτεινόµενο Σχέδιο Ανάπτυξης της περιοχής του δέλτα του ποταµού Εύηνου (Υπουργείο Γεωργίας, /νση Τεχνικών Μελετών, 1983), θα αυξηθεί σηµαντικά στο µέλλον η έκταση που καλλιεργείται σήµερα µε αραβόσιτο (25-35%), καθώς και οι εκτάσεις των δενδρωδών φυτειών ελιάς και εσπεριδοειδών. Γενικά στο δέλτα του Εύηνου επικρατούν ευνοϊκές συνθήκες για την παραγωγή πρώιµων και όψιµων καλλιεργειών, λόγω της σπάνιας εµφάνισης παγετών και των σχετικά υψηλών θερµοκρασιών που επικρατούν σε όλους σχεδόν τους µήνες του έτους. Οι γεωργικές εκµεταλλεύσεις στο δέλτα προέρχονται κυρίως από παλιές ιδιοκτησίες, που µεταβιβάστηκαν κληρονοµικά, και από απαλλοτριώσεις τσιφλικιών και διανοµή σε γηγενείς ακτήµονες και µικροϊδιοκτήτες. Οι ιδιοκτησίες µεταβιβάζονται συνήθως 74

76 από τους γονείς στα παιδιά, αυτοκαλλιεργούνται και σπανίως ενοικιάζονται, και µόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης ή µετοικήσεως των ιδιοκτητών πωλούνται σε άλλους καλλιεργητές (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1992). Κτηνοτροφία Συστηµατικοί βοσκότοποι εντοπίζονται κυρίως για βοοειδή και αιγοπρόβατα στην λοφώδη και ορεινή ζώνη της Βαράσοβας και του Ανατολικού Αράκυνθου. Ο κάµπος χρησιµοποιείται ως χειµαδιό κυρίως για πρόβατα και αίγες. Επίσης, ως ζώνες βοσκής, χρησιµοποιούνται και ορισµένες υγροτοπικές ζώνες στις εκβολές του Ευήνου και στην Κλείσοβα. Συστηµατικές κτηνοτροφικές µονάδες είναι περιορισµένες (Περγαντής, 2000). Με βάση τα στατιστικά στοιχεία των τελευταίων χρόνων δεν παρατηρείται αξιόλογη αύξηση του ζωικού κεφαλαίου γενικά, πράγµα που σηµαίνει ότι η εκτροφή αυτή περιορίζεται µέσα στα όρια και τις δυνατότητες της οικογενειακής εκτροφής χωρίς κάποια επένδυση που θα απέβλεπε σε ευρείς εµπορικούς ορίζοντες. Οι µικρές αυτές κτηνοτροφικές µονάδες καλύπτουν τη διατροφή τους από τα προϊόντα των καλλιεργειών, που αναπτύσσονται µέσα στο δυναµικό της οικογένειας, όπως µηδική και καλαµπόκι, µε συνέπεια τη µείωση του κόστους παραγωγής των ζώων, και την αύξηση της καθαρής προσόδου στο χώρο της οικογένειας (Υ. Γεωργίας, 1997). Αλιεία Η αλιευτική εκµετάλλευση της περιοχής βασίζεται στην αλιεία ειδικού τύπου εντός της λιµνοθάλασσας Μεσολογγίου και την παραδοσιακή παράκτια αλιεία στις περιοχές από τη Βαράσοβα έως το δέλτα του Αχελώου ποταµού. Τα άτοµα που απασχολούνται στην ευρύτερη περιοχή του έργου διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: α) στους αλιείς-µέλη των συνεταιρισµών που εκµεταλλεύονται τα διβάρια της λιµνοθάλασσας Μεσολογγίου και β) στους ελεύθερους αλιείς που εκµεταλλεύονται τον υπόλοιπο χώρο. Στην περιοχή δυτικά των εκβολών του Εύηνου είναι ιδιαίτερα αναπτυγµένη η αλιευτική εκµετάλλευση των φυσικών ιχθυοτροφείων των λιµνοθαλασσών. Το 75

77 σύνολο του αλιευτικώς εκµεταλλεύσιµου χώρου της λιµνοθάλασσας ανέρχεται σε στρέµµατα περίπου, ενώ αν στην παραπάνω έκταση προστεθούν οι εκτάσεις που καταλαµβάνονται από βαλτούς που πληµµυρίζουν περιοδικά, τότε ο αλιευτικά εκµεταλλεύσιµος χώρος ανέρχεται σε περίπου στρέµµατα. Η εξαλίευση στη λιµνοθάλασσα στηρίζεται κυρίως στις µετακινήσεις και διαδροµές των ψαριών. Η είσοδος και η έξοδος των ψαριών σχετίζεται άµεσα µε την αναπαραγωγή τους, τις θερµοκρασιακές µεταβολές που λαµβάνουν χωρά στο υδάτινο σώµα καθώς και µε την υδροδυναµική κυκλοφορία των νερών του αποδέκτη. Η ανθρωπινή παρέµβαση αφορά αρχικά στον εγκλωβισµό των ψαριών ώστε να µην είναι δυνατή η επιστροφή τους στην θάλασσα και κατόπιν την αλίευση τους µε διαφόρους τρόπους ελεύθερης αλιείας. Η ποιοτική σύσταση του αλιεύµατος κατά σηµαντικότητα (ποσότητα στο αλίευµα) από τα διβάρια ( ) είναι τα χέλια (Anguilla anguilla), τα κεφαλοειδή (Mugil ή Liza sp.), οι µικρές τσιπούρες (Λίγδες) (Sparus aurata), τα λαυράκια (Dicentrarchus labrax), οι σπάροι (Diplodus annularis), οι σάλπες (Salpa salpa), τα µυτάκια (Puntazzo puntazzo), οι γοβιοί (Gobius sp.), οι σουπιές, οι γλώσσες (Solea solea), η κουτσοµούρα (Mullus barbatus), οι µουρµούρες (Pagellus mormyrus), κ.α. Η αλιεία των ειδών αυτών παρουσιάζει γεωγραφικές διακυµάνσεις που σχετίζονται µε την ύπαρξη γλυκών νερών στην ευρύτερη περιοχή. Έτσι, τα χέλια αποτελούσαν µέχρι το το σηµαντικότερο αλίευµα (>45%) στη ζώνη κοντά στο δέλτα του Αχελώου και το δέλτα του Ευήνου, ενώ η κεντρική λιµνοθάλασσα Μεσολογγίου και η λιµνοθάλασσα της Κλείσοβας ήταν πλουσιότερες σε πελαγικά ψάρια και ψάρια υφάλµυρων νερών (κέφαλοι, τσιπούρες, λουράκια, κλπ) αν και τα χέλια εξακολουθούν να έχουν και εδώ σηµαντικό ποσοστό (16%) (Ananiadis 1984, Kotsonias 1984). Οι βασικές αλλαγές στη διαχείριση της περιοχής που έχουν γίνει µετά το 1985 (Κλαουδάτος & Κονίδης, 1997), έχουν αλλοιώσει τη δοµή του αλιεύµατος στην ευρύτερη περιοχή, δίνοντας τα µεγαλύτερα ποσοστά στα κεφαλοειδή (>45)%, τις τσιπούρες (25%) και τα λαυράκια (8-15%), ενώ τα χέλια έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. 76

78 Η ελεύθερη αλιεία εξασκείται από τους µεµονωµένους αλιείς και από αυτούς που έχουν οργανωθεί στους τοπικούς Αλιευτικούς Συνεταιρισµούς που διαχειρίζονται τα περισσότερα φυσικά ιχθυοτροφεία των λιµνοθαλασσών (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999). Στην λεκάνη απορροής του ποταµού Εύηνου η αλιεία ως απασχόληση σπανίζει και µόνο µεµονωµένες περιπτώσεις αλιείας στον ποταµό αναφέρονται από τους ντόπιους κατοίκους. Στην κατάσταση αυτή συντείνει και η µειωµένη σηµασία (τροφική, εµπορική) των ιχθυοπληθυσµών που ζουν στον κάτω ρου του ποταµού και στις εκβολές του (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1992). ασοπονία-θήρα Στην περιοχή µελέτης, µε εξαίρεση ένα µικρό τµήµα του Αράκυνθου, δεν υπάρχουν δασοπονικά εκµεταλλεύσιµες εκτάσεις. Τα παραποτάµια υδρόφιλα δάση του Ευήνου έχουν σήµερα περιοριστεί σε κάποιες µικρές µόνο συστάδες. Αυτές οι συστάδες έχουν πλέον αποµείνει µόνον ως µέρος των φυτοφραχτών στις άκρες των χωραφιών. Αιτία της συρρίκνωσης των δασών στις παραποτάµιες περιοχές του Ευήνου, ήταν οι αλλεπάλληλες αποψιλώσεις για τη δηµιουργία νέων καλλιεργήσιµων εκτάσεων. Στην περιοχή της Βαράσοβας έχει θεσµοθετηθεί ως µόνιµο καταφύγιο θηραµάτων έκταση στρεµµάτων, το οποίο υπάγεται στη δικαιοδοσία του ασαρχείου Μεσολογγίου. Το καθεστώς και τα όρια του καταφυγίου αυτού καθορίζονται από το ΦΕΚ 716/Β/87 (Υ. Γεωργίας, 1997). ευτερογενής Τοµέας Απολήψεις αδρανών υλικών Οι µεγάλες ποσότητες αµµοχάλικων που αποθέτει ο Εύηνος ποταµός κατά µήκος της πεδινής του κοίτης πρέπει να θεωρηθεί ως ορυκτός πλούτος της περιοχής, λόγω της µεγάλης εµπορικής αξίας αυτών στον τοµέα των κατασκευών. Η διάρθρωση των φερτών υλικών έχει ως εξής (Περγαντής, 2004): Το πάνω στρώµα έχει θρυµµατισµένους ασβεστόλιθους ποικίλων διαστάσεων από λεπτόκοκκο άµµο µέχρι τρόχµαλους διαστάσεων διαµέτρου 30 cm. Κάτω από τις προσχώσεις βρίσκονται του 77

79 φλύσχη κι ακολουθούν ραδιολαρίτες και ασβεστόλιθοι που περιλαµβάνουν το Ανώτερο Τριαδικό. Αργιλώδες έδαφος στην περιοχή υπάρχει µόνον κατά τόπους. Το εκµεταλλεύσιµο πέτρωµα των εκτάσεων απόληψης έχει µέγιστο βάθος περίπου 5 m. Όµως, προφανώς, δεν είναι απολήψιµο µέχρι αυτό το βάθος διότι θα δηµιουργηθεί µείζον υδρολογικό αλλά και αισθητικό πρόβληµα. Όλα σχεδόν τα κλάσµατα του ποταµού υλικού είναι κατάλληλα, αλλά θα πρέπει να σηµειωθεί ότι υπάρχει σε αυξηµένο ποσοστό κερατόλιθος, κάτι που καθιστά τη χρησιµοποίηση τους σε ορισµένα έργα προβληµατική. Απόληψη αδρανών υλικών γίνεται µε εντατικούς ρυθµούς αλλά χωρίς σχεδιασµό επί πολλές δεκαετίες στην κοίτη του Εύηνου. Σήµερα ακόµα, παρόλο που δεν έχουν ανανεωθεί οι σχετικές άδειες, λειτουργούν πέντε εργοτάξια εντός της κοίτης, µε σηµαντικές επιπτώσεις στο οικοσύστηµα του ποταµού. Λοιπές δραστηριότητες Σε ότι αφορά το δευτερογενή τοµέα απασχόλησης, όπως είδη έχει αναφερθεί, η περιοχή µελέτης δεν έχει τίποτα αξιόλογο να παρουσιάσει. Μοναδικές εξαιρέσεις αποτελούν η κατασκευή της αλυκής της Κλείσοβας το 1967, επιφάνειας στρ.. Μέρος των προβλεποµένων έργων κατασκευής τελείωσαν το 1973, αλλά επειδή υπολειτουργούσε, δεδοµένου ότι ο χώρος δεν ήταν κατάλληλος για λειτουργία αλυκής, µετά από το 1974 αποδόθηκε και πάλι στην αλιεία. Έτσι, έχει παραµείνει µόνο η ηµοτική αλυκή της Τουρλίδας η οποία βρίσκεται ακόµη εν ενεργεία (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999). Στον τοµέα της βιοτεχνίας δύο ξηραντήρια, καλαµποκιού και µηδικής,λειτουργούν στο Ευηνοχώρι κι ένα µικρό χοιροτροφείο στην περιοχή του Γαλατά. Επίσης ένα εµφυαλωτήριο ποτών (ΚΑΝ ΝΤΡΙΝΚΣ ΕΛΛΑΣ) επί της εθνικής οδού και το πυρηνελαιουργείο Στούµπος-Βαρνακιώτης. 78

80 Τριτογενής Τοµέας Η τουριστική ανάπτυξη της περιοχής του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού όπως και γενικότερα ο Νοµός Αιτωλοακαρνανίας, είναι περιορισµένη, λόγω του γεωργικού της χαρακτήρα, της έλλειψης τουριστικών υποδοµών κι εγκαταστάσεων τόσο σε µέγεθος, όσο και σε ποιότητα. Καλύτερη ξενοδοχειακή υποδοµή στην περιοχή διαθέτει το Κρυονέρι. Τούτο πιθανότατα οφείλεται στο συνδυασµό της παράλιας µε τον ορεινό όγκο της Βαράσοβας που αποτελεί πόλο έλξης για τους αναρριχητές (φωτογραφία 2.9). Φωτογραφία 2.9 Αναρριχητικό πεδίο στη Ν πλαγιά της Βαράσοβας. ιακρίνονται δυο σηµαντικά είδη ενδηµικών φυτών: Teucrium halacsyanum, Centaurea alba. subsp. Heldreichii. Σε ό,τι αφορά το εµπόριο, η διακίνηση των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων διενεργείται από την Ένωση Συνεταιρισµών και η προµήθεια των γεωργικών εφοδίων πραγµατοποιείται κυρίως από τους κατά τόπους Γεωργικούς Πιστωτικούς Συνεταιρισµούς (Υπ. Γεωργίας, 1982b). 79

81 2.5.3 Ιστορικά-Πολιτιστικά στοιχεία Σχετική αναφορά στα ιστορικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά της περιοχής έχει είδη γίνει στα Εισαγωγικά της παρούσης εργασίας, µε το όρος της Βαράσοβας και την αρχαία Καλυδώνα να συγκεντρώνουν το µεγαλύτερο ενδιαφέρον. Η Βαράσοβα έχει χαρακτηριστεί σαν τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και παράλληλα προστατεύεται και ως αρχαιολογικός χώρος λόγω της παρουσίας πολλών βυζαντινών σκητών και ναΐσκων. Επίσης, τοπίο ιδιαίτερης αισθητικής αξίας αποτελεί και ο ποταµός Εύηνος Τεχνικές Υποδοµές ίκτυο Μεταφορών Χαρακτηριστική είναι στην ευρύτερη περιοχή του νοµού η µονοµερής ανάπτυξη του οδικού δικτύου, έναντι του ακτοπλοϊκού και σιδηροδροµικού. Παρόλα αυτά το επίπεδο του οδικού δικτύου δεν κρίνεται ικανοποιητικό. Το πρωτεύον οδικό δίκτυο της περιοχής αποτελείται από την εθνική οδό Αντιρρίου-Αγρινίου και το επαρχιακό οδικό δίκτυο. Οι κοινότητες της περιοχής συνδέονται µε ασφαλτοστρωµένο επαρχιακό οδικό δίκτυο µεταξύ τους και µε το Μεσολόγγι. Στην περιοχή εκατέρωθεν του ποταµού ένα υποτυπώδες αγροτικό οδικό δίκτυο που εξυπηρετεί πληµµελώς την πρόσβαση στους αγρούς. Τα πλησιέστερα λιµάνια στην περιοχή µελέτης είναι το λιµάνι του Μεσολογγίου και του Αντιρρίου. Το λιµάνι του Μεσολογγίου έχει µικρή εµπορευµατική κίνηση ενώ του Αντιρρίου υπολειτουργεί µετά την κατασκευή της γέφυρας ζεύξης Ρίου- Αντιρρίου. Στο Αγρίνιο υπάρχει στρατιωτικό αεροδρόµιο, το οποίο έχει σταµατήσει να λειτουργεί για και ως πολιτικό από το 1977 ως οικονοµικά ασύµφορη γραµµή (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999). 80

82 Στο υπάρχον σιδηροδροµικό δίκτυο που είχε εγκαταλειφθεί γίνονται εργασίες προκειµένου να επαναλειτουργήσει, µε µελλοντική προοπτική µιας σύγχρονης γραµµής που θα αποτελεί τη γραµµή του Ιονίου Πελάγους (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, Προτάσεις Χωροταξικής Οργάνωσης-Νοµός Αιτωλοακαρνανίας, 1984). ίκτυο Ύδρευσης Το δίκτυο ύδρευσης στην περιοχή µελέτης είναι γενικά σε καλή κατάσταση. Η ύδρευση των κοινοτήτων της περιοχής του έργου γίνεται από υδρογεωτρήσεις. Το Ευηνοχώρι υδρεύεται από δύο γεωτρήσεις που βρίσκονται σε απόσταση 100 και 200 m αντίστοιχα από το κέντρο του οικισµού, ενώ η κοινότητα Γαλατά από δύο υδρογεωτρήσεις που βρίσκονται στην είσοδο του χωριού και λειτουργούν εναλλάξ (Υπ. Γεωργίας, 1997). ίκτυο αποχέτευσης Το δίκτυο αποχέτευσης στην περιοχή µελέτης όπως και στις περισσότερες κοινότητες του νοµού είναι ανύπαρκτο. Τα κτίρια διοχετεύουν τα λύµατα τους σε βόθρους απορροφητικούς και στεγανούς. Μόνο η πόλη του Μεσολογγίου διαθέτει εγκατάσταση βιολογικού καθαρισµού λυµάτων η οποία όταν υπολειτουργεί ρυπαίνει το δίαυλο Κλείσοβας (Υφυπουργείο Νέας Γενιάς και Αθλητισµού, 1983). Προβληµατική όµως είναι και η διάθεση των στερεών αποβλήτων της περιοχής. Στην κοινότητα Γαλατά τα απορρίµµατα συλλέγονται τρεις φορές την εβδοµάδα και µεταφέρονται σε περιοχή εντός της κοίτης του ποταµού όπου καίγονται πληµµελώς, σύµφωνα µε µαρτυρίες των κατοίκων. Η περιοχή απόθεσης τους δε µετατοπίζεται ακόµα κι όταν παρουσιάζει υψηλές παροχές το ποτάµι, µε αποτέλεσµα µέρος τους να καταλήγει απευθείας στη θάλασσα. Ανάλογο καθεστώς επικρατεί και στο Ευηνοχώρι. ίκτυο άρδευσης Στην περιοχή Ευηνοχωρίου αρδεύονται περί τα στρ., από το σύνολο των στρ. (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1999), µέσω των υφιστάµενων χωµάτινων τάφρων αποστράγγισης. Η άρδευση γίνεται κυρίως µε νερά της λίµνης Λυσιµαχείας, µέσω της 81

83 προσαγωγού διώρυγας 28 (φωτογραφία 2.10) από τα αντλιοστάσια Α 5 και Α 6, και κατά ένα µικρότερο µέρος µε νερά από τον Εύηνο (2.720 στρ.) (Υπ. Γεωργίας, 1997) και ιδιωτικές γεωτρήσεις. Η διώρυγα συνδέεται µε την τάφρο Τ 3 που στραγγίζει στο νότιο άκρο του Εύηνου. Στην περιοχή Ευηνοχωρίου έχει κατασκευαστεί πλήρες αποστραγγιστικό-αποχετευτικό δίκτυο (συνολικής έκτασης στρ.) από χωµάτινες τάφρους ανά 220m περίπου, ελάχιστου βάθους 1.80m. To δίκτυο αυτό αποχετεύεται µέσω αντλιοστασίου προς το δίαυλο της Κλείσοβας ( στρ.) και προς τον ποταµό Εύηνο, (8.500 στρ.), σε απόσταση km κατάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου. Η µέγιστη παροχή στράγγισης είναι 8700 m 3 /h και η µέγιστη παροχή αποχέτευσης m 3 /h. Φωτογραφία 2.10 Τµήµα της διώρυγας άρδευσης-αποστράγγισης 28. Η υδροληψία για την κάλυψη των αρδεύσεων στην περιοχή Γαλατά-Περιθωρίου γίνεται κυρίως από τον ποταµό Εύηνο, ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου στο ύψος της κοινότητας Περιθωρίου. Το νερό πριν την κατασκευή του αρδευτικού έργου Γαλατά, µεταφερόταν στην περιοχή µε διώρυγα µεταφοράς παράλληλα προς το αριστερό ανάχωµα του Ευήνου. Σύµφωνα µε εκτιµήσεις της Υπηρεσίας Εγγείων 82

84 Βελτιώσεων της Νοµαρχίας, οι απαιτήσεις σε νερό των καλλιεργειών είναι της τάξης των m 3 / στρ. Η συνολική ποσότητα αρδευτικού νερού εποµένως είναι της τάξης των 12 εκ. m 3 (Υπ. Γεωργίας, 1997). Το αρδευτικό έργο του Γαλατά λειτουργεί από το 2000, αν και µε πρόβληµα στην εισροή του νερού από τον Εύηνο (ΤΟΕΒ, Γαλατά.). Η υδροληψία πραγµατοποιείται στη θέση Καζάρµα, ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου, όπου έχει κατασκευαστεί πρόχειρο χωµάτινο ανάχωµα (φωτογραφία 2.11). Φωτογραφία 2.11 Χωµάτινο ανάχωµα (κόκκινο βέλος) του αρδευτικού Γαλατά και διώρυγα µεταφοράς (µαύρο βέλος) στη θέση Καζάρµα. Το έργο αποτελείται από υπόγειο σωληνωτό δίκτυο υπό πίεση, συνολικού µήκους 82 km περίπου και η άρδευση των καλλιεργειών γίνεται µε καταιονισµό. Η περιοχή των έργων εξυπηρετείται από τρία αντλιοστάσια άρδευσης και τρεις δεξαµενές αποθήκευσης νερού. Το δικτύου αποχέτευσης-αποστράγγισης αποτελείται από ανεπένδυτες χωµάτινες τάφρους µε αποδέκτη τη θαλάσσια περιοχή του Πατραϊκού κόλπου και τον ποταµό 83

85 Εύηνο. Συγκεκριµένα η βόρεια περιοχή του Περιθωρίου (1.615 στρ.) αποστραγγίζεται στον Εύηνο, µέσω της τάφρου 8Τ, ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου και η υπόλοιπη περιοχή του Γαλατά ( περίπου στρ..) στη θάλασσα µέσω έξι τάφρων, που διασχίζουν την πεδινή έκταση από βορρά προς νότο και καταλήγουν στην παραλία, νότια των έργων, από το ύψος του Κρυονέριου µέχρι την εκβολή του ποταµού. Το συνολικό µήκος των αποστραγγιστικών τάφρων ανέρχεται σε 120 km περίπου. Στα πλαίσια του έργου κατασκευάστηκε δίκτυο αγροτικών δρόµων Α' κατηγορίας, πλάτους 6 m και Β' κατηγορίας, πλάτους 5 m, συνολικού µήκους 130 km περίπου. Με την ολοκλήρωση των έργων εφαρµόστηκε στην περιοχή αναδασµός και µικρής κλίµακας απαλλοτριώσεις (Υπ. Γεωργίας, 1997). Αντιπληµµυρικά έργα Για την προστασία της περιοχής από τις πληµµυρικές παροχές του ποταµού Ευήνου και την είσοδο της θάλασσας έχουν γίνει προστατευτικά έργα διευθέτησης του ποταµού που περιλαµβάνουν και προστατευτικά αναχώµατα στις δύο πλευρές του ποταµού από την γέφυρα της εθνικής οδού Αντιρρίου-Αγρινίου µέχρι τη θάλασσα. Το δεξί κατάντι ανάχωµα, προεκτείνεται µέχρι το αριστερό ανάχωµα του δίαυλου Κλείσοβας έτσι ώστε η περιοχή Ευηνοχωρίου να είναι κλειστή και να προστατεύεται από εξωτερικές πληµµύρες. Αντίθετα, το αριστερό ανάχωµα του Ευήνου δε συνεχίζεται προς τις παράκτιες περιοχές Γαλατά. Στην περιοχή Γαλατά υπάρχει υποτυπώδες σύστηµα χωµάτινων αποστραγγιστικών τάφρων που εκβάλουν στη θάλασσα. Στο νότιο τµήµα της περιοχής αυτής, τα υψόµετρα είναι χαµηλά και µεγάλο µέρος του χρόνου οι εκτάσεις κατακλύζονται (Υπ. Γεωργίας, 1982b). 84

86 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΕΠΙ ΡΑΣΕΙΣ Η συνεχής παρουσία του ανθρώπου τα τελευταία 4500 χρόνια ( σύµφωνα µε αρχαιολογικά ευρήµατα στην περιοχή, συνοδεύεται από πλήθος επεµβάσεων στο φυσικό περιβάλλον, στις οποίες προέβη προκειµένου να καλυτερέψει τις συνθήκες διαβίωσης και την παραγωγή του. Θα πρέπει εδώ να διευκρινιστεί, ότι από µόνη της η παρουσία του ανθρώπου δε συνιστά επίδραση ή επιβάρυνση του φυσικού συστήµατος, µέρος του οποίου είναι άλλωστε κι ίδιος, αλλά ο τρόπος που επιλέγει κάθε φορά να καλύψει τις ζωτικές του ανάγκες. Είδη από τα παραπάνω, καθίσταται σαφής η δυσκολία αναγνώρισης του συνόλου των ανθρώπινων επιδράσεων στην περιοχή του κάτω ρου του Εύηνου ποταµού, δεδοµένης της έντονης και χρόνιας παρουσίας του ανθρώπου και της έλλειψης στοιχείων για την φυσιολογία του υδάτινου οικοσυστήµατος. Γίνεται όµως µια προσπάθεια καταγραφής κι εκτίµησης των εντονότερων επιδράσεων, από τη µεταπολεµική περίοδο του προηγούµενου αιώνα έως σήµερα, όπου έχουν σηµειωθεί πολλές και µεγάλης κλίµακας επεµβάσεις. Οι επεµβάσεις του ανθρώπου, στην παρούσα εργασία, διακρίνονται για πρακτικούς λόγους σε οικιστικού και παραγωγικού χαρακτήρα, βάσει των λόγων για τους οποίους συντελούνται, δόµηση, ύδρευση, αποχέτευση, λοιπές τεχνικές υποδοµές και άρδευση, αποξήρανση, εξόρυξη κ.λπ., αντίστοιχα. Στην ευρύτερη περιοχή µελέτης την τελευταία δεκαετία πραγµατοποιήθηκαν έργα πανελλαδικής εµβέλειας όπως η γέφυρα ζεύξης Ρίου-Αντιρρίου και το φράγµα του Εύηνου για την ενίσχυση της ύδρευσης της Αττικής, µε έντονες επιδράσεις στον κάτω ρου του ποταµού. Επίσης κατασκευάστηκαν και άλλα µικρότερης κλίµακας έργα, 85

87 όπως το αρδευτικό Γαλατά στην υπό εξέταση περιοχή, που είναι ενδεικτικά για τον τρόπο επίδρασης του ανθρώπου στο αβιοτικό περιβάλλον και τη βλάστηση αυτής. Η περιγραφή των χαρακτηριστικών των κυριότερων επεµβάσεων που επιδρούν στη φυσική δοµή και λειτουργικότητα της περιοχής µελέτης γίνεται παρακάτω. 3.1 Ανθρώπινες Επεµβάσεις Επεµβάσεις Οικιστικές Οδικό δίκτυο Μία από τις πρώτες ανθρώπινες επεµβάσεις στην περιοχή, είναι ο σχηµατισµός της λιµνοθάλασσας της Κλείσοβας το 1875, όταν και άρχισε η κατασκευή του δρόµου σύνδεσης Μεσολογγίου-Τουρλίδας που χώρισε την ενιαία ως τότε λιµνοθάλασσα του Μεσολογγίου σε δύο τµήµατα. Το ανατολικό τµήµα αποτελεί έκτοτε τη λιµνοθάλασσας της Κλείσοβας (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1999). Καταπατήσεις Τέτοιου είδους επεµβάσεις έχουν αναφερθεί και στην περιοχή µελέτης. Η καταπάτηση δηµοσίων κατά το πλείστον εκτάσεων, γίνεται συνήθως µε σκοπό την ανέγερση β κατοικίας, σε περιοχές όπως η Βαµβακούλα Ευηνοχωρίου, η Τουρλίδα, η νότια ακτή και η Μπούκα Κλείσοβας, ες βάρος υγροτοπικών ενδιαιτηµάτων (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1999). Γεωτρήσεις ύδρευσης Μέσω γεωτρήσεων σε περιοχές πλησίον της κοίτης του Εύηνου, πραγµατοποιείται η ύδρευση τόσο των οικισµών της περιοχής όσο και του Μεσολογγίου. Το Ευηνοχώρι υδρεύεται από δύο γεωτρήσεις σε απόσταση 100 και 200 m από το κέντρο του οικισµού (Υπ. Γεωργίας, 1997). Η κοινότητα Γαλατά από δύο γεωτρήσεις στην 86

88 είσοδο του χωριού που λειτουργούν εναλλάξ και το Μεσολόγγι από τρεις γεωτρήσεις στο δεξί µέρος ανάντι της γέφυρας της εθνικής οδού. Εφόσον οι παραπάνω γεωτρήσεις λειτουργούν ορθά, επιβαρύνουν τον υπόγειο υδροφόρο. Στην περίπτωση που από αστοχία αντλούν κι επιφανειακά νερά του ποταµού, ενδέχεται να απειλούν την δηµόσια υγεία. ίκτυο Αποχέτευσης-Απορρίµµατα Σε αυτή τη µορφή επέµβασης, η κύρια πίεση που ασκείται στην περιοχή, σ ότι αφορά τη διάθεση και διαχείριση των οικιακών αποβλήτων, προέρχεται από οικιστική ενότητα εκτός των ορίων της και συγκεκριµένα την πόλη του Μεσολογγίου. Το Μεσολόγγι διαθέτει δίκτυο υπονόµων που συγκεντρώνει και οδηγεί τις αστικές και βιοµηχανικές απορροές σ εγκατάσταση βιολογικού καθαρισµού που εκβάλει στο δίαυλο της Κλείσοβας. Η εγκατάσταση αυτή παλιότερα υπολειτουργούσε, ενώ συχνά σταµατούσε να λειτουργεί. Τα τελευταία χρόνια λειτουργεί µε µειωµένη απόδοση λόγω λειτουργικών προβληµάτων κι εξακολουθεί να ρυπαίνει τη λιµνοθάλασσα. Μέρος του αλµυρόβαλτου της Κλείσοβας χρησιµοποιεί επίσης ο. Μεσολογγίου ως σκουπιδότοπο (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1999). Στο δίκτυο αποχέτευσης και τη διάθεση των απορριµµάτων της περιοχής έχει γίνει σχετική αναφορά στα πλαίσια περιγραφής του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος (απορροφητικοί βόθροι και καύση αντίστοιχα). Μένει να προστεθεί, ότι σε διάσπαρτες περιοχές της κοίτη του ποταµού και σε πλαγίες πλησίον αυτού απορρίπτονται συστηµατικά σκουπίδια, µπάζα και λοιπά αντικείµενα, όπως διαπιστώθηκε από περιοδικές επιτόπου επισκέψεις (φωτογραφία 3.1). 87

89 Φωτογραφία 3.1 Χαρακτηριστική εικόνα απόρριψης σκουπιδιών σε πλαγιά πλησίον του ποταµού. Φράγµα Αγ. ηµητρίου Η κατασκευή του φράγµατος του Αγ. ηµητρίου ξεκίνησε το 1992 µε σκοπό να ολοκληρωθεί το Ουσιαστικά άρχισε να λειτουργεί τον Ιούνιο του Το φράγµα είναι χωµάτινο, µε ύψος 100 m. Ο ταµιευτήρας του έχει ολική χωρητικότητα περίπου 130 εκ.m 3 (οφέλιµη χωρητικότητα της τάξης των 100 εκ.m 3 ) και µέγιστη επιφάνεια περί τα 3.3 km 2. Στο αριστερό αντέρεισµα υπάρχει υπερχειλιστής ασφαλείας, µε κεκλιµµένη σήραγγα αποχέτευσης και σήραγγα εκτροπής-εκκένωσης του ταµιευτήρα, στο αριστερό αντέρεισµα επίσης. Ο ταµιευτήρας συγκεντρώνει τους επιφανειακούς υδατικούς πόρους της λεκάνης απορροής ανάντη του Αγ. ηµητρίου και διοχετεύει το νερό στον ταµιευτήρα του Μόρνου µέσω της σήραγγας Εύηνου- Μόρνου, συνολικού µήκους 30 km, και εσωτερική διάµετρο 3.5 m, µε σκοπό την ενίσχυση του υφιστάµενου συστήµατος ύδρευσης της Αττικής (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992) 88

90 Παρόλο που το έργο αυτό βρίσκεται εκτός της περιοχής µελέτης, ασκεί την κυριότερη ίσως επίδραση σ αυτή. Οι κύριες επεµβάσεις στο φυσικό περιβάλλον από τη λειτουργία του, πέραν της ύπαρξης του ίδιου του ταµιευτήρα, σύµφωνα και µε την σχετική προµελέτη είναι: 1) Η δέσµευση της ροής του ποταµού Εύηνου που αντιστοιχεί στη λεκάνη απορροής ανάντη του Αγ. ηµητρίου (περίπου το 30 % της συνολικής λεκάνης απορροής του Εύηνου), µε αποτέλεσµα: (α) την αισθητά µειωµένη ροή κατάντη του φράγµατος, (β) τη µείωση της µέσης ετήσιας ροής στον κάτω ρου, κατά ποσοστό που αναµένεται να είναι της τάξης του 25 % χωρίς τις υπερχειλίσεις και µικρότερο µε τις υπερχειλίσεις και γ) το µειωµένο εµπλουτισµό του υπόγειου υδροφόρου. 2) Η δέσµευση στον ταµιευτήρα της στερεοπαροχης του Εύηνου ανάντι του φράγµατος Αγ. ηµητρίου Επεµβάσεις Παραγωγής Πρωτογενής Τοµέας Γεωργία Σύµφωνα µε την ανάλυση των παραγωγικών δραστηριοτήτων της περιοχής που προηγήθηκε, προκύπτει ότι ο πλέον ανεπτυγµένος τοµέας είναι αυτός της γεωργίας, στον οποίο λόγω διάρκειας, έκτασης και έντασης, οφείλονται κι οι περισσότερες επεµβάσεις στο φυσικό περιβάλλον. Πιο συγκεκριµένα, στα πλαίσια επέκτασης, προστασίας και αύξησης της γεωργικής παραγωγής, έχουν γίνει οι ακόλουθες επεµβάσεις: α) Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις βιότοπων. Ένα µεγάλο ποσοστό εκ των καλλιεργούµενων εκτάσεων προέρχεται από αποστραγγίσεις ελωδών περιοχών στο δέλτα του Εύηνου ποταµού και την περιοχή 89

91 της λιµνοθάλασσας. Στην περιοχή µελέτης το µεγαλύτερο τµήµα του δέλτα του Εύηνου και της Κλείσοβας αποστραγγίστηκαν από το 1965 (Piper&Panagos, 1981). Οι αποξηράνσεις στην ευρύτερη περιοχή ξεκίνησαν κατά την προπολεµική περίοδο και ολοκληρώθηκαν µέχρι το 1973 (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1999). Πάρα ταύτα, οι περιοχές αυτές παραµένουν στην πλειοψηφία τους ακαλλιέργητες, εξαιτίας της υψηλής αλατότητας κι αλκαλικότητας των εδαφών τους. β) Αντιπληµµυρική προστασία ( ιευθέτηση της κοίτης του ποταµού) Τα έργα αντιπληµµυρικής προστασίας αφορούν επί το πλείστων στις καλλιεργούµενες εκτάσεις του κάτω τµήµατος του ποταµού, ιδιαιτέρως αυτές στην περιοχή Γαλατά-Ευηνοχωρίου, όπου κι έχουν διαµορφωθεί πλευρικά αναχώµατα, όπως είδη έχει αναφερθεί. Η διευθέτηση βέβαια της κοίτης του Εύηνου, ξεκινά από το ύψος του Τρίκορφου, όπου βρίσκονται και οι πρώτες πεδινές (δεξιά κατάντι) καλλιεργούµενες εκτάσεις. Η τεχνητή διαµόρφωση της κοίτης του Εύηνου έγινε το 1959, κατευθύνοντας τις εκβολές του δυτικά και αποκόπτοντας τα επιπλέον (ανατολικά) κανάλια αποστράγγισης του (Piper&Panagos, 1981) κι αποτελεί τη σηµαντικότερη παρέµβαση στη µορφολογία της περιοχής µελέτης. γ) Γεωτρήσεις άρδευσης Στην πεδιάδα του Ευηνοχωρίου σύµφωνα µε πληροφορίες του ΤΟΕΒ Ευνοχωρίου, υπάρχουν περίπου 15 ιδιωτικές, αρδευτικές γεωτρήσεις οι οποίες πλέων δε χρησιµοποιούνται, καθώς οι καλλιέργειες ποτίζονται µε νερά της λίµνης Λυσιµάχιας µέσω της διώρυγας 28. Κατά µήκος του Ευήνου ποταµού έχουν ανορυχθεί επτά γεωτρήσεις από τον ΤΟΕΒ Γαλατά που χρησιµοποιούνται συµπληρωµατικά για την άρδευση της περιοχής. Το βάθος τους είναι m αλλά η άντληση γίνεται από τα 7-9 m. Οι παροχές τους κυµαίνονται από m 3 /h (Υπ. Γεωργίας, 1997). Επίσης, περιοδικά επαναλειτουργούν επιπλέον διάσπαρτες ιδιωτικές γεωτρήσεις µε βάθος άντλησης 7-8 m και παροχές από m 3 /h, καθώς είναι προβληµατική η εισροή του νερού του ποταµού στο αρδευτικό έργο του Γαλατά, σύµφωνα µε πληροφορίες του ΤΟΕΒ Γαλατά 90

92 δ) Αρδευτικά δίκτυα Τα αρδευτικά δίκτυα Ευηνοχωρίου και Γαλατά, σε συνδυασµό µε τα δίκτυα αποχέτευσης-αποστράγγισης που περιλαµβάνουν και τους αγροτικούς δρόµους που διανοίχτηκαν, επεµβαίνουν καθοριστικά στην µορφολογία, την υδρολογική ισορροπία και τη βλάστηση-πανίδα της περιοχής, αλλοιώνοντας σε µεγάλο βαθµό το φυσικό τους χαρακτήρα. Παράλληλα αποτελούν σηµειακές πηγές ρύπανσης των περιοχών που εκβάλουν, λόγω της χρήσης λιπασµάτων και φυτοφαρµάκων στις περιοχές που αποστραγγίζουν. Συνολικά τα νερά της περιοχής επιβαρύνονται από την αποστράγγιση των παρακάτω καλλιεργούµενων εκτάσεων (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε/Λ.6, 1996). 1) 8500 στρεµµάτων της περιοχής Ευηνοχωρίου, τα οποία διατίθενται στον Εύηνο µέσω αποστραγγιστικής τάφρου 3 km ανάντη των εκβολών του ποταµού. 2) 1800 στρεµµάτων της περιοχής Τρικόρφου ανάντη της περιοχής µελέτης, 3) στρεµµάτων της περιοχής του Περιθωρίου αποστραγγίζονται στον Εύηνο, µέσω της τάφρου 8Τ, ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου. 4) 5500 περίπου στρεµµάτων (από τα οποία αρδεύονται περί τα 1000 στρέµµατα) της περιοχής Αβαρίκου-Ανάληψης ανάντη της περιοχής µελέτης στο µέσον περίπου του ρου του ποταµού Ευήνου, και 5) 1500 στρεµµάτων (από τα οποία αρδεύονται περί τα 150) της περιοχής Κάτω Χρυσοβίτσας στο µέσω ρου του Ευήνου. Η περιοχή του Γαλατά (11500 στρ) καθώς και η υπόλοιπη έκταση του Ευηνοχωρίου (12500 στρ.) αποστραγγίζονται στη θάλασσα επιβαρύνοντας αντίστοιχα την ποιότητα των θαλασσίων υδάτων. 91

93 ε) Λιπάσµατα-φυτοφάρµακα Όπως έχει είδη αναφερθεί, η µεγαλύτερη έκταση καλλιεργειών, καλύπτεται από βαµβάκι, µηδική και καλαµπόκι ενώ ένα µικρότερο ποσοστό περιλαµβάνει σιτηρά, µποστανικά, λαχανικά, εσπεριδοειδή και ελιές βρώσιµες (Πίνακας 3.1). Έτσι, οι καλλιέργειες που καταναλώνουν το µέγιστο των χρησιµοποιουµένων λιπασµάτων και φυτοφαρµάκων στην περιοχή είναι το βαµβάκι, η µηδική και το καλαµπόκι. Τα λιπάσµατα που χρησιµοποιούνται στην περιοχή είναι κυρίως αζωτούχα (αµµωνιακά ή νιτρικά) και κατά περιπτώσεις σύνθετα µε Ν-Ρ-Κ. Με βάση όµως στοιχεία που συλλέχθηκαν επί τόπου στην περιοχή Γαλατά-Περιθωρίου (Υπ. Γεωργίας, 1997), οι λιπάνσεις που εφαρµόζονται είναι στην πραγµατικότητα αρκετά µεγαλύτερες όπως παρουσιάζεται στους πίνακες 3.2 ανά στρέµµα, 3.3 συνολικά και ανά στοιχείο (άζωτο, φώσφορος, κάλιο). Πράγµατι, όπως φαίνεται και στον Πίνακα 3.4 όπου γίνεται η σύγκριση των προτεινόµενων µε τις εφαρµοζόµενες λιπάνσεις παρατηρείται υπερβολική κατανάλωση κυρίως καλίου (10450%) και φωσφόρου (122%) και λιγότερο αζώτου (22%). Η συνολική ποσότητα λιπασµάτων που χρησιµοποιούνται είναι της τάξης των 1855 τόννων ανά έτος (Υπ. Γεωργίας, 1997). Πίνακας 3.1 Ποσότητες λιπαντικών µονάδων που απαιτούνται σήµερα µε βάση τα πρακτικά λίπανσης νοµού Αιτωλοακαρνανίας. Είδος καλλιέργειας Εκτάσεις Λιπάνσεις Συνολικές λιπάνσεις (στρ.) (Kg/στρ.) (τόννοι) Ν Ρ Κ Ν Ρ Κ Καλαµπόκι Μηδική Βαµβάκι Εσπεριδοειδή (30 δέντρα/στρ.) (1x30) 0 45(1.5x30) Ελιές (16 δέντρα/στρ.) (1x16) 0 8(0.5x16) Σύνολο

94 Πίνακας 3.2 Συνολικές ποσότητες λιπασµάτων σε τόννους/έτος/καλλιέργεια µε βάση τις λιπάνσεις που εφαρµόζονται στην περιοχή. Είδη καλλιεργειών Έκταση (στρ.) Σύνθετο Νιτρική Αµµωνία Υπερφοσφωρικό Θειική αµµωνία Καλαµπόκι Βαµβάκι Μηδική Εσπεριδοειδή Ελιές Σύνολο Πίνακας 3.3 Συνολικές ποσότητες περιεχόµενου αζώτου, φωσφόρου και καλίου (σε τόννους/έτος) ανά είδος λιπάσµατος µε βάση τις εφαρµοζόµενες λιπάνσεις Λιπάσµατα Σύνθεση λιπασµάτων Ποσότητες λιπασµάτων, Ν kg/100kg P kg/100kg Κ Kg/100kg Συνολική ποσότητα λιπάσµατος Ν Ρ Κ λιπάσµατος λιπάσµατος λιπάσµατος (τόννοι) (τόννοι) (τόννοι) (τόννοι) Σύνθετο Νιτρική αµµωνία Υπερφοσφωρικό Θειική αµµωνία Σύνολο Πίνακας3.4 Σύγκριση προτεινόµενων και εφαρµοζόµενων λιπάνσεων στην περιοχή. Λιπάνσεις Συνολικές λιπάνσεις (τόννους/έτος) Ν Ρ Κ Προτεινόµενες Εφαρµοζόµενες ιαφορά σε % Τα φυτοφάρµακα διακρίνονται σε ζιζανιοκτόνα, ακαρεοκτόνα, εντοµοκτόνα και µυκητοκτόνα. Στην περιοχή γίνεται χρήση περισσότερο των ζιζανιοκτόνων. Η παρουσία ζιζανίων στα πρώτα σταδία ανάπτυξης των φυτών, µειώνει την παραγωγή 93

95 κατά 10%-20%. Η χρήση των ζιζανιοκτόνων γίνεται είτε πριν από το φύτρωµα (προφυτρωτικά) είτε µετά (µεταφυτρωτικά), κυρίως το φθινόπωρο και την άνοιξη. Τα χρησιµοποιούµενα κατά καλλιέργεια φυτοφάρµακα είναι: Αραβόσιτος: Εφαρµόζεται ενσωµατωµένο και µεταφυτρωτικα το LASSO (33% alachlor και 14% Atrazine) ως ζιζανιοκτόνο τους µήνες Απρίλιο και Μάιο σε ποσότητες cc/στρ. Μηδική: Χρησιµοποιείται PARATHIOMETHYL ως εντοµοκτόνο σε ποσότητα 100 cc/στρ. και ΜΑΝΕΒ ως µυκητοκτόνο στην ίδια ποσότητα. Και τα δυο εφαρµόζονται µε ψεκασµό τους καλοκαιρινούς µήνες. Βαµβάκι: Χρησιµοποιούνται ως ζιζανιοκτόνα στις αρχές Μαΐου τα TREFLAN, SΟNALAN και PROMETRINE. Τα δυο πρώτα εφαρµόζονται µε ενσωµάτωση σε ποσότητες 250 cc/στρ. και 450 cc/στρ. αντίστοιχα, ενώ το PROMETRINE Εφαρµόζεται µε ψεκασµό η επιφανειακά σε ποσότητα 300 cc/στρ. Ως εντοµοκτόνο χρησιµοποιείται το THIODAN µε ψεκασµό το µήνα Ιούλιο, σε ποσότητα 150 cc/στρ. Κτηνοτροφία Η συγκεκριµένη µορφή απασχόλησης δεν ασκείται ιδιαίτερα εντατικά στην περιοχή του κάτω ρου του Εύηνου κι έτσι δεν επιβαρύνει το οικοσύστηµα στο βαθµό που το επιβαρύνει η γεωργία. Οι δύο κύριες πιέσεις που ασκεί στο αβιοτικό περιβάλλον και τη βλάστηση της περιοχής οφείλονται στα κτηνοτροφικά απόβλητα και τη βόσκηση αντίστοιχα. Κτηνοτροφικά απόβλητα θεωρούνται τα κόπρανα και τα ούρα των ζώων, τα οποία χωρίς καµία επεξεργασία απολήγουν στους υδάτινους αποδέκτες ρυπαίνοντάς τους. Τα απόβλητα αυτά περιέχουν πάνω από 70% οργανικές ουσίες µε συνέπεια την ανάπτυξη µικροοργανισµών καθώς και διαφόρων δύσοσµων ουσιών. Η ποσότητα της κόπρου που παράγεται από τα διάφορα ζώα είναι για τα αιγοπρόβατα gr/ηµέρα και για τις αγελάδες gr/ηµέρα (ποσά τα οποία εξαρτώνται και από την καταναλισκόµενη τροφή καθώς και την πεπτικότητα αυτής). Η ποσότητα των 94

96 ούρων που παράγεται από αιγοπρόβατα και αγελάδες είναι 1-2 lt/ηµέρα και lt/ηµέρα αντίστοιχα (Γεωργιάδης et al., 1994). Στη ρύπανση λόγω των κτηνοτροφικών αποβλήτων συµβάλλουν και οι κακές συνθήκες ενσταυλισµού των ζώων. Ένα µέρος των παραπάνω ρύπων, εξαερώνεται, ένα άλλο καθιζάνει, ενώ το υπόλοιπο µεταφέρεται µε τις βροχές στο ποτάµι και τη θάλασσα ευτερογενής τοµέας Απόληψη Αδρανών υλικών Κυρίαρχη µορφή επέµβασης στην αλλουβιακή πεδιάδα του Εύηνου ποταµού, αποτελούν οι αµµο-χαλικοληψίες που πραγµατοποιούνται από το ύψος του Περιθωρίου, µέχρι και τρία χιλιόµετρα κατάντι της γέφυρας της Εθνικής οδού, εδώ και πολλές δεκαετίες. Τα αδρανή αυτά υλικά είναι πολύτιµα σε πολλές δραστηριότητες οικοδόµησης και σε έργα που εκτελούνται κατά καιρούς στην ευρύτερη περιοχή του νοµού µε χαρακτηριστικότερο αυτό της γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου. Επίσης, τέτοια υλικά και ιδιαίτερα η άµµος φαίνεται ότι αρχίζουν εκ του φυσικού να σπανίζουν(παναγιώτου, 2000) και έτσι αποτελούν µοχλό ανάπτυξης για την τοπική οικονοµία και σηµαντική πηγή εισοδήµατος για τους ήµους στη δικαιοδοσία των οποίων υπάγονται οι ποτάµιες ζώνες (Μεσολογγίου-Χάλκειας). υστυχώς κατά το παρελθόν η απόληψη των αδρανών υλικών της κοίτης του Εύηνου διεξάγονταν χωρίς κανέναν έλεγχο και περιορισµό υπό την πρόφαση της διευθέτησης της κοίτης, προς ενίσχυση των αντιπληµµυρικών έργων. Τούτο είχε σαν αποτέλεσµα την πλήρη αλλοίωση της µορφής του τοπίου και την αισθητική υποβάθµιση της περιοχής. Τα τελευταία χρόνια έχουν τεθεί σε ισχύ θεσµικές προϋποθέσεις και περιβαλλοντικοί όροι για την απόληψη αυτών των υλικών. Για την αδειοδότηση των αµµοληψιών πρέπει να εκπονηθούν οι σχετικές µελέτες (σύµφωνα µε το υπ. αρ. πρ /

97 1999 της ιεύθυνσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασµού και Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε) περιβαλλοντικών επιπτώσεων και µε τις προδιαγραφές του πίνακα 3 του άρθρου 16 της ΚΥΑ 69269/5387/90. Με απόφαση των αρµοδίων έχουν αρθεί οι άδειες απόληψης αδρανών των µονάδων που δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόµος (σύµφωνα µε την σχετική νοµοθεσία αρµόδιος για έκδοση παραχώρησης χώρων αµµοληψίας σε Ο.Τ.Α. Α' Βαθµού είναι ο Νοµάρχης). Για την αδειοδότηση των απολήψεων παρεµβαίνει η Κτηµατική Υπηρεσία (Λιακατά 17, Μεσολόγγι) η οποία βάσει της κείµενης νοµοθεσίας εγκρίνει τις θέσης απόληψης. Σήµερα µέσα στην κοίτη του ποταµού, λειτουργούν µόνιµες εγκαταστάσεις πέντε αποληπτών αδρανών υλικών, µε χώρους συγκέντρωσης-αποθήκευσης των υλικών, σπαστήρες και δεξαµενές πλύσης (παρόλο που απαγορεύεται η λειτουργία τους εντός της κοίτης), καθώς και σιλό για παραγωγή οικοδοµικού σκυροδέµατος (µπετόν) (φωτογραφία 3.2). Φωτογραφία 3.2 Μονάδα απόληψης, επεξεργασίας και αποθήκευσης αδρανών υλικών στην αριστερή κοίτη του ποταµού κατάντη της γέφυρας Εθνικής οδού. 96

98 Επίσης τους τελευταίους µήνες εγκαταστάθηκε και λειτουργεί στην περιοχή του Αγοραστού, δίπλα στην δεξιά κοίτη του ποταµού ανάντη, µονάδα παραγωγής πίσσας. Η άδεια λειτουργίας αναµένεται να της δοθεί εφόσον καταθέσει σχετική µελέτη οριοθέτησης της κοίτης του ποταµού (φωτογραφία 3.3). Φωτογραφία 3.3 Μονάδα παραγωγής πίσσας στην αριστερή κατάντη κοίτη του ποταµού στο ύψος του Περιθωρίου. Αλυκές Η αποτυχηµένη επέµβαση προς αλυκοποίηση τµήµατος της λιµνοθάλασσας της Κλείσοβας, επιφάνειας στρ. το 1973 (Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε, 1992), είχε δυσµενείς επιπτώσεις στην οικολογική ισορροπία της περιοχής που σήµερα δύσκολα εκτιµώνται. 97

99 Ελαιουργεία Στην περιοχή µελέτης λειτουργούν σήµερα ένα ελαιοτριβείο στο Ευηνοχώρι κι ένα πυρηνελαιουργείο στον Αγοραστό (στο ύψος του Περιθωρίου). Τα απόβλητα τους ("κατσίγαροι", "λιόζουµα", "µούργες") περιέχουν υψηλό ρυπαντικό φορτίο και αποικοδοµούνται δύσκολα. Έχει αποδειχθεί ότι ο κατσίγαρος είναι πλούσιος σε ολικά σάκχαρα, φτωχός σε άζωτο, ενώ η τιµή του λογού BOD 5 /COD είναι 1/3 (η αντίστοιχη τιµή των αστικών λυµάτων είναι 1/2) γεγονός στο οποίο οφείλεται η µειωµένη βιοαποδοτικότητα του. Επιπλέον η όξινη αντίδραση του (pη 4.5-5) αποδίδεται στην παρουσία οργανικών οξέων από τα οποία τα πτητικά είναι τοξικά. Έχοντας υψηλό βαθµό BOD και COD καταναλίσκουν µεγάλες ποσότητες οξυγόνου συµβάλλοντας έτσι στη δηµιουργία ανοξικών συνθηκών. Στη δηµιουργία ανοξικών συνθηκών συµβάλει η παρουσία του ελαίου το οποίο λόγω του µικρότερου ειδικού του βάρους και ως εκ τούτου επιπλέοντας δηµιουργεί µια λεπτή στοιβάδα στην επιφάνεια καθιστώντας έτσι δύσκολη την επικοινωνία και τη διάλυση του ατµοσφαιρικού οξυγόνου στο νερό (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992). Το πυρηνελαιουργείο στον Αγοραστό διοχετεύει τα απόβλητά του σε δεξαµενή που έχει σκαφτεί δίπλα του χωρίς στεγανοποίηση (φωτογραφία 3.4). Το γεγονός ότι ο τόπος λειτουργίας του βρίσκεται κοντά στο ποτάµι, όπως και ότι στην περιοχή λειτουργούν αρδευτικές γεωτρήσεις, καθιστά την απόθεση των λυµάτων του επικίνδυνη καθώς δύναται να εισχωρήσουν στον υπόγειο υδροφόρο. 98

100 Φωτογραφία 3.4 Περιοχή απόρριψης, υγρών αποβλήτων του ελαιουργείου. 3.2 Εκτίµηση-Αξιολόγηση Επιδράσεων Στην ενότητα που ακολουθεί, γίνεται αναλυτική εκτίµηση κι αξιολόγηση των επιδράσεων που έχουν οι προαναφερθείσες επεµβάσεις του ανθρώπου, τόσο στο αβιοτικό περιβάλλον, όσο και στη βλάστηση του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού. Για να γίνει εµφανής η αλληλεπίδραση µεταξύ των διαφόρων ειδών επεµβάσεων, κρίθηκε σκόπιµη η παράθεσή τους κατά τοµέα επίδρασης (νερά, µορφολογία, βλάστηση κ.λ.), κι όχι κατά επέµβαση (αρδευτικά, φράγµα κ.λ.). Επίσης η σειρά αναφοράς των παρεµβάσεων ανά τοµέα, είναι αντίστοιχη της έντασηςδιάρκειας, επίδρασής της. 99

101 3.2.1 Αβιοτικό Περιβάλλον α Νερά Ποσότητα Επιφανειακών Νερών Στην ποσότητα των επιφανειακών νερών του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού, επιδρούν δυσµενώς δύο ανθρώπινες επεµβάσεις. Το φράγµα του Αγ. ηµητρίου, στην ορεινή κοίτη του ποταµού, και το αρδευτικό δίκτυο του Γαλατά, στην αλλουβιακή πεδιάδα και το δέλτα του ποταµού. Πιο συγκεκριµένα, σύµφωνα µε την σχετική για το φράγµα προµελέτη (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε/ 6, 1992), εκτιµάται ότι µε τη λειτουργία του φράγµατος θα δεσµεύεται το υδατικό δυναµικό του ποταµού Ευήνου που αντιστοιχεί στη συµβολή της λεκάνης απορροής ανάντη της θέσης Αγ. ηµήτριος (περίπου το 30% της συνολικής λεκάνης απορροής του). Η δέσµευση αυτή των νερών ισοδυναµεί µε µείωση της ροής του ποταµού στο δέλτα, της τάξης του 34% σε ετήσια βάση και 22% την καλοκαιρινή περίοδο όπου η απορροή οφείλεται κυρίως στην εκφόρτιση των υπογείων υδροφόρων. Για την άµβλυνση των επιπτώσεων στα υδατικά οικοσυστήµατα του Ευήνου κατάντη του φράγµατος έχει τεθεί ως περιβαλλοντικός όρος η διατήρηση µιας ελάχιστης παροχής του ποταµού, ίσης µε 1 m 3 /sec. Υπολογίζεται ότι µε την εξασφάλιση της παραµένουσας αυτής ροής η µείωση της απορροής στο δέλτα θα πέσει σε 28% κατά µέσο όρο σε ετήσια βάση, ενώ την καλοκαιρινή περίοδο η παροχή θα ανέρχεται στα ίδια µε πριν την κατασκευή του φράγµατος επίπεδα. Οι επιπτώσεις στην ποσότητα των επιφανειακών νερών κατά τη λειτουργία του φράγµατος είναι ισχυρά αρνητικές και µόνιµες. Όπως έχει αναφερθεί, η υδροληψία για την κάλυψη των αρδεύσεων στην περιοχή Γαλατά-Περιθωρίου γίνεται κυρίως από τον ποταµό Εύηνο, ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου. Έτσι σε αντίθεση µε την περιοχή του Ευηνοχωρίου που αρδεύεται από τη λίµνη Λυσιµάχια, η παραπάνω περιοχή επιβαρύνει την ποσότητα των επιφανειακών νερών του ποταµού. 100

102 Κατά την λειτουργία του αρδευτικού έργου του Γαλατά σύµφωνα µε τη ΜΠΕ του Υπ. Γεωργίας (1997), δεν αναµένεται ουσιαστική αλλαγή στην παροχή του Ευήνου κατάντη της θέσης υδροληψίας. Η συνολική ποσότητα νερού που λαµβάνεται από τον Εύηνο για την άρδευση της περιοχής ανέρχεται σε 12 εκατ. m 3 περίπου το χρόνο έναντι 11 εκατ. m 3 που ήταν πριν. Τούτο αποδίδεται στην αύξηση των αρδευόµενων εκτάσεων από σε στρ. Οι επιπτώσεις στην ποσότητα των επιφανειακών νερών από τα έργα σύµφωνα πάντα µε την ίδια µελέτη, αξιολογούνται ως µικρές, αρνητικές, Ποιότητα Επιφανειακών Νερών Η αλληλεπίδραση των αρδευτικών δικτύων, των λιπασµάτων-φυτοφαρµάκων της αποχέτευσης-απορριµµάτων των οικισµών και κτηνοτροφικών-ελαιουργικών αποβλήτων, έχει ως αποτέλεσµα την αλλοίωση της ποιότητας των επιφανειακών νερών του ποταµού, σε βαθµό ανάλογο της σειράς τους. Σε απόσταση 3 km κατάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου αποστραγγίζονται τα νερά στρ. καλλιεργούµενων εκτάσεων, ενώ η βόρεια περιοχή του Περιθωρίου (1.615 στρ.) αποστραγγίζεται στον Εύηνο, µέσω της τάφρου 8Τ, ανάντη της γέφυρας Ευηνοχωρίου όπως και άλλες περιοχές του µέσου ρου. Τα νερά αυτά µεταφέρουν φορτία λιπασµάτων και φυτοφαρµάκων (σε µικρότερο ποσοστό), που είναι και η κύρια αιτία ρύπανσης των υδάτινων αποδεκτών. Η χρήση αγροχηµικών στις καλλιέργειες οδηγεί σε επιβάρυνση των υδάτινων αποδεκτών (επιφανειακά και υπόγεια νερά) που γίνεται µέσω δύο µηχανισµών (Τσίρος, 1989): α) Με την επιφανειακή απορροή και την απόπλυση του εδάφους, κατά την οποία οι ρύποι από αγροχηµικά µπορούν να καταλήξουν στους υδάτινους αποδέκτες είτε µετακινούµενοι ή διαλυµένοι στο νερό της απορροής, είτε προσροφηµένοι στα φερτά υλικά που αυτό µεταφέρει β) Με τη διήθηση των νερών άρδευσης που περιέχουν διαλυµένους ρύπους προκαλώντας επιβάρυνση του υδροφόρου ορίζοντα που µπορεί να τροφοδοτεί και επιφανειακούς αποδέκτες. 101

103 γ) Με τον άνεµο. Σε ό,τι αφορά τα λιπάσµατα, οι αµµωνιακές και οργανικές µορφές αζώτου όπως και ο φώσφορος µεταφέρονται κυρίως µε τα φερτά υλικά. Αντίθετα τα νιτρικά δεν προσροφώνται στα φερτά, είναι όµως ιδιαίτερα υδατοδιαλυτά, και µεταφέρονται µε το νερό της απορροής, αλλά κυρίως µε τη διήθηση των νερών. Τα φυτοφάρµακα µεταφέρονται κυρίως διαλυµένα στο νερό της απορροής (φωτογραφία 3.5), και λιγότερο προσροφηµένα στα φερτά. Γενικά οι απώλειες των διαφόρων φυτοφαρµάκων µε το νερό της απορροής είναι µικρές ενώ κύριο χαρακτηριστικό των φυτοφαρµάκων είναι ο σηµαντικός βαθµός υποβάθµισης που αυτά υφίστανται. Σε αντίθεση όµως µε τα λιπάσµατα, είναι πολύ δραστικά και επικίνδυνα για τον άνθρωπο και τους οργανισµούς ακόµα και σε πολύ µικρές ποσότητες. Φωτογραφία 3.5 Συσκευασίες χρησιµοποιηµένων φυτοφαρµάκων (ζιζανιοκτόνα βάµβακος, Sonalal 33.3ec) στην περιοχή Ευηνοχωρίου πλησίον της διώρυγας 28. Το ποσό των αγροχηµικών που φτάνει στον αποδέκτη εξαρτάται από τη διαθεσιµότητα τους στην επιφάνεια του εδάφους, από το είδος και την ανάπτυξη των καλλιεργειών, καθώς και άλλες συνθήκες, όπως η περιεκτικότητα του εδάφους σε 102

104 νερό και η θερµοκρασία του εδάφους που καθορίζουν τις διεργασίες (φυσικές, χηµικές και βιολογικές) που υφίστανται οι ρύποι. Η ικανότητα απορροής εξαρτάται από το ύψος της βροχόπτωσης, το βαθµό φυτοκάλυψης, τα είδη των καλλιεργειών, την τοπογραφία και τη σύσταση του εδάφους (π.χ. τα αµµώδη εδάφη που έχουν µεγάλους πόρους ευνοούν τη διήθηση έναντι των αργιλωδών εδαφών), και το σύστηµα στράγγισης. Οι ρύποι κατά την µεταφορά τους προς τους τελικούς υδάτινους αποδέκτες υφίστανται µία σειρά µετατροπών που εξαρτώνται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες (θερµοκρασία, pη εδάφους, κλπ), το είδος της χηµικής ουσίας και το βαθµό πρόσληψης των ουσιών από τα φυτά. Εκτιµάται ότι οι ποσότητες θρεπτικών που καταλήγουν στους υδάτινους αποδέκτες αντιστοιχούν περίπου στο 20% της συνολικής ποσότητας του αζώτου και στο 5% της συνολικής ποσότητας του φωσφόρου. Σχετικά µε την επικινδυνότητα της ρύπανσης από αγροχηµικά επισηµαίνονται τα εξής: Το άζωτο είναι υπεύθυνο κυρίως για τη ρύπανση των νερών και για τη δηµιουργία ευτροφισµού στους τελικούς αποδέκτες. Ειδικότερα το άζωτο σε µορφή νιτρικών και αµµωνίας είναι τοξικό και για το υδάτινο περιβάλλον και για τον άνθρωπο. Ο φώσφορος είναι τις περισσότερες φορές ο κύριος υπεύθυνος για τα φαινόµενα του ευτροφισµού. Γενικά τα παραπάνω έχουν αρνητικές, µακράς διάρκειας κι ισχυρές επιδράσεις στην ποιότητα των νερών Η διάθεση των απορριµµάτων των οικισµών της περιοχής προς καύση ή απλά απόρριψη, σε περιοχές πλησίον της κοίτης του ποταµού είναι ιδιαίτερα επισφαλής για την ποιότητα των νερών, κυρίως όταν το ποτάµι παρουσιάζει υψηλές παροχές µε κίνδυνο να τα παρασύρει. Οι επιπτώσεις τους είναι επίσης αρνητικές, ασθενείς όµως και µικρής διάρκειας σε σχέση µε τα πρώτα (φωτογραφία 3.6). 103

105 Φωτογραφία 3.6 ιάθεση απορριµµάτων εντός της κοίτης του ποταµού Εύηνου. Τα απόβλητα τέλος, της κτηνοτροφίας και των ελαιουργείων περιέχουν υψηλό ρυπαντικό φορτίο που επιβαρύνει την ποιότητα των νερών ασθενώς µεν, λόγω της µικρής έκτασης των παραπάνω δραστηριοτήτων σε σχέση µε το µέγεθος του υγρού αποδέκτη (ποταµός), έχουν όµως διαρκή παρουσία στην περιοχή κι η κτηνοτροφία αναµένεται ν αναπτυχθεί περαιτέρω, αυξάνοντας τους ρύπους της κατά 75% (Υπ. Γεωργίας, 1997). Ποσότητα Υπόγειων Νερών Στην ποσότητα των υπόγειων νερών επιδρούν µε διαφορετικό τρόπο και αντίστοιχη της σειράς τους ένταση οι εξής παρεµβάσεις: Φράγµα Αγ. ηµητρίου, Γεωτρήσεις, Αρδευτικά δίκτυα, Απόληψη Αδρανών Υλικών. Συγκεκριµένα η µείωση της ροής του Εύηνου ποταµού µε τη λειτουργία του Φράγµατος του Αγ. ηµητρίου επιδρά στην τροφοδοσία των υπόγειων υδάτων στην ευρύτερη λεκάνη απορροής του. Όπως είδη αναφέρθηκε, η λεκάνη του Εύηνου 104

106 ανάντη του Πόρου Ρηγανίου τροφοδοτεί τον υπόγειο ορίζοντα κατά ποσοστό που µε τα διαθέσιµα στοιχεία (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992) συνάγεται ότι είναι σε ετήσια βάση, της τάξης του 25%. Στην την περιοχή του δέλτα του ποταµού που η λιθολογία συνίσταται από πλέων υδροπερατά υλικά το ποσοστό κατείσδησης αναµένεται να είναι ακόµα µεγαλύτερο. Σύµφωνα µε µαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής τα τελευταία χρόνια παρατηρούν πτώση της στάθµης του υδροφόρου άνω των 3 m, γεγονός που πιθανότατα οφείλεται στη λειτουργία του φράγµατος. Η επίδραση του φράγµατος και σ αυτή την περίπτωση είναι δυσµενής, έντονη και µόνιµη. Οι γεωτρήσεις ύδρευσης κυρίως, δεδοµένου ότι η λειτουργία των αρδευτικών γεωτρήσεων έχει περιοριστεί µε την ανάπτυξη των αρδευτικών δικτύων, επιδρούν άµεσα στην ποσότητα των υπόγειων νερών των υδροφόρων. Η εκτεταµένη άντληση υπόγειου νερού µπορεί να προκαλέσει ισχυρές αρνητικές επιπτώσεις στο ύψος του υδροφόρου (κώνοι κατάπτωσης), µικρής σχετικά διάρκειας αν περιοριστεί εγκαίρως η λειτουργία τους. Το αρδευτικό δίκτυο του Γαλατά παρεµποδίζει ένα µικρό ποσοστό κατείσδυσης των επιφανειακών νερών του ποταµού, καθώς τα διοχετεύει προς άρδευση της περιοχής, αλλά σε σύγκριση µε τις γεωτρήσεις η επίδρασή του στην ποσότητα των υπόγειων νερών είναι κατά πολύ ασθενέστερη και βραχεία. Οι απολήψεις αδρανών υλικών τέλος, συµπληρώνουν την αρνητική επίδραση στον εµπλουτισµό του υπόγειου στρώµατος νερού, αυξάνοντας ασθενώς την ταχύτητα ροής του ποταµού λόγω αφαίρεσης υλικών κατά τόπους, που επιβραδύνουν τη ροή του αυξάνοντας το ποσοστό κατείσδυσης. Ποιότητα Υπόγειων Νερών Η ποιότητα των υπόγειων νερών και η βλάστηση, που θα σχολιαστεί παρακάτω, αποτελούν τους πιο ευαίσθητους δείκτες των ανθρώπινων επιδράσεων, καθώς επηρεάζονται σε µεγάλο βαθµό απ τις περισσότερες. Έτσι, επεµβάσεις όπως το Φράγµα του Αγ. ηµητρίου, οι Γεωτρήσεις, τα Αρδευτικά δίκτυα και η Απόληψη Αδρανών υλικών, που µειώνουν την ποσότητά τους, σε συνδυασµό µε τη διατάραξη της ιζηµατικής ισορροπίας στις εκβολές του ποταµού, δύναται να οδηγήσουν σε 105

107 υφαλµύρωση των παράκτιων περιοχών. Το φαινόµενο αυτό παρατηρείται την τελευταία δεκαετία στην περιοχή της Κάτω Βασιλικής, ανατολικά της Βαράσοβας (σύµφωνα µε µαρτυρίες των κατοίκων), και είναι µη αναστρέψιµο µε έντονη αρνητική επίδραση µεγάλης διάρκειας στην ισορροπία της περιοχής. Υποβάθµιση όµως της ποιότητας των υπόγειων νερών προκαλείται κι από τη ρύπανση τους από λιπάσµατα-φυτοφάρµακα, αποχέτευση-απορρίµµατα, απόβλητα κτηνοτροφικά-ελαιουργείων. Επειδή οι συνθήκες στράγγισης στην περιοχή είναι κακές και τα εδάφη στο σύνολο τους υδροπερατά, η ποσότητα των διηθούµενων νερών είναι σηµαντική. εδοµένου ότι η στάθµη των υπογείων υδάτων είναι υψηλή (φωτογραφία 3.7), εκτιµάται ότι µεγάλο ποσοστό αγροχηµικών κυρίως, που χρησιµοποιούνται στις καλλιέργειες της περιοχής καταλήγει στον υδροφόρο ορίζοντα µε έντονα δυσµενείς επιδράσεις, µεγάλης διάρκειας. Φωτογραφία 3.7 Άποψη ορύγµατος πλευρικά της δεξιάς κατάντη κοίτης του ποταµού (δίπλα σε καλλιεργούµενες εκτάσεις). Η εµφάνιση νερού εντός των υδροπερατών σχηµατισµών υποδεικνύει το ύψος του υδροφόρου ορίζοντα. 106

108 Οι αρνητικές επιδράσεις από τις αποχετεύσεις της περιοχής (απορροφητικοί βόθροι) και τη διάθεση των απορριµµάτων (καύση εντός της κοίτης του ποταµού), αν και η επίδρασή τους είναι διαρκής στα υπόγεια νερά της περιοχής, θεωρούνται ασθενείς λόγω του περιορισµένου αριθµού των κατοίκων (Υπ. Γεωργίας, 1997). Μικρή σχετικά αρνητική επίδραση στην ποιότητα των υπόγειων νερών, ασκούν τα κτηνοτροφικά και ελαιουργικά απόβλητα στην περιοχή, δεδοµένου ότι τα πρώτα διαθέτονται κύρια σ επιφανειακούς αποδέκτες και η έκταση των δεύτερων δεν είναι ιδιαίτερα µεγάλη, αν και το πυρηνελαιουργείο στον Αγοραστό που διοχετεύει τα απόβλητά του σε διαπερατή δεξαµενή χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Ποιότητα Νερών Λιµνοθάλασσας Ο ευρύτερος χώρος της λιµνοθάλασσας της Κλείσοβας αποτελεί έναν τοµέα στον οποίο ασκήθηκαν κι εξακολουθούν να ασκούνται µεγάλης έκτασης ανθρώπινες επιδράσεις, από τον τεχνητό σχηµατισµό της το 1875 (κατασκευή οδικού δικτύου) και την αλυκοποίηση το 1973, µέχρι την διάθεση των οικιστικών αποβλήτων του Μεσολογγίου έως σήµερα. Οι εντατικές αλυκοποιήσεις είχαν ως αποτέλεσµα τη φραγή των ανοιγµάτων επικοινωνίας των νερών των λιµνοθαλασσών Μεσολογγίου- Κλείσοβας που βρίσκονταν κάτω από το δρόµο σύνδεσης Μεσολογγίου-Τουρλίδας. Τούτο κατάστησε την Κλείσοβα νεκρή θάλασσα σ ότι αφορά τη χλωρίδα και πανίδα (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε., 1999). Μεγάλης κλίµακας, αρνητικές και µόνιµες εκτιµώνται αυτές οι επιδράσεις. Επιπλέον η ποιότητα των νερών της Κλείσοβας επιβαρύνεται κατά πολύ λόγω της ρύπανσης που υφίσταται από την διοχέτευση των υγρών και στερεών αποβλήτων του Μεσολογγίου, καθώς και την αποστράγγιση των αρδευτικών δικτύων µε µεγάλη περιεκτικότητα αγροφαρµάκων και κτηνοτροφικών αποβλήτων που είναι υπεύθυνα για τις συνθήκες ευτροφισµού της λιµνοθάλασσας Σχετική αναφορά στη διάθεση των υγρών και στερεών αποβλήτων του Μεσολογγίου, έχει γίνει στις µορφές παρέµβασης που προηγήθηκαν. Σηµειώνεται επιπλέον ότι τα συγκεκριµένα απόβλητα είναι πλούσια σε οργανικό φορτίο και βαρέα µέταλλα µε συνέπειες που αναλύονται παρακάτω. Η επίδραση αυτή είναι αρνητική, έντονη και µακράς διάρκειας (Φερεντίνος και συνεργάτες, 1998). 107

109 Η επίδραση των αρδευτικών αποχετευτικών δικτύων και των αγροφαρµάκων διαφέρει µόνο στο χρόνο παραµονής τους στην υδάτινη στήλη που εδώ θεωρείται µεγαλύτερος απ αυτόν των ποτάµιων νερών. Η ρύπανση που προκαλούν τα κτηνοτροφικά απόβλητα όµως, θεωρείται σ αυτή την περίπτωση εντονότερη, λόγω ποσότητας και διάρκειας. Η ρύπανση µπορεί να είναι ανόργανη (Γεωργιάδης et al., 1994), από τα ανόργανα συστατικά των αποβλήτων όπως άζωτο, φώσφορος, κάλιο, άλατα ασβεστίου, µαγνησίου και νατρίου, καθώς και βαρέα µέταλλα χαλκού, σιδήρου, κ.α. Κύρια επίπτωση είναι η εµφάνιση ευτροφισµού στα στάσιµα νερά ενώ άλλη επίπτωση είναι η πιθανή εµφάνιση τοξικότητας λόγω υπερβολικής συγκέντρωσης ΝΗ 3, ΝΟ 3, Cu, Zn, κ.λ.π. Αλλά και οργανική, από τα οργανικά µέρη των κτηνοτροφικών αποβλήτων. Η διάθεση των ουσιών αυτών στον αποδέκτη έχει ως συνέπεια την ανάπτυξη αερόβιων µικροοργανισµών η οποία έχει αποτέλεσµα την κατανάλωση Ο 2 και τη σηµαντική µείωση του στον αποδέκτη. Στα παραπάνω συµβάλλουν και οι κακές συνθήκες ενσταβλισµού της περιοχής (φωτογραφία 3.8). Φωτογραφία 3.8 Πρόχειρες εγκαταστάσεις ενσταβλισµού ζώων εγγύς της κοίτης του ποταµού. 108

110 3.2.1.β Μορφολογία Η µορφολογία της πεδινής κυρίως περιοχής του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού, παρουσιάζει εκτενείς αλλοιώσεις, λόγω επίδρασης του ανθρώπου από την µεταπολεµική περίοδο έως σήµερα, µε αντίκτυπο τόσο στο χαρακτήρα όσο και την αισθητική του τοπίου. Οι αλλοιώσεις αυτές αφορούν στην κοίτη και το δέλτα του ποταµού, αλλά και τις χερσαίες εκτάσεις πλευρικά του. Αναλυτικά οι ανθρώπινες επιδράσεις στο ποτάµιο και το χερσαίο περιβάλλον, αξιολογούνται παρακάτω. Οι εργασίες διευθέτηση της κοίτης του ποταµού για την αντιπληµµυρική προστασία των καλλιεργειών και των παρακείµενων οικισµών πραγµατοποιήθηκαν το 1959 (Piper & Panagos, 1981) και αφορούν το τµήµα του ποταµού κατάντη του Τρίκορφου. Πλευρικά αναχώµατα κατάντη της γέφυρας της εθνικής οδού, περιορίζουν την κοίτη του ποταµού, στρέφοντάς τον δυτικά προς τη λιµνοθάλασσα της Κλείσοβας κι αποκόπτοντάς τα επιπλέον κανάλια αποστράγγισης (Μπούζος, Ζελελήδης, Κοντόπουλος,1994). Η αφθονία χονδρόκοκκων υλικών κατά µήκος της ανατολικής ακτής του δέλτα, είναι ενδεικτική της διακλαδιζόµενου τύπου κοίτης του ποταµού στο παρελθόν, έναντι της µαιανδρικού τύπου σήµερα. Εκτιµάται δε, πως αν ο Εύηνος δεν είχε τεχνητά διευθετηθεί, η εναλλαγή του σε µαιανδρικού τύπου ροή θα γινόταν πλησιέστερα στις εκβολές του (Piper & Panagos, 1981) (σχήµα 3.1). Το σύνολο των αντιπληµµυρικών έργων στον ποταµό, αν και αναγκαία, ασκούν έντονη αρνητική και µόνιµη επίδραση στη φυσική ροή του και τη διαµόρφωση των εκβολών του. 109

111 Σχήµα 3.1 Παλαιότερα και νεότερα ίχνη του ποταµού Εύηνου βασισµένα σε αεροφωτογραφίες και επιτόπιες παρατηρήσεις στην περιοχή του δέλτα (Piper&Panagos, 1981). Η κατασκευή του φράγµατος του Αγ. ηµητρίου, στερεί από την αλλουβιακή πεδιάδα και το δέλτα του ποταµού ένα µέρος φερτών υλικών που συγκρατούνται εντός του ταµιευτήρα. Το ποσοστό ελάττωσης της στερεοπαροχής εκτιµήθηκε ότι είναι της τάξης του 10%, σύµφωνα µε τη ΜΠΕ του φράγµατος (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε., 1992). Η ελάττωση αυτή έχει αντίκτυπο στην τροφοδοσία της ακτογραµµής, όπου και αναµένεται να υπάρξουν δυσµενείς επιπτώσεις στην ιζηµατική δίαιτά της, µε πιθανή διάβρωση της χέρσου λόγω των κυµατισµών και των ρευµάτων στην περιοχή, που δρουν ανταγωνιστικά στην προέλαση του ποταµού. Η επίδραση του φράγµατος είναι σε συνέργια µε τις λήψεις αδρανών υλικών που διενεργούνται επί πολλά χρόνια στην περιοχή, στερώντας από το ποτάµι βασικά υλικά οχύρωσης των εκβολών του. Παράλληλα, οι αµµοληψίες προκαλούν αλλαγές στη ροή του ποταµού και αποκοπές επιµέρους τµηµάτων του. Από τη σύγκριση αεροφωτογραφιών (1945, 1960, 1986) (σχήµα 3.2) φαίνεται ότι η ακτογραµµή του δέλτα παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια χαµηλούς ρυθµούς εξέλιξης. Γεγονός που εν µέρει οφείλεται στη µείωση της στερεοπαροχής και στο σχετικά 110

112 µικρό ύψος κυµατισµού που επικρατεί στην περιοχή (1.2 m µέσο ύψος κυµατισµού), µε προβλεπόµενο µέσο όρο περιόδου κυµατισµού 5.5 sec (Neumann, 1953; King, 1972). Τούτο οδηγεί στην εκτίµηση ότι τα φαινόµενα διάβρωσης της ακτογραµµής δεν θα προχωρήσουν µε γρήγορους ρυθµούς κατά την ΜΠΕ του φράγµατος (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε., 1992). Πάντως τα απονεκρωµένα υποθαλάσσια κανάλια διανοµής (φωτογραφία 3.9) του ποταµού φέρουν σηµάδια έντονης διάβρωσης (Piper et. al, 1982). Σχήµα 3.2 Αποτύπωση της ακτογραµµής στην περιοχή των εκβολών, σύµφωνα µε αεροφωτογραφίες του 1945, 1960, 1986 (Piper et. al, 1982) 111

113 Φωτογραφία 3.9 Απονεκρωµένο κανάλι διανοµής του ποταµού Εύηνου στην περιοχή Κρυονερίου. Φαινόµενα διάβρωσης όµως ενδέχεται να παρουσιαστούν µελλοντικά και στην ευρύτερη περιοχή των λιµνοθαλασσών Μεσολογγίου-Κλείσοβας. Θεωρώντας τις λιµνοθάλασσες ως περιοχές βύθισης (Μπούζος et. al, 1994), η σταθερότητα των οποίων έγκειται στο ισοζύγιο σχετικής βύθισης και προσφοράς υλικού, η απονέκρωση καναλιών διανοµής και διάρρηξης που εκφορτίζονται εντός τους διαταράσει την ισορροπία που επικρατεί. Πιστεύεται ότι το παλιρροϊκό καθεστώςέστω κι ασθενές-που επικρατεί, θα διαβρώσει σταδιακά τις παράκτιες αµµούχες παραλίες και τα φραγµατικά νησιά και οι λιµνοθάλασσες θα κατακλυσθούν. Η µείωση των φορτίων των ποταµών κι η αποκοπή των καναλιών τους από την παρέµβαση του ανθρώπου συµβάλουν καθοριστικά σ αυτό. Σ ότι αφορά τέλος, την αξιολόγηση των παραπάνω επιδράσεων, οι ισχυρά αρνητικές επιπτώσεις τους διαφοροποιούνται στη διάρκειά τους, καθώς η επίδραση του φράγµατος είναι µόνιµη ενώ των απολήψεων, µονίµως περιοδική. Οι αµµοληψίες όµως, επιδρούν επιπλέον στην αισθητική υποβάθµιση της περιοχής καθώς δεν πραγµατοποιούνται τα προβλεπόµενα έργα αποκατάστασης µε το πέρας των 112

114 εργασιών, εγκαταλείποντας λόφους αδρόκοκκων υλικών στο χώρο απόληψης (φωτογραφία 3.10). Φωτογραφία 3.10 Χαρακτηριστική εικόνα της κοίτης του ποταµού στο ύψος του Περιθωρίου κατόπιν απόληψης αδρανών υλικών (λόφοι στείρων υλικών και υποβάθµιση της βλάστησης). Η πεδινές ζώνες εκατέρωθεν του κάτω ρου του Εύηνου κατάντη της γέφυρας της εθνικής οδού, αποτελούνται από καλλιεργούµενες εκτάσεις που αναπτύχθηκαν σε µεγάλο βαθµό µε αποστραγγίσεις κι αποξηράνσεις των παραποτάµιων βιότοπων. Χαρακτηριστικά είναι τα δίκτυα άρδευσης αποστράγγισης που διατρέχουν την περιοχή µεταβάλλοντας την φυσική της µορφολογία. Αρνητικές σε µεγάλο βαθµό, µακράς διάρκειας, εκτιµώνται και αυτές οι επιδράσεις, στη µορφή και την αισθητική του τοπίου γ Έδαφος Στο έδαφος κυρίως επιδρούν ρυπαίνοντάς το, τα αγροχηµικά, οι διαρροές των βόθρων και τα απορρίµµατα µε τρόπο ανάλογο αυτού των νερών. Ουσιαστικά 113

115 δέχεται άµεσα την πίεση των παραπάνω, ερχόµενο πρώτο σ επαφή µε του ρύπους. Ότι δεν δεσµεύεται από το έδαφος καταλήγει στους υγρούς αποδέκτες. Παράλληλα κάθε ανθρώπινο έργο, δρόµοι γέφυρες, φράγµα κ.λ., συµβάλλει στην αποσταθεροποίηση του εδαφικού ορίζοντα δ Γεωλογία Η λειτουργία του φράγµατος του Αγ. ηµητρίου ενδέχεται να προκαλέσει αύξηση της σεισµικότητας στην ευρύτερη περιοχή, µε την επιτάχυνση των σεισµικών φαινοµένων στο υφιστάµενο σύστηµα ρηγµάτων. Όπως προκύπτει από τη σχετική ανάλυση που έγινε στα πλαίσια της ΜΠΕ για το φράγµα (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε., 1992), βασική παράµετρος στο φαινόµενο είναι τα ύψος του ταµιευτήρα. Για ταµιευτήρες άνω των 100 m, η αύξηση της σεισµικότητας είναι ανάλογη του ύψους τους. Για ταµιευτήρες κάτω των 100 m, δεν έχει παρατηρηθεί αισθητή αύξηση σεισµικότητας. Έτσι για τον ταµιευτήρα του Εύηνου η αύξηση της σεισµικότητας πιθανότατα δεν θα γίνει ιδιαίτερα αισθητή. Το µέγεθος των σεισµών που µπορεί να προκληθούν αντιστοιχεί στις σεισµικές δυνατότητες του υφιστάµενου συστήµατος ρηγµάτων. Η περιοχή του Εύηνου χαρακτηρίζεται από µέτρια σεισµικότητα, µε µέγιστο µέγεθος το 5,7 περίπου της κλίµακας Ρίχτερ. Έτσι, ακόµη και εάν προκληθούν κάποιοι σεισµοί από τον ταµιευτήρα, το µέγεθος τους θα είναι περιορισµένο. Επίσης, η περιστασιακή ροή από τη λειτουργία του υπερχειλιστή του φράγµατος, έχει σχετικά αυξηµένη διαβρωτική ικανότητα έναντι της σταθερής ροής, λόγω αυξηµένης ταχύτητας και µειωµένης µεταφοράς φερτών υλών. Τα απαλλαγµένα από φερτά υλικά νερά έχουν µεγαλύτερη ενέργεια, άρα µεγαλύτερη διαβρωτική ικανότητα. Κατά τρόπο ανάλογο και οι απολήψεις υλικών εντείνουν τα φαινόµενα διάβρωσης κι αποσταθεροποίησης των όχθων του ποταµού µε κίνδυνο εµφάνισης πληµµυρών. Επιπλέον η δηµιουργία λάκκων που εναλλάσσονται µε σωρούς στείρων αδροµερών υλικών έχει προκαλέσει κατά τόπους συρρίκνωση της κύριας κοίτης ροής, µε κινδύνους διαβρώσεων και πληµµυρών. Η εµφανέστερη αρνητική επίδραση στην περιοχή µελέτης, είναι η απογύµνωση των βάθρων θεµελίωσης της γέφυρας της 114

116 εθνικής οδού στο ύψος του Ευηνοχωρίου, σύµφωνα µε καταγγελίες κι επιτόπιες παρατηρήσεις (φωτογραφία 3.11). Για το λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια, κατασκευάζονται πρόχειρα αναχώµατα κατάντη της γέφυρας, τα οποία επιβραδύνουν τη ροή των υδάτων και αποθέτουν φερτά υλικά στην περιοχή των βάθρων θεµελίωσης. Φωτογραφία 3.11 Κατασκευή πρόχειρων αναχωµάτων κατάντη της γέφυρας Εθνικής οδού Οι παραπάνω επεµβάσεις αξιολογούνται ως αρνητικές και µεγάλης διάρκειας, µε το φράγµα να ασκεί ισχυρές επιδράσεις στην ευρύτερη περιοχή κι ασθενέστερες στην άµεση περιοχή µελέτης, όπου κυριαρχούν οι επιδράσεις από τις αµµοληψίες Βλάστηση Η περιοχή του κάτω τµήµατος του Ευήνου ποταµού, καλύπτεται κατά το µεγαλύτερο µέρος της από γεωργικές καλλιέργειες, µε ένα µικρότερο ποσοστό από φυτοκοινωνίες να διατηρεί τα υγροτοπικά χαρακτηριστικά του. Οι γεωργικές εκτάσεις προέκυψαν από αποστραγγίσεις, αποξηράνσεις και καταπατήσεις εις βάρος υγροτοπικών 115

117 εκτάσεων, που πραγµατοποιήθηκαν κυρίως, τον προηγούµενο αιώνα, διαταράσσοντας παράλληλα τη διαδοχή και την κατάσταση των οικολογικών µονάδων κι υποβαθµίζοντάς τες. Μέχρι και σήµερα αποτελούν την κυριότερη παρέµβαση στη βλάστηση της περιοχής, µε έντονα αρνητική επίδραση µόνιµου χαρακτήρα στην φυσική κατάσταση και λειτουργία του οικοσυστήµατος. Χαρακτηριστική είναι η συρρίκνωση του υγρότοπου του Κρυονερίου, λόγω επέκτασης των καλλιεργούµενων εκτάσεων, όπως προκύπτει από τη σύγκριση αεροφωτογραφιών του 1945 και 1986 (Παράρτηµα). Οι υπάρχουσες φυτοκοινωνίες είναι κυρίως αυτές των παραποτάµιων δασών, των αµµοθινών, των αλοφύτων, οι υγρόφιλες φυτοκοινωνίες των βάλτων του γλυκού νερού και των καναλιών. Κύριος καθοριστικός παράγοντας διάρθρωσης των άνω, είναι το νερό, που ποικίλει από γλυκό έως αλµυρό µε όλες τις ενδιάµεσες βαθµίδες αλατότητας, στο οποίο και οφείλεται η βιολογική διαδοχή από την ξηρά προς τη θάλασσα µ' όλες τις ενδιάµεσες ζώνες βιοτόπων που αναπτύσσονται κατά µήκος του ποταµού. Από τούτο συνάγεται, ότι οποιασδήποτε µορφής επέµβαση στην ποσότητα και την ποιότητα του νερού (υπόγειου κι επιφανειακού), επιδρά άµεσα ή έµµεσα κατά περίπτωση, στην έκταση και την κατάσταση των µονάδων βλάστησης. Έτσι, ότι έχει αναφερθεί για την αλλοίωση (ποιοτική και ποσοτική) των νερών παραπάνω, µπορεί να θεωρηθεί σαν επίδραση εκ µέρους του ανθρώπου στη βλάστηση της περιοχής. Παρόχθια άση Πιο συγκεκριµένα, τα παρόχθια δάση φαίνεται ότι έχουν δεχθεί την µεγαλύτερη πίεση. Η υποβάθµιση τους προς ανάπτυξη καλλιεργειών, είναι εκτενής περιορίζοντάς τα σε διάσπαρτες συστάδες. Οι κοινότητες αυτές εξαρτώνται από τη µόνιµη παρουσία νερού κι είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στις µεταβολές της υδρολογικής κατάστασης και τη ρύπανση των υδάτων (Ντάφης, 2001). Επεµβάσεις λοιπόν όπως η διευθέτηση της κοίτης του ποταµού, οι γεωτρήσεις, τα αρδευτικά έργα, το φράγµα του Αγ. ηµητρίου, που τα αποστερούν από σηµαντικές ποσότητες νερού, ασκούν µόνιµα αρνητική επίδραση. Άµεσα αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη των κοινοτήτων αυτών έχουν και οι µακροχρόνιες απολήψεις αδρανών υλικών της κοίτης του ποταµού. Τα µεγάλα 116

118 οχήµατα και µηχανήµατα που διέρχονται και λειτουργούν στην περιοχή τους εµποδίζουν την φυσική ανανέωση τους πατώντας τα και ξεριζώνοντάς τα. Η ρύπανση των νερών δύναται να προκαλέσει υποβάθµιση της χλωριδικής σύνθεσής τους (λιπάσµατα-φυτοφάρµακα, αποχετεύσεις, απορρίµµατα), όπως και η βόσκηση, για τούτο κι εκτιµώνται ως επίσης ισχυρά αρνητικές κι αυτές οι επιδράσεις. Αµµόφιλη Βλάστηση Η αµµόφιλη βλάστηση στο δέλτα του ποταµού είναι φτωχή και. σε κακή κατάσταση, λόγω των επιχωµατώσεων που έχουν γίνει και των αγροτικών δρόµων, που έχουν διαταράξει την ζώνη αυτή. Αµµοθίνες δεν υπάρχουν κατά µήκος της ακτής. Τα καλάµια που είναι διάσπαρτα στην περιοχή, είναι ένας από τους παράγοντες που συντελούν στη δηµιουργία αµµοθινών, οι ανθρώπινες επιδράσεις όµως, µονίµως αρνητικές, διαρκείς κι έντονες, δεν αφήνουν περιθώρια για την ανάπτυξη τους. Αλοφυτική Βλάστηση Η ζώνη αυτή είναι καλά ανεπτυγµένη κυρίως στη υτική πλευρά του ποταµού όπου απαντά και το είδος Halimione portulacoides σε αρκετές συστάδες. Η αλοφυτική ζώνη που ανήκει στη φυτοκοινωνία Arthrocnemeium Limonietalia, και από στις δύο πλευρές του ποταµού είναι γεµάτη σκουπίδια, και κατά συνέπεια αναπτύσσονται και πολλά νιτρόφιλα είδη όπως Carex. Στην παραλιακή ζώνη, που εκτείνεται από την ανατολική ακτή της Κλείσοβας µέχρι τα δυτικά του στοµίου του Εύηνου, το έδαφος είναι πιο χαµηλό από το επίπεδο της θάλασσας και η στράγγιση του εµποδίζεται µε αποτέλεσµα να πληµµυρίζει κατά την εποχή των βροχοπτώσεων. Έτσι αποτελεί ιδανικό βιότοπο για την ανάπτυξη φυτών όπως Juncus. Η φυτοκοινωνία διαβαθµίζεται προς τη θάλασσα µε τα περισσότερο αλοανθεκτικά είδη. Οι κοινωνίες αυτές είναι ευαίσθητες τόσο στη µεταβολή των φυσικών κύκλων πληµµύρας-αποξήρανσης, όσο και στις µεταβολές του ισοζυγίου γλυκού-αλµυρού νερού. Τα χαρακτηριστικά τους είδη είναι προσαρµοσµένα σε συγκεκριµένες οικολογικές συνθήκες και εξαρτώνται από τη διατήρηση του ενδιαιτήµατός τους (Dafis et al., 2001). 117

119 Κύρια απειλή τους αποτελούν οι µεταβολές της υδρολογικής ισορροπίας λόγω αποστραγγίσεων, αρδευτικών έργων, διευθετήσεων της ροής του ποταµού και των ρεµάτων. Η έκταση τους έχει συρρικνωθεί, λόγω των έντονων αρνητικών επεµβάσεων στην υδρολογία και κυρίως, λόγω εκχέρσωσης και επέκτασης των καλλιεργειών και κατασκευαστικών έργων (δρόµοι, οικισµοί). Η ρύπανση από την ανεξέλεγκτη απόθεση απορριµµάτων και την απόρριψη λυµάτων είναι επιπλέον παράγοντας κινδύνου, παρόλο που ορισµένες κοινότητες είναι ως ένα βαθµό ανθεκτικές στη ρύπανση. Η βόσκηση είναι συχνή δραστηριότητα στους υγροτόπους. Η εισβολή νιτρόφιλων ειδών και ζιζανίων λόγω βόσκησης, ρύπανσης ή γειτνίασης µε καλλιέργειες αποτελεί επιπρόσθετη απειλή. Υδρόφιλη Βλάστηση Η υδρόφιλη βλάστηση είναι περιορισµένη και υποβαθµισµένη. Στα είδη που απαντούν διάσπαρτα και κατά µήκος του ποταµού µε κυρίαρχα τους καλαµιώνες παρεµβάλλονται και νιτρόφιλα όπως Carex sp. Οι κοινότητες του ως υγροτοπικές είναι ευαίσθητες στις µεταβολές της υδρολογικής ισορροπίας και στη ρύπανση των υδάτων. Συνεπώς απειλούνται από στραγγίσεις, υπερβολική άρδευση, διευθετήσεις ρεµάτων. εν είναι γνωστό αν επηρεάζονται όλες οι κοινότητες και κατά πόσο από τη χρήση φυτοφαρµάκων και λιπασµάτων (Ντάφης, 2001). Κύριες όµως επιδράσεις υποβάθµισής τους είναι οι εκχερσώσεις, για καλλιέργειες, κατασκευή δρόµων και οικηµάτων, µε αποτέλεσµα τη µείωση της έκτασης και τη διάσπαση της συνοχής του οικοτόπου. Επίσης η διαχείριση µε καύση και κοπή για τη βόσκηση αποτελεί κοινή πρακτική. Μεγάλης οικολογικής σηµασίας είναι οι κοινωνίες των φυτοφραχτών που παρεµβάλλονται κατά τόπους µεταξύ των καλλιεργειών. Μετά την κατασκευή των δικτύων άρδευσης του Γαλατά, για την εφαρµογή του αναδασµού, κόπηκε η βλάστηση πολλών φυτοφραχτών και κάποιες ζώνες πρασίνου και αποδόθηκαν προς καλλιέργεια (Υπ. Γεωργίας, 1997). Οι φυτοφράχτες εκτός από όρια των ιδιοκτησιών και ανεµοφράκτες αποτελούν και χώρο διαβίωσης µιας µεγάλης ποικιλίας άγριων ζώων (κυρίως µικρών πουλιών, θηλαστικών και ερπετών) που εξαλείφτηκαν. 118

120 Επισηµαίνεται ότι πολλά από τα είδη της άγριας πανίδας που απαντώνται στους φυτοφράχτες ελέγχουν τους πληθυσµούς ορισµένων "επιβλαβών" οργανισµών όπως επιβλαβή έντοµα, ζιζάνια, κ.λ.π. Με βάση τη θεώρηση αυτή οι φυτοφράχτες συµβάλλουν στην αύξηση της βιολογικής ποικιλότητας και στον περιορισµό των επιβλαβών για τις καλλιέργειες οργανισµών και αποτελούν φυσικό εµπόδιο στην εξάπλωση των ασθενειών και παρασίτων των καλλιεργειών. Έτσι, η κοπή αυτών καθώς και η εφαρµογή εκτεταµένων καλλιεργειών και µονοκαλλιεργειών, σε περίπτωση εµφάνισης ασθένειας ή παρασίτου, θα ευνοήσει τη γρήγορη και σε µεγάλη έκταση εξάπλωση τους. Πρόκειται για αλλαγή τόσο στον αριθµό όσο και στην ποικιλία των φυτικών ειδών η οποία αποτελεί αρκετά σηµαντική, αρνητική και µόνιµη, επίδραση Λοιπές επιδράσεις Εκτός από τις ανθρώπινες επιδράσεις που είδη αναφέρθηκαν, τόσο στο αβιοτικό περιβάλλον όσο και στη βλάστηση της περιοχής µελέτης, ασκούνται πλήθος άλλων, η ένταση κι η διάρκεια των οποίων υπολείπεται κατά πολύ σε ένταση κι έκταση των παραπάνω. Επιδράσεις στο κλίµα, την ατµόσφαιρα (µε εφαρµογή και στη βλάστηση) παραλείφθηκαν, για να γίνει εµφανέστερη η αλληλεπίδραση των παραπάνω. Επιπλέον, οι επιδράσεις στο ανθρωπογενές περιβάλλον, θετικές στο µεγαλύτερο ποσοστό τους σ ότι αφορά την κοινωνική κι οικονοµική του διάσταση, δεν εκτιµήθηκαν, καθώς δεν αποτελούν αντικείµενο έρευνας της συγκεκριµένης εργασίας. Από τη συνεκτίµηση και αξιολόγηση των καταγεγραµµένων ανθρώπινων επιδράσεων στην περιοχή µελέτης, προέκυψαν τα στοιχεία που συνοψίζονται πίνακα

121 Τοµέας Επίδρασης Επιφανειακά Νερά Υπόγεια Νερά Νερά Κλείσοβας Μορφολογία Έδαφος Ποσότητα Ποιότητα Ποσότητα Ποιότητα Ποιότητα Πίνακας 3.5 Αξιολόγηση ανθρώπινων επεµβάσεων ανά τοµέα επίδρασης Είδος Μέγεθος ιάρκεια Θετικές Αρνητικές Ασθενείς Ισχυρές Βραχεία Μακρά Φράγµα Αγ. ηµητρίου Αρδευτικά ίκτυα Φράγµα Αγ. ηµητρίου Φράγµα Αγ. ηµητρίου Αρδευτικά ίκτυα Αρδευτικά ίκτυα Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Απόβλητα Φράγµα Αγ. ηµητρίου Γεωτρήσεις Αρδευτικά ίκτυα Απόληψη Αδρανών Υλικών Φράγµα Αγ. ηµητρίου Γεωτρήσεις Αρδευτικά ίκτυα Απόληψη Αδρανών Υλικών Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Απόβλητα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Οδικό ίκτυο Αλυκές Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις ιευθέτηση Κοίτης Φράγµα Αγ. ηµητρίου Απόληψη Αδρανών Υλικών Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις Φράγµα Αγ. ηµητρίου Απόληψη Αδρανών Υλικών Φράγµα Αγ. ηµητρίου Γεωλογία Απόληψη Αδρανών Υλικών Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις Καταπατήσεις Επιχωµατώσεις Βόσκηση Αρδευτικά ίκτυα Βλάστηση Φράγµα Αγ. ηµητρίου ιευθέτηση Κοίτης Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Απόληψη Αδρανών Υλικών Αποχέτευση-Απορρίµµατα Απόβλητα Αρδευτικά ίκτυα Απόληψη Αδρανών Υλικών Απόβλητα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Φράγµα Αγ. ηµητρίου Φράγµα Αγ. ηµητρίου Απόληψη Αδρανών Υλικών Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Φράγµα Αγ. ηµητρίου Γεωτρήσεις Φράγµα Αγ. ηµητρίου Γεωτρήσεις Απόληψη Αδρανών Υλικών Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Οδικό ίκτυο Αλυκές Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις ιευθέτηση Κοίτης Απόληψη Αδρανών Υλικών Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις Αποχέτευση-Απορρίµµατα Απόληψη αδρανών Υλικών Γεωτρήσεις Απόληψη Αδρανών Υλικών Απόληψη Αδρανών Υλικών Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Απόβλητα Φράγµα Αγ. ηµητρίου Αρδευτικά ίκτυα Φράγµα Αγ. ηµητρίου Γεωτρήσεις Αποχέτευση-Απορρίµµατα Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Απόβλητα Οδικό ίκτυο Αλυκές Αποχέτευση-Απορρίµµατα Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις ιευθέτηση Κοίτης Φράγµα Αγ. ηµητρίου Αρδευτικά ίκτυα Απόληψη Αδρανών υλικών Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Φράγµα Αγ. ηµητρίου Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις Φράγµα Αγ. ηµητρίου Απόληψη Αδρανών υλικών Φράγµα Αγ. ηµητρίου Απόληψη Αδρανών Υλικών Φράγµα Αγ. ηµητρίου Απόληψη Αδρανών Υλικών Αποχέτευση-Απορρίµµατα Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις Καταπατήσεις Επιχωµατώσεις Βόσκηση ιευθέτηση Κοίτης Αρδευτικά ίκτυα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Απόληψη Αδρανών Υλικών Αποστραγγίσεις-Αποξηράνσεις Καταπατήσεις Επιχωµατώσεις ιευθέτηση Κοίτης Φράγµα Αγ. ηµητρίου Αρδευτικά ίκτυα Αποχέτευση-Απορρίµµατα Λιπάσµατα-Φυτοφάρµακα Βόσκηση

122 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ 4.1 Συµπεράσµατα Τα συµπεράσµατα, τα οποία προκύπτουν από την εκτίµηση και αξιολόγηση των ανθρώπινων επιδράσεων στο αβιοτικό περιβάλλον και τη βλάστηση του κάτω τµήµατος του Εύηνου ποταµού µε συνέπεια τη διατάραξη της φυσιολογικής του ισορροπίας, είναι τα εξής 1) Οι ανθρώπινες επιδράσεις στο σύνολό τους, ήταν και για τα δύο πεδία έρευνας αρνητικές, διαφοροποιούµενες όµως στο µέγεθος και τη διάρκειά τους. 2) Τη µεγαλύτερη πίεση από τις επιδράσεις του ανθρώπου στην περιοχή µελέτης δέχονται: α)τα υπόγεια νερά, η ποιότητα των οποίων εξαρτάται και από την ποσότητά τους (πτώση του υδροφόρου ορίζοντα συνιστά κίνδυνο υφαλµύρωσης) και β) η βλάστηση, που στη συγκεκριµένη περιοχή µελέτης, ελέγχεται άµεσα από την ποσότητα και την ποιότητα του νερού, λόγω του υδρόφιλου χαρακτήρα της. Φαίνεται λοιπόν, ότι της αλληλεπίδρασης των ανθρώπινων επεµβάσεων που στην πλειοψηφία τους στοχεύουν στην εκµετάλλευση του υδάτινου δυναµικού και την επέκταση των καλλιεργειών της περιοχής, προηγείται αυτή του φυσικού οικοσυστήµατος, εξίσου ισχυρή, που συχνά ο ρόλος της υποβαθµίζεται. 3) Το φράγµα του Αγ. ηµητρίου, µε την έναρξη της λειτουργίας του, φαίνεται να είναι ο κύριος ρυθµιστής του χαρακτήρα της περιοχής διαµορφώνοντας νέες ισορροπίες που πρέπει να ερευνηθούν διεξοδικότερα. Είναι ενδεικτικό το γεγονός, ότι τα µόνα στοιχεία που έχουµε µέχρι στιγµής για τις επιδράσεις του φράγµατος στην ευρύτερη περιοχή, οφείλονται στην προµελέτη κατασκευής του (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε,

123 1992), δηλαδή σ εκτιµήσεις. Η συγκεκριµένη ΠΠΕ, επισηµαίνει δε σε πολλά σηµεία της, εκτός του ότι κατά τη λειτουργία του δεν αναµένονται σηµαντικές επιπτώσεις, καταλήγοντας επί λέξη Εξάλλου, οι εκβολές του Εύηνου παρουσιάζουν ήδη σήµερα έντονα σηµάδια υποβάθµισης., πως πρέπει να εφαρµοστούν προγράµµατα συνεχής παρακολούθησης του υδροφόρου και της ακτογραµµής, που δεν έχουν καν αναγγελθεί. 4) Τα αρδευτικά δίκτυα της περιοχής µετά το φράγµα, ασκούν επίσης πολλές αρνητικές επιδράσεις (εν µέρει ως φορείς των χρησιµοποιούµενων αγροχηµικών). Είναι όµως έργα, όπως και το φράγµα που κρίνονται αναγκαία, ιδιαίτερα τα συγκεκριµένα, για την οικονοµική ανάπτυξη της περιοχής. Αν µε τη λειτουργία τους περιοριστούν οι υπόγειες αντλήσεις και ληφθούν τα µέτρα που ορίζουν οι ΜΠΕ κατασκευής, η επίδρασή τους δύναται ν αποβεί θετική. Εξάλλου όπως επισηµαίνεται και σε σχετική µελέτη του Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε (1986) (πριν κατασκευαστεί το αρδευτικό Γαλατά), η ζώνη των καλλιεργειών και των προσχώσεων του Εύηνου, αποτελεί ένα εναρµονισµένο µε τον άνθρωπο σύστηµα εκβολών. 5) Μεγάλες επιδράσεις, που δύσκολα η έκτασή τους µπορεί πλέων να εκτιµηθεί, υπέστη η πλησίον των εκβολών περιοχή, από κακές εφαρµογές ορισµένων παραγωγικών δραστηριοτήτων τον προηγούµενο αιώνα: ανεπιτυχείς αλυκοποιήσεις, αποξηράνσεις ακατάλληλων για καλλιέργεια υγροτόπων. 6) Ανύπαρκτο είναι το σύστηµα αποχέτευσης και πρόχειρη η διάθεση των απορριµµάτων της περιοχής. Επιπλέον η κακή λειτουργία κι η καθυστέρηση λειτουργίας του ΧΥΤΑ Μεσολογγίου, στα αντίστοιχα, ρυπαίνουν τα νερά και την ευρύτερη της Κλείσοβας περιοχή. 7) Οι κακές συνθήκες ενσταβλισµού των ζώων συµβάλλουν στη ρύπανση του εδάφους και των νερών, κι είναι µια παράµετρος που πρέπει να εξεταστεί, δεδοµένης της ανάπτυξης του τοµέα που αναµένεται στην περιοχή. 8) Οι απολήψεις υλικών, συµβάλλουν καθοριστικά στην αισθητική υποβάθµιση της περιοχής, καθώς τα µέτρα αποκατάστασης δεν τηρούνται. Προκαλούν συρρίκνωση της ενεργού κοίτης ροής µε τις άναρχες αµµοληψίες που έχουν δηµιουργήσει 122

124 λοφίσκους στείρων υλικών και έχουν ωθήσει σε περιορισµό και εκβάθυνση της ενεργού κύριας κοίτης ροής. Είναι η σοβαρότερη ίσως επίδραση που εγκυµονεί άµεσους κινδύνους διαβρώσεων. Εκτιµάται επίσης, ότι η απολήψεις των προηγούµενων δεκαετιών έχουν οδηγήσει σε µία πτώση της επιφάνειας των ιζηµάτων της κοίτης ανάντη της γέφυρας της εθνικής οδού, της τάξης περίπου των 2,5 µέτρων κατά µέσο όρο. Την πτώση αυτή έχει ακολουθήσει µια αντίστοιχη πτώση του υδροφόρου η οποία έχει διαπιστωθεί εµπράκτως στις µικρού βάθους γεωτρήσεις καλλιεργητών που γειτνιάζουν µε το ποτάµι. Παράλληλα καταστρέφουν τη βλάστηση και διαταράσσουν την ιζηµατική δίαιτα των ακτών. Η υφιστάµενη περιβαλλοντική υποβάθµιση της κοίτης λόγω παλαιότερων απολήψεων, δε θα πρέπει να αποτελεί άλλοθι για τις σύγχρονες. 123

125 4.2 Προτάσεις αντιµετώπισης των δυσµενών επιδράσεων και ορθολογικής διαχείρισης των φυσικών πόρων της περιοχής Έχοντας εντοπίσει τις επιδράσεις που υποβαθµίζουν το αβιοτικό περιβάλλον και τη βλάστηση της περιοχής, στις: α) κακές εφαρµογές, τις άστοχες επιλογές και τρόπους διεξαγωγής ορισµένων παραγωγικών δραστηριοτήτων (γεωργία κ.λ.) και β) στις ισχυρές αλληλεπιδράσεις των παραπάνω µε µεγάλα έργα κοινωφελούς χαρακτήρα (φράγµα), προτείνονται τα ακόλουθα µέτρα αντιµετώπισης των επιδράσεων και ορθολογικής διαχείρισης των φυσικών πόρων της περιοχής: Επιφανειακά νερά Με τη βελτίωση και ορθή λειτουργία του αρδευτικού Γαλατά, εκτιµάται ότι θα είναι εφικτή η κάλυψη των αρδευτικών αναγκών µε µέρος µόνον της ροής του Εύηνου (παλαιότερα εκτρέπονταν στο σύνολό του), εφόσον γίνεται σωστή διαχείριση των αρδευτικών δικτύων. Αυτό θα έχε θετική επίδραση στη οικολογική ισορροπία του δέλτα του Εύηνου, εξασφαλίζοντας µόνιµη ροή µέχρι τις εκβολές του όλο το χρόνο, εφόσον κι οι κλιµατικές συνθήκες το επιτρέψουν. Για να καταστεί εφικτή η ορθή διαχείριση του υδάτινου δυναµικού και ικανή η ανάληψη µέτρων πρόληψης, προτείνεται να εγκατασταθούν µηχανήµατα µέτρησης στάθµης-παροχής στη Γέφυρα Ευηνοχωρίου, όπου λειτουργούσε παλαιότερα σταθµός µέτρησης παροχής (Υπ.Γεωργίας, 1997) και να εφαρµοστεί πρόγραµµα παρακολούθησης της παροχής για την καταγραφή του υδάτινου δυναµικού του ποταµού Ευήνου κατάντη των έργων υδροληψίας. Το πρόγραµµα αυτό θα πρέπει να καλύπτει οπωσδήποτε την περίοδο λειτουργίας των αρδευτικών έργων (Απρίλιο έως και Σεπτέµβριο) αλλά και το υπόλοιπο έτος, έτσι ώστε να υπάρξει µία διαχρονική εκτίµηση της απορροής σε σχέση µε τις βροχοπτώσεις και τις χρήσεις νερού. Σκοπός του προγράµµατος θα είναι ο έλεγχος της ροής του ποταµού στο ύψος του δέλτα ώστε να ανιχνευθεί έγκαιρα για να αντιµετωπιστεί κατάλληλα ενδεχόµενη έντονη µείωση της ροής του ποταµού που µπορεί να οφείλεται είτε σε κλιµατολογικές αλλαγές είτε σε κακή διαχείριση των δικτύων άρδευσης και υπερκατανάλωση νερού. 124

126 Σε περίπτωση που παρατηρηθεί τάση µείωσης της παροχής σε συνδυασµό µε αντίστοιχη µείωση των βροχοπτώσεων, θα µπορεί να αναζητηθούν έγκαιρα, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, εναλλακτικοί τρόποι άρδευσης των καλλιεργειών ώστε να διαφυλαχτεί το φυσικό περιβάλλον στο δέλτα του ποταµού και να µη θιγούν τα εισοδήµατα των αγροτών. Σε περίπτωση που η µείωση της ροής δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη µείωση των βροχοπτώσεων, πράγµα που σηµαίνει ότι γίνεται υπερκατανάλωση νερού θα πρέπει να ληφθούν πρόσθετα µέτρα προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της διαχείρισης του δικτύου (ενδεχόµενη ανάγκη συντήρησης του σωληνωτού δικτύου άρδευσης) και της εξοικονόµησης νερού. Τα δεδοµένα µέτρησης θα πρέπει να καταχωρούνται µε οργανωµένο τρόπο σε αρχείο και αντίγραφο αυτού να αποστέλλεται στις αρµόδιες κεντρικές υπηρεσίες του Υπ. Γεωργίας. Παράλληλα για την εξοικονόµηση του νερού από τους καλλιεργητές προτείνεται (Υπ.Γεωργίας, 1997) η χρέωση του νερού να γίνεται µε το κυβικό µέτρο πράγµα που προϋποθέτει την εγκατάσταση υδροµέτρων. Έτσι θα µπορεί να ελέγχεται από τον ΤΟΕΒ Γαλατά η χρήση του δικτύου από τους καλλιεργητές, ώστε να παρεµβαίνει συµβουλευτικά σε περίπτωση που γίνεται σπατάλη νερού (π.χ. πότισµα µετά από βροχή ή πότισµα τις µεσηµεριανές ώρες). Αναγκαία κρίνεται κι η συµβολή του φράγµατος του Αγ. ηµητρίου στα παραπάνω, µέσω της διατήρησης µόνιµης παραµένουσας ροής ίσης µε το 1/3 της µέσης θερινής παροχής όπως έχει προβλεφθεί και στην σχετική προµελέτη (Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, 1992). Για τη βέλτιστη διαχείριση του διαθέσιµου υδατικού δυναµικού, προτείνεται δε, να εκπονηθεί µελέτη διαχείρισης του ταµιευτήρα Εύηνου σε συνδυασµό µε τον ταµιευτήρα Μόρνου και για διάφορες περιπτώσεις (χρονοσειρές) εισροών. Μία τέτοια µελέτη βεβαία, προϋποθέτει την λεπτοµερή γνώση των υδρογεωλογικών χαρακτηριστικών της περιοχής και την εκπόνηση πλήρους υδρογεωλογικής µελέτης του καρστικού συστήµατος του µέσου και άνω ρου του Εύηνου ποταµού. 125

127 Προτείνεται επίσης να ανασταλεί κάθε περαιτέρω απόληψη νερού από τον ποταµό Εύηνο, µέχρις ότου καταγραφεί και εξεταστεί η νέα κατάσταση πραγµάτων που διαµορφώθηκε µετά την κατασκευή και λειτουργία των δύο έργων. Είναι πολύ πιθανό κάθε περαιτέρω αύξηση των απολήψεων νερού από τον Εύηνο να επιδεινώσει την είδη επιβαρηµένη κατάσταση. Υπόγεια νερά Και σε αυτή την περίπτωση για την αντιµετώπιση του ενδεχόµενου κινδύνου υφαλµύρωσης του υπόγειου νερού µε πτώση του υδροφόρου στην περιοχή του δέλτα, λόγω της µείωσης της ροής του Εύηνου µε τη λειτουργία του φράγµατος και των αρδευτικών, προτείνεται να εφαρµοστεί πρόγραµµα συστηµατικής παρακολούθησης του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα µε µετρήσεις στάθµης-αλµυρότητας των νερών σε υφιστάµενες γεωτρήσεις, ώστε να είναι δυνατή η έγκαιρη εφαρµογή κατάλληλων µέτρων προστασίας. Το πρόγραµµα αυτό θα πρέπει να περιλαµβάνει µετρήσεις ελέγχου ποιότητας πόσιµου νερού, όπως αυτές καθορίζονται από την Ελληνική Νοµοθεσία (ΦΕΚ 53Β/20/2/88 Υπ. Απ. σε συµµόρφωση προς την 80/778 οδηγία του Συµβουλίου της ΕΕ). Οι µετρήσεις θα πρέπει να γίνονται µε ευθύνη της /νσης Εγγειοβελτιώσεων σε συνεργασία µε τη /νση Υγιεινής της Νοµαρχίας. Μέχρι ν αρχίσει η εφαρµογή του προγράµµατος παρακολούθησης του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα και να εξαχθούν ασφαλή συµπεράσµατα, προτείνεται να ανασταλεί η διάνοιξη νέων γεωτρήσεων στο έλτα (υπάρχουν είδη στην περιοχή σήµερα πάνω από 40 γεωτρήσεις), έως ότου διαπιστωθεί από την εφαρµογή του προγράµµατος ότι δεν υπάρχει κίνδυνος υφαλµύρωσης. Αυτό πρέπει να γίνει µε συνδυασµό λήψης µέτρών ελέγχου της λειτουργίας του αρδευτικού Γαλατά, έτσι ώστε οι καλλιεργούµενες εκτάσεις να τροφοδοτούνται από τα επιφανειακά νερά του Εύηνου και από γεωτρήσεις µόνο κατά τις περιόδους µε δυσµενείς υδρολογικές συνθήκες. Σε περίπτωση που παρατηρηθούν τάσεις υφαλµύρωσης των υπόγειων νερών, θα µπορούσε να εξεταστεί η δυνατότητα τεχνητού εµπλουτισµού του υδροφόρου την 126

128 χειµερινή περίοδο που είναι µειωµένες οι ανάγκες νερών άρδευση, από τα νερά της 28 στην περιοχή Ευηνοχωρίου µέσω των υπαρχόντων αποστραγγιστικών τάφρων. Επίσης οι εργολάβοι απόληψης υλικών θα µπορούσαν να συµβάλλουν µε την κατασκευή διαδοχικών αναβαθµών κάθετα στα υφιστάµενα αντιπληµµυρικά αναχώµατα του ποταµού, σε κατάλληλα επιλεγµένες θέσεις, για την ανύψωση της στάθµης ροής και την αύξηση του χρόνου συγκράτησης των υδάτων. Τέλος, η πιθανότητα λήψης νερού απ' ευθείας από τον καρστικό υδροφόρο ορίζοντα της Βαράσοβας (αφού προηγηθεί υδρογεωλογική µελέτη), θα πρέπει να εξεταστεί ως µία επιπλέον λύση ελάττωσης της πίεσης που ασκείται στα νερά του υπόγειου υδροφόρου. Ρύπανση νερών-εδάφους Για τον έλεγχο και περιορισµό της ρύπανσης του εδάφους και των υδάτινων αποδεκτών προτείνονται τα ακόλουθα µέτρα: Γεωργία Να ληφθεί µέριµνα για την επιµόρφωση των αγροτών σχετικά µε την ανάγκη και σκοπιµότητα ορθολογικής και λελογισµένης χρήσης λιπασµάτων, φυτοφαρµάκων και νερού. Στα πλαίσια αυτά προτείνεται να ενισχυθούν τα υφιστάµενα τοπικά Γραφεία Γεωργικής Ανάπτυξης µε το απαιτούµενο προσωπικό (γεωπόνους, γραµµατείς), προς εκπαίδευση των παραγωγών στη εφαρµογή σύγχρονων παραγωγικών µεθόδων φιλικών προς το περιβάλλον, καθώς και στην τεχνολογία των αρδεύσεων και τις νέες µεθόδους εφαρµογής τους. Να δηµιουργηθούν σταθµοί Γεωργικής Προειδοποίησης για την έγκαιρη και επίκαιρη καταπολέµηση των εχθρών των φυτών. Με τον τρόπο αυτό θα γίνεται αποτελεσµατικότερη και λελογισµένη χρήση των φυτοφαρµάκων. Για τη µείωση των επιπτώσεων από τα ζιζανιοκτόνα και τα φυτοφάρµακα προτείνεται η χρήση τους να γίνεται σε συνθήκες νηνεµίας προκειµένου να ελαχιστοποιείται η διάχυση των ρύπων στην ατµόσφαιρα. Σε αντίθετη περίπτωση θα γίνεται αισθητή η 127

129 φόρτιση της ατµόσφαιρας σε πολύ µεγάλη ακτίνα από τη θέση εφαρµογής του ψεκασµού, γεγονός που επηρεάζει δυσµενώς το περιβάλλον της περιοχής Να ληφθεί µέριµνα για τη δηµιουργία επανδρωµένου και οργανωµένου εργαστηρίου για την ανάλυση των εδαφών και φυλλοδιαγνωστικής στο Νοµό προκειµένου να επιτευχθεί η ορθολογικότερη λίπανση των καλλιεργειών. Το εργαστήριο αυτό θα πρέπει να βρίσκεται σε άµεση επικοινωνία µε το Γραφείο Γεωργικής Ανάπτυξης της Νοµαρχίας, το οποίο θα ενηµερώνει ανάλογα τους καλλιεργητές. Να εφαρµοστούν προγράµµατα αµειψισποράς, τα οποία επιτρέπουν τη µειωµένη χρήση αγροχηµικών, δεδοµένου ότι οι περισσότερες καλλιέργειες, πλην της µηδικής, είναι µονοετείς, είναι δυνατή η εναλλαγή των καλλιεργειών κάθε χρόνο. Έτσι, προτείνεται να συνταχθεί µε ευθύνη του Υπ. Γεωργίας, συγκεκριµένο σχέδιο αµειψισποράς που θα βασίζεται σε περιβαλλοντικά και οικονοµικά κριτήρια. Κατά τον εξοπλισµό των αρδευτικών δικτύων να προτιµηθούν εκτοξευτήρες µε ένταση βροχής µικρότερη από τη διηθητική ικανότητα του εδάφους ώστε να µην υπάρξει αύξηση της διάβρωσης του. Πρόγραµµα παρακολούθησης της ποιότητας των νερών της θαλάσσιας περιοχής στην εκβολή των αποστραγγιστικών τάφρων θα ήταν σκόπιµο, ώστε να παρακολουθούνται οι ποσότητες των γεωργικών καταλοίπων, που µέσω των αποπλύσεων καταλήγουν στη θάλασσα. Το πρόγραµµα αυτό προτείνεται να περιλαµβάνει µηνιαίες µετρήσεις, που θα καλύπτουν όλο το έτος κι όλο το εύρος των παρακάτω παραµέτρων (θερµοκρασία, pη, φωσφορικά και νιτρικά άλατα, βαρέα µέταλλα (Zn, Cu, Cd), BOD 5, αιωρούµενα στερεά) Ως φορέας υλοποίησης του προγράµµατος προτείνεται η /νση Εγγειοβελτιωτικών έργων της Νοµαρχίας. Τα δείγµατα προτείνεται να συλλέγονται από το προσωπικό των ΤΟΕΒ της περιοχής, να στέλνονται για ανάλυση στα κεντρικά εργαστήρια του Υπ. Γεωργίας και να αξιολογούνται από το Τµήµα Προστασίας Αρδευτικών Υδάτων. Τα αποτελέσµατα των αναλύσεων θα πρέπει να καταχωρούνται µε οργανωµένο τρόπο σε αρχείο του Υπ. Γεωργίας. 128

130 Κτηνοτροφία εδοµένου ότι αναµένεται να αυξηθεί σηµαντικά η παραγωγή ζωοτροφών και ο αριθµός του ζωικού κεφαλαίου στην περιοχή, θα πρέπει να ληφθούν µέτρα για τον έλεγχο των κτηνοτροφικών αποβλήτων. Συγκεκριµένα, θα πρέπει να δοθούν κίνητρα στους κτηνοτρόφους για την ενίσχυση του οργανωµένου ενσταβλισµού των ζώων µε κατάλληλη υποδοµή συλλογής, επεξεργασίας και διάθεσης των κτηνοτροφικών αποβλήτων. Απολήψεις αδρανών υλικών Για τον περιορισµό της ρύπανσης του εδάφους και των νερών κατά την απόληψη υλικών της κοίτης του ποταµού στις συµβατικές υποχρεώσεις του αναδόχου να προστεθούν τα ακόλουθα: Τα απορρίµµατα και άχρηστα υλικά των εγκαταστάσεων να συγκεντρώνονται σε κατάλληλους κάδους, να συλλέγονται τακτικά µε ευθύνη του αναδόχου του έργου και να διατίθενται σε κατάλληλους χώρους υποδοχής που θα προταθούν από τον ανάδοχο και θα εγκριθούν από την αρµόδια Περιφερειακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε. Ο χώρος αυτός θα πρέπει: (α) να καταλαµβάνει τη µικρότερη δυνατή έκταση, (β) να είναι περιφραγµένος, (γ) να βρίσκεται τουλάχιστον 1km µακριά από οικισµούς, (δ) να µην βρίσκεται σε µεγάλης περατότητας εδάφη και εφ' όσον αυτό δεν είναι εύκολα εφικτό να προβλεφθούν µέτρα προστασίας του υδροφόρου. Η πλύση, η αλλαγή των λαδιών και ο ανεφοδιασµός µε καύσιµα των οχηµάτων και των µηχανηµάτων, εφόσον γίνονται στα εργοτάξια, να πραγµατοποιείται σε ειδικούς στεγανούς χώρους, συλλογής και στη συνέχεια να διαθέτονται σε ειδικούς κάδους µετά από συνεννόηση µε τις αρµόδιες Περιφερειακές Υπηρεσίες Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε., µαζί µε τα υπόλοιπα απορρίµµατα του εργοταξίου. Τα χρησιµοποιηµένα ορυκτέλαια και λιπαντικά από τα µηχανήµατα και οχήµατα να συλλέγονται σε ειδικά δοχεία και να διατίθενται για ανακύκλωση σύµφωνα µε την ΚΥΑ 71650/3035 (ΦΕΚ 655Β/85). 129

131 ίκτυο Αποχέτευσης-Απορρίµµατα Επιτακτική κρίνεται η ανάγκη ανάπτυξης σύγχρονου αποχετευτικού δικτύου, καθώς και η στεγανοποίηση των υπαρχόντων βόθρων. Η διάθεση και καύση των απορριµµάτων πρέπει να γίνεται σε κατάλληλα οριοθετηµένη και διαµορφωµένη περιοχή εκτός της κοίτης του ποταµού. Μορφολογία-Γεωλογία Για την εξασφάλιση της έγκαιρης αντιµετώπισης των προβληµάτων διάβρωσης της ακτογραµµής στην ευρύτερη περιοχή του δέλτα, λόγω των έργων που έχουν αναφερθεί, προτείνεται να εφαρµοστεί πρόγραµµα παρακολούθησης της εξέλιξής της, µε σύγκριση αεροφωτογραφιών ανά τακτά χρονικά διαστήµατα βάση σταθερών σηµείων αναφοράς. Στην περίπτωση που εµφανιστούν προβλήµατα οπισθοχώρησης της ακτογραµµής, θα πρέπει να εφαρµοστούν κατάλληλα µέτρα προστασίας αυτής. Για την προστασία του τοπίου και της κοίτης του ποταµού Ευήνου, που έχει αλλοιωθεί από τις συνεχείς αµµοχαλικοληψίες, προτείνεται να γίνει από την ανάδοχο εταιρία αποκατάσταση του χώρου απόληψης υλικών για την κατασκευή του έργου. Οι εργασίες αποκατάστασης θα γίνουν µε βάση µελέτη εφαρµογής που θα εκπονήσει ο ανάδοχος και θα εγκρίνει ο κύριος του έργου σε συνεργασία µε τη αρµόδια Περιφερειακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε. Οι εργασίες αυτές θα περιλαµβάνουν την οµοιόµορφη επίστρωση των υλικών που δεν χρησιµοποιούνται και την εξοµάλυνση των εδαφών. Γενικότερα εκτιµάται ότι θα πρέπει να ληφθούν µέτρα για την αποκατάσταση της ευρύτερης περιοχής της κοίτης του Ευήνου κατάντη του γέφυρας Περιθωρίου, η οποία έχει αλλοιωθεί σηµαντικά από τις αµµοχαλικοληψίες µε αποτέλεσµα τον έντονο τραυµατισµό του τοπίου. Προς την κατεύθυνση αυτή προτείνεται (α) η εκπόνηση µελέτης διαχείρισης των φερτών υλών στο δέλτα του ποταµού, η οποία µε γνώµονα τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης θα καθορίζει κάθε χρόνο τις δυνατές απολήψιµες ποσότητες, λαµβάνοντας υπόψη την υφισταµένη κατάσταση, τις ανάγκες της περιοχής σε υλικά και την ετήσια στερεοπαροχή του ποταµού. 130

132 (β) αποτύπωση της υφιστάµενης κατάστασης ανάγλυφου της κοίτης, ώστε να προσδιοριστεί ο βέλτιστος τρόπος αποκατάστασης και διεύρυνσης της κύριας κοίτης ροής, προς αποφυγή διαβρωτικών και πληµµυρικών φαινοµένων. Βλάστηση Ήδη, πολλά από τα προτεινόµενα µέτρα προστασίας-αποκατάστασης αναµένεται να έχουν θετικές επιδράσεις στον τοµέα της βλάστησης. Επιπλέον οφείλουν να ληφθούν µέτρα για την αποφυγή νέων εκχερσώσεων και τη διατήρηση των υφιστάµενων θαµνοφραχτών και των συστάδων υδρόφιλης δασικής βλάστησης, µε σκοπό τη διαφύλαξη της ποικιλότητας του τοπίου και του φυσικού περιβάλλοντος. Να σταµατήσει η παράνοµη, αυθαίρετη δόµηση σπιτιών και πρόχειρων καταλυµάτων στην περιοχή κοντά στη θάλασσα όπου δεν πληρούν τις νόµιµες προϋποθέσεις και κάθε περαιτέρω επέκταση των καλλιεργειών σε βάρος των υγροτόπων, ειδικά στην περιοχή του Κρυονερίου. Σ ό,τι αφορά τις απολήψεις αδρανών υλικών, δεν θα πρέπει να λαµβάνονται από θέσεις που έχει αναπτυχθεί αξιόλογη θαµνώδης ή δενδρώδης βλάστηση ώστε αυτή να αποτελέσει πυρήνα διασποράς σπορίων και µοσχευµάτων προς την υπόλοιπη κοίτη. Επίσης σε σηµεία της κοίτης που έχουν εκσκαφτεί για απόληψη υλικών, θα πρέπει να προστεθεί αργιλικό υλικό και να φυτευτούν τοπικά υδρόφιλα δένδρα ή θάµνοι, ώστε να επιταχυνθεί ο ρυθµός αναγέννησης της φυσικής βλάστησης. Τέλος, η παρουσία στην περιοχή του κάτω µέρους του Εύηνου ποταµού πολλών σπάνιων ενδηµικών χλωριδικών και πανιδικών ειδών αποτελεί αφορµή ίδρυσης Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Στόχος του κέντρου θα είναι η ενηµέρωση των επισκεπτών της περιοχής (ειδικά των αναρριχητών της Βαράσοβας) µέσω φυλλαδίων και η ευαισθητοποίηση των µαθητών σε περιβαλλοντικά θέµατα. 131

133 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ananiadis, C., (1984). Aspects of Coastal Lagoon and Pond Fishery Management Problems in Greece, FAO/GFCM, Studies and Reviews, 61(2), Γεωργιάδης Θ., (1994). "Οικολογικές Επιπτώσεις και ιαχείριση στους Υγροτόπους Καλαµά-Αχέροντα-Καλοδικίου", Υπ. Εθνικής Οικονοµίας. Γ.Υ.Σ., (1945). Περιοχή Ευηνοχωρίου, Κλιµακα: 1/ Γ.Υ.Σ., (1960). Περιοχή Ευηνοχωρίου, Κλιµακα: 1/ Γ.Υ.Σ., (1973). Τοπογραφικός Χάρτης, Φύλλο: Ευηνοχώριον, Κλίµακα: 1/ Γ.Υ.Σ., (1986). Περιοχή Ευηνοχωρίου, Κλιµακα: 1/ Chalkias C.N., Karymbalis E.T.,(2003). "Prototype GIS Application in Delta Morphometry". Department of Geography, Harokopio University. Ελληνικός Αντισεισµικός Σχεδιασµός, (2000). ΟΑΣΠ, ΣΠΜΕ. Ε.Σ.Υ.Ε., (1963). "Αποτελέσµατα Απογραφής Πληθυσµού - Κατοικιών της 19ης Μαρτίου 1961, Τεύχος Στερεά Ελλάδα. Ε.Σ.Υ.Ε., (1972). "Πληθυσµός της Ελλάδος κατά την Απογραφή της 14ης Μαρτίου 1971". Ε.Σ.Υ.Ε., (1975). "Κατανοµή της Εκτάσεως της Χώρας κατά Βασικές Κατηγορίες Χρήσεως κατά την Απογραφή της 14ης Μαρτίου 1971". Ε.Σ.Υ.Ε., (1982). "Πραγµατικός Πληθυσµός της Ελλάδος κατά την Απογραφή της 5ης Απριλίου 1981". Ε.Σ.Υ.Ε., (1986). "Κατανοµή της Εκτάσεως της Χώρας κατά Βασικές Κατηγορίες Χρήσεως κατά την Απογραφή της 5ης Απριλίου 1981". Ε.Σ.Υ.Ε., (1991). "Αποτελέσµατα Απογραφής Πληθυσµού - Κατοικιών της 5ης Απριλίου 1981, Τεύχος Στερεά Ελλάδα". Ε.Σ.Υ.Ε. (1995) "Αποτελέσµατα Απογραφής Πληθυσµού - Κατοικιών της 17ης Μαρτίου 1991, Τεύχος Στερεά Ελλάδα. 132

134 Ε.Σ.Υ.Ε., " ελτία Ετήσιας Γεωργικής Στατιστικής Έρευνας, Κοινότητες Γαλατά, Περιθωρίου, Ευηνοχωρίου, Αγ. Γεωργίου του έτους 1995". Halacsy, E. de, Conspectus Florae Graecae.-Leipsic. I. (1901) ; II. (1902) 1-612; III. (11904) 1-520; Suppl. (11908) 1-132; II. (1912) Κατσικάτσoς Γ.Χ., (1989). Γεωλογία της Ελλάδας, Εκδόσεις Πανεπιστηµίου Πατρών, Πάτρα. King C. A. M., (1972). Beaches and Coasts, 2 ed. London (Arnold). Κλαουδάτος Σ. & Κονίδης Α., (1997). Μελέτη των Επιπτώσεων των Έργων Αλιευτικής της Λιµνοθάλασσας Μεσολογγίου-Αιτωλικού από την Παραγωγή των Εµπορικών Ειδών Ιχθύων. Πρακτικά 5ου Πανελλήνιου Συµποσίου Ωκεανογραφίας και Αλιείας, ΕΚΘΕ, τόµος II, Κοντόπουλος Ν. & Πανάγος Α., (1979). Μορφοµετρική Ανάλυση Κροκαλών του Ποταµού Εύηνου. ελτ. Ελλ. Γεωλ. Εταιρ., 14 (1), 23-59, Αθήνα. Kotsonias G., (1984). The Messolonghi-Etolikon Lagoon of Greece: Socio-economic and Ecological Interactions of Co-operative and Independent Fishermen. FAO/GFCM, Studies and Reviews, 61(2), ΚΥΑ 71650/3035 (ΦΕΚ 655Β/85). ΚΥΑ 1319/93 (ΦΕΚ 755/ ). Λέκκας, Ε., Παπανικολάου,., Βασιλάκης, Ε. & Παπανικολάου, Ι., (1997). Εκπόνηση Νεοτεκτονικού Χάρτη της Ελλάδας, Νοµός "ΑΙΤΩΛΙΑΣ- ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ" (κλίµακα 1: ). Εφαρµοσµένο Ερευνητικό Πρόγραµµα. Τοµέας υναµικής, Τεκτονικής και Εφαρµοσµένης Γεωλογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών, 148σ., Αθήνα. Μεττός, Α. & Καρφάκης, Ι., (1994) Γεωλογικός Χάρτης της Ελλάδας, Φύλλο Ευηνοχώριον., Πρόγραµµα Εκπόνησης Βασικού Γεωλογικού Χάρτη της Ελλάδας, κλίµακα 1:50.000, Ι.Γ.Μ.Ε., Αθήνα. Mουντράκης,.Μ., (1985) Γεωλογία της Ελλάδας, University Studio Press, Θεσσαλονίκη. Μπούζος., Ζελελίδης Α. και Κοντόπουλος Ν., (1994). Ολοκαινικά και Πλειο- Πλειστοκαινικά Αποθετικά Περιβάλλοντα ελταϊκής Πλατφόρµας. Παράδειγµα από τη υτική Ελλάδα., Πρακτικά 7 ου Επιστηµονικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη, Μάιος,

135 Neumann G., (1953). An Ocean Wave Spectra and a new method of Forecasting Wind generated Sea. Beach Erosion Board Technical Memorandum, 43, Washington, D.C. Ντάφης, Σ., Εύα Παπαστεργιάδου, Κ. Γεωργίου,. Μπαµπαλώνας, Θ. Γεωργιάδης, Μαρία Παπαγεωργίου, Ευθαλία Λαζαρίδου και Βασιλική Τσιαούση Οδηγία 92/43/ΕΟΚ. Το Έργο Οικοτόπων στην Ελλάδα: ίκτυο ΦΥΣΗ Συµβόλαιο αριθµός Β4-3200/84/756. Γενική ιεύθυνση ΧΙ Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων (EKBY). Θέρµη. 932 σελ. Ντάφης, Σ., Παπαστεργιάδου, Ε., Λαζαρίδου, Ε., Τσιαφούλη, Μ., (2001) Τεχνικός Οδηγός Αναγνώρισης, Περιγραφής και Χαρτογράφησης Τύπων Οικοτόπων της Ελλάδας., Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΕΚΒΥ). Παναγιώτου, Α., (2000). " Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και Μελέτη Εκµετάλλευσης Αδρανών Κοίτης Εύηνου", ήµος Μεσολογγίου. Papazachos, B.C. and C.B. Papazachou, (1997). The Εarthquakes of Greece. Editions Ziti. pp.304. Περγαντής, Φ., (2000). "Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και Μελέτη Εκµετάλλευσης Αδρανών Κοίτης Εύηνου", ήµος Χάλκειας. Piper D.W. & Panagos A. G., (1981) "Growth patterns of the Acheloos and Evinos deltas, western Greece" Sedim. Geol. No 28, pp Piper D.W., Panagos A. G., Kontopoulos N. & Spiliotopoulou M., (1982). "Coastal Processes and Morphology, Gulf of Patras, Greece". Ζ Geomorphol., N. F., 26, Sotiropoulos, S., Kamberis, E., Triantaphyllou, M. & Doutsos T., (2003) Thrust Sequencies in the Central Part of the External Hellenides, Geol. Mag., 140(6), pp Szijj, J. (1983) Okologische wetranalyse des Acheloos-Deltas (Westgriechenland) Forschungsprojekt II de r Universitat Essen Gesamthochschule. EssenQ Tiniakos, L., Lambrakis, N., Voudouris, K. (1996). Hydrogeological Regime and Environmental Consideration of the Coastal Carstic Spring Kryoneri (Messolongi district. W. Greece). Proccedings of an International Conference Chania, Grece, in Protection and Restoration of the environment III.,

136 Τσίρος Ι., (1989). "Ρύπανση Επιφανειακών Νερών από Γεωργικές ραστηριότητες", Γεωργική Τεχνολογία, Τεύχος 5. Y.A /5438 (ΦΕΚ 1336/ / ). Υπουργείο Γεωργίας, (ΥΕΒ, 1972) Υ.ΓΕ./ΥΕΒ, Εδαφολογική Μελέτη Περιοχής Γαλατά. Υπ. Γεωργίας, (1982b), "Μελέτη Αρδευτικών ικτύων Περιοχών Γαλατά - Ευηνοχωρίου Ν. Αιτωλοακαρνανίας", Προκαταρκτική µελέτη, Τεχνική Έκθεση, Υ ΡΕΤΜΕ Ο.Ε.-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΩΝ Α.Τ.Ε.-ΑΛΕΞ.ΜΠΟΥΣΙΟΣ, Αθήνα. Υπ. Γεωργίας /νση Τεχνικών Μελετών, (1983). Μελέτη Αρδευτικών ικτύων Περιοχών Γαλατά-Ευηνοχωρίου Ν. Αιτωλοκαρνανίας - Προµελέτη, Υ ΡΕΤΜΕ Ο. Ε.,ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΩΝ Α. Τ. Ε., Κ. Παγώνης, Υπ.Γεωργίας/ΎΕΒ (1990). Χηµικοί Παράµετροι Μόρνου και Εύηνου. Υπ. Γεωργίας, (1993). "Αναµόρφωση Οριστικής Μελέτης Αρδευτικού Έργου Γαλατά Ν. Αιτωλοακαρνανίας", Τεχνική Έκθεση, Ελληνική Μελετών Α.Τ. Ε., Αθήνα. Υπ. Γεωργίας, (2003). "Ποιοτικά Χαρακτηριστικά Υδάτων των Ποταµών και Λιµνών της Χώρας" ( ), Τόµος Γ. Αθήνα. Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, (1984). "Προτάσεις Χωροταξικής Οργάνωσης Νοµός Αιτωλοακαρνανίας". Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, (1986). "Πρόγραµµα Οριοθέτησης Υγροβιότοπων Σύµβασης Ramsar, Υγρότοπος Μεσολλογίου", Αθήνα. Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, (1991). "Προµελέτη Ενίσχυσης του Υδατικού υναµικού του Ταµιευτήρα Μόρνου από τη Λεκάνη του Ποταµού Εύηνου." ΟΤΜΕ Σύµβουλοι Μηχανικοί ΕΠΕ, Υδροηλεκτρική ΕΠΕ, Υδροτεκ Υδραυλικές Μελέτες ΕΠΕ,. Κωνσταντινίδης και Σια ΕΕ, Γ. Καραβοκύρης και Συνεργάτες ΕΕ,Θ. Γκόφας και Συνεργάτες. Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, (1992). "Προµελέτη Ενίσχυσης του Υδατικού υναµικού του Ταµιευτήρα Μόρνου από τη Λεκάνη του Ποταµού Ευήνου, Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων", Αθήνα. Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, (1996). "Μελέτη ιαχείρισης των Υδατικών Πόρων της Υδρολογικής Λεκάνης Ευήνου και Υδρογεωλογική Μελέτη για το Καρστικό Σύστηµα του Ευήνου", Π.Παναγόπουλος, Αθήνα. Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε, (1999). "Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη Συµπλέγµατος Υγροτόπων Μεσολογγίου-Αιτωλικού", Αθήνα. 135

137 Υφ/γείο Νέας Γενιάς και Αθλητισµού, (1983). "Οικοανάπτυξη Περιοχής Μεσολογγίου-Εκβολών Αχελώου, Προβλήµατα-Προτάσεις", Πρόγραµµα Συµµετοχής των νέων στην Οικοανάπτυξη της Περιφέρειας. Φερεντίνος, Γ., Παπαθεοδώρου, Γ. & Καστανος, Ν., (1998). Θαλάσσιες Επιστήµες και η Συµβολή τους στην Οικονοµική Ανάπτυξη και στην Προστασία του Περιβάλλοντος, Επιστηµονικές Εκδόσεις, Τεύχος 4 ο, Πάτρα. Ψιλοβίκος Α. & Χαχαµίδου Ε., (1987). Συµβολή στην έρευνα των Ολοκαινικών Ελληνικών έλτα. Β Παν. Συµπ. Ωκεαν. και Αλιείας, Αθήνα,

138 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

139 Τοπογραφικός Χάρτης του κάτω τµήµατος του ποταµού Εύηνου (Γ.Υ.Σ., 1973)

140 Πίνακας 1 Παράµετροι ποτάµιων υδάτων του Εύηνου (έτος 1995), µετρηθείσες στην περιοχή της γέφυρας Ευηνοχωρίου (Υπ. Γεωργίας, 2003) Π Α Ρ Α Μ Ε Τ Ρ Ο Ι ΜΟΝΑ ΕΣ 26/6/95 26/ Μετρηθείσα παροχή m 3 /sec 2. Θερµοκρασία νερού C Θερµοκρασία αέρα C 4. Ηλεκτρ.αγωγιµότητα µmhos/cm ph Φερτά υλικά mgr/l 7. Χλωριόντα Cl- meq/l Θειικά - SO 4 meq/l Οξινα ανθρακ/κά HCO 3 meq/l Ουδετ. ανθρ/κα CO 3 meq/l Σύνολο ανιοντων-κατιοντων meq/l Νάτριο Να meq/l Μαγνήσιο Mg meq/l Aσβέστιο Ca meq/l Υπολοιπόµενο. Νάτριο meq/l S. A. R Κατηγορία νερού C1S1 C1S1 18. Βαθµός Αλκαλίωσης Να % Σκληρότητα Ολική CaCO 3 mgr/l Παροδική Σκληρότητα mgr/l Μόνιµη Σκληρότητα mgr/l Σκληρότητα Ασβεστίου mgr/l Σκληρότητα Μαγνησίου mgr/l Θερµοκρασία C 21. ιαλυµένο Οξυγόνο Ο 2 mgr/l Ποσοστό κορεσµού % 23. Νιτρικά ΝΟ 3 mgr/l 24. Νιτρώδη ΝΟ 2 mgr/l 25. Αµµωνιακά ΝΗ 4 mgr/l 26. Ολικός φωσφόρος Ρ mgr/l 27. Κάδµιο Cd ppb 28. Υδράργυρος Ηg ppb 29. Ολικός οργανικός άνθρακας mgr/l 30. Τασιενεργές ουσίες L.A.S mgr/l

141 Πίνακας 2 Παράµετροι ποτάµιων υδάτων του Εύηνου (έτος 1996), µετρηθείσες στην περιοχή της γέφυρας Ευηνοχωρίου (Υπ. Γεωργίας, 2003). Π Α Ρ Α Μ Ε Τ Ρ Ο Ι ΜΟΝΑ ΕΣ 29/7/96 16/8/96 18/9/96 1. Μετρηθείσα παροχή m 3 /sec 2. Θερµοκρασία νερού C Θερµοκρασία αέρα C Ηλεκτρ.αγωγιµότητα µmhos/cm ph Φερτά υλικά mgr/l 7. Χλωριόντα Cl- meq/l Θειικά - SO 4 meq/l Οξινα ανθρακ/κά HCO 3 meq/l Ουδετ. ανθρ/κα CO 3 meq/l Σύνολο ανιοντων-κατιοντων meq/l Νάτριο Να meq/l Μαγνήσιο Mg meq/l Aσβέστιο Ca meq/l Υπολοιπόµενο. Νάτριο meq/l S. A. R Κατηγορία νερού C2S1 C2S1 C2S1 18. Βαθµός Αλκαλίωσης Να % Σκληρότητα Ολική CaCO 3 mgr/l Παροδική Σκληρότητα mgr/l Μόνιµη Σκληρότητα mgr/l Σκληρότητα Ασβεστίου mgr/l Σκληρότητα Μαγνησίου mgr/l Θερµοκρασία C 21. ιαλυµένο Οξυγόνο Ο 2 mgr/l Ποσοστό κορεσµού % 23. Νιτρικά ΝΟ 3 mgr/l 24. Νιτρώδη ΝΟ 2 mgr/l 25. Αµµωνιακά ΝΗ 4 mgr/l 26. Ολικός φωσφόρος Ρ mgr/l 27. Κάδµιο Cd ppb 28. Υδράργυρος Ηg ppb 29. Ολικός οργανικός άνθρακας mgr/l 30. Τασιενεργές ουσίες L.A.S mgr/l

142 Πίνακας 3 Παράµετροι ποτάµιων υδάτων του Εύηνου (έτος 1997), µετρηθείσες στην περιοχή της γέφυρας Ευηνοχωρίου (Υπ. Γεωργίας, 2003). Π Α Ρ Α Μ Ε Τ Ρ Ο Ι ΜΟΝΑ ΕΣ 26/5/97 2/7/97 31/7/97 1. Μετρηθείσα παροχή m 3 /sec 2. Θερµοκρασία νερού C Θερµοκρασία αέρα C Ηλεκτρ.αγωγιµότητα µmhos/cm ph Φερτά υλικά mgr/l 7. Χλωριόντα Cl- meq/l Θειικά - SO 4 meq/l Οξινα ανθρακ/κά HCO 3 meq/l Ουδετ. ανθρ/κα CO 3 meq/l Σύνολο ανιοντων-κατιοντων meq/l Νάτριο Να meq/l Μαγνήσιο Mg meq/l Aσβέστιο Ca meq/l Υπολοιπόµενο. Νάτριο meq/l S. A. R Κατηγορία νερού C2S1 C2S1 C2S1 18. Βαθµός Αλκαλίωσης Να % Σκληρότητα Ολική CaCO 3 mgr/l Παροδική Σκληρότητα mgr/l Μόνιµη Σκληρότητα mgr/l Σκληρότητα Ασβεστίου mgr/l Σκληρότητα Μαγνησίου mgr/l Θερµοκρασία C 21. ιαλυµένο Οξυγόνο Ο 2 mgr/l Ποσοστό κορεσµού % 23. Νιτρικά ΝΟ 3 mgr/l 24. Νιτρώδη ΝΟ 2 mgr/l 25. Αµµωνιακά ΝΗ 4 mgr/l 26. Ολικός φωσφόρος Ρ mgr/l 27. Κάδµιο Cd ppb 28. Υδράργυρος Ηg ppb 29. Ολικός οργανικός άνθρακας mgr/l 30. Τασιενεργές ουσίες L.A.S mgr/l

143 Πίνακας 4 Παράµετροι ποτάµιων υδάτων του Εύηνου (έτος 1998), µετρηθείσες στην περιοχή της γέφυρας Ευηνοχωρίου (Υπ. Γεωργίας, 2003). Π Α Ρ Α Μ Ε Τ Ρ Ο Ι ΜΟΝΑ ΕΣ 14/7/98 27/8/98 1. Μετρηθείσα παροχή m 3 /sec 2. Θερµοκρασία νερού C Θερµοκρασία αέρα C Ηλεκτρ.αγωγιµότητα µmhos/cm ph Φερτά υλικά mgr/l 7. Χλωριόντα Cl- meq/l Θειικά - SO 4 meq/l Οξινα ανθρακ/κά HCO 3 meq/l Ουδετ. ανθρ/κα CO 3 meq/l Σύνολο ανιοντων-κατιοντων meq/l Νάτριο Να meq/l Μαγνήσιο Mg meq/l Aσβέστιο Ca meq/l Υπολοιπόµενο. Νάτριο meq/l S. A. R Κατηγορία νερού C2S1 C2S1 18. Βαθµός Αλκαλίωσης Να % Σκληρότητα Ολική CaCO 3 mgr/l 150 Παροδική Σκληρότητα mgr/l 140 Μόνιµη Σκληρότητα mgr/l 10 Σκληρότητα Ασβεστίου mgr/l 135 Σκληρότητα Μαγνησίου mgr/l Θερµοκρασία C 21. ιαλυµένο Οξυγόνο Ο 2 mgr/l 22. Ποσοστό κορεσµού % Νιτρικά ΝΟ 3 mgr/l 24. Νιτρώδη ΝΟ 2 mgr/l 25. Αµµωνιακά ΝΗ 4 mgr/l 26. Ολικός φωσφόρος Ρ mgr/l 27. Κάδµιο Cd ppb 28. Υδράργυρος Ηg ppb 29. Ολικός οργανικός άνθρακας mgr/l 30. Τασιενεργές ουσίες L.A.S mgr/l

144

145 Αεροφωτογραφία 1 Κάτοψη Νότιου τµήµατος της Βαράσοβας και του υγρότοπου Κρυονερίου (κίτρινα περιθώρια) (Γ.Υ.Σ., 1945)

146 Αεροφωτογραφία 2 Κάτοψη Νότιου τµήµατος της Βαράσοβας και του υγρότοπου Κρυονερίου (κίτρινα περιθώρια) (Γ.Υ.Σ., 1986)

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ» ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΛΙΝΑ (00003) «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση του υδρογεωλογικού καθεστώτος της λεκάνης του Αλµυρού Βόλου και σε συνδυασµό µε την ανάλυση του ποιοτικού καθεστώτος των υπόγειων νερών της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Η µορφολογία του επιφανειακού αναγλύφου που έχει δηµιουργηθεί από δράση του τρεχούµενου νερού ονοµάζεται ποτάµια µορφολογία. Οι διεργασίες δηµιουργίας της ονοµάζονται ποτάµιες διεργασίες

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ α) Παρατηρήσεις ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 Π2 ρόμος που συμπίπτει με γραμμή απορροής ρέματος Φ2 Π3 Μπάζα από οικοδομικά υλικά,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Αντικείµενο της παρούσας µεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της επίδρασης των σηράγγων του Μετρό επί του υδρογεωλογικού καθεστώτος πριν και µετά την κατασκευή τους. Στα πλαίσια της, παρουσιάζονται

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative Commons

Διαβάστε περισσότερα

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες Ωκεανοί Το νερό καλύπτει τα δύο τρίτα της γης και το 97% όλου του κόσµου υ και είναι κατοικία εκατοµµυρίων γοητευτικών πλασµάτων. Οι ωκεανοί δηµιουργήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών Μεταβατικά ύδατα (transitional waters) σύµφωνα µε την Οδηγία Πλαίσιο για τα

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗ ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗ ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗ ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Κύρια είδη ιζηµατογενών πετρωµάτων Tα ιζηµατογενή πετρώµατα σχηµατίζονται από τα υλικά αποσάθρωσης όλων των πετρωµάτων, που βρίσκονται στην επιφάνεια της γης κάτω

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ Υδατικά οικοσυστήματα Στη βιόσφαιρα υπάρχουν δύο είδη οικοσυστημάτων: τα υδάτινα και τα χερσαία. Tα υδάτινα οικοσυστήματα διαχωρίζονται ανάλογα με την αλατότητα του νερού

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ 333 Πανεπιστήμιο Πατρών Τομέας Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Εργαστήριο Τεκτονικής ΔIΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ Επιστημονικός Υπεύθυνος: Καθηγητής Νικ. Δελήμπασης Τομέας Γεωφυσικής Γεωθερμίας Πανεπιστημίου Αθηνών Η έρευνα για την ανίχνευση τυχόν

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1.

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1. Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Η γεωλογία της Κρήτης χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κυρίως αλπικών και προαλπικών πετρωμάτων τα οποία συνθέτουν ένα πολύπλοκο οικοδόμημα τεκτονικών

Διαβάστε περισσότερα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων Λιθοστρωματογραφία Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων σε ΕΝΟΤΗΤΕΣ με βάση τα λιθολογικά τους χαρακτηριστικά (σύσταση, χρώμα, στρώσεις, υφή,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua. ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.gr) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΩΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα

Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Υδραυλικών Έργων Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα Κεφάλαιο 10 ο : Απόθεση φερτών υλών Φώτιος Π. Μάρης Αναπλ. Καθηγητής Αίτια και

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΘΕΣΗ 1 Εισαγωγή - Ιστορικό Στον επαρχιακό οδικό άξονα Τρίπολης Ολυμπίας, στο ύψος του Δήμου Λαγκαδίων, έχουν παρουσιασθεί κατά το παρελθόν αλλά

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Θεωρούμε ότι ο βορράς βρίσκεται προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού Κεφάλαιο 1 Γεωμορφολογία Ποταμών Σύνοψη Προαπαιτούμενη γνώση Το παρόν αποτελεί ένα εισαγωγικό κεφάλαιο προς κατανόηση της εξέλιξης των ποταμών, σε οριζοντιογραφία, κατά μήκος τομή και εγκάρσια τομή (διατομή),

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω i Περίληψη Η περιοχή που εξετάζεται βρίσκεται στην νήσο Κω, η οποία ανήκει στο νησιωτικό σύµπλεγµα των ωδεκανήσων και εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό τµήµα του Ελλαδικού χώρου. Ειδικότερα, η στενή περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΙΟΛΙΚΗ ΡΑΣΗ. Πηγή: Natural Resources Canada - Terrain Sciences Division - Canadian Landscapes.

ΑΙΟΛΙΚΗ ΡΑΣΗ. Πηγή: Natural Resources Canada - Terrain Sciences Division - Canadian Landscapes. ΑΙΟΛΙΚΗ ΡΑΣΗ Πηγή: Natural Resources Canada - Terrain Sciences Division - Canadian Landscapes. ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Αιολική δράση Ο άνεµος, όπως το νερό και ο πάγος, είναι ένας παράγοντας που επιδρά

Διαβάστε περισσότερα

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ 1 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΙΘΑΝΑ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ ΣΤΟ ΠΑΛΑΙΟΚΑΣΤΡΟ ΝΙΣΥΡΟΥ ΠΡΟ ΡΟΜΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Από Γ. Ε. Βουγιουκαλάκη Αθήνα, Άυγουστος 2003 2 Πιθανά αίτια

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

"Γεωπεριβαλλοντικές επιπτώσεις των πυρκαγιών στον ευρύτερο χώρο της Αρχαίας Ολυµπίας, Κρόνιος λόφος - Προτάσεις µέτρων."

Γεωπεριβαλλοντικές επιπτώσεις των πυρκαγιών στον ευρύτερο χώρο της Αρχαίας Ολυµπίας, Κρόνιος λόφος - Προτάσεις µέτρων. "Γεωπεριβαλλοντικές επιπτώσεις των πυρκαγιών στον ευρύτερο χώρο της Αρχαίας Ολυµπίας, Κρόνιος λόφος - Προτάσεις µέτρων." Dr. rer nat. ΗΛΙΑΣ ΜΑΡΙΟΛΑΚΟΣ, Οµότιµος Καθηγητής Γεωλογίας* Dr. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών... ΜΕΡΟΣ 1 1. Γεωλογείν περί Σεισμών....................................3 1.1. Σεισμοί και Γεωλογία....................................................3 1.2. Γιατί μελετάμε τους σεισμούς...........................................

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΙΖΗΜΑΤΑ - ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΙΖΗΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΣ ΝΕΡΟΥ Αρχικός µηχανισµός: ιάβρωση των Πετρωµάτων ανάντη των φραγµάτων. Ορισµός ιάβρωσης ιάβρωση = Η αποκόλληση και µετακίνηση σωµατιδίων πετρώµατος

Διαβάστε περισσότερα

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά Ε ΑΦΟΣ Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Έδαφος Το έδαφος σχηµατίζεται από τα προϊόντα της αποσάθρωσης των πετρωµάτων του υποβάθρου (µητρικό πέτρωµα) ή των πετρωµάτων τω γειτονικών

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνικοοικονοµική Ανάλυση Έργων

Τεχνικοοικονοµική Ανάλυση Έργων Τεχνικοοικονοµική Ανάλυση Έργων Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο 3 Ο Υ Ρ Α Υ Λ Ι Κ Α Φ Ρ Α Γ Μ Α Τ Α - Σ Υ Μ Π Λ Η Ρ Ω Μ Α Τ Ι Κ Ε Σ Υ Π Ο Ο Μ Ε Σ Ρ Λ Ε Ω Ν Ι Α Σ Α Ν Θ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ Ε Π Ι Κ Ο Υ Ρ Ο Σ Κ Α Θ Η Γ Η Τ Η Σ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΕΥΣΤΑΘΕΙΑ ΒΡΑΧΩΔΩΝ ΠΡΑΝΩΝ ΤΟΥ ΟΡΥΓΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΕΡΙΘΩΡΙ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: Χ.Θ 18+535

Διαβάστε περισσότερα

4. Η δράση του νερού Η ΠΟΤΑΜΙΑ ΡΑΣΗ. Ποτάµια διάβρωση

4. Η δράση του νερού Η ΠΟΤΑΜΙΑ ΡΑΣΗ. Ποτάµια διάβρωση 4. Η δράση του νερού Οι ποταµοί είναι οι φυσικοί αγωγοί του ρέοντος νερού πάνω στην επιφάνεια της Γης. Το νερό είναι ο κυριότερος παράγοντας διαµόρφωσης του επιφανειακού ανάγλυφου και ο βασικός µεταφορέας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΞΑΜΗΝΟ: 7 ο Β. ΜΑΡΙΝΟΣ, Επ. ΚΑΘ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Β. ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ, ΚΑΘ. Φεβρουάριος 2015 ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative Commons

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Αλλουβιακά ριπίδια (alluvial fans) Είναι γεωμορφές αποθέσεις, σχήματος βεντάλιας ή κώνου που σχηματίζονται, συνήθως, όταν

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών (4) Αλλαγές μεταβολές του γεωϋλικού με το χρόνο Αποσάθρωση: αλλοίωση (συνήθως χημική) ορυκτών

Διαβάστε περισσότερα

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε 1 i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ ΛΙΘΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ ΛΙΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΥΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Κατολισθήσεις Έχει επικρατήσει µεταξύ των γεωλόγων και των µηχανικών η χρήση του όρου κατολίσθηση για την περιγραφή του φαινοµένου

Διαβάστε περισσότερα

Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές

Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές Λίμνη Κερκίνη Το πρόβλημα της λίμνης Κερκίνης εντοπίζεται στο νερό, στη διαχείριση του νερού. Η μεγάλη διακύμανση της στάθμης του νερού επηρεάζει διάφορα σπάνια είδη που

Διαβάστε περισσότερα

4.1. Αποτελέσµατα µετρήσεων φυσικοχηµικών παραµέτρων... 74 Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα βασικά στατιστικά στοιχεία του συνόλου των

4.1. Αποτελέσµατα µετρήσεων φυσικοχηµικών παραµέτρων... 74 Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα βασικά στατιστικά στοιχεία του συνόλου των ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3 2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ... 5 2.1. Γενικά... 5 2.2. Γεωµορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής µελέτης... 8 2.2.1 Τοπογραφία της περιοχής µελέτης...

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8: Ζώνη Παρνασσού, Ζώνη Βοιωτίας, Υποπελαγονική Ζώνη Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΚΑΙ ΥΠΟΓΕΙΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Το ΥΔ της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας περιλαμβάνει τρεις κύριες υδρολογικές λεκάνες: του Αχελώου, του Ευήνου και του Μόρνου. Ακόμη, υπάρχουν

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ Για το σχηματισμό της χειμαρρικής δράσης ενεργούν οι εξής παράγοντες: Άμεσοι Παράγοντες Το κλίμα Το γεωλογικό υπόθεμα Η ανάγλυφη όψη Η βλάστηση

Διαβάστε περισσότερα

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων Διασκευή και τροποποίηση στοιχείων της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης Περιοχής Αστερουσίων, του προγράμματος LIFE B4-3200/98/444,«Προστασία του Γυπαετού

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο

Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο Γεώργιος Συλαίος Εργαστήριο Οικολογικής Μηχανικής & Τεχνολογίας, Δ/ντής Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Διαχείριση

Διαβάστε περισσότερα

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Εισαγωγή Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο εντοπισμός τμημάτων καταρχήν κατάλληλων από γεωλογική άποψη για οικιστική ή άλλη συναφή με δόμηση ανάπτυξη,

Διαβάστε περισσότερα

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας ΛΙΘΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΒΙΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΡΟΝΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ Μαγνητοστρωματογραφία Σεισμική στρωματογραφία ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΣ Παραλληλισμός στρωμάτων από περιοχή σε περιοχή με στόχο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

Συστηματικές διακλάσεις ψαμμιτικών τεμαχών

Συστηματικές διακλάσεις ψαμμιτικών τεμαχών vbn Συστηματικές διακλάσεις ψαμμιτικών τεμαχών [Document subtitle] Μπεκρής Μάριος ΓΕΩΛΟΓΙΚΌ ΠΑΤΡΩΝ [Company address] Πίνακας περιεχομένων Κεφάλαιο 1ο 1. Γεωλογική επισκόπηση 1.1. Γεωλογική δομή Κεντρικής

Διαβάστε περισσότερα

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ 29/10/10 Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό 2010 2011 Παρόχθια ζώνη Σε κάθε ποταμό υπάρχει παρόχθια ζώνη Μια πολύπλοκη και ευαίσθητη περιοχή που συνδέει

Διαβάστε περισσότερα

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα Περιγραφή Η εκβολή του όρμου Λεύκα βρίσκεται περίπου 5 χιλιόμετρα βόρεια του οικισμού Αρνάς (ή Άρνη) στην Άνδρο. Πρόκειται για εκβολή ρύακα σχεδόν μόνιμης ροής, που τροφοδοτεί

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04 ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Μαρία Κιτριλάκη Διαχείριση φυσικών περιοχών Η σύγχρονη αντίληψη για τη διαχείριση των φυσικών περιοχών δεν κυριαρχείται από την παλαιότερη τακτική της εξάντλησης αλλά από

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1-4 Ιουνίου 2010 Πρόγραμμα - Δρομολόγιο Σύνταξη Επιμέλεια: Καθηγητής Μιχ. Σταματάκης

Διαβάστε περισσότερα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ Το κλίμα της Ευρώπης Το κλίμα της Ευρώπης Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ και ΚΛΙΜΑ Καιρός: Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή, σε

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ Εισαγωγή: Η σεισμικότητα μιας περιοχής χρησιμοποιείται συχνά για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικών με τις τεκτονικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα εκεί. Από τα τέλη του

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ Βασίλειος Καρακίτσιος Καθηγητής Διευθυντής Τομέα Ιστορικής Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας Τμήματος Γεωλογίας και

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ II ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ βασική απαίτηση η επαρκής γνώση των επιμέρους στοιχείων - πληροφοριών σχετικά με: Φύση τεχνικά χαρακτηριστικά

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 12: Τεχνική γεωλογία και θεµελίωση γεφυρών 12.1

Κεφάλαιο 12: Τεχνική γεωλογία και θεµελίωση γεφυρών 12.1 Κεφάλαιο 12: Τεχνική γεωλογία και θεµελίωση γεφυρών 12.1 12. ΓΕΦΥΡΕΣ 12.1 Γενικά Οι γέφυρες γενικά αποτελούνται από το τµήµα της ανωδοµής και το τµήµα της υποδοµής. Τα φορτία της ανωδοµής (µόνιµα και κινητά)

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Η εφαρμογή των γεωλογικών πληροφοριών σε ολόκληρο το φάσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος Η περιβαλλοντική γεωλογία είναι εφαρμοσμένη

Διαβάστε περισσότερα

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Περίληψη Η περιοχή μελέτης της παρούσας διατριβής περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα της ευρύτερης

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΝΟΜΟΥ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΝΟΜΟΥ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΝΟΜΟΥ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ Μ.Π.Ε. ΦΡΑΓΜΑΤΩΝ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ ΚΑΣΤΡΑΚΙΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ. ΑΓΡΙΝΙΟ ΜΑΡΤΙΟΣ 2006 Οι προτεινόµενοι περιβαλλοντικοί όροι του Τεχνικού Επιµελητηρίου Νοµού Αιτωλοακαρνανίας

Διαβάστε περισσότερα

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες)

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες) AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες) Περιγραφή Η εκβολή του ποταμού Πλούσκα βρίσκεται περίπου 3 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του οικισμού Βιτάλι και υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Άνδρου. Πρόκειται για εκβολή ποταμού

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ πηγή:nasa - Visible Earth ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Παγετώδης δράση Οι παγετώνες καλύπτουν σήµερα το 1/10 περίπου της γήινης επιφάνειας. Η δράση των παγετώνων, αποτέλεσε ένα σηµαντικό µορφογενετικό

Διαβάστε περισσότερα

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μιχάλης Βραχνάκης Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Θεσσαλίας ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 6 ΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΓΗ ΚΑΙ Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΗΛΙΑΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χλωρίδα και Πανίδα ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ Ερωτήσεις της µορφής σωστό-λάθος Σηµειώστε αν είναι σωστή ή λάθος καθεµιά από τις παρακάτω προτάσεις περιβάλλοντας µε ένα κύκλο το αντίστοιχο

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2.1 Ωκεανοί και Θάλασσες. Σύµφωνα µε τη ιεθνή Υδρογραφική Υπηρεσία (International Hydrographic Bureau, 1953) ως το 1999 θεωρούντο µόνο τρεις ωκεανοί: Ο Ατλαντικός, ο Ειρηνικός

Διαβάστε περισσότερα

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Ποτάμι είναι το ρεύμα γλυκού νερού που κινείται από τα ψηλότερα (πηγές) προς τα χαμηλότερα μέρη της επιφάνειας της Γης (πεδινά) και

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία Υδροκρίτης-Πιεζομετρία Οριοθέτηση υδρολογικής λεκάνης Χάραξη υδροκρίτη Η λεκάνη απορροής, παρουσιάζει ορισμένα γνωρίσματα που ονομάζονται φυσιογραφικά χαρακτηριστικά και μπορούν

Διαβάστε περισσότερα

Ε λ Νίνιο (El Niño) ονοµάζεται το θερµό βόρειο θαλάσσιο ρεύµα που εµφανίζεται στις ακτές του Περού και του Ισηµερινού, αντικαθιστώντας το ψυχρό νότιο ρεύµα Humboldt. Με κλιµατικούς όρους αποτελει µέρος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΞΑΜΗΝΟ: 7 ο Β. ΜΑΡΙΝΟΣ, Λέκτορας ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Β. ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ, ΚΑΘ. Ενδεικτικό παράδειγµα θεµάτων

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα;

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα; ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ 1 ο (Μονάδες 3,3) 1. Ποια είναι η διοικητική ιεραρχία των πόλεων στην Ελλάδα; Πως λέγεται ο διοικητής του κάθε διοικητικού τομέα; 2. Ποιους γεωλογικούς αιώνες περιλαμβάνει η γεωλογική

Διαβάστε περισσότερα

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ 29/10/10 Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ 2010 2011 1 Παρόχθια ζώνη Σε κάθε ποταμό υπάρχει παρόχθια ζώνη Μια πολύπλοκη και ευαίσθητη περιοχή που συνδέει

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Σημειώσεις Εργαστηρίου Στρωματογραφίας Καθηγητής Βασίλειος Καρακίτσιος Καθηγήτρια

Διαβάστε περισσότερα

Φ3. Η κορυφή του όρους «Ζας», η οποία δοµείται από µετακροκαλοπαγές. υπόλοιπος ορεινός όγκος απότελείται

Φ3. Η κορυφή του όρους «Ζας», η οποία δοµείται από µετακροκαλοπαγές. υπόλοιπος ορεινός όγκος απότελείται Φ1. Η παραλία του «Καλαντού» αποτελούµενη από χονδρόκοκκη άµµο. Στο βάθος διακρίνεται ο ορεινός όγκος «Βιγλαστούρι» που δοµείται από µάρµαρα. Στους πρόποδες του ορεινού όγκου επικρατεί ο σχηµατισµός των

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ Εισαγωγή στην Υδρολογία Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων ιάρθρωση του µαθήµατος Εισαγωγή στην Υδρολογία Κατακρηµνίσεις

Διαβάστε περισσότερα

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη Υδρολογία - Υδρογραφία Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούµε µε το τµήµα του υδρολογικού κύκλου που σχετίζεται µε την υπόγεια και επιφανειακή απορροή του γλυκού νερού της γης. Η επιστήµη που ασχολείται µε την

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ)

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ) ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ) Θεσσαλονίκη 2011 Η απόφαση για μια αναγνωριστική αποστολή πάνω από το χωριό Χαλίκι, στο όρος Λάκμος ή Περιστέρι, πάρθηκε κατά τη διάρκεια της αποστολής του συλλόγου

Διαβάστε περισσότερα

AIG003 - Εκβολή ρύακα Αννίτσα

AIG003 - Εκβολή ρύακα Αννίτσα AIG003 - Εκβολή ρύακα Αννίτσα Περιγραφή Η εκβολή του ρύακα Αννίτσα βρίσκεται περίπου 1,4 χιλιόμετρα ανατολικά - νοτιοανατολικά από τον οικισμό Άλωνες και υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Αίγινας. Πρόκειται

Διαβάστε περισσότερα

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1 Το κλίμα της Ελλάδος Λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσης στη Μεσόγειο και του πλούσιου ανάγλυφου της, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από διάφορες κλιματικές ζώνες. Η Ελλάδα, συνολικής επιφάνειας 131.957

Διαβάστε περισσότερα

7. Υ ΑΤΙΚΟ ΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑ ΑΣ 7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

7. Υ ΑΤΙΚΟ ΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑ ΑΣ 7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κεφάλαιο 7 Υδατικό ιαµέρισµα υτικής Στερεάς Ελλάδας 7. Υ ΑΤΙΚΟ ΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑ ΑΣ 7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το υδατικό διαµέρισµα της δυτικής Στερεάς Ελλάδας, έκτασης 10.417 km 2 περίπου, ορίζεται βόρεια

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΦΡΑΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΜΠΕΛΜΑ. ΑΓΙΑΣ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΦΡΑΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΜΠΕΛΜΑ. ΑΓΙΑΣ 1. Προτεινόµενο έργο Το έργο αφορά την κατασκευή τριών ταµιευτήρων στην τοποθεσία Μπελµά του Όρους Όσσα. Ο συνολικός όγκος αποθήκευσης νερού θα είναι 7.200.000 µ3. Η συνολική υδάτινη επιφάνεια των ταµιευτήρων

Διαβάστε περισσότερα

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Tεχνικο οικονομικοί παράγοντες για την αξιολόγηση της οικονομικότητας των γεωθερμικών χρήσεων και της «αξίας» του ενεργειακού προϊόντος: η θερμοκρασία, η παροχή

Διαβάστε περισσότερα

στα τις Επιπτώσεις φαινόµενα από πυρκαγιές προτάσεις αντιµετώπισης τους Λεονάρδος Τηνιακός

στα τις Επιπτώσεις φαινόµενα από πυρκαγιές προτάσεις αντιµετώπισης τους Λεονάρδος Τηνιακός Επιπτώσεις φαινόµενα από στα τις πληµµυρικά πυρκαγιές στους Νοµούς Αχαΐας - Ηλείας και προτάσεις αντιµετώπισης τους Λεονάρδος Τηνιακός Οι πρωτοφανείς σε ένταση και έκταση πυργαγιές σε δασικές και αγροτικές

Διαβάστε περισσότερα

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου.

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Δρ. Παρασκευή Νομικού Λέκτωρ Ωκεανογραφίας Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Η ηφαιστειακή εξέλιξη της Νισύρου άρχισε

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων. Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ

Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων. Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ Κελύφη Γεωφραγμάτων Ν. Ι. Μουτάφης Ροή λάβας - Galapagos Κελύφη ή Σώματα Φράγματος ή Αντιπυρήνες Ζώνη 1 - Πυρήνας

Διαβάστε περισσότερα

Πιν. Ι- 1: Μορφοµετρικές παράµετροι των υδρογραφικών δικτύων.

Πιν. Ι- 1: Μορφοµετρικές παράµετροι των υδρογραφικών δικτύων. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΠΙΝΑΚΕΣ : Πιν. Ι- 1: Μορφοµετρικές παράµετροι των υδρογραφικών δικτύων. Υ ΡΟΓΡΑΦΙΚΑ ΙΚΤΥΑ ΜΕΓΙΣΤΗ ΤΑΞΗ ΛΕΚΑΝΗΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΛΑ ΩΝ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΜΗΚΟΣ ΚΛΑ ΩΝ ΛΕΚΑΝΗΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΛΕΚΑΝΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ 1. ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ 1.1 Πληθυσµός Κατά την εκπόνηση του

Διαβάστε περισσότερα