ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΟΣΟΪΣΤΟΧΗΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΚΗΛΙΚΟΥ ΣΑΚΟΥ ΣΕ ΠΑΙ ΙΑ ΜΕ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΙΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΥΤΡΟΠΕΡΙΤΟΝΑΪΚΗΣ ΠΤΥΧΗΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΟΣΟΪΣΤΟΧΗΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΚΗΛΙΚΟΥ ΣΑΚΟΥ ΣΕ ΠΑΙ ΙΑ ΜΕ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΙΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΥΤΡΟΠΕΡΙΤΟΝΑΪΚΗΣ ΠΤΥΧΗΣ"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΠΑΙΔΙΟΥ Α ΚΛΙΝΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗΣ ΠΑΙΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΘΑΝ. ΖΑΒΙΤΣΑΝΑΚΗΣ ΠΑΝΕΠ. ΕΤΟΣ Αριθμ ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΟΣΟΪΣΤΟΧΗΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΚΗΛΙΚΟΥ ΣΑΚΟΥ ΣΕ ΠΑΙ ΙΑ ΜΕ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΙΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΥΤΡΟΠΕΡΙΤΟΝΑΪΚΗΣ ΠΤΥΧΗΣ ΜΟΥΡΑΒΑ Κ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ Β ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗΣ ΠΑΙΔΩΝ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008

2 2 2

3 3 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΠΑΙΔΙΟΥ Α ΚΛΙΝΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗΣ ΠΑΙΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΘΑΝ. ΖΑΒΙΤΣΑΝΑΚΗΣ ΠΑΝΕΠ. ΕΤΟΣ Αριθμ ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΟΣΟΪΣΤΟΧΗΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΚΗΛΙΚΟΥ ΣΑΚΟΥ ΣΕ ΠΑΙ ΙΑ ΜΕ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΙΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΥΤΡΟΠΕΡΙΤΟΝΑΪΚΗΣ ΠΤΥΧΗΣ ΜΟΥΡΑΒΑ Κ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ Β ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗΣ ΠΑΙΔΩΝ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

4 4 Η ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΙΛΙΠΠΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΗΜΗΤΡΙΟΣ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΤΣΙΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Η ΕΠΤΑΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΙΛΙΠΠΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΗΜΗΤΡΙΟΣ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΤΣΙΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΖΑΒΙΤΣAΝΑΚΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΒΡΕΤΤΟΥ ΕΛΕΝΗ, ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ «Η έγκρισης της ιδακτορικής ιατριβής υπό της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, δεν υποδηλοί αποδοχήν των γνωµών του συγγραφέως» (Νόµος 5343/32, άρθρ. 202 & 2 και ν. 1268/82, άρθρ. 50 & 8) 4

5 5 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΤΟΜΠΡΟΣ 5

6 6 6

7 7 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 9 I Γενικό Μέρος 12 1 Ανατοµία του Βουβωνικού Πόρου, του Οσχέου και του Όρχεος Ανατοµία του Βουβωνικού Πόρου Το Επιπολής ή Υποδερµάτιο Στόµιο του Βουβωνικού Πόρου Το εν τω Βάθει ή Έσω Κοιλιακό Στόµιο του Βουβωνικού πόρου Σπερµατικός Τόνος 17 οµές του Σπερµατικού Τόνου 17 Χιτώνες του Σπερµατικού Τόνου Ανατοµία του Οσχέου και των Όρχεων To Όσχεο 19 Αρτηρίες και Φλέβες του Οσχέου 20 Νεύρωση του Οσχέου 20 Λεµφαγγεία του Οσχέου Ο Όρχις και οι Εκφορητικοί του Πόροι Επιδιδυµίδα 22 2 Εµβρυολογία της Καθόδου του Όρχεος και της Σύγκλεισης της Ελυτροπεριτοναϊκής Πτυχής Μηχανισµός ιαφοροποίησης του Φύλου Οι Σύνδεσµοι των Αδιαφοροποίητων Γονάδων: Οίακας και Κρεµαστήρας Σύνδεσµος Ελυτροπεριτοναϊκή Πτυχή και Λείες Μυϊκές Ίνες Άλλοι Παράγοντες που Συµβάλλουν στην Κάθοδο του Όρχεος Στάδια Καθόδου του Όρχεος 27 Ενδοκοιλιακό Στάδιο 27 Οσχεοβουβωνικό Στάδιο 28 Η ράση του Οίακα Οι Ορµόνες που Συµµετέχουν στην Κάθοδο του Όρχεος Ο ρόλος των Aνδρογόνων, του Πεπτιδίου που Σχετίζεται µε το Γονίδιο της Καλσιτονίνης ( calcitonin gene - related peptide, CGRP) και του Αιδοιοµηριαίου Νεύρου Σύγχρονες Θεωρίες της Καθόδου του Όρχεος Αιτιοπαθογένεια της Βουβωνοκήλης και της Κρυψορχίας 34 3 Βουβωνοκήλη Υδροκήλη Ιστορική Αναδροµή - Συχνότητα Κλινική Κατάταξη Αιτιολογία Κλινική Εικόνα ιάγνωση Θεραπεία Αποτελέσµατα 40 7

8 8 4 Κρυψορχία Συχνότητα Αιτιολογία Κλινική Εικόνα Θεραπεία Αποτελέσµατα 45 ΙΙ Ειδικό Μέρος Σκοπός της Μελέτης Υλικό Μέθοδος Ασθενείς Μάρτυρες Ιστολογικά Παρασκευάσµατα Ανοσοϊστοχηµικές Χρώσεις 61 7 Αποτελέσµατα 64 8 Συζήτηση 83 9 Συµπεράσµατα Περίληψη Summary 104 Βιβλιογραφία 110 8

9 9 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η συγγενής λοξή βουβωνοκήλη, η υδροκήλη και η κρυψορχία, είναι από τις συχνότερες συγγενείς διαµαρτίες της παιδικής ηλικίας, που απαιτούν χειρουργική αντιµετώπιση. Η συχνότητα εµφάνισης της βουβωνοκήλης κυµαίνεται από 0,8% έως 4,4%. Στα πρόωρα και στα χαµηλού βάρους γέννησης νεογνά, η συχνότητα εµφάνισης της βουβωνοκήλης κυµαίνεται από 16% έως 25%. Από την άλλη µεριά, κρυψορχία εµφανίζεται στο 4,3% των άρρενων νεογνών, ενώ στο τέλος του 1ου έτους, το ποσοστό κατέρχεται στο 1% του συνολικού πληθυσµού των αγοριών. Η συγγενής λοξή βουβωνοκήλη και η υδροκήλη, πιστεύεται ότι οφείλονται στην παραµονή της ανοιχτής ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής (ΕΠ) που παραµένει µετά από την κάθοδο του όρχεος στο σύστοιχο ηµιόσχεο. Παρόλη την µεγάλη συχνότητα των συγγενών παθήσεων της βουβωνικής χώρας, λίγα είναι γνωστά σχετικά µε τον µηχανισµό της καθόδου του όρχεος, καθώς επίσης και την διαδικασία σύγκλεισης της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής. Με την καλλιέργεια επιθηλιακών κυττάρων από ελυτροπεριτοναϊκές πτυχές, ο Cook και συν., ανέδειξαν τον πιθανό ρόλο που παίζει το πεπτίδιο που σχετίζεται µε το γονίδιο της καλσιτονίνης (GCPR), στην διαδικασία σύγκλεισης της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής. Όπως είναι γνωστό, η παραµονή ανοιχτής ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, δεν συνεπάγεται απαραίτητα και την εµφάνιση κλινικής βουβωνοκήλης. Οι παράγοντες που προδιαθέτουν στην εµφάνιση κλινικής βουβωνοκήλης είναι οι εξής: 1. Ανωµαλίες του ουρογεννητικού συστήµατος (κρυψορχία, εκστροφή ουροδόχου κύστεως) 2. Παρουσία ενδοπεριτοναϊκού υγρού (ασκίτης, κοιλιοπεριτοναϊκή παροχέτευση, περιτοναϊκή διάλυση) 3. Αυξηµένη ενδοπεριτοναϊκή πίεση (χειρ/θείς εξόµφαλος ή γαστρόσχιση, µηκωνιακή περιτονίτιδα) 4. Χρόνια πνευµονοπάθεια (κυστική ίνωση) 5. Νόσοι του συνδετικού ιστού ( σύνδροµο Ehlers - Danlos, σύνδροµο Hunter - Hurler, σύνδροµο Marfan και βλεννοπολυσακχαριδώσεις). Σε πρόσφατες εργασίες που ανακοινώθηκαν από τον Tanyel και συν. διατυπώθηκε η άποψη ότι η ατελής σύγκλειση της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, οφείλεται στην παραµονή λείων µυϊκών ινών στο τοίχωµα της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής. Επίσης, ό ίδιος ερευνητής θεωρεί ότι η ποσότητα των λείων µυϊκών ινών που παραµένουν, καθορίζει και την κλινική έκβαση της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής προς βουβωνοκήλη ή υδροκήλη. Επιπλέον η παρουσία µυοϊνοβλαστών στις ελυτροπεριτοναϊκές πτυχές, απεικονίζει την προσπάθεια για την ολοκλήρωση της απόπτωσης των λείων µυϊκών ινών, µέσα από µια διαδικασία αποδιαφοροποίησής τους σε πρωϊµότερα στάδια ανάπτυξης. Η παραπάνω διαδικασία, σύµφωνα µε τους ερευνητές αυτούς, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την σύγκλειση της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, σε ασθενείς που πάσχουν από βουβωνοκήλη ή υδροκήλη. Στην διαδικασία σύγκλεισης, φαίνεται ότι συµµετέχουν ακόµη τα ιόντα Ca 2+, καθώς επίσης και το συµπαθητικό σύστηµα. Ακόµη όµως, οι λείες µυϊκές ίνες της ΕΠ και του οίακα, αποτελούν την κινητήρια δύναµη που ωθεί τον όρχι στο σύστοιχο ηµιόσχεο. Σε µια προσπάθεια συµβολής στην µελέτη των παραπάνω θεωριών και της διερεύνησης του ρόλου των λείων µυϊκών ινών, σχεδιάσαµε µια ανοσοϊστοχηµική µελέτη, που σκοπό έχει να διερευνήσει 9

10 10 τον ανοσοϊστοχηµικό φαινότυπο των λείων µυϊκών ινών που ανευρίσκονται στις ΕΠ ασθενών που πάσχουν από βουβωνοκήλη, υδροκήλη και κρυψορχία. Η διερεύνηση του ανοσοφαινότυπου γίνεται µέσω της µελέτης της έκφρασης µιας σειράς µονοκλωνικών αντισωµάτων και συγκεκριµένα της ακτίνης των λείων µυϊκών ινών (a-smooth muscle actin, SMA), της καλδεσµόνης υψηλού µοριακού βάρους (h-caldesmon), της δεσµίνης (desmin) και τέλος της βιµεντίνης (vimentin). Ο λόγος για τον οποίο επιλέχθηκαν τα συγκεκριµένα µονοκλωνικά αντισώµατα, είναι γιατί απεικονίζουν το στάδιο ωριµότητας και διαφοροποίησης των λείων µυϊκών ινών, µέσω της ανάδειξης των πρωτεϊνών του κυτταρικού σκελετού τους. ύο ακόµη µονοκλωνικά αντισώµατα χρησιµοποιήθηκαν, σε µια προσπάθεια να διερευνηθεί περισσότερο ο παθοφυσιολογικός µηχανισµός που προκαλεί τις συγγενείς παθήσεις της ΕΠ: την ογκοπρωτείνη bcl-2, που αποτελεί έναν γνωστό δείκτη αναστολής του µηχανισµού της απόπτωσης και το CD34, που ανιχνεύει αρχέγονα ανθρώπινα κύτταρα της αιµοποιητικής σειράς. Θεωρώ σηµαντικό να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα της τριµελούς συµβουλευτικής επιτροπής, αναπληρωτή καθηγητή κ. Α. Φιλιππόπουλο, για την ουσιαστική συµβολή του στην περάτωση της διδακτορικής διατριβής, καθώς και τα υπόλοιπα µέλη της συµβουλευτικής επιτροπής, τον αναπληρωτή καθηγητή κ.. Αναγνωστόπουλο και τον αναπληρωτή καθηγητή κ. Κ. Κότσιανο για τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις τους. Επίσης ευχαριστώ τον καθηγητή κ. Α.Σ. Πετρόπουλο, ιευθυντή της Β Πανεπιστηµιακής Κλινικής Χειρουργικής των Παίδων, για την πολύπλευρη βοήθεια που µου προσέφερε σε όλο το χρονικό διάστηµα της συγγραφής της παρούσας µελέτης, καθώς και γιατί µου επέτρεψε να χρησιµοποιήσω το υλικό της εν λόγω Κλινικής. Επίσης ευχαριστώ: Τον ιευθυντή της Α Πανεπιστηµιακής Κλινικής Χειρουργικής των Παίδων κ. Α. Ζαβιτσανάκη, που µου παραχώρησε µεγάλο µέρος των παθολογοανατοµικών παρασκευασµάτων που χρησιµοποιήθηκαν για την εκπόνηση της διατριβής, καθώς επίσης και όλο το προσωπικό της Κλινικής. Τον κ. Ι. Κωστόπουλο, αναπληρωτή καθηγητή Παθολογικής Ανατοµικής, για την ολοκληρωµένη ανοσοϊστοχηµική και ιστολογική µελέτη των παρασκευασµάτων και τις καίριες υποδείξεις του, όπως επίσης και την παθολογοανατόµο κ. Τ. Κολέτσα για τον κόπο και τον χρόνο που αφιέρωσε για την ολοκλήρωση της διατριβής. Τον λέκτορα Χειρουργικής Παίδων κ.. Σφουγγάρη για την πολύπλευρη βοήθεια του, σε όλες τις φάσεις εκπόνησης της συγκεκριµένης µελέτης. Ευχαριστώ επίσης τον κ. Θ. Πουτάχιδη, επικ. Καθηγητή της Κτηνιατρικής Σχολής. Χωρίς την βοήθειά του η εργασία αυτή πιθανώς δεν θα είχε ολοκληρωθεί. Το προσωπικό της Β Πανεπιστηµιακής Κλινικής Χειρουργικής των Παίδων και ιδιαίτερα τους συναδέλφους Α. Νεοφύτου και Β. Λαµπρόπουλο για την βοήθεια που µου προσέφεραν. Τέλος, ευχαριστώ την σύζυγό µου Πέρσα και τα παιδιά µου Μαρία και Κωνσταντίνο για την στήριξή τους, κατά την διάρκεια της εκπόνησης της διδακτορικής διατριβής. 10

11 11 11

12 12 Μέρος Ι Γενικό Μέρος 12

13 13 13

14 14 Κεφάλαιο 1 Ανατοµία του Βουβωνικού Πόρου, του Οσχέου και του Όρχεος Η βουβωνική χώρα είναι µια πολύ σηµαντική ανατοµική περιοχή, επειδή αποτελεί την θέση ανάπτυξης των περισσοτέρων κηλών (1). Ιδιαίτερα στους άρρενες, το γεγονός αυτό, οφείλεται µεταξύ των άλλων και στην κάθοδο του όρχεος και του σπερµατικού τόνου, κατά την ενδοµήτρια ζωή. 1.1 Ανατοµία του Βουβωνικού Πόρου Παριστά µια λοξή σχισµή µήκους 4 cm στους ενήλικες και 1 έως 1,5 cm στα νεογνά και στα βρέφη, που φέρεται λοξά διαµέσου του κατώτερου τµήµατος του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώµατος, πάνω από το έσω ηµιµόριο του βουβωνικού συνδέσµου. Ο βουβωνικός πόρος εµφανίζει δύο τοιχώµατα (πρόσθιο και οπίσθιο), δύο στόµια (το επιπολής ή υποδερµάτιο και το εν τω βάθει ή κοιλιακό), την οροφή (άνω τοίχωµα) και το έδαφος (κατώτερο τοίχωµα) (Εικόνα 1). Το πρόσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου σχηµατίζεται κυρίως από την απονεύρωση του έξω λοξού κοιλιακού µυός. Ενισχύεται πλάγια και επί τα εκτός από ίνες του έσω λοξού κοιλιακού µυός και σπανιότερα από ίνες του εγκάρσιου κοιλιακού µυός. Το οπίσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου σχηµατίζεται από την εγκάρσια απονεύρωση, που ενισχύεται επί τα εντός από την κοινή κατάφυση του έσω λοξού και του εγκάρσιου κοιλιακού µυός, τον κοινό καταφυτικό τένοντα. 14

15 15 Το έδαφος του βουβωνικού πόρου σχηµατίζεται από την άνω επιφάνεια του βουβωνικού συνδέσµου και τον ανεστραµµένο βουβωνικό σύνδεσµο ( Lacunar ligament ή Gimbernat's ligament ). Η οροφή του βουβωνικού πόρου σχηµατίζεται από ίνες του έσω και του εγκάρσιου κοιλιακού µυός, που σε αυτή την θέση λαµβάνουν τοξοειδή διαµόρφωση. Η κάτω επιγάστριος αρτηρία εντοπίζεται επί τα εντός του έσω βουβωνικού στοµίου και µπορεί να χρησιµοποιηθεί σαν οδηγό σηµείο για τον εντοπισµό του. Σαν αποτέλεσµα της λοξής πορείας του βουβωνικού πόρου, το επιπολής και το εν τω βάθει βουβωνικό στόµιο δεν συµπίπτουν. Έτσι, η αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης, προκαλεί µετακίνηση του οπίσθιου τοιχώµατος του βουβωνικού πόρου προς το πρόσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου. Η δράση αυτή ενισχύει την ευένδοτη θέση του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώµατος. Επίσης η σύσπαση του έξω λοξού κοιλιακού µυός συµπλησιάζει το πρόσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου (που σχηµατίζεται κυρίως από την απονεύρωση του έξω λοξού κοιλιακού µυός) στο οπίσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου (που σχηµατίζεται κυρίως από την εγκάρσια απονεύρωση). Η σύσπαση του έσω λοξού και του εγκάρσιου κοιλιακού µυός, προκαλεί κάθοδο της οροφής του βουβωνικού πόρου και ελάττωση του εύρους του βουβωνικού πόρου. Κατά την όρθια θέση, οι παραπάνω µύες βρίσκονται σε συνεχή τονική σύσπαση. Εικόνα 1: Ανατοµία βουβωνικής χώρας και βουβωνικού πόρου Σε περιπτώσεις αύξησης της ενδοκοιλιακής πίεσης (π.χ. βήχας), υπάρχει πιθανότητα πρόπτωσης των ενδοκοιλιακών σπλάχνων δια του βουβωνικού πόρου. Παρόλα αυτά, η σύσπαση του έσω 15

16 16 λοξού και του εγκάρσιου κοιλικού µυός, όπως αναφέρθηκε, προκαλεί ελάττωση του εύρους του βουβωνικού πόρου. Λειτουργεί συνεπώς σαν βαλβιδικός µηχανισµός, εµποδίζοντας την δηµιουργία κήλης. Αµέσως πίσω από το επιπολής βουβωνικό στόµιο καταφύεται ο κοινός καταφυτικός τένοντας. Ο ορθός κοιλιακός µύς εντοπίζεται ακριβώς πίσω από τον κοινό καταφυτικό τένοντα. Όταν η ενδοκοιλιακή πίεση αυξάνεται, οι πρόσθιοι και οι πλάγιοι κοιλιακοί µύες συσπώνται µε αποτέλεσµα, η απονεύρωση του έξω λοξού και ο κοινός καταφυτικός να κατευθύνονται πάνω στον ορθό κοιλιακό µυ. Έτσι, ο κοινός καταφυτικός τένοντας και ο ορθός κοιλιακός µυς, ενισχύουν την οπίσθια επιφάνεια του έξω βουβωνικού στοµίου, εµποδίζοντας την πρόπτωση ενδοκοιλιακών οργάνων και την δηµιουργία κήλης Το Επιπολής ή Υποδερµάτιο Στόµιο του Βουβωνικού Πόρου Το επιπολής στόµιο του βουβωνικού πόρου είναι ένα τριγωνικό έλλειµµα της απονεύρωσης του έξω λοξού κοιλιακού µυός. Η βάση του τριγώνου σχηµατίζεται από την ηβική ακρολοφία, ενώ η κορυφή του τριγώνου έχει κατεύθυνση προς τα άνω και έξω. Αφορίζεται, προς τα δεξιά και αριστερά, από τον έξω και έσω βουβωνικό στύλο, στους οποίους αποσχίζεται η απονεύρωση του έξω λοξού κοιλιακού µυός. Προς τα πίσω αφορίζεται από τον ανεστραµµένο βουβωνικό σύνδεσµο (οπίσθιο βουβωνικό στύλο ). ια µέσου του επιπολής στοµίου του βουβωνικού πόρου διέρχεται, στους µεν άνδρες ο σπερµατικός τόνος, στις δε γυναίκες ο στρόγγυλος σύνδεσµος της µήτρας. Το λαγονοβουβωνικό νεύρο, εξέρχεται δια του έξω βουβωνικού στοµίου, παρέχοντας αισθητική νεύρωση στην πρόσθια και έσω επιφάνεια του σύστοιχου µηρού. Το κεντρικό σηµείο του επιπολής στοµίου του βουβωνικού πόρου εντοπίζεται πάνω από το ηβικό φύµα. Ο έξω βουβωνικός στύλος σχηµατίζεται από τµήµα της απονεύρωσης του έξω λοξού κοιλιακού µυός, που συνδέεται µε το ηβικό φύµα δια του βουβωνικού συνδέσµου. Ο σπερµατικός τόνος ακουµπά στο κάτω τριτηµόριο του έξω βουβωνικού στύλου. Ο έσω βουβωνικός στύλος, σχηµατίζεται από τµήµα της απονεύρωσης του έξω λοξού κοιλιακού µυός, που αποσχίζεται και καταφύεται στο ηβικό οστούν και στην ηβική ακρολοφία επί τα εντός του ηβικού φύµατος. Μια σειρά από απονευρωτικές ίνες προερχόµενες από τον βουβωνικό σύνδεσµο, κατευθύνονται προς τα άνω και έσω, επάνω στο επιπολής στόµιο του βουβωνικού πόρου. Οι ίνες αυτές ονοµάζονται µεσοστύλιες ίνες και εµποδίζουν την διάταση του βουβωνικού στοµίου. Το επιπολής βουβωνικό στόµιο ψηλαφάται ακριβώς πάνω και επί τα εκτός του ηβικού φύµατος. Στα παιδιά, είναι δυνατόν να ψηλαφηθεί µόνο εάν µέσα από αυτό διέρχεται πεπαχυµένος σπερµατικός τόνος, όπως π.χ. σε περίπτωση βουβωνοκήλης Το εν τω Βάθει ή Έσω Κοιλιακό Στόµιο του Βουβωνικού πόρου Πρόκειται για σχισµοειδές έλλειµµα της εγκάρσιας απονεύρωσης, που εντοπίζεται επί τα εκτός της κάτω επιγάστριας αρτηρίας, ακριβώς πάνω από την µεσότητα του βουβωνικού συνδέσµου και επί τα εκτός της έκφυσης του εγκάρσιου κοιλιακού µυός από τον βουβωνικό σύνδεσµο. Σχηµατίζεται στην ενδοµήτρια φάση, όταν αντίστοιχα προς την περιφέρεια του στοµίου, εµφανίζεται η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή, που καταδύεται µέσα στον βουβωνικό πόρο και σχηµατίζει έλυτρο γύρω από το σπερµατικό τόνο (ή τον στρογγύλο σύνδεσµο της µήτρας) και κατόπιν γύρω από τον όρχι (τον κοινό ελυτροειδή χιτώνα) (2). Τα όρια του έσω βουβωνικού στοµίου, δεν αφορίζονται σαφώς, όπως συµβαίνει µε τα όρια του έξω βουβωνικού στοµίου. 16

17 Σπερµατικός Τόνος Ο σπερµατικός τόνος, αποτελείται από ανατοµικές δοµές που σχετίζονται µε τον όρχι και τα περιβλήµατά του, τα οποία προέρχονται από το πρόσθιο κοιλιακό τοίχωµα. Ο σπερµατικός τόνος ξεκινά από το έσω βουβωνικό στόµιο, επί τα εκτός της κάτω επιγάστριας αρτηρίας. Στο σηµείο αυτό, οι δοµές που τον αποτελούν συγκλείνουν µεταξύ τους. Ο τόνος καταλήγει στο οπίσθιο τοίχωµα του όρχεος. ιέρχεται µέσα από τον βουβωνικό πόρο και το έξω βουβωνικό στόµιο και στην συνέχεια κατέρχεται εντός του οσχέου στον σύστοιχο όρχι. Καθώς ο τόνος εξέρχεται από τον βουβωνικό πόρο, λαµβάνει και το τρίτο περίβληµά του, την έξω σπερµατική περιτονία. Στο σηµείο αυτό, µπορεί εύκολα να ψηλαφηθεί (Εικόνα 2). Εικόνα 2: Ο βουβωνικός πόρος και η προέλευση των περιβληµάτων του σπερµατικού τόνου. Στην παραπάνω σχηµατική παράσταση, ο όρχις και το όσχεο τοποθετούνται στο επίπεδο του έξω βουβωνικού στοµίου. Απεικονίζονται επίσης οι οχτώ στιβάδες του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώµατος. οµές του Σπερµατικού Τόνου Εντός των περιβληµάτων του τόνου βρίσκουµε: 1. Τον Σπερµατικό Πόρο. Ο σπερµατικός πόρος εντοπίζεται στην οπίσθια επιφάνεια του τόνου και ψηλαφάται, σχετικά εύκολα, λόγω του ισχυρού µυϊκού τοιχώµατός του. 17

18 18 2. Αρτηρίες. Η ορχική αρτηρία εκφύεται από την πρόσθια επιφάνεια της κοιλιακής αορτής, στο ύψος του 2ου οσφυϊκού σπονδύλου, όπου και εντοπίζεται η εµβρυϊκή καταβολή του όρχεος (2). Είναι η κύρια αρτηρία του όρχεος και της επιδιδυµίδας. Η αρτηρία του σπερµατικού πόρου είναι κλάδος της κάτω κυστικής αρτηρίας. Πορεύεται µαζί µε τον σπερµατικό πόρο και αναστοµώνεται µε την ορχική αρτηρία κοντά στον όρχι. Η κρεµαστήριος αρτηρία είναι αγγείο µικρού µεγέθους που εκφύεται από την κάτω επιγάστρια αρτηρία. Πορεύεται εντός του σπερµατικού τόνου και αιµατώνει τον κρεµαστήρα µυ και τα άλλα περιβλήµατα του τόνου. Αναστοµώνεται µε την ορχική αρτηρία κοντά στον άνω πόλο του όρχεος. 3. Φλέβες. Περισσότερα από 12 φλεβικά στελέχη εκφύονται από την οπίσθια επιφάνεια του όρχεος και αναστοµώνονται σχηµατίζοντας το σπερµατικό πλέγµα. Το φλεβικό αυτό πλέγµα περιβάλλει τον σπερµατικό πόρο και τις αρτηρίες του τόνου. Περιβάλλεται από την έσω σπερµατική περιτονία και καταλήγει στην σπερµατική φλέβα. 4. Nεύρα. Εντός του σπερµατικού τόνου ανευρίσκονται συµπαθητικές νευρικές ίνες που εντοπίζονται στο τοίχωµα των αγγείων καθώς επίσης και συµπαθητικές και παρασυµπαθητικές ίνες, που συνοδεύουν τον σπερµατικό πόρο. Οι νευρικές αυτές ίνες του αυτόνοµου νευρικού συστήµατος, είναι υπεύθυνες για την µεταφορά ερεθισµάτων που αφορούν την εν τω βάθει σπλαχνική αισθητικότητα και προκαλούνται από την πίεση ή τον τραυµατισµό του όρχεος. Ο αιδοιϊκός κλάδος του αιδοιοµηριαίου νεύρου, διέρχεται από τον σπερµατικό τόνο και παρέχει νεύρωση στον κρεµαστήρα µυ. 5. Λεµφαγγεία. Τα λεµφαγγεία που απάγουν λέµφο από τον όρχι και τους χιτώνες του πορεύονται προς τα άνω, εντός του σπερµατικού τόνου και καταλήγουν σε οσφυϊκούς και προαορτικούς λεµφαδένες, που εντοπίζονται µεταξύ της κοινής λαγονίου και της νεφρικής φλέβας. Χιτώνες του Σπερµατικού Τόνου Οι ανατοµικές δοµές που συγκροτούν τον σπερµατικό τόνο, περιβάλλονται από τρεις χιτώνες, προερχόµενους από το πρόσθιο κοιλιακό τοίχωµα, µη διαχωριζόµενους εύκολα µεταξύ τους, µε αποτέλεσµα να είναι σχεδόν αδύνατη η διεγχειρητική τους ταυτοποίηση. Εξαίρεση αποτελεί ο κρεµαστήρας µυς, ο οποίος παρασκευάζεται διεγχειρητικά, µε σχετική ευκολία. Οι εν λόγω χιτώνες είναι οι εξής (Εικόνα 2): Έσω Σπερµατική Περιτονία Καθώς η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή εισέρχεται στο έσω βουβωνικό στόµιο, συµπαρασύρει µαζί της, ένα λεπτό στρώµα της εγκάρσιας περιτονίας. Το στρώµα αυτό αποτελεί την έσω σπερµατική περιτονία, το εσώτατο περίβληµα του σπερµατικού τόνου. Κρεµαστήρας Μυς και Κρεµαστήριος Περιτονία Καθώς η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή, µε το πρώτο από τα περιβλήµατά της, την εγκάρσια περιτονία (έσω σπερµατική περιτονία), διέρχεται µέσα από τον έσω λοξό κοιλιακό µυ, λαµβάνει µερικές από τις ίνες του µυός αυτού, καθώς επίσης και ίνες της περιτονίας που τον περιβάλλει. Αυτές οι µυϊκές ίνες και η περιτονία, αποτελούν στην συνέχεια, τον κρεµαστήρα µυ και την κρεµαστήρια περιτονία. Η κρεµαστήριος περιτονία αποτελεί το µεσαίο περίβληµα ή χιτώνα του τόνου, το οποίο και περιέχει µυικές ίνες του κρεµαστήρα µυ. Αυτές οι µυϊκές ίνες, που αποτελούν συνέχεια του έσω λοξού µυός, αντανακλαστικά έλκουν τον όρχι σε υψηλότερη θέση, εντός του οσχέου. Η σύσπαση του κρεµαστήρα µπορεί να προκληθεί από ήπιο ερεθισµό του δέρµατος της άνω έσω επιφάνειας του µηρού, της περιοχής δηλαδή που λαµβάνει αισθητική νεύρωση από το λαγονοβουβωνικό νεύρο. Αυτό προκαλεί σύσπαση του 18

19 19 κρεµαστήρα µυ, που νευρώνεται από τον γεννητικό κλάδο το αιδοιοµηριαίου νεύρου (ρίζες Ο1 και Ο2). Το αντανακλαστικό αυτό ονοµάζεται αντανακλαστικό του κρεµαστήρα και εξυπηρετεί την προστασία του όρχεος από το ψύχος ή πιθανούς τραυµατισµούς, αφού µεταφέρει τον όρχι σε προστατευµένη θέση, συνήθως εντός της βουβωνικής χώρας. Έξω Σπερµατική Περιτονία Κατά την διέλευση της, από το έξω βουβωνικό στόµιο, η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή λαµβάνει και ένα ακόµη περίβληµα, που προέρχεται από την απονεύρωση του έξω λοξού κοιλιακού µυός. Αυτό το περίβληµα ονοµάζεται έξω σπερµατική περιτονία και αποτελεί τον εξωτερικό χιτώνα του σπερµατικού τόνου. Η έξω σπερµατική περιτονία συνέχεται προς τα κάτω µε την εν τω βάθει σωµατική περιτονία, που περιβάλλει τον έξω λοξό κοιλιακό µυ. 1.2 Ανατοµία του Οσχέου και των Όρχεων To Όσχεο Οι εµβρυικές καταβολές του οσχέου προέρχονται από δύο συµµετρικές δερµατικές προσεκβολές του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώµατος, τα χειλεοσχεϊκά ογκώµατα, που στα άρρενα συµφύονται µεταξύ τους, ενώ στα θήλεα σχηµατίζουν τα µεγάλα χείλη του αιδοίου. Αργότερα οι όρχεις και οι σπερµατικοί τόνοι διέρχονται και εγκαθίστανται εντός αυτού. Το τοίχωµα του οσχέου αποτελείται από δύο στιβάδες, το δέρµα και την επιπολής περιτονία. Το δέρµα του οσχέου είναι λεπτό, σκουρόχρωµο και εµφανίζει πολλές πτυχές, ιδιαίτερα σε νεαρούς άνδρες. Η οσχεϊκή ραφή, το σηµείο συνένωσης των οσχεϊκών ογκωµάτων, διαιρεί την επιφάνεια του οσχέου σε δεξιό και αριστερό ηµιµόριο. Η επιπολής περιτονία στερείται λιπώδους ιστού, περιέχει όµως στιβάδα µυϊκών ινών που ονοµάζεται δαρτός µυς. Οι µυϊκές αυτές ίνες συνέχονται µε το υπερκείµενο δέρµα. Σύσπαση των ινών, όπως π.χ. σε περίπτωση έκθεσης στο ψύχος, προκαλεί πτύχωση του δέρµατος, ρυθµίζοντας έτσι την απώλεια θερµότητας. Η ρύθµιση αυτή είναι ιδιαίτερα σηµαντική για την σπερµατογένεση, που ως γνωστόν απαιτεί την διατήρηση σταθερής θερµοκρασίας στο όσχεο. Η επιπολής περιτονία του οσχέου συνέχεται προς τα πάνω, µε την εν τω βάθει στιβάδα της επιπολής περιτονίας του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώµατος και προς τα κάτω, µε την επιπολής περιτονία του περινέου. Τα περιβλήµατα του όρχεος και του οσχέου αποτελούν την συνέχεια των περιβληµάτων του σπερµατικού τόνου (Πίνακας 1). Το εξωτερικό περίβληµα είναι η έξω σπερµατική περιτονία, που προέρχεται από την απονεύρωση του έξω λοξού κοιλιακού µυός. Επί τα εντός της παραπάνω περιτονίας βρίσκεται ο κρεµαστήρας µυς και η κρεµαστήριος περιτονία και στην συνέχεια η έσω σπερµατική περιτονία, προερχόµενη από την εγκάρσια περιτονία. Επί τα εντός της έσω σπερµατικής περιτονίας βρίσκεται ο ιδίως ελυτροειδής χιτώνας του όρχεος, που αποτελεί συνέχεια της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, περιβάλλει τον όρχι και αποµονώνεται από την υπόλοιπη περιτοναϊκή κοιλότητα, συνήθως πριν την γέννηση. Αποτελείται από δύο στιβάδες, το περισπλάχνιο πέταλο, που συµφύεται µε τον όρχι και την επιδιδυµίδα και το περίτονο πέταλο, που βρίσκεται επί τα εκτός του περισπλάχνιου πετάλου και επί τα εντός της έσω σπερµατικής περιτονίας. Στις δύο πλάγιες επιφάνειες του όρχεος, το περισπλάχνιο πέταλο καταδύεται ανάµεσα στον όρχι και την επιδιδυµίδα σχηµατίζοντας τον κόλπο της επιδιδυµίδας. Μεταξύ των δύο πετάλων, υπάρχει φυσιολογικά, µια µικρή ποσότητα υγρού, που διευκολύνει την ελεύθερη κίνηση του όρχεος, εντός του οσχέου. 19

20 20 Στιβάδες του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώµατος έρµα Επιπολής περιτονία Περιβλήµατα οσχέου και όρχεος Περιβλήµατα σπερµατικού τόνου έρµα Επιπολής περιτονία και δαρτός Όσχεο µυς Απονεύρωση του έξω λοξού Έξω σπερµατική περιτονία Έξω σπερµατική περιτονία Έσω λοξός Κρεµαστήρας µυς Κρεµαστήρας µυς Απονεύρωση του έσω λοξού Κρεµαστήριος περιτονία Κρεµαστήριος περιτονία Εγκάρσιος κοιλιακός Απονεύρωση εγκάρσιου κοιλιακού Εξωπεριτοναϊκό λίπος Περιτόναιο Έσω σπερµατική απονεύρωση Ιδίως ελυτροειδής Έσω σπερµατική απονεύρωση Πίνακας 1: Στιβάδες του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώµατος, του σπερµατικού τόνου και του οσχέου (το όσχεο αποτελείται από το δέρµα και την επιπολής περιτονία). Αρτηρίες και Φλέβες του Οσχέου Το δέρµα και ο δαρτός αιµατώνονται από περινεϊκούς κλάδους της έσω αιδοιϊκής αρτηρίας και από τους έξω αιδοιϊκούς κλάδους της µηριαίας αρτηρίας. Το όσχεο επίσης αιµατώνεται από την κρεµαστήρια αρτηρία, κλάδο της κάτω επιγαστρίου αρτηρίας. Οι οσχεϊκές φλέβες συνοδεύουν τις παραπάνω αρτηρίες. Οι έξω αιδοιϊκές φλέβες καταλήγουν στην µείζονα σαφηνή φλέβα. Νεύρωση του Οσχέου Ο γεννητικός κλάδος του αιδοιοµηριαίου νεύρου παρέχει αισθητικούς κλάδους στις πρόσθιες και πλάγιες επιφάνειες του οσχέου. Επίσης νευρώνει τον κρεµαστήρα µυ. Η πρόσθια επιφάνεια του οσχέου λαµβάνει αισθητική νεύρωση από οσχεϊκούς κλάδους του λαγονοβουβωνικού νεύρου. Αντίθετα το οπίσθιο τοίχωµα του οσχέου νευρώνεται από περινεϊκούς κλάδους του αιδοιϊκού νεύρου, ενώ το κατώτερο τοίχωµα νευρώνεται από κλάδους του οπίσθιου µηριαίου δερµατικού νεύρου. Λεµφαγγεία του Οσχέου Τα λεµφαγγεία του οσχέου πορεύονται στην επιπολής περιτονία του οσχέου και αποχετεύουν την λέµφο στους επιπολής βουβωνικούς λεµφαδένες. 20

21 Ο Όρχις και οι Εκφορητικοί του Πόροι Οι όρχεις, τα κύρια αναπαραγωγικά όργανα του άρρενος, βρίσκονται εντός του οσχέου και αναρτώνται από τους δύο σπερµατικούς τόνους. Ο κάθε όρχις καλύπτεται εξ' ολοκλήρου από το σπλαχνικό πέταλο του ιδίως ελυτροειδούς χιτώνα, µε εξαίρεση τις επιφάνειες όπου ο όρχις συνδέεται µε την επιδιδυµίδα και τον σπερµατικό τόνο. Επί τα εντός του περισπλάχνιου πετάλου του ιδίως ελυτροειδούς, βρίσκεται ένας χιτώνας από ινώδη συνδετικό ιστό που ονοµάζεται, ινώδης χιτώνας του όρχεος. Οι όρχεις παράγουν τα γεννητικά κύτταρα του άρρενος, που ονοµάζονται σπερµατοζωάρια, και τις ανδρογόνες ορµόνες. Το σπέρµα παράγεται στα σπερµατικά σωληνάρια του όρχεος. Τα σπερµατικά σωληνάρια, αρχίζουν µε τυφλό άκρο κάτω από τον ινώδη χιτώνα, πορεύονται σπειροειδώς και συγκλίνουν προς το µεσαύλιο του όρχι, κοντά στο οποίο σχηµατίζουν ένα βραχύ κοινό σωληνάριο (Εικόνα 3). Το σωληνάριο αυτό µπαίνει µέσα στο µεσαύλιο, όπου αναστοµώνεται µε άλλα όµοια σωληνάρια κι' έτσι συµβάλλει στον σχηµατισµό του δικτύου του Haller. Μικροί απαγωγοί εκφορητικοί πόροι, (15-20), συνδέουν το δίκτυο του Haller µε την κεφαλή της επιδιδυµίδας. Εικόνα 3: Ο όρχις, η επιδιδυµίδα και οι απαγωγοί εκφορητικοί πόροι µετά την αποµάκρυνση των περιβληµάτων τους. 21

22 Επιδιδυµίδα Η επιδιδυµίδα, που ανήκει στην εκφορητική οδό του όρχι, έχει σχήµα µηνοειδές και βρίσκεται στον άνω πόλο και στο οπίσθιο χείλος του όρχι. Εµφανίζει τρία µέρη, την κεφαλή, το σώµα και την ουρά. Η κεφαλή βρίσκεται στον άνω πόλο του όρχι, µε τον οποίο συνδέεται µε την παρεµβολή των απαγωγών σωληναρίων του όρχι. Το σώµα της επιδιδυµίδας φέρεται στο οπίσθιο χείλος του όρχι και χωρίζεται από την έξω επιφάνεια αυτού µε τον κόλπο της επιδιδυµίδας. Η ουρά φθάνει ως τον κάτω πόλο, όπου ανακάµπτει απότοµα προς τα πάνω και µεταπίπτει στον σπερµατικό πόρο. Κατασκευή. Η επιδιδυµίδα αποτελείται: από τον ινώδη χιτώνα, από τα λοβία της επιδιδυµίδας και από τον πόρο της. 1. Ο ινώδης χιτώνας αποτελεί συνέχεια του ινώδους χιτώνα του όρχι. 2. Τα λοβία της επιδιδυµίδας. Κάθε λοβίο αποτελείται από ένα εκφορητικό σωληνάριο, που αρχίζει από το δίκτυο του Haller. Αρχικά έχει ευθεία πορεία και στη συνέχεια φέρεται ελικοειδώς και σχηµατίζει ένα κώνο, που η µεν κορυφή του αντιστοιχεί στο δίκτυο του Haller, η δε βάση του στην κεφαλή της επιδιδυµίδας. Από τα λόβια σχηµατίζεται η κεφαλή της επιδιδυµίδας. 3. Ο πόρος της επιδιδυµίδας είναι ένας µικρός και πολυέλικτος σωλήνας, από τις περιελίξεις του οποίου σχηµατίζεται το σώµα και η ουρά της επιδιδυµίδας. Στην κεφαλική µοίρα του εκβάλλουν τα λόβια της επιδιδυµίδας, αντίστοιχα δε προς τον κάτω πόλο του όρχι ο πόρος αυτός ανακάµπτει προς τα άνω, παχύνεται και µεταπίπτει στον σπερµατικό πόρο. Προσαρτήµατα του όρχι και της επιδιδυµίδας. Είναι υπολείµµατα εµβρυϊκών οργάνων. α) Η ορχική υδατίδα, που βρίσκεται στον άνω πόλο του όρχι. β) Η απόφυση της επιδιδυµίδας, που βρίσκεται στην κεφαλή της επιδιδυµίδας, γ) τα πλανητικά σωληνάρια, άνω και κάτω και δ) η παραδιδυµίδα (όργανο του Giraldes ), που βρίσκεται µέσα στο σπερµατικό τόνο, πάνω από την κεφαλή της επιδιδυµίδας. 22

23 23 23

24 24 Κεφάλαιο 2 Εµβρυολογία της Καθόδου του Όρχεος και της Σύγκλεισης της Ελυτροπεριτοναϊκής Πτυχής Η κρυψορχία είναι µια από τις συνηθέστερες συγγενείς διαµαρτίες των έξω γεννητικών οργάνων του άρρενος και εµφανίζεται µε συχνότητα που κυµαίνεται από 1-3% (3). Ορίζεται σαν η αδυναµία της τοποθέτησης και παραµονής του όρχεος στο ηµιόσχεο, χωρίς την εφαρµογή υπερβολικής πίεσης και έλξης στον σύστοιχο σπερµατικό τόνο (4). Είναι µια γνωστή αιτία υπογονιµότητας και σχετίζεται µε αυξηµένο κίνδυνο εµφάνισης νεοπλασιών του όρχεος (5). Ο εµβρυολογικός µηχανισµός της καθόδου του όρχεος είναι µια περίπλοκη διαδικασία, στην οποία συµµετέχουν ορµονικοί και ανατοµικοί παράγοντες, ενώ παραµένει ακόµη και σήµερα ασαφής και αδιευκρίνιστος (6). Θα αναφερθούµε στις σύγχρονες θεωρίες της φυσιολογικής καθόδου του όρχεος και στους ορµονολογικούς και ανατοµικούς παράγοντες που την ελέγχουν. 2.1 Μηχανισµός ιαφοροποίησης του Φύλου Κατά την διάρκεια της 5ης εµβρυϊκής εβδοµάδας, οι αδιαφοροποίητοι γεννητικοί αδένες (γονάδες) εµφανίζονται, σαν µια πάχυνση του επιθηλίου του τοιχώµατος του έσω εµβρυϊκού κοιλώµατος και εντοπίζονται επί τα εντός του µεσονέφρου (7, 8, 9, 10, 11). Τα αρχέγονα βλαστικά κύτταρα έχουν ήδη µεταναστεύσει, από τον λεκιθικό σάκο, κατά µήκος του ραχιαίου µεσεντερίου του οπίσθιου εντέρου και έχουν εποικίσει τους αδιαφοροποίητους γεννητικούς αδένες, που ονοµάζονται πλέον πρωτογενείς φυλετικές ταινίες (10). Ο πόρος του Wolff και ο πόρος του Μuller, εµφανίζονται κατά 24

25 25 την διάρκεια της 6ης εµβρυϊκής εβδοµάδας (10). Ο πόρος του Wolff (µεσονεφρικός πόρος) επικοινωνεί µε τον ουρογεννητικό κόλπο κατά το πέρας του, ενώ το κεφαλικό άκρο του πόρου του Μuller (παραµεσονεφρικός πόρος) επικοινωνεί µε το έσω εµβρυϊκό κοίλωµα (7, 10). Μεταξύ της 7ης και 8ης εµβρυϊκής εβδοµάδας, το γονίδιο SRY, που εντοπίζεται στο βραχύ σκέλος του Υ χρωµατοσώµατος, ενεργοποιείται. Το γεγονός αυτό προκαλεί την διαφοροποίηση των βλαστικών κυττάρων της φλοιώδους µοίρας των πρωτογενών φυλετικών ταινιών, σε κύτταρα του Sertoli (12, 13). Αντίθετα, στα θήλεα βρέφη, η διαφοροποίηση της γονάδας προς ωοθήκη, συµβαίνει εξαιτίας της απουσίας του Υ χρωµατοσώµατος (7). Τα υπόλοιπα γονίδια που σχετίζονται µε την διαφοροποίηση των γονάδων, παραµένουν άγνωστα. Τα κύτταρα του Sertoli, εκκρίνουν µια ορµόνη, γνωστή σαν αναστολέας των παραµεσονεφρικών πόρων (Mullerian-inhibiting substance ή anti-mullerian hormone - MIS/AMH) (14). Αυτή η γλυκοπρωτείνη προκαλεί την υποστροφή των παραµεσονεφρικών πόρων µεταξύ της 8ης και 10ης εµβρυϊκής εβδοµάδας (7, 9, 10, 13, 14, 15, 16). Τα αναπτυσσόµενα κύτταρα του Leydig εκκρίνουν την ορµόνη τεστοστερόνη (7, 9, 16, 17), που προωθεί την ανάπτυξη των πόρων του Wollf και την διαφοροποίησή τους σε επιδιδυµίδα, σπερµατικό πόρο και σπερµατοδόχους κύστεις (7, 9, 10, 13, 16). Η τεστοστερόνη φαίνεται ότι δρα στον σύστοιχο πόρο του Wollf σταθεροποιώντας τον, µε τρόπο παρόµοιο µε αυτόν που δρουν οι εξωκρινείς ορµόνες (9, 18). Επιπρόσθετα τα κύτταρα του Leydig εκκρίνουν την ορµόνη INSL3 (insulin-like hormone 3) (19). Στα θήλεα έµβρυα, η απουσία των παραπάνω ορµονών οδηγεί στην ανάπτυξη των έσω και έξω γεννητικών οργάνων του θήλεος. Τα οιστρογόνα, που εκκρίνονται αργότερα κατά την ενδοµήτρια ζωή, φαίνεται να παίζουν και αυτά έναν σηµαντικό ρόλο. Έτσι από τους πόρους του Muller, σχηµατίζονται η µήτρα, οι ωαγωγοί και το άνω τµήµα του κόλπου (7, 9). Αντίθετα οι πόροι του Wolff υποστρέφουν (7, 16). Ο ουρογεννητικός κόλπος και τα έξω γεννητικά όργανα, διαφοροποιούνται µετά την 8η εµβρυϊκή εβδοµάδα, µε την επίδραση της τεστοστερόνης (10, 17). Η διϋδροτεστοστερόνη, που προέρχεται από την ενζυµατική µετατροπή της τεστοστερόνης, διεγείρει την σύµφυση των αιδοιοοσχεϊκών πτυχών και τον σχηµατισµό του οσχέου, καθώς επίσης και την αναδίπλωση της ουρηθρικής πλάκας και τον σχηµατισµό της πεϊκής ουρήθρας (7, 9, 20). Νέα στοιχεία από µελέτες σε µαρσιποφόρα, θεωρούν ότι τα κυκλοφορούντα ανδρογόνα είναι στην πραγµατικότητα η 5α-ανδροστενδιόλη και όχι η τεστοστερόνη (6). Το έµβρυο προφανώς διαθέτει µηχανισµούς που επιτρέπουν την διαφοροποίηση του φύλου και υπό την επίδραση των ανδρογόνων. Έτσι η εξωκρινής δράση των ανδρογόνων στους πόρους του Wollf καθώς επίσης και η ενζυµατική µετατροπή τους σε άλλες στεροειδείς ορµόνες, αυξάνουν την συγκέντρωση τους και συνεπώς την δράση τους στα όργανα στόχους. Στα θήλεα έµβρυα, η απουσία των ανδρογόνων προκαλεί την διόγκωση των αιδοιοοσχεϊκών πτυχών, ενώ οι έσω ουρηθρικές πτυχές της ουρηθρικής πλάκας δεν συµφύονται, µε αποτέλεσµα την δηµιουργία των µεγάλων και των µικρών χειλέων του αιδοίου. Το γεννητικό φύµα διαφοροποιείται σε κλειτορίδα (7). 2.2 Οι Σύνδεσµοι των Αδιαφοροποίητων Γονάδων: Οίακας και Κρεµαστήρας Σύνδεσµος Κατά την διάρκεια του αδιαφοροποίητου σταδίου, οι γονάδες συγκρατούνται από δύο συνδέσµους. Τον οίακα, που εντοπίζεται στο κάτω άκρο και τον ανελκτήρα ή κρεµαστήρα σύνδεσµο που εντοπίζεται στο κεφαλικό άκρο της γονάδας (Εικόνα 4). Ο οίακας, συγκρατεί τον όρχι από τον κάτω πόλο του. Η πρώτη περιγραφή έγινε από τον John Hunter το 1762 και το 1786 (21). Ο οίακας αποτελείται από µεσεγχυµατικά κύτταρα, λιγότερα 25

26 26 µυϊκά κύτταρα και εξωκυττάρια ουσία (22). Κατά την διάρκεια της ενδοµήτριας καθόδου του όρχεος, η σύνθεση και οι διαστάσεις του οίακα αλλάζουν, µε αποτέλεσµα να αποκτά µέγεθος συγκρίσιµο µε αυτό του ίδιου του όρχι. Κατά την διάρκεια αυτής της ανάπτυξης, που ονοµάζεται αντίδραση διόγκωσης, παρατηρείται αύξηση των µιτωτικών κυτταρικών διαιρέσεων, της σύνθεσης των εξωκυττάριων γλυκοζαµινογλυκανών και του υαλουρονικού οξέος (23), γεγονός που διογκώνει το περιφερικό τµήµα του οίακα, ενώ παράλληλα το ρευστοποιεί, δίνοντας του µορφή γέλης. Τα µεσεγχυµατικά κύτταρα διαφοροποιούνται σε µυϊκά κύτταρα. Από την διαφοροποίηση αυτή προκύπτουν λείες και γραµµωτές µυϊκές ίνες. Οι λείες µυϊκές ίνες, φαίνεται ότι αποπίπτουν µέσω του µηχανισµού του προγραµµατισµένου κυτταρικού θανάτου, µετά την κάθοδο του όρχεος (24). Οι γραµµωτές µυϊκές ίνες παραµένουν σε όλη την υπόλοιπη ζωή µε την µορφή του κρεµαστήρα µυ. Πρόσφατα έχει προταθεί ότι η συνδυασµένη σύσπαση των λείων και των γραµµωτών µυϊκών ινών της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, προκαλούν την κάθοδο του όρχεος στο ηµιόσχεο (24). Εικόνα 4: Ο όρχις συγκρατείται από τον κρεµαστήρα σύνδεσµο (CSL) και τον οίακα (G). Ο ανελκτήρας ή κρεµαστήρας σύνδεσµος εκτείνεται από το κεφαλικό άκρο του όρχεος, έως το οπίσθιο κοιλιακό τοίχωµα, στο ύψος της 12ης πλευράς (25). Στους άρρενες, ο σύνδεσµος αυτός υποστρέφει, µε την επίδραση των ανδρογόνων, ενώ ο οίακας υπερτρέφεται (26). Αντίθετα στα θήλεα έµβρυα, χωρίς την επίδραση των ανδρογόνων, ο σύνδεσµος αυτός παραµένει (ενώ ο οίακας µετατρέπεται σε µια λεπτοφυή και επιµηκυµένη δοµή) και συγκρατεί την ωοθήκη, κοντά στην είσοδο της πυέλου. 26

27 Ελυτροπεριτοναϊκή Πτυχή και Λείες Μυϊκές Ίνες Η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή είναι µια τυφλή δακτυλοειδής προβολή του περιτοναίου, που αναπτύσσεται εντός του οίακα και κατέρχεται εντός του οσχέου, πριν από την κάθοδο του όρχεος (22, 27). Φαίνεται ότι υπάρχει στενή σχέση µεταξύ της καθόδου του όρχεος και της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, αν και ο ακριβής ρόλος της δεν έχει ακόµη απολύτως διευκρινιστεί (27, 28). Μερικοί ερευνητές θεωρούν ότι ο ρόλος της πτυχής είναι λιγότερο σηµαντικός, αφού πιστεύουν ότι επιµηκύνεται παθητικά κατά την κάθοδο του όρχι στο όσχεο (28, 29). Άλλοι θεωρούν ότι η πτυχή συµµετέχει ενεργητικά στην κάθοδο του όρχεος, ανοίγοντας τον δρόµο µε την ενεργητική επιµήκυνσή της (27). Η θεωρία της παθητικής καθόδου του όρχεος, προτείνει την ύπαρξη ευένδοτης θέσης στην βουβωνική περιοχή, από την οποία, λόγω αυξηµένης ενδοκοιλιακής πίεσης προπίπτει η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή και ο όρχις (28, 29). Ο Ramasamy και συν. (30) απέδειξαν ότι, στα νεογνά τη γάτας, ο εντονότερος κυτταρικός πολλαπλασιασµός στο επίπεδο της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, εµφανίζεται στο περιφερικό της άκρο. Αυτό, κατά την γνώµη των εν λόγω ερευνητών, αποδεικνύει ότι η ενεργητική επιµήκυνση της πτυχής, επιτρέπει στον ενδοκοιλιακό όρχι την κάθοδό του στο σύστοιχο ηµιόσχεο. Μερικές πρόσφατα δηµοσιευµένες εργασίες, έδειξαν ότι στις περιπτώσεις κλινικών βουβωνοκηλών, η ανθρώπινη ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή, περιβάλλεται από στιβάδα λείων µυϊκών ινών (31, 32). Οι ίδιοι συγγραφείς απέδειξαν την ύπαρξη αυτόµατων ρυθµικών συσπάσεων σε κηλικούς σάκους, µετά από ηλεκτρικό ερεθισµό (32). Επιπλέον, υπάρχουν και άλλες ενδείξεις που θεωρούν πιθανή την κάθοδο του όρχι στο ηµιόσχεο, µέσα από προωθητικές συσπάσεις των λείων και γραµµωτών µυϊκών ινών του οίακα, όπως συµβαίνει στον οισοφάγο και στην ουρήθρα (33). Οι γραµµωτές µυϊκές ίνες δεν βρίσκονται κάτω από τον εκούσιο έλεγχο, ενώ πρόκειται κυρίως για µυϊκές ίνες του τύπου 1 (34). Αν και θεωρείται ότι οι λείες µυϊκές ίνες αποµακρύνονται από την πτυχή µε τον µηχανισµό της απόπτωσης, οι γραµµωτές µυϊκές ίνες παραµένουν µε την µορφή του κρεµαστήρα µυ (24). 2.4 Άλλοι Παράγοντες που Συµβάλλουν στην Κάθοδο του Όρχεος Οι πρώτοι ερευνητές που ασχολήθηκαν µε την µελέτη της καθόδου του όρχεος, θεώρησαν σηµαντικό παράγοντα που επηρεάζει την κάθοδο, την ενδοκοιλιακή πίεση (35, 36). Από την στιγµή που ο όρχις εισέρχεται στον βουβωνικό πόρο, εγκαταλείποντας το κύτος της κοιλίας, η µετάδοση της ενδοκοιλιακής πίεσης κατά µήκος της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, θεωρείται παράγοντας που προωθεί τον όρχι προς το όσχεο (36, 37). Μερικοί ερευνητές πιστεύουν ότι η ενδοκοιλιακή πίεση δρα έµµεσα στην κάθοδο του όρχεος. Έτσι θεωρούν ότι, η δύναµη αυτή, δρα στο περιφερικό άκρο της πτυχής, σταθεροποιώντας την, διευκολύνοντας έτσι την ελκτική δράση που ασκεί ο οίακας (38) Στάδια Καθόδου του Όρχεος Η φυσιολογική κάθοδος του όρχι από την ενδοκοιλιακή του θέση στον πυθµένα του οσχέου, διακρίνεται σε δύο στάδια. Τα στάδια αυτά ελέγχονται από διαφορετικές ορµόνες. Αρχικά η 27

28 28 κάθοδος είχε διαιρεθεί, από τους Gier και Marion το 1969, σε τρία στάδια (29). Σήµερα φαίνεται να επικρατεί το πρότυπο καθόδου σε δύο φάσεις (39). Ενδοκοιλιακό Στάδιο Κατά την διάρκεια αυτού του σταδίου, ο όρχις µετακινείται εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας, προς την βουβωνική χώρα. Σ' αυτή την µετακίνηση, τον σηµαντικότερο ρόλο παίζει ο οίακας, που διογκώνεται µεταξύ τις 8ης και 15ης εµβρυϊκής εβδοµάδας (39). Την 30η εβδοµάδα έχει περίπου το µέγεθος του όρχι. Ο διογκωµένος οίακας καθηλώνει τον όρχι στην βουβωνική χώρα, ενώ η περιτοναϊκή κοιλότητα αυξάνει σε µέγεθος. Ταυτόχρονα ο ανελκτήρας σύνδεσµος υποστρέφει, υπό την επίδραση της τεστοστερόνης (26). Άλλες ορµόνες, όπως η INLS3 (Insulin-like hormone 3), συνεπικουρούµενες από τον αναστολέα των παραµεσονεφρικών πόρων (Mullerian inhibiting substance, MIS), φαίνεται ότι ελέγχουν την διόγκωση του οίακα (40, 41, 42, 43). Οσχεοβουβωνικό Στάδιο Σε αυτό το δεύτερο στάδιο της καθόδου του όρχεος, ο όρχις µεταναστεύει διαµέσου του έσω βουβωνικού στοµίου, από την βουβωνική περιοχή στο ηµιόσχεο, εντός της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, µεταξύ της 26ης και της 40ης εµβρυϊκής εβδοµάδας (39). Η διέλευση αυτή µέσα από το βουβωνικό πόρο, απαιτεί την επιµήκυνση της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής. Έχει ήδη προηγηθεί η διαστολή του βουβωνικού πόρου από τον διογκωµένο οίακα, ενώ η ενδοκοιλιακή πίεση οδηγεί τον όρχι στον βουβωνικό πόρο. Η ράση του Οίακα Η µια θεωρία για την δράση του οίακα, αναφέρεται στην ενεργητική µετακίνηση του οίακα, που ελέγχεται από την δράση νευροδιαβιβαστών, που εκκρίνονται από το αιδοιοµηριαίο νεύρο, υπό την επίδραση των ανδρογόνων (44). Σύµφωνα µε την δεύτερη θεωρία ο ρόλος του οίακα είναι η δηµιουργία χώρου για την κάθοδο του όρχι, που έλκεται στο σύστοιχο ηµιόσχεο σαν αποτέλεσµα της υποστροφής του οίακα και της απορρόφησης και υποστροφής της εξωκυττάριας ουσίας (45, 46, 47, 48) (Εικόνα 5). Στην περίπτωση των ποντικών υπάρχει µια µεγάλη δυσαναλογία µεταξύ του µήκους του οίακα και της απόστασης µεταξύ του όρχι και του πυθµένα του οσχέου. Έτσι, σε αυτή την περίπτωση, είναι αδύνατη η κάθοδος του όρχι στον πυθµένα του οσχέου, µόνο σαν αποτέλεσµα της απορρόφησης και της υποστροφής του οίακα. Απαιτείται για τον λόγο αυτό, η ενεργητική µετακίνηση του οίακα στον πυθµένα του οσχέου, ταυτόχρονα µε την αύξηση του µήκους της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής (49). Η κινητήριος δύναµη που προκαλεί την µετακίνηση του όρχι προέρχεται πιθανώς από την µετάδοση της ενδοκοιλιακής πίεσης, έµµεσα µέσω της εφαρµογής της στην κορυφή του ελυτροπεριτοναϊκού πόρου και στον οίακα. Στην περίπτωση του ανθρώπου, λόγω των ανατοµικών ιδιαιτεροτήτων, απαιτείται η ενεργητική µετακίνηση του οίακα για την κάθοδο του όρχεος στο σύστοιχο ηµιόσχεο. 28

29 29 Εικόνα 5: Πολλοί συγγραφείς θεωρούν ότι η απορρόφηση, υποστροφή και αναστροφή του οίακα επαρκεί για την µετακίνηση του όρχεος (Α). Άλλοι συγγραφείς προτείνουν την ενεργητική µετακίνηση του οίακα, σαν απαραίτητη προϋπόθεση για την µετακίνηση του όρχι (Β). 2.6 Οι Ορµόνες που Συµµετέχουν στην Κάθοδο του Όρχεος Ο αναστολέας των παραµεσονεφρικών πόρων (Mullerian inhibiting substance, MIS), φαίνεται ότι ελέγχει το ενδοκοιλιακό στάδιο της καθόδου του όρχεος (Εικόνα 6). Πρόκειται για γλυκοπρωτεΐνη µε µοριακό βάρος 140-kda, που παράγεται από τα κύτταρα του Sertoli (50, 51, 52). Το γονίδιο για την παραγωγή του εντοπίζεται στο χρωµατόσωµα 19p13.3 και περιέχει 5 εξόνια (53). Ο MIS, προκαλεί υποστροφή των παραµεσονεφρικών πόρων στο άρρεν έµβρυο. Έχουν ακόµη προταθεί πολλές άλλες δράσεις για την παραπάνω ορµόνη, όπως η πρώιµη διαφοροποίηση του ορχικού παρεγχύµατος, η ενδοµήτρια ωρίµανση των πνευµόνων καθώς επίσης και η ωρίµανση των βλαστικών κυττάρων, µετά την γέννηση (54, 55, 56, 57, 58) Ο ρόλος του MIS στην κάθοδο του όρχι δεν είναι ακόµη αποσαφηνισµένος. Το σύνδροµο της παραµονής των παραµεσονεφρικών πόρων είναι µια διαταραχή στο επίπεδο του γονιδίου που ελέγχει την παραγωγή του MIS ή στους υποδοχείς της ορµόνης στα ανθρώπινα κύτταρα (10, 59). Άρρενες ασθενείς που πάσχουν από το σύνδροµο της παραµονής των παραµεσονεφρικών πόρων, εµφανίζουν πλήρη ανάπτυξη των ανατοµικών δοµών που προέρχονται από τους 29

30 30 παραµεσονεφρικούς πόρους, µε πλήρη ανάπτυξη των έξω γεννητικών οργάνων του άρρενος (60). Αν και η ανατοµία του συνδρόµου ποικίλει, οι όρχεις ανευρίσκονται στην θέση των ωοθηκών σε ποσοστό 60-70% (60, 61, 62). Ο κρεµαστήρας σύνδεσµος απουσιάζει, λόγω της δράσης των ανδρογόνων, ενώ ο οίακας είναι λεπτός και επιµήκης και προσοµοιάζει µε τον στρογγύλο σύνδεσµο της ωοθήκης. Μπορούµε συνεπώς να υποθέσουµε ότι η ανεπάρκεια της δράσης του MIS, οδηγεί σε αποτυχία της διόγκωσης του οίακα και κρυψορχία (60, 61). Εικόνα 6: Σχηµατική παράσταση της δράσης των ορµονών στην αντίδραση διόγκωσης του οίακα και στην διαδικασία υποστροφής του κρεµαστήρα συνδέσµου του όρχεος. Σε αντίθεση µε τα παραπάνω, πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι η κρυψορχία σε ασθενείς που πάσχουν από το σύνδροµο παραµονής των παραµεσονεφρικών πόρων, προκαλείται από την ανατοµική σύνδεση του όρχι µε τους παραµεσονεφρικούς πόρους (63, 64), που δεν επιτρέπουν την κάθοδο του όρχι στην ενδοοσχεϊκή του θέση. Σε µια σειρά µελετών σε πειραµατόζωα, διαπιστώθηκε ότι η ανεπάρκεια του MIS, δεν προκαλεί κρυψορχία (17, 65, 66, 67, 68, 69). Φαίνεται ότι η δράση του οίακα, στους ανθρώπους ελέγχεται αποκλειστικά από την ορµόνη MIS, ενώ σε διάφορα πειραµατόζωα εξαρτάται και από την συνδυασµένη δράση των ανδρογόνων. Η ορµόνη INLS3, ανήκει στην οµάδα των ορµονών που έχουν µεγάλη συγγένεια µε την ινσουλίνη. Αναγνωρίσθηκε για πρώτη φορά το 1993, µετά από µια σειρά µελετών που αφορούσαν την κλωνοποίηση ορχικού ιστού (70). Η σύνθεση της ορµόνης ξεκινά µε την δηµιουργία µιας προπρωτεΐνης που αποτελείται από 131 αµινοξέα (19, 71). Στους αρουραίους, η ορµόνη εκφράζεται στον ορχικό ιστό, ήδη από την 13,5 εµβρυϊκή ηµέρα και ανιχνεύεται, αµέσως µετά την γέννηση. Τα επίπεδα της ορµόνης στον ορό αυξάνουν, κατά την περίοδο της σπερµατογένεσης στον ενήλικα 30

31 31 άρρενα αρουραίο (72), ενώ στους θηλυκούς αρουραίους εµφανίζεται στις ωοθήκες, την 6η ηµέρα µετά την γέννηση (73, 74). Η ορµόνη αυτή εµφανίζει στενή σχέση µε την ρελαξίνη (75). Η ορµόνη INLS3 θεωρείται σηµαντική στην κάθοδο του όρχεος και ειδικότερα στην φάση εκείνη που στηρίζεται στην διόγκωση του οίακα (41, 42) (Εικόνα 6). Τα ποντίκια που εµφανίζουν µετάλλαξη στο γονίδιο που ελέγχει την παραγωγή της ορµόνης INLS3, εµφανίζουν αµφοτερόπλευρη κρυψορχία (42). Σε αυτές τις περιπτώσεις ο οίακας εµφανίζεται λεπτός και επιµηκυσµένος κατά την 16,5 εµβρυική ηµέρα καθώς επίσης και αµέσως µετά την γέννηση. Επίσης η ορµόνη διεθυλστιλβεστρόλη, που είναι ένα µη στεροειδές συνθετικό οιστρογόνο, προκαλεί διάφορες διαµαρτίες του ουροποιητικού, µεταξύ των οποίων και κρυψορχία, σε περιπτώσεις ενδοµήτριας έκθεσης. Σαν πιθανός µηχανισµός δράσης, στην πρόκληση κρυψορχίας, θεωρείται ή αλλαγή που επιφέρει στην έκφραση του mrna της ορµόνης INLS3 (76). Η ορµόνη INLS3 προάγει τον πολλαπλασιασµό των κυττάρων του οίακα, ενώ η δράση της αυτή ενισχύεται από την δράση της τεστοστερόνης και της ορµόνης MIS/AMH (41). Με τις παραπάνω µελέτες επιβεβαιώνεται η σηµασία της ορµόνης INLS3 στην διαδικασία διόγκωσης του οίακα των εµβρύων των ποντικών. Παρόλα αυτά η άµεση σχέση των διαταραχών της παραγωγής της INLS3 και της κρυψορχίας στους ανθρώπους, δεν έχει ακόµη επιβεβαιωθεί (77, 78). Πρόσφατα αναγνωρίστηκε ο υποδοχέας της INLS3. ύο υποδοχείς, ο LGR7 και ο LGR8, δεσµεύουν την ορµόνη ρελαξίνη. Ο υποδοχέας LGR8, δεσµεύει επιπλέον και την ορµόνη INLS3 (79). Ο υποδοχέας LGR8 στους αρουραίους, εκφράζεται µόνο στον εµβρυικό οίακα, ενώ ο LGR7 εκφράζεται στον εγκεφαλικό φλοιό (80). Στο ανθρώπινο έµβρυο, ο υποδοχέας της INLS3 εµφανίζεται στον εµβρυικό οίακα την 16η ηµέρα (81). Μια νέα ποικιλία µεταλλαγµένων ποντικών µε έλλειψη των υποδοχέων της INLS3 έχει ανακαλυφθεί (82). Αυτή η ποικιλία εµφανίζει µια µετάλλαξη που συνοδεύεται από κρυψορχία και λευκές περιοχές στο τρίχωµα των οµόζυγων αρσενικών ποντικών. Στα οµόζυγα αρσενικά, οι όρχεις εντοπίζονται εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας, κοντά στους νεφρούς, ενώ κατά την ενηλικίωσή τους εµφανίζουν πλήρη απουσία σπερµατογένεσης και στειρότητα (82). Επιπλέον ο Gorlov και συν. (83) κατέδειξαν την συγκεκριµένη περιοχή του γονιδίου που είναι υπεύθυνη για την εµφάνιση της αµφοτερόπλευρης ενδοκοιλιακής κρυψορχίας. Σε άλλη µελέτη αναδεικνύεται ότι η δράση του παραπάνω γονιδίου εκδηλώνεται µε την ατελή ανάπτυξη του οίακα και του κρεµαστήρα µυ, στα οµόζυγα ποντίκια (84). Το παραπάνω γονίδιο που ονοµάζεται γονίδιο Great, εντοπίσθηκε σε 60 ασθενείς µε κρυψορχία (83). Αν και ο ρόλος της ορµόνης INLS3 φαίνεται να είναι σηµαντικός στην διαδικασία διόγκωσης του οίακα, ο πραγµατικός της ρόλος στην πρόκληση κρυψορχίας στους ανθρώπους χρειάζεται να αποσαφηνισθεί. 2.7 Ο ρόλος των Aνδρογόνων, του Πεπτιδίου που Σχετίζεται µε το Γονίδιο της Καλσιτονίνης ( calcitonin gene - related peptide, CGRP) και του Αιδοιοµηριαίου Νεύρου Είναι ευρέως εποδεκτό ότι η δράση των ανδρογόνων είναι απαραίτητη στην διαδικασία καθόδου των όρχεων. Τα ανδρογόνα συµµετέχουν στην ενδοκοιλιακή φάση της καθόδου των όρχεων προκαλώντας την υποστροφή του ανελκτήρα συνδέσµου (26), ενώ ο οίακας διογκώνεται µε την επίδραση της ορµόνης INLS3. 31

32 32 Κατά την διάρκεια του οσχεοβουβωνικού σταδίου της καθόδου, τα ανδρογόνα ελέγχουν την µετακίνηση του οίακα. Έτσι σε ποντίκια που πάσχουν από έλλειψη γοναδοτροπινών, ο οίακας δεν κατέρχεται στο όσχεο. Σε όσα από τα ποντίκια είχε χορηγηθεί ενδοµητρίως φλουταµίδη, που προκαλεί κατάληψη των υποδοχέων των ανδρογόνων, ο οίακας υποστρέφει µε αποτέλεσµα την µη φυσιολογική κάθοδό του εντός του οσχέου (85). Από τις παραπάνω παρατηρήσεις προκύπτει ότι τα ανδρογόνα φαίνεται να ελέγχουν την κάθοδο του οίακα και την υποστροφή του. Το τελευταίο προκύπτει και από το γεγονός ότι οι ασθενείς που πάσχουν από πλήρη αδυναµία δράσης των ανδρογόνων, εµφανίζουν εξοίδηση του οίακα που προκαλείται από αδυναµία απορρόφησης της εξωκυττάριας ουσίας (40). Το ακριβές σηµείο δράσης των ανδρογόνων παραµένει άγνωστο. Σε σχετική µελέτη βρέθηκε ότι οι υποδοχείς των ανδρογόνων στον οίακα αρουραίων, εµφανίζονται στην πρώιµη µεσεγχυµατική φάση, την περίοδο της δράσης της INLS3. Στην συνέχεια τα επίπεδα ελαττώνονται καθώς το µεσέγχυµα διαφοροποιείται σε κρεµαστήρα µυ (86). Σε άλλη εργασία διαπιστώνονται χαµηλά επίπεδα υποδοχέων ανδρογόνων, στον οίακα χοίρων, σε σχέση µε άλλα όργανα στόχους όπως π.χ. ο προστάτης (87). Τελικά, από τα ερευνητικά δεδοµένα δεν προκύπτει άµεση δράση των ανδρογόνων επί του οίακα κατά την οσχεοβουβωνική φάση της καθόδου του όρχεος. Ο Lewis (88) διαπίστωσε ότι η διατοµή του αιδοιοµηριαίου νεύρου κατά την γέννηση προκαλεί κρυψορχία στα ποντίκια. Η ίδια διαπίστωση έγινε επίσης και από άλλους ερευνητές (89, 90). Πιθανολογείται ότι η δράση των ανδρογόνων στην κάθοδο του όρχεος εξασκείται µέσω του αιδοιοµηριαίου νεύρου (44). Το αιδοιοµηριαίο νεύρο είναι ένα περιφερικό νεύρο µε µηριαίο και γεννητικό κλάδο (91). Ο κινητικός πυρήνας του νεύρου εντοπίζεται στο πρόσθιο κέρας των Ο1-Ο2 νευροτοµίων (92, 93). Ο µηριαίος κλάδος παρέχει αισθητική νεύρωση στο δέρµα της έσω επιφάνειας του µηρού, ενώ ο γεννητικός κλάδος νευρώνει τον κρεµαστήρα µυ, τον αδένα της ακροποσθίας (στον αρουραίο) και το όσχεο, ενώ περιέχει αισθητικές και κινητικές νευρικές ίνες. Ανατοµικές µελέτες σε νεογνά αρουραίων κατέδειξαν την ύπαρξη του πεπτιδίου που σχετίζεται µε την καλσιτονίνη ( CGRP ), στις νευρικές ίνες του αιδοιοµηριαίου νεύρου (93, 94). Το πεπτίδιο CGRP έχει 37 αµινοξέα και εµφανίζει οµοιότητα κατά 50% µε την καλσιτονίνη (95). Το CGRP εµφανίζεται ευρέως στο νευρικό σύστηµα και δρα σαν νευροδιαβιβαστής (96, 97). Στους κινητικούς νευρώνες ρυθµίζει την σύνθεση των υποδοχέων της ακετυλοχολίνης, ενώ στο αυτόνοµο νευρικό σύστηµα δρα σαν αγγειοδιαστολέας (98, 99, 100). Ο ακριβής τρόπος µε τον οποίο τα ανδρογόνα δρουν στο αιδοιοµηριαίο νεύρο αποτέλεσε το αντικείµενο εκτεταµένης έρευνας. Σχετικά πρόσφατα (101) διαπιστώθηκε ότι ο αισθητικός πυρήνας του αιδοιοµηριαίου νεύρου εµφανίζει φυλετικό διµορφισµό. Επιπλέον η ενδοµήτρια έκθεση σε φλουταµίδη προκαλεί σηµαντική ελάττωση, τόσο στον πληθυσµό των κυττάρων που έχουν υποδοχείς για το πεπτίδιο CGRP, όσο και στα υπόλοιπα κύτταρα του αισθητικού πυρήνα του νεύρου. Η παραπάνω διαπίστωση βρίσκεται σε συµφωνία µε την υπόθεση ότι, τα ανδρογόνα δρουν στους αισθητικούς νευρώνες του αιδοιοµηριαίου νεύρου, προκαλώντας την απελευθέρωση CGRP (Εικόνα 7). Επιπλέον διαπιστώθηκε ότι η δράση του CGRP στα κύτταρα στόχους, προκαλεί την παραγωγή camp, που οδηγεί σε είσοδο Ca 2+ εντός του κυτταροπλάσµατος, προκαλώντας σύσπαση των αρχέγονων µυϊκών κυττάρων του οίακα (102). Επιπλέον ο οίακας των ποντικών κατέρχεται εντός του οσχέου κατά το χρονικό διάστηµα µεταξύ 1ης και 7ης ηµέρας της ζωής (90). ιατοµή του αιδοιοµηριαίου νεύρου, πριν την 2η ηµέρα της ζωής, προκαλεί κρυψορχία (90). Θεωρείται ότι οι ρυθµικές συσπάσεις του οίακα βοηθούν στην κάθοδο του οίακα και του όρχι εντός του οσχέου (103). Μερικοί ερευνητές θεωρούν ότι ο ρόλος του CGRP στην διαδικασία καθόδου του οίακα δεν είναι σηµαντικός επειδή περιέχει πολύ µικρή ποσότητα µυϊκών ινών, στις οποίες να δράσει το CGRP. Πρόσφατες ωστόσο ανοσοϊστοχηµικές µελέτες έδειξαν την παρουσία λείων µυικών ινών στους κηλικούς σάκους βουβωνοκηλών, υδροκηλών και κρυψορχιών (24). Αυτό σηµαίνει ότι η 32

33 33 ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή δεν είναι απλώς µια προβολή του περιτοναίου αλλά µια εξειδικευµένη δοµή, που αντιδρά σε διάφορα ερεθίσµατα, ενώ η ικανότητα για σύσπαση αυξάνει µε την δράση του CGRP (104) Εικόνα 7: Κατά την διάρκεια του οσχεοβουβωνικού σταδίου της καθόδου του όρχεος, η τεστοστερόνη δρα έµεσα στην µετακίνηση του οίακα, επιδρώντας στους αισθητικούς πυρήνες του αιδοιοµηριαίου νεύρου, οι οποίοι απελευθερώνουν το CGRP, που δρα χηµειοτακτικά στην µετακίνηση και στην άυξηση του οίακα. 2.8 Σύγχρονες Θεωρίες της Καθόδου του Όρχεος Υπάρχουν τρεις σύγχρονες θεωρίες που προσπαθούν να εξηγήσουν την διαδικασία καθόδου του όρχεος (Πίνακας 2). Είναι γενικότερα αποδεκτό, ότι η κάθοδος του όρχεος στο σύστοιχο ηµιόσχεο πραγµατοποιείται σε περισσότερα από ένα στάδια. Ο χρόνος έναρξης, διάρκειας και οι µεταβολές που συµβαίνουν σε καθένα από αυτά αποτελεί αντικείµενο έρευνας. Ο Hutson και συν. θεωρούν ότι η κάθοδος του όρχεος συµβαίνει σε δύο διαδοχικά στάδια. Καθένα από τα στάδια αυτά βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο διαφορετικής ορµόνης. Κατά την διάρκεια του 33

34 34 1ου σταδίου, ο εµβρυϊκός οίακας διογκώνεται και επιµηκύνεται υπό την επίδραση της ορµόνης INLS3, µε ή χωρίς την αλληλεπίδραση των ορµονών MIS/AMH και της τεστοστερόνης. Η τεστοστερόνη επίσης προκαλεί την υποστροφή του κρεµαστήρα συνδέσµου της αρχέγονης γονάδας. Το γεγονός αυτό διατηρεί τον όρχι κοντά στο έσω βουβωνικό στόµιο, κατά την εµβρυϊκή περίοδο της αύξησης των διαστάσεων της περιτοναϊκής κοιλότητας. Κατά το δεύτερο στάδιο της καθόδου του όρχεος, ο οίακας µεταναστεύει στο όσχεο, ενώ ταυτόχρονα επιµηκύνεται και η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή που αναπτύσσεται εντός αυτού. Το στάδιο αυτό ελέγχεται από τα ανδρογόνα που δρουν µέσω των αισθητικών κλάδων του αιδοιοµηριαίου νεύρου, προκαλώντας της απελευθέρωση του πεπτιδίου CGRP. Σύµφωνα µε την παραπάνω θεωρία, το πεπτίδιο CGRP καθοδηγεί και επιµηκύνει τον οίακα προς το σύστοιχο ηµιόσχεο, µέσω αυξηµένων µιτώσεων στην κορυφή του (105). Σύµφωνα µε την δεύτερη θεωρία, που αναπτύχθηκε από τον Tanyel και συν (106, 107), η παρουσία λείων µυϊκών ινών στην ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή και στον οίακα, υπό την επίδραση του συµπαθητικού, µετακινεί τον όρχι στο σύστοιχο ηµιόσχεο. Θεωρία του Hutson Η κάθοδος του όρχι ελέγχεται από ορµόνες και πραγµατοποιείται σε δύο στάδια Θεωρία του Tanyel Λείες και γραµµωτές µυϊκές ίνες στον οίακα, στον κρεµαστήρα και στην ΕΠ, υπό την επίδραση του αυτόνοµου νευρικού συστήµατος, ελέγχουν την κάθοδο του όρχι Θεωρία των Husmann και Levy ράση των ανδρογόνων επί του οίακα Πίνακας 2: Θεωρίες της καθόδου του όρχεος. Η τρίτη θεωρία των Husmann και Levy (105) αναφέρει ότι η δράση του αιδοιοµηριαίου νεύρου δεν φαίνεται να εξηγεί επαρκώς την κάθοδο του όρχι στον άνθρωπο, δεδοµένης της απουσίας ικανής ποσότητας ινών του κρεµαστήρα µυ στον ανθρώπινο οίακα. Οι παραπάνω ερευνητές θεωρούν ότι τα ανδρογόνα δρουν άµεσα στον οίακα, προκαλώντας την κάθοδο του όρχεος. Οι αδυναµίες των παραπάνω θεωριών κάνουν εµφανή την ανάγκη για περαιτέρω έρευνα στην διαδικασία καθόδου του όρχεος. 2.9 Αιτιοπαθογένεια της Βουβωνοκήλης και της Κρυψορχίας Σαν συνέπεια των διαφωνιών που υπάρχουν στην επιστηµονική κοινότητα σχετικά µε την διαδικασία καθόδου του όρχεος, διχογνωµία υπάρχει και στην εξήγηση της αιτιοπαθογένειας των συγγενών παθήσεων της βουβωνικής χώρας, δηλαδή της βουβωνοκήλης, της υδροκήλης και της κρυψορχίας (Πίνακας 3). Ο Hutson και συν. θεωρούν ότι οι διαταραχές στο ενδοκοιλιακό στάδιο της καθόδου είναι σπάνιες. Σύµφωνα µε αυτή την θεωρία, διαταραχές στην έκκριση και την δράση των ορµονών INLS3 και MIS/AMH, θα έχουν σαν αποτέλεσµα την πρόκληση ενδοκοιλιακής κρυψορχίας. Κάτι τέτοιο φαίνεται ότι συµβαίνει, σε µερικές µόνο από τις περιπτώσεις του συνδρόµου παραµονής των πόρων του Muller, που προκαλείται από ελαττωµένη παραγωγή ή δράση της ορµόνης MIS/AMH. εν έχει περιγραφεί σύνδροµο που προκαλείται από ανεπάρκεια της ορµόνης INLS3. Οι διαταραχές που συµβαίνουν κατά το δεύτερο στάδιο της καθόδου, είναι συχνότερες. Η περινεϊκή 34

35 35 εκτοπία ερµηνεύεται άµεσα από την θεωρία του Hutson, σαν αποτέλεσµα της ανώµαλης εντόπισης του αιδοιοµηριαίου νεύρου. Ωστόσο η σχέση του αιδοιοµηριαίου νεύρου και του CGRP, µε την ανθρώπινη κρυψορχία δεν έχει ακόµη πιστοποιηθεί. Επίσης ο Hutson προτείνει ότι η βουβωνοκήλη είναι αποτέλεσµα της µη σύγκλεισης της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, που προκαλείται από αδυναµία δράσης του αιδοιοµηριαίου νεύρου, µετά την κάθοδο του όρχεος (25). O Tanyel και συν (24, 104) θεωρούν ότι η συγγενής βουβωνοκήλη οφείλεται στην παραµονή λείων µυϊκών ινών στους κηλικούς σάκους, ενώ φαίνεται ότι συµµετέχει το συµπαθητικό σύστηµα και τα ιόντα Ca 2+. Οι απόψεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνα για τον αποκλεισµό ή την απόδειξή τους. Τέλος, µια άλλη θεωρία, ενοχοποιεί την δράση των οιστρογόνων του περιβάλλοντος στην πρόκληση της κρυψορχίας. Η άποψη αυτή θεωρεί, ότι κατά τον µεταβολισµό διαφόρων περιβαλλοντικών ρύπων όπως π.χ. τα πλαστικά, σχηµατίζονται µόρια µε δράση παρόµοια µε αυτή των οιστρογόνων (108). Τα υψηλά επίπεδα των συγκεντρώσεων των παραπάνω µορίων µπορεί να δράσουν σαν αντιανδρογόνα, προκαλώντας την εµφάνιση ανωµαλιών του γεννητικού συστήµατος των ανδρών (109, 110). Θεωρία του Hutson ιαταραχή στην δράση των ορµονών Ανώµαλη εντόπιση του αιδοιοµηριαίου νεύρου Μη σύγκλειση της ΕΠ λόγω αδυναµίας δράσης του αιδοιοµηριαίου νεύρου Θεωρία του Tanyel Παραµονή των λείων µυϊκών ινών στην ΕΠ ράση αυτόνοµου νευρικού συστήµατος ράση οιστρογόνων του περιβάλλοντος Η αντιανδρογόνος δράση τους προκαλεί κρυψορχία και άλλες διαµαρτίες του γεννητικού συστήµατος των ανδρών Πίνακας 3: Αιτιοπαθογένεια της βουβωνοκήλης και της κρυψορχίας 35

36 36 36

37 37 Κεφάλαιο 3 Βουβωνοκήλη - Υδροκήλη 3.1 Ιστορική Αναδροµή - Συχνότητα Oι παθήσεις της βουβωνικής περιοχής, παρά το γεγονός ότι είναι τόσο συχνές, δεν αναφέρονται συχνά στα αρχαία ιατρικά βιβλία. Η κήλη αναφέρεται µόνο µία φορά στα Ιπποκρατικά συγγράµµατα, και µάλιστα παρεµπιπτόντως. Η πιο διεξοδική αναφορά στην πάθηση γίνεται από τους αλεξανδρινούς ιατρούς και συγγραφείς. Στην Αλεξάνδρεια εξάσκησαν την ιατρική µεταξύ άλλων ο Ερασίστρατος, ο Ηρόφιλος και ο Ηλιόδωρος. Περιγράφουν την ανατοµία της περιοχής και διεξοδικά την χειρουργική αποκατάσταση, δίνοντας ιδιαίτερη έµφαση στην προσεκτική απολίνωση των αγγείων. Συστήνουν ιδιαίτερη προσοχή στον χειρισµό των αγγείων του όρχι και αποφυγή της εκτοµής του. Τον πρώτο αιώνα µ.χ., ο Κέλσος µεταφέρει στην Ρώµη την ελληνική ιατρική. Όσον αφορά την θεραπεία της κήλης, µας άφησε µια λεπτοµερή περιγραφή της κηλοραφής, όπως αυτή διενεργούνταν από τους αλεξανδρινούς. Τους αιώνες που ακολούθησαν παρατηρείται µια οπισθοδρόµηση στην χειρουργική αντιµετώπιση, καθώς συστήνεται η εκτοµή του όρχι. Ο ίδιος ο Γαληνός, παρά την γνωριµία του µε την αλεξανδρινή παράδοση, συστήνει αυτόν τον χειρισµό. Η επιστήµη του µεσαίωνα, που επιφύλασσε πολλές οπισθοδροµήσεις, δεν άφησε αλώβητη την ιατρική και την χειρουργική της κήλης. Οι γιατροί της εποχής συνιστούσαν την καυτηρίαση της περιοχής µε σκοπό την αιµόσταση. Αξιόλογη εξαίρεση αποτελούν τα έργα του Παύλου του Αιγηνίτη (7 ος αιώνας), τα οποία όµως δεν φθάνουν το επίπεδο των αλεξανδρινών. Τα βιβλία αυτά, µαζί µε τα Ιπποκρατικά συγγράµµατα, αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα της αραβικής ιατρικής. Με τον Αµπούλ Κασίµ αλ Ζχράουι (Αλµπουκάση) από την Κόρδοβα, η αραβική χειρουργική φθάνει ίσως στο υψηλότερο σηµείο της. Το βιβλίο χειρουργικής του Αλµπουκάση αποτέλεσε την βάση της χειρουργικής της αναγέννησης. Στο βιβλίο αυτό αναφέρεται τόσο η θεραπεία της κήλης µε καυτηριασµό, όσο και µε κηλοραφή. 37

38 38 Η χειρουργική της αναγέννησης κυριαρχείται από την µορφή του Γάλλου Ambroise Pare. Περιγράφει την κηλοραφή και τις απολινώσεις των αγγείων και καταδικάζει την εκτοµή του όρχι στην οποία προβαίναν οι άλλοι χειρουργοί της εποχής του. Στους αιώνες που ακολούθησαν υπήρξε µια σηµαντική πρόοδος, αρχικά κυρίως στον τοµέα της ανατοµικής και επήλθε µια κατανόηση σχετικά µε τον µηχανισµό εµφάνισης των κηλών. Έτσι ο Cloquet, µετά από εκτεταµένες ανατοµικές µελέτες, ήταν ο πρώτος που αναφέρθηκε στην σηµασία της ανοικτής ΕΠ στην δηµιουργία της βουβωνοκήλης το Το 1883, ο Γάλλος ιατρός Ramonede, ήταν ο πρώτος που αναφέρθηκε στους δακτυλίους του Ramonede και στην σηµασία που έχουν, για την σύγκλειση της ΕΠ. Τους παραπάνω δακτυλίους παρατήρησε αρχικά, στις ΕΠ 32 ασθενών, που έπασχαν από περισφιγµένη λοξή βουβωνοκήλη. Ακόµη ήταν ο πρώτος που κατέταξε τις ανοιχτές ΕΠ, ανάλογα µε το µήκος του αυλού τους. Ο Ramonede, θεώρησε ότι οι δακτύλιοι αυτοί (ένας έως τέσσερεις) ήταν υπέυθυνοι για την σύγκλειση της ΕΠ. Από την άλλη µεριά ο Bassini, προς το τέλος του 19 ου αιώνα, συνδύασε δηµιουργικά αυτές τις γνώσεις και επινόησε µια τεχνική η οποία στοχεύει στην διόρθωση των ίδιων των αδύναµων σηµείων που συµβάλλουν στην δηµιουργία της κήλης. Οι βουβωνοκήλες και οι υδροκήλες είναι από τις συχνότερες χειρουργικές παθήσεις της παιδικής ηλικία. Οι συχνότητα των συγγενών λοξών βουβωνοκηλών στα τελειόµηνα νεογνά ανέρχεται στο 3,5-5%. Στα πρόωρα νεογνά η συχνότητα αυτή φθάνει στο 9-11%. Οι βουβωνοκήλες είναι συχνότερες στα αγόρια, ενώ η σχετική αναλογία µεταξύ αγοριών και κοριτσιών κυµαίνεται από 5/1 έως 10/1. Το 60% των βουβωνοκηλών εµφανίζονται στην δεξιά βουβωνική χώρα ενώ το 30% στην αριστερή βουβωνική χώρα. Στο 10% των περιπτώσεων οι βουβωνοκήλες έχουν αµφοτερόπλευρη εντόπιση. Οι αµφοτερόπλευρες βουβωνοκήλες είναι συχνότερες στα πρόωρα νεογνά (44-55%) και στα κορίτσια. Η συγγενείς λοξές βουβωνοκήλες και οι υδροκήλες εµφανίζουν γενετική προδιάθεση, χωρίς ωστόσο να έχουν βρεθεί, µέχρι σήµερα γονίδια που να σχετίζονται µε την εµφάνισή τους. 3.2 Κλινική Κατάταξη - Αιτιολογία Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή (ΕΠ) αποτελεί τµήµα του περιτοναίου, που προβάλει από των βουβωνικό πόρο, ακολουθώντας την κάθοδο του σύστοιχου όρχι στο ηµιόσχεο. ιαπερνά το πρόσθιο κοιλιακό τοίχωµα στο σηµείο του εν τω βάθει βουβωνικού στοµίου. Αµέσως µετά την γέννηση το 90% των νεογνών εµφανίζουν ανοιχτή ΕΠ. Το ποσοστό αυτό φθάνει το 40% στο τέλος του 1ου χρόνου της ζωής, ενώ στο τέλος του 2ου χρόνου ανοιχτή ΕΠ εµφανίζει το 20% των ατόµων. Εάν η ΕΠ παραµείνει ανοιχτή, υπάρχει πιθανότητα καθόδου ενδοπεριτοναϊκού υγρού, µε αποτέλεσµα την εµφάνιση επικοινωνούσας υδροκήλης. Εάν η ΕΠ έχει αυξηµένη διάµετρο, υπάρχει η πιθανότητα διέλευσης ενδοκοιλιακών σπλάχνων, όπως είναι τα διάφορα τµήµατα του εντερικού σωλήνα, οι ωοθήκες και το επίπλουν, δηµιουργώντας έτσι την κλινική βουβωνοκήλη. Εάν η ΕΠ συγκλεισθεί κοντά στην περιοχή του έσω βουβωνικού στοµίου, παραµένοντας όµως ανοιχτή περιφερικότερα, τότε εµφανίζεται η µη επικοινωνούσα υδροκήλη. Εάν η ΕΠ συγκλεισθεί στο κεντρικό και το περιφερικό τµήµα της, παραµένοντας ανοιχτή στο µέσον, τότε προκύπτει µια κλινική οντότητα που ονοµάζεται κύστη του τόνου. Σε κάθε 4 άτοµα µε ανοιχτή ΕΠ, κλινική βουβωνοκήλη, σε κάποια χρονική περίοδο της ζωής του, θα εµφανίσει το 1 άτοµο (111). Η εµφάνιση ευθείας βουβωνοκήλης είναι εξαιρετικά σπάνια στα παιδιά. Στις περιπτώσεις αυτές, το οπίσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου, εµφανίζει µια ευένδοτη περιοχή που εντοπίζεται στο τρίγωνο του Hasselbach. Τα όρια του τριγώνου αυτού είναι προς τα κάτω ο βουβωνικός 38

39 39 σύνδεσµος, επί τα εντός η θήκη του ορθού κοιλιακού και επί τα εκτός τα εν τω βάθει κάτω επιγάστρια αγγεία. Οι ευθείες βουβωνοκήλες είναι συνήθως αποτέλεσµα δοµικών αλλαγών και εξασθένισης του κοιλιακού τοιχώµατος. 'Εχουν συνεπώς διαφορετική παθοφυσιολογία από τις συγγενείς λοξές βουβωνοκήλες της παιδικής ηλικίας. 3.3 Κλινική Εικόνα Το πιο συχνό κλινικό σηµείο των βουβωνοκηλών και των υδροκηλών είναι η εµφάνιση διόγκωσης στην περιοχή της βουβωνικής χώρας. Η διόγκωση αυτή µπορεί να επεκτείνεται και στο σύστοιχο ηµιόσχεο. Η διόγκωση συνήθως εµφανίζεται και εξαφανίζεται περιοδικά. Η περιοδικότητα αυτή σχετίζεται µε καταστάσεις που προκαλούν αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης όπως είναι η αφόδευση, το κλάµα και ο βήχας. Η εµφάνιση των βουβωνοκηλών σχετίζεται µε δυσφορία και αίσθηµα βάρους στην περιοχή της σύστοιχης βουβωνικής χώρας. Σπανιότερα σε νεογνά και βρέφη είναι δυνατόν να προκαλεί κωλικοειδή κοιλιακά άλγη. Στα νεογνά και στα µικρά βρέφη, η πρώτη κλινική εκδήλωση µπορεί να είναι η εµφάνιση περίσφιξης. Σε αυτή την περίπτωση ο µικρός ασθενής εµφανίζει έντονη συµπτωµατολογία. Η διόγκωση της βουβωνικής χώρας είναι σκληρή και επώδυνη. Σε παραµεληµένες περιπτώσεις εµφανίζεται επίσης ερυθρότητα και κλινική συµπτωµατολογία ειλεού µε εµέτους και άρνηση λήψης τροφής. 3.4 ιάγνωση Τα ευρήµατα της κλινικής εξέτασης είναι συνήθως τόσο χαρακτηριστικά που θέτουν µε µεγάλη βεβαιότητα την διάγνωση της βουβωνοκήλης και της υδροκήλης. Ο εξεταστής ψηλαφά τον σπερµατικό τόνο, σε όλο το µήκος του, διαπιστώνοντας την παρουσία εντερικής έλικας ή άλλων ανατοµικών δοµών εντός του κηλικού σάκου. Η διάγνωση της βουβωνοκήλης θεωρείται βέβαιη όταν το περιεχόµενο του κηλικού σάκου αναταχθεί εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας. Το περιεχόµενο των υδροκηλών, ακόµη και του τύπου της επικοινωνούσας υδροκήλης, είναι δύσκολο να αναταχθεί µε την εφαρµογή πίεσης. Συνήθως εξαφανίζεται ή ελαττώνεται σε διάµετρο, όταν ο µικρός ασθενής λάβει την κατακεκλιµένη θέση για αρκετές ώρες (µετά από την νυχτερινή κατάκλιση). Η διαφανοσκόπηση του ηµιοσχέου, θεωρείται από πολλούς, αξιόπιστη κλινική εξέταση για την διαφορική διάγνωση της βουβωνοκήλης από την υδροκήλη. Κάτι τέτοιο όµως δεν φαίνεται να ισχύει, αφού σε πολλές περιπτώσεις περισφιγµένων βουβωνοκηλών µε περιεχόµενο εντερική έλικα, το αποτέλεσµα της διαφανοσκόπησης είναι ίδιο µε αυτό των υδροκηλών. Στις περιπτώσεις µικρών ασθενών µε αναταγµένη βουβωνοκήλη, υπάρχουν µερικά έµµεσα κλινικά στοιχεία που δηλώνουν την παρουσία βουβωνοκήλης. Το πιο σταθερό κλινικό σηµείο, σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι το σηµείο του «µεταξωτού γαντιού» ή silk glove sign. Κατά την αναζήτηση του σηµείου αυτού, ο σπερµατικός τόνος ψηλαφάται καθώς εξέρχεται από το έξω βουβωνικό στόµιο και περνά από το σύστοιχο ηβικό φύµα. Εάν ο σπερµατικός τόνος περιέχει κηλικό σάκο, τα δύο τοιχώµατα του κηλικού σάκου κατά την ψηλάφηση, δίνουν την αίσθηση δύο τεµαχίων υφάσµατος που έρχονται σε επαφή µεταξύ τους. Επίσης ο σπερµατικός τόνος εµφανίζεται πεπαχυµένος σε σχέση µε τον σπερµατικό τόνο της άλλης πλευράς. Η αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης (βήχας, κλάµα κλπ), µπορεί να προκαλέσει την εµφάνιση της βουβωνοκήλης. 39

40 40 Όταν από το ιστορικό πιθανολογείται η παρουσία βουβωνοκήλης, χωρίς όµως την κλινική επιβεβαίωση, συστήνεται η επανεξέταση του µικρού ασθενούς µετά την πάροδο 2-3 εβδοµάδων. Οι γονείς συνεχίζουν την παρατήρηση της περιοχής µε σκοπό την κλινική επιβεβαίωση της βουβωνοκήλης. Η κλινική εξέταση ολοκληρώνεται µε τον προσεκτικό έλεγχο των έξω γεννητικών οργάνων και των όρχεων. Σε µερικές περιπτώσεις, η παρουσία ανελκόµενου όρχι ή ακόµη και κρυψορχίας, συγχέεται µε την παρουσία σύστοιχης βουβωνοκήλης. Η πιθανότητα συνύπαρξης βουβωνοκήλης και κρυψορχίας, θα πρέπει πάντοτε να εξετάζεται. Στην διαφορική διάγνωση θα πρέπει επίσης να συµπεριλαµβάνονται και οι περιπτώσεις βουβωνικής λεµφαδενίτιδας. Στις περιπτώσεις βουβωνικής λεµφαδενίτιδας µε διαπύηση του βουβωνικού λεµφαδένα, η κλινική διάκριση από παραµεληµένη περισφιγµένη βουβωνοκήλη είναι συνήθως αδύνατη και ο ασθενής οδηγείται επειγόντως στο χειρουργείο, για την διάγνωση και την θεραπευτική αντιµετώπιση. Στις περιπτώσεις όπου πιθανολογείται η παρουσία περισφιγµένης βουβωνοκήλης, η απλή ακτινογραφία κοιλίας µπορεί να εµφανίσει ακτινολογική εικόνα ειλεού, ή να αναδείξει την παρουσία εντερικής έλικας στην σύστοιχη βουβωνική χώρα ή το ηµιόσχεο. Σε ορισµένες περιπτώσεις, η διαφορική διάγνωση µεταξύ της περισφιγµένης βουβωνοκήλης και της οξείας υδροκήλης είναι αδύνατη. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο ασθενής οδηγείται επειγόντως στο χειρουργείο, για την διερεύνηση της πάσχουσας περιοχής. Μη έγκαιρη χειρουργική αντιµετώπιση µπορεί να οδηγήσει σε εντερική νέκρωση ή νέκρωση του σύστοιχου όρχεος. 3.5 Θεραπεία Από την στιγµή που τίθεται η διάγνωση της βουβωνοκήλης, ο µικρός ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε χειρουργική επέµβαση αποκατάστασης της βουβωνοκήλης. Η πιθανότητα περίσφιξης είναι αντιστρόφως ανάλογη της ηλικίας του ασθενούς. Έτσι τα πρόωρα νεογνά πρέπει να αντιµετωπίζονται χειρουργικά, λίγο πριν πάρουν εξιτήριο από την Μονάδα Νεογνών. Τα παιδιά της σχολικής ηλικίας, που δεν εµφανίζουν συµπτώµατα, χειρουργούνται συνήθως σε περιόδους σχολικών διακοπών. Οι υδροκήλες αντιµετωπίζονται συνήθως, στην ηλικία των µηνών. Το µεγαλύτερο ποσοστό των υδροκηλών (90-95%), υποχωρούν µέσα στο πρώτο έτος της ζωής. Νωρίτερα αντιµετωπίζονται οι πολύ µεγάλες υδροκήλες που δρουν πιεστικά στο πάσχον ηµιόσχεο και στον σύστοιχο όρχι, καθώς επίσης και εκείνες οι υδροκήλες που δεν µπορούν να διαφοροδιαγνωσθούν µε ασφάλεια από τις βουβωνοκήλες. Η επέµβαση πραγµατοποιείται υπό γενική αναισθησία και συνήθως απαιτεί παραµονή, µερικών µόνο ωρών, στο Νοσοσκοµείο (νοσηλεία µιας ηµέρας). Εξαίρεση αποτελούν τα νεογνά και τα µικρά βρέφη µε ηλικία µικρότερη των 60 εβδοµάδων (ηλικία µετά την σύλληψη), καθώς και όσοι µικροί ασθενείς εµφανίζουν συνοδές παθήσεις ( κυστική ίνωση, αιµοφιλία, Σ κλπ). Οι παραπάνω ασθενείς απαιτούν εισαγωγή στο Νοσοκοµείο για 24ωρη παρακολούθηση. Η µετεγχειρητική παρακολούθηση είναι σχετικά απλή. εν απαιτούνται περιορισµοί στην σίτιση ή στην δραστηριότητα των µικρών ασθενών. 3.6 Αποτελέσµατα Η υποτροπή της βουβωνοκήλης είναι σπάνια και εµφανίζεται σε ποσοστό µικρότερο του 1% των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργική επέµβαση. 40

41 41 Σπάνια επίσης εµφανίζεται φλεγµονή των επιπολής ή εν τω βάθει στιβάδων του χειρουργικού τραύµατος, η οποία αντιµετωπίζεται συντηρητικά ή µε διάνοιξη και παροχέτευση. Τέλος αναφέρονται περιστατικά ιατρογενούς κρυψορχίας, µετά από επεµβάσεις βουβωνοκήλης, καθώς επίσης και περιπτώσεις ατροφίας των όρχεων και τραυµατισµού του σπερµατικού πόρου. Τα ακριβή ποσοστά των παραπάνω επιπλοκών δεν είναι γνωστά. 41

42 42 42

43 43 Κεφάλαιο 4 Κρυψορχία 4.1 Συχνότητα Η συχνότητα της κρυψορχίας υπολογίζεται σήµερα στο 1,58% του άρρενος πληθυσµού (112). Η κρυψορχία µε δεξιά εντόπιση (53-58%) είναι συχνότερη από την κρυψορχία µε αριστερή εντόπιση (42-47%). Η αµφοτερόπλευρη κρυψορχία εµφανίζεται σε ποσοστό που κυµαίνεται από 10% έως 25%. Το ποσοστό είναι µεγαλύτερο στα πρόωρα νεογνά. Στο 14% των περιπτώσεων αναγνωρίζεται οικογενής προδιάθεση. Η κρυψορχία συνυπάρχει σε ασθενείς που πάσχουν από υποσπαδία, ενώ εµφανίζεται συχνότερα σε ασθενείς µε διαταραχές στην έκκριση και την δράση των ανδρογόνων, καθώς επίσης και σε ασθενείς που πάσχουν από γαστρόσχιση, εξόµφαλο, εκστροφή ουροδόχου κύστεως, σύνδροµο prune belly και διάφορες χρωµατοσωµικές ανωµαλίες. 4.2 Αιτιολογία Οι όρχεις αναπτύσσονται στην αρχέγονη ουρογεννητική πτυχή. Από εκεί µεταναστεύουν στο οπίσθιο περιτόναιο, µε κατεύθυνση το έσω βουβωνικό στόµιο, υπό την επίδραση του οίακα, των ορµονών και άλλων παραγόντων. Την 20η εµβρυϊκή εβδοµάδα ο όρχις διέρχεται του έξω βουβωνικού στοµίου. Μέχρι την 36η έως την 38η εβδοµάδα, οι περισσότεροι όρχεις έχουν ήδη φθάσει στον πυθµένα του σύστοιχου ηµιοσχέου. Αποτυχία στην κάθοδο του όρχι µπορεί να προκληθεί από την παρεµβολή µηχανικών εµποδίων κατά την διαδικασία καθόδου, από την µη φυσιολογική δράση του οίακα και των διαφόρων ορµονών που συµµετέχουν, ενώ µπορεί να οφείλεται σε διαταραχές της λειτουργίας του όρχι ή των ιστών που τον περιβάλουν. Η κρυψορχία συνοδεύει µεγάλο αριθµό συγγενών διαµαρτιών και χρωµατοσωµικών ανωµαλιών. 43

44 Κλινική Εικόνα Στους ασθενείς που πάσχουν από κρυψορχία, κατά την κλινική εξέταση διαπιστώνεται η απουσία όρχεος στο ηµιόσχεο της πάσχουσας πλευράς. Ο όρχις συνήθως ψηλαφάται στην σύστοιχη βουβωνική χώρα. Είναι σηµαντικό να γνωρίζουµε εάν ο όρχις είχε ποτέ κατέλθει στο ηµιόσχεο. Η κλινική εξέταση γίνεται σε άνετο και θερµό περιβάλλον. Η επισκόπηση του ηµιοσχέου και της βουβωνικής χώρας προηγείται της ψηλάφησης. Κατά την επισκόπηση παράγουµε και το αντανακλαστικό του κρεµαστήρα, µε ερεθισµό της εσωτερικής επιφάνειας του σύστοιχου µηρού. Η έκλυση του παραπάνω αντανακλαστικού, µπορεί να δώσει πληροφορίες για την θέση του όρχι. Εάν ο όρχις ψηλαφάται στην βουβωνική χώρα, εκτιµάται το µέγεθος, η σύσταση και η κινητικότητά του. Με εφαρµογή συνεχόµενης έλξης, γίνεται προσπάθεια επανατοποθέτησης του όρχι στο σύστοιχο ηµιόσχεο. Επίσης ψηλαφάται η περιοχή της κάτω κοιλίας, του µηρού και του περινέου, για την ανεύρεση εκτόπου όρχεος. Εάν δεν γίνει δυνατή η ψηλάφηση του όρχι, µπορεί να ψηλαφηθούν υπολειµµατικά στοιχεία του όρχι ή του σπερµατικού τόνου. Εάν δεν ψηλαφηθεί ο όρχις ή υπολειµµατικά στοιχεία του, η εξέταση συµπληρώνεται µε υπερηχογράφηµα κοιλίας και νεφρών. Απουσία του όρχεος και του σύστοιχου νεφρού συνήθως επιβεβαιώνει την ανορχία και κάνει την χειρουργική διερεύνηση µη αναγκαία. Η αµφοτερόπλευρη κρυψορχία µε αψηλάφητους όρχεις, απαιτεί διερεύνηση µε χρωµατοσωµικό έλεγχο, ορµονολογικό έλεγχο και µαγνητική ή αξονική τοµογραφία. Η λαπαροσκόπηση βοηθά στην διάγνωση και στην θεραπεία των περιπτώσεων αυτών. 4.4 Θεραπεία Η χειρουργική αντιµετώπιση της κρυψορχίας πραγµατοποιείται σήµερα στην ηλικία των 6 έως 15 µηνών. Εάν συνυπάρχει και κλινική βουβωνοκήλη, η κρυψορχία αντιµετωπίζεται µαζί µε την βουβωνοκήλη, σε µικρότερη ηλικία. Η χειρουργική θεραπεία προσφέρει τα εξής στον πάσχοντα όρχι: 1. αποτρέπει την συστροφή του όρχι 2. ελαττώνει την πιθανότητα τραυµατισµού του όρχι 3. αντιµετωπίζει την σύστοιχη βουβωνοκήλη 4. βελτιώνει την γονιµότητα 5. διευκολύνει την κλινική εξέταση και την πρωϊµότερη διάγνωση των κακοηθειών του όρχι, που είναι συχνότερες σε ασθενείς µε κρυψορχία 6. βελτιώνει την εµφάνιση των έξω γεννητικών οργάνων και την ψυχολογική κατάσταση του ασθενούς. Η επέµβαση γίνεται µε γενική αναισθησία, και µε συνθήκες µιας ηµέρας νοσηλείας. Σε περιπτώσεις αψηλάφητων όρχεων, βοήθεια προσφέρει η λαπαροσκόπηση. Εάν ο όρχις εντοπίζεται κοντά στο έσω βουβωνικό στόµιο, τότε διενεργείται ανοιχτή επέµβαση κρυψορχίας. Σε 44

45 45 ενδοκοιλικούς όρχεις, προτιµάται η επέµβαση κατά Fowler-Stephens, µε ή χωρίς λαπαροσκοπική υποβοήθηση, σε έναν ή δύο χειρουργικούς χρόνους. Τα βασικά χειρουργικά βήµατα κατά την ανοιχτή ορχεοπηξία είναι η εκτοµή του κηλικού σάκου, η κινητοποίηση των έσω σπερµατικών αγγείων στο οπίσθιο περιτόναιο και η καθήλωση του όρχι στο ηµιόσχεο. 4.5 Αποτελέσµατα Η µετεγχειρητική παρακολούθηση επιβεβαιώνει την ικανοποιητική επούλωση του χειρουργικού τραύµατος, καθώς επίσης και την θέση και το µέγεθος του όρχι. Στις επιπλοκές της ορχεοπηξίας περιλαµβάνονται ο τραυµατισµός των έσω σπερµατικών αγγείων και του σπερµατικού πόρου (1%), η ατροφία του όρχεος (µικρότερη από 8%) και η υποτροπή της κρυψορχίας (5-10%). Η γονιµότητα µετά από ορχεοπηξία υπολογίζεται στο 95%, σε περιπτώσεις ετερόπλευρης κρυψορχίας και στο 70%, σε περιπτώσεις αµφοτερόπλευρης κρυψορχίας. Η πιθανότητα κακοήθους εξαλλαγής του πάσχοντος όρχι είναι, ακόµη και µετά την χειρουργική επέµβαση, 5-10 φορές µεγαλύτερη του γενικού πληθυσµού. Η πιθανότητα είναι µεγαλύτερη σε περιπτώσεις αµφοτερόπλευρης κρυψορχίας και σε ενδοκοιλιακούς όρχεις. 45

46 46 46

47 47 Μέρος ΙΙ Ειδικό Μέρος 47

48 48 48

49 49 Κεφάλαιο 5 Σκοπός της Μελέτης Η λοξή βουβωνοκήλη, η υδροκήλη και η κρυψορχία, είναι από τις συχνότερες συγγενείς διαµαρτίες της παιδικής ηλικίας, που απαιτούν χειρουργική αντιµετώπιση (113). Η συχνότητα εµφάνισης της βουβωνοκήλης κυµαίνεται από 0,8% έως 4,4% (114). Στα πρόωρα και στα χαµηλού βάρους γέννησης νεογνά, η συχνότητα εµφάνισης της βουβωνοκήλης κυµαίνεται από 16% έως 25% (115). Από την άλλη µεριά, κρυψορχία εµφανίζεται στο 4,3% των αρρένων νεογνών, ενώ στο τέλος του 1ου έτους, το ποσοστό κατέρχεται στο 1% του συνολικού πληθυσµού των αγοριών (116). Η συγγενής λοξή βουβωνοκήλη και η υδροκήλη, πιστεύεται ότι οφείλονται στην παραµονή της ανοιχτής ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής που παραµένει µετά από την κάθοδο του όρχεος στο σύστοιχο ηµιόσχεο. Παρόλη την µεγάλη συχνότητα των συγγενών παθήσεων της βουβωνικής χώρας, λίγα είναι γνωστά σχετικά µε τον µηχανισµό της καθόδου του όρχεος, καθώς επίσης και την διαδικασία σύγκλεισης της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής (113). Με την καλλιέργεια επιθηλιακών κυττάρων από ελυτροπεριτοναϊκές πτυχές, ο Cook και συν. (117), ανέδειξαν τον πιθανό ρόλο που παίζει το πεπτίδιο που σχετίζεται µε το γονίδιο της καλσιτονίνης (GCPR), στην διαδικασία σύγκλεισης της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής. Όπως είναι γνωστό, η παραµονή ανοιχτής ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, δεν συνεπάγεται απαραίτητα και την εµφάνιση κλινικής βουβωνοκήλης. Οι παράγοντες που προδιαθέτουν στην εµφάνιση κλινικής βουβωνοκήλης είναι οι εξής (113): 1. Ανωµαλίες του ουρογεννητικού συστήµατος (κρυψορχία, εκστροφή ουροδόχου κύστεως) 2. Παρουσία ενδοπεριτοναϊκού υγρού (ασκίτης, κοιλιοπεριτοναϊκή παροχέτευση, περιτοναϊκή διάλυση) 49

50 50 3. Αυξηµένη ενδοπεριτοναϊκή πίεση (χειρ/θεις εξόµφαλος ή γαστρόσχιση, µηκωνιακή περιτονίτιδα) 4. Χρόνια πνευµονοπάθεια (κυστική ίνωση) 5. Νόσοι του συνδετικού ιστού ( σύνδροµο Ehlers - Danlos, σύνδροµο Hunter - Hurler, σύνδροµο Marfan και βλεννοπολυσακχαριδώσεις). Σε πρόσφατες εργασίες που ανακοινώθηκαν από τον Tanyel και συν. (31, 33), διατυπώθηκε η άποψη ότι η ατελής σύγκλειση της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής, οφείλεται στην παραµονή λείων µυϊκών ινών στο τοίχωµα της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής. Επίσης, ό ίδιος ερευνητής θεωρεί ότι η ποσότητα των λείων µυϊκών ινών που παραµένουν, καθορίζει και την κλινική έκβαση της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής προς βουβωνοκήλη ή υδροκήλη. Επιπλέον η παρουσία µυοϊνοβλαστών στις ελυτροπεριτοναϊκές πτυχές, απεικονίζει την προσπάθεια για την ολοκλήρωση της απόπτωσης των λείων µυϊκών ινών, µέσα από µια διαδικασία αποδιαφοροποίησής τους σε πρωϊµότερα στάδια ανάπτυξης. Η παραπάνω διαδικασία, σύµφωνα µε τους ερευνητές αυτούς, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την σύγκλειση της ελυτροπεριτοναϊκής πτυχής (ΕΠ), σε ασθενείς που πάσχουν από βουβωνοκήλη ή υδροκήλη (31). Στην διαδικασία σύγκλεισης, φαίνεται ότι συµµετέχουν ακόµη τα ιόντα Ca 2+, καθώς επίσης και το συµπαθητικό σύστηµα. Ακόµη όµως, οι λείες µυϊκές ίνες της ΕΠ και του οίακα, αποτελούν την κινητήρια δύναµη που ωθεί τον όρχι στο σύστοιχο ηµιόσχεο (106, 107). Σε µια προσπάθεια συµβολής στην µελέτη των παραπάνω θεωριών και της διερεύνησης του ρόλου των λείων µυϊκών ινών, σχεδιάσαµε µια ανοσοϊστοχηµική µελέτη, που σκοπό έχει να διερευνήσει τον ανοσοϊστοχηµικό φαινότυπο των λείων µυϊκών ινών που ανευρίσκονται στις ΕΠ ασθενών που πάσχουν από βουβωνοκήλη, υδροκήλη και κρυψορχία. Η διερεύνηση του ανοσοφαινότυπου γίνεται µέσω της µελέτης της έκφρασης µιας σειράς µονοκλωνικών αντισωµάτων και συγκεκριµένα της ακτίνης των λείων µυϊκών ινών (a-smooth muscle actin, SMA), της καλδεσµόνης υψηλού µοριακού βάρους (h-caldesmon), της δεσµίνης (desmin) και τέλος της βιµεντίνης (vimentin). Ο λόγος για τον οποίο επιλέχθηκαν τα συγκεκριµένα µονοκλωνικά αντισώµατα, είναι γιατί απεικονίζουν το στάδιο ωριµότητας και διαφοροποίησης των λείων µυϊκών ινών, µέσω της ανάδειξης των πρωτεϊνών του κυτταρικού σκελετού τους (118, 119). ύο ακόµη µονοκλωνικά αντισώµατα χρησιµοποιήθηκαν, σε µια προσπάθεια να διερευνηθεί περισσότερο ο παθοφυσιολογικός µηχανισµός που προκαλεί τις συγγενείς παθήσεις της ΕΠ πτυχής: την ογκοπρωτείνη bcl-2, που αποτελεί έναν γνωστό δείκτη αναστολής του µηχανισµού της απόπτωσης και το CD34, που ανιχνεύει αρχέγονα ανθρώπινα κύτταρα της αιµοποιητικής σειράς. 50

51 51 51

52 52 Κεφάλαιο 6 Υλικό Μέθοδος 6.1 Ασθενείς Μάρτυρες Η συλλογή των ελυτροπεριτοναϊκών πτυχών που χρησιµοποιήθηκαν στην µελέτη µας πραγµατοποιήθηκε κατά το χρονικό διάστηµα από τον Μάϊο του 2003 έως τον Ιανουάριο του Οι ασθενείς που συµµετείχαν στην µελέτη νοσηλεύθηκαν στην Α' Πανεπιστηµιακή Κλινική Χειρουργικής των Παίδων, καθώς επίσης και στην Β' Πανεπιστηµιακή Κλινική Χειρουργικής των Παίδων. Οι µικροί ασθενείς µας έπασχαν από ετερόπλευρη πρωτοπαθή συγγενή λοξή βουβωνοκήλη, ετερόπολευρη επικοινωνούσα υδροκήλη και ετερόπλευρη κρυψορχία και υποβλήθηκαν σε χειρουργική αποκατάσταση της συγγενούς παθήσεως της ΕΠ, η οποία περιελάµβανε απολίνωση και εκτοµή της ΕΠ. Αναλυτικότερα, στην µελέτη µας συµµετείχαν 31 ασθενείς που έπασχαν από ετερόπλευρη λοξή βουβωνοκήλη, από τους οποίους οι εικοσι τρεις (23) ήταν αγόρια και οι οχτώ (8) ήταν κορίτσια. Ακόµη συµµετείχαν δέκα (10) αγόρια που έπασχαν από ετερόπλευρη επικοινωνούσα υδροκήλη και ένδεκα (11) αγόρια που έπασχαν από ετερόπλευρη κρυψορχία. Αναλυτικά οι ασθενείς που συµµετείχαν στην µελέτη µας φαίνονται στον πίνακα 4. 52

53 53 Πίνακας 4: Οι υπό έρευνα περιπτώσεις µας και οι µάρτυρες. Ευρήµατα ως προς τους µελετώµενους δείκτες : 0= απουσία, 1= παρουσία Μάρτυρες Α/α Φύλο Ηλικία (µην) Βιµεντίνη SMA εσµίνη Καλδεσ- µόνη CD34 BCL2 2 2Θ Θ Α Α Α Α Α Θ Α Α Ηλικία Καλδεσ- Αρ. (µήνες) Βιµεντίνη SMA εσµίνη µόνη CD34 BCL2 Βουβωνοκήλη, αγόρια , Αρ. Ηλικία (µήνες) Βιµεντίνη SMA εσµίνη Καλδεσ- µόνη CD34 BCL2 53

54 54 Υδροκήλη Βουβωνοκήλη, κορίτσια , , Κρυψορχία Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε ανοιχτή χειρουργική αποκατάσταση. Για την αντιµετώπιση της λοξής βουβωνοκήλης και της επικοινωνούσας υδροκήλης, η επέµβαση περιελάµβανε τους παρακάτω χειρουργικούς χρόνους. Υπό γενική αναισθησία µε την χρήση ενδοτραχειακού σωλήνα ή λαρυγγικής µάσκας, διενεργείται εγκάρσια τοµή κατά µήκος της χαµηλότερης δερµατικής πτυχής, πάνω και επί τα εκτός του έξω βουβωνικού στοµίου της πάσχουσας πλευράς (Εικόνα 8). Μετά την διατοµή του δέρµατος και του επιπολής πετάλου της επιπολής κοιλιακής περιτονίας, αναγνωρίζεται και εκτέµνεται η περιτονία του Scarpa. Στην συνέχεια αναγνωρίζεται και παρασκευάζεται η απονεύρωση του έξω λοξού κοιλιακού µυός, µέχρι το σηµείο που ανακάµπτει σχηµατίζοντας τον βουβωνικό σύνδεσµο. Παράλληλα αναγνωρίζεται και το έξω βουβωνικό στόµιο (Εικόνα 9). Στην συνέχεια, η απονεύρωση του έξω λοξού διανοίγεται κατά µήκος των ινών της, σε απόσταση 2 cm περίπου από το έξω βουβωνικό στόµιο και µε κατεύθυνση προς το έξω βουβωνικό στόµιο (Εικόνα 9). Προσοχή απαιτείται για την αποφυγή τραυµατισµού του λαγονοβουβωνικού νεύρου, που πορεύεται πίσω από την απονεύρωση του έξω λοξού, επί τα εκτός της κρεµαστήριας περιτονίας και εξέρχεται από το έξω βουβωνικό στόµιο. Η οπίσθια επιφάνεια του άνω πετάλου της απονεύρωσης αποκολλάται ήπια από την πρόσθια επιφάνεια του έσω λοξού και του εγκάρσιου κοιλιακού µυός. Το κάτω πέταλο της απονεύρωσης, κινητοποιείται µε την σειρά του, µέχρι το σηµείο της 54

55 55 µετάπτωσής του στον βουβωνικό σύνδεσµο. Εκτός από το λαγονοβουβωνικό νεύρο, αναγνωρίζεται επίσης και το λαγονοϋπογάστριο νεύρο, που συνήθως πορεύεται στην πρόσθια επιφάνεια του κοινού καταφυτικού συνδέσµου. Στην συνέχεια αναγνωρίζεται ο σπερµατικός τόνος, συλλαµβάνεται µε ανατοµική λαβίδα και αποκολλάται από τους γύρω ιστούς. Η κινητοποίηση και παρασκευή του τόνου συνεχίζεται µέχρι το έσω βουβωνικό στόµιο, προς τα άνω και µέχρι το ηβικό φύµα προς τα κάτω. Εικόνα 8: Εγκάρσια βουβωνική τοµή κατά µήκος της χαµηλότερης δερµατικής πτυχής Στην συνέχεια, οι ίνες του κραµαστήρα µυ, που περιβάλλουν των σπερµατικό τόνο, διανοίγονται µε αµβλεία αποκόλληση, ενώ αναγνωρίζεται ο κηλικός σάκος, που εντοπίζεται στην πρόσθια και έσω επιφάνεια του σπερµατικού τόνου. Ο κηλικός σάκος συγκρατείται µε ανατοµική λαβίδα και µε ήπιους χειρισµούς διαχωρίζεται από τα σπερµατικά αγγεία (Εικόνα 10). Μετά την αποκόλληση των σπερµατικών αγγείων, αναγνωρίζεται ο σπερµατικός πόρος, ο οποίος είναι συνήθως συµπεφυµένος µε τον κηλικό σάκο. Ο πόρος αποκολλάται από τον κηλικό σάκο, ενώ αποφεύγουµε την άµεση σύλληψή του, µε ανατοµική ή αιµοστατική λαβίδα, γιατί αυτό µπορεί να προκαλέσει τον τραυµατισµό του. Μετά την πλήρη απελευθέρωση του κηλικού σάκου από τα έσω σπερµατικά αγγεία και από τον σπερµατικό πόρο, ο κηλικός σάκος παρασκευάζεται και κινητοποιείται έως το έσω βουβωνικό στόµιο. Το ακριβές όριο της κινητοποίησης καθορίζεται από το σηµείο στο οποίο εµφανίζεται το προπεριοναϊκό λίπος, στον αυχένα του κηλικού σάκου. Ο κηλικός σάκος διατέµνεται µεταξύ δύο αιµοστατικών λαβίδων (Εικόνα 11). Στις βουβωνοκήλες των κοριτσιών, καθώς επίσης και σε όσες περιπτώσεις δίνεται η εντύπωση της «κατ επολίσθησην» βουβωνοκήλης, ο κηλικός σάκος διανοίγεται, και το περιεχόµενο του αποκολλάται από το τοίχωµα του κηλικού σάκου. Το κεντρικό τµήµα του σάκου συστρέφεται και απολινώνεται, στο ύψος του έσω βουβωνικού στοµίου, µε την χρήση ράµµατος 4:0 ή 3:0 (Εικόνα 12). 55

56 56 Εικόνα 9: Παρασκευή και διατοµή της απονεύρωσης του έξω λοξού. Ο σάκος εκτέµνεται περιφερικότερα του σηµείου της απολίνωσης και το παρασκεύασµα αποστέλλεται στο παθολογοανατοµικό εργαστήριο, αφού τοποθετηθεί σε διάλυµα φορµόλης 10%. Εικόνα 10: Παρασκευή του κηλικού σάκου Το περιφερικό τµήµα του σάκου διανοίγεται κατά την πρόσθια επιφάνειά του και εκτέµνεται το τµήµα του σάκου που παρασκευάζεται ευχερώς. Στις περιπτώσεις όπου το έσω βουβωνικό στόµιο εµφανίζεται διευρυσµένο, συγκλείεται µε την τοποθέτηση διακεκοµµένων ραµµάτων, στο τµήµα της εγκάρσιας περιτονίας, επί τα εντός του έσω βουβωνικού στοµίου. 56

57 57 Εικόνα 11: ιατοµή του κηλικού σάκου µεταξύ αιµοστατικών λαβίδων Το οπίσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου, είναι συνήθως φυσιολογικό και δεν απαιτεί αποκατάσταση. Σε όσες περιπτώσεις αυτό κριθεί αναγκαίο, το οπίσθιo τοίχωµα ενισχύεται µε την διενέργεια πλαστικής αποκατάστασης κατά Bassini. Εικόνα 12: Απολίνωση του κηλικού σάκου, στο ύψος του έσω βουβωνικού στοµίου. Ο όρχις τοποθετείται στο σύστοιχο ηµιόσχεο και η απονεύρωση του έξω λοξού κοιλιακού µυός, συγκλείεται µε συνεχόµενο ράµµα 4:0, έως το έξω βουβωνικό στόµιο (Εικόνα 13). Εικόνα 13: Ο όρχις τοποθετείται στο ηµιόσχεο 57

58 58 Στην συνέχεια συρράπτεται η περιτονία του Scarpa, ενώ το δέρµα συρράπτεται µε ενδοδερµική ραφή, µε την χρήση απορροφήσιµου ράµµατος 6:0. Στις περιπτώσεις κρυψορχίας η επέµβαση περιελάµβανε τους παρακάτω χειρουργικούς χρόνους (Εκόνα 14). Εικόνα 14: ιαδιοχικοί χειρουργικοί χρόνοι ορχεοπηξίας Υπό γενική αναισθησία µε την χρήση ενδοτραχειακού σωλήνα ή λαρυγγικής µάσκας, διενεργείται εγκάρσια δερµατική τοµή, κατά µήκος δερµατικής πτυχής, που ξεκινά επί τα εκτός και άνω του σύστοιχου µε την κρυψορχία, έξω βουβωνικού στοµίου και καταλήγει πάνω από την µεσότητα του βουβωνικού συνδέσµου (Εικόνα 14α). Μετά την παρασκευή της απονεύρωσης του έξω λοξού και του βουβωνικού συνδέσµου, όπως και στις περιπτώσεις των βουβωνοκηλών, διανοίγεται το πρόσθιο τοίχωµα του βουβωνικού πόρου, µε την χρήση νυστεριού Νο 15. Τα δύο τµήµατα της διανοιγµένης απονεύρωσης συλλαµβάνονται µε την βοήθεια αιµοστατικών λαβίδων. Η απονεύρωση διανοίγεται περισσότερο, µε την βοήθεια παρασκευαστικού ψαλιδιού, κατά µήκος των ινών της, µέχρι το έξω βουβωνικό στόµιο, επί τα εντός και µέχρι την µεσότητα του 58

59 59 βουβωνικού πόρου, επί τα εκτός (Εικόνα 14β). Το άνω και κάτω πέταλο της απονεύρωσης κινητοποιούνται, όπως περιγράφηκε προηγουµένως, στις περιπτώσεις βουβωνοκηλών. Ο όρχις και ο σύστοιχος σπερµατικός τόνος κινητοποιούνται µε αµβλεία αποκόλληση. Για την ολοκλήρωση της κινητοποίησης του όρχι, απαιτείται η διατοµή του σύστοιχου οίακα (Εικόνα 14γ). Ο οίακας διατέµνεται προσεκτικά, µε την χρήση διαθερµίας λαµβάνοντας υπόψη την πιθανή παρουσία αγκύλης του σπερµατικού πόρου, εντός αυτής. Εικόνα 14: (Συνέχεια) ιαδοχικοί χειρουργικοί χρόνοι ορχεοπηξίας. 59

60 60 Στις περισσότερες περιπτώσεις κρυψορχιών, αναγνωρίζεται ανοιχτή η ελυτροπεριτοναϊκή πτυχή. Η προσεκτική παρασκευή και εκτοµή της είναι απαραίτητος χειρουργικός χρόνος κατά την διενέργεια ορχεοπηξίας, γιατί επιµηκύνει τον σπερµατικό τόνο. Αρχικά αποµακρύνονται και διινίζονται οι ίνες του κρεµαστήρα που περιβάλλουν τον τόνο. Ο παραπάνω χειρισµός διενεργείται κρατώντας τον σπερµατικό τόνο µεταξύ του δείκτου και του αντίχειρα και εξασκώντας ήπια έλξη. Η ΕΠ, ο σπερµατικός πόρος και τα σπερµατικά αγγεία, αναγνωρίζονται κατά την φάση αυτή της παρασκευής (Εικόνα 14δ, 14ε). Η ΕΠ διαχωρίζεται από τα σπερµατικά αγγεία και τον σπερµατικό πόρο, µε ήπια αµβλεία αποκόλληση. Απαιτείται προσοχή για την αποφυγή διάνοιξης του κηλικού σάκου, γιατί το γεγονός αυτό δυσκολεύει περισσότερο την παρασκευή του. Μετά την αποµόνωση του κηλικού σάκου από τα αγγεία και τον σπερµατικό πόρο, ο κηλικός σάκος διατέµνεται, µεταξύ δύο αιµοστατικών λαβίδων (Εικόνα 14στ). Το κεντρικό τµήµα του σάκου κινητοποιείται περισσότερο, µέχρι το σηµείο που ο κηλικός σάκος µεταπίπτει στο περιτόναιο. Στο σηµείο αυτό, παρατηρείται και ο διαχωρισµός του σπερµατικού πόρου, που κατευθύνεται προς τα έσω και των έσω σπερµατικών αγγείων, που έχουν κατεύθυνση προς τα άνω και έξω, στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο. Στο σηµείο αυτό, ο κηλικός σάκος απολινώνεται και διατέµνεται ενώ το παρασκεύασµα αποστέλλεται στο παθολογοανατοµικό εργαστήριο (Εικόνα 14ζ). Εάν το µήκος του σπερµατικού τόνου δεν είναι ικανοποιητικό, συνεχίζεται η κινητοποίηση των έσω σπερµατικών αγγείων στο οπίσθιο περιτόναιο, µε την διατοµή της πλάγιας σπερµατικής περιτονίας, ενώ µπορεί να απαιτηθεί και η διατοµή των κάτω επιγάστριων αγγείων και της εγκάρσιας περιτονίας (Εικόνα 14η, 14θ). Ο δείκτης της άκρας χειρός εισάγεται εντός του οσχέου, δια του τραύµατος. Μια µικρή εγκάρσια τοµή, διενεργείται στο σύστοιχο ηµιόσχεο, πάνω από την άκρη του δείκτη. Στο σηµείο αυτό, µε την βοήθεια αιµοστατικής λαβίδας, δηµιουργείται θύλακος µεταξύ του δέρµατος και του δαρτού (Εικόνα 14ι, 14κ). Από το οσχεϊκό τραύµα, εισάγεται αιµοστατική λαβίδα και µε την βοήθεια του δακτύλου που βρίσκεται ήδη εντός του οσχέου, οδηγείται στην βουβωνική τοµή (Εικόνα 14λ). Αφού ελεγχθεί ο σωστός προσανατολισµός των σπερµατικών αγγείων και του σπερµατικού πόρου, ο οίακας του όρχι συλλαµβάνεται µε την αιµοστατική λαβίδα και ο όρχις µεταφέρεται στο όσχεο και εξέρχεται από το οσχεϊκό τραύµα (Εικόνα 14µ). Ο όρχις τοποθετείται στον θύλακα, που ήδη έχει δηµιουργηθεί, ενώ ο διανοιγµένος δαρτός, συγκλείεται µε ένα ή δύο ράµµατα Vicryl ή PDS 4:0 (Εικόνα 14ν). Το οσχεϊκό τραύµα συρράπτεται µε συνεχόµενη ραφή, µε απορροφήσιµο ράµµα 6:0, ενώ το βουβωνικό τραύµα, συγκλείεται µε τον ίδιο τρόπο όπως και στην περίπτωση της βουβωνοκήλης. Σαν µάρτυρες χρησιµοποιήθηκαν τµήµατα τοιχωµατικού περιτοναίου, που ελήφθησαν από ασθενείς που υποβλήθηκαν σε λαπαροτοµία για διαφορετικούς λόγους, καθώς επίσης και συγκλεισθείσες ΕΠ (Πίνακας 4). Αναλυτικά τοιχωµατικό περιτόναιο ελήφθη από τέσσερα (4) αγόρια και από τρία (3) κορίτσια, ενώ συγκλεισθείσες ΕΠ ελήφθησαν από τρία (3) αγόρια που υποβλήθηκαν σε διερεύνηση του ετερόλευρου βουβωνικού πόρου, όπου και δεν ανευρέθη καµία παθολογική αλλοίωση της ΕΠ. Ο µέσος όρος των ηλικιών των ασθενών που έλαβαν µέρος στην µελέτη µας, για κάθε µια οµάδα ήταν ο εξής (Εικόνα 15): ασθενείς που έπασχαν από βουβωνοκήλη (Μ.Ο. 47,2 µήνες), ασθενείς µε υδροκήλη (Μ.Ο. 31,4 µήνες), ασθενείς µε κρυψορχία (Μ.Ο. 35 µήνες) και τέλος µάρτυρες (Μ.Ο. 43,5 µήνες). Σε έλεγχο των ηλικιών των ασθενών των διαφόρων οµάδων, µε την χρήση του πακέτου ANOVA, δεν διαπιστώθηκε στατιστικώς σηµαντική διαφορά των ηλικιών των ασθενών, σε κάθε µία από τις παραπάνω οµάδες (F= 0,521, στατιστική σηµαντικότητα=0,721). 60

61 61 200, ,00 52 AgeMo 100, ,00 0,00 Control IngHernia Boys Hydrocele IngHernia Girls Cryptorch Pathology Εικόνα 15: Σχεδιάγραµµα σύγκρισης ηλικιών µεταξύ µαρτύρων και ασθενών. 6.2 Ιστολογικά Παρασκευάσµατα Ανοσοϊστοχηµικές Χρώσεις Τα ιστολογικά παρασκευάσµατα στάλθηκαν στο Εργαστήριο Γενικής Παθολογίας και Παθολογικής Ανατοµικής του Α.Π.Θ., για ιστολογική αξιολόγηση, αφού προηγουµένως τοποθετήθηκαν σε ρυθµιστικό διάλυµα φορµόλης µε περιεκτικότητα 10%. Έγινε µακροσκοπική εκτίµηση των εγχειρητικών παρασκευασµάτων και ελήφθησαν τοµές για έγκλειση σε παραφίνη. Στην συνέχεια ελήφθησαν µε την χρήση µικροτόµου, ιστικές τοµές των 5µm και ακολούθησε η κλασική χρώση αιµατοξυλίνης - εωσίνης. Η εξέταση των δειγµάτων συµπληρώθηκε µε ανοσοϊστοχηµικές χρώσεις. Εφαρµόσθηκε η ανοσοϊστοχηµική τεχνική στρεπταβιδίνης βιοτίνης - υπεροξειδάσης σε πρόσφατες τοµές παραφίνης πάχους 3 µm που ελήφθησαν από κάθε παρασκεύασµα. Ειδικότερα, οι τοµές επωάσθηκαν στους 60 C για ώρες. Μετά την αποπαραφίνωση και την εµβάπτιση των τοµών σε κατιόντα διαλύµατα αιθανόλης, επωάσθηκαν για 30 λεπτά σε διάλυµα µεθανόλης/h 2 O 2, ώστε να αδρανοποιηθεί η ενδογενής υπεροξειδάση, και εκπλύθηκαν µε νερό βρύσης και στη συνέχεια µε απεσταγµένο νερό. Για την αποκάλυψη των αντιγονικών θέσεων οι τοµές τοποθετήθηκαν σε φούρνο µικροκυµάτων σε διάλυµα κιτρικού οξέος 0.001Μ. Στη συνέχεια οι τοµές εκπλύθηκαν σε απεσταγµένο νερό, µετά σε ρυθµιστικό διάλυµα φωσφορικών αλάτων (PBS, ph= 7,4). Η επώαση 61

62 62 µε τα πρωτογενή αντισώµατα έγινε για 1 ώρα σε θερµοκρασία δωµατίου. Στη συνέχεια οι τοµές εκπλύθηκαν σε PBS και ακολούθησε επώαση µε το δευτερογενές αντίσωµα για 30 λεπτά σε θερµοκρασία δωµατίου. Μετά την έκπλυση µε PBS, οι τοµές επωάσθηκαν για 30 λεπτά µε το σύµπλεγµα στρεπταβιδίνη - βιοτίνη υπεροξειδάση, αραιωµένο 1:100 σε PBS. Μετά νέα έκπλυση σε PBS, στις τοµές εφαρµόσθηκε διάλυµα διαµινοβενζιδίνης (DAB). Τελικά µετά την έκπλυση µε νερό βρύσης, οι τοµές εµβαπτίσθηκαν σε αιµατοξυλίνη για 15 περίπου δευτερόλεπτα, αφυδατώθηκαν σε σειρά ανιόντων διαλυµάτων αιθανόλης, εµβαπτίσθηκαν σε ξυλόλη και καλύφθηκαν µε καλυπτρίδα. Οι ειδικοί αντιορροί που χρησιµοποιήθηκαν ήταν οι κάτωθι: ακτίνη των λείων µυϊκών ινών (asmooth muscle actin, SMA), καλδεσµόνη υψηλού µοριακού βάρους (h-caldesmon), δεσµίνη ( desmin), βιµεντίνη (vimentin), ογκοπρωτεϊνή bcl-2 και τέλος αντιορρός έναντι των αρχέγονων ανθρώπινων αιµοποιητικών κυττάρων (CD34 Class II). Τα µονοκλωνικά αντισώµατα που χρησιµοποιήθηκαν µε τις σχετικές αραιώσεις και τις εταιρείες παρασκευής τους, αναφέρονται στον Πίνακα 5. Αντιγόνο Αντίσωµα Εταιρεία Αραίωση Προπαρασκευή Βιµεντίνη M0725 DakoCytomation, Glostrup, Denmark 1/20 MWO-CD SMA 1A4 DakoCytomation, Glostrup, Denmark 1/150 MWO-CD Καλδεσµόνη h-cd DakoCytomation, Glostrup, Denmark 1/50 MWO-CD εσµίνη D33 DakoCytomation, Glostrup, Denmark 1/20 MWO-CD CD34 QBEnd 10 DakoCytomation, Glostrup, Denmark 1/30 MWO-CD Bcl-2 Bcl- 2/100/D5 Novacastra, Newcastle upon Tyne, UK 1/30 MWO-CD Πίνακα 5: Τα µονοκλωνικά αντισώµατα που χρησιµοποιήθηκαν µε τις σχετικές αραιώσεις και τις εταιρείες παρασκευής τους (MWO-CB: microwave oven in citrate buffer 0.001M ph 6, SMA: smooth muscle actin) Κατά την εκτίµηση των ανοσοϊστοχηµικών χρώσεων, ως θετικά στην βιµεντίνη, στην SMA, στην δεσµίνη, στην καλδεσµόνη, στο bcl-2 και στην CD34, θεωρήθηκαν τα κύτταρα τα οποία εµφάνισαν κυτταροπλασµατική και ή µεµβρανική χρώση. 62

63 63 63

64 64 Κεφάλαιο 7 Αποτελέσµατα Η ιστολογική και η ανοσοϊστοχηµική µελέτη των χειρουργικών παρασκευασµάτων που απεστάλησαν για µελέτη στο Εργαστήριο Γενικής Παθολογίας και Παθολογικής Ανατοµικής του Α.Π.Θ., όσον αφορά τους µάρτυρες (τοιχωµατικό περιτόναιο από τέσσερα (4) αγόρια και από τρία (3) κορίτσια, συγκλεισθείσες ΕΠ από τρία (3) αγόρια) ήταν τα εξής: 1. Τοιχωµατικό περιτόναιο: Ο ανοσοϊστοχηµικός έλεγχος δεν ανέδειξε την παρουσία κυττάρων που να εκφράζουν τους δείκτες των λείων µυϊκών κυττάρων, δηλαδή της SMA, της καλδεσµόνης και της δεσµίνης. Επίσης δεν αναδείχθηκαν κύτταρα που να εκφράζουν την πρωτεΐνη bcl-2. Όσον αφορά την χρώση για το CD34, παρατηρήθηκαν µεµονωµένα θετικά στρωµατικά κύτταρα. Αντίθετα, διαπιστώθηκε θετικότητα στη βιµεντίνη, σε όλη την έκταση του µεσοθηλίου, που επένδυε την εσωτερική επιφάνεια του τοιχωµατικού περιτοναίου. Αναλυτικότερα το τοιχωµατικό περιτόναιο επενδυόταν από ένα στοίχο µεσοθηλιακών κυττάρων. Υποµεσοθηλιακά υπήρχε λεπτή ζώνη χαλαρού συνδετικού ιστού, πλούσιου σε ινοβλάστες και άλλα κύτταρα του συνδετικού ιστού. Περιφερικά της ζώνης χαλαρού συνδετικού ιστού υπήρχε ζώνη πυκνού ινώδους συνδετικού ιστού. εν διαπιστώθηκε καµιά διαφορά στην ανοσοιστοχηµική έκφραση των ανωτέρω δεικτών, µεταξύ αγοριών και κοριτσιών. 2. Συγκλεισθείσες ελυτροπεριτοναϊκές πτυχές (ΕΠ): Ο ιστολογικός και ανοσοϊστοχηµικός έλεγχος των ελυτροπεριτοναϊκών πτυχών, ανέδειξε ίδια ευρήµατα µε εκείνα του τοιχωµατικού περιτοναίου. Τα ανοσοϊστοχηµικά ευρήµατα από την µελέτη των ΕΠ ασθενών που έπασχαν από βουβωνοκήλη, υδροκήλη και κρυψορχία ήταν τα εξής (Εικόνες 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28): Τα µονοκλωνικά αντισώµατα SMA, δεσµίνη και καλδεσµόνη, εκφράζονται διάχυτα, κυρίως στην στιβάδα του ινώδους συνδετικού ιστού, σε σάκους που προέρχονται από ασθενείς που πάσχουν από βουβωνοκήλη, υδροκήλη και κρυψορχία. Όσον αφορά το µονοκλωνικό αντίσωµα CD34, αναδείχθηκε η ύπαρξη µεµονωµένων στρωµατικών κυττάρων θετικών στον µονοκλωνικό αυτό αντίσωµα, σε κηλικούς σάκους ασθενών που έπασχαν από βουβωνοκήλη, υδροκήλη και 64

65 65 κρυψορχία. εν αναδείχθηκαν κύτταρα που να εκφράζουν το µονοκλωνικό αντίσωµα bcl-2. Η βιµεντίνη εκφράζεται διάχυτα στην µεσοθηλιακή στιβάδα των κηλικών σάκων. Η βιµεντίνη επίσης, εκφράζεται και στα λεία µυϊκά κύτταρα, στα κύτταρα δηλαδή των σάκων που εµφανίζονται θετικά στα µονοκλωνικά αντισώµατα, SMA, δεσµίνη και καλδεσµόνη. Αναλυτικότερα η βιµεντίνη εκφράζεται στις λείες µυικές ίνες και των δέκα (10) κηλικών σάκων των ασθενών που πάσχουν από υδροκήλη, στις λείες µυικές ίνες των δέκα (10) από τους ένδεκα (11) κηλικούς σάκους ασθενών που πάσχουν από κρυψορχία, στους ένδεκα (11) από τους είκοσι τρεις (23) κηλικούς σάκους αγοριών µε βουβωνοκήλη και στους έξι (6) από τους οχτώ (8) κηλικούς σάκους κοριτσιών µε βουβωνοκήλη. α β γ δ Εικόνα 16: Κηλικός σάκος κοριτσιού ηλικίας 6 ετών µε βουβωνοκήλη δεξιά. Ανοσοϊστοχηµικές χρώσεις (ΑΙΧ), όπου αναγνωρίζονται λείες µυϊκές ίνες θετικές στην καλδεσµόνη, µεγέθυνση Χ 100(α), Χ 400(β) και στην δεσµίνη, µεγέθυνση Χ 100(γ), Χ400(δ). 65

66 66 α β γ δ Εικόνα 17: : Κηλικός σάκος κοριτσιού ηλικίας 6 ετών µε δεξιά βουβωνοκήλη. ΑΙΧ, όπου αναγνωρίζονται λείες µυϊκές ίνες θετικές στην SMA, µεγέθυνση Χ100(α), Χ400(β) και στην βιµεντίνη, µεγέθυνση Χ100(γ), Χ400(δ). 66

67 67 α β γ δ ε Εικόνα 18: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 3 ετών µε αριστερή βουβωνοκήλη. ιαφορετική πυκνότητα των λείων µυϊκών ινών σε διαφορετικές περιοχές του κηλικού σάκου. Αραιές µυϊκές ίνες θετικές στην βιµεντίνη, µεγέθυνση Χ100(α), Χ400(β), µετρίως πυκνές µυϊκές ίνες, θετικές στην δεσµίνη, µεγέθυνση Χ400(γ), δεσµίδες οργανωµένων µυϊκών ινών, θετικών στην SMA, µεγέθυνση Χ100(δ), Χ400(ε). 67

68 68 α β γ δ Εικόνα 19: : Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 17 µηνών µε δεξιά βουβωνοκήλη. Αιµατοξυλίνη Εωσίνη: παρατηρούνται µεµονωµένα ατρακτόµορφα κύτταρα που θυµίζουν λείες µυϊκές ίνες, µεγέθυνση Χ400(α). ΑΙΧ, τα ίδια κύτταρα θετικά στην βιµεντίνη (β), στην SMA (γ) και στην δεσµίνη (δ) στη µεγέθυνση Χ

69 69 α β γ δ ε Εικόνα 20: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 4,5 ετών µε δεξιά βουβωνοκήλη. Αιµατοξυλίνη Εωσίνη, δεσµίδα οργανωµένων λείων µυϊκών ινών, µεγέθυνση Χ400(α), ΑΙΧ, δεσµίδες οργανωµένων λείων µυϊκών ινών θετικών στη SMA, µεγέθυνση Χ100(β), Χ400(γ) και αρνητικών στη βιµεντίνη, µεγέθυνση Χ100(δ), Χ400(ε). 69

70 70 α β γ δ ε Εικόνα 21: Κηλικός σάκος κοριτσιού ηλικίας 10 ηµερών µε δεξιά βουβωνοκήλη. Λείες µυϊκές ίνες θετικές στη καλδεσµόνη (ΑΙΧ), µεγέθυνση Χ100(α), Χ400(β), στη SMA, µεγέθυνση Χ400(γ) και αρνητικές στο CD34, µεγέθυνση Χ100(δ), Χ400(ε). 70

71 71 α β Εικόνα 22: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 3,5 ετών µε δεξιά βουβωνοκήλη. Λείες µυϊκές ίνες θετικές στη καλδεσµόνη (ΑΙΧ), µεγέθυνση Χ100(α), Χ400(β). 71

72 72 α β γ δ ε στ Εικόνα 23: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 5 ετών µε υδροκήλη δεξιά. Λείες µυϊκές ίνες, µεµονωµένες και σε διάσπαρτη κατανοµή, θετικές στη βιµεντίνη (ΑΙΧ), µεγέθυνση Χ100(α), Χ400(β), ολιγάριθµες θετικές στη SMA, µεγέθυνση Χ400 (γ και δ) και στη καλδεσµόνη, µεγέθυνση Χ400 (ε), ενώ είναι αρνητικές στο CD34, µεγέθυνση Χ400 (στ). 72

73 73 α β Εικόνα 24: Κηλικός σάκος κοριτσιού ηλικίας 6 ετών µε βουβωνοκήλη δεξιά, όπου αναγνωρίζονται λείες µυϊκές ίνες κατά δεσµίδες θετικές στην δεσµίνη, ΑΙΧ, µε µεγέθυµση Χ100(α), Χ400(β). 73

74 74 α β γ δ Εικόνα 25: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 14 µηνών µε κρυψορχία δεξιά. Χρώση Αιµατοξυλίνης Εωσίνης όπου αναγνωρίζονται λείες µυϊκές ίνες κατά δεσµίδες µε µεγέθυνση Χ100 (α) και Χ400 (β) καθώς και γραµµωτές µυϊκές ίνες (κρεµαστήρας) µε µεγέθυνση Χ100 (γ) και Χ400 (δ). 74

75 75 α β γ δ Εικόνα 26: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 14 µηνών µε κρυψορχία δεξιά, όπου αναγνωρίζονται λείες µυϊκές ίνες θετικές στην SMA, ΑΙΧ, µε µεγέθυνση Χ100 (α), Χ400(β) καθώς και γραµµωτές µυίκές ίνες αρνητικές στην SMA µε µεγέθυνση Χ100 (γ), Χ400 (δ). 75

76 76 α β γ Εικόνα 27: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 14 µηνών µε κρυψορχία δεξιά, όπου αναγνωρίζονται λείες µυϊκές ίνες θετικές στην καλδεσµόνη, ΑΙΧ, µε µεγέθυνση Χ100 (α), Χ400 (β), καθώς και γραµµωτές µυϊκές ίνες αρνητικές στην καλδεσµόνη Χ400 (γ). 76

77 77 α β γ δ Εικόνα 28: Κηλικός σάκος αγοριού ηλικίας 14 µηνών µε κρυψορχία δεξιά, όπου αναγνωρίζονται λείες µυϊκές ίνες θετικές θετικές στην δεσµίνη, ΑΙΧ, µε µεγέθυνση Χ100 (α), Χ400 (β) και γραµµωτές µυϊκές ίνες µε µεγέθυνη Χ100 (γ), Χ400 (δ). 77

Βουβωνική Χώρα. Ι. Βουβωνικός Χώρα

Βουβωνική Χώρα. Ι. Βουβωνικός Χώρα Βουβωνική Χώρα Ι. Βουβωνικός Χώρα Α. Βουβωνικός Σύνδεσµος (του Poupart) Δεν είναι πραγµατικός σύνδεσµος Είναι η αναδίπλωση προς τα έσω του ελευθέρου κάτω χείλους του έξω λοξού µυός από την εκφυσή του από

Διαβάστε περισσότερα

Μαθήματα Ανατομίας 2011-2012

Μαθήματα Ανατομίας 2011-2012 Μαθήματα Ανατομίας 2011-2012 Πρόσθιο κοιλιακό τοίχωμα Κ. Αλπαντάκη Όρια της κοιλιάς Άνω: Πλευρικό τόξο 7-12 Ξιφοειδής απόφυση: επίπεδο 10ου πλευρικού χόνδρου = Ο3 Κάτω : Ηβικά οστά και λαγόνια ακρολοφία:

Διαβάστε περισσότερα

Οσφυϊκό Πλέγµα και Νεύρα

Οσφυϊκό Πλέγµα και Νεύρα Οσφυϊκό Πλέγµα και Νεύρα Εισαγωγή Σχηµατισµός Κλάδοι του Οσφυϊκού Πλέγµατος Μηριαίο Νεύρο (Ο2-Ο4) Εισαγωγή Η κινητικότητα και η γενική αισθητικότητα του κάτω άκρου εξυπηρετούνται από τους τελικούς κλάδους

Διαβάστε περισσότερα

ΟΥΡΟΠΟΙΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΟΥΡΟΠΟΙΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΟΥΡΟΠΟΙΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΕΝΙΚΑ: Αποτελείται από όργανα που παράγουν και αποβάλουν τα ουρά => απομακρύνονται άχρηστες και επιβλαβές ουσίες + ρυθμίζεται η ισορροπία

Διαβάστε περισσότερα

Πρόσθιο Κοιλιακό Τοίχωµα & Πύελος

Πρόσθιο Κοιλιακό Τοίχωµα & Πύελος Πρόσθιο Κοιλιακό Τοίχωµα & Πύελος Ι. Γενικά Α. Η κοιλία είναι το τµήµα του κόρµου που βρίσκεται µεταξύ του θώρακα (διάφραγµα) προς τα πάνω και της πυέλου (είσοδο της µικρής πυέλου) προς τα κάτω. Η πύελος

Διαβάστε περισσότερα

Τα αναπαραγωγικά όργανα του άνδρα. Όρχεις

Τα αναπαραγωγικά όργανα του άνδρα. Όρχεις Τα αναπαραγωγικά όργανα του άνδρα Όρχεις Οι όρχεις είναι οι γεννητικοί αδένες του άνδρα. Είναι όργανα µε διπλή λειτουργία: η εξωκρινής λειτουργία είναι η παραγωγή σπερµατοζωαρίων και η ενδοκρινής είναι

Διαβάστε περισσότερα

Μύες Θώρακα - Κορμού

Μύες Θώρακα - Κορμού Μύες Θώρακα - Κορμού Μύες μαστικής περιοχής Μύες πρόσθιου θωρακικού τοιχώματος Μύες κοιλιακού τοιχώματος Μύες ράχης Μύες οπίσθιου κοιλιακού τοιχώματος 1 2 3 1 Μείζων θωρακικός 1 Ελάσσων θωρακικός 2 3Υποκλείδιος

Διαβάστε περισσότερα

Μύες του πυελικού τοιχώματος

Μύες του πυελικού τοιχώματος Μύες Πυέλου Μύες του πυελικού τοιχώματος Συμβάλλουν στο σχηματισμό των εσωτερικών πλάγιων τοιχωμάτων της πυελικής κοιλότητας. Εκφύονται μέσα από τη πυελική κοιλότητα αλλά καταφύονται έξω από αυτήν (μηριαίο).

Διαβάστε περισσότερα

ΟΠΙΣΘΙΟ ΚΟΙΛΙΑΚΟ ΤΟΙΧΩΜΑ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

ΟΠΙΣΘΙΟ ΚΟΙΛΙΑΚΟ ΤΟΙΧΩΜΑ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΟΠΙΣΘΙΟ ΚΟΙΛΙΑΚΟ ΤΟΙΧΩΜΑ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΟΣΤΑ (ΟΣΦΥΙΚΟΙ ΣΠΟΝΔΥΛΟΙ ΙΕΡΟ) ΟΣΦΥΙΚΟΙ ΣΠΟΝΔΥΛΟΙ Μεγαλύτεροι σε μέγεθος και όγκο, με κοντούς και παχείς αυχένες, ευρύτερες

Διαβάστε περισσότερα

Καθορισμός και διαφοροποίηση του φύλου

Καθορισμός και διαφοροποίηση του φύλου Καθορισμός και διαφοροποίηση του φύλου Η διαδικασία που καταλήγει στην εμφάνιση κανονικού φύλου διέρχεται από διάφορες φάσεις. ιακρίνονται η φάση της γονιμοποίησης, η φάση διαφοροποίησης των εμβρυϊκών

Διαβάστε περισσότερα

Γεννητικό Σύστημα. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon

Γεννητικό Σύστημα. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon Γεννητικό Σύστημα Ioannis Lazarettos MD PhD Γεννητικό Σύστημα Άνδρα 2 Γεννητικό Σύστημα Άνδρα Όρχεις (Γεννητικοί Αδένες) Εκφορητική Οδός Σπέρματος Επιδιδυμίδα Σπερματικός Πόρος Σπερματοδόχος Κύστη Εκσπερματικός

Διαβάστε περισσότερα

Κάτω Άκρο Οι Χώρες του Μηρού

Κάτω Άκρο Οι Χώρες του Μηρού Κάτω Άκρο Οι Χώρες του Μηρού Ι. Γενικά Α. 3εις σηµαντικές ζώνες των κάτω άκρων 1. Μηριαίο τρίγωνο 2. Ο πόρος των προσαγωγών 3. Ο ιγνυακός βόθρος Β. Μηριαίο οστό 1. Είναι το επιµηκέστερο, το ισχυρότερο

Διαβάστε περισσότερα

12. ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ

12. ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ 12. ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ Η αναπαραγωγή είναι μία χαρακτηριστική λειτουργία, η μόνη που δεν είναι απαραίτητη για την επιβίωση του ίδιου του οργανισμού αλλά για τη διαιώνιση του είδους. Η αναπαραγωγή στον

Διαβάστε περισσότερα

Ιερό Πλέγµα και Νεύρα λκλλκλκλλκκκκ

Ιερό Πλέγµα και Νεύρα λκλλκλκλλκκκκ Ιερό Πλέγµα και Νεύρα λκλλκλκλλκκκκ Εισαγωγή Σχηµατισµός Παράπλευροι Κλάδοι του Ιερού Πλέγµατος Μυϊκοί Παράπλευροι Κλάδοι Δερµατικοί Παράπλευροι Κλάδοι Σπλαγχνικοί Παράπλευροι Κλάδοι Τελικοί Κλάδοι του

Διαβάστε περισσότερα

ΘΩΡΑΚΑΣ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

ΘΩΡΑΚΑΣ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΘΩΡΑΚΑΣ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΣΟΠΛΕΥΡΙΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΑ Σχηματίζονται μεταξύ παρακείμενων πλευρών και καταλαμβάνονται από τους μεσοπλεύριους μύες. Έσω θωρακική

Διαβάστε περισσότερα

12. ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ

12. ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ 12. ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ Η αναπαραγωγή είναι μία χαρακτηριστική λειτουργία, η μόνη που δεν είναι απαραίτητη για την επιβίωση του ίδιου του οργανισμού αλλά για τη διαιώνιση του είδους. Η αναπαραγωγή στον

Διαβάστε περισσότερα

Όρχεις -Χειρισμός παρασκευάσματος -Εισαγωγή στους όγκους. Α.. Κιζιρίδου, Αναπ. Διευθύντρια Παθολογοανατομικού Τμήματος A.Ν.Θ.

Όρχεις -Χειρισμός παρασκευάσματος -Εισαγωγή στους όγκους. Α.. Κιζιρίδου, Αναπ. Διευθύντρια Παθολογοανατομικού Τμήματος A.Ν.Θ. Όρχεις -Χειρισμός παρασκευάσματος -Εισαγωγή στους όγκους Α.. Κιζιρίδου, Αναπ. Διευθύντρια Παθολογοανατομικού Τμήματος A.Ν.Θ.Θεαγένειο Περιγραφική Ανατομική 2 αδένες με σχήμα δαμάσκηνου διαστ.5χ3χ2.5 Κρέμονται

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Α. ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΡΡΕΝΟΣ

ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Α. ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΡΡΕΝΟΣ 1 ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Α. ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΡΡΕΝΟΣ Το γεννητικό σύστημα στον άνδρα παράγει τα γεννητικά κύτταρα( σπερματοζωάρια) και τις γεννητικές ορμόνες(τεστοστερόνη) Αποτελείται από τους όρχεις Επιδιδυμίδα

Διαβάστε περισσότερα

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. Κάντε κλικ για να επεξεργαστείτε τον υπότιτλο του υποδείγματος

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. Κάντε κλικ για να επεξεργαστείτε τον υπότιτλο του υποδείγματος ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Κάντε κλικ για να επεξεργαστείτε τον υπότιτλο του υποδείγματος ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Κυκλοφορικό σύστημα Αιμοφόρο 1. 2. Καρδιά Αιμοφόρα αγγεία Λεμφοφόρο Αρτηρίες Λεμφικά τριχοειδή Φλέβες

Διαβάστε περισσότερα

Στοιχειώδεις παθολογικές μεταβολές του Γεννητικού Συστήματος

Στοιχειώδεις παθολογικές μεταβολές του Γεννητικού Συστήματος Στοιχειώδεις παθολογικές μεταβολές του Γεννητικού Συστήματος του Θήλεος ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Προσοχή: Οι παρουσιάσεις μαθημάτων αποτελούν βοήθημα παρακολούθησης των παραδόσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΥΔΡΟΚΗΛΗ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ

ΥΔΡΟΚΗΛΗ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ ΥΔΡΟΚΗΛΗ Είναι η συλλογή υγρού μεταξύ των πετάλων του ιδίως ελυτροειδούς χιτώνα

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστήµιο Αθηνών

Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστήµιο Αθηνών Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστήµιο Αθηνών ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ Το Μυοσκελετικό Σύστηµα Δρ. Ε. Τζόνσον Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Αθήνα 2012 2 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι. Α. Τα µέρη και

Διαβάστε περισσότερα

ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ (ΑΝΣ) ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ (ΑΝΣ) ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ (ΑΝΣ) ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ (ΑΝΣ) ΑΝΣ ΚΙΝΗΤΙΚΑ ΝΕΥΡΑ (λείοι μύες, καρδιακός μυς, αδένες) (Σπλαχνικά Νεύρα)

Διαβάστε περισσότερα

Μετωπιαίο, Σφηνοειδές, Ηθμοειδές, Δακρυϊκό, Άνω γνάθος, Ζυγωματικό, Υπερώιο

Μετωπιαίο, Σφηνοειδές, Ηθμοειδές, Δακρυϊκό, Άνω γνάθος, Ζυγωματικό, Υπερώιο Μετωπιαίο, Σφηνοειδές, Ηθμοειδές, Δακρυϊκό, Άνω γνάθος, Ζυγωματικό, Υπερώιο Οφρύς Βλέφαρα Βλεφαρίδες Βλεφαρικοί και Σμηγματογόνοι αδένες των βλεφάρων Ανελκτήρας μυς του άνω βλεφάρου Σφιγκτήρας μυς των

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΡΙΝΙΚΗ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑ ΣΤΟΜΑΤΙΚΗ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑ ΦΑΡΥΓΓΑΣ ΛΑΡΥΓΓΑΣ ΤΡΑΧΕΙΑ ΒΡΟΓΧΟΙ ΠΝΕΥΜΟΝΕΣ ΠΛΕΥΡΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Θυρεοειδής χόνδρος Κρικοθυρεοειδής σύνδεσμος ΤΡΑΧΕΙΑ Κρικοειδής χόνδρος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. 1. την εκκριτική, που αποτελείται από τους δύο νεφρούς, και

ΤΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. 1. την εκκριτική, που αποτελείται από τους δύο νεφρούς, και ΤΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Το ουροποιητικό σύστημα έχει δύο μοίρες: 1. την εκκριτική, που αποτελείται από τους δύο νεφρούς, και 2. την αποχετευτική, με την οποία τα ούρα απεκκρίνονται. Τα όργανα που αποτελούν

Διαβάστε περισσότερα

Η Λευκή Ουσία του Νωτιαίου Μυελού

Η Λευκή Ουσία του Νωτιαίου Μυελού Η Λευκή Ουσία του Νωτιαίου Μυελού λκλλκλκλλκκκκ Εισαγωγή Ανιόντα Δεµάτια του Νωτιαίου Μυελού Ανιόντα Δεµάτια της Πρόσθιας Δέσµης Ανιόντα Δεµάτια της Πλάγιας Δέσµης Ανιόντα Δεµάτια της Οπίσθιας Δέσµης Κατιόντα

Διαβάστε περισσότερα

ΚΗΛΕΣ ΚΟΙΛΙΑΚΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑΤΟΣ Τετάρτη, 01 Σεπτέμβριος :33 - Τελευταία Ενημέρωση Παρασκευή, 15 Οκτώβριος :13

ΚΗΛΕΣ ΚΟΙΛΙΑΚΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑΤΟΣ Τετάρτη, 01 Σεπτέμβριος :33 - Τελευταία Ενημέρωση Παρασκευή, 15 Οκτώβριος :13 ΚΗΛΕΣ ΚΟΙΛΙΑΚΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑΤΟΣ 1. ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ: είναι η προβολή ενδοκοιλιακού σπλάχνου διαμέσου ενός χάσματος, το οποίο μπορεί ανατομικά να υπάρχει αλλά να είναι ευένδοτο ή να δημιουργηθεί δευτερογενώς: Βουβωνικός

Διαβάστε περισσότερα

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΟΡΘΟΥ. Γιάννης Τσιαούσης Χειρουργός, Επίκ. Καθηγητής Ανατομίας Ιατρική Σχολή, Παν/μιο Κρήτης

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΟΡΘΟΥ. Γιάννης Τσιαούσης Χειρουργός, Επίκ. Καθηγητής Ανατομίας Ιατρική Σχολή, Παν/μιο Κρήτης ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΟΡΘΟΥ Γιάννης Τσιαούσης Χειρουργός, Επίκ. Καθηγητής Ανατομίας Ιατρική Σχολή, Παν/μιο Κρήτης Βασικές Ανατομικές Δομές Πυέλου πυελικό έδαφος κυρίως από διάφραγμα πυέλου χωνοειδές σχήμα

Διαβάστε περισσότερα

Ο Σκελετός της Πυέλου

Ο Σκελετός της Πυέλου Ο Σκελετός της Πυέλου E Johnson Αν. Καθηγήτρια Εργαστήριο Ανατοµίας Η Πύελος το κατώτερο σηµείο του κορµού προς τα κάτω συνέχεια της κοιλιάς η πυελική κοιλότητα = κατώτερο τµήµα της κοιλιακής χώρας εντοπίζεται

Διαβάστε περισσότερα

Επανάληψη πριν τις εξετάσεις Καλό διάβασμα

Επανάληψη πριν τις εξετάσεις Καλό διάβασμα Επανάληψη πριν τις εξετάσεις Καλό διάβασμα 2013-2014 Θέματα πολλαπλής επιλογής Κύτταρα όμοια μορφολογικά και λειτουργικά αποτελούν α. ένα όργανο. β. ένα ιστό. γ. ένα οργανισμό. δ. ένα σύστημα οργάνων.

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ 1 ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Φωτεινή Μάλλη Πνευμονολόγος Αναπλ. Καθηγητρια ΤΕΙ Νοσηλευτικής Επιστημονικός Συνεργάτης Πνευμονολογικής Κλινικής ΠΘ Καθηγητής-Σύμβουλος

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ 1 ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Φωτεινή Μάλλη Πνευμονολόγος Αναπλ. Καθηγητρια ΤΕΙ Νοσηλευτικής Επιστημονικός Συνεργάτης Πνευμονολογικής Κλινικής ΠΘ Καθηγητής-Σύμβουλος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΤΩΜΑΤΟΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΤΩΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΤΩΜΑΤΟΣ Άσκηση 1 η 1. Εκδορά τραχήλου 2. Περιτονίες του τραχήλου 3. Έξω σφαγίτιδα φλέβα 4. Δερµατικοί κλάδοι αυχενικοί πλέγµατος 1. Εκδορά θώρακα 2. Θωρακοδελτοειδές

Διαβάστε περισσότερα

Στέφανος Πατεράκης (Φυσικ/τής)

Στέφανος Πατεράκης (Φυσικ/τής) ΜΥΣ Οι μύες είναι όργανα του ανθρωπίνου σώματος. Σχηματίζονται από μυϊκό ιστό. Μαζί με τους τένοντες συμβάλουν στην κίνηση των οστών. Είδη των μυών Ο μυς της καρδιάς, Οι λείοι, και Οι γραμμωτοί. Ο μυς

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ 1 ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Φωτεινή Μάλλη Πνευμονολόγος Εκλ. Αναπλ. Καθηγητρια ΤΕΙ Νοσηλευτικής Επιστημονικός Συνεργάτης Πνευμονολογικής Κλινικής ΠΘ Καθηγητής-Σύμβουλος

Διαβάστε περισσότερα

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΡΔΙΑ

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΡΔΙΑ 1 ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Αποτελείται από την καρδιά και τα αγγεία( αρτηρίες, φλέβες, τριχοειδή αγγεία). Η καρδιά με τους παλμικούς ρυθμούς στέλνει το αίμα στο σώμα. Οι αρτηρίες παίρνουν το αίμα από την καρδιά

Διαβάστε περισσότερα

15λεπτη Προετοιμασία του φοιτητή για την παρακολούθηση του μαθήματος νευροουρολογίας, γυναικολογικής ουρολογίας και ακράτειας ούρων.

15λεπτη Προετοιμασία του φοιτητή για την παρακολούθηση του μαθήματος νευροουρολογίας, γυναικολογικής ουρολογίας και ακράτειας ούρων. 15λεπτη Προετοιμασία του φοιτητή για την παρακολούθηση του μαθήματος νευροουρολογίας, γυναικολογικής ουρολογίας και ακράτειας ούρων. Η ουροδόχος κύστη δεν είναι απλά μία κοιλότητα η οποία γεμίζει απλά

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΡΔΙΑ Ινομυώδες κοίλο όργανο Εντόπιση: στο θώρακα - λοξή θέση Κορυφή: προς τα κάτω, εμπρός και αριστερά Βάση: προς τα πίσω, άνω και δεξιά Δεξιές κοιλότητες: δεξιός κόλπος - δεξιά κοιλία Αριστερές

Διαβάστε περισσότερα

Ονοματεπώνυμο ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΌ ΣΥΣΤΗΜΑ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ι

Ονοματεπώνυμο ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΌ ΣΥΣΤΗΜΑ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ι Ονοματεπώνυμο ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΌ ΣΥΣΤΗΜΑ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ι ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ 1. Να ταξινομήσετε τις παρακάτω έννοιες σε τέσσερις θεματικές ομάδες: Σπερματικός πόρος, σηραγγγώδη σώματα, λοβοί, σπερματικά

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ 1 ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Φωτεινή Μάλλη Πνευμονολόγος Εκλ. Αναπλ. Καθηγητρια ΤΕΙ Νοσηλευτικής Επιστημονικός Συνεργάτης Πνευμονολογικής Κλινικής ΠΘ Καθηγητής-Σύμβουλος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΤΟΜΙΑ I. Συνήθως περιλαµβάνουν 5 ερωτήσεις, κάποιες από τις οποίες. αφορούν το παρασκευασµένο πτώµα. Η επιτυχής αντιµετώπισή τους

ΑΝΑΤΟΜΙΑ I. Συνήθως περιλαµβάνουν 5 ερωτήσεις, κάποιες από τις οποίες. αφορούν το παρασκευασµένο πτώµα. Η επιτυχής αντιµετώπισή τους ΑΝΑΤΟΜΙΑ I ΠΤΩΜΑ: Συνήθως περιλαµβάνουν 5 ερωτήσεις, κάποιες από τις οποίες αφορούν το παρασκευασµένο πτώµα. Η επιτυχής αντιµετώπισή τους προσφέρει τη δυνατότητα, µετά από ερωτήσεις του κ. Παπαδόπουλου,

Διαβάστε περισσότερα

Το Παρασυµπαθητικό Νευρικό Σύστηµα λκλλκλκλλκκκκ

Το Παρασυµπαθητικό Νευρικό Σύστηµα λκλλκλκλλκκκκ Το Παρασυµπαθητικό Νευρικό Σύστηµα λκλλκλκλλκκκκ Εισαγωγή Παρασυµπαθητική Φυγόκεντρος Οδός Κεντρική Μοίρα (Εγκεφαλικό Σκέλος) Ιερή Μοίρα (Ιερό Σκέλος) Προγαγγλιακές Ίνες Τα Παρασυµπαθητικά Γάγγλια και

Διαβάστε περισσότερα

Aνάπυξη γεννητικού συστήματος θήλεος. Μυρσίνη Κουλούκουσα Αν. Καθηγήτρια

Aνάπυξη γεννητικού συστήματος θήλεος. Μυρσίνη Κουλούκουσα Αν. Καθηγήτρια Aνάπυξη γεννητικού συστήματος θήλεος Μυρσίνη Κουλούκουσα Αν. Καθηγήτρια Αδιαφοροποίητο στάδιο Στο θήλυ έμβρυο η απουσία του TDF (ορχεοκαθοριστικός παράγοντας) έχει ως αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση της γονάδας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι. Εισαγωγή στην Ανατομία. 460-377 Π.Χ «Η φύση του σώματος είναι η αρχή της ιατρικής επιστήμης» Ιπποκράτης. Ανά----- τομή

ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι. Εισαγωγή στην Ανατομία. 460-377 Π.Χ «Η φύση του σώματος είναι η αρχή της ιατρικής επιστήμης» Ιπποκράτης. Ανά----- τομή ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι Μάθημα 1ο ΘΩΡΑΚΑΣ ΚΟΙΛΙΑ ΠΥΕΛΟΣ-ΠΕΡΙΝΕΟ ΡΑΧΗ Ροβίθης Μιχαήλ 500 Π.Χ Εισαγωγή στην Ανατομία 460-377 Π.Χ «Η φύση του σώματος είναι η αρχή της ιατρικής επιστήμης» Ιπποκράτης Ανά----- τομή Αριστοτέλης

Διαβάστε περισσότερα

ΡΑΧΗ. 3. Μύες (ανάλογα µε την εµβρυολογική προέλευση και την νεύρωσή τους διαχωρίζονται σε: α. Εξωγενείς (ετερόχθονες) β. Ενδογενείς (αυτόχθονες)

ΡΑΧΗ. 3. Μύες (ανάλογα µε την εµβρυολογική προέλευση και την νεύρωσή τους διαχωρίζονται σε: α. Εξωγενείς (ετερόχθονες) β. Ενδογενείς (αυτόχθονες) ΡΑΧΗ Ι. Γενικά Α. Η ράχη αποτελείται από την οπίσθια επιφάνεια του σώµατος 1. Αποτελεί µυοσκελετικό άξονα στήριξης του κορµού 2. Οστικά στοιχεία α. Σπόνδυλοι β. Κεντρικά τµήµατα των πλευρών γ. Άνω επιφάνειες

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 9ο ΜΕΡΟΣ Α Η ΑΙΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ 9ο ΜΕΡΟΣ Α Η ΑΙΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ ΜΑΘΗΜΑ 9ο ΜΕΡΟΣ Α Η ΑΙΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ Η ΑΙΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ Ο εγκέφαλος αρδεύεται από : 1. Τις δύο έσω καρωτίδες και τους κλάδους τους 2. Τις δύο σπονδυλικές αρτηρίες και τους κλάδους τους Οι τέσσερις

Διαβάστε περισσότερα

Κάθοδος των όρχεων. 60% νεογνών: πλήρης κάθοδος μέσα στον πρώτο χρόνο της ζωής

Κάθοδος των όρχεων. 60% νεογνών: πλήρης κάθοδος μέσα στον πρώτο χρόνο της ζωής Κρυψορχία Εισαγωγή Πιο συχνή συγγενής ανωμαλία στα αγόρια Περίπου 30% στα πρόωρα νεγνά Περίπου 3-4% στα τελειόμηνα νεογνά τη στιγμή της γέννησης Περίπου 1% στα τελειόμηνα νεογνά στην ηλικία του ενός έτους

Διαβάστε περισσότερα

Γεννητικά όργανα. Εγκέφαλος

Γεννητικά όργανα. Εγκέφαλος Φύλο και Εγκέφαλος Φυλετικός διµορφισµός: Ø ύπαρξη διαφορετικών µορφών σε ένα είδος Ø αναφέρεται σε κάθε χαρακτηριστικό που είναι διαφορετικό στο αρσενικό και στο θηλυκό Ø αναπαραγωγικές και µη-αναπαραγωγικές

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 6ο ΜΕΡΟΣ Β ΤΑ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΑ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΑ

ΜΑΘΗΜΑ 6ο ΜΕΡΟΣ Β ΤΑ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΑ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΑ ΜΑΘΗΜΑ 6ο ΜΕΡΟΣ Β ΤΑ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΑ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΑ ΤΑ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΑ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΑ Τα εγκεφαλικά ημισφαίρια διακρίνονται σε δεξιό και αριστερό Διαχωρίζονται μεταξύ τους με μια βαθιά σχισμή, την επιμήκη σχισμή Εντός

Διαβάστε περισσότερα

Οι Κυριότερες Νευρικές Οδοί

Οι Κυριότερες Νευρικές Οδοί Οι Κυριότερες Νευρικές Οδοί Κατιόντα (φυγόκεντρα) δεµάτια Ελίζαµπεθ Τζόνσον Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή φυσιολογικά δεµάτια (κατά τον επιµήκη άξονα) έχουν κοινή έκφυση πορεία απόληξη λειτουργία

Διαβάστε περισσότερα

Το μυϊκό σύστημα αποτελείται από τους μύες. Ο αριθμός των μυών του μυϊκού συστήματος ανέρχεται στους 637. Οι μύες είναι όργανα για τη σωματική

Το μυϊκό σύστημα αποτελείται από τους μύες. Ο αριθμός των μυών του μυϊκού συστήματος ανέρχεται στους 637. Οι μύες είναι όργανα για τη σωματική Μύες Το μυϊκό σύστημα αποτελείται από τους μύες. Ο αριθμός των μυών του μυϊκού συστήματος ανέρχεται στους 637. Οι μύες είναι όργανα για τη σωματική κινητικότητα, την σπλαχνική κινητικότητα και τη κυκλοφορία

Διαβάστε περισσότερα

ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ Διακρίνονται σε: - Πρωτογενή και - Δευτερογενή Πρωτογενή είναι τα όργανα στα οποία γίνεται η ωρίμανση των κυττάρων του ανοσοποιητικού: - Θύμος

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΟΛΟΓΙΑ. 1. Σκελετικοί µύες

ΜΥΟΛΟΓΙΑ. 1. Σκελετικοί µύες ΜΥΟΛΟΓΙΑ Μυϊκός ιστός και Μυϊκό σύστηµα Ι. Γενικά Α. Μύες = όργανα µαλακά συσταλτά 1. οι συσπάσεις των µυϊκών ινών κινούν τα µέρη του σώµατος 2. προσδίδει το σχήµα του σώµατος 3. τρία είδη µυών α. Σκελετικοί

Διαβάστε περισσότερα

Εμβρυολογία πεπτικού συστήματος

Εμβρυολογία πεπτικού συστήματος Εμβρυολογία πεπτικού συστήματος Υπατία Δούση-Αναγνωστοπούλου Εργαστήριο Ιστολογίας και Εμβρυολογίας AΡΧΕΓΟΝΟ ΕΝΤΕΡΟ : - πρόσθιο έντερο, - μέσο έντερο, - οπίσθιο έντερο. `σχηματίζεται την 4η εβδομάδα (από

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ

Ο ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ Ο ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ Αυχενικοί σπόνδυλοι 7 Θωρακικοί σπόνδυλοι 12 Οσφυϊκοί σπόνδυλοι 5 Ιερό οστό 5 συνοστεομένοι σπόνδυλοι Κόκκυγας Φυσιολογικά Κυρτώματα Σ.Σ. Η σπονδυλική στήλη δεν είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 4ο ΜΕΡΟΣ Β ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΜΑΘΗΜΑ 4ο ΜΕΡΟΣ Β ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΜΑΘΗΜΑ 4ο ΜΕΡΟΣ Β ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Το Νευρικό Σύστημα έχει δύο μοίρες Το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (Εγκέφαλος και Νωτιαίος Μυελός) Περιφερικό Νευρικό Σύστημα (Σωματικό και Αυτόνομο τμήμα) ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Εσωτερική Κατασκευή των Εγκεφαλικών Ηµισφαιρίων

Εσωτερική Κατασκευή των Εγκεφαλικών Ηµισφαιρίων Εσωτερική Κατασκευή των Εγκεφαλικών Ηµισφαιρίων Διάµεσος Εγκέφαλος (Θάλαµος) Ελίζαµπεθ Τζόνσον Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή Στο εσωτερικό των ηµισφαιρίων υπάρχου πλάγιες κοιλίες λευκή ουσία Βασικά

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ B Μύες: 1. Της Κεφαλής, 2. του Τραχήλου, 3. του Θώρακα, 4. της Κοιλίας, 5. Των Άνω Άκρων, 6. Των Κάτω Άκρων

ΜΕΡΟΣ B Μύες: 1. Της Κεφαλής, 2. του Τραχήλου, 3. του Θώρακα, 4. της Κοιλίας, 5. Των Άνω Άκρων, 6. Των Κάτω Άκρων ΜΕΡΟΣ B Μύες: 1. Της Κεφαλής, 2. του Τραχήλου, 3. του Θώρακα, 4. της Κοιλίας, 5. Των Άνω Άκρων, 6. Των Κάτω Άκρων 01/40 5. Μύες των Άνω Άκρων, διακρίνονται: 5.1. Μύες της ωµικής ζώνης 5.2. Μύες του βραχίονα

Διαβάστε περισσότερα

Αντιμετώπιση συμπτωμάτων vs. Αποκατάσταση της αιτίας του πόνου και της δυσλειτουργίας

Αντιμετώπιση συμπτωμάτων vs. Αποκατάσταση της αιτίας του πόνου και της δυσλειτουργίας ΚΛΙΝΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΣ Αντιμετώπιση συμπτωμάτων vs. Αποκατάσταση της αιτίας του πόνου και της δυσλειτουργίας Ο πατέρας της Οστεοπαθητικής Dr A. T. Still, διατύπωσε την άποψη στις αρχές του 20ου αιώνα ότι

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 4ο ΜΕΡΟΣ Α ΝΩΤΙΑΙΟΣ ΜΥΕΛΟΣ

ΜΑΘΗΜΑ 4ο ΜΕΡΟΣ Α ΝΩΤΙΑΙΟΣ ΜΥΕΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑ 4ο ΜΕΡΟΣ Α ΝΩΤΙΑΙΟΣ ΜΥΕΛΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ (ΚΝΣ) ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΝΩΤΙΑΙΟΣ ΜΥΕΛΟΣ ΝΩΤΙΑΙΟΣ ΜΥΕΛΟΣ Είναι το πιο ουραίο τμήμα του Κ.Ν.Σ. Εκτείνεται από τη βάση του κρανίου μέχρι τον 1 ο οσφυϊκό

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι ΣΠΛΗΝΑΣ ΠΑΓΚΡΕΑΣ ΗΠΑΡ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι ΣΠΛΗΝΑΣ ΠΑΓΚΡΕΑΣ ΗΠΑΡ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι ΣΠΛΗΝΑΣ ΠΑΓΚΡΕΑΣ ΗΠΑΡ Φωτεινή Μάλλη 2 3 Ωοειδής, ιώδης, μαλακός ΣΠΛΗΝΑΣ Μεγεθος και σχημα γροθιάς Το πιο ευαισθητο κοιλιακό όργανο Ανω και εξω μοίρα αριστερού

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ Α: ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ

ΜΕΡΟΣ Α: ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ 12 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ «ΑNAΠΑΡΑΓΩΓΗ-ΑΝΑΠΤΥΞΗ» ΜΕΡΟΣ Α: ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ Α. ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ 1. Ποιος είναι ο ρόλος της αναπαραγωγής και

Διαβάστε περισσότερα

TO ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. α) Από τους δύο όρχεις, από τους οποίους παράγονται τα σπερματοζωάρια και οι ορμόνες.

TO ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. α) Από τους δύο όρχεις, από τους οποίους παράγονται τα σπερματοζωάρια και οι ορμόνες. TO ΓΕΝΝΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Το γεννητικό σύστημα του άνδρα αποτελείται: α) Από τους δύο όρχεις, από τους οποίους παράγονται τα σπερματοζωάρια και οι ορμόνες. β) Από την εκφορητική οδό του σπέρματος, η οποία αποτελείται

Διαβάστε περισσότερα

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ 11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ Στον ανθρώπινο οργανισμό υπάρχουν δύο είδη αδένων, οι εξωκρινείς και οι ενδοκρινείς. Οι εξωκρινείς (ιδρωτοποιοί αδένες, σμηγματογόνοι αδένες κ.ά.) εκκρίνουν το προϊόν τους στην επιφάνεια

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

Κεφάλαιο 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Κεφάλαιο 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ 1.1. Εισαγωγή Ο ζωντανός οργανισµός έχει την ικανότητα να αντιδρά σε µεταβολές που συµβαίνουν στο περιβάλλον και στο εσωτερικό του. Οι µεταβολές αυτές ονοµάζονται

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 7ο ΜΕΡΟΣ Α Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ 7ο ΜΕΡΟΣ Α Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΩΝ ΜΑΘΗΜΑ 7ο ΜΕΡΟΣ Α Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΩΝ Η ΛΕΥΚΗ ΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΩΝ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ Η λευκή ουσία συντίθεται από εμύελες νευρικές ίνες διαφόρων διαμέτρων και νευρογλοία Οι νευρικές ίνες κατατάσσονται

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ Η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια είναι η προοδευτική, μη αναστρέψιμη μείωση της νεφρικής λειτουργίας, η οποία προκαλείται από βλάβη του νεφρού ποικίλης αιτιολογίας. Η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΑΣΜΕΙΟΣ ΕΛΛΗΝΟΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΕΡΑΣΜΕΙΟΣ ΕΛΛΗΝΟΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΕΡΑΣΜΕΙΟΣ ΕΛΛΗΝΟΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ Ιδιωτικό Γενικό Λύκειο Όνομα: Ημερομηνία:./04/2014 ΤΑΞΗ : A Λυκείου ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ 1 ο ΘΕΜΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11: Ενδοκρινείς αδένες ΒΙΟΛΟΓΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΥΡΣΙΝΗ ΑΟΝΑ «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ»

ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΥΡΣΙΝΗ ΑΟΝΑ «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ» ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΥΡΣΙΝΗ ΑΟΝΑ «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ» ΤΟ ΜΥΟΚΑΡΔΙΟ ΕΜΠΡΟΣ ΤΟ ΜΥΟΚΑΡΔΙΟ ΠΙΣΩ ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΑΡΤΗΡΙΑ Η πνευμονική αρτηρία (pulmonary trunk) εκφύεται από τον αρτηριακό κώνο της δεξιάς κοιλίας. Έχει κατεύθυνση

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ 1-7-8

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ 1-7-8 ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ 1-7-8 Α. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 1. Στον ανθρώπινο οργανισµό a) όλα τα κύτταρα έχουν το ίδιο σχήµα και την ίδια λειτουργία b) υπάρχουν κύτταρα µε το ίδιο σχήµα και την ίδια λειτουργία

Διαβάστε περισσότερα

Στα πτηνά το φύλο «καθορίζεται από τη μητέρα». Αυτό γιατί, το αρσενικό άτομο φέρει τα χρωμοσώματα ZZ ενώ το θηλυκό τα ZW. Έτσι εναπόκειται στο που θα

Στα πτηνά το φύλο «καθορίζεται από τη μητέρα». Αυτό γιατί, το αρσενικό άτομο φέρει τα χρωμοσώματα ZZ ενώ το θηλυκό τα ZW. Έτσι εναπόκειται στο που θα 1 Όπως όλοι γνωρίζουμε κάθε ζωντανός οργανισμός αποτελείται από κύτταρα. Μέσα στον πυρήνα των κυττάρων υπάρχουν τα χρωμοσώματα, τα οποία αποτελούν to γενετικό υλικό (DNA). Στα χρωμοσώματα αυτά βρίσκονται

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ 1 ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Το ανθρώπινο σώμα προμηθεύεται οξυγόνο και αποβάλει διοξείδιο του άνθρακα με την αναπνοή. Η αναπνοή έχει δύο φάσεις: την εισπνοή κατά την οποία ο αέρας εισέρχεται στους πνεύμονες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΜΒΡΥΟΛΟΓΙΑ ΗΠΑΤΟΣ ΧΟΛΗΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΕΩΣ ΠΑΓΚΡΕΑΤΟΣ

ΕΜΒΡΥΟΛΟΓΙΑ ΗΠΑΤΟΣ ΧΟΛΗΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΕΩΣ ΠΑΓΚΡΕΑΤΟΣ ΕΜΒΡΥΟΛΟΓΙΑ ΗΠΑΤΟΣ ΧΟΛΗΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΕΩΣ ΠΑΓΚΡΕΑΤΟΣ Ανάπτυξη ήπατος Ηπατικό εκκόλπωμα: προσεκβολή της ενδοδερματικής επένδυσης του προσθίου εντέρου ανάπτυξη ηπατικών δοκίδων και καταβολών του συστήματος χοληφόρων

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση φάσεων πλήρωσης - κένωσης της κύστης

Ανάλυση φάσεων πλήρωσης - κένωσης της κύστης Ανάλυση φάσεων πλήρωσης - κένωσης της κύστης Ιωάννης Γαλανάκης MD, PhD, FEBU Επιμελητής Ουρολογικής Κλινικής Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών ΝΙΜΤΣ, 19-03-14 Τα ούρα παράγονται από τους νεφρούς και συγκεντρώνονται

Διαβάστε περισσότερα

Ουροποιητικό Σύστημα. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon

Ουροποιητικό Σύστημα. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon Ουροποιητικό Σύστημα Ioannis Lazarettos MD PhD Σύστημα παραγωγής και απέκκρισης των ούρων Ρύθμιση ηλεκτρολυτών Διατήρηση οξεοβασικής ισορροπίας 2 Ουροποιητικό Σύστημα Εκκριτική μοίρα Νεφροί Αποχετευτική

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 1 Ο ΘΕΜΑ 1. Η γέννηση ενός παιδιού με σύνδρομο Down συνήθως οφείλεται: α. στην προσβολή της μητέρας από ερυθρά κατά τη διάρκεια της κύησης, β. στην ανεπαρκή πρόσληψη ασβεστίου

Διαβάστε περισσότερα

Νωτιαίος Μυελός. Ντελής Κων/νος MD, PhD Ρευματολόγος

Νωτιαίος Μυελός. Ντελής Κων/νος MD, PhD Ρευματολόγος Νωτιαίος Μυελός Ντελής Κων/νος MD, PhD Ρευματολόγος Νωτιαίος Μυελός (Spinal Cord) Επίμηκες μόρφωμα που βρίσκεται μέσα στον σπονδυλικό σωλήνα και μεταφέρει προσαγωγά ερεθίσματα (πληροφορίες) από το σώμα

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΑΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΑΣ ΤΕΙ ΠΑΤΡΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : Γεράσιµος Π. Βανδώρος ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΑΣ Η µήτρα (εικόνα 1) είναι κοίλο µυώδες όργανο µήκους περίπου 8 cm που προέρχεται από την συνένωση

Διαβάστε περισσότερα

Νικολέττα Χαραλαμπάκη Ιατρός Βιοπαθολόγος

Νικολέττα Χαραλαμπάκη Ιατρός Βιοπαθολόγος Νικολέττα Χαραλαμπάκη Ιατρός Βιοπαθολόγος ΚΝΣ ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΝΩΤΙΑΙΟΣ ΜΥΕΛΟΣ Περιβάλλονται και στηρίζονται με τις εγκεφαλικές και νωτιαίες μήνιγγες μεταξύ των οποίων περικλείεται ο υπαραχνοειδής χώρος γεμάτος

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟ 11 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ ΘΕΜΑ Β

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟ 11 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ ΘΕΜΑ Β ΒΙΟΛΟΓΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟ 11 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ ΘΕΜΑ Β 1. Το σύστημα των ενδοκρινών αδένων είναι το ένα από τα δύο συστήματα του οργανισμού μας που συντονίζουν και

Διαβάστε περισσότερα

Φλοιοτρόπος ορμόνη ή Κορτικοτροπίνη (ACTH) και συγγενή πεπτίδια

Φλοιοτρόπος ορμόνη ή Κορτικοτροπίνη (ACTH) και συγγενή πεπτίδια ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΑ Φλοιοτρόπος ορμόνη ή Κορτικοτροπίνη (ACTH) και συγγενή πεπτίδια 39 αμινοξέα Μ.Β. 4500 προοπιομελανοκορτίνη(pomc) 1. κορτικοτροπίνη (ACTH), 2. β λιποτροφίνη (β LPH), 3. γ λιποτροφίνη (γ LPH),

Διαβάστε περισσότερα

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Μέρος Ι: Ερειστικό, μυϊκό και συνδεσμικό σύστημα. Μάλλιου Βίβιαν Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ Φυσικοθεραπεύτρια

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Μέρος Ι: Ερειστικό, μυϊκό και συνδεσμικό σύστημα. Μάλλιου Βίβιαν Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ Φυσικοθεραπεύτρια Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Μέρος Ι: Ερειστικό, μυϊκό και συνδεσμικό σύστημα Μάλλιου Βίβιαν Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ Φυσικοθεραπεύτρια Τα συστήματα του ανθρώπινου σώματος Αναπνευστικό σύστημα (αποτελείται

Διαβάστε περισσότερα

Κυκλοφορικό Σύστηµα. Σοφία Χαβάκη. Λέκτορας

Κυκλοφορικό Σύστηµα. Σοφία Χαβάκη. Λέκτορας Κυκλοφορικό Σύστηµα Σοφία Χαβάκη Λέκτορας Εργαστήριο Ιστολογίας Εβρυολογίας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ Κυκλοφορικό Σύστηµα Αιµοφόροκυκλοφορικό σύστηµα Λεµφoφόροκυκλοφορικό σύστηµα Αιµοφόρο Κυκλοφορικό Σύστηµα

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Πειραματικής Φυσιολογίας, Ιατρική Σχολή ΑΠΘ, Διευθυντής: Καθηγητής κ. Γεώργιος Ανωγειανάκις

Εργαστήριο Πειραματικής Φυσιολογίας, Ιατρική Σχολή ΑΠΘ, Διευθυντής: Καθηγητής κ. Γεώργιος Ανωγειανάκις 1 Πόσα λίτρα πρόουρο σχηματίζονται ημερησίως; α) 15-18 L β) 1,5-1,7 L γ) 170-180 L δ) 1700-1800 L ε) 100-120 L 2. Ποιο τμήμα του νεφρού ανήκει στον μυελό του νεφρού; α) Τα νεφρικά σωμάτια β) Η κάψα του

Διαβάστε περισσότερα

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ 11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ Στον ανθρώπινο οργανισμό υπάρχουν δύο είδη αδένων, οι εξωκρινείς και οι ενδοκρινείς. Οι εξωκρινείς (ιδρωτοποιοί αδένες, σμηγματογόνοι αδένες κ.ά.) εκκρίνουν το προϊόν τους στην επιφάνεια

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΕΥΡΟΠΑΘΟΛΟΓΙA Γεώργιος Καρκαβέλας Καθηγητής Παθολογικής Ανατοµικής ΑΠΘ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΕΥΡΟΠΑΘΟΛΟΓΙA Γεώργιος Καρκαβέλας Καθηγητής Παθολογικής Ανατοµικής ΑΠΘ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΕΥΡΟΠΑΘΟΛΟΓΙA Γεώργιος Καρκαβέλας Καθηγητής Παθολογικής Ανατοµικής ΑΠΘ ΚΝΣ: πολυσύνθετο σύστηµα πολλές από τις λειτουργίες του αδιευκρίνιστες Πρώτες ανατοµικές µελέτες Αριστοτέλης και Γαληνός

Διαβάστε περισσότερα

Δρόσος Βασίλειος Ειδικευόμενος χειρουργικής θώρακος ΓΝΝΘΑ Η ΣΩΤΗΡΙΑ

Δρόσος Βασίλειος Ειδικευόμενος χειρουργικής θώρακος ΓΝΝΘΑ Η ΣΩΤΗΡΙΑ Δρόσος Βασίλειος Ειδικευόμενος χειρουργικής θώρακος ΓΝΝΘΑ Η ΣΩΤΗΡΙΑ Γένικά στοιχεία ανατομίας Δύο μεσολόβιες σχισμές στον δεξιό πνεύμονα : μικρή-οριζόντια μεγάλη-λοξή Τον χωρίζουν σε 3 λοβούς Άνω Μέσο

Διαβάστε περισσότερα

Μυικός ιστός Συσταλτά κύτταρα. Κυκλοφορικό Σύστημα. Αθανάσιος Κοτσίνας, Επικ. Καθηγητής. Εργαστήριο Ιστολογίας Εβρυολογίας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ

Μυικός ιστός Συσταλτά κύτταρα. Κυκλοφορικό Σύστημα. Αθανάσιος Κοτσίνας, Επικ. Καθηγητής. Εργαστήριο Ιστολογίας Εβρυολογίας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ Μυικός ιστός Συσταλτά κύτταρα Κυκλοφορικό Σύστημα Αθανάσιος Κοτσίνας, Επικ. Καθηγητής Εργαστήριο Ιστολογίας Εβρυολογίας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΥΣΤΑΛΤΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ 1. Μυϊκά 2. Μυοεπιθηλιακά 3. Περικύτταρα

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΙ Ως προς τη µορφή και τη λειτουργία τους. Κυτταρική διαφοροποίηση.

ΙΣΤΟΙ Ως προς τη µορφή και τη λειτουργία τους. Κυτταρική διαφοροποίηση. ΙΣΤΟΙ 1. Τα κύτταρα που αποτελούν τον οργανισµό µας, διακρίνονται σε διάφορους τύπους, παρά το γεγονός ότι όλα, τελικώς, προέρχονται από το ζυγωτό, δηλαδή το πρώτο κύτταρο µε το οποίο ξεκίνησε η ζωή µας.

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ 1o ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ - ΓΗ_Α_ΒΙΟ_0_11207, 96ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ - ΓΗ_Α_ΒΙΟ_0_11303 Ι. Το σύστημα των ενδοκρινών αδένων είναι το ένα από τα δύο συστήματα του οργανισμού μας που συντονίζουν

Διαβάστε περισσότερα

Κώστας, 32 χρονών. Άρτεμις, 30 χρονών

Κώστας, 32 χρονών. Άρτεμις, 30 χρονών Να προχωρήσουν η Άρτεμις και ο Κώστας σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή; Ο Κώστας και η Άρτεμις είναι ένα ζευγάρι που δυσκολεύονται να αποκτήσουν παιδί. Επισκέφθηκαν τον γιατρό τους και ανέφεραν τα πιο κάτω

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ Α Μύες: 1. Της Κεφαλής, 2. του Τραχήλου, 3. του Θώρακα, 4. της Κοιλίας.

ΜΕΡΟΣ Α Μύες: 1. Της Κεφαλής, 2. του Τραχήλου, 3. του Θώρακα, 4. της Κοιλίας. ΜΕΡΟΣ Α Μύες: 1. Της Κεφαλής, 2. του Τραχήλου, 3. του Θώρακα, 4. της Κοιλίας. 01/37 Σκελετικός Μύς: Το ένα άκρο, προσφύεται στο οστό που ο µυς αυτός κινεί, η κατάφυση, ενώ το άλλο, προσφύεται στο οστό

Διαβάστε περισσότερα

Μυς κεφαλής - τραχήλου άνω άκρου

Μυς κεφαλής - τραχήλου άνω άκρου Μυς κεφαλής - τραχήλου άνω άκρου Μύες του προσώπου. Λέγονται και «μιμικοί». Κινητική νεύρωση Προσωπικό νεύρο -VII Αισθητική νεύρωση τρίδυμο νεύρο -V Α) Κογχική ομάδα 1. Σφιγκτήρας των βλεφάρων 2. Επισκύνιος

Διαβάστε περισσότερα

1. Λεμφοφόρα τριχοειδή.

1. Λεμφοφόρα τριχοειδή. Κυκλοφορικό σύστημα Αιμοφόρο 1. Καρδιά 2. Αιμοφόρα αγγεία Αρτηρίες Φλέβες τριχοειδή Λεμφοφόρο Λεμφικά τριχοειδή Λεμφαγγεία Λεμφοκυττογόνα όργανα (λεμφαδένες) Το λεμφικό σύστημα η λεμφοφόρο, αθροίζει από

Διαβάστε περισσότερα

Οι εξωτερικές κοιλιοκήλες στα ζώα συντροφιάς

Οι εξωτερικές κοιλιοκήλες στα ζώα συντροφιάς Πανελλήνιος Κτηνιατρικός Σύλλογος Παράρτημα Κρήτης 2007 Οι εξωτερικές κοιλιοκήλες στα ζώα συντροφιάς Νικήτας Ν. Πράσινος Επίκουρος Καθηγητής Μονάδα Χειρουργικής & Μαιευτικής Κλινική των Ζώων Συντροφιάς,

Διαβάστε περισσότερα

ΕAU πληροφορίες ασθενών. Κρυψορχία. Ελληνικά

ΕAU πληροφορίες ασθενών. Κρυψορχία. Ελληνικά ΕAU πληροφορίες ασθενών Κρυψορχία Ελληνικά Πίνακας περιεχομένων Τι είναι η κρυψορχία;... 3 Ποια είναι τα αίτια της κρυψορχίας;... 3 Τύποι Κρυψορχίας... 3 Συμπτώματα και Διάγνωση... 4 Συμπτώματα... 4 Διάγνωση...

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο. Το μυϊκό σύστημα ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ - ΜΑΡΙΑ ΣΗΦΑΚΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο. Το μυϊκό σύστημα ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ - ΜΑΡΙΑ ΣΗΦΑΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο Το μυϊκό σύστημα ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Ι Β ΕΠΑ.Λ. ΜΑΡΙΑ ΣΗΦΑΚΗ Οι μύες Οι μύες είναι όργανα, τα οποία προσφύονται στα οστά και έχουν σημαντική κινητικότητα Με την σύσπαση τους κινούν

Διαβάστε περισσότερα

Το λεμφικό σύστημα είναι ένα σύστημα παροχέτευσης

Το λεμφικό σύστημα είναι ένα σύστημα παροχέτευσης ΛΕΜΦΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Το λεμφικό σύστημα είναι ένα σύστημα παροχέτευσης Αποτελείται από: Λεμφικά αγγεία (περιέχουν τη λέμφο) Λεμφαδένες (αποτελούν σταθμούς διήθησης της απαγόμενης λέμφου) Λεμφικά όργανα (σπλήνας,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑ -ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑ -ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑ -ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΩ ΑΕΡΟΦΟΡΟΣ ΟΔΟΣ ρίνα φάρυγγας στοματική κοιλότητα ΚΑΤΩ ΑΕΡΟΦΟΡΟΣ ΟΔΟΣ λάρυγγας τραχεία 2 βρόγχοι πνεύμονες ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Διαβάστε περισσότερα