Κεφάλαιο 8 - Κινητικότητα των εταιριών
|
|
- Ζωή Τισιφόνη Κούνδουρος
- 8 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 Κεφάλαιο 8 - Κινητικότητα των εταιριών Σύνοψη περίληψη Η Συνθήκη συμπεριλαμβάνει στους φορείς του δικαιώματος εγκατάστασης και τις εταιρίες. Η εγκατάσταση των εταιριών μπορεί να λάβει τη μορφή είτε της εγκατάστασης ή μεταφοράς της πρωτεύουσας έδρας της εταιρίας είτε της εγκατάστασης της δευτερεύουσας έδρας μέσω πρακτορείου, υποκαταστήματος ή θυγατρικής εταιρίας. Αναφορικά με τη μεταφορά έδρας, η νομολογία του Δικαστηρίου κάνει διάκριση μεταξύ του δικαιώματος εξόδου των εταιριών, του οποίου περιορίζει την άσκηση αποδεχόμενη μόνο τη διασυνοριακή μετατροπή, και του δικαιώματος εισόδου και αναγνώρισης, του οποίου αποδέχεται την πλήρη άσκηση. Στην παρούσα κατάσταση του δικαίου της Ένωσης, μόνο η Ευρωπαϊκή Εταιρία παρέχει δυνατότητα οργανωμένης μεταφοράς της έδρας εταιρίας στην εσωτερική αγορά. Λέξεις κλειδιά Εγκατάσταση εταιριών. Έννοια της «εταιρίας». Θεωρία της ενωσιακής ίδρυσης. Θεωρία της ίδρυσης και θεωρία της πραγματικής έδρας. Προϋποθέσεις εγκατάστασης. Μορφές εγκατάστασης. Διασυνοριακή συγχώνευση. Διασυνοριακή μετατροπή. Δικαίωμα εξόδου. Δικαίωμα εισόδου και αναγνώρισης. Μεταφορά της έδρας Ευρωπαϊκής Εταιρίας. 8.1 Εισαγωγή Σε μια εποχή έντονου ανταγωνισμού, οι επιχειρήσεις αναζητούν διεξόδους σε αγορές όπου το κόστος εργασίας είναι χαμηλότερο, η φορολογική επιβάρυνση είναι μικρότερη, η δυνατότητα πρόσβασης σε πρώτες ύλες είναι ευκολότερη και η σχετική επιχειρηματική δραστηριότητα είναι εντονότερη. Το δίκαιο της Ένωσης, στην προσπάθειά του να ενοποιήσει την εσωτερική αγορά και να μεγιστοποιήσει τα οφέλη της, περιέχει κανόνες, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, διευκολύνουν τις εταιρίες να μετακινούνται από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, με σκοπό την επαύξηση της αποτελεσματικότητάς τους. Το Άρθρο 54 ΣΛΕΕ, εξομοιώνοντας τα νομικά πρόσωπα με τα φυσικά πρόσωπα, συμπεριλαμβάνει στους φορείς του δικαιώματος εγκατάστασης και τις εταιρίες. Η εγκατάσταση των εταιριών, σύμφωνα με το Άρθρο 49 ΣΛΕΕ, μπορεί να λάβει τη μορφή είτε της εγκατάστασης ή μεταφοράς της πρωτεύουσας έδρας της εταιρίας σε ένα κράτος μέλος είτε της εγκατάστασης της δευτερεύουσας έδρας της εταιρίας με τη μορφή της θυγατρικής, του υποκαταστήματος ή πρακτορείου. Μολονότι, όπως ανωτέρω αναφέρεται, οι εταιρίες εξομοιώνονται με τα φυσικά πρόσωπα ως προς το δικαίωμα εγκατάστασης, η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος από τις εταιρίες υπόκειται, σύμφωνα με τη νομολογία του
2 Δικαστηρίου, σε διαφοροποιήσεις. Αυτό συμβαίνει λόγω της εξάρτησης της διατήρησης της νομικής προσωπικότητας της εταιρίας κατά τη μετακίνησή της από το κράτος προέλευσης. Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να συζητήσει τις διατάξεις της Συνθήκης τις σχετικές με την κινητικότητα των εταιριών εντός της εσωτερικής αγοράς. 8.2 Η έννοια της εταιρίας Σύμφωνα με τη διάταξη του Άρθρου 54 παρ. 1 ΣΛΕΕ, οι εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους και οι οποίες έχουν την καταστατική τους έδρα, την κεντρική τους διοίκηση ή την κύρια εγκατάστασή τους εντός της Ένωσης εξομοιώνονται με τα φυσικά πρόσωπα αναφορικά με το δικαίωμα εγκατάστασης. Σύμφωνα δε με την παράγραφο 2 του Άρθρου 54 ΣΛΕΕ, ως εταιρίες νοούνται οι εταιρίες αστικού ή εμπορικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των συνεταιρισμών και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, με εξαίρεση εκείνων που δεν επιδιώκουν κερδοσκοπικό σκοπό. Όπως είναι εμφανές, για να προσδιορισθεί το προσωπικό πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος εγκατάστασης των εταιριών που προβλέπεται στη Συνθήκη, θα πρέπει καταρχάς να καθορισθεί η έννοια της εταιρίας στο πλαίσιο του Άρθρου 54 ΣΛΕΕ. Για την έννοια της εταιρίας, από άποψη του δικαιώματος εγκατάστασης, απαραίτητο στοιχείο είναι η επιδίωξη κερδοσκοπικού σκοπού, ανεξάρτητα εάν είναι πρωταρχικός ή όχι στόχος της δράσης της εταιρίας. Δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει ο τυπικός χαρακτηρισμός της δράσης μιας εταιρίας ως κερδοσκοπικής, για να υπαχθεί στην έννοια της εταιρίας του Άρθρου 54 ΣΛΕΕ. Στην προκειμένη περίπτωση, η έννοια της κερδοσκοπίας πρέπει να ερμηνευθεί ευρέως ως κάθε δραστηριότητα που παρέχεται με αντάλλαγμα. Αυτό συνάγεται από το γεγονός ότι αναφέρεται και ο συνεταιρισμός στα νομικά πρόσωπα που καλύπτονται από το Άρθρο 54 ΣΛΕΕ. Επίσης, η έννοια της εταιρίας πρέπει να γίνει αντιληπτή ότι καταλαμβάνει τόσο τις ιδιωτικές όσο και τις δημόσιες εταιρίες, δεδομένου ότι σύμφωνα με την παράγραφο 2 του Άρθρου 54 ΣΛΕΕ, είναι αδιάφορο ποιο δίκαιο (δηλ. ιδιωτικό ή δημόσιο) είναι εκείνο που διέπει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο. Αυτό που ενδιαφέρει, στην προκειμένη περίπτωση, είναι η άσκηση αυτόνομης οικονομικής δραστηριότητας από το εν λόγω νομικό πρόσωπο. Ακόμη όμως και η ύπαρξη νομικής προσωπικότητας δεν αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της έννοιας της εταιρίας του Άρθρου 54 παρ. 2 ΣΛΕΕ, αρκεί να έχουν ικανότητα δικαίου κατά το δίκαιο που τα διέπει, καθώς και ικανότητα προς το παρίστασθαι στο δικαστήριο, να διαθέτουν ξεχωριστή περιουσία και να επιδιώκουν κερδοσκοπική δραστηριότητα. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι στις εταιρίες του Άρθρου 54 παρ. 2 ΣΛΕΕ αναφέρεται και η αστική εταιρία, η οποία δεν έχει απαραίτητα νομική προσωπικότητα. 8.3 Προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Άρθρου 54 ΣΛΕΕ, απαιτείται να πληρούνται δύο προϋποθέσεις, ώστε να είναι δυνατή η άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης από τις εταιρίες. Κατά την πρώτη προϋπόθεση, η εταιρία θα πρέπει να έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους (θεωρία της ενωσιακής ίδρυσης). Κατά τη δεύτερη προϋπόθεση, η εταιρία θα πρέπει να έχει την καταστατική της έδρα ή την κεντρική της διοίκηση ή την κύρια εγκατάστασή της σε ένα από τα κράτη μέλη. Αυτές οι δύο προϋποθέσεις χρησιμεύουν στον προσδιορισμό της σύνδεσης της εταιρίας με την έννομη τάξη ενός κράτους μέλους. Για τον λόγο αυτό, οι εν λόγω προϋποθέσεις θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως «προϋποθέσεις ιθαγένειας», διότι λειτουργούν για τις εταιρίες όπως ακριβώς λειτουργεί η ιθαγένεια για τα φυσικά πρόσωπα.
3 Αναφορικά με την πρώτη προϋπόθεση, κατά την οποία η εταιρία πρέπει να έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, θα πρέπει να σημειωθούν ορισμένες παρατηρήσεις. Κατά πρώτον, είναι εμφανές ότι δικαίωμα άσκησης της ελεύθερης εγκατάστασης έχουν μόνο εταιρίες της Ένωσης. Αυτό σημαίνει ότι εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία τρίτων κρατών (δηλ. εκτός Ένωσης) είναι σε κάθε περίπτωση εκτός του πεδίου εφαρμογής του δικαιώματος εγκατάστασης. Κατά δεύτερον, το Άρθρο 54 ΣΛΕΕ αφήνει στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν το συνδετικό στοιχείο που θέτει τους κανόνες που ρυθμίζουν τη σύσταση και τη λειτουργία των εταιριών. Εάν μία εταιρία δεν πληροί τις απαιτήσεις που θέτει το ανωτέρω εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο αναφορικά με τη σύσταση και τη λειτουργία, τότε δεν μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα εγκατάστασης. Σύμφωνα μάλιστα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, οι εταιρίες αποτελούν οντότητες που στηρίζουν την ύπαρξή τους μόνο στις εθνικές νομοθεσίες, οι οποίες ρυθμίζουν τη σύσταση και τη λειτουργία τους. Ελλείψει δε ομοιόμορφου ορισμού κατά το δίκαιο της Ένωσης των εταιριών που πρέπει να απολαμβάνουν του δικαιώματος εγκατάστασης με γνώμονα ένα ενιαίο κριτήριο περί του συνδετικού στοιχείου το οποίο καθορίζει το εφαρμοστέο ως προς την εταιρία εθνικό δίκαιο, το ερώτημα κατά πόσο μία εταιρία έχει ουσιαστικά το δικαίωμα εγκατάστασης συνιστά προκριματικό ζήτημα, το οποίο μπορεί να τύχει απάντησης μόνο στο πλαίσιο του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Αυτό συμβαίνει λόγω του ότι μία εταιρία απολαμβάνει του δικαιώματος εγκατάστασης, εφόσον κατέχει και διατηρεί το συνδετικό στοιχείο το απαιτούμενο για την ύπαρξή της σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους σύστασης (βλ. Υπόθεση C-210/06 Cartesio, Συλλ. 2008, σελ. Ι-641). Με άλλα λόγια, εφόσον η εταιρία κατέχει και διατηρεί την «ιθαγένεια» ενός κράτους μέλους. Η δεύτερη προϋπόθεση έχει σχέση με το ανωτέρω συνδετικό στοιχείο. Για να υπάρχει η δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης, θα πρέπει να αναζητηθεί η ύπαρξη ενός εκ των αναφερομένων στο Άρθρο 54 παρ. 2 ΣΛΕΕ συνδετικών στοιχείων με την έννομη τάξη ενός κράτους μέλους. Η διαζευκτική αναφορά σε περισσότερα του ενός κριτήρια στο Άρθρο 54 παρ. 2 ΣΛΕΕ για τον προσδιορισμό του συνδετικού στοιχείου μίας εταιρίας με την έννομη τάξη ενός κράτους μέλους οφείλεται στις διαφορετικές θεωρίες τις οποίες, όπως έχει προαναφερθεί, ακολουθούν τα κράτη-μέλη σχετικά με την «ιθαγένεια» των εταιριών, καθώς και την απροθυμία του νομοθέτη της Ένωσης να παρέμβει υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης και να διαμορφώσει ένα ενιαίο κριτήριο σχετικά με την «ιθαγένεια» των εταιριών. Το πρόβλημα, στην προκειμένη περίπτωση, έγκειται στο γεγονός ότι, μολονότι η έδρα της εταιρίας αποτελεί το συνδετικό στοιχείο για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, τα κράτη μέλη κινούνται μεταξύ δύο κυρίως θεωριών σε ότι αφορά την «ιθαγένεια» της εταιρίας. Ειδικότερα, ορισμένα κράτημέλη χρησιμοποιούν τη θεωρία της ίδρυσης (ενσωμάτωσης) για τη ρύθμιση της λειτουργίας της εταιρίας, καθώς και της αναγνώρισής της. Ενώ, άλλα κράτη-μέλη ακολουθούν τη θεωρία της πραγματικής έδρας για να προσδιορίσουν το δίκαιο που εφαρμόζεται για την ίδρυση και λειτουργία της εταιρίας, καθώς και για την αναγνώρισή της. Η θεωρία της ίδρυσης (ενσωμάτωσης) θεωρεί το δίκαιο του τόπου με το οποίο ιδρύθηκε μια εταιρία και στον οποίο διατηρεί την καταστατική έδρα της, ως το καταλληλότερο για τη ρύθμιση των θεμάτων που αφορούν την ίδρυση και την εσωτερική λειτουργία της. Επίσης, το δίκαιο του τόπου ίδρυσης χρησιμοποιείται και για την αναγνώριση των εταιριών με στοιχεία αλλοδαπότητας. Μεταφορά της πραγματικής έδρας μιας εταιρίας δεν συνεπάγεται τη λύση και εκκαθάριση της εταιρίας, αρκεί να διατηρείται η έδρα της στο κράτοςμέλος, το δίκαιο του οποίου επέλεξε για την ίδρυσή της. Αντίθετα, η θεωρία της πραγματικής έδρας θεωρεί ως κρίσιμο στοιχείο τον τόπο που ασκείται η κεντρική διοίκηση της εταιρίας. Σε ένα κράτος-μέλος το οποίο ακολουθεί τη θεωρία της πραγματικής έδρας, η σύσταση μιας εταιρίας είναι έγκυρη, όταν εκτός της καταστατικής έδρας ευρίσκεται εντός της επικράτειάς του και η πραγματική έδρα. Μεταφορά της πραγματικής έδρας σε άλλο κράτος-μέλος έχει ως συνέπεια τη λύση και εκκαθάριση της εταιρίας. Αντίστοιχα, μεταφορά της πραγματικής έδρας μιας εταιρίας σε κράτος-μέλος που
4 ακολουθεί τη θεωρία της πραγματικής έδρας συνεπάγεται τη μη αναγνώριση της εταιρίας από το κράτος αυτό, εκτός εάν η εν λόγω εταιρία συσταθεί εκ νέου σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του εταιρικού δικαίου που ισχύουν για τις ημεδαπές εταιρίες Το κατά πόσο, λοιπόν, μία εταιρία έχει τη δυνατότητα να ασκήσει το δικαίωμα εγκατάστασης είναι προκριματικό ζήτημα, το οποίο, στη σημερινή εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης, μπορεί να απαντηθεί μόνο από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να προσδιορίσει το προσωπικό πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος εγκατάστασης, μέσω του προσδιορισμού του συνδετικού στοιχείου. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η εν λόγω δυνατότητα που έχει κάθε κράτος μέλος να προσδιορίζει το συνδετικό στοιχείο, το οποίο απαιτείται από μία εταιρία, προκειμένου αυτή να μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει συσταθεί σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και, ως εκ τούτου, να απολαμβάνει του δικαιώματος εγκατάστασης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εκφεύγει της ρυθμιστικής αρμοδιότητας της Ένωσης. Το αντίθετο, μάλιστα, θα μπορούσε με βεβαιότητα να ειπωθεί ότι συμβαίνει. Ειδικότερα, το Δικαστήριο έχει θεωρήσει στη νομολογία του σχετικά με τη μεταφορά της έδρας μίας εταιρίας από το ένα κράτος μέλος στο άλλο κράτος μέλος ότι η διαφορά στο κριτήριο του συνδετικού στοιχείου αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, το οποίο παρεμποδίζει την κινητικότητα των εταιριών στην εσωτερική αγορά. Το πρόβλημα δε αυτό μπορεί να λυθεί μόνο με νομοθετική παρέμβαση από την πλευρά της Ένωσης, η οποία θα πρέπει να διαμορφώσει ένα ενιαίο ενωσιακό κριτήριο σχετικά με την ιθαγένεια των εταιριών, διευκολύνοντας κατά τον τρόπο αυτό την κινητικότητα των εταιριών μέσα στην εσωτερική αγορά(βλ. Υπόθεση Cartesio με αναφορές σε προηγούμενες σχετικές αποφάσεις). Τέλος, θα πρέπει να τονισθεί ότι εάν μία εταιρία έχει μόνο την καταστατική της έδρα σε ένα κράτος μέλος, ενώ τόσο η κύρια εγκατάστασή της όσο και η κεντρική της διοίκηση ευρίσκονται εκτός Ένωσης, τότε η εταιρία αυτή έχει τη δυνατότητα να ασκήσει το δικαίωμα εγκατάστασης, μόνο όταν διατηρεί έναν πραγματικό και μόνιμο σύνδεσμο με την οικονομία ενός κράτους μέλους [βλ. το Γενικό Πρόγραμμα του Συμβουλίου για την κατάργηση των περιορισμών στην ελευθερία εγκατάστασης που θεσπίσθηκε κατ εφαρμογή του Άρθρου 44 παρ. 1 ΣυνθΕΟΚ (ήδη Άρθρου 50 παρ. 1 ΣΛΕΕ) της 18 ης Δεκεμβρίου 1961, ΕΕ ]. Δηλαδή, απαιτείται η ενέργεια μίας οικονομικής δραστηριότητας κατά τρόπο μόνιμο και σοβαρό και όχι απλώς ευκαιριακό και προσωρινό. 8.4 Μορφές εγκατάστασης Η άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης μιας εταιρίας μπορεί να λάβει τις παρακάτω μορφές: ίδρυση εξ αρχής κύριας εγκατάστασης εταιρίας από πολίτες άλλου κράτους μέλους, ίδρυση δευτερεύουσας εγκατάστασης με τη μορφή πρακτορείου, υποκαταστήματος ή θυγατρικής εταιρίας, απόκτηση ποσοστού μετοχικού κεφαλαίου σε εταιρία άλλου κράτους μέλους, διασυνοριακή συγχώνευση εταιριών, διασυνοριακή μετατροπή εταιριών. Αναφορικά με την ίδρυση εξ αρχής κύριας εγκατάστασης από πολίτες ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το εθνικό δίκαιο υποδοχής δεν θα πρέπει ούτε να περιέχει οποιαδήποτε διάκριση, άμεση ή έμμεση, σε βάρος του αλλοδαπού που επιθυμεί να ιδρύσει οποιασδήποτε μορφής εταιρία ούτε να προβάλει οποιαδήποτε εμπόδια που θα δυσχεράνουν την εν λόγω ίδρυση ή θα την καταστήσουν περισσότερο δύσκολη ή οικονομικά ασύμφορη ή λιγότερο ελκυστική.
5 Κάθε εταιρία μπορεί να ιδρύσει και να διατηρεί μία ή περισσότερες δευτερεύουσες εγκαταστάσεις σε διάφορα κράτη μέλη (βλ. Υπόθεση C 55/94 Gebhard, Συλλ. 1995, σελ. Ι-4165). Όπως προαναφέρθηκε, οι δευτερεύουσες αυτές εγκαταστάσεις μπορεί να λάβουν τη μορφή πρακτορείου, υποκαταστήματος ή θυγατρικής εταιρίας. Με τον όρο πρακτορείο εννοείται δευτερεύουσα επιχείρηση που ελέγχεται άμεσα από τη μητρική επιχείρηση και δεν απολαμβάνει αυθυπαρξίας. Συνήθως, το πρακτορείο είναι γραφείο που προωθεί τις υποθέσεις της μητρικής εταιρίας, δηλ. προωθεί τις πωλήσεις της, επιμελείται της επικοινωνίας της με πελάτες και ασκεί εν γένει γραφειοκρατικές δραστηριότητες. Το υποκατάστημα είναι δευτερεύουσα επιχείρηση μιας μητρικής επιχείρησης, που ευρίσκεται σε άλλο τόπο, η οποία χωρίς να έχει ξεχωριστή νομική προσωπικότητα διατηρεί έναν βαθμό αυθυπαρξίας. Το υποκατάστημα έχει το ίδιο αντικείμενο δραστηριότητας με τη μητρική εταιρία. Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου στην Υπόθεση C 212/97 Centros (Συλλ. 1999, σελ. Ι-1459), μια εταιρία συσταθείσα κατά το δίκαιο ενός κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα της, έχει το δικαίωμα να ιδρύσει υποκατάστημα εντός άλλου κράτους μέλους, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν άσκησε καμία δραστηριότητα στο κράτος μέλος σύστασης, όπου έχει και την έδρα της, αλλά συστάθηκε με τον αποκλειστικό σκοπό να ασκήσει το μεγαλύτερο μέρος ή το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων στο κράτος μέλος που ευρίσκεται η δευτερεύουσα εγκατάσταση. Σε αντίθεση με το πρακτορείο και το υποκατάστημα, η θυγατρική εταιρία απολαμβάνει μιας νομικής αυθυπαρξίας. Πρόκειται για νομικά αυθύπαρκτη εταιρία, η οποία, ωστόσο, ελέγχεται οικονομικά από τη μητρική εταιρία. Σύμφωνα με την Υπόθεση C 97/08 Akzo Nobel (Συλλ. 2009, σελ. I-8237), έχει γίνει δεκτό από το Δικαστήριο ότι «η συμπεριφορά της θυγατρικής εταιρίας μπορεί να καταλογισθεί στη μητρική εταιρία ιδίως όταν, η θυγατρική εταιρία, μολονότι έχει χωριστή νομική προσωπικότητα, δεν καθορίζει κατά τρόπο αυτόνομο τη συμπεριφορά της στην αγορά, αλλά εφαρμόζει κυρίως τις οδηγίες της μητρικής εταιρίας, ενόψει, ιδίως, των υφισταμένων μεταξύ των δύο αυτών νομικών οντοτήτων οικονομικών, οργανωτικών και νομικών σχέσεων». Επίσης, το δικαίωμα εγκατάστασης μπορεί να ασκηθεί από φυσικό πρόσωπο ή εταιρία με την απόκτηση ποσοστού συμμετοχής στο κεφάλαιο εταιρίας εγκατεστημένης σε άλλο κράτος μέλος. Για να υπάγεται η εν λόγω δραστηριότητα στο πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος εγκατάστασης και όχι σε αυτό της κίνησης κεφαλαίων, θα πρέπει η απόκτηση του ανωτέρω ποσοστού κεφαλαίου να δίνει τη δυνατότητα άσκησης αποφασιστικής επιρροής στη λήψη αποφάσεων της συγκεκριμένης εταιρίας και καθορισμού των δραστηριοτήτων της (βλ. Υπόθεση C 251/98 Baars, Συλλ. 2000, σελ. Ι-2787, Υπόθεση C 326/07 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλ. 2009, σελ. Ι-2291, Υπόθεση C 81/09 Ίδρυμα Τύπου, Συλλ. 2010, σελ. Ι-10161). Στην προκειμένη λοιπόν περίπτωση, είναι αντίθετες με την ελευθερία εγκατάστασης οι εθνικές ρυθμίσεις που απαγορεύουν, παρακωλύουν ή καθιστούν λιγότερο ελκυστική την απόκτηση του ανωτέρω ποσοστού συμμετοχής στο κεφάλαιο μιας επιχείρησης, ως, επίσης, και οι εθνικές ρυθμίσεις που περιέχουν οποιαδήποτε διάκριση σε βάρος αλλοδαπών, αναφορικά με το δικαίωμα συμμετοχής τους στο κεφάλαιο μιας εταιρίας. Όσον αφορά τη διασυνοριακή συγχώνευση των εταιριών, το Δικαστήριο στην απόφασή του στην Υπόθεση C 411/03 Sevic (Συλλ. 2005, σελ. Ι-10805), δέχθηκε ότι προσκρούει στα Άρθρα 43 και 48 ΣΕΚ (ήδη Άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ) η μη εγγραφή στο εθνικό εμπορικό μητρώο συγχώνευσης δύο εταιριών, των οποίων οι έδρες ευρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη, τη στιγμή κατά την οποία παρόμοια εγγραφή είναι εφικτή για συγχωνεύσεις εταιριών με έδρα το εν λόγω κράτος μέλος. Όπως προαναφέρθηκε, η Υπόθεση Sevic αφορούσε άρνηση εγγραφής στο εθνικό μητρώο της συγχώνευσης δύο εταιριών με έδρες σε διαφορετικά κράτη μέλη. Ειδικότερα, η γερμανική εταιρία Sevic Systems, η οποία συγχωνεύθηκε με την εταιρία Vision Concept με έδρα το Λουξεμβούργο με απορρόφηση της δεύτερης από την πρώτη και λύση της χωρίς εκκαθάριση, ζήτησε την εγγραφή της συγχώνευσης στο εθνικό εμπορικό μητρώο της Γερμανίας. Ωστόσο, το Ειρηνοδικείο Neuwied απέρριψε την αίτηση εγγραφής της συγχώνευσης στο εμπορικό μητρώο, με το αιτιολογικό ότι το γερμανικό δίκαιο σχετικά με τις μετατροπές εταιριών προβλέπει μόνο τη συγχώνευση μεταξύ εταιριών εδρευουσών στη
6 Γερμανία, με συνέπεια το εν λόγω δίκαιο να μην εφαρμόζεται σε συγχωνεύσεις μεταξύ εταιριών εδρευουσών στη Γερμανία και εκείνων που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος. Η Sevic άσκησε προσφυγή κατά της απορριπτικής απόφασης του Ειρηνοδικείου ενώπιον του Landgericht Koblenz. Το δεύτερο δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ήδη Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) το προδικαστικό ερώτημα κατά πόσο ρυθμίσεις όπως οι εν λόγω διατάξεις του γερμανικού νόμου σχετικά με τη μετατροπή των εταιριών, αντιβαίνουν στην ελευθερία εγκατάστασης όπως αυτή προβλέπεται στα Άρθρα 43 και 48 ΣΕΚ (ήδη Άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ). Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των κυβερνήσεων της Γερμανίας και της Ολλανδίας, η πράξη συγχώνευσης δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εγκατάσταση κατά την έννοια των σχετικών άρθρων της Συνθήκης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εταιρία του Λουξεμβούργου θα απορροφηθεί στην παρούσα περίπτωση από τη γερμανική εταιρία και, κατά συνέπεια, θα χάσει τη νομική της προσωπικότητα, ώστε εξ ορισμού να μην μπορεί να νοηθεί ούτε ως κύρια εγκατάσταση ούτε όμως και ως δευτερεύουσα εγκατάσταση σε άλλο κράτος μέλος. Νομική βάση των άνω ισχυρισμών των εν λόγω κυβερνήσεων αποτέλεσε η στενή γραμματική ερμηνεία του Άρθρου 48 ΣΕΚ (ήδη Άρθρου 54 ΣΛΕΕ), η οποία φαίνεται ότι ορίζει την έννοια εγκατάσταση, ως τη σύσταση κύριας και δευτερεύουσας εγκατάστασης σε άλλο κράτος μέλος και ως τέτοια απαιτείται διασυνοριακή κινητικότητα προσώπων ή πόρων. Το Δικαστήριο, ωστόσο, απέρριψε τους άνω ισχυρισμούς των κυβερνήσεων της Γερμανίας και της Ολλανδίας. Ειδικότερα, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι το πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος εγκατάστασης καλύπτει κάθε μέτρο που επιτρέπει ή άλλως διευκολύνει την πρόσβαση σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο της εγκατάστασης και την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας εντός αυτού, καθιστώντας εφικτή την αποτελεσματική συμμετοχή των ενδιαφερομένων επιχειρηματιών στην οικονομική ζωή του εν λόγω κράτους μέλους, υπό τις αυτές προϋποθέσεις που τυγχάνουν εφαρμογής επί των ημεδαπών επιχειρηματιών. Εξειδικεύοντας δε τη μείζονα αυτή πρόταση στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, το Δικαστήριο θεώρησε ότι οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις αποτελούν «ειδικές λεπτομέρειες» άσκησης της ελευθερίας εγκατάστασης και ότι είναι σημαντικές για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Άρα, αυτές ανήκουν μεταξύ των οικονομικών δραστηριοτήτων για τις οποίες τα κράτη μέλη οφείλουν να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του Άρθρου 43 ΣΕΚ (ήδη Άρθρου 49 ΣΛΕΕ) (βλ. Απόφαση Sevic, σκ. 18 και 19). Αυτή η προσέγγιση του Δικαστηρίου στην απόφαση Sevic μπορεί να θεωρηθεί ότι ενισχύει την κινητικότητα των εταιριών μέσα στην εσωτερική αγορά. Ο λόγος είναι ότι, εκτός από τους παραδοσιακούς τρόπους, μία εταιρία μπορεί, επίσης, να εγκατασταθεί σε ένα άλλο κράτος μέλος με την απορρόφηση μιας εταιρίας εγκατεστημένης στο κράτος αυτό και, κατόπιν τούτου, να λειτουργεί την εταιρία που έχει απορροφηθεί ως υποκατάστημά της. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος εγκατάστασης θα μπορούσαν να συμπεριλαμβάνονται όλες οι μορφές αναδιοργάνωσης των εταιριών, δεδομένου ότι το Δικαστήριο, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις αποτελούν ειδική εκδήλωση της άσκησης της ελευθερίας εγκατάστασης, τοποθέτησε τις συγχωνεύσεις σε ίση μοίρα με τις λοιπές πράξεις μετατροπής των εταιριών. Τέλος, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι η ελευθερία εγκατάστασης δεν περιορίζεται μόνο στις συγχωνεύσεις ανωνύμων εταιριών, αλλά αφορά και τις συγχωνεύσεις οποιασδήποτε μορφής εταιριών. Εφόσον, λοιπόν, γίνεται δεκτό ότι η διασυνοριακή συγχώνευση αποτελεί ειδική εκδήλωση της προβλεπόμενης από τη Συνθήκη ελευθερίας εγκατάστασης, τότε οποιοσδήποτε περιορισμός της διασυνοριακής συγχώνευσης έρχεται σε αντίθεση με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης. Στην προκειμένη περίπτωση, εθνικές διατάξεις που επιτρέπουν τις εγχώριες συγχωνεύσεις εταιριών, αλλά απαγορεύουν τις διασυνοριακές, μπορούν να θεωρηθούν ως περιοριστικές της ελευθερίας εγκατάστασης και απαγορεύονται από το ενωσιακό δίκαιο, εκτός εάν δικαιολογούνται για λόγους εξυπηρέτησης του γενικού συμφέροντος. Επίσης, αναφορικά με τη διασυνοριακή μετατροπή των εταιριών, κατά την οποία μία εταιρία μεταφέρει την έδρα της σε ένα άλλο κράτος μέλος, μεταβάλλοντας απλώς το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, χωρίς να λυθεί
7 και εκκαθαρισθεί, το Δικαστήριο έχει κάνει δεκτό ότι μία τέτοια δραστηριότητα καλύπτεται από τις διατάξεις περί την ελευθερία εγκατάστασης της Συνθήκης. Ειδικότερα, το κράτος μέλος σύστασης δεν μπορεί να εμποδίσει μία εταιρία, επιβάλλοντας τη λύση και εκκαθάρισή της, να μετατραπεί σε εταιρία του εθνικού δικαίου του άλλου κράτους μέλους, αρκεί να το επιτρέπει το δίκαιο αυτό. Στην περίπτωση αυτή, οποιαδήποτε απαίτηση από την πλευρά του κράτους προέλευσης για λύση και εκκαθάριση της εν λόγω εταιρίας θεωρείται ως περιορισμός της ελευθερίας εγκατάστασης. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ρυθμιστική αυτονομία του κράτους υποδοχής στην περίπτωση της διασυνοριακής μετατροπής υπόκειται σε περιορισμούς. Ειδικότερα, ρύθμιση του κράτους μέλους υποδοχής, η οποία δεν επιτρέπει τη μετατροπή εταιρίας που υπόκειται στο δίκαιο άλλου κράτους μέλους, μολονότι προβλέπει τη δυνατότητα μετατροπής των εταιριών του ημεδαπού δικαίου, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των Άρθρων 49 και 54 ΣΛΕΕ (βλ. Υπόθεση C 378/10 Vale Epitesi, Συλλ. 2012). Η γενική άρνηση από το κράτος μέλος υποδοχής να επιτρέψει τη διασυνοριακή μετατροπή συνιστά απαγορευμένο περιορισμό της ελευθερίας εγκατάστασης που δεν επιδέχεται δικαιολόγηση από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος. 8.5 Μεταφορά της έδρας των εταιριών Δικαίωμα εξόδου Η περίπτωση των εταιριών σχετικά με το δικαίωμα εξόδου δεν αντιμετωπίζεται κατά ομοιόμορφο τρόπο με εκείνο των φυσικών προσώπων, μολονότι υπάρχει εξομοίωση των εταιριών προς τα φυσικά πρόσωπα, αναφορικά με το δικαίωμα εγκατάστασης. Ο λόγος οφείλεται κυρίως από τα νομικά ζητήματα που ανακύπτουν από την άφιξη μιας εταιρίας σε ένα άλλο κράτος μέλος και την εξάρτηση της νομικής προσωπικότητάς της και της εθνικότητάς της από το εθνικό δίκαιο καταγωγής της και της διαφοράς μεταξύ της θεωρίας της ίδρυσης και της θεωρίας της πραγματικής έδρας. Το Δικαστήριο έχει κρίνει το δικαίωμα εξόδου των εταιριών σε δύο κυρίως υποθέσεις του: στην Υπόθεση Daily Mail και στην Υπόθεση Cartesio. Ενώ, η τελευταία σχετική απόφαση στην Υπόθεση Vale Epitesi συμπληρώνει και επεκτείνει την προηγούμενη απόφαση στην Υπόθεση Cartesio. Ειδικότερα, με την Υπόθεση Daily Mail (C 81/87 Exp.Daily Mail, Συλλογή 1988, σελ. Ι-5483) δόθηκε για πρώτη φορά στο Δικαστήριο η ευκαιρία να ασχοληθεί με το ζήτημα της κινητικότητας των εταιριών μέσα στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά. Η Υπόθεση αυτή αφορούσε τη μεταφορά της πραγματικής έδρας εταιρίας, με σκοπό την καταστρατήγηση της αγγλικής φορολογικής νομοθεσίας, η οποία ίσχυε για νομικά πρόσωπα που διατηρούν την πραγματική τους έδρα στην Αγγλία. Συγκεκριμένα, η βρετανική εταιρία Daily Mailand General Trust επιθυμούσε τη μεταφορά της κεντρικής της διοίκησης στην Ολλανδία, διατηρώντας τη νομική της προσωπικότητα και την καταστατική της έδρα στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου. Το κίνητρο για τη μετακίνηση ήταν η καταστρατήγηση της υψηλής φορολόγησης στην Αγγλία της υπεραξίας από την πώληση περιουσιακών της στοιχείων, στην οποία η εταιρία επρόκειτο να προβεί. Όταν οι βρετανικές φορολογικές Αρχές αρνήθηκαν να εγκρίνουν τη μεταφορά της έδρας, η ενδιαφερόμενη εταιρία προσέφυγε στο High Court of Justice με αίτημα να αναγνωρισθεί ότι η λήψη άδειας για τη μεταφορά της πραγματικής έδρας είναι δικαίωμα που απορρέει από τις διατάξεις της Συνθήκης. Το Δικαστήριο, στο οποίο υποβλήθηκε σχετικό προδικαστικό ερώτημα από το βρετανικό δικαστήριο, αφού επανέλαβε ότι η ελευθερία εγκατάστασης αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές του ενωσιακού δικαίου και ασκείται, όσον αφορά τις εταιρίες, κατά κανόνα με την ίδρυση πρακτορείων, υποκαταστημάτων ή θυγατρικών εταιριών, θεώρησε ότι η υπό κρίση αγγλική νομοθεσία δεν έρχεται σε αντίθεση με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης, εφόσον δεν περιορίζει την άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης με μία από τις παραπάνω μορφές. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εταιρίες αποτελούν οντότητες που η ύπαρξή
8 τους στηρίζεται μόνο στις διάφορες εθνικές έννομες τάξεις που ρυθμίζουν τη σύσταση και λειτουργία τους, ερμήνευσε το Άρθρο 58 ΣυνθΕΟΚ (ήδη Άρθρο 54 ΣΛΕΕ) όχι μόνο ως μία διάταξη που προσδιορίζει το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής της ελευθερίας εγκατάστασης, αλλά, επίσης, ως μία διάταξη η οποία, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία των παραγόντων που συνδέουν μία εταιρία με μία εθνική έννομη τάξη, καθιστά τους παράγοντες αυτούς ισοδύναμους. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο θεώρησε ότι οι διαφορές και τα εμπόδια που προκύπτουν από τις νομοθεσίες που διέπουν την ίδρυση και λειτουργία των εταιριών στα κράτη μέλη αποτελούν προβλήματα που δεν έχουν ρυθμισθεί με τις αντίστοιχες διατάξεις για την ελευθερία εγκατάστασης, αλλά έχουν ανάγκη περαιτέρω λύσης μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων ή αντίστοιχων συμβατικών μέτρων και μία τέτοια λύση δεν έχει, ωστόσο, προς το παρόν βρεθεί. Συνεπώς, κατέληξε το Δικαστήριο, οι σχετικές με την ελεύθερη εγκατάσταση διατάξεις της Συνθήκης «δεν παρέχουν κανένα δικαίωμα στις εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, στο οποίο έχουν την καταστατική τους έδρα, να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση και τη διαχειριστική τους έδρα σε άλλο κράτος μέλος». Όπως προαναφέρθηκε, η δεύτερη Υπόθεση σχετικά με την έξοδο εταιρίας ήταν η Cartesio (C 210/06 Cartesio, Συλλογή 2008, σελ. Ι-9641). Η Υπόθεση αυτή αφορούσε μία εταιρία, επωνομαζόμενη Cartesio, η οποία ιδρύθηκε ως απλή ετερόρρυθμη εταιρία του ουγγρικού δικαίου. Η εταιρία αυτή επιθυμούσε να μεταφέρει την έδρα της στην Ιταλία και να διατηρήσει την καταστατική της έδρα στην Ουγγαρία. Ωστόσο, η επιθυμία της αυτή δεν τελεσφόρησε, γιατί το ουγγρικό δίκαιο που αποδέχεται τη θεωρία της πραγματικής έδρας δεν το επιτρέπει (θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι το ουγγρικό δίκαιο έχει πλέον τροποποιηθεί και ο νέος πλέον νόμος επιτρέπει μία εταιρία να μεταφέρει την πραγματική της έδρα σε ένα άλλο κράτος μέλος, διατηρώντας την καταστατική της έδρα στην Ουγγαρία). Για να μεταφέρει, λοιπόν, την πραγματική της έδρα στην Ιταλία, η Cartesio έπρεπε πρώτα να λυθεί και να εκκαθαρισθεί και, μετέπειτα, να επανασυσταθεί στην Ιταλία. Με προδικαστικό ερώτημα, τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου το ζήτημα κατά πόσο η σχετική ουγγρική νομοθεσία που περιορίζει μία εταιρία συσταθείσα και καταχωρηθείσα στο μητρώο εταιριών στην Ουγγαρία να μεταφέρει την έδρα της σε άλλο κράτος μέλος, είναι σύμφωνη με την ενωσιακή ελευθερία εγκατάστασης. Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο, επαναλαμβάνοντας την πάγια τοποθέτηση στην προηγούμενη σχετική νομολογία του, ότι δηλαδή οι εταιρίες είναι οντότητες, η ύπαρξη των οποίων στηρίζεται μόνο στις διάφορες εθνικές νομοθεσίες που ρυθμίζουν τη σύσταση και λειτουργία τους, ερμήνευσε το Άρθρο 48ΣΕΚ (ήδη Άρθρο 54 ΣΛΕΕ) κατά τον πάγιο τρόπο. Δηλαδή, ως μία διάταξη η οποία, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία των παραγόντων που συνδέουν μία εταιρία με μία εθνική έννομη τάξη, καθιστά τους παράγοντες αυτούς ως ισοδύναμους. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε το συμπέρασμα το οποίο είχε διατυπώσει στην Υπόθεση C 208/2000 Uberseering (Συλλ. 2002, σελ. Ι-9919), δηλαδή, ότι η δυνατότητα μεταφοράς της έδρας μίας εταιρίας, χωρίς να απωλέσει τη νομική προσωπικότητα που διαθέτει εντός του κράτους σύστασης, καθώς και οι τρόποι της εν λόγω μεταφοράς, προσδιορίζονται από το εθνικό δίκαιο σύστασης. Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Συνθήκη θεωρεί το ζήτημα των διαφορών που προκύπτουν από τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν τόσο το απαιτούμενο από τις εταιρίες συνδετικό στοιχείο όσο και τη δυνατότητα και τον τρόπο μεταφοράς της έδρας από ένα κράτος μέλος σε ένα άλλο, ως ένα πρόβλημα που δεν έχει ρυθμισθεί από τις σχετικές διατάξεις για την ελευθερία εγκατάστασης, αλλά πρέπει να λυθεί στο μέλλον νομοθετικά ή συμβατικά. Συνεπώς, κατέληξε το Δικαστήριο, «...ελλείψει ομοιόμορφου ορισμού κατά το κοινοτικό δίκαιο των εταιριών που πρέπει να απολαύουν του δικαιώματος εγκατάστασης με γνώμονα ένα ενιαίο κριτήριο περί του συνδετικού στοιχείου το οποίο καθορίζει το εφαρμοστέο ως προς την εταιρία εθνικό δίκαιο...», το ερώτημα κατά πόσο μία εταιρία έχει ουσιαστικά το δικαίωμα εγκατάστασης συνιστά προκριματικό ζήτημα το οποίo, στο παρόν στάδιο εξέλιξης του κοινοτικού δικαίου, μπορεί να τύχει απάντησης μόνο στο πλαίσιο του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Αυτό συμβαίνει, λόγω του ότι μία εταιρία απολαμβάνει του δικαιώματος εγκατάστασης, εφόσον διατηρεί το συνδετικό στοιχείο το απαιτούμενο για την ύπαρξή της, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους σύστασης.
9 Ενόψει των ανωτέρω, το συμπέρασμα που προκύπτει, σύμφωνα με το Δικαστήριο, είναι ότι ένα κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να απαγορεύσει σε εταιρία που διέπεται από το εθνικό του δίκαιο να διατηρήσει την ιδιότητα αυτή, οσάκις το συνδετικό στοιχείο που προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους σύστασης εξαλείφεται, λόγω της μεταφοράς της έδρας της σε άλλο κράτος μέλος. Έχοντας καταλήξει ότι ένα κράτος μέλος δεν επηρεάζεται από την ελευθερία εγκατάστασης ούτε αναφορικά με το συνδετικό στοιχείο αλλά ούτε αναφορικά με τη μεταφορά της έδρας μιας εταιρίας, εφόσον αυτή επιλέγει να διέπεται από το δίκαιο του, το Δικαστήριο αισθάνεται, στη συνέχεια, την ανάγκη να μετριάσει τα πρακτικά αποτελέσματα της κατάστασης αυτής. Για να το επιτύχει αυτό, το Δικαστήριο διακρίνει την επίδικη περίπτωση της μεταφοράς της έδρας μιας εταιρίας, διατηρώντας το καθεστώς της ως εταιρία που διέπεται από το κράτος μέλος προέλευσης, από την υποθετική περίπτωση κατά την οποία εταιρία μετακινείται σε άλλο κράτος μέλος με μεταβολή του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, οπότε η εταιρία μετατρέπεται σε μία μορφή εταιρίας διεπόμενη από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους εντός του οποίου μεταφέρθηκε. Σε αυτή την περίπτωση, η ευχέρεια του κράτους μέλους προέλευσης να προσδιορίζει το συνδετικό στοιχείο που καθορίζει την εθνικότητα μίας εταιρίας, δεν μπορεί να δικαιολογήσει το ότι το κράτος μέλος σύστασης, επιβάλλοντας τη λύση και εκκαθάριση της εταιρίας αυτής, την εμποδίζει να μετατραπεί σε εταιρία του εθνικού δικαίου του άλλου κράτους μέλους, αρκεί να το επιτρέπει το δίκαιο αυτό. Με τις παραπάνω σκέψεις, το Δικαστήριο αποσαφηνίζει ότι το προνόμιο του εθνικού νομοθέτη να καθορίζει το πότε και κάτω από ποιες προϋποθέσεις μία εταιρία συσταθείσα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα εγκατάστασης (χωρίς προηγουμένη λύση και εκκαθάριση), δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση της διεθνούς μετατροπής. Με άλλα λόγια, η νομολογία Daily Mail δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση που η εταιρία έχει ως σκοπό να αλλάξει το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Αυτό, στην ουσία, σημαίνει ότι η μεταφορά της έδρας σε άλλο κράτος μέλος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιλογή από την πλευρά της εταιρίας να μεταβάλει το συνδετικό στοιχείο με την έννομη τάξη του κράτους προέλευσης. Στην περίπτωση αυτή, το Δικαστήριο ορίζει ρητά ότι οποιαδήποτε απαίτηση από την πλευρά του κράτους μέλους προέλευσης για λύση και εκκαθάριση της εν λόγω εταιρίας θεωρείται ως περιορισμός της ελευθερίας εγκατάστασής της, ο οποίος δύναται να δικαιολογηθεί μόνο με την επίκληση των επιτακτικών λόγων γενικού συμφέροντος. Άρα, η επιλογή μιας εταιρίας να μεταβάλει, δια της μεταφοράς της έδρας της, το συνδετικό στοιχείο με το κράτος μέλος σύστασης υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της ελευθερίας εγκατάστασης, το οποίο διευρύνεται, περιλαμβάνοντας πλέον και τη γνήσια διασυνοριακή μετατροπή μιας εταιρίας. Στο σημείο αυτό, αξίζει να τονισθεί ότι η ρυθμιστική αυτονομία του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους προέλευσης περιορίζεται. Μόνο λόγοι γενικού συμφέροντος, όπως είναι, η προστασία των δικαιωμάτων των πιστωτών, της μειοψηφίας, των εργαζομένων ή των φορολογικών αρχών, δύνανται να δικαιολογήσουν, σύμφωνα με το Δικαστήριο, περιοριστικά μέτρα από την πλευρά του κράτους μέλους προέλευσης. Το κατά πόσο συντρέχει ένας ή περισσότεροι εκ των άνω λόγων θα διερευνάται ανά περίπτωση από το Δικαστήριο, με βάση το κριτήριο της αρχής της αναλογικότητας, όπως και στις άλλες περιπτώσεις των οικονομικών ελευθεριών της εσωτερικής αγοράς. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, η απαίτηση του κράτους μέλους προέλευσης να διαλυθεί και να εκκαθαριστεί η εταιρία για προστασία κάποιου ή κάποιων λόγων γενικού συμφέροντος δύναται να θεωρηθεί ως καθολική απαγόρευση της ενωσιακής ελευθερίας εγκατάστασης, η οποία εκ του λόγου αυτού δεν πληροί την αρχή της αναλογικότητας. Για να πραγματοποιηθεί, ωστόσο, η εν λόγω διασυνοριακή μετατροπή, όπως ρητά αναγνωρίζεται από το Δικαστήριο, απαιτείται να επιτρέπεται από το κράτος μέλος υποδοχής. Αυτό σημαίνει ότι, στην προκειμένη περίπτωση, για τη μεταφορά της έδρας μιας εταιρίας σε ένα άλλο κράτος μέλος με διατήρηση της ταυτότητας της και αλλαγή του εφαρμοστέου δικαίου, τον πλέον αποφασιστικό ρόλο παίζει το δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής. Εάν επιτρέπεται από το δίκαιο αυτό, δεν μπορεί να απαγορεύεται από το δίκαιο του κράτους-μέλους προέλευσης. Στη γνήσια, λοιπόν, διασυνοριακή μετατροπή, η άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης μιας εταιρίας εξαρτάται από το δίκαιο του κράτους-μέλους υποδοχής. Το κράτος-μέλος υποδοχής μπορεί να
10 καθορίζει οποιοδήποτε συνδετικό στοιχείο με την έννομη τάξη του, καθώς και τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται, ώστε να υπάρχει το εν λόγω συνδετικό στοιχείο. Επιπλέον, το κράτος-μέλος υποδοχής είναι εκείνο που καθορίζει τους κανόνες και τη διαδικασία της διασυνοριακής μετατροπής. Η έλλειψη των εν λόγω κανόνων μπορεί να καταστήσει, στην ουσία, τις σχετικές με την ελευθερία εγκατάστασης των εταιριών διατάξεις της Συνθήκης ως γράμμα κενό. Κατά συνέπεια, τίθεται το ερώτημα, κατά πόσο η ανυπαρξία της εν λόγω διαδικασίας μπορεί να δικαιολογήσει την άρνηση του κράτους-μέλους υποδοχής να επιτρέψει τη διασυνοριακή μετατροπή μιας εταιρίας. Μολονότι η φρασεολογία του Δικαστηρίου στην απόφαση συνηγορεί υπέρ της καταφατικής απάντησης, μπορεί να υποστηριχθεί και η αντίθετη άποψη. Η άποψη αυτή στηρίζεται κύρια σε δύο λόγους. Κατά πρώτον, από τη στιγμή κατά την οποία η διασυνοριακή μετατροπή μιας εταιρίας θεωρείται τρόπος άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης, δεν μπορεί η άσκηση αυτή να εξαρτάται από οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση είτε από την πλευρά του νομοθέτη της Ένωσης είτε από την πλευρά του εθνικού νομοθέτη. Αυτό είναι σύμφωνο με τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τις οικονομικές ελευθερίες της Ένωσης και, ειδικότερα, στην απόφαση Sevic όπου το Δικαστήριο έκανε δεκτό ότι η διασυνοριακή συγχώνευση των εταιριών, η οποία θεωρείται ως μέθοδος άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης, επιτρέπεται ανεξάρτητα από την ύπαρξη Οδηγίας για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις των εταιριών. Κατά δεύτερον, το κράτος μέλος υποδοχής είναι υποχρεωμένο, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, να αποδεχθεί τη μεταφορά της έδρας μίας εταιρίας η οποία διατηρεί το δίκαιο του κράτους προέλευσης. Μόνο επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος επιτρέπουν στο εν λόγω κράτος-μέλος να θέσει περιορισμούς στην εν λόγω μεταφορά. Οι περιορισμοί όμως αυτοί δύσκολα θα γίνουν αποδεκτοί με βάση την αρχή της αναλογικότητας, εάν φθάνουν μέχρι του σημείου της καθολικής άρνησης εισόδου της έδρας της εταιρίας. Εάν, λοιπόν, το κράτος μέλος υποδοχής δεν μπορεί να αποκλείσει την είσοδο της έδρας μιας εταιρίας στην οποία δεν μπορεί να ασκήσει τον έλεγχο που επιθυμεί, λόγω του ότι αυτή διέπεται από το δίκαιο του κράτους προέλευσης, δεν θεωρείται λογικό να επιτρέπεται ο αποκλεισμός της εισόδου της έδρας μιας εταιρίας μέσω διασυνοριακής μετατροπής, όπου το κράτος υποδοχής θα έχει τη δυνατότητα καλύτερου ελέγχου αυτής. Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, μπορεί βάσιμα να υποστηριχθεί ότι το κράτος μέλος υποδοχής δεν μπορεί να εμποδίσει τη διασυνοριακή μετατροπή μιας εταιρίας. Μάλιστα, ο ισχυρισμός αυτός ενισχύεται και από τη μεταγενέστερη απόφαση του Δικαστηρίου στην Υπόθεση Vale, όπου το Δικαστήριο έκρινε ως ασύμβατη την απαγόρευση της διασυνοριακής μετατροπής μιας εταιρίας από ένα κράτος μέλος, ενώ επιτρέπεται η εν λόγω μετατροπή για τις ημεδαπές εταιρίες. Αυτό όμως το οποίο επιτρέπεται να κάνει το κράτος μέλος υποδοχής, είναι να διαμορφώσει την απαιτούμενη διαδικασία για τη διασυνοριακή μετατροπή. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει κοινή ρύθμιση, τότε οι διατάξεις του εθνικού δικαίου μονομερώς θα διαμορφώσουν τη διαδικασία πραγματοποίησης της διασυνοριακής μετατροπής, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι εν λόγω διατάξεις συμμορφώνονται προς τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητα. Αντίκειται στην αρχή της ισοδυναμίας εθνική ρύθμιση του κράτους μέλους υποδοχής, η οποία αποκλείει την αναγραφή στο μητρώο των εταιριών της εταιρίας του κράτους μέλους προέλευσης ως δικαιοπάροχου, όταν αντίστοιχη δυνατότητα προβλέπεται για εσωτερικές μετατροπές. Αντίθετα, εθνική ρύθμιση που απαιτεί αυστηρή νομική και οικονομική συνέχεια μεταξύ της μετατραπείσας και της νέας εκ μετατροπής εταιρίας, νομίμως επιβάλλεται και στις διασυνοριακές μετατροπές, εφόσον ισχύει για τις μετατροπές των ημεδαπών εταιριών. Η αρχή της αποτελεσματικότητας επιβάλλει στο κράτος μέλος υποδοχής την υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη έγγραφα που προέρχονται από το κράτος μέλος προέλευσης και πιστοποιούν ότι η εταιρία έχει συμμορφωθεί με τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας του. Θα πρέπει, ουσιαστικά, να υπάρχει συντονισμός των εταιρικών δικαίων του κράτους μέλους προέλευσης και του κράτους μέλους υποδοχής. Επιπλέον, αξίζει να παρατηρηθεί ότι η εν λόγω διαδικασία θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ανησυχίες του κράτους-μέλους προέλευσης σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των πιστωτών, της μειοψηφίας,
11 των εργαζομένων και των φορολογικών αρχών. Στην περίπτωση που οι ως άνω ανησυχίες του κράτους-μέλους προέλευσης δεν λαμβάνονται υπόψη, τότε αυτό θα μπορεί να λάβει περιοριστικά μέτρα της διασυνοριακής μετατροπής των εταιριών. Το κατά πόσο τα μέτρα αυτά θα μπορούν να δικαιολογηθούν εξαρτάται από το αποτέλεσμα της στάθμισης συμφερόντων που θα κάνει το Δικαστήριο, με βάση το κριτήριο της αρχής της αναλογικότητας σε κάθε περίπτωση. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει ανασφάλεια και κόστος στην κινητικότητα των εταιριών, με αποτέλεσμα την απροθυμία τους να μεταφέρουν την έδρα τους σε άλλο κράτος μέλος. Στην προκειμένη λοιπόν περίπτωση, η νομοθετική παρέμβαση από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να θεωρηθεί προτιμότερη από τον ανταγωνισμό των εθνικών εταιρικών δικαίων. Συνεπώς, η προβλεπόμενη στα Άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ ελευθερία εγκατάστασης, όπως αυτή ερμηνεύεται από την πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου, από τη μία πλευρά δεν αποκλείει τη δυνατότητα ενός κράτους μέλους να εμποδίζει μία εταιρία που διέπεται από το εθνικό του δίκαιο να μεταφέρει την έδρα της σε άλλο κράτος μέλος, διατηρώντας την ιδιότητά της αυτή. Από την άλλη όμως πλευρά, η εν λόγω εταιρία έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει την έδρα της, εφόσον μετατρέπεται σε εταιρία του εθνικού δικαίου του κράτους-μέλους υποδοχής, αρκεί να το επιτρέπει το δίκαιο αυτό. Στην προκειμένη περίπτωση, το κράτος προέλευσης μπορεί να λάβει περιοριστικά μέτρα, μόνο εάν δικαιολογούνται από τους επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος. Tο Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ότι η προστασία των συμφερόντων των πιστωτών, των μειοψηφούντων μετόχων και των μισθωτών, καθώς και η διαφύλαξη της αποτελεσματικότητας των φορολογικών ελέγχων και της εντιμότητας των εμπορικών συναλλαγών, δύνανται καταρχήν να δικαιολογούν εθνικά περιοριστικά μέτρα. Αυτά τα εθνικά περιοριστικά μέτρα για να γίνουν, ωστόσο, αποδεκτά θα πρέπει, όπως συμβαίνει και στις λοιπές περιπτώσεις περιορισμών για επιτακτικούς λόγους, να είναι αναγκαία και κατάλληλα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και να μην βαίνουν πέραν αυτού που είναι αναγκαίο προς τούτο (η αρχή της αναλογικότητας). Η εκτίμηση του κατά πόσο οι σχετικές εθνικές διατάξεις πληρούν τις άνω προϋποθέσεις γίνεται κατά περίπτωση Το δικαίωμα εισόδου και αναγνώρισης Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που απαιτεί διερεύνηση και έχει σχέση με το ουσιαστικό περιεχόμενο του δικαιώματος εγκατάστασης είναι αυτό της εισόδου στο κράτος-μέλος υποδοχής και της αναγνώρισης από αυτό των εταιριών από άλλο κράτος-μέλος. Στη σχετική με την κινητικότητα των εταιριών νομολογία του Δικαστηρίου, τρεις είναι οι κύριες αποφάσεις που πραγματεύονται το εν λόγω ζήτημα. Αυτές είναι οι αποφάσεις στις Υποθέσεις Centros, Uberseering και Inspire Art. H Υπόθεση C 212/1997 Centros (Συλλ. 1999, σελ. Ι-1459) αφορούσε ίδρυση υποκαταστήματος στη Δανία βρετανικής κεφαλαιουχικής εταιρίας, η οποία είχε συσταθεί αποκλειστικά από δανούς πολίτες και είχε καταχωρηθεί στο βρετανικό εμπορικό μητρώο, αλλά ουδέποτε είχε αναπτύξει εμπορική δραστηριότητα στη Μεγάλη Βρετανία. Η επιλογή της Μεγάλης Βρετανίας ως τόπου σύστασης της εταιρίας και της καταστατικής της έδρας και η δραστηριοποίησή της μέσω υποκαταστήματος στη Δανία έγινε με αποκλειστικό σκοπό την καταστρατήγηση των κανόνων του εταιρικού δικαίου της Δανίας που αφορούσε την καταβολή του ελάχιστου ποσού κεφαλαίου ( κορώνες), σε αντίθεση με το δίκαιο της Μεγάλης Βρετανίας (100 λίρες στερλίνες), που απαιτούσε για σύσταση της εν λόγω μορφής εταιρίας. Η διαφορά ανέκυψε όταν, μετά από σχετική αίτηση που υποβλήθηκε, οι αρμόδιες αρχές της Δανίας αρνήθηκαν να καταχωρήσουν στο μητρώο των εταιριών της Δανίας το υποκατάστημα της Centros, με το αιτιολογικό ότι η εν λόγω εταιρία δεν ασκεί καμία εμπορική δραστηριότητα στη Μεγάλη Βρετανία και επιδίωκε ουσιαστικά να ιδρύσει στη Δανία όχι υποκατάστημα αλλά κύρια εγκατάσταση, καταστρατηγώντας, κατ αυτόν τον τρόπο, την απαίτηση του εθνικού δικαίου για το ελάχιστο ποσό κεφαλαίου. Το θέμα έφθασε μέσω προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι όταν μία εταιρία, που έχει συσταθεί κατά το δίκαιο κράτους μέλους, σκοπεύει να ιδρύσει υποκατάστημα σε ένα άλλο
12 κράτος-μέλος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των σχετικών με την ελευθερία εγκατάστασης διατάξεων της Συνθήκης. Συναφώς, είναι αδιάφορο ότι η εταιρία έχει συσταθεί στο πρώτο κράτος-μέλος με τον μοναδικό σκοπό να εγκαταστήσει στο δεύτερο το κύριο μέρος ή το σύνολο των δραστηριοτήτων της. Για να έχει μία εταιρία, συσταθείσα σύμφωνα με το δίκαιο ενός κράτους μέλους, τη δυνατότητα να ασκήσει το δικαίωμα εγκατάστασης, το μόνο το οποίο, στην ουσία, απαιτείται είναι η ύπαρξη του συνδετικού στοιχείου (δηλ. η ιθαγένεια) της εταιρίας με την έννομη τάξη ενός κράτους μέλους μέσω της καταστατικής έδρας ή της κεντρικής διοίκησης της εταιρίας. Το γεγονός ότι η εταιρία Centros συστάθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, προκειμένου να αποφύγει την εφαρμογή της αυστηρότερης, αναφορικά με το ελάχιστο ποσό κεφαλαίου κατά τη σύσταση, νομοθεσίας της Δανίας, δεν της αποκλείει τη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης. Κατά συνέπεια, η πρακτική άρνησης καταχώρησης υποκαταστήματος αποτελεί εμπόδιο στην άσκηση των ελευθεριών που εγγυώνται οι διατάξεις των Άρθρων 52 και 58 ΣΕΚ ( ήδη Άρθρων 49 και 54 ΣΛΕΕ). Εντούτοις, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι η ερμηνεία αυτή δεν αποκλείει το ενδεχόμενο οι αρχές του οικείου κράτους μέλους να μπορούν να λαμβάνουν μέτρα, προκειμένου να εμποδίσουν την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης. Ωστόσο, η εκτίμηση του κατά πόσο υπάρχει ή όχι καταχρηστική άσκηση του εν λόγω δικαιώματος θα πρέπει να γίνεται με βάση τους σκοπούς της, οι οποίοι επιδιώκονται από τις σχετικές διατάξεις του ενωσιακού δικαίου. Εν προκειμένω, θα πρέπει να τονισθεί ότι η επιλογή των εταίρων να συστήσουν μία εταιρία σε ένα κράτος μέλος κα, μετέπειτα, να μεταφέρουν σε ένα άλλο κράτος μέλος το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων της μέσω υποκαταστήματος περιλαμβάνεται σε αυτόν καθαυτόν τον πυρήνα της ελευθερίας εγκατάστασης και δεν συνιστά καταχρηστική άσκησή της. Επιπροσθέτως, αν και η προστασία των πιστωτών, την οποία επικαλέστηκαν οι αρχές της Δανίας, αναγνωρίσθηκε ως λόγος δικαιούμενος προστασίας, η αντίδραση των αρχών κρίθηκε υπέρμετρη και, ως εκ τούτου, αντίθετη με την αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι θα μπορούσαν οι πιστωτές να προστατευτούν με την κατάλληλη πληροφόρηση. Στην Υπόθεση C 208/00 Uberseering (Συλλογή 2002, σελ. Ι-9919), το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να ασχοληθεί ευρύτερα με την τύχη της μεταφοράς της πραγματικής έδρας σε άλλο κράτος-μέλος. Η υπόθεση αυτή αφορούσε εταιρία που ιδρύθηκε σύμφωνα με το δίκαιο της Ολλανδίας και ανέθεσε στη γερμανική εταιρία NCC την ανακαίνιση κτιρίου που αγόρασε στο Ντύσελντορφ. Στη συνέχεια, δύο γερμανοί πολίτες απόκτησαν όλα τα εταιρικά μερίδια της εταιρίας Uberseering. Όταν, αργότερα, η εταιρία Uberseering στράφηκε εναντίον της NCC, ισχυριζόμενη ελαττώματα στην ανακαίνιση του κτιρίου, το γερμανικό δικαστήριο θεώρησε ότι η πραγματική έδρα της εταιρίας Uberseering είχε μεταφερθεί στη Γερμανία, κατόπιν της απόκτησης όλων των εταιρικών μεριδίων από τους δύο γερμανούς πολίτες και ότι ως εταιρία ιδρυμένη με βάση το ολλανδικό δίκαιο δεν είχε πλέον ικανότητα δικαίου και, κατά συνέπεια, δεν μπορούσε να ήταν διάδικος. Αυτό συνέβαινε, γιατί στη Γερμανία η νομολογία και η κρατούσα άποψη ήταν ότι θα πρέπει να συμπίπτει η καταστατική και πραγματική έδρα και, με βάση αυτή, κρίνεται η ικανότητα δικαίου μιας εταιρίας. Το Δικαστήριο, στα πλαίσια σχετικού προδικαστικού ερωτήματος, διευκρίνισε, καταρχάς, ότι η άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης από μία εταιρία προϋποθέτει αναγκαστικά την αναγνώριση της εν λόγω εταιρίας από κάθε κράτος-μέλος, στο οποίο αυτή θέλει να εγκατασταθεί. Αυτό σημαίνει ότι η αναγνώριση των εταιριών δεν αποτελεί ειδική μορφή άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης, αλλά αποτελεί βασική προϋπόθεση για την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος. Συναφώς, το Δικαστήριο συνεχίζοντας, έκρινε ότι η δυνατότητα που έχει μια εταιρία, η οποία έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους-μέλους να μεταφέρει την καταστατική ή την πραγματική της έδρα σε άλλο κράτος-μέλος, χωρίς να χάσει τη νομική προσωπικότητα που διαθέτει εντός της έννομης τάξης του κράτους-μέλους σύστασης, προσδιορίζεται από το δίκαιο του κράτους-μέλους σύστασης, το οποίο έχει τη δυνατότητα να επιβάλει περιορισμούς στη μεταφορά της πραγματικής της έδρας εκτός της επικράτειάς του, εφόσον η εταιρία θέλει να διατηρεί τη νομική προσωπικότητα που διέθετε βάσει του δικαίου αυτού.
13 Κατέληξε δε το Δικαστήριο ότι όταν μια εταιρία συσταθείσα σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτουςμέλους στην επικράτεια του οποίου έχει την καταστατική της έδρα ασκεί το δικαίωμα εγκατάστασης σε άλλο κράτος μέλος, τα Άρθρα 43 και 48 ΣΕΚ (ήδη Άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ) επιβάλλουν στο κράτος-μέλος αυτό να αναγνωρίζει την ικανότητα δικαίου και, ως εκ τούτου, την ικανότητα του διαδίκου, την οποία η εν λόγω εταιρία έχει, βάσει του δικαίου του κράτους-μέλους στο οποίο αυτή έχει συσταθεί. Άρα, η άρνηση κράτους-μέλους να αναγνωρίσει την ικανότητα δικαίου και την ικανότητα διαδίκου σε εταιρία συσταθείσα σύμφωνα με το δίκαιο άλλου κράτους μέλους, καθώς και η απαίτηση επανασύστασης της εταιρίας σύμφωνα με το δίκαιο του κράτουςμέλους υποδοχής, αποτελούν περιορισμό της ελευθερίας εγκατάστασης. Η Υπόθεση C 167/01 Inspire Art (Συλλ. 2003, σελ. Ι-1015) αφορούσε εταιρία συσταθείσα σύμφωνα με το δίκαιο της Μεγάλης Βρετανίας και με έδρα στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία ανέπτυσσε το σύνολο της οικονομικής της δραστηριότητας από το υποκατάστημα που διατηρούσε στο Άμστερνταμ. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ολλανδίας για τις «τυπικά αλλοδαπές εταιρίες», οι οποίες, ενώ έχουν αλλού την καταστατική τους έδρα, δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στην ολλανδική επικράτεια, έπρεπε να εγγραφούν ως τέτοιες και να τηρούν αυξημένες απαιτήσεις για διαφάνεια και ελάχιστο κεφάλαιο, καθώς και για την ευθύνη των διοικητών τους. Η διαφορά δημιουργήθηκε λόγω της άρνησης της εταιρίας Inspire Art να συμμορφωθεί προς αυτό το ειδικό νομικό καθεστώς. Το Δικαστήριο, στο οποίο έφθασε σχετικό ερώτημα στα πλαίσια της προδικαστικής διαδικασίας, έκρινε ότι τα Άρθρα 43 και 48 ΣΕΚ (ήδη Άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ) αποκλείουν εθνική νομοθετική ρύθμιση, η οποία εξαρτά τη σύσταση υποκαταστήματος εντός της επικράτειας αυτού του κράτους-μέλους, εκ μέρους εταιρίας συσταθείσας σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους-μέλους, από ορισμένες προϋποθέσεις που προβλέπει η εθνική νομοθεσία για τη σύσταση εταιριών και οι οποίες αφορούν την υποχρέωση για ελάχιστο όριο κεφαλαίου και την ευθύνη των μελών του διοικητικού συμβουλίου. Οι λόγοι για τους οποίους η εταιρία έχει συσταθεί στο πρώτο κράτος-μέλος και ασκεί τις δραστηριότητές της (σχεδόν) αποκλειστικά στο κράτος-μέλος υποδοχής δεν αναιρούν το δικαίωμά της να επικαλεσθεί την προβλεπόμενη στη Συνθήκη ελευθερία εγκατάστασης, εκτός εάν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορεί να θεωρηθεί ως καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης. Συνεπώς, οι ειδικοί ως άνω κανόνες της Ολλανδίας έχουν ως αποτέλεσμα να περιορίζουν την ελευθερία εγκατάστασης και δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με βάση τους επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος, γιατί δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι η πληροφόρηση των πιστωτών θα επαρκούσε για την προστασία τους. 8.6 Η μεταφορά της έδρας της Ευρωπαϊκής Εταιρίας (SE) Η Ευρωπαϊκή Εταιρία είναι ένα ευρωπαϊκό εταιρικό μόρφωμα, το οποίο υιοθετήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2001 με τον Κανονισμό 2157/2001/ΕΚ περί του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Εταιρίας (SE) (ΕΕ 2001 L 294/1). Κύριος στόχος της Ευρωπαϊκής Εταιρίας είναι να παράσχει ένα ενιαίο νομικό πλαίσιο, το οποίο θα διευκολύνει τις εταιρίες από διαφορετικά κράτη-μέλη να αναδιοργανώνονται και να λειτουργούν μέσα στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της Ευρωπαϊκής Εταιρίας είναι η δυνατότητα μεταφοράς της έδρας της από ένα κράτος-μέλος σε άλλο κράτος-μέλος, χωρίς αυτό να επηρεάσει τη συνέχεια του νομικού προσώπου. Ειδικότερα, το Άρθρο 8 παρ. 1 του Κανονισμού ορίζει ότι η καταστατική έδρα της Ευρωπαϊκής Εταιρίας μπορεί να μεταφερθεί σε άλλο κράτος-μέλος, χωρίς να απαιτείται η λύση και εκκαθάριση αυτής στο κράτος-μέλος προέλευσης και η δημιουργία νέου νομικού προσώπου στο κράτος-μέλος υποδοχής. Το γεγονός αυτό προσδίδει κινητικότητα στην εν λόγω εταιρία μέσα στην εσωτερική αγορά, με συνέπεια να έχει τη δυνατότητα να εγκαθίσταται εκεί όπου θεωρεί ότι το εν γένει περιβάλλον είναι φιλικότερο για την επίτευξη των επιχειρηματικών της στόχων.
Η νομική προσωπικότητα της επιχείρησης και η ελευθερία εγκατάστασης στο δίκαιο της ΕΕ
Η νομική προσωπικότητα της επιχείρησης και η ελευθερία εγκατάστασης στο δίκαιο της ΕΕ Χριστίνα Σπύρου Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια christinasp1992@gmail.com Περίληψη Η εγκατάσταση και η αναγνώριση των ενωσιακών
ιασυνοριακή µεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών
P6_TA(2009)0086 ιασυνοριακή µεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 0ης Μαρτίου 2009 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά µε τη διασυνοριακή µεταφορά
δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,
κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery
Αναδιοργάνωση των επιχειρήσεων και συμμετοχή των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Αγορά
Αναδιοργάνωση των επιχειρήσεων και συμμετοχή των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Αγορά Γεωργία Πέππα Διπλωματική Εργασία που υπεβλήθη για τη μερική ικανοποίηση των απαιτήσεων για την απόκτηση Μεταπτυχιακού
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.05.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0436/2012 του Mark Walker, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με την παροχή διασυνοριακού νομικού παραστάτη
Η κινητικότητα των εταιρειών στην ευρωπαϊκή αγορά
Η κινητικότητα των εταιρειών στην ευρωπαϊκή αγορά Μαγδαληνή Μίντζα Διπλωματική Εργασία που υπεβλήθη για τη μερική ικανοποίηση των απαιτήσεων για την απόκτηση Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης Σχολή Οργάνωσης
ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ:ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΜΣ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ-ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ:ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΜΣ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ-ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ
H ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΤΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
H ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΤΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ της Δρ. Αντιγόνης Αλεξανδροπούλου Επίκουρης Καθηγήτριας, Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου Λευκωσία, Κύπρος 13.04.2016 Πηγές Ευρωπαϊκού
Ελευθερία εγκατάστασης
1 Τρίτη Διάλεξη Ελευθερία εγκατάστασης Εισαγωγικά Η ελευθερία εγκατάστασης, που κατοχυρώνεται από το άρθρο 49 της ΣΛΕΕ αποτελεί ένα από τα μέσα υλοποίησης της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων με σκοπό
της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 8ης Ιουνίου 1971* Στην υπόθεση 78/70, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή
ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 *
THE QUEEN / TREASURY COMMISSIONERS OF INL GENERAL TRUST PLC REVENUE, EX PARTE DAILY MAIL ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 * Στην υπόθεση 81/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του High
THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Απριλίου 1977* Στην υπόθεση 71/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Οκτωβρίου 2004 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Οκτωβρίου 2004 * Στην υπόθεση C-442/02, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *
ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν
ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
21.9.2010 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 253 E/1 ΙΙΙ (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΘΕΣΗ (ΕΕ) αριθ. 13/2010 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ με σκοπό την έγκριση του κανονισμού του Ευρωπαϊκού
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 28.11.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0824/2008, του Kroum Kroumov, βουλγαρικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 16 υπογραφές, σχετικά με
NOMOΣ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 4601/2019 Η Νέα Νομοθεσία για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς
Υποκείμενα εταιρικών μετασχηματισμών α. Ανώνυμες Εταιρείες β. Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης γ. Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες δ. Ομόρρυθμες Εταιρείες ε. Ετερόρρυθμες Εταιρείες στ. Ετερόρρυθμες Εταιρείες
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 26.09.2008 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Αναφορά 1116/2001, του Siegfried Missalla, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη φορολόγηση από τη φινλανδική κυβέρνηση
ΕΤΟΣ 2017 / ΤΕΥΧΟΣ 12
ΕΤΟΣ 2017 / ΤΕΥΧΟΣ 12 Δήμητρα Πάσσιου Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου ΕΚΠΑ, ΜΔΕ Φορολογικού Δικαίου ΟΠΑ, Εταίρος της δικηγορικής εταιρείας «Α.Σ. Παπαδημητρίου και Συνεργάτες» Οι εξαιρέσεις από τον ειδικό
Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))
7.2.2019 A8-0261/ 001-024 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 001-024 κατάθεση: Επιτροπή Νομικών Θεμάτων Έκθεση Pavel Svoboda A8-0261/2018 Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων (COM(2018)0096
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Βρυξέλλες, 25 Μαρτίου 2019 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Στις 29 Μαρτίου 2017 το Ηνωμένο Βασίλειο
της 10ης Δεκεμβρίου 1968*
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Δεκεμβρίου 1968* Στην υπόθεση 7/68, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από τον νομικό της σύμβουλο Armando Toledano,
ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΕΔΡΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ - Διαβούλευση που οργανώνει η Γενική Διεύθυνση "MARKT"
ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΕΔΡΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ - Διαβούλευση που οργανώνει η Γενική Διεύθυνση "MARKT" Εισαγωγή Αρχική παρατήρηση: Το παρακάτω έγγραφο συντάχθηκε από τις
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
28.8.2019 L 224/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/1376 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 23ης Ιουλίου 2019 σχετικά με την κατ' εξουσιοδότηση έκδοση αποφάσεων που αφορούν τη
Ντουμπάι, ένας δημοφιλής προορισμός για τις ελληνικές επιχειρήσεις
Πίνακας περιεχομένων Εισαγωγή Γενικές Πληροφορίες σχετικά με την καταχώρηση επιχειρήσεων στο Ντουμπάι Όροι & Προϋποθέσεις λειτουργίας οικονομικών - επαγγελματικών δραστηριοτήτων στο Εμιράτο του Ντουμπάι
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 17.12.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0930/2005, του Marc Stahl, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με την αναγνώριση ολλανδικών διπλωμάτων φυσικοθεραπείας
ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ. Ο περί Εταιρειών Νόμος (ΚΕΦ.113)
ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ Ο περί Εταιρειών Νόμος (ΚΕΦ.113) Άρθρο 7: Η εταιρεία δύναται με ειδική απόφαση να αλλάξει το ιδρυτικό έγγραφο σχετικά με τους σκοπούς της εταιρείας για να συγχωνευθεί με οποιοδήποτε
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Έγγραφο καθοδήγησης 1
EL EL EL ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Έγγραφο καθοδήγησης 1 Βρυξέλλες 1.2.2010 Εφαρµογή του κανονισµού αµοιβαίας αναγνώρισης στις διαδικασίες προηγούµενης έγκρισης 1.
ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ Διεθνείς Πτωχεύσεις
ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ Διεθνείς Πτωχεύσεις Δρ Ιωάννης Κυρ. Σωμαράκης Εαρινό εξάμηνο 2017 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Νομική Σχολή Επιστ. Υπεύθυνος: Καθηγητής Χ. Π. Παμπούκης ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 16.12.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0171/2012, του Klaus Träger, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με διαφορετικές προθεσμίες παραγραφής στην
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,
ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *
ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του
Συλλογή της Νομολογίας
Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 12ης Ιουλίου 2012 * «Άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 54 ΣΛΕΕ Ελευθερία εγκαταστάσεως Αρχέςτης ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας Διασυνοριακή μετατροπή
Συλλογή της Νομολογίας
Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 25ης Οκτωβρίου 2017 * «Προδικαστική παραπομπή Ελευθερία εγκαταστάσεως Διασυνοριακή μετατροπή εταιρίας Μεταφορά της καταστατικής
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 20.02.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0951/2004, του Jan Dolezal, πολωνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Wielkopolskie Zrzeszenie Handlu i Usług
ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ. Αθανάσιος Κουλορίδας Λέκτορας
ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ Αθανάσιος Κουλορίδας Λέκτορας ΠΕΔΊΟ ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ Μόνο συγχωνεύσεις σε κάθε συγχώνευση μίας ή περισσότερων ημεδαπών κεφαλαιουχικών εταιρειών με μία ή περισσότερες κεφαλαιουχικές εταιρείες,
προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 7ης Ιουλίου 1976 Στην υπόθεση, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του PRETORE του Μιλάνου προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής
διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ
κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad
Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 14.12.2015 COM(2015) 646 final 2015/0296 (CNS) Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας,
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΙΑΔΟΧΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ... 2 1. Συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου και αορίστου χρόνου... 2 1.1 Σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου... 3
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.5.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0600/2013 του Horst Izykowski, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τους γερμανούς συνταξιούχους που κατοικούν
τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 54 παράγραφοι 2 και 3,
Οδηγία 73/240/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί καταργήσεως των περιορισμών στο δικαίωμα εγκαταστάσεως στον τομέα της πρωτασφαλίσεως εκτός από την ασφάλιση ζωής Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 228
ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Αριθ. L 329/34 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκων Κοινοτήτων 30. 12. 93 ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 6ης Δεκεμβρίου 1993 για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι
16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 22 Νοεμβρίου 2012 (03.11) (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2011/0204 (COD) 16350/12 JUSTCIV 335 CODEC 2706 ΣΗΜΕΙΩΜΑ της: Προεδρίας προς: το Συμβούλιο αριθ. προηγ.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Η ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΔΕΚ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤ ΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙ ΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΤΜ ΗΜΑ ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ
Χαρακτηριστικά εταιρικών μορφών και προϋποθέσεις ίδρυσής τους
Χαρακτηριστικά εταιρικών μορφών και προϋποθέσεις ίδρυσής τους 1. Γιατί να επιλέξετε να συστήσετε μια ατομική επιχείρηση; Η πιο βασική μορφή ιδιοκτησιακού καθεστώτος επιχείρησης είναι η ατομική επιχείρηση.
ΕΤΟΣ 2018 / ΤΕΥΧΟΣ 11
ΕΤΟΣ 2018 / ΤΕΥΧΟΣ 11 Δήμητρα Πάσσιου Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου ΕΚΠΑ, ΜΔΕ Φορολογικού Δικαίου ΟΠΑ, Εταίρος της Δικηγορικής Εταιρείας «Α.Σ. Παπαδημητρίου και Συνεργάτες» Η απαλλαγή από τον ειδικό
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διάλεξη 11 η Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής ΑΠΘ Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *
TORFAEN BOROUGH COUNCIL/Β & Q PLC ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-145/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cwmbran Magistrates' Court του Ηνωμένου Βασιλείου
κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 20ής Φεβρουαρίου 1979 * Στην υπόθεση 120/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hessisches Finanzgericht προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177
Προτάσεις κανονισμών σχετικά με το περιουσιακό καθεστώς των συντρόφων
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Προτάσεις κανονισμών σχετικά με το περιουσιακό καθεστώς των συντρόφων ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ
ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας
ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και
Γενικά περί εμπορικών εταιρειών
Γενικά περί εμπορικών εταιρειών Έννοια της εταιρείας. Οι εταιρείες του Εμπορικού Δικαίου (Διακρίσεις των Εμπορικών εταιρειών). Το κεφάλαιο των εταιρειών (Αρχή της σταθερότητας του κεφαλαίου). Το νομικό
9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2017 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2016/0190 (CNS) 9317/17 JUSTCIV 113 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Προεδρία αριθ. προηγ. εγγρ.: WK 5263/17 Αριθ.
Σχέδιο Νόμου για τους Εταιρικούς Μετασχηματισμούς
Σχέδιο Νόμου για τους Εταιρικούς Μετασχηματισμούς Εμμανουήλ Μαστρομανώλης, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ και Μέλος Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής Γεώργιος Ψαρουδάκης, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 20.02.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0082/2006, της κ. Julia Kelly, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με διακριτική μεταχείριση σε βάρος κατοίκων
Εργαλείο φοροαποφυγής οι καταχρηστικοί φορολογικοί σχεδιασμοί Προτάσεις Γενικής Εισαγγελέα Kokott
www.pwc.com Εργαλείο φοροαποφυγής οι καταχρηστικοί φορολογικοί σχεδιασμοί Προτάσεις Γενικής Εισαγγελέα Kokott 19 Απριλίου 2018 Εισαγωγικές παρατηρήσεις Θεμελιώδης αντίθεση στο πλαίσιο της φορολογικής νομοθεσίας
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Μαρτίου 1999
ΑΠΟΦΑΣΗ της 9. 3. 1999 ΥΠΟΘΕΣΗ C-212/97 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Μαρτίου 1999 Στην υπόθεση C-212/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Højesteret (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 18.7.2011 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0562/2010, της Agnieszka Sieczkowska, πολωνικής ιθαγένειας, σχετικά με την κατάσχεση από τις δανικές αρχές
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 2009 2008/0130(CNS) 24.11.2008 ΣΥΜΒΙΒΑΣΤΙΚΕΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 1-13 Σχέδιο έκθεσης (PE741.439v01-00) σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1302/2008, της Estelle Garnier, γαλλικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Compagnie des avoués près la Cour
Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2014-2019 Έγγραφο συνόδου 12.1.2018 A8-0395/2017/err01 ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ στην έκθεση σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον έλεγχο αναλογικότητας
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1374/2002, Αναφορά 1374/2002, του Πέτρου Τσελεπίδη, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος του «Συλλόγου Εισαγωγέων
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της
Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ
κατ' WALRAVE κ.λπ. ΚΑΤΑ ASSOCIATION UNION CYCLISTE INTERNATIONALE κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 36/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Arrondissementsrechtbank
Δίκαιο των προσωπικών εταιρειών Δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιρειών
Το εμπορικό δίκαιο διακρίνεται σε: Δίκαιο των προσωπικών εταιρειών Δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιρειών Προσωπικές εταιρείες: οι εταιρείες στις οποίες λαμβάνεται υπόψη το προσωπικό στοιχείο, τα πρόσωπα
Υπόθεση C-309/99. J. C. J. Wouters κ.λπ. κατά Algemene Raad van die Nederlandse Orde van Advocaten
Υπόθεση C-309/99 J. C. J. Wouters κ.λπ. κατά Algemene Raad van die Nederlandse Orde van Advocaten [αίτηση του Raad van State (Κάτω Χώρες) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] «Επαγγελματικός σύλλογος
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 29.8.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1289/2012, της Elizabeth Bornecrantz, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με παραβίαση του δικαιώματός της στην
669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Δικαίωμα για παροχή έννομης προστασίας κατά το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Εννοια και περιεχόμενο. Θέσπιση από τον κοινό νομοθέτη περιορισμών και προϋποθέσεων
CELESTYAL CRUISES LIMITED ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ
CELESTYAL CRUISES LIMITED ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ 1 Δήλωση Πολιτικής Το δικαίωμα των υποκειμένων δεδομένων να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα τους προσωπικού χαρακτήρα τα οποία
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 30.5.2016 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0587/2013 της Winnie Sophie Füchtbauer, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη δυνατότητα αλλαγής και επιλογής
Φορολογικά Νέα Tax Flash
GLOBAL ACCOUNTING SOLUTIONS Α.Ε. Φορολογικά Νέα Tax Flash Επικοινωνία: Παπαδημητρίου Δημήτρης Senior Tax Partner dpapadimitriou@pdaudit.gr Μαλιάγκα Ασπασία Head of Tax amaliagka@pdaudit.gr Η εγκύκλιος
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 1.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Αναφορά 0586/2005, του Ιωάννη Βουτινόπουλου, ελληνικής ιθαγένειας, σχετικά με εικαζόμενες παράνομες χρηματιστηριακές συναλλαγές
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 27.5.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0194/2003, του D. G., γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με την έλλειψη ομοιομορφίας όσον αφορά την εκπαίδευση
ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕ ΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ιασυνοριακές Συγχωνεύσεις Κεφαλαιουχικών Εταιρειών»
B ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕ ΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ιασυνοριακές Συγχωνεύσεις Κεφαλαιουχικών Εταιρειών» Το φερόµενο προς συζήτηση
Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα
Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι εννοιολογικά αδιαίρετα και ορίζουν το κοινωνικό δικαίωμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Πράγματι, η
Ε.Ε. ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ
Προσωπικά Δεδομένα στο νέο ρυθμιστικό πλαίσιο της Ε.Ε. ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ, LLM www.tassis.com info@tassis.com Προσωπικά Δεδομένα Η αντιμετώπιση των ζητημάτων της ιδιωτικότητας θα πρέπει να γίνεται με
Η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012
Η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012 Ερώτηση: Ποια η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012; Απάντηση: Για την ετερόρρυθμη εταιρία πρέπει να τονιστεί το
Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε
Γνώμη 26/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Λουξεμβούργου για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Διπλωματική εργασία του μεταπτυχιακού φοιτητή Καράπα Εμμανουήλ στο Δίκαιο
ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Δημόσια νομικά πρόσωπα
ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Δημόσια νομικά πρόσωπα 16/5/2016 Έννοια Δημόσια νομικά πρόσωπα Νομικά πρόσωπα Περιουσία με δημόσιο χαρακτήρα Προνόμια δημόσιας εξουσίας Δημόσια νομικά πρόσωπα: εφαρμογή καθ ύλην
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ,
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ Βρυξέλλες, 8 Φεβρουαρίου 2018 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1260/2007, του Stanislav Cavlek, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη «Ljubljanska Banka» και με ισχυρισμούς
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 10.11.2010 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0408/2010 του διοικητικού συμβουλίου της «Organización Impulsora de Discapacitados» (οργάνωση υπέρ των
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 3.1.2011 COM(2010) 791 τελικό 2011/0001 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 σχετικά
Τέταρτη Διάλεξη. Ελευθερία παροχής υπηρεσιών
1 Τέταρτη Διάλεξη Ελευθερία παροχής υπηρεσιών Η διάταξη του άρθρου 56 της ΣΛΕΕ (πρώην 49 ΣΕΚ) είναι διάταξη αμέσου εφαρμογής και αποτελεί την συγκεκριμενοποίηση της αρχής της μη διάκρισης στον τομέα της
Συλλογή της Νομολογίας
Συλλογή της Νομολογίας ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ JULIANE KOKOTT της 4ης Μαΐου 2017 1 Υπόθεση C-106/16 Polbud -Wykonawstwo sp. z o.o., υπό εκκαθάριση [αίτηση του Sąd Najwyższy (Ανώτατο Δικαστήριο,
Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας
Υπόθεση C-459/03 Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας «Παράβαση κράτους μέλους Σύμβαση δίκαιο της θάλασσας Μέρος XII Προστασία και διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος Καθεστώς διευθετήσεως
Πρακτικός οδηγός. Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο Σε Αστικές Και Εμπορικές Υποθέσεις
Χρήση των τηλεσυνδιασκέψεων για τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 2001 Πρακτικός οδηγός Ευρωπαϊκό Δικαστικό
Αθήνα, ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
ΧΑΡΗΣ Τ. ΠΟΛΙΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΣΕ Α.Π., Σ.τ.Ε., Δρ. ΙΑΤΡΙΚΗΣ Ε.Κ.Π.Α. ΕΠΙΣΚ. ΚΑΘ. ΙΑΤΡ. ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΥΡ. ΠΑΝ. ΚΥΠΡΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ 15, 15451 Ν. ΨΥΧΙΚΟ, ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: (210) 6756747, FAX: (210) 6729207 e-mail: chpolitis@gmail.com
Αλλαγές ερμηνευτικών θέσεων της διοίκησης και προστασία του φορολογούμενου Ομαδικά ασφαλιστήρια μετά τη Γνμδ ΝΣΚ 266/2017 και άλλες περιπτώσεις
Αλλαγές ερμηνευτικών θέσεων της διοίκησης και προστασία του φορολογούμενου Ομαδικά ασφαλιστήρια μετά τη Γνμδ ΝΣΚ 266/2017 και άλλες περιπτώσεις 4 η Διημερίδα e-θεμισ «Επίκαιρα Ζητήματα Φορολογικού & Ασφαλιστικού
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 16.12.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέµα: Αναφορά 0895/2011, του Anthony Webb, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά µε την άρνηση χορήγησης επιδόµατος αιτούντος
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 2. 2. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ 186/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * Στην υπόθεση 186/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της επιτροπής αποζημιώσεως θυμάτων εγκλήματος του Tribunal de
Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΜΕΧΡΙ 2004
ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΜΕΧΡΙ 2004 Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο - «Οδηγία 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 20.11.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0623/2009, του D.A., γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη διπλή φορολογία στις Κάτω Χώρες και στη Γερμανία
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝ ΕΣΜΟΣ ΑΝΩΝΥΜΩΝ, ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ & ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡEΙΩΝ ASSOCIATION OF GREEK CONTRACTING COMPANIES
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝ ΕΣΜΟΣ ΑΝΩΝΥΜΩΝ, ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ & ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡEΙΩΝ ASSOCIATION OF GREEK CONTRACTING COMPANIES Αριθ. Πρωτ.20534/ΣΜ/λµ ΑΘΗΝΑ, 4 Ιουνίου 2009 Π Ρ Ο Σ Το Επιµελητήριο Αιτωλοακαρνανίας
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 30.01.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0277/2006, του Vitor Chatinho, πορτογαλικής ιθαγένειας, σχετικά με την υποτιθέμενη παράλειψη των πορτογαλικών
ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ