Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΣΜΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ( )

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΣΜΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ( )"

Transcript

1 Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΣΜΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ( ) Η Α Εθνοσυνέλευση και η εθνική διοίκηση Οι πολιτικές και οι ιδεολογικές αρχές της Επανάστασης Από τις αρχές Δεκεµβρίου του 1821, παραστάτες (αντιπρόσωποι) από τις επαναστατηµένες περιοχές είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται στην Πιάδα, χωριό κοντά στην Αρχαία Επίδαυρο, µε σκοπό να φτιάξουν σύστηµα, όπως ονόµαζαν τότε την ενιαία πολιτική και πολιτειακή αρχή στην οποία θα στηριζόταν ο αγώνας για την ανεξαρτησία. Στις 20 Δεκεµβρίου, οι αντιπρόσωποι του επαναστατηµένου έθνους συνήλθαν σε Εθνοσυνέλευση, η οποία ανέλαβε να ορίσει το πολίτευµα βάσει του οποίου θα διαµορφώνονταν οι εθνικοί πολιτικοί θεσµοί. Η Εθνοσυνέλευση, την 1η Ιανουαρίου 1822, ψήφισε σύνταγµα, το Προσωρινόν Πολίτευµα της Ελλάδος, όπως ονοµάστηκε. Το σύστηµα, για το οποίο έκαναν τόσο λόγο εκείνη την εποχή, στηριζόταν στην ενιαία πολιτική εκπροσώπηση, ήταν δηλαδή αντιπροσωπευτικό, και βασιζόταν στη διάκριση των εξουσιών (βουλευτική, εκτελεστική και δικαστική). Βάσει του συντάγµατος, συγκροτήθηκε η ενιαία πολιτική αρχή της επανάστασης, η Προσωρινή Διοίκηση, αποτελούµενη από δύο συλλογικά σώµατα, το βουλευτικό και το εκτελεστικό. Το πρώτο ελληνικό σύνταγµα προέβλεπε το ενιαύσιο της θητείας των εν λόγω σωµάτων. Τι ήταν όµως αυτή η περίφηµη Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, µε τις µεγάλες διακηρύξεις της και τα ψηφίσµατά της που έδωσαν πολιτική και πολιτειακή υπόσταση στην Επανάσταση, σύµφωνα µάλιστα µε το πρότυπο των πολιτισµένων εθνών της Ευρώπης; Ήταν η θεσµική αποκρυστάλλωση ενός νέου και νεωτερικού πολιτικού υποκειµένου: του επαναστατηµένου έθνους, που είχε γεννηθεί στο πλαίσιο ανάπτυξης των ιδεών του εθνικισµού και της δηµιουργίας του ελληνικού εθνικού κινήµατος. Με άλλα λόγια, Η πρώτη σελίδα του «Προσωρινού Πολιτεύµατος της Ελλάδος»

2 η Εθνοσυνέλευση, όχι µόνο µέσω του συντάγµατος και των ψηφισµάτων, αλλά και µέσω της ίδιας της σύγκλησής της, ενσάρκωνε αυτό το νέο συλλογικό υποκείµενο και, ταυτόχρονα εξήγγειλε τη βούλησή του να αυτοπροσδιορισθεί πολιτικά. Έτσι, ακολουθώντας ως παράδειγµα τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των Ηνωµένων Πολιτειών της Αµερικής (4 Ιουλίου 1776), το επαναστατηµένο ελληνικό έθνος, «διά των νοµίµων παραστατών του», διακήρυξε στο προοίµιο του συντάγµατος «την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν». Η Εθνοσυνέλευση ολοκλήρωσε τις εργασίες της στις 15 Ιανουαρίου. Την ηµέρα εκείνη προέβη στη Διακήρυξη του Αγώνα της ανεξαρτησίας. Συνέταξε δηλαδή ένα µνη- µειώδες πολιτικό και ιδεολογικό µανιφέστο, το οποίο συµπύκνωνε τις πολιτικές και ιδεολογικές αρχές της Επανάστασης µε αναφορά στις ιδέες του πολιτικού φιλελευθερισµού και του τότε αναδυόµενου εθνικισµού. Ο πόλεµος εναντίον των Οθωµανών παρουσιαζόταν ως αγώνας υπέρ της ελευθερίας και εναντίον της σκλαβιάς, ως αγώνας υπεράσπισης αναπαλλοτρίωτων φυσικών δικαιωµάτων, όπως ήταν το δικαίωµα των ανθρώπων στη ζωή, την τιµή, την ιδιοκτησία και την ελευθερία, ως αγώνας εντέλει του πολιτισµού εναντίον της βαρβαρότητας. Η έννοια της ελευθερίας αποκτούσε συγκεκριµένο πολιτικό νόηµα και σηµασία στη Διακήρυξη της Εθνοσυνέλευσης: παρέπεµπε στο ιδεώδες της εθνικής ανεξαρτησίας Το προοίµιο του Συντάγµατος της Επιδαύρου Εν ονόµατι της Αγίας και Αδιαιρέτου Τριάδος «Τό Ελληνικόν Έθνος, τό υπό τήν φρικώδη οθωµανικήν δυναστεία, µή δυνάµενον νά φέρη τόν βαρύτατον καί απαραδειγµάτιστον ζυγόν της τυραννίας καί αποσείσαν αυτόν µέ µεγάλας θυσίας, κηρύττει σήµερον διά των νοµίµων παραστατών του, εις Εθνικήν συνηγµένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού καί ανθρώπων τήν πολιτικήν αυτού ύπαρξιν καί ανεξαρτησίαν. Εν Επιδαύρω την α Ιανουαρίου, έτει αωκβ καί α της Ανεξαρτησίας». (Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, Αι Εθνικαί Συνελεύσεις, τ. 3, Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 1971, σ. 1).

3 και κυριαρχίας, στο πλαίσιο της οποίας και µόνο θα µπορούσε το έθνος να διασφαλίσει την υπόστασή του και να καρπωθεί γενικότερα τα αγαθά του πολιτισµού γι αυτό άλλωστε είχε επαναστατήσει. Η Επανάσταση θεµελιωνόταν έτσι σε αδιαπραγµάτευτες πολιτικές και ηθικές αρχές και αξίες, που αντλούσαν από τα ιδεώδη του Διαφωτισµού και των εθνικών κινηµάτων, έρχονταν σε πλήρη αντίθεση και αντιπαράθεση µε την οθωµανική δεσποτεία και καθιστούσαν τον πόλεµο εναντίον της δίκαιο και επιβεβληµένο. Εξάλλου, η νέα πολιτική γεωγραφία που καθρεφτιζόταν στη συνάρτηση της ελευθερίας µε την εθνική ανεξαρτησία, δηλαδή ο προσανατολισµός προς τη δηµιουργία εθνικών κρατών ως αρχής οργάνωσης των νέων σχέσεων πολιτικής κυριαρχίας που δηµιουργούνταν εκείνη την εποχή, αµφισβητούσε, ταυτόχρονα, µε έµµεσο τρόπο, τη νοµιµότητα των παλαιών καθεστώτων που συγκροτούσαν την Ιερή Συµµαχία. Ο φόβος που κυριαρχούσε µεταξύ των Ελλήνων επαναστατών (εκείνων τουλάχιστον που ήταν σε θέση να κατανοούν την πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη µετά τους Ναπολεόντειους πολέµους), ότι θα κατηγορηθούν για καρµποναρισµό, ήταν η άλλη όψη των εκκλήσεων προς τους λαούς της Ευρώπης για υποστήριξη της Ελληνικής Επανάστασης. Οι επαναστάτες διακήρυξαν λοιπόν στην Εθνοσυνέλευσή τους τον µέχρις εσχάτων πόλεµο, εκφράζοντας τη βούλησή τους να απαλλαγούν οριστικά, και µε κάθε τίµηµα («Ελευθερία ή Θάνατος»), από τα τυραννικά οθωµανικά δεσµά και να ζήσουν ελεύθεροι, όπως ταίριαζε σε όλα τα πολιτισµένα έθνη. Ο πόλεµος δηλαδή τον οποίο είχαν αναλάβει εναντίον των τυράννων τους δεν ήταν µια συνηθισµένη «αποστασία» κάποιων απελπισµένων (ή παρασυρόµενων από τις χριστιανικές δυνάµεις) ραγιάδων, όπως τον κατανοούσαν ή, έστω, ήθελαν να τον παρουσιάζουν οι Οθωµανοί. Η Εθνοσυνέλευση είχε αναγάγει τη σύγκρουση µε τους Οθωµανούς σ ένα τέτοιο επίπεδο, όπου καµία διαπραγµάτευση, ενόψει της διευθέτησης της κρίσης και της αποκατάστασης των σχέσεων µεταξύ των δύο πλευρών, δεν θεωρούνταν θεµιτή. Η µόνη λύση ήταν ο µέχρις εσχάτων πόλεµος, ο οποίος, σύµφωνα µε τη διακήρυξη της Εθνοσυνέλευσης, ήταν «εθνικός, πόλεµος ιερός, του οποίου η µόνη αιτία είναι η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ηµών ελευθερίας, της ιδιοκτησίας, και της τιµής». Σύµφωνα λοιπόν µε τους διακηρυγµένους στόχους της Επανάστασης, καµία δυνατότητα συνύπαρξης ανάµεσα στις δύο πλευρές δεν ήταν πλέον δυνατή, καµία δυνατότητα επιστροφής στο προηγούµενο καθεστώς. Η ίδια η Εθνοσυνέλευση εξέφραζε την έµπρακτη, συνολική Σφραγίδα του βουλευτικού σώµατος του 1822.

4 άρνηση της οθωµανικής νοµιµότητας και κυριαρχίας. Το ιδίωµα στο οποίο διατυπώνονταν οι ιδεολογικές και πολιτικές αρχές και διεκδικήσεις της Επανάστασης ήταν, όπως προαναφέρθηκε, το ιδίωµα του Διαφωτισµού, Απόσπασµα από τη Διακήρυξη της Εθνικής Συνέλευσης «Απόγονοι του σοφού καί φιλανθρώπου έθνους των Ελλήνων, σύγχρονοι των νυν πεφωτισµένων καί ευνοµούµενων λαών της Ευρώπης, καί θεαταί των καλών, τά οποία ούτοι υπό τήν αδιάρηκτον των νόµων αιγίδα απολαµβάνουσιν, ήτο αδύνατον πλέον νά υποφέροµεν µέχρις αναλγησίας καί ευηθείας τήν σκληράν του Οθωµανικού κράτους µάστιγα, ήτις ήδη τέσσαρας περίπου αιώνας επάταξε τάς κεφαλάς ηµών, καί αντί του λόγου τήν θέλησιν ως νόµον γνωρίζουσα διώκει καί διέταττε τά πάντα δεσποτικώς καί αυτογνωµόνως. Μετά µακράν δουλειάν ηναγκάσθηµεν τέλος πάντων νά λάβωµεν τά όπλα εις χείρας, καί νά εκδικήσωµεν εαυτούς καί τήν πατρίδαν ηµών από µίαν τοιαύτην φρικτήν καί ως πρός τήν αρχήν αυτής άδικον τυραννίαν, ήτις ουδεµίαν άλλην είχεν όµοιαν, ή κάν δυναµένην οπωσούν νά παραβληθή δυναστείαν. Ο κατά των Τούρκων πόλεµος ηµών µακράν του νά στηρίζεται εις αρχάς τινάς δηµαγωγικάς καί στασιώδεις ή ιδιωφελείς µέρους τινός του σύµπαντος Ελληνικού Έθνους σκοπούς, είναι πόλεµος εθνικός, πόλεµος ιερός, του οποίου η µόνη αιτία είναι η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ηµών ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της τιµής, τά οποία, εν ω τήν σήµερον όλοι οι ευνοµούµενοι και γειτονικοί λαοί της Ευρώπης τά χαίρουσιν, από ηµάς µόνον η σκληρά καί απαραδειγµάτιστος των Οθωµανών τυραννία επροσπάθησε µέ βίαν νά αφαιρέση [ ]. Από τοιαύτας αρχάς των φυσικών δικαίων ορµώµενοι καί θέλοντες νά εξοµοιωθώµεν µέ τούς λοιπούς συναδέλφους µας Ευρωπαίους Χριστιανούς εκινήσαµεν τόν πόλεµον κατά των Τούρκων, [ ] αποφασίσαντες ή νά επιτύχωµεν τον σκοπόν µας καί νά διοικηθώµεν µέ νόµους δικαίους, ή νά χαθώµεν εξ ολοκλήρου κρίνοντες ανάξιον νά ζώµεν πλέον ηµείς οι απόγονοι του περικλεούς έθνους των Ελλήνων υπό δουλείαν τοιαύτην ιδίαν µάλλον των αλόγων ζώων παρά των λογικών όντων». (Σπ. Τρικούπης, «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», τ. Β Γιοβάνης, Αθήνα 1978, σ ).

5 της Γαλλικής Επανάστασης, του πολιτικού φιλελευθερισµού και του εθνικισµού, µια γλώσσα δηλαδή την οποία δεν µπορούσαν να κατανοήσουν εύκολα οι Οθωµανοί. Και τούτο, διότι δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν τις µεγάλες κοινωνικοπολιτικές και ιδεολογικές διεργασίες στους κόλπους του ελληνισµού που καθιστούσαν την αποστασία των ραγιάδων τους εθνικό κίνηµα. Στις πολιτικές αποφάσεις της Εθνοσυνέλευσης αποτυπώθηκαν και εκφράστηκαν εµβληµατικά οι µεγάλες κοινωνικοπολιτικές και ιδεολογικές διεργασίες στο πλαίσιο των οποίων είχε γεννηθεί και αναπτυχθεί το ελληνικό εθνικό κίνηµα. Αναφέροµαι στις σηµαντικές δυτικοευρωπαϊκές και παγκόσµιες εξελίξεις, στο επίπεδο των κοινωνικοοικονοµικών σχέσεων και δοµών, της πολιτικής και των ιδεών: στις µεγάλες κοινωνικές και πολιτικές επαναστάσεις του 18ου αιώνα (αµερικανική και γαλλική) και στη διάδοση των ιδεών τους στη διαδικασία της εκκοσµίκευσης και της εγγραµµατοσύνης και της διεύρυνσής τους στη σχηµατιζόµενη ευρωπαϊκή περιφέρεια στη γενίκευση των εµπορευµατικών σχέσεων και συναλλαγών, στο πλαίσιο των οποίων είχαν αναπτυχθεί και άκµαζαν τα κέντρα του παροικιακού ελληνισµού. Πρόκειται για κοινωνικοπολιτικές και ιδεολογικές διεργασίες και οσµώσεις που είχαν φέρει σε επαφή τη Βαλκανική χερσόνησο και τις µεσογειακές κτήσεις της Οθωµανικής αυτοκρατορίας µε τον διευρυνόµενο τότε δυτικό κόσµο και τη νεωτερικότητα. Οι επαναστάτες λοιπόν που συναντήθηκαν στην Πιάδα και συµµετείχαν στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης, µέσα από τις οποίες γεννήθηκε το ελληνικό κράτος, µετείχαν, µε τον έναν ή µε τον άλλο τρόπο, του µεγάλου αυτού κοινωνικοπολιτικού και ιδεολογικού κινήµατος το οποίο είχε οδηγήσει στον ελληνικό ξεσηκωµό. Ακόµη και όσοι δεν είχαν φυσική παρουσία στην Εθνοσυνέλευση, όπως ο Κοραής, δήλωναν ωστόσο εµφατικά την παρουσία τους µε τις ιδέες τους και τη µεγάλη επίδραση που αυτές ασκούσαν στις εργασίες της. Εκ πρώτης όψεως, πάντως, φαινόταν ότι οι άνθρωποι που είχαν συναθροιστεί στην Εθνοσυνέλευση από τα διάφορα µέρη του ελληνισµού είχαν πολύ λίγα πράγµατα κοινά, που να τους ενώνουν. Αντιθέτως, υπήρχαν πολύ περισσότερα που τους χώριζαν και καθιστούσαν δύσκολη, έως αδύνατη τη συνεννόηση ανάµεσά τους. Τι θα µπορούσε να ενώνει άραγε κοτζαµπάσηδες και οπλαρχηγούς, όπως ήταν ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Πετρόµπεης Μαυροµιχάλης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, µε φιλελεύθερους λογίους, όπως ήταν ο Βενιαµίν ο Λέσβιος και ο Άνθιµος Γαζής; Τι

6 κοινό θα µπορούσε να υπάρχει ανάµεσα στον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Κοραή, ανάµεσα στην Πίζα ή το Παρίσι και τη Μάνη ή τα Άγραφα; Είναι φανερό ότι επρόκειτο για διαφορετικούς κόσµους και πολιτισµούς, για ανθρώπινα περιβάλλοντα που αντλούσαν από διαφορετικές κοινωνικές εµπειρίες και πολιτικές παραδόσεις. Υπήρχε ωστόσο κάτι πάρα πολύ σηµαντικό, που ένωνε όλους αυτούς τους τόσο διαφορετικούς ανθρώπους και κοινωνικούς κόσµους, και έδινε νόηµα στη συνύπαρξή τους στον χώρο της Επανάστασης και της Εθνοσυνέλευσης. Κάτι που τους ένωνε τόσο ισχυρά, ώστε να µην έχει ιδιαίτερη σηµασία το γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν γνωρίζονταν καν προηγουµένως µεταξύ τους ή ότι προέρχονταν από τόσο διαφορετικά περιβάλλοντα. Όλους αυτούς τους ανθρώπους, που βρίσκονταν στην Επίδαυρο, τους ένωνε η µύησή τους στην Εθνική Ιδέα, δηλαδή η ένταξή τους σε µια µεγάλη συλλογική υπόθεση, την οποία είχαν κληθεί οι ίδιοι να αναλάβουν και η οποία προσέδιδε υπέρτατο νόηµα στη ζωή τους: ο Αγώνας για την εθνική ανεξαρτησία. Όπως, βεβαίως, την αντιλαµβανόταν ο καθένας αυτήν την υπόθεση, σύµφωνα µε τους δικούς του πολιτικούς και ιδεολογικούς ορίζοντες, σύµφωνα µε τις δικές του µέριµνες και προσδοκίες αυτό, ωστόσο, λίγη σηµασία είχε τότε. Σηµασία είχε ότι όλοι τους ήταν εκεί, συναθροισµένοι: µε τις διαφορές και τις διαφωνίες τους, µε τους φόβους, τους δισταγµούς και τις ανησυχίες τους, µε τις ιδιαίτερες στρατηγικές αποκλεισµού των αντιπάλων και προώθησης προσίδιων πολιτικών σχεδιασµών, αλλά, επίσης, να µοιράζονται τον ίδιο µεγάλο ενθουσιασµό για τη συµµετοχή σ αυτήν τη σπουδαία, όπως την θεωρούσαν, υπόθεση, µέσα σ ένα κλίµα γενικού αναβρασµού και επαναστατικού πυρετού, που τον είχαν ήδη παροξύνει οι πρώτες µεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες στη Ρούµελη (στο Μακρυνόρος και στα Βασιλικά) και στην Πελοπόννησο (στο Βαλτέτσι και τα Δολιανά και κυρίως στην Τριπολιτσά). Κι αυτήν την τροµερή ιδέα, την επαναστατική Εθνική Ιδέα, η οποία ένωνε και κινητοποιούσε αυτούς τους τόσο διαφορετικούς ανθρώπους, την είχε σφυρηλατήσει τα προηγούµενα χρόνια η Φιλική Εταιρεία, µε τα δίκτυα λειτουργίας και τους µηχανισµούς στρατολόγησης που είχε συστήσει απ άκρη σ άκρη του ελληνισµού. Η Φιλική Εταιρεία είχε εµβολιάσει στις συλλογικές συνειδήσεις, ή, τουλάχιστον, σε µία πρώτη φάση, στις συνειδήσεις όσων είχαν εµπλακεί στους µηχανισµούς της, την ιδέα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Έτσι είχε σφυρηλατηθεί η νέα συλλογικό- Στα τέλη του 18ου αιώνα η σκλαβωµένη Ελλάδα παριστά- Η σφραγίδα της Φιλικής Εταιρείας (Εθνικό Ιστορικό Μου-

7 τητα που διακήρυττε και, ταυτόχρονα, πραγµάτωνε την πολιτική της ύπαρξη και ανεξαρτησία, δηλαδή τον πόλεµο για τη δηµιουργία ανεξάρτητου εθνικού κράτους. Αυτή η συλλογικότητα, που αποτυπωνόταν στα πολιτικά και ιδεολογικά κείµενα της Εθνοσυνέλευσης, δεν ήταν φτιαγµένη µόνο µε τα παραδοσιακά υλικά της θρησκείας, της εντοπιότητας και της συγγένειας, που αποτελούσαν, στη µακρά ιστορική διάρκεια, τους θεµελιώδεις όρους οργάνωσης της ζωής των Ρωµιών. Η νέα συλλογικότητα, το επαναστατηµένο έθνος, ήταν φτιαγµένη πρωτίστως µε ιδέες τις οποίες είχαν γεννήσει τα µεγάλα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα και τα διανοητικά ρεύµατα που σηµάδεψαν τη νεωτερικότητα. Βάσει αυτών των ιδεών είχε ενοποιηθεί ο ελληνισµός που παρίστατο στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου ως το πολιτικό υποκείµενο της Επανάστασης και της απελευθέρωσης. Οι άνθρωποι της Επανάστασης και οι προκλήσεις της συγκυρίας Εάν θα µπορούσαµε να µεταφερθούµε µε τη φαντασία µας στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, θα αντικρίζαµε όλο αυτό το ετερόκλητο πλήθος των παραστατών και των περί αυτών, που παθιάζονταν, διαφωνούσαν, φιλονικούσαν και φατριάζονταν. Κι όλα αυτά ενόψει της επίτευξης αυτού του κοινού πολιτικού στόχου, του προτάγµατος της εθνικής ανεξαρτησίας πράγµα αδιανόητο στο παρελθόν, που ακόµη δεν είχαν αναπτυχθεί και αποκρυσταλλωθεί οι εθνικές ιδέες. Ανάµεσά τους υπήρχαν λογής τοπικοί άρχοντες των οθωµανικών επαρχιών, της Πελοποννήσου κυρίως, οι λεγόµενοι κοτζαµπάσηδες ή προύχοντες ή προεστοί, µαθηµένοι από τους πατεράδες και τους παππούδες τους να κατανέµουν και να εισπράττουν φόρους, να επιβάλλουν την τάξη και να αποδίδουν νοµιµοφροσύνη στον εκάστοτε πασά ως κεφαλές του τόπου να νιώθουν ότι επωµίζονται την ευθύνη που ταιριάζει σε ανθρώπους που ασκούν ανέκαθεν εξουσίες κι έχουν κατοχυρωµένα προνόµια, αλλά, ταυτόχρονα, να είναι διστακτικοί και ανήσυχοι απέναντι στους ξεσηκωµένους. Κι όµως, οι άνθρωποι αυτοί είχαν ενταχθεί στην Επανάσταση και είχαν µάλιστα πρωτοστατήσει τους προηγούµενους µήνες στην κινητοποίηση των κοινοτήτων, στην οργάνωση των στρατοπέδων και στη χρηµατοδότηση και τον συντονισµό των πολεµικών επιχειρήσεων. Η πατροπαράδοτη εξουσία τους επί των χριστιανικών κοινοτήτων και η πρωταγωνιστική τους παρουσία στην κήρυξη της Επανάστασης θεµελίωναν τη βούλησή τους να

8 διεκδικούν ηγετικούς ρόλους στη νέα συνθήκη και να συνδέουν την εθνική απελευθέρωση µε τη διασφάλιση των όρων της κοινωνικής και πολιτικής τους αναπαραγωγής. Για τον λόγο αυτό, είχαν µεταφέρει στην Εθνοσυνέλευση τη δική τους πολιτική εµπειρία, τη δική τους δηλαδή αντίληψη περί της άσκησης της εξουσίας, όπως αυτή είχε διαµορφωθεί, στη µακρά διάρκεια, από τη συµµετοχή τους στους πολιτικούς και διοικητικούς µηχανισµούς της Οθωµανικής αυτοκρατορίας. Οι πρόσφατες όµως εξελίξεις στις περιοχές που είχε ξεσπάσει και επικρατήσει η επανάσταση είχαν προϊδεάσει όλους αυτούς τους παλιούς άρχοντες ότι τα πράγµατα δεν θα ήταν όπως στο παρελθόν. Η πρωτοκαθεδρία τους δεν ήταν αδιαµφισβήτητη, ενώ οι συγκρούσεις για τον έλεγχο της επαναστατικής εξουσίας δεν αφορούσαν πλέον µόνο τις λιγοστές ισχυρές οικογένειες κοτζαµπάσηδων, όπως συνέβαινε στο οθω- µανικό πλαίσιο, όταν ανταγωνίζονταν για τις σηµαντικές θέσεις πλάι στον πασά. Η Επανάσταση δηµιουργούσε ένα πεδίο ελευθερίας από τους καταναγκασµούς και τις δεσµεύσεις του παρελθόντος. Οι ξεσηκωµένοι και οπλισµένοι αγρότες και κάτοικοι των πόλεων, καθώς ανέτρεπαν το καθεστώς της υποταγής τους στην οθωµανική εξουσία, δοκίµαζαν και τα όρια τις υποταγής τους στις παλιές κοινοτικές αυθεντίες. Εκτός από τους κοτζαµπάσηδες της Πελοποννήσου, θα αντικρίζαµε στον χώρο της Εθνοσυνέλευσης τους άρχοντες και εµπόρους των νησιών (ιδίως των Σπετσών, των Ψαρών και της Ύδρας), αυτούς τους ευνοηµένους από την πρόσφατη συγκυρία των ευρωπαϊκών στρατιωτικοπολιτικών αποκλεισµών, που τους είχαν στρέψει σε νέες θάλασσες και αγορές, να µεταφέρουν και να ανταλλάσσουν προϊόντα, αλλά και να ανοίγονται στις νέες ιδέες. Αυτοί, λοιπόν, είχαν ενστερνισθεί την εθνικοαπελευθερωτική ιδέα και είχαν προσέλθει στην Εθνοσυνέλευση µε πλήρη συνείδηση του πρωταγωνιστικού ρόλου που διαδραµάτιζαν τα πλοία τους στις στρατιωτικές επιχειρήσεις (αποκλεισµοί παράκτιων φρουρίων, αντιµετώπιση οθωµανικού στόλου), προκειµένου να υλοποιηθεί το επαναστατικό σχέδιο. Οι νοικοκυραίοι, όπως τους έλεγαν, επιζητούσαν την ενιαία πολιτική αρχή, την κρατική οργάνωση και την ισχυρή εκτελεστική εξουσία, διότι µόνον έτσι αντιλαµβάνονταν την ένταξη των νησιών και των στόλων τους στην Επανάσταση. Εκτός των άλλων, ήλπιζαν ότι η ενιαία πολιτική αρχή θα µπορούσε να τους διασφαλίσει τα σηµαντικά χρηµατικά ποσά που απαιτούνταν για τη συντήρηση και κίνηση των πλοίων. Στην τουρκοκρατούµενη Ελλάδα οι τοπικοί άρχοντες των οθωµα- Το λιµάνι της Οδησσού (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό

9 Θα µπορούσαµε ακόµα να διακρίνουµε στον τόπο της Α Εθνοσυνέλευσης και αυτούς που είχαν τον πρώτο λόγο στη σύνταξη των διακηρύξεων, των ψηφισµάτων και του Προσωρινού Πολιτεύµατος: τους εγγράµµατους και λογίους του ελληνισµού, τους καλαµαράδες, όπως τους ονόµαζαν τότε. Επρόκειτο για έναν κύκλο ανθρώπων γύρω από την Πίζα, το Παρίσι, το Λιβόρνο, τη Βιέννη, την Οδησσό και άλλα µεγάλα αστικά κέντρα, αποτελούµενο από διανοουµένους, εµπόρους και σπουδαστές, που στην πλειονότητά τους συνέδεαν την εθνική επαναστατική ιδέα µε τις φιλελεύθερες ιδέες και αρχές πολιτικής οργάνωσης. Ανάµεσά τους υπήρχαν και ορισµένοι που είχαν προηγουµένως εγκαταλείψει ηγετικά πόστα στην οθωµανική διοίκηση, και µαζί µε τη φαναριώτικη παιδεία τους και τα πριγκιπικά τους αξιώµατα περιφέρονταν στους τόπους όπου συνυφαίνονταν οι αρχές του φιλελευθερισµού µε τις εθνικές ιδέες. Διεκδικούσαν κι αυτοί πρωταγωνιστικό ρόλο στον Αγώνα, αφού είχαν πλήρη συνείδηση του πόσο απαραίτητοι ήταν στην οργάνωση των νέων πολιτειακών και πολιτικών θεσµών και στη λειτουργία των µηχανισµών διοίκησης. Ορισµένοι µάλιστα, όπως ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και ο Θεόδωρος Νέγρης, είχαν φροντίσει τους προηγούµενους µήνες να αποκτήσουν πολιτικά ερείσµατα στον τόπο, αφού είχαν προσέλθει στην Εθνοσυνέλευση ως παραστάτες των επαναστατηµένων περιοχών. Το ίδιο και ο Ιωάννης Κωλέττης, που κι αυτός σπούδασε στην Πίζα, ήταν Φιλικός και είχε ηγηθεί της επανάστασης στην περιοχή του (Καλαρρύτες, Συρράκο). Μετά την καταστολή της, προσήλθε στις περιοχές όπου η επανάσταση ήταν ζωντανή και συµ- µετείχε στην Εθνοσυνέλευση ως παραστάτης. Οι άνθρωποι αυτοί, πάντως, πέραν της προσωπικής συµµετοχής τους στην ηγεσία της Επανάστασης, επεδίωκαν πρωτίστως την εµπέδωση πολιτικών θεσµών και αρχών νοµιµότητας που εγγράφονταν στην προοπτική εγκαθίδρυσης ενός σύγχρονου, δυτικού τύπου κράτους. Θα µπορούσαµε επίσης να αντικρίσουµε στην Εθνοσυνέλευση κι αυτούς που δρούσαν στις παρυφές ή στο περιθώριό της, που απουσίαζαν δηλαδή από την Εθνοσυνέλευση, αλλά πρωταγωνιστούσαν στον πόλεµο. Λογής ανθρώπους των όπλων, τους παλιούς κλέφτες και κάπους της Πελοποννήσου και τους αρµατολούς της Ρού- µελης, µε πλούσια παράδοση ανταρσίας, που ασκούσαν ταυτόχρονα και εξουσίες, υπηρετώντας κατά καιρούς τους κοτζαµπάσηδες (στην Πελοπόννησο) ή την ίδια την οθωµανική εξουσία. Ορισµένοι, που είχαν χάσει στο παρελθόν τα αρµατολίκια και Σφραγίδες του Δηµητρίου και Αλεξάνδρου Υψηλάντη (Ιστο-

10 τα καπιλίκια τους, είχαν καταδιωχθεί ως κλέφτες και τελικά είχαν σωθεί µόνο αφού είχαν ξεριζωθεί για καιρό από τον τόπο τους. Είχαν µάθει όµως καλά την τέχνη του πολέµου στα άτακτα στρατιωτικά σώµατα που είχαν φτιαχτεί στα Επτάνησα από τους Ρώσους, τους Άγγλους και τους Γάλλους, στα χρόνια των Ναπολεόντειων πολέµων. Οι άνθρωποι των όπλων, που ήδη πρωτοστατούσαν στον πόλεµο και είχαν αποκτήσει µεγάλη δύναµη στις επαρχίες, αντλούσαν από τον ρόλο τους αυτό το δικαίωµα να έχουν πρωτεύοντα λόγο στα ζητήµατα που αφορούσαν στην οργάνωση του Αγώνα. Ανεξάρτητα πάντως από το πώς ακριβώς αντιλαµβάνονταν αυτόν τον νέο ρόλο τους, πρόβαλαν κι αυτοί στα δίκαια της εθνικής επανάστασης τη δική τους αίσθηση περί δικαίου. Ανάµεσά τους δέσποζαν οι ηγετικές φυσιογνωµίες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, στην Πελοπόννησο, και του Οδυσσέα Ανδρούτσου, στην ανατολική Ρούµελη. Γύρω απ αυτούς άρχισαν να συγκεντρώνονται και άλλοι οπλαρχηγοί των περιοχών τους, γεγονός που τους έδινε δύναµη πολιτική, καθώς σε καιρό πολέµου ήταν σε θέση να ελέγχουν, σ έναν βαθµό, τη διεύθυνση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, δηλαδή την ίδια την τύχη της Επανάστασης. Έτσι, η απουσία ή ακόµη και ο αποκλεισµός τους από την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου δεν σήµαινε και απουσία τους από τις πολιτικές διεργασίες του επαναστατηµένου έθνους. Υπήρχαν και άλλοι στην Εθνοσυνέλευση. Όσοι ήταν δυσαρεστηµένοι από τις εξελίξεις που είχαν οδηγήσει σ αυτήν, εξελίξεις που στοιχειοθετούσαν και εξέτρεφαν τους φόβους τους για τον αποκλεισµό τους από τη νέα εξουσία. Άνθρωποι ενταγµένοι, τα προηγούµενα χρόνια, στο καλά οργανωµένο δίκτυο της µυστικής, συνωµοτικής Φιλικής Εταιρείας, η οποία πρώτη είχε κινήσει τα νήµατα του Αγώνα: ένθερµοι πατριώτες, άνθρωποι του εµπορίου συνήθως, που είχαν βρεθεί στον στενό πυρήνα της Εταιρείας και είχαν µεταβληθεί σε επαγγελµατίες συνωµότες προπαγανδίζοντας µε φανατισµό τις ιδέες της επανάστασης, της πολιτικής µεταβολής και της κοινωνικής ανατροπής. Ανάµεσά τους βρίσκονταν ο Παπαφλέσσας, ο Βάµβας, ο Αναγνωστόπουλος και ο Αναγνωσταράς, άνθρωποι µε ριζικά διαφορετικές πορείες ζωής, έως τη συνάντησή τους στις διεργασίες του ελληνικού εθνικού κινήµατος, δηλαδή στα δίκτυα της Φιλικής Εταιρείας. Όλοι αυτοί αποτελούσαν το περιβάλλον του πρίγκιπα Δηµήτριου Υψηλάντη, ενός πρώην αξιωµατικού του ρωσικού στρατού, παθιασµένου και ανυπόµονου να ηγηθεί µιας εξέγερσης στο όνοµα της «πίστης» και της «πατρίδας», Ο Ιωάννης Κωλέττης σε λιθογραφία του P. Simonau (Εθνικό

11 όπως τις αντιλαµβανόταν αυτές τις έννοιες στο πλαίσιο της φαναριώτικης ιδεολογίας του και της φωτισµένης απολυταρχίας. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, που µετείχαν µε τον έναν ή µε τον άλλον τρόπο στην Εθνοσυνέλευση και πρωτοστατούσαν στην Επανάσταση, είχαν ενταχθεί µε κόστος και αυταπάρνηση στην εθνική υπόθεση. Συναρτούσαν λοιπόν τα «δίκαια του έθνους» µε τις προσωπικές αξιώσεις και διεκδικήσεις τους. Αυτό είναι λογικό και θεµιτό, καθώς, συµµετέχοντας στην Επανάσταση, έρχονταν ταυτόχρονα αντιµέτωποι µε το µέλλον τους, το οποίο θα έπρεπε οι ίδιοι να συνοικοδοµήσουν. Με τα υλικά βέβαια που έφερνε ο καθένας µαζί του, αλλά, κυρίως, µε εκείνα που θα έφτιαχναν όλοι από κοινού µε τα πράγµατα που τους ένωναν, αλλά και µε όσα τους χώριζαν. Όλοι αυτοί που είχαν σηκώσει τα όπλα κατά των Οθωµανών και πολεµούσαν στον τόπο τους ή σε περιοχές που ποτέ άλλοτε δεν είχαν βρεθεί, οι άνθρωποι που συµµετείχαν στην Επανάσταση και είχαν συναθροιστεί στην Επίδαυρο, ήταν εκεί προκειµένου να φτιάξουν µαζί ένα κοινό µέλλον και έχοντας πλήρη συνείδηση των σηµαντικών προκλήσεων που ανοίγονταν µπροστά τους, της µεγάλης πολιτικής µεταβολής που συντελούνταν στις µέρες τους χάρη στη δική τους απόφαση και συµµετοχή. Αυτό ακριβώς όµως ήταν η εθνική Επανάσταση: ένα πεδίο ρηξικέλευθων και καινοτόµων συλλογικών αξιώσεων και διεκδικήσεων, µε τις οποίες συνυφαίνονταν τα επιµέρους συµφέροντα, οι βλέψεις, οι προσδοκίες και οι στρατηγικές των ανθρώπων που είχαν αναλάβει να φέρουν εις πέρας το επαναστατικό εγχείρηµα. Παραδείγ- µατος χάριν, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, που είχε αναλάβει την Προεδρία της Εθνοσυνέλευσης, είχε διαφορετική αντίληψη από τους οπλαρχηγούς ή τους άρχοντες του τόπου για το πώς θα πραγµατωνόταν πολιτικά το εθνικοαπελευθερωτικό σχέδιο ή για το πώς θα υπηρετούνταν καλύτερα τα «δίκαια του έθνους». Και η Επανάσταση έδειχνε από την αρχή της ότι θα ήταν ζήτηµα συσχετισµού δυνάµεων ο τρόπος µε τον οποίο θα διαµορφώνονταν οι προσανατολισµοί της και οι νέες σχέσεις πολιτικής κυριαρχίας. Σε κάθε περίπτωση, το µέλλον που καλούνταν να συνοικοδοµήσουν οι άνθρωποι που διεκδικούσαν ηγετικούς ρόλους στην Επανάσταση ήταν εν πολλοίς άγνωστο όσο και δυσοίωνο αν βέβαια αντικρίσουµε την ιστορία εν τω γίγνεσθαι, όπου η αβεβαιότητα για την έκβαση του πολέµου δοκίµαζε την προσήλωση στον στόχο της Πιστόλι διακοσµηµένο µε αµυγδαλόσχηµα κοράλλια και ασήµι

12 ανεξαρτησίας, και όχι µε την εκ των υστέρων γνώση τού πώς τελικά εξελίχθηκαν τα πράγµατα και οδηγήθηκαν στην τελική επιτυχία έπειτα από χρόνια προσπαθειών και πολέµου. Έτσι, από τη στιγµή που ξεσηκώθηκαν οι επαρχίες στην Πελοπόννησο, τη Ρούµελη και τα νησιά, ακόµη κι εκεί όπου ο ξεσηκωµός ήταν αδύναµος και είχε αντι- µετωπισθεί εύκολα από τις οθωµανικές αρχές, οι εξελίξεις ήταν σε µεγάλο βαθµό ακαθόριστες και απρόβλεπτες: µεγάλη κοινωνική και γεωγραφική κινητικότητα, διατάραξη των παλιών ισορροπιών και αµφισβήτηση των παλιών ιεραρχιών, δηµιουργία νέων ηγετικών ρόλων. Η Επανάσταση, στον βαθµό που οι άνθρωποι εντάσσονταν σ αυτήν και υπηρετούσαν τις ιδέες της, προοιωνιζόταν µεγάλες αλλαγές στις συνθήκες οργάνωσης της ζωής τους. Για πολλούς, οι αλλαγές που προκαλούσε η Επανάσταση ήδη από τον πρώτο χρόνο της είχαν θεωρηθεί πέρα και έξω από τις αρχικές προσδοκίες τους, ακόµη και ενάντιες προς τα συµφέροντά τους. Πολλοί απ όσους είχαν εξεγερθεί, είχαν έλθει πολύ γρήγορα αντιµέτωποι µε καταστάσεις που αφορούσαν πρωτίστως τους ίδιους τους όρους της κοινωνικής τους αναπαραγωγής. Οι κοτζαµπάσηδες της Πελοποννήσου, λόγου χάριν, ανεξαρτήτως του πώς αντιλαµβάνονταν τον ρόλο τους στην Επανάσταση, ανεξαρτήτως των όποιων ανησυχιών και των δισταγµών τους, από τη στιγµή που ενεπλάκησαν σ αυτήν την υπόθεση, συµµετείχαν στην ανατροπή ενός κοινωνικοπολιτικού συστήµατος, του οθωµανικού, στο οποίο στήριζαν και τη δική τους εξουσία σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Οι έµπειροι κοτζαµπάσηδες συνειδητοποίησαν γρήγορα ότι τα πράγµατα άλλαζαν, και στο εξής δεν θα ήταν όπως στο παρελθόν, όταν είδαν αίφνης τους οπλαρχηγούς να διεκδικούν στις επαρχίες προσόδους που οι ίδιοι για χρόνια νέµονταν και να στρατολογούν ανθρώπους που επίσης για χρόνια θεωρούσαν δικούς τους. Ή, πάλι, όταν είδαν τον πρίγκιπα Υψηλάντη, µε τους αλαζονικούς, όπως τους χαρακτήριζαν, τρόπους του απέναντί τους, να θέλει να συγκεντρώσει όλη την εξουσία του τόπου τους στα χέρια του σαν να µην υπήρχαν θεσµοί στην Πελοπόννησο και πολιτικές ηγεσίες ικανές να αναλάβουν το βάρος του Αγώνα, τον οποίο, σε τελική ανάλυση, αυτοί οι ίδιοι πρώτοι είχαν ξεκινήσει. Μ αυτές τις µέριµνες και τις ανησυχίες είχαν προσέλθει και πολιτεύονταν στην Εθνοσυνέλευση οι κοτζαµπάσηδες, αλλά και µε την αποφασιστικότητα να µην επιτρέψουν µετασχηµατισµούς πέραν όσων οι ίδιοι θα ενέκριναν. Έγχρωµη γαλλική λιθογραφία εµπνευσµένη από την Ελληνική

13 Αλλά και γενικότερα, η Επανάσταση, ο πόλεµος, η αποχώρηση των Οθωµανών ή το κλείσιµό τους στα κάστρα, η έντονη κινητικότητα, η ιδεολογική όσµωση από το συνταίριασµα τόσο ετερόκλητων ανθρώπων και αξιώσεων, οι νέοι πολιτικοί και πολιτειακοί θεσµοί και τα σύµβολά τους, όλα τούτα ήταν, για τους περισσότερους, πρωτόγνωρες εµπειρίες και αποτελούσαν µεγάλη πρόκληση για τη ζωή τους. Η Επανάσταση άνοιγε καινούργιες προοπτικές και έθετε ζητήµατα που έβαζαν σε δοκι- µασία τα παραδεδεγµένα, είτε αυτά ήταν θεσµοί και σχέσεις εξουσίας, είτε ήταν σχέδια, αντιλήψεις και βεβαιότητες που είχαν οι άνθρωποι για τον εαυτό τους και τη θέση τους µέσα στον κόσµο. Σε µεγάλο βαθµό, τα αρχικά σχέδια µε τα οποία είχαν ενταχθεί στην Επανάσταση αναγκάστηκαν ή βρέθηκαν να τα αλλάζουν και από ένα σηµείο κι έπειτα δεν µπορούσαν να κάνουν διαφορετικά. Άλλαζαν εξάλλου και οι ίδιοι, καθώς αναλάµβαναν να διαχειρισθούν νέους πολιτικούς ρόλους. Αυτό γινόταν µέσα από τη συνάντησή τους στο πεδίο των πολιτικών διεκδικήσεων, µέσα από τους ανταγωνισµούς και τις συγκρούσεις που παρήγαγε η ίδια η συµµετοχή τους στη διαδικασία πολιτικής θεµελίωσης του επαναστατηµένου έθνους. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η λογική και η δυναµική της επανάστασης, οι δυνατότητες και οι προκλήσεις της πολιτικής συγκυρίας, συνιστούν (ιστορικά και, συνεπώς, αναλυτικά και ερµηνευτικά) διαφορετικής τάξης ζήτηµα από το ζήτηµα της λογικής των ανθρώπων, των προσδοκιών και των επιδιώξεων µε τις οποίες είχε επενδύσει ο καθένας τη συµµετοχή του στον Αγώνα. Η Επανάσταση ως πεδίο παραγωγής πολιτικής Στο πεδίο της Επανάστασης, και ειδικότερα της Α Εθνοσυνέλευσης για την οποία κάνουµε λόγο, συνέκλιναν παραδοσιακές µορφές κοινωνικής οργάνωσης, νεωτερικά πολιτικά σχέδια και ριζοσπαστικά για την εποχή προτάγµατα και ιδεολογίες. Έτσι, οι επαναστάτες, αφού ορκίστηκαν «ενώπιον θεού και ανθρώπων» εχθροί των τυράννων τους, κλήθηκαν να πραγµατώσουν το ιδανικό της ανεξαρτησίας. Κλήθηκαν, δηλαδή, ταυτόχρονα µε τον πόλεµο, να οργανώσουν θεσµούς, να αναδείξουν ηγεσία, να αναλάβουν και να κατανείµουν ευθύνες, ρόλους και αρµοδιότητες. Υπ αυτήν την έννοια, η Επανάσταση, στον βαθµό που διευρυνόταν και εδραιωνόταν ο πόλεµος, συνιστούσε µια ενοποιητική πολιτική διαδικασία, εκφραστής και οργανωτής της οποίας φερόταν

14 η εθνική (προσωρινή) διοίκηση, που για πρώτη φορά αναδείχθηκε µέσα από τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης. Έτσι λοιπόν, παρά τους όποιους κατακερµατισµούς και τις ιδιαιτερότητες των επαναστατηµένων περιοχών, τα όποια κληροδοτήµατα και τις αδράνειες της µακράς διάρκειας, τις όποιες διαφορές στις τάξεις των επαναστατών, τα χρόνια εκείνα παρήχθη και θεσπίστηκε, για πρώτη φορά, ο νόµος του Έθνους και ο τόπος της εθνικής διοίκησης. Οι νέες αυτές ιδεολογικοπολιτικές και οργανωτικές αρχές επρόκειτο να είναι έκτοτε το πλαίσιο αναφοράς όλων των επαναστατών. Βάσει αυτών των αρχών επρόκειτο έκτοτε να προσανατολίσουν τη δράση τους, να αξιώσουν τη συµµετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας, να καταστρώσουν και να νοµιµοποιήσουν πολιτικά σχέδια, να συστήσουν µέτωπα, να προβούν σε συµµαχίες και αποκλεισµούς, ακόµη και σε εξοντώσεις αντιπάλων. Αυτό ήταν όµως και το ριζικά νέο στοιχείο που έφερνε η εθνική επανάσταση. Διότι η εθνική διοίκηση, οι νέες συλλογικές και προσωπικές διαδροµές και διεκδικήσεις, οι νέες ιδεολογικές και πολιτικές αρχές βάσει των οποίων καλούνταν οι άνθρωποι της εποχής να υλοποιήσουν το σχέδιο της πολιτικής αυτονοµίας, δεν προέκυψαν αίφνης, αφ εαυτών, µε την αποχώρηση των Οθωµανών, ούτε ανήκαν στην πολιτική εµπειρία των περιοχών που είχαν επαναστατήσει. Όλα τούτα τα νέα πράγµατα τα παρήγαγε η ίδια η Επανάσταση: µε τα υλικά του παρελθόντος, µε αντιστάσεις, αδράνειες και αναπροσαρµογές, κρατώντας κάποτε τις µέγιστες ισορροπίες, παρήχθησαν εν τούτοις καινοτοµίες το Εικοσιένα. Βεβαίως, οι άνθρωποι της εποχής, µιλώντας τη γλώσσα του έθνους και του νόµου του έθνους, σε µεγάλο βαθµό αναβάπτιζαν έτσι µε νέες ονο- µασίες σχέσεις, αξίες και αρχές νοµιµοφροσύνης του κληρονοµηµένου κόσµου τους, όπως ήταν η συγγένεια, η εντοπιότητα, οι τοπικές ιεραρχίες, οι αµοιβαιότητες των κοινοτικών δοµών και σχέσεων εξουσίας. Ωστόσο, το πλαίσιο αναφοράς της δράσης των ανθρώπων είχε ήδη αρχίσει να αλλάζει. Καθώς λοιπόν επένδυαν τις προσδοκίες τους στα προστάγµατα της πολιτικής συγκυρίας, βρίσκονταν, µέσω ακριβώς των διεκδικήσεων και των αντιθέσεων που αυτές συνεχώς τροφοδοτούσαν, να παράγουν εν τέλει νέες σχέσεις, αξίες και αρχές πολιτικής νοµιµοφροσύνης. Πρωτόγνωρες ήταν και οι διαδικασίες µέσα στις οποίες διαµορφώνονταν οι νέες πολιτικές σχέσεις και οι αρχές νοµιµοφροσύνης. Οι άνθρωποι που είχαν κληθεί να εκπροσωπήσουν το επαναστατηµένο έθνος στην Επίδαυρο και να φτιάξουν τους πολι- Ο Παλαιών Πατρών Γερµανός ορκίζει τους επαναστάτες και

15 τικούς και πολιτειακούς θεσµούς του δεν ήταν εκλεγµένοι «άµεσα από τον λαό», δεν ακολούθησαν δηλαδή τα σύγχρονα κριτήρια πολιτικής εκπροσώπησης, την αρχή της «λαϊκής κυριαρχίας». Οι παραστάτες του έθνους ήταν εκλεγµένοι από τις περιφερειακές Γερουσίες, που ήδη είχαν συσταθεί και λειτουργούσαν στην Πελοπόννησο και τη δυτική και ανατολική Ρούµελη, ή από τις κατά τόπους συνελεύσεις στα νησιά. Η εκλογή τους δηλαδή είχε να κάνει µε συσχετισµούς δύναµης ανάµεσα στις κατά τόπους ηγετικές οµάδες. Με άλλα λόγια, η εκλογή τους ήταν προϊόν φατριασµών. Αλλά και εκείνοι που είχαν αποκλειστεί από την Εθνοσυνέλευση και παρουσιάζονταν έτσι δυσαρεστηµένοι, το ίδιο φατριαστικά είχαν πολιτευτεί και εξακολουθούσαν να πολιτεύονται. Διεκδικούσαν δηλαδή και αυτοί τη συµµετοχή τους στα νέα πολιτικά αξιώµατα, προσπαθώντας να συγκροτήσουν συµµαχίες και να διαµορφώσουν συσχετισµούς δύναµης σε βάρος των τοπικών αντιπάλων τους. Έτσι, οι οκτώ παραστάτες της δυτικής Ρούµελης ελέγχονταν από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και την τοπική Γερουσία, οι είκοσι επτά της ανατολικής Ρούµελης είχαν οριστεί από την άλλη τοπική Γερουσία, τον Άρειο Πάγο, στον οποίο πρωτοστατούσε ο Θεόδωρος Νέγρης, στενός συνεργάτης του Μαυροκορδάτου. Όλοι αυτοί, µαζί µε τους περισσότερους παραστάτες των νησιών (δεκατρείς από την Ύδρα, τις Σπέτσες και τα Ψαρά και ένας από την Κάσο) και τους δέκα αντιπροσώπους της Πελοποννήσου, είχαν ψαλιδίσει τα σχέδια του Δηµήτριου Υψηλάντη και των Φιλικών που τον ακολουθούσαν να αναλάβει αυτός την ηγεσία του Αγώνα ως «Πληρεξούσιος του Γενικού Επιτρόπου» της Αρχής της Φιλικής Εταιρείας, δηλαδή του αδελφού του, Αλέξανδρου Υψηλάντη. Η πολιτική συµµαχία ανάµεσα στη συντριπτική πλειονότητα των παραστατών, προκειµένου να εξουδετερωθεί ο Δ. Υψηλάντης, εκφράστηκε µε την υπερψήφιση του Αλ. Μαυροκορδάτου στη θέση του προέδρου της Εθνοσυνέλευσης. Επικαλούνταν και αυτός καταγωγή από ισχυρή φαναριώτικη οικογένεια, φρόντιζε να τον αποκαλούν πρίγκιπα και, γενικά, εµφάνιζε τον εαυτό του ως αντίπαλο δέος στον Υψηλάντη. Οι συστατικές του επιστολές από τον Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας, µε τον οποίο διατηρούσαν στενές σχέσεις αρκετοί Μοραΐτες, όπως ο Παλαιών Πατρών Γερµανός, αλλά και η σύγκρουση των κοτζαµπάσηδων µε τον Υψηλάντη, βοήθησαν τον Μαυροκορδάτο να εκλεγεί πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης και από τη θέση αυτή να διαδραµατίσει καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις και ιδίως στη συνταγµατική θεµελίωση της Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ( ) (Εθνικό Ιστορικό

16 Ελληνικής Επανάστασης. Ας µην θεωρήσουµε ότι αυτοί που υιοθέτησαν και ψήφισαν τις συνταγµατικές αρχές στην Επίδαυρο ήταν όλοι φορείς και θιασώτες του συνταγµατισµού. Για τους πολλούς ήταν άγνωστη αυτή η νέα νοµική γλώσσα, ακατανόητες οι πολιτικές και ιδεολογικές σηµασίες της. Μάλιστα, οι περισσότεροι δεν είχαν καν επίγνωση των µεγάλων αλλαγών που συνεπάγονταν για τη ζωή τους οι νέοι θεσµοί και οι νόµοι τους οποίους ενέκριναν και πλέον καλούνταν να υπηρετήσουν. Αυτή ακριβώς όµως ήταν η ανατροπή που έφερνε η επανάσταση στη ζωή και στις συνειδήσεις των ανθρώπων, καθώς καλούνταν να ενταχθούν σε νέους πολιτικούς ρόλους, να µάθουν να υπηρετούν µια νέα πολιτική νοµιµότητα, θα αποτελούσε έκτοτε το κριτήριο αξιολόγησης και αποτί- µησης της πολιτικής τους συµπεριφοράς. Υπ αυτήν την έννοια, η µεγάλη σηµασία του γεγονότος ότι το σύνταγµα παρέπεµπε στη Διακήρυξη των Δικαιωµάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, της Γαλλικής Επανάστασης, δεν µπορεί να αποτιµηθεί στις ιστορικές της διαστάσεις µε τον αφοριστικό ισχυρισµό ότι οι περισσότεροι από τους παραστάτες (και γενικότερα η ηγεσία της Επανάστασης) δεν είχαν συνείδηση του τί σήµαιναν αυτές οι αρχές και ότι δεν επρόκειτο να τις υιοθετήσουν και να τις εφαρµόσουν στις ρυθµίσεις της πολιτικής ζωής. Και τούτο, διότι ο εν λόγω ισχυρισµός δεν µας επιτρέπει να αποτιµήσουµε την οικουµενικότητα του Εικοσιένα. Το γεγονός δηλαδή ότι η Ελληνική Επανάσταση εγγράφεται στα µεγάλα κοινωνικοπολιτικά κινήµατα και ιδεολογικά ρεύµατα της νεωτερικότητας. Αυτή είναι η ιστορική σηµασία της υιοθέτησης των αρχών της Αµερικανικής και της Γαλλικής Επανάστασης, των αρχών του πολιτικού φιλελευθερισµού και του εθνικισµού, µε αναφορά στις οποίες γεννήθηκε και οργανώθηκε το ελληνικό εθνικό κίνηµα. Για να επανέλθουµε όµως στο ζήτηµα των φατριασµών και των αποκλεισµών, µέσω των οποίων το έθνος θεµελίωνε στην Επίδαυρο την ανεξαρτησία του και αποκτούσε πολιτική και πολιτειακή υπόσταση, θα ήθελα να επισηµάνω τα εξής: Οι άνθρωποι που είχαν ενταχθεί στην εθνική υπόθεση και διεκδικούσαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση, συναρτώντας τα «δίκαια του έθνους» µε τις προσωπικές αξιώσεις και διεκδικήσεις τους, είχαν δει τα σηµάδια της πολιτικής µεταβολής και της κοινωνικής ανατροπής από τις πρώτες στιγµές της Επανάστασης, πολύ πριν την Α Εθνοσυνέλευση, η οποία ήταν ακριβώς, όπως προαναφέρθηκε, το προϊόν και η έκφραση πολι- Η πίσω όψη της χειρόγραφης επαναστατικής προκήρυξης του

17 τικών συσχετισµών δύναµης. Ήδη από τις πρώτες εβδοµάδες της Επανάστασης είχαν συσταθεί στην Πελοπόννησο διοικητικά µορφώµατα: αρχικά οι τοπικές εφορείες, τα κονσολάτα και τα διευθυντήρια και στη συνέχεια η Πελοποννησιακή Γερουσία και οι εφορείες της στις επαρχίες, η συγκρότηση των οποίων ακολουθούσε τις ανταγωνιστικές πολιτικές διαδροµές παλαιότερων αλλά και νεοσυσταθέντων προυχοντικών δικτύων. Η Πελοποννησιακή Γερουσία, που είχε συσταθεί στη Μονή των Καλτεζών στις 26 Μαΐου 1821, δηλαδή µετά τις σηµαντικές νίκες στο Βαλτέτσι και τα Δολιανά, δεν είχε στην αρχή καθολική αναγνώριση και αποδοχή, ακόµη και στα περιβάλλοντα των κοτζαµπάσηδων. Μάλιστα, αποκλήθηκε αυτοχειροτόνητος και αυτόκλητος από κοτζαµπάσηδες που δεν είχαν κληθεί ή δεν είχαν δεχτεί να συµµετάσχουν στη σύστασή της. Ήταν καρυτινοµεσσηνιακό κατασκεύασµα και όχι αντιπροσωπευτικό σώµα της Πελοποννήσου, έλεγαν όσοι δεν είχαν παρασταθεί την είχαν φτιάξει, δηλαδή, οι περί τους Δεληγιανναίους και οι περί τους Μαυροµιχαλαίους. Πράγµατι, από τη συνέλευση των Καλτεζών απείχαν ή είχαν αποκλειστεί οι ισχυροί κοτζαµπάσηδες της Αχαΐας, των Καλαβρύτων, της Κορίνθου, της Γαστούνης και του Αιγίου, και πρωτίστως οι Αντρέηδες, ο Ζαΐµης και ο Λόντος, ο Παλαιών Πατρών Γερ- µανός, οι Νοταράδες, ο Σισίνης. Συµµετείχαν όµως στη σύσταση της Γερουσίας των Καλτεζών άλλοι κοτζαµπάσηδες από αυτές τις περιοχές, όπως ο Σωτήρης Χαραλάµπης από τα Καλάβρυτα, ο Αθ. Κανακάρης από την Πάτρα, που βρίσκονταν σε τοπική αντιπαλότητα µε τον Ζαΐµη, τον Λόντο και τον Γερµανό και διατηρούσαν στενές συµ- µαχικές σχέσεις µε τους Δεληγιανναίους. Οι αντιπαλότητες όλων αυτών έρχονταν από το παρελθόν, από τις φατρίες της οθωµανικής περιόδου, από τις αντιπαραθέσεις των κοτζαµπάσηδων για τον προσεταιρισµό του πασά και τον επιµερισµό του πλούτου και της κοινωνικοπολιτικής δύναµης ανάµεσά τους, από τις συγκρούσεις των προηγούµενων δεκαετιών, που στις ακραίες τους εκδοχές είχαν οδηγήσει στις εκτελέσεις του Ανδρουτσάκη Ζαΐµη, το 1792 (αδελφός του γηραιού Ασηµάκη Ζαΐµη και θείος του Ανδρέα Ζαΐµη), του Σωτηράκη Λόντου, το 1813 (πατέρας του Ανδρέα Λόντου), και του Ιωάννη Δεληγιάννη, το 1816 (πατέρας των Δεληγιανναίων). Υπό τις συνθήκες αυτές δηµιουργήθηκε η πρώτη περιφερειακή πολιτική αρχή, η οποία επείχε θέση ανώτατης εξουσίας στην επαναστατηµένη Πελοπόννησο. Οι παρά- Προκήρυξη του Πέτρου Μαυροµιχάλη, αρχιστρατήγου των

18 γοντες που τη συνέστησαν και κυριάρχησαν σ αυτήν, ακολούθησαν τις υφιστάµενες συµµαχίες και ενεργοποίησαν τα οικεία προυχοντικά δίκτυα προκειµένου να φτιάξουν εφορείες και να εκλέξουν εφόρους. Μοίρασαν δηλαδή σε ανθρώπους δικούς τους, δικαιοδοσίες, τίτλους και αξιώµατα, αποκλείοντας από αυτά άλλους, που δεν ήταν δικοί τους. Οι Δεληγιανναίοι, από τα Λαγκάδια, µεγάλη προυχοντική οικογένεια, είχαν πρωτοστατήσει στη σύσταση της Γερουσίας, διότι είχαν να αντιµετωπίσουν µια µεγάλη πρόκληση στον τόπο τους. Την ισχυροποίηση των οπλαρχηγών, κυρίως του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, που αποκτούσε ολοένα και µεγαλύτερη επιρροή στην επαρχία τους, ιδίως µετά τις νίκες στο Βαλτέτσι και τα Δολιανά. Οι Μαυροµιχαλαίοι, πάλι, είχαν πρωτοστατήσει στη σύσταση της Γερουσίας, διότι φοβούνταν ότι θα αυξηθεί η επιρροή των τοπικών ανταγωνιστών τους, της οικογένειας Τρουπάκη (Μούρτζινος), που ήταν σύµµαχοι του Κολοκοτρώνη. Ακόµη, συµµετείχαν στις διεργασίες της συνέλευσης των Καλτεζών γιατί ήλπιζαν ότι η συγκρότηση ενιαίας διοικητικής αρχής στην Πελοπόννησο θα εξυπηρετούσε καλύτερα την τακτική µισθοδοσία των Μανιατών, που διαφορετικά δυστροπούσαν και δεν µετείχαν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις έξω από τον τόπο τους. Στη βάση των προυχοντικών φατριασµών βρίσκονταν λοιπόν πολυποίκιλοι ανταγωνισµοί, που αντλούσαν από το οθωµανικό παρελθόν, αλλά ήταν επικαιροποιηµένοι στην Επανάσταση, καθώς προσδιορίζονταν πλέον από τα νέα διακυβεύµατα που αναδείκνυε η πολιτική συγκυρία. Ωστόσο, µερικές εβδοµάδες από τη σύσταση της Γερουσίας στις Καλτεζές παρουσιάστηκαν νέες προκλήσεις για τους Πελοποννήσιους κοτζαµπάσηδες. Όταν έφτασε ο Δηµήτριος Υψηλάντης στην Πελοπόννησο, στις 19 Ιουνίου 1821, στην αρχή τουλάχιστον ήταν περιβεβληµένος µε µεγάλο κύρος. Το όνοµά του, η σύνδεσή του µε τη Μυστική Αρχή, οι τίτλοι του, όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που τον συνόδευαν, ασκούσαν µεγάλη επίδραση στους πληθυσµούς και τις ηγεσίες τους, οι οποίες δεν αµφισβητούσαν την πρωτοκαθεδρία του, αλλά και δεν ήταν διατεθειµένες να µην διαπραγµατευθούν τα όρια της εξουσιαστικής του παρουσίας στον τόπο τους. Οι Φιλικοί, πάλι, που τον περιέβαλαν, µε τις ανατρεπτικές τους ιδέες, του προσέδιδαν δύναµη. Η παρουσία του Υψηλάντη στην Πελοπόννησο συµβόλιζε τη µεγάλη αλλαγή που έφερνε η Επανάσταση. Ακόµη και οι Οθωµανοί, που ήταν κλεισµένοι στα οχυρά, αυτόν αναγνώριζαν ως την κεφαλή των ραγιάδων τους, και αυτόν ή κάποιον δικό του εκπρόσωπο Ο µητροπολίτης και Φιλικός Παλαιών Πατρών Γερµανός

19 ζητούσαν για να διαπραγµατευθούν την παράδοσή τους. Ακόµη περισσότερη δύναµη προσέδωσε στον πρίγκιπα η (πρόσκαιρη, όπως πολύ γρήγορα αποδείχτηκε) συµµαχία του µε τους ανερχόµενους τότε Μοραΐτες οπλαρχηγούς, ιδίως µε τους περί τον Θ. Κολοκοτρώνη. Μετά µάλιστα την κατάληψη της Τριπολιτσάς, ο Υψηλάντης, από τη µια, ο Κολοκοτρώνης και οι οπλαρχηγοί, από την άλλη, φάνταζαν ως η µέγιστη απειλή για τους σηµαντικότερους κοτζαµπάσηδες στην Πελοπόννησο. Οι δύο αυτοί ηγέτες που αναδείκνυε η Επανάσταση, ο Κολοκοτρώνης και ο Υψηλάντης, είχαν διαρρήξει τις ήδη διαταραγµένες πολιτικές ισορροπίες στην Πελοπόννησο. Έτσι ισχυροί όπως παρουσιάζονταν, είχαν πάρει µε το µέρος τους ένα µέρος των τοπικών ηγεσιών σε πολλές επαρχίες (λογής οπλαρχηγούς και αρκετούς προεστούς), αποσπώντας τους έτσι από τα δίκτυα επιρροής των ισχυρών κοτζαµπάσηδων. Ο Κολοκοτρώνης και ο Υψηλάντης, µε την παρουσία και δράση τους, διασπούσαν τα προυχοντικά δίκτυα, καθώς παρουσιάζονταν αυτοί ως οι νέοι στρατηλάτες και, άρα, προστάτες των επαρχιών και των ηγεσιών τους στις συνθήκες του πολέµου. Από την άλλη, η παρουσία του Υψηλάντη και του Κολοκοτρώνη ως εναλλακτικών κέντρων εξουσίας, µε ολοένα και αυξανόµενη επιρροή στις επαναστατηµένες επαρχίες της Πελοποννήσου, οδήγησε σε άµβλυνση την αντιπαλότητα ανάµεσα στις ανταγωνιστικές φατρίες των κοτζαµπάσηδων, των Αχαιών και των Καρυτηνοµεσσηνίων. Ο Ζαΐµης, ο Λόντος, οι Δεληγιανναίοι ξεπέρασαν τις διαφορές τους και άρχισαν να συσπειρώνονται για να αντιµετωπίσουν τον κίνδυνο του να απολέσουν τα πατροπαράδοτα δικαιώµατά τους στον τόπο. Το σχέδιο του πρίγκιπα Υψηλάντη απέβλεπε ουσιαστικά στη συγκέντρωση όλης της εξουσίας (στρατιωτικής και πολιτικής) στα χέρια του. Λίγες ηµέρες µετά την άφιξή του στην Πελοπόννησο, δηλαδή το τελευταίο δεκαήµερο του Ιουνίου, πρότεινε στους κοτζαµπάσηδες έναν «Γενικόν Οργανισµόν της Πελοποννήσου». Με τον Οργανισµόν του ήθελε να καταργήσει τη Γερουσία των Καλτεζών, που άλλωστε ήταν αµφισβητούµενη και από αρκετούς σηµαντικούς Πελοποννησίους (τους Αχαιούς και τους περί τον Κολοκοτρώνη οπλαρχηγούς), και στη θέση της να εγκαθιδρύσει ένα νέο πολιτικό σώµα, θεµελιωµένο στο σύστηµα των εφορειών, τη Βουλή. Εκείνο όµως που περισσότερο απ όλα ζητούσε, ήταν να του παραχωρηθεί ο τίτλος του αρχιστρατήγου, συνοδευόµενος από την αποκλειστική αρµοδιότητα οργάνωσης του στρατού και διεύθυνσης Μέλη οικογενειών που πρωτοστάτησαν στον ξεσηκωµό των

20 των πολεµικών επιχειρήσεων. Η Βουλή, στην οποία ο ίδιος θα ήταν πρόεδρος, µε δικαίωµα διπλής ψήφου σε περίπτωση ισοψηφίας, θα ασχολούνταν µόνο µε τα πολιτικά ζητήµατα και όχι µε τα στρατιωτικά. Ο Υψηλάντης διεκδικούσε την εξουσία στην επαναστατηµένη Πελοπόννησο αντλώντας ουσιαστικά τη νοµιµότητά του από το γεγονός ότι παρουσιαζόταν ως πληρεξούσιος της Υπέρτατης Αρχής. Ως αρχιστράτηγος, ήθελε να αποφασίζει αποκλειστικά αυτός, περιστοιχισµένος από αξιωµατούχους που ο ίδιος θα όριζε, για τα ζητήµατα του πολέµου, για ζητήµατα δηλαδή που ουσιαστικά αφορούσαν συνολικά την επανάσταση στην Πελοπόννησο. Σε συνθήκες πολέµου, η θέση του αρχιστρατήγου ήταν θέση κατεξοχήν πολιτική: ο Υψηλάντης και οι άνθρωποί του, από τη θέση αυτή, θα διοικούσαν τον τόπο. Ή, µε άλλα λόγια, ο πρίγκιπας θα ήταν ο διοικητής της Πελοποννήσου, έως την άφιξη του αδελφού του Αλέξανδρου, καθώς ακόµη δεν είχε γίνει γνωστή η κατάληξη των προσπαθειών του στις Ηγεµονίες. Στο σχέδιο των κοτζαµπάσηδων (Οργανισµός και Γνώµη του Λαού της Πελοποννήσου) προβλεπόταν η διατήρηση της Γερουσίας, µε την προσθήκη του Υψηλάντη ως προέδρου και µε διαδικασίες παρόµοιες µε εκείνες που πρότεινε ο πρίγκιπας. Στο σχέδιό τους ωστόσο υπήρχε µια σηµαντική διαφορά, η οποία αφορούσε στις αρµοδιότητες της Γερουσίας/ Βουλής. Στο όργανο αυτό προβλεπόταν κοτζαµπάσηδες και Υψηλάντης «συµφώνως να σκέπτωνται, να διοικώσι και µε ψήφους να αποφασίζωσι τα τε πολιτικά και τα στρατιωτικά». Και, µάλιστα, µε τρόπον ώστε «µήτε η γερουσία να ενεργή τι χωρίς την συγκατάθεσιν του πρίγκηπος, µήτε ο πρίγκηψ χωρίς την συγκατάθεσιν της Γερουσίας» (Σπ. Σπηλιάκος, 100, 1961). Είναι φανερό ότι οι κοτζαµπάσηδες, και οι Καρυτινοµεσσήνιοι και οι Αχαιοί, δεν είχαν καµία διάθεση να παραχωρήσουν την απόλυτη στρατιωτική εξουσία (τη διοίκηση δηλαδή) στον Υψηλάντη και «στους πέντε εξ άλλους τυχοδιώκτας απελπισµένους» που είχε φέρει µαζί του, όπως αποκαλούσε την ακολουθία του ο Κανέλλος Δεληγιάννης (Κ. Δεληγιάννης, τ. Α, 258, 1957). Οι κοτζαµπάσηδες δεν ήταν διατεθειµένοι να «υποκύψουν τον αυχένα ως Τσαράνοι της Μολδοβλαχίας, να ονοµάσουν έναν Φαναριώτη σε αυθέντην του τόπου», όπως έλεγαν τότε (Κ. Δεληγιάννης, τ. Α, 258, 1957). Ποιο ήταν το σχέδιο που του αντιπρότειναν; Τη Γερουσία των κοτζαµπάσηδων, µε νέα µορφή και σύνθεση βεβαίως, τέτοια που να συµπεριλαµβάνει όλους τους άρχοντες του τόπου, και τους µικρούς και τους µεγάλους, ως ένα γενικό συντονιστικό όργανο Προσωπογραφία του Δηµήτριου Υψηλάντη ( )

21 του Αγώνα, µε τα προυχοντικά δίκτυα να έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν τους συσχετισµούς δύναµης στο εσωτερικό της, αλλά και στις κατά τόπους εφορείες, και µε τον τίτλο του Προέδρου και του Αρχιστρατήγου να απονέµεται στον πρίγκιπα, χωρίς όµως και την αποκλειστική και, άρα, κυριαρχική αρµοδιότητα να αποφασίζει για την οργάνωση και τη διεξαγωγή του πολέµου. Οι κοτζαµπάσηδες αντιπρότειναν δηλαδή στον Υψηλάντη ένα δοκιµασµένο µοντέλο διοίκησης, που αντλούσε από την πολιτική εµπειρία τους, και το οποίο θα µπορούσε κάλλιστα να λειτουργήσει στις συνθήκες της επανάστασης. Σε κάθε περίπτωση πάντως, φαίνεται ότι µπροστά στη νέα κατάσταση που είχε δηµιουργηθεί µε την άφιξη του Υψηλάντη και την ανάδειξη των οπλαρχηγών, οι παλιοί (ενδοπρουχοντικοί) φατριασµοί έδιναν τη θέση τους σε νέους φατριασµούς, καθώς τα µέτωπα της πολιτικής διαµάχης αναδιατάσσονταν και διευρύνονταν. Στα τέλη Ιουνίου του 1821, στα Βέρβαινα στην αρχή και κατόπιν στη Ζαράκοβα, οι κοτζαµπάσηδες και ο Υψηλάντης δεν κατόρθωσαν να έλθουν σε συµφωνία. Ακόµη και ένα τροποποιηµένο από το αρχικό σχέδιο Γερουσίας που οι πρώτοι του υπέβαλαν, χωρίς όµως και πάλι να του εκχωρούν απόλυτες στρατιωτικές εξουσίες, αυτός δεν το δέχτηκε και η κατάσταση παρέµεινε συγκεχυµένη ενόψει της πτώσης της Τριπολιτσάς, που τελικά έγινε στα τέλη Σεπτεµβρίου. Στις αρχές Οκτωβρίου του 1821, και ενόψει της επικείµενης Εθνοσυνέλευσης, ο Υψηλάντης έστειλε στις επαρχίες προκηρύξεις και τις καλούσε να στείλουν εκπροσώπους στην Τρίπολη, µέχρι το τέλος του µήνα, για να φτιαχτούν εφορείες και να οριστούν παραστάτες για την Εθνική Βουλή, όπως είχε ήδη συµβεί στις άλλες επαναστατηµένες περιοχές, την ανατολική και τη δυτική Ρούµελη, µε πρωτοβουλία του Νέγρη και του Μαυροκορδάτου. Με τον τρόπο αυτό, ο πρίγκιπας καλούσε τις επαρχίες να ενεργήσουν πέρα και έξω από τις παλιές προυχοντικές επιρροές και εξαρτήσεις. Η πρόσκλησή του απευθυνόταν προς όλους τους πατριώτες της Πελοποννήσου, και τους καλούσε να παρακάµψουν τους άρχοντες, που τους ταύτιζε µε το παλιό καθεστώς, την οθωµανική τυραννία, και να έλθουν να αναγνωρίσουν τον ίδιο ως προστάτη και εκφραστή των δικαίων τους. Σκοπός του ήταν να εγκαθιδρύσει στην επαναστατηµένη Πελοπόννησο µια νέα, προσωπική και αδιαµεσολάβητη από τα προυχοντικά δίκτυα σχέση εξουσίας. Αλλά και ο Κολοκοτρώνης πολιτευόταν, κατά πως το επέβαλε η πολιτική συγκυρία, δηλαδή οι συνεχώς µεταβαλλόµενες προκλήσεις της επανάστασης. Έτσι, ενώ στην Πολεµική σκηνή έργο του Θεόδωρου Βρυζάκη (Εθνική Πινα-

22 αρχή είχε ταχθεί στο πλευρό του πρίγκιπα, στο πλαίσιο της δικής του αντιπαλότητας µε τους κοτζαµπάσηδες (αντικείµενο της οποίας ήταν ο έλεγχος των επαρχιών, των προσόδων και των όπλων τους), πολύ γρήγορα αντιλήφθηκε ότι το µοντέλο διοίκησης που πρότεινε ο Υψηλάντης διακύβευε επί της ουσίας και τη δική του πολιτική δύναµη στην Πελοπόννησο όπως δηλαδή ακριβώς συνέβαινε και µε τους κοτζαµπάσηδες. Ο Κολοκοτρώνης διεκδικούσε για τον εαυτό του την αρχηγία των όπλων στην Πελοπόννησο και ήθελε να έχει επιρροή στις επαρχίες από τις οποίες στρατολογούσε και µίσθωνε τους ενόπλους του και δηµιουργούσε έτσι τα δικά του δίκτυα επιρροής. Μετά µάλιστα τις νίκες στο Βαλτέτσι και στα Δολιανά (µέσα Μαΐου), η επιρροή του άρχισε να αυξάνεται, ιδίως στην κεντρική Πελοπόννησο, στην επαρχία της Καρύταινας. Το σχέδιο λοιπόν των Φιλικών και του Υψηλάντη προσέβαλε, επί της ουσίας, τις ίδιες τις αρχές του συστήµατος σχέσεων και θεσµών εξουσίας, το οποίο επέτρεπε στους αρχηγούς των όπλων να αναδειχθούν µέσω του πολέµου σε ισχυρούς πολιτικούς παράγοντες του τόπου ελέγχοντας τις επαρχίες, τα όπλα και τις προσόδους τους σε βάρος εκείνων που παραδοσιακά τα διαχειρίζονταν όλα αυτά, δηλαδή των κοτζαµπάσηδων. Έτσι, ο Κολοκοτρώνης βρέθηκε να διαπραγµατεύεται µε τους κοτζαµπάσηδες, µε σκοπό την εκτόνωση της κρίσης στις σχέσεις αυτών των τελευταίων µε τον πρίγκιπα. Ο Πελοποννήσιος στρατιωτικός ηγέτης δεν ήθελε να πραγµατωθεί το σχέδιο του Υψηλάντη και συµφωνούσε µε την προσπάθεια των κοτζαµπάσηδων να περιορίσουν τις απόλυτες εξουσιαστικές αρµοδιότητες µε τις οποίες απαιτούσε ο πρίγκιπας να περιβληθεί. Έτσι, ο Κολοκοτρώνης συνέπραξε στη φάση αυτή µε τους έως τότε αντιπάλους του (συνυπογράφοντας, λόγου χάριν, µαζί τους έγγραφο διαµαρτυρίας προς τους Υδραίους εναντίον του Υψηλάντη). Απώτερος στόχος του ήταν να αναδειχθεί ο ίδιος ως ο σηµαντικός πόλος εξουσίας στην Πελοπόννησο. Μετά µάλιστα την περιφανή νίκη του στην Τριπολιτσά, που προσέδωσε στον ίδιο και τη φατρία του πλούτο και δύναµη, ακολουθούσε πλέον σχετικά αυτόνοµη πολιτική, αφού παρουσιαζόταν ως ο µεγάλος στρατιωτικός ηγέτης της επανάστασης στην Πελοπόννησο. Τα νέα για την καταστολή της επανάστασης στις παρίστριες ηγεµονίες και τη σύλληψη του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην Αυστρία επέτρεπαν στον Κολοκοτρώνη να διεκδικεί τον τίτλο που επιζητούσε στην αρχή ο Δ. Υψηλάντης. Την εποχή που διαφιλονικούσαν ο Υψηλάντης, οι κοτζαµπάσηδες και οι οπλαρχηγοί Ο Κανέλλος Δεληγιάννης ( ) (Εθνικό Ιστορικό Μου-

23 στην Πελοπόννησο, εκδηλώθηκαν επίσης φαινόµενα που, προς στιγµήν, φάνηκαν να δίνουν µιαν άλλη διάσταση στην Επανάσταση. Υπό την επίδραση ανθρώπων που ανήκαν στη Φιλική Εταιρεία, ανθρώπων µε ανατρεπτικές και ριζοσπαστικές ιδέες, ξεσηκώθηκαν εναντίον των κοτζαµπάσηδων (στα Βέρβαινα και στη Ζαράκοβα, το καλοκαίρι του 1821, στο Άργος, τον Δεκέµβριο του ίδιου χρόνου) λαϊκά στοιχεία απειλώντας να τους σφάξουν. Επρόκειτο περί οχλαγωγίας, όπως έλεγαν τότε, φαινόµενο των καιρών, θα λέγαµε εµείς, δηλαδή των µεγάλων αναστατώσεων και ανατροπών που δηµιουργεί ο πόλεµος και ο ξεσηκωµός στις κανονικότητες της ζωής των ανθρώπων και των κοινωνιών. Τις αναταραχές τις είχαν προκαλέσει άνθρωποι από τα χωριά και τις επαρχίες, οπλισµένοι χωρικοί µε τους ντόπιους ηγέτες τους, που είχαν πάρει τα όπλα µε το Η εγκύκλιος του Δ. Υψηλάντη (6 Οκτωβρίου 1821) «Πατριώται Πελοποννήσιοι, ιερείς καί λαϊκοί, νέοι καί γέροντες καί στρατιώται καί πάσης τάξεως καί ηλικίας, έφθασεν ο καιρός, εις τόν οποίον πρέπει νά µαζευθήτε εδώ εις τήν Τριπολιτσάνδια νά δώσετε τήν γνώµην σας καί νά ειπήτε όλοι τά δίκαια της πατρίδας σας. Εγώ ο πρίγκηψ Δηµήτριος Υψηλάντης, ήλθον νά αγωνισθώ διά τήν ελευθερίαν σας ήλθα νά διαφεντεύσω τά δίκαιά σας, τήν τιµήν σας, τήν ζωήν σας καί τά πράγµατά σας, ήλθον νά σας δώσω νόµους δικαίους καί κριτήρια δίκαια, διά νά µην εµπορή κανένας νά σας αδική καί νά σας κάµνη ό,τι θέλει. Πρέπει πλέον η τυραννία να παύση, όχι µόνο των Τούρκων, αλλά καί εκείνων, οπού έχουν τυραννικά φρονήµατα καί θέλουν νά αδικούν καί νά κατατυραννούν τον λαόν. Πελοποννήσιοι! Μικροί καί µεγάλοι! Ενωθείτε όλοι εάν θέλετε νά παύσουν αι τυραννίαι καί τά κακά οπού έως τώρα εδοκιµάζατε! Εγώ είµαι ο πατήρ σας, εγώ ακούοντας, έως εις τήν Ρωσίαν τούς αναστεναγµούς σας, ήλθον νά σας διαφεντεύσω ωσάν τέκνα µου, νά σας κάµω ευτυχείς, ν αγωνισθώ διά τήν ελευθερίαν σας, νά φροντίσω διά τήν ευτυχίαν των τέκνων σας και να σας εκβάλω από αυτήν τήν ταπεινήν καί καταφρονεµένην κατάστασιν εις τήν οποίαν σας κατήντησαν οι ασεβείς τύραννοι καί οι φίλοι καί σύντροφοι των τυράννων». (Κ. Δεληγιάννης, «Αποµνηµονεύµατα», τ. 2, Αθήνα 1957, σ. 6).

24 ξέσπασµα της επανάστασης, είχαν διώξει από πάνω τους τον µουσουλµάνο φοροεισπράκτορα και επιχειρούσαν να κάνουν το ίδιο και µε τον χριστιανό κοτζαµπάση. Ο αναβρασµός που επικρατούσε στα χωριά και τις επαρχίες της Πελοποννήσου, µε τη φυγή πολλών µουσουλµάνων, ή το κλείσιµό τους στα οχυρά, µε τα χωράφια και τις περιουσίες τους να βρίσκονται σ ένα αδιευκρίνιστο ακόµη ιδιοκτησιακό καθεστώς, είχε προκαλέσει ενθουσιασµό στους κινητοποιηµένους και οπλισµένους χωρικούς, που βίωναν έτσι µια αίσθηση πρωτόγνωρης ελευθερίας. Στη συνθήκη αυτή, έβρισκαν µεγάλη ανταπόκριση στους κινητοποιηµένους πληθυσµούς και τις ηγεσίες τους τα ανατρεπτικά κηρύγµατα των Φιλικών, οι οποίοι τους υπόσχονταν ότι θα τους απαλλάξουν και από την καταπίεση των Οθωµανών και από την τυραννία των χριστιανών αφεντάδων τους, δηλαδή των κοτζαµπάσηδων. Τους υπόσχονταν ότι θα τους µοίραζαν τα χωράφια των µουσουλµάνων, που τα επιβουλεύονταν οι κοτζαµπάσηδες, και ότι δεν θα πλήρωναν ποτέ πια επαχθείς φόρους. Τον κίνδυνο αυτόν, της εκτροπής της Επανάστασης προς ένα είδος λαϊκής δικαιοδοσίας και απονοµής δικαιοσύνης, φρόντισαν να τον αποτρέψουν τόσο ο Κολοκοτρώνης, που συνδιαλεγόταν, όπως είδαµε, µε τους κοτζαµπάσηδες, όσο και ο ίδιος ο Υψηλάντης, που άρχισε να συµβιβάζεται µε την ιδέα της διευρυµένης Γερουσίας, στην οποία θα συµµετείχαν και δικοί του άνθρωποι, καθώς επίσης και µε την προεδρία και την αρχιστρατηγία που του υπόσχονταν οι δυνατοί του τόπου. Τί βγήκε τελικά µέσα από τη διαµάχη αυτή ανάµεσα στον πρίγκιπα και τους κοτζα- µπάσηδες; Ούτε οι αρχικοί σχεδιασµοί του Υψηλάντη υλοποιήθηκαν επακριβώς, ούτε όµως και οι αρχικοί σχεδιασµοί των Καρυτινοµεσσήνιων κοτζαµπάσηδων που είχαν φτιάξει τη Γερουσία των Καλτεζών. Το αποτέλεσµα ήταν ότι µια νέα Πελοποννησιακή Γερουσία, διευρυµένη, και µε Καρυτινοµεσσήνιους και µε Αχαιούς κοτζαµπάσηδες, απέκτησε θεσµική υπόσταση στο Άργος και στην Επίδαυρο λίγο πριν αρχίσουν οι διεργασίες της Α Εθνοσυνέλευσης. Στις κατά τόπους εφορείες εξελέγησαν µάλιστα και ασκούσαν εξουσίες και άνθρωποι του Υψηλάντη και άνθρωποι του Κολοκοτρώνη, ανάλογα µε τους συσχετισµούς δύναµης που είχαν διαµορφωθεί σε κάθε µια επαρχία ξεχωριστά. Το νέο αυτό πολιτικό σώµα επρόκειτο πολύ σύντοµα να αρχίσει να µοιράζει στρατιωτικούς τίτλους και αξιώµατα στους ανθρώπους του τόπου, και σε κοτζαµπάσηδες και σε οπλαρχηγούς. Έτσι, κατά κάποιον τρόπο, οι ισορροπίες στην Πελοπόννησο Ελαιογραφία στην οποία πιθανόν απεικονίζεται ο Θεόδωρος

25 αποκαταστάθηκαν όλα όµως είχαν αλλάξει ριζικά µέσα σε λίγους µήνες από την έναρξη της Επανάστασης, και οι θέσεις των ανθρώπων και οι αρχικές βλέψεις και προσδοκίες τους. Προς τον σχηµατισµό εθνικής διοίκησης Στον βαθµό που γενικευόταν ο ξεσηκωµός και εδραιωνόταν στρατιωτικά η Επανάσταση, τουλάχιστον στην Πελοπόννησο, οι συλλογικές διεκδικήσεις (διακηρυγµένοι συλλογικοί στόχοι, νέοι πολιτικοί θεσµοί και συλλογικά όργανα) αποκρυσταλλώνονταν όλο και περισσότερο. Η προβολή της Επανάστασης στην Ευρώπη, η συστηµατική οργάνωση και διαχείριση των πολεµικών επιχειρήσεων στην ξηρά και τη θάλασσα, η ανάγκη εξεύρεσης πόρων για τη στρατολόγηση και τη συντήρηση των στρατευµάτων και των πληρωµάτων των πλοίων, όλα αυτά τα ζητήµατα απασχολούσαν τους επαναστάτες και καθιστούσαν επιτακτική την ανάγκη για τη δηµιουργία συστήµατος, δηλαδή ενιαίας, κεντρικής πολιτικής αρχής. Ταυτόχρονα, γινόταν όλο και περισσότερο σύνθετο και πολυκεντρικό το πεδίο των πολιτικών φατριασµών, µε την εµφάνιση νέων παραγόντων, που άλλαζαν συνεχώς τα πολιτικά δεδοµένα και τους υφιστάµενους συσχετισµούς δύναµης. Ένας τέτοιος νέος παράγοντας ήταν, όπως είδαµε, η παρουσία του Υψηλάντη στην Πελοπόννησο. Το ίδιο είχε συµβεί προηγουµένως µε τους οπλαρχηγούς και τον Κολοκοτρώνη. Η ιστορία της Γερουσίας, από την αυτοχειροτόνητο σύστασή της στις Καλτεζές µέχρι την ανανεωµένη κατοπινή µορφή της, δείχνει ακριβώς πώς µεταβάλλονταν οι συσχετισµοί δύναµης και τα µέτωπα της πολιτικής αντιπαράθεσης στην επανάσταση υπό το βάρος των προκλήσεων της συγκυρίας. Ο παράγοντας που επρόκειτο να ανατρέψει τις µέχρι τότε δηµιουργηµένες ισορροπίες και να καταστήσει περισσότερο σύνθετο το παιχνίδι του πολιτικού ανταγωνισµού ήταν η έλευση του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στο Μεσολόγγι, το καλοκαίρι του Συνοδευόµενος από τον Κ. Καρατζά, εξάδελφό του και γιο του πρώην ηγεµόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά, και τον Θεόδωρο Νέγρη, µετέβη κι αυτός στην Πελοπόννησο για να συναντηθεί µε την ηγεσία της επανάστασης και ιδίως τον Υψηλάντη. Στην Πάτρα ο Μαυροκορδάτος συναντήθηκε µε τους κοτζαµπάσηδες της Αχαΐας, και στα Τρίκορφα µε τον Υψηλάντη, τους Καρυταινοµεσσήνιους της Γερουσίας των Καλτεζών, τους µεγάλους οπλαρχηγούς του τόπου, καθώς και µε παράγοντες από τα νησιά που Ερειπωµένο τέµενος στην Τριπολιτσά έγχρωµη λιθογραφία Η επαναστατική προκήρυξη της «Προσωρινής Διοίκησης της

26 είχαν σταλεί εκεί για να συναποφασίσουν µε τους Μοραΐτες τα περί της Εθνοσυνέλευσης και του τρόπου εκλογής των παραστατών. Οι Αχαιοί κοτζαµπάσηδες υποδέχτηκαν θερµά τον Μαυροκορδάτο και αναζήτησαν σ αυτόν την πολιτική προσωπικότητα που θα αντιστάθµιζε τη δύναµη του Υψηλάντη και των οπλαρχηγών και θα έδινε νέες προοπτικές στον Αγώνα. Το ίδιο και οι νησιώτες, της Ύδρας και των Σπετσών. Αυτοί, όσο έβλεπαν µε ανησυχία τους ανταγωνισµούς ανάµεσα στους Πελοποννησίους, την προσπάθεια των οπλαρχηγών και των κοτζα- µπάσηδων να σφετερισθούν τις προσόδους των επαρχιών, που ήταν απαραίτητες για να ναυλωθούν τα πλοία τους και να οργανωθούν οι ναυτικές επιχειρήσεις, ήθελαν να επισπευσθούν οι διαδικασίες της Εθνοσυνέλευσης και της ανάδειξης κεντρικής πολιτικής αρχής. Ο Μαυροκορδάτος, µε την επιβλητική παρουσία του, τις γνώσεις του για τη διοίκηση, τις γνωριµίες του µε ευρωπαϊκούς κύκλους και ισχυρές προσωπικότητες του ελληνισµού, αποτελούσε για πολλούς από τους ντόπιους ηγέτες τον άνθρωπο που θα µπορούσε να στηρίξει την ελληνική υπόθεση στις ευρωπαϊκές αυλές και να διευρύνει τους ορίζοντες της Επανάστασης. Ο Μαυροκορδάτος έπεισε αρχικά τον Υψηλάντη να του αναθέσει την πολιτική οργάνωση της Ρούµελης. Στη συνέχεια, έδωσε πληρεξουσιότητα στον Θ. Νέγρη για τις ανατολικές επαρχίες και ο ίδιος ανέλαβε τη διοργάνωση διοικητικών θεσµών στις δυτικές, έχοντας το Μεσολόγγι ως κέντρο της επαναστατικής του δράσης. Για τον σκοπό αυτό εργάστηκε από τον Σεπτέµβριο του 1821, επιχειρώντας να συµβιβάσει και να διαχειριστεί τις διαφορές των οπλαρχηγών και των προεστών της περιοχής και γενικά να δηµιουργήσει συνθήκες ευνοϊκές, προκειµένου να αποκτήσει τοπικά ερείσµατα και να ενισχύσει την εξουσιαστική του παρουσία. Ταυτόχρονα, ο Μαυροκορδάτος και οι άνθρωποί του συµβούλευσαν τους Πελοποννήσιους κοτζαµπάσηδες πώς θα χειριστούν τη σύγκρουση µε τον Υψηλάντη, και τους καθοδήγησαν να συστήσουν εκ νέου την Πελοποννησιακή Γερουσία, που η ισχύς της, ενώ ήταν προγραµµατισµένο να λήξει µετά την πτώση της Τριπολιτσάς, συνέχιζε να υφίσταται µε τη συναίνεση και του Κολοκοτρώνη και παρά τις προσπάθειες του Υψηλάντη να την περιορίσει. Τους καθοδήγησαν ακόµη σε σχέση µε τις διαδικασίες βάσει των οποίων θα εκλέγονταν οι παραστάτες της Πελοποννήσου για την επικείµενη Εθνοσυνέλευση. Όλες οι κατά τόπους επαναστατικές ηγεσίες είχαν από πολύ νωρίς συµφωνήσει ότι Σφραγίδες µελών της Φιλικής Εταιρείας, του Γενικού Επιτρό-

27 µετά την κατάληψη της Τριπολιτσάς θα έπρεπε να οριστούν παραστάτες από τις επαναστατηµένες περιοχές προκειµένου να συγκληθεί η Εθνοσυνέλευση, στην οποία θα θεσπίζονταν οι µηχανισµοί της κεντρικής διοίκησης και θα εκλεγόταν η ηγεσία του Αγώνα. Στο Μεσολόγγι, στις αρχές Νοεµβρίου του 1821, ο Μαυροκορδάτος πρωτοστάτησε στη σύγκλιση περιφερειακής συνέλευσης, στο πλαίσιο της οποίας συγκροτήθηκε ένα συλλογικό πολιτικό σώµα, η Γερουσία της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος, ενώ λίγες ηµέρες αργότερα ο Νέγρης συνέστησε στην ανατολική Στερεά τον Άρειο Πάγο. Στις διεργασίες αυτές συµµετείχαν οι τοπικές ηγεσίες (ιεράρχες, προεστοί, αρµατολοί), αλλά και εκπρόσωποι των επαναστατών από την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Στην Ύδρα, τα Ψαρά, τις Σπέτσες και την Κάσο εξελέγησαν αντιπρόσωποι µέσα από τις τοπικές συνελεύσεις σε κάθε νησί. Στον νησιωτικό χώρο δεν είχε δηµιουργηθεί κάποια µορφή περιφερειακής διοικητικής οργάνωσης, όπως στην Πελοπόννησο και τη Ρούµελη. Εδώ, οι τοπικές ισορροπίες και οι συσχετισµοί ήταν καθοριστικοί στις διαδικασίες ανάδειξης των παραστατών, τον απόλυτο έλεγχο των οποίων είχαν οι άρχοντες, δηλαδή οι ισχυροί καραβοκύρηδες, που στα δικά τους πλοία απασχολούσαν µεγάλο µέρος των νησιωτών. Μόνο οι Υδραίοι άρχοντες αντιµετώπιζαν προβλήµατα αµφισβήτησης της εξουσίας τους. Ο Αντώνης Οικονόµου, ένας µικρός καραβοκύρης που είχε κατηχηθεί από τον Παπαφλέσσα στη Φιλική Εταιρεία, πρωταγωνίστησε στην έναρξη της επανάστασης στην Ύδρα και προσπάθησε να στρέψει τους κατοίκους του νησιού, ιδίως τους ναύτες και τους µικρής ισχύος πλοιοκτήτες, εναντίον των Κουντουριωτών και των άλλων ισχυρών οικογενειών, διεκδικώντας πιο αντιπροσωπευτικές µορφές εκπροσώπησης για το νησί του, αλλά και τη χρηµατοδότηση του απόπλου των πλοίων της Ύδρας προκει- µένου να συµµετάσχουν στην επανάσταση. Παρά την αρχική επικράτηση του ίδιου και των υποστηρικτών του κατά τις πρώτες εβδοµάδες της επανάστασης, τελικά οι Υδραίοι άρχοντες κατόρθωσαν να τον αποµονώσουν, να τον συλλάβουν και να τον εξορίσουν από την Ύδρα. Μάλιστα, έβαλαν να τον δολοφονήσουν στο Άργος, τον Δεκέµβριο του 1821, δηλαδή την εποχή που ξεκινούσαν οι εργασίες της Εθνοσυνέλευσης. Στην Πελοπόννησο, οι διαδικασίες της εκλογής παραστατών καθυστερούσαν. Η νέα Πελοποννησιακή Γερουσία, από το Άργος όπου είχε συσταθεί, στις αρχές Δεκεµβρίου, αναγκάστηκε να µεταβεί στην Επίδαυρο για να ολοκληρώσει τις εργασίες της εκλογής Πολεµική σηµαία των Ψαρών (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο,

28 παραστατών για την Εθνοσυνέλευση. Και τούτο, διότι στο Άργος επικρατούσε κλίµα έντασης και αναταραχής, το οποίο υποκινούσαν µέλη της Φιλικής Εταιρείας, άνθρωποι που είχαν µαζευτεί από διάφορες περιοχές και δεν ελέγχονταν απόλυτα ούτε από τον Υψηλάντη ούτε από τους περί τον Κολοκοτρώνη οπλαρχηγούς. Οι παραστάτες που τελικά εξελέγησαν από τις τρεις περιφερειακές Γερουσίες (Πελοπόννησος, δυτική και ανατολική Ρούµελη) και τις τοπικές συνελεύσεις στα νησιά εξέφραζαν τους τότε διαµορφωµένους πολιτικούς συσχετισµούς δύναµης σε κάθε περιοχή. Οι κοτζαµπάσηδες στην Πελοπόννησο, οι Φαναριώτες Μαυροκορδάτος και Νέγρης στη Ρούµελη, οι εκπρόσωποι των ισχυρών καραβοκυραίων από τα νησιά ήλεγχαν το µεγαλύτερο µέρος των παραστατών. Τα µέλη της Εθνοσυνέλευσης λοιπόν προέκυψαν µέσα από πολιτικούς συσχετισµούς που ήταν προϊόντα έντονων φατριασµών και πολιτικών παθών, προκειµένου να ελεγχθούν τα όργανα διοίκησης και η διεύθυνση των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Οι συλλογικές διεκδικήσεις του επαναστατηµένου έθνους συνυφαίνονταν έτσι µε τις προσωπικές φιλοδοξίες και τις επιµέρους διεκδικήσεις και αξιώσεις των ανθρώπων που διεκδικούσαν συµµετοχή στην ηγεσία της επανάστασης. Πολλοί ιστορικοί της Ελληνικής Επανάστασης (λ.χ., Διονύσιος Κόκκινος, Τάκης Στα- µατόπουλος, Δηµ. Φωτιάδης, Τάσος Βουρνάς) έχουν κάνει λόγο για τη συµµαχία του αντιδραστικού κοτζαµπασισµού µε τους επίσης αντιδραστικούς φαναριώτες, συµµαχία που αποτυπώθηκε ήδη στη σύνθεση της Α Εθνοσυνέλευσης. Κάνουν λόγο µάλιστα για την οριστική επικράτηση, έκτοτε, αυτών των ολιγαρχικών στοιχείων στην επανάσταση, σε βάρος του δηµοκρατικού στοιχείου, στο οποίο περιλαµβάνουν, από κοινού, τους οπλαρχηγούς, τον Υψηλάντη και τους Φιλικούς, µαζί µε τα οχλαγωγικά στοιχεία που εκδηλώθηκαν στα Βέρβαινα και στη Ζαράκοβα. Θεωρώ ότι τα πράγµατα δεν έχουν έτσι. Καταρχάς, η προβολή στο παρελθόν σύγχρονων πολιτικών και ιδεολογικών εννοιών και σηµασιών (δηµοκρατικοί/ολιγαρχικοί, αντιδραστικοί/προοδευτικοί) συσκοτίζει τους ιστορικούς όρους εκδήλωσης της ανθρώπινης δράσης και δεν επιτρέπει την ερµηνεία της σύµφωνα µε τα ιστορικά και κοινωνικοπολιτικά της συµφραζόµενα. Θα µπορούσαµε να ισχυριστούµε ότι όσο αντιδραστικοί ήταν οι κοτζαµπάσηδες, τόσο αντιδραστικοί ήταν και οι οπλαρχηγοί. Και όσο δηµοκρατικός ήταν ο Υψηλάντης, τόσο δηµοκρατικός ήταν και ο Μαυροκορδάτος. Με άλλα λόγια, ούτε ο Κολοκοτρώνης και ο Υψηλάντης ήταν δηµοκρατικοί, ούτε οι κοτζαµπάσηδες και ο Μαυ- Ο Αντώνιος Οικονόµος πρωτοστάτησε στον ξεσηκωµό

29 ροκορδάτος ήταν ολιγαρχικοί µε την ιδεολογική και πολιτική σηµασία που εµείς δίνουµε σ αυτούς τους όρους. Οι εν λόγω ετεροχρονισµένοι χαρακτηρισµοί δεν είναι σε θέση να σκιαγραφήσουν την πολιτική κουλτούρα της εποχής και, κυρίως, να αποδώσουν τα διακυβεύµατα της πολιτικής συγκυρίας. Βέβαια, η Επανάσταση παρήγαγε πολιτική ιδεολογία. Χαρακτηρισµοί όπως ολιγαρχικοί και δηµοτικοί (= δηµοκρατικοί) αποδίδονταν από τους ίδιους τους δρώντες, προκει- µένου να ορίσουν το πεδίο των πολιτικών αντιπαραθέσεων. Έτσι, ο κοτζαµπάσης γινόταν ολιγαρχικός. Το διέδιδαν οι γραµµατικοί, το έγραφαν στις προκηρύξεις, το έµαθαν και οι οπλαρχηγοί, όπως έµαθαν ότι οι ίδιοι είναι οι δηµοτικοί, µέχρι που το οικειοποιήθηκαν. Όπως όµως έµαθαν αργότερα, την εποχή του εµφυλίου (1824), και οι κοτζαµπάσηδες και οι οπλαρχηγοί, ότι ήταν αµφότεροι προδότες, στασιαστές και αντιπατριώτες, διότι παραβίαζαν τους νόµους του Έθνους, δεν υπάκουαν στην εθνική διοίκηση και κρατούσαν για τους εαυτούς τους φόρους και φρούρια, δηλαδή δηµόσια αγαθά, που ανήκαν στο έθνος, και γενικά αντέβαιναν στις δικαιικές και πολιτικές αρχές και τις διεκδικήσεις της εθνικής επανάστασης. Ωστόσο, οι κατηγοριοποιήσεις βάσει των οποίων οι άνθρωποι της εποχής όριζαν τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και επιµερίζονταν σε αντίπαλα στρατόπεδα, δίχως να κατανοούν απαραίτητα το ιδεολογικοπολιτικό εύρος των σηµασιών των εν λόγω κατηγοριοποιήσεων, δεν αποτελούν και την ίδια την ερµηνεία των διακυβευµάτων και των συγκρούσεων που παρήγαγε η Επανάσταση. Οι κατηγοριοποιήσεις των πρωταγωνιστών της Επανάστασης σε ολιγαρχικούς πολιτικούς (η συµµαχία Πελοποννήσιων και νησιωτών κοτζαµπάσηδων µε τον φαναριώτη Μαυροκορδάτο) και δηµοκρατικούς στρατιωτικούς (οι περί τον Κολοκοτρώνη και τον Υψηλάντη) δεν αποδίδουν, κατά τη γνώµη µου, την πραγµατικότητα της εποχής. Καθώς µάλιστα προβάλλονται εκ των προτέρων και συνολικά στην επανάσταση, ακυρώνουν και τη δυναµική των νέων σχέσεων εξουσίας που δηµιουργούνταν στη διάρκειά της, και τη λογική της συµµετοχής των ανθρώπων στα γεγονότα και της εκάστοτε στάσης τους απέναντι στις εξελίξεις. Ας σταθούµε για λίγο στις κατηγορίες κοτζαµπάσηδες και στρατιωτικοί. Είναι άλλο ζήτηµα η αναφορά στους κοτζαµπάσηδες ως κοινωνικής κατηγορίας στο οθωµανικό πλαίσιο κυριαρχίας, και άλλο η αναφορά στην πολιτική δράση και τους προσανατολισµούς αυτών των ανθρώπων στην επανάσταση. Η δράση τους στην επανάσταση δεν υπερκα- Πολεµική σηµαία της Ύδρας (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο,

30 θορίζεται από ένα είδος αντικειµενικής, δηλαδή δεδοµένης ταξικής αλληλεγγύης, που υποτίθεται ότι οφείλεται στη θέση και τους ρόλους που αναλάµβαναν στο οθωµανικό παρελθόν. Ή, τέλος πάντων, η όποια αλληλεγγύη των κοτζαµπάσηδων δοκιµάστηκε στην Επανάσταση, και οι πολιτικές τους επιλογές διαφοροποιούνταν, επειδή ακριβώς µετασχηµατιζόταν συνεχώς το ίδιο το περιβάλλον εντός του οποίου τοποθετούνταν η δράση τους. Έτσι, τα προυχοντικά δίκτυα, είτε ακολουθούσαν τους καθορισµούς του παρελθόντος, είτε τοπικοσυγγενικούς και ευρύτερους πελοποννησιακούς ή εθνικοπολιτικούς προσδιορισµούς, σε κάθε περίπτωση πάντως οργανώνονταν, διασπώνταν και ανασυντάσσονταν µε αναφορά τις προκλήσεις της εκάστοτε συγκυρίας και τους νέους πολιτικούς ρόλους που διεκδικούσαν οι άνθρωποι αυτοί µέσα από τη συµµετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας. Είδαµε ότι ήδη κατά τους πρώτους µήνες της Επανάστασης τα προυχοντικά δίκτυα αρχικά διασπάστηκαν, ενόψει της συγκρότησης της Γερουσίας των Καλτεζών, και στη συνέχεια ενοποιήθηκαν για να αντιµετωπίσουν την απειλή που ενσάρκωναν ο Υψηλάντης και ο Κολοκοτρώνης. Κάπως έτσι βρέθηκαν συσπειρωµένοι οι κοτζαµπάσηδες κατά τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης, αλλά, όπως θα δούµε στη συνέχεια, νέες έριδες προέκυψαν αναµεταξύ τους και διασπάστηκαν εκ νέου, ακολουθώντας τα διακυβεύµατα που αναδεικνύονταν γύρω από τον έλεγχο των µηχανισµών εξουσίας. Εξάλλου, ο προυχοντικός κόσµος συνιστούσε ο ίδιος πεδίο µεγάλων ανταγωνισµών και φατριασµών, αφού µεταξύ κοτζαµπάσηδων κατά κύριο λόγο µοιράζονταν οι νέες θέσεις εξουσίας, οι τίτλοι και τα πολιτικά αξιώµατα στην Επανάσταση. Το ίδιο ισχύει και για τους στρατιωτικούς της Επανάστασης, τόσο για τους Ρουµελιώτες, όσο και για τους Πελοποννησίους. Οι πρώτοι, κυρίως όσοι προέρχονταν από σηµαντικές αρµατολικές οικογένειες (όπως ο Γ. Βαρνακιώτης, ο Οδ. Ανδρούτσος και ο Γ. Μπακόλας) αποτελούσαν την τοπική ηγεσία στις ορεινές περιοχές, εκεί όπου βρίσκονταν τα αρµατολίκια τους. Όπως και οι κοτζαµπάσηδες στην Πελοπόννησο, οι πιο ισχυροί απ αυτούς συγκροτούσαν τα δικά τους δίκτυα επιρροής, συχνά µέσα από δεσµούς συγγένειας, και µε τον τρόπο αυτό επέκτειναν την επιρροή τους σε αρκετές γειτονικές επαρχίες. Ανάµεσά τους υπήρχαν έριδες, ανταγωνισµοί και συγκρούσεις, οι οποίες δυσχέραιναν τον συντονισµό της δράσης τους την ώρα της µάχης, αλλά και την πολιτική τους ενοποίηση στο πλαίσιο των διεργασιών για τη συγκρότηση εθνικής Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ( ) (Εθνικό Ιστορικό

31 διοίκησης. Όπως και οι κοτζαµπάσηδες της Πελοποννήσου, οι εν λόγω αρµατολοί πρωτοστάτησαν ως κεφαλές στην εξέγερση των επαρχιών τους, αλλά είδαν σύντοµα παλαιούς και νέους ανταγωνιστές να αµφισβητούν την πρωτοκαθεδρία τους στα αρµατολίκια τους. Είδαν ακόµη τους πολιτικούς, δηλαδή τον Μαυροκορδάτο και τον Νέγρη, να αµφισβητούν την αρµοδιότητά τους να διευθύνουν αυτοί τις πολεµικές επιχειρήσεις. Σύµφωνα µε τους νόµους που ψηφίστηκαν στις συνελεύσεις του Μεσολογγίου και των Σαλώνων, τον Νοέµβριο του 1821, οι αρµατολοί, που συµµετείχαν στις Συνελεύσεις, υπήχθησαν στην εξουσία των περιφερειακών διοικήσεων. Θα έπρεπε δηλαδή να µετατραπούν σε στρατιωτικούς, και αυτό ήταν κάτι που λίγοι αντιλαµβάνονταν τότε ως απειλή για την προσωποποιηµένη (και επιβεβληµένη µε βάση την ισχύ των όπλων) εξουσία τους στις ορεινές επαρχίες, δηλαδή στα αρµατολίκια. Στην Πελοπόννησο, µε εξαίρεση τους Μανιάτες, όταν ξέσπασε η επανάσταση δεν υπήρχαν ισχυρές στρατιωτικές οικογένειες. Υπήρχαν βέβαια οι κάποι των κοτζαµπάσηδων και παλαιοί κλέφτες, όπως ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο Αναγνωσταράς, οι Πετµεζαίοι και οι Πλαπουταίοι, που όµως ούτε αναγνωρισµένοι στρατιωτικοί αρχηγοί ήταν, ούτε ήταν δικά τους τα σώµατα ενόπλων τα οποία διηύθυναν στην αρχή της Επανάστασης. Τους αναγνωριζόταν βέβαια στην αρχή µια κάποια υπεροχή, όµως αυτό απείχε πολύ από το να ελέγχουν τους στρατιώτες τους. Διαφορετικά απ ό,τι συνέβη στη Ρούµελη, όπου τα στρατιωτικά σώµατα των επαναστατών συγκροτήθηκαν γύρω από τις υπάρχουσες αρµατολικές οµάδες και ενσωµατώθηκαν σε υφιστάµενες δοµές και ιεραρχίες, στην Πελοπόννησο τα στρατόπεδα των επαναστατών δηµιουργήθηκαν από τους πρόχειρα εξοπλισµένους αγρότες και κατοίκους των πόλεων, που προσέρχονταν κατά µικρές τοπικοσυγγενικές οµάδες και κάθε µία από αυτές αναγνώριζε τον δικό της κατά συνθήκη αρχηγό. Αυτοί οι αρχηγοί πάλι, προσκολλούσαν µε τη σειρά τους σε κάποιον γνωστό καπετάνιο, είτε γιατί συνδέονταν µαζί του µε δεσµούς συγγένειας, εντοπιότητας, αλληλεγγύης, είτε απλά γιατί τους ενέπνεε εµπιστοσύνη ότι, ακολουθώντας τον, θα έβγαιναν ζωντανοί από τη µάχη και, γιατί όχι, ωφεληµένοι από τα λάφυρα που θα έπαιρναν από τους ηττηµένους αντιπάλους. Τα στρατιωτικά σώµατα στην Πελοπόννησο δεν συγκροτήθηκαν µέσα σε υφιστάµενες δοµές και ιεραρχίες. Φτιάχτηκαν εκ του µηδενός, ως αποτέλεσµα της δράσης ανθρώπων που επαναστατούσαν, δηλαδή ανέτρεπαν τις υφιστάµενες σχέσεις κυριαρχίας και Ο Αναγνώστης Πετµεζάς ( ) (Εθνικό Ιστορικό

32 οικοδοµούσαν νέες, µε βάση τις πρωτόγνωρες εµπειρίες που αποκτούσαν από τη ζωή στα στρατόπεδα ή την ώρα της µάχης. Μέσα από τέτοιες διεργασίες ανακαλύπτονταν µορφές οργάνωσης και αναδεικνύονταν οι ιεραρχίες στα στρατιωτικά σώµατα της Πελοποννήσου. Ακόµη κι όταν παλαιοί κλέφτες και κάποι αναγνωρίστηκαν ως αρχηγοί τέτοιων στρατιωτικών σωµάτων, αυτό δεν ήταν επιβεβαίωση της αυθεντίας τους, αλλά επιβράβευση και αναγνώριση του πρωταγωνιστικού τους ρόλου στον πόλεµο, της ικανότητάς τους να διευθύνουν τους εξεγερµένους σε νικηφόρες µάχες (στο Λεβίδι, στα Δολιανά, στα Βέρβαινα, στη Γράνα) που αποµάκρυναν τον οθωµανικό στρατό από τα χωριά τους και τον κρατούσαν κλεισµένο στα κάστρα της Πελοποννήσου και κυρίως στην Τριπολιτσά. Αυτές οι διεργασίες οδηγούσαν κάποτε στην αναγνώριση ως στρατιωτικών αρχηγών ανθρώπων που για πρώτη φορά ασχολούνταν µε τον πόλεµο, όπως ο Παναγιώτης Γιατράκος, οι οποίοι αντλούσαν το κύρος τους όχι από την παράδοση αλλά από τα τωρινά τους κατορθώµατα. Έτσι αναδείχθηκαν οι στρατιωτικοί της Πελοποννήσου και σχηµάτισαν τα δικά τους δίκτυα επιρροής, κεφαλαιοποιώντας πολιτικά την πίστη, την αφοσίωση και τον φόβο που ενέπνεαν στους ενόπλους τους. Οι φατριασµοί ανάµεσά τους ήταν επίσης έντονοι, επειδή ακριβώς οι άνθρωποι των όπλων διεκδικούσαν συµµετοχή στη νέα εξουσία, δηλαδή τίτλους και αξιώµατα, προσόδους και επιρροή στις επαρχίες. Απ αυτούς, άλλοι παρέµεναν πιστοί στους κοτζαµπάσηδες, όπως οι Πετµεζαίοι στα Καλάβρυτα, ενώ άλλοι, όπως ο Θ. Κολοκοτρώνης και οι Πλαπουταίοι στην Καρύταινα, λειτουργούσαν ανταγωνιστικά ως προς τις παλιές κοινοτικές αυθεντίες. Έριδες και ανταγωνισµοί ανάµεσά τους υπήρχαν τόσο στο επίπεδο της κεντρικής διεύθυνσης των στρατιωτικών επιχειρήσεων, µε τον Κολοκοτρώνη και τον Γιατράκο να ερίζουν για την αρχιστρατηγία, όσο και στην επαρχιακή κλίµακα, µε τους µικρούς και µεσαίους καπετάνιους να συγκρούονται για την πρωτοκαθεδρία των όπλων της περιοχής τους. Στο πλαίσιο ενός τέτοιου ανταγωνισµού, οι Κουµανιωταίοι σκότωσαν τον Σεπτέµβριο του 1821 τον Παναγιώτη Καρατζά. Κοντολογίς, ο όρος στρατιωτικοί της Πελοποννήσου, έτσι όπως έχει χρησιµοποιηθεί, δεν περιγράφει όλους όσους είχαν ενταχθεί στα στρατιωτικά σώµατα και είχαν αναδειχθεί σε οπλαρχηγούς, αλλά µόνον εκείνους που ακολούθησαν τον Κολοκοτρώνη και στήριξαν τις πολιτικές του επιλογές. Αυτοί, κατά βάση, διεκδίκησαν, όπως ήδη Τουφέκι του Νικόλαου Πετµεζά, µε εµπίεστο επίχρυσο διάκοσµο

33 έχουµε αναφέρει, να επεκτείνουν την επιρροή τους στις επαρχίες της Πελοποννήσου, περιστέλλοντας τις αρµοδιότητες και την εν γένει εξουσιαστική παρουσία των κοτζαµπάσηδων. Ωστόσο, η σχέση των στρατιωτικών µε τους κοτζαµπάσηδες δεν ήταν ανταγωνιστική µε τη σηµασία που αποδίδουν στον όρο οι Έλληνες ιστορικοί, µε όρους δηλαδή αλληλοαποκλεισµού και αλληλοεξόντωσης. Είδαµε στο επεισόδιο µε τον Υψηλάντη ότι τα ζητήµατα στα οποία συναντιόνταν τα συµφέροντα και οι προσανατολισµοί του Κολοκοτρώνη και των κοτζαµπάσηδων ήταν πολύ πιο σηµαντικά απ αυτά που φαίνονταν να τον οδηγούν σε συµφωνίες µε τον πρίγκιπα. Οι στρατιωτικοί ανήκαν στον ίδιο κόσµο και µοιράζονταν τον ίδιο πολιτικό πολιτισµό µε τους αντιπάλους τους στα τοπικά κέντρα εξουσίας. Καθ όλη τη διάρκεια της Επανάστασης, στα ανταγωνιζόµενα προυχοντικά δίκτυα περιλαµβάνονταν και ισχυροί άνθρωποι των όπλων. Αλλά και η φατρία του Κολοκοτρώνη απέκτησε σύντοµα ισχυρά προυχοντικά ερείσµατα στην Πελοπόννησο. Σε τελική ανάλυση, οι προσανατολισµοί των στρατιωτικών της Πελοποννήσου δεν διαφοροποιούνταν απ αυτούς των κοτζα- µπάσηδων, των αντιπάλων τους στα τοπικά κέντρα εξουσίας. Η ένταση και οι τριβές που υπήρχαν στο πρόσφατο (οθωµανικό) παρελθόν ανάµεσα στις κοινοτικές αρχές και τους ανθρώπους των όπλων, τους κλέφτες και κατά καιρούς κάπους, δεν είναι οµόλογες των ιδεολογικοποιηµένων κατηγοριών στρατιωτικός και πολιτικός που, σύµφωνα µε τις κυρίαρχες αναγνώσεις του Εικοσιένα, αντιστοιχούν στους δηµοτικούς και τους ολιγαρχικούς της Επανάστασης. Το ίδιο ιδεολογικοποιηµένος όµως είναι και ένας άλλος τρόπος αντιµετώπισης της δράσης των ανθρώπων της εποχής, σύµφωνα µε τον οποίο οι φατριασµοί των ανθρώπων της Επανάστασης, απ όπου κι αν προέρχονται, παρουσιάζονται ότι δυσχεραίνουν την ευόδωση του επαναστατικού εγχειρήµατος. Οι πρακτικές αυτές αποδίδονται στην «κακοδαιµονία της φυλής και του έθνους», στη «διχόνοια των Ελλήνων», που δεν τους αφήνει ποτέ, ενωµένους, να µεγαλουργήσουν. Η εθνική Επανάσταση όµως (ο πόλεµος εναντίον του κατακτητή και η πολιτική θεµελίωση του επαναστατηµένου έθνους) ήταν ακριβώς αυτό: µια µεγάλη πολιτική µεταβολή, µια ριζική κοινωνική ανατροπή, και ως εκ τούτου πεδίο πρωτόγνωρων εντάσεων και συγκρούσεων. Η Επανάσταση κατέλυε µακραίωνες δουλείες και συντεταγ-

34 µένες ιεραρχίες, διαρρήγνυε κατεστηµένες µορφές νοµιµοφροσύνης και άνοιγε στους ανθρώπους καινούργιες προοπτικές. Τους προσέφερε έτσι δυνατότητες που ήταν αδιανόητες µέχρι τότε, καθώς τους δηµιουργούσε καινούργιες παραστάσεις σχετικά µε τον εαυτό τους και τη θέση τους µέσα στον κόσµο και τους µάθαινε να αξιώνουν και να διεκδικούν δυναµικά τη συµµετοχή τους στη νέα πατρίδα, την οποία οι ίδιοι συνοικοδοµούσαν, µε τη δράση τους. Αναπόσπαστο κοµµάτι αυτής της δράσης ήταν οι κοινωνικοπολιτικές ζυµώσεις και οι ανταγωνισµοί, στο πλαίσιο των οποίων συνδυάζονταν τα συµφέροντα και δηµιουργούνταν δίκτυα κοινωνικοπολιτικής επιρροής, δηλαδή φατρίες. Μέσω των φατριασµών αυτών διενεργούνταν ωστόσο διαδικασίες πρωτόγνωρες για όλους: η συγκρότηση των πολιτικών θεσµών του επαναστατηµένου έθνους. Τα αντικείµενα της διαµάχης λοιπόν στη διάρκεια της Επανάστασης µεταβάλλονταν διαρκώς, το ίδιο και τα µέτωπα της πολιτικής αντιπαράθεσης, οι πολιτικές επιλογές, οι συµµαχίες και οι αντιπαλότητες ανάµεσα στους ανθρώπους που διεκδικούσαν συµ- µετοχή στην άσκηση της εξουσίας. Είδαµε, µε αφορµή τη σύσταση της Γερουσίας των Καλτεζών, τί συνέβαινε στην αρχή της Επανάστασης µεταξύ των κοτζαµπάσηδων, είδαµε στη συνέχεια πώς επαναπροσδιορίστηκαν οι όροι της πολιτικής διαµάχης, κατ αρχάς µε την ανάδειξη των στρατιωτικών, και ιδίως του Κολοκοτρώνη, ακολούθως µε την άφιξη του Υψηλάντη, και πάλι µετά µε την παρουσία του Μαυροκορδάτου. Έµελλε να συµβούν πολλά ακόµη, µέχρι να αποκρυσταλλωθούν τα µέτωπα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Σε τελική ανάλυση, το µέγιστο διακύβευµα της Επανάστασης ήταν η συγκέντρωση της εξουσίας και η ενοποίηση των πολιτικών διαδικασιών, η παρουσία και η συµµετοχή κατεστηµένων και νέων κοινωνικών οµάδων στην κεντρική πολιτική σκηνή. Έλληνας πολεµιστής φιλοτεχνηµένη απο τον Λουί Ντυπρέ Οι ηγεσίες της Επανάστασης και το ζήτηµα της συγκεντρωτικής αρχής Το ζήτηµα της ανάδειξης κεντρικής πολιτικής αρχής απασχολούσε εξαρχής τους ανθρώπους της Επανάστασης. Τις παλιές ηγεσίες του τόπου, αλλά και τους νέους ηγέτες που είχαν αναδειχθεί στα πεδία των µαχών και στις νέες πολιτικές διαβουλεύσεις και ρυθµίσεις. Από ένα σηµείο κι έπειτα, και κυρίως µετά την κατάληψη της

35 Τριπολιτσάς, όλοι οι επαναστάτες προς αυτήν την κατεύθυνση προσανατόλιζαν τη δράση τους. Το ζήτηµα όµως ήταν πώς αντιλαµβάνονταν την κεντρική διοίκηση όλοι αυτοί: ως ένα ανίσχυρο συντονιστικό όργανο επιµέρους τοπικών κέντρων εξουσίας, χωρίς ουσιαστικές αρµοδιότητες και εκτελεστικές δυνατότητες, ή ως ενιαία ισχυρή εκτελεστική εξουσία, µε αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώµατα και αρµοδιότητες όσον αφορά στην επιβολή της νοµιµότητας στον επαναστατηµένο χώρο; Το ζήτηµα των αρµοδιοτήτων και, γενικότερα, του ρόλου της νέας εξουσίας αφορούσε τόσο εκείνους που είχαν βρεθεί στην Εθνοσυνέλευση όσο και εκείνους που απουσίαζαν ή είχαν αποκλειστεί απ αυτήν. Αφορούσε το ίδιο εκείνους που κυριάρχησαν στη Εθνοσυνέλευση και εκλέχτηκαν στα όργανα διοίκησης που θεσπίστηκαν, αλλά και εκείνους που δεν κατάφεραν να εκλεγούν και έµειναν στο περιθώριο των νέων πολιτικών ρυθµίσεων, δυσαρεστηµένοι. Αφορούσε, µε άλλα λόγια, το κατά πόσον οι ηγετικοί παράγοντες που είχαν αναδειχτεί κατά τους πρώτους µήνες της Επανάστασης ήταν διατεθειµένοι να ενεργήσουν στο πλαίσιο µιας ενιαίας, δηλαδή εθνικής, και ταυτόχρονα συγκεντρωτικής αρχής, επενδύοντας σε αυτήν τα επιµέρους συµφέροντα, τις φιλοδοξίες και τις προσδοκίες τους από τη συµµετοχή τους στον Αγώνα. Αυτοί που δεν είχαν λόγους να επιθυµούν την ισχυρή εκτελεστική εξουσία ήταν γενικά όσοι στηρίζονταν σε ισχυρούς δεσµούς µε συγκεκριµένες επαρχίες και σε τοπικά δίκτυα επιρροής, τα οποία είχαν δηµιουργήσει στο πλαίσιο των ρόλων που εκπλήρωναν στις επαρχίες αυτές πριν την Επανάσταση. Για τους αρµατολούς της Ρούµελης και για τους κοτζαµπάσηδες της Πελοποννήσου η ισχυρή, συγκεντρωτική διοίκηση, η οποία άλλωστε δεν ανήκε στην πολιτική τους εµπειρία, τους αφαιρούσε ουσιαστικά την επιρροή που ασκούσαν στις επαρχίες τους, αλλά και γενικότερα στον τόπο τους. Η Πελοποννησιακή Γερουσία, λόγου χάριν, η οποία ελεγχόταν από τους κοτζαµπάσηδες, και στην οποία, µετά την άλωση της Τριπολιτσάς, είχαν αρχίσει να αποκτούν επιρροή ο Κολοκοτρώνης και οι οπλαρχηγοί που τον ακολουθούσαν, είχε ήδη λειτουργήσει ανασχετικά στην προσπάθεια του Υψηλάντη να δηµιουργήσει ισχυρή συγκεντρωτική εξουσία γύρω από το πρόσωπό του, αντιπροτείνοντας πολυµελή όργανα και λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο συλλογικών διαδικασιών για κάθε είδους αρµοδιότητα, στρατιωτική και πολιτική. Θα πρέπει να επισηµάνουµε ότι η Πελοπόννησος, σε Μάχες κατά την άλωση της Τριπολιτσάς έργο των Π. Ζωγρά-

36 αντίθεση µε τις άλλες επαναστατηµένες περιοχές, ήταν ένας διοικητικά και πολιτικά ενοποιηµένος χώρος ήδη από την εποχή της οθωµανικής κυριαρχίας. Οι ηγεσίες της, οι κοτζαµπάσηδες, είχαν µάθει να ασκούν εξουσίες στο πλαίσιο συλλογικών αντιπροσωπευτικών σωµάτων, πλάι στον πασά. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, συγκρότησαν τη Γερουσία, που ως πολιτική αρχή της Επανάστασης αποτελούσε ένα συντονιστικό συλλογικό όργανο, αντιπροσωπευτικό όλων των επαρχιών, το οποίο όµως δεν είχε µεγάλη σχέση µε τα χαρακτηριστικά, τις αρχές οργάνωσης και τις λειτουργίες ενός σύγχρονου συγκεντρωτικού κράτους. Όµως, στα τέλη του 1821, η Πελοπόννησος δεν ήταν απλώς ο τόπος των κοτζαµπάσηδων και των στρατιωτικών της. Ήταν ο µόνος απελευθερωµένος και ουσιαστικά εθνικοποιηµένος χώρος, στον οποίο καλούνταν να ασκήσει κυριαρχικά δικαιώµατα η νέα εθνική εξουσία: να καταλάβει τα κάστρα και τα άλλα οχυρά σηµεία που περνούσαν σε ελληνική κυριαρχία, να αποφασίσει για τις εκστρατείες και να οργανώσει µαζικές στρατολογίες, να δηµιουργήσει δικά της δίκτυα διοίκησης και στρατιωτικά σώµατα άµεσα ελεγχόµενα απ αυτήν και όχι από τους λογής τοπικούς παράγοντες. Για να συµβούν όµως αυτά απαιτούνταν χρήµατα, όχι τόσο για τη λειτουργία των µηχανισµών διοίκησης, αλλά για τη χρηµατοδότηση των εκστρατειών, για την προµήθεια όπλων και εφοδίων, για την καταβολή µισθών στους στρατιώτες δηλαδή, για όλα όσα, κατά τους πρώτους µήνες, χρηµατοδοτούνταν εν µέρει από τα ποσά που είχαν συγκεντρωθεί από τις εφορείες της Φιλικής Εταιρείας, από τα λάφυρα των αντιπάλων, και ιδίως από τα ιδιωτικά χρηµατοκιβώτια των κοτζαµπάσηδων, των αρµατολών, των νησιωτών αρχόντων. Για να βρεθούν τα χρήµατα αυτά, και να µπορέσει έτσι η εθνική διοίκηση να λειτουργήσει ως πραγµατική εξουσία, θα έπρεπε να διαχειριστεί η ίδια τον εθνικό πλούτο: δηλαδή τις φορολογικές προσόδους, τις περιουσίες και τα κτήµατα που είχαν εγκαταλείψει οι µουσουλµάνοι της Πελοποννήσου, και ήταν τα 2/3 της συνολικής γης στα πεδινά και πλέον εύφορα µέρη. Με άλλα λόγια, η εθνική διοίκηση θα έπρεπε να διαχειριστεί όλα εκείνα που διεκδικούσε από τις πρώτες εβδοµάδες της Επανάστασης η Πελοποννησιακή Γερουσία. Η εθνική διαχείριση του πλούτου της Πελοποννήσου ήταν ένα πολύ ισχυρό κίνητρο για τους νησιώτες, προκειµένου να συνταχθούν µε την προοπτική της δηµιουργίας ενιαίας συγκεντρωτικής διοίκησης. Η προετοιµασία και η συµµετοχή των πλοίων στις Έλληνας αρµατολός υδατογραφία του 19ου αιώνα (Μουσείο

37 ναυτικές επιχειρήσεις (στα πολιορκηµένα κάστρα και στις ακτές της Πελοποννήσου και της Ρούµελης), αλλά και οι µισθοί των πληρωµάτων, ώστε να κινηθούν τα πλοία, απαιτούσαν πολλά χρήµατα, τα οποία έως τότε προσέφεραν οι καραβοκυραίοι των νησιών. Τα χρήµατα αυτά, ή θα συνέχιζαν να συγκεντρώνονται αποκλειστικά από τις δικές τους εισφορές, ή θα καλύπτονταν, έστω εν µέρει, από µια ισχυρή κεντρική εξουσία, η οποία θα διαχειριζόταν τον εθνικό πλούτο που, προς το παρόν, περιοριζόταν κυρίως στην Πελοπόννησο. Έτσι, οι νησιώτες συντάχθηκαν εξαρχής µε τα πολιτικά σχέδια του Υψηλάντη, αρχικά, και του Μαυροκορδάτου, του Νέγρη, του Κωλέττη, στη συνέχεια, δηλαδή µε την προοπτική δηµιουργίας ενιαίας συγκεντρωτικής εθνικής διοίκησης. Αυτοί οι πολιτικοί παράγοντες, που ήταν ξένοι προς τις επαναστατηµένες επαρχίες τις οποίες φιλοδοξούσαν να διοικήσουν, ήταν οι µόνοι που, ανεξάρτητα από τις διαφορές και τους ανταγωνισµούς τους, ανεξάρτητα ακόµη από το πολίτευµα που πρόκριναν για το σχη- µατιζόµενο ελληνικό κράτος, συµφωνούσαν για την ανάγκη δηµιουργίας ενός ισχυρού συγκεντρωτικού κράτους, συγκρότησης ενιαίων θεσµών διοίκησης, στο πλαίσιο των οποίων ευελπιστούσαν ότι θα παίξουν και οι ίδιοι πρωταγωνιστικό ρόλο. Να σηµειωθεί ακόµη ότι, απ όλες τις επαναστατηµένες περιοχές, µόνο η Πελοπόννησος είχε αποτελέσει στο παρελθόν ενιαίο πολιτικά και διοικητικά χώρο, µε πλούσια παράδοση περιφερειακής αυτοδιοίκησης µέσα από τα συλλογικά συντονιστικά της όργανα. Γι αυτό και η συγκρότηση περιφερειακής διοίκησης δεν βρήκε ισχυρές αντιστάσεις, έως ότου εµφανίστηκε ο Υψηλάντης και πρότεινε το δικό του σχέδιο πολιτικής οργάνωσης. Η παρατήρηση αυτή είναι σηµαντική για την κατανόηση του γεγονότος ότι η Πελοπόννησος και οι τοπικές της ηγεσίες προέβαλλαν τις µεγαλύτερες αντιστάσεις στην προσπάθεια πολιτικής ενοποίησης των επαναστατηµένων περιοχών, στην κατεύθυνση δηλαδή της δηµιουργίας ενός συγκεντρωτικού µοντέλου κράτους. Αυτό φάνηκε από την πρώτη στιγµή, από το πώς αντιµετώπισαν οι Πελοποννήσιοι ηγέτες τα πολιτικά σχέδια του Υψηλάντη, και κυρίως από το πώς πολιτεύτηκαν στη συνέχεια, στις πρώτες Εθνοσυνελεύσεις. Στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, οι επαναστατηµένες περιοχές και οι ηγεσίες τους αποφάσισαν µέσω των νοµίµων παραστατών τους, δηλαδή των κατά τόπους ηγετικών παραγόντων, να ενταχθούν σε ένα νέο πολιτικό και θεσµικό πλαίσιο. Η εθνική

38 διοίκηση που αναδείχθηκε από την Εθνοσυνέλευση, η Προσωρινή Διοίκηση όπως την ονόµασαν τότε, ήθελε να παρουσιάζεται ως ο αποκλειστικός φορέας άσκησης της εξουσίας, ως ο υπέρτατος πολιτικός θεσµός της Επανάστασης. Διεκδικούσε δηλαδή για τον εαυτό της, και κατ αποκλειστικότητα, το δικαίωµα να θέτει κανόνες µε αξίωση καθολικής ισχύος στα όρια της επικράτειάς της. Με άλλα λόγια, η νέα εξουσία καλούνταν να επιβάλλει νόµους, να κατανείµει ρόλους, ευθύνες και αρµοδιότητες, και απαιτούσε την πλήρη συµµόρφωση των µελών του εθνικού σώµατος στις επιταγές της, προκειµένου να ασκήσει την πολιτική της και να διευθύνει τον πόλεµο. Έτσι, η πολιτική ενοποίηση των επαναστατηµένων περιοχών και ο σχηµατισµός ενιαίας εθνικής διοίκησης έθεταν εκ των πραγµάτων ζήτηµα συνολικού επαναπροσδιορισµού των υφιστάµενων δοµών και σχέσεων εξουσίας. Το γεγονός αυτό, µε τη σειρά του, ανατροφοδοτούσε τον µετασχηµατισµό ευρύτερων περιοχών της κοινωνικής και πολιτικής ζωής στην κατεύθυνση της συγκρότησης ενός σύγχρονου πεδίου οργάνωσης, νοµιµοποίησης και άσκησης της εξουσίας. Ταυτόχρονα, όµως, η νέα εξουσία είχε προκύψει, όπως είδαµε, µέσα από λογής φατριασµούς και πολιτικούς αποκλεισµούς, εξέφραζε δηλαδή συναινέσεις, αλλά είχε επίσης δηµιουργήσει µεγάλες δυσαρέσκειες. Κοντολογίς, το εγχείρηµα συγκρότησης ενός συγκεντρωτικού πολιτικού µηχανισµού, της σύστασης ενός νέου συστήµατος άσκησης και νοµιµοποίησης της εξουσίας, ενώ αποτελούσε παράγοντα ενοποίησης του επαναστατηµένου χώρου, αποτελούσε ταυτόχρονα και παράγοντα σύγκρουσης στις τάξεις των επαναστατών. Ακόµη περισσότερο, η εθνική διοίκηση που εκλέχτηκε µε το τέλος των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου αποτελούσε σηµείο σύγκλισης και συµβιβασµού τόσο σε σχέση µε τη δοµή και τις αρµοδιότητές της όσο και σε σχέση µε την κατάληψη των θέσεων εξουσίας στα σηµαντικά της όργανα. Το εκτελεστικό αποτελούσε συλλογικό όργανο άσκησης της εξουσίας και ήταν πεντα- µελές, σύµφωνα µε το πρότυπο του Διευθυντηρίου, του γαλλικού συντάγµατος του Τα πέντε µέλη του που εξελέγησαν από την Εθνοσυνέλευση ήταν τα εξής: Ο Μαυροκορδάτος, πρόεδρος, οι Πελοποννήσιοι κοτζαµπάσηδες Αναγνώστης Δεληγιάννης και Αθανάσιος Κανακάρης, ο νησιώτης Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ρουµελιώτης Ιωάννης Λογοθέτης. Το εκτελεστικό εξέλεξε επίσης οκτώ µινίστρους (υπουργούς). Μεταξύ άλλων, τον Θεόδωρο Νέγρη, αρχιγραµµατέα της Επικρατείας και υπουργό των Ο Ιωάννης Κωλέττης ( ) (Εθνικό Ιστορικό Μου-

39 εξωτερικών υποθέσεων, τον Ηπειρώτη Ιωάννη Κωλέττη, υπουργό των Εσωτερικών, τον Πελοποννήσιο κοτζαµπάση Πανούτσο Νοταρά, της Οικονοµίας, και τον Σουλιώτη οπλαρχηγό Νότη Μπότσαρη, που ήταν πολιτικός σύµµαχος του Μαυροκορδάτου, υπουργό του Πολέµου. Η τοποθέτηση του Μπότσαρη ήταν κίνηση περισσότερο συµβολική, καθώς αυτός, όπως και οι άλλοι Σουλιώτες αρχηγοί, πολεµούσε στην ορεινή περιοχή του Σουλίου αποκλεισµένος από τις οθωµανικές δυνάµεις έτσι στα καθήκοντά του τον αναπλήρωνε ο Κωλέττης. Να σηµειωθεί ακόµη ότι δεν ορίσθηκε ένας, αλλά τρεις υπουργοί Ναυτικών, δηλαδή από ένας υπουργός για τα Ψαρά, τις Σπέτσες και την Ύδρα. Ο Υψηλάντης, που είχε αποκλειστεί από την Εθνοσυνέλευση, εξελέγη πρόεδρος του βουλευτικού, µε αντιπρόεδρο τον Πετρόµπεη Μαυροµιχάλη. Αυτός ο τελευταίος όµως δεν αποδέχθηκε τη θέση που του προσφέρθηκε και αντικαταστάθηκε από τον κοτζαµπάση Καλαβρύτων Σωτήρη Χαραλάµπη. Στον τρόπο µε τον οποίο διαµορφώθηκαν τα όργανα της Προσωρινής Διοίκησης αποτυπώθηκαν οι πολιτικοί συσχετισµοί της Εθνοσυνέλευσης. Και στα δύο σώµατα, το βουλευτικό και το εκτελεστικό, είχαν ως επί το πλείστον εκλεγεί Πελοποννήσιοι, Ρουµελιώτες και νησιώτες κοινοτικοί άρχοντες, λόγω ακριβώς της πλειοψηφίας που διέθεταν στην Εθνοσυνέλευση. Ωστόσο, στα δυο σηµαντικότερα αξιώµατα της εκτελεστικής εξουσίας, δηλαδή του προέδρου του εκτελεστικού και του αρχιγραµµατέα της επικράτειας, εκλέχτηκαν ο Μαυροκορδάτος και ο Νέγρης. Το σώµα αυτό, το εκτελεστικό, είχε περιβληθεί από το σύνταγµα µε σηµαντικές αρµοδιότητες, αν και σε αρκετά σηµεία οι αρµοδιότητες των δυο οργάνων δεν ήταν ξεκάθαρες. Στην πράξη, το βουλευτικό και το εκτελεστικό µπορούσαν να υπονοµεύουν το ένα τη λειτουργία του άλλου, δηµιουργώντας έτσι προσκόµµατα στην ίδια τη λειτουργία της διοίκησης. Προσκόµµατα µπορούσαν να δηµιουργούν και οι περιφερειακές διοικήσεις. Ένα σηµαντικό ζήτηµα λοιπόν, το οποίο είχαν κληθεί να διαχειρισθούν οι άνθρωποι της Εθνοσυνέλευσης, και ασφαλώς όσοι είχαν επιφορτισθεί µε τη σύνταξη του συντάγ- µατος (µεταξύ αυτών σηµαντικό ρόλο είχε ο Μαυροκορδάτος και ιδίως ο Ιταλός Βικ. Γκαλίνα), ήταν το ζήτηµα της κατάργησης ή της διατήρησης (και, στη δεύτερη αυτή περίπτωση, υπό ποιες αρµοδιότητες) των περιφερειακών διοικήσεων. Με άλλα λόγια, θεµελιώδης όρος για τη λειτουργία του νέου κρατικού µηχανισµού ήταν η µεταφορά πολιτικών ρυθµίσεων (αρµοδιοτήτων, ρόλων, ευθυνών) από τα υφιστάµενα τοπικά και Πολεµική σηµαία των Σπετσών (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο,

40 περιφερειακά κέντρα εξουσίας στις αποκλειστικές αρµοδιότητες της νέας πολιτικής αρχής. Αυτό ήταν το µέγιστο διακύβευµα που έθετε η πολιτική συγκυρία. Ο Μαυροκορδάτος και ο Νέγρης, που εκλέχτηκαν στις σηµαντικότερες θέσεις στο εκτελεστικό και διατήρησαν παράλληλα τα αξιώµατά τους στην ανατολική και τη δυτική Ρούµελη, χάρη στα οποία βρέθηκαν στην Εθνοσυνέλευση και κατέλαβαν τις σηµαντικές θέσεις στην εκτελεστική εξουσία, δεν είχαν ιδιαίτερους λόγους να απαιτήσουν άµεσα την κατάργηση των περιφερειακών διοικήσεων, ούτε βέβαια ήθελαν να έλθουν σε ρήξη µε τους Πελοποννησίους που επέµεναν για τη διατήρηση της δικής τους περιφερειακής διοίκησης. Τελικά, στην Εθνοσυνέλευση διατηρήθηκαν οι τρεις Γερουσίες, αλλά ως τµήµα των µηχανισµών της κεντρικής διοίκησης σύµφωνα µε το σύνταγµα, υπάγονταν πλέον «εντελώς εις τάς αποφάσεις της Διοικήσεως». Το ζήτηµα ωστόσο ήταν εάν θα εφαρµοζόταν κάτι τέτοιο στην πράξη. Τα πρώτα τέτοιου είδους προβλήµατα τα αντιµετώπισε ευθύς εξαρχής η νέα εξουσία µε τους Πελοποννήσιους στρατιωτικούς, ιδίως µε τον Θ. Κολοκοτρώνη, που είχε συγκεντρώσει µεγάλη δύναµη και ασκούσε επιρροή σε πολλές επαρχίες της Πελοποννήσου. Ο Κολοκοτρώνης δεν αντιµετώπιζε µε θετικό τρόπο τις πολιτικές εξελίξεις, δυσπιστούσε µε το νέο πολιτικό σχήµα που είχε αναδείξει η Εθνοσυνέλευση και ήταν γενικότερα καχύποπτος για την πολιτική που θα ακολουθούσε η κεντρική εξουσία απέναντί του. Ο Πελοποννήσιος στρατιωτικός αρχηγός διεκδικούσε ηγετικό ρόλο στην Επανάσταση και δεν ήξερε κατά πόσον ήταν διατεθειµένη η νέα εξουσία να του τον προσφέρει. Να του αναγνωρίσει, δηλαδή, το κύρος και την επιρροή που είχε αποκτήσει αρχικά µε την επιτυχία στην Τριπολιτσά και, τον επόµενο χρόνο (το καλοκαίρι του 1822), µε την αντιµετώπιση της πρώτης σηµαντικής απειλής για την επαναστατηµένη Πελοπόννησο που ενσάρκωνε το πολυάριθµο στρατιωτικό σώµα του Δράµαλη. Μετά το πρώτο εξάµηνο του 1822, η Πελοποννησιακή Γερουσία ελεγχόταν ουσιαστικά από τη φατρία του Κολοκοτρώνη, από λογής οπλαρχηγούς και κοτζαµπάσηδες που συσπείρωνε γύρω του. Το γεγονός αυτό του επέτρεψε να ανακηρυχθεί από τη Γερουσία σε αρχιστράτηγο των όπλων της Πελοποννήσου. Ακόµη και οι κοτζαµπάσηδες που είχαν εκλεγεί στα όργανα της κεντρικής διοίκησης στήριζαν τη Γερουσία, διότι θεωρούσαν ότι η εγκατάλειψή της θα ισοδυναµούσε µε την πολιτική τους αποδυνάµωση. Ουσιαστικά, για τον Κολοκοτρώνη και για πολλούς Πελοποννήσιους κοτζαµπάσηδες, Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ( ) (Γεννάδειος Βιβλι-

41 που µοιράζονταν µαζί του κοινές µέριµνες και ανησυχίες µπροστά στις αλλαγές που έφερνε η Επανάσταση, η Γερουσία αποτελούσε τον µοναδικό πραγµατικό φορέα εξουσίας και τη δική της δικαιοδοσία αναγνώριζαν στον τόπο τους. Φρόντισαν λοιπόν να περιβάλλουν µε εµπιστοσύνη τον θεσµό, να ενισχύσουν µε την επιρροή τους τον εξουσιαστικό ρόλο του στην επανάσταση, την επιρροή του στις επαρχίες της Πελοποννήσου, προκειµένου να επιβάλλουν τη διατήρησή του στο πλαίσιο των θεσµών εξουσίας του επαναστατηµένου έθνους. Παρά το γεγονός λοιπόν ότι είχε εκλεγεί εθνική διοίκηση στην Επίδαυρο, την εξουσία στην Πελοπόννησο ασκούσε ουσιαστικά η Γερουσία, αφού είχε αναλάβει πολλές και σηµαντικές αρµοδιότητες: τη διαχείριση των προσόδων των επαρχιών, την ευθύνη για την οργάνωση των πολεµικών επιχειρήσεων, τη στρατολογία, τη µισθοδοσία και την οργάνωση των στρατευµάτων, την απονοµή των στρατιωτικών βαθµών. Με άλλα λόγια, η Γερουσία επιτελούσε σηµαντικό διοικητικοπολιτικό και στρατιωτικό έργο και έδειχνε µε τον τρόπο αυτό στην κεντρική διοίκηση ότι δεν ήταν διατεθειµένη να της εκχωρήσει εξουσιαστικές αρµοδιότητες στην Πελοπόννησο. Υπό τις συνθήκες αυτές, η εθνική διοίκηση υπολειτουργούσε και οι περί τη Γερουσία, µε τις ενέργειές τους, ουσιαστικά την υπονόµευαν. Το κύρος της νέας εξουσίας επρόκειτο να µειωθεί ακόµη περισσότερο όταν εµφανίστηκε η απειλή που αντιπροσώπευε ο ισχυρός στρατός του Δράµαλη. Την Πελοπόννησο τότε την υπερασπίστηκαν οι άνθρωποι και οι θεσµοί της, και µάλιστα οι παράγοντες που στήριζαν τη Γερουσία: οι Ρουµελιώτες οπλαρχηγοί είχαν αφήσει τον στρατό του Δράµαλη να περάσει τον Ισθµό δίχως να προβάλουν αντίσταση, ενώ τα µέλη της Διοίκησης κατέφυγαν από την Κόρινθο στα πλοία του αργολικού κόλπου και παρέµειναν σ αυτά περισσότερο από δύο µήνες (το καλοκαίρι του 1822), αφήνοντας τον Κολοκοτρώνη και τη Γερουσία να αντιµετωπίσουν οι ίδιοι την κατάσταση. Αλλά και στη Ρούµελη αντιµετώπιζε προβλήµατα η εθνική διοίκηση, στην προσπάθειά της να ασκήσει την εξουσία και να επιβάλλει τη νέα πολιτική νοµιµότητα, ιδίως στα περιβάλλοντα των οπλαρχηγών. Η κατάργηση των αρµατολικιών και η προσπάθεια υπαγωγής των στρατιωτικών στην εξουσία των οργάνων της εθνικής διοίκησης, δηλαδή στο εκτελεστικό και τις περιφερειακές διοικήσεις, έφερε σε αντιπαράθεση τις ισχυρές οικογένειες των αρµατολών µε τον Νέγρη και τον Μαυροκορδάτο. Στη Η εκστρατεία του Δράµαλη στην αργολική πεδιάδα έργο του Αλέ- Η µάχη του Πέτα (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

42 δυτική Ρούµελη, η ένταση στις σχέσεις του Μαυροκορδάτου µε τον Βαρνακιώτη και άλλους σηµαντικούς αρµατολούς δεν έλαβε ποτέ τον χαρακτήρα ανοιχτής πολιτικής αµφισβήτησης, καθώς, µετά την ήττα της ελληνικής πλευράς στο Πέτα της Άρτας, αρκετοί απ αυτούς (Βαρνακιώτης, Μπακόλας, Κουτελίδας, Ίσκος) συνθηκολόγησαν µε τους Οθωµανούς. Η εξέλιξη αυτή έπληττε βέβαια την επιχειρησιακή ικανότητα της ελληνικής πλευράς, ωστόσο, κατά έναν τρόπο, η απουσία των εν λόγω έµπειρων οπλαρχηγών από το ελληνικό στρατόπεδο ισοσταθµιζόταν από την έλευση στη δυτική Ρούµελη των Σουλιωτών και άλλων ενόπλων από τις περιοχές όπου είχε αποτύχει η Επανάσταση. Έτσι, ο Μαυροκορδάτος, που είχε κατορθώσει µε µικρό αριθµό ενόπλων και λιγοστούς σηµαντικούς καπετάνιους (Μακρής, Μπότσαρης) να υπερασπιστεί το Μεσολόγγι (Οκτώβριος - Δεκέµβριος 1821) και να το διατηρήσει έτσι ως κέντρο της Ελληνικής Επανάστασης στην περιοχή, ισχυροποίησε τη θέση του και επέκτεινε τα δίκτυα της επιρροής του στη δυτική Ρούµελη. Στην ανατολική Ρούµελη, ωστόσο, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος αµφισβήτησε ανοιχτά την εξουσία του Νέγρη και του Άρειου Πάγου. Ο Ανδρούτσος είχε συσπειρώσει γύρω του τους περισσότερους και σηµαντικότερους οπλαρχηγούς της περιοχής και αµφισβητούσε την αρµοδιότητα της περιφερειακής διοίκησης να αποφασίζει για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Η οριστική ρήξη ανάµεσα σ αυτόν και τον Άρειο Πάγο ήλθε ως αποτέλεσµα της διαφωνίας τους για το πώς θα έπρεπε να αντιµετωπιστεί ο στρατός του Δράµαλη που βρισκόταν στη Λαµία και προετοιµαζόταν να εκστρατεύσει στην Πελοπόννησο. Η δυσφορία του Ανδρούτσου και των στρατιωτικών να ακολουθήσουν τα σχέδια της Διοίκησης και η διάλυση του ελληνικού στρατοπέδου µετά την αποτυχία στις επιχειρήσεις που έγιναν στην Υπάτη και τη Στυλίδα (Μάρτιος 1822) οδήγησαν στη σύγκρουση στο εσωτερικό της ελληνικής πλευράς. Η Διοίκηση απέδωσε τις ευθύνες για την αποτυχία στον Ανδρούτσο και του αφαίρεσε την αρχηγία στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της περιοχής. Όταν µάλιστα έστειλε στην ανατολική Ρούµελη δύο δικούς της ανθρώπους, τον Αλέξιο Νούτσο, ως «Γενικόν Επιτηρητήν της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος», και τον Χρίστο Παλάσκα, έναν εξευρωπαϊσµένο Ρουµελιώτη, µε σκοπό να ελέγξουν τον Ανδρούτσο και τους τοπικούς οπλαρχηγούς, τα πράγµατα οξύνθηκαν ακόµη περισσότερο. Ο Ανδρούτσος συµπεριφέρθηκε ανεξέλεγκτα, δολοφόνησε τον Νούτσο και τον Παλάσκα (Μάιος 1822), µε αποτέλεσµα να κορυφωθεί η κρίση ανά- Ο Δηµήτρης Μακρής (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

43 µεσα στις δύο πλευρές. Στους επόµενους µήνες, ο Ανδρούτσος κατάφερε να κερδίσει την εµπιστοσύνη των σηµαντικότερων πολιτικών και στρατιωτικών παραγόντων της ανατολικής Ρούµελης, δέχθηκε πρόταση από τους Αθηναίους να αναλάβει την Ακρόπολη, το µόνο σηµαντικό οχυρό που κατείχε η ελληνική πλευρά στην ανατολική Ρούµελη, και πέτυχε τη σύγκληση συνέλευσης που περιόριζε τις εξουσίες του Άρειου Πάγου και ουσιαστικά τον καταργούσε (Σεπτέµβριος 1822). Από τούδε και στο εξής, η κεντρική εξουσία είχε να αντιµετωπίσει την ανεξέλεγκτη δράση του Ανδρούτσου, του Γκούρα και των στρατιωτικών της περιοχής και όχι µόνο. Ο Ρουµελιώτης οπλαρχηγός προσέγγισε τον Δηµήτριο Υψηλάντη και, µέσω του Νικηταρά, τον Θ. Κολοκοτρώνη και δηµιούργησαν ένα δίκτυο επικοινωνίας στο πλαίσιο του οποίου αναζητούσαν διεξόδους µορφοποίησης της δυσαρέσκειάς τους απέναντι στη νέα εξουσία. Ο Κολοκοτρώνης ένιωθε πλέον αρκετά ισχυρός στην Πελοπόννησο, ώστε να αψηφά τις εντολές της Διοίκησης και να στηρίζει το κύρος της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Ήταν περιβεβληµένος µε τον τίτλο του αρχιστρατήγου, που του αναγνώριζε η Γερουσία, και δηµιουργούσε συµµαχίες όχι µόνο στους χώρους των Μοραϊτών και των Ρουµελιωτών στρατιωτικών αρχηγών αλλά και στα περιβάλλοντα των κοτζαµπάσηδων ιδίως των λιγότερο ισχυρών, δηλαδή εκείνων που ήταν αποκλεισµένοι από τα όργανα της κεντρικής διοίκησης και αντιλαµβάνονταν τη διατήρηση της Γερουσίας ως προϋπόθεση για την αναπαραγωγή τους ως τοπικών εξουσιαστικών παραγόντων. Στη συγκυρία αυτή, οι κοινωνικοπολιτικές τους στρατηγικές άµβλυναν τις διαφορές τους µε τον Κολοκοτρώνη και τους Μοραΐτες στρατιωτικούς και δηµιουργούσαν ένα πεδίο συνεργασίας και συντονισµού της δράσης τους, προκειµένου να διατηρηθούν οι εξουσιαστικές αρµοδιότητες της Γερουσίας στην Πελοπόννησο. Η Διοίκηση, πάλι, προσπαθούσε, κατ αρχάς, να στερήσει τον Κολοκοτρώνη και τους στρατιωτικούς από την κύρια πηγή άντλησης της ισχύος τους, τον πρωταγωνιστικό ρόλο που διαδραµάτιζαν στον πόλεµο, παρεµποδίζοντάς τους να στρατολογούν οι ίδιοι από τις επαρχίες και να ηγούνται των πολεµικών επιχειρήσεων. Ο βασικός στόχος της όµως ήταν να καταργήσει την Πελοποννησιακή Γερουσία και να πάρει µε το µέρος της τους Πελοποννήσιους κοτζαµπάσηδες, και ιδίως τους πλέον ισχυρούς, που στήριζαν βέβαια τον θεσµό της περιφερειακής διοίκησης, αλλά δεν έβλεπαν θετικά Η Λαµία (Ζητούνι) όπως αποτυπώθηκε από περιηγητές της

44 τη ραγδαία κοινωνικοπολιτική ενίσχυση του Κολοκοτρώνη και των οπλαρχηγών. Η κατάσταση αυτή, δηλαδή τα πολλά και διαφορετικά κέντρα δύναµης και µέτωπα αντιπαράθεσης που είχαν δηµιουργηθεί µετά την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, προκαλούσαν εντάσεις και προβλήµατα και στην ίδια τη λειτουργία της εθνικής διοίκησης, δηµιουργώντας συνθήκες αντιπαράθεσης ανάµεσα στο βουλευτικό και το εκτελεστικό σώµα. Η κυβέρνηση (εκτελεστικό) άρχισε να µην λαµβάνει υπόψη της τις αποφάσεις του βουλευτικού, διότι θεωρούσε ότι οι Πελοποννήσιοι που µετείχαν σ αυτό το σώµα υπονόµευαν τη δράση της και, ακόµη, ότι σχεδίαζαν την ανατροπή της. Την εποχή µάλιστα που οι επαναστάτες πολιορκούσαν το Ναύπλιο, τα µέλη του Εκτελεστικού µετέφεραν την έδρα του από την Κόρινθο στο Άργος, ώστε να είναι πλησίον του Ναυπλίου και να αποτρέψουν ενδεχόµενη προσπάθεια του Κολοκοτρώνη να ελέγξει ο ίδιος το φρουριακό συγκρότηµα. Μια τέτοια εξέλιξη θα ενίσχυε όχι µόνο τον ρόλο και τη δύναµη του Κολοκοτρώνη, αλλά και της Πελοποννησιακής Γερουσίας σε βάρος της Διοίκησης. Η εκτελεστική εξουσία, στην προσπάθειά της να ενισχύσει τον ρόλο της και να αποδυναµώσει τη Γερουσία και τον Κολοκοτρώνη, έθεσε το ζήτηµα της Ένωσης του περιφερειακού αυτού σώµατος µε την Εθνική Βουλή. Έτσι, τα µέλη του εκτελεστικού άρχισαν να έρχονται σε διαπραγµατεύσεις µε κοτζαµπάσηδες και στρατιωτικούς. Προσπαθώντας να τους πείσουν να αποδεχθούν την πρότασή τους, τους υπόσχονταν τίτλους και αξιώµατα. Οι Υδραίοι, µάλιστα, καλούσαν τους κοτζαµπάσηδες της Γερουσίας να αναλογισθούν τις ευθύνες τους έναντι του έθνους, να διαφοροποιηθούν από τους στρατιωτικούς και να ενωθούν µε το Βουλευτικό σώµα. Έφτασαν µέχρι και να τους απειλήσουν ότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα απέσυραν τα πλοία τους και θα απείχαν του πολέµου. Η πρόταση της Διοίκησης για ένωση της Γερουσίας µε το βουλευτικό βρήκε κατ αρχήν σύµφωνους ορισµένους κοτζαµπάσηδες, όπως τον Πετρόµπεη Μαυροµιχάλη και τον Παναγιώτη Κρεββατά, αλλά και στρατιωτικούς που δεν αντιµετώπιζαν µε θετικό τρόπο την ανάληψη της αρχιστρατηγίας από τον Κολοκοτρώνη, όπως τον Παναγιώτη Γιατράκο. Συνάντησε όµως την αντίδραση πολλών άλλων κοτζαµπάσηδων, που στήριζαν τη Γερουσία, και βέβαια τον Κολοκοτρώνη. Τελικά, η πρόταση της εθνικής διοίκησης απορρίφθηκε τον Αύγουστο του 1822, δηλαδή τις ηµέρες του θριάµβου του Κολοκοτρώνη και της Γερουσίας επί του Δράµαλη, τις ίδιες ηµέρες που Άποψη του Παλαµηδίου στο Ναύπλιο.

45 η Διοίκηση αποφάσιζε να εγκαταλείψει τα πλοία στα οποία είχε καταφύγει και να επιστρέψει στην Πελοπόννησο. Εν τω µεταξύ, η δύναµη του Κολοκοτρώνη ολοένα και αυξανόταν. Στα τέλη Νοεµβρίου του 1822 είχε καταλάβει και διατηρούσε πλέον υπό την κατοχή του το Ναύπλιο αρνούµενος να το παραδώσει στην εθνική διοίκηση. Αλλά και στην ανατολική Ρούµελη είχε προβλήµατα η νέα εξουσία µε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Αυτός είχε καταργήσει τον Άρειο Πάγο και, χρησιµοποιώντας τη δύναµη που του προσέφερε το κάστρο της Αθήνας, αλλά και οι πρόσοδοι της περιοχής, επέκτεινε την επιρροή του και ουσιαστικά ακύρωνε την εξουσία της κεντρικής διοίκησης. Η καταστροφή του Δράµαλη στα Δερβενάκια πίνακας Π. Ζωγρά- Η διαµάχη για τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας Β Εθνοσυνέλευση Εν µέσω της τεταµένης αυτής πολιτικής κατάστασης, που όπως είδαµε διαµορφώθηκε κατά τη συγκρότηση ενιαίας Διοίκησης και ανατροφοδοτήθηκε στη διάρκεια των µηνών που ακολούθησαν την Α Εθνοσυνέλευση, πλησίαζε η εποχή που θα έληγε η θητεία της εθνικής Διοίκησης, η διάρκεια της οποίας είχε οριστεί στο ένα έτος. Έναν χρόνο µετά την εκλογή της, λοιπόν, η Διοίκηση, χωρίς δικό της στρατό και έσοδα, αδυνατούσε να ασκήσει την πολιτική της και να επιβάλει την κυριαρχία της στις επαναστατηµένες περιοχές. Δεχόταν µάλιστα ποικίλες µορφές αµφισβήτησης από πολλές κατευθύνσεις (Ρουµελιώτες και Μοραΐτες στρατιωτικοί αρχηγοί, Πελοποννησιακή Γερουσία) και, ταυτόχρονα, καλούνταν να ορίσει και να οργανώσει τις διαδικασίες για την ανανέωσή της, δηλαδή για τη διενέργεια εκλογών, προκειµένου να αναδειχθούν οι παραστάτες της Β Εθνοσυνέλευσης. Πράγµατι, στις 9 Νοεµβρίου του 1822, το εκτελεστικό αποφάσισε να δηµοσιεύσει τον εκλογικό νόµο. Ωστόσο, στις επαρχίες επικρατούσε κλίµα έντασης µε αντικείµενο διαµάχης την εκλογή των παραστατών και ιδίως στην Πελοπόννησο. Με τη δηµοσίευση του εκλογικού νόµου, η Διοίκηση επιχειρούσε να ακυρώσει τις αρµοδιότητες της Γερουσίας στην εκλογική διαδικασία και να ενισχύσει έτσι τον κεντρικό έλεγχο των εκλογών. Πρακτικά, δηµιουργούνταν δυνατότητες αλλαγής των πολιτικών συσχετισµών µε τον αποκλεισµό ή τον περιορισµό των στρατιωτικών και των κοτζαµπάσηδων που στήριζαν τη Γερουσία.

46 Επιστολή των Υδραίων προς τους κοτζαµπάσηδες-µέλη της Πελοποννησιακής Γερουσίας «Όταν στρέψωµεν τούς οφθαλµούς µας πρός τήν Πελοπόννησον, ήτις, ως τό ζητεί, έπρεπε τω όντι να είναι τα κέντρον των Ελληνικών Δυνάµεων, δέν βλέποµεν παρά σκότος και ακαταστασίαν, όταν απαριθµούµεν τούς στρατηγούς, χιλιάρχους και καπετάνους και εξετάζωµεν τα έργα αυτών, δεν βλέπωµεν ειµή ανθρώπους διψώντας από πλούτη και δόξαν και όλα τα συµφέροντα της πατρίδας θυσιάζοντας εις τα πάθη των [ ] φιλοδοξίας χάριν [ ]. Όταν θεωρούµεν το πλούσιον και πολύγονον έδαφος της Πελοποννήσου, παρατηρούµεν αυτό πάντα έρηµον καί παρατηµένον, ενώ [ ] τοιαύτα ηδύνατο να δώση εισοδήµατα ώστε να υπάρχη εθνικόν ταµείον [ ], χωρίς να εξοδεύετε εξ ιδίων σας οι άρχοντες της Πελοποννήσου, ή, µάλλον ειπείν, χωρίς να καταβαρύνετε τον λαόν σας και να πληρώση ο στρατιώτης αυτός ή ο αδελφός του [ ], όταν θεωρούµεν τέλος πάντων το σεβαστόν ηµίν σώµα εις το οποίον οι παραστάται του έθνους εν συνελεύσει ενεπιστεύθησαν την εσωτερικήν διοίκησιν του τιµιωτάτου µέρους του έθνους, του κέντρου των αυτού δυνάµεων, τουτέστι την εν αυτώ ακριβή, εύτακτον και πρόθυµον εκτέλεσιν των νόµων και θεσπισµάτων της Υπερτάτης Εθνικής Διοικήσεως, βλέποµεν το σεβάσµιον τούτο σώµα µε φανεράν πρός την Διοίκησιν αποστασίαν να καταπατήση τούς οργανικούς νόµους όλους, τα δίκαια όλου του έθνους, να ζητήση να κατασταθή ανώτερον της Εθνικής Βουλής και αναστρέφον την τάξιν όλην, αντί εκτελεστού νά γίνη νοµοθέτης, καί ου µόνον νά µήν εκτελή, αλλά νά κωλύη όλαις δυνάµεσιν τήν εκτέλεσιν των επιταγών της Διοικήσεως, ταύτα δέ πράττον ουχί µόνο νά κατασταθή αίτιον όλων των ειρηµµένων δεινών της Πελοποννήσου, των κραυγών του κατατυραννισµένου λαού, αλλά καί νά σκάψη τέλος πάντων ιδίαις χερσί τά θεµέλια της αυτού µεγαλειότητας, αναθρέψαν τούς όφεις εκείνους οίτινες πλησιάζουσιν διά νά τά αποπνίξουν [ ]. Διά τούς οικτιρµούς του Θεού άρχοντες, διά τά ίδια υµών πλούτη, διά τά τέκνα καί οικογενείας σας, διά τήν ιδίαν υµών ζωήν, ανοίξατε τέλος πάντων τούς οφθαλµούς καί θεωρήσατε τά πράγµατα οία είναι καί οία έπρεπε νά είναι, εάν αφήνατε τήν Διοίκησιν νά βάλη εις πράξιν τά όσα εθέσπισε καί διέταξε. [ ] υµείς µέν ηθέλατε είσθε σεβάσµιοι ως πατέρες του καί ποιµένες της Πελοποννήσου καί τά µέλη της Διοικήσεως ως πατέρες

47 καί ποιµένες του έθνους όλου [ ], φθάνει νά εµβήτε εις τόν βαθµόν εκείνον τόν οποίον η εθνική συνέλευσις σας διώρισεν εν Επιδαύρω, δηλαδή νά υποταχθή τό σώµα σας εις το ανώτερον σώµα της Εθνικής Διοικήσεως». «Αρχείον της Κοινότητος Ύδρας» , τ. 8 (1822), επιµ. Αντ. Λιγνού, Πειραιάς 1927, σ Η αντίδραση στις κινήσεις και τις πολιτικές επιλογές της Διοίκησης δεν άργησε να φανεί. Ο Κολοκοτρώνης ένιωθε πια αρκετά ισχυρός ώστε να αµφισβητήσει άµεσα τη δικαιοδοσία της στα ζητήµατα της Πελοποννήσου, καθώς µετά την καταστροφή του στρατού του Δράµαλη είχε επιτύχει και την κυρίευση του Ναυπλίου (3 Νοεµβρίου 1822), το οποίο ελεγχόταν πλέον από δικούς του στρατιώτες. Έτσι, σε έγγραφό του προς το εκτελεστικό (1 Δεκεµβρίου 1822), ανήγγειλε ότι «η Πελοπόννησος θα κάµη Συνέλευσιν γενικήν» προκειµένου να ανανεωθεί η θητεία της Γερουσίας. Απειλούσε µάλιστα τη Διοίκηση ότι, σε περίπτωση που δεν συναινούσε στην απόφασή του, ο ίδιος και ο «λαός» της Πελοποννήσου θα έπαυαν να της αποδίδουν νοµιµοφροσύνη. Ο Πελοποννήσιος στρατιωτικός ηγέτης, ο οποίος παρουσιαζόταν ως αυθεντικός εκπρόσωπος και εκφραστής του «λαού και των αρµάτων» στην Επανάσταση, αµφισβητούσε πλέον ανοικτά τη νέα πολιτική νοµιµότητα που είχε εγκαθιδρυθεί στην Επίδαυρο, επικαλούµενος µάλιστα την ίδια πηγή νοµιµότητας που επικαλούνταν και η εθνική διοίκηση. Από την άλλη πλευρά, η κεντρική εξουσία επεδίωκε να διευρύνει τις αρµοδιότητές της σε βάρος της Γερουσίας, µε τελικό στόχο να την καταργήσει. Για να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος, η Διοίκηση ασχολούνταν συστηµατικά µε τις εκλογές, φροντίζοντας να προσεταιρίζεται κοτζαµπάσηδες και οπλαρχηγούς. Τελικά, κατόρθωσε να πάρει µε το µέρος της ορισµένους ισχυρούς Πελοποννησίους, όπως τον Πετρόµπεη Μαυροµιχάλη και τον Παναγιώτη Γιατράκο, που δυσανασχετούσαν µε την υπερβολική δύναµη που είχε αποκτήσει ο Κολοκοτρώνης. Στις συνθήκες αυτές, τον Δεκέµβριο του 1822 και τον Ιανουάριο του 1823 πολλές επαρχίες της Πελοποννήσου άρχισαν να εκλέγουν παραστάτες ακολουθώντας τις επιταγές της εθνικής διοίκησης, εγκαταλείποντας έτσι τη Γερουσία και τον Κολοκοτρώνη. Αυτοί οι τελευταίοι καλούσαν, την ίδια εποχή, Σχεδιάγραµµα της πόλης και του φρουρίου του Ναυπλίου

48 τις επαρχίες να εκλέξουν παραστάτες για Εθνοσυνέλευση την οποία είχαν ορίσει να διεξαχθεί στην Τρίπολη. Ο έλεγχος του Ναυπλίου ήταν µία ακόµη αφορµή κλιµάκωσης των πολιτικών αντιπαραθέσεων. Στις 18 Ιανουαρίου του 1823, η Διοίκηση όρισε το Ναύπλιο ως έδρα της και ως τόπο της Εθνοσυνέλευσης. Το εκτελεστικό διέταξε τον φρούραρχο Δηµήτριο Πλαπούτα να του παραδώσει την πόλη µε το φρουριακό της συγκρότηµα. Αυτός αρνήθηκε, µε αποτέλεσµα η Διοίκηση να ορίσει ως τόπο σύγκλησης της Εθνοσυνέλευσης το Άστρος Κυνουρίας και να καταγγείλει για ανταρσία τον Κολοκοτρώνη, τον Πλαπούτα και όσους συµµερίζονταν τις επιλογές τους, αφού µε την άρνησή τους να παραδώσουν την πόλη στη νόµιµα εκλεγµένη εθνική διοίκηση παραβίαζαν τις καταστατικές αρχές οργάνωσης του έθνους. Η απροθυµία του Κολοκοτρώνη να παραδοθεί το Ναύπλιο στη Διοίκηση, του στοίχισε πολιτικά. Σηµαντικά πρόσωπα, όπως ο Πετρόµπεης Μαυροµιχάλης, ο Παπαφλέσσας, ο Αναγνωσταράς, ο Α. Πετιµεζάς και ο Π. Γιατράκος, καθώς επίσης και µεγάλο µέρος των παραστατών των επαρχιών που δεν ήθελαν να ταυτιστούν µε τέτοιες ακραίες πρακτικές, έσπευσαν να τον εγκαταλείψουν και κατευθύνθηκαν κι αυτοί στο Άστρος, όπου βρισκόταν ήδη συγκεντρωµένη η πλειονότητα των παραστατών των επανα- Ο Παναγιώτης Γιατράκος (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). Έγγραφο του Θ. Κολοκοτρώνη στη Διοίκηση, όπου αναγγέλλει την απόφασή του για σύγκληση πελοποννησιακής συνέλευσης (1η Δεκεµβρίου 1822) «Έλαβα οµοίως καί τήν προκήρυξιν περί αντικαταστάσεως των µελών της Διοικήσεως, καθώς καί τόν περί εκλογής νόµον. Είδα καί τά όσα περί Συνελεύσεως µου γράφετε. Επάνω εις τούτα δεν έχω τι άλλο νά ειπώ, ειµή ότι η Πελοπόννησος θά κάµη Συνέλευσιν Γενικήν. Τό απαιτεί ο λαός καί εξόχως τά άρµατα. Αλλ αν τούτο δέν γίνη, ο λαός εβγαίνει από τό χρέος της υποταγής. Διά τά υπόλοιπα µέρη της Ελλάδος δέν ηµπορώ νά ηξεύρω τί φρονούν». (Παρατίθεται στο: Δ. Κόκκινος, «Η Ελληνική Επανάστασις», τ. Γ, Μέλισσα, Αθήνα 1974, σ. 417.)

49 στατηµένων περιοχών. Έτσι, ο Κολοκοτρώνης αποµονώθηκε και η Πελοποννησιακή Γερουσία διασπάσθηκε: τα περισσότερα µέλη της ακολουθούσαν πλέον τις αποφάσεις της κεντρικής εξουσίας. Αντιµέτωποι µε την κατάσταση αυτή, οι στρατιωτικοί του Κολοκοτρώνη αναγκάσθηκαν να κατευθυνθούν κι αυτοί στο Άστρος, όπου, υπό την απειλή της χρήσης βίας, επιχειρούσαν να επηρεάσουν τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης σε συνεργασία µε άλλους δυσαρεστηµένους και ιδίως µε τον Ανδρούτσο. Το πολιτικό κλίµα ήταν τεταµένο όταν άρχισε τις εργασίες της η Β Εθνοσυνέλευση στο Άστρος (29 Μαρτίου 1823). Πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης εξελέγη ο Πετρόµπεης Μαυροµιχάλης, αντιπρόεδρος ο επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος, αρχιγραµµατέας ο Θ. Νέγρης και φρούραρχος ο Π. Γιατράκος. Οι συσχετισµοί δύναµης που είχαν οδηγήσει στην Εθνοσυνέλευση του Άστρους, και που αποτυπώθηκαν και στην εκλογή των οργάνων της νέας εθνικής διοίκησης, ευνοούσαν έναν πολιτικό συνασπισµό ανθρώπων από διαφορετικούς γεωγραφικούς και κοινωνικούς χώρους, που προέρχονταν βέβαια από διαφορετικές πολιτικές παραδόσεις, αλλά οι περισσότεροι ανάµεσά τους µοιράζονταν µια κοινή αντίληψη για την εθνική Επανάσταση. Πελοποννήσιοι κοτζα- µπάσηδες, άρχοντες των ναυτικών νησιών και οι πολιτικοί κύκλοι του Μαυροκορδάτου και του Κωλέττη, αντλώντας από την εµπειρία του πρώτου χρόνου λειτουργίας της Προσωρινής Διοίκησης, είχαν θέσει ως στόχο την εµπέδωση των νέων πολιτικών θεσµών, δηλαδή την πολιτική ενοποίηση του επαναστατηµένου χώρου, τη συγκέντρωση των εξουσιών υπό την κεντρική αρχή και την επιβολή της νέας κρατικής νοµιµότητας. Εµπόδιο προς αυτήν την κατεύθυνση θεωρούσαν τα περιφερειακά πολιτικά σώµατα, και ιδιαίτερα την Πελοποννησιακή Γερουσία και τους περί τον Κολοκοτρώνη, που µε τις ενέργειές τους υπονόµευαν την προσπάθεια εγκαθίδρυσης και λειτουργίας ενιαίας και ισχυρής κεντρικής αρχής. Θα πρέπει ωστόσο να τονίσουµε ότι ο Κολοκοτρώνης και οι άνθρωποί του, στην αρχή τουλάχιστον, δεν ενδιαφέρονταν να ελέγξουν τα όργανα της κεντρικής διοίκησης, δεν διεκδικούσαν δηλαδή τη συµµετοχή τους στα όργανα αυτά. Περισσότερο απαιτούσαν, ως πολεµικοί αρχηγοί, να µην βρίσκονται υπό τις διαταγές των πολιτικών, δηλαδή της εκτελεστικής εξουσίας. Θεωρούσαν µάλιστα ότι οι πολιτικοί που πρωταγωνιστούσαν στις εθνοσυνελεύσεις και στα όργανα της εθνικής διοίκησης έφτιαχναν τους νέους θεσµούς και τους νόµους µε σκοπό να τους χειραγωγήσουν. Θεωρούσαν ακόµη ότι Ο Πετρόµπεης Μαυροµιχάλης ( ) (Εθνικό Ιστορικό

50 η νέα εξουσία διεκδικούσε αρµοδιότητες που δεν της ανήκαν, δηλαδή δικαιοδοσίες σε ζητήµατα τα οποία θεωρούσαν δική τους υπόθεση και δική τους υπόθεση θεωρούσαν ό,τι συνέβαινε στην Πελοπόννησο, τον παραδοσιακά οριοθετηµένο χώρο άσκησης της κοινωνικοπολιτικής τους δραστηριότητας. Σ αυτό έβρισκαν σύµφωνους και άλλους τοπικούς παράγοντες της Πελοποννήσου, µεταξύ των οποίων βρίσκονταν και αρκετοί κοτζαµπάσηδες. Ο τρόπος µε τον οποίο είχαν αντιδράσει ο Κολοκοτρώνης και οι στρατιωτικοί στην εντολή της εθνικής διοίκησης να της παραδώσουν το Ναύπλιο δείχνει ακριβώς τον τρόπο µε τον οποίο οι άνθρωποι αυτοί αντιλαµβάνονταν τις νέες πολιτικές ρυθµίσεις που εισήγαγαν οι εθνικοί θεσµοί, καθώς επίσης και τον ρόλο τους στη διαδικασία εγκαθίδρυσης της νέας πολιτικής νοµιµότητας. Δείχνει ακόµη τη σηµασία που είχε αποκτήσει ο έλεγχος των οχυρών, όχι µόνο στους σχεδιασµούς για τη στρατιωτική επικράτηση της Ελληνικής Επανάστασης, αλλά και στο πλαίσιο των πολιτικών διεργασιών για την εµπέδωση των νέων θεσµών και σχέσεων εξουσίας. Η Εθνοσυνέλευση του Άστρους ολοκλήρωσε τις εργασίες της (29 Μαρτίου - 18 Απριλίου 1823), αφού προηγουµένως αναθεώρησε το σύνταγµα της Επιδαύρου και εξέλεξε νέο βουλευτικό και εκτελεστικό. Με το Σύνταγµα του Άστρους, αποφασίστηκε η κατάργηση των περιφερειακών πολιτικών σωµάτων και η υπαγωγή των αρµοδιοτήτων τους στην κεντρική εξουσία (30 Μαρτίου 1823). Είπαµε ότι στόχος του πολιτικού συνασπισµού που ηγεµόνευε στη Β Εθνοσυνέλευση ήταν πρωτίστως η κατάργηση της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Στο Άστρος λοιπόν ενισχύθηκε πλέον και θεσµικά η κεντρική εξουσία και αποµονώθηκαν πολιτικά εκείνοι που την αντιστρατεύονταν. Η Εθνοσυνέλευση προέβη και σε µία ακόµη σηµαντική πράξη. Τα µέλη της, καθώς κατανοούσαν ότι η αδυναµία της κεντρικής εξουσίας να ασκήσει την πολιτική της οφειλόταν στην ένδεια του εθνικού ταµείου, αποφάσισαν να επιτραπεί στη νέα Διοίκηση να εκδώσει νόµο για τη σύναψη εξωτερικού δανείου µε υποθήκη τα εθνικά κτήµατα. Με την απόφαση αυτή διαψεύδονταν οι προσδοκίες των ακτηµόνων και των µικρών καλλιεργητών για διανοµή των εθνικών γαιών, αλλά, ταυτόχρονα, αποτρέπονταν και οι βλέψεις όσων διέθεταν χρήµατα και δύναµη και πίεζαν για την εκποίηση των εθνικών γαιών. Με την αναθεώρηση του Προσωρινού Πολιτεύµατος της Ελλάδος άλλαξαν και οι συσχετισµοί δύναµης ανάµεσα στα δύο πολιτικά σώµατα της εθνικής διοίκησης, του βου- Πανοραµική άποψη τους Άστρους στην Αρκαδία όπου

51 λευτικού και του εκτελεστικού. Το βουλευτικό περιεβλήθη µε µεγάλες εξουσίες σε βάρος του εκτελεστικού, καθώς το δικαίωµα που είχε παραχωρηθεί πριν έναν χρόνο στο εκτελεστικό, της απόλυτης αρνησικυρίας των νόµων που ψήφιζε το βουλευτικό, µετατράπηκε σε αναβλητικό βέτο. Επίσης, το βουλευτικό περιεβλήθη µε την αρµοδιότητα να εκλέγει αυτό τα µέλη του εκτελεστικού. Στο Άστρος λοιπόν πρόεδρος του βουλευτικού εξελέγη ο Ι. Ορλάνδος, γαµπρός των αδελφών Κουντουριώτη, και αντιπρόεδρος ο επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος. Πρόεδρος του εκτελεστικού εξελέγη ο Πετρόµπεης Μαυροµιχάλης, γενικός γραµµατέας (αντί αρχιγραµµατέα) ο Μαυροκορδάτος και µέλη του ο Ανδρέας Μεταξάς, ο Σωτήρης Χαραλάµπης και ο Ανδρέας Ζαΐµης. Η πέµπτη θέση στο εκτελεστικό αποφασίστηκε να δοθεί σ έναν εκπρόσωπο από τα νησιά, που όµως ήταν δύσκολο να αποφασίσουν, κι έτσι η θέση αυτή παρέµεινε προσωρινά κενή. Στη συνέχεια, το εκτελεστικό διόρισε, µεταξύ άλλων, τον Γρηγόριο Δικαίο (Παπαφλέσσα) υπουργό των Εσωτερικών, τον Αναγνώστη Σπηλιωτάκη της Οικονοµίας, τον Γ. Αινιάν της Αστυνοµίας, τον Ανδρούσης Ιωσήφ της Η άποψη του Νίκου Σπηλιάδη για την εθνική γη. Το «δικαίωµα» στην ιδιοκτησία «Άνευ ιδιοκτησίας δέν υπάρχει ούτε κοινωνία ούτε δικαίωµα η ιδιοκτησία είναι η πηγή της ελευθερίας καί της µεταξύ των πολιτών ισότητας είναι η βάσις του γενικού συµφέροντος καί όλων των δικαιωµάτων. Ήτο λοιπόν ανάγκη νά ψηφισθή έκτοτε η διανοµή της γης καί όλων των εθνικών κτηµάτων, καί έκτοτε νά ληφθώσι µέτρα ώστε νά διανεµηθώσι δικαίως καί αναλόγως εις όλους τούς Έλληνας ούτως ήθελαν εξασφαλίσει τήν ελευθερίαν καί ευδαιµονίαν των. Ούτως ήθελον ευπορήσει άπαντες καί αποκατασταθή πραγµατικώς ανεξάρτητοι, καί φυλάξει τά δικαιώµατά των. Ήλπιζον οι Έλληνες καταστραφέντες εις τόν πόλεµον, ν ανταµειφθώσιν από τά εθνικά κτήµατα αλλά θά ψευσθώσιν των ελπίδων των». (Ν. Σπηλιάδης, «Αποµνηµονεύµατα διά νά χρησιµεύσωσιν εις τήν Νέαν Ελληνικήν Ιστορίαν» ( ), τ. Α φωτοµηχ. ανατ.-επιµ. Παν. Φ. Χριστόπουλου - έκδ. Κ. Διαµάντη, Βιβλιοθήκη Γ.Α.Κ, Αθήνα 1972, σ. 506).

52 Θρησκείας, τους Αναγνώστη Παπαγεωργίου (Αναγνωσταρά), Χριστόφορο Περραιβό και Δ. Μούρτζινο του Πολέµου και τον Γεώργιο Μπάρµπογλη του Δικαίου. Αποφασίστηκε επίσης η σύγκληση νέας Εθνοσυνέλευσης ύστερα από δύο χρόνια. Η σύνθεση του βουλευτικού και του εκτελεστικού αντανακλούσε τους συσχετισµούς δύναµης στην Εθνοσυνέλευση του Άστρους, δηλαδή τη συµµαχία των ισχυρών πολιτικών παραγόντων της Πελοποννήσου και των νησιών και την πολιτική περιθωριοποίηση των κερδισµένων της Α Εθνοσυνέλευσης, και ιδίως του Μαυροκορδάτου και του Νέγρη. Ως πρωτεύουσα επιλέχτηκε η Τριπολιτσά, δηλαδή το παλιό διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο της οθωµανικής εξουσίας στην Πελοπόννησο. Η εν λόγω επιλογή δείχνει πόσο στενά είχε συνδεθεί η πόλη αυτή µε διοικητικές λειτουργίες στις αντιλήψεις των ισχυρών παραγόντων της Πελοποννήσου που κυριάρχησαν στη νέα Διοίκηση. Ωστόσο, η επιλογή της Τριπολιτσάς ως έδρας της Διοίκησης δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως αταβιστική επιλογή ήταν, κατά κύριο λόγο, πράξη πολιτική. Σε αντίθεση µε τις παράκτιες πόλεις Κόρινθο και Ναύπλιο, η Τριπολιτσά δέσποζε στον κεντρικό ορεινό χώρο της Πελοποννήσου και, συνεπώς, µπορούσε να προστατευθεί καλύτερα στη διάρκεια του πολέµου, ενώ, ταυτόχρονα, διευκόλυνε την επικοινωνία µε τις περισσότερες επαρχίες και την πρόσβαση σ αυτές συνεπώς και τον έλεγχό τους. Πολιτική ενσωµάτωση και κρίση: το επεισόδιο Κολοκοτρώνη-Μαυροκορδάτου Στις ορεινές περιοχές της κεντρικής Πελοποννήσου επικεντρωνόταν η επιρροή του Κολοκοτρώνη, ιδίως στην Καρύταινα, απ όπου προέρχονταν οι πλέον πιστοί στρατιώτες του ίδιου και του Πλαπούτα, που έως την εποχή εκείνη ήταν από τους πλέον πιστούς συµµάχους του. Με κέντρο την Καρύταινα, η επιρροή τους απλωνόταν και σε άλλες επαρχίες, ενώ είχαν στον έλεγχό τους σηµαντικά στρατιωτικά κέντρα, όπως ήταν η Τρίπολη, το Ναύπλιο και η Κόρινθος. Νιώθοντας λοιπόν ισχυροί, αλλά και δυσαρεστηµένοι από τις εξελίξεις στην Εθνοσυνέλευση, άρχισαν επαφές µε άλλους παράγοντες, που δεν είχαν κατορθώσει να καταλάβουν θέσεις εξουσίας και δηµόσια αξιώµατα στο Άστρος, όπως ήταν ο Θ. Νέγρης, και κυρίως αρκετοί Πελοποννήσιοι κοτζαµπάσηδες (Ασηµάκης Φωτήλας, Γεώργιος Σισίνης, οι αδελφοί Δεληγιανναίοι), αλλά και ο Ανδρούτσος, που όλοι τους είχαν λόγους να είναι δυσαρεστηµένοι. Όλοι

53 αυτοί συναντήθηκαν στη Σηλίµνα, χωριό κοντά στην Καρύταινα, σχεδιάζοντας την ανατροπή της Διοίκησης ακόµη και µε τα όπλα. Η αντίδραση της Διοίκησης στις κινήσεις αυτές εκφράστηκε µε προκήρυξή της (19 Μαΐου 1823), στην οποία κατηγορούσε τους συγκεντρωθέντες στη Σηλίµνα ότι παραβίαζαν τους νόµους του έθνους και ότι µε τις ενέργειές τους αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση «ιδίων συµφερόντων» χωρίς να ενδιαφέρονται για το «εθνικό συµφέρον». Παρ όλα αυτά, µπροστά στον κίνδυνο που αντιπροσώπευαν οι στρατιωτικοί του Κολοκοτρώνη και οι κοτζαµπάσηδες που συνέπρατταν µαζί τους, και µε δεδοµένη τη δική της αδυναµία να τους επιβληθεί, η Διοίκηση προσήλθε σε συνοµιλίες και διαπραγµατεύσεις. Φαίνεται µάλιστα ότι, προσωρινά, επήλθε πράγµατι συµβιβασµός, καθώς προσφέρθηκε στον Κολοκοτρώνη η κενή θέση στο εκτελεστικό και η αντιπροεδρία του σώµατος. Αυτός δέχθηκε την πρόταση και στις 17 Μαΐου 1823 εκλέχθηκε αντιπρόεδρος του εκτελεστικού. Ο συµβιβασµός επιτεύχθηκε και στο ζήτηµα του ελέγχου του Ναυπλίου, µε τον διορισµό του γιου του, Πάνου Κολοκοτρώνη, ως φρούραρχου. Με τις ενέργειές της αυτές, η νέα εξουσία, και ιδίως οι ισχυροί Πελοποννήσιοι παράγοντες που την ήλεγχαν, προσέβλεπε στην ενσωµάτωση της ισχυρής φατρίας των Κολοκοτρωναίων στη νέα πολιτική τάξη. Η συνδιαλλαγή του Κολοκοτρώνη µε τη Διοίκηση και ο συµβιβασµός που επιτεύχθηκε δεν θα πρέπει να αντιµετωπιστεί ως παρέκκλιση του Πελοποννήσιου στρατιωτικού αρχηγού από τις έως τότε θέσεις του. Ο Κολοκοτρώνης αντιλαµβανόταν ότι µε την κατάργηση της Πελοποννησιακής Γερουσίας είχε αποµονωθεί και αποδυναµωθεί. Πολλές επαρχίες, µε τους οπλαρχηγούς και τους δηµογέροντές τους, ακολουθούσαν τις επιταγές της εθνικής διοίκησης και απέδιδαν νοµιµοφροσύνη στους δικούς της ανθρώπους σχετικά µε την είσπραξη των φόρων και τη στρατολόγηση. Ούτε την επαρχία του, την Καρύταινα, δεν µπορούσε να ελέγξει απόλυτα, προκειµένου να αποτρέψει τις βίαιες συγκρούσεις που είχαν ξεσπάσει ανάµεσα στους Πλαπουταίους και τους Δεληγιανναίους µε αντικείµενο διαµάχης την είσπραξη των προσόδων. Έτσι, ο Πελοποννήσιος ηγέτης αποφάσισε να ενταχθεί στην κεντρική πολιτική σκηνή, αφού όλο και περισσότερο αντιλαµβανόταν ότι αυτό ήταν πλέον το πεδίο άσκησης και ελέγχου της εξουσίας. Δεν µπορούσε όµως να κατανοήσει ότι στο νέο πολιτικό πεδίο, δηλαδή στα όργανα της κεντρικής εξουσίας, οι όροι άσκησης της πολιτικής ήταν δια- Ο Χριστόφορος Περραιβός ( ) σε ελαιογραφία

54 φορετικοί απ αυτούς βάσει των οποίων διαµορφώνονταν οι πολιτικές ρυθµίσεις στα τοπικά και περιφερειακά κέντρα εξουσίας. Έτσι, ο Κολοκοτρώνης, αν και ήταν πλέον µέλος της εθνικής διοίκησης, εξακολουθούσε να συµπεριφέρεται όπως και παλιότερα: αντιµετώπιζε την κεντρική εξουσία απλώς ως προέκταση και υποκατάστατο της Γερουσίας γι αυτό, εξάλλου, είχε αποδεχτεί τη θέση που του είχε προσφερθεί. Πολύ σύντοµα µάλιστα στήριξε την υποψηφιότητα του συντοπίτη, παλαιού αντιπάλου και προσφάτως συγγενή του (συµπεθέρου) Αναγνώστη Δεληγιάννη για τη θέση του προέδρου του βουλευτικού, από την οποία είχε παραιτηθεί ο Ι. Ορλάνδος. Όµως, την ίδια θέση διεκδικούσε και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, που µετά την Εθνοσυνέλευση του Άστρους είχε περιοριστεί στον ρόλο του γενικού γραµµατέα του εκτελεστικού, και πράγµατι κατόρθωσε να εκλεγεί (10 Ιουλίου 1823). Ωστόσο, ο Κολοκοτρώνης δεν αποδέχθηκε το αποτέλεσµα και, χρησιµοποιώντας την απειλή της βίας, εκφόβισε τον Μαυροκορδάτο και τελικά τον υποχρέωσε να παραιτηθεί (14 Ιουλίου 1823). Ο Κολοκοτρώνης αντιλαµβανόταν την κεντρική διοίκηση και την εκτελεστική εξουσία ως ένα ακόµη οχυρό, το οποίο θα καταλάµβανε και θα διατηρούσε µε τη δύναµη των όπλων του και τις συµµαχίες που θα δηµιουργούσε µε άλλους ισχυρούς παράγοντες στη βάση των επιγαµιών και γενικά των δεσµών συγγένειας. Αυτή ήταν η αντίληψή του για την πολιτική και την άσκηση της εξουσίας, ενώ οι θεσµικές και συνταγµατικές προϋποθέσεις και περιορισµοί των πολιτικών ρυθµίσεων δεν φαίνεται να τον απασχολούσαν. Απέναντι στις θεσµοθετηµένες ρυθµίσεις και νοµικές διαδικασίες, βάσει των οποίων πολιτεύονταν και φατριάζονταν οι πολιτικοί του αντίπαλοι, προκειµένου να διαµορφώσουν ευνοϊκούς για εκείνους συσχετισµούς δύναµης, αυτός αντέτασσε το µόνο όπλο που κατείχε και γνώριζε πολύ καλά να χρησιµοποιεί: τον εξαναγκασµό του αντιπάλου υπό την απειλή ή/και τη χρήση βίας. Ο Πελοποννήσιος στρατιωτικός ηγέτης είχε ξεκάθαρη αντίληψη του ρόλου που διεκδικούσε από τη συµµετοχή του στην άσκηση της εξουσίας. Σύµφωνα µε την αντίληψή του, οι Δεληγιανναίοι, µε τους οποίους είχε προσφάτως συµµαχήσει (συµπεθεριάσει), ρυθµίζοντας µε τον τρόπο αυτό τις ισορροπίες στην Καρύταινα και ισχυροποιώντας τη φατρία του, θα έπρεπε οπωσδήποτε και µε κάθε τρόπο να εκπροσωπηθούν στα όργανα της εθνικής διοίκησης. Το φρούριο της Καρύταινας (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη,

55 Το γεγονός δηλαδή ότι ο Μαυροκορδάτος είχε εκλεγεί µέσω νοµίµων διαδικασιών στη θέση του προέδρου του βουλευτικού δεν σήµαινε τίποτα γι αυτόν. Ενίσχυε µάλιστα ακόµη περισσότερο την καχυποψία του απέναντι στα νέα πολιτικά πρόσωπα και τους πολιτικούς θεσµούς της Επανάστασης: την πεποίθησή του ότι οι «καλαµαράδες», µε τα νοµικά και θεσµικά τερτίπια τους, µε τους συσχετισµούς που είχαν τη δυνατότητα να διαµορφώνουν µέσα από τις εκλογικές και πλειοψηφικές διαδικασίες, ήθελαν να «τον τυλίξουν σε µια κόλα χαρτί», και έτσι να τον αποδυναµώσουν και να τον περιθωριοποιήσουν. Από την άλλη πλευρά, ο Μαυροκορδάτος, µε την υποστήριξη των Υδραίων αρχόντων, που πλέον δεν εκπροσωπούνταν στο εκτελεστικό και παρακολουθούσαν µε ανησυχία το επεισόδιο που είχε δηµιουργήσει ο Κολοκοτρώνης, οργάνωσε εσωτερική αντιπολίτευση στο εκτελεστικό. Το βουλευτικό, πάλι, αντέδρασε έντονα στις ενέργειες του Κολοκοτρώνη, θεωρώντας ότι δεν στρέφονταν µονάχα εναντίον του προσώπου του Μαυροκορδάτου, αλλά, πρωτίστως, εναντίον των «νόµων του έθνους», αφού προσέβαλαν τις νόµιµες διαδικασίες που προβλέπονταν από το σύνταγµα σχετικά µε την εκλογή του προέδρου του. Το βουλευτικό επέκρινε επίσης και τη στάση του ίδιου του εκτελεστικού, που ανεχόταν τη δράση του αντιπροέδρου του, και το καλούσε να καταδικάσει τις ενέργειες του Κολοκοτρώνη ως ενάντιες στην «κυρίαρχην θέλησιν του λαού», όπως ανέφερε σε σχετική ανακοίνωσή του. Ο Μαυροκορδάτος, οι Υδραίοι αλλά και ο Κωλέττης είχαν καταλάβει ότι µε τον Κολοκοτρώνη, τους στρατιωτικούς και τις προυχοντικές φατρίες που τον στήριζαν οι νέοι πολιτικοί θεσµοί δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν και να εµπεδωθούν. Θα έπρεπε λοιπόν να σχηµατισθεί νέα και ισχυρή εκτελεστική εξουσία, από την οποία θα αποκλείονταν ο Κολοκοτρώνης και οι κοτζαµπάσηδες που συνέπρατταν µαζί του. Ο µόνος όµως τρόπος για να µεταστραφούν οι πολιτικοί συσχετισµοί και να ισχυροποιηθεί η εθνική διοίκηση έναντι των ανθρώπων που την υπονόµευαν ήταν το εξωτερικό δάνειο. Προσπαθούσαν λοιπόν οι Υδραίοι και ο Μαυροκορδάτος να επισπεύσουν τις διαδικασίες σύναψης του δανείου. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ( ) (Γεννάδειος Βιβλι- Τα µέτωπα της πολιτικής αντιπαράθεσης Όπως παρατηρούµε, µε τον σχηµατισµό της νέας Προσωρινής Διοίκησης στην Εθνο-

56 συνέλευση του Άστρους και την κατάργηση των περιφερειακών διοικήσεων, οι πολιτικοί φατριασµοί µεταφέρθηκαν στα όργανα της κεντρικής εξουσίας και εκδηλώθηκαν ως αντιπαράθεση βουλευτικού και εκτελεστικού. Μετά µάλιστα το επεισόδιο µε τον Μαυροκορδάτο, τον Κολοκοτρώνη και τους Δεληγιανναίους, τα δύο αυτά πολιτικά σώµατα αλληλοϋπονοµεύονταν συνεχώς, µε αποτέλεσµα να διαµορφωθούν δύο αντίπαλα κέντρα εξουσίας. Η πολιτική ενοποίηση και η επιβολή της νέας πολιτικής νοµιµότητας αποδεικνυόταν πολύ δύσκολη υπόθεση. Από την άλλη, όµως, ήταν µια διαδικασία χωρίς επιστροφή. Οι πολιτικοί παράγοντες που στήριζαν το βουλευτικό συµµερίζονταν την πεποίθηση ότι η λειτουργία της εθνικής διοίκησης υπονοµευόταν διαρκώς στην Πελοπόννησο, όχι µόνο από τους περί τον Κολοκοτρώνη στρατιωτικούς, αλλά και από µια µεγάλη µερίδα κοτζαµπάσηδων. Θεωρούσαν ότι οι Πελοποννήσιοι συνολικότερα αντιµετώπιζαν τους νέους πολιτικούς θεσµούς µε κριτήριο τα συµφέροντα του τόπου τους, και ότι το µόνο που τους ενδιέφερε ήταν να διασφαλίσουν τα κυριαρχικά τους δικαιώµατα στις επαρχίες. Γι αυτό και δεν έδειχναν καµία διάθεση να συνεργασθούν µε τους εκπροσώπους των άλλων περιοχών στην προοπτική της δηµιουργίας ενιαίας και ισχυρής συγκεντρωτικής εξουσίας. Στην παράταξη αυτή είχαν προσχωρήσει όµως και δύο σηµαντικοί κοτζαµπάσηδες: οι Ανδρέας Ζαΐµης και Ανδρέας Λόντος, που είχαν από πολύ νωρίς διαφοροποιηθεί από τους περισσότερους κοτζαµπάσηδες, τους λοιδορούσαν που συνεργάζονταν µε τον Κολοκοτρώνη και έκριναν απαραίτητη για την εθνική υπόθεση τη δηµιουργία ισχυρής εκτελεστικής εξουσίας, στο πλαίσιο της οποίας διεκδικούσαν βέβαια για τους εαυτούς τους νέους πολιτικούς ρόλους και µάλιστα πρωταγωνιστικούς. Οι άνθρωποι που στήριζαν το εκτελεστικό ήταν τα άρµατα της Πελοποννήσου, δηλαδή ο Κολοκοτρώνης και οι στρατιωτικοί σύµµαχοί του, οι Μαυροµιχαλαίοι και ισχυροί κοτζαµπάσηδες όπως οι Δεληγιανναίοι, ο Σωτήρης Χαραλάµπης, ο Γεώργιος Σισίνης, ο Ασηµάκης Φωτήλας, οι Περουκαίοι και οι Παπατσώνηδες. Οι προαναφερθέντες κοτζαµπάσηδες και οι ανερχόµενοι µέσω του πολέµου στρατιωτικοί δεν είχαν και τις καλύτερες σχέσεις. Παραδείγµατος χάριν, οι Δεληγιανναίοι δεν είχαν ποτέ συγχωρήσει στον Κολοκοτρώνη και τους παλιούς κάπους τους, τους Πλαπουταίους, ότι είχαν «σηκώσει κεφάλι», είχαν αποκτήσει τίτλους, πλούτο και αξιώµατα, κάτι που µεταφρα- Άποψη του του κάστρου της Καρύταινας. Πορτραίτο του Ανδρέα Λόντου, προκρίτου, Φιλικού και πολιτικού

57 ζόταν σε µεγάλη επιρροή και δύναµη στις επαρχίες τους. Αλλά και οι στρατιωτικοί δεν έτρεφαν τα καλύτερα συναισθήµατα για τους πρώην αφεντάδες τους. Η Επανάσταση είχε αλλάξει τα πράγµατα, και οι κοτζαµπάσηδες δεν ήταν πια οι αφεντάδες τους. Το µίσος που είχαν οι Πλαπουταίοι για τους Δεληγιανναίους φρόντιζαν να το δείχνουν σε κάθε ευκαιρία. Ωστόσο, παρά τις διαφορές και τις αντιθέσεις τους, παρά τις εντάσεις που κάθε τόσο δηµιουργούνταν στις επαρχίες ανάµεσά τους για τον έλεγχο των προσόδων και των όπλων, όλοι αυτοί οι άνθρωποι µοιράζονταν την ίδια δυσπιστία απέναντι στα νέα πολιτικά πρόσωπα και τις νέες πρακτικές που αναδείκνυε η εθνική επανάσταση. Μοιράζονταν µια κοινή αίσθηση δυσαρέσκειας και αδικίας. Ακόµη περισσότερο, θεωρούσαν ότι η Επανάσταση, από ένα σηµείο κι έπειτα, ακολουθούσε ανεξέλεγκτες διαδροµές και τους περιθωριοποιούσε, και τούτο το εύρισκαν να είναι πέρα και έξω από κάθε λογική εξήγηση και αιτιολόγηση. Σύµφωνα µε την αντίληψή τους, οι Υδραίοι εποφθαλµιούσαν τη γη και τις προσόδους της Πελοποννήσου, ενώ ο Μαυροκορδάτος και ο Κωλέττης τους εχθρεύονταν που ήταν ισχυροί στον τόπο τους και αποσκοπούσαν µε κάθε τρόπο στην περιθωριοποίησή τους από τη νέα πολιτική τάξη. Το βουλευτικό και το εκτελεστικό πολύ σύντοµα ήλθαν σε ρήξη. Τον Δεκέµβριο του 1823, τα µέλη του βουλευτικού που υποστήριζαν τον Μαυροκορδάτο και τους Υδραίους κατόρθωσαν να ανατρέψουν το εκτελεστικό, δηλαδή ουσιαστικά την κυβέρνηση των Πελοποννησίων. Προηγουµένως, το είχαν καλέσει να παραιτηθεί, κατηγορώντας το ότι τα µέλη του είχαν παραβιάσει και καταστρατηγήσει τους νόµους του πολιτεύ- µατος και είχαν βλάψει έτσι το συµφέρον του έθνους. Την αφορµή την είχε δώσει ο µινίστρος των Οικονοµικών, Χαράλαµπος Περούκας, που είχε επιβάλει στην Πελοπόννησο το µονοπώλιο άλατος, σε αντίθεση µε το Σύνταγµα που δεν προέβλεπε κάτι τέτοιο. Το βουλευτικό έσπευσε αµέσως να καθαιρέσει τον Πελοποννήσιο κοτζαµπάση από το αξίωµά του, αλλά το εκτελεστικό δεν αποδέχτηκε την απόφαση αυτή. Επίσης, την ίδια εποχή, το βουλευτικό έπαυσε από τα καθήκοντά του τον επτανήσιο Ανδρέα Μεταξά, ο οποίος είχε µεσολαβήσει για να εκτονωθεί η κρίση που είχε ξεσπάσει στην Καρύταινα ανάµεσα στους Δεληγιανναίους και τους Πλαπουταίους σχετικά µε την είσπραξη των προσόδων της επαρχίας, δίχως όµως να έχει προηγουµένως ζητήσει Ο Δηµήτριος Πλαπούτας (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

58 άδεια, προκειµένου να αναλάβει µια τέτοια διαµεσολαβητική πρωτοβουλία. Έτσι, ο Μεταξάς κατηγορήθηκε από το βουλευτικό για «παραβίαση του Οργανικού Νόµου» και αντικαταστάθηκε από τον Κωλέττη. Ο Κολοκοτρώνης, οργισµένος για την ενέργεια αυτή των αντιπάλων του, αντέδρασε και πάλι βίαια. Έστειλε τον γιο του Πάνο µε στρατιώτες στο Άργος, όπου συνεδρίαζε το βουλευτικό, και το διέλυσε υπό την απειλή των όπλων (26 Νοεµβρίου 1823). Μετά και απ αυτό το επεισόδιο, ο Μαυροκορδάτος, οι Υδραίοι άρχοντες και οι Πελοποννήσιοι κοτζαµπάσηδες Λόντος και Ζαΐµης, αφού πήραν µε το µέρος τους πολλά µέλη και από το βουλευτικό και από το εκτελεστικό σώµα, προέβησαν στην ανάδειξη νέου εκτελεστικού, µε επικεφαλής τον Γεώργιο Κουντουριώτη. Το νέο εκτελεστικό εγκαταστάθηκε στο Κρανίδι, όπου µεταφέρθηκαν και τα µέλη του βουλευτικού που στήριξαν την εξέλιξη αυτή. Μάλιστα, όσα µέλη του βουλευτικού δεν παρουσιάστηκαν στο Κρανίδι, κηρύχθηκαν έκπτωτα και κλήθηκαν οι επαρχίες να εκλέξουν τους αντικαταστάτες τους. Έτσι, ο Δεκέµβριος του 1823 βρήκε τους επαναστάτες να έχουν δύο εθνικές διοικήσεις, δηλαδή δύο Βουλευτικά και δύο εκτελεστικά σώµατα, αφού η παλιά Διοίκηση (που είχε εκλεγεί στο Άστρος) δεν είχε παραιτηθεί. Αυτή, µε επικεφαλής τον Πετρό- µπεη Μαυροµιχάλη, µετέφερε την έδρα της από το Ναύπλιο (στο οποίο φρούραρχος ήταν ο Πάνος Κολοκοτρώνης) στην Τρίπολη. Παρ όλα αυτά, υπήρξαν κάποιες προσπάθειες εξεύρεσης συµβιβαστικής λύσης και συνοµιλίες ανάµεσα στη νέα Διοίκηση και ορισµένους Πελοποννήσιους παράγοντες της παλιάς. Στις συνοµιλίες αυτές οι Πελοποννήσιοι υποστήριζαν ότι θα δέχονταν να αναγνωρίσουν τη νέα εξουσία, µε την προϋπόθεση όµως ότι θα συµπεριλαµβάνονταν σ αυτήν ο Πετρόµπεης Μαυροµιχάλης, ο Σωτήρης Χαραλάµπης και ο Ανδρέας Μεταξάς, θα επανέρχονταν στο Βουλευτικό σώµα οι έκπτωτοι βουλευτές και, κυρίως, ότι θα κινούνταν οι διαδικασίες για τη σύγκληση Εθνοσυνέλευσης, προκειµένου να ορισθούν εκ νέου τα µέλη της εθνικής διοίκησης. Οι Υδραίοι όµως (ουσιαστικά οι Κουντουριώτες) δεν ήταν διατεθειµένοι να δεχτούν κάτι τέτοιο και απαιτούσαν από τους συνοµιλητές τους την άνευ όρων απόδοση νοµι- µοφροσύνης στη λεγόµενη «κυβέρνηση» του Κρανιδίου. Εκείνο που τους καθιστούσε περισσότερο απρόθυµους να διαπραγµατευθούν ήταν οι εξελίξεις σε σχέση µε τη Ο Ανδρέας Μεταξάς έφιππος λεπτοµέρεια σύνθεσης του

59 Καταγγελία για τη βίαιη διάλυση της συνεδρίασης του Βουλευτικού «Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος» Το Βουλευτικόν Σώµα πρός άπαντας τούς Έλληνας διακηρύττει Άνδρες Έλληνες, µικροί καί µεγάλοι! Ηξεύρετε τόν µέγαν σκοπόν διά τόν οποίον εµβήκαµεν εις αυτόν τόν ιερόν καί πολυπαθή αγώνα, ότι ήτο ν απολαύσωµεν τήν ελευθερίαν της ιερής ηµών πίστεως, νά ζώµεν ως αδελφοί µέ ιδικούς µας νόµους, νά είµεθα όµοιοι όλοι έµπροσθεν αυτών, νά ευρίσκη καθείς τό δίκαιόν του καί νά µήν ηµπορή ο αρµατωµένος νά βιάζη τόν αναρµάτωτον. Διά νά γένη όµως αυτό τό τόσο µέγα αγαθόν, η µόνη ευτυχία του γένους, καί νά οµοιωθώµεν εν ταυτώ µέ όλα τά άλλα χριστιανικά έθνη, απεφασίσαµεν καί εσυστήσαµεν [ ] εθνικήν διοίκησιν, εσυνθέσαµεν τόν οργανικόν µας νόµον [ ]. Αυτόν λοιπόν τόν οργανικόν νόµον, τό κέντρον της ενώσεώς µας, παρέδωκεν η Εθνική Συνέλευσις εις τάς χείρας των Παραστατών της ελευθέρας Ελλάδος, τούς οποίους ωνόµασε Βουλευτικόν Σώµα, καί έργον τούς εδιώρισε τήν φύλαξίν του, τήν ανεξαρτησίαν του έθνους, καί τήν διατήτησιν των εθνικών δικαιωµάτων καί ως τοιούτον λοιπόν σώµα, τό Έθνος τό θέλει απαραβίαστον [ ]. Αλλ ενώ διέτριβεν εις τό Άργος, καί ενεργούσε τά χρέη του, χωρίς τήν παραµικράν υποψίαν, και αναρµάτωτον, [ ], ηθέλησαν τινές ένοπλοι νά τό βιάσωσιν αλλ η ανδρεία καί ο πατριωτισµός του αξίου πολιτάρχου Θεοδώρου Ζαχαρόπουλου, καί η του λαού οµόφωνος διάθεσις διέλυσε τήν Χίµαιραν [ ]. Ακολούθως δέ, άν εναντίον της ευχής του, τό Βουλευτικόν δέν ιδή εν ησυχία διόρθωσιν των πραγµάτων πρός ασφάλειαν της Πατρίδος, πρός καλήν καί δικαίαν εξοικονόµησιν των δηµοσίων εισοδηµάτων, θέλει διακηρύξει καθαρά τους αιτίους καί τά αίτια, τούς τρόπους καί σκοπούς αυτών, διά νά γνωρίσωσι σαφώς καί όσοι αδικούνται, και όσοι απατώνται. Τη 3 Δεκεµβρίου 1823 εν Κρανιδίω Ο αντιπρόεδρος Βρεσθένης Θεοδώρητος» («Αρχεία Λαζάρου και Γεωργίου Κουντουριώτου », τ. Α, Αθήνα 1920, σ ).

60 σύναψη του δανείου. Τόσο ο Μαυροκορδάτος όσο και ο Κολοκοτρώνης προσπάθησαν να προσεταιριστούν τον λόρδο Βύρωνα ήδη από την εποχή που ο Άγγλος Φιλέλληνας είχε εγκατασταθεί προσωρινά στην Κεφαλονιά, προκειµένου να σταθµίσει την πολιτική κατάσταση µεταξύ των επαναστατηµένων ελλήνων για λογαριασµό του φιλελληνικού κοµιτάτου στο Λονδίνο και των χρηµατιστικών κύκλων που ενδιαφέρονταν για τη χορήγηση του δανείου. Οι δυο αντιµαχόµενες πλευρές πίστευαν ότι κερδίζοντας την εµπιστοσύνη του λόρδου Βύρωνα έκαναν ένα σηµαντικό βήµα για δοθούν σ αυτούς τα χρήµατα. Κάτι τέτοιο θα τους έδινε κύρος, καθώς το δάνειο ήταν µια µορφή έµµεσης αναγνώρισης της πολιτικής ύπαρξης των επαναστατηµένων Ελλήνων, άρα και της ηγεσίας τους, δηλαδή εκείνων που τελικά θα έπαιρναν τα χρήµατα του δανείου. Εξάλλου, µε τα χρήµατα αυτά θα µπορούσαν να επιβληθούν στους πολιτικούς τους αντιπάλους, ιδίως στην περίπτωση που η κρίση στις σχέσεις τους έπαιρνε τη µορφή της ένοπλης αντιπαράθεσης, κάτι που φαινόταν πλέον ως το πλέον πιθανό να συµβεί. Η εγκατάσταση του λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι, πλησίον του Μαυροκορδάτου, φανέρωνε και τους πιθανούς αποδέκτες του δανείου. Η κυβέρνηση του Κρανιδίου ήταν σίγουρη ότι τελικά αυτή θα εκταµίευε τα χρήµατα, κι αυτό την έκανε ανυποχώρητη στην άνευ όρων αναγνώρισή της από την κυβέρνηση της Τρίπολης. Υπ αυτούς τους όρους, η πολιτική κρίση δεν ήταν δυνατόν να εκτονωθεί: και οι δύο πλευρές αντιλαµβάνονταν ότι τη λύση θα την έδιναν τα όπλα. Οι άνθρωποι της κυβέρνησης του Κρανιδίου είχαν σχηµατίσει πλέον την άποψη ότι µε τους Πελοποννήσιους στρατιωτικούς και κοτζαµπάσηδες δεν ήταν δυνατόν να µοιραστούν την εξουσία, επειδή ακριβώς αντιλαµβάνονταν µε εντελώς διαφορετικό τρόπο την άσκηση της εξουσίας και τη λειτουργία της εθνικής διοίκησης. Οι Κουντουριώτες µάλιστα και ο Κωλέττης ήταν της γνώµης ότι ο µόνος τρόπος για να αποκτήσει κύρος η εθνική διοίκηση ήταν η βίαιη επιβολή επί των αντιπάλων τους. Οι κοτζαµπάσηδες και οι στρατιωτικοί, έλεγαν οι Κουντουριώτες και ο Κωλέττης, δεν επρόκειτο ποτέ τους να σεβαστούν (και να λειτουργήσουν σύµφωνα µε) τους θεσµούς και τους νόµους. Θα έπρεπε λοιπόν να αντιµετωπισθούν µε τον ίδιο ακριβώς τρόπο µε τον οποίο οι ίδιοι αντιµετώπιζαν τους πολιτικούς αντιπάλους τους: µε την άσκηση βίας, µε τη στρατιωτική επιβολή. Ο Γ. Κουντουριώτης ( ) (Εθνικό Ιστορικό Μου-

61 Αλλά και οι παράγοντες που στήριζαν την κυβέρνηση της Τρίπολης αντιλαµβάνονταν ότι δεν υπήρχε πλέον καµία δυνατότητα συµβιβασµού. Πίστευαν ότι οι Υδραίοι, ο Μαυροκορδάτος και ο Κωλέττης, που τους επιβουλεύονταν από την αρχή της Επανάστασης, είχαν βαλθεί να τους καθυποτάξουν για να «σφετερισθούν» την εξουσία. Και ήθελαν να τους καθυποτάξουν, γιατί ήταν ισχυροί στον τόπο τους, στην Πελοπόννησο, αφού είχαν τα όπλα, τις επαρχίες και τις προσόδους τους, είχαν ανθρώπους που τους ακολουθούσαν, και αποτελούσαν έτσι το µεγαλύτερο εµπόδιο στην προσπάθεια υλοποίησης των «εθνοκτόνων σχεδίων», όπως χαρακτήριζαν τους πολιτικούς προσανατολισµούς της κυβέρνησης του Κρανιδίου. Ο εµφύλιος της Επανάστασης Η πρώτη ένοπλη αναµέτρηση και ο προσωρινός συµβιβασµός Οι κοτζαµπάσηδες και οι στρατιωτικοί που στήριζαν την παλιά Διοίκηση, που είχε εκλεγεί στο Άστρος, αλλά είχε καθαιρεθεί, αντλούσαν τη δύναµή τους από την κατοχή των τριών στρατηγικών σηµείων της Πελοποννήσου: του Ναυπλίου, του Ακροκορίνθου και της Τρίπολης. Αυτά θα έκριναν και την πολεµική αναµέτρηση. Στις αρχές Μαρτίου του 1824, η Διοίκηση του Κρανιδίου όρισε ως έδρα της το Ναύπλιο, το οποίο κατείχε, όπως είπαµε, ο Πάνος Κολοκοτρώνης. Με την ενέργειά της αυτή δοκίµαζε τους αντιπάλους της. Έτσι, ενώ τα στρατεύµατά της είχαν καταλάβει τους Μύλους, χωριό απέναντι από το Ναύπλιο, και η ίδια είχε εγκατασταθεί εκεί, µέσα στα πλοία, διέταξε τον Πάνο Κολοκοτρώνη να προετοιµάσει την υποδοχή της στην πόλη. Αυτός βέβαια αρνήθηκε να υπακούσει στις διαταγές της, µε αποτέλεσµα η Διοίκηση να τον καταγγείλει για «ανυπακοή» και «στασιασµό». Ο Πάνος Κολοκοτρώνης κηρύχθηκε «αποστάτης» και «εχθρός του ελληνικού έθνους» (7 Μαρτίου 1824) και στη συνέχεια άρχισε ο αποκλεισµός του Ναυπλίου, από ξηρά και από θάλασσα, προκειµένου να αναγκασθούν οι υπερασπιστές του να παραδώσουν την πόλη. Η νέα Διοίκηση ενήργησε δυναµικά, διότι ήταν ενήµερη ότι το δάνειο είχε ήδη εγκριθεί (20 Φεβρουαρίου 1824) στην Αγγλία και ανέµενε την πρώτη δόση. Με τη σιγουριά που της έδιναν τα χρήµατα του δανείου είχε κατορθώσει να προσεταιρισθεί πολλούς στρατιωτικούς, που στήριζαν µέχρι τότε το παλιό εκτελεστικό, και να αποδυναµώσει Ο Λάζαρος Κουντουριώτης ( ) (Εθνικό Ιστορικό

62 έτσι σε µεγάλο βαθµό τους αντιπάλους της. Για τον λόγο αυτό, πήρε την απόφαση να κινηθεί στρατιωτικά, όχι µόνο στο Ναύπλιο, αλλά, ταυτόχρονα, στον Ακροκόρινθο και στο ίδιο το κέντρο της Πελοποννήσου, την Τρίπολη. Ενώ λοιπόν πολιορκούνταν το Ναύπλιο, ένοπλα σώµατα της «κυβέρνησης» του Κρανιδίου κατευθύνθηκαν στην Κόρινθο, όπου κατέλαβαν τον Ακροκόρινθο (21 Μαρτίου 1824). Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, που υπεράσπιζε το οχυρό, είδε τις δυνάµεις του να εξασθενούν, καθώς πολλοί οπλαρχηγοί µε τους άνδρες τους αποσύρονταν ή περνούσαν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ο ίδιος αναγκάσθηκε να αφήσει τον Ακροκόρινθο και να καταφύγει στην Τρίπολη. Επίσης, ένα άλλο στρατιωτικό σώµα της νέας Διοίκησης, χωρίς να συναντήσει ιδιαίτερη αντίσταση, προχώρησε προς την Τρίπολη, όπου ήταν συγκεντρωµένη η κύρια δύναµη των αντιπάλων. Έτσι άρχισε η πολιορκία της πόλης. Η «κυβέρνηση» του Κρανιδίου πολύ γρήγορα είχε κατορθώσει να εγκλωβίσει τους αντιπάλους της στην Τρίπολη. Τους πολιορκούσε στενά και τους είχε φέρει σε πολύ δύσκολη θέση. Ταυτόχρονα, οι φήµες που διαδίδονταν εκείνη την εποχή, ότι το δάνειο βρισκόταν ήδη στα χέρια των Κουντουριωτών, έκαναν πολλούς οπλαρχηγούς, που υπηρετούσαν µέχρι τότε την παλιά Διοίκηση, να την εγκαταλείψουν και να προσχωρήσουν στους αντιπάλους της. Αλλά και οι κάτοικοι και οι αρχές της πολιορκού- µενης Τρίπολης δυσφορούσαν για τη µετατροπή της πόλης και του κάµπου σε πεδίο µάχης και, ιδίως, για την ανεξέλεγκτη και βίαιη συµπεριφορά των ενόπλων του παλιού εκτελεστικού που βρίσκονταν εντός της πόλεως. Επίσης, πολλές από τις επαρχίες είχαν αρχίσει να πρόσκεινται ευνοϊκά προς τους αντιπάλους του. Οι «αντάρτες» πολιορκηµένοι µέσα στον ίδιο τους τον τόπο, καταλάβαιναν ότι ο αγώνας ήταν άνισος και άρχισαν να σκέπτονται τον συµβιβασµό. Η νέα Διοίκηση όµως, που για πρώτη φορά στην Επανάσταση ήταν ικανή να επιβάλλει τη θέλησή της δια της ισχύος, δεν έδειχνε καµία διάθεση συµβιβασµού. Απεναντίας ήθελε τη σύλληψή τους, την καταδίκη και τιµωρία τους, προκειµένου να λειτουργήσει παραδειγµατικά η καταστολή αυτής της πρώτης ένοπλης ανταρσίας. Είχε κηρύξει τους αντιπάλους της «εχθρούς του έθνους», καθότι είχαν παραβιάσει τους νόµους του και είχαν στασιάσει κατά της νόµιµης εξουσίας. Έθεσε λοιπόν ως στόχο της την εξόντωσή τους ή τη σύλληψή τους «διά νά δώσωσιν λόγον έµπροσθεν των νόµων, οι οποίοι θέλουσιν αποφασίσει αδεκάστως τήν ανάλογον ποινήν του εγκλήµατος». Στην κατεύθυνση αυτή, Τον Μάρτιο του 1824 ένοπλα σώµατα της «κυβέρνησης»

63 διέταξε τον Ανδρέα Ζαΐµη και τον Ανδρέα Λόντο, που είχαν ορισθεί υπεύθυνοι για την πολιορκία και την κατάληψη της Τρίπολης, να µην δεχθούν κανένα συµβιβασµό µε τους αντιπάλους και να απαιτήσουν την άνευ όρων παράδοσή τους. Οι δύο Πελοποννήσιοι κοτζαµπάσηδες όµως δεν ενήργησαν σύµφωνα µε τις διαταγές που είχαν λάβει και επεχείρησαν να έλθουν σε συµβιβασµό µε τους συντοπίτες τους. Προς τα τέλη Μαρτίου και αρχές Απριλίου του 1824, οι Ζαΐµης και Λόντος πέτυχαν την εξής συµφωνία: Τα µέλη του παλιού εκτελεστικού δέχθηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη, µε την προϋπόθεση να µην παρεµποδιστεί η αποχώρησή τους, αλλά και να µην εισέλθουν στρατεύµατα της νέας Διοίκησης σ αυτήν. Δέχθηκαν επίσης να περιέλθει το Ναύπλιο στην πλευρά των διοικούντων στο Κρανίδι, αλλά όχι και στον άµεσο έλεγχό τους, καθώς η παράδοση γινόταν προσωπικά στον Λόντο και τον Ζαΐµη. Η συµφωνία αποδοκιµάσθηκε από τους Κουντουριώτες, αφού ερχόταν σε πλήρη αντίθεση µε τις διαταγές τους. Η σχέση µεταξύ των δύο κοτζαµπάσηδων και των Υδραίων είχε ήδη διαταραχθεί. Οι διοικούντες στο Κρανίδι άρχισαν να πιστεύουν πλέον ότι ο Λόντος και ο Ζαΐµης, όπως και οι υπόλοιποι Πελοποννήσιοι, σύµφωνα µε τις αντιλήψεις τους, δεν ενδιαφέρονταν για την επιβολή και εµπέδωση της νέας πολιτικής νοµιµότητας, αλλά για τη διατήρηση των πολιτικών ισορροπιών στην Πελοπόννησο. Πράγµατι, ο Ζαΐµης και ο Λόντος είχαν συµπεριφερθεί στην Τρίπολη ως «Πελοποννήσιοι», όπως τους κατηγορούσαν οι Κουντουριώτες, και όχι ως εκφραστές της νέας πολιτικής νοµιµότητας. Οι δύο κοτζαµπάσηδες, όσο κι αν εχθρεύονταν τους περί τον Κολοκοτρώνη και διαφωνούσαν µε τους Μαυροµιχαλαίους, τους Δεληγιανναίους και τους άλλους κοτζαµπάσηδες για τις επιλογές τους, δεν ήταν δυνατόν να επιτρέψουν τον διασυρµό τους, να είναι µάλιστα αυτοί εκείνοι που θα τους οδηγούσαν στον διασυρµό. Επιπλέον, η πλήρης επικράτηση της νέας Διοίκησης επί των συντοπιτών τους θα καθιστούσε ανεξέλεγκτη τη δύναµη των Υδραίων, του Μαυροκορδάτου και του Κωλέττη, πράγµα το οποίο επίσης απεύχονταν. Οι δύο Πελοποννήσιοι κοτζαµπάσηδες είχαν ενταχθεί µε το µέρος των προαναφερθέντων, διότι πίστευαν ότι πλάι τους θα αναλάµβαναν πολιτικά αξιώµατα και γενικότερα πρωταγωνιστικούς ρόλους στην επανάσταση. Είχαν αρχίσει όµως να καταλαβαίνουν τώρα ότι οι δυο τους δεν αποτελούσαν τον κεντρικό κορµό στον συνασπισµό που κέρδιζε την εµφύλια σύγκρουση

64 και ανησυχούσαν για τις εξελίξεις, για το τι θα µπορούσε να επιφυλάξει το µέλλον και στους ίδιους. Αφού λοιπόν επήλθε ο συµβιβασµός, τις πρώτες ηµέρες του Απριλίου του 1824, τα µέλη του παλιού εκτελεστικού άρχισαν να εγκαταλείπουν την Τρίπολη, µε σκοπό όµως να ανασυνταχθούν και να κινηθούν και πάλι κατά της νέας Διοίκησης. Ο Λόντος, πάλι, παραβιάζοντας τις συµφωνίες που είχε κάνει µαζί τους, εισήλθε µε τα κυβερνητικά στρατεύµατα και εγκαταστάθηκε στην πόλη. Αλλά και ο Πάνος Κολοκοτρώνης αθέτησε τις συµφωνίες και τελικά δεν παρέδωσε το Ναύπλιο. Ο Κολοκοτρώνης σκόπευε να ανακαταλάβει την Τρίπολη. Έτσι, πολύ σύντοµα ξανάρχισε η πολιορκία της πόλης, αυτή τη φορά από τους πρώην πολιορκηµένους. Ταυτόχρονα, άρχισαν να εκδηλώνονται συγκρούσεις σε πολλές περιοχές της Πελοποννήσου. Στις µάχες αυτές σχεδόν πάντοτε επικρατούσαν οι δυνάµεις της νέας Διοίκησης. Ο Πάνος Κολοκοτρώνης µε δυσκολία κρατούσε το Ναύπλιο, αλλά ο πατέρας του είχε φέρει σε δύσκολη θέση τα κυβερνητικά στρατεύµατα στην Τρίπολη. Η «κυβέρνηση» του Κρανιδίου τότε αποφάσισε να στείλει στρατεύµατα να καταστρέψουν την Καρύταινα, που αποτελούσε το κέντρο της δύναµης του Κολοκοτρώνη και των Δεληγιανναίων. Διέταξε µάλιστα τον Ανδρέα Ζαΐµη, τον Ανδρέα Λόντο και τον Ιωάννη Νοταρά να εισβάλουν στην Καρύταινα και να εξοντώσουν ή να συλλάβουν τους «αντάρτες». Αυτοί όµως αρνήθηκαν να υπακούσουν στις διαταγές και αναζήτησαν για µια ακόµη φορά τον συµβιβασµό. Ακόµη και αν οι κοτζαµπάσηδες αυτοί δεν είχαν πλήρη συνείδηση των µεγάλων ανατροπών που κυοφορούσαν οι εµφύλιες συγκρούσεις της Επανάστασης, κατανοούσαν πολύ καλά ότι, αν οι υπόλοιποι Πελοποννήσιοι, οι αντίπαλοί τους, έβγαιναν εντελώς αποδυναµωµένοι από τη σύγκρουση, τότε θα εξασθένιζε ακόµη περισσότερο η θέση τους στο πλαίσιο των εσωτερικών συσχετισµών στην πλευρά των νικητών. Αντίθετα, όσο γρηγορότερα έληγαν οι συγκρούσεις και ενσωµατώνονταν ξανά οι υπόλοιποι Πελοποννήσιοι στις νόµιµες δοµές εξουσίας και σε θεµιτές µορφές πολιτικής δράσης, τόσο περισσότερες ήταν και οι δικές τους πιθανότητες να ανατρέψουν τη συµµαχία των νησιωτών µε τον Κωλέττη και τον Μαυροκορδάτο και να διεκδικήσουν αυτοί τον έλεγχο της εθνικής διοίκησης. Η δεύτερη αυτή άρνηση υπακοής στις διαταγές της εξουσίας, έφερε τον Λόντο και Ο Ανδρέας Ζαϊµης (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

65 τον Ζαΐµη σε οριστική ρήξη µε τους Υδραίους. Οι διοικούντες είχαν αρχίσει µάλιστα να πιστεύουν ότι οι δύο κοτζαµπάσηδες, όχι µόνο προστάτευαν τους συντοπίτες τους, αλλά συντάσσονταν µαζί τους. Από την άλλη, όµως, δεν θεωρούσαν φρόνιµο να έλθουν σε ανοικτή σύγκρουση µαζί τους, προς το παρόν τουλάχιστον, καθώς θα τους οδηγούσαν προς το µέρος ενός αντιπάλου ο οποίος δεν είχε ακόµη ηττηθεί. Ο εµφύλιος συνεχίστηκε, µε τις δυο πλευρές να στρέφουν την προσοχή τους στο Ναύπλιο, το οποίο υπεράσπιζε ο Πάνος Κολοκοτρώνης. Ο πατέρας του έστειλε στρατεύµατα να τον ενισχύσουν, χωρίς όµως επιτυχία. Αλλά και στην Τρίπολη η κατάσταση ήταν συγκεχυµένη. Ούτε ο Κολοκοτρώνης µπορούσε να καταλάβει την πόλη ούτε οι πολιορκηµένοι να τον απωθήσουν, αφού είχαν αποτύχει µάλιστα να πείσουν τον Ζαΐµη και τον Λόντο να εισβάλουν στην Καρύταινα για αντιπερισπασµό, ώστε να τον αναγκάσουν να λύσει την πολιορκία. Ο Κολοκοτρώνης καταλάβαινε βέβαια ότι είχε χάσει τον πόλεµο, αλλά και οι διοικούντες στο Κρανίδι καταλάβαιναν ότι δεν µπορούσαν να επικρατήσουν. Ο Κολοκοτρώνης δεν απέκλειε τον συµβιβασµό, ούτε η νέα Διοίκηση. Σηµασία όµως και για τις δυο πλευρές είχαν οι όροι του συµβιβασµού. Στα τέλη Μαΐου του 1824, οι άνθρωποι του Κολοκοτρώνη βρίσκονταν σε συνεχείς επαφές µε τον Ζαΐµη και τον Λόντο στην Τρίπολη, µε σκοπό την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών. Αυτό που τους απασχολούσε ήταν το ζήτηµα της παράδοσης του Ναυπλίου. Ο Κολοκοτρώνης υποστήριζε ότι δεν ήθελε να κρατήσει το φρούριο για λογαριασµό του, ούτε όµως δεχόταν να το παραδώσει στον Κουντουριώτη, αλλά σε Διοίκηση «νόµιµη», που θα αναδεικνυόταν δηλαδή από Εθνοσυνέλευση. Τελικά, µετά από πολλές διαπραγµατεύσεις, δέχτηκε να παραδώσει το φρούριο στον Ζαΐµη και τον Λόντο, µε την προϋπόθεση όµως να το κρατήσουν αυτοί και να µην το δώσουν στους Υδραίους. Επίσης, οι δύο πλευρές συµφώνησαν να διαλυθούν όλα τα ένοπλα σώµατα των αντιπάλων της νέας Διοίκησης. Όταν οι του Κρανιδίου πληροφορήθηκαν τις συµφωνίες µεταξύ των Πελοποννησίων δυσανασχέτησαν για άλλη µια φορά που οι Λόντος και Ζαΐµης είχαν ενεργήσει ερήµην τους. Γνώριζαν όµως ότι, προς το παρόν, δεν είχαν άλλη δυνατότητα, παρά να αποδεχθούν τα συµφωνηµένα. Αναγκάστηκαν λοιπόν να κρύψουν τη δυσαρέσκειά τους, να µην καταδικάσουν ρητά τις ενέργειες των δύο κοτζαµπάσηδων και να αποδεχθούν τους όρους της συµφωνίας. Το Ναύπλιο τελικά παραδόθηκε, εγκαταστάθηκε εκεί η Ελαιογραφία του 19ου αιώνα στην οποία απηχείται το κλίµα

66 νέα Διοίκηση (αρχές Ιουνίου 1824) και παραχωρήθηκε αµνηστία στους «στασιαστές» (2 Ιουλίου 1824). Το σχετικό διάταγµα απαγόρευε όµως τη συµµετοχή των µελών του παλιού εκτελεστικού στα όργανα της εθνικής διοίκησης. Η δεύτερη φάση του εµφυλίου Στο τέλος του πρώτου εξαµήνου του 1824 η Διοίκηση του Κρανιδίου είχε επιβάλλει τους όρους της σε όσους αµφισβητούσαν τη νοµιµότητά της, είχε διαλύσει τα ένοπλα σώµατα των «ανταρτών» και είχε καταλάβει όλα τα οχυρά σηµεία στην Πελοπόννησο αλλά και στην ανατολική Ρούµελη, όπου, χάρη στις ενέργειες του Ιωάννη Κωλέττη, είχε αποσπάσει από την επιρροή του Οδυσσέα Ανδρούτσου τον ισχυρό φρούραρχο της Ακρόπολης Ιωάννη Γκούρα. Στη δυτική Ρούµελη, πάλι, ο Καραϊσκάκης, ο Τζαβέλας και άλλοι δυσαρεστηµένοι οπλαρχηγοί δεν ήταν σε θέση να αντιταχθούν στον Μαυροκορδάτο, που είχε προσεταιριστεί τους περισσότερους αρµατολούς και τους οπλαρχηγούς της περιοχής. Έτσι, για πρώτη φορά από τη συγκρότησή της, τον Ιανουάριο του 1822, η νέα Διοίκηση ήλεγχε, σε γενικές γραµµές, όλα τα σηµαντικά οχυρά που κατείχε η ελληνική πλευρά και αποτελούσε τη µοναδική πηγή νοµιµότητας σε όλες τις επαρχίες. Όµως, η συµµαχία των πολιτικών δυνάµεων που είχαν επικρατήσει στην εµφύλια αναµέτρηση είχε αρχίσει να φθείρεται, και η καχυποψία στις σχέσεις µεταξύ των συµ- µάχων οδήγησε σε νέα πολιτική κρίση, πριν ακόµη τελειώσει το καλοκαίρι του Οι Υδραίοι είχαν αποφασίσει να παραγκωνίσουν τους Ζαΐµη και Λόντο, διότι ποτέ δεν τους είχαν συγχωρήσει για τον τρόπο µε τον οποίο είχαν συµπεριφερθεί στην Τρίπολη και την Καρύταινα. Ενόψει µάλιστα των επικείµενων εκλογών για την Γ κυβερνητική περίοδο, την ανανέωση δηλαδή των πολιτικών σωµάτων της εθνικής διοίκησης, οι Υδραίοι είχαν κάθε λόγο να φοβούνται ότι οι Πελοποννήσιοι, που ήλεγχαν µεγάλο αριθµό παραστατών, θα κατόρθωναν να εκλέξουν ξανά δικούς τους ανθρώπους στα όργανα της Διοίκησης. Ο Ζαΐµης, µάλιστα, µε την υποστήριξη του Κολοκοτρώνη, είχε σκοπό να θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία του βουλευτικού. Οι εκλογές είχαν ορισθεί για τις 3 Οκτωβρίου του 1824 και τα διακυβεύµατα της συγκυρίας ήταν µεγάλα: οι αδελφοί Κουντουριώτη είχαν ήδη παραλάβει τις δύο πρώτες δόσεις του δανείου, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, και ήθελαν όσο τίποτε άλλο να Η νέα διοίκηση εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο τον Ιούνιο του

67 διαχειρισθούν οι ίδιοι αυτά τα χρήµατα. Με το δάνειο ανά χείρας, η κυβέρνηση που θα εκλεγόταν θα ήταν πολύ ισχυρή. Οι Υδραίοι γνώριζαν µάλιστα ότι µε τον Κολοκοτρώνη και, γενικότερα, µε τους Πελοποννησίους δεν είχαν ακόµη τελειώσει. Εξάλλου, η αµνηστία που είχε παραχωρηθεί στους ηττηµένους του εµφυλίου, κάθε άλλο παρά είχε ικανοποιήσει αυτούς τους τελευταίους, αφού τους απέκλειε από κάθε συµµετοχή στην εξουσία. Αυτό µάλιστα ευνοούσε την περαιτέρω συσπείρωση των Πελοποννησίων γύρω από τον Ζαΐµη, ο οποίος, όπως είδαµε, επεδίωκε να ανατρέψει σε βάρος των Υδραίων τους συσχετισµούς δύναµης στα νέα όργανα διοίκησης. Ο Ζαΐµης και ο Λόντος είχαν ήδη µετανιώσει για τις επιλογές τους κατά τις συγκρούσεις των προηγούµενων µηνών. Η εχθρική συµπεριφορά των αδελφών Κουντουριώτη τους έκανε να φοβούνται ότι αυτοί θα ήσαν ο επόµενος στόχος. Η Διοίκηση τους είχε επιπλήξει δηµόσια για τη στάση τους στην Τρίπολη και την Καρύταινα, και έκτοτε συνεχώς τους προσέβαλλε. Επίσης, είχε παραβιάσει τις συµφωνίες τους µε τον Κολοκοτρώνη, δηλαδή να παραδοθεί το Ναύπλιο σ αυτούς, και είχε ορίσει φρούραρχο τον Σουλιώτη Νάσο Φωτοµάρα, άνθρωπο δικό της. Όλα αυτά συσπείρωναν τους Μοραΐτες πολιτικούς και στρατιωτικούς παράγοντες. Προσπάθησαν µάλιστα να προσεταιριστούν τους Σουλιώτες, καθώς επίσης και τους Ρουµελιώτες οπλαρχηγούς, που είχαν στις τάξεις τους τα πιο έµπειρα και αξιόµαχα στρατιωτικά σώµατα και, συνεπώς, η στάση τους θα ήταν καθοριστική στο ποια πλευρά θα κυριαρχούσε στην περίπτωση που η πολιτική διαµάχη θα κατέληγε και πάλι στην ένοπλη αναµέτρηση. Η κυβέρνηση Κουντουριώτη, ωστόσο, είχε ένα συγκριτικό πλεονέκτηµα στις διαπραγµατεύσεις που κι αυτή έκανε µε τους Σουλιώτες και τους Ρουµελιώτες στρατιωτικούς: τα χρήµατα των δανείων. Στις εκλογές που διεξήχθησαν στις 3 Οκτωβρίου του 1824 επικράτησαν τελικά οι Υδραίοι µε τους συµµάχους τους. Ο Γ. Κουντουριώτης παρέµεινε πρόεδρος του εκτελεστικού (Αντιπρόεδρος ο Παν. Μπότασης και µέλη του οι Αναγνώστης Σπηλιωτάκης, Ιωάννης Κωλέττης, Ασηµάκης Φωτήλας), ενώ ο Ζαΐµης απέτυχε να εκλεγεί πρόεδρος του βουλευτικού. Στο αξίωµα αυτό εξελέγη ο Πανούτσος Νοταράς και αντιπρόεδρος ο επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος. Οι υπόλοιποι Πελοποννήσιοι, δηλαδή η συντριπτική πλειονότητα των πολιτικών και στρατιωτικών παραγόντων του τόπου, κατήγγειλαν τα αποτελέσµατα των εκλογών ως προϊόντα εκβιασµού και εξαγοράς ψήφων, Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ( ) (Εθνικό Ιστορικό

68 ανατροφοδοτώντας έτσι το κλίµα της έντασης. Ωστόσο, ο παραµερισµός τους από το πεδίο άσκησης της εξουσίας ήταν πλέον γεγονός. Ο Ζαΐµης, ο Λόντος, οι Δεληγιανναίοι, οι Κολοκοτρωναίοι και οι άλλοι Μοραΐτες κοτζα- µπάσηδες και στρατιωτικοί ετοιµάζονταν για την ένοπλη αναµέτρηση. Επειδή ωστόσο δεν ήθελαν να αναλάβουν αποκλειστικά οι ίδιοι την ευθύνη ενός νέου εµφυλίου, παρουσιάζονταν ότι απαιτούν τη σύγκληση Εθνοσυνέλευσης. Και στις δύο πλευρές υπήρχαν υποστηρικτές αυτής της άποψης, αλλά δεν ήταν δυνατό να εισακουσθούν µέσα στο κλίµα της έντασης που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Τα µέλη κυρίως του εκτελεστικού εξωθούσαν τα πράγµατα προς τη σύγκρουση και τον εµφύλιο. Μόνο που ούτε κι αυτά ήθελαν να αναλάβουν την ευθύνη. Η εκτελεστική εξουσία θα έπρεπε να αναζητήσει ερείσµατα νοµιµότητας, προκειµένου να αντλήσει το δικαίωµά της να ασκήσει (νόµιµα) βία σε βάρος των αντιπάλων της. Η απείθεια, η ανυπακοή στους νόµους και στον φορέα της νοµιµότητας, δηλαδή η «ανταρσία», θα ήταν η καλύτερη αφορµή. Τελικά την αφορµή αυτή την έδωσαν στη νέα Διοίκηση οι ίδιοι οι Πελοποννήσιοι. Τον Οκτώβριο του 1824 οι κάτοικοι της επαρχίας Αρκαδιάς (Τριφυλία) αρνήθηκαν στην εθνική διοίκηση την απόδοση των προσόδων της επαρχίας τους. Εξεδίωξαν από την περιοχή τους τον έπαρχο, µη αναγνωρίζοντάς του το δικαίωµα επιβολής και είσπραξης των φόρων για λογαριασµό της κεντρικής εξουσίας. Οι περισσότεροι από τους οπλαρχηγούς και κοτζαµπάσηδες της επαρχίας ήταν άνθρωποι του Κολοκοτρώνη, κι αυτοί είχαν πρωτοστατήσει στο επεισόδιο σε βάρος του κυβερνητικού αξιωµατούχου. Η Διοίκηση χαρακτήρισε το γεγονός «ανταρσία» και διέταξε τον υπουργό Εσωτερικών Παπαφλέσσα να την καταστείλει. Ο Παπαφλέσσας έφτασε στην Αρκαδιά το τελευταίο δεκαήµερο του Οκτωβρίου. Υπό την απειλή της χρήσης βίας, ζήτησε από τις τοπικές αρχές να πειθαρχήσουν στην εθνική διοίκηση και να αποδώσουν τους φόρους. Ωστόσο, οι οπλαρχηγοί της περιοχής, σε συνεννόηση µε τον Κολοκοτρώνη, αρνήθηκαν να υπακούσουν στις διαταγές του. Έτσι, οι δύο πλευρές ετοιµάστηκαν για την ένοπλη αναµέτρηση. Προς βοήθεια των Αρκαδινών οπλαρχηγών έσπευσαν οι γιοι του Θ. Κολοκοτρώνη, Γενναίος και Πάνος, και αργότερα ο Κανέλλος Δεληγιάννης. Αλλά και κυβερνητικά στρατεύµατα, υπό τον Βάσο Μαυροβουνιώτη και τον Διονύσιο Μούρτζινο, έσπευσαν να ενισχύσουν Ο Ασηµάκης Φωτήλας (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

69 τον Παπαφλέσσα. Μετά από διήµερη µάχη στους Κωνσταντίνους, χωριό της επαρχίας Αρκαδιάς, οι Πελοποννήσιοι υπερίσχυσαν των αντιπάλων τους, τα ένοπλα σώµατα του Παπαφλέσσα διασκορπίστηκαν και ο ίδιος επέστρεψε ηττηµένος στο Ναύπλιο. Ο εµφύλιος είχε και πάλι αρχίσει. Στόχος των αντιπάλων της Διοίκησης ήταν η κατάληψη της Τρίπολης. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινήθηκαν τόσο ο Κολοκοτρώνης µε τους Δεληγιανναίους όσο και ο Ζαΐµης µε τον Λόντο από τις δικές τους επαρχίες. Η Τρίπολη έπρεπε να καταληφθεί πολύ γρήγορα, προτού δηλαδή προλάβει να στείλει εκεί στρατεύµατα το εκτελεστικό από το Ναύπλιο. Μέσα στην πόλη βρίσκονταν ρουµελιώτικα στρατεύµατα υπό τον Βάσο Μαυροβουνιώτη. Αυτός αντιµετώπιζε σοβαρά προβλήµατα µε τη µισθοδοσία και τον επισιτισµό του ένοπλου σώµατός του. Επίσης, κινδύνευε να αποκλεισθεί εντελώς από τους αντιπάλους, που συνέκλιναν στην πόλη µε σκοπό να την πολιορκήσουν. Για τους λόγους αυτούς, προέβαινε κάθε τόσο σε εφόδους εναντίον τους και ερχόταν σε µικροσυµπλοκές µαζί τους. Σε µία απ αυτές, ενεπλάκη σε σύγκρουση µε το ένοπλο σώµα του Γενναίου Κολοκοτρώνη, τον οποίο έσπευσε να υποστηρίξει ο Κανέλλος Δεληγιάννης. Ο Μαυροβουνιώτης περιήλθε σε δύσκολη θέση, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις θέσεις του, µεγάλο µέρος των ενόπλων του διαλύθηκε και ο ίδιος µε τους υπολοίπους κατόρθωσε να διαφύγει στον αργολικό κάµπο και στο Ναύπλιο. Οι Πελοποννήσιοι, κύριοι πλέον της ευρύτερης περιοχής της Τρίπολης, δεν επεχείρησαν να καταλάβουν την πόλη, την οποία υποστήριζε µια µικρή κυβερνητική φρουρά, διότι δεν ήθελαν να έλθουν σε αντιπαράθεση µε τους τοπικούς παράγοντες και τους κατοίκους της πόλης που δεν ήθελαν να γίνει ξανά η πόλη τους πεδίο µάχης. Εξάλλου, οι Μοραΐτες κοτζαµπάσηδες και στρατιωτικοί παντού διακήρυτταν ότι σκοπός τους δεν ήταν ο αδελφοκτόνος πόλεµος, αλλά η ειρηνική διευθέτηση των διαφορών. Έτσι, αποφάσισαν να διασκορπίσουν και τα ένοπλα σώµατά τους και τα τοποθέτησαν σε όλα εκείνα τα σηµεία της επαρχίας από τα οποία αναµενόταν να διέλθουν τα κυβερνητικά στρατεύµατα προκειµένου να καταλάβουν το κέντρο της Πελοποννήσου. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση Κουντουριώτη είχε βαλθεί να στρατολογεί ένοπλα σώµατα, κυρίως Ρουµελιώτες και Σουλιώτες που υπηρετούσαν µέχρι τότε τους κοτζαµπάσηδες, και προετοιµαζόταν εντατικά προκειµένου να εκστρατεύσει µε µεγάλη στρατιωτική δύναµη στην Τρίπολη. Τις τελευταίες ηµέρες του Νοεµβρίου του Ο Γρηγόριος Δίκαιος γνωστός ως Παπαφλέσσας (Εθνικό Ιστο-

70 1824, τα κυβερνητικά στρατεύµατα άρχισαν να κινούνται από διαφορετικές κατευθύνσεις προς την Τρίπολη. Αφού διέσπασαν τις δυνάµεις των αντιπάλων στις διάφορες διαβάσεις τις οποίες αυτοί οι τελευταίοι υπερασπίζονταν, ενώθηκαν µε τη φρουρά της Τρίπολης, και έτσι εισήλθαν στην πόλη. Το κέντρο της Πελοποννήσου είχε πλέον καταληφθεί από τον στρατό της Διοίκησης. Οι Μοραΐτες είχαν διασπασθεί και ακινητοποιηθεί στα γύρω χωριά, χωρίς να είναι σε θέση να αναλάβουν οποιαδήποτε πολεµική επιχείρηση εναντίον των αντιπάλων. Βρίσκονταν σε πολύ δύσκολη θέση. Το µόνο που σκέφτονταν πλέον ήταν πώς να προστατεύσουν τα υπάρχοντά τους, τις επαρχίες και τις οικογένειές τους. Η Διοίκηση δεν είχε σκοπό να αρκεσθεί στη νίκη της. Τώρα που είχε τη δύναµη, ήθελε να πλήξει αποφασιστικά τους ανθρώπους που αµφισβητούσαν την κυριαρχία της. Και η δύναµή της, µαζί µε την οικονοµική της ενίσχυση από το δάνειο, ήταν τα ρουµελιώτικα και σουλιώτικα στρατεύµατα, που περίµεναν τις διαταγές της εκτελεστικής εξουσίας για να εισβάλουν στην Πελοπόννησο. Ο Ιωάννης Κωλέττης ήταν αυτός που είχε αναλάβει να υλοποιήσει το σχέδιο εισβολής στον Μοριά. Αυτός ήταν και ο αρχηγός της επιχείρησης. Ισχυροί Σουλιώτες οπλαρχηγοί, όπως ο Κίτσος Τζαβέλας, ο Κ. Μπότσαρης, ο Γ. Δράκος, και Ρουµελιώτες καπετάνιοι, όπως ο Ιωάννης Γκούρας, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο Ανδρέας Ίσκος, ο Νάκος Πανουργιάς, ο Γ. Δυοβουνιώτης, είχαν συµφωνήσει µε τον Κωλέττη και θα αναλάµβαναν την επιχείρηση εισβολής στον Μοριά µε στόχο να καθυποτάξουν τους «αντάρτες» και να επιβάλουν τους «νόµους του έθνους» στις επαρχίες που τους υποστήριζαν. Έτσι, στις 23 Νοεµβρίου του 1824, ένα πρώτο σώµα, υπό την αρχηγία του Γκούρα, εισέβαλε στην Κορινθία από τον Ισθµό. Ο Λόντος, που βρισκόταν µε τον Νοταρά στα Τρίκαλα, τόπο καταγωγής και των δύο, κατόρθωσε την τελευταία στιγµή να διαφύγει στα Καλάβρυτα, αλλά ο Νοταράς αφέθηκε να συλληφθεί για να µην καταστραφεί το χωριό του. Συνελήφθη επίσης και ο πατέρας του και αµφότεροι οδηγήθηκαν στο Ναύπλιο, την έδρα της Διοίκησης. Στη συνέχεια, τα στρατεύµατα του Γκούρα σκόρπισαν τον φόβο και τον πανικό στην επαρχία, λεηλατώντας και καταστρέφοντας. Το δεύτερο σώµα που εισέβαλε στον Μοριά, υπό τον Τζαβέλα, τον Ίσκο, τον Μπότσαρη και τον Καραϊσκάκη, αποβιβάστηκε στην περιοχή του Αιγίου, στις αρχές Δεκεµβρίου. Οι στρατιωτικοί της Διοίκησης κατέλαβαν το Αίγιο δίχως να συναντήσουν αντίσταση Η προτοµή του οπλαρχηγού Πανουργιά στην πλατεία της

71 και στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς την Κερπινή, όπου βρίσκονταν ο Ανδρέας Λόντος, ο Ανδρέας Ζαΐµης και ο Νικηταράς. Μετά από σφοδρή µάχη, οι πολιορκη- µένοι κατάλαβαν ότι δεν µπορούσαν να αντισταθούν στην ορµή των επιτιθέµενων και µόλις κατόρθωσαν να διαφύγουν νύχτα προς τα µέρη της Ηλείας. Αλλά και εκεί ήταν αδύνατο να βρουν άσυλο γιατί τους κυνηγούσε ο Γκούρας, που λεηλατούσε και κατέστρεφε ταυτόχρονα την περιοχή της Γαστούνης. Τελικά, οι κυνηγηµένοι κοτζα- µπάσηδες, µαζί µε τον Νικηταρά, κατόρθωσαν να περάσουν µε πλοία στη δυτική Ρού- µελη. Ο εκεί καπετάνιος Γεώργιος Τσόγκας κατόρθωσε να τους φυγαδεύσει στο νησί Κάλαµος, που υπαγόταν στην Ιόνιο Πολιτεία, επί της οποίας δεν είχε δικαιοδοσία η ελληνική διοίκηση. Στην Πελοπόννησο, οι Ρουµελιώτες και οι Σουλιώτες, αφού λεηλάτησαν την Κερπινή και κατέστρεψαν τα σπίτια και όλα τα υπάρχοντα των Ζαΐµηδων και των υποστηρικτών τους, κατευθύνθηκαν στη Γορτυνία µε σκοπό να κυνηγήσουν τους Δεληγιανναίους και να καταστρέψουν τις ιδιοκτησίες τους στα Λαγκάδια. Ο Κωλέττης ηγείτο ο ίδιος των επιχειρήσεων και ήταν αποφασισµένος να συλλάβει τους κοτζαµπάσηδες και να τους οδηγήσει στο Ναύπλιο. Στα Λαγκάδια, οι Ρουµελιώτες, µε την ανοχή του Κωλέττη, προέβησαν σε εκτεταµένες καταστροφές και λεηλασία της περιουσίας των Δεληγιανναίων, οι οποίοι ωστόσο κατόρθωσαν να διαφύγουν στον Μιστρά. Αφού περιφέρονταν για έναν µήνα περίπου στην περιοχή, τελικά, µε τη µεσολάβηση του φίλου τους Π. Γιατράκου, που είχε συνταχθεί µε τη Διοίκηση, δίχως όµως να λάβει µέρος στις συγκρούσεις, πείσθηκαν να παραδοθούν. Στα τέλη Ιανουαρίου του 1825, οι Δεληγιανναίοι έφθασαν στο Ναύπλιο και τέθηκαν υπό κράτηση, αφού παρέδωσαν τα όπλα τους. Αλλά και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε ήδη αποφασίσει να παραδοθεί προς το τέλος Δεκεµβρίου του 1824, επηρεασµένος όχι µόνο από την τροπή των συγκρούσεων αλλά και από τον θάνατο του γιου του Πάνου, ο οποίος είχε σκοτωθεί στη διάρκεια συµπλοκής στα µέσα Νοεµβρίου. Συνοδευόµενος από τον Δ. Πλαπούτα, που και αυτός είχε συνταχθεί µε τους κυβερνητικούς, αλλά παρέµεινε ουδέτερος στις συγκρούσεις, παρουσιάσθηκε στην Τρίπολη ενώπιον της Επιτροπής που διοικούσε την πόλη και έθεσε εαυτόν στη διάθεση της Διοίκησης. Εκεί, αποφασίστηκε η µεταφορά του στο Ναύπλιο. Όταν έφθασε στο Άργος, ανέλαβε ο τοπικός οπλαρχηγός Δηµήτριος Τσώκρης Ο Σουλιώτης οπλαρχηγός Γ. Δράκος (Εθνικό Ιστορικό Μου- Ο Δυοβουνιώτης πίνακας του Σπ. Πουρσαλέντη (Εθνικό Ιστο-

72 να τον παραλάβει και να τον παραδώσει στην εξουσία. Στο Ναύπλιο υποδέχθηκαν ευµενώς τον Κολοκοτρώνη και τον έθεσαν υπό περιορισµό στο σπίτι του Παπαφλέσσα. Ο άλλοτε πανίσχυρος Πελοποννήσιος, σε επιστολή του προς τον Γ. Κουντουριώτη, υποχρεώθηκε να παραδεχθεί ότι οι ενέργειές του κινήθηκαν «ενάντια των νόµων του έθνους, ενάντια των συµφερόντων της πατρίδας», όπως σχετικά ανέφερε. Δήλωνε έτσι την ειλικρινή µεταµέλειά του και ότι «έθετε εαυτόν εις την κρίση της δικαιοσύνης». Ταυτόχρονα, ζητούσε την «ευσπλαχνίαν» της εξουσίας προς το πρόσωπό του. Η Διοίκηση του απάντησε ότι οι φορείς των αξιόποινων πράξεων παραπέµπονταν ενώπιον των νόµων που είχε συστήσει το έθνος και εν ονόµατί του θα κρίνονταν «αδεκάστως». Εν τω µεταξύ, τα ένοπλα σώµατα που είχαν εισβάλει στην Πελοπόννησο είχαν προβεί σε εκτεταµένη χρήση βίας, σε καταστροφές, καταχρήσεις και λεηλασίες, σε διαπο- µπεύσεις και εξευτελισµούς των αντιπάλων. Οι αρπαγές και οι βιαιοπραγίες δεν εξαντλήθηκαν µόνο στις ιδιοκτησίες των ισχυρών κοτζαµπάσηδων και στρατιωτικών που είχαν αντιταχθεί στη Διοίκηση, αλλά κατέστησαν ανεξέλεγκτες και γενικεύθηκαν στα χωριά και στις επαρχίες σε βάρος και των πληθυσµών. Για πρώτη όµως φορά στην Επανάσταση, η κεντρική εξουσία συµπεριφερόταν ως η κυρίαρχη εξουσία, αφού διέθετε πλέον τα µέσα για να επιβάλλει την κυριαρχία της στον επαναστατηµένο χώρο. Δεν ήταν σε θέση, ωστόσο, να επιβάλει πειθαρχία στα σώµατα των Ρουµελιωτών και Σουλιωτών ενόπλων, που απαιτούσαν άµεση καταβολή των µισθών τους και συνέχιζαν να λεηλατούν την Πελοπόννησο. Η εθνική διοίκηση είχε επιβάλλει τη νοµιµότητα µε τη βία. Όσοι την είχαν αµφισβητήσει, ο Ανδρούτσος στην ανατολική Ρούµελη και ιδίως οι σηµαντικότερες στρατιωτικές και πολιτικές οικογένειες της Πελοποννήσου, είχαν συλληφθεί και βρίσκονταν φυλακισµένοι ή είχαν καταφύγει µακριά. Το γεγονός αυτό είχε προκαλέσει µεγάλη αίσθηση σε όλους τους επαναστάτες, αλλά και στα χωριά και τις επαρχίες της Πελοποννήσου, που αντιµετώπιζαν µε δέος τη δύναµη της ισχύος, µε την οποία είχε επιβάλει τη θέλησή της η κεντρική εξουσία. Τα ρουµελιώτικα και σουλιώτικα στρατεύµατα, που λειτουργούσαν στην υπηρεσία της µισθοδοτούµενα από τα χρήµατα του δανείου, δηλαδή από το «εθνικό ταµείο», εξέφραζαν αυτή τη δυνατότητα επιβολής της κεντρικής αρχής της επανάστασης. Οι φήµες που διαδίδονταν στο Ναύπλιο, ότι Ο Κίτσος Τζαβέλλας (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

73 ετοιµάζονταν οι αγχόνες για τους «στασιαστές» και «αντιπατριώτες», προκαλούσαν τον φόβο, αλλά και τον θαυµασµό ταυτόχρονα, για τη νέα εξουσία. Η εθνική διοίκηση, το νέο κέντρο πολιτικής κυριαρχίας που είχε δηµιουργήσει η Επανάσταση, είχε αρχίσει να καταλαµβάνει θέση και να εµπεδώνεται στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Μετά την ήττα των Πελοποννησίων, τη σύλληψη και φυλάκιση των περισσότερων απ Διακήρυξη του Ιωάννη Κωλέττη προς τους κατοίκους της Κορινθίας (7 Δεκεµβρίου 1824) «Κάτοικοι της επαρχίας Κορίνθου! Το σπίτι των Νοταρέων είναι από εκείνας τάς οικογενείας του Μωρέος, αι οποίαι εν καιρώ Τουρκίας εδιοικούσαν µέ τό όνοµα προεστώς καί κοτσάµπασης εις όλας τάς επαρχίας. Η διαγωγή των προεστώτων καί κοτσαµπασήδων σας είναι πολλά γνωστή, καί όσα οι δυστυχείς οµογενείς απ αυτούς έπαθον καί υπέφεραν κακά είναι φανερά εις όλους µας [ ]. Η κακία τούτων νά παύση ήτον ελπίς, καί οι άδικοι κοτσαµπάσηδες νά µεταµορφωθούν από τυράννους εις αγαθούς πολίτας, όλος ο κόσµος επαντύχαινεν [ ]. Αλλά κακή τύχη της Ελλάδος, µόνοι τινές των προεστών του Μωρέος αγωνίζονται σήµερον αγώνα παράδοξον νά συστήσουν τυραννίαν εις τήν Ελλάδα, χειροτέρα της δεσποτείας του Σουλτάνου, καί ν αφήσουν ολέθριον κληρονοµιάν εις τά τέκνα των τήν δουλείαν [ ] η κακία, αδελφοί, ριζωµένη εις τά σπλάχνα, εκατάστησε τόν Ιωάννη Νοταρά τυραννίσκον της επαρχίας Κορίνθου καί κληρονόµον του Κιαµήλµπεη, αγριώτερόν του, σκληρότερόν του καί αναιδέστερον. [ ] Αλλά τέλος πάντων βλέπουσα η διοίκησις ότι οι σκοποί του παιδαρίου τούτου δέν επεριωρίζοντο εις τόν ορίζονταν µόνον της επαρχίας ταύτης, καί ήδη εκτείνοντο εις τήν επιφάνειαν όλων των επαρχιών της ελευθέρας Ελλάδος βλέπουσα ότι τό µικρόν τούτο του Νοταρά παιδάριον συνεννοούµενον µέ άλλους τυραννόφρονας της Πελοποννήσου κοτσαµπάσηδες απεφάσισε νά καταπατήση τούς νόµους του έθνους, νά σηκώση όπλα καί νά πολεµήση αυτό ολόκληρον τό έθνος, έλαβεν, ως βλέπετε όλοι σας, τά µέτρα ταύτα [ ]». (Παρατίθεται στο: Ν. Σπηλιάδης, «Αποµνηµονεύµατα διά νά χρησιµεύσωσιν εις τήν Νέαν Ελληνικήν Ιστορίαν ( ), τ. Β φωτοµηχ. ανατ.-επιµ. Παν. Φ. Χριστόπουλου - έκδ. Κ. Διαµάντη, Βιβλιοθήκη Γ.Α.Κ, Αθήνα, 1972, σ ).

74 αυτούς (Θ. Κολοκοτρώνης, Δεληγιανναίοι, Ιωάννης και Παν. Νοταράς, Δηµ. Παπατσώνης, Γεώργιος Σισίνης, Ιω. Γκρίτζαλης κ.ά.), η εθνική διοίκηση βρέθηκε αντιµέτωπη µε έναν διαφορετικό κίνδυνο: τον Ιµπραήµ πασά, που στα µέσα Φεβρουαρίου 1825 αποβίβασε τα στρατεύµατά του στην περιοχή της Μεθώνης. Οι πρώτες στρατιωτικές αποτυχίες της ελληνικής πλευράς, στο Κρεµµύδι στις 7 Απριλίου και στη Σφακτηρία στις 25 Απριλίου, όπου σκοτώθηκε και ο υπουργός πολέµου Αναγνωσταράς, αλλά και η αποχώρηση µεγάλου µέρους των Ρουµελιωτών και των Σουλιωτών από την Πελοπόννησο, επέτασσε να στηριχθεί η άµυνα της Πελοποννήσου στις δικές της στρατιωτικές δυνάµεις. Ποιοι όµως µπορούσαν να ξεσηκώσουν τα λεηλατηµένα χωριά του Μοριά και να πείσουν τις κοινότητες να κινητοποιηθούν για τον πόλεµο, δηλαδή να πολεµήσουν, να προσφέρουν εργασία και τρόφιµα; Εκείνοι, τους οποίους οι ίδιοι οι πληθυσµοί είχαν µάθει να εµπιστεύονται, να ακολουθούν και να αναγνωρίζουν ως ηγέτες τους, ήταν φυλακισµένοι ή φυγάδες. Στις συνθήκες αυτές, η Διοίκηση αποφάσισε τελικά να παραχωρήσει γενική αµνηστία «εις όλους τούς υποπεσόντας εις πολιτικά εγκλήµατα» (18 Μαΐου 1825). Έτσι, στο όνοµα των «συµφερόντων της πατρίδας», που βρισκόταν σε κίνδυνο ένεκα του πολέµου, η νέα εξουσία αποφάσισε να «συγχωρήσει» αυτούς που είχαν παραβιάσει τους νόµους του έθνους και είχαν τολµήσει να κινηθούν εναντίον της. Η εθνική διοίκηση, όπως ακριβώς τους προηγούµενους µήνες είχε δείξει την οργή της προς τους «αντιπατριώτας», επιβάλλοντας µε την ισχύ τη θέλησή της, έτσι και τώρα, µε την πράξη της αυτή να τους αµνηστεύσει, δηλαδή να τους «συγχωρήσει», έδειχνε τη «γενναιοδωρία» και τη «µεγαλοσύνη» της προς τα µεταµεληµένα τέκνα της. Και στις δύο περιπτώσεις, και µε την τιµωρία και µε τη συγχώρηση, η εθνική διοίκηση επιβεβαίωνε και επικύρωνε την επιβολή της κυριαρχίας της στην Επανάσταση. Τρία χρόνια χρειάστηκε η εθνική διοίκηση, µέχρι να κατορθώσει, δια της βίας τελικά, να επιβληθεί ως αποκλειστική πολιτική αρχή της Επανάστασης. Αυτήν την πολιτική αρχή επρόκειτο έκτοτε να αναγνωρίσουν και να υπηρετήσουν όλοι οι επαναστάτες, και οι νικητές και οι ηττηµένοι του εµφυλίου. Οι ηγεσίες της Επανάστασης, µε τους νεωτερικούς πολιτικούς και πολιτειακούς θεσµούς που παρήγαγαν, αλλά και µε τους ανταγωνισµούς και τις συγκρούσεις τους που κορυφώθηκαν στον εµφύλιο πόλεµο, εµπέδωναν νέους πολιτικούς ρόλους και Ο Νικηταράς (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Ο Γεώργιος Σισίνης (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

75 συγκροτούσαν νέες πολιτικές ταυτότητες. Μετατρέπονταν δηλαδή σε πολιτικό προσωπικό της κεντρικής/εθνικής εξουσίας και µάθαιναν έτσι να ενεργούν και να συµπεριφέρονται ως εκπρόσωποι και εκφραστές της. Με τον τρόπο αυτόν εγκαινιάσθηκαν οι διαδικασίες πολιτικής ενοποίησης του επαναστατηµένου ελλαδικού χώρου και οι επαναστάτες εντάχθηκαν τελικά στην προοπτική συγκρότησης ενός σύγχρονου, εθνικού τύπου, κράτους. Επιστολή του Ιω. Γκούρα προς τη Διοίκηση, την εποχή που αυτή ετοι- µαζόταν να αµνηστεύσει τους «αντάρτες» «Εµένα ο Ζαΐµης, ο Κολοκοτρώνης, ο Λόντος, ο Νικηταράς, οι Δεληγιανναίοι, ο Νοταράς και ο Σισίνης µε τους οπαδούς τους δεν µου εσκότωσαν µήτε την µάναν µου, µήτε τον πατέρα µου. Εσείς οι τρεις [Γ. Κουντουριώτης, Γ. Δικαίος, Ιω. Κωλέττης] µ επληροφορήσατε, ότι αυτοί εσήκωσαν άρµατα κατά της Διοικήσεως και ότι θέλουν να την χαλάσουν, και µ επαρακινήσατε να τρέξω κ εγώ, να γλυτώσωµεν την πατρίδα, εξολοθρεύοντας τους άνωθεν. Εγώ εµπιστευόµενος εις τον λόγον τον εδικόν σας [ ] και εις τας διαταγάς της σεβαστής διοικήσεως, εσηκώθηκα εν καιρώ χειµώνος και ήρθα και έκαµα ό,τι ήµουν προσταγµένος, βάνοντας το κεφάλι µου από κάτου από το σπαθί του Νοταρά, από κάτου από τα κανόνια του Λόντου, και από κάτου από το µίσος και την οργήν των συντρόφων τους [ ]. Αλλ ενώ επερίµενον να ιδώ εξολοθρευµένους και κρεµασµένους τους πιασθέντας και αποκηρυγµένους και εξωρισµένους τους φευγάτους [ ], βλέπω παρά πάσαν ελπίδαν, και να ζητήτε να τους γλυτώσετε πρώτοι εσείς οι τρεις [ ], να τους υπερασπίζεσθε. [ ]. Λοιπόν, αυτά βλέποντας, αδελφοί, γνωρίζω πολλά καλά ότι µ εβάλατε απόστα σε τούτον τον χορόν, δια να µε κάµετε εχθρόν µε τους καλούς µου φίλους. Και αφού τους έκαµα τόσα κακά, καθώς το γνωρίζετε, κ εγώ και οι περί εµέ δικαίως, τώρα αρχινάτε και εσείς να τους συγχωράτε και εποµένως να τους κάµνετε φίλους [ ]. Άρχισα κ εγώ πλέον να παίρνω µέτρα να σιγουράρω την φαµίλιαν µου εις της Ευρώπης κανένα µέρος, και να φυλάξω το κεφάλι µου διατί αφού Κολοκοτρώνης, Ντεληγιάννης, Ζαΐµης, Λόντος, Νοταράς, Σισίνης και οπαδοί των ζήσουν, συγχωρηθούν και γενούν διοικηταί άλλην µίαν φοράν, δεν είναι πλέον ελπίς σωτηρίας τόσο εις την πατρίδαν καθώς και εις τους κατά Ο Ιµπραήµ (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). Ο Γιάννης Γκούρας πίνακας του Γ. Ν. Ροϊλού (Εθνικό Ιστορικό

Ενότητα 9 Πρώτες προσπάθειες των επαναστατημένων Ελλήνων για συγκρότηση κράτους

Ενότητα 9 Πρώτες προσπάθειες των επαναστατημένων Ελλήνων για συγκρότηση κράτους Ενότητα 9 Πρώτες προσπάθειες των επαναστατημένων Ελλήνων για συγκρότηση κράτους Ιστορία Γ Γυμνασίου Ivan Aivazovskiy (1846): Ναυμαχία στο Ναβαρίνο στις 2 Οκτωβρίου 1827 Πρώτες προσπάθειες των επαναστατημένων

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α. Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α. Χρονολόγιο 1844: Συνταγματική μοναρχία (σύνταγμα) 1862: Έξωση του Όθωνα

Διαβάστε περισσότερα

Η Γαλλική επανάσταση (1789-1794)

Η Γαλλική επανάσταση (1789-1794) Η Γαλλική επανάσταση (1789-1794) Το πλαίσιο 18 ος αιώνας, Γαλλία: Παλαιό Καθεστώς, δηλ. 3 θεσμοθετημένες τάξεις: Κλήρος (0,5%) Ευγενείς (1,5%) Υπόλοιποι, δηλ. αστοί, αγρότες εργάτες (98%) Κριτήρια ένταξης:

Διαβάστε περισσότερα

25η Μαρτίου 1821 Η 25η Μαρτίου αποτελεί διπλή εορτή για τους Έλληνες, μαζί με τον Ευαγγελισμός της Θεοτόκου εορτάζεται και ο ξεσηκωμός των Ελλήνων κατά των Τούρκων. Στην πραγματικότητα η επανάσταση είχε

Διαβάστε περισσότερα

Αριστείδης Ν. Χατζής Αναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών. Πού ανήκει ηελλάδα;

Αριστείδης Ν. Χατζής Αναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών. Πού ανήκει ηελλάδα; Αριστείδης Ν. Χατζής Αναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών Πού ανήκει ηελλάδα; Europe Direct Μάιος 2015 Διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας Το Ελληνικόν Έθνος, το υπό την φρικώδη Οθωμανικήν

Διαβάστε περισσότερα

«Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή»

«Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή» ΟΜΙΛΙΑ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 25 ης ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 (2015) «Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή» Ο Θούριος του Ρήγα Φεραίου εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την ανάγκη

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία Γ Λυκείου Γ.Π. Ιστορία του Νεότερου και του Σύγχρονου Κόσµου

Ιστορία Γ Λυκείου Γ.Π. Ιστορία του Νεότερου και του Σύγχρονου Κόσµου 7ο Γενικό Λύκειο Βόλου Ιστορία Γ Λυκείου Γ.Π. Ιστορία του Νεότερου και του Σύγχρονου Κόσµου Κεφάλαιο Α Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 Ένα µήνυµα για την Ευρώπη Οκτώβριος 2014 Εργασίες οµάδων Γ3 1η Καρµπονάροι

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 3 η : Τι είναι το Σύνταγμα Έννοια, διακρίσεις και λειτουργίες

Ενότητα 3 η : Τι είναι το Σύνταγμα Έννοια, διακρίσεις και λειτουργίες ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 3 η : Τι είναι το Σύνταγμα Έννοια, διακρίσεις και λειτουργίες Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Η Αγγλία και οι αποικίες της στην Αμερική.

Η Αγγλία και οι αποικίες της στην Αμερική. Η Αγγλία και οι αποικίες της στην Αμερική. Κατά το 18 ο αιώνα η Αγγλία κατείχε δεκατρείς αποικίες στην Αμερική. Οι αποικίες αυτές παρουσίαζαν σημαντικές διαφορές που οφείλονταν: - Στη διαφορετική προέλευση

Διαβάστε περισσότερα

3. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΝΑ ΜΗΝΥΜΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

3. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΝΑ ΜΗΝΥΜΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 3. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 - ΕΝΑ ΜΗΝΥΜΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ Ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επανάστασης: Η επανάσταση των Ελλήνων το 1821 εξασφάλισε στο έθνος ανεξάρτητη εθνική εστία. Η Ελληνική

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης 4 η Ενότητα «Η Ελλάδα στον 19 ο αιώνα» 1 Κεφάλαιο 6 Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ. 170 173) Στη διάρκεια του 19ου αιώνα η Οθωµανική Αυτοκρατορία αντιµετώπισε πολλά προβλήµατα και άρχισε σταδιακά

Διαβάστε περισσότερα

Ορισµένες διαστάσεις της εξωτερικής πολιτικής της Γαλλίας

Ορισµένες διαστάσεις της εξωτερικής πολιτικής της Γαλλίας Ορισµένες διαστάσεις της εξωτερικής πολιτικής της Γαλλίας Τα κυριότερα χαρακτηριστικά της εξωτερικής πολιτικής της Γαλλίας είναι η συνέχεια στόχων και στρατηγικών επιλογών στη βάση των πολιτικών αντιλήψεων

Διαβάστε περισσότερα

1. Ποιο πολίτευμα συναντάμε σε όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά κράτη το 17ο και 18ο αιώνα ;

1. Ποιο πολίτευμα συναντάμε σε όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά κράτη το 17ο και 18ο αιώνα ; Ενότητα 1. Η εποχή του Διαφωτισμού 1. Ποιο πολίτευμα συναντάμε σε όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά κράτη το 17ο και 18ο αιώνα ; 2. Τι ήταν ο Διαφωτισμός και ποιες ήταν οι βασικές του θέσεις; 3. Που και πότε εμφανίστηκε

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία Ενότητα 4η: Φιλική Εταιρεία Ελευθερία Μαντά, Λέκτορας Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ αύξηση πληθυσμού αγροτική επανάσταση (μεγάλα αγροκτήματα νέες μέθοδοι εισαγωγή μηχανημάτων) ανάπτυξη εμπορίου α. Ευρώπη Αφρική Αμερική (τριγωνικό

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 7 Η Φιλική Εταιρεία - Η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες

Ενότητα 7 Η Φιλική Εταιρεία - Η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες Ενότητα 7 Η Φιλική Εταιρεία - Η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες Ιστορία Γ Γυμνασίου Eugène Delacroix - La Liberté guidant le Peuple Ο Γέρος του Μοριά Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αποδίδει τον Όρκο του

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου

Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου Ο Όθων συνδιαλέγεται με τον έφιππο συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη που του ζητά την παραχώρηση συντάγματος Καθιέρωση

Διαβάστε περισσότερα

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ Δ. ΑΝΑΝΕΩΣΗ- ΔΙΧΑΣΜΟΣ (1909-1922) 1. Το κόμμα των φιλελευθέρων 1. Πριν τις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910 κανένα ΜΕΓΑΛΟ κόμμα δεν υποστήριζε τις μεταρρυθμίσεις που προτάθηκαν το 1909/1910 Φορείς των νέων

Διαβάστε περισσότερα

Α. ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ( ) ΚΕΙΜΕΝΟ-ΠΗΓΗ

Α. ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ( ) ΚΕΙΜΕΝΟ-ΠΗΓΗ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1. Πελατειακά δίκτυα επί τουρκοκρατίας Α. ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ (1821-1843) ΚΕΙΜΕΝΟ-ΠΗΓΗ Το οθωνικό πολίτευμα,

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ Α1 α. σχολικό βιβλίο, σελ. 46. Φεντερασιόν: ήταν μεγάλη πολυεθνική εργατική οργάνωση της Θεσσαλονίκης, με πρωτεργάτες σοσιαλιστές από την ανοικτή σε νέες ιδέες

Διαβάστε περισσότερα

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος Εισαγωγή στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο Α εξάμηνο 2015/2016 Ν. Κανελλοπούλου Αναπλ. Καθηγ. Συνταγματικού Δικαίου Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/2008 Διάγραμμα του

Διαβάστε περισσότερα

Φιλική Εταιρεία. Τόπος Ίδρυσης Χρόνος Ίδρυσης Ιδρυτικά. Οδησσός. 14 Σεπτεµβρίου 1814. Νικόλαος Σκουφάς Αθανάσιος Τσακάλωφ Εµµανουήλ Ξάνθος

Φιλική Εταιρεία. Τόπος Ίδρυσης Χρόνος Ίδρυσης Ιδρυτικά. Οδησσός. 14 Σεπτεµβρίου 1814. Νικόλαος Σκουφάς Αθανάσιος Τσακάλωφ Εµµανουήλ Ξάνθος Φιλική Εταιρεία Τόπος Ίδρυσης Χρόνος Ίδρυσης Ιδρυτικά µέλη Οδησσός 14 Σεπτεµβρίου 1814 Νικόλαος Σκουφάς Αθανάσιος Τσακάλωφ Εµµανουήλ Ξάνθος Σφραγίδα οργάνου Σφραγίδα της Μυστικής Αρχής Σφραγίδες Ελευθερίας,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΙΝΗΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

ΚΙΝΗΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΙΝΗΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ISBN 978-960-518-389-9 Παραγωγή: ΙΝΔΙΚΤΟΣ Καλλιδρομίου 64, 114 73 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 210 8838007, e-mail: indiktos@indiktos.gr Ἑξαδακτύλου 5, 546 35 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΗΛ.: 2310 231083,

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης 5 η ενότητα «Η Ελλάδα στον 20 ο αιώνα» 1 Κεφάλαιο 3 Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ. 186 189) Οι προσδοκίες, που καλλιέργησε στους υπόδουλους χριστιανικούς λαούς το κίνηµα των Νεοτούρκων το

Διαβάστε περισσότερα

Τοµπάζης /Τουµπάζης - Γιακουµάκης

Τοµπάζης /Τουµπάζης - Γιακουµάκης Επώνυµο Τοµπάζης /Τουµπάζης - Γιακουµάκης Όνοµα Υπογραφή Μανώλης Σφραγίδα Υπογραφές Αγωνιστών της Ελληνικής Επαναστάσεως, ΙΕΕΕ, Αθήνα, 1984 Σφραγίδες Ελευθερίας, ΙΕΕΕ, Αθήνα, 1983 Ιδιότητα Γέννησης Χρόνος

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεµο του 1897 στον Μακεδονικό Αγώνα (σελ )

Κεφάλαιο 1. Από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεµο του 1897 στον Μακεδονικό Αγώνα (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης 5 η Ενότητα «Η Ελλάδα στον 20 ο αιώνα» 1 Κεφάλαιο 1 Από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεµο του 1897 στον Μακεδονικό Αγώνα (σελ. 178 181) Μετά την ήττα στον πόλεµο µε την Τουρκία, το 1897, το ελληνικό

Διαβάστε περισσότερα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα Ενότητα 6: Η συγκρότηση του ελληνικού έθνους Σπύρος Μαρκέτος Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

5η ιδακτική Ενότητα ΠΩΣ ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

5η ιδακτική Ενότητα ΠΩΣ ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 5η ιδακτική Ενότητα ΠΩΣ ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εργασία για το σπίτι Ποιες ήταν οι βασικές αρχές της ηµοκρατίας που ίσχυσε στην Αρχαία Ελλάδα; (Στο τέλος του κεφαλαίου παραθέτουµε αποσπάσµατα από το

Διαβάστε περισσότερα

Κάθε πότε γίνονται εκλογές; Κάθε τέσσερα χρόνια, εκτός αν η Βουλή διαλυθεί νωρίτερα.

Κάθε πότε γίνονται εκλογές; Κάθε τέσσερα χρόνια, εκτός αν η Βουλή διαλυθεί νωρίτερα. Τι πρέπει να γνωρίζω για τη Βουλή Τι είναι η Βουλή; Είναι συλλογικό πολιτικό όργανο που αντιπροσωπεύει τον λαό. Αναδεικνύεται µε την ψήφο του εκλογικού σώµατος, δηλαδή όλων των ελλήνων πολιτών που έχουν

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912) Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913 Ιστορία Γ Γυμνασίου Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912) Χρονολόγιο 1897-1908 Μακεδόνικος Αγώνας 1912-1913 Βαλκανικοί πόλεμοι 1914-1918 Α' Παγκόσμιος

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 10 Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη

Ενότητα 10 Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη Ενότητα 10 Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη Ιστορία Γ Γυμνασίου Ο Λόρδος Βύρων στο Μεσολόγγι Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη 1815: Παλινόρθωση 1821-1826: Ελληνική επανάσταση 1823-1827: Ευρωπαϊκή διπλωματία

Διαβάστε περισσότερα

Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Οργανικός νόµος 1900 β. Συνθήκη φιλίας και συνεργασίας γ. «Ηνωµένη αντιπολίτευσις»

Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Οργανικός νόµος 1900 β. Συνθήκη φιλίας και συνεργασίας γ. «Ηνωµένη αντιπολίτευσις» Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Οργανικός νόµος 1900 β. Συνθήκη φιλίας και συνεργασίας γ. «Ηνωµένη αντιπολίτευσις» Β. Να αντιστοιχίσετε τα γράµµατα της στήλης Α µε αυτά της στήλης 1.Επανάσταση

Διαβάστε περισσότερα

Γερµανός - Γεώργιος Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών

Γερµανός - Γεώργιος Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Επώνυµο Όνοµα Τίτλος Υπογραφή Γκόζιας Γερµανός - Γεώργιος Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Υπογραφές αγωνιστών της Ελληνικής Επαναστάσεων, ΙΕΕΕ, Αθήνα 1983 Ιδιότητα Γέννησης Χρόνος Γέννησης Καταγωγής Θανάτου

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΩΤΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ. Μορφές πολιτικής οργάνωσης με τοπικό χαρακτήρα

ΠΡΩΤΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ. Μορφές πολιτικής οργάνωσης με τοπικό χαρακτήρα 64 Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία ΕΝΟΤΗΤΑ 9 ΠΡΩΤΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ Μορφές πολιτικής οργάνωσης με τοπικό χαρακτήρα Για την εδραίωση της επανάστασης χρειάζονταν

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ Α

ΙΣΤΟΡΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ Α ΙΣΤΟΡΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 04-02-2018 ΓΚΥΡΤΗ ΜΑΡΙΑ - ΖΙΑΜΠΑΡΑ ΕΛΕΝΗ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ Α 1. α. Λ β. Λ γ. Σ δ. Λ 2. Να εξηγήσετε τους όρους: γενική βούληση, Εγκυκλοπαίδεια. Γενική βούληση: Η γενική βούληση,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη Το παρόν ηλεκτρονικό εγχειρίδιο έχει ως στόχο του να παρακολουθήσει τις πολύπλοκες σχέσεις που συνδέουν τον

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 25 ης ΜΑΡΤΙΟΥ

ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 25 ης ΜΑΡΤΙΟΥ 25 η ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 25 η ΜΑΡΤΙΟΥ 2015 194 ΧΡΟΝΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 25 ης ΜΑΡΤΙΟΥ ΤΟΥ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΚΥΘΗΡΩΝ κ. ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΑΘ. ΧΑΡΧΑΛΑΚΗ ΚΥΘΗΡΑ, 25 η ΜΑΡΤΙΟΥ 2015

Διαβάστε περισσότερα

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου Πολιτική Παιδεία Β Τάξη Γενικού Λυκείου 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ 3.3 ΤΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 2 Άρθρο 1 του Συντάγματος Tο πολίτευμα της Eλλάδας είναι Προεδρευόμενη Kοινοβουλευτική Δημοκρατία.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΟΤΗΤΑ 10η: Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη. Ελληνική επανάσταση και ευρωπαϊκή διπλωματία ( )

ΕΝΟΤΗΤΑ 10η: Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη. Ελληνική επανάσταση και ευρωπαϊκή διπλωματία ( ) Πέμπτη, 11 Δεκέμβριος 2014 17:36 ΕΝΟΤΗΤΑ 10η: Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη Ελληνική επανάσταση και ευρωπαϊκή διπλωματία (18211830) 1823: στροφή στην ευρωπαϊκή διπλωματία από τον Άγγλο υπουργό Εξωτερικών

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ 27/28/29/30

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ 27/28/29/30 ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ ΑΙΤΙΑ: (συμπληρώστε τα κενά) Α/ Οικονομικά αίτια 1893: 1898: Αρχές 20 ου αι. : κάνει δύσκολη τη διάθεση των ελληνικών προϊόντων στις ξένες αγορές και περιόρισε τα εμβάσματα των Ελλήνων

Διαβάστε περισσότερα

Η εποχή του Διαφωτισμού

Η εποχή του Διαφωτισμού ΟΜΑΔΑ 1 Σοφία Μαρία Χριστίνα Χρύσα - Ιωάννα ΕΝΟΤΗΤΑ 1 Η εποχή του Διαφωτισμού Ομαδική εργασία μαθητών Γ2 (13-10-2015) Εξελίξεις στην Ευρώπη κατά τον 17 ο και 18 ο αιώνα Αύξηση του πληθυσμού Αύξηση του

Διαβάστε περισσότερα

Σελίδα 1 από 5. Τ

Σελίδα 1 από 5. Τ Σελίδα 1 από 5 ΔΕΟ 10 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ- ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΤΟΜΟΙ Α & Α1 & Β ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ 1. Τι είναι κράτος; Κράτος: είναι η διαρκής σε νομικό πρόσωπο οργάνωση λαού

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ Ο ρόλος της Δια βίου Μάθησης στην καταπολέμηση των εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Τοζήτηματωνκοινωνικώνανισοτήτωνστηνεκπαίδευσηαποτελείένα

Διαβάστε περισσότερα

ζωή για τη δική της ευδαιμονία. Μας κληροδοτεί για το μέλλον προοπτικές χειρότερες από το παρελθόν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά.

ζωή για τη δική της ευδαιμονία. Μας κληροδοτεί για το μέλλον προοπτικές χειρότερες από το παρελθόν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά. Φίλες και Φίλοι, Από το 2007, όταν έθεσα για πρώτη φορά υποψηφιότητα για την ηγεσία της προοδευτικής παράταξης, χάσαμε πολλά. Μία ολόκληρη δεκαετία. Γύρω μας, ο κόσμος αλλάζει. Δυστυχώς,τώρα που ξαναγράφεται

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ - Ο ΑΡΧΙΔΑΜΕΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ - Ο ΑΡΧΙΔΑΜΕΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ - Ο ΑΡΧΙΔΑΜΕΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ Ποιος πόλεμος ονομάζεται Πελοποννησιακός: Ο καταστροφικός εμφύλιος πόλεμος μεταξύ Αθήνας - Σπάρτης και των συμμαχικών τους πόλεων-κρ

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 27- Το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Το κίνημα στο Γουδί (αφίσα της εποχής)

Ενότητα 27- Το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Το κίνημα στο Γουδί (αφίσα της εποχής) Ενότητα 27- Το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου Το κίνημα στο Γουδί (αφίσα της εποχής) Χρονολόγιο 1893 Πτώχευση 1897 Ελληνοτουρκικός πόλεμος 1909 (15 Αυγούστου) Κίνημα στο Γουδί 1910 Ο Βενιζέλος

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α: Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α: Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α: Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ 09/10/2016 ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:. ΟΜΑΔΑ Α Α1.1. Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων: α. Εθνικά κινήματα β. Ιερή Συμμαχία

Διαβάστε περισσότερα

Ένας «γυάλινος τοίχος» για τις Ευρωπαίες

Ένας «γυάλινος τοίχος» για τις Ευρωπαίες Το Βήµα 12/10/1997 Ένας «γυάλινος τοίχος» για τις Ευρωπαίες ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΙΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΗ ΣΥΝΑΝΤΑ ΥΣΚΟΛΙΕΣ Η δεκαετία του 1990 έχει ελάχιστες

Διαβάστε περισσότερα

Το τέλος της Επανάστασης και η ελληνική ανεξαρτησία (σελ )

Το τέλος της Επανάστασης και η ελληνική ανεξαρτησία (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης Γ Ενότητα «Η Μεγάλη Επανάσταση (1821-1830)» 1 Κεφάλαιο 18 Το τέλος της Επανάστασης και η ελληνική ανεξαρτησία (σελ. 142 145) Μετά τη Ναυµαχία του Ναυαρίνου, οι διπλωµατικές ενέργειες για

Διαβάστε περισσότερα

ηµόσια ιδιοκτησία και Κοινοκτηµοσύνη

ηµόσια ιδιοκτησία και Κοινοκτηµοσύνη Άντον Πάννεκουκ ηµόσια ιδιοκτησία και Κοινοκτηµοσύνη Πηγή:http://sites.google.com/site/syrizaorizontia/in-thenews/ademosieutastaellenikaarthratouantonpanekouk ( ηµοσιεύτηκε στο περιοδικό Western Socialist,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 21 ης ΜΑΪΟΥ

ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 21 ης ΜΑΪΟΥ 21 η ΜΑΪΟΥ 1864 21 η ΜΑΪΟΥ 2016 152 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΕΘΝΙΚΟ ΚΟΡΜΟ ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 21 ης ΜΑΪΟΥ ΤΟΥ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΚΥΘΗΡΩΝ κ. ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΑΘ. ΧΑΡΧΑΛΑΚΗ ΚΥΘΗΡΑ, 21 η ΜΑΪΟΥ 2016 [1] Σεβασμιώτατε

Διαβάστε περισσότερα

Σ ΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ Σ ΤΟ Γ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Σ ΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ Σ ΤΟ Γ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Σ ΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ Σ ΤΟ Γ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 142 Ι ΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ιάρκεια: 1 διδακτική ώρα Θέµατα: 4 1ο ΣΧΕ ΙΟ Ευνοϊκές συγκυρίες για τον Ελληνισµό κατά τον 18 ο αιώνα Ο Νεοελληνικός ιαφωτισµός

Διαβάστε περισσότερα

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 3. Η παραγωγή του Συντάγματος και των συνταγματικών κανόνων

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 3. Η παραγωγή του Συντάγματος και των συνταγματικών κανόνων Εισαγωγή στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο Α εξάμηνο 2015/2016 Ν. Κανελλοπούλου Αναπλ. Καθηγ. Συνταγματικού Δικαίου Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα Διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 7/12/2015

Διαβάστε περισσότερα

Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις

Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις Απαντήσεις Α1. α. Κόμμα του Γ. Θεοτόκη: το κόμμα του Γ. θεοτόκη Αντιβενιζελικών. Σελ. 92-93 και Από τα Αντιβενιζελικά κόμματα..το πιο διαλλακτικό.σελ92 β. Προσωρινή Κυβέρνηση της Κρήτης(1905): Στο μεταξύ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑ Α Α ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α.1.1 Σχολικό βιβλίο σελ. 138 «Η εθνική

Διαβάστε περισσότερα

Η Φιλική Εταιρεία και η κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης στις Ηγεμονίες. 7ο Γυμνάσιο Καβάλας Θεοδωράκογλου Χαριτωμένη

Η Φιλική Εταιρεία και η κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης στις Ηγεμονίες. 7ο Γυμνάσιο Καβάλας Θεοδωράκογλου Χαριτωμένη Η Φιλική Εταιρεία και η κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης στις Ηγεμονίες Η Φιλική Εταιρεία Ήταν μυστική οργάνωση. Ιδρύθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας, το 1814. Σκοπός της ήταν η ανεξαρτησία των Ελλήνων. Πρωτεργάτες

Διαβάστε περισσότερα

«Παγκόσμια Ευρώπη; Οι Διεθνείς Διαστάσεις της Ευρωπαϊκής. Ένωσης»

«Παγκόσμια Ευρώπη; Οι Διεθνείς Διαστάσεις της Ευρωπαϊκής. Ένωσης» Ομιλία Γιάννου Παπαντωνίου στην παρουσίαση του βιβλίου «Παγκόσμια Ευρώπη; Οι Διεθνείς Διαστάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης» Αμφιθέατρο Μεγάρου Καρατζά Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2007 Στο ξεκίνημα του 21 ου αιώνα,

Διαβάστε περισσότερα

Η εποχή του Διαφωτισμού

Η εποχή του Διαφωτισμού Ομαδική εργασία μαθητών Γ1 (12-01-2015) ΕΝΟΤΗΤΑ 1 Η εποχή του Διαφωτισμού ΟΜΑΔΑ 1 Κωνσταντίνος Σταύρος Χρήστος - Γιάννης Εξελίξεις στην Ευρώπη κατά τον 17 ο και 18 ο αιώνα Οικονομικές μεταβολές Αγροτική

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 17 - Ο Ι. Καποδίστριας ως κυβερνήτης της Ελλάδας ( ) Η ολοκλήρωση της ελληνικής επανάστασης. Ιστορία Γ Γυμνασίου

Ενότητα 17 - Ο Ι. Καποδίστριας ως κυβερνήτης της Ελλάδας ( ) Η ολοκλήρωση της ελληνικής επανάστασης. Ιστορία Γ Γυμνασίου Ενότητα 17 - Ο Ι. Καποδίστριας ως κυβερνήτης της Ελλάδας (1828-1831) Η ολοκλήρωση της ελληνικής επανάστασης Ιστορία Γ Γυμνασίου Το Ναύπλιο την εποχή της άφιξης του Καποδίστρια (1828) Χρονολόγιο Ερειπωμένη

Διαβάστε περισσότερα

European Year of Citizens 2013 Alliance

European Year of Citizens 2013 Alliance European Year of Citizens 2013 Alliance MANIFESTO Η ενεργός συμμετοχή του ευρωπαίου πολίτη είναι άμεσα συνδεδεμένη με την επιδίωξη των Ευρωπαϊκών συλλογικών στόχων και αξιών που προβλέπονται στις Συνθήκες

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 9. Η εκστρατεία του ράµαλη ερβενάκια (σελ )

Κεφάλαιο 9. Η εκστρατεία του ράµαλη ερβενάκια (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης Ενότητα Γ «Η Μεγάλη Επανάσταση (1821 1830) 1 Κεφάλαιο 9 Η εκστρατεία του ράµαλη ερβενάκια (σελ. 106 109) Οι αρχικές επιτυχίες των Ελλήνων επαναστατών θορύβησαν την Υψηλή Πύλη. Την άνοιξη

Διαβάστε περισσότερα

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΕΡΓΑΣΙΑ 3η ΕΛΠ 11 Διδάσκων Kυριακίδου Μαρία ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011 Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΛΑΜΑΡΑ ΕΛΙΣΑΒΕΤ Α.Μ.67630 1 Περιεχόμενα ΕΡΓΑΣΙΑ 3η ΕΛΠ 11...1 Διδάσκων Kυριακίδου Μαρία...1 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ. Χανιά, Απρίλιος 2014

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ. Χανιά, Απρίλιος 2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ Χανιά, Απρίλιος 2014 Τον Αύγουστο του 2010, ενεργοί πολίτες των Χανίων προχωρήσαμε στη δημιουργία της ανεξάρτητης δημοτικής μας κίνησης με επικεφαλής τον Τάσο Βάμβουκα. Με διαφορετικές αφετηρίες,

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ "ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ" ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ 1911-1913" Κεφάλαιο 5 Ο χάρτης των Βαλκανίων

Διαβάστε περισσότερα

Οι 13 βρετανικές αποικίες Η Αγγλία ήταν η θαλασσοκράτειρα δύναμη από τον 17 ο αιώνα ίδρυσε 13 αποικίες στη βόρεια Αμερική. Ήταν ο προορ

Οι 13 βρετανικές αποικίες Η Αγγλία ήταν η θαλασσοκράτειρα δύναμη από τον 17 ο αιώνα ίδρυσε 13 αποικίες στη βόρεια Αμερική. Ήταν ο προορ Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Γνωρίζετε τι είναι οι Η.Π.Α σήμερα; Θα δούμε πώς δημιουργήθηκαν και ποια είναι τα θεμέλια της ισχύος τους. Οι 13 βρετανικές αποικίες Η Αγγλία ήταν η θαλασσοκράτειρα δύναμη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 5 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ : ΙΣΤΟΡΙΑ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 5 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 5 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑ Α1 Α.1.1. Ποια ήταν η θέση των ευγενών στην κοινωνική διάρθρωση

Διαβάστε περισσότερα

«ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΟΡΙΣΜΟΣ

«ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΟΡΙΣΜΟΣ «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΟΡΙΣΜΟΣ Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο η εξουσία πηγάζει από το λαό, ασκείται από τον λαό και υπηρετεί τα συμφέροντά του. Βασικό χαρακτηριστικό της είναι η λήψη αποφάσεων με ψηφοφορία

Διαβάστε περισσότερα

1 E ANA H TIKA EMATA Kεφάλαιο Πρώτο

1 E ANA H TIKA EMATA Kεφάλαιο Πρώτο 1 Kεφάλαιο E ANA H TIKA EMATA Πρώτο 2 IΣTOPIA Γ ΓYMNAΣIOY Επαναληπτικά θέµατα Α. Να χαρακτηρίσετε τις ακόλουθες προτάσεις ως σωστές ή λανθασµένες σηµειώνοντας Χ στο αντίστοιχο τετραγωνάκι. Ενότητα 1 Σ

Διαβάστε περισσότερα

Ο εθελοντισμός εκφράζεται με ένα πλήθος τρόπων, ο καθένας από τους οποίους έχει το δικό του κοινωνικό χαρακτήρα και μέθοδο δράσης.

Ο εθελοντισμός εκφράζεται με ένα πλήθος τρόπων, ο καθένας από τους οποίους έχει το δικό του κοινωνικό χαρακτήρα και μέθοδο δράσης. Ο εθελοντισμός εκφράζεται με ένα πλήθος τρόπων, ο καθένας από τους οποίους έχει το δικό του κοινωνικό χαρακτήρα και μέθοδο δράσης. Κοινό χαρακτηριστικό όμως όλων είναι η συμμετοχή τους στην υπεράσπιση

Διαβάστε περισσότερα

Η Ελλάδα στα Βαλκάνια και στον κόσµο χθες, σήµερα και αύριο

Η Ελλάδα στα Βαλκάνια και στον κόσµο χθες, σήµερα και αύριο Η Ελλάδα στα Βαλκάνια και στον κόσµο χθες, σήµερα και αύριο Χωρίς αµφιβολία οι αρχαίοι Έλληνες στοχαστές, ποιητές και φιλόσοφοι πρώτοι έχουν αναπτύξει τις αξίες πάνω στις οποίες θεµελιώνεται η Ευρωπαϊκή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ "ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ" ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ 1911-1913" Κεφάλαιο 4 Ο πόλεμος των τριάντα

Διαβάστε περισσότερα

ÖÑÏÍÔÉÓÔÇÑÉÏ ÈÅÙÑÇÔÉÊÏ ÊÅÍÔÑÏ ÁÈÇÍÁÓ - ÐÁÔÇÓÉÁ

ÖÑÏÍÔÉÓÔÇÑÉÏ ÈÅÙÑÇÔÉÊÏ ÊÅÍÔÑÏ ÁÈÇÍÁÓ - ÐÁÔÇÓÉÁ ΘΕΜΑ Α1 ΙΣΤΟΡΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2008 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α Α Α1.1. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν γράφοντας στο τετράδιό σας τη λέξη Σωστό ή Λάθος δίπλα στο γράµµα που αντιστοιχεί

Διαβάστε περισσότερα

Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου 2014, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ. Ακρόαση του υποψήφιου κ. WIEWIÓROWSKI

Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου 2014, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ. Ακρόαση του υποψήφιου κ. WIEWIÓROWSKI ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου 2014, 19.00-22.30 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ Ακρόαση του υποψήφιου κ.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. 2 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ (Ι) ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ; Στο μάθημα «Κοινωνική Θεωρία της Γνώσης (I)» (όπως και στο (ΙΙ) που ακολουθεί) παρουσιάζονται

Διαβάστε περισσότερα

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ Μάθημα: ΙΣΤΟΡΙΑ Ημερομηνία: 15 Ιουνίου 2015

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ Μάθημα: ΙΣΤΟΡΙΑ Ημερομηνία: 15 Ιουνίου 2015 ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2014-2015 ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 Μάθημα: ΙΣΤΟΡΙΑ Ημερομηνία: 15 Ιουνίου 2015 Τάξη: Γ Γυμνασίου Χρόνος εξέτασης: 2 ώρες Ώρα: 8:00-10:00 π.μ.

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28 Άννα Φραγκουδάκη Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος (Και το απαραίτητο μεσογειακό περιεχόμενό της) Είναι σημαντική προϋπόθεση για τη δημοκρατία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η καλλιέργεια της ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!» 18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ «Σώστε με από τους φίλους μου!» Σο Ανατολικό ζήτημα, ορισμός Είναι το ζήτημα της διανομής των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία από τις αρχές του 18ου αιώνα

Διαβάστε περισσότερα

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση Διοικητικό Δίκαιο Ι Διοικητικό Δίκαιο: Κομμάτι δικαίου που μας συνοδεύει από τη γέννηση μέχρι το θάνατο μας. Είναι αδύνατον να μην βρεθούμε μέσα σε έννομες σχέσεις διοικητικού δικαίου. Μαθητική σχέση έννομη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ Α1. α. Ορεινοί: Οι επαναστάτες του 1862 προκήρυξαν εκλογές αντιπροσώπων για Εθνοσυνέλευση, η οποία θα ψήφιζε νέο σύνταγμα. Οι εκλογές έγιναν το Νοέμβριο του 1862. Η πλειονότητα

Διαβάστε περισσότερα

Καρατάσος-Καρατάσιος,

Καρατάσος-Καρατάσιος, Επώνυµο Όνοµα Προσωνυµία Υπογραφή Καρατάσος-Καρατάσιος, Δηµήτρης Τσάµης Ιδιότητα Στρατιωτικός Τόπος Γέννησης Διχαλεύρι Νάουσας Χρόνος Γέννησης 1798 Τόπος Καταγωγής Μακεδονία Τόπος Θανάτου Βελιγράδι Χρόνος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ TETAΡTH 24 ΜΑΪΟΥ 2006 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5)

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ TETAΡTH 24 ΜΑΪΟΥ 2006 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5) ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Σ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ TETAΡTH 24 ΜΑΪΟΥ 2006 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5) ΘΕΜΑ Α1 ΟΜΑ Α Α Α.1.1 Πότε, για ποιο λόγο

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 5 (σελ ) Η επανάσταση στα νησιά του Αιγαίου

Κεφάλαιο 5 (σελ ) Η επανάσταση στα νησιά του Αιγαίου Ιστορία ΣΤ τάξης Γ Ενότητα «Η Μεγάλη Επανάσταση (1821 1830) 1 Κεφάλαιο 5 (σελ. 90 93) Η επανάσταση στα νησιά του Αιγαίου Η επανάσταση διαδόθηκε γρήγορα στα νησιά του Αιγαίου. Σπουδαίοι ναυτικοί, όπως ο

Διαβάστε περισσότερα

Η εποχή του Ναπολέοντα ( ) και το Συνέδριο της Βιέννης (1815)

Η εποχή του Ναπολέοντα ( ) και το Συνέδριο της Βιέννης (1815) Η εποχή του Ναπολέοντα (1799 1815) και το Συνέδριο της Βιέννης (1815) 1799 1804: Πρώτος Ύπατος «ένας ισχυρός λαϊκός ηγέτης που δεν ήταν βασιλιάς» Ο Ναπολέων «σώζει» το Διευθυντήριο Μάρτιος 1797: οι πρώτες

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Πόσο νεωτερικό είναι το ελληνικό κράτος; H αντιφατική πορεία από τον βαλκανικό περίγυρο στο ευρωπαϊκό περιβάλλον * Greece: a modern state? Trajectories from the Balkan milieu to the European

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 4 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 4 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 4 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ 17-18 -19-20 1 η ΕΡΩΤΗΣΗ: Αντιστοιχίστε τα στοιχεία της στήλης Α με αυτά της στήλης Β 1.Σύνταγμα 1844 2.Σύνταγμα 1864 3.εισηγήθηκε την αρχή της δεδηλωμένης

Διαβάστε περισσότερα

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι εννοιολογικά αδιαίρετα και ορίζουν το κοινωνικό δικαίωμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Πράγματι, η

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ÑÏÌÂÏÓ ΟΜΑ Α Α

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ÑÏÌÂÏÓ ΟΜΑ Α Α ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΟΜΑ Α Α ΘΕΜΑ Α1 Α.1.1. Τι πρότεινε το πολιτικό ρεύµα της "φωτισµένης δεσποτείας" και ποιές ήταν οι θέσεις του κύριου εκπροσώπου του; Μονάδες 8 Α.1.2. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις

Διαβάστε περισσότερα

Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του Συντάγματος του Άστρους (Νόμος της Επιδαύρου ήτοι Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος)

Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του Συντάγματος του Άστρους (Νόμος της Επιδαύρου ήτοι Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος) Το δεύτερο Σύνταγμα της Επανάστασης ονομάστηκε Νόμος της Επιδαύρου διότι στην ουσία επικύρωνε, σε αρτιότερη νομοτεχνικά μορφή, το προηγούμενο Προσωρινόν Πολίτευμα της Επιδαύρου. Ψηφίστηκε στις 13 Απριλίου

Διαβάστε περισσότερα

Αφού μελετήσετε το κείμενο που ακολουθεί και με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις, να αποτιμήσετε τον χαρακτήρα του συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας.

Αφού μελετήσετε το κείμενο που ακολουθεί και με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις, να αποτιμήσετε τον χαρακτήρα του συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας. ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ 06.04.2014 Επώνυμο: Όνομα: Βαθμός: ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑ Α 1 Α 1.1 Να αντιστοιχίσετε τα στοιχεία της στήλης Α με τις προτάσεις της στήλης Β. Α Β 1. 1904 α. Αναλαμβάνει καθήκοντα

Διαβάστε περισσότερα

α. Η περίοδος της οθωμανικής κατοχής

α. Η περίοδος της οθωμανικής κατοχής ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ TOY 190Υ ΑΙΩΝΑ ΕΩΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ Σε αντίθεση με την περίπτωση της Τουρκίας, όπου οι ένοπλες δυνάμεις και

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο. Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων ΚΑΖΑΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ, ΠΕ09 ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο. Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων ΚΑΖΑΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ, ΠΕ09 ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων 2 3.3.1. - Ηγεσία 3 Καθημερινά χρησιμοποιείται η έννοια του ηγέτη, όταν αναφερόμαστε σε άτομα που μέσα σε μία ομάδα καθοδηγούν τους άλλους, αναλαμβάνουν

Διαβάστε περισσότερα

Διαφωτισμός και Επανάσταση. 3 ο μάθημα

Διαφωτισμός και Επανάσταση. 3 ο μάθημα Διαφωτισμός και Επανάσταση 3 ο μάθημα 24.10.2018 Διαφωτισμός Τι πρεσβεύουν οι Διαφωτιστές; 1. τον ορθολογισμό και την πίστη στην πρόοδο, 2. αλλαγές σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης δράσης (στους πολιτικοκοινωνικούς

Διαβάστε περισσότερα

«ΑΠΟ ΣΗΝ ΑΓΡΟΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗΝ ΑΣΙΚΟΠΟΙΗΗ (19 ος - 20 ος αιώνας)»

«ΑΠΟ ΣΗΝ ΑΓΡΟΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗΝ ΑΣΙΚΟΠΟΙΗΗ (19 ος - 20 ος αιώνας)» «ΑΠΟ ΣΗΝ ΑΓΡΟΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗΝ ΑΣΙΚΟΠΟΙΗΗ (19 ος - 20 ος αιώνας)» Επαναληπτικό Διαγώνισμα Ιστορίας Προσανατολισμού ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΣΗ ΘΕΜΑ Α1 Να αποδώσετε το περιεχόμενο των παρακάτω όρων α) Μεγάλη Ιδέα (Μονάδες

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ συν. ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΚΚΑ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΗΣ 28 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ συν. ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΚΚΑ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΗΣ 28 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ συν. ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΚΚΑ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΗΣ 28 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 Κύριε Πρόεδρε, Κύριε ντα Σύµβουλε, Συναδέλφισσες- Συνάδελφοι

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

ΕΝΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΝΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ -Πώς έγινε βασιλιάς του ελληνικού κράτους ο Όθωνας; Αφού δεν ήταν Έλληνας! -Για να δούμε τι θα βρούμε γι αυτό το θέμα στο διαδίκτυο. -Κοιτάξτε τι βρήκα, παιδιά.

Διαβάστε περισσότερα

Δύο αιώνες Ελληνικής Παλιγγενεσίας: Μια αποτίμηση

Δύο αιώνες Ελληνικής Παλιγγενεσίας: Μια αποτίμηση Δύο αιώνες Ελληνικής Παλιγγενεσίας: Μια αποτίμηση Του Ιάκωβου Μιχαηλίδη, Αναπληρωτή Καθηγητή Νεώτερης και Σύγχρονης Ιστορίας ΑΠΘ. (Απο τη Μακεδονία τς Κυριακής 24 Μαρτίου 2019) Τα τελευταία χρόνια όλο

Διαβάστε περισσότερα

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου Ο συνταγματικός θεσμός της συλλογικής αυτονομίας (Εισήγηση στην ημερίδα "Κλαδικές Συλλογικές

Διαβάστε περισσότερα

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΓ Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ ΩΣ ΤΟ 1941 100 Α. ΚΛΕΙΣΤΕΣ Ή ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ (ενδεικτικά παραδείγµατα) Ερωτήσεις διαζευκτικής απάντησης ή του τύπου

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ 10:30 Σελίδα 2 από 8 ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗΣ: 12/06/2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑ Α1 α. Φεντερασιόν:

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016

ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016 ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016 ΘΕΜΑ Α1 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ α) Απάντηση σελ. 93 σχολ. βιβλίου : «Το κόμμα των Αντιβενιζελικών.» β) Απάντηση

Διαβάστε περισσότερα