|
|
- Άρχιππος Μελετόπουλος
- 6 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1
2
3
4
5
6
7
8
9 2 ο Πανελλήνιο Συνέδριο Κτηνιατρικής παραγωγικών ζώων Υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων ζωικής προέλευσης Προστασίας καταναλωτή ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Γ.Χ. Φθενάκης Καθηγητής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Πρόεδρος, Ευρωπαϊκό Κολλέγιο Διαχείρισης Υγείας Μικρών Μηρυκαστικών Τακτικό μέλος, Ελληνική Γεωργική Ακαδημία ΠΡΟΕΔΡΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ Κ.Μ. Μπόσκος Καθηγητής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Σ.Β. Ραμαντάνης Καθηγητής, Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας CHAIRPERSON OF CONGRESS ORGANISING COMMITTEE G.C. Fthenakis Professor, Veterinary Faculty, University of Thessaly President, European College of Small Ruminant Health Management Fellow, Greek Agricultural Academy CHAIRPERSONS OF CONGRESS SCIENTIFIC COMMITTEES FARM ANIMAL MEDICINE C.M. Boscos Professor, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Σ.Β. Ραμαντάνης Professor, Department of Food Technology, Technological Educational Institution of Athens 9
10
11 2 ο Πανελλήνιο Συνέδριο Κτηνιατρικής παραγωγικών ζώων Υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων ζωικής προέλευσης Προστασίας καταναλωτή ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Φθενάκης Γ.Χ. 1, Αρσένος Γ. 2, Μπρόζος Χ. 2, Γκουλέτσου Π.Γ. 1, Μαυρογιάννη Β.Σ. 1 1 Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EDITORIAL Fthenakis G.C. 1, Arsenos G. 2, Brozos C. 2, Gouletsou P.G. 1, Mavrogianni V.S. 1 1 Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σε αυτόν τον τόμο περιλαμβάνονται οι περιλήψεις των ανακοινώσεων του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Κτηνιατρικής παραγωγικών ζώων, Υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων ζωικής προέλευσης, Προστασίας καταναλωτή, το οποίο, με συνολικά 244 επιστημονικές ανακοινώσεις, αποτελεί το μεγαλύτερο ελληνικό κτηνιατρικό συνέδριο που έγινε ποτέ, καλύπτοντας έτσι τρεις βασικούς θεματικούς άξονες της κτηνιατρικής επιστήμης. Οι περισσότερες επιστημονικές ανακοινώσεις επικεντρώνονται σε θέματα σχετικά με την υγεία, τη διαχείριση και την ευζωία των παραγωγικών ζώων και με την ποιότητα και την ασφάλεια των προϊόντων ζωικής προέλευσης, αντικείμενα που συνιστούν δυναμικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας και οδηγούν στην προστασία της δημόσιας υγείας. Επίσης, παρουσιάζονται θέματα σχετικά με τα νοσήματα της άγριας πανίδας και τις αλληλεπιδράσεις αυτών με την υγεία των παραγωγικών ζώων. Τέλος, περιλαμβάνονται εισηγήσεις σχετικές με την εκπαίδευση των κτηνιάτρων στα συγκεκριμένα αντικείμενα. Η συμμετοχή στο συνέδριο συναδέλφων, οι οποίοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της κτηνιατρικής πράξης, και επιστημόνων απασχολούμενων στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ή τα ερευνητικά κέντρα της χώρας δημιουργεί πολύ σημαντικό πλεονέκτημα για την ανταλλαγή απόψεων και τεχνογνωσίας και για την ανάδειξη της σημερινής επικαιρότητας στον κτηνιατρικό χώρο. Ελπίζουμε ότι ο τόμος αυτός θα αποτελέσει συχνή πηγή αναφοράς κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, καθώς και μετέπειτα. Μάρτιος
12
13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ Σελ. Εισήγηση στη συνεδρίαση ολομέλειας Εισηγήσεις στη δορυφορική εκδήλωση με θέμα "Νομοθεσία τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση", συνεργασία της ΕΚΕ με τη Βαλκανική και Παραευξείνια Κτηνιατρική Εταιρεία Εισηγήσεις ξένων ομιλητών Εισηγήσεις στη συνεδρίαση με θέμα "Διαχείριση υγείας χοίρων", εκδήλωση στη μνήμη του εκλιπόντος προέδρου της ΕΚΕ Σπύρου Κυριάκη Εισηγήσεις στο στρογγυλό τραπέζι με θέμα "Εκπαίδευση στην υγιεινή και ασφάλεια τροφίμων" Εισηγήσεις στο στρογγυλό τραπέζι με θέμα "Συστήματα διαχείρισης ασφάλειας τροφίμων στην πρωτογενή παραγωγή" Εισηγήσεις Ελλήνων ομιλητών Εισηγήσεις στην ειδική θεματική συνεδρίαση με θέμα "Διαχείριση προβατίνων στη διάρκεια της εγκυμοσύνης" Εισηγήσεις και σύντομες ανακοινώσεις στην ειδική θεματική συνεδρίαση με θέμα "Νοσήματα άγριας πανίδας" Σύντομες ανακοινώσεις στα θέματα του συνεδρίου Ευρετήριο συγγραφέων
14
15 ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ Εισήγηση στη συνεδρίαση ολομέλειας 15
16
17 ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΟΙ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΙ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ ΕΠΙ 250 ΧΡΟ- ΝΙΑ Chary J.F. Animation and Coordination Committee, Vet 2011, France. VETERINARIANS IN THE SERVICE OF HUMANKIND FOR 250 YEARS Chary J.F. Animation and Coordination Committee, Vet 2011, France. The world s first veterinary school was founded in Lyon, France, in 1761, shortly followed by the Alfort veterinary school, near Paris, in 1764, both at the initiative of Claude Bourgelat. This means that 2011 will mark the 250th world anniversary of veterinary education. By setting up the world s first veterinary training institutions, Bourgelat created the veterinary pr-ofession itself will mark the 250th world anniversary of the veterinary profession. Bourgelat s genius did not stop there. As a result of his fruitful collaboration with surgeons in Lyon, he was also the first scientist who dared to suggest that studying animal biology and pathology would help to improve our understanding of human biology and pathology will also mark the 250th anniversary of the concept of comparative biopathobiology, without which modern medicine would never have emerged. It is not just the anniversary of the creation of veterinary training that we should be celebrated in France in The entire world should be celebrating our veterinary profession, which has been working to improve both animal and human health for 250 years. We therefore have proposed that 2011 should be declared World Veterinary Year with the slogan: Vet for health, vet for food, vet for the planet!. We urge all veterinary institutions that support the idea, to organize events to promote our profession in your their own countries. The main aim is to improve public awareness and remind policymakers everywhere in the world that: our profession has been serving humankind for 250 years and modern veterinarians are not only animal doctors and animal welfare advocates, but they are also key public health stakeholders because of their crucial role in: (a) reducing global hunger, (b) controlling zoonoses, (c) monitoring food quality and safety, (d) carrying out biomedical research and (e) protecting the environment and biodiversity. Presently: (a) all the main Veterinary Associations are Associate members, (b) there are over 1100 corresponding members in 119 countries, (c) there are national committees in 44 countries, (d) over 240 events are proposed in 62 countries and (e) UNESCO, WHO, FAO and European Commission are institutional partners. Thanks to the contribution of all colleagues involved, the World Veterinary Year is really becoming the most important initiative ever undertaken to promote: veterinary medicine, veterinary sciences and veterinary public health! 17
18
19 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ Εισηγήσεις στη δορυφορική εκδήλωση με θέμα Νομοθεσία τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συνεργασία της ΕΚΕ με τη Βαλκανική και Παραευξείνια Κτηνιατρική Εταιρεία 19
20
21 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ ΤΡΟΦΙΜΑ ΑΠΟ ΓΕΝΕΤΙΚΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ Γιαννακόπουλος Α.Λ. Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. NOVEL FOODS FROM GENETICALLY MODIFIED ORGANISMS Yannakopoulos A.L. School of Veterinary Medicine Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Foods derived from or with ingredients from genetically modified organisms are genetically modified foods. Genetically modified organisms (GMO), as referred to in Directive 2001/18/EC, refers to biota, except humans, whose genetic material has been altered in a way not occurring naturally; this technology allows for selected individual genes to be transferred between organisms, even across species. Foods outside the European food supply, because of ingredients considered innovative foods, require specific authorization to enter the market. In this case, Regulation 258/97, concerning foods and food ingredients, as amended by regulations (EC) No 1829/2003, 1830/2003 and 1332/2008, is applied. This regulation does not apply to food additives, flavourings, extraction solvents covered by other regulations. Health services are responsible for implementation of Regulations (EC) No 1829/2003 and 1830/2003. Within the framework of this program, health services can carry out sampling operations, foods, which are likely to contain GMOs or indicate on the label that do not contain GMOS (GMO free). Any deviation from the law is addressed by withdrawal of the product to comply with the provisions of the regulations or through destruction of the product and judicial measures in respect of those involved. ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ, ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Κιρκαγασλής Σ.Ε. Γιώτης Α.Ε., Αθήνα. PACKAGING, LABELING AND FOOD SAFETY Kirkagaslis S.E. YIOTIS S.A., Athens, Greece. Presence of a food in the market requires, among others, compliance with food labeling and with food contact material regulatory requirements. These are formulated at European Union level, either as Regulations, Directives or Decisions and, subsequently, are integrated within national legislation of member states. In terms of food labeling, aim of the legal framework is to ensure consumer information and consumer safety, as well as free distribution of goods within the EU. Currently, major food labeling requirements in the EU are provided in Directives 13/2000/EC and 90/496/EEC and their amendments. The former Directive regulates issues concerning labeling of foods for the consumer, as well as certain aspects related to presentation and advertisement thereof. Information required are: name of the product, list of ingredients and allergens, quantitative indication of ingredients, minimum stability, storage conditions, as well as issues that may mislead consumers. Directive 90/496/EEC is concerned about nutritional information for consumers. Directive 89/396/EEC (indication of lot numbers on foods) and the Nutrition and Health Claims Regulation 1924/2006/EC are also important. All the above will probably be integrated into one new Regulation, which was drafted at the end of 2009, but is still being debated and scrutinised. 21
22 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ In terms of food contact materials, the EU has one regulation governing main issues, namely Regulation1935/2004/EC. Other relevant legal material include Directive 72/2002/EC (plastic materials and articles), Directive 711/1982/EEC (rules for testing migration) and Directive 572/1986/ EEC (establishing migration testing stimulants), Directive 84/500/EC (ceramic material) and its amendment, as well as Directives 31/2005/EC and 1895/2005/EC (materials containing epoxy derivatives). ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ Κυριακίδης Γ.Β. Τμήμα Διατροφής και Διαιτολογίας, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Κρήτης, Σητεία. NUTRITION AND HEALTH Kyriakidis G.V. Department of Nutrition and Dietetics, Technological Educational Institute of Crete, Sitia, Greece. The term functional foods refers to foods that provide health benefits together with nutrients. The term can refer to whole foods, enhanced or reinforced foods and dietary supplements that may improve mental or physical health and reduce risk of disease. Relevant ingredients may be naturally present in the foods or may have been added during processing to create an enhanced product. In accordance with EU regulations, a food can be considered as functional food, when on top of the appropriate nutritional is sufficiently proven that they are beneficial to one or more functions of the organism in order to improve the health status of people or to reduce the risk of disease. Operating can be any food or food ingredient of material which has a beneficial effect in a specific function of the organism or in health in general. It is generally accepted that enrichment of foods and dietary intake of vitamins is advantageous for supplements. According to Regulation 1924/2006, requirements are expressed per 100 g or 100 ml (as indicated on the label) or per dose (that should indicate number of doses in package). Information can refer to ready-made food, provided that method of manufacturing is fully described and that such information is in ready-to-eat food. Nutrition and health claims made on foods should not be false, ambiguous or misleading to raise concerns concerning safety and/or nutritional value of other foods, to encourage or to show it can accept excessive consumption of a food, to declare, to suggest or imply that a balanced and varied diet cannot provide appropriate quantities of nutrients in general refer to changes in bodily functions, which could give rise to fear to consumers, to exploit that, either textually or visually, graphically or with symbolic expressions. 22
23 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥ- ΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ - ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙ- ΡΗΣΕΙΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ Ραμαντάνης Σ.Β. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας, Αιγάλεω Αττικής. OBJECTIVES PURSUED BY MEANS OF THE FOOD HYGIEΝΕ LEG- ISLATION IN THE EUROPEAN UNION- RESPONSIBILITIES OF FOOD BUSINESS OPERATORS AND OF THE COMPETENT AUTHORITIES Ramantanis S.Β. Τechnological Educational Institution (T.Ε.Ι.) of Athens, Egaleo Attica, Greece. Free movement of food is key principle in functioning of the internal market. With a view to adopting a farm to table approach, food hygiene legislation covers all aspects of food production chain: primary production, processing, transport, distribution through to the sale or supply of food. Objectives pursued by means of the general food law are protection of human life and health and protection of consumers interests, with regard for protection of animal health and welfare, plant health and the environment. All food business operators shall ensure that all stages are carried out in a hygienic way in accordance with Regulation (EC) No 852/2004. Specific hygiene rules for food of animal origin contributing to the completion of the internal market and ensuring a high level of public health protection supplementing those laid down in above regulation on hygiene of foodstuffs, are in Regulation (EC) No 853/2004. Regulation (EC) No 854/2004, laying down specific rules for organization of official controls on products of animal origin intended for human consumption, includes audits of good hygiene practices and HACCP principles, as well as specific controls, whose requirements are determined by sector (fresh meat, bivalve molluscs, fishery products, milk and dairy products). Controls carried out by the Member States according to Regulation (EC) No 882/2004 enable them to verify and ensure compliance with rules on feed and food. Official controls can be carried out at any stage of production, processing and distribution of feed and food. These are defined as a function of risks, experience and knowledge gained from previous controls, reliability of controls already carried out by business operators concerned and a suspicion of possible non-compliance. At all stages of the chain, the legal responsibility for ensuring the safety of foodstuffs rests with the operator. Member States enforce food law and monitor and verify that relevant requirements of food law are fulfilled. 23
24 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ - Η ΛΕΥΚΗ ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Ράντσιος Α.Τ. Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία, Αθήνα. CONTEMPORARY ASPECTS FOR FOOD SAFETY - THE EU WHITE PAPER ON FOOD SAFETY Rantsios A.T. Hellenic Veterinary Medical Society, Athens, Greece. The major food safety crisis in the 90 s (BSE, dioxines, listeriosis) promoted the idea for the EU Authorities to change the philosophy of approaching food safety management, from an end product inspection to preventative interventions. It was understood that, since hazards threaten food safety in all length of the production - processing - distribution chain, this chain should be addressed as a continuum from primary production to consumption. The food history (FCI, Food Chain Information), providing information from the beginning to the end of the chain (based on the product identification) and the opposite (traceability), is addressed in an holistic way. This principle was adopted at the EU White Paper on Food Safety and later was incorporated in the EU Reg. 178/2002 (the EU basic Food Law) and the EU Regulations of the so-called food hygiene package. Further, EU Reg. 178/2002 requires the same level of safety for food and feed, accepts risk analysis and the precautionary principle as the basis for securing food safety, through the development of Food Safety Management Systems (FSMS). A FSMS consists of prerequisites and the HACCP system. Prerequisites include construction and layout of buildings, layout of premises and workplace, utilities -air, water, energy-, waste disposal, equipment suitability, cleaning and maintenance, management of purchased materials, measures for prevention of cross contamination, cleaning and sanitising, pest control, personnel training, hygiene and employ facilities, rework, product recall procedures, warehousing, product information/consumer awareness, food defence, biovigilance and bioterrorism. A FSMS can be certified with ISO 22000:2005. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Τυρπένου Α.Ε. Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία, Αθήνα. FOOD SAFETY AND RISK ANALYSIS Tyrpenou A.E. Hellenic Veterinary Medical Society, Athens, Greece. Food safety is very important for the consumers, because recent crises have undermined confidence in the food industry and public authorities to ensure food safety. The European Commission has identified food safety as a top priority, with central goal to ensure high level of protection of human health and apply an integrated approach from farm to table, covering all sectors of the food chain (feed production, primary production, food processing, storage, transport, retail sale). Biological, chemical and physical hazards are the three categories that can cause illness to consumers. Microorganisms present in food can cause foodborne illness (e.g., pathogens like Salmonella, Campylobacter jejuni, 24
25 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ Escherichia coli or parasites like Cryptosporidium). Chemical agents (antibiotics, pesticides, heavy metals etc) in food must also be evaluated for potentially adverse effects. Biotechnology presents new benefits to the public health sector, but must be carefully examined and thoroughly evaluated, if it is to bring true improvement in producing food. Nanotechnology is also emerging in the area of food processing, packaging and production of agrochemicals and seed, but may also introduce potential risks for human health and the environment. For food safety assurance, risk analysis, a process with three components: Risk management, Risk assessment and Risk communication, is employed. Risk is a function of the probability of an adverse effect to consumers and the severity of that effect, subsequently to hazards in food. Food Safety and Risk Analysis indicate that food shall not be placed in the market, if unsafe for consumers and that food legislation should be based on risk analysis. 25
26
27 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ Εισηγήσεις ξένων ομιλητών 27
28
29 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΥΖΩΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΙΟ- ΤΗΤΑ ΤΩΝ ΖΩΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ Broom D.M. Department of Veterinary Medicine, University of Cambridge, Cambridge, England. THE ROLE OF ANIMAL WELFARE IN SUSTAINABILITY AND PROD- UCT QUALITY Broom D.M. Department of Veterinary Medicine, University of Cambridge, Cambridge, England. People consider that they have obligations to animals that they use. The welfare of animals is an aspect of our decisions about whether or not animal usage systems are sustainable. A system that results in poor welfare is unsustainable, because it is unacceptable to many people. Moreover, quality of animal products is now assessed in relation to ethics of production, including impact on welfare of the animals, as well as on immediate features and on consequences for consumers. Since genetic selection and management for high productivity may lead to more disease and other aspects of poor welfare, some major changes in animal production systems are demanded by consumers. In teaching animal welfare, a clear definition, which may be related to other concepts, like needs, health and stress, is required. The methodology for scientific assessment of animal welfare has developed rapidly in recent years and has become a major scientific discipline. Any veterinary degree requires a course on the science of animal welfare and relevant aspects of ethics and law. ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΕ ΑΛΛΑ- ΝΤΙΚΑ ΩΡΙΜΑΝΣΗΣ ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΥΤΟΧΘΟΝΩΝ ΚΑΛ- ΛΙΕΡΓΕΙΩΝ ΕΚΚΙΝΗΣΗΣ Cocolin L., Dolci P., Rantsiou K. Di.Va.P.R.A., Agricultural Microbiology and Food Technology Sector, Faculty of Agriculture, University of Turin, Grugliasco, Torino, Italy. ECOLOGY AND BIODIVERSITY IN FERMENTED SAUSAGES AS A TOOL TO DEVELOP AUTOCHTHONOUS STARTER CULTURES Cocolin L., Dolci P., Rantsiou K. Di.Va.P.R.A., Agricultural Microbiology and Food Technology Sector, Faculty of Agriculture, University of Turin, Grugliasco, Torino, Italy. Fermented sausages represent an ancient way to preserve fresh meat from microbial spoilage. Due to the fermentation process, driven by lactic acid bacteria (LAB), ph of the meat is decreased, thereby avoiding development of detrimental microbial populations. Moreover, due to the acidification, pathogens are eliminated, thereby the food safety aspect of this product is also achieved. In fermented sausages, where a drying process is foreseen, protective action of ph is also combined with decrease of water activity. Mediterranean fermented sausages are characterized by a final ph of about 5.6 to 5.8, obtained during maturation, that result from a neutralization of the lactic acid produced by LAB during the fermentation process. At the basis of this process, there is a proteolytic activity of coagulase negative cocci, yeasts and moulds, all microorganisms that also have a role in production of the aromas of the final product. In the last 10 years, there have been significant advancements in the field 29
30 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ of fermented meats, thanks to molecular methods able to better study the ecology of its microbiota. In this paper, we present some of the results obtained investigating this complex microbial ecosystem, by using the molecular method Denaturing Gradient Gel Electrophoresis (DGGE), a culture-independent method able to circumvent the inherent problems of the culturing step associated with the traditional microbiological methods, coupled with PCR. By applying PCR-DGGE, we could highlight that the major bacterial populations involved in the fermentation process were Lactobacillus sakei and Lactobacillus curvatus; Debaryomyces hansenii was the predominant yeast species found. Remarkably, the ecology was characterized by increased biodiversity at the beginning of the fermentations, whilst after three days, only two to three species predominated. The information obtained by DGGE allowed understanding of main organisms responsible for fermentation of sausages, thereby giving the possibility to focus on specific species to select starter cultures for these products. Molecular characterization methods can usefully be applied on species isolated throughout the fermentation process, to understand the dominating strains. When Randomly Amplified Polymorphic DNA-PCR was applied on a collection of L. sakei and L. curvatus isolated from naturally fermented sausages, a high level of biodiversity was obtained and the cluster analysis suggested that in some products only one strain predominated, whilst in others a mixture of more biotypes conducted the fermentation. Molecular methods for characterization can also be used in this field, in order to assess performances of commercial starter cultures. ΕΥΖΩΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Cziszter L.T. 1, Σωσσίδου Ε.Ν. 2, Szücs E. 3, Acatincăi S. 1, Konrád S. 3 1 Faculty of Animal Science and Biotechnologies, Banat University of Agricultural Sciences and Veterinary Medicine, Timisoara, Rumania. 2 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 3 Faculty of Agricultural and Food Sciences, University of West Hungary, Mosonmagyaróvár, Hungary. FARM ANIMAL WELFARE AND SOCIETY Cziszter L.T. 1, Sossidou E.N. 2, Szücs E. 3, Acatincăi S. 1, Konrád S. 3 1 Faculty of Animal Science and Biotechnologies, Banat University of Agricultural Sciences and Veterinary Medicine, Timisoara, Rumania. 2 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 3 Faculty of Agricultural and Food Sciences, University of West Hungary, Mosonmagyaróvár, Hungary. This review discusses the roles of various social groups and professions in relation to animal welfare. Animal welfare is now a social demand in most countries, as consumers become concerned about quality of life of food producing animals. All the above led to development of animal welfare science as a multi-disciplinary field. Awareness of consumers with respect to farm animal welfare is associated with different local farming situations and to their direct knowledge of animal rearing conditions and systems. Purchasing behaviour of consumers has changed them into a so-called co-producer, since their choices help to shape the directions of the animal production systems. From this viewpoint, there are two types of social benefits from improved farm animal welfare, i.e. individual benefits and social benefits. Public concern about farm animal welfare has resulted in various animal welfare assurance programmes, in the form of codes, regulations, laws, agreements, policies and schemes. All these have a significant im- 30
31 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ pact on production methods and systems that farmers are using, sometimes increasing production costs. As a result of less direct engagement with livestock, the general population relies upon mediated images of animals, which sometimes are promoted by animal rights activists. Although becoming larger and larger, the food industry is more and more aware about the importance of farm animal welfare in providing safe food to consumers. Animal welfare scientists and educators should become involved in discussions about animal welfare; they may become mediators between others and their interests, while details of their scientific findings can help to shape the public discourse on animal welfare. ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΤΟΧΟΠΛΑΣΜΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΡΟΥ- ΚΕΛΛΩΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΑ ΚΑΙ ΑΙΓΕΣ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟ-ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΙΟΡ- ΔΑΝΙΑ Lafi S.Q. Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. EPIDEMIOLOGICAL STUDIES OF OVINE AND CAPRINE TOXOPLAS- MOSIS AND BRUCELLOSIS IN NORTH-EAST JORDAN Lafi S.Q. Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan Διακόσια πενήντα πέντε δείγματα (106 δείγματα εμβρυϊκού ιστού και 149 δείγματα αίματος μικρών μηρυκαστικών) συλλέχθηκαν από 188 ζώα σε 93 εκτροφές, μεταξύ Σεπτεμβρίου 2009 και Απριλίου 2010 από την περιοχή Mafraq της Ιορδανίας. Σε όλες τις εκτροφές είχαν εκδηλωθεί αποβολές. Συνολικά, 169 (66%) δείγματα προέρχονταν από προβατίνες και 86 (34%) από αίγες. Από τα δείγματα αυτά, 76 (30%) και 107 (42%) δείγματα, αντίστοιχα, ήταν θετικά για τοξοπλάσμωση ή βρουκέλλωση. Τα ποσοστά προσβολής ήταν 35% (66/188) και 27% (51/188) για την τοξοπλάσμωση και τη βρουκέλλωση, αντίστοιχα. Επίσης, αξιολογήθηκαν παράγοντες επικινδυνότητας, που σχετίζονταν με την εκδήλωση των δύο νόσων, χρησιμοποιώντας πολλαπλή λογιστική παλινδρόμηση. Παρουσία γατιών (odds ratio[or]=4,7, 95% confidence interval[ci]: 1,6-14,2), μέγεθος εκτροφής (ΟR=2,8, CI: 1,1-7,2) και διαχείριση των αποβληθέντων εμβρύων (παραμονή αυτών στο έδαφος του χώρου της εκτροφής) (ΟR=3,8, CI: 1,4-10,1) ήταν όλοι στατιστικά σημαντικοί (P<0,05) παράγοντες κινδύνου που συνδέονταν με εκδήλωση τοξοπλάσμωσης. Ο εμβολιασμός με Rev-1 το προηγούμενο έτος (OR=2,9, CI: 1,1-7,7) και η βόσκηση σε κοινά λιβάδια με ήδη μολυσμένα ζώα (ΟR=2,8, CI: 1,1-7,4) ήταν στατιστικά σημαντικοί (P<0,05) παράγοντες κινδύνου που συνδέονταν με εκδήλωση βρουκέλλωσης. 31
32 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΕΛΚΗ ΤΟΥ ΠΕΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΧΗΛΗΣ ΣΤΑ ΒΟΟΕΙΔΗ - ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕ- ΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ, ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥΣ Nuss K. Department for Farm Animals, VetSuisse Faculty, University of Zurich, Zurich, Switzerland. SOLE ULCERS IN CATTLE - NEW ASPECTS OF AETIOLOGY, TREAT- MENT AND PREVENTION Nuss K. Department for Farm Animals, VetSuisse Faculty, University of Zurich, Zurich, Switzerland. Prevalence of lameness in dairy cows is high, especially in loose housing systems. In some management systems, lameness incidence is up to 70% per year. Locomotor apparatus disorders and, therefore, lameness represent significant economic and welfare problems in modern dairy management. Cows prefer walking on softer surfaces and lesion incidence decreases when cows are allowed to walk on pasture. These findings suggest that dairy cattle have not adapted well to man-made intensive housing systems. The majority of lesions causing lameness are found in the digits, specifically in the lateral hind claws. Sole ulceration, white line disease and laminitic deformation occur predominantly in the lateral hind claws. Chronic overload of the lateral hind claws is considered to be the main predisposing factor. Overgrowth of lateral hind claw in comparison to the medial hind is most likely the result of this overload. Recent studies have indicated that lengths of the paired digits differ in cattle. The majority of cattle has longer lateral digits in the fore- and hindlimbs. This asymmetry could explain why lateral hind limb claws are predisposed to sole ulcers on hard surfaces. In the hind limbs, impact is transferred from the pelvis directly to the longer lateral digit. In the forelimb claws, the tenomuscular attachment to the trunk may be involved in a more even weight distribution and in a shift of weight to the medial claw. During walking, lateral claws contact the ground first in the fore- and hind limbs. This might lead to an additional stress to the bulb of the lateral claw, which contributes to the development of sole ulcers and white line diseases. Prevention of lameness, especially of sole ulcers, has to focus on functional claw trimming and soft bedding in the stalls. Currently, rubber flooring is the preferred system for loose housing systems, while sand or straw bedding is preferred in tie stalls. ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΤΟΜΑΧΩΝ ΣΤΑ ΒΟΟΕΙΔΗ Nuss K. Department for Farm Animals, VetSuisse Faculty, University of Zurich, Zurich, Switzerland. SURGERY OF THE FORESTOMACHS IN CATTLE Nuss K. Department for Farm Animals, VetSuisse Faculty, University of Zurich, Zurich, Switzerland. Rumenotomy has regained its importance since ultrasound has been introduced in diagnosis of the diseases of forestomachs. The principle of rumenotomy is the attachment of the ruminal wall to the abdominal wall for 32
33 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ the duration of surgery. The most common indication for rumenotomy is presence of foreign bodies, usually wires or nails, located in the reticulum. In addition, other objects, like broken drenching parts, ropes or cord conglomerates, plastic parts or bezoars in the rumen, can cause indigestions. Different techniques of rumenotomy have been described. The Weingart technique, by which the rumen wall is temporarily attached to the outer body wall using a metal ring to which the rumen can be attached, is preferred. This technique gives satisfying results, provided that contamination of the abdominal cavity or the muscle layers of the abdominal wall during surgery is carefully avoided and a two-layer inverting suture of the ruminal wall is carried out. For rumenostomy, the rumen stays permanently fixed to the abdominal wall. Depending on indication, the opening is arranged in different sizes and will remain temporarily (tympany) or permanently. In chronic recurrent tympany of calves and young cattle, early application of a temporary rumen fistula improves prognosis. As emergency surgery, rumenostomy is performed in cases of tetanus, pharyngeal obstruction or acute tympany with frothy bloat of rumen contents. Prerequisite for incision and drainage of intra-abdominal abscesses causing forestomach disorders, is good visibility and a well-defined capsule in the ultrasonographic examination. For drainage of an abscess, percutaneous application of a drainage catheter manufactured from silicone (e.g., urinary bladder catheter) can be used. This is a minimally invasive, relatively easy and fast procedure leading to low morbidity. In general, post-operative complications are haemorrhage of the vessels of the rumen wall, suture dehiscence, contamination of the abdominal cavity and peritonitis. ΧΡΗΣΗ ΜΟΡΙΑΚΩΝ ΜΕΘΟΔΩΝ ΓΙΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΡΟΦΙΜΟΓΕΝΩΝ ΠΑΘΟΓΟΝΩΝ ΣΤΟ ΚΡΕΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΡΕΑΤΟΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ Rantsiou K., Greppi A., Alessandria V., Cocolin L. Di.Va.P.R.A., Agricultural Microbiology and Food Technology Sector, Faculty of Agriculture, University of Turin, Grugliasco, Torino, Italy. MOLECULAR METHODS TO ASSESS PREVALENCE AND BEHAVIOUR OF FOODBORNE PATHOGENS IN MEAT AND MEAT PRODUCTS Rantsiou K., Greppi A., Alessandria V., Cocolin L. Di.Va.P.R.A., Agricultural Microbiology and Food Technology Sector, Faculty of Agriculture, University of Turin, Grugliasco, Torino, Italy. Since introduction, at the beginning of the 1990s, of the molecular methods in the field of food microbiology, an impressive number of applications exploiting the polymerase chain reaction (PCR) have been described. Especially considering food safety and the implicit disadvantages related to traditional microbiological methods, such as low specificity and time-consuming aspect, PCR has found a very fertile ground. Nowadays, the method is routinely used in research labs and, in some cases, even at industrial level. Moreover, with development of second generation thermal cyclers, quantitative PCR (qpcr) or Real time PCR (Rt-PCR) became available, allowing also quantification of target microorganisms. In this study, we present some of the results obtained in the Integrated Project called Pathogen Combat, funded by the European Commission in the 6 th FrameWork Program, regarding development of qpcr protocols 33
34 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ for detection and quantification of Listeria monocytogenes and Shiga-like Toxin producer Escherichia coli. After optimization of the PCR amplification protocol, by designing specific primers and probes, DNA extraction was carried out from food products, including fresh meat and meat products, and loaded into the qpcr mix. Protocols were applied also at RNA level, to define vitality of pathogenic microorganisms considered, as well as after an enrichment period. Results obtained highlighted the necessity to couple traditional microbiology detection with molecular methods. In fact, qpcr protocols were able to detect and quantify samples that did not yield any bacteria by using classical approaches. Lastly, recent developments in the microarray technology, made available a number of tools that could be used in order to study the behaviour of pathogenic microorganisms directly in food matrices. To this respect, within Pathogen Combat, a subarray, containing 54 genes responsible for virulence and stress response, was produced and used in order to study the influence of the food components towards expression of L. monocytogenes. Evidence obtained underlined a significant heterogeneity in the response of different strains of this pathogen, highlighting a strain-dependent response. Moreover, meat and fermented sausages induced a matrix-specific expression profile, allowing to speculating that food itself can have an impact in the virulence potential of the pathogenic microorganism studied. ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙΓΕΝΝΗΤΙΚΗΣ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΑΡΝΙΑ Sargison N.D. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. INVESTIGATION OF PERINATAL LAMB MORTALITY Sargison N.D. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. Lambs must be born mature, with adequate energy reserves, free from birth stress, and receive adequate nutrition. Most lamb deaths are caused by different combinations of under-nutrition of pregnant ewes, birth stress and under-nutrition of newborn lambs. Relative importance of these factors differs among flocks, hence it is necessary to first investigate primary cause(s) of perinatal lamb mortality in individual flocks. Perceptions of high perinatal lamb mortality rates are usually raised after the lambing season, when investigation of the problem may be limited to simply confirming it and ensuring awareness for the following year. During investigation, Information is required about: ewe feeding throughout pregnancy, ewe body condition scores throughout production, ram condition, ewe breed and parity, lambing percentage, weather conditions and sheltering during lambing, management of ewes at lambing, size, shelter and topography of paddocks, provision of labour at lambing, stage and numbers of lamb losses, ultrasound scanning data, ewe vaccinations, prior knowledge of trace element deficiencies and supplementation regimes, investigation of abortions and preventive treatments for other diseases. Ewes lambing in good body condition and well fed during the final six weeks of pregnancy, suffer lowest rates of perinatal lamb mortality. Investigation of perinatal lamb mortality should include monitoring of nutritional adequacy of pregnant ewes. Optimal productivity is seldom achieved using blueprint 34
35 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ nutritional strategies, despite understanding nutritional requirements of pregnant ewes, the nutrient composition of forage and concentrate feeds and ration formulation. This problem is addressed by adopting a general nutritional management strategy and then monitoring its success at strategic times. Adequacy of nutrition of ewes from weaning of lambs to their mating to late pregnancy can be assessed by routine body condition scoring and comparison with targets. Monitoring changes in condition scores during late pregnancy, when nutrient requirements are high, only provides retrospective information, so is inappropriate as an index of nutritional adequacy. A more immediate assessment of the adequacy of dietary energy supply, relative to metabolic demands of late pregnancy, can be reliably afforded by measuring ewes serum or plasma 3-hydroxy butyrate (BOHB) concentrations and calculation of precise nutritional metabolisable deficits by reference to published reference curves. Disease prevention and monitoring of keel mark and ultrasound data are also important. Post-mortem examination of lambs provides information about time of death relative to parturition and dystocia involvement, starvation/mismothering/ hypothermia, stillbirth/abortion or other specific problems. From a number of necropsies, a pattern emerges, which provides useful information about fundamental cause(s) of perinatal lamb mortality, when placed in context by the disease history and clinical observations. ΦΑΣΙΟΛΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Sargison N.D. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. FASCIOLOSIS IN SHEEP Sargison N.D. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. Fasciolosis has long been recognised as an important cause of production losses in sheep, mostly restricted to traditionally wetter western regions, although its diagnosis has become more widespread during the past decade, following a trend towards higher summer and autumn rainfall. The consequences of the disease are determined by stage of infection and number of flukes present in the final host (sheep). Subacute fasciolosis follows ingestion of large numbers of metacercariae over several weeks, resulting in peritoneal and liver parenchyma infection with migrating immature flukes. First evidence of a problem may be sudden death of previously healthy animals, while other animals are seen with reduced grazing activity and signs of lethargy, pallor, abdominal pain and dyspnoea. The disease is a common cause of poor reproductive performance in sheep, causing high barren rates, reduced twinning rates and protracted lambing periods. In chronic disease, anaemia, weight loss and reduced wool quality is caused by presence and blood feeding activity of adult flukes in the bile ducts. Most cases are seen during late winter and spring, due to the stage of the disease, following summer infection of snails and compounding effects of late-pregnancy and winter nutritional management. Principal objective of control is to minimise metacercarial challenge to susceptible sheep. The complex lifecycle of flukes affords different opportunities for such control, including use of anthelmintic drugs (to suppress fluke egg output and pasture miracidial challenge), grazing management (to 35
36 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ avoid contact between metacercariae and sheep) and drainage (to reduce rate of egg hatching and survival of free-living stages of Fasciola hepatica and prevention of establishment of snail populations). Successful control involves strategic application of all methods, but relies on using effective fasciolacidal drugs. Various anthelmintics can be used against F. hepatica. All are effective against adult flukes in bile ducts, but differ in efficacy against immature flukes in the liver parenchyma. Triclabendazole is the only drug effective against F. hepatica larvae less than 5 weeks after infection of sheep and is the drug of choice for early winter treatments. Therefore, strategic anthelmintic control of fasciolosis in sheep is highly dependent on using triclabendazole. However, triclabendazole resistance is emerging throughout Europe, generally occurring in clusters of neighbouring farms, where sheep, kept all year round on rough grazing, are repeatedly treated with the drug. Reports of resistance are often regarded with a degree of suspicion, because its diagnosis is not straightforward. Where triclabendazole resistance is suspected, both treatment of subacute fasciolosis in sheep and strategic anthelmintic treatments to suppress egg shedding should rely on use of closantel, albeit its poor efficacy against migrating stages of F. hepatica. ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Scott P.R. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. DIAGNOSIS AND TREATMENT OF RESPIRATORY INFECTIONS IN SHEEP Scott P.R. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. Routine interpretation of auscultated sound does not allow presence of superficial lung pathology or its distribution to be accurately defined in the respiratory diseases. Focal pleural abscesses could not be detected on auscultation alone, which may explain why there are no clinical descriptions of this condition in textbooks on ovine respiratory disease. Attenuation of lung sounds was recorded in cases of pleural effusion, pyothorax and extensive fibrinous pleurisy in the present study. No sounds resembling the description of pleural friction rubs were heard in cases of marked fibrinous pleurisy or associated with pleural abscesses. Moderate to severe coarse crackles detected in advanced cases of ovine pulmonary adenocarcinoma were audible over a larger area than lesion distribution identified during ultrasound examination. Ultrasonographic examination of the ovine chest is inexpensive, non-invasive, and, unlike radiography, there are no special health and safety procedures or restrictions. Superficial areas of consolidated lung parenchyma or fluid within an abscess transmit sound waves and appear more hypoechoic than surrounding lung tissue. Pleural fluid transmits sound waves readily and appears as an anechoic (black) area. Gas-filled pockets within pleural fluid or abscess capsule appear as bright hyperechoic spots within the anechoic area. Ultrasonographic examination of fibrinous pleurisy reveals separation of the pleurae and lung lobes by a hypoechoic area with acoustic enhancement of the visceral pleura. In more severe cases, the fibrin deposits have a hyperechoic latticework appearance, containing hypoechoic 36
37 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ areas extending for up to 8 to 10 cm. Pleural abscesses appear as uniform hypoechoic areas containing many hyperechoic spots and extend up to 16 cm deep, involving one side of the chest containing up to 2 to 3 litres of purulent material (pyothorax). Early detection of sick sheep with acute respiratory disease caused by Mannheimia haemolytica or Bibersteinia trehalosi ( pasteurellosis ) is essential to achieve a successful outcome. Diagnosis identifies endotoxaemia in sick sheep and treatment comprises intravenous antibiotic and non-steroidal anti-inflammatory drug (NSAID) therapy. Control measures include good husbandry practices and vaccination with iron-regulated proteins. The isolates of M. haemolytica are sensitive to penicillin, ampicillin, oxytetracycline, erythromycin and streptomycin and amoxycillin-clavulanic acid combination. Oxytetracycline, administered by slow intravenous injection at a dose rate of 10 mg per kg bw in the first instance where possible, is the antibiotic most commonly selected for pasteurellosis. Chronic bacterial infection of the respiratory tract is altogether different; affected sheep usually present with weight loss over several weeks or months. Auscultation fails to identify and define specific lesions, but diagnosis is readily achieved using ultrasonography. Arcanobacterium pyogenes is the most common bacterial cause and such chronic infections are treated with a four to six week course of procaine penicillin with reasonable success. ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Scott P.R. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. DIAGNOSIS AND TREATMENT OF NEUROLOGICAL DISEASES IN SHEEP Scott P.R. The Royal (Dick) School of Veterinary Studies, University of Edinburgh, Easter Bush Veterinary Centre, Roslin, Midlothian, Scotland. The brain is conveniently divided into six areas, each with a recognised neurological syndrome ; however, only four: cerebral, cerebellar, pontomedullary (brainstem) and vestibular syndromes, concern the practitioner. Cerebral dysfunction is the most common neurological syndrome encountered in sheep. Clinical signs include: blindness but with normal pupillary light reflex, compulsive walking, circling, constant chewing movements, severe depression, dementia, yawning, head pressing, hyperaesthesia to auditory and tactile stimuli, opisthotonus, contralateral proprioceptive defects. The common ovine neurological conditions which present with diffuse cerebral signs, include polioencephalomalacia, bacterial meningitis and ovine pregnancy toxaemia. Clinical signs attributable to a cerebral lesion localised to a cerebral hemisphere, are seen in space-occupying lesions, such as a brain abscess or coenurosis, and include compulsive circling, deviation of the head (not a head tilt) and contralateral blindness and proprioceptive deficits. Approximately 90% of efferent nerve fibres cross at the optic chiasma, therefore animals with a left-sided space-occupying lesion would be blind in the right eye. The pupillary light reflex would be normal. The cerebellum is primarily concerned with fine co-ordination of voluntary movement. In cerebellar disease, all limb movements are spastic (rigid), clumsy and jerky. Cerebellar disease is characterised by a wide-based stance and ataxia (inco-ordination), particularly of the pelvic limbs, but with 37
38 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ preservation of normal muscle strength. In addition to ataxia, dysmetria (problems associated with stride) may be observed. Hypermetria, a Hackney-type gait, is the more common form of dysmetria to be observed in cerebellar disease. With hypometria, the animal will frequently drag the dorsal aspect of the hoof along the ground. Cerebellar lesions include hypoplasia in Border disease, abiotrophy and abscessation. The major clinical sign associated with a vestibular lesion is that of a 5 to 10º ipsilateral (same side) head tilt. Circling may also be observed. Positional nystagmus may be depressed or absent in animals with a vestibular lesion, when the head is moved towards the side of the lesion. Resting nystagmus is present and permits differentiation between the two forms of vestibular disease: peripheral vestibular disease (fast phase away from side of lesion) and central vestibular disease (fast phase in any direction including dorsal or ventral). Middle ear infections are common in growing sheep. Brainstem dysfunction is characterised by multiple cranial nerve deficits and depression is attributed to a specific lesion in the ascending reticular activating system. Ipsilateral hemiparesis is common with sheep leaning against object for support. Circling may result from involvement of the vestibulo-cochlear nucleus. Involvement of the facial nucleus results in ipsilateral facial nerve paralysis. Facial palsy is evident as drooped ear, drooped upper eyelid (ptosis) and flaccid lip. Involvement of trigeminal nerve or the trigeminal motor nucleus results in paralysis of the cheek muscles and decreased facial sensation. Abnormal respiratory patterns may result from damage to the respiratory centres in the medulla. Listeriosis is the classical infection of this area of the brain. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΓΙΑ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΤΟΥ ΤΟΚΕΤΟΥ ΣΤΙΣ ΑΓΕΛΑΔΕΣ Streyl D., Sauter-Louis C., Braunert A., Lange D., Weber F., Zerbe H. Clinic for Ruminants with Ambulatory and Herd Health Services, Ludwig-Maximilians-Universität Munich, Munich, Germany. STANDARD OPERATING PROCEDURE FOR PARTUS PREDICTION IN COWS Streyl D., Sauter-Louis C., Braunert A., Lange D., Weber F., Zerbe H. Clinic for Ruminants with Ambulatory and Herd Health Services, Ludwig-Maximilians-Universität Munich, Munich, Germany. Perinatal calf mortality is highly associated with dystocia. In cases of severe parturition problems, calving mortality increases up to 50%. Thus, prediction of the onset of parturition is crucial for the health of newborn calves and their mothers in difficult calvings. Prediction also helps to prevent injuries to the newborn, caused by the dam or the surroundings. For farm management, it is important to know if a cow is not likely to begin calving within 12 hours, because in this case a time-consuming calvingmonitoring is not necessary. We compared seven clinical signs alone and/ or in combination, in order to predict the time of parturition. The best predictive value was obtained by combining two clinical signs: relaxation of the broad pelvic ligaments and filling of the teats. In the proposed parturition score (PS), a threshold of 4 PS points was defined, below which the onset of parturition within the next 12 hours could be ruled out with a 99% probability for cows (but for not heifers). For cows exceeding this threshold, calving monitoring is recommended. To improve results of calving prediction in these animals, a progesterone rapid blood 38
39 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ test (PRBT) was conducted. By combining the PS and the PRBT (if PS 4), probability of prediction of onset of parturition within the next 12 hours increased from 15% to 53%. For these cows, probability of ruling out parturition was 97%. Establishment of a standard operating procedure, combining PS and PRBT, enables veterinarians under field conditions to rule out or predict onset of calving within the next 12 hours in cows with increased accuracy, which can help to improve the health of parturient cows and newborn calves. ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΡΕΟΣΚΟΠΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ Widell M. Food Control Department, Environment and Health Administration, City of Stockholm, Stockholm, Sweden. MODERNISATION OF MEAT INSPECTION Widell M. Food Control Department, Environment and Health Administration, City of Stockholm, Stockholm, Sweden. The European Commission has arranged Round Table Conferences on the revision of Meat Inspection during The EU legislation already provides flexibility and there are several pilot projects already running. The future of meat inspection has been an important topic for the past ten years. The arguments for a reform are that the whole food industry has changed. Animal production takes place in bigger units, food production is more industrialised, consumer behaviour has changed to more processed food and tendency to cook less, international trade has increased. The Federation of Veterinarians of Europe (FVE) has stated in a position paper that the aim of modernisation must be to increase efficiency of controls for food safety and not only cost reduction. These statements are listed herebelow. Meat hygiene has to focus on animal health, animal welfare and public health equally. Controls should be based on peer-reviewed science and should be riskbased. A varied level of official controls should be possibly based on risk analysis; flexibility in the controls, inspections and audits should be applicable, depending on factors such as level of self checks (FBO), the situation in a MS, the overall level of animal health, animal welfare and public health risks. There are differences in the ability of FBO s to take full responsibility for food hygiene; this needs to be acknowledged and there is a need for reacting to this. The consumer expects an independent body to ensure food safety. Key roles of the veterinarian in public health are inspection, audit and enforcement. Veterinarians must have the education and the necessary resources to enable them to fulfil their tasks. FVE considers ante-mortem inspection performed by a veterinarian to be essential. However, under certain controlled circumstances, it may be appropriate to vary the ante-mortem inspection procedures for individual animals. It is recommended that the Food Chain Information is linked to a farm health plan. 39
40 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ FVE is concerned about the developments in some Member States, where veterinarians and, therefore, their expertise are more and more removed from the slaughter facilities, in order to save costs. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΦΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ Widell M. Food Control Department, Environment and Health Administration, City of Stockholm, Stockholm, Sweden. FOOD CHAIN INFORMATION Widell M. Food Control Department, Environment and Health Administration, City of Stockholm, Stockholm, Sweden. Regulation (EC) No 853/2004 lays down specific rules on the hygiene of food of animal origin for food business operators. There are interactions between food business operators, including the animal feed sector, and connections between animal health, animal welfare and public health considerations at all stages of production, processing and distribution. This requires adequate communication between various stakeholders along the food chain, from primary production to retail. Accordingly, Annex II, Section III of the regulation: Food Chain Information, mentions that food business operators operating slaughterhouses must, as appropriate, request, receive, check and act upon food chain information (FCI), in respect of all animals, other than wild game, sent or intended to be sent to the slaughterhouse. Slaughterhouse operators must not accept animals into the slaughterhouse premises, unless they have requested and been provided with relevant food safety information contained in the records kept at the holding of provenance in accordance with Regulation (EC) No 852/2004. They must normally be provided with the information no less than 24 hours before the arrival of animals at the slaughterhouse. The relevant food safety information is to cover, for example, the animals health status, veterinary medicinal products or other treatments administered to the animals and the occurrence of diseases that may affect the safety of meat. The Federation of Veterinarians of Europe (FVE) has commented, in a letter to the Commission that the FCI is a very valuable tool to improve food safety and that it makes it possible to adjust the ante- and post-mortem inspection in case of need. Two of the points made were that information given back to the farm from the slaughter plant (findings ante- and postmortem) is often not used for adjustments of the farm health management and that FCI is given from the farmer to the slaughterhouse without any validation of the given information. Credibility could be added in cooperation with the veterinarian, who usually attends the farm. FVE produced a questionnaire, the results of which indicated that FCI is more or less in place and works for poultry and pigs, as well as, to some extent, in cattle. However, there is room for improvement, as FCI is an important tool for a modernised meat inspection. 40
41 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΞΕΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΖΩΟΥ - ΠΑΘΟΓΟΝΩΝ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΤΗ ΜΑΣΤΙΤΙΔΑ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ Zerbe H., Petzl W. Clinic for Ruminants with Ambulatory and Herd Health Services, Ludwig-Maximilians-Universität Munich, Munich, Germany. HOST-PATHOGEN INTERACTIONS IN BOVINE MASTITIS Zerbe H., Petzl W. Clinic for Ruminants with Ambulatory and Herd Health Services, Ludwig-Maximilians-Universität Munich, Munich, Germany. Mastitis is a major disease in dairy cattle, causing high economic losses. Bacteria are the main mastitis pathogens, followed in relevance by yeasts and fungi. Two of the most important bacterial mastitis pathogens are Staphylococcus aureus and Escherichia coli. The course of mammary inflammations may vary significantly between these pathogens. Intramammary infections with E. coli very often result in acute mastitis with severe clinical consequences. Infected animals may die or recover from the disease within days. In contrast, mastitis caused by S. aureus is, mainly, less severe, but can eventually turn into a chronic infection with long-standing persistence of the bacteria in the mammary parenchyma. Recognition of pathogens is mediated by cellular pattern recognition receptors recognizing pathogen-associated molecular pattern (PAMPs), such as lipopolysaccharide (LPS) from E. coli or lipoteichoic acid (LTA) from S. aureus. The most important PRR group is represented by the transmembrane TOLL-like receptors (TLRs), which are specialized for the recognition of distinct PAMPs (e.g. LPS by TLR4 or LTA by TLR2). Outcome of mammary infection is influenced by the pathogen species. We established a strictly defined infection model to better analyze the unknown molecular causes for early pathogen-specific effects, using E. coli and S. aureus strains previously isolated from field cases of mastitis. Using an established mastitis model, the data clearly demonstrate a pathogendependent difference in the time kinetics of induced pathogen recognition receptors (PRR), like TLR and defence molecules. In acute E. coli mastitis, this process is described as the key mechanism of pathogenesis. Lipopolysaccharide (LPS), a constituent of the E. coli cell wall, is recognized by TLR-4, followed by the excretion of pro-inflammatory signals. When the host animal is confronted again with the pathogen or its associated molecules (PAMPs; pathogen-associated molecular patterns) after a previous infection, the immune response might be markedly decreased. This mechanism, known as tolerance to endotoxins, has already been investigated in humans and other mammalian species. We could demonstrate, for the first time in dairy cows, that acute clinical mastitis can be prevented or reduced, by stimulation of the innate immune system by LPS. 41
42
43 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΧΟΙΡΩΝ Εισηγήσεις στη συνεδρίαση με θέμα Διαχείριση υγείας χοίρων, εκδήλωση στη μνήμη του εκλιπόντος προέδρου της ΕΚΕ Σπύρου Κυριάκη 43
44
45 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΧΟΙΡΩΝ Η ΓΡΙΠΗ ΤΟΥ ΧΟΙΡΟΥ ΚΑΙ Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ «ΝΕΑΣ ΓΡΙΠΗΣ» Η1Ν1 Κυριάκης Κ.Σ. Medical Products LTD, Animal Health Division, Αθήνα. SWINE INFLUENZA AND THE EXPERIENCE OF THE NOVEL H1N1 VI- RUS Kyriakis C.S. Medical Products LTD, Animal Health Division, Athens, Greece. Οι ιοί της γρίπης, της οικογένειας των ορθοβλεννοϊών, διακρίνονται σε τρεις αντιγονικούς τύπους (Α, Β, C), με πιο σημαντικούς αυτούς του τύπου Α. Χαρακτηρίζονται από το μεγάλο εύρος ξενιστών που προσβάλλουν, και την ικανότητά τους για μετάλλαξη και ανασυνδυασμό. Τα οκτώ τμήματα RNA του ιού κωδικοποιούν 11 πρωτεΐνες, με πιο σημαντικές τις δύο γλυκοπρωτεΐνες επιφανείας: την αιμοσυγκολλητίνη (H) και τη νευραμινιδάση (N). Μέχρι σήμερα, έχουν απομονωθεί 16 τύποι αιμοσυγκολλητίνης και 9 τύποι νευραμινιδάσης. Τα στελέχη γρίπης Α που ενδημούν στον ανθρώπινο πληθυσμό, ανήκουν στους υποτύπους Η1Ν1 και Η3Ν2. Κάθε χρόνο παρατηρούνται ενδημίες γρίπης με πολύ χαμηλή θνησιμότητα, κυρίως σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Αντίθετα, οι πανδημικοί ιοί προσβάλλουν κυρίως υγιείς ενήλικες. Στους χοίρους, ενδημούν στελέχη των υποτύπων Η1Ν1, Η3Ν2 και Η1Ν2. Η γρίπη στους χοίρους χαρακτηρίζεται από υψηλή νοσηρότητα και χαμηλή θνησιμότητα. Μέχρι την πανδημία του 2009, είχαν επιβεβαιωθεί πολύ λίγα περιστατικά μετάδοσης γρίπης του χοίρου σε ανθρώπους. Για τη δημιουργία πανδημικού ιού, είναι απαραίτητη η παρουσία αναμιγνύοντος δοχείου, στο οποίο ιοί διαφορετικής προέλευσης ανασυνδυάζονται, με αποτέλεσμα ένα νέο ιό παθογόνο για τους ανθρώπους. Οι χοίροι ήταν οι επικρατέστεροι υποψήφιοι για το ρόλο αυτό. Η θεωρία επιβεβαιώθηκε το 2009, όταν εμφανίστηκε η Νέα Γρίπη Η1Ν1. Ο ιός προήλθε από ανασυνδυασμό ιών του χοίρου, των πτηνών και του ανθρώπου. Χοίροι στο Μεξικό αποτέλεσαν το αναμιγνύον δοχείο και εκατομμύρια άνθρωποι προσβλήθηκαν από το νέο ιό. Το ποσοστό θνησιμότητας ήταν εξαιρετικά χαμηλό, καθώς ο ιός δεν ήταν αρκετά παθογόνος. Παράλληλα, εμφανίστηκαν κρούσματα της νόσου σε χοίρους. Μάλιστα, δεν είναι απίθανο ο νέος ιός να αντικαταστήσει στελέχη που ενδημούν σήμερα. Η παρακολούθηση της εξέλιξης των ιών της γρίπης στα ζώα, κυρίως στους χοίρους, πρέπει να εντατικοποιηθεί, ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι σε περίπτωση εμφάνισης νέων ιών δυνητικά επικίνδυνων για τους ανθρώπους. 45
46 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΧΟΙΡΩΝ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΠΟΝΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ Παπαϊωάννου Δ.Σ. Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Αθήνα & Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. STRESS-INDUCED EFFECTS ON PIGS HEALTH AND PERFORM- ANCE Papaioannou D.S. General Directorate of Veterinary Services Ministry of Rural Development and Food, Athens, Greece & Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Οι διαχειριστικές πρακτικές που εφαρμόζονται στις σύγχρονες εκτροφές χοίρων στοχεύουν σε διασφάλιση της υγείας και των αποδόσεων των ζώων, χωρίς ωστόσο να είναι ικανές να προλαμβάνουν, σε κάθε περίπτωση, το σύνολο των καταστάσεων ή των παραγόντων που μπορεί να εκληφθούν ως απειλή για τη διατήρηση της ομοιοστασίας του κάθε ζώου. Η βιολογική καταπόνηση αναφέρεται στη φυσιολογική ή μη κατάσταση, που προκαλείται ως αποτέλεσμα της αντίδρασης του οργανισμού στους προαναφερόμενους παράγοντες. Η περιγραφή των φυσιολογικών μηχανισμών που κινητοποιούνται κατά την αντίδραση του οργανισμού των χοίρων σε παράγοντες που τον καταπονούν και η αναφορά στην επίδραση αυτών στην κατάσταση της υγείας, στην αναπαραγωγική ικανότητα και στις αποδόσεις τους, αποτελούν τα περιεχόμενα της παρούσας ανακοίνωσης. ΡΙΝΙΤΙΔΑ ΜΕ ΕΓΚΛΕΙΣΤΑ: ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΡΩΤΗ ΠΑΡΟΥ- ΣΙΑΣΗ ΚΛΙΝΙΚΟΥ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΠΟ ΜΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΤΡΟΦΗ Παπάτσας Ι. ALTAVET E.E., Ηλιούπολη Αττικής. INCLUSION BODY RHINITIS: UPDATE REVIEW AND FIRST REPORT OF A CLINICAL CASES IN GREECE Papatsas I. ALTAVET E.E., Ilioupoli Attica, Greece. Η ρινίτιδα με έγκλειστα αποτελεί μια από τις κλινικές εκδηλώσεις της λοίμωξης από το μεγαλοκυτταρικό ιό των χοίρων (PCMV), παρατηρείται δε, κυρίως, σε χοιρίδια ηλικίας άνω των 3 εβδομάδων. Στην εργασία αυτή, παρουσιάζονται νεότερα δεδομένα που αφορούν στη νόσο, καθώς και στοιχεία από κλινικό περιστατικό της νόσου σε εκτροφή χοίρων στην Ελλάδα. ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΧΟΙΡΟΤΡΟΦΙΚΕΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΙΣ Παπατσίρος Β.Γ. Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. HERD health management ΙΝ organic pig farms IN GREECE Papatsiros V.G. Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Science, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Greek projects of organic pig farming started in 2002 and later, after 2005, Greece became a remarkable organic pig producer in the European Union, 46
47 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΧΟΙΡΩΝ with over 100,000 pigs. The most common health problems in the Greek organic pig farming are respiratory, gastrointestinal and skin problems, as well as parasitic infections and piglet mortality. Contact with rodents is one of the most important risk factors, since rodents are actors - reservoirs of several pathogens, some of which are risks for public health (e.g. Trichinella spp., Toxoplasma gondii, Salmonella spp., Campylobacter spp. and Leprospira spp.). A veterinary health management program, including use of alternatives to antibiotics (prebiotics, probiotics, phytogenics), antiparasitics, vaccinations (e.g. against Escherichia coli, Mycoplasma hyopneumoniae), disinfections and other biosecurity measures, is useful for disease control, as well as for the improvement of animal production in those herds. Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΑΛΜΟΝΕΛ- ΛΩΝ ΣΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΒΑΣΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΠΟΛΑΣΜΟΥ ΤΩΝ ΟΡΟΤΥΠΩΝ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΑΣ ΣΕ ΧΟΙΡΟΥΣ ΣΦΑ- ΓΗΣ (ΑΠΟΦΑΣΗ 2006/668/ΕΚ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ) Σμπιράκη Α.Π., Πασιώτου-Γαβαλά Μ., Κατσίμπρας Α.Γ. Κτηνιατρικό Εργαστήριο Χαλκίδας, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Χαλκίδα. THE CONTRIBUTION OF THE NATIONAL REFERENCE LABORATORY SALMONELLA ON CONDUCTING A BASELINE SURVEY CONCERN- ING PREVALENCE OF SALMONELLA SEROTYPES IN SLAUGHTER PIGS (DECISION 2006/668/EC) Sbiraki A.P., Passiotou-Gavala M., Katsimpras A.G. Veterinary Laboratory of Chalkis, Ministry of Rural Development and Food, Chalkida, Greece. Στην ανακοίνωση παρουσιάζονται αποτελέσματα του Εθνικού Εργαστηρίου Αναφοράς (ΕΕΑ) Σαλμονελλών σχετικά με τη συχνότητα εμφάνισης στη χώρα μας διάφορων ορότυπων Salmonella σε χοίρους σφαγής, στα πλαίσια διενέργειας βασικής μελέτης στα κράτη-μέλη, σύμφωνα με την Απόφαση 2006/668/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τον Κανονισμό (ΕΚ) 2160/2003. Η συμβολή του ΕΕΑ στην μελέτη συνίσταται στην οροτυποποίηση θετικών καλλιεργειών Salmonella, που απομονώθηκαν από δείγματα λεμφογαγγλίων χοίρων σφαγής σε ορισθέντα για την ανίχνευση εθνικά κτηνιατρικά εργαστήρια. Τα αποτελέσματα του ΕΕΑ αξιολογήθηκαν με διαδικασίες διασφάλισης ποιότητας από το Κοινοτικό Εργαστήριο Αναφοράς. O σκοπός διενέργειας της βασικής μελέτης, που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ήταν η συγκέντρωση συγκρίσιμων στοιχείων από τα κράτη-μέλη για τον επιπολασμό ορότυπων Salmonella, που έχουν σχέση με τη δημόσια υγεία, σε πληθυσμούς χοίρων σφαγής, ώστε να καθοριστεί κοινοτικός στόχος για τη μείωση αυτού. 47
48 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΧΟΙΡΩΝ ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΘΡΟΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΙ- ΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΥΚΟΤΟΞΙΝΩΝ ΣΤΟΥΣ ΧΟΙΡΟΥΣ Τάσσης Π.Δ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CUMULATIVE AND SYNERGISTIC EFFECTS OF MYCOTOXINS IN PIGS Tassis P.D. Farm Animal Clinic, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece There is a question whether combined intake of mycotoxins would lead to a possible higher risk for adverse health effects in pigs than intake of one mycotoxin alone. Several Fusarium or other mycotoxins may co-occur in a particular feed ingredient or in compound feedstuffs. In general, combinations of Fusarium mycotoxins result in cumulative effects, but synergistic and/or potentiating interactions have also been observed and are of greater concern in pig health and productivity. Synergistic effects have been reported between deoxynivalenol (DON) - fusaric acid, DON - fumonisin B 1 (FB 1 ) and diacetoxyscirpenol (DAS) - Aspergillus-derived aflatoxins. Limited evidence of potentiation between FB 1 - DON or T-2 toxin has also emerged recently. It is concluded that pig health, welfare and productivity may be severely compromised by consumption of DON, T-2 toxin, DAS, zearalenone and fumonisins and by interactions among these toxins. ΣΥΝΔΡΟΜΑ ΚΑΙ ΝΟΣΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΚΛΟΪΟ ΤΥΠΟΥ 2: ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ Τζήκα Ε.Δ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. UPDATE ON SYNDROMES AND CLINICAL PROBLEMS ASSOCIATED WITH PORCINE CIRCOVIRUS TYPE 2 INFECTION Tzika E.D. Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. The porcine circoviruses (PCV) are members of the genus Circovirus, family Circoviridae. Two types of PCV have been characterized and named as Porcine Circovirus type 1 (PCV1) and Porcine Circovirus type 2 (PCV2). PCV2 is identified as a virulent porcine pathogen and is considered to have a potential pathogenic role to porcine circovirus associated diseases (PCVAD), such as post-weaning wasting syndrome, porcine dermatitis and nephropathy syndrome, PCV2-associated reproductive failure, PCV2- associated pneumonia and PCV2-associated enteritis. PCVAD cause significant economic losses to the pork industry worldwide. Although clinical manifestations of the above PCVAD are usually differentiated, lymphoid depletion which predisposes to immunosuppresion, is a common consequence, even in subclinical infection. Thus, complication of the PCVAD by bacterial and/or viral infections is highly probable under field conditions. 48
49 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΧΟΙΡΩΝ ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΘΕΤΙ- ΚΩΝ ΤΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ Τσίνας Α.Χ. Εργαστήριο Λοιμωδών Νοσημάτων και Υγιεινής των Ζώων, Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου, Άρτα. INTERNATIONAL EXPERIENCE FROM APPLICATION OF ALTERNA- TIVE FEED ADDITIVES FOR IMPROVING PERFORMANCE AND SUP- PORTING HEALTH STATUS IN PIGS Tsinas A.C. Laboratory of Animal Health and Infectious Diseases, Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Epirus, Arta, Greece. Η έντονη κοινωνική πίεση από πλευράς καταναλωτών για ολοκληρωτική απαγόρευση της χρήσης αντιμικροβιακών ουσιών ως αυξητικών παραγόντων στη ζωική παραγωγή, η οποία είναι νομοθετημένη στο χώρο της ΕΕ, οδήγησε τις τελευταίες δυο δεκαετίες, τους κτηνοτρόφους και την επιστημονική κοινότητα να αναζητήσουν εναλλακτικά προσθετικά για τις ζωοτροφές, τα οποία να μην έχουν τα μειονεκτήματα των προηγούμενων και να μπορούν να συμβάλλουν στη βελτίωση της παραγωγικότητας και την υποστήριξη της υγείας των ζώων. Επιπλέον, προσδιορίστηκαν και τεκμηριώθηκαν τα οφέλη που προκύπτουν από τη χρήση αυτών των προσθετικών. Στην παρούσα ανακοίνωση γίνεται ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας σχετικά με τα διάφορα εναλλακτικά προσθετικά ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται στη σύγχρονη χοιροτροφία, και αξιολογείται η ωφελιμότητα και η αποτελεσματικότητα της χρήσης τους, με βάση τη διεθνή εμπειρία και έρευνα. 49
50 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΧΟΙΡΩΝ 50
51 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Εισηγήσεις στο στρογγυλό τραπέζι με θέμα Εκπαίδευση στην υγιεινή και ασφάλεια τροφίμων 51
52
53 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΤΗΝΙΑΤΡΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΥΓΙ- ΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Αμβροσιάδης Ι. Τομέας Υγιεινής και Τεχνολογίας Τροφίμων Ζωικής Προελεύσεως, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. VETERINARY EDUCATION IN GREECE IN SUBJECTS OF FOOD HYGIENE AND SAFETY Ambrosiadis I. Department of Hygiene and Technology of Food of Animal Origin, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΚ) 854/2004, περιγράφονται αναλυτικά τα επαγγελματικά προσόντα του επίσημου κτηνιάτρου, ο οποίος ασχολείται με θέματα υγιεινής και ασφάλειας των τροφίμων ζωικής προέλευσης. Εκτός των άλλων, ο επίσημος κτηνίατρος πρέπει να γνωρίζει την εθνική και κοινοτική νομοθεσία, να έχει γνώσεις στην τεχνολογία, την υγιεινή, την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, να γνωρίζει την ανάπτυξη, την εφαρμογή και τον έλεγχο των συστημάτων διασφάλισης της ασφάλειας των τροφίμων (ΣΔΑΤ, HACCP), να γνωρίζει για την ευζωία των ζώων και την προστασία του περιβάλλοντος κ.ά.. Οι κτηνίατροι μπορούν να αποκτήσουν τις απαιτούμενες γνώσεις στο πλαίσιο της βασικής κτηνιατρικής εκπαίδευσης, μέσω διά βίου μάθησης ή από την επαγγελματική εμπειρία μετά τη λήψη του πτυχίου του κτηνιάτρου. Οι γνώσεις τεκμηριώνονται με επιτυχή εξέταση, την οποία διενεργεί η αρμόδια κρατική αρχή. Όταν υπάρχει μεταπτυχιακός τίτλος, που αποδεικνύει επάρκεια των παραπάνω αναφερόμενων γνώσεων, δεν απαιτείται εξέταση. Επίσης, κάθε επίσημος κτηνίατρος πρέπει να παρακολουθήσει τουλάχιστον 200 ώρες δοκιμαστικής πρακτικής κατάρτισης σε έλεγχο των ΣΔΑΤ, πριν αρχίσει να εργάζεται ανεξάρτητα. Στην Ελλάδα, η προπτυχιακή εκπαίδευση των κτηνιάτρων περιλαμβάνει τη διδασκαλία μαθημάτων σχετικών με την υγιεινή και τεχνολογία του γάλακτος, τη μικροβιολογία τροφίμων και τις σιτιογενείς διαταραχές της υγείας του ανθρώπου, τις βασικές αρχές της επεξεργασίας των τροφίμων ζωικής προέλευσης και την εφαρμογή του HACCP, την οργάνωση και λειτουργία των σφαγείων, την επιθεώρηση του κρέατος και, τέλος, την υγιεινή και διασφάλιση της ποιότητας του κρέατος των πτηνών, των αυγών και των αλιευμάτων. ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Γκόβαρης Α. Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. EDUCATION OF VETERINARY STUDENTS IN FOOD SAFETY AND HY- GIENE Govaris A. Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. H υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων αποτελεί σημαντικό γνωστικό αντικείμενο, που συνδέεται άμεσα με πολλά άλλα γνωστικά αντικείμενα της κτηνιατρικής επιστήμης. Η εκπαίδευση των φοιτητών στην υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων εμπεριέχει θέματα που αφορούν στην παραγωγική διαδικασία των τροφίμων από το στάβλο μέχρι την κατανάλωσή τους 53
54 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ στο πιάτο του καταναλωτή. Σημαντικό μέρος της εκπαίδευσης αποτελεί ο υγειονομικός έλεγχος των σφαγίων των ζώων και η αγωγή του κρεοσκόπου κτηνιάτρου σε νοσήματα των ζώων από βακτήρια, ιούς, παράσιτα, πρωτόζωα κ.λπ.. Ο υγειονομικός έλεγχος των ψαριών, γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, πουλερικών και αβγών, κρέατος και κρεατοσκευασμάτων αποτελεί επίσης βασικό μέρος του προγράμματος εκπαίδευσης. Επίσης, η εκπαίδευση των φοιτητών ασχολείται με τα σημαντικά τροφιμογενή παθογόνα [κλασσικά παθογόνα (π.χ., Clostridium botulinum, Salmonella spp.) ή αναδυόμενα παθογόνα (π.χ., Escherichia coli O157:H7, Campylobacter jejuni κ.λπ.)] και με τα χημικά κατάλοιπα (π.χ. φυτοφαρμάκων, παρασιτοκτόνων, βαρέων μετάλλων, τοξινών, κτηνιατρικών φαρμάκων) στα τρόφιμα. Τέλος, διδάσκονται τα κυριότερα σημεία της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας, π.χ. Κανονισμοί (ΕΚ) αρ. 853/2004, αρ. 854/2004, αρ. 2073/2005 και τις διάφορες τροποποιήσεις αυτών, καθώς και τα προγράμματα ελέγχου σε βιομηχανίες τροφίμων, όπως οι κανόνες ορθής παραγωγικής διαδικασίας (Good Manufacturing Practice, GMP) και η ανάλυση του κινδύνου και τα κρίσιμα σημεία ελέγχου (Hazard Analysis Critical Control Points, HACCP). Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ «ΝΕΑΣ ΔΕΣΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΙΕΙΝΗ» ΤΩΝ ΤΡΟΦΙ- ΜΩΝ ΣΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΥ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ: Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑ- ΤΑΡΤΙΣΗΣ Ραμαντάνης Σ.Β. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας, Αιγάλεω Αττικής. THE APPROACH OF THE NEW HYGIENE PACKAGE OF THE FOODS IN DUTIES OF OFFICIAL VETERINARIANS ON THE SECTOR OF FOODS OF ANIMAL ORIGIN: NECESSITY OF TRAINING Ramantanis S.Β. Τechnological Educational Institution (T.Ε.Ι.) of Athens, Egaleo Attica, Greece. Αναπτύσσεται ο επίσημος έλεγχος των τροφίμων στη σημερινή εποχή, σε σύγκριση με τον παραδοσιακό έλεγχο και τονίζονται τα πλεονεκτήματα της επιθεώρησης της ορθής πρακτικής εφαρμογής των κανόνων υγιεινής και των διαδικασιών που βασίζονται στην ανάλυση παραγόντων κινδύνου και κρίσιμων σημείων ελέγχου (HACCP). Διευκρινίζονται οι επίσημοι έλεγχοι, η προσέγγιση της αξιολόγησης του κινδύνου, η έννοια της επιθεώρησης και της εξέτασης, η φύση και το εύρος των καθηκόντων επιθεώρησης και διαχωρίζονται τα καθήκοντα της επιθεώρησης από τα καθήκοντα εξέτασης και τα λοιπά καθήκοντα του κτηνιάτρου που διεξάγει τους επισήμους ελέγχους. Τονίζονται τα αντικείμενα κατάρτισης του κτηνιάτρου που διεξάγει τους επισήμους ελέγχους, τα κυρίως στάδια της επιθεώρησης, η υποχρέωση της αρμόδιας αρχής να προειδοποιεί τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων στην περίπτωση της επιθεώρησης και η αναγκαιότητα της κατάρτισης, άρρηκτα συνδεδεμένης με την επάρκεια των επισήμων ελέγχων. 54
55 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ Εισηγήσεις στο στρογγυλό τραπέζι με θέμα Συστήματα διαχείρισης ασφάλειας τροφίμων στην πρωτογενή παραγωγή 55
56
57 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΚΤΡΟΦΗ Γεωργούδης A. 1,2 1 Τομέας Ζωικής Παραγωγής, Σχολή Γεωπονίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Ελληνικός Οργανισμός Γάλακτος και Κρέατος, Θεσσαλονίκη. IMPORTANCE OF FOOD SAFETY MANAGEMENT SYSTEMS UP TO FARM LEVEL Georgoudis A. 1,2 1 Department of Animal Production, School of Agriculture, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Greek Board for Milk and Meat, Thessaloniki, Greece. Η παραγωγή ασφαλών τροφίμων προϋποθέτει κατάλληλο έλεγχο στα διάφορα στάδια της αλυσίδας των τροφίμων, ώστε να ελέγχεται κάθε περίπτωση εισαγωγής βλαπτικών παραγόντων, που συνιστούν κινδύνους στα στάδια αυτά. Έτσι, έχουν αναπτυχθεί συστήματα διαχείρισης ασφάλειας των τροφίμων, που εφαρμόζονται σε όλα τα στάδια της αλυσίδας: από την παραγωγή, τη συγκομιδή και την πρώτη κατεργασία των πρώτων υλών, την τελική επεξεργασία-αποθήκευση και τη διανομή των προϊόντων μέχρι την αγορά και την κατανάλωση των τροφίμων. Εκτός από τους άμεσα εμπλεκόμενους στην παραγωγή και διάθεση ενός τροφίμου, δηλαδή από την πρωτογενή παραγωγή μέχρι την κατανάλωση, στην αλυσίδα παραγωγής τροφίμων περιλαμβάνονται και άλλοι φορείς, για παράδειγμα εταιρείες παροχής υπηρεσιών και προμηθευτές εξοπλισμού, ειδών συσκευασίας, καθαριστικών υλών ή προσθέτων, οι οποίοι πρέπει επίσης να εφαρμόζουν συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας. Η εφαρμογή των συστημάτων έγινε επιτακτική μετά την εμφάνιση της γνωστής σειράς κρίσεων σχετικών με τη διατροφή των ανθρώπων και των ζώων (π.χ., σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών, διοξίνες), με τις οποίες έγιναν προφανείς οι αδυναμίες στη διατύπωση και την εφαρμογή των σχετικών κανόνων ασφάλειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, βελτιώνονται οι κανόνες ποιότητας και ενισχύονται τα συστήματα ελέγχου σε ολόκληρη την τροφική αλυσίδα, από την αγροτική εκμετάλλευση έως τους καταναλωτές των τροφίμων. Το διεθνές πρότυπο ISO 22000:2005 προδιαγράφει τις απαιτήσεις διαχείρισης ασφάλειας τροφίμων, συνδυάζοντας τα αναφερόμενα βασικά συστατικά στοιχεία, ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια των παραγόμενων τροφίμων. Το πρότυπο είναι εφαρμοστέο σε όλους, ανεξαρτήτως μεγέθους, τους οργανισμούς που εμπλέκονται στην αλυσίδα τροφίμων και επιθυμούν να εφαρμόσουν συστήματα για παροχή ασφαλών προϊόντων. Ουσιαστικό σημείο για την επιτυχία των συστημάτων είναι η κατανόηση της σημασίας της πιστής εφαρμογής τους, με βάση τον κανόνα πως η ποιότητα και ασφάλεια των τροφίμων αρχίζουν από την εκτροφή των ζώων. 57
58 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΣΦΑΛΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Ζέρβας Γ. Εργαστήριο Φυσιολογίας Θρέψεως και Διατροφής, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. THE ROLE OF FEEDSTUFFS IN SAFE FOOD PRODUCTION Zervas G. Department of Nutritional Physiology and Feeding, Faculty of Animal Science and Aquaculture, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. Ο ρόλος των ζωοτροφών στην παραγωγή ασφαλών τροφίμων έχει πλέον αναγνωριστεί παγκοσμίως, ιδιαίτερα μετά από περιστατικά, που επηρέασαν την ασφάλεια των τροφίμων, τη δημόσια υγεία, τη διακίνηση ζωοτροφών και τροφίμων, ακόμα και την επάρκεια τροφίμων. Στις αναπτυγμένες χώρες, διαπιστώνεται ραγδαία αύξηση του ενδιαφέροντος των καταναλωτών για θέματα που αφορούν στην ασφάλεια των τροφίμων και τη σύνδεση αυτής με τη ζωική παραγωγή, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου διατροφής των ζώων. Στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου παρατηρείται χρόνια έλλειψη τροφίμων, απαιτείται βελτίωση της αποτελεσματικότητας της παραγωγής ζωικών προϊόντων για κάλυψη των αναγκών σε χαμηλού κόστους πρωτεΐνες. Η διόγκωση του παγκόσμιου εμπορίου ζωοτροφών και τροφίμων έχει ως συνέπεια την εμφάνιση πολλών και σύνθετων προβλημάτων, όπως η καθιέρωση διαφορετικών ορίων ανοχής υπολειμμάτων ή συγκεντρώσεων αντιδιαιτητικών παραγόντων μεταξύ διαφορετικών χωρών, η έλλειψη εναρμόνισης με τα διεθνή πρότυπα ή ακόμη και η παντελής έλλειψη διεθνών προτύπων. Προβλήματα που υπάρχουν ή προκύπτουν περιοδικά (π.χ., υπολείμματα φυτοφαρμάκων, βαρέα μέταλλα, μυκοτοξίνες, μικροβιακές επιμολύνσεις), μπορούν να ελαχιστοποιούνται με εγκατάσταση ποιοτικού ελέγχου σύμφωνα με τις αρχές Good Manufacturing Practice και την εφαρμογή των αρχών HACCP σε όλα τα παρασκευαστήρια ζωοτροφών. Επιπλέον, με την εφαρμογή νέας τεχνολογίας (π.χ. παραγωγή βιοκαυσίμων) μπορούν να παράγονται υποπροϊόντα για τη διατροφή των ζώων, με προϋπόθεση τον ενδελεχή έλεγχο αυτών. Τελικά, η διατροφική αλυσίδα που ξεκινάει από την πρωτογενή παραγωγή και καταλήγει στον καταναλωτή απαιτεί συνεχή έλεγχο με συνεργασία όλων των εμπλεκομένων: κτηνοτρόφων, σφαγείων, παρασκευαστηρίων ζωοτροφών και επεξεργασίας τροφίμων, μεταφορέων, διανομέων, καταναλωτών, κρατικών φορέων που φέρουν την ευθύνη της προστασίας της δημόσιας υγείας κ.ά. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΣΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΜΗ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ Κυριαζάκης Η. 1,2 1 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 School of Agriculture, Food and Rural Development, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, England. THE ISSUES RAISED BY THE VARIOUS NON-RUMINANT PRODUC- TION SYSTEMS IN EUROPE Kyriazakis I. 1,2 1 Laboratory of Animal Nutrition & Husbandry, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 School of Agriculture, Food and Rural Development, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, England. Non ruminant animals in Europe are raised in production systems that vary from the intensive to the extensive, including organic systems of production. Currently, in Northern Europe, there is also a move towards low density systems that have higher welfare standards and are supposedly 58
59 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ preferred by consumers. Each of these wide ranging systems raises its own issues; for example, intensive systems can be sensitive to disease outbreaks and to issues of biosecurity, whereas very extensive systems of production may impose challenges on the welfare of the animals and reductions in animal performance. This presentation deals with these system-specific issues and address them within the contexts of food security and environmental impact. Food security refers to the availability of food and one s access to it. Environmental impact refers to the effects of producing animal products on different aspects of the environment. When non-ruminant systems of production are seen within these contexts, they raise a number of important dilemmas. For example, the environmental impact of a system can be reduced at the expense of the welfare of the animals. Resource use, such as use of expensive but high quality imported feeds, can decrease at the expense of animal performance. The question is how we trade off between such, sometimes conflicting, system goals, especially in instances where these goals cannot be expressed in the same currency. This is because such goals may include, not only animal output that has a monetary value, but also environmental impact per unit of output value or animal welfare that might have a subjective, societal value. It is clear that the old paradigm of viewing animal production systems within the context of economic sustainability only, is not adequate anymore and that such systems need now to be viewed within a more holistic manner. Η ΥΓΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΚΛΕΙΔΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΚΗ ΠΑΡΑΓΩ- ΓΗ ΑΣΦΑΛΩΝ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΥΨΗΛΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ Μπόσκος Κ.Μ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ANIMAL HEALTH : THE KEY FOR SUFFICIENT PRODUCTION OF HIGH QUALITY ANIMAL PRODUCTS Boscos C.M. Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η υγεία και η ευζωία των παραγωγικών ζώων αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους για την επαρκή παραγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων υψηλής ποιότητας. Η διασφάλισή τους προϋποθέτει τον εκσυγχρονισμό της κτηνοτροφίας και τη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών της με τη χάραξη-ανάπτυξη σταθερής κτηνοτροφικής πολιτικής και την πλήρη αξιοποίηση της διαθέσιμης τεχνογνωσίας. Οι κτηνοτρόφοι προκειμένου να πετύχουν πρέπει να υποστηριχθούν άμεσα σε βασικούς τομείς, όπως για παράδειγμα (α) στην επιλογή κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων (λειτουργικότητα, ανθεκτικότητα, οικονομία, καταλληλότητα μηχανολογικού εξοπλισμού, περιορισμός κινδύνου εμφάνισης/μετάδοσης νοσημάτων, άνεση ζώων, υγιεινή διαχείριση λυμάτων κ.λπ.), (β) στην επιλογή του ζωικού κεφαλαίου (υγεία, παραγωγικότητα, ανθεκτικότητα, μακροβιότητα, γονιμότητα κ.λπ.), (γ) στην επιλογή των ζωοτροφών (υγειονομικός έλεγχος και έλεγχος ποιότητας, κατάρτιση σιτηρεσίων, προστασία και αξιοποίηση βοσκοτόπων κ.λπ.), (δ) στη διασφάλιση προσωπικού (σχολές κτηνοτροφίας, κέντρα συνεχούς εκπαίδευσης, θέσπιση κινήτρων για τους αποφοίτους κ.λπ.), (ε) στη χρήση φαρμακευτικών και άλλων ιδιοσκευασμάτων (τήρηση αρχείων χρήσης φαρμάκων, προσθετικών, απολυμαντικών, προμήθεια μόνο με συνταγή κ.λπ.). 59
60 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΘΕΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ Ράντσιος Α.Τ. Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία, Αθήνα. FOOD SAFETY MANAGEMENT SYSTEMS IMPLEMENTATION IN PRI- MARY PRODUCTION Rantsios A.T. Hellenic Veterinary Medical Society, Athens, Greece. Food Safety Management Systems (FSMS) implementation in primary production is based on certain assumptions, that is, a farm owner is a Food Business Operator (FBO, EU Reg. 852/2004, Art. 4), a FSMS consists of prerequisites and the HACCP system, HACCP cannot readily be implemented at primary production (EU Reg. 852/2004 excludes primary production), a FSMS is tailor made and serves current trends for preventative interventions. The relevant legal requirements are laid down at Annex I, EU Reg. 852/2004. Prerequisites can be distinguished in infrastructural (e.g.: farm design; buildings and animal housing; equipment; personnel; water sources; livestock sourcing) and functional (e.g.: animal health surveillance; biosecurity; animal identification traceability; vehicle sanitation, animal, feed, drug, chemicals, product management; emergency situation planning). The significance of biosecurity cannot be overstressed. It includes: environmental conditions and pollution management; pest control; waste and litter management; new animals management entering the premises; animal cleanless; traffic control (people, vehicles); personal hygiene; cleaning procedures for houses, equipment, vehicles; cleaning and disinfection products; feed quality and sanitation; sanitation of feeding and watering systems; repairs and maintenance of facility; elimination of domestic and wild animals and birds. Steps for an FSMS construction include policy statement, organisation of FSMS team, defining the field of implementation, description of the product and intended use, expected hazards (human pathogens) in relation to food safety and zoonotic diseases, specific control measures, monitoring, documentation, procedures verification, system validation. 60
61 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ Εισηγήσεις Ελλήνων ομιλητών 61
62
63 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΜΥΔΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΑΡΤΕΛΙΩΣΗ Αγγελίδης Π. Εργαστήριο Ιχθυολογίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. MUSSEL CULTURE AND MARTELIOSIS Angelidis P. Laboratory of Ichthyology, Veterinary Medicine School, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η μαρτελίωση προκαλεί παγκοσμίως μεγάλες απώλειες σε οστρακοειδή. Η νόσος είναι γενικευμένη στην Ευρώπη. Είναι υποχρεωτικής δήλωσης ζωονόσος, η οποία περιλαμβάνεται στον κατάλογο ΙΙ του ΟΙΕ. Το πρωτόζωο Marteilia refringens (Paramyxea) έχει έμμεσο βιολογικό κύκλο, με πιθανό ενδιάμεσο ξενιστή το κωπήποδο Paracartia grani και προσβάλει τα στρείδια και τα μύδια της Ευρώπης κατά τους θερινούς μήνες. Το παράσιτο εντοπίζεται κυρίως στο επιθήλιο των μικροσωληναρίων του πεπτικού αδένα (ηπατοπάγκρεας) και προκαλεί προοδευτική μείωση του βάρους των προσβεβλημένων οστρακοειδών. Στα ευρωπαϊκά στρείδια Ostrea edulis, προκαλεί επιπλέον αυξημένη θνησιμότητα. Τα προσβεβλημένα μύδια εμφανίζουν αρνητικούς δείκτες μεταβολισμού, αλλά ποτέ θνησιμότητα. Όμως, ίσως η θνησιμότητα των μυδιών σε περιόδους με αυξημένες θερμοκρασίες (καύσωνες) να οφείλεται εν μέρει και στην εξασθένισή τους εξαιτίας της παρασίτωσης. Στην Ελλάδα, Marteilia ανιχνεύτηκε σε 20 έως 40% των μυδιών (Mytilus galloprovincialis) το 1997 και, στη συνέχεια, σε στρείδια (O. edulis) και σε χάβαρα Modiolus barbatus, αλλά όχι σε κυδώνια Venus verrucosa. Τα μύδια προσβάλλονται περισσότερο όταν εκτρέφονται σε «πασσαλωτό» σύστημα, παρά σε πλωτές εγκαταστάσεις «long lines. Η μικρή απόσταση εγκατάστασης των μυδιών από τον πυθμένα ίσως διευκολύνει τη μόλυνσή τους. Η διάγνωση της μαρτελίωσης γίνεται με ιστολογική εξέταση ή με μοριακές μεθόδους. Η νόσος θεωρείται ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με γενετική επιλογή και βελτίωση των οστρακοειδών-ξενιστών. Πρόσφατα, άρχισε στην Ελλάδα εφαρμογή προγράμματος περιορισμού της νόσου. ΕΓΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Αμβροσιάδης Ι. Τομέας Υγιεινής και Τεχνολογίας Τροφίμων Ζωικής Προελεύσεως, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. APPROVAL AND REGISTRATION OF FOOD ESTABLISHMENTS Ambrosiadis I. Department of Hygiene and Technology of Food of Animal Origin, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Επιχείρηση τροφίμων θεωρείται κάθε επιχείρηση, κερδοσκοπική ή μη, δημόσια ή ιδιωτική, η οποία ασκεί οποιαδήποτε δραστηριότητα, που συνδέεται με παραγωγή, μεταποίηση ή/και διανομή τροφίμων. Κάποια επιχείρηση τροφίμων μπορεί να διαθέτει μία ή και περισσότερες εγκαταστάσεις. Κάθε επιχείρηση τροφίμων είναι υποχρεωμένη να δηλώνει στην εκάστοτε αρμόδια κρατική αρχή του κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκή Ένωσης όλες τις εγκαταστάσεις και τις δραστηριότητές της, καθώς και οποιαδήποτε αλλαγή επέλθει μετά την έναρξη της λειτουργίας της. Η αρμόδια κρατική αρχή μετά την πραγματοποίηση των ενδεδειγμένων ελέγχων, προβαίνει σε κα- 63
64 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ταχώριση ή έγκριση της συγκεκριμένης μονάδας. Η έγκριση, η οποία συνοδεύεται από χορήγηση Κωδικού Έγκρισης, απαιτείται για μονάδες που επεξεργάζονται μη μεταποιημένα τρόφιμα ζωικής προέλευσης [Κανονισμός (ΕΚ) 853/2004, άρθρο 1, παράγραφος 1]. Αντίθετα, για επιχειρήσεις που επεξεργάζονται τρόφιμα φυτικής προέλευσης ή μεταποιημένα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, δεν απαιτείται έγκριση, αλλά αρκεί απλή καταχώρηση [Κανονισμός (ΕΚ) 853/2004, άρθρο 1, παράγραφος 2]. Επίσης, έγκριση δεν απαιτείται για επιχειρήσεις όπου πραγματοποιείται μόνον πρωτογενής παραγωγή, μεταφορά, αποθήκευση σε συνθήκες μη ελεγχόμενης θερμοκρασίας και εργασίες λιανικού εμπορίου. Οι απαιτήσεις που σχετίζονται με κτιριακές εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, κανόνες υγιεινής και αυτοελέγχους που πρέπει να πληρούν και να διενεργούν οι επιχειρήσεις τροφίμων, περιγράφονται αναλυτικά στον Κανονισμό (ΕΚ) 852/2004. Ταυτόχρονα, στον Κανονισμό (ΕΚ) 853/2004 καθορίζονται ειδικοί κανόνες υγιεινής για τρόφιμα ζωικής προέλευσης και παρατίθενται επιπλέον προϋποθέσεις, πέραν αυτών του Κανονισμού 852, που πρέπει να εκπληρώνει κάποια επιχείρηση τροφίμων, για να μπορέσει να εγκριθεί και να λειτουργήσει νόμιμα. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Αμοιρίδης Γ.Σ. Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. EVALUATION OF REPRODUCTIVE PERFORMANCE IN DAIRY CAT- TLE FARMS Amiridis G.S. Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η αναπαραγωγική απόδοση των εκτροφών αγελάδων γαλακτοπαραγωγής, κατά κύριο λόγο αυτών της φυλής Holstein, μειώνεται με ανησυχητικό ρυθμό. Επενδύσεις σε υποστηρικτικές δομές, καθώς και σε επιστημονική έρευνα, δεν φαίνονται ικανές να αναχαιτίσουν αυτήν την πτωτική τάση. Επιπλέον, η βιομηχανοποίηση των μονάδων οδηγεί σε αύξηση του μεγέθους τους, με αποτέλεσμα η αντικειμενική αξιολόγηση της αναπαραγωγικής απόδοσης να καθίσταται ολοένα δυσχερέστερη. Οι αναπαραγωγικοί δείκτες είναι εργαλεία, που, πρωτίστως, αξιολογούν την ορθή κτηνοτροφική πρακτική που εφαρμόζεται στη μονάδα και, δευτερευόντως, την ύπαρξη διαταραχών στα ίδια τα ζώα. Οι κλασσικοί δείκτες που ουσιαστικά αξιολογούν την επιτυχία διαχειριστικών μεθόδων, σήμερα φαίνεται ότι αποτυγχάνουν να αποτυπώσουν την πραγματική εικόνα της εκτροφής. Η αξιοποίηση αυτών των δεικτών, όπως τα μεσοδιαστήματα τοκετών, τοκετού-1 ης Τ.Σ. ή τοκετού-σύλληψης, το ποσοστό συλλήψεων ανά τεχνητή σπερματέγχυση κ.λπ., σε όλες αδιακρίτως τις εκτροφές δίνουν πολύ συχνά παραπλανητικά και μη αξιοποιήσιμα συμπεράσματα. Καθίσταται έτσι επιτακτική η χρησιμοποίηση δεικτών αξιολόγησης αναλόγως των ιδιαιτεροτήτων κάθε εκτροφής. Επιπλέον, η υιοθέτηση νέων περισσότερο αξιόπιστων δεικτών, όπως το ποσοστό εγκυμοσύνης (pregnancy rate), θεωρείται ότι μπορεί να δώσει μια περισσότερο αντικειμενική εικόνα της κατάστασης στην εκτροφή. Στην παρουσίαση αυτή αναλύονται οι διάφοροι αναπαραγωγικοί δείκτες και σχολιάζονται οι συνθήκες στις οποίες είναι ενδεδειγμένη η εφαρμογή 64
65 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ καθενός από αυτούς. Κατ αρχήν γίνεται εκτενής αναφορά στους παράγοντες που οδηγούν στην υποχώρηση της γονιμότητας των αγελάδων. Στην συνέχεια, αναλύονται οι επιμέρους αναπαραγωγικοί δείκτες, οι οποίοι υποδεικνύουν συγκεκριμένα διαχειριστικά σφάλματα, και σχολιάζονται μέθοδοι οι οποίες μπορούν να συνεισφέρουν κατά περίπτωση στην καλύτερη αναπαραγωγική απόδοση των ζώων. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΥΖΕΥΞΕΩΝ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΓΑΛΑ- ΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Αμοιρίδης Γ.Σ. Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. PROGRAMMED BREEDING IN DAIRY CATTLE FARMS Amiridis G.S. Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η διασφάλιση πρώιμης έναρξης των σπερματεγχύσεων μετά τον τοκετό, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της καλής αναπαραγωγικής απόδοσης των αγελάδων. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός απαιτείται ταχεία παλινδρόμηση της μήτρας μετά τον τοκετό, ταχεία επαναδραστηριοποίηση των ωοθηκών και εκδήλωση εμφανούς οιστρικής συμπεριφοράς. Στη σύγχρονη αγελαδοτροφία, το μέγεθος των εκτροφών αυξάνει και, αναπόφευκτα, μειώνεται ο βαθμός της ατομικής φροντίδας στα ζώα. Έτσι, η ιδανική μορφή αναπαραγωγικής διαχείρισης - τεχνητής σπερματέγχυσης σε αυτενεργό και εμφανή οίστρο συμμετέχει μόνο κατά ένα μικρό τμήμα στη διαμόρφωση του συνολικού ποσοστού κυοφοριών. Η αναγκαιότητα της αποτελεσματικής αναπαραγωγικής διαχείρισης έχει οδηγήσει στην υιοθέτηση μεθόδων πρόκλησης και συγχρονισμού των οίστρων, που επιτρέπουν ομαδικές και προγραμματισμένες συζεύξεις. Είναι γνωστό ότι η αποδοτικότητα όλων των εφαρμοζόμενων πρωτόκολλων αυξάνει με τον αριθμό των οίστρων που προηγήθηκαν της εφαρμογής τους. Κατά συνέπεια, η φυσιολογική λειτουργικότητα του αναπαραγωγικού συστήματος, η οποία καθορίζεται από ενδογενείς και, πρωτίστως, εξωγενείς παράγοντες, όπως η διαχείριση στη διάρκεια της ξηρής περιόδου, η διατροφή στη μεταβατική περίοδο και το περιβάλλον, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της γονιμότητας. Σκοπός της παρουσίασης αυτής είναι η περιγραφή των εφαρμοζόμενων πρωτόκολλων συγχρονισμένων συζεύξεων στις αγελάδες γαλακτοπαραγωγής. Κατ αρχήν σχολιάζονται οι φυσιολογικές συνθήκες και οι προϋποθέσεις, στις οποίες αυξάνεται η πιθανότητα εγκυμοσύνης. Στη συνέχεια, αναλύεται η σημαντικότητα διαφόρων διαχειριστικών χειρισμών από την ξηρή περίοδο έως τους πρώτους μήνες μετά από τον τοκετό, οι οποίοι επηρεάζουν τη γονιμότητα των αγελάδων. 65
66 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΓΗΣΙΑ ΣΤΑ ΜΙΚΡΑ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ: ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ Γαλάτος Α.Δ. Χειρουργική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας LOCAL ANAESTHESIA AND ANALGESIA IN SMALL RUMINANTS: HOW AND WHY Galatos A.D. Clinic of Surgery, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η διάχυτη εντύπωση ότι τα μικρά μηρυκαστικά δέχονται στωικά τα επώδυνα ερεθίσματα, δεν είναι αληθής και δεν υποδηλώνει ότι δεν αισθάνονται πόνο, αλλά απλώς ότι δεν αντιδρούν σε αυτόν με τον αναμενόμενο τρόπο. Αν και ενδεχομένως μη αντιληπτός από τον παραγωγό ή το μη παρατηρητικό κτηνίατρο, ο πόνος είναι απόλυτα αντιληπτός από το ζώο και προκαλεί σοβαρή οικονομική επιβάρυνση, καθώς, τελικά, μειώνει την παραγωγικότητά του, προκαλεί ανοσοκαταστολή και αυξάνει τον κίνδυνο λοίμωξης, καθώς και το χρόνο και το κόστος ανάρρωσής του. Πολλές χειρουργικές επεμβάσεις μπορούν να γίνουν στα μικρά μηρυκαστικά με τοπική αναισθησία. Όμως, η δράση των τοπικών αναισθητικών διαρκεί μικρό χρονικό διάστημα και ο πόνος εκδηλώνεται έντονος κατά τη μετεγχειρητική περίοδο, οπότε, πρέπει είτε να επαναλαμβάνεται η χορήγησή τους, είτε να χορηγούνται άλλες αναλγητικές ουσίες. Γενικά, η αναλγησία πρέπει να αρχίζει προεγχειρητικά, να συνεχίζεται διεγχειρητικά και να διαρκεί τουλάχιστον ως την 3 η μετεγχειρητική ημέρα, είναι δε προτιμότερο να επιτυγχάνεται με συνδυασμό ουσιών και τεχνικών. Η επιλογή της κατάλληλης τεχνικής τοπικής αναισθησίας δεν είναι πάντα εύκολη, συχνά δε αντανακλά, δυστυχώς, μη σύγχρονη επιστημονική γνώση. Σε χειρουργικό πεδίο μικρής έκτασης μπορεί να γίνει έγχυση τοπικού αναισθητικού εντός ή πέριξ αυτού. Ωστόσο, η τεχνική έχει σοβαρά μειονεκτήματα και, με εξαίρεση λίγες περιπτώσεις, π.χ. επιφανειακά ή μέσου βάθους τραύματα, είτε δεν είναι η πρώτη επιλογή, είτε είναι εντελώς ακατάλληλη. Αντίθετα, τεχνικές με τις οποίες αναισθητοποιούνται εκτενείς περιοχές του σώματος μετά από έγχυση τοπικού αναισθητικού σε σημεία που βρίσκονται μακριά από το χειρουργικό πεδίο, όπως η παρασπονδυλική, η επισκληρίδια, η περιφερική αναισθησία του κενεώνα, κ.ά., εξασφαλίζουν πολύ καλύτερη αναλγησία σε μεγαλύτερη έκταση και βάθος. Επίσης, με τις τεχνικές αυτές χορηγείται μικρότερη ποσότητα τοπικού αναισθητικού, οπότε μειώνονται ο κίνδυνος τοξίκωσης και το οικονομικό κόστος. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ: ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ Γενηγιώργης Κ. School of Veterinary Medicine, University of California, Davis, CA, United States of America. FOOD SAFETY: EPIDEMIOLOGICAL CONSIDERATIONS Genigeorgis C. School of Veterinary Medicine, University of California, Davis, CA, United States of America. Impact of foodborne diseases on producer, processor and food industry (legal implications, product condemnations, recalls, product embargo) in international trade environment is significant. Statistics indicate a small number of cases annually, compared to other diseases, but recorded cas- 66
67 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ es and outbreaks represent a fraction of true incidence, as underreporting is extensive. This is especially true with sporadic incidents. Bacteria are the major causes of foodborne diseases. Campylobacter, Salmonella, Staphylococcus aureus, Clostridium perfringens, Cl. botulinum, Vibrio parahemolyticus, Shigella and Escherichia coli remain important causes. Emerging pathogens (E. coli O157:H7, Listeria, viruses, protozoa) and potential disease agents spreading through the food chain present new challenges, with differences from country to country. Foods of animal origin remain the most often incriminated foods. Homes and mass feeding places are frequent places of food mishandling. Despite extensive improvements by the processing industry, production centralization and market globalization, recent incidents indicate a potential for processed products reaching broader areas and greater numbers of consumers. A significant number of cases involves travelling abroad. Economic impact of foodborne diseases is big and serious. Extensive progress has been made in revealing the true picture worldwide, as various countries establish surveillance and recall systems. Progress is accelerated by establishment of international programs of alert and surveillance, within the frame of trade organisations, country unions, cooperative programs, non-profit national and international outfits or national governments. Application of various guides by the food industry and progress in predictive modelling-risk assessment have added additional lines of defence in disease prevention. Overall, control of foodborne diseases requires a concerted effort from three partners: governments, food industry, consumers. ΚΑΜΠΥΛΟΒΑΚΤΗΡΙΑΚΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΣΤΑ ΠΤΗΝΑ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ Γεωργοπούλου Ι., Τσιούρης Β. Μονάδα Παθολογίας Πτηνών, Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CAMBYLOBACTER INFECTIONS OF POULTRY AND PUBLIC HEALTH SIGNIFICANCE Georgopoulou I., Tsiouris B. Avian Medicine Unit, Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Greece. Campylobacters are commensal organisms routinely found in avian species, which are the most common hosts for the organisms. Campylobacter jejuni and Campylobacter coli, as enteric organisms, are well adapted to avian hosts and reside in the intestinal tract of birds. Under natural conditions, campylobacter infections in poultry, except ostriches, do not produce clinical diseases. Potential sources of poultry farm infections include litter, drinking water, neighbouring farm animals, domestic pets, wildlife species, house flies, insects, equipment, transport vehicles and farm workers. Thermophilic species C. jejuni, C. coli and Campylobacter lari are not significant pathogens for poultry, but are important for food safety and public health. C. jejuni is implicated in about 85% of human campylobacteriosis cases. People can become infected by eating raw or undercooked meat, unpasteurized milk, raw clams, contaminated food or unchlorinated water. Epidemiological data suggest that contaminated products of animal origin, especially poultry, contribute significantly to human campylobacteriosis. In 2008, campylobacteriosis continued to be the most commonly reported 67
68 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ gastrointestinal bacterial disease in humans in the European Union. In order to establish baseline and comparable values for all member states, an EU-wide baseline survey was carried out at slaughterhouse level to determine prevalence of Campylobacter in broiler batches and on broiler carcasses. Campylobacter prevalence decreased by application of routine procedures, first in farms, as management practices have significant impact on Campylobacter levels at the processing plant, and second in poultry slaughter plants, because defeathering, evisceration and carcass chilling have a documented effect in cross-contamination of poultry carcasses. SHIGATOXIN ESCHERICHIA COLI (STEC) ΣΤΟ ΓΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΓΑΛΑ- ΚΤΟΚΟΜΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ Γκόβαρης Α. Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. OCCURRENCE OF SHIGATOXIN ESCHERICHIA COLI (STEC) IN MILK AND DAIRY PRODUCTS Govaris A. Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. H shigatoxin Escherichia coli (STEC) περιέχει περισσότερα από 200 στελέχη, που ταυτοποιούνται ανάλογα με την ύπαρξη του σωματικού αντιγόνου Ο και βλεφαριδικού αντιγόνου Η. Τα στελέχη αυτά χαρακτηρίζονται από παραγωγή των τοξινών Shiga 1 (stx1) και Shiga 2 (stx2), είτε μίας μόνον, είτε και των δύο αυτών τοξινών ταυτοχρόνως. Ορισμένα στελέχη προκαλούν στους ανθρώπους αιμορραγική κολίτιδα με αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο. Σύμφωνα με διάφορες τροφολοιμώξεις που έχουν καταγραφεί σε παγκόσμια κλίμακα, η ομάδα των οροτύπων E. coli Ο157 προσβάλει πιο συχνά τους ανθρώπους, με πιο επικίνδυνο το στέλεχος E. coli O157:H7. Στο αγελαδινό γάλα, σύμφωνα με διάφορες μελέτες σε πολλές χώρες, η αναλογία παρουσίας της STEC, συνήθως, παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση (0,3-60%). Όμως, αυτή της E. coli Ο157:Η7 είναι μικρή (0-1,5%) στο σύνολο των εξεταζομένων δειγμάτων. Στην Ευρώπη, η αναλογία STEC σε δείγματα γάλακτος κυμαίνεται από 0,5% μέχρι 2%. Παρόμοια κατάσταση αναφέρεται για τη συχνότητα ανεύρεσης STEC σε δείγματα γάλακτος μικρών μηρυκαστικών. Αν και η E. coli O157:H7 αποτελεί το σημαντικότερο στέλεχος των διαφόρων τροφολοιμώξεων, άλλοι μη-ο157 ορότυποι (π.χ. O26, O103 ή O111) στο γάλα αναδεικνύονται ως υπεύθυνοι για την πρόκληση σοβαρών τροφολοιμώξεων. Παρουσία E. coli O157:H7 σε αγελαδινό, πρόβειο και αίγειο γάλα στην Ελλάδα έχει βρεθεί σε αναλογία <1% έως 2% των δειγμάτων. Αν και η STEC δεν επιβιώνει στην διάρκεια της παστερίωσης του γάλακτος (71,6 o C για 16 s), είναι ανησυχητικό το γεγονός, όπως φαίνεται από πρόσφατες μελέτες ότι η τοξίνη stx1 δεν αδρανοποιείται κατά την παστερίωση. Οι σημαντικότερες τροφολοιμώξεις από κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων προέρχονται από τυριά που παρασκευάζονται από μη παστεριωμένο γάλα. Επειδή η STEC παρουσιάζει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπως οξεοαντοχή, μικρή μολυσματική δόση κ.ά., η γαλακτοβιομηχανία πρέπει να εφαρμόζει προγράμματα ελέγχου (π.χ. HACCP) σε όλη την παραγωγική διαδικασία. 68
69 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ ΣΤΙΣ ΕΚΤΡΟΦΕΣ: ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫ- ΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ Δηλέ Χ., Παπαϊωάννου Δ.Σ., Παπατσίρος Β., Αρβανίτη Α. Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Αθήνα. PROTECTION OF PIGS ON FARMS: REQUIREMENTS AND CONDI- TIONS OF NATIONAL AND EUROPEAN LEGISLATION Dile C., Papaioannou D.S., Papatsiros V., Arvaniti A. General Directorate of Veterinary Services, Ministry of Rural Development and Food, Athens, Greece. Η μεταστροφή των καταναλωτών προς τρόφιμα ζωικής προέλευσης από ζώα που έχουν εκτραφεί, μεταξύ άλλων, σε συνθήκες εναρμονισμένες με τις φυσιολογικές ανάγκες τους, έχει αντίστοιχα διαμορφώσει το κοινοτικό νομοθετικό πλαίσιο, που θεμελιώνει τους στοιχειώδεις κανόνες και τις ελάχιστες απαιτήσεις για την προστασία των εκτρεφόμενων ζώων. Η Οδηγία 91/630/ΕΟΚ, όπως μετέπειτα τροποποιήθηκε και πρόσφατα κωδικοποιήθηκε με την Οδηγία 2008/120/ΕΚ, εξειδικεύει τους αντίστοιχους κανόνες για προστασία των εντατικά εκτρεφόμενων χοίρων. Η καλή διαβίωση των χοίρων στις εκτροφές προϋποθέτει διασφάλιση της υγείας τους και δυνατότητα εκδήλωσης της φυσιολογικής συμπεριφοράς τους. Βασικές επιδιώξεις κάθε προγράμματος διαχείρισης αποτελεί η ικανοποίηση των θρεπτικών αναγκών των εκτρεφόμενων χοίρων και ο σταβλισμός τους σε καθαρό περιβάλλον, κατάλληλα διαμορφωμένο και επαρκώς συντηρούμενο. Επιπλέον, η πρόληψη εκδήλωσης μη φυσιολογικής συμπεριφοράς (στερεοτυπίες, επιθετικότητα, κανιβαλισμός κ.ά.) βασίζεται σε εξασφάλιση συνθηκών σωστού σταβλισμού. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση της υγείας των εκτρεφόμενων χοίρων και οι αποδόσεις τους σχετίζονται άμεσα με την επίδραση των παραγόντων που «καταπονούν» τον οργανισμό τους και υποβαθμίζουν το επίπεδο διαβίωσής τους. Στην παρούσα εισήγηση, σχολιάζονται οι βασικοί άξονες της κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας και επισημαίνονται οι υποχρεώσεις των χοιροτρόφων και ο ρόλος των κτηνιάτρων στην προσαρμογή των συστημάτων εκτροφής στις σχετικές απαιτήσεις. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑ- ΣΤΟΥ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ Κιόσης Ε. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. STRATEGIC APPROACH TO THE UDDER HEALTH PROBLEMS IN DAIRY FARMS Kiossis E. Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Πανευρωπαϊκά, οι μεγάλες μεταβολές στο κλάδο της γαλακτοβιομηχανίας είχαν ως επακόλουθο τη δραματική μείωση της τιμής του γάλακτος (έως 25%) και του αριθμού των εκτροφέων. Οι Έλληνες παραγωγοί καλούνται να μειώσουν το κόστος παραγωγής του γάλακτος και, συγχρόνως, να αυξήσουν την ποσότητα και την ποιότητα αυτού. Τα προβλήματα κλινικής και, κυρίως, υποκλινικής μαστίτιδας αποτελούν βασική τροχοπέδη στην αποδοτικότητα και τη βιωσιμότητα κάποιας εκτροφής. Η αύξηση του κόστους 69
70 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ παραγωγής οφείλεται, κυρίως, στη μείωση της παραγόμενης ποσότητας του γάλακτος, την ταυτόχρονη αύξηση των ωρών εργασίας και την αύξηση του ρυθμού αντικατάστασης των ζώων. Ο κτηνίατρος καλείται να δώσει λύσεις σε ατομικό επίπεδο και σε επίπεδο εκτροφής. Πρώτο βήμα κάθε κτηνιάτρου, είναι η εκτίμηση του μεγέθους του προβλήματος της μαστίτιδας στην εκτροφή. Βασική παράμετρος εκτίμησης αποτελεί ο αριθμός των σωματικών κυττάρων (ΣΚ) στην παγολεκάνη τους τελευταίους έξι μήνες. Στόχος είναι η τιμή τους να κυμαίνεται σταθερά σε < ΣΚ ανά ml γάλακτος. Ως δεύτερο βήμα, εντοπίζονται τα ζώα με υποκλινική μαστίτιδα και ταυτοποιούνται οι μικροοργανισμοί, αιτιολογικοί παράγοντες της νόσου. Ανάλογα με τα αποτελέσματα των εξετάσεων, διαμορφώνεται πρόγραμμα αντιμετώπισης της μαστίτιδας, διαφορετικό για κάθε εκτροφή. Το πρόγραμμα εκρίζωσης προϋποθέτει έλεγχο της υγιεινής του αρμεκτήριου και του τρόπου αρμέγματος. Παρεμβάσεις σε αυτό το επίπεδο θεωρούνται αναγκαίες, καθώς στο αρμεκτήριο μπορεί να διακοπεί, σχετικά εύκολα, η αλυσίδα μετάδοσης των παθογόνων μικροοργανισμών από άρρωστα σε υγιή ζώα. Η αποκλειστική και τυφλή χορήγηση αντιβιοτικών, χωρίς περαιτέρω παρεμβάσεις στον τρόπο αρμέγματος, στην υγιεινή του αρμεκτηρίου και του στάβλου, στη διερεύνηση του αιτιολογικού παράγοντα της μαστίτιδας και στη σωστή εισαγωγή των ζώων στην ξηρή περίοδο, συμβάλλει, σε επίπεδο εκτροφής, σε παροδική μόνο βελτίωση της υγείας του μαστού των ζώων. ΥΛΙΚΑ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΡΟΦΙΜΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Κιρκαγασλής Σ.Ε. 1, Τυρπένου Α.Ε. 2 1 ΓΙΩΤΗΣ Α.Ε., Αθήνα. 2 Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία, Αθήνα. FOOD CONTACT MATERIALS AND FOOD SAFETY Kirkagaslis S.E. 1, Tyrpenou A.E. 2 1 YIOTIS S.A., Athens, Greece. 2 Hellenic Veterinary Medical Society, Athens, Greece. Τα τρόφιμα συσκευάζονται, για να προστατευθούν και να συντηρηθούν σε καλή κατάσταση κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και της συντήρησής τους σε όλο το μήκος της αλυσίδας διανομής. Όλα τα χαρακτηριστικά ποιότητας και ασφάλειας ενός τροφίμου από την παραγωγή, την επεξεργασία και την προετοιμασία του θα ήταν άχρηστα, εάν δεν υπήρχε ο κατάλληλος σχεδιασμός και η σωστή συσκευασία, ώστε να διασφαλισθεί η ασφαλής παράδοση του τροφίμου στον καταναλωτή κάτω από τις καλύτερες συνθήκες και το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τα τρόφιμα καλύπτει δύο ουσιώδεις στόχους: (α) την προστασία της υγείας των καταναλωτών και (β) την εξάλειψη των τεχνικών φραγμών στο εμπόριο. Τα υλικά αυτά πρέπει να είναι ασφαλή και τα συστατικά τους να μη μεταναστεύουν μέσα στα τρόφιμα. Επιπλέον, η νομοθεσία προβλέπει την ιχνηλασιμότητα της κατασκευής ενός υλικού ή αντικειμένου σε όλα τα στάδια της κατασκευής, διανομής και διάθεσης στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων και των ενεργών και των νοημόνων υλικών και αντικειμένων, τα οποία ρυθμίζουν την κατάσταση του συσκευασμένου τροφίμου ή του περιβάλλοντός του και παρατείνουν τη διάρκεια της ζωής του τροφίμου ή αντιδρούν όταν το τρόφιμο είναι αλλοιωμένο (αλλαγή χρώματος). Σύμφωνα με τη νομοθεσία, ορίζονται επιπλέον οι κανόνες ορθής πρακτικής για την κατασκευή υλικών που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα, με τρόπο ώστε αυτά να μην αποτελούν κίνδυνο για τον καταναλωτή και 70
71 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ να μην αλλοιώνουν τη σύνθεση ή τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των τροφίμων. Συχνά, διάφοροι χημικοί παράγοντες μεταναστεύουν από τα υλικά συσκευασίας πάνω και μέσα στα τρόφιμα, με αποτέλεσμα αυτά να καθίσταται επικίνδυνα για την υγεία των καταναλωτών. Τέτοιοι χημικοί παράγοντες είναι τα βαρέα μέταλλα (Pb, Cd, Hg, CrVI), η πενταχλωροφαινόλη, η βενζοφαινόνη (BP), η 4-μεθυλοβενζοφαινόνη (4-MBP), η διφαινόλη Α, οι φθαλικές ενώσεις και άλλοι. AWARE: ΕΝΑ ΝΕΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΕΥΖΩΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΣΤΗ ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ Κυριαζάκης Η. 1,2, Φθενάκης Γ.Χ. 3 1 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, 3 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 School of Agriculture, Food and Rural Development, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, England. AWARE: A NEW EU-FUNDED PROJECT TO HARMONISE AND INTEGRATE RESEARCH, EDUCATION AND TRAINING IN FARM ANIMAL WELFARE ACROSS AN ENLARGED EUROPE Kyriazakis I. 1,2, Fthenakis G.C. 3 1 Laboratory of Animal Nutrition & Husbandry, 3 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 School of Agriculture, Food and Rural Development, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, England. Differences between countries of the EU, in production systems, purchasing power and other factors are reflected by differences in the general perception of welfare and protection of farm animals, in tradition, quality and quantity of welfare-oriented research and in attitudes of consumers towards animal welfare. The EU has just funded a research project, called AWARE aiming to overcome such obstacles, enhance integration and strengthen partnerships between actors/institutions in the enlarged EU. There are 14 partners in the project; the Veterinary Faculty of University of Thessaly is the Greek one. The starting date of the programme is the 1st March Improved integration is characterised by increased level of collaboration and stronger European dimension in future research. AWARE aims to raise awareness of animal scientists, veterinarians, producers and consumers about farm animal welfare and identify institutions dealing with welfare related problems, in order to include them in a European Network of Reference Centres for the protection and welfare of animals to be established in the future. The project aims to facilitate farm animal welfare research in the EU, by establishing working contacts between animal welfare researchers, including staff exchanges, by supporting exchange of information and facilitating involvement of scientists from the EU in research on animal welfare. The project will identify critical gaps in implementation of legislation and incorporation of animal welfare in educational programmes, especially amongst veterinary schools. Added value lies in reinforcing collaboration and better exploiting research synergies across the enlarged EU. By strengthening partnership and widening participation through joint research in the field, full profit from complementary expertises will be achieved. This will strengthen the EU and 71
72 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ provide opportunities for capacity building and knowledge transfer between research actors and increase transnational collaboration, while supporting EU and national policies. AWARE is supported by the European Commission, within the 7 th Framework Programme, FP7-KBBE , grant agreement number The text represents the authors views and does not necessarily represent a position of the Commission who will not be liable for the use made of such information. ΑΡΧΕΣ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΒΑΣΙΖΟΜΕΝΗΣ ΣΕ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗ- ΤΑΣ ΣΤΗΝ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ Λεοντίδης Λ. Εργαστήριο Βιοστατιστικής, Επιδημιολογίας και Οικονομίας της Υγείας των Ζώων, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. PRINCIPLES OF RISK BASED SURVEILLANCE IN VETERINARY MED- ICINE AND VETERINARY PUBLIC HEALTH Leontides L. Laboratory of Biostatistics, Epidemiology and Animal Health Economics, School of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Animal diseases, emerging or re-emerging, zoonoses and increasing international trade have resulted in an increased demand for veterinary surveillance systems, while human and financial resources available to support government veterinary services are becoming more and more limited in many countries world-wide. This constrains all areas of activities of veterinary services, including monitoring and surveillance programmes. One option to respond to this situation is to apply the risk-based philosophy for veterinary surveillance. In this, exposure and risk assessment methods are applied together with traditional design approaches in the design of surveillance programmes in order to assure appropriate and cost-effective data collection. Principal objectives of risk-based veterinary surveillance are identification of surveillance needs to protect the health of livestock and consumers, setting of priorities and allocation of resources effectively and efficiently. The important goal is to achieve a higher benefit-cost ratio compared to traditional surveillance with existing or reduced resources. The design of risk-based surveillance systems requires prior, epidemiological knowledge on, e.g., the difference in occurrence of disease between population strata or the influence of risk factors. This type of information cannot be generated by risk-based surveillance systems themselves, but needs to be obtained using traditional, quantitative epidemiological approaches. Based on the prior epidemiological intelligence, the risk-based identification and selection of hazards, the risk-based selection of population strata and the risk-based sample size calculation can be achieved. However, analysis and integration of data from risk-based surveys cannot always be performed with similar analytical techniques as in non riskbased surveys. 72
73 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΟΥ- ΣΙΩΝ Μεθενίτου Γ., Φώτος Β. Ινστιτούτο Υγιεινής Τροφίμων, Κέντρο Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών, Αγία Παρασκευή Αττικής. REQUIREMENTS FOR USE OF VETERINARY PHARMACEUTICALS Methenitou G., Fotos V. Institute for Food Hygiene, Centre for Veterinary Establishments, Agia Paraskevi, Attica, Greece. Η χρήση φαρμακευτικών ουσιών στην κτηνιατρική αποτέλεσε σημαντικό αρωγό στη βελτιστοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας, που παρατηρήθηκε στο δεύτερο μισό του 20 ου αιώνα και συνεχίζεται έως σήμερα. Ανασταλτικοί παράγοντες, οι οποίοι δεν επέτρεπαν την άριστη παραγωγή των ζώων, αντιμετωπίστηκαν, με αποτελέσματα την αύξηση της παραγωγής και την επίτευξη ποιοτικά ανώτερων τροφίμων ζωικής προέλευσης. Ωστόσο, με την πάροδο των χρόνων, παρατηρήθηκε αλόγιστη χρήση των κτηνιατρικών φαρμακευτικών ουσιών, η οποία οδήγησε σε ύπαρξη καταλοίπων αυτών σε τρόφιμα για ανθρώπινη κατανάλωση, με κίνδυνο στην ανθρώπινη υγεία. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, τέθηκαν σε εφαρμογή οι πρώτοι κανονισμοί με τις βάσεις για τη χρήση φαρμάκων σε παραγωγικά ζώα, παράλληλα δε θεσμοθετήθηκε ο μηχανισμός παρακολούθησης της τήρησης των κανονισμών. Κάθε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποχρεούται να εφαρμόζει πρόγραμμα ελέγχου καταλοίπων, το οποίο κάθε χρόνο αξιολογείται από την αρμόδια αρχή και τα αποτελέσματα αποστέλλονται στις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΕ. Κάθε κράτος-μέλος πρέπει να ελέγχει-επιτηρεί τη χρήση κτηνιατρικών φαρμακευτικών ουσιών και, ενδεχομένως, να επιβάλλει κυρώσεις. Η ΕΕ με νομοθετικά κείμενα υποχρεωτικής εφαρμογής από τα κράτη μέλη έχει θεσπίσει διαδικασίες ελέγχου, επιτρεπόμενα όρια, απαγορευμένες ουσίες, εργαστηριακές μεθόδους ανάλυσης και κριτήρια για την εφαρμογή τους, ώστε να ελέγχει με αποτελεσματικό τρόπο την χρήση φαρμακευτικών ουσιών στην κτηνιατρική πράξη.η νομοθεσία μπορεί να μεταβάλλεται μετά από νέα επιστημονικά δεδομένα, καθώς και για εμπορικούς λόγους Οι απαιτήσεις για χρήση των κτηνιατρικών φαρμάκων ορίζονται στον Κανονισμό 470/2009 και στον Κανονισμό 37/2010, οι οποίοι αντικατέστησαν τον Κανονισμό 2377/90, καθιστώντας ευκολότερες τις διαδικασίες για θέσπιση ανώτατων ορίων καταλοίπων και τη διακίνηση προϊόντων ζωικής προέλευσης μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ και με τις χώρες εκτός αυτής. 73
74 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΜΙΑ ΑΜΦΙΔΡΟΜΗ ΣΧΕΣΗ ΠΟΥ ΠΡΟΑΓΕΙ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΒΟΟΕΙ- ΔΩΝ Μπάνος Γ., Βαλεργάκης Γ. Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. GENETIC IMPROVEMENT AND REPRODUCTION: A TWO-WAY RELA- TIONSHIP THAT PROMOTES CATTLE HEALTH AND PRODUCTIVITY Banos G., Valergakis G. Laboratory of Animal Husbandry, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η ορθή αναπαραγωγική διαχείριση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή άσκηση της κτηνοτροφικής δραστηριότητας. Ταυτόχρονα, η γενετική βελτίωση στοχεύει στην αναβάθμιση των παραγωγικών (γαλακτοπαραγωγή, κρεοπαραγωγή) και των λειτουργικών (μορφολογία, γονιμότητα, ανθεκτικότητα) χαρακτηριστικών των ζώων. Όσο μικρότερο είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ διαδοχικών γενεών, τόσο ταχύτερη είναι η γενετική πρόοδος που επιτελείται. Επομένως, υψηλές αναπαραγωγικές επιδόσεις είναι απαραίτητες για την επιτυχία των προγραμμάτων γενετικής βελτίωσης. Άλλωστε, σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα της αναπαραγωγής, όπως η τεχνητή σπερματέγχυση (ΤΣ) με κατεψυγμένο σπέρμα, αποτέλεσαν το βασικό μέσο εφαρμογής των προγραμμάτων γενετικής βελτίωσης διεθνώς, ενώ νεότερες μέθοδοι, όπως η προεπιλογή του φύλου, παρέχουν ευκαιρίες για ταχύτερη και αποτελεσματικότερη γενετική πρόοδο. Στον αντίποδα, η γενετική βελτίωση, που αφορά σε όλα τα χαρακτηριστικά, η έκφραση των οποίων ελέγχεται από γενετικούς παράγοντες, αποτελεί βασικό τρόπο αναβάθμισης της αναπαραγωγής των ζώων. Πολλά χαρακτηριστικά της αναπαραγωγής κληρονομούνται και συμπεριλαμβάνονται σήμερα στο βελτιωτικό στόχο χωρών, από όπου εισάγονται σπέρμα, έμβρυα και μοσχίδες, με στόχο την αναβάθμιση του ζωικού κεφαλαίου στην Ελλάδα. Ταύροι αξιολογούνται γενετικά ως προς χαρακτηριστικά των θυγατέρων τους, όπως το ποσοστό σύλληψης, το διάστημα μεταξύ τοκετού και 1 ης ΤΣ ή μεταξύ 1 ης και γόνιμης ΤΣ, το μεσοδιάστημα τοκετών, ο αριθμός ΤΣ ανά σύλληψη κ.λπ.. Επιπλέον, τα ολοκληρωμένα προγράμματα γενετικής βελτίωσης περιλαμβάνουν ήδη και χαρακτηριστικά που επηρεάζουν άμεσα την υγεία των ζώων, όπως η ανθεκτικότητα στη μαστίτιδα και η ευχέρεια στον τοκετό. Στο μέλλον, αναμένεται να συμπεριληφθούν και νέα χαρακτηριστικά. Έρευνα στον τομέα αυτό διενεργείται και στην Ελλάδα, σχετικά με χαρακτηριστικά όπως το ενεργειακό ισοζύγιο, η χωλότητα και η υποκλινική υπασβεστιαιμία. Τελικός στόχος είναι η δημιουργία μακρόβιων και οικονομικά αποδοτικών ζώων. 74
75 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΙΟΓΕΝΗΣ ΔΙΑΡΡΟΙΑ ΤΩΝ ΒΟΟΕΙΔΩΝ - ΝΟΣΟΣ ΤΩΝ ΒΛΕΝΝΟΓΟΝΩΝ (BVD-MD) ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΕΚΤΡΟΦΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟ- ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ - ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Μπιλλίνης Χ. Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. STRATEGIES FOR BOVINE VIRAL DIARRHOEA - MUCOSAL DISEASE (BVDV-MD) CONTROL IN EUROPEAN UNION: RESULTS AND PRO- SPECTIVES Billinis C. Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Infections with bovine viral diarrhoea virus (BVDV) are endemic in cattle populations in most parts of the world. High prevalence in combination with adverse effects on reproduction and general health condition in affected herds result in significant economic losses to the cattle industry globally. The key to BVDV control is to prevent foetal infections in early gestation; i.e. interfere with the process by which persistently infected (PI) individuals are generated. In Europe, strategies followed for BVDV control were divided into non-systematic and systematic. The former refers to any measures implemented on a herd-to-herd decision basis; typically, these have involved immunization strategies using attenuated or inactivated vaccines, as well as test-and-slaughter of PI animals, but without any systematic follow-up or monitoring of the outcome. Systematic control implies a goaloriented reduction in the incidence and prevalence of BVDV infections, typically implemented on a sectoral/regional/national level, where progress is being monitored, so that the effectiveness of measures in place can be evaluated. Systematic control implies that the following three items are in place: biosecurity framework, procedures for virus elimination in infected herds and surveillance. So far, there are no biosecurity frameworks that are 100% secure, which is why there will be a need to quickly detect if there are breakdowns. Vaccination is regarded as an optional biosecurity item. It should be noted that non-systematic control approaches have been used for decades, without any noticeable effect on prevalence of BVDV infections. In contrast, systematic control schemes have resulted in BVDV being close to eradication in those European countries that have implemented them, within a time frame of 10 to 15 years. 75
76 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Μπιλλίνης Χ., Γκόβαρης Α., Κραμποβίτης Η., Αθανασοπούλου Φ., Φθενάκης Γ.Χ., Λεοντίδης Λ., Μπουριέλ Α., Τόντης Δ., Παππάς Ι., Γαλάτος Α.Δ., Χριστοδουλόπουλος Γ., Αμοιρίδης Γ.Σ., Κοντοπίδης Γ., Σαριδομιχελάκης Μ.Ν., Πούρλης Α., Μανωλάκου Α., Θεοδοσιάδου Α., Γκουλέτσου Π.Γ., Γιάννενας Η., Πανταζής Π., Πεξαρά Α., Τσιώλη Β., Κωστούλας Π., Σολωμάκος Ν., Σιδέρη Α., Παπατσίρος Β., Βαλάση Ε., Αθανασίου Λ.Β., Λευκαδίτης Μ., Κουτουλής Κ., Τσαλή Ε., Μαυρογιάννη Β.Σ., Πετανίδης Θ. Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. TRAINING IN FARM ANIMAL VETERINARY MEDICINE AND IN FOOD SAFETY AND HYGIENE AT THE VETERINARY FACULTY OF THE UNI- VERSITY OF THESSALY Billinis C., Govaris A., Krambovitis E, Athanassopoulou F., Fthenakis G.C., Leontides L., Burriel A.R., Tontis D., Pappas I., Galatos A.D., Christodoulopoulos G., Amiridis G.S., Kontopidis G., Saridomichelakis M.N., Pourlis A., Manolakou K., Theodosiadou A., Gouletsou P.G., Giannenas E., Pantazis P., Pexara A., Tsioli V., Kostoulas P., Solomakos N., Sideri A., Papatsiros V., Valasi I., Athanasiou L.V., Lefkaditis M., Koutoulis C., Tsalie E., Mavrogianni V.S., Petanidis T. Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Σήμερα, στο Τμήμα Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το οποίο λειτουργεί στην Καρδίτσα από το 1994, φοιτούν 330 προπτυχιακοί φοιτητές, ενώ από αυτό έχουν ήδη αποφοιτήσει 196 κτηνίατροι. Η εκπαίδευση των φοιτητών στην κτηνιατρική των παραγωγικών ζώων αρχίζει από το 1 ο και 2 ο έτος στο πλαίσιο των βασικών σπουδών των φοιτητών (ανατομία, βιοχημεία, γενετική, φαρμακολογία, φυσιολογία) και συνεχίζεται με τα αντικείμενα της ζωικής παραγωγής (διατροφή, ζωοτεχνία) και της κτηνιατρικής διαγνωστικής (βακτηριολογία, γενική παθολογία, ιολογία, παθολογική ανατομική, παρασιτολογία) στο 2 ο και 3 ο έτος. Ακολουθούν τα θέματα ιατρικής των πληθυσμών (επιδημιολογία, οικονομία ζωικής παραγωγής) και η εκπαίδευση καταλήγει με τα αντικείμενα της νοσολογίας των παραγωγικών ζώων (ειδική παθολογία, λοιμώδη-παρασιτικά νοσήματα, παθολογία αναπαραγωγής-μαιευτική, χειρουργική). Στο 4ο και 5ο έτος, η κλινική άσκηση των φοιτητών πραγματοποιείται σε ομάδες, εναλλασσόμενες στις κλινικές του Τμήματος σε κύκλους τριών εβδομάδων. Στο πρόγραμμα σπουδών, υπάρχουν επίσης ως ανεξάρτητα γνωστικά αντικείμενα η ιχθυοπαθολογία και η παθολογία πτηνών. Η εκπαίδευση στην υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων λαμβάνει χώρα στο 3ο, 4ο και 5ο έτος και εμπεριέχει θέματα που αφορούν στην παραγωγική διαδικασία των τροφίμων από το στάβλο μέχρι την κατανάλωσή τους. Σημαντικό μέρος της εκπαίδευσης αποτελεί ο υγειονομικός έλεγχος των σφαγίων των ζώων και η αγωγή του κρεοσκόπου κτηνιάτρου σε νοσήματα των ζώων από βακτήρια, ιούς, παράσιτα, πρωτόζωα κ.λπ., καθώς και ο υγειονομικός έλεγχος των ψαριών, γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, πουλερικών και αβγών, κρέατος και κρεατοσκευασμάτων αποτελεί επίσης βασικό μέρος του προγράμματος εκπαίδευσης. Στο 4ο και 5ο έτος, η άσκηση των φοιτητών γίνεται σε ομάδες όπως παραπάνω. Το Τμήμα Κτηνιατρικής παρέχει επίσης μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στο γνωστικό αντικείμενο «Υδατοκαλλιέργειες - Παθολογικά προβλήματα 76
77 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ εκτρεφόμενων υδρόβιων οργανισμών» διετούς διάρκειας, από το οποίο έχουν αποφοιτήσει 62 σπουδαστές, καθώς και επίσημη Ευρωπαϊκή ειδικότητα στο αντικείμενο «Διαχείριση υγείας μικρών μηρυκαστικών». Τέλος, το Τμήμα υποστηρίζει διδακτορικές σπουδές στα πεδία της Κτηνιατρικής παραγωγικών ζώων και της Υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων, έχοντας απονείμει μέχρι τώρα 17 διδακτορικά διπλώματα σε διάφορα γνωστικά αντικείμενα. ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΑΓΕ- ΛΑΔΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Μπόσκος Κ.Μ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. MEANS AND PROCEDURES FOR THE CONTROL OF DAIRY COWS REPRODUCTION Boscos C.M. Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η ολοένα και εντονότερη τάση μείωσης της γονιμότητας των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής στις επιχειρηματικές εκτροφές αποτελεί πρόβλημα, αλλά και πρόκληση και ευκαιρία για τους αγροτικούς κτηνιάτρους να ανακτήσουν το κύρος που απώλεσαν κατά την πορεία εξέλιξης της κτηνοτροφίας. Η αποτελεσματικότητα της παρέμβασής τους προϋποθέτει την εισαγωγή και εφαρμογή καινοτόμων τεχνικών διαχείρισης της αναπαραγωγής, καθώς και γενικότερα, την παροχή υπηρεσιών υψηλού επιπέδου. Οι εργαστηριακές δοκιμές αποτελούν ένα μέσο που παραμένει υπό κτηνιατρικό έλεγχο και μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην έγκαιρη ανίχνευση/εντόπιση/αντιμετώπιση κρίσιμων φυσιολογικών διαταραχών. Η αντικειμενική εκτίμηση του αρνητικού ενεργειακού ισοζυγίου (NEB), η έγκαιρη εντόπιση της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης, η ερμηνεία ευρημάτων που σχετίζονται με τις συγκεντρώσεις των στεροειδών ορμονών, το ph της μεγάλης κοιλίας, το άζωτο ουρίας του γάλακτος (MUN), το άζωτο ουρίας του αίματος (BUN), τα κετονικά σώματα, τα μη εστεροποιημένα λιπαρά οξέα, τα συστατικά του γάλακτος κ.λπ., μπορούν να καταστήσουν τους κτηνιάτρους ιδιαίτερα αποτελεσματικούς στις παρεμβάσεις τους, και επιπλέον προσθέτουν επαγγελματικό κύρος. Η εφαρμογή των αναγκαίων εργαστηριακών τεχνικών και η ορθή ερμηνεία των αποτελεσμάτων τους απαιτούν ειδικές γνώσεις και δεξιότητες, συνεχή ενημέρωση, καθώς και απόκτηση ή βελτίωση του αναγκαίου εξοπλισμού. 77
78 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΚΤΗΝΙΑΤΡΩΝ ΠΟΥ ΑΣΧΟΛΟΥ- ΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ: ΠΡΟ- ΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ Μπόσκος Κ.Μ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ROLE AND SOCIAL POSITION OF THE DAIRY CATTLE VETERINARY PRACTITIONERS: PROBLEMS AND OPPORTUNITIES Boscos C.M. Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Ο ρόλος και η κοινωνική θέση των κτηνιάτρων που ασχολούνται με την αγελαδοτροφία, μεταβλήθηκαν σημαντικά με την πάροδο των ετών. Τις δεκαετίες του 1960 και 1970, είχαν κυρίαρχο συμβουλευτικό και παρεμβατικό ρόλο στις εκτροφές και ασχολούνταν κυρίως με την αντιμετώπιση ατομικών περιστατικών και την πώληση φαρμάκων και άλλων προϊόντων. Σταδιακά, οι περισσότεροι εκτροφείς εξελίχθηκαν σε επιχειρηματίες με αυξημένες απαιτήσεις, ειδικά στους τομείς της γονιμότητας και της διαχείρισης. Παράλληλα, παρατηρήθηκε αύξηση του ρόλου των γαλακτοβιομηχανιών και άλλων εμπλεκόμενων φορέων. Επίσης, κατέστησαν βαρύνουσας σημασίας ο ρόλος της κοινής γνώμης, καθώς και οι ισχυροί κανονισμοί λειτουργίας και υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση τις παραπάνω εξελίξεις, ο κτηνίατρος έχασε τον κυρίαρχο ρόλο του και έγινε ένας από τους πολλούς συμβούλους στο χώρο της αγελαδοτροφίας. Οι κτηνίατροι σήμερα, παράλληλα με το ιατρικό μέρος της δουλειάς τους, βρίσκονται στην ανάγκη να συναλλάσσονται καθημερινά με διάφορους φορείς και ομάδες πολλαπλών ειδικοτήτων και να εκφέρουν υπεύθυνη γνώμη σε εξειδικευμένα θέματα, που απαιτούν παρεμβατικές δεξιότητες, ικανότητες ανάλυσης και ερμηνείας προβλημάτων, γνώσεις νομοθεσίας κ.λπ.. Η ανάκτηση του κύρους των αγροτικών κτηνιάτρων προϋποθέτει την παροχή υπηρεσιών που θα βασίζονται στην ατομική εξέταση του ζώου, καθώς και στην ανάλυση των δεδομένων απόδοσης ολόκληρης της εκτροφής. Επομένως, απαιτείται προσπάθεια για την απόκτηση τεχνικών, γνώσεων και δεξιοτήτων στην αναπαραγωγή/υγεία/διαχείριση/οικονομία των εκτροφών, στη διατροφή, στα προβλήματα περιβάλλοντος, στη γενετική, καθώς και στη συλλογή πολλαπλών δεδομένων και την ερμηνεία αυτών. ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ Μπρόζος Χ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. DIAGNOSTIC INVESTIGATION OF METABOLIC DISEASES OF COWS Brozos C. Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η συχνότητα εμφάνισης των μεταβολικών νοσημάτων των αγελάδων σχετίζεται με την ποσότητα της γαλακτοπαραγωγής, τη διατροφή και τη διαχείριση των ζώων. Στο παρελθόν, τα περισσότερα μεταβολικά νοσήματα οφείλονταν σε σοβαρά διατροφικά σφάλματα, λόγω ελλιπούς γνώσης των βασικών αρχών διατροφής των αγελάδων. Σήμερα, αν και οι γνώσεις στη διατροφή έχουν βελτιωθεί, η συχνότητα των νοσημάτων παραμένει αυξη- 78
79 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ μένη, εξαιτίας της εντατικοποίησης των εκτροφών. Σήμερα, το κυριότερο πρόβλημα φαίνεται ότι είναι η υποκλινική μορφή των διαφόρων μεταβολικών νοσημάτων, κυρίως δε της δυσπεπτικής οξέωσης, της κέτωσης και της υπασβεστιαιμίας. Τα νοσήματα αυτά προδιαθέτουν σε άλλες παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες, συχνά, αποτελούν ένδειξη για τη διερεύνηση των μεταβολικών νοσημάτων. Ο δειγματοληπτικός έλεγχος του ph της μεγάλης κοιλίας επιβάλλεται σε εκτροφές όπου εκδηλώνεται αυξημένη συχνότητα εμφάνισης προβλημάτων σχετιζόμενων με την υποκλινική δυσπεπτική οξέωση: χωλότητα, μειωμένος δείκτης θρεπτικής κατάστασης, αυξημένη συχνότητα θανάτων, μείωση της περιεκτικότητας του γάλακτος σε λίπος. Η διερεύνηση της υποκλινικής κέτωσης πραγματοποιείται με προσδιορισμό της συγκέντρωσης του β-υδροξυβουτυρικού οξέως στο αίμα τις πρώτες ημέρες μετά τον τοκετό. Εάν υπάρχουν ενδείξεις αυξημένης συγκέντρωσης αυτού, συνιστάται προσδιορισμός της συγκέντρωσης των μη εστεροποιημένων λιπαρών οξέων. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται σε εκτροφές με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης μετατόπισης ηνύστρου και απομάκρυνσης αγελάδων στην αρχή της γαλακτικής περιόδου. Ο προσδιορισμός της συγκέντρωσης του ασβεστίου την ημέρα του τοκετού μπορεί να φανερώσει πρόβλημα υποκλινικής υπασβεστιαιμίας. Η υποκλινική υπασβεστιαιμία αντιμετωπίζεται, μεταξύ άλλων, με χορήγηση ανιοντικών αλάτων στο τέλος της ξηράς περιόδου. Η αποτελεσματικότητα της χορήγησης ελέγχεται με προσδιορισμό του ph του ούρου σε αγελάδες, που διανύουν τις τελευταίες δύο έως τρεις εβδομάδες της εγκυμοσύνης. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΝΑΝΟ-ΒΙΟ-ΠΛΗΡΟΦΟΡΙ-ΜΑΘΗΣΙ- ΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΥ ΣΥΣΤΗ- ΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ, ΤΗΝ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Νυχάς Γ.-Ι.Ε. Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. SCIENTIFIC SYNERGISM OF NANO-BIO-INFO-COGNI SCIENCE FOR AN INTEGRATED SYSTEM TO MONITOR MEAT QUALITY AND SAFE- TY DURING PRODUCTION, STORAGE AND DISTRIBUTION IN THE EU Nychas G.-J.E. Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Agricultural University of Athens, Iera odos 75, Athens, Greece. The SYMBIOSIS-EU project ( brings together 14 partners from six EU countries (plus one each from New Zealand and USA) to study meat safety and quality. Overall aims are to identify and evaluate practical and easy to use chemical, biochemical and molecular indices and to establish their applicability as monitors for inspection of meat safety and quality. The project applies a multidisciplinary approach relying on converging technologies (bioinformatics, nanotechnology, modelling) to obtain knowledge for meat safety that will be translated into simple devices and practical indicators of quality and safety. Main objectives are (a) to develop and/or validate easy to use chemical/biochemical methods (e.g. biosensors, Videometer, fluorescence, FT-IR), molecular methods (DNA microarrays), (b) to develop a suitable software platform for data sharing 79
80 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ and integration, (c) to apply multivariate statistical methods and machine learning (neural networks, fuzzy logic, genetic algorithms) to identify robust multiple compound quality indices and (d) to integrate of the sensors and information platform and development of a system to automatically transform data acquired from a sample into a diagnosis of meat safety and quality. The project plan designed to meet these objectives comprises three pillars: (a) microbial status and major metabolomic and molecular profiling of spoilage bacteria, (b) development of an easy to use integrated system to monitor meat safety and quality, (c) development of protocols for simple, effective and cheap evaluation of meat quality and safety in industry, based on new indices of quality and safety relying on detection of metabolites by simple sensors, driven by user friendly software that facilitates practical use of the developed methods. The project is of benefit to the meat industry, providing useful tools and fundamental knowledge of the spoilage and hazard. It will also impact on the research and informatics communities. The project is funded from SYMBIOSIS-EU (Contract No ) ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΜΟΣΧΩΝ Πανούσης Ν. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CALF RESPIRATORY DISEASE: A PRACTICAL APPROACH Panousis N. Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Οι παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος των μόσχων είναι πολύ συχνές στην κλινική πράξη και προκαλούν σημαντικές οικονομικές απώλειες. Καθυστέρηση στη διάγνωσή τους μπορεί να προκαλέσει ενδημία, αυξημένη συχνότητα υποτροπών, χρόνια πυώδη πνευμονία, ωτίτιδα και παρατεταμένη χρήση αντιβακτηριακών ουσιών. Η έγκαιρη και ακριβής διάγνωση οδηγεί σε αποτελεσματική αντιμετώπιση. Με στόχο την έγκαιρη διάγνωση των αναπνευστικών νοσημάτων, εφαρμόζεται σύστημα διαβάθμισης της βαρύτητάς τους, το οποίο στηρίζεται στην αξιολόγηση των παρακάτω ευρημάτων: (α) θερμοκρασία απευθυσμένου, (β) χαρακτήρας, ποσότητα, προέλευση ρινικού εκκρίματος, (γ) χαρακτήρας, ποσότητα, προέλευση οφθαλμικού εκκρίματος ή κλινική εικόνα των ώτων και (δ) παρουσία και χαρακτήρας βήχα. Καθένα από τα παραπάνω, βαθμολογείται ως εξής: 0=φυσιολογικό, 1=ήπιο, 2=μέτριο και 3=σοβαρό. Η επιμέρους βαθμολόγηση αθροίζεται και προκύπτει η συνολική βαθμολογία του συστήματος διαβάθμισης. Η μεγαλύτερη συνολική βαθμολογία αντικατοπτρίζει σοβαρότερη κατάσταση. Μόσχοι με συνολική βαθμολογία 5 και ταυτόχρονα βαθμολογία 2 σε τουλάχιστον δύο από τα παραπάνω κλινικά ευρήματα, θεωρούνται ασθενείς και προτείνεται η έναρξη θεραπευτικής αγωγής. Για ακριβή αιτιολογική διάγνωση, πρέπει να γίνουν εργαστηριακές εξετάσεις σε υλικό από ρινικό έκκριμα, τραχειακό ή βρογχοκυψελιδικό έκπλυμα, το οποίο είναι και το καλύτερο για τη διάγνωση. Η λήψη βρογχοκυψελιδικού εκπλύματος από σοβαρά προσβεβλημένους μόσχους πρέπει να αποφεύγεται, λόγω της επιπρόσθετης καταπόνησης που προκαλεί. Οξεία περιστατικά στα οποία δεν έχει γίνει χορήγηση αντιμικροβιακών είναι ιδανικά για δειγματοληψία. Οι εργαστηριακές εξετάσεις περιλαμβάνουν μικρο- 80
81 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ βιολογικό, ορολογικό και κυτταρολογικό έλεγχο. Η επιτυχής επιλογή του αντιβακτηριακού βασίζεται σε αντιβιόγραμμα. Η εφαρμογή υποστηρικτικής αγωγής και οι ζωοτεχνικές παρεμβάσεις στην εκτροφή είναι επίσης σημαντικές για την επιτυχή αντιμετώπιση της νόσου. ΠΑΡΑΣΙΤΙΚΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΕΛΙΣΣΩΝ Παπαδόπουλος Η. Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. PARASITIC DISEASES OF HONEY BEES Papadopoulos E. Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η προσφορά των μελισσών (Apis mellifera) περιλαμβάνει την παραγωγή πολύτιμων προϊόντων, καθώς και την επικονίαση των φυτών. Τα έντομα αυτά ζουν σε μια καλά οργανωμένη κοινωνία, το μελίσσι, που διαθέτει ένα αποτελεσματικό αμυντικό σύστημα κατά των παθογόνων μικροοργανισμών. Η καλή λειτουργία του αμυντικού συστήματος βασίζεται σε ανατομικές ιδιομορφίες των μελισσών, σε τακτική ανανέωση του πληθυσμού τους, στο ένστικτο της καθαριότητας, στην απομάκρυνση από την κυψέλη του νεκρού πληθυσμού και στις μικροβιοκτόνες ουσίες των προϊόντων τους. Μολαταύτα, το μελίσσι μπορεί να νοσήσει, ιδιαίτερα συχνά από παρασιτικά νοσήματα. Αίτια ενός από τα σπουδαιότερα νοσήματα, που απασχολούν τη σύγχρονη μελισσοκομία, είναι τα πρωτόζωα παράσιτα Nosema apis και Nosema ceranae, τα οποία είναι πολύ παθογόνα και εμπλέκονται στο «σύνδρομο κατάρρευσης των μελισσιών». Αναπτύσσονται και πολλαπλασιάζονται στο εντερικό επιθήλιο των ενήλικων μελισσών. Η μετάδοσή τους γίνεται με κατάποση των σπόρων του παρασίτου κατά την τροφάλλαξη και την απομάκρυνση των κοπράνων από την κυψέλη. Προκαλούν έντονη δυσεντερία, σημαντική μείωση της διάρκειας ζωής και, κυρίως, αυξημένη θνησιμότητα των μελισσών. Η αντιμετώπισή τους δεν πρέπει να γίνεται με τη χρήση χημειοθεραπευτικών ουσιών, αλλά με ορθούς μελισσοκομικούς χειρισμούς που βοηθούν στην άμυνα του μελισσιού. Το άκαρι Varroa jacobsoni προσβάλλει τις ενήλικες μέλισσες και το γόνο. Προκαλεί καταστροφή του γόνου, παραμόρφωση των ενήλικων μελισσών και μεταφορά ιώσεων. Η αντιμετώπισή του γίνεται κυρίως με χημικά μέσα και με βιοτεχνικές μεθόδους. Τέλος, στην τραχεία των μελισσών μπορεί να εντοπισθεί το άκαρι Acarapis woodi, ιδιαίτερα το φθινόπωρο και την άνοιξη. Τα συμπτώματα των προσβεβλημένων μελισσών περιλαμβάνουν αδυναμία πτήσης, διόγκωση της κοιλιάς, ανησυχία και υψηλό ποσοστό θανάτων. Η αντιμετώπισή του γίνεται με χημικά μέσα και με μέτρα υγιεινής και προφύλαξης. 81
82 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΑΠΟ ΨΥΛΛΟΥΣ Παπαδόπουλος Η. 1, Κοντός Β. 2 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Τομέας Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Αθήνα. FARM ANIMAL INFESTATION WITH FLEAS Papadopoulos E. 1, Kontos V. 2 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Veterinary Public Health, National School of Public Health, Athens, Greece. Οι ψύλλοι (γένη Ctenocephalides, Pulex, Xenopsylla κ.ά.) είναι αιμομυζητικά έντομα που συγκεντρώνουν ενδιαφέρον, λόγω της πολύ μεγάλης συχνότητας προσβολής όλων των ζώων και των ανθρώπων. Είναι διαλείποντα παράσιτα, δηλαδή επιτίθενται μόνο για να μυζήσουν αίμα (απομυζούν φορές μεγαλύτερη ποσότητα αίματος από τον όγκο του κενού στομάχου τους), ενώ το υπόλοιπο διάστημα παραμένουν στο περιβάλλον σε καλά προφυλαγμένα σημεία. Γεννούν 400 έως 500 αυγά στο περιβάλλον, από τα οποία εκκολάπτονται οι προνύμφες τους που τρέφονται σαπροφυτικά, εξελίσσονται, μετατρέπονται σε νύμφες και, στη συνέχεια, ενηλικιώνονται. Ο βιολογικός κύκλος διαρκεί περίπου τρεις έως πέντε εβδομάδες. Προκαλούν με το τσίμπημά τους έντονο κνησμό, ερεθισμό, ανησυχία, αναιμία κ.ά. Είναι δυνατόν να προκαλέσουν αλλεργική δερματίτιδα, λόγω ανάπτυξης αντίδρασης υπερευαισθησίας τύπου Ι. Μπορούν να μεταδώσουν παράσιτα, βακτήρια και ιούς. Διακρίνονται εύκολα στο τρίχωμα, ιδιαίτερα των ανοιχτόχρωμων ζώων, τόσο οι ενήλικοι ψύλλοι όσο και τα κόπρανά τους, ως σκοτεινόχρωμοι λεκέδες από το άπεπτο αίμα που περιέχουν. Η καταπολέμηση των ψύλλων γίνεται επάνω στα ζώα, κυρίως όμως στο περιβάλλον διαβίωσής αυτών. Στα ζώα συστήνονται ψεκασμοί, λουτρά, επιπάσεις κ.ά. με εντομοκτόνα φάρμακα, όπως περμεθρίνες, δελταμεθρίνη, συπερμεθρίνη, φοξίμη, προποξούρη κ.ά. Η καταπολέμηση των ψύλλων, ενήλικων και προνυμφών, στο περιβάλλον όπου διαμένουν τα ζώα, γίνεται με επαναλαμβανόμενο ψεκασμό ή επίπαση του χώρου με εντομοκτόνα φάρμακα. Η ανάπτυξη των προνυμφών στο έδαφος διακόπτεται με τη χρήση ειδικών ρυθμιστικών παραγόντων ανάπτυξης. Καθαριότητα, καθώς και απομάκρυνση και βιοθερμική επεξεργασία των κοπράνων είναι απαραίτητες για την εξολόθρευση ψύλλων όλων των αναπαραγωγικών σταδίων. Τέλος, πρέπει να καταπολεμούνται τα τρωκτικά, τα οποία ενδεχομένως να μεταφέρουν και να συντηρούν διάφορα είδη ψύλλων στο περιβάλλον. ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙ- ΜΩΝ: ΟΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Ραμαντάνης Σ.Β. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας, Αιγάλεω Αττικής. CREATION OF A FOOD TRACEABILITY SYSTEM: RESPONSIBILITIES OF FOOD BUSSINESS OPERATORS Ramantanis S.Β. Τechnological Educational Institution (T.Ε.Ι.) of Athens, Egaleo Attica, Greece. Αναφέρονται οι αρμοδιότητες των υπευθύνων ατόμων στις επιχειρήσεις τροφίμων και οι αντίστοιχες των επισήμων αρχών σε σχέση με την ιχνηλασιμότητα των τροφίμων. Αναπτύσσονται τα βασικά σημεία ενός συστή- 82
83 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ματος ιχνηλασιμότητας: ορισμός του πεδίου εφαρμογής του συστήματος, αναλόγως της θέσης της επιχείρησης τροφίμων στην τροφική αλυσίδα, καθορισμός του άριστου μεγέθους παρτίδας, καθορισμός της απαιτούμενης πληροφορίας, περιλαμβανομένης αυτής που πρέπει να συνοδεύει τα συστατικά τροφίμων που εισέρχονται στην επιχείρηση, της δυνητικής εσωτερικής πληροφορίας κατά τη επεξεργασία, απαραίτητης για τη διατήρηση της ιχνηλασιμότητας κατά τη διεργασία παραγωγής και της πληροφορίας που πρέπει να συνοδεύει τη διανομή του τροφίμου, την καθιέρωση ενός συστήματος τήρησης αρχείου και ανάκτησης της πληροφορίας, την καθιέρωση διαδικασιών ανασκόπησης και ελέγχου του συστήματος και τη δυνητική τεκμηρίωση του συστήματος ιχνηλασιμότητας. ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΙ ΤΡΟΦΙΜΟΓΕΝΕΙΣ ΠΑΘΟΓΟΝΟΙ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ Σούλτος Ν. Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προελεύσεως, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EMERGING FOODBORNE PATHOGENS Soultos N. Department of Hygiene and Technology of Food of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η επιδημιολογία και το φάσμα των παθογόνων μικροοργανισμών που ευθύνονται για τις τροφιμογενείς διαταραχές μεταβάλλονται στο πέρασμα του χρόνου. Ορισμένοι παθογόνοι μικροοργανισμοί, που χαρακτηρίζονται ως αναδυόμενοι, έχουν αναγνωρισθεί ως τροφιμογενείς τις τελευταίες δεκαετίες. Οι μικροοργανισμοί αυτοί προκαλούν λοιμώξεις, των οποίων η συχνότητα έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω στο προσεχές μέλλον. Οι αναδυόμενοι τροφιμογενείς παθογόνοι μικροοργανισμοί (ΑΤΠΜ) μπορεί να είναι (α) πρωτοεμφανιζόμενοι μικροοργανισμοί, (β) επανεμφανιζόμενοι μικροοργανισμοί, οι οποίοι επανακάμπτουν με αυξημένη συχνότητα λοίμωξης και γεωγραφικής εξάπλωσης, και (γ) μικροοργανισμοί εμφανιζόμενοι σε νέες πληθυσμικές ομάδες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν βακτήρια (Escherichia coli O157:H7, Listeria nonocytogenes, Campylobacter spp., Salmonella typhimuriun DT 104, Vibrio spp.,yersinia enterocolitica), ιοί (Norwalk-like Ιός, Ιοί Ηπατίτιδας A και E) και παράσιτα (Cryptosporidium parvum και Cyclospora cayetanensis). Οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάδυση (εμφάνιση ή/και επανεμφάνιση) των ΑΤΠΜ είναι: μεταβολή των ιδιοτήτων των παθογόνων μικροοργανισμών, αλλαγές στις μεθόδους εκτροφής των ζώων, παγκοσμιοποίηση του εμπορίου, δημογραφικές αλλαγές, αλλαγή του τρόπου ζωής (συνθηκών διατροφής των καταναλωτών, νέες τεχνολογίες επεξεργασίας τροφίμων, ανάπτυξη του τουρισμού), μετακίνηση πληθυσμών και κλιματικές αλλαγές. Το όλο πρόβλημα των ΑΤΠΜ είναι σύνθετο και πρέπει να αντιμετωπίζεται σφαιρικά. Γι αυτό, η αντιμετώπισή του προϋποθέτει συνεργασία όλων των εμπλεκομένων φορέων, δηλαδή των αρμόδιων αρχών, της βιομηχανίας των τροφίμων και των καταναλωτών, προς εφαρμογή σειράς μέτρων που βασίζονται σε σύγχρονες αντιλήψεις. 83
84 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟ LENTI-ΙΟΥΣ: ΣΤΕ- ΛΕΧΗ ΤΟΥ ΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Σπύρου Β. Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. SMALL-RUMINANT LENTIVIRUSES INFECTION Spyrou V. Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. Οι Lenti-Ιοί των Μικρών Μηρυκαστικών αποτελούν μια γενετικά και αντιγονικά ετερογενή ομάδα ιών, που προσβάλλουν πρόβατα και αίγες, προκαλώντας επίμονες λοιμώξεις. Με βάση τη φυλογενετική ανάλυση, τα στελέχη αυτών των ιών ταξινομούνται σε πέντε φυλογενετικές ομάδες (A, B, C, D, E). Η ομάδα Α διακρίνεται σε επτά υποομάδες (Α1-Α7) και η ομάδα Β σε δύο υποομάδες (Β1, Β2). Στην ομάδα Α ανήκουν οι ιοί που προκαλούν την προϊούσα πνευμονία των προβάτων και στην ομάδα Β ανήκουν οι ιοί που προκαλούν την αρθρίτιδα-εγκεφαλίτιδα των γιδιών. Ωστόσο, στελέχη όλων των ομάδων απομονώνονται από πρόβατα και από γίδια, αποδεικνύοντας ότι η μετάδοση Lenti-ιών μεταξύ των δύο ζωικών ειδών είναι δυνατή. Η μόλυνση των ζώων γίνεται κυρίως με τη λήψη μολυσμένου πρωτογάλακτος ή/και γάλακτος, με την εισπνοή μολυσμένων μικροσταγονιδίων, με το σπέρμα και, πιο σπάνια, μέσω του πλακούντα. Σε φυσικές μολύνσεις, η περίοδος επώασης διαρκεί δύο έως τρία χρόνια, με αποτέλεσμα η νόσος να εμφανίζεται σε ζώα ηλικίας μεγαλύτερης των δύο ετών. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις η νόσος μπορεί να εμφανιστεί και σε νεαρότερα ζώα. Οι λοιμώξεις από lenti ιούς εκδηλώνονται με τέσσερις κλινικές μορφές. Η αναπνευστική μορφή εκδηλώνεται με χρόνια πνευμονία και οδηγεί σε απίσχναση και θάνατο των μολυσμένων ζώων. Η νευρική μορφή εκδηλώνεται ως χρόνια θανατηφόρος εκφυλιστική πάθηση του κεντρικού νευρικού συστήματος. Η μαστική μορφή χαρακτηρίζεται από σκλήρυνση ή ατροφία των μαστικών αδένων και μείωση της γαλακτοπαραγωγής. Τέλος, η αρθρική μορφή χαρακτηρίζεται από μη πυώδη διόγκωση των αρθρώσεων. Σε όλες τις κλινικές μορφές τα ασθενή ζώα είναι απύρετα και διατηρούν την όρεξή τους, όμως, παρατηρείται συνεχής απώλεια βάρους. Καθεμιά από τις τέσσερις μορφές μπορεί να εμφανίζεται μεμονωμένα σε κάποια εκτροφή ή να συνυπάρχει με τις άλλες μορφές στο ίδιο ζώο ή σε διαφορετικά ζώα της εκτροφής. ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΥΖΩΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΖΩΩΝ Σωσσίδου Ε.Ν. Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. CURRENT DEVELOPMENTS AND FUTURE DIRECTIONS OF RE- SEARCH IN FARM ANIMAL WELFARE Sossidou E.N. Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. Κατά την τελευταία 20ετία, η ευαισθητοποίηση σε θέματα ευζωίας των παραγωγικών ζώων έχει αυξηθεί σημαντικά και έχει αποτελέσει θέμα δημόσιας διαβούλευσης σε διεθνές και εθνικό επίπεδο. Ως επακόλουθο, έχει ενθαρρυνθεί η προσπάθεια των επιστημόνων να αναλύσουν την ευζωία 84
85 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ των παραγωγικών ζώων, με στόχο την παραγωγή νέας γνώσης και καινοτομίας, που να απαντούν στα σοβαρά προβλήματα που παρουσιάζονται στο επίπεδο της εκτροφής, της μεταφοράς και της θανάτωσης των ζώων. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η με κριτικό τρόπο ανασκόπηση της έρευνας στον τομέα της ευζωίας των παραγωγικών ζώων και η συζήτηση ερευνητικών κενών που παραμένουν και καθορίζουν τους μελλοντικούς προσανατολισμούς της έρευνας στο συγκεκριμένο τομέα. Παρουσιάζονται τα σύγχρονα πρωτόκολλα αποτίμησης της ευζωίας των βοοειδών, των χοίρων και των πτηνών σε διαφορετικά συστήματα εκτροφής, καθώς και δείκτες που χρησιμοποιούνται για αξιολόγηση του επιπέδου ευζωίας των ζώων κατά τη μεταφορά και κατά τη θανάτωσή τους. Συζητούνται τα προγράμματα κατάρτισης και πληροφόρησης και τα πρότυπα επικοινωνίας με κτηνοτρόφους, ομάδες καταναλωτών, βιομηχανίες, δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και άλλους δυνητικούς χρήστες. Επιπλέον, παρουσιάζονται οι εξελίξεις στη σχετική κοινοτική και εθνική νομοθεσία και η σύνδεση της ευζωίας με την αειφορική διαχείριση του περιβάλλοντος και την ποιότητα των τροφίμων ζωικής προέλευσης. Τέλος, καταδεικνύεται η ανάγκη προώθησης της έρευνας σε ανάλυση συγκεκριμένων παραμέτρων της ευζωίας, που σχετίζονται κυρίως με τις κατά τόπους συνθήκες και τα συστήματα εκτροφής των ζώων, καθώς και με την οικονομικότητα των φιλικών προς τα ζώα πρακτικών. διαφοροποίηση των ΑΙΓΩΝ Σε σχέση με τα πρόβατα στον παρασιτισμό Σωτηράκη Σ. 1, Hoste H. 2 1 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 2 UMR 1225, INRA/DGER, Ecole Nationale Vétérinaire de Toulouse, Toulouse Cedex, France. GOAT PARASITE INTERACTIONS Sotiraki S. 1, Hoste H. 2 1 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 2 UMR 1225, INRA/DGER, Ecole Nationale Vétérinaire de Toulouse, Toulouse Cedex, France. Οι παρασιτικές μολύνσεις στις αίγες και στα πρόβατα, παρότι δεν προκαλούν συνήθως κλινική νόσο στα ζώα, επιδρούν σημαντικά στην υγεία τους. Καθώς, σε γενικές γραμμές, οι αίγες και τα πρόβατα μολύνονται με τα ίδια είδη παρασίτων, επικρατεί η άποψη ότι δεδομένα για πρόβατα ισχύουν και για τις αίγες. Το γεγονός αυτό οδήγησε στο παρελθόν σε σημαντικά λάθη, όπως για παράδειγμα στην έγκριση κυκλοφορίας ανθελμινθικών φαρμάκων με ένδειξη «μικρά μηρυκαστικά» με χρήση δεδομένων που προέρχονταν μόνο από μελέτες σε πρόβατα. Σήμερα, έχει αποδειχτεί ότι οι αίγες μεταβολίζουν τα ανθελμινθικά πιο γρήγορα από τα πρόβατα, καθώς και ότι η από το στόμα ή υποδόρια χορήγηση φαρμάκων σε αυτό το ζωικό είδος πρέπει να προτιμάται έναντι της ενδομυϊκής. Η χορήγηση φαρμάκων σε αίγες βασιζόμενη σε ενδείξεις για πρόβατα οδήγησε σε λάθη χορήγησης, για παράδειγμα σε υποδοσία, αποτέλεσμα της οποίας είναι η μειωμένη αποτελεσματικότητα των φαρμάκων και η επιτάχυνση της ανάπτυξης ανθελμινθικοαντοχής. Πρόσφατες μελέτες αποδεικνύουν τις πολλαπλές ιδιαιτερότητες που έχουν οι αίγες και υποδεικνύουν διαφορετικές στρατηγικές αντιμετώπισης των παρασιτώσεών τους, σε σχέση με πρόβατα. Στις αίγες πρέπει να αξιοποιηθεί η δυνατότητα «αυτοΐασης» αυτών, μετά από κατανάλωση φυτών με 85
86 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ανθελμινθική δράση, τα οποία ενδεχομένως είναι τοξικά για άλλα ζωικά είδη, ενώ στα πρόβατα φαίνεται ότι πιο σωστή προσέγγιση είναι η ενίσχυση της ανάπτυξης ανοσίας σε συνδυασμό με ορθολογική χορήγηση ανθελμινθικών φαρμάκων. Σήμερα, είναι δεδομένη η ανάγκη δημιουργίας ολοκληρωμένων προγραμμάτων αντιμετώπισης των παρασιτώσεων σε αίγες, γεγονός που προϋποθέτει ολιστική προσέγγιση του προβλήματος, η οποία θα αφορά στο σύστημα εκτροφής/διατροφής των ζώων, καθώς και σε συστήματα βόσκησης και διαχείρισης βοσκοτόπων/δασικών εκτάσεων. Κοκκιδίωση στα αρνιά Σωτηράκη Σ. 1, Σαράτσης Α. 1, Στεφανάκης Α. 2 1 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 2 Ρέθυμνο. LAMB COCCIDIOSIS Sotiraki S. 1, Saratsis A. 1, Stefanakis A. 2 1 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 2 Rethymno, Crete, Greece. Στα αρνιά, η κοκκιδίωση προκαλείται από κοκκίδια του γένους Eimeria (11-15 είδη ανάλογα με τη γεωγραφική εντόπιση). Η κλινική εκδήλωση της νόσου οφείλεται στην έντονη μόλυνση με παθογόνα είδη, όπως τα E. ovinoidalis και E. crandallis, και εκδηλώνεται στα ζώα με έντονη διάρροια, αναστολή της ανάπτυξης ακόμη και θανάτους. Αν και η θνησιμότητα είναι μικρή, οι οικονομικές απώλειες είναι σημαντικές, ιδιαίτερα εάν προκληθούν επιπλοκές από άλλους παθογόνους παράγοντες. Τα ζώα μολύνονται μετά από πρόσληψη ώριμων ωοκύστεων από το μολυσμένο περιβάλλον ή/ και από κόπρανα προβατίνων/μολυσμένων αρνιών της ίδιας ομάδας. Ο χρόνος απογαλακτισμού σε συνδυασμό με μεγάλη πυκνότητα ζώων, η ανεπαρκής πρόσληψη πρωτογάλακτος/γάλακτος, το ψύχος και η υγρασία προδιαθέτουν σε εμφάνιση των συμπτωμάτων. Η επιζωοτιολογία της κοκκιδίωσης σε αρνιά έχει μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό σε συστήματα εκτροφής κρεοπαραγωγών προβάτων και σε πολύ μικρή έκταση σε συστήματα εκτροφής γαλακτοπαραγωγών ζώων, που επικρατούν στη χώρα μας. Η έλλειψη πειραματικών δεδομένων έχει οδηγήσει, συχνά, σε άσκοπη χρήση κοκκιδιοστατικών φαρμάκων για την αντιμετώπιση της διάρροιας. Η προσέγγιση αυτή είναι αναποτελεσματική και δαπανηρή για τον παραγωγό, αυξάνει την πιθανότητα ανάπτυξης αντοχής των κοκκιδίων στα φάρμακα και δεν είναι επιθυμητή για τους καταναλωτές, επειδή αυξάνει το ενδεχόμενο εισόδου φαρμακευτικών ουσιών στην τροφική αλυσίδα. Ερευνητικά αποτελέσματα στη χώρα μας έδειξαν ότι η κοκκιδίωση είναι ευρέως διαδεδομένη. Τα ζώα μολύνονται αμέσως μετά τη γέννησή τους (η έκκριση ωοκύστεων αρχίζει σε ηλικία ημερών), ανεξάρτητα από την περιοχή και το σύστημα διαχείρισης της εκτροφής. Η μόλυνση σχετίζεται με τη εποχή γέννησης των αρνιών (τα αρνιά που γεννιούνται την άνοιξη φαίνεται ότι μολύνονται νωρίτερα) και τη βαρύτητα της μόλυνσης του περιβάλλοντος της εκτροφής. Κατάλληλα μέτρα υγιεινής θα μπορούσαν να αποτρέψουν ή να περιορίσουν την ένταση της μόλυνσης και την εκδήλωση της νόσου. 86
87 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΣΥΧΝΟΤΕΡΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΟΥΝΕΛΙΩΝ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΚΤΡΟΦΕΣ Τάσσης Π.Δ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. COMMON DISEASES IN RABBITRIES IN GREECE Tassis P.D. Farm Animal Clinic, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece The veterinarians contribution to improvement of health and production in Greek rabbitries is based, among others, on treatment and prevention of major clinical disorders. Pathological conditions associated with Pasteurella multocida infection in rabbits of various ages are common problems. During clinical examination, subcutaneous abscesses (usually purulent) can be frequently detected, especially in the anterior neck area. Respiratory signs (cough, dyspnoea), especially in crowded fattening compartments, coupled with characteristic discoloration of the feet fur, as well as fever, rhinitis and conjunctivitis are often clinical features. Additionally, cases of neurological disorders (head tilt), due to inner ear infections and liver abscesses observed at slaughter are easily recognizable. Reproductive and gastrointestinal disorders associated with the same organism may also be seen. Other frequently occurring disorders include diarrhoea (possibly accompanied with increased mortality), as well as mange (mainly ear mite infection). A small incidence of skin lesions in hind limbs, as a consequence of inadequate housing conditions and injuries, as well as management mistakes (stress of lactating does, mistakes in mating procedures) might be observed at a smaller incidence; these, usually, lead to culling of does or bucks. Factors such as inappropriate housing conditions (small temperatures, sudden dietary changes, stress), can increase incidence of above problems. Other disorders, such as congenital conditions or viral infection outbreaks, are rarely observed in rabbitries in Greece. In general, above clinical disorders, if inappropriately controlled, may result in high morbidity and mortality rates and, subsequently, in significant reduction of the farm s health status. 87
88 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΣΑΡΚΟΠΤΙΚΗ ΨΩΡΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ: ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑ- ΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ, ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΕ ΝΕΟΤΕΡΑ ΙΣΤΟΠΑ- ΘΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΟΣΟΪΣΤΟΧΗΜΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ Tόντης Δ. 1, Δούκας Δ. 1, Παπαδόπουλος Η. 2, Σαριδομιχελάκης Μ.Ν. 3, Φθενάκης Γ.Χ. 4 1 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 3 Παθολογική Κλινική 4 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. SARCOPTIC MANGE IN SMALL RUMINANTS: BRIEF LITERATURE REVIEW, WITH SPECIAL REFERENCE TO RECENT HISTOPATHO- LOGICAL AND IMMUNOHISTOCHEMICAL FINDINGS Tontis D. 1, Doukas D. 1, Papadopoulos E. 2, Saridomichelakis M. 3, Fthenakis G.C. 4 1 Laboratory of Pathology, 3 Clinic of Medicine, 4 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η σαρκοπτική ψώρα προκαλεί σημαντικά προβλήματα στις εκτροφές μικρών μηρυκαστικών. Οφείλεται στο άκαρι Sarcoptes scabiei, που μεταδίδεται μεταξύ των ζώων με άμεση επαφή ή με μολυσμένα αντικείμενα. Η έκταση και η ένταση της νόσου είναι μεγαλύτερες σε ζώα σε κακή θρεπτική κατάσταση. Το άκαρι ορύσσει στοές στην επιδερμίδα, όπου και διαβιεί. Στα πρόβατα, η νόσος, συνήθως, εκδηλώνεται με αλλοιώσεις στο επιρρίνιο, οι οποίες, στη συνέχεια, επεκτείνονται σε άλλα σημεία της κεφαλής, ενώ στα γίδια αυτές συχνά είναι γενικευμένες και εντοπίζονται στον κορμό. Διαπιστώνεται έντονος κνησμός και, σε κάποια ζώα, δευτερογενείς βακτηριακές επιπλοκές. Ιστοπαθολογικά, παρατηρούνται σοβαρή ορθοκερατωτική και εστιακά παρακερατωτική υπερκεράτωση, πολυεστιακή εφελκιδοποίηση, υποκεράτινα και ενδοεπιδερμιδικά αποστημάτια, παρουσία παρασίτων σε διάφορα εξελικτικά στάδια και ποικίλο αριθμό, εστιακή υπερκοκκίωση, ενδοκυτταρικό οίδημα και έντονη σπογγίωση. Η υπερπλασία της επιδερμίδας αφορά σε ακάνθωση ή/και έντονη ψευδοεπιθηλιωματώδη υπερπλασία. Στην επιδερμίδα παρατηρείται εξωκυττάρωση εωσινόφιλων και ουδετερόφιλων πολυμορφοπύρηνων με μικροαποστημάτια και εξωκυττάρωση από Τ-λεμφοκύτταρα (CD3+, CD4+), διάχυτα ή επικεντρωμένα σε εστίες γύρω από τα παράσιτα. Στο χόριο η κατανομή του φλεγμονώδους διηθήματος είναι δερμο-επιδερμιδική έως περιαγγειακή συνήθως διάχυτη. Τα κυρίαρχα φλεγμονώδη κύτταρα είναι εωσινόφιλα πολυμορφοπύρηνα και Τ-λεμφοκύτταρα (CD3+), κυρίως CD4+ και λιγότερο CD8α+. Η διάγνωση βασίζεται στην παρουσία κνησμού και δερματικών αλλοιώσεων, επιβεβαιώνεται δε με ανεύρεση και ταυτοποίηση των ακάρεων σε ξέσματα δέρματος. Η θεραπεία βασίζεται στη χορήγηση μακροκυκλικών λακτονών και πρέπει να γίνεται σε όλα τα ζώα της εκτροφής, αφού πάντοτε υπάρχουν ασυμπτωματικοί φορείς του ακάρεως ή/και πρόσφατα μολυσμένα ζώα, στα οποία δεν έχουν εμφανιστεί μακροσκοπικές αλλοιώσεις. Η αγωγή συμπληρώνεται με απολύμανση του χώρου διαβίωσης των ζώων. Απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα για πλήρη αποδρομή των δερματικών αλλοιώσεων και οριστική ίαση. 88
89 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΦΥΛΟΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟ ΣΠΕΡΜΑ ΤΑΥΡΩΝ: ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ, ΕΜΠΟ- ΡΙΚΗ ΧΡΗΣΗ, ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ Τσακμακίδης Ι.Α. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. SEX-SORTED BULL SEMEN: FIRST STEPS, CURRENT STATUS, FU- TURE Tsakmakidis I.A. Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Ο προσδιορισμός των φυλετικών χρωματοσωμάτων στο πρώτο μισό του 20 ου αιώνα αποτέλεσε το εφαλτήριο για την έρευνα στην τεχνολογία επιλογής φύλου. Η αρχή λειτουργίας των κυτταρομετρητών ροής (ΚΡ) για το φυλετικό διαχωρισμό των σπερματοζωαρίων, βασίστηκε στη διαφορά μήκους της χρωματίνης των Χ και Υ σπερματοζωαρίων του ταύρου ( 4,2%). Οι πρώτοι ΚΡ με ικανότητα διαχωρισμού σπερματοζωάρια/ώρα αδυνατούσαν να παράγουν φυλοπροσδιορισμένο σπέρμα (ΦΣ) ταύρου σε ποσότητες ικανές για εμπορική χρήση. Η εξέλιξη της τεχνολογίας οδήγησε σε κατασκευή ΚΡ υψηλής ταχύτητας, που επεξεργάζονται σπερματοζωάρια/δευτερόλεπτο και παράγουν >6.000 Χ και Υ σπερματοζωάρια/ δευτερόλεπτο με καθαρότητα >90%. Η επιτυχής κρυο-συντήρηση του ΦΣ ταύρου έδωσε νέα ώθηση στην εμπορευματοποίησή του. Επιπρόσθετες παράμετροι που ευνόησαν αυτή την εξέλιξη, ήταν η ακρίβεια των αποτελεσμάτων ως προς το φύλο των γεννηθέντων αρσενικών και θηλυκών (92% και 88%, αντίστοιχα) και η έλλειψη διαφοράς μεταξύ ΦΣ και μη ΦΣ ως προς τη συχνότητα αποβολής, τη συχνότητα δυστοκίας, τη θνησιμότητα και το σωματικό βάρος των απογόνων στην γέννηση και τον απογαλακτισμό. Το ποσοστό γονιμοποίησης μετά από ΤΣ με ΦΣ ( σπερματοζωάρια/ δόση) κυμαίνεται μεταξύ 33% και 85% του αντίστοιχου ποσοστού μετά από ΤΣ με μη διαχωρισμένο φυλετικά σπέρμα ( σπερματοζωάρια/ δόση), αποκαλύπτοντας την επιρροή της ορθής διαχείρισης σε εκτροφές που εφαρμόζουν τέτοιου είδους τεχνικές. Παράγοντες που επηρεάζουν την επιτυχία της εφαρμογής ΤΣ με ΦΣ είναι: η επιλογή των κατάλληλων θηλυκών ζώων, η ορθή αναγνώριση των συμπτωμάτων του οίστρου, η εφαρμογή ΤΣ στο σωστό χρόνο από εκπαιδευμένο προσωπικό, ο σεβασμός των πρωτοκόλλων αναβίωσης και οι ορθοί χειρισμοί του σπέρματος. Η τελειοποίηση των ΚΡ ως προς την ταχύτητα λειτουργίας τους, η δυνατότητα in vitro παραγωγής εμβρύων με ΦΣ και η επέκταση της εμπορικής χρήσης του ΦΣ σε άλλα ζωικά είδη, αποτελούν μελλοντικούς στόχους της τεχνολογίας διαχωρισμού σπερματοζωαρίων. 89
90 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΓΕΣΤΕΡΟΝΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΙΜΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ: ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΠΡΟΓΕ- ΣΤΕΡΟΝΗΣ 4 ΕΩΣ 18 ΗΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΣΠΕΡΜΑΤΕΓΧΥΣΗ Τσούσης Γ. 1, Μπρόζος Χ. 1, Κιόσης Ε. 1, Forro A. 2, Bollwein H. 2, Μπόσκος Κ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Clinic for Cattle, University of Veterinary Medicine Hannover, Hannover, Germany. ROLE OF PROGESTERONE FOR DEVELOPMENT OF THE EARLY EMBRYO: CONDITIONAL EFFECTS OF PROGESTERONE ADMINIS- TRATION 4 TO 18 DAYS POST INSEMINATION Tsousis G. 1, Brozos C. 1, Kiossis E. 1, Forro A. 2, Bollwein H. 2, Boscos C. 1 1 Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Clinic for Cattle, University of Veterinary Medicine Hannover, Hannover, Germany. Progesterone (P4) is crucial in the early stages of pregnancy for development of the foetus. Over the last 50 years, many studies have reflected on the effects of progesterone administration in early pregnancy. It is accepted that early and well-established progesterone secretion has the most advantageous effect on embryonic development and production of interferon-τ (IFN-τ). Nevertheless, results on fertility after exogenous administration of progesterone have not been consistent. Differences on criteria of animals studied, on variables recorded and on statistical approach of the data, can lead to different evaluation of the effect of progesterone supplementation. We have conducted two large scale trials, in order to assess conditions under which progesterone supplementation between 4th and 18th day postinsemination can improve conception rates of dairy cows. The first trial was conducted in a large farm in Germany, where 398 lactating dairy cows were studied. Main finding was that post-insemination progesterone administration can significantly improve conception rates in good-conditioned cows, but not in animals with low body condition scores. The second trial was conducted in Greece, where 405 cows in three farms were studied. Only significant interaction between farm and progesterone administration post-insemination was found. Finally, the role of post-insemination progesterone administration is discussed and special reference is made to time and duration of the progesterone administration and to potential interactions of progesterone with metabolic status of the cow. 250 ΧΡΟΝΙΑ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Τυρπένου Α.Ε. Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία, Αθήνα. 250 YEARS OF VETERINARY EDUCATION Turpenou A.E. Hellenic Veterinary Medical Society, Athens, Greece. Κτηνιατρική είναι η επιστήμη και η τέχνη, η οποία σκοπεί την διατήρηση της υγείας και τη θεραπεία των νόσων των κτηνών». Στην εξέλιξη της κτηνιατρικής επιστήμης περιλαμβάνονται δύο κύριες περίοδοι: (α) από την αρχαιότητα μέχρι το 1762, χρονιά της ίδρυσης της πρώτης κτηνιατρικής σχολής και (β) από το 1762 μέχρι σήμερα. Αν και η έναρξη της «τέχνης του θεραπεύειν τα ζώα» δεν μπορεί να καθοριστεί χρονικά με ακρίβεια, εκείνος 90
91 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ που ασχολήθηκε περισσότερο με τα κτηνιατρικά θέματα ήταν ο Αριστοτέλης ( π.χ.). Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας φιλόσοφος ο οποίος έθεσε τα θεμέλια της κτηνιατρικής και ανθρώπινης έρευνας και διαμόρφωσε τη βιολογική σκέψη για τα επόμενα 2000 χρόνια. Στη συνέχεια, τα πρώτα στοιχεία της πραγματικής κτηνιατρικής βιβλιογραφίας εμφανίζονται την περίοδο 1494 μέχρι 1547, κατά τη βασιλεία του Φραγκίσκου Α βασιλιά της Γαλλίας, ο οποίος επιφόρτισε το Ruel να ερμηνεύσει τα αρχαία κτηνιατρικά συγγράμματα. Το 1761, ιδρύεται στη Lyon η πρώτη Κτηνιατρική Σχολή που έδωσε κτηνιάτρους σε ολόκληρο τον κόσμο, χωρίς όμως να είναι ακόμα επίσημα αναγνωρισμένος ο τίτλος του κτηνιάτρου, ο οποίος, στη Γαλλία, αναγνωρίσθηκε επίσημα το 1813 με ειδικό διάταγμα. Τα ονόματα πολλών κτηνιάτρων σε τομείς στους οποίους θεωρούνται πρωτοπόροι, έγιναν γνωστά στον τότε ιατρικό κόσμο, χάρη στις εξαιρετικές μελέτες τους (όπως του Colin, του Cheveau, του Laullanie στη φυσιολογία, του Bouley, του Trasbot στην παθολογία, του Davaine, του Moritz, του Galtier, του Nocard στη μικροβιολογία),. Με την ίδρυση, μετά από πρωτοβουλία του Γάλλου Κτηνιάτρου Claude Bourgelat, της πρώτης στον κόσμο Κτηνιατρικής Σχολής το 1761 στη Lyon και, λίγο αργότερα, της Κτηνιατρικής Σχολής του Alfort το 1764 κοντά στο Παρίσι, θεσπίζεται η κτηνιατρική εκπαίδευση και το ίδιο το κτηνιατρικό επάγγελμα. Το 2011 σηματοδοτεί τη 250 ή παγκόσμια επέτειο του κτηνιατρικού επαγγέλματος και τη 250 ή επέτειο της έναρξης της επίσημης κτηνιατρικής εκπαίδευσης. ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΤΗΝΙΑΤΡΩΝ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΕΥΖΩΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ Φθενάκης Γ.Χ. 1, Κυριαζάκης Η. 2 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 2 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. TRAINING OF VETERINARIANS IN ANIMAL WELFARE Fthenakis G.C. 1, Kyriazakis I. 2 1 Department of Obstetrics and Reproduction, 2 Laboratory of Animal Nutrition & Husbandry, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Veterinary care for animals aims to improving their welfare. The European Association of Educational Veterinary Establishments (EAEVE) postulates that teaching of animal welfare should be included in veterinary undergraduate education. Moreover, all European veterinary specialities organised by the respective European Veterinary Colleges, under the provisions of the European Board of Veterinary Specialisation, provide a course for animal welfare as part of the resident s training into the discipline. However, a separate and concise teaching module regarding animal welfare rarely features in veterinary teaching curricula in schools in southern and eastern Europe. Usually, animal welfare issues are integrated within other modules in the curriculum, but without having a clear focus or identity. This approach is helpful in making animal welfare more interesting for students, however, it lacks a foundation course, which would put forward the principles of the discipline. Such a course would need to underline the (a) moral grounds, (b) the societal reasons and (c) the legal frame for developing Animal Welfare as a separate discipline; it should also present the financial opportunities for farmers in full compliance of animal welfare regulations. Then, animal welfare issues can be discussed and put in perspective as examples within clinical or other modules of the curriculum. 91
92 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΙΛΗΤΩΝ AWARE is supported by the European Commission, within the 7 th Framework Programme, FP7-KBBE , grant agreement number The text represents the authors views and does not necessarily represent a position of the Commission who will not be liable for the use made of such information. ΧΗΜΙΚΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΣΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Φλετούρης Δ.Ι. Εργαστήριο Γαλακτοκομίας, Τομέας Υγιεινής και Τεχνολογίας Τροφίμων Ζωικής Προελεύσεως, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CHEMICAL HAZARDS IN FOODS OF THE EUROPEAN CONSUMER Fletouris D.J. Laboratory of Milk Hygiene and Technology, Department of Food Hygiene and Technology, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Τα διατροφικά σκάνδαλα, με τα οποία έχει έρθει αντιμέτωπος ο ευρωπαίος καταναλωτής τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη του προς τους κρατικούς φορείς ελέγχου και προς τη βιομηχανία τροφίμων. Ειδικότερα, καταδείχθηκε ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί δεν επαρκούσαν για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των ευρωπαίων καταναλωτών για ασφαλή τρόφιμα και ιδιαίτερα ζωικής προέλευσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, ήδη από το 2002 (Κανονισμός 178/2002), στη σύσταση ενός συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές (Rapid Alert System for Food and Feed, RASFF) με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών και την άμεση, συντεταγμένη και αποτελεσματική αντιμετώπιση σημαντικών κινδύνων για τη δημόσια υγεία που προέρχονται από τρόφιμα ή ζωοτροφές. Μία ανασκόπηση των κοινοποιήσεων που καταγράφηκαν, στα πλαίσια του συστήματος RASFF, από 1/1/2005 μέχρι 15/12/2010, έδειξε ότι, σε σύνολο 1953 κοινοποιήσεων για χημικούς κινδύνους στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, 658 (34%) αφορούσαν κατάλοιπα κτηνιατρικών φαρμάκων, 776 (40%) βαρέα μέταλλα, 340 (17%) προσθετικές και χρωστικές ύλες των τροφίμων, 165 (8%) βιομηχανικούς ρυπαντές και 14 (1%) κατάλοιπα εντομοκτόνων. Μεταξύ των κτηνιατρικών φαρμάκων, οι περισσότερες κοινοποιήσεις αναφέρονταν σε νιτροφουράνια (46%), πράσινο του μαλαχίτη (13%), χλωραμφαινικόλη (11%) και σουλφοναμίδες (9%). Σχετικά με τα βαρέα μέταλλα, υδράργυρος (63%) και κάδμιο (34%) ήταν τα στοιχεία με τις περισσότερες κοινοποιήσεις, ενώ από τους βιομηχανικούς ρυπαντές βενζο(α)πυρένιο και διοξίνες κυριαρχούσαν με αναλογίες 61% και 27%, αντίστοιχα. Τέλος, από τις προσθετικές ύλες των τροφίμων, οι κοινοποιήσεις για θειώδη άλατα, πολυφωσφορικές ενώσεις, νιτρώδη και χρωστικές ύλες ανήλθαν σε αναλογίες 68%, 11%, 6% και 9%, αντίστοιχα. 92
93 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ Εισηγήσεις στην ειδική θεματική συνεδρίαση με θέμα Διαχείριση προβατίνων στη διάρκεια της εγκυμοσύνης 93
94
95 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΠΡΟΒΑΤΩΝ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟ ΤΟΚΕΤΟ Αρσένος Γ. Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. MANAGEMENT INTERVENTIONS IN SHEEP FLOCKS BEFORE THE UPCOMING LAMBING Arsenos G. Laboratory of Animal Husbandry, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Στις εκτροφές προβάτων, οι διαχειριστικές παρεμβάσεις πριν τον αναμενόμενο τοκετό σχετίζονται με το εφαρμοζόμενο σύστημα εκτροφής, αποτελώντας συνέχεια της διαχείρισης κατά την περίοδο των συζεύξεων. Ανάλογα με το σύστημα εκτροφής, οι προβατίνες γεννούν στο προβατοστάσιο ή στη βοσκή. Σε κάθε περίπτωση, να αποφεύγεται η καταπόνηση των ζώων, το οποία πρέπει να βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση. Οι επίτοκες προβατίνες πρέπει να κατανέμονται σε ομάδες, με δεδομένη την παραλλακτικότητα στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η οποία οφείλεται κυρίως στο γενότυπο των προβατίνων και των εμβρύων. Πρέπει να εξετάζεται η θρεπτική κατάσταση των προβατίνων (επιθυμητή βαθμίδα θρεπτικής κατάστασης 3 στην πενταβάθμια κλίμακα). Ιδιαίτερη σημασία για πολυτόκα ζώα έχει η λήψη δείγματος αίματος από 15 έως 20 ζώα, 4 εβδομάδες πριν τον αναμενόμενο τοκετό, για προσδιορισμό της συγκέντρωσης του β-υδροξυβουτυρικού οξέως, της ουρίας και της αλβουμίνης. Εφόσον έχει προηγηθεί διάγνωση της εγκυμοσύνης και προσδιορισμός του αριθμού των κυοφορούμενων εμβρύων, όλα τα στοιχεία πρέπει να συνυπολογίζονται κατά το χωρισμό σε ομάδες. Στο ημιεντατικό σύστημα εκτροφής (83,5% των εκτρεφόμενων προβάτων στην Ελλάδα), οι προβατίνες πιθανόν να γεννούν στη βοσκή, οπότε ο λειμώνας πρέπει να βρίσκεται κοντά στο προβατοστάσιο. Σε εντατικού τύπου εκτροφές, οι επίτοκες προβατίνες πρέπει να κατανέμονται σε ομάδες και να χωρίζονται από τα υπόλοιπα ζώα σε ιδιαίτερο χώρο, ειδικά διαμορφωμένο για το σκοπό αυτό. Ο χωρισμός σε ομάδες πρέπει να γίνεται με βάση τα αρχεία της εκτροφής. Αν έχει προηγηθεί συγχρονισμός των οιστρικών κύκλων, μπορεί να πραγματοποιηθεί συγχρονισμός των τοκετών χρησιμοποιώντας διάφορα φαρμακευτικά σχήματα. Τέλος, η χρήση ατομικών χώρων τοκετού συμβάλλει σημαντικά στη μείωση των απωλειών νεογέννητων αρνιών, καθιστά εύκολη τη σήμανσή τους σε περίπτωση πολλών ταυτόχρονα τοκετών και διευκολύνει τη γενετική βελτίωση. ΑΡΧΕΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡ- ΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ Βαλάση Ε. 1,2, Φθενάκης Γ.Χ. 2 1 Εργαστήριο Φυσιολογίας, 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. PHYSIOLOGICAL PRINCIPLES FOR MANAGEMENT OF EWES DUR- ING PREGNANCY Valasi I. 1,2, Fthenakis G.C. 2 1 Laboratory of Physiology, 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η γνώση των φυσιολογικών μεταβολών του οργανισμού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι απαραίτητη για την πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση 95
96 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ παθολογικών καταστάσεων και, τελικά, την ορθή διαχείριση των προβατίνων κατά την εγκυμοσύνη. Η εγκυμοσύνη χαρακτηρίζεται από μορφολογικές, λειτουργικές και ενδοκρινολογικές μεταβολές του γεννητικού συστήματος και διακρίνεται στις περιόδους: (α) του γονιμοποιημένου ωαρίου, (β) του πρώιμου εμβρύου και της οργανογένεσης και (γ) της ανάπτυξης του εμβρύου. Το ενδοκρινολογικό υπόβαθρο παίζει καθοριστικό ρόλο στην εγκατάσταση του(ων) εμβρύου(ων), καθώς και στη διατήρηση και την ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης. Η μητρική αναγνώριση της εγκυμοσύνης επιτυγχάνεται μέσω της ιντερφερόνης-τ. Πλήθος ορμονών παράγεται κατά την εγκυμοσύνη, παρουσιάζοντας αλληλεπιδράσεις και διακύμανση ανάλογα με το στάδιο αυτής. Η προγεστερόνη αποτελεί τη σημαντικότερη ορμόνη για τη διατήρηση της εγκυμοσύνης. Ο πλακούντας αποτελεί ενδοκρινολογικό όργανο και παρέχει προστασία και θρεπτικά συστατικά στο έμβρυο. Συνακόλουθα, πρώιμος εμβρυικός θάνατος ή αποβολή μπορεί να προκληθεί από παράγοντες που επηρεάζουν την έκκριση της ΙΝF-τ ή/και της προγεστερόνης, καθώς και μετά από θάνατο του(ων) εμβρύου(ων) ή ανεπάρκεια του πλακούντα. Η διαχείριση προβατίνων κατά την εγκυμοσύνη περιλαμβάνει τη διάγνωση της εγκυμοσύνης, κυρίως, με υπερηχογραφική εξέταση. Η υπερηχογραφική εξέταση οδηγεί σε έγκαιρη και ακριβή διάγνωση της εγκυμοσύνης και εκτίμηση του αριθμού των εμβρύων και του σταδίου της εγκυμοσύνης. Έτσι, μπορεί να γίνει ομαδοποίηση των εγκύων ζώων και διαχείριση αυτών, με βάση τη θρεπτική κατάσταση, τον αριθμό των εμβρύων και την αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού. Η πρόγνωση της αναμενόμενης ημερομηνίας τοκετού είναι επίσης απαραίτητη όταν προγραμματίζεται πρόκληση τοκετών. Στο τελικό στάδιο της εγκυμοσύνης, οι αυξημένες ενεργειακές ανάγκες των ζώων, σε συνδυασμό με ορμονικές αλληλεπιδράσεις, επιδρούν στο μεταβολισμό λιπών και υδατανθράκων, προδιαθέτοντας τα ζώα σε τοξιναιμία εγκυμοσύνης. ΕΜΒΟΛΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ ΣΤΙΣ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ Γιαδίνης Ν.Δ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. VACCINES AND PREGNANCY IN EWES Giadinis N.D. Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, πρέπει να πραγματοποιούνται εμβολιασμοί στις προβατίνες, με σκοπό την προστασία των ζώων αυτών καθαυτών, καθώς και των νεογέννητων αρνιών τους. Οι εμβολιασμοί που γίνονται σε κάποια εκτροφή, αποτελούν απόφαση του κτηνιάτρου που την παρακολουθεί και σχετίζονται με τα προβλήματα της εκτροφής και της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής. Κατά τους εμβολιασμούς, πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα, ώστε να αποφεύγεται η καταπόνηση των ζώων, επειδή υπάρχει ενδεχόμενο αποβολής κάποιων ζώων εξαιτίας αυτής. Οι έγκυες προβατίνες πρέπει να εμβολιάζονται τουλάχιστον 21 ημέρες πριν τον τοκετό για προστασία από την εντεροτοξιναιμία και τα άλλα κλωστριδιακά νοσήματα, αποσκοπώντας σε προσφορά παθητικής ανοσίας μέσω του πρωτογάλακτος στα νεογέννητα αρνιά. Για καλύτερη προστασία, συνιστάται η πραγματοποίηση επαναληπτικού αντι-κλωστριδιακού εμβολιασμού όσων ζώων δεν θα έχουν γεννήσει τρεις μήνες μετά τον πρώτο 96
97 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ εμβολιασμό. Επίσης, έναν έως δύο μήνες πριν τον τοκετό, τα ζώα πρέπει να εμβολιάζονται για προστασία από τη λοιμώδη αγαλαξία. Σε εκτροφές με έντονο πρόβλημα λοίμωξης από Manheimia haemolytica, κρίνεται απαραίτητος ο εμβολιασμός και γι αυτή τη νόσο. Άλλο νόσημα, για το οποίο μπορεί να είναι χρήσιμος ο εμβολιασμός κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, είναι το λοιμώδες έκθυμα. Σε περιπτώσεις όπου πραγματοποιούνται πολλοί εμβολιασμοί στο ίδιο ζώο, πρέπει (α) να μεσολαβεί χρονικό διάστημα τουλάχιστον 21 ημερών μεταξύ κάθε εμβολιασμού και (β) ο αντι-κλωστριδιακός εμβολιασμός να πραγματοποιείται τελευταίος. Σημειώνεται ότι υπάρχουν εμβόλια, των οποίων η χρήση απαγορεύεται κατά την εγκυμοσύνη, καθώς μπορεί να οδηγήσουν σε αποβολή. Τέτοια είναι τα εμβόλια μειωμένης λοιμογόνου δύναμης για πρόληψη της βρουκέλλωσης, της χλαμυδοφίλωσης και της τοξοπλάσμωσης, τα οποία είναι χρήσιμα όταν γίνονται στις προβατίνες πριν την περίοδο των οχειών και προσφέρουν μακρόχρονη προστασία. ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ Γιάννενας Η. 1, Κυριαζάκης Η. 1, Φθενάκης Γ.Χ. 2 1 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. NUTRITIONAL MANAGEMENT OF EWES DURING PREGNANCY Giannenas E. 1, Kyriazakis E. 1, Fthenakis G.C. 2 1 Laboratory of Animal Nutrition and Husbandry, 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η διατροφή των προβατίνων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της επιτυχούς εκμετάλλευσης τους. Η ορθολογική διατροφική διαχείριση προβατίνων γαλακτοπαραγωγού τύπου κατά την εγκυμοσύνη αποσκοπεί σε πρόληψη μεταβολικών νοσημάτων, ενίσχυση της ανοσολογικής ικανότητας, γέννηση αρνιών με κανονικό σωματικό βάρος, σύνθεση επαρκούς ποσότητας και ποιότητας πρωτογάλακτος και μετέπειτα αυξημένη γαλακτοπαραγωγή. Σε ημιεκτατικά εκτρεφόμενες προβατίνες, το πρώτο στάδιο της εγκυμοσύνης συμπίπτει με την ξηρή περίοδο, ενώ σε εντατικά εκτρεφόμενα ζώα, το πρώτο στάδιο της εγκυμοσύνης συμπίπτει με το τέλος της γαλακτικής περιόδου. Οι θρεπτικές ανάγκες των ζώων προκύπτουν ως άθροισμα των αναγκών συντήρησης και παραγωγής. Η τόνωση (διατροφική ενίσχυση, flushing) των ζώων, που έχει αρχίσει πριν την περίοδο των οχειών, συνεχίζεται στον 1 ο μήνα της εγκυμοσύνης, ώστε τα ζώα να βρίσκονται σε καλή θρεπτική κατάσταση και να αποφευχθούν πρώιμοι εμβρυϊκοί θάνατοι. Οι θρεπτικές ανάγκες για την εγκυμοσύνη, κατά τις πρώτες 90 ημέρες, δεν είναι σημαντικές, αν και ελλείψεις στη διατροφή επηρεάζουν τον εμβρυϊκό προγραμματισμό, με συνέπειες στη μετέπειτα ζωή του νεογέννητου αρνιού. Στο 2 ο και τον 3 ο μήνα της εγκυμοσύνης, πρέπει να περιοριστεί η εναπόθεση λίπους σε έγκυα ζώα, χωρίς απώλεια βάρους, που τα καθιστά ευπαθή σε τοξιναιμία της εγκυμοσύνης (βαθμίδα θρεπτικής κατάστασης «2»-»2½» στην πενταβάθμια κλίμακα). Η θρεπτική κατάσταση των εγκύων πρέπει να είναι «3» έως «3½» ένα μήνα πριν τον τοκετό, καθώς στο τελευταίο στάδιο της εγκυμοσύνης (4 ος και 5 ος μήνας) τα έμβρυα αποκτούν έως 85% του βάρους γέννησης. Οι θρεπτικές ανάγκες των προβατίνων αυξάνονται σε συνάρτηση με το βάρος, την ανάγκη αύξησης σωματικών αποθεμάτων, τον αριθμό των εμβρύων και το βάρος του κυήματος. Για την επίτευξη των παραπάνω, πρέπει να υπολογίζονται οι ανάγκες σε ενέργεια και αζωτούχες 97
98 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ουσίες, οι προστιθέμενες ποσότητες βιταμινών, ιχνοστοιχείων και μακροστοιχείων, ο βαθμός διάσπασης υδατανθράκων και αζωτούχων ουσιών και η ελκυστικότητα της χορηγούμενης τροφής. ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΤΟΞΙΝΑΙΜΙΑΣ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥ- ΝΗΣ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ Μαυρογιάννη Β.Σ., Φράγκου Η.Α., Φθενάκης Γ.Χ. Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής. Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. THERAPEUTIC CONSIDERATIONS IN PREGNANCY TOXAEMIA IN EWES Mavrogianni V.S., Fragkou I.A., Fthenakis G.C. Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η επιτυχία της θεραπευτικής αγωγής για την τοξιναιμία της εγκυμοσύνης εξαρτάται από την έγκαιρη διάγνωση της νόσου. Καθώς η αγωγή δεν είναι πάντα επιτυχής, αρχικά, πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο ευθανασίας του ασθενούς ζώου, ειδικά εφόσον έχει εκδηλώσει νευρικά συμπτώματα. Η αγωγή αρχίζει με χορήγηση διαλύματος προπυλενικής γλυκόλης ή γλυκερόλης (b.i.d. 6 d) ή δεξτρόζης-ηλεκτρολυτών (t.i.d. ή q.i.d. 3-4 d) από το στόμα, για παροχή ενεργειακού αποθέματος στο ζώο. Ταυτόχρονα, πραγματοποιείται ανθελμινθική αγωγή ευρέος φάσματος. Σημαντική είναι η απομάκρυνση των εμβρύων, με σκοπό τη μείωση των ενεργειακών αναγκών του ζώου. Σε ζώα στα αρχικά στάδια της νόσου, μπορεί να προκληθεί τοκετός με χορήγηση κορτικοστεροειδών. Επειδή η συγκέντρωση αυτών στο αίμα προβατίνων με τοξιναιμία συνήθως είναι αυξημένη (οπότε η προσπάθεια πρόκλησης τοκετού μπορεί να αποτύχει), συνιστάται η ταυτόχρονη χορήγηση κλοπροστενόλης. Σε ζώα σε προχωρημένο στάδιο της νόσου, συνιστάται η πραγματοποίηση καισαρικής τομής. Πάντως, το ποσοστό επιβίωσης ζώων με τοξιναιμία, στα οποία πραγματοποιείται καισαρική τομή, είναι <60%, ακόμη δε μικρότερο εάν τα έμβρυα έχουν πεθάνει in utero. Οποιαδήποτε προσπάθεια απομάκρυνσης των εμβρύων πρέπει να λαμβάνει χώρα υπό ενδοφλέβια χορήγηση δεξτρόζης και ηλεκτρολυτών και να ακολουθείται από χορήγηση ευρέος φάσματος αντιβιοτικών, ωκυτοκίνης και φλουνιξίνης. Η εκδήλωση κλινικών περιστατικών τοξιναιμίας της εγκυμοσύνης στην εκτροφή υποδεικνύει πρόβλημα υποκλινικής νόσου σε αυτήν. Πρέπει να γίνεται αποπαρασιτισμός σε όλα τα ζώα, τα οποία, στη συνέχεια, χωρίζονται σε ομάδες με βάση τη θρεπτική κατάσταση και το στάδιο της εγκυμοσύνης. Εάν δεν είναι δυνατόν, γίνεται χορήγηση υψι-θερμιδικής τροφής σε όλα τα ζώα της εκτροφής, συμπληρωματικά των συμπυκνωμένων ζωοτροφών. Τέλος, μπορεί να γίνει ταυτοποίηση ζώων σε αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης τοξιναιμίας εγκυμοσύνης με προσδιορισμό της συγκέντρωσης του β-υδροξυβουτυρικού οξέος στο αίμα, η οποία πρέπει να είναι <0,8 mmol ανά L. 98
99 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΑΠΟΒΟΛΗΣ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ Μπρόζος Χ. Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θσσαλονίκη. MANAGEMENT OF ABORTION CASES IN EWES Brozos C. Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η αποβολή αποτελεί το πιο σημαντικό νοσολογικό πρόβλημα σε έγκυες προβατίνες. Ακόμη και μικρό ποσοστό προσβολής πρέπει να διερευνάται και να αντιμετωπίζεται άμεσα, λόγω ενδεχόμενης εμπλοκής μικροοργανισμού, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει θύελλα περιστατικών αποβολής. Ως αρχή, τίθεται η διερεύνηση των δέκα πρώτων περιστατικών αποβολής σε κάθε περίοδο τοκετών και η διερεύνηση του 10% των υπόλοιπων περιστατικών. Η διερεύνηση βασίζεται στη λήψη του ιστορικού, με έμφαση σε πληροφορίες που αφορούν στα ζώα που απέβαλαν. Παράλληλα, αξιολογούνται τα ευρήματα της εξέτασης των ζώων που απέβαλαν, καθώς και των αποβληθέντων κυημάτων. Επίσης, είναι απαραίτητη η διενέργεια μικροβιολογικών εξετάσεων. Πρέπει να δίνεται έμφαση στην ορθή μεθοδολογία δειγματοληψίας και αποστολής υλικών στο εργαστήριο. Ζώα που απέβαλαν απομονώνονται επί 14 έως 21 ημέρες. Επιπλέον, γίνεται υγειονομικός ενταφιασμός ή αποτέφρωση της μολυσμένης στρωμνής και των αποβληθέντων κυημάτων, σχολαστική απολύμανση των χώρων της εκτροφής και μείωση φόρτισης των χώρων διαμονής των ζώων. Σε περίπτωση εκδήλωσης περιστατικών αποβολής οφειλόμενης σε Chlamydophila abortus (το πιο συχνό αίτιο αποβολής σε προβατίνες στη χώρα μας), χορηγείται οξυτετρακυκλίνη μακράς δραστικότητας στα έγκυα ζώα της εκτροφής, τα οποία δεν έχουν αποβάλει. Η χορήγηση επαναλαμβάνεται σε διαστήματα δύο έως τριών εβδομάδων, μέχρι να ολοκληρωθεί η περίοδος τοκετών. Παρά την αποτελεσματικότητα της αγωγής, κάποια ζώα ενδέχεται να αποβάλουν, ιδιαίτερα τις πρώτες ημέρες μετά τη χορήγηση. Σε περίπτωση εκδήλωσης περιστατικών τοξοπλάσμωσης, μπορεί να χορηγηθεί στα έγκυα ζώα δεκοκινάτη ή σουλφαδιμιδίνη ή οξυτετρακυκλίνη ή μονενσίνη. Η τελευταία έχει μικρό περιθώριο ασφάλειας και πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή. Η πρόληψη της χλαμυδοφιλικής αποβολής και της βρουκέλωσης επιτυγχάνονται με εμβολιασμούς, οι οποίοι πρέπει να λαμβάνουν χώρα πριν από την έναρξη της περιόδου των οχειών. Δυστυχώς, στη χώρα μας δεν κυκλοφορούν εμβόλια για την πρόληψη της τοξοπλάσμωσης και της καμπυλοβακτηρίωσης. 99
100 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΕΝΔΟΠΑΡΑΣΙΤΩΣΕΩΝ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙ- ΝΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ Παπαδόπουλος Η. 1, Φθενάκης Γ.Χ. 2 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. STRATEGIC ANTHELMINTIC TREATMENTS IN EWES DURING PREG- NANCY Papadopoulos E. 1, Fthenakis G.C. 2 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η στρατηγική χρήση ανθελμινθικών ουσιών διασφαλίζει την υγεία και ευζωία των ζώων, την αυξημένη παραγωγή τους, καθώς και την επιβίωση ευαίσθητων γενότυπων ελμίνθων στο περιβάλλον. Η εφαρμογή ανθελμινθικής αγωγής στην αρχή του καλοκαιριού, πρέπει να πραγματοποιείται πριν την περίοδο των οχειών. Εάν υπάρξει ανάγκη εφαρμογής της κατά ή μετά την περίοδο των οχειών, δηλαδή στο πρώτο στάδιο της εγκυμοσύνης, πρέπει να χρησιμοποιείται για νηματωδοκτονία λεβαμιζόλη ή μακροκυκλική λακτόνη ή παράγωγο του αμινο-νιτριλίου, σε συνδυασμό με ειδικό τρηματοδωκτόνο. Η χορήγηση βενζιμιδαζόλης σε μικρά μηρυκαστικά στο πρώτο στάδιο της εγκυμοσύνης τους, οδηγεί σε δυσπλασία των εμβρύων, που εκδηλώνεται με αποβολή ή με τη γέννηση νεογνών με συγγενείς ανωμαλίες. Εάν προγραμματίζεται η χορήγηση ανθελμινθικού σε εκτροφή με σύστημα ελεύθερων οχειών, απαγορεύεται η χορήγηση βενζιμιδαζόλης, μετά από την είσοδο των αρσενικών ζώων, επειδή ενδέχεται το φάρμακο να προκαλέσει βλάβες στα έμβρυα κάποιων ζώων. Η πιο σημαντική περίοδος σε κάποιο πρόγραμμα στρατηγικής χορήγησης ανθελμινθικών, είναι στο τελευταίο στάδιο της εγκυμοσύνης, το φθινόπωρο ή το χειμώνα, συμβάλλοντας σε πρόληψη της τοξιναιμίας της εγκυμοσύνης και αύξηση της παραγωγής της εκτροφής. Η αγωγή μπορεί να πραγματοποιηθεί με τον αντι-κλωστριδιακό εμβολιασμό, τουλάχιστον 21 ημέρες πριν την έναρξη της περιόδου των τοκετών. Στην περίοδο αυτή, μπορεί να χορηγηθεί μακροκυκλική λακτόνη (ασφάλεια για έγκυα ζώα, μακρόχρονη υπολειμματική δράση) ή παράγωγο του αμινο-νιτριλίου (ασφάλεια για έγκυα ζώα, χωρίς υπολειμματική δράση) σε συνδυασμό με ραφοξανίδη ή τρικλαβενδαζόλη. Επίσης, μπορεί να χορηγηθεί αλβενδαζόλη ή νετοβιμίνη (20 mg ανά kg) συνδυάζοντας νηματοδωκτόνο και τρηματοδωκτόνο δράση (ασφάλεια μόνο στο τελευταίο στάδιο της εγκυμοσύνης, χωρίς υπολειμματική δράση). Καθώς έχει αναφερθεί το ενδεχόμενο αποβολής μετά από χορήγηση λεβαμιζόλης στο τελευταίο στάδιο της εγκυμοσύνης, η χορήγησή της πρέπει να αποφεύγεται. 100
101 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΕΙΑΣ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟ- ΣΥΝΗΣ Φθενάκης Γ.Χ. 1, Βαλάση Ε. 1,2, Γιάννενας Η. 3, Φράγκου Η.Α. 1, Μπρόζος Χ. 4, Παπαδόπουλος Η. 5, Γιαδίνης Ν. 4, Μαυρογιάννη Β.Σ. 1, Αρσένος Γ. 6 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 2 Εργαστήριο Φυσιολογίας, 3 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 4 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 5 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, 6 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. HEALTH MANAGEMENT OF EWES DURING PREGNANCY Fthenakis G.C. 1, Valasi I. 1,2, Giannenas I. 3, Fragkou I.A. 1, Brozos C. 4, Papadopoulos E. 5, Giadinis N. 4, Mavrogianni V.S. 1, Arsenos G. 6 1 Department of Obstetrics and Reproduction, 2 Laboratory of Physiology, 3 Laboratory of Animal Nutrition and Husbandry, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 4 Clinic of Farm Animals, 5 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, 6 Laboratory of Animal Husbandry, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η διαχείριση υγείας προβατίνων κατά την εγκυμοσύνη αποσκοπεί σε ομαλή ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης, γέννηση υγιών αρνιών, αυξημένη γαλακτοπαραγωγή των ζώων στην επερχόμενη γαλακτική περίοδο και καλύτερη διαχείριση σχετικά με κατάλοιπα φαρμάκων σε ζωοκομικά προϊόντα. Το ενδοκρινολογικό υπόβαθρο των εγκύων προβατίνων παίζει ρόλο στην εγκατάσταση του(ων) εμβρύου(ων) και στη διατήρηση και ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης. Η διαχείριση υγείας περιλαμβάνει αρχικά την υπερηχογραφική διάγνωση της εγκυμοσύνης και του αριθμού των κυοφορούμενων εμβρύων, για να σχεδιαστεί η αποτελεσματική διαχείριση της εκτροφής. Πριν την ξήρανση του μαστού, πρέπει να γίνεται κλινική εξέταση αυτού και, ενδεχομένως, ενδομαστική χορήγηση αντιβιοτικού ξηρής περιόδου. Αυτή αποσκοπεί σε θεραπεία περιστατικών υποκλινικής μαστίτιδας και σε προστασία των μαστικών αδένων στη διάρκεια της ξηρής περιόδου. Το ενδοκρινολογικό υπόβαθρο προδιαθέτει, επίσης, σε εκδήλωση μεταβολικών νοσημάτων στο τέλος της εγκυμοσύνης, καθώς οι διατροφικές ανάγκες των ζώων αυξάνονται μετά τον τρίτο μήνα αυτής. Συνακόλουθα, η διατροφή τους πρέπει να γίνεται με γνώμονα την πρόληψη ενδεχόμενης εκδήλωσης μεταβολικών νοσημάτων, ιδιαίτερα της τοξιναιμίας της εγκυμοσύνης. Τις τελευταίες 45 ημέρες της εγκυμοσύνης, η διαχείριση υγείας περιλαμβάνει τη χορήγηση ανθελμινθικών φαρμάκων, με στόχο τη μείωση του ρυθμού αποβολής αυγών γαστρεντερικών ελμίνθων στα κόπρανα των προβατίνων, καθώς και την εφαρμογή εμβολιασμών, με στόχο την παρουσία αντισωμάτων στο πρωτόγαλα για νοσήματα στα οποία τα νεογέννητα έχουν αυξημένη ευπάθεια (π.χ., κλωστριδιακές λοιμώξεις). Την ίδια περίοδο, εξετάζεται επίσης το ενδεχόμενο χορήγησης αντιμικροβιακών παραγόντων για πρόληψη αποβολής μικροβιακής αιτιολογίας, ιδιαίτερα εφόσον δεν έχουν πραγματοποιηθεί σχετικοί εμβολιασμοί. Η διαχείριση υγείας ολοκληρώνεται με την εφαρμογή ζωοτεχνικών διαχειριστικών παρεμβάσεων πριν τον αναμενόμενο τοκετό. 101
102 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΕΝΔΟΜΑΣΤΙΚΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΩΝ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ Φράγκου Η.Α., Πετρίδης Ι.Γ., Μαυρογιάννη Β.Σ., Φθενάκης Γ.Χ. Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής. Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. INTRAMAMMARY ANTIBIOTIC ADMINISTRATION IN EWES AT THE END OF LACTATION Fragkou I.A., Petridis I.G., Mavrogianni V.S., Fthenakis G.C. Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η διαχείριση του μαστικού αδένα στο τέλος της γαλακτικής περιόδου αποσκοπεί: (α) στην πρόληψη εκδήλωσης περιστατικών μαστίτιδας κατά την ξηρή περίοδο, ιδιαίτερα επειδή τα ζώα είναι ευπαθή σε λοιμώξεις των μαστικών αδένων τις πρώτες δύο εβδομάδες της ξηρής περιόδου και (β) στη διασφάλιση της υγείας του μαστικού αδένα για την επερχόμενη γαλακτική περίοδο. Πριν από την ξήρανση, πρέπει να γίνεται κλινική εξέταση του μαστού με ψηλάφηση. Ζώα με εκτεταμένες αλλοιώσεις πρέπει να απομακρύνονται από την εκτροφή, καθώς η αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών είναι δύσκολη και συχνά ατελέσφορη. Επιπλέον, αυτά τα ζώα συμβάλλουν σε διασπορά παθογόνων μικροοργανισμών στην εκτροφή. Πρόσφατα ερευνητικά ευρήματα έδειξαν ότι η μέθοδος ξήρανσης του μαστικού αδένα (δηλαδή, σταδιακή σε διάστημα 20 ημερών ή απότομη ξήρανση), δεν επηρεάζει τη μόλυνσή του κατά την ξηρή περίοδο. Σημαντικό διαχειριστικό εργαλείο στη λήξη της γαλακτικής περιόδου είναι η ενδομαστική χορήγηση αντιβιοτικών. Αυτή αποσκοπεί σε θεραπεία περιστατικών υποκλινικής μαστίτιδας, τα οποία είχαν εκδηλωθεί κατά τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου, αλλά δεν είχαν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί, καθώς και σε προστασία των μαστικών αδένων στη διάρκεια της ξηρής περιόδου. Υπάρχει επαρκής τεκμηρίωση σε πληθώρα μελετών ότι η μέθοδος οδηγεί σε μείωση της συχνότητας εκδήλωσης της μαστίτιδας στην ξηρή περίοδο και σε βελτίωση της γαλακτοπαραγωγής στην επερχόμενη γαλακτική περίοδο. Μολαταύτα, η μέθοδος δεν είναι διαδεδομένη και δεν εφαρμόζεται συχνά. Κατά την ενδομαστική χορήγηση αντιβιοτικών, πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα, ώστε η χορήγηση να γίνεται με άσηπτη τεχνική, ώστε να αποφεύγεται η εισαγωγή μικροοργανισμών και η επιμόλυνση του μαστικού αδένα. Επιπλέον, πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα, ώστε να τηρείται ο απαραίτητος χρόνος αναμονής για το γάλα των ζώων, στα οποία έχει χορηγηθεί αντιβιοτικό, μέσω της εφαρμογής της ενδεικνυόμενης διάρκειας της ξηρής περιόδου. 102
103 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ Εισηγήσεις και σύντομες ανακοινώσεις στην ειδική θεματική συνεδρίαση με θέμα Νοσήματα άγριας πανίδας 103
104
105 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ ΠΡΩΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΡΟΛΟ ΤΩΝ ΑΓΡΙΩΝ ΕΛΑΦΟΕΙΔΩΝ ΩΣ ΠΗΓΩΝ ΜΟΛΥΝΣΗΣ ΓΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΙ- ΚΑ ΖΩΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ Βαλιάκος Γ. 1,2, Yon L. 3, Σπύρου Β. 4, Αθανασίου Λ. 1, Artois M. 5, Τουλούδη Α. 1,2, Barrow P. 3, Μπίρτσας Π. 6,7, Hutchings M. 8, Σοφία Μ. 1, Gavier-Widen D. 9, Petrovska L. 10, Ιακωβάκης Χ. 1,2, Σώκος Χ. 1,2,7, Γιαννακόπουλος Α. 1, Μπιλλίνης Χ. 1,2 1 Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. 3 School of Veterinary Medicine and Science, University of Nottingham, Sutton Bonington, Leicstershire, England. 4 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 5 VetAgro Sup, Veterinary School, Lyon, France. 6 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. 7 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. 8 Scottish Agricultural College, Penicuik, Midlothian, Scotland. 9 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. 10 Veterinary Laboratories Agency - Weybridge, New Haw, Addlestone, Surrey, England. FIRST RESULTS OF AN ONGOING STUDY ON THE ROLE OF WILD DEERS AS INFECTION SOURCE FOR DOMESTIC ANIMALS AND HU- MANS Valiakos G. 1,2, Yon L. 3, Spyrou V. 4, Athanasiou L. 1, Artois M. 5, Touloudi A. 1,2, Barrow P. 3, Birtsas P. 6,7, Hutchings M. 8, Sofia M. 1, Gavier-Widen D. 9, Petrovska L. 10, Iacovakis C. 1,2, Sokos C. 1,2,9, Giannakopoulos A. 1, Billinis C. 1,2 1 Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. 3 School of Veterinary Medicine and Science, University of Nottingham, Sutton Bonington, Leicstershire, England. 4 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 5 VetAgro Sup, Veterinary School, Lyon, France. 6 Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. 7 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. 8 Scottish Agricultural College, Penicuik, Midlothian, Scotland. 9 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. 10 Veterinary Laboratories Agency - Weybridge, New Haw, Addlestone, Surrey, England. We report first results of an ongoing survey in wild deer for pathogens known to affect domestic animals and/or humans. Blood/organ samples were collected from 50 wild deer ( ). Sera were tested for presence of antibodies against Toxoplasma gondii, Neospora caninum, BHV-1, Mycobacterium avium subsp. paratuberculosis and Chlamydophila abortus and for BVDV antigen. Moreover, tissue samples were examined by PCR for Mycobacterium bovis. Antibodies were detected in 15%, 5%, 38%, 0% and 5% of the tested sera, respectively. BVDV antigen was detected in 78% of the sera. Tissue samples tested by using PCR for M. bovis were negative. Results indicate that wild deer may be carriers of several pathogens, such as BVDV and BHV-1, which can be transmitted to domestic ruminants and/or humans. Samples from various EU countries will be tested for broader evaluation of wild deer epidemiological role. Research leading to these results received funding from the European Union Seventh Framework Programme ( ) under grant agreement n (WildTech). 105
106 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΓΡΙΩΝ ΕΛΑΦΟΕΙΔΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΝ- ΘΡΩΠΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΣΙΤΑ ΖΩΑ Βαλιάκος Γ. 1,2, Σπύρου Β. 3, Τουλούδη Α. 1,2, Ιακωβάκης Χ. 1,2, Αθανασίου Λ. 1, Σώκος Χ. 1,2,4, Μπίρτσας Π. 5, Μπιλλίνης Χ. 1,2 1 Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. 3 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 4 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. 5 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. WILD DEER DISEASES THAT POSE A RISK TO HUMANS AND DO- MESTIC LIVESTOCK Valiakos G. 1,2, Spyrou V. 3, Touloudi A. 1,2, Iacovakis C. 1,2, Athanasiou L. 1, Sokos C. 1,2,4, Birtsas P. 5, Billinis C. 1,2 1 Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. 3 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 4 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. 5 Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. Wild deer can play an important role in epidemiology of various livestock and human diseases in Europe, as sources of disease agents via various transmission routes. This presentation highlights recent and current infections of wild deer in Europe, which may have an impact on livestock and/or human health, as well as important pathogens, for which wild deer may act as useful sentinels, providing an early warning of human and livestock health hazards. Increases in deer abundance and range expansion in many European countries may increase the potential for disease persistence, due to formation of multi-species host systems which may act as disease reservoirs. Climate warming greatly affects presence and abundance of various pathogens and their vectors, so exotic diseases can play a role in future human, livestock and wildlife disease management. The presentation highlights the necessity for a monitoring strategy for wildlife diseases in Greece and the European Union. ΙΟΣ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΝΕΙΛΟΥ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΑΓΡΙΩΝ ΠΤΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ Βαλιάκος Γ. 1,2, Τουλούδη Α. 1,2, Ιακωβάκης Χ. 1,2, Σπύρου Β. 3, Αθανασίου Λ. 1, Μπίρτσας Π. 4,5, Σώκος Χ. 1,2,5, Ζουμπουλάκης Θ. 4, Μπιλλίνης Χ. 1,2 1 Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. 3 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 4 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. 5 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. THE ROLE OF WILD BIRDS IN THE EPIDEMIOLOGY OF WEST NILE VIRUS Valiakos G. 1,2, Touloudi A. 1,2, Iacovakis C. 1,2, Spyrou V. 3, Athanasiou L. 1, Birtsas P. 4,5, Sokos C. 1,2,5, Zouboulakis T. 4, Billinis C. 1,2 1 Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. 3 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 4 Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. 5 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. West Nile Virus became a major concern in Greece after the recent out- 106
107 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ break in August 2010, when a large number of infected humans was reported across the country. Wild birds are central to the transmission cycle of WNV, because they serve as amplifying hosts for the virus and contribute to its geographic dispersion via migration routes. Corvidae are especially important, because they develop severe illness and have a high mortality rate. This makes them useful as sentinels for monitoring introduction of virus in new areas. For the purposes of the WildTech FP7 Project, sera were collected from corvids and were tested for WNV antibodies. To our knowledge, this is the first report of WNV antibodies detection in Greek wild corvids, Our results suggest that corvids may be a suitable sentinel and a relevant target for additional investigations on WNV ecology in Greece. This presentation highlights the role of animals, especially of wild birds in the epidemiology of the disease. Ο ρολοσ των Περιστεριων (columba LIVIA) στη μεταδοση παρασιτων στα ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΑ ζωα Διάκου Α., Πτωχός Σ., Παπαδόπουλος Η. Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ROLE OF PIGEONS (COLUMBA LIVIA) IN TRANSMISSION OF PARA- SITES TO FARM ANIMALS Diakou A., Ptochos S., Papadopoulos E. Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σκοπός της προκαταρκτικής αυτής μελέτης ήταν η διερεύνηση των παρασίτων των περιστεριών με ορολογικές και κοπρανολογικές εξετάσεις. Εξετάστηκαν, από 50 περιστέρια, οροί αίματος με την τεχνική ELISA για ανίχνευση ειδικών αντισωμάτων κατά του Toxoplasma gondii και δείγματα κοπράνων για ανεύρεση αναπαραγωγικών στοιχείων παρασίτων. Παρά το γεγονός ότι τα περιστέρια αποτελούν ενδιάμεσο ξενιστή για το T. gondii, στα δείγματα που εξετάστηκαν, δεν ανιχνεύθηκαν ειδικά αντισώματα. Στα κόπρανα των περιστεριών βρέθηκαν αυγά Αscaridia spp., Heterakis spp. και Capillaria spp., καθώς και ωοκύστεις Eimeria spp. και Isospora spp. Τα παράσιτα αυτά μπορεί εύκολα να μεταφερθούν με τα περιστέρια σε εντατικές εκτροφές πτηνών. ΠΑΡΑΣΙΤΑ των θηρευμένων λαγών (LEPUS EUROPAEUS) ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Διάκου Α. 1, Σώκος Χ. 2, Παπαδόπουλος Η. 1 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. PARASITES OF HUNTED HARES (LEPUS EUROPAEUS) IN NORTH- ERN GREECE Diakou A. 1, Sokos C. 2, Papadopoulos E. 2 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Laboratory of Microbiology and Parasitology, School of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η προκαταρκτική αυτή έρευνα αποσκοπούσε στη διερεύνηση των παρα- 107
108 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ σίτων του γαστρεντερικού συστήματος των λαγών σε περιοχές της βόρειας Ελλάδας. Εξετάσθηκε ο γαστρεντερικός σωλήνας 22 λαγών για ανεύρεση ενήλικων παρασίτων, καθώς και τα κόπρανα των ίδιων ζώων, για την αναζήτηση αναπαραγωγικών στοιχείων παρασίτων. Διαπιστώθηκε ότι 18 (82%) ζώα ήταν μολυσμένα με ένα ή περισσότερα είδη παρασίτων, τα οποία ήταν: Eimeria spp. σε 14 (64%) ζώα, Trichostrongylus retortaeformis σε 11 (50%), Linguatula serrata σε 5 (23%), Trichuris leporis σε 3 (14%), Passalurus ambiguous σε 1 (5%), Protostrongylus spp. σε 1 (5%) και Dicrocoelium dendriticum σε 1 (5%) ζώο. Τέλος, στο συνδετικό ιστό ενός ζώου βρέθηκε Dirofilaria scapiceps. ΜΟΡΙΑΚΗ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩ- ΠΑΙΚΟΥ ΚΑΦΕΤΙ ΛΑΓΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΑΠΟ ΤΟ 1999 ΕΩΣ ΤΟ 2010 Ιακωβάκης Χ. 1,2, Τουλούδη Α. 1,2, Hammer A.S. 3, Artois M. 4, Σπύρου Β. 5, Barrow P. 6, Σοφία Μ. 1, Yon L. 6, Σώκος Χ. 1,2,7, Hutchings M. 8, Μπίρτσας Π. 9, Βαλιάκος Γ. 1,2, Γιαννακόπουλος Α. 1, Gavier-Widen D. 10, Αθανασίου Λ. 1, Μπιλλίνης Χ. 1,2 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. 3 Section for Fur Animal and Wildlife diseases, National Veterinary Institute, Technical University of Denmark, Aarhus N, Denmark. 4 VetAgro Sup, Veterinary School, Lyon, France. 5 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 6 School of Veterinary Medicine and Science, University of Nottingham, Sutton Bonington, Leicstershire, England. 7 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. 8 Scottish Agricultural College, Penicuik, Midlothian, Scotland. 9 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. 10 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. MOLECULAR EPIDEMIOLOGY OF EUROPEAN BROWN HARE SYN- DROME ACROSS EUROPE FROM 1999 TO 2010 Iacovakis C. 1,2, Touloudi A. 1,2, Hammer A.S. 3, Artois M. 4, Spyrou V. 5, Barrow P. 6, Sofia M. 1, Yon L. 6, Sokos C. 1,2,7, Hutchings M. 8, Birtsas P. 5, Valiakos G. 1,2, Giannakopoulos A. 1, Gavier-Widen D. 10, Athanasiou L. 1, Billinis C. 1,2 1 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. 3 Section for Fur Animal and Wildlife diseases, National Veterinary Institute, Technical University of Denmark, Aarhus N, Denmark. 4 VetAgro Sup, Veterinary School, Lyon, France. 5 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 6 School of Veterinary Medicine and Science, University of Nottingham, Sutton Bonington, Leicstershire, England. 7 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. 8 Scottish Agricultural College, Penicuik, Midlothian, Scotland. 9 Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. 10 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. A total of 1347 liver samples from hares were collected from 16 countries between 1999 and 2010 and tested by RT-PCR for European Brown Hare Syndrome virus (EBHSV). Furthermore, phylogenetic analysis was performed in order to study the molecular epidemiology of the syndrome in Europe for the past 11 years. Sequencing analysis was performed on 212 nt of a 265bp RT-PCR fragment of the region coding for VP60. EBHSV has been detected in 251 samples. The highest prevalence has been recorded in samples from Greece, Denmark and Bulgaria. Alignments were 108
109 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ performed on 205 EBHSV isolates and on 39 RHDV s. In the genomic region analysed the maximum nucleotide variation was 15% for the EBHS viruses. Phylogenetic analysis showed that all isolates were clustered in two major branches, further divided in sub-clusters. Isolates cluster in time and space and our results demonstrate that old isolates still exist, contributing to genetic diversity and to evolution of new strains. The research leading to these results received funding from the European Union Seventh Framework Programme ( ) under grant agreement. No (Wild Tech). ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΛΑΓΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΣΙΤΑ ΖΩΑ Ιακωβάκης Χ. 1,2, Τουλούδη Α. 1,2, Βαλιάκος Γ. 1,2, Σώκος Χ. 1,2,3, Σπύρου Β. 4, Αθανασίου Λ. 1, Μπίρτσας Π. 5, Μπιλλίνης Χ. 1,2 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. 2 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. 4 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 5 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. HARE DISEASES THAT POSE A RISK TO HUMANS AND DOMESTIC LIVESTOCK Iacovakis C. 1,2, Touloudi A. 1,2, Valiakos G. 1,2, Sokos C. 1,2,3, Spyrou V. 4, Athanasiou L. 1, Birtsas P. 5, Billinis C. 1,2 1 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. 3 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. 4 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 5 Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. Evaluation of the health status of hares is of great interest, due to the potential influence of pathogens to their population density, as well as because a number of pathogens, such as Francisella tularensis, Leptospira spp. and Toxoplasma gondii that are implicated in zoonotic diseases. Moreover, hares are hosts for many blood-feeding arthropods, vectors of various infectious diseases (e.g., West Nile virus, Crimean-Congo virus) and potentially share the same pasture and habitat with other wildlife species and domestic animals. Thus, they can be a source of livestock and wildlife diseases, transmitted by close contact or via vectors. These diseases may cause serious production losses in livestock and are threats for public health. Nevertheless, the ever-growing value of wild fauna from medical, cultural and economic points of view, enhance the urgency of taking appropriate protective and control measures. 109
110 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΝΕΩΝ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΔΟΚΙΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΝΕΟ ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΩΝ ΠΑΘΟ- ΓΟΝΩΝ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΕ ΕΙΔΗ ΤΗΣ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙ- ΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΔΙΩΝ ΖΩΩΝ (WILDTECH - FP7 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ) Μπιλλίνης Χ. Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα & Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. NOVEL TECHNOLOGIES FOR SURVEILLANCE OF EMERGING AND RE-EMERGING INFECTIONS OF WILDLIFE (WILDTECH - FP7 PROJECT) Billinis C. Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece & Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. Surveillance networks and rapid detection of emerging and re-emerging pathogens that threaten human health and domestic livestock have become a priority due to an increasing incidence. Of the emerging pathogens, 60% are zoonotic and 72% of those have wildlife reservoirs. To address this problem, our consortium (WildTech project) aims to develop a comprehensive system of surveillance of wild animal diseases relevant to European public and animal health. We shall develop cutting-edge molecular and serological technologies for detection of existing and emerging infectious agents in wild animal populations. Particular strength of the technology is that it will enable, for the first time, simultaneous screening of individual samples for a wide range of pathogens. The results will be used to evaluate patterns of disease spread, to detect new and evolving pathogens and to assess risks associated with these changes. The information will be used to reduce risk of further epidemics. We shall develop a fully accessible database for wild animal infections, arising from this project and other world-wide networks. This will enable construction of a pan-european surveillance framework for wildlife diseases, using effective and affordable technology. Within the four-year term of the project, we aim to demonstrate the value of new technologies for disease surveillance and epidemiology to international organizations with responsibility for monitoring and coordinating control of animal disease and public health (e.g., OIE). To serve this scope the WildTech consortium is broad-based, involving extensive and essential collaboration between partners in UK, Greece, France, Germany, Netherlands, Sweden and Canada, with links to USA and, most important, its associate partners from Austria, Belgium, Czech Republic, Denmark, Finland, Germany, Italy, Poland, Portugal, Romania, Spain, Slovenia, Switzerland, the Netherlands, Albania, Andorra, Botswana, Russia, United Arab Emirates and Turkey. 110
111 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑ- ΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΩΝ Μπίρτσας Π. 1,2, Μπιλλίνης Χ. 3,4, Τουλούδη Α. 3,4, Γιαννακόπουλος Α. 3 1 Εργαστήριο Άγριας Πανίδας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. 2 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 4 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής, Έρευνας & Τεχνολογίας, Λάρισα. USE OF GEOGRAPHICAL INFORMATION SYSTEMS IN WILD BOAR DISEASE MANAGEMENT Birtsas P.K. 1,2, Billinis C. 3,4, Touloudi A. 3,4, Giannakopoulos A. 3 1 Wildlife Laboratory, Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. 2 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. 3 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 4 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. Use of Geographic Information System in wildlife disease management has rapidly increased. Wild boar in Greece is a popular game species. In 1988, it was successfully reintroduced in Peloponnese, from where it had been extinct since Despite the relatively high density and the increasing trend in many counties, ecology of the species has not studied well. Wild boars may be carriers of several pathogens, with impact on wildlife population, domestic animals and people. Serologic surveillance and microbiological techniques were performed on various samples (sera, tissue samples) collected from hunted wild boars, for detection of various pathogens and were spatially correlated with environmental factors in GIS. Long term monitoring on population status, harvest data, etc., will be necessary to gain knowledge for effective disease management of wild boars. 111
112 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΩΝ ΣΤΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΛΟΙΜΩΔΩΝ ΝΟΣΗ- ΜΑΤΩΝ ΣΕ ΟΙΚΟΣΙΤΑ ΖΩΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΜΕΛΕΤΗ ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ Τουλούδη Α. 1,2, Barrow P. 3, Σπύρου Β. 4, Αθανασίου Λ. 1, Artois M. 5, Σοφία Μ. 1, Yon L. 3, Μπίρτσας Π. 6, Hutchings M. 7, Σώκος Χ. 1,2,8, Ιακωβάκης Χ. 1,2, Βαλιάκος Γ. 1,2, Gavier-Widen D. 9, Γιαννακόπουλος Α. 1, Λεοντίδης Λ. 1, Μπιλλίνης Χ. 1,2 1 Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. 3 School of Veterinary Medicine and Science, University of Nottingham, Sutton Bonington, Leicstershire, England. 4 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 5 VetAgro Sup, Veterinary School, Lyon, France. 6 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. 7 Scottish Agricultural College, Penicuik, Midlothian, Scotland. 8 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. 9 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. WILD BOARS AS SOURCE OF INFECTIOUS DISEASES FOR LIVE- STOCK AND HUMANS IN GREECE: RESULTS FROM AN ONGOING STUDY Touloudi A. 1,2, Barrow P. 3, Spyrou V. 4, Athanasiou L. 1, Artois M. 5, Sofia M. 1, Yon L. 3, Birtsas P. 6, Hutchings M. 7, Sokos C. 1,2,8, Iacovakis C. 1,2, Valiakos G. 1,2, Gavier-Widen D. 9, Giannakopoulos A. 1, Leontides L. 1, Billinis C. 1,2 1 Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. 3 School of Veterinary Medicine and Science, University of Nottingham, Sutton Bonington, Leicstershire, England. 4 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 5 VetAgro Sup, Veterinary School, Lyon, France. 6 Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. 7 Scottish Agricultural College, Penicuik, Midlothian, Scotland. 8 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. 9 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. We report the first results from an ongoing study, in Greek wild boars, on pathogens known to affect domestic pigs and/or humans. In total, 71 blood and 140 tissue samples were collected from wild boars during the 2006 to 2008 hunting seasons. Sera were tested by ELISA for presence of antibodies against PRRS, PCV-2, H1N1, H3N2, ADV, Actinobacillus pleuropneumoniae (AP), Mycoplasma hyopneumoniae (MHY), Salmonella suis, Mycobacterium paratuberculosis, Neospora caninum, Toxoplasma gondii, Trichinella spirallis and for BVDV antigen. Tissue samples were examined by PCR for PCV-2 and Mycobacterium bovis. Antibodies against PCV-2, ADV, AP, salmonellae, T. gondii and T. spirallis were found in 24%, 21%, 76%, 4%, 3% and 3% of tested sera, respectively. BVDV antigen was detected in 89% of the wild boars. Moreover, 34% of tissue samples were positive for PCV-2. Wild boars may be hosts of several pathogens, which can be transmitted to domestic pigs and humans. The research leading to these results received funding from the European Union Seventh Framework Programme ( ) under grant agreement n (WildTech). 112
113 ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΝΘΡΩ- ΠΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΣΙΤΑ ΖΩΑ Τουλούδη Α. 1,2, Σπύρου Β. 3, Αθανασίου Λ. 1, Βαλιάκος Γ. 1,2, Ιακωβάκης Χ. 1,2, Σώκος Χ. 1,2,4, Μπίρτσας Π. 5, Μπιλλίνης Χ. 1,2 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας, Λάρισα. 3 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 4 ΣΤ Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. 5 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Καρδίτσα. WILD BOAR DISEASES THAT POSE A RISK TO HUMANS AND DO- MESTIC LIVESTOCK Touloudi A. 1,2, Spyrou V. 3, Athanasiou L. 1, Valiakos G. 1,2, Iacovakis C. 1,2, Sokos C. 1,2,4, Birtsas P. 5, Billinis C. 1,2 1 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Institute of Biomedical Research and Technology, Larissa, Greece. 3 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 4 Hunting Federation of Macedonia and Thrace, Kalamaria, Thessaloniki, Greece. 5 Department of Forestry and Management of Natural Environment, Technological Education Institute of Larissa, Karditsa, Greece. Wild boars (Sus scrofa) are indigenous animals in Greece. There has been an increasing concern on their role as sources of emerging and reemerging infectious agents for diseases affecting domestic livestock and humans. Changes of human habitation to suburban areas coupled with the increasing number of wild boars, increased use of lands for agricultural purposes, increased hunting activities and consumption of wild boar meat are major factors contributing to a higher contact rate with domestic animals or humans. Wild boars can act as reservoir for many important emerging and re-emerging pathogens in domestic livestock (e.g. PCV-2, Aujesky disease, Brucella suis) and humans (e.g. trichinellosis, hepatitis E). Hence, there is a need to assess the disease risk associated with exposure to wild boar populations. This review considers the current scientific knowledge on the role of wild boars as potential disease reservoir for domestic livestock and humans. 113
114
115 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Σύντομες ανακοινώσεις στα θέματα του συνεδρίου 115
116
117 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ IN VITRO ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΛΞΗΣ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ ΤΗΣ ΑΓΕ- ΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟ Becker M. 1, Τσούσης Γ. 2, Kirchner U. 1, Μπόσκος Κ. 2, Bollwein H. 1 1 Klinik fuer Rinder, Tierärztliche Hochschule Hannover, Hannover, Germany. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. AN IN VITRO MODEL FOR THE INVESTIGATION OF ALTERNATE AND SIMULTANEOUS TRACTION MODES IN BOVINE OBSTETRICS Becker M. 1, Tsousis G. 2, Kirchner U. 1, Boscos C. 2, Bollwein H. 1 1 Klinik fuer Rinder, Tierärztliche Hochschule Hannover, Hannover, Germany. 2 Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Aim of the study was to use a model for comparing forces during calf tractions. Two studies were performed. In the first (n=12), traction was applied simultaneously to both legs (ST) or alternatively to one leg (AT) at a time to advance it 5 (AT5) or 10 cm (AT10). Until entry of the elbows into the pelvis, maximum force (Fmax) on a single limb (341±106 N) was lower (P<0.01) using AT10. During extraction of the thorax, Fmax was lower (P<0.01) using ST (352±98 N). In the second study (n=8), AT10 and ST were compared with a simultaneous traction, with front legs positioned displaced by 10 cm (DT). For entry of elbows, Fmax was lower (P<0.05) for DT (235±90 N). For passage of thorax, Fmax was lower (P<0.01) for ET (456±164 N). Based on above findings, a simultaneous traction with displaced forelimbs should be preferred until both elbows would have entered the pelvis and a simultaneous traction with equilateral forelimbs to complete extraction of the chest. ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΛΒΕΝΔΑΖΟΛΗΣ ΣΕ ΑΝΘΕΛΜΙΝΘΙ- ΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΤΡΗΜΑΤΩΔΩΝ ΠΑΡΑΣΙΤΩΝ ΣΕ ΠΡΟ- ΒΑΤΑ Duro S., Mavromati J., Zalla P., Dini V., Andoni E., Belegu K. Faculty of Veterinary Medicine, Tirana, Albania. THE ALBENDAZOLE S DISSATISFYING RESULTS IN ANTHELMINTIC PROGRAMS AGAINST TREMATODES IN SHEEP Duro S., Mavromati J., Zalla P., Dini V., Andoni E., Belegu K. Faculty of Veterinary Medicine, Tirana, Albania. Fasciola hepatica is common in extensive sheep systems. In 2009, efficacy of albendazole against F. hepatica was tested in a sheep farm in Saranda, Albania. Two groups with 100 sheep each were established. Animals in group A were treated with 10 mg of albendazole per kg bodyweight and those in B were controls. In the spring, parasitological examinations before treatment revealed Fasciola eggs at 115 and 130 epg and haematocrit values at 26% and 27% for A and B animals, respectively; after treatment, results were as follows: 50 and 132 epg and haematocrit 31% and 28%. In the autumn, parasitological examinations before a further treatment revealed Fasciola eggs at 90 and 160 epg and haematocrit values of 30% and 28% for A and B animals, respectively; after treatment, results were as follows: 60 and 180 epg and haematocrit 33% and 30%. It is concluded that, in Albania, use of albendazole twice a year (in the spring and autumn) does not have successful results in treating fasciolosis. 117
118 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Η ΚΡΥΠΤΟΣΠΟΡΙΔΙΩΣΗ ΣΤΑ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΑ ΕΡΙΦΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΣΑΡΑΝΤΑ ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ Mavromati J. 1, Zalla P. 1, Duro S. 1, Bakiasi I. 2 1 Faculty of Veterinary Medicine, Tirana, Albania. 2 Department of Agriculture, Municipality of Lushnja, Lushnja, Albania CRYPTOSPORIDIOSIS IN NEWBORN GOAT KIDS IN THE AREA OF SARANDA IN ALBANIA Mavromati J. 1, Zalla P. 1, Duro S. 1, Bakiasi I. 2 1 Faculty of Veterinary Medicine, Tirana, Albania. 2 Department of Agriculture, Municipality of Lushnja, Lushnja, Albania Cryptosporidiosis was not known and had not been identified before in kids in the area of Saranda in Albania. In 10 herds, kids showed diarrhoea, which continued for a long period and resulted to death of >30% kids with diarrhoea. We collected faecal samples from kids with diarrhoea from 10 herds in the area. Based on laboratory findings, diagnosis was as follows. In 6 herds, kids older than 4 weeks had coccidiosis, which responded well to appropriate treatment. In another herd, with diarrhoea soon after birth, colibacilosis was evident; antibiotic administration was effective. In the remaining three herds, Cryptosporidium parvum was identified. We concluded that cryptosporidiosis was evident in the area of Saranda. Farmers were advised to improve hygiene and to take sanitary measures through cleaning, disinfection and care of newborns, especially to receive as much colostrum as possible immediately after birth. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΛΥΤΗ ABBOTT CELL-DYN 3500 ΣΤΗΝ ΑΙΜΑ- ΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Αθανασίου Λ.Β. 1, Πολυζοπούλου Ζ.Σ. 2, Γιαννακόπουλος Κ.Γ. 3, Φθενάκης Γ.Χ. 4, Κοντός Β.Ι. 5 1 Παθολογική Κλινική, 4 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Διαγνωστικό Εργαστήριο, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Αμνός ΑΕ, Σέσκλο Μαγνησίας. 5 Τομέας Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Αθήνα. EVALUATION OF THE ABBOT CELL-DYN 3500 AUTOMATED ANA- LYZER IN HAEMATOLOGIC EXAMINATION OF SHEEP Athanasiou L.V. 1, Polizopoulou Z.S. 2, Giannakopoulos C.G. 3, Fthenakis G.C. 4, Kontos V.I. 5 1 Clinic of Medlicine, 4 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Diagnostic Laboratory, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Greece. 3 Amnos SA, Sesklo Magnisia, Greece. 5 Department of Veterinary Public Health, National School of Public Health, Athens, Greece. An automated haematology analyzer (Abbott Cell-Dyne 3500 system) was compared with the manual technique to perform a complete cell count on sheep blood samples. A linear regression was used to assess correlation between the two methods. Correlation coefficients (R 2 ) were good for the haematocrit, the white blood cell count, the neutrophils and lymphocyte counts and the platelet count. The two techniques were also compared in terms of sensitivity by using the Sensitivity Ratio. The automated analyzer was slightly more sensitive than the manual technique for all parameters tested, except for monocytes, eosinophils and basophils, for which the difference was greater and the automated analyzer was 1.5, 2.5 and 2 times more reliable, respectively. Differences plot analysis revealed acceptable 118
119 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ agreement in haematocrit, white blood count and neutrophils. In terms of clinical suitability, the overall performance of the automated analyzer justifies its use in analysis of sheep blood samples. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΟΓΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΔΟΧΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑ- ΚΕΥΤΙΚΩΝ ΙΔΙΟΣΚΕΥΑΣΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΟΥΝΤΑΙ ΕΝΔΟΜΥΙΚΑ, ΣΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΡΕΑΤΙΝΙΚΗΣ ΚΙΝΑΣΗΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΥΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΑ ΚΑΙ ΧΟΙΡΟΥΣ Αθανασίου Λ.Β. 1, Πολυζοπούλου Ζ.Σ. 2, Σπύρου Β. 3, Παπαϊωάννου Ν. 4, Φθενάκης Γ.Χ. 5 1 Παθολογική Κλινική, 5 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Διαγνωστικό Εργαστήριο, 4 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. EFFECTS OF VOLUME AND EXCIPIENT OF VETERINARY PHARMA- CEUTICAL PRODUCTS FOR INTRAMUSCULAR INJECTION, ON CRE- ATINE KINASE ACTIVITY AND MUSCULAR DAMAGE IN SHEEP AND PIGS Athanasiou L.V. 1, Polizopoulou Z.S. 2, Spyrou V. 3, Papaioannou N. 4, Fthenakis G.C. 5 1 Clinic of Medlicine, 5 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Diagnostic Laboratory, 4 Laboratory of Pathology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Greece. 3 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. Objective was to assess severity of effects at the injection site, after intramuscular administration of two different excipients in sheep and pigs. Blood samples were collected before and at various intervals post-injection from all groups, for evaluation of the activity of creatine kinase. Animals were euthanized and muscular tissue samples were collected from the injection and the contralateral sites of cervical muscles, for histopathological examination. Statistically significant differences in creatine kinase activity were recorded between animals that received large or small volumes of the test product. Histological examination of muscle tissue samples revealed mild degenerative changes in samples from the injection sites. The intramuscular injection was better tolerated by the animals when administered at smaller volumes, even in long-acting formulations which cause the most severe muscle damage. Creatine kinase activity seems to be a better indicator of muscle damage in sheep than in pigs. Η ΦΥΛΗ ΑΣΣΑΦ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Αλεξίου Ε., Γελασάκης Α.Ι., Βαλεργάκης Γ., Αρσένος Γ. Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ASSAF BREED SHEEP IN GREECE Alexiou E., Gelasakis A.I., Valergakis G., Arsenos G. Laboratory of Animal Husbandry, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η φυλή Ασσάφ δημιουργήθηκε στο Ισραήλ από διασταύρωση των φυλών Awassi και East Friesian. Στην Ελλάδα, εισάχθηκαν την τελευταία 3ετία 119
120 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ζώα, αποκλειστικά από την Ισπανία (Αssaf.E). Μελετήθηκαν και παρουσιάζονται παραγωγικά στοιχεία από δύο εντατικές εκτροφές. Η μελέτη διεξήχθη με προσωπικές συνεντεύξεις των εκτροφέων και διαδοχικές επισκέψεις στις εκτροφές ανά 3 μήνες. Έγινε καταγραφή στοιχείων σχετικών με το ζωικό κεφάλαιο, τις εγκαταστάσεις, τη διαχείριση των ζώων, την προληπτική υγιεινή και τη διατροφή. Συνολικά, χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από 860 προβατίνες. Για 330 ζώα, τα στοιχεία αφορούσαν τις δύο πρώτες γαλακτικές περιόδους, ενώ για τα υπόλοιπα την πρώτη γαλακτική περίοδο. Η φυλή έδειξε καλή προσαρμοστικότητα στη χώρα μας. Οι ζυγούρες συζεύχθηκαν σε ηλικία 10 μηνών, το ποσοστό τοκετών ήταν 90 έως 98% και ο μέσος δείκτης πολυδυμίας 1,2. Η μέση ανά γαλακτική περίοδο γαλακτοπαραγωγή ξεπέρασε τα 400 l, με μέση περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνες 6,5% και 5,7%, αντίστοιχα. ΕΠΙΠΟΛΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΟΛΥΝΣΗΣ ΑΠΟ COXIELLA BURNETII ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Αμοιρίδης Γ.Σ. 1, Βουζαράς Δ. 1,2, Ντόβολου Ε. 1, Τσιλιγιάννη Θ. 1,3 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 ΙΡΙΣ Κτηνιατρική Εργαστηριακή, Λάρισα. 3 Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών Θεσσαλονίκης, Ιωνία Θεσσαλονίκης. PREVALENCE OF COXIELLA BRUNETII INFECTION IN DAIRY CAT- TLE FARMS Amiridis G.S. 1, Vouzaras D. 1,2, Dovolou E. 1, Tsiligianni T. 1,3 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 IRIS Laboratory and Veterinary Services, Larissa, Greece. 3 National Agricultural Research Foundation, Veterinary Research Institute of Thessaloniki, Ionia, Thessaloniki, Greece. Ο βαθμός προσβολής από C. burnetii μελετήθηκε σε 80 εκτροφές της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας με εξέταση δειγμάτων γάλακτος με χρήση εμπορικά διαθέσιμης ELISA για ανίχνευση αντισωμάτων. Ανάλογα με την οπτική πυκνότητα του δείγματος, οι εκτροφές κατατάχθηκαν σε πενταβάθμια κλίμακα ( 0 =αρνητικό έως 4 ). Μεταξύ των οροθετικών εκτροφών, επιλέχθηκαν αυτές που τηρούσαν αξιόπιστα στοιχεία και οι αναπαραγωγικοί δείκτες σε αυτές συγκρίθηκαν με τους αντίστοιχους οροαρνητικών εκτροφών. Εντοπίσθηκαν 27 οροθετικές εκτροφές (34%), 18% από αυτές κατηγορίας 4. Η συχνότητα αποβολής, ακανόνιστων μεσοδιαστημάτων οίστρων και φλεγμονής της μήτρας δύο εκτροφών στην κατηγορία 4 (385 ζώα) συγκρίθηκαν με τους αντίστοιχους δείκτες σε δύο εκτροφές στην κατηγορία 1 (166 ζώα) ή 0 (424 ζώα), χωρίς να ανιχνευθούν στατιστικά σημαντικές διαφορές. Συμπεραίνεται ότι, αν και ο επιπολασμός της προσβολής από C. brunetii είναι σχετικά υψηλός στη χώρα μας, φαίνεται ότι η λοίμωξη δεν προκαλεί κλινικά συμπτώματα. 120
121 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Η ΑΠΟΨΗ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΟΤΡΟΦΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΟΥΣ Αμοιρίδης Γ.Σ. 1, Βουζαράς Δ. 1,2, Τσιλιγιάννη Θ. 1,3, Ντόβολου Ε. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 ΙΡΙΣ Κτηνιατρική Εργαστηριακή, Λάρισα. 3 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. DAIRY FARMERS PERCEPTION ON THE PRESENT AND FUTURE STATUS OF THEIR ENTERPRISES Amiridis G.S. 1, Vouzaras D. 1,2, Tsiligianni T. 1,3, Dovolou E. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 IRIS Laboratory and Veterinary Services, Larissa, Greece. 3 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. H άποψη των κτηνοτρόφων για τα προβλήματα και τις προοπτικές τους είναι σημαντική συνιστώσα στο σχεδιασμό αγροτικής πολιτικής και στην κτηνιατρική εκπαίδευση. Στάλθηκε ερωτηματολόγιο σε 93 αγελαδοτροφικές εκμεταλλεύσεις (δυναμικότητα μεγαλύτερη των 50 αγελάδων) της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας, το οποίο περιλάμβανε ερωτήσεις σχετικές με τις πάγιες κτηνοτροφικές πρακτικές, καθώς και ερωτήσεις για ανάλυση κατά SWOT (ισχυρά σημεία, αδύνατα σημεία, ευκαιρίες, κίνδυνοι). Ως ισχυρά σημεία των εκτροφών θεωρούνται η ποιότητα, η ποσότητα και το κόστος παραγωγής του γάλακτος. Αδύνατα σημεία θεωρούνται οι χρόνιες παθολογικές καταστάσεις (χωλότητα, μαστίτιδα, νεογνική θνησιμότητα κ.λπ.) και το αυξημένο κόστος παραγωγής. Η πιθανότητα κλαδικής οργάνωσης και η κεντρική παρέμβαση που θα περιορίζει την εισαγωγή γάλακτος θεωρούνται οι κύριες ευκαιρίες του κλάδου. Ως ενδεχόμενοι κίνδυνοι, θεωρούνται η έλλειψη κρατικού προστατευτισμού και ο διαρκής κίνδυνος προσβολής των ζώων από νέες ασθένειες. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΓΚΡΕΛΙΝΗΣ ΣΤΟ ΟΡΜΟΝΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΩΟΘΥΛΑΚΙΟΡΡΗΞΙΑΣ Αμοιρίδης Γ.Σ. 1, Ντόβολου Ε. 1,2, Χαδιώ Σ. 3, Ρέκκας Κ. 4, Μενεγάτος Ι. 3 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Μαιευτική Κλινική, Τμήμα Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Λάρισα. 3 Εργαστήριο Ανατομίας και Φυσιολογίας, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 4 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. EFFECTS OF GHRELIN ON ENDOCRINE PROFILE OF SUPEROVU- LATED EWES Amiridis G.S. 1, Dovolou E. 1,2, Chadio S. 3, Rekkas C. 4, Menegatos I. 3 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Clinic of Obstetrics, Faculty of Medicine, University of Thessaly, Larissa, Greece. 3 Laboratory of Anatomy and Physiology, Department of Animal Science and Aquaculture, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 4 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. Ghrelin, a stomach derived peptide has been found to suppress LH secretion in many species. Here, we report the effects of ghrelin on superovulation and pituitary response of ewes. Twelve ewes were synchronized; ovarian stimulation was carried out by ecg, ovulation was induced by a GnRH injection and ghrelin was administered (Gh group, n=6, iv, every 15 min 4). Blood samples were analyzed for LH, FSH, oestadiol, progester- 121
122 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ one, insulin and IGF-I. On day 7, ovarian response and embryo collection were laparoscopically performed. No difference was found in numbers of corporae lutea or in embryo quality. Similarly, no difference was detected in insulin, oestradiol and progesterone concentrations. There was a trend for IGF-I increase in Gh group, while both LH and FSH were lower in Gh group in comparison to controls. It appears that ghrelin suppresses both gonadotrophins, by acting directly to pituitary, but gonadotropes may exhibit diverse sensitivity to the peptide. ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΤΑΛΟΙΠΩΝ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΕ ΠΑΡΑΓΩΓΙ- ΚΑ ΖΩΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΓΙΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΑΝΑΜΟ- ΝΗΣ ΣΕ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ Αραβίδου Ε. 1, Αρσένος Γ. 2, Φορτομάρης Π. 2, Κατσούδας Β. 1, Δρίτσα Λ. 1, Ευαγγελίδου Μ. 1, Φθενάκης Κ.Γ. 1, Φθενάκης Γ.Χ. 3 1 PROVET AE, Ασπρόπυργος Αττικής. 2 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 3 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. TISSUE RESIDUE STUDIES IN FARM ANIMALS IN GREECE, FOR CALCULATION OF WITHDRAWAL PERIODS OF VETERINARY PHAR- MACEUTICAL PRODUCTS Aravidou E. 1, Arsenos G. 2, Fortomaris P. 2, Katsoudas V. 1, Dritsa L. 1, Evangelidou M. 1, Fthenakis K.G. 1, Fthenakis G.C. 3 1 PROVET SA, Aspropirgos Attica, Greece. 2 Laboratory of Animal Husbandry, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Οι μελέτες καταλοίπων φαρμακευτικών ουσιών σε ιστούς παραγωγικών ζώων είναι απαραίτητες για προσδιορισμό του χρόνου αναμονής των φαρμάκων και, τελικά, για την έγκριση της άδειας κυκλοφορίας των ιδιοσκευασμάτων. Η εταιρεία PROVET AΕ (πρώην ALAPIS, πρώην VETERIN) είναι η Ελληνική εταιρεία κτηνιατρικών φαρμάκων, που έχει πραγματοποιήσει τις περισσότερες μελέτες καταλοίπων για κτηνιατρικά φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα. Συγκεκριμένα, έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες καταλοίπων και έχουν προσδιοριστεί οι αντίστοιχοι χρόνοι αναμονής, για τις παρακάτω (μεταξύ άλλων) φαρμακευτικές ουσίες. Βοοειδή: οξυτετρακυκλίνη (κρέας) - πρόβατα: διυδροστρεπτομυκίνη (κρέας, γάλα), καναμυκίνη (γάλα), λινκομυκίνη-σπεκτινομυκίνη (γάλα), πενικιλλίνη & διυδροστρεπτομυκίνη (γάλα), τριμεθοπρίμη & σουλφαθειαζίνη (κρέας) - αίγες: αλβενδαζόλη (κρέας), δεξαμεθαζόνη (κρέας) - ορνίθια (κρέας). 122
123 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Η ΕΚΤΡΟΦΗ ΟΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Αρσένος Γ. 1, Γελασάκης Α.Ι. 1, Μπράμης Γ. 1, Ψηφίδη Α. 1, Παπαδόπουλος Η. 2, Φλετούρης Δ. 3 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, 3 Εργαστήριο Γαλακτοκομίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. DONKEY BREEDING IN GREECE Arsenos G. 1, Gelasakis A.I. 1, Bramis G. 1, Psifidi A. 1, Papadopoulos E. 2, Fletouris D. 3 1 Laboratory of Animal Husbandry, 2 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, 3 Laboratory of Milk Hygiene and Technology, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Παρουσιάζονται στοιχεία σχετικά με την εκτροφή και την υγεία των όνων στην Ελλάδα, τα οποία συλλέχθηκαν στο πλαίσιο γενικότερης έρευνας με αντικείμενο την ανάδειξη των δυνατοτήτων της ονοτροφίας. Έγιναν σωματομετρήσεις σε 184 ζώα και λήφθηκαν δείγματα αίματος από αυτά. Σε 50 δείγματα αίματος έγινε εξαγωγή DNA για γενοτυπικό προσδιορισμό. Ατομικά δείγματα κοπράνων λήφθηκαν από 103 ζώα. Τέλος, ατομικά δείγματα γάλακτος συλλέχθηκαν από 10 ζώα, δύο εκτροφών, για προσδιορισμό της χημικής σύνθεσής του. Τα αποτελέσματα έδειξαν σημαντική παραλλακτικότητα χαρακτηριστικών μεταξύ των όνων που μελετήθηκαν, ενώ διαπιστώθηκε ότι αρκετά ζώα είχαν πρόσφατα εισαχθεί από γειτονικές βαλκανικές χώρες. Συνολικά, στα κόπρανα 62 (60%) ζώων βρέθηκαν παρασιτικά στοιχεία, συχνότερα στρόγγυλοι (89%) και Cryptosporidium parvum (79%). Η μέση περιεκτικότητα του γάλακτος ήταν ως εξής: λίπος 0,2%, πρωτεΐνες 1,9%, λακτόζη 7,4% και ολικά στερεά 9,9%. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΟΡΜΟΝΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΠΡΟΒΑΤΙ- ΝΩΝ ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΙΚΗΣ ΦΥΛΗΣ Βαλάση Ε. 1, Δεληγιάννης Κ. 2, Θεοδοσιάδου Α. 3, Παπαδόπουλος Σ. 2, Καντάς Δ. 2, Αμοιρίδης Γ.Σ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 3 Εργαστήριο Φυσιολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα EFFECT OF HORMONAL PRE-TREATMENT ON FERTILITY OF KARA- GOYNIKO EWES Valasi I. 1, Deligiannis C. 2, Theodosiadou E. 3, Papadopoulos S. 2, Kantas D. 2, Amiridis G.S. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, 3 Laboratory of Physiology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. Μελετήθηκε η γονιμότητα προβατίνων σε σχέση με την ορμονική αγωγή και τη μέθοδο γονιμοποίησης που εφαρμόστηκαν. Συγχρονισμός οίστρων έγινε με ενδοκολπικούς σπόγγους προγεσταγόνων επί 14 (ομάδες ΜΣ & ΜΟ) ή 6 ημέρες (ομάδες ΒΣ, ΒΟ & ΒΠ). Χορηγήθηκαν 400 iu ecg κατά την αφαίρεση των σπόγγων, επιπλέον δε, στην ομάδα ΒΠ, και 125 μg PG κατά την εισαγωγή αυτών. Στις ομάδες ΜΣ (n=79) και ΒΣ (n=99) εφαρμόσθηκε τεχνητή σπερματέγχυση με νωπό σπέρμα 53 έως 56 ώρες αργότερα, ενώ στις ομάδες ΜΟ (n=70), ΒΟ (n=68) και ΒΠ (n=70) φυσική οχεία. Η διάγνωση εγκυμοσύνης έγινε υπερηχογραφικά 55 ημέρες μετά την αγωγή. Το ποσοστό εγκυμοσύνης ήταν μεγαλύτερο (P<0,05) στις ομάδες ΜΣ (41%) και ΒΟ (35%) σε σχέση με τις ομάδες ΒΣ (25%), ΜΟ (17%), αντίστοιχα, με 123
124 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ δείκτη πολυδυμίας 1,8, 1,6, 1,5, 1,5 και 1,6, αντίστοιχα, ενώ δεν διέφερε μεταξύ των ομάδων ΒΟ και ΒΠ (29%). Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το ποσοστό εγκυμοσύνης σε σχέση με τη διάρκεια αγωγής με προγεσταγόνα εξαρτάται από τη μέθοδο γονιμοποίησης και το πρωτόκολλο που εφαρμόστηκαν. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΠΡΟΓΕΣΤΑΓΟΝΑ ΣΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΩΡΙΜΑΝΣΗΣ ΩΑΡΙΩΝ ΠΟΥ ΣΥΛΛΕΓΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΚΑΡΑ- ΓΚΟΥΝΙΚΗΣ ΦΥΛΗΣ Βαλάση Ε. 1, Παπανικολάου Θ. 1, Δεληγιάννης Κ. 2, Γούλας Π. 2, Αμοιρίδης Γ.Σ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. EFFECT OF PROGESTAGEN TREATMENT ON MEIOTIC COMPE- TENCE OF OOCYTES COLLECTED FROM KARAGOUNIKO EWES Valasi E. 1, Papanikolaou T. 1, Deligiannis C. 2, Goulas P. 2, Amiridis G.S. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. Μελετήθηκε η επίδραση της διάρκειας αγωγής με προγεσταγόνα στην ικανότητα ωρίμανσης ωαρίων που συλλέγονται από προβατίνες στην ένοιστρη (ομάδες 1L και 1S) ή την άνοιστρη περίοδο (ομάδες 2L και 2S). Σπόγγοι προγεσταγόνων τοποθετήθηκαν ενδοκολπικά και παρέμειναν in situ επί 14 (1L, 2L) ή 6 ημέρες (1S, 2S). Επιπλέον, στην ομάδα 1S χορηγήθηκε PGF 2α κατά την εισαγωγή και 24 ώρες πριν από την αφαίρεση των σπόγγων. Πρόκληση πολλαπλής ανάπτυξης ωοθυλακίων έγινε με έξι διαδοχικές εγχύσεις FSH. Δώδεκα ώρες μετά την αφαίρεση των σπόγγων, έγινε αναρρόφηση ωοθυλακίων λαπαρασκοπικά. Τα κατάλληλα ωάρια υποβλήθηκαν σε in vitro ωρίμανση για 24 ώρες. Στις ομάδες 1S (43%) και 2S (64%) περισσότερα ωάρια (P<0,05) έφτασαν στο στάδιο της μετάφασης ΙΙ σε σχέση με τις ομάδες 1L (18) & 2L (12%). Συμπεραίνεται ότι η μικρής διάρκειας αγωγή με προγεσταγόνα, πριν την πρόκληση πολλαπλής ανάπτυξης ωοθυλακίων, βελτιώνει την ικανότητα ωρίμανσης των ωαρίων in vitro στην ένοιστρη ή άνοιστρη περίοδο. 124
125 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΩΟΘΥΛΑΚΙΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΩΑΡΙΩΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΧΟΡΗ- ΓΗΣΗ ΜΕΛΑΤΟΝΙΝΗΣ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΟΙΣΤΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟ Βαλάση Ε. 1, Τσιλιγιάννη Θ. 2, Ντόβολου Ε. 1, Βαϊνάς Ε. 2, Faigl V. 3, Παπανικολάου Θ. 1, Σαμαρτζή Φ. 2, Cseh S. 3, Αμοιρίδης Γ.Σ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 3. Faculty of Veterinary Sciences, Szent István University, Budapest, Hungary. FOLLICULAR DEVELOPMENT AND OOCYTE QUALITY IN ANOESTROUS, MELATONIN-TREATED EWES Valasi E. 1, Tsiligianni T. 2, Dovolou E. 1, Vainas E. 2, Faigl V. 3, Papanikolaou T. 1, Samatzi F. 2, Cseh S. 3, Amiridis G.S. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 3 Faculty of Veterinary Sciences, Szent István University, Budapest, Hungary. Follicular development and oocyte quality were assessed in melatonintreated (Group M) and untreated control (Group C) anoestrous Chios ewes (n=10 in each group). Fourteen days after melatonin implant insertion, all ewes had laparoscopic evaluation of their follicular population, followed by oocyte pick-up (OPU); on day 22, intravaginal progestagen sponges were inserted for 14 days and, 2 days later, a second follicular aspiration was performed. Collected oocytes from the second OPU were matured, fertilised and cultured in vitro. At the first OPU, number of large follicles was higher in Group M than in C (P<0.05); it also tended to be so at the second OPU. According to morphological characteristics, oocytes collected from group C were of better quality than those of Group M; however, more oocytes collected from group M were fertilised and developed in vitro. We infer that melatonin is a potent regulator of follicular development and oocyte competence during anoestrous period of ewes. ΑΝΑΙΜΙΑ ΣΕ ΝΕΑΡΑ ΜΟΣΧΑΡΙΑ ΦΥΛΗΣ HOLSTEIN ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Βαλεργάκης Γ.Ε. 1, Κριτσέπη-Κωνσταντίνου Μ. 2, Καλαϊτζάκης Ε. 3, Πανούσης Ν. 3 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Διαγνωστικό Εργαστήριο, 3 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ANAEMIA IN YOUNG HOLSTEIN CALVES IN GREECE Valergakis G.E. 1, Kritsepi-Konstantinou M. 2, Kalaitzakis E. 3, Panousis N. 3 1 Department of Animal Production, 2 Diagnostic Laboratory, 3 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki. Προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη αναιμίας σε νεαρά μοσχάρια φυλής Holstein, πραγματοποιήθηκαν αναλύσεις σε 360 δείγματα αίματος από υγιή ζώα ηλικίας 1 έως 9 ημερών, 27 εκτροφών. Διαπιστώθηκε ότι οι τιμές των παραμέτρων RBC, HGB, HCT, ΜCV, MCH και MCHC ήταν μικρότερες από τις φυσιολογικές σε 2%, 21%, 28%, 90%, 10% και 9% των δειγμάτων, αντίστοιχα. Η αναιμία ήταν κυρίως μικροκυτταρικού τύπου. Τιμές HGB και HCT μικρότερες από τις φυσιολογικές σε περισσότερα από 25% των μοσχαριών παρατηρήθηκαν σε 33% και 56% των εκτροφών, αντίστοιχα. Διαπιστώθηκαν: (α) στατιστικά σημαντική (Ρ<0,05-0,001) συσχέτιση μεταξύ του παράγοντα εκτροφή και διάφορων διαχειριστικών πρακτικών και MCV και (β) θετική, στατιστικά σημαντική (Ρ<0,05) συσχέτιση μεταξύ RBC 125
126 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ και HCT και επιτυχούς μεταφοράς παθητικής ανοσίας (ΕΜΠΑ) σε επίπεδο εκτροφής και μεταξύ HGB και ΕΜΠΑ σε επίπεδο μοσχαριού. ΦΑΙΝΟΤΥΠΙΚΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΟΥ ΔΕΙΚΤΗ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ HOLSTEIN ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ 1 η ΓΑΛΑΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ Βαλεργάκης Γ.Ε., Οικονόμου Γ., Αρσένος Γ., Μπάνος Γ. Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. PHENOTYPIC CORRELATION OF BODY CONDITION SCORE AND RE- PRODUCTIVE PERFORMANCE IN PRIMIPAROUS HOLSTEIN COWS Valergakis G.E., Oikonomou G., Arsenos G., Banos G. Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Μελετήθηκε η συσχέτιση του Δείκτη Θρεπτικής Κατάστασης (ΔΘΚ) των αγελάδων τις πρώτες 13 εβδομάδες της γαλακτικής περιόδου με διάφορες αναπαραγωγικές παραμέτρους, πραγματοποιώντας εβδομαδιαία εκτίμηση του ΔΘΚ σε 497 αγελάδες. Διαπιστώθηκε ότι αύξησή του κατά 0,5 μονάδα: (α) στον τοκετό, στο ναδίρ του και καθόλη τη διάρκεια του πειραματισμού μείωνε το μεσοδιάστημα τοκετών κατά 18,5, 23,5 και 23,3 ημέρες, αντίστοιχα, (β) τις πρώτες 7 εβδομάδες μείωνε την εμφάνιση μητρίτιδας κατά 5% έως 7%, (γ) στο ναδίρ του και τις εβδομάδες 5 έως 13, αύξανε το ποσοστό σύλληψης στην 1 η τεχνητή σπερματέγχυση κατά 6% και 8%, αντίστοιχα, (δ) τις εβδομάδες 9 έως 13 μείωνε τον αριθμό των σπερματεγχύσεων κατά 0,4 έως 0,6 και (ε) στον τοκετό, στο ναδίρ του και τις εβδομάδες 1 έως 9 αύξανε το ποσοστό των αγελάδων που γονιμοποιήθηκαν στην 1 η γαλακτική περίοδο κατά 6%, 9% και 7%, αντίστοιχα. Φαίνεται ότι η αξιολόγηση του ΔΘΚ συμβάλλει στη βελτίωση της αναπαραγωγικής ικανότητας των γαλακτοπαραγωγών αγελάδων. Η ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΗ ΜΑΣΤΙΤΙΔΑ ΚΑΙ ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ Βαλεργάκης Γ.Ε. 1, Οικονόμου Γ. 1, Νανάς N. 2 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Λάρισας-Τυρνάβου- Αγιάς, Λάρισα. SUBCLINICAL MASTITIS AND ITS ECONOMIC CONSEQUENCES IN GREEK DAIRY FARMS Valergakis G.E. 1, Oikonomou G. 1, Nanas N. 2 1 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Union of Agricultural Cooperatives of Larissa-Tyrnavos-Agia, Larissa, Greece. Μελετήθηκε η υποκλινική μαστίτιδα των γαλακτοπαραγωγών αγελάδων στην Ελλάδα, όπως αυτό προκύπτει από τον αριθμό των σωματικών κυττάρων (σ.κ.) στο γάλα, και εκτιμήθηκαν οι οικονομικές επιπτώσεις της νόσου. Εξετάστηκαν τα αποτελέσματα 24 εκτροφών κατά την περίοδο από τον Ιανουάριο 2009 μέχρι το Μάρτιο Ο μέσος όρος ήταν στο όριο του σχετικού κανονισμού. Δεν υπήρχε συσχέτιση με τη γαλακτοπαραγωγική ικανότητα των αγελάδων και το μέγεθος της εκτροφής. Οι αγελάδες με περισσότερα από σ.κ. ανά ml, ήταν 6% του συνόλου των ζώων, παράγοντας 5% του γάλατος και 40% των σ.κ.. Με κριτήριο τον αριθμό 126
127 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ των σωματικών κυττάρων, οι εκτροφές κατατάχθηκαν σε τέσσερις ομάδες. Ο μέσος όρος σ.κ. ανά ml γάλακτος και η ετήσια οικονομική απώλεια ανά αγελάδα σε ήταν, αντίστοιχα, ως εξής: (ομάδα Α) και 44-50, (Β) και 85-97, (Γ) και και (Δ) και Σε πολλές εκτροφές, η υποκλινική μαστίτιδα αποτελεί το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΒΙΟΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΗΣ ΚΤΗΝΟΤΡΟ- ΦΙΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩ- ΓΗΣ Βουζαράς Δ. 1,2, Ντόβολου Ε. 1, Τσιλιγιάννη Θ. 1,3, Αμοιρίδης Γ.Σ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 ΙΡΙΣ Κτηνιατρική Εργαστηριακή, Λάρισα. 3 Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών Θεσσαλονίκης, Ιωνία Θεσσαλονίκης. EVALUATION OF BIOSECURITY MEASURES AND GOOD FARMING PRACTICE IN DAIRY CATTLE FARMS Vouzaras D. 1,2, Dovolou E. 1, Tsiligianni T. 1,3, Amiridis G.S. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 IRIS Laboratory and Veterinary Services, Larissa, Greece. 3 National Agricultural Research Foundation, Veterinary Research Institute of Thessaloniki, Ionia, Thessaloniki, Greece. Μελετήθηκαν τα μέτρα για πρόληψη εισβολής και περιορισμό της διασποράς επικίνδυνων παραγόντων σε εκτροφές αγελάδων. Αξιολογήθηκαν 77 εκτροφές, μέσης δυναμικότητας 127 αγελάδων (διακύμανση ), σε Μακεδονία ή Θεσσαλία. Διαπιστώθηκε η ύπαρξη περίφραξης σε 42% των εκτροφών, λειτουργικών τροχόλουτρων σε 26%, ελεύθερων σκύλων σε 74%, συγκεκριμένου πρωτόκολλου κίνησης οχημάτων σε 5%. Σε 5 εκτροφές δεν επιτρεπόταν είσοδος οχημάτων, σε 4 εφαρμοζόταν απολύμανση υποδημάτων επισκεπτών και σε μία ήταν υποχρεωτική η χρήση ποδονάριων. Πλύσιμο μαστού και εμβάπτιση θηλών μετά το άρμεγμα εφαρμόζονταν σε 78% και 95% των εκτροφών αντίστοιχα, σε 12% εφαρμόζονταν μόνο πλύσιμο θηλών και σε 5% εφαρμόζονταν ύγρανση με εμβάπτιση. Σε 58% των εκτροφών, οι αρμεκτές δεν χρησιμοποιούσαν γάντια. Σε 81% των εκτροφώνν υπήρχε ειδικός χώρος φύλαξης των φαρμάκων, αλλά τήρηση μητρώου αγωγών ήταν πλημμελής σε 75%. Συμπεραίνεται ότι απαιτούνται σημαντικές βελτιώσεις στα μέτρα βιοασφάλειας στις εκτροφές αγελάδων. 127
128 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝTOXHΣ ΤΟΥ HAEMONCHUS CONTORTUS ΣΤΙΣ ΒΕΝΖΙΜΙΔΑΖΟΛΕΣ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΟΜΟΡΦΟΕΙΔΙΚΗΣ PCR Γαλλίδης Ε. 1, Αγγελοπούλου Κ. 2, Παπαδόπουλος Η. 1 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, 2 Εργαστήριο Βιοχημείας και Τοξικολογίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. DETECTION OF BENZIMIDAZOLE RESISTANCE IN HAEMONCHUS CONTORTUS USING ALLELE-SPECIFIC PCR Gallidis E. 1, Angelopoulou K. 2, Papadopoulos E. 1 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, 2 Laboratory of Biochemistry and Toxicology, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η καταπολέμηση του Haemonchus contortus στηρίζεται κυρίως στη χρήση των ανθελμινθικών φαρμάκων, των οποίων όμως η αποτελεσματικότητα, δυστυχώς, περιορίζεται σημαντικά με την ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών. Η έγκαιρη και ευαίσθητη ανίχνευση των ανθεκτικών γενότυπων των παρασίτων στα ζώα κάποιας εκτροφής είναι σημαντική. Στην παρούσα εργασία ελέγχθηκαν 40 ενήλικα παράσιτα H. contortus από πρόβατα της Μακεδονίας για την ύπαρξη πολυμορφισμού στο αμινοξύ 200 (φαινυλαλανίνη ή τυροσίνη) της πρωτεΐνης β-σωληνίνη, το οποίο σχετίζεται με την αντοχή αυτών στις βενζιμιδαζόλες. Χρησιμοποιήθηκε αλληλομορφοειδική PCR με 4 εκκινητές στο ίδιο μείγμα αντίδρασης, η οποία ανιχνεύει τους γενότυπους ενήλικων παρασίτων, οι οποίοι είναι ανθεκτικοί (rr) ή ευαίσθητοι (rs / SS) στις βενζιμιδαζόλες. Βρέθηκε ότι όλα τα παράσιτα που εξετάσθηκαν, είχαν το αμινοξύ τυροσίνη σε ομόζυγη μορφή, γεγονός που αποδεικνύει την ανθελμινθικαντοχή τους και την άμεση ανάγκη λήψης δραστικών προληπτικών μέτρων. ΧΩΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΤΗΣ ΧΗΛΗΣ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Γελασάκης Α.Ι. 1, Βαλεργάκης Γ.Ε. 1, Φορτομάρης Π. 1, Γιαδίνης Ν. 2, Αρσένος Γ. 1 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. LAMENESS AND WHITE LINE LESIONS IN CHIOS DAIRY EWES Gelasakis A.I. 1, Valergakis G. 1, Fortomaris P. 1, Giadinis N. 2, Arsenos G. 1 1 Laboratory of Animal Husbandry, 2 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Περιγράφηκαν περιστατικά χωλότητας, οφειλόμενα σε αλλοιώσεις της λευκής γραμμής της χηλής (ΑΛΓ), καθώς και δευτερογενών μολύνσεων (νόσος λευκής γραμμής, ΝΛΓ) σε 1618 προβατίνες φυλής Χίου από 9 εκτροφές, στη διάρκεια μίας γαλακτικής περιόδου (8 μήνες). Η επίσκεψη σε κάθε εκτροφή γινόταν κάθε 14 ημέρες. Με τη χρήση πενταβάθμιας κλίμακας αξιολογούνταν ο δείκτης κινητικότητας (Δ.Κ.) όλων των αρμεγόμενων προβατίνων. Σε περίπτωση χωλότητας, καταγράφονταν η αιτιολογία και η διάρκειά της, η ημερομηνία τοκετού και η ηλικία του ζώου. Βρέθηκε ότι η συχνότητα εμφάνισης χωλότητας από ΑΛΓ ή ΝΛΓ, ήταν 1% για κάθε παθολογική κατάσταση. Η χωλότητα ήταν σοβαρή (Δ.Κ.>3) σε 54% ή 44% των περιστατικών ΝΛΓ ή ΑΛΓ, αντίστοιχα, αλλά η διάρκειά της ήταν σύντομη (<14 ημέρες). Η μέση ηλικία των προβατίνων με ΑΛΓ ή ΝΛΓ ήταν 38 μήνες, οι δε παθολογικές καταστάσεις παρατηρήθηκαν 108 ή 90 ημέρες μετά τον τοκετό, αντίστοιχα. 128
129 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗ ΔΙΑΠΛΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Γελασάκης Α.Ι. 1, Βαλεργάκης Γ.Ε. 1, Φορτομάρης Π. 1, Κιόσης Ε. 2, Φθενάκης Γ.Χ. 3, Αρσένος Γ. 1 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. FACTORS AFFECTING UDDER MORPHOLOGY OF CHIOS BREED EWES Gelasakis A.I. 1, Valergakis G.E. 1, Fortomaris P. 1, Kiossis E. 2, Fthenakis G.C. 3, Arsenos G. 1 1 Laboratory of Animal Husbandry, 2 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Μελετήθηκαν παράγοντες που επηρεάζουν τη διάπλαση του μαστού σε 30 προβατίνες της φυλής Χίου. Έγιναν επαναλαμβανόμενες μετρήσεις του μήκους (ΜΜ), του πλάτους (ΠΜ) και του ύψους του μαστού (ΥΜ), του βάθους του γαλακτοφόρου κόλπου (ΒΓΚ), καθώς και του μήκους (ΜΘ) και της διαμέτρου της θηλής (ΔΘ). Η θέση της θηλής (ΘΘ), ο διαχωρισμός των δύο μαστικών αδένων (ΔΗ), το βάθος του μαστού (ΒΜ) και ο βαθμός ανάρτησης αυτού (ΑΜ) αξιολογήθηκαν με ειδική κλίμακα, ενώ η ατομική ημερήσια γαλακτοπαραγωγή (ΗΓ) ήταν γνωστή από τα στοιχεία των γαλακτομετρήσεων. Διερεύνηση της επίδρασης τριών παραγόντων (γαλακτική περίοδος, ζώο και ΗΓ) έγινε με τη χρήση ειδικού γραμμικού μοντέλου. Η επίδραση της γαλακτικής περιόδου ήταν σημαντική (P<0,05) για το ΜΜ, το ΥΜ, το ΒΜ, το ΒΓΚ, τον ΔΗ και για τη ΘΘ. Επίσης, σημαντική ήταν η επίδραση του ζώου (P<0,05) για όλα τα χαρακτηριστικά, εκτός από το ΠΜ. Τέλος, η γαλακτοπαραγωγή επηρέασε σημαντικά το ΜΜ, το ΠΜ το ΥΜ, το ΒΜ, τον ΔΗ, την ΑΜ και τον ΧΑ (P<0,05). Διερεύνηση της παρουσίας και των πληθυσμών LISTERIA SPP. σε ΔΕΙΓΜΑΤΑ μαλακων τυριων από την Ελληνική αγορά Γεωργιάδου Σ.Σ. 1,2,3, Ζαφειροπούλου Β. 2,3, Αγγελίδης Α.Σ. 1, Βελονάκης Ε.Ν. 2,3, Παπαγεωργίου Δ.Κ. 1, Βατόπουλος A. 2,3 1 Εργαστήριο Γαλακτοκομίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Τομέας Μικροβιολογίας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Αθήνα. 3 Κεντρικό Εργαστήριο Δημόσιας Υγείας, Βάρη Αττικής. INVESTIGATION OF THE PREVALENCE AND POPULATIONS OF LIS- TERIA SPP. IN SOFT CHEESE SAMPLES FROM THE GREEK RETAIL MARKET Georgiadou S.S. 1,2,3, Zafiropoulou V. 2, Angelidis A.S. 1, Velonakis E.Ν. 2,3, Papageorgiou D.K. 1,2, Vatopoulos A. 2,3 1 Laboratory of Milk Hygiene and Technology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Microbiology, National School of Public Health, Athens, Greece. 3 Central Public Health Laboratory, Vari, Attica. Εξετάσθηκαν 137 δείγματα μαλακών τυριών για παρουσία και πληθυσμούς Listeria spp., χρησιμοποιώντας τα διεθνή πρότυπα ανάλυσης ISO και Τα δείγματα συλλέχθηκαν από καταστήματα λιανικής πώλησης στους νομό Θεσσαλονίκης ή το νόμο Αττικής. L. monocytogenes δεν ανιχνεύτηκε σε κανένα δείγμα. Σε τρία δείγματα (2%) ανιχνεύτηκαν άλλα 129
130 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ είδη Listeria. Συγκεκριμένα, σε δύο δείγματα αριθμήθηκαν πληθυσμοί L. innocua (4, cfu/g σε Ανθότυρο) ή L. grayi (1, cfu/g σε τυρί Blue cheese). Στο τρίτο δείγμα, ανιχνεύτηκαν L. seeligeri και L. grayi (<5 cfu/g σε τυρί brie). Η απουσία L. monocytogenes στα δείγματα είναι ενθαρρυντικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, η παρουσία άλλων ειδών Listeria δεν αποκλείει την πιθανότητα παρουσίας L. monocytogenes στο περιβάλλον παραγωγής ή επεξεργασίας των προϊόντων αυτών. Επιβάλλεται η συνέχιση της εφαρμογής ή/και της εντατικοποίησης όλων των προληπτικών μέτρων για την αποφυγή επιμόλυνσης των τυριών. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΑΡΘΡΙΚΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΪΟΥΣΑΣ ΠΝΕΥΜΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Δόβας Χ.Ι. 2, Μπουζαλάς Η. 2, Καρανικόλας Γ. 3, Πετρίδου Ε. 2, Καρατζιάς Χ. 1 Παπαναστασοπούλου Μ.2, 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νoσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Ασπροβάλτα Θεσσαλονίκης. CASES OF OVINE ARTHRITIS ASSOCIATED WITH MAEDI-VISNA VI- RUS Giadinis N.D. 1, Dovas C.I. 2, Bouzalas I.G. 2, Karanikolas G. 3, Petridou E. 2, Karatzias H. 1, Papanastassopoulou M. 2 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Asprovalta, Thessaloniki. Παρουσιάζονται περιστατικά από τρεις εκτροφές, όπου εντοπίστηκαν πρόβατα με διόγκωση αρθρώσεων, χωρίς διαταραχή της γενικής κατάστασής τους. Λήφθηκαν δείγματα αίματος, γάλακτος και αρθρικού υγρού. Η καλλιέργεια για βακτήρια, συνήθεις αιτιολογικούς παράγοντες αρθρίτιδας, δεν ήταν θετική. Κατά την εξέταση με ΕLISA, διαπιστώθηκε η παρουσία ειδικών αντισωμάτων κατά των Lenti-ιών των μικρών μηρυκαστικών (SRLVs). Στη συνέχεια, ο υπεύθυνος SRLV-προϊός ανιχνεύθηκε με PCR στο αρθρικό υγρό ή/και στο αίμα των μολυσμένων ζώων. Η φυλογενετική ανάλυση έδειξε ότι τα περιστατικά οφείλονταν σε προσβολή από στελέχη του ιού της προϊούσας πνευμονίας του προβάτου. 130
131 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΠΡΟΒΑΤΩΝ ΜΟΛΥΣΜΕΝΩΝ ΜΕ ΤΟΝ ΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΪΟΥΣΑΣ ΠΝΕΥΜΟΝΙΑΣ Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Δόβας Χ.Ι. 2, Χατζηνάσιου Ε. 2,3, Μπουζαλάς Η. 2, Αρσένος Γ. 4, Παπαναστασοπούλου Μ. 2 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νoσημάτων, 4 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κοζάνης, Κοζάνη. IMPORTS OF SHEEP INFECTED WITH VISNA-MAEDI VIRUS INTO GREECE Giadinis N.D. 1, Dovas C.I. 2, Chatzinasiou E. 2,3, Bouzalas I.G. 2, Arsenos G. 3, Papanastassopoulou M. 2 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, 4 Laboratory of Animal Production, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Veterinary Service, Local Authority of Kozani county, Kozani, Greece. Η έρευνα αφορά στη διάγνωση της προσβολής, από τον ιό της προϊούσας πνευμονίας (MVV), προβάτων της φυλής Assaf, που είχαν εισαχθεί από την Ισπανία. Τα ζώα εξετάστηκαν εντός μίας εβδομάδος μετά την εισαγωγή τους από το εξωτερικό, για παρουσία ειδικών κατά του MVV αντισωμάτων χρησιμοποιώντας τη δοκιμή ELISA. Σε σύνολο 18 εισαχθέντων ζώων, σε δύο εκτροφές στην Ήπειρο, 9 είχαν αντισώματα κατά του MVV (50%). Επίσης, σε εκτροφή στη Μακεδονία, βρέθηκαν οροθετικά 7 από τα 14 νέο-εισαχθέντα πρόβατα (50%), ενώ, σε εκτροφή στην Πελοπόννησο, βρέθηκαν οροθετικά 2 από τα 5 εισαχθέντα ζώα (40%). Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι τα ζώα είχαν μολυνθεί στον τόπο καταγωγής τους. Δεδομένου του υψηλού κόστους αγοράς των προβάτων αυτών, συστήνεται η διεξαγωγή εξετάσεων για προϊούσα πνευμονία πριν την εισαγωγή των ζώων, καθώς αφενός δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπευτική αγωγή για τη νόσο και αφετέρου τα μολυσμένα πρόβατα είναι αίτιο εισόδου και συνεχούς διατήρησης της νόσου σε κάποια εκτροφή. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΕΝΖΩΟΤΙΚΗΣ ΕΝΔΟΡΙΝΙΚΗΣ ΝΕΟΠΛΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΜΙ- ΚΡΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟ Γιαδίνης Γ.Δ. 1, Λουκόπουλος Π. 2, Δόβας Χ.Ι. 3, Ψύχας Β. 2, Ιωάννου Ι. 4, Κωνσταντίνου Π. 4, Γεωργιάδου Σ. 4, Αποστολίδη Ε. 2, Καλδρυμίδου Ε. 2 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 4 Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, Λευκωσία, Κύπρος. ENZOOTIC NASAL TUMOR OF SMALL RUMINANTS IN GREECE AND CYPRUS Giadinis N.D. 1, Loukopoulos P. 2, Dovas C.I. 3, Psychas V. 2, Ioannou I. 4, Apostolidi E. 2, Konstantinou P. 4, Georgiadou S. 4, Kaldrymidou E. 2 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Pathology, 3 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 4 Veterinary Services, Nicosia, Cyprus. Εξετάστηκαν 54 αίγες από την Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα και 17 πρόβατα από την Κύπρο. Τα περισσότερα ασθενή ζώα ήταν ηλικίας άνω των 2 ετών και παρουσίαζαν απώλεια βάρους, δύσπνοια και συριγμό που ακουγόταν από απόσταση. Κατά τη νεκροτομή, παρατηρήθηκε η παρουσία ενδορινικού νεοπλάσματος, συνήθως αμφοτερόπλευρου. Ιστολογικά, ανιχνεύ- 131
132 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ θηκε αδενοκαρκίνωμα ποικίλου βαθμού κακοήθειας. Στα νεοπλάσματα των προβάτων και των αιγών ανιχνεύτηκαν, με χρήση PCR, ο προϊός του ENTV-1 και ο προϊός του ENTV-2, αντίστοιχα, και τα αποτελέσματα επιβεβαιώθηκαν με προσδιορισμό της αλληλουχίας των βάσεων και φυλογενετική ανάλυση. Η νόσος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στη διαφορική διάγνωση αναπνευστικών νοσημάτων στα μικρά μηρυκαστικά. Κρίνεται σκόπιμη η ακριβέστερη καταγραφή της διασποράς της νόσου μέσω μελλοντικών προγραμμάτων επιτήρησης. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΑΠΟΒΟΛΗΣ ΣΕ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΑ ΣΕ ΕΛ- ΛΕΙΨΗ ΣΕΛΗΝΙΟΥ Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Λουκόπουλος Π. 2, Πετρίδου Ε. 3, Φιλιούσης Γ. 3, Κουτσούμπας Α. 1, Πουρλιώτης Κ. 1, Καρατζιάς Χ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CASES OF ABORTIONS IN RUMINANTS ASSOCIATED WITH SELE- NIUM DEFICIENCY Giadinis N.D. 1, Loukopoulos P. 2, Petridou E. 3, Filioussis G. 3, Koutsoumbas A. 1, Pourliotis K. 1, Karatzias H. 1 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Pathology, 3 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Περιγράφονται περιστατικά αποβολής σε εκτροφές προβάτων και αιγών, καθώς και σε μια εκτροφή αγελάδων κρεοπαραγωγής. Σε όλες τις περιπτώσεις, παρατηρήθηκε αποβολή σε ζώα διαφόρων ηλικιών. Οι εξετάσεις για λοιμογόνους παράγοντες που συνήθως προκαλούν αποβολή, δεν έδωσαν θετικά αποτελέσματα. Κατά τη νεκροτομή των εμβρύων, παρατηρήθηκαν αλλοιώσεις χαρακτηριστικές μυϊκής δυστροφίας, ευρήματα τα οποία επιβεβαιώθηκαν με ιστολογική εξέταση. Η χορήγηση σεληνίου σε ενέσιμη μορφή, στα έγκυα ζώα οδήγησε σε διακοπή των κρουσμάτων αποβολής και, στη συνέχεια, σε γέννηση υγιών νεογέννητων. ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΙΤΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΞΩ ΑΚΟΥΣΤΙΚΟΥ ΠΟΡΟΥ ΣΕ ΚΛΙΝΙΚΑ ΥΓΙΗ ΓΙΔΙΑ ΑΠΟ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Φαρμάκη Ρ. 2, Καλτσογιάννη Φ. 3, Παπαδόπουλος Η. 4, Κουτίνας Α.Φ. 3 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Κλινική Ζώων Συντροφιάς 4 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Παθολογική κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. EAR CANAL ECTOPARASITISM in clinically HEALTHY goats IN NORTHERN GREECE Giadinis N.D. 1, Farmaki R. 2, Kaltsogianni F. 3, Papadopoulos E. 4, Koutinas A.F. 3 1 Clinic of Farm Animals, 3 Companion Animal Clinic, 4 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Εξετάστηκαν 50 αίγες και 10 τράγοι από έξι εκτροφές εκτατικού τύπου. Σε όλα τα ζώα έγινε ωτοσκόπηση και, στη συνέχεια, λήψη δειγμάτων για 132
133 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ κυτταρολογική και παρασιτολογική εξέταση ύστερα από έκπλυση του έξω ακουστικού πόρου. Σε 18 ζώα (30%) τέθηκε διάγνωση ψωροπτικής έξω ωτίτιδας (Psoroptes spp.) και σε 13 (22%) παρασίτωση από κρότωνες (Rhipicephalus spp., Ixodes spp.) στην είσοδο ή/και τον αυλό του έξω ακουστικού πόρου. Οι ενήλικοι κρότωνες ήταν καθηλωμένοι στο δέρμα αυτού, ενώ τα πρόδρομα εξελικτικά στάδιά τους παρατηρήθηκαν μέσα στο κυψελιδικό έκκριμα. Σε 11 από τα 13 ζώα με κρότωνες (85%), η παρασίτωση αφορούσε αποκλειστικά στον αυλό του έξω ακουστικού πόρου. Οκτώ ζώα (13%) παρουσίαζαν μικτή παρασίτωση. Όλα τα ζώα με παρασίτωση του έξω ακουστικού πόρου παρουσίαζαν κυψελιδοπαραγωγική έξω ωτίτιδα με βακτηριακή υπερανάπτυξη ή πυώδη έξω ωτίτιδα. ΚΑΚΟΗΘΕΣ ΜΕΛΑΝΩΜΑ ΤΗΣ ΣΤΕΦΑΝΗΣ ΣΕ ΑΙΓΑ ΦΥΛΗΣ ΔΑΜΑ- ΣΚΟΥ Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Φαρμάκη Ρ. 2, Μυλωνάκης Μ.Ε. 3, Καρατζιάς Χ. 1, Κουτίνας Α.Φ. 3 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Κλινική Ζώων Συντροφιάς, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. SUBUNGUAL MALIGNANT MELANOMA IN A DAMASCUS GOAT Giadinis N.D. 1, Farmaki R. 2, Mylonakis M.E. 3, Karatzias H. 1, Koutinas A.F. 3 1 Clinic of Farm Animals, 3 Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Αίγα φυλής Δαμασκού, ηλικίας 4 ετών, προσκομίστηκε με μελανόχρωμο όγκο ανθοκραμβοειδούς όψης και μεγέθους 4 3 cm, εντοπισμένο στη στεφάνη της εσωτερικής χηλής του πρόσθιου αριστερού άκρου, ο οποίος είχε αναπτυχθεί τους τελευταίους τρεις μήνες. Στην κυτταρολογική εξέταση (FNA), παρατηρήθηκαν πολυάριθμα επιθηλιοειδή και ατρακτοειδή κύτταρα με ανισοκυττάρωση και ανισοπυρήνωση, μεγάλη πυρηνο-κυτταροπλασματική αναλογία και βασίφιλο κυτταρόπλασμα, το οποίο περιείχε φαιομελανά κοκκία. Σε δείγμα από το επιχώριο λεμφογάγγλιο, δεν παρατηρήθηκαν τέτοιου είδους μελανινοκύτταρα. Στην ιστοπαθολογική εξέταση (Η&Ε), το χόριο διηθούνταν διάχυτα από ατρακτοειδή και επιθηλιοειδή νεοπλασματικά κύτταρα με κακοήθη χαρακτηριστικά. Ορισμένα από αυτά περιείχαν κοκκία μελανίνης. Με βάση τα ευρήματα, τέθηκε διάγνωση κακοήθους μελανώματος. Ένα μήνα μετά την χειρουργική αφαίρεση, το μελάνωμα υποτροπίασε, λίγες ώρες δε μετά τον ακρωτηριασμό του άκρου το ζώο πέθανε. 133
134 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΟΞΙΔΕΚΤΙΝΗΣ σε ΑΙΓΕΣ εγχωριασ φυλησ με ΧΡΟΝΙΑ γενικευμένη σαρκοπτική ψώρα Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Φαρμάκη Ρ. 2, Παπαϊωάννου Ν. 3, Παπαδόπουλος Η. 4, Καρατζιάς Χ. 1, Κουτίνας Α.Φ. 5 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 4 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νόσων, 5 Κλινική Ζώων Συντροφιάς, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. THERAPEUTIC ADMINISTRATION OF Modixectin in GOATS FOR TREATMENT OF LONG-STANDING generalized sarcoptic mange Giadinis N.D. 1, Farmaki R. 2, Papaioannou N. 3, Papadopoulos E. 4, Karatzias H. 1, Koutinas A.F. 5 1 Clinic of Farm Animals, 3 Laboratory of Pathology, 4 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, 5 Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece Τρεις ενήλικες αίγες, εγχώριας φυλής, προσκομίστηκαν με απίσχναση και γενικευμένη και έντονα κνησμώδη δερματοπάθεια. Σε γενικές γραμμές, ίδια κλινική εικόνα παρατηρήθηκε σε όλες τις αίγες της εκτροφής. Επίσης, παρατηρήθηκε αυξημένο ποσοστό θνησιμότητας και δραματική μείωση της γαλακτοπαραγωγής. Έγινε διάγνωση σαρκοπτικής ψώρας, με βάση τα ευρήματα της μικροσκοπικής εξέτασης επιφανειακών ξεσμάτων και βιοψιών από το δέρμα. Θεραπευτικά, χορηγήθηκε μοξιδεκτίνη (0,2 mg ανά kg σ.β.), ανά 15 ημέρες, για τέσσερις φορές σε όλα τα ζώα της εκτροφής. Για αποφυγή επαναμόλυνσης, προτάθηκε η συχνή απολύμανση των εγκαταστάσεων της εκτροφής με διάλυμα αμιτράζης. Ενώ ο κνησμός είχε εξαφανιστεί από την πρώτη εβδομάδα, κλινική και παρασιτολογική ίαση στα περισσότερα ζώα επιτεύχθηκε την 6 η εβδομάδα μετά την αγωγή. Δεν παρατηρήθηκαν υποτροπές στους επόμενους τρεις μήνες και το τρίχωμα αναπτύχθηκε κανονικά πέντε μήνες μετά την έναρξη της αγωγής. ΥΠΟΓΑΛΑΞΙΑ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΑ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΣΕ ANAPLASMA OVIS Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Χοχλάκης Δ. 2,3, Τσελέντης Γ. 2,3, Πετρίδου Ε. 4, Καρατζιάς Χ. 1, Ψαρουλάκη Α. 2,3 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 4 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Εργαστήριο Κλινικής Βακτηριολογίας, Παρασιτολογίας, Ζωονόσων και Γεωγραφικής Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ηράκλειο. 3 Περιφερειακό Εργαστήριο Δημόσιας Υγείας Κρήτης, Ηράκλειο. HYPOGALACTIA IN DAIRY SHEEP ASSOCIATED WITH ANAPLASMA OVIS Giadinis N.D. 1, Chochlakis D. 2,3, Tselentis Y. 2,3, Petridou E. 4, Karatzias H. 1, Psaroulaki A. 2,3 1 Clinic of Farm Animals, 4 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Laboratory of Clinical Bacteriology, Parasitology, Zoonoses and Geographical Medicine, University of Crete, Iraklion, Crete, Greece. 3 Regional Laboratory of Public Health of Crete, Iraklion, Crete, Greece. Σε εκτροφή 400 προβάτων, μεγάλος αριθμός ζώων παρουσίασε αιφνίδια μείωση της γαλακτοπαραγωγής και ανορεξία. Τα ζώα που εξετάσθηκαν παρουσίαζαν πυρετό, ανορεξία και κατάπτωση. Κατά τη βακτηριολογική 134
135 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ εξέταση γάλακτος δεν απομονώθηκαν μικροοργανισμοί. Έγινε μοριακή ανίχνευση (PCR σε συνδυασμό με τη μέθοδο RFLP, restriction fragment length polymorphism) Anaplasma ovis. Κατά την εξέταση ορών αίματος με τροποποιημένη μέθοδος ELISA, δεν βρέθηκαν αντισώματα, ενδεχομένως επειδή τα ζώα βρίσκονταν σε αρχικό στάδιο της λοίμωξης. Η θεραπευτική χορήγηση οξυτετρακυκλίνης μακράς δραστικότητας ήταν αποτελεσματική. Το A. ovis προσβάλλει τα ερυθρά αιμοσφαίρια προκαλώντας συνήθως αιμολυτική αναιμία (υποκλινική λοίμωξη). Σε περιπτώσεις παρατεταμένης λοίμωξης, η νόσος μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής γάλακτος και σε μείωση του βάρους των σφάγιων. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΟΞΕΙΑΣ ΚΟΙΝΟΥΡΩΣΗΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Ψύχας Β. 2, Πολυζοπούλου Ζ. 3, Παπαδόπουλος Η. 4, Παπαϊωάννου Ν. 2, Κομνηνού Α.Θ. 5, Τόμας Α.Λ. 5, Πετρίδου Ε. 6, Κριτσέπη-Κωνσταντίνου Μ. 3, Lafi S.Q. 7, Μπρέλλου Γ.Δ. 2 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 3 Διαγνωστικό Εργαστήριο, 4 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νόσων, 5 Κλινική Ζώων Συντροφιάς, 6 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νόσων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 7 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. CASES OF ACUTE COeNUROSIS IN SHEEP FLOCKS Giadinis N.D. 1, Psychas V. 2, Polizopoulou Z. 3, Papadopoulos E. 4, Papaioannou N. 2, Komnenou A.T. 5, Thomas A.L. 5, Petridou E.J. 6, Kritsepi-Konstantinou M. 3, Lafi S.Q. 7, Brellou G.D. 2 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Pathology, 3 Diagnostic Laboratory, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, 4 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, 5 Clinic of Companion Animals, 6 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 7 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. Περιγράφονται περιστατικά οξείας κοινούρωσης σε 12 εκτροφές προβάτων κατά την τελευταία πενταετία. Εξετάσθηκαν συνολικά 44 ζώα, που εμφάνισαν αιφνίδια νευρικά συμπτώματα. Τα περισσότερα από αυτά ήταν νεαρής ηλικίας, αλλά περιλαμβάνονται και κάποια με ηλικία μεγαλύτερη των δύο ετών. Υποψία οξείας κοινούρωσης ανέκυψε με βάση το ιστορικό. Η διάγνωση επιβεβαιώθηκε από τα ευρήματα της κλινικής και των παρακλινικών εξετάσεων. Ιδιαίτερη σημασία στην διάγνωση της νόσου έχει η νεκροτομή και, μερικές φορές, η ιστοπαθολογική εξέταση του εγκεφάλου. Περιγράφονται τα αιματολογικά, νεκροτομικά, ιστοπαθολογικά, παρασιτολογικά και βακτηριολογικά ευρήματα στα παραπάνω περιστατικά, και γίνεται προσπάθεια επιδημιολογικής διερεύνησης αυτής της, όχι πολύ συχνής, παθολογικής κατάστασης. 135
136 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΠΙΔΡΑΣΗ μιγματοσ αιθεριων ελαιων ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΦΗ, στις ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ προβατινων φυλησ χιου Γιάννενας Η. 1, Τριανταφύλλου Ε. 2, Χρόνης Ε. 3, Σκούφος Ι. 4, Γιαννακόπουλος Κ. 5, Λουκέρη Σ. 6, Φθενάκης Γ.Χ. 7, Κυριαζάκης Η. 1 1 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, 7 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Μικροβιολογικό Εργαστήριο, Κέντρο Εκπαίδευσης - Νοσηλείας Κτηνιατρικού, Λάρισα. 3 Μικροβιολογικό Εργαστήριο, Γ Κτηνιατρικό Νοσοκομείο, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 4 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου, Άρτα. 5 Αμνός ΑΕ, Σέσκλο Μαγνησίας. 6 DSM Ελλάς, Αθήνα. Effects of A MIXTURE OF dietary essential oils on performance of Chios breed ewes Giannenas I. 1, Triantafillou E. 2, Chronis E. 3, Skoufos J. 4, Giannakopoulos C. 5, Loukeri S. 6, Fthenakis G.C. 7, Kyriazakis I. 1 1 Laboratory of Animal Nutrition & Husbandry, 7 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Military Veterinary Training and Hospitalisation Centre, Larissa, Greece. 3 3rd Military Veterinary Hospital, Thermi, Thessaloniki, Greece. 4 Department of Animal Production, TEI Epirus, Arta, 5 Amnos SA, Sesklo Magnisia, Greece. 6 DSM Hellas, Athens, Greece. We compared efficacy of a mixture of essential oils (EO) containing natural and nature-identical compounds (thymol, eugenol, vanillin, guaiacol, limonene) on performance of 80 Chios-breed ewes, allocated into four groups and given the same diet. The EO groups received EO at 50, 100 or 150 mg/kg DM of concentrate, respectively. Trial lasted for first five months of a lactation period. Individual milk yield and feed intake were recorded daily. Milk samples were evaluated for chemical composition, somatic cell counts, milk urea content; rumen samples were tested for ph values, ammonia N concentration, total viable, cellulolytic and hyper ammonia producing (HAP) bacteria. Inclusion of EO increased milk production and improved feed efficiency, but it did not affect milk composition, whereas it decreased urea concentration and milk somatic cell counts. Viable and cellulolytic bacteria and rumen ph values were not affected; HAP bacteria and ammonia N concentration were reduced. EO supplementation improved performance of ewes. 136
137 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΚΤΙΜΗΣΗ της ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗς προσθηκης ΠΡΟΒΙΟΤΙΚΩΝ στις ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ, στη μορφολογια ΤΟΥ ΕΙΛΕΟΥ και στους πληθυσμους βακτηριων στο εντερο κρεοπαραγωγων ορνιθιων ΜΟΛΥΣΜΕΝΩΝ ΜΕ EIMERIA TENELLA Γιάννενας Η. 1, Τσαλή Ε. 2, Παπαδόπουλος Η. 3, Τριανταφύλλου Ε. 4, Τόντης Δ. 2, Κυριαζάκης Η. 1 1 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, 2 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Εργαστήριο Παρασιτολογίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 4 Μικροβιολογικό Εργαστήριο, Κέντρο Εκπαίδευσης - Νοσηλείας Κτηνιατρικού, Λάρισα. ASSESSMENT OF DIETARY SUPPLEMENTATION WITH PROBIOTICS ON PERFORMANCE, ILEAL MORPHOLOGY AND INTESTINAL MICRO- BIOTA OF BROILER CHICKENS INFECTED WITH EIMERIA TENELLA Giannenas I. 1, Tsalie E. 2, Papadopoulos E. 3, Triantafillou E. 4, Tontis D. 2, Kyriazakis I. 1 1 Laboratory of Animal Nutrition & Husbandry, 2 Laboratory of Pathology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Laboratory of Parasitology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 4 Military Veterinary Training and Hospitalisation Centre, Larisa, Greece. Διερευνήθηκε η τυχόν προστατευτική δράση ποικίλων προβιοτικών ουσιών έναντι της πειραματικής μόλυνσης ορνιθίων με Eimeria tenella. Χρησιμοποιήθηκαν επτά ομάδες, από τις οποίες δύο ήταν μάρτυρες, ενώ οι υπόλοιπες έλαβαν στην τροφή λασαλοσίδη, Enterococcus faecium, Bifidobacterium animalis, Lactobacillus reuteri ή Bacillus subtilis, αντίστοιχα. Η πρώτη ομάδα δεν μολύνθηκε, ενώ οι υπόλοιπες μολύνθηκαν με ωοκύστεις E. tenella. Προσδιορίστηκαν: σωματικό βάρος, κατανάλωση τροφής, δείκτης μετατρεψιμότητας τροφής (ΔΜΤ), αριθμός αποβληθεισών ωοκύστεων, βαθμός έντασης διάρροιας, θνησιμότητα, αλλοιώσεις στο τυφλό, και λήφθηκαν δείγματα εντέρου για μικροβιολογική/ιστοπαθολογική εξέταση. Η ομάδα με λασαλοσίδη παρουσίασε μεγαλύτερο σωματικό βάρος και μικρότερο αριθμό ωοκύστεων, αυτή με B. subtilis μεγαλύτερο ύψος λαχνών και αυτή με L. reuteri αυξημένους πληθυσμούς λακτοβακίλλων. Συμπεραίνεται ότι η χρήση των προβιοτικών επέδρασε ευεργετικά στην ανάπτυξη των μολυσμένων ορνιθίων. 137
138 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΙΟΤΙΚΩΝ Ή ΤΩΝ ΦΥΤΙΚΩΝ ΕΚΧΥΛΙΣΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΦΗ, στις ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ στη μορφολογια ΚΑΙ τους πληθυσμους βακτηριων ΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ κρεοπαραγωγων ορνιθιων, ΜΕΤΑ από ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΜΟΛΥΝΣΗ ΜΕ EIMERIA TENELLA, EIMERIA ΜΑΧΙΜΑ ΚΑΙ EIMERIA ACERVULINA Γιάννενας Η. 1, Τσαλή Ε. 2, Παπαδόπουλος Η. 3, Τριανταφύλλου Ε. 4, Τόντης Δ. 2, Κυριαζάκης Η. 1 1 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, 2 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 4 Μικροβιολογικό Εργαστήριο, Κέντρο Εκπαίδευσης - Νοσηλείας Κτηνιατρικού, Λάρισα. EFFECTS OF PROBIOTIC OR PLANT EXTRACTS DIETARY SUPPLE- MENTATION IN GROWTH PERFORMANCE, INTESTINAL MORPHOL- OGY AND MICROBIOTA OF BROILER CHICKENS EXPERIMENTALLY INFECTED WITH EIMERIA TENELLA, EIMERIA ΜΑΧΙΜΑ AND EIMERIA ACERVULINA Giannenas I. 1, Tsalie E. 2, Papadopoulos E. 3, Triantafillou E. 4, Tontis D. 2, Kyriazakis I. 1 1 Laboratory of Animal Nutrition & Husbandry, 2 Laboratory of Pathology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki. 4 Military Veterinary Training and Hospitalisation Centre, Larissa, Greece. Διερευνήθηκε η τυχόν προστατευτική δράση ποικίλων προβιοτικών ουσιών έναντι της πειραματικής μόλυνσης ορνιθίων με ωοκύστεις κοκκιδίων Eimeria tenella. Χρησιμοποιήθηκαν 10 ομάδες, από τις οποίες δύο ήταν μάρτυρες, ενώ οι υπόλοιπες έλαβαν στην τροφή λασαλοσίδη, προβιοτικά ή φυτικά εκχυλίσματα, αντίστοιχα. Η πρώτη ομάδα δεν μολύνθηκε, ενώ οι υπόλοιπες μολύνθηκαν με ωοκύστεις κοκκιδίων. Προσδιορίστηκαν: σωματικό βάρος, κατανάλωση τροφής, δείκτης μετατρεψιμότητας τροφής (ΔΜΤ), αριθμός αποβληθεισών ωοκύστεων, βαθμός έντασης διάρροιας, θνησιμότητα, πληθυσμοί βακτηρίων στο έντερο, και λήφθηκαν δείγματα εντέρου για ιστοπαθολογική/μικροβιολογική εξετάσεις. Βρέθηκε ότι η χρήση των προβιοτικών ή των φυτικών εκχυλισμάτων ευνοούσε την αύξηση βάρους των ορνιθίων που μολύνθηκαν πειραματικά με ωοκύστεις του γένους Eimeria, όμως σε μικρότερο βαθμό από τη λασαλοσίδη. 138
139 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΘΗΚΗΣ ΣΤΗΝ ΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΜΑΝΙΤΑΡΙΟΥ AGARICUS BISPORUS ΣΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ, ΤΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΙΚΡΟΧΛΩΡΙΔΑ ΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ ΙΝΔΟΡΝΙΘΙΩΝ Γιάννενας Η. 1, Τσαλή Ε. 2, Χρόνης Ε. 3, Τόντης Δ. 2, Κυριαζάκης Η. 1 1 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, 2 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Μικροβιολογικό Εργαστήριο, Γ Κτηνιατρικό Νοσοκομείο, Θέρμη, Θεσσαλονίκης. EFFECTS OF DIETARY SUPPLEMENTATION OF AGARICUS BIS- PORUS MUSHROOM ON GROWTH PERFORMANCE, INTESTINAL MORPHOLOGY AND MICROFLORA OF TURKEYS Giannenas I. 1, Tsalie E. 2, Chronis E. 3, Tontis D. 2, Kyriazakis I. 1 1 Laboratory of Animal Nutrition & Husbandry, 2 Laboratory of Pathology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 3rd Military Veterinary Hospital, Thermi, Thessaloniki, Greece. We investigated the effects of consumption of Agaricus bisporus mushroom on turkeys fed ad libitum a basal diet supplemented with dried mushrooms, at levels of 0, 10 or 20 g per kg feed (CON, M10, M20). Body weight and feed intake were monitored weekly; feed conversion ratio was calculated. Intestinal populations of total aerobes, anaerobes, Lactobacillus spp., Bifidobacterium spp., Escherichia coli, Bacteroides spp. and Enterococci spp. were enumerated. Morphological examinations of the intestine were carried out on duodenum, jejunum and ileum. Dietary addition of mushrooms improved performance villus height in the intestine. In the ileum, lactobacilli counts were higher in turkeys of M10 and M20 groups compared to controls; E. coli counts were lower in M20 compared to controls. In the caecum, lactobacilli and bifidobacteria counts were higher in M20 compared to controls. Dietary inclusion of mushrooms improved performance and brought changes in intestinal integrity and microflora. ΠΟΣΟΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΠΑΘΟΓΟ- ΝΩΝ ΒΑΚΤΗΡΙΩΝ SALMONELLA ENTERICA SER. TYPHIMURIUM ΚΑΙ ESCHERICHIA COLI O157:H7 ΑΠΟ ΕΠΙΦΑΝΕΙΕΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΕ ΦΙΛΕΤΑ ΒΟΕΙΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ Γκάνα Ε. 1, Γρούντα Α. 1, Χωριανόπουλος Ν.Γ. 1, Σταματίου Α. 1, Κουτσουμανής Κ.Π. 2, Πανάγου Ε.Ζ. 1, Νυχάς Γ.-Ι.Ε. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας Τροφίμων και Υγιεινής, Τομέας Επιστήμης Τροφίμων και Τεχνολογίας, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. TRANSFER OF SALMONELLA ENTERICA SER. TYPHIMURIUM AND ESCHERICHIA COLI O157:H7 FROM FOOD PROCESSING SURFACES TO NON-INOCULATED BEEF FILLETS Gkana E. 1, Grounta A. 1, Chorianopoulos N.G. 1, Stamatiou A. 1, Koutsoumanis K.P. 2, Panagou E.Z. 1, Nychas G.-J.E. 1 1 Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Laboratory of Food Microbiology and Hygiene, Department of Food Science and Technology, Faculty of Agriculture, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η μελέτη αποσκοπούσε στον προσδιορισμό μεταφοράς παθογόνων (Salmonella enterica ser. typhimurium, Escherichia coli O157:H7) από εξοπλισμό επεξεργασίας τροφίμων σε νωπό κρέας. Χρησιμοποιήθηκαν επι- 139
140 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ φάνειες κοπής από ανοξείδωτο χάλυβα, πλαστικό και ξύλο, υλικά συχνά σε οικιακό και βιομηχανικό επίπεδο χειρισμού τροφίμων. Φιλέτα κρέατος ενοφθαλμίστηκαν και ήρθαν σε επαφή με τις επιφάνειες κοπής. Ακολούθησε διαδοχική επαφή με την επιμολυσμένη επιφάνεια συγκεκριμένου αριθμού μη ενοφθαλμισμένων φιλέτων. Προέκυψε πώς όλα τα μη ενοφθαλμισμένα φιλέτα επιμολύνθηκαν και τα πρώτα φιλέτα είχαν μεγαλύτερους πληθυσμούς του εκάστοτε παθογόνου. Δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των υλικών των επιφανειών κοπής, όσον αφορά στον αριθμό των ανά μονάδα σχηματιζόμενων αποικιών που μεταφέρονταν ανά φιλέτο. Το νωπό κρέας δεν θεωρείται υψηλού κινδύνου στην πρόκληση τροφιμογενών λοιμώξεων, ωστόσο, μπορεί να εξυπηρετεί ως έμμεση πηγή επιμόλυνσης κατά την επαφή μέσω επιμολυσμένων επιφανειών. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο ProSafeBeef ( ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΑΘΟΓΟΝΟΥ ΒΑΚΤΗΡΙΟΥ SALMONELLA ENTERI- CA SER. TYPHIMURIUM ΑΠΟ ΦΙΛΕΤΑ ΒΟΕΙΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ ΣΕ ΤΟΜΑ- ΤΕΣ ΔΙΑΜΕΣΟΥ ΤΟΥ ΟΙΚΙΑΚΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ Γκάνα Ε., Πανάγου Ε.Ζ., Νυχάς Γ.-Ι.Ε. Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. TRANSFER OF SALMONELLA ENTERICA SER. TYPHIMURIUM FROM BEEF FILLETS TO TOMATOES THROUGH HOUSEHOLD EQUIP- MENT Gkana E., Panagou E.Z., Nychas G.-J.E. Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Iera Odos 75, Athens, Greece. Η μελέτη αποσκοπούσε σε προσδιορισμό της μεταφοράς Salmonella enterica ser. typhimurium από φιλέτα βόειου κρέατος σε φέτες τομάτας, μέσω της επιφάνειας κοπής και χαλύβδινου μαχαιριού. Χρησιμοποιήθηκαν τέσσερις μέθοδοι καθαρισμού του εξοπλισμού: κανένας χειρισμός, χρήση κρύου νερού, χρήση κρύου νερού και σαπουνιού, χρήση εμπορικού σκευάσματος απολυμαντικού. Τα φιλέτα είχαν πληθυσμό 4,67 log CFU/cm 2 και, χωρίς καθαρισμό, σε τομάτες μεταφέρθηκαν 1,98 log CFU/cm 2. Οι πάγκοι κοπής και τα μαχαίρια είχαν 2,18 log CFU/cm 2 και 0,44 log CFU/cm 2, αντίστοιχα. Με καθαρισμό, ο πληθυσμός των βακτηρίων ήταν υπό το όριο ανίχνευσης, οπότε έγινε εμπλουτισμός δειγμάτων για απομόνωση βακτηρίων. Όλα τα δείγματα τομάτας και επιφανειών ήταν θετικά, αλλά στα μαχαίρια βρέθηκαν και αρνητικά δείγματα. Το πλύσιμο ή η χρήση απολυμαντικών για καθαρισμό οικιακών σκευών δεν προστατεύει από επιμολύνσεις. Πρέπει να χρησιμοποιούνται χωριστά εργαλεία για επεξεργασία των τροφίμων για αποφυγή διασταυρούμενων επιμολύνσεων. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο ProSafeBeef ( 140
141 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΦΗ ΣΕ ΓΑΛΟΠΟΥΛΕΣ ΦΥΛΛΩΝ ΕΛΙΑΣ, ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΟΥ, ΡΙΓΑΝΗΣ Η ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ Ε ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΙΚΡΟΒΙΩΝ ΣΕ ΦΙΛΕΤΑ ΣΤΗΘΟΥΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΨΥΞΗ Γκόβαρης Α., Μπότσογλου Ε. Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. MICROBIAL GROWTH OF TURKEY BREAST FILLETS DURING RE- FRIGERATED STORAGE AS INFLUENCED BY FEED SUPPLEMENTA- TION WITH OLIVE LEAVES, ROSEMARY, OREGANO OR A-TOCOPH- ERYL ACETATE Govaris A., Botsoglou E. Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Χρησιμοποιήθηκαν 48 γαλόπουλα ηλικίας 12 εβδομάδων, που χωρίστηκαν σε έξι ομάδες των οκτώ πτηνών καθεμιά. Στα πτηνά της πρώτης ομάδας (μάρτυρες), χορηγήθηκε τυποποιημένο εμπορικό μίγμα ζωοτροφών, ενώ στα πτηνά των άλλων ομάδων χορηγήθηκαν τροφές με ίδια σύνθεση με εκείνη των μαρτύρων και, επιπλέον, περιείχαν (α) αλεσμένα φύλλα ελιάς σε αναλογία 10 g ανά kg ζωοτροφής, (β) δενδρολίβανο σε αναλογία 10 g ανά kg, (γ) ρίγανη σε αναλογία 10 g ανά kg, (δ) οξική α-τοκοφερόλη σε αναλογία 150 mg ανά kg ή (ε) οξική α-τοκοφερόλη σε αναλογία 300 mg ανά kg ζωοτροφής. Μετά από 28 ημέρες, τα πτηνά θανατώθηκαν και φιλέτα από το στήθος συσκευάστηκαν και τοποθετήθηκαν σε θάλαμο συντήρησης (4 o C) επί 12 ημέρες. Η προσθήκη α-τοκοφερόλης δεν επέδρασε στη μικροβιακή ανάπτυξη (ολική μεσόφιλη χλωρίδα, οξυγαλακτικά βακτήρια, Enterobacteriaceae και ψυχρότροφα βακτήρια). Μεταξύ των άλλων προσθετικών που αξιολογήθηκαν, τη μεγαλύτερη αντιμικροβιακή δράση παρουσίασε η ρίγανη. Η ΟΞΕΙΔΩΤΙΚΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΣΕ ΨΥΞΗ ΦΙ- ΛΕΤΩΝ ΑΠΟ ΣΤΗΘΟΣ ΓΑΛΟΠΟΥΛΩΝ, ΣΤΗΝ ΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΕΙΧΑΝ ΠΡΟΣΤΕΘΕΙ ΑΛΕΣΜΕΝΑ ΦΥΛΛΑ ΕΛΙΑΣ, ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΟ, ΡΙ- ΓΑΝΗ Η ΒΙΤΑΜΙΝΗ Ε Γκόβαρης Α., Μπότσογλου Ε. Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. EFFECT OF DIETARY OLIVE LEAVES, ROSEMARY, OREGANO OR A-TOCOPHERYL ACETATE ON OXIDATIVE STABILITY OF TURKEY BREAST FILLETS DURING REFRIGERATED STORAGE Govaris A., Botsoglou E. Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Χρησιμοποιήθηκαν 48 γαλόπουλα ηλικίας 12 εβδομάδων, που χωρίστηκαν σε έξι ομάδες των οκτώ πτηνών καθεμιά. Στα πτηνά της πρώτης ομάδας (μάρτυρες), χορηγήθηκε τυποποιημένο εμπορικό μίγμα ζωοτροφών, ενώ στα πτηνά των άλλων ομάδων χορηγήθηκαν τροφές με ίδια σύνθεση με εκείνη των μαρτύρων και, επιπλέον, περιείχαν (α) αλεσμένα φύλλα ελιάς σε αναλογία 10 g ανά kg ζωοτροφής, (β) δενδρολίβανο σε αναλογία 10 g ανά kg, (γ) ρίγανη σε αναλογία 10 g ανά kg, (δ) οξική α-τοκοφερόλη σε αναλογία 150 mg ανά kg ή (ε) οξική α-τοκοφερόλη σε αναλογία 300 mg ανά 141
142 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ kg ζωοτροφής. Μετά από 28 ημέρες, τα πτηνά θανατώθηκαν και φιλέτα από το στήθος συσκευάστηκαν και τοποθετήθηκαν σε θάλαμο συντήρησης (4 o C) επί 12 ημέρες. Η εξέταση της οξειδωτικής σταθερότητας των δειγμάτων έδειξε ότι η σειρά αντιοξειδωτικής δραστικότητας των παραπάνω προσθετικών ήταν ως εξής: οξική α-τοκοφερόλη 300 mg ανά kg > φύλλα ελιάς 10 g ανά kg > δενδρολίβανο 10 g ανά kg > ρίγανη 10 g ανά kg ή οξική α-τοκοφερόλη 150 mg ανά kg ζωοτροφής. ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Γκουγκουλής Δ.Α. 1, Κυριαζάκης Η. 2, Φθενάκης Γ.Χ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 2 Εργαστήριο Διατροφής και Ζωοτεχνίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. DIAGNOSTIC SIGNIFICANCE OF BEHAVIOUR CHANGES IN SHEEP Gougoulis D.A. 1, Kyriazakis I. 2, Fthenakis G.C. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, 2 Laboratory of Animal Nutrition and Husbandry, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece Στη διαγνωστική των ασθενειών των προβάτων, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι, συχνά, η φωνητική συμπεριφορά κάποιου προβάτου, οι μεταβολές στην κινητικότητά του, οι αποκλίσεις από τις καθιερωμένες διατροφικές συνήθειες του ή οι διαφορές στη συνήθη κοινωνική συμπεριφορά του είναι εκδηλώσεις νοσολογικών καταστάσεων. Ως σχετικά παραδείγματα αναφέρονται οι αλλαγές στη στάση ή τη βάδιση σε περίπτωση κάποιας πάθησης του άκρου ποδός, η επιλεκτική όρεξη σε περίπτωση τοξιναιμίας της εγκυμοσύνης, η μεταβολή των προτύπων βόσκησης σε περιπτώσεις βόσκησης σε λιβάδια με τοξικά φυτά, η μεταβολή στα πρότυπα θηλασμού των αρνιών σε περιπτώσεις υποκλινικής μαστίτιδας της μητέρας τους, η μεταβολή των προτύπων κοινωνικής συμπεριφοράς σε περιπτώσεις επίθεσης από εχθρούς κ.ά. Η παρατήρηση, η καταγραφή και η ανάλυση της συμπεριφοράς είναι τα κυριότερα μέσα που διαθέτει η ηθολογία για τη δημιουργία κανόνων και προτύπων, με σκοπό τη βελτίωση της ευζωίας και, συνακόλουθα, της παραγωγικότητας των προβάτων. 142
143 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΒΑΚΤΗΡΙΟΥ MANNHEIMIA HAEMOLYTICA ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΜΥΓΔΑΛΕΣ ΤΩΝ ΑΡΝΙΩΝ ΣΤΙΣ ΘΗΛΕΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΙ- ΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ - ΜΕΡΟΣ Ι Γκουγκουλής Δ.Α. 1, Φράγκου Η.Α. 1, Μπιλλίνης Χ. 2, Μαυρογιάννη Β.Σ. 1, Bushnell M.J. 3, Cripps P.J. 4, Τζώρα Α. 5, Φθενάκης Γ.Χ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 The Royal Veterinary College, University of London, North Mymms, Hertfordshire, England. 4 Faculty of Veterinary Science, University of Liverpool, Neston, South Wirral, England. 5 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου, Κωστακιοί, Άρτα. TRANSMISSION OF MANNHEIMIA HAEMOLYTICA FROM THE TON- SILS OF LAMBS TO THE TEAT OF EWES DURING SUCKING - PART I Gougoulis D.A. 1, Fragkou I.A. 1, Billinis C. 2, Mavrogianni V.S. 1, Bushnell M.J. 3, Cripps P.J. 4, Tzora A. 5, Fthenakis G.C. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, 2 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 The Royal Veterinary College, University of London, North Mymms, Hertfordshire, England. 4 Faculty of Veterinary Science, University of Liverpool, Neston, South Wirral, England. 5 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Epirus, Kostakioi, Arta, Greece. Μελετήθηκε η μετάδοση του βακτηρίου Mannheimia haemolytica από τις αμυγδαλές των αρνιών στις θηλές του μαστού της μητέρας τους, κατά το θηλασμό. Πραγματοποιήθηκε ένας πειραματισμός για εκτίμηση διαφορών στους βακτηριακούς πληθυσμούς στο μαστό των προβατίνων πριν και μετά το θηλασμό. Επίσης, συλλέχθηκαν δείγματα για βακτηριολογική εξέταση από τις αμυγδαλές των αρνιών. Βακτηριολογικά θετικά δείγματα από τους μαστούς βρέθηκαν 20/792 πριν το θηλασμό και 50/792 μετά από αυτόν (P<0,001). M. haemolytica απομονώθηκε από το θηλαίο πόρο μίας προβατίνας μετά το θηλασμό (στέλεχος DAG21T). Το βακτήριο απομονώθηκε από 57/90 δείγματα από αμυγδαλές αρνιών, μεταξύ αυτών και το αρνί της παραπάνω προβατίνας (στέλεχος DAG21R). Η πιθανότητα μόλυνσης των θηλών του μαστού ήταν <0,5% σε όλη την περίοδο γαλουχίας, με μεγαλύτερη τιμή (2%) την 3η εβδομάδα της γαλακτικής περιόδου. Χρησιμοποιώντας μοριακές τεχνικές, βρέθηκε ότι οι αλληλουχίες 16s rrna των στελεχών DAG21T και DAG21R ήταν απόλυτα όμοιες σε 1450 νουκλεοτίδια. ΥΔΡΟΜΗΤΡΑ: ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑ- ΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΕΞΑΡΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΗ ΑΙΓΩΝ Γκουλέτσου Π.Γ., Μαυρογιάννη Β.Σ., Φθενάκης Γ.Χ. Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. HYDROMETRA: BRIEF REVIEW OF THE DISORDER AND PRESENTA- TION OF AN OUTBREAK IN A HERD OF GOATS Gouletsou P.G., Mavrogianni V.S., Fthenakis G.C. Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Η υδρομήτρα είναι παθολογική κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονη διόγκωση της κοιλίας, λόγω συλλογής υγρού στη μήτρα, με παρουσία ωχρού σωματίου στην(ις) ωοθήκη(ες). Θεωρείται ότι έπεται ρύθμισης του ωοθηκικού κύκλου ή προσβολής από παθογόνους παράγοντες. Συ- 143
144 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ νήθως προσβάλλει μεμονωμένα ζώα στην εκτροφή. Υπόνοια της νόσου ανακύπτει όταν κάποια αίγα παρουσιάζει αποβάλλει ποσότητα υγρού από το αιδοίο ή παρατεταμένη διάρκεια αυτής της φαινομενικής εγκυμοσύνης. Η διάγνωση επιβεβαιώνεται υπερηχογραφικά, οπότε δεν απεικονίζονται έμβρυα ή εμβρυϊκοί υμένες, αλλά ανηχογενείς περιοχές στη μήτρα. Θεραπευτικά, χορηγείται δινοπρόστη (2 δόσεις σε διάστημα ημερών), ωκυτοκίνη και αντιβιοτικά ευρέος φάσματος, συνιστάται δε αναμονή δύο μηνών πριν από νέα προσπάθεια γονιμοποίησης του ζώου. Επιπλέον, γίνεται αναφορά σε έξαρση περιστατικών υδρομήτρας σε 40% των αιγών κάποιας εκτροφής, στις οποίες, ταυτόχρονα, διαπιστώθηκαν αυξημένοι τίτλοι αντισωμάτων έναντι Toxoplasma gondii. ANIXNEΥΣΗ ΓΟΝΙΔΙΩΝ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΒΑΝΚΟΜΥΚΙΝΗ, ΣΕ ΣΤΕΛΕΧΗ ΕΝΤΕΡΟΚΟΚΚΩΝ ΑΠΟ ΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΕΑΤΟΣ Γούσια Π., Οικονόμου Ε., Παπαδοπούλου Χ. Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα. DETECTION OF VANCOMYCIN RESISTANCE GENES FROM ENTERO- COCCUS SPP. STRAINS ISOLATED FROM MEAT SAMPLES Gousia P., Economou E., Papadopoulou C. Microbiology Department, Medical School, University of Ioannina, Ioannina, Greece. Σκοπός της μελέτης ήταν η ανίχνευση των γονιδίων αντοχής στη βανκομυκίνη, vana και vanb, στελεχών Enterococcus spp. από δείγματα κρέατος. Κατά τα έτη 2008 έως 2010, εξετάστηκαν 453 δείγματα νωπού κρέατος από την Ήπειρο. Η απομόνωση έγινε μετά από ενοφθαλμισμό σε Slanetz- Bartley άγαρ και η ταυτοποίηση έγινε με το σύστημα API STREP. Ο έλεγχος της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά έγινε με τη μέθοδο της διάχυσης σε άγαρ και η ανίχνευση γονιδίων αντοχής έγινε με Real Time PCR. Η απομόνωση DNA έγινε με το σύστημα High Pure PCR Product Purification Kit (Roche) και η ανίχνευση των γονιδίων αντοχής πραγματοποιήθηκε με το LightCycler VRE Research Use Only Detection Kit (Roche). Απομονώθηκαν συνολικά 83 στελέχη Enterococcus spp.: E. faecalis (n=18), E. faecium (n=47), E. durans (n=8), E. avium (n=10). Από αυτά, 25 στελέχη έφεραν το γονίδιο vana, 4 το γονίδιο vanβ2,3 και 4 τα γονίδια vana και vanb2,3 ταυτόχρονα. 144
145 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΤΑΥΡΟΥΜΕΝΗΣ ΕΠΙΜΟΛΥΝΣΗΣ ΦΙΛΕΤΩΝ ΜΟ- ΣΧΟΥ ΑΠΟ ΒΙΟ-ΥΜΕΝΙΚΑ ΚΥΤΤΑΡΑ ΤΩΝ ΠΑΘΟΓΟΝΩΝ ΒΑΚΤΗΡΙΩΝ ESCHERICHIA COLI O157:H7 ΚΑΙ SALMONELLA ENTERICA SER. TYPHIMURIUM Γρούντα Α. 1, Γκάνα Ε. 1, Χωριανόπουλος Ν.Γ. 1, Ηλιόπουλος Κ.Π. 1, Κουτσουμανής Κ.Π. 2, Πανάγου Ε.Ζ. 1, Νυχάς Γ.-Ι.Ε. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας Τροφίμων και Υγιεινής, Τομέας Επιστήμης Τροφίμων και Τεχνολογίας, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. STUDY OF CROSS-CONTAMINATION OF BEEF FILLETS BY BIO- MEMBRANE FORMING CELLS OF ESCHERICHIA COLI O157:H7 AND SALMONELLA ENTERICA SER. TYPHIMURIUM Grounta A. 1, Gkana E. 1, Chorianopoulos N.G. 1, Eliopoulos C.P. 1, Koutsoumanis K.P. 2, Panagou E.Z. 1, Nychas G.-J.E. 1 1 Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Laboratory of Food Microbiology and Hygiene, Department of Food Science and Technology, Faculty of Agriculture, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Μελετήθηκε η διασταυρούμενη επιμόλυνση φιλέτων μόσχου με σχηματισμένο βιο-υμένιο σε μεταλλική επιφάνεια από βακτήρια Escherichia coli O157:H7 και Salmonella enterica ser. typhimurium. Από την επιμολυσμένη επιφάνεια πέρασαν διαδοχικά έξι δείγματα και έγινε δειγματοληψία για μέτρηση του πληθυσμού που αποκολλιόταν από το βιο-υμένιο και επιμόλυνε τα φιλέτα. Ο βαθμός επιμόλυνσης εξετάστηκε για επαφή 1, 5 ή 15 min και η διαδικασία επαναλήφθηκε έξι φορές. Κάθε δείγμα αναλύθηκε με την τεχνική της Ηλεκτροφόρησης Πηκτής Εναλλασσομένου Πεδίου για διαπίστωση της σύνθεσης του βιο-υμενίου ως προς βακτηριακά στελέχη σε αυτό. Βρέθηκε ότι οι δύο μικροοργανισμοί επιμόλυναν όλα τα δείγματα. Καθώς αυξανόταν ο χρόνος επαφής φιλέτου-επιφάνειας, οι μικροοργανισμοί βρίσκονταν σε αυξημένους πληθυσμούς στα πρώτα δείγματα και μειώνονταν με την πρόοδο των δειγμάτων. Η ανάλυση με ηλεκτροφόρηση έδειξε ότι όλα τα στελέχη συμμετείχαν στο σχηματισμό βιο-υμενίου και ανιχνεύονταν σε σχεδόν όλα τα δείγματα. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο ProSafeBeef ( ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΨΩΡΟΠΤΙΚΗΣ ΨΩΡΑΣ ΣΕ ΤΑΥΡΟ ΦΥΛΗΣ LIMOUSIN Δούκας Δ. 1, Τόντης Δ. 1, Τσαλή Ε. 1, Αμοιρίδης Γ.Σ. 2 1 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. A CASE OF PSOROPTIC MANGE IN A LIMOUSIN BULL Doukas D. 1, Tontis D. 1, Tsalie E. 1, Amiridis G.S. 2 1 Laboratory of Pathology, 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Περιγράφονται οι αλλοιώσεις του δέρματος σε ταύρο, ημίαιμο Limousin, ηλικίας 18 μηνών, οφειλόμενες σε Psoroptes ovis. Το ζώο είχε εισαχθεί από την Ολλανδία και έφερε εκτεταμένες αμφοτερόπλευρες δερματικές αλλοιώσεις κατά μήκος της ράχης, εκτεινόμενες και στην ωμοπλατιαία χώρα, οι οποίες χαρακτηρίζονταν από αλωπεκία και λειχηνοποίηση, συνοδευόμενες από κνησμό. Διαπιστώθηκε μικροσκοπικά η παρουσία ακάρεων Psoroptes ovis σε ξέσματα του δέρματος. Η ιστοπαθολογική εικόνα των βιοψιών από 145
146 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ τις προσβεβλημένες περιοχές του δέρματος αφορούσε σε υπερπλασία της επιδερμίδας με έντονη ορθοκερατωτική υπερκεράτωση, οροκυτταρικό εξίδρωμα και επιφανειακή παρουσία ακάρεων. Παρατηρήθηκε πυκνό φλεγμονώδες διήθημα στην περιοχή της χοριο-επιδερμιδικής σύνδεσης, κυρίως περιαγγειακά και κατά θέσεις περιεξαρτηματικά, με κυριαρχία εωσινόφιλων πολυμορφοπύρηνων. Θεραπευτικά, εφαρμόστηκε επιτυχώς αγωγή με χορήγηση δοραμεκτίνης. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗΣ ΠΑΡΑΣΙΤΩΣΗΣ ΜΕ ΧΟΡΙΟΠΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΑΡΚΟΠΤΙΚΗ ΨΩΡΑ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΟ Δούκας Δ. 1, Τόντης Δ. 1, Τσαλή Ε. 1, Παπαδόπουλος Η. 2 1 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CONCURRENT CHORIOPTIC-SARCOPTIC MANGE INFESTATION IN A SHEEP Doukas D. 1, Tontis D. 1, Tsalie E. 1, Papadopoulos E. 2 1 Laboratory of Pathology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Παρουσιάζεται περιστατικό ταυτόχρονης φυσικής μόλυνσης από Sarcoptes scabiei και Chorioptes bovis σε πρόβατο. Εξετάστηκε προβατίνα με έντονο κνησμό και εκτεταμένες (κεφάλι, κορμός) δερματικές αλλοιώσεις (αλωπεκία, λειχηνοποίηση). Στον κορμό, οι αλλοιώσεις αφορούσαν σε περιοχές χωρίς ή με εκτεταμένη εριοκάλυψη. Σε ξέσματα δέρματος διαπιστώθηκε παρουσία ακάρεων Sarcoptes scabiei και Chorioptes bovis, ακόμη και στο ίδιο οπτικό πεδίο. Ιστοπαθολογικά, διαπιστώθηκαν υπερπλασία της επιδερμίδας με έντονη ορθοκερατωτική και, κατά εστίες, παρακερατωτική υπερκεράτωση, καθώς και εστίες με έντονη εφελκιδοποίηση. Παρατηρήθηκαν στοές στην κερατίνη στοιβάδα και ακάρεα Sarcoptes scabiei. Παρατηρήθηκε πυκνό φλεγμονώδες διήθημα στη περιοχή της χοριο-επιδερμιδικής σύνδεσης και περιαγγειακά έως διάχυτα, με κυρίαρχο τύπο τα άφθονα εωσινόφιλα πολυμορφοπύρηνα και τα λεμφοκύτταρα. Θεραπευτικά, εφαρμόστηκε με επιτυχία χορήγηση δοραμεκτίνης. ΠΑΘΟΛΟΓΟΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ ΣΕ ΑΙΓΕΣ ΜΕ ΣΑΡΚΟΠΤΙΚΗ ΨΩΡΑ Δούκας Δ. 1, Τόντης Δ. 1, Τσαλή Ε. 1, Σαριδομιχελάκης Μ. 2, Μαντζαφούλη Α. 1 1 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 2 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. HISTOPATHOLOGICAL STUDY OF THE SKIN IN GOATS WITH SAR- COPTIC MANGE Doukas D. 1, Tontis D. 1, Tsalie E. 1, Saridomichelakis M. 2, Mantzafouli A. 1 1 Laboratory of Pathology, 2 Clinic of Medicine, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Σε 61 αίγες με σαρκοπτική ψώρα, λήφθηκαν ξέσματα και βιοψίες δέρματος για παθολογοανατομική εξέταση. Μακροσκοπικά παρατηρήθηκαν αλωπεκία, παχιές εφελκίδες, φολίδες, λειχηνοποίηση, φλύκταινες και αυτοτραυματικές αλλοιώσεις. Συνήθως, υπήρχε ευρεία κατανομή των παραπάνω αλλοιώσεων στο σώμα. Ιστολογικά παρατηρήθηκαν υπερκεράτωση, πολυεστιακή εφελκιδοποίηση, υποκεράτια και ενδοεπιδερμιδικά αποστημάτια, 146
147 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ παρουσία παρασίτων, ενδοκυτταρικό και μεσοκυτταρικό οίδημα και έντονη σπογγίωση, καθώς και υπερπλασία της επιδερμίδας με ακάνθωση ή/ και ψευδοεπιθηλιωματώδη υπερπλασία. Υπήρχε εξωκυττάρωση άφθονων εωσινόφιλων και ουδετερόφιλων πολυμορφοπύρηνων και εξωκύτταρωση από άφθονα λεμφοκύτταρα. Η κατανομή του φλεγμονώδους διηθήματος ήταν χοριο-επιδερμιδική έως βαθιά περιαγγειακή, κυρίως διάχυτη. Τα κυρίαρχα φλεγμονώδη κύτταρα ήταν Τ-λεμφοκύτταρα (CD3+), κυρίως CD4+ και λιγότερα CD8α+, ενώ τα CD79α+ κύτταρα ήταν σποραδικά. Η συμμετοχή πλασμοκυττάρων, ιστιοκυττάρων και σιτευτικών κυττάρων ήταν ελάχιστη. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΟΠΡΑΝΩΝ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΜΗΡΥ- ΚΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΤΩΝ ΑΥΓΩΝ ΤΩΝ ΝΗΜΑΤΩΔΩΝ ΠΑΡΑΣΙ- ΤΩΝ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΡΟΝΥΜΦΩΝ ΤΟΥΣ Δρίμτζια Α., Παπαδόπουλος Η. Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EFFECT OF STORAGE OF FAECES OF SMALL RUMINANTS ON NEM- ATODE EGG COUNT AND LARVAE DEVELOPMENT Drimtzia A., Papadopoulos E. Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η κατάστρωση προγραμμάτων καταπολέμησης των γαστρεντερικών νηματωδών παρασίτων βασίζεται στην ανίχνευση των αυγών των παρασίτων στα κόπρανα των ζώων, στον ποσοτικό προσδιορισμό αυτών και στην ταυτοποίηση των γενών των προνυμφών με κοπρανοκαλλιέργεια. Η έρευνα αποσκοπούσε στην αξιολόγηση της διάρκειας συντήρησης των κοπράνων μικρών μηρυκαστικών σε 4 ο C, στην αξιοπιστία του αποτελέσματος της ποσοτικής εξέτασης και της ταυτοποίησης των προνυμφών των παρασίτων. Δείγματα κοπράνων εξετάσθηκαν (208 δείγματα) και καλλιεργήθηκαν (26 κοπρανοκαλλιέργειες), αμέσως μετά τη συλλογή τους (ημέρα D0), και, στη συνέχεια, συντηρήθηκαν σε 4 ο C. Εξετάσεις γίνονταν ανά εβδομάδα έως 126 ημέρες μετά τη συλλογή τους (D126). Τα αυγά διατηρήθηκαν για όλη τη χρονική περίοδο παρακολούθησης, όμως μετά την D21 ο αριθμός τους μειώθηκε σημαντικά συγκριτικά με αυτόν στα φρέσκα (P<0,05) κόπρανα. Η εξέλιξη των προνυμφών μειώθηκε σημαντικά, κυρίως δε αυτών του γένους Haemonchus, μετά την D7 (P<0,05). ΜΙΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙ- ΑΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ SALMONELLA Ευαγγελοπούλου Γ.Δ. 1, Μπουριέλ Α. 2, Σπύρου Β. 3 1 Μάνδρα Αττικής. 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. A CONCISE REVIEW OF SALMONELLA SPP. NOMENCLATURE Evangelopoulou G.D. 1, Burriel A.R. 2, Spyrou V. 3 1 Mandra Attica, Greece. 2 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Department of Animals Production, Technological Education Institution of Larissa, Larissa, Greece. Η πληθώρα πληροφοριών σχετικά με την ταυτοποίηση και την ονοματολογία στελεχών του γένους Salmonella προκαλούν σύγχυση σε όσους δεν 147
148 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ασχολούνται συστηματικά με τη μελέτη του. Η ταυτοποίηση και η ονοματολογία μικροοργανισμών σημαντικών για τη δημόσια υγεία, όπως το γένος Salmonella, προκαλούν το ενδιαφέρον των ερευνητών, με αποτελέσματα την αύξηση απόψεων και πληροφοριών και τη διαμόρφωση δεξαμενών σκέψης. Επιπλέον, διαμορφώνουν μία δύσχρηστη τράπεζα πληροφοριών, προκαλώντας σύγχυση μεταξύ των ερευνητών. Για αποφυγή της σύγχυσης, πολλοί διεθνείς οργανισμοί, υπεύθυνοι για την παρακολούθηση των εξελίξεων στο αντικείμενο της ταξινόμησης και ονοματολογίας των μικροοργανισμών, εκδίδουν σε τακτικά χρονικά διαστήματα καθοριστικές αποφάσεις για τους κανόνες που πρέπει να ακολουθούνται και εξηγούν τους λόγους που αποφασίστηκαν αυτοί. Η παρούσα ανασκόπηση παρουσιάζει τη διαδρομή της ονοματολογίας του γένους Salmonella, με την ελπίδα ότι θα βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση της πληθώρας των πληροφοριών που αφορούν στην ονοματολογία του γένους. ΜΕΛΕΤΗ ΕΠΙΠΟΛΑΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΑΜΠΥΛΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΣΕ ΚΟΤΟ- ΠΟΥΛΑ ΚΡΕΑΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Ζησίδης Ν., Γούσια Π., Οικονόμου Ε., Παπαδοπούλου Χ. Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα. PREVALENCE OF CAMPYLOBACTER SPP. IN BROILERS Zisidis N., Gousia P., Economou E., Papadopoulou C. Microbiology Department, Medical School, University of Ioannina, Ioannina, Greece. Σκοπός της μελέτης ήταν η ανίχνευση Campylobacter spp. σε δείγματα κρέατος πουλερικών από την Ήπειρο. Εξετάσθηκαν 225 δείγματα κρέατος πουλερικών: 88 την περίοδο Απρίλιος-Δεκέμβριος 2005, 55 την περίοδο Αύγουστος-Νοέμβριος 2006 και 82 την περίοδο Μάρτιος-Ιούνιος Όλα τα δείγματα εξετάστηκαν με κλασσική καλλιέργεια και με ΕLFA (mvidas -BioMerieux), το οποίο είναι ένα αυτοματοποιημένο σύστημα ανίχνευσης παθογόνων μικροοργανισμών σε τρόφιμα και ποτά, που συνδυάζει την τεχνική ELISA με τη xρήση φθορισμού. Από τα 88 δείγματα που εξετάστηκαν το 2005, 44 (50%) βρέθηκαν θετικά, από τα 55 δείγματα που εξετάστηκαν το 2006, 19 (35%) βρέθηκαν θετικά και, από τα 82 δείγματα που εξετάστηκαν το 2007, 16 (20%) βρέθηκαν θετικά. Φαίνεται ότι υπάρχει τάση μείωσης του επιπολασμού του καμπυλοβακτηριδίου σε κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής. ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΠΡΩΤΟΓΑΛΑΤΟΣ ΣΕ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΑ ΜΟΣΧΑΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛ- ΛΑΔΑ Καλαϊτζάκης Ε. 1, Βαλεργάκης Γ.Ε. 2, Πανούσης N. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. COLOSTRUM FEEDING IN NEWBORN CALVES IN GREECE Kalaitzakis E. 1, Valergakis G.E. 2, Panousis N. 1 1 Clinic of Farm Animals, 2 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η χορήγηση πρωτογάλατος είναι απαραίτητη για τη μεταφορά παθητικής ανοσίας στα νεογέννητα μοσχάρια. Σκοπός της μελέτης ήταν να διαπιστωθεί η εφαρμογή των ενδεδειγμένων διαχειριστικών πρακτικών και να γίνει σύγκριση με παλαιότερα ερευνητικά δεδομένα. Συγκεντρώθηκαν στοιχεία (ερωτηματολόγιο, επισκέψεις και συνεντεύξεις) από 27 εκτροφές. Σε 15% των εκτροφών, τα μοσχάρια λάμβαναν το πρώτο γεύμα τους με φυσική 148
149 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ γαλουχία, ενώ σε 63% των υπόλοιπων, αυτό χορηγούνταν περισσότερες από δύο ώρες μετά τον τοκετό. Η απαραίτητη ελάχιστη ποσότητα των 2 λίτρων χορηγούνταν σε 33% των εκτροφών. Απόθεμα στην κατάψυξη διατηρούνταν σε 37% των εκτροφών. Οι συνθήκες υγιεινής κατά τη χορήγηση πρωτογάλατος ήταν καλές, μέτριες ή κακές σε 33%, 15% ή 52% των εκτροφών, αντίστοιχα. Σε σχέση με παλαιότερη έρευνα, βελτίωση (Ρ<0,05) παρατηρήθηκε μόνο σχετικά με τη χορηγούμενη ποσότητα στο πρώτο γεύμα. Η υιοθέτηση των ενδεδειγμένων διαχειριστικών πρακτικών είναι επιβεβλημένη. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑ- ΣΕΩΝ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑ- ΓΩΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Καλαϊτζάκης Ε. 1, Πανούσης N. 1, Βαλεργάκης Γ.Ε. 2 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. INCIDENCE OF MAIN HEALTH DISORDERS OF FRESHLY-CALVED COWS IN GREEK DAIRY FARMS Kalaitzakis E. 1, Panousis N. 1, Valergakis G.E. 2 1 Clinic of Farm Animals, 2 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki. Η συχνότητα των κύριων παθολογικών καταστάσεων αμέσως μετά τον τοκετό καταγράφηκε σε 26 εκτροφές. Η μέση συχνότητα εμφάνισης δυστοκίας, επιλόχειας υπασβεστιαιμικής παράλυσης (ΕΥΠ), κατακράτησης εμβρυικών υμένων (ΚΕΥ), μαστίτιδας και μητρίτιδας ήταν 7%, 5%, 9%, 8% και 7%, αντίστοιχα. Οι εκτροφές που παρουσίαζαν αυτές τις παθολογικές καταστάσεις σε ποσοστό >5% ήταν 46%, 31%, 69%, 54% και 50% του συνόλου, αντίστοιχα. Οι καλές συνθήκες υγιεινής και αερισμού σχετίζονταν με μικρότερη συχνότητα εμφάνισης ΕΥΠ (Ρ<0,05) και η ύπαρξη ομάδας επίτοκων αγελάδων σχετιζόταν με μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης μαστίτιδας (Ρ<0,05) χωρίς να διαπιστωθούν κακές συνθήκες σταβλισμού κατά τις επισκέψεις. Η συχνότητα εμφάνισης μητρίτιδας σχετίζονταν θετικά με εκείνη της ΚΕΥ (Ρ<0,01) και της μαστίτιδας (Ρ<0,05). Σε 9 εκτροφές γινόταν εμβολιασμός των αγελάδων για την πρόληψη της διάρροιας των νεαρών μοσχαριών και σε 20 κατά των νόσων BVD ή/και IBR. Σε επτά εκτροφές δεν γινόταν κανένας εμβολιασμός. 149
150 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΣΕ ΑΓΕΛΑΔΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩ- ΓΗΣ ΜΕ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ ΗΝΥΣΤΡΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΗΠΑΤΙΚΗ ΣΤΕΑΤΩ- ΣΗ Καλαϊτζάκης Ε. 1, Πανούσης Ν. 2, Γιαδίνης Ν. 2, Ρουμπιές Ν. 3, Καλδρυμίδου Ε. 4, Καρατζιάς Χ. 2 1 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Διαγνωστικό Εργαστήριο, 4 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. HAEMATOLOGICAL FINDINGS IN DAIRY COWS WITH CONCURRENT LEFT ABOMASAL DISPLACEMENT AND FATTY LIVER Kalaitzakis E. 1, Panousis N. 2, Giadinis N. 2, Roubies N. 3, Kaldrymidou E. 4, Karatzias H. 2 1 Clinic of Medicine, School of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, 3 Diagnostic Laboratory, 4 Laboratory of Pathology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Προσδιορίστηκαν οι τιμές αιματολογικών παραμέτρων σε αγελάδες με μετατόπιση ηνύστρου αριστερά (ΜΗΑ) και ηπατική στεάτωση (ΗΣΤ). Εξετάστηκαν 68 αγελάδες με ΜΗΑ και 110 υγιείς μάρτυρες. Λήφθηκαν δείγματα αίματος και βιοψίας ήπατος (μέσω λαπαροτομής κατά τη χειρουργική αποκατάσταση της ΜΗΑ ή, στους μάρτυρες, με διαδερμική βιοψία). Στoν ηπατικό ιστό έγινε βιοχημικός προσδιορισμός των ολικών λιπιδίων και των τριγλυκεριδίων, καθώς και ιστοπαθολογική εξέταση και ημι-ποσοτικός προσδιορισμός της σοβαρότητας της στεάτωσης. Όλα τα ζώα με ΜΗΑ παρουσίασαν ΗΣΤ. Σε όλα τα ζώα που τελικά πέθαναν (21/68), παρατηρήθηκε σοβαρού βαθμού ΗΣΤ με αυξημένες συγκεντρώσεις τριγλυκεριδίων. Στην πλειονότητά τους, οι αιματολογικές παράμετροι ήταν εντός των φυσιολογικών ορίων. Με εξαίρεση τις τιμές του αιματοκρίτη και της αιμοσφαιρίνης, δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές σε αιματολογικές παραμέτρους μεταξύ ζώων με ΜΗΑ και ΗΣΤ και μαρτύρων, ούτε μεταξύ ζώων που ιάθηκαν και ζώων που πέθαναν. ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ ΜΑΚΡΟΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΣΕ ΑΓΕΛΑΔΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑ- ΓΩΓΗΣ ΜΕ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ ΗΝΥΣΤΡΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΗΠΑΤΙΚΗ ΣΤΕΑ- ΤΩΣΗ Καλαϊτζάκης Ε. 1, Πανούσης Ν. 2, Ρουμπιές Ν. 3, Καλδρυμίδου Ε. 4, Καρατζιάς Χ. 2 1 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Διαγνωστικό Εργαστήριο, 4 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη MACROELEMENT STATUS IN DAIRY COWS WITH CONCURRENT LEFT ABOMASAL DISPLACEMENT AND FATTY LIVER Kalaitzakis E. 1, Panousis N. 2, Roubies N. 3, Kaldrymidou E. 4, Karatzias H. 2 1 Clinic of Medicine, School of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, 3 Diagnostic Laboratory, 4 Laboratory of Pathology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. We examined 68 cows with left abomasal displacement (LDA) and concurrent fatty liver, to evaluate blood macroelement status and compare with animals that died as result of the disorder or recovered from it. Blood and 150
151 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ liver biopsy specimens were collected. Tissue samples, examined histologically, were classified according to severity of liver lesions. Serum macroelement and liver biochemical analytes concentration were recorded. Cows with severe fatty liver that died were significantly older (median 6 y) and earlier in lactation (median 13 d in lactation) compared to ones that recovered. Serum macroelement concentrations were affected by the disorders. Ca, K and Mg concentrations were smaller in animals that died; decreased values were a guarded-prognosis sign. K concentration should be considered in prognosis of cows with LDA-fatty liver. Mostly, cows with severe fatty liver were detected in first four weeks of lactation; moreover, older animals had a worse prognosis than younger ones. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΤΤΑΠΟΥΛΓΙΤΗ ΣΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΧΥΝΟΜΕΝΩΝ ΧΟΙΡΩΝ Κανούλας B. 1, Τζήκα Ε. 2, Αρσένος Γ. 1, Μπράμης Γ. 1, Φορτομάρης Π. 1 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EFFECTS OF ATTAPULGITE ON PERFORMANCE OF FATTENING PIGS Kanoulas V. 1, Tzika E. 2, Arsenos G. 1, Bramis G. 1, Fortomaris P. 1 1 Laboratory of Animal Husbandry, 2 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση της επίδρασης του φυσικού ορυκτού ατταπουλγίτη (ΑΤΓ) στις αποδόσεις των παχυνόμενων χοίρων. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δύο εμπορικές εκτροφές και διήρκησε περίπου πέντε μήνες (απογαλακτισμός - τέλος πάχυνσης). Χρησιμοποιήθηκαν τρεις πειραματικές ομάδες (Α, ΑΠ, Μ). Στην ομάδα Α, χορηγήθηκε σιτηρέσιο με προσθήκη 0,7% ΑΤΓ. Στην ομάδα ΑΠ, χορηγήθηκε σιτηρέσιο με προσθήκη ΑΤΓ 0,7% και ειδικό μείγμα προσθετικών ουσιών 0,1%. Στην ομάδα Μ (μάρτυρες), χορηγήθηκε κοινό εμπορικό σιτηρέσιο. Οι μετρήσεις αφορούσαν στο σωματικό βάρος των χοιριδίων, την κατανάλωση τροφής, την αξιολόγηση της υφής των κοπράνων και τη θνησιμότητα. Συνοπτικά, διαπιστώθηκε ότι η χρήση ατταπουλγίτη οδήγησε σε βελτίωση της μέσης ημερήσιας αύξησης, μείωση του δείκτη μετατρεψιμότητας της τροφής, αύξηση του βάρους των χοίρων και μείωση της εμφάνισης διάρροιας. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΤΤΑΠΟΥΛΓΙΤΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩ- ΓΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΣΥΩΝ Κανούλας B. 1, Τζήκα Ε. 2, Αρσένος Γ. 1, Παπαδόπουλος Γ. 1, Φορτομάρης Π. 1 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EFFECTS OF ATTAPULGITE ON REPRODUCTION PERFORMANCE OF SOWS Kanoulas V. 1, Tzika Ε. 2, Arsenos G. 1, Papadopoulos G. 1, Fortomaris P. 1 1 Laboratory of Animal Husbandry, 2 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Διερευνήθηκε η επίδραση του φυσικού ορυκτού ατταπουλγίτη (ΑΤΓ) στην αναπαραγωγική ικανότητα των συών. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε 151
152 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ δύο εμπορικές εκτροφές και διήρκησε περίπου δέκα μήνες (ολοκλήρωση 2 αναπαραγωγικών κύκλων). Χρησιμοποιήθηκαν τρεις πειραματικές ομάδες (Α, ΑΠ, Μ). Στην ομάδα Α, χορηγήθηκε σιτηρέσιο με προσθήκη 0,7% ΑΤΓ. Στην ομάδα ΑΠ, χορηγήθηκε σιτηρέσιο με προσθήκη ΑΤΓ 0,7% και ειδικό μείγμα προσθετικών ουσιών 0,1%. Στην ομάδα Μ (μάρτυρες), χορηγήθηκε κοινό εμπορικό σιτηρέσιο. Οι μετρήσεις αφορούσαν στο σωματικό βάρος (ΣΒ), το δείκτη θρεπτικής κατάστασης (ΔΘΚ), το υποδόριο λίπος και την κατανάλωση τροφής των συών. Επιπλέον, καταγράφονταν το μέγεθος της τοκετοομάδας και το ΣB των χοιριδίων στο τοκετό και τον απογαλακτισμό. Τα αποτελέσματα έδειξαν αύξηση του μεγέθους της τοκετοομάδας και αύξηση του αριθμού των απογαλακτισθέντων χοιριδίων, χωρίς μεταβολή της θρεπτικής κατάστασης των συών στις ομάδες Α και ΑΠ. ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΝΟΣ ΠΡΟΣΘΕΤΙΚΟΥ ΤΡΟΦΗΣ ΣΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΓΑΛΑΚΤΙΣΜΕ- ΝΩΝ ΧΟΙΡΙΔΙΩΝ Καντάς Δ. 1, Τζήκα Ε.Δ. 2, Παπατσίρος Β.Γ. 3, Τάσσης Π.Δ. 2, Κυριάκης Σ.Κ. 1 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. effect of a natural feed additive on performance and health of weaned piglets Kantas D. 1, Tzika E.D. 2, Papatsiros V.G. 3, Tassis P.D. 2, Kyriakis S.C. 1 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Aim of this study was to assess the efficacy of a natural, plant-derived feed additive (Sangrovit, Phytobiotics, Germany) on health status and performance of weaned piglets. The study was conducted under field conditions and according to GLP and GCP standards. In total, 888 piglets were equally divided into three groups as follows: (A) negative controls, (B) piglets offered the same feed as negative controls supplemented with 15 g Sangrovit per tonne of feed and (C) piglets offered the same feed as controls supplemented with 50 g Sangrovit per tonne of feed. The results indicate that administration of Sangrovit in the feed at inclusion rate of 50 ppm, had considerable beneficial effects on growth performance of weaned piglets. More specifically, there was a significant increase in body weight of piglets and the average daily gain whereas there was a reduction in feed conversion ratio. 152
153 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΣΙΤΟΥ FASCIOLA HEPATICA ΣΕ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ Καντζούρα Β. 1, Kouam Κ.Μ. 1, Φείδας Χ. 2, Teofanova D. 3, Θεοδωρόπουλος Γ. 1 1 Εργαστήριο Ανατομίας και Φυσιολογίας Αγροτικών ζώων, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Τομέας Μετεωρολογίας και Κλιματολογίας, Τμήμα Γεωλογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Institute of Experimental Pathology and Parasitology-BAS, Sofia, Bulgaria. GEOGRAPHIC DISTRIBUTION FOR RUMINANT LIVER FLUKE (FAS- CIOLA HEPATICA) IN EASTERN EUROPE Kantzoura V. 1, Kouam Κ.Μ. 1, Feidas H. 2, Teofanova D. 3, Theodoropoulos G. 1 1 Department of Anatomy and Physiology of Farm Animals, Faculty of Animal Science and Hydrobiology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Department of Meteorology and Climatology, School of Geology, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Institute of Experimental Pathology and Parasitology-BAS, Sofia, Bulgaria. Maximum entropy ecological niche modelling was utilised to predict the geographic range for fluke genotypes and haplotypes in south-eastern Europe, using the Maxent program. The lower (0.832) and the highest (0.947) area under curve (AUC) values were observed in the models for the haplotypes CtCmt1 and CtCmt2.2, respectively. Precipitation and temperature contribute equally to model building of the genotypes based on the 28S rdna gene. With regard to mtdna gene region, precipitation is the most important factor in modelling CtCmt1 haplotype range, while temperature appears to be the most important factor in modelling the CtCmt2.1 and CtCmt2.2 haplotype ranges. The highest level of probability for the geographic distribution of Fasciola hepatica genotypes and haplotypes covered southern Bulgaria and central and northern Greece regions, which contain a high concentration of potential ruminant hosts. ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΟΜΟΡΦΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΣΙΤΟΥ FASCIOLA HEPATICA ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ Καντζούρα Β. 1, Teofanova D. 2, Walker S. 3, Radoslavov G. 2, Hristov P. 2, Θεοδωρόπουλος Γ. 1, Bankov Ι. 2, Trudgett A. 3 1 Εργαστήριο Ανατομίας και Φυσιολογίας Αγροτικών ζώων, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Institute of Experimental Pathology and Parasitology-BAS, Sofia, Bulgaria. 3 School of Biological Sciences Medical Biology Center Queen s University Belfast, Belfast, Northern Ireland. GENETIC VARIATION OF LIVER FLUKE (FASCIOLA HEPATICA) FROM EASTERN EUROPE Kantzoura V. 1, Teofanova D. 2, Walker S. 3, Radoslavov G. 2, Hristov P. 2, Theodoropoulos G. 1, Bankov Ι. 2, Trudgett A. 3 1 Department of Anatomy and Physiology of Farm Animals, Faculty of Animal Science and Hydrobiology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Institute of Experimental Pathology and Parasitology-BAS, Sofia, Bulgaria. 3 School of Biological Sciences Medical Biology Center Queen s University Belfast, Belfast, Northern Ireland. The genetic diversity of liver fluke populations from Greece, Bulgaria and Poland, in comparison with available data from other countries, was determined. SNPs from regions of two nuclear genes, 28S rdna, β-tubulin 153
154 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ 3 and an informative region of the mitochondrial genome were examined. Two major lineages for the 28S rdna gene were found. Two basic lineages and additional haplotypes also were defined for the mtdna gene region, consisting of the cytochrome c oxidase subunit III gene and cytochome b gene. The basic lineages were observed within Greek, Bulgarian and Polish Fasciola hepatica populations, but distribution of additional haplotypes differed between the populations from the three countries. For the β-tubulin 3 gene, multiple polymorphic sites were revealed but no explicit clades. It is proposed that genotypic differences between Greek, Bulgarian and Polish liver fluke populations are due to territorial division and genetic drift in past epochs. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΕΝ ISO 9001:2000 ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ Καπετανοπούλου Χ., Πούλιου Α. Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Νομαρχία Αθηνών, Αθήνα. APPLICATION OF A QUALITY ADMINISTRATION SYSTEM EN ISO 9001:2000 IN THE PUBLIC SECTOR Kapetanopoulou C., Pouliou E. Veterinary Service, Local Authority of Athens, Athens, Greece. Η Διεύθυνση Κτηνιατρικής της Νομαρχίας Αθηνών δραστηριοποιείται σε ελέγχους καταλληλότητας και ασφάλειας τροφίμων ζωικής προέλευσης, καθώς και στη διασφάλιση της υγείας και ευζωίας των ζώων. Το Τμήμα Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας και Ελέγχου Τροφίμων οργανώθηκε και πιστοποιήθηκε κατά ISO 9001:2000 το Ακολούθησε η πιστοποίηση, και επαναπιστοποίηση, το 2010, όλης της Διεύθυνσης. Μετά τα τρία χρόνια εφαρμογής, έχουν σημειωθεί βελτιώσεις που αφορούν σε καλύτερη ιχνηλασιμότητα εγγράφων και ελέγχων, σε κατά γράμμα τήρηση της νομοθεσίας, σε τυποποίηση της εσωτερικής λειτουργίας και παροχής υπηρεσιών, σε συλλογή παραπόνων για μη συμμορφούμενες Υπηρεσίες, σε αυτο-αξιολόγηση και σε σχεδιασμό βελτιωτικών δράσεων. Τελικός στόχος είναι η υιοθέτηση Διοίκησης Ολικής Ποιότητας, η οποία θα οδηγήσει τη Δημόσια Διοίκηση σε διαρκή βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών, σε αύξηση της ικανοποίησης των εργαζομένων και των πολιτών, ταυτόχρονα με την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας. 154
155 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΗΣ ΤΟΞΙΝΑΙΜΙΑΣ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΕΙΚΤΗ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΓΑ- ΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΤΩΝ ΕΝΤΑΤΙΚΑ ΕΚΤΡΕΦΟΜΕ- ΝΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Καραγιάννης Ι. 1, Πανούσης Ν. 1, Κιόσης Ε. 1, Lafi S. 2, Φθενάκης Γ.Χ. 3, Μπρόζος Χ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. 3 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. INFLUENCE OF CLINICAL AND SUBCLINICAL PREGNANCY TOX- EMIA AND OF BODY CONDITION SCORE IN MILK PRODUCTION AND HEALTH IN INTENSIVELY REARED DAIRY SHEEP Karagiannis I. 1, Panousis N. 1, Kiossis E. 1, Lafi S. 2, Fthenakis G.C. 3, Brozos C. 1 1 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. 3 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Διερευνήθηκε η συχνότητα εμφάνισης υποκλινικής και κλινικής τοξιναιμίας εγκυμοσύνης (ΤΕ), προσδιορίστηκε ο δείκτης θρεπτικής κατάστασης (ΔΘΚ) και διερευνήθηκε η επίδρασή τους στην υγεία και τη γαλακτοπαραγωγή προβάτων φυλής Χίου. Το ποσοστό εμφάνισης κλινικής ΤΕ ήταν 3%, ενώ αυτό της υποκλινικής ΤΕ ήταν 37% και 46%, 28 και 14 ημέρες πριν από τον τοκετό, αντίστοιχα. Διαπιστώθηκε αρνητική συσχέτιση (Ρ<0,05) μεταξύ συνολικής γαλακτοπαραγωγής και συγκέντρωσης του β-υδροξυ-βουτυρικού οξέος (ΒΗΒΑ) στο αίμα 14 ημέρες, καθώς και του ΔΘΚ 28 ημέρες πριν από τον τοκετό, αντίστοιχα. Επιπλέον, διαπιστώθηκε θετική συσχέτιση (Ρ<0,01) μεταξύ διαταραχών της υγείας των ζώων και συγκέντρωσης του ΒΗΒΑ 14 ημέρες πριν από τον τοκετό. Η πρόληψη της υποκλινικής ΤΕ και η διατήρηση του επιθυμητού ΔΘΚ 28 ημέρες πριν από τον τοκετό είναι σημαντικές για τη διατήρηση της υγείας των ζώων και την αύξηση της γαλακτοπαραγωγής αυτών. ΧΡΗΣΗ ΒΙΟΧΗΜΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΩΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΝΤΑΤΙΚΑ ΕΚΤΡΕΦΟ- ΜΕΝΩΝ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ Καραγιάννης Ι. 1, Πανούσης Ν. 1, Κιόσης Ε. 1, Τσακμακίδης Ι. 1, Μπρόζος Χ. 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Σχολή Κτηνιατρικής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. USE OF BIOCHEMICAL BLOOD PARAMETRES DURING LAST MONTH OF PREGNANCY, AS PREDICTIVE INDICATORS OF HEALTH AND POST-PARTUM MILK PRODUCTION IN INTENSIVELY MANAGED DAIRY SHEEP Karagiannis I. 1, Panousis N. 1, Kiossis E. 1, Tsakmakidis I. 1, Brozos C. 1 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Διερευνήθηκε η προγνωστική αξία της συγκέντρωσης δύο βιοχημικών παραμέτρων του αίματος [β-υδρόξυ-βουτυρικού οξέως (ΒΗΒΑ) και μη εστε- 155
156 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ροποιημένων λιπαρών οξέων (ΝΕFA)], 28 και 14 ημέρες πριν από την αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού για το ύψος της γαλακτοπαραγωγής και την υγεία μετά τον τοκετό (p.p.) σε εντατικά εκτρεφόμενες προβατίνες. Διαπιστώθηκε αρνητική συσχέτιση (Ρ<0,05) μεταξύ της συνολικής γαλακτοπαραγωγής και της συγκέντρωσης ΒΗΒΑ, 14 ημέρες πριν τον τοκετό, σημαντικά αρνητική συσχέτιση (Ρ<0,01) μεταξύ της συγκέντρωσης BHBA και NEFA, 14 ημέρες πριν τον τοκετό και της υγείας p.p., σημαντικά αρνητική συσχέτιση (Ρ<0,05) μεταξύ της συγκέντρωσης BHBA, 28 ημέρες πριν από τον τοκετό και της υγείας p.p. Δεν παρατηρήθηκε συσχέτιση (Ρ>0,05) μεταξύ της συγκέντρωσης BHBA και NEFA, 28 ημέρες πριν από τον τοκετό με τη συνολική γαλακτοπαραγωγή και την υγεία των ζώων p.p,, αντίστοιχα. Συμπεραίνεται ότι είναι προτιμότερο ο έλεγχος του ενεργειακού ισοζυγίου να γίνεται 14 ημέρες πριν τον τοκετό. ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ: Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΑΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Κατοίκος Π. Υμηττός Αττικής VETERINARY LAW: THE TRANSITION TO AN ELECTRONIC DATA BANK Katikos P. Imittos Attica, Greece. Στην παρούσα ανακοίνωση παρουσιάζεται η δομή και λειτουργία ηλεκτρονικής βάσης νομοθετημάτων με αντικείμενο την ενοποιημένη και επικαιροποιημένη κτηνιατρική νομοθεσία. Η συγκεκριμένη βάση δεδομένων αποτελεί την συνέχεια της έντυπης μορφής του βιβλίου «Κτηνιατρική Νομοθεσία» του Ν. Μεράβογλου. Επίσης, παρουσιάζονται ορισμένα στατιστικά στοιχεία που αφορούν στην εξέλιξη της Ευρωπαϊκής και Ελληνικής νομοθεσίας από την αρχή της ηλεκτρονικής διαχείρισης (2008) μέχρι σήμερα. ΧΟΛΟΛΙΘΙΑΣΗ ΣΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΑΥΤΗΣ ΜΕ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕ- ΝΕΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΠΑΤΟΣ Κατσούλος Π.Δ. 1, Χριστοδουλόπουλος Γ. 1, Καρατζιά Μ.Α. 2, Πουρλιώτης Κ. 2, Μηνάς Α. 3 1 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Τμήμα Ιατρικών Εργαστηρίων, Σχολή Επαγγελμάτων Υγείας-Πρόνοιας, Τ.Ε.Ι. Λάρισας, Λάρισα. CHOLOLITHIASIS IN SHEEP AND ITS ASSOCIATION WITH CERTAIN LIVER PATHOLOGICAL CONDITIONS Katsoulos P.D. 1, Christodoulopoulos G. 1, Karatzia M.A. 2, Pourliotis K. 2, Minas A. 3 1 Clinic of Medicine, School of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Laboratory of Microbiology, Faculty of Health Professions, Technological Educational Institution of Larissa, Larissa, Greece. Σκοπός της μελέτης ήταν ο προσδιορισμός της συχνότητας εμφάνισης της χολολιθίασης στα πρόβατα και η διερεύνηση ενδεχόμενης συσχέτισης με συγκεκριμένες παθολογικές καταστάσεις του ήπατος. Χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 254 ήπατα, τα οποία ελήφθησαν τυχαία στα σφαγεία από κλι- 156
157 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ νικά υγιή ενήλικα πρόβατα. Μετά τη συλλογή κάθε ήπατος, καταγράφονταν οι μακροσκοπικές αλλοιώσεις, διανοίγονταν η χοληδόχος κύστη και τα μεγάλα χολαγγεία και καταγραφόταν η παρουσία λίθων. Εξήντα ήπατα ήταν φυσιολογικά. Σε 40 βρέθηκε Fasciola hepatica, σε 42 Dicrocoelium dendriticum, σε 28 ταυτόχρονα F. hepatica και D. dendriticum, σε 40 βρέθηκαν αποστήματα και σε 44 υδατίδες κύστεις. Χολόλιθοι βρέθηκαν σε 40 ήπατα. Από αυτά, 1 ήταν φυσιολογικό, ενώ σε 14 βρέθηκε F. hepatica, σε 18 D. dendriticum και σε 7 ταυτόχρονα F. hepatica και D. dendriticum. Τα αποτελέσματα αυτά υποδεικνύουν ότι η χολολιθίαση στα πρόβατα σχετίζεται με παρασιτώσεις από ηπατικά δίστομα. ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΗΧΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΤΡΑΧΗΛΟΥ ΤΗΣ ΜΗΤΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΓΕΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ Κιόσης Ε. 1, Μπρόζος Χ.Ν. 1, Νικολαΐδης Ν. 2, Λαζαρίδης Λ. 1, Τσούσης Γ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, 2 Τμήμα Πληροφορικής, Σχολή Θετικών Επιστημών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CHANGES IN ECOSTRUCTURE VALUES OF THE UTERINE CERVIX AND THE ENDOMETRIUM DURING PREGNANCY IN COWS Kiossis E. 1, Brozos C.N. 1, Nikolaidis N. 2, Lazaridis L. 1, Tsousis G. 1 1 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, 2 Department of Informatics, Faculty of Sciences, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece Διερευνήθηκε η μεταβολή της ηχογένειας του τραχήλου της μήτρας και του ενδομητρίου στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Για το σκοπό αυτό, 12 αγελάδες γαλακτοπαραγωγής εξετάζονταν, μια φορά το μήνα, σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Επιπλέον, επτά από αυτές, εξετάζονταν καθημερινά τις τελευταίες τέσσερις ημέρες της εγκυμοσύνης. Τις ημέρες της υπερηχογραφικής εξέτασης γινόταν επίσης αιμοληψία για προσδιορισμό της συγκέντρωσης της προγεστερόνης (P4) και των οιστρογόνων (E). Ως παράμετροι ηχογένειας εξετάστηκαν η μέση φωτεινότητα (MV), η αντίθεση (CON) και η ομοιογένεια (HOM), οι οποίες προσδιορίστηκαν με ειδικό πρόγραμμα ανάλυσης εικόνας (ECHOVET 2.0). Θετική συσχέτιση παρατηρήθηκε μεταξύ P4 και MV και CON στο ενδομήτριο (R=0,78 και R=0,79, αντίστοιχα) και τον τράχηλο της μήτρας (R=0,84 και R=0,88, αντίστοιχα), ενώ αρνητική συσχέτιση παρατηρήθηκε μεταξύ P4 και HOM στο ενδομήτριο (R=-0,73) και τον τράχηλο της μήτρας (R=-0,74). ΕΝΔΟΣΚΟΠΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΘΗΛΩΝ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΣΤΑ ΜΙΚΡΑ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ Κιόσης Ε. 1, Μπρόζος Χ.Ν. 1, Παπαϊωάννου Ν. 2, Τζανιδάκης Ν. 1,3 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. ENDOSCOPIC AND HISTOPATHOLOGIC INVESTIGATION OF TEATS OF SMALL RUMINANTS Kiossis E. 1, Brozos C.N. 1, Papaioannou N. 2, Tzanidakis N. 1,3 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Pathology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. Πραγματοποιήθηκε ενδοσκοπικός και ιστοπαθολογικός έλεγχος των αλλοιώσεων του βλεννογόνου σε 510 θηλές προβατίνων και σε 524 θηλές αιγών, που συλλέχθηκαν από σφαγεία της Βόρειας Ελλάδας. Όλες οι θη- 157
158 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ λές εξετάστηκαν ενδοσκοπικά και από τις περιοχές του βλεννογόνου που εμφάνιζαν αλλοιώσεις κατά την ενδοσκόπηση, λήφθηκαν δείγματα για ιστοπαθολογική εξέταση. Το συχνότερο εύρημα σε προβατίνες (50% των θηλών που εξετάστηκαν) και αίγες (71% των θηλών που εξετάστηκαν) ήταν οζώδεις εκβλαστήσεις στο βλεννογόνο του θηλαίου κόλπου. Σε μικρότερη συχνότητα, παρατηρήθηκαν διαφράγματα, κύστεις στο θηλαίο κόλπο και αλλοιώσεις στη ροζέτα του Fürstenberg. Συμπεραίνεται ότι η ενδοσκοπική εξέταση των θηλών του μαστού στα μικρά μηρυκαστικά μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο διαγνωστικό μέσο για διερεύνηση των παθήσεών αυτών. ΥΠΟΞΕΙΑ ΔΥΣΠΕΠΤΙΚΗ ΟΞΕΩΣΗ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩ- ΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Κίτκας Γ. 1, Πανούσης Ν. 2, Βαλεργάκης Γ.Ε. 3, Καρατζιάς Χ. 2 1 Θεσσαλονίκη. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. SUBACUTE RUMINAL ACIDOSIS IN DAIRY FARMS OF NORTHERN GREECE Kitkas G. 1, Panousis N. 2, Valergakis G.E. 3, Karatzias H. 2 1 Thessaloniki, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, 3 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σκοπός της έρευνας ήταν η διερεύνηση της έκτασης του προβλήματος της υποξείας δυσπεπτικής οξέωσης στη Βόρεια Ελλάδα. Από 153 γαλακτοπαραγωγές αγελάδες 12 εκτροφών, λήφθηκαν με παρακέντηση δείγματα περιεχομένου μεγάλης κοιλίας και προσδιορίστηκε το ph με φορητή συσκευή μέτρησης. Το μέγεθος τεμαχισμού των ζωοτροφών του σιτηρεσίου ελέγχθηκε με χρήση ειδικής συσκευής (Penn State Separator). Με χρήση ερωτηματολογίου, συγκεντρώθηκαν πληροφορίες για τους διαχειριστικούς παράγοντες κινδύνου. Η στατιστική επεξεργασία έγινε με ανάλυση διακύμανσης. Διαπιστώθηκε ότι 16% των αγελάδων έπασχε από τη νόσο. Πρόβλημα αντιμετώπιζε 33% των εκτροφών ( 25% των ζώων με ph<5,5), ενώ σε 25% αυτών, η κατάσταση ήταν οριακή. Η ομαδοποίηση των αγελάδων, η σειρά εισαγωγής των ζωοτροφών στον ενσιροδιανομέα και το μήκος τεμαχισμού τους, η σύσταση του σιτηρεσίου και οι συνθήκες σταβλισμού είχαν στατιστικά σημαντική επίδραση στην εμφάνιση της νόσου. ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΤΩΝ ΜΕΛΙΣΣΙΩΝ: ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ Κοκκίνης Μ. Κτηνιατρικό Κέντρο Λαγκαδικίων, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης, Λαγκαδίκια. BEE COLONY LOSSES: A THREAT TO THE FOOD CHAIN Kokkinis M. Veterinary Centre Lagadikia, Local Authority of Thessaloniki county, Lagadikia, Greece. Πρόσφατα ερευνητικά αποτελέσματα καταδεικνύουν μια σημαντική μείωση των μελισσιών παγκοσμίως, η οποία χαρακτηρίστηκε ως σύνδρομο κατάρρευσης των μελισσιών (Colony Collapse Disorder, CCD), ως μείωση πληθυσμού (depopulation) ή γενικά ως απώλεια των μελισσιών. Παράλληλα, παρατηρείται κατακλυσμός αναφορών σχετικά με τη συμβολή της κοινής μέλισσας στην επικονίαση, καθώς και σχετικά με τις ενδεχόμενες επιπτώσεις από πιθανή εξαφάνιση ή δραματική μείωση των μελισσιών στην 158
159 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ανθρώπινη διατροφή. Συνέπεια των παραπάνω είναι η αύξηση της χρηματοδότησης της έρευνας και της εκπαίδευσης διεθνώς, ώστε να κατανοηθούν τα πιθανά αίτια, οι μηχανισμοί και οι αλληλεπιδράσεις που οδηγούν σε απώλεια των μελισσιών. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχουν προγράμματα μεταξύ κρατών εντός (BEE DOC, BEE SHOP) ή εκτός (FONCICYT 94293) αυτής, καθώς και δράση με διεθνή συμμετοχή (COLOSS). Στόχος όλων αυτών είναι ο προσδιορισμός των εργαλείων και των τρόπων μείωσης των απωλειών και βελτίωσης της υγείας των μελισσιών. ΝΟΖΕΜΩΣΗ: ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΜΕΛΙΣΣΩΝ Κοκκίνης Μ. Κτηνιατρικό Κέντρο Λαγκαδικίων, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης, Λαγκαδίκια. NOSEMOSIS: A CONTRIBUTING FACTOR TO BEE COLONY LOSSES Kokkinis M. Veterinary Centre Lagadikia, Local Authority of Thessaloniki county, Lagadikia, Greece. Τα μικροσπορίδια αποτελούν τους αιτιολογικούς παράγοντες της νοζέμωσης, διαδεδομένης και οικονομικά ζημιογόνου ασθένειας της μέλισσας Apis mellifera. Το Nosema apis αποτελούσε τον αιτιολογικό παράγοντα της ασθένειας μέχρι το Το 1994, περιγράφηκε το νέο είδος Nosema ceranae στην ασιατική μέλισσα, το οποίο, μετά το 2000, απομονώθηκε από τη μέλισσα A. mellifera και θεωρήθηκε ως κύριος αιτιολογικός παράγοντας εξασθένισης της υγείας ή/και απωλειών σε μέλισσες. Στην παρούσα ανακοίνωση, συνοψίζονται τα δεδομένα σχετικά με την προέλευση, τη διασπορά και τις μεθόδους διάγνωσης της παρουσίας της νόσου, καθώς και πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με τις διαφορές των δύο ειδών μικροσποριδίων. Αναφέρεται η επιδημιολογία, η μορφολογία, η παθολογία και η γενετική δομή τους, για κατανόηση της προσβολής των μελισσών από νοζέμωση. Τέλος, γίνεται συσχέτιση νεότερων αποτελεσμάτων με την επίδραση της ασθένειας στην υγεία του μελισσιού και παρουσιάζεται η συμβολή της νόσου στην αύξηση των απωλειών των μελισσών. ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΗΣ ΧΩΛΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΙΚΤΗ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΕ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΕΣ ΑΓΕ- ΛΑΔΕΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΜΗΝΕΣ ΤΗΣ ΓΑΛΑΚΤΙΚΗΣ ΠΕ- ΡΙΟΔΟΥ Κουγιουμτζής Α. 1, Γεωργιάδης Μ. 2, Οικονόμου Γ. 1, Αρσένος Γ. 1, Μπάνος Γ. 1 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Εργαστήριο Οικονομίας Ζωικής Παραγωγής Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. RELATIONSHIP OF LAMENESS WITH METABOLIC PROFILE AND BODY CONDITION SCORE OF DAIRY COWS DURING THE FIRST THREE MONTHS OF LACTATION Kougioumtzis A. 1, Georgiadis M. 2, Oikonomou G. 1, Arsenos G. 1, Banos G. 1 1 Laboratory of Animal Husbandry, 2 Laboratory of Animal Production Economy, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η παρούσα μελέτη αποσκοπούσε στην αξιολόγηση ενδεχόμενης συσχέτισης μεταξύ αφενός της εκδήλωσης χωλότητας (παρουσία ή απουσία της παθολογικής κατάστασης) και αφετέρου ορισμένων μεταβολικών δεικτών στον ορό του αίματος και του δείκτη θρεπτικής κατάστασης (ΔΘΚ) αγε- 159
160 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ λάδων γαλακτοπαραγωγής. Χρησιμοποιήθηκαν 496 αγελάδες Holstein στην 1 η γαλακτική περίοδο. Η πρώτη διάγνωση της παρουσίας χωλότητας, στους πρώτους τρεις μήνες της γαλακτικής περιόδου, έγινε από κτηνίατρο. Σε εβδομαδιαία διαστήματα, γινόταν εκτίμηση του ΔΘΚ και συλλογή δειγμάτων αίματος. Στον ορό του αίματος μετρήθηκαν οι συγκεντρώσεις του β-υδροξυβουτυρικού οξέος και των μη εστεροποιημένων λιπαρών οξέων (ΜΕΛΟ). Υπολογίσθηκε η συχνότητα εκδήλωσης χωλότητας κάθε εβδομάδα της γαλακτικής περιόδου και διερευνήθηκε η συσχέτιση εκδήλωσης της παθολογικής κατάστασης με τις εβδομαδιαίες τιμές των μεταβολικών δεικτών και του ΔΘΚ. Διαπιστώθηκε ότι, συστηματικά, αγελάδες με χωλότητα είχαν υψηλότερες συγκεντρώσεις ΜΕΛΟ. Η ΧΡΗΣΗ ΕΜΒΟΛΙΟΥ ΑΝΟΣΟΣΥΜΠΛΟΚΩΝ ΣΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΡΕΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΟΡΝΙΘΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Κουτουλής Κ. 1, Μίνος Ε. 2 1 Κλινική Παθολογίας Πτηνών, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Άρτας, Άρτα. THE USE OF IMMUNE COMPLEX VACCINE ON PERFORMANCE OF BROILER CHICKENS IN GREECE Koutoulis K. 1, Minos E. 2 1 Department of Avian Diseases, Veterinary School, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Poultry Cooperative of Arta, Arta, Greece. Η νόσος του Gumboro είναι μία από τις σημαντικότερες ασθένειες στην πτηνοτροφία, με πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην παραγωγή, ειδικά σε περιπτώσεις εμφάνισης πολύ λοιμογόνων στελεχών του ιού. Μελετήθηκαν οι παραγωγικοί δείκτες ορνιθίων κρεοπαραγωγής πτηνοτροφικών εταιριών σε δύο διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας, όπου έγινε χρήση του εμβολίου Cevac Transmune IBD, συγκριτικά με χρήση ζωντανών εμβολίων, καθώς και η κατάσταση υγείας των σμηνών σε περιπτώσεις εμφάνισης λοιμογόνων στελεχών της νόσου του Gumboro. Μετά τη χρήση του εμβολίου, υπήρξε σημαντική μείωση της θνησιμότητας των πτηνών, βελτίωση της μετατρεψιμότητας της τροφής κατά 8% και αύξηση του μέσου βάρους σφαγής κατά 4%. Η χρήση του ενέσιμου εμβολίου Cevac Transmune IBD προσφέρει αποτελεσματικότερη προστασία κατά της νόσου του Gumboro σε σύγκριση με τα ζωντανά εμβόλια. στοχαστικα μοντέλα μικροβιακης ανάπτυξης ως εργαλεια διαχειρισης της ποιοτητας και ασφαλειας των τροφιμων Κουτσουμανής Κ., Λιανού Α. Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Υγιεινής Τροφίμων, Τομέας Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. Stochastic models of microbial growth as a tool for a risk-based management of food quality and safety Koutsoumanis K., Lianou A. Department of Food Science and Technology, School of Agriculture, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Classical approaches to food safety cannot guarantee consumer protection. The last decade food safety and quality management have moved towards a risk-based approach to food safety and quality control. For health authorities, a risk-based approach serves as a means to quantify risks 160
161 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ attributable to certain food products and compare risks of a different nature using integrated public health measures. Results of this approach can provide structured information on the effect of potential interventions allowing decision makers of authorities or industry to compare interventions and identify those that lead to reduction of safety and/or quality risks. Here, the role of predictive microbiology in a risk-based food safety and quality management system is discussed. Importance of uncertainty and variability of parameters affecting microbial growth is stressed, with emphasis on biological variability. Also, the development of stochastic predictive models is described and application examples are presented. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ Α ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑΣΤΙΚΟΥ ΑΔΕΝΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ Κουτσούμπας Α.Θ. 1, Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Πετρίδου Ε. 2, Κωνσταντίνου Ε. 3, Μπρόζος Χ. 1, Lafi S.Q. 4, Καρατζιάς Χ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος, Ελληνικός Οργανισμός Γάλακτος και Κρέατος, Πάτρα. 4 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. EFFECT OF VITAMIN A ADMINISTRATION ON MAMMARY HEALTH OF DAIRY EWES Koutsoumpas A.T. 1, Giadinis N.D. 1, Petridou E. 2, Konstantinou E. 3, Brozos C. 1, Lafi S.Q. 4, Karatzias H. 1 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Laboratory of Milk Quality Control, ELOGAK, Patras, Greece. 4 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. Νεαρές προβατίνες φυλής Μυτιλήνης (n=50), στις οποίες χορηγείτο σιτηρέσιο πενικό σε βιταμίνη Α, χωρίστηκαν πριν την περίοδο οχειών σε δύο ομάδες: στα ζώα της 1 ης ομάδας χορηγούνταν βιταμίνη Α (ενέσιμα, IU/ζώο, κάθε 3 μήνες, 4 φορές συνολικά), ενώ τα ζώα της 2 ης ομάδας ήταν μάρτυρες. Από κάθε μαστικό αδένα συλλέγονταν, κάθε τρεις εβδομάδες, δείγματα γάλακτος, από τη 2η εβδομάδα μετά τον τοκετό για καταμέτρηση σωματικών κυττάρων και βακτηριολογική εξέταση. Η συχνότητα κλινικής μαστίτιδας ήταν σημαντικά μικρότερη (P<0.05) στην 1 η ομάδα σε σχέση με τους μάρτυρες. Τα μικρόβια που απομονώθηκαν πιο συχνά, ήταν πηκτάση-αρνητικοί σταφυλόκοκκοι. 161
162 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ Α ΣΤΗ ΜΟΛΥΝΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ ΜΕ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΑ ΝΗΜΑΤΩΔΗ ΠΑΡΑΣΙΤΑ Κουτσούμπας Α.Θ. 1, Παπαδόπουλος Η. 2, Γιαδίνης Ν.Δ. 1, Πτωχός Σ. 2, Lafi S.Q. 3, Καρατζιάς Χ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. EFFECT OF VITAMIN A ON INFECTION OF SHEEP WITH GASTROIN- TESTINAL NEMATODE PARASITES Koutsoumpas A.T. 1, Papadopoulos E. 2, Giadinis N.D. 1, Ptochos S. 2, Lafi S.Q. 3, Karatzias H. 1 1 Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. Σκοπός της μελέτης ήταν η διερεύνηση του ρόλου της βιταμίνης Α στη μόλυνση των προβάτων με νηματώδη παράσιτα. Για το σκοπό αυτό, 20 ζώα φυλής Μυτιλήνης, ελεύθερα παρασίτων, χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και μολύνθηκαν πειραματικά με προνύμφες 3 ου σταδίου γαστρεντερικών νηματωδών παρασίτων (γένη Haemonchus, Teladorsagia, Trichostrongylus). Όλα τα ζώα κατανάλωναν σιτηρέσιο πενικό σε βιταμίνη Α. Στα ζώα της 1 ης ομάδας, ταυτόχρονα με τη μόλυνση, έγινε χορήγηση 150,000 IU βιταμίνης Α. Ο μέσος όρος αυγών ανά g κοπράνων ήταν όπως παρακάτω - 1 η ομάδα: 305, 326, 334, 388 και 2 η ομάδα: 220, 240, 220, 230, κατά την 3 η, 4 η, 5 η και 6 η εβδομάδα μετά τη μόλυνση, αντίστοιχα. Διαπιστώθηκε ότι τα ζώα της ομάδας με έλλειψη βιταμίνης Α απέβαλλαν σημαντικά μικρότερους αριθμούς αυγών στρογγυλοειδών παρασίτων (P<0,001). Περιγραφή λοιμωδών παραγόντων που εμπλέκονται σε περιστατικό αναπνευστικού συνδρόμου αναπτυσσόμενων και παχυνόμενων χοίρων (PRDC) Κρήτας Σ.Κ. 1, Παπαγεωργίου Κ. 1,2, Φιλιούσης Γ. 1,2, Ψύχας Β. 3, Πετρίδου Ε. 1, Χριστοδουλόπουλος Γ. 4, Ρόδη-Burriel Α. 5 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, 3 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Γ Κτηνιατρικό Νοσοκομείο, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 4 Παθολογική Κλινική, 5 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. Infectious agents involved in a case of porcine respiratory disease complex (PRDC) Kritas S.K. 1, Papageorgiou K. 1,2, Filioussis G. 1,2, Psychas V. 3, Petridou E. 1, Christodoulopoulos G. 4, Burriel A.R. 5 1 Department of Microbiology and Infectious Diseases, 3 Department of Pathology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 3rd Military Veterinary Hospital, Thermi, Thessaloniki, Greece. 4 Clinic of Medicine, 5 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Το αναπνευστικό σύνδρομο των αναπτυσσόμενων και παχυνόμενων χοίρων αποτελεί, παγκοσμίως, το κυριότερο οικονομικό πρόβλημα των σύγχρονων χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων. Η επιδημιολογική εικόνα του διαφέρει σημαντικά από εκτροφή σε εκτροφή, καθώς εξαρτάται από τους 162
163 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ παράγοντες που εμπλέκονται: το εμβολιακό πρόγραμμα, τις συνθήκες περιβάλλοντος και τη λοιπή διαχείριση στην εκτροφή. Οι συνήθεις λοιμώδεις παράγοντες που προκαλούν το σύνδρομο είναι ο Ιός του Αναπαραγωγικού και Αναπνευστικού Συνδρόμου του Χοίρου, ο Ιός της Γρίπης και ο Κυκλοϊός 2, καθώς και τα βακτήρια Mycoplasma hyopneumoniae, Actinobacillus pleuropneumoniae, Bordetella bronchiseptica, Pasteurella multocida, Haemophilus parasuis και Streptococcus suis. Η παρουσία του συνδρόμου αυτού σε κάποια εκτροφή θα συζητηθεί σε συνάρτηση με τα εμβολιακά προγράμματα και τη κατάσταση υγείας. Επίσης, θα παρουσιαστούν η διαγνωστική προσέγγιση, τα διορθωτικά μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματα αυτών. Επιδημιολογική έρευνα σε εκτροφές χοίρων της Ελλάδας Μέρος Ι. Αναπνευστικές λοιμώξεις παχυνόμενων χοίρων στη ΒΟΡΕΙΑ Ελλάδα Κρήτας Σ.Κ. 1, Πετρίδου Ε. 1, Φιλιούσης Γ. 1,2, Παπαγεωργίου Κ. 1,2, Ρόδη-Burriel Α. 3, Χριστοδουλόπουλος Γ. 4, Stadejek T. 5 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Γ Κτηνιατρικό Νοσοκομείο, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, 4 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 5 Department of Swine Diseases, National Veterinary Research Institute, Pulawy, Poland. Epidemiological investigation in pig farms in Greece. Part Ι. Respiratory infections of finishing pigs in NORTH- ERN Greece Kritas S.K. 1, Petridou E. 1, Filioussis G. 1,2, Papageorgiou K. 1,2, Burriel A.R. 3, Christodoulopoulos G. 4, Stadejek T. 5 1 Department of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 3rd Military Veterinary Hospital, Thermi, Thessaloniki, Greece. 3 Laboratory of Microbiology and Parasitology, 4 Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 5 Department of Swine Diseases, National Veterinary Research Institute, Pulawy, Poland. Η παρουσία λοιμωδών νοσημάτων στις χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις της Ελλάδας δεν έχει καταγραφεί συστηματικά μέχρι σήμερα. Για το λόγο αυτό, η επιδημιολογική μελέτη της τρέχουσας κατάστασης της υγείας των ζώων στις ελληνικές εκτροφές είναι σημαντική. Παρουσιάζεται μέρος των αποτελεσμάτων από επιδημιολογική έρευνα σε συστηματικές χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις στη Βόρεια Ελλάδα. Οι εκτροφές επιλέχθηκαν από τη Θράκη, τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία, με βάση τον αριθμό και το μέγεθός τους, καθώς και την πυκνότητα των χοίρων σε νομούς των περιφερειών αυτών. Από τις εκτροφές που επιλέχθηκαν, λήφθηκαν δείγματα αίματος από χοίρους διαφόρων ηλικιών και εξετάστηκαν για παρουσία αντισωμάτων στο αναπαραγωγικό και αναπνευστικό σύνδρομο του χοίρου, τη νόσο του Aujeszky και τη γρίπη. Στην παρούσα ανακοίνωση, παρουσιάζονται μόνο αποτελέσματα που αφορούν σε ζώα τελικής πάχυνσης και συζητιούνται σε σχέση με τα εμβολιακά προγράμματα και την κατάσταση υγείας των εκτροφών. 163
164 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΛΕΥΚΟΚΥΤΤΑΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΕ ΝΕΑΡΑ ΜΟΣΧΑΡΙΑ ΦΥΛΗΣ HOLSTEIN ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Κριτσέπη-Κωνσταντίνου Μ. 1, Πανούσης Ν. 2, Καλαϊτζάκης Ε. 2, Βαλεργάκης Γ.Ε. 3 1 Διαγνωστικό Εργαστήριο, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. STUDY OF THE LEUKOGRAM IN YOUNG HOLSTEIN CALVES IN GREECE Kritsepi-Konstantinou M. 1, Panousis N. 2, Kalaitzakis E. 2, Valergakis G.E. 3 1 Diagnostic Laboratory, 2 Clinic of Farm Animals, 3 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Στην εργασία αυτή μελετήθηκαν τα χαρακτηριστικά του λευκοκυτταρογράμματος 324 κλινικά υγιών μοσχαριών, ηλικίας 1 έως 9 ημερών, από 27 εκτροφές, καθώς και η επίδραση διάφορων διαχειριστικών παραγόντων. Η στατιστική επεξεργασία έγινε με ανάλυση της διακύμανσης. Τις πρώτες έξι ημέρες ο αριθμός των λευκοκυττάρων και των ουδετερόφιλων ακολούθησε την αναφερόμενη στη βιβλιογραφία συνήθη αυξομείωση. Ήταν αυξημένος τις πρώτες ημέρες και από την 3 η ημέρα βρέθηκε σε φυσιολογικές τιμές. Όμως, από την 7 η ημέρα, παρατηρήθηκε νέα αύξηση στον αριθμό των λευκοκυττάρων, που οφειλόταν κυρίως στη μεγάλη αύξηση του αριθμού των ουδετερόφιλων λευκοκυττάρων. Τα λεμφοκύτταρα διατηρήθηκαν γενικά σε φυσιολογικά επίπεδα. Η έγκαιρη χορήγηση πρωτογάλακτος, οι κακές συνθήκες υγιεινής και η απουσία εμβολιακού προγράμματος είχαν στατιστικά σημαντική (Ρ<0,05) θετική επίδραση στην ουδετεροφιλία. Ο αριθμός των μονοκυττάρων και των εωσινόφιλων ανταποκρινόταν στα βιβλιογραφικά δεδομένα. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΝΟΣ ΠΟΛΥΦΑΣΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΟΒΙΑΚΗΣ ΑΛΛΟΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ Κυριακοπούλου Α.Β., Μπλάνα Β., Σταματίου Α.Π., Νυχάς Γ.-Ι.Ε., Πανάγου Ε.Ζ. Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. APPLICATION OF A MULTI-SPECTRUM IMAGE ANALYSIS SYSTEM IN PREDICTING MICROBIAL SPOILAGE OF MEAT Kiriakopoulou A.V., Blana V., Stamatiou A.P., Nychas G.-J.E., Panagou E.Z. Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. Διερευνήθηκε η συσχέτιση φασματικών δεδομένων από σύστημα ανάλυσης εικόνας με μεταβολή του μικροβιακού πληθυσμού στην επιφάνεια φιλέτων σε συντήρηση. Φιλέτα συντηρήθηκαν σε αερόβια συσκευασία ή τροποποιημένη ατμόσφαιρα, σε θερμοκρασία 0, 5, 10 ή 15 ο C μέχρι την αλλοίωσή τους. Ελήφθησαν εικόνες αυτών και έγινε μικροβιολογική εξέταση για απαρίθμηση ολικής μεσόφιλης χλωρίδας (ΟΜΧ). Επιχειρήθηκε ανάπτυξη και επικύρωση προτύπων, με αλγόριθμο Διανυσματικών Μηχανών Υποστήριξης, για πρόβλεψη του μικροβιακού πληθυσμού από τα φασματικά δεδομένα. Η επίδοση των προτύπων στην πρόβλεψη του μικροβιακού πληθυσμού αξιολογήθηκε με δείκτη μεροληψίας (B f ) και ακρί- 164
165 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ βειας (A f ). Σε αερόβια ατμόσφαιρα, το πρότυπο υπερεκτιμούσε την ΟΜΧ (B f 0,989). Ο δείκτης ακρίβειας (A f ) έδειξε ότι η απόκλιση των προβλέψεων από τις παρατηρήσεις ήταν 13%. Οι αντίστοιχες τιμές για την τροποποιημένη ατμόσφαιρα ήταν 0,957 και 14%, αντίστοιχα. Η μέθοδος ανάλυσης εικόνας μπορεί να αποτελέσει ταχεία και εύχρηστη μέθοδο εκτίμησης της αλλοίωσης του κρέατος. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο SYMSIOSIS EU ( ΜΕΛΕΤΗ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΒΙΟ-ΥΜΕΝΙΩΝ ΑΠΟ ΤΡΟΦΙΜΟΓΕΝΗ ΠΑΘΟ- ΓΟΝΑ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΜΑ ΒΑΚΤΗΡΙΑ ΣΕ ΠΡΟΤΥΠΕΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΕΣ ΑΝΟ- ΞΕΙΔΩΤΟΥ ΧΑΛΥΒΑ ΥΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΜΙΚΤΗΣ ΚΑΛΛΙΕΡ- ΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΕΣ ΑΠΟΛΥΜΑΝΣΗΣ Κωστάκη Μ. 1, Γκιαούρης Ε. 2, Χωριανόπουλος Ν.Γ. 1, Πανάγου Ε.Ζ. 1, Νυχάς Γ.-Ι.Ε. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μύρινα. STUDY OF BIOMEMBRANE FORMATION BY FOODBORN PATHO- GENS AND USEFUL MICROORGANISMS IN STAINLESS-STEEL SUR- FACES UNDER VARIOUS CONDITIONS OF MIXED CULTURE AND DISINFECTION TESTS Kostaki M. 1, Gkiaouris E. 2, Chorianopoulos N.G. 1, Panagou E.Z. 1, Nychas G.-J.E. 1 1 Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Department of Food and Nutrition Sciences, University of the Aegean, Myrina, Greece. Μελετήθηκε η ικανότητα σχηματισμού βιο-υμενίων από Listeria monocytogenes, Salmonella enterica και Listeria sakei σε επιφάνειες ανοξείδωτου χάλυβα. Τα κύτταρα αφέθηκαν να δημιουργήσουν βιο-υμένια σε 15 o C ή 30 o C σε συνθήκες σύμμικτης καλλιέργειας. Τα αποτελέσματα δεν έδειξαν διαφορές στους πληθυσμούς για κάθε βακτηριακό είδος χωριστά, μεταξύ των διαφόρων συνθηκών καλλιέργειας. Επίσης, μελετήθηκε η απολυμαντική δράση τριών αντιμικροβιακών ενώσεων: τεταρτοταγές αμμωνιακό άλας βενζολίου 50 ppm, χλωρίνη 10 ppm, υπεροξικό οξύ 10 ppm, έναντι των βιο-υμενικών κυττάρων. Η L. monocytogenes παρουσίασε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και στα τρία απολυμαντικά, σε σχέση με τα άλλα δύο βακτήρια. Δεν υπήρξαν σημαντικές διαφορές στην αντιμικροβιακή ανθεκτικότητα των τριών βακτηριακών ειδών χωριστά, μεταξύ των διαφορετικών συνθηκών. Οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι σημαντικές, καθώς η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες που προσομοιάζουν με χώρους παραγωγής και επεξεργασίας τροφίμων. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο ProSafeBeef ( 165
166 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΕΠΙΜΕΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗΣ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΔΕΙΓ- ΜΑΤΟΣ Κωστούλας Π. 1, Nielsen S.S. 2, Browne W.J. 3, Λεοντίδης Λ. 1 1 Εργαστήριο Επιδημιολογίας, Βιοστατιστικής και Οικονομίας της Υγείας των Ζώων, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Department of Large Animal Sciences, Faculty of Life Sciences, University of Copenhagen, Frederiksberg C, Denmark. 3 School of Clinical Veterinary Sciences, University of Bristol, Langford, Avon, England. VARIANCE PARTITION COEFFICIENTS IN SAMPLE SIZE ESTIMA- TION Kostoulas P. 1, Nielsen S.S. 2, Browne W.J. 3, Leontides L. 1 1 Laboratory of Epidemiology, Biostatistics and Animal Health Economics, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Department of Large Animal Sciences, Faculty of Life Sciences, University of Copenhagen, Frederiksberg C, Denmark. 3 School of Clinical Veterinary Sciences, University of Bristol, Langford, Avon, England. In the presence of clustering, sample size estimation must adjust for the correlation of the primary sampling units within the clusters. Traditionally, the intra-cluster correlation coefficient (ICC) -an average measure of the data heterogeneity- has been used to modify individual sample size formulae. However, subgroups of clusters, which share common characteristics, may exhibit excessively less or more heterogeneity. Hence, sample size estimates based on the ICC may not achieve the desired precision and power when applied to these groups. In such instances, we propose the use of the variance partition coefficient (VPC), which measures the clustering of disease for clusters with a common risk profile. Hence, sample size estimates are obtained separately for groups of clusters that exhibit markedly different heterogeneity. Here, we develop VPC-based methods of sample size estimation for prevalence estimation and substantiation of disease freedom. ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΛΗΨΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΧΟΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΕΝΔΟΜΗ- ΤΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΡΑΧΗΛΟΥ ΤΗΣ ΜΗΤΡΑΣ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Λαζαρίδης Λ. 1, Κίτκας Γ. 1, Μπρόζος Χ.Ν. 1, Νικολαΐδης Ν. 2, Κιόσης Ε. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, 2 Τμήμα Πληροφορικής, Σχολή Θετικών Επιστημών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, Ελλάδα. COMPARATIVE STUDY FOR THE REPEATABILITY OF ULTRASONOG- RAPHY IN CHIOS BREED EWES FOR IMAGING THE ENDOMETRIUM AND CERVIX Lazaridis L. 1, Kitkas G. 1, Brozos C.N. 1, Nikolaidis N. 2, Kiossis E. 1 1 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, 2 Department of Informatics, Faculty of Sciences, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece Σκοπός της έρευνας ήταν η μελέτη της επαναληψιμότητας των ευρημάτων της υπερηχοτομογραφίας για απεικόνιση της μήτρας και του τραχήλου της. Εξετάσθηκαν καθημερινά, από δύο εξεταστές, επί 11 ημέρες, 4 μη έγκυες προβατίνες φυλής Χίου. Κάθε εξεταστής λάμβανε τρεις εικόνες από τον τράχηλο και τρεις από τη μήτρα κάθε ζώου. Ως παράμετροι ηχογένειας, εκτιμήθηκαν η μέση φωτεινότητα (MV), η αντίθεση (CON) και η ομοιογένεια 166
167 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ (ΗOM), οι οποίες προσδιορίστηκαν με ειδικό πρόγραμμα ανάλυσης εικόνας (ECHOVET 2.0). H CON και η HOM των εικόνων δεν παρουσίασαν στατιστική διαφορά μεταξύ των εξεταστών για το ενδομήτριο και τον τράχηλο της μήτρας (P>0,05). Η MV των εικόνων του σώματος του ενδομητρίου παρουσίασε σημαντική διαφορά μεταξύ των εξεταστών (P<0,05), σε αντίθεση με εκείνη του τραχήλου (P>0,05). Συγκεκριμένοι παράμετροι της ηχογένειας της μήτρας και του τραχήλου της εμφανίζουν υψηλή επαναληψιμότητα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ερευνητικούς σκοπούς. ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΧΕΙΡΙΣΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑ- ΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΕ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΕΡΩΤΗ- ΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ Λάζου Θ.Π. 1, Γεωργιάδης Μ.Φ. 2, Pentieva K. 3, McΚevitt A. 3, Ιωσηφίδου Ε.Γ. 1 1 Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Κτηνιατρική Σχολή, 2 Εργαστήριο Οικονομίας Ζωικής Παραγωγής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Northern Ireland Centre for Food and Health, University of Ulster, Belfast, Northern Ireland. FOOD SAFETY KNOWLEDGE AND FOOD-HANDLING PRACTICES IN GREEK UNIVERSITY STUDENTS: A QUESTIONNAIRE-BASED SUR- VEY Lazou T.P. 1, Georgiadis M.F. 2, Pentieva K. 3, McKevitt A. 3, Iossifidou E.G. 1 1 Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, 2 Laboratory of Animal Production Economy, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Northern Ireland Centre for Food and Health, University of Ulster, Belfast, Northern Ireland. Available data suggest that young adults and individuals with education further than high school are more likely to engage in risky food handling than others. The current questionnaire-based survey was performed to address the food safety knowledge and food-handling practices of 750 university students of the Aristotle University of Thessaloniki and to explore any explanatory relationships between their food safety awareness and their demographic characteristics. The multiple-choice food safety knowledge and food-handling questions were grouped into four content-discrete sub-sections: food microbiology/cross-contamination, food preparation, food storage and cleaning/hygiene. In total, students correctly answered merely 38% of the food-handling and 37% of the food safety knowledge questions. The results substantiate the need for educational initiatives tailored to the food safety knowledge inefficiencies of young consumers in order to improve their hazardous food-handling practices. 167
168 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΤΑ BAYES ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΠΡΟΣΒΟ- ΛΗΣ ΑΠΟ MYCOBACTERIUM AVIUM SUBSP. PARATUBERCULOSIS ΕΚΤΡΟΦΩΝ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Λιάπη Μ. 1, Λεοντίδης Λ. 2, Κωστούλας Π. 2, Μπότσαρης Γ. 3, Ιακώβου Ι. 1, Rees C. 3, Γεωργίου Κ. 1, Smith G.C. 4, Naseby D.C. 5 1 Κτηνιατρική Υπηρεσία Κύπρου, Λευκωσία, Κύπρος. 2 Εργαστήριο Επιδημιολογίας, Βιοστατιστικής και Οικονομίας της Υγείας των Ζώων, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Division of Food Sciences, School of Biosciences, University of Nottingham, Sutton Bonnigton, Leicestershire, England. 4 Food and Environment Research Agency, Sand Hutton, York, N. Yorkshire, England. 5 School of Life Sciences, Faculty of Health and Human Sciences, University of Hertfordshire, Hatfield, Hertfordshire, England. BAYESIAN ESTIMATION OF THE TRUE PREVALENCE OF MYCOBAC- TERIUM AVIUM SUBSP. PARATUBERCULOSIS INFECTION IN DAIRY SHEEP AND GOAT FLOCKS IN CYPRUS Liapi M. 1, Leontides L. 2, Kostoulas P. 2, Botsaris G. 3, Iacovou Y. 1, Rees C. 3, Georgiou K. 1, Smith G.C. 4, Naseby D.C. 5 1 Cyprus Veterinary Services, Nicosia, Cyprus. 2 Laboratory of Epidemiology, Biostatistics and Animal Health Economics, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Division of Food Sciences, School of Biosciences, University of Nottingham, Sutton Bonnigton, Leicestershire, England. 4 Food and Environment Research Agency, Sand Hutton, York, N. Yorkshire, England. 5 School of Life Sciences, Faculty of Health and Human Sciences, University of Hertfordshire, Hatfield, Hertfordshire, England. We estimated the prevalence of Mycobacterium avium subsp. paratuberculosis (MAP) infected sheep and goats in the region effectively controlled by the Government of the Republic of Cyprus, in September Serum samples were collected from 8011 animals, of 83 flocks non-vaccinated against MAP, and were examined for antibodies with a commercially available ELISA. True prevalence of MAP infection was calculated, separately in sheep and goats, with models that adjusted for the misclassification of animals because of the imperfect accuracy of the ELISA. Calculated mean true prevalence of infected sheep and goats was 15% and 11%, respectively. There was at least one infected sheep in 61% (95% credible interval: 42-79%) and at least an infected goat in 49% (30-69%) of the flocks. In infected flocks, mean within flock true prevalence of infection in sheep and goats was estimated at 25% (16-33%) and 23% (16-34%), respectively. Παραγωγή αλλαντικών ωρίμανσης με ελαιόλαδο Μάγρα Τ. 1, Σούλτος Ν. 1, Παπαπαναγιώτου Η. 1, Μπλούκας Ι. 2, Αμβροσιάδης Ι. 1 1 Τομέας Υγιεινής και Τεχνολογίας τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Κτηνιατρική Σχολή, 2 Τομέας Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. Production of fermented sausages with olive oil Magra T. 1, Soultos N. 1, Papapanagiotou E. 1, Bloukas I. 2, Amvrosiadis I. 1 1 Department of Hygiene and Technology of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, 2 Department of Food Science and Technology, Faculty of Agriculture, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σκοπός της έρευνας ήταν η παρασκευή αλλαντικών ωρίμανσης με πλήρη αντικατάσταση του χοίρειου λίπους από ελαιόλαδο και η διερεύνηση των μικροβιολογικών, χημικών και οργανοληπτικών χαρακτηριστικών τους. Ως 168
169 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ μάρτυρες χρησιμοποιήθηκαν αλλαντικά ωρίμανσης με χοίρειο λίπος. Το ελαιόλαδο προστέθηκε υπό μορφή γαλακτώματος (περιεκτικότητα σε ελαιόλαδο: 30%, 35%, 40% ή 45%, κατεψυγμένο ή θερμικά επεξεργασμένο). Η παραγωγική διαδικασία των αλλαντικών που παρασκευάστηκαν με το θερμικά επεξεργασμένο γαλάκτωμα ολοκληρώθηκε σε 21 ημέρες, ενώ αυτών με το κατεψυγμένο γαλάκτωμα σε 14 ημέρες. Σε όλες τις περιπτώσεις, η μείωση του ph, η πορεία των μικροοργανισμών και των χημικών παραμέτρων ήταν ανάλογες με αυτές του μάρτυρα. Η οξείδωση των τελικών προϊόντων ήταν μεγαλύτερη στον μάρτυρα και μικρότερη στα αλλαντικά με τα γαλακτώματα του ελαιολάδου. Κατά την οργανοληπτική αξιολόγηση, διαπιστώθηκε ότι τα αλλαντικά που παρασκευάστηκαν με θερμικά επεξεργασμένο γαλάκτωμα, έδωσαν τα καλύτερα αποτελέσματα. Μελέτη της επίδρασης του μικροκλίματος ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ εκτροφής στην ποιότητα του κατεψυγμένου σπέρματος ταύρου Μάλαμα Ε. 1, Κιόσης Ε. 1, Θεοδοσίου Θ. 2, Βαφειάδης Δ. 3, Bollwein H. 4, Μπόσκος Κ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, 2 Τμήμα Πληροφορικής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Ινστιτούτο Αναπαραγωγής και Τεχνητής Σπερματέγχυσης, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ιωνία Θεσσαλονίκης. 4 Clinic for Cattle, University of Veterinary Medicine Hannover, Hannover, Germany. Effect of microclimatic conditions AT FARM LEVEL on quality of frozen bovine spermatozoa Malama E. 1, Kiossis E. 1, Theodosiou T. 2, Vafeiadis D. 3, Bollwein H. 4, Boscos C. 1 1 Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, 2 Department of Informatics, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Institute of Animal Reproduction and Artificial Insemination, Hellenic Ministry of Rural Development and Food, Ionia, Thessaloniki, Greece. 4 Clinic for Cattle, University of Veterinary Medicine Hannover, Hannover, Germany. Σκοπός της μελέτης ήταν η εκτίμηση της επίδρασης των μεταβολών του μικροκλίματος των χώρων εκτροφής στην ποιότητα του κατεψυγμένου σπέρματος ταύρων. Χρησιμοποιήθηκαν εννέα ταύροι, από τους οποίους συλλέγονταν και καταψύχονταν δείγματα σπέρματος σε μηνιαία βάση, για διάστημα ενός έτους. Οι μικροκλιματικές συνθήκες (θερμοκρασία, υγρασία, σημείο δρόσου) του βουστασίου καταγράφονταν με τη χρήση ψηφιακών αισθητήρων. Μετά την απόψυξη των δειγμάτων, ελέγχονταν η ακεραιότητα της κυτταρικής μεμβράνης, η κατάσταση του ακροσώματος και η σταθερότητα της δομής της χρωματίνης των σπερματοζωαρίων με την εφαρμογή μεθόδων κυτταρομετρίας ροής. Διαπιστώθηκε σημαντική επίδραση του μικροκλίματος στην ακεραιότητα της κυτταρικής μεμβράνης και του ακροσώματος (P<0,01), και στη σταθερότητα του γενετικού υλικού (P<0,01) των σπερματοζωαρίων, που γινόταν αντιληπτή με καθυστέρηση 5 και 7 εβδομάδων, αντίστοιχα. 169
170 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Μελέτη της ζωτικότητας και της σταθερότητας της δομής του γενετικού υλικού των σπερματοζωαρίων κατεψυγμένου σπέρματος ταύρου Μάλαμα Ε. 1, Κιόσης Ε. 1, Θεοδοσίου Θ. 2, Βαφειάδης Δ. 3, Bollwein H. 4, Μπόσκος Κ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, 2 Τμήμα Πληροφορικής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Ινστιτούτο Αναπαραγωγής και Τεχνητής Σπερματέγχυσης, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ιωνία Θεσσαλονίκης. 4 Clinic for Cattle, University of Veterinary Medicine Hannover, Hannover, Germany. Flow cytometric evaluation of viability and chromatin stability of frozen bovine spermatozoa Malama E. 1, Kiossis E. 1, Theodosiou T. 2, Vafeiadis D. 3, Bollwein H. 4, Boscos C. 1 1 Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, 2 Department of Informatics, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Institute of Animal Reproduction and Artificial Insemination, Hellenic Ministry of Rural Development and Food, Ionia, Thessaloniki, Greece 4 Clinic for Cattle, University of Veterinary Medicine Hannover, Hannover, Germany. Μελετήθηκαν η ζωτικότητα και η σταθερότητα του γενετικού υλικού των σπερματοζωαρίων κατεψυγμένου σπέρματος ταύρου. Συλλέχθηκαν και καταψύχθηκαν 108 δείγματα από εννέα ταύρους. Αξιολογήθηκαν η ακεραιότητα της κυτταρικής μεμβράνης και του ακροσώματος και η σταθερότητα της δομής της χρωματίνης των σπερματοζωαρίων των αποψυγμένων δειγμάτων χρησιμοποιώντας μεθόδους κυτταρομετρίας ροής. Διαπιστώθηκε ήπιου βαθμού συσχέτιση μεταξύ των υποπληθυσμών των σπερματοζωαρίων που παρουσίαζαν ακέραιη κυτταρική μεμβράνη και σταθερή δομή του γενετικού υλικού τους. Από τα αποτελέσματα, συνάγεται ότι η παράμετρος της ζωτικότητας στα αποψυγμένα δείγματα σπέρματος είναι ενδεικτική της κατάστασης της χρωματίνης του πυρήνα των σπερματοζωαρίων, αλλά δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις ειδικές εξετάσεις ελέγχου της δομής του DNA τους. Η ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΣΙΤΙΚΟΥ ΜΑΚΡΑΣ ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΑΝΗ- ΒΕΣ ΑΜΝΑΔΕΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΠΡΩΙΜΟΤΕΡΗ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑ- ΓΩΓΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Μαυρογιάννη Β.Σ. 1, Παπαδόπουλος Η. 2, Φράγκου Η.Α. 1, Γκουγκουλής Δ.Α. 1, Βαλάση Ε. 1, Ορφανού Δ.Κ. 1, Πτωχός Σ. 2, Γαλλίδης Ε. 2, Φθενάκης Γ.Χ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ADMINISTRATION OF A LONG-ACTING ANTIPARASITIC TO PRE-PU- BERTAL EWE-LAMBS RESULTS IN EARLIER REPRODUCTIVE AC- TIVITY AND IMPROVED REPRODUCTIVE PERFORMANCE Mavrogianni V.S. 1, Papadopoulos E. 2, Fragkou I.A. 1, Gougoulis D.A. 1, Valasi I. 1, Orfanou D.C. 1, Ptochos S. 2, Gallidis E. 2, Fthenakis G.C. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Μελετήθηκε η χορήγηση αντιπαρασιτικού μακράς δραστικότητας στην 170
171 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ αναπαραγωγική απόδοση αμνάδων, οι οποίες χωρίστηκαν στις ομάδες Τ (n=30, χορήγηση μοξιδεκτίνης μακράς δραστικότητας την D0, 21 Ιουνίου) και C (n=15, μάρτυρες). Κριοί τοποθετήθηκαν με τις αμνάδες (ηλικία: 7-8 μηνών), από 15 Αυγούστου (D55) έως 20 Δεκεμβρίου (D182). Το παρασιτικό φορτίο των ζώων κυμάνθηκε στις ομάδες T από 0 έως 473 epg και C από 143 έως 977 epg (P<0,05). Σημαντικές διαφορές σε αναπαραγωγικούς δείκτες ήταν ως εξής (ομάδες T και C, αντίστοιχα) - ημέρες έως την πρώτη οχεία μετά την είσοδο των κριών: 51,2 d και 77,9 d (P<0,04), ποσοστό αμνάδων που οχεύθηκαν 17 ημέρες μετά την είσοδο των κριών: 20,0% και 6,7% (P<0,03), δείκτης πολυδυμίας: 1,5 και 1,1 (P<0,01), βάρος νεογέννητων ανά θηλυκό ζώο: 4,8 kg και 3,8 kg (P<0,01). Συμπεραίνεται ότι με τη χορήγηση αντιπαρασιτικού μακράς δραστικότητας, οι αμνάδες εκδήλωσαν πρωιμότερα αναπαραγωγική δραστηριότητα και είχαν καλύτερες αναπαραγωγικές αποδόσεις από τους μάρτυρες. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΓΕΝΝΗΤΙΚΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΛΟΙΜΩΔΟΥΣ ΕΚΘΥΜΑΤΟΣ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΦΥΛΗΣ LACAUNE, ΕΙΣΑΧΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ, ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ Μαυρογιάννη Β.Σ. 1, Σπύρου Β. 2, Μπιλλίνης Χ. 3, Φθενάκης Γ.Χ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Λάρισας, Λάρισα. CASES OF GENITAL FORM OF CONTAGIOUS ECTHYMA (ORF) IN EWES, IMPORTED FROM FRANCE, IN A FARM IN PELOPONNESE Mavrogianni V.S. 1, Spyrou V. 2, Billinis C. 3, Fthenakis G.C. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, 3 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Larissa, Larissa, Greece. Σε εκτροφή προβάτων (φυλής Lacaune) στην Πελοπόννησο, παρουσιάστηκαν αλλοιώσεις στα γεννητικά όργανα των ζώων (που είχαν εισαχθεί από τη Γαλλία) δύο μήνες μετά τη λήξη της περιόδου των οχειών. Κλινικά, διαπιστώθηκαν, σε 78/115 προβατίνες, αλλοιώσεις, κυρίως εφελκίδες, στο κάτω μέρος των χειλέων του αιδοίου και την είσοδο του κόλπου. Οι εφελκίδες ήταν υπερυψωμένες και εύθρυπτες. Η απομάκρυνσή τους προκαλούσε αιμορραγία. Σε 10 ζώα διαπιστώθηκε πυώδες κολπικό έκκριμα. Όλα τα προσβεβλημένα ζώα γέννησαν φυσιολογικά. Στη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου, εκδηλώθηκαν αλλοιώσεις της νόσου στο στόμα των νεογέννητων αρνιών και, στη συνέχεια, στις θηλές του μαστού των προβατίνων. Σε δείγματα εφελκίδων ανιχνεύτηκε νουκλεϊκό οξύ του ιού με τη μέθοδο της αλυσιδωτής αντίδρασης της πολυμεράσης, επιβεβαιώνοντας την κλινική διάγνωση λοιμώδους εκθύματος. 171
172 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΞΙΚΩΣΗΣ ΑΠΟ ΣΑΛΙΝΟΜΥΚΙΝΗ ΣΕ ΟΡΝΙΘΕΣ ΑΝΑ- ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Μίνος Ε. 1, Κουτουλής Κ. 2 1 Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Άρτας, Άρτα. 2 Κλινική Παθολογίας Πτηνών, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσας. A CASE OF SALINOMYCIN INTOXICATION IN BROILER BREEDERS Minos E. 1, Koutoulis K. 2 1 Poultry Cooperative of Arta, Arta, Greece. 2 Department of Avian Diseases, Veterinary School, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Σε σμήνος γεννητόρων αναπαραγωγής κρεοπαραγωγών ορνιθίων, ηλικίας 30 εβδομάδων, εμβολιασμένων κατά της κοκκιδίωσης, σε πτηνοτροφική μονάδα με τέσσερις θαλάμους, παρουσιάστηκαν ξαφνικά συμπτώματα παράλυσης των άκρων, απότομη μείωση της αυγοπαραγωγής (έως 40%), δραματική μείωση της κατανάλωσης τροφής (κατά 90%) και μεγάλη αύξηση της θνησιμότητας (έως 10%). Η παθολογική κατάσταση συσχετίστηκε με λανθασμένη διατροφή και, μετά από αξιολόγηση του ιστορικού και ανάλυση της τροφής, επιβεβαιώθηκε η προσθήκη σαλινομυκίνης στο μίγμα βιταμινών-ιχνοστοιχείων σε υπερβολική δόση: 1,2 έως 1,5 kg ανά τόνο τροφής. Η εκτροφή του σμήνους τερματίστηκε, λόγω των κακών παραγωγικών δεικτών και της αργής ανάρρωσης. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΓΙΑ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΝΥΜΦΩΝ TRICHINELLA SPP. ΣΤΟ ΚΡΕΑΣ Μίντζα Δ. 1, Στούγιου Δ. 1, Μπουτσίνη Σ. 2, Ντούση Δ. 2 1 Τμήμα κρέατος, πουλερικών και προϊόντων κρέατος, Διεύθυνση Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας, Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Αθήνα. 2 Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς για την Τριχινέλλωση, Τμήμα Παρασιτολογίας, Ινστιτούτο Λοιμωδών και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κέντρο Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών, Αγία Παρασκευή Αττικής. LEGISLATION ON OFFICIAL CONTROLS FOR DETECTION OF TRICHINELLA SPP. IN MEAT Mintza D. 1, Stougiou D. 1, Boutsini S. 2, Ntousi D. 2 1 Directorate of veterinary public health - meat, poultry and meat products, General Directorate of Veterinary Services, Ministry of Rural Development and Food, Athens. 2 National Reference Laboratory for Parasites, Parasitology Department, Institute of Infectious and Parasitic Diseases, Veterinary Institutions, Aghia Paraskevi, Attica, Greece. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχοντας υπόψη τον κανονισμό 854/2004, εξέδωσε τον κανονισμό 2075/2005, που θεσπίζει κανόνες για την ανίχνευση Trichinella στο κρέας. Η κατανάλωση κρέατος χοίρων, αγριόχοιρων ή άλλων ειδών ζώων, το οποίο είναι μολυσμένο με Trichinella, μπορεί να προκαλέσει σοβαρή νόσο στον άνθρωπο. Κατά τη μετά τη σφαγή επιθεώρηση, λαμβάνεται δείγμα από κάθε σφάγιο χοίρου, το οποίο εξετάζεται με μια από τις μεθόδους που αναφέρονται στο παράρτημα Ι του εν λόγω κανονισμού. Εάν ανιχνευθεί το παράσιτο, το σφάγιο κρίνεται ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση και λαμβάνονται μέτρα για να εντοπιστούν η εκτροφή προέλευσης και η πηγή της μόλυνσης. Τα θετικά δείγματα διαβιβάζονται στο Εθνικό ή Κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για την ταυτοποίηση των εμπλεκομένων ειδών Trichinella. Ορισμένες εκτροφές μπορούν να αναγνωριστούν επίσημα ως απαλλαγμένες από Trichinella, εφόσον πληρούν ειδικές συνθήκες. Η αρμόδια αρχή διενεργεί περιοδικές επιθεωρήσεις και εφαρμόζει προγράμματα παρακολούθησης. 172
173 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΜΟΡΙΩΝ - ΣΗΜΑΤΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΙΚΡΟΒΙΑΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΛΛΟΙΟΓΟΝΩΝ ΜΙ- ΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ Μπλάνα Β.Α. 1,2, Γκίκα Π. 1, Πανάγου Ε.Ζ. 1, Νυχάς Γ.-Ι.Ε. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Applied Mycology Group, Cranfield Health, Cranfield University, Bedford, Bedfordshire, England. EFFECTS OF PRESENCE OF MOLECULES - COMMUNICATION SIG- NALS OF MICROBIAL ORIGIN IN DEVELOPMENT OF SPOILAGE- CAUSING MICROORGANISMS Blana V.A. 1,2, Gkika P. 1, Panagou E.Z. 1, Nychas G.-J.E. 1 1 Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Applied Mycology Group, Cranfield Health, Cranfield University, Bedford, Bedfordshire, England. Ελέγχθηκε η επίδραση των μορίων-σημάτων επικοινωνίας (αυτεπαγωγείς τύπου 1/ΑΙ-1 και 2/ΑΙ-2) στην αύξηση των Pseudomonas fluorescens 395 και Serratia liquefaciens VK75. Για την παραλαβή τους χρησιμοποιήθηκαν τα Hafnia alvei 718 και Salmonella typhimurium 4/74, που παράγουν ΑΙ-1 και ΑΙ-2, αντίστοιχα. Η παρουσία μορίων-σημάτων επικοινωνίας επηρέασε τις κινητικές παραμέτρους των στελεχών: διάρκεια της φάσης προσαρμογής (λ) και μέγιστος ειδικός ρυθμός αύξησης (μ max ). Η παρουσία μορίων ΑΙ-1 συνέβαλε σε αύξηση διάρκειας της φάσης προσαρμογής και ρυθμού αύξησης του στελέχους Ps. fluorescens, ενώ το στέλεχος S. liquefaciens επηρεάστηκε μερικώς. Η παρουσία χαμηλής συγκέντρωσης μορίων ΑΙ-2 μείωσε τη διάρκεια της φάσης προσαρμογής και το ρυθμό αύξησης, ενώ η παρουσία των αντίστοιχων μορίων διατήρησε σταθερό τον πληθυσμό τους. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν συμμετοχή των μορίων-σημάτων επικοινωνίας στη ρύθμιση της μικροβιακής οικολογίας. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο ProSafeBeef ( ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΧΟΙΡΩΝ Μπόνος Ε., Χρηστάκη Ε., Φλώρου-Πανέρη Π. Εργαστήριο Διατροφής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ORGANIC NUTRITION OF PIGS Bonos E., Christaki E., Florou-Paneri P. Laboratory of Animal Nutrition, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει παρατηρηθεί μεγάλη ανάπτυξη της εκτροφής χοίρων, η οποία συνοδεύτηκε από σημαντική βελτίωση των αποδόσεών τους. Η επίτευξη των αποτελεσμάτων αυτών έγινε με την εντατικοποίηση των μεθόδων εκτροφής και διατροφής των ζώων. Αυτό είχε συχνά ως αποτέλεσμα την επιβάρυνση του περιβάλλοντος και την παραγωγή ζωικών προϊόντων με ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά για τον άνθρωπο-καταναλωτή. Σήμερα, ένας σημαντικός αριθμός καταναλωτών έχει στραφεί προς τα βιολογικά προϊόντα, τα οποία θεωρούνται ασφαλέστερα, εξαιτίας του ότι παράγονται με «φυσικές ουσίες» και διεργασίες που σέβονται το περιβάλλον και την ευζωία των ζώων. Ωστόσο, η βιολογική εκτροφή χοίρων θέτει περιορισμούς στον καταρτισμό του σιτηρεσίου αυτών, καθώς και στις ζωοτροφές που μπορούν να χρησιμοποιηθούν, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη διατήρησης του κόστους διατροφής σε χαμηλά επίπεδα και την προσπάθεια παραγωγής ζωικών τροφίμων υψηλής διατροφικής αξίας. 173
174 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ - ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΧΙΝΕΛΛΩΣΗΣ Μπουτσίνη Σ. 1, Κοντός Β. 2 1 Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς για την Τριχινέλλωση, Τμήμα Παρασιτολογίας, Ινστιτούτο Λοιμωδών και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κέντρο Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών, Αγία Παρασκευή Αττικής. 2 Τομέας Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Λ. Αλεξάνδρας, Αθήνα. EPIDEMIOLOGY - DIAGNOSIS OF TRICHINELLOSIS Boutsini S. 1, Kontos V. 2 1 National Reference Laboratory for Parasites, Parasitology Department, Institute of Infectious and Parasitic Diseases, Centre of Athens Veterinary Institutions, Aghia Paraskevi, Attica, Greece. 2 Department of Veterinary Public Health, National School of Public Health, Alexandras Av., Athens, Greece. Η τριχινέλλωση είναι παρασιτικό νόσημα, που προκαλείται από νηματώδη του γένους Trichinella. Έχουν ταυτοποιηθεί οκτώ είδη Trichinella, από τα οποία μόνον η T. spiralis ανευρίσκεται στους χοίρους, ενώ τα άλλα είδη έχουν ως φυσικό ξενιστή άγρια ζώα. Ο άνθρωπος μολύνεται καταναλώνοντας κρέας από χοίρους, αγριόχοιρους ή άλλα άγρια θηλαστικά, άλογα, πτηνά ή ερπετά. Η ανίχνευση προνυμφών Trichinella στο κρέας γίνεται μόνο με τεχνητή πέψη με την χρήση μαγνητικού αναδευτήρα, καθώς η τριχινοσκόπηση δεν χρησιμοποιείται πλέον, επειδή δεν ανιχνεύει μη εγκυστωμένα είδη. Η ταυτοποίηση του είδους του παρασίτου γίνεται με μοριακές τεχνικές (PCR). Η ανοσοενζυμική μέθοδος (ELISA) χρησιμοποιείται για ανίχνευση των ειδικών αντι-trichinella αντισωμάτων σε δείγματα ορών αίματος ανθρώπων και ζώων. Στα ζώα, η δοκιμή χρησιμοποιείται για επιδημιολογική διερεύνηση ή επιτήρηση του νοσήματος. Παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν τα είδη του παρασίτου και αναλύονται επιδημιολογικά δεδομένα των τελευταίων ετών. ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΗΣ ΜΑΣΤΙΤΙΔΑΣ ΣΕ ΕΝΤΑΤΙΚΑ ΕΚΤΡΕΦΟ- ΜΕΝΕΣ ΠΡΟΒΑΤΙΝΕΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Μπράμης Γ. 1, Γελασάκης Α.Ι. 1, Μπρης Φ. 1, Αρσένος Γ. 1, Κιόσης Ε. 2, Πετρίδου Ε. 3, Μπάνος Γ. 1 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. INVESTIGATION OF SUBCLINICAL MASTITIS IN INTENSIVELY REARED CHIOS-BREED EWES Bramis G. 1, Gelasakis A.I. 1, Bris F. 1, Arsenos G. 1, Kiosis E. 2, Petridou E. 3, Banos G. 1 1 Laboratory of Animal Husbandry, 2 Clinic of Farm Animals, 3 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Παρουσιάζονται πρόδρομα αποτελέσματα έρευνας σχετικά με την επιδημιολογική διερεύνηση της μαστίτιδας σε προβατίνες της φυλής Χίου. Χρησιμοποιήθηκαν 204 προβατίνες από 3 εκτροφές (Α, Β, Γ, με 59, 48 και 97 ζώα, αντίστοιχα) με πλήρη γενεαλογικά και διαχειριστικά στοιχεία. Δείγματα γάλακτος συλλέχθηκαν από όλα τα ζώα στην 1 η ή 2 η γαλακτική περίοδο για προσδιορισμό της ολικής μικροβιακής χλωρίδας (ΟΜΧ) και του αριθμού των σωματικών κυττάρων (ΑΣΚ), καθώς και για πραγματοποίηση δοκιμής Καλιφόρνιας (CMT). Στη συνέχεια, γινόταν μικροβιολογική εξέταση σε όσα δείγματα υπήρχε υποψία υποκλινικής μαστίτιδας. Στην εκτροφή Α δεν υπήρξαν περιστατικά μαστίτιδας. Στις εκτροφές Β και Γ, σε 15/48 και 174
175 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ 22/97 προβατίνες αντίστοιχα, το αποτέλεσμα της δοκιμής CMT κυμαινόταν από 2 έως 4 (στην πενταβάθμια κλίμακα), ενώ οι μέσες τιμές της ΟΜΧ ήταν cfu/ml και cfu/ml, αντίστοιχα. Από τα περισσότερα δείγματα που εξετάστηκαν ως ύποπτα απομονώθηκε Staphylococcus spp. σε >500 cfu/ml. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΕΝΟΣ ΕΞΩΓΕΝΟΥΣ ΑΝΤΙΟΞΕΙΔΩΤΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΕΞΩΣΩΜΑ- ΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΕΜΒΡΥΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ Ντόβολου Ε. 1,2, Clemente M. 3, Ρίζος Δ. 3, Μεσσήνης Ι. 2, Καλιτσάρης Α. 2, Gurierez-Adan A. 3, Αμοιρίδης Γ.Σ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Μαιευτική Κλινική, Τμήμα Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Λάρισα. 3. Department of Animal Reproduction, National Institute of Investigation and Technology in Agriculture and Food, Madrid, Spain. EFFECTS OF AN EXOGENOUS ANTIOXIDANT IN IN VΙTRO BOVINE EMBRYO PRODUCTION Dovolou E. 1,2, Clemente M. 3, Rizos D. 3, Messinis I. 2, Kalitsaris Α. 2, Gurierez-Adan A. 3, Amiridis G.S. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Clinic of Obstetrics, Faculty of Medicine, University of Thessaly, Larissa, Greece. 3. Department of Animal Reproduction, National Institute of Investigation and Technology in Agriculture and Food, Madrid, Spain. Bovine oocytes from abattoir material were matured in 5% CO 2 in air and inseminated after 24 h; zygotes were cultured in SOF (5% CO 2, 5% O 2 ). In experiment 1, maturation medium was modified with addition of exogenous antioxidant: guaiazulene (G) at 0.1 (n=497) or 0.01 (n=468) mm; 459 COCs were controls. In experiment 2, culture medium was modified with 0.1 (n=344) or 0.01 (n=345) mm of G; 355 COCs were controls. Blastocyst yield was recorded 6, 7, 8 and 9 d later. Day 7 blastocysts were frozen for mrna extraction and gene expression related to metabolism, oxidation and implantation by RT-PCR. In experiment 1, no differences were found in cleavage or D9 blastocyst yield. In experiment 2, cleavage was higher with 0.01 mm og G (P=0.07) than in controls. No other difference was found. In both experiments gene expression varied, but without significant differences. Results imply that under low O 2, oxidation has minimal effect on in vitro production of bovine embryos. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΗΠΑΤΙΚΩΝ ΑΠΟΣΤΗΜΑΤΩΝ ΣΕ ΝΕΑΡΑ ΑΡΝΙΑ ΜΕ ΜΑΡΒΟΦΛΟΞΑΚΙΝΗ Ορφανού Δ.Κ., Φράγκου Η.Α., Φθενάκης Γ.Χ., Μαυρογιάννη Β.Σ. Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. CONTROL OF LIVER ABSCESS SYNDROME IN YOUNG LAMBS WITH MARBOFLOXACIN Orfanou D.C., Fragkou I.A., Fthenakis G.C., Mavrogianni V.S. Department of Obsterics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Τρία νεαρά αρνιά, από ομάδα 25 ζώων, προσκομίστηκαν με κατάπτωση και μειωμένη όρεξη. Κλινικά, διαπιστώθηκαν θερμοκρασία >41,2 o C και πόνος κατά την ψηλάφηση της κοιλιάς, χωρίς διάρροια. Σε ένα ζώο παρατηρήθηκε απόστημα ( : 0,4 cm) στο κοιλιακό τοίχωμα, στην ομφαλική 175
176 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ χώρα. Υπερηχογραφικά, διαπιστώθηκαν ωοειδείς, υποηχογενείς, επιφανειακοί, οριοθετημένοι σχηματισμοί στο ήπαρ, με υλικό στην κοιλότητά τους. Τέθηκε διάγνωση συνδρόμου ηπατικών αποστημάτων. Χορηγήθηκε μαρβοφλοξακίνη θεραπευτικά (3,0 mg/kg σβ, sc, 3 φορές ανά 2 ημέρες) και προληπτικά στα υγιή αρνιά της ομάδας (3,0 mg/kg σβ, sc, εφάπαξ). Συστήθηκε βελτίωση των συνθηκών υγιεινής στο χώρο τοκετών και εμβάπτιση του υπολείμματος των ομφάλιων λώρων σε διάλυμα ιωδίου. Μετά 21 ημέρες, διαπιστώθηκε μικρής έκτασης, εντοπισμένη, υπερηχογενής εστία στο ήπαρ των ζώων. Μέχρι το τέλος της περιόδου τοκετών, δεν αναφέρθηκε άλλο περιστατικό. Συμπεραίνεται ότι η μαρβοφλοξακίνη είναι αποτελεσματική για αντιμετώπιση των ηπατικών αποστημάτων σε αρνιά. ΑΙΤΙΑ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΣΦΑΓΗΣ ΕΝΗΛΙ- ΚΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ Παγώνα Α. 1, Γιαδίνης Ν. 2, Βαλεργάκης Γ.Ε. 3, Αρσένος Γ. 3 1 Αγροτικό Κτηνιατρείο Γιαννιτσών, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Πέλλας, Γιαννιτσά. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. REASONS FOR CULLING ADULT SMALL RUMINANTS Pagona A. 1, Giadinis N. 2, Valergakis G.E. 3, Arsenos G. 3 1 Veterinary Public Surgery of Giannitsa, Local Authority of Pella county, Giannitsa, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, 3 Laboratory of Animal Husbandry, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Παρουσιάζονται οι κυριότερες αιτίες απομάκρυνσης από την εκτροφή και σφαγής ενήλικων μικρών μηρυκαστικών. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με εβδομαδιαίες επισκέψεις σε σφαγείο, όπου καταγράφονταν όλα τα μικρά μηρυκαστικά ηλικίας άνω των 14 μηνών που οδηγούνταν σε αυτό. Με τη χρήση ειδικού ερωτηματολογίου, συλλέχθηκαν λεπτομερή διαχειριστικά στοιχεία από 53 εκτροφές με συνέντευξη των κτηνοτρόφων. Συνολικά, εξετάστηκαν 490 ζώα από 18 εντατικές και 35 ημιεντατικές εκτροφές. Ο σημαντικότερος λόγος απομάκρυνσης (215 ζώα, 44%) ήταν η μειωμένη γαλακτοπαραγωγή, λόγω υποκλινικής μαστίτιδας (κυρίως Staphylococcus aureus) ή λοιμώδους αγαλαξίας (Mycoplasma agalactiae). Η κλινική μαστίτιδα ήταν ο δεύτερος λόγος απομάκρυνσης (118 ζώα, 24%), ακολουθούμενη από την προχωρημένη ηλικία (104 ζώα, 21%) και τα αναπαραγωγικά προβλήματα (31 ζώα, 6%). Άλλα, σπανιότερα, προβλήματα ήταν η οικονομική αδυναμία του κτηνοτρόφου (8 ζώα), τα προβλήματα των άκρων (7 ζώα) και η κοινούρωση (5 ζώα). 176
177 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΟΙΟΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕ- ΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ HACCP ΣΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑ- ΛΕΙΑ ΤΩΝ ΓΕΥΜΑΤΩΝ ΣΕ ΤΡΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΣΤΙΑΣΗΣ Πανούλης Χ. 1, Παπαδάκης Α. 1, Γεωργαλής Λ. 1, Ψαρουλάκη Α. 1, Τσελέντης Γ. 1, Γενηγιώργης Κ. 2 1 Μονάδα Μικροβιολογίας Τροφίμων, Εργαστήριο Κλινικής Βακτηριολογίας, Παρασιτολογίας, Ζωονόσων και Γεωγραφικής Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ηράκλειο. 2 School of Veterinary Medicine, University of California, Davis, CA, United States of America & Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. QUALITATIVE AND QUANTITATIVE DATA ON THE EFFECT OF INTRO- DUCTION OF HACCP ON THE MICROBIOLOGICAL QUALITY AND SAFETY OF MEALS IN THREE DIFFERENT MASSIVE-FEEDING SYS- TEMS Panoulis C. 1, Papadakis A. 1, Georgalis L. 1, Psaroulaki A. 1, Tselentis Y. 1, Genigeorgis C. 2 1 Food, Water and Environment Microbiology Unit, Laboratory of Clinical Bacteriology, Parasitology, Zoonoses and Geographical Medicine, Medical School, University of Crete, Heraklion, Greece. 2 School of Veterinary Medicine, University of California, Davis, CA, United States of America & School of Veterinary Medicine Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Comparison of microbiological safety of ready to eat (RTE) meals in all production stages and procedures, from procurement to service, in three massive-feeding systems was examined from 2008 to 2010 in the island of Crete. A total number of 3031 incoming raw, semi-processed and processed food items, 984 environmental samples from different production sites and 5689 ready to eat (RTE) final meals were examined. Effectiveness of HACCP system in different stages of food production, from procurement to serving RTE meals, was examined qualitatively and quantitatively and compared in catering companies, fast food and hotel restaurants implementing the HACCP system (total 23 providers), as well as in producers not implementing the system as the European Directive 852/2004 demands (total 19 providers). ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΑΝΟΣΙΑ ΣΕ ΜΟΣΧΑΡΙΑ ΦΥΛΗΣ HOLSTEIN ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ Πανούσης Ν. 1, Καλαϊτζάκης Ε. 1, Κριτσέπη-Κωνσταντίνου Μ. 2, Βαλεργάκης Γ.Ε. 3 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Διαγνωστικό Εργαστήριο, 3 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. PASSIVE IMMUNITY IN HOLSTEIN CALVES IN GREECE AND ITS AS- SOCIATION WITH MANAGEMENT PRACTICES Panousis N. 1, Kalaitzakis E. 1, Kritsepi-Konstantinou M. 2, Valergakis G.E. 3 1 Clinic of Farm Animals, 2 Diagnostic Laboratory, 3 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η μεταφορά παθητικής ανοσίας (ΜΠΑ) εξετάστηκε έμμεσα (ολικές πρωτεΐνες ορού, g/dl) με τη χρήση διαθλασίμετρου, σε δείγματα αίματος από 320 υγιή μοσχάρια ηλικίας μέχρι 7 ημερών (22 εκτροφές, ζώα ανά εκτροφή). Με τη χρήση ερωτηματολογίου, επισκέψεις στις εκτροφές και συνε- 177
178 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ντεύξεις με τους κτηνοτρόφους, συγκεντρώθηκαν δεδομένα για τις σχετικές διαχειριστικές πρακτικές. Η επίδραση αυτών εκτιμήθηκε με ανάλυση διακύμανσης, σε επίπεδο εκτροφής και μοσχαριού με δύο όρια (συγκέντρωση ολικών πρωτεϊνών ορού 5,2 και 5,5 g/dl). Αποτυχία ΜΠΑ (>20% των μοσχαριών της εκτροφής) διαπιστώθηκε σε 36% και 59% των εκτροφών και σε 20% και 26% των μοσχαριών, αντίστοιχα. Θετική επίδραση (συχνά στατιστικά σημαντική) στη ΜΠΑ είχαν η έγκαιρη χορήγηση επαρκούς ποσότητας πρωτογάλατος, η χρήση κατεψυγμένου αποθέματος και η υγιεινή των σκευών χορήγησής του, καθώς και η ύπαρξη ομάδας επίτοκων αγελάδων. Η αποτυχία ΜΠΑ είναι συχνό πρόβλημα στην Ελλάδα και η βελτίωση των διαχειριστικών πρακτικών κρίνεται απαραίτητη. ΕΚΤΟΠΗ ΟΥΡΟΔΟΧΟΣ ΚΥΣΤΗ ΣΕ ΕΡΙΦΙΟ Παπαδάκης Σ.Μ. 1, Αθανασίου Λ.Β. 2, Πολυζοπούλου Ζ.Σ. 3 1 Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ηρακλείου, Ηράκλειο. 2 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Διαγνωστικό Εργαστήριο, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ECTOPIC URINARY BLADDER IN A KID Papadakis S.M. 1, Athanasiou L.V. 2, Polizopoulou Z.S. 3 1 Veterinary Service, Local Authority of Iraklion county, Iraklion, Greece. 2 Clinic of Medlicine, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Diagnostic Laboratory, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Greece. A 4-day-old male kid of a local breed of polled parentage was referred for evaluation, because of a large ( : 5 cm) bladder-like mass protruding from the perineal midline and dysuria. Differential diagnoses included cutaneous cyst, ectopic urinary bladder and urethral diverticulum/dilatation. Only abnormal finding was discomfort which coincided with the filling of bladder with urine. The bladder was easily emptied by employing slight pressure once daily. Haematological and biochemistry parameters, including renal function tests and urinalysis, remained within reference range. The animal was euthanized three months later. Necropsy revealed no other abnormality. Continuous in-breeding of small ruminants requires prompt recognition of risks for potential development of congenital anomalies, especially in cases of breeding goats with polled ancestry. 178
179 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΠΕΡΜΕΘΡΙΝΗΣ κατά ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΙΜΑΤΟΦΑΓΩΝ ΕΝΤΟΜΩΝ (CULICOIDES NUBECULOSUS, AEDES AEGYPTI και CULEX QUINQUEFASCIATUS) ΤΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΛΟ- ΓΟΥ Παπαδόπουλος Η. 1, Rowlinson M. 2, Bartram D. 3, Carpenter S. 4, Mellor P. 4, Wall R. 2 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Veterinary Parasitology & Ecology Group, School of Biological Sciences, University of Bristol, Bristol, Avon, England. 3 Pfizer Animal Health, Southampton, Hampshire, England. 4 Institute for Animal Health, Pirbright, Woking, Surrey, England. Treatment of RUMINANTS AND horses with cypermethrin against the biting INSECTS CULICOIDES NUBECULOSUS, AEDES AEGYPTI AND CULEX QUINQUEFASCIATUS Papadopoulos E. 1, Rowlinson M. 2, Bartram D. 3, Carpenter S. 4, Mellor P. 4, Wall R. 2 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Veterinary Parasitology & Ecology Group, School of Biological Sciences, University of Bristol, Bristol, Avon, England. 3 Pfizer Animal Health, Southampton, Hampshire, England. 4 Institute for Animal Health, Pirbright, Woking, Surrey, England. Διερευνήθηκε η αποτελεσματικότητα της συπερμεθρίνης κατά των αιματοφάγων σκνιπών (Culicoides nubeculosus) σε βοοειδή, πρόβατα και άλογα, καθώς και κατά των κουνουπιών (Aedes aegypti, Culex quinquefasciatus) σε άλογα. Έγιναν in vitro βιοδοκιμές, στις οποίες χρησιμοποιήθηκε τρίχωμα από την πλάτη, την κοιλιά και τα πόδια ζώων πριν από και 7, 14, 21, 28 και 35 ημέρες μετά τον ψεκασμό, καθώς και από μάρτυρες στους οποίους δεν είχε γίνει χορήγηση. Στις βιοδοκιμές, ομάδες C. nubeculosus, Ae. aegypti και C. quinquefasciatus εκτέθηκαν σε 0,5 g τριχώματος για 3 min και προσδιορίστηκε η θνησιμότητά τους. Τα Ae. aegypti και C. quinquefasciatus ήταν λιγότερο ευαίσθητα στο εξωπαρασιτοκτόνο απ ό,τι το C. nubeculosus. Διαφορές διαπιστώθηκαν και μεταξύ των διαφορετικών σημείων του σώματος από τα οποία πάρθηκαν οι τρίχες. Συμπεραίνεται ότι ο ψεκασμός συπερμεθρίνης μπορεί να προστατέψει τα μηρυκαστικά και τα άλογα από τα παραπάνω έντομα, αν και οι μεταξύ τους διακυμάνσεις είναι σημαντικές. ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΗΣ BESNOITIA BESNOITI ΣΕ ΒΟΟΕΙΔΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Παπαδόπουλος Η. 1, Αρσένος Γ. 2, Πτωχός Σ. 1, Κατσούλος Π. 3, Οικονόμου Γ. 2, Πουρλιώτης Κ. 3, Καρατζιά Μ.Α. 3, Wood J. 4, Καρατζιάς Χ. 3 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, 2. Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, 3.Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 4 QEFII Hellas, Ηλιούπολη Αττικής. FIRST REPORT OF BESNOITIA BESNOITI SEROPOSITIVE CATTLE IN GREECE Papadopoulos E. 1, Arsenos G. 2, Ptochos S. 1, Katsoulos P. 3, Oikonomou G. 2, Pourliotis K. 3, Karatzia M.A. 3, Wood J. 4, Karatzias H. 3 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, 2 Laboratory of Animal Husbandry, 3 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 4 QEFII Hellas, Ilioupoli Attica, Greece. Η προσβολή των βοοειδών από το πρωτόζωο Besnoitia besnoiti προκαλεί 179
180 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ σημαντική νόσο, λόγω της μείωσης της παραγωγής των ζώων και της εκδήλωσης κλινικών συμπτωμάτων. Ο τρόπος μετάδοσης του παρασίτου δεν είναι πλήρως γνωστός μέχρι σήμερα, αν και πιθανόν μεταφέρεται μηχανικά με αιματοφάγα έντομα. Τα κύρια ευρήματα είναι πάχυνση, οιδήματα και νεκρώσεις του δέρματος, μειωμένη γονιμότητα των ταύρων και θάνατος. Το νόσημα έχει αναφερθεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά ποτέ ως τώρα στην Ελλάδα. Η έγκαιρη ανεύρεση των μολυσμένων ζώων είναι σημαντική για αποφυγή της επέκτασης του νοσήματος. Εξετάσθηκαν 450 οροί αίματος από βοοειδή (εγχώρια ή εισαγωγής) από περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, χρησιμοποιώντας τις διαγνωστικές δοκιμές PrioCHECK και ID Screen. Ανιχνεύθηκαν ειδικά αντισώματα κατά του πρωτοζώου σε 98 (22%) ζώα, εκ των οποίων τα 19 (4%) χαρακτηρίσθηκαν έντονα θετικά. Αυτή είναι η πρώτη αναφορά στη χώρα μας βοοειδών οροθετικών έναντι του πρωτοζώου B. besnoiti. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΗΣ ΑΝΘΕΛΜΙΝΘΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ FAMACHA ΣΕ ΜΙΚΡΑ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Παπαδόπουλος Η. 1, Γαλλίδης Ε. 1, Πτωχός Σ. 1, Φθενάκης Γ.Χ. 2 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Καρδίτσα. 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. EVALUATION OF THE TARGETED SELECTIVE TREATMENTS SYS- TEM FAMACHA IN SMALL RUMINANTS IN GREECE Papadopoulos E. 1, Gallidis E. 1, Ptochos S. 1, Fthenakis G.C. 2 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Το σύστημα FAMACHA χρησιμοποιείται για πραγματοποίηση στοχευμένων ανθελμινθικών αγωγών (ιδιαίτερα έναντι του Haemonchus contortus) σε μικρά μηρυκαστικά με πραγματική ανάγκη αυτής. Έτσι, αποφεύγεται η χορήγηση ανθελμινθικών σε όλα τα ζώα κάποιας εκτροφής και προλαμβάνεται η ανάπτυξη ανθελμινθικαντοχής. Τα ζώα διακρίνονται σε πέντε ομάδες ανάλογα με το χρώμα του επιπεφυκότα, που αντανακλά τη βαρύτητα ενδεχόμενης αναιμίας και το παρασιτικό φορτίο τους, άρα την ανάγκη αγωγής. Το σύστημα αξιολογήθηκε σε 635 μικρά μηρυκαστικά. Μετά το χωρισμό των ζώων σε ομάδες, λαμβάνονταν κόπρανα για παρασιτολογική και αίμα για αιματολογική εξέταση. Διαπιστώθηκε συσχέτιση της διαβάθμισης του συστήματος με τον αιματοκρίτη, αλλά όχι με τον αριθμό αυγών παρασίτων στα κόπρανα (P>0,05). Συμπεραίνεται ότι, σε αντίθεση με ευρήματα αλλού, στην Ελλάδα, όπου η παρασίτωση από H. contortus είναι ήπια, το σύστημα δεν βοηθά την αναγνώριση ζώων για ανθελμινθική αγωγή και δεν μπορεί να αντικαταστήσει την παρασιτολογική εξέταση. 180
181 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΥ ΣΤΙΣ ΒΕΝΖΙΜΙΔΑΖΟΛΕΣ ΣΤΕΛΕΧΟΥΣ COOPERIA ONCOPHORA ΣΕ ΒΟΟΕΙΔΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Παπαδόπουλος Η., Καλαϊτζάκης Ε., Γαλλίδης Ε., Πτωχός Σ. Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. IMPORTED BENZIMIDAZOLE RESISTANT STRAIN OF COOPERIA ONCOPHORA IN CATTLE IN GREECE Papadopoulos E., Kalaitzakis E., Gallidis E., Ptochos S. Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η εισαγωγή ανθεκτικών σε ανθελμινθικά φάρμακα γενοτύπων παρασίτων αποτελεί σημαντικό κίνδυνο της υγείας των ζώων. Σε εκτροφή με αγελάδες εισαγωγής, διαπιστώθηκε η ύπαρξη νηματωδών παρασίτων, τα οποία παρέμεναν μετά τη χορήγηση ανθελμινθικών στα ζώα αυτά. Με τη μέθοδο της μέτρησης της μείωσης των αυγών των παρασίτων πριν και μετά τη θεραπεία (Faecal Egg Count Reduction test) διαπιστώθηκε μειωμένη αποτελεσματικότητα των βενζιμιδαζολών στα ζώα αυτά. Η παρουσία του ανθεκτικού στελέχους επιβεβαιώθηκε με τη μέθοδο της εκκόλαψης των προνυμφών (Egg Hatch test) για τον προσδιορισμό της μέσης θανατηφόρας δόσης (Egg Death 50). H ταυτοποίηση του 3 ου σταδίου προνυμφών, που είχαν απομονωθεί με την καλλιέργεια των κοπράνων των ζώων, που συλλέχθηκαν μετά τη θεραπευτική αγωγή, έδειξε την παρουσία του εντερικού νηματώδους παράσιτου Cooperia oncophora. Αυτή είναι η πρώτη διαπίστωση στελέχους C. oncophora, ανθεκτικού στις βενζιμιδαζόλες, σε βοοειδή στη χώρα μας. TRICHINELLA SPIRALIS: ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ Παπαδόπουλος Η. 1, Κοντός Β Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Καρδίτσα. 2 Τομέας Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Λ. Αλεξάνδρας, Αθήνα. TRICHINELLA SPIRALIS: LIFE CYCLE Papadopoulos E. 1, Κοntos V. 2 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Veterinary Public Health, National School of Public Health, Alexandras Av., Athens, Greece. Η Trichinella spiralis είναι νηματώδες παράσιτο του εντέρου των χοίρων, των τρωκτικών, των σαρκοφάγων κ.ά., καθώς και των ανθρώπων. Ο βιολογικός του κύκλος είναι ημι-έμμεσος, δηλαδή ο ίδιος ξενιστής χρησιμοποιείται ως τελικός και ως ενδιάμεσος, ενώ δεν υπάρχει ελεύθερο στάδιο ανάπτυξης του παρασίτου στο εξωτερικό περιβάλλον. Τα ζώα και οι άνθρωποι μολύνονται με την κατανάλωση ωμού ή ατελώς ψημένου κρέατος, μολυσμένου με προνύμφες 1 ου σταδίου (L 1 ). Ενδομητριαία μόλυνση των εμβρύων ή μόλυνση των νεογέννητων κατά το θηλασμό είναι σπάνιες. Οι προνύμφες ενηλικιώνονται στο έντερο και τα ενήλικα θηλυκά, μετά τη γονιμοποίησή τους, γεννούν προνύμφες L 1, οι οποίες διασπείρονται κυρίως με το αίμα στους γραμμωτούς μυϊκούς ιστούς, όπου εγκυστώνονται στις μυϊκές ίνες. Οι L 1 μέσα στο κρέας επιβιώνουν για δύο έως τρεις μήνες σε θερμοκρασία περιβάλλοντος, περίπου ένα μήνα σε -15 ο C, ενώ καταστρέφονται αμέσως κατά την επεξεργασία του κρέατος σε θερμοκρασία μεγαλύτερη από 77 ο C. 181
182 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΔΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΣΙΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΑ ΝΗΜΑΤΩΔΗ ΣΕ ΜΙΚΡΑ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Παπαδόπουλος Η. 1, Πτωχός Σ. 1, Φθενάκης Γ.Χ. 2 1 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. CHANGES OVER TIME OF GASTROINTESTINAL NEMATODE INFEC- TIONS OF SMALL RUMINANTS IN GREECE Papadopoulos E. 1, Ptochos S. 1, Fthenakis G.C. 2 1 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Εξετάσθηκαν, στη διάρκεια της τελευταίας τετραετίας, δείγματα κοπράνων μικρών μηρυκαστικών αποσκοπώντας στην ταυτοποίηση των γενών των νηματωδών παρασίτων και τη διακύμανσή τους σε περιοχές της Ελλάδας. Σε όλη τη διάρκεια της μελέτης, ανεξαρτήτως εποχής του έτους, επικρατούσε σε δείγματα από όλη τη χώρα το γένος Teladorsagia (36-100% των παρασίτων που ταυτοποιήθηκαν). Σπανιότερα, ταυτοποιήθηκαν τα γένη Trichostrongylus, Haemonchus και Chabertia. Δεν σημειώθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ προβάτων και γιδιών, αλλά βρέθηκαν διαφορές στις αναλογίες των παρασιτικών γενών μεταξύ περιοχών της χώρας και εποχών του έτους. Αξιοσημείωτη είναι η προοδευτική, με την πάροδο του χρόνου, αύξηση της συχνότητας του γένους Haemonchus, κυρίως λόγω της τεκμηριωμένης ανάπτυξης αντοχής στελεχών του σε ανθελμινθικά φάρμακα και, ενδεχομένως, λόγω της γενικότερης κλιματικής αλλαγής. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΡΙΧΙΝΕΛΛΩΣΗΣ ΣΕ ΑΝ- ΘΡΩΠΟΥΣ Παπαδόπουλος Χ.I. 1, Παπαδόπουλος Η. 2 1 Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Καβάλας, Καβάλα. 2 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. CLINICAL AND SUBCLINICAL MANIFESTATIONS OF HUMAN TRICHINELLOSIS Papadopoulos C.I. 1, Papadopoulos E. 2 1 Public Health Service, Local Authority of Kavala county, Kavala, Greece. 2 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Στους ανθρώπους, η τριχινέλλωση είναι λίγο γνωστή παρασίτωση, αν και, παγκοσμίως, ο επιπολασμός αυτής εκτιμάται σε 11 εκατομμύρια περιστατικά ετησίως. Περιστασιακά, περιγράφονται εξάρσεις κρουσμάτων ή τοπικές επιδημίες σε διάφορα σημεία του κόσμου, ενώ ορισμένα από αυτά έχουν θνησιγενή κατάληξη. Η δυσκολία στην αναγνώριση της ασθένειας και τα πολλά περιστατικά υποκλινικής εκδήλωσης οδηγούν συχνά σε υποδιάγνωση και, τελικά, σε υποδήλωση των περιστατικών τριχινέλλωσης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο γιατρός πρέπει να συνδυάσει έντεχνα τα κλινικά και εργαστηριακά ευρήματα με λεπτομερή λήψη του ιστορικού, ενώ απαραίτητη είναι και η καλή γνώση της βιολογικής συμπεριφοράς του παρασίτου. Η έγκαιρη αναγνώριση και έναρξη θεραπείας αποτελεί μεγάλης σημασία ζήτημα για τον πάσχοντα. Περιγράφεται η προσβολή δύο οικογε- 182
183 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ νειών μεταναστών από Trichinella στο Νομό Καβάλας, λόγω κατανάλωσης μολυσμένου χοιρινού κρέατος, και ο τρόπος αντιμετώπισης των περιστατικών από τις τοπικές υπηρεσίες δημόσιας υγείας. ΠΟΣΟΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΠΑΘΟΓΟΝΩΝ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ESCHERICHIA COLI O157:H7 KAI LISTERIA MONOCYTOGENES SCOTT A ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΗ ΚΙΜΑ ΣΕ ΦΙΛΕΤΑ ΒΟΕΙ- ΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ Παπαδοπούλου Ο. 1,2, Γκάνα Ε. 1, Γρούντα Α. 1, Χωριανόπουλος Ν.Γ. 1, Κουτσουμανής Κ.Π. 3, Πανάγου Ε.Ζ. 1, Νυχάς Γ.-Ι.Ε. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Ινστιτούτο Τεχνολογίας Αγροτικών Προϊόντων, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Λυκόβρυση Αττικής. 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας Τροφίμων και Υγιεινής, Τομέας Επιστήμης Τροφίμων και Τεχνολογίας, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. TRANSFER OF ESCHERICHIA COLI O157:H7 AND LISTERIA MONO- CYTOGENES SCOTT A FROM MINCED MEAT EQUIPMENT TO NON- INOCULATED BEEF FILLETS Papadopoulou O. 1,2, Gkana E. 1, Grounta A. 1, Chorianopoulos N.G. 1, Koutsoumanis K.P. 3, Panagou E.Z. 1, Nychas G.-J.E. 1 1 Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Institute for Technology of Agricultural Products, National Agricultural Research Foundation, Likovrissi, Attica, Greece. 3 Laboratory of Food Microbiology and Hygiene, Department of Food Science and Technology, Faculty of Agriculture, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η μελέτη αποσκοπούσε στον προσδιορισμό της μεταφοράς Escherichia coli O157:H7 και Listeria monocytogenes scott A από μηχανή κιμά σε φιλέτα βοείου κρέατος. Βόεια φιλέτα ενοφθαλμίστηκαν με κάθε μικροοργανισμό χωριστά σε τρεις διαφορετικές συγκεντρώσεις (10 3, 10 5, 10 7 CFU/g) και πέρασαν από μηχανή κιμά. Στη συνέχεια, πέρασαν από την ίδια μηχανή έξι μη ενοφθαλμισμένα φιλέτα και μελετήθηκε ο πληθυσμός των βακτηρίων στα εν λόγω δείγματα. Όλα τα φιλέτα, για όλες τις συγκεντρώσεις βακτηρίων, επιμολύνθηκαν κατά την μετατροπή τους σε κιμά. Τα πρώτα δείγματα κρέατος που πέρασαν από τη μηχανή του κιμά περιείχαν μεγαλύτερο αριθμό κυττάρων του παθογόνου μικροοργανισμού, ο οποίος σταδιακά μειώνονταν με το πέρασμα των διαδοχικών δειγμάτων. Η εκτεταμένη επιβίωση των βακτηρίων, σε συνδυασμό με πιθανούς κακούς χειρισμούς κατά την παρασκευή και επεξεργασία των τροφίμων, καθιστά απαραίτητη την περαιτέρω μελέτη και πρόβλεψη της μεταφοράς παθογόνων βακτηρίων. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο ProSafeBeef ( 183
184 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΜΥΤΗ: ΜΙΑ ΤΑΧΕΙΑ ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΕΛΕΓ- ΧΟΥ ΤΗΣ ΑΛΛΟΙΩΣΗΣ ΦΙΛΕΤΩΝ ΒΟΕΙΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ Παπαδοπούλου Ο. 1,2, Τάσσου Χ. 2, Schiavo L. 3, Πανάγου Ε.Ζ. 1, Νυχάς Γ.-Ι.Ε. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Ινστιτούτο Τεχνολογίας Αγροτικών Προϊόντων, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Λυκόβρυση Αττικής. 3 Biological Division, Technobiochip ScaRL, Pozzuoli (Na), Italy. ELECTRONIC NOSE: A RAPID TECHNIQUE FOR DETECTION OF SPOILAGE IN BEEF FILLETS Papadopoulou O. 1,2, Tassou C. 1, Schiavo L. 3, Panagou E.Z. 1, Nychas G.-J.E. 1 1 Laboratory of Microbiology and Biotechnology of Foods, Department of Food Science and Technology, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Institute for Technology of Agricultural Products, National Agricultural Research Foundation, Likovrissi, Attica, Greece. 3 Biological Division, Technobiochip ScaRL, Pozzuoli (Na), Italy. Φιλέτα βόειου κρέατος συντηρήθηκαν μέχρι αλλοίωσής τους. Με οργανοληπτικό έλεγχο, κατατάχθηκαν ως φρέσκα, σχετικά φρέσκα ή αλλοιωμένα και προσδιορίστηκε το πτητικό προφίλ με ηλεκτρονική μύτη Libra Nose 8 αισθητήρων. 5 g φιλέτου τοποθετήθηκαν σε φιάλη 100 ml επί 1 ώρα σε 20 C, για κορεσμό του χώρου με πτητικά προϊόντα, που αναλύθηκαν στην ηλεκτρονική μύτη. Το σήμα απόκρισης καταγραφόταν σε υπολογιστή. Τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε Διαχωριστική Ανάλυση Παραγόντων και ανάλυση με Κ-Κοντινότερους Γείτονες, για διερεύνηση της συσχέτισης της ποιότητας του κρέατος με το πτητικό αποτύπωμα. Η στατιστική ανάλυση παρουσίασε ορθή κατηγοριοποίηση σε 81% των δειγμάτων σε σχέση με τον οργανοληπτικό έλεγχο, ενώ ορθή πρόβλεψη της ποιότητας έγινε σε 72, 78 και 86% αντίστοιχα, για φρέσκα, σχετικά φρέσκα και αλλοιωμένα δείγματα. Όμοια αποτελέσματα έδωσε και η ανάλυση KNN. Τα πτητικά αποτυπώματα μετασχηματίζονται σε πληροφορία για το βαθμό της αλλοίωσης, ώστε να χρησιμοποιείται ηλεκτρονική μύτη για την εκτίμηση του κρέατος. Η εργασία χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό έργο SYMSIOSIS EU ( Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΗΜΑΝ- ΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ Παπαϊωάννου Δ.Σ., Βιτάλης Θ., Κατέρης Β., Δηλέ Χ. Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Αθήνα. IMPLEMENTATION OF SHEEP AND GOAT ELECTRONIC ID ACCORD- ING TO THE NATIONAL REGISTRATION AND IDENTIFICATION SYS- TEM Papaioannou D.S., Vitalis T., Kateris V., Dile C. General Directorate of Veterinary Services Ministry of Rural Development and Food, Athens, Greece. Η καθιέρωση ενιαίων συστημάτων αναγνώρισης και καταγραφής των μικρών μηρυκαστικών, σε κοινοτικό επίπεδο, αποσκοπεί σε διασφάλιση των απαιτήσεων εφαρμογής των προγραμμάτων καταπολέμησης ζωονόσων ή/ και αντιμετώπισης επιζωοτιών, σε οργάνωση των επίσημων κτηνιατρικών και ζωοτεχνικών ελέγχων, σε επιτήρηση των μετακινήσεων των ζώων και 184
185 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ σε ασφάλεια των τροφίμων μέσω της ιχνηλασιμότητας των ζώων ή των εκτροφών προέλευσής τους. Ο Κανονισμός (ΕΚ) 21/2004 του Συμβουλίου προβλέπει ότι τα συστήματα αυτά περιλαμβάνουν 4 βασικά στοιχεία: μέσα αναγνώρισης των ζώων, ενημερωμένα μητρώα εκμετάλλευσης, έγγραφα κυκλοφορίας των ζώων και κεντρική ηλεκτρονική βάση δεδομένων. Στην παρουσίαση αυτή παρατίθενται στοιχεία που αφορούν στην εφαρμογή, τις τεχνικές πτυχές και στις μελλοντικές εξελίξεις της ηλεκτρονικής σήμανσης των αιγοπροβάτων, η οποία από είναι υποχρεωτική στο πλαίσιο εφαρμογής των προαναφερόμενων συστημάτων και σε εκτέλεση των απαιτήσεων της κοινοτικής νομοθεσίας. Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΒΕΝΖΟΪΚΟΥ ΟΞΕΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΥ ΒΕΝΖΟΪΚΟΥ ΟΞΕΟΥΣ ΜΕ ΠΡΟΒΙΟΤΙΚΟ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΙ Bacillus cereus var. Toyoi ΣΕ ΑΠΟΓΑΛΑΚΤΙΣΜΕΝΑ ΧΟΙΡΙΔΙΑ Παπατσίρος Β.Γ. 1, Τάσσης Π.Δ. 2, Τζήκα Ε.Δ. 2, Παπαϊωάννου Δ.Σ. 1, Πετρίδου Ε. 3, Αλεξόπουλος Κ., Κυριάκης Σ.Κ. 1 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EFFECT OF BENZOIC ACID ALONE AND THE COMBINATION OF BENZOIC ACID WITH A PROBIOTIC CONTAINING Bacillus cereus var. Toyoi IN WEANING PIGLETS Papatsiros V.G. 1, Tassis P.D. 2, Tzika E.D. 2, Papaioannou D.S. 1, Petridou E. 3, Alexopoulos C., Kyriakis S.C. 1 Clinic of Medicine, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, 4Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Objective was to assess the efficacy of a probiotic containing Bacillus cereus var. toyoi spores (Toyocerin ) and of benzoic acid (VevoVitall ) on growth performance and diarrhoea in weaning pigs. Trial groups were as follows: (A) negative controls, (B) Piglets offered the same feed as controls plus Toyocerin per kg feed, (C) same feed as in controls plus Vevo- Vitall 5 g per kg feed (5000 ppm benzoic acid) and (D) Piglets offered the same feed as controls plus Toyocerin and VevoVitall as above. The results indicated that administration of Toyocerin or of benzoic acid had beneficial effects on health and growth performance of weaned pigs compared to controls (decreased morbidity, increased piglet body weight and average daily gain, improved feed conversion ratio, reduction of frequency of diarrhoea and of faecal Escherichia coli counts). However, the most beneficial effects were obtained by inclusion of the combination of Bacillus cereus var. toyoi spores with benzoic acid. 185
186 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΗΣ ΣΑΡΚΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΠΟΤΑΜΟΚΑΡΑΒΙΔΑΣ ASTACUS ASTACUS L. ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΙΩΤΙΚΟΥ ΚΗΦΙΣΟΥ Παπαχρήστου Ε. 1, Κοτζαμάνης Ι. 2, Τυρπένου Α.Ε. 3, Καστρίτση-Καθαρίου Ι. 1 1 Τομέας Ζωολογίας-Θαλάσσιας Βιολογίας, Τμήμα Βιολογίας, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πανεπιστημιούπολη, Ζωγράφου Αττικής. 2 Εργαστήριο Διατροφής και Παθολογίας Ψαριών, Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών, Άγιος Κοσμάς, Ελληνικό Αττικής. 3 Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία, Αθήνα. ESTIMATION OF THE NUTRITIONAL VALUE OF THE EDIBLE MUS- CLE TISSUE OF EUROPEAN CRAYFISH ASTACUS ASTACUS L. OF VIOTIKOS KIFISSOS REGION IN CENTRAL GREECE Papachristou E. 1, Kotzamanis Y. 2, Tyrpenou A.E. 3, Kastritsi-Kathariou I. 1 1 Section of Zoology-Marine Biology, Department of Biology, National and Kapodistrian University of Athens, University Campus, Zografou Attica, Greece. 2 Laboratory of Nutrition and Fish Pathology, Hellenic Centre of Marine Research, Agios Kosmas, Ellinikon Attica, Greece. 3 Hellenic Veterinary Medical Society, Athens, Greece. Η έρευνα αυτή έγινε με σκοπό τον καθορισμό της θρεπτικής αξίας του μυϊκού ιστού της Ευρωπαϊκής ποταμοκαραβίδας Astacus astacus L. Οι ποταμοκαραβίδες που εξετάστηκαν, προέρχονταν από την περιοχή του Ορχομενού στη Βοιωτία. Από αυτές λήφθηκαν δείγματα μυϊκού ιστού για χημική ανάλυση. Προσδιορίστηκε η περιεκτικότητα αυτού σε πρωτεΐνες (μέθοδος Kjeldahl), σε λίπος (μέθοδος Soxhlet), σε αμινοξέα (μέθοδος UPLC μετά από όξινη υδρόλυση του μυϊκού εκχυλίσματος και μετατροπή τους σε παράγωγα με την τεχνική AccQ-Tag) και σε λιπαρά οξέα (αεριοχρωματογραφική ανάλυση των μεθυλεστέρων τους). Παρουσιάζονται τα αποτελέσματα και γίνεται συζήτηση για τη θρεπτική αξία της ποταμοκαραβίδας της εν λόγω περιοχής, συγκριτικά με εκείνην άλλων εκτρεφόμενων ή άγριων ψαριών. STAPHYLOCOCCUS AUREUS: ΕΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΤΡΟΦΙΜΟΓΕΝΕΣ ΠΑΘΟΓΟΝΟ Πεξαρά Α., Γκόβαρης Α. Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. STAPHYLOCOCCUS AUREUS: AN IMPORTANT FOODBORN PATHO- GEN Pexara A., Govaris A. Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Πρόσληψη προσχηματισμένων σταφυλοκοκκικών εντεροτοξινών (ΣΕ) με τρόφιμα προκαλεί σταφυλοκοκκική τοξίνωση (ΣΤ), μία συχνή τροφιμογενή νόσο. Διάφορα είδη σταφυλόκοκκων μπορούν να παράγουν ΣΕ, αλλά σχεδόν όλα τα περιστατικά ΣΤ αποδίδονται σε Staphylococcus aureus. Επιπλέον των κλασικών τύπων ΣΕ (SEA, SEB, SEC, SED, SEE), ανιχνεύτηκαν και νέες τοξίνες (SEG, SEH, SEI, SEJ). Πρόσφατα, προσδιορίστηκαν επίσης νέα γονίδια για παραγωγή ΣΕ ( staphylococcal enterotoxins-like, SEl), όμως ο ρόλος αυτών στην πρόκληση ΣΤ δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί. Οι ΣΕ είναι ανθεκτικές στη θερμική επεξεργασία και στη δράση των πρωτεολυτικών ενζύμων. Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι ΣΕ παράγονται σε τοξικές δόσεις για τον άνθρωπο, όταν ο πληθυσμός S. aureus σε κάποιο τρόφιμο υπερβαίνει τα 10 5 cfu/ml. Παράγονται σε θερμοκρασίες 10 έως 186
187 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ 46 ο C, ph 4,8 έως 9,0 και τιμές a w 0,86 έως 0,99. Οι ΣΕ που συχνότερα ανιχνεύονται στα τρόφιμα, είναι οι SEA και SED. ΦΥΣΙΚOI ΚΙΝΔΥΝΟI ΣΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ: ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΓΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΞΕΝΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΣΕ ΤΡΟΦΙΜΑ Πεξαρά Ε. 1, Γκρίντζαλη Γ. 1, Πεξαρά Α. 2 1 Τμήμα Ελέγχου Επιχειρήσεων, Περιφερειακή Δ/νση Αττικής, Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων, Αθήνα. 2 Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. PHYSICAL HAZARDS IN FOODS: CONSUMER REPORTS RELATED TO OCCURRENCE OF FOREIGN OBJECTS IN FOODS Pexara E. 1, Gritzali G. 1, Pexara A. 2 1 Department of Food Enterprises Control, Prefectural Directorate of Attica, Hellenic Food Authority, Athens, Greece. 2 Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Φυσικό κίνδυνο αποτελεί κάθε εξωτερικός ή ξένος παράγοντας που απαντάται σε κάποιο τρόφιμο και μπορεί να προκαλέσει ασθένεια ή τραυματισμό στον καταναλωτή αυτού. Από τις 598 καταγγελίες που δέχτηκε η Περιφερειακή Διεύθυνση Αττικής του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου και Νοεμβρίου 2010, 97 (16%) αφορούσαν σε παρουσία ξένου σώματος στα τρόφιμα. Η πλειονότητα των καταγγελιών αναφερόταν σε συσκευασμένα τρόφιμα. Παρουσιάζονται οι καταγγελίες ανάλογα με τα είδη των ξένων σωμάτων σε αναλογία επί τις εκατό του συνόλου των καταγγελιών που αφορούσαν ξένα σώματα. Γίνεται ανασκόπηση του νομοθετικού πλαισίου και συσχέτιση των κατηγοριών των φυσικών κινδύνων με το είδος του τροφίμου και το είδος των επιχειρήσεων παραγωγής του. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΞΗΡΑΝΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΙΚΟΥ ΑΔΕΝΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΣΕ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗ ΜΟΛΥΝΣΗ ΑΥΤΟΥ ΚΑΙ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΑΣΤΙΤΙΔΑΣ Πετρίδης Ι.Γ. 1, Μαυρογιάννη Β.Σ. 1, Φράγκου Η.Α. 1, Γκουγκουλής Δ.Α. 1, Τζώρα Α. 3, Φώτου Κ. 3, Αμοιρίδης Γ.Σ. 1, Μπρόζος Χ. 2, Φθενάκης Γ.Χ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου, Άρτα. EFFECTS OF DRYING-OFF METHOD OF EWES UDDER IN SUBSE- QUENT MAMMARY INFECTION AND DEVELOPMENT OF MASTITIS Petridis I.G. 1, Mavrogianni V.S. 1, Fragkou I.A. 1, Gougoulis D.A. 1, Tzora A. 3, Fotou K. 3, Amiridis G.S. 1, Brozos C. 2, Fthenakis G.C. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Epirus, Arta, Greece. Πραγματοποιήθηκε ένας πειραματισμός με 31 προβατίνες, όπου η ξήρανση του μαστού έγινε σταδιακά σε διάστημα 20 ημερών (ομάδα Α, n=19) ή απότομα (ομάδα Β, n=12). Λήφθηκαν δείγματα υλικού θηλαίου πόρου (υθπ) και γάλακτος, για μικροβιολογική και κυτταρολογική εξέταση, πριν την ξήρανση και μετά τον τοκετό. Πριν την ξήρανση, βακτήρια απομονώθηκαν από 4 δείγματα υθπ και 4 δείγματα γάλακτος από ζώα της ομάδας Α, 187
188 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ και από 5 και 2 δείγματα, αντίστοιχα, από αυτά της ομάδας Β. Υποκλινική μαστίτιδα διαπιστώθηκε σε 4 ζώα της ομάδας Α και 2 της ομάδας Β. Μετά τον τοκετό, βακτήρια απομονώθηκαν από 3 δείγματα υθπ και 4 δείγματα γάλακτος από ζώα της ομάδας Α, και από 1 και 3 δείγματα, αντίστοιχα, από αυτά της ομάδας Β. Υποκλινική μαστίτιδα διαπιστώθηκε σε 3 ζώα της ομάδας Α και 1 της ομάδας Β. Τα ευρήματα δεν παρέχουν στατιστική επιβεβαίωση (P>0,55) ότι η μέθοδος ξήρανσης του μαστού των προβατίνων επηρεάζει τη μόλυνση αυτού κατά την ξηρή περίοδο. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΠΟΛΥΑΡΘΡΙΤΙΔΑΣ ΑΠΟ PASTEURELLA MULTOCIDA ΣΕ ΑΡΝΙΑ Πετρίδου Ε. 1, Γιαννίκη Ζ. 1, Γιαδίνης Ν.Δ. 2, Φιλιούσης Γ. 1, Δόβας Χ.Ι. 1, Ψύχας Β. 3 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νόσων, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. AN OUTBREAK OF POLYARTHRITIS IN LAMBS ASSOCIATED WITH pasteurella multocida Petridou E.J. 1, Gianniki Z. 1, Giadinis N.D. 2, Filioussis G. 1, Dovas C.I. 1, Psychas V. 3 1 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, 2 Clinic of Farm Animals, 3 Laboratory of Pathology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σε κοπάδι προβάτων, πέντε ζώα πέθαναν σε διάστημα μίας εβδομάδας, αφού παρουσίασαν ανορεξία και κινητικά προβλήματα. Εξετάστηκαν τρία ζώα ηλικίας εννέα μηνών, στα οποία διαπιστώθηκε πυρετός, ανορεξία, κατάπτωση, διόγκωση και άλγος στις αρθρώσεις καρπού και ταρσού. Δύο από αυτά θανατώθηκαν και διαπιστώθηκε πολυαρθρίτιδα και βρογχοπνευμονία. Από το τρίτο λήφθηκε αρθρικό υγρό με παρακέντηση. Παρόμοια ευρήματα παρατηρήθηκαν σε δέκα ακόμη ζώα της εκτροφής. Από τα δείγματα του αρθρικού υγρού και των πνευμόνων απομονώθηκε Pasteurella multocida. Σε ασθενή ζώα, χορηγήθηκε συνδυασμός πενικιλίνης-στρεπτομυκίνης, αγωγή η οποία οδήγησε σε θεραπεία. Stenotrophomonas maltophilia ως αίτιο πυοκοκκιοματώδους ηπατίτιδας σε βουβάλι (Bubalus bubalis) Πετρίδου Ε. 1, Φιλιούσης Γ. 1, Καραβάνης Ε. 2, Κρήτας Σ.K. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Γ Κτηνιατρικό Νοσοκομείο Στρατού, Θέρμη Θεσσαλονίκης. Stenotrophomonas maltophilia as causal agent of pyogranulomatous hepatitis in a buffalo (Bubalus bubalis) Petridou E. 1, Filioussis G. 1, Karavanis E. 2, Kritas S.K. 1 1 Department of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 3rd Veterinary Hospital of Greek Army, Thermi, Thessaloniki, Greece. We report a clinical case of pyogranulomatous hepatitis, in a buffalo with anorexia, lethargy, increased ruminal motility and tachypnoea. The animal was euthanised, because no significant clinical improvement was evident after a 12-day course of treatment. Pathological findings included serous atrophy of adipose tissue, hepatomegaly, as well as necrotising pyogranu- 188
189 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ lomatous hepatitis with thrombosis, haemorrhages, oedema and fibrosis. Bacterial colonies, isolated in pure culture from the liver, were confirmed as Stenotrophomonas maltophilia by using PCR. The organism was sensitive to ciprofloxacin, enrofloxacin, colistin, polymyxin, trimethoprim/sulfamethaxazole and chloramphenicol. In contrast, resistance to ticarcillin, piperacillin, imipenem, ceftazidime, amikacin, gentamicin, tobramycin and tetracycline was found. The bacterial strain was found to carry the L1 and tet35 genes, which contribute to high-level resistance to β-lactams and tetracycline, respectively. ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΚΟΥΝΕΛΙΩΝ ΑΠΟ ΣΤΕΛΕΧΟΣ STAPHYLO- COCCUS AUREUS ΑΥΞΗΜΕΝΗΣ ΛΟΙΜΟΓΟΝΟΥ ΔΡΑΣΗΣ Πετρίδου Ε. 1, Φιλιούσης Γ. 1, Τζήκα Ε. 2, Δανιάς Π. 1, Γιαννίκη Ζ. 1, Καλδρυμίδου Ε. 3 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 3 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. AN OUTBREAK OF DERMATITIS IN A RABBITRY, ASSOCIATED WITH A HIGHLY VIRULENT STAPHYLOCOCCUS AUREUS STRAIN Petridou E. 1, Filioussis G. 1, Tzika E. 2, Danias P. 1, Gianniki Z. 1, Kaldrimidou E. 3 1 Department of Microbiology and Infectious Diseases, 2 Clinic of Farm Animals, 3 Laboratory of Pathology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σε εκτροφή κουνελιών, παρατηρήθηκε σημαντικός αριθμός περιστατικών ελκώδους ποδοδερματίτιδας σε θηλυκά ζώα αναπαραγωγής. Παράλληλα, διαπιστώθηκε σημαντική μείωση των αναπαραγωγικών αποδόσεών τους, καθώς και αυξημένο ποσοστό θνησιμότητας. Τα προσβεβλημένα ζώα δεν ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά στις θεραπευτικές αγωγές που εφαρμόστηκαν. Έγιναν μικροβιολογικές εξετάσεις σε υλικό από τις δερματικές αλλοιώσεις και δείγματα εσωτερικών οργάνων (ήπαρ και νεφρός) των ζώων. Από το σύνολο των δειγμάτων απομονώθηκε πηκτάση-θετικός Staphylococcus aureus. Ακολούθησε μοριακή διερεύνηση και επιβεβαίωση της παρουσίας των γονιδίων -fema, -bbp, -selm και -meca, τα οποία χαρακτηρίζουν τα στελέχη αυξημένης λοιμογόνου δράσης. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑ- ΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Πούρλης Α. Εργαστήριο Ανατομικής, Ιστολογίας & Εμβρυολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. MORPHOLOGICAL CHARACTERISTICS RELATED TO PRODUCTION AND REPRODUCTION OF CHIOS-BREED SHEEP Pourlis A. Laboratory of Anatomy, Histology & Embryology, Veterinary School, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Objective of this presentation is to discuss findings related to some morphological traits associated with production and reproduction of Chios-breed sheep. Research focused on traits that are important for meat and milk production. The morphology of udder and their measurable variables were collected and described. Linear, planar and spatial parametres of body, as 189
190 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ well as slaughter and carcass factors were compared at various ages of breeding. Testicular dimensions and semen characteristics were recorded. Their relationships with production and reproduction performance are discussed. The pattern of ovarian follicle development was assessed from the anatomical point of view in healthy animals. Data presented provide useful baseline information on normal morphological aspects, which are important in animals of the breed. ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΟΣΧΙΔΩΝ ΦΥΛΗΣ HOLSTEIN ΜΕ ΣΩ- ΜΑΤΟΜΕΤΡΗΣΕΙΣ Πρίσκας Σ. 1, Αρσένος Γ. 2, Φορτομάρης Π. 2, Βαλεργάκης Γ.Ε. 2 1 Θεσσαλονίκη. 2 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. MONITORING GROWTH OF HOLSTEIN HEIFERS USING BODY MEAS- UREMENTS Priskas S. 1, Arsenos G. 2, Fortomaris P. 2, Valergakis G.E. 2 1 Thessaloniki, Greece. 2 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki Σκοπός της έρευνας ήταν η αξιολόγηση του ελέγχου αύξησης των μοσχίδων φυλής Holstein με σωματομετρήσεις και η σύγκριση των αποτελεσμάτων με το πρόγραμμα εκτροφής τους, στις ελληνικές συνθήκες. Η περιφέρεια θώρακα και το ύψος ακρωμίου μετρήθηκαν σε 204 μοσχίδες, ηλικίας 2 έως 24 μηνών, πέντε εκτροφών και συγκεντρώθηκαν στοιχεία σχετικά με τη διατροφή και το σταβλισμό τους. Η μέθοδος αποδείχθηκε γρήγορη στην εφαρμογή της (1-2 ανά ζώο). Τα ζώα κατατάχθηκαν σε τρεις ηλικιακές ομάδες και 10 κατηγορίες βάρους-ύψους. Σύμφωνα με το διεθνώς αποδεκτό πρότυπο, χαρακτηρίστηκαν ως ελλιποβαρή (42%), αποδεκτά (46%) ή παχιά (12%). Αν και η παραλλακτικότητα μεταξύ εκτροφών και ηλικιακών ομάδων ήταν μεγάλη, η διατροφή και οι συνθήκες σταβλισμού εξηγούσαν τα αποτελέσματα. Η μέθοδος θεωρείται εφαρμόσιμη και το μέγεθος των σφαλμάτων στις μεθόδους εκτροφής μπορεί να παρουσιαστεί στους κτηνοτρόφους με εύκολα αντιληπτό τρόπο. Προτείνεται η συστηματική εφαρμογή της μεθόδου τρεις φορές ανά έτος. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ ΒΑΚΤΗΡΙΩΝ ΓΕΝΟΥΣ SALMONELLA ΣΕ ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Ρούση Β. 1, Μανιατάς Ι. 2, Βασιλειάδου Μ. 1 1 Τμήμα Παθολογίας Πτηνών, Ινστιτούτο Λοιμωδών και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κέντρο Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών, Αγία Παρασκευή Αττικής. 2 Τμήμα Φαρμάκων και Εφαρμογών, Διεύθυνση Κτηνιατρικής Αντίληψης Φαρμάκων και Εφαρμογών, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Αθήνα. STUDY OF ANTIMICROBIAL SUSCEPTIBILITY OF SALMONELLA SPP. Rousi V. 1, Maniatas J. 2, Vasileiadou M. 1 1 Department of Avian Diseases, Institute of Infectious and Parasitic diseases, Centre of Athens Veterinary Institutes, Agia Paraskevi, Attica, Greece. 2 Section of Veterinary Drugs and Applications, Directorate of Veterinary Support, Drugs and Applications, Ministry of Rural Development and Food, Athens, Greece. Σκοπός της μελέτης ήταν η αξιολόγηση της μικροβιακής αντοχής 73 στελεχών Salmonella από δείγματα ορνίθων αυγοπαραγωγής, αναπαραγωγής, κρεατοπαραγωγής, τα οποία οροτυποποιήθηκαν στο Εθνι- 190
191 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ κό Εργαστήριο Αναφοράς Σαλμονελλών (ΚΤΕ Χαλκίδας). Ο έλεγχος της αντοχής έγινε με τη μέθοδο διάχυσης δίσκων αντιβιοτικών σε Mueller- Hinton άγαρ. Χρησιμοποιήθηκαν οι παρακάτω αντιμικροβιακοί παράγοντες: amikacin, amoxicillin-clavulanic acid, ampicillin, cefotixin, ceftiofur, ceftriaxone, cephalothin, ciprofloxacin, chloramphenicol, gentamicin, kanamycin, nalidixic acid, norfloxacin, streptomycin, sulfamethoxazole, sulfamethoxazole-trimethoprim, sulfisoxazole, tetracycline. Αναλογία 100%, 27%, 18% και 3% των στελεχών παρουσίασε ανθεκτικότητα σε 1, 2, >2 και 8 αντιμικροβιακούς παράγοντες, αντίστοιχα. Δεν παρατηρήθηκε ανθεκτικότητα σε: amikacin, gentamycin, ciprofloxacin, ceftiofur, cefotixin. Συχνή ανθεκτικότητα παρατηρήθηκε σε sulfamethoxazole, tetracycline και nalidixic acid. Απομόνωση και ταυτοποίηση οξυγαλακτικών βακτηρίων από σφάγια Κοτόπουλου με ανασταλτική δράση κατά Salmonella spp. ΚΑΙ Listeria monocytogenes Σακαρίδης Ι. 1, Σούλτος Ν. 1, Δόβας Χ. 2, Παπαβέργου Α. 1, Αμβροσιάδης Ι. 1, Κοΐδης Π. 1 1 Τομέας Υγιεινής και Τεχνολογίας Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. ISOLATION AND IDENTIFICATION OF LACTIC ACID BACTERIA FROM CHICKEN CARCASSES WITH INHIBITORY ACTIVITY AGAINST SAL- MONELLA SPP. AND LISTERIA MONOCYTOGENES Sakaridis I. 1, Soultos N. 1, Dovas C. 2, Papavergou E. 1, Ambrosiadis I. 1, Koidis P. 1 1 Department of Hygiene and Technology of Foods of Animal Origin, 2 Department of Microbiology and Infectious Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Objective was to isolate psychrotrophic lactic acid bacteria from chicken carcasses, with inhibitory activity against Salmonella spp. and Listeria monocytogenes. In total, 100 samples were examined; isolation of bacteria was performed taking into account their antimicrobial action against Salmonella spp. and L. monocytogenes. The characteristics (Gram positive, catalase negative, oxidase negative, ability to grow at 7 C) of 92 isolates of lactic acid bacteria with antimicrobial effect against the pathogens, were studied. Then, 50 isolates were identified, initially using ready standard biochemical processes, then by sequencing of 16s-23s rrna gene boundary region. After molecular identification, isolates were identified into five species: Lactobacillus salivarius, Lactobacillus reuteri, Lactobacillus johnsonii, Pediococcus acidilactici, and Lactobacillus paralimentarius. Safety of the bacteria was also confirmed, in relation to production of the biogenic amines tyramine and histamine. 191
192 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ IN VIVO ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΟΝΟΒΡΥΧΗ (ONOBRYCHIS VICIIFOLIA) ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΔΙΩΝ ΤΩΝ ΑΡΝΙΩΝ Σαράτσης A. 1,2, Στεφανάκης A. 3, Βολάνης M. 3, Joachim Α. 2, Σωτηράκη Σ. 1 1 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 2 University of Veterinary Medicine Vienna, Vienna, Austria. 3 Σταθμός Γεωργικής Έρευνας Ασωμάτων, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Αμάρι Ρεθύμνης. IN VIVO EFFICACY OF SAINFOIN (ONOBRYCHIS VICIIFOLIA) AGAINST EIMERIA SPP. IN LAMBS Saratsis A. 1,2, Stefanakis A. 3, Volanis M. 3, Joachim A. 2, Sotiraki S. 1 1 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 2 University of Veterinary Medicine Vienna, Vienna, Austria. 3 Asomatoi Agricultural Research Station, National Agricultural Research Foundation, Amari, Rethymnon, Greece. Sainfoin (Onobrychis viciifolia) is a legume containing secondary metabolites, e.g. phenolic glucosides, flavonols, flavonol glycosides and condensed tannins, which may have an antiparasitic effect. Aim of the study was to evaluate the in vivo anticoccidial effect of sainfoin when fed as hay to naturally infected lambs. For this, three groups of 84 lambs in total were assigned to group A (receiving sainfoin hay), group B (receiving lucerne hay) or group C (receiving lucerne hay and treated with diclazuril or totrazuril at recommended dose rate). Trial started at weaning of lambs and lasted two months. At weekly intervals, faecal consistency and oocyst excretion were recorded. Results showed a 26% reduction in the total number of oocysts excreted in group A compared to group B (5-8 weeks post administration). Efficacy of treatment varied greatly among drugs used, but, in general, it was significantly higher than sainfoin hay. ΠΟΛΥΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΕΛΕΧΟΥΣ CLOSTRIDIUM DIFFICILE ΑΙΤΙ- ΟΥ ΕΝΤΕΡΟΚΟΛΙΤΙΔΑΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΗ ΛΑΓΩΝ Σιάρκου Β. 1, Βιγγοπούλου Ε. 1, Σοφιανού Δ. 2, Δανιάς Π. 1, Βαρότσης Γ. 1, Ψύχας Β. 3, Μπουρτζή-Χατζοπούλου Ε. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, 3 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Τμήμα Μικροβιολογίας, Ιπποκράτειο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, Θεσσαλονίκη. CLOSTRIDIUM DIFFICILE MULTI-RESISTANT STRAIN ASSOCIATED WITH ENTEROCOLITIS IN FARMED HARES Siarkou V. 1, Vingopoulou E. 1, Sofianou D. 2, Danias P. 1, Varotsis G. 1 Psychas V. 3, Bourtzi-Chatzopoulou E. 1 1 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, 3 Laboratory of Pathology, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Microbiology, Hippokration University Hospital, Thessaloniki, Greece. Clostridium difficile, a Gram-positive, anaerobic, spore-forming bacillus, is commonly associated with diarrhoea and colitis in humans and animals, usually after administration of antibiotics. We describe an outbreak of acute hemorrhagic diarrhoea cases and deaths observed in newborn and weaned farmed hares, associated with a multi-resistant C. difficile strain. Clostridium sp. was isolated from the intestine and the internal organs of affected animals (blood agar, anaerobic incubation); it was identified as C. difficile by using the API system. Enterotoxin A was detected by ImmunoCard STAT Toxin A test. Susceptibility to antibiotics was tested by 192
193 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ the Kirby-Bauer and E-test methods. Resistance was evident for penicillin, clindamycin, erythromycin, tetracycline, marbofloxacin, enrofloxacin, colistin, gentamycin, neomycin, cefoxitin, cefuroxime and trimethoprimesulfomethoxazole. Increased resistance may be attributed to previous use of these antimicrobials in the farm. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΣΥΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΤΑΣΗ ΑΠΕΚΚΡΙΣΗΣ ΩΟΚΥΣΤΕΩΝ ISOSPORA SUIS ΑΠΟ ΘΗΛΑΖΟ- ΝΤΑ ΧΟΙΡΙΔΙΑ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Σκαμπαρδώνης Β. 1, Σωτηράκη Σ. 2, Κωστούλας Π. 1, Λεοντίδης Λ. 1 1 Εργαστήριο Επιδημιολογίας, Βιοστατιστικής και Οικονομίας της Υγείας των Ζώων, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. FACTORS ASSOCIATED WITH THE PROBABILITY AND LEVEL OF EXCRETION OF ISOSPORA SUIS OOCYSTS IN NURSING PIGLETS OF GREEK PIG HERDS Skampardonis V. 1, Sotiraki S. 2, Kostoulas P. 1, Leontides L. 1 1 Laboratory of Epidemiology, Biostatistics and Animal Health Economics, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. We aimed to identify factors associated with the odds and the level of Isospora suis oocyst excretion in sucking piglets in pig herds in Greece. Faecal samples were collected from 314 litters of 55 randomly selected herds. Oocyst counts were carried out by a modified McMaster technique and possible risk-factor data were collected through a questionnaire. We employed a two-part model that simultaneously assessed odds and level of oocyst excretion. Factors associated with lower odds of oocyst excretion were: use of toltrazuril treatment, all-in all-out management of farrowing rooms, no cross-fostering or fostering during the first 24 hours after farrowing, plastic flooring in farrowing pens, farrowing rooms with over fourteen farrowing pens, employment of over two caretakers in farrowing section. Factors associated with lower oocyst excretion level were: use of toltrazuril treatment, caretakers avoiding to enter into farrowing pens. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΥ ΑΙΘΕ- ΡΙΟΥ ΕΛΑΙΟΥ ΡΙΓΑΝΗΣ ΚΑΙ ΝΙΣΙΝΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ STAPHYLOCOCCUS AUREUS ΚΑΙ ESCHERICHIA COLI O157:H7 ΣΕ ΧΟΙΡΙΝΟ ΣΟΥΒΛΑΚΙ ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑΣ Σολωμάκος N. 1, Savic D. 2 1 Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Department of Food Technology and Biotechnology, Faculty of Technology, University of Nis, Leskovac, Serbia. ANTIMICROBIAL EFFECTS OF OREGANO ESSENTIAL OIL AND NISIN AGAINST STAPHYLOCOCCUS AUREUS AND ESCHERICHIA COLI O157:H7 ON SOUVLAKI MADE OF PORK MEAT UNDER MODIFIED ATMOSPHERE PACKAGING CONDITIONS Solomakos N. 1, Savic D. 2 1 Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Department of Food Technology and Biotechnology, Faculty of Technology, University of Nis, Leskovac, Serbia. Samples of souvlaki made of pork meat (24 h after slaughter) were pack- 193
194 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ aged under modified atmosphere packaging conditions (N 2 9% - CO 2 25% - O 2 66%), with (ORN group) or without (MAP group) addition of oregano essential oil (0.3%) and nisin (1000 IU/g) (ORN group). Samples were inoculated with Staphylococcus aureus or Escherichia coli O157:H7 (4 log cfu/g) and stored at 4 C for 10 days. Microbiological analysis showed that ORN group samples after an initial (2 nd day of storage) decrease of 2.4 and 2.1 log cfu/g for S. aureus and E. coli O157:H7 counts, respectively, yielded significantly smaller (P<0.05) populations of both S. aureus and E.coli O157:H7 than the MAP group samples throughout refrigerated storage at 4 C. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΣΤΟ ΧΟΙΡΙΝΟ ΣΟΥΒΛΑΚΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΘΗ- ΚΗΣ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΥ ΑΙΘΕΡΙΟΥ ΕΛΑΙΟΥ ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΟΥ ΚΑΙ ΝΙΣΙ- ΝΗΣ ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑΣ Σολωμάκος N. 1, Savic D. 2 1 Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 2 Department of Food Technology and Biotechnology, Faculty of Technology, University of Nis, Leskovac, Serbia. STUDY ON THE EFFECT OF THE ADDITION OF ROSEMARY ESSEN- TIAL OIL AND NISIN ON SOUVLAKI MADE OF PORK MEAT DURING REFRIGERATED STORAGE IN MODIFIED ATMOSPHERE PACKAG- ING Solomakos N. 1, Savic D. 2 1 Laboratory of Hygiene of Foods of Animal Origin, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 2 Department of Food Technology and Biotechnology, Faculty of Technology, University of Nis, Leskovac, Serbia. Samples of souvlaki made of pork meat (24 h after slaughter) were packaged under modified atmosphere packaging conditions (N 2 9% - CO 2 25% - O 2 66%) with (RN group) or without (MAP group) addition of rosemary essential oil (0.1%) and nisin (1000 IU/g). All samples were stored at 4 C for 10 days. Sensory assessment (odour, colour and overall acceptability) showed that MAP and RN group samples remained acceptable up to 6 th or 8 th day of refrigerated storage, respectively. Measurement of Total Aerobic Mesophilic count, Enterobacteriaceae and Lactic Acid Bacteria showed that RN group samples yielded significantly smaller (P<0.05) microbial populations of Total Aerobic Mesophilic count and Lactic Acid Bacteria than the MAP group from 4 th to 10 th day of storage, as well as for Enterobacteriaceae from 6 th to 10 th day of storage. 194
195 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΡΤΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΚΡΩΝ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ ΜΕ ΒΙΟ-ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ Σταυρακάκη Σ. 1,2, Guy J.H. 1, Lawson S.E.M. 2, Edwards S.A. 1 1 School of Agriculture, Food and Rural Development, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, Tyne and Wear, England. 2 Bioengineering Research Group, School of Mechanical and Systems Engineering, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, Tyne and Wear, England. PREDICTING LEG SOUNDNESS THROUGH BIOMECHANICAL AS- SESSMENT OF GAIT IN PIGS Stavrakakis S. 1,2, Guy J.H. 1, Lawson S.E.M. 2, Edwards S.A. 1 1 School of Agriculture, Food and Rural Development, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, Tyne and Wear, England. 2 Bioengineering Research Group, School of Mechanical and Systems Engineering, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, Tyne and Wear, England. Lameness is a major problem affecting pigs. Lameness leads to decreased production and poor welfare for the animal. Foot and leg problems, including leg weakness, poor conformation and claw and joint disorders, contribute to clinical lameness. Focus has recently turned to use objective gait assessment methods, such as biomechanical gait analysis (BGA), to elucidate causal factors. Our research program has been designed to assess gait characteristics associated with lameness of pigs using advanced BGA. Further objectives of the experiments are to evaluate impact of growth rate and floor surface on gait of pigs in longitudinal studies of replacement breeding animals and to investigate whether gait characteristics of young pigs predict lameness later in life. An estimation of the prevalence of lameness in pig herds in the United Kingdom and a brief review of the causative factors of lameness will be presented. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ ΥΠΕΡΒΟΣΚΗΣΗ Στεφανάκης Α. Ρέθυμνο. SHEEP AND GOAT FARMING SYSTEMS IN CRETE AND OVERGRAZ- ING Stefanakis A. Rethymno, Greece. Οι βοσκότοποι σε ορισμένες περιοχές της Κρήτης αντιμετωπίζουν σημαντικό πρόβλημα υπερβόσκησης, φαινόμενο που οφείλεται σε λάθη στη διαχείριση των ζώων και του περιβάλλοντος όπου αυτά ζουν. Συγκεκριμένα, αυτό απαντάται σε ορεινές περιοχές, όπου αριθμός των ζώων είναι μεγάλος σε σχέση με τη διαθεσιμότητα βοσκοτόπων, γεγονός το οποίο, σε συνδυασμό με τη λανθασμένη διαχείριση των εκτροφών, την απουσία ορθολογικής διατροφής, τη χορήγηση μεγάλων ποσοτήτων συμπυκνωμένων ζωοτροφών και την απουσία συστημάτων διαχείρισης των βοσκοτόπων, οδηγεί σε έντονο πρόβλημα υπερβόσκησης. Αντίθετα, σε άλλες περιοχές, ενώ η πυκνότητα βόσκησης κυμαίνεται σε κανονικά επίπεδα, η λανθασμένη διαχείριση των εκτροφών και η μη ορθολογική διατροφή οδηγούν επίσης σε υπερβόσκηση. Η εγκατάλειψη των παραδοσιακών συστημάτων εκτροφής και η κατάργηση των κανόνων και των συνθηκών βόσκησης, σε εκτατικού τύπου εκτροφές αποτελούν τις κύριες αιτίες της υπερβόσκησης. 195
196 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΟΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙ- ΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΑΠΟ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Τάκα Σ. 1, Λιανδρής Ε. 1, Ανδρεάδου Μ. 1, Γαζούλη Μ. 2, Βαϊοπούλου Α. 2, Τζιμοτούδης Ν. 3, Φιλιούσης Γ. 3, Μπασέας Δ. 3, Κασαμπασίδης Ι. 1, Οικονομόπουλος Ι. 1 1 Εργαστήριο Ανατομίας και Φυσιολογίας, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Εργαστήριο Βιολογίας, Ιατρική Σχολή Αθηνών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 3 Κέντρο Βιολογικών Ερευνών Στρατού, Πεντέλη Αττικής. EVALUATION OF THE BIOSAFETY OF DAIRY PRODUCTS OF ANIMAL ORIGIN Taka S. 1, Liandris E. 1, Andreadou M. 1, Gazouli M. 2, Vaiopoulou A. 2, Tzimotoudis N. 3, Filiousis G. 3, Baseas D. 3, Kasabasidis I. 1, Ikonomopoulos I. 1 1 Laboratory of Anatomy and Physiology, Department of Animal Science and Aquaculture, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Laboratory of Biology, School of Medicine, National and Kapodistrian University of Athens, Athens, Greece. 3 Hellenic Army Center of Biological Research, Penteli Attica, Greece. Στο πλαίσιο της εκτίμησης της βιοασφάλειας τροφίμων ζωικής προέλευσης, που προορίζονται για κατανάλωση από παιδιά στην Ελλάδα, έγινε καταγραφή των προϊόντων που είναι διαθέσιμα σε μεγάλα σημεία λιανικής πώλησης από διάφορους προμηθευτές. Η διερεύνηση της βιοασφάλειας των τροφίμων έγινε με την ανίχνευση σε αυτά παθογόνων μικροοργανισμών και αλλεργιογόνων (λεκιθίνη, γλουτένη, σόγια), με βάση το σχετικό κατάλογο της EFSA, καθώς και των Mycobacterium avium subsp. paratuberculosis (ΜΑP), Εnterobacter spp., Propionibacterium spp., τα οποία αναφέρονται συχνά ως αναδυόμενοι παράγοντες κινδύνου. Η ανάλυση των δειγμάτων έγινε με μικροβιολογικές και μοριακές μεθόδους. Παρουσιάζονται τα αποτελέσματα των αναλύσεων, που συνιστούν το πρώτο στάδιο της δειγματοληψίας. ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΔΙΟΥ SLC11A1 ΣΕ IN VITRO ΔΙ- ΕΓΕΡΜΕΝΑ ΜΑΚΡΟΦΑΓΑ ΜΕ MYCOBACTERIUM AVIUM SUBSP. PARATUBERCULOSIS Τάκα Σ. 1, Λιανδρής Ε. 1, Γαζούλη Μ. 2, Οικονομόπουλος Ι. 1 1 Εργαστήριο Ανατομίας και Φυσιολογίας, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. 2 Εργαστήριο Βιολογίας, Ιατρική Σχολή Αθηνών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα. SLC11A1 EXPRESSION STUDY IN IN VITRO MYCOBACTERIUM AVI- UM SUBSP. PARATUBERCULOSIS CHALLENGED GOAT MACRO- PHAGE CELLS Τaka S. 1, Liandris E. 1, Gazouli M. 2, Ikonomopoulos I. 1 1 Laboratory of Anatomy and Physiology, Department of Animal Science and Aquaculture, Agricultural University of Athens, Athens, Greece. 2 Laboratory of Biology, School of Medicine, National and Kapodistrian University of Athens, Athens, Greece. Η πρωτείνη SLC11A1 (Solute Carrier Family 11 member A1) τοποθετείται στη φαγολυσοσωμική μεμβράνη των μακροφάγων και έχει συνδεθεί με την ανοσοποιητική ανταπόκριση του οργανισμού σε μολύνσεις. Πολυμορφισμοί με διαφορετικό αριθμό μικροδορυφορικών επαναλήψεων γου- 196
197 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ανίνης-θυμίνης [(GT)n] στη 3 μη μεταφραζόμενη περιοχή του γονιδίου έχουν συνδεθεί με ανθεκτικότητα ή ευαισθησία σε ενδοκυττάριες λοιμώξεις σε διάφορα είδη ζώων. Διερευνήθηκε η λειτουργική ή μη συσχέτιση της παρουσίας συγκεκριμένου αριθμού πολυμορφικών επαναλήψεων με την έκφραση του SLC11A1 και έγινε ποσοτικός προσδιορισμός του mrna του γονιδίου με Real Time PCR. Ο προσδιορισμός αυτός έγινε σε μακροφάγα αίγας με (GT)7 και (GT)8 πολυμορφισμούς μετά από έκθεση τους σε Mycobacterium avium subsp. paratuberculosis. Παρέχονται οι πρώτες ενδείξεις αναφορικά με το συγκεκριμένο είδος ζώου, ότι οι προαναφερθέντες πολυμορφισμοί δεν αποτελούν κυτταρικούς δείκτες ευαισθησίας ή ανθεκτικότητας και επηρεάζουν την έκφραση του γονιδίου SLC11A1. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΕΛΙΟΥ Τανανάκη Χ., Καραζαφείρης Ε., Γκόρας Γ., Θρασυβούλου Α. Εργαστήριο Μελισσοκομίας-Σηροτροφίας, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. SAFETY AND QUALITY OF GREEK HONEY Tananaki C., Karazafiris E., Goras G., Thrasyvoulou A. Laboratory of Apiculture-Sericulture, School of Agriculture, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Το έτος 2010 αναλύθηκαν 25 δείγματα μελιού, για διερεύνηση ύπαρξης υπολειμμάτων, ακαρεοκτόνων (coumaphoς, tau-fluvalinate, malathion, bromopropylate) ή εντομοκτόνων (1,2-δίβρωμο-αιθάνιο, 1,4-διχλωρο-βενζόλιο, ναφθαλένιο). Κανένα δείγμα δεν χαρακτηρίστηκε μη κανονικό ως προς τα ακαρεοκτόνα. Οι συγκεντρώσεις coumaphoς (64% των δειγμάτων) και tau-fluvalinate (40%) ήταν στα επιτρεπτά όρια. Ένα μικρό ποσοστό δειγμάτων περιείχε υπολείμματα 1,4-διχλωρο-βενζολίου (p-dcb) (8% των δειγμάτων) και ναφθαλενίου (12%) σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 10 μg ανά kg. Σε 5% και 22% 37 δειγμάτων, βρέθηκαν υπολείμματα 1,2-δίβρωμο-αιθάνιο (DBE) ή p-dcb, αντίστοιχα, σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 10 μg ανά kg. Ένα δείγμα περιείχε ναφθαλένιο. Στα πλαίσια διερεύνησης της ποιότητας, αναλύθηκαν επίσης ποιοτικά χαρακτηριστικά: ΗΜF, διαστάση, σάκχαρα, των δειγμάτων. Βρέθηκε ότι 13% των δειγμάτων δεν ήταν κανονικά ως προς αυτά. 197
198 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΚΛΙΝΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΝΟΣ ΕΝΔΟ- ΔΕΡΜΙΚΟΥ ΕΜΒΟΛΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΝΖΩΟΤΙΚΗΣ ΠΝΕΥΜΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ Τάσσης Π.Δ. 1, Παπατσίρος Β.Γ. 2, Nell T. 3, Maes D. 4, Αλεξόπουλος Κ., Κυριάκης Σ.Κ., Τζήκα Ε.Δ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Clinical Trial Unit, Intervet International, Boxmeer, The Netherlands. 4 Department of Obstetrics, Reproduction and Herd Health, Faculty of Veterinary Medicine, University of Ghent, Merelbeke, Belgium. EFFICACY OF AN INTRADERMAL VACCINE AGAINST SWINE EN- ZOOTIC PNEUMONIA Tassis P.D. 1, Papatsiros V.G. 2, Nell T. 3, Maes D. 4, Alexopoulos C., Kyriakis S.C., Tzika E.D. 1 1 Farm Animal Clinic, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Clinic of Medicine, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Clinical Trial Unit, Intervet International, Boxmeer, The Netherlands. 4 Department of Obstetrics, Reproduction and Herd Health, Faculty of Veterinary Medicine, University of Ghent, Merelbeke, Belgium. Aim of the study was to investigate the efficacy of one-shot intradermal vaccination (Porcillis M. hyo one shot IDAL, Intervet Int.) against Mycoplasma hyopneumoniae, by studying reduction of frequency and severity of lung lesions and improvement of growth performance, in a commercial swine unit. A total of 700 healthy sucking piglets, aged 28±3 days, were randomly assigned to one of two experimental groups: (a) IDAL group with 346 piglets, intradermally vaccinated (0.2 ml dose with automated equipment) or (b) Control group with 354 piglets which received a placebo (dlα-tocopherol-acetate based solution). Results of the study confirmed that administration of Porcillis M. hyo one shot IDAL vaccination resulted in reduction of morbidity and mortality rates, while performance parametres, such as average daily gain, were improved. Lung lesions and pleuritis score decreased significantly within the vaccinated group. ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΤΟΞΟΠΛΑΣΜΩΣΗΣ ΣΕ ΕΚΤΡΟΦΕΣ ΜΙΚΡΩΝ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Τζανιδάκης Ν. 1,2, Σωτηράκη Σ. 1, Κιόσης Ε. 2, Μπρόζος Χ. 2, Maksimov P. 3, Schares G. 3 1 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 2 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 3 Institute of Epidemiology, Federal Research Institute for Animal Health, Wusterhausen, Γερμανία TOXOPLASMA GONDII ΙΝFECTION IN SMALL RUMINANT FARMS IN GREECE Tzanidakis N. 1,2, Sotiraki S. 1, Kiossis E. 2, Brozos C. 2, Maksimov P. 3, Schares G. 3 1 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 2 Clinic of Farm Animals, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 3 Institute of Epidemiology, Friedrich-Loeffler-Institut, Federal Research Institute for Animal Health, Wusterhausen, Germany. Πραγματοποιήθηκε επιδημιολογική διερεύνηση της τοξοπλάσμωσης σε 69 εκτροφές μικρών μηρυκαστικών στη Βόρεια Ελλάδα. Συμπληρώθηκε ερωτηματολόγιο σχετικά με πιθανούς παράγοντες κινδύνου και συλλέ- 198
199 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ χθηκαν οροί αίματος από 1511 προβατίνες και 544 αίγες, οι οποίοι, στη συνέχεια, εξετάσθηκαν με την ανοσοενζυμική μέθοδο ELISA για προσδιορισμό αντισωμάτων κατά του Toxoplasma gondii. Σε 99% των εκτροφών διαπιστώθηκαν οροθετικά ζώα. Στο σύνολο των ζώων που εξετάσθηκαν, βρέθηκαν οροθετικά 47% των προβατίνων και 28% των αιγών. Τα αποτελέσματα αυτά καταδεικνύουν την ευρεία εξάπλωση της νόσου, καθώς και την αναγκαιότητα περαιτέρω διερεύνησης της συμβολής της μόλυνσης στα προβλήματα αναπαραγωγής των μικρών μηρυκαστικών. ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΝΟΣ ΥΠΟΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΞΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΥΩΝ ΓΙΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΕΠΙΛΟΧΕΙΑΣ ΥΠΟΓΑΛΑΞΙΑΣ Τζήκα Ε.Δ. 1, Τάσσης Π.Δ. 1, Παπατσίρος Β.Γ. 2, Κουλιαλής Δ. 1, Σιώχου Α. 3, Τουπλικιώτη Π. 3, Αλεξόπουλος Κ., Κυριάκης Σ.Κ. 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Μικροβιολογικό Εργαστήριο, Τσιμισκή 93, Θεσσαλονίκη. EVALUATION OF THE IN FEED USE OF LARCH SAWDUST IN SOWS FOR TREATMENT AND PREVENTION OF POST-PARTUM DYSGA- LACTIA SYNDROME Tzika E.D. 1, Tassis P.D. 1, Papatsiros V.G. 2, Koulialis D. 1, Siochu A. 3, Touplikioti P. 3, Alexopoulos C., Kyriakis S.C., 1 Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Clinic of Medicine, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Microbiology Laboratory, 93, Tsimiski str., Thessaloniki, Greece. Objective of the study (SAFEWASTES research project funded by the European Union) was to evaluate the possible anti-inflammatory activity of larch sawdust, echinacea, pumpkin, salix, sinupret and grape seed, in order to reduce incidence of post-partum dysgalactia syndrome. Forty sows were allocated in eight groups of five sows each. Six groups received through feed one of the six compounds at inclusion level of 1%, from 7 days prior to farrowing up to day of weaning of piglets. Animals of above groups, as well as negative controls (consumed only basic diet), received a 2 ml injection of normal saline at the day of parturition. Also on that day, positive controls (consumed basic diet) received a single 2 ml injection of meloxicam. Results showed a tendency for improvement in production parametres, as well as significant decrease of blood concentrations of interleukin-6 and TNF-α 24 hours post-partum in the larch sawdust group comparatively to controls. 199
200 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΥ ΜΕ PORCILIS M.HYO ΣΤΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΤΑΣΗ ΤΟΥ ΒΗΧΑ ΤΩΝ ΠΑΧΥ- ΝΟΜΕΝΩΝ ΧΟΙΡΩΝ Τζιβάρα Α.Η. 1, Ρόδη-Μπουριέλ Α. 2, Κρήτας Σ.Κ. 3 1 Παθολογική κλινική, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EFFECTS OF VACCINATION WITH PORCILIS M.HYO IN FREQUENCY AND INTENSITY OF COUGH IN FATTENING PIGS Tzivara A.H. 1, Rothi-Burriel A. 2, Kritas S.K. 3 1 Clinic of Medicine, 2 Laboratory of Microbiology and Parasitology, School of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Department of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η μελέτη αναφέρεται στην εκτίμηση της επίδρασης του εμβολίου Porcilis M.hyo στη συχνότητα και την ένταση του βήχα των παχυνόμενων χοίρων. Ο πειραματισμός πραγματοποιήθηκε σε εκτροφή χοίρων, που εφάρμοζε σύστημα διαχείρισης όλα μέσα-όλα έξω. Το εμβόλιο χορηγήθηκε σε 246 χοιρίδια, ενώ σε 242 χοιρίδια (μάρτυρες) χορηγήθηκε μόνον το διαλυτικό του εμβολίου (Diluvac Forte). Σε όλα τα χοιρίδια της μελέτης πραγματοποιήθηκαν επτά καταγραφές της συχνότητας (επεισόδια βήχα) και της έντασης του βήχα (επαναλήψεις/κρίσεις βήχα). Συνολικά, καταγράφηκαν 265 κρίσεις βήχα με μεταβλητή τιμή έντασης αυτού. Ο συνολικός μέσος όρος των επαναλήψεων βήχα στα εμβολιασμένα χοιρίδια ήταν 6,8 (τυπική απόκλιση: 5,6), ενώ στους μάρτυρες ήταν 13,7 (τυπική απόκλιση: 5,8), διαφορά που ήταν στατιστικά σημαντική (P=0,003). Συμπεραίνεται ότι ο εμβολιασμός βελτιώνει τους κλινικούς δείκτες βήχα, συνηγορώντας υπέρ της ευεργετικής επίδρασής του κατά του M. hyopneumoniae. ΠΑΘΟΛΟΓΟΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΟΞΕΙΑΣ ΚΟΙ- ΝΟΥΡΩΣΗΣ ΣΕ ΑΜΝΑΔΕΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Τόντης Δ. 1, Φθενάκης Γ.Χ. 2, Τσαλή Ε. 1, Δούκας Δ. 1, Μαντζαφούλη Α. 1, Χουτέα Μ. 3, Παπαδόπουλος Η. 4 1 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 Αγροτικός Συνεταιρισμός Τρικάλων, Τρίκαλα. 4 Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. PATHOLOGICAL APPROACH IN CASES OF ACUTE COENOUROSIS IN EWE-LAMBS Tontis D. 1, Fthenakis G.C. 2, Tsalie E. 1, Doukas D. 1, Mantzafouli A. 1, Houtea M. 3, Papadopoulos E. 4 1 Laboratory of Pathology, 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 Agricultural Cooperative of Trikala, Trikala, Greece. 4 Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Περιστατικά οξείας μορφής κοινούρωσης προβάτων, ειδικά σε νεαρά αρνιά, δεν έχουν περιγραφεί συχνά. Σε εκτροφή του Ν. Τρικάλων, εισήχθηκαν 60 αμνάδες φυλής Χίου, ηλικίας τριών μηνών. Μετά από 10 ημέρες, ένα ζώο πέθανε αιφνιδίως, ενώ στη συνέχεια εκδηλώθηκαν νευρικά συμπτώματα (αταξία, μυϊκός τρόμος) σε άλλα 12 ζώα, τα οποία επίσης πέθαναν. Σε 3 200
201 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ αρνιά έγινε νεκροτομή, που αποκάλυψε πολλές κύστεις κοίνουρου στα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια και την παρεγκεφαλίδα κάθε ζώου. Οι κύστεις είχαν ποικίλο μέγεθος (έως 3 cm) και άφθονες σκωληκοκεφαλές. Παρατηρήθηκαν επίσης νεκρωτικές και πυώδεις εστίες στον εγκέφαλο. Ιστοπαθολογικά, παρατηρήθηκε μηνιγγίτιδα, υπεραιμία, περιαγγειακή λεμφοπλασμοκυτταρική συσσώρευση, εκφύλιση νευρώνων, εστίες νέκρωσης, ασβεστώσεις, γλοίωση και ιστιοκυτταρική αντίδραση με άφθονα πολυπύρηνα γιγαντοκύτταρα. Το ενδεχόμενο κοινούρωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε νευρολογικά περιστατικά ακόμη και σε αμνάδες. ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΜΕ ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΩΝ ΤΟΚΕΤΟΟΜΑΔΩΝ ΣΕ ΣΥΕΣ Τσακμακίδης Ι.Α. 1, Μίχος Η.Α. 1, Lafi S.Q. 2, Γκασνάκης Θ.Α. 3, Μπόσκος Κ.Μ. 1 1 Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. 3 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Αλεξάνδρειο Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Θεσσαλονίκης, Σίνδος Θεσσαλονίκης. ASSOCIATION OF GESTATION LENGTH WITH LITTER SIZE IN SOWS Tsakmakidis I.A. 1, Michos I.A. 1, Lafi S.Q. 2, Gasnakis T.A. 3, Boscos C.M. 1 1 Clinic of Farm Animals, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Veterinary Clinical Science, Faculty of Veterinary Medicine, Jordan University of Science and Technology, Irbid, Jordan. 3 Department of Animal Production, Alexander Technological Educational Institute of Thessaloniki, Sindos, Thessaloniki, Greece. This study was based on 1250 farrowing records of a pig farm with 650 sows. Throughout a year, gestation length (GL), time of parturition, age of sow at farrowing, parity of sow, weaning to first oestrus interval, litter size (LS), number of live (L), stillborn (S) or weaned (W) piglets were recorded. GL of 113 to 115 days was defined as normal, while GL<113 or GL>115 were defined as early (EP) or late (LP) parturition time, respectively. Results indicate that sows with GL>115 had significantly lower LS, number of L and W piglets compared to sows with normal GL (P<0.001). Moreover, sows with GL<113 had significantly higher LS compared to the sows with GL>115 (P<0.001). Other parametres studied did not appear to be associated with GL. EP or LP were not related with parity or age of a sow. In conclusion, GL>115 has a negative association on litter size, indicating that the farmer should monitor more closely the end of gestation and avoid late parturitions. 201
202 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΧΡΗΣΗ ΑΝΤΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΣΕ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΑ ΖΩΑ ΚΑΙ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΘΟΓΟΝΩΝ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΕ ΑΥΤΑ Τσικώτη Χ.Μ. 1, Μπατζίας Γ. 2 1 Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, Περιφερειακή Ενότητα Χαλκιδικής, Πολύγυρος. 2 Εργαστήριο Φαρμακολογίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. USE OF ANTIMICROBIAL DRUGS IN FOOD ANIMALS AND BACTE- RIAL RESISTANCE Tsikoti C.M. 1, Batzias G. 2 1 Veterinary Service, Local Authority of Chalkidiki county, Polygyros, Greece. 2 Laboratory of Pharmacology, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η χρήση αντιμικροβιακών φαρμάκων στα παραγωγικά ζώα στα πλαίσια της θεραπευτικής ή προληπτικής αγωγής και η λανθασμένη χρήση αυτών συνδέονται άμεσα με την ανάπτυξη αντοχής από τους παθογόνους μικροοργανισμούς. Αντοχή αναπτύσσεται με μετάλλαξη των γονιδίων των μικροοργανισμών ή με μεταφορά γονιδίων ανθεκτικότητας από άλλους μικροοργανισμούς. Διασπορά γονιδίων ανθεκτικότητας στα αντιμικροβιακά φάρμακα γίνεται μέσω κινητών γενετικών στοιχείων. Tα βακτήρια εμφανίζουν ανθεκτικότητα μέσω των μηχανισμών της ενζυματικής αδρανοποίησης, της μειωμένης ενδοκυτταρικής συσσώρευσης των αντιμικροβιακών φαρμάκων και της τροποποίησης των κυτταρικών υποδοχέων. Τα ανθεκτικά ζωοονοσογόνα βακτήρια ή τα κοινά βακτήρια που είναι δεξαμενές γονιδίων ανθεκτικότητας των παθογόνων μικροοργανισμών, είναι δυνατόν να μολύνουν τους ανθρώπους με σοβαρές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία. Για την πρόληψη και αντιμετώπιση του φαινομένου της ανθεκτικότητας των βακτηρίων, κρίνεται σκόπιμη η λήψη διορθωτικών μέτρων. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΠΡΩΤΟΓΑΛΑΚΤΟΣ ΑΓΕ- ΛΑΔΑΣ ΣΕ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΑ ΑΡΝΙΑ Τσιλιγιάννη Θ. 1,2, Ντόβολου Ε. 2, Αμοιρίδης Γ.Σ. 2 1 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 2 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. EFFICACY OF FEEDING COW COLOSTRUM TO NEWBORN LAMBS Tsiligianni T. 1,2, Dovolou E. 2, Amiridis G.S. 2 1 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Obstetrics and Reproduction, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece Αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα πέντε διαφορετικών σχημάτων χορήγησης πρωτογάλακτος σε νεογέννητα αρνιά. Σε 60 αρνιά (n=12 σε κάθε ομάδα) χορηγήθηκε πρωτόγαλα όπως παρακάτω. Ομάδα 1: πρωτόγαλα προβατίνων με φυσικό θηλασμό - ομάδες II, III, IV: πρωτόγαλα αγελάδων 1 ου, 2 ου ή άγνωστου αρμέγματος, αντίστοιχα, σε 4 γεύματα με τεχνητό θηλασμό - ομάδα V: πρωτόγαλα αγελάδων σε 2 γεύματα με τεχνητό θηλασμό και μία δόση εμπορικού ιδιοσκευάσματος ανοσοσφαιρινών IgG. Λήφθηκαν δείγματα αίματος 24 h μετά τη γέννηση, στα οποία προσδιορίστηκαν οι συγκεντρώσεις ολικών πρωτεϊνών (ΣΟΠ) και ολικών σφαιρινών (ΣΟΣ). Η ΣΟΠ ήταν υψηλότερη στα αρνιά των ομάδων I και V (P<0,05) και η ΣΟΣ στα αρνιά της ομάδας V (P<0,05). Φαίνεται ότι η χορήγηση πρωτογάλακτος αγελάδων σε αρνιά οδηγεί σε απόκτηση ανοσίας και ο συνδυασμός πρωτογάλακτος αγελάδων με εμπορικό ιδιοσκεύασμα μπορεί να αποτελέσει εύκολη και ασφαλή λύση σε προγράμματα εξυγίανσης. 202
203 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Η ΠΟΛΥΠΛΟΚΗ ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΑ ΤΗΣ ΝΕΚΡΩΤΙΚΗΣ ΕΝΤΕΡΙΤΙΔΑΣ ΣΤΑ ΟΡΝΙΘΙΑ Τσιούρης Β. 1, Γεωργοπούλου Ι. 1, Πετρίδου Ε. 2 1 Μονάδα Παθολογίας Πτηνών, Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. THE COMPLEX PATHOGENESIS OF NECROTIC ENTERITIS IN POULTRY Tsiouris V. 1, Georgopoulou I. 1, Petridou E Unit of Avian Medicine, Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η νεκρωτική εντερίτιδα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αναδυόμενα νοσήματα που απασχολούν παγκοσμίως τη συστηματική πτηνοτροφία. Αιτιολογικός παράγοντας της νόσου είναι το Clostridium perfringens τύπου A ή C, το οποίο αποτελεί μέλος της φυσιολογικής εντερικής μικροχλωρίδας των πτηνών. Η επιστημονική κοινότητα, για περισσότερα από 30 χρόνια, θεωρούσε πως η α-τοξίνη του βακτηρίου αποτελούσε τον κύριο λοιμογόνο παράγοντα στην παθογένεια της νεκρωτικής εντερίτιδας. Πλέον, έχουν ανακαλυφθεί νέες βακτηριακές τοξίνες, για τις οποίες έχει προταθεί ότι σχετίζονται με την παθογένεια της νεκρωτικής εντερίτιδας. Όμως, καμία από αυτές δεν θεωρείται από μόνη της ως υπεύθυνη για τη νόσο. Τα νεοτέρα δεδομένα κάνουν επιτακτική την ανάγκη επαναξιολόγησης του ρόλου της α-τοξίνης στην παθογένεια της νεκρωτικής εντερίτιδας, καθώς και επακόλουθων μελετών που βασίστηκαν στην παραπάνω θεωρία. Ταυτόχρονα, ανοίγουν το δρόμο για την αναζήτηση άλλων παραγόντων, οι οποίοι ενδεχομένως εμπλέκονται στην πολύπλοκη παθογένεια της νόσου. ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΝΕΚΡΩΤΙΚΗΣ ΕΝΤΕΡΙΤΙΔΑΣ ΣΤΑ ΟΡΝΙΘΙΑ: ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ Τσιούρης Β. 1, Γεωργοπούλου Ι. 1, Φορτομάρης Π. 2 1 Μονάδα Παθολογίας Πτηνών, Κλινική Παραγωγικών Ζώων, 2 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. PREVENTION OF NECROTIC ENTERITIS IN POULTRY: AN UPDATE Tsiouris V. 1, Georgopoulou I. 1, Fortomaris P. 2 1 Unit of Avian Medicine, Clinic of Farm Animals, 2 Laboratory of Animal Husbandry, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Η νεκρωτική εντερίτιδα (ΝΕ) των ορνιθίων οφείλεται στο Clostridium perfringens τύπου A ή C, το οποίο, υπό την ταυτόχρονη ή προηγούμενη δράση παραγόντων προδιάθεσης προκαλεί μείωση των αποδόσεων και αυξημένη θνησιμότητα σε ορνίθια, η οποία συνοδεύεται από χαρακτηριστικές αλλοιώσεις. Η απαγόρευση της προληπτικής χορήγησης αντιβιοτικών αυξητικών παραγόντων (ΑΑΠ) στην τροφή των ορινθίων έχει οδηγήσει σε έξαρση της εκδήλωσης του νοσήματος. Για την αντικατάσταση αυτών έχουν προταθεί: η εφαρμογή ορθών πρακτικών διαχείρισης, η αποφυγή παραγόντων που προδιαθέτουν σε εκδήλωση της ΝΕ και η ενσωμάτωση πρόσθετων υλών διατροφής στη χορηγούμενη τροφή. Ωστόσο, κανένα από τα παραπάνω δεν αποτρέπει από μόνο του την εκδήλωση της ΝΕ, γι αυτό στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτείται ο συνδυασμός τους. Επιπλέον, ο έλεγχος της κοκκιδίωσης, η οποία αποτελεί τον σημαντικότερο και συχνότερο παράγοντα προδιάθεσης για εκδήλωση ΝΕ, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματική πρόληψη της ΝΕ. 203
204 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΑΜΦΟΤΕΡΟΠΛΕΥΡΩΝ ΩΤΑΙΜΑΤΩΜΑΤΩΝ ΣΕ ΑΜΝΑΔΑ ΜΕ ΣΑΡΚΟΠΤΙΚΗ ΨΩΡΑ Τσιώλη Β. 1, Φαρμάκη Ρ. 2, Παπαστεφάνου Α. 1, Γαλάτος Α.Δ. 1, Μαρίνου Μ. 3, Τόντης Δ. 4, Μαυρογιάννη Β.Σ. 3, Δούκας Δ. 4, Σαριδομιχελάκης Μ.Ν. 2, Φθενάκης Γ. 3 1 Χειρουργική Κλινική, 2 Παθολογική Κλινική, 3 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 4 Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. A CASE OF BILATERAL AURICULAR HAEMATOMA IN A EWE-LAMB WITH SARCOPTIC MANGE Tsioli V. 1, Farmaki R. 2, Papastefanou A. 1, Galatos A.D. 1, Marinou M. 3, Tontis D. 4, Mavrogianni V.S. 3, Doukas D. 4, Saridomichelakis M.N. 2, Fthenakis G. 3 1 Clinic of Surgery, 2 Clinic of Medicine, 3 Department of Obstetrics and Reproduction, 4 Laboratory of Pathology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Προσκομίστηκε αμνάδα με διογκώσεις στα πτερύγια των αυτιών. Διαπιστώθηκαν αμφοτερόπλευρα ωταιματώματα, καθώς και δερματικές αλλοιώσεις στο επιρρίνιο σε ξέσματα από τις οποίες βρέθηκε Sarcoptes scabiei. Η ωτοσκόπηση έδειξε ήπια ωτίτιδα με μικρή ποσότητα κυψελιδώδους εκκρίματος, που περιείχε τμήματα ακάρεων. Σε βιοψία πτερυγίου ωτός, βρέθηκε περιχονδρική ίνωση, κοκκιώδης ιστός και ήπια φλεγμονή. Θεωρήθηκε ότι τα ωταιματώματα ήταν αποτέλεσμα του κνησμού και του επακόλουθου αυτοτραυματισμού των πτερυγίων των αυτιών. Το ζώο υποβλήθηκε σε χειρουργικές επεμβάσεις υπό ενέσιμη και εισπνευστική γενική αναισθησία και διεγχειρητική χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών. Στην πρώτη, έγινε παροχέτευση των ωταιματωμάτων με σωλήνα Penrose, αλλά μετεγχειρητικά αναπτύχθηκε τοπική λοίμωξη. Στη δεύτερη, έγινε επιμήκης διάνοιξη της έσω επιφάνειας κάθε πτερυγίου. Μετεγχειρητικά, γίνονταν τακτικές πλύσεις με αντισηπτικό διάλυμα και χορηγούνταν αντιβιοτικά ευρέως φάσματος. Τελικά, η αμνάδα ανέρρωσε πλήρως. ευαισθησια σε αντιμικροβιακουσ παραγοντεσ και γενετικη σχεση στελεχων Salmonella enterica subsp. enterica serovar Mbandaka, που απομονωθηκαν απο εκτροφη παχυνσησ χοιρων στην ΕΛΛΑΔΑ Φιλιούσης Γ. 1, Πετρίδου Ε. 1, Johansson A. 2, Χριστοδουλόπουλος Γ. 3, Κρήτας Σ.K. 1 1 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική Σχολή Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. 3 Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. Antimicrobial susceptibility and genetic relatedness of Salmonella enterica subsp. enterica serovar Mbandaka strains, isolated from a swine finishing farm in Greece. Filioussis G. 1, Petridou E. 1, Johansson A. 2, Christodoulopoulos G. 3, Kritas S.K. 1 1 Department of Microbiology and Infectious Diseases, School of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 National Veterinary Institute, Uppsala, Sweden. 3 Department of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly, Karditsa, Greece. We investigated the antimicrobial susceptibility of Salmonella enterica 204
205 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ subsp. enterica serovar Mbandaka (Salmonella Mbandaka) isolated from a swine finishing farm in Greece. A total of 400 finishing pigs, in 20 farms in central Greece, were included in the study. Five of the 400 tested finishing pigs, all from the same herd, were asymptomatic carriers of Salmonella Mbandaka. All five isolates were resistant to tetracycline, four were resistant to trimethoprim/sulfamethoxazole and three to ampicillin and amoxicillin/clavulanic acid. In contrast, all five isolates were susceptible to cefuroxime and ceftriaxone, as well as to nalidixic acid, ciprofloxacin and levofloxacin. Pulsed-field gel electrophoresis (PFGE) was used to examine the genetic relatedness of the isolates. All five isolates had indistinguishable PFGE patterns. The study confirms the existence of a non-typhoid Salmonella serotype in asymptomatic carrier pigs in Greece. ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΒΑΚΤΗΡΙΟΥ MANNHEIMIA HAEMOLYTICA ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΜΥΓΔΑΛΕΣ ΤΩΝ ΑΡΝΙΩΝ ΣΤΙΣ ΘΗΛΕΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΙ- ΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ - ΜΕΡΟΣ ΙI Φράγκου Η.Α. 1, Γκουγκουλής Δ.Α. 1, Μπιλλίνης Χ. 2, Μαυρογιάννη Β.Σ. 1, Bushnell M.J. 3, Cripps P.J. 4, Τζώρα Α. 5, Φθενάκης Γ.Χ. 1 1 Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, 2 Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. 3 The Royal Veterinary College, University of London, North Mymms, Hertfordshire, England. 4 Faculty of Veterinary Science, University of Liverpool, Neston, South Wirral, England. 5 Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου, Κωστακιοί, Άρτα. TRANSMISSION OF MANNHEIMIA HAEMOLYTICA FROM THE TON- SILS OF LAMBS TO THE TEAT OF EWES DURING SUCKING - PART II Fragkou I.A. 1, Gougoulis D.A. 1, Billinis C. 2, Mavrogianni V.S. 1, Bushnell M.J. 3, Cripps P.J. 4, Tzora A. 5, Fthenakis G.C. 1 1 Department of Obstetrics and Reproduction, 2 Laboratory of Microbiology and Parasitology, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. 3 The Royal Veterinary College, University of London, North Mymms, Hertfordshire, England. 4 Faculty of Veterinary Science, University of Liverpool, Neston, South Wirral, England. 5 Department of Animal Production, Technological Educational Institute of Epirus, Kostakioi, Arta, Greece. Μελετήθηκε η μετάδοση του βακτηρίου Mannheimia haemolytica από τις αμυγδαλές των αρνιών στις θηλές του μαστού της μητέρας τους, κατά το θηλασμό. Πραγματοποιήθηκε ένας πειραματισμός για σύγκριση των αποτελεσμάτων ενοφθαλμισμού δύο στελεχών M. haemolytica (DAG21T, από το θηλαίο πόρο μίας προβατίνας, και DAG21R, από τις αμυγδαλές του αρνιού της) στα εξής σημεία στο μαστό προβατίνων: (α) στο θηλαίο πόρο κλινικώς υγιών θηλών, (β) στο θηλαίο πόρο θηλών με αλλοιώσεις και (γ) στο γαλακτοφόρο κόλπο υγιών μαστών. Ο ενοφθαλμισμός σε κλινικά υγιείς θηλές προκάλεσε υποκλινική μαστίτιδα, ενώ σε θηλές με αλλοιώσεις ή στο γαλακτοφόρο κόλπο προκάλεσε κλινική μαστίτιδα. Δεν υπήρχαν διαφορές στα αποτελέσματα του ενοφθαλμισμού μεταξύ των δύο στελεχών του βακτηρίου (P>0,9). Το σύνολο των ευρημάτων αποδεικνύει ότι «αναπνευστικά» στελέχη M. haemolytica από το ρινοφάρυγγα αρνιών μεταδίδονται στη θηλή του μαστού προβατίνων κατά τη στιγμή του θηλασμού και, σε κατάλληλες συνθήκες, προκαλούν μαστίτιδα. 205
206 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΘΑΝΑΤΩΝ ΣΕ ΝΕΑΡΑ ΑΡΝΙΑ Φράγκου Η.Α., Μαυρογιάννη Β.Σ., Φθενάκης Γ.Χ. Κλινική Μαιευτικής και Αναπαραγωγής, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Καρδίτσα. DIAGNOSTIC INVESTIGATION OF CASES OF DEATHS OF NEWBORN LAMBS Fragkou I.A., Mavrogianni V.S., Fthenakis G.C. Department of Obstetrics and Reproduction, Veterinary Faculty, University of Thessaly, Karditsa, Greece. Νεογνική θνησιμότητα των αρνιών ορίζεται ο θάνατός τους τις πρώτες 28 ημέρες της ζωής τους, εξαιτίας παθολογικών καταστάσεων μικροβιακής/ παρασιτικής ή μη αιτιολογίας. Σε μια εκτροφή, στόχος είναι το ποσοστό της νεογνικής θνησιμότητας να μην υπερβαίνει το 3%. Για τη διάγνωση των αιτίων θνησιμότητας, πρέπει, αρχικά, να αξιολογείται η όλη διαχείριση της εκτροφής. Στη συνέχεια, πρέπει να πραγματοποιούνται κλινικές και παρακλινικές εξετάσεις σε ασθενή αρνιά και τις μητέρες τους. Σε κάθε περίοδο τοκετών, πρέπει να γίνεται νεκροτομική εξέταση στα πρώτα 10 νεκρά αρνιά και, στη συνέχεια, σε 10% αυτών που πεθαίνουν. Τέλος, πρέπει να προσδιορίζεται η ηλικία των αρνιών τη στιγμή του θανάτου τους και να διαχωρίζεται ο θάνατος που λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια του τοκετού, από το νεογνικό θάνατο (πρώιμο, μέσης πρωιμότητας, όψιμο). Η γνώση της ακριβούς ηλικίας θανάτου κάποιου νεογέννητου αρνιού συμβάλλει στην επιτυχή διάγνωση της αιτίας που τον προκάλεσε. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΔΟΚΙ- ΜΩΝ ΓΙΑ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΩΝ ΕΝΑΝΤΙ NEOSPORA CANINUM ΣΤΟ ΓΑΛΑ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΓΕΛΑΔΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Χατζηπροδρομίδου Ι.Π. 1, Σωτηράκη Σ. 2, Γεωργιάδης Μ.Φ. 3 1 Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Αθήνα. 2 Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, Θέρμη Θεσσαλονίκης. 3 Εργαστήριο Οικονομίας Ζωικής Παραγωγής, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. EVALUATION OF SENSITIVITY AND SPECIFICITY OF DIAGNOSTIC TESTS FOR DETECTION OF ANTIBODIES AGAINST NEOSPORA CANINUM IN MILK OF DAIRY COWS IN GREECE Chatziprodromidou I.P. 1, Sotiraki S. 2, Georgiadis M.P. 3 1 Ministry of Rural Development and Food, Athens, Greece. 2 Veterinary Research Institute, National Agricultural Research Foundation, Thermi, Thessaloniki, Greece. 3 Laboratory of Animal Production Economics, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. Σκοπός της εργασίας ήταν η εκτίμηση της ευαισθησίας και της ειδικότητας των δοκιμών ELISA και Ανοσοαποτύπωσης (ΑΠΤ) για την ανίχνευση αντισωμάτων έναντι του παρασίτου Neospora caninum στο γάλα αγελάδων. Καθώς δεν υπάρχει επιβεβαιωτική δοκιμή που να μπορεί να καθορίσει, χωρίς λάθος, εάν υπάρχουν αντισώματα στα εξεταζόμενα δείγματα, χρησιμοποιήθηκε εξειδικευμένη στατιστική μεθοδολογία. Η ευαισθησία και η ειδικότητα για μεν τη δοκιμή ΑΠΤ εκτιμήθηκε ότι ήταν 99% και 91%, αντίστοιχα, ενώ για την ELISA 60% και 97%, αντίστοιχα. Η μεγαλύτερη ευαισθησία της δοκιμής ΑΠΤ, καθιστά αυτήν πρώτης τάξης διερευνητική δοκιμή στην εξέταση ενός πληθυσμού αγελάδων, ενώ η ELISA με συγκριτικά υψηλότερη ειδικότητα, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τον επανέλεγχο των 206
207 ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ θετικών στη δοκιμή ΑΠΤ δειγμάτων, για να μειωθεί ο αριθμός των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων. Πρέπει να αποφεύγεται η εφαρμογή μόνον ELISA σε προγράμματα διερεύνησης της έκθεσης στο παράσιτο σε κάποιον πληθυσμό, λόγω χαμηλής ευαισθησίας αυτής. ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΠΥΡΗΝΑ, ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗ ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΕΚΤΙΚΩΝ ΓΕΝΟΤΥΠΩΝ ΣΤΗN ΤΡΟΜΩΔΗ ΝΟΣΟ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ Ψηφίδη Α. 1, Βαλεργάκης Γ.Ε. 1, Άμπας Ζ. 2, Αρσένος Γ. 1, Mπάνος Γ. 1 1 Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 2 Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Ορεστιάδα. PROPOSAL OF ESTABLISHING A NUCLEUS FLOCK, IN ORDER TO DISSEMINATE SCRAPIE RESISTANT GENOTYPES OF SHEEP Psifidi A. 1, Valergakis G.E. 1, Abas Z. 2, Arsenos G. 1, Banos G. 1 1 Department of Animal Production, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece. 2 Department of Agricultural Development, Democritus University of Thrace, Orestiada, Greece Το αλληλόμορφο ARR προσδίδει στα πρόβατα ανθεκτικότητα στην τρομώδη νόσο, χωρίς να επηρεάζει αρνητικά την παραγωγικότητά τους. Μελετήθηκε η δυνατότητα δημιουργίας μίας εκτροφής πυρήνα, με στόχο τη διάθεση ομοζύγωτων ARR/ARR κριών για τη διάδοση του ανθεκτικού γενότυπου στις εκτροφές της βάσης επιλογής των προβάτων φυλής Χίου, χωρίς κίνδυνο αιμομιξίας. Η γενοτύπηση 20% των καλύτερων γενετικά προβατίνων, σε συνδυασμό με την παρουσία του ARR σε ποσοστό ~7% στον πληθυσμό, επιτρέπει τη δημιουργία μίας εκτροφής πυρήνα 300 ετεροζύγωτων προβατίνων. Η προσομοίωση έδειξε ότι, έπειτα από 4 έτη, η εκτροφή θα μπορεί να διαθέτει 240 ARR/ARR κριούς ετησίως. Η συχνότητα του ARR θα ξεπεράσει το 90% στον πληθυσμό 10 έτη αργότερα, με την προϋπόθεση ότι ο ετήσιος ρυθμός αντικατάστασης στις εκτροφές θα είναι περίπου 30% και ότι θα επιλέγονται για μελλοντικοί γεννήτορες οι απόγονοι των νεότερων γενεών. Η εφαρμογή τεχνητής σπερματέγχυσης μπορεί να επιταχύνει την όλη διαδικασία. 207
208
209 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Ευρετήριο συγγραφέων 209
210
211 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Abas Z. 207 Acatincăi S. 30 Alessandria V. 33 Alexiou E. 119 Alexopoulos C. 185, 198, 199 Ambrosiadis I. 53, 63, 191 Amiridis G.S. 64, 65, 76, 120, 121, 123, 124, 125, 127, 145, 175, 187, 202 Amvrosiadis I. 168 Andoni E. 117 Andreadou M. 196 Angelidis A.S. 129 Angelidis P. 63 Angelopoulou K. 128 Apostolidi E. 131 Aravidou E. 122 Arsenos G. 11, 95, 101, 119, 122, 123, 126, 128, 129, 131, 151, 159, 174, 176, 179, 190, 207 Artois M. 105, 108, 112 Arvaniti A. 69 Athanasiou L. 105, 106, 108, 109, 112, 113 Athanasiou L.V. 76, 118, 119, 178 Athanassopoulou F. 76 Bakiasi I. 118 Bankov Ι. 153 Banos G. 74, 126, 159, 174, 207 Barrow P. 105, 108, 112 Bartram D. 179 Baseas D. 196 Batzias G. 202 Becker M. 117 Belegu K. 117 Billinis C. 75, 76, 105, 106, 108, 109, 110, 111, 112, 113, 143, 171, 205 Birtsas P. 105, 106, 108, 109, 112, 113 Birtsas P.K. 111 Blana V. 164 Blana V.A. 173 Bloukas I. 168 Bollwein H. 90, 117, 169, 170 Bonos E. 173 Boscos C. 90, 117, 169, 170 Boscos C.M. 59, 77, 78, 201 Botsaris G. 168 Botsoglou E. 141 Bourtzi-Chatzopoulou E. 192 Boutsini S. 172, 174 Bouzalas I.G. 130, 131 Bramis G. 123, 151, 174 Braunert A. 38 Brellou G.D. 135 Bris F. 174 Broom D.M. 29 Browne W.J. 166 Brozos C. 11, 78, 90, 99, 101, 155, 161, 187, 198 Brozos C.N. 157, 166 Burriel A.R. 76, 147, 162, 163 Bushnell M.J. 143, 205 Carpenter S. 179 Chadio S. 121 Chary J.F. 17 Chatzinasiou E. 131 Chatziprodromidou I.P. 206 Chochlakis D. 134 Chorianopoulos N.G. 139, 145, 165, 183 Christaki E. 173 Christodoulopoulos G. 76, 156, 162, 163, 204 Chronis E. 136, 139 Clemente M. 175 Cocolin L. 29, 33 Cripps P.J. 143, 205 Cseh S. 125 Cziszter L.T. 30 Danias P. 189, 192 Deligiannis C. 123, 124 Diakou A. 107 Dile C. 69, 184 Dini V. 117 Dolci P. 29 Doukas D. 88, 145, 146, 200, 204 Dovas C. 191 Dovas C.I. 130, 131, 188 Dovolou E. 120, 121, 125, 127, 175, 202 Drimtzia A. 147 Dritsa L. 122 Duro S. 117, 118 Economou E. 144, 148 Edwards S.A. 195 Eliopoulos C.P. 145 Evangelidou M. 122 Evangelopoulou G.D. 147 Faigl V. 125 Farmaki R. 132, 133, 134, 204 Feidas H. 153 Filiousis G. 196 Filioussis G. 132, 162, 163, 188, 189, 204 Fletouris D. 123 Fletouris D.J. 92 Florou-Paneri P
212 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Forro A. 90 Fortomaris P. 122, 128, 129, 151, 190, 203 Fotos V. 73 Fotou K. 187 Fragkou I.A. 98, 101, 102, 143, 170, 175, 187, 205, 206 Fthenakis G. 204 Fthenakis G.C. 11, 71, 76, 88, 91, 95, 97, 98, 100, 101, 102, 118, 119, 122, 129, 136, 142, 143, 155, 170, 171, 175, 180, 182, 187, 200, 205, 206 Fthenakis K.G. 122 Galatos A.D. 66, 76, 204 Gallidis E. 128, 170, 180, 181 Gasnakis T.A. 201 Gavier-Widen D. 105, 108, 112 Gazouli M. 196 Gelasakis A.I. 119, 123, 128, 129, 174 Genigeorgis C. 66, 177 Georgalis L. 177 Georgiadis M. 159 Georgiadis M.F. 167 Georgiadis M.P. 206 Georgiadou S. 131 Georgiadou S.S. 129 Georgiou K. 168 Georgopoulou I. 67, 203 Georgoudis A. 57 Giadinis N. 101, 128, 150, 176 Giadinis N.D. 96, 130, 131, 132, 133, 134, 135, 161, 162, 188 Giannakopoulos A. 105, 108, 111, 112 Giannakopoulos C.G. 118 Giannenas E. 76, 97 Giannenas I. 101, 136, 137, 138, 139 Gianniki Z. 188, 189 Gkana E. 139, 140, 145, 183 Gkiaouris E. 165 Gkika P. 173 Goras G. 197 Gougoulis D.A. 142, 143, 170, 187, 205 Goulas P. 124 Gouletsou P.G. 11, 76, 143 Gousia P. 144, 148 Govaris A. 53, 68, 76, 141, 186 Greppi A. 33 Gritzali G. 187 Grounta A. 139, 145, 183 Gurierez-Adan A. 175 Guy J.H. 195 Hammer A.S. 108 Hoste H. 85 Houtea M. 200 Hristov P. 153 Hutchings M. 105, 108, 112 Iacovakis C. 105, 106, 108, 109, 112, 113 Iacovou Y. 168 Ikonomopoulos I. 196 Ioannou I. 131 Iossifidou E.G. 167 Joachim A. 192 Johansson A. 204 Kalaitzakis E. 125, 148, 149, 150, 164, 177, 181 Kaldrimidou E. 189 Kaldrymidou E. 131, 150 Kalitsaris Α. 175 Kaltsogianni F. 132 Kanoulas V. 151 Kantas D. 123, 152 Kantzoura V. 153 Kapetanopoulou C. 154 Karagiannis I. 155 Karanikolas G. 130 Karatzia M.A. 156, 179 Karatzias H. 130, 132, 133, 134, 150, 158, 161, 162, 179 Karavanis E. 188 Karazafiris E. 197 Kasabasidis I. 196 Kastritsi-Kathariou I. 186 Kateris V. 184 Katikos P. 156 Katsimpras A.G. 47 Katsoudas V. 122 Katsoulos P. 179 Katsoulos P.D. 156 Kiosis E. 174 Kiossis E. 69, 90, 129, 155, 157, 166, 169, 170, 198 Kirchner U. 117 Kiriakopoulou A.V. 164 Kirkagaslis S.E. 21, 70 Kitkas G. 158, 166 Koidis P. 191 Kokkinis M. 158, 159 Komnenou A.T. 135 Konrád S. 30 Konstantinou E. 161 Konstantinou P. 131 Kontopidis G. 76 Kontos V. 82, 174 Kontos V.I. 118 Kostaki M. 165 Kostoulas P. 76, 166, 168, 193 Kotzamanis Y
213 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Kouam Κ.Μ. 153 Kougioumtzis A. 159 Koulialis D. 199 Koutinas A.F. 132, 133, 134 Koutoulis C. 76 Koutoulis K. 160, 172 Koutsoumanis K. 160 Koutsoumanis K.P. 139, 145, 183 Koutsoumbas A. 132 Koutsoumpas A.T. 161, 162 Krambovitis E 76 Kritas S.K. 162, 163, 188, 200, 204 Kritsepi-Konstantinou M. 125, 135, 164, 177 Kyriakidis G.V. 22 Kyriakis C.S. 45 Kyriakis S.C. 152, 185, 198, 199 Kyriazakis E. 97 Kyriazakis I. 58, 71, 91, 136, 137, 138, 139, 142 Lafi S. 155 Lafi S.Q. 31, 135, 161, 162, 201 Lange D. 38 Lawson S.E.M. 195 Lazaridis L. 157, 166 Lazou T.P. 167 Lefkaditis M. 76 Leontides L. 72, 76, 112, 166, 168, 193 Liandris E. 196 Lianou A. 160 Liapi M. 168 Loukeri S. 136 Loukopoulos P. 131, 132 Maes D. 198 Magra T. 168 Maksimov P. 198 Malama E. 169, 170 Maniatas J. 190 Manolakou K. 76 Mantzafouli A. 146, 200 Marinou M. 204 Mavrogianni V.S. 76, 98, 101, 102, 143, 170, 171, 175, 187, 204, 205, 206 Mavromati J. 117, 118 McΚevitt A. 167 Mellor P. 179 Menegatos I. 121 Messinis I. 175 Methenitou G. 73 Michos I.A. 201 Minas A. 156 Minos E. 160, 172 Mintza D. 172 Mylonakis M.E. 133 Mπάνος Γ. 207 Nanas N. 126 Naseby D.C. 168 Nell T. 198 Nielsen S.S. 166 Nikolaidis N. 157, 166 Ntousi D. 172 Nuss K. 32 Nychas G.-J.E. 79, 139, 140, 145, 164, 165, 173, 183, 184 Oikonomou G. 126, 159, 179 Orfanou D.C. 170, 175 Pagona A. 176 Panagou E.Z. 139, 140, 145, 164, 165, 173, 183, 184 Panoulis C. 177 Panousis N. 80, 125, 148, 149, 150, 155, 158, 164, 177 Pantazis P. 76 Papachristou E. 186 Papadakis A. 177 Papadakis S.M. 178 Papadopoulos C.I. 182 Papadopoulos E. 81, 82, 88, 100, 101, 107, 123, 128, 132, 134, 135, 137, 138, 146, 147, 162, 170, 179, 180, 181, 182, 200 Papadopoulos G. 151 Papadopoulos S. 123 Papadopoulou C. 144, 148 Papadopoulou O. 183, 184 Papageorgiou D.K. 129 Papageorgiou K. 162, 163 Papaioannou D.S. 46, 69, 184, 185 Papaioannou N. 119, 134, 135, 157 Papanastassopoulou M. 130, 131 Papanikolaou T. 124, 125 Papapanagiotou E. 168 Papastefanou A. 204 Papatsas I. 46 Papatsiros V. 69, 76 Papatsiros V.G. 46, 152, 185, 198, 199 Papavergou E. 191 Pappas I. 76 Passiotou-Gavala M. 47 Pentieva K. 167 Petanidis T. 76 Petridis I.G. 102, 187 Petridou E. 130, 132, 134, 161, 162, 163, 174, 185, 188, 189, 203, 204 Petridou E.J. 135, 188 Petrovska L
214 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Petzl W. 41 Pexara A. 76, 186, 187 Pexara E. 187 Polizopoulou Z. 135 Polizopoulou Z.S. 118, 119, 178 Pouliou E. 154 Pourliotis K. 132, 156, 179 Pourlis A. 76, 189 Priskas S. 190 Psaroulaki A. 134, 177 Psifidi A. 123, 207 Psychas V. 131, 135, 162, 188, 192 Ptochos S. 107, 162, 170, 179, 180, 181, 182 Radoslavov G. 153 Ramantanis S.Β. 23, 54, 82 Rantsios A.T. 24, 60 Rantsiou K. 29, 33 Rees C. 168 Rekkas C. 121 Rizos D. 175 Rothi-Burriel A. 200 Roubies N. 150 Rousi V. 190 Rowlinson M. 179 Sakaridis I. 191 Samatzi F. 125 Saratsis A. 86, 192 Sargison N.D. 34, 35 Saridomichelakis M. 88, 146 Saridomichelakis M.N. 76, 204 Sauter-Louis C. 38 Savic D. 193, 194 Sbiraki A.P. 47 Schares G. 198 Schiavo L. 184 Scott P.R. 36, 37 Siarkou V. 192 Sideri A. 76 Siochu A. 199 Skampardonis V. 193 Skoufos J. 136 Smith G.C. 168 Sofia M. 105, 108, 112 Sofianou D. 192 Sokos C. 105, 106, 107, 108, 109, 112, 113 Solomakos N. 76, 193, 194 Sossidou E.N. 84 Sotiraki S. 85, 86, 192, 193, 198, 206 Soultos N. 83, 168, 191 Spyrou V. 84, 105, 106, 108, 109, 112, 113, 119, 147, 171 Stadejek T. 163 Stamatiou A. 139 Stamatiou A.P. 164 Stavrakakis S. 195 Stefanakis A. 86, 192, 195 Stougiou D. 172 Streyl D. 38 Szücs E. 30 Taka S. 196 Tananaki C. 197 Tassis P.D. 48, 87, 152, 185, 198, 199 Tassou C. 184 Teofanova D. 153 Theodoropoulos G. 153 Theodosiadou A. 76 Theodosiadou E. 123 Theodosiou T. 169, 170 Thomas A.L. 135 Thrasyvoulou A. 197 Tontis D. 76, 88, 137, 138, 139, 145, 146, 200, 204 Touloudi A. 105, 106, 108, 109, 111, 112, 113 Touplikioti P. 199 Triantafillou E. 136, 137, 138 Trudgett A. 153 Tsakmakidis I. 155 Tsakmakidis I.A. 89, 201 Tsalie E. 76, 137, 138, 139, 145, 146, 200 Tselentis Y. 134, 177 Tsikoti C.M. 202 Tsiligianni T. 120, 121, 125, 127, 202 Tsinas A.C. 49 Tsioli V. 76, 204 Tsiouris B. 67 Tsiouris V. 203 Tsousis G. 90, 117, 157 Turpenou A.E. 90 Tyrpenou A.E. 24, 70, 186 Tzanidakis N. 157, 198 Tzika E. 151, 189 Tzika E.D. 48, 152, 185, 198, 199 Tzimotoudis N. 196 Tzivara A.H. 200 Tzora A. 143, 187, 205 Tόντης Δ. 88 Vafeiadis D. 169, 170 Vainas E. 125 Vaiopoulou A. 196 Valasi E. 124, 125 Valasi I. 76, 95, 101, 123, 170 Valergakis G. 74, 119,
215 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Valergakis G.E. 125, 126, 129, 148, 149, 158, 164, 176, 177, 190, 207 Valiakos G. 105, 106, 108, 109, 112, 113 Varotsis G. 192 Vasileiadou M. 190 Vatopoulos A. 129 Velonakis E.Ν. 129 Vingopoulou E. 192 Vitalis T. 184 Volanis M. 192 Vouzaras D. 120, 121, 127 Walker S. 153 Wall R. 179 Weber F. 38 Widell M. 39, 40 Wood J. 179 Yannakopoulos A.L. 21 Yon L. 105, 108, 112 Zafiropoulou V. 129 Zalla P. 117, 118 Zerbe H. 38, 41 Zervas G. 58 Zisidis N. 148 Zouboulakis T. 106 Αγγελίδης Α.Σ. 129 Αγγελίδης Π. 63 Αγγελοπούλου Κ. 128 Αθανασίου Λ. 105, 106, 108, 109, 112, 113 Αθανασίου Λ.Β. 76, 118, 119, 178 Αθανασοπούλου Φ. 76 Αλεξίου Ε. 119 Αλεξόπουλος Κ. 185, 198, 199 Αμβροσιάδης Ι. 53, 63, 168, 191 Αμοιρίδης Γ.Σ. 64, 65, 76, 120, 121, 123, 124, 125, 127, 145, 175, 187, 202 Άμπας Ζ. 207 Ανδρεάδου Μ. 196 Αποστολίδη Ε. 131 Αραβίδου Ε. 122 Αρβανίτη Α. 69 Αρσένος Γ. 11, 95, 101, 119, 122, 123, 126, 128, 129, 131, 151, 159, 174, 176, 179, 190, 207 Βαϊνάς Ε. 125 Βαϊοπούλου Α. 196 Βαλάση Ε. 76, 95, 101, 123, 124, 125, 170 Βαλεργάκης Γ. 74, 119 Βαλεργάκης Γ.Ε. 125, 126, 128, 129, 148, 149, 158, 164, 176, 177, 190, 207 Βαλιάκος Γ. 105, 106, 108, 109, 112, 113 Βαρότσης Γ. 192 Βασιλειάδου Μ. 190 Βατόπουλος A. 129 Βαφειάδης Δ. 169, 170 Βελονάκης Ε.Ν. 129 Βιγγοπούλου Ε. 192 Βιτάλης Θ. 184 Βολάνης M. 192 Βουζαράς Δ. 120, 121, 127 Γαζούλη Μ. 196 Γαλάτος Α.Δ. 66, 76, 204 Γαλλίδης Ε. 128, 170, 180, 181 Γελασάκης Α.Ι. 119, 123, 128, 129, 174 Γενηγιώργης Κ. 66, 177 Γεωργαλής Λ. 177 Γεωργιάδης Μ. 159 Γεωργιάδης Μ.Φ. 167, 206 Γεωργιάδου Σ. 131 Γεωργιάδου Σ.Σ. 129 Γεωργίου Κ. 168 Γεωργοπούλου Ι. 67, 203 Γεωργούδης A. 57 Γιαδίνης Γ.Δ. 131 Γιαδίνης Ν. 101, 128, 150, 176 Γιαδίνης Ν.Δ. 96, 130, 131, 132, 133, 134, 135, 161, 162, 188 Γιαννακόπουλος Α. 105, 108, 111, 112 Γιαννακόπουλος Α.Λ. 21 Γιαννακόπουλος Κ. 136 Γιαννακόπουλος Κ.Γ. 118 Γιάννενας Η. 76, 97, 101, 136, 137, 138, 139 Γιαννίκη Ζ. 188, 189 Γκάνα Ε. 139, 140, 145, 183 Γκασνάκης Θ.Α. 201 Γκιαούρης Ε. 165 Γκίκα Π. 173 Γκόβαρης Α. 53, 68, 76, 141, 186 Γκόρας Γ. 197 Γκουγκουλής Δ.Α. 142, 143, 170, 187, 205 Γκουλέτσου Π.Γ. 11, 76, 143 Γκρίντζαλη Γ. 187 Γούλας Π. 124 Γούσια Π. 144, 148 Γρούντα Α. 139, 145, 183 Δανιάς Π. 189, 192 Δεληγιάννης Κ. 123, 124 Δηλέ Χ. 69, 184 Διάκου Α. 107 Δόβας Χ. 191 Δόβας Χ.Ι. 130, 131, 188 Δούκας Δ. 88, 145, 200,
216 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Δρίμτζια Α. 147 Δρίτσα Λ. 122 Ευαγγελίδου Μ. 122 Ευαγγελοπούλου Γ.Δ. 147 Ζαφειροπούλου Β. 129 Ζέρβας Γ. 58 Ζησίδης Ν. 148 Ζουμπουλάκης Θ. 106 Ηλιόπουλος Κ.Π. 145 Θεοδοσιάδου Α. 76, 123 Θεοδοσίου Θ. 169, 170 Θεοδωρόπουλος Γ. 153 Θρασυβούλου Α. 197 Ιακωβάκης Χ. 105, 106, 108, 109, 112, 113 Ιακώβου Ι. 168 Ιωάννου Ι. 131 Ιωσηφίδου Ε.Γ. 167 Καλαϊτζάκης Ε. 125, 148, 149, 150, 164, 177, 181 Καλδρυμίδου Ε. 131, 150, 189 Καλιτσάρης Α. 175 Καλτσογιάννη Φ. 132 Κανούλας B. 151 Καντάς Δ. 123, 152 Καντζούρα Β. 153 Καπετανοπούλου Χ. 154 Καραβάνης Ε. 188 Καραγιάννης Ι. 155 Καραζαφείρης Ε. 197 Καρανικόλας Γ. 130 Καρατζιά Μ.Α. 156, 179 Καρατζιάς Χ. 130, 132, 133, 134, 150, 158, 161, 162, 179 Κασαμπασίδης Ι. 196 Καστρίτση-Καθαρίου Ι. 186 Κατέρης Β. 184 Κατοίκος Π. 156 Κατσίμπρας Α.Γ. 47 Κατσούδας Β. 122 Κατσούλος Π. 179 Κατσούλος Π.Δ. 156 Κιόσης Ε. 69, 90, 129, 155, 157, 166, 169, 170, 174, 198 Κιρκαγασλής Σ.Ε. 21, 70 Κίτκας Γ. 158, 166 Κοntos V. 181 Κοΐδης Π. 191 Κοκκίνης Μ. 158, 159 Κομνηνού Α.Θ. 135 Κοντοπίδης Γ. 76 Κοντός Β. 82, 174, 181 Κοντός Β.Ι. 118 Κοτζαμάνης Ι. 186 Κουγιουμτζής Α. 159 Κουλιαλής Δ. 199 Κουτίνας Α.Φ. 132, 133, 134 Κουτουλής Κ. 76, 160, 172 Κουτσουμανής Κ. 160 Κουτσουμανής Κ.Π. 139, 145, 183 Κουτσούμπας Α. 132 Κουτσούμπας Α.Θ. 161, 162 Κραμποβίτης Η. 76 Κρήτας Σ.Κ. 162, 163, 188, 200, 204 Κριτσέπη-Κωνσταντίνου Μ. 125, 135, 164, 177 Κυριαζάκης Η. 58, 71, 91, 97, 136, 137, 138, 139, 142 Κυριάκης Κ.Σ. 45 Κυριάκης Σ.Κ. 152, 185, 198, 199 Κυριακίδης Γ.Β. 22 Κυριακοπούλου Α.Β. 164 Κωνσταντίνου Ε. 161 Κωνσταντίνου Π. 131 Κωστάκη Μ. 165 Κωστούλας Π. 76, 166, 168, 193 Λαζαρίδης Λ. 157, 166 Λάζου Θ.Π. 167 Λεοντίδης Λ. 72, 76, 112, 166, 168, 193 Λευκαδίτης Μ. 76 Λιανδρής Ε. 196 Λιανού Α. 160 Λιάπη Μ. 168 Λουκέρη Σ. 136 Λουκόπουλος Π. 131, 132 Μάγρα Τ. 168 Μάλαμα Ε. 169, 170 Μανιατάς Ι. 190 Μαντζαφούλη Α. 146, 200 Μανωλάκου Α. 76 Μαρίνου Μ. 204 Μαυρογιάννη Β.Σ. 76, 98, 101, 102, 143, 170, 171, 175, 187, 204, 205, 206 Μεθενίτου Γ. 73 Μενεγάτος Ι. 121 Μεσσήνης Ι. 175 Μηνάς Α. 156 Μίνος Ε. 160, 172 Μίντζα Δ. 172 Μίχος Η.Α. 201 Μπάνος Γ. 74, 126, 159, 174 Μπασέας Δ. 196 Μπατζίας Γ. 202 Μπιλλίνης Χ. 75, 76, 105, 106, 108, 109, 110, 111, 112, 113, 143, 171, 205 Μπίρτσας Π. 105, 106, 108, 109, 111, 112, 113 Μπλάνα Β
217 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Μπλάνα Β.Α. 173 Μπλούκας Ι. 168 Μπόνος Ε. 173 Μπόσκος Κ. 90, 117, 169, 170 Μπόσκος Κ.Μ. 59, 77, 78, 201 Μπότσαρης Γ. 168 Μπότσογλου Ε. 141 Μπουζαλάς Η. 130, 131 Μπουριέλ Α. 76, 147 Μπουρτζή-Χατζοπούλου Ε. 192 Μπουτσίνη Σ. 172, 174 Μπράμης Γ. 123, 151, 174 Μπρέλλου Γ.Δ. 135 Μπρης Φ. 174 Μπρόζος Χ. 11, 78, 90, 99, 101, 155, 161, 187, 198 Μπρόζος Χ.Ν. 157, 166 Μυλωνάκης Μ.Ε. 133 Νανάς N. 126 Νικολαΐδης Ν. 157, 166 Ντόβολου Ε. 120, 121, 125, 127, 175, 202 Ντούση Δ. 172 Νυχάς Γ.-Ι.Ε. 79, 139, 140, 145, 164, 165, 173, 183, 184 Οικονομόπουλος Ι. 196 Οικονόμου Γ. 126, 159, 179 Οικονόμου Ε. 144, 148 Ορφανού Δ.Κ. 170, 175 Παγώνα Α. 176 Πανάγου Ε.Ζ. 139, 140, 145, 164, 165, 173, 183, 184 Πανούλης Χ. 177 Πανούσης Ν. 80, 125, 148, 149, 150, 155, 158, 164, 177 Πανταζής Π. 76 Παπαβέργου Α. 191 Παπαγεωργίου Δ.Κ. 129 Παπαγεωργίου Κ. 162, 163 Παπαδάκης Α. 177 Παπαδάκης Σ.Μ. 178 Παπαδόπουλος Γ. 151 Παπαδόπουλος Η. 81, 82, 88, 100, 101, 107, 123, 128, 132, 134, 135, 137, 138, 146, 147, 162, 170, 179, 180, 181, 182, 200 Παπαδόπουλος Σ. 123 Παπαδόπουλος Χ.I. 182 Παπαδοπούλου Ο. 183, 184 Παπαδοπούλου Χ. 144, 148 Παπαϊωάννου Δ.Σ. 46, 69, 184, 185 Παπαϊωάννου Ν. 119, 134, 135, 157 Παπαναστασοπούλου Μ. 130, 131 Παπανικολάου Θ. 124, 125 Παπαπαναγιώτου Η. 168 Παπαστεφάνου Α. 204 Παπάτσας Ι. 46 Παπατσίρος Β. 69, 76 Παπατσίρος Β.Γ. 46, 152, 185, 198, 199 Παπαχρήστου Ε. 186 Παππάς Ι. 76 Πασιώτου-Γαβαλά Μ. 47 Πεξαρά Α. 76, 186, 187 Πεξαρά Ε. 187 Πετανίδης Θ. 76 Πετρίδης Ι.Γ. 102, 187 Πετρίδου Ε. 130, 132, 134, 135, 161, 162, 163, 174, 185, 188, 189, 203, 204 Πολυζοπούλου Ζ. 135 Πολυζοπούλου Ζ.Σ. 118, 119, 178 Πούλιου Α. 154 Πούρλης Α. 76, 189 Πουρλιώτης Κ. 132, 156, 179 Πρίσκας Σ. 190 Πτωχός Σ. 107, 162, 170, 179, 180, 181, 182 Ραμαντάνης Σ.Β. 23, 54, 82 Ράντσιος Α.Τ. 24, 60 Ρέκκας Κ. 121 Ρίζος Δ. 175 Ρόδη-Burriel Α. 162, 163 Ρόδη-Μπουριέλ Α. 200 Ρουμπιές Ν. 150 Ρούση Β. 190 Σακαρίδης Ι. 191 Σαμαρτζή Φ. 125 Σαράτσης Α. 86, 192 Σαριδομιχελάκης Μ. 146 Σαριδομιχελάκης Μ.Ν. 76, 88, 204 Σιάρκου Β. 192 Σιδέρη Α. 76 Σιώχου Α. 199 Σκαμπαρδώνης Β. 193 Σκούφος Ι. 136 Σμπιράκη Α.Π. 47 Σολωμάκος Ν. 76, 193, 194 Σούλτος Ν. 83, 168, 191 Σοφία Μ. 105, 108, 112 Σοφιανού Δ. 192 Σπύρου Β. 84, 105, 106, 108, 109, 112, 113, 119, 147, 171 Σταματίου Α. 139 Σταματίου Α.Π. 164 Σταυρακάκη Σ. 195 Στεφανάκης Α. 86, 192, 195 Στούγιου Δ. 172 Σώκος Χ. 105, 106, 107, 108, 109, 112, 113 Σωσσίδου Ε.Ν. 30,
218 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Σωτηράκη Σ. 85, 86, 192, 193, 198, 206 Τάκα Σ. 196 Τανανάκη Χ. 197 Τάσσης Π.Δ. 48, 87, 152, 185, 198, 199 Τάσσου Χ. 184 Τζανιδάκης Ν. 157, 198 Τζήκα Ε. 151, 189 Τζήκα Ε.Δ. 48, 152, 185, 198, 199 Τζιβάρα Α.Η. 200 Τζιμοτούδης Ν. 196 Τζώρα Α. 143, 187, 205 Τόμας Α.Λ. 135 Τόντης Δ. 76, 137, 138, 139, 145, 146, 200, 204 Τουλούδη Α. 105, 106, 108, 109, 111, 112, 113 Τουπλικιώτη Π. 199 Τριανταφύλλου Ε. 136, 137, 138 Τσακμακίδης Ι. 155 Τσακμακίδης Ι.Α. 89, 201 Τσαλή Ε. 76, 137, 138, 139, 145, 146, 200 Τσελέντης Γ. 134, 177 Τσικώτη Χ.Μ. 202 Τσιλιγιάννη Θ. 120, 121, 125, 127, 202 Τσίνας Α.Χ. 49 Τσιούρης Β. 67, 203 Τσιώλη Β. 76, 204 Τσούσης Γ. 90, 117, 157 Τυρπένου Α.Ε. 24, 70, 90, 186 Φαρμάκη Ρ. 132, 133, 134, 204 Φείδας Χ. 153 Φθενάκης Γ. 204 Φθενάκης Γ.Χ. 11, 71, 76, 88, 91, 95, 97, 98, 100, 101, 102, 118, 119, 122, 129, 136, 142, 143, 155, 170, 171, 175, 180, 182, 187, 200, 205, 206 Φθενάκης Κ.Γ. 122 Φιλιούσης Γ. 132, 162, 163, 188, 189, 196, 204 Φλετούρης Δ. 123 Φλετούρης Δ.Ι. 92 Φλώρου-Πανέρη Π. 173 Φορτομάρης Π. 122, 128, 129, 151, 190, 203 Φράγκου Η.Α. 98, 101, 102, 143, 170, 175, 187, 205, 206 Φώτος Β. 73 Φώτου Κ. 187 Χαδιώ Σ. 121 Χατζηνάσιου Ε. 131 Χατζηπροδρομίδου Ι.Π. 206 Χουτέα Μ. 200 Χοχλάκης Δ. 134 Χρηστάκη Ε. 173 Χριστοδουλόπουλος Γ. 76, 156, 162, 163, 204 Χρόνης Ε. 136, 139 Χωριανόπουλος Ν.Γ. 139, 145, 165, 183 Ψαρουλάκη Α. 134, 177 Ψηφίδη Α. 123, 207 Ψύχας Β. 131, 135, 162, 188,
219
220
Assalamu `alaikum wr. wb.
LUMP SUM Assalamu `alaikum wr. wb. LUMP SUM Wassalamu alaikum wr. wb. Assalamu `alaikum wr. wb. LUMP SUM Wassalamu alaikum wr. wb. LUMP SUM Lump sum lump sum lump sum. lump sum fixed price lump sum lump
GREECE BULGARIA 6 th JOINT MONITORING
GREECE BULGARIA 6 th JOINT MONITORING COMMITTEE BANSKO 26-5-2015 «GREECE BULGARIA» Timeline 02 Future actions of the new GR-BG 20 Programme June 2015: Re - submission of the modified d Programme according
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΩΣ Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΦΡΟΥΤΩΝ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ Όνομα φοιτήτριας ΚΑΛΑΠΟΔΑ ΜΑΡΚΕΛΛΑ
Démographie spatiale/spatial Demography
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Démographie spatiale/spatial Demography Session 1: Introduction to spatial demography Basic concepts Michail Agorastakis Department of Planning & Regional Development Άδειες Χρήσης
HOMEWORK 4 = G. In order to plot the stress versus the stretch we define a normalized stretch:
HOMEWORK 4 Problem a For the fast loading case, we want to derive the relationship between P zz and λ z. We know that the nominal stress is expressed as: P zz = ψ λ z where λ z = λ λ z. Therefore, applying
Test Data Management in Practice
Problems, Concepts, and the Swisscom Test Data Organizer Do you have issues with your legal and compliance department because test environments contain sensitive data outsourcing partners must not see?
Πανεπιστήμιο Πειραιώς Τμήμα Πληροφορικής Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Πληροφορική»
Πανεπιστήμιο Πειραιώς Τμήμα Πληροφορικής Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Πληροφορική» Μεταπτυχιακή Διατριβή Τίτλος Διατριβής Επίκαιρα Θέματα Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Ονοματεπώνυμο Φοιτητή Σταμάτιος
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Το franchising ( δικαιόχρηση ) ως µέθοδος ανάπτυξης των επιχειρήσεων λιανικού εµπορίου
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ιπλωµατική Εργασία του φοιτητή του τµήµατος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Ηλεκτρονικών
þÿ ³¹µ¹½ º±¹ ±ÃÆ»µ¹± ÃÄ ÇÎÁ
Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2014 þÿ ³¹µ¹½ º±¹ ±ÃÆ»µ¹± ÃÄ ÇÎÁ þÿµá³±ã ±Â Äɽ ½ à º ¼µ ɽ : Georgiou,
Strain gauge and rosettes
Strain gauge and rosettes Introduction A strain gauge is a device which is used to measure strain (deformation) on an object subjected to forces. Strain can be measured using various types of devices classified
ΑΚΑ ΗΜΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : ΧΗΜΙΚΑ ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΟΥ ΑΤΜΟΛΕΒΗΤΑ
ΑΚΑ ΗΜΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : ΧΗΜΙΚΑ ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΟΥ ΑΤΜΟΛΕΒΗΤΑ ΣΠΟΥ ΑΣΤΗΣ : ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ :
Πτυχιακή Εργασία Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΣΤΗΘΑΓΧΗ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΣΤΗΘΑΓΧΗ Νικόλας Χριστοδούλου Λευκωσία, 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΤΡΙΣΟΚΚΑ Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
derivation of the Laplacian from rectangular to spherical coordinates
derivation of the Laplacian from rectangular to spherical coordinates swapnizzle 03-03- :5:43 We begin by recognizing the familiar conversion from rectangular to spherical coordinates (note that φ is used
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Ο ΠΡΟΩΡΟΣ ΤΟΚΕΤΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗΣ ΔΥΣΧΕΡΕΙΑΣ Όνομα Φοιτήτριας: Χρυσοστομή Αγαθοκλέους Αριθμός φοιτητικής
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ Αντρέας
CHAPTER 25 SOLVING EQUATIONS BY ITERATIVE METHODS
CHAPTER 5 SOLVING EQUATIONS BY ITERATIVE METHODS EXERCISE 104 Page 8 1. Find the positive root of the equation x + 3x 5 = 0, correct to 3 significant figures, using the method of bisection. Let f(x) =
ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Επιστήμη και Τεχνολογία Τροφίμων και Διατροφή του Ανθρώπου» Κατεύθυνση: «Διατροφή, Δημόσια
ΔΘΝΗΚΖ ΥΟΛΖ ΓΖΜΟΗΑ ΓΗΟΗΚΖΖ
Ε ΔΘΝΗΚΖ ΥΟΛΖ ΓΖΜΟΗΑ ΓΗΟΗΚΖΖ Κ ΔΚΠΑΗΓΔΤΣΗΚΖ ΔΗΡΑ ΣΜΖΜΑ : Σνπξηζηηθήο Οηθνλνκίαο θαη Αλάπηπμεο (ΣΟΑ) ΣΔΛΗΚΖ ΔΡΓΑΗΑ Θέκα: Σνπξηζκφο θαη Οηθνλνκηθή Κξίζε Δπηβιέπσλ : Νηνχβαο Λνπθάο πνπδάζηξηα : Σζαγθαξάθε
ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑ Λεμεσός 2012 i ii ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ
Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στην καθημερινή γλώσσα και την επιστημονική ορολογία: παράδειγμα από το πεδίο της Κοσμολογίας
Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στην καθημερινή γλώσσα και την επιστημονική ορολογία: παράδειγμα από το πεδίο της Κοσμολογίας ΠΕΡΙΛΗΨΗ Αριστείδης Κοσιονίδης Η κατανόηση των εννοιών ενός επιστημονικού πεδίου απαιτεί
HIV HIV HIV HIV AIDS 3 :.1 /-,**1 +332
,**1 The Japanese Society for AIDS Research The Journal of AIDS Research +,, +,, +,, + -. / 0 1 +, -. / 0 1 : :,**- +,**. 1..+ - : +** 22 HIV AIDS HIV HIV AIDS : HIV AIDS HIV :HIV AIDS 3 :.1 /-,**1 HIV
Η ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ - ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΗ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Διπλωματική εργασία στο μάθημα «ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ»
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΑΔΑΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔΡΙΑΝΗ ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΚΗ ΑΡΙΣΤΕΑ
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΑΔΑΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔΡΙΑΝΗ ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΚΗ ΑΡΙΣΤΕΑ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 2013 ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Τ.Ε.Ι. ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Τ.Ε.Ι. ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η προβολή επιστημονικών θεμάτων από τα ελληνικά ΜΜΕ : Η κάλυψή τους στον ελληνικό ημερήσιο τύπο Σαραλιώτου
ΔΘΝΗΚΖ ΥΟΛΖ ΓΖΜΟΗΑ ΓΗΟΗΚΖΖ ΚΑ ΔΚΠΑΙΓΔΤΣΙΚΗ ΔΙΡΑ ΣΔΛΗΚΖ ΔΡΓΑΗΑ
Δ ΔΘΝΗΚΖ ΥΟΛΖ ΓΖΜΟΗΑ ΓΗΟΗΚΖΖ ΚΑ ΔΚΠΑΙΓΔΤΣΙΚΗ ΔΙΡΑ ΣΜΖΜΑ ΓΔΝΗΚΖ ΓΗΟΗΚΖΖ ΣΔΛΗΚΖ ΔΡΓΑΗΑ Θέκα: «Ζ εθαξκνγή εξγαιείσλ Γηνίθεζεο Οιηθήο Πνηφηεηαο ζην Γεκφζην θαη Ηδησηηθφ ηνκέα: Ζ πεξίπησζε ηνπ Κνηλνχ Πιαηζίνπ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑ ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΘΕΣΜΙΚΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΠΛΟΙΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ που υποβλήθηκε στο
ΠΑΝΔΠΗΣΖΜΗΟ ΠΑΣΡΩΝ ΣΜΖΜΑ ΖΛΔΚΣΡΟΛΟΓΩΝ ΜΖΥΑΝΗΚΩΝ ΚΑΗ ΣΔΥΝΟΛΟΓΗΑ ΤΠΟΛΟΓΗΣΩΝ ΣΟΜΔΑ ΤΣΖΜΑΣΩΝ ΖΛΔΚΣΡΗΚΖ ΔΝΔΡΓΔΗΑ
ΠΑΝΔΠΗΣΖΜΗΟ ΠΑΣΡΩΝ ΣΜΖΜΑ ΖΛΔΚΣΡΟΛΟΓΩΝ ΜΖΥΑΝΗΚΩΝ ΚΑΗ ΣΔΥΝΟΛΟΓΗΑ ΤΠΟΛΟΓΗΣΩΝ ΣΟΜΔΑ ΤΣΖΜΑΣΩΝ ΖΛΔΚΣΡΗΚΖ ΔΝΔΡΓΔΗΑ Γηπισκαηηθή Δξγαζία ηνπ Φνηηεηή ηνπ ηκήκαηνο Ζιεθηξνιόγσλ Μεραληθώλ θαη Σερλνινγίαο Ζιεθηξνληθώλ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Μάρκετινγκ Αθλητικών Τουριστικών Προορισμών 1
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «Σχεδιασμός, Διοίκηση και Πολιτική του Τουρισμού» ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ
ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. ΘΕΜΑ: «ιερεύνηση της σχέσης µεταξύ φωνηµικής επίγνωσης και ορθογραφικής δεξιότητας σε παιδιά προσχολικής ηλικίας»
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ «ΠΑΙ ΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΥΛΙΚΟ» ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ που εκπονήθηκε για τη
«ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΕΙΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ»
I ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΦΟΥΜΟΝΙΣΙΝΩΝ ΣΤΟΥΣ ΜΑΥΡΟΥΣ ΑΣΠΕΡΓΙΛΛΟΥΣ Λία Μάρκου Λεμεσός 2016 i ii ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Τ.Ε.Ι. ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ: ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗΣ
Τ.Ε.Ι. ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ: ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: Επιπτώσεις που επιβάλλει το Νέο Σύμφωνο της Επιτροπής της Βασιλείας (Βασιλεία ΙΙ) για τις τράπεζες που δραστηριοποιούνται
ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ
ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Δ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ Σπουδάστρια: Διαούρτη Ειρήνη Δήμητρα Επιβλέπων καθηγητής:
ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΕ ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΕ ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Ενότητα 1β: Principles of PS Ιφιγένεια Μαχίλη Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΕΝΑΡΙΩΝ ΒΕΛΤΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΥΔΡΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΕΝΑΡΙΩΝ ΒΕΛΤΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΥΔΡΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΕΝΑΡΙΩΝ ΒΕΛΤΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
Πτυχιακή Εργασία. Παραδοσιακά Προϊόντα Διατροφική Αξία και η Πιστοποίηση τους
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Παραδοσιακά Προϊόντα Διατροφική Αξία και η Πιστοποίηση τους Εκπόνηση:
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΠΝΙΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΜΑΤΟΣ ΣΤΟΥΣ ΕΦΗΒΟΥΣ Ονοματεπώνυμο Φοιτήτριας: Χριστοφόρου Έλενα
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Τα γνωστικά επίπεδα των επαγγελματιών υγείας Στην ανοσοποίηση κατά του ιού της γρίπης Σε δομές του νομού Λάρισας
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΥΓΕΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Τα γνωστικά επίπεδα των επαγγελματιών υγείας Στην ανοσοποίηση
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΟΙΟΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ & ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΠΟΤΩΝ Π.Μ.Σ. «ΕΠΙΣΤΗΜΗ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ & ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ» Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ
Study of urban housing development projects: The general planning of Alexandria City
Paper published at Alexandria Engineering Journal, vol, No, July, Study of urban housing development projects: The general planning of Alexandria City Hisham El Shimy Architecture Department, Faculty of
ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Διαπολιτισμική Εκπαίδευση και Θρησκευτική Ετερότητα: εθνικές και θρησκευτικές
Μεταπτυχιακή Εργασία: «Διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν τη διατήρηση της γεωργικής χρήσης της γης σε περιαστικές περιοχές»
ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας &Ανάπτυξης Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη και Διαχείριση του Αγροτικού Χώρου» Μεταπτυχιακή Εργασία: «Διερεύνηση των παραγόντων
ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΛΑΙΟΠΛΑΚΟΥΝΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ
Σχολή Γεωπονικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Πτυχιακή εργασία ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΛΑΙΟΠΛΑΚΟΥΝΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ
the total number of electrons passing through the lamp.
1. A 12 V 36 W lamp is lit to normal brightness using a 12 V car battery of negligible internal resistance. The lamp is switched on for one hour (3600 s). For the time of 1 hour, calculate (i) the energy
ΠΕΡΙΛΗΨΗ. Εισαγωγή. Σκοπός
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Εισαγωγή Η παιδική παχυσαρκία έχει φτάσει σε επίπεδα επιδημίας στις μέρες μας. Μαστίζει παιδιά από μικρές ηλικίες μέχρι και σε εφήβους. Συντείνουν αρκετοί παράγοντες που ένα παιδί γίνεται παχύσαρκο
Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Χρυσάνθη Στυλιανού Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή εργασία ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΣΤΗ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ Έλλη Φωτίου 2010364426 Επιβλέπουσα
Phys460.nb Solution for the t-dependent Schrodinger s equation How did we find the solution? (not required)
Phys460.nb 81 ψ n (t) is still the (same) eigenstate of H But for tdependent H. The answer is NO. 5.5.5. Solution for the tdependent Schrodinger s equation If we assume that at time t 0, the electron starts
BRAIN AWARENESS ACTIVITY IN NEUROSCIENCES. City Date Time Hall. Rethymno, Crete 13 March pm Xenia Hall, Rethymno
BRAIN AWARENESS ACTIVITY IN NEUROSCIENCES City Date Time Hall Rethymno, Crete 13 March 2013 6.30 pm Xenia Hall, Rethymno TITLE: THE MENTAL HEALTH TODAY: THE ROLE OF THE BRAIN 1 Title of the 2 Title of
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Μελέτη των υλικών των προετοιμασιών σε υφασμάτινο υπόστρωμα, φορητών έργων τέχνης (17ος-20ος αιώνας). Διερεύνηση της χρήσης της τεχνικής της Ηλεκτρονικής Μικροσκοπίας
ΔΦΑΡΜΟΓΖ ΤΣΖΜΑΣΟ HACCP ΣΖΝ ΔΛΛΖΝΗΚΖ ΒΗΟΜΖΥΑΝΗΑ ΕΑΥΑΡΖ ΚΑΗ ΑΝΑΛΤΖ ΚΟΣΟΤ ΔΦΑΡΜΟΓΖ ΣΟΤ. Μπξηψ Υαηδεαλησλίνπ ΜΔΣΑΠΣΤΥΗΑΚΖ ΔΡΔΤΝΖΣΗΚΖ ΔΡΓΑΗΑ
ΓΔΧΠΟΝΗΚΟ ΠΑΝΔΠΗΣΖΜΗΟ ΑΘΖΝΧΝ ΣΜΖΜΑ ΑΓΡΟΣΗΚΖ ΟΗΚΟΝΟΜΗΑ ΚΑΗ ΑΝΑΠΣΤΞΖ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΔΣΑΠΣΤΥΗΑΚΧΝ ΠΟΤΓΧΝ ΟΡΓΑΝΩΖ ΚΑΗ ΓΗΟΗΚΖΖ ΔΠΗΥΔΗΡΖΔΩΝ ΣΡΟΦΗΜΩΝ & ΓΔΩΡΓΗΑ ΤΝΔΡΓΑΕΟΜΔΝΟ ΣΜΖΜΑ: ΔΠΗΣΖΜΖ & ΣΔΥΝΟΛΟΓΗΑ ΣΡΟΦΗΜΧΝ ΜΔΣΑΠΣΤΥΗΑΚΖ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ HACCP ΣΕ ΜΙΚΡΕΣ ΒΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΙΩΑΝΝΗ ΑΘ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ, ΔΑΣΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗ ΑΘ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Πτυχιούχου Γεωπόνου Κατόχου Μεταπτυχιακού
Φορτίο Νοσηρότητας Κεφάλαιο 16
Φορτίο Νοσηρότητας Κεφάλαιο 16 Γεωργία Σαλαντή Επικ. Καθηγήτρια Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας Ευχαριστίες στον Κώστα Τσιλίδη & Ορέστη Ευθυμίου για κάποιες από τις διαφάνειες Εισαγωγή Ø Η υγεία
2 Composition. Invertible Mappings
Arkansas Tech University MATH 4033: Elementary Modern Algebra Dr. Marcel B. Finan Composition. Invertible Mappings In this section we discuss two procedures for creating new mappings from old ones, namely,
Μελέτη των μεταβολών των χρήσεων γης στο Ζαγόρι Ιωαννίνων 0
Μελέτη των μεταβολών των χρήσεων γης στο Ζαγόρι Ιωαννίνων 0 ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ - ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (Δ.Π.Μ.Σ.) "ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ" 2 η ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΓΝΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ ΣΕ ΜΟΝΑΔΕΣ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΟΡΓΑΝΩΝ ΑΠΟ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΑ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Επιπτώσεις από τη χρήση αντικαταθλιπτικής αγωγής στην εγκυμοσύνη στο έμβρυο Όνομα Φοιτήτριας: Άντρια Λυσάνδρου Αριθμός φοιτητικής
ΤΕΙ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΤΕΙ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΜΕ ΟΙΚΙΣΚΟΥΣ ΓΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕΣΗΣ ΤΑΣΗΣ STUDY PHOTOVOLTAIC PARK WITH SUBSTATIONS
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1 ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ Φ.Τ:2008670839 Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
[1] P Q. Fig. 3.1
1 (a) Define resistance....... [1] (b) The smallest conductor within a computer processing chip can be represented as a rectangular block that is one atom high, four atoms wide and twenty atoms long. One
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΑΣΕΙΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΜΕ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΕΠΙΚΤΗΤΗΣ ΑΝΟΣΟΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ (AIDS) Αλέξης Δημήτρη Α.Φ.Τ: 20085675385 Λεμεσός
ΤΙΤΛΟΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ «H ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ CATERING ΣE ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΤΑΤΑΞΗΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ»
Αλεξάνδρειο Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυµα Θεσσαλονίκης ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΟΦΗΣ ΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΟΦΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ «H ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ CATERING ΣE
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων Καθηγητής: Δρ. Νίκος Μίτλεττον Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 2 ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Ονοματεπώνυμο: Ιωσηφίνα
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΕΙΚΤΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΕΔΑΦΟΥΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΕΙΚΤΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΕΔΑΦΟΥΣ [Μαρία Μαρκουλλή] Λεμεσός 2015 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ CYPRUS COMPUTER SOCIETY ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΜΑΘΗΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ 19/5/2007
Οδηγίες: Να απαντηθούν όλες οι ερωτήσεις. Αν κάπου κάνετε κάποιες υποθέσεις να αναφερθούν στη σχετική ερώτηση. Όλα τα αρχεία που αναφέρονται στα προβλήματα βρίσκονται στον ίδιο φάκελο με το εκτελέσιμο
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ- ΑΠΟΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ BRAILLE ΑΠΟ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΤΥΦΛΩΣΗ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ- ΑΠΟΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ BRAILLE
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ. Πτυχιακή εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Πτυχιακή εργασία ΜΕΛΕΤΗ ΠΟΛΥΦΑΙΝΟΛΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΟΞΕΙΔΩΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΣΟΚΟΛΑΤΑΣ Αναστασία Σιάντωνα Λεμεσός
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΥΠΕΡΗΧΩΝ ΣΤΗΝ LISTERIA GRAYI ΣΤΟ ΓΑΛΑ: ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ. Άρτεμις
Instruction Execution Times
1 C Execution Times InThisAppendix... Introduction DL330 Execution Times DL330P Execution Times DL340 Execution Times C-2 Execution Times Introduction Data Registers This appendix contains several tables
A7-0150/153. Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 παράγραφος 1 παράγραφος 1 σηµείο 3 στοιχείο στ. Κείµενο που προτείνει η Επιτροπή.
5.3.2014 A7-0150/153 Τροπολογία 153 Graham Watson, Nils Torvalds εξ ονόµατος της Οµάδας ALDE Έκθεση A7-0150/2014 Krišjānis KariĦš, Judith Sargentini Πρόληψη της χρησιµοποίησης του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος
ΓΕΩΜΕΣΡΙΚΗ ΣΕΚΜΗΡΙΩΗ ΣΟΤ ΙΕΡΟΤ ΝΑΟΤ ΣΟΤ ΣΙΜΙΟΤ ΣΑΤΡΟΤ ΣΟ ΠΕΛΕΝΔΡΙ ΣΗ ΚΤΠΡΟΤ ΜΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΤΣΟΜΑΣΟΠΟΙΗΜΕΝΟΤ ΤΣΗΜΑΣΟ ΨΗΦΙΑΚΗ ΦΩΣΟΓΡΑΜΜΕΣΡΙΑ
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΣΟΒΙΟ ΠΟΛΤΣΕΧΝΕΙΟ ΣΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ-ΣΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΣΟΜΕΑ ΣΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΕΡΓΑΣΗΡΙΟ ΦΩΣΟΓΡΑΜΜΕΣΡΙΑ ΓΕΩΜΕΣΡΙΚΗ ΣΕΚΜΗΡΙΩΗ ΣΟΤ ΙΕΡΟΤ ΝΑΟΤ ΣΟΤ ΣΙΜΙΟΤ ΣΑΤΡΟΤ ΣΟ ΠΕΛΕΝΔΡΙ ΣΗ ΚΤΠΡΟΤ ΜΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΤΣΟΜΑΣΟΠΟΙΗΜΕΝΟΤ
Γιπλυμαηική Δπγαζία. «Ανθπυποκενηπικόρ ζσεδιαζμόρ γέθςπαρ πλοίος» Φοςζιάνηρ Αθανάζιορ. Δπιβλέπυν Καθηγηηήρ: Νηθφιανο Π. Βεληίθνο
ΔΘΝΙΚΟ ΜΔΣΟΒΙΟ ΠΟΛΤΣΔΥΝΔΙΟ ΥΟΛΗ ΝΑΤΠΗΓΩΝ ΜΗΥΑΝΟΛΟΓΩΝ ΜΗΥΑΝΙΚΩΝ Γιπλυμαηική Δπγαζία «Ανθπυποκενηπικόρ ζσεδιαζμόρ γέθςπαρ πλοίος» Φοςζιάνηρ Αθανάζιορ Δπιβλέπυν Καθηγηηήρ: Νηθφιανο Π. Βεληίθνο Σπιμελήρ Δξεηαζηική
ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΙΦΝΙΔΙΟΥ ΒΡΕΦΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΙΦΝΙΔΙΟΥ ΒΡΕΦΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ Ονοματεπώνυμο: Λοϊζιά Ελένη Λεμεσός 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. «Θεσμικό Πλαίσιο Φωτοβολταïκών Συστημάτων- Βέλτιστη Απόδοση Μέσω Τρόπων Στήριξης»
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΥ «Θεσμικό Πλαίσιο Φωτοβολταïκών Συστημάτων- Βέλτιστη Απόδοση Μέσω Τρόπων Στήριξης» Διπλωματική
"ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΕΤΗ 2011-2013"
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Επιμέλεια Κρανιωτάκη Δήμητρα Α.Μ. 8252 Κωστορρίζου Δήμητρα Α.Μ. 8206 Μελετίου Χαράλαμπος Α.Μ.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ. Ψηφιακή Οικονομία. Διάλεξη 7η: Consumer Behavior Mαρίνα Μπιτσάκη Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ Ψηφιακή Οικονομία Διάλεξη 7η: Consumer Behavior Mαρίνα Μπιτσάκη Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών Τέλος Ενότητας Χρηματοδότηση Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό έχει αναπτυχθεί
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΘΕΜΑ»
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Π.Μ.Σ. «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΘΕΜΑ» «Εφαρμογή
Right Rear Door. Let's now finish the door hinge saga with the right rear door
Right Rear Door Let's now finish the door hinge saga with the right rear door You may have been already guessed my steps, so there is not much to describe in detail. Old upper one file:///c /Documents
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ Κατ/νση Τοπικής Αυτοδιοίκησης ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Μοντέλα στρατηγικής διοίκησης και
ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη & Διαχείριση Αγροτικού Χώρου» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ «Η συμβολή των Τοπικών Προϊόντων
ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΙΓ' ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ
ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΙΓ' ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ: ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΕΣΩ ΔΕΙΚΤΩΝ Επιβλέπων: Αθ.Δελαπάσχος
ΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙ Α ΓΙΑ ΤΑΞΙ ΙΩΤΕΣ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΑΣ ΙΑΡΚΕΙΑΣ
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΟΦΗΣ ΚΑΙ ΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ, ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙ Α ΓΙΑ ΤΑΞΙ ΙΩΤΕΣ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΑΣ ΙΑΡΚΕΙΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΛΕΞΙΑ ΤΣΕΡΛΙΓΚΑ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Γ. Α. ΦΡΑΓΚΙΑ ΑΚΗΣ. 2012 σελ.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Κεφάλαιο 1: Κεφάλαιο 2: Κεφάλαιο 3:
4 Πρόλογος Η παρούσα διπλωµατική εργασία µε τίτλο «ιερεύνηση χωρικής κατανοµής µετεωρολογικών µεταβλητών. Εφαρµογή στον ελληνικό χώρο», ανατέθηκε από το ιεπιστηµονικό ιατµηµατικό Πρόγραµµα Μεταπτυχιακών
Θέμα διπλωματικής εργασίας: «Από το «φρενοκομείο» στη Λέρο και την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση: νομικό πλαίσιο και ηθικοκοινωνικές διαστάσεις»
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΕΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ & ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑΤΑ ΝΟΜΙΚΗΣ & ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ: ΔΙΚΑΙΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΒΙΟΗΘΙΚΗ
ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Πτυχιακή εργασία ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Χρυσόστοµος Παπασπύρου Λεµεσός, 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΣ 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV Στυλιανού Στυλιανή Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
ΦΩΤΟΓΡΑΜΜΕΤΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΑΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
AΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΜΜΕΤΡΙΚΕΣ
AΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ
AΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΙΕΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Case 1: Original version of a bill available in only one language.
currentid originalid attributes currentid attribute is used to identify an element and must be unique inside the document. originalid is used to mark the identifier that the structure used to have in the
MΕΛΕΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΆΣ ΤΡΙΩΝ ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΥΚΗΤΟΚΤΟΝΟΥ ΑΖΟΧΥSTROBIN ΣΕ ΕΔΑΦΗ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ MΕΛΕΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΆΣ ΤΡΙΩΝ ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΥΚΗΤΟΚΤΟΝΟΥ ΑΖΟΧΥSTROBIN ΣΕ ΕΔΑΦΗ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΟΥΜΑΖΟΥ ΛΕΜΕΣΟΣ, ΜΆΙΟΣ 2017 ii ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
Παρατηρήσεις επί των συστάσεων: Competent Authority response received on 2 June 2008
Παρατηρήσεις επί των συστάσεων: Competent Authority response received on 2 June 2008 No. Recommendation 1 2 To ensure efficient and effective coordination between the competent authorities involved in
ΘΕΜΑ: Το μάρκετινγκ των ελληνικών αγροτικών παραδοσιακών προϊοντων : Η περίπτωση της μέλισσας και των προϊοντων της
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ & ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: Το μάρκετινγκ των ελληνικών αγροτικών παραδοσιακών προϊοντων : Η περίπτωση της μέλισσας
The Simply Typed Lambda Calculus
Type Inference Instead of writing type annotations, can we use an algorithm to infer what the type annotations should be? That depends on the type system. For simple type systems the answer is yes, and
Το κοινωνικό στίγμα της ψυχικής ασθένειας
Διεπιζηημονική Φρονηίδα Υγείας(2015) Τόμος 7,Τεύχος 1, 8-18 ISSN 1791-9649 Το κοινωνικό στίγμα της ψυχικής ασθένειας Κνξδώζε Α 1, Σαξίδε Μ 2, Σνπιηώηεο Κ 3 1 Ννζειεύηξηα ΤΔ, MSc, Γεληθό Ννζνθνκείν Κνξίλζνπ.
ΣΕΝΑΡΙΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΣΕΝΑΡΙΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΕ ΜΙΑ ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΗ ΛΕΚΑΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΜΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ AGENDA 21 ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΝ
Math 6 SL Probability Distributions Practice Test Mark Scheme
Math 6 SL Probability Distributions Practice Test Mark Scheme. (a) Note: Award A for vertical line to right of mean, A for shading to right of their vertical line. AA N (b) evidence of recognizing symmetry