1. Η ζώνη και οι επιπτώσεις της



Σχετικά έγγραφα
Σύγχρονα Θέματα Διεθνούς Πολιτικής

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3831, 5/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4452, (Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ ΝΟΜΟ

Εθνική προτεραιότητα η θέσπιση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) και άλλων θαλασσίων ζωνών από την Ελλάδα

Χωρικά ύδατα και εναέριος χώρος: Η ελληνοτουρκική πραγματικότητα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΝΑ.Μ.Ε

Το Δίκαιο της Θάλασσας και Ενεργειακά Θέματα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΛΙΕΙΑΣ

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΠΛΟΙΑΡΧΩΝ

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΘΑΛΑΣΣΩΝ

Ενημερωτικές Σημειώσεις για την Παγκόσμια Ημέρα Υδρογραφίας Η Χαρτογράφηση των θαλασσών, ωκεανών και πλωτών οδών, - πιο σημαντική από ποτέ

Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Η ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Η επιλογή της προσήκουσας νομικής βάσης για το οικογενειακό δίκαιο Μελλοντικές προοπτικές

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Εισαγωγή στο ίκαιο της Θάλασσας

«ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΧΑΡΑΞΕΩΝ ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΙΔΑΣ ΚΑΙ ΑΟΖ»

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ: ΣΥΓΚΡΙΣΗ-ΑΝΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΜΕ ΤΗΝ ΝΟΤΙΑ ΣΙΝΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ (SPRATLY ISLANDS).

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

þÿ»» ±Â ı ÌÁ¹± Ä Â - ÄÁÌÀ ¹ þÿº± Á¹Ã¼ Í - ÀÁÌ ÀĹºµÂ

Ν. 186(I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΩΝ (ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ, ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ) ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2007 ΕΩΣ 2014

ΑΔΙΑΒΑΘΜΗΤΗ ΣΧΟΛΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ 7 Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/0289(COD) Σχέδιο γνωμοδότησης Maria Heubuch (PE584.

Η ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΖΩΝΩΝ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ) Προς ένα καλύτερο μέλλον για τα ιχθυοαποθέματα και τους αλιείς

ΓΕΩΛΟΓΙΑ-ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0192(NLE)

PUBLIC ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες,24Ιουλίου2013(29.07) (OR.en) 12283/1/13 REV1. Διοργανικόςφάκελος: 2013/0074(COD) LIMITE

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) 2016/72 και (ΕΕ) 2015/2072 όσον αφορά ορισμένες αλιευτικές δυνατότητες

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

12710/17 ΑΒ/μκρ 1 DG B 2A

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/2113(INI) Σχέδιο έκθεσης Iliana Malinova Iotova (PE v01-00)

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/0289(COD) εξ ονόματος της Επιτροπής Ανάπτυξης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 16 Αυγούστου 2017 (OR. en)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

EL Eνωµένη στην πολυµορφία EL A7-0008/255. Τροπολογία. Ulrike Rodust εξ ονόµατος της Οµάδας S&D

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ MΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ στη ΝΑΥΤΙΛΙΑ

Ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός ως εργαλείο για την ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος ΗΛΙΑΣ ΜΠΕΡΙΑΤΟΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Περιγραφή του ισχύοντος συστήµατος οριοθέτησης αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών µελών

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. {SWD(2018) 1 final} - {SWD(2018) 2 final}

7770/11 GA/ag,nm TEFS

Η εστίαση στην έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων, Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου και της γεωθερμίας, καθώς και

18475/11 ΔΠ/νκ 1 DG H 2A

ΗΜΕΡΙΔΑ Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. της. Έκθεσης της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

9011/15 ΔΑ/μκρ 1 DG B 3A

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2016) 6618 final.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

LIFE.2.A EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2019/0010 (COD) PE-CONS 36/19 PECHE 64 PREP-BXT 51 CODEC 381

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

PUBLIC ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2004 (19.05) (OR. en) 9600/04 LIMITE EDUC 118 SOC 253

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0126(NLE) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

B8-0237/2017 } B8-0241/2017 } RC1/Αναθ./Τροπ. 7

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

A7-0008/244

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας: Προστασία Θαλασσίου Περιβάλλοντος

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2117(INI)

THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ ΝΙΚΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ MINISTER OF FOREIGN AFFAIRS, CYPRUS

Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α ( ιά ενηµέρωση της ιεραρχίας ΓΕΕΘΑ)

Η Άγκυρα ανησυχεί και προκαλεί

Θέμα: Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων δικαιολογητικών και διαδικασίας για την έγκριση αδειών αλίευσης σε αλιευτικά σκάφη. ΑΠΟΦΑΣΗ

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Τροποποιημένη πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΟ ΑΡΚΤΙΚΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΑΝΟΙΓΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΟΤΙΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ. Hλίας Κονοφάγος και Νίκος Λυγερός. (Αναλυτές)

Η ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΖΩΝΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας. Συντάκτρια γνωμοδότησης (*) : Eva Lichtenberger

14292/18 ROD/ech LIFE.2.A. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 6 Δεκεμβρίου 2018 (OR. en) 14292/18. Διοργανικός φάκελος: 2018/0365 (NLE)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα Καθηγητή Σ. Περράκη... Ευχαριστίες Συγγραφέα... Κυριότερες Συντομογραφίες... ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

Ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία

Υπεύθυνη Δήλωση. "Δηλώνω υπευθύνως ότι όλα τα στοιχεία σε αυτήν την εργασία τα απέκτησα, τα

Επιτροπή Περιβάλλοντος, ηµόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίµων

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144/3

Transcript:

Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη : Διεθνές θεσμικό πλαίσιο και εφαρμογές μέσα από τη διεθνή πρακτική 1 Του Βενιαμίν Καρακωστάνογλου, Λέκτορα Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου στον Τομέα Διεθνών Σπουδών του Τμ. Νομικής Α.Π.Θ. 1. Η ζώνη και οι επιπτώσεις της Η καθιέρωση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) αποτέλεσε μια επαναστατική εξέλιξη στο χώρο του δικαίου της θάλασσας και, προστιθέμενη στις μερικότερες προηγούμενες προσπάθειες για επέκταση της παράκτιας δικαιοδοσίας (συνορεύουσα ζώνη, ζώνη αλιείας, υφαλοκρηπίδα), ανέτρεψε ριζικά πλέον το διπολικό σχήμα της κυριαρχίας και της ελευθερίας που επί αιώνες κυριάρχησε στον θαλάσσιο χώρο. Δημιούργησε μια ενδιάμεση, ιδιαίτερα περιεκτική από άποψη δικαιωμάτων, ζώνη ανάμεσα στη χωρική και την ανοικτή θάλασσα. Σ αυτήν συσσωρεύτηκαν υπέρ του παράκτιου κράτους τα δικαιώματα που μέχρι τότε περιλάμβανε η Ζώνη Αλιείας και η Υφαλοκρηπίδα, μαζί με πρόσθετα δικαιώματα και δικαιοδοσίες, με αποτέλεσμα τη ριζική συρρίκνωση (κατά 36%) της περιοχής που καλύπτει η ανοικτή θάλασσα (εφόσον βέβαια θεσπισθεί η ΑΟΖ απ όλα τα κράτη). Ετσι, περιέρχονται υπό τον αποκλειστικό έλεγχο των παράκτιων κρατών το 95% περίπου της παγκόσμιας αλιείας, περισσότερο από το 80% των γνωστών υποθαλάσσιων αποθεμάτων πετρελαίου (δηλαδή το 1/3 της παγκόσμιας παραγωγής), και το 10% των παγκόσμιων πολυμεταλλικών κονδύλων (σε συνάρτηση βέβαια και με το προϊσχύον καθεστώς της Υφαλοκρηπίδας που ταυτίζεται με το βυθό της ΑΟΖ μέχρι τα 200 ν.μ.). Τέλος, περίπου το 80% της θαλάσσιας επιστημονικής έρευνας διεξάγεται στην περιοχή της ΑΟΖ. 2. Ορισμός της ζώνης όρια Το καθεστώς της ΑΟΖ περιέχεται στο Μέρος V (άρθρα 55-75) καθώς και σε ορισμένα άλλα άρθρα της Σύμβασης του Montego Bay, του 1982, που προέκυψε από την UNCLOS IIΙ. Σύμφωνα μ αυτό, η ΑΟΖ είναι μια περιοχή που βρίσκεται πέρα από την χωρική θάλασσα και είναι παρακείμενη σ αυτήν, και εκτείνεται μέχρι τα 200 ν.μ. από τις γραμμές βάσης της χωρικής θάλασσας, διέπεται δε από το ειδικό νομικό καθεστώς που θεσπίζεται στο ομώνυμο 1. To άρθρο αυτό βασίζεται στο βιβλίο του συγγραφέα: Β. Καρακωστάνογλου, Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στο νέο Δίκαιο της Θάλασσας. Το Νομικό Καθεστώς με έμφαση στην Αλιεία, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα- Θεσσαλονίκη, 2001.

2 Μέρος V της Σύμβασης. Στην ΑΟΖ το παράκτιο κράτος έχει κυριαρχικά δικαιώματα σε σχέση με όλους τους φυσικούς πόρους, ζώντες (βιολογικούς) και μη ζώντες (μη βιολογικούς), της υδάτινης στήλης (δηλ. των υπερκείμενων του βυθού υδάτων), του βυθού και του υπεδάφους, καθώς και σχετικά με άλλες δραστηριότητες για την οικονομική εκμετάλλευση και εξερεύνηση της ζώνης (όπως η παραγωγή ενέργειας από τα ύδατα, τα ρεύματα και τους ανέμους). Τα δικαιώματα επί του βυθού και του υπεδάφους της ζώνης ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις για την Υφαλοκρηπίδα (Μέρος VI της Σύμβασης). Εχει επίσης, δικαιοδοσία σε σχέση με την εγκατάσταση και χρήση τεχνητών νησιών, εγκαταστάσεων και κατασκευών, τη θαλάσσια επιστημονική έρευνα, την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, καθώς και άλλα δικαιώματα και υποχρεώσεις που προβλέπονται στη Σύμβαση. Κατά την άσκηση των δικαιωμάτων και εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, το παράκτιο κράτος πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τα δικαιώματα (ελευθερίες) των άλλων κρατών στην ζώνη. Όλα τα άλλα (πλην του παράκτιου) κράτη, απολαμβάνουν στην ΑΟΖ τις ελευθερίες επικοινωνίας της ανοικτής θάλασσας, δηλαδή της ναυσιπλοΐας, της υπέρπτησης, της τοποθέτησης υποβρύχιων καλωδίων και σωληναγωγών και άλλες συναφείς μ αυτές ελευθερίες, λαμβάνοντας βέβαια υπόψη τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του παράκτιου κράτους. Τόσο για τα υπόλοιπα κράτη, γενικά, όσο και για τις ειδικές κατηγορίες των κρατών χωρίς ακτές και των γεωγραφικώς μειονεκτούντων κρατών, προβλέπονται επίσης στην ΑΟΖ δικαιώματα συμμετοχής, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, στην αλιεία μέσα στην ΑΟΖ και στην διεξαγωγή της επιστημονικής έρευνας στην ζώνη. Το παράκτιο κράτος μπορεί να θεσπίσει μικρότερη ΑΟΖ από αυτή των 200 ν.μ. ή ακόμη να μη θεσπίσει καθόλου ΑΟΖ. Απαιτείται πάντως ειδική διακήρυξη του παράκτιου κράτους για την θέσπιση της ΑΟΖ, η οποία μπορεί να είναι οποιασδήποτε έκτασης μέχρι τα 200 ν.μ. απ την ακτή. Μέχρι αυτή τη διακήρυξη, το παράκτιο κράτος δεν έχει δικαιώματα επί της ΑΟΖ, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Υφαλοκρηπίδα, όπου τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους προϋπάρχουν και υφίστανται αυτοδικαίως (ipso facto et ab initio). Ως προς το ζήτημα γιατί επιλέχθηκε το όριο των 200 ν.μ. σαν μέγιστο εύρος της ΑΟΖ και όχι κάποιο άλλο όριο, μολονότι το θέμα ερείζεται, η πιθανότερη εξήγηση είναι ότι οι λόγοι είναι ιστορικοί και πολιτικοί: τα 200 μίλια τα επέβαλε η πολιτική βούληση των κρατών και αποτελούν μία πολιτική πραγματικότητα. ΑΟΖ έχουν τόσο τα ηπειρωτικά εδάφη όσο και τα νησιά (με την εξαίρεση των βράχων που δεν μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη εγκατάσταση ή δική τους οικονομική ζωή). 3. Τα ασκούμενα δικαιώματα στη ζώνη

3 Η ΑΟΖ είναι μια πολυλειτουργική ζώνη, σε αντίθεση με τις μέχρι τώρα γνωστές μονολειτουργικές ζώνες των παράκτιων κρατών (π.χ. συνορεύουσα ζώνη, ζώνη αλιείας, υφαλοκρηπίδα, ζώνες ασφαλείας). Η ιδιαίτερα μεγάλη έκταση των εξουσιών που ασκούνται από το παράκτιο κράτος στην ΑΟΖ έχει άμεση επίπτωση στα άλλα χαρακτηριστικά της ζώνης, δηλαδή την μικρότερη αντίστοιχα έκταση των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων κρατών (σε σχέση με τις μέχρι τώρα λειτουργικές ζώνες) και τονίζει την αναγκαιότητα διασφάλισης της κατάλληλης ισορροπίας ανάμεσα στα δικαιώματα του παράκτιου κράτους και τις ελευθερίες των άλλων κρατών. Τα άλλα κράτη (όπως προσδιορίζει το άρθρο 58), από όλες τις ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας απολαμβάνουν μόνο τις ελευθερίες (δικαιώματα) επικοινωνίας (jus communicationis) στην ΑΟΖ. Οι υπόλοιπες ελευθερίες (της αλιείας, της επιστημονικής έρευνας και της εγκατάστασης τεχνητών νησιών κλπ.) απορροφώνται από τα κυριαρχικά δικαιώματα και τις δικαιοδοσίες του παράκτιου κράτους (άρθρο87.1.d.e.f). Υψίστη πάντως υποχρέωση των κρατών είναι το γενικό καθήκον να λαμβάνουν αμοιβαία σοβαρά υπόψη τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους (άρθρα 56.2 και 58.3), που αντικατοπτρίζει την αρχή της ισότιμης (στα πλαίσια που θέτει η Σύμβαση) και εύλογης χρήσης της θάλασσας μέσα στην ΑΟΖ, από τους διάφορους ανταγωνιστές-χρήστες της. Γιατί όμως ονομάζονται στη Σύμβαση «κυριαρχικά» τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους; Η ονομασία αυτή σχετίζεται με την φύση των δικαιωμάτων που είναι ίδια με αυτή των δικαιωμάτων που απορρέουν από την πλήρη κυριαρχία. Η έννοιά τους όμως δεν ταυτίζεται με την συνήθη περιεκτική έννοια των κυριαρχικών δικαιωμάτων, αυτών δηλαδή που αποτελούν έκφραση και απόρροια της πλήρους κυριαρχίας. Ενώ, στην περίπτωση της τελευταίας τα συναφή δικαιώματα είναι πλήρη, απόλυτα και καλύπτουν κάθε δυνατή χρήση, τα κυριαρχικά δικαιώματα που χορηγούνται στην ΑΟΖ είναι περιορισμένα στις οικονομικές μόνο χρήσεις. Ειδικότερα, προβλέπουν κυριαρχία επί των ίδιων των φυσικών πόρων, που υπάρχουν στα ύδατα, στο βυθό και το υπέδαφος, καθώς και σχετικά με άλλες δραστηριότητες οικονομικής εκμετάλλευσης και εξερεύνησης της ζώνης. Πρόκειται ουσιαστικά για οικονομικά (κυρίως) κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή για λειτουργικά δικαιώματα προσανατολισμένα στις οικονομικές χρήσεις του θαλάσσιου χώρου. Το παράκτιο κράτος δεν απολαμβάνει αποκλειστικότητα σε σχέση με την εκμετάλλευση των ζώντων πόρων των υδάτων με τον ίδιο απόλυτο τρόπο που την διαθέτει για τους πόρους της Υφαλοκρηπίδας (ζώντες και μη ζώντες). Αυτό συμβαίνει γιατί τα άλλα κράτη έχουν (υπό προϋποθέσεις βέβαια) δυνατότητα συμμετοχής στο πλεόνασμα των

4 αλιευτικών αποθεμάτων της ζώνης, καθώς και γιατί επιβάλλεται στο παράκτιο κράτος η υποχρέωση διατήρησης και άριστης (καλύτερης δυνατής) χρησιμοποίησης (εκμετάλλευσής) τους. Τα παραπάνω βέβαια, δεν αναιρούν σε καμμία περίπτωση την αποκλειστικότητα των δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους επί των βιολογικών πόρων των υδάτων (αλιευμάτων), γιατί : α) Η συμμετοχή στο πλεόνασμα της αλιείας δεν αποτελεί αυτοτελές δικαίωμα των άλλων κρατών, αλλά δυνητική υποχρέωση του παράκτιου κράτους (στα πλαίσια της υποχρέωσης άριστης χρησιμοποίησης των αλιευμάτων), που παύει να υπάρχει όταν το παράκτιο κράτος έχει την ικανότητα να αλιεύσει όλο το επιτρεπόμενο αλίευμα της ΑΟΖ του, ενώ πάντα εξαρτάται από σύναψη συμφωνίας με το παράκτιο κράτος. β) Οι υποχρεώσεις διατήρησης και άριστης χρησιμοποίησης των ζώντων πόρων της ΑΟΖ αποτελούν κατευθυντήριες αρχές στην άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους (ώστε να λειτουργούν και προς όφελος της ανθρωπότητας) χωρίς να αναιρούν τα ίδια τα αποκλειστικά αυτά δικαιώματα. Η ουσιαστική διαφορά όμως η οποία παραμένει, πηγάζει από το γεγονός ότι τα δικαιώματα επί των πόρων της Υφαλοκρηπίδας μέχρι τα 200 ν.μ. (δηλαδή, του βυθούυπεδάφους της ΑΟΖ) υπάρχουν «εξ υπαρχής» (ab initio) και «αυτοδικαίως» (ipso facto), και δεν απαιτείται ρητή θέσπισή τους. Διαφορετικό είναι το περιεχόμενο των κυριαρχικών δικαιωμάτων επί των φυσικών πόρων των υπερκείμενων υδάτων, δηλαδή κυρίως ζώντων (αλλά και μη ζώντων). Εκεί, απαιτείται ρητή καθιέρωση της ΑΟΖ από το παράκτιο κράτος, ώστε να αρχίσει να λειτουργεί το καθεστώς της αποκλειστικής εκμετάλλευσης (κυριαρχικά δικαιώματα) από το παράκτιο κράτος και όλα τα συνακόλουθα δικαιώματα που χορηγεί το καθεστώς της ΑΟΖ. Η διαφορά αυτή απορρέει από την διαφορετική θεμελίωση των δικαιωμάτων στο βυθό από τη μια πλευρά, και στα ύδατα από την άλλη. Το καθεστώς του βυθού, που ρυθμίζεται από τις διατάξεις για την Υφαλοκρηπίδα, ξεκινάει από το γεγονός ότι η Υφαλοκρηπίδα αποτελεί υποθαλάσσια συνέχεια του χερσαίου εδάφους του κράτους, ενώ δεν ισχύει το ίδιο για την ΑΟΖ, η οποία καλύπτει και τον υδάτινο χώρο. Στο παράκτιο κράτος όμως, εκτός από τα κυριαρχικά δικαιώματα χορηγείται και δικαιοδοσία (με την έννοια της αποκλειστικής αρμοδιότητας, που όμως δεν πρέπει να συγχέεται με την εσωτερική δικαιοδοσία των κρατών) για άλλες μορφές χρήσεων (τεχνητά νησιά, προστασία περιβάλλοντος, επιστημονική έρευνα). Οι χρήσεις αυτές μολονότι έχουν και κάποιες οικονομικές εκφάνσεις, δεν είναι μόνο οικονομικές.

5 Η διαφορά ορολογίας, ως προς τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους, αντικατοπτρίζει και μια διαφορά βαρύτητας στην κάθε περίπτωση. Εκτός από τα «κυριαρχικά δικαιώματα» και την «δικαιοδοσία», η άλλη κατηγορία του άρθρου 56 αποτελείται από τα «άλλα δικαιώματα και υποχρεώσεις που προβλέπονται στη Σύμβαση» [ά.56.1(γ)]. Σ αυτά εμπίπτουν το αποκλειστικό δικαίωμα για εξουσιοδότηση και ρύθμιση γεωτρήσεων στο βυθό της ΑΟΖ (Υφαλοκρηπίδα), για κάθε σκοπό (ά.81), ή το δικαίωμα συνεχούς καταδίωξης (hot pursuit) για παραβιάσεις των νόμων και κανονισμών του παράκτιου κράτους που έγιναν μέσα στην ΑΟΖ του (ά.111.2), κλπ. Η αναφορά τριών κατηγοριών δικαιωμάτων στο άρθρο 56, δηλαδή: α. κυριαρχικά δικαιώματα β. δικαιοδοσία γ. άλλα δικαιώματα φαίνεται ότι παρατίθεται σε ιεραρχική βάση, που αντικατοπτρίζει την προτεραιότητα των οικονομικών κινήτρων που οδήγησαν στην καθιέρωση της ζώνης. Το καθεστώς της Σύμβασης για την ναυσιπλοΐα είναι γενικά επαρκές για να διασφαλίσει την απρόσκοπτη ναυσιπλοΐα των ξένων πλοίων μέσα στην ΑΟΖ. Αδιευκρίνιστο παραμένει το θέμα της έκτασης των δικαιωμάτων των πολεμικών πλοίων μέσα στην ζώνη, και το αν δικαιούνται να πραγματοποιούν ναυτικά γυμνάσια ή ασκήσεις με πραγματικά πυρά. Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που ανακύπτει και το οποίο είναι επίσης αδιευκρίνιστο, είναι ποιοι κανόνες ελέγχου της εναερίου κυκλοφορίας ισχύουν για τις πτήσεις πάνω από την ΑΟΖ. Η Σύμβαση του 1982 δεν δίνει ευθεία απάντηση. Μπορούμε, όμως, να δεχθούμε ότι οι κανόνες του ICAO ισχύουν στην ΑΟΖ (όπως και πάνω από την ανοικτή θάλασσα), υποχωρούν όμως απέναντι στην αντίστοιχη εσωτερική νομοθεσία του παράκτιου κράτους, στις περιπτώσεις που εμπλέκονται με την άσκηση των δικαιωμάτων και δικαιοδοσιών του παράκτιου κράτους για την οικονομική εκμετάλλευση της ζώνης. Διαπιστώνουμε, πάντως, ότι μολονότι αρχικά η περιοχή της ΑΟΖ καλύπτει την υδάτινη στήλη μέχρι τα 200 ν.μ., καθώς και την αντίστοιχη περιοχή βυθού και υπεδάφους, χορηγεί επίσης στο παράκτιο κράτος και κάποια δικαιώματα και στον εναέριο χώρο πάνω από τη ζώνη, για θέματα που άπτονται της οικονομικής εκμετάλλευσης των πόρων της ζώνης ή των άλλων δικαιοδοσιών του. Γενικότερα πάντως, μια διαπίστωση που μπορεί εύκολα να εξαχθεί και για τις τρεις ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας που ισχύουν στην ΑΟΖ, είναι ότι, λόγω των περιορισμών στους οποίους υπόκεινται τα δικαιώματα των άλλων κρατών για ναυσιπλοΐα, υπέρπτηση και

6 τοποθέτηση καλωδίων και σωληναγωγών στην ΑΟΖ, είναι λιγότερο εκτεταμένα από τα αντίστοιχα στην ανοικτή θάλασσα. Η Σύμβαση τελικά δεν φαίνεται να απαντά σαφώς στο ερώτημα πώς θα συναρμοσθούν οι ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας (π.χ. της ναυσιπλοΐας) με τα κυριαρχικά δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην ΑΟΖ. Προβάλλονται επιχειρήματα τόσο υπέρ της άποψης ότι προηγούνται οι ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας, όσο και υπέρ της αντίθετης, ότι υπερέχουν τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους. Παραμένει λοιπόν ανοικτό το ζήτημα της διαμόρφωσης, στην πρακτική πλέον, του καθεστώτος της ΑΟΖ, σε σχέση με την άσκηση των παραδοσιακών δικαιωμάτων που τα άλλα κράτη έχουν στα πλαίσια του καθεστώτος της ανοικτής θάλασσας. Στο θέμα πάντως αυτό, σημαντική επίπτωση έχει και η θέση που λαμβάνει ο μελετητής απέναντι στο πρόβλημα της νομικής φύσης της ΑΟΖ, που καθορίζει ενδεχομένως και την προτεραιότητα των δικαιωμάτων στην ζώνη. Το άρθρο 59 καθιστά σαφές ότι, στην περίπτωση μη παραχωρημένων δικαιωμάτων, δεν υπάρχει προτίμηση ούτε υπέρ του παράκτιου ούτε υπέρ των άλλων κρατών: κάθε συγκεκριμένη περίπτωση διένεξης που ανακύπτει, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με βάση τα ιδιαίτερα στοιχεία της, στη βάση των κριτηρίων που τίθενται στο άρθρο αυτό. Και στο θέμα πάντως αυτών των «υπόλοιπων δικαιωμάτων» ο φορέας τους μπορεί να καθορισθεί ευκολότερα αν διευκρινισθεί το ζήτημα της νομικής φύσης της ΑΟΖ. Η θεώρησή της ως ζώνης που ανήκει στην ανοικτή θάλασσα παρέχει τεκμήριο υπέρ των άλλων κρατών, ενώ η θεώρησή της ως ζώνης πλήρους εθνικής δικαιοδοσίας υπονοεί σαφώς τεκμήριο υπέρ του παράκτιου κράτους. Τέλος, η θεώρηση της ΑΟΖ ως ζώνης sui generis, σε συνάρτηση με την ασαφή διατύπωση του άρθρου 59, δεν δίνει εξαρχής τεκμήριο υπέρ καμμιάς από τις παραπάνω κατηγορίες κρατών. Ένα γενικό, πάντως, τεκμήριο που εύκολα συνάγεται είναι ότι για τις οικονομικές και συναφείς χρήσεις θα υπάρχει τεκμήριο υπέρ του παράκτιου κράτους. Στα πολεμικά και τα άλλα κυβερνητικά μη εμπορικά πλοία που πλέουν στην ΑΟΖ, χορηγείται πλήρης απαλλαγή από τη δικαιοδοσία άλλου κράτους, πλην αυτού της σημαίας του πλοίου. Στην UNCLOS ΙΙΙ υποβλήθηκαν, χωρίς επιτυχία, προτάσεις για τον περιορισμό της διενέργειας ξένων στρατιωτικών ασκήσεων στην ΑΟΖ, και μάλιστα παρά την ευρύτατα αποδεκτή άποψη ότι αυτές οι ασκήσεις εμπίπτουν στην ελευθερία της ναυσιπλοΐας. Η Σύμβαση τελικά δεν περιέχει κανένα τέτοιο περιορισμό.

7 4. Η νομική φύση της ζώνης Η Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας, ενώ προσδιορίζει επακριβώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τόσο των παράκτιων όσο και των λοιπών κατηγοριών κρατών στην ΑΟΖ, εντούτοις δεν περιέχει σαφή διάταξη για τη νομική φύση της ζώνης. Η πιο εμφανής από τις συνέπειες του νομικού χαρακτήρα της ΑΟΖ είναι αυτή του προσδιορισμού του φορέα των λεγόμενων «υπόλοιπων» δικαιωμάτων (residual rights), δηλαδή των δικαιωμάτων που δεν χορηγούνται ρητά από τη Σύμβαση ούτε στο παράκτιο κράτος ούτε στα άλλα κράτη. Υποστηρίζονται οι παρακάτω απόψεις: α) Ότι η ζώνη αποτελεί τμήμα της ανοικτής θάλασσας, στην οποία συγκεκριμένα δικαιώματα χορηγούνται στο παράκτιο κράτος για οικονομικούς σκοπούς, ενώ τα άλλα κράτη διατηρούν τις παραδοσιακές ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας. Η άποψη αυτή θεωρεί ότι για τα «υπόλοιπα» δικαιώματα στην ΑΟΖ υπάρχει τεκμήριο υπέρ των τρίτων (πλην του παράκτιου) κρατών. β) Ότι η ΑΟΖ είναι μία ζώνη με sui generis χαρακτήρα, διαφορετική τόσο από τη χωρική θάλασσα όσο και από την ανοικτή θάλασσα, στην οποία τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του παράκτιου κράτους και των άλλων κρατών υπόκεινται σε ένα ειδικό νομικό καθεστώς που προβλέπει η Σύμβαση. Η άποψη αυτή δεν θέτει προτεραιότητα στην κατανομή των «υπόλοιπων» δικαιωμάτων, αλλά δέχεται την κατά περίπτωση κατανομή τους, στη βάση της φόρμουλας που υιοθέτησε το άρθρο 59 της Σύμβασης. γ) Ότι είναι, βέβαια, μία ζώνη sui generis αλλά είναι επιπλέον ζώνη «εθνικής δικαιοδοσίας», λόγω της φύσης και της έκτασης των δικαιωμάτων που έχει το παράκτιο κράτος σ αυτήν, χωρίς βέβαια να θίγονται οι ελευθερίες της διεθνούς επικοινωνίας. Η άποψη αυτή, που είναι ουσιαστικά προέκταση της προηγούμενης, προφανώς θεωρεί ότι κατά τεκμήριο τα «υπόλοιπα» δικαιώματα θα ανήκουν στο παράκτιο κράτος. Κατά τη γνώμη του συγγραφέα αυτής της μελέτης, η ΑΟΖ είναι μία ζώνη sui generis, ξεχωριστή τόσο από τη χωρική θάλασσα, όσο και από την ανοικτή θάλασσα. Πρόκειται για μια πολυλειτουργική ζώνη, στην οποία προβλέπονται διάφορες χρήσεις, που κατανέμονται σε δύο κατηγορίες φορέων: το παράκτιο κράτος και τα άλλα κράτη. Στο παράκτιο κράτος χορηγούνται κυριαρχικά δικαιώματα οικονομικής φύσεως κυρίως, αλλά και άλλες δικαιοδοσίες μη αμιγώς οικονομικής φύσεως, ενώ τα άλλα κράτη διατηρούν τις ελευθερίες διεθνούς επικοινωνίας, στα όρια της ζώνης. Η φύση και η έκταση των δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους, που σαφώς υπερέχει από τα δικαιώματα των άλλων κρατών, καθιστά την ΑΟΖ ζώνη εθνικής δικαιοδοσίας του παράκτιου κράτους, καθώς αυτό είναι ο ισχυρότερος

8 εξουσιαστής μέσα στην ΑΟΖ, ρυθμίζοντας ή παρεμβαίνοντας, στις περισσότερες χρήσεις της θαλάσσιας αυτής περιοχής. Πρόκειται βέβαια, όχι για πλήρη εθνική δικαιοδοσία, αλλά για μερική εθνική δικαιοδοσία που αφορά κατ αρχήν τις οικονομικές χρήσεις της ΑΟΖ, αλλά επεκτείνεται και σε μερικές μη αμιγώς οικονομικές χρήσεις, ενώ δημιουργεί τεκμήριο υπέρ του παράκτιου κράτους για την απόδοση σε αυτό όσων από τα «υπόλοιπα» δικαιώματα είναι οικονομικής φύσεως. Στο παραπάνω συμπέρασμα οδηγεί και ο τίτλος της ΑΟΖ, στον οποίο τονίζεται, αφενός μεν το στοιχείο της «αποκλειστικότητας» του παράκτιου κράτους, αφετέρου δε το πεδίο αναφοράς αυτής της αποκλειστικότητας, δηλαδή, η «οικονομική» σφαίρα των χρήσεων της θάλασσας. Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και κατοχυρωμένα δικαιώματα ελευθερίες των άλλων κρατών, όπως προσεκτικά και ισορροπημένα τα προβλέπει η Σύμβαση, τονίζοντας έτσι και την sui generis νομική φύση της ΑΟΖ, μία έννοια που υπογραμμίζει τη διαφοροποίησή της από τις παραδοσιακές ζώνες του δικαίου της θάλασσας. Αρα, η ΑΟΖ είναι μία sui generis ζώνη εθνικής δικαιοδοσίας του παράκτιου κράτους, για οικονομικούς κυρίως σκοπούς. 5. Η ΑΟΖ στην πρακτική των κρατών Οι διατάξεις που αφορούν τον βασικό χαρακτήρα της ΑΟΖ, ειδικά αυτές που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες του παράκτιου κράτους, παρέμειναν ουσιαστικά ίδιες τουλάχιστον από το Ανεπίσημο Σύνθετο Διαπραγματευτικό Κείμενο (ICNT) μέχρι τη συμπερίληψή τους στη Σύμβαση του 1982. Αυτό ώθησε τα κράτη, αφενός να διακηρύξουν την ΑΟΖ και αφετέρου να προσαρμόσουν τις νομοθεσίες τους γι αυτήν σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης. Ετσι, και πριν ακόμη την ολοκλήρωση της UNCLOS III, αυτή η ευρεία πρακτική αποκρυστάλλωσε στο εθιμικό δίκαιο τα βασικά στοιχεία του μοντέλλου της ΑΟΖ της Σύμβασης 2. Η πραγματικότητα αυτή αναγνωρίσθηκε, μεταξύ των άλλων, και από τις ΗΠΑ και την πρώην Σοβ. Ενωση. Ετσι, παρά το ότι τα θαλάσσια συμφέροντα των δύο υπερδυνάμεων επηρεάζονταν άμεσα από την ΑΟΖ (κυρίως στρατηγικά αλλά και οικονομικά) και οι δύο διακήρυξαν ότι οι νομοθεσίες τους βασίζονται στις αντίστοιχες διατάξεις της Σύμβασης 3. Με τη Διακήρυξη του Προέδρου Ρήγκαν της 10.3.1983 4, οι ΗΠΑ αντικατέστησαν με την ΑΟΖ 2. Βλ. inter alia D. Attard, The Exlusive Economic Zone in International Law, Oxford, Clarendon Press,1987, Σελ.308. Βλ. επίσης, B. Kwiatkowska, The 200 Mile Exclusive Economic Zone in the New Law of the Sea, Martinus Nijhoff Publ., Dordrecht, Boston London, 1989, σελ. 29-30. Αναλυτικά για το θέμα βλ. Β. Καρακωστάνογλου, Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στο νέο Δίκαιο της Θάλασσας. Το Νομικό Καθεστώς με έμφαση στην Αλιεία, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2001, κεφ. VIII, σελ. 266 επ. 3. Ibid 4. Bλ. Νations Unies, Bulletin du droit de la mer, No.11, juillet 1988, σελ. 78-79, και J.P. Queneudec, Les Rapports entre zone de pêche et zone économique exclusive, στο GYIL Vol.32, 1989, σ.138-155,στη σ.152.

9 την ζώνη διατήρησης της αλιείας, που είχαν εγκαθιδρύσει με τον Νόμο της 13.4.1976 5. Εξάλλου, με ένα Διάταγμα της 28.2.1984 η πρώην Σοβ. Ενωση θέσπισε μία Οικονομική Ζώνη 6 και ακύρωσε το Διάταγμα της 10.12.1976 για τα προληπτικά μέτρα διατήρησης των βιολογικών πόρων και ρύθμισης της αλιείας στις παρακείμενες θαλάσσιες ζώνες των ακτών της 7. Την ΑΟΖ θέσπισαν και πολλά άλλα κράτη 8. Η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε., σε πολλές περιπτώσεις μετά το 1982, συνέστησε στα κράτη-μέλη ότι είναι αναγκαίο να διασφαλίσουν την εφαρμογή της Σύμβασης και να εναρμονίσουν τις εθνικές νομοθεσίες τους με τις διατάξεις της Σύμβασης 9. Μέχρι πρόσφατα, η συντριπτική πλειοψηφία των παράκτιων κρατών είχαν διακηρύξει τη δικαιοδοσία τους στις ζώνες των 200 ν.μ. Με στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, κατά την περίοδο της έναρξης ισχύος της Σύμβασης (16.11.94) τα κράτη που διεκδικούσαν ΑΟΖ είχαν αυξηθεί σε 91 και αυτά που διατηρούσαν ζώνες αλιείας 200 ν.μ. είχαν μειωθεί σε 19 10. Ασχετα όμως από τον τίτλο που έχουν οι παραπάνω διεκδικήσεις, η ουσία (τουλάχιστον ως προς το ζήτημα της αλιείας) παραμένει περίπου η ίδια, δηλαδή η άσκηση αποκλειστικού ελέγχου από το παράκτιο κράτος στα αλιεύματα της διεκδικούμενης ζώνης. Συνεπώς, απ αυτή την άποψη, θεωρείται ότι ακόμη και οι 12 διεκδικήσεις χωρικής θάλασσας 200 ν.μ. συμβάλλουν στη γενική αποδοχή του θεσμού της ΑΟΖ. Αυτές οι διεκδικήσεις, μολονότι θεωρητικά περιορίζουν τις ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας, στην πράξη, ο κύριος στόχος τους είναι οικονομικός και σύμφωνος με την ΑΟΖ κατά το ότι οι παραδοσιακές ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας διατηρούνται στις περισσότερες περιπτώσεις 11. Στο εύλογο ερώτημα γιατί ορισμένες χώρες δεν έχουν θεσπίσει ΑΟΖ, η απάντηση ποικίλει από περίπτωση σε περίπτωση. Μερικές χώρες μπορεί να στερούνται την αναγκαία τεχνική και διοικητική εμπειρία για την εγκαθίδρυσή της. Σε άλλες περιπτώσεις η εκμετάλλευση των θαλάσσιων πόρων μπορεί να μην αποτελεί σημαντική εθνική 5. Βλ. Fishery Conservation and Management Act, 1976, ΙLM 15, 1976, σελ.634-650 και Queneudec, op.cit., σελ. 152-153. 6. Βλ. Nations Unies, Bulletin du droit de la mer, No.4, février 1985, σελ. 31-40 και Queneudec, op.cit., σ.153 7 Βλ. το διάταγμα αυτό στο ILM 15, 1976, σελ. 1381-1383 και Queneudec, op.cit., σελ. 153. 8. Βλ. περισσότερα στoν Queneudec, op.cit., σελ. 153 καθώς και στον πίνακα διεκδικήσεων θαλάσσιων ζωνών των κρατών, με βάση το The Law of the Sea, National claims to Maritime Jurisdiction, Office for Ocean Affairs and the LOS, U.N. N.York,1992. 9. Bλ. π.χ. την Résolution 43/18 της 1.1.1988, για το Δίκαιο της Θάλασσας, στο Nations Unies, Bulletin du droit de la mer, No.12, Decembre 1988, σελ. 23-26 και Queneudec, op.cit., σελ.154. 10. Βλ. The Law of the Sea. Practice of States at the time of entry into force of the U.N. Convention on the LOS. Division for Ocean Affairs and the LOS, U.N., 1994. 11. Bλ. M. Dahmani, The Fisheries Regime of the Exclusive Economic Zone, Martinus Nijhoff Publishers, Dordrecth-Boston-Lancaster, 1987 σελ. 155-156.

10 προτεραιότητα. Σε μερικές περιπτώσεις είναι γεωγραφικά αδύνατο για κάποια κράτη να διεκδικήσουν ΑΟΖ. Τέλος, η προοπτική σοβαρών προβλημάτων οριοθέτησης με γειτονικά κράτη μπορεί να αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα. Σ αυτή την κατηγορία φαίνεται να υπάγονται π.χ οι χώρες της Μεσογείου 12. Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα, λόγω της γνωστής διένεξης που ήδη υπάρχει με την Τουρκία για την Υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου και αναμένεται να επαναληφθεί και στην περίπτωση θέσπισης ΑΟΖ 13. Κανένα κράτος ή ένωση κρατών δεν έχει το δικαίωμα να εμποδίσει κάποιο παράκτιο κράτος από τη διακήρυξη της ΑΟΖ. Το πότε και το αν ένα παράκτιο κράτος θεσπίσει την ΑΟΖ, είναι αποκλειστικά δική του απόφαση. Αυτό βέβαια ισχύει αν δεν υπάρχει σε ισχύ (χωρίς να αμφισβητείται) κάποια διεθνής συμφωνία που να υποχρεώνει αυτό το κράτος να συμπεριφερθεί διαφορετικά, επειδή αυτή η συμφωνία περιορίζει την ελευθερία του για λήψη αποφάσεων σ αυτά τα θέματα. Τέτοια περιοριστική περίπτωση μπορεί συνεπώς να γίνει αντιληπτή μόνο στη βάση του ειδικού και όχι του γενικού διεθνούς δικαίου 14. Πάντως σε περίπτωση μη θέσπισης της ΑΟΖ, η υπεύθυνη πολιτική εξουσία σε μια δημοκρατική πολιτεία θα πρέπει να θεωρεί υποχρέωσή της να εξηγήσει τους πιθανούς λόγους που δεν χρησιμοποιεί το δικαίωμα αυτό που το διεθνές δίκαιο δίνει σε όλα τα παράκτια κράτη 15. Η πρόβλεψη του άρθρου 121.2 της Σύμβασης ότι κατ αρχήν τα νησιά θα έχουν τα ίδια δικαιώματα κυριαρχίας και δικαιοδοσίας (δηλαδή και ΑΟΖ), όπως τα ηπειρωτικά εδάφη, επιβεβαιώθηκε σε πολυάριθμες συμφωνίες οριοθέτησης και αρκετές διεθνείς δικαστικές αποφάσεις. Η αρχή αυτή κρίνεται ως μεγάλης σημασίας, πολιτικής και οικονομικής, ιδίως για τα μικρά νησιωτικά κράτη. Αντίθετα, η διάταξη του άρθρου 121.3, ότι οι βράχοι που δεν μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη εγκατάσταση ή αυτόνομη οικονομική ζωή, δεν θα έχουν ΑΟΖ και Υφαλοκρηπίδα, δεν είχε μεγάλη επίπτωση στην πρακτική των κρατών. Παρόμοιες διεκδικήσεις 200 ν.μ. που υπήρχαν προ της υιοθέτησης της Σύμβασης δεν 12. Βλ. F. Οrrego-Vicuna, The EEZ : Regime and Legal Nature under International Law, Cambridge University Press, 1989, σελ. 260. Βλ. επίσης περισσότερα παραπάνω, Β. Καρακωστάνογλου, op.cit., στην Εισαγωγή, Κεφ. Ι, σελ. 31 επ. 13. Βλ. περισσότερα για το ενδεχόμενο θέσπισης ΑΟΖ στο Αιγαίο στον Β. Καρακωστάνογλου, «Αιγαίο και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη», στο (Διεθνές) Δίκαιο και (Διεθνής) Πολιτική, τομ.16, 1989, Θεσσαλονίκη, Εκδ. Παρατηρητής, σελ. 121-153 και του ιδίου «Τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην ΑΟΖ: προκλήσεις και προοπτικές για το Αιγαίο», στο Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας (Επιμ. Στ. Περράκη), Σάκκουλα, 1994, Θ. Κατσούφρου, «Αλιευτικές ζώνες στη Μεσόγειο : διεθνής και Κοινοτική διάσταση», στο Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας, op.cit., όπως και Th. Kariotis Greek Fisheries and the role of the EEZ, στο Greece and the Law of the Sea (Th. Kariotis, Ed.,) Kluwer Law International, 1997. 14. Bλ. V. Ibler, The importance of the EEZ as a non-resource zone, στο B.Vukas (Ed.), Essays on the New Law of the Sea, Zagreb, 1985, σελ. 118-140, στη σελ. 121. 15. Ιbid., σελ. 140.

11 αποσύρθηκαν. Ορισμένες νέες διεκδικήσεις (μετά το 1982) που μετρώνται από βράχους, πάντως, προκάλεσαν αντιρρήσεις σε ορισμένες περιπτώσεις 16. Από την εξέταση της πρακτικής και των νομοθεσιών των κρατών εξάγεται το συμπέρασμα ότι επικρατεί νομική μετριοπάθεια, που αφίσταται από τα άκρα 17. Αυτή η νομική μετριοπάθεια εκφράζεται και στη sui generis νομική φύση της ΑΟΖ (την οποία δέχεται και η μελέτη αυτή). Μία άποψη που προσπαθεί να συναρμόσει τα οικονομικά συμφέροντα του παράκτιου κράτους με τις ανάγκες της διεθνούς επικοινωνίας και που το επιτυγχάνει σε σημαντικό βαθμό με το μοντέλλο της ΑΟΖ που περιέχεται στη Σύμβαση του 1982 18. 6. Η οριοθέτηση επικαλυπτόμενων ΑΟΖ Σε πολλές περιοχές όπου τα κράτη δεν μπορούν να εκμεταλλευθούν ολόκληρη την περιοχή των 200 μιλίων, λόγω της παρουσίας γειτονικών χωρών με την ΑΟΖ των οποίων υπάρχει επικάλυψη, τίθεται θέμα οριοθέτησης είτε παρακείμενων είτε αντικείμενων ΑΟΖ. Το άρθρο 74.1 της Σύμβασης του 1982 προβλέπει ότι αυτή η οριοθέτηση «θα γίνεται με συμφωνία, στη βάση του διεθνούς δικαίου, όπως αυτό αναφέρεται στο άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου προς τον σκοπό επίτευξης δίκαιης λύσης». Αν δεν επιτευχθεί τέτοια συμφωνία μέσα «σε εύλογη περίοδο χρόνου», τα ενδιαφερόμενα κράτη θα πρέπει να καταφεύγουν στις διαδικασίες διευθέτησης διαφορών που προβλέπει η Σύμβαση (Μέρος XV της Σύμβασης) (άρθρο 74.2). Εκκρεμούσης της επίτευξης συμφωνίας, τα ενδιαφερόμενα κράτη θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να συνάπτουν προσωρινές ρυθμίσεις πρακτικής φύσεως και, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου να μην υπονομεύουν την επίτευξη της τελικής συμφωνίας (άρθρο 74.3). Οι διατάξεις αυτές του άρθρου 74, που αφορά την οριοθέτηση επικαλυπτόμενων ΑΟΖ, είναι ίδιες mutatis mutandis με τις διατάξεις της Σύμβασης, που διέπουν την οριοθέτηση επικαλυπτόμενων Υφαλοκρηπίδων (άρθρο 83) 19. Η διατύπωσή τους όμως είναι αρκετά ασαφής, καθώς οι διατάξεις τους μπορούν να εφαρμοσθούν με περισσότερους από έναν τρόπους 20, με αποτέλεσμα πιθανώς να διαφέρουν τα όρια της Υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί προοπτικές διενέξεων 21. 16. Βλ. για όλες τις παραπάνω διαπιστώσεις, Τhe LOS Practice of states., op.cit., σελ. 9-14, Ανάλυση των παραπάνω, βλ. ibid. 17. Bλ. Orrego-Vicuna, op.cit., σελ. 260. 18. Ιbid. 19. Βλ. και ibid., σελ. 127. 20. Ο Δικαστής Gros χαρακτήρισε επιτυχώς τη ρύθμιση του άρθρου 74 (για την οριοθέτηση της ΑΟΖ) και του άρθρου 83 (για την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας) σαν «κενή φόρμουλα» (empty formula), βλ. Delimination

12 Για παράδειγμα, αν ένα κράτος θέλει να εκμεταλλευθεί την Υφαλοκρηπίδα του, που βρίσκεται κάτω από την υπερκείμενη υδάτινη στήλη της ΑΟΖ ενός γειτονικού κράτους που είναι πλούσια σε αλιεύματα, τότε δημιουργείται πρόβλημα από την μη πρόβλεψη για επιβολή ενιαίας οριοθετικής γραμμής ανάμεσα στις Υφαλοκρηπίδες και τις ΑΟΖ των κρατών 22. Δύο είναι τα ενδεχόμενα σε μία τέτοια περίπτωση: Πρώτον, είναι πιθανό να προϋπάρχει καθορισμός οριοθετικής γραμμής μεταξύ των Υφαλοκρηπίδων των δύο χωρών (καθώς το καθεστώς της Υφαλοκρηπίδας είναι παλαιότερο), οπότε με αφορμή την καθιέρωση της ΑΟΖ από το ένα ή και από τα δύο ενδιαφερόμενα κράτη, να ανακύπτουν διαφορετικά όρια, εφόσον η Σύμβαση δεν επιβάλλει κοινό όριο βυθού (Υφαλοκρηπίδα) και υπερκειμένων υδάτων. Αυτό είναι δυνατό να συμβεί επειδή, τα κριτήρια για την εξεύρεση του ορίου μπορεί να είναι διαφορετικά στην κάθε περίπτωση. Διαφορετικά δηλαδή για την ΑΟΖ (η οποία, παρά το ότι περιλαμβάνει και τον βυθό μέχρι τα 200 μίλια, αφορά κυρίως την στήλη των υπερκείμενων υδάτων, με έμφαση στα κριτήρια αλιείας) και διαφορετικά για την Υφαλοκρηπίδα (που ταυτόχρονα αποτελεί και το βυθό της ΑΟΖ μέχρι τα 200 ν.μ., και όπου ισχύουν το κριτήριο απόστασης και κατ εξαίρεσιν γεωλογικά κριτήρια) 23. Δεύτερον, επειδή τα ζητήματα σχετικά με τον βυθό και το υπέδαφος της ΑΟΖ, ρυθμίζονται με παραπομπή στις διατάξεις για την Υφαλοκρηπίδα (άρθρο 56.3), είναι ενδεχόμενο να χαραχθούν δύο διαφορετικά όρια, ένα για το βυθό και ένα για τα υπερκείμενα ύδατα, ακόμη και όταν για πρώτη φορά οριοθετούνται επικαλυπτόμενες ΑΟΖ (χωρίς να προϋπάρχουν, δηλαδή, οριοθετημένες υφαλοκρηπίδες). Στην πρακτική πάντως, στις 30 και περισσότερες περιπτώσεις οριοθετήσεων ΑΟΖ που έχουν ήδη συμφωνηθεί, το όριο της ΑΟΖ είναι το ίδιο με το όριο της Υφαλοκρηπίδας, πλην μιας μόνο περιπτώσεως, δηλαδή της συμφωνίας του 1978 μεταξύ Αυστραλίας και Παπούα Ν. Γουϊνέας. 24 Μολονότι, είναι γενικά επιθυμητό να συμπίπτουν τα όρια ΑΟΖ και of the Maritime Boundary in the Gulf of Maine Area, Judgement, Dissenting Opinion of Judge Gros, ICJ Reports, (1984), σελ. 365, παραγρ.8. 21. Η διάταξη του άρθρου 74 για την οριοθέτηση επικαλυπτόμενων ΑΟΖ διαμορφώθηκε έτσι, ώστε να μην παίρνει θέση στη διένεξη των κρατών που υποστηρίζουν την εφαρμογή της αρχής της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής, και εκείνων που τονίζουν την ανάγκη εφαρμογής της ευθυδικίας (equity). Βλ. Charney, Τhe exclusive Economic Zone and Public International Law, στο Ocean development and international law, Vol. 15, 1985, σελ. 233-288, στη σελ. 243. Ο ίδιος τονίζει επίσης, ότι και δικαστικές αποφάσεις, όπως στην υπόθεση Λιβύης- Τυνησίας και του Κόλπου του Maine, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το θέμα δεν είναι ξεκαθαρισμένο ούτε ευρύτερα στο διεθνές δίκαιο, και δεν υπάρχει ομοφωνία σ ένα σαφή κανόνα οριοθέτησης (ibid). 22. Bλ. R.R. Churchill A.V. Lowe, The Law of the Sea, Manchester University Press, 1983, σελ. 127. 23. Τέτοια είναι η περίπτωση της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στην περιοχή του νησιού Jan Mayen, μεταξύ της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, (1981), Βλ. 21 ILM (1982), σελ. 1222 επ. 24. Βλ. Churchill Lowe, op.cit., σελ. 127. Για το κείμενο της συμφωνίας αυτής βλ. 18 ΙLM(1979), σελ. 291 επ.

13 Υφαλοκρηπίδας, το γεγονός ότι το άρθρο 74 τονίζει ότι τα όρια αυτά θα πρέπει να αποτελούν «μία δίκαιη λύση», θα καταστήσει σε πολλές περιπτώσεις πιο δύσκολη τη συμφωνία για κοινό όριο. Ένα όριο που μπορεί να είναι δίκαιο για τους σκοπούς των υδάτων της ΑΟΖ, μπορεί να μην είναι δίκαιο για τους σκοπούς του βυθού της, δηλαδή της Υφαλοκρηπίδας, μέχρι τα 200 ν.μ., εξαιτίας των διαφορετικών εκτιμήσεων που είναι σχετικές με την επιτευξη δίκαιης λύσης στην κάθε περίπτωση. Σχετικά κριτήρια μπορεί να είναι π.χ. η τοποθεσία όπου βρίσκονται τα αλιευτικά αποθέματα (στην περίπτωση της ΑΟΖ) ή τα γεωλογικά χαρακτηριστικά του βυθού και η τοποθεσία των ορυκτών αποθεμάτων του βυθού και του υπεδάφους (στην περίπτωση της Υφαλοκρηπίδας) 25. Από τις οριοθετήσεις ΑΟΖ που έχουν συμφωνηθεί, προκύπτει η διαπίστωση ότι η πλειονότητα βασίζεται στην αρχή της μέσης γραμμής-ίσης απόστασης, με μικρές τροποποιήσεις μερικές φορές, ώστε να λαμβάνονται υπόψη ειδικές περιστάσεις 26. Λίγες συμφωνίες βασίζονται στην αρχή της ευθυδικίας (equitable principles) 27, ενώ σε δύο περιπτώσεις 28 ως οριοθετική γραμμή επιλέχθηκε, προφανώς για λόγους απλούστευσης, η γραμμή γεωγραφικού πλάτους, που εκτείνεται προς την θάλασσα απ το τέλος του χερσαίου συνόρου. Υπάρχουν, πάντως, πολλά ακόμη σύνορα ΑΟΖ που απαιτούν διευθέτηση, λόγω κυρίως του κύματος μονομερών διεκδικήσεων ΑΟΖ που προηγήθηκε 29. Είναι αξιοσημείωτο σχετικά, ότι από τα 55 περίπου κράτη (όπως αναφέρουν οι Churchill και Lowe, με στοιχεία προφανώς του 1982-83), που είχαν καθιερώσει ΑΟΖ, το 1/3 περίπου έχουν προβλέψει στην εθνική τους νομοθεσία ότι, μέχρι τον καθορισμό των ορίων με τις γειτονικές χώρες, η ΑΟΖ τους δεν θα εκτείνεται πέρα από τη μέση γραμμή, σε σχέση με αυτά τα κράτη 30. 25. Βλ. Churchill Lowe, op.cit., σελ. 128. Βλ. και την απόφαση για την οριοθέτηση του Κόλπου του Maine, μεταξύ ΗΠΑ-Καναδά (1984), όπου επιλέχτηκε κοινή οριοθετική γραμμή βυθού και υπερκείμενων υδάτων, για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και της ζώνης αλιείας των δύο χωρών. Βλ. ICJ Reports (1984) και Attard, op.cit., σελ. 238-244. Bλ. επίσης την απόφαση για τη θαλάσσια οριοθέτηση μεταξύ Γροιλανδίας-Jan Mayen (1993). I.C.J. Reports, 1993, σελ. 38, με την οποία επίσης υιοθετήθηκε κοινή οριοθετική γραμμή. 26. Βλ. Churchill Lowe, op.cit., σελ. 128. 27. Π.χ. η συμφωνία Κολομβίας Κόστα-Ρίκα (1977). Ibid. 28. Πρόκειται για τις συμφωνίες Κολομβίας-Εκουαντόρ (1975) και Ζάμβιας-Σενεγάλης (1975). Ibid. 29. Ibid. 30. Ibid, Βλ. και The Law of the Sea. Maritime Boundary Agreements (1970-1984) U.N. 1987. Βλ. Εξάλλου περισσότερα για την οριοθέτηση επικαλυπτόμενων ΑΟΖ, inter alia, στους: 1. Budislav Vukas, The LOS Convention and Sea Boundary Delimitation, στο B. Vukas (Ed.), Essays on the New Law of the Sea. Zagreb, 1985, σελ. 147-185, στις σελ. 164-175. 2. D. Attard, op.cit., σελ. 211-276, 3. J.C. Phillips, The EEZ as a concept in International Law, ICLQ, Vol. 26, 1977, σελ. 585-618, στις σελ. 615-617. 4. Arata Yokokawa, The EEZ and its Delimitation. The Ocean Association of Japan, Exclusive Economic Zone, 7 th International Symposium on Ocean Affairs, 1982, proceedings, σελ. 26-30. 5. Jens Evensen, The delimitation of EEZs and continental shelves as highlighted by the ICJ, στο C. Rozakis C. Stephanou (Eds.), The New Law of the Sea, North Holland, 1983, σελ. 107-154. 6. F. Orrego-Vicuna, The EEZ: Regime and Legal Nature under International Law, Cambridge University Press, 1989, Chapter 7, σελ. 188-227. 7. R. Galindo Pohl, The EEZ in the light of Negotiations of the 3 rd UNCLOS, στο F. Orrego-Vicuna (Ed.), The EEZ: A Latin American

14 7. Eπίμετρο Η ΑΟΖ έχει χαρακτηρισθεί σαν «μία χωρίς προηγούμενο ειρηνική επανάσταση στο διεθνές δίκαιο» 31 ή σαν «η πιο σημαντική εξέλιξη στο δίκαιο της θάλασσας από τότε που ο Grotius έγραψε την περίφημη εργασία του για την mare liberum» 32. Με την καθιέρωση της ΑΟΖ η διαμάχη ανάμεσα στον Grotius (mare liberum) και στον Selden (mare clausum) φαίνεται ότι κερδήθηκε από τον δεύτερο. Μολονότι αυτό είναι αλήθεια (και εκφράζει τη νίκη της επέκτασης της παράκτιας δικαιοδοσίας στο θαλάσσιο χώρο σε βάρος της ελεύθερης χρήσης και κάρπωσής του από όλα τα κράτη) παραταύτα αυτό που είναι σημαντικότερο είναι να επικρατήσει η εύλογη και λειτουργική χρήση της θάλασσας από όλους τους χρήστες της, στα πλαίσια που έθεσε με τη συναίνεση της διεθνούς κοινότητας η Σύμβαση του 1982. Και βέβαια προέχει και η προαγωγή της διεθνούς συνεργασίας για την επίτευξη ορθολογικότερης αξιοποίησης του πλούτου και των δυνατοτήτων που παρέχουν οι ωκεανοί. Perspective, Westview Press, 1984, Boulder Colorado, σελ. 31-60, στις σελ. 43-45. 8. Ε. Ρούκουνα, Διεθνές Δίκαιο, τόμος ΙΙ, Σάκκουλα 1982, Αθήνα, σελ.270-272. 9. M. K. Navaz, op.cit., σελ. 198-199. Χ. Δίπλα, L Arrêt de la Cour Internationale de Justice en l Affaire de la Delimitation Maritime dans la Région Située entre le Groenland e Jan Mayen, στο R.G.D.I.P., 1994, No. 4, σελ. 899 επ. 31. Bλ. Β. Οxman, An Analysis of the EEZ as Formulated in the Informal Composiste Negotiating Text, στο Law of the Sea: State Practice in Zones of Special Jurisdiction, Proceedings of Law of the Sea Institute, 13 th Annual Conference held at Mexico City, October 15-18, 1979 (T.A. Clingan ed.,) 1982, σελ. 57, στον οποίο παραπέμπει η B. Kwiatkowska, EEZ-General Evaluation, στο Β. Vukas (Ed.), Essays on the New Law of the Sea, op.cit., σελ. 99-117, στη σελ. 99. 32. Βλ. M. Nawaz, On the Advent of the EEZ: Implications for a New Law of the Sea, στο Law of the Sea- Caracas and Beyond, (R.P. Anand ed.), The Hague, 1980, σελ. 180, όπου παραπέμπει η Β. Kwiatkowska, op.cit., σελ. 99.