Φροντιστήριο «Φιλολογικό» 2 ο Διαγώνισμα Λογοτεχνίας Γ. Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου Επιμέλεια: Μάνθου Άρτεμις Ενδεικτικές απαντήσεις Α. Κύριο χαρακτηριστικό της διηγηματογραφίας του Γ. Βιζυηνού είναι το αυτοβιογραφικό στοιχείο. Να γράψετε τρία παραδείγματα από το απόσπασμα που σας δόθηκε, στα οποία εντοπίζονται προσωπικές και οικογενειακές μνήμες του συγγραφέα. Μονάδες 15 Ο Βιζυηνός αντλεί την έμπνευσή του από περιστατικά της παιδικής του κυρίως ηλικίας, αναμνήσεις παιδικές και νεανικές που δίνουν στο έργο του έναν χαρακτήρα έντονα αυτοβιογραφικό. Στο απόσπασμα που δίνεται γίνεται αναφορά στο θάνατο του πατέρα του, ο οποίος συνέβη όταν ήταν σε ηλικία πέντε ετών και επηρέασε καταλυτικά τη ζωή της οικογένειάς του. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι η μητέρα έντυνε τα αγόρια με τα ρούχα του «μακαρίτου του πατρός» («μας ενέδυε χρησιμοποιοῦσα τὰφορέματα τοῦ μακαρίτου πατρός μας»), ότι ο υστερότοκος γιος ήταν «κοιλιάρφανος» («αὐτὸς ὁ ὑστερότοκος τοῦ οἴκου, ὁ ὁποίος, ὡς κοιλιάρφανος, ἐδικαιοῦτο νὰ καρποῦται πλέον παντὸς ἄλλου τὰς μητρικὰς θωπείας») και τέλος ότι η μητέρα ντρεπόταν να βγει από το σπίτι μετά το θάνατο του πατέρα («Ἀφ' ὅτου ἀπέθανεν ὁπατὴρ μας, δὲν εἶχεν ἐξέλθει τῆς οἰκίας»). Επίσης, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη μοναχοκόρη της οικογένειας («τὸ μόνον τοῦ οἴκου μας κοράσιον»), την Αννιώ, η οποία συγκέντρωνε όλη την αγάπη και τις φροντίδες της μητέρας αλλά και των αγοριών, που παρά το γεγονός ότι παραγκωνίζονταν εξαιτίας της φαίνεται πως δεν της κρατούσαν κακία («Ἐξαιρέσεις τοιαῦται ἔπρεπε, φυσικῷ τῷ λόγῳ, νὰ γεννήσουν ζηλοτυπίας βλαβερὰς μεταξὺ παιδίων, μάλιστα μικρῶν, Ἀλλ' ημείς ὄχι μόνον ἀνειχόμεθα τὰς πρὸς αὐτὴν περιποιήσεις ἀγογγύστως, ἀλλὰ καὶσυνετελοῦμεν πρὸς αὔξησιν αὐτῶν, ὅσον ἠδυνάμεθα»). Ο αφηγητής ανακαλεί στη μνήμη του «τους μαύρους και μεγάλους αυτής οφθαλμούς, τα καμαρωτά και σμιγμένα της οφρύδια» και το ωχρό της πρόσωπο, «Πρόσωπον ἐκ φύσεως ρεμβῶδες καὶ μελαγχολικόν, ἐπὶ τοῦ ὁποίου τότε μόνον ἐπεχύνετο γλυκειά τιςἰλαρότης, ὅταν μᾶς ἔβλεπεν ὅλους συνηγμένους πλησίον της». Επίσης, αναφέρεται η αρρώστια της αδερφής του, μια ανίατη αρρώστια τα αίτια της οποίας παρέμεναν αδιευκρίνιστα και η οποία επιδεινωνόταν συνεχώς, προκαλώντας
απόγνωση στη μητέρα, που αφοσιώθηκε πλήρως στη μοναχοκόρη της παραμελώντας τα αγόρια της («Ἐν τούτοις ἡ ἀσθένεια τῆς Ἀννιῶς ὁλονὲνἐδεινοῦτο καὶ ὁλονὲν περισσότερον συνεκεντροῦντο περὶ αὐτὴν τῆς μητρός μας αἱ φροντίδες», «Καὶ ἡπαράτασις αὕτη τῆς ἀορίστου καχεξίας ἔκαμνε τὴν μητέρα μας ἄλλην ἐξ ἄλλης», «Ἐνόμιζες, ὅτιἐλησμόνησε πῶς εἴχε καὶ ἄλλα τέκνα»). Β1. Ο Κ. Μπαλάσκας, αναφερόμενος στο έργο του Βιζυηνού, γράφει: «Το έργο του Γ. Βιζυηνού προκάλεσε ζωηρές εντυπώσεις και η κριτική το υποδέχτηκε πολύ θετικά. Ιδιαίτερα τονίστηκε [...] τοψυχολογικό ψυχογραφικό στοιχείο, του οποίου μπορούμε να πούμε ότι ο Βιζυηνός είναι ο εισηγητής [...]. Κυρίως εντυπωσίασε η ικανότητά του να πλάθει ζωντανούς χαρακτήρες...». Επαληθεύεται η παραπάνω άποψη για την ψυχογραφική δύναμη του Γ. Βιζυηνού στο απόσπασμα που σας δόθηκε; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας. Μονάδες 20 Ο Βιζυηνός πλάθει ζωντανούς χαρακτήρες με πολύπλοκη ψυχολογία. Στόχος του είναι να ψυχογραφήσει τους ήρωές του, να ανιχνεύσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, να φωτίσει τιςδραματικές συγκρούσεις που συγκλονίζουν την ψυχή τους, διερευνώντας τα κίνητρα των πράξεών τους. Ο Π. Μουλλάς παρατηρεί ότι «το ανθρώπινο δράμα είναι ο μόνος σκοπός που αγιάζει τα αφηγηματικά του μέσα». Η ψυχογραφική διάσταση στο έργο του Βιζυηνού υπαγορεύεται από την πρόθεσή του να δώσει ήρωες αληθοφανείς σύμφωνα με το πάγιο αίτημα του ρεαλισμού και υπηρετείται από τη θητεία του στηνεπιστήμη της ψυχολογίας που τον εφοδίασε με πλούσιο υλικό και άριστη ψυχογραφική ικανότητα. Εξάλλου οι ήρωες των διηγημάτων του έχουν τη μοναδικότητα και την αυθεντικότητα του ζωντανού ανθρώπου, αφού είναι υπαρκτά πρόσωπα. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα οι χαρακτήρες που ψυχογραφούνται είναι ο Γιωργής και η μητέρα. Οι υπόλοιποι (όπως ο κουρέας, ακόμη και η Αννιώ, για την οποία γίνεται εκτενής λόγος στη συγκεκριμένη ενότητα) είναι επίπεδοι χαρακτήρες, χωρίς ψυχικές διακυμάνσεις. Πιο συγκεκριμένα, ο Γιωργής παρουσιάζεται να παλεύει ανάμεσα στην αγάπη για την αδερφή του (που είναι ένα αδύναμο και αξιαγάπητο πλάσμα) και στη ζήλια που του προκαλεί η υπερβολική αδυναμία που της δείχνει η μητέρα. Αιτία φυσικά αποτελεί η εντελώς φυσιολογική ανάγκη του μικρού παιδιού να νιώσει τη μητρική στοργή και αγάπη. Το αποτέλεσμα είναι ένας ενοχοποιημένος ψυχισμός που προσπαθεί να απωθήσει το δυσάρεστο συναίσθημα ή ίσως σε μια πρώτη φάση δεν το συνειδητοποιεί. Γι αυτό και στην αρχή υποστηρίζει μετά βεβαιότητος ότι όχι μόνο δε ζήλευαν (αυτός και τα
αδέρφια του) αλλά «συνετελούμεν προς αύξησιν αυτών (των περιποιήσεων προς την Αννιώ), όσον ηδυνάμεθα». Η μητέρα είναι το δεύτερο βασικό πρόσωπο αυτού του αποσπάσματος. Το βασικό στοιχείο του χαρακτήρα της είναι η αδυναμία που για την άρρωστη κόρη της. Η αδυναμία της μητέρας για την Αννιώκλιμακώνεται από τη δικαιολογημένη αφοσίωση στο άρρωστο κορίτσι μέχρι την υπερβολική αγάπη, που παραμερίζει τις κοινωνικές συμβάσεις, νικά τη θρησκευτική ευλάβεια και υπονομεύει την αγάπη για τα αγόρια της. Καθώς το διήγημα εξελίσσεται αποκαλύπτεται το δράμα μιας γυναίκας που βασανίζεται από ενοχές για ένα αμάρτημα που άθελά της διέπραξε, το πλάκωμα της νεογέννητης κόρης της, και στην προσπάθειά της να εξιλεωθεί διαπράττει και ένα δεύτερο αμάρτημα, στερεί την αγάπη από τα αγόρια της τραυματίζοντας σοβαρά την παιδική τους ψυχή. Ο κουρέας είναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος του μικρο-απατεώνα που εκμεταλλεύεται τις περιστάσεις για να πλουτίσει. Πρόκειται, δηλαδή, για έναν τυπικό χαρακτήρα που αποδίδεται με λίγες γελοιογραφικές λεπτομέρειες (επίπεδος ή δισδιάστατος χαρακτήρας). Η περιγραφή του γίνεται κυρίως μέσα από τις πράξεις και τα λόγια του και χαρακτηρίζεται από έντονη ειρωνική διάθεση. Όσον αφορά στην Αννιώ, τονίζεται ιδιαίτερα η καχεκτική και φιλάσθενη φύση της, καθώς και η ευγένεια και η μεγαλοσύνη της ψυχής της. Παρουσιάζεται ως τυπική ρομαντική ηρωίδα, η οποία σηκώνει με αξιοπρέπεια το βάρος της τραγικής της μοίρας. Β2. α) Ο Βιζυηνός χρησιμοποιεί α πρόσωπη αφήγηση, που αποτελεί τομή για την πεζογραφία της εποχής. Να σχολιάσετε την επιλογή της συγκεκριμένης αφηγηματικής τεχνικής (μονάδες 10). Στο Αμάρτημα της μητρός μου, και γενικότερα στα διηγήματα του Βιζυηνού, κυριαρχεί ηπρωτοπρόσωπη αφήγηση από έναν αφηγητή που συμμετέχει στα δρώμενα, γεγονός που του επιτρέπει να έχει άμεση αντίληψη των γεγονότων (μίμηση). Με αυτόν τον αφηγηματικό τρόπο προσδίδεται στα αφηγούμενα γεγονότα η εγκυρότητα και η αυθεντικότητα της προσωπικής μαρτυρίας, που απαιτεί η ποιητική του ρεαλισμού. Πέρα από την αληθοφάνεια, εξασφαλίζεται και μια αμεσότητα και ένας προσωπικός, εξομολογητικός τόνος που συγκινεί ιδιαίτερα τον αναγνώστη. Όσον αφορά τη χρήση του α πληθυντικού προσώπου στο συγκεκριμένο απόσπασμα δείχνει ότι ο αφηγητής μιλά εκ μέρους των αδερφών του και δεν εκφράζει αποκλειστικά προσωπικές απόψεις. β) Ο Παν. Μουλλάς αναφέρει ότι μέσα στο αφηγηματικό έργο του Βιζυηνού οι περιγραφές δεν είναι παρέμβλητα «ξένα σώματα», αλλά οργανικά μέρη του κειμένου και της αφήγησης. Ο ρόλος τους είναι πολλαπλός. Να τεκμηριώσετε την παραπάνω άποψη με σχετικές αναφορές στο κείμενο που σας δίνεται (μονάδες 10).
Η χρήση της περιγραφής στο διήγημα είναι περιορισμένη. Ο ίδιος ο Βιζυηνός ομολογούσε σχετικά με τις περιγραφές: «Δεν αγαπώ τας παρεκβολάς εν τοις διηγήμασιν». Πίστευε πως διέκοπταν και καθυστερούσαν τη δράση, πως συντελούσαν σ ένα αδικαιολόγητο άπλωμα της αφήγησης. Σχετικά με τις περιγραφές και τη λειτουργία τους στο έργο του Βιζυηνού ο Π. Μουλλάς σημειώνει: «Έχουμε να κάνουμε όχι με παρέμβλητα ξένα σώματα αλλά με οργανικά μέρη του κειμένου και της αφήγησης. Ο ρόλος τους είναι πολλαπλός: να συμπληρώσουν τα κενά, να δημιουργούν αντιθέσεις, να εντείνουν τις δραματικές καταστάσεις, να στήνουν μυστικές γέφυρες ανάμεσα στους ανθρώπους και στα πράγματα». Στηριζόμενοι στο συγκεκριμένο απόσπασμα, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε την περιγραφή της Αννιώς, στην οποία τονίζεται η ιδιαίτερα η καχεκτική και φιλάσθενη φύση της, καθώς και η ευγένεια και η μεγαλοσύνη της ψυχής της. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι στην περιγραφή της κοπέλας δίνονται τόσο τα αίτια της υπερβολικής αγάπης που έτρεφε γι αυτήν η μητέρα, όσο και της αδυναμίας του Γιωργή και των αδερφών του να της κρατήσουν κακία που μονοπωλούσε τη μητρική αγάπη, αλλά και της ενοχής του Γιωργή για την κρυφή του ζήλεια. Συγχρόνως όμως η περιγραφή αυτή δημιουργεί ένα πλέγμα αντιθέσεων, γεγονός που παραπέμπει στις δυιστικές αρχές του Ρομαντισμού: Η Αννιώ παρ όλο που είχε την αποκλειστικότητα στα χάδια και στις περιποιήσεις της μητέρας, δεν ήταν «ούτε φιλόπρωτος ούτε υπεροπτική» αλλά αντίθετα «ήτο πολύ προσηνής». Ο αφηγητής θυμάται επίσης «τους μαύρους και μεγάλους αυτής οφθαλμούς, και τα καμαρωτά και σμιγμένα της οφρύδια» τα έρχονταν σε αντίθεση με το ωχρό, ασθεντικό της πρόσωπο. Τέλος, το «ρεμβώδες και μελαγχολικό» πρόσωπό της ερχόταν σε αντίθεση με τη «γλυκεία ιλαρότητα» που ένιωθε όταν είχε κοντά της τ αδέρφια της. Οι αντιθέσεις αυτές εντείνουν την τραγικότητα της κατάστασής της, φορτίζοντας συναισθηματικά τον αναγνώστη και δημιουργώντας δυσοίωνα προαισθήματα για την τύχη της. Τέλος η περιγραφή λειτουργεί και επιβραδυντικά για την εξέλιξη της υπόθεσης. Μονάδες 20 Γ. «Αφ ὅτου ἀπέθανεν ὁ πατήρ μας δέν εἶχεν ἐξέλθει τῆς οἰκίας. Διότι ἐχήρευσε πολύ νέα καί ἐντρέπετο νά κάμῃ χρῆσιν τῆς ἐλευθερίας, ἥτις, καί ἐν αὐτῇ τῇ Τουρκίᾳ, ἰδιάζει εἰς πᾶσαν πολύτεκνον μητέρα. Ἀλλ ἀφ ἧςἡμέρας ἔπεσεν ἡ Ἀννιώ σπουδαίως εἰς τό στρῶμα, ἔβαλε τήν ἐντροπήν κατά μέρος.» Να σχολιάσετε το παραπάνω χωρίο σε ένα κείμενο 120-140 λέξεων. Μονάδες 25
Το παραπάνω απόσπασμα είναι ενδεικτικό της περιορισμένης ελευθερίας που απολάμβανε η γυναίκα της εποχής εκείνης στην τουρκοκρατούμενη ανατολική Θράκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι χήρες δεν έβγαιναν από το σπίτι και μόνο οι πολύτεκνες είχαν μια σχετική ελευθερία. Η Δεσποινιώ όμως, παρ ότι ήταν πολύτεκνη, επειδή ήταν πολύ νέα και προφανώς αναθρεμμένη με αυστηρές αρχές, ντρεπόταν να εκμεταλλευτεί αυτό το προνόμιο και να κυκλοφορήσει δημόσια. Από τη στιγμή όμως που επιδεινώθηκε η ασθένεια της Αννιώς, «έβαλε την εντροπή κατά μέρος» και άρχισε να βγαίνει αναζητώντας θεραπεία. Η αγάπη για την κόρη της, η απόγνωση που της προκαλούσε η επιδείνωση της αρρώστιας της και ο φόβος για τη ζωή της, νίκησαν τις ηθικές αναστολές της και τη δύναμη των κοινωνικών συμβάσεων, αποκαλύπτοντας μια γυναίκα με δυναμισμό και αποφασιστικότητα. Λέξεις 126 Δ. Να εντοπίσετε δύο ομοιότητες και δύο διαφορές ως προς το περιεχόμενο ανάμεσα στο απόσπασμα από τη «Φαρμακολύτρια» του Α. Παπαδιαμάντη και το απόσπασμα από το «Αμάρτημα της μητρός μου» του Γ. Βιζυηνού. Μονάδες 20 Το απόσπασμα από τη «Φαρμακολύτρια» του Παπαδιαμάντη παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με το δοθέν απόσπασμα από το «Αμάρτημα της μητρός μου» του Βιζυηνού. Συγκεκριμένα, και στα δύο αποσπάσματα πρωταγωνιστεί μια πολύτεκνη μάνα (η Δεσποινιώ στο «Αμάρτημα» και η Μαχούλα στη «Φαρμακολύτρια»), η οποία στη μία περίπτωση έχει μια μοναχοκόρη και τρία αγόρια και στην άλλη περίπτωση, έναν μοναχογιό και τρία κορίτσια. Και στις δύο περιπτώσεις η μάνα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το διαφορετικού φύλου παιδί (η αρρώστια της Αννιώς στο «Αμάρτημα» και ο έρωτας του γιου στη «Φαρμακο»λύτρια». Επίσης, και στα δύο αποσπάσματα το πρόβλημα του παιδιού αποδίδεται σε υπερφυσικές αιτίες (η αρρώστια της Αννιώς θεωρείται «εξωτικόν» και ο έρωτας του γιου της Μαχούλας σε μάγια που είχαν κάνει οι γυναίκες από τον Πέρα Μαχαλά), γι αυτό και οι μητέρες καταφεύγουν σε «θεωτικά» μέσα (η Δεσποινιώ καταφεύγει στους «εξορκισμούς» και τα «ευχολόγια» των ιερέων και η Μαχούλα σε προσευχές, γονυκλισίες, αγρυπνίες και τελικά στην Αγία Αναστασία τη Φαρμακολύτρια που έλυνε τα μάγια). Όσον αφορά τις διαφορές, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι στη μία περίπτωση το παιδί (η Αννιώ) είναι άρρωστη, ενώ στη δεύτερη, ο γιος της Μαχούλας είναι ερωτευμένος και θέλει να νυμφευθεί.
Επιπλέον, η Δεσποινιώ για να σώσει την κόρη της δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει και μέσα που δεν εγκρίνει η εκκλησία. Καταφεύγει λοιπόν στα «σαλαβάτια» και στα «χαμαγλιά» των μαγισσών, ενώ η Μαχούλα περιορίζεται στα «θεωτικά» μέσα.