A. Στοιχεία εδαφολογίας



Σχετικά έγγραφα
Δασική Εδαφολογία. Ορυκτά και Πετρώματα

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Έδαφος Αποσάθρωση - τρεις φάσεις

Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

Συντήρηση φυτικού και ζωικού βασιλείου. Σύνολα ομοειδών αντικειμένων παρουσιάζουν κοινές ιδιότητες

ΜΑΚΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ

Υλικά και τρόπος κατασκευής χωμάτινων φραγμάτων

ΧΗΜΙΚΗ ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Σ' όλα τα επίπεδα και σ' όλα τα περιβάλλοντα, η χηµική αποσάθρωση εξαρτάται οπό την παρουσία νερού καθώς και των στερεών και αερίων

«γεωλογικοί σχηματισμοί» - «γεωϋλικά» όρια εδάφους και βράχου

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗ ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

4. ΕΔΑΦΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ. Α /Β Διαχείριση Φυσικών Πόρων

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΔΑΦΟΛΟΓΙΑΣ

7 η ΕΝΟΤΗΤΑ ΦΥΣΙΚΟΙ ΛΙΘΟΙ

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

ΟΡΥΚΤΑ. Ο όρος ορυκτό προέρχεται από το ρήμα «ορύσσω» ή «ορύττω» που σημαίνει «σκάβω». Χαλαζίας. Ορυκτό αλάτι (αλίτης)

ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΙΜΗ ΖΩΝΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΕΔΑΦΩΝ. Ε. Κελεπερτζής

«γεωλογικοί σχηματισμοί» όρια εδάφους και βράχου

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΧΗΜΙΚΗ ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ ΚΑΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Stratigraphy Στρωματογραφία

Ορυκτά είναι όλα τα ομογενή, κρυσταλλικά υλικά, με συγκεκριμένη μοριακή δομή και σύσταση

Έδαφος. Οι ιδιότητες και η σημασία του

Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου;

4.11. Ορυκτά - Πετρώματα

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

Εικ.IV.7: Μορφές Κυψελοειδούς αποσάθρωσης στη Νάξο, στην περιοχή της Στελίδας.

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

Διδακτέα ύλη μέχρι

Τι είναι. Πηγή του υλικού Μάγμα Τήξη πετρωμάτων στο θερμό κάτω φλοιό ή άνω μανδύα. ιαδικασία γένεσης Κρυστάλλωση (στερεοποίηση μάγματος)

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Καταστροφή προϋπαρχόντων πετρωμάτων (αποσάθρωση και διάβρωση) Πυριγενών Μεταμορφωμένων Ιζηματογενών. Μεταφορά Απόθεση Συγκόλληση, Διαγένεση

Διάρκεια = 15 λεπτά. Dr. C. Sachpazis 1

ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ

ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΔΑΤΩΝ Ι Κεφάλαιο 6 ο

Γνωριμία & εξοικείωση με το έδαφος ως φυσικό πόρο. Μελέτη του εδάφους με έμφαση στις σχέσεις του με τα καλλιεργούμενα φυτά και την παραγωγή τροφίμων

ΔΙΑΓΕΝΕΤΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ. Αριάδνη Αργυράκη

Κεφάλαιο 2: Γαιάνθρακες (Ορυκτοί Άνθρακες)

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ

ΥΠΟΣΤΡΩΜΑΤΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ για την μακροσκοπική αναγνώριση των ορυκτών

ΠΠΣΠΑ ΜΑΘΗΜΑ:Γεωλογία & ΔΦΠ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ : 9/12/2013 Σχολικό έτος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ...

5. ΤΟ ΠΥΡΙΤΙΟ. Επιμέλεια παρουσίασης Παναγιώτης Αθανασόπουλος Δρ - Χημικός

4. ΤΕΧΝΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ

Είναι μίγματα ορυκτών φάσεων Οι ορυκτές φάσεις μπορεί να είναι ενός είδους ή περισσότερων ειδών Μάρμαρο

ΣΙΔΗΡΟΥΧΑ ΙΖΗΜΑΤΑ & ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ B. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΥΔΡΟΣΦΑΙΡΑ Σύσταση του θαλασσινού νερού, αλμυρότητα, θερμοκρασία.

ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ- ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΙΖΗΜΑΤΩΝ. Αριάδνη Αργυράκη

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΘΗΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ & ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΓΕΩΧΗΜΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΑΡΙΑΔΝΗ ΑΡΓΥΡΑΚΗ

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας

Πιο ενεργά συστατικά κολλοειδή κλασματα Διάμετρο μικρότερη από 0,001 mm ή 1μ ανήκουν στα κολλοειδή.

Μαγματικά, πλουτώνια πετρώματα ΓΡΑΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΓΡΑΝΙΤΟΕΙΔΗ ΡΥΟΛΙΘΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7: ΟΡΥΚΤΟΙ ΑΝΘΡΑΚΕΣ ΕΝΑ ΠΟΛΥΤΙΜΟ ΣΤΕΡΕΟ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΑΔΡΑΝΗ ΥΛΙΚΑ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

1. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΚΟΚΚΩΝ ΑΝΘΡΑΚΙΚΟΥ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ 2. ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΝΕΡΟΥ 3. ΚΥΡΙΑ ΑΝΘΡΑΚΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ 4. ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΚΑΘΙΖΗΣΗ 5.

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

Δασική Εδαφολογία. Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΔΑΦΟΛΟΓΙΑ ΛΙΠΑΣΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ 4 ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΘΗΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ & ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ. Πετρολογικός κύκλος

ΓΕΝΙΚΗ ΛΑΧΑΝΟΚΟΜΙΑ. Εργαστήριο. Ενότητα 9 η : Υποστρώματα Καλλιεργειών Εκτός Εδάφους ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Δ. ΣΑΒΒΑΣ, Χ.

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής

Δασική Εδαφολογία. Φυσικές ιδιότητες του εδάφους

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Δασική Εδαφολογία. Χημικές ιδιότητες του εδάφους

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

Τύποι χωμάτινων φραγμάτων (α) Με διάφραγμα (β) Ομογενή (γ) Ετερογενή ή κατά ζώνες

Γεωλογικοί Σχηματισμοί

Το νερό στο φυσικό περιβάλλον συνθέτει την υδρόσφαιρα. Αυτή θα μελετήσουμε στα επόμενα μαθήματα.

KΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο ΤΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ. Το έδαφος είναι ένα μίγμα από διάφορα υλικά όπως:

ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ

Ορυκτά και πολύτιμοι λίθοι της Ελλάδας

Ν. Σαμπατακάκης Αν. Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

Υφή Βάθος προφίλ Χαρακτηριστικά οριζόντων Δομή Συγκράτηση νερού Ρυθμός απορρόφησης υγρασίας Ελεύθερη κίνηση του αέρα Βαθμός συνεκτικότητας του

Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ Τεχνική Γεωλογία Διαγώνισμα 10/ ΘΕΜΑ 1 ο (4 βαθμοί)

ΛΙΜΝΟΛΟΓΙΑ. Αποτελεί υποσύνολο της επιστήμης της Θαλάσσιας Βιολογίας και της Ωκεανογραφίας.

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ. Ενότητα 11: Ιοανταλλαγή. Ζαγγανά Ελένη Σχολή : Θετικών Επιστημών Τμήμα : Γεωλογία

ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑΣ

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ & ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΥΠΟΕΡΓΟ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΜΑΡΜΑΡΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ (ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ)

ΑΙΟΛΙΚΗ ΡΑΣΗ. Πηγή: Natural Resources Canada - Terrain Sciences Division - Canadian Landscapes.

1.5 Ταξινόμηση της ύλης

Γεωχημεία. Ενότητα 2: Γεωχημικές διεργασίες στην επιφάνεια της γης. Αριάδνη Αργυράκη Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος

Ε ΑΦΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ Ε ΑΦΩΝ, ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΓΕΩΧΗΜΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΣΤΟ Ε ΑΦΟΣ

ΧΗΜΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΕΔΑΦΩΝ

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

Ρύπανση Νερού. Η ρύπανση μπορεί να είναι : χημική με την εισαγωγή επικίνδυνων τοξικών ουσιών ενεργειακή, βιολογική κτλ.

Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα

Transcript:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α A. Στοιχεία εδαφολογίας A.1 Σχηματισμός του εδάφους Στην Περιβαλλοντική Γεωτεχνική, ως "έδαφος" νοούνται οι ανώτερες στρώσεις του φλοιού της γης οι οποίες λόγω της αποσάθρωσης και της δράσης οργανισμών μπορούν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη φυτών. Οι υποκείμενες του εδάφους στρώσεις του ανώτερου φλοιού αποτελούν το "υπέδαφος". Το υπέδαφος από τεχνικής απόψεως διακρίνεται σε μαλακούς και βραχώδεις σχηματισμούς (πετρώματα) που μελετώνται από την Εδαφομηχανική και Βραχομηχανική αντιστοίχως. Οι βραχώδεις σχηματισμοί διακρίνονται σε πυριγενείς (που έχουν προέλθει από την πήξη μάγματος), ιζηματογενείς (που έχουν προέλθει από τη γεωλογική διαγένεση μαλακών ιζημάτων) και μεταμορφωσιγενείς (που έχουν προέλθει από τη μεταμόρφωση πυριγενών και ιζηματογενών πετρωμάτων υπό συνθήκες μεγάλων πιέσεων και θερμοκρασιών). Οι μαλακοί σχηματισμοί προέρχονται από την αποσάθρωση βραχωδών σχηματισμών και διακρίνονται σε αλλουβιακούς (δηλαδή προϊόντα αποσάθρωσης βράχων που έχουν μεταφερθεί από το νερό και έχουν αποτεθεί ως ιζήματα στους πυθμένες θαλασσών και λιμνών σε σχετικώς πρόσφατες γεωλογικές περιόδους και συνεπώς δεν έχουν υποστεί αξιόλογη διαγένεση) και υπολειμματικούς (δηλαδή χαλαρά προϊόντα της αποσάθρωσης βραχωδών σχηματισμών που έχουν αποτεθεί επιτόπου στις βάσεις των κλιτύων, χωρίς προηγούμενη μεταφορά από το νερό). Οι σχηματισμοί που αποτελούν το έδαφος και το υπέδαφος συνίστανται από ορυκτά (minerals), δηλαδή ανόργανα υλικά με σταθερή χημική σύνθεση και συγκεκριμένες χημικές ιδιότητες. Οι βραχώδεις και μαλακοί σχηματισμοί αποτελούνται από ποικίλα ορυκτά σε διάφορες αναλογίες και συνεπώς έχουν μεταβλητή σύνθεση και χημικές ιδιότητες. Η αποσάθρωση των βραχωδών σχηματισμών προκαλείται από ποικίλους παράγοντες και κυρίως κλιματικούς (βροχή, άνεμος, θερμοκρασιακές μεταβολές), χημικούς (επίδραση χημικών διαλυμάτων που διακινούνται μέσω του υπόγειου νερού ή υδροθερμικών διαλυμάτων που διακινούνται μέσω των ρωγμών των πετρωμάτων) ή οργανικούς (ριζικό σύστημα των φυτών, βακτηρίδια). Οι ανωτέρω παράγοντες είτε προκαλούν μηχανική καταπόνηση και φθορά των πετρωμάτων είτε προκαλούν χημική εξαλλοίωση κατά την οποία τροποποιείται η χημική σύνθεση των ορυκτών και προκύπτουν ουσίες με διαφορετική σύσταση και ιδιότητες. Ο ακόλουθος πίνακας περιλαμβάνει τα κυριότερα ορυκτά και τα συνήθη προϊόντα της χημικής τους εξαλλοίωσης (αποσάθρωσης). Οι άστριοι απαντώνται σε αφθονία στην επιφάνεια της γης. Τα ορθόκλαστα είναι ο πιο συχνός άστριος σε εδάφη, ενώ ο αλβίτης και τα πλαγιόκλαστα συναντώνται σε πολύ μικρότερες ποσότητες. Όπως δείχνει ο πίνακας, οι άστριοι συνεισφέρουν μεγάλες ποσότητες καλίου και μικρότερες ποσότητες νατρίου και ασβεστίου στα εδάφη.

A-2 Στοιχεία εδαφολογίας Οι αμφιβολίτες και πυρόξενοι ευρίσκονται σε μικρότερες ποσότητες από τους άστριους, αποσαθρώνονται εύκολα και παρέχουν στα εδάφη σημαντικές ποσότητες ασβεστίου, μαγνησίου, νατρίου και ολίγου σιδήρου. Οι μαρμαρυγίες είναι κοινά ορυκτά που σχηματίζονται από φύλλα που είναι σχετικά διαφανή όταν είναι λεπτά. Ο ανοιχτόχρωμος μοσκοβίτης αποτελεί τον πιο συνήθη μαρμαρυγία ενώ ο σκουρόχρωμος βιοτίτης είναι πιο σπάνιος. Καθώς αποσαθρώνονται, οι μαρμαρυγίες συνεισφέρουν στα εδάφη κυρίως κάλιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε παλαιότερα εδάφη, απαντώνται πολύ μικρές ποσότητες βιοτίτη διότι αυτός αποσαθρώνεται πολύ γρηγορότερα από τον μοσκοβίτη. Τα πυριτικά ορυκτά είναι εξαιρετικής γεωλογικής και εδαφολογικής σημασίας δεδομένου ότι ο χαλαζίας και η άμμος είναι τα πιο διαδεδομένα ορυκτά στην γη. Τα πυριτικά ορυκτά χαρακτηρίζονται από μεγάλη σκληρότητα και εξαιρετική αντοχή στην αποσάθρωση, γιαυτό αυτά τα ορυκτά ευρίσκονται σε εδάφη ακόμα και όταν άλλα ορυκτά έχουν αποσαρθρωθεί πλήρως. Ο κριστοβαλίτης και ο χαλκηδόνιος απαντώνται σε μικρότερες ποσότητες και είναι ήσσονος σημασίας στα εδάφη, είναι ενδιαφέρον όμως να αναφερθεί ότι ο χαλκηδόνιος, σε καθαρή μορφή, είναι ημιπολύτιμη πέτρα εξαιρετικής ομορφιάς. Από τα τέσσερα οξείδια του σιδήρου, ο αιματίτης και κυρίως ο λιμονίτης ευρίσκονται σε μεγαλύτερες ποσότητες από τον γκαιτίτη και τον μαγνητίτη. Τα ορυκτά αυτά απελευθερώνουν σίδηρο και προσδίδουν στον έδαφος χαρακτηριστικές κοκκινοκίτρινες αποχρώσεις (κοκκινόχωμα). Τέλος, τα ανθρακικά άλατα (carbonates) αποσαθρώνονται πολύ εύκολα και έτσι στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν ήδη εκπλυθεί από το έδαφος. Από τα λοιπά ορυκτά, το υδροξείδιο του αργιλίου συνεισφέρει το μεγαλύτερο μέρος του αργιλίου που ανευρίσκεται στα εδάφη. Ο απατίτης δεν απαντάται πολύ συχνά αλλά αποτελεί μια σημαντική πηγή φωσφόρου. Ο τουρμαλίνης συναντάται σε μικρές ποσότητες αλλά είναι σχεδόν η μοναδική πηγή του εδαφικού βορίου, το οποίο είναι κατά κανόνα ανεπαρκές σε Μεσογειακά εδάφη σε ελαιώνες, για παράδειγμα, έλλειψη βορίου προκαλεί μερική ξήρανση του φυλλώματος. Το ζιρκόνιο (που αποτελεί ημιπολύτιμο λίθο) είναι αρκετά σκληρό και ανθεκτικό στην αποσάθρωση, έτσι απαντάται ακόμα και σε παλαιότερα εδάφη. Ο θειούχος σίδηρος, με την χαρακτηριστική γυαλιστερή κίτρινη απόχρωση που του δίνει μεγάλη ομοιότητα με τον χρυσό, παρέχει σίδηρο και θείο στα εδάφη. Τέλος, ο γύψος αποσαθρώνεται εύκολα, παρέχει ασβέστιο και θείο στα εδάφη, προκαλεί δε πτώση του ph.

Σχηματισμός του εδάφους A-3 ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΧΗΜΙΚΗΣ ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΟΡΥΚΤΩΝ Ορυκτό Προϊόντα χημικής αποσάθρωσης Άστριοι (feldspars): ορθόκλαστα (orthoclase) απελευθερώνεται κάλιο, σχηματίζεται άργιλος αλβίτης (albite) απελευθερώνεται νάτριο, σχηματίζεται άργιλος πλαγιόκλαστα (plagioclase) απελευθερώνεται νάτριο και ασβέστιο, σχηματίζεται άργιλος Αμφιβολίτες (amphiboles): κερατόλιθος (hornblende) απελευθερώνεται ασβέστιο, μαγνήσιο, νάτριο και λίγος σίδηρος Πυρόξενοι (pyroxenes): αυγίτης (augite) απελευθερώνεται ασβέστιο, μαγνήσιο και λίγος σίδηρος Μαρμαρυγίες (micas): μοσχοβίτης (muscovite), απελευθερώνεται κάλιο, σχηματίζεται άργιλος βιοτίτης (biotite) Πυριτικά ορυκτά (silica): χαλαζίας (quartz), κριστοβαλίτης (cristobilite), χαλκηδόνιος (chalcedony) Οξείδια σιδήρου (iron oxides): αιματίτης (hematite), λιμονίτης (limonite), γκαιτίτης (geothite), μαγνητίτης (magnetite) εξαιρετική ανθεκτικότητα σε αποσάθρωση, σχηματίζεται άμμος απελευθερώνεται σίδηρος, σχηματίζονται κοκκινοκίτρινες αποχρώσεις Ανθρακικά ορυκτά (carbonates): καλσίτης (calcite) απελευθερώνεται ασβέστιο, σχηματίζονται ασβεστόλιθοι δολομίτης (dolomite) απελευθερώνεται ασβέστιο και μαγνήσιο, σχηματίζονται δολομιτικοί άμμοι Άλλα ορυκτά: υδροξείδιο του αργιλίου (gibbsite) απελευθερώνεται αργίλιο απατίτης (apatite) απελευθερώνεται φωσφόρος τουρμαλίνης (tourmaline) απελευθερώνεται βόριο ζιρκόνιο (zircon) ανθεκτικότητα σε αποσάθρωση θειούχος σίδηρος (pyrite) γύψος (gypsum) Άργιλοι (clay minerals): καολινίτης (kaolinite), μοντμοριλονίτης (montmorillonite), βερμικουλίτης (vermiculite), ιλλίτης (illite) απελευθερώνεται σίδηρος και θείο απελευθερώνεται ασβέστιο και θείο, δημιουργούνται όξινα εδάφη απαντώνται στα περισσότερα εδάφη και είναι υπεύθυνα για τις φυσικοχημικές ιδιότητές τους Αργιλικά ορυκτά (clay minerals). Τα ορυκτά που αναφέρθηκαν ανωτέρω αποτελούν στην ουσία πρωτογενή ορυκτά που σχηματίζονται όταν τα χημικά στοιχεία που τα αποτελούν ενώνονται σε κρυσταλλική μορφή. Καθώς τα πρωτογενή αυτά ορυκτά αποσαθρώνονται, σχηματίζονται οι άργιλοι (clay minerals) που συνεπώς μπορούν να θεωρηθούν δευτερογενή ορυκτά και απαντώνται ευρέως στα εδάφη. Συνήθη αργιλικά ορυκτά είναι ο καολινίτης (που στην Ελλάδα απαντάται μόνο σε παλαιοτροπικά εδάφη), μοντμοριλονίτης, βερμικουλίτης και ιλλίτης, που παρουσιάζονται στο κάτω μέρος του προηγούμενου πίνακα. Οι άργιλοι είναι υπεύθυνοι για τις περισσότερες φυσικές και χημικές ιδιότητες του εδάφους, έχουν επομένως εξαιρετική εδαφολογική και περιβαλλοντική σημασία και συζητούνται αναλυτικά σε άλλες ενότητες του παρόντος εγχειριδίου. Πυριγενή πετρώματα που έχουν σκούρα απόχρωση (όπως ο γάββρος και ο βασάλτης) περιέχουν σκουρόχρωμα σιδηρομαγνητικά υλικά όπως βιοτίτη, αυγίτη και κερατόλιθο. Τέτοια πετρώματα περιέχουν μεγάλες ποσότητες ασβεστίου, σιδήρου, μαγνησίου και καλίου, οπότε και τα εδάφη που γεννώνται από τα πετρώματα αυτά

A-4 Στοιχεία εδαφολογίας είναι πλούσια σε αυτά τα χημικά στοιχεία που ταυτόχρονα αποτελούν θρεπτικές ουσίες (nutrients) για τους φυτικούς οργανισμούς. Ανοιχτόχρωμα πετρώματα περιέχουν υψηλό ποσοστό χαλαζία, όπως ο γρανίτης και ο οψιδιανός. Τέτοια πετρώματα γεννούν εδάφη πλούσια σε χαλαζία και φτωχά σε θρεπτικές ουσίες. Η υφή των πυριγενών πετρωμάτων ποικίλλει: ο γρανίτης και ο γάββρος για παράδειγμα έχουν αδρή υφή ενώ ο οψιδιανός και ο βασάλτης είναι λείοι. Πετρώματα με αδρή επιφάνεια παράγουν εδάφη με υψηλό περιεχόμενο χονδρόκοκκων συστατικών, ενώ πετρώματα με λεία επιφάνεια παράγουν εδάφη με υψηλή περιεκτικότητα σε λεπτόκοκκα συστατικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα λεπτόκοκκα εδάφη χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ειδική επιφάνεια των εδαφικών σωματιδίων. Βάσει των ανωτέρω, από τον προηγούμενο πίνακα συμπεραίνεται ότι εδάφη που προέρχονται από γρανίτη (συνήθως γρανιτικοί άμμοι που απαντώνται ευρέως π.χ. στην Χαλκιδική) είναι χονδρόκοκκα, περιέχουν πολύ χαλαζία και είναι φτωχά σε ανόργανες θρεπτικές ουσίες. Αντίθετα, εδάφη που προέρχονται από βασάλτη, είναι ενδιάμεσης μέχρι και λεπτής κοκκομετρικής σύστασης, περιέχουν σχετικά λίγο χαλαζία και έχουν μεγαλύτερες ποσότητες θρεπτικών συστατικών. Όσον αφορά τα ιζηματογενή (sedimentary) πετρώματα, αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ αποτελούν μόνο ένα εικοστό του συνολικού όγκου των πετρωμάτων του ανώτερου τμήματος του φλοιού της γης, εν τούτοις καλύπτουν τα τρία τέταρτα του εδάφους. Στην Ελλάδα, ένα μεγάλο μέρος της επιφάνειας της γης καλύπτεται από ιζηματογενή πετρώματα. Ο επόμενος πίνακας παρουσιάζει τα κυριότερα ιζηματογενή πετρώματα από τα οποία παράγονται εδαφικά υλικά μέσω των μηχανισμών της αποσάθρωσης. Πέτρωμα Σύσταση Όψη Παράγωγο έδαφος ασβεστόλιθος (limestone) δολομίτης ή καλσίτης λευκό, γκρι, κίτρινο, ανοικτό κόκκινο βασικά εδάφη πλούσια σε ασβέστιο και μαγνήσιο μάργα (marle) ασβεστούχος άργιλος λευκή έως ερυθρόμαυρη ασβεστούχα βασικά εδάφη (ορφνά και ρεντζίνες) ψαμμίτης (sandstone) κυρίως χαλαζίας λευκό, καφέ, κεραμιδί όξινα εδάφη που εκπλύνονται εύκολα και είναι φτωχά σε σχιστόλιθος (shale) κροκαλοπαγή (conglomerate) άργιλοι, λίγος χαλαζίας και οργανικό υλικό ποικίλει στρωματοποιημένη όψη, αποχρώσεις ανάλογα με τα ορυκτά που περιέχονται συγκολλημένα χαλίκια και κομμάτια βράχων θρεπτικές ουσίες εξαρτάται από το περιεχόμενο χαλαζία και σιδηρομαγνητικών ορυκτών ποικίλουν, συνήθως χονδρόκοκκα με πολλά χαλίκια A.2 Είδη εδαφών A.2.1 Αλλούβια Οι αλλουβιακές αποθέσεις έχουν στο γεωλογικό παρελθόν παρασυρθεί από τρεχούμενο νερό (π.χ. χειμάρρους) και έχουν αποτεθεί στους πυθμένες θαλασσών ή λιμνών. Η διάκριση αυτή είναι σημαντική από εδαφογενετικής πλευράς διότι οι αποθέσεις αυτές καταλήγουν σε διαφορετικού τύπου εδάφη. Τρία είδη αλλουβιακών αποθέσεων αποτελούν συνήθη μητρικά υλικά για εδαφογένεση: κώνοι αποθέσεως που σχηματίζουν αλλουβιακά ριπίδια (alluvial fans), πλημμυρικές ζώνες (floodplains) και δέλτα ποταμών (deltas). Αλλουβιακά ριπίδια. Καθώς το νερό ενός χειμάρρου κυλάει στην πλαγιά ενός βουνού, αυξάνει η ταχύτητά του και παρασύρει σημαντικές ποσότητες φερτών υλικών. Όταν ο χείμαρρος φθάσει σε πεδιάδα, η ταχύτητα του νερού μειώνεται

Είδη εδαφών A-5 ξαφνικά, με αποτέλεσμα να αποτεθούν ως ιζήματα τα μεταφερόμενα φερτά υλικά. Οι κώνοι αποθέσεως που δημιουργούνται κατ αυτόν τον τρόπο αποκαλούνται αλλουβιακά ριπίδια ( ριπίδιο σημαίνει βεντάλια). Τα εδάφη που προέρχονται από αλλουβιακές αποθέσεις δεν είναι εξελιγμένα (δεν παρουσιάζουν δηλαδή ορίζοντες), κατά κανόνα δε χαρακτηρίζονται από καλή αποστράγγιση. Η σύσταση αυτών των εδαφών εξαρτάται από τα ορυκτά και πετρώματα που ευρίσκονται στις ανάντη πλαγιές από τις οποίες ο χείμαρρος παρασύρει φερτά υλικά. Πλημμυρικές ζώνες. Ενώ τα αλλουβιακά ριπίδια απαντώνται σε πλαγιές βουνών και λόφων, σε πεδιάδες που διασχίζονται από ποταμούς απαντώνται πλημμυρικές ζώνες. Με την δημιουργία μαιάνδρων από την κοίτη ενός ποταμού, δημιουργείται με την πάροδο του χρόνου η ευρεία επίπεδη ζώνη που αποκαλείται πλημμυρική ζώνη του ποταμού, η οποία καλύπτεται από αποκαλούμενα παρόχθια έλη, και γεμίζει με νερό σε περιπτώσεις πλημμύρας. Καθώς τα πλημμυρικά νερά του ποταμού βγαίνουν από την κοίτη του, η ταχύτητά τους μειώνεται με αποτέλεσμα την απόθεση των φερτών υλικών που μεταφέρουν. Με την πάροδο του χρόνου και μετά από πολλές διαδοχικές πλημμύρες, η πλημμυρική ζώνη που περιβάλλει την κοίτη του ποταμού καλύπτεται από φερτά υλικά. Τα εδάφη που δημιουργούνται σε πλημμυρικές ζώνες είναι σχετικά βαλτώδη, ενώ η σύστασή τους εξαρτάται από τη σύσταση των φερτών υλικών. Επειδή αυτά προέρχονται από διάβρωση του ορίζοντα Α1 των ανάντη εδαφών, είναι πιθανό να περιέχουν υψηλό ποσοστό οργανικών υλικών και ιλύος γιαυτό είναι αρκετά γόνιμα. Σε περίπτωση που τα φερτά υλικά προέρχονται από αγροτικές εκτάσεις, τα εδάφη πλημμυρικών ζωνών μπορεί να είναι πλούσια σε θρεπτικές ουσίες. Ποτάμια δέλτα. Όταν ένας ποταμός εκβάλλει σε ένα μεγάλο σώμα επιφανειακού νερού (π.χ. λίμνη, κόλπο ή ανοιχτή θάλασσα) και η ενέργεια των κυμάτων δεν είναι αρκετή για να κρατήσει τα φερτά υλικά σε αιώρηση, δημιουργείται ένα δέλτα (που συνήθως έχει την μορφή ριπιδίου). Τα δέλτα είναι συνήθως βαλτώδη, διασχίζονται από μικρές παραφυάδες του ποταμού και υπόκεινται σε συχνές πλημμύρες. Η βαθμιαία μετάβαση από το γλυκό σε αλμυρό νερό που παρατηρείται σε περιοχές δέλτα, αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα που συντελεί στην δημιουργία οικοσυστημάτων μοναδικής βιοποικιλότητας και υψηλής παραγωγικότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι τέτοιες ζώνες βαθμιαίας μεταβολής φυσικών παραμέτρων που παρατηρούνται στα όρια διαφορετικών οικοσυστημάτων, αποκαλούνται οικότονοι (ecotone). Επειδή το μεγαλύτερο μέρος των χονδρόκοκκων φερτών υλικών που μεταφέρονται από τους ποταμούς έχουν ήδη αποτεθεί ανάντη, τα δέλτα συνήθως καλύπτοναι από άμμο, ιλύ και άργιλο. Δεδομένου ότι οι αλλουβιακές αποθέσεις είναι σχετικά πρόσφατες, τα εδάφη που προκύπτουν από αυτές είναι σχετικά νέα, οι δε θρεπτικές ουσίες δεν έχουν ακόμα εκπλυθεί από αυτά. Παράκτιες ζώνες. Τα φερτά υλικά που δεν αποτίθενται στις αλλουβιακές περιοχές που εξετάστηκαν παραπάνω, φθάνουν στην θάλασσα. Με την είσοδο τους στο θαλασσινό νερό, αποτίθενται στον πυθμένα, τα μεν χονδρόκοκκα υλικά κοντά στην παραλία, τα δε λεπτόκοκκα υλικά όπως οι άργιλοι, σε μεγαλύτερη απόσταση από αυτή. Σε αντίθεση με τις χερσαίες αλλουβιακές αποθέσεις, οι παραθαλάσσιες αποθέσεις είναι σχετικά παλαιές και τα παράκτια εδάφη που δημιουργούνται από αυτές χαρακτηρίζονται από υψηλή έκπλυση θρεπτικών ουσιών, ο δε χαλαζίας αποτελεί την πλέον συνήθη συνιστώσα τους. Γεωμορφολογικά, η παράκτια ζώνη

A-6 Στοιχεία εδαφολογίας χαρακτηρίζεται από εναλλαγή αλλουβιακών αποθέσεων νεαρής ηλικίας με παλαιότερες θαλάσσιες αποθέσεις, με αποτέλεσμα την γένεση σύνθετων εδαφών. A.2.2 Οργανικά εδάφη Αν και οι οργανικές αποθέσεις είναι πιο περιορισμένες από τα άλλα είδη εδαφικών μητρικών υποστρωμάτων, εν τούτοις καταλαμβάνουν ένα σημαντικό τμήμα της επιφάνειας της γης και είναι σημαντικές από περιβαλλοντικής και γεωργικής πλευράς. Συνήθως οργανικές αποθέσεις σχηματίζονται σε παράλια έλη και χερσαίες βαλτώδεις περιοχές. Όταν το νερό είναι ρηχό, απαντώνται χαρακτηριστικά είδη χλωρίδας π.χ. βούρλα (sedges), καλαμιές (reeds) και γράστεις (το κοινό γρασσίδι, grasses) στις ΗΠΑ συναντώνται και χαμεκύπαρεις (είδη χαμηλών κυπαρισιών, cypress). Στην Ελλάδα, σε τέτοιες περιοχές φύονται καλάμια, βούρλα και ιτιές, π.χ. στις Πρέσπες. Καθώς οι φυτικοί αυτοί οργανισμοί νεκρώνονται ή ρίχνουν τα φύλλα τους, δημιουργείται στον πυθμένα μια στρώση οργανικών καταλοίπων. Λόγω της παρουσίας του νερού, τα οργανικά αυτά κατάλοιπα δεν οξειδώνονται και, με την πάροδο των ετών, συσσωρεύνονται και δημιουργούνται οργανικές αποθέσεις μεγάλου πάχους. Οι οργανικές αυτές αποθέσεις διακρίνονται σε εκείνες που έχουν ημιτελώς αποσυντεθεί (muck) όπου μπορούμε ακόμα να διακρίνουμε κομμάτια φύλλων, κλαδιών κ.λπ. και εκείνες που έχουν πλήρως αποσυντεθεί και συχνά αποκαλούνται τύρφη (peat), όπου δεν μπορούμε πλέον να αναγνωρίσουμε την αρχική προέλευση των οργανικών καταλοίπων. Εάν η τύρφη προέρχεται από βούρλα, καλαμιές, βρύα (mosses) και γρασίδια, αποκαλείται ινώδης τύρφη (fibrous peat) ενώ εάν η τύρφη έχει σχηματισθεί από δένδρα όπως ιτιές, σκλήθρα, ελώδη πεύκα (Pinus palustris, που δεν απαντώνται στην Ελλάδα) ή χαμεκύπαρεις (Chamaecyparis lawsoniana, κοινώς cypress, που επίσης δεν απαντώνται στην Ελλάδα), αποκαλείται ξυλώδης τύρφη (woody peat). Εάν οι οργανικές αποθέσεις είναι παχύτερες από περίπου 40 cm και περιέχουν τουλάχιστο 30% οργανικά υλικά, σχηματίζουν με την πάροδο του χρόνου οργανικά εδάφη που αποκαλούνται Histosols (προφέρεται χίστοσολ ). Τέτοια εδάφη μπορεί να έχουν πάχος αρκετά μέτρα και περιέχουν ακόμα και 100% οργανικό υλικό. Στην Ελλάδα, χαρακτηριστικά παραδείγματα τυρφωδών εκτάσεων αποτελούν η πεδιάδα των Φιλίππων στην περιοχή της Καβάλας και οι αποξηραμένες λίμνες Κωπαϊδας και Ξηνιάδας. A.3 Εδαφικοί ορίζοντες και εδαφογένεση Μια πλήρως εξελιγμένη εδαφοτομή (προφίλ) περιέχει τους ακόλουθους ορίζοντες (στρώματα): 1. Ο επιφανειακός Ορίζοντας Ο (O horizon), που είναι στρώμα νεκρής οργανικής ύλης (surface litter). Διακρίνονται οι ακόλουθες υποδιαιρέσεις: ορίζοντας O1 που συνίσταται σε αναγνωρίσιμα οργανικά κατάλοιπα, αποκαλείται δε και ορίζοντας L (litter) ενδιάμεση στρώση που ονομάζεται F (fermentation: ζύμωση, σήψη) ορίζοντας O2 που συνίσταται σε οργανικά κατάλοιπα που έχουν πλήρως αποσυντεθεί, αποκαλείται δε και Η (humus). 2. Ορίζοντας A (Α horizon), που αποτελεί ανάμειξη οργανικής και ανόργανης ύλης. Διακρίνονται οι ακόλουθες υποδιαιρέσεις:

Εδαφικοί ορίζοντες και εδαφογένεση A-7 ορίζοντας A1 ή Ap (plowed: οργωμένο), που είναι πλούσιος σε σκουρόχρωμο οργανικό υλικό - η απόχρωση οφείλεται στην ανάμειξη οργανικής και ανόργανης ύλης) ορίζοντας Α2, που είναι αποχρωματισμένος, με ελάχιστη άργιλο και θρεπτικές ουσίες και περιέχει την ζώνη μέγιστων απωλειών (zone of maximum loss) - κολλοειδών και οργανικής ουσίας - συχνά ο ορίζοντας αυτός ονομάζεται ιλλουβιακός διότι εκπλύνεται. ορίζοντας A3, που είναι μεταβατικός προς τον ορίζοντα Β - στην Ελλάδα, ο ορίζοντας Α3 είναι σπάνιος, εμφανίζεται δε μόνο σε ποδσολικά εδάφη (πολύ όξινα εδάφη με τυπικό ph 4.5 έως 4), π.χ. Όσα, Κάτω Όλυμπος, Πιέρια (κυρίως σε δάση οξιάς σε μεγάλα υψόμετρα). 3. Ορίζοντας B (Β horizon), που είναι ο εμπλουτιζόμενος με κολλοειδή και θρεπτικές ουσίες ορίζοντας, ο οποίος υφίσταται διαπήλωση. Διακρίνονται οι ακόλουθες υποδιαιρέσεις: ορίζοντας Β1, που είναι μεταβατικός ορίζοντας Β2, που αποτελεί την ζώνη μέγιστης συσσώρευσης υλικού από τον ορίζοντας Α (zone of maximum accumulation) ορίζοντας Β3, που είναι μεταβατικός προς το ημιαποσαθρωμένο μητρικό υλικό. 4. Ορίζοντας C (C horizon), που είναι το ημιαποσαθρωμένο μητρικό πέτρωμα (parent material). 5. Ορίζοντας R (R horizon), που είναι το βραχώδες υπόθεμα που υπάρχει κάτω από το έδαφος. Επί του ορίζοντα R, δύναται να έχει επικαθήσει ξένο έδαφος, π.χ. αλλουβιακά, κολλουβιακά (εξαιρετικά αργή κατολίσθηση) ή λόγω κατολίσθησης. Από περιβαλλοντικής απόψεως ενδιαφέρουν οι ορίζοντες A, B και C. Συνήθως, οι ορίζοντες Α και Β αποκαλούνται επιφανειακό έδαφος (topsoil). Ενώ οι ανωτέρω ορίζοντες απαντώνται σε πλήρως εξελιγμένα εδάφη στην ιδανική τους μορφή, στην πράξη δύναται να απαντώνται ολίγον εξελιγμένα εδάφη με ορίζοντες A και C ή εδάφη με ορίζοντες B και C όπου ο ορίζοντας Α έχει αφαιρεθεί λόγω διάβρωσης. Σημειώνεται ότι εδάφη αποψιλωμένα του ορίζοντα Α συχνά δημιουργούνται σε καμένες δασικές εκτάσεις. Οι ακόλουθοι παράγοντες διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην δημιουργία και σχηματισμό των διαφορετικών τύπων εδάφους (υπάρχουν εκτενείς σχετικές αναφορές στην βιβλιογραφία όπως Sopher & Baird, 1978): 1. μητρικό υλικό (parent material) δηλαδή το γεωλογικό υπόθεμα, που συχνά είναι βραχώδες 2. κλίμα (climate), που καθορίζεται σαν ο διαχρονικός μέσος όρος των μετεωρολογικών συνθηκών που επικρατούν 3. τοπογραφικό ανάγλυφο (relief ή topography) δηλαδή η επιφανειακή μορφολογία 4. βλάστηση (vegetation) 5. χρόνος (time) Τα διαφορετικά είδη εδαφών αναπτύσσονται καθώς σε μια περιοχή δεδομένης επιφανειακής μορφολογίας και πάνω σε ένα συγκεκριμένο μητρικό υπόστρωμα, επενεργούν βλάστηση και κλίμα για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Από τους παράγοντες αυτούς, οι σημαντικότεροι είναι το μητρικό υλικό και το κλίμα. Οι ανωτέρω παράγοντες δεν είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους, για παράδειγμα η βλάστηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το κλίμα. Τέλος, οι ανωτέρω παράγοντες

A-8 Στοιχεία εδαφολογίας δεν δρουν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, αλλά σε συνεργία κάποτε οι παράγοντες αυτοί επηρεάζουν προς την ίδια κατεύθυνση ενώ άλλες φορές δρουν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Η ταυτόχρονη δράση των 5 αυτών παραγόντων μπορεί να προκαλέσει την ύπαρξη πολλών διαφορετικών τύπων εδάφους σε μια περιορισμένη έκταση, π.χ. όπου υπάρχουν 3 διαφορετικά πετρώματα, 5 διαφορετικές μορφολογίες, 2 είδη βλάστησης, 1 κλίμα και 2 χρονικές κλίμακες αναμένεται να υπάρχουν 30 διαφορετικά εδάφη. A.4 Βιβλιογραφικές αναφορές Sopher, C.D. and J.V. Baird (1978). Soils and Soil Management. Reston, Prentice Hall.