Η ΑΝΕΡΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΥΚΟΥ Αν και γίνεται πολύς λόγος για την ανεργία των νέων, των μεσήλικων ή των μακροχρόνια άνεργων ανδρών, για την ανεργία των γυναικών τηρείται σιγή ιχθύος. Τόσο σε επίπεδο δημόσιου λόγου και μίντια, όσο και πολιτκών που ακολουθούνται στην Ευρώπη συνολικά.η κατάσταση αυτή εμφανίζεται παράδοξη, δεδομένου ότι δεν υποστηρίζεται από κανένα εύρημα. Στη πραγματικότητα η ανεργία των γυναικών όλων των ηλικιών είναι σε απόλυτα μεγέθη κατά πολύ μεγαλύτερη απο αυτή των ανδρών. Πρόκειται για φαινόμενο διαχρονικό, που ξεπερνά τα όρια της παρούσας κρίσης και τείνει πλέον να έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Πράγματι, με βάση τα στοιχεία της Εurostat για το 2007, η μέση ανεργία στην Ευρώπη στις γυναίκες ήταν 8,5% και στους άνδρες 6,7%. Στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά έφταναν το 13,3% για τις γυναίκες και το 5,4% για τους άνδρες. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει και στις μισθολογικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων. Αυτές το 2005 άγγιξαν, σε βάρος πάντα των γυναικών, το 20,7% κατατάσσοντας τη χώρα στην 7η θέση στην κλίμακα διαφυλετικών μισθολογικών ανισοτήτων (μετά την Τσεχία, την Εσθονία, την Αυστρία, την Κύπρο, την Ολλανδία και τη Βρετανία). Διαχρονικές διακρίσεις Η τεράστια απόκλιση του 20 και πλέον τοις εκατό δεν αποτελεί συγκυριακό φαινόμενο. Αναλυτικότερες μελέτες της Εurostat, που συγκρίνουν τις μισθολογικές διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα ανά ηλικία, με βάση τα χρόνια εργασίας, ανά επαγγελματικό κλάδο και μορφωτικό επίπεδο, επιβεβαιώνουν την παραπάνω τάση. Έτσι, για το 2002 με κριτήριο την ηλικία διαπιστώνουμε ότι όσο μεγαλύτερες είναι οι γυναίκες, τόσο περισσότερο αυξάνεται η ανισότητα σε βάρος τους, με αποκορύφωμα τις γυναίκες μεταξύ 50 και 60 ετών που αμείβονται μόλις με το 61% του ανδρικού μισθού, μιλώντας πάντα για το ίδιο επαγγελματικό πόστο. Με κριτήριο την προϋπηρεσία, βλέπουμε ότι η μισθολογική ανισότητα αυξάνεται επίσης κι αυτή με τα χρόνια εργασίας. Με βάση τώρα τον επαγγελματικό κλάδο, θα πρέπει να σημειωθεί το εξής παράδοξο: ενώ στις ηλικίες των 30 με 34 ετών το 27,5% των γυναικών κάνει ανώτατες σπουδές σε αντιδιαστολή με τους άνδρες όπου το αντίστοιχο ποσοστό είναι χαμηλότερο (23,3%) στις ανώτατες διευθυντικές θέσεις, η μισθολογική ανισότητα είναι μεγάλη, και διαμορφώνεται στο 23,5%. Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται και όταν συγκρίνουμε τους μισθούς με βάση το μορφωτικό επίπεδο, όπου βλέπουμε ότι η μεγαλύτερη μισθολογική ανισότητα (των 30,3%) παρουσιάζεται σε θέσεις με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Εκεί δηλαδή που διαπρέπουν οι γυναίκες. Επομένως πολύ πριν την κρίση, και με εξαίρεση τους παράνομους μετανάστες και μετανάστριες, οι γυναίκες στην Ελλάδα αποτελούσαν και αποτελούν κοινωνικό και οικονομικό περιθώριο. Πρωταθλήτριες στην ανεργία και τη φτώχεια, αλλά και ως εργαζόμενες, όσα χρόνια κι αν δουλέψουν, όσο κι αν σπουδάσουν, δεν κατορθώνουν ποτέ να αποκτήσουν ίση μισθολογική μεταχείριση. Δυστυχώς, αντίστοιχες μισθολογικές ανισσότητες παρατηρούμε την ίδια περίοδο και στη Γαλλία, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κρίση γένους θηλυκού
Με την έλευση της κρίσης το 2008 η τάση μοιάζει να αντιστρέφεται προς στιγμήν. Αυτό συμβαίνει γιατί έπληξε κυρίως τη βιομηχανία, ένα κλάδο δηλαδή που απασχολεί στο σύνολό του περισσότερους άνδρες. Όμως από το 2010 μέχρι σήμερα η αναλογία των ποσοστών αλλάζει ξανά, με τις γυναίκες να πρωτοστατούν και πάλι στην ανεργία. Συγκεκριμένα, με βάση τα τελευταία στοιχεία της Εurostat του Νοεμβρίου 2011 το επίπεδο ανεργίας των γυναικών στην ευρωζώνη αγγίζει τα 10,6% ενώ των ανδρών το 10%. Η διαφορά σε βάρος των γυναικών αυξάνεται στις χώρες που πλήττονται περισσότερο από τη κρίση χρέους, όπως η Πορτογαλία, όπου φτάνει τις 0,7 μονάδες βάσης ή η Ιταλία που ξεπερνάει τις 1,2 μονάδες σε μέση συνολική ανεργία 9,8%. Στην Ελλάδα μπορούμε πλέον να μιλάμε για υπερανεργία των γυναικών εφόσον η διαφορά σε βάρος τους φτάνει τις 6,6 μονάδες βάσης! Σε ό,τι αφορά την ανεργία των νέων κάτω των 25 ετών, αυτή αγγίζει το 48,9% στην Ισπανία και το 45,1% στην Ελλάδα. Παρότι πρόκειται πραγματικά για ποσοστά ρεκόρ, οι αναλυτές παραλείπουν να μας πουν ότι η ανεργία των νέων γυναικών στην Ελλάδα στις ηλικίες κάτω των 25 ετών κυμαίνεται στο 52,3%, δηλαδή 12,9 μονάδες βάσης πιο πάνω από τους άνδρες συνομηλίκους τους. Στη Γαλλία η υπερανεργία των γυναικών είναι στις 3,1 μονάδες με ποσοστό γυναικείας ανεργίας 25,9%. Η διαφορά αυτή είναι εξίσου παράδοξη, δεδομένου ότι εδώ και πολλά χρόνια τα νεαρά κορίτσια επενδύουν περισσότερο χρόνο και κόπο στην απόκτηση των αναγκαίων τίτλων σπουδών από τα αγόρια, κάτι που θα έπρεπε να τους εξασφαλίζει ομαλότερη και γρηγορότερη επαγγελματική ένταξη. Εκτός, όμως, από τις παραπάνω διαφορές, υπάρχουν μεγάλες διαφορές και στους μισθούς, οι οποίοι κατά μέσο όρο ήταν 25% κάτω από των ανδρών. Σήμερα δεν μπορούμε να μιλάμε για μισθούς ούτε και για ωράριο, αφού με νόμους καταργήθηκαν τα ωράρια και κατέβηκαν οι κατώτατοι μισθοί και οι συντάξεις. Έτσι, οι νέες κοπέλες (ακόμα και με πτυχία και μεταπτυχιακά) δουλεύουν αν είναι «τυχερές» σε δουλειές των 500 ευρώ ή και λιγότερα, οι μεγαλύτερες γυναίκες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις δουλειές τους, βγαίνοντας σε πρόωρη σύνταξη, για να μην αναγκαστούν να δουλεύουν 10-15 χρόνια παραπάνω με την αύξηση του ορίου ηλικίας στα 65. Και οι ήδη συνταξιούχες βλέπουν τις μικρές συντάξεις τους να μετατρέπονται σε επιδόματα πείνας. Κοινωνία ανεκτική στη γυναικεία ανεργία Εκτός από τον όρο την υπερανεργία των γυναικών στην Ευρώπη, στη Γαλλία μπορούμε πλέον να μιλάμε ανοιχτά και για υποβάθμιση του προβλήματος. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε εξετάζοντας τις πολιτικές επαγγελματικής αποκατάστασης, που κατά καιρούς υιοθετούνται. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, όλα τα προγράμματα καταπολέμησης της ανεργίας αφορούν κυρίως τους νέους και τους μεσήλικες άνδρες. Όπως παρατηρεί η Μάργκαρετ Μαρουανί, ερευνήτρια κοινωνιολόγος στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της Γαλλίας CNRS «εδώ και 15 χρόνια η κοινωνία εμφανίζεται ιδιαίτερα ανεκτική απέναντι στη γυναικεία ανεργία, που αντιμετωπίζεται ως λιγότερο σοβαρή από την ανεργία». Μια τέτοια κοινωνική αντίληψη, όμως, θέτει σε αμφισβήτηση το ίδιο το δικαίωμα στην εργασία για τις γυναίκες.
Η κοινωνική συνενοχή απέναντι στην υπερανεργία των γυναικών έχει ακόμη μεγαλύτερες συνέπειες αν αναλογιστούμε ότι τόσο η κρίση όσο και τα προγράμματα λιτότητας για την αντιμετώπισή της στρέφονται κυρίως εναντίον των γυναικών. Πέρα από την ανεργία, οι γυναίκες επιπλέον υπερεκπροσωπούνται στα επαγγέλματα μερικής απασχόλησης. Έχουν υποστεί επομένως τραγικές μειώσεις τόσο στη διάρκεια του χρόνου εργασίας, όσο και στις αμοιβές τους. Η συγκεκριμένη μορφή ανεργίας, εκείνη που προκύπτει δηλαδή από τη μείωση του χρόνου εργασίας δεν καταγράφεται και επομένως η πραγματική εργασιακή κατάσταση των γυναικών αποκρύπτεται. Εξετάζοντας τη θέση των γυναικών ανά οικονομικό τομέα τα συμπεράσματα παραμένουν απογοητευτικά. Στη δημόσια διοίκηση στις χώρες της Ευρώπης οι μειώσεις μισθών και προσωπικού θίγουν αναπόφευκτα περισσότερο τις γυναίκες, εφόσον πρόκειται για κλάδο όπου πλειοψηφικά απασχολούνται γυναίκες. Παντού στην Ευρώπη οι γυναίκες είναι τα πρώτα θύματα της εργασιακής ανασφάλειας και της υπομισθολόγησης. Το 2010 το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, καθόλου τυχαία, σε μια απόφασή του είχε προειδοποιήσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και την Επιτροπή ότι «η κρίση έχει ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στις γυναίκες, οι οποίες είναι περισσότερο εκτεθειμένες στην εργασιακή επισφάλεια και στις απολύσεις και λιγότερο προστατευμένες από τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης». Ο χρόνος, δυστυχώς, δικαιώνει τη παραπάνω πρόβλεψη. Το κοινωνικό κράτος καταρρέει πάνω μας Η μεγαλύτερη επίπτωση πάνω στη ζωή των γυναικών είναι η κατάργηση του κοινωνικού κράτους, τις λειτουργίες του οποίου αναγκάζονται να αναπληρώσουν λόγω του διπλού τους ρόλου στη δουλειά και στην οικογένεια. Κλείνουν δημόσιοι παιδικοί σταθμοί, ολοήμερα σχολεία, δημοτικά ιατρεία, κέντρα απασχόλησης ηλικιωμένων (ΚΑΠΗ), «βοήθεια στο σπίτι». Κλείνουν νοσοκομεία (ενώ άλλα «συμπτύσσονται»), δημοτικά σχολεία και γυμνάσια. Κλείνουν τα κέντρα μέριμνας για εξαρτημένα άτομα ή άτομα με ψυχολογικά προβλήματα. Ο κατάλογος των περικοπών «ανανεώνεται» κάθε μέρα. Πέρα από αυτά, όμως, με άλλοθι την κρίση και τις έκτακτες οικονομικές συνθήκες, διογκώθηκε το δημογραφικό ζήτημα με 8 καίρια χτυπήματα και σοβαρότερα: Την επιβάρυνση της μέσης ελληνικής οικογένειας, με έκτακτες εισφορές, τις οποίες σχεδίασε για το διάστημα 2009-2014. Την επιβολή δυσβάστακτων επιβαρύνσεων σε περίπου 2.000.000 νοικοκυριά. Την αύξηση της ανεργίας των νέων και την όξυνση της εργασιακής ανασφάλειας, υπονομεύοντας τη δημιουργία οικογένειας. Αλλά ο θεσμός της οικογένειας είναι ο πυλώνας του εθνικού μας κορμού, που, εκτιμώ ότι αποτελεί μοναδική ελπίδα για το μέλλον της χώρας.
Μπορούμε να στηρίξουμε δέσμη μέτρων, που ενισχύουν τον θεσμό της Οικογένειας. Τα περισσότερα από τα προτεινόμενα μέτρα είναι χαμηλού ή μηδενικού δημοσιονομικού κόστους. Προτείνουμε θεσμικές Παρεμβάσεις για τη Στήριξη της Οικογένειας: Την τροποποίηση διατάξεων του Οικογενειακού Δικαίου, με στόχο την προσαρμογή του στις ανάγκες της σύγχρονης οικογένειας και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των γυναικών. Τη βελτίωση και συστηματικότερη εφαρμογή του Νόμου για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας. Προτείνουμε μέτρα για όλες τις οικογένειες, μεταξύ των οποίων: Ενίσχυση και επέκταση του μέτρου της συνυπηρέτησης στην ίδια πόλη για συζύγους, όταν πρόκειται για εργαζόμενους του Δημοσίου, ώστε να απαλύνεται το κόστος διαβίωσης. Φορολογικά κίνητρα για την ενίσχυση της παραμονής και τη μετεγκατάσταση των οικογενειών σε περιοχές της επαρχίας και, ειδικότερα, της παραμεθορίου για τη δημογραφική τους ενίσχυση. Η αναπτυξιακή πολιτική της Νέας Δημοκρατίας για Περιφερειακή Ανάπτυξη, μαζί με τα κίνητρα αυτά, θα απαλύνουν την οικονομική πίεση, που ασκείται, σήμερα, σε πολλές οικογένειες, που κατοικούν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ειδικές πολιτικές εναρμόνισης οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής των γονέων. Πολιτική μέριμνας για οικογένειες, που έχουν παιδία με αναπηρία. Προτείνουμε μέτρα για τις Πολύτεκνες και Τρίτεκνες Οικογένειες, μεταξύ των οποίων: Εξορθολογισμός του επιδόματος πολύτεκνης και τρίτεκνης μητέρας, με εισαγωγή εισοδηματικών κριτηρίων ή κλίμακας. Προτεραιότητα των πολύτεκνων και τρίτεκνων οικογενειών στην κάλυψη θέσεων σε Παιδικούς Σταθμούς, σε συνάρτηση με την οικονομική τους κατάσταση. Μείωση των επιτοκίων των δανείων των τρίτεκνων και πολύτεκνων οικογενειών στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, με βάση τις μειώσεις του νόμου 4024/2011. Εξορθολογισμός των τιμολογίων για παροχή ρεύματος και νερού για τους πολύτεκνους και τρίτεκνους. Προτείνουμε Μέτρα για τις Μονογονικές Οικογένειες, μεταξύ των οποίων: Δημιουργία θεσμικού πλαισίου, που να διασφαλίζει αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Θέσπιση ειδικού επιδόματος για μόνο γονέα, σε συνδυασμό με εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια. Μείωση του φόρου εισοδήματος και ελαφρύνσεις, με κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια. Πιστεύω στην αλληλεγγύη των γενεών. Στηρίζουμε την τρίτη ηλικία, αναγνωρίζοντας τον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό της ρόλο. Προκρίνουμε μέτρα κι ενδεικτικά αναφέρω: Στήριξη του προγράμματος Βοήθεια στο Σπίτι. Δημιουργία «Κέντρων Ημερήσιας Φροντίδας» και κοινωνικών υπηρεσιών για την υποστήριξη της ευαίσθητης υγείας των ατόμων της τρίτης ηλικίας, ώστε να μπορούν να παραμένουν στο σπίτι τους αυτόνομα και να αποφεύγεται η διαμονή τους σε άσυλα-γηροκομεία. Είναι αλήθεια, πια, και αποτελεί πικρή πραγματικότητα πως: Οι φτωχοί, στην Ε.Ε., υπερβαίνουν τα 115 εκατ. Οι νεόπτωχοι είναι εδώ! Σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, 1 στους 3 Έλληνες βρίσκονται στα όρια της φτώχειας. Παραφράζοντας τον ποιητή, θα πούμε πως κάποιοι έχτισαν τον παράδεισό τους με τα υλικά της κόλασης των Ελληνίδων και των Ελλήνων.