Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ
Έρευνα και Ανάπτυξη (Research and Development, R&D) Οι Howenstine και Zeile (1992) ανακαλύπτουν μια χαλαρή συσχέτιση μεταξύ Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D) και του συνόλου των εργαζομένων σε 45 ξένες επιχειρήσεις στην Αμερική. Οι Kearns και Ruane (1999) συγκρίνουν ξένες επιχειρήσεις, οι οποίες επενδύουν στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης με ξένες με την απουσία τέτοιου είδους επενδύσεων στην Ιρλανδία.
Το αποτέλεσμα της μελέτης τους επιβεβαιώνει τη σχέση μεταξύ έρευνας και ποιότητας εργατικού δυναμικού. Τέλος, ενώ ο Moden (1998) δεν βρίσκει καμία συσχέτιση μεταξύ Έρευνας και Ανάπτυξης και ξένων επιχειρήσεων, ωστόσο η ξένη ιδιοκτησία φαίνεται να δραστηριοποιείται σε επιχειρήσεις με υψηλή ένταση για Έρευνα και Ανάπτυξη.
Στον χώρο της έρευνας, η Ελλάδα διαθέτει, συγκριτικά με άλλες χώρες, επιστημονικό δυναμικό υψηλής ποιότητας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, κάτι που μπορεί να διαπιστώσει κανείς μελετώντας έρευνες, στατιστικές και συγκριτικούς πίνακες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας- ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ-
Η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας, υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας. Χαράσσει και υλοποιεί την εθνική πολιτική Έρευνας και Ανάπτυξης. Υλοποιεί τα εθνικά ερευνητικά προγράμματα Ε&Α και Καινοτομίας. Η συμμετοχή των Πανεπιστημίων είναι σημαντική, απορροφούν σημαντικούς πόρους. Σημαντική είναι και η συμμετοχή των επιχειρήσεων. Ο δημόσιος τομέας υπερέχει στις επιχορηγήσεις για Ε&Α έναντι των επιχειρήσεων.
Η χρηματοδότηση της έρευνας στην Ελλάδα προέρχεται από το δημόσιο: Εκ των κονδυλίων του τακτικού προϋπολογισμού και του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων Εκ των διαρθρωτικών ταμείων και των κοινοτικών προγραμμάτων για R&D Εκ του ιδιωτικού τομέα
Τα κονδύλια που προέρχονται από εθνικούς πόρους αφορούν κυρίως στην κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των ΑΕΙ και των κρατικών ερευνητικών κέντρων. Τα προγράμματα που χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία, υπάγονται στα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης η διαχείρισή τους πραγματοποιείται από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών.
Η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) ως δικαιούχος του ΚΠΣ, προκηρύσσει και χρηματοδοτεί ερευνητικά έργα, τα οποία διεξάγονται στη χώρα: από κοινοπραξίες πανεπιστημίων από ερευνητικά κέντρα από επιχειρήσεις από μεμονωμένους ερευνητές από ερευνητικές δραστηριότητες στο πλαίσιο διακρατικών συμφωνιών με άλλες χώρες Στα ευρωπαϊκά προγράμματα Ε&ΤΑ συμμετέχουν ελληνικές ερευνητικές ομάδες, σε συνεργασία με αντίστοιχους φορείς και επιχειρήσεις από άλλες χώρες της ΕΕ. Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για τα Προγράμματα Πλαίσια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Είναι τα κρατικά ερευνητικά κέντρα, τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και οι επιχειρήσεις Τα περισσότερα κρατικά ερευνητικά κέντρα υπάγονται στην αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Έρευνας & Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ), ενώ ένας μικρότερος αριθμός αναφέρεται σε άλλα υπουργεία, όπως το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) που υπάγεται στο υπουργείο Ανάπτυξης και το Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας Εθνικής Άμυνας (ΚΕΤΕΘΑ) που υπάγεται στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ, ΤΕΙ και Ερευνητικά Πανεπιστημιακά Ινστιτούτα) υπάγονται στο υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Δ. Β. Μ. και καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα της ερευνητικής δραστηριότητας, καθώς σε αυτά εργάζεται το μεγαλύτερο ποσοστό του ερευνητικού δυναμικού της χώρας. Η ερευνητική λοιπόν δραστηριότητα στην Ελλάδα, η οποία νομοθετικά ρυθμίζεται από το Νόμο 2919/2001 «Σύνδεση έρευνας και τεχνολογίας με την παραγωγή και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 128/15-6-2001) και το Άρθρο 10, «Ενίσχυση της επιστημονικής έρευνας του Νόμου 2992/2002 «Μέτρα για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς και την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 54/20-3-2002), πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο στα ακαδημαϊκά ιδρύματα και στα κρατικά ερευνητικά κέντρα και σε μικρότερο ποσοστό στις επιχειρήσεις. Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας- ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ-
Κεντρικοί στόχοι της κρατικής πολιτικής για τον τομέα R&D: H αλλαγή των συσχετισμών και η συνολική εξισορρόπηση του συστήματος. Σύγκληση με κοινοτική πολιτική που προωθεί τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα Ενίσχυση της ερευνητικής δραστηριότητας τόσο στο επίπεδο της προσφοράς όσο και της ζήτησης. Στόχος η καλύτερη κατανομή μεταξύ βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας και αφετέρου στην οικοδόμηση μιας λειτουργικής συνεργασίας μεταξύ ερευνητικών ιδρυμάτων και παραγωγικών φορέων, ώστε το εθνικό σύστημα R&D να καταστεί αυτοχρηματοδοτούμενο.
Στην επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου αναμένεται να συμβάλουν πρωτοβουλίες, όπως: H ταυτόχρονη ανάπτυξη δυναμικής στον ιδιωτικό τομέα H προώθηση αλλαγών στο ακαδημαϊκό σύστημα ανάληψης ερευνητικών προγραμμάτων Τα ανωτέρω πρέπει να πραγματοποιηθούν με ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις. Με ενέργειες οι οποίες προφανώς θα πρέπει να ενταχθούν σε αντίστοιχες και ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις.
Η σχέση που υφίσταται μεταξύ παραγωγικότητας και έρευνας και ανάπτυξης Στη θεωρία, η συσχέτιση αυτών των δύο παραγόντων είναι αρκετά ξεκάθαρη Η απόδοση των επιστημόνων μηχανικών της έρευνας και της ανάπτυξης είναι υψηλού επιπέδου οδηγεί στην εμφάνιση νέων τεχνολογιών Οι νέες τεχνολογίες βελτιώνουν την παραγωγικότητα Η χρήση των καινοτομικών μεθόδων στη διαχείριση των φυσικών και ανθρωπίνων πόρων επιτρέπει την καλύτερη οργάνωση της εργασίας και την καλύτερη διοίκηση των επιχειρηματικών σχέσεων
Η ποσοτικοποίηση των προηγουμένων παραγόντων πραγματοποιείται με δείκτες Η παραγωγικότητα μετράται ως το ωφέλιμο αποτέλεσμα ανά Ανθρωποώρα εργασίας, ή ανά μονάδα επενδυμένου κεφαλαίου.
«Η καινοτομία είναι ο μετασχηματισμός μιας ιδέας σε ένα νέο βελτιωμένο προϊόν, το οποίο εισάγεται στην αγορά, ή μια νέα ή δραστικά βελτιωμένη μέθοδος, η οποία χρησιμοποιείται στη βιομηχανία και το εμπόριο, ή μία νέα προσέγγιση, όσον αφορά κάποια κοινωνική υπηρεσία» (OE CD, 1994: 19). Στην προσέγγιση αυτή, η καινοτομία δεν συμπεριλαμβάνει την έννοια της έρευνας και της ανάπτυξης, η οποία παρέχει στους χρήστες ξεκάθαρη γνώση, πριν από την ύπαρξη της καινοτομίας και η οποία είναι συστηματική γνώση, που παράγει περαιτέρω γνώση.
Αποτελούν δημιουργική εργασία, η οποία συντελείται επί μιας συστηματικής βάσεως, για να αυξηθεί η συνολική παρακαταθήκη γνώσεων του ανθρώπου, του πολιτισμού του και της κοινωνίας του. Η χρήση αυτής της παρακαταθήκης γνώσης να γίνει προς κατασκευή νέων εφαρμογών.
Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας- ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ- Μια ακόμη εκδοχή: Η έννοια της καινοτομίας δεν συμπεριλαμβάνει μόνο την έρευνα και την ανάπτυξη, αλλά και όλες τις προσχεδιασμένες (και μερικές φορές και άλλες, τυχαίες ή επί τούτω) διαδικασίες ανανέωσης και προσαρμογής και τα αντίστοιχα φαινόμενα. Λαμβάνεται δηλαδή ως δεδομένο ότι, εντός της κοινωνίας της πληροφορίας, τόσο το πολιτισμικό γίγνεσθαι όσο και τα ίδια τα άτομα θα πρέπει να είναι έτοιμα να συμμετάσχουν σε διαδικασίες μάθησης και αυτό κάνουν.
Περίπτωση 1 η : Το γραμμικό μοντέλο της διαδικασίας της καινοτομίας 1. Έρευνα 2. Εφεύρεση 3. Καινοτομία 4. Διάχυση της Νέας Τεχνολογίας Πηγή: Borsi, 2004: 9
Το γραμμικό μοντέλο της καινοτομίας προσομοιάζει με τις τεχνικές διαδικασίες Αγνοεί ένα πλήθος σημαντικών παραγόντων. H διάχυση, ή εξάπλωση αρχίζει με την αγορά, την αντιγραφή, την παράλληλη ανακάλυψη κλπ ενός νέου προϊόντος ή μιας νέας τεχνολογίας. Αρχίζει με την φάση εισαγωγής του στην αγορά (marketisation). Στο ίδιο αυτό μοντέλο, μια μεταβολή στην τεχνολογία παρατηρείται όταν μια ήδη προωθημένη στην αγορά και λίγο-πολύ διάχυτη καινοτομία παύει να έχει λόγο ύπαρξης Δηλαδή, όταν μια υποκατάστατη καινοτομία ξεκινά το δικό της κύκλο εξάπλωσης.
Περίπτωση 2 η : Το σειριακό μοντέλο σύνδεσης της διάχυσης της γνώσης. 1. εφεύρεση και/ή αναλυτική σχεδίαση 2. Ευκαιρίες αγοράς λεπτομερής σχεδίαση και έλεγχος 3. Επανασχεδίαση και Παραγωγή 4. διάθεση και πωλήσεις ΣΤΟΧΟΣ: Η έρευνα Σε σχέση με τις ροές Πηγή: Borsi, 2004: 10 Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας- ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ-
Η έννοια αυτού του μοντέλου σειριακής σύνδεσης δημιουργήθηκε από τους Kline και Rosenberg (Kline-Rosenberg, 1986). Στο μοντέλο της σειριακής σύνδεσης, οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τις ιδέες των προϊόντων ως ένα αποτέλεσμα των αγοραίων ή και άλλων παραγόντων και διεξάγουν σύνθετους ελέγχους σχεδίασης προϊόντων, οι οποίοι βασίζονται στις ιδέες αυτές. Η εγκεκριμένη έκδοση του προϊόντος κατόπιν εισάγεται στην αγορά, μετά από μερικά διορθωτικά βήματα.
Συνεπώς, αυτό δεν είναι μία διαδικασία - μονόδρομος, εφόσον για να μπορέσουν να υπερκεραστούν οι όποιες δυσκολίες που παρουσιάζονται κατά την διάρκεια της διαδικασίας ανάπτυξης του προϊόντος, είναι συχνά αναγκαία η ανάτρεξη σε μία από τις προηγούμενες φάσεις. Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας- ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ-
Υπάρχει μια διαρκής ανάδραση μεταξύ των διαφόρων φάσεων της διαδικασίας. Η επιτυχία της καινοτομίας στην περίπτωση αυτή, εξαρτάται από το πόσο αποδοτικά μπορούν οι εταιρείες να καθιερώσουν και να διατηρήσουν αυτήν την αλληλεπίδραση μεταξύ των διαφόρων φάσεων της διαδικασίας της καινοτομίας. Είναι σημαντικό: Να τονίσουμε εδώ ότι, σύμφωνα με το μοντέλο σειριακής σύνδεσης, η αγορά στην πραγματικότητα είναι αυτή που αναγκάζει την εμφάνιση της καινοτομίας, δηλαδή δεν καθοδηγείται η αγορά από την ανάγκη για τεχνολογική και επιστημονική ανάπτυξη, αλλά μάλλον συμβαίνει το αντίθετο.
Το γεγονός ότι η αποδοτικότητα της R+D μετράται κυρίως από τους πόρους οι οποίοι έχουν επενδυθεί σε αυτή, προκαλεί ένα επιπλέον πρόβλημα, όταν εξετάζεται η σχέση μεταξύ R+D και παραγωγικότητας. Η εμπειρία δείχνει ότι οι ανεπτυγμένες χώρες έχουν ήδη ξοδέψει μεγάλα ποσά στην έρευνα και την ανάπτυξη για ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και ότι, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, είναι οι εταιρείες οι οποίες συνεισφέρουν τη μεγαλύτερη αναλογία δαπανών έρευνας και ανάπτυξης προς έσοδα. Συνολικά, η συσχέτιση μεταξύ της έρευνας και της ανάπτυξης και της παραγωγικότητας, είναι ήδη σημαντική στην αγορά, θεωρείται όμως όλο και περισσότερο ως έμμεση, αντί άμεση.
Εάν ο ορισμός της καινοτομίας που παρατίθεται από την επιτροπή OECD ερμηνευθεί με την πρόθεση της γενίκευσης, τότε μπορούμε να πούμε ότι η καινοτομία λαμβάνει χώρα ως αποτέλεσμα της R+D και / ή της ροής της τεχνολογίας. Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας- ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ-