JÜRGEN HABERMAS Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΛΟΓΟΥ



Σχετικά έγγραφα
Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

στις οποίες διαμορφώθηκαν οι ιστορικοί και οι πολιτισμικοί όροι για τη δημοκρατική ισότητα: στη δυτική αντίληψη της ανθρώπινης οντότητας, το παιδί

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

3. Κριτική προσέγγιση

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

Τι είναι οι αξίες και ποια η σχέση τους με την εκπαίδευση; Σε τι διαφέρουν από τις στάσεις και τις πεποιθήσεις; Πώς ταξινομούνται οι αξίες;

Θέση της Φυσικής Αγωγής στο ισχύον εκπαιδευτικό σύστημα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Μάθημα: ΚΟΙΝ107 Κλασική Κοινωνιολογική Θεωρία. Σωτήρης Χτούρης, Καθηγητής

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

Περί της έννοιας της άρνησης στη διαλεκτική*

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Βασικές Θεωρίες Αστικής Κοινωνιολογίας. Σημειώσεις της Μαρίας Βασιλείου

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

Αξιολόγηση του διδακτικού έργου και του μαθητή: πρακτική προσέγγιση από την μεριά του επαγγελματία εκπαιδευτικού

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (Οι απαντήσεις θεωρούνται ενδεικτικές) A1.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ 1ο ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Οργάνωση Εργασία - Τεχνολογία. Εισαγωγή του συγγραφέα... 21

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Emile Durkheim

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εθνομεθοδολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Δεοντολογία Επαγγέλματος Ηθική και Υπολογιστές

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ. (40 Μονάδες) ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Να αναγνωρίζεται η ελευθερία του κάθε εκπαιδευτικού να σχεδιάσει το μάθημά του. Βέβαια στην περίπτωση αυτή υπάρχει ο κίνδυνος. αποτελεσμάτων.

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

Θέμα: Η εξάπλωση του σχολείου - Η γένεση του κοινωνικού ανθρώπου.

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Τι είναι η Φιλοσοφία της Ιστορίας: Εξέλιξη της συνείδησης της ελευθερίας. (Αυτή δεν είναι αυστηρή και ιστορικά συνεχής.)

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) Βασικές έννοιες Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

102 Φιλοσοφίας Πάτρας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Οι πραγματικοί στόχοι της πολιτικής. Γεράσιμος Βώκος. Οι πραγματικοί στόχοι της πολιτικής

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Λογική. Μετά από αυτά, ορίζεται η Λογική: είναι η επιστήμη που προσπαθεί να εντοπίσει και να αναλύσει τους καθολικούς κανόνες της νόησης.

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 3: Δισσοί Λόγοι. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

Ο Φιλελευθερισμός του Καρλ Πόππερ. Όμιλος Ανοιχτή Κοινωνία & Ινστιτούτο Διπλωματίας και Διεθνών Εξελίξεων 23 Οκτωβρίου 2014

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας

ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Κεφάλαιο 2 ο

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κείμενο. Εφηβεία (4596)

ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ Απαντήσεις

John Rawls, Θεωρία της Δικαιοσύνης: από τον καντιανό αντικειμενισμό στην πολιτική του δημόσιου λόγου

ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗΣ

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

Οι γλώσσες αλλάζουν (5540)

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΚΘΕΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ. Κοινωνική Παθητικότητα

Γ Λυκείου Αρχαία θεωρητικής κατεύθυνσης. Αριστοτέλης

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

ΜΜΕ & Ρατσισμός. Δοκιμασία Αξιολόγησης Β Λυκείου

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2000 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ : ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ - ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΚΘΕΣΗ

Transcript:

ΓΙΟΥΛΗ ΡΑΠΤΗ JÜRGEN HABERMAS Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΛΟΓΟΥ Ο Jurgen Habermas 1 γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος ανήκει στους εκπροσώπους της «δεύτερης γενιάς» της Σχολής της Φρανκφούρτης. Μπορεί να θεωρηθεί ο μοναδικός ίσως φιλόσοφος σήμερα που μελετά τα διάφορα κοινωνικά φαινόμενα συνθετικά, ώστε να γίνει δυνατή η επεξεργασία διαλεκτικών μοντέλων προσέγγισής τους. Ο Habermas ανήκει επίσης στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, η οποία γνώρισε μια «βίαιη καταστροφή της ηθικής της συνείδησης» με τη συνακόλουθη τεράστια ανάγκη για προσανατολισμό στη βάση νέων αξιών αφού αυτές που γνώρισε στα χρόνια της εφηβείας του απεδείχθησαν λαθεμένες. Είναι επόμενο να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες: 1) απομακρύνεται από την χαιντεριανή φιλοσοφία 2 και έχοντας πλέον την πεποίθηση ότι φιλοσοφία και πολιτική είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, υποστηρίζει ότι η σκέψη είναι και πρέπει να είναι κριτική, όπως άλλωστε την ήθελαν οι Horkheimer & Adorno, κύριοι πρωτεργάτες της Κριτικής Θεωρίας. 3 1

Συγκεκριμένα, μέσα σε ένα γενικό πλαίσιο, οι φιλόσοφοι της Κριτικής Θεωρίας επιχείρησαν να αναλύσουν τις νεότερες κοινωνίες στο φως μιας υποδειγματικά θεμελιωμένης ιδέας για μια απελευθερωμένη κοινωνία. Προς το σκοπό αυτό προέβησαν στη διερεύνηση των σύγχρονων κοινωνικών και ιδεολογικών συνθηκών που δεν μπορεί παρά να είναι κριτική. Αυτή η θέση άλλωστε συνιστά την πεμπτουσία του έργου της Σχολής της Φρανκφούρτης. 2) Ο Habermas διαφοροποιείται από την παραδοσιακή διαλεκτική σκέψη της Κριτικής Θεωρίας και προτείνει αναθεωρήσεις ευνοϊκές στο εσωτερικό της, διότι πιστεύει ότι η Κριτική Θεωρία ταυτίζεται με τις φιλοσοφίες του υποκειμένου ή της συνείδησης, άρα υπονομεύει την αντικειμενικότητα των προσεγγίσεως της. 3) Καταλήγει στο ότι σήμερα, η κριτική διερεύνηση πρέπει να αρχίζει από τη συνειδητοποίηση των αλλαγών που επιφέρει στα νεότερα χρόνια η εισαγωγή της πληροφορικής και των νέων τεχνολογιών στην κοινωνική δομή και συνείδηση. Είναι γεγονός ότι καθημερινά συνειδητοποιούμε την προοδευτική ιδεολογικοποίηση της τεχνικής και της επιστήμης. Ετσι, στη δεκαετία του 70 ο Habermas επιχείρησε να συνδυάσει στοιχεία του παραδοσιακού φιλελευθερισμού με τις ιδέες της «οργανωμένης» κεφαλαιοκρατίας και του κοινωνικού κράτους δικαίου, σύμφωνα με το πνεύμα των ιδεωδών της χειραφέτησης και της ισότητας του πρώιμου αστικού Διαφωτισμού. 4 Επίσης, κατά τον Habermas, η πηγή και οι τρόποι διευθέτησης των κρίσεων, λόγω του κρατικού παρεμβατισμού, έχουν μετατεθεί στο πεδίο διοίκησης, ενώ οι κρίσεις αποκτούν κοινωνικοπολιτισμικό χαρακτήρα. Θεωρεί λοιπόν την αντίθεση μεταξύ ορθολογικότητας του συστήματος και Βιωμένου-Κόσμου (Lebenswelt) 5, στον οποίο πραγματοποιείται η άμεση επικοινωνία, ως πηγή της κρίσης νομιμότητας της 2

σύγχρονης κεφαλαιοκρατίας. Αντίθετα, απ ότι συνέβαινε στον Μαρξ, όπου το σύστημα αντιτίθετο στον «βιώκοσμο», σήμερα συμβαίνει το εντελώς αντίθετο: το σύστημα λειτουργεί ως μηχανισμός ρύθμισης, επιβολής, απορρόφησης των εντάσεων και των αρνήσεων. Ακόμα και στο επίπεδο της γλώσσας, της παιδείας κλπ., οι τάσεις υποταγής που αναπτύσσονται είναι κυρίαρχες. Πρόκειται για το κεντρικό πρόβλημα της σχέσης συστήματος και βιωμένου κόσμου. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ο βιωμένος κόσμος, σύμφωνα με τον Ηabermas, δεν παύει να αλλοτριώνεται μέσα από την διαδικασία της προϊούσας τεχνικοποίησης της σύγχρονης κοινωνίας. 6 Πράγματι, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει το προχώρημα της ιδεολογικοποίησς της επιστήμης και της τεχνικής. Οπότε και το υποκείμενο μιας δυνατής επικοινωνίας που θα στηρίζεται στην επεξεργασία μιας γλώσσας επικοινωνίας όλο και περισσότερο τείνει να εκλείψει! Το ερώτημα όμως υπάρχει: Πώς μπορεί η δύναμη της τεχνολογίας να ελεγχθεί σε ένα διυποκειμενικό πλαίσιο πολιτικής συναίνεσης; Ι 1. Ένα θέμα που απασχολεί έντονα τον Habermas είναι ότι οι Φιλόσοφοι της Κριτικής Θεωρίας, ενώ πίστευαν σε μια μεταμόρφωση θα λέγαμε της κοινωνίας, η κοινωνία έζησε σ όλο τον 20ο αιώνα και συνεχίζει να ζει ένα κάποιο τέλος της φιλοσοφίας, δεδομένου ότι σύμφωνα με τον Αdorno «η φιλοσοφία έχασε πολλές φορές την δυνατότητα πραγματοποίησης της». 7 Το γεγονός λοιπόν ότι οι φιλόσοφοι της Κριτικής Θεωρίας δεν πέτυχαν στο να αποδείξουν ένα σαφή δεσμό ανάμεσα στην ανάλυση της σύγχρονης κοινωνίας και τον ουτοπικό ορίζοντα της θεωρίας τους, αποτελεί έναν σοβαρό λόγο της απόρριψής της από τον Habermas. Επίσης, ο φιλόσοφος στο άρθρο του «Η νεοτερικότητα, ένα μη ολοκληρωμένο σχέδιο» (1980) 3

αναφέρει ότι η Κριτική Θεωρία παραμένει χωρίς πραγματικό υποκείμενο. 8 Έτσι υποκειμενοποιείται η κριτική συνείδηση, η οποία όλο και περισσότερο περιορίζεται από την κυρίαρχη ενσωμάτωση και ορθολογικοποίηση. Ένας δεύτερος λόγος που συντείνει στη διαφοροποίηση του Habermas από την Κριτική Θεωρία είναι, ότι ο φιλόσοφος βρίσκεται υπό την σχετική επίδραση του μεταστρουκτουραλισμού και της αγγλοσαξωνικής αναλυτικής φιλοσοφίας. Αντιμετωπίζει επιπλέον την επίθεση των μεταμοντέρνων και των συγχρόνων ρευμάτων της γενικότερης άρνησης της ιστορίας. Για το λόγο αυτό δεν παραδέχεται πλήρως την θέση του χεγκελο-μαρξισμού, ο οποίος επέμενε καθόλη την διάρκεια του 20ου αιώνα ότι αυτό που προέχει επιστημολογικά, μεθοδολογικά είναι το ξεπέρασμα, το οποίο δεν μπορεί παρά να είναι ιστορικό, καθώς και οι διαδικασίες πραγματοποίησης του. 9 Τρίτος και τελευταίος λόγος είναι ότι ο Habermas σε αντίθεση με το δάσκαλό του Adorno, συνεχίζει να αποδέχεται την ιστορική σημασία της έννοιας της ορθολογικότητας και των κριτικών δυνατοτήτων που αναπόφευκτα περιέχει ο Λόγος. 10 Είναι φανερή πλέον η επιστροφή του σε ένα πιο εκλεπτυσμένο νεοκαντιανισμό, θεωρητικοποιώντας έτσι την κρίση της υποκειμενικότητας μέσα στις κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού και την υποχώρηση του μοντερνιστικού γενικότερα πνεύματος. Συνεπώς θεωρώ σκόπιμο να αναφερθώ, πρωτίστως, στην σύλληψη της Έννοιας του Λόγου όπως διατυπώθηκε από τους εκπροσώπους της Κριτικής Θεωρίας, και η οποία καθρεπτίζει την εγελο-μαρξική κληρονομιά της Σχολής της Φρανκφούρτης, από την οποία ο Habermas αποκλείνει. Κατά βάση οι ιδέες του Λόγου και της έλλογης οργάνωσης της κοινωνίας εκφράζονται ως μια εναρμόνιση ανάμεσα στο Καθολικό και το Μερικό, κατά την 4

οποία το Μερικό σε αντίθεση με ότι συνέβαινε στο εγελιανό σύστημα δεν θυσιάζεται πλέον στο Καθολικό, έτσι ώστε οι ιδέες της ελευθερίας, της αλήθειας και της δικαιοσύνης να εναρμονίζονται με την επιθυμία της ευτυχίας. Μπορούμε να πούμε ότι η Κριτική Θεωρία βασίζεται σε μια ιδέα του Λόγου, η οποία περικλείει την εικόνα μιας αρμονικής ενότητας της συλλογικής πορείας της ζωής, μια κατάσταση κατά την οποία θα ξεπερνιόταν η αντίθεση ανάμεσα στη γενική θέληση και τις ανάγκες του ατόμου, θα ξεπερνιόταν επίσης η αντίθεση η ανάμεσα στις λογικές ικανότητές μας και την αισθητική μας φύση. Ποια ήταν όμως η πραγματική η εικόνα της κοινωνίας ; Οι διαφορές της κοινωνικής δομής και συγκρότησης που έχουν επέλθει με τη μετατροπή της οικονομίας και της κοινωνίας από το τέλος του 19 ου αιώνα μέχρι τη δεκαετία του 1910, θέτουν κρίσιμα προβλήματα για τον άνθρωπο: έχουμε πρώτον τη μετατροπή του φιλελεύθερου καπιταλισμού σε μονοπωλιακό και δεύτερο, η κοινωνική εργασία υπέστη σοβαρό περιορισμό και διαλύθηκε από την εισβολή του Τεϋλορισμού και του Φορντισμού. Επόμενο είναι η φιλοσοφική σκέψη να έρθει αντιμέτωπη με κοινωνικά φαινόμενα όπως είναι η πραγμοποίηση, η γραφειοκρατικοποίηση, η ιδεολογία, η κοινωνική διαίρεση της εργασίας, η αλλοτρίωση, οι τάξεις, το κράτος. Πρόκειται για φαινόμενα τα οποία εμφανίσθηκαν και γενικεύθηκαν. Οι φιλόσοφοι της Σχολής της Φρανκφούρτης θα διαπιστώσουν ότι με την πλήρη ενσωμάτωση της επιχείρησης στο χώρο του μονοπωλίου, η λογική επιχειρηματολογία χάνει την δύναμή της. Τώρα έχει τα χαρακτηριστικά της γλώσσας των πωλήσεων. Μιας γλώσσας που υπηρετεί το κέρδος θα πει ο Max Horheimer στο έργο του «Το τέλος του Λόγου» (1941) και θα συνεχίσει : «Στο μονοπωλιακό σύστημα κανείς δεν διαθέτει τον χρόνο και την ευχέρεια για σκέψη. Ο καθένας οφείλει να ανταποκρίνεται γρήγορα και να ενεργεί πρόθυμα. Κάτω από τον 5

ολοκληρωτικό σχεδιασμό οι άνθρωποι κυριαρχούνται από τα μέσα παραγωγής πολύ περισσότερο απ όσο κάτω από το σύστημα της αγοράς. Η έλλειψη αποτελεσματικότητας αποτελεί κεφαλαιώδες αδίκημα». 11 Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι σήμερα ο άνθρωπος χρειάζεται κυρίως την γνώση των γεγονότων. Η θεωρητική σκέψη και η θεωρία χάνουν το νόημα τους μέσα στον αγώνα για αυτοσυντήρηση. Ποια θα είναι όμως η προοπτική για την φιλοσοφία, όταν ο θετικισμός απέσπασε τη σκέψη από τη φιλοσοφία και υποβίβασε τη φιλοσοφία σε μια τεχνική οργάνωσης, μέσω της αναπαραγωγής και της συντόμευσης των γεγονότων που είναι δεδομένα από τον κόσμο των αισθήσεων; Θα μας απαντήσει ο Max Horheimer ότι: «Στον Θετικισμό, ο Λόγος υπερασπίζεται τον εαυτό του μέσω της αυτοεξάλειψής του». 12 Επίσης, ο Τheodor Adorno και o Μax Horheimer, το1947, στο βιβλίο τους «Η Διαλεκτική του διαφωτισμού», αναλύοντας τον διαφωτισμό στη σύγχρονη μεταπολεμική εποχή, θα τον δούν σαν ένα σύστημα για την ιδεολογική εξαπάτηση και για την χειραγώγηση των ανθρώπων. 13 Τέλος, οι μεγάλες ιδέες όπως αλήθεια, ελευθερία, δικαιοσύνη, ισότητα, ειρήνη απολυτοποιούνται και παρουσιάζονται σαν μυθικές φιγούρες, οντότητες μη πραγματικές, μεγάλα λόγια χωρίς αντίκρισμα στην κοινωνική πραγματικότητα. Το να θέλουμε να πραγματώσουμε τις ιδέες αυτές στην κοινωνία δεν έχει πια κανένα νόημα. Καταλήγουμε ότι ο Διαφωτισμός σύμφωνα με τους Horheimer & Adorno καταντά να γίνει ένα είδος δικτατορικής εξουσίας πάνω στα πράγματα. Ομως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σκοπός του Διαφωτισμού ήταν η κάθαρση της εικόνας του κόσμου από ανορθόλογα στοιχεία με βάση τη Λογική Γνώση. Όμως, η λογική της εξέλιξης των νεώτερων κοινωνιών οδηγεί προς την αντίθετη 6

κατεύθυνση: τείνει προς την εγκαθίδρυση ενός κλειστού συστήματος εργαλειακής λογικής, πραγμοποίησης και καταπίεσης. Δηλαδή η τυπική λογική και ο νόμος της μή αντίφασης εμφανίζονται ως οι ρίζες μιας διαδικασίας εξορθολογισμού, η οποία υποβιβάζει τον Λόγο σε εργαλειακή λογική και εγκαθιστά ένα εντελώς ορθολογισμένο σύστημα κυριαρχίας με σκοπό να διαλύσει το αυτόνομο υποκείμενο. 14 Είναι πλέον γεγονός ότι η άλλοτε ενιαία κοινωνική και ιστορική υποκειμενικότητα ως αποτέλεσμα της ύπαρξης της κοινωνικής εργασίας έχει αποσυντεθεί σε περισσότερες, τις οποίες δεν μπορούμε να τις χαρακτηρίσουμε ούτε συγκροτημένες ούτε ομοιογενείς. ΙΙ Από τον εργαλειακό λόγο στον επικοινωνιακό λόγο Κατ αρχήν ο Ηabermas συμφωνεί με τους κυρίους εκπροσώπους της Κριτικής Θεωρίας στο γεγονός ότι επιβάλλεται η συνειδητοποίηση της κρίσης της υποκειμενικότητας που κυριαρχεί σ όλες τις κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού. Πρόκειται, όπως ισχυρίζεται, για μια κρίση που οφείλεται σ αντικειμενικούς παράγοντες κυρίως μετά τη βαθειά διαφοροποίηση των κοινωνιών σ όλο τον 20ο αιώνα και κυρίως μετά το 1945. Ο Habermas προχωρεί στους ακόλουθους ισχυρισμούς: Ι. Συμφωνεί με την αντίληψη ότι η ορθολογικότητα τυπική και εργαλειακή, αντιστοιχούσε πρώτον στην πραγματικότητα των ανεπτυγμένων βιομηχανικών κοινωνικών και δεύτερον, εξέφραζε συγχρόνως την αλλοίωση της συνείδησης και τη πραγμοποίηση των κοινωνικών σχέσεων που είχαν επέλθει με την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Για τον Habermas, οι βασικές θεωρητικές επιλογές της Kριτικής Θεωρίας οδηγούν στην αυτοπαγίδευσή της. Δεν της στερούν μόνο τη δυνατότητα 7

ορθολογικής δικαιολόγησης των κριτηρίων της κοινωνικής κριτικής, αλλά καθορίζουν και την αδυναμία της να απευθύνει αυτή την κριτική σε κάποια κοινωνική ομάδα, που θα ήταν ενδεχομένως σε θέση να τη μετουσιώσει σε πράξη. Ο Habermas, κατά τον A. Wellmer, αναλαμβάνει να βγάλει την Κριτική Θεωρία από την απομόνωσή της, είτε στο χώρο της επιστήμης είτε στο χώρο της πολιτικής. Ομως, διαφωνεί με τον ισχυρισμό των Horheimer- Adorno ότι «στον διαφωτισμένο κόσμο δεν υπάρχει πλέον θέση για την ιδέα του Λόγου». 15 Τελικά, ο Ηabermas ερχόμενος σε ρήξη με την Κριτική Θεωρία θα προσπαθήσει να δημιουργήσει τις βάσεις ενός σύγχρονου μεταφιλοσοφικού στοχασμού, προβάλλοντας την έννοια την ορθολογικότητας και τις δυνατότητες ύπαρξης μιας μορφής ορθολογικής επικοινωνίας. 16 Δηλαδή θα κρίνει απαραίτητη τη μετάβαση από τη φιλοσοφία του υποκειμένου στη θεωρία της επικοινωνίας. ΙΙ. Αντιμέτωπος όμως με την εξέλιξη των κοινωνιών στις δεκαετίες 70 και 80 θα αναζητήσει την ανασύσταση του Λόγου, προτείνοντας έναν Λόγο επικοινωνιακό, στη θέση του Εργαλειακού Λόγου των Horkheimer & Adorno, και ο οποίος σύμφωνα με τον φιλόσοφο θα μπορέσει ν αντισταθεί στις αρνητικές συνέπειες της υποδούλωσης του ατόμου στην κυριαρχία των διαφόρων συστημάτων. Πρόκειται για ένα λόγο (discours) που συγκροτείται ως ελεύθερος διάλογος μεταξύ ισοτίμων ομιλητών. Δηλαδή, ο κάθε ομιλητής έχει ίσες δυνατότητες και ίσα δικαιώματα με τους άλλους, ώστε να διατυπώνει ισχυρισμούς ή να αμφισβητεί τις πράξεις εγκυρότητας των άλλων. Είναι εμφανές ότι ο Λόγος αυτός δεν συνδυάζεται με το υποκείμενο αλλά θα εντοπιστεί στις μορφές ζωής εντός των οποίων τα υποκείμενα πράττουν ως δρώντες, προσανατολισμένοι προς τη συνεννόηση. Ο Habermas στο Theorie de l agir communicationnel 17 που έγραψε το 1981, προσπαθεί να δημιουργήσει τις βάσεις ενός σύγχρονου μεταφιλοσοφικού στοχασμού με 8

συστηματικό τρόπο, κυρίως όσον αφορά τις κοινωνικές επιστήμες, την έννοια της ορθολογικότητας και τις δυνατότητες μιας μορφής ορθολογικής επικοινωνίας. ΙΙΙ. Προς το σκοπό αυτό ο Habermas εγκαταλείπει τη φιλοσοφία της συνείδησης (Adorno) και επιδίδεται στη θεωρία της επικοινωνιακής δράσης, με σκοπό την ανάπτυξη μιας φιλοσοφίας της διυποκειμενικότητας. Εννοεί ότι τα άτομα δεν θα δρουν ανεξάρτητα από τις επικοινωνιακές αλληλοδράσεις μεταξύ των υποκειμένων μιας θεωρίας, δηλαδή εκείνων που η φιλοσοφία της γλώσσας ορίζει ως πεδίο της διυποκειμενικότητας. Στη Θεωρία της επικοινωνιακής δράσης, ο Habermas κάνει διάκριση μεταξύ του προσανατολισμένου στην επιτυχία και του προσανατολισμένου στη συνεννόηση πράττειν. Σε αυτά αντιστοιχούν δύο είδη ορθολογικότητας: η ορθολογικότητα ως προς το σκοπό και η επικοινωνιακή ορθολογικότητα. Ισχυρίζεται λοιπόν ότι η Θεωρία του Επικοινωνιακού Λόγου, η οποία είναι βέβαια ανιστορική, θα εξασφαλίζει όχι μόνο τη συναίνεση αλλά και την ενοποίηση του αντικειμενικού κόσμου με την διυποκειμενικότητα που χαρακτηρίζει τη ζωή όσων συμμερίζονται αυτή τη λογική: «Πιο συγκεκριμένα η ενότητα αυτή επιτυγχάνεται χάρις στην κοινότητα των πεποιθήσεων με ορθολογικό έρεισμα» θα πει ο Habermas. 18 Είναι φανερό ότι αναφέρεται στην εικόνα ενός κράτους δικαίου. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία του, είναι φυσικό ότι το θεμέλιο της ηθικής δεν μπορεί πια να αναζητηθεί στις a priori δομές της έλλογης υποκειμενικότητας αλλά στη διερεύνηση των συνθηκών μιας επικοινωνίας διυποκειμενικής ισχύος και ιδιαίτερα, θα λέγαμε, στην ορθολογική δομή της επικοινωνίας και στις αναγκαίες προϋποθέσεις της. Ι. Σε πρώτη φάση ο Habermas υπεραμύνεται τον Κάντ και καταφεύγει στην Πρακτική Φιλοσοφία του για να ανασκευάσει τις νεοσυντηρητικές θεωρίες περί 9

Καντ και ατομικότητας με τις οποίες η ατομική ελευθερία προέχει από την συλλογική. 19 Επίσης ανατρέχει στη μετακαντιανή σκέψη και αντλεί επιχειρήματα που θα του επιτρέψουν, όπως θα δούμε, να αντιμετωπίσει τον επικοινωνιακό λόγο ως ένα λόγο καθαρό και πρακτικό συγχρόνως και ο οποίος θα αποτελέσει την παγκόσμια πραγματολογική υποδομή τόσο της ομιλίας όσο και της πρακτικής δράσης. 20 Με αυτό τον τρόπο ο επικοινωνιακός λόγος αντιμετωπίζεται λοιπόν ως ηθικοπρακτική σκέψη που θα υπακούει στους κανόνες ορθότητας που η ίδια θεμελιώνει. ΙΙ. O Habermas εγκαταλείπει, όπως αναφέραμε, την ιστορική θεωρία του Μαρξ και την Κριτική Θεωρία της Σχολής της Φρανκφούρτης και δεν διστάζει ν ανατρέξει στις κοινωνιολογικές θεωρίες του G. Mead, του T. Parsons και του E. Durkheim σε ότι αφορά τις διυ-υποκειμενικές δραστηριότητες που ο επικοινωνιακός λόγος υπαγορεύει και την οργανική αλληλεγγύη, με την μορφή συναινέσεων που αυτές εξασφαλίζουν. 21 Ανατρέχει επίσης στους θεωρητικούς της Παραδοσιακής Κοινωνιολογίας για να βρεί τα αναγκαία θεωρητικά στηρίγματα προκειμένου να περιορίσει την ανάλυση της επικοινωνίας στο επίπεδο της τυποποιημένης γλώσσας. Είναι πλέον πεπεισμένος ότι μόνο μέσα από την κοινωνιολογική διερεύνηση της σύγχρονης κοινωνικής κρίσης, καθώς και της σύγχρονης ανθρώπινης συνθήκης μπορεί να συλλάβει το ανθρώπινο και κοινωνικό είναι. ΙΙΙ. Την επιστροφή του δε στην Κοινωνική Θεωρία της Συμπεριφοράς και στην Αναλυτική φιλοσοφία της γλώσσας, με βάσει τις οποίες αποτολμά αυτές τις αναγωγές, ο Habermas θα την δικαιολογήσει με το επιχείρημα ότι η Κριτική Θεωρία ταυτίζεται με τις φιλοσοφίες του υποκειμένου ή της συνείδησης, πράγμα που υπονομεύει την αντικειμενικότητα των προσεγγίσεων της. 10

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, συμπεραίνουμε ότι ο Habermas καταλήγει στην εφαρμογή μιας επικοινωνιακής ορθολογικότητας, η οποία θα τον βοηθήσει κυρίως να αντιμετωπίσει τη θεραπεία του φαινομένου της πραγμοποίησης, δηλαδή να «αντισταθεί στον Λόγο της κυριαρχίας». Στο έργο του «Αυτονομία και Αλληλεγγύη», ισχυρίζεται ότι «με την επικοινωνιακή ορθολογικότητα μπορούμε να έχουμε μια ερμηνεία της δομής της σύγχρονης κοινωνίας». 22 Δηλαδή, ο Habermas προσπαθεί να επεξεργαστεί το κανονιστικό περιεχόμενο της ιδέας της κατανόησης που υπάρχει στη γλώσσα και στην επικοινωνία. Αυτό οδηγεί σε μια πολύπλοκη έννοια που υπονοεί όχι μόνο ότι καταλαβαίνουμε το νόημα των πράξεων ομιλίας (speed acts) αλλά και ότι ανάμεσα σ αυτούς που συμμετέχουν στην επικοινωνία παράγεται μια κατανόηση όσον αφορά τις νόρμες και τις εμπειρίες. 23 Η επικοινωνιακή ορθολογικότητα θα συμπληρώσει ο Α. Wellmer αντιπροσωπεύει μια ειδική (λογική) στάση, την οποία τηρούν τα άτομα απέναντι στους άλλους και στους εαυτούς τους, καθώς και μια ειδική σχέση αμοιβαίας αναγνώρισης μεταξύ διαφόρων ατόμων. Πρόκειται για «ένα τρόπο αντιμετώπισης (προβολής και αποδοχής) των αξιώσεων εγκυρότητας». 24 Στο σημείο αυτό επισημαίνουμε ότι ο Habermas θα κάνει μια μεγάλη στροφή. Πρόκειται για τη στροφή στη φιλοσοφία της γλώσσας. Κατ αυτόν η εργασία και η γλώσσα είναι παλαιότερες από τον άνθρωπο και την κοινωνία. Γίνεται λοιπόν φανερό, ότι η στροφή στη φιλοσοφία της γλώσσας συνεπάγεται 1) μια διαφορετική ανθρωπολογική τοποθέτηση (ο άνθρωπος ως ον που παράγει και επικοινωνεί), 2) μια ανάλογη διερυμένη κοινωνιολογική θεωρία του πράττειν (εργαλειακή- τεχνική και επικοινωνιακή δράση), 3) μια νέα αντίληψη για την κοινωνία και την ιστορική της εξέλιξη (διαδικασία υλικής συμβολικής αναπαραγωγής του είδους) και φυσικά 4) μια 11

γενική θεωρία της γλώσσας και της επικοινωνίας. Γι αυτό η ανάλυση της γλώσσας μπορεί να στηριχθεί σ αυτό το μοντέλο της καθαρής επικοινωνιακής δράσης. Θα ισχυριστεί λοιπόν ότι με την γλωσσική διακατανόηση 25 που επιφέρει η επικοινωνία στους κόλπους του κοινωνικού βιόκοσμου (δηλαδή αυτού που αντιπροσωπεύει τη ζωή των ανθρώπων μέσα στην κοινωνία), η καταπειστική κυριαρχία του εργαλειακού λόγου και της εργαλειακής δράσης πάνω στους φορείς των εργασιακών σχέσεων θα απαλυνθεί, και θα συμμορφωθεί πάνω σε ένα ηθικό πρακτικό λόγο-τον επικοινωνιακό λόγο. Αυτός δε ο επικοινωνιακός λόγος πιστεύει ότι θα θεραπεύσει την παθολογία του φαινομένου της πραγμοποίησης, με την βοήθεια των κανόνων ορθότητας που υπαγορεύει αυτός ο λόγος. Ετσι ο Habermas θα αναδείξει την επικοινωνιακή δράση ως τον κύριο συντελεστή ρύθμισης της πραγμοποίησης διότι επιθυμεί να παρεμποδίσει την πολιτιστική και κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων που η επικοινωνία διευκολύνει.δηλαδή αναφέρεται στη διαδικασία αποσύνδεσης του αυστηρού δομημένου συστήματος, που υπακούει στις κανονιστικές προσταγές του επιστημονικού - τεχνικού λόγου, από τον κόσμο του βιώματος και της καθημερινής γλωσσικής επικοινωνίας. Οπως είναι φυσικό θα ασχοληθεί ιδιαίτερα Θα ασχοληθεί ιδιαίτερα με το φαινόμενο της πραγμοποίησης μέσα στη σύγχρονη μεταφιλελεύθερη κοινωνία, διαπιστώνοντας ότι η εικόνα της έχει όντως αλλάξει. Δηλαδή έχει κοπάσει η ταξική σύγκρουση και λόγω των κοινωνικών εξελίξεων έχει ξεπεραστεί η κατηγορία της ιδεολογίας. 26 Θα ισχυριστεί λοιπόν ότι η πραγμοποίηση αποσυνδέεται από το οικονομικό πολιτικό σύστημα για να μεταφερθεί στην καρδιά του κοινωνικού βιόκοσμου ( Την έννοια του βιόκοσμου την δανείζεται από τον Husserl αλλά χωρίς τον υπερβατολογικό της χαρακτήρα), τόσο του εξωτερικού 12

(εκδηλώσεις,συμπεριφορές) όσο και του εσωτερικού (βιώματα, διαθέσεις, συναισθήματα). Κατ αρχήν ο Habermas επιθυμεί να εξασφαλίσει πρώτον, το διαχωρισμό της πραγμοποίησης από το στοιχείο της σύγκρουσης που γεννά η ταξική διαφοροποίηση και δεύτερον, την απογύμνωση της πραγμοποίησης από το στοιχείο της ψευδούς συνείδησης που υπονοεί η ιδεολογία. Προς το σκοπό αυτό θα προβεί στις ακόλουθες ενέργειες: ερχόμενος σε ρήξη με την μαρξιστική προβληματική (ιδεολογική κριτική της επιστήμης και της κριτικής), θα θεωρήσει την πραγμοποίηση αποτελέσματα των διαδικασιών εκσυγχρονισμού που σηματοδοτούν το πέρασμα από την παραδοσιακή στην βιομηχανική και μεταβιομηχανική κοινωνία και θα διατυπώσει τις σκέψεις του ως εξής. Θα ισχυριστεί ότι «στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού, η πραγμοποίηση δεν είναι το αποτέλεσμα της εργαλειακής δράσης του συστήματος και της λογικής που το διέπει αλλά είναι αποτέλεσμα μίας αμφίδρομης δράσης» και συνεχίζει: «πρόκειται για μια δράση που πηγάζει από τις παρεμβάσεις που διενεργεί το οικονομικό πολιτικό σύστημα πάνω στον κοινωνικό βιόκοσμο και μέσω των οποίων επιχειρεί να το καταστήσει «αποικία» του, αλλά και από τις παρεμβάσεις που επιχειρεί ο αποικιόμενος πλέον κοινωνικός βιόκοσμος, μέσω της επικοινωνίας, πάνω στο σύστημα». 27 Είναι πλέον σαφές ότι υπό την πίεση του κοινωνικού βιόκοσμου, το οικονομικό πολιτικό σύστημα αναγκάζεται να προχωρεί σε διαφορετικές ρυθμίσεις που ευνοούν τον εκσυγχρονισμό, τον οποίο επιδιώκει όχι μόνο το ίδιο, προκειμένου να βελτιώσει την αποδοτικότητά του, αλλά και ο κοινωνικός βιόκοσμος με το αίτημα της κοινωνικής ευημερίας. Κατ αυτό τον τρόπο τα πεδία μέσα στα οποία 13

αναπτύσσεται ο εργαλειακός και ο επικοινωνιακός λόγος παύουν να λειτουργούν σε συνθήκες σύγκρουσης. Αυτό που τα χώριζε στην μαρξιστική προβληματική, τώρα τα ενώνει. Δηλαδή πρόκειται για μια αμοιβαία προσαρμογή της λογικής του ενός στην λογική του άλλου με σκοπό να ευνοηθεί η μεταξύ τους σύγχυση. Μπορούμε να προβούμε στα ακόλουθα συμπεράσματα: 1. Η πραγμοποίηση από βασικός συντελεστής σύγκρουσης του κοινωνικού βιόκοσμου με το σύστημα γίνεται τώρα βασικός συντελεστής συμφιλίωσης τους, αφού στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού η πραγμοποίση τα βοηθά να συνυπάρξουν στη βάση της αλληλεπίδρασής τους. Έτσι ο κίνδυνος του διχασμού τους ξεπερνιέται με την τυποποίηση και αυτής της εμπειρίας της ζωής τους στον κοινωνικό βιόκοσμο. 2. Η πραγμοποίηση αποβάλει τον αρνητικό χαρακτήρα που της είχε προσδώσει η προβληματική του Marx και του νεομαρξισμού αλλά συγχρόνως χάνει και τον ιστορικό της χαρακτήρα λόγω του εκσυγχρονισμού. Στην συνέχεια αυτής της μελέτης θα εξετάσουμε τον τρόπο κατά τον οποίο ο Ηabermas θα αποδώσει την θεραπεία της πραγμοποίσης στη γλωσσική διακατανόηση που επέρχεται με την επικοινωνία. Στο έργο του Apres Marx 28, που έγραψε το 1976, διακρίνουμε μία πολιτική που ριζώνει κατ αρχήν στη γλώσσα και προτίθεται να απελευθερώσει το υποκείμενο από τις ψευδαισθήσεις της ιδεολογίας που δημιουργούν εμπόδια σε μια ελεύθερη επικοινωνία. Είδαμε ότι καταβάλλεται μια θεωρητική προσπάθεια να θεμελιωθεί το κοινωνικό ως συνεννόηση και οι κοινωνικές σχέσεις ως σχέσεις συνεννόησης. Γίνεται σαφές ότι κατά τον Habermas η γλωσσική δράση που διευκολύνει την διακατανόηση και την επικοινωνία γίνεται με βάση όχι μόνο τους γραμματικούς, συντακτικούς ή σημασιολογικούς κανόνες, αλλά και τους κανόνες που ρυθμίζουν τον τρόπο εκφοράς του λόγου ώστε να διευκολύνεται η επιτυχής συνεννόηση. Οι κανόνες 14

αυτοί ισχύουν για όλες τις επιμέρους εθνικές γλώσσες, γιατί δεν αφορούν καμιά συγκεκριμένη γλώσσα αλλά τον τρόπο χρήσης της. Ο ιδεώδης συνομιλητής είναι αυτός που έχει την ικανότητα όχι μόνο να αρθρώνει τη γλώσσα του, φράσεις γραμματικά ορθές αλλά να καθιερώνει και να προωθεί εκείνους τους τρόπους επικοινωνίας και εκείνες τις συνδέσεις με τον εξωτερικό κόσμο που καθιστούν δυνατή τη συνεννόηση. 29 Συνεπώς, με την γλωσσική διακατανόηση που επιφέρει η επικοινωνία στους κόλπους του κοινωνικού βιόκοσμου, ο Habermas πιστεύει ότι η καταπιεστική κυριαρχία του εργαλειακού λόγου και της εργαλειακής δράσης πάνω στους φορείς των εργασιακών σχέσεων απαλύνεται, με την έννοια ότι συμμορφώνεται σ έναν ηθικό - πρακτικό λόγο-τον επικοινωνιακό λόγο που θεραπεύει την παθολογία της πραγμοποίησης μέσα από τους κανόνες ορθότητας που υπαγορεύει ο λόγος αυτός. Με τον επαναπροσδιορισμό λοιπόν της πραγμοποίησης ο Ηabermas πιστεύει ότι αντικειμενοποιεί την επικοινωνία στο επίπεδο της κοινωνικής συμπεριφοράς και την ουδετεροποιεί στο επίπεδο της γλώσσας, ανάγοντας τις λεκτικές πράξεις σε τυπικές γλωσσικές δομές με στόχο τη γλωσσική διακατανόηση. Ο Habermas καταλήγει στα εξής συμπεράσματα: 1. Η γλωσσική διακατανόηση υποτίθεται ότι επιτρέπει στους φορείς του κοινωνικού βιόκοσμου μια ακριβή αναγνώριση της πραγματικότητας, αναγνώριση που οδηγεί σε μια συμφιλίωση μαζί της. Άρα η γλωσσική διακατανόηση που επέρχεται με την επικοινωνιακή δράση των μελών του κοινωνικού βιόκοσμου, δεν προυποθέτει τη χειραφέτηση τους ή την αλλαγή του συστήματος των εργασιακών σχέσεων. Προυποθέτει μόνο την αλληλεγγύη στο επίπεδο της επικοινωνιακής συμπεριφοράς κι έτσι η αμφιλογία της πραγμοποίησης αντιμετωπίζεται. 15

2. Τα μέλη του κοινωνικού βιόκοσμου μέσω της διακατανόησης που πετυχαίνουν, στηρίζουν το κοινωνικό κράτος ως μάζα και όχι ως άτομα, που έχουν κατακτήσει τη συνείδηση της ατομικότητας τους. 3. Η συνείδηση που έχουν ως μέλη της σύγχρονης κοινωνίας είναι μια συνείδηση αφηρημένη που καταφεύγει σε κάθε είδους στερεότυπα της μαζικής κουλτούρας για να εκφραστεί. Αλλά μ αυτούς τους όρους τα μέλη του κοινωνικού βιόκοσμου υφίστανται την παθολογία του φαινομένου της πραγματοποίησης, χωρίς να έχουν συνείδηση τουλάχιστον στο επίπεδο της λεκτικής συμπεριφοράς τους, του τραγικού που χαρακτηρίζει την σύγχρονη ορθολογικότητα, φορείς της οποίας είναι και οι ίδιοι. 4. Ο Habermas κρίνει πως τα άτομα, βιώνοντας ως αφηρημένη πραγματικότητα την πραγμοποίηση τους, υπακούοντας δηλαδή στο πνεύμα του πραγματισμού, ξεπερνούν τον κίνδυνο του διχασμού με τον οποίο θα τα απειλούσε η ταυτόχρονη διπλή ένταξή τους σε ένα εξορθολογισμένο σύστημα και σε ένα ρευστό βιόκοσμο. ΙΙΙ Άραγε πώς θα πρέπει να είναι τα άτομα αυτά κατά τον Habermas; Είναι εμφανές ότι ο φιλόσοφος συνδυάζει την Κριτική Θεωρία με τον Θετικισμό, γι αυτό το λόγο ο άνθρωπος που πλάθει στη βάση του επικοινωνιακού λόγου δεν είναι ο άνθρωπος της ανάγκης και της επιθυμίας που είχε κατά νου ο Μαρξ ή ο άνθρωπος της αναζήτησης που είχε κατά νου ο Φουκώ, αλλά ένας άνθρωπος μιας χεγκελιανής έμπνευσης που θα συμφιλιώνεται με τον κόσμο του, με μόνο όμως οδηγό τη σκέψη να τον καθοδηγεί προς την επικοινωνία. Μέσα από αυτή την μελέτη, είδαμε ότι ο Habermas επιχειρεί να εξασφαλίσει την παγκοσμιότητα και την αναγκαιότητα του επικοινωνιακού λόγου που συνενώνει 16

μέσα του θεωρία και πράξη, και αυτό το κάνει επιχειρώντας να παρακάμψει τις φιλοσοφίες πράξης που γεννά η φιλοσοφική νεοτερικότητα, από τον Fichte στον Hegel και από τον Hegel στον Μarx, χωρίς όμως να εξαφανίζει το στοιχείο της δράσης, εφόσον αυτό το υποδηλώνει η επικοινωνία. Στο τέλος της ανακοίνωσής μου θα ήθελα να επισημάνω ορισμένα καίρια σημεία από την εφαρμογή μιας ορθολογικής επικοινωνίας: Πρώτον, ο Habermas προσπαθεί να δημιουργήσει τις βάσεις ενός σύγχρονου μεταφιλοσοφικού στοχασμού όσον αφορά τις κοινωνικές επιστήμες, προβάλλει δε την έννοια της ορθολογικότητας, έννοια κεντρική για όλη τη χαμπερσιανή προβληματική και τις δυνατότητες ύπαρξης μιας μορφής ορθολογικής επικοινωνίας, που μπορεί να «αντισταθεί» στο Λόγο της κυριαρχίας. Δεύτερον, επιχειρεί την παγκοσμιοποίηση του επικοινωνιακού λόγου. Μια τέτοια παγκοσμιοποίηση προϋποθέτει την αναγωγή όλων των μορφών δράσης που ξετυλίγονται μέσα στον κοινωνικό βιόκοσμο, στην επικοινωνιακή δράση. Με αυτόν τον τρόπο αποκλείει μια άλλη μορφή δράσης εξίσου ουσιαστική με την εργαλειακή και την επικοινωνιακή δράση. 3. Όταν μεταθέτει την πραγμοποίηση στη σφαίρα της επικοινωνίας και τυποποιεί τον λόγο που την διέπει, έχει σαν στόχο την επίτευξη της γλωσσικής διακατανόησης που θα την αποφόρτιζε από την αρνητικότητα της. Είναι εμφανές ότι στοχεύει στο να μετατρέψει τις επικοινωνιακές δραστηριότητες σε δραστηριότητες προσαρμογής στα δεδομένα που καθορίζει το οικονομικοπολιτικό σύστημα, με τρόπο λίγο ως πολύ αποφασιστικό. Καταλήγουμε, τέλος, στη διαπίστωση ότι η επιθυμία του Habermas να αναπτύξει ένα επικοινωνιακό σχέδιο δεν επαρκεί στο να ανασυγκροτηθεί η Κριτική θεωρία. 30 Δεν πρέπει όμως να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο φιλόσοφος συνεχίζει να αντιπαρατίθεται με πείσμα στους θεωρητικούς της «μεταμοντέρνας 17

συνθήκης».όπως ισχυρίζεται «Ο Διαφωτισμός δεν έφτασε σε αδιέξοδο, ο ορθός Λόγος δεν εξαντλήθηκε. Αρα, η κρίση της μοντέρνας εποχής ίσως να οφείλεται στην ελλιπή ανάπτυξη του ορθού Λόγου, στη μη ολοκλήρωση του «προγράμματος» του Διαφωτισμού». 31 18

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 Γεννημένος στο Ντύσελντορφ το 1929, σπούδασε στο Γκαίτινγκεχ, τη Ζυρίχη και τη Βόννη. Το έργο του σφραγίσθηκε από την πολιτική και πνευματική κατάσταση της μεταπολεμικής Γερμανίας. Όταν τελείωσε ο πόλεμος ήταν 16 χρονών. Δίδαξε φιλοσοφία στη Χαϊλδεμβέργη (1961) και αργότερα φιλοσοφία και κοινωνιολογία στη Φρακφούρτη (1964). Υπήρξε μαθητής του Theodor Adorno. Στο χρονικό διάστημα 1971-1980 διετέλεσε διευθυντής του Ινστιτούτου Max Planck με έδρα το Στάρνμπεργκ. Από το 1983 είναι και πάλι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης. 2 Το 1953, όταν διαβάζει το Εισαγωγή στη Μεταφυσική (1935) όπου υποστηρίζει ο Heidegger ανοικτά τον Εθνικοσοσιαλισμό, εναντιώνεται στην χαϊντεριανή φιλοσοφία μέσα στην οποία ζούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Επίσης αναθεωρεί τις απόψεις του, ότι η φιλοσοφία και η πολιτική είναι, όπως πίστευε μέχρι τότε, δύο απομονωμένες μεταξύ τους σφαίρες. Βλ. M. Heidegger, L oeuvre et l engagement, (ed. du Cerf, Paris 1988). Επίσης, J. Habermas, Le discours philosophique de la modernité (ed. Gallimard, Paris, 1988), ελληνική μετάφραση Ο φιλοσοφικός ρόλος της νεωτερικότητας, (εκδ. Αλεξάνδρεια, 1993). Κεφάλαιο 6. 3 Βλ. Max Horkheimer, Théorie Critique (Payot, Paris, 1978), Theodor Adorno, La dialectique négative (Payot, Paris, 1978). 4 Βλ. J. Habermas, L espace public (Payot, Paris, 1978). Με την έκδοση αυτού του βιβλίου του το 1962, ο Habermas γίνεται γνωστός στον κύκλο των διανοουμένων στη Γερμανία. 5 Ο βιωμένος κόσμος αποτελεί για τους συμμετέχοντες μία βαθύτερη εσωτερικότητα, μη προβληματική, αδιαίρετη και ολιστική που προσεγγίζεται διαισθητικά. Βλ. J.Habermas, L action de l agir communicationel (Fayard, Paris 1987), Τόμος Ι και ΙΙ. Το έγραψε το 1981. Του ιδίου Morale et communication (ed. Champs Flamarion, Paris 1999). Το έγραψε το 1983. 6 Βλ. J. Habermas, La technique et la science comme idéologie (Ed. Gallimard, Paris 1973). Οπου το 1968 διατύπωσε τις σχετικές απόψεις του για την τεχνική και την επιστήμη. 7 Βλ. Τ.Adorno, La dialectique négative (Payot, Paris), σελ.11. Επιπλέον θα μας διαβεβαιώσει ο Albrecht Wellmer ότι εγκλωβίστηκαν σε ένα πλαίσιο εννοιών που δεν επέτρεπε τις αναγκαίες διακρίσεις που εξηγούν τον αντιφατικό και αμφίσημο χαρακτήρα των σύγχρονων διαδικασιών εξορθολογισμού». Τέλος «Αυτό το πλαίσιο εννοιών μοιάζει να μην αφήνει τελικά επιλογή παρά μόνο σε μια ριζική άρνηση του εργαλειακού λόγου. Βλ. Α.Wellmer, Ο Λόγος, Oυτοπία και Διαλεκτική του Διαφωτισμού (Ερασμος 1989), σελ.26 8 Βλ. J.Habermas : «La modernité, un projet inachevé», στο Critique, No 413, Vol.XXXVII, Octobre 1981, «Modernity-Un incompleted projec»t στο The Αnti-Aesthetic. Essay on Post-modern Culture (ed.by Hal Foster, Bay Press, σ. 3-15) 9 Αναλυτική αναφορά στους φιλοσόφους Michel Foucault, Georges Bataille, Jacques Derrida υπάρχει στο έργο του Le discours philosophique de la modernité, όπ.π. 10 Βλ. J.Habermas, L action de l agir communicationel όπ.π., vol.2, κεφ.: Pour une critique de la raison fonctionnaliste και Βλ. J.Habermas, Le discours philosophique de la modernité, όπ.π. κεφ. «La complexité entre mythe et Lumières»: Horkheimer et Adorno, σελ.128-156 11 Βλ. Max Horkheimer, Το τέλος του Λόγου (εκδ. Ερασμος), σ. 33 12 Οπ.π. σελ.34. 13 Βλ. M. Horkheimer- T. Adorno La dialectique de la raison (ed. Gallimard, Paris 1984) ελλ. μετάφραση Η Διαλεκτική του Διαφωτισμού (εκδ. Υψιλον, 1986), κεφ. «Raison et mystification de masses», pp.129-176. 14 Βλ. A. Wellmer, όπ.π. σελ.22. 15 Βλ. M.Horkheimer-T. Adorno, La dialectique de la raison, όπ.π., και J. Habermas, Le discours philosophique de la modernité, όπ.π., Κεφ. «La complicité entre mythe et Lumières» : Horkeimer et Adorno, pp.128-156, του ιδίου, L action de l agir communicationel, όπ.π. τόμ.ι, στην ενότητα «Η κριτική του εργαλειακού Λόγου». 16 Βλ. J. Ηabermas στο Ecrits Politiques (ed. du Cerf, Paris 1990). Το έργο αυτό γράφτηκε ανάμεσα στο 1981 90. Ισχυρίζεται ότι ο φιλόσοφος πρέπει να εισβάλει στα κοινά. Το έργο αυτό είναι μια απόδειξη της κριτικής θεωρίας της κοινωνίας. Μαρτυρεί ότι η φιλοσοφία στη σύγχρονη εποχή μπορεί να δράττεται από τη σκέψη. Επίσης του ιδίου, L action de l agir communicationel, όπ.π. vol.i. Ο Habermas δεν ανακάλυψε ξαφνικά το θέμα της επικοινωνίας. Εχει ήδη δημοσιοποιήσει την άποψή του το 1962 στο Espace Public, όπ.π. Επίσης στο Théorie et Pratique (Payot, Paris 1975), τόμ. Ι και ΙΙ και στο La Technique et la Science comme Idéologie, όπ.π. 17 Bλ. J.Habermas, L action de l agir communicationel, όπ.π., τόμοι Ι και ΙΙ. Επίσης του ιδίου, Moral et Communication, όπ.π., κεφ. «Conscience Morale et Activité Communicationelle», pp.131-204. Το βιβλίο αυτό το έγραψε το 1983. 19

18 Βλ. J. Habermas, L action de l agir communicationel, όπ.π., τόμος ΙΙ, σελ. 26-27. 19 Θα ήθελα να συμπληρώσω ότι από τον Καντ αντλεί έννοιες όπως η δια-υποκειμενικότητα και επεξεργάζεται σε βάθος άλλες έννοιες όπως το κίνητρο (motivation), η αποικιοποίηση του βιωμένου κόσμου, ο επικοινωνιακός λόγος κλπ, διότι θέλει να τονίσει την ανάγκη ανασυγκρότησης του υλισμού και της Κριτικής Θεωρίας. Βλ. J. Habermas, Le discours philosophique de la modernité, όπ.π., και του ιδίου L action de l agir communicationel, όπ.π. Επίσης, του ιδίου, Morale et Communication, όπ.π.,κεφ. «La redéfinition du rôle de la philosophie», pp.23-40. 20 Βλ. J. Habermas, Le discours philosophique de la modernité, όπ.π.κεφ. «La raison communicationelle :Une voie pour sortir de la philosophie du sujet», σελ.348-396. 21 Στρέφεται στη θεωρία της διατομικής επικοινωνίας που διατύπωσε ο G. Mead κατά τον Μεσοπόλεμο, στα πλαίσια της παραδοσιακής κοινωνιολογίας. Θα επιχειρήσει την παγκοσμιοποίηση του επικοινωνιακού λόγου στηριζόμενος πάνω σ αυτές τις οντότητες. 22 Βλ.J. Habermas, Αυτονομία και Αλληλεγγύη (εκδ. Υψιλον, 1987), σελ.59 23 Βλ. J. Habermas, Morale et Communication, όπ.π. κεφ. «Interprétation et objectivité de la compréhension», σελ. 47-54. 24 Βλ. A. Wellmer, όπ.π. σελ.30. 25 Βλ. J.Habermas, Μοrale et Communication, όπ.π. κεφ. «Sur la structure perspective de l activité orientée vers l intercompréhension», p.p.147-156. 26 Είναι γνωστό ότι στο πλαίσιο της ιστορικοκριτικής προσέγγισης που θεμελίωσε ο Μαρξ, ο Lukacs και οι φιλόσοφοι της Σχολής της Φρακφούρτης, το φαινόμενο της αλλοτρίωσης ήταν αποτέλεσμα της ταξικής διαφοροποίησης και του ιδεολογικού χαρακτήρα του οικονομικού πολιτικού συστήματος και επομένως θεωρήθηκε ως κατ εξοχήν ιστορικό φαινόμενο που θα εξέλειπε με το μετασχηματισμό του ιδίου του συστήματος. 27 Βλ. J. Habermas, Le discours philosophique de la modernité, όπ.π., σελ.440. Επίσης, του ιδίου Αυτονομία και Αλληλεγγύη, σελ.60. Εκεί ο Habermas προσπαθεί να ορίσει τον βιόκοσμο λέγοντας ότι λειτουργεί σε σχέση με τις διαδικασίες επικοινωνίας, δηλ. σαν μια πηγή γι αυτόν που βρίσκει ρητή έκφραση. 28 Βλ. J. Habermas, Après Marx (Hachette, Paris). Ο Habermas στο έργο αυτό που το τελείωσε το 1976, έβαλε τις βάσεις για τη θεωρία της επικοινωνίας. 29 Βλ. J. Habermas, De l Ethique de la Discussion (ed. Champs Flammarion, Paris 1992). 30 Βλ. J. Habermas, Connaissance et intérêt (Gallimard, Paris, 1972). Βλ. τον επίλογο της β έκδοσης. 31 Βλ. J. Habermas : «La modernité, un projet inachevé», όπ.π. ΓΙΟΥΛΗ ΡΑΠΤΗ ΛΕΚΤΟΡΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΕΤΣΟΒΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 20