Βιωσιμότητα και διαχείριση του εδάφους στην ελαιο των Davide Neri, Enrico Maria Lodolini, Tonino Cioccolanti, Giorgio Panzini ι ελαιώνες μέσης ή χαμηλής πυκνότητας είναι πρό- για καλλιέργειες με μειωμένες περιβαλλον- Οσφοροι τικές επιπτώσεις, εξαιτίας των περιορισμένων καλλιεργητικών απαιτήσεων καθώς και της υψηλής ανθεκτικότητάς τους. Μια ορθολογική διαχείριση του ελαιώνα μέσα από τη διατήρηση του εδάφους, με την εξασφάλιση υψηλής περιεκτικότητας οργανικής ουσίας, την αποτελεσματική διαχείριση των οργανικών υπολοίπων και την προσθήκη ανόργανων συμπληρωμάτων σε ποσότητες ίσες με την απορρόφηση, επιτρέπει τη μείωση του κόστους και τη διατήρηση μιας σταθερής και υψηλής παραγωγής τόσο από πλευράς ποσότητας όσο και ποιότητας. Τα τελευταία 50-60 χρόνια, τα υπερβολικά οργώματα, η αλόγιστη χρήση συνθετικών λιπασμάτων και οι μειωμένες προσλήψεις ποικίλων οργανικών ουσιών, οδήγησαν σε μια γενική αποδυνάμωση των εδαφών σε περιοχές της κεντρικής Ιταλίας, κατά 1%. Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα αύξηση του κινδύνου διάβρωσης (κυρίως σε αργιλώδη και επικλινή εδάφη), μείωση της διήθησης του νερού στα βαθύτερα στρώματα του εδάφους, δυσκολίες στη διέλευση οχημάτων και μεταφορά φορτίων όταν το έδαφος είναι βρεγμένο, αύξηση της ταχύτητας αποδόμησης της οργανικής ουσίας με επακόλουθες απώλειες άνθρακα από το έδαφος και γενικευμένη μείωση της βιοποικιλότητας. Η σωστή διαχείριση του εδάφους του ελαιώνα αποτελεί το πρώτο στοιχείο για την αποφυγή μιας περαιτέρω υποβάθμισης της γονιμότητας: κατάλληλα γεωργικά και αρδευτικά συστήματα και φυτοκάλυψη είναι θεμελιώδεις κανόνες για τη μείωση των απωλειών στο ελάχιστο εξ αιτίας της διάβρωσης του εδάφους και της απόπλυσης των θρεπτικών ουσιών. Η αύξηση της περιεκτικότητας της οργανικής ουσίας είναι εξ ίσου σημαντική για τη βελτίωση της δομής του εδάφους, την αύξηση της ικανότητας παρακράτησης ύδατος και μεταλλικών στοιχείων και κατά συνέπεια τη μείωση των φαινομένων διάβρωσης και απόπλυσης. ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΜΗ ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ Μεταξύ των πρακτικών που δεν συνιστώνται είναι οι εξής: 28 Για την πρόληψη φαινομένων διάβρωσης σε οργωμένα εδάφη και σε εδάφη με κλίση (αριστερά), συνιστάται κατά πολύ η φυσική, η πλήρης και η μόνιμη φυτοκάλυψη (δεξιά)
Τα βαθιά οργώματα που φέρνουν στην επιφάνεια βαθύτερα και άγονα στρώματα εδάφους Τα επιφανειακά οργώματα (φρεζάρισμα) που δημιουργούν κρούστες Η αφαίρεση ή εξάλειψη (κάψιμο) των υπολοίπων του κλαδέματος ή άλλων υπολοίπων οργανικής φύσης Αντίθετα, μεταξύ των γεωπονικών πρακτικών που συνιστώνται είναι: Η μείωση των οργωμάτων και όπου είναι απολύτως απαραίτητο η χρήση φρέζας με κάθετα δόντια ή σβάρνες μέγιστου βάθους 10 εκ., και μόνο σε περίπτωση υπερβολικής συμπύκνωσης του επιφανειακού στρώματος του εδάφους ή εξαιτίας έλλειψης βροχοπτώσεων κατά το φθινόπωρο και την άνοιξη Η συνεισφορά ποικίλων φυτικών υπολειμμάτων που βελτιώνουν το έδαφος και την κάλυψη του εδάφους Η διατήρηση αυτοφυούς φυτοκάλυψης του εδάφους. Η φυτοκάλυψη μπορεί να πραγματοποιηθεί στο τέλος του πρώτου χρόνου στο κεντρικό μέρος της απόστασης μεταξύ των γραμμών, σπέρνοντας κατά το Σεπτέμβριο μείγματα διαφόρων ειδών σπόρων (αγρωστωδών και ψυχανθών). Πρέπει να εφαρμοσθούν δύο με τρεις θερισμοί την άνοιξη και ένας το φθινόπωρο. Από το τρίτο έτος και μετά, είναι δυνατή η μείωση της ζώνης ς κατά μήκος της γραμμής μέχρι να προκύψει με την πάροδο του χρόνου, πλήρης κάλυψη με αυτοφυή φυτά. Μόλις επιτευχθεί η πλήρης παραγωγή στους νέους ελαιώνες, η διαχείρισή τους καθίσταται ίδια με αυτή των παλαιών ελαιώνων. Γενικά, σε εδάφη όπου η περιεκτικότητα σε οργανικές ουσίες είναι καλή (μεγαλύτερη του 3%) και με καλή κατακράτηση νερού ενδείκνυται η φυτοκάλυψη σε ολόκληρο τον ελαιώνα, ενώ σε εδάφη με ελλιπή περιεκτικότητα οργανικής ουσίας και μειωμένη δυνατότητα κατακράτησης νερού (με προβλήματα λόγω της θερινής ξηρασίας) ενδείκνυται η μερική φυτοκάλυψη μόνο ανάμεσα στις σειρές ς ή στη χειρότερη περίπτωση σε εναλλασσόμενες σειρές. Και οι δύο τύποι φυτοκάλυψης (ολική ή μερική), σε χρονιές με παρατεταμένες περιόδους ξηρασίας, μπορεί να ανασταλούν με επιφανειακά οργώματα βάθους το πολύ 5 εκ. Με την πάροδο του χρόνου και τη βελτίωση της δομής του εδάφους, η φυτοκάλυψη μπορεί να γίνει πλήρης και μόνιμη σε όλες τις εγκαταστάσεις της κεντρικής Ιταλίας. Η φυτοκάλυψη σε περίπτωση υψηλής πυκνότητας, μπορεί να ανανεωθεί μετά από 3-5 χρόνια, σε σειρές εναλλάξ, με ενταφιασμό κοπριάς, κομπόστ ή λιπάσματος ψυχανθών. ΛΙΓΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΘΕΡΙΣΜΑΤΑ Στη διαχείριση της φυτοκάλυψης ενδείκνυνται λίγοι θερισμοί κατά περιόδους, 2-3 το χρόνο ξεκινώντας στο Συνιστάται η φυτοκάλυψη κατά τον πρώτο με δεύτερο χρόνο από τη σύσταση του ελαιώνα κατά μήκος των γραμμών, για να αποφευχθεί ο ανταγωνισμός για νερό και θρεπτικές ουσίες (εικόνα αριστερά) και αργότερα η πλήρης κάλυψη του εδάφους (δεξιά) τέλος της άνοιξης με τον κατατεμαχισμό των υπολοίπων του κλαδέματος. Η μερική φυτοκάλυψη, επίσης, επιζητεί επιφανειακές εργασίες κατά μήκος της σειράς με σβάρνες, χορτοκοπτικά ή περιστροφικές τσάπες που πρέπει να εφαρμόζονται μόνο αν είναι απολύτως απαραίτητο (μια με δυο φορές το χρόνο κατά μέσο όρο, σε ελιές σε πλήρη παραγωγή). Κατά μήκος των γραμμών σε συμβατικούς ελαιώνες ή σε ελαιώνες ολοκληρωμένης διαχείρισης μπορεί να χρησιμοποιηθεί και η χημική επέμβαση. Σε ελαιώνες που η φυτοκάλυψη είναι έντονη και όταν η περίοδος της άνοιξης είναι υγρή από τις βροχοπτώσεις, ενδείκνυται η καθυστέρηση του θερισμού προς το τέλος της άνοιξης με αρχές καλοκαιριού ώστε να επι- 29
τευχθεί πλούσια συγκέντρωση φυτικού υλικού. Η πρακτική αυτή μειώνει το εύρος θερμοκρασίας και τις απώλειες ύδατος, ελαχιστοποιώντας τα αποτελέσματα της επίδρασης του νερού στον αγρό. ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΗ ΘΡΕΨΗ Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του εδάφους, πριν την εγκατάσταση του νέου ελαιώνα, μπορούν να χορηγηθούν θρεπτικά στοιχεία μόνο στην περίπτωση που προκαταρκτικές εδαφικές αναλύσεις έχουν αποδείξει συγκεκριμένες ελλείψεις θρεπτικών στοιχείων. Ωστόσο, συνιστάται πάντα μια καλή λίπανση σε βάθος με οργανικές ουσίες. Κατά την πρώτη τριετία από την εγκατάσταση του ελαιώνα θα πρέπει να εξασφαλισθεί η πρόσληψη θρεπτικών στοιχείων ικανών να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη του φυλλώματος και του ριζικού συστήματος. Στη φάση αυτή είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να διασπαστούν οι αζωτούχες προσλήψεις ανάλογα με τη διαθεσιμότητα του νερού. Οι λιπάνσεις επικεντρώνονται στο ριζικό σύστημα. Συνιστώνται ιδιαίτερα οι οργανικές λιπάνσεις ή οι λιπάνσεις βραδείας αποδέσμευσης με υπερίσχυση του αζώτου, θεωρώντας ότι η μέση απορροφητικότητα ενός δένδρου κατά το δεύτερο χρόνο είναι περίπου 15 γραμμάρια αζώτου. Με ένα συντελεστή ίσο με 1,5 η λίπανση φτάνει περίπου στα 20 γραμμάρια για κάθε δένδρο (περίπου 20 κιλά ουρίας σε 500 ελαιόδενδρα ανά εκτάριο. Στην περίπτωση αυτή πρέπει κατά τα δύο πρώτα χρόνια να εφαρμόζεται μια επιπλέον χορήγηση που θα συνεισφέρει στη φυτοκάλυψη, η έλλειψη της οποίας θα μπορούσε να αποθαρρύνει την ανάπτυξη του ελαιώνα. Στα νέα ελαιόδενδρα, η συνιστώμενη δόση μπορεί και να διπλασιαστεί. Ο έλεγχος της θρέψης του ώριμου ελαιώνα στρέφεται ιδιαίτερα στη διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης των βλαστών την άνοιξη, προετοιμάζοντας τη διακοπή της ανάπτυξης το καλοκαίρι και τη σκλήρυνση των βλαστών κατά το φθινόπωρο. Για τη διατήρηση μιας υψηλής και σταθερής παραγωγής στη διάρκεια των χρόνων, είναι απαραίτητη η σωστή ανανέωση της βλάστησης στα τέλη του καλοκαιριού με αρχές του φθινοπώρου, συγχρόνως με την τελική φάση ανάπτυξης των καρπών. Ο ενταφιασμός κοπριάς βοοειδών κατά μήκος των ενδιάμεσων γραμμών ενισχύει την αύξηση της περιεκτικότητας οργανικής ουσίας στο έδαφος ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Προϋποθέτουμε ότι οι οφθαλμοί είναι κλειστοί κατά τον Ιούλιο με Αύγουστο και ότι τα προϊόντα της φωτοσύνθεσης στοχεύουν στην ανθοφορία και καρποφορία χωρίς τον ανταγωνισμό μεταξύ των υπό ανάπτυξη οφθαλμών. Η διαχείριση θρέψης θα πρέπει να επιτρέψει τον πλήρη εγκλιματισμό και τη σκλήρυνση των νέων κλαδιών μετά τη συγκομιδή, προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος πρόκλησης ζημιών κατά τη χειμερινή περίοδο εξαιτίας των χαμηλών θερμοκρασιών. Έχοντας θέσει αυτούς τους στόχους, ο καλλιεργητής θα πρέπει πρωτίστως να εφαρμόσει για τον ελαιώνα ένα απλό πρόγραμμα θρέψης (πίνακας 1), λαμβάνοντας υπόψη την απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών από το έδαφος, την αποκατάσταση και τον εφοδιασμό του, μέσω περιοδικών εδαφικών αναλύσεων (τουλάχιστον κάθε 5 χρόνια). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στα φύλλα η μέση περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά, εκφραζόμενη επί ξηρού βάρους, κυμαίνεται μεταξύ 1,6% και 2,1% για το άζωτο 0,10% έως 0,20% για τον φώσφορο και 0,6% έως 1,8% για το κάλιο, με πολλές διαφορές ανάλογα την ποικιλία και το περιβάλλον, και ότι το κλάδεμα μπορεί να αφαιρέσει ακόμη και 2-4 τόνους ανά εκτάριο ξηρά ύλη που περιέχεται στα φύλλα. Αν το φυτικό υλικό αφαιρείται από τον ελαιώνα, ο υπολογισμός της απόδοσης πρέπει να περιλαμβάνει μια ποσότητα στοιχείων παρόμοια με την ποσότητα που αφαιρείται από την ενδιάμεση παραγωγή ελιών (5τόνοι /εκτάριο) για το άζωτο και το κάλιο, και μειωμένη κατά το ήμισυ για το φώσφορο. Εναλλακτικά το υλικό του κλαδέματος μπορεί να κατατεμαχιστεί και μαζί με το κομμένο γρασίδι να αυξήσει τη συγκέντρωση της συσσωρευμένης οργανικής ουσίας στο έδαφος διαμέσου της διαδικασίας της χουμοποίησης και προφανώς δεν συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό της αφαίρεσης. Συνιστάται να μην διοχετεύονται τα απόβλητα του ελαιοτριβείου (λιόζουμα, κατσίγαρος) στον ελαιώνα αλλά να ενταφιάζονται σε άλλες επιφάνειες σε εκ περι- 30
τροπής ετήσιες καλλιέργειες, ώστε να ευνοηθεί η διαφοροποίηση των οργανικών εισροών. Στη περίπτωση που τα απόβλητα του ελαιοτριβείου διοχετεύονται στον ελαιώνα, η ποσότητα που θα διοχετευτεί δεν θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από αυτή που παρήγαγε ο συγκεκριμένος ελαιώνας και να συμφωνεί με τους περιορισμούς που θέτει η ιταλική νομοθεσία (50 κυβικά μέτρα υγρών αποβλήτων ανά εκτάριο, σε παραδοσιακό κύκλο παραγωγής και 80 κυβικά μέτρα για ελαιοτριβεία συνεχούς κύκλου). Στην συγκεκριμένη περίπτωση η επιστροφή στο έδαφος στοιχείων από τα υγρά απόβλητα εκτιμάται ότι φθάνει τα 5-6 kg/m 3 αζώτου, 0,5-1,0 kg/m 3 φωσφόρου και 7-10 kg/m 3 καλίου. Τα υγρά απόβλητα που λαμβάνονται με τον παραδοσιακό τρόπο περιέχουν αντίθετα 0,4-0,6 kg/m 3 αζώτου, 0,15-0,30 kg/m 3 φωσφόρου και 1,5-3,0 kg/m 3 καλίου. Συγκέντρωση των υπολοίπων του κλαδέματος στο κέντρο ενδιάμεσης γραμμής πριν τον κατατεμαχισμό τους ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΥΛΗ Δεν θα πρέπει να αγνοηθεί και η συνεισφορά οργανικής ύλης ίσης με 45%-55% στον υγρό ελαιοπυρήνα και 13%-17% στα υγρά απόβλητα. Αυτή η συνεισφορά συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό συμπλήρωσης του χούμου που υπάρχει στο έδαφος, λαμβάνοντας υπόψη ένα συντελεστή αποσάθρωσης μεταξύ 0,1 και 0,3 για τις δόσεις που συστήνονται ανωτέρω. Αν τα απόβλητα του ελαιοτριβείου διοχετεύονται σε μεγάλες ποσότητες, μπορεί να προκαλέσουν ανώμαλο μεταβολισμό με κίνδυνο εξάντλησης του εδάφους. Οι αποδόσεις μπορούν να βελτιωθούν μέσω οργανικών και ανόργανων λιπάνσεων. Η ποσότητα των θρεπτικών συστατικών που απελευθερώνεται από την αποδόμηση της οργανικής ύλης στο έδαφος μπορεί να εκτιμηθεί λαμβάνοντας υπόψη ένα συντελεστή ίσο με 2% (πίνακας 2). Ως εκ τούτου είναι πολύ σημαντικό να υπολογισθούν οι αποδόσεις βάσει του προϋπολογισμού της οργανικής ύλης. Μια ισορροπημένη διαχείριση θρέψης του ελαιώνα πρέπει να προβλέπει τη διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους. Ως εκ τούτου προβλέπονται: -φυτοκάλυψη (ή λίπασμα από σάπια φύλλα σε περιπτώσεις προσωρινής αναστολής, πίνακας 3) - επιστροφή των υπολειμμάτων της ς - εξωτερικές εισροές οργανικής ύλης (κομπόστ, πυρήνας, πέλετ). Για να διατηρηθεί το περιεχόμενο οργανικής ύλης στο έδαφος είναι απαραίτητη η φυτοκάλυψη και η ενσωμάτωση στο έδαφος των υπολειμμάτων του κλαδέματος. Στην περίπτωση αυτή ο προϋπολογισμός της οργανικής ουσίας είναι θετικός με μια καθαρή αύξηση του χούμου κατά 0,6 τόνους ανά εκτάριο ετησίως (πίνακας 4). Η επιστροφή του υγρού ελαιοπυρήνα δεν προκαλεί σημαντική βελτίωση στον προϋπολογισμό, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο ριζικής δυστροφίας που συνδέεται με την εξάντληση του εδάφους. Στην περίπτωση που η ενσωμάτωση θρεπτικών συστατικών πραγματοποιείται με κομπόστ ή άλλες οργανικές ύλες, είναι απαραίτητο να υπολογισθεί η συνεισφορά για τα απλά θρεπτικά υλικά και την ποσότητα του άνθρακα που θα προστεθεί στο χούμο. Πρέπει να ληφθούν υπ όψιν διαφορετικοί δείκτες αποσάθρωσης σύμφωνα με τον τύπο του κομπόστ που χρησιμοποιείται και όχι μεγαλύτεροι από 0,4. ΑΝΟΡΓΑΝΗ ΛΙΠΑΝΣΗ Η ανόργανη λίπανση αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο συμπλήρωσης της οργανικής γονιμότητας του εδάφους, που επιτρέπει στοχευμένες προσλήψεις, ανάλογα με την φυσιολογική κατάσταση του φυτού και την επιστροφή του αζώτου που είναι αναγκαίο στη διατήρηση του προϋπολογισμού ς (πίνακας 5). Κατά συνέπεια, οι προσλήψεις αζώτου ανά εκτάριο θα έπρεπε να περιορίζονται στην αντιστάθμιση των περίπου 20 κιλών που λείπουν από τον προϋπολογισμό του παραδείγματος. Λαμβάνοντας υπ όψιν ότι οι προσλήψεις αζωτούχων λιπασμάτων πρέπει να είναι ίσες με το 1,5 των αναγκών του προϋπολογισμού τότε, σύμφωνα με το παράδειγμα του πίνακα 5, τα αζωτούχα λιπάσματα ισοδυναμούν με 30 κιλά ανά εκτάριο που λαμβάνονται από τη φυτοκάλυψη, τα υπόλοιπα κλαδέματος και τη διοχέτευση του υγρού ελαιοπυρήνα, για μια παραγωγή ελαιολάδου ίση με 5 τόνους ανά εκτάριο. Προφανώς, σε αντίξοες συνθήκες με φυτοκάλυψη λιγότερο αποδοτική όσον αφορά στον έλεγχο των απωλειών και στην ελλιπή επιστροφή των υπολειμμάτων, οι προσλήψεις αζώτου θα πρέπει να αυξηθούν αναλόγως με 31
λων στοιχείων πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο στην περίπτωση που οι αναλύσεις στο έδαφος αποδεικνύουν την ελλιπή ύπαρξή τους. Στους ελαιώνες στους οποίους έχουν τοποθετηθεί σταθερά συστήματα άρδευσης συνιστώνται οι προσλήψεις ανόργανων υλών μέσω της υδρολίπανσης. Η τεχνική αυτή συνίσταται στη διοχέτευση ανόργανων στοιχείων απευθείας στο ριζικό σύστημα και σε ποσότητες ανάλογα με το φαινολογικό στάδιο του φυτού. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται η αποδοτικότητα του φυτού με τη χρήση λιπάσματος και η δοσολογία αζώτου είναι 1,2 αντί 1,5 όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Η πρόσληψη θρεπτικών συστατικών με επεμβάσεις στο φύλλωμα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη προκειμένου να καλύψει μακρο και μικροδιατροεπιστήμη & το βαθμό κινδύνου που οφείλεται σε περιβαλλοντικές ζημιές. ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΗ ΔΙΑΝΟΜΗ Παρ όλο που οι ποσότητες του αζώτου που χρησιμοποιούνται για την εξισορρόπηση του προϋπολογισμού 32 Πίνακας 1 Ελιές: αφαιρέσεις Αζώτου, Φωσφόρου και Καλίου Παραγωγή Τόνος/εκτάριο Άζωτο Φώσφορος μειώνονται, εξακολουθεί να είναι αναγκαία η στοχευμένη διανομή και κατανομή των ποσοτήτων του αζώτου μέσω δύο επεμβάσεων: ⅔ την άνοιξη κατά την αναγέννηση των βλαστών ⅓ κατά την άνθιση, με βάση τις κλιματολογικές συνθήκες και τις εκτιμήσεις ως προς την καρπόδεση. Αυτό σημαίνει ότι αν προβλέπεται ιδιαίτερα παραγωγική χρονιά, τον Ιούνιο θα δημιουργηθεί ο νέος προϋπολογισμός των ετήσιων αφαιρέσεων, αυξάνοντας το άζωτο βάσει της εκτιμώμενης παραγωγής. Για παράδειγμα, αν από την εκτιμώμενη παραγωγή των 5 τόνων ελιάς ανά εκτάριο περάσουμε στους 10 τόνους, η πρόσληψη αζώτου τον Ιούνιο θα είναι 25 κιλά ανά εκτάριο αντί για 10 κιλά. Συμπερασματικά, οι προσλήψεις αζώτου πρέπει να υπολογίζονται κατά την άνοιξη με βάση την παραγωγή του προηγούμενου χρόνου και τον Ιούνιο με βάση την παραγωγή που εκτιμάται για το τρέχον έτος. Οι προσλήψεις φωσφόρου και καλίου στο έδαφος ή άλ- Κάλιο 1 6-Aug 1-2,5 6-Sep 5 30-40 May-13 30-45 10 60-80 Oct-25 60-90 Πίνακας 2 Ορυκτοποίηση του εδάφους στη διάρκεια ενός χρόνου Οργανική ουσία* (%) Στερεό άζωτο Στερεός χούμος 0,8 20,2 0,7 1,5 37,8 1,3 3,0 75,6 2,5 *σε αργιλώδες έδαφος μέσης σύστασης και με συντελεστή ορυκτοποίησης του χούμου ίσο με 2% σε βάθος εκμετάλλευσης 35 εκ. και πυκνότητας 1,2 Πίνακας 3 Επιστρεφόμενα θρεπτικά συστατικά και χούμος που δημιουργείται σε ένα χρόνο **Λίπασμα από σάπια φύλλα Ξηρά ουσία (τόνος/ εκτάριο) Παραγόμενος χούμος* Άζωτο κιλό/ εκτάριο Φώσφορος κιλό/ εκτάριο Κάλιο κιλό/ εκτάριο 2,0-4,0 0-0,8 40-60 8-Dec 60-80 ***Φυτοκάλυψη 3,0-4,0 0,5-1,2 60-90 Oct-15 90-110 *Συντελεστής αποσάθρωσης μεταξύ 0 και 0,2 και φυτοκάλυψης μεταξύ 0,1 και 0,2 ** Από κριθάρι και βίκο που ενταφιάστηκαν κατά το Μάιο *** Μικτή φυτοκάλυψη με δύο-τρεις θερισμούς Πίνακας 4 Περιεκτικότητα χούμου σε έδαφος με φυτοκάλυψη ή σε οργωμένο έδαφος Διαχείριση του εδάφους Επιστρεφόμενος χούμος *Στερεός χούμος Φυτοκάλυψη 1,0 1,3 Κατατεμαχισμός υπολοίπων κλαδέματος 0,8 Υγρός ελαιοπυρήνας 0,1 Σύνολο 1,9 1,3 Οργώματα 0 2,0 *Μέση περιεκτικότητα χούμου στο έδαφος 1,5%, συντελεστής ορυκτοποίησης με φυτοκάλυψη ίσος με 2% και με όργωμα ίσος με 3%
Πίνακας 5 Άζωτο (κιλά) για την παραγωγή 5 τόνων ελιάς ανά εκτάριο Διαχείριση εδάφους Πρόσληψη (+) Αφαίρεση ( ) φικές ανεπάρκειες και δεν αντικαθιστά την κανονική λίπανση που προσλαμβάνεται από το έδαφος. Οι προσλήψεις αζώτου (ουρίας) και βορίου κατά την φάση πριν την ανθοφορία και τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης των καρπών θα μπορούσαν να έχουν θετική επίδραση στην καρπόδεση και στον περιορισμό της καρπόπτωσης. Σύνολο ανόργανης ύλης Φυτοκάλυψη 70 50* +20 Υγρός ελαιοπυρήνας 20 0 +20 Κλάδεμα 40 40 0 Ελιές 0 30-30 Κορμός/Ρίζες 0 20-20 Χούμος 40 40 0 Διάφορες απώλειες 0 10-10 Σύνολο 170 190-20 * Υπολογίζοντας την παρουσία ψυχανθών ίση με το 30% της βιομάζας Κατά το τελικό στάδιο σκλήρυνσης του πυρήνα (τέλη Ιουλίου - αρχές Αυγούστου), η οποία κατά κανόνα συμπίπτει με τη μέγιστη έλλειψη νερού το καλοκαίρι, οι επεμβάσεις με άζωτο στο φύλλωμα μπορεί να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη του καρπού. Μια τεχνική που συνιστάται σε περιοχές που επικρατούν πρόωροι παγετοί κατά το φθινόπωρο, έγκειται στη χορήγηση φωσφόρου και καλίου στο φύλλωμα από τον μήνα Σεπτέμβριο. Η τεχνική αυτή επιτρέπει να κατασταλεί η ανάπτυξη βλαστών προκειμένου να επισπευσθεί η ξυλοποίηση (σκλήρυνση) των πιο νέων ώστε να αυξηθεί η αντοχή τους στο δριμύ ψύχος. Το άρθρο το οποίο αποτελεί αναδημοσίευση από το ιταλικό περιοδικό «Olivo e Olio» στο πλαίσιο της συνεργασίας «Insieme-Μαζί!», αναφέρεται σε καλλιεργητικές τεχνικές σε ελαιώνες της Ιταλίας. Σημειώνεται ότι σχεδόν αυτούσιες οι τεχνικές μπορούν να εφαρμοσθούν και στους ελαιώνες της Ελλάδας.