97 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ VINCENZO ROTOLO Τὸ πρόβλημα τῶν ἀρχῶν τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας, ποὺ ἔχει ἀπασχολήσει ἀνέκαθεν τοὺς εἰδικούς, εἶναι ἀπὸ τὰ προβλήματα πού, ἀπὸ τὴ φύση τους, εἶναι προορισμένα νὰ μένουν πάντα ἀνοικτὰ σὲ νέες ὑποθέσεις καὶ εἰκασίες, μὲ ἄλλα λόγια, νὰ μένουν οὐσιαστικὰ ἄλυτα. Γενικά, εἶναι δύσκολο νὰ βρίσκονται ἀσφαλῆ τεκμήρια σχετικὰ μὲ τὴ γέννηση μιᾶς συγκεκριμένης λογοτεχνίας, ἀκόμη καὶ ὅταν πρόκειται γιὰ μνημεῖα λόγου ποὺ ἀνήκουν σὲ ἐθνικὰ σύνολα μὲ πρόσφατη ἐξακριβωμένη συγκρότηση: ποὺ δηλαδή, σύμφωνα μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ πολιτισμικὰ μέτρα, ἐμφανίσθηκαν στὸ προσκήνιο τῆς λογοτεχνικῆς δη - μιουργίας, γραπτῆς ἢ προφορικῆς, ἀπὸ τὸ Μεσαίωνα καὶ πέρα, χωρὶς νὰ ἔχουν πίσω τους σημαντικὴ ἱστορικὴ ἐνδοχώρα. Πολλὲς φορές, μάλιστα, αὐτὲς οἱ πρώιμες γνωστὲς λογοτεχνικὲς δημιουργίες συμπίπτουν μὲ τὰ πρῶτα τεκμηριωμένα δείγματα τῆς γλώσσας στὴν ὁποία ἐκφράσθηκαν. Τὰ πράγματα περιπλέκονται ἀκόμη περισσότερο ὅταν πρόκειται γιὰ λαοὺς μὲ μακραίωνη ἱστορία. Δύσκολα, τότε, μποροῦμε νὰ τραβήξουμε μιὰ σταθερὴ γραμμὴ ποὺ διαχωρίζει τὸ παλιὸ ἀπὸ τὸ καινούργιο, ἕνα εἶδος Πύλης Ἀδριανοῦ ποὺ ὁριοθετεῖ τὸ μυθικὸ χῶρο τοῦ Θησέα, διαστέλλοντάς τον ἀπὸ τὸν μεταγενέστερο τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορα. Ὁπωσδήποτε, μέσα στὴ ροὴ μιᾶς ἱστορικῆς πολιτισμικῆς συνέχειας, παλιὸ καὶ καινούργιο μοιράζονται ἕνα κυμαινόμενο μεταίχμιο ἀνάμεσα στὰ δύο ὅμορα τμήματα. Ἡ γλώσσα μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει ἕνα χρήσιμο ἐργαλεῖο, ποὺ χρειάζεται ὅμως μεγάλη λεπτότητα καὶ ἐλαστικότητα στὴ μεταχείρισή του. Πράγματι, στὴν περίπτωση λογοτεχνιῶν μὲ μεγάλη διαχρονικὴ ἐξέλιξη, τὰ πράγματα ἀλλάζουν αἰσθητὰ
98 Ο ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: ΕΝΝΟΙΑ, ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ἀνάλογα μὲ τὴ γλώσσα στὴν ὁποία ἀναφερόμαστε. Γιὰ νὰ περιορισθοῦμε στὶς δύο γλῶσσες ποὺ ἔχουν σημαδέψει τὴ θεμελίωση τῶν νεωτέρων εὐρωπαϊκῶν λογοτεχνιῶν, τὴν ἑλληνικὴ καὶ τὴ λατινική, καὶ χωρὶς νὰ πάρουμε ὑπόψη μας γλῶσσες μὲ ἐπίσης σπουδαία ἱστορία καὶ ἀκτινοβολία, ὅπως ἡ ἰνδική, ἡ περσική, ἡ ἑβραϊκή, ἡ ἀραβική, καὶ ἄλλες ἀκόμη γλῶσσες γιὰ τὶς ὁποῖες δὲν ἔχω καμμία ἁρμοδιότητα, θὰ διαπιστώσουμε σημαντικὲς διαφορές. Ὅταν ἡ λατινικὴ γλώσσα μεταμορφώθηκε βαθμιαῖα κατὰ τὸ Μεσαίωνα προετοιμάζοντας τὴ γέννηση τῶν διαφόρων ρωμανικῶν γλωσσῶν, ὑπέστη οὐσιαστικὲς μεταβολὲς καὶ τομές, ἡ πιὸ σπουδαία τῶν ὁποίων ἦταν ἡ κατάργηση τῶν πτώσεων καὶ ἡ ἀντικατάστασή τους ἀπὸ τὶς προθέσεις. Τὴ στιγμή, γιὰ παράδειγμα, ποὺ ἡ ἁπλὴ πρόταση «fratris mei» μετατράπηκε στὴν ἁπλουστευμένη «de fratre meo», μαζὶ βέβαια μὲ ἄλλες γραμματικὲς καὶ συντακτικὲς ἀλλαγές, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι δημιουργήθηκε ἡ βάση τῶν νεολατινικῶν γλωσσῶν. Στὴν ἑλληνική, ἀντίθετα, παρ ὅλη τὴ συρρίκνωση καὶ τὴ μεταβολή του, τὸ κλιτικὸ σύστημα ἐξακολουθεῖ νὰ ὑφίσταται. Ἂν ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ καταργήθηκε ἡ δοτική, ἀπὸ τὴν ἄλλη διατηρεῖται ἀκόμη, ὅπως στὴν ἀρχαία γλώσσα, ἡ βασικὴ διαφορὰ ἀνάμεσα στὶς πτώσεις: ὁ ἀδελφὸς -τοῦ ἀδελφοῦ, ἡ χώρα-τῆς χώρας. Δὲν θὰ περιμένετε φυσικὰ ἀπὸ μένα νὰ θυμίσω τὴ μακρὰ ἱστορικὴ ἐξέλιξη τῆς νεοελληνικῆς γλώσσας, ποὺ ὁ ἀρχικός της πυρήνας πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ στὴν ἑλληνιστικὴ κοινή, γιὰ τὴν ὁποία εἴμαστε πιὰ ἀρκετὰ πληροφορημένοι μετὰ ἀπὸ τὶς ἔρευνες τόσων σπουδαίων μελετητῶν, καὶ προπαντὸς τοῦ διαπρεποῦς ἑλληνιστῆ Στυλιανοῦ Καψωμένου 1. Ὁπωσδήποτε, δὲν θὰ ἔπεφτε ἔξω ὅποιος θὰ ἰσχυριζόταν ὅτι τὰ περισσότερα γνωρίσματα ποὺ χαρακτηρίζουν τὴ δομὴ καὶ τὸ λεξιλόγιο τῆς Νεοελληνικῆς βρίσκονται στὴ γλώσσα τῶν Εὐαγγελίων, ποὺ ἀντικαθρεφτίζει τὴν προφορικὴ γλώσσα τῆς ἐποχῆς τους, στὸ σημεῖο βέβαια ποὺ μιὰ γραπτὴ γλώσσα μπορεῖ νὰ ἀντικαθρεφτίσει τὴν προφορική της μορφή. Ἤδη ὁ Μανόλης Τριανταφυλλίδης 2 μᾶς εἶχε 1. Κυρίως στὴ σημαντικὴ μελέτη ποὺ παρουσίασε στὸ ΙΑ Διεθνὲς Συνέδριο Βυζαντινῶν Σπουδῶν Die griechische Sprache zwischen Koine und neugriechisch, Berichte zum XI internationalen Byzantinisten-Kongress, Μόναχο 1958. 2. Μ. ΤΡΙΑΝΤΑφΥΛΛΙΔΗΣ, Νεοελληνικὴ Γραμματική, πρῶτος τόμος, Ἱστορικὴ Εἰσαγωγή, Ἀθήνα 1938, ἰδιαίτερα σ. 411 ἑπ.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΝΝΟΙΑ 99 διδάξει νὰ διασταυρώνουμε τὶς καινούργιες λέξεις τῶν Εὐαγγελίων, ποὺ ἐπέζησαν στὴ νεοελληνικὴ κοινή, μὲ τὶς λέξεις ποὺ οἱ ἀττικιστὲς ρήτορες, ἰδίως ὁ φρύνιχος, ἐξοβέλιζαν ὡς «ἀδόκιμες», δηλαδὴ ἀθησαύριστες στὴ χρήση τῶν κλασσικῶν συγγραφέων, οἱ ὁποῖοι μὲ τὰ ἔργα τους εἶχαν γίνει δάσκαλοι ἀττικοῦ λόγου γιὰ τὶς ἑπόμενες γενιές. Καὶ αὐτὴ ἡ σύγκριση μᾶς ἐπιβεβαιώνει τὴν ἐξαιρετικὰ μακρόχρονη πορεία τῆς Νεοελληνικῆς καὶ μᾶς προβληματίζει περισσότερο γιὰ τὸ ζήτημα τῶν ἀρχῶν τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας. Ἄλλωστε, οἱ ξένοι ταξιδιῶτες τῶν περασμένων αἰώνων, ποὺ δὲν βρίσκαν ὁμοιότητες ἀνάμεσα στὴ γλώσσα ποὺ ἀκούγανε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ λαοῦ καὶ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ μὲ τὰ ὁποῖα εἶχαν ἐξοικειωθεῖ ἀπὸ τὸ σχολεῖο, θὰ διαπιστώνανε παρόμοιες καὶ βαθύτερες διαφορὲς ἂν ἦταν σὲ θέση νὰ προβοῦν σὲ μιὰ συγκριτικὴ ἀνάλυση ἀνάμεσα στὴν ἀττικὴ γλώσσα καὶ στὴ γλώσσα τῶν Εὐαγγελίων 3. Ἀλλά, πρὶν προχωρήσω στὴν ἀνάλυση τοῦ θέματος ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ, κρίνω ἀναγκαῖο νὰ θίξω ἕνα γενικότερο πρόβλημα, ἰδιάζον καὶ αὐτό, σχετικὸ μὲ τὴν ὀνομασία τοῦ σύγχρονου Ἑλληνισμοῦ. Συνήθως, προκειμένου γιὰ πολιτισμοὺς μὲ μεγάλη ἱστορικὴ διάρκεια, ὅταν ἀναφερόμαστε στὶς πιὸ πρόσφατες φάσεις τους, τὶς κατονομάζουμε μὲ τὴν ἁπλὴ ἔνδειξη τῆς ἐθνικότητάς τους χωρὶς προσθήκη ἄλλου εἰδοποιοῦ χαρακτηρισμοῦ, ἐνῶ γιὰ νὰ προσδιορίσουμε προγενέστερες περιόδους τῆς ἱστορίας τους κάνουμε χρήση τῶν ἐπιθέτων «ἀρχαῖος», «παλιός», καὶ παρόμοιων. Ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, λέγοντας ἰνδική, περσική, κινεζική, ἰρανικὴ λογοτεχνία ἢ γλώσσα ἐννοοῦμε τὴ λογοτεχνία καὶ τὴ γλώσσα τῆς νεώτερης ἢ σύγχρονης φάσης τῶν ἀντίστοιχων χωρῶν, ἐνῶ γιὰ νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ ἱστορικὲς στιγμὲς παρωχημένων χρόνων τὶς προσδιορίζουμε μὲ ἐπίθετα δηλωτικὰ τῆς ἀρχαιότητάς τους. Ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο συμβαίνει γιὰ τὰ ἑλληνικὰ πράγματα. Μιλώντας, ἰδίως στὸ ἐξωτερικό, γιὰ ἑλληνικὴ φιλοσοφία, ἑλληνικὴ ποίηση, ἑλληνικὸ θέατρο, ἑλληνικὴ γλώσσα, ἀναφέρονται στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ἀντιθέτως, οἱ ἀναφορὲς στὴ νεώτερη Ἑλλάδα ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ εἰδικὴ διασαφήνιση: νεοελληνικὴ λογοτεχνία, νεοελληνικὴ γλώσσα, καὶ οὕτω καθ ἑξῆς. φυσικά, πίσω ἀπ αὐτὴ τὴ λεκτικὴ ἰδιαιτερότητα, κρύβεται 3. Μεγαλύτερη ἔκπληξη θὰ δοκίμαζαν ἂν μποροῦσαν νὰ ἔχουν ὑπόψη τους τὴ γλώσσα τῶν ἰδιωτικῶν ἐπιστολῶν ποὺ οἱ αἰγυπτιακοὶ πάπυροι ἔμελλαν νὰ μᾶς ἀποκαλύψουν ἀργότερα.
100 Ο ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: ΕΝΝΟΙΑ, ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ἡ ἐπαλήθευση τοῦ γνωστοῦ ρητοῦ «noblesse oblige», δηλαδὴ ὁ παγκόσμιος θαυμασμὸς γιὰ τὴν ἀσύγκριτη αἴγλη τοῦ ἀρχαίου πολιτισμοῦ, ποὺ μοιραῖα περιορίζει ἀσφυκτικὰ τὸ χῶρο τοῦ μετακλασσικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἔτσι, ὅταν τὸ 1800 στὸ Παρίσι ὁ φημισμένος εὐπατρίδης ἑλληνιστὴς ansse de Villoison, ὑποβιβασθεὶς ἀπὸ τὴν Ἐπανάσταση στὸ ρόλο τοῦ ἁπλοῦ πολίτη (citoyen), ἐγκαινίασε τὸν πρῶτο παγκοσμίως κύκλο μαθημάτων τῶν νεοελληνικῶν σὲ πανεπιστημιακὸ ἐπίπεδο, γιὰ νὰ προσδιορίσει τὸ ἀντικείμενο τῆς διδασκαλίας του, στὴν ἀγγελία τοῦ προγράμματος σπουδῶν χρησιμοποίησε ἐναλλάξ, δίπλα στὸ «grec moderne», καὶ τὸν ὅρο «langue vulgaire», πιστὴ ἀπόδοση τοῦ λατινικοῦ «sermo vulgaris» τῶν δυτικῶν λογίων τοῦ Μεσαίωνα, ἀντίστοιχου τῆς «χυδαίας γλώσσης» τῶν Βυζαντινῶν 4. Καὶ τώρα μπαίνουμε στὸ θέμα μας. Τὸ 1991 ὁ ἀείμνηστος Νι κό - λαος Παναγιωτάκης, ἐπιφανὴς πανεπιστημιακὸς δάσκαλος καὶ ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν διευθυντὴς τοῦ πασίγνωστου γιὰ τὴν ἐπιστημονική του δράση Ἑλληνικοῦ Ἰνστιτούτου Βυζαντινῶν καὶ Μεταβυζαντινῶν Σπου - δῶν τῆς Βενετίας, εἶχε τὴν πρωτοβουλία νὰ ὀργανώσει ἕνα συνέδριο ἀφιερωμένο στὶς ἀρχὲς τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας, ποὺ τὰ Πρακτικά του δημοσιεύθηκαν δύο χρόνια ἀργότερα 5. Ἦταν τὸ δεύτερο διεθνὲς συνέδριο ποὺ πραγματευόταν τὴ δημώδη ἑλληνικὴ λογοτεχνία τῆς βυζαντινῆς περιόδου μὲ τὸ χαρακτηριστικὸ γενικὸ τίτλο «Neograeca Medii aevi», ποὺ ὀφείλει τὴν πρωτότυπη, καὶ σχεδὸν ὀξύμωρη, ὀνομασία του στὸ συνάδελφο hans Eideneier, ὀργανωτὴ τοῦ πρώτου συνεδρίου ποὺ ἔγινε τὸ 1986 στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Κολωνίας. 4. J. PSIChaRI, Les Études de grec moderne en France au dix-neuvième siècle, στὸ σύμμεικτο τόμο του Quelques travaux de linguistique, de philologie et de littérature helléniques 1884-1928, Paris 1930, σ. 630: «Le cours de grec moderne à l École spéciale des Langues orientales vivantes, y est un des plus anciens; il figure, en effet, sur l affiche du 15 frimaire an IX (16 décembre 1800), sous ce titre et avec ce texte: Cours de grec moderne. Le citoyen ansse de Villoison développera l origine et le principe du grec vulgaire, dictera des Dialogues pour enseigner à parler cette Langue, et expliquera ensuite le Γεωπονικόν, ou Traité d agriculture d agapius, et l Ἀραβικὸν μυθολογικόν, Contes arabes traduits en grec vulgaire. Il donnera ses leçons les duodis, quartidis, sextidis et octidis, à deux heures précises». 5. Origini della letteratura neogreca, a cura di N. M. PaNayOTaKIS, δύο τόμοι, Βενετία 1993.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΝΝΟΙΑ 101 Στὴν ὀξυδερκῆ του Εἰσαγωγή, ποὺ προτάσσεται στὰ Πρακτικὰ τοῦ συνεδρίου τῆς Βενετίας, ὁ Παναγιωτάκης διατυπώνει μερικὲς καίριες παρατηρήσεις. Ἀπ αὐτὲς θὰ ἀναφέρω δύο, ποὺ μοῦ φαίνο ν - ται ἰδιαίτερα σημαντικές 6. Ἡ πρώτη ἐπικεντρώνεται στὴν ἀμφίσημη ἔννοια τοῦ γενικοῦ τίτλου τοῦ συνεδρίου, «Neograeca Medii aevi», ποὺ ἀντικαθρεφτίζει τὸ δισυπόστατο χαρακτήρα τῶν κειμένων στὴ δημώδη ἑλληνικὴ πρὶν καὶ μετὰ τὸ δέκατο αἰώνα, ὅπου ἀρκετοὶ μελετητὲς ἀναγνωρίζουν τὰ πρῶτα σπέρματα τοῦ νεοελληνικοῦ λόγου καὶ πολιτισμοῦ. Ἡ δεύτερη ἐκφράζεται μὲ μιὰ εὔλογη ἀπορία: ἂν εἶναι θεμιτὸ νὰ θεωροῦμε «Νεοέλληνες», συγγραφεῖς ποὺ δὲν χρησιμοποι οῦσαν κἂν τὸν ὅρο «Ἕλληνες», παρὰ μόνο γιὰ τοὺς προχριστιανοὺς προγόνους τους. Γιὰ νὰ περιορισθῶ λοιπὸν σὲ μερικὲς μόνο ἀνακοινώσεις ποὺ ἔγιναν στὸ συνέδριο τῆς Βενετίας, θὰ ἀναφέρω πρῶτα τὴ γνώμη τοῦ κορυφαίου νεοελληνιστῆ Γιώργου Σαββίδη, ποὺ ἐντοπίζει στὸν Ἀπόκοπο τὴν ἀφετηρία τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας. Αὐτὸ τὸ σπουδαῖο ἔργο πού, σύμφωνα μὲ τὶς ἔρευνες τῆς Evrο Layton, ἡ πρώτη του ἔκδοση πρέπει νὰ χρονολογηθεῖ στὰ 1509, καὶ ὄχι στὰ 1519, ἀποτελεῖ κατὰ τὸν Σαββίδη «τὸ ὀνειρικὸ μεταίχμιο δύο κόσμων, τῶν ζωντανῶν καὶ τῶν νεκρῶν, μὲ μιὰ φανερὴ ἀναγεννησιακὴ προτίμηση γιὰ τὶς ἐφήμερες χαρὲς τῆς ἐπίγειας ζωῆς» 7. Ὁ Eideneier, ἐνῶ παραδέχεται ὅτι οἱ ἔρευνες τοῦ Στυλιανοῦ Καψωμένου καὶ ἄλλων γλωσσολόγων ἔχουν καταστήσει σαφὲς πὼς τὰ νέα ἑλληνικὰ εἶχαν θεμελιωθεῖ βασικὰ ἤδη στὸν τρίτο μ.χ. αἰώνα, ὡστόσο ἀναγνωρίζει ὅτι «τὰ γλωσσικὰ κριτήρια δὲν ἔχουν στὴν πραγματικότητα τὴ βαρύτητα ποὺ τοὺς εἶχε ἀποδοθεῖ ἕως τώρα» 8. Ὁ ἀγαπητὸς φίλος Mario Vitti, πρύτανης τῶν Ἰταλῶν νεοελληνιστῶν, ἀνατρέχει στὰ ἱστορικὰ καὶ ἰδεολογικὰ αἴτια τῆς λογοτεχνικῆς κριτικῆς καὶ τοῦ γλωσσικοῦ ζητήματος γιὰ νὰ σημειώσει τὴ σύγχυση γιὰ τὴν ἀναζήτηση παραδεκτῶν κριτηρίων ὡς πρὸς τὴν ἐξα- 6. Discorso introduttivo, Origini della letteratura neogreca, πρῶτος τόμος, σ. 15 ἑπ. 7. Γ. ΣΑΒΒΙΔΗΣ, Πότε ἄραγες ἀρχίζει ἡ Νεότερη Ἑλληνικὴ Λογοτεχνία; Origini, ὅ.π., πρῶτος τόμος, σ. 39. 8. h. EIDENEIER, Ἀναζητώντας τὶς ἀρχὲς τῆς Νεοελληνικῆς Γραμματείας, Origini, ὅ.π., πρῶτος τόμος, σ. 45.
102 Ο ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: ΕΝΝΟΙΑ, ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ κρίβωση τῆς μετάβασης ἀπὸ τὴ μεσαιωνικὴ στὴ νεώτερη ἑλληνικὴ λογοτεχνία 9. Ὁ πολυμαθέστατος Στυλιανὸς Ἀλεξίου 10 στρέφει τὴν προσοχή του στὴν ὁρολογία ποὺ ἔχουν προτείνει οἱ ἐρευνητὲς γιὰ τὴν πρώτη φάση τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας: κατὰ τὸν Κριαρᾶ, ἡ περίοδος 1204-1669 εἶναι ὑστεροβυζαντινὴ ἢ ὑστερομεσαιωνικὴ καὶ πρωτονεοελληνική ὁ Βουτιερίδης καὶ ὁ Μπουμπουλίδης μιλοῦν γιὰ μεταβυζαντινὴ ποίηση ὁ Μαστροδημήτρης χαρακτηρίζει τὴν ποίηση ἀπὸ τὸ δέκατο αἰώνα ἕως τὴν Ἅλωση ὡς ποίηση τῶν πρωτονεοελληνικῶν χρόνων. Σχετικὰ μὲ τὸ θέμα τῆς γλώσσας, παρ ὅλη τὴν ὁμοιότητα τῶν κειμένων τῆς μεσαιωνικῆς λογοτεχνίας μὲ τὰ νέα ἑλληνικά, ὁ Ἀλεξίου προβάλλει ὅμως ἐπιφυλάξεις, ἐπισημαίνοντας τὶς διαφορὲς πού, κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον, εἶναι αἰσθητὲς ἀνάλογα μὲ τὶς κοινωνικὲς καταστάσεις ποὺ τὰ κείμενα ἀντανακλοῦν 11. Ὁ ἔμπειρος σημασιολόγος καὶ θεωρητικὸς τῆς λογοτεχνίας Ἐρατοσθένης Καψωμένος, κρίνοντας 12 τὶς διαφορὲς καὶ τὶς ὁμοιότητες μεταξὺ βυζαντινοῦ καὶ νεοελληνικοῦ πολιτισμοῦ, ἐξετάζει τὰ λογοτεχνικὰ δεδομένα στὸ πλαίσιο τῆς κοινωνικῆς πραγματικότητας ὡς φανερώματα τῶν ἀντιθετικῶν ζευγῶν ποὺ καθιέρωσε ὁ Lévy-Strauss, ὅπως «ἄτομo κοινωνία», «φύση πολιτισμός», καὶ προτείνει ἄλλες ἀν - τιθετικὲς συγκρίσεις, ταιριαστὲς στὴ σχέση βυζαντινοῦ νεοελλη νικοῦ πολιτισμοῦ, ὅπως αὐτὲς ποὺ ἐκφράζονται ἀπὸ τὶς ἀντιθέσεις «μυστικισμὸς ὀρθολογισμός», «ὑλικὸ πνευματικό», «φυσικὸ με ταφυσικό». Πάνω σ αὐτὲς τὶς βάσεις διαπιστώνει ὅτι «[...] στοιχεῖα καθαρὰ μεσαιωνικὰ ἐπιβιώνουν ὣς τὸν 16ο αἰώνα [...] καὶ ἀντίστροφα, ἡ ἀφύπνιση τοῦ ἀτομισμοῦ ἐντοπίζεται μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ Βυζαντινοῦ Μεσαίωνα, στὴν ἀρχὴ τοῦ μυστικισμοῦ 13». Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀνακοινώσεις στὸ εἰδικὸ συνέδριο τῆς Βενετίας, 9. M. VITTI, alla ricerca degli antenati, Origini, ὅ.π., πρῶτος τόμος, σ. 50 ἑπ. 10. ΣΤ. ΑΛΕξΙΟΥ, Ἡ ὁρολογία τῶν περιόδων τῆς λογοτεχνίας μας, Origi - ni, ὅ.π., πρῶτος τόμος, σ. 54 ἑπ. 11. Ὅ.π., σ. 55-56. 12. Ε. ΚΑψΩΜΕΝΟΣ, Ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ στὴ νεοελληνικὴ πολιτισμικὴ φάση. Ἀξιολογικὰ πρότυπα στὰ λαϊκότροπα βυζαντινὰ κείμενα, Origini, ὅ.π., πρῶτος τόμος, σ. 61 ἑπ. 13. Ὅ.π., σ. 65.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΝΝΟΙΑ 103 τὸ ζήτημα τῶν ἀρχῶν τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας ἔχει ἀπασχολήσει κατ ἐπανάληψη, ὅπως εἶναι φυσικό, τοὺς νεοελληνιστές. Ἐπιλεκτικὰ καὶ μόνο, θὰ μνημονεύω μερικοὺς ἀπὸ τοὺς πιὸ ἔγκυρους μελετητὲς τῆς νεοελληνικῆς γραμματολογίας. Ὁ Ἠλίας Βουτιερίδης ἀφιερώνει ὅλο τὸν πρῶτο τόμο τῆς Ἱστορίας τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας του στοὺς δύο τελευταίους αἰῶνες τῆς βυζαντινῆς περιόδου, γιατὶ, κατὰ τὴ γνώμη του, θὰ ἦταν «ἀτελὴς ἡ κατανόησις τοῦ πνεύματος καὶ τῆς οὐσίας της [δηλ., τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας], ἐὰν δὲν ἐξητάζετο αὕτη ὡς συνέχεια καὶ παρακολούθημα τῆς προηγηθείσης» 14. Κατὰ τὸν Ἀρίστο Καμπάνη «Τὸ ἔπος τοῦ Διγενῆ Ἀκρίτα συνδέει τὸ Μεσαιωνικὸ μὲ τὸ Νέο Ἑλληνισμό. Εἶναι τὸ πιὸ παλιὸ καλύτερα ἕν ἀπὸ τὰ πιὸ παλιὰ μνημεῖα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς» 15. Ὁ πολὺς Κ. Θ. Δημαρᾶς, ὄχι μόνο στὰ εἰδικὰ δοκίμια ποὺ ἔχει ἀφιερώσει στὴν ἐξέλιξη τῆς παιδείας καὶ στὴν ἱστορία τῶν ἰδεῶν κατὰ τὴν πορεία τοῦ μεταγενέστερου Ἑλληνισμοῦ, ἀλλὰ προπαντὸς στὸ πρωτοποριακό του ἐγχειρίδιο Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας 16, πραγματεύεται τὸ θέμα μας. Σ αὐτὸ τὸ βιβλίο, μάλιστα, ὁρίζει μερικοὺς βασικοὺς σταθμοὺς τῆς ἱστορίας τοῦ νέου Ἑλληνισμοῦ: 1261, 1453, 1669, 1774 17, 1821. Εἰδικὰ γιὰ τὸν πρῶτο ἀπ αὐτοὺς τοὺς σταθμοὺς λέει 18 : «Μετὰ τὸ 1261 μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι Βυζάντιο καὶ Ἑλλάδα συμπίπτουν». Μιὰ φράση ἀπὸ τὴν εἰσαγωγὴ στὸ βιβλίο του αὐτὸ συνοψίζει ἄριστα τὴ γνώμη του γιὰ τὸ συγκερασμὸ παλιῶν καὶ νέων πολιτισμικῶν στοιχείων στὸ Βυζάντιο: «[...] μέσα στὸ παλιὸ βρίσκονται τὰ σπέρματα τοῦ νέου, μέσα στὸ νέο βρίσκονται ἐπιβιώσεις τοῦ παλιοῦ» 19. Πολὺ χαρακτηριστικὸς εἶναι καὶ ὁ τίτλος τοῦ πρώτου κεφαλαίου τῆς Ἱστορίας του: «Οἱ ἀρχαῖοι ζοῦν ἀκόμη». Στὸ 14. Η. Π. ΒΟΥΤΙΕΡΙΔΗΣ, Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας..., πρῶτος τόμος, Ἀθήνα 1924, σ. 7. Ὁ δεύτερος τόμος πραγματεύεται τὴν ἑλληνικὴ λογοτεχνία μετὰ τὴν Ἅλωση. 15. Α. ΚΑΜΠΑΝΗΣ, Ἱστορία τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας, πέμπτη ἔκδοση, Ἀθήνα 1948, σ. 11. 16. Οἱ παραπομπές μου βασίζονται στὴν τρίτη ἔκδοση (Ἀθήνα 1964). 17. Ὅπως εἶναι γνωστό, τὸ 1774 ἔγινε ἡ συνθήκη τοῦ Κιουτσοὺκ Καϊναρτζῆ, ποὺ παραχωροῦσε μερικὰ προνόμια γιὰ τὸν Ἑλληνισμό. 18. «Πρόλογος», σ. Θ. 19. Ὅ.π., σ. Η.
104 Ο ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: ΕΝΝΟΙΑ, ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ πλαίσιο μιᾶς τέτοιας ἱστορικῆς θεώρησης βρίσκει καίρια τοποθέτηση καὶ ἡ παραπομπὴ στὴ γνωστὴ δήλωση τοῦ Γεμιστοῦ Πλήθωνα «ἐσμὲν γὰρ οὖν [...] Ἕλληνες τὸ γένος, ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ» 20. Ἄλλωστε, ὁ ἔγκυρος ἱστορικὸς Ἀπόστολος Βακαλόπουλος, ἐνισχύοντας μιὰ παρατήρηση τοῦ Κ. Σάθα (Μεσαιωνικὴ Βιβλιοθήκη, ἕβδομος τόμος, σ. ΚΑ ), εἶχε ἰσχυρισθεῖ ὅτι στὸ Βασίλειο τῆς Νικαίας οἱ Βυζαντινοὶ ἀρχίζουν νὰ μεταμορφώνονται σὲ ἀληθινοὺς Ἕλληνες 21 καὶ ὅτι, μετὰ τὸ 1204, χρησιμοποιεῖται ὅλο καὶ περισσότερο τὸ ἐθνικὸ ὄνομα «Ἕλλην» στὴ θέση τοῦ «Ρωμαίου» 22. Τὴ συνέχεια ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ στὴ νεοελληνικὴ λογοτεχνία ὑποστηρίζει καὶ ὁ Bruno Lavagnini, ποὺ τὰ δύο πρῶτα κεφάλαια τῆς ἱστορίας του τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας τιτλοφοροῦνται χαρακτηριστικὰ «Ἡ νεοελληνικὴ λογοτεχνία τῆς βυζαντινῆς περιόδου» 23. Παρόμοια μὲ τὴ θέση τοῦ Δημαρᾶ εἶναι ἐκείνη τοῦ ἄλλου μεγάλου δασκάλου νεοελληνικῆς φιλολογίας Λίνου Πολίτη. Ἤδη τὸ Συνοπτικό του Διάγραμμα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας (Θεσσαλονίκη 1968) ἄρχιζε μὲ τὴν ἐπιγραμματικὴ διαπίστωση: «Τὸ πρῶτο γραπτὸ μνημεῖο τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας εἶναι ἕνα ἔπος, τὸ ἔπος τοῦ Βασίλειου Διγενῆ Ἀκρίτα». Αὐτὴ ἡ ἄποψη, ποὺ ἀναπτύσσεται διεξοδικότερα στὴ μεγαλύτερη Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας (Ἀθήνα 1978), ἔφερε τὸν Πολίτη ἀντιμέτωπο μὲ τὸ διακεκριμένο δάσκαλο τῆς Βυζαντινολογίας Ἐμμανουὴλ Κριαρᾶ. Ὁ Κριαρᾶς, ὅπως ἀρκετοὶ Βυζαντινολόγοι συνεχιστὲς τῆς περιβόητης θεωρίας τοῦ μεγάλου ἱστορικοῦ N. Jorga 24, τῆς συνέχισης τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ μετὰ τὸ τέλος τῆς αὐτοκρατορίας, μετακινεῖ πρὸς τὰ ἐμπρὸς τὰ ὅρια τῆς βυζαντινῆς λογοτεχνίας. 20. Ὅ.π., σ. Θ. 21. Α. Ε. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ. Α. Ἀρχὲς καὶ διαμόρφωσή του, Θεσσαλονίκη 1961, σ. 64: «Πραγματικὰ τὸ Βασίλειο τῆς Νικαίας γίνεται ἡ κυριότερη ἑστία τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ». 22. Ὅ.π., σ. 67. Ἡ χρήση τοῦ ἐθνικοῦ «Ἕλλην» γενικεύεται κατὰ τὸ τέλος τοῦ 14ου αἰώνα (ὅ.π., σ. 75), καὶ ἀκόμη περισσότερο στὰ μέσα τοῦ 15ου (ὅ.π., σ. 245). 23. B. LaVagNINI, La Letteratura Neoellenica, φλωρεντία-μιλάνο 1966. 24. N. JORga, Byzance après Byzance, Βουκουρέστι 1935.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΝΝΟΙΑ 105 Ἀπὸ τοὺς νεώτερους νεοελληνιστὲς θὰ ἀναφέρω τὸν ἀγαπητὸ συνάδελφο καὶ χαλκέντερο ἐρευνητὴ τῆς νεοελληνικῆς φιλολογίας Παναγιώτη Μαστροδημήτρη. Κατὰ τὴν ἄποψή του «οἱ ρίζες τοῦ νέου Ἑλληνισμοῦ πρέπει νὰ ἀναζητηθοῦν στὸ Βυζάντιο. Ἐκεῖ (γύρω στὸν 11ο μὲ 12ο αἰώνα) σχηματίζονται οἱ πρῶτοι πυρῆνες τοῦ νέου Ἑλληνισμοῦ» 25, διασαφηνίζοντας ὅτι «οἱ σταυροφορίες, καὶ ἰδιαίτερα ἡ Δ, ἐπιτάχυναν τὴν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων καὶ συνετέλεσαν στὴ διαμόρφωση τοῦ νέου Ἑλληνισμοῦ» 26. Ἀλλὰ ἰδιαίτερα εὔστοχη μοῦ φαίνεται ἡ ἀξιοποίησή του τῆς συμβολῆς τοῦ Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου, πού, ὅπως παρατηρεῖ σωστὰ ὁ Μαστροδημήτρης, «ἀναζήτησε πρῶτος τὶς ἀρχὲς τοῦ νέου ἑλληνικοῦ ἔθνους στοὺς βυζαντινοὺς χρόνους ἡ συνέχεια στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ ἡ ὕπαρξη τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν ἀποτελοῦσαν γι αὐτὸν ἄριστα ἀποδεικτικὰ στοιχεῖα» 27. Θυμίζω παρεμπιπτόντως ὅτι ἡ συνάδελφος Renata Lavagnini, ἀντάξιος γόνος τοῦ ἐπιφανοῦς ἑλληνιστῆ Bruno Lavagnini, ἔχει φέρει καινούργιο φῶς, σὲ πρόσφατες μελέτες της, στὸν πρωτοποριακὸ ρόλο ποὺ εἶχε ὁ Ζαμπέλιος γιὰ τὴν ἕως τότε περιφρονημένη σημασία τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ μαρτυρία τοῦ Ζαμπέλιου γιὰ τὰ δημοτικὰ τραγούδια μᾶς προσφέρει ἄλλο ἐπιχείρημα γιὰ τὴ στενότατη σχέση ἀνάμεσα στὸ Βυζάντιο καὶ στὸν νεώτερο Ἑλληνισμὸ καὶ σ αὐτὸ τὸν τομέα, ὅπως ἔχει ὑπογραμμίσει καὶ ὁ Ἐρατοσθένης Καψωμένος 28. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, παράλληλα μὲ μιὰ ἐλιτίστικη παραδοσιακὴ ἑλληνοκεντρικὴ κουλτούρα ποὺ διέπνεε τὰ ἀνώτερα στρώματα τῆς κοινωνίας, ὑπάρχει καὶ μιὰ λαϊκὴ πατριωτικὴ συνείδηση. Αὐτὴ ἡ συνείδηση ἐκδηλώνεται μὲ ἁπλούστερες, ἀλλὰ ἐξίσου ἄξιες, μορφὲς πνευματικοῦ πολιτισμοῦ. Τὰ ἑλληνικὰ δημοτικὰ τραγούδια ἀποτελοῦν τὴν προφορικὴ παράδοση τῆς λογοτεχνίας, στὸ πλαίσιο τοῦ λεγόμενου ὑλικοῦ πολιτισμοῦ, ὅπως τὸν ἐκφράζουν τὰ ἤθη καὶ ἔθιμα, οἱ παραδόσεις, καὶ γενικὰ τὰ πηγαῖα αἰσθήματα ἀπὸ τὰ καθημερινὰ βιώματα τοῦ λαοῦ. 25. Π. Δ. ΜΑΣΤΡΟΔΗΜΗΤΡΗΣ, Εἰσαγωγὴ στὴ Νεοελληνικὴ φιλολογία, ἕβδομη ἔκδοση, Ἀθήνα 2005, σ. 45. 26. Ὅ.π., σ. 47. 27. Ὅ.π., σ. 46. 28. Ὅ.π., σ. 66 ἑπ., ἰδίως σ. 68.
106 Ο ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: ΕΝΝΟΙΑ, ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ Πάνω στὸ δρόμο ποὺ ἔχουν χαράξει οἱ μεγάλοι δάσκαλοι τῆς ἑλληνικῆς λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης, Στίλπων Κυριακίδης, Γεώργιος Μέγας καὶ οἱ νεώτεροι συνεχιστές τους, εἴμαστε σὲ θέση νὰ παρακολουθήσουμε ἄνετα τὴ συμπαγῆ διαχρονικὴ ἑνότητα τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Στὸ πλαίσιο αὐτῆς τῆς ἀδιαμφισβήτητης ἱστορικῆς πραγματικότητας, τὰ δημοτικὰ τραγούδια παίζουν πρωταρχικὸ ρόλο καὶ γιὰ τὸ ζήτημα τῶν ἀρχῶν τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας. Εἶναι περιττὸ νὰ θυμίσω ἐγὼ στὸ ἐκλεκτὸ ἀκροατήριο ποὺ μὲ παρακολουθεῖ πόσο μοναδικὴ καὶ ἀνεκτίμητη περιουσία ἀποτελοῦν τὰ ἑλληνικὰ δημοτικὰ τραγούδια, ποὺ εἶναι ἀπὸ τὰ πλουσιότερα καὶ ὡραιότερα σ ὅλη τὴν εὐρωπαϊκὴ λογοτεχνία. Ἴσως μόνο ἡ σερβοκροατικὴ λογοτεχνία μπορεῖ νὰ προβάλει ἀνάλογα δείγματα ὑψηλῆς λαϊκῆς μούσας. Καὶ δὲν εἶναι συμπτωματικὸ ὅτι ὁ πολὺς Milman Parry, μελετώντας τὴν παρουσία σταθερῶν λογότυπων στὴ σερβοκροατικὴ ἐπικὴ ποίηση σὲ σχέση μὲ τὰ ὁμηρικὰ ἔπη, διατύπωσε τὴ γνωστή του θεωρία περὶ προφορικότητας στὴν ἐπικὴ ποίηση, ποὺ ἄνοιξε καινούργιους δρόμους στὴν παγκόσμια κριτική 29. Μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι ἡ σερβοκροατικὴ δημοτικὴ ποίηση δὲν διαθέτει μιὰ ἱστορικὴ ἐνδοχώρα ἀνάλογα ἐκτεταμένη μὲ τὴν ἑλληνική, ἡ ὁποία παρουσιάζει ἐπιπλέον μιὰ ἐκπληκτικὴ ποικιλία θεμάτων καὶ εἰδῶν. Ἀκριβῶς ἡ μελέτη τῶν ἑλληνικῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν καθιστᾶ σαφὲς πόσο κοντὰ βρίσκο - νται τὸ πνεῦμα, ἡ τεχνική, ἡ γλώσσα τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν τῆς μεταγενέστερης φάσης στὰ ἀντίστοιχα τραγούδια τῆς βυζαντινῆς περιόδου, καὶ πόσο δύσκολο εἶναι νὰ διαγράψουμε σ αὐτὸ τὸν τομέα μιὰ διαχωριστικὴ γραμμὴ ἀνάμεσα στὸ Βυζάντιο καὶ στὴ σύγχρονη Ἑλλάδα. Ἀνακεφαλαιώνοντας ὅ,τι ἔχουμε ἕως τώρα ἐκθέσει, θὰ καταλήξουμε σὲ κάποια συμπεράσματα, ποὺ δὲν ἔχουν, βέβαια, τὴν ἀξίωση τῆς πρωτοτυπίας, ἀλλὰ ἁπλῶς προσπαθοῦν νὰ δώσουν λογικὲς ἀπα ν - τήσεις στὰ ἐρωτήματα ποὺ ἔχουν κατὰ καιροὺς διατυπωθεῖ. Πιστεύω ὅτι ὅλοι συμμεριζόμαστε τὴ δυσκολία νὰ ἐξακριβωθεῖ ἡ ἱστορικὴ στιγμὴ τῆς γέννησης μιᾶς ὁποιασδήποτε λογοτεχνίας. Αὐτὸ ἰσχύει ἀκόμη περισσότερο γιὰ τὴ νεοελληνικὴ λογοτεχνία, ποὺ ἔχει τόσο στενὴ 29. Οἱ σχετικές του μελέτες συγκεντρώθηκαν στὸν τόμο The Making of homeric Verse. The collected Papers of Milman Parry, ed. by a. PaRRy, Oxford 1971.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΝΝΟΙΑ 107 σύνδεση, γλωσσικὴ καὶ δομική, μὲ τὴν ἱστορική της ἐνδοχώρα. Κατὰ συνέπειαν, πρέπει νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὸ πρόβλημα ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὴν ἀγωνία τῆς ἀναζήτησης τῆς ὀνομασίας ποὺ ἁρμόζει καλύτερα στὸν προσδιορισμὸ τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας τῆς πρώτης φάσης, καὶ νὰ στοχεύουμε ἀποκλειστικὰ στὴν οὐσία καὶ στὸ περιεχόμενο τῶν ἔργων. Μ αὐτὸ τὸν τρόπο δὲν θὰ δυσκολευθοῦμε νὰ ἀναγνωρίσουμε ὅτι ἀρκετὰ χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνθηρὴ δημιουργία τῆς κυπριακῆς καὶ κρητικῆς λογοτεχνίας ἔχουμε τὰ θαυμάσια δείγματα τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν, ὅπου, μέσα ἀπὸ τὴν ἀδιάλειπτη γοητεία τοῦ παραδοσιακοῦ ἑλληνικοῦ λόγου, διαφαίνονται καθαρὰ σημάδια τοῦ ἀνατέλλοντος νέου Ἑλληνισμοῦ. Πάνω σ αὐτὲς τὶς πολυσύνθετες βάσεις ἔχει οἰκοδομηθεῖ καὶ ἀναπτυχθεῖ ἡ νεοελληνικὴ νεώτερη λογοτεχνία, μιὰ σύγχρονη δυναμικὴ λογοτεχνία, ποὺ ἔρχεται ἀπὸ μακριὰ καὶ πορεύεται πρὸς τὸ μέλλον μὲ αἰσιοδοξία καὶ προοπτική.