Εισήγηση του Βίκτωρα Αγγελάκη ΑΤΜ, μέλους της ΜΕ/ΤΕΕ θεμάτων τυποποίησης πιστοποίησης διαχείρισης ποιότητας με θέμα «Δίκτυο Κρατικών Εργαστηρίων» για την ημερίδα του ΤΕΕ «Ο ρόλος των κρατικών εργαστηρίων» Για την σημερινή κατάσταση των Κρατικών Εργαστηρίων υπάρχουν εισηγήσεις συναδέλφων. Ομοίως και για την ιστορική πορεία τους. Οι απαιτήσεις της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας για αποτελεσματικό έλεγχο των έργων και των δομικών υλικών αποτελούν επίσης αντικείμενο άλλων εισηγήσεων. Θα επικεντρώσω την προσοχή μου κυρίως στις λειτουργίες που θα πρέπει να επιτελεί ένα Δίκτυο Κρατικών Εργαστηρίων με βάση τις σύγχρονες ανάγκες της χώρας και τις εθνικές και κοινοτικές απαιτήσεις. Σήμερα τα Κρατικά Εργαστήρια ανήκουν: 1) στο ΥΠΕΧΩΔΕ, το Κεντρικό Εργαστήριο Δημοσίων Έργων (ΚΕΔΕ), 2) στο ΥΠΕΣΔΔΑ, τα 12 τέως Περιφερειακά Εργαστήρια Δημοσίων Έργων (νυν τμήματα ή γραφεία των Δ/νσεων Δημοσίων Έργων των Περιφερειών) και 3) στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, τα 33 Νομαρχιακά Εργαστήρια. Ο σημερινός τρόπος λειτουργίας των Εργαστηρίων, όπου κάθε ένα ενώ ασχολείται με παρόμοια ή και τα ίδια θέματα με τα άλλα - λειτουργεί αυτόνομα και χωρίς συντονισμό με τα υπόλοιπα, δημιουργεί πολλά τεχνικά αλλά και οικονομικά προβλήματα. Με την παρούσα κατάσταση υπαγωγής στις Περιφέρειες τα Περιφερειακά Εργαστήρια λειτουργούν απομονωμένα, τόσο μεταξύ τους όσο και από οποιεσδήποτε κεντρικές υπηρεσίες οι οποίες θα μπορούσαν να παράσχουν εξοπλισμό, κατάλληλη πληροφόρηση, τεχνική υποστήριξη κτλ. Ακόμα δε περισσότερο λειτουργούν απομονωμένα από το ευρωπαϊκό και το διεθνές περιβάλλον, όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες (συνεχής έκδοση νέων προτύπων υποχρεωτικής εφαρμογής που αφορούν άμεσα τις εκτελούμενες από τα Εργαστήρια δοκιμές). Ανάλογη, χειρότερη, κατάσταση υπάρχει και στα Εργαστήρια των Διευθύνσεων Τεχνικών Υπηρεσιών των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων. Τα Εργαστήρια των Διευθύνσεων Τεχνικών Υπηρεσιών των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων ιδρύθηκαν ως Νομαρχιακά Κλιμάκια, υπαγόμενα στα τότε Περιφερειακά Εργαστήρια που λειτουργούσαν ως Περιφερειακές Διευθύνσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ. Μετά από την υπαγωγή τους στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις (1994) αποκόπηκαν θεωρητικά από το ΥΠΕΧΩΔΕ. Είναι προφανής, μετά τα παραπάνω εκτεθέντα, η ανάγκη σύνδεσης των Εργαστηρίων μεταξύ τους με τη μορφή ενός Δικτύου Εργαστηρίων, και μάλιστα η ένταξη του Δικτύου αυτού σε ένα ευρύτερο οργανωτικό σχήμα. Η ύπαρξη Δικτύου θα εξασφαλίσει την εφαρμογή κοινής πολιτικής και θα επιτρέψει την ομοιόμορφη και συντονισμένη λειτουργία των Εργαστηρίων, ενώ θα εξασφαλίσει την δυνατότητα ανταλλαγής τεχνογνωσίας μεταξύ τους. Το Δίκτυο Εργαστηρίων θα οδηγήσει στην υιοθέτηση κοινών μεθόδων δοκιμών (σε επίπεδο λεπτομέρειας και όχι γενικά) και στην ομοιόμορφη εφαρμογή τους, ενώ θα χρησιμοποιούνται κοινά έντυπα δοκιμών και θα συντάσσονται τυποποιημένες εκθέσεις δοκιμών. 1
Θα εφαρμοσθεί επίσης κοινή μεθοδολογία διακρίβωσης του μετρητικού εξοπλισμού των Εργαστηρίων και θα επιτευχθεί η ελαχιστοποίηση του κόστους με την προμήθεια προτύπων συσκευών κοινής χρήσης κτλ. Τα Εργαστήρια θα αλληλοϋποστηρίζονται επίσης κατά την, ιδιαίτερα σημαντική, μεταβατική περίοδο εφαρμογής των εναρμονισμένων ευρωπαϊκών προτύπων σε θέματα ορθής εκτέλεσης των δοκιμών, λειτουργίας του σχετικού εξοπλισμού, ενημέρωσης του εμπλεκόμενου προσωπικού κτλ. Στην περίπτωση ύπαρξης Δικτύου, τα Εργαστήρια θα συνεργάζονται σε τεχνικά θέματα δοκιμών, όπως π. χ. σε θέματα ενδοεργαστηριακής διασφάλισης ποιότητας συγκεκριμένων δοκιμών, διεργαστηριακών δοκιμών κτλ. Τα Εργαστήρια, με δεδομένη την ύπαρξη Δικτύου, θα αλληλοϋποστηρίζονται επίσης και σε θέματα εξοπλισμού (έλεγχος - διακρίβωση εξοπλισμού, προμήθεια και λειτουργία νέου εξοπλισμού κτλ.). Ειδικότερα, για θέματα τεχνικής υποστήριξης στα Εργαστήρια (συντήρηση κάθε φύσεως, αναβάθμιση υπάρχοντος εξοπλισμού κτλ) η λειτουργία ενός Δικτύου μπορεί να επιτρέψει την ύπαρξη κάποιας μονάδας που θα είναι σε θέση να παρέχει μεθοδευμένα την υποστήριξη αυτή. Η μονάδα αυτή μπορεί να οργανωθεί αποτελεσματικά και οικονομικά στα πλαίσια ενός Δικτύου αλλά όχι για κάθε Εργαστήριο χωριστά. Σε περίπτωση κεντρικής διαχείρισης των προμηθειών όλων των Εργαστηρίων είναι επίσης προφανής η μείωση του κόστους προμηθειών λόγω οικονομίας κλίμακας καθώς και η εξασφάλιση ομοιομορφίας του εξοπλισμού των Εργαστηρίων, με οτιδήποτε αυτό συνεπάγεται σε θέματα διαχείρισης αυτού του εξοπλισμού (λειτουργία, έλεγχο, συντήρηση, διακρίβωση, ανταλλακτικά κτλ.). Η ύπαρξη του Δικτύου Εργαστηρίων θα συμβάλει και στην απελευθέρωση των Εργαστηρίων από τους γεωγραφικούς περιορισμούς λειτουργίας μέσα σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, έτσι ώστε να μπορούν να διαθέσουν την τεχνογνωσία τους (που σε πολλές περιπτώσεις είναι μοναδική) πανελλαδικά. Η ύπαρξη του Δικτύου θα αντιμετωπίσει και τα θέματα μετακίνησης του προσωπικού, η οποία διαφορετικά μπορεί να καταργήσει τη διαπίστευση των Εργαστηρίων σε ορισμένους τομείς. Ένα ακόμα πλεονέκτημα που θα έχει η λειτουργία δικτύου Εργαστηρίων είναι η δημιουργία κοινής βιβλιοθήκης προτύπων, που συνεπάγεται την καλύτερη και ταχύτερη ενημέρωση για νέες εκδόσεις προτύπων, την ομοιομορφία στην υιοθέτηση και χρήση προτύπων και την μείωση του κόστους αγοράς τους. Ως επιστέγασμα αναφέρεται ότι σήμερα, παρά την τελείως διαφορετική διοικητική υπαγωγή του ΚΕΔΕ, των Περιφερειακών και των Νομαρχιακών Εργαστηρίων, στην πράξη λειτουργεί ένα άτυπο "δίκτυο" επαφών μεταξύ των Εργαστηρίων. Η λειτουργία του "δικτύου" αυτού δεν οφείλεται μόνο σε ιστορικούς λόγους λόγω προγενέστερης διοικητικής σύνδεσης, αλλά κυρίως προκύπτει από την ανάγκη αντιμετώπισης πρακτικών θεμάτων της καθημερινής λειτουργίας των Εργαστηρίων. Οι λειτουργίες που θα πρέπει λοιπόν να επιτελεί ένα ευρύτερο οργανωτικό σχήμα, που θα περιλαμβάνει τις παραπάνω εργαστηριακές δομές και θα καλύπτει όλα τα θέματα ποιότητας, είναι οι εξής : 1. Εισαγωγή προτύπων και προδιαγραφών 2. Καθιέρωση αρχών και κανόνων 3. Παροχή υπηρεσιών προς τρίτους (δοκιμές, μελέτες, γεωτρήσεις κ. ά.) 2
4. Διακρίβωση εργαστηριακού εξοπλισμού 5. Έλεγχος και έγκριση Εργαστηρίων τρίτων 6. Συμμετοχή σε βεβαίωση της συμμόρφωσης δομικών υλικών 7. Εποπτεία της αγοράς των δομικών υλικών 8. Έλεγχος και αξιολόγηση της ποιότητας των Δημοσίων Έργων Από τις παραπάνω περιγραφόμενες λειτουργίες: -άλλες μπορεί να ασκηθούν αποκλειστικά από δημόσιους φορείς (λειτουργίες με αριθμό 1, 2, 5, 7, 8) -άλλες είναι δυνατόν να ασκηθούν και από ιδιωτικούς φορείς (λειτουργίες με αριθμό 3, 4, 6) σύμφωνα με τον επόμενο πίνακα: Α/Α Λειτουργίες 1. Εισαγωγή προτύπων και προδιαγραφών 2. Καθιέρωση αρχών και κανόνων 3. Παροχή υπηρεσιών προς τρίτους (δοκιμές, μελέτες, γεωτρήσεις κ.ά.) 4. Διακρίβωση εργαστηριακού εξοπλισμού 5. Έλεγχος έγκριση εργαστηρίων τρίτων 6. Συμμετοχή σε βεβαίωση της συμμόρφωσης δομικών υλικών 7. Εποπτεία αγοράς δομικών υλικών 8. Έλεγχος - αξιολόγηση ποιότητας δημοσίων έργων Εφαρμόζονται από δημόσιους φορείς Εφαρμόζονται από ιδιωτικούς φορείς Το περιεχόμενο κάθε μιας λειτουργίας από τις παραπάνω παρουσιάζεται αναλυτικά : 1. Εισαγωγή προτύπων και προδιαγραφών 3
Υπάρχει απόλυτη και άμεση ανάγκη τα ευρωπαϊκά πρότυπα να περάσουν έγκαιρα σε διακηρύξεις, συγγραφές υποχρεώσεων, συμβάσεις κτλ οι οποίες θα είναι σε ισχύ όταν τα πρότυπα αυτά θα τεθούν σε εφαρμογή, ώστε : Να καλύπτονται οι απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως εκφράζονται από τις σχετικές κοινοτικές Οδηγίες, να μην υπάρχουν αντιφάσεις (π.χ. πρόσθετες απαιτήσεις που δεν προβλέπονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία ώστε να μην δημιουργούνται τεχνικά εμπόδια - barriers to trade στην ελεύθερη διακίνηση). Aπαιτείται η πλήρης ενεργοποίηση της συγκεκριμένης υπηρεσίας που ήδη υπάρχει (Διεύθυνση Διαμόρφωσης Αρχών και Κανόνων Διασφάλισης Ποιότητας Δημοσίων Έργων ΔΙΠΑΔ - της Γενικής Διεύθυνσης Ποιότητας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ) και θα αναλάβει το ρόλο του συντονιστή για όλα τα συσχετιζόμενα μεταξύ τους, και την ευθύνη για ενέργειες όπως : Συνεχής παρακολούθηση των ευρωπαϊκών προτύπων στο χώρο των δομικών υλικών και των κατασκευών γενικότερα και δρομολόγηση των διαδικασιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο, σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους φορείς (ΕΛΟΤ, ΙΟΚ, ). Διαχείριση των προβλημάτων μετάβασης από τα σήμερα χρησιμοποιούμενα πρότυπα στα ευρωπαϊκά πρότυπα, δεδομένου ότι η περίοδος μετάβασης θα διαρκέσει πολλά χρόνια μέχρι να καλυφθούν όλα τα θέματα με πρότυπα. Φροντίδα για την ενεργοποίηση της διαδικασίας προώθησης εθνικών αποκλίσεων από τα ευρωπαϊκά πρότυπα, όταν οι ελληνικές συνθήκες το επιβάλουν και η ευρωπαϊκή νομοθεσία το επιτρέπει. Εξέταση θεμάτων, για τα οποία δεν υπάρχουν ευρωπαϊκά πρότυπα αλλά υπάρχει (οικονομικό) ενδιαφέρον από την εγχώρια βιομηχανία παραγωγής υλικών ή / και τους κατασκευαστές έργων. Για τα θέματα αυτά, ενεργοποίηση των διαδικασιών είτε έκδοσης ευρωπαϊκής τεχνικής έγκρισης είτε σύνταξης εθνικής προδιαγραφής, σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους φορείς. Συγκέντρωση των αρμοδιοτήτων που αναφέρονται σε πρότυπα κτλ στα πλαίσια του ΥΠΕΧΩΔΕ. Διαχείριση και των εθνικών προτύπων, προδιαγραφών και κανονισμών και προώθηση προς τους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Σε συνδυασμό με τα προηγούμενα, τήρηση των διαδικασιών που επιβάλλουν οι κοινοτικές Οδηγίες 98/34/EΚ και 98/48/EΚ (οι οποίες έχουν ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο με το Π.Δ. 39/01) για τη διακίνηση "τεχνικών πληροφοριών" Αναζήτηση εμπειρογνωμόνων ή συμβούλων και συντονισμός τους για την διατύπωση των ελληνικών θέσεων, οι οποίοι θα υποστηρίξουν τον εκπρόσωπο της Ελλάδας στη Μόνιμη Επιτροπή του Άρθρου 5 της Οδηγίας 98/34/EΚ (σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Π.Δ. 39/01) για τη διακίνηση της πληροφόρησης σχετικά με τεχνικά πρότυπα και προδιαγραφές (σε συνεννόηση με τον ΕΛΟΤ που έχει τον κεντρικό συντονισμό για την Ελλάδα). Ρύθμιση ώστε η Ελλάδα να συμμετέχει σε μόνιμη βάση (και όχι ευκαιριακά) στη Μόνιμη Επιτροπή Τεχνικών Έργων (Standing Committee on Construction, SCC) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως καθορίζει η Οδηγία 89/106/ΕΟΚ, και συντονισμός των εμπλεκόμενων φορέων. Επικοινωνία με τους αρμόδιους για πρότυπα, προδιαγραφές κτλ ελληνικούς και ευρωπαϊκούς φορείς και υπηρεσίες. 4
Ενημέρωση, σε συνεργασία με άλλους φορείς (π.χ. ΕΛΟΤ), των εμπλεκομένων (π.χ. κλαδικές ενώσεις παραγωγών δομικών υλικών) για τις διατάξεις της Οδηγίας 89/106/ΕΟΚ και τις συνέπειες στον ελληνικό χώρο. Η ενημέρωση εκτιμάται ως απόλυτα επιβεβλημένη, με δεδομένη τη διαπίστωση ότι στην καθημερινή ελληνική πραγματικότητα ελάχιστα (ή και καθόλου) λαμβάνεται υπόψη το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο, που σχηματοποιείται στο χώρο των υλικών για τα τεχνικά έργα από την Οδηγία 89/106/ΕΟΚ και τα πρότυπα που τη συνοδεύουν. Συνεννόηση με τον ΕΛΟΤ για τη μεταφορά στο ελληνικό σύστημα τυποποίησης (μετάφραση και ένταξη) των ευρωπαϊκών προτύπων μέσω της λειτουργίας των αντίστοιχων Τεχνικών Επιτροπών. Συνεννόηση με τον ΕΛΟΤ για την ενεργοποίηση της διαδικασίας χορήγησης των Ευρωπαϊκών Τεχνικών Εγκρίσεων, για τις οποίες ευθύνη έχει ο ΕΛΟΤ ως μέλος του ΕΟΤΑ. Καθορισμός των προτεραιοτήτων για θέματα πιστοποίησης δομικών προϊόντων, για τα οποία αυτό απαιτείται με βάση το αντίστοιχο ευρωπαϊκό πρότυπο, και συνεργασία με τον ΕΛΟΤ και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς πιστοποίησης για την παροχή κατευθύνσεων για τις προτεραιότητες που πρέπει να τεθούν (μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία επαφή του ΕΛΟΤ με το ΥΠΕΧΩΔΕ για τέτοια θέματα, με αποτέλεσμα να οργανώνονται από τον ΕΛΟΤ σχήματα πιστοποίησης δομικών υλικών χωρίς κανένα συντονισμό και σύνδεση με τις ανάγκες κατασκευής των έργων). Αναζήτηση της δυνατότητας σύναψης συμφωνίας συνεργασίας με τον ΕΛΟΤ για τη διάθεση των ευρωπαϊκών προτύπων σε ευνοϊκές τιμές για τις υπηρεσίες του ΥΠΕΧΩΔΕ και γενικότερα τις δημόσιες υπηρεσίες (υπάρχει παράδειγμα παρόμοιας συνεργασίας της αντίστοιχης κρατικής υπηρεσίας της Γαλλίας με την AFNOR) ή αναζήτηση άλλων δυνατοτήτων για την διευκόλυνση της απόκτησης των προτύπων. Τέλος, αναφέρεται το πολύ σπουδαίο θέμα της εποπτείας της αγοράς δομικών προϊόντων, τόσο σε θέματα που καλύπτονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία και υπάρχουν πρότυπα ή τεχνικές εγκρίσεις (Οδηγία 89/106/ΕΟΚ) όσο και σε θέματα που καλύπτονται από εθνικούς κανονισμούς (π.χ Κανονισμός Τεχνολογίας Σκυροδέματος, Κανονισμός Τεχνολογίας Χαλύβων). Η εποπτεία αυτή πρέπει να καλύπτει τόσο τα παραγόμενα υλικά όσο και τα εισαγόμενα. Επισημαίνεται ότι για θέματα εθνικών κανονισμών σε δομικά υλικά το Υπουργείο Ανάπτυξης δεν έχει, και θεσμικά, ουδεμία ανάμιξη. 2. Καθιέρωση αρχών και κανόνων Η λειτουργία αυτή είναι ήδη θεσμοθετημένη από το ΠΔ 81/99 «Σύσταση Γεν. Δ/νσης Ποιότητας στο ΥΠΕΧΩΔΕ» και ασκείται ήδη από την Διεύθυνση Διαμόρφωσης Αρχών και Κανόνων Διασφάλισης Ποιότητας Δημοσίων Έργων ΔΙΠΑΔ - της Γενικής Διεύθυνσης Ποιότητας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ. Αποτελούν, μαζί με την λειτουργία "Εισαγωγή προτύπων και προδιαγραφών", απαραίτητες προϋποθέσεις για τον καθορισμό του επιθυμητού επιπέδου ποιότητας των τεχνικών έργων, το οποίο θα κληθούν να υλοποιήσουν οι Ανάδοχοι των έργων και να επιβλέψουν οι αρμόδιες Επιβλέπουσες Υπηρεσίες. 5
Επιβεβαίωση ότι επιτεύχθηκε το επιθυμητό επίπεδο ποιότητας θα γίνεται μέσω της λειτουργίας "Έλεγχος και αξιολόγηση της ποιότητας των Δημοσίων Έργων" (βλέπε παρακάτω). 3. Παροχή υπηρεσιών προς τρίτους (δοκιμές, μελέτες, γεωτρήσεις κ.ά.) Η λειτουργία αυτή περιλαμβάνει μια σειρά από δράσεις, που μπορεί να υλοποιούνται από όλα τα εργαστήρια (ΚΕΔΕ, περιφερειακά, νομαρχιακά), όπως: Εκτέλεση δοκιμών Τα Εργαστήρια εκτελούν δοκιμές για λογαριασμό τρίτων, για όλα τα αντικείμενα που ανήκουν στην αρμοδιότητα κάθε Εργαστηρίου και σύμφωνα με τα αντίστοιχα πρότυπα. (Επισημαίνεται εκ νέου η ανάγκη μετάβασης στα εναρμονισμένα ευρωπαϊκά πρότυπα.) Συμβουλευτικές υπηρεσίες και μελέτες Τα Εργαστήρια επίσης είναι σε θέση, με βάση την υπάρχουσα τεχνογνωσία τους, να παράσχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες (σε συνδυασμό ή όχι με εκτέλεση δοκιμών) σε τομείς όπως: Μελέτες σύνθεσης σκυροδέματος Μελέτες σύνθεσης εκτοξευόμενου σκυροδέματος Μελέτες σύνθεσης κονιαμάτων Μελέτες σύνθεσης ασφαλτομιγμάτων Γεωτεχνικές έρευνες και γεωτρήσεις Συλλογή δεδομένων για πηγές αδρανών και για τις ιδιότητές τους Κατατάξεις εδαφών κ. ά. Παροχή τεχνογνωσίας Η εμπειρία του προσωπικού των Εργαστηρίων σε θέματα υλικών και μεθόδων κατασκευής επιτρέπει στο προσωπικό αυτό να προσφέρει την τεχνογνωσία του σε διάφορα θέματα, όπως: συμμετοχή σε επιτροπές με σχετικό αντικείμενο πραγματογνωμοσύνες διερεύνηση αστοχιών κ.ά. Οι παραπάνω παρεχόμενες υπηρεσίες μπορεί να απευθύνονται σε: -Ιδιώτες (ανάδοχοι δημοσίων έργων, ιδιοκτήτες ιδιωτικών έργων, παραγωγοί ή έμποροι δομικών υλικών κ. ά.) -Δημόσιους φορείς (επιβλέπουσες υπηρεσίες, Κύριοι των Έργων κ. ά.) 6
Όταν οι υπηρεσίες παρέχονται προς δημόσιους φορείς, τα Εργαστήρια λειτουργούν ως εξειδικευμένα όργανα των δημοσίων υπηρεσιών για τον εργαστηριακό έλεγχο των έργων σύμφωνα με τη νομοθεσία. 4. Διακρίβωση εργαστηριακού εξοπλισμού Η λειτουργία αυτή ασκείται ήδη σήμερα (μόνο προς τα Δημόσια Εργαστήρια Δημοσίων Έργων), και συγκεκριμένα από τμήμα του ΚΕΔΕ. Είναι χρήσιμη η διατήρηση και ενδυνάμωση της λειτουργίας αυτής με παροχή υπηρεσιών και προς τρίτους, εκτός από τα Δημόσια Εργαστήρια με απαραίτητη την (ήδη δρομολογημένη σε ένα βαθμό) διαπίστευση κατά ISO 17025 για την παροχή υπηρεσιών διακρίβωσης. 5. Έλεγχος έγκριση εργαστηρίων τρίτων Η λειτουργία αυτή ασκείται και σήμερα από τμήμα του ΚΕΔΕ, με βάση τη σχετική νομοθεσία. Είναι δυνατή η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της δραστηριότητας αυτής σε όλες τις κατηγορίες εργαστηρίων, όπως: 1. Ιδιωτικά εργαστήρια που παρέχουν υπηρεσίες (το οποίο υλοποιείται σήμερα). 2. Εργοταξιακά εργαστήρια κάθε είδους (το οποίο προβλέπεται σήμερα αλλά δεν υλοποιείται λόγω όγκου εργασίας που δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από το υπάρχον προσωπικό). 3. Εργαστήρια βιομηχανιών παραγωγής δομικών υλικών (το οποίο δεν προβλέπεται σήμερα, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις που τίθενται περιλαμβάνουν αμεροληψία, ανεξαρτησία κ. ά. που δεν ικανοποιούνται από τα εργαστήρια αυτά). 4. Εργαστήρια των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων (το οποίο δεν προβλέπεται σήμερα). Επισημαίνεται ότι η με τον τρόπο αυτό "έγκριση" των Εργαστηρίων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων προτείνεται να είναι υποχρεωτική, με στόχο την εξασφάλιση της αξιοπιστίας τους (στην περίπτωση βέβαια που δεν θα προχωρήσουν σε διαπίστευση). Η διαπίστευση κατά ISO 17020 αυτής της λειτουργίας θα αυξήσει κατά πολύ την χρησιμότητά της. 6. Συμμετοχή σε βεβαίωση της συμμόρφωσης δομικών υλικών Προϋποθέτει διαπίστευση των Εργαστηρίων που θα εμπλακούν κατά ISO 17025, ώστε να ικανοποιούνται με βεβαιότητα οι ελάχιστες απαιτήσεις αξιοπιστίας που απαιτεί η Οδηγία 89/106/ΕΟΚ. Πρόσθετο στοιχείο είναι η δημιουργία ειδικής οργανικής μονάδας στην Γενική Δ/νση Ποιότητας Δημοσίων Έργων (ΓΔΠΔΕ) για την τήρηση κατάλληλων βάσεων δεδομένων για τα δομικά υλικά. 7. Εποπτεία αγοράς δομικών υλικών 7
Η σήμανση CE είναι η άδεια που αποκτά το προϊόν για να είναι δυνατή η εισαγωγή του στην ευρωπαϊκή αγορά και αναφέρεται στις αρχικές προϋποθέσεις, οι οποίες περιγράφονται στην Οδηγία 89/106/ΕΟΚ και στα αντίστοιχα εναρμονισμένα ευρωπαϊκά πρότυπα. Η, στη συνέχεια, παρακολούθηση της συμπεριφοράς του υλικού κατά τη διάρκεια της εμπορικής ζωής του αποτελεί αντικείμενο της εποπτείας της αγοράς, που πρέπει να επιβεβαιώσει ότι οι αρχικές προϋποθέσεις συνεχίζουν να τηρούνται. Μέχρι σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει κινηθεί προς την κατεύθυνση εναρμόνισης των τρόπων εποπτείας της αγοράς, αφήνοντας τις σχετικές ρυθμίσεις στα Κράτη Μέλη. Επισημαίνεται ότι, για συστήματα βεβαίωσης της συμμόρφωσης που στηρίζονται στη δήλωση συμμόρφωσης του παραγωγού (δηλαδή για τα συστήματα 2, 2+, 3 και 4), δεν υπάρχει επιτήρηση από τρίτο αναγνωρισμένο οργανισμό κατά την παραγωγή και τη διάθεση στο εμπόριο και, επομένως, η καταστρατήγηση της σήμανσης CE είναι δυνατή. Προς αποφυγή του παραπάνω, διατήρηση της αξιοπιστίας της σήμανσης CE και αποκλεισμό του αθέμιτου ανταγωνισμού, η εποπτεία της αγοράς είναι απαραίτητη. Τα Κράτη Μέλη έχουν, με βάση την Οδηγία 89/106/ΕΟΚ, την υποχρέωση εποπτείας της αγοράς και σχετικής ενημέρωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε περιπτώσεις προβλημάτων. Για την υλοποίηση της εποπτείας της αγοράς δομικών υλικών θα πρέπει να δημιουργηθούν στη Γενική Διεύθυνση Ποιότητας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ (ΓΔΠΔΕ) κατάλληλες μονάδες και όργανα. Οι παραπάνω οργανικές μονάδες και όργανα της ΓΔΠΔΕ θα συνεργάζονται με το υπόλοιπο Δίκτυο για τη λειτουργία ενός σχήματος εποπτείας της αγοράς των δομικών υλικών. Το σχήμα αυτό θα πρέπει να καλύπτει, πέραν των υλικών που υπάγονται στην Οδηγία 89/106/ΕΟΚ, και υλικά που υπάγονται σε εθνικούς κανονισμούς (π.χ. χάλυβας σκυροδέματος) με βάση την Υπουργική Απόφαση 43309/5-3-2001, που είναι δυνατό (και προτείνεται) να διαπιστευτεί κατά ISO 17020. 8. Έλεγχος - αξιολόγηση ποιότητας δημοσίων έργων Με βάση την Υπουργική Απόφαση ΔΕΕΠΠ/Οικ/4/19-1-01 έχει ιδρυθεί ένα Ειδικό Σώμα Ελεγκτών Ποιότητας Δημοσίων Έργων (ΕΣΕΠΔΕ). Η λειτουργία που περιγράφεται εδώ εμπλέκει το ήδη θεσμοθετημένο Ειδικό Σώμα Ελεγκτών Ποιότητας Δημοσίων Έργων με την αρμόδια (και εποπτεύουσα) υπηρεσία, την Διεύθυνση Ελέγχου και Εφαρμογής Προγραμμάτων Ποιότητας (ΔΕΕΠΠ) της Γενικής Δ/νσης Ποιότητας Δημοσίων Έργων (ΓΔΠΔΕ), αλλά και με τα Εργαστήρια που θα μπορούν να διαθέτουν αφενός το εξειδικευμένο προσωπικό τους και αφετέρου το σύνολο των πόρων τους (προσωπικό, εξοπλισμό, εγκαταστάσεις) για την υποστήριξη του Σώματος. Η λειτουργία του ΕΣΕΠΔΕ και των υπηρεσιών που το υποστηρίζουν είναι δυνατό (και προτείνεται) να διαπιστευτεί κατά ISO 17020. Πέραν των άλλων αρμοδιοτήτων του, που περιγράφονται στη σχετική Υπουργική Απόφαση, το ΕΣΕΠΔΕ θα παρέχει και πληροφορίες οι οποίες θα τροφοδοτούν τη βάση που τηρεί η ΓΔΠΔΕ με αστοχίες έργων. Μακροχρόνια επιδίωξη μπορεί να είναι το Σώμα αυτό να εξελιχθεί σε μόνιμο μηχανισμό εποπτείας των δημόσιων έργων με την υποστήριξη των Εργαστηρίων (ρόλος που σήμερα έχει ανατεθεί στον ΕΣΠΕΛ για τα χρηματοδοτούμενα από την Ε.Ε. έργα). Από την παραπάνω ανάλυση είναι εμφανές ότι το «Δίκτυο Εργαστηρίων Δημοσίων Έργων» δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί μεμονωμένα, αλλά 8
απαιτείται να ενταχθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο διαχείρισης της ποιότητας στα δημόσια (γενικότερα, στα τεχνικά) έργα, το οποίο είναι το αντικείμενο της ΓΔΠΔΕ. Σε αντίστοιχα συμπεράσματα έχει καταλήξει μελέτη συμβούλου που ανατέθηκε από το ΥΠΕΧΩΔΕ στα πλαίσια του «Σχεδίου Δράσης (ACTION PLAN) για τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου παραγωγής των Δημοσίων Έργων» (5η ΟΔΕ, όπου συμμετείχε και εκπρόσωπος του ΤΕΕ). Η μελέτη με τίτλο «Εκσυγχρονισμός και ενίσχυση των Εργαστηρίων Δημοσίων Έργων Δημιουργία Δικτύου Εργαστηρίων» εξέτασε πολλές παραλλαγές και σενάρια κατά την εκπόνηση του επιχειρηματικού σχεδίου και κατέληξε ότι αποτελεί εξαιρετικά κοινωνικά επωφελή λύση, η πλήρης ανάληψη όλων των λειτουργιών ( και των 8) από ένα φορέα, και συγκεκριμένα το ΥΠΕΧΩΔΕ. Η μελέτη αυτή, που έχει επεξεργαστεί τα στοιχεία της ανάλυσης κόστους οφέλους των απαιτούμενων επενδύσεων και των απαιτούμενων νομοθετικών και οργανωτικών ρυθμίσεων, καταλήγει στην αναγκαιότητα μεταφοράς δραστηριοτήτων και αρμοδιοτήτων από το ΥΠΕΣΔΔΑ, το ΥΠΑΝ και τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις προς το ΥΠΕΧΩΔΕ (Γενική Δ/νση Ποιότητας Δημοσίων Έργων). Φορέας για την ένταξη του Δικτύου Εργαστηρίων μπορεί να είναι λοιπόν, η Γενική Διεύθυνση Ποιότητας Δημοσίων Έργων (ΓΔΠΔΕ) της ΓΓΔΕ του Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ, όπου υπάρχει ήδη η κατάλληλη οργανωτική δομή, στα πλαίσια της οποίας όλα τα θέματα που σχετίζονται με την ποιότητα των τεχνικών έργων και των δομικών υλικών μπορεί να αντιμετωπισθούν. Προτείνεται λοιπόν: Δημιουργία μιας "Κεντρικής Δομής Εργαστηρίων" η οποία θα περιλαμβάνει το ΚΕΔΕ και στην οποία θα ενσωματωθούν τα Εργαστήρια των Διευθύνσεων των Δημοσίων Έργων των Περιφερειών, πράγμα που θα απαιτήσει νομοθετική ρύθμιση ώστε να επιστρέψουν τα Εργαστήρια των Διευθύνσεων των Δημοσίων Έργων των Περιφερειών στο Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ ως Περιφερειακές Διευθύνσεις της ΓΔΠΔΕ. Δημιουργία μιας "Δομής Εργαστηρίων σε επίπεδο Ν. Α." (Εργαστήρια των Διευθύνσεων Τεχνικών Υπηρεσιών των Ν.Α.), ώστε να αξιοποιηθεί τόσο ο εξοπλισμός και οι εγκαταστάσεις που υπάρχουν όσο και το προσωπικό που υπηρετεί στα Εργαστήρια. Οι πιο πάνω περιγραφόμενες "Εργαστηριακές Δομές" μπορούν να ενταχθούν, στα πλαίσια της Γενικής Διεύθυνσης Ποιότητας Δημοσίων Έργων (ΓΔΠΔΕ), σε ένα ευρύτερο σχήμα που θα περιλαμβάνει: Τις ήδη υπάρχουσες Διευθύνσεις και Τμήματα της ΓΔΠΔΕ, με τροποποίηση αρμοδιοτήτων όπου απαιτείται Νέες οργανικές μονάδες της ΓΔΠΔΕ Άλλα όργανα της ΓΔΠΔΕ. Συμπερασματικά προτείνεται όλες οι παραπάνω λειτουργίες να υλοποιηθούν από την Γενική Διεύθυνση Ποιότητας Δημοσίων Έργων (ΓΔΠΔΕ) της ΓΓΔΕ του Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ κάτω από την οποία θα λειτουργήσει το «Δίκτυο Κρατικών Εργαστηρίων», που θα παίζει τόσο ρυθμιστικό όσο και ελεγκτικό ρόλο. 9