ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Ι. Προστασία κατά το Σύνταγμα Το περιβάλλον προστατεύεται από το Σύνταγμα (άρθρ. 24), το οποίο κατοχυρώνει ρητά ένα δικαίωμα του καθενός στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Το δικαίωμα στο περιβάλλον είναι: 1. ατομικό, δηλ. με αυτό τίθενται όρια στη δράση της κρατικής εξουσίας, κατά συνέπεια το κράτος είναι υποχρεωμένο να μην προβαίνει σε ρυθμίσεις που προσβάλλουν το περιβάλλον το κράτος υποχρεούται να απέχει από ενέργειες βλαπτικές για το περιβάλλον. 2. κοινωνικό δηλ. οι φορείς του δικαιώματος απαιτούν από το κράτος τη λήψη θετικών μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος και 3. πολιτικό δηλ. τα άτομα έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες για τη λήψη αποφάσεων που αφορούν στην προστασία του περιβάλλοντος Α. Περιεχόμενο του άρθρου 24 του Συντάγματος Ρητά κατοχυρώνεται η αρχή της πρόληψης, δηλ. επιβάλλεται στα κρατικά όργανα να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα για τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος. Διάκριση από την αρχή της προφύλαξης, η οποία προστέθηκε στην ΣυνθΕΚ με τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Ενώ για την εφαρμογή της αρχής της πρόληψης απαιτείται επιστημονική βεβαιότητα για την επέλευση δυσμενών περιβαλλοντικών συνεπειών από μια δραστηριότητα, κατά την αρχή της προφύλαξης πρέπει να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα, ακόμη και αν υπάρχουν απλώς ενδείξεις για πιθανές περιβαλλοντικές βλάβες. Επίσης με το άρθρ. 24 Σ ρητά προστατεύονται τα δάση και οι δασικές εκτάσεις. Σε εκτέλεση μάλιστα της συνταγματικής επιταγής για την προστασία των δασών εκδόθηκε ο ν. 998/1979 περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας, ο οποίος προβλέπει και τη σύνταξη δασολογίου στο οποίο καταχωρούνται, μετά από διαδικασία φωτογράφησης και χαρτογράφησης, οι δασικοί χάρτες με τα δάση και τις δασικές εκτάσεις. Μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος στο άρθρ. 24 παρ. 1 προβλέπεται υποχρέωση του Κράτους για σύνταξη δασολογίου. Πριν την συνταγματική αναθεώρηση του 2001 το Σ. επέτρεπε τη μεταβολή του προορισμού των δημοσίων δασών για λόγους εθνικής οικονομίας ή για άλλους λόγους που επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Ως προς τα ιδιωτικά δάση (δηλ. για όλα τα δάση που δεν ανήκουν στο
Δημόσιο π.χ. στην Εκκλησία), αντιθέτως, γινόταν δεκτό ότι η προστασία τους είναι απόλυτη και απαγορευόταν οιαδήποτε μεταβολή της δασικής μορφής τους. Το Συμβούλιο της Επικρατείας (Σ.τ.Ε) αναγνώριζε τη δυνατότητα επέμβασης στα δημόσια δάση υπό αυστηρές όμως προϋποθέσεις. (Η επέμβαση πρέπει να: α. προβλέπεται από νόμο, β. μην αφορά αναδασωτέα περιοχή κατά το άρθρ. 117 παρ. 3Σ, γ. γίνεται για λόγους σοβαρού δημόσιου συμφέροντος, δ. αποτελεί το μόνο πρόσφορο μέσο για την επίτευξη του πιο πάνω λόγου.) Μετά την συνταγματική αναθεώρηση του 2001 η κατ' εξαίρεση δυνατότητα μεταβολής της μορφής των δασών και δασικών εκτάσεων επεκτάθηκε και στα ιδιωτικά δάση. Οι κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου δεν υπάγονται μεν στην αυστηρή συνταγματική προστασία των δασών ή δασικών εκτάσεων, μπορούν να αποχαρακτηρισθούν, κατά το ΣτΕ όμως όχι ελεύθερα αλλά μετά από εφαρμογή της αρχής της αντιστάθμισης ή ανταλλαγής, δηλ. με αφιέρωση ίσης εκτάσεως οικοδομήσιμου χώρου ως κοινόχρηστου (Απόφαση ΣτΕ 2242/1994 με την οποία ακυρώθηκε Π.Δ. που προέβλεπε την τροποποίηση στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο Αθηνών και στον κοινόχρηστο χώρο του πάρκου Ελευθερίας προκειμένου να επεκταθούν οι χώροι του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών). Β. Σύγκρουση του δικαιώματος στο περιβάλλον με άλλα συνταγματικά δικαιώματα Η προστασία του περιβάλλοντος ενδέχεται να έρθει σε σύγκρουση με τη προστασία άλλων συνταγματικά προστατευόμενων αγαθών. Η σύγκρουση κατά την ορθότερη άποψη δεν επιλύεται με μια αφηρημένη ιεράρχηση των συνταγματικών δικαιωμάτων και την αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας στο δικαίωμα στο περιβάλλον (έτσι όμως μειοψ.) αλλά μέσω των συνταγματικά θεμελιωμένων αρχών της πρακτικής αρμονίας, στάθμισης κόστους οφέλους, και της αναλογικότητας. Ειδικότερα κατά τη σύγκρουση του δικαιώματος στο περιβάλλον με την ιδιοκτησία γίνεται δεκτή η δυνατότητα επιβολής περιορισμών για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος. Οι περιορισμοί μπορούν να αφορούν τη δόμηση, απαγόρευση κατάτμησης της γης, απαγόρευση της περίφραξης για τη διασφάλιση ελεύθερης πρόσβασης στις ακτές κλπ. Δυσκολία παρουσιάζει το ερώτημα μέχρι ποίου σημείου οι περιορισμοί αυτοί θεωρούνται ανεκτοί και από πότε ισοδυναμούν με de facto απαλλοτρίωση (δεν αφαιρείται μεν η ιδιοκτησία επέρχεται όμως ουσιώδης στέρηση της χρήσης κατά τον προορισμό της), οπότε οφείλεται στον ιδιοκτήτη αποζημίωση κατά το άρθρ. 17Σ. Έτσι κρίθηκε από το ΣτΕ (695/1986) ότι η επιβολή με Π.Δ. ειδικών χρήσεων γης, περιορισμού δόμησης κλπ σε
περιοχές του κόλπου Λαγανά Ζακύνθου για την προστασία της θαλάσσιας χελώνας caretta caretta αποτελούν συνταγματικά ανεκτούς περιορισμούς της ιδιοκτησίας. Επίσης, το ΣτΕ με την 3067/2001 απόφασή του έκρινε ότι δεν οφείλεται αποζημίωση κατά το άρθρ. 17Σ στους ιδιοκτήτες της νήσου Μαραθωνήσι στον κόλπο του Λαγανά για τους πιο πάνω περιορισμούς. Αντίθετα έκρινε το ΕΔΔΑ (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) που καταδίκασε την Ελλάδα. Λύση στη σύγκρουση του δικαιώματος στο περιβάλλον με το δικαίωμα στην οικονομική ανάπτυξη (106.1Σ) και την οικονομική ελευθερία (5.1Σ) δίνει η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης (η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης ως αρχή της αειφορίας προστέθηκε στο άρθρ. 24 παρ.1σ κατά την αναθεώρηση του 2001). Βιώσιμη είναι η φιλική προς το περιβάλλον ανάπτυξη, αυτή που σέβεται τους φυσικούς πόρους, δεν τους εξαντλεί αλλά τους διαφυλάσσει και για τις μέλλουσες γενεές. ΙΙ. Η περιβαλλοντική δίκη ενώπιον του ΣτΕ Το ΣτΕ είναι το αρμόδιο για την ακύρωση των παράνομων διοικητικών πράξεων δικαστήριο. Για να δικαιούται κάποιος να ζητήσει την ακύρωση πράξης, πρέπει να έχει έννομο συμφέρον, δηλαδή να υφίσταται από την πράξη αυτή βλάβη. Στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής δίκης το ΣτΕ έχει διευρύνει την έννοια του εννόμου συμφέροντος για την αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος. Έτσι έγινε δεκτό ότι έννομο συμφέρον για ακύρωση πράξεων που προσβάλλουν το περιβάλλον έχουν οι κάτοικοι, οι δημότες, οι ιδιοκτήτες ακινήτων μιας περιοχής για περιβαλλοντικές βλάβες που συμβαίνουν εντός του Δήμου στον οποίο υπάγεται η περιοχή αυτή. Το έννομο συμφέρον διευρύνθηκε περισσότερο με αποφάσεις όπου πχ έγινε δεκτό το έννομο συμφέρον κατοίκου του κέντρου της Αθήνας για την ακύρωση πράξεων που επέτρεπαν την εκχέρσωση δάσους του Πεντελικού όρους, ή κατοίκων της Αθήνας για ακύρωση πράξης που επέτρεπε την εκχέρσωση δασικής έκτασης στο Σούνιο. Έννομο συμφέρον αναγνωρίζει το ΣτΕ σε κατοίκους κλπ, ακόμη και αν οι ίδιοι με τη συμπεριφορά τους έχουν αποδεχθεί την προσβαλλόμενη πράξη. Έτσι, αναγνωρίστηκε έννομο συμφέρον να ζητήσουν την ακύρωση οικοδομικών αδειών σε περιοίκους οι οποίοι κατά την ανέγερση των δικών τους οικοδομών είχαν παραβιάσει τις ίδιες ή παρεμφερείς διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας. Τη μεγαλύτερη διεύρυνση του εννόμου συμφέροντος αναγνωρίζει το ΣτΕ στα νομικά πρόσωπα πχ εταιρίες, σωματεία. Έννομο συμφέρον έχουν τα ν.π. αρκεί να περιλαμβάνουν στους κατά το καταστατικό σκοπούς τους την προστασία του περιβάλλοντος, ανεξάρτητα
από τον τόπο όπου βρίσκεται η έδρα τους. Σύμφωνα με τα παραπάνω, για παράδειγμα, έχει αναγνωριστεί έννομο συμφέρον της Φιλοδασικής Ένωσης Αθηνών για την προστασία του απολιθωμένου δάσους στη Λέσβο ή την ακύρωση πράξης που επέτρεπε την εγκατάσταση ναυπηγοεπισκευαστικής μονάδας στην Πύλο. ΙΙΙ. Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Η ΜΠΕ -η οποία αποτελεί επιστημονική μελέτη και όχι διοικητική πράξη-εκδίδεται στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, η οποία αποτελεί το σημαντικότερο μέσο για την πραγμάτωση της συνταγματικής επιταγής της πρόληψης. Τα δημόσια και ιδιωτικά έργα και δραστηριότητες με απόφαση του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Η πρώτη (Α) κατηγορία περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες που είναι πιθανόν να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η δεύτερη (Β) κατηγορία περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες που χωρίς να προκαλούν σοβαρές επιπτώσεις πρέπει να υποβάλλονται σε προδιαγραφές, όρους και περιορισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος. Η τρίτη (Γ) κατηγορία περιλαμβάνει έργα με μικρές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Μετά την ισχύ του ν. 3010/2002, εκτός από έργα σε θεσμοθετημένες βιομηχανικές περιοχές και ζώνες προηγείται η προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση (ΠΠΕΑ) του προτεινόμενου έργου. Απαιτείται μια Προμελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων την οποία, αφού αξιολογήσει η αρμόδια αρχή είτε την εγκρίνει, την δημοσιοποιεί και καλείται ο ενδιαφερόμενος να υποβάλλει ΜΠΕ είτε εκδίδει αρνητική απόφαση. Αν ο ενδιαφερόμενος έλαβε θετική γνωμοδότηση, υποβάλλει την ΜΠΕ το περιεχόμενο της οποίας ποικίλει ανάλογα με την κατηγορία και την ομάδα στην οποία ανήκει το έργο ή η δραστηριότητα. Κατόπιν η ΜΠΕ δημοσιοποιείται διαβιβάζεται μαζί με τη θετική γνωμοδότηση της ΠΠΕ στο Νομαρχιακό Συμβούλιο το οποίο θέτει το σχετικό φάκελο στη διάθεση του κοινού. Κατόπιν το αρμόδιο όργανο -Νομάρχης ή Υπουργοίεγκρίνουν τους περιβαλλοντικούς όρους (ΕΠΟ) του έργου ή της δραστηριότητας. Αν παρατηρηθούν επιπτώσεις στο περιβάλλον, που δεν είχαν προβλεφθεί από την ΜΠΕ ή την Περιβαλλοντική Έκθεση το αρμόδιο όργανο για την ΕΠΟ μπορεί να επιβάλει πρόσθετους περιβαλλοντικούς όρους ή να μεταβάλει τους αρχικούς όρους
ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Ι. Προστασία του περιβάλλοντος κατά τον Αστικό Κώδικα Ο Αστικός Κώδικας (εφεξής ΑΚ) είναι το σπουδαιότερο νομοθέτημα που ρυθμίζει τις έννομες σχέσεις όλων των προσώπων, όταν ενεργούν ως ιδιώτες. Το περιβάλλον δεν προστατεύεται ρητά από τον ΑΚ, γεγονός αυτονόητο για ένα νομοθέτημα της εποχής του (Ο ΑΚ εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη την 23.2.1946). Η διακινδύνευση των φυσικών αγαθών, ατμόσφαιρας, υδάτων κλπ ήταν έννοια άγνωστη την εποχή εκείνη. Εντούτοις θεωρία και νομολογία (αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων) πέτυχαν ερμηνεύοντας κατάλληλα τις διατάξεις του ΑΚ, να παράσχουν προστασία στα περιβαλλοντικά αγαθά. Δύο είναι οι σημαντικότερες δυνατότητες προστασίας του περιβάλλοντος μέσω των διατάξεων του ΑΚ. Α Ζωτικός χώρος και προσωπικότητα Ο ΑΚ αναγνωρίζει ως ιδιαίτερη κατηγορία πραγμάτων τα κοινά σε όλους (θάλασσα και ατμοσφαιρικός αέρας) και τα κοινόχρηστα πράγματα (γιαλός, δάση και δασικές εκτάσεις, υγροβιότοποι κλπ). Τα κοινά σε όλους και τα κοινόχρηστα πράγματα ταυτίζονται με τα σημαντικότερα περιβαλλοντικά αγαθά, συνθέτουν το χώρο μέσα στον οποία αναπτύσσεται ο άνθρωπος, αποτελούν το ζωτικό του χώρο. Το άρθρο 57 ΑΚ προστατεύει την προσωπικότητα του ανθρώπου από παράνομες προσβολές π.χ. της ζωής, υγείας, τιμής, ελευθερίας, εικόνας. Γίνεται δεκτό ότι στοιχείο της προσωπικότητας κάθε ανθρώπου είναι και η εξουσία χρήσης, απόλαυσης και άντλησης ωφελειών από τα κοινά σε όλους και τα κοινόχρηστα πράγματα. Αν με ενέργειες ιδιώτη προσβάλλεται στοιχείο του ζωτικού χώρου, για παράδειγμα εργοστάσιο ρίχνει τα απόβλητά του στη θάλασσα με αποτέλεσμα οι κάτοικοι της περιοχής να μη μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν π.χ. για κολύμπι, προσβάλλεται η εξουσία χρήσης του αγαθού με συνέπεια να δικαιούνται οι κάτοικοι ως φορείς του δικαιώματος στην προσωπικότητα έννομης προστασίας. Συγκεκριμένα, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του δικαιούται να ζητήσει α. άρση της προσβολής, β. παράλειψή της στο μέλλον, γ. ικανοποίηση της ηθικής του βλάβης και δ. υπό προϋποθέσεις αποζημίωση για τη ζημιά που υπέστη. Μάλιστα υποστηρίζεται ότι η εξουσία χρήσης, απόλαυσης και άντλησης ωφελειών δεν περιορίζεται στα κοινά σε όλους και τα κοινόχρηστα πράγματα αλλά επεκτείνεται σε όλα τα περιβαλλοντικά αγαθά που είναι απαραίτητα για την επιβίωση, υγιεινή διαβίωση και
εξασφάλιση ποιότητας ζωής, όπως είναι η αισθητική του τοπίου, η διατήρηση των παραδοσιακών οικισμών, η βιοπικοιλότητα. Έτσι, άμεσα μεν προστατεύεται το δικαίωμα στην προσωπικότητα, εμμέσως δε προστατεύεται το περιβάλλον και μάλιστα σε όλες του τις εκφάνσεις, ως φυσικό, οικιστικό, πολιτιστικό κλπ. Παραδείγματα από τη νομολογία:. τα ελληνικά πολιτικά δικαστήρια σε περιβαλλοντικές διαφορές, κρίνοντας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, εφάρμοσαν τις διατάξεις για την προστασία της προσωπικότητας σε συνδυασμό με αυτές για τα κοινά σε όλους και τα κοινόχρηστα και για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης διέταξαν την προσωρινή απαγόρευση: της καθέλκυσης πλοίου στη λίμνη των Ιωαννίνων 1, της ορυζοκαλλιέργειας σε προστατευόμενο υγρότοπο στην περιοχή Κατοχής Μεσολογγίου 2, της λειτουργίας βιομηχανικών μονάδων παραγωγής ασφαλτομίγματος στη Νιγρίτα Σερρών 3, της χρήσης εκρηκτικών υλών σε λατομείο 4, της συνέχισης οικοδομικών εργασιών για την ανέγερση πολυώροφου κτηρίου σε κεντρικό οικόπεδο της Θεσσαλονίκης, επειδή κατά την εκσκαφή ανευρέθησαν σημαντικά αρχαιολογικά μνημεία 5, του αεροψεκασμού αμπελώνα με τοξικά προϊόντα κατά τις ημέρες λειτουργίας του ευρισκόμενου πλησίον δημοτικού σχολείου 6 κλπ. Από την πληθώρα των περιπτώσεων που απασχόλησαν τα ελληνικά δικαστήρια ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διαφορές από την εγκατάσταση κεραιών κινητής τηλεφωνίας, τόσο λόγω του μεγάλου αριθμού των αποφάσεων που εκδόθηκαν σχετικά αλλά και λόγω των νομικών ζητημάτων που τέθηκαν σε αυτές. Η κινητή τηλεφωνία είναι χώρος όπου κατ εξοχήν εμπλέκονται το δίκαιο και η τεχνολογία, υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα και για το λόγο αυτό έχουν εκδοθεί αντιφατικές αποφάσεις. Παλαιότερα επειδή μάλλον υπήρχε επιστημονική βεβαιότητα ότι οι ακτινοβολίες από κεραίες κινητής τηλεφωνίας ήταν ακίνδυνες για τον ανθρώπινο οργανισμό, τα δικαστήρια συνήθως απέρριπταν τις αιτήσεις για άρση των εγκαταστάσεων 7. Τα τελευταία όμως χρόνια, επειδή αναπτύχθηκε έντονη επιστημονική συζήτηση σχετικά με την επικινδυνότητα ή μη της μη ιοντίζουσας ακτινοβολίας των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, πληθαίνουν οι αποφάσεις που κάνουν 1 2 3 4 5 6 7 ΜΠρΙωαν 471/1996 ΠερΔικ 1997, 84 με σημ. Δακορώνια. ΜΠρΜεσολ 134/1997 ΠερΔικ 1997, 111 με σχόλιο Χαϊνταρλή, Ένα επιτυχές παράδειγμα παράλληλης εφαρμογής διατάξεων ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου ΠερΔικ 1997, 207 επ. ΜΠρΣερ 12/1994 ΝοΒ 1994 (42), 1032 = Νόμος και Φύση 1995, 203. ΕιρΕλάτειας 12/2001 ΠερΔικ 2002, 149. ΜΠρΘεσ 1796/1993 Νόμος και Φύση 1994, 564 με σχόλιο Τζήμα. ΜΠρΚορ 2449/2008 ΧρΙΔ 2009, 122 με σχόλιο Τσολακίδη. ΜΠρΑθ 14316/1995 ΠερΔικ 1997, 230 ΜΠρΤρικ 420/1998 ΠερΔικ 1999, 577 ΜΠρΠατρ 2260/1998 ΠερΔικ 2001, 248.
δεκτές τις αιτήσεις για άρση της εγκατάστασης των κεραιών 8. Β Γειτονικό δίκαιο και ζωτικός χώρος Στα άρθρα 1003 1032 ΑΚ ρυθμίζονται οι σχέσεις μεταξύ κυρών γειτονικών ακινήτων. Ειδικότερα η ΑΚ 1003 ορίζει ότι ο κύριος ακινήτου είναι υποχρεωμένος να ανέχεται εκπομπές, π.χ. θόρυβο, καπνό, τέφρα από γειτονικό ακίνητο, εφόσον οι εκπομπές αυτές είτε δεν παραβλάπτουν σημαντικά τη χρήση του ακινήτου του είτε είναι συνήθεις για την περιοχή του βλάπτοντος ακινήτου. Σύμφωνα με τη γραμματική διατύπωση της πιο πάνω διάταξης υπάρχει υποχρέωση ανοχής εκπομπών που είναι συνηθισμένες, ακόμη και αν αυτές οδηγούν σε υποβάθμιση σημαντικών περιβαλλοντικών αγαθών. Για την αποφυγή του απαράδεκτου αυτού αποτελέσματος γίνεται δεκτό με εναρμονισμένη προς το Σύνταγμα ερμηνεία (κυρίως με τα άρθρα 24 παρ.1 για την προστασία του περιβάλλοντος και 17 παρ. 1 για την προστασία της κυριότητας) ότι οι συνήθεις εκπομπές είναι θεμιτές μόνο αν ο κύριος του εκπέμποντος ακινήτου έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, π.χ. τοποθέτηση φθοριοσυλλεκτών, ηχομόνωση, για τον περιορισμό τους. Γ. Αποζημίωση Σύμφωνα με το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημίωσε παράνομα και υπαίτια (δηλαδή από δόλο ή λόγω αμελείας) κάποιον, οφείλει να τον αποζημιώσει. Γίνεται δεκτό από τα δικαστήρια μας ότι οι κοινωνοί του δικαίου οφείλουμε να επιδεικνύουμε επιμέλεια κατά τις συναλλαγές μας με άλλους, για την ασφάλεια και προστασία των έννομων αγαθών τους. Στο πλαίσιο αυτής της θεωρίας υποστηρίζεται ότι πρέπει να λαμβάνουμε όλα τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα για τον περιορισμό ζημιών σε βάρος των άλλων. Διαφορετικά ο ζημιώσας ευθύνεται σε αποζημίωση. Έμμεσα επιτυγχάνεται και εδώ η προστασία του περιβάλλοντος. Οι κάτοχοι πηγών κινδύνου για το περιβάλλον προκειμένου να αποφύγουν την καταβολή αποζημιώσεων, λαμβάνουν τα αναγκαία για την αποτροπή του κινδύνου μέτρα. Έτσι το Εφετείο Αθηνών με την με αριθμό 10688/1984 απόφασή του καταδίκασε εταιρία παραγωγής και κατασκευής αλουμινίου σε αποζημίωση ενός μελισσοκόμου, ο οποίος υπέστη ζημία από τη θανάτωση των μελισσών του που οφειλόταν σε εκπομπές φθορίου προερχόμενες από το εργοστάσιο της εναγομένης. Συγκεκριμένα το δικαστήριο έκρινε παράνομη την παράλειψη της εταιρίας να λάβει όλα τα πρόσφορα μέτρα για τον περιορισμό 8 ΜΠρΑθ 24377/1994, ΠερΔικ 1997, 232 και ΕλλΔνη 1995 (36), 729 με σημ. Κουτσουράδη ΜΠρΠατρ 1558/1998 ΠερΔικ 2001, 247 ΜΠρΠατρ 3421/2000 ΠερΔικ 2001, 88 ΕφΠατρ 182/2001 ΠερΔικ 2001, 249 (απορρίπτει αίτηση ανακλήσεως ασφαλιστικού μέτρου προσωρινής απαγόρευσης εγκατάστασης σταθμού βάσης κινητής τηλεφωνίας) με σημ. Νικολόπουλου ΜΠρΘεσ 13776/2002 ΠερΔικ 2002, 360 με σημ. Κοτζαϊβάνογλου ΜΠρΘεσ 4598/2003 Αρμ 2003 (57), 626 ΜΠρΑθ 4531/2004 ΝοΒ 2004 (52), 1767.
των επενεργειών των εκπομπών της. ΙΙ. Προστασία του περιβάλλοντος μέσω διατάξεων εκτός ΑΚ Άρθρο 29 ν. 1650/1986 για την προστασία του περιβάλλοντος Κατά το άρθρο αυτό οποιοσδήποτε, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, προκαλεί ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος ευθύνεται σε αποζημίωση, εκτός αν αποδείξει ότι η ζημία οφείλεται σε ανώτερη βία ή ότι προήλθε από υπαίτια ενέργεια τρίτου που ενήργησε δολίως. Με τη διάταξη αυτή κατ' επιταγή της αρχής ο ρυπαίνων πληρώνει όποιος προκαλεί ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος, ευθύνεται σε αποζημίωση, ακόμη και αν ενεργεί νόμιμα ή δεν βαρύνεται με υπαιτιότητα. Είναι προφανές ότι οι φορείς επικίνδυνων πηγών καθίστανται πλέον προσεκτικοί κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους. Ελισάβετ Πούλου Ενδεικτική Βιβλιογραφία Καράκωστας Ι. Περιβάλλον και Δίκαιο (2η έκδ. 2006) Κουτούπα Ρεγκάκου Ε., Δίκαιο του περιβάλλοντος (2005) Σιούτη Γλ. Εγχειρίδιο δικαίου περιβάλλοντος (2η έκδ. 2011) Τάχος Α., Δίκαιο προστασίας του περιβάλλοντος (6η έκδ. 2006)