Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 72/2018

Σχετικά έγγραφα
Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/456/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 06/2018

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 143/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 152/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Α Π Ο Φ Α Σ Η 36/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 15/2017

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/7418-1/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8841/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 66/2018

Α Π Ο Φ Α Σ Η 161/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 30 /2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136 /2017

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/7335-1/

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5525-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2313-1/

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/610/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 85/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 154/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4508-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 91/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5067-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 123/2016

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4778-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4841-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 144 /2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 123/2014

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5792-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6151-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 123/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 23 /2019 (Τμήμα)

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 15/2019 (Τμήμα)

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4240-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/65-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 39/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2326/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2019

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/595-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 120 /2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2581-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5583/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 87/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7081/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 66/2017 (Τµήµα)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 174/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 74/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33 /2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1052-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 116/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3696-2/ ΑΠΟΦΑΣΗ 124/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2411-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 177/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/762/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 144/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 43/2017

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1284-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 65/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 160/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 166/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2012

Αθήνα, $$202$$ Αριθ. Πρωτ.: $$201$$

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 54 /2018 (Τμήμα)

AΠ Ο Φ Α Σ Η 28/2018 (Τμήμα)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2111-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 82/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7500/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 150 / 2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 96/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/579-6/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 140 / 2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1859/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 22/ 2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 16/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 155/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3921-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 68/2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1720-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 169 / 2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2595/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 29/ 2018

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3883-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5615/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 88 /2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1566-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 91 /2016

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1343-1/

Transcript:

Αθήνα, 29-11-2018 Αριθ. Πρωτ. Γ/ΕΞ/9616/29-11-2018 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 72/2018 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στην έδρα της την Τετάρτη 06.06.2018 και ώρα 10:00 π.µ. µετά από πρόσκληση του Προέδρου της, προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρέστησαν ο Αναπληρωτής Πρόεδρος, Γεώργιος Μπατζαλέξης, κωλυοµένου του Προέδρου της Αρχής, Κωνσταντίνου Μενουδάκου, και τα αναπληρωµατικά µέλη Παναγιώτης Ροντογιάννης, Ευάγγελος Παπακωνσταντίνου, ως εισηγητής, και Γρηγόριος Τσόλιας, σε αντικατάσταση των τακτικών µελών Αντώνιου Συµβώνη, Κωνσταντίνου Λαµπρινουδάκη και Χαράλαµπου Ανθόπουλου, αντίστοιχα, οι οποίοι, αν και εκλήθησαν νοµίµως εγγράφως, δεν παρέστησαν λόγω κωλύµατος. Παρούσες χωρίς δικαίωµα ψήφου ήταν η Ευαγγελία Βασιλοπούλου, νοµικός ελεγκτής, ως βοηθός εισηγητής και η Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του τµήµατος διοικητικών υποθέσεων, ως γραµµατέας. Η Αρχή έλαβε υπόψη της τα παρακάτω: Με το υπ αρ. πρωτ. ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/1637/28-02-2017 έγγραφο, o Α (στο εξής «προσφεύγων») προσφεύγει στην Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καταγγέλλοντας ότι το Γενικό Νοσοκοµείο Χ, στο οποίο εργάζεται ως βοηθός νοσηλευτής, «δηµοσιοποίησε αναίτια ευαίσθητα προσωπικά του δεδοµένα χωρίς να ερωτηθεί και να συναινέσει, ήτοι δηµοσιοποίησε το ιατρικό πόρισµα πιστοποίησης της αναπηρίας του (ΚΕ.Π.Α.) στην Υπηρεσία, στο Υπουργείο Εσωτερικών αλλά και στο Υπουργείο Υγείας. Περαιτέρω, ο προσφεύγων στο ως άνω έγγραφό του προς την Αρχή, ισχυρίζεται τα εξής: «την 25-11-2016 µε το µε αριθ. πρωτ έγγραφο µου αιτήθηκα από την νοσηλευτική διεύθυνση ως προϊστάµενη αρχή να µου επιτρέψει να συνεχίσω να εργάζοµαι µε µειωµένο ωράριο κατά µια (1) ώρα την ηµέρα κάνοντας χρήση της δικαιούµενης ειδικής µου άδειας µε αποδοχές των έξι (6) εργάσιµων ηµερών επιπλέον αλλά και της κανονικής µου άδειας 1

µετατρέποντάς τες σε ώρες για λόγους υγείας σε συνέχεια της υπ αριθµ. πρωτ. προηγούµενης απόφασης της διοίκησης την οποία ωστόσο διέκοψα λόγω απουσίας µου από την υπηρεσία προκειµένου να ασκήσω τα καθήκοντα µου ως Πρόεδρος του Νοµαρχιακού Τµήµατος της Α Ε Υ Χ, αιτούµενος συνδικαλιστικής αδείας. Η υπηρεσία, κατά παράβαση του άρθρου 10 παρ. 3, του Συντάγµατος και του άρθρου 4 του Ν.2690/1999, δεν απάντησε µέχρι και σήµερα στο υποβληθέν αίτηµα µου...» και καταλήγει: «Επειδή µε βάση τα ανωτέρω παραβιάστηκαν κατάφωρα ευαίσθητα προσωπικά δεδοµένα, τα οποία αφορούν την υγεία µου, σας παρακαλώ µε την παρέµβαση σας όπως διακοπεί άµεσα η περαιτέρω διακίνηση και επεξεργασία αυτών. Επιπλέον όπως διερευνηθεί το συγκεκριµένο ζήτηµα και όπως αποδοθούν οι αναλογούσες διοικητικές και πειθαρχικές ευθύνες». Συνηµµένα προς το εν λόγω έγγραφο, ο προσφεύγων απέστειλε και πλήθος εγγράφων και αναφορών προς έτερες αρµόδιες κατά την κρίση του υπηρεσίες, καθώς και σχετικό µε την υπόθεσή του πόρισµα του Συνηγόρου του Πολίτη (µε αρ. πρωτ. 225574/23319/2017). Κατόπιν, µε το υπ αρ. πρωτ. ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/1860/08.03.20187 συµπληρωµατικό έγγραφο, το Τµήµα ιοικητικής Υποστήριξης της ιεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνοµίας διαβιβάζει στην Αρχή, κοινοποιώντας και στον προσφεύγοντα, την προς την υπηρεσία τους αναφορά του προσφεύγοντος, συνάπτοντας τα σε αυτή σχετικά έγγραφα. Τέλος, µε το υπ αρ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/3840/15.05.2017 συµπληρωµατικό έγγραφο, ο προσφεύγων κατέθεσε ενώπιον της Αρχής την απάντηση της ιοίκησης της 4ης Υγειονοµικής Περιφέρειας Ψ προς το Υπουργείο Υγείας σχετικά µε την εν λόγω αναφορά του Α ως υπαλλήλου του Υπουργείου Υγείας προς τη διοίκηση αυτού. Η Αρχή µε το υπ αρ. πρωτ. ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΞ/2041/13-03-2017 έγγραφό της ενηµέρωσε τον προσφεύγοντα ως εξής: «Σύµφωνα µε το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3917/2011, η Αρχή έχει τη διακριτική ευχέρεια αξιολόγησης της προτεραιότητας εξέτασης των αιτήσεων, ερωτηµάτων και παραπόνων µε κριτήριο τη σπουδαιότητα και το γενικότερο ενδιαφέρον του θέµατος. Ο µεγάλος αριθµός των υποθέσεων και η ελλιπής στελέχωση της Αρχής δεν επιτρέπουν, δυστυχώς, την άµεση ανταπόκριση στο αίτηµά σας.» Κατόπιν, µε το υπ αρ πρωτ. ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/2208/20.03.2018 έγγραφο παροχής διευκρινήσεων, η Αρχή, προκειµένου να ασκήσει τις κατά το άρθρο 19 του ν. 2472/1997 αρµοδιότητές της, ζήτησε από το ιοικητή και τους αρµόδιους υπαλλήλους του Γενικού Νοσοκοµείου Χ να αποστείλει τις απόψεις του Νοσοκοµείου επί των καταγγελλοµένων, βάσει του συνηµµένου αντίγραφου της υπ αρ. πρωτ. ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/1637/28.02.2017 προσφυγής του Α. Σε απάντηση του ως άνω εγγράφου, το Γενικό Νοσοκοµείο Χ, δια της Προϊσταµένης του τµήµατος ιαχείρισης Ανθρωπίνου υναµικού, µε το υπ αρ. πρωτ. 2

(ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/2563/30.03.2018) απέστειλε τις απόψεις του σχετικά µε την εν λόγω καταγγελία προς την Αρχή, καθώς και τα έγγραφα που είχε καταθέσει ενώπιον του ο προσφεύγων σχετικά µε τη χορήγηση ειδικής άδειας σε αυτόν. Η Αρχή, µετά από εξέταση των στοιχείων του φακέλου, αφού άκουσε τον εισηγητή και τις διευκρινίσεις από τη βοηθό εισηγητή, η οποία παρέστη χωρίς δικαίωµα ψήφου και αποχώρησε µετά από τη συζήτηση της υποθέσεως και πριν από τη διάσκεψη και τη λήψη αποφάσεως, κατόπιν διεξοδικής συζητήσεως, ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1. Επειδή, οι διατάξεις των άρθρων 2 στοιχ. β, 4 παρ. 1 και 7 παρ. 2 στοιχ. α του ν. 2472/1997 καθορίζουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη νόµιµη επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων που αφορούν στην υγεία. Οι διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 3 και 13 παρ. 3 στοιχ. β του ν. 3418/2005 (Κώδικας Ιατρικής εοντολογίας) προβλέπουν την κατ εξαίρεση χορήγηση ιατρικών πιστοποιητικών σε τρίτο πρόσωπο, εφόσον η επεξεργασία είναι αναγκαία για τη διαφύλαξη ζωτικού συµφέροντος του υποκειµένου ή προβλεπόµενου από το νόµο συµφέροντος τρίτου, ή εφόσον το υποκείµενο έχει έννοµο συµφέρον και το αποδεικνύει, καθώς και τις προϋποθέσεις άρσης του ιατρικού απορρήτου. Επειδή, περαιτέρω, το άρθρο 11 παρ. 3 του ν. 2472/1997 ορίζει ότι εάν τα δεδοµένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείµενο ενηµερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς. 2. Επειδή, στην κρινόµενη υπόθεση, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκαν ευαίσθητα προσωπικά του δεδοµένα και συγκεκριµένα υγείας µε την αναίτια αλλά και χωρίς ενηµέρωση και συναίνεσή του δηµοσιοποίηση στην Υπηρεσία του Γ.Ν. Χ, στο Υπουργείο Εσωτερικών αλλά και στο Υπουργείο Υγείας ιατρικού πορίσµατος πιστοποίησης της αναπηρίας του (ΚΕ.Π.Α.). Και ζητεί από την Αρχή όπως, µε την παρέµβαση της, διακοπεί άµεσα η περαιτέρω διακίνηση και επεξεργασία των ως άνω ευαίσθητων προσωπικών του δεδοµένων και όπως διερευνηθεί το συγκεκριµένο ζήτηµα και αποδοθούν οι αναλογούσες διοικητικές και πειθαρχικές ευθύνες». 3. Το Γενικό Νοσοκοµείο Χ µε το από 30.03.2018 έγγραφό του και τα σε αυτό συνηµµένα (ΑΠ ΠΧ Γ/ΕΙΣ/263/30.03.2018), απάντησε στο υπ αρ. πρωτ. ΑΠ ΠΧ/Γ/ΕΞ/2208/20.03.2018 έγγραφο υποβολής απόψεων ενώπιον της Αρχής σχετικά µε την ως άνω προσφυγή και τους λόγους για την από µέρους τους κοινοποίηση των ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων του προσφεύγοντος τα εξής: «Σύµφωνα µε την παρ. 4 του άρθρου 50 3

Ν. 3528/2007 υπάλληλοι µε ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό και άνω δικαιούνται από την υπηρεσία κάθε ηµερολογιακό έτος άδεια µε αποδοχές έξι (6) εργάσιµων ηµερών επιπλέον της κανονικής τους άδειας. Αιτία θέσπισης των διατάξεων του άρθρου 50 Ν. 3528/2007, όπως προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση του νόµου, υπήρξε η επιθυµία του νοµοθέτη, όπως και υπό τις προηγούµενες µορφές του υπαλληλικού κώδικα (Ν. 2683/99), να παρέχει διευκολύνσεις σε υπαλλήλους που αντιµετωπίζουν προβλήµατα υγείας. Με δεδοµένη την αδυναµία καταγραφής στη σχετική διάταξη όλων των νόσων και όλων των περιπτώσεων υπαλλήλων µε νοσήµατα που χρήζουν εξυπηρετήσεων, υπήρξε πολλές φορές η ανάγκη έκδοσης εγκυκλίων οδηγιών, όπως για παράδειγµα η οδηγία του Υπουργείου Εσωτερικών µε αριθ. πρωτ. Ι Α /Φ.53/712/7-11-2013, σχετικά µε τους υπαλλήλους που δικαιούνται ειδική άδεια µε αποδοχές έως 22 εργάσιµες ηµέρες το χρόνο. Επίσης, αντίστοιχα στο παρελθόν, προκειµένου να λυθεί το κοινωνικό πρόβληµα που απασχολεί µια ιδιαίτερα ευαίσθητη οµάδα υπαλλήλων, προκλήθηκε η αριθµ. 19/2003 γνωµοδότηση του Νοµικού Συµβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας καθώς και από τον Υπουργό Εσωτερικών ηµόσιας ιοίκησης και Αποκέντρωσης. Με βάση τη γνωµοδότηση αυτή η ειδική άδεια θα πρέπει να χορηγείται στους δικαιούχους µετά από γνωµάτευση της πρωτοβάθµιας υγειονοµικής επιτροπής µε την οποία θα πιστοποιείται αιτιολογηµένα ότι η πάθηση από την οποία πάσχουν οι ίδιοι ή κάποιο τέκνο τους, χρήζει περιοδικής νοσηλείας, που πραγµατοποιείται σε συγκεκριµένο δηµόσιο ή ιδιωτικό νοσηλευτήριο καθώς και προσδιορισµό του χρονικού διαστήµατος για το οποίο απαιτείται η νοσηλεία αυτή. Εν όψει λοιπόν όλων αυτών, µε δεδοµένη τη βούληση της διοικήσεως µας να εξυπηρετήσει τον αιτούντα την ειδική άδεια υπάλληλο, αλλά και µε δεδοµένη τη µη ρητή νοµοθετική πρόβλεψη για ικανοποίηση του αιτήµατός του, απευθυνθήκαµε αρµοδίως στο Υπουργείο Εσωτερικών µε συγκεκριµένο ερώτηµα. Η µνεία της πάθησής του αιτούντος απέβλεπε αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση του υπαλλήλου για αποτελεσµατική αντιµετώπιση της νόσου του, γεγονός που θα µπορούσε να αποτελέσει αιτιολογία σχετικής ερµηνευτικής εγκυκλίου για αποδοχή του αιτήµατος. Να επισηµανθεί ότι ανάλογη αιτιολογία δεν περιλάµβανε το µε αρ. πρωτ. (συνηµµένο 3) προγενέστερο έγγραφο της διοίκησης του νοσοκοµείου που είχε κάνει δεκτό όµοιο αίτηµα του υπαλλήλου, οπότε δεν θα αποτελούσε νόµιµη αιτιολογία η επίκληση του σκεπτικού της. Είναι προφανές ότι δε θα µπορούσε να υποκρύπτεται από πλευράς διοικήσεως οποιαδήποτε άλλη σκοπιµότητα, που να απέβλεπε στην προσβολή της προσωπικότητάς του, όπως αβασίµως υποστηρίζει στην αναφορά του ο υπάλληλος, εµφανώς επηρεασµένος από την απόρριψη του αιτήµατος για τη χορήγηση της άδειας. 4

Στη συγκεκριµένη υπόθεση, η αναγραφή σε έγγραφο του νοσοκοµείου, απευθυνόµενο στο αρµόδιο Υπουργείο Εσωτερικών, της πληροφορίας για την κατάσταση της υγείας του υπαλλήλου, συνιστά επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στις διατάξεις των άρθρων 2 στοιχ. β και δ του ν. 2472/1997, που συνδεόταν άµεσα µε τη δηµοσιοϋπαλληλική σχέση του ήδη καταγγέλλοντος υπαλλήλου και το αίτηµά του για χορήγηση ειδικής άδειας για λόγους υγείας. Η αποκάλυψη της κατάσταση της υγείας του υπαλλήλου ήταν απαραίτητη για να εκτιµηθεί ο λόγος χορήγησης της αιτηθείσας διευκόλυνσής του, οπότε δεν παραβιάσθηκε η αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 4 παρ. 1 στοιχ. β του ν. 2472/19997, καθώς και η υποχρέωση του απορρήτου της επεξεργασίας, σύµφωνα µε το άρθρο 10 του ν. 2472/1997 (βλ. σχετικό σκεπτικό της 28/2012 απόφασης ΑΠ Χ). Συνοψίζοντας τα παραπάνω, η άποψη της διοικήσεώς µας στα ερωτήµατα που θέσατε είναι ότι: 1) δεν υπήρξε ανεπίτρεπτη επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων υπαλλήλου, 2) η αναφορά της ασθένειας ήταν αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού, διότι δεν αρκούσε απλή επίκληση ποσοστού αναπηρίας, 3) κρίθηκε µη αναγκαία η έγκριση του υπαλλήλου, δεδοµένου ότι η ενέργεια απέβλεπε σε δικό του όφελος και 4) έχει επιληφθεί του ζητήµατος η προϊσταµένη µας αρχή, η οποία έκρινε µη επιλήψιµη την επεξεργασία δεδοµένων του υπαλλήλου Α. Η διοίκησή µας τελεί µε την πεποίθηση ότι ενήργησε στα πλαίσια άσκησης νοµίµων καθηκόντων της και είναι στη διάθεσή σας για κάθε άλλη διευκρίνιση.» 4. Λαµβάνοντας υπ όψιν τα ανωτέρω, η Αρχή επισηµαίνει ότι σύµφωνα µε την παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 2472/1997, που εφαρµοζόταν κατά τη χρονική περίοδο της κρινόµενης επεξεργασίας, κατ εξαίρεση επιτρέπεται υπό ορισµένες περιοριστικά και εναλλακτικά αναφερόµενες προϋποθέσεις η συλλογή και επεξεργασία ευαίσθητων δεδοµένων, ύστερα από άδεια της Αρχής. Επιπρόσθετα, στην προκειµένη περίπτωση, όπως αποδείχθηκε από τους εκατέρωθεν επικαλούµενους ισχυρισµούς το Γενικό Νοσοκοµείο Χ κοινολόγησε στο Υπουργείο Εσωτερικών και εκείνο στο Υπουργείο Υγείας, επικαλούµενο αρµοδιότητα του δεύτερου ως εποπτεύοντος Υπουργείου του Νοσοκοµείου, το ιατρικό πόρισµα πιστοποίησης της αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) του Α, ήτοι ευαίσθητα προσωπικά του δεδοµένα κατ άρθρο 2 στοιχ. β του ν. 2472/1997, χωρίς ενηµέρωσή του, όπως απαιτείται από τη διάταξη του άρθρου 11 ν. 5

2472/1997 και χωρίς συγκατάθεση του υποκειµένου και σχετική άδεια της Αρχής, σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 7 του ν. 2472/1997. Εξάλλου, σύµφωνα µε το άρθρο 4 παρ. 1 στ. β του ν. 2472/1997 «τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόµιµης επεξεργασίας (σ.σ. από τον υπεύθυνο επεξεργασίας κατ άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2472/1997, και εν προκειµένω από το Γενικό Νοσοκοµείο Χ, κατ άρθρο 2 στοιχ. ζ του ίδιου νόµου) πρέπει να είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. Ως εκ τούτου, στην προκειµένη περίπτωση, το Γενικό Νοσοκοµείο Χ, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, αποστέλλοντας το σχετικό έγγραφο, χωρίς να διαγράψει το όνοµα του υπαλλήλου στον οποίο αναφερόταν (υποκειµένου των δεδοµένων), ώστε να µην είναι δυνατή η ταυτοποίηση αυτού από το αρµόδιο για γνωµοδότηση επί της χορήγηση ή µη ειδικής άδειας Υπουργείο και ταυτόχρονα να ικανοποιείται ο επικαλούµενος από το Νοσοκοµείο σκοπός της ικανοποίησης ή µη του αιτήµατος του υποκειµένου, παραβίασε και την αρχή της αναλογικότητας της επεξεργασίας των δεδοµένων. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Η Αρχή, κρίνοντας τη βαρύτητα των τελεσθέντων παραβιάσεων των αναφερόµενων στο σκεπτικό διατάξεων του ν. 2472/1997, καθώς και την αρµοδιότητα και τα καθήκοντα του καθ ου, απευθύνει αυστηρή σύσταση στο Γενικό Νοσοκοµείο Χ όπως διακόψει τυχόν περαιτέρω επεξεργασία των ως άνω αναφερόµενων ευαίσθητων δεδοµένων του Α και όπως εφαρµόζει µε τη δέουσα επιµέλεια τις εθνικές και ευρωπαϊκές διατάξεις περί προστασίας προσωπικών δεδοµένων. O Αναπληρωτής Πρόεδρος Η Γραµµατέας Γεώργιος Μπατζαλέξης Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου 6