Οι εξελίξεις της Παγκόσµιας Οικονοµίας και η Ελληνική Μεταλλουργική Βιοµηχανία Ζούµε σε ένα κόσµο όπου πολύ µεγάλες αλλαγές συντελούνται µε ταχύτητα που δεν µας επιτρέπει να αφοµοιώνουµε πάντα και επαρκώς τις νέες δοµές που συνεχώς δηµιουργούνται. Μόνο κατά την τελευταία δεκαπενταετία είδαµε τον κατακερµατισµό της µίας εκ των δύο υπερδυνάµεων, την παραλίγο οικονοµική κατάρρευση των ταχύτατα αναπτυσσόµενων χωρών της Ν. Ασίας, την ανάδειξη της Κίνας σε παγκόσµια δύναµη, την υφεσιακή πορεία της Ιαπωνικής Οικονοµίας, τη δηµιουργία ενός δεύτερου (ή πρώτου) Παγκοσµίου Νοµίσµατος, του Ευρώ και µέχρι και του 2001 την µακροβιότερη οικονοµική ανάπτυξη σε Η.Π.Α. και Ε.Ε., από τον Β Παγκόσµιο Πόλεµο κλπ. Θα µπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ποτέ στο παρελθόν δεν έγιναν τόσο µεγάλες αλλαγές σε παγκόσµια κλίµακα σε µία τόσο µικρή χρονική περίοδο. Ταύτα, επηρεάζουν πολύτροπα τις πολιτικές, οικονοµικές και κοινωνικές δοµές του παγκοσµίου συστήµατος και καθιστούν δυσχερέστερο το έργο των πολιτικών, επιχειρηµατιών, ιευθυντών επιχειρήσεων, οργανισµών κλπ. να πετύχουν τους καθέκαστα στόχους, µε κυριότερο αυτόν της διατηρήσιµης ανάπτυξης. Οι αλλαγές αυτές δηµιούργησαν πρόσθετη πιεστική ανάγκη βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας σε όλους τους τοµείς της οικονοµίας (βιοµηχανίες, τράπεζες, επιχειρήσεις ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, εµπόριο, µεταφορές κλπ). Η πίεση του ανταγωνισµού προβλέπεται να ενταθεί, καθώς ευρύτερες περιοχές του πλανήτη (βλέπε χώρες κεντρικής Ευρώπης, Ν.Α. Ασίας, Ν. Αµερικής, Αφρικής, Κίνα κλπ) θα επιδιώξουν µεγαλύτερους ρυθµούς ανάπτυξης των οικονοµιών τους. Στο παρελθόν η δυναµική για ανάπτυξη στις παραπάνω περιοχές είχε αφεθεί σχεδόν αποκλειστικά στις πολιτικές ηγεσίες. Σήµερα, στην εποχή της επικοινωνίας, ο ρόλος των ανθρώπων στην υπόθεση της ανάπτυξης είναι ισχυρότατος, η δε πολιτικοί θα πρέπει να ανταποκριθούν ικανοποιητικά στις προκλήσεις ειδάλλως θα υποστούν τις συνέπειες. Μέσα στο σκηνικό αυτό, η Μεταλλουργική Βιοµηχανία, µέρος της συνολικής βασικής βιοµηχανίας στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. (Αναπτυγµένες), αντιµετωπίζει µία τεράστια πρόκληση σε σχέση µε τον ανταγωνισµό στις παραδοσιακά εξαγωγικές της αγορές, όπου διέθετε τµήµα της παραγωγής της. Τούτο έχει ήδη περιοριστεί. Η βιοµηχανία στις χώρες Ο.Ο.Σ.Α. συµµετέχει πλέον λιγότερο στη συνολική οικονοµική ανάπτυξη των χωρών Ο.Ο.Σ.Α., ενώ η βιοµηχανία των λιγότερο αναπτυγµένων χωρών αποκτά µεγαλύτερο ειδικό βάρος στο σύνολο της οικονοµικής ανάπτυξης των χωρών αυτών. 1
1. Παγκόσµια Οικονοµία και Χάλυβας Στον Πίνακα 1 απεικονίζονται οι ρυθµοί ανάπτυξης της Οικονοµίας κατά την περίοδο 1997-2002 µε κριτήριο το GDP (Gross Domestic Product) σε πραγµατικές τιµές όπως το προσδιορίζει ο Ο.Ο.Σ.Α., για δε το διάστηµα 2000-2002 παρατίθεται και η αντίστοιχη µέτρηση του I.I.S.I. (International Iron and Steel Institute). Πίνακας 1 Growth in Real GDP -% p.a. Country 1997 1998 1999 2000 2001 2002 OECD OECD OECD OECD IISI OECD IISI OECD IISI Austria 1.3 3.3 2.8 3.2 3.3 2.3 1.7 2.5 2.2 Belgium 3.4 2.4 2.7 4.0 3.9 2.8 2.8 2.7 3.2 Denmark 3.0 2.8 2.1 2.8 2.0 2.0 Finland 6.3 5.3 4.2 5.7 5.5 4.0 1.5 3.7 2.5 France 1.9 3.3 3.2 3.2. 3.3 2.6 2.0 2.7 1.8 F.R. Germany 1.4 2.1 1.6 3.0 3.0 2.2 1.0-1.5 2.4 2.0-2.5 Greece 3.5 3.1 3.4 4.1 4.0 4.4 Ireland 10.7 8.6 9.8 11.0 7.8 4.8 Italy 2.0 1.8 1.6 2.9 2.9 2.3 2.2 2.5 2.7 Luxemburg 7.3 5.0 7.5 8.5 8.5 5.6 5.1 5.5 5.5 Netherlands 3.8 4.1 3.9 3.9 3.9 3.0 2.0 2.8 2.1 Portugal 3.7 3.6 3.0 3.2 2.6 2.8 Spain 3.9 4.3 4.0 4.1 4.1 2.9 3.0 2.9 2.9 Sweden 2.1 3.6 4.1 3.6 4.0 2.8 3.0 3.0 3.0 U.K. 3.5 2.6 2.3 3.0 3.1 2.5 2.0 2.6 2.1 E.U. (15) 2.6 2.8 2.6 3.3 2.6 2.7 Euro Zone 2.3 2.8 2.6 3.4 2.6 2.7 Bulgaria -6.9 4.0 2.0 2.0 5.8 5.0 5.0 Czech Rep. -1.0-2.2-0.8 3.1 3.1 3.0 3.3 3.5 Estonia 11.4 6.0 Hungary 4.6 4.9 4.5 5.1 5.2 5.1 4.6 4.7 4.0-5.0 Iceland 4.8 4.5 4.1 3.6 1.5 2.4 Latvia 6.5 5.0 Lithuania 5.7 4.0 Norway 4.7 2.0 0.9 2.2 2.0 + 1.4 2.0 + 2.0 Poland 6.8 4.8 4.0 4.1 4.0 3.8 2.1-2.9 3.9 Romania -6.5-4.0 0.0 2.0 1.6 4.8 4.5-6.0 Russia 0.4-4.9 3.5 7.7 7.7 3.0 4.0 4.0 4.8 Slovakia 6.2 4.1 1.9 2.2 1.0 2.8 1.0 3.6 1.0 Slovenia 3.8 4.0 4.0 4.0 Switzerland 1.8 2.3 1.5 3.4 2.1 2.0 Turkey 7.5 3.1-4.7 7.2 + 6.1-4.2 + -5.5 5.2 + 5.0 Ukraine -3.2 F.R. Yugoslavia 0.0 14.0 Canada 4.4 3.3 4.5 4.7 <5.0 2.3 <3.0 3.2 3.0-3.5 Mexico 6.8 4.9 3.8 6.9 6.9 3.7 0.9 4.7 4.0 U.S. 4.4 4.4 4.2 5.0 4.1 1.7 1.6 3.1 2.5 Argentina 8.6 3.9-3.2 2.0-1.0 2.5 2.0 2.5 4.0 Brazil 3.7-0.1 0.8 4.5 4.5 4.0 2.5 4.5 3.5 Chile 7.1 5.0 2.0 4.0 5.6 5.5 Colombia 3.1 2.5 1.5 3.0 3.0 3.5 2
Peru 7.2 2.5 4.0 5.0 4.0 2.5 Venezuela 5.1-1.0-1.0 3.0 3.0 5.0 C&S America 4.6 3.5 4.0 3.8 S. Africa 2.8 0.1 1.0 1.0 3.0 2.6 2.8 Iran 5.1 6.0 6.0 6.0 S. Arabia 15.5 5.5 1.6 Mainland China 8.8 7.8 7.1 8.0 8.0 7.5 7.9 8.8 Hong Kong 5.2-5.1 3.1 9.0 7.1 5.5 India* 5.0 6.8 5.2 Indonesia 4.7-13.2 0.0 3.7 3-4 5.0 6.1 Japan 1.8-1.1 0.8 1.7 1.5 1.0-0.1 1.1 0.1 R.O. Korea 5.0-6.7 10.9 8.8 9.0 4.2 4.9 5.5 Malaysia 7.8-7.5 5.4 8.5 7.0 6.5 Philippines 5.1-0.5 3.2 3.5 3.0 3.5 Singapore 7.5 0.0 0.5 3.2 3.2 Taiwan 6.8 4.5 5.4 5.5 6.0 5.5-0.4 Thailand -0.4-10.0 4.2 5.6 5.8 7.0 D.A.E.s ** 4.9 0.1 4.2 Australia 3.8 5.6 4.7 3.7 3.0 2.0 3.8 N. Zealand 2.8-0.7 4.0 3.0 4.3 2.2 4.6 3.0 O.E.C.D "73.1 2.4 2.7 3.7 2.8 *** Other O.E.C.D. 4.6 2.4 3.7 4.7 4.2 *** Total O.E.C.D. 3.5 2.7 3.2 4.1 2.0 2.8 Non-O.E.C.D. 5.2 1.9 3.8 5.4 5.4 5.5 World 4.0 2.2 3.3 4.7 4.1 4.1 + - GNP Source: O.E.C.D. Economic Outlook, December 2000(supplemented by I.M.F. Financial Statistics). Figures in Italics are the countries own estimates and forecasts from the S.R.O. *- financial year beginning April 1 st ** - Dynamic Asian Economies: Hong Kong, Mainland China, Malaysia, Philippines, Singapore, Taiwan, Thailand. *** - series discontinued. 3
Στον Πίνακα 2 απεικονίζεται η κατανάλωση Χάλυβα κατά περιοχές και Παγκοσµίως για την περίοδο 1999-2002. Πίνακας 2 Regional Steel Consumption 1999 2000 2001 2002 1999-2002 mmt mmt %chg mmt %chg mmt %chg mmt %chg Asia Pacific 317.4 344.3 8.5 360.3 4.6 370.6 2.9 53.2 16.8 Mainland China 130.8 141.2 8.0 160.0 13.3 170.0 6.3 39.2 30.0 Oceania 6.7 6.5-3.0 6.0-7.7 6.0 0.0-0.7-10.8 Other Asia 179.9 196.6 9.3 194.3-1.2 194.6 0.2 14.7 8.2 EU-15 137.7 142.9 3.8 141.9-0.7 145.2 2.3 7.5 5.4 Other Europe 31.2 35.4 13.5 33.2-6.2 36.2 9.0 5.0 16.2 Former USSR 33.6 40.7 21.1 41.2 1.2 41.8 1.5 8.2 24.4 NAFTA 139.9 145.9 4.3 134.4-7.9 141.3 5.1 1.4 1.0 C. & S. America 24.4 27.2 11.5 28.9 6.3 30.1 4.2 5.7 23.2 Africa 14.8 15.4 4.1 15.5 0.6 15.8 1.9 1.0 6.3 Middle East 14.8 17.1 15.5 17.4 1.8 18.0 3.4 3.2 21.6 World 713.8 768.9 7.7 772.8 0.5 799.0 3.4 85.2 11.9 Η κατανάλωση Χάλυβα, αλλά και των άλλων βασικών µετάλλων, παρακολουθεί τους ρυθµούς ανάπτυξης της Οικονοµίας. Η ιεθνής Οικονοµική εξασθένηση που άρχισε στο β εξάµηνο του 2001, επιτάθηκε µετά την τροµοκρατική επίθεση της 11 ης Σεπτεµβρίου 2001 στις Η.Π.Α., συνεχίζεται δε µέχρι και σήµερα και θα συνεχιστεί, κατά τις προβλέψεις των Οικονοµικών αναλυτών και καθ όλο το 2003. Παρά ταύτα η κατανάλωση Χάλυβα στο διάστηµα της 3ετίας 2000-2002, δεν τα πήγε άσχηµα καθώς σηµείωσε ρυθµούς αύξησης 4% το χρόνο. Όπως παρατηρεί κανείς από στον Πίνακα 2 η Κίνα συνέβαλε στην επίτευξη αυτού του ρυθµού αύξησης (30% στην 3ετία) µε την Ε.Ε. 15 να έχει ανάπτυξη 5%, Η.Π.Α. µόλις 1% και η πρώην ΕΣΣ επίσης ανακάµπτει από πλευράς κατανάλωσης µε µία εντυπωσιακή αύξηση 16% στην 3-ετία 2000-2002 παρά τη διεθνή Οικονοµική καχεξία. 4
Σύµφωνα µε τα στοιχεία που παρουσίασε ο πρόεδρος του Ι.Ι.S.Ι. Sir Brian Moffat στο συνέδριο της Ρώµης (Οκτώβριο 2002), στο διάστηµα 1974-2000 ο µέσος ρυθµός ετήσιας αύξησης της κατανάλωσης Χάλυβα (πλην ανοξείδωτου Χάλυβα) ήταν 1,8% (του ανοξείδωτου ήταν 5,6%). Στο ίδιο διάστηµα 1974-2000, οι µέσοι ρυθµοί αύξησης της κατανάλωσης των βασικών µετάλλων ήταν : Αλουµίνιο 2.9% Ψευδάργυρος 1.6% Χαλκός 1.3% Νικέλιο 2.2% Κασσίτερος 0.6% Μόλυβδος 0.6% Τιτάνιο 4.5% Από πλευράς οικονοµικών αποτελεσµάτων, το σύνολο των επιχειρήσεων Χαλυβουργίας είχε µέση απόδοση επί συνολικών επενδεδυµένων κεφαλαίων 6%, δηλαδή αισθητά κατώτερη του µέσου κόστους κεφαλαίου, που ήταν περί του 10% (βλ. διάγραµµα 1). Ως µέση κεφαλαιακή απόδοση ορίζεται: το Μικτό Περιθώριο Κέρδους (Πωλήσεις-Κόστος Πωλήσεων) ως προς το άθροισµα Παγίου Κεφαλαίου + Κεφάλαιο Κίνησης. Αυτά τα αποτελέσµατα οφείλονται σε µακροχρόνιες αδυναµίες, όπως η υπερβάλλουσα παραγωγική ικανότητα σε σχέση µε την ενεργό ζήτηση, υπερεπενδύσεις σε δύσκαµπτες παραγωγικές µονάδες, κρατικές επιδοτήσεις ή παρεµβάσεις που στρέβλωναν τον υγιή ανταγωνισµό κλπ. Στη πενιχρή αυτή µέση απόδοση συνέβαλλε η αναποτελεσµατική λειτουργία της βαριάς Χαλυβουργίας όχι µόνο της τέως ΕΣΣ και των κρατικών µονοπωλίων Χάλυβα της Αγγλίας, Γαλλίας και Ιταλίας στο παρελθών, αλλά στο υπό εξέταση χρονικό διάστηµα και κάποιες πολύ µεγάλες αλλά παλαιές χαλυβουργίες των ΗΠΑ που έχουν γράψει ιστορία για την πολύ κακή τους παραγωγικότητα και απόδοση. Η προβληµατική αυτή οµή της Χαλυβουργίας στο παρελθόν, επέβαλλε την εφαρµογή σχεδίων και πολιτικής αναδιαρθρώσεων όπως το περίφηµο σχέδιο E. Davignon για την αναζωογόνηση της κοινοτικής χαλυβουργίας (1982), αλλά και οι ρυθµιστικές πράξεις των ΗΠΑ για εθελοντική περιστολή παραγωγής χάλυβα (VRA Volunteer Restriction Agreements) ως και δασµολογικών µέτρων που επέβαλλαν οι ΗΠΑ σε χαλυβουργικά προϊόντα που εισάγονταν από ύποπτες για κρατικές επιχορηγήσεις επιχειρήσεις χάλυβα. 5
Παρά τα προαναφερθέντα, µία περίπου 10άδα νέων µονάδων (σε σύνολο εκατοντάδων παγκοσµίως) που έγκαιρα υιοθέτησαν σύγχρονες τεχνολογίες Mini-Mill και απαλλαγµένες από το δόγµα του µεγέθους, κατάφεραν να επιτύχουν αποδόσεις επί επενδεδυµένων κεφαλαίων, ακόµη και ανώτερες του 20% για µακρά σειρά ετών και συνεχίζουν. ύο ξεχωρίζουν, κατά τη γνώµη µου. Η µία είναι η NUCOR Inc. Στις Η.Π.Α. που παράγει τόσο πλατέα (HR Coils - CR Coils) όσο και επιµήκη χαλυβουργικά προϊόντα. Οι οικονοµικές της επιδόσεις είναι θεαµατικές: 2,5 έως 3 φορές το κόστος κεφαλαίων. Η άλλη είναι η BSW της Γερµανίας (παράγει µόνο επιµήκη) η οποία παρουσιάζει αποδόσεις 2 φορές το κόστος κεφαλαίων. Στην ίδια 27-ετία (1974-2000) οι επιχειρήσεις Αλουµινίου τα πήγαν πολύ καλύτερα επιτυγχάνοντας µέση απόδοση κεφαλαίου 12%-20%, δηλαδή 20%-100% πάνω από το κόστος κεφαλαίων. Αντίστοιχα καλές επιδόσεις είχαν και οι άλλες επιχειρήσεις µη σιδηρούχων µετάλλων, όπως χαλκού και ψευδαργύρου. Οι επιχειρήσεις Νικελίου είχαν αποδόσεις 15%-30%, πάνω από το κόστος κεφαλαίων. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η χαλυβουργία εντείνει τις προσπάθειές της για βελτίωση, µέσω αναδιαρθρώσεων (restructuring) που περιλαµβάνουν: Μείωση παραγωγικής ικανότητας (κλείσιµο πεπαλαιωµένων κυρίως µονάδων υψηλού κόστους και ρυπαινουσών). Μεταβολές ιδιοκτητών / µετόχων και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων. Θεαµατική βελτίωση παραγωγικότητας µε νέες τεχνολογίες και µείωση της απασχόλησης. Μεγάλες επενδύσεις σε παραγωγικές διαδικασίες σύγχρονης τεχνολογίας µε µείωση ενεργειακών καταναλώσεων ως και παραγωγή νέων προϊόντων. Οι αναδιαρθρώσεις συνεχίζονται και µολονότι το κόστος τους (µαζί βέβαια και µε τις αναγκαίες επενδύσεις) είναι 15-30 δις $ το χρόνο (από το 1990) δεν έχουν αποφέρει τα αναµενόµενα αποτελέσµατα, φαίνεται πάντως ότι υπάρχει βελτίωση και ελπίζουµε ότι αυτή θα αυξηθεί µετά το τέλος της τρέχουσας περιόδου ύφεσης (από το 2004). Η προαναφερθείσα διαφορά στις οικονοµικές επιδόσεις της Παγκόσµιας Χαλυβουργίας και των µη σιδηρούχων µεταλλουργικών επιχειρήσεων οφείλεται: 6
Στο µέγεθος και τον κατακερµατισµό των χαλυβουργικών επιχειρήσεων (παρά τις πραγµατοποιηθείσες συγχωνεύσεις α γενιάς ). Πράγµατι είναι ένας κλάδος τζίρου 400δις $/χρόνο, µε πολλές δεκάδες επιχειρήσεις (αν όχι εκατοντάδες). Οι επιχειρήσεις Αλουµινίου είναι µόνο 10-20. παλαιών. Στο κόστος αναδιαρθρώσεων και νέων επενδύσεων, σε αντικατάσταση προστασίας. Στο κόστος µέσων, συστηµάτων και τεχνικών περιβαλλοντικής Στο γεγονός ότι οι µεταλλευτικές εταιρείες παραγωγής σιδηροµεταλλεύµατος και σχετικών πρώτων υλών (DRI, HBI κλπ) είναι εξαιρετικά συγκεντρωµένες. Ήδη τείνουν να διαµορφωθούν 3-4 µεγάλοι όµιλοι στο σιδηροµετάλλευµα (CVRC κλπ). Οι επιχειρήσεις αυτές παρουσιάζουν απόδοση επενδεδυµένων κεφαλαίων πάνω από 30% για µακρό χρονικό διάστηµα και δε φαίνονται διατεθειµένες να µειώσουν την κερδοφορία τους, µοιράζοντας κέρδη στους πελάτες τους, δηλαδή στις καθετοποιηµένες χαλυβουργίες υψικαµίνων. Αυτές συµβάλλουν στο 60% της παγκόσµιας παραγωγής χάλυβα. Το 40% προέρχεται από χαλυβουργίες ηλεκτρικής τήξης Scrap και DRI (Direct Reduced Iron Pallets), HBI (Hot Briquetting Iron) κλπ. Αντίθετα µεταξύ των µεγαλύτερων πελατών της χαλυβουργίας απαντά κανείς τις λίγες συγκεντρωµένες µεγάλες αυτοκινητοβιοµηχανίες, που έχουν σοβαρή αγοραστική ισχύ, και συνήθως ανθίστανται στο να δεχθούν εύκολα τις τιµολογιακές πολιτικές και εµπορικές ρυθµίσεις, που επιθυµούν ενδεχοµένως να επιβάλλουν οι χαλυβουργίες. 7
Οι επιχειρήσεις µη σιδηρούχων µετάλλων, µε αιχµή τις του Αλουµινίου, έχουν την ασπίδα του LME. Από το 1978 που στα πλαίσια του LME θεσπίστηκε το AL INGOT CONTRACT που δηµιούργησε µέγιστη διαφάνεια τιµών, απετέλεσε τη βάση της σηµερινής υγιούς βιοµηχανίας. Η διαφάνεια τιµών αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη για τη χρησιµοποίηση αγοραίων µεθόδων απαλοιφής κινδύνου (hedge risk) όπως τα Futures και τα προθεσµιακά συµβόλαια αγοροπωλησίας. Αυτό συνετέλεσε σε µία πιο υπεύθυνη συµπεριφορά του κατάντι (down-stream) διασυνδεδεµένου κλάδου της µεταποίησης πρωτογενούς Al, ενώ οι ανάντι (up-stream) επιχειρήσεις (µεταλλευτικές και Αλουµίνας) δύνανται να ρυθµίζουν την αύξηση εγκατεστηµένης παραγωγικής δυναµικότητας πιο αποτελεσµατικά. Το µοντέλο του AL INGOT CONTRACT θα µπορούσε άνετα να εφαρµοστεί και σε τρία βασικά χαλυβουργικά προϊόντα: Slab, Billet και H.R.Coil, ανοίγοντας το δρόµο για τη δηµιουργία αγοράς συµβολαίων µελλοντικής εκπλήρωσης στα χαλυβουργικά προϊόντα. Τούτο προϋποθέτει την υπαγωγή των ως άνω πρωτογενών χαλυβουργικών προϊόντων στο LME. Ήδη η διερεύνηση του θέµατος ολοκληρώθηκε και, περί το τέλος του 2003, ίσως υπάρξει ένταξη του Χάλυβα στο LME. 8