Είχαμε και παλιότερα αναφερθεί στους βοσκότοπους, τον ανεκτίμητο αυτό πόρο για την κτηνοτροφία μας, το ρόλο τους στη βιωσιμότητα της, με την καταλυτική συμβολή τους στη μείωση του κόστους παραγωγής. Είχαμε αναφερθεί, επίσης, και στο ρόλο που θα έχουν στη χορήγηση της ενιαίας αποδεσμευμένης ενίσχυσης στους κτηνοτρόφους μας μετά το 2013, μιας και τα ειδικά δικαιώματα που έχουν σήμερα αρκετοί κυρίως αιγοπροβατοτρόφοι, με την νέα ΚΑΠ (ΚΓΠ) θα πρέπει να μετατραπούν σε εκτατικά. Έτσι θα είναι αναγκαία προϋπόθεση πλέον, η δήλωση βοσκότοπου στο ΟΣΔΕ, για την λήψη της ενιαίας αποδεσμευμένης ενίσχυσης (τσεκ). Είχαμε αναφέρει ότι δεν είναι γνωστό σήμερα αν στα πλαίσια της περιφερειοποίησης της ενιαίας ενίσχυσης, η αξία των δικαιωμάτων που θα στηρίζονται στους βοσκότοπους, θα είναι διαφορετική των αρόσιμων εκτάσεων ή αν θα συνδεθεί η αξία τους και με κάποια ελάχιστη πυκνότητα βόσκησης, πέραν αυτών που ισχύουν με την πολλαπλή συμμόρφωση. Φυσικά, για τους κτηνοτρόφους μας που δραστηριοποιούνται σε ορεινές μειονεκτικές περιοχές και που σήμερα έχουν ειδικά δικαιώματα για το τσεκ, για να πάρουν την εξισωτική αποζημίωση, απαιτείται βοσκότοπος και σε μια πυκνότητα 1ΜΜΖ/Εκτάριο για το μέγιστο της αποζημίωσης, επίσης με βάση τον βοσκότοπο ενισχύονται και όσοι κτηνοτρόφοι είναι ενταγμένοι στα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα της βιολογικής κτηνοτροφίας κ.λ.π. Οι βοσκότοποι, είναι τα συνήθως φυσικά οικοσυστήματα που καλύπτονται από ποώδη ή θαμνώδη βλάστηση και παράγουν βοσκήσιμη ύλη για τα αγροτικά και τα άγρια ζώα, ενώ παράλληλα μπορεί να έχουν και άλλες λειτουργίες. 1 / 10
Ορισμένες φορές χρησιμοποιείται ο γενικότερος όρος λιβάδια, που με βάση τη φυσιογνωμία, τη γενική εμφάνιση και τη σύνθεσή τους διαχωρίζονται σε τέσσερις κύριες κατηγορίες: τα ποολίβαδα, τα θαμνολίβαδα, τα δάση με ποώδη και τα δάση με θαμν ώδη υπόροφο. Κάθε κατηγορία μπορεί να χωριστεί σε τρεις υποκατηγορίες: στα πεδινά, στα ημιορεινά και στα ορεινά λιβάδια-βοσκοτόπια, σύμφωνα με το υψόμετρο στο οποίο βρίσκονται. Οι προτάσεις των κανονισμών Με την πρόταση κανονισμού του ΕΚ και του Συμβουλίου στις 12-10-2011 για την νέα ΚΓΠ υπήρχε ο ορισμός του μόνιμου βοσκότοπου με πλήρη απόδοση ως εξής: //ως «μόνιμος βοσκότοπος» νοείται η γη που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη αγ ρωστωδών ή άλλων ποωδών κτηνοτροφικών φυτών με φυσικό τρόπο (αυτοφυή) ή με καλλιέργεια (σπαρμένα) και δεν έχει περιληφθεί στην αμειψισπορά επί πέντε έτη ή μακρύτερο διάστημα μπορεί να περιλαμβάνει άλλα είδη κατάλληλα για βοσκή υπό τον όρο ότι επικρατούν τα αγρωστώδη και λοιπά ποώδη κτηνοτροφικά φυτά θ) ως «αγρωστώδη ή άλλα ποώδη κτηνοτροφικά φυτά» νοούνται όλα τα ποώδη φυτά που παραδοσιακά απαντώνται στους φυσικούς βοσκότοπους ή συνήθως περιλαμβάνονται στα μείγματα σπόρων προς σπορά βοσκότοπων ή λιβαδιών στο κράτος μέλος (είτε χρησιμοποιούνται για τη βοσκή ζώων είτε όχι) // Γίνεται αντιληπτό ότι με βάση τον ορισμό αυτό, αποκλείονταν τα θαμνολίβαδα ή θαμνοτόπια, κατ εξοχήν βοσκότοποι των αιγών, πράγμα που είχαμε την ευκαιρία να επισημάνουμε και σε ενημερωτική εκδήλωση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου στη Λάρισα στις αρχές του 2012. 2 / 10
Εκ των πραγμάτων, οι περισσότεροι ελληνικοί βοσκότοποι είναι μίγμα ποολίβαδων και θαμνολίβαδων με ποικιλία κλίσεων του εδάφους, που είναι πολύτιμα δυναμικά οικοσυστήματα, με πλούσια βιοποικιλότητα, την οποία, η βόσκηση την διατηρεί ή και την αυξάνει, Έτσι με μέριμνα ευρωβουλευτών μας, στις τροποποιήσεις του ΕΚ στις 13/03/2013 προτείνεται η αλλαγή του ορισμού ως εξής: // «μόνιμος λειμώνας και μόνιμος βοσκότοπος» νοείται η γη που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη ποωδών κτηνοτροφικών φυτών, θάμνων και/ή δένδρων ή οιουδήποτε άλλου είδους φυτών κατάλληλων για βοσκή με φυσικό τρόπο (αυτοφυή) ή με καλλιέργεια (σπαρμένα) και η οποία δεν περιλαμβάνεται στην αμειψισπορά και δεν έχει οργωθεί επί επτά έτη ή μακρύτερο διάστημα μπορεί να περιλαμβάνει άλλα στοιχεία σημαντικά για τον χαρακτηρισμό της γης ως μόνιμου βοσκότοπου // Θεωρούμε, εν προκειμένου, ότι αυτή η διατύπωση καλύπτει τους ελληνικούς βοσκότοπους και ελπίζουμε ότι θα παραμείνει στο τελικό κείμενο του κανονισμού. Νομικός χαρακτήρας των βοσκότοπων Με βάση το άρθρο 3 του Ν.998/79 οι βοσκότοποι - λιβάδια της χώρας ανήκουν στις δασικές εκτάσεις, εκτός από τα χορτολίβαδα των πεδινών και λοφωδών εδαφών, που και αυτά εξακολουθούν να υπάγονται στις διατάξεις του ίδιου νόμου, εφόσον ως δημόσιες εκτάσεις δεν 3 / 10
παραδόθηκαν στη διαχείριση της Γ. Δ/νσης Γεωργικής Ανάπτυξης. Δηλαδή από τις πεδινές χορτολιβαδικές εκτάσεις δεν υπάγονταν βασικά στις διατάξεις του νόμου 998/79 οι ιδιωτικές χορτολιβαδικές και οι δημόσιες εποικιστικές εκτάσεις. Μετά την ψήφιση όμως του νόμου 4061/2012 (ΦΕΚ 66/ Α ) οι εποικιστικές εκτάσεις που έχουν δασική μορφή με την έννοια του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α ) δεν διαχειρίζονται, πλέον από τις Διευθύνσεις Πολιτικής Γης, ως εποικιστικές, αλλά η διαχείριση τους περιέρχεται στις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες. Ο χαρακτηρισμός των εκτάσεων αυτών σαν δασικές, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α ) δηλαδή με πράξη του κατά τόπου οικείου δασάρχη, καταργούμενης κάθε διάταξης της εποικιστικής νομοθεσίας που προέβλεπε παρεκκλίσεις ως προς το χαρακτηρισμό της έκτασης (άρθρο 75 παράγραφος 2 του ν. 998/1979, άρθρο 15 του ν. 1734/1987, άρθρο 1παράγραφος 7 του ν. 3147/2003). Οι δασικές υπηρεσίες επιβάλλουν επίσης τα προβλεπόμενα από τη δασική υπηρεσία διοικητικά μέτρα κατά των αυθαίρετων κατόχων. Εκτάσεις που δεν έχουν δασική μορφή μπορούν να παραχωρούνται κατά χρήση και κατόπιν δημοπρασίας με απόφαση περιφερειάρχη μέχρι τα 100 στρέμματα και για μεγαλύτερη έκταση, με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μέσα από μια γραφειοκρατική διαδικασία, δύσκολη για τον απλό κτηνοτρόφο. Η εφαρμογή το νόμου αυτού είναι γεγονός, ότι δημιούργησε προβλήματα στους αποκατεστημένους κτηνοτρόφους στα εποικιστικά λιβάδια, για τους οποίους πάντως, προβλέπεται για το τμήμα του βοσκοτόπου που διατηρεί τη βοσκήσιμη χρήση, να διατηρούν το δικαίωμα να κάνουν χρήση του βοσκοτόπου, για είκοσι χρόνια από την δημοσίευση του νόμου, καταβάλλοντας στο Ελληνικό Δημόσιο ετήσιο τίμημα, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Μεγαλύτερα προβλήματα φαίνεται να δημιουργούνται όταν από τα λιβάδια αυτά αιτούνται εκτάσεις για άλλες χρήσεις, πλην της βόσκησης, με κίνδυνο να διακόπτεται η συνέχεια των βοσκότοπων και η λειτουργικότητας τους. Όσον αφορά τις ιδιωτικές χορτολιβαδικές εκτάσεις οι περισσότερες από αυτές που 4 / 10
προσφέρονταν για καλλιέργεια καλλιεργήθηκαν σε παλιότερες δεκαετίες και οι κάτοχοί τους ασχολούνται σήμερα περισσότερο με τη φυτική παραγωγή. Γίνεται κατανοητό ότι το μεγαλύτερο μέρος των βοσκοτόπων ανήκουν στις δασικές εκτάσεις σύμφωνα με τον νόμο 998/1979, χαρακτηρισμός βέβαια που ξενίζει, ειδικά όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με την Ελληνική νομοθεσία. Πρέπει όμως, να επισημάνουμε ότι στις εκτάσεις που διέπονται από την δασική υπηρεσία, η βόσκηση είναι επιτρεπτή, πλην συγκεκριμένων απαγορεύσεων για λόγους προστασίας δασικών οικοσυστημάτων (π.χ. κήρυξη εκτάσεων αναδασωτέων κ.λ.π.) ή είναι εκτάσεις ειδικής προστασίας, όπου η βόσκηση απαγορεύεται ή υπακούει σε διαχειριστικά σχέδια. Το δικαίωμα βοσκής σε δημόσια δάση, δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις που δεν έχουν απαγορεύσεις, έχει περιέλθει στους οικείους δήμους με το άρθρο 103 του Ν.Δ. 86/69 και οι οποίοι κάθε χρόνο συντάσσουν πίνακες νομέων των βοσκοτόπων των δήμων τους. Κατά καιρούς έγιναν προσπάθειες νομοθετικής ρύθμισης θεμάτων του νομικού χαρακτήρα, χρήσης και εκμετάλλευσης των βοσκοτόπων. Ο τελευταίος πιο ολοκληρωμένος ίσως, νόμος σχετικός με τη διαχείριση των βοσκοτόπων είναι ο Ν.1734/87, ο οποίος προέβλεπε μεταξύ των άλλων την οριοθέτηση των βοσκοτόπων. Η εφαρμογή του νόμου αυτού ανεστάλη τελικά σε μερικά σημεία του, ειδικά αυτά που πρόβλεπαν την οριοθέτηση, μετά την απόφαση 664/1990 του Α` τμήματος του συμβουλίου της επικρατείας η οποία έκρινε ότι οι διατάξεις των άρθρων του 1,2,3 και 6 αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 24 παρ.1 και 17 παρ.3 του συντάγματος. Προβλήματα βοσκοτόπων 5 / 10
Είχαμε αναφερθεί σε προβλήματα των βοσκοτόπων που είχαν σχέση με: - την αλόγιστη χρήση (υπερβόσκηση), - τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, - τις εκχερσώσεις - καταπατήσεις, - τη ρίψη μπαζών και σκουπιδιών και - την υποβόσκηση, που σ ένα βαθμό ταλαιπωρούν ή επηρεάζουν τους βοσκότοπους της χώρας μας. Σήμερα θάθελω να σταθώ σ ένα πρόβλημα που είδε το φως της δημοσιότητας τον τελευταίο καιρό, ότι δηλαδή, πολλοί κτηνοτρόφοι, κινδυνεύουν με μείωση των χρηματικών ποσών της εξισωτικής αποζημίωσης, της βιολογικής κτηνοτροφίας, αλλά και της ενιαίας ενίσχυσης, λόγω αλλαγών στους χαρακτηρισμούς των βοσκοτόπων. Φέρεται ότι ο ΟΠΕΚΕΠΕ στα πλαίσια επιταγών της Ε.Ε. μείωσε τα βοσκοτόπια με τις εκτάσεις που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από τα αγροτικά ζώα (μη επιλέξιμες εκτάσεις βοσκοτόπων). Επίσης είναι σε εξέλιξη πρόχειρος διαγωνισμός του ΟΠΕΚΕΠΕ με αντικείμενο του έργου «Ορθή καταγραφή και εξακρίβωση των επιλέξιμων βοσκοτόπων (βοσκήσιμων εκτάσεων)» που, όπως ακριβώς αναφέρει, αποσκοπεί στην ικανοποίηση των αναγκών για την ορθότερη καταγραφή των επιλέξιμων βοσκήσιμων εκτάσεων, η οποία θα αποτελέσει την βάση για την ακριβέστερη εκτίμηση του διαφυγόντος εισοδήματος ή του πρόσθετου κόστους που συνεπάγεται η συμμετοχή των γεωργών στα μέτρα που σχετίζονται με την διαχείριση των οικοσυστημάτων που εξαρτώνται από την γεωργία και την δασοκομία αλλά και την μείωση των καταλογισμών από τα κοινοτικά ταμεία. Ο προσδιορισμός της μη επιλέξιμης έκτασης των βοσκοτόπων (βοσκήσιμων εκτάσεων) θα πραγματοποιείται σε επίπεδο αγροτεμαχίου αναφοράς (ενότητα / ilot) μέσω φωτοερμηνείας ορθοφωτοχαρτών που έχουν γίνει στο πλαίσιο ελέγχων με τηλεπισκόπηση τα προηγούμενα έτη. 6 / 10
Για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας της βοσκήσιμης έκτασης εφαρμόζεται ένα αναλογικό σύστημα (pro rata system) με το οποίο η επιλέξιμη έκταση για την βοσκήσιμη έκταση προσδιορίζεται βάσει κατώτατων και ανώτατων ορίων, σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα: Εκτιμώμενο (μετά την φωτοερμηνεία) ποσοστό επιλέξιμης έκτασης για βοσκήσιμη έκταση Τελικό ποσοστό επιλεξιμότητας βοσκήσιμης έκτασης μετά την εφαρμογή του pro rata system Από 0% έως 25% 0% Από 25% έως 50% 37,5% Από 50% έως 75% 62,5% 7 / 10
Από 75% έως 100% 100% Δεν γνωρίζω λεπτομέρειες πάνω στις απαιτήσεις της ΕΕ σχετικά με το θέμα αυτό ή αν έχει υπάρξει άλλη παλαιότερη προσέγγιση από πλευράς ΟΠΕΚΕΠΕ πάνω στην επιλεξιμότητα των βοσκοτόπων, χρειάζεται πάντως προσοχή. Από την πλευρά μου θάθελα επιγραμματικά να σταθώ σε κάποια σημεία που από την πράξη προκύπτουν. - Οι θαμνώδεις εκτάσεις βοσκοτόπων (θαμνολίβαδα ) αξιοποιούνται άριστα από τις φυλές αιγών που εκτρέφονται στη χώρα μας, έστω και αν κατά τόπους παρουσιάζεται κάποια συγκόμμωση της βλάστησης ή είναι εκτάσεις σχετικά μεγάλης κλίσης. - Τα δάση με ποώδη και τα δάση με θαμνώδη υπόροφο, αξιοποιούνται πολύ καλά από τα βοοειδή αλλά και τα μικρά μηρυκαστικά (π.χ. περιοχές Κοκκινοπηλού Ελασσόνας) - Η βόσκηση ακόμη και σε περιοχές μεγάλης έντασης ευνοεί την βιοποικιλότητα (Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία, Πανελλήνιο Λιβαδοπονικό Συνέδριο Ιωάννινα, Οκτ. 2000) - Η κτηνοτροφία ως δραστηριότητα είναι απαραίτητο να ενσωματώνεται στην ολοκληρωμένη διαχείριση των προστατευομένων περιοχών, δεδομένου ότι συμβάλει στην διατήρηση ή και την αύξηση της 8 / 10
βιοποικιλότητας. - Η αξία των βοσκότοπων στην ζωική παραγωγή δεν εκτιμάται μόνο από το ποσό της ξηράς ουσίας που μπορεί να δώσει στο ζώο ένας βοσκότοπος το χρόνο. Η χρήση του βοσκότοπου έχει σχέση και με την υγεία των ζώων, την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και την διαχείριση των ποιμνίων. - Το πρόσθετο κόστος που συνεπάγεται η συμμετοχή κτηνοτρόφων που συμμετέχουν π.χ. στην βιολογική κτηνοτροφία είναι μεγαλύτερο σε εκείνους που χρησιμοποιούν και δηλώνουν βοσκότοπο με μικρό ποσοστό επιλεξιμότητας και ανάλογα πρέπει να αποζημιώνονται - ενισχύονται. - Σε περιπτώσεις μεγάλων μειώσεων των επιλέξιμων βοσκότοπων θα πρέπει να εξεταστεί και η δυνατότητα επανακαθορισμού των δικαιωμάτων και την μοναδιαίας αξίας τους, για να μην βρεθούν κτηνοτρόφοι να χάσουν μεγάλο ποσό από την ενιαία ενίσχυση από την μια μέρα στην άλλη. Εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι το θέμα των βοσκοτόπων άνοιξε και για μια άλλη πλευρά, αυτή της επιλεξιμότητας. Είναι ανάγκη λοιπόν να δημιουργηθεί ένα ξεκάθαρο νομικό πλαίσιο χαρακτηρισμού και διαχείρισης των βοσκοτόπων. Χαρακτηρισμός που θα σημαίνει ότι η πρωταρχική και κυρίαρχη χρήση θα είναι η βόσκηση. Να προστατεύσουμε τους βοσκότοπους από αλλαγή χρήσης τους, από καταπατήσεις και οικολογική υποβάθμιση, με παράλληλη βελτίωση με έργα υποδομής και αποκατάστασης και αύξησης της βοσκοϊκανότητας τους και μέσω προγραμμάτων του Β πυλώνα. Να απαλείψουμε τα προβλήματα, την γραφειοκρατία και την οικονομική 9 / 10
επιβάρυνση των κτηνοτρόφων από την εφαρμογή του νόμου 4061/12 και όχι μόνον. Θεωρώ ότι είναι υποχρέωση όλων μας, της πολιτείας, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των γεωτεχνικών, των κτηνοτρόφων, των τοπικών κοινωνιών, να σκύψουμε πάνω σε όλα τα θέματα που αφορούν τον πολύτιμο αυτό πόρο για την κτηνοτροφία μας, προς όφελος της ζωικής παραγωγής και του περιβάλλοντος. Λάρισα Μάιος 2013 Δημήτρης Λώλης Γεωπόνος 10 / 10