προσωδία, μέτρο Φ.Π.ΜΑΝΑΚΙΔΟΥ εαρινό εξάμηνο 2019, ΥΑΕΦ102
Στην ποιητική γλώσσα είναι η προφορά όχι ο συλλαβισμός που έχει σημασία (ευφωνία), αν και τα δύο είναι φυσικά συμπληρωματικά. Αυτό συμβαίνει, επειδή η ελληνική ποίηση προορίζεται να λέγεται και να ακούγεται όχι να διαβάζεται και να βλέπεται. Η ελευθερία του Ομήρου για μακρύνσεις και βραχύνσεις συχνά παρωδήθηκε.
η ποιότητα μιας συλλαβής ορίζεται από το φωνήεν της ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΕΣ ΣΥΛΛΑΒΕΣ ΦΥΣΕΙ: περιέχουν η, ω, αι, ει, οι, αυ, ευ, ου (όλες οι δίφθογγοι) ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΕΣ ΣΥΛΛΑΒΕΣ ΦΥΣΕΙ: περιέχουν ε, ο ΑΛΟΓΕΣ (είτε μακρές είτε βραχείες): περιέχουν α, ι, υ
τι είναι χασμωδία Χασμωδία και θεραπεία της Στο αυτί των ΑΕ ηχούσε άσχημα, όταν συνέβαινε να συναντηθούν στη ροή του λόγου δυο λέξεις που η πρώτη έληγε σε φωνήεν και η άλλη άρχιζε από φωνήεν. Το δυσάρεστο αίσθημα που δημιουργούσε η συνάντηση φωνηέντων όπου για να προφερθούν τα φωνήεντα αυτά το στόμα του ομιλητή έπρεπε να μείνει ανοιχτό για πολύ οι μεταγενέστεροι γραμματικοί το δήλωναν με τον όρο χάσμα (ρ. Χάσκω = ανοίγω υπερβολικά το στόμα μου, μιλάω με πολύ ανοιχτό το στόμα). Τον όρο χασμωδία τον χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε τη συνάντηση του ληκτικού φωνήεντος μιας λέξης με το αρκτικό φωνήεν της επόμενης λέξης, καθώς και τη δυσάρεστη εντύπωση που δημιουργεί η συνάντηση αυτή.
Τρόποι θεραπείας της χασμωδίας Έκθλιψη: αποβολή του ληκτικού βραχύχρονου φωνήεντος μιας λέξης μπροστά από το αρκτικό φωνήεν της επόμενης λέξης. Ο κανόνας της γραμματικής σύμφωνα με τον οποίο οι δίφθογγοι αι και οι λογαριάζονται βραχύχρονοι, όταν βρίσκονται στο τέλος ασυναίρετης κλιτής λέξης, ΔΕΝ ισχύει στη μετρική. Στη μετρική όλew οι δίφθογγοι είναι μακρόχρονοι. Εντούτοις η κατάληξη αι των μέσων και παθητικών ρ. και, σπανιότερα, η κατάληξη οι στις αντωνυμίες μοι, σοι, τοι και στη λέξη οἴμοι μπορούν, ιδιαίτερα στον Όμηρο, να εκθλίβωνται. Δεν εκθλίβονται: το ι στη δοτική ενικού των τριτοκλίτων ονομάτων το ι και το υ στις λέξεις τί (τι), ὅτι, ὅ (ὁ), τό, πρό, περί, ἄχρι, μέχρι το υ οι λέξεις τά, ἓ, ἰδὲ (= και), ἄνα (κλητική του ἄναξ) Αφαίρεση: αποβολή του αρκτικού βραχύχρονου φωνήεντος (συνήθως ε) της επόμενης λέξης ύστερα από μακρόχρονο ληκτικό φωνήεν της προηγούμενης λέξης
τρόποι και θεραπεία χασμωδίας 2 Κράση: ένωση και συγχώνευση σε μακρόχρονο φωνήεν ή δίφθογγο του ληκτικού φωνήεντος ή του ληκτικού διφθόγγου της προηγούμενης λέξης με το αρκτικό φωνήεν ή τον αρκτικό δίφθογγο τηε επόμενης λέξης (οι 2 λέξεις γράφονται πλέον ως μία). Συναλοιφή: συμπροφορά σε χρόνο μιας μακρόχρονης συλλαβής του ληκτικού φωνήεντος ή του ληκτικού διφθόγγου της προηγούμενης λέξης και του αρκτικού φωνήεντος ή του αρκτικού διφθόγγου της επόμενης λέξης ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΛΕΞΗΣ Χασμωδία δημιουργούσε η συνάντηση 2 φωνηέντων (ή 1 διφθόγγου και 1 φωνήεντος) και στο εσωτερικό μιας λέξης. Η θεραπεία γινόταν σε αυτή την περίπτωση με α) με τη συναίρεση, την ένωση δύο φωνηέντων σε ένα μακρόχρονο φωνήεν ή σε δίφθογγο β) με τη συνίζηση, τη συμπροφορά των δύο φωνηέντων σε χρόνο μιας μακρόχρονης συλλαβής. Τη συνίζηση την επιβάλλουν συχνά μετρικοί λόγοι για να αποφύγει π.χ. ο επικός ποιητής την παρουσία του κρητικού ρυθμού υ στο δακτυλικό εξάμετρο.
ΔΑΚΤΥΛΙΚΟ ΕΞΑΜΕΤΡΟ Στους στίχους του Ομήρου η βασική ενότητα είναι ο δάκτυλος υυ (ΠΟΥΣ) υυ υυ υυ υυ υυ Χ κάθε υυ = Οι 2 βραχείες συλλαβές του δακτύλου (δισύλλαβο δίλογο) συχνά αντικαθίστανται από μια μακρά συλλαβή (μονοσύλλαβο δίλογο άρα πρκύπτει το σχήμα = σπονδείος)
Ιδιαίτερες μορφές Ο ολοδάκτυλος (με 5 τρισύλλαβους δάκτυλους) Ο ολοσπόνδειος (με 6 σπονδείους) Ο σπονδειάζων (με δισύλλαβο τον 5 ο πόδα) Τομές (τέλος λέξης αλλά όχι τέλος μέτρου) Πενθημιμερής (ή άρρην τομή), μετά το τρίτο μακρό Κατά τρίτον τροχαίον (ή θήλεια τομή), μετά το πρώτο βραχύ του τρίτου δακτύλου (ύστερα από τον τρίτο τροχαίο, υ) Εφθημιμερής, μετά το 4ο μακρό Τριημιμερής, μετά το 2ο μακρό
ΤΟΜΗ, ΔΙΑΙΡΕΣΗ, ΖΕΥΓΜΑ Τομή- Διαίρεση- Ζεύγμα Στη μετρική μιλούμε για λέξη και χρησιμοποιούμε τον όρο με ειδικό νόημα. Σημαίνει όχι την κάθε λέξη που σημειώνεται χωριστά στη γραφή, αλλά μονάχα εκείνη που κλείνει δικό της νόημα μέσα της (ουσιαστικό, επίθετο, ρήμα, επίρρημα κλπ.). αυτή όμως μαζί με τα προκλιτικά και εγκλιτικά που τη συνοδεύουν (άρθρα, προθέσεις, αντωνυμίες, μόρια κ.τ.λ.). Γιατί στο αυτί τα προκλιτικά και τα εγκλιτικά, καθώς μένουν όλα άτονα, στηρίζονται πάνω στη λέξη που τα κυβερνάει και ακούγονται μαζί της σαν μια ενότητα. ***** Τα κλιτικά είναι είτε (1) προκλιτικά (πάνε με τη λέξη που ακολουθεί): «το σπίτι», είτε (2) εγκλιτικά (πάνε με τη λέξη που προηγείται): «σπίτι μου» *****
ΤΟΜΗ ΤΕΛΟΣ ΛΕΞΗΣ ΟΧΙ ΤΕΛΟΣ ΜΕΤΡΟΥ 1. ΠΕΝΘΗΜΙΜΕΡΗΣ (μετά από 3 μακρό) 2. ΚΑΤΑ ΤΡΙΤΟ ΤΡΟΧΑΙΟΝ (μετά από 3 τροχαίο) 3. ΕΦΘΗΜΙΜΕΡΗΣ (μετά από 4 μακρό) 4. ΤΡΙΗΜΙΜΕΡΗΣ (μετά από 2 μακρό) * ΠΡΟΣΟΧΗ ΜΕΤΡΑΜΕ ΤΑ ΣΤΑΘΕΡΑ ΜΑΚΡΑ (= ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΟΔΑ υυ Ή - - )
ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΕΛΟΣ ΛΕΞΗΣ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΠΟΔΟΣ (τεταρτος πους) 1) ΑΝ Ο ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΠΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΔΑΚΤΥΛΟΣ τότε συνηθέστατα έχουμε 1.1. ΒΟΥΚΟΛΙΚΗ ΔΙΑΙΡΕΣΗ - υυ/ 1.2. ΖΕΥΓΜΑ ΤΟΥ ΗERMANN 2) ΑΝ Ο ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΠΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΣΠΟΝΔΕΙΟΣ τότε συνηθέστατα έχουμε 1.1. ΖΕΥΓΜΑ ΒΟΥΚΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΙΡΕΣΗΣ (όχι δηλ. ζεύγμα του Hermann και βουκολική διαίρεση
ΒΟΥΚΟΛΙΚΗ ΔΙΑΙΡΕΣΗ, ΖΕΥΓΜΑΤΑ Διαίρεση (τέλος λέξης και τέλος μέτρου) Συχνά τελειώνει λέξη στο τέλος του 4 ου ποδός. Τη διαίρεση αυτή την ονομάζουν οι αρχαίοι βουκολική. Καμιά διαίρεση δεν είναι υποχρεωτική. Στον ομηρικό εξάμετρο οι τομές αρκούν για να τον διαρθρώσουν. Ζεύγματα Το δ.ε. του Ομήρου παρουσιάζει δύo ζεύγματα. Ζεύγμα του Hermann: αποφεύγεται να τελειώνει λέξη ύστερα από την πρώτη βραχεία συλλαβή του 4 ου δακτύλου. Σε όλη την Ιλιάδα και την Οδύσσεια με τους 3000 κάπου στίχους υπάρχουν 26 μονάχα στίχους που να παραβαίνουν το ζεύγμα αυτό (Ι 394, Ω 753). Ζεύγμα της βουκολικής διαίρεσης: αν ο τέταρτος πόδας έχει σπονδειακή μορφή, αποφεύγεται να τελειώνει με αυτόν λέξη. Αντίθετα με το ζεύγμα του Hermann, το ζεύγμα της βουκολικής διαίρεσης παραβαίνεται αρκετά συχνά στο ομηρικό εξάμετρο.
Υπάρχουν στίχοι που παρέχουν τη δυνατότητα για περισσότερες τομές. Ότι ο ραψωδός χρησιμοποιούσε στην απαγγελία του και τις δυο τομές, τριχοτομώντας έτσι το στίχο, είναι εντελώς απίθανο. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται η τομή που είναι πιο συχνή. Στο δ.ε. η κατά τρίτον τροχαίον είναι συχνότερη από την πενθημιμερή και εφθημιμερή. Η πενθημιμερής είναι συχνότερη από την εφθημιμερή. Ο ποιητής καταφεύγει στην εφθημιμερή, όταν η μέση του στίχου κατέχεται από μια μεγάλη λέξη κατά προτίμηση από κύριο όνομα. Τότε είναι αδύνατη η πενθημιμερής ή κατά τρίτον τροχαίον τομή. Το ίδιο συμβαίνει και με την τριημιμερή τομή. Η έκθλιψη δεν εμποδίζει την τομή. Πώς είναι δυνατόν η φωνή να σταματάει σε λέξη με εκθλιμμένο το τελικό της φωνήεν, ενώ η έκθλιψη προυποθέτει τη συνεκφορά της με την επόμενη λέξη, είναι κάτι που ξεφεύγει από την αντίληψή μας. Στο τέλος του στίχου δεν έχουμε ποτέ έκθλιψη στον Όμηρο και φυσικά ούτε προκλιτική λέξη, που να ανήκει δηλ. σε λέξη τοποθετημένη στην αρχή του επόμενου στίχου.
Στις δύο πρώτες περιπτώσεις μιλούμε για τομή του στίχου στις θέσεις αυτές, στην τρίτη μιλούμε για διαίρεση του στίχου, δηλ. αυτή τη φορά το σταμάτημα γίνεται εκεί ακριβώς που τελειώνει η βασική μετρική ενότητα. Παρατηρήθηκε ότι σε πολλά είδη στίχους (δακτυλικούς, τροχαϊκούς, ιαμβικούς, δακτυλεπίτριτους) υπάρχουν θέσεις, όπου απαγορεύεται ή τουλάχιστον αποφεύγεται να τελειώνει λέξη. Αυτά τα μέρη τα ονομάζουμε ζεύγματα. Δηλαδή η πριν και η μετά από τη θέση αυτή συλλαβή ζεύονται στην ίδια λέξη. Δεν είναι δηλ. η μια η τελευταία συλλαβή της προηγούμενης λέξης και η άλλη η πρώτη συλλαβή της επόμενης λέξης, αλλά συνανήκουν οι συλλαβές αυτές στην ίδια λέξη. Εάν σε ορισμένες περιπτώσεις ο ποιητής δεν εφαρμόζει τον κανόνα που προβλέπεται για τη θέση αυτή και επιτρέπει κατ εξαίρεση να υπάρχει στη θέση αυτή τέλος λέξης τότε μιλάμε για παράβαση του ζεύγματος.
πότε το φύσει γίνεται θέσει ΤΑ ΒΡΑΧΕΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΑΚΡΑ: 1) To γυμνό βραχύ φωνήεν στο τέλος μιας λέξης γίνεται θέσει μακρό, αν η επόμενη λέξη αρχίζει με δύο ή περισσότερα σύμφωνα ή με ένα διπλό π.χ. Ανὰ στρατόν (α μακρό) Το φαινόμενο το βρίσκουμε να λειτουργεί με τον τρόπο αυτό μόνον, όταν η βραχεία συλλαβή κατέχει τη θέση ενός μακρού ή τη θέση του πρώτου δίλογου, όχι όμως αν κατέχει τη θέση του τέταρτου ή του δεύτερου δίλογου. Στην περίπτωση του δεύτερου δίλογου υπάρχουν μερικές παραβάσεις αυτού του κανόνα.
πότε το φύσει γίνεται θέσει ΤΑ ΒΡΑΧΕΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΑΚΡΑ: 2) Η φύσει βραχεία λήγουσα μιας λέξης που κλείνει με ένα απλό σύμφωνο γίνεται θέσει μακρά, αν η επόμενη λέξη αρχίζει με ένα ή περισσότερα σύμφωνα π.χ. ὃς μάλα (το ο μακρό)
πότε τα μακρά γίνονται βραχέα θέσει 3) Τελικό μακρό φωνήεν ή δίφθογγος στο τέλος μιας λέξης μπορεί να βραχυνθεί, αν η επόμενη λέξη αρχίζει με φωνήεν. Η βράχυνση αυτή γίνεται για να αποφευχθεί η χασμωδία. Γι αυτό λέγεται χασμωδική βράχυνση. π.χ. Λευκοὶ ὕπερθε (οι βραχύ) Η βράχυνση αυτή μπορεί να γίνει και αν η μακρά συλλαβή προέρχεται από συνίζηση. Ο κανόνας αυτός της βράχυνσης της μακράς συλλαβής μπροστά από άλλο φωνήεν δεν ισχύει για το εσωτερικό μιας λέξης παρά σε ελάχιστα μόνο παραδείγματα. π.χ. Λ 380 βέβληαι οὐδ ἅλιον (η βραχύ αι βραχύ)
ΕΞΑΙΡΕΣΗ Συχνά όμως η τελική μακρά συλλαβή μιας λέξης παραμένει μακρά, μολονότι ακολουθεί λέξη που αρχίζει από φωνήεν (χασμωδικό μακρό) Α 30 ἡμετέρωι ἐνί οἴκωι, ἐν Ἄργεϊ, τηλόθι πάτρης 114 κουριδίης ἀλόχου, ἐπεί οὐ ἐθέν ἐστι χερείων έχουμε βράχυνση στο οἴκωι και στο ἐπεί, αλλά στο ἡμετέρωι και στο ἀλόχου όχι.
4) Συχνά το ληκτικό βραχύ φωνήεν μιας λέξης δεν εκθλίβεται μπροστά από το αρκτικό φωνήεν της επόμενης λέξης με αποτέλεσμα να δημιουργείται χασμωδία (χασμωδικό βραχύ) κ 178 (ὦκα, α βραχύ) 5) Η τελική βραχεία συλλαβή μιας λέξης, όταν η ακόλουθη αρχίζει από φωνήεν, μπορεί να εκταθεί. Όταν η λέξη κλείνει με ένα απλό σύμφωνο και η επόμενη λέξη δεν αρχίζει με σύμφωνο Α153 δεῦρο μαχησόμενος, ἐπεὶ οὔ τί μοι αἴτιοί εἰσιν (νος μακρό)
Σε πολλές περιπτώσεις οι ανωμαλίες βρίσκουν την εξήγησή τους στο ότι η επόμενη λέξη είχε στην εποχή του Ομήρου ένα δίγαμμα μπροστά από το αρκτικό φωνήεν της ή αμέσως μετά από το αρκτικό της σύμφωνα (το δίγαμμα δε σημειώνεται στα χειρόγραφα που μας έσωσαν το κείμενο του Ομήρου Οι συχνότερες ομηρικές λέξεις που έχουν δίγαμμα παρατίθενται στη σελ. 37 Λυπουρλή ἄγνυμι, ἀείρω, αἵρω, ἅλις, ἄναξ, ἔαρ, εἶδος, εἶπον, ἐίσκω, Ἑκάβη, ἑκάεργος, ἑκάς, ἕκαστος, κ.τ.λ.
δίγαμμα βλ. και διάλεκτος Ο Άγγλος φιλόλογος Bentley το πρωτοανακάλυψε. Εκτός από τα γνωστά σύμφωνα των άλλων διαλέκτων (αττικά, δωρικά) ο Όμηρος αναγνώριζε ένα χειλικό σύμφωνο (w στην προφορά του), του οποίου αρχικό όνομα πρέπει να ήταν waw (σημιτικό). Αργότερα οι γραμματικοί το ονόμασαν δίγαμμα, δηλ. διπλό γάμμα εξαιτίας του σχήματός του (προσέξτε ότι οι γραμματικοί σκέφτονται σε όρους γραφής και όχι προφορικού λόγου, όπως κάνουν οι ποιητές). Το γράμμα απαντά συχνά σε διαλεκτικές επιγραφές (αιολικές, δωρικές και άλλες) και επίσης σε πρώιμους λυρικούς ποιητές.
2 Δεν γνωρίζουμε αν αυτό το γράμμα γραφόταν ή όχι στα αρχικά γραπτά του Ομήρου. Και ίσως ο Όμηρος δεν το άκουγε στην εποχή του. Δεν είναι απαραίτητο να το αποκαταστήσουμε στις σύγχρονες εκδόσεις. Σίγουρα είχε μεγάλη συνέπεια στην προφορά των ομηρικών ελληνικών. Αυτό ευθύνεται για μακρύνσεις, π.χ. ξεῖνος, μοῦνος και για θεραπεία χασμωδίας, π.χ. α 17 τῷ οἱ ἐπεκλώσαντο θεοὶ οἶκονδε. Το Fοἱ, Fοῖκον στην προφορά. Μπορούμε να σκεφτούμε πώς είναι μία λέξη στην λατινική για να καταλάβουμε αν στην ελληνική είχε αρχικά δίγαμμα, π.χ. ἕσπερος- vesper, σfός- suus. (πβ. work, Fέργον).
3 Συχνά το δίγαμμα αντικαταστάθηκε από υ στο εσωτερικό ἔχευα (ἔχεfα), ἀποεῖπον (αττ. ἀπεῖπον, ἀποfεῖπον), ἔειπον (ἔfειπον). Συχνά όμως το δίγαμμα παραμελείται σε περιπτώσεις μάκρυνσης ή αποφυγής χασμωδίας, π.χ. λ 110 οἱ μὲν ἄρ οἶνον (Fοῖνον κανονικά, vinum λατ.). Στις περιπτώσεις αυτές οι εκδότες θεωρούν τον στίχο ύποπτο ή τον διορθώνουν. Πιθανόν αυτό είναι σημάδι ότι στην εποχή του Ομήρου ο ήχος ήταν σε ένα μεταβατικό στάδιο μεταξύ προφοράς και μη προφοράς του διγάμματος.