Δίκαιο της Θαλάσσιας Ασφάλισης Εξάμηνο 2 ο Δευτέρα 1 Απριλίου 2019 Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗ Μεταπτυχιακός Φοιτητής: Κουβαράς Ανδρέας (Α.Μ.: 7340010618013) Υπεύθυνοι Καθηγητές: κα. Κινινή Έφη, κ. Χριστοδούλου Δημήτριος, Τμήμα Νομικής - ΠΜΣ Εμπορικό Δίκαιο (Ναυτικό Δίκαιο) 2018-2019 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Περιεχόμενα Ενότητα 1 η - Έννοια και τύποι της θαλάσσιας ασφάλισης Η έννοια της «Θαλάσσιας Ασφάλισης» Εξειδικευμένοι τύποι της θαλάσσιας ασφάλισης Ενότητα 2 η Η παραγραφή πριν τον ν.2496/1997 Γενικά Χερσαίες Ασφαλίσεις Θαλάσσιες Ασφαλίσεις Ενότητα 3 η Η παραγραφή κατά τον ν.2496/1997 Γενικά Θαλάσσιες Ασφαλίσεις Αεροπορικές Ασφαλίσεις Χερσαίες Ασφαλίσεις Ενότητα 4 η - Νομολογία Βιβλιογραφία
Ενότητα 1 η - Έννοια και τύποι της θαλάσσιας ασφάλισης Η έννοια της «Θαλάσσιας Ασφάλισης» «Παν έννομον συμφέρον, περιλαμβανομένου και του ελπιζόμενου κέρδους, εκτιθέμενον εις θαλάσσιους κινδύνους, δύναται ν αποτελέση αντικείμενον της θαλάσσιας ασφάλισης» ΚΙΝΔ 259 «Ένα πρόσωπο έχει συμφέρον στη θαλάσσια αποστολή όταν βρίσκεται σε νομική ή καλής πίστεως σχέση προς την αποστολή ή την ασφαλιστέα κινδυνεύουσα περιουσία και συνεπώς μπορεί να ευνοηθεί από την ασφαλή ή την οφειλόμενη άφιξη της ασφαλιστέας περιουσίας ή να ζημιωθεί από την απώλεια, βλάβη ή κράτηση αυτής ή μπορεί να προκληθεί ευθύνη του σε σχέση με αυτήν» Αγγλικός Νόμος περί θαλάσσιων ασφαλίσεων (ΜΙΑ)
Εξειδικευμένοι τύποι της θαλάσσιας ασφάλισης Τρέχουσα «Εάν η ασφάλισις αφορά εις πράγματα μη καθωρισμένα ή ωρισμένα μόνον κατά γένος, μέλλοντα να φορτωθούν κατά τμήματα ή και εφ άπαξ επί πλοίων ορισθέντων ή μη (τρέχουσα ασφάλισις), η ασφάλισις καλύπτει έκαστην γενόμενη φόρτωσιν, του ησφαλισμένου υποχρεούμενου, επί ποινή αποζημιώσεως, όπως γνωστοποιεί ταύτην αμελλητί εις τον ασφαλιστήν» «Απροσδιορίστου Πλοίου Κυμαινόμενη Ασφάλιση (Κυμαινόμενο Ασφαλιστήριο) Ανοιχτό Ασφαλιστικό Κάλυμμα ΚΙΝΔ 261
Ενότητα 2 η Η παραγραφή πριν τον ν.2496/1997 Γενικά Χερσαία ασφάλιση: 195 ΕΝ Θαλάσσια ασφάλιση: 290 και 291 ΚΙΝΔ Εναέρια ασφάλιση: Δεν υπάρχει ρύθμιση Προβληματική ΕΝ/ ΚΙΝΔ: Ορίζεται ότι η παραγραφή αρχίζει από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκε η αξίωση. Με τον τρόπο αυτό π.χ. άλλες αξιώσεις από χερσαία ασφάλιση θα παραγράφονται σε τέσσερα χρόνια και άλλες σε τρία χρόνια, ανάλογα με το τυχαίο γεγονός σε ποια ημερομηνία του χρόνου γεννήθηκαν.
Χερσαίες Ασφαλίσεις «πάσα αγωγή πηγάζουσα εκ της συμβάσεως της ασφαλίσεως κατά των ζημιών ή επί της ζωής παραγράφεται δια της παρελεύσεως τριών ετών, αρχομένων από το τέλος του έτους εντός του οποίου εγεννήθη η αγωγή» Δυνατότητα δικαστικής επιδιώξεως της παραγραφής (ΑΚ 251) Συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων για την παραγραφή του ΑΚ (εφ όσον δεν τροποποιούνται από τις διατάξεις του ΕΝ) 195 ΕΝ
«Εις διετή παραγραφήν υπόκεινται οι αξιώσεις: Θαλάσσιες Ασφαλίσεις 1. Των συμπλοιοκτητών κατ αλλήλων ή κατά του διαχειριστού της συμπλοιοκτησίας αι πηγάζουσαι εκ της εκμεταλλεύσεως ή διαχειρίσεως του πλοίου, 2. Εκ της θαλάσσιας ασφαλίσεως, 3. Εξ επιθαλάσσιας αρωγής ή διασώσεως δια την πληρωμήν της αμοιβής και των εξόδων 4. Κατά του ναυπηγού ένεκεν ελλείψεως του ναυπηγηθέντος πλοίου» ΚΙΝΔ 290 Αξιώσεις ασφαλιστή: Καταβολή ασφαλίστρου και άλλων ποσών / Αξιώσεις ενεργούντος ασφάλισης προσώπου: Καταβολή ασφαλιστικής αποζημιώσεως, δαπάνες αποφυγής ή μειώσεως ζημίας «Η παραγραφή των εις τα προηγούμενα άρθρα αξιώσεως αρχίζει άμα τη λήξει του έτους καθ ο συμπίπτει η αφετηρία αυτής. Η έγερσις της αγωγής κατά του ασφαλιστού λόγω εγκαταλείψεως διακόπτει την παραγραφήν και της κατ αυτού αξιώσεως λόγω ζημιών» ΑΚ 291 επόμενα ΚΙΝΔ 291 π.χ. Παραγραφή αξιώσεως είχε αρχίσει κατά τον ΑΚ στις 15 Αυγούστου 1978, η απαίτηση έχει παραγραφεί μετά την παρέλευση του έτους 1980, εφ όσον πρόκειται για διετή παραγραφή.
Διακοπή της παραγραφής στη θαλάσσια ασφάλιση «Η παραγραφή των εις τα προηγούμενα άρθρα αξιώσεως αρχίζει άμα τη λήξει του έτους καθ ο συμπίπτει η αφετηρία αυτής. Η έγερσις της αγωγής κατά του ασφαλιστού λόγω εγκαταλείψεως διακόπτει την παραγραφήν και της κατ αυτού αξιώσεως λόγω ζημιών» «Εάν ο ασφαλιστής, εντός τριάκοντα ημερών από της κοινοποιήσεως της δηλώσεως περί εγκαταλείψεως, δεν αμφισβητήση το δικαίωμα της εγκαταλείψεως, ή εάν τούτο αναγνωρισθή δικαστικώς, τα επί των εγκαταλειπομένων αντικειμώνων δικαιώματα μεταβιβάζονται εις τον ασφαλιστήν. Η μεταβίβασις θεωρείται συντελεσθείσα από της κοινοποιήσεως της περί εγκαταλείψεως δηλώσεως. Ο ησφαλισμένος υποχρεούται να παράσχη εις τον ασφαλιστήν τας υπάρχουσας πληροφορίας και να παραδώση εις αυτόν τα εις την κατοχήν του αποδεικτικά έγγραφα» ΚΙΝΔ 291 ΚΙΝΔ 285
Ενότητα 3 η Η παραγραφή κατά τον ν.2496/1997 Γενικά «Αξιώσεις που πηγάζουν από την ασφαλιστική σύμβαση παραγράφονται, στις ασφαλίσεις ζημιών μετά από 4 χρόνια και στις ασφαλίσεις προσώπων μετά από 5 χρόνια, από το τέλος του έτους στο οποίο γεννήθηκαν» Άρθρο 10 ν. 2496/1997 Ο ζημειωθείς τρίτος έχει τη δυνατότητα ν ασκήσει κατά του ασφαλιστή πλαγιαστικά την υποκείμενη σε μεγαλύτερη παραγραφή αξίωση του ασφαλισμένου, με την προϋπόθεση της γένεσης της αξιώσεως του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή και την αδράνεια του πρώτου. (ΕφΑθ 7854/2001, ΕΕμπΔ 2003.368) Έναρξη Ισχύος: Υπόκεινται και οι αξιώσεις που είχαν γεννηθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του και δεν είχαν υποπέσει σε παραγραφή (ΕφΑθ 8994/2002) Συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων ΑΚ εφ όσον δεν τροποποιούνται.
Θαλάσσιες Ασφαλίσεις Σε 2ετή παραγραφή υπόκεινται οι αξιώσεις για θαλάσσια ασφάλιση (ΚΙΝΔ 290 περ.2) Η παραγραφή αρχίζει μόλις λήξει το έτος στο οποίο συμπίπτει η αφετηρία της, δηλαδή την 1 η Ιανουαρίου του επόμενου έτους (ΚΙΝΔ 291) Η έγερση αγωγής διακόπτει την παραγραφή της αξιώσεως εξ αιτίας εγκαταλείψεως. (ΚΙΝΔ 291) Συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων ΑΚ
Ασφάλιση πληρώματος Σύναψη: από τον πλοιοκτήτη υπέρ του πληρώματος. Μορφή: Ομαδική ασφάλιση Δικαιούχος: Μόνο μέλος του πληρώματος ή οι κληρονόμοι του Πρόσθετη αντιπαροχή πέραν του μισθού του πληρώματος Οι αξιώσεις σχετίζονται με θαλάσσιους κινδύνους ΚΙΝΔ Υπερισχύει: Ασφάλιση προσώπων Παραγραφή: Πενταετής (ΑσφΝ)
Αεροπορικές Ασφαλίσεις Σε 2ετή παραγραφή υπόκεινται οι αξιώσεις από την αεροπορική ασφάλιση (ΚΑΔ 155 περ. ε) Η παραγραφή των αξιώσεων αυτών αρχίζει μόλις λήξει το έτος μέσα στο οποίο συμπίπτει η έναρξή της (ΚΑΔ 156)
Χερσαίες Ασφαλίσεις Η αξίωση στο πρόσωπο που ζημιώθηκε κατά του ασφαλιστή παραγράφεται μετά πάροδο 2 ετών από την ημέρα του ατυχήματος, επιφυλασσόμενων των κειμένων διατάξεων για αναστολή και διακοπή της παραγραφής (άρθρ.10 παρ.2 ν.489/1976). Η παραγραφή της αξίωσης του τρίτου κατά του ασφαλιστή είναι δύο χρόνια από την ημέρα του ατυχήματος, αλλά και αν έχει παραγραφεί μπορεί να ασκήσει πλαγιαστική αγωγή κατά του ασφαλιστή ο τρίτος, αν, πριν την παραγραφή, είχε ασκήσει αγωγή κατά του ζημιώσαντα. O ΑσφΝ δεν εφαρμόζεται στην υποχρεωτική ασφάλιση αστικής ευθύνης εξ αυτοκινήτων, στο μέτρο που υπερισχύουν οι ειδικές διατάξεις του κ.ν. 489/76. Οι διατάξεις των παρ. 2-7 του αρθ. 2 ΑσφΝ, μολονότι αφορούν θέματα που δεν ρυθμίζει ο κ.ν 489/76, θα πρέπει να δεχτούμε ότι δεν εφαρμόζονται, γιατί δεν αρμόζουν με τη νομοθετικά προκαθορισμένη ελάχιστη κάλυψη που ο ασφαλιστής παρέχει στον αιτούντα την κάλυψη της αστικής του ευθύνης εξ αυτοκινήτων, σε εκτέλεση σχετικής νομοθετικής του υποχρέωσης. 4 χρόνια από το χρόνο του ατυχήματος. Αναστολή καθ όν χρόνο γίνεται επεξεργασία του φακέλου της ζημίας. Ε Οδηγία αυτοκινήτων
Υποκατάσταση του ασφαλιστή στα δικαιώματα του λήπτη της ασφάλισης Εφαρμοστέο δίκαιο στην υποκατάσταση: Το δίκαιο που διέπει και την ασφαλιστική σύμβαση Η παραγραφή των αξιώσεων του λήπτη κατά του τρίτου που του προξένησε τη ζημία την οποία αποκατέστησε ο ασφαλιστής δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθουν 6 μήνες από την υποκατάσταση, εφόσον η υποκατάσταση έλαβε χώρα πριν την ολοκλήρωση του χρόνου παραγραφής αυτών των αξιώσεων. ΑσφΝ αρθ.14 παρ.5 Ο ασφαλιστής υποχρεωτικής ασφάλισης αστικής ευθύνης που καταβάλλει στον τρίτο ζημιωθέντα χωρίς να είναι υποχρεωμένος από τη σύμβαση στρέφεται καθ υποκατάσταση στην απαίτηση του τρίτου κατά του ασφαλισμένου του, η παραγραφή επίσης δεν συμπληρώνεται πριν την παρέλευση 6 μηνών από την υποκατάσταση. ΑσφΝ αρθ. 26 παρ. 2 εδ. γ
Η ευθύνη από τις διαπραγματεύσεις Η ευθύνη από τις διαπραγματεύσεις κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης, ορθότερο είναι να δεχθούμε ότι δεν υπόκειται στην παραγραφή της αξίωσης από ευθύνη εκ των διαπραγματεύσεων (άρθ. 198 ΑΚ), αλλά σε αυτή της ασφαλιστικής σύμβασης. Διαφορετικά από ότι συμβαίνει με την παραγραφή των αξιώσεων κατά του αδικοπραξία υπόχρεου προς αποζημίωση, η έναρξη της παραγραφής των κατά του ασφαλιστή αξιώσεων προς ασφάλισμα συμπίπτει σύμφωνα με τον γενικό κανόνα (ΑΚ 251) με το χρόνο που γεννήθηκε η αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη, χωρίς να ενδιαφέρει αν ο λήπτης της ασφάλισης αγνοούσε, έστω και ανυπαίτια την επέλευση του κινδύνου. Στην ασφάλιση αστικής ευθύνης, η έναρξη της παραγραφής συμπίπτει με το χρόνο κατά τον οποίο στρέφεται ο τρίτος ζημιωθείς κατά του λήπτη με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης, συνεπώς ο λήπτης της ασφάλισης αναγκαστικά θα γνωρίζει την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου. Συνεπώς ειδικά στην ασφαλιστική σύμβαση, ο σκοπός του άρθ. 10 ΑσφΝ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «ο χρόνος γένεσης της αξίωσης» εκλαμβάνεται αντικειμενικά, ως χρόνος δηλαδή στον οποίο θα μπορούσε να ασκήσει την απαίτηση του όχι ο συγκεκριμένος ασφαλισμένος, και επιπλέον χωρίς να ενδιαφέρει αν ήταν για τον συγκεκριμένο ασφαλισμένο δυνατή η δικαστική επιδίωξής της, εκτός βέβαια, αν για λόγους ανωτέρας βίας κωλυόταν στην άσκηση της.
Επικουρικό Κεφάλαιο Νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου Συστάθηκε από τον κ.ν. 489/76 Συμμετέχουν υποχρεωτικά όλοι οι ασφαλιστές αστικής ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων Η αξίωση (ευθεία αγωγή) τρίτου ζημιωθέντα κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου είναι ποιοτικά και ποσοτικά ίδια με αυτή κατά του ασφαλιστή και άρα υπόκειται σε διετή παραγραφή που αρχίζει την ημέρα του ατυχήματος. Αρθ. 10 παρ. 2 κ.ν. 489/76
Αντασφαλιστική σύμβαση Οι διατάξεις για την παραγραφή των αξιώσεων, που πηγάζουν από την ασφαλιστική σύμβαση, δεν αρμόζουν στη σύμβαση αντασφάλισης, ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά. Το εύλογο δικαίωμα του πρωτασφαλιστή, που, λόγω του ότι δημιουργεί υποχρεωτικά αποθέματα, πρέπει να έχει μια σύντομη παραγραφή των αξιώσεων από την πρωτασφαλιστική σύμβαση, δεν υφίσταται στον ίδιο βαθμό με τον αντασφαλιστή, που επίσης, σε αντίθεση από τον πρωτασφαλιστή, δεν έχει να κάνει με πληθώρα πελατών στο βαθμό που έχει να κάνει ο πρωτασφαλιστής, ούτε αντιμετωπίζει όπως ο πρωτασφαλιστής το ίδιο πλέγμα των νομοθετικών υποχρεώσεων σχετικά με τα αποθέματα. ΕμπΝ (αρθ. 226-254) (ισχύοντας τότε στην κατωτέρω απόφαση) που καταργήθηκε από τον ΚΙΝΔ, κατά την οποία διάταξη το σημείο έναρξης του χρόνου παραγραφής στη θαλάσσια ασφάλιση είναι το τέλος του χρόνου εντός του οποίου περατώθηκε ο ασφαλισμένος πλούς, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στη σύμβαση θαλάσσιας αντασφάλισης, καθότι είναι διαφορετικό συνάλλαγμα, όπου εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις του αστικού δικαίου. (ΕφΑθ 1795/29)
Έναρξη Παραγραφής Από το χρονικό σημείο κατά το οποίο γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. (ΑΚ 251 επόμενα). Η αξίωση γεννιέται όταν ο τρίτος που ζημιώθηκε επιδόσει στον ασφαλισμένο τη σχετική αγωγή που ενεργοποιεί την ευθύνη του και έκτοτε πραγματοποιείται η ασφαλιστική περίπτωση (κίνδυνος) έστω και αν ακόμη δεν έχει συγκεκριμενοποιηθεί με δικαστική διάγνωση ή εξώδικο καθορισμό το ύψος της αξίωσης του τρίτου (ζημιωθέντος), ούτε η έκταση της ευθύνης, ούτε το ποσό της αξίωσης του ασφαλισμένου κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης. Έκτοτε ο ασφαλισμένος μπορεί να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρίας (ΚΠολΔ 69, ΑΚ 251) Η αποκλειστική προθεσμία αρχίζει εφόσον ο ασφαλιστής αποκρούσει την ύπαρξη υποχρέωσής του προς καταβολή της αποζημίωσης. Η παραγραφή δεν μπορεί να συντμηθεί ή να επιμηκυνθεί (ΑΚ 275).
Παραδείγματα Η έναρξη της παραγραφής απαίτησης κατά ασφαλιστικής εταιρίας, που αναδέχτηκε σωρευτικά το χρέος από αυτοκινητικό ατύχημα πραγματώνεται από την κατάρτιση της σύμβασης σωρευτική αναδοχής (δηλαδή την αποδοχή της δήλωσης που έγινε ενώπιων της αστυνομικής αρχής). ΕφΠειρ 475/1973 Η αξίωση του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή τόσο για καταβολή αποζημίωσης στον τρίτο όσο και για την παροχή δικαστικής προστασίας γεννιέται από το χρόνο επίδοσης της αγωγής και από το χρονικό αυτό σημείο υπολογίζεται ο χρόνος της παραγραφής των αξιώσεων του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή. Συμμετοχή του ασφαλιστή στην απόκρουση της αγωγής του τρίτου επιφέρει διακοπή της παραγραφής. Αφότου, όμως υπάρξει άρνηση και παύσει να συμμετέχει σε αυτή αρχίζει νέα παραγραφή. ΕφΑθ 6132/1982 Ο όρος στο ασφαλιστήριο κατά τον οποίο ο ασφαλιζόμενος σε περίπτωση ζημίας ή ατυχήματος υποχρεούται να το γνωστοποιήσει μέσα σε 25 ώρες στην ασφάλεια και από την τήρηση του εξαρτάται η κάλυψη του ασφαλιστικού κινδύνου είναι άκυρος, γιατί η προθεσμία που ορίστηκε είναι βραχύτερη από αυτή που ορίζει ο νόμος. ΕφΑθ 1319/1970
Ενότητα 4 η - Νομολογία 1544/2010 ΑΠ Πραγματικά περιστατικά: Η αναιρεσείουσα (χήρα Ζ), με την από 13-12-2005 αγωγή της κατά της ήδη μη διαδίκου, Π και της αναιρεσιβλήτου (ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία), ισχυρίσθηκε, ότι από το περιγραφόμενο σ αυτή αυτοκινητικό ατύχημα, το οποίο έλαβε χώρα την 24-12-2000, στη Νέα Εθνική Οδό, από υπαιτιότητα της πρώτης εναγομένης, ως οδηγού ΙΧΕ αυτοκινήτου, της κυριότητας της, που ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη, στη δευτέρα εναγομένη, ασφαλιστική εταιρία, επήλθε ο θάνατος του συζύγου της Ζ. Ζήτησε, δε, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, να της καταβάλουν τα εις την αγωγή ποσά, ως αποζημίωση της, για τη ζημία, την οποία υπέστη, λόγω της στερήσεως των υπηρεσιών του θανούντος συζύγου της. Παραλλήλως, η ενάγουσα, στο ίδιο δικόγραφο της κύριας αγωγής, σώρευσε επικουρικώς, και αγωγή κατά της δευτέρας εναγομένης, ασφαλιστικής εταιρίας, με την οποία ζήτησε, σε περίπτωση που ήθελε γίνει δεκτή τυχόν προβληθησόμενη, από την τελευταία, ένσταση παραγραφής της ευθείας κατ αυτής, από τη σύμβαση ασφαλίσεως αξιώσεως της, να υποχρεωθεί να καταβάλει στην ασφαλισμένη της, α εναγομένη, η οποία αδρανεί να ασκήσει τις κατ αυτής αξιώσεις της από την ασφαλιστική σύμβαση, τα ποσά τα οποία θα υποχρεωθεί να της καταβάλει, σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της κυρίας, κατ αυτής αγωγής.
Απόφαση: Το Εφετείο απέρριψε την έφεση που είχε ασκηθεί από την ενάγουσα και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία είχε απορριφθεί ως προώρως ασκηθείσα η παρεμπίπτουσα αγωγή καθώς είχαν σωρευθεί δύο αγωγές στο ίδιο ένδικο δικόγραφο (α. ευθεία αγωγή κατά της 1 ης εναγομένης και β. επικουρική αγωγή της ανωτέρω 1 ης κατά της 2 ης εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας). Το δικαστήριο του Αρείου Πάγου έκρινε ότι η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο της ευθείας και της πλαγιαστικής αγωγής ήταν παραδεκτή, η αγωγή δε είχε επιδοθεί προς την υπόχρεο ασφαλισμένη, κατά το χρόνο της συζητήσεως ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου των αγωγών (ενώ η τελευταία δεν είχε ασκήσει, μέχρι του χρόνου αυτού, τις αξιώσεις της κατά της ασφαλίστριας). Νομολογία που χρησιμοποιήθηκε από το δικαστήριο: ΚπολΔ αρθ. 72, Ν.489/1976 αρθ. 10 παρ. 2 Ν. 2496/1997 αρθ. 10 ΚΠολΔ αρθ. 559 αρ. 14
1535/2007 ΑΠ Πραγματικά Περιστατικά: Η ενάγουσα (αναιρεσείουσα) με την 31 10 2002 αγωγή της την οποία απηύθυνε ενώπιων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ισχυρίσθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος, οδηγώντας το ΙΧΕ αυτοκίνητο του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική του ευθύνη στη δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία (αναιρεσίβλητη), προκάλεσε από υπαιτιότητα του τον τραυματισμό της κατά το τροχαίο αυτοκινητικό ατύχημα, το οποίο έλαβε χώρα κάτω από τις συνθήκες (τόπος, χρόνος, περιστάσεις) που αναφέρονται στην αγωγή. Ζήτησε δε με την αγωγή να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος να της καταβάλει το ποσό των 28.593,63 ευρώ ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Παράλληλα, η ενάγουσα άσκησε, με το ίδιο δικόγραφο και πλαγιαστική αγωγή κατά της δεύτερης εναγόμενης, ενόψει του ότι η κατ αυτής ευθεία αγωγή έχει παραγραφεί και ζήτησε να υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στον πρώτο εναγόμενο, το ανωτέρο ποσό. Επί των αγωγών αυτών εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση με την οποία έγιναν δεκτές αυτές κατ ουσίαν και υποχρεώθηκε μεν ο πρώτος εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 28.593,63 ευρώ, η δε δεύτερη εναγόμενη να καταβάλει στον πρώτο εναγόμενο το ίδιο ποσό.
Απόφαση: Η πλαγιαστική αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως προώρως ασκηθείσα. Σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αγωγή, στο ίδιο δικόγραφο έχουν σωρρευθεί και οι δυο προαναφερθείσες αγωγές και συνεπώς με την επίδοση της ευθείας αγωγής ενεργοποιήθηκε η ευθύνη του ασφαλισμένου πρώτου εναγομένου, αφού έκτοτε γεννήθηκε η αξίωση του κατά της δεύτερης εναγομένης, ασφαλιστικής εταιρίας. Δεν μπορεί όμως να νοηθεί αδράνεια του ασφαλισμένου πρώτου εναγόμενου στην άσκηση των δικαιωμάτων του, αφού μέχρι τότε δεν είχε αποκτήσει την ιδιότητα του δανειστή του ασφαλιστή του, όπως προεκτέθηκε. Νομολογία που χρησιμοποιήθηκε από το δικαστήριο: ΚπολΔ αρθ. 72, Ν.489/1976 αρθ. 10 παρ. 2 Ν. 2496/1997 αρθ. 10 ΚΠολΔ αρθ. 559 αρ. 14
1221/2011 ΑΠ Πραγματικά Περιστατικά: Από το τέλος του έτους 2001, μέσα στο οποίο επιδόθηκε, από τον ζημιωθέντα η αγωγή του στον ασφαλισμένο ιδιοκτήτη οχήματος, μέχρι το χρόνο επιδόσεως της υπό κρίση αγωγής (14-3-2006) του ασφαλισμένου προς το Επικουρικό Κεφάλαιο παρήλθε διάστημα μεγαλύτερο της τετραετίας. Επομένως, η αγωγική αξίωση, η οποία στηρίζεται στην ασφαλιστική σύμβαση, και αφορά τόσο τα κονδύλια πληρωμής των αποζημιώσεων και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, που οι ως άνω ενάγοντες καταδικάσθηκαν να καταβάλουν στον προαναφερθέντα ζημιωθέντα, όσο και τους τόκους και τα επιδικασθέντα σ αυτόν δικαστικά έξοδα, έχει παραγραφεί, κατά τον βάσιμο περί τούτου δεύτερο λόγο της εφέσεως. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι οι ενάγοντας εφεσίβλητοι δεν πρότειναν κατ αντένσταση κανένα διακοπτικό γεγονός της παραγραφής. Έσφαλε, επομένως η εκκαλουμένη, η οποία μολονότι δέχθηκε ότι τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 10 Ν.2496/1997, και η ένδικη αξίωση υπόκειται σε τετραετή παραγραφή, έκρινε ότι η αξίωση αυτή δεν υπέπεσε σε παραγραφή.
Απόφαση: Μετά τις παραδοχές αυτές το Εφετείο δέχθηκε την έφεση του αναιρεσιβλήτου Επικουρικού Κεφαλαίου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση που είχε δεχθεί τα αντίθετα και απέρριψε την αγωγή με τις ανωτέρω αιτιολογίες. Με τον τέταρτο λόγο του δικογράφου, των προσθέτων λόγων προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η προαναφερόμενη πλημμέλεια από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τον επικουρικώς υποβληθέντα ισχυρισμό των αναιρεσειόντων εναγόντων ότι είχε επέλθει διακοπή του χρόνου παραγραφής με την άσκηση κατά του αναιρεσιβλήτου εναγομένου προσεπίκλησης με σώρευση σ αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής, η οποία εκδικάσθηκε με την αγωγή του τρίτου παθόντος και απορρίφθηκε ως αόριστη, καθώς και με αναγνώριση της αξίωσης με την συμμετοχή του αναιρεσιβλήτου στην ανωτέρω δίκη επί της αγωγής του τρίτου παθόντος. Από την επισκόπηση των προτάσεων των αναιρεσειόντων ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και ιδιαίτερα από την προσθήκη αυτών, όπου αναπτύχθηκε άμυνα κατά της υποβληθείσας ένστασης παραγραφής, όσο και αυτών που υποβλήθηκαν ενώπιον του εφετείου για άμυνα κατά της έφεσης προκύπτει ότι οι αναιρεσείοντες ενάγοντες είχαν προτείνει παραδεκτώς τους ανωτέρω λόγους διακοπής της παραγραφής, τους οποίους το εφετείο δεν εξέτασε, υποπίπτοντας έτσι στην προαναφερόμενη πλημμέλεια από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ.
828/2005 ΑΠ Πραγματικά Περιστατικά: Οι αναιρεσείοντες άσκησαν (και κατά της ήδη αναιρεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρίας άρθρ. 10 παρ. 1 του Ν. 489/76) την από 19-11-98 αγωγή τους, με την οποία ζήτησαν χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης ως στενοί συγγενείς της αποβιώσασας εξ αιτίας αυτοκινητικού ατυχήματος, προκληθέντος την 7 1 96 από το ΙΧΕ αυτοκίνητο, το οποίο εξ αμελείας οδηγούσε η Χ και το οποίο ήταν ασφαλισμένο στην αναιρεσίβλητη εναγόμενη εταιρία. Η αγωγή αυτή κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο την 19-11-1998 και επιδόθηκε στην ως άνω εναγομένη την 17-12-1998. Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο έκρινε ότι η ως άνω αγωγή υπέκυψε στην διετή παραγραφή του άρθρου 10 παρ. 2 Ν. 489/76 και κατά παραδοχήν της εφέσεως της ήδη αναιρεσίβλητης εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου (που είχε δεχθεί κατ ουσίαν την άνω αγωγή και επιδίκασε στους ενάγοντες χρηματική ικανοποίηση) και απέρριψε την κρινόμενη αγωγή.
Απόφαση: Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις. Σημειώνεται ότι στην υπό κρίση αγωγή, όπως προκύπτει εκ της επισκοπήσεως του δικόγραφου αυτής, δεν υπήρχε βάση από το άρθρο 478 ΑΚ για σωρευτική αναδοχή χρέους, ώστε να ισχύει και ως προς την αναιρεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία η πενταετής παραγραφή του άρθρου 937 ΑΚ. Αλλά ούτε οι ενάγοντες άσκησαν με την αγωγή πλαγιαστικώς κατά το άρθρο 72 ΚΠολΔ τα δικαιώματα του ασφαλισμένου οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου. Συνεπώς, τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγον της αιτήσεως αναιρέσεως είναι απορριπτέα. Ως αβάσιμος επίσης πρέπει να απορριφθεί και ο δεύτερος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως από το άρθρο 559 παρ. 19 ΚΠολΔ, με τον οποίο αποδίδεται πλημμέλεια στην προσβαλλομένη για ανεπαρκείς αιτιολογίες ως προς την ουσιαστική απόρριψη ενστάσεως παραγραφής, διότι το Εφετείο περιέλαβε σαφείς και επαρκείς κατά τούτο αιτιολογίες, εκθέτοντας, όπως διαπιστώνεται από τις προαναφερόμενες παραδοχές του, με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά στα οποία το Εφετείο στήριξε την κρίση του προκειμένου να απορρίψει την στηριζόμενη στην ανωτέρω διάταξη (αρθ. 10 παρ. 2 του Ν.489/76) ένσταση της διετούς παραγραφής της αξιώσεως των εναγόντων αναιρεσειόντων έναντι της αναιρεσίβλητης (εναγομένης) ασφαλιστικής εταιρίας.
Βιβλιογραφία Ελληνική Βιβλιογραφία Βελέντζας Γ., 2007, Δίκαιο Ιδιωτικής Ασφάλισης, IUS Βελέτζας Γ., 1998, Το νέο ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, IUS Κιάντος Β., 1985, Ασφαλιστικό Δίκαιο, 2 η έκδοση, Εκδόσεις Σακκουλα Ρίζου Δ., 2010, Ασφαλιστικό Συμφέρον, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Νομικής, Τομέας Β Ιδιωτικού Δικαίου, Π.Μ.Σ Εμπορικού Δικαίου Ρόκας Ι., 2005, Ιδιωτική ασφάλιση, Εκδόσεις Σακκουλα Ρόκας Ι., 2006, Ιδιωτική ασφάλιση, Εκδόσεις Σακκουλα Ρόκας Ι., 2008, Ασφαλιστικό Δίκαιο Εισηγήσεις, Εκδόσεις Σακκουλα Ρόκας Ι., 2014, Ασφαλιστικό Δίκαιο Εισηγήσεις, Νομική Βιβλιοθήκη
Βιβλιογραφία Νομολογία ΕφΑθ 1795/29 ΕφΑθ 1319/1970 ΕφΑθ 6132/1982 ΕφΑθ 7854/2001 ΕφΑθ 8994/2002 ΕφΠειρ 475/1973 ΕφΘεσσαλ 2477/2014 ΕφΘεσσαλ 10/2008 828/2005 ΑΠ 1535/2007 ΑΠ 1544/2010 ΑΠ 1666/2010 ΑΠ 69/2011 ΑΠ 1221/2011 ΑΠ
ΤΕΛΟΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΣΑΣ