Διαπαιδαγώγηση των παιδιών: Θεμελιώδες δικαίωμα των γονιών και υποχρέωση της Πολιτείας Συνταγματικές οριοθετήσεις



Σχετικά έγγραφα
Σελίδα 1 από 5. Τ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Οικογενειακό Δίκαιο. Τίτλος Μαθήματος LAW 201. Κωδικός Μαθήματος. Υποχρεωτικό. Τύπος μαθήματος. Προπτυχιακό. Επίπεδο. 2 ο / 3 ο (Χειμερινό)

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Ποιο άτομο θεωρείται παιδί;

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες δύναμης ΓΣΕΕ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Άρθρο 1. Άρθρο 2. Άρθρο 3. Άρθρο 4. Επίσημα κείμενα και διδακτικό υλικό. Ορισμός του παιδιού. Παιδί θεωρείται ένα άτομο κάτω των 18 ετών.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Ειδικό άρθρο: «Συνυπηρέτηση Συζύγων Στρατιωτικών»

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Οµοσπονδίες δύναµης ΓΣΕΕ

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5η : ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ- ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΜΕΛΙΩ ΟΥΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Α. Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ ΓΕΝΙΚΑ

"Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα στο Σύνταγμα του Μαυροβουνίου"

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

17η ιδακτική Ενότητα ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΑΚΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ

38η ιδακτική Ενότητα ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΣΧΕΣΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 1: Αυτονόμηση της αντιμετώπισης των ανηλίκων

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Συντάχθηκε απο τον/την el.pi. Κυριακή, 14 Νοέμβριος :08 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 14 Νοέμβριος :23

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι : ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

811 Ν. 23/90. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Δικαστήρια Δικαστές Γραμματεία

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 77Α / 2002

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 8 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Παιδαγωγικό Σχόλιο σε Νομικά Πορίσματα και Αποφάσεις

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 2: Το δίκαιο πρόνοιας και αρωγής ανηλίκων

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

«ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: Προσθέτει χρόνια στη ζωή αλλά και ζωή στα χρόνια»

Τέλος, είναι αναγκαία η προσκόμιση στο δικαστήριο τεστ dna του εραστή, της μητέρας και του τέκνου και (κατά περίπτωση) του τεκμαιρόμενου πατέρα

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΑΡΧΕΣ/ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΜΕ ΠΑΙΔΙΑ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Θέση Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Λήδας Κουρσουμπά, για τη χρήση κινητών τηλεφώνων στα σχολεία

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

2 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΥΜΗΤΤΟΥ ΚΗΔΕΜΟΝΙΑ ΜΑΘΗΤΩΝ

Τα βασικά δικαιώματα μπορούμε να τα χωρίσουμε σε 4 ομάδες:

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1279-1/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 4 /2015

9. Έννοια του κράτους Στοιχεία του κράτους Μορφές κρατών Αρχές του σύγχρονου κράτους... 17

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο γνωμοδότησης Evelyne Gebhardt (PE v01-00)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

ΘΕΜΑ : Γνωμοδότηση της Νομικού Συμβούλου της Δ.Ο.Ε. για την απεργία αποχή από τις διαδικασίες της αξιολόγησης

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 3. Η παραγωγή του Συντάγματος και των συνταγματικών κανόνων

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

1η - 2η ιδακτική Ενότητα ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Παρατηρήσεις - Σχόλια - Επεξηγήσεις

Aθήνα, 17 Σεπτεμβρίου 2008

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Δημόσια νομικά πρόσωπα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή. 1. Προβληματισμός Μεθοδολογία... 5

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

6. Την πολυπλοκότητα της ταυτόχρονης προστασίας αντικρουόµενων θεµελιωδών ανθρώπινων δικαιωµάτων όπως η προστασία των ανηλίκων, η προστασία των προσωπ

(β) Αρμοδιότητες Τμήματος Πολιτισμού Αθλητισμού & Παιδείας (Αρμοδιότητες σε θέματα Παιδείας και Δια Βίου Μάθησης) 1. Μεριµνά για την εξασφάλιση των

Τι προβλέπει ο νόμος για την Δικαστική συμπαράσταση (Μέρος Α )

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ

Νοµοθεσία Συλλόγου Γονέων και Κηδεµόνων ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ. Ν.1566/85 Αρ. 53

Ομιλία του Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη. Mε ιδιαίτερη χαρά παρευρίσκομαι στις εργασίες του 13 ου

Η Συνθήκη του Άµστερνταµ: οδηγίες χρήσης

Δομές Ειδικής Αγωγής στην Δευτεροβάθμια. Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Ηγεσία: ο ρόλος. του Διευθυντή μέσα από το υπάρχον θεσμικό.

Transcript:

Διαπαιδαγώγηση των παιδιών: Θεμελιώδες δικαίωμα των γονιών και υποχρέωση της Πολιτείας Συνταγματικές οριοθετήσεις ΕΙΣΑΓΩΓΗ Του Μπαβελή Ανδρέα Σχολικού Συμβούλου Π.Ε. Πτυχιούχου Παντείου Α.Σ.Π.Ε. Η δημόσια σχολική εκπαίδευση, μέσα από την ιστορία της παιδείας, δεν ήταν ανέκαθεν αυτονόητη υπόθεση της πολιτείας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που παρουσιάσθηκε διεθνώς στη ζωή των κρατών μόλις τον 18 ο αιώνα. Όταν αναζητήσει κανείς τις ρίζες της συνταγματικής διάστασης της εκπαίδευσης στο νεότερο ελληνικό κράτος διαπιστώνει, ότι παράλληλα προς την οικογενειακή αγωγή θεμελιώνεται βαθμιαία η αρμοδιότητα της πολιτείας να προσφέρει εκπαίδευση στα νεαρά άτομα. Με τη σταδιακή, όμως, εισαγωγή της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και την παράλληλη ύπαρξη και συνταγματική προστασία της οικογενειακής αγωγής, προβάλλει το πρόβλημα της σχέσεως μεταξύ τους. Πρόκειται για δύο ξεχωριστούς φορείς, οι οποίοι εμφορούνται από διαφορετικές και πολλές φορές συγκρουόμενες μεταξύ τους παιδαγωγικές αντιλήψεις και στόχους, οι οποίοι όμως καλούνται να υπηρετήσουν την εκπαίδευση και αγωγή ενός και του αυτού προσώπου. Οι δύο γονείς είναι εξίσου σημαντικοί για την ανατροφή του παιδιού. Η εθνολογία μέσα από το βιβλίο του Παναγή Λεκατσά «μητριαρχία» εξαίρεται ως δυαδική σχέση του μορφοείδωλου της μάνας με το παιδί και μας λέγει ότι ο αρχαϊκός πολιτισμός, ιδιαίτερα ο πολιτισμός της οικογένειας και της οικίας, αναπτύσσονται με βάση το μητρικό μορφοείδωλο, με βάση τη μνήμη που κρατούμε απ το σώμα της μάνας, με βάση τη μνήμη που κρατάμε ασυνείδητα από την εμπειρία μας κατά την ενδομήτρια περίοδο ανάπτυξής μας. Όσο όμως ευλογημένη κι αν είναι αυτή η σχέση πρέπει οπωσδήποτε να γίνει υπέρβασή της. Πρέπει να φθάσουμε στην τριαδική σχέση, είναι άκρως απαραίτητη η παρέμβαση του πατέρα. Είναι απαραίτητος ο ρόλος του πατέρα. Όμως, επειδή το παιδί και των δύο φύλων στα δύο πρώτα χρόνια ήταν πιο κοντά στη μάνα, στο σώμα της μάνας μέσα από τη γαλουχία, μέσα απ όλη αυτή την ευλογημένη συλλειτουργία μάνας παιδιού, χρειάζεται πρώτα η μάνα να αποδεχτεί τον πατέρα, δηλ. να τον αποδεχτεί σαν λόγο, σαν αρχιτέκτονα του νόμου, σαν δεοντολογικό φορέα και σαν το πρόσωπο αυτό που θα εισαγάγει το παιδί στη περιοχή της γλώσσας, στην περιοχή των συμβόλων. Το παιδί πρέπει να κάνει αποδεκτό τον πατέρα σαν σύμβολο, σαν φορέα του νόμου, σαν κυρίαρχο σημαίνον, σύμφωνα με την ψυχανάλυση. Την ίδια ώρα, αν η μάνα αδιαφορήσει σ αυτή τη διαμεσολάβηση ανάμεσα στο παιδί και τον πατέρα κι αν η μάνα, το χειρότερο, φορτίσει με αρνητισμό τον πατέρα, τότε το παιδί δεν μπορεί να κάνει αποδεκτό τον πατέρα σαν φορέα του νόμου, σαν λόγο, σαν σύμβολο κι αυτό εγκλείει πάρα πολλούς κινδύνους για την ισορροπημένη ψυχική του ανάπτυξη. Είναι ανάγκη λοιπόν να φθάσουμε σε μια τριγωνική αμφίδρομη σχέση όπως μας λέει η ψυχανάλυση. Μάνα πατέρας παιδί, με την έννοια ότι λειτουργεί ένα δούναι και λαβείν. Επηρεάζει το παιδί τη μάνα και η μάνα το παιδί. Επηρεάζει ο πατέρας το παιδί και το παιδί τη μάνα. Ας μη ξεχνούμε άλλωστε ότι η δημοκρατία πρωτοθεμελιώνεται μέσα στην οικογένεια, μέσα απ αυτή την αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά. Διαφορετικά αν λειτουργεί αρνητικά, μια πρωτόμορφη τυραννία ξεκινάει μέσα από την οικογένεια. Με την εργασία μας αυτή θα επιχειρήσουμε να ερευνήσουμε το πεδίο έκτασης ανάμεσα στο συνταγματικά κατοχυρωμένο θεμελιώδες δικαίωμα των γονέων για την ανατροφή και αγωγή των ανηλίκων τέκνων και τη συνταγματική αποστολή του κράτους στο χώρο της γενικής εκπαίδευσης. Θα προσπαθήσουμε να πετύχουμε την οριοθέτηση των δύο αρμοδιοτήτων από πλευράς συνταγματικού δικαίου και θα θίξουμε μόνο τα αναφυόμενα πολλαπλά και δύσκολα ζητήματα, χωρίς να καταλήξουμε σε οριστικά συμπεράσματα, δεδομένου ότι μέχρι στιγμής εκλείπουν βασικές πραγματείες, τόσο για το περιεχόμενο του θεμελιώδους δικαιώματος των γονέων, όσο και για το περιεχόμενο του άρθρου 2 παρ. 2 του Συντάγματος.

1. Η συνταγματική θεμελίωση του δικαιώματος των γονέων για την ανατροφή και μόρφωση των ανηλίκων παιδιών. Ρητή διάταξη για την αναγνώριση και προστασία του δικαιώματος των γονέων για την ανατροφή και μόρφωση των ανηλίκων δεν περιέχεται στο Σύνταγμα του 1975/86. Συνταγματικό υπόβαθρο, όμως, για ένα σχετικό δικαίωμα θα μπορούσαν να συνθέσουν οι διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 1 εδ. 2 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος μετά από συνδυασμένη εφαρμογή. Έτσι στο άρθρο 9 παρ. 1 εδ. 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη. Ενώ σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 1 «Η οικογένεια, ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του κράτους». Από το συνδυασμό των δύο παραπάνω διατάξεων, συνάγεται ότι ένα από τα προστατευόμενα αγαθά της απαγόρευσης των επεμβάσεων στην οικογενειακή ζωή του ατόμου, αποτελεί και η ελευθερία των γονέων να αναθρέψουν και να μορφώσουν τα παιδιά τους στην οικογένεια, σύμφωνα με τις δικές τους παιδαγωγικές αντιλήψεις. Η ερμηνεία αυτή συμβαδίζει και με το περιεχόμενο του άρθρου 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που καλεί τα συμβαλλόμενα μέρη κατά την άσκηση των αναλαμβανομένων από αυτά καθηκόντων στο πεδίο της μόρφωσης και της εκπαίδευσης να σέβονται το δικαίωμα που έχουν οι γονείς να εξασφαλίζουν την αγωγή και εκπαίδευση των τέκνων τους σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις. Το πρωτόκολλο αυτό αποτελεί, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, μετά την κύρωσή του, εσωτερικό δίκαιο υπέρτερης τυπικής ισχύος έναντι των νόμων. Το άρθρο 1910 παρ. 1 Α. Κ. ορίζει ότι η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο, στην οποία εμπίπτει μεταξύ άλλων και η επιμέλεια του προσώπου του παιδιού, αποτελεί καθήκον και δικαίωμα των γονιών. Όταν τα παιδιά είναι ανήλικα, υπάρχει μεταξύ γονέων και παιδιών η σχέση γονικής μέριμνας, που αναλύεται σε προσωπική σχέση (επιμέλεια του προσώπου του τέκνου) και περιουσιακή (γονική διοίκηση της περιουσίας του τέκνου). Είναι πρόδηλο, πως η γονική μέριμνα είναι η σημαντικότερη από τις σχέσεις γονέων και τέκνων. Δύο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της νέας ρυθμίσεως του Οικογενειακού Δικαίου : α) Η διαμόρφωση των σχέσεων γονέων και παιδιών με βάση την αρχή της ισονομίας των δύο φύλων. β) Η ενιαία αντιμετώπιση των παιδιών που γεννήθηκαν σε γάμο και των παιδιών που γεννήθηκαν χωρίς γάμο, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει και πλήρη εξομοίωση αφού κάτι τέτοιο είναι αδύνατο από αυτή τη φύση των πραγμάτων. Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι στο νέο δίκαιο τονίζεται περισσότερο (σε σύγκριση με το παλαιό) ότι η διαμόρφωση των σχέσεων γονέων και παιδιών (και ιδίως της γονικής μέριμνας) διέπεται από την αρχή της προστασίας των συμφερόντων των τέκνων. Το παλαιό άρθρο 1500 Α.Κ. που ορίζει ότι ο πατέρας, έχει την πατρική εξουσία επί του ανηλίκου τέκνου αποτελούσε χαρακτηριστική περίπτωση διάταξης που αντίκειται στην αρχή της ισότητας των δύο φύλων. Η κατάργηση της διάταξης αυτής ώστε την «εξουσία» στο ανήλικο τέκνο να έχει και η μητέρα επιβάλλεται έτσι χωρίς καμία αμφιβολία από τη συνταγματική επιταγή της ισονομίας. Η αντικατάσταση του όρου «εξουσία» από τον όρο «μέριμνα» έχει σκοπό να τονίσει ότι το «δικαίωμα» των γονέων ως λειτουργικό ασκείται προς το συμφέρον του τέκνου και μάλιστα σύμφωνα με τις νεώτερες ψυχολογικές και παιδαγωγικές αντιλήψεις που επιβάλλουν πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα (των γονέων ή του δικαστηρίου) να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του τέκνου στο μέτρο που το επιτρέπει ο βαθμός της ωριμότητάς του (νέο άρθρο 1511 παρ. 3 Οικογενειακό Δίκαιο). Στο πλαίσιο εξ άλλου των νεώτερων αυτών παιδαγωγικών αντιλήψεων καθιερώνονται στο νέο άρθρο 1518 Οικογενειακού Δικαίου, που υιοθετήθηκε κατά πλειοψηφία, αφενός υποχρέωση των γονέων να ενισχύουν το τέκνο (και μάλιστα χωρίς να κάνουν διάκριση φύλου) κατά την ανατροφή του, να αναπτύσσει υπεύθυνα και με κοινωνική συνείδηση των προσωπικότητά του και αφετέρου την υποχρέωσή τους να λαμβάνουν υπόψη, κατά την επαγγελματική εκπαίδευση του τέκνου, τις ικανότητες και τις προσωπικές του στάσεις και κλίσεις συνεργαζόμενοι με το σχολείο και ζητώντας στην ανάγκη τη συνδρομή αρμοδίων κρατικών υπηρεσιών ή δημοσίων οργανισμών. Η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου αποτελεί μέρος του περιεχομένου της γονικής μέριμνας και είναι το σημαντικότερο «καθήκον» που περιλαμβάνεται σ αυτήν. Σύμφωνα με το άρθρο 1518 παρ. 1 Α.Κ. (που περιέχει ενδεικτική απαρίθμηση) «η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευσή του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του». Η Ανατροφή περιλαμβάνει όλα όσα, κατά τις περιστάσεις (βιοτικές συνθήκες της οικογένειας, κατάσταση τέκνου κ.λ.π.), είναι απαραίτητα για την (σωματική, πνευματική, ηθική)

ανάπτυξη της προσωπικότητας του τέκνου. Έτσι στην ανατροφή περιλαμβάνεται π.χ. η θρησκευτική, κοινωνική κ.λ.π. διαπαιδαγώγηση του τέκνου. Σύμφωνα με άρθρο 1518 παρ. 2 εδάφιο α Αστικού Κώδικα, «κατά την ανατροφή του τέκνου οι γονείς το ενισχύουν, χωρίς διάκριση φύλου, να αναπτύσσει υπεύθυνα και με κοινωνική συνείδηση την προσωπικότητά του». Η Επίβλεψη περιλαμβάνει την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων του παιδιού, την προφύλαξή του από διάφορους κινδύνους (αξιόποινες πράξεις, αδικοπραξίες, κακές έξεις, κακές συναναστροφές κ.λ.π.). Η Μόρφωση αν και θα μπορούσε να ειπωθεί πως οι έννοιες της «ανατροφής» και της «μόρφωσης» ταυτίζονται, στη «μόρφωση» κατά την έννοια του Αστικού Κώδικα 1518 παρ. 1 περιλαμβάνονται όλα όσα ανάγονται στη μη σχολική και επαγγελματική εκπαίδευση του τέκνου (π.χ. ξένες γλώσσες, ενασχόληση με τις καλές τέχνες, πολιτιστική δραστηριότητα κ.λ.π.). Η Εκπαίδευση, βλέπε σχετικά με το άρθρο 1518 παρ. 3 Αστικού Κώδικα, περιλαμβάνει όχι μόνο την υποχρεωτική εκπαίδευση κατά το νόμο, αλλά ανάλογα πάλι με τις περιστάσεις και την ανώτερη και ανώτατη, επαγγελματική ή όχι εκπαίδευση. α. Φύση και περιεχόμενο του γονικού δικαιώματος για την ανατροφή και μόρφωση των ανηλίκων τέκνων. Το συνταγματικό γονικό δικαίωμα για την ανατροφή και μόρφωση των ανηλίκων παιδιών έχει, όπως όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα διπλό χαρακτήρα. Πρόκειται αφ ενός μεν για ένα θεμελιώδες αμυντικό δικαίωμα των γονέων έναντι της πολιτείας που περιέχει άθροισμα συγκεκριμένων νομικών θέσεων και αξιώσεων, αφ ετέρου δε αποτελεί έναν θεμελιώδη αξιολογικό κανόνα, συνταγματικού χαρακτήρα, τον οποίον ο νομοθέτης πρέπει να λάβει υπόψη του κατά την ψήφιση των νόμων. Το δικαίωμα ανατροφής των ανηλίκων παιδιών ως αμυντικό δικαίωμα περιλαμβάνει τη μέριμνα για τη σωματική, πνευματική και ψυχική ανάπτυξη του παιδιού. Παρέχει στους γονείς την ελευθερία να προβούν στην εκλογή των σκοπών της ανατροφής και των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν γι αυτήν σύμφωνα με τις δικές τους φιλοσοφικές, θρησκευτικές και παιδαγωγικές αντιλήψεις γενικότερα. Ιδιαίτερα να βοηθήσουν το παιδί στην ανάπτυξη των έμφυτων χαρακτηριστικών της ψυχο-πνευματικής προσωπικότητάς του, των ικανοτήτων του και των δεξιοτήτων του, των στάσεων και συμπεριφορών του και να το οδηγήσουν στην ωριμότητα χωρίς κρατική ενόχληση, παρέμβαση ή παρεμπόδιση. Ταυτόχρονα το γονικό δικαίωμα, νομιμοποιεί τους γονείς να ασκήσουν για λογαριασμό του παιδιού όλα τα δικαιώματά του, ιδιαίτερα τα θεμελιώδη έναντι του κράτους και στη συγκεκριμένη περίπτωση, έναντι του δημόσιου σχολείου. Από την άλλη πλευρά, το γονικό δικαίωμα ως θεμελιώδης αξιολογικός κανόνας του συντάγματος έχει αντικειμενική ενέργεια, ανεξάρτητη από την υποκειμενική ενέργεια που είναι συνδεδεμένη με τα πρόσωπα φορείς του δικαιώματος. Αποτελεί, λοιπόν, κατευθυντήρια αρχή η οποία διαπνέει ολόκληρη τη συνταγματική τάξη και στρέφεται ιδίως προς το νομοθέτη και τον υποχρεώνει να θεσπίσει έναν πυρήνα κανόνων δικαίου που καθιστούν δυνατή την ύπαρξη και λειτουργικότητάς του, οικογενειακής αγωγής καθεαυτήν, όπως και σε σχέση προς τις άλλες συνταγματικές διατάξεις. Υπ αυτή την έννοια η αξιολογική επενέργεια του γονικού δικαιώματος δεν περιορίζεται μόνο στο χώρο της οικογένειας αλλά αναπτύσσει κατευθυντήριο ρόλο και σε άλλους τομείς, όπως ο τομέας της δημόσιας σχολικής εκπαίδευσης. Τη σημασία του ρόλου αυτού του συσχετισμού δηλ. των δύο αρμοδιοτήτων για την αγωγή των ανηλίκων τέκνων, διαπιστώνεται όπως και θα φανεί παρακάτω, ότι ο νομοθέτης δεν εκπληρώνει την υποχρέωση σεβασμού του γονικού δικαιώματος μόνο όταν δεν επεμβαίνει στην οικογενειακή αγωγή αλλά κατά τη ρύθμιση άλλων συναφών ζητημάτων όπως η δημόσια σχολική εκπαίδευση, αποφεύγει την ψήφιση διατάξεων από τις οποίες πιθανόν θα απορρεύσουν έμμεσες βλαπτικές ενέργειες κατά της ελευθερίας αυτής και βοηθάει στην αποτελεσματική πραγμάτωσή του. Εξασφαλίζεται όμως απεριόριστα η προστασία του γονικού δικαιώματος από επεμβάσεις της πολιτείας. β) Περιορισμοί του γονικού δικαιώματος για την ανατροφή και μόρφωση των ανηλίκων παιδιών. Κατ αρχήν πρέπει να διευκρινήσουμε ότι το δικαίωμα ανατροφής των παιδιών διαφέρει από τα υπόλοιπα ατομικά δικαιώματα, διότι ρυθμίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ γονέων και τέκνων. Όπως αναφέρθηκε, το δικαίωμα ανατροφής αποτελεί ταυτόχρονα και θεμελιώδη υποχρέωση των γονέων. Ως αρμοδιότητα προσδιορισμού του «καλού του παιδιού» δεν είναι

ελευθερία ενεργείας κατ αρέσκειαν αλλά ελευθερία σαν υπηρεσία, στην ωφέλεια και στην προστασία του παιδιού. Περιορισμοί του γονικού δικαιώματος ανατροφής προκύπτουν από το άρθρο 21 παρ. 1, 3 του Συντάγματος που θέτει την παιδική ηλικία και την νεότητα υπό την προστασία του κράτους. Η διάταξη αυτή παραχωρεί στα κρατικά όργανα αρμοδιότητες εποπτείας της γονικής μέριμνας και επέμβασης, όταν παραβιάζεται η υποχρέωση ανατροφής των παιδιών. Οι προϋποθέσεις της παραβάσεως που δικαιολογεί την επέμβαση ορίζονται από τις διατάξεις διαφόρων νόμων, του ποινικού, αστικού και διοικητικού δικαίου. Η παραβίαση είναι δεδομένη, όταν οι γονείς στερούν το παιδί στη στοιχειώδη για την ύπαρξή του ανατροφή ή δεν ενδιαφέρονται καθόλου γι αυτήν. Μια σειρά από διατάξεις Οικογενειακού Δικαίου προβλέπουν σ αυτή την περίπτωση τη δυνατότητα ολικής ή μερικής αφαίρεσης του τέκνου από τους γονείς. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι το κράτος κατά την άσκηση της εποπτείας του δεν επιτρέπεται να επιδιώκει πολιτικούς, φιλοσοφικούς, θρησκευτικούς ή άλλους σκοπούς. Συνοψίζοντας, το κράτος εποπτεύει στην εκπλήρωση της άσκησης της γονικής μέριμνας και δεν δικαιούται να την αναλάβει το ίδιο, κατά συνέπεια δεν έχει δικαίωμα να προσδιορίσει τους στόχους και τις μεθόδους ανατροφής που θα χρησιμοποιήσουν οι γονείς και τα τέκνα. 2. Συνταγματική θεμελίωση της δημόσιας σχολικής εκπαίδευσης. Το άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος αναθέτει την παιδεία των νεαρών πολιτών στην αρμοδιότητα της πολιτείας, χαρακτηρίζοντάς την ως «βασική αποστολή του κράτους». Από την πρώτη ανάγνωση αυτής της διάταξης συνάγεται, ότι η αρμοδιότητα αυτή του κράτους για την εκπαίδευση των νεαρών πολιτών είναι αυτοτελής και δεν αποτελεί παράγωγο των γονικών δικαιωμάτων. Περιλαμβάνει δε αυτή η δικαιοδοσία, αφ ενός μεν την οργάνωση, το σχεδιασμό, τη διεύθυνση και την εποπτεία της σχολικής εκπαίδευσης, αφ ετέρου δε τον προσδιορισμό των σκοπών και του περιεχομένου της εκπαίδευσης. Με τη φράση «η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους» το Σύνταγμα υπογραμμίζει τις αυξημένες ευθύνες του κράτους στο χώρο της εκπαίδευσης. Αναγνωρίζεται μεν το δικαίωμα στην ιδιωτική εκπαίδευση, σε καμία περίπτωση όμως δεν επιτρέπεται να περιέλθει η δημόσια σχολική εκπαίδευση εξ ολοκλήρου σε μια κοινωνική ομάδα, ή στο σύνολο των κοινωνικών οργανώσεων. Όλοι οι τομείς της εκπαίδευσης υπόκεινται στην εποπτεία του κράτους. Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 16 του Συντάγματος προσδιορίζονται οι στόχοι της δημόσιας σχολικής εκπαίδευσης : Η ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, η ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και η διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Στο Ν. 1566/85 που αφορά τη δομή και λειτουργία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στο άρθρο 1 παρ. 1, σκοπός της Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης είναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε, ανεξάρτητα από φύλο και καταγωγή να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά. Αναγνωρίζεται έτσι στην πολιτεία το δικαίωμα να ενεργήσει μέσω του συστήματος και του περιεχομένου της εκπαίδευσης στο νεαρό πολίτη, με στόχο τη διάπλασή του σύμφωνα με ένα συγκεκριμένο πολιτικο φιλοσοφικό θρησκευτικό πρότυπο που επιλέγει και επιβάλλει το ίδιο. Με το παραπάνω λοιπόν αναγνωρίζεται το αποκλειστικό δικαίωμα μόρφωσης και αγωγής των νεαρών πολιτών στα σχολεία του δημοσίου. Υπό τους όρους αυτούς, η επαφή ανάμεσα στην οικογενειακή αγωγή και στη δημόσια εκπαίδευση είναι δεδομένη και η σύγκρουση προβάλλει στο κατώφλι. Από τη στιγμή που το ανήλικο παιδί κληθεί να πάει στο σχολείο, συναντώνται οι δύο φορείς της εκπαιδευτικής αρμοδιότητας και τα αντίστοιχα εκπαιδευτικά προγράμματα, οπότε γεννάται το ερώτημα σε ποιο βαθμό επηρεάζει η δημόσια σχολική εκπαίδευση την οικογενειακή αγωγή και αν πρέπει η τελευταία να υποστεί περιορισμούς χάριν της πρώτης και ποιας μορφής. Πριν όμως γίνει ανάπτυξη αυτού του ζητήματος θεωρούμε σκόπιμο να προηγηθεί η απάντηση στο ερώτημα της θέσεως την οποία κατέχει η κάθε μια αρμοδιότητα στο αξιόλογο σύστημα των κανόνων του Συντάγματος. Είναι ισότιμες και ισόκυρες ή υπερέχει η μία εξ αυτών έναντι της άλλης;

3. Συσχετισμός των δύο αρμοδιοτήτων. Το γονικό δικαίωμα ανατροφής και μόρφωσης των ανηλίκων παιδιών αποτελεί κατ αρχήν ένα φυσικό δικαίωμα των γονέων, προϋπήρχε του κράτους και έχει υπερθετικό χαρακτήρα. Αντίθετα η σχολική εκπαίδευση αποτελεί ένα φαινόμενο που κάνει την εμφάνισή του στην ιστορία της εκπαίδευσης το 18 ο αιώνα και σπάνια αποτελεί κρατικό μονοπώλιο. Το άρθρο 16 παρ. 1 δεν υπάγεται στις μη αναθεωρήσιμες διατάξεις του Συντάγματος. Η σχολική εκπαίδευση είναι περιορισμένη χρονικά, χωρικά και θεματικά, σ αντίθεση προς την οικογενειακή αγωγή, η οποία έχει καθολικό χαρακτήρα υπό την έννοια της αναφοράς σ όλες τις εκφάνσεις της προσωπικότητας του παιδιού. Η σχολική εκπαίδευση είναι περιορισμένη θεματικά, διότι πρέπει να ανταποκρίνεται στις αντιλήψεις, όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού γονέων, να βασίζεται δηλ. σ ένα ελάχιστο ποσοστό συναίνεσης. Από τις παραπάνω σκέψεις προκύπτει, ότι τα γονικά δικαιώματα υπερέχουν ποιοτικά και ποσοτικά έναντι της κρατικής αρμοδιότητας, έχουν δηλ. σημαίνουσα βαρύτητα έναντι αυτής στο πλαίσιο του αξιολογικού συστήματος των συνταγματικών κανόνων. Τούτο βέβαια δεν σημαίνει, ότι τα γονικά δικαιώματα έχουν απόλυτη προτεραιότητα έναντι της κρατικής αρμοδιότητας και ότι η τελευταία πρέπει πάντοτε να υποχωρεί. Απλά, κατά τη στάθμιση των δύο αρμοδιοτήτων προκειμένου να επιτευχθεί η εναρμόνισή τους, είτε από το νομοθέτη, είτε από την εκτελεστική ή δικαστική εξουσία, πρέπει να λαμβάνεται πάντοτε υπόψη η σημαίνουσα βαρύτητα και υπεροχή την οποία έχει το θεμελιώδες δικαίωμα των γονέων για τη μόρφωση και ανατροφή των τέκνων ως κατευθυντήρια αρχή στα πλαίσια του Συντάγματος. Απομένει πλέον να αποτολμήσουμε την πρακτική εφαρμογή των παραπάνω θεωρητικών συμπερασμάτων σε συγκεκριμένα παραδείγματα : α) Η σημασία των γονικών δικαιωμάτων για την οργάνωση της εκπαίδευσης. Ένα από τα επί μέρους δικαιώματα που πηγάζουν από το θεμελιώδες γονικό δικαίωμα είναι και η αρμοδιότητα των γονέων να προσδιορίσουν την ατομική σχολική εξέλιξη του ανήλικου παιδιού και να επιλέξουν τον τύπο του σχολείου που θα επισκεφθεί. Η έκταση και η ισχύς αυτού του δικαιώματος εξαρτάται άμεσα από την ποικιλία των τύπων των προσφερόμενων κρατικών σχολείων. Η πραγμάτωση λοιπόν των γονικών δικαιωμάτων εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο άσκησης της οργανωτικής αρμοδιότητας από το κράτος. Στο σημείο αυτό αναπτύσσονται γονικά δικαιώματα, η κατευθυντήρια λειτουργία των οποίων δεσμεύει το νομοθέτη, που ασχολείται με την οργάνωση της εκπαίδευσης να δημιουργήσει όσο το δυνατόν περισσότερους τύπους σχολείων, ώστε να ανταποκρίνονται αυτοί στις ποικίλες αντιλήψεις των γονέων περί σχολικής εκπαίδευσης, όπως και στις κλίσεις και τα ενδιαφέροντα των παιδιών. Η ύπαρξη ενός και μόνον τύπου σχολείου είναι αντισυνταγματική, διότι προβάλλει τα δικαιώματα των γονέων. Έτσι επιβάλλεται η δημιουργία ειδικών σχολείων, μουσικών σχολείων, καλλιτεχνικών λυκείων, εκκλησιαστικών λυκείων, τάξεων για ευφυή παιδιά, τάξεων για παλιννοστούντα και αλλοδαπά παιδιά, φροντιστηριακών τάξεων κ.λ.π. Προς αυτή τη κατεύθυνση έχουν γίνει αρκετά βήματα και στη χώρα μας. β) Η σημασία των γονικών δικαιωμάτων για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, τους εκπαιδευτικούς στόχους και τα αναλυτικά προγράμματα. Εδώ μπορούμε να διατυπώσουμε την άποψη, ότι τόσο ο νομοθέτης, όσο και οι υπόλοιποι εμπλεκόμενοι φορείς στην αρμοδιότητα της δημόσιας σχολικής εκπαίδευσης κατά την υλοποίηση των συνταγματικών σκοπών της εκπαίδευσης και τη θέσπιση και εφαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τα γονικά δικαιώματα, ιδιαίτερα όταν αναφέρονται σε ζητήματα, που είτε εμπίπτουν κύρια στον τομέα της οικογενειακής αγωγής, είτε έχουν άμεση σχέση, ώστε να μην αφαιρείται ή διαταράσσεται το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της οικογένειας. Τέτοια προβλήματα αναφύονται ιδιαίτερα αναφορικά με τη θρησκευτική, ηθική και κοσμοθεωρητική αγωγή, όπως επίσης και με την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Στην περίπτωση αυτή, τα γονικά δικαιώματα θεμελιώνουν ειδικότερα αξίωση των γονέων έναντι της πολιτείας να απέχει από ενέργειες, που μπορούν να προσβάλλουν τις θρησκευτικές και κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις τους, να ζητήσουν την απαλλαγή των παιδιών τους από τη θρησκευτική διδασκαλία και να απαιτήσουν η διαμόρφωση της διδασκαλίας να γίνεται με αντικειμενικό και πολυφωνικό τρόπο,

με ανεκτικότητα και με απαγόρευση του ιδεολογικού διαποτισμού (άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ε.Σ.Δ.Α., το οποίο επιβάλλει σεβασμό των πεποιθήσεων των γονέων και μέσα στο χώρο της δημόσιας σχολικής εκπαίδευσης). γ) Η σημασία των γονικών δικαιωμάτων για την επικοινωνία μεταξύ γονέων και σχολείου. Η εναρμόνιση των δύο αρμοδιοτήτων που υπηρετούν τη μία και αδιαίρετη προσωπικότητα του παιδιού επιτυγχάνεται κύρια με την αγαστή συνεργασία μεταξύ των δύο φορέων, των γονέων και του κράτους, ιδιαίτερα δε εξαρτάται από την καλή θέληση για συνεργασία από την πλευρά του σχολείου. Κύρια εφαρμογή βρίσκει αυτή η συνεργασία σε ατομικό επίπεδο. Από την υποχρέωση της πολιτείας για αγαστή συνεργασία με τον καθένα εκ των γονέων, πηγάζουν μια σειρά δικαιώματα δικαστικής φύσεως των μεμονωμένων γονέων έναντι του σχολείου, όπως το δικαίωμα πληροφόρησης, ακρόασης και συζήτησης των αναφυόμενων προβλημάτων. δ) Η σημασία των γονικών δικαιωμάτων για τη δημοκρατική συμμετοχή. Νομιμοποιούν άραγε τα γονικά δικαιώματα τους γονείς να ζητήσουν την άμεση δημοκρατική συμμετοχή στη διαμόρφωση της κρατικής θελήσεως που αφορά τη δημόσια σχολική εκπαίδευση και στην άσκηση της σχετικής εξουσίας ; Η απάντηση είναι αρνητική και στηρίζεται, πέρα από τον κατ αρχή φραγμό που προκύπτει από την αρχή της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, που αναλύουμε παρακάτω, στη φύση των θεμελιωδών ελευθεριών ως αμυντικών δικαιωμάτων του καθενός που προστατεύουν τη μειοψηφία από την αυθαιρεσία της πλειοψηφίας. Τα γονικά δικαιώματα αναφέρονται στο συγκεκριμένο παιδί και είναι κατά συνέπεια, αυστηρώς προσωπικά. Μόνον οι ίδιοι οι γονείς νομιμοποιούνται να προσδιορίσουν το περιεχόμενο της ανατροφής του ανηλίκου τέκνου και να ασκήσουν τα συναφή δικαιώματα. Κατά συνέπεια δεν μπορούν να μεταβιβασθούν σε τρίτους με τη μέθοδο των εκλογών για να ασκηθούν αντιπροσωπευτικά. Ενδεχομένως η άσκηση των δικαιωμάτων των συγκεκριμένων παιδιών να είναι αποτελεσματικότερη όταν ασκείται συλλογικά, στην περίπτωση όμως που δεν υπάρχει ομοφωνία και η απόφαση πρέπει να ληφθεί πλειοψηφικά, τότε καταλύονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των μειοψηφισάντων και καθίσταται αλυσιτελής η συνταγματική τους προστασία. Σε περίπτωση όμως που δεν πρόκειται για αξιολόγηση μεμονωμένων συμφερόντων, αλλά συγκλινόντων συμφερόντων όλων των γονέων, η συλλογική άσκηση του δικαιώματος πληροφόρησης, ακρόασης και συζήτησης δι αντιπροσώπων δεν αντίκειται στα θεμελιώδη δικαιώματα. Μήπως όμως τα γονικά δικαιώματα ενεργοποιούν άλλες θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος που επιτρέπουν την άμεση συμμετοχή των πολιτών, είτε των θιγομένων και ενδιαφερομένων στη διαμόρφωση της πολιτειακής βουλήσεως και την άσκηση της κρατικής εξουσίας ; Το Σύνταγμα στο άρθρο 1 παρ. 1 δεν θεσπίζει την γνήσια μορφή της αντιπροσωπευτικής αρχής, αλλά θεσπίζει κατ αρχήν αντιπροσωπευτική δημοκρατία με αποκλίσεις, που εκφράζονται σε θεσμούς και αρχές άμεσης δημοκρατίας. Στην ιστορική διαδικασία πραγμάτωσης του Συντάγματος, σύμφωνα με τον Καθηγητή Σ.Δ. Δημ. Τσάτσο, μπορεί ο απλός νομοθέτης να προβεί στη θεσμοθέτηση συμμετοχικών διαδικασιών, μορφών δηλ. αμέσου δημοκρατίας. Μέχρι τη θέσπισή τους όμως, το Σύνταγμα απαιτεί η διαμόρφωση της κρατικής βούλησης να λαμβάνει χώρα από τα αρμόδια όργανα σύμφωνα με το αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτικό σύστημα και όχι άμεση από τους θιγόμενους ή ενδιαφερόμενους πολίτες. Έτσι η οργάνωση, ο σχεδιασμός, η διοίκηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και η σχολική αγωγή γενικότερα, νομιμοποιούνται συνταγματικά κατά βάση μόνο όταν στηρίζονται σε τυπικό νόμο του κοινοβουλίου. Επίσης το άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος επιτάσσει να μην ξεφύγει η παιδεία από τα χέρια του κράτους. Τα παραπάνω εμπόδια που τίθενται στο δρόμο της θεσμοθέτησης της δημοκρατικής συμμετοχής των γονέων δε συνεπάγονται, ότι η εκπαιδευτική διαδικασία δεν προσφέρεται για τη συμμετοχή των γονέων. Αντίθετα, η σημαίνουσα βαρύτητα του γονικού δικαιώματος αναπτύσσει στο σημείο αυτό την κατευθυντήρια λειτουργία της έναντι του νομοθέτη και τον δεσμεύει να θεσπίσει ήπιες μορφές συμμετοχής των γονέων στα διάφορα στάδια διαμόρφωσης και άσκησης της σχολικής δικαιοδοσίας. Έτσι :

1. Κατά τη νομοπαρασκευαστική διαδικασία είναι δυνατή η σύμπραξη συλλογικών οργάνων γνωμοδοτικού χαρακτήρα, στα οποία μεταξύ άλλων κοινωνικών φορέων θα συμμετέχουν και οι εκπρόσωποι των οργανώσεων των γονέων και κηδεμόνων της χώρας θα αναφερθούμε διεξοδικότερα παρακάτω. 2. Κατά την ψήφιση των τυπικών νόμων που ρυθμίζουν τα ζητήματα της εκπαίδευσης, έχει τη διακριτική ευχέρεια ο νομοθέτης, αφού λάβει ο ίδιος τις σημαντικότερες αποφάσεις που αφορούν την εκπαίδευση, ικανοποιώντας έτσι τις απαιτήσεις που πηγάζουν από τη συνταγματική αρχή της επιφύλαξης του νόμου και τη βασική αποστολή του κράτους στο χώρο της παιδείας, να μεταβιβάζει μέρος της ρυθμιστικής του αρμοδιότητας σε περιφερειακά όργανα, νομαρχιακού ή επαρχιακού επιπέδου, στα οποία συμμετέχουν, μεταξύ άλλων κοινωνικών φορέων, και οι γονείς με αποφασιστική και όχι απλώς γνωμοδοτική αρμοδιότητα. 3. Τέλος οι ρυθμίσεις που καλείται να εφαρμόσει η τελευταία βαθμίδα της σχολικής οργάνωσης, το σχολείο, δεν θα πρέπει να είναι τόσο λεπτομερείς, ώστε να απαιτείται απλώς η εκτέλεσή τους, αλλά πρέπει να αφήσουν περιθώριο, έτσι οι φορείς που εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία και, μεταξύ αυτών οι γονείς, να έχουν τη δυνατότητα να συμπράξουν όχι μόνο γνωμοδοτικά αλλά και αποφασιστικά. Στο τελευταίο αυτό στάδιο, βέβαια, το πλαίσιο δημοκρατικής συμμετοχής των γονέων δεν επιτρέπεται να είναι τόσο ευρύ, σε βαθμό ώστε τα ζητήματα που κρίνονται και οι αποφάσεις που λαμβάνονται να ξεφεύγουν αναφορικά με τις επενέργειες και τη σημασία τους από τον κύκλο των εμπλεκομένων, π.χ. ζητήματα που δεν αφορούν μόνο τους γονείς μιας συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας, αλλά αγγίζουν το γενικότερο δημόσιο συμφέρον. Το συνταγματικά επιτρεπτό περιθώριο αυτονομίας πρέπει να αφορά τη συγκεκριμένη σχολική χρονιά και την οργάνωση της συγκεκριμένης σχολικής μονάδας. Ο σύγχρονος πάντως νομοθέτης κατά την οργάνωση και τον προσδιορισμό του περιεχομένου της εκπαίδευσης, λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τα γονικά δικαιώματα. Έτσι στο άρθρο 53 του Ν. 1566/85 προβλέπονται συγκροτήσεις οργανώσεων γονέων, εκπρόσωποι των οποίων συμμετέχουν στα συλλογικά όργανα, Ενώσεις γονέων, ομοσπονδίες γονέων, συνομοσπονδία γονέων (Όργανα Λαϊκής Συμμετοχής, άρθρο 48 του Ν. 1566/85) ως εξής : 1. Οι γονείς των μαθητών κάθε δημόσιου σχολείου συγκροτούν ένα σύλλογο γονέων, που φέρει την επωνυμία του σχολείου και συμμετέχουν αυτοδικαίως σ αυτόν. Εκπρόσωπος του συλλόγου γονέων συμμετέχει στη Σχολική Επιτροπή έργο της οποίας είναι η διαχείριση των πιστώσεων για τις λειτουργικές δαπάνες, τον εφοδιασμό του σχολείου με όλα τα απαραίτητα για τη λειτουργία του μέσα, καθώς και η αντιμετώπιση κάθε λειτουργικού προβλήματος του σχολείου. Επίσης όλα τα μέλη του Δ.Σ. του Συλλόγου γονέων συμμετέχουν στα Σχολικά Συμβούλια, με προεδρεύοντα το Δ/ντη του σχολείου, έργο των οποίων είναι η εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του σχολείου με κάθε πρόσφορο τρόπο, η καθιέρωση τρόπων αμοιβαίας επικοινωνίας διδασκόντων και οικογενειών των μαθητών καθώς και η υγιεινή των μαθητών και του σχολικού περιβάλλοντος. 2. Οι σύλλογοι γονέων των σχολείων της ίδιας κοινότητας ή δήμου ή δημοτικού διαμερίσματος συγκροτούν μία Ένωση γονέων. Εκπρόσωπος της Ένωσης γονέων συμμετέχει στη Δημοτική ή Κοινοτική Επιτροπή Παιδείας έργο της οποίας είναι οι εισηγήσεις στο Δήμαρχο ή τον Πρόεδρο και στο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο θεμάτων σχετικών με την καλύτερη λειτουργία των σχολείων, την κατανομή των πιστώσεων των λειτουργικών δαπανών των σχολείων καθώς και στην ίδρυση, κατάργηση και συγχώνευση σχολείων. 3. Οι Ενώσεις γονέων κάθε Νομού ή νομαρχιακού διαμερίσματος συγκροτούν μια Ομοσπονδία γονέων, εκπρόσωπος της οποίας συμμετέχει στη Νομαρχιακή Επιτροπή Παιδείας, η οποία εισηγείται στο νομαρχιακό συμβούλιο και το Νομάρχη, με βάση τις εισηγήσεις των δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων, θέματα παιδείας. 4. Οι Ομοσπονδίες των γονέων της χώρας συγκροτούν μία συνομοσπονδία γονέων, εκπρόσωπος της οποίας συμμετέχει στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας (Ε Σ Υ Π), το οποίο εισηγείται στην κυβέρνηση θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, παιδείας, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και λαϊκής επιμόρφωσης.

ΕΠΙΜΕΤΡΟ Συνοψίζοντας καταλήγουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα : 1. Το δικαίωμα των γονέων για την ανατροφή και μόρφωση των ανηλίκων παιδιών κατοχυρώνεται, εμμέσως πλην σαφώς, στο Σύνταγμα ως θεμελιώδες δικαίωμα. 2. Θεμελιώνεται ταυτόχρονα και η αποκλειστική αρμοδιότητα της πολιτείας για την οργάνωση της δημόσιας σχολικής εκπαίδευσης και τον προσδιορισμό του περιεχομένου της. 3. Οι δύο αρμοδιότητες (γονική και κρατική) επικαλύπτονται και πολλές φορές συγκρούονται. Το γονικό δικαίωμα δεν έχει απόλυτη προτεραιότητα έναντι της αρμοδιότητας της πολιτείας, αλλά έχει σημαίνουσα βαρύτητα και λειτουργεί ως αξιολογικός κανόνας που δεσμεύει το νομοθέτη. 4. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, ο νομοθέτης κατά την οργάνωση και τον προσδιορισμό του περιεχομένου της εκπαίδευσης πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τα γονικά δικαιώματα. 5. Τα γονικά δικαιώματα τέλος δε θεμελιώνουν μεν αξίωση δημοκρατικής συμμετοχής των γονέων στην άσκηση της σχολικής αρμοδιότητας, ο νομοθέτης όμως υποχρεούται να θεσπίσει ήπιες μορφές δημοκρατικής συμμετοχής σε όλες τις βαθμίδες της γενικής εκπαίδευσης.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Βασιλάκη Νίκου. Οικογενειακό Δίκαιο (Ερωτήσεις Απαντήσεις). Αθήνα 2. Δαγτόλου Πρ. Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, Τόμος Α και Β, Αντ. Σάκουλας, Αθήνα 1991 3. Ιωάννου Κρ. «Οι μελλοντικές προοπτικές της Ε.Σ.Δ.Α.». 4. Κουμάντος Γε. Οικογενειακό Δίκαιο ΙΙ. Αφοί Π.Σάκκουλα, Αθήνα 1986 5. Κουτσουμπίνας Στ. Η Συνταγματική θέση του ανηλίκου. Πρακτικά Συμποσίου για την πρόληψη και αντιμετώπιση της Εγκληματικότητας των ανηλίκων, Αθήνα 1990 6. Μάνεσης Αρ. Η πραγμάτωση της συνταγματικής προστασίας της ανήλικης νεότητας στο ισχύον δίκαιο, σε «θέματα Γονικής Μέριμνας». Σάκκουλα Θεσ/νίκη 1989 7. Μαρίνος Αν. Η θρησκευτική Ελευθερία, Αθήνα 1972 8. Μιχαηλίδης Νουάρος Γ. Το δικαίωμα εκπαιδεύσεως κατά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δ.Α. Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα 9. Ν. 1566/85. Δομή και λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις. 10. Σκουρής Β., Δίκαιο της Παιδείας, Σάκκουλας, Θεσ/νίκη 1988 11. Σπυριδάκης Σ. Οικογενειακό Δίκαιο. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα 1983 12. Σωτηρέλη Γ., Θρησκεία και εκπαίδευση, Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1993 13. Τζούλη Αθαν. Η δυαδική θέση μητέρας παιδιών και η μετάβαση στην τριαδική σχέση. Ο ρόλος του πατέρα (εισήγηση σε Πανελλήνιο Παιδαγωγικό Συμπόσιο) 1993 Ιούνιος 2002