ΜΟΥΣΕΙΑ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ: Η ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Περίληψη Λουτζάκη Ειρήνη iloutzaki@music.uoa.gr Ανθρωπολόγος του Χορού Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Πουλάκης Νίκος npoulaki@music.uoa.gr Εθνομουσικολόγος Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Στόχος του κειμένου είναι να αναδείξει τους τρόπους με τους οποίους είναι δυνατό τα μουσεία άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς να συνεισφέρουν σε μεγάλο βαθμό στις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών για περαιτέρω εκπαίδευση, τουριστική προβολή, περιφερειακή ανάπτυξη και δια βίου μάθηση, συνταιριάζοντας τις παλαιότερες πολιτισμικές πρακτικές με τα σύγχρονα τεχνολογικά εργαλεία και τις καινοτόμες επιστημονικές προσεγγίσεις. Υπό το πρίσμα αυτό και με κεντρικό άξονα τη μεθοδολογία της μελέτης περίπτωσης, αναλύονται οι βασικές κατευθύνσεις ενός πρότυπου μουσείου μουσικοχορευτικής παράδοσης της Κρήτης, το οποίο βρίσκεται στην αρχική φάση της υλοποίησής του. Μέσα από μία συνδυαστική ανθρωπολογική και εθνομουσικολογική προσέγγιση, η παρουσίαση φωτίζει ποικίλες όψεις των διαστάσεων του συγκεκριμένου μουσείου που δίνουν το γενικό περίγραμμα της πρωτοποριακής αυτής προσπάθειας, όχι μόνο σε ότι αφορά στη διατήρηση και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και σε σχέση με τις επιπλέον προοπτικές ανάπτυξης. Λέξεις κλειδιά: μουσείο, πολιτισμός, μουσική, χορός, εκπαίδευση, ανάπτυξη. 1 Εισαγωγή Μολονότι τα μουσεία άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς όπως π.χ. της μουσικής, του χορού και των άλλων τελεστικών τεχνών (performing arts) είναι λιγοστά και, ιδιαίτερα στη χώρα μας, σπανίζουν σε αντιδιαστολή με άλλους τύπους εκθεσιακών χώρων, ωστόσο οι ιδιόμορφοι αυτοί πολιτιστικοί φορείς μπορούν να αποτελέσουν οχήματα μεταφοράς και επικοινωνίας της ζωντανής, βιωμένης και βιωματικής, παράδοσης ενός τόπου συγκεκριμένα μίας περιφερειακής κοινωνίας, εκτός των κεντρικών αστικών, σχετικά αναπτυγμένων, περιοχών. Το Μουσείο Μουσικών Κρήτης, μία ιδέα εξαιρετικά πρωτοποριακή που βρίσκεται στα πρώτα στάδια συγκρότησης και ωρίμανσης, είναι δυνατό να αποτελέσει μία νέα εστία πολιτιστικής δημιουργικότητας, οικονομικής εξέλιξης και καινοτομικής εξωστρέφειας. Η παρουσίαση αυτή θα αναδείξει τα πρώτα αποτελέσματα του έργου, όπως επίσης και τους τρόπους με τους οποίους αυτά αναμένεται να συμβάλουν στην πολιτιστική, τουριστική, παιδευτική και ευρύτερη κοινωνική δυναμική της περιοχής εφαρμογής. 2 Μουσεία άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς 2.1 Άυλη πολιτιστική κληρονομιά Η πολιτιστική κληρονομιά δεν περιορίζεται στις υλικές εκφάνσεις της κουλτούρας, όπως είναι τα μνημεία και τα αντικείμενα τα οποία έχουν διατηρηθεί στην πορεία του χρόνου, αλλά περιλαμβάνει τις ζωντανές εκδηλώσεις και παραδόσεις κοινοτήτων, οι οποίες έχουν διαγενεαλογικό 350
χαρακτήρα καθώς μεταδίδονται μεταξύ των γενεών, τις περισσότερες φορές από στόμα σε στόμα. Άυλη κληρονομιά είναι οι πρακτικές, οι παραστάσεις, οι εκφράσεις, τα σύμβολα, οι γνώσεις, οι ικανότητες που οι κοινωνικές ομάδες αναγνωρίζουν ως συστατικά στοιχεία του πολιτισμού τους. Η κληρονομιά αυτή, από τη μία μεριά, συνεχώς μετασχηματίζεται σε σχέση με το περιβάλλον, τη φύση και την ιστορία και, από την άλλη, ενισχύει την ταυτότητα και τη συνοχή των κοινοτήτων, προωθώντας τον αμοιβαίο σεβασμό για την πολιτιστική διαφορετικότητα και την ανθρώπινη δημιουργικότητα χαρακτηριστικά στοιχεία στα οποία αναφέρονται τόσο η Σύμβαση της UNESCO για την «προστασία της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς» (2003) όσο και το Προεδρικό Διάταγμα 62 για την «καταγραφή, αποτύπωση και τεκμηρίωση άυλων πολιτιστικών αγαθών» (2012). Στο πλαίσιο αυτής της διάστασης του άυλου πολιτισμού αλλά και της μετάθεσης του μουσειολογικού ενδιαφέροντος από τη συλλογή υλικών αντικειμένων στον ανθρώπινο παράγοντα, τις προσωπικές του ανάγκες, εμπειρίες και έξεις, το Μουσείο Μουσικών Κρήτης φιλοδοξεί να περιληφθεί στην κατηγορία εκείνων των μουσείων διεθνώς που επιχειρούν να ανοίξουν νέες διόδους επικοινωνίας με τους παραδοσιακούς τρόπους ζωής και δημιουργίας στις τοπικές κοινωνίες στις οποίες ανήκουν. Επιθυμεί να καταλάβει, κατά τον τρόπο αυτό, μία ιδιαίτερα σημαντική θέση στο πολιτιστικό τοπίο της επικράτειας. 2.2 Μουσεία Ο όρος «μουσείο» χαρακτηρίζει το ίδρυμα πολιτιστικού, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, έργο του οποίου αποτελεί η συλλογή, η σπουδή, η διάσωση και η προβολή στο κοινό τεκμηρίων της ανθρώπινης κουλτούρας με στόχο τη μελέτη, την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία και την ανάπτυξη της κοινωνίας, όπως έχει ήδη από το 1974 διασαφηνιστεί στο καταστατικό του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων. Είναι βέβαια προφανές ότι, μολονότι το μουσείο προσδιορίζεται ως ένας συγκεκριμένος πολιτιστικός οργανισμός, ωστόσο οι δράσεις που προσφέρει δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από στατικότητα, εσωστρέφεια και μονομέρεια. Η ψηφιακή τεχνολογία και τα νέα μέσα, σε συνδυασμό με πρωτότυπες ιδέες-προτάσεις για την παραγωγή γνώσης, την οργάνωση της επικοινωνίας και την εφαρμογή μίας σύγχρονης αισθητικής, προδιαγράφουν καινούριες δυνατότητες εκπαιδευτικής και τουριστικής αξιοποίησης των μουσείων για μία κατά το δυνατό πληρέστερη και λειτουργικότερη ένταξή τους στο πλαίσιο της ευρύτερης κοινωνίας. 3 Μουσείο Μουσικών Κρήτης 3.1 Ιστορική αναδρομή Σε μία περιοχή με εξαιρετικά σημαντική μουσική, χορευτική και τραγουδιστική παράδοση, στις Λουσακιές του Δήμου Κισάμου, η δημιουργία ενός μουσείου αποτελούσε πάγιο στόχο του τοπικού Πολιτιστικού Συλλόγου. Με χρηματοδότηση από τα Ολοκληρωμένα Προγράμματα αλλά και με πολύ προσωπική εργασία, το παλιό σχολείο του χωριού έχει αναπαλαιωθεί πλήρως και έχει μετατραπεί σε ένα σύγχρονο κτίριο για να φιλοξενήσει όψεις της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής της Κισάμου, η οποία ως εθνογραφικό παράδειγμα αναδεικνύει και προσδιορίζει διαστάσεις και πρακτικές όχι μόνο του τοπικού πολιτισμού, αλλά και ολόκληρης της Κρήτης και της Ανατολικής Μεσογείου. Ειδικότερα, η προσπάθεια επικεντρώνεται σε ένα πρωτότυπο θεματικό μουσικό μουσείο, όπου εγκαταλείπεται η παρωχημένη λαογραφική και διασωστική προοπτική και ακολουθούνται καινοτόμες αισθητικές, τεχνολογικές και επιστημονικές τάσεις, στο πλαίσιο της σύγχρονης εθνομουσικολογικής και μουσειολογικής πρακτικής (Schippers, 2015). Το έργο, ως παραδειγματική περίπτωση συνεργασίας τόσο στο επίπεδο της δημιουργίας όσο και σε αυτό της βιωσιμότητάς του, θα πραγματοποιηθεί μέσα από την από κοινού δραστηριοποίηση των τοπικών (διοικητικών, εκπαιδευτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών) φορέων σε συνεργασία με Εργαστήριο Εθνομουσικολογίας και Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο διαθέτει επιπλέον την απαραίτητη επιστημονική, ερευνητική και διαχειριστική τεχνογνωσία για το εγχείρημα αυτό. 351
Στόχος του Μουσείου Μουσικών Κρήτης είναι να καθιερωθεί ως ένα εθνομουσικολογικό πολιτιστικό κέντρο, υποδειγματικό στον τρόπο οργάνωσης και παρουσίασης των εκθεμάτων του. Με την ολοκλήρωσή του, θα συγκεντρώνει αποτελεσματικά τις βασικές λειτουργίες ενός μουσείου, δηλαδή τη συλλογή, την ταξινόμηση, τη μελέτη, την έκθεση και τις αναπαραστάσεις μουσικών ήχων, μουσικών πρακτικών και μουσικών αντικειμένων, στο πλαίσιο της καθημερινής βιωματικής προσέγγισης του μουσικού φαινομένου από τους ίδιους τους ανθρώπους που εμπλέκονται σε αυτό παίζουν, μαθαίνουν, ακούνε, χορεύουν, διασκεδάζουν ή/και ασχολούνται επαγγελματικά με τη μουσική. Με αυτό τον τρόπο, το Μουσείο θα εκπληρώνει ταυτόχρονα τόσο τον εκπαιδευτικό όσο και τον πολιτιστικό του ρόλο, μεταφέροντας στοιχεία του μουσικού πολιτισμού στο κοινό (ευρύ ή ειδικό, εγχώριο και διεθνές) μέσα από μία αντίστοιχα διαμορφωμένη λογική ανάδειξής τους. Η ιστορία του Μουσείου μας μεταφέρει πίσω στον χρόνο, στην εποχή που ακόμα το κτήριο λειτουργούσε ως σχολείο: το Δημοτικό Σχολείο Λουσακιών. Το 2000, σε συνέχεια της μετακίνησης των λιγοστών παιδιών σε σχολεία της Κισάμου, το ακίνητο παραχωρήθηκε από τον ομώνυμο Δήμο στον Πολιτιστικό Σύλλογο Λουσακιών, έναν δραστήριο πολιτιστικό φορέα της περιοχής, ο οποίος θα στέγαζε εκεί τις ποικίλες μουσικοχορευτικές και περιβαλλοντολογικές του εκδηλώσεις. Με την απόκτηση στέγης, ο Σύλλογος συνέλαβε την ιδέα δημιουργίας αυτού του σύγχρονου ερευνητικού κέντρου, αντιλαμβανόμενος έγκαιρα την ανάγκη αλλά και την αξία της διάσωσης και μελέτης των πτυχών της μουσικής και του χορού, όπως της καθημερινής λειτουργίας των τελεστικών τεχνών, καθώς επίσης και των παλαιότερων πρακτικών, τεχνικών και χρήσεων που μέχρι σήμερα ψήγματά τους διασώθηκαν και αναδείχθηκαν, πολλά όμως ακόμα είτε αγνοούνται είτε δεν τους δόθηκε η πρέπουσα σημασία. Το τολμηρό και φιλόδοξο εγχείρημα ήταν απόρροια της ξεχωριστής, συνάμα δε και αναγνωρίσιμης πολιτιστικής φυσιογνωμίας της περιοχής που συνδέεται ποικιλότροπα με τη μουσική και τον χορό, τις θρησκευτικές τελετές, τα πανηγύρια και διάφορα άλλα μουσικοχορευτικά δρώμενα. Με τον τρόπο αυτό, θα γινόταν πραγματικότητα η συμβολή του νέου πολιτιστικού φορέα στη διαμόρφωση μίας άρρηκτης σύνδεσης της μουσικοχορευτικής και της ευρύτερης πολιτιστικής κληρονομιάς ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν, με στόχο το μέλλον. 3.2 Θεωρητική και μεθοδολογική προσέγγιση Οι απαρχές της μελέτης για τη μουσική, το τραγούδι και τον χορό της Δυτικής Κρήτης, με στόχο τη δημιουργία ενός μουσείου που θα καλύψει τα συγκεκριμένα αντικείμενα, τοποθετούνται αρκετά παλαιότερα. Αποτέλεσμα της εν λόγω έρευνας είναι η συγκέντρωση αξιόλογου σώματος εθνογραφικών δεδομένων, προκειμένου να αποτελέσουν το βασικό πραγματολογικό σώμα για τη συγκρότηση των εκθέσεων του Μουσείου Μουσικών Κρήτης, ενώ αναμένεται να εμπλουτιστούν με νέες συλλογές και δεδομένα που θα καλύψουν μεγάλο μέρος της μουσικής, τραγουδιστικής και χορευτικής παράδοσης καταρχάς της Κισάμου και, στη συνέχεια, όλης της Κρήτης (αλλά και εκτός αυτής), σε ποικίλες αξιοποιήσιμες μορφές, όπως γραπτό, οπτικό, ηχητικό και οπτικοακουστικό υλικό. Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι παρουσιάσεις του Μουσείου θα στηρίζονται σε εκθέματα πρωτότυπα και μοναδικά, τα οποία επιπροσθέτως θα έχουν συλλεχθεί με βάση τις αρχές και τους όρους μίας επιστημονικά ορθής εθνομουσικολογικής και ανθρωπολογικής έρευνας. Η συγκεκριμένη διαδικασία αποτελεί μία καταρχήν απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός πρωτότυπου και καινοτόμου μουσείου τόσο από την άποψη της σύλληψης όσο και από την πλευρά της δημιουργίας και της εφαρμογής. Το ιστορικό της συνεργασίας, της έρευνας και της υλοποίησης του έργου είναι πιθανό να αποτελέσει μία ξεχωριστή ενότητα στον κεντρικό εκθεσιακό χώρο του Μουσείου, στην οποία θα αναδεικνύεται η αυτοαναφορική διάσταση του εγχειρήματος, σε μία αρμονική διασύνδεση με τις ανάλογες επιστημονικές απαιτήσεις και προδιαγραφές. Η σύνθετη εθνομουσικολογική-ανθρωπολογική πρόταση για τη δημιουργία του Μουσείου Μουσικών Κρήτης λαμβάνει σοβαρά υπόψη της τις παραπάνω επισημάνσεις, σε μία προσπάθεια να διαμορφώσει έναν σύγχρονο, πρωτοποριακό, πολυσυλλεκτικό και, κατά τα άλλα, βιώσιμο χώρο, που θα «στεγάσει» όχι μόνο την εντόπια, κληροδοτημένη από το παρελθόν, μουσική και χορευτική παράδοση, αλλά και σύγχρονες αγροτικές και αστικές πρακτικές, στις οποίες λαμβάνουν μέρος 352
ποικίλες ομάδες και πρόσωπα. Με βάση τα νεώτερα θεωρητικά και μεθοδολογικά μοντέλα της εθνομουσικολογίας και της ανθρωπολογίας, η πρόταση υλοποίησης κινείται σε δύο άξονες-δίκτυα ανάδειξης του μουσειακού υλικού: α) «από το τοπικό στο παγκόσμιο» και β) «το πρόσωπο και ο κόσμος του». Ο πρώτος άξονας-δίκτυο («από το τοπικό στο παγκόσμιο») οριοθετεί γεωπολιτισμικά τις διάφορες εκθεσιακές ενότητες, στο πλαίσιο παρουσίασης της περιοχής αναφοράς σε διαλογική αντιπαραβολή με άλλες περιοχές εκτός του βασικού και προσδιορισμένου χωροχρονικού τόξου που καλύπτει το Μουσείο. Με βάση τα παραπάνω, ο συγκεκριμένος άξονας-δίκτυο προσδιορίζει με σαφήνεια τα μέσα τα οποία συνδέουν και διαμορφώνουν τις σχέσεις μεταξύ διαφορετικού επιπέδου τοπικοτήτων αλλά και τις σχέσεις ανάμεσα στο τοπικό και το παγκόσμιο γίγνεσθαι. Με τον τρόπο αυτό, η επεξεργασία του εθνογραφικού και εθνομουσικολογικού υλικού θα επιδιώξει την ανάδειξη εκείνων των όψεων και πρακτικών των πολιτισμικών δρώμενων που καθορίζουν και αντανακλούν την κοινωνική-πολιτισμική οργάνωση της Κρήτης και, κατ επέκταση, τη γεωγραφική διάρθρωση των δικτύων της μουσικής. Η διάρθρωση αυτή μπορεί να περιλαμβάνει δίκτυα που βασίζονται τόσο σε υλικά (π.χ. η κουλτούρα του βιολιού, η κουλτούρα της λύρας) όσο και σε άυλα μορφώματα (π.χ. σχέσεις και συνεργασίες με αντικείμενα τη μουσική και τον χορό εντός και εκτός Κρήτης). Ο δεύτερος άξονας-δίκτυο («το πρόσωπο και ο κόσμος του») θέτει τον οργανοπαίκτη στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της έκθεσης, παρουσιάζοντας τα ποικίλα ερευνητικά δεδομένα (υλικά και άυλα) που τον αφορούν, σε συνάρτηση με το οικογενειακό, κοινωνικό και μουσικό πλαίσιο στο οποίο αυτός δραστηριοποιείται (το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον του). Όλες οι περιγραφές και μαρτυρίες που τον αφορούν αποσκοπούν στο να διευκολύνουν την κατανόηση και ανάδειξη της προσωπικότητάς του και στην ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της τέχνης του, όπως αυτά έχουν συμβάλει στη δημιουργία του τοπικού μουσικού ύφους της Κισάμου αλλά και στη διαμόρφωση της μουσικής κουλτούρας της Κρήτης εν γένει. 4 Εκπαίδευση και ανάπτυξη Η εκπαιδευτική και αναπτυξιακή πολιτική του Μουσείου Μουσικών Κρήτης υποστηρίζονται από θεωρητικά μοντέλα της επικοινωνίας και της μάθησης σε εκθεσιακούς χώρους που στοχεύουν στη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για διαφορετικού τύπου ερμηνείες και αναγνώσεις του υλικού. Επιπλέον, προβάλλουν ιδιαίτερους τρόπους μάθησης και δίνουν έμφαση στην προσπάθεια έμπνευσης, προβληματισμού και ενεργητικής συμμετοχής του επισκέπτη, στη διατύπωση καίριων ερωτημάτων και στην προώθηση του διαλόγου. Αναλυτικότερα, στο Μουσείο Μουσικών Κρήτης προβλέπονται τρεις τρόποι παρουσίασης: α) ο παιδαγωγικός, ο οποίος απευθύνεται σε παιδιά αλλά και σε μεγαλύτερες ηλικίες επισκεπτών (με βάση τις αρχές της εκπαίδευσης και δια βίου μάθησης), β) ο τουριστικός, ο οποίος προορίζεται για το ευρύτερο κοινό (με στόχο την πολιτιστική ανάπτυξη) και γ) ο επιστημονικός, για το ειδικό κοινό, με τον οποίο δεν θα ασχοληθούμε στο παρόν κείμενο. Ο τρόπος παρουσίασης των εκθεμάτων σε ψηφιακή ή σε φυσική μορφή συνάδει με την πρόσληψη της γνώσης από τους επισκέπτες του χώρου, δημιουργώντας κατάλληλες συνθήκες για μία βιωματική προσέγγιση του γενικού θεματικού περιεχομένου των ενοτήτων του Μουσείου, με σκοπό να διευκολύνουν το κοινό στη δόμηση των αντίστοιχων αφηγημάτων (Νάκου, 2002). Κοντά σε ό,τι χαρακτηριστικά αναφέρει η Τσιτούρη (2003), ο κεντρικός ρόλος του Μουσείου έγκειται στην ευκαιρία να προσφέρει στις διάφορες κατηγορίες κοινού τα κατάλληλα ερμηνευτικά εργαλεία για την κατανόηση των εκθεμάτων, στη δυνατότητα να υποστηρίξει την κριτική γνώση και, τέλος, στην προοπτική για μία βιώσιμη ανάπτυξη. 4.1 Παιδαγωγικές εφαρμογές Το σχολείο ήταν και παραμένει πάντοτε ένας χώρος δυναμικής συλλεκτικής κουλτούρας. Οι θεματικές κατασκευές, όπως επίσης και τα αντικείμενα που συνέλεγαν οι μαθητές και οι μαθήτριες για να χρησιμοποιηθούν ως εποπτικά μέσα, βοηθητικά στη διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, συχνά κατέληγαν σε περιοδικού τύπου εκθέσεις μικρής έκτασης με κύριο μέλημα την ανάδειξη του 353
θεματικού τους χαρακτήρα (ιστορικού, πολιτιστικού, φυσικού ή άλλου) ή/και της εκπαιδευτικής, εικαστικής και αισθητικής τους πτυχής. Επιπλέον, η παρουσία των μαθητών και των μαθητριών στα μουσεία, σε αρχαιολογικούς και άλλους χώρους, καθώς και η συμμετοχή τους σε εργαστήρια και συλλογικές δράσεις, συνέβαλε στην απόκτηση γνώσης, δημιουργώντας παράλληλα συνθήκες ενδιαφέροντος για ανταλλαγή απόψεων και δημιουργική συζήτηση. Απαρχή της σχέσης «μουσείο-σχολείο» θεωρείται η πρωτοβουλία στο Λούβρο στα μέσα του 20ού αιώνα, για να ακολουθήσει το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων και η UNESCO ένα χρόνο μετά, με την οργάνωση πειραματικού προγράμματος που στόχευε στη θεσμοθέτηση των μουσειακών δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένου του εκπαιδευτικού τους ρόλου. Στο πλαίσιο της ελληνικής πραγματικότητας, το σεμινάριο «Μουσείο-Σχολείο», το οποίο διοργανώνει το Ελληνικό Τμήμα του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων ήδη από το 1988 σε διαφορετικό κάθε φορά νομό και απευθύνεται στους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και, στη συνέχεια, το καινοτόμο πρόγραμμα «ΜΕΛΙΝΑ-Εκπαίδευση και Πολιτισμός» (1994-2004), αφενός, συνέβαλαν στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σχετικά με τις δυνατότητες αξιοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς στο πλαίσιο σχολικών δραστηριοτήτων και, αφετέρου, οδήγησαν στο άνοιγμα διόδου ανάμεσα στον κόσμο του μουσείου και σε αυτόν του σχολείου. Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι η σχέση «μουσείο-σχολείο» συνοδοιπορεί με τη σύγχρονη αντίληψη περί «μουσείου», το οποίο λειτουργεί δημιουργικά ως ένας πόλος μόρφωσης, εκπαίδευσης και ψυχαγωγίας. Επιπλέον, ο όρος «μουσειακή μάθηση» προσδιορίζει όχι μόνο τον τόπο όπου πραγματοποιείται η μάθηση αλλά και καθετί που περιλαμβάνεται στον χώρο ενός μουσείου. Όπως αναφέρει και η Νικονάνου (2015), η μάθηση αντιμετωπίζεται σε ένα κοινωνικό-πολιτισμικό πλαίσιο και οι επιμέρους μουσειακές λειτουργίες (συλλογή, διατήρηση, έρευνα, έκθεση και εκπαιδευτικά προγράμματα) αποτελούν τη βάση για την παιδαγωγική αξιοποίησή του. Το Μουσείο Μουσικών Κρήτης, προκειμένου να επιτελέσει τον αντίστοιχο ρόλο του, είναι απαραίτητο να διατυπώσει με σαφήνεια την πολιτική του στον τομέα της μουσειοπαιδαγωγικής, οργανώνοντας σειρά εκπαιδευτικών δράσεων με έμπνευση και πρωτοτυπία που θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον της μαθητικής κοινότητας εντός και εκτός Κρήτης, μαθητικών και σπουδαστικών ομάδων του εξωτερικού, αλλά και ενηλίκων. Υπό το πρίσμα αυτό, οι πολιτιστικές-εκπαιδευτικές δραστηριότητες του Μουσείου μπορεί να αποτελέσουν έναν ισχυρό πόλο έλξης, με μέλημα την αξιοποίηση του «παλιού σχολείου» γεμάτου μνήμες για τους κατοίκους της περιοχής, συνδέοντας την παιδεία με τον πολιτισμό. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η δράση που οργάνωσε ο Πολιτιστικός Σύλλογος Λουσακιών, η οποία είχε τίτλο «Από τους ήχους του σχολείου στους ήχους του βιολιού και του λαγούτου: Ένα ταξίδι στο χρόνο της μουσικής και του χορού», δραστηριοποιώντας τους παλαιότερους μαθητές πάγιο αίτημα του Συλλόγου είναι να ξαναγεμίσει ο χώρος του σχολείου με παιδιά προκειμένου να συμβάλλουν στην οργάνωση και λειτουργία του «δικού τους» Μουσείου. Η προφορική ιστορία, υιοθετώντας την τεχνική της συνέντευξης, ασχολήθηκε με τις μνήμες και τα βιώματα των ανθρώπων, δίνοντας έτσι έμφαση στον τρόπο με τον οποίο τα ίδια τα άτομα και οι ομάδες τοποθετούνται απέναντι στο παρελθόν τους, συγκροτώντας μία ιστορία πλούσια και πολυπρισματική (Κυριακίδου-Νέστορος, 1993). Τα κείμενα των εκδηλώσεων (βλ. Σχήματα 1 και 2) που προαναφέραμε αναπαράγουν τους λόγους του κοινωνιολόγου Halbwachs (1992), ο οποίος υποστήριζε ότι η ατομική και η συλλογική μνήμη συγκροτούνται μέσα από μία διαλεκτική σχέση, καθώς τα άτομα θυμούνται και ανακαλούν τα γεγονότα του παρελθόντος τους ως μέλη της ευρύτερης ομάδας στην οποία ανήκουν όπως και στην προκειμένη περίπτωση της σχολικής τάξης του παλιού δημοτικού σχολείου στην κοινότητα των Λουσακιών. 30/8/2015, 20.30: Σας προσκαλούμε στο σχολείο Λουσακιών να φέρετε αρχειακό υλικό (φωτογραφίες, εφημερίδες, δίσκους, κασέτες, κ.ά.) αντικείμενα σχετικά με τη μουσική, τους μουσικούς ή τον χορό και φυσικά τις αναμνήσεις σας από το σχολείο για να βοηθήσουμε στο στήσιμο του Μουσείου Μουσικών, στις Λουσακιές Κισάμου. 354
Σχήμα 1: Πρόσκληση εκδηλώσεων Σχήμα 2: Πρόγραμμα εκδηλώσεων Επεκτείνοντας την πρακτική της αφήγησης, περνάμε και στον δεύτερο κύκλο προγραμμάτων του Μουσείου Μουσικών Κρήτης, τα οποία εστιάζουν στη μουσική την παραδοσιακή μουσική σε όλες τις εκφάνσεις και διαστάσεις της (όργανα, χορός, τόπος, γιορτές, πανηγύρια, γεύσεις, εθιμικές πρακτικές κ.λπ.). Ωστόσο, όπως έχει ήδη ειπωθεί, το σκεπτικό της έκθεσης επικεντρώνεται στους ανθρώπους, τους δημιουργούς, στους ανώνυμους και επώνυμους μουσικούς, οι οποίοι κρατώντας στο χέρι τους μία λύρα, ένα βιολί, ένα λαούτο ή μία ασκομαντούρα, μετακινούνται σε παρέες προς ποικίλα πολιτιστικά περιβάλλοντα (σε γλέντια, εκδηλώσεις, εδώ και εκεί, εντός της κοινότητας ή και έξω από το νησί), μεταφέροντας νέες ιδέες και εξελίσσοντας τη μουσική τους με νέα στοιχεία. Με αυτή την πολυσυλλεκτική ανθρωποκεντρική προσέγγιση γίνεται προσπάθεια να αναδειχθεί η ταυτότητα του Μουσείου, που το διαφοροποιεί από αντίστοιχα θεματικά μουσεία αφιερωμένα σε κάποιο μουσικό είδος ή σε συγκεκριμένους δημοφιλείς καλλιτέχνες και συγκροτήματα. Με οδηγό τον λόγο των μουσικών και των χορευτών, οι μαθητές και οι μαθήτριες καλούνται να εμπλακούν ενεργά στις μουσειοπαιδαγωγικές δράσεις, προκειμένου να κατανοήσουν όψεις των πολιτισμικών δρώμενων της Δυτικής Κρήτης, επιχειρώντας, παράλληλα, να γνωρίσουν τα πρότυπα των προσώπων και των δραστηριοτήτων που διαμόρφωσαν το μουσικό και το χορευτικό τοπίο της Κρήτης από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα. Δεν πρόκειται, προφανώς, για αναδιήγηση της βιογραφίας των μουσικών. Αντιθέτως, οι βασικοί άξονες (μουσική και χορός), οι συνεργασίες και τα κυριότερα επεισόδια της ζωής τους μπορούν να συνθέσουν ιστορίες με συμβολικές προεκτάσεις, με αποτέλεσμα να χρησιμεύουν ως ένα ιδανικό «σκηνικό» για την αφήγηση του εκπαιδευτικού προγράμματος. Όχημα για αυτό το «ταξίδι πίσω στον χρόνο» αποτελούν οι αναπαραστάσεις, οι ηχογραφήσεις, το ρεπερτόριο, τα προσωπικά αντικείμενα, οι φωτογραφίες, οι κινούμενες εικόνες όλα σε λειτουργική σχέση μεταξύ τους και τα οποία με τη βοήθεια της τεχνολογίας θα ζωντανεύουν κάθε φορά, και πάντα διαφορετικές, πτυχές από το περιβάλλον κάθε μουσικού. 355
4.2 Τουριστικές δράσεις Είναι γνωστό σε όλους ότι ο πολιτιστικός τουρισμός (cultural tourism) μπορεί να αποφέρει πολλά οικονομικά (σε ποσοτικό επίπεδο) και κοινωνικά (σε ποιοτικό επίπεδο) οφέλη, ιδιαίτερα σε περιοχές της περιφέρειας, οι οποίες βρίσκονται εκτός των κρίσιμων αναπτυξιακών πλάνων και των κεντρικών σχεδίων βιωσιμότητας. Καθώς, λοιπόν, η Κρήτη βρίσκεται στους πλέον δημοφιλείς προορισμούς για σημαντική χρονική περίοδο μέσα στο έτος, συγκεντρώνει ένα μεγάλο πλήθος τουριστών διαφόρων κατηγοριών και προτιμήσεων, των οποίων το ενδιαφέρον μπορεί δυνητικά να στραφεί και προς το Μουσείο Μουσικών Κρήτης. Η υλοποίηση του Μουσείου θα βοηθήσει στην τουριστική αναβάθμιση τόσο της περιοχής, ειδικότερα, όσο και, συνολικότερα, του νομού Χανίων και όλου του νησιού. Βέβαια, περαιτέρω επιτυχία θα αποτελέσει το γεγονός να μπορέσει το Μουσείο να προσελκύσει ένα μέρος των επισκεπτών και να προταθεί σε αυτούς στο πλαίσιο μίας εξειδικευμένης πολιτιστικής διαδρομής μαζί με άλλους σχετικούς προορισμούς. Στο σημείο αυτό, εξίσου σημαντική είναι και η διάσταση της συνεχούς προβολής του Μουσείου στα πανηγύρια, τις τοπικές γιορτές και τα λοιπά πολιτιστικά δρώμενα, κυρίως της Κρήτης αλλά και άλλων περιοχών της χώρας, καθώς και στο διαδίκτυο, μέσω της ενημέρωσης τουριστικών ιστότοπων και ειδικών καναλιών προώθησης, τα οποία απευθύνονται σε μελλοντικούς επισκέπτες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, σε οικογένειες, σε ομάδες τουριστών ή μεμονωμένους τουρίστες και σε στοχευμένες ομάδες ατόμων που ενδιαφέρονται για τους διάφορους τομείς του θεματικού και του εναλλακτικού (πολιτιστικού) τουρισμού, σε ομογενείς και Έλληνες του εξωτερικού κ.λπ. Στις μέρες μας, το κοινό των μουσειακών χώρων παρουσιάζεται πλέον αρκετά διευρυμένο και διαφοροποιημένο, σε σχέση με παλαιότερες εποχές που τα μουσεία απευθύνονταν κυρίως στις κοινωνικές ελίτ, καθώς ο πολιτισμός και οι σχετικές δραστηριότητες πολιτιστικού περιεχομένου έχουν αποκτήσει ευρύτερη και μαζικότερη απήχηση στο πλαίσιο του «ελεύθερου χρόνου» και της «τουριστικής επιχειρηματικότητας» ως σύγχρονα ψυχαγωγικά προϊόντα/αγαθά. Κατά συνέπεια, οι παραδοσιακοί πολιτιστικοί οργανισμοί μετατοπίζουν σταδιακά το κέντρο βάρους τους σε νέα πεδία δράσης, μετεξελίσσονται σε φορείς με πολλαπλές πτυχές λειτουργίας πέρα από τις παραδοσιακές διαδικασίες συντήρησης, διατήρησης και οργάνωσης των πολιτισμικών τεκμηρίων και προτάσσουν με ενεργό τρόπο την πολιτιστική, τουριστική και οικονομική αξιοποίηση των δυνατοτήτων τους, προσφέροντας ελκυστικές και καινοτόμες υπηρεσίες (Timothy, 2011). Εκτός από την παροχή πληροφοριών και την παρουσίαση τεκμηρίων γενικού πολιτιστικού περιεχομένου, το Μουσείο Μουσικών Κρήτης αποτελεί ένα κατεξοχήν θεματικό μουσείο, με κύριο αντικείμενό του τον μουσικοχορευτικό πολιτισμό. Όπως συμβαίνει και με άλλα θεματικά μουσεία που συνδέονται άμεσα με την τοπική κουλτούρα, το Μουσείο Μουσικών Κρήτης έχει σχεδιαστεί για να αποτελέσει ένα αδιάσπαστο σύνολο με την κοινωνία αναφοράς, ένα μέρος της πολιτισμικής οικολογίας (cultural ecology) της περιοχής. Με άλλα λόγια, το Μουσείο αυτό παραμένει ζωντανό κύτταρο του πολιτισμού και δεν λειτουργεί απλά και μόνο για να μεταφέρει τις πολυαισθητηριακές μουσικοχορευτικές πρακτικές στους επισκέπτες του αλλά δημιουργεί από κοινού με αυτούς τα τρέχοντα μουσικοχορευτικά δρώμενα μία σύγχρονη πραγματικότητα που εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτιστικής και δημιουργικής βιομηχανίας (cultural and creative industry). Για την ανάπτυξη συγκεκριμένων τουριστικών δράσεων στο πλαίσιο της αξιοποίησης του Μουσείου Μουσικών Κρήτης, το σχέδιο βιωσιμότητας και αλληλεπίδρασής του με το τουριστικό κοινό θα στηριχθεί σε δύο επίπεδα: α) στο περιεχόμενο και τη δομή του Μουσείου (π.χ. η διάκριση ανάμεσα σε μόνιμες και προσωρινές/περιοδικές εκθέσεις, με δυνατότητα να φιλοξενεί θεματικές, στις οποίες θα προβάλλονται υπερτοπικά στοιχεία του μουσικού πολιτισμού και οι οποίες είτε θα οργανώνονται από το ίδιο το μουσείο είτε θα μεταβαίνουν εκεί επί δανεισμώ από άλλα μουσεία και θα παρουσιάζονται για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα) και β) στις ενέργειες για εξωστρέφεια, δημοσιότητα και προβολή του Μουσείου (π.χ. οι ενημερωτικές εκδηλώσεις ή η συμμετοχή μελών του σε συνέδρια, περιοδείες και άλλες εκθέσεις, οι οποίες εξασφαλίζουν την προσωπική επαφή και λειτουργούν συμπληρωματικά στις υπόλοιπες δράσεις επικοινωνίας). 356
Ο σύγχρονος τουρίστας ενδιαφέρεται περισσότερο για μία πολύπλευρη (όχι μονοδιάστατη) αλληλεπίδραση με την κουλτούρα με την οποία έρχεται σε επαφή, δηλαδή για έναν συνδυασμό της μάθησης με την αναψυχή και τη διασκέδαση (edutainment). Αντίστοιχες δράσεις του Μουσείου Μουσικών Κρήτης, όπως η οργάνωση πρωτότυπων καλλιτεχνικών γεγονότων, η δραστηριοποίηση σε νέες πολιτιστικές παραγωγές, η ενεργοποίηση εθελοντών, η διασύνδεση με άλλους κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς (τοπικούς ή υπερτοπικούς, δημόσιους ή ιδιωτικούς), ο εμπλουτισμός του θεματικού του πεδίου μέσω της συνέργειας με άλλους τομείς του πολιτισμού, η ευαισθητοποίηση πάνω σε τρέχοντα κοινωνικά-πολιτισμικά ζητήματα, η εξατομικευμένη εμπειρίας και η προσπάθεια για διεύρυνση της εποχικής επισκεψιμότητας, θα συμβάλουν σε σημαντικό βαθμό στην υποστήριξη του εγχειρήματος και στη μακροπρόθεσμη τουριστική άνθηση. 5 Συμπεράσματα Μέσα από την παρουσίαση της αρχικής φάσης υλοποίησης του Μουσείου Μουσικών Κρήτης και του βασικού σχεδιασμού του όσον αφορά στις εκπαιδευτικές και αναπτυξιακές προοπτικές του, γίνεται αντιληπτή η συνδυαστική εφαρμογή των εννοιών της μουσειακής μάθησης και εμπειρίας και του κοινωνικού ρόλου των μουσείων για πολιτισμική ενδυνάμωση, ενσωμάτωση και αλλαγή (Νικονάνου, 2015). Το Μουσείο Μουσικών Κρήτης, με τις ποικίλες δράσεις και δυνατότητές του, στοχεύει στη διαμόρφωση και περαιτέρω διατήρηση της ταυτότητάς του ως ενός «ανοιχτού» χώρου διαντίδρασης με τους επισκέπτες του (ντόπιους και μη), έτοιμου να γεννήσει νέες μορφές σχέσεων, δημιουργίας και επικοινωνίας. Μόνο μέσω αυτού του τρόπου, μπορεί ένα μουσείο να μετατραπεί ουσιαστικά σε ενεργό κύτταρο του πολιτισμικού ιστού της πόλης, στην υπηρεσία της κοινωνίας και της εξέλιξής της, επιδιώκοντας την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία, την ανάπτυξη και την ευημερία. Βιβλιογραφία Ελληνόγλωσση Κυριακίδου-Νέστορος, Α. (1993). Λαογραφικά μελετήματα, τόμος Β. Αθήνα: Πορεία. Νάκου, Ε. (2002). Το επιστημολογικό υπόβαθρο της σχέσης μουσείου, εκπαίδευσης και ιστορίας. Στο Γ. Κόκκινος, Ε. Αλεξάκη (Επιμ.), Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στη μουσειακή αγωγή. Αθήνα: Μεταίχμιο, 115-128. Νικονάνου, Ν. (2015). Μουσειακή μάθηση και εμπειρία στον 21ο αιώνα: Εισαγωγή. Στο Ν. Νικονάνου (Επιμ.), Μουσειακή μάθηση και εμπειρία στον 21ο αιώνα. Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, 13-23. Προεδρικό Διάταγμα. (2012). Καταγραφή, αποτύπωση και τεκμηρίωση άυλων πολιτιστικών αγαθών (Π.Δ. 62/2012, ΦΕΚ Α 112/3-5-2012). Ιωάννινα. Τσιτούρη, Α. (2003). Το μουσείο, ένα δυναμικό εργαλείο εκπαίδευσης. Γέφυρες, τ. 9, 49-53. Ξενόγλωσση Halbwachs, M. (1992). On collective memory (A. L. Coser, Trans.). Chicago and London: University of Chicago Press. Schippers, H. (2015). Applied ethnomusicology and intangible cultural heritage: Understanding ecosystems of music as a tool for sustainability. In S. Pettan, J. T. Titon (Eds.), The Oxford handbook of applied ethnomusicology. Oxford and New York: Oxford University Press, 134-157. Timothy, D. J. (2011). Cultural heritage and tourism: An introduction. Bristol, Buffalo and Toronto: Channel View Publications. UNESCO. (2003). Convention for the safeguarding of intangible cultural heritage (17-10-2003). Paris. 357