Παρακολούθηση και εκτίµηση της έκθεσης σε καρκινογόνες χηµικές ουσίες, και των αντιστοίχων κινδύνων, στον εργασιακό χώρο



Σχετικά έγγραφα
Περιβάλλον και υγεία: Ορόλοςτηςβιολογικήςέρευνας στη διαμόρφωση πολιτικών προστασίας και πρόληψης

ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΟΝΟΜΑ:ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΕΠΙΘΕΤΟ:ΠΡΙΦΤΗ ΤΑΞΗ:Γ ΤΜΗΜΑ:4

αμινοξύ. Η αλλαγή αυτή έχει ελάχιστη επίδραση στη στερεοδιάταξη και τη λειτουργικότητα της πρωτεϊνης. Επιβλαβής

Γυμνάσιο Κερατέας ΚΑΡΚΙΝΟΣ & ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ. Αναστασία Σουλαχάκη Κωνσταντίνα Πρίφτη

Κεφάλαιο 15 (Ιατρική Γενετική) Προγεννητική διάγνωση

Μελέτη βιολογικής δράσης σε ουσίες που περιέχονται σε εκχυλίσµατα από ελληνικές ποικιλίες σταφυλιών

Η Κυτταρογενετική στις αιματολογικές κακοήθειες

Κεφάλαιο 6: Μεταλλάξεις

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ

Βιολογία Κατεύθυνσης Κεφάλαιο 6 ο : Μεταλλάξεις

Απαντήσεις διαγωνίσματος Κεφ. 6 ο : Μεταλλάξεις

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 1 ΙΟΥΛΙΟΥ 2004 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΜΑΪΟΥ 2019 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ : 7

Βιοπληροψορική, συσιημική βιολογία και εξατομικευμένη θεραπεία

ΓΕΝΕΤΙΚΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΦΥΤΑ (ΑΝΤΟΧΗ ΣΕ ΕΝΤΟΜΑ-ΙΟΥΣ)

Επιδίωρθωση Βλαβών στο DNA Πεφάνη Δάφνη Επίκουρη καθηγήτρια, Εργαστήριο Βιολογίας

Κυτταρογενετική και μοριακή γενετική επίκτητων διαταραχών

Κεφάλαιο 7 - Ένζυμα, οι μηχανισμοί της ζωής

Παραγωγή, απομόνωση και καθαρισμός της φαρμακευτικής πρωτεΐνης.

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ «ΕΝΑ» ΓΙΟΜΠΛΙΑΚΗΣ ΛΑΖΑΡΟΣ ΠΕΤΡΟΜΕΛΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Ανι χνευση μεταλλα ξεων στον καρκι νο και εξατομικευμε νη θεραπει α

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Φ.Ε ΘΕΜΑΤΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Κριτήρια ταξινόμησης κατά CLP: Κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία Καρκινογένεση, Μεταλλαξιγένεση, Τοξικότητα στην αναπαραγωγή

«Μεταλλάξεις και ο ρόλος τους στην γενετική ποικιλότητα» Εργασία στο μάθημα της Βιολογίας ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑΣ

β) Σχολικό βιβλίο σελ. 96: «Αν κατά τη διάρκεια της µείωσης...τρισωµία», σελ. 97: «Η έλλειψη είναι η απώλεια γενετικού

«Μεταλλάξεις και ο ρόλος τους στην γενετική ποικιλότητα»

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΚΕΦ. 6 ο ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ

με κυτταρογενετικές μεθόδους

Σύγχρονες μεθοδολογίες μοριακής βιολογίας και γενετικής στη γυναικολογία

Μια ενημέρωση για ασθενείς και παρόχους φροντίδας

ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Χρωμοσώματα και ανθρώπινο γονιδίωμα Πεφάνη Δάφνη

Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ. Óõíåéñìüò ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ. Να επιλέξετε τη φράση που συµπληρώνει ορθά κάθε µία από τις ακόλουθες προτάσεις:

Δοµή και ιδιότητες του DNA. 09/04/ Μοριακή Βιολογία Κεφ. 1 Καθηγητής Δρ. Κ. Ε. Βοργιάς

ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ. 11η ΙΑΛΕΞΗ

ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις: 1. Στο DNA των μιτοχονδρίων περιέχονται πληροφορίες για:

Βιολογία Ο.Π. Θετικών Σπουδών Γ' Λυκείου

Ατυπία Υπερπλασία- Δυσπλασία. Κίττυ Παυλάκη

Ενότητα 10: Κυτταρική Διαίρεση

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 27 ΜΑΪΟΥ 2008 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 16 IOYNIOY 2017 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ

igenetics ΜΑΘΗΜΑ 3 Το γενετικό υλικό

Χρωμοσώματα & κυτταροδιαιρέσεις

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 4 ΙΟΥΛΙΟΥ 2007 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Παίζοντας με τα χρωμοσώματα ΙΙ

Γονιδιωματική. G. Patrinos

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:

Εργασία για το μάθημα της βιολογίας Υπεύθυνος Καθηγητής : Dr Κεραμάρης Κων/νος Συντελεστές : Αϊναλάκης Πέτρος Γ 1 Κυρίκος Κυριάκος Γ 1

«β-μεσογειακή αναιμία: το πιο συχνό μονογονιδιακό νόσημα στη χώρα μας»

Βιολογία Ο.Π. Θετικών Σπουδών Γ' Λυκείου

1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΤΟΞΙΚΟΛΟΓΙΑΣ

KΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Χημική σύσταση του κυττάρου. Να απαντήσετε σε καθεμιά από τις παρακάτω ερωτήσεις με μια πρόταση:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11. Βιοενεργητική & Μεταβολισµός: Μιτοχόνδρια, Χλωροπλάστες & Υπεροξειδιοσώµατα

Αρχές μοριακής παθολογίας. Α. Αρμακόλας Αν. Καθηγητής Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ

Κεφάλαιο 6 Το τέλος της εποχής της Γενετικής

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ_ Β ΛΥΚΕΙΟΥ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 22 ΜΑΪΟΥ 2015 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΗPV και Καρκίνος Δέρµατος. Ηλέκτρα Νικολαΐδου Επ. Καθηγήτρια Δερµατολογίας ΕΚΠΑ Νοσ. «Α. Συγγρός»

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ. Στοιχείο O C H N Ca P K S Na Mg περιεκτικότητα % ,5 1 0,35 0,25 0,15 0,05

gr ΜΟΥΓΙΟΣ Β.

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Συστήματα ελέγχου προσδιορισμού γενετικής δράσης φυσικών και χημικών παραγόντων του περιβάλλοντος

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑΣ ΕΤΟΣ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ο...2 I. Εφαρµογές της βιοτεχνολογίας στην ιατρική...2 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ...7 ΝΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΤΕ ΤΑ ΚΕΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΛΕΞΗ...

Tοξικότητα. Αρτεμις Ντονά Επίκουρη Καθηγήτρια Εργ. Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας. 6/3/2008 Αρτεμις Αγησ. Ντονά

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύπανση : η επιβάρυνση του περιβάλλοντος με κάθε παράγοντα ( ρύπο ) που έχει βλαπτικές επιδράσεις στους οργανισμούς ΡΥΠΟΙ

Αρχές μοριακής παθολογίας. Α. Αρμακόλας Αν. Καθηγητής Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ

ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΙΑΙΡΕΣΗ. αναπαραγωγή. αύξηση αριθµού κυττάρων ανάπτυξη

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ:ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019

Ρύπανση του αέρα και υγεία

Μίτωση - Μείωση και φυλετικοί βιολογικοί κύκλοι Γ. Παπανικολάου MD, PhD

Δασική Γενετική Εισαγωγή: Βασικές έννοιες

Τρίτη, 27 Μαΐου 2008 Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ

Βιολογία. Δ ΚΥΚΛΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΤΙΚΩΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ Προτεινόμενα Θέματα Γ ΓΕΛ. Μάρτιος προσανατολισμού ΘΕΜΑ Α

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΘΕΜΑ Α Α1. β Α2. δ Α3. α Α4. α Α5. γ

Χρωµοσωµικές Αλλαγές. Πληροφορίες για Ασθενείς και Οικογένειες

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. ΘΕΜΑ 1ο. 1. γ 2. γ 3. δ 4. α 5. β

Πανελλήνιες Εξετάσεις Ημερήσιων Γενικών Λυκείων. Εξεταζόμενο Μάθημα: Βιολογία Θετικής Προσανατολισμού Θετικών Σπουδών, Ημερομηνία: 18 Ιουνίου 2019

ΤΟ ΓΕΝΕΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ. Με αναφορά τόσο στους προκαρυωτικούς όσο και στους ευκαρυωτικούς οργανισμούς

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ // Γ γ ΙΑΤΡ λυκείου Γ ΘΕΤ2 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 29/12/

2. Η ινσουλίνη παράγεται από α. Όλα τα κύτταρα του παγκρέατος β. Εξειδικευµένα κύτταρα του παγκρέατος γ. Κύτταρα του ήπατος δ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο... 2 I. Το γενετικό υλικό... 2 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ... 5 ΝΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΤΕ ΤΑ ΚΕΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΛΕΞΗ... 8 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ...

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. ΘΕΜΑ Α Α1. β Α2. β Α3. δ Α4. γ Α5. γ. ΘΕΜΑ Β Β1. Στήλη Ι Στήλη ΙΙ 1 Α 2 Γ 3 Α 4 Β 5 Α 6 Α 7 Γ

Βιολογία Γενικής Παιδείας Β Λυκείου

Τα χημικά στοιχεία που είναι επικρατέστερα στους οργανισμούς είναι: i..

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 29/12/2016

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2. α Α3. δ Α4. β Α5. α

BIOXHMEIA, TOMOΣ I ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ

ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ. Αποτελώντας βασική πηγή της γενετικής ποικιλότητας, οι μεταλλάξεις τροφοδοτούν την εξελικτική αλλαγή

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 16 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

HPV DNA, E6, E7, L1, L2, E2, p16, prb, κυκλίνες, κινάσες, Ki67. Τι από όλα αυτά πρέπει να γνωρίζει ο κλινικός γιατρός; Αλέξανδρος Λαµπρόπουλος

ΒΙΟΛΟΓΙΑ: Η επιστήμη της ζωής

ΚΕΦ. 6 ο ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΡΙΣΕΩΣ

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 26/01/2014

Transcript:

Παρακολούθηση και εκτίµηση της έκθεσης σε καρκινογόνες χηµικές ουσίες, και των αντιστοίχων κινδύνων, στον εργασιακό χώρο Σ. Κυρτόπουλος, Εργαστήριο Χηµικής Καρκινογένεσης και Γενετικής Τοξικολογίας, Ινστιτούτο Βιολογικών Ερευνών και Βιοτεχνολογίας, Εθνικό Ίδρυµα Ερευνών, Βασιλέως Κωνσταντίνου 48, Αθήνα 11635 Εισαγωγή Αν και η ισχύουσα νοµοθεσία ενθαρρύνει τον περιορισµό της χρήσης καρκινογόνων χηµικών παραγόντων στους χώρους εργασίας, η παρουσία τέτοιων παραγόντων, στον βαθµό που παραµένει αναπόφευκτη, επιβάλλει αυξηµένες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά την εκτίµηση της έκθεσης σε αυτές καθώς και των κινδύνων υγείας που η έκθεση αυτή συνεπάγεται. Οι αυξηµένες αυτές απαιτήσεις οφείλονται τόσο στην σοβαρότητα των συνεπειών για την υγεία των εργαζοµένων όσο και στο γεγονός ότι οι συνέπειες αυτές συνήθως εµφανίζονται µόνο µετά από µακροχρόνια έκθεση. Για την εκτίµηση της εργασιακής έκθεσης σε καρκινογόνους παράγοντες µπορούν κατ' αρχήν να εφαρµοσθούν οι ίδιες µέθοδοι που εφαρµόζονται και για την παρακολούθηση της έκθεσης σε άλλου είδους τοξικούς παράγοντες, δηλαδή µέθοδοι ανάλυσης περιβαλλοντικών δειγµάτων προερχοµένων είτε από περιβαλλοντική είτε από προσωπική δειγµατοληψία. Στην πράξη αυτού του τύπου περιβαλλοντική παρακολούθηση µπορεί να αποδώσει αξιόπιστες πληροφορίες µόνο ως προς την έκθεση µέσω του εισπνεόµενου αέρα, ενώ η έκθεση µέσω των οδών της δερµατικής απορρόφησης και της κατάποσης δύσκολα µπορεί να εκτιµηθεί αξιόπιστα. Για τον λόγο αυτό, η βιολογική παρακολούθηση της έκθεσης σε καρκινογόνους παράγοντες µέσω της χρήσης "βιολογικών δεικτών", δηλαδή δεικτών που µετρούνται σε βιολογικά δείγµατα, θεωρείται ιδιαίτερα χρήσιµη αφού µπορεί να δώσει µιά περισσότερο ολοκληρωµένη εικόνα της έκθεσης του ατόµου µέσω όλως των δυνατών οδών. Κατά την διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών έχουν γίνει σηµαντικές προσπάθειες για την ανάπτυξη βιολογικών δεικτών έκθεσης σε καρκινογόνους χηµικούς παράγονες και έχει επιτευχθεί αξιόλογη πρόοδος ως προς την αξιοποίησή τους στην εκτίµηση της εργασιακής, αλλά και της γενικής περιβαλλοντικής, έκθεσης. Εκτός από την χρησιµότητά τους για την εκτίµηση της έκθεσης, ορισµένοι από τους βιολογικούς δείκτες που έχουν αναπτυχθεί παρουσιάζουν αξιόλογες προοπτικές αξιοποίησης και σαν δείκτες κινδύνου, δηλαδή σαν πρώϊµοι δείκτες επιβλαβών επιδράσεων στην υγεία οι οποίοι εµφανίζονται πολύ πριν από την εµφάνιση κλινικά αναγνωρίσιµων συµπτωµάτων. Τέλος, σηµαντική πρόοδος έχει σηµειωθεί ως προς την ανάπτυξη βιολογικών δεικτών ατοµικής ευαισθησίας οι οποίο ενδέχεται να επιτρέπουν τον έγκαιρο εντοπισµό ατόµων µε αυξηµένη ευαισθησία στις επιβλαβείς επιδράσεις συγκεκριµµένων ουσιών ή κατηγοριών ουσιών. Η συνδυασµένη αξιοποίηση των παραπάνω ειδών βιολογικών δεικτών µπορεί να οδηγήσει σε σηµαντικά οφέλη στον χώρο της υγειινής και ασφάλειας στον χώρο εργασίας αφού επιτρέπει - περισσότερο ακριβή και εξατοµικευµένη εκτίµηση της έκθεσης σε καρκινογόνους χηµικούς παράγοντες, - µείωση του χρόνου µεταξύ της έκθεσης και της ανίχνευσης βιολογικά σηµαντικών επιδράσεων, - αναγνώριση ατόµων ή οµάδων µε αυξηµένη ευαισθησία, κληρονιµική (γενετικά προσδιορισµένη) ή επίκτητη. Τα οφέλη αυτά προσφέρονται για αξιοποίηση σε διάφορα επίπεδα, όπως, για παράδειγµα, για την συγκριτική εκτίµηση της συνολικής έκθεσης που συνεπάγονται διαφορετικές εργασιακές πρακτικές ή συγκεκριµµένοι χώροι εργασίας, την πρώϊµη αξιολόγηση της αποτελεσµατικότητας προστατευτικών παρεµβάσεων, και προσδιορισµό ανεκτών ορίων έκθεσης µε µικρότερο βαθµό αβεβαιότητας.

Μηχανισµός χηµικής καρκινογένεσης και βιολογικοί δείκτες έκθεσης Η χρησιµότητα των βιολογικών δεικτών έκθεσης σε καρκινογόνες ουσίες, και των δεικτών των αντιστοίχων κινδύνων υγείας, συναρτάται µε την θέση που οι δείκτες αυτοί κατέχουν στα πλαίσια του µηχανισµού της χηµικής καρκινογένεσης. Στο Σχήµα 1 παρουσιάζονται σχηµατικά τα σηµαντικότερα βήµατα του µηχανισµού δράσης των χηµικών καρκινογόνων ουσιών (τουλάχιστο της µεγάλης πλειοψηφίας τους). Στο κείµενο που ακολουθεί διάφοροι δείκτες έχουν αναπτυχθεί θα περιγραφούν συνοπτικά σε σχέση µε την θέση τους στον µηχανισµό της καρκινογένεσης. Γενικά µπορεί κανείς να πει ότι όσο πιο κοντά βρίσκεται κάποιος δείκτης στα πρώϊµα στάδια της καρκινογένεσης όπως αυτή περιγράφεται στο Σχήµα 1 τόσο πιο πολύ λειτουργεί σαν δείκτης έκθεσης, ενώ όσο πιο κοντά βρίσκεται προς τα όψιµα στάδια τόσο λειτουργεί σαν δείκτης κινδύνου. Οπως φαίνεται στο Σχήµα 1, µετά την απορρόφησή τους στον οργανισµό οι καρκινογόνες ουσίες αρχικά υφίστανται µεταβολισµό ο οποίος οδηγεί στην αδρανοποίησή τους και/ή την αποβολή τους (αποτοξίνωση) ή την µετατροπή τους σε βιολογικά ενεργούς µεταβολίτες (µεταβολική ενεργοποίηση). Η συγκέντρωση µιάς ουσίας, ή ενός µεταβολίτη της, στο αίµα ή τα ούρα αποτελεί ένα πρώϊµο δείκτη της ποσότητας της ουσίας που εισήλθε στον οργανισµό ή, στην περίπτωση των µεταβολιτών, που υπέστη την αντίστοιχη µεταβολική µετατροπή στο συγκεκριµµένο άτοµο. Κατά συνέπεια αποτελεί ένα δείκτη της "εσωτερικής" δόσης ή έκθεσης του ατόµου που αντανακλά την συνολική έκθεση από όλες τις οδούς (αναπνοή, δερµατική απορρόφηση, κατάποση) (Σχήµα 2). Τα επίπεδα του δείκτη αυτού αυξάνονται σύντοµα µετά από την σχετική έκθεση, ενώ µειώνονται επίσης σχετικά γρήγορα (συνήθως σε διάστηµα λίγων ωρών) µετά από την µείωση ή διακοπή της. Η γρήγορη ανταπόκριση του δείκτη αυτού στα επίπεδα έκθεσης τον καθιστά ακατάλληλο για την εκτίµηση της µακροπρόθεσµης έκθεσης, ενώ αντίθετα τον καθιστά ιδιαίτερα χρήσιµο για την σύντοµη εκτίµηση των επιπτώσεων στην έκθεση που προκύπτουν από κάποια παρέµβαση (π.χ. αλλαγές στην διαδικασία παραγωγής, εισαγωγή προστατευτικών µέτρων κλπ). Ένα παράδειγµα βιολογικού δείκτη της εσωτερικής δόσης που χρησιµοποιείται µε ιδιαίτερη επιτυχία στον χώρο της εργασιακής υγειινής είναι το 1- υδροξυπυρένιο των ούρων, µεταβολίτης του πυρενίου ο οποίος χρησιµοποιείται σαν γενικός δείκτης της εσωτερικής έκθεσης στους πολυκυκλικούς αρωµατικούς υδρογονάνθρακες. Μέσω της "µεταβολικής ενεργοποίησης" τα καρκινογόνα µετατρέπονται σε χηµικά ενεργά (ηλεκτρονιόφιλα) ενδιάµεσα τα οποία είναι σε θέση να αντιδράσουν µε τα κυτταρικά συστατικά και να σχηµατίσουν µε αυτά χηµικά σταθερά σύµπλοκα. Ενώ τα σύµπλοκα µε τις πρωτεϊνες δεν φαίνονται γενικά να έχουν κάποια επιβλαβή επίδραση στην λειτουργία του κυττάρου, τα σύµπλοκα µε το DNA έχουν σαν συνέπεια την αλλοίωση της λειτουργίας του DNA (π.χ. µείωση της ακρίβειας µε την οποία αντιγράφεται κατά την διάρκεια του κυτταρικού πολλαπλασιασµού). Μεταξύ των συνεπειών τέτοιων αλλοιώσεων είναι η παραγωγή µεταλλάξεων, δηλαδή µόνιµων αλλαγών στην αλληλουχία των γονιδίων, πράγµα που, µε την σειρά του, οδηγεί στην παραγωγή πρωτεϊνών µε αλλοιωµένη λειτουργικότητα η οποία παίζει άµεσο ρόλο στην καρκινική εξαλλαγή του κυττάρου. Κατά συνέπεια τα σύµπλοκα των καρκινογόνων µε το DNA µπορούν να θεωρηθούν σαν η πρώτη, βιολογικά κρίσιµη επίδραση των καρκινογόνων. Ο βαθµός στον οποίο σχηµατίζονται σε κάποιο άτοµο εξαρτάται από τα επίπεδα έκθεσής του καθώς και από την σχετική αποτελεσµατικότητα µε την οποία λειτουργούν στο άτοµο αυτό οι διάφοροι µεταβολικοί (αποτοξινοτική και ενεργοποιητικοί) δρόµοι. Γιαυτό και τα σύµπλοκα καρκινογόνων-dna θεωρούνται σαν δείκτες της βιολογικά σηµαντικής έκθεσης" σε ατοµικό επίπεδο (Σχήµα 2). Λόγω όµως της θέσης τους στον µηχανισµό της καρκινογένεσης (άµεση εµπλοκή), παρουσιάζουν το ενδεχόµενο να λειτουργήσουν και σαν δείκτες κινδύνου. Πρόσφατα έχουν παρουσιασθεί οι πρώτες θετικές ενδείξεις για το ενδεχόµενο αυτό, από επιδηµιολογικές µελέτες οι οποίες έχουν δείξει ότι άτοµα µε αυξηµένα επίπεδα βλαβών στο DNA τους παρουσίασαν µακροπρόθεσµα αυξηµένη πιθανότητα εµφάνισης καρκίνου.

Κατά τα τελευταία χρόνια έχει επιτευχθεί σηµαντική πρόοδος στην ανάπτυξη ευαίσθητων αναλυτικών µεθόδων για την µέτρηση των συµπλόκων µε το DNA µεγάλου αριθµού καρκινογόνων ουσιών που απαντώνται στο εργασιακό ή το γενικό περιβάλλον. Για την παρακολούθηση της ανθρώπινης έκθεσης τα σύµπλοκα αυτά µετρώνται συνήθως σε εύκολα προσβάσιµους ιστούς όπως τα κύτταρα του αίµατος (λεµφοκύτταρα ή συνολικά λευκά αιµοσφαίρια). Μετά από έκθεση σε κάποια καρκινογόνο ουσία, τα επίπεδα των συµπλόκων µε το DNA αυξάνονται σύντοµα (ανάλογα µε τον ρυθµό µεταβολισµού της ουσίας) ενώ, λόγω της λειτουργίας των µηχανισµών επιδιόρθωσης των βλαβών του DNA, τα σύµπλοκα αυτά εξαφανίζονται µε ρυθµό που συνήθως κυµαίνεται µεταξύ λίγων ηµερών και λίγων εβδοµάδων. Κατά συνέπεια η µέτρηση των συµπλόκων του DNA δίνει πληροφορίες σχετικά µε την έκθεση του ατόµου κατά την διάρκεια της αντίστοιχης περιόδου. Όπως και τα σύµπλοκα του DNA, τα σύµπλοκα των καρκινογόνων µε τις πρωτεϊνες αποτελούν επίσης δείκτες έκθεσης, αφού και στην περίπτωσή τους τα επίπεδα σχηµατισµού τους εξαρτώνται από τα επίπεδα έκθεσης και την µεταβολική ικανότητα του ατόµου. Στην περίπτωση αυτή, όµως, η απουσία εµπλοκής τους στον µηχανισµό της καρκινογένεσης περιορίζει την χρησιµότητά τους σαν δεικτών κινδύνου (Σχήµα 2). Από την άλλη πλευρά, η απουσία ενεργού επιδιόρθωσής τους τα καθιστά περισσότερο µακρόβια, αφού η διάρκεια της ζωής του εξαρτάται από την χηµική τους σταθερότητα και τον χρόνο ζωής της αντίστοιχης πρωτεϊνης. Τα σύµπλοκα αυτά συνήθως µετρώνται στην αιµοσφαιρίνη ή την αλβουµίνη του ορρού, πρωτεϊνες εύκολα προσβάσιµες και µε χρόνο ζωής που κυµαίνεται σε επίπεδα µερικών µηνών. Συνεπώς έχουν το πλεονέκτηµα ότι προσφέρονται για την εκτίµηση της έκθεσης σε σχετικά µακροχρόνια κλίµακα. Όµως σηµειώνεται ότι, άν και έχουν αναπτυχθεί εξαιρετικά ευαίσθητες µεθοδολογίες για την µέτρησή τους για σειρά καρκινογόνων περιβαλλοντικού ή εργασιακού ενδιαφέροντος, οι αντίστοιχες τεχνικές απαιτήσεις είναι σχετικά µεγάλες αφού συνήθως βασίζονται στην χρήση φασµατογραφίας µάζας και µάλιστα ιδιαίτερα ύψηλής τεχνολογίας. Οι δείκτες που αναφέρονται παραπάνω αποτελούν χηµικούς δείκτες της παρουσίας των καρκινογόνων ή των µεταβολιτών τους σε βιολογικά υγρά ή σε βιολογικά µακροµόρια, και κατά συνέπεια µπορούν να δώσουν πληροφορίες σχετικά µε την έκθεση στις αντίστοιχες, συγκεκριµµένες χηµικές ουσίες. Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται παραδείγµατα δεικτών έκθεσης σε καρκινογόνους παράγοντες εργασιακού ενδιαφέροντος. Αν και η εφαρµογή σε ερευνητικό πλαίσιο των δεικτών αυτών έχει αποδείξει την χρησιµότητά τους, σηµειώνεται ότι οι σχετικά µεγάλες τεχνικές απαιτήσεις για την µέτρησή τους έχει αποτρέψει µέχρι σήµερα την εφαρµογή τους για την εκτίµηση της έκθεσης, και των αντιστοίχων κινδύνων, στον εργασιακό χώρο σε επίπεδο ρουτίνας, µε σηµαντικότερο παράδειγµα εκτεταµένης και επιτυχούς εφαρµογής το 1- υδροξυπυρένιο των ούρων.

Βιολογικοί δείκτες κινδύνου 'Οπως έχει ήδη αναφερθεί, τα σύµπλοκα των καρκινογόνων µε το DNA οδηγούν στην παραγωγή µεταλλάξεων οι οποίες αποτελούν µόνιµες βιολογικές αλλοιώσεις. Μετά από έκθεση σε κάποια καρκινογόνο ουσία στα επίπεδα που συνήθως απαντώνται στο εργασιακό περιβάλλον παράγονται µερικές δεκάδες χιλιάδες σύµπλοκα ανά κύτταρο τα οποία εντοπίζονται σε διάφορα σηµεία του γονιδιώµατος, δηλαδή σε διάφορα γονίδια, στα οποία και τελικά προκαλούν µεταλλάξεις. Τέτοιου είδους αλλοιώσεις εµφανίζονται µέσα σε διάστηµα ηµερών ή εβδοµάδων από την έκθεση σε κάποιο καρκινογόνο, ενώ η διάρκεια της ζωής τους εξαρτάται από την διάρκεια ζωής των κυττάρων στα οποία βρίσκονται. Τείνουν να είναι σχετικά µακρόβιες (µήνες χρόνια), και µάλιστα αν σχηµατίστηκαν σε πρωτόγονα κύτταρα τότε πρέπει να θεωρηθούν σαν µόνιµες. Άν τα γονίδια στα οποία εντοπίζονται οι µεταλλάξεις αυτές είναι κρίσιµα για τον έλεγχο του κυτταρικού πολλαπλασιασµού (π.χ. πρωτο-ογκογονίδια) τότε οι µεταλλάξεις µπορεί να παίζουν άµεσο ρόλο στην καρκινογένεση. Ακόµα όµως και δεν συµµετέχουν στον µηχανισµό της καρκινογένεσης, µπορούν να λειτουργήσουν σαν πρώϊµοι δείκτες των µόνιµων βιολογικών επιδράσεων των καρκινογόνων (Σχήµα 2). Τέτοιοι δείκτες µπορούν να ανιχνευθούν µε την µορφή γονιδιακών µεταλλάξεων σε συγκεκριµµένα γονίδια (π.χ. στο γονίδιο HPRT), ή σαν ανωµαλίες ή µετακινήσεις γενετικού υλικού σε µεταφασικά χρωµοσώµατα ή ενδοφασικούς πυρήνες (ανταλλαγές αδελφών χρωµατίδων, µικροπυρήνες, κλπ). Οι αλλοιώσεις αυτές αποτελούν γενικούς (generic) δείκτες κυτταρικής αλλοίωσης ανεξάρτητα από την ουσία που τις προκάλεσε, δηλαδή σε αντίθεση µε τους δείκτες που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν είναι ειδικοί για συγκεκριµµένες καρκινογόνες ουσίες. Mάλιστα σε προοπτικές επιδηµιολογικές µελέτες έχει δειχθεί ότι η παρουσία αυξηµένων επιπέδων χρωµοσωµικών ανωµαλιών σε λεµφοκύτταρα αίµατος συσχετίζεται µε αυξηµένη πιθανότητα εµφάνισης καρκίνου, πράγµα που υποδηλώνει ότι ο δείκτης αυτός µπορεί να λειτουργήσει σαν δείκτης κινδύνου. είκτες ατοµικής ευαισθησίας Όπως έχει ήδη αναφερθεί, µετά από την είσοδό τους στον οργανισµό οι καρκινογόνες ουσίες συνήθως υπόκεινται σε µεταβολισµό ο οποίος οδηγεί είτε στην αδρανοποίηση/ αποβολή τους είτε στην ενεργοποίησή τους και την µετατροπή τους σε ενδιάµεσα τα οποία σχηµατίζουν σύµπλοκα µε το DNA (την πρώτη βιολογικά σηµαντική επίδραση των καρκινογόνων ουσιών). Η ικανότητα εκτέλεσης αυτών των µεταβολικών διεργασιών διαφέρει από άτοµο σε άτοµο και τα αίτιά των παρατηρουµένων διακυµάνσεων δεν είναι γενικά κατανοητά. Μιά αιτία που έχει αναγνωρισθεί σχετίζεται µε την γενετική διαφορετικότητα, δηλαδή µε την παρουσία διαφορών (συνήθως περιορισµένων σε ένα νουκλεοτίδιο) στην αλληλουχία των σχετικών γονιδίων µεταξύ διαφόρων ατόµων. Η παρουσία των γενετικών αυτών πολυµορφισµών σε γονίδια µεταβολισµού των καρκινογόνων έχει σαν συνέπεια παραγωγή διαφορετικών επιπέδων των κρίσιµων αλλοιώσεων του DNA µετά από όµοια έκθεση, πράγµα που πιστεύεται ότι συνεπάγεται διαφορετική ευαισθησία στις καρκινογόνες επιδράσεις των αντιστοίχων ουσιών. Ανάλογη διακύµανση στην ατοµική ευαισθησία στα καρκινογόνα προκαλείται και από γενετικούς πολυµορφισµούς σε άλλα γονίδια που εµπλέκονται στην καρκινογένεση, όπως είναι τα γονίδια επιδιόρθωσης του DNA, γονίδια ελέγχου του κυτταρικού πολλαπλασιασµού, της απόπτωσης κλπ. Τα κυριώτερα γονίδια των οποίων οι πολυµορφισµοί έχουν µελετηθεί ως δείκτες ατοµικής ευαισθησίας στα καρκινογόνα του εργασιακού χώρου είναι τα γονίδια µεταβολισµού φάσης Ι που ανήκουν στην οικογένεια του κυττοχρώµατος P450, όπως το CYP1A1, CYP1B1, CYP2D6, CYP2E1 κλπ, καθώς και γονίδια µεταβολισµού φάσης ΙΙ όπως η Ν-ακετυλοτρανσφεράση ΝΑΤ2 και οι τρανσφεράσες της γλουταθειόνης GSTµ,GSTπ και GSTθ, κλπ. Σε πολλές περιπτώσεις έχει παρατηρηθεί ότι άτοµα µε συγκεκριµµένους πολυµορφισµούς, ή συνδυασµούς πολυµορφισµών σε διαφορετικά γονίδια (π.χ. CYP1A1/GSTµ) παρουσιάζουν αυξηµένα επίπεδα συµπλόκων του DNA, αλλά και αυξηµένη πιθανότητα καρκινογένεσης. Ο βαθµός αύξησης του κινδύνου που έχουν µέχρι σήµερα συσχετισθεί µε τους πολυµορφισµούς αυτούς είναι σχετικά µικρός (συνήθως

λιγότερο από διπλασιασµός). Αν όµως ληφθεί υπόψη η µεγάλη συχνότητα παρουσίας πολυµορφισµών στο ανθρώπινο γονιδίωµα (υπολογίζεται µέση συχνότητα µιάς µετάλλαξης κάθε 1500 νουκλεοτίδια), τότε µπορεί κανείς να συµπεράνει ότι ο κατάλληλος συνδυασµός µεταλλάξεων σε σειρά γονιδίων τα οποία λειτουργούν σε συνεργασία στα πλαίσια του µηχανισµού της καρκινογένεσης µπορεί να οδηγήσει σε σηµαντική αύξηση της ατοµικής ευαισθησίας. Με δεδοµένη την ταχύτατη εξέλιξη της τεχνολογίας ανίχνευσης γενετικών διακυµάνσεων µπορεί κανείς βάσιµα να προβλέψει ότι η ανακάλυψη τέτοιων συνδυασµών πολυµορφισµών οι οποίοι σε συνέργεια οδηγούν στην διαµόρφωση σηµαντικά αυξηµένης ατοµικής ευαισθησίας είναι θέµα χρόνου, προοπτική µε µεγάλη σπουδαιότητα σε ό,τι αφορά την πρόληψη του καρκίνου, η οποία ταυτόχρονα θέτει και σηµαντικά ηθικά, πολιτικά και κοινωνικά ερωτήµατα. Συµπεράσµατα ιάφοροι βιολογικοί δείκτες επιτρέπουν την παρακολούθηση, σε ατοµικό επίπεδο, της εργασιακής έκθεσης σε καρκινογόνους παράγοντες. Ορισµένοι από του δείκτες αυτούς (βλάβες DNA) προσφέρουν την προοπτική λειτουργίας και σαν δείκτες κινδύνου µελλοντικής νόσησης. Σε επίπεδο κανονιστικό, η απουσία επαρκώς στοιχειοθετηµένων πληροφοριών για τις δοσολογικές σχέσεις µεταξύ δεικτών και επιπτώσεων υγείας δεν επιτρέπει ακόµα τον καθορισµό ορίων για τους βιολογικούς δείκτες των καρκινογών ουσιών. Όµως οι ήδη διαθέσιµοι δείκτες µπορούν να αξιοποιηθούν για την παρακολούθηση της χρονικής και τοπικής διακύµανσης της έκθεσης καθώς και της αποτελεσµατικότητας προστατευτικών και προληπτικών παρεµβάσεων. Τέλος, οι τεχνολογικές εξελίξεις προδιαγράφουν την προοπτική δυνατότητας ανίχνευσης ατόµων µε αυξηµένη γενετική ευαισθησία σε τοξικούς χηµικούς παράγοντες. Οι ηθικές, νοµικές και κοινωνικές προκτάσεις των εξελίξεων αυτών είναι σηµαντικές. Bιβλιογραφία 1. A. Mutti, Biological monitoring in occupational and enviornmental toxicology. Toxicol. Lett. 108 (1999) 77-89. 2. G. Talaska, A. Maier, S. Henn, A. Booth-Jones, Y. Tsuneoka, R. Vermeulen and B. L. Schumann, Carcinogen biomonitoring in human exposures and laboratory research: validation and application to human occupational exposures. Toxicol. Lett. 134 (2002) 39 49. 3. F.J. Jongeneelen, Benchmark guideline for urinary 1-hydroxypyrene as biomarker of occupational exposure to polycyclic aromatic hydrocarbons. Ann. Occup. Hyg. 45 (2001) 3 13.

Σχήµα 1: Μηχανισµός χηµικής καρκινογένεσης και βιολογικοί δείκτες αποβολή µεταβολική απενεργοποίηση / αποτοξίνωση ανενεργοί µεταβολίτες καρκινογόνο ενεργοί µεταβολίτες µεταβολική ενεργοποίηση εξωτερική δόση (περιβαλλοντική παρακολούθηση) εσωτερική δόση επιδιόρθωση DNA σύµπλοκα µε DNA σύµπλοκα µε πρωτεϊνες βιολογικά σηµαντική δόση µεταλλάξεις / µόνιµες γενετικές βλάβες σε καρκινικά γονίδια πρώϊµες βιολογικές επιδράσεις νεοπλασία

Σχήµα 2: Βιολογικοί δείκτες στην εκτίµηση κινδύνων από καρκινογόνους παράγοντες έκθεση δοσολογική σχέση νόσος εσωτερική δόση βιολογικά σηµανική δόστη πρώϊµες βιολογικές επιδράσεις αλλαγές δοµής/ λειτουργίας ουσίες / µεταβολίτες / µεταλλαξογόνος δραστικότητα σε ούρα σύµπλοκα µε DNA ή πρωτεϊνες σε κύτταρα (αίµατος ή ούρων) ή ούρα χρωµοσωµικές ανωµαλίες / µεταλλάξεις σε κύτταρα αίµατος γενετική έκφραση/ γενετικές αλλαγές σε προκαρκινικούς ιστούς ή κύτταρα δείκτες έκθεσης δείκτες κινδύνου ΧΡΟΝΙΚΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΕΚΘΕΣΗΣ ώρες - µέρες µέρες - εβδοµάδες εβδοµάδες - µήνες µήνες +

Πίνακας 1: Βιολογικοί δείκτες έκθεσης και κινδύνου για καρκινογόνους παράγοντες του εργασιακού χώρου βενζόλιο S-φαινυλοµερκαπτουρικό οξύ ούρων / σύµπλοκα αιµοσφαιρίνης αιθυλενοξείδιο 1,3-βουταδιένιο βενζιδίνη 4-αµινοδιφαινύλιο πολυκυκλικοί αρωµατικοί υδρογονάνθρακες (ΠΑΥ) (πίσσα, ατελής καύση) σύµπλοκα αιµοσφαιρίνης & DNA σύµπλοκα αιµοσφαιρίνης & DNA σύµπλοκα αιµοσφαιρίνης & DNA σύµπλοκα αιµοσφαιρίνης & DNA 1-υδροξυπυρένιο ούρων σύµπλοκα αλβουµίνης, αιµοσφαιρίνης & DNA