Μί#ης Χ. Γεωργό-ουλος ένα βότσαλο δυο λόγια
Αφιερωµένο στην τέχνη
η σκέψη µου επάντρεψε το στίχο µε µεράκι µε χρώµατα τα βότσαλα αλλάξανε µορφές ζωντάνεψαν για µια στιγµή οι µνήµες µου λιγάκι και µ έκαναν να σκέφτοµαι εικόνες απ το χθες
Στο φίλο αναγνώστη Το Λεύκωµα αυτό φτιάχτηκε από διαλεχτά βότσαλα της συλλογής µου, που ζωγραφίστηκαν κατά καιρούς µε µεγάλο µεράκι, πότε µε κέφι και πότε µε πόνο από διάφορα γεγονότα και συµβάντα στη ζωή µου και αυτό κάπου φαίνεται ιδίως στις προσωπογραφίες. Τα θέµατα είναι πολλά, άλλα δικά µου και άλλα όµορφα αντίγραφα που µου έδιναν µια έµπνευση. Τα χρώµατα είναι τέµπερες και περασµένα µε βερνίκι για να µπορούν έτσι να διατηρούνται στο χρόνο. Τα βότσαλα αυτά τα έχω µαζέψει από διάφορες παραλίες τα καλοκαίρια, ενδεικτικά αναφέρω µερικές από αυτές: Σκιάθος (Λαλάρια), Κεφαλονιά (Λουρδάς), Λευκάδα (Αγιάννης), Τολό και άλλα µέρη. Το τετράστιχο που συνοδεύει κάθε ζωγραφιά στις παρακάτω σελίδες είναι µια µικρή ιστορία για το κάθε βότσαλο, που µπορεί ο αναγνώστης να ταξιδέψει µέσα απ αυτήν. Αν πάλι δεν το πετυχαίνω αυτό, τότε ας κρατήσει µόνο τον θαυµασµό για τη ζωγραφιά. Μίµης Χ. Γεωργόπουλος iii
Αφιέρωμα Πέτρα γουλί θαλασσινό στο κύμα γαρνιτούρα στη σκέψη σβήνεις τον καημό ταξίδι μακρινό πολύχρωμο σαν σε κοιτώ η σκέψη μου τρεμούλα σαν κεχριμπάρι γίνεσαι στολίδι σε γιαλό Έχεις μορφή και όνομα στο κύμα μια φιγούρα πριν ξεραθείς μου τραγουδάς αρμύρας τον καημό το φόρεμά σου γίνεται στην άμμο γαρνιτούρα μονόπετρο το βότσαλο λιθάρι ακριβό Διαβάζεις τόσα μυστικά σαν σε φιλά το κύμα ερωτικά τα λόγια σου την αμμουδιά μεθάς με δεν μπορείς να μας τα πεις αλήθεια μα τι κρίμα γουλί εσύ τι όμορφο τη σκέψη μου κεντάς Κι όταν στο χέρι σε κρατώ διαβάζω τη καρδιά σου ακούω χτύπους ρυθμικούς της θάλασσας πνοή τόσοι καημοί που κρύφτηκαν βαθιά στα σωθικά σου όταν σ αλλάζω τη μορφή η σκέψη μου πονεί Και ο αφρός του κύματος σαν πόθος σε παιδεύει με χάδι και χαμόγελο στην έρημη αμμουδιά με αρμονία πάλλεται η άμμος που σμιλεύει το γυαλισμένο σου κορμί σε θάλασσα πλατιά Κι ένα κοχύλι σου μιλά που θέλει να ναι ταίρι μα συ στην άκρη δεν μιλάς κρατάς μια σιωπή θέλει να νιώσει συντροφιά χωρίς όμως να ξέρει πως το λιθάρι πέθανε ξεράθηκε δεν ζει
Μέρος Α
Βότσαλο 1. Με λογισμό και με καρδιά παλεύεις την αγάπη κρασί μεθύσι ακριβό σταφύλι να τρυγάς κι ο λογισμός με τ όνειρο να μη σου βγει απάτη ευχές καρδιάς ολόψυχες με πάθος ν αγαπάς Τα μαύρα σου τα φρύδια σου λεβέντη σηκωσέτα ρουθούνια συ για άνοιξε τραγούδι για να πεις το νόημα για σκόρπισε με λόγια νέτα σκέτα και να χορέψεις το χορό ρυθμό αφού κρατείς 6
Βότσαλο 2. Φωνή ανήσυχη εσύ περίεργο τριζόνι η σκέψη σου σε λύπησε μια θύμηση παλιά πνοή με βόγκο δύσκολη ανάσα σε πληγώνει τα μάτια σου ορθάνοιχτα μια λύπη τα κρατά Κι αν σου ρθει κλάμα στη ματιά εσύ να μη το δείξεις κάνε τον πόνο σου γλυκό κρυμμένο στη ψυχή τα βάσανα στον κλίβανο εκεί εσύ να ρίξεις και δήλωσε χαρούμενη ξανά απ την αρχή 7
Βότσαλο 3. Ρίξε πεζόβολο βαθιά ελπίδα για να πιάσεις τα δυό σου μάτια ανοιχτά καημούς δεν σου ξεχνούν κι αυτά που είδες σίγουρα στο νου σου θα το γράψεις τα μάτια σου προδίδουνε δυό σκέψεις που πονούν Σαν βλέπεις συ να έρχεται το τέλος, πεπρωμένο γεννάς ρε σκέψεις στο μυαλό το νόημα βουβό μετράς τις ώρες στο χαρτί με ύφος λυπημένο παθητικά φιλοσοφείς το νέο σου καημό 8
Βότσαλο 4. Βλέπεις το τέλος να ρχεται ο πλάτανος λυγάει αφηρημένα όνειρα στιγμές πλατωνικές το πεπρωμένο έρχεται σαν ρόδα που κυλάει κι αφήνει τα σημάδια του στη σκέψη χαρακιές Στάσου σαν στύλος συ βαθιά γρανίτης μες στο χώμα και γίνε συ ακλόνητος περήφανος φρουρός το ήθος που εδίδαξες κορώνα εις το σώμα κειμήλιο ασκούριαστο θα μένει ευτυχώς 9
Βότσαλο 5. Ω! μουσική που σώπασες η μνήμη μου πεθαίνει να θυμηθεί τον ήχο σου αλήθεια δεν μπορεί με φαντασία σκαλιστή στο βότσαλο θα μένει μορφή εσύ με ξάφνιασες σε τούτο το γουλί Τ αγέρι χάρου φύσηξε σαν χάδι στο κεφάλι περίεργη μορφή εσύ σε βότσαλο πλατύ μονάχα γω σε γνώρισα σαν σ είχα προσκεφάλι παρέα με την αύρα σου και βράδυ και πρωί 10
Βότσαλο 6. Σε γκρίζο χρώμα πόζαρε η σκέψη του θολώνει τα κόκαλα στο πρόσωπο σαν κάτι μαρτυρούν τα μάτια του εδάκρυσαν το κούτελο ζαρώνει τα δόντια του τα χείλια του με πείσμα βλαστημούν Καρφώνει βλέμμα σαϊτιάς το θύμα δεν κουνιέται εκδίκηση όπου ζητά το άδικο χτυπά κι όποιος θαρρεί πως νίκησε απλά μωρέ πλανιέται με τη σοφία του μυαλού αυτός πάντα νικά 11
Βότσαλο 7. Πόσοι και πόσοι πέρασαν μπροστά απτό κορμί σου σε θαύμασαν δεν άγγιξαν δεν πήρανε φιλί κι όσοι μωρέ σου μίλησαν δεν άκουσαν φωνή σου κόρη εσύ αξέχαστη ήσουν μια λυγερή Σαν κύκνος εποζάρισες σε λίμνη συ πλανεύτρα τη θάλασσα γαλήνεψες πανέμορφο κορμί είσαι μια μάγισσα γουλί τα λόγια συ για βρέστα που έγραψα για σένανε σε κίτρινο χαρτί 12
Βότσαλο 8. Καρδιά σε χούφτα κούρνιασε παρθένα συ γυναίκα η αγκαλιά σου βάλσαμο ο όρκος σου βουβός φιλιά και χάδια χόρτασες κάθε φορά και δέκα ο έρωτας ο ίσκιος σου κρυφός ανασασμός Φασκομηλιά στο δάσος σου το δώρο σου μεγάλο σαν με κοιτάς τα μάτια σου χρυσάφι ακριβό το σώμα σου το λυγερό λικνίζεται σε μπάλο και στο χορό μου γίνεσαι βαρκούλα συ για δυό 13
Βότσαλο 9. Ζευγάρι σαν κολύμπησε σε ήρεμο λιμάνι τον έρωτα επάντρεψε κρυφά μ ένα φιλί με φύκι στεφανώθηκε στο πρώτο του σεργιάνι χαρά με άφωνη φωνή το πάθος του κρατεί Και στα θολά σου τα νερά και στα πολλά σου μέλια στο πρώτο σου φτερούγισμα τη λίμνη σου ξυπνάς μες στα ιβάρια κούρδισες τ ατσάλινά σου τέλια λαβράκι όμορφο εσύ τις μνήμες μου ξυπνάς 14
Βότσαλο 10. Τα μάτια μου γεράσανε βαριά στο πρόσωπό μου τα βλέφαρα κρεμάσανε τα χρόνια μου πολλά η μύτη μου εβάρυνε πιοτό είν ο καημός μου η φτώχια μου εφάνηκε στη δόλια μου ματιά Θε να σκεπάσω τη ματιά ο νους μου να μη βλέπει τα χρόνια πως περάσανε βάριά τα γηρατειά κι ο νέος σαν παράδειγμα τη τέχνη μου να έχει για να παντρεύει τ όνειρο σε κάθε ζωγραφιά 15
Βότσαλο 11. Τι με κοιτάς ρε μαϊμού γιατί μου βγάζεις γλώσσα μιμήσε τις κινήσεις μου μηχανικά γελάς ζητάς με τούμπες λιχουδιά η κανα δυό ρε γρόσα το ρόλο σου τον έμαθες το χρήμα να ζητάς Φτωχή μικρή μου άβουλη τη δύναμη δεν ξέρεις είσαι ρε πιόνι άβουλο αφέντη κουβαλάς αν σηκωθείς στα όρθια την αλλαγή θα φέρεις τ αφεντικό σου σίγουρα θα γίνει φουκαράς 16
Μέρος Α Το τετράστιχο που συνοδεύει κάθε ζωγραφιά στις παρακάτω σελίδες είναι μια μικρή ιστορία για το κάθε βότσαλο, που μπορεί ο αναγνώστης να ταξιδέψει μέσα απ αυτήν. Αν πάλι δεν το πετυχαίνω αυτό, τότε ας κρατήσει μόνο τον θαυμασμό για τη ζωγραφιά. 17
Μέρος Β
Βότσαλο 12. Κοιτώ δυό μάτια ανοιχτά δυό χείλια πουν σφιγμένα μια έκφραση περίεργη μια σκέψη που πονά κρατάς τα λόγια μυστικά που χεις εσύ για μένα δεν σε ρωτώ που έκρυψες τα χάδια τα παλιά Τα μάτια σου επίμονα σφυγμοί που συγκλονίζουν σπαράζουν σκέψη μα και νου αδήλωτα γραπτά στιγμές και όνειρα παλιά δρεπάνια που θερίζουν αδίσταχτα ματώνουνε εμέ κάθε φορά 19
Βότσαλο 13. Αγωνιστής θα να γραφτείς ο λόγος σου μαγνήτης η ιστορία σ έγραψε αιώνια μορφή παράδειγμα παρέμεινες σκληρός είν ο γρανίτης δεν πελεκάτε το βουνό καλά μωρέ κρατεί Ψυχή εσύ αδούλωτη μια κόκκινη σημαία δρεπάνι είν ο λόγος σου χτυπά σαν το σφυρί τα λόγια σου παρέμειναν αγνά μα και πηγαία ιδέα συ αμπόλιαστη αιώνια θα ζει 20
Βότσαλο 14. Μάνα εσύ αγκάλιασε μ αγάπη τα παιδιά σου προστάτεψε με φρόνηση αδύναμα κορμιά και σκέπασε το φόβο τους με τη πλατιά καρδιά σου και δείξε την αγάπη σου ακόμα μια φορά Ο πόλεμος κι ο θάνατος παιχνίδι κάθε μέρα το χρέος είναι της ψυχής εσύ για τους πολλούς κι άλλος στη μάχη βρίσκεται με όπλο μια φλογέρα ρε καπετάνιε σήκωσε τους εθνικούς παλμούς 21
Βότσαλο 15. Το πανηγύρι της χρονιάς θα κλείσει με τραγούδια σκέψεις και όνειρα του νου του έρωτα καημοί οι γιορτινές σας φορεσιές θυμίζουνε λουλούδια κι ο λαϊκός σας ο χορός καλά μωρέ κρατεί Ή χος παλιός και γνώριμος παράδοση αιώνια λύρα βιολί όπου κρατεί το τέμπο συγκινεί κάθε φορά λικνίζεστε βουτιές σαν χελιδόνια αθάνατη μορφή εσύ αξέχαστη φυλή 22
Βότσαλο 16. Γυναίκα συ αμαρτωλή βασίλισσα με στέμμα ο τάφος σου ολόχρυσος ολόχρυση ζωή χρόνια πολλά βασίλεψες κι αυτό δεν είναι ψέμα χρυσή χλαμύδα φόρεσες γυμνό είχες κορμί Πολεμιστής ο έρωτας το θύμα η αγάπη πορεία πολυτάραχη χλαμύδα ζηλευτή με πόθο την ετύλιξες την έκαμες χορτάτη και τέλος συ την έθαψες βαθιά μέσα στη γη 23
Βότσαλο 17. Φύλλο ξερό σαν ξάπλωσε επάνω σε λιθάρι κοκκίνισε αγάπησε το πάθος του βουβό κι ο καλλιτέχνης πού δωσε ετούτη δω τη χάρη την κράτησε ενθύμιο σαν κάτι ακριβό Επέτρωσε και κόλλησε στον άσπρο του το τάφο πεθαίνοντας αμίλητο στην άκρη του γιαλού σε τάφο που δεν άνοιξε εκεί εγώ θα γράφω τους στίχους μου αμίλητος σε φόντο δειλινού 24
Βότσαλο 18. Κίτρινα φύλλα καταγής αγέρας τα σκορπάει εικόνες έμειναν στο νου μορφή παρθενική το καλοκαίρι πέταξε ποιος ξέρει για που πάει φιγούρα συ νοσταλγική καυτό είχες φιλί Φθινόπωρο εμύρισε μελαγχολίας νάζι μια μουσική ακούστηκε ο ήχος της βαθύς στο πρώτο το κελάηδισμα πουλί μικρό να κράζει ορφάνια άδεια η φωλιά τις μνήμες σου κρατείς 25
Βότσαλο 19. Πόρτα κλειστή πανέμορφη το κέντημά σου δείξε το θαυμασμό εισέπραξε, διαβάτης εραστής τον έρωτα που διάλεξες στη λήθη τώρα ρίξε πλακόστρωτο δρομάκι μου εικόνα της ψυχής Κι αν είσαι τώρα συ κλειστή τα μυστικά σου πες μου θέλω να ζήσω τις στιγμές εκείνες τις παλιές στη γειτονιά την όμορφη ν ακούσω τις φωνές μου με δάκρυα οι σκέψεις μου στο σώμα μαχαιριές 26
Βότσαλο 20. Καμιά φορά ολόχρυση στο πέτο πεταλούδα καρφίτσα γίνεσαι εσύ χωρίς ψυχή νεκρή ασάλευτα σου γίνονται τα κόκκινα βελούδα το κάρφωμα σου μάτωσε τη δόλια μου ψυχή Το πέτρινο το σώμα σου στο κύμα ακροθαλάσσι μια ομορφιά θαλασσινή στην άμμο περπατεί κι όποιος εσέ θα συναντά ποτέ του δεν θα χάσει την ευκαιρία να ζητά να πάρει ένα φιλί 27
Βότσαλο 21. Τραγούδι γέλιο και χαρά το πέτρινο το σώμα μια ξάπλα είναι η ζωή εμπρός και όπου βγεί ότι θα φάμε σήμερα πριν πέσουμε σε κώμα δυό κανταδόροι είμαστε εμείς οι ποντικοί Φτώχια και λούσα η ζωή εμάς δεν μας χαρίζει κρατάμε στίχους άγραφους με γέλια στη ψυχή ποτέ η πείνα κι ο καημός ποτέ δεν μας αγγίζει για αυτό και το ταξίδι μας δεν έχει επιστροφή 28
Βότσαλο 22. Το ξέρω γω το βλέμμα σου το μάτι σου με θλίβει σου άλλαξα το χώρο σου σε πήγα σε ξηρά η σκέψη σου θα ήθελα να μάθαινα τι κρύβει μικρή μου κόρη γίνεσαι στο νου μου χαρακιά Σαν ξεφυλλίζω το γραφτό το βλέμμα μου στυλώνει νομίζω κάτι με κρατά ακίνητο βουβό κι όμως το νόημα θα πει αυτό που δεν δηλώνει ότι μ ανάγκασες εσύ αλλού να κολυμπώ. 29
Μέρος Β Το τετράστιχο που συνοδεύει κάθε ζωγραφιά στις παρακάτω σελίδες είναι μια μικρή ιστορία για το κάθε βότσαλο, που μπορεί ο αναγνώστης να ταξιδέψει μέσα απ αυτήν. Αν πάλι δεν το πετυχαίνω αυτό, τότε ας κρατήσει μόνο τον θαυμασμό για τη ζωγραφιά. 30
Μέρος Γ
Βότσαλο 23. Δυό μανιτάρια φύτρωσαν σε πέτρα σαν βλαστάρια σκιά σαν έριξαν στη γη κρυφά είν τα φιλιά αδέρφια δυό εστάθηκαν στην άκρη κει λιοντάρια δυό φύλακες αόρατοι αγέραστα κορμιά Κι αν κόπηκε η συντροφιά η μοίρα δεν αλλάζει ο τάφος μένει ανοιχτός ο τόπος νοσταλγός μια συντροφιά που έμεινε γλυκό μωρέ μαράζι αθάνατος αγέραστος στη θύμηση αδερφός 32
Βότσαλο 24. Τόσες μορφές μια ζωγραφιά τον θάνατο νικάνε γελούν μ αγάπη στο φακό χαρίζουνε φιλιά σαν τις κοιτάς τις χαίρεσαι στο όνειρο σε πάνε στη μοναξιά σου γίνονται για σε μια συντροφιά Κι όταν μαντάτα έρχονται που θα μιλούν για πόνους κοίτα μ αγάπη τις μορφές μουγκά πως σου μιλούν τα γελαστά τα πρόσωπα χαρίζουνε και χρόνους όταν τα βλέπεις στο χαρτί γλυκά να σου γελούν 33
Βότσαλο 25. Ζωγράφου χέρι έφτιαξε τα πέτρινα λουλούδια αμάραντα να μένουνε στη πέτρα στη μπογιά κι όταν τα βλέπεις να μεθάς μ ερωτικά τραγούδια κι αν θέλεις βάλτα στην ψυχή χωρίς να πεις μιλιά Το Μάη τάχα έφερε λουλούδι η μορφή σου μπορεί να πέτρωσε στη γη φεγγάρι φωτεινό πολύχρωμο σαν έγινε κι αυτό ρε το κορμί σου η σκέψη ταξίδεψε σε σύννεφο θαμπό 34
Βότσαλο 26. Μορφές και σκίτσα που μιλούν που λένε δύο λέξεις νεκρές στη πέτρα στέκουνε ζωγράφου οι καημοί σε σκέψεις που δεν τόλμησες ποτέ εσύ να τρέξεις πάρε το θάρρος κάμε το ετούτη τη στιγμή Και στις μορφές τις πέτρινες συνθήματα να γράψεις με θάρρος συ στη μνήμη σου βαθιά να τα κρατάς κι αν χρειαστεί ποτέ εκεί εσύ μωρέ να ψάξεις το νόημα συμπέρασμα ότι και συ χωράς 35
Μέρος Γ Το τετράστιχο που συνοδεύει κάθε ζωγραφιά στις παρακάτω σελίδες είναι μια μικρή ιστορία για το κάθε βότσαλο, που μπορεί ο αναγνώστης να ταξιδέψει μέσα απ αυτήν. Αν πάλι δεν το πετυχαίνω αυτό, τότε ας κρατήσει μόνο τον θαυμασμό για τη ζωγραφιά. 36
Θυμάμαι Στίχοι καρδιάς στο λεύκωμα στολίδια στη ψυχή μου πληγές και δάκρυα χαράς με χρώματα μαζί εικόνες όνειρα θολά που σμίγουν στο κορμί μου τα βότσαλα ζωντάνεψαν δυό μνήμες στο χαρτί Μια σκέψη σέρνει το χορό σαν κύμα ακροθαλάσσι χαμένα πρόσωπα θα πει στη μνήμη μαχαιριά ζωή κερνάς τη μια γουλιά με χρώμα σαν κεράσι πινέλο συ ζωγράφισες εικόνες στη καρδιά Άλλες φιγούρες έφτιαξα και άλλες είχα σκέψη η μοίρα έφερε κοντά ζωγράφου πινελιά κρύψε μπαμπέσα μάγισσα αυτά που είχες κλέψει να μη φανούνε στο γουλί ποτέ καμιά φορά Θα γίνω γω το βότσαλο του κύματος λυχνάρι μια φλόγα που σιγόπαιξε δειλά κάποιου νοτιά μαΐστρου φόρα η θωριά τη θύμηση θα πάρει για να τη κάνει σύννεφο βροχή κάποιου βοριά Κι ο θαυμαστής που δεν θα δει του βότσαλου το ταίρι όσο κι αν ψάξει στο γιαλό τυφλός θε να φανεί χρησμός αδιάβαστος θα πει ταξίδι στο αγέρι κρατά λειψό τον θαυμασμό σε τούτο το χαρτί Μετρώ τους χτύπους της καρδιάς δυό ήχοι σαν ζευγάρια τρέμει το χέρι που πονά ζωγράφος η ματιά χωρίς ζωή με νόημα ετούτα τα λιθάρια δεν τα χαρίζω τα κρατώ για πάντα συντροφιά
Επίλογος Ρηχό νερό σαν ξέπλυνες ετούτο δω το άσπρο το βότσαλο της αµµουδιάς παιδί της µοναξιάς αστραφτερό µου το κανες λαµπόκοπο σαν άστρο µια έµπνευση ατέλειωτη γλυκιά σαν το κοιτάς Ανασασµός της θάλασσας το κύµα ο καηµός του σαν χάδι πριν τον ύπνο του η πένα το πονεί ξερό κι αν είναι δίπλα µου ακούω το σφυγµό του πονώ και γω στη χαρακιά που µοιάζει µε κραυγή Τ αλλάζω όνοµα µορφή, τ αλλάζω και συνήθεια χάνει το µόλο το γιαλό σε χώρο του σπιτιού σε ράφι αλουστράριστο σε µέρος δίχως φύκια γουλί αυτό ξεράθηκε µια θύµηση γιαλού Θ αναπληρώσω το καηµό το θάνατο µε σκέψη µια ζωγραφιά στο σώµα του ζωντάνια και πνοή κι ο θεατής που θα το δει το θαυµασµό θα κλέψει παρηγοριά στο βότσαλο η νέα του µορφή
Βιογραφικό του Συγγραφέα Γεννήθηκε στην Κεφαλονιά στον Αγκώνα της Θηνιάς. Μικρός φεύγει οικογενειακώς για το Μεσολόγγι, όπου ο πατέρας του διορίζεται Επιθεωρητής Δηµοτικών Σχολείων. Εκεί περνά τα παιδικά του χρόνια ζυµωµένος µε τις οµορφιές της λιµνοθάλασσας και που αργότερα στα µετέπειτα χρόνια του θα αρχίσει να ξεδιπλώνει το ταλέντο του στη ζωγραφική µα και στο στίχο. Φοίτησε στην Ανωτάτη Βιοµηχανική Σχολή χωρίς να τον κερδίσουν οι σπουδές στα οικονοµικά. Έτσι πολύ αργότερα βρήκε το χρόνο και τη διάθεση να ασχοληθεί µε πάθος στις παραπάνω κλίσεις του. Έχει ζωγραφίσει ηµερολόγια και ένα λεύκωµα µε βότσαλα παντρεµένα µε στίχο, όπως επίσης έχει γράψει και 34 ποιητικές συλλογές, έργα µε βάσει τον έρωτα τα οποία χαρίζει κατά καιρούς στους φίλους του. Έχει λάβει µέρος σε διάφορους Λογοτεχνικούς Διαγωνισµούς αποσπώντας βραβεία και τιµητικές διακρίσεις.
COPYRIGHT Η ζωγραφική στο βότσαλο του εξωφύλλου και στον Επίλογο είναι αντίγραφο απ το χαρακτικό της κυρίας Βάσως Κατράκη. Το Βιβλίο είναι βασισμένο σε ανέκδοτο Έντυπο του ίδιου του συγγραφέα. Ιδέα, Ζωγραφική, Φωτογραφίες, Κείμενα, Ποιήματα: Μίμης Χ. Γεωργόπουλος (migeo@otenet.gr) Σελιδοποίηση, WebDesign και Ηλεκτρονική Έκδοση: Stefanos Papachristopoulos (Publishopia) Η Μουσική στο εισαγωγικό Video λέγεται Jump Amelie και ανήκει στον Etienne Gervot από το άλμπουμ του Voyage vers l inconnu. Το περιεχόμενο του παρόντος βιβλίου αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του συγγραφέα. Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση μέρους ή ολόκληρου του βιβλίου χωρίς την γραπτή άδεια του συγγραφέα. 2014, Publishopia (Stefanos Papachristopoulos)